Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης Μάθημα: Διεθνείς Επιχειρήσεις και Επενδύσεις Ενότητα: Θεωρίες Άμεσων Ξένων Επενδύσεων Διδάσκων: Δημήτρης Γιακούλας
Οι θεωρίες Α.Ξ.Ε. Η διεθνοποίηση της παραγωγής είναι πλέον μία τις βασικές κινητήριες διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης και ως εκ τούτου βρίσκεται στο επίκεντρου του επιστημονικού ενδιαφέροντος. Μία σειρά από θεωρίες άρχισαν να αναπτύσσονται από τη δεκαετία του 1960 οι οποίες επιχειρούν να ερμηνεύσουν το φαινόμενο. Οι βασικές θεωρίες διεθνούς παραγωγής μπορούν να αναλυθούν σε τρία επίπεδα: το μακροοικονομικό που εξετάζει το εθνικό και διεθνές περιβάλλον, το μεσοοικονομικό, το οποίο εξετάζει την αλληλεπίδραση μεταξύ των επιχειρήσεων το μικροοικονομικό που εξετάζει παράγοντες εντός της επιχείρησης
Κλασσικές προσεγγίσεις Υπάρχουν διαφορές στο κόστος παραγωγής διαφορετικών αγαθών λόγω του διαφορετικού βαθμού εξειδίκευσης του παραγωγικού συντελεστή (εργασία) σε κάθε αγαθό. Απόλυτο πλεονέκτημα - Adam Smith: κάθε χώρα έχει συμφέρον να εξειδικεύεται στην παραγωγή και να εξάγει το προϊόν το οποίο παράγεται με το χαμηλότερο κόστος και να το ανταλλάσσει με το προϊόν που η άλλη χώρα παράγει με χαμηλότερο κόστος. Συγκριτικό πλεονέκτημα David Ricardo: η εξειδίκευση στην παραγωγή και η συμμετοχή στο διεθνές εμπόριο έχει οφέλη για μία χώρα ακόμα και αν δεν έχει απόλυτο πλεονέκτημα (έναντι μίας άλλης χώρας) στην παραγωγής ενός προϊόντος αλλά συγκριτικό πλεονέκτημα (σε σχέση με την εγχώρια παραγωγή κάποιου άλλου προϊόντος). Θεωρίες χαρτοφυλακίου: Η διαφορά στην επάρκεια κεφαλαίου απεικονίζεται στην απόδοσή του, και οι Α.Ξ.Ε. θα κινηθούν προς τη χώρα με τη μεγαλύτερη απόδοση. Ιδιαίτερα απλουστευτικά μοντέλα με πάρα πολλούς περιορισμούς (δύο χώρες, δύο προϊόντα, ένας συντελεστής παραγωγής, ελεύθερη εισαγωγή και εξαγωγή προϊόντων, μηδενικά κόστη μεταφοράς, κ.α.) Δεν επιχειρούν να ερμηνεύσουν την πραγματικότητα αλλά μόνο να δώσουν κάποια θεωρητικά υποδείγματα. Οι επενδύσεις (μεταφορά συντελεστών παραγωγής) δεν υπάρχουν σαν έννοια. Οι όποιες διαφορές στην παραγωγικότητα καταλήγουν σε διεθνές εμπόριο.
Νεοκλασικές προσεγγίσεις Heckscher - Ohlin: Καθοριστική για τη διάρθρωση της παραγωγής και του διεθνούς εμπορίου είναι η σχετική ποσότητα των παραγωγικών συντελεστών που κατέχει κάθε χώρα. Το συγκριτικό πλεονέκτημα βρίσκεται στο προϊόν στην παραγωγή του οποίου χρησιμοποιείται ο σχετικά άφθονος συντελεστής και οι χώρες θα πρέπει να παράγουν και να εξάγουν το προϊόν αυτό. Heckser Ohlin Samuelsnon (H.O.S.): οι Α.Ξ.Ε. οφείλονται στη διαφορά διαθεσιμότητας παραγωγικών συντελεστών και αυτές δημιουργούνται εξαιτίας ατελειών στο διεθνές εμπόριο. Mundell: το διεθνές εμπόριο και η κίνηση κεφαλαίου είναι υποκατάστατα. Εάν σε μία οικονομία η οποία δέχεται εξαγωγές για να καλύψει τη ζήτηση για συγκεκριμένα προϊόντα επιβληθεί κάποιο εμπόδιο εμπορίου, τότε υπάρχει ισχυρό κίνητρο να αντικατασταθούν οι εξαγωγές με ΑΞΕ, δηλαδή, με παραγωγή των συγκεκριμένων προϊόντων επιτόπια από τον εξαγωγέα. Νέα θεωρία διεθνούς εμπορίου: υποστηρίζει ότι οι επιχειρήσεις δημιουργούν Α.Ξ.Ε. για να εκμεταλλευτούν εσωτερικές και εξωτερικές οικονομίες κλίμακας. Μερικές αδυναμίες της (νεο)κλασσικής θεωρίας: Κίνηση κεφαλαίου όχι επέκταση επιχείρησης Γενικό όχι εξειδικευμένο κεφάλαιο Τέλειος όχι ατελής ανταγωνισμός Ομοιογενές όχι διαφοροποιημένο προϊόν Διακλαδικό και όχι ενδοκλαδικό εμπόριο και επενδύσεις Εμπόριο και επενδύσεις μεταξύ χωρών με άνιση και όχι όμοια ανάπτυξη και επάρκεια παραγωγικών συντελεστών.
