Βλαχολιά Μαρία 1, Βοσνιάδου Στέλλα 2, Σάλτα Κατερίνα 3, Ρούσσος Πέτρος 4, Καζή Σμαράγδα 5, Σιγάλας Μιχάλης 6 και Τζουγκράκη Χρύσα 7

Σχετικά έγγραφα
Ο ρόλος των αναπαραστάσεων στην επίλυση προβλήματος

Διερεύνηση των δεξιοτήτων και της διαφοροποίησής τους κατά την επίλυση προβλημάτων στοιχειομετρίας από μαθητές, φοιτητές και εκπαιδευτικούς

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Ανάλυση των δραστηριοτήτων κατά γνωστική απαίτηση

Διερεύνηση κινήτρων μάθησης Χημείας και Φυσικής μεταξύ φοιτητών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης

περιλαμβάνει αντιδιαισθητικές έννοιες

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Διδακτική της Πληροφορικής

Διερευνητική μάθηση We are researchers, let us do research! (Elbers and Streefland, 2000)

Ενότητα 1: Παρουσίαση μαθήματος. Διδάσκων: Βασίλης Κόμης, Καθηγητής

2o Πανελλήνιο Εκπαιδευτικό Συνέδριο Ημαθίας

5.4. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΜΕ ΡΗΤΟΥΣ ΑΡΙΘΜΟΥΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Κοινωνικογνωστικές θεωρίες μάθησης. Διδάσκουσα Φ. Αντωνίου

Εξελικτική Ψυχολογία: Κοινωνικο-γνωστική ανάπτυξη

Εργάστηκαν οι: Δαρειώτη Φωτεινή, Κανέλλη Ζωή-Ειρήνη, Έλενα Τσιάρλεστον,

Τo πρόγραμμα «Διάγραμμα Ροής» και η διδακτική του αξιοποίηση στην Διδασκαλία του προγραμματισμού

6.5. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΣΤΟΥΣ ΚΑΤ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Σχεδιάζοντας τη διδασκαλία των Μαθηματικών: Βασικές αρχές

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΜΑΘΗΣΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΚΑΙ ΣΧΕΣΗ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ

Διδακτικές μεθοδολογίες σε σύγχρονα τεχνολογικά περιβάλλοντα

International Conference Quality and Equity in Education: Theories, Applications and Potentials

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΗΓΕΤΙΚΟΥ ΣΤΥΛ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ ΣΤΙΣ ΕΠΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ Δρ. Ζαφειριάδης Κυριάκος Οι ικανοί αναγνώστες χρησιμοποιούν πολλές στρατηγικές (συνδυάζουν την

Εποικοδομητική διδασκαλία μέσω γνωστικής σύγκρουσης. Εννοιολογική αλλαγή

Διδακτική Προγραμματισμού. Χαρίκλεια Τσαλαπάτα 20/2/2012

ΈΝΤΥΠΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ 1

þÿ ¼ ¼± Ä Â ÆÅùº  ÃÄ ½

Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

5 Ψυχολόγοι Προτείνουν Τις 5 Πιο Αποτελεσματικές Τεχνικές Μάθησης

BELIEFS ABOUT THE NATURE OF MATHEMATICS, MATHEMATICS TEACHING AND LEARNING AMONG TRAINEE TEACHERS

Αποτελέσματα Έργου EUfolio

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ

Αναλυτικό Πρόγραμμα Μαθηματικών

Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 8: Επίλυση προβλήματος

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ

Διδακτική της Πληροφορικής

Διδάσκοντας Φυσικές Επιστήμες

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

Εισαγωγή στην έννοια του Αλγορίθμου

Η ΧΡΗΣΗ «ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ» ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΩΝ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΑΠΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ ΠΕ04 ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Εξ αποστάσεως υποστήριξη του έργου των Εκπαιδευτικών μέσω των δικτύων και εργαλείων της Πληροφορικής

Εννοιολογική χαρτογράφηση: Διδακτική αξιοποίηση- Αποτελέσματα για το μαθητή

Διδακτικές προσεγγίσεις στην Πληροφορική. Η εποικοδομιστική προσέγγιση για τη γνώση. ως ενεργητική και όχι παθητική διαδικασία

Απόστολος Μιχαλούδης

Ποιοτική μεθοδολογία έρευνας στη Διδακτική των Μαθηματικών Ενότητα 1: Η έρευνα στη Διδακτική των Μαθηματικών

Μαθηματικά και Πληροφορική. Διδακτική Αξιοποίηση του Διαδικτύου για τη Μελέτη και την Αυτο-αξιολόγηση των Μαθητών.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

þÿ ÀÌ Ä º± µä À ¹ ¼ ½

Διδακτικές Τεχνικές (Στρατηγικές)

Προτιμήσεις εκπαιδευτικών στην επίλυση προβλημάτων με συμμετρία. Στόχος έρευνας

ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΣΤΟ ΝΕΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΤΟ ΝΕΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ

Ιδέες των μαθητών. Παρανοήσεις. Παραλληλισμοί με την ιστορία της Επιστήμης.


