ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ Β' ΤΑΞΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ



Σχετικά έγγραφα
1)Στην αρχαιότητα δεν υπήρχε διάκριση των κοινωνικών επιστημών από τη φιλοσοφία. Σ Λ

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Μάθημα: ΚΟΙΝ107 Κλασική Κοινωνιολογική Θεωρία. Σωτήρης Χτούρης, Καθηγητής

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ. 1.Στόχοι της εργασίας. 2. Λέξεις-κλειδιά ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42

Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1

Εισαγωγή στην Παιδαγωγική

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Δημιουργώντας μια Συστηματική Θεολογία

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Επαγγελματικές Προοπτικές. Επιστημόνων Κοινωνικής Πολιτικής στην Εκπαίδευση. Πρόεδρος Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Η κοινωνική και πολιτική οργάνωση στην Αρχαία Ελλάδα

Νέες τάσεις στη διδακτική των Μαθηματικών

ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: 2

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

Η εποχή του Διαφωτισμού

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

VIDEOφιλοσοφείν: Η τεχνολογία στην υπηρεσία της Φιλοσοφίας

120 Φιλοσοφίας - Παιδαγωγικής Θεσσαλονίκης

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Γνωστική Ψυχολογία Ι (ΨΧ32)

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ 17 ο ΚΑΙ 18 ο ΑΙΩΝΑ

Η διαπολιτισμική διάσταση των φιλολογικών βιβλίων του Γυμνασίου: διδακτικές προσεγγίσεις

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)»

Παιδαγωγικές εφαρμογές Η/Υ. Μάθημα 1 ο

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΣΕ Π ΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΤΙΚΟ Π ΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Η Επιστήµη της Κοινωνιολογίας

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ. Σύνδεση της εμπειρίας των μαθητών με το διδακτικό αντικείμενο

Τίτλος Μαθήματος: Κοινωνική Παιδαγωγική και βασικές παιδαγωγικές έννοιες

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΓΝΩΣΗΣ. ΤΕΙ ΑΜΘ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΣ Γεώργιος Θερίου

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

Σχόλια και υποδείξεις για το Σχέδιο Μαθήματος

ΥΠOΥΡΓΕΙO ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΕΝΤΡO ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΑΞΙOΛOΓΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΗΣ Α ΛΥΚΕΙOΥ ΣΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΕΝΤΡΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ στο µάθηµα Γενικής Παιδείας.

Πολυπολιτισμικότητα και Εκπαίδευση

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 2. Έρευνα και θεωρία 2-1

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ ΣΤΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΒΡΑΧΕΙΑΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΓΙΑ ΕΝΗΛΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΕΣ

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.)

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Έστω λοιπόν ότι το αντικείμενο ενδιαφέροντος είναι. Ας δούμε τι συνεπάγεται το κάθε. πριν από λίγο

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

1ος Πανελλαδικός Μαθητικός Διαγωνισμός Φιλοσοφικού Δοκιμίου. Η φιλοσοφία ως τρόπος ζωής Αρχαία ελληνική φιλοσοφία

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

Σκοποί της παιδαγωγικής διαδικασίας

ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. Κεφάλαιο 2 ο

Διδασκαλία στο 2ο Πειραματικό Λύκειο (Αμπελοκήπων)

ΕΝΙΑΙΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΠΑ70/ Εκπαιδευτική Πολιτική και Αναλυτικά Προγράμματα

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

125 Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας Παντείου

Διδακτική πρόταση 2 1 : Οι μετακινήσεις ανθρώπων σε άλλες περιοχές της γης κατά την Αρχαϊκή Εποχή

Eκπαίδευση» ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ. «Νέο Λύκειο και σύστημα πρόσβασης στην Tριτοβάθμια. Άρθρο 1. Νέο Λύκειο

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Π β.4: Οδηγός επιμορφωτή για τη ΘΕ5: «Συμβουλευτική και Επαγγελματικός προσανατολισμός και πληροφόρηση»

Επίπεδο Γ2. Χρήση γλώσσας (20 μονάδες) Διάρκεια: 30 λεπτά. Ερώτημα 1 (5 μονάδες)

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ ΣΤΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΒΡΑΧΕΙΑΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΓΙΑ ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (Φ101)

Το Συνταγματικό Δίκαιο και το Σύνταγμα. 1. Το Σύνταγμα ως αντικείμενο των πολιτειακών επιστημών

ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΠΣ) Χρίστος Δούκας Αντιπρόεδρος του ΠΙ

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

Η αξιοποίηση των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και

3. Περιγράμματα Μαθημάτων Προγράμματος Σπουδών

Ο ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ

Σωφρόνης Χατζησαββίδης. Οι σύγχρονες κριτικές γλωσσοδιδακτικές προσεγγίσεις στη διδασκαλία της γλώσσας ως δεύτερης και ξένης

Β Τάξη Μάθημα Γενικής Παιδείας. Ύλη

ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΏΝ:

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org

ΑΡΗΣ ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ Φυσικός, M.Ed. Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας

ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Επιστημολογία κοινωνικής έρευνας ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΣ: Νικόλαος Ναγόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

ΟΔΗΓΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ. ΒΙΒΛΙΟ ΚΑθΗ ΓΗΤΗ Β'ΤΑΞΗ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΟΥΝΣΗΣ

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗΣ: Ιστορία της Μεσαιωνικής και Νεότερης Μουσικής

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΑ Β' ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

Πρόταση Διδασκαλίας. Ενότητα: Γ Γυμνασίου. Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος. Α: Στόχοι. Οι μαθητές/ τριες:

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (Φ101)

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Γενικής Υποδομής Υποχρεωτικό. Δεν υφίστανται προϋποθέσεις. Ελληνική

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

Διοίκηση Ανθρώπινων Πόρων Ενότητα 5: Επιστημονικές βάσεις διοίκησης του ανθρωπίνου δυναμικού

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ 1ο ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Οργάνωση Εργασία - Τεχνολογία. Εισαγωγή του συγγραφέα... 21

Transcript:

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Β' ΤΑΞΗ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Ί ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΕΚΔ()ΣΕΩΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ Λ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΘΗΓΗΤΗ

Με απόφαση της ελληνικής κυβερνήσεως τα διδακτικά βιβλία του Δημοτικού, του Γυμνασίου, του Λυκείου και των TEE τυπώνονται από τον Οργανισμό Εκδόσεων Διδακτικών Βιβλίων και διανέμονται δωρεάν.

ΥΙΙΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΙΙΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ για τη Β' τάξη του Ενιαίου Λυκείου ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΒΙΒΔΙΩΝ

Συγγραφείς: Γκίβαλος Μενέλαος Λέκτορας Πολιτικής Επιστήμης, Πανεπιστήμιο Αθηνών Γρηγοροπουλου Βασιλική Διδάκτωρ Φιλοσοφίας - Καθηγήτρια ΙΙ.Σ.ΙΊ.Α. - Διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Κοτρόγιαννος Δημήτρης Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής και Κοινωνικής Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης Μανιάτης Γιώργος Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών Επιστημονική επιμέλεια Κοτρόγιαννος Δημήτρης Εποπτεία στο πλαίσιο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Πετράπουλος Νικόλαος, Συμβουλος Κοινωνιολογίας Μέλη της Επιτροπής Κρίσης: Οικονόμου Θεόδωρος, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Κονιόρδος Μιχάλης, Καθηγητής Οικονομικής Επιστήμης ΤΕΙ, Ηπείρου Μαυρίδης Ηρακλής, Κοινωνιολόγος - Επιστημολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Πετροπουλου Χριστίνα, Φιλόλογος - Κοινο>νική Ανθρωπολόγος, Καθηγήτρια Δευτοροβάθμιας Εκπαίδευσης. Ψυλλα Μαριάννα, Πολιτικός Επιστήμονας, Λέκτορας, Πάντειο Πανεπιστήμιο Επιμέλεια, σχεδιασμός βιβλίου, ηλεκτρονική σελιδοποίηση, επεξεργασία εικόνας, φιλμ - μοντάζ: ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΒΑΝΗ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 13 ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ 13 Εκπαιδευτικοί σιόχοι 13 1.1. Η επιστημονική σκέψη των Αρχαίων και οι επιδράσεις της 14 Βιβλιογραφία 15 1.2. Η συνεισφορά των Αράβων και της Αναγε'ννησης στην ανάπτυξη της επιστήμης 16 Βιβλιογραφία 16 1.3. Βάκων και Καρτέσιος 16 Βιβλιογραφία 17 1.4. Γαλιλαίος και τα κΰρια χαρακτηριστικά του επιστημονικού πνεύματος 17 1.5. Οι Κοινωνικές Επιστήμες στην αρχαιότητα 18 Βιβλιογραφία 18 1.6. Θεολογική σκέψη και Κοινωνικές Επιστήμες 19 Βιβλιογραφία 19 1.7. Επιστήμη και Κοινωνικές Επιστήμες και οι Κοινωνικές Επιστήμες τον 16ο αιώνα 19 Βιβλιογραφία 19 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 21 ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ 21 Εκπαιδευτικοί στόχοι 21 2.1. Από τον Μεσαίωνα στη Βιομηχανική Επανάσιαση - 2.1.1. Οικονομική και κοινωνική ζωή στον Μεσαίωνα 21 Βιβλιογραφία 22 2.1.2. Αναγέννηση και ανακαλύψεις 22 Βιβλιογραφία 22 2.1.3. Αστικοποίηση/2.1.4. Από την κοινότητα στην κοινωνία 22 2.1.5. Η γένεση των εθνικών κρατών/2.1.6. Η Βιομηχανική Επανάσιαση 23 Βιβλιογραφία 23 2.2.1. Η Πολιτική Επιστήμη/2.2.2. Οικονομία 23

