ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Σχετικά έγγραφα
-Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς επί των προϋποθέσεων της προσωρινής κρατήσεως

της δίωξης ή στην αθώωση.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 4322/2015

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜ ΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΣΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 8: Η θέση του ανηλίκου ως κατηγορουμένου

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΛΑΔΟΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

«Σύγχρονα ζητήματα προσωρινής κράτησης»

ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ Ε.Α.Ν.Δ.Α. ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΑΣΚΟΥΜΕΝΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ. Εισηγητές

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 4: Βασικές Αρχές της απονομής δικαιοσύνης σε ανηλίκους

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ»

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Τελευταίως παρατηρείται έξαρση του φαινομένου επιθέσεων, βιαιοπραγιών και διενέργειας ελέγχων σε αλλοδαπούς μετανάστες, σε σχέση με τη νομιμότητα της

δικαίου προς τις διατάξεις του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου που κυρώθηκε με τον ν. 3003/2002 (ΦΕΚ Α 75)»

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡ. 1 /2005

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Μαρία Καρ. Μάρκου, Δικηγόρος ΔΕΙΓΜΑ ΕΡΩΤΗΣΕΕΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Ο Νόμος 1608/1950 περί καταχραστών δημοσίου χρήματος

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Σχέδιο νόμου για τα μέσα ηλεκτρονικής επιτήρησης υποδίκων, καταδίκων και εν αδεία κρατουμένων. Άρθρο 1 Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα

«Ειδικά θέματα υπαλληλικού και πειθαρχικού δικαίου - Σχέση με ποινική δίκη» Σύντομη επισκόπηση της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας

Πίνακας νομοθετικών μεταβολών*

Σύνοψη περιεχομένων. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο δικαστικός έλεγχος της διοικήσεως και η έννομη προστασία του ιδιώτη

ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΣΥΜΦΟΡΗΣΗ ΤΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ Α. ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 7: Ιδιαιτερότητες της ποινικής διαδικασίας ανηλίκων

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ - ΠΡΟΣΘΗΚΗ. Στο σ/ν «Μεταρρυθµίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστηµάτων κράτησης Γ τύπου και άλλες διατάξεις»

«Σύσταση αρχής καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από ε- από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας,

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4592, (I)/2017 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

ΠΡΟΣ ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Ποινική ικονομία II. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4433, (Ι)/2014

ΤΜΗΜΑ Α ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΠΟΡΙΣΜΑ. ΘΕΜΑ: ιακοπή κρατήσεων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) στους συνταξιούχους του ηµοσίου

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΠΑΙΓΝΙΩΝ».

24η ιδακτική Ενότητα ΠΟΙΝΙΚΟ ΙΚΑΙΟ- ΕΓΚΛΗΜΑ. Παρατηρήσεις - Σχόλια - Επεξηγήσεις

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Πρόταση νόμου: «Δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ. Άρθρο 1. (άρθρο 1 της Οδηγίας) Αντικείμενο της ρύθμισης. Άρθρο 2. (άρθρο 2 της Οδηγίας) Ορισμοί

9664/19 ΘΚ/μκρ 1 JAI.2

ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ» Άρθρο 1

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Φορολογικό Δίκαιο. Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα. Α. Τσουρουφλής

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010

Η ποινική αξιολόγηση της ψυχοδιαγνωστικής εξέτασης του ανηλίκου θύματος στα εγκλήματα κατά της γενετήσιας αξιοπρέπειας (αρ. 226 Α Κ.Π.Δ.

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το Άρθρο 5 του περί Δικηγόρων Νόμου)

ΕΝΩΠΙOΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΥΠΟΜΝΗΜΑ. Του Νικολάου ΜΑΝΙΑΔΑΚΗ του Γεωργίου, κάτοικου Διονύσου Αττικής οδός Ξάνθου αριθμ.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Ποινική ικονομία I. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Εισαγωγή Ι. Ο προβληματισμός για την αρχή της αμεσότητας

ΣΥΛΛΗΨΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ (ΑΡΘΡΟ 6 ) ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΚΛΙΜΑΚΙΟ : ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΦΛΟΓΑΪΤΗ

Αθήνα, Αριθ.Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1289/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 28/2015

Α.- ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ.

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Ηλεκτρονική επιτήρηση υπόδικων, κατάδικων και κρατούµενων σε ά- δεια»

(Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... VII ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... XV ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD)

την πραγματική στέρηση της ελευθερίας γραμματική διατύπωση

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

9666/19 ΣΠΚ/μκρ 1 JAI.2

ΔΕΙΚΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΠΡΑΞΕΙΣ ΣΥΝΤΡΟΦΙΚΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΑΣΜΟΥ

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το ένταλμα σύλληψης στο ελληνικό ποινικό δικονομικό δίκαιο»

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Προσωρινή κράτηση - ο Nόμος 3811/2009

Ηλεκτρονική επιτήρηση υπόδικων, κατάδικων και κρατούµενων σε άδεια και άλλες διατάξεις

κρατήσεώς του, λόγω υπερβάσεως της από τα άρθρα 283 Α και 287 Κ.Ποιν.Δικ. εξουσίας του εκδόσαντος τα αναιρεσιβαλλόμενα ως άνω βουλεύματα Συμβουλίου

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...9 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Α ΕΚ ΟΣΗΣ...11 ΠΕΡΙΛΗΨΗ...13 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ...15 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

TΟ ΕΠΧΣΑΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΡΕΜΟΔΙΚΙΑΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΜΕΝΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ»

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. Σύσταση Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 3: Ποινικό Δίκαιο των Ανηλίκων

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών Ημερίδα της Ζητήματα Φορολογικού Δικαίου

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ Επιβλέπων καθηγητής: Λ. Μαργαρίτης Μάθημα: Ποινική Δικονομία Ιωάννα Σκανδάλη. Α.Ε.Μ.: 494 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2006

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σελίδα ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1 I. ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ. II. ΟΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ. III. ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΩΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥ. 1. Δικονομικοί λόγοι επιβολής της προσωρινής κράτησης. 2. Επιβολή της προσωρινής κράτησης για την εξυπηρέτηση εγληματοπροληπτικών σκοπών. 3. Οι λοιπές ουσιαστικές προϋποθέσεις επιβολής της προσωρινής κράτησης. IV. ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑ ΑΠΟ ΑΜΕΛΕΙΑ ΚΑΤΑ ΣΥΡΡΟΗ. V. Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ. VI. ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ 1. Προσφυγή κατά του εντάλματος προσωρινής κράτησης (άρθρο 285 ΚΠΔ) και κατά της διάταξης του ανακριτή που επιβάλλει περιοριστικούς όρους. 2 3 6 7 10 11 14 17 19 20

2. Αίτηση άρσης ή αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης. 23 VII. Η ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ 30 1. Διάρκεια της προσωρινής κράτησης στα κακουργήματα. 2. Διάρκεια της προσωρινής κράτησης στα πλημμελήματα. VIII. ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΣΥΡΡΟΗΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ IX. ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΗΛΙΚΟΙ (ΕΦΗΒΟΙ) ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΙ 30 34 35 42 X. ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΤΩΝ ΑΔΙΚΩΣ ΚΡΑΤΗΘΕΝΤΩΝ 48 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 51 53

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η προσωρινή κράτηση είναι αναμφίβολα το επαχθέστερο μέτρο δικονομικού καταναγκασμού. Η στέρηση αυτή της προσωπικής ελευθερίας για ορισμένο χρονικό διάστημα πριν από την εκδίκαση της κατηγορίας εναντίον του κατηγορουμένου πέρα από αυτή καθ εαυτή τη στέρηση της προσωπικής ελευθερίας επάγεται βαρύτατες συνέπειες στην προσωπική, οικογενειακή και κοινωνική ζωή του προσωρινά κρατηθέντα. Η ανάγκη ύπαρξης του θεσμού, αλλά και οι προϋποθέσεις εφαρμογής του αποτελούν για την επιστήμη και τη θεωρία του ποινικού δικαίου σημείο αντιπαραθέσεων. Η αντίθεση της προσωρινής κράτησης σε μια θεμελιώδη αρχή του ποινικού δικαίου, το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορουμένου, επιτείνει την ανάγκη για μια όσο το δυνατό ορθολογική αντιμετώπιση του ζητήματος υπό το πρίσμα ελέγχου των προϋποθέσεων επιβολής της προσωρινής κράτησης τόσο από τον εφαρμοστή του δικαίου όσο και από τον ίδιο το νομοθέτη ακόμα και το συνταγματικό. Οι προσπάθειες που έγιναν τόσο από το νομοθέτη όσο και από τη νομολογία για τον περιορισμό των αυθαιρεσιών που παρατηρούνταν τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και για την αντιμετώπιση του θεσμού ως ένα εξαιρετικό μέτρο που σε καμία περίπτωση δεν προδικάζει την έκβαση της ανάκρισης και της ακροαματικής διαδικασίας, είναι πολλές και ουσιώδεις. Σημαντικότερος ίσως σταθμός στην ιστορία του δικαίου της προσωρινής κράτησης ήταν ο ν. 1128/1981, ο οποίος αναμόρφωσε ουσιαστικά το δίκαιο της μέχρι τότε αποκαλούμενης «προφυλάκισης», καθιστώντας τη δυνητικό μέτρο και καθιερώνοντας τους περιοριστικούς όρους. Επακολούθησαν και άλλες μεταρρυθμίσεις, με πιο ουσιαστικές το ν. 2207/1994 και το ν. 2408/1996, οι οποίες μαζί με άλλες, όπως αναφέρονται αναλυτικά κατωτέρω, λειτούργησαν θετικά προς την κατεύθυνση εναρμονισμού της προστασίας της προσωπικής ελευθερίας με την προδικαστική αυτή στέρηση της ελευθερίας. Πλην όμως τα προβλήματα που παρουσιάζονται ακόμα και σήμερα στα πλαίσια της επιβολής της προσωρινής κράτησης εξακολουθούν να είναι σημαντικά και ουσιώδη. Στην παρούσα εργασία επιχειρείται μία σφαιρική διερεύνηση του θεσμού της προσωρινής κράτησης υπό το πρίσμα των νομοθετικών μεταβολών που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια, αλλά και των προβληματικών ρυθμίσεων που εξακολουθούν να υφίστανται.

I. ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ Η προστασία της προσωπικής ελευθερίας κατοχυρώνεται ρητά από το Σύνταγμα της Ελλάδος στα άρθρα 5 και 6. Το άρθρο 5 3 του Συντάγματος ορίζει: «η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Κανένας δε καταδιώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο περιορίζεται, παρά όταν και όπως ορίζει ο νόμος». Το Σύνταγμα προστατεύει την προσωπική ασφάλεια, η οποία είναι ειδικότερη μορφή της προσωπικής ελευθερίας, με την έννοια ότι δεν επιτρέπει στα κρατικά όργανα να τη θίγουν παρά μόνο «όταν και όπως ο νόμος ορίζει». Η προστασία της προσωπικής ελευθερίας ανατρέχει ήδη στα πρώτα επαναστατικά ελληνικά Συντάγματα του 1822 και 1823, όπου υπήρχαν σχετικές υποτυπώδεις διατάξεις, ενώ στο Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1827 υπήρχαν λεπτομερείς διατάξεις προστατευτικές της προσωπικής ασφάλειας (άρθρα 13-15, άρθρο 23), αλλά και στο «ηγεμονικό» Σύνταγμα του 1832. Το μοναρχικό Σύνταγμα του 1844 (άρθρο 5) περιείχε μόνο την πρώτη παράγραφο του σημερινού άρθρου 6 1. Σχετικές ρυθμίσεις υπήρχαν και στο Σύνταγμα του 1864 (άρθρο 5) και στην αναθεώρησή του 1911 και αργότερα στα Συντάγματα του 1927 (άρθρο 11) και του 1952 (άρθρο 5). Στο ισχύον ελληνικό Σύνταγμα του 1975, όπως ισχύει με τις αναθεωρήσεις του 1986 και 2001, διακρίνεται ιδιαίτερη μέριμνα του συνταγματικού νομοθέτη για μια κατά το δυνατό συστηματικότερη και πληρέστερη προστασία της προσωπικής ασφάλειας. Οι διατάξεις του άρθρου 6 αποτελούν εξειδίκευση της εξαιρέσεως που εισάγει το εδ. β της 3 του άρθρου 5 Σ από τον κανόνα του απαραβίαστου της προσωπικής ελευθερίας και προσδιορίζουν ποιες είναι οι ειδικότερες εγγυήσεις που πρέπει να συντρέχουν ώστε να θεωρηθεί νόμιμη η στέρηση της σωματικής ή φυσικής ελευθερίας στο πλαίσιο της διαδικασίας της ποινικής δίωξης. Με το άρθρο 6 του Συντάγματος εισάγονται ειδικότερες εγγυήσεις που έχουν ως σκοπό να προστατεύουν το άτομο από αυθαίρετες καταδιώξεις, συλλήψεις φυλακίσεις που γίνονται από τα κρατικά όργανα. 2 Από το 1 Βλ. σχετικά Μάνεση, Συνταγματικά δικαιώματα, α Ατομικές Ελευθερίες. έκδ. δ.173 επ. 2 Βλ. σχετικά Παραρά, Σύνταγμα και Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, έκδ. 2001. 53 επ.

συνδυασμό των άρθρων 5 και 6 του Συντάγματος προκύπτει ότι οποιαδήποτε στέρηση της προσωπικής ελευθερίας stricto sensu πρέπει να βρίσκει έρεισμα σε διάταξη νόμου, αλλά και να διατάσσεται από δικαστική αρχή. Στο άρθρο αυτό βρίσκει έμμεσα έρεισμα και το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορουμένου, όπως αυτό καθιερώνεται στο άρθρο 6 2 της ΕΣΔΑ. 3 Σύμφωνα με τα άρθρο 6 1 του Συντάγματος «Κανένας δεν συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται χωρίς αιτιολογημένο δικαστικό ένταλμα, που πρέπει να επιδοθεί τη στιγμή που γίνεται η σύλληψη ή η προφυλάκιση. Εξαιρούνται τα αυτόφωρα εγκλήματα. Επιπλέον, το Σύνταγμα εκτός από τους περιορισμούς που εισάγει προκειμένου να επιβληθεί η προσωρινή κράτηση, ορίζει και το πλαίσιο διάρκειάς της. Σύμφωνα με την 4 4 του άρθρου 6 Σ, το όριο της προσωρινής κρατήσεως ορίζεται από το νόμο, μέσα όμως στα ανώτερα όρια που ορίζει το Σύνταγμα 5. II. ΟΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ. Η προσωρινή κράτηση, είναι ένα από τα σημαντικότερα και αμφιλεγόμενα ζητήματα της ποινικής διαδικασίας, αλλά και ένα από τα επαχθέστερα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού. Η επιβολή του μέτρου αυτού πέρα από τις ιδιαίτερα δυσμενείς συνέπειες που έχει για τον κατηγορούμενο, έρχεται σε ευθεία αντίφαση με το τεκμήριο της αθωότητας. Το τελευταίο κατοχυρώνεται ρητά από το άρθρο 6 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). 6 Η αναγνώριση του εν λόγω τεκμηρίου στο άρθρο 6 2 της ΕΣΔΑ, με την 3 Βλ. σχετικά με το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορουμένου κατωτέρω, κεφάλαιο II. ΟΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ. 4 Όπως ισχύει μετά και από την αναθεώρηση του 2001. 5 Για τη διάρκεια της προσωρινής κράτησης βλ. κατωτέρω κεφάλαιο VII. Η ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ. 6 Βλ. άρθρο 6 2 ΕΣΔΑ.: «Παν πρόσωπον κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου αποδείξεως της ενοχής του».

αυξημένη τυπική ισχύ που της προσέδωσε η κύρωσή της από το ν.δ. 53 της 19/20.9.1974 (σύμφωνα με το άρθρο 28 Σ), συμπληρώνει τη συνταγματική προστασία των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου στην ποινική διαδικασία 7. Το τεκμήριο αυτό είχε για πρώτη φορά διατυπωθεί στη γαλλική Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη του 1789 (άρθρο 11): «κάθε άνθρωπος θεωρείται αθώος μέχρις ότου κηρυχθεί ένοχος γι αυτό, αν κριθεί απαραίτητο να συλληφθεί, κάθε μη αναγκαία αυστηρότητα αναφορικά με τη σύλληψή του, πρέπει να τιμωρείται παραδειγματικά από το νόμο». Το τεκμήριο επίσης καθιερώνεται ρητά από την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (άρθρο 11) και από το Διεθνές Σύμφωνο του 1966 περί των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων (άρθρο 14 ). Από τη διάταξη του άρθρου 6 2 ΕΣΔΑ συνάγεται ότι η πριν από τη νόμιμη απόδειξη της ενοχής, με την έκδοση μιας οριστικής δικαστικής απόφασης, επιβαλλόμενη κράτηση δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να έχει τιμωρητικό χαρακτήρα 8. Η επιβολή λοιπόν της προσωρινής κράτησης, αποτελεί ως δικονομικό μέτρο, σοβαρό σημείο κάμψης του τεκμηρίου της αθωότητας. Στα πλαίσια εφαρμογής και λειτουργίας του εν λόγω τεκμηρίου, εύλογο είναι η ΕΣΔΑ να καθορίζει ένα αυστηρό νομικό πλαίσιο περιορισμών και προϋποθέσεων στέρησης της ελευθερίας προκειμένου να περιοριστούν κατά το δυνατό οι ιδιαίτερα επαχθείς συνέπειες της επιβολής της προσωρινής κράτησης. Το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορουμένου, όπως προσδιορίζεται από τη Σύμβαση, περιορίζεται και κάμπτεται σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως αυστηρά ορίζονται κυρίως στα άρθρα 5 και 6 της 7 Για το λόγο αυτό και οι προϋποθέσεις επιβολής προσωρινής κράτησης που προβλέπονται από το άρθρο 282 1 και 3 του ΚΠΔ δεν πρέπει να έρχονται σε αντίθεση με τις υπέρτερης τυπικής ισχύος διατάξεις της ΕΣΔΑ. 8 Βλ. σχετικά Ανδρουλάκη, Θεμελειώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, έκδ. 1994. 280. Την άποψη αυτή υποστηρίζει και ο Παπαδαμάκης, βλ. σχετικά Απαιτείται να υποβληθεί σε εκτέλεση εκείνος που ζητεί την άρση ή αντικατάσταση της προσωρινή του κράτησης;, γνωμοδότηση Αρμ 2004.305: «πριν από τη νόμιμη απόδειξη της ενοχής, με την έκδοση μιας οριστικής απόφασης, η επιβολή της προσωρινής κράτησης αποκλείεται να έχει τιμωρητικό χαρακτήρα με την αδήλωτη έκφραση της προκαταβολής ποινής (προ-ποινής)».

