ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ



Σχετικά έγγραφα
Μακροοικονομική. Μακροοικονομική Θεωρία και Πολιτική. Αναπτύχθηκε ως ξεχωριστός κλάδος: Γιατί μελετάμε ακόμη την. Μακροοικονομική Θεωρία και

3.1 Ανεξάρτητες αποφάσεις - Κατανομή χρόνου μεταξύ εργασίας και σχόλης

ΕΚΠΑ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Ακ. Ετος

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

ΜΙΣΘΟΔΟΣΙΑ ΣΕΡΒΙΑΣ Βασικές αρχές

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

Υπολογισμός Δώρου Πάσχα

3. Θεωρητικές ερμηνείες της ανεργίας

Ν /

ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. (Οι αριθμοί παραπέμπουν στις σελίδες) ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

Οι οικονομολόγοι μελετούν...

Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγμα και η Σταδιακή Προσαρμογή του Επιπέδου Τιμών. Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

ΕΚΠΑ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Ακ. Ετος

Υπολογισμός Δώρου Πάσχα

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ. Διάλεξη 2 Χρήμα και Πληθωρισμός

Υπολογισμός Δώρου Χριστουγέννων

Συναθροιστική ζήτηση και προσφορά

μέσα από τους εσωτερικούς-αντικειμενικούς του νόμους το καπιταλιστικό σύστημα οδηγείται αναπόφευκτα στην κατάρρευσή του,

Περιφερειακή Ανάπτυξη

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

Υπολογισμός Δώρου Χριστουγέννων


Μακροοικονομική Θεωρία Ι

Υπολογισμός Δώρου Χριστουγέννων

Πολιτική Οικονομία Ενότητα

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

ΜΙΣΘΟΔΟΣΙΑ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ Βασικές αρχές

Ιστορία Οικονομικών Θεωριών. Η οικονομική σκέψη του 20 ου αιώνα

Εργασιακά Θέματα. Δώρο Πάσχα

Π. Ραπανάκης, Το νέο θεσμικό πλαίσιο που προβλέπει την καταχώριση της υπερεργασίας και της νόμιμης υπερωρίας στο Π.Σ. «ΕΡΓΑΝΗ»

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ

Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη ΙΙ. 17 Πληθωρισμός και Ανεργία

ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ Η ECON ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ. Σας ενημερώνει και σας υπενθυμίζει Η ΓΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΗ. Ποιοι δικαιούνται το Δώρο Πάσχα και πώς υπολογίζεται

Κεφάλαιο 1. Εισαγωγή στη µακροοικονοµική

Υπολογισμός Δώρου Πάσχα

Π.Κ. 107/ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. (Οι αριθμοί παραπέμπουν στις σελίδες) ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΜAΚΡΟ

Βασικές Έννοιες των Οικονομικών της Εργασίας οικονομικά της εργασίας αγορά αγορά εργασίας μισθός

Α.4 Η καμπύλη ζήτησης με ελαστικότητα ζήτησης ίση με το μηδέν σε όλα τα σημεία της είναι ευθεία παράλληλη προς τον άξονα των ποσοτήτων.

Η Νέα Κλασσική Θεώρηση των Οικονομικών Διακυμάνσεων



ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 45/2003

*No offense intended with the use of word dummies

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ

ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Γ Ι Ω Ρ Γ Ο Σ Κ Α Μ Α Ρ Ι Ν Ο Σ Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ο Σ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ

Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγμα και η Σχέση Μεταξύ Ανεργίας και Πληθωρισμού

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7

Επαναληπτικές Ερωτήσεις - ΟΣΣ5. Τόμος Α - Μικροοικονομική

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Α.Ο.Θ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Νομισματική και Συναλλαγματική Πολιτική σε μια Μικρή Ανοικτή Οικονομία. Σταθερές ή Κυμαινόμενες Ισοτιμίες;

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ. Υπεύθυνος μαθήματος Καθηγητής Μιχαήλ Ζουμπουλάκης

Α.1 Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (Α.Ε.Π.) σε σταθερές τιμές μετράει την αξία της συνολικής παραγωγής σε τιμές του έτους βάσης.

3.2 Η εμπειρική προσέγγιση της προσφοράς εργασίας - Η επίδραση της ζήτησης επί της προσφοράς εργασίας

Η άσκηση αναπαράγεται ταυτόχρονα στον πίνακα ανάλογα με όσο έχουν γράψει και αναφέρουν οι φοιτητές.

3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HECKSCHER-OHLIN

Π.Κ. 68/ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ ΧΗΜΙΚΩΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΟΛΟΚΛΗΡΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Υπολογισμός αποδοχών μειωμένης ή εκ περιτροπής απασχόλησης

θυσιάζονται, όταν παράγεται μία επιπλέον μονάδα από το αγαθό Α. Μονάδες 3

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 23. Ανεργία

Βασικά σημεία πλάνο απάντησης :

ΣΥΛΛOΓlKH ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ των Οινολόγων όπως αυτοί ορίζονται από τον 1697/87, που απασχολούνται σε Επιχειρήσεις όλης της χώρας

Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγμα και η Σχέση Μεταξύ Ανεργίας και Πληθωρισμού. Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑIΟΥ

Η Μεγάλη Μεγάλη Ύφεση Ύφεση

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 8 η. Νικόλαος Καρανάσιος

ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. «Για τους όρους αµοιβής και εργασίας των πτυχιούχων µηχανικών κλωστοϋφαντουργών ΤΕΙ»

ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΑΔΕΙΑ & ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Γίνε εσύ ο Ειδικός... ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ. 100% Επίκαιρο εργαστηριακό σεμινάριο μισθοδοσίας Προσαρμοσμένο στη ΝΕΑ εργατική νομοθεσία

Πληθωρισμός, Ανεργία και Αξιοπιστία της Νομισματικής Πολιτικής. Το Πρόβλημα του Πληθωρισμού σε ένα Υπόδειγμα με Υψηλή Ανεργία Ισορροπίας

ΑΟΘ : ΘΕΜΑΤΑ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ

ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΟΥ ΡΥΘΜΙΖΕΙ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΑΜΟΙΒΗΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟ ΕΥΟΝΤΩΝ ΠΩΛΗΤΩΝ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. Chapter 4: Financial Markets. 1 of 32

Οικονοµία. Βασικές έννοιες και ορισµοί. Η οικονοµική επιστήµη εξετάζει τη συµπεριφορά

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ 1. Σε ένα κανονικό αγαθό, όταν αυξάνεται το εισόδηµα των καταναλωτών, τότε αυξάνεται και η συνολική δαπάνη των καταναλωτών 2.

ΤΟ ΝΕΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΑΜΟΙΒΗΣ & ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ. Πέτρος Ραπανάκης Οικονομολόγος -Εργασιακός Σύμβουλος 1

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΟΥΣ Σάββατο Proslipsis.gr ΚΛΑ ΟΣ ΠΕ 18 ΠΤΥΧΙΟΥΧΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΤΕΙ

«Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των αισθητικών συμβούλων όλης της Χώρας»

ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Π.Κ. 72/ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Εισαγωγή. Αποτελεσματικότητα κατά Pareto. 1. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (επεξεργασία σημειώσεων Β. Ράπανου)

ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ ΧΗΜΙΚΩΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΟΛΟΚΛΗΡΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

Transcript:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΣΕΡΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: Η ΑΜΟΙΒΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΕ ΜΙΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΑΓΟΡΑ Υπό του Φοιτητή: ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ Επιβλέπων Καθηγητής : Δρ. ΜΑΝΤΖΑΡΗΣ, Γιάννης Οικονομολόγος ΣΕΡΡΕΣ 2009 1

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η έννοια του μισθού μπορεί να εθεωρείτο δεδομένη πολλά χρόνια πριν από την προσπαθεί για μια συγκεκριμένη διατύπωση, που τελικά έγινε με την διατύπωση της κλασικής θεωρίας Αργότερα η επιστημονική κοινότητα προώθησε κάποιες και κάποιες άλλες θεωρίες που είχαν σαν βάση των παράγοντα της ζήτησης εργασίας και της προσφοράς εργασίας καθώς και ο μισθός (Νεοκλασική, Κεϋνσιανή Θεωρία). Παρακάτω θα αναλύσουμε τους τρόπους που υπολογίζεται ο μισθός και πως υπολογίζεται η αμοιβή της εργασίας στην Ελλάδα. Θα δούμε τη σχέση ανεργίας και εργασίας και πως σχετίζονται με την αμοιβή της εργασίας. Θα δούμε επίσης τη σχέση της παραγωγικότητας με το μισθό και κατά πόσο είναι δίκαιες οι σχέσεις των παραπάνω εννοιών. Οι απαιτήσεις τις σύγχρονης κοινωνίας απαιτούν με τη σειρά τους και σύγχρονες μισθολογικές πολιτικές. Αυτό δεν γίνεται μόνο στον ιδιωτικό τομέα αλλά και στον δημόσιο τομέα. Στον δημόσιο τομέα χρησιμοποιούνται κυρίως προγράμματα stage στα οποία αυτά προγράμματα επενδύει η κυβέρνηση ώστε να αποκτήσουν οι νέοι εργαζόμενοι εμπειρίες και κάποια προϋπηρεσία ώστε αργότερα να μπορέσουν να βρούνε πιο εύκολα εργασία. Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις στην προσπάθεια τους να αυξήσουν την παραγωγικότητα της εργασίας τους άρχισαν σταδιακά να προωθούν κάποιες σύγχρονες μισθολογικές πολιτικές, δηλαδή να χρησιμοποιούν αμοιβές κινήτρων (Bonus), διάφορες ευέλικτες μορφές εργασίας και χρησιμοποιώντας εργαζόμενους μερικής απασχόλησης ή χρησιμοποιώντας εργαζόμενους εκμεταλλευόμενοι την έννοια της απασχολησιμότητας δηλαδή αφορά την καταλληλότητα των προσόντων σε σχέση με τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας, έτσι ώστε το άτομο να μπορεί να βρει ή να διατηρήσει μια θέση εργασίας υπό κανονικές συνθήκες μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. Τέλος θα δούμε την έννοια της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και έπειτα τις Συλλογικές Συμβάσεις για τους Λογιστές και τους Βοηθούς τους και θα συγκρίνουμε τα μεγέθη τους με τον πληθωρισμό για να δούμε τις πραγματικές αυξήσεις από το 2000 μέχρι και το 2008. 2 2