Αξιολόγηση του Προγράμματος Εισαγωγικής Επιμόρφωσης Μεντόρων - Νεοεισερχομένων

O μετασχηματισμός μιας «διαθεματικής» δραστηριότητας σε μαθηματική. Δέσποινα Πόταρη Πανεπιστήμιο Πατρών

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΣΕ Π ΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΤΙΚΟ Π ΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

"Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΡΟΜΠΟΤΙΚΗ ΣΑΝ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΣΕ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΤΟΥ Π.Τ.Δ.Ε ΣΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ".

Η διάρκεια πραγματοποίησης της ανοιχτής εκπαιδευτικής πρακτικής ήταν 2 διδακτικές ώρες

Το ΔΕΠΠΣ- ΑΠΣ των Φυσικών Επιστημών της Ε και Στ Δημοτικού Τα Νέα Διδακτικά Βιβλία των Φυσικών Επιστημών της Ε και Στ Δημοτικού

Διδάσκοντας Φυσικές Επιστήμες στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο

B Λυκείου Γενικής Παιδείας. Ειδικοί διδακτικοί στόχοι

Έρευνα για τις απόψεις των μαθητών σε σχέση με το μικρόκλιμα μιας περιοχής Ομάδα Μαθητών: Συντονιστής καθηγητής:

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ ΙΔΕΩΝ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΕΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΦΥΣΙΚΗΣ

Εκτίμηση Αξιολόγηση της Μάθησης

Παιδαγωγικές εφαρμογές Η/Υ. Μάθημα 1 ο

Διδακτική των Φυσικών Επιστημών Ενότητα 2: Βασικό Εννοιολογικό Πλαίσιο

Εκπαιδευτική Έρευνα: Μέθοδοι Συλλογής και Ανάλυσης εδομένων Έλεγχοι Υποθέσεων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Από Θεωρίες Μάθησης σε Περιβάλλοντα Μάθησης

ΑΝΑΣΤΟΧΑΣΜΟΣ 1ης ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ

Διδακτική της Πληροφορικής

Προσχολική Παιδαγωγική Ενότητα 8: Σχεδιασμός Ημερησίων Προγραμμάτων

Αξιολόγηση της Πιλοτικής Εφαρμογής της Επαγγελματικής Μάθησης (Mάιος 2016)

Σχέδια Δράσης Πεδία: Τομείς: Δείκτες:

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

Διδακτική της Πληροφορικής

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ. Και οι απαντήσεις τους

Πληροφορική και Τεχνολογίες Πληροφορίας & Επικοινωνιών: Συνύπαρξη και παιδαγωγική πρακτική. Τάσος Μικρόπουλος Ιωάννα Μπέλλου Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

ΕΝΙΑΙΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΑΥΤΟΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

Η Διδακτική της Χημείας και οι αλληλεπιδράσεις με την Ψυχολογία. Άννα Κουκά

ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Κατερίνα Κασιμάτη Επίκ. Καθηγήτρια, Γενικό Τμήμα Παιδαγωγικών Μαθημάτων Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.

Η ανάπτυξη της Εποικοδομητικής Πρότασης για τη διδασκαλία και τη μάθηση του μαθήματος της Χημείας. Άννα Κουκά

ΘΕΜΑ: «Οδηγίες για τον τρόπο αξιολόγησης µαθηµάτων του Γενικού Λυκείου για το σχολικό έτος »

ΕΝΔΕΔΕΙΓΜΕΝΕΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ. ΘΕΜΑ: Οδηγίες για τη διδασκαλία μαθημάτων του Γενικού και του Εσπερινού Γενικού Λυκείου

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Μέρος B: Εισαγωγή στις έννοιες παιδαγωγικής αξιοποίησης των ΤΠΕ με εφαρμογή στη διδακτική της Πληροφορικής Οργάνωση και Σχεδίαση Μαθήματος

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ

ΡΟΜΠΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Εννοιολογική χαρτογράφηση. Τ. Α. Μικρόπουλος

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ Διδακτική της Πληροφορικής

λογισμικό Κidspiration Εννοιολογικοί Χάρτες και οι εφαρμογές τους στη διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας

ΑΝΙΧΝΕΥΤΙΚΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ (ΑΔΜΕ) ΓΙΑ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ. Σ. Παπαϊωάννου, Α. Μουζάκη Γ. Σιδερίδης & Π. Σίμος

þÿÿ ÁÌ» Â Ä Â ³µÃ ±Â ÃÄ ½ ±À

Ερευνητική Εργασία (Project)

Η Διδασκαλία επίλυσης προβλήματος: Καλλιεργήσιμη ή όχι; Μπίσκα Παναγιώτα (Α.Μ. 937) Φακούδης Δημοσθένης (Α.Μ. 956)

Transcript:

Ανάπτυξη εργαλείου διερεύνησης της μετάβασης των μαθητών Λυκείου από τις οπτικές στις αναλυτικές στρατηγικές κατά την επίλυση προβλημάτων μοριακής δομής Βλαχολιά Μαρία 1, Βοσνιάδου Στέλλα 2, Σάλτα Κατερίνα 3, Ρούσσος Πέτρος 4, Καζή Σμαράγδα 5, Σιγάλας Μιχάλης 6 και Τζουγκράκη Χρύσα 7 1 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών,mpvlacholia@chem.uoa.gr 2 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών,svosniad@phs.uoa.gr 3 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών,ksalta@chem.uoa.gr 4 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών,roussosp@psych.uoa.gr 5 Πάντειο Πανεπιστήμιο,smakazi@otenet.gr 6 Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης,sigalas@chem.auth.gr 7 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, tzougraki@chem.uoa.gr Περίληψη Στην παρούσα έρευνα περιγράφεται η ανάπτυξη και εφαρμογή ενός εργαλείου αξιολόγησης της εννοιολογικής αλλαγής των μαθητών αναφορικά με τις γνώσεις τους γύρω από τη μοριακή δομή οργανικών ενώσεων. Η εννοιολογική αλλαγή αφορά στη μετάβαση των μαθητών από τη χρήση οπτικοχωρικής σκέψης στην υιοθέτηση αναλυτικών στρατηγικών. Το εργαλείο που αναπτύχθηκε περιλαμβάνει ερωτήσεις που μπορούν να επιλυθούν με τη χρήση οπτικοχωρικών στρατηγικών και ερωτήσεις που επιλύονται μόνο με τη χρήση αναλυτικών στρατηγικών. Τα αποτελέσματα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι συμμετέχοντες μαθητές δεν έχουν πετύχει τη μετάβαση από την οπτικοχωρική στην αναλυτική σκέψη. Abstract The purpose of the present research was to develop and apply an assessment instrument for investigating conceptual changes in students knowledge about molecular structure. The conceptual change involves a visual-analytic shift that is a change from reliance on visualspatial thinking to the employment of analytic strategies. The developed instrument consists of items that can be solved by visual strategies and items that require the adoption of analytic strategies. The results indicated that students who participated in this research have not achieved the expected visual-analytic shift. Εισαγωγή Πρόσφατα η έρευνα έχει επικεντρωθεί στις στρατηγικές που υιοθετούνται κατά την επίλυση προβλημάτων στη Χημεία. Έχει βρεθεί ότι τόσο οι μαθητές όσο και οι χημικοί χρησιμοποιούν μια ποικιλία στρατηγικών(hegarty, Stieff, &Dixon, 2013). Αυτές είναι: Οι οπτικοχωρικές (spatial-imagistic) που στηρίζονται στην κατασκευή μιας εσωτερικής οπτικοχωρικής αναπαράστασης ενός μορίου ή μίας κατάστασης που δίνεται στο πρόβλημα και εμπεριέχουν νοητικές διεργασίες από τις οποίες απορρέει η λύση του προβλήματος. 155

