ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ



Σχετικά έγγραφα
ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

Λοιμώδη Νοσήματα Υγιεινή. Αγροτικών Ζώων

ΚΑΙ ΕΚΤΡΟΦΗ ΙΧΘΥΩΝ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ Ε. ΠΑΠΟΥΤΣΟΓΛΟΥ ΟΜΟΤΙΜΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Επιδράση των υδατοκαλλιεργειών στο περιβάλλον

Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων

Τι είναι άμεση ρύπανση?

Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΡΕΥΝΑ Υ ΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ, ΕΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ Πειραιάς 31/12/2015

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

Φοιτητες: Σαμακός Φώτιος Παναγιώτης 7442 Ζάπρης Αδαμάντης 7458

Πρώτες ύλες. Πιθανοί κίνδυνοι σε όλα τα στάδια της παραγωγής. Καθορισµός πιθανότητας επιβίωσης µικροοργανισµών. Εκτίµηση επικινδυνότητας

ΑΡΘΡΟ ΠΡΩΤΟ [Άρθρο 4 Κατηγορίες υδατοκαλλιεργειών στην Ελλάδα Αναγκαίες υποδομές για τη λειτουργία των μονάδων υδατοκαλλιέργειας]

Σημειώσεις για το μάθημα «Ζωοτεχνία» Υδατοκαλλιέργειες Ναυσικά Καρακατσούλη Επικ. Καθηγήτρια Τμήμα ΕΖΠΥ

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΡΕΥΝΑ Υ ΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ, ΕΤΟΥΣ Πειραιάς 1/8/2014 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ

Έρευνα αγοράς κλάδου παραγωγής ιχθυηρών

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΡΕΥΝΑ Υ ΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ, ΕΤΩΝ 2012, Πειραιάς 31 /12 / 2014 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ

7. Βιοτεχνολογία. α) η διαθεσιμότητα θρεπτικών συστατικών στο θρεπτικό υλικό, β) το ph, γ) το Ο 2 και δ) η θερμοκρασία.

Νίκος Χαριτωνίδης. Πρόλογος

Άνοιξε στις 20 Μαρτίου 2015 για 3η φορά το πρόγραμμα επιδότησης του επιχειρησιακού προγράμματος Αλιείας (ΕΠΑλΘ) με τίτλο Μετρο 2.1 «ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ».

ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ. 9η ΙΑΛΕΞΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΓΙΑ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΙΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ

Θέµατα Βιολογίας Γενική Παιδεία Γ Λυκείου 2000

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. β. Η μόλυνση των φυτικών προϊόντων από γεωργικά φάρμακα μπορεί να είτε άμεση είτε έμμεση. ΣΩΣΤΟ

Θέµατα Βιολογίας Γενική Παιδεία Γ Λυκείου 2000

ΑΛΛΑΓΏΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΙΑ

Ο τομέας ιχθυοκαλλιέργειας στη Γαλλία

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ 2007 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

Λοιμώδη Νοσήματα Υγιεινή Αγροτικών Ζώων

Ζαφειρίδης Χρήστος κτηνίατρος ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ, ΦΑΡΜΑΚΩΝ και

TEI ΗΠΕΙΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΧΘΥΟΚΟΜΙΑΣ - ΑΛΙΕΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ &

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΡΕΥΝΑ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ, ΈΤΟΣ 2017

Πρακτικός οδηγός βιολογικής κτηνοτροφίας: χοιροτροφία

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΚΥΤΤΑΡΙΚΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΔΙΑΠΕΡΑΤΟΤΗΤΑ

Η έννοια του οικοσυστήματος Ροή ενέργειας

Την τελευταία 30ετία στην Ελλάδα έχουν αναδειχθεί οι ιχθυοκαλλιέργειες θαλασσινών μεσογειακών ειδών (κυρίως τσιπούρας και λαβρακίου).

Protecure και Endosan. Protecure. Endosan

Κατάλοιπα φαρμάκων σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης: επιπτώσεις στη δημόσια υγεία και νομοθετικό πλαίσιο των επίσημων ελέγχων.

ΚΑΝΤΑΡΟΣ ΗΛΙΑΣ Γεωπόνος, Σύµβουλος Βιολογικής Γεωργίας '' ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ & ΥΓΕΙΑ''

ΔΑΣΙΚΑ & ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 13/06/2013 Δήμος Βισαλτίας

Επεξεργασία Μεταποίηση. ΝτουµήΠ. Α.

Βιολογία. Γ λυκειου ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Innovation Transfer Network for Mediterranean Mariculture - INTRANEMMA Deliverable 1 (b): Greek Survey Template

«ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙEΡΓΗΤΙΚΕΣ ΜΟΝΑ ΕΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ»

ΟΙ ΜΥ ΟΚΑΛΛΙΕΡΓΙΕΣ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΠΙΕΡΙΑΣ

η μεταβολική προσέγγιση Πάνος Τσίτσιος Φαρμακοποιός, MSc Δντης Ιατρικού Τμήματος

Η ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΠΛΑΓΚΤΟΥ ΓΙΑ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΩΣ ΖΩΝΤΑΝΗΣ ΤΡΟΦΗΣ ΣΤΟΥΣ ΘΑΛΑΣΣΙΟΥΣ ΙΧΘΥΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΥΣ ΣΤΑΘΜΟΥΣ (Γενική θεώρηση)

ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ ΤΡΟΦΙΜΑ βιολογικά τρόφιμα Ως προς τη θρεπτική αξία των τροφίμων

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Ο ρόλος και η σημασία των μοριακών τεχνικών στον έλεγχο των. μικροβιολογικών παραμέτρων σε περιβαλλοντικά δείγματα για την προστασία

Διερεύνηση μιας υδατογενούς ή τροφικής επιδημικής έκρηξης

ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ

Σύνδεσμος Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών

Πρόλογος Το περιβάλλον Περιβάλλον και οικολογική ισορροπία Η ροή της ενέργειας στο περιβάλλον... 20

Επιστημονικά Δεδομένα για τη βιοχημική δράση της αντιοξειδωτικής Βιταμίνης C.

Λοιμώδη Νοσήματα Υγιεινή Αγροτικών Ζώων

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2015 Β ΦΑΣΗ Γ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΒΙΟΛΟΓΙΑ / ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ÅÐÉËÏÃÇ ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ. ΖΗΤΗΜΑ 1 ο

CEVAXEL 50 mg/ml κόνις και διαλύτης για ενέσιµο διάλυµα για βοοειδή και χοίρους

ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΤ ΕΞΑΜΗΝΟΥ Τμήμα Ιατρικών Εργαστηρίων Τ.Ε.Ι. Αθήνας

Από τον Δρ. Φρ. Γαΐτη* για το foodbites.eu

Τ Α ΣΤ Σ Ι Τ Κ Ι Ο Π ΕΡ Ε Ι Ρ Β Ι ΑΛΛ Λ Ο Λ Ν

Ποιοτικά Χαρακτηριστικά Λυµάτων

Εισαγωγές, από τη Γροιλανδία αλιευτικών προϊόντων, ζώντων δίθυρων µαλακίων, εχινόδερµων, χιτωνόζωων και θαλάσσιων γαστερόποδων ***Ι

Καθορισµός κριτηρίων αξιολόγησης Περιγραφή και βαθµονόµηση κριτηρίων. 1. Εισαγωγή

Μέτρο 2.1 Υδατοκαλλιέργεια. Συνοπτική παρουσίαση

Τοξικολογία Τροφίμων. Αξιολογήση του ρίσκου της έκθεσης στα υπολείμματα φυτοφαρμάκων

Ευαίσθητη στη ζέστη το οξυγόνο το αλκαλικό περιβάλλον και τις λάμπες UV. Μερικές τροφές πλούσιες σε Βιταμίνη Β1 (100g τροφής /mg Βιταμίνης)

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

Τ.Ε.Ι. ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΜΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΑΛΙΕΙΑΣ-ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ ΜΑΘΗΜΑ: ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ Ι

ΕΚΘΕΣΗ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΤΩΝ ΕΙΔΩΝ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (2008/392/ΕΚ) (3) Τα στοιχεία αυτά διατίθενται σήμερα στο κοινό μέσω των

Απόσπασμα από το βιβλίο «Πως να ζήσετε 150 χρόνια» του Dr. Δημήτρη Τσουκαλά

ιαχείριση υγρών α οβλήτων

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. Οδηγίας της Επιτροπής

Εφαρμοσμένη Διατροφική Ιατρική

Λοιμώδη Νοσήματα Υγιεινή Αγροτικών Ζώων

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Ποια η χρησιμότητα των πρωτεϊνών;

Προσδιορισμός φυσικοχημικών παραμέτρων υγρών αποβλήτων και υδάτων

επιπτώσεων στο περιβάλλον απαιτήσεις σε αντιρρυπαντικά συστήµατα Αέριες Εκποµπές Εκποµπές οσµών

Οι ιδιοκτήτες αυτών των υπέροχων αιλουροειδών τις περισσότερες φορες. αγνοούν κάποιους βασικούς κανόνες που πρέπει να διέπουν την διατροφη

Βιολογική προβατοτροφία

ΠΟΙΟΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Να συμπληρωθεί το παρακάτω φυλλάδιο με βάση τις οδηγίες σε κάθε θέμα. Να απαντήσετε σε όλες τις ερωτήσεις. Σας ευχόμαστε επιτυχία!

Ανάπτυξη μεθοδολογίας για τη μέτρηση in vitro πεπτικότητας σιτηρεσίων μεσογειακών ειδών ψαριών Εκτίμηση της διατροφικής αξίας και του ρυθμού αύξησης

ΡΥΠΑΝΣΗ. Ρύποι. Αντίδραση βιολογικών συστημάτων σε παράγοντες αύξησης

Χημικές αντιδράσεις καταλυμένες από στερεούς καταλύτες

Σήµερα οι εξελίξεις στην Επιστήµη και στην Τεχνολογία δίνουν τη

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Εκμετάλλευση και Προστασία των Υπόγειων Υδατικών Πόρων

2) την αριθ. 2925/ απόφαση της Συνεδρίασης της Συγκλήτου

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΛΥΣΗ ΚΕΦ. 1ο

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Εφαρμογή Ολοκληρωμένου Προγράμματος Παρακολούθησης Θαλασσίων Υδάτων στο πλαίσιο υλοποίησης της Ευρωπαϊκής οδηγίας για τη θαλάσσια στρατηγική

ΥΔΑΤΙΝΗ ΡΥΠΑΝΣΗ ΥΔΑΤΙΝΗ ΡΥΠΑΝΣΗ-ΟΡΙΣΜΟΣ

Θέµα: ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΣ ΝΟΜΟΣ 3299/2004

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 8 (ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ) ΦΑΣΜΑΤΟΦΩΤΟΜΕΤΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2018/0216(COD) Σχέδιο γνωμοδότησης Bronis Ropė (PE629.

