ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ-ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ. Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία



Σχετικά έγγραφα
Θετική Ψυχολογία. Καρακασίδου Ειρήνη, MSc. Ψυχολόγος-Αθλητική Ψυχολόγος Υποψήφια Διδάκτωρ Κλινικής και Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, Πάντειο Παν/μιο

17/12/2007. Βασιλική Ζήση, PhD. Ποιότητα ζωής. Είναι ένα συναίσθημα που σχεδόν όλοι καταλαβαίνουμε, αλλά δεν μπορούμε να ορίσουμε (Spirduso, 1995)

Γεωργία Ζαβράκα, MSc. Ψυχολόγος Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Άσκηση Υγεία και Ποιότητα Ζωής. Εισαγωγή. Γιάννης Θεοδωράκης Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Μεταπτυχιακή φοιτήτρια: Τσιρογιαννίδου Ευδοξία. Επόπτης: Πλατσίδου Μ. Επίκουρη Καθηγήτρια Β Βαθμολογητής: Παπαβασιλείου-Αλεξίου Ι.

Παρουσίαση Διπλωματικής Εργασίας

Βασιλική Ζήση, PhD. Πυραμίδα του πληθυσμού στο μέσο του έτους 2004

Επιπολιτισμικό στρες. Θεωρητικά μοντέλα Στρατηγικές αντιμετώπισης Παρεμβαλλόμενες μεταβλητές Ψυχική ανθεκτικότητα

Αναστασία Κωσταρίδου-Ευκλείδη Ομότιμη καθηγήτρια, Τμήμα Ψυχολογίας, Α.Π.Θ. Συνέδριο Εταιρείας Νόσου Alzheimer, Θεσσαλονίκη, 2 Φεβρουαρίου 2017

Τίτλος Αντιλήψεις για το γάμο, οικογενειακές αξίες και ικανοποίηση από την οικογένεια: Μια εμπειρική μελέτη

Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΓΟΝΙΟΥ-ΠΑΙΔΙΟΥ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΜΜΕ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗ Η ΟΜΑΔΑ ΜΑς : ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ, ΚΟΛΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ, ΚΟΤΤΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ, ΛΑΖΑΝΗ ΚΩΝ/ΝΑ Η ΥΠΕΥΘΥΝΗ

Βασιλόπουλος Φ. Στέφανος. Παιδαγωγικό Τμήμα Δ. Ε. Πανεπιστήμιο Πατρών

Εισαγωγή Συμπεριφορικοί παράγοντες στα προβλήματα της σχέσης του ζευγαριού Συμπεριφορικές παρεμβάσεις Συμπεράσματα

«ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ ΣΕ ΓΟΝΕΙΣ & ΦΡΟΝΤΙΣΤΕΣ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΝΟΗΤΙΚΗ ΥΣΤΕΡΗΣΗ»

«Η Διατήρηση της Σεξουαλικότητας μετά τον Γυναικολογικό Καρκίνο»

Το παιδί μου έχει αυτισμό Τώρα τι κάνω

ΔΙΑΖΥΓΙΟ. Ζάγκα Αλεξάνδρα Α.Μ: Κούτσικου Ναυσικά Α.Μ:

Η Επιθετικότητα στα Παιδιά που Έχουν Βιώσει Τραύμα. Victoria Condon and Panos Vostanis Μετάφραση: Ματίνα Παπαγεωργίου

Γιάννης Θεοδωράκης (2010). ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ

ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΑΘΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟΥ ΠΟΔΙΟΥ

«Μαθησιακές δυσκολίες και παραβατική συμπεριφορά»

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Ατομική Ψυχολογία. Alfred Adler. Εισηγήτρια: Παπαχριστοδούλου Ελένη Υπ. Διδάκτωρ Συμβουλευτικής Ψυχολογίας. Υπεύθυνη καθηγήτρια: Μ.

«Παιδιά Γονείς Παππούδες» Παπαγεωργίου Γιώτα Ψυχολόγος Μέλος του Γραφείου Γυναικείων Θεμάτων κ Οικογένειας της Ι. Μ. Μεσσηνίας

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Σχέση αυτεπάρκειας και πληροφοριακής συµπεριφοράς των χρηστών της βιβλιοθήκης του ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ

Τι είναι φόβος και τι φοβια;

Ο καθημερινός άνθρωπος ως «ψυχολόγος» της προσωπικότητάς του - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχο

Έννοιες. Επιχειρηματικότητα είναι η διαδικασία μέσω της οποίας ένας ή περισσότεροι του ενός ανθρώπου, δημιουργούν και αναπτύσσουν μία επιχείρηση.

WELNESS - Δεξιότητες για πραγματική ευημερία. Πακέτο εργασίας 2. Παραδοτέο 2.4 ΔΙΑΚΡΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ WELLBEING

Περιβαλλοντικό άγχος. Ορισμοί και μοντέλα Πυκνότητα Αίσθημα συνωστισμού Θόρυβος

Γιώργος Ντάκος, Πρόεδρος & Διευθύνων Σύμβουλος, Ροζίνα Κωστιάνη, Ρέα Μάνεση, STEDIMA S.A.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΣΥΣΤΗΜΙΚΗΣ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ

Παρουσίαση του προβλήματος

Διπολική διαταραχή μανιοκατάθλιψη,

Επιστημονικός Υπεύθυνος Έρευνας Καθηγητής Επαμεινώνδας Πανάς

Οι γνώμες είναι πολλές

Ψυχικές διαταραχές στην περιγεννητική περίοδο. Δέσποινα Δριβάκου Ψυχολόγος Msc Οικογενειακή θεραπεύτρια

Ψυχολογία ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια στο Γενικό Νοσοκομείο

ΠΑΙ ΙΑ ΚΑΙ ΕΦΗΒΟΙ ΜΕ ΓΟΝΕΙΣ ΜΕ ΨΥΧΙΚΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ

«Άγχος στην εφηβεία και ο ρόλος των γονέων»

Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΨΥΧΟΜΕΤΡΙΚΩΝ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΣΤΟΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟ

ΤΣΑΠΑΤΣΑΡΗ ε.

ΜΕΘΟΔΟΣ -ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΡΘΡΩΝ ΣΤΗΝ ΜΗΧΑΝΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗΣ PUBMED ΜΕ ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ: ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ, ΝΟΣΗΛΕΥΤΗΣ, ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ, ΑΠΟΔΟΣΗ, ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης.

Τι είναι η κατάθλιψη;

Σχολικό Έτος: Α Τετράμηνο Τάξη: Α Λυκείου Εργασία: «Συναισθήματα και εφηβεία» Υπεύθυνη Καθηγήτρια: Κα Γιανναρά

Ελεύθερη Έκφραση Απόψεων: Εμπειρική μελέτη σε εργαζόμενους σε οργανισμούς πληροφόρησης

Ο ρόλος της οικογένειας στις εκπαιδευτικές και επαγγελματικές επιλογές των μαθητών

Από τη μεγάλη γκάμα των δεξιοτήτων ζωής που μπορεί κανείς να αναπτύξει παρακάτω παρουσιάζονται τρεις βασικοί άξονες.

H παρούσα έρευνα έχει συγχρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο - ΕΚΤ) και από εθνικούς πόρους μέσω του Επιχειρησιακού

ΤΙΤΛΟΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

18 ο ΠΑΓΚΥΠΡΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΑΙΕΥΤΙΚΗΣ. Έρευνα με θέμα: Ο βαθμός Οργανωσιακής Δέσμευσης των Νοσηλευτών Ψυχικής Υγείας

Ευγενία Μαυρομάτη Παιδοψυχολόγος Δήμος Πειραιά

Διάλεξη 3: Κατανόηση της συμπεριφοράς των καταναλωτών

Η Επαγγελματική Συμβουλευτική μέσα από το πρίσμα της Θετικής Ψυχολογίας

«Οικογένεια σε Κρίση Διαχείριση της Απώλειας». Δρ. Μάγια Αλιβιζάτου Ψυχολόγος / Διασχολική Συντονίστρια Ψυχοπαιδαγωγικών Τμημάτων Κολλεγίου Αθηνών

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

Κείμενο. Εφηβεία (4596)

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ. Επιστημονικός Υπεύθυνος Έρευνας : Καθηγητής Επαμεινώνδας Πανάς

Αφορά γονείς-παιδιά Εκµάθηση χρήσης του Η/Υ από την προσχολική ηλικία Συµβολή γονέων στην χρήση του Η/Υ από τα παιδιά

Αξιολόγηση της συμπεριφοράς παιδιών προσχολικής ηλικίας

Έφηβοι και αυτοεκτίμηση

ΟΔΗΓΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ. ΘΕΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΙΑΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ m141

Παθολογική χρήση του Διαδικτύου:

þÿ²± ¼Ì ¹º±½ À à  ½ ûµÅÄ

Ψυχική υγεία και εργασία στο επίκεντρο της Παγκόσμιας Ημέρας Ψυχικής Υγείας

Παράγοντες Προστασίας και Κινδύνου

ΜΑΡΙΝΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ Mediterranean College Θεσσαλονικης

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

3) Αυτό-συμπόνια και φόβος της συμπόνιας προς και από τους άλλους Μαρίλια Νομικού, Γρηγόρης Σίμος, Μελίσσα Θεοχαρίδου

ΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας στη ΜΕ

Ποια είναι τα είδη της κατάθλιψης;

ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΟΥΝΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ

Γράφει: Δανιηλίδου Νικολίνα, Ψυχολόγος, MSc στην Ψυχολογία της Υγείας

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΝΤΩΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, Μ.Α. ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ

«Ο ρόλος της οικογένειας στην ανάπτυξη του παιδιού»

Εφηβεία και Πρότυπα. 2)Τη στάση του απέναντι στους άλλους, ενήλικες και συνομηλίκους

Στατιστικά Στοιχεία 2018 ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΝΔΥΝΑΜΩΣΗΣ ΝΕΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΚΥΠΡΟΥ

Κείμενο Σχέσεις γονέων-εφήβων (1956)

Πτυχιακή εργασία της ΕΜΜΑΝΟΥΕΛΑΣ ΣΟΥΡΛΗ Α.Μ.7509 ΑΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΕΓΧΕΙΡΙ ΙΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ YΠΟΨΗΦΙΩΝ ΑΝΑ ΟΧΩΝ ΓΟΝΕΩΝ

