Ανθοκομία (Εργαστήριο) Α. Λιόπα-Τσακαλίδη ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΩΝ ΓΕΩΠΟΝΩΝ 1
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 6 2
Η διαίρεση είναι η πιο απλή μέθοδος αγενούς πολλαπλασιασμού. Εφαρμόζεται σε φυτά που σχηματίζουν πολλούς μασχαλιαίους ή επιφυείς βλαστούς, ριζοβολημένους ή έτοιμους να ριζοβολήσουν. Ο τρόπος αυτός πολλαπλασιασμού έχει εφαρμογή στα πολυετή φυτά που σχηματίζουν τούφα στον λαιμό κοντά στο έδαφος. Η τούφα σε άλλα μεν φυτά εμφανίζεται μετά από αποξήρανση της υπέργειας βλάστησης ενώ σε άλλα παράλληλα με τους παλιούς υπέργειους βλαστούς που παραμένουν. Παραδείγματα φυτών που πολλαπλασιάζονται αγενώς με διαίρεση είναι η γαϊλάρδια, το γύνεριο, το χρυσάνθεμο, κ.ά. 3
γαϊλάρδια γύνεριο πριμούλα χρυσάνθεμο 4
Η διαίρεση της τούφας που σχηματίζουν τα φυτά κοντά στον λαιμό τους σε δύο ή περισσότερα μέρη γίνεται από το φθινόπωρο ως την άνοιξη, αφού προηγουμένως ξεριζωθεί από το έδαφος. Πριν ή μετά την διαίρεση στα νεαρά φυτά εφαρμόζεται κλάδεμα. Κάθε νεαρό φυτάριο που προκύπτει από την διαίρεση της τούφας φυτεύεται χωριστά σε γλάστρα ή άλλο ατομικό μέσο ανάπτυξης ή απευθείας στο έδαφος. Ο αγενής πολλαπλασιασμός γίνεται με διάφορα βλαστικά τμήματα των φυτών τα οποία μπορούν να 5
αναπαράγουν το αρχικό φυτό χωρίς τη μεσολάβηση της φυλετικής διαδικασίας. Η αναπαραγωγή του φυτού γίνεται με μιτωτικές διαιρέσεις σωματικών κυττάρων, γι αυτό ο αγενής πολλαπλασιασμός βασίζεται σε διάφορες θέσεις του φυτικού σώματος, αλλά και στην ιδιότητα των φυτικών κυττάρων, τα οποία αν και διαφοροποιημένα, μπορούν να επανακτήσουν μεριστωματικές ιδιότητες και να αναγεννήσουν το αρχικό φυτό 6
Πολλαπλασιασμός με μοσχεύματα Στον πολλαπλασιασμό με μοσχεύματα αφαιρούνται τμήματα βλαστικών οργάνων από ένα μητρικό φυτό (βλαστός, ρίζα ή φύλλο) τα οποία στη συνέχεια αφού τοποθετηθούν κάτω από ευνοϊκές συνθήκες περιβάλλοντος αποκτούν νέες ρίζες και βλαστούς με συνέπεια να εξελίσσονται σε αυτόνομα φυτά. Με τον τρόπο αυτό είναι δυνατόν από ένα μητρικό φυτό να παραχθούν πολλά νέα θυγατρικά φυτά τα οποία είναι αυτότροφα και τελείως ανεξάρτητα από το μητρικό φυτό. Τα νέα φυτά που παράγονται είναι γενετικά πανομοιότυπα με το μητρικό δεδομένου ότι έχουν παραχθεί από σωματικά κύτταρα χωρίς να έχει μεσολαβήσει μειωτική διαίρεση και σχηματισμός νέου ζυγωτού κυττάρου και 7
επομένως χωρίς να έχει προηγηθεί γενετικός ανασυνδυασμός γόνων. Ανάλογα με το μέρος του φυτού από το οποίο λαμβάνεται το μόσχευμα, τα μοσχεύματα διακρίνονται σε μοσχεύματα βλαστών, σε μοσχεύματα φύλλων και σε μοσχεύματα "φύλλου-οφθαλμού". Η επιλογή των μοσχευμάτων, δηλαδή των τμημάτων του φυτού τα οποία θα χρησιμοποιηθούν ως μοσχεύματα, γίνεται με βάση ορισμένα κριτήρια, ώστε τα φυτά που θα προκύψουν από αυτά να είναι ζωηρά, εύρωστα, υγιή και να αναπαράγουν πιστά το μητρικό 8