Γενικές εξετάσεις Υγιεινή και Ασφάλεια Τροφίμων Γ ΕΠΑ.Λ ΟΜΑΔΑ Α & Β

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΕΩΣ Υγροχρωµατογραφικός προσδιορισµός των καταλοίπων της υδροχλωρικής σαραφλοξακίνης µετά από χορήγηση αυτής µε την τροφή σε εκτρεφόµενες τσιπούρες Αθανάσιος Ε. Τυρπένου Κτηνίατρος Υγιεινολόγος Τροφίµων Ι ΑΚΤΟΡΙΚΗ ΙΑΤΡΙΒΗ Θεσσαλονίκη 2002 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΕΩΣ Υγροχρωµατογραφικός προσδιορισµός των καταλοίπων της υδροχλωρικής σαραφλοξακίνης µετά από χορήγηση αυτής µε την τροφή σε εκτρεφόµενες τσιπούρες Αθανάσιος Ε. Τυρπένου Κτηνίατρος Υγιεινολόγος Τροφίµων Ι ΑΚΤΟΡΙΚΗ ΙΑΤΡΙΒΗ Θεσσαλονίκη 2002 Σελίδα 2

ΕΠΤΑΜΕΛΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ διδακτορική διατριβή Αθανάσιος Ε. Τυρπένου Κτηνίατρος Υγιεινολόγος Τροφίµων Καθηγητής Ιωάννης Ε. Ψωµάς Επιβλέπων Καθηγητής Γεώργιος. Φώτης Μέλος Συµβ. Επιτροπής Σελίδα 3

Επίκουρη Καθηγήτρια Ελένη Γ. Ιωσηφίδου Μέλος Συµβ. Επιτροπής Καθηγητής Γεώργιος Κουνενής Μέλος Εξετ. Επιτροπής Καθηγητής Ηλίας Ελευθεροχωρινός Μέλος Εξετ. Επιτροπής Καθηγητής Αναστάσιος Βουλγαρόπουλος Μέλος Εξετ. Επιτροπής Αναπληρωτής Καθηγητής Νικόλαος Μπότσογλου Μέλος Εξετ. Επιτροπής «Η έγκριση διδακτορικής διατριβής από το Τµήµα Κτηνιατρικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, δεν υποδηλώνει αποδοχή των γνωµών του συγγραφέα» [ Ν. 5343/1932, άρθρο 202, παρ. 2 ] Σελίδα 4

Στην αγαπηµένη µου σύζυγο Τέσση σαν ένα πολύ µικρό δείγµα αγάπης και αφοσίωσης «Helping man and animals by ensuring the availability of safe and effective animal health products» FDA Center for Veterinary Medicine Σελίδα 5

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ 13 Σελίδα 6

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Βιβλιογραφική ανασκόπηση ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο... 18 Κτηνιατρικά φάρµακα και θαλάσσιες εκτροφές ψαριών 1. Στοιχεία σχετικά µε την παραγωγή ψαριών..18 1.1. Ευρωπαϊκή και παγκόσµια παραγωγή 1.2. Ελληνική παραγωγή 2. Ψάρια και εκτροφή 24 2.1. Η τσιπούρα και η εκτροφή της 3. Χρήση κτηνιατρικών φαρµάκων στις εκτροφές ψαριών..33 4. Φαρµακοκινητική κτηνιατρικών φαρµάκων στα ψάρια 40 5. Συνέπειες της χρήσης κτηνιατρικών φαρµάκων στις εκτροφές ψαριών...45 5.1. Παρουσία καταλοίπων στα ψάρια 5.2. Αντιβακτηριακή αντοχή 5.3. Επίπτωση στο περιβάλλον ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο... 55 Χρήση της σαραφλοξακίνης στις εκτροφές ψαριών 1. Κινολόνες - Φθοριοκινολόνες [χηµεία-αντιβακτηριακές ιδιότητες-χρήσεις]...55 2. Σαραφλοξακίνη..59 2.1. οµή και φυσικοχηµικές ιδιότητες 2.2. Χορήγηση 2.3. Στοιχεία φαρµακοκινητικής 2.4. Τρόπος δράσης 2.5. Τοξικότητα 2.6. Κατάλοιπα σαραφλοξακίνης και δηµόσια υγεία Σελίδα 7

3. Μέθοδοι ελέγχου...70 3.1. Χρωµατογραφικές µέθοδοι 3.2. Άλλες µέθοδοι ΜΕΡΟΣ ΕΥΤΕΡΟ Η δική µας έρευνα ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ..77 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο..78 ιαµόρφωση της µεθόδου 1. Όργανα και συσκευές..78 1.1. Σύστηµα υγροχρωµατογραφίας 1.1.1. Ενιαίο σύστηµα ελέγχου και διαχείρισης διαλυτών και δειγµάτων 1.1.2. Λογισµικό πρόγραµµα ελέγχου και επεξεργασίας δεδοµένων 1.1.3. Εξαρτήµατα συνδεδεµένα µε τη χρήση του συστήµατος 1.2. Άλλα επικουρικά όργανα 80 1.3. Αντιδραστήρια και υλικά 81 1.3.1. Χηµικά αντιδραστήρια 1.3.2. Πρότυπα διαλύµατα 1.3.3. Κοινά διαλύµατα 1.3.4. Γυάλινα και πλαστικά υλικά 2. Επιλογή χρωµατογραφικών συνθηκών..84 3. Επιλογή συνθηκών κατεργασίας δειγµάτων..87 4. Τελική διαµόρφωση της αναλυτικής µεθόδου...92 Σελίδα 8

4.1. Εκχύλιση του δείγµατος [ 1 ο στάδιο ] 4.2. Καθαρισµός του εκχυλίσµατος µε εκχύλιση στερεάς φάσης [ 2 ο στάδιο ] 4.3. Έκλουση και παραλαβή της σαραφλοξακίνης [ 3 ο στάδιο ] 4.4. Ανίχνευση και ταυτοποίηση της σαραφλοξακίνης [ 4 ο στάδιο ] 4.5. Καµπύλες αναφοράς και ποσοτικοί προσδιορισµοί [ 5 ο στάδιο ] 5. Τυποποίηση της αναλυτικής µεθόδου.100 5.1. Έλεγχος χρωµατογραφικού συστήµατος 5.2. Τεκµηρίωση της µεθόδου στη σάρκα 5.3. ιασφάλιση ποιότητας - Ποιοτικός έλεγχος 5.4. Ποιότητα της µεθόδου 5.5. Όριο ανίχνευσης - Όριο ποσοτικού προσδιορισµού 6. Ανάκτηση της µεθόδου στο ήπαρ, νεφρούς και οστά.108 7. Ανάλυση της ιχθυοτροφής......110 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο 111 Βιολογικοί πειραµατισµοί 1. Υποδοµή εξοπλισµού..111 1.1. Εγκαταστάσεις, εξοπλισµός πειραµατικής εκτροφής 1.2. Συσκευές µέτρησης παραµέτρων θαλασσινού νερού 1.3. Συσκευές παρασκευής φαρµακούχου ιχθυοτροφής 1.4. Άλλες επικουρικές συσκευές 2. Αντιβακτηριακός παράγοντας.113 3. Πειραµατόζωα.114 4. ιατροφή των ψαριών.115 4.1. Ιχθυοτροφή ψαριών θαλάσσης 4.2. Φαρµακούχος ιχθυοτροφή Σελίδα 9

5 Συνθήκες πειραµατισµών 117 5.1. ιερευνητικός βιολογικός πειραµατισµός ~ 20 ο C 5.2. Βιολογικός πειραµατισµός υψηλής θερµοκρασίας ~ 25 ο C 5.3. Βιολογικός πειραµατισµός χαµηλής θερµοκρασίας ~ 18 ο C 6. είγµατα ιστών 120 7. Έλεγχος δειγµάτων αγοράς.....121 8. Αποτελέσµατα.122 8.1. ιερευνητικός βιολογικός πειραµατισµός ~ 20 ο C 8.2. Βιολογικός πειραµατισµός υψηλής θερµοκρασίας ~ 25 ο C 8.3. Βιολογικός πειραµατισµός χαµηλής θερµοκρασίας ~ 18 ο C 8.4. Αποτελέσµατα αναλύσεων σε δείγµατα αγοράς 8.5. Στατιστική επεξεργασία ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ Συζήτηση - Συµπεράσµατα 1. Συζήτηση.138 1.1. ιαµόρφωση της µεθόδου 1.2. Ανίχνευση της σαραφλοξακίνης στο υπεριώδες φως 1.2.1. Ταυτοποίηση της σαραφλοξακίνης στο υπεριώδες φως 1.3. Βιολογικοί πειραµατισµοί 1.4. Χρόνος αποµάκρυνσης της σαραφλοξακίνης από την τσιπούρα 2. Συµπεράσµατα..155 Σελίδα 10

ΑΚΡΩΝΥΜΙΑ & ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ....157 ΠΕΡΙΛΗΨΗ....160 SUMMARY...164 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.167 Ελληνική βιβλιογραφία Ξενόγλωσση βιβλιογραφία Σελίδα 11

F H N N N.HCl F O F COOH H N N N.HCl F O F COOH H N N N.HCl F F O COOH εισαγωγή H N N N.HCl F O F COOH H N N N.HCl F ΕΙΣΑΓΩΓΗ O COOH Σελίδα 12

ιεθνώς η χρήση των κτηνιατρικών φαρµάκων [VMPs] στην καταπολέµηση των ασθενειών των ψαριών των εντατικών εκτροφών διαφαίνεται, ότι πρέπει να επιλυθεί µε την κατάρτιση ειδικών ερευνητικών προγραµµάτων. Τα προγράµµατα αυτά αφορούν τη µελέτη της κατανοµής και της αποµάκρυνσής τους από τα ψάρια των διαφόρων γεωγραφικών περιοχών [Βορρά-Νότου] και πιο ειδικά του κάθε είδους ψαριού χωριστά για την κάθε περιοχή. Παρά το µεγάλο αριθµό αντιβακτηριακών ουσιών, που παράγονται και εγκρίνονται για χρήση στη ζωική παραγωγή, µόνο ελάχιστες είναι εκείνες, οι οποίες τελικά εγκρίνονται για τα ψάρια των εντατικών εκτροφών. Ειδικότερα εγκρίνονται για τα ψάρια των ψυχρών και βορείων περιοχών, όπως είναι ο σολοµός του Ατλαντικού [Salmo salar L.]. Για το λόγο αυτό και σύµφωνα µε τις κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Αξιολόγηση των Κτηνιατρικών Φαρµάκων [ΕΜΕΑ] επιβάλλεται η µελέτη της αποµάκρυνσης των φαρµάκων και στα είδη ψαριών των θερµότερων-νότιων περιοχών, όπως είναι και η Ελλάδα. Οι ασθένειες των ψαριών των εντατικών εκτροφών αποτελούν σοβαρό κίνδυνο, µε επιπτώσεις στην ευζωία τους και στην παραγωγή µε αποτέλεσµα τις µεγάλες απώλειες στον ιχθυοπληθυσµό. Στην Ελλάδα η κατάσταση από την άποψη της χρήσης των αντιβακτηριακών ουσιών στα ψάρια των εντατικών εκτροφών, φαίνεται να µην είναι πλήρως ελεγχόµενη. Αυτό λόγω της µη πραγµατοποίησης µελετών και της µη ύπαρξης δεδοµένων της κατανοµής και της αποµάκρυνσής τους από τον οργανισµό των ψαριών. Για τους παραπάνω λόγους και επειδή η κατανάλωση ψαριών εκτροφής συνεχώς αυξάνει τόσο στη χώρα µας όσο και διεθνώς, το παραγόµενο προϊόν θα πρέπει να είναι υψηλής ποιότητας, και όσο το δυνατό απαλλαγµένο καταλοίπων και τελικά ασφαλές για τον άνθρωπο. Για να µπορέσουν να ελεγχθούν οι δυσµενείς καταστάσεις στις εκτροφές ψαριών, επιστρατεύονται οι ίδιες τακτικές µε εκείνες, οι οποίες εφαρµόζονται στις εντατικές εκτροφές των άλλων παραγωγικών ζώων, µε κύριο στόχο την παρεµπόδιση της εισβολής του λοιµογόνου παράγοντα στην εκτροφή. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, εκεί όπου η εκτροφή ψαριών βρίσκει µεγάλη ανάπτυξη, ακολουθούνται οι κανονισµοί και οι πρακτικές της Καλής ιαχείρισης της Εντατικής Εκτροφής, οι οποίες είναι ουσιώδεις για τη διατήρηση της καλής ποιότητας του περιβάλλοντος των Σελίδα 13