Βιομηχανική οργάνωση Η βιομηχανική οργάνωση αναφέρεται στην ασυμμετρία των επιχειρήσεων όσον αφορά στην κατοχή ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων, γεγονός που επιφέρει ατέλειες στην αγορά και καθιστά κάποιες επιχειρήσεις πιο ανταγωνιστικές από άλλες. Η κατοχή ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων μπορεί να αναφέρεται σε ικανότητες μίας επιχείρησης έναντι των άλλων, όπως οι δεξιότητες μάρκετινγκ, οι δεξιότητες διοίκησης, η πρόσβαση σε δίκτυα διανομής, η κατοχύρωση της μάρκας του προϊόντος, το διαφοροποιημένο προϊόν, η αποκλειστική πρόσβαση σε πρώτες ύλες, ή ακόμα και προνομιακή πρόσβαση σε χρηματοδότηση. Τα παραπάνω, καθιστούν ανομοιογενείς τις επιχειρήσεις που λειτουργούν σε μία αγορά, επομένως, πρόκειται για μη ανταγωνιστικές αγορές. Τα εκάστοτε ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που διαθέτει μία επιχείρηση, είναι δυνατό να θεωρηθούν ως εμπόδια εισόδου στην αγορά για την είσοδο άλλων επιχειρήσεων, καθώς αυτές θα πρέπει να διαθέτουν ανάλογα πλεονεκτήματα για να μπορούν να ανταγωνιστούν την υφιστάμενη. Η παραπάνω ασυμμετρία των επιχειρήσεων παρατηρείται όχι μόνο μεταξύ εγχώριων επιχειρήσεων αλλά και μεταξύ επιχειρήσεων διαφορετικής εθνικότητας. Εάν μία επιχείρηση από άλλη χώρα διαθέτει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα έναντι επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται εγχωρίως, τότε είναι δυνατό να προκύψει είσοδος της ξένης επιχείρησης στην εγχώρια αγορά με τη μορφή ΑΞΕ.
