«Σύστηµα Σήµανσης για Μουσεία»



Σχετικά έγγραφα
ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Έρευνα για τον πολιτισμό στην Αθήνα Βασικά συμπεράσματα

Ελληνικό Παιδικό Μουσείο Κυδαθηναίων 14, Αθήνα Τηλ.: , Fax:

4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 4.1 Τρόποι Προσέλκυσης Νέων Προτάσεις Πολιτικής των Νέων...22 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...24 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ...26 ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΦΟΡΕΩΝ...

Παρουσίαση του προβλήματος

Τεχνικές συλλογής δεδομένων στην ποιοτική έρευνα

Ελληνικό Παιδικό Μουσείο Κυδαθηναίων 14, Αθήνα Τηλ.: , Fax:

Η ιδέα διεξαγωγής έρευνας με χρήση ερωτηματολογίου δόθηκε από τη δημοσιογραφική ομάδα του Σχολείου μας, η οποία στα πλαίσια έκδοσης της Εφημερίδας

Επιστηµονικός και Πολιτιστικός Οργανισµός των Ηνωµένων Εθνών. Πρόγραµµα Ηνωµένων Σχολείων για την Προώθηση της Παγκόσµιας Εκπαίδευσης.

Το μυστήριο της ανάγνωσης

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Αφορά γονείς-παιδιά Εκµάθηση χρήσης του Η/Υ από την προσχολική ηλικία Συµβολή γονέων στην χρήση του Η/Υ από τα παιδιά

Ευρήματα στον τομέα του τουρισμού. Ανάλυση αναγκών

Οδηγός διαφοροποίησης για την πρωτοβάθµια

Κάθε επιλογή, κάθε ενέργεια ή εκδήλωση του νηπιαγωγού κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι σε άμεση συνάρτηση με τις προσδοκίες, που

Γλωσσάρι Το γλωσσάρι του MATURE Ανδραγωγική Άτομα μεγαλύτερης ηλικίας Δεξιότητες Δέσμευση

Μοντεσσόρι: Ένας κόσμος επιτευγμάτων. Το πρώτο μου βιβλίο για τους ΑΡΙΘΜΟΥΣ. με πολλά φανταστικά αυτοκόλλητα

«Άρτος και Ευρωπαϊκή Ένωση»

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Γραφείο Επαγγελματικού Προσανατολισμού και Πληροφόρησης Νέων Δήμου Ρεθύμνης

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης.

Το μουσείο ζωντανεύει με ταξίδι σχολικό! Σχέδια εργασίας σχολείων-μουσείων σχολικού έτους ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ποδράσηη

Βιωματικό εργαστήριο ασκήσεων επαγγελματικής συμβουλευτικής με τη χρήση των αρχών της Θετικής Ψυχολογίας

Α. Τηλεοπτικές συνήθειες-τρόπος χρήσης των Μ.Μ.Ε.

Μοντεσσόρι: Ένας κόσμος επιτευγμάτων. Το πρώτο μου βιβλίο για τα. Χρώματα. με πολλά φανταστικά αυτοκόλλητα

Τσικολάτας Α. (2011) Οι ΤΠΕ ως Εκπαιδευτικό Εργαλείο στην Ειδική Αγωγή. Αθήνα

Διήμερο εκπαιδευτικού επιμόρφωση Μέθοδος project στο νηπιαγωγείο. Έλενα Τζιαμπάζη Νίκη Χ γαβριήλ-σιέκκερη

Αξιολόγηση του Προγράμματος Εισαγωγικής Επιμόρφωσης Μεντόρων - Νεοεισερχομένων

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Κ. ΜΠΟΤΣΑΚΗΣ, Φυσικός, PhD ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Π.Δ.Ε. ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

Μουσεία και Εκπαίδευση (υποχρεωτικό 3,4 εξ.) Προσδοκώμενα αποτελέσματα: Στη διάρκεια του μαθήματος οι φοιτητές/τριες

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

ΧΑΤΖΗΦΩΤΙΑΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ

Ο διάλογος στην εκπαίδευση. ΓΙΑΝΝΗΣ Ι. ΠΑΣΣΑΣ, MED ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» 23 Οκτωβρίου Α. ΚΕΙΜΕΝΟ [Συνεργατική μάθηση]

«Παιδιά Γονείς Παππούδες» Παπαγεωργίου Γιώτα Ψυχολόγος Μέλος του Γραφείου Γυναικείων Θεμάτων κ Οικογένειας της Ι. Μ. Μεσσηνίας

ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΟΥΝΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

«Ταξίδι γεύσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση»

Το φυλλάδιο αναφέρεται σε προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζεις στο χώρο του σχολείου και προτείνει λύσεις που μπορούν να σε βοηθήσουν...

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ. στην Έκφραση-Έκθεση Β Λυκείου Δεκέμβριος 2013

Αντωνία Μαρκούρη Διευθύντρια Προβολής και Ανάπτυξης της Pierre Fabre ΕΛΛΑΣ Α.Ε

Γραμματισμός στο νηπιαγωγείο. Μαρία Παπαδοπούλου

2007 δράσης

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ Ι ΑΣΚΑΛΙΑΣ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ ΥΛΙΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΥΠΟ ΟΜΗ

1. Πρακτικές για κάθε Στάδιο της ιαδικασίας Εθελοντισµού 1.1 Προσέλκυση και Επιλογή Εθελοντών

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗ-ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ (ΠΕΣ)

Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

ΒΗΜΑΤΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΕΝΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (PROJECT)

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ Is είναι βιώσιμη η επιχείρηση

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης

Τα Αποτελέσματα της Έρευνας

ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ή PROJECT

Οι γνώμες είναι πολλές

Παράρτημα Ι. Κλίμακα Διερεύνησης Προσδοκιών. Ερωτηματολόγιο Οι Προσδοκίες μου από το σεμινάριο

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

Υπεύθυνη Επιστημονικού Πεδίου Χρυσή Χατζηχρήστου

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ-ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Η χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών είναι από τα σημαντικότερα κοινωνικά προβλήματα.

ΘΕΜΑ. Business plan για την έκδοση µιας νέας δωρεάν (free press) εφηµερίδας

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΣΤΕΛΕΧΗ

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ-ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

OPMH. κοντά στο µαθητή!

Δομώ - Οικοδομώ - Αναδομώ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ο ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. 9.1 Εισαγωγή

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΠΑΛ (ΟΜΑ Α Β ) 2010

ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

Οδηγίες για το διάλογο ανάπτυξης των εργαζοµένων Εισαγωγή Στόχος: Το κλίµα του διαλόγου

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

Εφηβεία και Πρότυπα. 2)Τη στάση του απέναντι στους άλλους, ενήλικες και συνομηλίκους

710 -Μάθηση - Απόδοση

Μαθησιακά Αποτελέσματα Matrix Ελληνική Έκδοση

Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή. Χ.Δαφέρμου

Ελένη Μοσχοβάκη Σχολική Σύμβουλος 47ης Περιφέρειας Π.Α.

Γουλή Ευαγγελία. 1. Εισαγωγή. 2. Παρουσίαση και Σχολιασµός των Εργασιών της Συνεδρίας

Δελτίο Τύπου ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ & ΙΝΕ ΓΣΕΕ. Αθήνα, 24/1/2013

Διερευνητική μάθηση We are researchers, let us do research! (Elbers and Streefland, 2000)

710 -Μάθηση - Απόδοση

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Σχέση αυτεπάρκειας και πληροφοριακής συµπεριφοράς των χρηστών της βιβλιοθήκης του ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ Ανακαλύψτε νέες επιχειρήσεις

Οπτική αντίληψη. Μετά?..

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ 1ης ΕΡΕΥΝΑΣ (1 ο Ερευνητικό Ερώτημα)

1) Γιατί ασχοληθήκατε με το Έργο EduRom

Ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων σε παιδιά με νοητική ανεπάρκεια μέσα από το παιχνίδι με τους συνομηλίκους τους: ένα πιλοτικό πρόγραμμα παρέμβασης


Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση, Δια βίου Μάθηση: Θεωρία και Πράξη

Θεµατολογία: 1. Όλου του κόσµου τα παιχνίδια: Ένα ταξίδι που χαρτογραφεί την ιστορία του παιχνιδιού 2. Ελληνικά παραδοσιακά παιχνίδια: Παιχνίδια από ά

ΓΕΛ ΚΑΤΩ ΑΧΑΪΑΣ Β ΤΕΤΡΑΜΗΝΟ

ποδράσηη Ανιχνεύοντας το παρελθόν Σχέδια εργασίας σχολείων-μουσείων σχολικού έτους ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ

Β. ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ 4. ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΚΑΙ ΕΜΦΑΣΗ

Κοινωνική ένταξη: H άποψη των βιβλιοθηκών

ΠΡΟΩΡΗ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΣΧΟΛΕΙΟΥ (Π.Ε.Σ.) ΠΡΑΓΑ 25-29/1/2016

Κρατική παρέμβαση στην αγορά - Επιβολή i) ανώτατων τιμών και ii) κατώτατων τιμών

Θέµατα της παρουσίασης. Βάσεις σχεδιασµού αναλυτικών προγραµµάτων φυσικής αγωγής. Τι είναι το αναλυτικό

Transcript:

i

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΣΧΕ ΙΑΣΗΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΣΥΡΟΣ 2007 ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ υπό το θέµα «Σύστηµα Σήµανσης για Μουσεία» ΙΩΑΚΕΙΜΙ ΟΥ ΚΑΛΛΙΡΟΗ ΜΑΡΙΑ Επιβλέπων καθηγητής: Κωνσταντίνος Χούρσογλου Εξεταστική επιτροπή: Νικόλαος Χατζησάββας Αγγελική Μπρισνόβαλη ii

Στους γονείς µου Ανδρέα & Στέλλα και στον αδελφό µου Χρήστο iii

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ο άνθρωπος καλείται συχνά να πλοηγηθεί σε διαφορετικούς εσωτερικούς ή και υπαίθριους χώρους. Συχνά, η δοµή ή οι ενδείξεις που λαµβάνει από το περιβάλλον του, δεν επαρκούν ώστε να µπορέσει να καταφτάσει στο στόχο του, πόσο µάλλον µε τον τρόπο ή στο χρόνο που επιθυµεί. Η σήµανση αποτελεί ένα ισχυρά αποτελεσµατικό µέσο, αναπαράστασης των πληροφοριών µε αφαιρετικό συνήθως τρόπο, που θα ήθελε το άτοµο να λαµβάνει από το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται. Η παρούσα διπλωµατική εργασία πραγµατεύεται µε το θέµα της σήµανσης των µουσείων. Αρχικά παρουσιάζεται µια εκτεταµένη µελέτη που αφορά κυρίως την συµβολή και τον τρόπο λειτουργίας της σήµανσης εστιάζοντας ιδιαίτερα στα µουσεία και στη συνέχεια γίνεται εφαρµογή των αποτελεσµάτων και των µεθόδων που παρουσιάστηκαν, στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών. Το τελικό αποτέλεσµα της εργασίας, είναι η παρουσίαση µιας σχεδιαστικής πρότασης ενός συστήµατος σήµανσης, που θα µπορεί να εφαρµοστεί τόσο σε µουσεία όσο και σε άλλους χώρους που πληρούν τα κριτήρια που τίθενται κατά την πορεία της εργασίας. iv