Δρ. Ευριπιδου Πολυκαρπος Παθολογος-Διαβητολογος C.D.A. College Limassol

Στόχοι ομάδας. Σωστή οργάνωση Καλή συνεργασία Επιμέλεια Συγκέντρωση υλικού Επιτυχία της εργασίας Καλύτερη γνωριμία με τους συμμαθητές μας

ΕΝΟΤΗΤΑ 1: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΘΛΗΣΗ

Η σχέση χαρακτηριστικών της δομής και της λειτουργίας της οικογένειας με τις γονεϊκές αντιλήψεις για την προσωπικότητα των παιδιών

ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΟΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ

Μάριος Γούδας Θέματα Διάλεξης. Ένας κοινά αποδεκτός ορισμός για τον όρο Θετική Ανάπτυξη είναι ο παρακάτω:

Βιωματικό εργαστήριο ασκήσεων επαγγελματικής συμβουλευτικής με τη χρήση των αρχών της Θετικής Ψυχολογίας

ΜΑΘΗΤΕΣ ΜΕ ΧΡΟΝΙΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΣΥΝΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Αντιλήψεις-Στάσεις των μαθητών του γυμνασίου και των Λ.Τ. τάξεων σχετικά με την σχολική ζωή

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΩΝ ΑμεΑ

Αξιολόγηση και Αυτοαξιολόγηση Εκπαιδευομένων- Αξιολόγηση Εκπαιδευτικού

Πολλοί άνθρωποι θεωρούν λανθασμένα ότι δεν είναι «ψυχικά δυνατοί». Άλλοι μπορεί να φοβούνται μήπως δεν «φανούν» ψυχικά δυνατοί στο περιβάλλον τους.

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ: ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ-ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία Οικονομική πίεση και υποκειμενική ευημερία: Μια δυαδική ανάλυση σε παντρεμένα ζευγάρια με παιδιά Μαριαλένα Κωστούλη Επιβλέπουσα: Χριστίνα Αθανασιάδου, Επίκουρη Καθηγήτρια ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2014

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 2 Περιεχόμενα ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 4 ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 5 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Υποκειμενική ευημερία... 7 1.1 Ορισμός... 7 1.2 Θεωρητικές προσεγγίσεις για την υποκειμενική ευημερία... 9 1.3 Μέτρηση της υποκειμενικής ευημερίας... 14 1.4 Τα συστατικά της υποκειμενικής ευημερίας... 17 1.5 Τα οφέλη της Υποκειμενικής Ευημερίας... 30 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Οικονομική κρίση και υποκειμενική ευημερία: ο ρόλος της αντιλαμβανόμενης οικονομικής πίεσης... 32 2.1 Οικονομική κρίση... 32 2.2 Αντιλαμβανόμενη οικονομική πίεση... 34 2.3 Οι επιπτώσεις της αντιλαμβανόμενης οικονομικής πίεσης στην υποκειμενική ευημερία... 36 2.3.1 Η επίδραση της αντιλαμβανόμενης οικονομικής πίεσης στην ψυχική υγεία... 38 2.3.2 Η επίδραση της αντιλαμβανόμενης οικονομικής πίεσης στην ικανοποίηση από τον γάμο... 41 2.3.3 Η επίδραση της αντιλαμβανόμενης οικονομικής πίεσης στον γονεϊκό ρόλο και τη γονεϊκή αυτό-αποτελεσματικότητα... 43 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Αντικείμενο, στόχοι και υποθέσεις της έρευνας... 45 3.1 Στόχοι της έρευνας... 46 3.2 Υποθέσεις της έρευνας... 47 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: Μέθοδος... 52 4.1 Συμμετέχοντες/ουσες... 52 4.2 Εργαλεία... 55 4.3 Διαδικασία... 62

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 3 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: Αποτελέσματα... 64 5.1 Ψυχομετρικές Ιδιότητες των Κλιμάκων... 65 5.2 Προκαταρκτικές Αναλύσεις... 71 5.3 Συσχετίσεις... 73 5.4 Δυαδικές Αναλύσεις... 79 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: Συζήτηση... 98 6.1 Συζήτηση των αποτελεσμάτων... 99 6.2 Βασικά Συμπεράσματα... 114 6.3 Συμβολή και Περιορισμοί της έρευνας... 115 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 118 ABSTRACT... 139 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ... 141

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 4 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Στο πρώτο μέρος της εργασίας παρουσιάζεται το θεωρητικό υπόβαθρο και τα ερευνητικά δεδομένα που αφορούν στην υποκειμενική ευημερία, στην οικονομική πίεση και στις μεταξύ τους συνδέσεις. Στην συνέχεια παρουσιάζονται οι στόχοι και οι υποθέσεις της παρούσας έρευνας. Στο δεύτερο μέρος περιγράφεται η μέθοδος της έρευνας και παρουσιάζονται τα εργαλεία συλλογής δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν. Στο τρίτο μέρος παρουσιάζονται οι στατιστικές αναλύσεις των δεδομένων και τα αποτελέσματά τους. Στο τέταρτο μέρος γίνεται η συζήτηση των αποτελεσμάτων σε σχέση με τα υπάρχοντα βιβλιογραφικά ευρήματα και με τις υποθέσεις της έρευνας. Τέλος, συζητούνται η συμβολή και οι περιορισμοί της παρούσας έρευνας και διατυπώνονται προτάσεις για μελλοντική έρευνα. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την επόπτρια μου κα. Χριστίνα Αθανασιάδου, Επίκουρη Καθηγήτρια του Τμήματος Ψυχολογίας, για την αμέριστη υποστήριξη και καθοδήγησή της σε όλη τη διάρκεια της εκπόνησης της παρούσας έρευνας και των σπουδών μου γενικότερα. Ήταν ιδιαίτερη χαρά και τιμή να συνεργαστώ μαζί της. Επίσης, ευχαριστώ την κα. Δέσποινα Ξανθοπούλου, Λέκτορα του Τμήματος Ψυχολογίας, για τη πολύτιμη βοήθειά της στη στατιστική επεξεργασία των δεδομένων της έρευνας. Ακόμα ευχαριστώ την κα. Αριάδνη Στογιαννίδου, Καθηγήτρια του Τμήματος Ψυχολογίας, για την εμπιστοσύνη και την μεγάλη υποστήριξή της κατά τη διάρκεια της πρακτικής μου άσκησης και των σπουδών μου γενικότερα. Ευχαριστίες εκφράζονται σε όλα τα ζευγάρια που πήραν μέρος στην έρευνα για τη προθυμία τους να συμμετέχουν σε αυτήν. Ευχαριστώ την οικογένειά μου και τις φίλες μου για την υποστήριξή τους. Ιδιαίτερα, όμως, ευχαριστώ την Αναστασία για την πολύτιμη βοήθειά της και τον Ηρακλή για την αγάπη και τη στήριξή του όλα αυτά τα χρόνια.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 5 ΠΕΡΙΛΗΨΗ Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της οικονομικής πίεσης που βιώνουν τα παντρεμένα ζευγάρια με παιδιά και της ικανοποίησής τους από τη ζωή, καθώς και η εξέταση του διαμεσολαβητικού ρόλου της ψυχικής υγείας, της ικανοποίησης από τον γάμο και της γονεϊκής αυτό-αποτελεσματικότητας στη σχέση αυτή. Στην έρευνα πήραν μέρος 134 παντρεμένα ζευγάρια με παιδιά από την ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης και απάντησαν σε ερωτηματολόγια αυτό-αναφοράς. Οι υποθέσεις της έρευνας εξετάστηκαν σε δυαδικό επίπεδο με το Μοντέλο Αλληλεξάρτησης Πράττοντος Συμπράττοντος. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι η αλλαγή της οικονομικής κατάστασης των ανδρών προς το χειρότερο έχει αρνητική σχέση με την ικανοποίηση τους από τη ζωή μέσω της μείωσης της ικανοποίησής τους από τον γάμο τους. Ταυτόχρονα, η αλλαγή της οικονομικής κατάστασης των ανδρών προς το χειρότερο βρέθηκε ότι σχετίζεται αρνητικά με την ικανοποίηση από τη ζωή των γυναικών μέσω της μείωσης της αντιλαμβανόμενης γονεϊκής αυτό-αποτελεσματικότητας των τελευταίων. Επιπλέον, βρέθηκε ότι η αλλαγή στην οικονομική κατάσταση των γυναικών προς το χειρότερο και η δυσκολία τους να ανταποκριθούν στις οικογενειακές τους υποχρεώσεις σχετίζονται αρνητικά με την ικανοποίηση που νιώθουν από τη ζωή τους μέσω της μείωσης της ψυχικής τους υγείας. Ακόμα, βρέθηκε ότι η εργασιακή κατάσταση των συζύγων και το ετήσιο οικογενειακό τους εισόδημα σχετίζονται αρνητικά με την ικανοποίηση των ανδρών και των γυναικών από τη ζωή τους, μέσω της μείωσης της ψυχικής τους υγείας. Τέλος, γίνεται συζήτηση της συμβολής και των περιορισμών της έρευνας και διατυπώνονται προτάσεις για μελλοντική έρευνα. Λέξεις κλειδιά: Οικονομική πίεση, ψυχική υγεία, ικανοποίηση από τον γάμο, γονεϊκή αυτόαποτελεσματικότητα, ικανοποίηση από τη ζωή.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 6 ΜΕΡΟΣ Ι : ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Υποκειμενική ευημερία 1.1 Ορισμός Από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα ο ορισμός της «καλής ζωής» και οι παράγοντες που οδήγησαν σε αυτήν αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας και στοχασμού τόσο των φιλοσόφων και των επιστημόνων όσο και όλων των υπόλοιπων ανθρώπων. Οι επιστήμονες που ασχολήθηκαν με την υποκειμενική ευημερία θεώρησαν ότι κύριο συστατικό της «καλής ζωής» αποτελεί η εκτίμηση ότι η ζωή που βιώνει ο καθένας/ η κάθε μία του/της αρέσει (Diener, Oishi & Lucas, 2009). Ο όρος υποκειμενική ευημερία ή αλλιώς υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας (Subjective Well-Being) αναφέρεται στις γνωστικές και στις συναισθηματικές αξιολογήσεις ενός ατόμου για τη ζωή του (Diener, Oishi & Lucas, 2009). Αυτές οι αξιολογήσεις περιλαμβάνουν τόσο τις συναισθηματικές αντιδράσεις ενός ατόμου στα διάφορα γεγονότα της ζωής του, όσο και τις γνωστικές κρίσεις του για την ικανοποίηση από τη ζωή του. Η υποκειμενική ευημερία αναφέρεται δηλαδή σε αυτό που οι περισσότεροι άνθρωποι θα ονόμαζαν ευτυχία ή ικανοποίηση (Diener, Oishi & Lucas, 2003). Η υποκειμενική ευημερία αποτελείται από τρεις διαφορετικούς παράγοντες, την ικανοποίηση από τη ζωή, το θετικό και το αρνητικό συναίσθημα (Andrews & Withey, 1976). Οι Cummins και Nistico (2002) υποστήριξαν ότι η ικανοποίηση από τη ζωή δεν αντανακλούσε τις αντικειμενικές συνθήκες και τα πραγματικά γεγονότα που βίωνε ο κάθε άνθρωπος, αλλά τη γνωστική του εκτίμηση και τη συναισθηματική του διάθεση σε σχέση με τις συνθήκες και τα γεγονότα που βίωνε. Η αξιολόγηση της ικανοποίησης από τη ζωή βασιζόταν στις προσωπικές αξίες και στα προσωπικά κριτήρια του ατόμου για τον βαθμό που έχουν εκπληρωθεί οι σημαντικότεροι στόχοι, οι ανάγκες και οι επιθυμίες του (Dolnicar, Yanamandram & Cliff, 2012). Ακόμα, η ικανοποίηση από τη ζωή στηριζόταν στη σωματική