φυτό. Η ριζοβολία των μοσχευμάτων λαμβάνει χώρα σε ειδικά διαμορφωμένα θερμοκήπια τα οποία ονομάζονται φυτώρια. Τα φυτώρια θα πρέπει οπωσδήποτε να διαθέτουν σύστημα υδρονέφωσης το οποίο είναι αναγκαίο για την ριζοβολία των περισσότερων μοσχευμάτων και ιδιαίτερα αυτών που είναι φυλλοφόρα. Εκτός από το σύστημα υδρονέφωσης τα φυτώρια θα πρέπει να διαθέτουν και ξεχωριστά διαμερίσματα με πάγκους. Στα διαμερίσματα αυτά μεταφέρονται τα μοσχευμάτων μετά την ριζοβολία τους εφόσον δεν διατεθούν ή δεν χρησιμοποιηθούν αμέσως μετά την απομάκρυνσή τους από την υδρονέφωση. Για να ριζοβολήσουν τα μοσχεύματα των ανθοκομικών φυτών, πριν τοποθετηθούν στο φυτώριο θα πρέπει να υποστούν μία ορισμένη επεξεργασία. ενώ ενώ μετά την τοποθέτησή τους εκεί οι συνθήκες 9
περιβάλλοντος θα πρέπει να ρυθμιστούν κατάλληλα. Τα περισσότερα ανθοκομικά φυτά όπως γαρύφαλλα, χρυσάνθεμα, ποϊνσέττιες κ.λπ. πολλαπλασιάζονται με τέτοιου είδους μοσχεύματα που ριζοβολούν σε συνθήκες υψηλής ατμοσφαιρικής υγρασίας και με θέρμανση του εδάφους, ενώ η χρήση ορμονών είναι ευνοϊκή χωρίς να είναι απαραίτητη. Η ριζοβολία γίνεται γρήγορα και σε μεγάλο ποσοστό 10
Μοσχεύματα βλαστών ή κλάδων Χρησιμοποιούνται για τον πολλαπλασιασμό πολλών καλλωπιστικών θάμνων και μερικών καλλώπιστικών δένδρων. Ανάλογα με τον τρόπο που λαμβάνονται από το μητρικό φυτό τα μοσχεύματα βλαστών διακρίνονται σε απλά μοσχεύματα βλαστών όταν κόβονται 2-3 mm κάτω από τον γόνατο ή με μοσχεύματα βλαστών με τακούνι, όταν αφήνεται και ένα μικρό τμήμα από τον βλαστό του προηγούμενου χρόνου. Ένας άλλος τρόπος διάκρισής των μοσχευμάτων από βλαστούς βασίζεται στην προέλευση και το είδος του βλαστού που 11
χρησιμοποιείται ως μόσχευμα, οπότε μπορούν να διακριθούν οι εξής 4 κατηγορίες: α) μοσχεύματα ξηρού ξύλου (ξυλώδη), β) μοσχεύματα ημιξυλώδη, γ) μοσχεύματα μαλακού ξύλου και δ) ποώδη μοσχεύματα. 12
Μοσχεύματα ξηρού ξύλου 6 Εργαστήριο Ανθοκομίας Χωρίζονται σε 2 είδη, τα μοσχεύματα φυλλοβόλων δένδρων και θάμνων αφενός και τα μοσχεύματα ξηρού ξύλου αειθαλών αφετέρου. α) Μοσχεύματα ξηρού ξύλου φυλλοβόλων δέντρων και θάμνων. Τα πλεονεκτήματά τους είναι ότι προετοιμάζονται εύκολα, μεταφέρονται εύκολα σε μεγάλες αποστάσεις και δεν απαιτούν ιδιαίτερο εξοπλισμό κατά την διάρκεια της ριζοβολίας τους. Λαμβάνονται κατά την διάρκεια του ληθάργου των φυτών από βλαστούς της προηγούμενης περιόδου ανάπτυξης. Τα μοσχεύματα πρέπει να έχουν κανονική ανάπτυξη, να προέρχονται από υγιή φυτά και τα μεσογονάτια διαστήματά τους να είναι 13
κανονικά. Κόβονται σε μήκος 15-30 cm και πρέπει να περιέχουν δύο τουλάχιστον οφθαλμούς. Για να ξεχωρίζει η βάση από την κορυφή του μοσχεύματος η κάτω τομή γίνεται κάθετα στον άξονα του βλαστού και η πάνω με κλίση (λοξά). Τα μοσχεύματα της κατηγορίας αυτής αφού αποκοπούν από το μητρικό φυτό και μέχρι να παρέλθει η περίοδος του ληθάργου 14
