ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 6.10.2014 SWD(2014) 290 final ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ που συνοδεύει το έγγραφο Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πολυετούς σχεδίου για τα αποθέματα γάδου, ρέγγας και παπαλίνας της Βαλτικής Θάλασσας και για τις αλιευτικές δραστηριότητες εκμετάλλευσης των εν λόγω αποθεμάτων, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2187/2005 του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1098/2007 του Συμβουλίου {COM(2014) 614 final} {SWD(2014) 291 final} EL EL
ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ που συνοδεύει το έγγραφο Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πολυετούς σχεδίου για τα αποθέματα γάδου, ρέγγας και παπαλίνας της Βαλτικής Θάλασσας και για τις αλιευτικές δραστηριότητες εκμετάλλευσης των εν λόγω αποθεμάτων, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2187/2005 του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1098/2007 του Συμβουλίου Το παρόν έγγραφο περιλαμβάνει έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων της πρότασης για πολυετές σχέδιο διαχείρισης που θα αφορά τα αποθέματα γάδου, ρέγγας και παπαλίνας της Βαλτικής. Τα πολυετή σχέδια διαχείρισης έχουν αποδειχθεί πολύ σημαντικά για τη βιώσιμη διαχείριση των αλιευτικών πόρων. Με τη θέσπιση κανόνων για την εκμετάλλευση των αποθεμάτων και συναφών μέτρων, εφόσον αυτό απαιτείται, για τη διαχείριση ενός τύπου αλιείας με βάση συγκεκριμένο στόχο, τα εν λόγω σχέδια παρέχουν σταθερότητα και προβλεψιμότητα, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι τα αποθέματα ιχθύων αλιεύονται εντός των συμφωνηθέντων ορίων. Η διαχείριση της αλιείας όσον αφορά τα ιχθυαποθέματα στην Ευρώπη βασίζεται στην προληπτική προσέγγιση και στην αρχή της μέγιστης βιώσιμης απόδοσης (ΜΒΑ). Σκοπός της προληπτικής προσέγγισης είναι να εξασφαλίσει ότι κάθε ιχθυαπόθεμα διατηρείται πάνω από το επίπεδο του ελάχιστου απαιτούμενου μεγέθους για τα αποθέματα, γνωστού ως προληπτική βιομάζα. Εάν το επίπεδο ενός αποθέματος μειωθεί κάτω από το συγκεκριμένο όριο, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να υποστεί πλήγμα η ικανότητα αναπαραγωγής του αποθέματος. Στο πλαίσιο της προληπτικής προσέγγισης, η διαχείριση μπορεί να θεωρηθεί ότι αφορά τη διατήρηση του αποθέματος σε απόσταση από επίπεδα στα οποία δεν επιθυμούμε να βρίσκεται. Αντιθέτως, η προσέγγιση βάσει της ΜΒΑ αφορά περισσότερο τον καθορισμό του επιπέδου στο οποίο επιθυμούμε να βρίσκεται το απόθεμα και την αντίστοιχη διαχείριση. Στην ΕΕ, η ΜΒΑ καθορίζεται κανονικά με βάση την αναλογία των ιχθύων που αφαιρούνται από το απόθεμα λόγω αλιείας, ήτοι με βάση τη θνησιμότητα λόγω αλιείας ή «F». Διατηρώντας τη θνησιμότητα λόγω αλιείας κοντά σε μια τιμή-στόχο (γνωστή και ως F-MSY) είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί ότι τα συνολικά μέσα αλιεύματα που λαμβάνονται από το απόθεμα προσεγγίζουν τη μέγιστη δυνατή ποσότητα δίχως δυσμενείς επιπτώσεις για το απόθεμα. Η έννοια αυτή είναι γνωστή ως μέγιστη βιώσιμη απόδοση. Οι κύριοι τύποι αλιείας στη Βαλτική αφορούν τον γάδο, την ρέγγα και την παπαλίνα. Ο γάδος της Ανατολικής και της Δυτικής Βαλτικής θεωρείται ότι συνιστά δύο διαφορετικά αποθέματα. Υπάρχουν αρκετά διαφορετικά αποθέματα ρέγγας στη