Σύμβασης. 9 Ειδικότερα όσον αφορά την προσωρινή κράτηση, αυτή ρυθμίζεται στο άρθρο 5 1 εδ. γ της ΕΣΔΑ. Το άρθρο 5 της Σύμβασης ορίζει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η στέρηση της ελευθερίας του ατόμου. Σύμφωνα λοιπόν με όσα ορίζει η εν λόγω διάταξη είναι επιτρεπτή η στέρηση της ελευθερίας κάποιου, πλην των άλλων περιοριστικά απαριθμούμενων περιπτώσεων του άρθρου 5, εφόσον: «συνελήφθη και κρατήται όπως οδηγηθεί ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής αρχής, εις την περίπτωση ευλόγου υπονοίας ότι διέπραξεν αδίκημα, ή υπάρχουν λογικά δεδομένα προς παραδοχήν της ανάγκης όπως ούτος εμποδισθή από του να διαπράξη αδίκημα ή να δραπετεύσει μετά την διάπραξην τούτου». 10 Καταρχήν, λοιπόν, η Σύμβαση αναγνωρίζει τον εξαιρετικό χαρακτήρα της προσωρινής κράτησης καθορίζοντας συγκεκριμένες προϋποθέσεις περιορισμού της ελευθερίας του ατόμου 11, οι οποίες είναι αντίστοιχες με αυτές του ΚΠΔ. Πρώτη προϋπόθεση που τίθεται από τη Σύμβαση είναι η συνδρομή «ευλόγων υπονοιών» εκ μέρους των διωκτικών αρχών ότι ο φερόμενος δράστης ενέχεται στο τελεσθέν έγκλημα 12. Όσον αφορά την έννοια το «ευλόγων υπονοιών» το Δικαστήριο τις έχει ερμηνεύσει σε σειρά αποφάσεών του ως εκείνα «τα γεγονότα ή πληροφορίες που είναι ικανές να πείσουν έναν αντικειμενικό παρατηρητή ότι το άτομο για το οποίο πρόκειται μπορεί να έχει τελέσει το αδίκημα». 13 9 Βλ. σχετικά Αλεξιάδη, Το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου, ΕΕΕυρΔ 1986. 35 επ. 10 Βλ. άρθρο 5 1 εδ. γ ΕΣΔΑ. 11 Αξίζει να σημειωθεί ότι η ΕΣΔΑ κατοχυρώνει το άτομο μόνο έναντι των στερητικών της ελευθερίας του μέτρων, όχι όμως και έναντι εκείνων που απλώς την περιορίζουν. 12 Η διάταξη του άρθρου 5 1 εδ. γ ΕΣΔΑ δε διακρίνει ως προς το βαθμό των εγκλημάτων. Κατά συνέπεια όσον αφορά τη Σύμβαση, η επιβολή προσωρινής κράτησης είναι επιτρεπτή τόσο στους δράστες κακουργημάτων όσο και αυτούς που διέπραξαν οιοδήποτε πλημμέλημα. Η ρύθμιση αυτή είναι αντίθετη προς τον ελληνικό δίκαιο στο οποίο επιτρέπεται η επιβολή προσωρινής κράτησης μόνο στα κακουργήματα, με εξαίρεση το ν. 3346/2005, ο οποίος την επιτρέπει κατ εξαίρεση και για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή. (Βλ. και κατωτέρω, κεφάλαιο IV. Προσωρινή κράτηση και ανθρωποκτονία από αμέλεια κατά συρροή. Ν, 3346/2005.) 13 Βλ. σχετικά Μακρή,«Η προδικαστική στέρηση της ελευθερίας». Οι ουσιαστικές προϋποθέσεις της σύλληψης και προσωρινής κράτησης του κατηγορουμένου στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου- Επισκόπηση της νομολογίας του

Η προϋπόθεση αυτή είναι αντίστοιχη με τη αυτή του ΚΠΔ περί συνδρομής «σοβαρών υπονοιών» ενοχής 14. Και οι δύο αυτές έννοιες προϋποθέτουν ένα ικανό βαθμό υπονοιών σε βάρος του κατηγορουμένου και συνεπώς ισχυρή πιθανολόγηση ότι ο κατηγορούμενος είναι και ο δράστης του αδικήματος. Εφόσον συντρέχουν οι «εύλογες υπόνοιες» ενοχής εις βάρος ενός ατόμου, εξετάζεται σε δεύτερο επίπεδο (σωρευτικά ή διαζευκτικά) αν συντρέχουν και οι περιπτώσεις της «δραπέτευσης του κατηγορουμένου μετά την τέλεση του αδικήματος» ή της «αποτροπής του από το να διαπράξει νέο αδίκημα». Οι δύο αυτοί δικαιολογητικοί λόγοι επιβολής προσωρινής κράτησης, οι οποίοι εξετάζονται εφόσον σε κάθε περίπτωση υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορουμένου, αντιστοιχούν προς τις προϋποθέσεις του «κινδύνου φυγής» και του «κινδύνου τέλεσης νέων εγκλημάτων» του άρθρου 282 3 του ΚΠΔ. III. ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΩΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ. Αναμφίβολα, όπως εκτέθηκε ανωτέρω, ο θεσμός της προσωρινής κράτησης αποτελεί το σημαντικότερο και επαχθέστερο μέτρο δικονομικού καταναγκασμού, καθώς συνεπάγεται τη στέρηση της προσωπικής ελευθερίας του κατηγορουμένου με τον εγκλεισμό του στις φυλακές πριν από την έκδοση δικαστικής απόφασης που αποφαίνεται για την ενοχή του. Η αναγκαιότητα, αλλά κυρίως οι προϋποθέσεις επιβολής της προσωρινής κράτησης στα πλαίσια πλέον του εθνικού δικαίου συνιστούν σημείο αμφισβήτησης στους κόλπους της επιστήμης και της νομολογίας. Η τάση της νομολογίας για κατάχρηση του εν λόγω θεσμού, υπό την πίεση πολλές φορές της κοινής γνώμης, αλλά και των μέσων μαζικής ενημέρωσης τα τελευταία χρόνια, καταδεικνύεται εμφανώς και από τις διαρκείς προσπάθειες του νομοθέτη, ακόμα και του συνταγματικού, να περιορίσει το Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. «Στο μεταίχμιο προσωπικής ελευθερίας και δημόσιας ασφάλειας», ΠοινΧρον 2006. 100 επ. και τις σχετικές αναφορές που γίνονται στη μελέτη αυτή. 14 Πάντως πρέπει να σημειωθεί ότι οι σοβαρές ενδείξεις ενοχής δεν ταυτίζονται με τις επαρκείς, αλλά απαιτούν ισχυρότερη πιθανολόγηση.

θεσμό σε στενότερα πλαίσια, ώστε να επιβάλλεται μόνο στις περιπτώσεις που είναι πραγματικά αναγκαία η εφαρμογή του. Η διαδικασία συνεπώς εφαρμογής του επαχθέστερου, όπως προειπώθηκε, μέτρου δικονομικού καταναγκασμού θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη δύο κρίσιμες παραμέτρους. Ειδικότερα, θα πρέπει να εναρμονίζεται με το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου (άρθρο 6 2 ΕΣΔΑ) έτσι ώστε η επιβολή προσωρινής κράτησης σε καμία περίπτωση να μην έχει το χαρακτήρα της προκαταβολής ποινής (προ-ποινής). 15 Η δεύτερη παράμετρος που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι ο αυστηρά δικονομικός χαρακτήρας της προσωρινής κράτησης, έτσι ώστε αυτή να εξυπηρετεί τους σκοπούς της ποινικής δίκης. Η θεμελίωση αυτή του θεσμού της προσωρινής κράτησης σε αμιγώς δικονομικούς λόγους είναι αναμφίβολα ορθή και απορρέει από την ανάγκη για εξασφάλιση της ομαλής διεξαγωγής της ποινικής διαδικασίας. Πλην όμως από τη νομοθετική πορεία του θεσμού προκύπτει σαφώς ότι η προσωρινή κράτηση θεμελιώνεται και σε εγκληματοπροληπτικούς λόγους, όπως είναι η αποτροπή διάπραξης νέων εγκλημάτων. Η διαφορετική αυτή προσέγγιση του θεσμού δεν είναι άμοιρη προβλημάτων και δε θα ήτο υπερβολή να δεχτεί κανείς ότι οι μεγαλύτερες ακρότητες στην ιστορία εφαρμογής του θεσμού παρατηρήθηκαν με αιτία την ανάγκη προστασίας όχι της ποινικής διαδικασίας, αλλά της κοινωνίας από τους «επικίνδυνους» δράστες. 16 1. Δικονομικοί λόγοι επιβολής της προσωρινής κράτησης. Η δικονομική αναγκαιότητα της προσωρινής κράτησης προκύπτει από το σκοπό τον οποίο καλείται αυτή να υπηρετήσει, ήτοι την ομαλή διεξαγωγή της ποινικής διαδικασίας. Η ομαλή αυτή διεξαγωγή απειλείται 15 Βλ. αναλυτικά ανωτέρω κεφάλαιο II. ΟΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ. 16 Σχετικά με τις προϋποθέσεις εφαρμογής της προσωρινής κράτησης βλ. Δαλακούρα, Νέες κατευθύνσεις στο δίκαιο της προσωρινής κρατήσεως; Κριτικές παρατηρήσεις στις σχετικές ρυθμίσεις του ν. 2207/1994, Υπερ 1994. 1269 επ. και του ιδίου, Προσωρινή κράτηση: Κριτική θεώρηση του επίμαχου θεσμού υπό το πρίσμα τα δογματικής θεμελίωσής του, Υπερ 1996. 715 επ.