Εσωτερικοποίηση Η επιχείρηση έχει δύο τρόπους να εσωτερικοποιήσει το ιδιοκτησιακό της πλεονέκτημα. Μέσω της αγοράς (διεθνές εμπόριο) και μέσω ολοκλήρωσης στο εσωτερικό της. Οι μηχανισμοί της αγοράς συχνά δημιουργούν τριβές εξαιτίας διάφορων παραγόντων, (καθεστώς ασυμφωνίας και αβεβαιότητας στις διαπραγματεύσεις, ασύμμετρη πληροφόρηση των μερών, οι φόροι των εμπορικών συναλλαγών). Είναι προτιμότερο, υπό προϋποθέσεις, η επιχείρηση να αποφεύγει συναλλαγές μέσω της αγοράς και να επιλέγει να λειτουργεί μέσω ολοκλήρωσης και επέκτασης στο εσωτερικό της. Έτσι, θα συνεχίσει να μεγεθύνεται, έως ότου τα οφέλη από την ενδοεπιχειρησιακή ολοκλήρωση εξισωθούν με το κόστος αυτής. Το κόστος της ενδοεπιχειρησιακής ολοκλήρωσης αφορά στα αυξανόμενα προβλήματα διοίκησης των αποκεντρωμένων μονάδων και στην αδυναμία υπολογισμού της πραγματικής αξίας των ενδοεπιχειρησιακών συναλλαγών, εξαιτίας της αποχώρησης από το μηχανισμό των τιμών. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ανάγκη μίας επιχείρησης για Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D). Η επιχείρηση θα μπορούσε να συνάψει σύμβαση με ένα εργαστήριο R&D προκειμένου να διεξάγει την έρευνα που επιθυμεί. Ωστόσο, αυτό έχει κόστος (καθορισμός των υποχρεώσεων του εργαστηρίου, καθορισμός αμοιβής, πληρωμή έμμεσεν φόρων κτλ). Σε αυτή την περίπτωση λοιπόν, ίσως συμφέρει την επιχείρηση να εσωτερικοποιήσει αυτή τη λειτουργία εντός των δομών της, να δημιουργήσει δηλαδή δικό της εργαστήριο R&D. (Στην πραγματικότητα, οι επιχειρήσεις χρησιμοποιούν και τους δύο τρόπους αξιοποίησης ενός ιδιοκτησιακού πλεονεκτήματος)
Η θεωρία του Hymer Ο Hymer ήταν ίσως ο πρώτος που επιχείρησε να αναπτύξει μία καθαρή θεωρία Α.Ξ.Ε. Έδειξε την αδυναμία της εξήγησης των Α.Ξ.Ε. από τους νεοκλασικούς, οι οποίοι εξηγούσαν τις Α.Ξ.Ε. με όρους επενδύσεων χαρτοφυλακίου, που κινούνται μόνο με γνώμονα την απόδοση βάσει επιτοκίων. Ο Hymer διέψευσε τη θεωρία των διαφορικών επιτοκίων, παρουσιάζοντας διάφορα στοιχεία που έδειχναν ότι: Υπήρχε πολύ μικρή συσχέτιση ανάμεσα στις μεγάλες διαφορές επιτοκίων και τις ροές Α.Ξ.Ε. Παρατηρούνταν διασταύρωση ροών Α.Ξ.Ε. ανάμεσα στις ίδιες χώρες. Υπήρχε μεγάλη συγκέντρωση των Α.Ξ.Ε. σε ορισμένους βιομηχανικούς κλάδους, ενώ πολύ μικρή σε άλλους. Έθεσε το ερώτημα τι είναι αυτό που καθιστά τις πολυεθνικές επιχερήσεις βιώσιμες και ανταγωνιστικές στα εξ ορισμού εχθρικά περιβάλλοντα των χωρών υποδοχής; Η απάντηση που έδωσε ήταν οι Π.Ε. προφανώς κατέχουν κάποια πλεονεκτήματα τα οποία της επιτρέπουν να αντισταθμίζει τα πλεονεκτήματα των επιχειρήσεων της χώρας υποδοχής Τέτοια πλεονεκτήματα είναι π.χ. Πρόσβαση σε πρώτες ύλες Οικονομίες κλίμακας Άυλα κεφάλαια όπως επωνυμία, ευρεσιτεχνίες, μοντέλα οργάνωσης κ.α. Μείωση του συναλλακτικού κόστους όταν υποκαθιστάται η συναλλαγή στην ελεύθερη αγορά από συναλλαγές εντός της επιχείρησης.
