ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΛΑΔΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΧΩΡΩΝ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΥ ΑΙΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Α ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ «Η Θεσσαλία κατά την πρώτη περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας: η περίπτωση του οθωμανικού φορολογικού κατάστιχου του 1454/55 του σαντζακίου Τρικάλων» Επιβλέπων καθηγητής: Ι. Χ. Αλεξανδρόπουλος Εισηγήτρια: Ευαγγελία Μαλίγκου Θεσσαλονίκη 2007
Επιβλέπων καθηγητής: Ι. Χ. Αλεξανδρόπουλος Ημερομηνία Έγκρισης: 20 2 2008 «Η έγκριση της Μεταπτυχιακής Εργασίας από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ δεν υποδηλώνει αναγκαστικά ότι αποδέχεται το Τμήμα τις γνώμες του συγγραφέα»
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Συντομογραφίες βιβλιογραφία 3 Προλογικό σημείωμα.. 17 Εισαγωγικές παρατηρήσεις 19 Γεωγραφικά όρια Διοικητικό πλαίσιο 22 Ο Θεσσαλικός χώρος στα χρόνια πριν και μετά την οθωμανική κατάκτηση 24 Εκκλησιαστική οργάνωση και κοινοτική διοίκηση 30 Τα κυριότερα μοναστήρια που υπάγονται στο σαντζάκι Τρικάλων 33 Τα βακούφια των Τουραχανιδών Η παρουσία και η δράση του Τουραχάν μπέη και των απογόνων του στο σαντζάκι Τρικάλων. 37 Η φορολογική απογραφή (φορολογικό κατάστιχο) του 1454/55 βάση και πρωταρχική πηγή της παρούσας μελέτης 42 Γενικά χαρακτηριστικά της φορολογικής απογραφής του 1454/55.. 55 Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του φορολογικού κατάστιχου. 57 Πτυχές της οικονομικής δραστηριότητας των φορολογουμένων μονάδων (προσώπων) στο σαντζάκι Τρικάλων, σύμφωνα με τα δεδομένα του αναλυτικού φορολογικού κατάστιχου του 1454/55 61 Συμπεράσματα. 68 Παραρτήματα Ι. Χάρτης του βιλαετίου Τρικάλων και Φαναρίου 71 ΙΙ. Χάρτης του βιλαετίου Λάρισας. 72 ΙΙΙ. Χάρτης του βιλαετίου Αγράφων.. 73 IV. Κατάστιχο: φύλλα 1b και 2a. 74 V. Mεταγραφή του φύλλου 93b και μέρος του 94a. 75 VI. Κατάστιχο φύλλα 93b και 94a 76 VII. Ποσοτικοί πίνακες φορολογικών μονάδων και προϊόντων... 77 2
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Πρωτογενείς πηγές Delilbaşı-Arıkan, Defteri Melek Delilbaşı Muzaffer Arıkan, Hicri 859 Tarihli, Sûret-i Defter-i Sancak-ı Tırhala, Ankara 2001, τομ. 1 και 2. Sadettin, Tacüt-Tevarih. Hoca Sadettin Efendi, Tacüt-Tevarih I-V (Το Στέμμα των Iστοριών), Ankara 1992. Ελληνόγλωσσα έργα Αβραμέα, Βυζαντινή Θεσσαλία.. Αβραμέα Άννα, Η Βυζαντινή Θεσσαλία μέχρι το 1204, Αθήνα 1974. Αλεξανδρόπουλος I. X., Φοροαπαλλαγές και Διάδοση Κατασκευής της Μπαρούτης... Αλεξανδρόπουλος Ι. Χ. (Alexander), Φοροαπαλλαγές και Διάδοση Κατασκευής της Μπαρούτης στην Πελοπόννησο το 16 ο αιώνα. (Ο καζάς της Καρύταινας και η περίπτωση της Δημητσάνας). Πρακτικά του Ε Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, Άργος Ναύπλιον, 6-10 Σεπτεμβρίου 1995, τομ. Δ, σελ. 195-234, Αθήναι 1998. Αλεξανδρόπουλος I. X., Τα Μοναστήρια των Μετεώρων Αλεξανδρόπουλος Ι. Χ., Τα Μοναστήρια των Μετεώρων στους δύο πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας, Τρικαλινά, τομ. Δ, σελ. 81-88. 3
Αλεξανδρόπουλος I. X., Ιερά Μονή Σωτήρος Δουσίκου.. Αλεξανδρόπουλος Ι. Χ., Τα οθωμανικά τουρκικά έγγραφα της Ιεράς Μονής Σωτήρος Δουσίκου: η Μονή ως τα μέσα του 16 ου αιώνα. Πρόδρομη Ανακοίνωση. Τρικαλινά, τομ. Δ, σελ. 101-120, Τρίκαλα 1994. Αρσενίου, Θεσσαλία. Αρσενίου Λαζάρου Αρσ., Η Θεσσαλία στην Τουρκοκρατία, Αθήνα 1984. Ασδραχάς, Η Οικονομική Δομή.. Ασδραχάς Σπ., Η Οικονομική Δομή των Βαλκανικών χωρών (15 ος 19 ος αι.), 1979. Βακαλόπουλος, Κάστρα.. Βακαλόπουλος Απ., Τα Κάστρα του Πλαταμώνα και της Ωριάς Τεμπών και ο Τεκές του Χασάν Μπαμπά, Θεσ/νίκη 1972. Beldiceanu Nasturel, Θεσσαλία.. Beldiceanu N. Nasturel P. S., Η Θεσσαλία στην περίοδο 1454/55 1506 (μτφρ. Αλέκα Αγγελοπούλου), Θεσσαλικό Ημερολόγιο, τομ. 19 (1991), σελ. 97-135. Γουλούλης, Τα Αφιερωτήρια.. Γουλούλης Στ. Γ., Τα Αφιερωτήρια των Τουραχανιδών (η ελληνική μετάφραση), έκδοση κειμένου-σχόλια, Λάρισα 2003. 4
İnalcık, Αυτοκρατορία Halil İnalcık, Η Οθωμανική Αυτοκρατορία: η κλασική περίοδος 1300-1600, Αθήνα 1995. Κατσαροπούλου, Σερβική Επέκταση... Κατσαροπούλου Μ., Ένα πρόβλημα της Ελληνικής Μεσαιωνικής Ιστορίας. Η Σερβική Επέκταση στη Δυτική Κεντρική Ελλάδα στα μέσα του ΙΔ αι., διδ. διατριβή, Θεσ/νίκη 1989. Κοκολάκης, Τιμαριωτικό κατάστιχο Κοκολάκης Μ., Τιμαριωτικό κατάστιχο της Θεσσαλίας, Τα Ιστορικά, τομ. ΙΘ. Kunt, Υπηρέτες... Kunt Metin İmbrahim, Οι υπηρέτες του σουλτάνου, Αθήνα 2001. Λαΐου, Βακούφια των Τρικάλων Λαΐου Σοφία, Το δίκτυο των βακουφίων της πόλης των Τρικάλων, 15 ος 16 ος αι., Τμήμα Ιστορίας, Ιόνιο Πανεπιστήμιο (υπό έκδοση). Lawless, Οικονομία και Χώρος της Θεσσαλίας. Lawless R. I., Η Οικονομία και ο Χώρος της Θεσσαλίας κατά την Τουρκοκρατία, Τρικαλινά, τομ. Α (1981), σελ. 25-57. Lowry, Οθωμανικό κράτος. Lowry Η. W., Η φύση του πρώιμου οθωμανικού κράτους, Αθήνα 2004. 5
Μουταφτσίεβα, Αγροτικές Σχέσεις. Μουταφτσίεβα Β., Αγροτικές Σχέσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία (15 ος 16 ος αι.), Σόφια 1962 (μεταφρασμένη έκδοση, Αθήνα 1990). Νεράντζη Βαρμάζη, Βαλκανική Επαρχία. Νεράντζη Βαρμάζη Βασ., Η Βαλκανική Επαρχία κατά τους Τελευταίους Βυζαντινούς Αιώνες, Θεσ/νίκη 1998. Ντάμπλιας, Ιστορία της Θεσσαλίας Ντάμπλιας Χρ. Ι., Η Ιστορία της Θεσσαλίας το 13 ο αι., διδ. διατριβή, Θεσ/νίκη 2000. Ντελής, Η ανάπτυξη. Ντελής Δημήτρης Ι., Η ανάπτυξη της ελληνικής γεωργίας (Η περίπτωση της Θεσσαλίας), Αθήνα 1985 (εξεδόθη υπό την αιγίδα της Α.Τ.Ε., Διεύθυνση Μελετών και Προγραμματισμού). Νυσταζοπούλου - Πελεκίδου, Βαλκανικοί Λαοί Νυσταζοπούλου - Πελεκίδου Μ., Οι Βαλκανικοί Λαοί. Από την τουρκική κατάκτηση στην εθνική αποκατάσταση (14 ος 19 ος αι.), Θεσ/νίκη 1991, β έκδοση. Παλιούγκας, Η Λάρισα. Παλιούγκας Θεόδωρος, Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (1423-1881), τομ. Α, Λάρισα 1996 (εκδόσεις Δήμου Λαρισσαίων). 6
Σαββίδης, Θήβα Λιβαδειά Σαββίδης Αλέξιος Γ. Κ., Η οθωμανική κατάκτηση της Θήβας και της Λιβαδειάς, Αθήνα 1993. Σαββίδης, Κάτοψη Σαββίδης Αλέξιος Γ. Κ., Μία κάτοψη της τουρκοκρατούμενης Θεσσαλίας και τα προβλήματα της έρευνας, Αλέξιος Γ. Κ. Σαββίδης, Βυζαντινά, Tουρκικά, Mεσαιωνικά: ιστορικές συμβολές (συλλογή άρθρων), Θεσσαλονίκη (2002), σελ. 151-162. Στουρνάρας, Οργάνωση και Χρήση του Χώρου. Στουρνάρας Γρ. Ι., Η Οργάνωση και Χρήση του Χώρου στην Περιοχή των Τρικάλων κατά την Όψιμη Οθωμανική Περίοδο, διδ. διατριβή, Βόλος 2001. Σφήκα - Θεοδοσίου, Προσάρτηση της Θεσσαλίας. Σφήκα - Θεοδοσίου Αγγ., Η Προσάρτηση της Θεσσαλίας. Η πρώτη φάση στην ενσωμάτωση μιας ελληνικής επαρχίας στο ελληνικό κράτος (1881-1885), διδ. διατριβή, Θεσ/νίκη 1989. Τοντόροφ, Βαλκανική Πόλη Τοντόροφ Νικολάι, Η Βαλκανική Πόλη, 15 ος 19 ος αι., τομ. Α, 1986. Τσοποτού, Γη και Γεωργοί.. Τσοποτού Δ. Κ., Γη και Γεωργοί της Θεσσαλίας κατά την Τουρκοκρατία, Αθήνα 1974 (α έκδοσις 1912). 7