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Αρχικά, θα ήθελα να ευχαριστήσω εκ βάθος καρδίας τον επιβλέπον καθηγητή µου, κ. Κωνσταντίνο Χούρσογλου για την καθοδήγηση και τις πολύτιµες συµβουλές του σε όλη την διάρκεια τόσο της φοίτησης µου στο Πανεπιστήµιο, όσο και της εκπόνησης της διπλωµατικής µου εργασίας. Επίσης, θα ήθελα να εκφράσω την βαθιά µου ευγνωµοσύνη στους καθηγητές µου κ. Νικόλαο Χατζησάββα και κα. Αγγελική Μπρισνόβαλη, µέλη της τριµελούς επιτροπής αξιολόγησης της εργασίας, για την πρόθυµη συνεργασία τους, τον συµβουλευτικό και καθοδηγητικό τους ρόλο. Ακόµα, οφείλω να ευχαριστήσω την κα. Μαρία Οικονόµου επίκουρος καθηγήτρια του τµήµατος Πολιτισµικής Τεχνολογίας & Επικοινωνίας του Πανεπιστηµίου Αιγαίου, για την καθοδήγησή της και την προσφορά υλικού για το θεωρητικό µέρος της εργασίας, τον κ. Νικόλαο Κωνστάντιο αρχαιολόγο που εργάζεται στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών για τις πολύτιµες πληροφορίες και την παραχώρηση δεδοµένων που αφορούν στην δοµή και λειτουργία του µουσείου, τον κ. Χριστόφορο Μπρέλλη διδάσκοντα του τµήµατος για τις συµβουλές του κατά την εκκίνηση της εργασίας. Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω την κα. Χριστίνα Βέικου, σύµβουλο φιλολόγων του παιδαγωγικού ινστιτούτου καθώς και την κα. Μυρτώ Βέικου, αρχαιολόγο για την συµβολή τους στην διόρθωση και στην επιµέλεια σύνταξης του κειµένου. Η παρούσα εργασία αφιερώνεται στους γονείς µου Ανδρέα & Στέλλα Ιωακειµίδη και στον αδελφό µου Χρήστο, για την συνεχή υποστήριξη, ενθάρρυνση, ψυχολογική και οικονοµική συµβολή σε όλη την διάρκεια της φοίτησής µου. Τέλος θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Άγγελο για την κατανόηση, την υποµονή και την αφοσίωσή του στον στόχο µου καθώς και φίλους και συµφοιτητές και ιδιαίτερα την φίλη µου Γλυκερία Κασιούµη και τον φίλο και συµφοιτητή µου Κώστα Γκουτζαµάνη που για πέντε χρόνια είτε από απόσταση είτε από κοντά µε ενθάρρυναν σε αυτή µου την προσπάθεια. v

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΛΗΨΗ... iv ΠΡΟΛΟΓΟΣ.. v 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 1 1.1 ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗΣ... 1 1.2 ΟΜΗ ΤΗΣ ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ... 2 2 ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΟΙΝΟΥ... 4 2.1 ΜΟΥΣΕΙΟ... 4 2.1.1 Η εξέλιξη των µουσείων... 4 2.1.2 Η επικοινωνία του µουσείου µε το κοινό... 5 2.1.3 Μετατρέποντας τα µουσεία σε προσιτούς χώρους... 7 2.2 ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΟΙΝΟΥ... 8 2.2.1 Γενικά χαρακτηριστικά των επισκεπτών... 9 2.2.1.1 ιάρκεια επίσκεψης...11 2.2.1.2 Έλκοντας το κοινό...11 2.2.1.3 Ο ρόλος της µάθησης στα µουσεία...12 2.2.2 Το κοινό των µουσείων βάσει ενδεικτικών ηλικιακών οµάδων...14 2.2.3 Ελληνική Πραγµατικότητα...18 3 ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΗΜΑΝΣΗΣ...24 3.1 ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΝΑ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΗΜΑΝΣΗΣ...24 3.2 Η ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ...26 3.2.1 Τύποι Μουσειογραφικής Πορείας...27 3.3 ΣΤΟΧΟΙ ΕΝΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΣΗΜΑΝΣΗΣ...28 3.3.1 Σκοποί ενός Συστήµατος Σήµανσης...29 3.3.2 Προϋποθέσεις για ένα Σύστηµα Σήµανσης...30 3.3.3 ραστηριότητες που χρήζουν Σήµανσης και Λειτουργία του Συστήµατος 32 3.4 ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΗΜΑΝΣΗ...33 4 ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΑΠΑΡΤΙΖΟΥΝ ΕΝΑ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΗΜΑΝΣΗΣ...37 4.1 ΜΟΡΦΗ ΤΗΣ ΣΗΜΑΝΣΗΣ...37 4.2 ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΗΜΑΝΣΗΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΕΣ...40 4.2.1 Στοιχεία Σήµανσης...41 4.2.1.1 Χαρακτηριστικά των στοιχείων σήµανσης...43 4.2.2 Χάρτες...45 4.3 ΧΡΩΜΑ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ...46 5 ΜΟΝΤΕΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΣΗΜΑΝΣΗΣ...51 5.1 ΟΜΑ ΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ...51 vi

5.2 ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ...53 5.2.1 Μοντέλο «επιλογών» και «ενδείξεων»...53 5.2.2 Μοντέλο «οπτικών απεικονίσεων» και «δυνατοτήτων»...57 5.2.3 Προσοµοίωση του χώρου και της γνώσης µε συστήµατα πολλαπλών δραστών......61 5.2.4 Space Syntax...65 6 ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΣΧΕ ΙΑΣΤΙΚΗΣ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑΣ...66 6.1 BRIEF...66 6.1.1 Brief Analysis...66 6.2 ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ (ΒΧΜ) 67 6.3 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ...73 6.3.1 Εφαρµογή Μεθοδολογίας «επιλογών» και «ενδείξεων»...74 6.4 ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ...77 6.5 ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΣΧΕ ΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ...80 6.6 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΧΕ ΙΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ...86 6.7 ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ...89 6.7.1 Λεπτοµερής περιγραφή...89 6.7.2 Παρουσίαση προτεινόµενου συστήµατος σήµανσης...93 7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ... 104 7.1 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...104 ΑΝΑΦΟΡΕΣ. ix ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΕΙΚΟΝΩΝ Εικόνα 1: Παράδειγµα σήµανσης για άτοµα µε απώλεια όρασης (Charles De Gaule Airport, Lighthouse International Headquarters)... 35 Εικόνα 2: Παράδειγµα τυπογραφίας (National Park Service)... 44 Εικόνα 3: Παράδειγµα πικτογραµµάτων (Government of Canada)... 44 Εικόνα 4: Atlanta transportation map, Washington D.C. map... 45 Εικόνα 5: Χρωµατικός δίσκος (www.joehallock.com)... 47 Εικόνα 6: Η συµπεριφορά του χρώµατος σε σχέση µε το σχήµα και άλλα χρώµατα (www.joehallock.com)... 48 Εικόνα 7: Το πεδίο της γνώσης στον εµπειρικό κόσµο... 58 Εικόνα 8: Απεικόνιση της ιαδικασίας που αναπτύσσεται κατά τον προσανατολισµό... 59 Εικόνα 9: Παράδειγµα γραφήµατος... 60 Εικόνα 10: Ο δράστης σε αλληλεπίδραση µε το περιβάλλον του... 61 Εικόνα 11: Απεικόνιση της διαδικασίας εύρεσης της διαδροµής... 64 Εικόνα 12: Σχεδιαστική πρόταση 1... 80 Εικόνα 13: Σχεδιαστική πρόταση 2... 82 vii

Εικόνα 14: Σχεδιαστική πρόταση 3... 83 Εικόνα 15: Σχεδιαστική πρόταση 4... 84 Εικόνα 16: Σχεδιαστική πρόταση 5... 85 Εικόνα 17: Η δύναµη της σήµανσης... 107 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΙΝΑΚΩΝ Πίνακας 1: Τύποι πληροφορίας...42 Πίνακας 2: Μοντέλο "επιλογών - ενδείξεων"...55 Πίνακας 3: Ανάλυση Απαιτήσεων ΒΧΜ...69 Πίνακας 4: Λειτουργικές απαιτήσεις...78 Πίνακας 5: Επικοινωνιακές απαιτήσεις...79 Πίνακας 6: Αξιολόγηση σχεδιαστικών προτάσεων...86 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΓΡΑΦΗΜΑΤΩΝ Γράφηµα 1: Οικονοµική κατάσταση επισκεπτών...20 Γράφηµα 2: Σήµανση...20 Γράφηµα 3: Φύλλο...21 Γράφηµα 4: Επίπεδο εκπαίδευσης...21 Γράφηµα 5: Επάγγελµα...22 Γράφηµα 6: Συχνότητα επίσκεψης...22 Γράφηµα 7: Είστε σε διακοπές;...23 Γράφηµα 8: Παροµοίωση µουσείου...23 viii

i

1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στην παρούσα διπλωµατική εργασία, υπό το θέµα «Σύστηµα Σήµανσης για µουσεία», µελετήθηκαν οι έννοιες του µουσείου, της σήµανσης καθώς και ο τρόπος πλοήγησης του ατόµου σε ένα άγνωστο περιβάλλον. Όλα τα παραπάνω διεξήχθησαν υπό το πρίσµα της µεθοδολογίας και των πορισµάτων της προγενέστερης έρευνας, τα οποία έχουν ήδη δηµοσιευτεί. Στη συνέχεια, θα παρουσιαστεί µια εκτενής µελέτη κυρίως του τρόπου κατά τον οποίο συµπεριφέρεται ο άνθρωπος µέσα σε ένα άγνωστο περιβάλλον και διαδρά µε αυτό, καθώς και του τρόπου µε τον οποίο οι επιλογές του επηρεάζονται από την σήµανση µέσα από µεθόδους προσοµοίωσης. Το περιβάλλον αυτό τελικά εξειδικεύεται σε ένα µουσειακό χώρο, το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών, που λαµβάνεται ως πρότυπο για την σχεδίαση του συστήµατος σήµανσης. Η παραπάνω µελέτη συνοψίζεται στο τελικό συµπέρασµα της διπλωµατικής εργασίας που είναι το σύστηµα σήµανσης που προτείνεται. 1.1 ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗΣ Στόχος της διπλωµατικής εργασίας είναι η δηµιουργία ενός συστήµατος αντικειµένων για την σήµανση των χώρων, των αντικειµένων και των εκθεµάτων που εµπεριέχονται σε ένα µουσείο. Με τον όρο «σύστηµα αντικειµένων», εννοούµε όλα εκείνα τα αντικείµενα που σκοπό έχουν αφενός την εξωτερική σήµανση όλων των περιβαλλόντων χώρων ενός µουσείου και αφετέρου την εσωτερική σήµανση όλων των πιθανών διαφορετικών παροχών, περιοχών και αντικειµένων που συναντώνται σε ένα µουσείο. Το σύστηµα αυτό, θα απευθύνεται αρχικά στους σχεδιαστές και επιµελητές των εκθέσεων οι οποίοι, θα έχουν την δυνατότητα να το προσαρµόσουν µέσα από τις εναλλακτικές προτάσεις που θα δίνονται στον µουσειακό χώρο. Το σύστηµα ως απώτερο αλλά ουσιαστικό δέκτη έχει τον επισκέπτη του µουσείου. Εν ολίγοις, σκοπός του «συστήµατος αντικειµένων» είναι να βοηθήσει τον επισκέπτη ενός µουσείου να «χαράξει» την καλύτερη δυνατή για εκείνον µουσειογραφική πορεία µέσα στο χώρο, προκειµένου να δει τα εκθέµατα που επιθυµεί, να επισκεφθεί τους χώρους που τον ενδιαφέρουν και να βρει συµπληρωµατικές πληροφορίες για µη 1