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 8 υγεία του ατόμου, στην οικονομική του ασφάλεια, στις κοινωνικές του σχέσεις και στη θετική προσωπική ταυτότητα του ατόμου (Capri, Ozkendir, Ozkurt & Karakus, 2012). Αναφορικά με το θετικό και το αρνητικό συναίσθημα οι Watson, Clark και Tellegen (1988b) υποστήριξαν ότι αποτελούν δύο διακριτούς παράγοντες της υποκειμενικής ευημερίας, που ενεργοποιούνται ως απάντηση στα ποικίλα εσωτερικά και εξωτερικά ερεθίσματα. Τόσο το θετικό όσο και το αρνητικό συναίσθημα περιγράφονταν ως δύο συνεχή που στη μία άκρη κυριαρχεί το αίσθημα της χαράς ή αντίστοιχα της λύπης και στο άλλο άκρο η απουσία του συναισθήματος (Crawford & Henry, 2004). Να σημειωθεί ότι το θετικό συναίσθημα αναφέρεται σε όλα τα ευχάριστα συναισθήματα, στην καλή διάθεση του ατόμου και στις θετικές συναισθηματικές του αντιδράσεις, ενώ το αρνητικό συναίσθημα αντανακλά όλα τα συναισθήματα που προκαλούν δυσφορία στο άτομο και τις αρνητικές του συναισθηματικές αντιδράσεις στα γεγονότα (Watson, et al, 1988b). Αναφορικά με τη συχνότητα και την ένταση των θετικών συναισθημάτων στην ζωή των ανθρώπων οι Diener, Sandvik και Pavot (1991) υποστήριξαν ότι η διάρκεια των θετικών συναισθημάτων αποτελεί καλύτερο προβλεπτικό παράγοντα της υποκειμενικής ευημερίας σε σχέση με την ένταση των θετικών συναισθημάτων. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι που ανέφεραν μέτρια θετικά συναισθήματα το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής τους ήταν πιο ευτυχισμένοι συγκριτικά με αυτούς που ανέφεραν στιγμές έντονης ευτυχίας, που όμως δε διαρκούν πολύ στη ζωή τους. Εύρημα συμβατό και με την έρευνα των Diener και Seligman (2002), κατά την οποία αξιολογήθηκε η υποκειμενική ευημερία 222 φοιτητών/τριών και βρέθηκε ότι οι πολύ ευτυχισμένοι/ες φοιτητές/τριες βίωναν θετικά, αλλά όχι εκστατικά, συναισθήματα τον περισσότερο χρόνο της ζωής τους. Σύμφωνα με αποτελέσματα ερευνών σε παγκόσμιο επίπεδο, οι επαγγελματίες της ψυχικής υγείας εκτιμούν ότι το ποσοστό των πολύ ευτυχισμένων ανθρώπων είναι μεταξύ 10 έως 20%. Παράλληλα, όταν ζητείται από τα ίδια τα άτομα να αξιολογήσουν το πόσο

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 9 ευτυχισμένα νιώθουν, το ποσοστό των πολύ ευτυχισμένων ατόμων αυξάνεται στο 30%, ενώ το 10% δηλώνουν καθόλου ευτυχισμένοι. Οι υπόλοιποι συμμετέχοντες δηλώνουν σχετικά ευτυχισμένοι (Myers, 2007). Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουν και οι Diener και Diener (1996), οι οποίοι, σε μια ανασκόπηση σχετικών ερευνών, ανέφεραν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δηλώνουν ότι βιώνουν υψηλά επίπεδα υποκειμενικής ευημερίας. 1.2 Θεωρητικές προσεγγίσεις για την υποκειμενική ευημερία Μετά την Αριστοτελική «ευδαιμονία» έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες για την ευτυχία στη διεθνή βιβλιογραφία, τόσο από τον χώρο της Κοινωνιολογίας όσο και της Ψυχολογίας (Diener, Oishi & Lucas, 2003). Οι διάφορες θεωρητικές προσεγγίσεις της υποκειμενικής ευημερίας θα μπορούσαν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες: τις θεωρίες του σκοπού, τις θεωρίες της δράσης και τις θεωρίες των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας (Diener, Oishi & Lucas, 2009). Θεωρίες του σκοπού Η κατάκτηση της υποκειμενικής ευημερίας, σύμφωνα με τις θεωρίες του σκοπού, επιτυγχάνεται με την ικανοποίηση των σωματικών και ψυχολογικών αναγκών του ατόμου και την εκπλήρωση των στόχων και των επιθυμιών του (Diener, Oishi & Lucas, 2009. Sheldon, Elliot, Kim & Kasser, 2001). Ταυτόχρονα, οι θεωρίες αυτές υποστηρίζουν ότι η ελαχιστοποίηση του πόνου συμβάλλει στην κατάκτηση της ευτυχίας (Peterson, Park & Seligman, 2005). Χαρακτηριστικό παράδειγμα των θεωριών του σκοπού αποτελεί η θεωρία του ηδονισμού. Ο Αρίστιππος ο Κυρηναίος (4 ος αι. π.χ.) διατύπωσε τις βάσεις της θεωρίας του ηδονισμού, σύμφωνα με τον οποίο μοναδικό αγαθό αποτελεί η απόλαυση. Η υποκειμενική

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 10 ευημερία λοιπόν, είναι το αποτέλεσμα των πολλαπλών στιγμών απόλαυσης και των ελάχιστων στιγμών θλίψης και πόνου στη ζωή του ανθρώπου (Μπούτρη, 2011. Durayappah, 2011). Επιπρόσθετα, η θεωρία της επιθυμίας υποστήριξε ότι η ευτυχία επέρχεται μέσα από την ικανοποίηση των επιθυμιών (Griffin, 1986). Η διαφορά αυτής της θεωρίας από τον ηδονισμό έγκειται στο γεγονός ότι το αντικείμενο επιθυμίας είναι προσωπικό και μπορεί να διαφέρει για κάθε άνθρωπο. Ταυτόχρονα, οι υποστηρικτές της θεωρίας της επιθυμίας δεν θεώρησαν ότι αναγκαία κάθε άνθρωπος επιζητά την απόλαυση ή αποφεύγει τον πόνο (Durayappah, 2011). Η θεωρία της αντικειμενικής λίστας πρότεινε ότι για να κατακτήσει ο άνθρωπος την ευτυχία θα έπρεπε να ικανοποιήσει κάποια «πολύτιμα» επιτεύγματα στη ζωή του, όπως η επιτυχία στον εργασιακό τομέα, η απουσία ασθένειας και πόνου, η κατάκτηση της μόρφωσης και της γνώσης, η φιλία και η αγάπη (Nuusbaum, 1992. Landorf & Pineda, 2011). Η θεωρία της αυθεντικής ευτυχίας του Seligman (2002) επιχείρησε να ενσωματώσει στοιχεία και από τις τρεις παραπάνω θεωρίες. Βασική παραδοχή της θεωρίας αυτής ήταν η ύπαρξη τριών διαφορετικών ειδών ευτυχίας, της ευχάριστης ζωής, της καλής ζωής και της ζωής με νόημα. Η ικανοποίηση των κριτηρίων τους οδηγεί στην βίωση της γεμάτης ζωής. Η ευτυχία που αντλείται από τις καθημερινές απολαύσεις καθιστά τη ζωή ευχάριστη. Η καλή ζωή περιλαμβάνει την ευτυχία που βιώνει ο κάθε άνθρωπος όταν ικανοποιεί κάποια επιθυμία του, αξιοποιώντας τις δυνατότητες που ο ίδιος κατέχει. Τέλος, στη ζωή με νόημα, το αίσθημα της ευτυχίας αντλείται μέσω της ικανοποίησης ανώτερων στόχων της ζωής του ατόμου, όπως αυτές που αναφέρονται στη θεωρία της αντικειμενικής λίστας (Linley, Joseph & Boniwell, 2003. Μπούτρη, 2011. Durayappah, 2011). Τέλος, στις θεωρίες του σκοπού θα μπορούσαν να ενταχθούν και οι θεωρίες της σύγκρισης, οι οποίες θεωρούν ότι το υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας είναι το

