Μ. Κακαβούλια Εργαστήριο Ρητορικής & Λόγου Ι Σημειώσεις μαθήματος



Σχετικά έγγραφα
Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι

Γλωσσικές πράξεις στη διαγλώσσα των μαθητών της Ελληνικής ως Γ2

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

PRAGMATIQUE ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΑ. Αγγελική Αλεξοπούλου

PRAGMATIQUE ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΑ. Αγγελική Αλεξοπούλου

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ»

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (ΦΑΣΗ 1 η )

Ι. Πανάρετος.: Καλησπέρα κυρία Γουδέλη, καλησπέρα κύριε Ρουμπάνη.

Μεγάλο βραβείο, μεγάλοι μπελάδες. Μάνος Κοντολέων. Εικονογράφηση: Τέτη Σώλου

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

ΓΛΩ 386 Ζητηματα Νεοελληνικής Σύνταξης

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

της ΜΑΡΙΑΝΝΑΣ ΑΒΕΡΚΙΟΥ Παιδαγωγός MEd, Εκπαίδευση Παιδιών με Ειδικές Ανάγκες Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών, Φιλόλογος


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΠΩΛΗΣΗ

Ενότητα 2 η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Πώς να διαβάζεις στο σπίτι γρήγορα και αποτελεσματικά για μαθητές τάξης Teens 2 & 3 (B & C Senior)

3ο Νηπ/γείο Κορδελιού Τμήμα Ένταξης

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Δεύτερη διδακτική πρόταση Έλεγχος επίδοσης στο σχολείο. 1 φωτοτυπία ανά μαθητή με τον έλεγχο παραγωγή προφορικού λόγου, παραγωγή γραπτού λόγου

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το Α' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη Σμπώκου

ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ

Κεφάλαιο Ένα Επίπεδο 1 Στόχοι και Περιεχόμενο

Γλωσσικό τεστ για παιδιά ηλικίας μηνών

Modern Greek Beginners

Ερωτηματολόγιο. Τρόποι χορήγησης: α) Με αλληλογραφία β) Με απευθείας χορήγηση γ) Τηλεφωνικά

ΜΕΘΟΔΟΙ & ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗΣ ΑΚΡΟΑΣΗΣ ΙΙ «ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ: ΣΧΕΣΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗ ΘΕΡΑΠΕΥΟΜΕΝΟΥ»

Δείκτες Επικοινωνιακής Επάρκειας Κατανόησης και Παραγωγής Γραπτού και Προφορικού Λόγου Γ1

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΤΑΣΗ. Η οργανωμένη ομάδα λέξεων που εκφράζει μόνο ένα νόημα, με σύντομη συνήθως διατύπωση, λέγεται πρόταση.

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Κείμενο 1 [Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση]

ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΕΙΣ. ΤΗΣ ΔΟΜΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΩΣΥΡ κυρίως μετά τη δεκαετία του 60

Οι Φάσεις μιας Διαπραγμάτευσης

Ι ΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ: Προσκλήσεις και ευχές

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ ΣΤΟ CLOUD COMPUTING ΜΑΘΗΣΙΑΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

Χρήστος Μαναριώτης Σχολικός Σύμβουλος 4 ης Περιφέρειας Ν. Αχαϊας Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ ΣΤΗΝ Α ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Είναι το Life Coaching για εσένα;

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Ερωτηματικές προτάσεις. Ερωτηματικές λέγονται οι προτάσεις που στον προφορικό λόγο συνοδεύονται από ανέβασμα της φωνής και στο γραπτό με ερωτηματικό.

Ιδέες των μαθητών της ΣΤ' τάξης του Δημοτικού Σχολείου Athener Schule

Καθηγητής: Λοιπόν, εδώ έχουμε δυο αριθμούς α και β. Ποιος είναι πιο μεγάλος. Λέγε Ελπίδα.

Αντιμετωπίζω προκλήσεις

Ταξινομίες και είδη ερωτήσεων. Δρ Δημήτριος Γκότζος

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

1 / 15 «ΟΙ ΓΛΩΣΣΕΣ ΚΑΙ ΕΓΩ» Ερωτηµατολόγιο για τους µαθητές της 3 ης Γυµνασίου. Μάρτιος 2007

Πώς Διηγούμαστε ή Αφηγούμαστε ένα γεγονός που ζήσαμε

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΟ Γ1 ΤΟΥ 10 ΟΥ Δ.Σ. ΤΣΕΣΜΕ ( ) ΠΟΡΕΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ. ΜΑΘΗΜΑ: Μελέτη Περιβάλλοντος. ( Ενότητα 3: Μέσα συγκοινωνίας και μεταφοράς

ΕΙΔΙΚΕΣ ΒΟΥΛΗΤΙΚΕΣ ΕΝΔΟΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ. Εισάγονται με τους συνδέσμους: ότι, πως, που

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Καλές και κακές πρακτικές στη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας. Άννα Ιορδανίδου ΠΤΔΕ Παν/μίου Πατρών

ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΙΑΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΗΣ, ΕΣΠΙ 1

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

1 / 13 «ΟΙ ΓΛΩΣΣΕΣ ΚΑΙ ΕΓΩ» Ερωτηµατολόγιο για τους µαθητές της 5 ης ηµοτικού. Μάρτιος 2007

ΡΗΜΑΤΑ. Στην πρώτη περίπτωση κάποιος ενεργεί (ρήμα) και η ενέργειά του αυτή ασκείται σε ένα άλλο πρόσωπο ή πράγμα έξω από αυτόν.

Ασκήσεις φυσικής και Δυσλεξία

ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ 1

Η εκμάθηση μιας δεύτερης/ξένης γλώσσας. Ασπασία Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε

ΓΙΝΕ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ! ΜΑΘΕ ΝΑ ΛΕΣ ΟΧΙ!

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ-ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΝΟΣ ΧΡΗΣΙΜΟΥ ΕΡΓΑΛΕΙΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΕΣ ΣΥΝΔΙΑΛΛΑΓΕΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΟΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΟΥΜΕ ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Εργαλείο Εκπαιδευτικής. στον Τοµέα της Επικοινωνίας

Όταν κάποιος ξεκινήσει τον πλειστηριασμό με μια αγορά σκοπός του είναι να περιγράψει όσο καλύτερα μπορεί το χέρι του στον συμπαίκτη του.

The National Institute of Child Health and Human Development (NICHD) Protocol- Interview Guide in Greek

Modern Greek Beginners

Κάπως έτσι ονειρεύτηκα την Γραμμική Αρμονική Ταλάντωση!!! Μπορεί όμως και να ήταν.

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Αξιολογήστε την ικανότητα του μαθητή στην κατανόηση των προφορικών κειμένων και συγκεκριμένα να:

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Χρόνος: 1 ώρα. Οδηγίες

ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ. Οδηγός Φοιτητών. για τη Μετάβαση από το Παλιό στο Νέο Πρόγραμμα Σπουδών

Περιληπτικά, τα βήματα που ακολουθούμε γενικά είναι τα εξής:

Σοφία Παράσχου. «Το χάνουμε!»

Αντιλήψεις-Στάσεις των μαθητών του γυμνασίου και των Λ.Τ. τάξεων σχετικά με την σχολική ζωή

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: ΛΕΚΤΙΚΗ ΚΑΙ ΜΗ ΛΕΚΤΙΚΗ. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: 3. Δημιουργία και Βελτίωση Κοινωνικού Εαυτού

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ & ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΛΟΓΟΥ Το Διαδικαστικό Μοντέλο

A μέρος Σεμιναρίου. Λευκωσία Οκτωβρίου 2008 Μαρία Παναγή- Καραγιάννη

Επαγγελματικές κάρτες

Γιούλη Χρονοπούλου Μάιος Αξιολόγηση περίληψης

:00:11:17 00:00:13:23. Έλα δω να δεις :00:13:23 00:00:15:18. Η Χλόη είναι αυτή; :00:16:21 00:00:18:10. Ναι.

Διοίκηση Λειτουργιών. τετράδιο 1

Κεφάλαιο 9. Έλεγχοι υποθέσεων

ΚΟΙΝΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ

ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ

Για αυτό τον μήνα έχουμε συνέντευξη από μία αγαπημένη και πολυγραφότατη συγγραφέα που την αγαπήσαμε μέσα από τα βιβλία της!

ΕΝΟΤΗΤΑ 1η (318E-320C)

3. Πώς θα ήθελα να είναι / συμπεριφέρονται τα παιδιά για να είμαι ευχαριστημένος/η; Παράρτημα ΙΙ

Μαθηματικά: Αριθμητική και Άλγεβρα. Μάθημα 3 ο, Τμήμα Α. Τρόποι απόδειξης

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΑΠΟΔΕΛΤΙΩΣΗ

Γραμματισμός στο νηπιαγωγείο. Μαρία Παπαδοπούλου

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Δ - Ε - ΣΤ Δημοτικού

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Ηλεκτρικά Κυκλώματα (Μ.Χ. ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ) Η προσθήκη λαμπτήρων επηρεάζει την ένταση του ρεύματος σε ένα ηλεκτρικό κύκλωμα;

κάνουμε τι; Γιατί άμα είναι να είμαστε απλώς ενωμένοι, αυτό λέγεται παρέα. Εγώ προτιμώ να παράγουμε ένα Έργο και να δούμε.