πρωτεύουσες δραστηριότητες όπως είναι τα πωλητήρια, η καφετέρια, οι τουαλέτες και άλλες παροχές που µπορεί να εµπεριέχονται στο χώρο του µουσείου. Προκειµένου να πραγµατοποιηθούν όλα τα παραπάνω, κρίνεται αναγκαίο να γίνει µελέτη και καταγραφή των απαιτήσεων σήµανσης ενός υπάρχοντος µουσειακού χώρου. Για τον σκοπό αυτό θα χρησιµοποιηθεί το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών. Τα αποτελέσµατα που θα προκύψουν από τη µελέτη θα χρησιµοποιηθούν κατόπιν σαν πρότυπο για τη δηµιουργία του συστήµατος, έτσι ώστε το σύστηµα να µπορεί να εφαρµοστεί και σε άλλα µουσεία λαµβάνοντας πάντα υπόψη την ιδιαιτερότητα του κάθε χώρου. 1.2 ΟΜΗ ΤΗΣ ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Η εργασία απαρτίζεται από εφτά κεφάλαια που καθένα τους πραγµατεύεται από έναν σηµαντικό παράγοντα που έχρηζε εξέτασης για την µελέτη του θέµατος. Τα κεφάλαια 2, 3, και 4 πραγµατεύονται τις δύο βασικές έννοιες της εργασίας, το µουσείο και τη σήµανση. Ένα σύστηµα σήµανσης, αναπτύσσεται προκειµένου να βοηθήσει στην πλοήγηση του κοινού. Εποµένως τα επιµέρους θέµατα που µελετώνται επιλέχθηκαν βάση των σχέσεων και των αλληλεπιδράσεων που αναπτύσσει το άτοµο µε το περιβάλλον του ως προς την σήµανση. Το περιβάλλον του ατόµου µπορεί να είναι είτε το µουσείο ως οργανισµός, είτε τα επιµέρους στοιχεία που απαρτίζουν το σύστηµα ή ακόµα, οποιοσδήποτε άλλος παράγοντας που ασκεί επιρροή στο άτοµο. Στο δεύτερο κεφάλαιο, γίνεται µία αναδροµή στην ιστορία του µουσείου, στην δηµιουργία του, στον σκοπό ύπαρξής του ανά τους αιώνες, στην σηµερινή του µορφή, στους σκοπούς και στους στόχους που θα πρέπει να εξυπηρετεί. Στη συνέχεια µέσα από στατιστικά στοιχεία, τις έρευνες κοινού όπως αποκαλούνται στην περίπτωση των µουσείων, προσεγγίζεται ο «επισκέπτης» των µουσείων, οι απαιτήσεις του και οι προσδοκίες του από τον χώρο. Στο τρίτο κεφάλαιο, γίνεται εισαγωγή στην έννοια της σήµανσης. Παρουσιάζονται τα προβλήµατα που θα πρέπει να επιλύσει ένα σύστηµα σήµανσης και η έννοια του προσανατολισµού µέσα στον χώρο. Παρατίθενται οι στόχοι και οι σκοποί που θα πρέπει να ικανοποιούνται, καθώς και οι προϋποθέσεις που θα πρέπει να πληρούνται. Επίσης, γίνεται αναφορά στον τρόπο που µπορούν να επωφεληθούν τα άτοµα µε 2

αναπηρία από ένα σύστηµα σήµανσης και πώς αυτό θα πρέπει να ικανοποιεί τις απαιτήσεις τους. Το τέταρτο κεφάλαιο αναφέρεται σε όλα τα απαραίτητα στοιχεία που απαρτίζουν ένα σύστηµα σήµανσης και πως αυτό θα πρέπει να συνάδει µε τον οργανισµό και το κτίριο στο οποίο εφαρµόζεται. Ορισµένα από αυτά τα στοιχεία είναι η τυπογραφία, τα πικτογράµµατα και οι χάρτες. Τέλος, εξετάζεται η συµβολή του χρώµατος στην σήµανση. Στο πέµπτο κεφάλαιο, µελετώνται τα διαφορετικά τύπου µοντέλα που έχουν αναπτυχθεί και ανήκουν στο πεδίο της γνωστικής επιστήµης. Ο βασικός στόχος τους είναι ο εντοπισµός των σηµείων που χρήζουν σήµανσης σε έναν χώρο. Το έκτο κεφάλαιο αφορά την σχεδιαστική διαδικασία που ακολουθήθηκε. Οι υποενότητες που το απαρτίζουν ουσιαστικά αποτελούν την σύνοψη και εφαρµογή όλων των παραπάνω θεµάτων που µελετήθηκαν στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο. Γίνεται ανάλυση των απαιτήσεων του µουσείου, επιλέγεται και υιοθετείται το κατάλληλο µοντέλο (από αυτά που παρουσιάστηκαν διεξοδικά στο προηγούµενο κεφάλαιο), και παρατίθενται οι επιθυµητές προδιαγραφές που θα πρέπει να πληρεί το σύστηµα ώστε να εφαρµοστεί τόσο στο συγκεκριµένο µουσείο όσο και σε οποιοδήποτε άλλο (σύµφωνα µε τον περιορισµό που έχει τεθεί για τα µουσεία που µπορούν να υιοθετήσουν το προτεινόµενο σύστηµα). Στη συνέχεια παρουσιάζονται πιθανές σχεδιαστικές προτάσεις, η αξιολόγησή τους, και τέλος αναπτύσσεται η τελική σχεδιαστική πρόταση. Τo έβδοµο κεφάλαιο περιλαµβάνει τα συµπεράσµατα της εργασίας, τόσο από την έρευνα που διεξάχθηκε όσο και τα συµπεράσµατα από τον τελικό σχεδιασµό του συστήµατος. Ακολουθούν οι αναφορές που χρησιµοποιήθηκαν και ένα παράρτηµα όπου αναπτύσσονται τρία σενάρια πιθανών επισκεπτών του ΒΧΜ, παρατίθενται κάποιες συµπληρωµατικές πληροφορίες και παρουσιάζονται ενδεικτικά κάποια από τα ήδη υπάρχοντα συστήµατα σήµανσης. 3

Μουσείο 3

2 ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΟΙΝΟΥ 2.1 ΜΟΥΣΕΙΟ Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται µια σύντοµη Ιστορική Ανασκόπηση που αφορά την δηµιουργία, την εξέλιξη και κατ επέκταση την σηµερινή µορφή των µουσειακών χώρων. 2.1.1 Η εξέλιξη των µουσείων Από τα βάθη των αιώνων, γίνεται φανερή η ανάγκη του ανθρώπου για συλλογή ποικίλων αντικειµένων. Σε αυτό το ισχυρό ένστικτο των ανθρώπων, που µπορεί να εξηγηθεί ποικιλοτρόπως, οφείλεται κατά µία έννοια η ανάπτυξη των µουσείων. Τα πρώτα µουσεία προήλθαν από τις ακαδηµαϊκές «συλλογές αξιοπερίεργων αντικειµένων και από τα πριγκιπικά θησαυροφυλάκια» (Merriman 1999). Όπως γίνεται φανερό τα µουσεία αυτά απευθύνονταν σε επισκέπτες που διέθεταν το ίδιο επίπεδο γνώσεων και εκτιµούσαν τις συλλογές όσο και οι ίδιοι οι συλλέκτες τους. Το µουσείο λειτουργούσε ως µια διαχωριστική στάθµη µεταξύ των µορφωµένων, που µπορούσαν να είναι επισκέπτες του χώρου και των αµόρφωτων οι οποίοι δεν είχαν τη δυνατότητα να επισκεφτούν τον µουσείο. Με την πάροδο των ετών η άποψη αυτή ενισχυόταν ακόµα περισσότερο, αυτό αποδεικνύεται από τις απόπειρες διερεύνησης των επισκεπτών τους, οι οποίες δείχνουν στην πλειονότητά τους ότι το κοινό των περισσότερων µουσείων αποτελείται από µορφωµένους και εύπορους πολίτες. Παρά το γεγονός ότι µουσεία είναι ανοιχτά στο κοινό για περισσότερο από τριακόσια χρόνια, µόλις το τελευταίο τέταρτο του 20 ου αιώνα οι µουσειολόγοι προέβησαν «σε συντονισµένες προσπάθειες», όπως αναφέρει η Μαρία Οικονόµου (2003), ώστε να κατανοήσουν τον τρόπο µε τον οποίο θα µπορέσουν να επικοινωνήσουν καλύτερα µε το κοινό τους. Το ιεθνές Συµβούλιο Μουσείων (ICOM) ορίζει το µουσείο ως: «Οργανισµός µόνιµος, χωρίς κερδοσκοπικό χαρακτήρα, υποταγµένος στην υπηρεσία της κοινωνίας και της ανάπτυξής της και ανοιχτός στο κοινό, ο οποίος αποκτά, συντηρεί, µελετά, κοινοποιεί και εκθέτει υλικές µαρτυρίες του ανθρώπου και του περιβάλλοντός του µε σκοπό τη µελέτη, την εκπαίδευση και την ψυχαγωγία». 4