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 11 αποτέλεσμα της σύγκρισης ανάμεσα στα προσωπικά κριτήρια του ατόμου και στις πραγματικές συνθήκες που βιώνει (Veenhoven, 2012). Παραδείγματα των κριτηρίων αυτών θα μπορούσαν να αποτελέσουν οι σημαντικοί άλλοι, οι ανάγκες του ατόμου, οι φιλοδοξίες και οι στόχοι του και το παρελθόν του. Σύμφωνα με τον Michalos (1985), όταν οι πραγματικές συνθήκες που βιώνει το άτομο υπερέχουν των προσωπικών του κριτηρίων, τότε το άτομο είναι ευτυχισμένο. Αντίθετα, το αρνητικό συναίσθημα κυριαρχεί όταν η αντικειμενική πραγματικότητα δεν καταφέρνει να καλύψει τα προσωπικά κριτήρια του ατόμου. Θεωρίες της δράσης Μεγάλη επιρροή στη μελέτη της υποκειμενικής ευημερίας αποτέλεσε η θεωρία της ροής του Csikszentmihalyi (1975). Η ροή πρόκειται για μια κατάσταση, κατά την οποία το άτομο είναι απόλυτα απορροφημένο σε μια δραστηριότητα, για παράδειγμα παίζοντας ένα παιχνίδι ή διαβάζοντας, έτσι ώστε η συγκέντρωση και η προσοχή του να είναι στραμμένη στη δραστηριότητα αυτή και να έχει απόλυτη επίγνωση αυτού που λαμβάνει χώρα (Σεργιάννη & Καρακασίδου, 2011. Carpentier, Mageau & Vallerand, 2012). Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Csikszentmihalyi (1975. 2002) η εμπλοκή και η απορρόφηση του ατόμου από τη δραστηριότητα είναι αυτή που του προσφέρει την ευχαρίστηση και το υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας. Θα πρέπει να τονιστεί ότι για την επίτευξη της ψυχολογικής ροής απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η ισορροπία ανάμεσα στην υποκειμενική αντίληψη για τις ικανότητες του ατόμου και την εκτίμηση του για τις προκλήσεις της δραστηριότητας (Admiraal, Huizenga, Akkerman & Dam, 2011. Σεργιάννη & Καρακασίδου, 2011). Μάλιστα, όπως ανέφερε ο Csikszentmihalyi (2013), το άτομο βιώνει μεγαλύτερη υποκειμενική ευημερία όταν εμπλέκεται σε δραστηριότητες που οι προκλήσεις τους είναι ανάλογες με τις ικανότητές

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 12 τους, καθώς οι πιο εύκολες του φαίνονται ανιαρές, ενώ οι δυσκολότερες του προκαλούν άγχος. Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι η ευχαρίστηση και η απόλαυση του ατόμου εξαρτάται από τη δράση του και την απορρόφηση του από τη δραστηριότητα και όχι από το αποτέλεσμα της δράσης (Csikszentmihalyi, 2003. Carpentier, Mageau & Vallerand, 2012). Θεωρίες των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας Όπως έχει αναφερθεί παραπάνω, οι θεωρίες του σκοπού και οι θεωρίες της δράσης υποστήριξαν πως το υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας θα μεταβληθεί μόλις το άτομο προσεγγίσει τους στόχους του, καλύψει τις ανάγκες του ή ασχοληθεί με ενδιαφέρουσες και προκλητικές δραστηριότητες. Στον αντίποδα αυτών των θεωριών, οι υποστηρικτές των θεωριών των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας θεωρούν ότι η υποκειμενική ευημερία χαρακτηρίζεται από σταθερότητα μέσα στο χρόνο, καθώς βασίζεται σε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του ανθρώπου (Schimmack & Oishi, 2005. Lucas & Donnellan, 2007. Lucas & Diener, 2008. Bartels & Boomsma, 2009. Diener, Oishi & Lucas, 2009.). Μια εξήγηση για τη σταθερότητα της υποκειμενικής ευημερίας μπορεί να δοθεί μέσα από τις μελέτες της κληρονομικότητας και της γενετικής προδιάθεσης. Σε μια κλασική έρευνα μονοζυγωτικών και διζυγωτικών διδύμων του Tellegen και των συνεργατών του (1988), βρέθηκε ότι το γενετικό υλικό εξηγούσε το 40% της διακύμανσης του θετικού συναισθήματος και το 55% της διακύμανσης του αρνητικού συναισθήματος (Tellegen, Lykken, Bouchard, Wilcox, Rich & Segal, 1988). Σε παρόμοια αποτελέσματα κατέληξαν και οι Stubbe, Posthuma, Boomsma και De Geus (2005) οι οποίοι μελέτησαν την επίδραση της κληρονομικότητας στην ικανοποίηση από τη ζωή. Στην έρευνα τους βρέθηκε ότι το 38% της διακύμανσης της ικανοποίησης από τη ζωή εξηγείται από τη γενετική προδιάθεση του ατόμου (Stubbe, Posthuma, Boomsma & De Geus, 2005).

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 13 Επιπρόσθετα, η σύνδεση συγκεκριμένων χαρακτηριστικών της προσωπικότητας με το υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας αποτέλεσε συνεπές εύρημα στη διεθνή βιβλιογραφία (Diener & Lucas, 1999. Lucas & Diener, 2008). Συγκεκριμένα, έχει βρεθεί ότι η εξωστρέφεια και ο νευρωτισμός συσχετίζονταν υψηλά με το θετικό και το αρνητικό συναίσθημα αντίστοιχα (Diener & Lucas, 1999. Senf & Liau, 2013. Lyubomirsky & Layous, 2013). Ταυτόχρονα, προβλεπτικοί παράγοντες της υποκειμενικής ευημερίας είναι και η αυτοεκτίμηση (Sowislo & Orth, 2013. Sarkova, Bacikova-Sleskova, Orosova, Madarasova Geckova, Katreniakova, van den Heuvel, van Dijk, 2013) και η αισιοδοξία (Garrosa, Ladstätter, Moreno, Gan & Carmona, 2014), τόσο για τους ανήλικους όσο και για τον ενήλικο πληθυσμό. Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι οι σχέσεις ανάμεσα στα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά προσωπικότητας και την υποκειμενική ευημερία διαφοροποιούνται ανάμεσα στις διαφορετικές κουλτούρες (Lucas & Diener, 2009). Για παράδειγμα οι Diener και Diener (1995) βρήκαν ότι το μέγεθος της συσχέτισης ανάμεσα στην αυτοεκτίμηση και την υποκειμενική ευημερία είναι μεγαλύτερο στις δυτικές κοινωνίες σε σχέση με τις κολεκτιβιστικές κοινωνίες, πιθανόν επειδή στις δυτικές κοινωνίες δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στην ατομικότητα, την αυτονομία και τα εσωτερικά συναισθήματα. Επίσης, έχει βρεθεί ότι ο παράγοντας εξωστρέφεια συσχετίζεται λιγότερο σημαντικά με το θετικό συναίσθημα στις κολεκτιβιστικές κοινωνίες συγκριτικά με τις δυτικές κοινωνίες (Lucas, Diener, Grob, Suh, & Shao, 2000).

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 14 Συνοψίζοντας τις θεωρίες για την υποκειμενική ευημερία Η μελέτη της υποκειμενικής ευημερίας απασχόλησε ιδιαίτερα τη διεθνή βιβλιογραφία, με αποτέλεσμα την διατύπωση ποικίλων θεωριών που ερμηνεύουν τη φύση και τα χαρακτηριστικά της. Η ερμηνεία της υποκειμενικής ευημερίας βασίστηκε κυρίως σε περιβαλλοντικούς και σε γενετικούς παράγοντες. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω η υποκειμενική ευημερία εξαρτάται από την ικανοποίηση των αναγκών του ατόμου, την επίτευξη των στόχων του, τη σύγκριση των προσωπικών του κριτηρίων με το περιβάλλον του, την απορρόφηση του στις δραστηριότητες που εκτελεί, όπως επίσης και το γενετικό του υλικό και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του. Όμως, τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του ατόμου επηρεάζονται και σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνονται από το περιβάλλον του. Για το λόγο αυτό, η υποκειμενική ευημερία πολλές φορές θεωρείται ότι είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης του περιβάλλοντος και της προσωπικότητας του ατόμου (Diener, Suh, Lucas & Smith, 1999). 1.3 Μέτρηση της υποκειμενικής ευημερίας Αρχικά, οι έρευνες χρησιμοποιούσαν μόνο μια ερώτηση «πόσο ευτυχισμένος/η νιώθεις;» ή «πόσο ικανοποιημένος/η είσαι από τη ζωή σου;» για να αξιολογήσουν το υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας του ατόμου (Diener, Oishi & Lucas, 2009). Αργότερα όμως, καθιερώθηκε η αξιολόγηση της υποκειμενικής ευημερίας με κλίμακες περισσότερων ερωτήσεων που περιελάμβαναν μετρήσεις για το πώς σκέφτονται και το πώς αισθάνονται οι άνθρωποι για τη ζωή τους. Η αξιολόγηση της ικανοποίησης από τη ζωή μπορεί να πραγματοποιηθεί με δύο τρόπους. Ο πρώτος τρόπος είναι η εκτίμηση της ικανοποίησης που βιώνει το άτομο από τους επιμέρους τομείς της ζωής του, όπως για παράδειγμα την εργασία, την υγεία και τη

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 15 διασκέδαση (Van Praag, Frijters & Ferrer-i-Carbonell, 2003). Ενώ, ο δεύτερος τρόπος περιλαμβάνει την εκτίμηση της σφαιρικής ικανοποίησης που βιώνει το άτομο από τη ζωή (Durayappah, 2011). Η αξιολόγηση της σφαιρικής ικανοποίησης από τη ζωή μας προσέφερε πολύ χρήσιμες πληροφορίες για τις ψυχολογικές διεργασίες με τις οποίες οι άνθρωποι κατασκευάζουν τις γνωστικές τους κρίσεις για την ζωή (Diener, Oishi & Lucas, 2009). Ταυτόχρονα, η σφαιρική ικανοποίηση από τη ζωή αποτέλεσε προβλεπτικό παράγοντα για σημαντικές μελλοντικές αποφάσεις που πρόκειται να πάρει το άτομο (Wirtz, Kruger, Scollon & Diener, 2003). Χαρακτηριστικό παράδειγμα κλίμακας που αξιολογεί τη σφαιρική ικανοποίηση από τη ζωή είναι η Κλίμακα Ικανοποίησης από τη Ζωή (Satisfaction With Life Scale) των Diener, Emmons, Larsen και Griffin (1985). Το θετικό και το αρνητικό συναίσθημα αποτελούν δύο ξεχωριστούς παράγοντες της υποκειμενικής ευημερίας. Η παρουσία θετικών συναισθημάτων δεν σημαίνει αναγκαστικά και απουσία του αρνητικού συναισθήματος, και αντίστροφα (Albuquerque, Pedroso de Lima, Matos & Figueire, 2012). Χαρακτηριστικό παράδειγμα πολυχρησιμοποιημένης κλίμακας που μετρά το θετικό και αρνητικό συναίσθημα αποτέλεσε η κλίμακα Positive and Negative Affect Schedule (PANAS) των Watson, Clark και Tellegen (1988). Τα παραπάνω ψυχομετρικά εργαλεία (SWLS και PANAS) αποτέλεσαν παραδείγματα κλιμάκων αυτό-αναφοράς με πολύ ικανοποιητική εγκυρότητα και αξιοπιστία για τη μέτρηση της υποκειμενικής ευημερίας (Diener, Emmons, Larsen & Griffin, 1985. Watson, Clark & Tellegen, 1988). Ωστόσο, θα ήταν σημαντικό να μην παραληφθεί ότι οι κλίμακες αυτόαναφοράς έχουν εγείρει ορισμένες ανησυχίες σχετικά με την ακριβή μέτρηση του υποκειμενικού αισθήματος της ευτυχίας (Veenhoven, 2012). Κύρια πηγή κριτικής για τη χρήση μεθόδων αυτό-αναφοράς για τη μέτρηση της υποκειμενικής ευημερίας αποτελεί η συστηματική προκατάληψη των ανθρώπων να απαντούν ότι γενικώς είναι πιο ευτυχισμένοι απ ότι είναι στην πραγματικότητα (Veenhoven,