Οι διαγραμματικές (spatial-diagrammatic) που στηρίζονται σε εξωτερικές οπτικοχωρικές αναπαραστάσεις και διαδικασίες και εμπεριέχουν τροποποίηση υπαρχόντων διαγραμμάτων ή εκ νέου αναπαράσταση του προβλήματος με μία διαφορετική μορφή διαγράμματος. Οι αναλυτικές (spatial-analytic) που εμπεριέχουν κανόνες και ευρετικούς συλλογισμούς οι οποίοι εφαρμόζονται σε χωρικές πληροφορίες που προκύπτουν από ένα διάγραμμα ή από την εκφώνηση ενός προβλήματος. Οι αλγοριθμικές (algorithmic) που εμπεριέχουν κανόνες και ευρετικούς συλλογισμούς οι οποίοι εφαρμόζονται σε μη χωρικές πληροφορίες που προκύπτουν από ένα διάγραμμα ή από την εκφώνηση ενός προβλήματος. Η έρευνα σχετικά με τις στρατηγικές που ακολουθούνται για την επίλυση προβλημάτων μοριακής δομής οργανικών ενώσεων είναι εκτεταμένη. Ο Stieff (2007) έδειξε ότι φοιτητές ακολούθησαν την οπτικοχωρική στρατηγική της νοητής περιστροφής προκειμένου να επιλύσουν προβλήματα στερεοχημείας, ακόμα και αφού είχαν διδαχθεί την αντίστοιχη αναλυτική στρατηγική. Αντίθετα, η αναλυτική στρατηγική εφαρμόστηκε από έμπειρους λύτες που είχαν διδάξει τη στρατηγική αυτή. Στην ίδια έρευνα, οι συγκεκριμένοι φοιτητές υιοθέτησαν την αναλυτική στρατηγική μετά από απευθείας διδασκαλία της στρατηγικής αυτής. Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής είναι σε συμφωνία με αυτά μιας μεταγενέστερης έρευνας (Hegarty, Stieff, &Dixon, 2013) που υποδεικνύουν ότι οι οπτικοχωρικές στρατηγικές συνδέονται με την απειρία, ενώ καθώς οι λύτες αποκτούν όλο και περισσότερη εμπειρία σε ένα αντικείμενο υιοθετούν αναλυτικές στρατηγικές. Σύμφωνα με τους Stieff και Raje (2008), οι έμπειροι λύτες χρησιμοποιούν ένα εύρος οπτικοχωρικών και αναλυτικών στρατηγικών με προτίμηση στις αναλυτικές στρατηγικές. Σε μια πιο εκτεταμένη έρευνα τους για τους έμπειρους λύτες, οι Stieff και Raje (2010) έδειξαν ότι οι χρησιμοποιούμενες στρατηγικές ποικίλλουν ανάλογα με τους λύτες και τα προβλήματα. Γενικά, οι έμπειροι λύτες χρησιμοποιούν αλγορίθμους για να επιλύσουν την πλειονότητα των χωρικών προβλημάτων, ενώ υιοθετούν οπτικοχωρικές στρατηγικές κατά την επίλυση μίας κατηγορίας προβλημάτων που απαιτούν μετάφραση μεταξύ των αναπαραστάσεων. Τα παραπάνω ερευνητικά αποτελέσματα είναι σε συμφωνία με την άποψη μας ότι η απόκτηση εμπειρίας απαιτεί σημαντικές εννοιολογικές αλλαγές, που περιλαμβάνουν και μια αλλαγή από τη χρήση της οπτικοχωρικής σκέψης στην υιοθέτηση αναλυτικών στρατηγικών. Σύμφωνα με τη θεωρία πλαίσιο (framework theory) (Vosniadou & Skopeliti, 2013), η μάθηση στις Φυσικών Επιστημών απαιτεί θεμελιώδεις εννοιολογικές αλλαγές στις οντολογικές και επιστημολογικές δεσμεύσεις των μαθητών, καθώς και στις αναπαραστάσεις τους. Αυτές οι εννοιολογικές αλλαγές επιτυγχάνονται μέσα σε μεγάλο χρονικό διάστημα και, κατά την προσπάθεια του μαθητή να αφομοιώσει την επιστημονική πληροφορία μέσα στην προϋπάρχουσα αλλά ασύμβατη και απλοϊκή γνώση, δημιουργούν κατακερματισμένες αντιλήψεις που χαρακτηρίζονται από εσωτερική ασυνέπεια και συνθετικές αντιλήψεις που χαρακτηρίζονται από εσωτερική συνέπεια και στοιχειώδη επάρκεια στην επεξήγηση ενός φαινομένου. Πρόσφατα εργαλεία αξιολόγησης, από τις έρευνες που αναφέρθηκαν παραπάνω, χρησιμοποιούν μια ποικιλία ερωτημάτων τα οποία επιτρέπουν την εξαγωγή συμπερασμάτων για τα είδη των στρατηγικών που χρησιμοποιούν οι λύτες κατά την επίλυση προβλημάτων Οργανικής Χημείας. Παρόλα αυτά, δεν επιτυγχάνουν να ανιχνεύσουν τη μετάβαση των λυτών από τη χρήση οπτικών στρατηγικών στη χρήση αναλυτικών στρατηγικών για την επίλυση προβλημάτων Χημείας. Στην παρούσα εργασία παρουσιάζουμε την ανάπτυξη και τα αποτελέσματα από την εφαρμογή ενός εργαλείου, κατάλληλου για τη διερεύνηση της μετάβασης αυτής κατά την επίλυση προβλημάτων μοριακής δομής οργανικών ενώσεων. 156