«Ο ορισµός αυτός αναφέρεται στο µακρόχρονο και σταθερό χαρακτήρα των µουσείων που έχουν ως σκοπό την διαφύλαξη των συλλογών για το µέλλον και τις επόµενες γενιές». (Οικονόµου 2003). Στην Ευρώπη το ενδιαφέρον των µουσείων για το κοινό τους υπήρξε ελάχιστο. Τα περισσότερα µουσεία φαίνεται να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στην προβολή των αντικειµένων τους παρά στην επικοινωνία τους µε το ευρύ κοινό στο οποίο πρέπει να απευθύνονται. Η λέξη «κοινό» που χρησιµοποιείται πολύ συχνά για τους επισκέπτες των µουσείων είναι ιδιαίτερα παραπλανητική, καθώς κρύβει την «ποικιλία και τις διάφορες κοινωνικές οµάδες που αντιπροσωπεύει η λέξη» (Μουσούρη 1999). Αυτό που κυρίως συµβαίνει είναι ότι το µουσείο θέτει ποικίλους φραγµούς, κοινωνικούς, οικονοµικούς διανοητικούς και φυσικούς, όπως οι ώρες κοινού, το εισιτήριο εισόδου, η γλώσσα και οι κώδικες επικοινωνίας που σκοπό έχουν να προσελκύσουν ή να αποµακρύνουν συγκεκριµένες οµάδες επισκεπτών. Οι οµάδες αυτές µπορούν να είναι σχολεία, οικογένειες, τουρίστες, άνθρωποι µε διαφορετική εθνικότητα, διαφορετικές θρησκευτικές πίστεις, οµάδες ανθρώπων µε ιδιαίτερες ανάγκες. Τα τελευταία χρόνια, που έχουν πλέον αναγνωριστεί τα ποικίλα προβλήµατα που προκύπτουν, καταβάλλεται µεγάλη προσπάθεια ώστε το µουσείο να καταφέρει να επικοινωνήσει µε το κοινό. 2.1.2 Η επικοινωνία του µουσείου µε το κοινό Η επικοινωνία είναι µία από τις θεµελιώδεις λειτουργίες των µουσείων. «Συνίσταται στη µετάδοση πληροφοριών, µηνυµάτων και εµπειριών µε σαφή, αποτελεσµατικό και ευχάριστο τρόπο, σε διαφορετικές κοινωνικές οµάδες και άτοµα, µε ποικίλες προσδοκίες, αναζητήσεις και ενδιαφέροντα» (Μούλιου 1999). Η επικοινωνία ορίζει και καθορίζει τη δηµόσια εικόνα του µουσείου, επηρεάζει τις αντιλήψεις και την στάση των ανθρώπων προς αυτό, και συνεπώς την απόφασή τους να το επισκεφθούν ή όχι. Μερίδιο στην επικοινωνία του µουσείου µε το κοινό κατέχει και η σήµανση. Με τη βοήθεια της σήµανσης το κοινό αντιλαµβάνεται τον χώρο στον οποίο βρίσκεται και κατανοεί τα εκθέµατα που το περιβάλουν. Η σήµανση αποτελεί έναν από τους τρόπους µε τους οποίους το µουσείο θα καταφέρει να κρατήσει ή να απωθήσει τον επισκέπτη µέσα σε αυτό. 5

Στο σηµείο αυτό, κρίνεται απαραίτητο να γίνουν ορισµένες διευκρινήσεις σχετικά µε τους δύο ορισµούς που θα χρησιµοποιηθούν ευρέως στην παρούσα εργασία, καθώς αυτοί οι ορισµοί είναι και το αντικείµενο µε το οποίο πραγµατεύεται. Ο Kevin Lynch πρώτος το 1960 στο βιβλίο του «The image of the city» χρησιµοποίησε τον όρο «wayfinding» για να αναφερθεί στους χάρτες, στους αριθµούς, στα καθοδηγητικά σήµατα που χρησιµοποιήθηκαν για να βοηθήσουν στην πλοήγηση των ανθρώπων στις πόλεις. Μία ολόκληρη δεκαετία χρειάστηκε προκειµένου να αποσαφηνιστεί η έννοια του όρου. Το 1970 ο ψυχολόγος Romedi Passini µαζί µε τον σχεδιαστή Paul Arthur στο βιβλίο τους «Wayfinding in Architecture and Wayfinding, People, Signs and Architecture», εκτός από τον όρο «wayfinding» χρησιµοποίησαν τον όρο «signage». Πλέον η διαφορά είναι ευδιάκριτη. Ο πρώτος όρος αναφέρεται στην διαδικασία που εφαρµόζει ο άνθρωπος προκειµένου να εντοπίσει τον προορισµό του ή πιο απλά στην διαδικασία προσανατολισµού, ενώ ο δεύτερος όρος αναφέρεται στα µέσα που θα χρησιµοποιήσει για να φέρει εις πέρας αυτή την διαδικασία (δηλαδή, τα καθοδηγητικά σήµατα, τις επιγραφές, τους χάρτες και άλλα στοιχεία σήµανσης που µπορούν να χρησιµοποιηθούν). Το σύνολο των παραπάνω εννοιών συνοψίζονται στο σύστηµα σήµανσης (signage system). Στη πορεία της εργασίας θα χρησιµοποιείται η ελληνική µετάφραση των όρων για τον καλύτερο διαχωρισµό τους. Το σύστηµα σήµανσης, που είναι το ζητούµενο της εργασίας, παίρνει ποικίλες διαστάσεις. Αναφέρεται στην διαδικασία προσανατολισµού µέσα σε ένα άγνωστο περιβάλλον, στην πλοήγησή του ανθρώπου µέσα στον χώρο, στη διάδραση του µε τον περιβάλλον, στην αναζήτηση πληροφοριών, στον εντοπισµό του προορισµού του, στην χρήση συσκευών πλοήγησης και γενικότερα στην όσο το δυνατόν ταχύτερη εξοικείωση του ανθρώπου µε τον «άγνωστο» χώρο στον οποίο βρίσκεται. Ακόµα, πρόκειται για τις συµπεριφορές που αναπτύσσει ο άνθρωπος, όταν αναζητά κάποιου είδους πληροφορία. Ως πιο σηµαντικές παράµετροι αυτής της διαδικασίας µπορούν να θεωρηθούν ο προσανατολισµός, η κατεύθυνση και η αναγνώριση του τελικού στόχου. Πλέον έχει αναγνωριστεί ο σπουδαίος ρόλος που µπορούν να επιτελέσουν τα µουσεία στην βελτίωση της εκπαίδευσης, της ψυχαγωγίας και της ανάπτυξης της κοινωνίας όπως έχει εξελιχθεί στις µέρες µας. Το γεγονός αυτό σε συνδυασµό µε τα αποτελέσµατα που µπορεί να επιφέρει ένα ολοκληρωµένο σύστηµα σήµανσης όσον αφορά την αύξηση του βαθµού επίσκεψης στα µουσεία, είναι η πρόκληση που θα πρέπει να αντιµετωπιστεί στην παρούσα εργασία. Σκοπός είναι η πρόταση ενός 6

συστήµατος σήµανσης ικανό να βοηθήσει, να ελκύσει και να κρατήσει τον επισκέπτη στο χώρο του µουσείου. 2.1.3 Μετατρέποντας τα µουσεία σε προσιτούς χώρους Το τελευταίο τέταρτο του 20 ου αιώνα συνεχώς αυξανόµενοι παράγοντες, αµφισβητήσεις και άσχηµες κριτικές οδήγησαν τα µουσεία στην επιτακτική ανάγκη να βελτιώσουν την εικόνα τους ως προς το κοινό και να γίνουν πιο προσιτά σε αυτό. Ο επιµελητής µουσείων και συλλογών του Πανεπιστηµιακού Κολεγίου του Λονδίνου, Nick Merriman (1999) προσδιόρισε τρεις βασικούς παράγοντες για τους οποίους θα πρέπει να επαναπροσδιορισθεί ο ρόλος των µουσείων ώστε να συµβαδίζει µε την σηµερινή µορφή της κοινωνίας µας. Ο πρώτος από αυτούς τους παράγοντες είναι η συµβολή του µουσείου στην εκπαίδευση και στην εξέλιξη της κοινωνίας. Ο δεύτερος παράγοντας είναι η απαίτηση για περισσότερη υπευθυνότητα στη διαχείριση των δηµοσίων κονδυλίων. Ο τελευταίος παράγοντας σχετίζεται µε τις αλλαγές και τον αυξηµένο ανταγωνισµό από τοµείς της «βιοµηχανίας της πολιτισµικής κληρονοµιάς» και από το σύνολο της «βιοµηχανίας της ψυχαγωγίας». Άµεσο αποτέλεσµα των παραπάνω είναι τα µουσεία να υποχρεούνται να προσφέρουν ελκυστικές υπηρεσίες και να κατανοήσουν τις ανάγκες των επισκεπτών, έτσι ώστε η ικανοποιητική προσέλευση του κοινού να εξασφαλίσει εντέλει και την οικονοµική τους βιωσιµότητα. Παρόλο που τα µουσεία είναι χώροι που απευθύνονται στο κοινό, στην πραγµατικότητα καταφέρνουν να προσελκύσουν µόνο συγκεκριµένη µερίδα του πληθυσµού. υστυχώς, η επίσκεψη σε κάποιο µουσείο δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδοµένη, ακόµα και σε χώρες που κάποιος εύκολα µπορεί να συναντήσει κάποιο µουσειακό χώρο. Το γεγονός αυτό έρχεται σε αντίθεση µε τον βασικό στόχο των περισσότερων µουσείων, ο οποίος δεν είναι άλλος από την µεγάλη επισκεψιµότητα του χώρου. Χαρακτηριστικό παράδειγµα είναι η άποψη που διατυπώνεται από τους ανθρώπους του Μουσείου Επιστηµών του Λονδίνου, που ισχυρίζονται πως όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως ηλικίας, δεξιοτήτων ή αδυναµιών, θα πρέπει να βρουν κάτι µε το οποίο θα µπορούν να ψυχαγωγηθούν µέσα στον χώρο του µουσείου(nicholas 2000). Ο Γάλλος κοινωνιολόγος Pierre Bourdieu (1969) υποστήριξε ότι η επίσκεψη στο µουσείο και ιδιαίτερα στην πινακοθήκη «αποτελεί ένα µέσο για τους µορφωµένους να εισπράξουν «πολιτιστικό κεφάλαιο» µέσω της υιοθέτησης ενός καλλιεργηµένου τρόπου ζωής που συνάδει µε την οικονοµική τους θέση στην κοινωνία». Αυτό 7