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 16 2012). Σύμφωνα με τον Veenhoven (2012), η στρεβλωμένη αντίληψη για την ικανοποίηση από τη ζωή μπορεί να οφειλόταν είτε σε μηχανισμούς άμυνας του Εγώ είτε στις κοινωνικά αποδεκτές απαντήσεις που δίνουν οι συμμετέχοντες στις έρευνες. Ακόμα, σύμφωνα με τους Schwarz και Strack (1999), η σειρά των ερωτήσεων μπορεί να μεταβάλλει τις απαντήσεις των συμμετεχόντων σχετικά με το πόσο ευτυχισμένοι ή ικανοποιημένοι νιώθουν με τη ζωή τους. Για παράδειγμα, όταν οι συμμετέχοντες καλούνταν να ανακαλέσουν τρία θετικά ή τρία αρνητικά γεγονότα της ζωής τους και αμέσως μετά να αξιολογήσουν το πόσο ευτυχισμένοι ένιωθαν, παρατηρούμε πως συμμετέχοντες που ανακάλεσαν θετικά γεγονότα δήλωσαν πιο ευτυχισμένοι από τους συμμετέχοντες που ανακάλεσαν αρνητικά γεγονότα (Schwarz & Strack, 1999). Η ικανοποίηση που δηλώνουν ότι νιώθουν από τη ζωή τους οι συμμετέχοντες, επηρεάζεται, επίσης, και από τη συναισθηματική τους διάθεση τη στιγμή της συμπλήρωσης του ερωτηματολογίου. Για παράδειγμα, σε μια από τις πιο διάσημες έρευνες των Schwarz και Clore (1983) βρέθηκε ότι τις ηλιόλουστες μέρες οι άνθρωποι δήλωναν πιο ικανοποιημένοι από τη ζωή τους, συγκριτικά με τις βροχερές ημέρες, καθώς η διάθεσή τους μεταβαλλόταν ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες. Η επιρροή, όμως, αυτή φαίνεται να παίζει μικρό ρόλο, καθώς η υποκειμενική ευημερία βασίζεται σε πιο σταθερά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του ατόμου, όπως απέδειξαν στην έρευνά τους οι Eid και Diener (2004). Επιπλέον, έρευνες έχουν υποστηρίξει ότι τα εργαλεία που μετρούν την υποκειμενική ευημερία είναι ευαίσθητα στις μεταβολές της ζωής του ατόμου. Για παράδειγμα, έχει βρεθεί πως διάφορα σημαντικά γεγονότα στη ζωή του ανθρώπου, όπως ο γάμος, το διαζύγιο, η χηρεία και η ανεργία, προκαλούν μεταβολές στο υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας του ατόμου (Lucas, Clark, Georgellis & Diener, 2003. Lucas, 2007. Luhmann, Hofmann, Eid & Lucas, 2012). Μάλιστα οι Luhmann, Hofmann, Eid και Lucas (2012) υποστηρίζουν ότι ο

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 17 αντίκτυπος των αρνητικών γεγονότων ζωής στην υποκειμενική ευημερία είναι μεγαλύτερος και διαρκεί πολύ περισσότερο συγκριτικά με τον αντίκτυπο των θετικών γεγονότων ζωής. Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί ότι εκτός από τα ερωτηματολόγια αυτό-αναφοράς έχουν προταθεί και άλλες μέθοδοι μέτρησης του υποκειμενικού αισθήματος της ευτυχίας. Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται η συστηματική καταγραφή της υποκειμενικής ευημερίας του ατόμου σε πολλές διαφορετικές στιγμές της ημέρας (Experience Sampling Method), για διάστημα από τέσσερις έως έξι εβδομάδες. Επίσης, σε διάφορες έρευνες έχουν χρησιμοποιηθεί και οι αναφορές συγγενών και φίλων, οι οποίοι αξιολογούν τα συναισθήματα και την ικανοποίηση από τη ζωή ενός οικείου τους ατόμου (Albuquerque et al, 2012). 1.4 Τα συστατικά της υποκειμενικής ευημερίας Στο σημείο αυτό θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο να αναφερθούν οι παράγοντες που καθορίζουν την υποκειμενική ευημερία του ατόμου. Ποικίλες έρευνες έχουν δείξει ότι διάφοροι παράγοντες ευθύνονται για την αύξηση ή τη μείωση των επιπέδων του αισθήματος της υποκειμενικής ευτυχίας. Ανάμεσα σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται διάφορα δημογραφικά χαρακτηριστικά του ατόμου, όπως η ηλικία, το φύλο, η οικογενειακή και η εργασιακή κατάσταση και το εισόδημα. Επιπλέον, αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες η ψυχική και η σωματική υγεία του ατόμου, η ικανοποίηση που νιώθει από το γάμο του και το αίσθημα της αυτό-αποτελεσματικότητάς του ως ανθρώπου και ως γονέα. Στη συνέχεια, θα παρουσιαστούν τα βιβλιογραφικά ευρήματα που αποδεικνύουν τη σημαντική επίδραση αυτών των παραγόντων στο αίσθημα της υποκειμενικής ευτυχίας του ανθρώπου.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 18 Ηλικία Συνεπές βιβλιογραφικό εύρημα αποτελεί το γεγονός ότι το υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας ακολουθεί καμπύλη σχήματος U σε σχέση με την ηλικία (Blanchflower & Oswald, 2004. Dolan, Peasgood & White, 2008). Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, τα υψηλότερα επίπεδα υποκειμενικής ευημερίας παρουσιάζονταν σε νεαρά και σε ηλικιωμένα άτομα, ενώ τα χαμηλότερα επίπεδα παρουσιάζονταν σε άτομα ηλικίας από 32 έως 50 ετών. Ωστόσο, θα πρέπει να τονιστεί ότι όταν εκτός από την ηλικία ελέγχθηκαν ταυτόχρονα και άλλοι παράγοντες, όπως το εισόδημα, η εργασιακή κατάσταση και η υγεία, τότε οι διαφορές στα επίπεδα της υποκειμενικής ευημερίας ανάμεσα στις τρεις ηλικιακές ομάδες έπαψαν να υφίστανται (Frijters & Beatton, 2012). Φύλο Αναφορικά με τη διάσταση του φύλου, τα ευρήματα της βιβλιογραφίας είναι αντιφατικά. Ένα μεγάλο μέρος των ερευνών συμφωνεί πως οι γυναίκες δηλώνουν πιο ευτυχισμένες και πιο ικανοποιημένες από τη ζωή τους συγκριτικά με τους άνδρες (Alesina, Di Tella, McCullogh, 2004. Graham & Chattopadhyay, 2013. Nielsen, Smyth, Zhai & Zhang, 2012). Αντίθετα, στην έρευνά τους οι Roothman, Kirsten και Wissing (2003) βρήκαν ότι οι γυναίκες και οι άνδρες δε διαφέρουν μεταξύ τους στην ικανοποίηση που νιώθουν από τη ζωή τους. Άλλες έρευνες που εστιάζουν στο αρνητικό συναίσθημα, το οποίο όπως έχει ήδη αναφερθεί αποτελεί παράγοντα της υποκειμενικής ευημερίας, κατέληξαν στο ότι οι γυναίκες δήλωναν ότι βιώνουν υψηλότερα επίπεδα αρνητικού συναισθήματος σε σχέση με τους άνδρες (Tesch-Rοemer & Motel-Klingebiel & Tomasik, 2008). Ταυτόχρονα, υπάρχουν έρευνες που μελέτησαν το υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας και δε βρήκαν διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα (Louis & Zhao, 2002).

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 19 Οι διαφορές ανάμεσα στα ευρήματα αυτών των ερευνών θα πρέπει να αποδοθούν στη διαφορετική μεθοδολογία που χρησιμοποιεί κάθε έρευνα, τις ποικίλες εξαρτημένες μεταβλητές που εξετάζονται και τους παράγοντες που ελέγχουν ταυτόχρονα με το φύλο (Dolan, Peasgood & White, 2008). Οικογενειακή κατάσταση Συνεπές βιβλιογραφικό εύρημα αποτελεί η σχέση ανάμεσα στο υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας με και την οικογενειακή κατάσταση (Lucas, Clark, Georgellis & Diener, 2003. O Rourke, 2005. Diener, Oishi & Lucas, 2009. Μπούτρη, 2011). Σύμφωνα με τον Lucas και τους συνεργάτες του (2003), η οικογενειακή κατάσταση αποτέλεσε προβλεπτικό παράγοντα της υποκειμενικής ευημερίας και της ικανοποίησης από τη ζωή. Συγκεκριμένα, σύμφωνα και με τον O Rourke (2005), τα παντρεμένα άτομα είναι πιο υγιή σωματικά και ψυχικά από τους διαζευγμένους και τους χήρους ανθρώπους. Μάλιστα, αναφορικά με τα διαζευγμένα άτομα αρκετές έρευνες υποστήριξαν ότι εμφανίζουν περισσότερα καταθλιπτικά συμπτώματα συγκριτικά με τα παντρεμένα άτομα (Blekesaune, 2008. Brown, Birditt, Huff & Edwards, 2012). Επιπλέον, έρευνες έχουν καταδείξει ότι τα παντρεμένα άτομα διαφέρουν σημαντικά στο αίσθημα της υποκειμενικής ευημερίας συγκριτικά με τα άτομα που δεν έχουν παντρευτεί ποτέ στη ζωή τους. Συγκεκριμένα, έχει υποστηριχθεί ότι τα παντρεμένα άτομα είναι πιο ευτυχισμένα και ικανοποιημένα από τη ζωή τους σε σχέση με τους εργένηδες (Williams, 2003). Πολύ μεγάλο ενδιαφέρον παρουσίασε η πρόσφατη έρευνα των Musick και Bumpass (2012), οι οποίοι εξέτασαν τις διαφορές στα επίπεδα της υποκειμενικής ευημερίας των παντρεμένων ατόμων και των ανθρώπων που συζούσαν με τον/τη σύντροφό τους, χωρίς όμως να έχουν παντρευτεί. Οι ερευνητές βρήκαν ότι οι διαφορές μεταξύ των παντρεμένων ατόμων και των ελεύθερων που όμως συμβίωναν με τον/τη σύντροφό τους, τείνουν να είναι