Η θεωρία του Hymer Η δεύτερη μεγάλη συνεισφορά του Hymer είναι ότι ξέφυγε από την απλή εξήγηση της αποτυχίας των αγορών που έδιναν οι προγενέστεροί του. Σύμφωνα με τον Hymer βασικοί λόγοι για τη δημιουργία Α.Ξ.Ε. είναι: η ύπαρξη πλεονεκτημάτων της επιχείρησης σε συγκεκριμένες δραστηριότητες και η επιθυμία να τα εκμεταλλευτεί επικερδώς αναλαμβάνοντας ξένες δραστηριότητες, ο έλεγχος επιχειρήσεων στο εξωτερικό με σκοπό να μειώσει τον ανταγωνισμό μεταξύ τους και η διαφοροποίηση και η διασπορά κινδύνου
Η θεωρία ολιγοπωλιακής αντίδρασης Η θεωρία (Knickerbocker) υποστηρίζει ότι μία επιχείρηση ενδέχεται να επεκταθεί προς μία αγορά, ακολουθώντας τις κινήσεις των εγχώριων ανταγωνιστών της. Η θεωρία της ολιγοπωλιακής αντίδρασης βασίζεται στη θεώρηση ότι υπάρχει ατελής ανταγωνισμός στον κλάδο, με την αγορά μοιρασμένη σε ένα μικρό αριθμό επιχειρήσεων, όπου η μεγαλύτερη καθορίζει την τιμή και οι άλλες ακολουθούν. Όταν μία επιχείρηση του εγχώριου ολιγοπωλίου επεκτείνεται μέσω διεθνοποίησης σε μία ξένη αγορά, τότε οι υπόλοιπες επιχειρήσεις αντιδρούν με τον ίδιο τρόπο. Αυτό συμβαίνει γιατί προσπαθούν να διατηρήσουν την υφιστάμενη ισορροπία ως προς το ολιγοπώλιο, αποτρέποντας τον ανταγωνιστή τους να καταλάβει δεσπόζουσα θέση, ενώ παράλληλα επωφελούνται από το γεγονός ότι μειώνεται το ρίσκο στην αγορά-στόχο, αφού έχει ήδη διεισδύσει σε αυτή ο πρώτος επενδυτής. Ένα πρόσθετο όφελος για την επιχείρηση που ακολουθεί τον πρωτοπόρο (follow the leader), είναι ότι ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο το προϊόν της να υπερτιμηθεί ή να υποτιμηθεί στην αγορά-στόχο, αφού η επιχείρηση πρωτοπόρος έχει ήδη διαμορφώσει την τιμή κατόπιν διερεύνησης. Μερικές αδυναμίες: έχει εφαρμογή μόνο σε συγκεκριμένους ολιγοπωλιακούς κλάδους, δεν λαμβάνει υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε επιχείρησης δεν εξηγεί τους λόγους διεθνοποίησης της πρώτης επιχείρησης.
Τεχνολογικές προσεγγίσεις Η επιχείρηση διαθέτει κάποιες καινοτομίες στην τεχνολογία παραγωγής που της προσφέρουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Το τεχνολογικό προβάδισμα καταργείται μετά την παρέλευση ορισμένου χρονικού διαστήματος, όταν οι ανταγωνιστές καταφέρουν να οικειοποιηθούν την τεχνολογία. Οι επιχειρήσεις, στην προσπάθεια τους να διατηρήσουν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, εκμεταλλεύονται οικονομίες κλίμακας που τους προσφέρει η εξάπλωση μέσω Α.Ξ.Ε. σε νέες αγορές. Ουσιαστικά, το τεχνολογικό πλεονέκτημα μετατρέπεται σε πλεονέκτημα κόστους και τιμών. Θεωρία του κύκλου ζωής του προϊόντος (Vernon): Η παραγωγή ενός προϊόντος περνά από τρία στάδια. 1. Το στάδιο της καινοτομίας: υπάρχει μονοπωλιακή εκμετάλλευση της τεχνολογίας, η παραγωγή είναι σχετικά χαμηλή και χρησιμοποιείται ιδιαίτερα εξειδικευμένη εργασία και R&D. 2. Το στάδιο της ωρίμανσης: αρχίζουν να εμφανίζονται οικονομίες κλίμακας και υπάρχει πλέον μαζική παραγωγή, ενώ ταυτόχρονα η τεχνολογία αρχίζει να γίνεται γνωστή από τους ανταγωνιστές. 3. Το στάδιο της τυποποίησης: η παραγωγική διαδικασία έχει τυποποιηθεί πλήρως και μπορεί να γίνει πλέον και με ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό σε άλλες χώρες. Οι επιχειρήσεις μετατοπίζουν την παραγωγή τους από χώρες με απόθεμα ανθρώπινου κεφαλαίου, σε άλλες με απόθεμα φθηνού και ειδικευμένου εργατικού δυναμικού.