φανερώνει την τάση που έχουν αρκετοί άνθρωποι να «χρησιµοποιούν» την επίσκεψη τους σε έναν εκθεσιακό χώρο προκειµένου να αποδείξουν στην κοινωνία το βαθµό της καλλιέργειάς τους. Ο Nick Merriman (1999) επίσης, προσπάθησε µέσω της έρευνάς του να αποδείξει ότι οι παράγοντες που επηρεάζουν την επίσκεψη στα µουσεία δεν είναι «δοµικοί», δηλαδή η ύπαρξη εισιτηρίου ή η γεωγραφική του τοποθεσία, αλλά «πολιτιστικοί» που σχετίζονται µε την εικόνα του µουσείου ως ίδρυµα και µε το εκπαιδευτικό υπόβαθρο του µουσείου. Προκειµένου να διαλευκανθούν όλοι αυτοί οι παράγοντες και να απαντηθούν όλα τα ερωτήµατα που προκύπτουν, πραγµατοποιούνται έρευνες µε βάση ανθρώπους που ήδη επισκέπτονται τα µουσεία και τις επιδιώξεις τους από αυτά. Τα αποτελέσµατα αυτών των ερευνών µπορούµε να παρατηρήσουµε ότι συνήθως συγκλίνουν ανεξαρτήτως από τον τόπο και τον χρόνο διεξαγωγής αυτών των ερευνών. 2.2 ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΟΙΝΟΥ Στη συνέχεια θα γίνει προσπάθεια να προσδιορισθούν κάποιες γενικές οµάδες επισκεπτών, µιας και δεν µπορούµε να καταλήξουµε στο προφίλ του µέσου επισκέπτη λόγω της ετερογένειας και της διαφοροποίησης που χαρακτηρίζει τα ενδιαφέροντά του κοινού. Οι επισκέπτες ενός µουσείου µπορούν να είναι µικρά παιδιά ή ηλικιωµένοι, άντρες ή γυναίκες, εργαζόµενοι ή άνεργοι µε τεράστια ποικιλία πολιτισµικού υπόβαθρου, να µιλούν διαφορετικές γλώσσες, να έχουν ειδικές ανάγκες ή πολύ διαφορετική µορφωτική στάθµη. Το µοναδικό κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών των ατόµων είναι το ενδιαφέρον που δείχνουν για το πεδίο του πολιτισµού ανεξαρτήτως από τα βαθύτερα κίνητρα της επίσκεψής τους. Επίσης, θα γίνει προσπάθεια να κατανοηθούν οι συνήθειές τους και τα κίνητρα τους, το πως σκέφτονται, αισθάνονται και συµπεριφέρονται, µέσα από έρευνες που έχουν πραγµατοποιηθεί σε διαφορετικές χώρες και περιβάλλοντα. Ιδιαίτερα χρήσιµη είναι η έρευνα που πραγµατοποιήθηκε από το ερευνητικό κέντρο της Αυστραλίας για λογαριασµό του Australian Museum (2002). Επίσης, άλλες έρευνες στις οποίες θα εστιάσουµε είναι η «έρευνα κοινού» που πραγµατοποιήθηκε από τους Ρωξάνη Καυταντζόγλου, Ειρήνη Τουντασάκη και Μάριο Φρυδάκη στα µουσεία της Αθήνας, Εθνικό Αρχαιολογικό, Βυζαντινό και Χριστιανικό και Ελληνικής Λαϊκής τέχνης (2001), η έρευνα της Μαρίας Βιδάλη (Μπαστέα 2001) στο Εθνικό Αρχαιολογικό, στο Αρχαιολογικό µουσείο Χανίων, στο Εθνικό ιστορικό και στην Εθνική 8

Πινακοθήκη (1996-1998) και σε έρευνα του Μουσείου Επιστηµών του Λονδίνου (2000). Αρχικά, θα παρατεθούν κάποια γενικά στοιχεία για τους επισκέπτες στα µουσεία, όπως αυτά έχουν προκύψει από την έρευνα κοινού του µουσείου της Αυστραλίας, ενώ στη συνέχεια θα παρουσιαστούν τα αποτελέσµατα των ερευνών βάση των ηλικιακών οµάδων στις οποίες ανήκουν τα άτοµα που συµµετείχαν σε αυτές και τέλος θα παρουσιαστούν αποτελέσµατα ερευνών που αφορούν τα µουσεία στην Ελλάδα. 2.2.1 Γενικά χαρακτηριστικά των επισκεπτών Συνήθως οι επισκέπτες των µουσείων διαθέτουν υψηλό επίπεδο µόρφωσης, δηλαδή είναι τουλάχιστον απόφοιτοι δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης και αρέσκονται στις τέχνες και στις ανθρωπιστικές επιστήµες. Ηλικιακά, διανύουν την σχολική τους ηλικία ή είναι ενήλικες µεταξύ 30 και 50 ετών. Οι επισκέψεις πραγµατοποιούνται ή σε οµάδες ή µε την οικογένειά τους. Τα άτοµα αυτά, κατατάσσονται στην ανώτερη οικονοµική τάξη και έχουν επισκεφθεί σίγουρα κάποια µουσεία στην παιδική τους ηλικία. Σηµαντικό ζήτηµα επίσης είναι να προσδιοριστούν οι ποικίλοι λόγοι για τους οποίους κάποιος θα επισκεφθεί ένα µουσείο. Οι απαντήσεις σε αυτό το ερώτηµα ποικίλουν. Οι επισκέπτες αντιµετωπίζουν τα µουσεία σαν µια ασχολία που αξίζει να διαθέσεις τον ελεύθερο χρόνο σου, προσφέρεται σαν µια δραστηριότητα που µπορούν να απολαύσουν ως οικογένεια ή ως µέρος µιας οµάδας ατόµων, µπορούν να προκαλέσουν τις γνώσεις τους, να συµµετάσχουν ενεργά σε νέες εµπειρίες. Επίσης χαρακτηρίζουν την επίσκεψή τους ως µια ασχολία που συµβαίνει για προσωπική ικανοποίηση, για να τονώσουν των αυτοσεβασµό τους, για κέφι και διασκέδαση και τελευταία για µόρφωση και εκπαίδευση. Στην εποχή που ζούµε και κυρίως µέσω του διαδικτύου, πολύ εύκολα κάποιος µπορεί να έχει πρόσβαση σε κάποιο αντίγραφο ή φωτογραφία του αντικειµένου που θέλει να γνωρίσει. Σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο (Leinhardt και Crowley 2001) απαριθµούνται τέσσερα µοναδικά χαρακτηριστικά για τα οποία θα πρέπει να προτιµάµε την γνώση που προσφέρεται στα µουσεία σε σχέση µε άλλες πηγές πληροφοριών όπως για παράδειγµα το διαδίκτυο. Το πρώτο χαρακτηριστικό είναι η ανάλυση και η πυκνότητα της πληροφορίας, εφόσον όταν παρουσιάζεται µπροστά µας το αντικείµενο µπορούµε να το επεξεργαστούµε καλύτερα. Τα υπόλοιπα είναι το 9

πραγµατικό µέγεθος του αντικειµένου, ο χώρος που καταλαµβάνει και τέλος η αυθεντικότητα και η αξία της µοναδικότητας του αντικειµένου. Όταν κάποιος αποφασίσει να επισκεφθεί ένα µουσείο, λόγω των προηγούµενων εµπειριών του συνήθως επιζητεί συγκεκριµένα δεδοµένα τα οποία προσπαθεί να εντοπίσει κατά την διάρκεια της επίσκεψής του. Από έρευνες που έχουν διεξαχθεί (π.χ. Science Museum) έχουν προκύψει τρεις κατηγορίες «απαιτήσεων»: οι εµπειρίες, η µάθηση και µια γενικότερη κατηγορία µε παρατηρήσεις. Οι επισκέπτες φαίνονται να επιζητούν χειρωνακτικές εµπειρίες, να τους παρέχεται η δυνατότητα να χρησιµοποιούν όλες τις αισθήσεις τους προκειµένου να αλληλεπιδράσουν µε το έκθεµα και να µπορούν να πάρουν φεύγοντας κάποιο απτό αντικείµενο, αντίγραφο ίσως ενός σπουδαίου εκθέµατος. Όσον αφορά την µάθηση, οι επισκέπτες ζητούν να ξεκινά η ξενάγηση από οικείες σε αυτούς εµπειρίες και να συνεχίζει προς άγνωστες καταστάσεις. Να έχουν την δυνατότητα να ελέγξουν µόνοι τους το µέγεθος και το βάθος της πληροφορίας στην οποία µπορούν να έχουν πρόσβαση, να ικανοποιείται ένα ευρύ φάσµα ηλικιών, ενώ επιζητούν εκθέσεις από τις οποίες θα µπορούν να αντλήσουν κάποια καινούρια πληροφορία. Τέλος, οι επισκέπτες διαµόρφωσαν µια σειρά από διάφορες απαιτήσεις, όπως να µπορούν να αγγίζουν τα εκθέµατα, να παρέχεται η πληροφορία µε τέτοιο τρόπο που δεν θα χρειάζεται αρκετή ανάγνωση, δραστηριότητες που θα υποστηρίζονται µε αλληλεπίδραση του ανθρώπου µε τον υπολογιστή και δεν θα απαιτείται απλά και µόνο να «πιέσεις» ένα κουµπί, δυνατότητα να εστιάσεις και να πλησιάσεις εκθέµατα και οθόνες, εκθέσεις που θα συντηρούνται σωστά και θα λειτουργούν συνεχώς, καταρτισµένο προσωπικό που θα είναι σε θέση να απαντά σε ερωτήσεις και θα δίνει πνοή στην έκθεση, ρεαλιστικές εκθέσεις, εκθέσεις όπου θα µπορούν να «καθίσουν κάτω» και να συλλάβουν ολοκληρωτικά το θέµα, και χώρους όπου θα ενθαρρύνεται η συζήτηση και η ανταλλαγή των απόψεων των ατόµων που θα απαρτίζουν µια οµάδα. Χρήσιµο είναι να αναφέρουµε τα αποτελέσµατα κάποιων παράλληλων ερευνών που έγιναν για ένα ανθρωπολογικό µουσείο και ένα µουσείο φυσικής ιστορίας που έδειξαν τι είδους πληροφορίες θέλουν οι επισκέπτες. Αυτοί, ζητούν να µάθουν για το υλικό κατασκευής, πως χρησιµοποιείται το αντικείµενο, πόσο συχνά χρησιµοποιείται, ποιος ήταν ο συµβολισµός του, τι προσέφερε η χρήση του, πόσο παλιό είναι. Επίσης ζητούν συµπληρωµατικές πληροφορίες όπως εάν χρησιµοποιείται ακόµα, µε τι έχει 10