2.2.3. Ψυχολογία/2.2.4. Κοινωνιολογία/2.2.5. Η Εγκυκλοπαίδεια (1751-1772) 24 Βιβλιογραφία 25 Ανακεφαλαίωση 25 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 27 ΘΕΜΕΛΙΩΤΕΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ 27 Εκπαιδευτικοί σιόχοι 27 3./3.1. Πολιτική Επιστήμη 27 3.1.1. Τόμας Χομπς: Η θεμελίωση του απολυταρχικού κράτους /3.1.2. Ο Τζων Λοκ και η φιλελευθεροποίηση του κράτους 28 Βιβλιογραφία 29 3.1.3. Ζαν-Ζακ Ρουσσώ: Οι όροι ενός δημοκρατικού κράτους (3) 29 Βιβλιογραφία 30 3.1.4. Καρλ Μαρξ: Η θεωρία των παραγωγικών δυνάμεων και κριτική του κράτους (4) 30 Βιβλιογραφία 30 3.2. Οικονομία/3.2.1. Ο Άνιαμ Σμιθ και η γένεση της κλασικής σχολής της Πολιτικής Οικονομίας/3.2.2. Ο Ρικάρντο και οι αρχε'ς της κλασικής Πολιτικής Οικονομίας (5) 30 Βιβλιογραφία 31 3.2.3. Καρλ Μαρξ: Μισθωτή εργασία και κεφάλαιο (6) 31 3.2.4. Τζων Κέυνς: Η πολιτική του κράτους στη μεγάλη κρίση (7) 32 Βιβλιογραφία 32 3.3. Κοινωνιολογία/3.3.1. Η γένεση της Κοινωνιολογίας (8) 32 3.3.2. Ο Καρλ Μαρξ και η διαλεκτική των κοινωνικών σχέσεων (9) 33 Βιβλιογραφία 33 3.3.3. Ο Εμίλ Ντυρκέμ και η Κοινωνιολογία ως μελέτη των κοινωνικών γεγονότων (10) 33 Βιβλιογραφία 34 3.3.4. Ο Μαξ Βέμπερ και ο τύπος της ορθολογικής πράξης (11) 34 Βιβλιογραφία 34 3.4. Ψυχολογία/3.4.1. Β. Βουντ: Ενδοσκόπηση και Πειραματική Ψυχολογία/3.4.2. Τζων Γουότσον: Η μελέτη της συμπεριφοράς/3.4.3. Ο Μαξ Βερτχάιμερ και η μορφολογική σχολή (Gestalt Psychology) (12) 34 Βιβλιογραφία 35 3.4.4. Ο Σ. Φρόυντ και η γένεση της Ψυχανάλυσης /3.4.5. Κοινωνική Ψυχολογία (13) 35

Βιβλιογραφία 35 Βιβλιογραφία 36 3.5. Ανθρωπολογία/3.5.1. Ο Μαλινόφσκι, θεμελιωτής της ε'ρευνας πεδίου και του λειτουργισμού σιην Ανθρωπολογία (14) 36 Βιβλιογραφία 36 3.5.2. Ο Ράντκλιφ-Μπράουν και η σχολή του δομο-λειτουργισμού /3.5.3. Ο Έβανς-Πρίτσαρντ, η συμβολή του στην Πολιτική Ανθρωπολογία και σιη σύνδεση 1σιορίας-Λνθρωπολογίας(15) 37 Βιβλιογραφία 37 3.5.4. Ο Κλωντ Λεβί-Στρως και η θεμελίωση του γαλλικού στρουκτουραλισμού/3.5.5. Η Μάργκαρετ Μηνι και η Πολιτισμική Ανθρωπολογία (16) 37 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 39 ΜΕΘΟΔΟΙ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ 39 Εκπαιδευτικοί στόχοι 39 4.1. Η ε'ννοια της αντικειμενικότητας στις Κοινωνικές Επιστήμες. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους 40 4.2. Ιστορική μέθοδος. Ιστορία και Κοινωνικές Επιστήμες 41 4.3. Ο θετικισμός και η μεθοδολογική αρχή της επαληθευοιμότητας -διαψευσιμότητας 44 4.4. Ατομιστική και ολισιική εξήγηση σας Κοινωνικές Επιστήμες 45 4.5. Η διαλεκτική εξήγηση της κοινωνικής συμπεριφοράς 47 4.6. Δομισμός-λειτουργιομός-κυβερνητική 49 Βιβλιογραφία 49 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 51 ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ 51 Εκπαιδευτικοί στόχοι 51 5.1.1. Το κράτος-έθνος 51 5.1.2. Οικογένεια - ρόλοι, δομή της σύγχρονης οικογένειας 52 5.1.3. Πολυπολιτισμικότητα-διαπολιτισμικές σχέσεις 53 5.1.4. Παγκοσμιοποίηση 53 5.2.1. Κοινωνικός αποκλεισμός 54 5.2.2. Ανεργία 54 5.2.3. Μεταναστευτικά ρεύματα-ρατσισμός 55 5.2.4. Βία στην κοινωνία 56

5.3.1. Περιβάλλον 57 5.3.2. Βιοτεχνολογία-βιοηθική 57 5.3.4. Τα ανθρώπινα δικαιώματα 58 Βιβλιογραφία 59 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 61 ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΣΗΜΕΡΑ: Η ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΑΔΑ 61 Εκπαιδευτικοί στόχοι 61 6.1. Συνεισφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση 61 6.2. Κοινωνικές Επιστήμες στην Ελλάδα 62 B^ioypaqrta 62 10

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η διδασκαλία του μαθήματος Ιστορία των Κοινωνικών Επιστημών έχει ο>ς στόχους: 1. να γίνουν γνωστές οι κύριες επιστημολογικές αρχές και να εντοπιστούν τα βασικά στάδια της ιστορικής διαδικασίας σχηματισμού και ανάπτυξης των Κοινωνικών Επιστημών, σε συνάρτηση με αντίστοιχες κοινωνικοπολιτικές διεργασίες της νεοτερικότητας, 2. να κατανοηθούν εκείνα τα στοιχεία που διακρίνουν τις Κοινωνικές από τις Φυσικές Επιστήμες καθώς και οι μεταξύ των επιμέρους κοινωνικών επιστημών διαφοροποιήσεις κοι ιδιαιτερότητες. Αποτελεί βασική προϋπόθεση η αναγνώριση τόσο του αυτόνομου χαρακτήρα κάθε Κοινωνικής Επιστήμης, όσο και των πεδίων συνάντησης και διασύνδεσης τους, 3. να καταστούν οικεία τα βασικά σημεία των κυριότερων θεωριών που εκπόνησαν οι θεμελιωτές κοινωνικοί επιστήμονες. Ιδιαίτερο βάρος θα πρέπει να δοθεί στην κατανόηση και στην αφομοίωση των βασικών εννοιών που παρατίθενται, 4. να αφομοιωθούν οι βασικές αρχές της μεθοδολογίας των Κοινωνικών Επιστημών μέσω της πρακτικής εφαρμογής τους σε συγκεκριμένα ερευνητικά πεδία. Ειδικότερα οι μαθητές θα πρέπει να βοηθηθούν: 1. να κατανοήσουν τις κοινωνικές (για παράδειγμα, κοινωνιολογικές, οικονομικές, πολιτικές, πολιτισμικές και ψυχολογικές) διαστάσεις του κόσμου που τους περιβάλλει και στον οποίο δρουν, συμμετέχουν, από τον οποίο επηρεάζονται, αλλά και τον οποίο ουνδιαμορφώνουν σε κάποιο βαθμό, 2. να γνωρίσουν τη σημασία και την αξία των Κοινωνικών Επιστημών για τη θεμελίωση των ανθρωπίνων και των κοινωνικών δικαιωμάτων και παράλληλα να αντιληφθούν τη συμβολή τους στην ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους και στην κοινωνία των πολιτών, 3. να ασκηθούν στην ικανότητα να συγκρίνουν και να αντιπαραβάλλουν κοινωνικούς θεσμούς, κοινωνικά συστήματα και ανθρώπινες συμπεριφορές στη βάση της ιστορικής και συγκριτικής μεθόδου, καθώς και να διευρύνουν τον 11

ορίζοντα των γνώοεών τους για κοινωνικά δεδομένα, φαινόμενα και ζητήματα, σε ατομικό, συλλογικό ή/και ευρύτερα κοινωνικό πεδίο (κοινότητα, κοινωνία, υπερκρατικές οντότητες, κ.λπ.), 4. να αποκτήσουν συμπληρωματικές αλλά ουοκκπικές γνώσεις γύρω από κοινωνικά ζητήματα σε διεθνές, εθνικό και τοπικό επίπεδο και να εξοικειωθούν με τον τρόπο που τίθενται και αντιμετωπίζονται, θεωρητικά και πρακτικά, από τις Κοινωνικές Επιστήμες, στο πλαίσιο μιας διεπιστημονικής προσέγγιοης. Η διδασκαλία θα πρέπει να λάβει υπόψη της τους συγκεκριμένους στόχους που αναφέρονται στην αρχή κάθε κεφαλαίου και να αξιοποιήσει τις σχετικές υποδείξεις - πρόσθετη βιβλιογραφία, παρατιθέμενα κείμενα, συνδυαστικές ερωτήσεις, κ.ά. Οι βασικές αρχές που οφείλουν να διέπουν τη διδακτική q>dooo(pia του μαθήματος είναι: - η επισήμανση του ουσιώδους και η δημιουργική αφομοίωσή του από τους μαθητές, - η ενεργητική συμμετοχή των διδασκομένων στη διαδικασία του μαθήματος, ώ- στε αυτή να είναι κατ' ουσίαν αποδοτική. 12

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Εκπαιδευτικοί στόχοι Σκοπός του πρώτου κεφαλαίου είναι να παρουσιάσει ιις επιστημολογικές αρχές βάσει των οποίων συγκροτούνται οι Κοινωνικές Επιστήμες. Η παρουσίαση όμως αυτών των αρχών βασίζεται στην κατανόηση των βασικών θεωριών πάνω στις οποίες διαμορφώνεται η σύγχρονη αντίληψη του τι είναι επιστήμη. Επομένως, το πρώτο μέρος του κεφαλαίου είναι μια συνοπτική αλλά και κριτική θεώρηση των ιδεών που συντέλεσαν στη διάπλαση των αναγκαίων όρων για την ανάπτυξη της έννοιας της επιστήμης. Η ανάλυση αυτή κρίνεται απαραίτητη, αφενός για να φανεί η συνεισφορά των Αρχαίων, αφετέρου για να επισημανθεί η σημαντική ρήξη με τις αντιλήψεις τους, που επιφέρει το νέο επιστημονικό πνεύμα. Με άλλα λόγια, να αναδειχτεί η αλλαγή που συντελείται στον τρόπο σκέψης ανάμεσα στην αρχαία και στη νεότερη εποχή. Στενά συνδεδεμένοι με τον οντολογικό τρόπο σκέψης αλλά και λόγω έλλειψης μέσων ακριβούς παρατήρησης, οι Αρχαίοι κατέληγαν οε μια μεταφυσική ερμηνεία του κόσμου και του σύμπαντος, που, αργότερα, με την επίδραση της χριστιανικής θρησκείας και της θεολογίας, κατέληγε οε μυστικιστική και υπερφυσική κατανόηση της δημιουργίας και της λειτουργίας του κόσμου. Το νέο επιστημονικό πνεύμα στηρίζεται στην προσεκτική παρατήρηση και στις δυνατότητες του λόγου να κατανοήσει την τάξη του κόσμου. Ο ανθρώπινος λόγος παύει πλέον να θεωρείται ένα παθητικό χάρισμα και γίνεται το κύριο όπλο που θα οδηγήσει τον άνθρωπο σιην ωριμότητά του και στη συνειδητοποίηση των δυνατοτήτων του. Η κατανόηση της ρήξης θα επιτρέψει στο μαθητή να κατανοήσει καλύτερα τη χειραφέτηση του φιλοσοφικού και επκπημονικού λόγου από τις θεολογικές και θρησκευτικές αντιλήψεις. Έτσι, ο επιστημονικός λόγος στο ξεκίνημα του αντιπροσωπεύει την πιο σύγχρονη μορφή ελπίδας να αναλάβει ο άνθρωπος την ευθύνη του εαυτού του, να κατανοήσει τις δυνάμεις της 4>ύοης και να οργανώσει αποτελεσματικά και ορθολογικά τη ζωή του. Έχοντας λοιπόν κατανοήσει ο μαθητής το βασικά χαρακτηριστικά του νέου επιστημονικού πνεύματος, μπορεί να αντιληφθεί καλύτερα τη διαδικασία συγκρότησης των Κοινωνικών Επιστημών, γιατί οι επιστημολογικές αρχές στις ε- πιστήμες της φύσης και στις επιστήμες της κοινωνίας είναι ίδιες. Αυτή η λογική ανάλυση του πραγματικού αναδεικνύεται καλύτερα με την παρουσίαση του προβληματισμού της αρχαίας και της μεσαιωνικής σκέψης για την οργάνωση της 13