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 2017

Το βιβλίο της Μ. Autism Resource CD v Resource Code RC115

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΡΑΤΙΚΑ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΑ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ

Transcript:

ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, ΜΕΣΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Ε ΕΞΑΜΗΝΟ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ 2005 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ & ΛΟΓΟΥ Ι Διδάσκουσα: Μαρία Κακαβούλια ΓΡΑΦΕΊΟ Δ 16 ΩΡΕΣ ΓΡΑΦΕΙΟΥ Δευτέρα 13.00-14.00, Τετάρτη 14.30-16.00 Τηλ. 210-920 1738 [Δευτέρα 14.00-17.00 αίθουσα Β5 1 Νέου Κτιρίου] ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ : Η ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ 17-10-2005 ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΑ Πολλές όψεις της γλωσσικής χρήσης που μελετώνται υπό το πρίσμα της ανάλυσης λόγου, εξετάζονται επίσης από την λεγόμενη Πραγματολογία, η οποία εστιάζει στη σχέση γλώσσας και περικειμένου. Μελετά: 1. πώς η ερμηνεία γλωσσικών δεδομένων εξαρτάται από την κοσμοαντίληψη κάθε ατόμου 2. τον τρόπο που διάφοροι ομιλητές αντιλαμβάνονται αλλά και χρησιμοποιούν τη γλώσσα, και 3. τον τρόπο που η δομή των φράσεων και προτάσεων επηρεάζεται και διαμορφώνεται ανάλογα με την σχέση που έχουν μεταξύ τους ακροατές και ομιλητές Μελετά αυτό που οι ομιλητές / χρήστες λόγου εννοούν (το νόημα) με αυτό που λένε και όχι την στενή, κυριολεκτική σημασία όσων λέγονται Η πραγματολογική ανάλυση του λόγου στοχεύει στο να απαντήσει σε ερωτήματα όπως «Τί εννοείς μ αυτό;» και όχι στο Τί σημαίνει (κυριολεκτικά) αυτό;». Σε αντίθεση με την ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΑ (semantics), η ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ενδιαφέρεται για το νόημα σε σχέση με την πραγματική χρήση της γλώσσας και τους σκοπούς της γλωσσικής επικοινωνίας 1

Λόγος και Πραγματολογία Ο λόγος και η πραγματολογία μελετούν ειδικότερα τις εξής πλευρές της γλωσσικής επικοινωνίας: τη σχέση χρήσης της γλώσσας και κοινωνικο-πολιτισμικού περικειμένου η γλωσσική γνώση που παράγει νόημα πέρα από τη λέξη, τη φράση, την πρόταση γλωσσικά μοτίβα που επαναλαμβάνονται και χαρακτηρίζουν ενότητες γραπτής και προφορικής γλώσσας τι εννοούν με αυτά που λένε οι άνθρωποι και με ποια μέσα επιτυγχάνεται αυτό τον τρόπο που η γλώσσα παρουσιάζει διαφορετικά κοσμοείδωλα και αντιλήψεις / ερμηνείες για τα πράγματα 2

Λόγος και Πραγματολογία: μερικά πεδία ανάλυσης Πραγματολογία: Το νόημα εντός πλαισίου, δηλ. η σχέση ανάμεσα σε αυτό που λέμε, αυτό που εννοούμε και αυτό που καταλαβαίνουμε, μέσα στα συμφραζόμενα συγκεκριμένων περιστάσεων ή μιας συγκεκριμένης κατάστασης Λόγος: μοτίβα γλώσσας που χαρακτηρίζουν πολλά κειμενικά είδη. Παράγραφος, οργάνωση κειμένου, άνοιγμα και κλείσιμο συνομιλίας, εναλλαγή ομιλητών στη συνομιλία, λεξιλόγιο, σύνδεση λέξεων και ενοτήτων λόγου: ο τρόπος μέσα από τη γλώσσα συστήνονται διαφορετικές κοσμοαντιλήψεις, ερμηνείες και ιδεολογικές στάσεις, κοινωνικές και ψυχολογικές όψεις της γλωσσικής χρήσης, «πραγματική» χρήση της γλώσσας Προσεγγίσεις στην ανάλυση του λόγου - Σημαντικές συμβολές: John Austin, How to Do Things with Words (1962) John Searle, Speech Acts (1969) Paul Grice (1975) Del Hymes, Ethnography of Communication 3

Harvey Sacks, Emanuel Schegloff, Gail Jefferson, Conversation Analysis Michael Halliday, Ruqaiya Hasan Gunter Kress, Norman Fairclough, Ruth Wodak, Teun van Dijk, Critical Discourse Analysis Γλωσσικές Πράξεις. Οι φιλόσοφοι της γλώσσας J. Austin και J. Searle, μαθητής του πρώτου, ανέπτυξαν τη θεωρία των γλωσσικών πράξεων μέσα από την άποψή τους πως η γλώσσα χρησιμεύει για να κάνει και άλλα πράγματα εκτός από το να διατυπώνει την αλήθεια ή την πλάνη συγκεκριμένων δηλώσεων. Διαλέξεις στο Παν/ιο του Harvard (1950, 1960) Κατά τον ίδιο τρόπο που το σώμα μας επιτελεί πράξεις (όπως το να κλείσουμε την πόρτα ή να γευματίσουμε), έτσι και η γλώσσα χρησιμοποιείται για να επιτελέσει πράξεις (δίνω οδηγίες, ζητάω κάτι, προειδοποιώ για κάτι, συμβουλεύω, κ.ά.). Αυτές ονομάστηκαν γλωσσικές πράξεις. Οι άνθρωποι κάνουν πράγματα με τις λέξεις, ακριβώς όπως πράττουν και με το σώμα τους (physical actions). Στον αντίποδα του λογικού θετικισμού για την γλώσσα οι Austin, Searle υποστήριξαν πως πολλές φράσεις δεν περιγράφουν μόνο γεγονότα ή καταστάσεις, ως προς τον αληθειακό ή μη χαρακτήρα τους, έχουν και μια 4

δυναμική πραγμάτωσης ή επιτέλεσης πράξεων πέρα από την κυριολεκτική σημασία τους Προτασιακό Περιεχόμενο εναντίον Προσλεκτικής Ισχύος Σχέση μεταξύ προτασιακού περιεχομένου (=κυριολεκτικό νόημα) ενός εκφωνήματος και σε τι αυτό αποσκοπεί να κάνει Προτάσεις: κυριολεκτικές σημασίες και νόημα διαφέρουν «Κάνει κρύο εδώ μέσα» : αναφορά στη θερμοκρασία, αλλά και μια πράξη αιτήματος σε κάποιον να κάνει κάτι, όπως π.χ. να κλείσει την πόρτα «Έχει φαγητό στο ψυγείο»: όχι απλή αναφορά σε ένα πραγματικό δεδομένο, αλλά και πρόθεση του ομιλητή να προσφέρει σε κάποιον κάτι Ερμηνείες ανάλογα με το αποτέλεσμα της γλωσσικής πράξης και τον αποδέκτη της (π.χ. μη φυσικός ομιλητής της Ελληνικής). Επικοινωνιακή σύγχυση Κατά συνέπεια, οι φράσεις έχουν συχνά και ένα κυριολεκτικό περιεχόμενο αλλά και ένα προσλεκτικό νόημα, δηλ.κάτι πέρα από αυτό που λέγεται με κυριολεκτική σημασία των λέξεων Οι Austin και Searle μίλησαν για τρεις τύπους πράξεων οι οποίες χαρακτηρίζουν κάθε εκφώνημα ή πρόταση Λεκτική πράξη (locutionary act) [περιεχόμενο, αναφορά λεκτικής πράξης] Προσλεκτική πράξη (illocutionary act) [προθέσεις του ομιλητή όταν εκφωνεί φράσεις, π.χ. αίτημα, προσφορά κλπ.) Απολεκτική πράξη (perlocutionary act) [αποτέλεσμα εκφωνήματος στον αποδέκτη, σκέψεις που προκαλούνται ή πράξεις που επιτελούνται] Ο όρος γλωσσική πράξη αναφέρεται κυρίως στον δεύτερο τύπο, την προσλεκτική πράξη ή δύναμη ενός εκφωνήματος 5

Παράδειγμα από μήνυμα σε δημόσιο χώρο δείχνει καθαρά την προσλεκτική δύναμη των γλωσσικών πράξεων 1 «σας ευχαριστούμε που δεν καπνίζετε στους χώρους του αεροδρομίου και θα θέλαμε να σας υπενθυμίσουμε να προσέχετε τις αποσκευές σας» [Κάνει δυο πράγματα: λέει να μην καπνίζουν και προειδοποιεί σε περίπτωση που αφήνουν χωρίς επίβλεψη τις αποσκευές] Οι αποδέκτες του λόγου συμπεραίνουν την πρόθεση ενός εκφωνήματος και από την μορφή, το περιεχόμενο, αλλά και τα συμφραζόμενα (context) στα οποία λέγεται. Εξ ίσου για να συναγάγουμε το νόημα μιας γλωσσικής πράξης λαμβάνουμε υπόψη όχι μόνο αυτό που ακούγεται ή γράφεται απομονώνοντάς το, αλλά και τη σχέση του με όσα έχουν προηγηθεί ή ακολουθούν, ένα πλήρες δηλ. κείμενο. 2 «Γειά» [χαιρετισμός, επίκληση/ ερώτηση ( είναι κανείς εδώ; ), απάντηση σε επίκληση (π.χ. στο τηλέφωνο)] Επιπροσθέτως, η προσλεκτική δύναμη του εκφωνήματος μπορεί να επεκτείνεται πέραν μιας εκφωνούμενης φράσης σε μια αλυσίδα φράσεων όπως όταν ζητάμε κάτι ή όταν απολογούμαστε 3 Α: Θυμάσαι κάτι καφέ κοκάλινα γυαλιά ηλίου; Β: Α, ναι. Α: Εκείνα που τα είχες πάντα στο αυτοκίνητο; Β: Μμ. Α: Τα βάζεις συχνά; Β: Μπα, όχι και πολύ. Α: Να τα πάρω εγώ; Επίσης, μια έκφραση, ένα εκφώνημα μπορεί να έχει παραπάνω από μια προσλεκτική δύναμη. 4 «Θα ήθελες ένα ποτό;» Ερώτηση και προσφορά μαζί. Πιθανές απαντήσεις 6