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΤΙΤΛΟΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ Σελιδα Κεφάλαιο1 ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ 7 1.1 ΟΡΙΣΜΟΙ 7 1.2 ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 8 1.2.1 ΝΕΟΚΛΑΣΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ 9 1.2.2 ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΛΑΣΙΚΗΣ ΝΕΟΚΛΑΣΙΚΗΣ 11 ΘΕΩΡΙΑΣ 1.2.3 ΚΕΥΣΙΑΝΗ ΘΕΩΡΙΑ 13 1.2.4 ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΜΑΡΞ 14 1.2.5 Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΕΤΑΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΜΙΛΤΟΝ 16 ΦΡΙΝΤΜΑΝ 1.2.6 Η ΚΑΜΠΥΛΗ PHILLIPS 17 Κεφάλαιο 2 ΑΜΟΙΒΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 20 2.1 ΜΙΣΘΟΙ, ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΑ, ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ 20 2.1.1 ΤΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΚΤΑΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ 20 2.1.2 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ ΚΥΜΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ 21 2.1.3 ΝΟΜΙΜΟΣ, ΣΥΜΒΑΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ 21 2.1.4 ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΟΜΙΜΟΥ 22 ΜΙΣΘΟΥ 2.1.4.1 ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΜΙΣΘΟΥ-ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟΥ- 23 ΩΡΟΜΙΣΘΙΟΥ 2.1.4.2 ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΗΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ 24 2.1.4.3 ΟΙ ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ 24 2.1.5 ΤΡΟΠΟΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΑΜΟΙΒΩΝ ΓΙΑ ΠΑΡΟΧΗ 25 ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ 2.1.5.1 ΩΡΙΑΙΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ 25 2.1.5.2 ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΗ ΑΜΟΙΒΗ 25 2.1.5.3 ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΒΑΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ 26 ΑΠΟΔΟΣΗΣ ( ΑΜΟΙΒΗ ΜΕ BONUS ) 2.2 ΟΙ ΜΙΣΘΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ 30 3

2.2.1 ΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 2.2.2 ΟΙ ΚΑΤΩΤΑΤΟΙ ΜΙΣΘΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ 2.3 ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 35 2.4 ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΝΕΡΓΙΑ 39 Κεφάλαιο 3 ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 42 3.1 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 3.1.1 ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΣΥΝΑΨΗΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 3.1.2 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 3.1.3 ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΤΑΘΕΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 3.2 ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 44 3.3 ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤΕΣ 3.3.1 ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 2003 3.3.2 ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 2004 3.3.3 ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 2005 51 3.3.4 ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 2006 3.3.5 ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 2007 3.3.6 ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 2008 3.4 ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΥ ΜΕ ΤΟ ΒΑΣΙΚΟ ΜΙΣΘΟ ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΩΝ 30 31 42 42 42 43 46 46 50 53 55 57 58 4

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΙΝΑΚΩΝ ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΙΤΛΟΣ ΠΙΝΑΚΑ Σελίδα 1 Εργασία στην Ελλαδα 1993, 2004-2006 40 2 Λογιστές άνω των 17 ετών προϋπηρεσίας από 1.1.2003 47 έως 31.12.2003 3 Βοηθοί Λογιστών άνω των 17 ετών προϋπηρεσίας από 49 1.1.2003 έως 31.12.2003 4 Βασικοί Μισθοί για τους Βοηθούς Λογιστών το 2003 50 5 Βασικοί Μισθοί για τους Λογιστές 2003 50 6 Βασικοί Μισθοί για τους Λογιστές 2004 51 7 Βασικοί Μισθοί για τους Βοηθούς Λογιστών 2004 52 8 Βασικοί Μισθοί για τους Λογιστές 2005 53 9 Βασικοί Μισθοί για τους Βοηθούς Λογιστών 2005 54 10 Βασικοί Μισθοί για τους Λογιστές 2006 55 11 Βασικοί Μισθοί για τους Βοηθούς Λογιστών 2006 56 12 Βασικοί Μισθοί για τους Λογιστές 2007 56 13 Βασικοί Μισθοί για τους Βοηθούς Λογιστών 2007 57 14 Βασικοί Μισθοί για τους Λογιστές 2008 58 15 Βασικοί Μισθοί για τους Βοηθούς Λογιστών 2008 58 16 Σύγκριση Πληθωρισμού με τον Βασικό Μισθό Λογιστών 60 5

ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ Σελίδα 1 Το νεοκλασικό μοντέλο προσφοράς και ζήτησης 10 εργασίας. 2 Σύγκριση Κλασικού και Κεϋνσιανού Μοντέλου 12 3 Η Καμπύλη Phillips 18 4 Αυξήσεις των πραγματικών αποδοχών 32 5 Αυξήσεις των πραγματικών αποδοχών 2006 32 στον επιχειρηματικό τομέα (%) 6 Αυξήσεις των πραγματικών αποδοχών 2006 34 στον επιχειρηματικό τομέα (%) 7 Μέση πραγματική αμοιβή και παραγωγικότητα 36 8 Εξέλιξη της παραγωγικότητας της εργασίας στην 37 Ελληνική βιομηχανία, 1993-1998 9 Αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας 1997-38 2006 10 Επενδύσεις σε μηχανικό εξοπλισμό 2002-2006 39 11 Επενδύσεις σε μηχανικό εξοπλισμό 2006 39 12 Απασχολούμενη κατά μήνα Ιαν. 2004- Ιουλ. 2007 40 στην Ελλάδα 13 Άνεργοι κατά μήνα Ιαν. 2004 Ιουλ. 2007 στην 41 Ελλάδα 14 Ποσοστό ανεργίας κατά μήνα Ιαν. 2004 Ιουλ. 2007 στην Ελλάδα 42 6

Κεφάλαιο 1 : ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ 1.1 ΟΡΙΣΜΟΙ Μισθός: Ο μισθός αποτελεί κάθε παροχή του εργοδότη, οποιασδήποτε μορφής η ονομασίας ή ειδικότερης αιτίας, που χορηγείται ως αντάλλαγμα για την εργασία, την απασχόληση του μισθωτού. Νόμιμο Ωράριο: Είναι εκείνο που καθορίζεται με διάταξη νόμου ή κατόπιν εξουσιοδοτήσεως νόμου. Οι διατάξεις αυτές ορίζουν το ανώτατο όριο νόμιμης απασχόλησης μισθωτών και είναι υποχρεωτικές. Έτσι μόνο μικρότερα ωράρια μπορούν να εφαρμοσθούν και όχι μεγαλύτερα των νομίμων. Συμβατικό Ωράριο: Είναι αυτό που καθορίζεται με συλλογική ή ατομική σύμβαση εργασίας. Το συμβατικό ωράριο μπορεί να είναι μικρότερο, αλλά ποτέ μεγαλύτερο από το νόμιμο. Πλήρης Απασχόληση: Είναι όταν συμφωνείται παροχή εργασίας που καλύπτει το ωράριο πλήρους απασχόλησης που ισχύει στην επιχείρηση. Μερική απασχόληση: Είναι όταν συμφωνείται παροχή υπηρεσίας εργασίας μικρότερης διάρκειας από την πλήρη, με μικρότερη αντίστοιχη αμοιβή. Απασχολησιμότητα : Η ικανότητα ενός ατόμου να βρει ή να διατηρήσει μια θέση εργασίας σε ένα δεδομένο κοινωνικό οικονομικό περιβάλλον. Η απασχολησιμότητα αφορά την καταλληλότητα των προσόντων σε σχέση με τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας, έτσι ώστε το άτομο να μπορεί να βρει ή να διατηρήσει μια θέση εργασίας υπό κανονικές συνθήκες μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. Χρήμα: Χρήμα είναι οποιοδήποτε εμπορεύσιμο αγαθό ή υπηρεσία που χρησιμοποιείται από μια κοινωνία ως υποκατάστατο αξίας, ένα μέσο ανταλλαγής, και μια μονάδα υπολογισμού. Δεδομένου ότι οι ανάγκες προκύπτουν φυσικά, οι κοινωνίες δημιουργούν ένα συναλλακτικό μέσο όταν δεν υπάρχει κανένα. Σε άλλες περιπτώσεις, μια κεντρική αρχή δημιουργεί ένα συναλλακτικό μέσο, αυτή είναι συχνότερα η περίπτωση στις σύγχρονες κοινωνίες με τα χαρτονομίσματα. Η αξία των χρημάτων προκύπτει κατά ένα μέρος από τη χρησιμότητά του ως μέσο ανταλλαγής εντούτοις η χρησιμότητά του ως μέσου ανταλλαγής εξαρτάται από την αναγνώριση της αγοραστικής του αξίας. Ως εκ τούτου αυτές οι δύο πτυχές των χρημάτων είναι αλληλοεξαρτώμενες. Τα προϊόντα ήταν η πρώτη μορφή χρημάτων που εμφανίστηκαν. Στο πλαίσιο ενός συστήματος χρημάτων - προϊόντων, το αντικείμενο που χρησιμοποιείται ως χρήμα έχει την αξία έμφυτη. Υιοθετείται συνήθως για να απλοποιήσει τις συναλλαγές σε μια οικονομία ανταλλαγής, κατά συνέπεια λειτουργεί πρώτα ως 7