κοινωνίας. Η σκέψη των Αρχαίων σχετικά με την οργάνωση της κοινωνικής πραγματικότητας έχει τα χαρακτηριστικά ενός δεοντολογικού συλλογισμού. Η κοινωνική σκέψη των Αρχαίων ήταν ένας συνδυασμός ηθικών, πολιτικών, κοινωνικών και φιλοσοφικ(όν ιδεών για το πώς θα έπρεπε να είναι η ορθή συγκρότηση της κοινωνίας. Ο Μεσαίωνας κυριαρχείται από τις θεολογικές ερμηνείες και τις θρησκευτικές προκαταλήψεις, που έχουν άμεσα αντίκτυπο σι ην κοινωνική καθημερινότητα και στην πολιτική συγκρότηση. Το κυρίαρχο εννοιολογικό εργαλείο είναι το Θεϊκό Δίκαιο, που ορίζεται ως ο υπέρτατος κανόνας καθοδήγησης μιας ιεραρχικά δομημένης κοινωνίας, ο οποίος οφείλει να διασφαλίζει την υπακοή ό- λων των ανθρώπων στην κοσμική εξουσία, αλλά ταυτόχρονα προσδιορίζει και την παραγωγική τους δραστηριότητα. Τέλος, η επιστήμη, απελευθερώνοντας τον ανθρώπινο λόγο από την πίστη, αναδεικνύει την κοινωνική πραγματικότητα ως το δεδομένο που επιβάλλεται πλέον να περιγραφεί με βάση τις αρχές του ορθού λόγου και να αναλυθεί σύμφωνα με τις αρχές του νέου επιστημονικού πνεύματος. 1.1. Η επιστημονική σκέψη των Αρχαίων και οι επιδράσεις της Πριν από την παρουσίαση αυτής της θεματικής ενότητας, πρέπει ο εκπαιδευτικός να θέσει ένα γρήγορο αλλά συνοπτικό προβληματισμό για την αναγκαιότητα της επιστήμης και το λόγο που ώθησε τον άνθρωπο προς αυτό τον τρόπο διερεύνησης. Να αντιδιασταλεί δηλαδή ο επιστημονικός προβληματισμός τόσο με τη μυθολογική όσο και με τη θρησκευτική σκέψη, οι οποίες προσπαθούν να ερμηνεύσουν τη φύση και τον κόσμο. Προς αυτή χην κατεύθυνση κινείται και η πρώτη εργασία στο τετράδιο του μαθητή για να κατανοήσει ο μαθητής: α) ότι η επιστημονική διάθεση του ανθρώπου είναι να βάλει τάξη στον κόσμο, β) ότι πρακτικές ανάγκες (πλημμύρες, προστασία της πόλης, ύδρευση) τον οδήγησαν στην αρχή να σκεφτεί επιστημονικά, γ) ότι η πρόσληψη της πραγματικότητας βασίζεται στην εμπειρία, αλλά η κριτική επεξεργασία αυτών των εντυπώσεων με το λόγο θα οδηγήσει τον άνθρο)πο στη δημιουργία εννοιών, για να ταξινομήσει τα πράγματα, και δ) ότι ο βασικός επιστημονικός στοχασμός αρχίζει από τη στιγμή που ο άνθρωπος θέλει να βρει μια γενική αρχή που θα διασφαλίζει την ενότητα όλων των πραγμάτων. Σε αυτή τη θεματική ενότητα παρουσιάζονται οι βασικές έννοιες του Πλάτωνος και του Αριστοτέλη και το πώς τις ιιροσέλαβαν και τις μετέφεραν στη Δύση οι κύριοι εκπρόσωποι της σχολαστικής θεολογικής αντίληψης, ο ιερός Αυγουστίνος και ο Θωμάς Ακινάτης. Οι βασικές ιδέες της επιστημονικής σκέψης του Πλάτωνος είναι η παράσταση του Θεού-δημιουργού που πλάθει τον κόσμο, οι ιδέες, που εκφράζουν την ουσία του ύψιστου νου του Θεού, και τα αισθητά πράγματα, που είναι απομιμήσεις το>ν ιδεών (είδωλα). Γι' αυτό και η γνο)ση που έχουμε μέσω των ιδεών είναι επι- 14

ατημονική, δηλαδή αληθινή, ενώ η γνώμη που έχουμε διαμέσου των αισθητών πραγμάτων είναι μια αληθοφανής γνώση. Το ενδιαφέρον για τον Πλάτωνα είναι να αναγνωριστεί η διαφορά αρχής ανάμεσα στον κόσμο των ιδεών και στον κόσμο των υλικών σωμάτων, καθώς και η εξάρτησή του από τον πρώτο, δηλαδή η εξάρτηση του αισθητού από την ιδέα. Οι ιδέες του Πλάτωνος επέδρασαν στη διαμόρφωση της σκέψης του Αυγουστίνου, σύμφωνα με την οποία ο αισθητός κόσμος ανταποκρίνεται στην άπειρη και τέλεια ουσία του Θεού. Αυτό είχε ως συνέπεια να υποτάξει ο Αυγουστίνος το φιλοσοφικό λόγο στην υπηρεσία της Εκκλησίας και να πιστεύει ότι κύριο έργο της Φιλοσοφίας είναι η διαμόρφωση της διδασκαλίας της Εκκλησίας σε επιστημονικό σύστημα. Ο Αριστοτέλης προσφέρει μια ολόπλευρη διερεύνηση της νοητικής δραστηριότητας και τη διατυπώνει με σαφήνεια στη λογική του, όπου δείχνει αφενός τους τρόπους της ορθής νόησης των πραγμάτων και αφετέρου τη διαδικασία λειτουργίας της νόησης για να προσεγγίσει τα αντικείμενα. Κατανόηση, για τον Αριστοτέλη, σημαίνει απόδειξη και πρέπει να κατανοηθεί η παραγωγή του μερικού από το γενικό. Έργο λοιπόν της επιστήμης είναι να δείξει τις επιμέρους παραγωγές των πραγμάτων από τη γενική αιτία. Ο Θωμάς Ακινάτης, στηριζόμενος στη διδασκαλία του Αριστοτέλη, υποστηρίζει ότι από τις κατώτατες μορφές ύ- παρξης, τα φυτά, για παράδειγμα, προχωράμε στα ζώα και διαμέσου της ανθρώπινης ψυχής περνάμε στον κόσμο των καθαρών νοήσεων (των μορφών) και, τελικά, (χτην απόλυτη μορφή, τη θεότητα. Πάνω σε αυτές λοιπόν τις βασικές ιδέες του Πλάτωνος και του Αριστοτέλη στηρίζεται η απάντηση στη δεύτερη ερώτηση στο τετράδιο του μαθητή, για να προσδιοριστεί ότι η έννοια της αυθενιίας είναι η επιστημονική γνώση πέρα από τη γν(6οη των αισθητών πραγμάτων. Εκεί στηρίζεται, ειδικότερα και το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, ότι η επιστήμη εδράζεται στο λόγο, ενώ η θεολογία στην πίστη. Ο σχολιασμός της τρίτης ερώτησης στο τετράδιο του μαθητή πρέπει να βασίζεται στην αρχή ότι η Φιλοσοφία δεν είναι ξεχωριστή επιστήμη, αλλά ότι υπηρετεί τη θεολογία. Βιβλιογραφία Β. Κάλφας, Πλάτωνος Τίμαιος, εκδ. Πόλις, Αθήνα 1995, ιδιαίτερα η εισαγωγή. Η. Butterfield, Η Καταγωγή της Σύγχρονης Ετιιατψης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1985. W.Wintelband-H.Eimsoeth, Ιστορία της Φιλοσοφίας, εκδ. Μ1ΕΤ, Αθήνα 1987, τόμ. Α' και Β'. Χ. Θεοδωρίδης, Εισαγωγή στη Φάοσοψία, εκδ. Εστία, Αθήνα 1984, Β' έκδοση. Αριστοτέλης, Τα Μετά τα Φυσικά, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 1954. 15