τόσο από μια ενδεχόμενη φυγή του κατηγορουμένου, όσο και από μια προσπάθεια από μέρους του συσκότισης της υπόθεσης και διαστρέβλωσης των στοιχείων της δικογραφίας 17. Η φυγή του κατηγορουμένου ως causa arresti προβλέπεται ρητά από το άρθρο 282 ΚΠΔ. Αντίθετα η αποτροπή του κινδύνου συσκότισης της υπόθεσης παρότι αποτελεί σύμφωνα με τη θεωρία ουσιώδη λόγο για την επιβολή της προσωρινής κράτησης, και μάλιστα αμιγώς δικονομικό, καθώς παραπέμπει σε μια βάσιμα πιθανολογούμενη αντιδιαδικαστική συμπεριφορά του κατηγορουμένου με στόχο να παρεμποδίσει ή να δυσχεράνει την ομαλή διεξαγωγή της δίκης, εντούτοις de lege lata δε συνιστά causa arresti 18. Η φυγή του κατηγορουμένου επηρεάζει εξαιρετικά την πορεία της ανάκρισης και γενικότερα την εξακρίβωση της αλήθειας στην προδικασία και στο ακροατήριο, αλλά κυρίως ακυρώνει τον ίδιο το σκοπό της ποινικής δίκης. Η φυγή του κατηγορουμένου ως πρωταρχικός 19 δικαιολογητικός 17 Βλ. Ανδρουλάκη, Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, εκδ. 1994. 280, ο οποίος δέχεται ότι η δικαιολόγηση της προσωρινής κράτησης, όπως και όλων των μέτρων δικονομικού καταναγκασμού, πρέπει να είναι αποκλειστικά και μόνο δικονομική, να εξαντλείται με άλλα λόγια στην προώθηση και διασφάλιση των σκοπών της ποινικής δίκης. 18 Βλ. Δαλακούρα, Προσωρινή κράτηση: Κριτική θεώρηση του επίμαχου θεσμού υπό το πρίσμα τα δογματικής θεμελίωσής του, Υπερ 1996. 718, και τις σε αυτή αναφερόμενες παραπομπές σε Ανδρουλάκη, Θεμελιώσεις έννοιες της ποινικής δίκης, εκδ. 1994. Επίμετρο σελ. 3 σημ. 8, Καρρά ΠοινΧρον ΜΕ (1995). 1039 και αναφορικά με τη σύλληψη Καλφέλη, Η περάτωση της ανάκρισεως, 1995. 296 επ. Σύμφωνα με την άποψη αυτή De lege ferenda δεν πρέπει να αποκλείεται η ρητή θέσπιση του κινδύνου συσκότισης της υπόθεσης ως πρόσθετου, αυτοτελώς επικαλούμενου, δικονομικού λόγου που θα νομιμοποιεί την επιβολή προσωρινής κράτησης, ιδίως κατά το αρχικό στάδιο της ανάκρισης, κατά το οποίο άλλωστε καταφάσκεται σε μεγαλύτερο βαθμό η πιθανότητα δυσχέρανσης της διαδικασίας ανεύρεσης της αλήθειας. 19 Ακόμα και αυτός όμως ο αμιγώς δικονομικός λόγος επιβολής της προσωρινής κράτησης αμφισβητείται κυρίως στα πλαίσια της προσβολής του τεκμηρίου της αθωότητας. Βλ. Μακρή, «Η προδικαστική στέρηση της ελευθερίας». Οι ουσιαστικές προϋποθέσεις της σύλληψης και προσωρινής κράτησης του κατηγορουμένου στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου- Επισκόπηση της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. «Στο μεταίχμιο προσωπικής ελευθερίας και δημόσιας ασφάλειας», ΠοινΧρον 2006. 100 σημ. 2 σύμφωνα με τον οποίο η παρουσία πάντως του -υπόπτου προς φυγήκατηγορουμένου στην ποινική διαδικασία θα μπορούσε ίσως να διασφαλιστεί εξίσου με τη λήψη απλώς περιοριστικών της ελευθερίας μέτρων, προσαρμοσμένων ανάλογα προς τις

λόγος εφαρμογής της προσωρινής κράτησης αναφέρεται σε όλες τις νομοθετικές τροποποιήσεις με τελικό στόχο να εξειδικευτεί κατά το δυνατό η έννοια του κινδύνου φυγής του κατηγορουμένου. Με την εξαιρετικά ελπιδοφόρα ρύθμιση του ν. 1281/1981, ο οποίος απαιτούσε για την επιβολή της προσωρινής κράτησης τη συνδρομή όχι πλέον απλών υπονοιών φυγής του κατηγορουμένου, αλλά σφόδρα πιθανή φυγή του κατηγορουμένου, δεν κατέστη δυνατό να περιοριστεί η εφαρμογή του θεσμού, αφού η νομολογία παγίως πιθανολογούσε τη φυγή βασιζόμενη και μόνο στη βαρύτητα της τελεσθείσας πράξης 20. Ο ν. 2207/1994 εξειδίκευσε τα στοιχεία της έννοιας της φυγής του κατηγορουμένου με τέτοιο τρόπο ώστε με συσταλτική ερμηνεία των στοιχείων αυτών να αποφεύγεται η προηγούμενη πρακτική και η προσωρινή κράτηση να επιβάλλεται μόνο σε αναγκαίες περιπτώσεις. Ειδικότερα σύμφωνα με το ν. 2207/1994 κίνδυνος φυγής συνέτρεχε μόνο εφόσον ο κατηγορούμενος δεν είχε μόνιμη ή γνωστή διαμονή ή υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος στο παρελθόν. Αναμφίβολα ο νόμος αυτός περιόρισε σημαντικά τις προϋποθέσεις επιβολής της προσωρινής, καθώς εξειδίκευσε τα στοιχεία της causa arresti του κινδύνου φυγής του κατηγορουμένου, πλην όμως δεν έκανε καμία αναφορά στην τέλεση προπαρασκευαστικών ενεργειών φυγής από τον κατηγορούμενο. Το τελευταίο αυτό στοιχείο προστέθηκε με το νόμο 2408/1996, ενώ ταυτόχρονα προστέθηκε ως υπό κρίση στοιχείο το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή παραβίαση περιορισμών διαμονής. Πρέπει να σημειωθεί πάντως, και μάλιστα με έμφαση, ότι στόχος του νομοθέτη είναι η δικονομική αυτή αναγκαιότητα για την επιβολή της προσωρινής κράτησης να καλύπτεται καταρχήν από την επιβολή των περιοριστικών όρων. Από το κείμενο του νόμου στο άρθρο 282 3 ΚΠΔ, όπως ισχύει σήμερα μετά από διαδοχικές τροποποιήσεις, προκύπτει σαφώς ιδιαίτερες περιστάσεις του εκάστοτε ατόμου, π.χ. απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, τακτική εμφάνιση στο αστυνομικό τμήμα κ.α. 20 Βλ. σχετικά και την άποψη του Κορότζη, Προσωρινή κράτηση και περιοριστικοί όροι. Μια ακόμη συμβολή στην ερμηνεία του θεσμού ενόψει των τελευταίων νομοθετικών μεταρρυθμίσεων, ΠοινΧρον 1993. 128, σύμφωνα με την οποία «Η σχετική κρίση του κινδύνου φυγής του δράστη πιθανολογείται από τη βαρύτητα της πράξης και την προσωπικότητα του κατηγορουμένου» ΣυμβΕφΘεσ 430/1990, Υπερ 1991.100.

ότι η προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί αντί για περιοριστικούς όρους, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πρώτης παραγράφου του άρθρου 282 ΚΠΔ, ήτοι εφόσον προκύπτον σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορουμένου και η επιβολή τους κρίνεται απολύτως αναγκαία για την επίτευξη των σκοπών του άρθρου 296 ΚΠΔ, μόνο όμως στις περιπτώσεις που ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα και είναι ύποπτος φυγής ή υποτροπής 21. 2. Επιβολή της προσωρινής κράτησης για την εξυπηρέτηση εγκληματοπροληπτικών σκοπών. Περισσότερες δυσχέρειες παρουσιάζει όπως προειπώθηκε η δικαιολόγηση της προσωρινής κράτησης με την επίκληση εγκληματοπροληπτικών λόγων, καθώς αυτοί δε συνάδουν με το χαρακτήρα της προσωρινής κράτησης ως δικονομικού εξασφαλιστικού μέτρου. Παρά ταύτα οι λόγοι αυτοί συμπεριλαμβάνονται σε όλες τις σχετικές ρυθμίσεις ήδη από την προϊσχύσασα Ποινική Δικονομία, αλλά και στον ΚΠΔ και τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις του. Η προληπτική αυτή προσωρινή κράτηση για λόγους πρόληψης νέων εγκλημάτων αποτελεί αναμφισβήτητα ουσιώδη παρέμβαση στην προσωπική ελευθερία του ατόμου, καθώς δεν εξυπηρετεί σε καμία περίπτωση τους σκοπούς της ποινικής δίκης, αλλά προστατεύει την κοινωνία από «επικίνδυνους» δράστες. Αφορά την πρόληψη ενός ενδεχομένου, μελλοντικού κινδύνου για την έννομη τάξη και δε συμβάλλει με κανένα τρόπο στην αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας. Η δικαιολόγηση επιβολής της προσωρινής κράτησης προς πρόληψη νέων εγκλημάτων καθίσταται δυνατή μόνο στα πλαίσια μιας γενικότερης διεύρυνσης του σκοπού της ποινικής δίκης. Όπως προειπώθηκε όμως ο δικαιολογητικός αυτός λόγος επιβολής της προσωρινής κράτησης αναφέρεται σε όλες τις νομοθετικές τροποποιήσεις και στην εξέλιξη της πορείας του θεσμού παρατηρείται η τάση του νομοθέτη να εξειδικεύσει κατά το δυνατό τα στοιχεία του άρθρου 282 3 ΚΠΔ προκειμένου να αποφεύγονται οι ακρότητες. Εξαιρετικά σημαντική ήταν η τροποποίηση του ν. 2207/1994, ο οποίος υπήρξε μια νομοθετική 21 Βλ. αναφορικά με τη σχέση περιοριστικών όρων και προσωρινής κράτησης στην παράγραφο 3 του εν λόγω κεφαλαίου, Οι λοιπές ουσιαστικές προϋποθέσεις επιβολής της προσωρινής κράτησης.