εκτρεφοµένων ψαριών. Η χρήση των κτηνιατρικών φαρµάκων είναι άµεση και περισσότερο εκείνη των αντιβακτηριακών παραγόντων. Η σαραφλοξακίνη είναι εγκεκριµένη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά δε κυκλοφορεί ακόµα στην Ελλάδα. Σύµφωνα µε τον Κανονισµό [ΕΟΚ] 2377/90 η σαραφλοξακίνη έχει συµπεριληφθεί στο Παράρτηµα Ι στο οποίο υπάγονται οι χηµικές ουσίες για τις οποίες έχει καθορισθεί το Μέγιστο Όριο Καταλοίπων [MRL]. Το όριο αυτό ανέρχεται σε 30 µg/kg στη σάρκα 1 των ψαριών. Η υλοποίηση της διατριβής αυτής πραγµατοποιήθηκε στο Εργαστήριο Υγροχρωµατογραφίας του Τοµέα Μελέτης Καταλοίπων του Ινστιτούτου Κτηνιατρικών Ερευνών Αθηνών [Ι.Κ.Ε.Α.] του Εθνικού Ιδρύµατος Αγροτικής Έρευνας [ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.] και στο Εργαστήριο ιατροφής και Παθολογίας των Υδρόβιων Οργανισµών του Εθνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών [Ε.Κ.Θ.Ε.] µε την οικονοµική υποστήριξη του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. στα πλαίσια ερευνητικής µελέτης του Προγράµµατος «ΗΜΗΤΡΑ 95». Η καθοδήγηση της έρευνας έγινε υπό την επίβλεψη των Εργαστηρίων της Υγιεινής Τροφίµων και Ιχθυολογίας του Τµήµατος Κτηνιατρικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστήµιου Θεσσαλονίκης. Σκοπός της έρευνας ήταν να µελετηθούν οι συνθήκες αποµάκρυνσης της σαραφλοξακίνης από τους ιστούς της τσιπούρας και πιο συγκεκριµένα από τη σάρκα, ώστε το τελικό προϊόν που βγαίνει στην κατανάλωση να είναι ασφαλές για τον καταναλωτή από την άποψη της παρουσίας των καταλοίπων της σαραφλοξακίνης. Θεωρώ καθήκον µου, να ευχαριστήσω θερµά τον Καθηγητή κ. Ιωάννη Ε. Ψωµά, για την επίβλεψη, καθοδήγηση και την κάθε µορφής βοήθεια που µου παρέσχε κατά τη διάρκεια της εκπόνησης της διδακτορικής µου διατριβής, Θερµές ευχαριστίες εκφράζω επίσης στον Καθηγητή κ. Γεώργιο. Φώτη για τις εποικοδοµητικές του συµβουλές και υποδείξεις, που µου προσέφερε στην οργάνωση 1 Σάρκα: µε τον όρο αυτό εννοούµε το κρέας µαζί µε το δέρµα σε φυσική αναλογία. Σελίδα 14

των βιολογικών πειραµατισµών και σε λεπτοµέρειες πάνω στα θέµατα της εντατικής εκτροφής ψαριών. Ευχαριστώ επίσης θερµά την Επίκουρη Καθηγήτρια κα Ελένη Γ. Ιωσηφίδου για την αµέριστη βοήθεια, καθοδήγηση και διαρκή συµπαράσταση, που µου παρέσχε στην εκπόνηση της διατριβής. Επίσης, θεωρώ υποχρέωσή µου να ευχαριστήσω τους κ.κ. Θεόδωρο Κουσουρή, Σπύρο Κλαουδάτο και Μαρία Αλέξη του Εθνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών για την ουσιαστική τους αρωγή στην υλοποίηση της έρευνας. Ακόµα, ευχαριστώ την κα Maryse Marcopoulos-Duriez, διευθύντρια του Τοµέα Ιατρικών και Επιστηµονικών Θεµάτων της εταιρείας Abbott Laboratories [Hellas], S.A. για το σηµαντικό προσωπικό της ενδιαφέρον στην προµήθεια της πρότυπης ουσίας sarafloxacin hydrochloride από την Abbott Laboratories, North Chicago Illinois USA. Ευχαριστώ επίσης το ιοικητικό Συµβούλιο του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. για την έγκριση της εκπόνησης της διδακτορικής µου διατριβής αλλά και για την οικονοµική της ενίσχυση. Τέλος, αισθάνοµαι την ανάγκη να ευχαριστήσω την οικογένειά µου και ιδιαίτερα τη σύζυγό µου, χωρίς την ηθική συµπαράσταση της οποίας, δε θα ήταν δυνατή η υλοποίηση της διδακτορικής µου διατριβής. Η µελέτη αυτή χωρίζεται σε τρία µέρη. Στο πρώτο µέρος παρατίθεται η βιβλιογραφική ανασκόπηση των επιστηµονικών δεδοµένων, τα οποία αναφέρονται στη χρήση των αντιβακτηριακών κτηνιατρικών φαρµάκων στις εντατικές εκτροφές και ειδικότερα των κινολονών και της σαραφλοξακίνης, καθώς και µια ανασκόπηση των µεθόδων προσδιορισµού των καταλοίπων της. Στο δεύτερο µέρος αναπτύσσεται η αναλυτική µέθοδος, όπως αυτή διαµορφώθηκε από εµάς, οι βιολογικοί πειραµατισµοί, που πραγµατοποιήθηκαν, τα αποτελέσµατα και η στατιστική επεξεργασία τους. Γίνεται ακόµα µια εκτίµηση του καθορισµού του χρόνου αποµάκρυνσης των καταλοίπων της σαραφλοξακίνης από τη σάρκα της τσιπούρας. Στο τρίτο µέρος παρουσιάζεται η Σελίδα 15

συζήτηση για τη διαµόρφωση της µεθόδου προσδιορισµού της σαραφλοξακίνης και της ταυτοποίησής της στο υπεριώδες φως, για τους βιολογικούς πειραµατισµούς και για το χρόνο αποµάκρυνσης των καταλοίπων της σαραφλοξακίνης από τη σάρκα της τσιπούρας. Τέλος, παρατίθενται τα συµπεράσµατα στα οποία καταλήξαµε από τα αποτελέσµατα της έρευνας αυτής. Σελίδα 16

µέρος πρώτο N O F N N H COOH F.HCl N O F N N H COOH F.HCl N O F N N H COOH F.HCl N O F N N H COOH F.HCl N O F N N H COOH F.HCl βιβλιογραφική ανασκόπηση Σελίδα 17

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Βιβλιογραφική Ανασκόπηση ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο Κτηνιατρικά φάρµακα και θαλάσσιες εκτροφές ψαριών 1. Στοιχεία σχετικά µε την παραγωγή ψαριών 1.1. Ευρωπαϊκή και παγκόσµια παραγωγή Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, η εκτροφή των ψαριών σε παράκτια θαλάσσια νερά, όπως του σολοµού στη Σκωτία και Ιρλανδία και του λαβρακιού και της τσιπούρας στη Μεσόγειο, γνώρισε σηµαντική ανάπτυξη παράλληλα µε την αύξηση της παραγωγής της εκτρεφόµενης πέστροφας σε γλυκά νερά [FAO, 1998]. Η εκτροφή ψαριών αποτελεί έναν από τους ταχύτατα αναπτυσσόµενους τοµείς της πρωτογενούς παραγωγής σε ολόκληρο τον κόσµο. Η αυξανόµενη σηµασία του σχετίζεται άµεσα µε τη συµβολή του στην κάλυψη του κενού ανάµεσα στην παραγωγή και στη ζήτηση των θαλάσσιων προϊόντων. Τα προϊόντα αυτά θεωρούνται ασφαλή και θρεπτικά, αν και µερικές φορές έχουν αποδειχθεί υπεύθυνα διαταραχών της υγείας µας από την επιβάρηνσή τους µε χηµικούς και βιολογικούς παράγοντες [WHO, 1999]. Στην κατηγορία των εδώδιµων ψαριών τα πιο κοινά εκτρεφόµενα είδη είναι ο κυπρίνος [Cyprinus caprio], η πέστροφα [Oncorhynchus mykiss], ο σολοµός [Oncorhynchus kisutch], το γατόψαρο των καναλιών [Ictalurus punctatus], το χέλι [Anguilla anguilla], η τιλάπια [Tilapia sp], ο κέφαλος [Mugil cephalus], ο χάνος [Serranus sp], το µαγιάτικο [Seriola dumerili], το λαβράκι [Dicentrarchus labrax] και η τσιπούρα [Sparus aurata] [Φώτης, 1999]. Σύµφωνα µε τον Παγκόσµιο Οργανισµό Τροφίµων και Γεωργίας [FAO] το 1994 η σηµαντικότερη παραγωγή από υδατοκαλλιέργειες αφορούσε την εκτροφή ψαριών και την καλλιέργεια των µαλακίων, εκ των οποίων τα ψάρια αντιπροσώπευαν το 79% της συνολικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα σπουδαιότερα είδη είναι ο σολοµός Σελίδα 18

ο οποίος ανήκει στην οικογένεια Salmonidae, ο κυπρίνος ο οποίος ανήκει στην οικογένεια Cyprinae καθώς και τα θαλάσσια είδη η τσιπούρα η οποία υπάγεται στην οικογένεια Sparidae και το λαβράκι στην οικογένεια Serranidae. Τα τελευταία υψηλής ζήτησης είδη, η τσιπούρα [Sparus aurata L.] και το ευρωπαϊκό λαβράκι, [Dicentrarchus labrax L.] εκτρέφονται εντατικά σε ιχθυοκλωβούς στα θερµότερα παράκτια νερά της Μεσογείου. Θα µπορούσαµε να πούµε, ότι η παραγωγή της εντατικής εκτροφής ψαριών στην Ευρώπη χωρίζεται σε δύο κατηγορίες. Αυτές είναι η παραγωγή ειδών υψηλής ζήτησης, όπως είναι τα σολοµοειδή και τα θαλασσινά ψάρια και η ηµι-εντατική παραγωγή ειδών χαµηλής ζήτησης, όπως του κυπρίνου στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης [FAO, 1998; Φώτης, 1999]. Μια σύγκριση της παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση µε την Παγκόσµια φαίνεται και στον παρακάτω πίνακα 1: Πίνακας 1. Παραγωγή υδατοκαλλιεργειών των κύριων ειδών [σε τόνους] στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εκφρασµένη ως ποσοστό της Παγκόσµιας Παραγωγής. Είδος Επιστηµονικό όνοµα Παραγωγή Ε.Ε.15 Παγκόσµια παραγωγή % Ε.Ε. σε σχέση µε την παγκόσµια Σολοµός Ατλαντικού Salmo salar 115.749 523.213 22 Πέστροφα Oncorhynchus mykiss 235.541 436.592 54 Κυπρίνος Cyprinus caprio 18.264 8.006.325 <1 Ευρωπαϊκό χέλι Anguilla anguilla 8.053 8.134 99 Τσιπούρα Λαβράκι Sparus aurata Dicentrarchus labrax 54.136 67.968 68 Πλατύψαρο [Turbot] Scophthalmus maximus 3.220 3.220 100 Μύδια Mytilus galloprovencialis Mytilus edulis 514.507 732.928 70 Στρείδια Oestrea edulis 97.876 3.085.118 3 Αχιβάδες Venus sp., Anadonta sp. 49.670 1.332.729 4 Σύνολο 1.089.016 14.196.227 Πηγή: FAO, 1998 Σήµερα η θαλάσσια εκτροφή ψαριών σε πλωτούς ιχθυοκλωβούς είναι η πλέον συνηθισµένη µέθοδος εκτροφής ψαριών κυρίως σε προστατευµένες από δυνατούς Σελίδα 19

