ConseilUE ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣΕΝΩΣΗΣ PUBLIC Βρυξέλλες,7Οκτωβρίου20(24.0) (OR.en) 5062/ LIMITE JAI702 ECOFIN656 EF32 RELEX99 ENFOPOL336 COTER78 ΣΗΜΕΙΩΜΑ του: προς: Θέμα: ΣυντονιστήΑντιτρομοκρατικήςΔράσης τηνεμα Έκθεσηγιατηνεφαρμογήτηςαναθεωρημένηςστρατηγικήςγιατην καταπολέμησητηςχρηματοδότησηςτηςτρομοκρατίας Ηαναθεωρημένηστρατηγικήγιατηνκαταπολέμησητηςχρηματοδότησηςτηςτρομοκρατίας,η οποίαεγκρίθηκεαπότοσυμβούλιοστις24και25ιουλίου2008,ανέθεσεστοσυντονιστή ΑντιτρομοκρατικήςΔράσης(στοεξής«ΣΑΔ»)ναμεριμνήσει,σεσυνεργασίαμετηνΕπιτροπή,για τησυνέχειαπουθαδοθείστηναναθεωρημένηστρατηγικήεπίδιαπυλωνικήςβάσεως. ΣτηνανάχείραςέκθεσηπουσυντάχθηκεσεσυνεργασίαμετηνΕπιτροπήπαρουσιάζεταιηπρόοδος πουεπετεύχθηκατάτηνυλοποίησητωνστόχων,οιοποίοιμνημονεύονταιστιςσυστάσειςτης αναθεωρημένηςστρατηγικής,μετάτηντελευταίαέκθεσηπουυποβλήθηκεστηνεμαστις 23Ιουνίου200 2. 2 778//08REV 082/0 5062/ ΚΣ/δχ
Η καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας καταγράφεται ως βασικό πεδίο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας στην αντιτρομοκρατική στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 5 Δεκεμβρίου 2005. Επίσης, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του σχεδίου αντιτρομοκρατικής δράσης της ΕΕ, το οποίο εγκρίθηκε από την ΕΜΑ στις 3 Φεβρουαρίου 2006 2, ως μέρος του σκέλους «Καταδίωξη». Σύσταση - Παρακολούθηση Στην αναθεωρημένη στρατηγική περί χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μνημονεύονται διάφορα νομικά μέσα, η αποτελεσματική εφαρμογή των οποίων θα μπορεί να παρακολουθείται. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η οδηγία 2005/60/ΕΚ 3 σχετικά με την πρόληψη της χρήσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (τρίτη οδηγία AML/CFT), η οποία άρχισε να ισχύει στις 5 Δεκεμβρίου 2005 και επρόκειτο να μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία πριν τις 5 Δεκεμβρίου 2007. Ενώ κατά το χρόνο παρουσίασης της τελευταίας έκθεσης δύο κράτη μέλη δεν είχαν μεταφέρει πλήρως την οδηγία στην εθνική τους νομοθεσία, τώρα όλα τα κράτη μέλη οριστικοποίησαν αυτή τη διαδικασία και έχουν μεταφέρει την οδηγία στην εθνική τους νομοθεσία. Τον Φεβρουάριο του 200, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέθεσε εξωτερική μελέτη για την εφαρμογή της 3ης οδηγίας AML/CFT, τα αποτελέσματα της οποίας έχουν πλέον δημοσιευθεί. Τα πορίσματα αυτής της έκθεσης θα αξιοποιηθούν στις εργασίες της Επιτροπής για την πιθανή αναθεώρηση της τρίτης οδηγίας AML/CFT. Η τρίτη οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων (AML) συμπληρώνεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 889/2005 για τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την ΕΕ (Κανονισμός για τον έλεγχο των ρευστών διαθεσίμων) 4. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη παρακολούθησαν την εφαρμογή του κανονισμού αυτού από τον Ιούνιο του 2007 στο πλαίσιο της ομάδας ελέγχου των ρευστών διαθεσίμων, η οποία, εκτός από τη σύνταξη εγχειριδίου κατευθυντηρίων γραμμών για τον έλεγχο των ρευστών διαθεσίμων, έχει ως γενικό καθήκον την εξασφάλιση σταθερής ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και της εναρμονισμένης εφαρμογής του κανονισμού στα κράτη μέλη. 2 3 4 4469/4/05 REV 4 577/06 REV ΕΕ L 309, 25..2005, σελ. 5 ΕΕ L 309, 25..2005, σελ. 9 5062/ ΚΣ/δχ 2
Η Επιτροπή ενέκρινε στις 2 Αυγούστου 200 έκθεση για την εφαρμογή του κανονισμού για τον έλεγχο των ρευστών διαθεσίμων. Στις 20 Δεκεμβρίου 200, το Συμβούλιο ενέκρινε συμπεράσματα για την έκθεση αυτή 2. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη συνεργάστηκαν περαιτέρω το 20 στο πλαίσιο της ομάδας ελέγχου των ρευστών διαθεσίμων για να εξασφαλιστεί η παρακολούθηση τόσο των συστάσεων της έκθεσης αξιολόγησης όσο και των συμπερασμάτων του Συμβουλίου. Έχει προγραμματιστεί να υποβληθεί στα τέλη του 20 έκθεση αποτίμησης αυτών των δραστηριοτήτων της Επιτροπής και των κρατών μελών στο Συμβούλιο. Μετά από την αναγνώριση της ΕΕ ως υπερεθνικής αρχής στο πλαίσιο της «Ειδικής Σύστασης ΙΧ» της Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης για τους ελέγχους ρευστών στα σύνορα, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη συζήτησαν επιτυχώς στο πλαίσιο της ομάδας αυτής μία προσέγγιση σε δύο στάδια για την αξιολόγηση μιας υπερεθνικής αρχής όσον αφορά την ειδική σύσταση ΙΧ. Ως αποτέλεσμα, σε ένα πρώτο στάδιο μελλοντικών αξιολογήσεων της συμμόρφωσης με την ειδική σύσταση ΙΧ θα διενεργηθεί επανεξέταση της οικείας νομοθεσίας της ΕΕ. Στο δεύτερο στάδιο θα λάβει χώρα πλήρης αξιολόγηση κάθε κράτους μέλους χωριστά όσον αφορά τη συμμόρφωσή του με την ειδική αυτή σύσταση. Αυτή η διμερής προσέγγιση θα συμβάλει σε μία δίκαιη και πιο εναρμονισμένη αξιολόγηση και εφαρμογή της σύστασης IX από τα κράτη μέλη της ΕΕ. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να αναπτύσσει και να προάγει τη χρήση των διαθέσιμων κατάλληλων συστημάτων ανταλλαγής δεδομένων από τα κράτη μέλη όπως : το Αρχείο Φακέλων Τελωνειακών Ερευνών (ΑΦΤΕ) και το Κοινό Τελωνειακό Σύστημα Διαχείρισης Κινδύνων (CRMS) - Έντυπο πληροφοριών για τους κινδύνους (RIF) με σκοπό την πλήρη ευθυγράμμιση με τα ουσιαστικά κριτήρια για την ανταλλαγή πληροφοριών και επίσης για την ανάλυση κινδύνων που μνημονεύονται στην ειδική σύσταση ΙΧ. Η Επιτροπή θα εξασφαλίσει ότι πρόσβαση στο ΑΦΤΕ θα έχουν και οι εθνικές αρχές που είναι υπεύθυνες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες δυνάμει του άρθρου 2 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ (ΜΧΠ) μέσω ασφαλούς σύνδεσης στο διαδίκτυο. Επιπροσθέτως, είναι έτοιμο και θα προωθηθεί περαιτέρω το μοντέλο του Τελωνειακού Συστήματος Πληροφοριών (ΤΣΠ) για τη συλλογή δεδομένων σχετικά με την κατακράτηση, κατάσχεση ή δήμευση ρευστών διαθεσίμων. 2 COM(200) 429 τελικό. 5204/2/0 REV 2 5062/ ΚΣ/δχ 3