μέσο ανταλλαγής. Αρχίζει ως «αποθήκη» αξίας, δεδομένου ότι οι κάτοχοι των φθαρτών αγαθών μπορούν εύκολα να τους μετατρέψουν σε ανθεκτικά χρήματα. Στις σύγχρονες οικονομίες, τα χρήματα προϊόντων έχουν χρησιμοποιηθεί επίσης ως μονάδα απολογισμού. Τα στηριγμένα σε χρυσό νομίσματα είναι μια κοινή μορφή χρημάτων. Τα χρήματα Fiat (χρήματα εξουσιοδότησης) είναι μια σχετικά σύγχρονη εφεύρεση. Μια κεντρική αρχή δημιουργεί ένα νέο αντικείμενο χρημάτων που έχει την ελάχιστη εγγενή αξία. Η χρήση του κοινού των χρημάτων υπάρχει μόνο επειδή η κεντρική αρχή εξουσιοδοτεί την αποδοχή των χρημάτων κάτω από την ποινική ρήτρα του νόμου. Σε περιπτώσεις όπου το κοινό χάνει την πίστη στα χρήματα εξουσιοδότησης, υπάρχουν λίγα μια κεντρική αρχή μπορούν να κάνουν για να αποτρέψουν την υιοθέτηση άλλων αντικειμένων χρημάτων από την κοινωνία. Πληθωρισμός: Πληθωρισμός είναι η ποσοστιαία μεταβολή του γενικού επιπέδου των τιμών μιας οικονομίας μέσα σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Ο πληθωρισμός μπορεί να είναι είτε θετικός, είτε αρνητικός (οπότε μιλάμε για αντιπληθωρισμό), όπως για παράδειγμα στην Ιαπωνία την τελευταία δεκαετία. Ας σημειωθεί ότι πληθωρισμός είναι η κίνηση των τιμών. Δεν υφίσταται όταν οι τιμές σταθεροποιηθούν, ανεξαρτήτως αν είναι υψηλές ή όχι. Σε μια οικονομία όταν μετράμε τον πληθωρισμό, στην ουσία μελετάμε την ποσοστιαία μεταβολή του επιπέδου των τιμών, όχι για το σύνολο των αγαθών ή υπηρεσιών που καταναλώνονται, αλλά για κάποια συγκεκριμένα αγαθά ή υπηρεσίες, το σύνολο των οποίων παλαιότερα καλούνταν "καλάθι της νοικοκυράς", ενώ πλέον χρησιμοποιείται το πολιτικά ορθότερο "καλάθι του καταναλωτή". Για να μετρηθεί ο πληθωρισμός, λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό μεταβολής του επιπέδου τιμών κατά την διάρκεια μιας ορισμένης χρονικής περιόδου. Από πολλές οικονομικές θεωρίες ο πληθωρισμός θεωρείται ενα Νομισματικό Φαινόμενο, δηλαδή ότι ο πληθωρισμός είναι αποτέλεσμα μόνο της αυξημενης προσφοράς χρήματος. Έτσι η ύπαρξη πληθωρισμού δεν επηρεάζει τα μεγέθη της πραγματικής οικονομίας (ως πραγματικά μεγέθη, ορίζονται οι Δημόσιες Δαπάνες, οι Ιδιωτικές Επενδύσεις, και η Ιδιωτική Κατανάλωση.) Αυτό είναι και γνωστό ως κλασική διχοτομία. Ένα παράδειγμα είναι ο υψηλός πληθωρισμός στην Ελλάδα της δεκαετίας του 80 που οφειλόταν εν μέρει στην εκτύπωση χρήματος από την Τράπεζα της Ελλάδος για να καλύψει τις αυξημένες παροχές που προσέφερε η κυβέρνηση. 1.2 ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Η εργασία ως μέρος της οικονομικής θεωρίας αναφέρεται σαν ένα ξεχωριστό κεφάλαιο σ όλες της οικονομικές θεωρίες που αναπτύχθηκαν κατά καιρούς στην παγκόσμια οικονομία. Θεωρίες όπως η Νεοκλασική, η Κεϋνσιανη θεωρία και άλλες πιο σύγχρονες αναφέρουν τη προσδιορίζει η εργασία, η αγορά εργασίας, η ανεργία και άλλα στοιχεία που αφορούν τον τομέα της εργασίας. 8

1.2.1 ΝΕΟΚΛΑΣΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ Η κοινωνία, σύμφωνα με τη νεοκλασική θεωρία, θεωρείται ως ένα σύνολο ατόμων μ αποτέλεσμα η κατανόηση οικονομικών και κοινωνικών φαινομένων να γίνεται στη βάση της ανάλυσης των ατομικών συμπεριφορών. Η αγορά αποτελεί τον τρόπο κοινωνικοποίησης των ατόμων, τα οποία μέσω αυτής έρχονται σε επαφή μεταξύ τους για την ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών με απώτερο στόχο την ικανοποίηση των ατομικών τους αναγκών. Αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη τιμών οι οποίες αντανακλούν τις επιθυμίες των υποψηφίων συναλλασσομένων για ανταλλαγές αγαθών και υπηρεσιών. Η νεοκλασική άποψη για την αγορά εργασίας στηρίζει την ανάλυση της στο μικροεπίπεδο. Χρησιμοποιεί τα μεθοδολογικά εργαλεία της μικροοικονομικής θεωρίας για να αναλύσει την αγορά εργασίας, δηλαδή για να εξηγήσει πώς καθορίζεται ο μισθός ισορροπίας και η ζητούμενη και προσφερόμενη ποσότητα εργασίας. Θεωρεί ότι η αγορά εργασίας λειτουργεί όπως οποιαδήποτε άλλη αγορά, στην οποία το ανταλλάξιμο αγαθό είναι η εργασία, η οποία θεωρείται ως ένας από τους τρεις ή τέσσερις παραγωγικούς συντελεστές (εργασία, κεφάλαιο, γη και επιχειρηματικότητα) που αναφέρονται στην οικονομική θεωρία. Επιπλέον στην παραδοσιακή νεοκλασική θεωρία υποστηρίζεται ότι δεν υπάρχει καμία αλληλεξάρτηση ανάμεσα στις αγορές, το οποίο είναι αρκετά περιοριστικό και ανατρέπεται από τον Warlas (1874) ο οποίος εισάγει την έννοια της γενικής ισορροπίας και αναλύει ταυτόχρονα τις αλληλεξαρτήσεις μεταξύ των αγορών. Η εξομοίωση της αγοράς εργασίας με την αγορά οποιουδήποτε άλλου αγαθού σημαίνει ότι: Α. Η ύπαρξη τέλειου ανταγωνισμού στην αγορά εργασίας αποτελεί βασική υπόθεση της νεοκλασικής θεωρίας, η οποία υποστηρίζει ότι αυτή η μορφή αγοράς είναι η ιδανικότερη για το σύνολο των καταναλωτών. Β. Ο τρόπος εξαγωγής της συνολικής ζήτησης και προσφοράς εργασίας ταυτίζεται με τον τρόπο εξαγωγής της συνολικής ζήτησης και προσφοράς οποιουδήποτε άλλου προϊόντος. Κατά συνέπεια η συνολική ζήτηση εργασίας προκύπτει από το οριζόντιο άθροισμα των ατομικών καμπυλών ζήτησης εργασίας που εκφράζουν τις προτιμήσεις των μεμονωμένων επιχειρηματιών να χρησιμοποιήσουν εργασία. Η συνολική προσφορά εργασίας προκύπτει κατά αντιστοιχία από την οριζόντια άθροιση των μεμονωμένων καμπύλων προσφοράς εργασίας, οι οποίες εκφράζουν τις προτιμήσεις των μεμονωμένων ατόμων να επιλέξουν ανάμεσα σε εργασία και ανάπαυση, Γ. Η τιμή εργασίας καθορίζεται όπως και η τιμή οποιουδήποτε άλλου προϊόντος, δηλαδή μέσα από τη ζήτηση και την προσφορά, Δ. Η ισορροπία επιτυγχάνεται μέσα από την εξίσωση της ζήτησης με την προσφορά. Η νεοκλασική θεωρία διερευνά την αγορά εργασίας στηριζόμενη κυρίως στη ανάλυση της συμπεριφοράς των επιχειρήσεων, οι οποίες ζητάνε εργασία για την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, και των νοικοκυριών, τα οποία προσφέρουν την ικανότητά τους προς εργασία με σκοπό την απόκτηση χρηματικού κεφαλαίου για την ικανοποίηση των αναγκών τους. Η ανάλυση δε τόσο της συμπεριφοράς των επιχειρήσεων, όσο και της συμπεριφοράς των νοικοκυριών στηρίζεται κατά κύριο λόγο στην έννοια του "οριακού". Ο 9

επιχειρηματίας δεν αποφασίζει για το σύνολο των εργαζομένων αλλά για κάθε εργαζόμενο χωριστά, συγκρίνοντας το οριακό όφελος που θα έχει από τη χρήση ενός επιπλέον εργαζομένου, με το οριακό κόστος που εκφράζεται μέσα από το μισθό. Αντιστοίχως ο υποψήφιος εργαζόμενος θα έχει "ελεύθερα" να επιλέξει ανάμεσα στο πόσες ώρες θα εργαστεί, δηλαδή στο εισόδημα που θα αποκτήσει για να αγοράσει αγαθά και υπηρεσίες, και στο πόσες ώρες θα αναπαυθεί, συγκρίνοντας την οριακή χρησιμότητα της εργασίας με την οριακή χρησιμότητα της ανάπαυσης. Κατά συνέπεια η ισορροπία στην αγορά εργασίας μπορεί να κατανοηθεί μόνο στη βάση της ανάλυσης της συμπεριφοράς των επιχειρήσεων, οι οποίες αντιπροσωπεύουν τη ζήτηση εργασίας, και των νοικοκυριών, τα οποία προσδιορίζουν την προσφερόμενη ποσότητα εργασίας. Ο βασικός προσδιοριστικός παράγοντας στην νεοκλασική θεωρία είναι ο μισθός, τόσο στη ζήτηση για εργασία όσο και στην προσφορά εργασίας από τους επιχειρηματίες. Η βασική επιδίωξη της νεοκλασικής θεωρίας είναι να δείξει με ποίο τρόπο επιτυγχάνεται η τιμή και η ποσότητα ισορροπίας στην αγορά και με ποιο τρόπο επιτυγχάνεται η ισορροπία. Η τιμή ισορροπίας στην αγορά εργασίας (δηλαδή ο μισθός ισορροπίας) επιτυγχάνεται από την εξίσωση της ζήτησης με την προσφορά εργασίας. Η ισορροπία στην αγορά εργασίας σημαίνει ότι σε αυτό το επίπεδο μισθού δεν υπάρχει ούτε πλεονάζον εργατικό δυναμικό (ανεργία) ούτε και έλλειψη εργατικού δυναμικού. Αυτό που κυρίως ενδιαφέρει τη νεοκλασική θεωρία δεν είναι η ισορροπία αυτή καθεαυτή, αλλά η ευστάθεια που υπάρχει στην αγορά εργασίας. Κατά συνέπεια, το σημαντικότερο για τη νεοκλασική θεωρία είναι η ύπαρξη του μηχανισμού εκείνου (στην περίπτωσή μας είναι ο μηχανισμός των τιμών, δηλαδή οι μισθοί) που θα επαναφέρει την αγορά σε κατάσταση ισορροπίας. Διάγραμμα 1ο Το νεοκλασικό μοντέλο προσφοράς και ζήτησης εργασίας. Πηγή : (Θ. Παλυβός, Μ. Χλέτσος Αθήνα 2006, σ.43) Σύμφωνα με τη νεοκλασική θεωρία, η ανεργία είναι εκούσια. Ο όρος εκούσια ανεργία σημαίνει, κατά τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη ότι το άτομο δε δέχεται να 10