ανέµους, κύµατα, κακοκαιρίες κ.α. περιοχές µε ανώµαλες ακτογραµµές. Η ταχύτατη όµως επέκτασή της είχε ως αποτέλεσµα, τη δηµιουργία προβληµάτων αυτορύπανσης των µονάδων και εξάπλωσης των παρασιτικών και µολυσµατικών νοσηµάτων, αλλά και τον περιορισµό και την έλλειψη κατάλληλων περιοχών για µελλοντική επέκταση της δραστηριότητας αυτής [Αργυρού, 1994]. Παράγοντες της παγκόσµιας δραστηριότητας στην εντατική εκτροφή ψαριών εκτιµούν, ότι ο κλάδος έχει ήδη αναπτυχθεί σε τέτοιο βαθµό, ώστε να φαίνεται δύσκολη η µελλοντική του ανάπτυξη µε τους υψηλούς ρυθµούς των προηγούµενων χρόνων. Όµως, παρά την αναµενόµενη µείωση του υψηλού ρυθµού ανάπτυξης αλλά και τη σχεδόν χωρίς διακοπές ρύπανση των ωκεανών, των λιµνών και των ποταµών, ο κλάδος συνεχίζει την ανοδική του πορεία µε µια εντυπωσιακή ανάπτυξη, η οποία είναι αποτέλεσµα: της διαρκώς αυξανόµενης ζήτησης ψαριών της αύξησης του πληθυσµού της γης και Σύµφωνα µε τα επίσηµα στοιχεία του FAO η παγκόσµια παραγωγή υδατοκαλλιεργειών το 1995 έφτανε τους 21 εκατοµµύρια τόνους, η ανθρώπινη κατανάλωση άγγιξε τους 80.000.000 τόνους, οι δε προβλέψεις για το έτος 2010 σε παγκόσµιο επίπεδο θα πλησιάσει τους 40.000.000 τόνους [Anonymous, 1997]. Ταυτόχρονα µε τη συνεχιζόµενη εντατικοποίηση της εκτροφής συγκεκριµένων ειδών ψαριών άρχισαν να εµφανίζονται και οι πρώτες ανησυχίες για τη διασφάλιση της ευζωίας τους. Αποτέλεσµα αυτού ήταν η προώθηση διαδικασιών για περισσότερο προσεκτικό σχεδιασµό και κατάλληλη διαχείριση, ώστε να εξασφαλίζονται η υγεία και η ευζωία των εκτρεφόµενων ψαριών, παράγοντες οι οποίοι αποτελούν βασική προϋπόθεση για να µπορέσουν τα ψάρια να αγγίξουν στο µέγιστο της παραγωγικής τους απόδοσης [Schwedler και Johnson, 1997]. 1.2. Ελληνική παραγωγή Σελίδα 20

Στην Ελλάδα η συστηµατική εκτροφή των ευρύαλων ψαριών ξεκίνησε το 1982 µε την ίδρυση της πρώτης µονάδας, η οποία είχε περισσότερο διερευνητικό χαρακτήρα της δυνατότητας της συστηµατικής τους εκτροφής. Ουσιαστικά η διαµόρφωση του κλάδου άρχισε µετά το 1986, όταν λειτούργησαν και οι πρώτες 12 µονάδες εκτροφής, οπότε και παρατηρήθηκε µια αλµατώδης ανάπτυξη µέχρι και σήµερα, οφειλόµενη κυρίως: στη συνεχή µείωση των φυσικών αποθεµάτων ψαριών υψηλής ζήτησης, όπως η τσιπούρα και το λαβράκι στη συστηµατική αύξηση της ζήτησης των ειδών αυτών στις υψηλές τιµές διάθεσής τους και στην προσδοκία υψηλών κερδών από τους επενδυτές στην καταλληλότητα των κλιµατολογικών, φυσικών και µορφολογικών συνθηκών της χώρας µας [υψηλές θερµοκρασίες νερού, πολυάριθµοι όρµοι και κόλποι, ύπαρξη παραλιακών εκτάσεων, απουσία ρύπανσης και µόλυνσης κ.α.] που εξασφαλίζουν τις ευνοϊκές προϋποθέσεις για την ίδρυση των µονάδων και για την ανάπτυξη των ειδών στην εξέλιξη και γνώση της τεχνολογίας, και τέλος, στα κίνητρα της πολιτείας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης [Αποστολόπουλος και συν., 1994]. Σύµφωνα µε τα στοιχεία της βάσης δεδοµένων του Συνδέσµου Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών [ΣΕΘ] και της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ιχθυοκαλλιεργητών [FEAP], η εξέλιξη της αύξησης του αριθµού των παραγωγικών µονάδων στην Ελλάδα είναι εντυπωσιακή, αν λάβουµε υπόψη, ότι το 1986 υπήρχαν 12 µονάδες, 100 µονάδες το 1990, 121 µονάδες το 1992 και 269 µονάδες το 1999. Αν και η παραγωγή της εντατικής εκτροφής ψαριών στη χώρα µας περιλαµβάνει σε πρώτη µοίρα είδη των ψαριών θάλασσας [τσιπούρα, λαβράκι] και του γλυκού νερού [πέστροφα] και σε δεύτερη µοίρα και µάλιστα σε δοκιµαστικό ακόµα στάδιο τα είδη λυθρίνι, κεφαλόπουλο, µπαρµπούνι, σαργό, όπως επίσης και σολοµό, η πειραµατική αυτή προσπάθεια κυριαρχείται από την παραγωγή της τσιπούρας και του λαβρακιού. Σηµαντικό γεγονός είναι, ότι τα τελευταία πέντε χρόνια η χώρα µας κατέχει την πρώτη Σελίδα 21

θέση στην παραγωγή ευρύαλων ψαριών τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και µεταξύ των Μεσογειακών χωρών [Εικόνα 1]. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η Ελλάδα κατέχει το 62% της παραγωγής τσιπούρας και λαβρακιού στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το 48% στις λοιπές Μεσογειακές χώρες. Από την ποσότητα που παράγεται, το 38% διατίθεται στη χώρα µας, το δε υπόλοιπο 62% της παραγωγής εξάγεται προς άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποφέροντας µια εισροή συναλλάγµατος της τάξεως των 100.000.000 δολαρίων. Σύµφωνα µε στοιχεία του ΣΕΘ η παραγωγή από την εκτροφή ψαριών θάλασσας παρουσιάζει µια δυναµική ουσιαστικής αύξησης για το άµεσο µέλλον [ΣΕΘ, 2000]. Επίσης στην εικόνα 2 βλέπουµε την εξέλιξη της αύξησης της παραγωγής τσιπούρας στην Ελλάδα από το 1992 έως το 1999. Σύµφωνα µε το νέο Επιχειρησιακό Πρόγραµµα Αλιείας 2000-2006 για την Ελλάδα προβλέπονται πιστώσεις ύψους 65 δισεκατοµµυρίων δραχµών, οι οποίες θα αφορούν την αύξηση της παραγωγής των ήδη εκτρεφοµένων ειδών και την ανάπτυξη νέων, τον εκσυγχρονισµό των υφιστάµενων ιχθυογεννητικών σταθµών, τη µεταποίηση, την εµπορία και τις βασικές υποδοµές εργαστηρίων και χώρων έρευνας. Ακόµα θα αφορούν τη συµµόρφωση προς τους όρους υγιεινής, την εγκατάσταση συστηµάτων HACCP και ISO, του σήµατος ποιότητας και τη διαφήµιση [Αναγνόπουλος, 2000]. Σελίδα 22

ΤΟΥΡΚΙΑ 175 ΜΑΡΟΚΟ 2 ΚΥΠΡΟΣ 9 ΚΡΟΑΤΙΑ 19 ΜΑΛΤΑ 3 ΤΥΝΗΣΙΑ 3 ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 4 ΕΛΛΑ Α 243 ΓΑΛΛΙΑ 43 ΙΤΑΛΙΑ 66 ΙΣΠΑΝΙΑ 49 Εικόνα 1. Γεωγραφική κατανοµή των µονάδων εντατικής εκτροφής τσιπούρας και λαβρακιού στη Μεσόγειο Θάλασσα. [Στοιχεία γραφήµατος ΣΕΘ, 2000; Σχεδιασµός γραφήµατος, Αθανάσιος Ε. Τυρπένου] Σελίδα 23

2. Ψάρια και εκτροφή Τα ψάρια είναι υδρόβια σπονδυλωτά ζώα, τα οποία ζουν σε αλµυρά ή γλυκά νερά, αναπνέουν µε βράγχια, το σώµα τους είναι καλυµµένο από λεπτό δέρµα το οποίο κατά κανόνα σκεπάζεται µε λέπια ή είναι γυµνό. Στερούνται άκρων και κινούνται µέσα στο νερό µε πτερύγια [Φώτης, 1999]. Ως διακριτικά του είδους χρησιµεύουν το µέγεθος, το σχήµα, το χρώµα, τα χαρακτηριστικά των βραγχιοκαλυµµάτων και των βραγχίων, τα πτερύγια, η πλάγια γραµµή, το γένειο, τα λέπια, τα δόντια κ.α. [Πανέτσος, 1978]. Το νευρικό τους σύστηµα είναι παρόµοιο µε εκείνο των πτηνών, των αµφίβιων ζώων, των ερπετών και των θηλαστικών, το οποίο σε συνεργασία µε τους ενδοκρινείς αδένες, ελέγχει τις λειτουργίες του οργανισµού τους, όπως τη διατροφή, την πέψη, την αναπαραγωγή, την αναπνοή, την κυκλοφορία, την οσµορύθµιση, την ανάπτυξη, την απέκκριση, τη ρύθµιση της ανόδου και καθόδου στο νερό [buoyancy], την αντίδραση διαφυγής, την αντοχή στις ασθένειες και τέλος τη ρύθµιση της θερµοκρασίας του σώµατος. Η κύρια διαφορά µεταξύ των θηλαστικών, πτηνών και των περισσότερων ειδών ψαριών είναι, ότι το ψάρι δε µπορεί να ρυθµίσει τη θερµοκρασία του σώµατός του, η οποία ποικίλει ανάλογα µε τη θερµοκρασία του νερού, σύµφωνα µε την οποία ρυθµίζονται οι βιοχηµικές και οι φυσιολογικές λειτουργίες του σώµατος καθώς και οι αντιδράσεις συµπεριφοράς. Αν και υπάρχουν κάποιες διαφοροποιήσεις µεταξύ των ειδών, γενικά τα ψάρια διπλασιάζουν την ταχύτητα του µεταβολισµού τους σε κάθε αύξηση της θερµοκρασίας κατά 10 ο C µέσα σε κάποιο αποδεκτό εύρος [Schwedler και Johnson, 1997]. Επειδή οι απότοµες αλλαγές της θερµοκρασίας του νερού προκαλούν έντονο στρες στα ψάρια, η βαθµιαία αλλαγή της µε µια αναλογία τουλάχιστον 3 ο C ανά ώρα, δίνει στο ψάρι τη δυνατότητα να προσαρµόσει τη θερµοκρασία του σώµατός του στις νέες περιβαλλοντικές συνθήκες. Επιπλέον τα ψάρια διαθέτουν και πρόσθετες ικανότητες, µε τις οποίες µπορούν να προσαρµόζονται στο περιβάλλον τους και µε τις αισθήσεις της γεύσης, της αφής, της όρασης, της οσµής, της ακοής, αλλά και µε άλλες ιδιαίτερες αισθήσεις οι οποίες είναι µοναδικές και τα χαρακτηρίζουν [Schwedler και Johnson, 1997]. Σελίδα 24

