Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

Σχετικά έγγραφα
10139/17 ΜΑΠ/μκ 1 DG D 2B

Η Eurojust υπέβαλε την ετήσια έκθεση για το 2016 (έγγρ. 7971/17) στις 31 Μαρτίου 2017.

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η μερικώς αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

15412/16 ΔΙ/ακι 1 DGD 1C

8185/11 ΚΣ/γομ 1 DG H 3A

2. Η Επιτροπή του άρθρου 36 κατά τη συνεδρίασή της στις Μαΐου 2009 έλαβε υπό σημείωση το παρόν έγγραφο.

Συνδρομή στη Διεθνή Συνεργασία σε Ποινικά Θέματα για ασκούντες συναφή προς τη δικαιοσύνη επαγγέλματα. Το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο και η Eurojust

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

10159/17 ΧΓ/μκ 1 DGD 1C

10025/16 ΘΚ/μκ 1 DG D 2B

14220/6/16 REV 6 ΕΜ/μκρ/ΔΛ 1 DG G 3 B

10062/19 ΘΚ/γπ 1 JAI.1

10003/16 ΔΑ/γπ 1 DG D 2B

PUBLIC ΤΟΣΥΜΒΟΥΛΙΟ 10607/1/98 REV1 LIMITE ENFOCUSTOM43 ΣΗΜΕΙΩΜΑ. της : Προεδρίας. προς : τηνομάδα"τελωνειακήσυνεργασία" 10607/98ENFOCUSTOM43

15516/14 ΔΠ/γπ 1 DG D 1C

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 4 Οκτωβρίου 2012 (09.10) (OR. en) 14232/12 ENFOPOL 292 CULT 116 ENFOCUSTOM 93

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 19 Νοεμβρίου 2014 (OR. en)

PUBLIC AD 15/17 CONF-RS 11/17 1 LIMITE EL. Βρυξέλλες, 15 Ιουνίου 2017 (OR. en) ΔΙΑΣΚΕΨΗ ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΣΕΡΒΙΑ AD 15/17 LIMITE

Ζητείται επομένως από την ΕΜΑ να καλέσει το Συμβούλιο να εγκρίνει το ανωτέρω σχέδιο συμπερασμάτων του Συμβουλίου όπως διατυπώνεται στο παράρτημα.

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 8 Απριλίου 2016 (OR. en)

ΙΙΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ VI ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2017 (OR. en)

PE-CONS 31/1/16 REV 1 EL

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Πορεία υλοποίησης του σχεδίου δράσης για την ενίσχυση της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. στην

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 2 Δεκεμβρίου 2016 (OR. en)

15623/14 ΓΒ/γπ 1 DG D 1C

14288/16 ΕΜ/μκρ/ΔΛ 1 DGD 1C

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 18 Νοεμβρίου 2011 (21.11) (OR. en) 17187/11 POLGEN 204 CATS 120

Το κείμενο του παρόντος εγγράφου είναι ίδιο με αυτό της προηγούμενης έκδοσης.

Το κείμενο του παρόντος εγγράφου είναι ίδιο με αυτό της προηγούμενης έκδοσης.

Τμήμα 2. Αρμοδιότητα, καθήκοντα και εξουσίες. Άρθρο 55. Αρμοδιότητα

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2017) 367 final.

Το κείμενο του παρόντος εγγράφου είναι ίδιο με αυτό της προηγούμενης έκδοσης.

Καταστατικό επιθεώρησης της ΕΚΤ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2018/2006(INI)

ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ ΤΡΑΠΕΖΙ 2 Η ΣΥΝΕΔΡΙΑ. Πέμπτη 11 Απρίλιου 2019

A8-0250/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2014) 596 final ANNEX 1.

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

15638/17 ΔΙ/γπ 1 DGD 1C

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 5 Ιανουαρίου 2017 (OR. en)

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ. Άρθρο 310

14166/16 ΧΜΑ/νικ 1 DG G 2B

6020/17 ΓΕΧ/νκ 1 DG D 1 A

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 19 Απριλίου 2012 (24.04) (OR. en) 8838/12 SPORT 27 DOPAGE 10 SAN 83 JAI 260. ΣΗΜΕΙΩΜΑ της: προς:

Το κείμενο του παρόντος εγγράφου είναι ίδιο με αυτό της προηγούμενης έκδοσης.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 30 Μαΐου 2012 (05.06) (OR. en) 10360/12 EUROJUST 49 CATS 37 EJN 39 COPEN 127

PE-CONS 54/1/15 REV 1 EL

9720/19 ΘΚ/μγ 1 JAI.1

Το κείμενο του παρόντος εγγράφου είναι ίδιο με αυτό της προηγούμενης έκδοσης.

5798/1/15 REV 1 ΘΚ/νικ 1 DG D 2B

15272/18 ΜΙΠ/νκ 1 JAI.2

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΦΑΣΗ - ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη διαπίστευση των εργασιών εργαστηρίου ανακριτικής

Πρακτικός οδηγός. Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο Σε Αστικές Και Εμπορικές Υποθέσεις

ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο B8-0477/ σύμφωνα με το άρθρο 197 του Κανονισμού

Το κείμενο του παρόντος εγγράφου είναι ίδιο με αυτό της προηγούμενης έκδοσης.

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2017) 691 final - ANNEX 1.

14929/14 ΑΒ/νικ 1 DG D 1C

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

(Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις) ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

10007/16 ΘΚ/ακι 1 DG D 2B

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

13335/12 ZAC/alf DG E 2

6014/16 ΕΚΜ/γπ/ΘΛ 1 DGG 2B

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ I. ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 2 Απριλίου 2014 (OR. en) 8443/14 ASIM 34 RELEX 298 DEVGEN 79

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

ΠΟΛ ΑΔΑ: Αθήνα, 14 Αυγούστου 2014 ΠΡΟΣ : ΩΣ Π.Δ.

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ,

ΚΟΙΝΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠΑΤΗΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ(Γ.Δ.Ο.Ε.)-ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΣΧΕΔΙΟ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ

ΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

10005/16 ΕΜ/ακι/ΘΛ 1 DGD 2C

PUBLIC LIMITE EL ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 7 Φεβρουαρίου 2012 (08.02) (OR. en) 5738/12 LIMITΕ SPORT 4 DOPAGE 1 SAN 9 JAI 35 ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 23 Απριλίου 2015 (OR. en)

L 176/16 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

6068/16 ΙΑ/μκρ/ΘΛ 1 DGG 1B

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3850, 30/4/2004

15520/08 ΣΜ/νμ 1 DGH4

ΠΟΛ Αθήνα, 14 Νοεμβρίου Αριθ. Πρωτ /20056/ΔΕ-Ε

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2018/0105(COD)

Το κείμενο του παρόντος εγγράφου είναι ίδιο με αυτό της προηγούμενης έκδοσης.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

A8-0251/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

Το κείμενο του παρόντος εγγράφου είναι ίδιο με αυτό της προηγούμενης έκδοσης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. πρότασης απόφασης του Συμβουλίουl

PUBLIC LIMITE EL ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες,15 Μαΐου2012 (OR.en) 8060/12 LIMITE PE119 INST233 RELEX268 JAI195 CSC19

Transcript:

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 7 Φεβρουαρίου 2018 (OR. en) 8020/01 DCL 1 CRIMORG 45 AΠΟΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ του εγγράφου: Με ημερομηνία: 18 Απριλίου 2001 νέος χαρακτηρισμός: Θέμα: ST8020/01 RESTREINT UE/EU RESTRICTED Έγγραφο προσβάσιμο στο κοινό ΕΚΘΕΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΓΥΡΟ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ «ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΟΥ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΟΥ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ» ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου. Το κείμενο του παρόντος εγγράφου είναι ίδιο με αυτό της προηγούμενης έκδοσης. 8020/01 DCL 1 DGF 2C EL

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Bρυξέλλες, 18 Απριλίου 2000 (18.06) (OR. en) 8020/01 RESTREINT CRIMORG 45 ΕΚΘΕΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΓΥΡΟ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ «ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΟΥ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΟΥ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ» ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ 8020/01 ΑΗΡ/σα 1

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΤΜΗΜΑ 1 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 4 ΤΜΗΜΑ 2 2. ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΔΟΜΕΣ... 6 2.1. Αρμόδιες Αρχές - Γενικές Παρατηρήσεις... 6 2.2. Εισαγγελικές Υπηρεσίες και Δικαστές... 7 2.3. Αστυνομικές Αρχές... 8 2.4. Τελωνειακές Αρχές... 9 2.5. Λιμενικό Σώμα... 10 2.6. Εκπαίδευση... 10 2.7. Έλεγχος... 13 ΤΜΗΜΑ 3 3. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ... 14 3.1. Τράπεζες Δεδομένων... 14 3.2. Χρησιμοποίηση Δεδομένων από Αστυνομία / Τελωνεία... 15 3.3. Ανταλλαγή Δεδομένων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο... 16 ΤΜΗΜΑ 4 4. ΕΙΔΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ... 17 4.1. Οικονομικές έρευνες - Νομοθεσία και Κατευθυντήριες Γραμμές... 17 4.2. Οικονομικές έρευνες - Αρμόδιες αρχές... 18 4.3. Ελεγχόμενες παραδόσεις... 19 8020/01 ΑΗΡ/σα 2

ΤΜΗΜΑ 5 5. ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ... 21 5.1. Συνεργασία σε εθνικό επίπεδο... 21 5.2. Συνεργασία σε διεθνές επίπεδο... 23 5.3. Αξιωματικοί Σύνδεσμοι στον τομέα των Ναρκωτικών... 24 ΤΜΗΜΑ 6 6. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΣΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΟΥ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΟΥ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ : ΔΟΜΗ, ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ, ΕΙΔΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ... 26 6.1. Γενικές Παρατηρήσεις... 26 6.2. Πιθανές Βελτιώσεις... 30 6.2.1. Δομή... 30 6.2.2. Πληροφορίες... 32 6.2.3. Ειδικές τεχνικές έρευνας - Οικονομικές έρευνες... 33 6.2.4. Ειδικές τεχνικές έρευνας - Ελεγχόμενες παραδόσεις... 34 6.2.5. Συντονισμός και συνεργασία σε εθνικό επίπεδο... 34 6.2.6. Συντονισμός και συνεργασία σε διεθνές επίπεδο... 35 ΤΜΗΜΑ 7 7. ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ ΚΑΙ, ΕΦΟΣΟΝ ΕΝΔΕΙΚΝΥΤΑΙ, ΠΡΟΣ ΑΛΛΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΕΕ... 36 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΠΙΣΚΕΨΕΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΜΕ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ... 39 ΔΙΜΕΡΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΣΥΝΑΦΘΕΙ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΚΡΑΤΩΝ... 42 ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΣΥΜΠΕΡΙΛΗΦΘΕΙ ΣΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ 8020/01 ΑΗΡ/σα 3