εργαστεί στο μισθό που του προσφέρουν, είτε γιατί ο μισθός δε μπορεί να μειωθεί λόγω εθνικών συλλογικών συμβάσεων είτε γιατί ελπίζει να βρει μία καλύτερη εργασία και προτιμάει να μείνει άνεργος. Τόσο η πρώτη, όσο και η δεύτερη περίπτωση εκφράζουν την αδυναμία της αγοράς εργασίας είτε επειδή υπάρχουν μονοπωλιακές τάσεις στην αγορά εργασίας, είτε γιατί οι εργαζόμενοι έχουν ελλιπή πληροφόρηση σε σχέση με τις προσφερόμενες - κενές θέσεις εργασίας Κατά συνέπεια, η έλλειψη ευελιξίας των μισθών προς τα κάτω και η έλλειψη πλήρους πληροφόρησης οδηγούν την αγορά εργασίας σε ασταθή ισορροπία, δηλαδή σε κατάσταση μόνιμης ανεργίας. Η λύση η οποία προωθείται από τη νεοκλασική θεωρία, είναι η δημιουργία των προϋποθέσεων για την ύπαρξη του τέλειου ανταγωνισμού, που θα επιτρέψει στο μηχανισμό των τιμών - μισθών να επαναφέρει την αγορά σε κατάσταση ισορροπίας και να εξαλείψει την ανεργία. (Θ. Παλυβός, Μ. Χλέτσος Αθήνα 2006, σ. 42-43) 1.2.2 ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΛΑΣΙΚΗΣ ΝΕΟΚΛΑΣΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑΣ Οι κλασικοί οικονομολόγοι του 18ου και 19ου αιώνα όπως ο Smith, ο Ricardo, ο Malthus, ο J.S. Mill, και ο Marx, είχαν περιορισμένες φιλοδοξίες, τουλάχιστον σε σχέση με τους νεοκλασικούς που τους υποκατέστησαν από τα τέλη του 19ου αιώνα. Αποδέχονταν πως όλες οι αξίες δεν ήταν αναλυτικά ισοδύναμες και πως δεν μπορούσαν να εξηγηθούν ταυτόχρονα μέσα από τον ίδιο μηχανισμό οικονομικής ανάλυσης και πως, συνεπώς, κάποιες μεταβλητές, ιδιαίτερα δε ο πραγματικός μισθός, έπρεπε να θεωρηθούν εξωγενώς δεδομένες. Καθορίζονταν δηλαδή από μηχανισμούς εκτός του οικονομικού καθορισμού των αξιών. Κατόπιν «έχτιζαν» ένα υπόδειγμα το οποίο εξηγούσε άλλα μεγέθη σαν συνάρτηση του πραγματικού μισθού. Έδειχναν με αυτόν τον τρόπο πως μεταβάλλεται το ποσοστό κέρδους ή οι σχετικές τιμές των προϊόντων όταν αυξομειώνεται ο πραγματικός μισθός. Εάν τους ρωτούσαμε: «Τι καθορίζει τον μισθό;» θα μας απαντούσαν ότι ο μισθός καθορίζεται μακροπρόθεσμα από το επίπεδο που είναι ελάχιστα αναγκαίο για την επιβίωση και αναπαραγωγή της εργατικής τάξης (subsistence wage), επίπεδο που μπορεί να περιλαμβάνει και ένα «ηθικό» στοιχείο που μπορεί να είναι αποτέλεσμα κοινωνικών συμβάσεων και ιστορικών συγκυριών. Ο Marx, μάλιστα προσέθεσε και ένα στοιχείο ταξικής πάλης στον καθορισμό του πραγματικού μισθού. Με άλλα λόγια, οι κλασικοί της οικονομικής αποδέχονταν ότι κάποιες οικονομικές μεταβλητές καθορίζονται από έξω-οικονομικές διαδικασίες που, αντί να προσπαθούμε να τις αναλύσουμε χρησιμοποιώντας τα εργαλεία της στενά οριζόμενης οικονομικής θεωρίας θα τις αφήναμε να τις εξηγήσουν άλλοι επιστήμονες, όπως ιστορικοί, κοινωνιολόγοι, πολιτικοί επιστήμονες, κ.α. Ο Marx μάλιστα, μπόρεσε να ενστερνιστεί την κλασική ανάλυση (και μάλιστα να την εξελίξει σημαντικά) και ταυτόχρονα να θεωρεί την ιστορική διαμάχη μεταξύ των τάξεων (κυρίως μεταξύ των καπιταλιστών και της εργατικής τάξης) ως καθοριστικό παράγοντα της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Το μόνο που χρειάστηκε να αλλάξει σε σχέση με την θεωρία του David Ricardo (θιασώτη της καπιταλιστικής οργάνωσης της κοινωνίας) για να θεμελιώσει την 11

«ανατρεπτική» του θεωρία, ήταν να αντικαταστήσει το αξίωμα ότι οι μισθοί αντικατοπτρίζουν μονίμως το κατώτατο ηθικό-βιολογικό όριο των εργαζομένων, με την υπόθεση ότι ο μισθός προσδιορίζεται από την όλο και εξελισσόμενη πάλη των τάξεων. Εάν ήταν όντως έτσι τα πράγματα, τότε οι κοινωνικές διαμάχες μεταξύ ιδιοκτητών και μη-ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής θα καθόριζε, μέσω του κοινωνικά και ιστορικά προσδιοριζόμενου μισθού, τις υπόλοιπες οικονομικές μεταβλητές (π.χ. ποσότητες του κάθε προϊόντος, σχετικές τιμές, κέρδη, ενοίκια κτλ.). Οι οικονομικές θεωρίες των κλασικών του Marx, καθώς και άλλων σχολών οικονομικής σκέψης είναι εν μέρει ανοιχτά. Και εδώ βρίσκεται μια μεγάλη διαφορά με το νεοκλασικό θεωρητικό οικοδόμημα: Οι νεοκλασικοί κατέβαλαν (και καταβάλλουν και στις μέρες μας) τιτάνιες προσπάθειες να παρουσιάσουν ένα ολοκληρωμένο (και ολοκληρωτικό) υπόδειγμα το οποίο εξηγεί ταυτόχρονα όλες τις τιμές3 καθώς και κάθε έκφανση της οικονομικής πραγματικότητας. Έτσι, η νεοκλασική προσέγγιση φιλοδοξεί να μην αφήσει καμία πτυχή οικονομικών φαινομένων ανεξήγητη να μην αναγνωρίσει, δηλαδή, την δικαιοδοσία άλλων κοινωνικών επιστημών (ή ιστορικών προσεγγίσεων) σε ζητήματα οικονομικής φύσης4. Έτσι, ενώ τα ζητήματα της παραγωγής και της διανομής ήταν ξεχωριστά στους κλασικούς και στον Marx, στους νεοκλασικούς λύνονται ταυτόχρονα. Επιπλέον, η αποπολιτικοποίηση της οικονομικής επιστήμης φαίνεται και στον μεθοδολογικό ατομικισμό της νεοκλασικής θεωρίας, όπου η βασική μονάδα ανάλυσης είναι το άτομο. Οι κοινωνικές τάξεις καταργούνται εξ υποθέσεως. Το άτομο δε είναι ένα άτομο απαλλαγμένο από κάθε κοινωνική ή ιστορική διάσταση. Λειτουργεί στην τέλεια αφαίρεση ως καταναλωτής ή παραγωγός.(θ. Παλυβός, Μ. Χλέτσος Αθήνα 2006, σ. 47-48) Διαγραμμα 2ο Σύγκριση Κλασικού και Κεϋνσιανού Μοντέλου Οι νεοκλασικοί κατέβαλαν (και καταβάλλουν και στις μέρες μας) τιτάνιες προσπάθειες να παρουσιάσουν ένα ολοκληρωμένο (και ολοκληρωτικό) υπόδειγμα το οποίο εξηγεί ταυτόχρονα όλες τις τιμές3 καθώς και κάθε έκφανση της οικονομικής πραγματικότητας. Έτσι, η νεοκλασική προσέγγιση φιλοδοξεί να μην αφήσει καμία πτυχή οικονομικών φαινομένων ανεξήγητη να μην αναγνωρίσει, δηλαδή, την δικαιοδοσία άλλων κοινωνικών επιστημών (ή ιστορικών προσεγγίσεων) σε ζητήματα οικονομικής φύσης4. Έτσι, ενώ τα 12

ζητήματα της παραγωγή ς και της διανομής ήταν ξεχωριστά στους κλασικούς και στον Marx, στους νεοκλασικούς λύνονται ταυτόχρονα. Επιπλέον, η αποπολιτικοποίηση της οικονομικής επιστήμης φαίνεται και στον μεθοδολογικό ατομικισμό της νεοκλασικής θεωρίας, όπου η βασική μονάδα ανάλυσης είναι το άτομο. Οι κοινωνικές τάξεις καταργούνται εξ υποθέσεως. Το άτομο δε είναι ένα άτομο απαλλαγμένο από κάθε κοινωνική ή ιστορική διάσταση. Λειτουργεί στην τέλεια αφαίρεση ως καταναλωτής ή παραγωγός.(θ. Παλυβός, Μ. Χλέτσος Αθήνα 2006, σ. 47-48) 1.2.3 ΚΕΫΝΣΙΑΝΗ ΘΕΩΡΙΑ Η Κεϋνσιανη θεωρία θεωρεί ότι η υπόθεση ύπαρξης τέλειου ανταγωνισμού στην αγορά και ειδικότερα στην αγορά εργασίας δεν είναι ρεαλιστική εξαιτίας της ύπαρξης τόσο του κράτους, όσο και των εργατικών και εργοδοτικών ενώσεων. Κατά συνέπεια η ευελιξία των μισθών, που η νεοκλασική θεωρία επαγγέλλεται, δεν είναι εφικτή εξαιτίας, και όχι μόνο, αυτών των παραγόντων. Εκτός όμως από την αμφισβήτηση της υπόθεσης περί τέλειου ανταγωνισμού στην αγορά εργασίας, η Κεϋνσιανή θεωρία ασκεί κριτική στο ρόλοτων τιμών και στη σχέση της αγοράς εργασίας με άλλες αγορές, όπως αυτά παρουσιάζονται από την νεοκλασική θεωρία. Ειδικότερα η Κεϋνσιανή θεωρία αμφισβητεί κατά πόσο οι τιμές μπορούν να προσαρμοστούν γρήγορα στις μεταβολές της ζήτησης και της προσφοράς στην αγορά προϊόντων, και οι εργαζόμενοι να μπορούν να αντιληφθούν μεταβολές στο επίπεδο τιμών και κατά πόσο η αγορά εργασίας δεν σχετίζεται με άλλες αγορές, όπως την αγορά προϊόντος και την αγορά χρήματος. Η Κεϋνσιανή αντίληψη για την αγορά εργασίας διαφοροποιείται σε σχέση με τη νεοκλασική αντίληψη σε ότι αφορά τη φύση της, τους προσδιοριστικούς παράγοντες της ζήτησης και προσφοράς εργασίας και τον τρόπο ρύθμισής της σε περίπτωση ανισορροπίας. Ειδικότερα, στο βιβλίο το περίης Γενικής θεωρίας (1936) ο keynes υποστηρίζει ότι η ζήτηση εργασίας προσδιορίζεται από τη ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες και είναι συνάρτηση του πραγματικού μισθού. Η μείωση του ονομαστικού μισθού θα οδηγήσει σε αύξηση της ζήτησης για προϊόντα, εξαιτίας της μείωσης των τιμών τους, η οποία με τη σειρά της θα προκαλέσει αύξηση του παραγόμενου προϊόντος και του επιπέδου απασχόλησης. Κατά συνέπεια η καμπύλη του οριακού προϊόντος της εργασίας, αντικατοπτρίζει την αντίστροφη σχέση ανάμεσα στον πραγματικό μισθό και στην ποσότητα της απασχόλησης. Η μείωση δε του πραγματικού μισθού μπορεί, κατά τον Keynes, να προέλθει από αύξηση των τιμών εφόσον λόγω της αυταπάτης χρήματος τα νοικοκυριά δεν αντιδρούν και ο ονομαστικός μισθός παραμένει σταθερός. Αυτό που είναι σημαντικό είναι ότι αντίθετα από ότι η νεοκλασική θεωρία, η Κεϋνσιανή θεωρία υποστηρίζει ο πραγματικός μισθός δεν προσδιορίζεται εντός της αγοράς εργασίας, αλλά εκτός από τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και από τη ζήτηση και τη προσφορά προϊόντων και υπηρεσιών. 13