20000 18000 16000 Τσιπούρα 14000 12000 τόνοι 10000 8000 6000 4000 2000 0 1990 1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 Εικόνα 2. Εξέλιξη της αύξησης της παραγωγής τσιπούρας στην Ελλάδα από το 1992 έως το 1999. [Στοιχεία γραφήµατος ΣΕΘ, 2000; Σχεδιασµός γραφήµατος, Αθανάσιος Ε. Τυρπένου] Σελίδα 25

Όπως όλα τα ζώα έτσι και τα ψάρια αντιδρούν στους χηµικούς, φυσικούς ή άλλους παράγοντες στρες περίπου µε τον ίδιο τρόπο. Το συνολικό τελικό αποτέλεσµα εξαρτάται από τη φύση των παραγόντων αυτών, την έντασή τους και τη διάρκεια της έκθεσης του οργανισµού των ψαριών σ αυτούς. Αν η καταπόνηση [στρες] είναι µικρής διάρκειας, τα ψάρια είναι ικανά να προσαρµοστούν και να ξεπεράσουν το στάδιο της ανάκαµψης. Αν όµως είναι µεγάλης διάρκειας, τότε τα ψάρια εισέρχονται στο στάδιο της εξασθένισης και συνήθως ψοφούν. Αλλά και αν ακόµα επανέλθουν οι φυσιολογικές και οι ανοσολογικές αλλαγές, οι οποίες έχουν επέλθει, τα καθιστούν περισσότερο επιρρεπή και ευαίσθητα στις ασθένειες. Είναι το ονοµαζόµενο «στρες του συνωστισµού», το οποίο µπορούµε να αποφύγουµε παρέχοντας ικανοποιητικό χώρο κίνησης, καλή ποιότητα νερού, πλήρως ισορροπηµένη τροφή, ελάχιστες φυσικές διαταράξεις και άριστους χειρισµούς. Παράλληλα, η βελτίωση των αµυντικών τους µηχανισµών και η διέγερση του ανοσοποιητικού τους συστήµατος µε τη χορήγηση βιταµινών C και Ε ορισµένης ποσότητας ανά kg βάρους σώµατος αλλά και η βελτίωση της ανάπτυξης µε τη ρύθµιση του φωτισµού [φωτοπερίοδος], αποτελούν παράγοντες από τους πλέον ουσιώδεις, οι οποίοι ενισχύουν την ανάπτυξή τους [Schwedler και Johnson, 1997; Montero και συν., 1999; Bouef και Le Bail, 1999]. Όµως για να κατανοήσουµε, γιατί τα ψάρια αρρωσταίνουν κάτω από κάποιες περιβαλλοντικές συνθήκες διαβίωσης ενώ αντίθετα, κάποια άλλη στιγµή στις ίδιες ακριβώς συνθήκες είναι απόλυτα υγιή, θα πρέπει να λάβουµε υπόψη µας την έννοια του εγκλιµατισµού, δηλαδή της φυσιολογικής προσαρµογής ενός οργανισµού, δηλαδή του ψαριού, σε ένα νέο περιβάλλον. Η ανικανότητα του εγκλιµατισµού των ψαριών εξηγεί, γιατί τα ψάρια συχνά αρρωσταίνουν µετά από τους διάφορους χειρισµούς [µεταφορά, υπερπληθυσµός κ.α.]. Ο συνδυασµός των συνθηκών, οι οποίες επικρατούν στο νέο περιβάλλον, µαζί µε τις σωµατικές και άλλου είδους διαταραχές οι οποίες προκαλούνται από διάφορους βλαπτικούς παράγοντες, τραυµατισµούς κ.α., δηµιουργούν δυσµενείς καταστάσεις στις οποίες τα ψάρια δε µπορούν να αντεπεξέλθουν [Noga, 1995; Φώτης, 1999]. Αν και οι µεταβολικές, βιοχηµικές και φυσιολογικές διεργασίες, οι οποίες λαµβάνουν χώρα στον οργανισµό των ψαριών είναι ανάλογες προς εκείνες των θηλαστικών, εν Σελίδα 26

τούτοις τα ψάρια είναι περισσότερο ευαίσθητα στους ίδιους µη µολυσµατικούς παράγοντες αλλά και στους ιούς, τα βακτήρια, τους µύκητες και τα παράσιτα. Η κύρια όµως αιτία, η οποία συµβάλλει σε µεγαλύτερο ποσοστό στην εκδήλωση των ασθενειών των ψαριών, είναι το στρες, δηλαδή µια συνεχής ροή επιδράσεων και προσβολών ποικίλης έντασης. Το πόσο σοβαρά θα επηρεασθεί το ψάρι από τις επιδράσεις αυτές θα εξαρτηθεί από τον ίδιο τον παράγοντα στρες, τη διάρκεια της δράσης του και τη φυσική κατάσταση των ψαριών. Αυτές οι παράµετροι θα πρέπει να λαµβάνονται υπόψη κάθε φορά που προσπαθούµε να προσδιορίσουµε την πραγµατική αιτία µιας ασθένειας των ψαριών [Noga, 1995 ]. Παράλληλα µε την ανάπτυξη του κλάδου εκτροφής των ευρύαλων ψαριών εµφανίσθηκαν και τα πρώτα προβλήµατα στην υγεία τους, όπως άλλωστε αυτό συµβαίνει σε όλους τους κλάδους της ζωικής παραγωγής. Αυτό είχε άµεση επίπτωση στο κόστος παραγωγής είτε µε τη µορφή των απωλειών είτε µε το κόστος καταπολέµησης ή πρόληψης των ασθενειών [Jacobsen και Berglind, 1988; Samuelsen και συν., 1993]. Οι µοναδικές και ιδιαίτερες καταστάσεις οι οποίες παρατηρούνται στις εκτροφές ψαριών, όπως παραδείγµατος χάριν η µεγάλη πυκνότητα του πληθυσµού ανά µονάδα όγκου νερού, έχουν ως αποτέλεσµα την αύξηση της συχνότητας των νοσηµάτων των ψαριών και την ταχύτερη µετάδοσή τους σε αντίθεση µε τις συνθήκες της ελεύθερης διαβίωσης [Ruiter και συν., 1996]. Τα αποτελέσµατα έρευνας έδειξαν µια δραστική και κατά 10 φορές µεγαλύτερη αύξηση των βακτηρίων τόσο µέσα στον ιχθυοκλωβό όσο και στον περιβάλλοντα υδάτινο χώρο, δέκα λεπτά µετά τη χορήγηση της ιχθυοτροφής. Η ανάµειξη του νερού από τις έντονες µετακινήσεις των ψαριών πριν και κατά τη διάρκεια της χορήγησης της τροφής προκάλεσε την απελευθέρωση βακτηρίων, τα οποία υπήρχαν στην επιφάνεια των διχτύων των ιχθυοκλωβών. Αυτή η ανακατανοµή των βακτηρίων στον υδάτινο χώρο του ιχθυοκλωβού αποτελεί έναν πολύ σηµαντικό παράγοντα στρες των ψαριών µε αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή [Brown και συν., 2000]. Σελίδα 27

Ψάρια [Ψ] Νοσογόνο αίτιο [Ν] [Α] Περιβάλλον [Π] Α = [Ψ] + [Ν] + [Π] 2 Εικόνα 3. Αλληλοεπίδραση νοσογόνου αιτίου, περιβάλλοντος, ψαριού [Φώτης, 1999] Στην εικόνα 3 µπορούµε να παρατηρήσουµε σχηµατικά την αλληλεπίδραση µεταξύ του νοσογόνου παράγοντα, του ψαριού και του περιβάλλοντος. Επίσης στο µαθηµατικό τύπο, το περιβάλλον [Π] υπεισέρχεται υψωµένο στη δύναµη του τετραγώνου, για να επισηµανθεί ότι οι συνθήκες διαβίωσης και κατ επέκταση το στρες πρέπει να θεωρούνται πολύ µεγάλης σηµασίας [Φώτης, 1999]. Οι συνθήκες του περιβάλλοντος στο οποίο ζουν τα ψάρια, όπως ο τύπος των εγκαταστάσεων, η ποιότητα και η σύνθεση του νερού της περιοχής, η ταχύτητα µε την οποία κινείται το νερό, η θερµοκρασία κ.α. καθορίζουν και τον τρόπο µε τον οποίο θα εφαρµοσθεί η θεραπευτική αγωγή. Για το λόγο αυτό επιλέγονται η κατάλληλη περιοχή, το νερό, οι πληθυσµοί των ψαριών, η διατροφή, η ανοσοποίηση κ.α. Αυτά αποτελούν τις προϋποθέσεις ανάµεσα σε πολλούς άλλους παράγοντες και µεθόδους, που χρησιµοποιούνται για να παρεµποδίσουµε ή να περιορίσουµε την εκδήλωση ασθένειας. Οι ασθένειες των ψαριών µπορούν να ταξινοµηθούν ανάλογα µε τα προσβληθέντα όργανα, το είδος, την ηλικία και την εποχή. Επίσης διακρίνονται ανάλογα µε την αιτία τους σε νοσήµατα που οφείλονται σε παράγοντες του περιβάλλοντος, σε ιούς, σε Σελίδα 28

βακτήρια, σε µύκητες, σε παράσιτα, σε σφάλµατα διατροφής και σε νεοπλάσµατα [Φώτης, 1999]. Αν και η επιβάρηνση των ψαριών µιας εκτροφής από παθογόνα για τον άνθρωπο βακτήρια [Vibrio, Listeria, Salmonella, Aeromonas, Clostridium] εξαρτάται από το περιβάλλον και από το βακτηριακό φορτίο του νερού, οι ασθένειες των ψαριών δε µεταδίδονται στο άνθρωπο µετά το µαγείρεµα. Εξαίρεση αποτελούν µερικά παρασιτικά νοσήµατα όπως π.χ. το κεστώδες Diphylobothrium latum κ.α. [Arnold, 1990; Reilly και Käferstein, 1997]. 2.1. Η τσιπούρα και η εκτροφή της Η τσιπούρα από την πλευρά της συστηµατικής ταξινόµησης, ανήκει στην οικογένεια Sparidae. Η οικογένεια αυτή είναι µια από τις µεγάλες των τελεοστέων, όπου η τσιπούρα µαζί µε τα υπόλοιπα 20 είδη τα οποία την απαρτίζουν και τα οποία συναντάµε σήµερα στις ελληνικές θάλασσες, σχηµατίζουν από µορφολογική άποψη ένα αρκετά οµοιογενές σύνολο µε χαρακτηριστικά γνωρίσµατα, ένα υψηλό και συµπιεσµένο πλευρικά σώµα, τα µεγάλα κτενοειδή λέπια, ένα και µοναδικό ραχιαίο πτερύγιο, το οποίο εν µέρει αποτελείται από ακανθώδεις ακτίνες και ένα διχαλωτό [οµόκεντρο] ουραίο πτερύγιο [Εικόνα 4]. Το σώµα της έχει σχήµα ελαφρώς ωοειδές προς την κεφαλή µε κυκλική κατανοµή. Το µέσο µήκος του κυµαίνεται περίπου στα 60-65 cm [50-80 cm] και το βάρος του πολλές φορές υπερβαίνει τα 5 kg. Στο µέτωπο µεταξύ των οφθαλµών φέρει µια χαρακτηριστική λωρίδα σε σχήµα V χρώµατος λαµπρού κίτρινου [χρυσόχροη]. Στην επάνω γωνία της βραγχιακής σχισµής, και πίσω από το βραγχιακό επικάλυµµα που χωρίζει την κεφαλή από τον κορµό, υπάρχει µια µεγάλη κηλίδα χρώµατος µαύρου-µενεξεδένιου. Στη ράχη το χρώµα είναι γκρίζο ανοικτό, ενώ στα πλευρά ασηµί µε έντονες χρυσές αντανακλάσεις. ιαθέτει ισχυρές σιαγόνες και µια πολύ ισχυρή οδοντοφυία για τη σύλληψη της λείας και τη σύνθλιψη των οστράκων. Η τσιπούρα είναι ευρύθερµο και ευρύαλο είδος ψαριού το οποίο προτιµάει πετρώδεις ακτές, κατά καιρούς όµως και αµµώδεις όπως επίσης και ακτές µε υδρόβιο βλάστηση. Ζει κατά µόνας κυνηγώντας την τροφή της [Φώτης, 2002]. Σελίδα 29