Μεθοδολογία της έρευνας Συμμετέχοντες Στην παρούσα έρευνα συμμετείχαν 134 μαθητές της Β τάξης Γενικής Παιδείας Ημερήσιων Γενικών Λυκείων (ΓΕΛ) της χώρας μας (ηλικίας 16-17 ετών), οι οποίοι βρίσκονταν στον πέμπτο μήνα διδασκαλίας στην Οργανική Χημεία και είχαν διδαχθεί Χημεία επί τέσσερα σχολικά έτη. Οι μαθητές προέρχονταν από αστικό σχολείο και από οικογένειες μέσου κοινωνικοοικονομικού επιπέδου. Υλικό Το εργαλείο αξιολόγησης που παρουσιάζουμε αποτελείται από 40 ερωτήματα, παραδείγματα των οποίων δίνονται στον πίνακα 1. Σε 20 από τα ερωτήματα αυτά δίνονται δύο συντακτικοί τύποι και ζητείται αν είναι όμοιοι ή όχι (ερωτήματα ομοιότητας). Στα υπόλοιπα 20 ερωτήματα δίνονται δύο ενώσεις και ζητείται αν η σχέση μεταξύ αυτών των δύο ενώσεων είναι ανάλογη με τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα σε δύο άλλες ενώσεις που δίνονται (ερωτήματα αναλογίας). Μία άλλη ταξινόμηση των 40 ερωτημάτων είναι σε δύο ομάδες: Στην πρώτη ομάδα (Ι), τα ερωτήματα μπορούν να επιλυθούν σωστά με τη χρήση οπτικών στρατηγικών ή με τη χρήση αναλυτικών στρατηγικών και γνώσεων χημείας. Τα 20 αυτά ερωτήματα (10 ερωτήματα ομοιότητας και10 ερωτήματα αναλογίας), που χαρακτηρίζονται ως «Συνεπή», καθώς είναι συνεπή με την υιοθέτηση είτε οπτικών είτε αναλυτικών στρατηγικών, δηλαδή, στρατηγικών που απαιτούν γνώσεις Χημείας, ανήκουν σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες: (α) Στην κατηγορία «Φαινομενικότητα + / Πραγματικότητα +», όπου τα δύο μόρια που δίνονται φαίνεται να είναι και είναι όντως όμοια ή ανάλογα και (β) Στην κατηγορία «Φαινομενικότητα - / Πραγματικότητα -», όπου τα δύο μόρια ούτε φαίνεται να είναι και ούτε είναι όμοια ή ανάλογα. Τα υπόλοιπα 20 ερωτήματα (10 ερωτήματα ομοιότητας και10 ερωτήματα αναλογίας) της δεύτερης ομάδας (ΙΙ) αναφέρονται ως «Ασυνεπή», καθώς είναι ασυνεπή με τη χρήση των οπτικών στρατηγικών. Για τη σωστή επίλυσή τους απαιτείται χημική γνώση και υιοθέτηση αναλυτικών στρατηγικών. Τα ερωτήματα αυτά ανήκουν σε μία από τις παρακάτω κατηγορίες: (γ) Στην κατηγορία «Φαινομενικότητα + /Πραγματικότητα -», όπου τα δύο μόρια που δίνονται, ενώ φαίνονται να είναι όμοια ή ανάλογα, δεν είναι και (δ) Στην κατηγορία «Φαινομενικότητα - / Πραγματικότητα +», όπου τα δύο μόρια, ενώ δεν φαίνεται να είναι όμοια ή ανάλογα, εν τούτοις είναι. Διαδικασία Αρχικά, το εργαλείο αξιολόγησης δόθηκε πιλοτικά σε δύο ομάδες, κατά το σχολικό έτος διεξαγωγής της έρευνας. Την πρώτη ομάδα αποτελούσαν έξι χημικοί εκπαιδευτικοί που δίδασκαν το μάθημα της Χημείας Γενικής Παιδείας σε μαθητές της Β τάξης ΓΕΛ. Τη δεύτερη ομάδα αποτελούσαν34 μαθητές της Β τάξης Γενικής Παιδείας ΓΕΛ της Επικράτειας. Οι μαθητές αυτοί βρίσκονταν στον πέμπτο μήνα διδασκαλίας στην Οργανική Χημεία και είχαν διδαχθεί Χημεία επί τέσσερα σχολικά έτη. Οι συμμετέχοντες στην πιλοτική έρευνα απάντησαν γραπτώς στα ερωτήματα του εργαλείου, ενώ παράλληλα έδιναν συνέντευξη προκειμένου να ελεγχθεί ο βαθμός δυσκολίας των ερωτημάτων, η καταλληλότητά τους ως προς τον σχεδιασμό και οι πιθανές παρανοήσεις εξαιτίας των εκφωνήσεων. Βάσει των αποτελεσμάτων της πιλοτικής έρευνας, τα αρχικά ερωτήματα αναθεωρήθηκαν, οπότε προέκυψαν τα τελικά ερωτήματα του εργαλείου αξιολόγησης. Στη συνέχεια ζητήθηκε από τους 134 μαθητές που συμμετείχαν στη έρευνα, να απαντήσουν γραπτώς στα 40 ερωτήματα τύπου σωστού-λάθους, κατά τη διάρκεια μιας διδακτικής ώρας. 157