1.2. Η συνεισφορά των Αράβων και της Αναγέννησης στην ανάπτυξη της επιστήμης Κρίνεται σκόπιμο να δοθεί έμφαση στο γεγονός ότι οι Άραβες και οι Ιουδαίοι είχαν διαφυλάξει καλύτερα απ' ό,τι τα μοναστήρια της Δύσης την αρχαία ελληνική σκέψη και τη μετέφεραν στη Δύση. Είναι ο αραβικός κόσμος που θα προκαλέσει την έξοδο της σκέψης από το σχολαστικισμό. Οι Άραβες δεν είναι απλώς οι ενδιάμεσοι, αλλά παίζουν το ρόλο του παιδαγωγού της Δύσης, γιατί αυτοί μεταφέρουν την αρχαία ελληνική σκέψη. Για την κατανόηση της Αναγέννησης κρίνεται σκόπιμο να δοθεί έμφαση στο γεγονός ότι βασίζεται άμεσα στην ελληνική Φιλοσο< )ία. Η σύνδεση του ουμανισμού και της Φιλοσοφίας της φύσης συσχετίζεται άμεσα, για παράδειγμα, με την παράδοση της πλατωνικής σκέψης. Ο νεοπλατωνισμός της Αναγέννησης προβάλλει κυρίως την ομορφιά του σύμπαντος. Το Έν-Παν (Θεότητα) είναι μια υπέρτατη κοσμική ενότητα που εμπεριέχει την πολλαπλότητα. Εδώ φαίνεται η τάση για τον πανθεϊσμό. Καλό θα είναι η περιγραφή της αναγεννησιακής διάθεσης και τάσης να γίνει με βάση την ανάγνωση του πρώτου μονολόγου του Φάουστ του Γκαίτε. Δεύτερο βασικό γνώρισμα της Αναγέννησης είναι ο θαυμασμός της απεραντοσύνης της ζωής, ο θαυμασμός για το μικρόκοσμο. Το σύμπαν αποτελεί ένα σώμα από αναρίθμητους κόσμους που ο καθένας περιστρέφεται γύρω από το δικό του ηλιακό κέντρο και έχει τη δική του ζωή. Τέλος, πρέπει να δοθεί έμφαση στις τεχνολογικές ανακαλύψεις της εποχής ι- διαίτερα του Ντα Βίντοι, γιατί δείχνουν, αφενός, την πρόοδο της τεχνολογικής ε- ξέλιξης και, αφετέρου, την αξία της άμεσης και προσεκτικής παρατήρησης. Κρίνεται σκόπιμο να δοθεί έμφαση σι ο πώς θεωρούσαν μέχρι τότε το πρότυπο του επιοτήμονα-στοχαοτή, για να γίνει κατανοητή η διαφορά με το πρότυπο του νέου επιστημονικού πνεύματος. Βιβλιογραφία W.Wintelband-H.Eimsoeth, Ιστορία της Φιλοσοφίας, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1985. Α. Κοϋρέ, Από τον Κλειστό Κόσμο στο Άπειρο Σύμπαν, εκδ. Ευρύαλος, Αθήνα 1989. 1.3. Βάκων και Καρτέσιος Κρίνεται σκόπιμο να δοθεί έμφαση στο γεγονός ότι η νεότερη Φιλοσοφία τονίζει την αναγκαιότητα της μεθόδου για την κατάκτηση της ορθής και αληθινής γνώσης. Η μέθοδος έρευνας είναι ένας βέβαιος τρόπος για να αποκαλυφθεί η αλήθεια. Πέρα από τις εξαρτήσεις και την παράδοση, και με την πρόθεση αυτή, ο Βάκων αντιπαραθέτει συνειδητά το δικό του «νέο όργανο» στο αριστοτελικό. 16

Η απαίτηση της μεθοδικής και βε'βαιης γνώσης προσλαμβάνει μια νέα διάσταση στον Καρτέσιο, γιατί η μέθοδος του τείνει να εξασφαλίσει ένα συστηματικό πλαίσιο σε όλη την ανθρώπινη γνώση και προς αυτό το σκοπό τείνει τόσο η αναλυτικοουνθετική μέθοδος, όσο και η αυτογνωσία που εκφράζει η αρχή «Cogito ergo sum». ΙΙρος αυτή την κατεύθυνση είναι και οι ερωτήσεις 5 και 6 στο τετράδιο του μαθητή, για να αναλυθεί στην πράξη η έννοια της επαγωγής και να τονιστεί ότι η πηγή της αλήθειας είναι η εμπειρία και οε αυτό διαφέρει η νεότερη Φιλοσοφία από την αρχαιοελληνική αντίληψη που έχει ως βάση το στοχασμό. Τονίζεται η αξία της αναλυτικής και συνθετικής μεθόδου για τη βέβαιη και σταθερή γνώση και αυτή είναι η ουσία του ορθολογισμού, όπως την αναλαμβάνεται ο Καρτέοιος. Βιβλιογραφία Φ. Σατελέ, Η Φιλοσοφία, εκδ. Γνώση, Αθήνα 1985. Descartes, Λόγος rupi της Μεθόδου, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1978, ιδιαίτερα την εισαγωγή του Χ. Χρηοτίδη. 1.4. Γαλιλαίος και τα κυρία χαρακτηριστικά του επιστημονικού πνεύματος Ένας από τους βασικούς στόχους αυτής της ενότητας είναι να αντιληφθεί ο μαθητής τη ριζοσπαστική σκέψη του Γαλιλαίου σε δύο σημεία: καταρχάς, όσο αφορά τη διάκριση μεταξύ πραγματικού και αισθητού, γιατί η ταύτιοη ως τότε εμπόδιζε την ακριβή παρατήρηση. Με άλλα λόγια, να γίνει διάκριση μεταξύ της πραγματικής αντικειμενικότητας και της πρόσληψης που έχει ο άνθρωπος με την κοινή εμπειρία. Και, στη συνέχεια, όσο αφορά τη λειτουργία της αναλυτικοουνθετικής μεθόδου, για να αναλυθεί η έννοια της κίνησης. Η πραγματοποίηση της άσκησης 7 από το τετράδιο του μαθητή θα συμβάλει ακριβώς σιην καλύτερη εμπέδωση των παραπάνω εννοιών, οι οποίες είναι απαραίτητες για να αντιλη4>θεί ο μαθητής τα κύρια χαρακτηριστικά του νέου επισιημονικού πνεύματος. 11 εξέλιξη των κοινωνικών επιστημών μέχρι τον 16ο αιώνα 11 άσκηση 9 στο τετράδιο του μαθητή είναι ένα είδος εισαγωγής για να αντιληφθεί ο μαθητής πώς αρχίζει ο προβληματισμός για τα κοινωνικά ζητήματα, ποιο είναι το βασικό αντικείμενο της μελέτης τους και γιατί επιδιώκει την κοινωνική αλ\αγή για τη βέλτιστη οργάνωση της κοινωνίας. 17

1.5. Οι Κοινωνικές Επιστήμες στην αρχαιότητα Βασικός στόχος αυτής της ενότητας είναι να αντιληφθεί ο μαθητής ότι κάθε πολιτική πράξη για τους Αρχαίους προσανατολίζεται στη γνώση του καλού, στη γνώση της ορθής και καλής ζωής, στην οργάνωση της τέχνης. Διότι η τέλεια κοινωνία είναι η ενσάρκωση του τέλειου πολιτικού αγαθού. Γι' αυτό και ο προβληματισμός τους για τα κοινωνικά πράγματα συηρίζεται στο σκοπό της τέλειας και α- γαθής ζωής που θεσπίζει ο φιλοσοφικός στοχασμός. Το αποτέλεσμα είναι όλος ο προβληματισμός για την κοινωνία να εστιάζει στην πολιτική, δηλαδή στην α- ναζήτηση του καλύτερου δυνατού πολιτεύματος για την επίτευξη του φιλοσοφικού σκοπού. Κρίνεται σκόπιμο, για να γίνει αντιληπτή η κοινωνική φιλοσοφία των Αρχαίων, να σχολιαστεί η διάκριση των επιστημών (wpqkova με τον Αριστοτέλη, για να φανεί η εξάρτηση της Πρακτικής Φιλοσοίρίας από την Ηθική και, συνεπώς, από τη Φιλοσοφία. Αυτό το σκοπό έχει και η συζήτηση στην τάξη των κειμένων του Αριστοτέλη, που δείχνουν ανάγλυφα τον παραπάνω προβληματισμό. Βιβλιογραφία G. Η. Sabine, Ιστορία των Πολιτικών Θεωριών, εκδ. Ατλαντίδα, Αθήνα, χ.χ. ΓΙ. Λεκατσάς, Αριστοτέλη Πολιτικά (Εισαγωγή), εκδ. I. Ζαχαρόπουλος, χ.χ. I. Δεσποτόπουλος, Μελετήματα Πολιτικής Φιλοσοφίας, εκδ. I Ιαπαζήση, Αθήνα 1983. 1.6. Θεολογική σκέψη και Κοινωνικές Επιστήμες Σε αυτή τη θεματική ενότητα παρουσιάζονται δύο προσεγγίσεις της θεολογικής σκέψης στη διαμόρφωση των Κοινωνικών Επιστημών: η καθολική αντίληψη και η σκέψη των προτεσταντοίν. Σκοπός είναι να καταλάβει ο μαθητής τις επιδράσεις της Εκκλησίας στην καθημερινή κοινωνική και πολιτική ζωή. Η επικέντρωση πρέπει να γίνει στο γεγονός ότι η Καθολική Εκκλησία προβάλλει ένα αυστηρό ιεραρχικό πρότυπο οργάνωσης, απαιτώντας την υπακοή του πολίτη χωρίς όρους, ενώ, αντίθετα, η προτεσταντική αντίληψη επικεντρώνεται στην ελευθερία της βούλησης. Η προτεσταντική αντίληψη, σύμφωνα με τον Μ. Βέμπερ, συνέβαλε στην ανάπτυξη του καπιταλιστικού πνεύματος, και άρα της νέας κοινωνίας. Επομένως, η κοινοτική πραγματικότητα και η ανάλυσή της εξαρτάται από αυτές τις δύο αρχές. Οι ερωτήσεις 11 και 12 στο βιβλίο του μαθητή αυτά τα δύο χαρακτηριστικά τονίζουν και δείχνουν ταυτόχρονα το ρόλο που παίζουν οι θρησκευτικές αντιλήψεις στην κατανόηση αλ\ά και στην οργάνωση της κοινωνικής πραγματικότητας. Κρίνεται, επίσης, σκόπιμο για να αναδειχθεί ο στενός δεσμός μεταξύ θρη- 18