«Όχι, ευχαριστώ» ή «Ναι, ευχαρίστως» [αντιμετωπίζει την ερώτηση και ως προσφορά που αποφασίζει να μην δεχθεί ή να δεχθεί ] 5 «Κάνει κρύο εδώ μέσα» Δήλωση γεγονότος, αίτημα που απευθύνεται σε κάποιον, προειδοποίηση σε κάποιον για να ντυθεί καλύτερα κλπ. Κωδικοποιημένοι διάλογοι σε άλλες περιστάσεις (γιατρός- ασθενής) κ.α. 6 «Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες και άλλα στοιχεία που υπονομεύουν την αξιοπιστία των λεγομένων της κυρία Λεβίνσκυ» (ο δικηγόρος του προέδρου Κλίντον στην υπόθεση Λεβίνσκυ μιλώντας στον δικηγόρο της αντίδικου) Στην περίπτωση αυτή η δήλωση του δικηγόρου του Κλίντον διαβεβαιώνει για ένα γεγονός αλλά και συνιστά μια πράξη πειθούς. Σε μια γλωσσική πράξη συνυπάρχουν περισσότερα προσλεκτικά νοήματα. Προτασιακή Δομή και Λειτουργία της Γλώσσας. Από γλωσσική άποψη, υπάρχουν τυπικές μορφές έκφρασης κάποιων γλωσσικών πράξεων. Για παράδειγμα, συχνά (όχι πάντα) χρησιμοποιούμε μια ερώτηση, ή μια ερωτηματική μορφή διατύπωσης για να εξακριβώσουμε κάτι, να αποσπάσουμε μια πληροφορία, μια δηλωτική μορφή για να ανακοινώσουμε κάτι και μια προστακτική μορφή για να κινήσουμε τον άλλο να κάνει κάτι. Ωστόσο, δεν συμβαίνει πάντα αυτό. Παράδειγμα, το παρακάτω μήνυμα από τηλεφωνητή: 7 «Γεια σου, εγώ είμαι. Μπορείς να φέρεις τις φωτοτυπίες του άρθρου σήμερα; Θα είμαι στο Πανεπιστήμιο ως τις τρεις. Τα λέμε» 7

Τύπος πρότασης Ερωτηματική Δηλωτική Προστακτική Παράδειγμα Καίει το φαγητό; Όχι, είναι χλιαρό. Καθίστε ένα λεπτό. Αυτό μας οδηγεί στις έμμεσες και στις άμεσες γλωσσικές πράξειs 8

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ 24-10-2005 Αμεσες και Έμμεσες Γλωσσικές Πράξεις. Πολλές φορές όταν μιλάμε εννοούμε ακριβώς αυτό που λέμε. Η ερώτηση στο 8 που τέθηκε στον Πρόεδρο Κλίντον από δικηγόρο της Paula Jones στις ΗΠΑ είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα 8 Είχατε εξωσυζυγική σχέση με την Μόνικα Λεβίνσκυ; Ωστόσο, πολλές φορές επιτελούμε έμμεσα κάποιες γλωσσικές πράξεις. Με άλλα λόγια, εννοούμε κάτι τελείως διαφορετικό από το κυριολεκτικό νόημα όσων λέμε. Αν, για παράδειγμα, μας επισκεφθεί ένας φίλος την ώρα που τελειώνουμε τη συγγραφή μιας εργασίας, μπορούμε να του πούμε «έχει καφέ στην καφετιέρα». Σε αυτή την περίπτωση κάνουμε κάτι παραπάνω από μια δήλωση με αυτή τη φράση προσφέρουμε κάτι ή ακόμη προτείνουμε στο φίλο μας να αυτοεξυπηρετηθεί. Αυτό είναι ένα παράδειγμα μιας έμμεσης γλωσσικής πράξης. Ο ομιλητής εννοεί κάτι διαφορετικό από αυτό που λέγεται στην κυριολεξία. Περαιτέρω παραδείγματα του ίδιου: «Μπορείς να μου δώσεις σε παρακαλώ το αλάτι;». Ερώτηση όχι για την ικανότητα (μπορείς), αλλά για να ζητήσουμε κάτι. Το ρήμα μπορώ συχνά χρησιμοποιείται σε υπηρεσιακές και άλλες συναλλαγές όχι για να δηλωθεί η ικανότητα ή το επιτρεπτό (ή μη) μιας ενέργειας. Στο παράδειγμα 9, από μια τηλεφωνική συνομιλία με την υπηρεσία πληροφοριών του ΟΤΕ, φαίνεται σαφώς αυτή η χρήση του «μπορώ»: 9 Α: Ναι, πώς μπορώ να σας βοηθήσω; Β: Μπορείτε να μου πείτε το τηλέφωνο του Παντείου Παν/ιου; Στο πρώτο εκφώνημα προσφέρεται μια υπηρεσία (προσφορά), δεν τίθεται δηλ. ένα ερώτημα που αφορά την ικανότητα του υπαλλήλου, ενώ στο δεύτερο εκφώνημα γίνεται η αποδοχή της προσφοράς και ταυτόχρονα ζητείται κάτι. Στον παρακάτω πίνακα ακολουθούν περισσότερα παραδείγματα αιτηματικών προτάσεων με έμμεσες και άμεσες γλωσσικές πράξεις. Ενώ 9

σε άλλες γλώσσες τα αιτήματα εκφέρονται συνήθως έμμεσα (όπως π.χ. στην αγγλική με εκφράσεις όπως «θα μπορούσατε να», «μπορείτε να», «θα είχατε την καλοσύνη να», κλπ.) στην ελληνική γλώσσα οι συναλλαγές γίνονται με άμεσες γλωσσικές πράξεις ανάλογα βέβαια και με την περίσταση (π.χ. «θέλω να πάρω» ή «μου δίνετε», κλπ.). Καμία από τις δηλωτικές προτάσεις του ακόλουθου πίνακα δεν περιορίζεται σε μια πράξη ανακοίνωσης, ακόμα και οι ερωτηματικές προτάσεις δεν εκλαμβάνονται μόνο ως ερωτήσεις. Πρόταση Γλωσσική Άμεση Πράξη ή έμμεση Μπορείς να βγάλεις έξω τα σκουπίδια; Αίτημα Έμμεση Ακόμα να βγουν τα σκουπίδια έξω! Αίτημα Έμμεση Θα σε πείραζε να βγάλεις έξω τα σκουπίδια; Αίτημα Έμμεση Εσύ έχεις αναλάβει να βγάζεις τα σκουπίδια; Αίτημα Έμμεση Βγάλε έξω τα σκουπίδια! Αίτημα Άμεση Σου ζητάω να βγάλεις έξω τα σκουπίδια. Αίτημα Άμεση Πίνακας: Παραδείγματα έμμεσων και άμεσων γλωσσικών πράξεων Οι έμμεσες γλωσσικές πράξεις δύσκολα αναγνωρίζονται από ξένους ομιλητές, καθώς αυτοί δεν γνωρίζουν ότι π.χ. στα ελληνικά το «έχει μπύρα στο ψυγείο» συνιστά ταυτόχρονα και μια προσφορά ή ότι το «θα σε πείραζε να...» δεν ρωτάει αν πειράζει κάτι κάποιον, αλλά ζητάει ταυτόχρονα κάτι. Στην περίπτωση της φόρμουλας «σε πειράζει αν καπνίσω;», η απάντηση «ναι με πειράζει» σημαίνει ταυτόχρονα και «μην καπνίσεις». Ένας τρόπος αναγνώρισης της γλωσσικής πράξης είναι μέσω της χρήσης αυτού που ο Austin αποκαλεί Επιτελεστικό Ρήμα: ένα ρήμα, το οποίο ονομάζει την γλωσσική πράξη, όπως στην περίπτωση του «στοιχηματίζω 50 ευρώ πως θα νικήσει ο Παναθηναϊκός σήμερα». Γλωσσικές πράξεις με επιτελεστικά ρήματα είναι συνήθως άμεσες γλωσσικές πράξεις, γιατί 10