Τρίκαλα, Έκδοσις. Τρίκαλα, Έκδοσις Νομαρχίας Τρικάλων, 1971 (Εθνική Ιστορία των Τρικάλων κατά την Τουρκοκρατίαν και την Επανάστασιν του 1821). Τσιπτσές, Τραπεζούντα.. Τσιπτσές Ηλίας, Η κατάκτηση της Τραπεζούντας από τους Οθωμανούς μέσω των ιστορικών έργων του Κριτόβουλου και του Tursun Bey, Βυζαντιακά 26 (2007), σελ. 233-244. Φαρμακίδης, Η Λάρισα Φαρμακίδης Επαμ. Γ., Η Λάρισα, Λάρισα 2001 (επιμ. Κ. Σπανός). 8
Ξενόγλωσσα έργα Alexander, Counting the Grains. Alexander J. C., Counting the Grains: Conceptual and Methodological Ιssues in Reading the Ottoman Mufassal Tahrir Defters, Arab Historical Review for Ottoman Studies, σελ. 55-70, October 1999. Alexander, Gilding the Lily Alexander J. C., Gilding the Lily? Thessaly, Hellas, Vlachia and the Earthquake of 1544, Halcyon Days in Crete III. A Symposium Held in Rethymnon, 10-12 January 1997. Natural Disasters in the Ottoman Empire, σελ. 223-240. Alexander,Toward a History of Post- Byzantine Greece Alexander J. C., Toward a History of Post-Byzantine Greece. The Ottoman Kanunnames for the Greek Lands circa 1500 circa 1600, Athens 1980. Balta, Serrès. Balta Evangelia, Les vakıfs de Serrès et de sa région (XVe et XVIe siècle), Athènes 1995. Babinger, Turakhan... Babinger F., Turakhan Beg, Encyclopèdie de l Islam CD-Edition, X 670b. 9
Darling, Revenue-Raising. Darling Linda T., Revenue-Raising & Legitimacy: Tax Collection & Finance Administration in the Ottoman Empire 1560-1660, Leiden 1996. Encyclopèdie de l Islam. Encyclopèdie de l Islam (nouvelle édition), vol. II, X, G. J. Brill, Leiden 2000. Floud, Quantitative Methods.. Floud Rod., An Introduction to Quantitative Methods for Historians, London 1973. İnalcık, Ottoman state. İnalcık H., The Ottoman State: Economy and Society, 1300-1600, στο Halil İnalcık και Donald Quataert, An Economic and Social History of the Ottoman Empire, Cambridge 1994. İnalcık, Ottoman Methods... İnalcık Halil, Ottoman Methods of Conquest. Studia Islamica. No 2, (1954), σελ. 103-129. Kafadar, Two Worlds.. Kafadar Cemal, Between Two Worlds, Los Angeles, 1995. Kiel, Türkische Thessalien.. Kiel Machiel, Das Türkische Thessalien, Göttingen 1996. Kreutel, Chrestomathie Kreutel R. F., Osmanisch Türkische Chrestomathie. Otto Harrassowitz, Wiesbaden 1965. 10
Laiou, Western Thessaly Laiou S., Some Considerations Regarding Çiftlik Formation in the Western Thessaly, Sixteenth Nineteenth Centuries, σελ. 263-287. Lowry, Tahrir Defterleri Lowry Η. W., The Ottoman Tahrir Defterleri as a Source for Social and Ecomonic History: Pitfalls and Limitations, Studies in Defterology, Istanbul (2002), σελ. 3-18. Mc Gowan, Economic Life.. Gowan Mc Br., Economic Life in Ottoman Europe: Taxation, Trade and the Struggle for Land, 1600-1800, Cambridge 1981. Melikoff, Ewrenos. Melikoff I., Ewrenos, Encyclopèdie de l Islam CD-Edition, II 720a. Nicol, Rock Monasteries. Donald M. Nicol, Meteora: The Rock Monasteries of Thessaly, London 1975. Ostrogorskij, Feodalité Byzantine.. Ostrogorskij G., L Histoire de la Feodalité Byzantine, Bruxelles 1954. Rossi Griswold, Martolos Rossı Ε. Griswold W. J., Martolos Encyclopèdie de l Islam, CD-Edition, VI 613a. 11
Savvides, State of Thessaly... Savvides A., Slintered Medieval Hellenism: the semi autonomus state of Thessaly (A.D. 1213/1222 to 1454/1470) and its place in history, στο Αλέξιος Γ. Κ. Σαββίδης, Βυζαντινά, Tουρκικά, Mεσαιωνικά: ιστορικές συμβολές (συλλογή άρθρων), Θεσσαλονίκη (2002), σελ. 207-219. Savvides, Tesalya Savvides A., Tesalya, Encyclopèdie de l Islam CD-Edition, X 420b. 12
Συμβουλευτικά έργα γενικά εγχειρίδια Αναγνωστιάδης, Η οικονομική διάρθρωσις... Αναγνωστιάδης Χρ., Η οικονομική διάρθρωσις και η νομική μορφή του συνεταιρισμού των Αμπελακίων, Αθήνα 1973. Ασδραχάς, Οικονομική Ιστορία.. Ασδραχάς Σπ. Ι., Ελληνική Οικονομική Ιστορία, ΙΕ - ΙΘ αι., τομ. Β, Αθήνα 2003. Babinger, Mehmed.. Babinger Franz, Mehmed the Conqueror and his Time, Princeton 1978. Βακαλόπουλος, Ιστορία.. Βακαλόπουλος Απ., Νέα Ελληνική Ιστορία (1204-1985), Θεσ/νίκη 1996. Βακαλόπουλος, Greek Nation Βακαλόπουλος Απ., The Greek Nation, 1453-1669, New Jersey 1978. Balta, L Eubée. Balta Evangelia, L Eubée à la fin du XVe siècle: Economie et Population. Les registres de l année 1474, Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, τομ. 26, Athènes 1989. Barkan, Osmanli... Barkan Ö. L., Osmanlı Imparatorluğunda Ziraî Ekonominin Hukuki ve Mali Esasları, İstanbul 1943. 13
Beldiceanu, Le Timar.. Beldiceanu Nicoara, Le Timar dans l Etat Ottoman (dèbut XIVe dèbut XVIe siècle), Wiesbaden 1980. Bryer, Continuity... Bryer A., Lowry H., Continuity and Change in Late Byzantine and Early Ottoman, U.S.A. 1986. Gibb & Bowen, Islamic Society.. Gibb H.A.R., Bowen H., Islamic Society and the West, volume I, Oxford 1957. Δρούλια, Προσεγγίσεις Δρούλια Λουκία, Προσεγγίσεις στις νοοτροπίες των Βαλκανικών Λαών 15 ος 20 ος αι., Αθήνα 1988. Imber, Ottoman Empire... Imber Colin, The Ottoman Empire 1200-1650, New York 2002. İnalcık, Conquest.. İnalcık Halil, The Ottoman Empire. Conquest, Organisation and Economy, 1978. Καραβίδα, Αγροτικά. Καραβίδα Κ., Αγροτικά, φωτογραφική ανατύπωση από την έκδοση του 1931, Αθήνα 1931. Karpat, Islam. Karpat Kemal H., The Politicization of Islam, Oxford Press, 2001. 14
Καρύδης & Kiel, Μυτιλήνη.. Καρύδης Δ. Kiel M., Μυτιλήνης Αστυγραφία και Λέσβου Χωρογραφία (15 ος 19 ος αι.), Αθήνα 2000. Λαΐου, Τα Τρίκαλα Λαΐου Σοφία, Τα Τρίκαλα στα τέλη του 17 ου αιώνα με βάση δύο κατάστιχα κεφαλικού φόρου. Τμήμα Ιστορίας, Ιόνιο Πανεπιστήμιο (υπό έκδοση). Laiou, Economic History. Laiou Angeliki, The Economic History of Byzantium from 7 th 15 th Century. D. Oaks 2002, volume 1, 2, 3. Lowry, Defterology... Lowry Jr., Heath W., Studies in Defterology. Ottoman society in the fifteenth and sixteenth centuries, 1992 (Isis Press, Istanbul). Orhonlu, Derbend Teşkilatı. Orhonlu Cengiz, Osmanlı Ιmparatorluğunda Derbend Teşkilatı, Κωνσταντινούπολη 1967. Σδρόλια, Οι Τοιχογραφίες.. Σδρόλια Στ., Οι Τοιχογραφίες του Καθολικού της Μονής Πέτρας (1625) και η Ζωγραφική των Ναών των Αγράφων το 17 ο αι., Ιωάννινα 2000, διδ. διατριβή, τομ. Α και Β. Sugar, Νοτιοανατολική Ευρώπη Sugar P. F., Η Νοτιοανατολική Ευρώπη κάτω από την Οθωμανική Κυριαρχία (1354-1804), University of Washington, 1977. 15