παραχώνονται σε υγρή άμμο. Η τοποθέτησή τους στην άμμο γίνεται σε δέματα τα οποία διατάσσονται ή κάθετα ή σε οριζόντια θέση. Συνήθως στο φυτώριο μεταφυτεύονται στις αρχές Μαρτίου. Σε περιοχές με ήπιο χειμώνα όμως προετοιμάζονται και φυτεύονται κατευθείαν στο φυτώριο ή στην οριστική τους θέση. β) Μοσχεύματα ξηρού ξύλου αειθαλών. Χρησιμοποιούνται κυρίως για τον πολλαπλασιασμό καλλωπιστικών θάμνων. Τα μοσχεύματα λαμβάνονται από τα μητρικά φυτά κατά τους μήνες από Δεκέμβριο έως Ιανουάριο ή και λίγο αργότερα. Συνήθως έχουν φύλλα και κόβονται σε μήκος 10-20 cm. Η αποκοπή γίνεται περίπου 2 mm κάτω από τον κόμβο του φύλλου που φέρει ο βλαστός στο ύψος εκείνο. Τα φύλλα του τμήματος που θα 15
εισαχθεί στο έδαφος αφαιρούνται ενώ αυτά της κορυφής συντέμνονται στο μισό ώστε να μειωθεί η απώλεια υγρασίας μέσω της διαπνοής. Για να μειωθεί όμως ακόμη περισσότερο η απώλεια υγρασίας μέσω της φυλλικής επιφάνειας που παραμένει, στον χώρο που έχουν τοποθετηθεί τα μοσχεύματα για να ριζοβολήσουν η 16
ατμοσφαιρική υγρασία διατηρείται σε υψηλά επίπεδα. Με αυτόν τον τρόπο αποφεύγεται η ξήρανση των φύλλων μέχρι να αποκτήσουν δικές τους ρίζες τα μοσχεύματα και να είναι σε θέση να προσλαμβάνουν νερό από το έδαφος. Για να είναι δυνατή η ανύψωση της υγρασίας στην ατμόσφαιρα που περιβάλλει τα μοσχεύματα, η ριζοβολία λαμβάνει χώρα σε ειδικά πολλαπλασιαστήρια,τα φυτώρια, τα οποία συνήθως είναι εξοπλισμένα με σύστημα υδρονέφωσης. 17
Ημιξυλώδη μοσχεύματα. Προέρχονται από τμήματα ετησίων βλαστών που κόβονται στο τέλος του καλοκαιριού πριν ακόμη προλάβουν να ξυλοποιηθούν πλήρως. Χρησιμοποιούνται για τον πολλαπλασιασμό πλατύφυλλων και στενόφυλλων καλλωπιστικκών θάμνων. Ημιξυλώδη μοσχεύματα λαμβάνονται από τα φυτά λεβάντα, δάφνη, ευώνυμο το ιαπωνικό, μυρτιά, πυξάρι κ.λπ.. Έχουν μήκος 7-15 cm και φέρουν 2-4 φύλλα τα οποία αν είναι μεγάλου μεγέθους κόβονται για να για να αποφευχθεί η απώλεια νερού με την διαπνοή. Η κοπή των μοσχευμάτων γίνεται τις πρωϊνές ώρες που επικρατούν σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες και τα κύτταρα βρίσκονται ακόμη σε σπαργή. 18
Μοσχεύματα μαλακού ξύλου Προέρχονται από ετήσιους βλαστούς που κόβονται από τα μητρικά φυτά κατά την Άνοιξη, την εποχή δηλαδή που αυξάνονται και αναπτύσσονται. Με μοσχεύματα μαλακού ξύλου πολλαπλασιάζονται πολλοί καλλωπιστικοί θάμνοι και δένδρα, όπως η γαρδένια, το γιασεμί, η αζαλέα, το αγιόκλημα κ.λπ.. Τα μοσχεύματα μαλακού ξύλου είναι πάντοτε φυλλοφόρα. Τα μόνα φύλλα που αφήνονται πάνω τους όμως κατά την προετοιμασία τους είναι αυτά της κορυφής. Τα μοσχεύματα μαλακού ξύλου έχουν μήκος 8-15 cm. και προέρχονται από πλάγιους βλαστούς του μητρικού φυτού. Τόσο η λήψη όσο και η μετέπειτα προετοιμασία τους γίνεται τις πρωϊνές ώρες, έτσι ώστε να μην 19