Η απόφαση 2007/845/ΔΕΥ του Συμβουλίου εγκρίθηκε το Δεκέμβριο του 2007. Απαιτεί από τα κράτη μέλη να ιδρύσουν ή να διορίσουν εθνικές υπηρεσίες ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων (ΕΥΑΠΣ) οι οποίες θα μπορούσαν να προωθήσουν, με ενισχυμένη συνεργασία, τον ταχύτερο δυνατό εντοπισμό σε ολόκληρη την Ένωση περιουσιακών στοιχείων προερχομένων από εγκληματικές δραστηριότητες, μεταξύ άλλων από την τρομοκρατία. Η απόφαση έπρεπε να έχει εφαρμοσθεί από τα κράτη μέλη ως τις 8 Δεκεμβρίου 2008. Μέχρι στιγμής είκοσι τέσσερα κράτη μέλη κοινοποίησαν τις διορισθείσες υπηρεσίες τους στην Επιτροπή και τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου. Στις εναπομείνασες τρεις χώρες ο εσωτερικός διορισμός έχει γίνει, και εκκρεμεί η κοινοποίηση. Η σημασία της ενισχυμένης συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων τονίστηκε εν νέου στο Πρόγραμμα της Στοκχόλμης, το οποίο καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να διευκολύνουν την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στον τομέα της πρόληψης και επιβολής του νόμου στο πλαίσιο του δικτύου υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων. Η Επιτροπή ενέκρινε, στις 20 Νοεμβρίου 2008, την ανακοίνωση για τα προϊόντα του οργανωμένου εγκλήματος (COM(2008) 766), με την οποία προτείνονται δέκα στρατηγικές προτεραιότητες για τη στήριξη της καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος μέσω ενίσχυσης της δήμευσης και της ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων. Στο σημείο αυτό η ανακοίνωση ζητεί επίσης την ανάληψη πρωτοβουλιών για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων των κρατών μελών και για νέα εργαλεία εντοπισμού και ανίχνευσης περιουσιακών στοιχείων. Προτείνει να συνέρχονται τακτικά οι υπηρεσίες ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο άτυπης πλατφόρμας με σκοπό την εξασφάλιση αποτελεσματικού συντονισμού, συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών. Η Επιτροπή έχει οργανώσει τέσσερις συνεδριάσεις αυτής της άτυπης Πλατφόρμας για τη συζήτηση θεμάτων που αφορούν τον εντοπισμό και την ανίχνευση περιουσιακών στοιχείων από εγκληματικές δραστηριότητες. Τόσο στη δεύτερη πανευρωπαϊκή διάσκεψη υψηλού επιπέδου σχετικά με τις υπηρεσίες ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων που πραγματοποιήθηκε επί Βελγικής Προεδρίας το Δεκέμβριο 200 όσο και στην τρίτη διάσκεψη υψηλού επιπέδου επί Ουγγρικής Προεδρίας το Μάρτιο 20 προβλήθηκαν ορισμένα σημαντικά αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν από την τελευταία έκθεση αλλά και οι τομείς στους οποίους πρέπει να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες για να καταστεί εφικτή η ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν παρανόμως σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. ΕΕ L 332, 8.2.2007, σελ. 03. 5062/ ΚΣ/δχ 4
Στην τέταρτη διάσκεψη που θα φιλοξενηθεί από την Πολωνική Προεδρία στη Βαρσοβία στις 24 και 25 Οκτωβρίου 20 θα αποτιμηθούν οι σημαντικές εξελίξεις στον τομέα των ΕΥΑΠΣ και θα συζητηθούν οι μελλοντικές προκλήσεις που αυτές αντιμετωπίζουν. Μεταξύ άλλων προς συζήτηση θεμάτων περιλαμβάνονται η ανταλλαγή και συνεργασία μεταξύ των ΕΥΑΠΣ, οι βέλτιστες πρακτικές, θέματα διαχείρισης δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων και νομικά θέματα σχετικά με τη δήμευση. Ακόμη, στις 2 Απριλίου 20 η Επιτροπή ενέκρινε την έκθεσή της για την εφαρμογή της απόφασης του Συμβουλίου 2007/845/ΔΕΥ όπου συμπεραίνει ότι τα κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει την απόφαση σε βαθμό που μπορεί να θεωρηθεί μόνον ως «μετρίως ικανοποιητικός» και ανακοίνωσε ότι θα παρουσιάσει νομοθετική δέσμη ως το φθινόπωρο 20 που αποσκοπεί στην ενίσχυση της δήμευσης και της ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων σε ολόκληρη την ΕΕ. Σύσταση 2 - Ανάλυση απειλών Όπως και κατά τη σύνταξη της προηγούμενης έκθεσης, το Κέντρο Διαχείρισης Κρίσεων (SitCen) εξακολούθησε να παρέχει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή τακτικές αναλύσεις των εξελίξεων που αφορούν την απειλή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Επιπλέον, το SitCen και η Ευρωπόλ συνεχίζουν να συνεργάζονται, και η Ευρωπόλ συμβάλλει τακτικά σε αιτήσεις του SitCen. Η τελευταία έκθεση της Ευρωπόλ για την κατάσταση και τις τάσεις της τρομοκρατίας στην ΕΕ (TE-SAT) το 20 καταλήγει στο ότι ενώ οι στόχοι των τρομοκρατών και των ομάδων οργανωμένου εγκλήματος (ΟΟΕ) διαφέρουν, οι συνάφειες μεταξύ των δραστηριοτήτων του τρομοκρατικού και του οργανωμένου εγκλήματος φαίνεται πως ενισχύονται. Έγινε εκτενής χρήση του εγκλήματος για τη χρηματοδότηση των τρομοκρατικών δραστηριοτήτων. Οι εγκληματικές δραστηριότητες στις οποίες εμπλέκονται τρομοκρατικές ομάδες, είτε βάσει σχέσεων με μεμονωμένους εγκληματίες και εγκληματικές ομάδες είτε βάσει των δικών τους επιχειρήσεων, περιλαμβάνουν τη διακίνηση παράνομων εμπορευμάτων και ουσιών όπως όπλων και ναρκωτικών, το εμπόριο ανθρώπων, την χρηματοπιστωτική απάτη, τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και την εκβίαση. Αν αντιμετωπισθούν οι αδυναμίες και χρησιμοποιηθούν βέλτιστες πρακτικές, τα συμπεράσματα αυτών των εκθέσεων μπορεί να συμβάλουν στην ανάπτυξη εθνικών στρατηγικών και δράσεων σε επίπεδο ΕΕ. Έγγρ. 9037/, που περιέχει το COM(20) 76 τελικό 5062/ ΚΣ/δχ 5
Σύσταση 3 - Νέες εξελίξεις Η οδηγία 2007/64/ΕΚ για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά («η οδηγία περί υπηρεσιών πληρωμών, PSD») έπρεπε να μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία έως την η Νοεμβρίου 2009. Μέχρι στιγμής όλα τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει στην εθνική νομοθεσία την οδηγία, ενώ η Πολωνία ολοκλήρωσε τη διαδικασία τον Οκτώβριο 20. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής έχουν υποστηρίξει τα κράτη μέλη στη διαδικασία μεταφοράς μέσω των σεμιναρίων μεταφοράς («ομάδα για τη μεταφορά της οδηγίας περί υπηρεσιών πληρωμών»), και άλλων δραστηριοτήτων ώστε να εξασφαλιστεί η μεταφορά της συγκεκριμένης οδηγίας στο εθνικό δίκαιο. Η προφορική ενημέρωση κατά τη διάρκεια των σεμιναρίων αυτών και η επακόλουθη γραπτή ενημέρωση βοήθησαν τις υπηρεσίες της Επιτροπής να επικαιροποιήσουν, στην ιστοσελίδα της Επιτροπής, τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στο κοινό, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου ερωτήσεων και απαντήσεων που παρέχουν πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές για την ενιαία ερμηνεία των περισσότερων διατάξεων της οδηγίας 2. Η νομική αξιολόγηση της εσωτερικής νομοθεσίας των κρατών μελών περί εφαρμογής της οδηγίας για τις υπηρεσίες πληρωμών έχει προχωρήσει. Παρότι η αξιολόγηση της Επιτροπής δεν είναι ακόμη οριστική, μπορεί ήδη να ειπωθεί ότι σε γενικές γραμμές τα αποτελέσματα της εφαρμογής είναι σημαντικά δεδομένου ότι προωθείται σε κοινοτικό επίπεδο ένα εκσυγχρονισμένο και συνεκτικό νομικό πλαίσιο για τις υπηρεσίες πληρωμών, που λαμβάνει υπόψη τα δικαιώματα των καταναλωτών και άλλων σημαντικών εμπλεκομένων συμφερόντων, ως αποτελεσματική στάση κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η ειδική ομάδα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων της κοινής επιτροπής των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών εποπτικών αρχών πραγματοποίησε ορισμένες εργασίες σχετικά με την αλληλεπίδραση μεταξύ των απαιτήσεων PSD και AML όσον αφορά την εποπτεία και την υποβολή εκθέσεων, σε σχέση με την κατανομή αρμοδιοτήτων σε κάποιες ειδικές περιπτώσεις διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών πληρωμών (π.χ. υπηρεσιών εμβασμάτων μέσω πρακτόρων). Το θέμα αυτό συζητήθηκε επίσης από την επιτροπή πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (CPMLTF), από την Πλατφόρμα μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών (FIU) της ΕΕ και στην Επιτροπή Πληρωμών για να αποσαφηνισθεί ένας ορισμένος αριθμός θεμάτων εποπτείας και υποβολής εκθέσεων από ιδρύματα πληρωμών σε διασυνοριακές υποθέσεις (υποκαταστήματα και αντιπρόσωποι). 2 ΕΕ L 39 της 5.2.2007, σ.. http://ec.europa.eu/internal_market/payments/framework/transposition_en.htm 5062/ ΚΣ/δχ 6