Faroqhi, Peasants Faroqhi Suraiya, Peasants, Dervishes and Traders in the Ottoman Empire, Variorum Reprints, London 1986. Faroqhi, Κουλτούρα. Faroqhi Suraiya, Κουλτούρα και Καθημερινή Ζωή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, Αθήνα 2000. Fleming, Muslim Bonaparte.. Fleming K. E., The Muslim Bonaparte. Diplomacy and Orientalism in Ali Pasha s Greece, New Jersey (Princeton) 1999 (1965). Φιλιππίδης & Κωνσταντάς, Γεωγραφία. Φιλιππίδης Δ. Κωνσταντάς Γρ., Γεωγραφία Νεωτερική περί της Ελλάδος, Αθήνα 1970. Wittek, Rise... Wittek Paul, The Rise of the Ottoman Empire, New York 1971 (Α έκδοση 1938). 16
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Κεντρικός άξονας της παρούσας εργασίας, γύρω από τον οποίον περιστρέφονται οι θεματικές ενότητες που τον συγκροτούν είναι η πολιτική, η κοινωνική και η οικονομική ιστορία της Θεσσαλίας. Συγκεκριμένα, εξετάζεται το σαντζάκι των Τρικάλων, όπως ήταν οργανωμένη διοικητικά η Θεσσαλία επί οθωμανικής κυριαρχίας (το 15 ο αιώνα), με βάση ένα οθωμανικό φορολογικό κατάστιχο απογραφής (tahrir defteri) του 15 ου αιώνα (1454-1455). Με εφαλτήριο αυτό το κατάστιχο έγινε προσπάθεια να μελετηθεί η τοπική ιστορία κατά τους αιώνες πριν την οθωμανική κατάκτηση και να προσεγγισθεί το γεωγραφικό και οργανωτικό (διοικητικό και θρησκευτικό) πλαίσιο της Θεσσαλίας. Επίσης ένας άλλος στόχος που τέθηκε ήταν να εκτιμηθεί η κοινωνική και η οικονομική προσφορά των χριστιανικών μοναστηριών και των μουσουλμανικών ευαγών ιδρυμάτων στην περιοχή. Τελικός σκοπός της εργασίας είναι να αξιολογηθεί το υλικό που μας παρέχει η φορολογική απογραφή, όχι μόνο αυτή καθ αυτή ως κείμενο (από το απώτερο ιστορικό παρελθόν), αλλά και η επεξεργασία που αυτή υπέστη από δύο σύγχρονους Τούρκους ιστορικούς (Μelek Delilbaşı και Muzaffer Arıkan), ώστε να διαμορφωθεί μια περισσότερο ολοκληρωμένη εικόνα για τη Θεσσαλία κατά το 15 ο αιώνα. Είναι γνωστό ότι η συγκεκριμένη χρονική περίοδος που εξετάζεται θεωρείται «σκοτεινή» από τους ερευνητές, λόγω των ελάχιστων ιστορικών πληροφοριών που σώζονται. Μόλις τα τελευταία χρόνια γίνεται μια συστηματική προσπάθεια να χυθεί φως στην περίοδο αυτή και να συγκροτηθεί μια ολοκληρωμένη ιστορική εικόνα για τον καθημερινό κοινωνικό και οικονομικό βίο. Τα οθωμανικά κατάστιχα απογραφής (tahrir defterleri) αποτελούν πολύτιμο σύμμαχο του ιστορικού που μελετάει την τοπική, οικονομική και κοινωνική ιστορία του 15 ου αιώνα, αφού μας παρέχουν πληθώρα πληροφοριών που μπορούν να μας οδηγήσουν σε πολύ χρήσιμα συμπεράσματα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα οθωμανικά κατάστιχα απογραφής είναι τα πλέον επίσημα κρατικά αρχεία και τα μοναδικά που μας δίνουν μέσα σε παραμέτρους με ένα σαφή τρόπο την πληθυσμιακή δομή και την οικονομική παραγωγή μιας περιοχής. Η χρήση των οικονομικών δεδομένων αποτελεί το πρίσμα υπό το 17
οποίο μπορεί ο ιστορικός, όπως στην προκειμένη περίπτωση, να εξετάσει την εξέλιξη μιας περιοχής στην πορεία της μέσα στο χρόνο. H δομή της εργασίας έχει ως εξής: Στην αρχή γίνονται κάποιες εισαγωγικές παρατηρήσεις όσον αφορά το ζήτημα της οθωμανικής απογραφής που διεξήχθη τα έτη 1454-1455. Έπειτα γίνεται μία προσπάθεια να οριστούν τα γεωγραφικά όρια του θεσσαλικού χώρου. Κατόπιν γίνεται μία ιστορική αναδρομή σχετικά με τα γεγονότα που συνέβησαν στη Θεσσαλία και κυρίως με τον τρόπο που έγινε η οθωμανική κατάκτηση, αλλά και πώς εγκαθιδρύθηκε και παγιώθηκε η οθωμανική εξουσία στην περιοχή. Στο επόμενο κεφάλαιο αναλύεται η εκκλησιαστική οργάνωση και διοίκηση και μετά παρατίθενται τα κυριότερα μοναστήρια που υπάγονται στο σαντζάκι Τρικάλων, την περιοχή, δηλαδή, που απασχολεί κατά κύριο λόγο την εργασία μας. Λόγω της μεγάλης συμβολής της οικογένειας του Τουραχάν μπέη, του λεγόμενου κατακτητή της Θεσσαλίας, στη διαμόρφωση της οθωμανικής Θεσσαλίας και της πόλης των Τρικάλων, γίνεται μια αναφορά στα βακούφια των Τουραχανιδών και στην παρουσία και δράση του Τουραχάν μπέη και των απογόνων του στο σαντζάκι Τρικάλων. Τα επόμενα κεφάλαια ασχολούνται με το κατάστιχο της οθωμανικής απογραφής του 1454-1455. Αρχικά παρουσιάζεται το οθωμανικό κατάστιχο, ακολουθούν τα γενικά χαρακτηριστικά της φορολογικής απογραφής και κατόπιν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Κατόπιν αναλύονται οι πιο ουσιώδεις πλευρές της καθημερινής οικονομικής δραστηριότητας των υπηκόων. Τέλος παρατίθενται τα συμπεράσματα της έρευνας. H απαραίτητη βιβλιογραφία προτάσσεται του κυρίου σώματος της εργασίας. Η βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε είναι χωρισμένη σε τέσσερα μέρη: τις πρωτογενείς πηγές, τα ελληνόγλωσα έργα, τα ξενόγλωσσα έργα και τα συμβουλευτικά έργα γενικά εγχειρίδια, τα οποία δεν αναφέρονται στις παραπομπές αλλά είναι έργα γενικής φύσεως από τα οποία αντλήθηκαν αρκετές γενικές πληροφορίες. Ακολουθεί παράρτημα με χάρτες της περιοχής που μας ενδιαφέρει,πανομοιότυπα επιλεγμένων σελίδων από το πρωτότυπο (οθωμανικό κατάστιχο), όπου πραγματοποιείται μεταγραφή ονομάτων των φορολογούμενων υπηκόων και τέλος δίνονται ορισμένα συγκεντρωτικά ποσά που αφορούν την παραγωγή και τη φορολογία με βάση τα λογισμικά φύλλα επεξεργασίας δεδομένων (Excel). 18
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Οι οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στο θεσσαλικό χώρο (το σαντζάκι των Τρικάλων, όπως ονομάζεται την ιστορική περίοδο που εξετάζουμε) λίγα χρόνια μετά την οθωμανική κατάκτηση (μέσα 15 ου αιώνα) είναι το πεδίο με το οποίο θα ασχοληθούμε στην παρούσα μελέτη. Ο χώρος αυτός αποκτά ιδιαίτερη γεωγραφική και στρατηγική σημασία, αν σκεφθούμε ότι αποτελεί παραμεθόρια περιοχή στην προς δυσμάς επέκταση και εξάπλωση της οθωμανικής αυτοκρατορίας και ταυτοχρόνως μία εκτεταμένη, πλούσια και εύφορη περιοχή, όπου λόγω της ποιότητας και της μεγάλης ποσότητας των παραγόμενων γεωργικών προϊόντων το κράτος συλλέγει φόρους που προκύπτουν από τη διακίνηση ή τη μεταποίηση των αγαθών. Πρέπει να λάβουμε ακόμη υπ όψιν ότι το κράτος είναι ο δικαιούχος του πλεονάσματος της αγροτικής παραγωγής, «μεταφράζοντάς» το σε πολύτιμο χρήμα που εισρέει σε περιόδους ειρήνης, σταθερότητας και ευημερίας στα κεντρικά ταμεία και σωρεύεται στο κρατικό θησαυροφυλάκιο, ενισχύοντας έτσι την ήδη κραταιά θέση της αυτοκρατορίας στο διεθνή οικονομικό, στρατιωτικό, πολιτικό και διπλωματικό προσκήνιο 1. Στην εποχή που εξετάζουμε η γη ανήκει στο κράτος, το οποίο καταβάλλει συνεχείς προσπάθειες για να προστατεύσει το δημόσιο χαρακτήρα της γης, που προσφέρεται για εκμετάλλευση, ήδη από τα τέλη του 15 ου - αρχές του 16 ου αιώνα, και ο σουλτάνος έχει την υψηλή κυριότητα (rakabe) της κρατικής έγγειας ιδιοκτησίας που ως επί το πλείστον είχε αποκτηθεί με την πολεμική δεινότητα του οθωμανικού στρατού και τις κατακτήσεις. Η παραπάνω συνισταμένη είναι πάντα ενεργή παρά τα όποια φαινομενικά ευρέα περιθώρια ελεύθερης δραστηριοποίησης των ατόμων σε τομείς που αφορούν στην παραγωγή και το εμπόριο, όπως και το ισχύον δικαίωμα στην επιδίωξη πλουτισμού και, κατ επέκταση, καλύτερων συνθηκών διαβίωσης (δικαίωμα που κατά καιρούς έχει 1 Για μια διεξοδική ανάλυση της οικονομικής δομής της οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά τον 15 ο αιώνα βλ. Halil İnalcık, The ottoman state: economy and society, 1300-1600 στο Halil İnalcık and Donald Quataert, An economic and social history of the ottoman empire, τομ. 1 ος, σελ. 1-409. Για τη διοικητική διάρθρωση της οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά τον 15 ο και 16 ο αιώνα, βλ. İmbrahim Metin Kunt, Οι υπηρέτες του σουλτάνου, Αθήνα 2001. 19