Η θεωρία των σταδίων Σειρά θεωρημάτων τα οποία εξετάζουν τα στάδια διεθνοποίησης μίας επιχείρησης, με κριτήριο το βαθμό κατά τον οποίο δεσμεύει πόρους της για να δραστηριοποιηθεί στη χώρα υποδοχής, υποστηρίζοντας ότι υπάρχει μία θετική σχέση ανάμεσα στη γνώση της επιχείρησης για την ξένη αγορά και στη σταδιακή δέσμευση πόρων της σε αυτή. 1o στάδιο: Η επιχείρηση ξεκινά τη διεθνοποίησή της με εξαγωγές, διεισδύοντας στη ζήτηση της ξένης αγοράς και επιδιώκει να «γνωρίσει» την αγορά, στην οποία σκοπεύει να επεκταθεί. 2ο στάδιο: Η επιχείρηση προχωρά σε δημιουργία σχέσεων μίσθωσης και συνεργασίας με αντιπροσώπους στην αλλοδαπή, χωρίς όμως η ίδια να έχει παρουσία ως νομικό πρόσωπο. 3ο στάδιο: Η επιχείρηση αρχίζει να αποκτά φυσική παρουσία στην ξένη αγορά μέσω licensing, franchising, κοινοπραξιών ή πλήρως ελεγχόμενων θυγατρικών επιχειρήσεων. Ο αριθμός των σταδίων και οι μορφές διεθνοποίησης που περιλαμβάνουν ποικίλουν από θεώρημα σε θεώρημα Π.χ. άλλο θεώρημα αναφέρεται σε 3 στάδια και άλλο σε 8.
Το μοντέλο της Ουψάλα Το μοντέλο της Ουψάλα (Johanson & Wiedersheim, 1975) εντάσσεται στη θεωρία των σταδίων. H διεθνοποίηση της επιχείρησης περιγράφεται ως μία σταδιακή διαδικασία, κατά την οποία οι αποφάσεις και οι δραστηριότητες της επιχείρησης εξαρτώνται από τη γνώση και την εμπειρία που έχει για την αγορά. Η επιχείρηση ξεκινά τη διεθνοποίησή της με ασθενή εξαγωγική δραστηριότητα, για να συνεχίσει σταδιακά με μόνιμες εξαγωγές μέσω αντιπροσώπου, υποκαταστήματος και τελικά με την εγκατάσταση της παραγωγικής διαδικασίας στην αλλοδαπή. Η διαδικασία διεθνοποίησης εξαρτάται από την ψυχολογική απόσταση που νιώθει η επιχείρηση για τη χώρα-στόχο, που εξαρτάται από την πληροφόρηση που λαμβάνει Η γνώση για την αγορά-στόχο καθορίζει τις αποφάσεις δέσμευσης που θα λάβει η επιχείρηση, γεγονός που θα επηρεάσει τις τρέχουσες δραστηριότητές της, ώστε να κάνει ένα περαιτέρω βήμα επέκτασης στην αγορά-στόχο. Η αύξηση της δέσμευσης στην αγοράστόχο, αυξάνει τη γνώση της επιχείρησης για αυτή, γεγονός που την ωθεί να συνεχίσει να επαναλαμβάνει τον κύκλο ανεβαίνοντας έτσι τα στάδια διεθνοποίησης.
Το Μονοπάτι Ανάπτυξης - Επενδύσεων Το Μονοπάτι Ανάπτυξης Επενδύσεων του Dunning συνδέει την οικονομική ανάπτυξη των χωρών με τις εισροές και εκροές των Α.Ξ.Ε. τους. Συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι υπάρχουν πέντε στάδια από τα οποία διέρχεται η κάθε οικονομία, τα οποία χαρακτηρίζονται από την ανάπτυξή της και την εισροή/ εκροή Α.Ξ.Ε. 1o στάδιο: ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης, προστατευτισμός και απουσία εισροής και εκροής Α.Ξ.Ε. Οι μοναδικές επενδύσεις στρέφονται προς την αναζήτηση φθηνών εισροών. 2o στάδιο: οι εκροές Α.Ξ.Ε. εξακολουθούν να είναι χαμηλές, ενώ οι εισροές Α.Ξ.Ε. για την παραγωγή φθηνών τυποποιημένων προϊόντων και υποδομών ανέρχονται ταχύτατα. Σημειώνεται κάποια ανάπτυξη, οι εγχώριες επιχειρήσεις βελτιώνουν σταδιακά τα ιδιοκτησιακά τους πλεονεκτήματα και τα πλεονεκτήματα (L) επίσης βελτιώνονται 3o στάδιο: αρχίζουν να ανέρχονται οι εκροές Α.Ξ.Ε., ενώ αντίθετα οι εισροές μειώνονται, καθώς κατευθύνονται σε χώρες του προηγούμενου σταδίου, εξαιτίας της αύξησης του εργατικού κόστους. το βιοτικό επίπεδο ανέρχεται, και η οικονομία στρέφεται στην παραγωγή διαφοροποιημένων προϊόντων και καινοτομίας.