Τονίζεται ότι τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να εφαρμόσουν την οδηγία κατά τρόπον ώστε να ενισχυθεί ο έλεγχος των παρόχων υπηρεσιών εμβασμάτων και να αποτρέπεται η χρήση τους από ενδεχόμενους χρηματοδότες της τρομοκρατίας. Στις 22 Οκτωβρίου 200 η ολομέλεια της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης (FATF) ενέκρινε την «Έκθεση τυπολογιών σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες με χρήση νέων μεθόδων πληρωμών». Οι υπηρεσίες της Επιτροπής συμμετέχουν ενεργά σε αυτές τις εργασίες. Αυτή η έκθεση τυπολογιών, που καλύπτει τρεις κατηγορίες νέων μεθόδων πληρωμών, ειδικότερα τις προπληρωμένες κάρτες, τις πληρωμές μέσω του Διαδικτύου και τις πληρωμές μέσω κινητού τηλεφώνου, αναφέρεται διεξοδικά σε προηγούμενη έκθεση τυπολογιών του 2006 στην οποία επισημαίνονται γενικοί κίνδυνοι συναφείς με νέες μεθόδους πληρωμών. Η έκθεση εστιάζει στις πρόσφατες εξελίξεις που αφορούν την χρήση νέων μεθόδων πληρωμής, επικαιροποιεί τη συναφή αξιολόγηση κινδύνου της ειδικής ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης και εισάγει νέες μελέτες περιπτώσεων. Τον Φεβρουάριο του 20 η ολομέλεια της FATF κάλεσε την ομάδα εργασίας FATF που ασχολείται με τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και τη νομιμοποίηση των εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ΟΕΤΝ) να καταρτίσει έγγραφο σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές (ΕΒΠ) καθώς και με προς εξέταση πολιτικές επιλογές, μεταξύ άλλων προτάσεις τροποποίησης των συστάσεων FATF πέρα από το πλαίσιο της υπό εξέλιξη προετοιμασίας για τον 4ο γύρο αμοιβαίων αξιολογήσεων και από τις προθεσμίες της. Οι προπαρασκευαστικές εργασίες θα ανατεθούν σε υποομάδα της ΟΕΤΝ της FATF υπό την κοινή προεδρία των ΓΕ, ΙΤ και ΗΠΑ. Η υποομάδα συστάθηκε το Μάιο 20. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής διόρισαν αντιπρόσωπο στην εν λόγω υποομάδα. Η νέα οδηγία 2009/0/ΕΚ για το ηλεκτρονικό χρήμα 2 («η νέα ΟΗΧ») τέθηκε σε ισχύ στις 30 Οκτωβρίου 2009 και θα πρέπει να μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών μέχρι τις 30 Απριλίου 20. Η νέα ΟΗΧ αντικατέστησε από την εν λόγω ημερομηνία την οδηγία που εκδόθηκε το 2000. Κατά την ημερομηνία σύνταξης της ανά χείρας εκθέσεως 6 κράτη μέλη είχαν μεταφέρει την οδηγία στην εσωτερική νομοθεσία. Διάφορα άλλα έχουν προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό τη διαδικασία. 2 Η έκθεση είναι διαθέσιμη στη δημόσια ιστοσελίδα της FATF: http://www.fatfgafi.org/document/2/0,3746,en_32250379_32237202_46705794,00.html ΕΕ L 267, 0.0.009, σελ. 7. 5062/ ΚΣ/δχ 7
Η νέα οδηγία διευκρινίζει το πεδίο εφαρμογής της και παρέχει σαφείς ορισμούς και καταλληλότερο πλαίσιο προληπτικής εποπτείας, εξασφαλίζοντας παράλληλα ίσους όρους ανταγωνισμού για όλους τους παρόχους και υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών. Η νέα ΟΗΧ αυξάνει τα κατώτατα όρια για την εφαρμογή της απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη δυνάμει της 3ης οδηγίας AML/CFT (καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας), σύμφωνα με το άρθρο, παράγραφος 5, στοιχείο δ) της οποίας τα κράτη μέλη έχουν την επιλογή να επιτρέπουν την είσοδο ηλεκτρονικού χρήματος στο σύστημα χωρίς επαλήθευση ως ένα ορισμένο κατώτατο πόσό. Για τα μη επαναφορτιζόμενα υποθέματα το όριο αυξάνεται σε 250 ευρώ (από το σημερινό όριο των 50 ευρώ). Τα κράτη μέλη θα έχουν επίσης τη δυνατότητα αύξησης του τελευταίου αυτού ορίου μέχρι ποσού 500 ευρώ μόνο για τις εθνικές συναλλαγές, σύμφωνα με την αντίστοιχη επιλογή που προβλέπεται για τις πληρωμές μικρής αξίας από την οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών. Για τα επαναφορτιζόμενα υποθέματα διατηρείται το ισχύον όριο (2500 ευρώ). Συστάθηκε επίσης ομάδα μεταφοράς της ΟΗΧ (ΟΜΟΗΧ) βασισμένη στην πείρα από τη μεταφορά της οδηγίας για τις υπηρεσίες πληρωμών, η οποία συνεδρίασε πολλές φορές ως την ημερομηνία εφαρμογής. Εν όψει της ολοκλήρωσης του 3ου γύρου αμοιβαίων αξιολογήσεων που διεξήγαγε η ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης (FATF) για τις χώρες μέλη της, ο οποίος ολοκληρώθηκε τον Φεβρουάριο του 20, η FATF άρχισε να λαμβάνει μέτρα για τη διενέργεια επανεξέτασης με επίκεντρο τις διεθνείς βασικές αρχές που αποτελούν θεμέλιο των συστημάτων AML/CFT παγκοσμίως. Σκοπός της διαδικασίας αυτής είναι η εξέταση νέων ή πρωτοεμφανιζόμενων απειλών και προφανών ελλείψεων ή νομοθετικών κενών στα πρότυπα, εξασφαλίζοντας συγχρόνως τη σταθερότητά τους. Η διαδικασία επανεξέτασης, η προετοιμασία της οποίας άρχισε ήδη το 2009, βασίζεται κυρίως στη μελέτη του μέχρι στιγμής επιτευχθέντος επιπέδου επιτυχίας (όσον αφορά τις ορισθείσες διεθνείς αρχές στη σημερινή τους μορφή καθώς και την εφαρμογή τους για την εκπλήρωση των σκοπών για τους οποίους ορίσθηκαν). Κατόπιν τούτου και με βάση τα αποτελέσματα των αμοιβαίων αξιολογήσεων της FATF που διεξήχθησαν κατά τον 3ο γύρο από το 2004, η τρέχουσα διαδικασία αποσκοπεί σε δύο κυρίως αποτελέσματα: πρώτον, την τροποποίηση των προτύπων και αρχών όπως περιλαμβάνονται στις συστάσεις της FATF, προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητά τους προς επίτευξη των στόχων τους και να ληφθούν υπ όψιν τυχόν πρόσθετες απαιτήσεις ή νέες αρχές που χρειάζονται για την υποστήριξη των συστημάτων AML/CFT παγκοσμίως και δεύτερον την επακόλουθη τροποποίηση της Μεθοδολογίας του 2004 για τη διενέργεια του 4ου γύρου αμοιβαίων αξιολογήσεων. 5062/ ΚΣ/δχ 8