Βαλτική, εκ των οποίων το σημαντικότερο εντοπίζεται στην ανατολική λεκάνη της Βαλτικής. Μικρότερα αποθέματα υπάρχουν στη Βοθνιακή Θάλασσα, στον Κόλπο της Ρίγας και στη Δυτική Βαλτική. Το τελευταίο αυτό απόθεμα αναπαράγεται στη Δυτική Βαλτική και στη συνέχεια μεταναστεύει στο Skagerrak και στην Ανατολική Βόρεια Θάλασσα σε αναζήτηση τροφής. Υπάρχει ένα απόθεμα παπαλίνας στα ύδατα της Βαλτικής. Από τα επτά αποθέματα της Βαλτικής που εξετάζονται στο παρόν, μόνον τρία αποθέματα ρέγγας, εκείνα της Κεντρικής Βαλτικής, του EL 2 EL
Κόλπου της Ρίγας και της Βοθνιακής Θάλασσας, αποτελούν επί του παρόντος αντικείμενο εκμετάλλευσης σε επίπεδα συνεπή με τη ΜΒΑ. Επί του παρόντος, τα αποθέματα γάδου αποτελούν αντικείμενο μακροπρόθεσμου σχεδίου διατήρησης, το οποίο δεν ανταποκρίνεται πλέον στην πραγματικότητα της κατάστασης των αποθεμάτων. Οι στόχοι που θεσπίζονται στο εν λόγω σχέδιο δεν είναι συνεπείς με την προσέγγιση της ΜΒΑ. Το σχέδιο θέσπισε ένα παράλληλο σύστημα διαχείρισης των αποθεμάτων με περιορισμό της αλιευτικής προσπάθειας, το οποίο οι επιστήμονες έκριναν πρόσφατα περιττό. Κύριο εργαλείο διαχείρισης των πελαγικών αποθεμάτων είναι τα ετήσια όρια αλιευμάτων που θεσπίζει το Συμβούλιο. Τα συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC) και οι ποσοστώσεις βασίζονται σε ετήσιες πολιτικές συμφωνίες στο πλαίσιο του Συμβουλίου και μπορεί να εμφανίζουν μεγάλες διακυμάνσεις από έτος σε έτος. Κατά συνέπεια, είναι πολύ δύσκολο να εξασφαλιστεί ότι η θνησιμότητα λόγω αλιείας θα είναι συνεπής με τη ΜΒΑ έως το 2015. Ο απρόβλεπτος χαρακτήρας του επιπέδου των μελλοντικών αλιευτικών δυνατοτήτων καθιστά δύσκολο για τον κλάδο τον μελλοντικό σχεδιασμό, με αποτέλεσμα να ελλοχεύει ο κίνδυνος πρόσθετων δαπανών προσαρμογής. Υπερβολικά υψηλά TAC ή η υπέρβαση των TAC συνέβαλαν στη διατήρηση της θνησιμότητας λόγω αλιείας άνω των τιμών-στόχων, με αποτέλεσμα μειωμένη απόδοση και μειωμένο εισόδημα. Για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, εξετάζονται τρεις εναλλακτικές επιλογές. Πρόκειται για το υφιστάμενο καθεστώς διαχείρισης και δύο ενδεχόμενες προσεγγίσεις για τη θέσπιση σχεδίων διαχείρισης. Οι διαφορές μεταξύ των προσεγγίσεων αφορούν τα κύρια αποθέματα στα οποία υπάρχουν βιολογικές αλληλεπιδράσεις, δηλαδή τα ανατολικά αποθέματα γάδου, το απόθεμα παπαλίνας και το απόθεμα ρέγγας της Κεντρικής Βαλτικής. Οι διαφορές αφορούν τους στόχους θνησιμότητας λόγω αλιείας που χρησιμοποιούνται για τα εν λόγω αποθέματα η προσέγγιση A βασίζεται σε σχετικά χαμηλή θνησιμότητα λόγω αλιείας, κοντά στις τρέχουσες τιμές που αφορούν ένα είδος, ενώ η προσέγγιση B βασίζεται σε ελαφρώς υψηλότερη θνησιμότητα λόγω αλιείας, η οποία μπορεί να θεωρηθεί συνεπέστερη με μια προσέγγιση που αφορά πολλά είδη. Και στις δύο περιπτώσεις, οι επιλογές 2 και 3 πρέπει να θεωρείται ότι αποτελούν ευρείες προσεγγίσεις για τα σχέδια διαχείρισης παρά ειδικά σχέδια αφ εαυτά θα απαιτηθούν περαιτέρω επιστημονικές εργασίες και διαβουλεύσεις για τον καθορισμό των λεπτομερειών κάθε προκύπτοντος σχεδίου διαχείρισης. Η υπαγωγή όλων των συναφών αποθεμάτων σε ένα σχέδιο διαχείρισης εμφανίζει σαφή πλεονεκτήματα, λόγω της σταθερότητας και της προβλεψιμότητας που θα συνεπάγεται κάτι τέτοιο για τα αλιεύματα, της αυξημένης πιθανότητας τήρησης της διεθνούς υποχρέωσης