Αντίθετα από τη νεοκλασική προσέγγιση της προσφοράς εργασίας, η Κεϋνσιανή θεωρία υποστηρίζει ότι η προσφορά εργασίας αποτελείται κυρίως από δύο τμήματα. Υπάρχει ο κατώτατος μισθός ο οποίος προσδιορίζεται στα πλαίσια των συλλογικών διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους εργαζόμενους, εργοδότες και στο κράτος. Η προσφορά εργασίας είναι απείρως ελαστική στο ύψος του κατώτατου μισθού, το οποίο υποδηλώνει ότι δεν μπορεί ο τρέχων μισθός να καθιερωθεί σε επίπεδο χαμηλότερο του κατώτατου μισθού. Για οποιοδήποτε ύψος μισθού υψηλότερου του κατώτατου μισθού, υπάρχει θετική συσχέτιση ανάμεσα στον πραγματικό μισθό και στο επίπεδο απασχόλησης. Η ισορροπία στην αγορά εργασίας επιτυγχάνεται όταν η ζήτηση εργασίας εξισώνεται με την προσφορά εργασίας. Ένα άλλο διαφοροποιό χαρακτηριστικό της Κεϋνσιανής θεωρίας από τη νεοκλασική είναι η σχέση ανάμεσα στην αγορά εργασίας και στις άλλες αγορές. Υποστηρίζοντας η νεοκλασική θεωρία ότι δεν υπάρχει καμία σχέση ανάμεσα στην αγορά εργασίας και στις άλλες αγορές, κατέληγε στο συμπέρασμα ότι το επίπεδο απασχόλησης και μισθού καθοριζόταν μέσα στην αγορά εργασίας. Αντιθέτως η Κεϋνσιανή θεωρία υποστηρίζει ότι υπάρχει στενή αλληλεξάρτηση ανάμεσα στην αγορά εργασίας, στην αγορά προϊόντος και στην αγορά χρήματος. Στην αγορά προϊόντος με δεδομένο το επίπεδο των τιμών προσδιορίζεται η συνολική ζήτηση η οποία με τη σειρά της καθορίζει το επίπεδο του εισοδήματος. Στην αγορά χρήματος με δεδομένο το επίπεδο του εισοδήματος προσδιορίζεται το επιτόκιο ισορροπίας το οποίο είναι απαραίτητο στον προσδιορισμό του επιπέδου επένδυσης και κατά συνέπεια του επιπέδου εισοδήματος. Το επίπεδο δε εισοδήματος είναι απαραίτητο στον καθορισμό του επιπέδου απασχόλησης. Ο καθορισμός του επιπέδου ισορροπίας του εισοδήματος και του επιτοκίου είναι ταυτόχρονος στην αγορά προϊόντος και στην αγορά χρήματος. Από τη στιγμή που το εισόδημα ισορροπίας έχει προσδιοριστεί και με δεδομένη τη συνάρτηση παραγωγής προσδιορίζεται το επίπεδο απασχόλησης και στη συνέχεια το επίπεδο τιμών των αγαθών και υπηρεσιών. Ο Κέϋνς απορρίπτει τον κλασσικό ισχυρισμό περί ανεργίας και θεωρεί ότι ένα άτομο είναι μη εθελοντικά άνεργος όταν αν και δέχεται να εργαστεί σε χαμηλότερο, από τον τρέχοντα πραγματικό μισθό δεν βρίσκει απασχόληση. Απορρίπτει δε τον κλασσικό ισχυρισμό ότι η μείωση των μισθών θα επιφέρει την πλήρη απασχόληση. Ο Pigou (1933) στο εν λόγω βιβλίο του υποστηρίζει ότι η απουσία ευελιξίας στους μισθούς είναι το κύριο αίτιο της ανεργίας. Η θέση δε αυτή ερμηνεύει και την αύξηση της ανεργίας στη Μ. Βρετανία τη δεκαετία του 30. Σύμφωνα με τον Pigou οι πραγματικοί μισθοί ήταν ιδιαίτερα υψηλοί εξαιτίας της δύναμης των συνδικάτων να διατηρούν υψηλούς ονομαστικούς μισθούς στους παραγωγικούς κλάδους που το συνδικαλιστικό κίνημα ήταν ισχυρό, ενώ ταυτόχρονα οι τιμές έπεφταν. (Παλυβός Θ., Χλέτσος Μ., 2006, σ.) 1.2.4 ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΜΑΡΞ Με τον όρο "μαρξισμός" νοούνται αφενός μεν η θεωρία που βρίσκεται διατυπωμένη στο Κεφάλαιο του Karl Marx, δηλαδή μια θεωρία που έχει το καταστατικό (status) επιστήμης, αφετέρου δε η μαζική ιδεολογία που επικράτησε από τα τέλη της δεκαετίας του '20 χάρη στην ύπαρξη της 14

Σοβιετικής Ένωσης. Η εν λόγω ιδεολογία (ο "Σοβιετικός Μαρξισμός") διαδόθηκε χάρη στα κομμουνιστικά κόμματα, και μέσω αυτών κατέστη ιδεολογία των εργαζόμενων τάξεων. Υπήρξαν ωστόσο και άλλες συνιστώσες της Αριστεράς, οι οποίες είναι υπεύθυνες για την παραγωγή ιδεολογημάτων στο όνομα του μαρξισμού. Παραδείγματα ιδεολογικής (επομένως στρεβλής) χρήσης του μαρξισμού είναι οι εξής ευρέως διαδεδομένες απόψεις των δεκαετιών του 60 και 70: μέσα από τους εσωτερικούς-αντικειμενικούς του νόμους το καπιταλιστικό σύστημα οδηγείται αναπόφευκτα στην κατάρρευσή του, το καπιταλιστικό σύστημα είναι παρασιτικό, διότι περικλείει με ασφυκτικό τρόπο τις παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας εντός των παραγωγικών σχέσεων. Οι παραπάνω απόψεις δεν απορρέουν κατά κανένα τρόπο από το έργο του Μαρξ. Ως θεωρία ο μαρξισμός είναι ανατρεπτικός και διατηρεί την ικανότητά του να μας αιφνιδιάζει για την ικανότητά του να ερμηνεύει τα σύγχρονα φαινόμενα με διαφορετικό από τον συνήθη τρόπο. Παράδειγμα της ανατρεπτικής φύσης του μαρξισμού ως θεωρίας είναι η βασική του θέση, ότι "η κοινωνία δεν αποτελείται από άτομα", δηλαδή ότι η κοινωνία είναι ένα σύνολο κοινωνικών σχέσεων και τα άτομα είναι οι απλώς οι φορείς τους. "Ο άνθρωπος είναι το σύνολο των σχέσεών του με το περιβάλλον του". Η θέση αυτή έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την αντίληψη του Άνταμ Σμιθ, του ιδρυτή της οικονομικής θεωρίας, αλλά και της νεοκλασικής θεωρίας που αποτελεί σήμερα το κυρίαρχο θεωρητικό ρεύμα των οικονομικών. Σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη, πρώτον, η κοινωνία απαρτίζεται από ελεύθερα άτομα τα οποία δρουν ορθολογικά (φέρουν τα χαρακτηριστικά του homo economicus), επιδιώκουν την μεγιστοποίηση του οφέλους τους, και δεύτερον, το αποτέλεσμα της επιδίωξης της μεγιστοποίησης του συμφέροντος των ατόμων οδηγεί στην μεγιστοποίηση του οφέλους της κοινωνίας συνολικά. Ο Μαρξ διαφοροποιεί την έννοια του τρόπου παραγωγής από αυτήν του κοινωνικού σχηματισμού. Ο τρόπος παραγωγής είναι μία έννοια που τοποθετείται σε υψηλό επίπεδο θεωρητικής αφαίρεσης και περιγράφεται μέσα από τις κοινωνικές σχέσεις που του αντιστοιχούν.28 Αντίθετα, η έννοια του κοινωνικού σχηματισμού βρίσκεται πλησιέστερα στο επίπεδο της συγκεκριμένης πραγματικότητας και παραπέμπει στη συνάρθρωση διαφορετικών τρόπων και μορφών παραγωγής, υπό την κυριαρχία ενός από αυτούς, σε μία χώρα μία δεδομένη ιστορική στιγμή. Άλλη βασική διάκριση εννοιών είναι αυτή μεταξύ των οικονομικών νόμων και των εξωτερικών καθορισμών. Οικονομικοί νόμοι είναι οι εσωτερικές και αναγκαίες σχέσεις μεταξύ των πραγμάτων, που ισχύουν ανεξαρτήτως χώρου και χρόνου, ενώ οι εξωτερικοί καθορισμοί είναι εξωτερικές προς τους οικονομικούς νόμους σχέσεις μεταξύ των πραγμάτων, που αρθρώνονται πάνω στους οικονομικούς νόμους και η παρουσία τους εξαρτάται από το συγκεκριμένο χώρο και χρόνο. (Καραμεσίνη Μ., 2006, σ. 40-43) 1.2.5 Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΕΤΑΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΜΙΛΤΟΝ ΦΡΙΝΤΜΑΝ 15