ΤΜΗΜΑ 1 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1. Μετά την έγκριση της Κοινής Δράσης της 5ης Δεκεμβρίου 1997, καθιερώθηκε μηχανισμός για την αξιολόγηση της εφαρμογής και υλοποίησης, σε εθνικό επίπεδο, των διεθνών δεσμεύσεων για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος. 1.2. Η Σουηδία ήταν το δεύτερο κράτος μέλος το οποίο αξιολογήθηκε στα πλαίσια του δεύτερου γύρου αμοιβαίων αξιολογήσεων όσον αφορά την επιβολή του νόμου και το ρόλο της στην καταπολέμηση του λαθρεμπορίου ναρκωτικών. 1.3. Οι εξεταστές για την αξιολόγηση ήταν η κα Maria Fernandes (Πορτογαλία), ο κ. Robin Lardot (Φινλανδία) και ο κ. Noel White (Ιρλανδία). Η ομάδα αυτή την οποία συνόδευαν δύο μέλη της Γενικής Γραμματείας και ένα μέλος της Επιτροπής, επισκέφθηκε τη Σουηδία για τρεις ημέρες από τις 3 Ιουλίου 2000 έως τις 7 Ιουλίου 2000. 1.4. Το πρόγραμμα της ομάδας αξιολόγησης και ο κατάλογος των ατόμων με τα οποία συναντήθηκε η ομάδα κατά τη διάρκεια της επίσκεψης και από τα οποία έλαβε πληροφορίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα Α. 1.5. Κατόπιν των συναντήσεων αυτών η ομάδα αξιολόγησης ετοίμασε την παρούσα έκθεση με τη βοήθεια της Γραμματείας του Συμβουλίου βασιζόμενη στις παρατηρήσεις και στα συμπεράσματα των εμπειρογνωμόνων της ομάδας καθώς και στις απαντήσεις των σουηδικών αρχών στο ερωτηματολόγιο (έγγρ. 12972/99 CRIMORG 171) κυριότερος σκοπός της παρούσας έκθεσης είναι να αξιολογήσει την τυπική και ουσιαστική εφαρμογή των πράξεων που αφορούν την επιβολή του νόμου και τη λαθρεμπορία ναρκωτικών σε εθνικό επίπεδο, της παράγωγης νομοθεσίας και των πρακτικών σε εθνικό επίπεδο και της διεθνούς συνεργασίας στην καταπολέμηση της λαθρεμπορίας ναρκωτικών. Η αξιολόγηση επιδιώκει ιδίως να προβεί σε αποτίμηση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των διαφόρων δομών επιβολής του νόμου και των επιχειρησιακών πρακτικών των δομών αυτών. Κύριος στόχος της αξιολόγησης είναι η καθημερινή πρακτική συνεργασία μεταξύ διαφόρων μονάδων, στο εθνικό αλλά και στο διεθνές επίπεδο. 8020/01 ΑΗΡ/σα 4

1.6. Η έκθεση περιγράφει πρώτα τις οργανωτικές δομές, τα συστήματα πληροφοριών, τις ειδικές τεχνικές έρευνας και τις μεθόδους συντονισμού και συνεργασίας που χρησιμοποιούνται στη Σουηδία για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου ναρκωτικών. Η έκθεση εν συνεχεία αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των συστημάτων αυτών και τέλος, οι εμπειρογνώμονες συνάγουν συμπεράσματα και υποβάλλουν συστάσεις. 8020/01 ΑΗΡ/σα 5

ΤΜΗΜΑ 2 2. ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΔΟΜΕΣ 1 2.1 Αρμόδιες Αρχές - Γενικές παρατηρήσεις 2.1.1. Η Σουηδία δεν διαθέτει ειδικό κεντρικό συντονιστικό φορέα για το συντονισμό των προσπαθειών επιβολής του νόμου στην καταπολέμηση του λαθρεμπορίου ναρκωτικών. Αποκλειστικά αρμόδια για την γενική επίβλεψη της κατάστασης και για τη λήψη αποφάσεων είναι η κυβέρνηση. 2.1.2. Η προεργασία για τη λήψη αποφάσεων από την κυβέρνηση αναλαμβάνεται από τα υπουργεία. Τα θέματα που αφορούν την αστυνομία και τους εισαγγελείς διεκπεραιώνονται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, τα θέματα που αφορούν τα τελωνεία από το Υπουργείο Οικονομικών και τα θέματα που αφορούν την Ακτοφυλακή από το Υπουργείο Άμυνας. Το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικών Υποθέσεων είναι υπεύθυνο σε ευρύτερο πλαίσιο για το συντονισμό της πολιτικής στον τομέα των ναρκωτικών. 2.1.3. Για να διευκολυνθεί η συνεργασία μεταξύ των υπουργείων, η Κυβερνητική Υπηρεσία περιλαμβάνει ειδική συντονιστική ομάδα για την πολιτική στον τομέα των ναρκωτικών η οποία καλείται SAMNARK. Η ομάδα αυτή αποτελείται από ανωτέρους υπαλλήλους των οικείων υπουργείων οι οποίοι μετά υποβάλλουν σχετικές αναφορές στα αντίστοιχα υπουργεία. 2.1.4. Η κυβέρνηση λαμβάνει τις αποφάσεις της ως σώμα, παρουσία όλων των υπουργών. 2.1.5. Η κυβέρνηση είναι υπεύθυνη, σε τελευταία ανάλυση, για την κατανομή πόρων στις οικείες αρχές επιβολής του νόμου και για την υποβολή νομοθετικών προτάσεων. Επιπλέον, η κυβέρνηση καθορίζει σε ετήσια βάση, τους τομείς προτεραιότητας για τις ενέργειες επιβολής του νόμου, οι δε οικείες αρχές επιβολής του νόμου οφείλουν να οργανώνουν τα προγράμματα και τους στόχους των αναλόγως. Εν τούτοις, σύμφωνα με το Σύνταγμα, η κυβέρνηση δεν μπορεί να δίδει εντολές στα πλαίσια συγκεκριμένων επιχειρήσεων ή να επεμβαίνει στην καθημερινή διαδικασία λήψης αποφάσεων εκ μέρους των αρχών. 1 Αυτό το τμήμα της έκθεσης βασίζεται ουσιαστικά στις απαντήσεις της Σουηδίας στο ερωτηματολόγιο. 8020/01 ΑΗΡ/σα 6

2.1.6. Ύπάρχουν μηχανισμοί, υπό μορφή Μνημονίων Συμφωνίας (ΜΣ) οι οποίοι εξασφαλίζουν το συντονισμό μεταξύ αρχών επιβολής του νόμου και μη κυβερνητικών οργανώσεων. Οι περιφερειακές τελωνειακές αρχές θεωρείται ότι έχουν τη σημαντικότερη συμβολή στον τομέα των ΜΣ στη Σουηδία. Κάθε περιοχή διαθέτει αξιωματικό σύνδεσμο ο οποίος είναι αρμόδιος για τα αντίστοιχα ΜΣ και για την ενημέρωσή τους. Τα ΜΣ συνάπτονται κυρίως με ναυτιλιακές εταιρίες και ενώσεις μεταφορέων. Επιπλέον, επί του παρόντος συνάπτονται ΜΣ με οργανώσεις από την χημική βιομηχανία όσον αφορά τον έλεγχο προδρόμων ναρκωτικών ουσιών. 2.1.7 Ο βασικός στόχος της σουηδικής στρατηγικής στον τομέα των ναρκωτικών είναι μία κοινωνία απαλλαγμένη από τα ναρκωτικά. Δίδεται εξίσου μεγάλη σημασία στη μείωση της ζήτησης, στη θεραπεία των τοξικομανών και στη μείωση της προσφοράς. Ο νόμος προβλέπει μηδενική ανοχή και διώκονται όλα τα αδικήματα που αφορούν ναρκωτικά, όμως υπάρχει η δυνατότητα, αντί για ποινή φυλάκισης να επιβληθεί ενδεχομένως ως ποινή η συμμετοχή σε ειδικά προγράμματα αποτοξίνωσης. 2.1.8. Στη Σουηδία, το νομικό πλαίσιο για τη διερεύνηση υποθέσεων που αφορούν ναρκωτικά παρέχεται από τον Νόμο περί Ναρκωτικών (Ποινές) και τον Νόμο περί Λαθρεμπορίου (Ποινές). Όσον αφορά την εσωτερική τους λειτουργία οι διάφορες αρχές επιβολής του νόμου έχουν ορισμένες ειδικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις πρακτικές εργασίας τους. Οι εισαγγελείς παραδείγματος χάρη, διαθέτουν «ανεπίσημους» καταλόγους με διαβαθμίσεις ποινών, που βασίζονται κυρίως στη δικαστική πρακτική. Οι κατάλογοι αυτοί ταξινομούν επίσης και διακρίνουν τα «μικροαδικήματα» από τις «συνήθεις περιπτώσεις εγκλημάτων» και τις «επιβαρυντικές περιπτώσεις εγκλημάτων». Η αστυνομία λαμβάνει από την Διοίκηση Εθνικής Αστυνομίας οδηγίες οι οποίες αποκαλούνται «Κανονισμοί και οδηγίες για την Αστυνομία» ή «FAP». Οι FAP βασίζονται στην νομοθεσία και στην νομολογία. Αντίστοιχες οδηγίες υπάρχουν για τις τελωνειακές αρχές και για την ακτοφυλακή. 2.2. Εισαγγελικές Υπηρεσίες και Δικαστές 2.2.1. Ο Γενικός Εισαγγελέας αποτελεί την ανώτατη εισαγγελική αρχή της χώρας, είναι δε υπεύθυνος και ηγείται του συστήματος εισαγγελικής δίωξης. Υπάρχουν έξι περιφερειακές εισαγγελίες. Υπάρχει επίσης ειδική οργάνωση η οποία ασχολείται με οικονομικά εγκλήματα. Όλες οι περιφερειακές εισαγγελικές αρχές απασχολούν εισαγγελείς οι οποίοι ασχολούνται αποκλειστικά ή εν μέρει με υποθέσεις ναρκωτικών. Από ένα σύνολο περίπου 700 εισαγγελέων υπάρχουν επί του παρόντος περίπου 30 που ασχολούνται κυρίως με υποθέσεις ναρκωτικών. Η προσέγγιση αυτή συμβάλλει στην απόκτηση πείρας και στην πρακτική της αξιοποίηση. Αυτή τη στιγμή συζητείται το ενδεχόμενο να θεσπιστεί, σε εθνική κλίμακα, ένα σύστημα που θα ρυθμίζει για τους εισαγγελείς αυτούς την εκτός του κανονικού ωραρίου παροχή εργασίας τους. Εν τούτοις, οι εν λόγω εισαγγελείς και δικαστές δεν διαθέτουν ειδικές αρμοδιότητες ή εξουσίες. Πράγματι, όλοι οι εισαγγελείς οφείλουν να ασχολούνται με τη διεκπεραίωση των φακέλων που αφορούν υποθέσεις ναρκωτικών. 8020/01 ΑΗΡ/σα 7