αντίδραση στη νομολογιακή πρακτική. Επιχείρησε να διευκρινίσει ορισμένες ελαστικές διατυπώσεις του νόμου και ειδικότερα τον όρο «ιδιαίτερα επικίνδυνος» δράστης, παραθέτοντας μια αναλυτικότερη προϋπόθεση ότι, αν ο δράστης αφεθεί ελεύθερος είναι πιθανό να διαπράξει και άλλα κακουργήματα ή πλημμελήματα, η οποία προϋπόθεση πρέπει να προκύπτει είτε από πραγματικά περιστατικά της προηγούμενης ζωής του, είτε από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης για την οποία κατηγορείται. 22 Πάντως σε κάθε περίπτωση η οριακή αυτή δικαιολόγηση της προσωρινής κράτησης πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να βασίζεται είτε σε ειδικά μνημονευόμενα περιστατικά της προηγούμενης ζωής του κατηγορουμένου είτε σε συγκεκριμένα ιδιαίτερα 23 χαρακτηριστικά της πράξης για την οποία κατηγορείται. Ρητά και κατηγορηματικά ορίζεται στο άρθρο 282 3 ΚΠΔ ότι μόνο η βαρύτητα της πράξης σύμφωνα με το νόμο δεν αρκεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης. Συνεπώς στη συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να προκύπτει αιτιολογημένα από το ένταλμα ότι η προσωρινή κράτηση κρίνεται απολύτως αναγκαία, καθώς προκύπτει αποδεδειγμένα προδιαγεγραμμένη πορεία του κατηγορουμένου για την τέλεση νέων εγκληματικών πράξεων. 24 3. Οι λοιπές ουσιαστικές προϋποθέσεις επιβολής της προσωρινής κράτησης. Σύμφωνα με το άρθρο 283 3 ΚΠΔ, προκειμένου να επιβληθεί προσωρινή κράτηση πρέπει πριν από τους λόγους και τις προϋποθέσεις, οι 22 Βλ. ΒουλΣυμβΠλημΚαβ 39/1995, Αρμ 1995. 936, όπου γίνεται αιτιολογημένη αναφορά των προϋποθέσεων και των στοιχείων επιβολής της προσωρινής κράτησης και όχι απλή παράθεση των στοιχείων του νόμου. Επιβολή του μέτρου λόγω του κινδύνου να διαπράξει ο κατηγορούμενος και άλλα εγκλήματα, αν αφεθεί ελεύθερος. Θετική κριτική για το νέο νόμο 2207/1994. 23 Ο όρος «ιδιαίτερα» προστέθηκε με το ν. 2408/1996 και κατά το Μαργαρίτη η προσθήκη του ουσιαστικοποιεί τη σχετική προϋπόθεση-αποτρέπει τη σύγχυση μεταξύ χαρακτηριστικών και βαρύτητας του εγκλήματος και δεν επιτρέπει τη λήψη του ακραίου αυτού μέτρου με μόνο έρεισμα την επανάληψη των κριτηρίων του άρθρου 79 2 ΠΚ για την εκτίμηση της βαρύτητας του εγκλήματος. Βλ. Μαργαρίτη, Οι δικονομικού περιεχομένου διατάξεις του ν. 2408/1996 Υπερ 1997. 533. 24 Βλ. ΣυμβΕφΘεσ 1045/2001 με δεκτή πρόταση Νικολαϊδη, ΠοινΔικ 2001. 101 και σύμφωνες παρατηρήσεις Μαργαρίτη.

οποίες εκτέθηκαν αμέσως ανωτέρω στο παρόν κεφάλαιο, να πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου ένα του ίδιου άρθρου και ο κατηγορούμενος να διώκεται για κακούργημα. Από το συνδυασμό των δύο αυτών διατάξεων προκύπτει ότι τα πρώτα στοιχεία που πρέπει να εξετάζονται από το αρμόδιο όργανο για την εφαρμογή του επαχθούς αυτού μέτρου είναι η ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων ενοχής του κατηγορουμένου για κακούργημα, η αναγκαιότητα του μέτρου για την ικανοποίηση των σκοπών του άρθρου 296 ΚΠΔ και ανεπάρκεια οιουδήποτε άλλου περιοριστικού όρου. Ο περιορισμός της πρωτογενούς επιβολής της προσωρινής κράτησης μόνο στα κακουργήματα εισήχθη με το ν. 2408/1996 25. Η επιλογή του νομοθέτη να περιορίσει το πεδίο εφαρμογής της προσωρινής κράτησης στα κακουργήματα, 26 σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του νόμου, «ανταποκρίνεται και προς τη σύγχρονη αντίληψη του νομοθέτη για τα πλημμελήματα, αφού με τον ευεργετικό θεσμό της αναστολής υπό επιτήρηση, η οποία πρόσφατα έχει εισαχθεί στο ποινικό μας δίκαιο, είναι δυνατόν ήδη να μην εκτιθεί στις φυλακές μια ποινή για πλημμέλημα, ακόμα και αν φθάνει στο ανώτατο όριο της πλημμεληματικής ποινής, δηλαδή στα πέντε χρόνια φυλάκισης». 27 Υπό το ισχύον νομοθετικό καθεστώς προσωρινή κράτηση σε πλημμελήματα μπορεί να επιβληθεί μόνο στην περίπτωση που επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο για πλημμέλημα, απειλούμενο με ποινή φυλάκισης άνω των τριών μηνών, περιοριστικοί όροι τους και αυτός τους παραβίασε (άρθρα 282 4 και 291 1 ΚΠΔ). Η νέα αυτή ρύθμιση του ν. 2408/1996 είναι σαφέστατα πολύ θετική, καθώς περιορίζει σε μεγάλο βαθμό το πεδίο εφαρμογής της προσωρινής κράτησης και μάλιστα αποτρέπει την εφαρμογή της πρωτογενώς στα πλημμελήματα, στα οποία ήταν εξαιρετικά δυσανάλογη η αντιστοιχία προσωρινής κράτησης και επαπειλούμενης ποινής. Πλην όμως και η ρύθμιση αυτή δεν ήταν άμοιρη 25 Άρθρο 11 περ. α ν. 2408/1996. 26 Σύμφωνα με το ν. 1128/1981 προσωρινή κράτηση μπορούσε να επιβληθεί στα κακουργήματα και στα πλημμελήματα απειλούμενα με ποινή φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών. Ο ν. 2207/1994 τροποποίησε το όριο βαρύτητας ως προς τα πλημμελήματα περιορίζοντάς το σε αυτά που απειλούνταν με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους. 27 Βλ. Εισηγ. Έκθεση ν. 2408/1996, άρθρο 2 11.

προβλημάτων. Η νομολογία υπό την πίεση των κοινωνικών συνθηκών, αλλά και της κοινωνικής «ανάγκης» για επιβολή προ-ποινής στο δράστη, πολλές φορές οδηγούταν στην κατά κανόνα «κακουργιοποίηση» εμφανών πλημμεληματικών πράξεων μόνο και μόνο για να επιβάλλει προσωρινή κράτηση. Η πρακτική αυτή παρατηρούταν συνήθως σε περιπτώσεις πολύνεκρων ατυχημάτων οφειλόμενων σε αμέλεια του δράστη. Η ανάγκη για επίλυση του συγκεκριμένου ζητήματος, ακόμη και σε νομοθετικό επίπεδο ήταν αναγκαία. Η νομοθετική παρέμβαση έγινε με το ν. 3346/2006, όμως σε καμία περίπτωση δεν επέλυσε το υπό κρίση ζήτημα. Αντίθετα η καθιέρωση δυνατότητας πρωτογενούς επιβολής προσωρινής κράτησης στα πλημμελήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή δημιούργησε ακόμα περισσότερα προβλήματα, όπως αναλυτικά παρουσιάζονται στο αμέσως επόμενο κεφάλαιο IV. ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑ ΑΠΟ ΑΜΕΛΕΙΑ ΚΑΤΑ ΣΥΡΡΟΗ. Ν. 3346/2005. Η αναγκαιότητα επιβολής της προσωρινής κράτησης, αλλά και η σχέση επικουρικότητας του μέτρου με τους περιοριστικούς όρους προκύπτει από το ίδιο το άρθρο 283 1 ΚΠΔ. Οι περιοριστικοί όροι καθιερώθηκαν από το ν. 1128/1981, ενώ ταυτόχρονα προσδιορίστηκε η σχέση προτεραιότητας τους έναντι του επαχθέστερου μέτρου της προσωρινής κράτησης. Οι σκοποί των περιοριστικών όρων και της προσωρινής κράτησης είναι ομόρροποι και γι αυτό και για τα δύο μέτρα απαιτείται ένα ελάχιστο κοινό πλαίσιο προϋποθέσεων. Η σχέση επικουρικότητας ανάμεσα στην προσωρινή κράτηση και τους περιοριστικούς όρους αποτυπώνεται στο κείμενο του άρθρου 282 3 ΚΠΔ «αντί για περιοριστικούς όρους». Από τη φράση αυτή προκύπτει σαφώς ότι, αν με τους περιοριστικούς όρους εξασφαλίζεται ότι ο κατηγορούμενος θα παραστεί οπωσδήποτε στην ανάκριση ή στο ακροατήριο κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, τότε η επιβολή της προσωρινής κράτησης είναι αυθαίρετη. 28 Πρέπει να σημειωθεί μάλιστα ότι ο νομοθέτης προκειμένου να τονίσει την προτεραιότητα των περιοριστικών όρων σε σχέση με την προσωρινή κράτηση, με το ν. 2207/1994 και το ν. 2408/1996, 28 Βλ. Παπαδαμάκη, Ποινική Δικονομία. Θεωρία- Πράξη- Νομολογία, εκδ. 2006, 306.