Μονεταρισμος ειναι η οικονομική θεωρία που υποστηρίζει ότι η αύξηση στο ποσό χρημάτων που κυκλοφορεί θα οδηγήσει σε αύξηση στις τιμές ( πληθωρισμός ). Είναι πολύ δύσκολο να σκεφτεί κάποιος τον Μίλτον Φρίντμαν χωρίς αυτόματα να του έρθει αμέσως στο μυαλό το πνευματικό του τέκνο που αναμφίβολα είναι ο Μονεταρισμός. Παρόλα αυτά η συμβολή της σκέψης του Μίλτον Φρίντμαν είναι πολύ σπουδαιότερη στην ανάπτυξη της οικονομικής θεωρίας και στην εφαρμογή και άσκηση της μακροοικονομικής πολιτικής για να εξαντλείται στα όρια του μονεταρισμού και κυρίως ξεπερνά και αυτά ακόμη τα όρια της οικονομικής επιστήμης αφού επεκτείνεται στη μεθοδολογία των επιστημών, την πολιτική και την φιλοσοφία. Αυτή η πολυσχιδής και πολυδιάστατη δράση του καθόλη τη διάρκεια του εικοστού αιώνα τον ανέδειξε σε έναν από τους κορυφαίους υποστηρικτές της φιλοσοφίας της ελευθερίας και της ανεμπόδιστης λειτουργίας των αγορών. Ο Μίλτον Φρίντμαν που γεννήθηκε στην πόλη της Νέας Υόρκης το 1912, ξεκίνησε με στατιστικές έρευνες την επιστημονική του σταδιοδρομία, κάτι που ήταν πολύ διαφορετικό σε σχέση με τις μετέπειτα θεωρητικές αναλύσεις του, που τον ανέδειξαν σε πρωταγωνιστή της φιλελεύθερης μεταρρύθμισης στον δυτικό κόσμο. Παρόλα αυτά, ακόμη και οι αρχικές του έρευνες ουσιαστικά προετοίμασαν το έδαφος για την μετέπειτα πορεία του στο χώρο της επιστήμης και γενικότερα της διανόησης. Το 1946 δημοσίευσε το «Income of Independent Professional Practice» μαζί με τον Simon Kuznets και το 1953 το «Essays in Positive Economics». Ουσιαστικά με το πρώτο βιβλίο του ασχολήθηκε με την οριακή χρησιμότητα του εισοδήματος, ενώ με το δεύτερο διατύπωσε ένα σύστημα προτάσεων για τη μέθοδο των οικονομικών προκειμένου η οικονομική επιστήμη να αποκτήσει το θετικό χαρακτήρα των άλλων θετικών επιστημών, των οποίων οι προτάσεις, πρώτον, δεν μπορούν να αμφισβητηθούν μέχρι τουλάχιστον την πρώτη τεκμηριωμένη διάψευση κάποιας επιστημονικής υπόθεσης από την πραγματικότητα (κριτήριο Popper) και, δεύτερον, της σαφούς διάκρισης των επιστημονικών προτάσεων από τα δεοντολογικά τους στοιχεία που όχι μόνο τις φορτίζουν με τις υποκειμενικές σκέψεις του ερευνητή αλλά και, κυρίως, τις χρωματίζουν ιδεολογικά με έντονα εξωεπιστημονικά χαρακτηριστικά. Η μεθοδολογική συμβολή του Μίλτον Φρίντμαν ήταν κρίσιμη πρώτον διότι, ιδιαίτερα στην δεκαετία του 50, η οικονομική επιστήμη ήταν έντονα ιδεολογικοποιημένη και οι προτάσεις της εύκολα διαστρεβλώνονταν με γενικόλογες εξωεπιστημονικές απόψεις και, δεύτερον, διότι εισήγαγε στην οικονομική επιστήμη την σύγχρονη τότε επιστημολογική έρευνα. Ο Μίλτον Φρίντμαν συνέχισε τις μείζονες συμβολές του στην οικονομική επιστήμη με τον βιβλίο του «A Theory of the Consumption Function» με το οποίο επανερμήνευσε την Κεϋνσιανή διατύπωση συνάρτησης κατανάλωσης συσχετίζοντάς την με το διαρκές εισόδημα και αποσυνδέοντάς την από το τρέχον, απογυμνώνοντας έτσι τον Κεϋνσιανισμό από μια κύρια βασική του υπόθεση. Ο Μίλτον Φρίντμαν πήρε στα χέρια του την παλιά και ανυπόληπτη ποσοτική θεωρία του χρήματος και της έδωσε νέα πνοή Μετά από αυτές τις συμβολές του Μίλτον Φρίντμαν, η διατύπωση του Μονεταρισμού ήρθε ως φυσική κατάληξη για να ολοκληρώσει την εικόνα του Μίλτον Φρίντμαν ως μεγάλου 16

οικονομολόγου, αρχηγού μιας νέας δυναμικής σχολής που απαξίωσε τον Κεϋνσιανισμό και κυρίως έδωσε νέους ορίζοντες στην οικονομική επιστήμη. Ο Μίλτον Φρίντμαν πήρε στα χέρια του την παλιά και ανυπόληπτη ποσοτική θεωρία του χρήματος και της έδωσε νέα πνοή, εγείροντας ένα νέο δόγμα ότι το χρήμα μετρά (money matters) και δεν αποτελεί απλώς ένα πέπλο της οικονομίας, ένα απλό μέσο συναλλαγών. Απέδειξε ότι ο πληθωρισμός συσχετίζεται θετικά με την αύξηση της προσφοράς χρήματος και ότι ο μόνος σωστός τρόπος της διαχείρισης της προσφοράς χρήματος είναι η συμμετρική της αύξηση με αυτήν του πραγματικού προϊόντος της οικονομίας. Ανέπτυξε την ιδέα του φυσικού ποσοστού ανεργίας ενώ ερμήνευσε τον στασιμοπληθωρισμό με την μακροχρόνια καμπύλη Φίλιπς, που είναι κάθετη στο σημείο του φυσικού ποσοστού ανεργίας και το οποίο παραμένει ανεπηρέαστο τόσο από τις νομισματικές όσο και από τις δημοσιονομικές πολιτικές. Με αυτόν τον τρόπο απέδειξε την πλήρη ανικανότητα και αναποτελεσματικότητα των κρατικών παρεμβάσεων για την καλή ρύθμιση της οικονομίας και το μάταιο και ανέφικτο της οργάνωσης τέτοιων προσπαθειών. Η κρατική ανάμειξη πρέπει να είναι η ελάχιστη και να περιορίζεται στην λειτουργική υποστήριξη των εξελίξεων που αναδεικνύονται από τον ιδιωτικό τομέα. Προϋπόθεση του Μονεταρισμού είναι η ομαλή δημοκρατική διακυβέρνηση όπου τον κύριο οικονομικό ρόλο τον έχει ο ανταγωνιστικά οργανωμένος ιδιωτικός τομέας και όχι η όποια πολιτική εξουσία και μάλιστα αυταρχική και, δεύτερον, το θεώρημα της νομισματικής επιτάχυνσης αποτρέπει την επιταχυνόμενα αυξητική νομισματική επέκταση ακριβώς διότι ακριβώς δηλώνει ότι τα αποτελέσματα στον πραγματικό τομέα είναι ιδιαίτερα βραχυχρόνια, παροδικά και κυρίως αβέβαια. Είναι λοιπόν αδιανόητο να καταλογίζουμε στον Μονεταρισμό την ακαταλόγιστη και αυταρχική νομισματική πολιτική της Χιλής. Είναι εξάλλου πρόδηλο αυτό από το αντίστροφο παράδειγμα της επιτυχίας του Μονεταρισμού στις ΗΠΑ μετά την πτώση της προεδρίας του Κάρτερ και την ανάληψη των διοικητικών καθηκόντων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Αποθεμάτων από τον Άτλαντα του Μονεταρισμού, τον Πολ Βόλκερ. Η επιτυχία της Μονεταριστικής πολιτικής Βόλκερ άνοιξε τον δρόμο για την παγκόσμια απήχηση και υιοθέτηση του Μονεταρισμού. Ο στασιμοπληθωρισμός νικήθηκε γνωρίζοντας ο κόσμος μια παγκόσμια ανάκαμψη και έναν σαφή περιορισμό της κρατικής παρέμβασης με ένα μεγάλο παγκόσμιο κύμα ιδιωτικοποιήσεων και κατάργησης των κρατικών ελέγχων. 1.2.6 Η ΚΑΜΠΥΛΗ PHILLIPS Το 1958 δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Economica ένα άρθρο του A.W. Phillips1 που υποστήριζε την ύπαρξη μιας εμπειρικής σχέσης ανάμεσα στον ρυθμό μεταβολής του χρηματικού μισθού και στο επίπεδο ανεργίας για το Ηνωμένο Βασίλειο και για μια περίοδο 17

που διαρκούσε σχεδόν ένα αιώνα (1861-1957). Η μορφή της σχέσης που εκτιμήθηκε ήταν μη γραμμική και έγινε γνωστή έκτοτε με το όνομά του ως «καμπύλη Phillips» Διαγραμμα 3ο : Η Καμπύλη Phillips Πηγή: http://topa.panteion.gr/modules/module_8073/2chapt4.pdf Από τότε η καμπύλη Phillips εντάχθηκε στις θεωρητικές αναλύσεις των οικονομολόγων και απασχόλησε τα ερευνητικά τους ενδιαφέροντα. Αν και όχι με μόνιμο τρόπο, το θεωρητικό και εμπειρικό ενδιαφέρον ως προς την σταθερότητα και τις κατευθύνσεις μεταβολής της σχέσης αυτής επανέρχεται με συχνότητα που αρμόζει στο πολιτικό ενδιαφέρον που υποδηλώνει. Αν η καταπολέμηση του πληθωρισμού και της ανεργίας αποτελούσαν βασικούς στόχους της οικονομικής πολιτικής, όπως αυτοί καθορίσθηκαν μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, η καμπύλη Phillips έδειχνε ότι η επίτευξη του ενός στόχου δεν μπορεί παρά να γίνει σε βάρος του άλλου. Η ύπαρξη της καμπύλης δήλωνε την ύπαρξη μιας σχέσης «ανταλλαγής» (trade-off), που ο ρόλος του οικονομολόγου ήταν να την εκτιμήσει ποσοτικά και ο ρόλος του πολιτικού ήταν να δώσει συγκεκριμένη απάντηση στο δίλημμα: Ποιο θα ήταν το ανεκτό επίπεδο πληθωρισμού και ποιο το ανεκτό επίπεδο της ανεργίας. Αρκετοί οικονομολόγοι έχουν αμφισβητήσει την πρωτοτυπία της εμπειρικής εργασίας του Phillips. Έχει υποστηριχθεί ότι, πριν από την δημοσίευση του 18