σκείας και κοινωνίας να διαβαστεί ε'να απόοπαομα από το βιβλίο του Μ. Bloc, Η Φεουδαρχική Κοινωνία, εκδ. Κάλβος, Αθήνα 1987, ιδιαίτερα το κεφάλαιο 9 «Η θρησκευτική νοοτροπία». Βιβλιογραφία G. 11. Sabine, Ιστορία των Πολιτικών θεωριών, εκδ. Ατλαντίδα, Αθήνα, χχ. 1.7. Επιστήμη και Κοινωνικές Επιστήμες και οι Κοινωνικές Επιστήμες τον 16ο αιώνα Η ενότητα αυτή περιλαμβάνει δυο θεματικές ενότητες. Στην πρώτη τονίζεται ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Επιστημών και το πώς αυτά διακρίνονται από τις Ανθρωπιστικές Επιστήμες. Έμφαση πρέπει να δοθεί στο γεγονός ότι οι Κοινωνικές Επιστήμες συγκροτούνται ως επιστήμες επειδή μεταχειρίζονται ανάλογους συλλογισμούς και έννοιες με αυτές των Φυσικών Επιστημών, προσπαθώντας να μελετήσουν την κοινωνική πραγματικότητα με όρους α- ντικειμενικής πραγματικότητας. Σε αυτή τη λογική κινείται και ο σχολιασμός στην ερώτηση 13 στο βιβλίο του μαθητή, όπου υπάρχει σαφής σύνδεση μεταξύ Φυσικής Επιστήμης και ανθρώπινης φύσης. Στη δεύτερη ενότητα εξετάζονται δύο αντιπροσωπευτικές αναλήψεις του 16ου αιώνα, οι οποίες αποσκοπούν στο να αναλύσουν ορθολογικά τις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά και mo να συγκροτήσουν με βάση το λόγο την κοινωνική πραγματικότητα. Οι λύσεις που προκύπτουν βέβαια είναι διαφορετικές και η διαφορά τους μπορεί να εντοπιστεί μεταξύ ουτοπίας και ρεαλισμού. Κρίνεται σκόπιμο να δοθεί έμφαση στην επέμβαση του λόγου στην ανάλυση της κοινωνικής πραγματικότητας, ώστε να αντιληφθεί καλύτερα ο μαθητής πώς αρχίζει να διαμορφώνεται η επιστημονική ανάλυση των κοινωνικών προβλημάκον και να δρομολογείται η ε- πίλυσή τους, με κύριο μέσο το κράτος ως ορθολογική πραγματικότητα. ΙΙρος αυτή την κατεύθυνση κινείται και ο σχολιασμός του κειμένου του Μακιαβέλλι, που δείχνει το πέρασμα από τη φεουδαρχία στην ορθολογική συγκρότηση της κριτικής υπόστασης. Βιβλιογραφία Π. Χ. Νούτσος, Ουτοπία και Ιστορία, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1979. Ν. Machiavelli, Έργα, εκδ. Κάλβος, Αθήνα, χ.χ. 19

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Εκπαιδευτικοί στόχοι Στο πλαίσιο αυτού του κεφαλαίου εξετάζονται συνοπτικά, πρώτον, οι κοινωνικε'ς και οι οικονομικές συνθήκες από την εποχή του Μεσαίωνα μέχρι τη Βιομηχανική Επανάσταση, και, δεύτερον, τα νέα αντικείμενα της γνώσης κατά τον 17ο και τον 18ο αιώνα. Στο τέλος της διδακτικής ενότητας, ο μαθητής θα πρέπει να είναι σε θέση να γνωρίζει: Πρώτον, μέσα από ποιες κοινωνικές-οικονομικές συνθήκες διαμορφώθηκαν νέα επιστημονικά αντικείμενα, ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα στα κοινωνικά-οικονομικά προβλήματα και στα επιστημονικά προβλήματα. Δεύτερον, πώς η κοινωνική-οικονομική πραγματικότητα προκαλεί ερωτήματα, ε- νεργοποιεί την επιστημονική σκέψη, ενώ, επιπλέον, μεταβάλλει την καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Τρίτον, ποια αντίληψη περί επιστήμης διαμορφώνεται από την εποχή το>ν ανακαλύψεων μέχρι και την εποχή του Διαφωτισμού. Στη συνέχεια θα διευκρινίσουμε τους διδακτικούς στόχους ανά επιμέρους διδακτική ενότητα, δίνοντας και τη σχετική βιβλιογραφία. 2.1. Από τον Μεσαίωνα στη Βιομηχανική Επανάσταση - 2.1.1. Οικονομική και κοινωνική ζωή στον Μεσαίωνα Αρχικά περιγράφουμε τα θέματα τα οποία θα μας απασχολήσουν mo πλαίσιο αυτού του κεφαλαίου. Στο προηγούμενο κεφάλαιο τονίστηκε η πορεία ενοποίησης της πραγματικότητας χάρη στην επικράτηση ενός μεθοδολογικού προτύπου το οποίο προσέφεραν τα Μαθηματικά. Στο κεφάλαιο αυτό θα εξεταστεί πώς η ενοποίηση αυτή εκφράσιηκε μέσα από τον κόσμο των γεγονότων. Στη διδασκαλία του 2.1.1. τονίζονται: α. Η κοινωνική δομή, πώς κατανέμονται οι θέσεις mi] μεσαιωνική κοινωνία β. Πώς διαμορφώνεται η ζωή mo φέουδο και πώς στην πόλη. Πώς λειτουργούν οι συντεχνίες, γ.ποιες βασικές αντιθέσεις εμφανίζονται στη μεσαιωνική κοινωνία. Η αναφορά στη μεσαιωνική κοινωνία γίνεται, πρώτον, για να διακρίνει ο μαθητής ma επόμενα μαθήματα το μέγεθος της μεταβολής των συνθηκών ζωής, η οποία αρχίζει να εμφανίζεται από την εποχή της Αναγέννησης, και, δεύτερον, για να κατανοήσει ότι αυτές οι μεταβολές προετοιμάσθηκαν και από τις εσωτερικές αντιθέσεις κατά τον Μεσαίωνα (ανάμεσα στους τύπους εξουσίας, ανάμεσα στην ύπαιθρο και στην πόλη). Στην εισαγωγή του μαθήματος μπορεί να διαβαστούν μία δύο σελίδες από έ- να λογοτεχνικό κείμενο (για παράδειγμα, από το Όνομα τον Ρόδον, του Ο. Έκο), 21

για να κατανοήσει ο μαθητής ότι, κατά τον Μεσαίωνα, η κοινωνία, όπως και οι αντιλήψεις των ανθρώπων, δεν ήταν τόσο συμπαγείς και άκαμπτες, όσο πιθανά φαντάζεται. Βιβλιογραφία Μ. Bloch, Η Φεουδαλική Κοινωνία, εκδ. Κάλβος, Αθήνα 1987. D. Nicholas, Η Εξέλιξη του Μεσαιωνικού Κόσμου, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1999 (χαρακτηριστικά, βλ. σα. 216 κ.ε. για τα προβλήματα ορισμού της φεουδαρχίας και την προτίμηση στον όρο «φεουδαρχικές σχέσεις»). 2.1.2. Αναγέννηση και ανακαλύψεις Έχουμε ήδη αναφερθεί στην Αναγέννηση ως προς την αντίληψη για την επιστήμη (1.1.4.). Σε αυτή την ενότητα αναφερόμαστε στην Αναγέννηση εξετάζοντας την εποχή αυτή κυρίως από την άποψη της μεταβολής των κοινωνικών-οικονομικών συνθηκών η οποία συνδέεται με τις ανακαλύψεις. Καλό είναι να διακριθούν σε κατηγορίες τα αποτελέσματα των ανακαλύψεων (οικονομικά, κοινωνικά, νέοι τομείς γνώσης). Σε γενικές γραμμές, οι ανακαλύψεις δεν περιλαμβάνουν μόνο τις Νέες Χώρες, αλλά και νέες γνώσεις και το νέο φιλελεύθερο πνεύμα της αστικής τάξης. Κατά τη διδασκαλία, μπορούν να διαβαστούν αποσπάσματα, για παράδειγμα, από τον Φάουστ του Γκαίτε ή από τον Αστό του Ζόμπαρτ. Καλό είναι να υ- πάρχουν χάρτες για την εποχή και για τα ταξίδια των θαλασσοπόρων. Βιβλιογραφία Σχετικά με τη γένεση του καπιταλιστικού πνεύματος, βλ. Β. Ζόμπαρτ, 0 Αστός, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1998. Για τη σχέση ανάμεσα στις κοινωνικές εξελίξεις και στην τέχνη, βλ. Α. Hauser, Κοινωνική Ιστορία της Τέχνης, τόμ. Β', εκδ. Κάλβος, Αθήνα 1970. Για το αναγεννησιακό πνεύμα, βλ. Θ. Πελεγρίνης (επιμ.), Φάουστ, Η Μαγεία της Φιλοσοφίας.Η Φιλοσοφία της Μαγείας, ΙΙανεπιοτήμιο Αθηνών, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1994. Για την αποικιακή πολιτική, βλ. Μ. Weber, Π Γέννηση του Σύγχρονου Καπιταλισμού, εκδ. Παπαζήοη, Αθήνα χ.χ. 2.1.3. Ασιικοποίηση/2.1.4. Από την κοινότητα στην κοινωνία Για θεωρίες και κείμενα κλασικά και σύγχρονα σχετικά με την πόλη, βλ. Μαρξ, Ένγκελς, Βέμπερ, Παρκ, Καστέλς, Λοσκίν, Σίμι, Λεφέβρ, Η Πόλη, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1977 // Μ. Weber, ό.π,, σσ. 281-285 // G. Simmel, Πόλη και Ψυχή, εκδ. Έρασμος, Αθήνα 1993. 22

Σχετικά με την κοινότητα και την κοινωνία, βλ. Φ. Ταίνις, Κοινότητα και Κοινωνία, εκδ. Αναγνωστίδη, Αθήνα χ.χ. Με βάοη τα γνωρίσματα τα οποία ο Τένις αποδίδει στις παραδοσιακές σχέσεις, μπορεί να ερωτηθεί ο μαθητής αν επιβιώνουν σήμερα σε ορισμένες ομάδες συνομιλήκων του τα κριτήρια της ηλικίας, της δύναμης, της ιοχΰος του αρχηγού" επίσης, ποιες σχέσεις βλε'πει να βασίζονται σε συμβάσεις. 2.1.5. Η γένεση των εθνικών κρατών /2.1.6. Η Βιομηχανική Επανάσταση α. Μπορεί να προστεθεί πληροφοριακά ότι εμφανίζονται στην Ευρώπη τα εθνικά κράτη της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ισπανίας, ενώ η Γερμανία ήταν ένα σύνολο ημιαυτόνομων κρατιδίων και η Ιταλία αποτελούνταν από μια σειρά κρατών που συχνά βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση. Χρειάζεται να τονιστεί ιδιαίτερα η νέα μορφή του κράτους, ο απόλυτος και ε- νιαίος χαρακτήρας του, στον οποίο επιχειρείται να υπαχθεί και η εκκλησιαστική εξουσία. Η εξουσία είναι μεν απόλυτη αλλά εκκοσμικευμένη και προοδευτικά θα υποχρεωθεί να εγγυηθεί τα ατομικά δικαιώματα. Από την άλλη μεριά, στην επιστήμη εμφανίζεται ένα ενιαίο μεθοδολογικό πρότυπο, τα Μαθηματικά, ενώ η μοναδική πηγή και εγγύηση της γνώσης είναι το ανθρώπινο πνεύμα. Σχετικά με τη Βιομηχανική Επανάσταση (2.1.6.), χρειάζεται αρχικά να τονιστούν τα αδιέξοδα στα οποία έχουν περιέλθει όλοι οι τομείς της ζωής, τα οποία συνοπτικά περιγράφονται στην πρώτη παράγραφο, για να τονιστεί στη συνέχεια η προσπάθεια για το ξεπέρασμά τους με τις εφευρέσεις και την οργάνωση της βιομηχανικής παραγωγής. Η βιομηχανική παραγωγή όμως πρέπει να διακριθεί από την εισαγωγή νέων μηχανών και να υπογραμμιστούν τα βασικά γνωρίοματά της, καθώς και οι αλλαγές οι οποίες τη συνοδεύουν. Βιβλιογραφία Για την εκβιομηχάνιση και για τις «περιφράξεις», βλ. Μ. Weber, ό.π. Για τις συνθήκες που ευνόησαν την εκβιομηχάνιση στην Αγγλία, βλ. Barrington Moore, Κοινωνικές Ρίζες της Δικτατορίας και της Δημοκρατίας, εκδ. Κάλβος, Αθήνα 1984, σσ. 21-61. 2.2.1. Η Πολιτική Επιστήμη/2.2.2. Οικονομία Στο Φυσικό Δίκαιο έχει ήδη γίνει μια μικρή αναφορά στο 2.1.2. Η ενεργοποίηση της πολιτικής συζήτησης ευνοείται χάρη στο θεσμό του εθνικού κράτους (2.1.3.). Χρειάζεται να τονιστεί, πρώτον, γιατί με τη Σχολή του Φυσικού Δικαίου τοποθετούνται οι σύγχρονες βάσεις της Πολιτικής Επιστήμης και, δεύτερον, 23