επιτελούν με άμεσο και κυριολεκτικό τρόπο τη λειτουργία τους. Προφανώς πολλές προτάσεις δεν περιλαμβάνουν επιτελεστικά ρήματα αλλά ακόμα και αν περιλαμβάνουν, οι γλωσσικές πράξεις δεν ταυτίζονται με τη λειτουργία των ρημάτων αυτών όπως στο παράδειγμα; «προτείνω να τα αλλάξεις όλα στην εργασία σου, γιατί είναι εντελώς λάθος η προσέγγιση!», όπου αυτό που εννοείται δεν είναι μόνο μια απλή «πρόταση», αλλά η απαίτηση αλλαγής! Ρητά και εννοούμενα επιτελεστικά ρήματα και εκφράσεις. Ο Austin θεώρησε πως ορισμένα ρήματα όταν εκφωνηθούν στο α πρόσωπο ενικού και ενεστώτα οριστικής συνιστούν την επιτέλεση της πράξης την οποία δηλώνουν, όπως π.χ. υπόσχομαι, διαβεβαιώνω, παραδέχομαι, συγχαίρω, παρακαλώ, κηρύσσω κ.α. 10 Υπόσχομαι να έρθω στις έξι Σας διαβεβαιώνω ότι τα προϊόντα μας είναι υγιεινά Παραδέχομαι το λάθος μου Σε συγχαίρω για το θάρρος σου Σε παρακαλώ να μην ξανάρθεις Κηρύσσω την έναρξη του συνεδρίου Αυτές οι προτάσεις αποτελούν αντίστοιχα πράξη υπόσχεσης, διαβεβαίωσης, παραδοχής, συγχαρητηρίων, παράκλησης και ανακήρυξης. Αντίθετα, αν άλλαζε η έγκλιση ή ο χρόνος τα εκφωνήματα δεν θα ισοδυναμούν με τις ίδιες γλωσσικές πράξεις. Για παράδειγμα, 10 α Του υποσχέθηκε να έρθει στις έξι Διαβεβαίωσέ τον ότι τα προϊόντα μας είναι υγιεινά Η πρώτη φράση τώρα πια αποτελεί έναν ισχυρισμό και η δεύτερη μια προσταγή, ενώ με τα ρήματα υποσχέθηκε και διαβεβαίωσε περιγράφεται και δεν επιτελείται η αντίστοιχη πράξη. Διέκρινε μάλιστα τα επιτελεστικά σε ρητά και εννοούμενα ρήματα (performative verbs). Και στις δυο περιπτώσεις οι γλωσσικές πράξεις είναι άμεσες με τη διαφορά ότι σε άλλες αναφέρεται το επιτελεστικό και σε άλλες όχι, όπως για παράδειγμα στις φράσεις «φύγε από δω!» και «σε 11

διατάζω να φύγεις από εδώ!». Και οι δυο προτάσεις συνιστούν άμεσες γλωσσικές πράξεις γιατί διατάζουν κάποιον να φύγει και εκλαμβάνονται στην κυριολεκτική τους σημασία. Στη δεύτερη περίπτωση, όμως, έχουμε ένα ρητό, συγκεκριμένο επιτελεστικό ρήμα (διατάζω) ενώ στην πρώτη έχουμε μια εννοούμενη επιτελεστική φράση,καθώς η φύση της γλωσσικής πράξης προκύπτει μέσα από τα συμφραζόμενα στα οποία συμβαίνει. «Φύγε από εδώ» μπορεί να είναι πράγματι μια διαταγή, αλλά σε άλλα συμφραζόμενα μπορεί να είναι μια προειδοποίηση ή μια συμβουλή. Πρέπει να τονίσουμε επίσης πως άλλα ρήματα εκτός από τα επιτελεστικά δεν ισοδυναμούν με πράξεις, όπως π.χ. τα ρήματα ζωγραφίζω, συλλαβίζω, περιγράφω δεν αποτελούν πράξεις ζωγραφικής, περιγραφής, συλλαβισμού, αλλά περιγραφή τους. Χαρακτηριστική είναι και η κατηγορία των επιτελεστικών εκφράσεων ή στερεοτυπικών εκφράσεων όπως π.χ. συγχαρητήρια, συλλυπητήρια, μπράβο, τα σέβη μου, χαιρετίσματα κ.ά. Αυτές οι εκφράσεις σημαδεύουν ένα εκφώνημα ως πράξη έκφρασης συγχαρητηρίων κλπ. Προσλεκτικοί ενδείκτες. Ο Searle εμπλούτισε τη θεωρία του Austin επισημαίνοντας ότι υπάρχουν κάποιες χρήσεις της γλώσσας που προσδιορίζουν την προσλεκτική δύναμη μιας γλωσσικής πράξης. Με ποια γλωσσικά μέσα σημαδεύουμε ένα εκφώνημα έτσι ώστε οι συνομιλητές μας να το εκλάβουν ως διαβεβαίωση π.χ. και όχι ως απειλή; Η σπουδαιότητα αυτού του ζητήματος είναι άμεσα συνδεδεμένη με το γεγονός ότι τα εκφωνήματα μας στη γλωσσική επικοινωνία αποβλέπουν σε ορισμένα αποτελέσματα και έχουν συνέπειες τόσο για εμάς όσο και για τους άλλους. Αν λ.χ. υποσχεθώ σε κάποιον να τον επισκεφθώ και δεν το κάνω, αυτό μειώνει την αξιοπιστία μου. Για παράδειγμα, η λέξη «υπόσχεση» σε συνδυασμό με καταστασιακούς δείκτες μπορεί να δείχνει ότι ένα εκφώνημα συνιστά πράγματι μια υπόσχεση. Η προσλεκτική δύναμη ενός εκφωνήματος γίνεται φανερή και με άλλους τρόπους: συγκεκριμένη σειρά των λέξεων, συγκεκριμένο τονισμό μιας λέξης, ανέβασμα ή κατέβασμα του τόνου, επιλογή συγκεκριμένου τύπου πρότασης (δηλωτική, προστακτική, ερωτηματική). 12

Ο Searle αποκαλεί αυτά τα γλωσσικά μέσα που σημαδεύουν μια πρόταση ως προσλεκτική πράξη «τρόπους δείξης της προσλεκτικής δύναμης» ή «προσλεκτικούς ενδείκτες» (illocutionary force indicating devices). Ικανοποιητική επιτέλεση γλωσσικών πράξεων. Δεν αρκεί η σωστή γραμματικοσυντακτική εκφορά μιας πρότασης, όπως είπαμε, για να μιλήσουμε για «ορθή» γλωσσική πράξη. Η «ορθότητα» μιας γλωσσικής πράξης αναφέρεται στη δυνατότητα επίτευξης ενός αποτελέσματος με τη χρήση ορισμένων γλωσσικών εκφράσεων και αναφέρεται επίσης στις συνθήκες που πρέπει να ισχύουν ώστε η σύνδεση γλωσσικών μέσων και αποτελέσματος να είναι εφικτή. Για παράδειγμα η εκφώνηση της φράσης «Σε παρακαλώ να έρθεις» θα ήταν περίεργη αν συνοδευόταν από κάποιες αντιθετικές προτάσεις όπως για παράδειγμα, 11 Σε παρακαλώ να έρθεις, αλλά δεν θέλω να έρθεις Σε παρακαλώ να έρθεις, αν και ξέρω ότι δεν είσαι σε θέση να μετακινηθείς Σε παρακαλώ να έρθεις αλλά δεν επιδιώκω να έρθεις Μια παράκληση δεν συμβιβάζεται με τη γνώση ότι ο ακροατής δεν είναι σε θέση να κάνει αυτό που του ζητούμε ή με την έκφραση της ακριβώς αντίθετης πρόθεσης του ομιλητή. Η ικανοποιητική επιτέλεση μιας γλωσσικής πράξης εξαρτάται λοιπόν και από εξωγλωσσικές συνθήκες, όπως είναι οι επιθυμίες, ικανότητες, προθέσεις, αντιλήψεις, η κοινή γνώση των συνομιλητών. Η «ορθότητα» της γλωσσικής δραστηριότητας μας παραπέμπει αναγκαστικά στην εξωγλωσσική πραγματικότητα, στην υπέρβαση του γλωσσικού συστήματος. 13

Τύποι γλωσσικών πράξεων. Κατά τον Searle (1969, 1976) οι γλωσσικές πράξεις θα έπρεπε να κατηγοριοποιούνται σε ομάδες με βάση κριτήρια που πηγάζουν από ένα σύνολο κοινών προϋποθέσεων και αντιλήψεων. Επειδή αυτό στάθηκε αδύνατο, ο φιλόσοφος πρότεινε ένα πιο περιορισμένο σύνολο κριτηρίων για την κατηγοριοποίηση των γλωσσικών πράξεων. Τα πιο σημαντικά από αυτά αφορούν α) τον σκοπό του εκφωνήματος (με την έννοια του τι θέλει ο ομιλητής να κάνει αυτός που δέχεται και στον οποίο απευθύνεται το εκφώνημα, ο «άλλος»), β) την κατεύθυνση προσαρμογής του εκφωνήματος (γλωσσικά μέσα) σε αυτό που ζητάμε από το άλλο πρόσωπο να κάνει, και γ) την πίστη που δείχνει ο ομιλητής στα ίδια του τα λόγια. Ο Searle περιέγραψε πέντε βασικούς τύπους γλωσσικών πράξεων 1 Αναπαραστατικές ή αντιπροσωπευτικές (representatives): εκφωνήματα με τα οποία ο ομιλητής δεσμεύεται για την αλήθεια των λεγομένων του, όπως στην περίπτωση της διαβεβαίωσης 2 Κατευθυντικές γλωσσικές πράξεις (directives): εκφωνήματα με τα οποία ο ομιλητής προσπαθεί να κατευθύνει σε συγκεκριμένες πράξεις τον ακροατή 14