αμφισβητηθεί αν πραγματικά το ασκούσαν ή όχι οι μη μουσουλμάνοι υπήκοοι της αυτοκρατορίας, ιδιαίτερα δε οι χριστιανοί) 2. Στο πρόσωπο του σουλτάνου είναι που αντανακλάται η οθωμανική αντίληψη περί εξουσίας, καθώς αυτός «ελέω θεού» κυριαρχούσε στο έμψυχο και άψυχο υλικό της οθωμανικής αυτοκρατορίας και μεριμνούσε για την τύχη αυτού. Εισπράττοντας το υπερπροϊόν από όλους τους τομείς της οικονομικής δράσης που αναπτύσσεται στην αυτοκρατορία (κυρίως την έγγεια πρόσοδο, η οποία μας ενδιαφέρει κατ εξοχήν στην εργασία αυτή) είχε το προνόμιο και την ευθύνη να μοιράζει τη γη σε στρατιωτικούς και θρησκευτικούς αξιωματούχους, μετατρέποντάς τους σε κατόχους τιμαρίων (τιμαριούχους), παραβλέποντας συχνά την κοινωνική κατάσταση, τη φυλετική προέλευση και τα θρησκευτικά πιστεύω τους. Συγκεκριμένα, παρατηρούμε ότι στα θεσσαλικά εδάφη προϋπήρχαν της οθωμανικής προέλασης και κατάκτησης επιφανείς οικογένειες χριστιανών γαιοκτημόνων, οι οποίοι διατήρησαν και ίσως ενίσχυσαν τα προνόμια και τη θέση τους. Μάλιστα συχνά κατάφερναν, με τρόπο που θυμίζει κληρονομική μεταβίβαση και νομή της έγγειας περιουσίας, να την κληροδοτήσουν στις επόμενες γενιές, χωρίς βέβαια να παραβλεφθεί πως σε ορισμένες περιπτώσεις οι τοπικοί αυτοί άρχοντες προσχωρούν στον ισλαμισμό και εξισλαμίζονται κυρίως κατά το 16 ο αιώνα 3. Σύμφωνα με τα προηγούμενα, οι κρατικοί αξιωματούχοι δρουν ελεύθερα, αυτόνομα και ανεξάρτητα ως πρόσωπα και εκμεταλλεύονται τα δικαιώματα και τα προνόμια που τους αναγνωρίζονται. Ταυτόχρονα όμως, η συμπεριφορά τους είναι τοποθετημένη στο πλαίσιο μιας πρακτικής που είναι αυστηρά οριοθετημένη και απαρέγκλιτα κατευθυνόμενη από ένα πρότυπο σύστημα νόμων και κανόνων στα ζητήματα που αφορούν στη γη. Αυτή η πρακτική ορίζει πως καμία έγγεια κτήση δεν μπορεί να μεταβιβαστεί, θεωρητικά τουλάχιστον, δίχως να λάβει γνώση και να αποφασίσει ο σουλτάνος. Οι ίδιοι αυτοί αξιωματούχοι, κυρίως στην ιδανική μορφή της λειτουργίας του τιμαρίου, επιστρατεύονται όταν παραστεί ανάγκη δίχως να υποβιβάζονται κοινωνικά και μετατρέπονται σε απογραφείς, φοροεισπράκτορες και στρατολόγους στο 2 İnalcık, Αυτοκρατορία, σελ. 215-230, İnalcık, Οttoman state,σελ. 77-79 και İnalcık, Ottoman Μethods, σελ. 112-113. 3 İnalcık, Οttoman state, σελ. 103-108. 20
όνομα του σουλτάνου. Σύμφωνα με το εννοιολογικό πλαίσιο που λαμβάνει ο όρος sahib-i arz (δικαιούχος-ιδιοκτήτης γης), ο άμεσος δικαιούχος, δηλαδή ο τιμαριώτης, λειτουργεί ως εντεταλμένος αντιπρόσωπος του σουλτάνου 4. Παράλληλα, η προσωπική πρωτοβουλία ορισμένων αξιωματούχων, σε συνδυασμό με το θεσμό των βακουφίων, αναλαμβάνει την ευθύνη της κατασκευής και της συντήρησης των έργων κοινής ωφέλειας 5 με δαπάνες των ίδιων των αξιωματούχων, οι οποίοι στηρίζονται στην εργατική δύναμη των οικονομικά ασθενέστερων και των ακτημόνων και έχουν ως οικονομική βάση τους φόρους που προέρχονται από την αγροτική παραγωγή, από συναφείς προς αυτή δραστηριότητες, καθώς και από την εμπορική δραστηριότητα των φορολογούμενων μονάδων 6. 4 Kunt, Υπηρέτες, σελ. 103-105, 113-120 και İnalcık, Αυτοκρατορία, σελ. 189-192. 5 Πρέπει να σημειωθεί ότι η έννοια των κρατικών έργων λείπει στο ισλαμικό κράτος. Αντίθετα, έχουμε έργα κοινής ωφέλειας που πραγματοποιούνται με προσωπική ή ιδιωτική πρωτοβουλία και βακουφική συμβολή. 6 Βλ. γι αυτό το ζήτημα στο Lawless, Οικονομία και Χώρος της Θεσσαλίας, σελ. 29-32. 21
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΟΡΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Στο παρόν κεφάλαιο θα επιχειρηθεί να οριστεί γεωγραφικά η περιοχή που ονομάζουμε Θεσσαλία κατά την ιστορική περίοδο που εξετάζει η μελέτη μας. Η Θεσσαλία, ήταν όπως άλλωστε συμβαίνει και έως τις μέρες μας μια εκτεταμένη και ιδιαιτέρως εύφορη πεδιάδα που περιβάλλονταν από ορεινούς όγκους. Σύμφωνα με το Γ. Στουρνάρα το 53% του θεσσαλικού εδάφους χαρακτηρίζεται ορεινό 7. Συνεπώς, κατά το Μεσαίωνα, όταν η γεωργία αποτελούσε σημαντικό παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης, είναι αναμενόμενο τα γόνιμα εδάφη της Θεσσαλίας να εμφανίζονται ως «δέλεαρ» για εκείνους που επεδίωκαν την προς νότο επέκτασή τους στη βαλκανική χερσόνησο, αν και τα ορεινά συγκροτήματα που περιέκλειαν τη θεσσαλική πεδιάδα στο δυτικό κυρίως, τμήμα τους ήταν δύσβατα και ήταν δυσχερής ο έλεγχός τους με τα στρατιωτικά μέσα της συγκεκριμένης εποχής 8. Πιο αναλυτικά (και σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν), η Θεσσαλία στα βόρεια ορίζεται από την οροσειρά του Ολύμπου, βορειοδυτικά από τα Καμβούνια όρη (περιλαμβάνοντας τμήμα του σημερινού νομού Γρεβενών), δυτικά από τα Τζουμέρκα (Αθαμανικά Όρη ή Όρη Αθαμάνων), όπου περιλαμβάνεται τμήμα του σημερινού νομού Άρτας, νοτιοδυτικά από την οροσειρά της νότιας Πίνδου και νότια από τον Όθρυ 9. Στην υπό εξέταση ιστορική περίοδο η Θεσσαλία διοικητικά ανήκει στο εγιαλέτι Ρούμελης, αποτελώντας το σαντζάκι Τρικάλων, το οποίο διαιρείται σε τέσσερις περιφέρειες (βιλαέτια): Tırhala, Yenişehir, Fenar και Ağrafa. Το βιλαέτι των Αγράφων έχει ως νότιο γεωγραφικό όριο την οροσειρά των Αγράφων(από όπου και η ονομασία) και το όρος Τυμφρηστός 10. 7 Στουρνάρα, Οργάνωση και Χρήση του Χώρου, σελ. 108 (πίνακας). Η διδακτορική διατριβή του Γρ. Στουρνάρα υποβλήθηκε στον τομέα Πολεοδομίας και Χωροταξίας του Πολυτεχνείου Αθηνών. Βλ. επίσης Νεράντζη - Βαρμάζη, Βαλκανική Επαρχία, σελ. 96. 8 Ντάμπλια, Ιστορία της Θεσσαλίας, σελ. 5 και Αβραμέα, Βυζαντινή Θεσσαλία, σελ. 61-70. 9 Σπανός, Οικισμοί, σελ. 17-18, Σφήκα-Θεοδοσίου, Προσάρτηση της Θεσσαλίας, σελ. 1 και Αβραμέα, Βυζαντινή Θεσσαλία, σελ. 56. 10 Delilbaşı-Arıkan, Defteri,σελ IX-XLΙ και Σπανός, Οικισμοί, σελ. 19. 22