2.2.2. Σε υποθέσεις ναρκωτικών στις οποίες η συλλογή αποδεικτικών στοιχείων μπορεί να παρουσιάζει δυσκολίες, συνηθίζεται να κατευθύνει ο εισαγγελέας την προκαταρκτική έρευνα και να χαράσσει από νωρίς κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον περαιτέρω χειρισμό της υπόθεσης. Κατά το διάστημα αυτό, ο εισαγγελέας διατηρεί στενές, ανεπίσημες επαφές με την αστυνομία και τα τελωνεία, απευθύνει οδηγίες προς τους αρμοδίους της έρευνας και λαμβάνει τόσο προφορικές όσο και γραπτές εκθέσεις σε σταθερή βάση. Οι εισαγγελείς συμμετέχουν προσωπικά στις έρευνες στο βαθμό που κατά καιρούς παρίστανται σε προγραμματισμένες κατασχέσεις, σε έρευνες χώρων και κατά τη διάρκεια ανακρίσεων τις οποίες διεξάγουν. Επιπλέον, ο εισαγγελέας αποφασίζει ποιά μέτρα αναγκαστικού χαρακτήρα μπορεί να απαιτούνται και αυτός πάλι τα εγκρίνει, εκτός αν απαιτείται δικαστική άδεια. Έγκριση του εισαγγελέα απαιτείται επίσης για ορισμένες ειδικές τεχνικές έρευνας όπως είναι η χρήση ελεγχόμενων παραδόσεων. 2.2.3. Οι εισαγγελείς ασκούν δραστηριότητα εντός συγκεκριμένων περιοχών δικαιοδοσίας. Οι αστυνομικές και τελωνειακές αρχές έχουν πρόσβαση σε μητρώα από τα οποία φαίνεται εάν διεξάγονται σε περισσότερες της μιας τοποθεσίες έρευνες που αφορούν συγκεκριμένα πρόσωπα. Εάν πράγματι συμβαίνει αυτό, οι εισαγγελείς των οικείων περιοχών μπορούν να αποφασίσουν μεταξύ τους ως προς τον καλύτερο τρόπο χειρισμού της υπόθεσης. Η Κεντρική Εισαγγελία έχει την εξουσία να αποφασίζει ποιό δικαστήριο θα είναι γενικά αρμόδιο στις σπάνιες περιπτώσεις που υπάρχει σύγκρουση και δεν μπορούν να συμφωνήσουν οι εισαγγελείς. 2.3. Αστυνομικές Αρχές 2.3.1. Η Σουηδική Διοίκηση Εθνικής Αστυνομίας (SNPB) είναι ο κεντρικός διοικητικός φορέας της αστυνομικής υπηρεσίας. Αρμοδιότητα της SNPB αποτελούν κυρίως η κατανομή πόρων στις περιφερειακές αστυνομικές αρχές και η επιθεώρηση της εργασίας τους, καθώς και η ανάπτυξη και η υλοποίηση στόχων και κατευθυντηρίων γραμμών που τίθενται από την κυβέρνηση και η κοινοποίηση των κατευθυντηρίων αυτών γραμμών στις αστυνομικές αρχές. 2.3.2. Υπάρχουν 21 αστυνομικές περιφέρειες στην Σουηδία, οι οποίες διοικούνται από χωριστές αστυνομικές αρχές. Καμμία αρχή δεν έχει τη γενική αυτονομία να καθορίζει τις προτεραιότητές της χωρίς να λαμβάνει δεόντως υπόψιν τη νομοθεσία, τις οδηγίες και κατευθυντήριες γραμμές της κυβέρνησης και της SNBP (FAP) καθώς και τις οδηγίες των περιφερειακών πολιτικά διορισμένων επιτροπών. 2.3.3. Οι σουηδικές αστυνομικές αρχές απασχολούν συνολικά περίπου 16.200 αξιωματικούς και 5.800 υπαλλήλους που δεν ανήκουν στο σώμα. 8020/01 ΑΗΡ/σα 8

2.3.4. Σε κάθε μία από τις 21 χωριστές αστυνομικές αρχές υπάρχει ειδική μονάδα υπεύθυνη για τη διερεύνηση σοβαρών εγκλημάτων στον τομέα των ναρκωτικών καθώς και μονάδα πληροφοριών στον τομέα του εγκλήματος. Κατά τη διάρκεια του 1999 οι δαπάνες για τη διερεύνηση εγκλημάτων που αφορούν ναρκωτικά ανήλθαν σε ποσό 421 εκατομμ. σουηδικών κορώνων, ήτοι σε 6 τοις εκατό των συνολικών δαπανών για την αστυνομία. 2.3.5. Σε εθνικό επίπεδο, το Εθνικό Τμήμα Ποινικών Ερευνών (NCID) διεξάγει ποινικές έρευνες όσον αφορά το οργανωμένο έγκλημα ή άλλα σοβαρά εγκλήματα που αφορούν ναρκωτικά σε εθνική κλίμακα ή με διεθνείς επιπτώσεις. 2.3.6. Το NCID έχει επίσης μονάδα ναρκωτικών εντός της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στον τομέα του εγκλήματος (NCID), η οποία συλλέγει και αναλύει πληροφορίες και παρέχει λειτουργικές ή στρατηγικές πληροφορίες σχετικά με τη διακίνηση ναρκωτικών. Μέσω της υπηρεσίας αυτής τηρούνται επίσης οι απαραίτητες επαφές με τις υπηρεσίες ποινικών πληροφοριών και τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου στον τομέα των ναρκωτικών σε άλλες χώρες. 2.4. Τελωνειακές Αρχές 2.4.1. Οι σουηδικές τελωνειακές αρχές, οι οποίες υπάγονται στο Υπουργείο Οικονομικών, είναι αρμόδιες για τη συλλογή των τελωνειακών δασμών, του φόρου προστιθέμενης αξίας και άλλων τελών επί της εισαγωγής εμπορευμάτων από χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και για την προστασία κατά μήκος των συνόρων κατά της εισαγωγής επικίνδυνων αγαθών, κυρίως ναρκωτικών. 2.4.2. Υπεύθυνο για την κεντρική διαχείριση είναι το Κεντρικό Γραφείο των Σουηδικών Τελωνειακών Αρχών στη Στοκχόλμη. Η χώρα διαιρείται σε έξη τελωνειακές περιφέρειες. Σε κάθε περιφέρεια υπάρχει ένα κεντρικό τελωνειακό κατάστημα και διάφορα τελωνειακά καταστήματα για τον εκτελωνισμό των εμπορευμάτων, τα οποία δεν ευρίσκονται όλα στα σύνορα. 2.4.3. Τα σουηδικά τελωνεία απασχολούν συνολικά περίπου 2.500 άτομα εκ των οποίων περίπου 990 ασχολούνται με την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου ναρκωτικών συλλέγοντας πληροφορίες, εκτελώντας καθήκοντα ελέγχου των συνόρων καθώς και καθήκοντα ποινικών ερευνών. 2.4.4. Η καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, ιδίως ναρκωτικών, είναι το πρωταρχικό καθήκον των τελωνειακών περιφερειακών ομάδων κατά του λαθρεμπορίου. Στο έργο τους αυτό υποστηρίζονται από ειδικό τμήμα κατά του λαθρεμπορίου του κεντρικού Τελωνειακού Γραφείου, καθώς και από Τελωνειακή Υπηρεσία Ερευνών και Υπηρεσία Πληροφοριών. 8020/01 ΑΗΡ/σα 9

2.4.5. Σύμφωνα με το Νόμο περί λαθρεμπορίου εμπορευμάτων και τον σουηδικό Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, τα σουηδικά τελωνεία μπορούν να αναλαμβάνουν και να διεξάγουν προκαταρκτικές έρευνες που αφορούν εγκλήματα τα οποία προβλέπονται στο Νόμο περί λαθρεμπορίου. Αν πρόκειται για μικροεγκλήματα οι ίδιες οι τελωνειακές αρχές μπορούν να κινήσουν δικαστικές διαδικασίες, συνήθως όμως οι προκαταρκτικές έρευνες διεξάγονται από εισαγγελέα. 2.4.6. Αν οι τελωνειακές αρχές αντιληφθούν την ύπαρξη εγκλήματος, το οποίο αφορά σοβαρή περίπτωση λαθρεμπορίου ναρκωτικών, οι αστυνομικές αρχές είναι, σύμφωνα με την τριμερή συμφωνία, αρμόδιες για την έρευνα ενώ τα τελωνεία μπορούν να συμμετέχουν ενεργά στην εξασφάλιση της ολοκλήρωσής της. 2.4.7. Σύμφωνα με τον σουηδικό Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, τα τελωνεία διαθέτουν ορισμένες ειδικές εξουσίες, μεταξύ των οποίων και την εξουσία να ανακρίνουν και να εξετάζουν υπόπτους, να κατάσχουν έγγραφα, να θέτουν περιορισμούς στις ταχυδρομικές επικοινωνίες, να προβαίνουν στην έρευνα προσώπων καθώς και στην έρευνα χώρων. Όλες αυτές οι εξουσίες υπάγονται σε αυστηρότατες διασφαλίσεις και ελέγχους. 2.5. Ακτοφυλακή 2.5.1. Η ακτοφυλακή είναι υπεύθυνη για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου στη θάλασσα και στα παράκτια ύδατα, συμπεριλαμβανομένου του λαθρεμπορίου ναρκωτικών. Όταν πρόκειται για λαθρεμπόριο ναρκωτικών, ένας υπάλληλος της ακτοφυλακής έχει την αυτή εξουσία με έναν τελωνειακό υπάλληλο. 2.5.2. Η σουηδική ακτοφυλακή είναι πολιτική αρχή υπαγομένη στο Υπουργείο Άμυνας. Υπό τη διοίκηση της εθνικής ακτοφυλακής υπάρχουν τέσσερα περιφερειακά κέντρα εντολών και επιχειρήσεων, τα οποία λειτουργούν επί 24ώρου βάσεως. Τα κέντρα αυτά συστεγάζονται είτε στα περιφερειακά κέντρα αστυνομικών και ναυτικών επιχειρήσεων είτε στα περιφερειακά κέντρα επιχειρήσεων διάσωσης από κινδύνους κατά θάλασσα και αέρα. 2.5.3. Συνολικά, υπάρχουν 25 σταθμοί ακτοφυλακής θαλάσσιας επιτήρησης και ένας σταθμός ακτοφυλακής εναέριας επιτήρησης. Οι υπάλληλοι της ακτοφυλακής ανέρχονται συνολικά σε περίπου 575. 2.6. Εκπαίδευση 2.6.1. Τόσο στις αστυνομικές όσο και στις τελωνειακές αρχές τα αντίστοιχα προγράμματα τεχνικής κατάρτισης για τα νέα μέλη του προσωπικού περιέχουν θέματα τα οποία αφορούν την ευαισθητοποίηση στον τομέα των ναρκωτικών. 8020/01 ΑΗΡ/σα 10