Το Μονοπάτι Ανάπτυξης - Επενδύσεων 4o στάδιο: η χώρα γίνεται καθαρός επενδυτής. Στο στάδιο αυτό, τόσο οι εισροές όσο και οι εκροές Α.Ξ.Ε. προέρχονται (κατευθύνονται) αντίστοιχα όλο και περισσότερο από (σε) χώρες του ίδιου επιπέδου ανάπτυξης. Παρατηρείται, δηλαδή, μία ενδοκλαδικότητα. Τα πλεονεκτήματα τύπου L αλλάζουν τελείως και αφορούν πλέον στην ανάπτυξη νέων αγορών, στη γεωγραφική εξάπλωση και διαφοροποίηση των πολυεθνικών, καθώς και στο χαμηλό κόστος του κεφαλαίου. 5o στάδιο: (αφορά ελάχιστες ιδιαίτερα ανεπτυγμένες χώρες), οι πολυεθνικές επιχειρήσεις εξαπλώνονται σε χώρες ίδιου επιπέδου ανάπτυξης με κίνητρο την αναζήτησης αποτελεσματικότητας και στρατηγικών κεφαλαίων.
Η ιαπωνική προσέγγιση (Kojima) Ο Kojima ισχυρίστηκε ότι η ο λόγος που οι ιαπωνικές επιχειρήσεις διεθνοποιούνταν ήταν διότι δε μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στην εγχώριο ανταγωνισμό από ισχυρότερες επιχειρήσεις και για το λόγο αυτό έψαχναν ευκαιρίες εξάπλωσης σε λιγότερο ανταγωνιστικά περιβάλλοντα. Οι Α.Ξ.Ε. θα έπρεπε να προέρχονται από το συγκριτικά μειονεκτικό κλάδο της χώρας που πραγματοποιεί την επένδυση, ο οποίος μπορεί να είναι ο κλάδος στον οποίο η χώρα υποδοχής έχει συγκριτικό πλεονέκτημα. Δηλαδή οι Α.Ξ.Ε. θα πρέπει να εκμεταλλεύονται και ταυτόχρονα να ενισχύουν το συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας υποδοχής. Σύμφωνα με τον Kojima υπάρχουν δύο τύποι Α.Ξ.Ε. Αυτές που στοχεύουν στο εμπόριο (ιαπωνικού τύπου) και αυτές που στοχεύουν στο εμπόριο ή (αμερικανικού τύπου). Oι Ιαπωνικές Α.Ξ.Ε. είχαν ως κίνητρο την εκμετάλλευση φθηνών παραγωγικών συντελεστών στις χώρες υποδοχής και για το λόγο αυτό ήταν συμπληρωματικές του διεθνούς εμπορίου. Αντίθετα οι Α.Ξ.Ε. των Η.Π.Α γίνονται σε αγορές που βασίζονται στο κεφάλαιο και την υψηλή τεχνολογία και υποκαθιστούν το εμπόριο. Βασικό μειονέκτημα της θεωρίας αυτής είναι ότι προσπαθεί να εξηγήσει τις άμεσες ξένες επενδύσεις μέσω της νεοκλασικής θεωρίας του εμπορίου και συνεπώς δεν μπορεί να εξηγήσει τις ροές εμπορίου που βασίζονται σε άλλους παράγοντες της ατελούς αγοράς όπως διαφοροποίηση προϊόντος, οικονομίες κλίμακας κ.α.
Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα του Porter Ο Porter εξετάζει τους προσδιοριστικούς παράγοντες υπό τους οποίους δημιουργείται ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε ένα κλάδο παραγωγής μίας χώρας. Αυτοί είναι: Το απόθεμα παραγωγικών συντελεστών (κεφάλαιο, εργατικό δυναμικό, ανθρώπινο κεφάλαιο, φυσικοί πόροι, υποδομή). Η κατάσταση της ζήτησης για τα παραγόμενα προϊόντα του κλάδου είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ανάπτυξη του κλάδου, μέσω αύξησης της προσφοράς. Ανάπτυξη των συμπληρωματικών και υποστηρικτικών κλάδων, οι οποίοι θα παράγουν σε χαμηλό κόστος τις εισροές για τις παραπάνω βιομηχανίες. Η δομή και η στρατηγική των επιχειρήσεων, οι οποίες αναπτύσσονται σε ένα περιβάλλον σκληρού ανταγωνισμού, με σκοπό να ενδυναμωθούν. Το κράτος είναι ο παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει σημαντικά και να αναπτύξει τους προηγούμενους τέσσερις, προς όφελος των επιχειρήσεων. Oι απρόβλεπτες συγκυρίες, οι οποίες μπορεί να είναι καθοριστικές για την ενίσχυση ή τη ζημίωση κάποιων επιχειρήσεων του κλάδου. Η δημιουργία «εθνικών πρωταθλητών» στους κλάδους αυτούς είναι επόμενο να οδηγήσει στη διεθνοποίηση τους, όταν αυτοί αποκτήσουν ικανό μέγεθος.