Στο πλαίσιο των προετοιμασιών της διαδικασίας επανεξέτασης, η FATF, μέσω της ομάδας αξιολογήσεων και εφαρμογής (ΟΑΕ), καθόρισε αναλυτικό πρόγραμμα εργασιών το οποίο άρχισε να αναπτύσσει όραμα για τους τομείς που απαιτούν λεπτομερέστερη επεξεργασία προκειμένου να ενισχυθούν τα διεθνή πρότυπα. Το πρόγραμμα εγκρίθηκε από την ολομέλεια της FATF τον Οκτώβριο 2009. Τα γενικά θέματα που εξετάζονται στο πλαίσιο αυτής της επανεξέτασης και που έχουν σημασία για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας περιλαμβάνουν: την προσέγγιση με βάση την εκτίμηση του κινδύνου, το βαθμό εφαρμογής των συστάσεων FATF από τις χώρες και τη διασυνοριακή ανταλλαγή πληροφοριών. Επιπλέον, θα εξετασθούν επίσης ειδικά ζητήματα που αφορούν τις συστάσεις και θα περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τη Σύσταση 35 (συμβάσεις σχετικές με θέματα AML/CFT), τη Σύσταση 36 (αμοιβαία δικαστική συνδρομή), τη Σύσταση 37 (διττό αξιόποινο), τη Σύσταση 38 (αμοιβαία δικαστική συνδρομή για τη δήμευση και τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων), τη Σύσταση 39 (έκδοση), τη Σύσταση 40 (άλλες μορφές συνεργασίας), και τη Σύσταση 27 (αρχές επιβολής του νόμου). Σύσταση 4 - Ενίσχυση των υφιστάμενων δράσεων ΣΤΟΧΟΘΕΤΗΜΕΝΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ («ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΟΗΕ») Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 88/2002 του Συμβουλίου και κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 286/2009 του Συμβουλίου Στη συνέχεια της απόφασης του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 3ης Σεπτεμβρίου 2008, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-402/05 P και C-45/05 P Kadi & Al Barakaat κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 88/2002 [COM (2009)87] στις 22 Απριλίου 2009 και το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 286/2009 στις 22 Δεκεμβρίου 2009. ΕΕ L 346, 23.2.2009, σελ. 42 5062/ ΚΣ/δχ 9
Η αναθεωρημένη διαδικασία προβλέπει τώρα ότι το πρόσωπο, η οντότητα, ο οργανισμός ή η ομάδα θα πρέπει να ενημερώνεται για τους λόγους για τους οποίους περιελήφθη στον κατάλογο όπως αυτοί κοινοποιούνται από την Επιτροπή Κυρώσεων του ΟΗΕ, ούτως ώστε να παρέχεται στο πρόσωπο, την οντότητα, τον οργανισμό ή την ομάδα που έχει περιληφθεί στον κατάλογο η δυνατότητα να διατυπώσει τις απόψεις του/της για αυτούς τους λόγους, επιτρέποντας παράλληλα την «άμεση» δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων και οικονομικών πόρων των προσώπων, οντοτήτων, οργανισμών και ομάδων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του ΟΗΕ για την Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν, όπως προβλέπεται από τις οικείες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Εν τω μεταξύ, αναμένεται από το Δικαστήριο της ΕΕ να αποσαφηνίσει τις συνέπειες της απόφασης του 2008: Στις 30 Σεπτεμβρίου 200, το Γενικό Δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του στην υπόθεση T-85/09, που αφορά το ένδικο μέσο που άσκησε ο κ. Kadi κατά του κανονισμού (EΚ) αριθ.90/2008 της Επιτροπής, στον οποίο καταχωρείται εκ νέου ο κ. Kadi μετά την απόφαση της 3ης Σεπτεμβρίου 2008. Το Συμβούλιο, η Επιτροπή και το ΗΒ κατέθεσαν ένδικα μέσα κατά των αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου (συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-584/0 P, C-593/0 P και C- 595/0 P). Η έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας 904 (2009) στις 7 Δεκεμβρίου 2009 εισήγαγε σημαντικές βελτιώσεις στο καθεστώς των κυρώσεων κατά της Al-Qaida και των Taliban και των ατόμων και οντοτήτων που συνδέονται με αυτούς, μεταξύ άλλων νέα στοιχεία που αφορούν τις διαδικασίες καταχώρησης και διαγραφής από τον κατάλογο προσώπων και οντοτήτων, ιδίως δε την παρεμβολή ανεξάρτητου και αμερόληπτου διαμεσολαβητή που θα εξετάζει αιτήσεις διαγραφής τέτοιων προσώπων και οντοτήτων από τον κατάλογο. Στη δήλωση της ΕΕ σχετικά με την έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου των Ηνωμένων Εθνών 904(2009) η τελευταία χαιρετίζεται ως σημαντικό βήμα προς τα εμπρός στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων προσπαθειών που καταβάλλει το Συμβούλιο Ασφαλείας για να εξασφαλίσει δίκαιες και σαφείς διαδικασίες για την καταχώρηση ατόμων και οντοτήτων στον κατάλογο που καταρτίστηκε δυνάμει της αποφάσεως του Συμβουλίου Ασφαλείας αριθ.267(999) και για τη διαγραφή τους δεδομένου ότι μόνον διαδικαστικές εγγυήσεις για τα εμπλεκόμενα άτομα και οντότητες θα ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα και θα συμβάλουν στην αξιοπιστία του συγκεκριμένου και άλλων καθεστώτων κυρώσεων. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (S/RES) που αφορούν την πρόληψη και καταστολή της τρομοκρατίας και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας απαιτούν από τα δικαστήρια να δεσμεύουν αμελλητί τα κεφάλαια ή άλλα περιουσιακά στοιχεία, και να εξασφαλίζουν ότι δεν θα τίθενται άμεσα ή έμμεσα τα κεφάλαια ή άλλα περιουσιακά στοιχεία στη διάθεση ή προς όφελος οιουδήποτε προσώπου ή οντότητας που έχει υποδειχθεί: α) είτε από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ή υπό την αιγίδα αυτού βάσει του Κεφαλαίου VII του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, μεταξύ άλλων κατ εφαρμογή της απόφασης S/RES/267(999) και των αποφάσεων που τη διαδέχτηκαν (βλ. S/RES/267(999), S/RES/333(2000), S/RES/363(200), S/RES/390(2002), S/RES/452(20020, S/RES/455(2003), S/RES/526(2004), S/RES/67(2005), S/RES/730(2006), S/RES/735(2006), S/RES/822(2008), S/RES/904(2009)) ή β) είτε από το εν λόγω δικαστήριο κατ εφαρμογή της απόφασης S/RES/373(200). 5062/ ΚΣ/δχ 0
Στις 7 Ιουνίου 20 το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εξέδωσε την απόφαση 988 (20) και την απόφαση 989 (20) που διαιρούν το καθεστώς κυρώσεων κατά της Al-Qaida και των Taliban σε δύο χωριστά καθεστώτα. Ειδικότερα, με την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας 989 (20), η εντολή της Διαμεσολαβήτριας παρατάθηκε, και οι κανόνες που διέπουν τα καθήκοντά της βελτιώθηκαν και τελειοποιήθηκαν περαιτέρω. Επιπτώσεις της Συνθήκης της Λισαβόνας Η Συνθήκη της Λισαβόνας μετέβαλε τη νομική κατάσταση με την εισαγωγή δύο χωριστών νομικών βάσεων για τα μέτρα που αφορούν τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων που συνδέονται με την τρομοκρατία: - το άρθρο 75 ΣΛΕΕ, υπό τον τίτλο «Χώρος Ελευθερίας, Δικαιοσύνης και Ασφάλειας», το οποίο προβλέπει ειδική νομική βάση για τον καθορισμό πλαισίου διοικητικών μέτρων για τις κινήσεις κεφαλαίων και πληρωμών, όπως η δέσμευση κεφαλαίων φυσικού ή νομικού προσώπου, ομάδας ή μη κρατικής οντότητας για την πρόληψη τρομοκρατίας, και Το άρθρο 75 ΣΛΕΕ ορίζει τα εξής : () Εφόσον αυτό απαιτείται προς επίτευξη των στόχων του άρθρου 67, ως προς την πρόληψη της τρομοκρατίας και των συναφών δραστηριοτήτων, καθώς και την καταπολέμησή τους, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μέσω κανονισμών σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, ορίζουν πλαίσιο διοικητικών μέτρων για τις κινήσεις κεφαλαίων και πληρωμών, όπως η δέσμευση κεφαλαίων, χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων ή οικονομικών πόρων που ανήκουν ή βρίσκονται στην κατοχή φυσικού ή νομικού προσώπου, ομάδας ή μη κρατικής οντότητας. (2) Το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής, θεσπίζει μέτρα για την υλοποίηση του πλαισίου που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο. (3) Οι πράξεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο περιέχουν τις αναγκαίες διατάξεις περί νομικών εγγυήσεων. 5062/ ΚΣ/δχ