Αυτή η κατάρτιση καλύπτει τη δέουσα νομοθεσία, μεθόδους ανάλυσης, μεθόδους έρευνας, τεχνικές έρευνας, κανονισμούς περί εισαγωγών και εξαγωγών και γνώση των Μνημονίων Συμφωνίας. 2.6.2. Υπάρχουν επίσης σεμινάρια κατάρτισης για τους παλαιότερους υπαλλήλους. Ένα παράδειγμα είναι το ετήσιο σεμινάριο κατάρτισης για τους προϊσταμένους των μονάδων ναρκωτικών από όλες τις εθνικές αστυνομικές αρχές. Στο σεμινάριο συζητήθηκαν οι νέες τάσεις στον τομέα των ναρκωτικών και οι επιπτώσεις των νέων ναρκωτικών. Το σεμινάριο αυτό διευκόλυνε επίσης τις ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ των υπαλλήλων των κεντρικών CID. 2.6.3. Τόσο στις τελωνειακές όσο και στις αστυνομικές αρχές παρέχεται εξειδικευμένη κατάρτιση για αναλυτές εγκλημάτων. Στα τελωνεία προσφέρονται (όταν χρειάζεται) χωριστά μαθήματα «λειτουργικής ανάλυσης», «σημειωματαρίου αναλυτών» και «μεθόδων ανάλυσης». Στην αστυνομία η κατάρτιση στην ανάλυση εστιάζεται στο δικό τους εθνικό πρόγραμμα κατάρτισης και ειδίκευσης. Σύμφωνα με το πρόγραμμα αυτό, οι αναλυτές πρέπει να παρακολουθήσουν ορισμένο αριθμό μαθημάτων σε διάστημα τριών ετών. Τα μαθήματα αυτά περιλαμβάνουν : κύκλο μαθημάτων τριών εβδομάδων στην λειτουργική ανάλυση, κύκλο μαθημάτων δύο εβδομάδων στη στρατηγική ανάλυση, δύο εξαήμερους κύκλους μαθημάτων δεδομένων για αναλυτές και κατάρτιση σε προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών όπως είναι το «ibase» και το «σημειωματάριο αναλυτών». Προσφέρονται επίσης συμπληρωματικά μαθήματα υπολογιστών και μαθήματα εγκληματολογίας, διαχείρισης σχεδίων, μελέτη διαφόρων μορφών συμπεριφοράς και γλωσσών. 2.6.4. Υπάρχουν και άλλοι κύκλοι μαθημάτων που οργανώνονται για το προσωπικό από διάφορες αρχές επιβολής του νόμου. Μερικά παραδείγματα είναι τα εξής: * Πρόδρομες ουσίες Η κατάρτιση αυτή παρέχεται από κοινού από τα τελωνεία, την αστυνομία και την Υπηρεσία Φαρμακευτικών Προϊόντων. Το πρόγραμμα συμπεριλαμβάνει νομοθεσία και επιτήρηση, ενημέρωση για τα ναρκωτικά και τις πρόδρομες ουσίες. Κατά τη διάρκεια του 1999, η αστυνομία οργάνωσε επίσης χωριστή εκδήλωση για την κατάρτιση στον τομέα των πρόδρομων ουσιών η οποία απευθυνόταν στους εθνικούς αξιωματικούς συνδέσμους στον τομέα των πρόδρομων ουσιών από διάφορες περιφερειακές αστυνομικές αρχές και τελωνειακές περιφέρειες. * Περιφερειακές επαφές επί θεμάτων που αφορούν τα ναρκωτικά Αυτό αποτελεί κοινό εκπαιδευτικό πρόγραμμα το οποίο οργανώνεται από τα τελωνεία, τις αστυνομικές και εισαγγελικές αρχές, την υπηρεσία κοινωνικής πρόνοιας και την εθνική διοίκηση φυλακών και αναστολών. Η κατάρτιση παρέχεται δύο φορές κατ έτος και καλύπτει μορφές συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων αρχών, παρουσιάζονται δε επίσης οι νέες εξελίξεις στον τομέα των ναρκωτικών. 8020/01 ΑΗΡ/σα 11

* Η διερεύνηση του εγκλήματος που αφορά τα ναρκωτικά Η κατάρτιση αυτή οργανώνεται από την αστυνομία και καλύπτει την πολιτική στον τομέα των ναρκωτικών και την αγορά των ναρκωτικών, νέες εξελίξεις στον τομέα των ναρκωτικών και προηγμένες τεχνικές έρευνας. * Η διερεύνηση του οικονομικού εγκλήματος Η κατάρτιση αυτή οργανώνεται από την αστυνομία, παρέχεται δε υπό μορφή σεμιναρίου κατά το οποίο συζητούνται κάθε χρόνο διαφορετικά θέματα και ερωτήματα, επιπλέον δε των προαναφερομένων μαθημάτων, αφιερώνονται ορισμένες ημέρες στη συζήτηση ενός ειδικού θέματος που αφορά τα τελωνεία. Πρόσφατα, μία ολόκληρη ημέρα ήταν αφιερωμένη στη συζήτηση της νομοθεσίας και της επίσημης άποψης όσον αφορά τις ελεγχόμενες παραδόσεις. 2.6.5. Η Σουηδία συμβάλλει επίσης διεθνώς στην κατάρτιση όσον αφορά τα ναρκωτικά. Τον Ιούνιο του 1999, η Σουηδία έστειλε εθνικό εμπειρογνώμονα ιατροδικαστή στον κύκλο μαθημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την κατάρτιση των εκπαιδευτών στην καταπολέμηση των εργαστηρίων παραγωγής παράνομων συνθετικών ναρκωτικών, που οργανώθηκε από την Ευρωπόλ. Αυτός ήταν ο πρώτος κύκλος κατάρτισης σε μία σειρά εθνικών σεμιναρίων τα οποία θα πραγματοποιηθούν σε όλα τα κράτη μέλη. Επιπλέον, οι σουηδοί εμπειρογνώμονες παρέσχον κατάρτιση και πληροφόρηση όσον αφορά το λαθρεμπόριο ηρωίνης κατά μήκος της Οδού των Βαλκανίων σε διάφορες τελωνειακές και αστυνομικές περιφέρειες που ευρίσκονται σε συνοριακά σημεία στη Σουηδία, στη Νορβηγία και στη Δανία. Η εν λόγω κατάρτιση και ενημέρωση παρεσχέθη επίσης επ ευκαιρία ορισμένων άλλων σεμιναρίων κατάρτισης και συνεδριάσεων στις Σκανδιναβικές Χώρες και αλλού στην Ευρώπη. Μεταξύ των διαφόρων αντίστοιχων εκδηλώσεων που έχουν προγραμματισθεί συμπεριλαμβάνεται η ανταλλαγή υπαλλήλων στον τομέα της επιβολής του νόμου με τις Βαλτικές Χώρες και την Πολωνία. Προγραμματίζεται επίσης η διοργάνωση διαφόρων σεμιναρίων με κεντρικό άξονα την συλλογή πληροφοριών σε διεθνές επίπεδο σχετικά με την αμφεταμίνη στην ανατολική περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας. 2.6.6. Η εκπαίδευση των εισαγγελέων έχει υποστεί αλλαγές. Μέχρι προσφάτως, το εθνικό πρόγραμμα κατάρτισης στον τομέα της καταπολέμησης των ναρκωτικών απετελείτο από κύκλο μαθημάτων διαρκείας μίας εβδομάδας για όλους τους εισαγγελείς οι οποίοι έρχονται σε επαφή με αυτή τη μορφή εγκλήματος. Επιπλέον, οι ειδικευμένοι εισαγγελείς παρακολουθούσαν μαθήματα βραχύτερης διάρκεια και συμμετείχαν σε σεμινάρια τα οποία αφορούσαν πιο λεπτομερή θέματα επίγνωσης στον τομέα των ναρκωτικών. 2.6.7. Τώρα έχει αναπτυχθεί νέο πρόγραμμα κατάρτισης για τους εισαγγελείς. Η κατάρτιση αυτή απευθύνεται στους εισαγγελείς οι οποίοι πρόκειται να ειδικευθούν, ή είναι ήδη ειδικευμένοι, στην καταπολέμηση του λαθρεμπορίου ναρκωτικών. Το πρόγραμμα αυτό θα είναι επίσης ανοιχτό σε εισαγγελείς οι οποίοι έχουν κάποια εξειδίκευση και οι οποίοι εργάζονται σε άλλους τομείς προτεραιότητας όπως είναι το έγκλημα που έχει φυλετικά κίνητρα και τα εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος. 8020/01 ΑΗΡ/σα 12

