ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ «Μόνο γιατί μ αγάπησες» Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ αγάπησες στα περασμένα χρόνια. Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα και σε βροχή, σε χιόνια, δεν τραγουδώ παρά γιατί μ αγάπησες. Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα, μόνο γι αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο κ έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα, μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου. Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν με την ψυχή στο βλέμμα, περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο της ύπαρξής μου στέμμα, μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν. Μόνο γιατί μ αγάπησες γεννήθηκα, γι αυτό η ζωή μου εδόθη. Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη μένα η ζωή πληρώθη. Μόνο γιατί μ αγάπησες γεννήθηκα. Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ αγάπησες έζησα, να πληθαίνω τα ονείρατά σου, ωραίε που βασίλεψες κ έτσι γλυκά πεθαίνω μονάχα γιατί τόσο ωραία μ αγάπησες. Σελίδα 4 από 8
A. Η ποίηση της Μ. Πολυδούρη χαρακτηρίζεται από απαισιόδοξη διάθεση. Να διερευνήσετε την επίδραση των ιστορικών και κοινωνικών δεδομένων στο έργο της. Το ποίημα ανήκει στην ποιητική συλλογή Οι τρίλιες που σβήνουν που εκδόθηκε το 1928, δύο χρόνια πριν από το θάνατό της και ενώ νοσηλευόταν σε σανατόριο. Ανήκει στα λιγοστά της Μ. Πολυδούρη που έχουν γίνει απολύτως αποδεκτά από την κριτική. Αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα της ευαισθησίας, της τρυφερότητας και της συναισθηματικής έντασης που χαρακτηρίζουν το σύνολο της ποιητικής της δημιουργίας. Η Πολυδούρη ανήκε στη γενιά των ανθρώπων που βίωσε τραυματικά τον απόηχο της εθνικής περιπέτειας και της Μικρασιατικής τραγωδίας Ένας ολόκληρος λαός που πίστεψε στη Μεγάλη Ιδέα για την επαναδόμηση ενός ένδοξου και ισχυρού έθνους βυθίστηκε στο πένθος, την ανασφάλεια και το φόβο για το μέλλον. Είδε τα οράματα και τον ενθουσιασμό, που είχε τροφοδοτήσει η έκβαση του Α παγκοσμίου πολέμου, να καταρρέουν με τον πλέον πικρό και εξευτελιστικό τρόπο, να ναυαγούν οριστικά στο λιμάνι της Σμύρνης. Το κορυφαίο αυτό γεγονός, σε συνδυασμό με το εσωτερικό πολιτικό χάος που ακολούθησεκαι ως αποτέλεσμα του τεράστιου προσφυγικού κύματος- προκάλεσαν ένα γενικευμένο αίσθημα ηττοπάθειας, έλλειψη πίστης προς τα ιδανικά που ενέπνευσαν τις προηγούμενες γενιές και μελαγχολία. Αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά θα εκφράσει η σχολή του νεορομαντισμού στην οποία ανήκει η Πολυδούρη. B. Στο ποίημα της Μαρίας Πολυδούρη «Μόνο γιατί μ αγάπησες» η ζωή και η τέχνη αναζητούν δικαίωση και τη βρίσκουν στην αγάπη. α) Με ποια εκφραστικά μέσα αποδίδονται από την ποιήτρια αυτή η αγάπη και η καταλυτική της δύναμη; β) Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ο ποιητικός της