Η θεωρία των πόρων Η θεωρία τον πόρων επιχειρεί να βάλει στο κέντρο της ανάλυσής της την επιχείρηση ως οργανισμό, ασκώντας κριτική στις υπόλοιπες θεωρίες, οι οποίες ερευνούν την επιχείρηση μόνο σε σχέση με το εξωτερικό περιβάλλον. Η Edith Penrose στο βιβλίο της The theory of the growth of the firm (1959), έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία της θεωρίας. Η Penrose αντιλαμβανόταν την επιχείρηση, ταυτόχρονα, ως έναν οργανισμό που δημιουργεί και αναπαράγει γνώση, αλλά και ως ένα σύνολο παραγωγικών πόρων. Η λειτουργία της επιχείρησης είναι η οργάνωση της χρήσης των ιδίων πόρων της, με πόρους εκτός αυτής, με σκοπό το κέρδος. α) Από τη μία πλευρά έχουμε τους πόρους της επιχείρησης που διαρκώς μεταβάλλονται και συνδυάζονται με διαφορετικούς τρόπους, και από την άλλη έχουμε το εξωτερικό περιβάλλον, το οποίο επίσης μεταβάλλεται, ενώ υπάρχει και η καινοτομία. Η ψυχολογική προδιάθεση για την ανάληψη ευκαιριών δεσμεύει πόρους της επιχείρησης και τους συνδυάζει με την καινοτομία. β) Βασικό ρόλο παίζουν, επίσης, οι αχρησιμοποίητοι πόροι της επιχείρησης και η δέσμευσή τους, ώστε να προκύψουν νέα αγαθά ή υπηρεσίες. Η θεωρία της Penrose μετεξελίχθηκε και βρήκε εφαρμογή στο πεδίο των πολυεθνικών επιχειρήσεων. Μεταγενέστερες εξελίξεις της θεωρίας των πόρων που βρήκαν εφαρμογή στις Α.Ξ.Ε
Το εκλεκτικό υπόδειγμα του Dunning Ο Dunning διατύπωσε το υπόδειγμα OLI (Ownership Location - Internalization), το οποίο περικλείει τις κυριότερες θεωρίες που δημιουργήθηκαν από τη δεκαετία του 1960, και βρίσκει εφαρμογή στους περισσότερους τύπους Α.Ξ.Ε., αλλά και σε όλες τις μορφές εξωστρέφειας. Σύμφωνα με τη θεωρία του, τα πλεονεκτήματα που καθορίζουν τη διεθνοποίηση μίας επιχείρησης είναι τα εξής: - Ιδιοκτησιακά πλεονεκτήματα (Οwnership) όπως τεχνογνωσία, διοικητική δομή, επωνυμία ή οτιδήποτε μπορεί να αποφέρει οφέλη στην επιχείρηση και να τη φέρει σε προνομιακή θέση σε σχέση με τους αντιπάλους της. - Πλεονεκτήματα τοποθεσίας (Location), τα οποία διαθέτουν οι χώρες στις οποίες η επιχείρηση έχει κάποιο όφελος στο να διαθέσει το προϊόν της ή να το παράγει εκεί (π.χ. φυσικοί πόροι, φτηνό εργατικό δυναμικό, αυξημένη ζήτηση κ.α.) - Πλεονεκτήματα εσωτερικοποίησης (Internalization). Με τον όρο εσωτερικοποίηση ορίζεται η βούληση της επιχείρησης να αξιοποιήσει ενδοεταιρικά το ιδιοκτησιακό της πλεονέκτημα. Η βούληση αυτή εξαρτάται από το πόσο ωφελείται η επιχείρηση εάν εκμεταλλευτεί το πλεονέκτημα ενδοεπιχειρησιακά σε σχέση με τις άλλες μορφές εξωεπιχειρησιακής εκμετάλλευσης. Licensing Εξαγωγές Α.Ξ.Ε.