2.6.8. Το νέο πρόγραμμα κατάρτισης για εισαγγελείς στον τομέα των ναρκωτικών έχει διάρκεια δύο εβδομάδων και καλύπτει τα είδη εγκλημάτων τα οποία απαιτούν τη συλλογή αποδείξεων, τις ελεγχόμενες παραδόσεις, τους πληροφοριοδότες και τις παρακολουθήσεις τηλεφώνων. 2.6.9. Οι εισαγγελείς μπορούν επίσης να συμμετέχουν στα μαθήματα και στις εντός της υπηρεσίας προσφερόμενες εκπαιδευτικές διαλέξεις που παρέχονται για τους δικαστές από την Εθνική Διοίκηση Δικαστηρίων. 2.7. Έλεγχος 2.7.1. Όλες οι αρχές επιβολής του νόμου αναθεωρούν ετησίως την πορεία τους και υποβάλλουν εκθέσεις για τα επιτευχθέντα αποτελέσματα και για τις γενόμενες δαπάνες. 2.7.2. Οι εργασίες των διαφόρων αρχών επιβολής του νόμου υπάγονται σε περαιτέρω έλεγχο από διάφορους εξωτερικούς φορείς. Μεταξύ αυτών, ο πιο σημαντικός είναι το Εθνικό Γραφείο Λογιστικού Ελέγχου, το οποίο προβαίνει σε ετήσια εξέταση του τρόπου με τον οποίο ο εν λόγω οργανισμός χειρίζεται τον προϋπολογισμό του. 2.7.3. Οι κοινοβουλευτικοί ελεγκτές παρακολουθούν επίσης στενά τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου. Επιπλέον, οι αρχές αυτές υπάγονται στη συνεχή παρακολούθηση και στον έλεγχο των Εθνικών Διοικήσεων / Κεντρικών Γραφείων τους, της Μόνιμης Επιτροπής Δικαιοσύνης, του Υπουργείου Δικαιοσύνης και του Υπουργείου Οικονομικών. 2.7.4. Άλλη σημαντική μορφή παρακολούθησης ή αξιολόγησης αποτελεί η εργασία της Επιτροπής Ναρκωτικών η οποία διορίσθηκε από τη σουηδική κυβέρνηση το Μάιο του 1998. Η επιτροπή αναμένεται ότι θα υποβάλει τα πορίσματά της μέχρι το τέλος του έτους 2000. Έργο της επιτροπής είναι να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα των σουηδικών πολιτικών στον τομέα των ναρκωτικών από τα μέσα της δεκαετίας του 80 και να προτείνει μέτρα για την αύξηση της αποτελεσματικότητας των προσπαθειών για την καταπολέμηση των παράνομων ναρκωτικών. Η αξιολόγηση καλύπτει τη νομοθεσία, την πρόληψη, την αποκατάσταση των τοξικομανών και μέτρα για τον περιορισμό της παροχής ναρκωτικών. 2.7.5. Τέλος, ο Κοινοβουλευτικός Ombudsman είναι υπεύθυνος για την εξασφάλιση της τήρησης όλων των υποχρεωτικών διαδικασιών από τις αρχές επιβολής του νόμου κατά την εκτέλεση του έργου τους. 8020/01 ΑΗΡ/σα 13

ΤΜΗΜΑ 3 3. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ 3.1. Τράπεζες δεδομένων 3.1.1. Οι σουηδικές αρχές επιβολής του νόμου έχουν πρόσβαση σε ορισμένο αριθμό τραπεζών δεδομένων, όπως είναι τα μητρώα επιτήρησης και τα ποινικά μητρώα που τηρούνται από την αστυνομία, τα ηλεκτρονικά αρχεία που τηρούνται από τους εισαγγελείς, τα ηλεκτρονικά αρχεία που τηρούνται από τις φορολογικές αρχές και τα δημόσια αρχεία. Ο νόμος παρέχει στις αρχές επιβολής του νόμου το δικαίωμα πρόσβασης σε πληροφορίες αεροπορικών εταιριών και εταιριών επιβατηγών πλοίων σχετικά με τους επιβαίνοντες και με το μεταφερόμενο φορτίο. 3.1.2. Η SPADI είναι η τράπεζα τελωνειακών δεδομένων η οποία χρησιμοποιείται τόσο για τη συλλογή πληροφοριών όσο και για την καταχώρηση και τη διάθεση επιχειρησιακών και στρατηγικών πληροφοριών σχετικά με το λαθρεμπόριο. Στη SPADI έχουν πρόσβαση και η αστυνομία και η ακτοφυλακή. Τα τελωνεία έχουν προσφάτως αναλάβει πρωτοβουλία με σκοπό την ανάπτυξη ενός νέου μηχανογραφημένου συστήματος για σκοπούς συλλογής πληροφοριών. 3.1.3. Πληροφορίες σχετικά με υποθέσεις λαθρεμπορίου ναρκωτικών διαβιβάζονται στη μονάδα ναρκωτικών στην NCIS τόσο από σουηδικές όσο και από αλλοδαπές αστυνομικές και τελωνειακές αρχές. Οι πληροφορίες από τους αλλοδαπούς εταίρους διέρχονται κυρίως μέσω των σκανδιναβών αξιωματικών συνδέσμων, αλλά επίσης και μέσω της Ευρωπόλ και της Ιντερπόλ. Για τη συλλογή των δεδομένων που απαιτούνται για περαιτέρω εργασίες στον τομέα των πληροφοριών, χρησιμοποιούνται διάφορα αστυνομικά καθώς και άλλα ηλεκτρονικά αρχεία. Οι επεξεργασμένες πληροφορίες διαβιβάζονται στις επιχειρησιακές αστυνομικές ή τελωνειακές αρχές για την ανάληψη περαιτέρω δράσης. 3.1.4. Οι τάσεις που αφορούν το λαθρεμπόριο ναρκωτικών κοινοποιούνται από τις τελωνειακές αρχές στους υπαλλήλους τους και δημοσιεύονται σε δελτία. Για τη συλλογή των δεδομένων που απαιτούνται για τη συλλογή στρατηγικών πληροφοριών, χρησιμοποιείται το μητρώο κατάσχεσης και ανάλυσης ναρκωτικών μαζί με αποτελέσματα από τις εξετάσεις που διενεργούνται από το Εθνικό Εργαστήριο Εγκληματολογίας. 3.1.5. Στη συνέχεια παρατίθενται άλλες τράπεζες δεδομένων οι οποίες περιέχουν ποινικές πληροφορίες και στις οποίες μπορούν να έχουν πρόσβαση διάφορες μονάδες επιβολής του νόμου, (με την επιφύλαξη της σουηδικής νομοθεσίας) : * Μητρώο υπόπτων περιέχει στοιχεία σχετικά με διάφορους υπόπτους, τηρείται δε από την Υπηρεσία Εθνικής Αστυνομίας η οποία και το διαχειρίζεται. 8020/01 ΑΗΡ/σα 14

* Ποινικό Μητρώο (BR) μητρώο στο οποίο καταγράφονται οι καταδικαστικές αποφάσεις. Υπεύθυνη για την φύλαξη και τη διαχείρισή του είναι η Διοίκηση Εθνικής Αστυνομίας. * Γενικό Αρχείο Ερευνών / Πληροφοριών (ASP) τοπικά αρχεία τα οποία περιέχουν ποινικές πληροφορίες / πληροφορίες όσον αφορά τις έρευνες, κλπ. Υπεύθυνη για τη φύλαξη και τη διαχείρισή τους είναι η Διοίκηση Εθνικής Αστυνομίας. * Εθνικό Αρχείο Ποινικών Πληροφοριών (KUR) ευρίσκεται στο στάδιο ολοκλήρωσης δεν έχει αρχίσει ακόμη να λειτουργεί. 3.2. Χρησιμοποίηση δεδομένων από την αστυνομία και τα τελωνεία 3.2.1. Εδώ και μερικά χρόνια, τα σουηδικά τελωνεία έχουν αναπτύξει τοπικές και εθνικές αναλύσεις κινδύνου, προκειμένου να βελτιώσουν και να διευκολύνουν τη λήψη αποφάσεων σε θέματα όπως είναι η αποτελεσματική κατανομή των πόρων. Κατά την αξιολόγηση του κινδύνου, οι τελωνειακές μονάδες πληροφοριών χρησιμοποιούν τους ακόλουθους βασικούς κανόνες : * Οι τοπικές αναλύσεις κινδύνου πραγματοποιούνται από το τοπικό τμήμα αναλύσεων σε συνεργασία με άλλα τμήματα της αυτής περιοχής. * Τα έγγραφα στα οποία γίνεται ανάλυση του κινδύνου σε εθνική κλίμακα βασίζονται στις τοπικές αναλύσεις. Τα έγγραφα αυτά συντάσσονται από το κεντρικό τμήμα αναλύσεων σε συνεργασία με άλλες τελωνειακές υπηρεσίες. * Αφού λάβει λεπτομερώς γνώση της εθνικής ανάλυσης, η τελωνειακή διοίκηση αποφασίζει σχετικά με τις ακολουθητέες στρατηγικές, προτεραιότητες και οδηγίες όσον αφορά τόσο τις επιχειρησιακές όσο και τις αναλυτικές δραστηριότητες. * Στα προαναφερόμενα θα πρέπει να περιλαμβάνονται οι αποφάσεις της διοίκησης σχετικά με τις ανάγκες παροχής πληροφοριών για το επόμενο έτος. * Θα πρέπει να υπάρχει σταθερή παρακολούθηση και αξιολόγηση μέσω ενεργούς συλλογής πληροφοριών. 8020/01 ΑΗΡ/σα 15