λόγος ατημέλητος; α) Η Μαρία Πολυδούρη θεωρεί, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους εκπροσώπους της λογοτεχνικής της γενιάς, ότι η ποίηση δεν υπερέχει της ζωής και κυρίως του έρωτα στο σύστημα αξιών. Υπάρχει για να υπηρετεί τον έρωτα και νοηματοδοτείται από εκείνον. Το ποίημα απευθύνεται σε ένα «εσύ», θυμίζοντας έτσι ερωτική επιστολή. Στην τελευταία στροφή μάλιστα ολοκληρώνεται η εικόνα της ταύτισης των δύο ανθρώπων που βίωσαν με απόλυτο τρόπο την ένταση της αγάπης. [Αποστροφή «ωραίε», Μεταφορά «βασίλεψες»] Αρκετά μορφικά του χαρακτηριστικά παραπέμπουν σε τραγούδι: Πέρα από την επιλογή του ρήματος «τραγουδώ», που εδώ έχει τη σημασία «γράφω ποιήματα», υπάρχει: εναλλαγή δωδεκασύλλαβων και εφτασύλλαβων ή ενδεκασύλλαβων στίχων, επανάληψη ο πρώτος και ο πέμπτος κάθε στροφής, θυμίζουν ρεφρέν και χαρίζουν μουσικότητα- και ιαμβικό μέτρο. Η ποιήτρια φροντίζει εγκαίρως να προσδιορίσει πως πρόκειται για μία αγάπη ερωτική. Τα θαυματουργά της αποτελέσματα γίνονται εμφανή: «μόνο γι αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο». [Παρομοίωση] Είναι μία αγάπη που την ολοκλήρωσε ως γυναίκα: «στολίστηκα το υπέρτατο/ της ύπαρξής μου στέμμα». [Μεταφορά] Η ζωή νοηματοδοτείται από την αγάπη, καταξιώνεται. [Επανάληψη της λέξης «ζωή» σε τρεις στίχους της τέταρτης στροφής.] Σελίδα 5 από 8
Προκειμένου να δοθεί έμφαση ηχητική και επομένως και νοηματική στη μοναδικότητα αυτού του έρωτα χρησιμοποιείται το σχήμα της αναδίπλωσης, τόσο στην κλίμακα της στροφής, όσο και στην κλίμακα του ποιήματος. Η εναλλαγή Αορίστου με Ενεστώτα δηλώνει ότι αυτός ο έρωτας έζησε στο παρελθόν αλλά η ίδια μέχρι τώρα δέχεται τις ευεργετικές του επιδράσεις. Τον πηγαίο λυρισμό που συνάδει με την τρυφερή και ερωτική της διάθεση υπηρετεί ο εικονοπλαστικός λόγος. β) Η ανάγκη της για έκφραση έχει έναν απόλυτο χαρακτήρα και γι αυτό περνά το ζήτημα της τεχνικής και της επεξεργασίας. Αδυνατεί και κυρίως αδιαφορεί να υποτάξει το χειμαρρώδη λυρισμό της σε μετρικά σχήματα. Τα ποιήματά της παρουσιάζουν μια εικόνα ατημελησίας. Η φυσικότητα τους είναι αποτέλεσμα: της ανεπιτήδευτης, καθημερινής γλώσσας της αβίαστης ομοιοκαταληξίας της απουσίας της εντύπωσης του μόχθου που δίνουν συχνά στον αναγνώστη τα επεξεργασμένα ποιήματα Κοινότυπες εικόνες, κοινόχρηστες λέξεις, φλύαροι πλατειασμοί, έντονη αισθηματολογία, μελοδραματισμός, ελλιπής στιχουργική και γλωσσική επεξεργασία είναι κάποια από τα στοιχεία που έχουν κάποιοι μελετητές καταλογίσει ως αρνητικά στην ποίησή της Γ. Είναι γνωστή η σχέση της ποιήτριας Μ. Πολυδούρη με το νεορομαντικό ρεύμα που εκφράστηκε στη νεοελληνική λογοτεχνία. Ωστόσο, η ποιήτρια διαφοροποιείται ως ένα βαθμό, καθώς διαχειρίζεται το βιωματικό υλικό με δικό της τρόπο. Να αναφερθείτε στις διαφορές αυτές. Οι νεορομαντικοί η γενιά του 20 αξιοποιώντας και ρομαντικές επιδράσεις που προέρχονται από τη Γαλλία, δημιουργούν