υπάρχει ήλιος. Μέχρι να μεταφερθούν στο φυτώριο και να φυτευτούν στο μέσο ριζοβολίας τους τα μοσχεύματα μαλακού ξύλου τοποθετούνται πάνω σε βρεγμένο πανί. Η ριζοβολία επιτυγχάνεται γρήγορα και εύκολα, αρκεί η θερμοκρασία του μέσου ριζοβολίας να είναι ικανοποιητική και η υγρασία του αέρα να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα ώστε να μην 20
μην ξεραθούν τα φύλλα τους πριν προλάβουν να σχηματίσουν ρίζες. Είναι επομένως απαραίτητο να υπάρχει κατάλληλος εξοπλισμός αφενός μεν για την θέρμανση του μέσου ριζοβολίας και αφετέρου για την ανύψωση της υγρασίας του αέρα (σύστημα υδρονέφωσης). Επιπλέον, για να μειωθεί περαιτέρω η απώλεια υγρασίας των μοσχευμάτων μέσω της διαπνοής, η φυλλική τους επιφάνεια περιορίζεται μέσω αφαίρεσης μέρους φύλλων και σύντμησης των υπολοίπων. Η θερμοκρασία που πρέπει να επικρατεί στο μέσο ριζοβολίας (έδαφος ή υπόστρωμα) κυμαίνεται μεταξύ 18-25 ο C όταν πρόκειται για φυτικά είδη ευκράτων κλιμάτων και 25-32 ο C όταν πρόκειται για καλλωπιστικά φυτά προερχόμενα από τροπικές περιοχές. Η θερμοκρασία του αέρα θα 21
πρέπει συνήθως να διατηρείται κατά 4-6 ο C ψηλότερα από εκείνη του μέσου ριζοβολίας. Εφόσον μπορούν να εξασφαλισθούν οι παραπάνω συνθήκες, ο σχηματισμός κάλου και η έναρξη έκπτυξης ριζών στη βάση του μοσχεύματος γίνεται σε 10 ημέρες, ενώ στις 2-3 εβδομάδες η ανάπτυξή τους έχει ολοκληρώθεί, οπότε τα έρριζα πλέον μοσχεύματα μπορούν να μεταφυτευθούν σε γλάστρες. 22
Ποώδη μοσχεύματα Είναι μοσχεύματα που λαμβάνονται τόσο από ποώδη πολυετή φυτά κήπων όσο και από φυτά εσωτερικού χώρου. Για να ριζοβολήσουν έχουν ανάγκη από τις ίδιες συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας όπως και τα μοσχεύματα μαλακού ξύλου. Έχουν μήκος 8-15 cm. 23
Η ριζοβολία τους είναι εύκολη και γρήγορη και δίνουν μεγάλο ποσοστό επιτυχίας. Τα ποώδη μοσχεύματα είναι πάντα φυλλοφόρα. Σε ορισμένα είδη, τα μοσχεύματα αφού κοπούν από το μητρικό φυτό αφήνονται να σχηματίσουν κάλο πριν φυτευτούν, έτσι ώστε να μην προσβάλλονται από διάφορους μικροοργανισμούς που εισέρχονται μέσα στους ιστούς μέσω της τομής αποκοπής τους από το μητρικό φυτό. Για τον γρήγορο σχηματισμό κάλου συχνά εφαρμόζονται διάφορες ειδικές τεχνικές. 24
Μοσχεύματα φύλλων Πολλά φυτά, ιδιαίτερα εσωτερικών χώρων, έχουν την ικανότητα να δίνουν ρίζες και νέα φυτά είτε από το έλασμα, είτε από τις νευρώσεις, είτε από την περιφέρεια του φύλλου. Τα κυριότερα φυτά που πολλαπλασιάζονται με αυτό τον τρόπο είναι η βεγόνια ρεξ, η σαιντπωλία και η σανσεβιέρια. Ο πολλαπλασιασμός με μοσχεύματα φύλλων γίνεται σε θερμοκήπια ενώ το υπόστρωμα ριζοβολίας πρέπει να είναι ελαφρύ, πορώδες και αποστειρωμένο. Επιπλέον, για να επιτύχει η ριζοβολία απαιτούνται κατάλληλες θερμοκρασίες τόσο μέσα στο υπόστρωμα όσο και στον αέρα, καθώς και υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία. Ριζοβολία μοσχευμάτων φύλλων. Η τεχνική διαφέρει, ανάλογα με το είδος του φυτού από το οποίο προέρχεται το μόσχευμα. Έτσι στην σανσεβιέρια το φύλλο κόβεται σε κομμάτια μήκους 7-10 cm τα οποία φυτεύονται, ενώ 25