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 20 μικρές και να εξαλείφονται μετά από ένα σύντομο χρονικό διάστημα. Μάλιστα, υποστήριξαν ότι τα παντρεμένα ζευγάρια παρουσίασαν περισσότερα οφέλη στην υγεία τους, που πιθανόν να οφείλονταν στην κοινή υγειονομική τους περίθαλψη, ενώ τα ζευγάρια που συζούσαν είχαν υψηλότερη αυτοεκτίμηση και ήταν περισσότερο ευτυχισμένα, καθώς πιθανόν ο γάμος να επέφερε περισσότερες υποχρεώσεις και μειωμένη αυτονομία στους συζύγους (Musick & Bumpass, 2012). Σε κάθε περίπτωση η σύναψη στενών συντροφικών σχέσεων (γάμος, συμβίωση) φάνηκε πως επιδρά θετικά στο αίσθημα της υποκειμενικής ευημερίας των ατόμων. Εισόδημα Η επίδραση του εισοδήματος στο υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας προσέλκυσε το ενδιαφέρον τόσο των ψυχολόγων και των κοινωνιολόγων, όσο και των οικονομολόγων από τη δεκαετία του 1970 (Diener & Biswas-Diener, 2002. Kahneman & Krueger, 2006). To 1974 o Richard Easterlin δημοσίευσε μια διάσημη έρευνα, στην οποία υποστήριξε ότι αν και τα τελευταία 50 χρόνια το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν στις δυτικές κοινωνίες ακολούθησε αυξητική πορεία, ωστόσο το συνολικό υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας αυτών των χωρών έχει παραμείνει σταθερό. Δηλαδή, η θεωρία του, που έγινε γνωστή ως το Παράδοξο του Easterlin, υποστήριζε πως η υποκειμενική ευημερία δεν εξαρτάται από το εισόδημα (Easterlin, 1995. Stevenson & Wolfers, 2013). Από τότε και μέχρι σήμερα, έχουν δημοσιευθεί ποικίλες έρευνες, οι οποίες υποστήριξαν ότι το εισόδημα συσχετίζεται θετικά με την υποκειμενική ευημερία (Diener & Biswas-Diener, 2002. Deaton, 2008. Sacks, Stevenson & Wolfers, 2012. Stevenson & Wolfers, 2013). Ωστόσο, η συσχέτιση ανάμεσα σε αυτούς τους παράγοντες φαίνεται πως μικραίνει όσο αυξάνεται το οικονομικό επίπεδο της χώρας και του ατόμου (Clark, Fritjters & Shields, 2007. Drakopoulos & Grimani, 2013). Δηλαδή, όπως εξηγούν οι Frey και Stutzer

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 21 (2002) από τη στιγμή που το εισόδημα ενός ατόμου ανέβει πάνω από ένα ορισμένο επίπεδο παύει να αποτελεί παράγοντα αύξησης της υποκειμενικής του ευημερίας. Μια πιθανή εξήγηση αυτού του φαινομένου, σε συμφωνία με τη θεωρία των αναγκών του Maslow, αποτελεί το γεγονός ότι το εισόδημα επιτρέπει στο άτομο να καλύψει μερικές από τις βασικές του ανάγκες, όπως για παράδειγμα τη διατροφή του, τη στέγη και την εκπαίδευση του. Μόλις οι βασικές ανάγκες του ατόμου καλυφθούν, τότε το εισόδημα παύει να ενισχύει το υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας του, γιατί στο προσκήνιο έρχονται άλλες ανάγκες, όπως η συντροφικότητα, η αποδοχή και η αυτοεκτίμηση (Drakopoulos & Grimani, 2013). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα είχε η εξέταση της επίδρασης του εισοδήματος στις διαφορετικές διαστάσεις της υποκειμενικής ευημερίας. Οι Kahneman και Deaton (2010) μελέτησαν την επίδραση του εισοδήματος στην ικανοποίηση από τη ζωή και στη συναισθηματική διάσταση της υποκειμενικής ευημερίας. Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το υψηλό εισόδημα επιδρά θετικά στην ικανοποίηση των ανθρώπων από τη ζωή τους, χωρίς ωστόσο να έχει κάποια επίδραση στη συναισθηματική τους διάθεση. Αντίθετα, το χαμηλό εισόδημα φαίνεται πως μειώνει τόσο την ικανοποίηση από τη ζωή τους, όσο και τη συναισθηματική τους διάθεση. Εργασιακή κατάσταση Ακόμα ένας καθοριστικός παράγοντας της υποκειμενικής ευημερίας αποτελεί και η εργασιακή κατάσταση του ατόμου. Συνεπές βιβλιογραφικό εύρημα αποτελεί το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι είναι περισσότερο ευτυχισμένοι και ικανοποιημένοι από τη ζωή τους και έχουν καλύτερη σωματική και ψυχική υγεία συγκριτικά με τους ανέργους (Ervasti & Venetoklis, 2010. McKee-Ryan, Song, Wanberg & Kinicki, 2005. Merchant, Kelly,

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 22 Burmeister, Lozier, Amendola, Lind, KcKeen, Slater, Hall, Rohlman & Buikema, 2014. Luhmann, Hofmann, Eid & Lucas, 2012). Εκτός από τη μείωση στα επίπεδα της υποκειμενικής ευημερίας, η ανεργία έχει βρεθεί ότι συνδέεται με υψηλά ποσοστά καταθλιπτικών συμπτωμάτων, άγχους (Rodriguez, Frongillo & Chandra, 2001) ψυχοσωματικών συμπτωμάτων, (Αslund, Starrin & Nilsson, 2014), κατάχρησης ουσιών (Costa Storti, De Grauwe, Sabadash & Montanari, 2011), χαμηλά επίπεδα αυτοεκτίμησης και αίσθησης του ελέγχου (Sheeran, Abrams & Orbell, 1995). Σύμφωνα με τους Ervasti και Venetoklis (2005), οι αρνητικές συνέπειες της ανεργίας στην υποκειμενική ευημερία και την ψυχική υγεία μπορούν να εξηγηθούν με τον συνδυασμό δυο θεωρητικών προσεγγίσεων, της παραδοσιακής θεωρίας της στέρησης (deprivation theory) και τη θεωρία της οικονομικής πίεσης. Η θεωρία της στέρησης δίνει έμφαση στην εργασία και στις πολυδιάστατες λειτουργίες που αυτή εξυπηρετεί στη ζωή του ανθρώπου. Οι λειτουργίες αυτές είναι η οργάνωση του χρόνου, στοιχεία που συμπληρώνουν την ταυτότητα του ατόμου, το αίσθημα του σκοπού, η συμμετοχή σε κοινωνικές δραστηριότητες και οι διαπροσωπικές σχέσεις και οι εμπειρίες εκτός της οικογένειας. Η ανεργία λοιπόν μειώνει την υποκειμενική ευημερία του ατόμου, καθώς στερεί από τη ζωή του τις παραπάνω λειτουργίες (Ervasti & Venetoklis, 2010). Από την άλλη μεριά, η θεωρία της οικονομικής πίεσης υποστήριξε ότι η ανεργία επιφέρει άμεση μείωση στο εισόδημα του ατόμου και αυτό του προκαλεί άγχος και οικονομική πίεση. Έτσι, η οικονομική πίεση που δημιουργεί η απώλεια της εργασίας, και όχι η ίδια η ανεργία, είναι ο κύριος παράγοντας της μείωσης της υποκειμενικής ευημερίας του ατόμου (Ervasti & Venetoklis, 2010). Σε αυτό το σημείο θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον η εξέταση της σχέσης ανάμεσα στην επαναπρόσληψη ενός άνεργου ατόμου και στην υποκειμενική του ευημερία. Στην μετα-