Σε ότι αφορά το βιολογικό της κύκλο, η τσιπούρα χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη ενός πρωτανδρικού ερµαφροδιτισµού. ηλαδή όλος ο πληθυσµός µέχρι να φθάσει στο τέλος του 2 ου έτους, λειτουργεί ως ένα σύνολο που αποτελείται µόνο από αρσενικά άτοµα. Στο τέλος του 2 ου και αρχές του 3 ου έτους γίνεται αλλαγή του φύλου και αρχίζουν να εµφανίζονται θηλυκά άτοµα. Η σεξουαλική αυτή αναστροφή δε φαίνεται να επηρεάζει ολόκληρο τον ιχθυοπληθυσµό, αφού µέρος αυτού συνεχίζει να διατηρεί το φύλο του [αρσενικό] σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Αναπαράγεται το φθινόπωρο ή το χειµώνα, η δε γενετήσια ωριµότητα στα θηλυκά άτοµα διαπιστώνεται από το 4 ο και πάνω έτος της ηλικίας τους, ενώ στα αρσενικά από το 2 ο - 3 ο έτος. Το είδος της τσιπούρας αποτελεί στις µέρες µας µια από τις καλύτερες επενδυτικές δραστηριότητες στο χώρο της εκτροφής ψαριών της θάλασσας λόγω της ικανότητας ταχείας προσαρµογής και ανάπτυξής της σε τεχνητό περιβάλλον. Στον ελληνικό θαλάσσιο χώρο φτάνει το εµπορικό µέγεθος των 300-400 g στους 14-16 µήνες [Φώτης, 2002]. Η τσιπούρα είναι το πρώτο είδος, το οποίο εγκαταλείπει τις λιµνοθάλασσες για την ανοικτή θάλασσα στις αρχές του φθινοπώρου. Η διατροφή της περιλαµβάνει µαλάκια, οστρακόδερµα, µικρά ψάρια και φύκια. Είναι ευαίσθητη στις χαµηλές θερµοκρασίες και στις χαµηλές συγκεντρώσεις του οξυγόνου [Χούτος και Ρογδάκης, 1992; Christofilogiannis, 1993]. Επιπλέον είναι και το είδος εκείνο, το οποίο σε σχέση προς τα άλλα είδη θαλάσσης και γλυκού νερού είναι λιγότερο ευαίσθητο στην αµµωνία. Έχει διαπιστωθεί, ότι επιβιώνει σε υψηλότερη συγκέντρωση και από την Μέγιστη Αποδεκτή Τοξική Συγκέντρωση [MATC] ολικής αµµωνίας [NH + 4 + NH 3 ], η οποία είναι 4,8-8,2 mg/l [Wajsbrot και συν., 1993; Parra και Yufera, 1999]. Αποτελεί ένα εκτρεφόµενο είδος της Μεσογείου, το οποίο χαρακτηρίζεται από ταχύτατη ανάπτυξη ειδικά κατά τις θερµές περιόδους του χρόνου, µια ιδιότητα που της προσδίδει ιδιαίτερα οικονοµικό ενδιαφέρον για τις εκτροφές ψαριών. Μια τσιπούρα 3 ετών µπορεί να φθάσει σε µήκος 40-45 cm και βάρος 0,600-0,800 kg σε υφάλµυρα νερά και 25-30 cm µε βάρος 0,400 0,500 kg σε αλµυρά νερά [Χούτος και Ρογδάκης, 1992; Paspatis και συν., 1999]. Σελίδα 30

Εικόνα 4. Τσιπούρα [Sparus aurata L.] [Σχεδιασµός: Αθανάσιος Ε. Τυρπένου] Σε αντίθεση µε το λαβράκι, η τσιπούρα παρουσιάζει µεγαλύτερο ενδιαφέρον για τις ηµιεντατικές και εντατικές εκτροφές για τους παρακάτω τρεις λόγους: εκµεταλλεύεται στην ηµιεντατική ή εκτατική εκτροφή τη φυσική παραγωγή της λεκάνης σε βενθικούς ασπόνδυλους οργανισµούς. έχει πολύ καλή τιµή στην αγορά, και σε ηµιεντατικές ή εκτατικές εκτροφές εκτρέφεται µε επιτυχία µαζί µε άλλα είδη, όπως είναι ο κέφαλος, ο λευκίνος, το µυτάκι κ.α., τα οποία δεν ανταγωνίζεται στην τροφή [Χούτος και Ρογδάκης, 1992; Christofilogiannis, 1993]. Τα τελευταία χρόνια τα πιο ενδιαφέροντα διακριτικά γνωρίσµατα των ψαριών [ανάπτυξη σε υψηλή ή χαµηλή θερµοκρασία περιβάλλοντος] χρησιµοποιήθηκαν από τη νέα τεχνολογία του υβριδισµού για τη βελτίωση των αποδόσεων των εκτρεφοµένων ειδών. Είναι η πρακτική της ανάπτυξης κάποιων κληρονοµικών ιδιοτήτων των ψαριών µε τη χρησιµοποίηση συνδυασµού γονιδίων. Η τεχνολογία αυτή εφαρµόστηκε στη διασταύρωση της τσιπούρας µε το φαγκρί [Pargus pargus L.] για την παραγωγή νέου είδους, το οποίο να παρουσιάζει αυξηµένη ανάπτυξη και προσαρµοστικότητα στο περιβάλλον µια και η τσιπούρα χαρακτηρίζεται από ταχύτατη ανάπτυξη κατά τους Σελίδα 31

θερµούς και το φαγκρί κατά τους ψυχρούς µήνες [Kendouri και συν., 1995; Paspatis και συν., 1999]. Η παθολογία της τσιπούρας γενικά επικεντρώνεται σε δύο επιµέρους κατηγορίες ασθενειών. Τις µολυσµατικές και τις µη µολυσµατικές ασθένειες. Oι κυριότερες µολυσµατικές ασθένειες της τσιπούρας είναι: Ιογενείς: Λεµφοκύστη, Ιογενής ερυθροκυτταρική λοίµωξη, Λοιµώδης νεκρωτική παγκρεατίτιδα των σολοµοειδών, Λοιµώδης αιµορραγική σηψαιµία, Σύνδροµο του διογκωµένου εντέρου, Επιθηλιωµάτωση τσιπούρας Βακτηριακές: ονακίωση [Vibrio spp], οθιήνωση των σολοµοειδών, Παστεριδίωση, Λοίµωξη από Edwardsiella, Μυξοβακτηριδίωση Mυκητιάσεις: Ιχθυοφονίωση, και Παρασιτώσεις: Αµυλοδινίωση, Κρυπτοβίωση, Κοκκιδίωση, Μικροσποριδίωση, Μυξοσποριδίωση, Τριχοδινίωση, Επιθηλιοκύστη, παρασιτώσεις από διάφορα µονογενή [Monogenea], διγενή [Digenea], ακανθοκέφαλα [Acanthocephala], καρκινοειδή [Crustacea] κ.α. [Christofilogiannis, 1993; Φώτης, 1999]. Οι µη µολυσµατικές ασθένειες περιλαµβάνουν ασθένειες οι οποίες οφείλονται σε σφάλµατα διατροφής, νεοπλάσµατα, ασθένειες οι οποίες οφείλονται σε παράγοντες του περιβάλλοντος, το σύνδροµο προσαρµογής [στρες] κ.α. [Samuelsen και συν., 1993]. Μια γενική διαπίστωση είναι, ότι η προσκόλληση των βακτηρίων στην επιφάνεια των βλεννογόνων αποτελεί το αρχικό στάδιο των περισσότερων βακτηριακών λοιµώξεων. Ο ρόλος που παίζει το στρώµα της βλέννας του δέρµατος του ψαριού στην ανάπτυξη των βακτηρίων, µελετήθηκε στην τσιπούρα σε συνδυασµό µε την επίδραση της αλατότητας και του ph. Αποδείχθηκε, ότι η βλέννα του δέρµατος, η αλατότητα 35 και το ph 8,1 είναι κατάλληλες συνθήκες, οι οποίες ευνοούν την προσκόλληση και ανάπτυξη των παθογόνων βακτηρίων, όπως για παράδειγµα στελέχη Vibrio στο δέρµα της τσιπούρας [Balebona και συν., 1998a]. Τα κυριότερα παθογόνα βακτήρια, τα οποία αποµονώθηκαν σε τσιπούρα, ήταν τα γένη: Vibrio [67,8%] και Pseudomonas [13,5%] Σελίδα 32

και ειδικότερα τα είδη Vibrio anguillarum, Vibrio alginolyticus, Vibrio harveyi και Vibrio splendidus [Balebona και συν., 1998b]. 3. Χρήση κτηνιατρικών φαρµάκων στις εκτροφές ψαριών Τα φάρµακα χρησιµοποιούνται στις εκτροφές ψαριών για την πρόληψη, την εκρίζωση και τη θεραπεία των νοσηµάτων των ψαριών, τα οποία έχουν σηµαντικές οικονοµικές επιπτώσεις στο κόστος της παραγωγής. Σύµφωνα µε τον ορισµό του νόµου PODSA του Καναδά, ως φάρµακο ορίζεται «κάθε ουσία που χρησιµοποιείται εντός και επί των ψαριών ή άλλων ζώων για την παρεµπόδιση, τον έλεγχο ή τον περιορισµό µιας ασθένειας, µιας διαταραχής ή κάποιου συµπτώµατος» [Stephen και Iwama, 1998]. Η χρησιµοποίησή τους στις εντατικές εκτροφές υπόκειται σε κανονισµούς, οι οποίοι ποικίλλουν ανάλογα µε το είδος που πρόκειται να εκτραφεί και ανάλογα µε την εθνική πολιτική της κάθε χώρας [Schneider, 1994]. Οι εγκεκριµένες αντιβακτηριακές ουσίες από τον FDA για χρήση από τους κτηνιάτρους, αναφέρονται στη βάση δεδοµένων FARAD. Είναι ένα σύστηµα πληροφόρησης σχεδιασµένο, για να πληροφορεί τους κτηνιάτρους, στο πώς να αποφεύγουν τα προβλήµατα εµφάνισης καταλοίπων από τα κτηνιατρικά φάρµακα, τα παρασιτοκτόνα και τους περιβαλλοντικούς ρύπους [Stoffregen και συν., 1996 ]. Όσον αφορά τον αριθµό των χηµικών ουσιών, οι οποίες χρησιµοποιούνται διεθνώς στην εκτροφή των ψαριών, έχει υπολογισθεί ότι, αν και ανέρχονται σε 50 περίπου, µόνο λίγες από αυτές είναι επίσηµα εγκεκριµένες για χρήση στα ψάρια των εντατικών εκτροφών, γιατί τα υπάρχοντα τοξικολογικά δεδοµένα είναι ελάχιστα και ελλιπή, ενώ απαιτούνται πολύ περισσότερα για την έγκρισή της κυκλοφορίας τους [Ruiter και συν., 1996]. Αυτό οφείλεται στο ότι κάθε φαρµακευτική ουσία µαζί µε όλους τους µεταβολίτες της πρέπει αρχικά να µελετηθεί φαρµακολογικά, τοξικολογικά, και βακτηριολογικά. Στη συνέχεια, αφού διαπιστωθεί ποια είναι η πλέον ασφαλής, σε συνδυασµό πάντα µε την ποσοστιαία συµµετοχή της στα κατάλοιπα, καθορίζεται ως η ουσία κατάλοιπο δείκτης Σελίδα 33