μορφοποίησε τις σχετικές διατάξεις. 29 Ειδικότερα, πρόταξε τις προϋποθέσεις επιβολής των περιοριστικών όρων στην παράγραφο 1 του άρθρου 282 ΚΠΔ και προώθησε αποφασιστικά την αντίληψη ότι πρέπει να είναι το πρώτο μέτρο στο οποίο πρέπει να προστρέξει ο ανακριτής αν προκύπτει ανάγκη ενός περιορισμού του κατηγορουμένου. Συνεπώς, από το κείμενο του νόμου όπως ισχύει με τη σημερινή του μορφή, η επιλογή ανάμεσα στους διατιθέμενους περιοριστικούς όρους, ήτοι το αν θα επιβληθεί προσωρινή κράτηση ή κάποιος άλλος όρος και ποιος, αποτίθεται στην αρχή της αναγκαιότητας η προσωρινή κράτηση επιβάλλεται μόνο αν κρίνεται απολύτως αναγκαία για την επίτευξη των αναγραφόμενων στην παράγραφο ένα στόχων. Αν οι τελευταίοι μπορούν να επιτευχθούν με κάποιον ηπιότερο περιοριστικό όρο, η επιβολή της προσωρινής κράτησης δεν επιτρέπεται. Πάντως σε κάθε περίπτωση πρέπει να τονιστεί ότι η προσωρινή κράτηση και οι περιοριστικοί όροι λειτουργούν σε σχέση επικουρικότητας και όχι διάζευξης. Από αυτό προκύπτει ότι αν προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορουμένου, ο οποίος διώκεται για κακούργημα, μπορεί να μην επιβληθεί κατά αυτού προσωρινή κράτηση, αλλά ούτε και περιοριστικοί όροι. IV. ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑ ΑΠΟ ΑΜΕΛΕΙΑ ΚΑΤΑ ΣΥΡΡΟΗ. Ν. 3346/2005. Ο νόμος 3346/2005 πλην των άλλων μεταβολών που επέφερε στο ποινικό δικονομικό δίκαιο, εισήγαγε και μια ουσιώδη ρύθμιση στο χώρο της προσωρινής κράτησης. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 11 ν. 3346/2005 προστέθηκε ένα ακόμα εδάφιο στην παράγραφο 3 του άρθρου 282 ΚΠΔ, το οποίο ορίζει ότι: «υπό τις ίδιες προϋποθέσεις και σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να επιβληθεί προσωρινή κράτηση και για το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή. Στην περίπτωση αυτή, το ανώτατο όριο της προσωρινής κράτησης είναι διάρκειας έως έξι μηνών, που μπορεί να παραταθεί για άλλους τρεις μήνες». Η εν λόγω διάταξη λειτουργεί συμπληρωματικά προς τη νομοθετική ισοπέδωση της 29 Ουσιαστικά η μορφοποίηση της διάταξης έγινε με το ν. 2207/1994, καθώς ο ν. 2408/1996 αρκέστηκε στην τροποποίηση του αξιούμενου για την επιβολή της προσωρινής κράτησης ορίου της βαρύτητας της τελεσθείσας πράξης.

πραγματικής και κατ ιδέα συρροής, με την ειδική ρύθμιση του άρθρου 23 του ν. 3346/2005, που αφορά και πάλι μόνο τις περιπτώσεις της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή. Σύμφωνα με αυτή την τροποποίηση του άρθρου 94 2 ΠΔ : «Στην περίπτωση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, το δικαστήριο σε εξαιρετικές περιπτώσεις δύναται να επιβάλει συνολική ποινή, σύμφωνα με την παράγραφο 1». Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση 30 του νόμου δικαιολογητικός λόγος για τη συγκεκριμένη τροποποίηση ήταν να παρασχεθεί η ευχέρεια επιβολής προσωρινής κράτησης στο πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή σε περιπτώσεις πολλαπλών θανάτων που οφείλονται σε βαριά αμέλεια του δράστη. Στόχος του νομοθέτη με τη συγκεκριμένη παρέμβαση στο ουσιαστικό και το δικονομικό δίκαιο ήταν να αποτρέψει τις πολύ συχνές περιπτώσεις άσκησης ποινικών διώξεων με κακουργηματικό χαρακτήρα σε ατυχήματα με πολλά ανθρώπινα θύματα, με κύριο ζητούμενο της λανθασμένης αυτής πρακτικής να ληφθούν άμεσα δικονομικά μέτρα υπό την πίεση του τύπου και της κοινής γνώμης. Όμως, ο νέος νόμος με τη συγκεκριμένη ρύθμιση δε φαίνεται να επιλύει το ζήτημα. Τουναντίον εμφανίζει πολλές αδυναμίες, αλλά και αντιφάσεις και ανακολουθίες σχετικά με τη δικονομική υφή της επιβαλλόμενης προσωρινής κράτησης 31. Σύμφωνα με την πρόβλεψη του νέου νόμου η προσωρινή κράτηση στο πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή επιβάλλεται υπό τις ίδιες προϋποθέσεις και σε εξαιρετικές μόνο περιπτώσεις. Είναι όμως σαφές από το ίδιο το πνεύμα του νόμου ότι είναι πολύ πιθανή η καταχρηστική αξιοποίηση της νέας ρύθμισης και σε περιπτώσεις που δε θα πληρούνται οι γενικές προϋποθέσεις της 30 Σχετικά με την προεργασία και το σχέδιο νόμου βλ. αναλυτικότερα Ζαχαριάδη, Οι δικονομικές διατάξεις του νομοσχεδίου «για την επιτάχυνση της διαδικασίας ενώπιον των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων», ΠοινΔικ 2005. 199 Συμεωνίδου-Καστανίδου, Οι ουσιαστικές διατάξεις του νόμου «για την επιτάχυνση της διαδικασίας ενώπιον των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων», ΠοινΔικ 2005. 191. 31 Σχετικά με τα προβλήματα από την εφαρμογή του νέου νόμου βλ. Συμεωνίδη, Δικονομικές παράμετροι της συζήτησης για την οριοθέτηση ενδεχόμενου δόλου και συνειδητής αμέλειας και δυνατότητα επιβολής προσωρινής κράτησης σε περίπτωση συρροής ανθρωποκτονιών από αμέλεια. (άρθρο 11 Ν 3346/2005) ΠοινΔικ 2006. 451 Δημητράτου, Παρατηρήσεις επί της εφαρμογής του νόμου 3346/2005 για την επιτάχυνση της ποινικής δίκης, ΠοινΔικ 2006. 459.

προσωρινής κράτησης, θα πρόκειται όμως για ατύχημα με πολλά ανθρώπινα θύματα. Με τον τρόπο αυτό καθίσταται εμφανές ότι η προσωρινή κράτηση θα λειτουργεί ως προ-ποινή και θα επιφέρει προκαταβολική τιμώρηση του κατηγορουμένου. Η λειτουργία αυτή της προσωρινής κράτησης ως μέτρο προτιμωρητικού χαρακτήρα, όπως ίσχυε παλιότερα και με την «προφυλάκιση», έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορουμένου που κατοχυρώνεται ρητά στο άρθρο 6 2 της ΕΣΔΑ και το άρθρο 14 2 της ΔΣΑΠΔ. Επιπλέον, η νέα αυτή δικονομική ρύθμιση προσκρούει ευθέως και σε άλλη μία πολύ σημαντική επιλογή του δικονομικού νομοθέτη, αυτή που προκύπτει από το τελ. εδάφιο του άρθρου 282 3 ΚΠΔ, ότι δηλαδή «μόνη η βαρύτητα της πράξης δεν μπορεί να αποτελέσει κριτήριο για την επιβολή προσωρινής κράτησης». Και ενώ διατηρείται σε ισχύ το συγκεκριμένο εδάφιο, το περιεχόμενο του οποίου διαπνέει όλο το δίκαιο της προσωρινής κράτησης, με απόλυτα αντιφατικό τρόπο προστίθεται η νέα ρύθμιση του άρθρου 11 του ν. 3346/2005, από την οποία προκύπτει σαφώς ότι ουσιώδες κριτήριο για την επιβολή της προσωρινής κράτησης είναι η βαρύτητα των δυσμενών αποτελεσμάτων που είχε η πράξη 32. Άλλωστε πρέπει να αναφέρει κανείς ότι παρατηρείται ακόμα μία ουσιώδης λογική ανακολουθία στην επιλογή αυτή του νομοθέτη να επιτρέψει την κατ εξαίρεση επιβολή της προσωρινής κράτησης στο πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, τη στιγμή που εκ του νόμου δεν επιτρέπεται η επιβολή της σε εγκλήματα κατά της ζωής τα οποία τελέστηκαν εκ προθέσεως, όπως λ.χ. στην ανθρωποκτονία κατ απαίτηση του άρθρου 300 ΠΚ, στη συμμετοχή σε αυτοκτονία του άρθρου 301 ΠΚ. 33 Τέλος, παρόλο που ο νόμος ορίζει ρητά ότι η προσωρινή κράτηση επιβάλλεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις στο έγκλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, δεν μπορεί κανείς 32 Αρκεί κανείς να διαβάσει το κείμενο της αιτιολογικής έκθεσης του άρθρου 11 όπου αναφέρεται ότι: «λαμβάνεται πρόνοια για επιβολή προσωρινής κράτησης ειδικά για το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, ενόψει του ότι η πράξη αυτή ενέχει σε πολλές περιπτώσεις ιδιαίτερη βαρύτητα». 33 Σύμφωνα με το Δημητράτο άλλωστε, βλ. ό.π. σ. 460, «η εν λόγω επιλογή του νομοθέτη δημιουργεί μεταξύ των άλλων ατόπων, ρήγμα στη σαφή επιταγή του άρθρου 25 του Συντάγματος και της συνακόλουθης αρχής της αναλογίας, η οποία διέπει καθ ολοκληρίαν το ποινικό δικονομικό μας σύστημα».