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 23 ανάλυση της McKee-Ryan και των συνεργατών της (2005), συμπεριλήφθηκαν 15 διαχρονικές μελέτες που εξέτασαν την υποκειμενική ευημερία ανθρώπων όταν έμειναν άνεργοι και όταν αργότερα επαναπροσλήφθηκαν. Η μετα-ανάλυση έδειξε ότι η επαναπρόσληψη οδήγησε σε στατιστικά σημαντική αύξηση των επιπέδων της υποκειμενικής τους ευημερίας, της ικανοποίησης τους από τη ζωή και της ψυχικής τους υγείας. Ψυχική και σωματική υγεία Ποικίλες έρευνες συνδέουν την υποκειμενική ευημερία με την ψυχική και τη σωματική υγεία. Τα άτομα που πάσχουν από κατάθλιψη ή σχιζοφρένεια (Diener & Seligman, 2002. Lyubomirsky, Sheldon & Schkade, 2005) ή έχουν κάποια αγχώδη διαταραχή (Kashdan & Roberts, 2004) είναι λιγότερο ευτυχισμένα και ικανοποιημένα από τη ζωή συγκριτικά με τους ανθρώπους που είναι ψυχικά υγιείς. Επιπλέον, η κατάχρηση εξαρτησιογόνων ουσιών συνδέεται με την έλλειψη ικανοποίησης από τη ζωή και την έντονη παρουσία αρνητικών συναισθημάτων στο άτομο (Laudet, Becker & White, 2009). Διαχρονικές μελέτες έχουν δείξει ότι η κακή σωματική υγεία προβλέπει την έλλειψη ικανοποίησης από τη ζωή και την παρουσία αρνητικών συναισθημάτων στο άτομο (Gana, Bailly, Saada, Joulain, Trouillet, Herve & Alaphilippe, 2013). Σε παρόμοιο συμπέρασμα κατέληξαν και οι Melin, Fugl-Meyer και Fugl-Meyer (2003), οι οποίοι μελέτησαν την επίδραση της αντιλαμβανόμενης σωματικής υγείας και της φυσικής δραστηριότητας στην υποκειμενική ευημερία του ατόμου. Στην έρευνά τους βρέθηκε ότι οι άνθρωποι που αξιολογούσαν ότι ήταν υγιείς και ασχολούνταν με φυσικές δραστηριότητες, όπως άθληση, ήταν περισσότερο ικανοποιημένοι από τη ζωή τους σε σχέση με όσους θεωρούσαν ότι η φυσική τους κατάσταση και η υγεία τους δεν ήταν καλή.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 24 Ικανοποίηση από τον γάμο Ένας ακόμη παράγοντας, που συνδέεται με την υποκειμενική ευημερία είναι η ικανοποίηση από τον γάμο (Proulx, Helms & Buehler, 2007. Allendorf & Ghimire, 2013). Συγκεκριμένα, έχει βρεθεί πως η συζυγική ικανοποίηση αποτελεί προβλεπτικό παράγοντα της ευτυχίας (Rosen-Grandon, Myers & Hattle, 2004. White, 1994) και της ικανοποίησης από τη ζωή τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών (Dyrdal, Roysamb, Nes & Vitterso, 2011). Bradburry, Fincham & Beach, 2000). Ταυτόχρονα, οι Umberson, Williams, Powers, Liu και Needham (2006) βρήκαν πως οι άνθρωποι που αισθάνονται ικανοποιημένοι από τον γάμο τους είναι πιο υγιείς σωματικά σε σχέση με τους ανθρώπους που δηλώνουν δυσαρεστημένοι από τον γάμο τους. Εύρημα που έρχεται σε συμφωνία με την έρευνα του Wickrama και των συνεργατών του (1997), οι οποίοι απέδειξαν ότι η έλλειψη ικανοποίησης από τον γάμο παρουσιάζει θετική συσχέτιση με την εμφάνιση ασθενειών (Wickrama, Lorenz, Conger & Elder, 1997). Τέλος, πλήθος ερευνών τεκμηριώνουν την ύπαρξη αρνητικής συσχέτισης μεταξύ της ικανοποίησης από τον γάμο και της εμφάνισης καταθλιπτικών συμπτωμάτων και κατάθλιψης (Papp, Goeke-Morey & Cummings, 2007. Whisman, 2007. Πατεράκη & Ρούσση, 2011). Με άλλα λόγια, όσο μικρότερη είναι η ικανοποίηση από τον γάμο τόσο συχνότερη είναι η εμφάνιση της κατάθλιψης. Μάλιστα, ο Whishman (2007), υποστήριξε πως η σχέση μεταξύ της έλλειψης ικανοποίησης από τον γάμο και της εμφάνισης καταθλιπτικών συμπτωμάτων ήταν ισχυρότερη για τις γυναίκες συγκριτικά με τους άνδρες. Ταυτόχρονα, έχει βρεθεί ότι οι έντονες διαφωνίες μεταξύ των συζύγων, που οδηγούν φυσικά και σε έλλειψη ικανοποίησης από τον γάμο, προβλέπουν την ύπαρξη αγχωδών διαταραχών και την χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών (Overbeek, Vollebergh, de Graaf, Scholte, de Kemp & Engels, 2006). Σύμφωνα, με τους Stone και Shackelford (2007), η ικανοποίηση από τον γάμο αποτελεί μια νοητική κατάσταση που αντανακλά τα υποκειμενικά οφέλη που αισθάνεται ότι

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 25 κερδίζει το άτομο και το υποκειμενικό κόστος που αισθάνεται ότι καταβάλλει στον γάμο του. Όσο μεγαλύτερο είναι το αντιλαμβανόμενο κόστος του γάμου, τόσο λιγότερο ικανοποιημένο είναι το άτομο από τον γάμο και από τον/τη σύντροφό του/της. Αντίθετα, όσο περισσότερα είναι τα οφέλη που αισθάνεται ότι αποκομίζει από τον γάμο του/της, τόσο περισσότερο ικανοποιημένος/η θα νιώθει από τον γάμο και τον/τη σύντροφο του/της (Stone & Shackelford, 2007). Σε αυτό το σημείο θα ήταν χρήσιμο να αναφερθούν οι παράγοντες που συμβάλλουν στην ικανοποίηση του ατόμου από τον γάμο. Η έκφραση θετικών συναισθημάτων, όπως στοργή, αγάπη και τρυφερότητα, συσχετίζεται θετικά με την ικανοποίηση των συζύγων από τον γάμο τους (Bradburry, Fincham & Beach, 2000. Greeff & Malherbe, 2001. Johnson, Cohan, Davila, Lawrence, Rogge, Karney, Sullivan & Bradbury, 2005. Patrick, Sells, Giordano & Tollerud, 2007). Επίσης έχει βρεθεί ότι η ικανοποίηση από τον γάμο αυξάνεται όταν οι σύζυγοι νιώθουν υποστήριξη και βοήθεια από τον/τη σύντροφό τους στην επίλυση των καθημερινών τους προβλημάτων, όπως για παράδειγμα το ισότιμο μοίρασμα των υποχρεώσεων του σπιτιού (Mickelson, Claffey & Williams, 2006. Patrick, Sells, Giordano & Tollerud, 2007). Καθοριστικός παράγοντας της μείωσης της ικανοποίησης από τον γάμο αποτελεί η δυσκολία της επίλυσης των προβλημάτων από το ζευγάρι. Τα βιβλιογραφικά ευρήματα είναι συνεπή, παρουσιάζοντας μια αρνητική συσχέτιση μεταξύ της ικανοποίησης από τον γάμο και της δυσκολίας επίλυσης προβλημάτων (Bradburry, Fincham & Beach, 2000. Johnson, et al, 2005). Τα ζευγάρια που δυσκολεύονται να επιλύσουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, εμπλέκονται σε καβγάδες, εκφράζουν συχνά αρνητικά συναισθήματα μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να μειώνονται τα επίπεδα ικανοποίησης από τον γάμο τους. Φυσικά, και η ενδοοικογενειακή βία αποτελεί ισχυρό προβλεπτικό παράγοντα της μείωσης της ικανοποίησης από τον γάμο (Williams & Frieze, 2005).

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 26 Παράδοξο, αλλά ωστόσο πολύ ενδιαφέρον εύρημα, αποτελεί το γεγονός ότι η γονεϊκότητα αυξάνει τη σταθερότητα ενός γάμου αλλά μειώνει τα επίπεδα της ικανοποίησης των συζύγων από τον γάμο τους (Katz & Woodin, 2002). Οι Katz και Woodin (2002) υποστήριξαν ότι τα ζευγάρια διαφωνούν συχνά μεταξύ τους για ζητήματα που αφορούν στα παιδιά τους. Οι διαφωνίες αυτές μπορεί να οδηγήσουν σε συγκρούσεις και σε έκφραση αρνητικών συναισθημάτων μεταξύ των συζύγων, μειώνοντας έτσι τα επίπεδα της ικανοποίησης από τον γάμο τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών (Katz & Woodin, 2002). Στην μετα-ανάλυσή τους, οι Bradburry, Fincham και Beach (2000) ανέφεραν ότι η ικανοποίηση από τον γάμο μπορεί να διαταραχθεί από διάφορα στρεσογόνα γεγονότα της ζωής, όπως ένας σεισμός, μια ξαφνική απώλεια ενός μέλους της οικογένειας, μια σοβαρή ασθένεια ή μία απόλυση. Τα γεγονότα αυτά είναι από τη φύση τους τραυματικά, κλιμακώνουν τα επίπεδα του άγχους και του φόβου και δημιουργούν εκνευρισμό και θυμό μεταξύ των συζύγων. Τελικά, όλα αυτά τα αρνητικά συναισθήματα μειώνουν την ικανοποίηση των συζύγων από τον γάμο τους. Τέλος, ενδιαφέρον στοιχείο αποτέλεσε η εξέταση της πορείας του υποκειμενικού αισθήματος της ευτυχίας κατά τη διάρκεια ενός γάμου. Ποικίλες έρευνες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ποιότητα ενός γάμου και η ικανοποίηση που νιώθουν οι σύζυγοι από τον γάμο τους τείνει να μειώνεται με το πέρασμα του χρόνου (Van Laningham, Johnson, & Amato, 2001. Umberson, Williams, Powers, Chen, & Campbell, 2005). Την ίδια πορεία φαίνεται να ακολουθεί και το υποκειμενικό αίσθημα της ευτυχίας των συζύγων (Musick & Bumpass, 2012. Williams & Umberson, 2004. Zimmermann & Easterlin, 2006.) Σύμφωνα με τους Zimmermann και Easterlin (2006), τα επίπεδα της υποκειμενικής ευημερίας των ατόμων αυξάνονται σημαντικά μόλις αυτά παντρευτούν, ενώ ακολουθούν πτωτική πορεία μετά το πέρασμα του χρόνου, ωστόσο παραμένουν σταθερά πιο υψηλά από τα επίπεδα υποκειμενικής ευημερίας των ατόμων που δεν έχουν παντρευτεί ποτέ.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 27 Αυτό-αποτελεσματικότητα και γονεϊκή αυτο-αποτελεσματικότητα Σύγχρονες μελέτες έχουν εξετάσει τη σχέση ανάμεσα στην υποκειμενική ευημερία και την αυτό-αποτελεσματικότητα. Συγκεκριμένα, έχει βρεθεί ότι η υψηλή αυτόαποτελεσματικότητα αποτελεί προβλεπτικό παράγοντα της ικανοποίησης από τη ζωή (Magaletta & Oliver, 1999. Coffman & Gilligan, 2003. Carpara, Steca, Gerbino, Paciello & Vecchio, 2006. Capri, Ozkendir, Ozkurt & Karakus, 2012. Cakar, 2012) και της ευτυχίας, καθώς αυξάνει τα επίπεδα του θετικού συναισθήματος (Carpara, Steca, Gerbino, Paciello & Vecchio, 2006. Bandura & Locke, 2003). Αντίθετα, τα χαμηλά επίπεδα αυτόαποτελεσματικότητας έχουν βρεθεί ότι σχετίζονται με την εμφάνιση διαταραχών της διάθεσης (Cutler, 2005), κυρίως της κατάθλιψης και του άγχους (Luszczynska, Gutierrez- Dona & Schwarzer, (2005) και με τη μείωση της υποκειμενικής ευημερίας, καθώς αυξάνονται τα επίπεδα του αρνητικού συναισθήματος (Bandura & Locke, 2003). Η έννοια της αυτό-αποτελεσματικότητας, όπως αναπτύχθηκε από τον Bandura (1977), αναφέρεται στην εμπιστοσύνη που δείχνει ένα άτομο στην ικανότητα του να διατελέσει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά. Βέβαια, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αυτόαποτελεσματικότητα δεν σχετίζεται τόσο με τις ίδιες τις ικανότητες ή δεξιότητες του ατόμου, αλλά κυρίως με τις προσωπικές του αξιολογήσεις για αυτές (Bandura, 1995). Σύμφωνα με αυτό τον ορισμό, η γονεϊκή αυτό-αποτελεσματικότητα περιγράφει το βαθμό που ένας γονιός νιώθει ικανός και έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του/της ότι μπορεί να χειριστεί τα προβλήματα που θα δημιουργηθούν στο παιδί του/της και θα καταφέρει να ανταπεξέλθει στον γονεϊκό του/της ρόλο με στόχο την προώθηση της ανάπτυξης του παιδιού (Noy, Taubman-Ben-Ari & Kuint, 2014). Ένας γονιός με υψηλή γονεϊκή αυτόαποτελεσματικότητα διαθέτει μεγάλη εμπιστοσύνη στις γονεϊκές του πρακτικές και με μεγαλύτερη ευκολία παίρνει αποφάσεις σχετικά με το παιδί του, ενώ αντίθετα ένας γονιός με χαμηλότερα επίπεδα γονεϊκής αυτό-αποτελεσματικότητας βιώνει μεγαλύτερη δυσκολία στην

