Αξιότιμοι., Κυρίες και Κύριοι καλημέρα σας. Σας ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση. Είναι ιδιαίτερη χαρά και τιμή να βρίσκομαι ανάμεσα σε εκλεκτούς συνομιλητές, για να συζητήσουμε ένα θέμα με τόσο σημαντικές προεκτάσεις στην οικονομική πορεία της χώρας. Επιτρέψτε μου να μεταφέρω τους χαιρετισμούς του προέδρου του ΣΘΕΒ κ. Νταβέλη ο οποίος λόγω ανελλημένων υποχρεώσεων δεν μπόρεσε να παρεβρεθεί σήμερα στις διεργασίες του συνεδρίου. ========================
Ο αγροτικός τομέας στην Ελλάδα παραμένει ακόμη και και σήμερα, ένας σημαντικός κλάδος οικονομικής δραστηριότητας και απασχόλησης. Το γεωργικό προιόν αποτελεί το 6% του εθνικού ΑΕΠ, οι εξαγωγές αγροτικών προιόντων αντιπροσωπεύουν το 1/3 των συνολικών εξαγωγών της χώρας και δίνει δουλειά στο 17% της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα.
Είναι σε όλους γνωστό πως, από τηναγροτική παραγωγή προέρχονται προϊόντα, που μόνο ένα μικρό μέρος τους προορίζεται απευθείας για κατανάλωση, σε αντίθεση με τον κύριο όγκο της παραγωγής ο οποίος εισέρχεται στην μεταποιητική αλυσίδα, δημιουργώντας υπεραξία σε κάθε κρίκο της.
Η στροφή της επιχειρηματικότητας τα τελευταία χρόνια στον πρωτογενή τομέα είναι εντυπωσιακή, χρειάζεται όμως αλλαγή του μοντέλου αγροτικής επιχειρηματικότητας γιατί ο μεγαλύτερος κίνδυνος που θα πρέπει να διαχειριστούμε είναι ο ίδιος ο κακός μας εαυτός. Με άλλα λόγια, σε ένα κόσμο που αλλάζει, που τρέχει με ταχύτητες 4G και που συστήματα τεχνιτής
νοημοσύνης αναδιαμορφώνουν τις παραγωγικές διαδικασίες, εμείς κινδυνεύουμε να μείνουμε εγκλωβισμένοι στο περιθώριο, καθηλωμένοι στις χώρες χαμηλής παραγωγικής βάσης, χαμηλής εξειδίκευσης, χαμηλής προστιθέμενης αξίας και τελικά χαμηλών μισθών. Υπάρχουν πολλές προσεγγίσεις για το πώς θα μπορούσαμε να αποτρέψουμε ένα τέτοιο αρνητικό σενάριο, το σίγουρο όμως είναι πως θα πρέπει να αποτελέσει μια συλλογική
προσπάθεια στην οποία δεν περισσεύει κανείς, ώστε να γίνει σαφές και στον παραγωγό αλλά και στις επιχειρήσεις, ότι για να παραμείνουν ανταγωνιστικοί στις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί θα πρέπει να μετεξελιχθούν. Ποιες είναι λοιπόν αυτές οι νέες συνθήκες, ή για να το πω διαφορετικά στην επιχειρηματική γλώσσα, τι ζητάει σήμερα η αγορά; Ζητάει, επώνυμα και ασφαλή προιόντα, με σταθερή και υψηλή ποιότητα, που να έχουν παραχθεί μέσα από φιλικές στο περιβάλλον
πιστοποιημένες διαδικασίες παραγωγής και από εκπαιδευμένους ανθρώπους και φυσικά ζητάει να ενημερωθεί και να έχει στη διάθεση του επαρκής και αξιόπιστες πληροφορίες. Ειδικά, για την κατηγορία των βιολογικών προιόντων, όλα τα παραπάνω θα πρέπει να συνδυαστούν με χαμηλή τελική τιμή ώστε να γίνουν προσιτά από μεγαλύτερη μερίδα καταναλωτών, γεγονός που θα επιτρέψει σε περισσότερους παραγωγούς να εμπλακούν στην παραγωγή τους (κι αυτό -ανοίγω μια παρένθεση- ίσως είναι μια διέξοδος στο πρόβλημα του μικρού και κατακερματισμένου ελληνικού κλήρου) και ταυτόχρονα να δελεάσει και τις επιχειρίσεις να επενδύσουν κι