- το άρθρο 25 της ΣΛΕΕ, που προβλέπει νομική βάση για περιοριστικά μέτρα στο πλαίσιο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, περιλαμβανομένης της δέσμευσης κεφαλαίων και οικονομικών πόρων φυσικών ή νομικών προσώπων και ομάδων μη κρατικών οντοτήτων με σκοπό την πρόληψη της διεθνούς τρομοκρατίας. Ενώ το πλαίσιο που αναφέρεται στο άρθρο 75, παράγραφος της ΣΛΕΕ εγκρίνεται σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (πρόταση της Επιτροπής, συναπόφαση Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου), τα μέτρα δυνάμει του άρθρου 25 της ΣΛΕΕ θεσπίζονται από το Συμβούλιο κατόπιν κοινής προτάσεως της Ύπατης Εκπροσώπου και της Επιτροπής, ενώ προβλέπεται απλή ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Με την έκδοση του κανονισμού (ΕΕ) 286/2009 2 του Συμβουλίου βάσει του άρθρου 25 της ΣΛΕΕ, το Συμβούλιο υιοθέτησε την άποψη ότι η δράση κατά της διεθνούς τρομοκρατίας υπάγεται στην ΚΕΠΠΑ. Αντιστοίχως, το άρθρο 75 ΣΛΕΕ αφορά μόνο πρόσωπα ή ομάδες στο εσωτερικό της ΕΕ. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπέβαλε αίτηση ακύρωσης του κανονισμού (ΕΕ) 286/2009 διότι ισχυρίζεται ότι η ορθή νομική βάση ήταν το άρθρο 75 ΣΛΕΕ και όχι το άρθρο 25 ΣΛΕΕ (Υπόθεση C-30/0). Η υπόθεση αυτή εκκρεμεί ακόμη. 2 Το άρθρο 25 ΣΛΕΕ ορίζει τα εξής : () Όταν απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με το κεφάλαιο 2 του τίτλου V της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, προβλέπει τη διακοπή ή τη μείωση, εν όλω ή εν μέρει, των οικονομικών και χρηματοοικονομικών σχέσεων με μία ή περισσότερες τρίτες χώρες, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία μετά από κοινή πρόταση του ύπατου εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, και της Επιτροπής, θεσπίζει τα αναγκαία μέτρα. Ενημερώνει σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. (2) Εφόσον προβλέπεται από απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με το κεφάλαιο 2 του τίτλου V της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το Συμβούλιο μπορεί να λαμβάνει, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου, περιοριστικά μέτρα έναντι φυσικών ή νομικών προσώπων, ομάδων ή μη κρατικών οντοτήτων. (3) Οι πράξεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο περιέχουν τις αναγκαίες διατάξεις περί νομικών εγγυήσεων. ΕΕ L 346, 23.2.2009, σελ. 42 5062/ ΚΣ/δχ 2
Στη στρατηγική της για την εσωτερική ασφάλεια της 22ας Νοεμβρίου 200 η Επιτροπή δήλωσε ότι το 20 πρόκειται να εξετάσει το σχεδιασμό ενός πλαισίου διοικητικών μέτρων βάσει του άρθρου 75 ΣΛΕΕ όσον αφορά τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων για την πρόληψη και καταπολέμηση της τρομοκρατίας και των συναφών δραστηριοτήτων. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής (ΓΔ Εσωτερικών) οργάνωσαν τρεις συνεδριάσεις εμπειρογνωμόνων που συζήτησαν με τα κράτη μέλη, τη Γραμματεία του Συμβουλίου και τον Συντονιστή για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας σχετικά με το πεδίο εφαρμογής και την εφαρμογή του άρθρου 75 της ΣΛΕΕ. Η τελευταία συνεδρίαση διεξήχθη στις 7 Μαρτίου 20 στις Βρυξέλλες. ΣΤΟΧΟΘΕΤΗΜΕΝΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ («ΑΥΤΟΝΟΜΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ») Κοινή θέση 200/93/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου και κανονισμός (EΚ) αριθ. 2580/200 του Συμβουλίου Στις 9 Σεπτεμβρίου 200, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε απόφαση του Συμβουλίου με την οποία επιβεβαιωνόταν η καταχώρηση στον κατάλογο του Stichting Al Aqsa (υπόθεση T-348/07, Stichting Al Aqsa κατά Συμβουλίου). Το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι σε περίπτωση που το Συμβούλιο επιβεβαιώσει απόφαση καταχώρησης σε κατάλογο στη συνέχεια αναθεώρησης βάσει του άρθρου παράγρ. 6) της κοινής θέσης 200/93/ΚΕΠΠΑ, η απόφαση μιας αρμόδιας αρχής που προβλέπεται στο άρθρο παράγρ. 4) της κοινής θέσης 200/93/ΚΕΠΠΑ στην οποία βασίστηκε η αρχική απόφαση καταχώρησης στον κατάλογο, πρέπει να εξακολουθεί να ισχύει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η απόφαση της αρμόδιας αρχής είχε καταργηθεί. Δύο ένδικα μέσα εκκρεμούν κατά της απόφασης αυτής του Γενικού Δικαστηρίου (συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C- 539/0 P και C-550/0 P). Στις 7 Δεκεμβρίου 200 το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή που ασκήθηκε από τον κ.sofiane Fahas (υπόθεση T-49/07) κατά της καταχώρησής του σε κατάλογο από το Συμβούλιο. Το Δικαστήριο έκρινε ότι το Συμβούλιο τήρησε την υποχρέωση αιτιολόγησης ότι αποστέλλοντας την προσβαλλομένη απόφαση και το σκεπτικό στον προσφεύγοντα το Συμβούλιο σεβάστηκε τα δικαιώματα υπεράσπισής του και το δικαίωμά του για αποτελεσματική δικαστική προστασία. Το Δικαστήριο συμπέρανε επίσης ότι δεν παραβιάσθηκε κανένα άλλο θεμελιώδες δικαίωμα του προσφεύγοντος. Συνεχίζεται ο δικαστικός αγώνας όσον αφορά τον αυτόνομο κατάλογο. Μεταξύ των βασικών θεμάτων που εξετάζει το Δικαστήριο περιλαμβάνονται επίσης η ερμηνεία του όρου «απόφαση αρμόδιας αρχής» (C-27/09 P Προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα που διατυπώθηκαν στις 4.07.20), η διαβίβαση ευαίσθητων πληροφοριών στα δικαστικά όργανα της Ένωσης (C-27/09 Ρ - ibid), και η αποζημίωση για ζημία προκληθείσα από την Ένωση (T-34/07 - αναμένεται η απόφαση). COM(200) 673 τελικό 5062/ ΚΣ/δχ 3