ποιες είναι οι βασικές θεωρίες οι οποίες εκπονούνται από τους θεωρητικούς της παράδοσης αυτής, η θεωρία της Φυσικής Κατάστασης και το Κοινωνικό Συμβόλαιο. Οι αναφορές σε αυτές είναι συνοπτικές, με δεδομένο ότι στο επόμενο κεφάλαιο θα γίνει εκτενέστερη εξέτασή τους. Τια το Φυσικό Δίκαιο, είναι κλασική η μελέτη του Λ. Στράους, Φυσικό Δίκαιο και Ιστορία, εκδ. Γνώση, Αθήνα 1988. Σχετικά με την Οικονομία (2-2.2.), χρειάζεται να αναφερθεί ότι προηγείται η εμφάνιση του θεσμού του κράτους και η Πολιτική ως αντικείμενο της γνο>σης σε σχέση με την Οικονομία, με δεδομένο ότι η συζήτηση αφορά κυρίως την παρέμβαση ή μη του κράτους στην οικονομία. 2.2.3. Ψυχολογία/2.2.4. Κοινωνιολογία /2.2.5. Η Εγκυκλοπαίδεια (1751-1772) Η Ψυχολογία ως όρος δεν έχει υιοθετηθεί τον 17ο και τον 18ο αιώνα. Αυτή την εποχή η συζήτηση αφορά την ανθρώπινη φύση, γίνεται δηλαδή λόγος για τον άνθρωπο (Ανθρωπολογία), ο οποίος βρίσκεται στο επίκεντρο των εξελίξεων. Στη θεωρία για την ανθρώπινη φύση βασίζονται οι πολιτικές θεωρίες. Τονίζεται ότι, παρόλο που το υπόδειγμα των Μαθηματικών χρησιμοποιείται για όλες τις επιστήμες και για τη μελέτη της ανθρώπινης φύσης, εντούτοις εμφανίζονται διαφορετικές ανθρωπολογικές θεωρίες. Η συμβολή του Χιουμ εξαίρεται, διότι στη θεωρία του ο άνθρωπος αρχίζει να ξεχωρίζει από τη φύση, ευνοείται δηλαδή η ι- στορική μετακίνηση από το ενιαίο υπόδειγμα των Φυσικών Επιστημών, που θα πραγματοποιηθεί στα τέλη του 19ου αιώνα και κυρίως στον αιώνα μας, στις Κοινωνικές Επιστήμες. Από αυτή τη σκοπιά, η κίνηση του Χιουμ μπορεί να θεωρηθεί αντίστοιχη με εκείνη του Μοντεσκιέ (2.2.4.), ο οποίος επισημαίνει τη διαφορά ανάμεσα στη φυσική και στην κοινωνική νομοτέλεια και, έτσι, έχει θεωρηθεί σημαντικός ο ρόλος του στην κατοπινή εμφάνιση της Κοινωνιολογίας, τον 19ο αιώνα. Η μετάβαση από την αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι μέρος της φύσης στην ιδέα ότι ο άνθρωπος είναι εκείνος που νομοθετεί φαίνεται καλύτερα (πα κείμενα που δίνονται στο τετράδιο του μαθητή (I-IV). Τέλος (2.2.5.), χρειάζεται να τονιστεί ο χαρακτήρας της επιστημονικής γνώσης σύμφωνα με τον Διαφωτισμό, που έχει ως βασικά γνωρίσματα, πρώτον, τον ορθολογισμό, την ιδέα δηλαδή ότι ο άνθρωπος στηριγμένος στον ορθό λόγο παράγει τη γνώση,-και, δεύτερον, την καθολικότητα, χαρακτηριστικό που έλκεται από τη δεσμευτικότητα των φυσικών νόμων που ισχύουν καθολικά για όλους, το οποίο περιορίζει την τυχόν αυθαιρεσία της ανθρώπινης κατασκευής. Ο ορθός λόγος προϋποθέτει την ελευθερία του ανθρώπου να σκέφτεται ο ίδιος και να ε- μπιστεύεται το λογικό του, ενώ η καθολικότητα παραπέμπει στην ισότητα. Τα γνω- 24

ρίσματα δηλαδή της επιστήμης αυτής συνδέονται με τα δικαιώματα της ελευθερίας και της ισότητας του Διαφωτισμού. Βιβλιογραφία Βλέπε, ενδεικτικά, Ρ. Ντεκάρτ, Τα Πάθη π/ς Ψυχής, εκδ. Κριτική, Αθήνα 1996. Πολιτικές τον Ορθολογισμού. Δέκα μελέτες για τον Καρτέσιο, Αξιολογικά, ειδικό τχ. 1 οε συνεργασία με τον Πολίτη, εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1999. Δ. Κοτρόγιαννος, «Montesquieu και ιστορία», Αξιολογικά, τχ. 11-12, εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1998. Susan James, Passion and Action, Clarendon Press, Oxford 1997. D. Hume, Δοκίμια, εκδ. Εστία, Αθήνα, χ.χ. Ανακεφαλαίωση Συνοψίζουμε τα βασικά σημεία του κεφαλαίου, διαπιστώνουμε αν ο μαθητής μπορεί να χειριστεί το λεξιλόγιο του κεφαλαίου, γίνεται συζήτηση πάνα) στις ε- ρωτήσεις του βιβλίου. Τέλος, ασχολούμαστε με τα κείμενα και με ορισμένες δραστηριότητες που αναφέρονται στο τετράδιο του μαθητή. 25

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΘΕΜΕΛΙΩΤΕΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Εκπαιδευτικοί στόχοι Στο κεφάλαιο αυτό εξετάζονται συνοπτικά και ως προς τα βασικά τους σημεία οι θεωρίες τις οποίες εκπόνησαν οι θεμελιωτές κοινωνικοί επιστήμονες. Ο μαθητής θα εισαχθεί (πις βασικές Κοινωνικές Επιστήμες Πολιτική, Οικονομία, Κοινωνιολογία, Ψυχολογία, Ανθρωπολογία. Μια σοβαρή δυσκολία την οποία έχουμε υ- πόψη μας αφορά τη διδασκαλία των εννοιών οι οποίες εισάγονται. Πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο μάς προβλημάτισε αρκετά κατά τη συγγραφή αυτού του βιβλίου. Πρώτον, επιδιώξαμε να μην αναφέρουμε παρά τις βασικές έννοιες κάθε θεωρητικού. Δεύτερον, φροντίσαμε ώστε να είμαστε όσο το δυνατό σαφέστεροι και αναλυτικοί. Τρίτον, στο τετράδιο του μαθητή παραθέτουμε μια σειρά κειμένων των ίδιων των επιστημόνων για την καλύτερη εξοικείωσή του μαζί τους. Τέταρτον, πρέπει να επισημανθεί ότι θα χρειαστεί να ασκηθεί και ο ίδιος ο μαθητής με διάφορους τρόπους, όπως με συζητήσεις, με εργασίες του πάνω (πα κείμενα αυτά ή και άλλα τα οποία θα προτείνει ο καθηγητής. Ο καθηγητής καλό είναι να προκαλεί το διάλογο σιην τάξη, μεριμνώντας (ίππε να γίνεται χρήση, και μάλιστα ακριβής, των διδασκόμενων εννοιών. Μπορεί, επίσης, ο μαθητής, και με τη βοήθεια του καθηγητή του αν χρειάζεται, να ασκείται μέσα από δημοσιεύσεις του Τύπου και από άρθρα περιοδικών επισημαίνοντας τις έννοιες τις οποίες διδάσκεται, και να διατυπώνει τις παρατηρήσεις του ως προς τη χρήση τους. Η ελάχκπη απαίτηση είναι να γνωρίζει ο μαθητής τα βασικά σημεία tcov ε- ξεταζόμενων θεωριών, να μπορεί να τις εντάξει χρονικά, να γνωρίζει ποια προηγείται, ποια έπεται, ποιες εισάγονται κατά την ίδια χρονική περίοδο και σε ποιο κοινωνοοικονομικό πλαίσιο εντάσσονται. Ως μέγιστη απαίτηση θεωρείται να έ- χει ο μαθηιής την ευχέρεια να χειρίζεται με άνεση τις έννοιες των κοινωνικών ε- πιστημόνων, στο πλαίσιο του προφορικού του λόγου και των γραπτών εργασιών του, και να τις αξιοποιεί σε σχέση με σύγχρονα προβλήματα. Αναλυτικότερα και για κάθε επιμέρους διδακτική ενότητα διευκρινίζουμε τα εξής: 3./3.1. Πολιτική Επιστήμη Στη Γενική Εισαγωγή του κεφαλαίου, τονίζουμε ότι, ενώ το αντικείμενο των Κοινωνικών Επιστημών μπορεί, σε γενικές γραμμές, να θεωρηθεί ενιαίο, η διερεύνησή του έχει εξειδικευτεί δίνοντας έμφαση σε ορισμένες πλευρές και ιιροβλή- 27