ένα ποιητικό ύφος που χαρακτηρίζεται από τους χαμηλούς τόνους, την ατμοσφαιρικότητα και τη μουσικότητα, στοιχεία δηλαδή που εξέφραζαν τη θλίψη τους, τη νοσταλγία, το πένθος και την απόγνωση. Μία από τις θεμελιώδεις αρχές των νεορομαντικών είναι η σχέση αλληλεπίδρασης ή και ταύτισης ζωής και έργου. Στην περίπτωση της Πολυδούρη αυτό είναι εμφανές τόσο στην παραγωγή όσο και στην πρόσληψη του έργου της. Η ερμηνευτική προσέγγισή του επισκιάστηκε από τα γεγονότα της ζωής της και κυρίως από το δεσμό της με τον Κ. Καρυωτάκη. Συχνά δεν αντιμετωπίστηκε ως μία αυτόνομη ποιητική παρουσία αλλά ως ένα βιογραφικό- μυθολογικό συμπλήρωμα του Καρυωτάκη. Από αυτή την πρακτική βέβαια, δεν «γλίτωσε» ούτε εκείνος, αν σκεφτούμε ότι η αφήγηση- ερμηνεία της ποιητικής του παρουσίας έγινε συχνά με απόλυτο σημείο αναφοράς την αυτοκτονία του στην Πρέβεζα. Το βιωματικό υλικό στάθηκε η αποκλειστική πηγή έμπνευσής της, ωστόσο, το μετέγραφε αυτούσιο άμεσα στην ποίησή της. Αυτή ακριβώς είναι και η βασική διαφορά της από τους νεορομαντικούς. Εκείνοι χρησιμοποιούσαν τα βιώματα και τα συναισθήματα ως πρώτη ύλη αλλά τα επεξεργάζονταν ποικιλοτρόπως πριν τα αποτυπώσουν στο ποίημα. Η Πολυδούρη μετέφερε αυτόματα τα συναισθήματά της, χρησιμοποιώντας απλώς ως εργαλείο τη νεορομαντική φόρμα της εποχής της. Όπως σημειώνει ο μελετητής του έργου της και ποιητής Κ. Στεργιόπουλος, «δεν επέλεξε συνειδητά να γίνει νεορομαντική. Σελίδα 6 από 8
Ακολούθησε την ποιητική του, επειδή ταίριαζε στη δική της ρομαντική ιδιοσυγκρασία που διαμορφώθηκε από τις οικογενειακές ατυχίες, το επαρχιακό περιβάλλον της πατρίδας της, τα μανιάτικα μοιρολόγια που άκουγε μικρή στο Γύθειο και τα αισθηματικά αναγνώσματα των λαϊκών μεσοπολεμικών περιοδικών». Είναι λοιπόν φύσει και θέσει ένα ρομαντικό πλάσμα. Οι λογοτέχνες και η περίπτωση των νεορομαντικών είναι χαρακτηριστική- δίνουν αρκετές φορές την εντύπωση πως ό,τι ζουν έχει γι αυτούς σημασία στο μέτρο και στο βαθμό που θα κατορθώσουν να το εκφράσουν καλλιτεχνικά. Υποβιβάζουν, δηλαδή τη ζωή τους σε ένα πεδίο από όπου θα μπορούν να αντλούν μόνο έμπνευση. Αντιθέτως, η Πολυδούρη δίνει προτεραιότητα στη ζωή. Η ποίηση, η τέχνη γενικότερα υπάρχει για να την υπηρετεί, να δίνει ένταση στη βίωσή της, να λειτουργεί ως ένα αποστακτήριο συναισθημάτων. Η ποιητική έκφραση είναι γι αυτήν ζωτική ανάγκη, γιατί λειτουργεί ως πράξη λύτρωσης και κάθαρσης από τα πάθη της. Αποτελεί προϋπόθεση για τη συνέχιση και την εντατικοποίηση της ζωής της. Δ. Αφού διαβάσετε το ποίημα του Κ.Καρυωτάκη που ακολουθεί να το συγκρίνετε με το ποίημα της Μ.Πολυδούρη «Μόνο γιατί μ αγάπησες» εστιάζοντας στο περιεχόμενο τους. Συγκεκριμένα, να διερευνήσετε και να αναλύσετε το μοτίβο της νοσταλγίας που αναδεικνύετε έντονο και στα δύο έργα. ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΜΗΤΕ Ο ΕΡΩΤΑΣ... Τώρα ποὺ μήτε ὁ ἔρωτας μήτε ἡ φιλία της φέρνει, μήτε κι αὐτὸ τὸ μῖσος μου παρηγοριάν, ἄ, πῶς ἡ ὥριμη θλίψη μου κατὰ καιροὺς τὰ περασμένα γέρνει, τῆς νιότης μου καρπός! Χορδὴ ἡ καρδιά μου δέχονταν τὸ Μάρτη ἀνατριχίλα. Ἀκόμα μὲ συνέπαιρνε γλυκιὰ μία συλλογὴ ὅταν τὸ νέο Φθινόπωρο μὲ μαραμένα φύλλα ἐράντιζε τὴ γῆ. Δῶστε μου τὰ παιδιάτικα χρόνια μου πὄχουν γίνει στὴν ἠρεμία τοῦ δειλινοῦ χρυσός, ὡραῖος καπνός, τὰ χρόνια πού ρθανε χαρά, πέρασαν καλοσύνη, κι ἔφυγαν οὐρανός. Ὕστερα, στὸ κορύφωμα τοῦ ἀπελπισμένου δρόμου, ἂς ἤτανε ἀνατέλλοντα τὰ μάτια σου νὰ ἰδῶ, πρώτη ἀγαπούλα, καὶ νὰ κράταες ἄνθος τ ὄνειρό μου, τ ὄνειρο ποὺ μαδῶ. Ἄ, πῶς ἡ λύπη μου κατὰ τὰ περασμένα στρέφει! Ὅμοια καὶ ἡ νύχτα πάντοτε γυρίζει στὸ πρωί. Ἄ, πῶς τὰ χρόνια σὰν καπνὸς ἐχάθηκαν, σὰ νέφη, σὰν πάχνη, σὰ ζωή! Σελίδα 7 από 8
Διάχυτη είναι η νοσταλγία και στα δύο ποιητικά κείμενα. Η ποιήτρια Μ. Πολυδούρη αποδίδει με τρόπο νοσταλγικό την εικόνα της ταύτισης των δύο ανθρώπων που βίωσαν με απόλυτο τρόπο την ένταση της αγάπης. Η ζωή που καταξιώθηκε μέσω αυτής και μόνο της αγάπης παύει να έχει νόημα όταν δεν υπάρχει αυτός που ενέπνευσε αυτά τα συναισθήματα. Για αυτό το λόγο η ζωή αδειάζει από καθετί που της έδινε νόημα και γίνεται βάρος. Με τη συστηματική χρήση του παρελθοντικού χρόνου (αόριστος, ο οποίος δείχνει κατάσταση που έχει τελειώσει), δηλώνει η ποιήτρια τη διάθεσή της να στρέφεται στο παρελθόν εξιδανικεύοντάς το. Ωστόσο, το επίρρημα «γλυκά», που προσδιορίζει το ρήμα «πεθαίνω», συνεχίζει να μεταδίδει την ευτυχία ενός ανθρώπου που αγαπήθηκε και αγάπησε, έστω και αν ο θάνατος ανατρέπει την ιδανική εικόνα που παρουσιάστηκε στις προηγούμενες στροφές. Από την άλλη μεριά η επίγνωση του επικείμενου θανάτου εντείνει τη νοσταλγία. Ο ποιητής Κ. Καρυωτάκης αναφέρεται με νοσταλγία στο παρελθόν του που φαντάζει ιδανικό με δεδομένο το ισχυρό αίσθημα του ανικανοποίητου και της απογοήτευσης που βιώνει στο παρόν: Τώρα ποὺ μήτε ὁ ἔρωτας μήτε ἡ φιλία της φέρνει, μήτε κι αὐτὸ τὸ μῖσος μου παρηγοριάν Στρέφει το βλέμμα στα παιδικά του χρόνια, ζητώντας πίσω την ομορφιά και την αθωότητα που τα συνοδεύουν: Δῶστε μου τὰ παιδιάτικα χρόνια μου πὄχουν γίνει στὴν ἠρεμία τοῦ δειλινοῦ χρυσός, ὡραῖος καπνός, τὰ χρόνια πού ρθανε χαρά, πέρασαν καλοσύνη, κι ἔφυγαν οὐρανός. Ανατρέχει στην πρώτη νιότη, στα όνειρα και τις επιθυμίες που δεν ευοδώθηκαν: Χορδὴ ἡ καρδιά μου δέχονταν τὸ Μάρτη ἀνατριχίλα. Ἀκόμα μὲ συνέπαιρνε γλυκιὰ μία συλλογὴ ὅταν τὸ νέο Φθινόπωρο μὲ μαραμένα φύλλα ἐράντιζε τὴ γῆ. Νοσταλγεί την πρώτη του αγάπη η ανάμνηση της οποίας γίνεται πιο δυνατή καθώς ο ίδιος αισθάνεται έντονη την απελπισία στο παρόν: Ὕστερα, στὸ κορύφωμα τοῦ ἀπελπισμένου δρόμου, ἂς ἤτανε ἀνατέλλοντα τὰ μάτια σου νὰ ἰδῶ, πρώτη ἀγαπούλα Παρατηρούμε ότι η οπτική γωνία του ποιητή είναι πιο διευρυμένη, αφού αναφέρεται γενικότερα στο παρελθόν, ενώ η ποιήτρια εστιάζει αποκλειστικά στον έρωτα και στην αγάπη. Σελίδα 8 από 8