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 28 ανταπόκριση στα γονεϊκά του καθήκοντα (Jones & Prinz, 2005. Giallo, Treyvaud, Cooklin & Wade, 2013). Η σχέση της γονεϊκής αυτό-αποτελεσματικότητας με την υποκειμενική ευημερία δεν έχει διερευνηθεί ιδιαίτερα. Ανάμεσα στις λίγες διαθέσιμες έρευνες που υπάρχουν σε αυτό τον τομέα, έχει υποστηριχθεί ότι η γονεϊκή αυτό-αποτελεσματικότητα σχετίζεται θετικά με την υποκειμενική ευημερία και την ικανοποίηση από τη ζωή, υποδεικνύοντας πως όσο αυξάνεται το επίπεδο γονεϊκής αυτό-αποτελεσματικότητας, τόσο πιο ευτυχισμένο και ικανοποιημένο είναι το άτομο από τη ζωή του (Ohan, Leung & Johnston, 2000. Jones & Prinz, 2005. Nelson, Kushlev & Lyubomirsky, 2014). Σε αυτό το σημείο θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο να εξετάζαμε τους παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη της γονεϊκής αυτό-αποτελεσματικότητας. Αρχικά, η γονεϊκή αυτό-αποτελεσματικότητα αυξάνεται όταν υπάρχει ένα ιστορικό εμπειριών επιτυχημένης διαχείρισης γονεϊκών προκλήσεων (Jones & Prinz, 2005). Γονείς που καταφέρνουν να επιλύσουν προβλήματα της καθημερινότητας των παιδιών τους με επιτυχία, νιώθουν περισσότερο ικανοί να αντιμετωπίσουν μελλοντικές προκλήσεις. Αντίθετα, όταν συσσωρευτούν εμπειρίες αναποτελεσματικής διαχείρισης των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα παιδιά τους, οι γονείς βιώνουν μεγαλύτερο στρες και νιώθουν αναποτελεσματικοί στον ρόλο τους. Ταυτόχρονα, τα θετικά σχόλια που κάνουν οι άλλοι για την αποτελεσματικότητα στον γονεϊκό ρόλο, αυξάνουν τα επίπεδα της γονεϊκής αυτόαποτελεσματικότητας του ατόμου (Jones & Prinz, 2005). Έρευνες έχουν δείξει επίσης, ότι η ύπαρξη ενός υποστηρικτικού κοινωνικού πλαισίου αυξάνει τα επίπεδα της γονεϊκής αυτόαποτελεσματικότητας (Leahy-Warren, McCarthy & Corcoran, 2012). Αντίθετα, φαίνεται πως η απόκτηση ενός παιδιού με αναπτυξιακό πρόβλημα συμβάλλει στην μείωση των επιπέδων της γονεϊκής αυτό-αποτελεσματικότητας. Έρευνες που μελέτησαν την εμπειρία των γονέων παιδιών με αναπτυξιακά προβλήματα, για παράδειγμα

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 29 Αυτισμό ή Διάσπαση Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητα, έχουν καταδείξει ότι οι γονείς αυτοί βίωναν περισσότερο στρες, λόγω των αυξημένων απαιτήσεων στην ανατροφή των παιδιών τους, και ένιωθαν λιγότερο αυτό-αποτελεσματικοί ως γονείς σε σχέση με τους γονείς παιδιών τυπικής ανάπτυξης (Hassall, Rose, & McDonald, 2005). Επιπλέον, έχει βρεθεί ότι η κατάθλιψη και το άγχος σχετίζονται με την μείωση της γονεϊκής αυτόαποτελεσματικότητας (Porter & Hsu, 2003. Caldwell, Shaver, Li & Minzenberg, 2011). Τέλος, ο ανασφαλής τύπος δεσμού μεταξύ βρέφους και μητέρας έχει υποστηριχθεί ότι προβλέπει την χαμηλή γονεϊκή αυτό-αποτελεσματικότητα (Caldwell, Shaver, Li & Minzenberg, 2011). Έρευνες έχουν δείξει ότι η γονεϊκή αυτό-αποτελεσματικότητα συνδέεται με ένα μεγάλο εύρος άριστων γονεϊκών στρατηγικών, όπως η κατανόηση της συναισθηματικής κατάστασης των παιδιών τους και η ευαισθησία στις ανάγκες τους (Coleman & Karraker, 1997). Παράλληλα, έχει βρεθεί ότι οι γονείς με υψηλά επίπεδα γονεϊκής αυτόαποτελεσματικότητας επιδεικνύουν περισσότερα συναισθήματα αγάπης και ζεστασιάς απέναντι στα παιδιά τους καθ όλη την ανάπτυξή τους (Ardelt,& Eccles, 2001). Επιπλέον, οι Green και Hoover-Dempsey (2007) κατέδειξαν ότι η γονεϊκή αυτό-αποτελεσματικότητα σχετίζεται θετικά και με τη γονεϊκή εμπλοκή. Οι γονείς με υψηλά επίπεδα γονεϊκής αυτόαποτελεσματικότητας βοηθούν τα παιδιά τους με τις εργασίες και το διάβασμά τους στο σπίτι. Τέλος, η γονεϊκή αυτό-αποτελεσματικότητα φαίνεται πως σχετίζεται και με την ενασχόληση των γονιών σε δραστηριότητες ελεύθερου παιχνιδιού με τα παιδιά τους (Giallo, Treyvaud, Cooklin & Wade, 2013). Από την άλλη μεριά, τα χαμηλά επίπεδα γονεϊκής αυτό-αποτελεσματικότητας συνδέονται με αυταρχικές συμπεριφορές και αυστηρή πειθαρχία στην ανατροφή των παιδιών (Coleman & Karraker, 1997). Επιπλέον οι γονείς με χαμηλά επίπεδα γονεϊκής αυτόαποτελεσματικότητας τείνουν να εγκαταλείπουν τις προσπάθειες όταν βρίσκονται

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ 30 αντιμέτωποι με προβλήματα και προκλήσεις στην ανατροφή των παιδιών τους. Για αυτό τον λόγο, η χαμηλή γονεϊκή αυτό-αποτελεσματικότητα αποτελεί προβλεπτικό παράγοντα της εμφάνισης και της διατήρησης των προβλημάτων στην συμπεριφορά των παιδιών (Sanders & Woolley, 2005. Coleman & Karraker, 2003). 1.5 Τα οφέλη της Υποκειμενικής Ευημερίας Παρόλο που η υποκειμενική ευημερία θεωρείται αποτέλεσμα της εκπλήρωσης των επιδιωκόμενων στόχων του ατόμου, τα τελευταία χρόνια εξετάζεται η πιθανότητα η ίδια η ευτυχία να επιφέρει την εκπλήρωση αυτών των στόχων (Diener, Oishi & Lucas, 2009). Στην μετα-ανάλυσή τους οι Lyobomirsky, King και Diener (2005) υποστήριξαν πως οι ευτυχισμένοι άνθρωποι καταφέρνουν να ανταπεξέλθουν καλύτερα σε ποικίλους τομείς της ζωής τους συγκριτικά με τους λιγότερο ευτυχισμένους ανθρώπους. Πιο αναλυτικά οι ερευνητές υποστήριξαν πως οι άνθρωποι με υψηλά επίπεδα υποκειμενικής ευημερίας καταφέρνουν να έχουν μια σειρά από επιτυχίες στον εργασιακό τους χώρο, στην ακαδημαϊκή τους εκπαίδευση, συμμετέχουν πιο ενεργά σε κοινωνικές δραστηριότητες και επιδεικνύουν συχνότερα αλτρουιστικές συμπεριφορές. Οι κοινωνικές σχέσεις των ευτυχισμένων ατόμων είναι ποσοτικά και ποιοτικά καλύτερες και λαμβάνουν περισσότερη κοινωνική υποστήριξη από το περιβάλλον τους, συγκριτικά με τους λιγότερο ευτυχισμένους ανθρώπους. Επιπλέον, στην μετα-ανάλυση των Lyobomirsky, King και Diener (2005) φάνηκε ότι οι ευτυχισμένοι άνθρωποι χαρακτηρίζονται από υψηλή αυτό-εκτίμηση, αισιοδοξία και ισχυρή αίσθηση του ελέγχου. Ταυτόχρονα, οι ευτυχισμένοι άνθρωποι διαθέτουν πιο αποτελεσματικές και προσαρμοστικές στρατηγικές αντιμετώπισης των προβλημάτων στη ζωή τους, έχουν μεγαλύτερη ευελιξία και μπορούν να πάρουν πιο εύκολα αποφάσεις. Τέλος,