ματα αυτού του αντικειμένου. Έτσι, και το ίδιο εμφανίζεται διαιρεμένο. Ως εκ τούτου, και η συμφωνία για τον προσδιορισμό του αντικειμένου δεν είναι δεδομένη (για παράδειγμα, γίνεται λόγος για τη μελέτη της κοινωνικής πράξης ή της ανθρώπινης συμπεριφοράς, της κοινωνικής δραστηριότητας των ανθρώπων, για τη μελέτη των θεσμών). Μπορούν να εκτεθούν, αφενός, οι παράγοντες που ευνόησαν την εμφάνιση ξεχ(οριστών κλάδων μελέτης, αφετέρου, και χωρίς τη φιλοδοξία συστηματικής τοποθέτησης, μπορεί να διαφανεί η ανάγκη για το διάλογο ανάμεσα σε όλους τους επιμέρους κλάδους, προκειμένου για την προσέγγιση των σύνθετων προβλημάτων που αφορούν την πράξη του ανθρώπου στην κοινωνία. Πάνω σε αυτό μπορεί να αναφερθεί κάποιο παράδειγμα, όπως το πρόβλημα της ανεργίας ή το πώς θα εξηγηθούν οι πράξεις ενός υπαλλήλου μιας υπηρεσίας (ο διδάσκων κατά την κρίση του μπορεί να βρει κάποιο άλλο πρόσφορο παράδειγμα). Αν το κρίνει σκόπιμο ο καθηγητής, μπορεί να αρχίσει το μάθημα με το παράδειγμα αυτό, δείχνοντας ότι, ενώ το πρόβλημα/αντικείμενο είναι ένα, εξετάζεται ξεχωριστά α- πό κάθε κλάδο (ως κοινωνιολογικό, οικονομικό, πολιτικό, ψυχολογικό πρόβλημα) και τονίζει και την ανάγκη να συνδεθούν όλες αυτές οι πλευρές του. Τέλος, τονίζεται και αιτιολογείται πειστικά και ελκυστικά γιατί βασικό αντικείμενο της συζήτησης στο πλαίσιο αυτής της ενότητας θα είναι οι θεωρίες των θεμελιωτών των Κοινωνικών Επιστημών. Η εισαγωγή στο μάθημα μπορεί να γίνεται με την ανάγνωση κάποιου εδαφίου από τα κείμενα που δίνονται στο τετράδιο του μαθητή, με την αναφορά οε μια είδηση από τον Τύπο σχετική με τη διδασκόμενη ενότητα, με ένα περιστατικό της καθημερινής ζωής ή με την αναφορά σε ένα λογοτεχνικό ή κινηματογραφικό έργο. Τέλος, με την παρουσίαση της βιογραφίας του εξεταζόμενου θεωρητικού. Στο ίδιο μάθημα, μπορεί να γίνει εισαγωγή στην Πολιτική Επιστήμη (3.1.). Αρχικά τονίζονται δυο βασικά προβλήματα: πρώτον, η σχέση θεωρίας-πράξης, ένα βασικό ζήτημα που αφορά και την εγκυρότητα και την αξιοπιστία της πολιτικής θεωρίας, και, δεύτερον, η προέλευση και η μορφή της κρατικής εξουσίας, ζήτημα το οποίο αφορά και την Πολιτική Οικονομία, όπως είδαμε, αλλά έχει πρωταρχικά αποτελέσει κύριο αντικείμενο της πολιτικής συζήτησης. 3.1.1. Τόμας Χομπς: Η θεμελίωση του απολυταρχικού κράτους /3.1.2. Ο Τζων Λοκ και η φιλελευθεροποίηση του κράτους 3.1.1. Τόμας Χομπς: Η θεμελίωση του απολυταρχικού κράτους Σχετικά με τον Τόμας Χομπς και το Κοινωνικό Συμβόλαιο, έχει ήδη γίνει μια μικρή 28

εισαγωγική συζήτηση (2.2.1.). Ο μαθητής θα πρέπει να κατανοήσει το πώς ο Χομπς κατασκευάζει την υπόθεσή τσυ για τη φυσική κατάσταση. Πρώτον αφαιρεί οποιαδήποτε ε'ννομη εξουσία που μπορεί να επιβληθεί. Πάνω σε αυτό μπορούν να αναφερθούν και ορισμε'να παραδείγματα από την καθημερινή ζωή, για παράδειγμα ό- ταν λείπει ο καθηγητής από την τάξη (για τους μαθητές θα είναι εύκολο να προσθέσουν ορισμένα παραδείγματα ακόμη). Δεύτερον, βασίζεται σε μια εικόνα για τον άνθρωπο (Ανθρωπολογία). Θα πρέπει, επίσης, να κατανοήσει ο μαθητής γιατί κατασκευάζει ο Χομπς αυτό το συγκεκριμένο τύπο φυσικής κατάστασης, ζήτημα που συνδέεται με τον τύπο του κράτους τον οποίο εισηγείται. Η απόλυτη εξουσία θα πρέπει να συνδεθεί με τις ιστορικές συνθήκες και θα χρειαστεί να διευκρινιστεί ότι ο Χομπς επιχείρησε να τη διακρίνει από την αυθαιρεσία, άρα να της θέσει όρους και όρια. 3.1.2. Ο Τζων Λοκ και η φιλελευθεροποίηση του κράτους Σχετικά με τον Τζων Λοκ, χρειάζεται να τονιστούν οι ομοιότητες αλλά και οι διαφορές ως προς τη θεωρία του Χομπς, πάνω στη θεωρία για τη φυσική κατάσταση και για το κράτος. Οι διαφορές αυτές μπορούν να συνδεθούν τόσο με τις διαφορές ιστορικές συνθήκες όσο και με το πολιτικό επιχείρημα που υποστηρίζει ο καθένας. Βιβλιογραφία Βλέπε, ενδεικτικά, Τ. Χομπς, Λεβιάθαν, εκδ. Γνώση, Αθήνα 1989. I. ΓΙατέλλη, Η Φιλοσοφία τον Hobbes, Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα, Αθήνα 1995. Μ. Αγγελίδης, Η Γένεση τον Φιλελενθερισμον, Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα, Αθήνα 1994, σο. 125 κ.ε. Τζ. Λοκ, Δεύτερη Πραγματεία περί Κνβερνψεως, εκδ. Γνώση, Αθήνα 1990. 3.1.3. Ζαν-Ζακ Ρουσσώ: Οι όροι ενός δημοκρατικού κράτους (3) Η θεωρία του Ρουσσώ μπορεί να συνδεθεί με εκείνη του Λοκ. Ο μαθητής πρέπει να κατανοήσει πώς οι θεωρίες και του Λοκ και του Ρουσσώ εντάσσονται στο δημοκρατικό επιχείρημα. Πρώτον, συνδέεται καθεμιά με τις ιστορικές συνθήκες. Δεύτερον, επιχειρείται να φανούν οι διαφορές τους από την προηγούμενη θεωρία του Χομπς σχετικά με τη θεωρία της φυσικής κατάστασης και τη θεωρία για το κράτος. Τονίζεται όμο)ς και το κοινό αυτό των θεωριών, η προέλευση της πολιτικής από την έννοια του ατόμου. Θα εφιστούσαμε την προσοχή σε μια αντίληψη η οποία είναι διαδεδομένη για τον Ρουσσώ, η οποία δεν προκύπτει μέσα από μια προσεκτική μελέτη των κειμένων του. Έχει θεωρηθεί ότι ο Ρουσσώ υποστηρίζει την επιστροφή στη φύση και 29

με αυτό δίνεται η εντύπωση ότι ο Ρουσσώ προτείνει την επιστροφή σε μια προκοινωνική κατάσταση. Έχει σημασία όμως τι εννοεί ο Ρούσσο) ως φύση και πώς κατασκευάζει την έννοια αυτή (πάνω σε αυτό θεωρούμε ότι δίνουμε ορισμένες εξηγήσεις <πο βιβλίο). Τε'λος, τονίζουμε και μια διαφορά ανάμεσα στους διδασκόμενους θεωρητικούς, ότι ενώ στον Λοκ το κράτος, σε αντίθεση με τον Χομπς, διακρίνεται από την κοινωνία, στον Ρούσσοι κράτος και πολίτες επιχειρείται να είναι ένα (πάνω σε αυτό χρειάζεται να διευκρινιστεί το πώς κατασκευάζονται οι δυο όροι «γενική θέληση» και «θέληση όλων»). Βιβλιογραφία Βλέπε, ενδεικτικά, Λ. Στράους, Φνσικό Δίκαιο και Ιστορία, εκδ. Γνώση, Αθήνα 1988. Ζ.-Ζ. Ρουσσώ, Οι Εξομολογήσεις, εκδ. Ιδεόγραμμα, Αθήνα 1997. 3.1.4. Καρλ Μαρξ: Η θεωρία των παραγωγικών δυνάμεων και κριτική του κράτους (4) Βασικό πρόβλημα που θέτει η θεωρία του Μαρξ είναι η σχέση θεωρίας-πράξης, πώς δηλαδή η θεωρία μπορεί να συμπεριφέρεται ως αποτελεσματική πράξη. Πρόκειται για ένα ζήτημα που απασχολεί την κατασκευή των εννοιών. Ως βασική έννοια με την οποία ο Μαρξ επιχειρεί να αποδώσει την πράξη/πραγματικότητα είναι η δύναμη (παραγωγικές δυνάμεις, εργατική δύναμη, αλλοτριωμένη δύναμη, απελευθέρωση της δύναμης). Η διδασκαλία λοιπόν μπορεί να επικεντρωθεί, πρώτον, στην έννοια αυτή δεύτερον, στο ρόλο της ταξικής συνείδησης στη δυναμική της πράξης τρίτον, στην κατανόηση της κριτικής τοποθέτησης του Μαρξ απέναντι στο ρόλο του κράτους και στις προηγούμενες θεωρίες του Φυσικού Δικαίου. Βιβλιογραφία Για το κράτος, βλ. L. Lefevre, Η Κοινωνιολογία τον Μαρξ, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1985, σσ. 123 κ.ε. Κείμενα του Μαρξ για το κράτος, βλ. στο Κ. Μαρξ, Για το Κράτος, εκδ. Εξάντας. Αθήνα 1989. 3.2. Οικονομία/3.2.1. Ο Άνταμ Σμιθ και η γένεση της κλασικής σχολής της Πολιτικής Οικονομίας/3.2.2. Ο Ρικάρντο και οι αρχές της κλασικής Πολιτικής Οικονομίας (5) Η Οικονομία έχει αποτελέσει ξεχωριστό αντικείμενο μελέτης και επιστημονικό 30