Πίνακας 1:Παραδείγματα ερωτημάτων από το εργαλείο αξιολόγησης Ομάδα ερωτήματος Ερωτήματα ομοιότητας Παραδείγματα ερωτημάτων Ερωτήματα αναλογίας (α) Φαινομενικότητα + / Πραγματικότητα + Ομάδα Ι Συνεπή: Η φαινομενικότητα συμφωνεί με την πραγματικότητα (β) Φαινομενικότητα - / Πραγματικότητα - 158

(γ) Φαινομενικότητα + / Πραγματικότητα - Ομάδα ΙΙ Ασυνεπή: Η φαινομενικότητα είναι αντίθετη με την πραγματικότητα (δ) Φαινομενικότητα - / Πραγματικότητα + 159

Αποτελέσματα και συζήτηση Προκειμένου να διερευνηθεί η μετάβαση των μαθητών από τη χρήση οπτικών στη χρήση αναλυτικών στρατηγικών, υπολογίστηκαν οι επιδόσεις σε δύο σύνθετες κλίμακες ερωτημάτων. Η πρώτη κατηγορία αφορά στα «Συνεπή» ερωτήματα, ενώ η δεύτερη στα «Ασυνεπή» ερωτήματα. Στον πίνακα 2 δίνεται μια περίληψη των επιδόσεων των μαθητών (περιγραφικά στατιστικά και στατιστικά εσωτερικής συνέπειας). Κλίμακα Ερωτήματα Ελάχιστο Μέγιστο Πίνακας2. Επίδοση των μαθητών (N=120) Μέσος όρος Τυπική απόκλιση Τυπικό σφάλμα Δείκτης αξιοπιστίας Cronbach s Alpha Συνεπή 20 6,00 20,00 14,20 3,67 0,33 0,74 Ασυνεπή 20 0,00 17,00 8,27 3,44 0,31 0,64 Για να συγκριθεί η επίδοση των μαθητών στις δύο ομάδες ερωτημάτων (συνεπή - ασυνεπή) εφαρμόστηκε το στατιστικό κριτήριο t για εξαρτημένα δείγματα. Το αποτέλεσμά του [t(119)=13,03, p<0,001] δείχνει την ύπαρξη στατιστικώς σημαντικής διαφοράς μεταξύ των επιδόσεων των μαθητών στις δύο κλίμακες. Συγκεκριμένα, η επίδοση των μαθητών ήταν υψηλότερη στα ερωτήματα που μπορούν να επιλυθούν με τη χρήση οπτικών ή αναλυτικών στρατηγικών (συνεπή ερωτήματα), σε σύγκριση με την επίδοση στα ερωτήματα των οποίων η λύση είναι αντίθετη με την οπτική πληροφορία και τα οποία απαιτούν από το λύτη να χρησιμοποιήσει αναλυτικές στρατηγικές και γνώσεις χημείας (ασυνεπή ερωτήματα). Οι μαθητές φαίνεται να επιλύουν με ευκολία (σε ποσοστά από 53% έως 87%) τα «συνεπή» ερωτήματα, τα οποία δεν απαιτούν για την επίλυσή τους γνώσεις Χημείας, αλλά μπορούν να επιλυθούν με οπτικοχωρικές στρατηγικές. Για παράδειγμα, και αναφορικά με κάποια από τα ερωτήματα του πίνακα 1, το ερώτημα της αναλογίας (α), το οποίο απαντάται σωστά από το σύνολο των λυτών (σε ποσοστό 87%), μπορεί να επιλυθεί οπτικά με απλή παρατήρηση της σχέσης του μορίου Α με το μόριο Β και μεταφορά της σχέσης αυτής μεταξύ των μορίων Γ και Δ. Οπτικά μπορεί να επιλυθεί και το ερώτημα της ομοιότητας (β), που απαντήθηκε σωστά από το 66% των λυτών, αφού, όπως και να προσανατολίσει ο λύτης το ένα μόριο, αυτό δεν μπορεί να συμπίπτει με το άλλο μόριο. Φαίνεται να υπάρχει μια μικρή διαφορά στις απαντήσεις των μαθητών στα ερωτήματα της ομάδας (α) και (β) που πιθανώς εξαρτάται από το είδος της ερώτησης και το είδος της οπτικοχωρικής στρατηγικής που απαιτεί η απάντηση της ερώτησης. Αντίθετα, τα «ασυνεπή» ερωτήματα έχουν χαμηλά ποσοστά σωστών απαντήσεων (από 13% έως 68%). Και αυτό γιατί προκειμένου να επιλυθούν, απαιτούν από τους μαθητές γνώσεις Χημείας, δηλαδή αναλυτικές στρατηγικές, καθώς η εφαρμογή κάποιας οπτικής στρατηγικής τους οδηγεί σε λανθασμένη επίλυση του προβλήματος. Το ερώτημα της ομοιότητας (γ) απαντήθηκε σωστά από λίγους λύτες (24%). Για την επίλυσή του απαιτείται η ανάπτυξη του συντακτικού τύπου της ομάδας του εστέρα σε κάθε ένα από τα δύο μόρια και στη συνέχεια σύγκριση των προκυπτόντων ανεπτυγμένων μορίων. Για την επίλυση του ερωτήματος της αναλογίας (δ), που επιλύθηκε από το 49% των μαθητών, απαιτείται η γνώση αναδιάταξης της αλυσίδας του μορίου Δ σε ευθεία αλυσίδα και εν συνεχεία η επίλυση του προβλήματος μπορεί να γίνει και με τη χρήση οπτικοχωρικής στρατηγικής (π.χ. απλή παρατήρηση της σχέσης του μορίου Α με το μόριο Β και μεταφορά της σχέσης αυτής μεταξύ των μορίων Γ και Δ). Σε περίπτωση που ο λύτης χρησιμοποιήσει απευθείας οπτική στρατηγική με απλή παρατήρηση θα καταλήξει στο ότι η σχέση μεταξύ των μορίων Α και Β δεν είναι ίδια με τη σχέση που έχουν τα μόρια Γ και Δ. Από τα παραπάνω αποτελέσματα φαίνεται ότι σε αυτή τη βαθμίδα εκπαίδευσης δεν έχει επιτευχθεί η μετάβαση των λυτών από τη χρήση οπτικών στρατηγικών στη χρήση 160