Η τελευταία αίτηση υποβλήθηκε στο Γενικό Δικαστήριο στις Απριλίου 20 (υπόθεση T- 208/) από το LTTE (Απελευθερωτικοί Τίγρεις του Ταμιλ Ιλάμ), το δε Συμβούλιο υπέβαλε υπόμνημα αντικρούσεως στις 9 Σεπτεμβρίου 20. Τομέας μη κερδοσκοπικών οργανώσεων Η Ειδική Σύσταση VIII της FATF για τη νομιμοποίηση εσόδων και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας αφορά το πρόβλημα της ενδεχόμενης εκμετάλλευσης μη κερδοσκοπικών οργανώσεων με σκοπό τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, η Επιτροπή επιτέλεσε ορισμένες σημαντικές εργασίες στο παρελθόν. Η «Μελέτη για την αξιολόγηση του βαθμού κατάχρησης των μη κερδοσκοπικών οργανώσεων για χρηματοδότηση εγκληματικών σκοπών σε επίπεδο ΕΕ», και η «Μελέτη των πρόσφατων δημοσίων πρωτοβουλιών και πρωτοβουλιών αυτορρύθμισης για τη βελτίωση της διαφάνειας και της πληροφόρησης για τις δραστηριότητες των μη κερδοσκοπικών οργανώσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση» οι οποίες παρουσιάστηκαν από την Επιτροπή το 2008 και το 2009 αποτέλεσαν τη βάση διασκέψεων που οργανώθηκαν από την Επιτροπή στις Βρυξέλλες. Κατά τις διασκέψεις αυτές οι ενδιαφερόμενοι φορείς, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων των ευρύτερων μη κερδοσκοπικών οργανώσεων, συζήτησαν ειδικότερα τρόπους ενίσχυσης της διαφάνειας και της υποχρέωσης λογοδοσίας των ΜΚΟ για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της ενδεχόμενης εκμετάλλευσής τους για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Στο Πρόγραμμα της Στοκχόλμης, το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να προωθήσει την ενίσχυση της διαφάνειας και ευθύνης των φιλανθρωπικών οργανώσεων με σκοπό την εξασφάλιση της συμφωνίας με την Ειδική Σύσταση VII της Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης. Στο Πρόγραμμα Δράσης της για το Πρόγραμμα της Στοκχόλμης, η Επιτροπή πρόβλεψε ανακοίνωση σχετικά με προαιρετικές κατευθυντήριες γραμμές κατά της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας για τις μη κερδοσκοπικές οργανώσεις που είναι εγκατεστημένες στις Βρυξέλλες για το 20. Η πολιτική της Επιτροπής ήταν ανέκαθεν να πραγματοποιεί τις σχετικές εργασίες της σε συνεργασία και συνεννόηση με τον οικείο τομέα και τα κράτη μέλη. Πριν λοιπόν από την τρίτη διάσκεψη με τον τομέα, τους αντιπροσώπους των κρατών μελών και τον Συντονιστή Αντιτρομοκρατικής Δράσης (ΣΑΔ), οι υπηρεσίες της Επιτροπής κυκλοφόρησαν έγγραφο με μια δέσμη συγκεκριμένων κατευθυντήριων γραμμών προς συζήτηση και γραπτές συμβολές από ενδιαφερόμενες πλευρές. Στο μεταξύ η Επιτροπή συνέχισε το στενό διάλογο με ενδιαφερόμενους παράγοντες στο πλαίσιο αυτό με σκοπό την προώθηση περαιτέρω διαφάνειας και υποχρέωσης λογοδοσίας και συνέπραξε σε διάφορες σχετικές εκδηλώσεις, όπως σε μία που διοργανώθηκε από την UNCTC (επιτροπή για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας των Ηνωμένων Εθνών). Ακόμη, δρομολόγησε μελέτη σκοπιμότητας για ένα παρατηρητήριο της ΕΕ για τις μη κερδοσκοπικές οργανώσεις, όπως προτείνεται σε μια από τις μελέτες που έγιναν με εντολή της Επιτροπής. Η εν λόγω μελέτη αναμένεται να οριστικοποιηθεί το 202. 5062/ ΚΣ/δχ 4
Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι η Επιτροπή δεν προέβλεψε προαιρετικές κατευθυντήριες γραμμές στην ανακοίνωσή της «Η στρατηγική εσωτερικής ασφάλειας της EE στην πράξη: πέντε βήματα για μια ασφαλέστερη Ευρώπη» της 22ας Νοεμβρίου 200. Σύσταση 5 - ΜΧΠ και συνεργασία των ΜΧΠ Η βελτίωση των δυνατοτήτων συνεργασίας μεταξύ των Μονάδων Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (ΜΧΠ) των κρατών μελών αποτελεί κρίσιμο παράγοντα στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και συνεπώς το μέλλον του σχεδίου FIU.NET και η μετατροπή του σε μία μονιμότερη δομή πρέπει να θεωρείται πολύτιμη πρωτοβουλία σε αυτό τον τομέα. Τον Απρίλιο 200, πραγματοποιήθηκε συνεδρίαση στην Ευρωπόλ κατά την οποία έγινε περαιτέρω επεξεργασία της πρότασης για τη φιλοξενία του FIU.NET από την Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία. Η πρόταση έγινε ευνοϊκά δεκτή και τα κράτη μέλη που εκπροσωπήθηκαν κατά τη συνεδρίαση συμφώνησαν να αποτελέσει η Ευρωπόλ το γενικό πλαίσιο. Η Ευρωπόλ επεξεργάστηκε λεπτομερέστερα την πρότασή της για την τελική συνεδρίαση σχετικά με το μέλλον του FIU.NET που φιλοξενήθηκε από την Επιτροπή τον Ιούνιο του 200. Εν κατακλείδι συμφωνήθηκε ότι το FIU.Net θα ενσωματωθεί στην Ευρωπόλ από την η Ιανουαρίου 204. Στο μεταξύ άρχισε μεταβατική περίοδος. Αποσκοπεί στην περαιτέρω εξέταση θεμάτων όπως η διακυβέρνηση ή η επεξεργασία δεδομένων στην πράξη. Το σχέδιο FIU.NET το οποίο τα τελευταία έτη φιλοξενήθηκε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΚΧ έχει αυξήσει τις επιχειρησιακές του δραστηριότητες: προς το παρόν 24 κράτη μέλη είναι συνδεδεμένα με το FIU.net, ένα πρόκειται να τα ακολουθήσει, όπερ σημαίνει ότι μόνον η ΤΣ και η ΑΥ δεν συμμετέχουν στο δίκτυο. Η ΑΥ εξετάζει ωστόσο τις δυνατότητες σύνδεσής της. Επιπλέον, τελεί υπό εξέταση η δυνατότητα σύνδεσης κρατών μη μελών της ΕΕ, και η Κροατία, η Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και η Νορβηγία θα μπορούσαν να κληθούν να υποβάλουν αίτηση προσχώρησης στο FIU.NET. COM(200) 673 τελικό 5062/ ΚΣ/δχ 5
Δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της Επιτροπής η τελική έκθεση για τη μελέτη που παρήγγειλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με θέμα «Βέλτιστες πρακτικές στις κάθετες σχέσεις μεταξύ της Μονάδας Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών και ) των αρχών επιβολής του νόμου και 2) των φορέων που υποβάλλουν εκθέσεις για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότησης της τρομοκρατίας με σκοπό να επισημανθούν ουσιαστικά πρότυπα ενημέρωσης κατά την συνέχεια που δίνεται στις εκθέσεις για ύποπτες συναλλαγές και για την αποτελεσματικότητά τους». Περαιτέρω εργασίες βρίσκονται πλέον σε εξέλιξη, μεταξύ άλλων εντός της πλατφόρμας ΜΧΠ, με σκοπό την αποτελεσματικότερη καθιέρωση των βέλτιστων πρακτικών που καταγράφονται στην έκθεση σε ορισμένους βασικούς τομείς ενημέρωσης. Σύσταση 6 - Συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα Ο ρόλος του χρηματοοικονομικού τομέα στην καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι σημαντικός και οι πληροφορίες σχετικά με ύποπτες ή ασυνήθεις συναλλαγές πρέπει να ανταλλάσσονται χωρίς περιττούς φραγμούς μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων εταίρων, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Γι αυτόν το λόγο, η συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα εξακολουθεί να έχει καίρια σημασία και η συμμετοχή του στην ανάπτυξη νέας νομοθεσίας και επιχειρησιακών μεθόδων πρέπει να διασφαλίζεται συνεχώς. Η ενημέρωση και η ανάλυση κόστους/οφέλους θα συμβάλουν σημαντικά στην επίτευξη αυτού του στόχου. Για το σκοπό αυτόν τη η Φεβρουάριου 20 η Επιτροπή πραγματοποίησε συνάντηση με αντιπροσώπους του ιδιωτικού τομέα όπου συζητήθηκαν προβλεπόμενες και υπό εξέλιξη εργασίες και πρωτοβουλίες στο πεδίο AML/CFT, τόσο σε