αντικατασταθεί πλέον εάν δεν χρησιµοποιείται πια, που και πότε βρέθηκε, την επιστηµονική του ονοµασία, την ονοµασία του στην καθοµιλουµένη, τη συµβολή των κοµµατιών που το απαρτίζουν, πως διατηρείται, µε ποιο κριτήριο έχει οµαδοποιηθεί µε άλλα αντικείµενα και µε τι άλλο σχετίζεται που είναι ήδη γνωστό στον κόσµο. Συµπερασµατικά βλέπουµε ότι το κοινό κουράζεται από τα µακροσκελή κείµενα και τις περίπλοκες περιγραφές και προτιµά να µαθαίνει συγκεκριµένες και βασικές πληροφορίες για κάθε έκθεµα. 2.2.1.1 ιάρκεια επίσκεψης Ο τρόπος που περνούν οι επισκέπτες τον χρόνο τους σε µια έκθεση παρουσιάζει ενδιαφέρον για τους µελετητές, διότι έτσι µπορούν να διακρίνουν ποιες δραστηριότητες µπορούν να κρατήσουν ενεργό το κοινό. Έρευνα (Hein 1998) έδειξε ότι οι επισκέπτες χρησιµοποιούν τις εκθέσεις ως εξής: αφιερώνουν λίγο χρόνο σε εξειδικευµένα εκθέµατα, σπανίως διαβάζουν τις πινακίδες µε τον υποτιτλισµό των έργων, σταµατούν σε λιγότερα από τα µισά εκθέµατα προκειµένου να τα δουν, όπου απαιτείται χρήση υπολογιστή προτιµούν να µάθουν να τον χειρίζονται µέσα από τα λάθη τους παρά να πρέπει να διαβάσουν οδηγίες, τα παιδιά είναι πιο εύκολο να εµπλακούν σε «παιχνίδια» διάδρασης απ ότι οι ενήλικες και τέλος η προσοχή που δείχνουν σε µια έκθεση µειώνεται αισθητά ύστερα από το πέρας µισής ώρας. Η Serrell (1997) στην εκτεταµένη µελέτη που πραγµατοποίησε πάνω στο θέµα του χρόνου και στην συµπεριφορά του επισκέπτη µιας έκθεσης, συµπεριέλαβε δεδοµένα που συνέλεξε από περίπου 100 εκθέσεις. Κατέληξε ότι οι επισκέπτες, ασχέτως µε την κατεύθυνση που µπορεί να έχουν προσπαθήσει οι οργανωτές να δώσουν στην έκθεση τελικά, θα κάνουν αυτό που εκείνοι θέλουν χωρίς να εξετάσουν ότι ίσως η προσπάθεια των επιµελητών της έκθεσης να είναι αξιέπαινη. Οι επισκέπτες προσπερνούν πολλά εκθέµατα, βλέποντας τελικά κατά µέσω όρο µόνο το ένα τρίτο της έκθεσης, ενώ τελικά περνούν πολύ λιγότερο χρόνο στις εκθέσεις απ ότι νοµίζουµε ή απ ότι θέλουµε να πιστεύουµε. Ο χρόνος αυτός υποστηρίζει πως είναι συνήθως λιγότερος από 20 λεπτά. 2.2.1.2 Έλκοντας το κοινό Η έρευνα που πραγµατοποιήθηκε στο Australian museum έδειξε επίσης και κάποιες γενικές κατευθύνσεις που µπορούν να ωφελήσουν τα µουσεία. Κάποιες από αυτές τις κατευθύνσεις παρατίθενται στην συνέχεια. 11

Οι οθόνες και οι τεχνικές που χρησιµοποιούνται στα µουσεία, όπως τα αντικείµενα στις προθήκες και τα διοράµατα, έλκουν περισσότερο τους επισκέπτες. Όπου είναι διαθέσιµες ζωντανές αναπαραστάσεις, αυτές είναι πιο ελκυστικές. Οπτικές αναπαραστάσεις στις 3 διαστάσεις (υποδείγµατα, προθήκες και βίντεο) βοηθούν καλύτερα τους επισκέπτες να θυµηθούν πληροφορίες «κλειδιά» που τους βοηθάνε στη διαδικασία της απόκτησης γνώσης. Όπου υπάρχουν περισσότερες εναλλακτικές δυνατότητες για την ερµηνεία των εκθεµάτων, εκτός όµως από κάποια πινακίδα µε κείµενο, οι επισκέπτες θα κοντοσταθούν. Οπουδήποτε χρησιµοποιείται παραπάνω από ένας τρόπος για την µετάδοση κάποιου µηνύµατος, υπάρχει καλύτερο ποσοστό αποµνηµόνευσης του µηνύµατος. Η χρήση πολλών διαφορετικών παραδειγµάτων για µικρό αριθµό βασικών µηνυµάτων που πρέπει να µεταβιβασθούν στο κοινό µπορούν να είναι πιο αποτελεσµατική µέθοδος για επισκέπτες που δεν είναι σχετικοί µε το θέµα που τους παρουσιάζεται. Οι επισκέπτες θέλουν να συµµετέχουν περισσότερο ενεργητικά παρά παθητικά, δηλαδή δεν θέλουν να µένουν απλοί θεατές. 2.2.1.3 Ο ρόλος της µάθησης στα µουσεία Ένα άλλο σπουδαίο και συνάµα αµφισβητούµενο κεφάλαιο είναι ο ρόλος της µάθησης στον χώρο του µουσείου. Τα µουσεία προβάλλονται συνήθως ως τόποι όπου µπορεί κάποιος να αποκτήσει γνώση, ενώ ταυτόχρονα οι περισσότερες έρευνες που διεξάγονται δείχνουν ότι ο κόσµος επισκέπτεται τα µουσεία µε σκοπό να µάθει. Σε έρευνα που πραγµατοποιήθηκε (Kelly 2000a) οι γονείς των παιδιών που έχουν επισκεφθεί πρόσφατα το µουσείο δήλωσαν πως αντιµετωπίζουν τον χώρο του µουσείου ως τόπο που µπορεί κάποιος να αποκτήσει γνώση µε πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Αντιµετωπίζουν την επίσκεψή τους στο µουσείο ως µια ευκαιρία να ενδυναµώσουν τους δεσµούς µε τα παιδιά τους και ως µια διαδικασία που µπορούν να συµµετάσχουν και να απολαύσουν όλα τα µέλη της οικογένειας σε ένα φιλικό περιβάλλον. Υποστήριξαν επίσης ότι το ιδανικό µουσείο είναι αυτό που θα µπορούν να µαθαίνουν και να καταπιάνονται µε το υλικό ώστε µαζί να ανακαλύπτουν την γνώση. Η µάθηση είναι ένας από τους βασικούς λόγους «κλειδιά», για τον οποίο µπορεί κάποιος να επισκεφθεί ένα µουσείο. Πλέον µοιάζει σαν ένας στόχος που πρέπει να κατακτηθεί, καθώς τα µουσεία βρίσκονται σε έναν συνεχή ανταγωνισµό µε τις διαφορετικές επιλογές που προσφέρονται στους επισκέπτες, τους καταναλωτές. Ο περιορισµένος ελεύθερος χρόνος που µας αποµένει δεν είναι πολύτιµος µόνο για εµάς 12

άλλα και για όλους τους οργανισµούς που ανταγωνίζονται για το ποιος θα µας κατακτήσει. Οι πηγές µάθησης είναι πλέον πολλές: διαδίκτυο, τηλεόραση, εφηµερίδες, CD-ROM. Σε έρευνα που έγινε για το µουσείο της Αυστραλίας και το Κέντρο Έρευνας Κοινού (Kelly 2000b) καταδεικνύονται δώδεκα θέµατα που προκύπτουν από τις µελέτες που έχουν κατά καιρούς διεξαχθεί σε σχέση µε την µάθηση στα µουσεία: 1. Η µάθηση είναι µια κοινωνική διαδικασία. Τα µεγαλύτερα ποσοστά επισκεπτών σηµειώνονται από άτοµα που ανήκουν σε µια συγκεκριµένη κοινωνική οµάδα. 2. Η µάθηση είναι µια εµπειρία που βασίζεται στις αισθήσεις. 3. Η µάθηση διευκολύνεται µε την χρήση απτών αντικειµένων και ζωντανών εκθεµάτων (π.χ. ενυδρεία). 4. Η µάθηση είναι µια ενεργητική διαδικασία. Μεγάλη έµφαση δίνουν οι επισκέπτες των µουσείων στην αλληλεπίδραση µε τα εκθέµατα. 5. Η µάθηση συνδέεται µε την προγενέστερη γνώση. Οι επισκέπτες είναι σε θέση να συγκρίνουν αυτά που ήδη γνωρίζουν µε τα νέα ερεθίσµατα που δέχονται. 6. Η µάθηση είναι νέα γνώση. Οι επισκέπτες εµπλουτίζουν τις γνώσεις τους µε νέες πληροφορίες. 7. Η µάθηση πραγµατοποιείται άµεσα. Οι επισκέπτες καταχωρούν την πληροφορία µόλις τους δοθεί. 8. Η µάθηση µπορεί να αλλάξει την άποψη που έχουµε για ορισµένα θέµατα. 9. Η µάθηση µπορεί να έχει διάρκεια όταν το θέµα για το οποίο πληροφορούµαστε έχει διάρκεια, δηλαδή όταν παρατίθενται αρκετές πληροφορίες. 10. Η µάθηση είναι αυτόνοµη. Κάθε άνθρωπος µπορεί να ενδιαφέρεται για διαφορετικές παραµέτρους του ίδιου θέµατος ή και για διαφορετικά θέµατα. 11. Η µάθηση είναι διασκεδαστική και ευχάριστη. Τα µουσεία χαρακτηρίζονται ως τόποι που µπορεί κάποιος να χαλαρώσει και να µάθει ταυτόχρονα. 12. Τα µουσεία ζητούν επιβεβαίωση για την ποιότητα και την διάρκεια των προγραµµάτων που προσφέρουν. Από την άλλη πλευρά, κάποιες άλλες έρευνες έχουν δείξει ότι, αν και η µάθηση πράγµατι αποτελεί σηµαντικό στοιχείο της επίσκεψης στο µουσείο, η συντριπτική πλειοψηφία των επισκεπτών θεωρεί την επίσκεψη ως µια κοινωνική δραστηριότητα 13