να αποκλείσει την πιθανότητα, αν όχι τη βεβαιότητα, διεύρυνσης της συγκεκριμένης εξαίρεσης και σε άλλες περιπτώσεις με αποτέλεσμα η εξαίρεση αυτή, που ουσιαστικά συνιστά νομοθετική παλινδρόμηση 34, να αποτελέσει τον κανόνα 35. V. Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ- ΤΥΠΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ. Σύμφωνα με το άρθρο 283 1 ΚΠΔ ο ανακριτής αμέσως μετά την απολογία του κατηγορουμένου έχει τη δυνατότητα να τον αφήσει ελεύθερο ή να εκδώσει διάταξη που να του θέτει περιοριστικούς ή άλλους όρους ή, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 282 ΚΠΔ, να εκδώσει εναντίον του ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένο ένταλμα προσωρινής κράτησης, αφού προηγουμένως λάβει τη γραπτή σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα. Σε περίπτωση διαφωνίας για την προσωρινή κράτηση ή για τους όρους που πρέπει να τεθούν αποφαίνεται το δικαστικό συμβούλιο (άρθρα 305 και 307 στοιχ. στ ΚΠΔ). Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι ο χρόνος επιβολής της προσωρινής κράτησης είναι καταρχήν το σημείο μετά την ολοκλήρωση της απολογίας του κατηγορουμένου, καθώς έτσι εξασφαλίζεται η άσκηση του δικαιώματος της ακρόασης και αναπτύσσονται οι απόψεις του κατηγορουμένου. Προκειμένου να επιβληθεί η προσωρινή κράτησης από τον ανακριτή είναι πάντοτε απαραίτητη η σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα. Πρέπει στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι απαιτείται σύμφωνη γνώμη και όχι απλά γνώμη του εισαγγελέα για την επιβολή της προσωρινής κράτησης, όπως συμβαίνει στην έκδοση του εντάλματος σύλληψης κατ άρθρο 276 2 ΚΠΔ, όπου απαιτείται απλά ο εισαγγελέας να 34 Βλ. ανωτέρω τα όσα αναφέρονται στο ν. 2408/1996 και την πολύ ουσιαστική τροποποίηση που επέφερε στο δικονομικό μας σύστημα απαγορεύοντας την απευθείας εφαρμογή του θεσμού της προσωρινής κράτησης στα πλημμελήματα, αλλά και τα πολύ θετικά σχόλια που εισέπραξε από το σύνολο του επιστημονικού κόσμου. 35 Σύμφωνα με τη Συμεωνίδου-Καστανίδου άλλωστε η προτεινόμενη διάταξη αντίκειται στο συνταγματικά κατοχυρωμένο κανόνα της αναλογίας και αποτελεί την «κερκόπορτα» για τη γενίκευση της προσωρινής κράτησης και την επαναφορά ουσιαστικά του προηγούμενου καθεστώτος, που είχε καταργηθεί λόγω των σοβαρών προβλημάτων τα οποία δημιουργούσε η εφαρμογή του. Βλ. Συμεωνίδου-Καστανίδου ό.π. σ. 191.

διατυπώσει τη γνώμη του χωρίς αυτή να είναι απαραίτητα και σύμφωνη. Ο εισαγγελέας προκειμένου να διαμορφώσει την άποψη του πρέπει σε κάθε περίπτωση πρώτα να ακούσει τον κατηγορούμενο και το συνήγορό του. Η έλλειψη της σύμφωνης γνώμης του εισαγγελέα συνεπάγεται απόλυτη ακυρότητα κατ άρθρο 171 1 β ΚΠΔ, σχετική με τις διατάξεις για την κίνηση της ποινική δίωξης από τον εισαγγελέα και την υποχρεωτική συμμετοχή του στη διαδικασία στο ακροατήριο και σε πράξεις της προδικασίας που ορίζονται στο νόμο. Αλλά και η παράλειψη ακρόασης του κατηγορουμένου και του συνηγόρου του από τον εισαγγελέα συνεπάγεται απόλυτη ακυρότητα κατ άρθρο 171 1 δ ΚΠΔ, σχετική με τις διατάξεις για την εμφάνιση, την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων που του παρέχονται, στις περιπτώσεις και με τις διατυπώσεις που επιβάλλει ο νόμος. Αρμόδιο για να επιλύσει την ενδεχόμενη διαφωνία μεταξύ ανακριτή και εισαγγελέα είναι το δικαστικό συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 307 περ. στ ΚΠΔ 36. Το συμβούλιο αποφαίνεται σχετικά με τη διαφωνία που ανέκυψε, πλην όμως δεν εκδίδει το ίδιο το ένταλμα προσωρινής κράτησης, αλλά ο ανακριτής ακολουθώντας το βούλευμα που εκδόθηκε. Κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών που αίρει τη διαφωνία μεταξύ ανακριτή και εισαγγελέα μπορεί να ασκηθεί έφεση από τον Εισαγγελέα Εφετών κατ άρθρο 479 2 ΚΠΔ. Ο ανακριτής, πάντως, με γραπτή γνώμη του εισαγγελέα μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 286 3 ΚΠΔ, με αιτιολογημένη διάταξή του να αντικαταστήσει την προσωρινή κράτηση με περιοριστικούς όρους ή αυτούς με προσωρινή κράτηση (άρθρο 298 ΚΠΔ). Προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί για πρώτη φορά και από το δικαστικό συμβούλιο κατ άρθρο 315 ΚΠΔ. Ειδικότερα σύμφωνα με την 3 του ίδιου άρθρου το δικαστικό συμβούλιο παραπέμποντας τον κατηγορούμενο στο ακροατήριο, διατάσσει, αν συντρέχει νόμιμη περίπτωση τη σύλληψη και προσωρινή κράτησή του, ακόμα και αν δεν έχει εκδοθεί ένταλμα σύλληψης ή προσωρινής κράτησης. Κατά του βουλεύματος που παραπέμπει τον κατηγορούμενο για κακούργημα ο κατηγορούμενος μπορεί να ασκήσει έφεσή κατ άρθρο 478 ΚΠΔ και αναίρεση κατ άρθρο 483 ΚΠΔ. Μέχρι την ισχύ του ν. 3346/2005, τα 36 Βλ. ενδεικτικά ΒουλΣυμβΠλημμΠειρ 130/2005, Α Δημοσίευση Νόμος

άρθρα 478 2 ΚΠΔ και 483 2 ΚΠΔ όριζαν ότι όταν το βούλευμα που προσβάλλεται διατάσσει να συλληφθεί ο κατηγορούμενος, η έφεση (ή η αναίρεση αντίστοιχα) είναι απαράδεκτη, αν ο κατηγορούμενος δεν προσκομίσει κατά την άσκησή της βεβαίωση του διευθυντή της φυλακής ότι κρατείται σε εκτέλεση του βουλεύματος αυτού 37. Πλην όμως ο ν. 3346/2005 με το άρθρο 18 κατήργησε τις εν λόγω διατάξεις, οι οποίες σε κάθε περίπτωση ήταν αντίθετες με τα άρθρα 20 1 Σ, 6 1 ΕΣΔΑ και με την αρχή της αναλογικότητας 38. Τέλος πρέπει να αναφερθεί στο σημείο αυτό ότι σύμφωνα με το άρθρο 471 ΚΠΔ στην περίπτωση άσκησης έφεσης κατά βουλεύματος το οποίο παραπέμπει τον κατηγορούμενο στο ακροατήριο διατάσσοντας ταυτόχρονα τη σύλληψη και την προσωρινή του κράτηση, η διάταξη του βουλεύματος που αφορά τη σύλληψη και την προσωρινή κράτηση δεν αναστέλλεται. Όσον αφορά το δικαστήριο δεν του παρέχεται καταρχήν η δυνατότητα να επιβάλλει το ίδιο το πρώτον προσωρινή κράτηση. Η μοναδική περίπτωση που υπάρχει είναι αυτή που προκύπτει έμμεσα από το άρθρο 120 2 ΚΠΔ. Ειδικότερα, το δικαστήριο, όταν κρίνει ότι είναι αναρμόδιο παραπέμπει με απόφασή του την υπόθεση στο αρμόδιο δικαστήριο σε αυτή την περίπτωση ενεργεί ό,τι και το συμβούλιο πλημμελειοδικών όταν παραπέμπει τον κατηγορούμενο στο ακροατήριο και συνεπώς μπορεί κατ άρθρο 315 3 ΚΠΔ να διατάξει τη σύλληψη και την προσωρινή κράτηση του κατηγορουμένου. VI. ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ Δύο είναι οι δικονομικές δυνατότητες που παρέχονται στον κατηγορούμενο προκειμένου να αντιδράσει στην επιβολή τις προσωρινής κράτησης. Είναι αφενός η προσφυγή κατά του εντάλματος προσωρινής 37 Βλ. σχετικά ΑΠ 338/2004, ΠοινΧρον 2005. 126 ΑΠ 722/2004, ΠοινΛογ 2004. 838 ΑΠ 15/2001, ΠοινΧρον 2001. 798. 38 Βλ. Ζαχαριάδη, Η κράτηση του αναιρεσείοντος ως προϋπόθεση του παραδεκτού της αιτήσεως αναιρέσεως και η αρχή της αναλογικότητας, ΠοινΔικ 2002. 926 και ΟλΑΠ 14/2001, ΠοινΧρον 2001. 797, που αναφέρονται στην παρεμφερή διάταξη του άρθρου 508 1 ΚΠΔ και την αντίθεσή της με την αρχή της αναλογικότητας.