ενωσιακό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Επιπλέον, η συνάντηση αυτή αποτέλεσε ευκαιρία να παρασχεθεί ενημέρωση από παράγοντες του ιδιωτικού τομέα σχετικά με την πείρα τους από την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας στο πεδίο AML/CFT. Η σημασία της ενημέρωσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων εξετάστηκε επίσης στο Πρόγραμμα της Στοκχόλμης, όπου το Συμβούλιο καλεί την Επιτροπή να υποβάλει μέτρα για τη βελτίωση της ενημέρωσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων όσον αφορά το αποτέλεσμα της συνεργασίας τους στην καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Συνεπώς, η Επιτροπή συνεχίζει τη διεξοδικότερη εξέταση του ζητήματος αυτού και χρησιμοποιεί τη μελέτη ως βάση περαιτέρω εργασιών. Στο σχέδιο δράσης της για το Πρόγραμμα της Στοκχόλμης, η Επιτροπή ανακοινώνει ότι θα υποβάλει ανακοίνωση σχετικά με μέτρα για τη βελτίωση της ενημέρωσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων όσον αφορά το αποτέλεσμα της συνεργασίας τους για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Στο πλαίσιο της ενισχυμένης συνεργασίας με τον ιδιωτικό τομέα, οι προαναφερόμενες πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί στον τομέα των μη κερδοσκοπικών οργανώσεων αποτελούν σημαντικό στοιχείο. http://ec.europa.eu/homeaffairs/doc_centre/crime/docs/study_fiu_and_terrorism_financing_en.pdf 5062/ ΚΣ/δχ 6
Ακόμη, από εργασίες που δρομολογήθηκαν στο πλαίσιο της Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης σχετικά με τις νέες και εναλλακτικές μεθόδους πληρωμών προέκυψε ότι η συμβολή του ιδιωτικού τομέα και η συνεργασία μαζί του, όπως με παρόχους προπληρωμένων καρτών, είναι σημαντική όταν επιδιώκεται ο εντοπισμός πιθανών κενών στα συστήματα AML/CFT, τα οποία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκμετάλλευσης με σκοπό τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Σύσταση 7 - ανταλλαγή χρηματοοικονομικών πληροφοριών και χρηματοοικονομικές έρευνες Οι χρηματοοικονομικές έρευνες ως τεχνική επιβολής του νόμου είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι σχετικές υπηρεσίες έχουν την απαιτούμενη γνώση, τεχνογνωσία και ικανότητες αναλυτικής και άλλου είδους εκτίμησης για σκοπούς εντοπισμού, ανάλυσης και κατοχύρωσης αποτελεσματικής συνεργασίας στον τομέα των εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και άλλων περιουσιακών στοιχείων που διακινούνται εντός και εκτός των συνόρων της ΕΕ. Τούτο απαιτείται για να καταστεί εφικτή η δήμευση προϊόντων εγκλήματος και για την παροχή πρόσθετων δυνατοτήτων σχετικά με την έρευνα σοβαρών μορφών εγκληματικότητας, συμπεριλαμβανομένης της τρομοκρατίας. Ο πέμπτος γύρος αμοιβαίων αξιολογήσεων, ο οποίος διεξάγεται επί του παρόντος υπό την αιγίδα της Ομάδας Γενικών Υποθέσεων και Αξιολογήσεων (GENVAL) για το χρηματοοικονομικό έγκλημα και τις χρηματοοικονομικές έρευνες έχει ως επίκεντρο την εφαρμογή των ισχυουσών ενωσιακών και διεθνών νομικών πράξεων στο πεδίο αυτό καθώς και τις πρακτικές που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη και περιλαμβάνουν διατάξεις και μέτρα για την AML/CFT. Ο κύκλος των αξιολογήσεων άρχισε το Σεπτέμβριο του 2009 και μέχρι τη σύνταξη της ανά χείρας εκθέσεως έχουν αξιολογηθεί είκοσι τέσσερα κράτη μέλη. Τα πορίσματα των εκθέσεων ανά χώρα και η τελική έκθεση αναμένεται ότι θα αποδειχθούν χρήσιμα για την υποστήριξη των αρχών έρευνας των κρατών μελών, ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα των χρηματοοικονομικών ερευνών που ήδη διεξάγονται στο πλαίσιο αντιτρομοκρατικών ερευνών. Επιπλέον, ο προσδιορισμός βέλτιστων πρακτικών και ο εντοπισμός αδυναμιών θα πρέπει να συμβάλουν στην περαιτέρω διαμόρφωση και τελειοποίηση των στρατηγικών για την πρόληψη μεταξύ άλλων της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Οι επιτόπιες επισκέψεις στο πλαίσιο της διαδικασίας αξιολόγησης αναμένονται να οριστικοποιηθούν το 20, ενώ η τελική έκθεση θα υποβληθεί στο Συμβούλιο το 202. Από την η Ιουλίου 200 οι αρμοδιότητες για τη διαδικασία αυτή μετατέθηκαν στην Ομάδα Γενικών Υποθέσεων και Αξιολογήσεων (GENVAL). 5062/ ΚΣ/δχ 7
Η Ευρωπόλ συμμετείχε ως ενεργός παρατηρητής σε αυτές τις αξιολογήσεις και ως εκ τούτου έχει άμεση ανάμειξη στην ανάλυση των συστημάτων στα κράτη μέλη. Τα πορίσματα αυτής της ανάλυσης ενημερώθηκαν εκ νέου προκειμένου να αναπτυχθεί περαιτέρω η μεθοδολογία καταπολέμησης του χρηματοοικονομικού εγκλήματος και της διεξαγωγής χρηματοοικονομικών ερευνών. Όσο για τις επιχειρήσεις κατά των διακινητών χρημάτων, η Ευρωπόλ δημιούργησε ένα κινητό γραφείο στην Ισπανία για να παράσχει επιχειρησιακή στήριξη στην Επιχείρηση Athena II. Η Επιχείρηση Athena II ήταν μια κοινή επιχείρηση των τελωνείων που στόχευε τις διασυνοριακές κινήσεις μετρητών και άλλων χρηματοοικονομικών μέσων. Η επιχείρηση διοργανώθηκε υπό την αιγίδα της Ομάδας Τελωνειακής Συνεργασίας (ΟΤΣ) του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε πολλές περιπτώσεις κατέστη εφικτό να διαπιστωθούν δεσμοί μεταξύ του εντοπισμού κινήσεων μετρητών και πληροφοριών ασφαλείας που είχε συγκεντρώσει η Ευρωπόλ σε σχέση με έρευνες/περιστατικά που συνέβησαν στα κράτη μέλη. Σύσταση 8 - διεθνής συνεργασία Τον Απρίλιο 2009 η Επιτροπή υπέγραψε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας τη σύμβαση αριθ. 98 του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ξέπλυμα, την έρευνα, την κατάσχεση και δήμευση των προϊόντων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες και για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας Μέχρι σήμερα, 20 κράτη μέλη έχουν υπογράψει τη Σύμβαση και 2 την έχουν επικυρώσει. Τα κράτη μέλη που δεν το έχουν ακόμη πράξει καλούνται επειγόντως να επικυρώσουν και αυτά την εν λόγω Σύμβαση. Στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών, η ΕΕ εξακολουθεί να προωθεί την επικύρωση και εφαρμογή της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Αρκετές χώρες σε διάφορα μέρη του κόσμου δεν έχουν επικυρώσει ακόμη τη Σύμβαση, ενώ ορισμένες άλλες που το έπραξαν, δεν έχουν τα μέσα να την εφαρμόσουν αποτελεσματικά. Η ΕΕ πρέπει να συνεχίσει να εστιάζει το ενδιαφέρον της σε αυτή την πτυχή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στις σχέσεις της με τρίτες χώρες. Πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω ο συντονισμός με τη FATF, το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα και την Αντιτρομοκρατική Διεύθυνση των Ηνωμένων Εθνών (UNODC). Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί στο ευρύτερο πλαίσιο των εργασιών που έχει αναλάβει η ΕΕ για να αναπτύξει την ήδη στενή της σχέση συνεργασίας με τους αντιτρομοκρατικούς φορείς των ΗΕ, την Εκτελεστική Διεύθυνση Αντιτρομοκρατίας του ΟΗΕ (UN CTED), και την CTITF που διαθέτει ειδική ομάδα αντιμετώπισης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (μεταξύ άλλων το ΔΝΤ, το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος - UNODC, την Παγκόσμια Τράπεζα, την Εκτελεστική Διεύθυνση κατά της Τρομοκρατίας - CTED, την Ιντερπόλ και την Ομάδα Παρακολούθησης 267) η οποία έχει επίσης δημοσιεύσει «Έκθεση για την αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας» τον Οκτώβριο του 2009. Εξετάστηκαν σκέψεις περί συμμετοχής της Επιτροπής και/ή της Γραμματείας του Συμβουλίου σε επισκέψεις διαφόρων υπηρεσιών που γίνονται από την UN CTED, για να βοηθηθούν μεμονωμένες χώρες να αντιμετωπίσουν θέματα κατά την εφαρμογή των αντιτρομοκρατικών μέτρων των Ηνωμένων Εθνών. 5062/ ΚΣ/δχ 8