κλάδο ήδη από τον 18ο αιώνα. Μπορεί να γίνει αναφορά στη συζήτηση ανάμεοα οτους μερκαντιλιστές και στους φυσιοκράτες, στην οποία έχουμε ήδη αναφερθεί στο προηγούμενο κεφάλαιο (2.2.2.), η οποία διευκολύνει την κατανόηση του βασικού προβλήματος που απασχολεί την Πολιτική Οικονομία και το εκθέτουμε συνοπτικά στην Εισαγωγή. Η πρώτη παράγραφος της εισαγωγής βοηθά για να κατανοήσει ο μαθητής τι σημαίνει ο όρος homo oeconomicus. Σχετικά με τη θεωρία του Άνταμ Σμιθ (3.2.2.), τονίζεται ο σκοπός της κοινωνικής ευημερίας, ο οποίος όμως ως αφετηρία του θέτει την ατομική ευημερία. Στοιχειώδης απαίτηση είναι να κατανοήσει ο μαθητής το Νόμο του «Αόρατου Χεριού», για τον οποίο παρατίθεται και σχετικό κείμενο του ίδιου του θεωρητικού. Μέγιστη απαίτηση είναι να γίνει κατανοητό ότι ο Άνταμ Σμιθ δεν τοποθετείται υπέρ μιας άνευ όρων οικονομικής ελευθερίας του ατόμου. Σχετικά με τη θεωρία του Ρικάρντο, βασικός σκοπός είναι να κατανοήσει στοιχειωδώς ο μαθητής την έννοια της αξίας (βλ. κείμενο II, στο τετράδιο του μαθητή), την έννοια της φθίνουσας απόδοσης και το νόμο του συγκριτικού κόστους. Μέγισιη θα θεωρηθεί η ευχέρειά του να κατανοήσει τα κείμενα που παραθέτουμε στο τετράδιο του και να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις. Βιβλιογραφία Βλέπε, ενδεικτικά, Δ. Δρόσος, Αγορά και Κράτος <ηον Adam Smith, Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα, Αθήνα 1994. Σ. Ιωαννίδης, «Η δικαιολόγηση της κοινωνίας της αγοράς στη Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων του Adam Smith», στο βιβλίο Μνήμη Σάκη Καράγιωργα, τιμητικός :όμος, ΠΙΑ, ΠΑΣΙΙΕ, Αθήνα 1988. Ν. Ρικάρντο-Καρλ Μαρξ, Αξία και υπεραξία, εκδ. Κριτική, Αθήνα 1989. 3.2.3. Καρλ Μαρξ: Μισθωτή εργασία και κεφάλαιο (6) Ως προς την προσέγγιση της Πολιτικής Οικονομίας από τον Μαρξ, χρειάζεται να τονιστεί η διαφορά από τους προηγούμενους ως προς τη μέθοδο, η οποία εκκινεί με αφετηρία όχι το ατομικό συμφέρον αλλά τη μελέτη των κοινωνικοί σχέσεων. (Ο ίδιος διευκρινίζει πολύ καθαρά τη μέθοδο του στα Grundrisse, τόμ. Α', εκδ. Στοχαστής, Αθήνα 1984, σσ. 66 κ.ε). Ο μαθητής θα χρειαστεί να κατανοήσει αυτή την ερευνητική προσέγγιση και ορισμένες βασικές έννοιες, όπως εργασία, κεφάλαιο, υπεραξία. Πολύ ικανοποιητική θα θεωρηθεί η ευχέρεια του μαθητή να αναγνωρίσει τη μέθοδο και τις έννοιες του Μαρξ στο κείμενο που παρατίθεται στο τετράδιο του, να μπορεί να χειρίζεται στο λόγο του τις έννοιες αυ- «:ές και να απαντήσει στις σχετικές ερωτήσεις που διατυπώνονται στο τέλος. 31

3.2.4. Τζων Κέυνς: Η πολιτική του κράτους στη μεγάλη κρίση (7) Πρώτον, χρειάζεται να δοθεί έμφαση στο ιστορικό πλαίσιο στο οποίο τοποθετείται η θεωρία του Τ. Κέυνς. Δεύτερον, ο μαθητής θα πρέπει να κατανοήσει τη διακριτότητα της τοποθέτησης του Κέυνς ως προς τις προηγούμενες θεωρίες πάνα) στο πρόβλημα της απασχόλησης, το ρόλο του κράτους, τον τύπο της ιδιοκτησίας, το ρόλο των επενδύσεων. Πάνω σε αυτά τα προβλήματα μπορεί ο μαθητής να διαβάσει τα αποσπάσματα που έχουν παρατεθεί στο βιβλίο και στο τετράδιο του. Βιβλιογραφία Βλέπε, ενδεικτικά, Μ. Ψαλιδόπουλος, Κεννσιανή Θεωρία και Ελληνική Οικονομική Πολιτική, εκδ. Κριτική, Αθήνα 1990. 3.3. Κοινωνιολογία/3.3.1. Η γένεση της Κοινωνιολογίας (8) Τονίζονται οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες μέσα από τις οποίες προκύπτει η Κοινωνιολογία, στις οποίες έχει ήδη γίνει αναφορά στο προηγούμενο κεφάλαιο (2.2.4.). Έμφαση δίνεται στο ρόλο της μεθόδου για την εμφάνιση της ως ξεχωριστού επιστημονικού κλάδου. Στο βιβλίο και σε αυτή την ενότητα έχουμε αναφέρει ένα παράδειγμα, με το οποίο επιδιώκουμε να δείξουμε ότι η επιστήμη αυτή ασχολείται βέβαια με προβλήματα που απασχολούν τον καθένα μας, αλλά εισάγει ένα διαφορετικό τρόπο σκέψης, χάρη στις μεθόδους και σας έννοιες που κατασκευάζει. (Όπως έγινε αντιληπτό, το παράδειγμά μας -στο 3.1.3,- έλκεται α- πό τους Μοιραίους, του Κ. Βάρναλη, το οποίο μπορεί και να αναφερθεί στην τάξη) Ενδεικτικά, για μια εισαγωγή στην Κοινωνιολογία, βλ. J. Ritsert, Τρόποι Σκέψης και Βασικές Έννοιες της Κοινωνιολογίας, εκδ. Κριτική, Αθήνα 1991 (ειδικά τον πρόλογο και το πρώτο κεφάλαιο). (3.3.1.) Ο μαθητής μπορεί να διαβάσει στην τάξη τα βιογραφικά στοιχεία του Αύγουστου Κοντ (σε κάθε μάθημα ο μαθητής, πριν εισαχθεί στη θεωρία του διδασκόμενου επιστήμονα, μπορεί να διαβάσει τη βιογραφία που παρατίθεται ε- ντός πλαισίου, χωρίς και να υποχρεώνεται να τη μαθαίνει στις λεπτομέρειες της). Στη συνέχεια, θα γίνει αναφορά στην εποχή που έζησε ο επιστήμονας και στα προβλήματά της. Μπορεί να διαβαστεί το κείμενο (I) το οποίο παρατίθεται στο τετράδιο του μαθητή. Το κείμενο δίνει την ευκαιρία να συζητηθεί η σημασία στη μέθοδο, η οποία όμως ως πρότυπο έχει τις Φυσικές Επιστήμες. Έμφαση δίνεται στους όρους «κοινωνική στατική» και «κοινωνική δυναμική» τους οποίους εισάγει ο Κοντ. Ο καθένας κατανοείται συνδεόμενος με το ανάλογο 32

ερώτημα στο οποίο απαντά, όπως αναφέρουμε στην ενότητα αυτή. Με άλλα λόγια, οι όροι, οι οποίοι αποτελούν ειδικά εργαλεία για την επιστήμη, κατασκευάζονται στο πλαίσιο διερεύνησης ειδικών προβλημάτων. Μπορεί να παρατηρηθεί ότι και οι όροι αυτοί (κοινωνική στατική, κοινωνική δυναμική), όπως και ο όρος «κοινωνική Φυσική», είναι επηρεασμένοι από τις Φυσικές Επιστήμες. Σχετικά με το νόμο των τριών σταδίων, υπογραμμίζουμε αρχικά τον όρο «νόμος», πριν περάσουμε σιην ανάλυσή του. Για να γίνουν κατανοητά τα στάδια, μπορούν να συνδεθούν πιο συγκεκριμένα με ιστορικές περιόδους αλ\ά και με τρόπους αντίληψης. 3.3.2. Ο Καρλ Μαρξ και η διαλεκτική των κοινωνικών σχέσεων (9) Μπορούμε να τονίσουμε ότι ο Μαρξ δεν ήταν απλός παρατηρητής των κοινωνικών φαινομένων, όπως θα υπαγόρευε μια θετικιστική προσέγγιση τους στην προέκταση της προσέγγισης του Κοντ, αλλά εισήγαγε αξιολογικά κριτήρια στη μελέτη των κοινωνικών φαινομένων. Επίσης, χρειάζεται να αναφερθεί ότι η θεωρία του Μαρξ, παρόλο που εξετάζεται τμηματικά και ξεχα)ριστά κάτω από τρεις διαφορετικές Κοινωνικές Επιστήμες, την Πολιτική, την Πολιτική Οικονομία και την Κοινωνιολογία, υφίσταται ως ενιαίο σύστημα σκέψης και δεν υπάγεται σε μία αποκλειστικά Κοινωνική Επιστήμη. Βιβλιογραφία Η βιβλιογραφία για τον Μαρξ είναι εκτεταμένη. Ενδεικτικά αναφέρουμε: Η. Lefebvre, Κοινωνιολογία τον Μαρξ, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1985. Ch. de Montlibert, Εισαγωγή στ ψ Κοινωνιολογική Συλλογιστική, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1998 (βλ. σο. 129 κ.ε.). Isaiah Berlin, Καρλ Μαρξ. Η Ζωή και η Εποχή του, εκδ. Scripta, Αθήνα 1998. 3.3.3. Ο Εμίλ Ντυρκέμ και η Κοινωνιολογία ως μελέτη των κοινωνικών γεγονότων (10) Ο μαθητής θα πρέπει να κατανοήσει τη διαφορετική σκοπιά από την οποία εξετάζει ο Ντυρκέμ την κοινωνία σε σχέση με τον Μαρξ, αλλά και τη μεθοδολογική πρόοδο που σημειώνεται με τη θεωρία του σε σχέση με τον Κονι. Βασική έμφαση δίνεται στον όρο «κοινωνικά γεγονότα» (πάνω σε αυτό δίνεται και σχετικό κείμενο στο τετράδιο του μαθητή), που αποτελεί προϋπόθεση για την κατανόηση της μεθόδου του Ντυρκέμ. Ο μαθητής θα πρέπει να είναι σε θέση να χειρίζεται τους βασικούς όρους που παραθέτουμε, ίσως με μικρότερη έμφαση στην αυτοκτονία (αν και μπορεί να συζητηθεί για λίγα λεπτά το φαινόμενο της χρήσης ναρκωτικών ουσιών και να υπαχθεί στην τυπολογία την οποία εισάγει ο Ντυρκέμ για τη μελέτη του φαινομένου). 33