[marker residue]. Είναι µια χρονοβόρα διαδικασία, στην οποία βασίζεται ο προσδιορισµός του Μέγιστου Ορίου Καταλοίπων [Gingerich και συν., 1998]. Η διαδικασία αυτή συµπεριλαµβάνει τη µελέτη ασφάλειας [Safety File] και τη µελέτη καταλοίπων [Residue File]. Στην πρώτη εµπεριέχονται όλα τα φαρµακολογικά, τοξικολογικά και λοιπά αποτελέσµατα της υπό µελέτη ουσίας, µαζί µε την προτεινόµενη Αποδεκτή Ηµερήσια Πρόσληψη [ADI] για τον άνθρωπο. Στη δεύτερη µελέτη εµπεριέχονται όλα τα δεδοµένα, τα οποία έχουν σχέση µε την παρουσία και την παραµονή των καταλοίπων στους ιστούς, µαζί µε όλα τα αποτελέσµατα και τα προτεινόµενα για αυτούς MRL [Anonymous, 2001]. Λόγω της µεγάλης διάρκειας αυτών των ερευνητικών προγραµµάτων, που απαιτούνται για την έγκριση ενός φαρµάκου και του µεγάλου κόστους, το FDA έχει ήδη αποφασίσει και έχει οργανώσει τη διεξαγωγή ειδικών ερευνητικών προγραµµάτων. Τα προγράµµατα αυτά ονοµάζονται «Crop Grouping Plans» και έχουν σκοπό τη µελέτη των φαρµάκων σε αντιπροσωπευτικές οµάδες ψαριών, οι οποίες θα εκπροσωπούν αρχικά τις δύο κύριες κατηγορίες ψαριών, των ψυχρών και θερµών υδάτων. Σαν χαρακτηριστικό είδος του ψυχρού νερού επιλέχθηκε η πέστροφα και του θερµού νερού το γατόψαρο των καναλιών. Τα φάρµακα που χρησιµοποιήθηκαν αρχικά ήταν η βενζοκαϊνη και η σαραφλοξακίνη [Schnick και συν., 1995; Gingerich και συν., 1998]. Στις προτεραιότητες του FDA για τη µελέτη των φαρµακευτικών και άλλων χηµικών ενώσεων, εντάχθηκαν τελευταία οι φθοριοκινολόνες σαραφλοξακίνη και ενροφλοξακίνη µε στόχο τη χρησιµοποίησή τους στην θεραπεία των λοιµωδών νοσηµάτων των ψαριών εντατικής εκτροφής [Moretti και συν., 1996; Walker και συν., 1996]. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι χηµικές ουσίες οι οποίες είναι εγκεκριµένες για χρήση στα ψάρια των εντατικών εκτροφών και εκείνες για τις οποίες δεν είναι δυνατό να καθορισθεί MRL [απαγορευµένες], συµπεριλαµβάνονται στα παραρτήµατα του Κανονισµού [ΕΟΚ] 2377/90, όπως φαίνονται στον πίνακα 2 [EMEA, 2002]. Σε όλα σχεδόν τα κράτη µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιτρέπεται η χρησιµοποίηση των κινολονών πρώτης γενεάς όπως είναι η φλουµεκίνη και το οξολινικό οξύ. Η Σελίδα 34

σαραφλοξακίνη είναι η µόνη εγκεκριµένη στην Ευρωπαϊκή Ένωση φθοριοκινολόνη για χρήση στα ψάρια, ενώ η χρήση της απαγορεύεται µόνο στην Ιρλανδία και Αγγλία [EMEA, 1999]. Σύµφωνα µε τον Εθνικό Οργανισµό Φαρµάκων [ΕΟΦ] οι κινολόνες, οι οποίες είναι εγκεκριµένες για χρήση στην κτηνιατρική θεραπευτική, είναι η δανοφλοξακίνη, η διφλοξακίνη, η ενροφλοξακίνη, η ιβαφλοξακίνη, η µαρβοφλοξακίνη, η νορφλοξακίνη, το οξολινικό οξύ και η φλουµεκίνη. Τα κτηνιατρικά φάρµακα τα οποία είναι εγκεκριµένα στην Ελλάδα για χρήση κατά των νοσηµάτων των ψαριών είναι η υδροχλωρική οξυτετρακυκλίνη, ο συνδυασµός σουλφαδιαζίνης µε τριµεθοπρίµη και δύο κινολόνες το οξολινικό οξύ και η φλουµεκίνη [ΕΟΦ, 2001]. Πίνακας 2. Εγκεκριµένες χηµικές ουσίες για χρήση στα ψάρια των εντατικών εκτροφών [Παραρτήµατα Ι, ΙΙΙ] και απαγορευµένες χηµικές ουσίες [Παράρτηµα ΙV] ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι Φαρµακολογικά δραστικές ουσίες για τις οποίες έχουν καθορισθεί MRLs Σελίδα 35

ραστική ουσία Κατάλοιπο δείκτης Είδος ζώου MRLs µg/kg Ιστός στόχος Κανονισµός Ε.Ε. Τριµεθοπρίµη Τριµεθοπρίµη Οστεοϊχθύες 50 Σάρκα 121/98 Φλουµεκίνη Φλουµεκίνη Σολοµοειδή 600 Σάρκα 17/97 & 2728/99 Σαραφλοξακίνη Σαραφλοξακίνη Σολοµοειδή 30 Σάρκα 1568/98 Φλορφαινικόλη Φλορφαινικόλη Ψάρια 1000 Σάρκα 613/98 & 1322/01 ελταµεθρίνη ελταµεθρίνη Οστεοϊχθύες 10 Σάρκα 1960/00 & 2193/99 ιφλουµπενζουρόνη ιφλουµπενζουρόνη Σολοµοειδή 1000 Σάρκα 997/99 & 2593/99 Τεφλουµπενζουρόνη Τεφλουµπενζουρόνη Σολοµοειδή 500 Σάρκα 1931/99 & 426/98 Εµαµεκτίνη Εµαµεκτίνη Β 1a Σολοµοειδή 100 Σάρκα 1931/99 ανοφλοξακίνη ιφλοξακίνη Ενροφλοξακίνη Ερυθροµυκίνη Φλορφαινικόλη Φλουµεκίνη Λινκοµυκίνη Παροµοµυκίνη Σπεκτινοµυκίνη Τιλµυκοσίνη Τριµεθοπρίµη Τυλοσίνη Κτηνιατρικές φαρµακευτικές ουσίες για τις οποίες αποφασίσθηκε η παράταση των MRLs ανοφλοξακίνη ιφλοξακίνη Ενροφλοξακίνη Ερυθροµυκίνη Φλορφαινικόλη Φλουµεκίνη Λινκοµυκίνη Παροµοµυκίνη Σπεκτινοµυκίνη Τιλµυκοσίνη Τριµεθοπρίµη Τυλοσίνη ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙII Φαρµακολογικά δραστικές ουσίες για τις οποίες έχουν καθορισθεί προσωρινά MRLs EMEA SWP-V/005/2002 Οξολινικό οξύ Οξολινικό οξύ Οστεοϊχθύες 300 Σάρκα 804/99 & 807/01 έως 1.1.03 Σιπερµεθρίνη Σιπερµεθρίνη Σολοµοειδή 50 Σάρκα 954/99 & 77/02 έως 1.7.03 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV Φαρµακολογικά δραστικές ουσίες για τις οποίες δε µπορεί να καθορισθεί MRLs Νιτροφουράνια [συµπεριλαµβάνεται και η φουραζολιδόνη] 2901/93, 1442/95 & 508/99 Ρονιδαζόλη 3426/93 αψόνη 3426/93 Χλωραµφαινικόλη 1430/94 ιµετριδαζόλη 1798/95 Κολχικίνη 1311/96 Χλωροπροµαζίνη 17/97 Χλωροφόρµιο 270/97 Mετρονιδαζόλη 613/98 Aristolochia spp. και άλλα παρασκευάσµατα 1568/98 Σελίδα 36

Μία απόδειξη της έντονης κατανάλωσης των κτηνιατρικών φαρµάκων φαίνεται στους παρακάτω πίνακες 3 και 4, στους οποίους παρουσιάζεται η µεγάλη χρήση των αντιβακτηριακών ουσιών στην κτηνιατρική και στην ιατρική. Σύµφωνα µε τα δεδοµένα της FEDESA η κατανάλωση αντιβακτηριακών ουσιών στη ζωική παραγωγή το 1997, υπολογιζόµενη στο 100% της δραστικής ουσίας, ανήλθε σε 5093 τόνους, οι δε ποσότητες, οι οποίες καταναλώθηκαν για ανθρώπινη και κτηνιατρική χρήση, την ίδια χρονιά σε 10.493 τόνους. Από τους 10.493 τόνους δραστικών αντιβακτηριακών ουσιών το 52% περίπου χρησιµοποιήθηκε στην ιατρική θεραπευτική, το 33% στην κτηνιατρική θεραπευτική και το 15% χρησιµοποιήθηκε στην ζωική παραγωγή [EU, 1999]. Πίνακας 3. Ποσότητες αντιβακτηριακών ουσιών που καταναλώθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1997 Αντιβακτηριακή δραστική ουσία [100%] Τόνοι Πενικιλίνες 322 Τετρακυκλίνες 2294 Μακρολίδια 424 Αµινογλυκοσίδες 154 Φθοριοκινολόνες 43 Τριµεθοπρίµη/σουλφοναµίδες 75 Άλλοι αντιβακτηριακοί παράγοντες 182 Προωθητές ανάπτυξης [εκτός κοκκιδιοστατικών] 1599 ΣΥΝΟΛΟ 5093 Πηγή: FEDESA [European Animal Health], Copenhagen, 1998 Πίνακας 4. Ποσότητες αντιβακτηριακών ουσιών που καταναλώθηκαν για ανθρώπινη και κτηνιατρική χρήση στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1997 Αντιβακτηριακή δραστική ουσία [100%] Τόνοι % Ανθρώπινη χρήση [νοσοκοµεία & γενική πρακτική] 5400 52 Κτηνιατρική χρήση [θεραπευτική] 3494 33 Προσθετικά ζωοτροφών 1599 15 ΣΥΝΟΛΟ 10493 100 Πηγή: FEDESA [European Animal Health], Copenhagen, 1998 Σελίδα 37