που γίνεται µε τη θέλησή τους στον ελεύθερο χρόνο τους. Οι επισκέπτες εποµένως, συχνά αντιλαµβάνονται ότι η επίσκεψη στο µουσείο, οι ανέσεις που βρίσκουν στο εσωτερικό του (όπως το αναψυκτήριο, το πωλητήριο) και οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις που συµβαίνουν εντός της οµάδας είναι τουλάχιστον εξίσου σηµαντικές µε το περιεχόµενο των εκθετηρίων. Συνεπώς τα εκθέµατα του µουσείου αποτελούν συχνά ένα σκηνικό µπροστά στο οποίο οι επισκέπτες παίζουν τους κοινωνικούς τους ρόλους, ενώ ταυτόχρονα µαθαίνουν για τα εκθέµατα. 2.2.2 Το κοινό των µουσείων βάσει ενδεικτικών ηλικιακών οµάδων Στη συνέχεια εξετάζονται κάποια στοιχεία βάσει της ηλικιακής οµάδας στην οποία ανήκουν οι επισκέπτες. Πραγµατοποιείται αυτός ο διαχωρισµός, διότι οι µεγαλύτερες διαφορές ως προς τις απαιτήσεις των επισκεπτών εντοπίζονται λόγω της ηλικίας και του διαφορετικού τρόπου κατανόησης. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι σε µελέτες για την επικοινωνία των µουσείων εντοπίστηκαν τέσσερις κύριες οµάδες επισκεπτών: οι επισκέπτες που πηγαίνουν µόνοι τους, οι επισκέπτες που πηγαίνουν σε ζεύγη, οι οµάδες ενηλίκων µε παιδιά (όπως οι οικογένειες) και τέλος οι οµάδες ενηλίκων. Προσχολική ηλικία (0-5) Στην προσχολική ηλικία οι έρευνες βασίζονται σε δεδοµένα που συλλέχθηκαν από τους γονείς των νηπίων. Οι γονείς έχουν συγκεκριµένες και απόλυτες απαιτήσεις από τον χώρο του µουσείου τόσο για την δική τους ικανοποίηση όσο και των παιδιών τους. εδοµένου ότι σύµφωνα µε το Australian museum οι γονείς απαρτίζουν περίπου το 60% του κοινού που επισκέπτονται τα µουσεία οι απαντήσεις θα πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη. Οι γονείς επιζητούν εκθέσεις κατάλληλες για τα παιδιά τους, όπου θα µπορούν να µαθαίνουν σε ένα ευχάριστο και φιλικό προς αυτά περιβάλλον, θα τους προσφέρονται νέες εµπειρίες και αναζητήσεις, θα λειτουργούν συµπληρωµατικά µε το σχολείο, θα δηµιουργείται ένα περιβάλλον αλληλεπίδρασης που θα τους επιτρέπει να αγγίζουν και να πειραµατίζονται µε τα αντικείµενα µε την ελάχιστη δυνατή ανάγνωση αφού δεν είναι κάτι που µπορεί να προσελκύσει παιδιά τόσο µικρής ηλικίας. Ζητούν επίσης από τα µουσεία τα εκθέµατα να βρίσκονται στο κατάλληλο ύψος, να υπάρχει επαρκής εξοπλισµός ώστε να αποφεύγεται η άσκοπη παραµονή, να µπορεί µέσα από την ίδια 14

έκθεση να ικανοποιηθεί ένα ευρύ φάσµα ηλικιών και ικανοτήτων και τέλος µέσα από τις δραστηριότητες των παιδιών να µπορούν να διασκεδάσουν και οι γονείς. Οι απαιτήσεις όµως των γονέων και των κηδεµόνων δεν περιορίζονται µόνο στο ύφος της έκθεσης αλλά και στους υπόλοιπους χώρους του µουσείου. Επιζητούν λοιπόν, άνεση, ελεύθερους εσωτερικούς χώρους για παιχνίδι, ανακάλυψη, καθαρό αέρα και φαγητό. ραστηριότητες όπου τα παιδιά θα µπορούν να συµµετέχουν ενεργά µέσω των αισθήσεών τους, ιδίως της αφής, και δραστηριότητες όπου θα µπορούν να έχουν τη δυνατότητα να πλησιάσουν τα εκθέµατα. Θέλουν επίσης εµπειρίες πλούσιες σε περιεχόµενο, όχι υπερφυσικές, και βασισµένες στην ισχύ του εκάστοτε µουσείου. Η ξενάγηση θέλουν να ξεκινά από οικεία στα παιδιά αντικείµενα και να συνεχίζει µε τα άγνωστα. Επίσης ζητούν δραστηριότητες µε τις οποίες µπορούν να τα διασκεδάσουν, δραστηριότητες που απαιτούν φυσική κίνηση, αλλά και ηρεµία. Ζητούν ακόµα, ασχολίες προσαρµοσµένες στην ηλικία τους και τις ανάγκες τους που να µπορούν και οι γονείς είτε να συµµετάσχουν ή απλά να καθίσουν και να παρακολουθήσουν. Τέλος, επιθυµούν όλα αυτά να βρίσκονται κοντά σε τουαλέτες και εστιατόρια και οι περιοχές αυτές να είναι ασφαλείς ώστε τα παιδιά να µην µπορούν να «αποδράσουν». Το νεαρό σε ηλικία κοινό είναι το κλειδί στην µελλοντική «αγορά» των µουσείων, τόσο γιατί αυξάνεται και ανανεώνεται το κοινό των µουσείων, όσο και γιατί δηµιουργείται αγάπη για τη γνώση µέσα στα µουσεία σε νεαρή ακόµα ηλικία. Τα µικρά παιδιά ενδιαφέρονται για τον κόσµο γύρω τους, είναι δηµιουργικά, έχουν απορίες και διψούν για µάθηση και αυτό είναι το σπουδαιότερο χαρακτηριστικό τους που θα πρέπει να «εκµεταλλευτούν» τα µουσεία. Νεαρό κοινό (12-24) Το κοινό αυτής της ηλικίας έχει αρκετά ιδιαίτερες επιθυµίες και προσδοκίες. Κατά την επίσκεψή του σε κάποιο µουσείο, ζητά συµµετοχή σε θέµατα προσαρµοσµένα στα ενδιαφέροντα και στην ηλικία του. Τα παραδοσιακά µουσεία δεν υποστηρίζουν τον διάλογο και την κοινωνική επαφή µέσα στον χώρο των εκθέσεων, ενώ η µοναδική πληροφορία που µπορεί κανείς να αντλήσει είναι από τις πινακίδες µε τον υποτιτλισµό των εκθεµάτων. Αυτή η ηλικιακή οµάδα παρουσιάζεται να θέλει περισσότερο να µοιραστεί, να «συγκρίνει» και να ανταλλάξει τις γνώσεις του και τις εµπειρίες του µε άλλα άτοµα, παρά να διαβάσει µια πληροφορία. Το µουσείο θα πρέπει να ενδιαφερθεί για τις ανάγκες αυτής της ηλικίας, διότι πρόκειται για ένα αξιόλογο κοινό, αποτελεί 15

την επόµενη γενιά επισκεπτών και η πλειοψηφία αυτών θα είναι οι µελλοντικοί ενήλικες επισκέπτες, οι αυριανοί γονείς. Βρίσκονται σε µια ηλικία που αρχίζουν να ενδιαφέρονται για θέµατα και απόψεις, ψηφίζουν, διαθέτουν κάποια χρήµατα, αλλά όχι πολλά, τα οποία δεν θέλουν να τα δώσουν κάπου που θα το µετανιώσουν αργότερα. Λόγω του νεαρού της ηλικίας έχουν λίγες εµπειρίες από µουσεία και είναι ευκαιρία αυτό να αλλάξει. Η ηλικία αυτή χαρακτηρίζεται από το αίσθηµα της αµφισβήτησης, οπότε και τα µουσεία, επειδή αναφέρονται κυρίως στο παρελθόν, δεν έχουν ουσιαστική σηµασία γι αυτούς. Θέλουν να γνωρίζουν το παρόν και να κοιτάζουν προς το µέλλον ενώ πιστεύουν ότι τα µουσεία έχουν αναδροµική ισχύ. Αναζητούν ένα κοινωνικό και ευχάριστο χώρο, µια προσωπική πραγµατική εµπειρία, όπου θα έχουν την ευκαιρία να συναντήσουν και να γνωρίσουν σκεπτόµενους ανθρώπους, να θέσουν ερωτήµατα σε γνώστες και να ανταλλάξουν απόψεις. Η άποψή τους για τα µουσεία είναι ότι είναι βαρετά, οι εκθέσεις µοιάζουν να έχουν διδακτικό χαρακτήρα ο οποίος τους απωθεί και τα αντιλαµβάνονται ως απόµακρα ως προς αυτούς περιβάλλοντα. Οι εµπειρίες του παρελθόντος τους επηρεάζουν έντονα, παροµοιάζουν την περιπλάνηση τους στον χώρο του µουσείου µε αναµνήσεις από τα σχολικά χρόνια, όπου έκαναν βαρετούς περιπάτους. Τα έχουν συνυφασµένα µε οικογενειακές επισκέψεις από τις οποίες προσπαθούν να ξεφύγουν. εν νιώθουν µέρος του µουσείου, σαν µια οµάδα που θα κάνει πράγµατα, αλλά ως ένα πρόγραµµα που υλοποιείται µέσω µιας οµάδας. Θέλουν να έχουν την ευκαιρία να δοκιµάσουν τις δεξιότητές τους και να καταπιαστούν σε µια αλληλεπίδραση µε τα αντικείµενα. Ενδιαφέρονται για ζητήµατα που διερευνούν την προσωπικότητά τους σε σχέση µε πιο σφαιρικά θέµατα. Ανάλογα µε την ηλικία τους οι άνθρωποι επισκέπτονται τα µουσεία και µε διαφορετικούς συνοδούς. Από 18-19 ετών πραγµατοποιούν τις επισκέψεις τους κυρίως σε οµάδες του ίδιου φύλου και από 22-24 ετών ως ζευγάρια. Οι άνδρες συνήθως επισκέπτονται τα µουσεία για να συνοδεύσουν τις κοπέλες τους, κάποιοι άλλοι πηγαίνουν µε συνοµήλικους ή µε τις οικογένειές τους ενώ κάποιοι άλλοι δεν πηγαίνουν εάν δεν βρουν παρέα. Επίσης χαρακτηριστικό των νέων είναι ότι παίρνουν αυθόρµητες αποφάσεις για το πως θα οργανώσουν την µέρα τους, ενώ έχουν οικονοµικό περιορισµό. 16