3 Δεσμευτικές γλωσσικές πράξεις (commissives): ο ομιλητής δεσμεύεται απέναντι στον ακροατή για κάποια μελλοντική δράση ή ενέργεια 4 Εκφραστικές γλωσσικές πράξεις (expressives): εκφωνήματα που εκφράζουν μια συγκεκριμένη ψυχολογική κατάσταση (π.χ. απολογούμαι) 5 Διακηρυκτικές γλωσσικές πράξεις (declaration): εκφωνήματα που επιφέρουν με την εκφώνησή τους μια άμεση αλλαγή σε μια κατάσταση πραγμάτων, (όπως π.χ. «καθαιρώ» ή «απέλασε») ΑΣΚΗΣΕΙΣ Ι. Αναγνωρίστε τον τύπο πρότασης και γλωσσικής πράξης των παρακάτω προτάσεων. Είναι έμμεσες ή άμεσες; Σκεφτείτε πιθανά περικείμενα εκφοράς τους 1 Συγνώμη, δεν μπορώ να σας μιλήσω στο τηλέφωνο αυτή τη στιγμή. 2 Παρακαλώ, αφήστε μήνυμα μετά το ηχητικό σήμα. 3 Θα επικοινωνήσω αργότερα μαζί σας. 4 Μπορείς να μου τηλεφωνήσεις; 5 Πάρε τηλέφωνο. ΙΙ. Αναλύστε το παρακάτω κείμενο ως προς τους τύπους πρότασης, τις γλωσσικές πράξεις (άμεσες, έμμεσες) Α: Δεν μπορώ να σας απαντήσω στο τηλέφωνο. Παρακαλώ αφήστε μήνυμα μετά το σήμα 15

Β: Εγώ είμαι πάλι. Προσπαθώ να οργανώσω ένα πάρτι για τα γενέθλια της Μιράντας το Σάββατο. Μπορείς να μου τηλεφωνήσεις, να μου πεις να θα έρθετε; ΙΙΙ. Γράψτε μερικά επιτελεστικά ρήματα της ελληνικής γλώσσας που δρουν σαν ενδείκτες της προσλεκτικής δύναμης γλωσσικής πράξης IV. Έχουν γίνει μελέτες για το «Γεια» (αντίστοιχα και για το Hallo ) ως μιας έκφρασης που αποκτά διαφορετικά νοήματα σε διαφορετικά συμφραζόμενα. Σκεφτείτε κάποια άλλη έκφραση που να αποκτά διαφορετικές σημασίες ανάλογα με τα συμφραζόμενα 16

ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, ΜΕΣΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Ε ΕΞΑΜΗΝΟ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ 2005 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ & ΛΟΓΟΥ Ι Διδάσκουσα: Μαρία Κακαβούλια ΓΡΑΦΕΊΟ Δ 16 ΩΡΕΣ ΓΡΑΦΕΙΟΥ Δευτέρα 13.00-14.00, Τετάρτη 14.30-16.00 Τηλ. 210-920 1738 [Δευτέρα 14.00-17.00 αίθουσα Β5 1 Νέου Κτιρίου] ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ : ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ 7-11-05 & 31-10-2005 ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΑ Όταν συνομιλούν και γενικά διεπιδρούν συνομιλητές από διαφορετικές κουλτούρες/ πολιτισμικό υπόβαθρο, τότε μπαίνουν στο παιχνίδι μια σειρά από διαφορετικές κοινωνικές νόρμες και πολιτισμικές προϋποθέσεις. Σε κάθε πολιτισμό και κουλτούρα, για παράδειγμα, η πληροφόρηση ή η επιχειρηματολογία λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο. Το νόημα δηλ, κάθε γλωσσικής πράξης όπως π.χ. μια άρνηση ή μια προσφορά ποικίλλει. Συχνά, επίσης, εγείρονται επικοινωνιακά προβλήματα επειδή οι εννοούμενες προϋποθέσεις και οι νόρμες είναι διαφορετικές. Παρεξήγηση π.χ. μπορεί να δημιουργηθεί όταν κάποιος δεν τηρεί τις υποσχέσεις του, εγκαλείται γι αυτό, οπότε αναμένεται να απολογηθεί και δεν το κάνει., όπως στην περίπτωση επικοινωνίας μεταξύ ενός 17

ιάπωνα φοιτητή και ενός βρετανού τεχνίτη ηλεκτρολόγου. Η γλωσσική πράξη της απολογίας σημαίνει για τον γιαπωνέζο μια πράξη αποδοχής και μόνον της κατηγορίας, είναι θέμα τυπικό που δεν εγείρει ταυτόχρονα και αντίστοιχη πράξη αποκατάστασης, ενώ για τον βρετανό το να απολογηθεί και να δεχτεί την κατηγορία, σημαίνει ταυτόχρονα και την ανάληψη ευθύνης για τα κακώς κείμενα καθώς και την συνακόλουθη ανάληψη σχετικής δράσης για να τα αποκαταστήσει. Οι έρευνες που ασχολούνται με αυτό το είδος της διαπολιτισμικής χρήσης των γλωσσικών πράξεων εντάσσονται στο γενικό πλαίσιο που ονομάζεται διαπολιτισμική πραγματολογία (cross-cultural pragmatics) O Leech διακρίνει δυο σημαντικές έννοιες μέσα σε αυτό το πεδίο (pragmalinuistics and sociopragmatics) Οι πολιτισμικά εστιασμένες μελέτες των γλωσσικών πράξεων έχουν κατά καιρούς ερευνήσει τα εξής θέματα: πώς ζητάμε κάτι (request) στη αμερικάνικη αγγλική και στα εβραϊκά του Ισραήλ σημάδια ανοίγματος, τέλους της συνομιλίας, ανάδρασης και ευγένειας στα γερμανικά και στα αγγλικά τρόπους που εκφράζεται η συμφωνία, η διαφωνία, η κολακεία (κομπλιμέντο), η ευχαριστία και η απολογία στα ιαπωνικά και στα αγγλικά στρατηγικές ερώτησης στα σουηδικά και στα αγγλικά ρητορικές ερωτήσεις στα ιταλικά και στα αγγλικά στρατηγικές εμμεσότητας και ευγένειας (προκειμένου να ζητήσει κανείς κάτι) στα αγγλικά και τα εβραϊκά Αυτές οι μελέτες κατέληξαν στο ότι η κοινωνική απόσταση, η κοινωνική δύναμη που κατέχει κάποιος παίζει σημαντικό ρόλο ως προς τον τρόπο που μια συγκεκριμένη γλωσσική πράξη διατυπώνεται. Αυτό ποικίλλει βέβαια ανάλογα και με το συγκεκριμένο πολιτισμό, την θέση, την ηλικία και το φύλο κάθε ομιλητή ή συνομιλητή. Κατέληξαν πάντως στο ότι οι στρατηγικές που χρησιμοποιούνται στη διατύπωση γλωσσικών πράξεων διαφέρουν από πολιτισμό σε πολιτισμό. Η Wierzbicka στο βιβλίο της Cross Cultural Pragmatics: The Semantics of Human Interaction (1991) λέει ότι οι γλωσσικές διαφορές οφείλονται στις διαφορές των πολιτισμικών νορμών και προϋποθέσεων και ότι δεν υπάρχει καθολικότητα στην έκφραση των γλωσσικών πράξεων. Παραθέτει, μάλιστα, πολλά παραδείγματα από διαπολιτισμικές διαφορές στην συμπεριφορά των γλωσσικών πράξεων. Για παράδειγμα η ερώτηση «θέλεις μια μπύρα;» στα πολωνικά ισοδυναμεί με το «προτιμάς μια μπύρα;» (απάντηση καθ όλα αποδεκτή θα ήταν, π.χ. «οχι, προτιμώ κρασί»), ενώ η ίδια ερώτηση στα αγγλικά ισοδυναμεί με μια προσφορά. 18

Επίσης, η ίδια θεωρητικός αναφέρει πως στα πολωνικά δίνεις συνήθως συμβουλές με τη χρήση προστακτικής («σε συμβουλεύω: πες την αλήθεια»), ενώ στα αγγλικά αυτό γίνεται με ποικίλους άλλους τρόπους («στη θέση σου θα έλεγα την αλήθεια», ή «γιατί δεν λες την αλήθεια; Θα ήταν καλύτερο, νομίζω», κλπ.). Οι διαφορετικές πραγματιστικές νόρμες αντανακλούν διαφορετικές ιεραρχίες αξιών, χαρακτηριστικών για κάθε κουλτούρα. Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της γλωσσικής πράξης της ευχαριστίας, δείχνει ότι κάποιες λέξεις δεν υπάρχουν σε όλες τις γλώσσες, όπως, για παράδειγμα, ο προφορικός ευθύς τρόπος του «ευχαριστώ» δεν έχει αντίστοιχο στα ιαπωνικά. Τα υπονοήματα των γλωσσικών πράξεων διαφέρουν ανάλογα με τις κοινωνικές και πολιτισμικές αντιλήψεις και νόρμες κάθε φορά. Περαιτέρω παράδειγμα η περίπτωση της συστατικής επιστολής που διαφέρει στα δεδομένα της ιαπωνικής ακαδημαϊκής κοινότητας και της ευρωπαϊκής ακαδημαϊκής κοινότητας (τόνος, ύφος, έκταση επιστολής, πράγματα που δεν λέγονται κλπ.). Τέτοιες διαφορές μπορεί να δημιουργήσουν μια σειρά από προβλήματα επικοινωνίας (γλωσσικής και κοινωνικοπραγματολογικής τάξης) που ονομάστηκαν με τον όρο διαπολιτισμική πραγματολογική αποτυχία (cross-cultural pragmatic failure, Thomas 1983, Baxter 1983) και απασχόλησαν μελετητές της διαπολιτισμικής επικοινωνίας. Παρόμοια προβλήματα θεωρούνται επίκαιρα στις μέρες μας λόγω της εξάπλωσης της αγγλικής ως μιας διεθνούς γλώσσας σε πολλούς τομείς της διαπολιτισμικής επικοινωνίας όπου δυο ομιλητές που δεν έχουν την αγγλική ως μητρική τους γλώσσα, την χρησιμοποιούν εντούτοις ως τρίτη γλώσσα επικοινωνίας (βλ. π.χ. διεθνή συνέδρια, οργανισμούς κλπ.). Θεωρήθηκε από πολλούς αναγκαία η εξάσκηση και εκπαίδευση σε θέματα διαπολιτισμικής επικοινωνίας και η μελέτη των συναφών πεδίων (γλωσσικά, κοινωνικά και πραγματολογικά πολιτισμικά δεδομένα). Η θεωρία των γλωσσικών πράξεων και η διαπολιτισμική πραγματολογία μας λένε αρκετά για το τι εννοούν οι άνθρωποι όταν μιλούν και σε μονογλωσσικές αλλά και σε πολυγλωσσικές καταστάσεις. Δεν εξηγούν, ωστόσο, επαρκώς πώς και γιατί π.χ. επιλέγουμε να διατυπώσουμε κάτι με έμμεση γλωσσική πράξη και όχι με άμεση γλωσσική πράξη. Αυτό το θέμα το εξετάζουν μελέτες για τις Αρχές της επικοινωνίας, για το συνομιλιακό υπονόημα κ.ά. 19