Ακόμη, τον Ιανουάριο του 20 η Επιτροπή συμμετείχε σε συνεδρίαση που διοργανώθηκε από την UN CTED για τις καταχρήσεις του μη κερδοσκοπικού τομέα προς όφελος της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Το Μέσον Σταθερότητας για το 2009- περιέχει για πρώτη φορά ειδική διάταξη σχετικά με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, η οποία αποσκοπεί μεταξύ άλλων στην παροχή βοήθειας προς την UN CTED για να προωθήσει την εφαρμογή σε διεθνές επίπεδο της παγκόσμιας αντιτρομοκρατικής στρατηγικής. Όσον αφορά τις σχέσεις της με τους βασικούς της εταίρους, η ΕΕ συνέχισε το διάλογο με τις ΗΠΑ, ιδίως σχετικά με την εφαρμογή της δήλωσης ΕΕ-ΗΠΑ για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας της 26ης Ιουνίου 2004. Στη συνέχεια του έκτου σεμιναρίου επί Τσεχικής Προεδρίας τον Μάιο 2009 και του εβδόμου σεμιναρίου ΕΕ-ΗΠΑ με θέμα την χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, που φιλοξενήθηκε από την Ισπανική Προεδρία το Μάιο 200 καθώς και τον πολιτικό διάλογο ΕΕ-ΗΠΑ για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας που διεξήχθη τον ίδιο μήνα πραγματοποιήθηκαν περαιτέρω συνεδριάσεις πολιτικού διαλόγου ΕΕ-ΗΠΑ σχετικά με την χρηματοδότηση της τρομοκρατίας στην Ουάσιγκτον στις 9 Δεκεμβρίου 200 και στις 5 Ιουνίου 20. Στις 6 και 7 Ιουνίου 20 πραγματοποιήθηκε ένα ακόμη σεμινάριο ΕΕ-ΗΠΑ με θέμα την χρηματοδότηση της τρομοκρατίας το οποίο φιλοξενήθηκε από την Ουγγρική Προεδρία. Η ημερήσια διάταξη περιελάμβανε τα θέματα συμμόρφωση στις κυρώσεις, μη τραπεζικές υπηρεσίες - νέες μέθοδοι πληρωμών καθώς και εφαρμογή της ειδικής σύστασης VII της FATF (ηλεκτρονικές μεταφορές χρηματικών ποσών). Το επόμενο σεμινάριο θα πραγματοποιηθεί σε συνεργασία με το Συμβούλιο Συνεργασίας για τον Περσικό (ΣΣΠ) από τη σημερινή Πολωνική Προεδρία της ΕΕ και έχει προγραμματιστεί για τις 22 και 23 Νοεμβρίου 20 στη Βαρσοβία. Θα προβάλει εκ νέου την εφαρμογή των συστάσεων FATF προς αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ιδίως της ειδικής σύστασης VII της FATF (μεταφορές κεφαλαίων), της ειδικής σύστασης ΙΧ της FATF (μεταφορείς μετρητών) και της ειδικής σύστασης V της FATF (διεθνής συνεργασία), την εφαρμογή των αποφάσεων 267, 988 and 989 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για το καθεστώς των κυρώσεων και επί πλέον το θέμα της αντιμετώπισης της ριζοσπαστικοποίησης και του βίαιου εξτρεμισμού. Μετά την απόρριψη, στις Φεβρουαρίου 200, από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής σχετικά με την επεξεργασία και διαβίβαση δεδομένων χρηματοπιστωτικών συναλλαγών από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις Ηνωμένες Πολιτείες στο πλαίσιο της εφαρμογής του «Προγράμματος Παρακολούθησης της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας» (Συμφωνία TFTP), το Συμβούλιο ανέθεσε στην Επιτροπή διαπραγματευτική εντολή για μια νέα συμφωνία TFTP μεταξύ ΕΕ-ΗΠΑ. Αυτή η Συμφωνία υπογράφηκε από την Προεδρία στις 28 Ιουνίου 200, εγκρίθηκε από το ΕΚ και τέθηκε σε ισχύ την η Αυγούστου 200. 5062/ ΚΣ/δχ 9
Τον Φεβρουάριο 20 διενεργήθηκε η πρώτη κοινή επανεξέταση της εφαρμογής της Συμφωνίας TFTP του 200, όπως προβλεπόταν από το άρθρο 3 της Συμφωνίας. Η έκθεση TFTP που συντάχθηκε στη συνέχεια αυτής της κοινής επανεξέτασης δεν είναι αυτή καθαυτή έκθεση της Επιτροπής άλλά έκθεση της ενωσιακής πλευράς στην ομάδα κοινής επανεξέτασης. Η έκθεση της κοινής επανεξέτασης ήταν σε γενικές γραμμές θετική, επισημαίνει δε ότι η Ευρωπόλ εκπληρώνει το ρόλο της στο πλαίσιο της Συμφωνίας TFTP και ότι, αν και υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, όλα τα σημαντικά στοιχεία της συμφωνίας εφαρμόστηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις της, περιλαμβανομένων των διατάξεων περί προστασίας των δεδομένων. Εκτός από αυτή την έκθεση, η κοινή εποπτική αρχή της Ευρωπόλ (=η αρχή ελέγχου της προστασίας δεδομένων της Ευρωπόλ), εξέδωσε στις αρχές του Μαρτίου 20 με δική της πρωτοβουλία έκθεση για τον τρόπο με τον οποίον η Ευρωπόλ εφαρμόζει τις απαιτήσεις προστασίας δεδομένων στην πρακτική λειτουργία της Συμφωνίας TFTP. Η βασική επίκριση που διατύπωσε η κοινή εποπτική αρχή ήταν ότι οι «αιτιολογήσεις» που θεμελιώνουν τις αιτήσεις των ΗΠΑ για δεδομένα SWIFT παρέχονται μόνον προφορικά, και ως εκ τούτου η κοινή εποπτική αρχή αδυνατεί να εξακριβώσει αν οι αιτήσεις των ΗΠΑ συνάδουν με τις συμφωνίες TFTP. Στις 3 Ιουλίου 20, ακριβώς ένα έτος μετά την έγκριση της απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη της δεύτερης συμφωνίας TFTP μεταξύ ΕΕ-ΗΠΑ, η Επιτροπή εξέδωσε την ανακοίνωση «Ένα ευρωπαϊκό σύστημα παρακολούθησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας: διαθέσιμες επιλογές» (COM (20)429). Αυτή η ανακοίνωση απαντά στο άρθρο 2 της απόφασης του Συμβουλίου της 3ης Ιουλίου 200 για τη σύναψη της συμφωνίας TFTP, βάσει του οποίου το Συμβούλιο ανέθεσε στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να παρουσιάσει «νομικό και τεχνικό πλαίσιο για την εξαγωγή δεδομένων στο έδαφος της ΕΕ». Το Κοινοβούλιο υπέβαλε αίτημα επειδή είχε σοβαρούς ενδοιασμού σχετικά με τη μαζική μεταφορά προσωπικών δεδομένων σε τρίτη χώρα. Οι διάφορες επιλογές που παρατίθενται στην ανακοίνωση της Επιτροπής προβλέπουν τη μαζική αποθήκευση και μεταφορά χρηματοοικονομικών δεδομένων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Από τις πρώτες συζητήσεις στο Κοινοβούλιο προκύπτει ότι το Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι εν λόγω επιλογές εξακολουθούν να υπερβαίνουν το μέτρο και ότι θα προτιμούσε μια λύση η οποία θα συνίστατο σε λύση λογισμικού που θα επέτρεπε την εξαγωγή δεδομένων χωρίς μεταφορά μαζικών δεδομένων. 5062/ ΚΣ/δχ 20