Το 12 ο και το 13 ο αιώνα η Θεσσαλία χαρακτηρίζεται από τον Εβραίο περιηγητή Βενιαμίν εκ Τουδέλης ως «Βλαχία», «Μεγάλη Βλαχία» και «εν Ελλάδι Βλαχία». Ο όρος παραμένει σε χρήση εως και το 14 ο αιώνα, οπότε πλέον χρησιμοποιείται μόνο για την ομώνυμη περιοχή των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών 11. Αξίζει ακόμη να σημειωθεί ότι κατά το Μεσαίωνα προκαλεί σύγχυση στην επαλήθευση των ιστορικών γεγονότων που αφορούν τη Θεσσαλία η συχνή χρήση του όρου «Θεσσαλία» για το γεωγραφικό χώρο της «Μακεδονίας» 12. Η χρήση του όρου «Βλαχία» για τη Θεσσαλία, ωστόσο δικαιολογείται εν μέρει, καθώς η παρουσία του βλάχικου στοιχείου είναι αρκετά σημαντική όχι μόνο στα ορεινά (όπου ασχολούνταν με την κτηνοτροφία), αλλά και στον κάμπο (όπου ήταν γνωστοί ως «Κουτσόβλαχοι» ή «Μπρουτσόβλαχοι»). Ιδιαιτέρως σημαντική είναι η πληθυσμιακή πυκνότητα των ορεσίβιων βλάχικων φύλων του σαντζακίου Τρικάλων, οι οποίοι παραμένουν ακμαίοι δημογραφικά και οικονομικά έως και την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος. Μία άλλη πληθυσμιακή ομάδα ήταν οι λεγόμενοι Αρβανιτόβλαχοι, οι οποίοι κατάγονταν από τη Βόρειο Ήπειρο και αποκαλούνται επίσης και «Φαρσεριώτες» λόγω της διαλέκτου που μιλούσαν. Παράλληλα με τη βλαχική διάλεκτο χρησιμοποιούσαν και την αλβανική γλώσσα 13. 11 Σούλης, Ιστορικά Μελετήματα,σελ. 111 και 116 και Alexander, Gilding the Lily, σελ. 223-224. 12 Kiel, Türkische Thessalien,σελ. 114. 13 Στουρνάρα, Οργάνωση και Χρήση του Χώρου, σελ. 37-38. 23
Ο ΘΕΣΣΑΛΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ Όπως είναι γνωστό, η πολιτική και κατ επέκταση η κοινωνική και οικονομική κατάσταση στη Θεσσαλία ήδη από το 13 ο αιώνα και πολύ περισσότερο καθ όλη τη διάρκεια του 14 ου αι. καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από αστάθεια και αλλεπάλληλες στρατιωτικές συγκρούσεις που βρίσκουν πρόσφορο πεδίο διεξαγωγής τα χώματά της 14. Τα πολεμικής φύσεως γεγονότα έγιναν συχνότερα μετά την κατάληψη της πρωτεύουσας του βυζαντινού κράτους από τους Σταυροφόρους το 1204, οπότε και άρχισε να παρατηρείται η βαθμιαία χαλάρωση του δεσμού μεταξύ κράτους (δηλαδή της κεντρικής εξουσίας) και των χωρικών (δηλαδή των υπηκόων που διαβιούσαν και εργάζονταν στην ύπαιθρο), ενώ παράλληλα η προϋπάρχουσα αυτή σχέση σταδιακά αντικαθίσταται από το δεσμό της τοπικής αριστοκρατίας (δηλαδή των ντόπιων γαιοκτημόνων) και των χωρικών, καθώς πλέον ενδυναμώνεται η τοπική τάξη των μεγάλων ιδιοκτητών γης (η ιστορική έρευνα κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο ασχολείται έντονα με το βαθμό που απαντάται η γένεση του βυζαντινού φεουδαλισμού ή της μεγαλογαιοκτημοσύνης αυτή την περίοδο) 15. Κατά συνέπεια οι ισχυροί αυτοί παράγοντες δράττονται της ευκαιρίας (λόγω της αδυναμίας της ήδη εξασθενημένης κεντρικής εξουσίας να επιβάλλει τη θέλησή της) να αυξήσουν τις περιουσίες τους και να ισχυροποιήσουν τη θέση τους, οικονομικά και κοινωνικά 16. Πρέπει να σημειώσουμε ότι η χρονική περίοδος από το 1213/1222 μέχρι την οριστική κατάκτηση της Θεσσαλίας από τα οθωμανικά στρατεύματα αναφέρεται στη βιβλιογραφία ως η περίοδος της ύπαρξης του ημιαυτόνομου κράτους της Θεσσαλίας. Η δημιουργία αυτού του ιδιαίτερου πολιτικού μορφώματος αν μπορούμε να το αποκαλούμε με αυτόν τον τρόπο εντοπίζεται στη διαίρεση του δεσποτάτου της Ηπείρου, όταν τα εδάφη της Θεσσαλίας αποδόθηκαν στο νόθο γιο του δεσπότη Μιχαήλ Β, τον Ιωάννη Α 14 Νεράντζη - Βαρμάζη, Βαλκανική Επαρχία,σελ. 93. 15 Τσοποτού, Γη και Γεωργοί, σελ. 13 και Ντάμπλια, Ιστορία της Θεσσαλίας,σελ. 144, Ostrogorskij, Feodalitè Byzantine, passim. 16 Νεράντζη - Βαρμάζη, Βαλκανική Επαρχία, σελ. 93-94. 24
(Άγγελο) Δούκα. Η ιδιότυπη αυτή πολιτική κατάσταση διατηρήθηκε στη Θεσσαλία σε συνδυασμό με τις επεμβάσεις των Λατίνων ιπποτών της Τέταρτης Σταυροφορίας, των Καταλανών, των Σέρβων, των Αλβανών και των Οθωμανών, καθώς και με την περιοδική ενίσχυση σε ορισμένες χρονικές περιόδους της κεντρικής βυζαντινής εξουσίας 17. Η θεσσαλική γη δέχτηκε τη σφοδρή επίθεση των Οθωμανών υπό την καθοδήγηση του Εβρενός μπέη 18 το 1393-5. Της στρατιωτικής εισβολής προηγήθηκε μια μακρόχρονη περίοδος αναρχίας και αστάθειας, κατά την οποία η Θεσσαλία πέρασε διαδοχικά υπό την κυριαρχία αρκετών κυρίων 19. Μετά την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους, για ένα σχετικά μικρό διάστημα η Θεσσαλία υπήρξε τμήμα του Λατινικού Βασιλείου της Θεσσαλονίκης υπό το Βονιφάτιο Μομφερατικό. Έπειτα περνά στην κατοχή της βυζαντινής δυναστείας Αγγέλων Δουκών Κομνηνών της Ηπείρου, οι οποίοι με έδρα την Άρτα καταβάλλουν επίμονη προσπάθεια να ανασυγκροτήσουν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Λίγο αργότερα τα εδάφη της Θεσσαλίας αποσπώνται από το Βασίλειο της Ηπείρου και στη συνέχεα διασπώνται. Το ανατολικό τμήμα αυτών προσαρτάται στην ανασυστημένη υπό το Μιχαήλ Η Παλαιολόγο Βυζαντινή Αυτοκρατορία (1261), ενώ το δυτικό και νότιο τμήμα παραμένει υπό την εξουσία των Αγγέλων Δουκών της Ηπείρου 20. Ακολούθως, η περιοχή για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα ταλανίζεται από τοπικές έριδες, μέχρις ότου στο α τέταρτο του 14 ου αι. περιέρχεται στην κυριαρχία των Καταλανών και των Αρβανιτών (σημ. Αλβανών), οι οποίοι λίγο αργότερα (1320) αρχίζουν να κινούνται νοτιότερα 21. Στη χρονική ακολουθία των γεγονότων, έπεται η εμφύλια διαμάχη δύο γνωστών βυζαντινών δυναστικών οίκων, των Παλαιολόγων και των Καντακουζηνών, για την κατάληψη του θρόνου μιας από καιρό παραπαίουσας αυτοκρατορίας, γεγονός που ευνοεί τις πολιτικές φιλοδοξίες και τις εδαφικές 17 Savvides, State of Thessaly,σελ. 213-219. 18 Ο Εβρενός μπέη υπήρξε εξωμότης ελληνικής καταγωγής που υπηρέτησε τους Οθωμανούς κατά τα πρώτα χρόνια ίδρυσης του κράτους τους, βοηθώντας τους ως στρατηγός στην κατάληψη στρατηγικών σημείων και φρουρίων στη Βαλκανική χερσόνησο (βλ. Melikoff, Ewrenos, σελ. II 720a). 19 Sadettin, Tacüt-Tevarih,σελ. 209-216. 20 Νεράντζη - Βαρμάζη, Βαλκανική Επαρχία, σελ. 93-94. 21 Νεράντζη - Βαρμάζη, Βαλκανική Επαρχία, σελ. 93-94. 25
διεκδικήσεις του Στεφάνου Δουσάν 22, με αποτέλεσμα οι συγκρούσεις Σέρβων και Βυζαντινών να προλειάνουν το έδαφος για την επικείμενη επέλαση των Οθωμανών. Η οθωμανική κατάκτηση της Θεσσαλίας τελικά πραγματοποιήθηκε σε τρεις φάσεις: α φάση: 1386-1387, β φάση: 1392-1393 και 1396-1397 και γ φάση: 1414/23-1470 23. Ήδη από το διάστημα που ορίζουν τα έτη 1336 και 1341, η Θεσσαλία είχε γίνει στόχος τουρκομανικών επιδρομών του Ουμούρ μπέη του εμιράτου του Αϊδινίου 24. Η πρώτη φάση (1386-1387) θεωρείται ως η φάση των αρχικών επιδρομών των οθωμανικών στρατευμάτων με επικεφαλής τον Εβρενός μπέη και τον Χαϊρεντίν πασά 25, η δεύτερη (1392-1393 και 1396-1397) ως η φάση μιας σειράς σημαντικών κατακτήσεων, οι περισσότερες των οποίων όμως είχαν προσωρινό χαρακτήρα, ενώ η τρίτη (1414/23-1470) ως η φάση της οριστικής κατάκτησης και της εγκαθίδρυσης της οθωμανικής κυριαρχίας στη Θεσσαλία, στην οποία πρωταγωνίστησε ο Τουραχάν μπέη 26. Το 1386 ο Χαϊρεντίν πασά εισέβαλε στη Θεσσαλία από το Κίτρος και πιθανόν να κατέλαβε τη Λάρισα τον ίδιο χρόνο. Την ίδια χρονιά ο Χαϊρεντίν πασά πέθανε. Υπήρχε όμως μια ρευστότητα,όπως φαίνεται από τις πηγές της εποχής, όσον αφορά στην πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στην περιοχή, όπου κυρίαρχο ρόλο διαδραμάτιζε ένας τοπικός άρχοντας, ο καίσαρας Αλέξιος Άγγελος. Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι η οθωμανική κυριαρχία δεν είχε ακόμα εγκαθιδρυθεί οριστικά στο θεσσαλικό κάμπο 27. Το 1393 ο Εβρενός μπέη, ο οποίος συμμετείχε και στην εκστρατεία του 1386, έλαβε εντολή από το σουλτάνο Βαγιαζήτ Α και εισέβαλε εκ νέου στη Θεσσαλία εξαλείφοντας κάθε μορφή βυζαντινής κρατικής διοίκησης που απόμεινε από την πρώτη εισβολή. Ο ίδιος ο σουλτάνος έκανε την εμφάνισή του μετά τις πρώτες αψιμαχίες και στρατοπέδευσε στις όχθες του Σπερχειού ποταμού 28. 22 Κατσαροπούλου, Σερβική Επέκταση, σελ. 51-54. 23 Savvides, Tesalya, X 420b και Σπανός, Οικισμοί, σελ. 31. 24 Σαββίδης, Κάτοψη, σελ. 153 25 Γουλούλης,Τα Αφιερωτήρια, σελ. 26. 26 Savvides, State of Thessaly, σελ. 216. 27 Nicol, Rock Monasteries, σελ. 67. 28 Nicol, Rock Monasteries, σελ. 68. 26