ΑΣΚΗΣΗ Σκεφτείτε ή θυμηθείτε μια κατάσταση όπου είχατε μια εμπειρία διαπολιτισμικής πραγματολογικής αποτυχίας. Εξηγείστε τί συνέβη και τι θα λέγατε σε κάποιον που θα βρισκόταν σε παρόμοια κατάσταση. Συνδέστε τη συζήτησή σας με τις θεωρητικές έννοιες που μόλις συζητήσαμε. 20

ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ. Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ Η πραγματολογία διερευνά τις σχέσεις ανάμεσα στο νόημα, τα συμφραζόμενα και την επικοινωνία. Υπάρχουν δύο έννοιες-κλειδιά σ αυτή την περιοχή έρευνας. Είναι η το νόημα του ομιλητή (speaker meaning) και η αρχή της συνεργασίας (cooperative principle). Οι ομιλητές συχνά εννοούν περισσότερα από αυτά που κατά λέξη λένε. Αυτά που λένε έχουν και ένα προσλεκτικό νόημα (illocutionary meaning) ή σημασία που δι-εγείρεται από τον ίδιο τον ομιλητή. Το ερώτημα-κλειδί είναι πώς αναδύονται οι σημασίες ή τα νοήματα του ομιλητή. Για να κατορθώσει κάποιος να ερμηνεύσει ό,τι λέμε, ο φιλόσοφος Paul Grice, στο άρθρο του Logic and Conversation (1975), υποστηρίζει ότι πρέπει να υποθέσουμε ότι λειτουργεί ένα είδος αρχής της συνεργασίας. Σύμφωνα με τον Grice, οι άνθρωποι υποθέτουν ότι υπάρχουν κάποιοι κανόνες διάδρασης, μια σειρά στρατηγικών επικοινωνίας που μας κατευθύνουν σε μια συγκεκριμένη ερμηνεία όσων λέει κάποιος (εκτός κι αν έχουμε ένδειξη για το αντίθετο). Περιγράφει ως εξής την αρχή της συνεργασίας : Κάνε ώστε η συμβολή σου στη συνομιλία να είναι αυτή που απαιτείται, η πρέπουσα, τη στιγμή που εμφανίζεται, από τον κοινά αποδεκτό σκοπό ή την κατεύθυνση της συνομιλίας στην οποία συμμετέχεις (Grice 1975: 45) 21

Πρόκειται για το βασικότερο σημείο της θεωρίας του Grice. Η αρχή της συνεργασίας κατευθύνει και ελέγχει την εξέλιξη του διαλόγου. Οι ομιλητές συνομιλούν παίρνοντας σαν βάση την αρχή ότι όλοι υπακούουν στους κανόνες της συνεργασίας προκειμένου να διεξαγάγουν επιτυχημένο διάλογο. Η αρχή της συνεργασίας βασίζεται στη λογική της ανθρώπινης σκέψης και γιαυτό ξεπερνά τα στενά όρια μιας συγκεκριμένης γλώσσας. ΣΥΝΟΜΙΛΙΑΚΑ ΑΞΙΩΜΑΤΑ Ο Grice υποστηρίζει ότι η αρχή αυτή αποτελείται από τέσσερις επιμέρους αρχές ή συνομιλιακά αξιώματα (conversational maxims) που ρυθμίζουν την επικοινωνία. Είναι: 1. Το αξίωμα της ποιότητας να είσαι αληθής 2. Το αξίωμα της ποσότητας να είσαι σύντομος 3. Το αξίωμα της συνάφειας να είσαι συναφής 4. Το αξίωμα του τρόπου να είσαι σαφής. 1. Η συμβολή σου στο διάλογο να είναι όσο γίνεται πιο αληθινή. Μη λες κάτι που ξέρεις ότι είναι ψευδές ή κάτι για το οποίο δεν έχεις επαρκείς αποδείξεις. Δηλαδή, πρέπει να λέμε αυτό που πιστεύουμε ότι είναι αληθές και αυτό για το οποίο έχουμε επαρκή τεκμήρια (το αξίωμα της ποιότητας). Έτσι, αν δεν είμαστε βέβαιοι γι αυτό που θέλουμε να πούμε ή θέλουμε να αποφύγουμε να συμπεράνει κάποιος ότι διαθέτουμε επαρκή τεκμήρια γι αυτό που λέμε, συχνά χρησιμοποιούμε επισχετικά (hedges) όπως οι φράσεις Όσο ξέρω ή υποθέτω, για να δείξουμε ότι έχουμε επίγνωση αυτής της αρχής. 2. Πρέπει, επίσης, να κάνουμε τη συμβολή μας τόσο ενημερωτική όσο απαιτείται για τον συγκεκριμένο στόχο και να μην την κάνουμε περισσότερο πληροφοριακή από όσο απαιτείται για την περίσταση (το αξίωμα της ποσότητας). Μη λες περισσότερα από όσα χρειάζονται. Συχνά 22

χρησιμοποιούμε επισχετικά, για να δείξουμε ότι έχουμε επίγνωση και αυτού του αξιώματος. Για παράδειγμα, μπορούμε να πούμε για να μην μακρηγορώ ή όπως ίσως ήδη γνωρίζετε, για να δηλώσουμε την επίγνωση αυτή. 3. Το τρίτο αξίωμα (το αξίωμα της συνάφειας) λέει ότι πρέπει να κάνουμε τη συμβολή μας να είναι συναφής με τον άμεσο σκοπό της συνομιλίας ή να δείχνουμε με ποιον τρόπο δεν είναι συναφής για παράδειγμα, δηλώνοντας μιαν αλλαγή θέματος μέσω της χρήσης κατάλληλων λέξεων και εκφράσεων, όπως το παρεμπιπτόντως, ή δεικτών οργάνωσης του λόγου, όπως το εν πάση περιπτώσει, τέλος πάντων ή το λοιπόν, για να δείξουμε ότι έχουμε συνείδηση του γεγονότος ότι η συζήτηση ξεστράτισε σε άσχετη κατεύθυνση και ότι θέλουμε να την επαναφέρουμε στο αρχικό της θέμα. Και πάλι, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε επισχετικά όπως η φράση Δεν ξέρω αν αυτό είναι σημαντικό, αλλά, για να δείξουμε ότι έχουμε επίγνωση αυτής της προσδοκίας. 4. Το τέταρτο αξίωμα (το αξίωμα του τρόπου) λέει ότι πρέπει να είμαστε σαφείς σε ό,τι λέμε. Να αποφεύγεις την αδιαφάνεια στην έκφρασή σου. Να είσαι σύντομος και οργανωμενος, ο λόγος σου να έχει σειρά και τάξη. Δηλαδή, πρέπει να αποφεύγουμε την αμφισημία ή την ασάφεια και να είμαστε σύντομοι και καλά οργανωμένοι στη συνομιλιακή μας συμβολή. Για μια φορά ακόμη, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε επισχετικά όπως η φράση Δεν είμαι βέβαιος ότι αυτό έχει νόημα, αλλά, για να δείξουμε ότι έχουμε επίγνωση του αξιώματος αυτού. Δηλαδή, χρησιμοποιούμε επισχετικά όχι μόνο για να δείξουμε ότι έχουμε συνείδηση των συνομιλιακών αξιωμάτων αλλά και ότι προσπαθούμε να τα ενεργοποιούμε. Περιμένουμε, λοιπόν, η συμβολή ενός ομιλητή σε μια συνομιλία να είναι γνήσια, ούτε μεγαλύτερη (πλεοναστική) ούτε μικρότερη (πληροφοριακά φτωχότερη) από ό,τι απαιτείται, όπως επίσης σαφής και συναφής με τη διάδραση. Ο Grice υποστηρίζει ότι δεχόμαστε a priori ότι ένας ομιλητής ακολουθεί τα αξιώματα αυτά και συνδυάζουμε την προϋπόθεση αυτή με τη γνώση του κόσμου που διαθέτουμε, για να κατανοήσουμε τι εννοεί με αυτά που λέει. Για παράδειγμα, μια γειτόνισσά μου θα μπορούσε να πει: «Μια γάτα έχει σφηνώσει κάτω από την αυλόπορτα στο νούμερο 67!». 23