3.2.2. Στην αστυνομία, η επιχειρησιακή ανάλυση χρησιμοποιείται κυρίως σε έρευνες που περιέχουν σημαντικό όγκο πληροφοριών. Χρησιμοποιείται τόσο στον τομέα της συλλογής πληροφοριών όσο και για τη στήριξη προκαταρκτικών ερευνών. Η στρατηγική ανάλυση χρησιμοποιείται για να στηρίζει τις αποφάσεις της διοίκησης. Προβλέπεται η σύντομη καθιέρωση συστήματος για την παρακολούθηση της χρήσης των αναλύσεων σε επιχειρησιακά θέματα. 3.3. Εθνική και Διεθνής Ανταλλαγή Δεδομένων 3.3.1. Ο Νόμος περί Αστυνομικών Δεδομένων περιέχει διατάξεις που περιορίζουν την ανταλλαγή πληροφοριών. Οι αρχές επιβολής του νόμου έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν δεδομένα και πληροφορίες που αφορούν τον τομέα του εγκλήματος σε άλλες υπηρεσίες επιβολής του νόμου (τελωνεία, φορολογικές αρχές), μόνον εφόσον μπορεί να υποτεθεί ότι οι πληροφορίες αυτές έχουν ειδική σημασία για τη διεξαγωγή ποινικής έρευνας. Τα δεδομένα που αφορούν την υγεία, τις σεξουαλικές τάσεις, τις πολιτικές απόψεις, κ.λπ. ενός προσώπου δεν πρέπει να αποθηκεύονται για σκοπούς επιβολής του νόμου και για δικαστικούς σκοπούς. Εφόσον τηρούνται ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές, οι οικείες υπηρεσίες μπορούν να ανταλλάσσουν πληροφορίες σε θέματα επιβολής του νόμου, τόσο σε εκούσια βάση, όσο και κατόπιν αιτήσεως. Συνεχώς γίνονται προσπάθειες για τη βελτίωση της ενημέρωσης μεταξύ των υπηρεσιών, κυρίως δε υπό μορφή τακτικών συναντήσεων, σε όλα τα επίπεδα, μεταξύ εκπροσώπων των διαφόρων σουηδικών υπηρεσιών επιβολής του νόμου. Επιπλέον, στα κοινά εκπαιδευτικά προγράμματα και σεμινάρια συμμετέχουν συχνά εκπρόσωποι των τελωνειακών και αστυνομικών υπηρεσιών καθώς και άλλων αρχών επιβολής του νόμου. Οι τελωνειακές αρχές και η ακτοφυλακή έχουν επίσης τοποθετήσει αξιωματικό σύνδεσμο στην NCIS με σκοπό να προωθήσουν την ανταλλαγή πληροφοριών. 3.3.2. Σε διεθνές επίπεδο, η Διοίκηση Εθνικής Αστυνομίας είναι αρμόδια για να εξετάζει τις αιτήσεις παροχής πληροφοριών. Η κυβέρνηση, ή κυβερνητική υπηρεσία, μπορεί να εκδώσει κανονισμούς προκειμένου να δοθεί σε (τοπική) αστυνομική αρχή η αρμοδιότητα να εξετάσει την αίτηση παροχής πληροφοριών. Στη σουηδική νομοθεσία δεν γίνεται διάκριση μεταξύ «σκληρών» και «ήπιων» πληροφοριών. Ωστόσο, δυνάμει διεθνούς συνθήκης στην οποία έχει προσχωρήσει η Σουηδία μπορούν να παρέχονται σε αλλοδαπή αρχή ή σε διακυβερνητική οργάνωση δεδομένα τα οποία περιλαμβάνονται στο Αρχείο Υπόπτων και στο Ποινικό Μητρώο. Εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση, διαβιβάζονται επίσης πληροφορίες σε δικαστήριο ή σε αστυνομική ή διωκτική αρχή χώρας η οποία είναι μέλος της Ιντερπόλ, όταν αυτό απαιτείται για την πρόληψη, διαπίστωση, διερεύνηση ή δίωξη εγκλημάτων ή για υπόθεση αλλοδαπών. Με την επιφύλαξη νομοθετικών διασφαλίσεων, επιτρέπεται, εφόσον παρίσταται ανάγκη, η ανταλλαγή δεδομένων και πληροφοριών για εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένων ανεξακρίβωτων πληροφοριών, με αλλοδαπές υπηρεσίες επιβολής του νόμου, στα πλαίσια διμερών ή πολυμερών συμφωνιών, της Ευρωπόλ, της Ιντερπόλ ή μέσω αξιωματικών συνδέσμων. 8020/01 ΑΗΡ/σα 16

TMHMA 4 4. ΕΙΔΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ 4.1. Οικονομικές Έρευνες - Νομοθεσία και Κατευθυντήριες Γραμμές 4.1.1. Οι οικονομικές έρευνες διέπονται υπό του Νόμου περί μέτρων κατά της νομιμοποίησης εσόδων. Η Σουηδική Μονάδα Οικονομικών Πληροφοριών (FIU), η οποία ανήκει στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών στον τομέα του Εγκλήματος, παρέχει οικονομικές πληροφορίες μόλις πληροφορηθεί για ύποπτη συναλλαγή νομιμοποίησης εσόδων από κάποια από τις υπηρεσίες οι οποίες είναι υποχρεωμένες να αναφέρουν τέτοια ζητήματα. Η FIU είναι ο αποκλειστικός αποδέκτης πληροφοριών σχετικά με ύποπτες συναλλαγές από τις εν λόγω υπηρεσίες. 4.1.2. Η Σουηδική FIU προβαίνει επίσης στη διεξαγωγή οικονομικών ερευνών όταν διαθέτει τεκμηριωμένες πληροφορίες οι οποίες δικαιολογούν εύλογη υπόνοια για την τέλεση αξιόποινης πράξης. Δεν είναι απαραίτητη η προηγούμενη έκδοση καταδικαστικής απόφασης σε υπόθεση λαθρεμπορίου για να κινηθεί οικονομική έρευνα. Ο εισαγγελέας αποφασίζει σχετικά με την κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων. 4.1.3. Ο Σουηδικός Κώδικας Ποινικής Δικονομίας περιέχει διατάξεις περί προσωρινής κατάσχεσης οι οποίες ισχύουν επίσης σε έρευνες που αφορούν αδικήματα στον τομέα των ναρκωτικών. Σε περιπτώσεις δήμευσης, εφαρμόζεται κυρίως ο Νόμος περί Ναρκωτικών (Ποινές). 4.1.4. Σύμφωνα με το Τμήμα 6 του Νόμου περί Ναρκωτικών (Ποινές), τα έσοδα και τα κέρδη από αδικήματα στον τομέα των ναρκωτικών, τα οποία καλύπτονται από τον εν λόγω Νόμο υπάγονται κατά κανόνα σε δήμευση. Η παραπάνω διάταξη ορίζει ότι τα ναρκωτικά τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για την τέλεση αδικήματος δυνάμει του Νόμου αυτού, ή η αξία τους καθώς και άλλα κέρδη που προκύπτουν από τέτοια αδικήματα πρέπει να κηρύσσονται δημευθέντα, εφόσον αυτό δεν είναι προδήλως άδικο. Αυτό πρέπει να ισχύει επίσης για το ποσό που κατεβλήθη για την τέλεση τέτοιου αδικήματος, ή για την αντίστοιχη αξία, εφόσον το ποσό έχει ήδη εισπραχθεί και η είσπραξή του συνιστά αδίκημα δυνάμει του Νόμου. 4.1.5. Η δήμευση των κερδών από αδικήματα στον τομέα των ναρκωτικών μπορεί να διαταχθεί δυνάμει του Νόμου περί Ναρκωτικών (Ποινές). 4.1.6. Στη Σουηδία δεν υπάρχει διαδικασία «δέσμευσης» σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων, στις οποίες τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα υποχρεούνται να ενημερώνουν τις αρχές σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας του Συμβουλίου της 10ης Ιουνίου 1991. 8020/01 ΑΗΡ/σα 17

4.1.7. Ο σουηδικός Νόμος περί Απορρήτου ρυθμίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι φορολογικές αρχές μπορούν να ανταλλάσσουν φορολογικές πληροφορίες με τις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου. Εάν οι φορολογικές αρχές έχουν υπόνοιες για την τέλεση εγκλήματος, μπορούν να διαβιβάσουν τις πληροφορίες στην αστυνομία και στην εισαγγελική αρχή. Μπορούν επίσης να παρέχουν πληροφορίες εφόσον τους ζητηθεί από την αστυνομία ή από την εισαγγελική αρχή όταν οι εν λόγω αρχές έχουν υπόνοιες για την τέλεση αξιόποινης πράξης. Οι φορολογικές αρχές δεν μπορούν, ωστόσο, να παρέχουν πληροφορίες σε άλλες περιπτώσεις, π.χ. για να διευκολύνουν πιο γενικευμένες μορφές ποινικής έρευνας. 4.1.8. Οι τελωνειακές και οι φορολογικές αρχές συνεργάζονται από κοινού σε τομείς έμμεσης φορολογίας όπως είναι ο ΦΠΑ. 4.1.9. Από τη στιγμή που έχει αρχίσει η διεξαγωγή έρευνας, οι FIU μπορούν να ανταλλάσσουν απ ευθείας με τις φορολογικές αρχές πληροφορίες σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. 4.1.10. Έχουν υποβληθεί προτάσεις από κυβερνητικά διορισμένη επιτροπή με στόχο την ελάφρυνση του βάρους αποδείξεως εάν ένα πρόσωπο κριθεί ένοχο ορισμένων αδικημάτων όπως είναι τα αδικήματα που αφορούν τα ναρκωτικά καθώς επίσης και για τη διεξαγωγή ειδικής οικονομικής έρευνας για την εξέταση των όρων δήμευσης. 4.2 Οικονομικές έρευνες - Αρμόδιες αρχές 4.2.1. Μόνον η αστυνομία είναι αρμόδια για τη διενέργεια οικονομικών ερευνών. Οι εισαγγελείς έχουν το δικαίωμα να ζητούν τη διεξαγωγή ειδικής ερευνητικής πράξης, κατόπιν όμως η αστυνομία αποφασίζει ποιος θα τη διεξαγάγει. Συνήθως αναλαμβάνεται από το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που διερευνούν τη συγκεκριμένη υπόθεση ναρκωτικών. Ενίοτε χρησιμοποιούνται επίσης αστυνομικοί υπάλληλοι από μονάδες που ερευνούν οικονομικά εγκλήματα. Συνήθως, τους ανατίθεται συγκεκριμένο ερευνητικό καθήκον, δεν συμμετέχουν όμως στην ομάδα έρευνας. Τα μέλη του προσωπικού των φορολογικών αρχών δεν συμμετέχουν ποτέ στις προκαταρκτικές έρευνες, μπορούν όμως, εφόσον τους ζητηθεί, να παρέχουν συγκεκριμένες πληροφορίες ή συνδρομή στα πλαίσια της έρευνας εφόσον το επιτρέπουν τα καθήκοντά τους. 4.2.2. Έργο της σουηδικής Μονάδας Οικονομικών Πληροφοριών (FIU) είναι η συλλογή, η επεξεργασία και η ανάλυση πληροφοριών οι οποίες παρέχουν πρώιμες ενδείξεις νέων μορφών οικονομικού εγκλήματος, πλαστογραφίας ή απάτης, καθώς επίσης και η υποστήριξη ερευνητικών δραστηριοτήτων. Επιπλέον, η FIU μπορεί να επικουρεί την αστυνομία με τη διεξαγωγή ερευνών εφόσον αφορούν τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η FIU μπορεί επίσης να αναλαμβάνει τη διεξαγωγή δικών της οικονομικών ερευνών σε σχέση με ύποπτες συναλλαγές νομιμοποίησης εσόδων (STR). Δέκα αστυνομικοί υπάλληλοι από τη σουηδική FIU έχουν λάβει κατάρτιση στα οικονομικά στην Εθνική Αστυνομική Ακαδημία, έχουν δε επίσης καταρτισθεί σε θέματα τραπεζικών συναλλαγών σε συνεργασία με σουηδικές τράπεζες. 8020/01 ΑΗΡ/σα 18