άρθρου του Phillips, είχαν δει το φως της δημοσιότητας αντίστοιχες προσπάθειες, που όμως δεν προκάλεσαν την αίσθηση που δημιούργησε η καμπύλη Phillips. Ο Rothschild (1971) αναφέρεται σε προσπάθειες που έγιναν στην δεκαετία του 1950, τονίζοντας ότι «ακόμα και αυτοί οι προπομποί του Phillips είχαν τους δικούς τους προπομπούς πίσω στην δεκαετία του 1920»3. Οι E. Amid-Hozour, D.T. Dick και R.L. Lucier4 υποστήριξαν ότι ο αμερικάνος οικονομολόγος P.E. Sultan, στο βιβλίο του Labor Economics που εκδόθηκε το 1957, ένα χρόνο πριν δημοσιευθεί το άρθρο του Phillips, παρουσίαζε μια σχέση επιλογής μεταξύ τριών στόχων: της σταθερότητας του επιπέδου τιμών, της πλήρους απασχόλησης και της ελευθερίας των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Το συμπέρασμά του ήταν ότι η επίτευξη των δύο από τους τρεις αυτούς στόχους προϋπέθετε την θυσία του τρίτου. Έφθασε, μάλιστα, να χαράξει μια καμπύλη μεταξύ του πληθωρισμού και του επιπέδου ανεργίας που έμοιαζε πολύ με την μεταγενέστερη καμπύλη του Phillips. Η σχέση του Sultan αντανακλούσε την υπόθεση ότι «όσο πιο σφικτή είναι η κατάσταση στην αγορά εργασίας, τόσο μεγαλύτερο θα είναι το βάρος του πληθωρισμού», χωρίς να επεξεργάζεται θεωρητικά την πρότασή του, ούτε να επιχειρεί κάποια εμπειρική επιβεβαίωση. Αναμφίβολα, υπάρχουν πολλοί λόγοι που οδήγησαν τη σχέση μεταξύ ρυθμού αύξησης του χρηματικού μισθού και του επιπέδου ανεργίας να καταγραφεί στην οικονομική σκέψη ως «καμπύλη Phillips», αφ ενός, αλλά και ως σημαντική οικονομική σχέση, αφ ετέρου. Πρώτον, η σχέση αυτή, έστω και ανεπαρκώς θεμελιωμένη στη θεωρία, κάλυπτε ένα κενό στην κεϋνσιανή θεωρία. Όπως είδαμε στα προηγούμενα Κεφάλαια, η κεϋνσιανή θεωρία μετατόπισε το ενδιαφέρον από τους πραγματικούς μισθούς στους χρηματικούς μισθούς. Ωστόσο, η ερμηνεία του επιπέδου και των μεταβολών στους χρηματικούς μισθούς παρέμεινε ανολοκλήρωτη. Σε μια απλουστευμένη εκδοχή της, η κεϋνσιανή θεωρία υποστήριξε ότι, όσο η οικονομία βρίσκεται σε ισορροπία σε επίπεδο εισοδήματος μικρότερο από εκείνο της πλήρους απασχόλησης, η αύξηση της ενεργού ζήτησης θα προκαλούσε αύξηση της παραγωγής με σταθερότητα του επιπέδου τιμών. Στην περίπτωση που το εισόδημα έφθανε στο εισόδημα πλήρους απασχόλησης, περαιτέρω αυξήσεις της ενεργού ζήτησης θα οδηγούσαν σε αύξηση του επιπέδου τιμών με σταθερότητα της παραγωγής. Το ίδιο επιχείρημα είχε μεταφερθεί και στη λειτουργία της αγοράς εργασίας: Όσο υπήρχε ακούσια ανεργία, δηλαδή άτομα που επιθυμούν να εργασθούν στον τρέχοντα μισθό, αλλά δεν βρίσκουν εργασία, η αύξηση της απασχόλησης εξ αιτίας της αυξημένης ζήτησης για προϊόντα δεν θα επηρέαζε το επίπεδο του μισθού. Αν η ζήτηση αυξανόταν σε επίπεδο μεγαλύτερο από το επίπεδο πλήρους απασχόλησης, τότε αυτό που θα συνέβαινε θα ήταν αυξήσεις του μισθού, χωρίς ουσιώδεις μεταβολές στο επίπεδο της απασχόλησης. 19

Κεφάλαιο 2 Η ΑΜΟΙΒΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 2.1 Μισθοί, ημερομίσθια, επιδόματα 2.1.1 Τακτικές και έκτακτες αποδοχές. Οι αποδοχές διακρίνονται σε τακτικές, όταν καταβάλλονται σταθερά και με βάση τη σύμβαση εργασίας και σε έκτακτες, όταν καταβάλλονται σαν αμοιβή εργασίας που παρασχέθηκε κάτω από ειδικές και έκτακτες συνθήκες. Τακτικές αποδοχές θεωρούνται ο μισθός και τα σχετικά επιδόματα επί του μισθού αυτού, τα επιδόματα αδείας και εορτών, καθώς και οποιαδήποτε άλλη προβλεπόμενη από τη σύμβαση συμπληρωματική παροχή. Έκτακτες αποδοχές θεωρούνται πχ η αμοιβή της υπερωριακής απασχόλησης ή της νυχτερινής εργασίας (εφόσον αυτή δεν παρέχεται σε μόνιμη βάση), τα bonus και γενικά κάθε οικειοθελής παροχή, υπό την προϋπόθεση ότι διατυπώνεται ρητά από τον εργοδότη σαν τέτοια. Διαφορετικά θεωρείται σαν τροποποίηση των συμβατικών όρων της εργασίας προς όφελος του εργαζόμενου, αποκτά δεσμευτικό χαρακτήρα και αποτελεί μέρος των τακτικών αποδοχών. Γι αυτό το λόγο οι εργοδότες προσέχουν στο έγγραφο της γνωστοποίησης των όρων εργασίας (ΠΔ 156/1994) να περιλαμβάνεται και ο ακόλουθος όρος: "Ρητά συμφωνείται και ο Μισθωτός αναγνωρίζει ανεπιφύλακτα ότι κάθε τυχόν παροχή της Εργοδότριας στο Μισθωτό είναι πέρα από τις παραπάνω συμφωνημένες αποδοχές ή των τυχόν αποδοχών που θα συμφωνηθούν στον μέλλον, είναι οικειοθελής από μέρους της και προέρχεται από ελευθεριότητα της Εργοδότριας, που διατηρεί πάντοτε το δικαίωμα ανάκλησης ή/και παύσης αυτής της καταβολής. Τα παραπάνω ισχύουν πάγια και χωρίς εξαίρεση σε κάθε περίπτωση τέτοιας παροχής, χωρίς την ανάγκη ειδικής μνείας σε κάθε περίπτωση [...]. Η Εργοδότρια δικαιούται να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει μονομερώς αυτές τις παροχές χωρίς να μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν ότι αποτελούν τακτικές αποδοχές του Μισθωτού." Έχει μεγάλη σημασία η διάκριση των αποδοχών σε τακτικές και έκτακτες γιατί σε περίπτωση απόλυσης η αποζημίωση υπολογίζεται με βάση τις τακτικές αποδοχές και όχι γενικά με τον καταβαλλόμενο μισθό. Οι οικειοθελείς παροχές είτε τακτικές είτε έκτακτες αποτελούν αποδοχές και υπόκεινται σε κρατήσεις (ασφαλιστικές εισφορές, φόρος κλπ) όπως περιγράφεται στην αντίστοιχη ενότητα (Εξαιρούνται της ασφαλίσεως οι εφάπαξ οικειοθελείς παροχές που παρέχονται από τον εργοδότη προς το 20

μισθωτό λόγω ιδιαίτερης περίστασης, όπως γέννηση παιδιού, γάμος, βαριά ασθένεια ή θάνατος μελών της οικογένειας του μισθωτού κλπ) Δεν αποτελούν αποδοχές τα οδοιπορικά και οποιαδήποτε άλλα χρηματικά ποσά καταβάλλονται στους μισθωτούς με σκοπό την κάλυψη δαπανών κατά την εκτέλεση της εργασίας τους. (Αν όμως τα χρήματα αυτά καταβάλλονται χωρίς να ελέγχεται αν οι δαπάνες ήταν πραγματικές - χωρίς δηλαδή να γίνεται εκκαθάριση - τότε θεωρούνται σαν τακτικές αποδοχές.) 2.1.2 Η έννοια των κυμαινόμενων αποδοχών Συχνά και προκειμένου να χρησιμοποιηθεί σαν κίνητρο παραγωγικότητας, οι εργοδότες συμφωνούν ο μισθός να προσδιορίζεται βάσει ποσοστού επί των κερδών, τα οποία απέφερε ο εργαζόμενος με την εργασία του. Έτσι συνηθίζεται ν' αμείβονται οι πωλητές. Προφανώς αν λόγω συγκυρίας ή ακόμη και μειωμένης απόδοσης του εργαζόμενου, το ποσοστό των κερδών που του αναλογεί είναι μικρότερο από τον νόμιμο μισθό (βλέπε επόμενη ενότητα), ο εργοδότης υποχρεούται να καλύψει τη διαφορά, καταβάλλοντας τουλάχιστον το νόμιμο μισθό. Σε άλλες περιπτώσεις συμφωνείται η εργασία να αμείβεται βάσει του παραχθέντος έργου (μισθός κατά μονάδα εργασίας ή κατ' αποκοπήν). Αυτό δεν πρέπει να συγχέεται με τη σύμβαση έργου. Πρόκειται για εξαρτημένη σχέση εργασίας, για την οποία ισχύουν όλες οι προστατευτικές διατάξεις της νομοθεσίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εργασίας με μισθό κατ' αποκοπήν είναι αυτό του μεταφραστή όπου συμφωνείται να λαμβάνει κάποιο ποσό για κάθε σελίδα μετάφρασης. Όπως και στην αμοιβή με ποσοστά και σ' αυτήν την περίπτωση αν η απόδοση είναι κάτω από το νόμιμο μισθό, ο εργοδότης υποχρεούται να καλύψει τη διαφορά. Η αμοιβή με ποσοστά και η αμοιβή κατά μονάδα εργασίας εμπίπτουν στην έννοια των κυμαινόμενων αποδοχών. Οι κυμαινόμενες αποδοχές αποτελούν τακτικές αποδοχές! Μικτό σύστημα αμοιβής είναι αυτό που περιλαμβάνει σταθερό μηνιαίο μισθό συναθροιζόμενο με κυμαινόμενες αποδοχές. 2.1.3 Νόμιμος, συμβατικός και βασικός μισθός Νόμιμος μισθός είναι αυτός που ορίζεται από τους νόμους και τις συλλογικές συμβάσεις και αποτελεί το ελάχιστο όριο του μισθού που δικαιούται ο εργαζόμενος, που καλύπτεται από την αντίστοιχη σύμβαση. Συμβατικός μισθός είναι αυτός που ορίζεται από την ατομική σύμβαση εργασίας. Είναι προφανές πως ο συμβατικός μισθός δεν μπορεί να είναι μικρότερος από το νόμιμο. Ακόμη κι αν συμφωνηθεί κάτι τέτοιο, η συμφωνία θα είναι άκυρη και θα πρέπει να καταβάλλεται ο νόμιμος μισθός. Βασικός μισθός είναι ο μισθός επί του οποίου υπολογίζονται επιδόματα και προσαυξήσεις. Βασικός μισθός μπορεί να είναι είτε νόμιμος είτε συμβατικός. 21