Ακολουθώντας τα συνομιλιακά αξιώματα, υποθέτω ότι η γειτόνισσά μου λέει την αλήθεια, ότι είναι συναφής και ότι δεν φλυαρεί, γιατί θέλει να είναι σύντομη και σαφής. Έτσι, ερμηνεύω αυτό που λέει ως εξής: «Μπορείς να με βοηθήσεις να ελευθερώσω τη γάτα που σφήνωσε κάτω από την αυλόπορτα στο νούμερο 67;». Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες το να είσαι αληθής, σύντομος και συναφής θα μπορούσε να σημαίνει διαφορετικά πράγματα. Για παράδειγμα, αν κάποιος ρωτήσει Σε ποια θερμοκρασία βράζει το νερό;, μια σύντομη και γενικά αληθής απάντηση θα ήταν Στους 100 βαθμούς Κελσίου. Ωστόσο, δεν είναι «τόσο αληθής» όσο η απάντηση Στους 100 βαθμούς, ανάλογα με το υψόμετρο. Υπάρχουν, λοιπόν, περιπτώσεις όπου δεν μπορούμε να είμαστε ταυτόχρονα σύντομοι και αληθείς. Παραβίαση της αρχής της συνεργασίας. Υπάρχουν, επίσης, περιστάσεις κατά τις οποίες απαιτείται να παραβιαστεί ένα από τα αξιώματα αυτά όπως σε ένα δικαστήριο, όπου μπορεί να ζητηθεί από κάποιον να περιγράψει κάτι με τόσες λεπτομέρειες οι οποίες σε άλλη περίσταση θα μπορούσαν να θεωρηθούν παραβίαση του αξιώματος της ποσότητας. Το επόμενο παράδειγμα, από το βιβλίο του Cook (1989) Discourse, είναι ένα καλό σχετικό παράδειγμα: Φανταστείτε δυο φίλους να συζητούν πίνοντας καφέ και τον έναν να λέει Τι έκανες την Παρασκευή;. Μια κατάλληλη απάντηση θα ήταν Τίποτε το ιδιαίτερο. Πήγα στη δουλειά. Ωστόσο, αν κάποιος δεχόταν την ίδια ερώτηση ως μάρτυρας σε δικαστήριο, θα ήταν προτιμότερο να απαντούσε: Σηκώθηκα στις οχτώ παρά είκοσι. Έφτιαξα ένα τοστ και ένα φλιτζάνι τσάι. Άκουσα τις ειδήσεις. Και έφυγα για τη δουλειά στις οχτώμισι. Στην περίπτωση αυτή, ο ομιλητής, προκειμένου να φανεί ειλικρινής, δεν μπορεί να εξακολουθεί να είναι τόσο σύντομος. Αν, ωστόσο, ο μάρτυρας έλεγε: Ανασηκώθηκα στο κρεβάτι. Χουζούρεψα για λίγο, ύστερα έριξα στους ώμους μου μια ζακέτα, σηκώθηκα από το κρεβάτι, πήγα προς το μπάνιο, άνοιξα την πόρτα του μπάνιου, άναψα το φως του μπάνιου, μπήκα στο μπάνιο, κοιτάχτηκα στον καθρέφτη, έριξα δυο-τρεις χούφτες κρύο νερό στο πρόσωπό μου (Cook 1989: 69) 24

θα ήταν «ακόμη πιο ειλικρινής», αλλά παραβιάζοντας, τη φορά αυτή, το αξίωμα της ποσότητας. Μπορούμε, επίσης, να πούμε περισσότερα από όσα χρειάζονται, για να δείξουμε ότι έχουμε αίσθηση μιας περίστασης, όπως σε έναν αποχαιρετιστήριο λόγο, ή λιγότερα από όσα χρειάζονται, με πιθανή (επιδιωκόμενη) επίπτωση να φανούμε απότομοι ή αγενείς. Σε άλλες περιστάσεις οι ομιλητές παραβιάζουν την αρχή της συνεργασίας, αλλά προϋποθέτουν ότι ο ακροατής τους έχει επίγνωση του πράγματος. Για παράδειγμα, αν πεις Το τηλέφωνό μου ποτέ δεν σταματά να χτυπά, ξέρεις ότι το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεσαι ξέρει ότι αυτό δεν είναι αληθές κατά κυριολεξία και ότι αυτό που λες εκλαμβάνεται ως ένα σχήμα λόγου μάλλον παρά ως ένα ψέμα. Παρομοίως, αν πεις Αυτή έχει ατσάλινα νεύρα, υποθέτεις ότι ο ακροατής σου δεν θα νομίσει ότι αυτό είναι αληθές κατά κυριολεξία. Το ίδιο ισχύει στην περίπτωση του σαρκασμού. Έτσι, αν πεις Μου αρέσει όταν ξεχνάς να μου πεις ότι δεν θα μείνεις μέσα, ο ακροατής σου ξέρει ότι αυτό δεν αληθεύει κυριολεκτικά. Το παράδειγμα που ακολουθεί φωτίζει περισσότερο το εν λόγω ζήτημα. Το απόσπασμα προέρχεται από μια διαφήμιση του διεθνούς προγράμματος BBC που έχει σχέση με την πώληση ταινιών, βίντεο και ηχητικών ντοκουμέντων για τη χρήση τους σε διαφημίσεις, κινηματογραφικές ταινίες και ντοκιμαντέρ. Προφανώς το BBC δεν αποβλέπει (κυριολεκτικά) στον αυτοπυροβολισμό των μελλοντικών του πελατών αλλά, μάλλον, στο να διαβάσουν το κείμενο με έναν άλλο τρόπο. Αν το BBC δεν έχει το υλικό που χρειάζεστε, μπορείτε να αυτοπυροβοληθείτε. (Cinema Papers 125, Ιούνιος 1998: 69) Παρομοίως, κάποιος θα μπορούσε να παραβιάσει το αξίωμα του τρόπου επιλέγοντας σκόπιμα για τα λεγόμενά του μια σχοινοτενή και σύνθετη διατύπωση. Το παράδειγμα που ακολουθεί προέρχεται από την ένορκη κατάθεση του Προέδρου Κλίντον στη δίκη για τη σεξουαλική παρενόχληση της Paula Jones, όπου και οι δύο ομιλητές παραβιάζουν το αξίωμα του τρόπου: Ε: Αν [η Monica Lewinsky] έλεγε σε κάποιον ότι είχε σεξουαλική σχέση μαζί σας από τον Νοέμβριο του 1995, θα έλεγε ψέματα; 25

Α: Αυτή σίγουρα δεν είναι η αλήθεια. Δεν θα ήταν αλήθεια. Ένας ομιλητής θα μπορούσε, επίσης, να είναι επίτηδες σκοτεινός ή αμφίσημος έτσι ώστε κάποιος άλλος που θα άκουγε τη συνομιλία να μην μπορούσε να καταλάβει τι λέγεται. Για παράδειγμα, όταν οι γονείς συνομιλούν μπροστά στο παιδί τους και δεν θέλουν να τους καταλάβει. Οι άνθρωποι μπορούν, επίσης, να παραβιάσουν το αξίωμα της συνάφειας ή να τους παρατηρηθεί ότι παραβιάζουν το αξίωμα αυτό με παρόμοιους τρόπους. Στο απόσπασμα που ακολουθεί ένας δημοσιογράφος παίρνει συνέντευξη από την ποπ σταρ Courtney Love, που έγινε κινηματογραφική ηθοποιός, επιτηρούμενος από τους ανθρώπους που κάνουν τις δημόσιες σχέσεις της. Οι τελευταίοι έχουν ξεκαθαρίσει στον δημοσιογράφο ότι ερωτήσεις για το πολυτάραχο παρελθόν της Courtney Love απαγορεύονται στη συνέντευξη. Πριν από τη συνέντευξη οι άνθρωποι που κάνουν τις δημόσιες σχέσεις της Courtney Love είπαν στον δημοσιογράφο: Όχι ερωτήσεις για τον Kurt Cobain [εκδότη του περιοδικού Hustler], για ναρκωτικά ή στριπτήζ. Ωστόσο, οι προϊστάμενοι του δημοσιογράφου τού είχαν μηνύσει ότι, αν γύριζε πίσω χωρίς να έχει υποβάλει αυτές τις ερωτήσεις, ο εκδότης του θα του έδινε τα παπούτσια στο χέρι. Έτσι κι αυτός έκανε τις ερωτήσεις. Έι, πολύ σκληρό παιχνίδι παίζουμε εδώ του πέταξε άγρια από τη γωνία του στούντιο ένας από τους ανθρώπους των δημοσίων σχέσεων της ποπ σταρ. Αν συνεχίσεις έτσι, φεύγεις. Άσκηση 1 Σκέψου κι άλλες περιστάσεις όπου παραβιάζονται τα αξιώματα του Grice. 26