αυτές με τη σειρά τους στην ανάπτυξη βιολογικών προιόντων. Διαφορετικά, μόνο ένα πιο οικονομικά εύρωστο κομμάτι των καταναλωτών θα απολαμβάνει τα συγκεκρίμενα προιόντα και οι υπόλοιποι θα τα κοιτούν μέσα από την συσκευή της τηλεόρασης, όπως κοιτούσαν στις προηγούμενες γενειές τα γλυκά μέσα από τη βιτρίνα του ζαχαροπλαστίου. Ο δευτερογενής τομέας λοιπόν καλείται να κρατήσει, εν μέσω κρίσης, υψηλά ποιοτικά χαρακτηριστικά στη μεταποίηση, την τυποποίηση και το εμπόριο αγροτικών προιόντων, να επενδύσει στη έρευνα και ανάπτυξη,
να εξασφαλίσει εργαλεία χρηματοδότησης, να διευρύνει τα κανάλια του μάρκετινγκ, αλλα και να εκπαιδεύσει τον έλληνα αγρότη στις νέες συνθήκες της αγοράς. Κι αυτό γιατί, μέσα από την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα, δημιουργούνται πολλαπλιαστικά οφέλη που μπορούν να συμπαρασύρουν και τους άλλους δύο τομείς τον δευτερογενή και τον τριτογενή, οδηγώντας τελικά στην αύξηση
της επιχειρηματικότητας και στην επιζητούμενη αύξηση του ΑΕΠ. Υπάρχουν success stories τέτοιων προιόντων και τέτοιων επιχειρησέων στο Σύνδεσμό μας, που με παράλληλη αξιοπόιηση των σύγχρονων εργαλείων του μάρκετινκ εισήγαγαν με επιτυχία νέα προιόντα που αναδυκνύουν την ποικιλιακή ταυτότητα, την υψηλή ποιότητα μέσα από συμβολαιακή γερωργία, την παραγωγή με μειωμένο αποτύπωμα άνθρακα ή
την ενσωμμάτωση υψηλής τεχνογνωσίας. Μπορώ πολύ χαρακτηριστικά να αναφέρω ένα παράδειγμα από τον χώρο της προσωπικής μου επαγγελματικής δραστηριότητας όπου ένας τοσοδά μικρός σπόρος μπορεί να κρύβει μέσα του περισσότερα από 30 χρόνια έρευνας και μια ατελείωτη αλυσίδα ανθρώπων και επιχειρήσεων που επένδυσαν στην ανάπτυξή του.
Αν και η γενική εντύπωση είναι ότι η απορροφητική ικανότητα για νέες ιδέες και καινοτομίες, ακόμα και στις δυναμικότερες επιχειρήσεις του αγροδιατροφικού συμπλέγματος στην Ελλάδα, παραμένει προς το παρόν μάλλον περιορισμένη, η ζήτηση από την άλλη πλευρά για γνώσεις ή τεχνολογικές καινοτομίες με πεδίο εφαρμογής το αγροδιατροφικό σύμπλεγμα είναι πολύ μεγάλη.
Μας δίνει ιδιαίτερη χαρά που το συνέδριο του economist αναγνωρίζει την σημαντικότητα όλων αυτών των παραμέτρων έχοντας αφιερώσει ξεχωριστές ενότητες για κάθε μια απ αυτές και φυσικά που αναδεικνύει τη Θεσσαλία σε κέντρο της αγροτικής επιχειρηματικότητας διοργανώνοντας για πρώτη φορά ένα τόσο σημαντικό συνέδριο στην περιοχή μας.
Περιμένουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε στη συνέχεια του συνεδρίου τις τοποθετήσεις των συναδέλφων-εκπροσώπων των θεσσαλικών επιχειρήσεων και όλων των εξαίρετων προσκεκλημένων και είμαστε βέβαιοι πως τα συμπεράσματα του συνεδρίου θα αποτελέσουν πολύτιμα εργαλεία για την χάραξη μιας καινούργιας στρατηγικής ανάπτυξης των επιχειρήσεων του κλάδου.
Σας ευχαριστώ θερμά.