κράτησης σύμφωνα με το άρθρο 285 ΚΠΔ και αφετέρου η αίτηση άρσης ή αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης σύμφωνα με το άρθρο 286 2 ΚΠΔ. 1. Προσφυγή κατά του εντάλματος προσωρινής κράτησης (άρθρο 285 ΚΠΔ) και κατά της διάταξης του ανακριτή που επιβάλλει περιοριστικούς όρους. Σύμφωνα με το άρθρο 285 1 εδ. α ΚΠΔ, «Κατά του εντάλματος για την προσωρινή κράτηση και της διάταξης του ανακριτή που επέβαλε περιοριστικούς όρους επιτρέπεται στον κατηγορούμενο να προσφύγει στο συμβούλιο των πλημμελειοδικών». Η προσφυγή αυτή αποτελεί «οιονεί» ένδικο μέσο 39 και συνεπώς και συνεπώς εφαρμόζονται και γι αυτήν οι γενικοί ορισμοί των ενδίκων μέσων, εκτός αν από τη φύση του θεσμού αποκλείεται η εφαρμογή τους. 40 Η προσφυγή μπορεί να ασκηθεί σε διάστημα πέντε ημερών από την εκτέλεση 41 του εντάλματος προσωρινής κράτησης, ήτοι από την ημέρα παράδοσης του κατηγορουμένου στις φυλακές σε εκτέλεση της προσωρινής κράτησης. Συνεπώς για την άσκηση της προσφυγής πρέπει ο κατηγορούμενος να κρατείται σε εκτέλεση του εντάλματος. Η άποψη αυτή, ότι η προθεσμία άσκησης προσφυγής ξεκινά από την ημέρα παραδόσεως του κατηγορουμένου στις φυλακές υποστηρίζεται από το μεγαλύτερο τμήμα της θεωρίας 42, αλλά και της νομολογίας. 43 Αντίθετη όμως άποψη 39 Βλ. σχετικά Μαργαρίτη, Ένδικα μέσα, έκδ. 2000. 10. 40 Βλ. ΣυμΠλημΑγρ 151/1998, Υπερ. 1998. 1104 ΠλημΧαλκ 797/1996, ΠοινΧρον 1997. 1071 επ., με πρόταση Γ. Πεπονή ΕφΑθ 3982/1993, ΠοινΧρον 1994. 665 επ. ΠλημΛαρ 253/1992, ΠοινΧρον 1992. 983 επ. ΣυμβΠλημΑθ 2067/1990, ΠοινΧρον 1990. 1175 επ. ΠλημΘεσ 1288/1984, Αρμ 1984. 398 επ. Βλ. όμως και ΒουλΣυμβΠλημΘεσ 1556/2004, Αρμ. 2005. 608 που δέχεται μεν το χαρακτήρα της προσφυγής ως οιονεί ένδικου μέσου, πλην όμως απορρίπτει τη δυνατότητα εκπρόθεσμης άσκησης της προσφυγής για λόγους ανώτερης βίας (αντίθετες παρατησρήσεις Ζαχαριάδη). 41 Βλ. όμως κατωτέρω τη διαφορά με την προσφυγή κατά της διάταξης του ανακριτή που επιβάλλει περιοριστικούς όρους. 42 Βλ. ενδεικτικά Παπαδαμάκη, Απαιτείται να υποβληθεί σε εκτέλεση εκείνος που ζητεί την άρση ή αντικατάσταση της προσωρινή του κράτησης;, γνωμοδότηση, Αρμ 2004. 307, όπου αναφέρει ότι η άσκηση της προσφυγής δεν έχει ανασταλτική δύναμη, γι αυτό και κατά την

έχει ο Λαφαζάνος, 44 σύμφωνα με τον οποίο ναι μεν η προθεσμία της προσφυγής αρχίζει από την εκτέλεση της προσωρινή κρατήσεως, αλλά όπως και τα άλλα ένδικα βοηθήματα η προσφυγή μπορεί να ασκηθεί πριν αρχίσει η προθεσμία της, δηλαδή αμέσως μετά την υπογραφή του εντάλματος και ενώ ο κατηγορούμενος βρίσκεται ακόμα μέσα στο γραφείο του ανακριτή. Κατά τον ίδιο άλλωστε όπου ο νόμος θέλει την προηγούμενη φυλάκιση του κατηγορουμένου για το παραδεκτό του ενδίκου βοηθήματος το ορίζει ρητά και απαιτεί βεβαίωση της φυλακής, όπως κάνει στα άρθρα 478 2 και 508 1 ΚΠΔ για το παραδεκτό της εφέσεως και της αιτήσεως αναιρέσεως. 45 Σύμφωνα με τον Ανδρέου 46 άλλωστε, η πενθήμερη προθεσμία για την άσκηση προσφυγής αρχίζει από την επομένη της εκτέλεσης του εντάλματος ακόμη και αν η προσωρινή κράτηση άρχισε νωρίτερα όπως λ.χ. λόγω σύλληψης του κατηγορουμένου επ αυτοφώρω. Η προσφυγή μπορεί να ασκηθεί είτε αυτοπροσώπως είτε με αντιπρόσωπο στον οποίο έχει παρασχεθεί ειδική εντολή. 47 Επιπλέον μπορεί να ασκηθεί και από το συνήγορο υπεράσπισης που παρέστη κατά την απολογία του κατηγορουμένου με αναλογική εφαρμογή του άρθρου 465 2 ΚΠΔ. Η προσφυγή γίνεται με σύνταξη έκθεσης στο γραμματέα πλημμελειοδικών ή στο διευθυντή των φυλακών σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 474 1 ΚΠΔ. 48 άσκησή της προϋποτίθεται η κράτηση του κατηγορουμένου σε εκτέλεση του εντάλματος. Την ίδια άποψη υποστηρίζει και ο Μαργαρίτης. 43 Βλ. σχετικά ΠλημΚαβ 10/1990, ΠοινΧρον 1990. 447. 44 Βλ. Λαφαζάνου, Προβλήματα από την εφαρμογή της προσωρινής κρατήσεως, ΠοινΧρον 1982. 453 επ. 45 Βλ. όμως και το άρθρο 18 του ν. 3346/2005 το οποίο καταργεί τις διατάξεις αυτές. 46 Βλ. σχετικά Ανδρέου, Ένδικα μέσα και ένδικα βοηθήματα, εκδ. 2001. 237 και τις εκεί αναφορές στον Αθ. Κονταξή, «Κώδικας Ποινικής Δικονομίας» Τομ. Α έκδ., 1989. 1300 και Αργ. Καρρά, «Επίτομη ερμηνεία του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας». 535. 47 Βλ. σχετικά Μαργαρίτη, Ένδικα Μέσα, έκδ. 1994., όπου γίνεται αναφορά στη δυνατότητα άσκησης ενδίκων μέσων από αντιπρόσωπο ή από το συνήγορο και η οποία εφαρμόζεται και στο «οιονεί» ένδικο μέσο της προσφυγής του άρθρου 285 ΚΠΔ. 48 Βλ. όμως και Σταθέα, Προσωρινή κράτηση και περιοριστικοί όροι, έκδ. 1981. 96, σύμφωνα με τον οποίο στο γραμματέα ασκείται μόνο η προσφυγή κατά της διάταξης του ανακριτή που επιβάλλει περιοριστικούς όρους και όχι η προσφυγή κατά της προσωρινής κράτησης, γιατί σ αυτή την περίπτωση ο κατηγορούμενος θα βρίσκεται στις φυλακές.

Η προσφυγή κατά του εντάλματος προσωρινής κράτησης δεν έχει ανασταλτική δύναμη, όπως προκύπτει και από το άρθρο 285 2 ΚΠΔ, και ο ανακριτής μετά την άσκησή της εξακολουθεί την ανάκριση χωρίς διακοπή (άρθρο 285 5 ΚΠΔ). Πρέπει να σημειωθεί ότι δεν επιτρέπεται προσφυγή κατά του εντάλματος προσωρινής κράτησης που εκδόθηκε από τον ανακριτή ύστερα από βούλευμα του συμβουλίου που έκρινε τη σχετική διαφωνία μεταξύ ανακριτή και εισαγγελέα (άρθρο 285 3 ΚΠΔ). Η προσφυγή διαβιβάζεται στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών ο οποίος τη διαβιβάζει με πρότασή του στο συμβούλιο πλημμελειοδικών, το οποίο αποφασίζει αμετάκλητα. 49 Στη σύνθεση του συμβουλίου που κρίνει την προσφυγή δε συμμετέχει ο ανακριτής που εξέδωσε το προσβαλλόμενο ένταλμα ή την προσβαλλόμενη διάταξη κατ εφαρμογή του άρθρου 305 2 ΚΠΔ. Οι δυνατότητες που έχει το συμβούλιο επί μεν της προσφυγής κατά του εντάλματος προσωρινής κράτησης είναι είτε να άρει την προσωρινή κράτηση είτε να την αντικαταστήσει με περιοριστικούς όρους, ενώ επί της προσφυγής κατά της διάταξης του ανακριτή που επέβαλε περιοριστικούς όρους το συμβούλιο μπορεί είτε να άρει τους περιοριστικούς όρους είτε να τους αντικαταστήσει με άλλους. Δεν μπορεί όμως το συμβούλιο να επιβάλει επαχθέστερους όρους, πολλώ δε μάλλον να αντικαταστήσει τους περιοριστικούς όρους με προσωρινή κράτηση, καθώς η προσφυγή, όπως προειπώθηκε, αποτελεί «οιονεί» ένδικο μέσο και συνεπώς ισχύει η αρχή της «μη χειροτέρευσης της θέσης του κατηγορουμένου» (άρθρο 470 ΚΠΔ). Όσον αφορά την προσφυγή κατά της διάταξης του ανακριτή που επιβάλλει περιοριστικούς όρους, ασκείται με τον ίδιο τρόπο και από τα ίδια πρόσωπα όπως και η προσφυγή κατά του εντάλματος της προσωρινής κράτησης. Για το παραδεκτό αυτής της προσφυγής εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, δεν απαιτείται η εκτέλεση της διάταξης. Ο νόμος δεν ορίζει 50 ευθέως την προθεσμία για την άσκηση προσφυγής κατά της διάταξης του ανακριτή που επιβάλλει περιοριστικούς όρους συνεπώς πρέπει να γίνει 49 Βλ. ΑΠ 333/1989, ΠοινΧρον 1989. 910. 50 Βλ. σχετικά Λιβιεράτου, Προχειρότητες στο ν. 1128/1981 περί προσωρινής κρατήσεως και άλλων διατάξεων, ΝοΒ 1981. 1162, κατά τον οποίο είναι φανερή η προχειρότητα με την οποία συντάχθηκε το άρθρο 285 1 ΚΠΔ, καθώς δεν κάνει καμία αναφορά για την προθεσμία μέσα στην οποία πρέπει να γίνει η σχετική προσφυγή.