Ηλικιωµένοι (65 και άνω) Ηλικιωµένοι άνθρωποι θεωρούνται όσοι έχουν συµπληρώσει το 65 ο έτος της ζωής τους. Παρόλο που δεν είναι η οµάδα ανθρώπων στους οποίους µπορεί να επενδύσει το µουσείο µακροπρόθεσµα, αυτή ωστόσο µπορεί να αποτελέσει κοινό ζωτικής σηµασίας για το µουσείο. Πρόκειται για ένα κοινό που έχει βιώσει πολλές αλλαγές και στην συντριπτική του πλειοψηφία έχει καταφέρει να προσαρµοστεί σε αυτές. Τα περισσότερα άτοµα που ανήκουν σε αυτήν την οµάδα έχουν περισσότερο ελεύθερο χρόνο σε σχέση µε τους νεότερους εργαζόµενους, θέλουν να είναι δραστήριοι, ανεξάρτητοι, διανοητικά ζωντανοί προκειµένου να νιώθουν ενεργά µέλη της κοινωνίας και η επίσκεψή τους στο µουσείο µπορεί να είναι γι αυτούς µια συµµετοχή στις οικογενειακές δραστηριότητες. Ο τρόπος της επίσκεψής τους διαφέρει από αυτόν των υπολοίπων ατόµων. Έχουν αρκετή ώρα να διαθέσουν, η παραµονή τους στο µουσείο µπορεί να είναι από 1 έως 2 ώρες. Προτιµούν τις πρωινές ώρες για τις επισκέψεις τους, Εστιάζουν στο κυρίως θέµα της έκθεσης και όχι στα περιφερειακά, η παρουσίαση του οποίου θέλουν να γίνεται µε απλές τεχνικές. Η διάδραση θέλουν να περιορίζεται στο βαθµό του να πουν, να δουν και να κάνουν κάτι, ενώ στην ιδανική περίπτωση προτιµούν την ζωντανή ερµηνεία των εκθεµάτων από κάποιο ξεναγό. Θέλουν να συµµετέχουν σε δραστηριότητες όπου θα µπορούν να κάθονται. Σκοπός γι αυτούς, εκτός από το να γεµίσουν εποικοδοµητικά τον χρόνο τους, είναι να κάνουν κοινωνικές συναναστροφές. Γι αυτό το λόγο, συχνά επιλέγουν εκθέσεις στις οποίες µπορούν να ενταχθούν σε κάποια οµάδα, όπου όµως θα τους παρέχεται η δυνατότητα να ακολουθηθούν διαφορετικές διαδροµές που δεν θα προκαλούν πολύωρη συµφόρηση στην αναµονή για τα εισιτήρια, τις τουαλέτες, στο κυλικείο. Οι οµάδες επισκεπτών που παρουσιάσαµε δεν θα ήταν τόσο τολµηρό να χαρακτηριστούν ως οι πιο «ακραίες». Κάθε οµάδα έχει τις δικές τις απαιτήσεις, επιδιώξεις από το µουσείο οι οποίες όµως είναι πολύ διαφορετικές µεταξύ τους. Άρα βλέπουµε πως η δυσκολία ικανοποίησης ολόκληρου του κοινού των µουσείων είναι µία πολύ δυσχερής υπόθεση και συνάµα µία πρόκληση για τους ανθρώπους των µουσείων. Συχνά θα πρέπει να συνταιριάξουν τις επιθυµίες όλων των οµάδων στον ίδιο χώρο. Μία έκθεση θα πρέπει να απευθύνεται σε όλο το κοινό και όχι να γίνεται διαχωρισµός σε συγκεκριµένες οµάδες ατόµων. Στις παραπάνω οµάδες θα πρέπει να προσθέσουµε και το κοινό των ενήλικων ατόµων, εργαζόµενων, οικογενειαρχών, των 17

ατόµων που είναι εξαιρετικοί γνώστες θεµάτων που µπορεί να παρουσιάζονται στα µουσεία, αρχαιολόγων, ιστορικών, συλλεκτών, επιµελητών και φυσικά των ατόµων µε αναπηρία που καλούνται να αντιµετωπίσουν εντελώς διαφορετικές δυσκολίες. 2.2.3 Ελληνική Πραγµατικότητα Στη συνέχεια θα γίνει προσπάθεια να παρουσιαστεί µια εικόνα της ελληνικής πραγµατικότητας στον χώρο των µουσείων βάση των αποτελεσµάτων που έχουν συλλεχθεί από τις διάφορες έρευνες. Σύµφωνα µε την έρευνα κοινού που πραγµατοποιήθηκε στα µουσεία της Αθήνας, Εθνικό Αρχαιολογικό (ΕΑΜ), Βυζαντινό και Χριστιανικό (ΒΧΜ) και Ελληνικής Λαϊκής τέχνης (ΜΕΛΤ), η επίσκεψη στα µουσεία φαίνεται να είναι περισσότερο δραστηριότητα των γυναικών, καθώς σύµφωνα µε τα ποσοστά το 76%, το 70% και το 63% αντίστοιχα για κάθε ένα από τα παραπάνω µουσεία είναι επισκέπτριες µε υψηλό µορφωτικό επίπεδο και επάγγελµα που συµβαδίζει µε τη µόρφωσή τους. Το 60% των επισκεπτών του ΒΧΜ δήλωσαν ότι είναι συλλέκτες, ενώ αρκετοί δήλωσαν ότι είναι µέλη τοπικών µορφωτικών και πολιτιστικών συλλόγων. Παρόλα αυτά, ενώ παρατηρείται πως οι επισκέπτες του µουσείου έχουν σχέση µε τα αντικείµενα που τους παρουσιάζονται, οι µισές επισκέπτριες από τις ερωτώµενες στα µουσεία ΜΕΛΤ και ΕΑΜ δήλωσαν πως σε διάστηµα ενός χρόνου έχουν επισκεφθεί κάποιο µουσείο µία µε δύο φορές, ενώ άνω των δύο έως δέκα φορών δήλωσε ενδεικτικά το 63% του ΒΧΜ. Στην έρευνα της Μαρίας Βιδάλη στο Εθνικό Αρχαιολογικό µουσείο Αθηνών, στο Αρχαιολογικό µουσείο Χανίων, στο Εθνικό ιστορικό µουσείο και στην Εθνική Πινακοθήκη, το αποτέλεσµα που παρουσιάζεται φαίνεται να διαφέρει ως προς το φύλο κυρίως και όχι προς τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά. Άνδρας, επιστήµονας, µε υψηλό εισόδηµα, 25 µε 40 ετών, είναι αυτός που προτιµά να αφιερώνει µέρος, του ελεύθερου χρόνου του σε µια έκθεση ζωγραφικής. Από τους επισκέπτες των µουσείων το 69,8% προέρχονται από ανώτερες οικονοµικά τάξεις, µε υψηλό µορφωτικό επίπεδο (επιστήµονες, διευθυντικά στελέχη επιχειρήσεων), το 27,1% από τα µεσαία στρώµατα (βοηθοί και τεχνικοί των ανώτερων επαγγελµάτων, υπάλληλοι γραφείου, έµποροι, πωλητές) και µόλις το 3,1% από τις κατώτερες οικονοµικά τάξεις (εργάτες, γεωργοί, κτηνοτρόφοι, αλιείς) (γράφηµα 1, σελ.20). Η κατανοµή των επισκεπτών είναι ακόµη πιο χαρακτηριστική, αφού ο τυπικός επισκέπτης είναι απόφοιτος ΑΕΙ (68,3% του συνόλου των επισκεπτών σε αντίθεση µε 18

1,2% που έχουν αποφοιτήσει µόνο από κάποιες τάξεις ή όλο το ηµοτικό). Η «ταξικότητα» της επαφής µε τα µουσεία διαπιστώνεται και από τις γνώσεις εκείνων που, για παράδειγµα, επισκέπτονται την Πινακοθήκη. ηλαδή, οι απόφοιτοι ηµοτικού δεν µπορούν εύκολα να ανακαλέσουν το όνοµα κάποιου ζωγράφου, ενώ οι έχοντες ανώτεροι µόρφωση σε ποσοστό 32% αναφέρουν πάνω από τρία. Επίσης στην έρευνα της Μαρίας Βιδάλη, δήλωσαν ότι «Έξω από τα νερά τους στο χώρο του µουσείου» νιώθουν το 81,8% των επισκεπτών από τις κατώτερες οικονοµικά τάξεις, έναντι του 52,5% των ανώτερων οικονοµικά στρωµάτων, ενώ προτιµούν να επισκέπτονται τα µουσεία µε τη βοήθεια ενός καταρτισµένου οδηγού ή µ' ένα φίλο ειδικό επί του θέµατος. Αντίθετα, οι συµµετέχοντες απ όσους απάντησαν στην έρευνα και που ανήκουν σε πιο εύπορα στρώµατα και µε ανώτερη παιδεία προτιµούν σε ποσοστό 37,2% να επισκέπτονται το µουσείο µόνοι, ενώ κανείς από την πρώτη οµάδα δεν θα ήταν αρνητικός (σε αντίθεση µε το 10% της δεύτερης οµάδας) στην περίπτωση τοποθέτησης διευκρινιστικών πινακίδων (γράφηµα 2, σελ.20). Ενδιαφέρον είναι επίσης το γεγονός ότι το 50% των αποφοίτων µερικών τάξεων του ηµοτικού (έναντι 3,9% αποφοίτων ΑΕΙ) επισκέφθηκαν το µουσείο για να συνοδεύσουν κάποιον σηµαντικό επισκέπτη τους, θεωρώντας έτσι έµµεσα ότι µια επίσηµη σχέση τους ωθεί να προσέξουν την πολιτιστική τους συµπεριφορά. Η δήλωση-ερώτηση που υπήρχε στην έρευνα κοινού, «αν τα µουσεία απευθύνονται κυρίως στους πλούσιους και µορφωµένους» εισέπραξε υψηλά ποσοστά αποδοκιµασίας. Η απάντηση αυτή µπορεί να ερµηνευτεί ως αντίδραση στο µουσείο- «ελίτ», ενώ ταυτόχρονα ίσως και να επιβεβαιώνει αυτήν την «κρυφή» αντίληψη. Ζητήθηκε επίσης από τους επισκέπτες να επιλέξουν µέσα από προκαθορισµένες απαντήσεις τι τους θυµίζει το µουσείο. Την πλειοψηφία συγκέντρωσε η απάντηση «πολιτιστικό κέντρο», ακολουθεί η απάντηση «µαυσωλείο-µνηµείο», ενώ ειδικά για το ΒΧΜ ακολουθεί η απάντηση «εκκλησία, ναό» (γράφηµα 8, σελ.23). Το µικρότερο ποσοστό συγκέντρωσε η απάντηση «βιβλιοθήκη». Η σχέση µεταξύ της επίσκεψης στο µουσείο και του ελεύθερου χρόνου παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς σε κανένα από τα τρία µουσεία δεν συνδέουν την επίσκεψή µε την αναψυχή. 19

ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΑ ΜΟΥΣΕΙΑ: ΕΘΝΙΚΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΧΑΝΙΩΝ ΕΘΝΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΘΝΙΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ 3,1 27,1 Ανώτερα οικονοµικά στρώµατα Μεσαία στρώµατα 69,8 Κατώτερα οικονοµικά στρώµατα Γράφηµα 1: Οικονοµική κατάσταση επισκεπτών ΕΠΙΘΥΜΕΙΤΕ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΣΗΜΑΝΣΗΣ ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ; ΚΑΤΩΤΕΡΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ ΑΝΩΤΕΡΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ 18,2 Θετικοί Θετικοί Αρνητικοί 100% 81,8 Γράφηµα 2: Σήµανση 20