Ύστερα από τη μάχη της Άγκυρας το 1402 και την ήττα του σουλτάνου Βαγιαζήτ Α από τον Ταμερλάνο η Θεσσαλία έμεινε στα χέρια του γιου του Βαγιαζήτ, Σουλεϊμάν. Ο Σουλεϊμάν, μέσα στο πλαίσιο των συμμαχιών που έκανε για να ενισχύσει τη θέση του έναντι των αδελφών του στη διαμάχη που υπήρχε για τη διαδοχή στον οθωμανικό θρόνο, δέχτηκε να επιστρέψει τη Θεσσαλία στο βυζαντινό αυτοκράτορα Μανουήλ. Το 1410 ο Σουλεϊμάν νικήθηκε από τον αδελφό του Μουσά, ο οποίος κατέλαβε εκ νέου τη Θεσσαλία 29. Γενικά, δεν έχουμε πολλά στοιχεία για την εποχή αυτή. Πιθανόν είναι πάντως ότι κάποιες περιοχές ξέφυγαν από τον έλεγχο των Οθωμανών μετά το 1402 30. Πάντως η οριστική και τελεσίδικη πλέον κατάκτηση της δυτικής και νότιας Θεσσαλίας φαίνεται πως πραγματοποιήθηκε επί βασιλείας του σουλτάνου Βαγιαζήτ Α. Και εδώ όμως οι απόψεις διίστανται. Σύμφωνα με την πρώτη άποψη, η εγκαθίδρυση της οθωμανικής κυριαρχίας σε όλη τη Θεσσαλία υπήρξε απότοκος μιας μακράς προσπάθειας από τα τέλη του 14 ου αιώνα μέχρι και τα μέσα του 15 ου αιώνα (1454-1470). Ως προς τη δεύτερη άποψη, η Θεσσαλία εξαρτάται διοικητικά από την κεντρική εξουσία (το σουλτάνο) ή αποτελεί μια σχεδόν ανεξάρτητη ηγεμονία υπό το γαζή Turahan bey(τουραχάν) 31, ως uc bey 32 (δηλαδή ηγεμόνα ακριτικών παραμεθορίων περιοχών) 33. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι μέχρι το 1454-1455, όταν γίνεται η καταγραφή σύμφωνα με το κατάστιχο απογραφής που εκδόθηκε από τους Melek Delilbaşı και Muzaffer Arıkan, τα στοιχεία του οποίου αποτελούν τη βάση 29 Τσοποτού, Γη και Γεωργοί, σελ. 37-38. 30 Beldiceanu Nasturel, Θεσσαλία, σελ. 105. 31 Για το βίο και τη δράση του Turahan bey βλ. το κεφάλαιο «Τα βακούφια των Τουραχανιδών Η παρουσία και η δράση του Τουραχάν μπέη και των απογόνων του στο σαντζάκι Τρικάλων». 32 Γνωρίζουμε ότι από τα τέλη του 14 ου αιώνα παραχωρούνται σε Οθωμανούς αξιωματούχους των Βαλκανίων, τους λεγόμενους uc beyler, μεγάλες εκτάσεις που μεταβιβάζονται από γενιά σε για γενιά για αιώνες. Τα συγκεκριμένα κτήματα έχουν την ονομασία μούλκια των γαζήδων (mülkler gazıları). Βλ. Μουταφτσίεβα, Αγροτικές Σχέσεις, σελ. 30. Οι uc beyler εμφανίστηκαν κυρίως την περίοδο μεταξύ των ετών 1360-1453 και είχαν υπό την επίβλεψή τους μεγάλες διοικητικές περιφέρειες στα σύνορα της οθωμανικής αυτοκρατορίας υπό τη μορφή ημιαυτόνομων ηγεμονιών μέχρι την ενσωμάτωσή τους στον κορμό της οθωμανικής αυτοκρατορίας, η οποία εκείνη την εποχή εξαπλωνόταν ταχέως. Οι uc beyler διαδραμάτισαν πολύ σημαντικό ρόλο για την εξάπλωση της οθωμανικής κυριαρχίας στη βαλκανική χερσόνησο στο πρώτο μισό του 15 ου αιώνα, αφού εξυπηρετούσαν διάφορους σκοπούς: Τη σταδιακή αποδοχή της οθωμανικής εξουσίας από τους τοπικούς πληθυσμούς, την ενσωμάτωση ή την αποδυνάμωση των τοπικών χριστιανών αρχόντων, την καταβολή των φόρων στην κεντρική εξουσία μαζί με την εισαγωγή του οθωμανικού τρόπου επιβολής της φορολογίας κ.ά. Βλ. İnalcık, Ottoman state, σελ. 13-14. 33 Γουλούλης, Τα Αφιερωτήρια, σελ. 26-27 και İnalcık, Ottoman Μethods,σελ. 105. 27
της παρούσας εργασίας, η Θεσσαλία αποτελούσε ένα μικρό ημιαυτόνομο κρατίδιο, ως uc - ακριτική περιοχή, που δημιουργήθηκε από τον Turahan bey, ως uc bey και εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της κεντρικής οθωμανικής διοίκησης 34. Η κατάκτηση της Θεσσαλίας εντάσσεται στη συζήτηση που γίνεται για τον τρόπο κατάκτησης της βαλκανικής χερσονήσου στα χρόνια πριν και μετά τη βασιλεία του σουλτάνου Βαγιαζήτ. Αυτός ο τρόπος κατάκτησης σύμφωνα με τους διάφορους ερευνητές αντικατοπτρίζει και την ιδεολογική δομή του οθωμανικού κράτους αλλά και τη μορφή που πήρε το κράτος μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης και την εδραίωση της οθωμανικής ισχύος στην ανατολική Mεσόγειο στα μέσα και στα τέλη του 15 ου αιώνα. Οι απόψεις που έχουν εκφραστεί για το ζήτημα είναι πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους και θα ήταν άστοχο να ασχοληθούμε μαζί τους στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας. Γενικά, μπορούμε να αναφέρουμε ότι υπάρχει μία έντονη αντιπαράθεση διαφόρων ιστορικών σχετικά με το αν οι αρχικές κατακτήσεις των Οθωμανών, ιδιαίτερα στα Βαλκάνια, ήταν αποτέλεσμα της εξάπλωσης της ιδεολογίας των γαζήδων ή της δυναμικής που προέκυψε από την πρόσμιξη Ελλήνων και βαλκάνιων Σλάβων (εξισλαμισμένων με τη θέλησή τους κατά ένα μεγάλο μέρος) με τα τουρκικά φύλα 35. Είναι γεγονός ότι στις βυζαντινές πηγές δεν γίνεται λόγος για αντίσταση των κατοίκων στις οθωμανικές εισβολές. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί εύκολα στο συμπέρασμα ότι οι τοπικοί άρχοντες δεν προέταξαν τα όπλα, αλλά συνθηκολόγησαν αμέσως, με αποτέλεσμα την εύκολη κατάκτηση της περιοχής από τα οθωμανικά στρατεύματα. Μάλιστα πρέπει να τονιστεί ότι πολλοί από τους άρχοντες αυτούς δέχθηκαν να εξισλαμιστούν, για να διατηρήσουν τα προνόμιά τους. Ο εξισλαμισμός ήταν ευρύς κυρίως στους Αλβανούς μεγαλογαιοκτήμονες της δυτικής Θεσσαλίας 36. Ταυτόχρονα, μαρτυρείται η παρουσία Βενετών στα παράλια της ανατολικής Θεσσαλίας (περιοχή Αλμυρού), οι οποίοι μόνιμα κατέχουν και 34 Γουλούλης,Τα Αφιερωτήρια, σελ 30. 35 Τα δύο πιο σύγχρονα έργα που πραγματεύονται το ζήτημα είναι: Cemal Kafadar, Between Two Worlds, Los Angeles 1995 και Heath W. Lowry, Η φύση του πρώιμου οθωμανικού κράτους, Αθήνα 2004. 36 Σπανός, Οικισμοί, σελ. 31. 28
χρησιμοποιούν το λιμάνι του Πτελεού ως εμπορικό σταθμό και βάση της ανθηρής οικονομικής δραστηριότητάς τους στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο. 37 37 Νεράντζη - Βαρμάζη, Βαλκανική Επαρχία, σελ. 94. 29