4.3 Ελεγχόμενες παραδόσεις 4.3.1. Το Εγχειρίδιο της Ευρωπόλ περί Ελεγχόμενων Παραδόσεων περιγράφει λεπτομερώς την προσήλωση της Σουηδίας στις πολιτικές του εξειδικευμένου αυτού τομέα, καθώς και την εφαρμογή υπό της χώρας αυτής των εν λόγω πολιτικών. 4.3.2. Οι ελεγχόμενες παραδόσεις δεν διέπονται από ειδική νομοθεσία. Υπάρχει, ωστόσο, εγχειρίδιο το οποίο έχει συνταχθεί από κοινού από την Κεντρική Εισαγγελία, τη Διοίκηση Εθνικής Αστυνομίας και το Κεντρικό Γραφείο των Σουηδικών Τελωνείων στο οποίο συζητούνται διάφορες πτυχές που αφορούν τη χρήση αυτής της μεθόδου. 4.3.3. Η ερευνητική αυτή πρακτική χρησιμοποιείται στο προκαταρκτικό στάδιο μιας έρευνας, οι δε αποφάσεις περί ελεγχόμενων παραδόσεων συνήθως λαμβάνονται από προϊσταμένους Εισαγγελιών ή υψηλόβαθμους ειδικούς αφού πρώτα συμβουλευθούν την αστυνομία και τα τελωνεία. Αν κάποιος από τους τρεις οικείους φορείς δεν επιθυμεί να συμμετέχει σε ελεγχόμενη παράδοση, τότε η παράδοση δεν λαμβάνει χώρα. Πρέπει πρώτα να έχει κινηθεί προκαταρκτική έρευνα για να επιτραπεί η διέλευση ελεγχόμενης παραδόσεως διά μέσου της Σουηδίας. Η έρευνα αυτή ολοκληρώνεται μόλις η παράδοση φύγει από τη χώρα. 4.4.4. Για να συμφωνήσει η Σουηδία να ενεργήσει ως χώρα διέλευσης, η χώρα υποδοχής πρέπει να είναι προετοιμασμένη να δεχθεί την παράδοση και να αναλάβει τη συνεπαγόμενη ευθύνη για την παράδοση αυτή καθώς και για τυχόν επακόλουθες νομικές διαδικασίες. Αν δεν δοθεί αυτή η επιβεβαίωση, η παράδοση πρέπει να σταματήσει προτού φύγει από τη Σουηδία. Οι ελεγχόμενες παραδόσεις ματαιώνονται επίσης σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η αστυνομία και τα τελωνεία θεωρούν ότι έχουν πάψει πλέον να τις ελέγχουν πλήρως. 4.4.5. Οι αιτήσεις για τη διεξαγωγή ελεγχόμενων παραδόσεων απορρίπτονται όταν το όφελος από τη συμμετοχή σε τέτοια ενέργεια είναι δυσανάλογο προς την απαιτούμενη προσπάθεια κα/ή το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Οι αιτήσεις μπορούν επίσης να απορριφθούν εφόσον υπάρχει φόβος ότι η πρακτική θα αποτελούσε παραβίαση της σουηδικής νομοθεσίας στο βαθμό που συνιστά πρόκληση αξιόποινης πράξης καθώς επίσης και εάν το αδίκημα δεν διώκεται σε όλες τις συμμετέχουσες χώρες ή εάν δεν μπορεί να διασφαλισθεί η ασφάλεια των συμμετεχόντων στην επιχείρηση. Περαιτέρω προϋπόθεση είναι η πραγματική ύπαρξη αποδέκτη, ούτως ώστε το πρόσωπο το οποίο μεταφέρει την παράνομη ουσία να μην το πράττει για δικό του λογαριασμό. 4.4.6. Οι αιτήσεις για ελεγχόμενες παραδόσεις αντιμετωπίζονται σε βάση προτεραιότητας και οι αποφάσεις λαμβάνονται το ταχύτερο δυνατόν. 8020/01 ΑΗΡ/σα 19

4.4.7. Επί του παρόντος, για την αποστολή απαντήσεως προς αρχή η οποία υποβάλλει αίτηση ελεγχόμενης παράδοσης απαιτούνται λίγες μόνον ώρες, ή κάπως μεγαλύτερο διάστημα εάν είναι κατά τη διάρκεια της νύχτας. Ανάλογα με την τοποθεσία στη Σουηδία, μπορεί να οργανωθεί ομάδα επιτήρησης για να συναντήσει τη μεταφορά εντός διαστήματος από μία έως δέκα ώρες. 4.4.8. Δεν πραγματοποιούνται ελεγχόμενες παραδόσεις όταν ο μεταφορέας είναι υπάλληλος αλλοδαπής αρχής επιβολής του νόμου. 4.4.9. Οι ελεγχόμενες παραδόσεις συχνά διευκολύνονται μέσω διμερών συμφωνιών. Ο συντονισμός σε αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι τυποποιημένος, αλλά παρέχεται κατά περίπτωση. Όταν σε ελεγχόμενη παράδοση συμμετέχουν διάφορες χώρες, ενημερώνεται η Ευρωπόλ και/ή καλείται να βοηθήσει. Όταν λαμβάνουν χώρα ελεγχόμενες παραδόσεις στην ΕΕ, καλείται η Ευρωπόλ να ενεργήσει ως συντονιστικός φορέας. Σε άλλη περίπτωση χρησιμοποιούνται αξιωματικοί σύνδεσμοι ως διμερή σημεία επαφής ή, όταν δεν είναι διαθέσιμοι, χρησιμοποιούνται οι κεντρικές αρχές στις συμμετέχουσες χώρες. 4.4.10. Η Σουηδία δεν έχει άμεση πείρα ελεγχόμενων παραδόσεων χρήματος. 8020/01 ΑΗΡ/σα 20

ΤΜΗΜΑ 5 5. ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ 5.1. Συνεργασία σε εθνικό επίπεδο 5.1.1. Σε υψηλό επίπεδο υπάρχουν ορισμένες καίριες υπηρεσίες συντονισμού της επιβολής του νόμου, οι οποίες είναι οι εξής : * Το Συμβούλιο Ναρκωτικών, το οποίο περιλαμβάνει εκπροσώπους των αστυνομικών και εισαγγελικών αρχών στη Στοκχόλμη, στο Γκέτεμποργκ και στο Μάλμ και εκπροσώπους του Εθνικού Εργαστηρίου Εγκληματολογίας και του Εθνικού Τμήματος Ποινικών Ερευνών. * Η Κοινή Ομάδα Διαβούλευσης η οποία αποτελείται από εκπροσώπους της Εθνικής Αστυνομικής Ακαδημίας, του Εθνικού Εργαστηρίου Εγκληματολογίας, της Γενικής Εισαγγελίας, του Ινστιτούτου Χημικών Αναλύσεων, του Εθνικού Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας, του Οργανισμού Φαρμάκων, του Κεντρικού Γραφείου των Σουηδικών Τελωνείων και του Εθνικού Τμήματος Ποινικών Ερευνών. * Το Εθνικό Κοινό Πρόγραμμα για τον έλεγχο ναρκωτικών προδρόμων ουσιών με συμμετέχοντες που εκπροσωπούν τον Οργανισμό Φαρμάκων, το Κεντρικό Γραφείο των Σουηδικών Τελωνείων και το Εθνικό Τμήμα Ποινικών Ερευνών. Οι φορείς αυτοί συνεργάζονται με αξιωματικούς επαφής από περιφερειακές αστυνομικές και τελωνειακές αρχές με σκοπό τη συνεργασία με τους νόμιμους εμπόρους χημικών προϊόντων της Σουηδίας. 5.1.2. Υπάρχει διασύνδεση και συνεργασία σε ένα πιο επιχειρησιακό επίπεδο μεταξύ των τριών κυριοτέρων αρχών επιβολής του νόμου, δηλαδή της αστυνομίας, των τελωνείων, και των εισαγγελέων, σύμφωνα με την «Τριμερή Συμφωνία». Πιο επίσημα, η Τριμερής Συμφωνία αποτελεί συμφωνία μεταξύ της Διοίκησης Εθνικής Αστυνομίας, της Τελωνειακής Διοίκησης (νυν Κεντρικό Γραφείο των Σουηδικών Τελωνείων) και της Κεντρικής Εισαγγελίας. 8020/01 ΑΗΡ/σα 21