Αναζήτηση πόρων Εκλεκτικό υπόδειγμα και κίνητρα διεθνοποίησης της παραγωγής Πλεονέκτημα ιδιοκτησίας (Ο) Πλεονέκτημα τοποθεσίας Πλεονέκτημα Στρατηγικοί στόχοι (L) εσωτερικοποίησης (I) της επιχείρησης Κεφάλαιο, τεχνολογία, πρόσβαση Φυσικοί πόροι και υποδομές Ευρυθμία στην Προνομιακή σε αγορές, συμπληρωματικά μεταφορών και τροφοδότηση της αγοράς, πρόσβαση στους κεφάλαια, μέγεθος αγοράς και επικοινωνιών, φορολογικά έλεγχος της αγοράς πόρους έναντι των περιθώρια διαπραγμάτευσης και άλλα κίνητρα ανταγωνιστών Κλάδοι που ευνοούν την επένδυση Πετρέλαιο, χαλκός, βωξίτης, μπανάνα, ανανάς, κακάο, ξενοδοχεία Εξαγωγικά προϊόντα, προϊόντα και διαδικασίες εντάσεως εργασίας Αναζήτηση αγορών Αναζήτηση αποτελεσματικότητας Αναζήτηση στρατηγικού κεφαλαίου Κεφάλαιο, τεχνολογία, Κόστος πρώτων υλών και Μείωση πληροφόρηση, ικανότητες εργατικού δυναμικού, μεταφοράς management και οργάνωσης, μέγεθος και διάρθρωση υποδομές, R&D, οικονομίες αγοράς, κυβερνητική κλίμακας. πολιτική-ρυθμίσεις/κίνητρα για προϊόντα Ό,τι ισχύει με την αναζήτηση αγορών, επιπροσθέτως πρόσβαση σε αγορές, οικονομίες πεδίου, για διαδικασίες γεωγραφική διαφοροποίηση ή/και συσσώρευση, Οποιοδήποτε από τα πρώτα τρία προσφέρει ευκαιρίες για συνέργεια με τα υφιστάμενα κεφάλαια της επιχείρησης Πηγή: Dunning & Lundan, 2008, σ. 104-105. Εξειδίκευση του προϊόντος ή της διαδικασίας παραγωγής Χαμηλό εργατικό κόστος: κίνητρα από τις κυβερνήσεις για τοπική παραγωγή: δυνατότητα εύρεσης ευνοϊκό επιχειρηματικό εισροών διεθνώς περιβάλλον Οποιοδήποτε από τα τρία προηγούμενα που προσφέρει κεφάλαιο οργάνωσης, τεχνολογίας ή άλλο κεφάλαιο, το οποίο η επιχείρηση δε διαθέτει σε επάρκεια κόστους και πληροφόρησης, προστασία ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων Ό,τι ισχύει στην αναζήτηση αγορών, και επιπροσθέτως, οφέλη που προκύπτουν από την κοινή διοίκηση Οφέλη από την κάθετη ολοκλήρωση και την οριζόντια διαφοροποίηση Οφέλη που προκύπτουν από την κοινή διοίκηση, βελτίωση των ανταγωνιστικών ή στρατηγικών πλεονεκτημάτων, μείωση των κινδύνων από την επέκταση Διατήρηση υφιστάμενων αγορών, αντιμετώπιση Offshoring υπηρεσιών Η/Υ, φαρμακευτικά, οχήματα, τσιγάρα, επεξεργασμένα τρόφιμα, αεροπορικές μεταφορές, χρηματοοικονομικές υπηρεσίες Οχήματα, ηλεκτρικές συσκευές, υπηρεσίες επιχειρηματικότητας, έρευνα και ανάπτυξη ανταγωνιστών και αποτροπή τους από είσοδο στην αγορά Βελτιστοποίηση στην παραγωγή του προϊόντος σε περιφερειακό ή παγκόσμιο επίπεδο. Καταναλωτικά ηλεκτρονικά Ενίσχυση της καινοτομίας ή της ανταγωνιστικότητας της παραγωγής σε παγκόσμιο επίπεδο, απόκτηση νέων γραμμών παραγωγής ή αγορών προϊόντα, υφάσματα και ρουχισμός, φαρμακευτικά Βιομηχανίες εντάσεως γνώσης που έχουν υψηλό σταθερό κόστος και επιτυγχάνουν οικονομίες κλίμακας, συνέργειες ή πρόσβαση στις αγορές