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ KOINOTIKH ΔΙΟΙΚΗΣΗ Ήδη από το α τέταρτο του 14 ου αιώνα (1318) τα Τρίκαλα αναδεικνύονται σε σπουδαιότερη πόλη της Θεσσαλίας (από πληθυσμιακής, κοινωνικής και οικονομικής απόψεως). Εκεί μεταφέρεται η έδρα της μητρόπολης από τη Λάρισα, η οποία λόγω της μη ύπαρξης σταθερής κεντρικής εξουσίας και των διαφωνιών των διαφόρων αρχόντων μαστίζεται από εσωτερικές έριδες και αναρχία 38. Παρ όλα αυτά, η προϊσταμένη αρχή στον εκκλησιαστικό τομέα ήταν και παρέμεινε ο μητροπολίτης Λάρισας, ο οποίος έφερε από τα μέσα του 9 ου αιώνα τον τίτλο «Μητροπολίτης Λαρίσης, Δευτέρας Θεσσαλίας και πάσης Ελλάδος» ή «Μητροπολίτης Λαρίσης Υπερτίμου και Εξάρχου Δευτέρας Θεσσαλίας και πάσης Ελλάδος» 39. Η διαίρεση των πόλεων, χωριών και οικισμών της Θεσσαλίας στο πλαίσιο της εκκλησιαστικής διοίκησης πραγματοποιούνταν με την υπαγωγή τους σε τέσσερις επισκοπές: της Τρίκκης (Τρικάλων), των Σταγών, του Γαρδικίου και της Περιστεράς 40. Ας σημειωθεί στο σημείο αυτό πως, μετά την οριστική κατάκτηση της Θεσσαλίας από τους Οθωμανούς, πολλοί από τους Αλβανούς μεγαλοϊδιοκτήτες γης στη δυτική Θεσσαλία προτίμησαν να εξισλαμισθούν μαζί με τους υποτακτικούς τους, ενώ στη βόρεια Θεσσαλία σημειώθηκαν μαζικοί εποικισμοί μουσουλμανικού στοιχείου 41 (Κονιάρηδες 42 και άλλοι πληθυσμοί από τα βάθη της Ανατολίας) 43, με παράλληλη μετακίνηση του ντόπιου πληθυσμού από τους 38 Σπανός, Οικισμοί, σελ. 28. Για το ίδιο ζήτημα βλ. και İnalcık H., Ottoman state,σελ. 127. 39 Σπανός, Οικισμοί,σελ. 58. 40 Ο μητροπολίτης Λαρίσης θα επιστρέψει τελικά στην έδρα της επισκοπής του (τη Λάρισα) από τα Τρίκαλα μόλις το 18 ο αιώνα (1739). Σπανός, Οικισμοί, σελ. 69, σημ. 1 και Φαρμακίδης, Η Λάρισα,σελ. 86-91. 41 Σπανός, Οικισμοί, σελ. 31. 42 Σύμφωνα με τον Απόστολο Βακαλόπουλο, την άποψη του οποίου ακολουθεί και ο Σταύρος Γουλούλης, ο όρος κoνιάρης αναφέρεται στο άτομο που προέρχεται από το Ικόνιο (βλ. Βακαλόπουλος, Κάστρα, σελ. 65 και Γουλούλης,Τα Αφιερωτήρια, σελ. 27). Την ίδια άποψη έχει και ο Αλέξης Σαββίδης (βλ. Σαββίδης, Κάτοψη,σελ. 153) που τους αποκαλεί κονυαλήδες ή κονιαραίους. Πάντως, αυτή η άποψη αμφισβητείται πλέον σήμερα. 43 Γουλούλης, Τα Αφιερωτήρια,σελ. 27 και Βακαλόπουλος, Κάστρα, σελ. 65. 30
οικισμούς και τα χωριά του κάμπου στα φυσικά οχυρωμένα μέρη, δηλαδή σε ορεινές περιοχές. Οι κάτοικοι του κάμπου πιθανόν να θεώρησαν πως και εκείνη η επιδρομή αλλοφύλων θα ήταν παροδική, όπως οι επιδρομές τόσων άλλων φύλων και εθνοτήτων που πραγματοποιούνταν με συνεχώς αυξανόμενη συχνότητα από το α μισό του 13 ου αιώνα, όπως προαναφέρθηκε 44. Στο τέλος όμως ο πληθυσμός της Θεσσαλίας φαίνεται πως απογοητευμένος και κουρασμένος από τις συνεχείς πολεμικές συγκρούσεις, τις αναταραχές και τις καταστροφικές συνέπειες αυτών προτίμησε να δεχτεί το νέο εισβολέα περισσότερο ως ελευθερωτή παρά ως έναν ακόμη δυνάστη. Βέβαια αυτό ήταν περισσότερο θέμα προσαρμογής παρά επιλογής και σε αυτό το ζήτημα σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν οι τοπικοί παράγοντες, οι οποίοι ασπάστηκαν, κατά ένα μεγάλο ποσοστό, το Ισλάμ. Βέβαια η παραπάνω κατάσταση δεν είναι ένα τοπικό γεγονός, αλλά εντοπίζεται σε όλη τη βαλκανική χερσόνησο 45. Για τον ίδιο λόγο οι τοπικοί άρχοντες παραδίδουν τις πόλεις στους Οθωμανούς αμαχητί (με εξαίρεση τα Φάρσαλα, όπου κάποιοι μεγαλογαιοκτήμονες ανθίστανται αλλά κατανικώνται τελικά με σχετική ευκολία από τους νέους κυριάρχους) 46. Άλλωστε οι κάτοικοι των ορεινών περιοχών της Θεσσαλίας από την εποχή της Ρωμαιοκρατίας διατηρούσαν ορισμένα προνόμια (ως μια πρώιμη μορφή αυτοδιαχείρισης των κοινών υποθέσεων και αυτοδιοίκησης), τα οποία αργότερα οδηγούν τις ημιαυτόνομες κοινότητες να ενταχθούν με ομαλό τρόπο στο θεσμό των αρματολικίων 47. Το θεσμό αυτό διατήρησαν και ενίσχυσαν ως ένα βαθμό για την αντιμετώπιση των κλεφτών, αλλά και για λόγους τήρησης της τάξης, και οι Οθωμανοί. Βαθμιαία, τα εδάφη που περιφρουρούσαν οι αρματολοί 48 έγιναν ημιαυτόνομα και οι αρματολοί απέκτησαν κληρονομικό δικαίωμα στην εξουσία. 44 Φαρμακίδης, Η Λάρισα, σελ. 154. 45 İnalcık, Ottoman Μethods,σελ. 115-117. 46 Αρσενίου, Θεσσαλία, σελ. 12. 47 Αρσενίου, Θεσσαλία, σελ. 13 και Σπανός, Οικισμοί, σελ. 32. 48 Με τον όρο «αρματολός» εννοούμε τους έμμισθους φρουρούς και τηρητές της τάξης που στρατολογούνταν κυρίως από τα Βαλκάνια και είχαν το δικαίωμα να διατηρήσουν τη θρησκευτική τους πίστη. Συνήθως, ήταν γαιοκτήμονες (ορθόδοξοι χριστιανοί), οι οποίοι σε καιρό ειρήνης ήταν φρουροί συνόρων, κάστρων, σημαντικών ορυχείων και στρατηγικών 31
Αν και το πρώτο χρονικά αρματολίκι που δημιουργήθηκε στον ελλαδικό χώρο ήταν αυτό των Αγράφων, στο θεσσαλικό χώρο ο θεσμός γνώρισε σημαντική ανάπτυξη και οδήγησε κατά τους αιώνες που ακολούθησαν 49 (17 ος και 18 ος αι.) στην οργάνωση και την εκδήλωση πολλών επαναστατικών κινημάτων και εξεγέρσεων. Σύμφωνα με τη διοικητική οργάνωση της οθωμανικής αυτοκρατορίας η κεντρική συνισταμένη του συστήματος που ίσχυε ήταν το σαντζάκι, δηλαδή μια μεγάλη σε έκταση διοικητική περιφέρεια. Επικεφαλής στο σαντζάκι ήταν ο σαντζάκ μπέης. Τα όμορα σαντζάκια συνιστούσαν το μπεηλερμπεηλίκι ή εγιαλέτι. Επίσης το ίδιο το σαντζάκι διαιρούνταν σε καζάδες. Επικεφαλής του καζά ήταν ο σούμπασης ή βοεβόδας. Οι καζάδες, με τη σειρά τους, διαιρούνταν σε ναχιγιέδες 50. Η Θεσσαλία αποτελούσε η ίδια σαντζάκι της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Έδρα της ήταν τα Τρίκαλα και υπαγόταν στο μπεηλερμπεηλίκι της Ρούμελης 51. Εν κατακλείδι, θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα πως η ταχεία κατάληψη από τους Οθωμανούς του διαμελισμένου γεωγραφικά και διασπασμένου πολιτικά βαλκανικού χώρου έθεσε τις βάσεις για μια «νέα ευημερία», αποκατέστησε την τάξη και την πολιτική ενότητα, ενώ η εξουσία και ο έλεγχος ασκούνται από ένα συγκεντρωτικό κράτος που αντικατέστησε την περισσότερο πλουραλιστική πολιτικά, αλλά αδύναμη πλέον (για την εποχή που εξετάζουμε), πολιτική κυριαρχία μιας αυτοκρατορίας που βασανιζόταν για πολλές δεκαετίες πριν από την τελική πτώση της από την αυθαιρεσία στη διοίκηση, την οικονομία και την οργάνωση του στρατού (γεγονός που είχε καταστροφικές συνέπειες στο ηθικό και το αξιόμαχο των υπερασπιστών της) 52. περασμάτων (δερβένια). Επίσης συχνά χρησιμοποιούνταν από τη διοίκηση ως συλλέκτες φόρων. Ο όρος προέρχεται από τη λέξη αμαρτωλός (δηλαδή,αυτός που έχει σχέση με την αμαρτία) ή αρματολός (δηλαδή,αυτός που έχει σχέση με τα άρματα). Στα Βαλκάνια αρχηγός των σωμάτων των αρματολών ήταν πάντοτε ένας μουσουλμάνος που ονομαζόταν martolos başı ή aghası. Οι θέσεις μέσα στο σώμα ήταν κληρονομικές. Οι αρματολοί εξαιρούνταν από την καταβολή του κεφαλικού φόρου (cizye) και από άλλους τοπικούς φόρους. Βλ. Rossi Griswold, Martolos, VI 613a. 49 Σχετικά με την τοπική ασφάλεια του σαντζακίου κατά τον 16 ο αιώνα βλ. Alexander,Toward a History of Post-Byzantine Greece,σελ. 134 κ.εξ., 298 κ.εξ. 50 İnalcık, Αυτοκρατορία, passim. 51 Σπανός, Οικισμοί, σελ. 19. 52 Σπανός, Οικισμοί, σελ. 32. Στουρνάρα, Οργάνωση και Χρήση του Χώρου, σελ. 22. 32