αναλυτικών στρατηγικών για την επίλυση προβλημάτων Χημείας. Τα αποτελέσματα αυτά είναι συνεπή με αυτά της βιβλιογραφίας, σύμφωνα με τα οποία οι άπειροι λύτες, που είναι οι μαθητές στην παρούσα έρευνα, χρησιμοποιούν κατά την επίλυση προβλημάτων οπτικοχωρικές και όχι αναλυτικές στρατηγικές. Αντίθετα, οι έμπειροι λύτες είναι αυτοί που υιοθετούν αναλυτικές στρατηγικές, χρησιμοποιούν, δηλαδή, γνώσεις Χημείας για την επίλυση προβλημάτων (Stieff, 2007; Hegarty, Stieff, & Dixon, 2013). Αυτή η διαφοροποίηση στη συμπεριφορά των λυτών μπορεί να εξηγηθεί με βάση τη θεωρία της εννοιολογικής αλλαγής (framework theory), η οποία αναπτύχθηκε παραπάνω (Vosniadou & Skopeliti, 2013). Η περαιτέρω ανάλυση των αποτελεσμάτων της εφαρμογής του εργαλείου που παρουσιάστηκε ξεφεύγει από τους στόχους της παρούσας εργασίας. Συμπεράσματα Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι το εργαλείο που αναπτύχθηκε είναι κατάλληλο για να διερευνήσει τη μετάβαση από τη χρήση οπτικών στη χρήση αναλυτικών στρατηγικών και συνεπώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διερεύνηση εννοιολογικών αλλαγών στο πεδίο της μοριακής δομής οργανικών ενώσεων. Συγκεκριμένα, η εφαρμογή του εργαλείου έδειξε ότι η εκπαιδευτική διαδικασία δεν έχει επιδράσει στη μετάβαση των μαθητών που συμμετείχαν στη έρευνα από την οπτική στην αναλυτική σκέψη. Τα ερευνητικά βιβλιογραφικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι οι πιο επιτυχημένοι λύτες προβλημάτων Οργανικής Χημείας ήταν οι μαθητές που με τη διδασκαλία έμαθαν να χρησιμοποιούν μεγάλο εύρος στρατηγικών και υιοθέτησαν περισσότερες διαγραμματικές, αναλυτικές και αλγοριθμικές στρατηγικές. Επιπλέον, η επιτυχής επίλυση προβλημάτων συνδέεται με την ενσωμάτωση στρατηγικών που χρησιμοποιούν κανόνες και ευρετικούς συλλογισμούς στα απλοϊκά μηχανιστικά μοντέλα των λυτών. (Hegarty, Stieff, &Dixon, 2013). Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι το γεγονός πως η εκπαιδευτική διαδικασία δεν έχει επιδράσει στη μετάβαση των μαθητών από την οπτική στην αναλυτική σκέψη ίσως να οφείλεται στο ότι κατά την εκπαιδευτική διαδικασία οι μαθητές δεν διδάσκονται εντατικά και συστηματικά την αναλυτική σκέψη, καθώς μόνο τότε αναπτύσσουν αναλυτικές στρατηγικές κατά την επίλυση ενός προβλήματος (Stieff, 2007). Πιο συγκεκριμένα, κατά τη διδακτική πρακτική, τη διδασκαλία, την εξάσκηση, την εξέταση, την ανατροφοδότηση, θα πρέπει να επιλύονται προβλήματα με μια ποικιλία στρατηγικών και