Η χορήγηση των φαρµάκων κατά τη θεραπευτική αγωγή στα εκτρεφόµενα ψάρια γίνεται µε τρεις τρόπους: µε ένεση, µε φαρµακευτικά λουτρά και µε φαρµακούχο ιχθυοτροφή. Ένεση: Η ένεση αποτελεί την οδό χορήγησης του αντιβακτηριακού παράγοντα και των εµβολίων για τον έλεγχο των ασθενειών των γεννητόρων και για την ανοσοποίηση των νεαρών ψαριών. Όταν τα φάρµακα χορηγούνται µε ένεση, το µεγαλύτερο ποσοστό τους παραµένει στον οργανισµό του ψαριού και έτσι η πιθανότητα να εισέλθουν στο περιβάλλον µειώνεται σηµαντικά. Τα ψάρια στα στάδια αυτά της ζωής τους είναι πιθανόν είτε να εισέλθουν στην τροφική αλυσίδα πριν τον µεταβολισµό και την πλήρη απέκκρισή τους ή να µη χρησιµοποιηθούν για ανθρώπινη κατανάλωση. Για τον λόγο αυτό η ένεση είναι η πιο κατάλληλη µέθοδος χορήγησης των φαρµάκων στα ψάρια. Όµως, η χειρονακτική εργασία που απαιτείται και η καταπόνηση [στρες] των ψαριών περιορίζουν την εφαρµογή της. Φαρµακευτικά λουτρά: χρησιµοποιούνται για τη θεραπεία κυρίως των εξωτερικών παρασιτώσεων των ψαριών, των νοσηµάτων τα οποία οφείλονται σε βακτήρια καθώς και σε ιώσεις για την αποτροπή των επιµολύνσεων. Φαρµακούχος ιχθυοτροφή: Η φαρµακούχος ιχθυοτροφή είναι ο συνηθέστερος τρόπος χορήγησης φαρµάκων στα ψάρια. Πραγµατοποιείται µε την ενσωµάτωσή τους στην ιχθυοτροφή. Η από του στόµατος χορήγηση των φαρµάκων στα ψάρια γίνεται πάντοτε λαµβάνοντας υπόψη την ποσότητα τροφής στη βιοµάζα και την ενσωµάτωση του φαρµάκου σ αυτήν σε ανάλογο ποσοστό. Αν και το σχήµα αυτό σε γενικές γραµµές είναι το πρότυπο, το ποσοστό αυτό µπορεί να αλλάξει. Επειδή τα ψάρια είναι ψυχρόαιµα ζώα, η δραστηριότητα και η διατροφή τους εξαρτώνται άµεσα από τη θερµοκρασία του νερού. Στην πράξη η χορηγούµενη ποσότητα τροφής στη βιοµάζα κυµαίνεται από 0,5% έως 1%. Γνωρίζοντας την ποσότητα της τροφής, η οποία πρέπει να καταναλωθεί ανά ηµέρα και το ολικό βάρος των ψαριών [βιοµάζα], µπορεί να υπολογιστεί η ποσότητα του φαρµάκου, η οποία πρέπει να προστεθεί ανά χιλιόγραµµο τροφής. Το φάρµακο µπορεί είτε να ενσωµατωθεί στην τροφή σε ειδικές εγκαταστάσεις [feed mill] ή να επικαλύψει τα Σελίδα 38

σύµπηκτα [pellets]. Η χρονική διάρκεια της θεραπευτικής αγωγής, αν και ποικίλλει από χώρα σε χώρα, συνήθως κυµαίνεται µεταξύ 5 και 14 ηµερών [Schneider, 1994]. Συνήθως, επειδή κατά τη διάρκεια µιας θεραπευτικής αγωγής η όρεξη των ασθενών ψαριών είναι µειωµένη, είναι φυσικό η φαρµακούχος τροφή να µην καταναλώνεται πλήρως και ποσότητες αυτής να διαφεύγουν προς το περιβάλλον. Οι ποσότητες αυτές ποικίλλουν από εκτροφή σε εκτροφή ανάλογα µε τη µέθοδο διατροφής, την τεχνική της παρασκευής της και τη θεραπευτική αγωγή. Για τον περιορισµό των απωλειών αυτών πολλές µέθοδοι εφαρµόζονται, όπως είναι η διατροφή των ασθενών ψαριών µε το χέρι αντί µε αυτοµατισµούς, η χρησιµοποίηση συστηµάτων βίντεο κάτω από το νερό για τον έλεγχο της κατανάλωσης, η χρησιµοποίηση µηχανικών µέσων συλλογής και αποµάκρυνσης της τροφής, που χάνεται στο περιβάλλον και η ρύθµιση της συχνότητας χορήγησης [Stephen και Iwama, 1998]. Για να είναι ορθολογική η χρησιµοποίηση των αντιβακτηριακών παραγόντων στις εκτροφές ψαριών, γενικά πρέπει να ακολουθούνται οι παρακάτω αρχές [Volmer και συν., 1997]: να χρησιµοποιούνται µόνο όταν η µόλυνση είναι επιβεβαιωµένη να αρχίζουµε τη θεραπεία όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, έχοντας οπωσδήποτε πάρει δείγµατα για βακτηριολογικό έλεγχο να χρησιµοποιούµε αντιβακτηριακό παράγοντα όσο το δυνατόν στενότερου αντιβακτηριακού φάσµατος, για να µπορέσουµε να προστατέψουµε τη βακτηριακή χλωρίδα να αποφεύγουµε την προληπτική αντιβακτηριακή θεραπεία να χορηγούµε πάντα τη σωστή δόση µε την ορθή διάρκεια αγωγής, ώστε να διασφαλίζονται τα επιτρεπτά όρια καταλοίπων στους ιστούς, και τέλος να υιοθετήσουµε την πολιτική της περιορισµένης και εκ περιτροπής χρήσης των αντιβακτηριακών ουσιών. Η επιλογή του κατάλληλου αντιβακτηριακού εξαρτάται και από παράγοντες, οι οποίοι αφορούν την καλύτερη πρακτική, τη χρησιµοποίηση πάντα των εγκεκριµένων Σελίδα 39

φαρµακευτικών ιδιοσκευασµάτων, αλλά και των παραγόντων, οι οποίοι συµβάλλουν στην ορθή επιλογή του, όπως [Volmer και συν., 1997]: η εµπειρία για την συγκεκριµένη ασθένεια οι πληροφορίες για τον υπεύθυνο µικροοργανισµό η τυχόν προηγούµενη εµπειρία στην εκτροφή η τυχόν παλαιότερη χρησιµοποίηση του φαρµάκου η ευαισθησία η ανάγκη της εκ περιτροπής χρησιµοποίησης οι χρόνοι αποµάκρυνσης, όταν τα ψάρια πρόκειται να καταναλωθούν το κόστος, και το νοµικό καθεστώς της χρησιµοποίησης του φαρµάκου στα ψάρια. 4. Φαρµακοκινητική κτηνιατρικών φαρµάκων στα ψάρια Η φαρµακοκινητική αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους κλάδους της φαρµακολογίας, καθ όσον ασχολείται µε την τύχη του φαρµάκου στον οργανισµό από την στιγµή της χορήγησης µέχρι την αποµάκρυνσή του από αυτόν. Κατά τη διάρκεια της διαδροµής αυτής το φάρµακο διέρχεται από τα εξής βασικά στάδια: της απορρόφησης, της κατανοµής, του µεταβολισµού και της αποβολής [Holford και Benet,1995; Anonymous, 2001]. Η διαδικασία, µε την οποία ένα φάρµακο περνά από το σηµείο χορήγησης στο κυκλοφορικό σύστηµα και από εκεί στα σηµεία δράσης, ονοµάζεται απορρόφηση. Πρόκειται για τη µετακίνηση του φαρµάκου δια µέσου µιας σειράς βιολογικών µεµβρανών, οι οποίες λειτουργούν ως ανατοµικοί φραγµοί [τοιχώµατα εντέρου, τοιχώµατα αιµοφόρων αγγείων, κυτταρικές µεµβράνες]. Πρέπει να τονισθεί, ότι η απορρόφηση των φαρµάκων από το γαστρεντερικό σύστηµα των ψαριών δεν είναι ανάλογη µε εκείνη των θηλαστικών [Schneider, 1994]. Σελίδα 40

Η απορρόφηση των φαρµάκων γίνεται µε την παθητική διάχυση, µια διαδικασία, η οποία δεν απαιτεί κατανάλωση ενέργειας, αλλά προϋποθέτει την ύπαρξη διαφοράς στη συγκέντρωση της υπό διάχυση ουσίας στις δύο πλευρές της µεµβράνης. Η ταχύτητα της διάχυσης είναι ανάλογη και µε τη λιποδιαλυτότητα του φαρµάκου. Επειδή όµως η λιποδιαλυτότητα µιας οργανικής ουσίας έχει άµεση σχέση και µε τον βαθµό του ιονισµού της, η παθητική διάχυση επηρεάζεται σηµαντικά και από αυτόν τον παράγοντα, καθ όσον η µη ιονισµένη µορφή µιας χηµικής ένωσης είναι και η περισσότερο λιποδιαλυτή. Είναι γνωστό, ότι τα περισσότερα φάρµακα είναι ασθενή οξέα ή βάσεις, και συνεπώς σε ένα υδατικό διάλυµα βρίσκονται σε ιονισµένη και µη ιονισµένη µορφή. Στην κατάσταση αυτή και στις διαδικασίες απορρόφησης του φαρµάκου, υπεισέρχονται και οι έννοιες της λογαριθµικής σταθεράς ιονισµού [pk a ] και της ενεργού οξύτητας [ph] του περιβάλλοντος στο οποίο βρίσκεται. Επειδή οι τιµές του ph που επικρατούν στα διάφορα σηµεία ενός οργανισµού ποικίλλουν, ο βαθµός του ιονισµού των φαρµάκων επηρεάζεται και ποικίλει σηµαντικά. Φάρµακα που είναι ασθενή οξέα παρουσιάζουν µικρό βαθµό ιονισµού σε χαµηλές τιµές ph και συνεπώς υψηλό βαθµό απορρόφησης, ενώ τα φάρµακα που είναι ασθενείς βάσεις απορροφώνται καλύτερα σε υψηλές τιµές ph. Οι µικρές διακυµάνσεις της τιµής του ph του περιβάλλοντος επιφέρουν σηµαντικές αλλαγές στο βαθµό ιονισµού του µορίου ενός φαρµάκου [pk a ], ανάλογα µε την εξίσωση των Henderson-Hasselbalch 2 [Katzung, 1995; CVM Update, 1996]. Άλλοι παράγοντες, που επηρεάζουν την απορρόφηση ενός φαρµάκου, είναι ο τρόπος χορήγησης, το µέγεθος των τεµαχίων της τροφής, καθώς και τα κατιόντα µαγνησίου και ασβεστίου [Mg 2+ & Ca 2+ ]. Οι συγκεντρώσεις τους στο θαλάσσιο νερό επιφέρουν δραµατική µείωση της βιολογικής δράσης των αντιβακτηριακών παραγόντων έως και πάνω από το 90%, όπως π.χ. της οξυτετρακυκλίνης και των κινολονών. Η διαλυτότητά τους επηρεάζεται ουσιαστικά από το ph του νερού και µειώνεται µε την αύξησή του. Ειδικά για το ph του θαλασσινού νερού, επειδή είναι αλκαλικό οι συγκεντρώσεις των µετάλλων σ αυτό είναι µικρές [Smith και συν., 1994]. 2 Εξίσωση Henderson-Hasselbalch: Log [protonated / unprotonated] = pk a - ph Σελίδα 41