ΤΑ ΚΥΡΙΟΤΕΡΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΣΑΝΤΖΑΚΙ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Μονή Δουσίκου ή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος ή Μονή των Μεγάλων Πυλών ή της Θεομήτορος των Μεγάλων Πυλών Πρόκειται για ένα ανδρικό μοναστήρι που βρίσκεται στο κεντρικό τμήμα του σημερινού νομού Τρικάλων, κοντά στο χωριό Αγ. Βησσαρίων Τρικάλων, στους πρόποδες του όρους Κόζιακας, το οποίο ονομάζεται και Κερκέτιο όρος και αποτελεί προέκταση της οροσειράς της νότιας Πίνδου. Το όνομά της (Μονή Δουσίκου) το πήρε από ένα θάμνο που φυτρώνει στην περιοχή,ο οποίος έχει το όνομα ντουσκάρι ή δουσκάρι. Αυτή η ονομασία ετυμολογείται από την αλβανική λέξη dushk-u (= βελανιδιά, κλαδί που χρησιμεύει ως τροφή ζώων το χειμώνα) 53. Οικοδομήθηκε το 14 ο αι. πάνω στα ερείπια προϋπάρχουσας Βασιλικής και Σταυροπηγιακής Μονής, για την οποία η παλιότερη σαφής μνεία γίνεται σε σιγίλλιο του 1393. To διάστημα μεταξύ των ετών 1381 και 1393 ενσωματώθηκε στην μονή η χτισμένη το 1283 Μονή της Θεομήτορος των Μεγάλων Πυλών 54. Κατά το 16 ο αι. η μονή ανασυστήνεται από τον μητροπολίτη Λαρίσης, (μετέπειτα) Άγιο Βησσαρίωνα με τη συμβολή του αδελφού του, επισκόπου Ιγνατίου. Ένας καταστροφικός σεισμός στις 24 Απριλίου 1544 προκάλεσε σοβαρές απώλειες στο Καθολικό της Μονής, το οποίο αμέσως αργότερα ανοικοδομήθηκε. Το 1557 αποπερατώθηκε η αγιογράφηση του Καθολικού της Μονής, η οποία υπήρξε σημαντικό πνευματικό κέντρο για την περιοχή, καθώς εμπλούτιζε διαρκώς την αρκετά αξιόλογη βιβλιοθήκη της 55. Η μονή παρά τα όσα δεινά υπέστη κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κατάκτησης άντεξε. Μετά την επανίδρυσή της από τον Αγ. Βησσαρίωνα δεν ερημώθηκε ούτε εγκαταλείφθηκε, αποτελώντας ηθικό και πνευματικό στήριγμα 53 Σπανός, Οικισμοί, σελ. 262. 54 Σπανός, Οικισμοί, σελ. 261. 55 Αλεξανδρόπουλος Ι. Χ.,Ιερά Μονή Σωτήρος Δουσίκου, σελ. 101-102. 33
για τους ορθόδοξους χριστιανούς υπηκόους της περιοχής σε καιρούς δύσκολους για την πίστη και το φρόνημά τους 56. Κατάφερε να διατηρήσει και να αναπτύξει υπό την κατοχή της μεγάλη έγγεια περιουσία στη γύρω περιοχή, καθώς πολλά από τα γύρω χωριά (ή οικισμοί) άνηκαν στη δικαιοδοσία της. Ιδιαίτερα τον 16 ο αιώνα βρίσκουμε τη μονή να δραστηριοποιείται έντονα για την αύξηση της ακίνητης περιουσίας της και για τη διατήρηση των προνομίων όσον αφορά τη φορολογία των κτημάτων της 57. Σώζεται δε μεταξύ άλλων και ένα επίσημο έγγραφο (χοτζέτι του 1485) της οθωμανικής διοίκησης που εκδόθηκε με αφορμή μια διένεξη των μοναχών και του σπαχή του χωριού Δούσικο για την καταβολή ή όχι της δεκάτης (κατ αποκοπήν) για γαίες που νέμονταν το μοναστήρι. Η διαμάχη έληξε με δικαίωση του αιτήματος της Μονής 58. Τα Μοναστήρια των Μετεώρων Το 1454/55, δηλαδή το έτος κατά το οποίο πραγματοποιείται η φορολογική απογραφή που μελετούμε στα μοναστήρια των Μετεώρων, διαβιούν 40 περίπου μοναχοί, οι οποίοι σύμφωνα με σουλτανικό διάταγμα (berat) «δε δίδουν τίποτε» (όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται) για τα αμπέλια, τους μύλους, τα σπίτια, τα αιγοπρόβατα και οποιοδήποτε άλλο είδος ιδιοκτησίας κατείχαν και νέμονταν ως «mülk» 59 (δηλαδή γαίες που περιλαμβάνουν και ακίνητη περιουσία πλήρους κυριότητας που είχαν δοθεί από το κράτος υπό μορφή δωρεάς σε ιδιώτες, οι οποίοι είχαν το δικαίωμα να τις μεταβιβάσουν σε κληρονόμους). Η περιουσία σε μούλκια μπορούσε να πολλαπλασιαστεί με την αγορά νέων γαιών, προσάρτηση γαιών από γειτνιάζοντα χωριά, αγορές αστικών οικισμών, καταστημάτων, αποθηκών, λουτρών, χανίων. Ο ιδιοκτήτης 56 Αλεξανδρόπουλος Ι. Χ., Ιερά Μονή Σωτήρος Δουσίκου, σελ. 103-104. 57 Αλεξανδρόπουλος Ι. Χ., Ιερά Μονή Σωτήρος Δουσίκου, σελ. 118-119. 58 Σπανός, Οικισμοί, σελ. 261-262, βλ. επίσης και σημ. 2 της ίδιας σελίδας, Τρίκαλα, έκδοσις νομαρχίας Τρικάλων, σελ. 11, Αλεξανδρόπουλος Ι. Χ., Ιερά Μονή Σωτήρος Δουσίκου, σελ. 101-120 και Alexander, Natural Disasters,σελ. 223-240. Για την ιστορία των μοναστηριών πριν την οθωμανική κατάκτηση βλ. Nicol, Rock Monasteries, σελ. 70-112. 59 Αλεξανδρόπουλος Ι.Χ.,Τα Μοναστήρια των Μετεώρων,σελ. 81-88. 34
του mülk είχε το δικαίωμα να το μετατρέψει σε ευσεβές κληροδότημα 60 (vakıf, βακούφι) 61. Γενικά στοιχεία περί των μοναστικών κοινοτήτων στη Θεσσαλία Τα μοναστήρια ανέκαθεν αποτελούσαν μεγάλους και σημαντικούς ιδιοκτήτες γης. Στη Θεσσαλία ήδη από το 13 ο αι. τα μοναστήρια της Μακρυνίτισσας και της Πορταριάς που ιδρύθηκαν από την οικογένεια των αρχόντων Μαλιασηνών (οι οποίοι κατά το 13 ο αι. αναδείχθηκαν σε ισχυρούς τοπάρχες στη Θεσσαλία, ώσπου αναγκάσθηκαν τελικά να δεχθούν την επικυριαρχία του δεσποτάτου της Ηπείρου) δεχόμενα συνεχώς δωρεές από ισχυρούς γαιοκτήμονες, δεσπότες και τοπικούς άρχοντες (κυρίους) αυξάνουν την οικονομική τους δύναμη. Αυτό συμβαίνει και στην περίπτωση άλλων δύο μοναστηριών της Δυτικής Θεσσαλίας: της Παναγίας Λυκουσάδας και το μοναστήρι της Θεοτόκου της Ακαταμαχήτου των Μεγάλων Πυλών, τα οποία έκτισαν μέλη (της οικογένειας) του δυναστικού οίκου των Δουκών και ενίσχυαν με συνεχείς εισφορές 62. Είναι γεγονός ότι μετά την κατάκτηση της Θεσσαλονίκης, οι μοναχοί του Αγίου Όρους, της άλλης μεγάλης μοναστικής κοινότητας του ελλαδικού χώρου, προσφέρθηκαν να υποταχθούν χωρίς αντίσταση και να πληρώνουν μία ετήσια εισφορά με την προϋπόθεση να διατηρήσουν την αυτονομία και την περιουσία τους. Η συμφωνία αυτή επικυρώθηκε και από φιρμάνι. Δυστυχώς δε γνωρίζουμε αν συνέβη κάτι παρόμοιο και με τα μοναστήρια των Μετεώρων. Σύμφωνα με την άποψη του ερευνητή Donald Nicol μια τέτοια περίπτωση ήταν 60 Ο τρόπος με τον οποίο οι ιδιοκτήτες «mülk» αύξαναν την περιουσία τους περιγράφεται στο άρθρο: Laiou, Some Considerations Regarding Çiftlik Formation in the Western Thessaly, Sixteenth Nineteenth Centuries, σελ. 263-287. Γενικά, πρέπει να πούμε ότι βακούφι είναι το κληροδότημα ενός αφιερωτή που περιελάμβανε περιουσία (mevkuf) από κινητά και ακίνητα, της οποίας είχε την πλήρη κυριότητα για να πετύχει την αφιέρωση (malik). Το αντικείμενο ενός αφιερώματος έπρεπε να είναι διαρκούς φύσεως και να παρέχει μία επικαρπία (menfaa). Αναγκαίοι όροι για να έχει ο αφιερωτής δικαιοπρακτική ικανότητα ήταν να διατηρεί «σώες τις φρένες» (akıl), να είναι ενήλικος (baliğ) και όχι δούλος (hurr) (βλ. Μουταφτσίεβα, Αγροτικές Σχέσεις, σελ. 135-136). 61 Γουλούλης,Τα Αφιερωτήρια, σελ. 22-23. Για την περιγραφή του χώρου και του φυσικού τοπίου της Καλαμπάκας και των Μετεώρων βλ. και R. F. Kreutel, Die Meteora Klöster,σελ. 47-48 (κείμενο του συγγραφέα Mehmed-i Asıq) 62 Ντάμπλια, Ιστορία της Θεσσαλίας,σελ. 145. 35