5.1.3. Η Τριμερής Συμφωνία ρυθμίζει τις διαδικασίες όσον αφορά τις έρευνες υποθέσεων λαθρεμπορίου ναρκωτικών. Τόσο οι τελωνειακές όσο και οι αστυνομικές αρχές αναλαμβάνουν τη διεξαγωγή ερευνών. Εάν, ωστόσο, κατά τη διάρκεια έρευνας καταστεί προφανές ότι η υπόθεση έχει διασυνδέσεις με άλλες μορφές εγκλήματος, τότε κυρίως υπεύθυνη για τη διεξαγωγή της έρευνας καθίσταται η αστυνομία, η οποία επικουρείται, εφόσον παρίσταται ανάγκη, από την τελωνειακή αρχή. 5.1.4. Ανταλλαγές πληροφοριών με τις εισαγγελικές αρχές λαμβάνουν χώρα σύμφωνα με τις συνήθεις διαδικασίες προκαταρκτικής έρευνας. 5.1.5. Έχει αναληφθεί πρωτοβουλία για την επέκταση της Τριμερούς Συμφωνίας σε τετραμερή εταιρική σχέση η οποία θα περιλαμβάνει και την ακτοφυλακή. Μέχρι ότου συμβεί αυτό, οι τοπικές τελωνειακές και αστυνομικές αρχές και η ακτοφυλακή έχουν ειδικές συμφωνίες συνεργασίας. Οι συμφωνίες αυτές απαιτούν όσο το δυνατόν στενότερη συνεργασία του προσωπικού εντός του πλαισίου των συνήθων καθηκόντων του. Μερικές τοπικές συμφωνίες μεταξύ της αστυνομίας και των τελωνείων προβλέπουν την κοινή χρήση χώρων γραφείου, περιπολικών και άλλου εξοπλισμού. Στην περίπτωση ειδικών μέτρων που έχουν συγκεκριμένους στόχους, συντονίζονται επίσης ο κατάλογος υπηρεσίας και ο προγραμματισμός. 5.1.6. Όταν θεωρείται ότι τα εσωτερικά προγράμματα κατάρτισης και ενημέρωσης παρουσιάζουν κοινό ενδιαφέρον, συμμετέχουν εκπρόσωποι των τελωνείων, της αστυνομίας και της ακτοφυλακής. 5.1.7. Η αστυνομία και τα τελωνεία μοιράζονται την πρόσβαση σε διάφορες τράπεζες δεδομένων και σε διάφορα συστήματα πληροφοριών. 5.1.8. Η σουηδική ακτοφυλακή έχει έναν αξιωματικό σύνδεσμο στο «τμήμα ανάλυσης» του κεντρικού τελωνειακού γραφείου, και τόσο τα τελωνεία όσο και η ακτοφυλακή έχουν αξιωματικό σύνδεσμο στο γραφείο της NCIS από όπου διέρχονται πληροφορίες προς και από το κεντρικό εθνικό σημείο επαφής. Το Διεθνές Γραφείο Συνδέσμων στην NCIS αποτελεί το σουηδικό κεντρικό εθνικό σημείο επαφής σύμφωνα με τη σύσταση 19 του Σχεδίου Δράσης για την Καταπολέμηση του Οργανωμένου Εγκλήματος της 28ης Απριλίου 1997. 5.1.9. Στη Σουηδία υπάρχουν πολυτομεακές ομάδες στις οποίες συμμετέχουν εκπρόσωποι διαφόρων αρχών. Μεταξύ αυτών είναι η ομάδα OBiS (Οργανωμένο Έγκλημα στη Σουηδία) η οποία αποτελείται από εκπροσώπους της αστυνομίας και των τελωνείων. Υπάρχουν επίσης περιφερειακές ομάδες «SAMEB» (Συνεργασία κατά του Οικονομικού Εγκλήματος). 8020/01 ΑΗΡ/σα 22

5.1.10. Τόσο οι αστυνομικές όσο και οι τελωνειακές αρχές της Σουηδίας συνεργάζονται, στο βαθμό που το επιτρέπει η εθνική νομοθεσία, με τους ομολόγους τους σε άλλες χώρες μέσω των διεθνών επαφών τους. Αμφότερες οι αρχές επιτρέπουν την πρόσβαση των ομολόγων τους σε πληροφορίες οι οποίες θεωρούνται σημαντικές για συγκεκριμένη έρευνα. 5.2. Συνεργασία σε Διεθνές Επίπεδο 5.2.1. Η Σουηδία έχει συνάψει διμερείς συμφωνίες και αμοιβαίες συμφωνίες για τελωνειακούς σκοπούς με διάφορα κράτη προκειμένου να βελτιωθεί η ανταλλαγή πληροφοριών (βλέπε Παράρτημα Β). 5.2.2. Η Σουηδία ανήκει στην ομάδα Αστυνομικής Συνεργασίας των Σκανδιναβικών Κρατών. Από το 1972, τα Σκανδιναβικά Κράτη έχουν καθιερώσει σύστημα αστυνομικής συνεργασίας το οποίο βασίζεται σε συμφωνία μεταξύ των διοικητών των εθνικών αστυνομιών. Σε κάθε χώρα έχουν εκδοθεί περίπου πανομοιότυποι υπηρεσιακοί κανονισμοί για την υλοποίηση της συμφωνίας αυτής. Η συνεργασία βασίζεται κατ αρχήν στην απευθείας επαφή μεταξύ των αντίστοιχων αστυνομικών αρχών και εισαγγελέων χωρίς τη συμμετοχή κεντρικών φορέων. Οι κεντρικοί φορείς συμμετέχουν μόνο όταν αυτό είναι απαραίτητο για δικαστικούς ή γλωσσικούς λόγους ή όταν απαιτείται κεντρικός συντονισμός. Δεδομένου ότι αποτελεί συμφωνία πλαισίου, μπορεί επίσης να εφαρμόζεται στη συνεργασία σε θέματα ναρκωτικών. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι οι τοπικές αστυνομικές αρχές των Σκανδιναβικών Κρατών μπορούν να συνεργάζονται απευθείας μεταξύ τους σε υποθέσεις ναρκωτικών, π.χ. σε κοινές έρευνες ή ανταλλαγές πληροφοριών. 5.2.3. Η Σουηδία είναι επίσης μέλος της ομάδας Αστυνομικής και Τελωνειακής Συνεργασίας των Σκανδιναβικών Κρατών (PTN). Η αστυνομική και τελωνειακή συνεργασία στις Σκανδιναβικές Χώρες (PTN) αποτελεί συμβουλευτικό μηχανισμό για την αστυνομική και τελωνειακή συνεργασία μεταξύ των Σκανδιναβικών Χωρών. Ενώ αρχικά αποτελούσε ανεπίσημο φόρουμ συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών επιβολής του νόμου των Σκανδιναβικών Κρατών, έλαβε επίσημη μορφή το 1985 βάσει συνθήκης ούτως ώστε να καταστεί πιο αποτελεσματική η επιβολή του νόμου σε θέματα ναρκωτικών. Η αστυνομική και τελωνειακή συνεργασία συγκεντρώνεται κυρίως σε δύο τομείς : την τοποθέτηση αξιωματικών συνδέσμων των Σκανδιναβικών Κρατών και την προετοιμασία κοινών προγραμμάτων για την καταπολέμηση του εγκλήματος, ιδίως του λαθρεμπορίου ναρκωτικών. Αυτή η απόπειρα συνεργασίας έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα επιτυχής. 5.2.4. Για ανταλλαγές πληροφοριών, τα τελωνεία χρησιμοποιούν κυρίως αξιωματικούς συνδέσμους. Αυτό, ωστόσο, συχνά εξαρτάται από το εάν υπάρχουν αξιωματικοί σύνδεσμοι των τελωνείων ή της αστυνομίας ή NLOs (Αξιωματικοί Σύνδεσμοι των Σκανδιναβικών Κρατών) τοποθετημένοι στην οικεία τοποθεσία. Οι πληροφορίες προς ή από τα σουηδικά τελωνεία διαβιβάζονται κυρίως μέσω του Σουηδού αξιωματικού συνδέσμου στην Eυρωπόλ, και σχεδόν ποτέ μέσω της Ιντερπόλ. 8020/01 ΑΗΡ/σα 23

5.2.5. Για ανταλλαγές πληροφοριών, η αστυνομία χρησιμοποιεί την Ιντερπόλ, την Ευρωπόλ και τους αξιωματικούς συνδέσμους των σκανδιναβικών κρατών (NLO), χρησιμοποιεί όμως επίσης άμεσες επαφές με διάφορες υπηρεσίες επιβολής του νόμου για την ανταλλαγή αστυνομικών/τελωνειακών πληροφοριών. Ο δίαυλος επικοινωνίας που επιλέγεται σε κάθε περίπτωση εξαρτάται από το μέρος στο οποίο ανελήφθη η πρωτοβουλία καθώς επίσης και από τη χώρα η οποία συμμετέχει. 5.2.6. Οι επιχειρησιακές ομάδες στη Σουηδία κάνουν χρήση της στήριξης που παρέχεται από το τμήμα αναλύσεων της Ευρωπόλ μέσω του αξιωματικού συνδέσμου της Ευρωπόλ, τόσο σε επιχειρησιακές περιπτώσεις όσο και σε σχέση με την τακτική ανταλλαγή πληροφοριών. Η Σουηδία δεν είχε μέχρι στιγμής λόγο να απευθυνθεί στην Ευρωπόλ για την παροχή τεχνικής συνδρομής ή συμβουλής, τροφοδοτεί όμως ενεργά διάφορα από τα τρέχοντα αρχεία δεδομένων εργασίας προς ανάλυση (AWF) στην Ευρωπόλ με όλα τα δεδομένα τα οποία έχουν σημασία για τις σχετικές υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων δεδομένων από διεξαγόμενες επιχειρήσεις και σχέδια συλλογής πληροφοριών. Η Σουηδία χρησιμοποιεί επίσης τους αξιωματικούς συνδέσμους της Ευρωπόλ ως συμπληρωματικό δίαυλο για την ανταλλαγή πληροφοριών με άλλα κράτη μέλη. 5.3. Αξιωματικοί σύνδεσμοι για ναρκωτικά 5.3.1. Προς το παρόν δεν έχουν τοποθετηθεί στη Σουηδία αξιωματικοί σύνδεσμοι για ναρκωτικά από κανένα κράτος μέλος. Ωστόσο, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της σουηδικής και της ρωσικής κυβέρνησης, η ρωσική κυβέρνηση έχει αποσπάσει αξιωματικό σύνδεσμο στην πρεσβεία της στη Στοκχόλμη για σκοπούς συνεργασίας με τη σουηδική διοίκηση εθνικής αστυνομίας επί θεμάτων όπως η παράνομη διακίνηση ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών. 5.3.2. Εντός του πλαισίου της αστυνομικής και τελωνειακής συνεργασίας, οι σκανδιναβικές χώρες έχουν αυτή τη στιγμή σύνολο 34 αστυνομικών και τελωνειακών υπαλλήλων τοποθετημένων ως αστυνομικών συνδέσμων σε 18 χώρες. Κάθε υπάλληλος έχει διπλωματική διαπίστευση και για τις πέντε κυβερνήσεις των σκανδιναβικών κρατών. 5.3.3. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν σουηδοί αστυνομικοί υπάλληλοι τοποθετημένοι στην Αθήνα, στην Μπανγκόκ, στη Βουδαπέστη, στη Χάγη, στη Μόσχα, στην Πετρούπολη, στο Ταλλίν και στη Βαρσοβία. Ο υπάλληλος της Αθήνας είναι επίσης υπεύθυνος για τη Σόφια, ενώ ο υπάλληλος στη Μπανγκόκ είναι υπεύθυνος για την Άπω Ανατολή. Ένας υπάλληλος στη Στοκχόλμη είναι υπεύθυνος για τη Βαλκανική Χερσόνησο. Επιπλέον, η Σουηδία έχει αποσπάσει προσωπικό στα κεντρικά γραφεία της Ιντερπόλ στη Λυών και στην Ευρωπόλ στη Χάγη. 8020/01 ΑΗΡ/σα 24