επίτευξης ΜΒΑ έως το 2015, και της προστιθέμενης αξίας που μπορεί να παράσχει ένα σχέδιο διαχείρισης. Για τον λόγο αυτό, οι επιλογές 2 και 3 προτιμώνται σε σχέση με την επιλογή 1. Η διεθνής υποχρέωση της ΕΕ να διασφαλίσει βιώσιμη αλιεία σε επίπεδο ΜΒΑ έως το 2015 για τα σχετικά αποθέματα θα έχει περιβαλλοντικά οφέλη. Η πιθανή μείωση της συνολικής ποσότητας αλιείας θα επιφέρει επίσης μείωση των εκπομπών από τους κινητήρες των σκαφών. Η ένταξη των αποθεμάτων ρέγγας και παπαλίνας σε σχέδιο διαχείρισης θα παράσχει μια συστηματική βάση για τον καθορισμό ετήσιων TAC κατά τρόπο που θα εξασφαλίσει την προβλεψιμότητα των αλιευμάτων στην αλιεία πελαγικών ειδών, συμβάλλοντας στη στήριξη του επιχειρηματικού σχεδιασμού και της σταθερότητας της προσφοράς. Θα δημιουργήσει επίσης προστιθέμενη αξία, καθώς τα σχέδια διαχείρισης αποτελούν συνήθως προαπαιτούμενο για να αποκτήσει ένα είδος αλιείας πιστοποίηση, για παράδειγμα, από το Συμβούλιο Επιστασίας των Θαλασσών (MSC). Τα αλιεύματα πιστοποιημένων ειδών αλιείας μπορούν ακολούθως να επιτύχουν υψηλότερη τιμή στην αγορά. EL 3 EL
Η μείωση των αλιευτικών δυνατοτήτων ενδέχεται να έχει ως αποτέλεσμα, βραχυπρόθεσμα, ελαφρά μείωση των κερδών των αλιέων και του κλάδου της μεταποίησης και ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά τους καταναλωτές, αλλά η αποκατάσταση του επιπέδου των αποθεμάτων θα διασφαλίσει μακροπρόθεσμα οφέλη όσον αφορά τα κέρδη και τη βιώσιμη αλιεία. Επιπλέον, η προσωρινή μείωση των ποσοστώσεων έχει συνήθως ως αποτέλεσμα την αύξηση της τιμής για το αντίστοιχο απόθεμα. Η κατάργηση του συστήματος της αλιευτικής προσπάθειας και της απαίτησης αλιείας σε μία περιοχή θα απλουστεύσει το νομοθετικό περιβάλλον και θα μειώσει τον διοικητικό φόρτο για τα κράτη μέλη και τον κλάδο. Όσον αφορά τις δύο επιλογές για τα σχέδια διαχείρισης, η επιλογή 2 (ήτοι η προσέγγιση Α του σχεδίου διαχείρισης, με χαμηλότερο στόχο θνησιμότητας λόγω αλιείας όσον αφορά ορισμένα αποθέματα) προτιμάται σε σχέση με την επιλογή 3 (προσέγγιση Β του σχεδίου διαχείρισης, με υψηλότερο στόχο θνησιμότητας λόγω αλιείας για ορισμένα αποθέματα). Ενώ οι διαφορές όσον αφορά τις επιπτώσεις των δύο επιλογών είναι σχετικά μικρές, υπάρχει αυξημένος κίνδυνος δυσμενών περιβαλλοντικών επιπτώσεων με την επιλογή 3. Επιπλέον, σύμφωνα με γνωμοδότηση της ΕΤΟΕΑ, ενώ οι τιμές-στόχοι όσον αφορά τη θνησιμότητα λόγω αλιείας που χρησιμοποιούνται στην επιλογή 2 είναι επαρκώς άρτιες για χρήση στο πλαίσιο σχεδίου διαχείρισης, για οποιεσδήποτε άλλες υψηλότερες τιμές (όπως αυτές που χρησιμοποιούνται στην επιλογή 3) απαιτείται περαιτέρω επεξεργασία ώστε να αξιολογηθούν οι σχετικοί κίνδυνοι. Στην πραγματικότητα, η επιλογή 2 αντιπροσωπεύει την κατάρτιση σειράς σχεδίων διαχείρισης για μεμονωμένα είδη, ενώ η επιλογή 3 θα αποτελούσε βήμα προς ένα σχέδιο διαχείρισης για πολλά είδη. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν οι κατάλληλες επιστημονικές γνώσεις για την υποστήριξη ενός τέτοιου βήματος, αν και, σύμφωνα με τους επιστήμονες, το ζήτημα μπορεί να επιλυθεί στο εγγύς μέλλον. Δήλωση αποποίησης ευθύνης: Η παρούσα σύνοψη δεσμεύει μόνο τις υπηρεσίες της Επιτροπής που έλαβαν μέρος στην εκπόνησή της και δεν προδικάζει την τελική μορφή οποιασδήποτε απόφασης πρόκειται να ληφθεί από την Επιτροπή. EL 4 EL
EL 5 EL