Όμως είναι διαφορετικές έννοιες ο νόμιμος βασικός μισθός και ο νόμιμος μισθός. Ο νόμιμος μισθός είναι ο νόμιμος βασικός μισθός μαζί με τα ενδεχόμενα επιδόματα και τις προσαυξήσεις. Αν συμφωνηθεί συμβατικός βασικός μισθός ανώτερος από τον νόμιμο βασικό, όλα τα προβλεπόμενα επιδόματα υπολογίζονται με βάση το συμβατικό μισθό πλέον. Γι αυτό το λόγο οι εργοδότες φροντίζουν να διατυπώνουν ρητά στη γνωστοποίηση των όρων εργασίας ότι στον συμφωνηθέντα συμβατικό μισθό συνυπολογίζονται πάσης φύσεως επιδόματα και προσαυξήσεις και όσα ενδεχομένως προβλεφθούν στο μέλλον. Μ' αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζουν ότι το συμφωνηθέν ποσό δεν αποτελεί βασικό συμβατικό μισθό: Είναι προφανές ότι αν ο νόμιμος μισθός καταστεί στο μέλλον ανώτερος του συμφωνηθέντος συμβατικού, ο σχετικός όρος της σύμβασης ότι περιλαμβάνονται όλα τα επιδόματα κλπ παύει να είναι έγκυρη και θα πρέπει να καταβάλλεται ο νόμιμος μισθός. 2.1.4 Επιδόματα και υπολογισμός του νόμιμου μισθού Όλες οι ΣΣΕ προβλέπουν διάφορα επιδόματα, συνήθως σαν ποσοστό του βασικού μισθού και με κριτήριο τόσο τα καθήκοντα που συγκεντρώνει στο πρόσωπό του ο εργαζόμενος όσο και τα χρόνια προϋπηρεσίας του. Τα πιο συνηθισμένα επιδόματα είναι το οικογενειακό επίδομα, το επίδομα γάμου, το επίδομα ανθυγιεινής εργασίας, το επίδομα θέσης (προϊσταμένου, διευθυντή κλπ), το επίδομα χρήσης ξένης γλώσσας. Τα επιδόματα είναι ανακλητά, είτε αν καταργηθούν από επόμενη ΣΣΕ είτε αν εκλείψει ο λόγος καταβολής τους. Ειδική περίπτωση επιδόματος, που συνήθως κάθε ΣΣΕ προβλέπει, είναι αυτό της πολυετίας. Το επίδομα αυτό αυξάνεται ανάλογα με τα χρόνια προϋπηρεσίας, συνήθως ανά τριετία. Η ιδιαιτερότητά του έγκειται στο γεγονός ότι προσαυξάνει το βασικό μισθό, έτσι ώστε τα υπόλοιπα επιδόματα υπολογίζονται βάσει του προσαυξημένου πλέον βασικού μισθού. Ο υπολογισμός του επιδόματος προϋπηρεσίας γίνεται με βάση τη συνολική προϋπηρεσία του μισθωτού, ανεξάρτητα αν δούλευε κάτω από τον ίδιο εργοδότη. Στα παραδείγματα υπολογισμού του νόμιμου μισθού και των πάσης φύσεως επιδομάτων, γίνεται λόγος για τα ακαθάριστα ποσά που καταβάλλονται στο μισθωτό, πριν δηλαδή αφαιρεθούν οι νόμιμες κρατήσεις. Τα ποσοστά των κρατήσεων αναλύονται σε ξεχωριστή ενότητα. Ο νόμιμος μισθός υπολογίζεται προσαυξάνοντας το βασικό μισθό λόγω προϋπηρεσίας και προσθέτοντας σ' αυτόν όλα τα αναλογούντα επιδόματα. 22

Παράδειγμα: Έστω ότι η ΣΣΕ προβλέπει βασικό μισθό 210.000 δρχ, 6% προσαύξηση ανά τριετία, 10% επίδομα γάμου, 15% επίδομα χρήσης Η/Υ και 5% επίδομα ξένης γλώσσας. Υπάλληλος με 5 χρόνια προϋπηρεσία που καλύπτεται από την πιο πάνω ΣΣΕ, είναι έγγαμος, έχει δίπλωμα αγγλικών και κάνει χρήση Η/Υ προσλαμβάνεται από εταιρεία. Ο μισθός του υπολογίζεται ως εξής: ΠΡΟΣΑΥΞΗΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΚΟΣ = 210.000 + 210.000 x 6% = 222.600 ΕΠΙΔΟΜΑ ΓΑΜΟΥ = 222.600 x 10% = 22.260 ΕΠΙΔΟΜΑ ΞΕΝ. ΓΛΩΣΣΑΣ = 222.600 x 5% = 11.130 ΕΠΙΔΟΜΑ Η/Υ = 222.600 x 15% = 33.390 ΣΥΝΟΛΟ: 289.380 2.1.4 Αναλογία μισθού-ημερομισθίου-ωρομισθίου Παρόλο που οι εργάσιμες ημέρες μέσα στο μήνα δεν είναι πάντα σταθερές, έχουν θεσπιστεί οι 25 εργάσιμες σα βάση υπολογισμού του ημερομισθίου από το μηνιαίο μισθό. Υπάλληλοι: Το ημερομίσθιο των υπαλλήλων υπολογίζεται διαιρώντας τον μηνιαίο μισθό με το 25 ανεξαρτήτως της εφαρμογής πενθημέρου ή εξαημέρου. Το ωρομίσθιο υπολογίζεται διαιρώντας το μισθό με το 25 (κάνοντας αναγωγή σε ημερομίσθιο), πολλαπλασιάζοντας με το 6 και διαιρώντας με το ισχύον εβδομαδιαίο συμβατικό ωράριο (δηλαδή 40 ή λιγότερο αν ισχύει ευνοϊκότερη σύμβαση): ΩΡΟΜΙΣΘΙΟ = (ΜΙΣΘΟΣ*6/25)/40 Εργατοτεχνίτες: Για όλους όσους αμείβονται με ημερομίσθιο, οι μηνιαίες αποδοχές προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό του ημερομισθίου με τον πραγματικό αριθμό των εργάσιμων ημερών του μήνα και ανεξάρτητα, φυσικά, από το ισχύον σύστημα απασχόλησης (πενθήμερο ή εξαήμερο). Για τον υπολογισμό του ωρομισθίου πολλαπλασιάζουμε το ημερομίσθιο επί 6 και το διαιρούμε με το ισχύον συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριο (δηλαδή 40 ή λιγότερο): ΩΡΟΜΙΣΘΙΟ = 23

(ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟ*6)/40 Μερικώς απασχολούμενοι: Με βάση το Ν.2874/2000 (Νόμο Γιαννίτση) οι μερικώς απασχολούμενοι που αμείβονται με το κατώτατο όριο αποδοχών και απασχολούνται λιγότερο από 4 ώρες ημερησίως, δικαιούνται προσαύξηση 7.5% ανά ώρα απασχόλησης. Αμοιβή μειωμένης απασχόλησης: Αν ένας υπάλληλος που εργάζεται με πλήρη απασχόληση απουσιάσει αδικαιολόγητα από την εργασία, τότε για τον υπολογισμό των αποδοχών του αφαιρούνται τόσα ωρομίσθια όσα και οι ώρες απουσίας: ΠΟΣΟ ΠΡΟΣ ΑΦΑΙΡΕΣΗ = ΩΡΕΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣ * ΩΡΟΜΙΣΘΙΟ Όμοιος είναι ο υπολογισμός και στην περίπτωση των εργατοτεχνιτών. Στην περίπτωση πρόσληψης (ή λύσης σύμβασης εργασίας) η οποία δεν συμπίπτει με την αρχή (ή αντίστοιχα με το τέλος) του μήνα, ο υπολογισμός των αποδοχών των υπαλλήλων γίνεται με τον ακόλουθο τρόπο: Αν οι εργάσιμες ημέρες απουσίας είναι λιγότερες από 13 από τις μηνιαίες αποδοχές αφαιρούνται τόσα ωρομίσθια όσα αντιστοιχούν στις ημέρες απουσίας. Αν οι εργάσιμες ημέρες απουσίας είναι 13 ή περισσότερες τότε στον μισθωτό καταβάλλονται τόσα ωρομίσθια όσα αντιστοιχούν στις ημέρες που εργάσθηκε. 2.1.5 Χρόνος καταβολής μισθού Ο μισθός, εφόσον είναι χρονικός, καταβάλλεται στο τέλος της αντίστοιχης χρονικής περιόδου που έχει συμφωνηθεί κατά τη σύναψη της εργασιακής σχέσης: αν είναι μηνιαίος καταβάλλεται στο τέλος του μήνα, αν είναι εβδομαδιαίος στο τέλος της βδομάδας. Μπορεί επίσης να καταβάλλεται και τμηματικά σε 15νθήμερη βάση. Ο μηνιαίος μισθός πρέπει να καταβάλλεται πάντοτε πριν εκπνεύσει ο μήνας. 2.1.5.1 Συνέπειες καθυστερημένης καταβολής Όταν ο εργοδότης δεν είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις του τότε έχει να αντιμετωπίσει κάποιες δυσμενείς συνέπειες τις οποίες και θα αναλύσουμε παρακάτω 2.1.5.1.1. Υπερημερία εργοδότη Αν ο εργοδότης δεν καταβάλλει τον συμφωνηθέντα μισθό την ημέρα που ορίζεται από τη σύμβαση εργασίας (ή γενικά με το πέρας της περιόδου 24