Συνομιλιακό υπονόημα. Μια έννοια-κλειδί για την αρχή της συνεργασίας είναι η έννοια του συνομιλιακού ή διαλογικού (Φιλιππάκη, 1991) υπονοήματος (conversational implicature). Το συνομιλιακό υπονόημα αναφέρεται στο συμπέρασμα (inference) που εξάγει ένας ακροατής σχετικά με το νόημα του ομιλητή, νόημα που προκύπτει από την ερμηνεία της κυριολεκτικής σημασίας αυτού που λέγεται, της αρχής της συνεργασίας και των επιμέρους αξιωμάτων της. Η Blakemore, στο βιβλίο της Understanding Utterances (1992), δίνει το εξής παράδειγμα: Φαντάσου κάποιον να λέει Τι έχει η τηλεόραση; και έναν άλλον που, αφού κοιτάξει την εφημερίδα, λέει Τίποτε. Είναι προφανές ότι ο δεύτερος ομιλητής δεν εννοεί εντελώς τίποτε αλλά μάλλον τίποτε που να αξίζει τον κόπο να το δεις. Ο πρώτος ομιλητής (σωστά) θα το υποθέσει και θα συναγάγει το νόημα που δίνει ο δεύτερος ομιλητής. Ο Yule, στο βιβλίο του Pragmatics (1996), δίνει ένα συναφές παράδειγμα: Φαντάσου κάποιον να τρώει ένα χάμπουργκερ και κάποιον άλλον να λέει Πώς σου φαίνεται; Ο πρώτος ομιλητής ενδέχεται να απαντήσει Το χάμπουργκερ είναι χάμπουργκερ, πράγμα που είναι αληθές, αποφεύγει όμως να κάνει την αξιολόγηση που του ζητήθηκε. Ένα συμπέρασμα που θα μπορούσε να εξαχθεί είναι ότι ο πρώτος ομιλητής δεν έχει γνώμη (είτε καλή είτε κακή) να εκφράσει για το χάμπουργκερ. Επίσης, πιθανότατα ο ίδιος ομιλητής θα ήθελε ο δεύτερος ομιλητής να βγάλει το συμπέρασμα ότι όλα τα χάμπουργκερ είναι ίδια. Ένα κρίσιμο γνώρισμα των συνομιλιακών υπονοημάτων είναι ότι θα πρέπει να μπορούν να προσδιοριστούν από τον ακροατή. Το παρακάτω παράδειγμα (από τον πάγκο σερβιρίσματος γλυκισμάτων σε ένα σουπερμάρκετ) είναι διαφωτιστικό: Πελάτης νούμερο 2. Στην παρούσα περίσταση οι πελάτες ξέρουν ότι πρέπει να πάρουν ένα αριθμημένο εισιτήριο από ένα μηχάνημα και τότε θα εξυπηρετηθούν με τη σειρά τους. Έτσι, ο πελάτης με το εισιτήριο νούμερο 2 συμπεραίνει ότι η παραπάνω εκφορά ισοδυναμεί με προσφορά υπηρεσίας. Ο Grice υποστηρίζει ότι οι ακροατές, για να προσδιορίσουν ένα συνομιλιακό υπονόημα, στηρίζονται: 1 στις συμβατικές σημασίες των λέξεων 27

2 στην αρχή της συνεργασίας και τα αξιώματά της 3 στα γλωσσικά και μη γλωσσικά συμφραζόμενα της εκφοράς 4 σε πρότερη γνώση 5 στο γεγονός ότι όλα τα παραπάνω είναι διαθέσιμα και στους δύο μετέχοντες (συνομιλητές) και ότι και οι δύο προϋποθέτουν ότι αυτό ισχύει. Τα συνομιλιακά υπονοήματα με δεδομένο ότι αυτή είναι η βασική διαδικασία εξαγωγής τους μπορούν να προκύψουν με έναν από τους εξής τρεις τρόπους: α) ένα αξίωμα μπορεί να τηρηθεί απαρέγκλητα. Στο παράδειγμα που ακολουθεί Α: Τι θα θέλατε; Β: Έξι φέτες ζαμπόν, παρακαλώ. ο Β ακολούθησε το αξίωμα της ποιότητας λέγοντας τι θέλει, το αξίωμα του τρόπου απαντώντας με σαφήνεια, το αξίωμα της ποσότητας λέγοντας αρκετά και όχι περισσότερα, και το αξίωμα της συνάφειας δίνοντας μιαν απάντηση που είναι ολοφάνερα συναφής με το ερώτημα. Εδώ, κανένα υπονόημα δεν είναι αναγκαίο για την ερμηνεία της απάντησης β) ένα αξίωμα μπορεί να παραβιαστεί εξαιτίας σύγκρουσης με ένα άλλο αξίωμα, όπως στο παράδειγμα: Α: Τι ώρα είναι; Β: Τρεις και μισή (όταν, στην πραγματικότητα, είναι τρεις και 29 λεπτά σύγκρουση ανάμεσα στα αξιώματα της ποιότητας και της ποσότητας) ή, γ) ένα αξίωμα μπορεί να παραβιαστεί με τρόπο «εκμεταλλευτικό», όπως στο: Α: Πώς θα πας εκεί; Β: Θα πάμε με το αυτοκίνητο του Dave. 28

Εδώ, ο Β έδωσε λιγότερες πληροφορίες από όσες χρειάζονται και παραβίασε το αξίωμα της ποσότητας από όπου ο Α συμπεραίνει ότι ο Β και η παρέα του δεν θα πάνε με το αυτοκίνητο που θα πάει ο ίδιος. Επιπλέον, ο Grice κάνει διάκριση ανάμεσα σε αυτό που ονομάζει γενικού χαρακτήρα (generalized) και εξειδικευμένα (particularized) συνομιλιακά υπονοήματα. Στα γενικού χαρακτήρα συνομιλιακά υπονοήματα δεν χρειάζεται να υπάρχει συγκεκριμένο πλαίσιο προκειμένου να εξαχθεί μια σημασία. Για παράδειγμα, στο: Α: Επισκέφτηκες τη Bella και την Cathy; Β: Επισκέφτηκα τη Bella ο Α υποθέτει ότι ο Β δεν λέει περισσότερα από όσα χρειάζονται (ακολουθώντας το αξίωμα της ποσότητας) και ότι δεν σκοπεύει να είναι ασαφής (ακολουθώντας το αξίωμα του τρόπου). Έτσι, συμπεραίνει: Δεν επισκέφτηκες την Cathy. Στα εξειδικευμένα διαλογικά υπονοήματα η σημασία, την οποία θέλει να πυροδοτήσει ο ομιλητής προκύπτει από τη χρήση μιας εκφοράς μέσα σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα μάλλον παρά από την εκφορά αυτή καθαυτή. Τέτοιοι συνομιλιακά υπονοήματα προκύπτουν από το αξίωμα της συνάφειας. Δηλαδή, υποθέτω ότι θα αναζητήσεις τη συνάφεια αυτών που λέω σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα. Ο Yule (1996) δίνει το ακόλουθο σχετικό παράδειγμα: Φαντάσου ότι μπαίνεις στο γραφείο κάποιου, όπου επικρατεί πυρετός εργασίας, και λες, απευθυνόμενος σε κάποιον υπάλληλο, Το αφεντικό σου τρελάθηκε; Αν ο υπάλληλος απαντούσε Δεν πάμε να πιούμε έναν καφέ;, θα φαινόταν ότι, εκ πρώτης όψεως, παραβίασε το αξίωμα της συνάφειας. Ωστόσο, ο πρώτος ομιλητής (εσύ) κατά πάσα πιθανότητα θα συμπέραινες ότι υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος που ο δεύτερος ομιλητής (ο υπάλληλος) δεν μπορούσε να δώσει μιαν ευθεία απάντηση στο αρχικό ερώτημα όπως, για παράδειγμα, ότι το αφεντικό τριγυρνούσε εκεί κοντά. Τα περισσότερα συνομιλιακά υπονοήματα μοιάζουν με αυτό ως προς το ότι στηρίζονται σε κάποιες ιδιαίτερες «τοπικές» συνθήκες για να οδηγήσουν τον ακροατή σε μια συγκεκριμένη ερμηνεία. Άλλες μορφές υπονοημάτων είναι τα συμβατικά υπονοήματα (conventional implicatures) και τα υπονοήματα διαβάθμισης (scalar implicatures). Τα συμβατικά υπονοήματα δεν βασίζονται τόσο πολύ στη συνεργατική αρχή ούτε εξαρτώνται από συγκεκριμένα συμφραζόμενα για την ερμηνεία τους Τα συμβατικά υπονοήματα είναι μάλλον συνδεδεμένα με συγκεκριμένες λέξεις οι οποίες, όταν χρησιμοποιούνται, μεταφέρουν ορισμένες σημασίες. Παραδείγματα τέτοιων υπονοημάτων 29

είναι το αλλά, που εκφράζει αντίθεση, το ακόμη κι αν, που υποδηλώνει ότι κάτι είναι αντίθετο με τις προσδοκίες μας, και το κι όμως, που υποδηλώνει ότι κάτι θα είναι διαφορετικό σε μεταγενέστερο χρόνο. Τα υπονοήματα διαβάθμισης προκύπτουν όταν κάποιος χρησιμοποιεί μια λέξη από ένα σύνολο λέξεων το οποίο εκφράζει μια κλίμακα αξιών. Παραδείγματα αυτού του είδους υπονοημάτων είναι λέξεις όπως όλοι, οι περισσότεροι, πολλοί, μερικοί και λίγοι. Έτσι, αν πω Παρακολουθώ ένα μεταπτυχιακό και έχω συμπληρώσει μερικές από τις απαιτούμενες διδακτικές μονάδες, πυροδοτώ τον συμπερασμό όχι όλες (τις διδακτικές μονάδες). Δηλαδή, έχω αποκλείσει τις τιμές τις περισσότερες, πολλές και όλες της συγκεκριμένης κλίμακας αξιών. Επίσης, μπορούμε να διορθώσουμε ένα υπονόημα διαβάθμισης καθώς μιλούμε, προκειμένου να το ακυρώσουμε, όπως στο παράδειγμα: Έχω συμπληρώσει μερικές από τις απαιτούμενες διδακτικές μονάδες. Στην πραγματικότητα, τις έχω συμπληρώσει όλες. Συνεπώς, τα διαλογικά υπονοήματα σταθμίζονται από τους ακροατές μέσω της διαδικασίας εξαγωγής τους. Άσκηση 2 Σκέψου μερικές συνομιλιακές περιστάσεις κατά τις οποίες οι άνθρωποι κατανοούν ο ένας τον άλλον εξαιτίας συνομιλιακών υπονοημάτων. 30