να αναδεικνύονται οι αδυναμίες της χρήσης μιας στρατηγικής, οι οποίες, όμως, μπορούν να αναιρεθούν από τη χρήση μιας άλλης στρατηγικής. Για παράδειγμα, όπως αναλύθηκε παραπάνω, στην περίπτωση του ερωτήματος της αναλογίας (δ) στην ομάδα των ασυνεπών ερωτημάτων του πίνακα 1, η χρήση μιας οπτικής στρατηγικής οδηγεί σε λανθασμένη επίλυση του προβλήματος, ενώ η αναλυτική στρατηγική διασφαλίζει τη σωστή επίλυση. Επιπλέον, πολλές φορές, η χρήση μιας οπτικής στρατηγικής είναι κοπιώδης και χρονοβόρα διαδικασία. Με την απόκτηση της γνώσης οι μαθητές μαθαίνουν να χρησιμοποιούν κανόνες και ευρετικούς συλλογισμούς, δηλαδή αναλυτικές στρατηγικές, που τους διευκολύνουν, αλλά και επιταχύνουν την επίλυση ενός προβλήματος. Εκτός από τη διδακτική πράξη στην ίδια κατεύθυνση θα μπορούσαν να κινηθούν και τα εκπαιδευτικά εγχειρίδια και γενικότερα το εκπαιδευτικό υλικό, ώστε να καλλιεργούνται στους μαθητές πολλαπλές στρατηγικές που να τους διασφαλίζουν σωστή επίλυση στα προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν. Η ερευνά μας κατευθύνεται στην ισχυροποίηση της εγκυρότητας του εργαλείου μέσω της σύγκρισης με άλλα εργαλεία αξιολόγησης στη Χημεία και με λύτες διαφορετικών επιπέδων εμπειρίας. 161

H παρούσα έρευνα έχει συγχρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο - ΕΚΤ) και από εθνικούς πόρους μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση» του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) Ερευνητικό Χρηματοδοτούμενο Έργο: ΘΑΛΗΣ. Επένδυση στην κοινωνία της γνώσης μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου. Βιβλιογραφία Hegarty, M., Stieff, M. & Dixon, B. L. (2013). Cognitive change in mental models with experience in the domain of organic chemistry. Journal of Cognitive Psychology, 25 (2), 220-228. Stieff, M. (2007). Mental rotation and diagrammatic reasoning in science. Learning and Instruction, 17, 219-234. Stieff, M.& Raje, S. (2008). Expertise & Spatial Reasoning in Advanced Scientific Problem Solving. Proceedings of the 8th international conference on International conference for the learning sciences, 2, 366-373. Stieff, M.& Raje, S. (2010). Expert algorithmic and imagistic problem solving strategies in advanced chemistry. Spatial Cognition and Computation, 10, 53-81. Vosniadou, S.& Skopeliti, I. (2013). Conceptual Change from the Framework Theory Side of the Fence.Science & Education, Published online 11 August 2013, doi.10.1007/s11191-013- 9640-3. 162