στην βεγόνια ρεξ γίνεται χάραξη των κυρίων νευρώσεων της κάτω επιφάνειας του φύλλου, το οποίο στη συνέχεια τοποθετείται πάνω στο υγρό υπόστρωμα. Σε κάθε περίπτωση, η επιφάνεια του ελάσματος θα πρέπει πάντοτε να εφάπτεται στενά (κυρίως οι νευρώσεις) με το εδαφικό υπόστρωμα. Για πιο γρήγορη και πιό πλούσια ριζοβολία συνήθως γίνεται εφαρμογή ορμονών ριζοβολίας. 26
Μοσχεύματα "φύλλου-οφθαλμού" Τα μοσχεύματα αυτού του τύπου αποτελούνται από ένα φύλλο με μίσχο που στην βάση του φέρει ένα τμήμα βλαστού με οφθαλμό. Μ' αυτή την μέθοδο πολλαπλασιάζονται φυτά όπως ο πόθος, ο φίκος, το φιλόδενδρο, ορισμένες ποικιλίες χρυσανθέμων καθώς και άλλα σπάνια είδη. Το πλεονέκτημα των μοσχευμάτων αυτού του τύπου είναι ότι επειδή αποτελούνται από έναν οφθαλμό και ένα φύλλο, από ένα μητρικό φυτό είναι δυνατή η λήψη πληθώρας πολλαπλασιαστικού υλικού. 27
Το εδαφικό υπόστρωμα που προτιμάται για την ριζοβολία των μοσχευμάτων αυτού του τύπου είναι μείγμα άμμου και τύρφης ή ακόμη και σκέτη άμμος. Ο οφθαλμός του μοσχεύματος φυτεύεται σε βάθος 2 cm Για να επιτευχθεί γρήγορη και πλούσια ριζοβολία απαιτείται υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία και θέρμανση του υποστρώματος. 28
Επιλογή μοσχευμάτων Για την επιλογή των μοσχευμάτων που θα χρησιμοποιηθούν ως πολλαπλασιαστικό υλικό τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται είναι η φυσιολογική κατάσταση του φυτικού τμήματος, η ηλικία των μητρικών φυτών, το είδος του βλαστού, η υγιεινή κατάσταση του βλαστού και η εποχή συλλογής των μοσχευμάτων. Φυσιολογική κατάσταση Το μητρικό φυτό από το οποίο θα ληφθούν τα μοσχεύματα θα πρέπει να βρίσκεται σε καλή φυσιολογική κατάσταση. Αυτό που κυρίως ενδιαφέρει είναι η θρεπτική κατάσταση των μητρικών 29
φυτών, δεδομένου ότι εξασκεί μεγάλη επίδραση στην ανάπτυξη ριζών και βλαστών πάνω στα μοσχεύματα. Έχει αποδειχθεί ότι τα μητρικά φυτά που διατρέφονται ικανοποιητικά (ιδιαίτερα όσον αφορά το άζωτο), δίνουν μοσχεύματα που ριζοβολούν ευκολότερα και δίνουν φυτά που αναπτύσσονται καλύτερα. Επιπλέον, η συγκέντρωση αυξινών μέσα στους ιστούς των φυτών που έχουν τροφοδοτηθεί ισορροπημένα με θρεπτικά στοιχεία είναι συνήθως υψηλή, με συνέπεια να δίνουν μεγαλύτερο ποσοστό ριζοβολίας. 30
Ηλικία μητρικών φυτών Κατά την συλλογή μοσχευμάτων, τα μητρικά φυτά θα πρέπει να είναι νεαρής ηλικίας. Έχει αποδειχθεί ότι τα μοσχεύματα που λαμβάνονται από νεαρά σπορόφυτα σχεδόν πάντοτε ριζοβολούν πιο εύκολα από αυτά που προέρχονται από φυτά μεγάλης ηλικίας. Είδος βλαστού Για το κάθε φυτικό είδος πρέπει να επιλέγεται ο κατάλληλος τύπος βλαστού. Κάθε φυτικό είδος παρουσιάζει διαφορετική φυσιολογία και συμπεριφορά ως προς τον τρόπο ανάπτυξης των βλαστών του με συνέπεια να μην είναι δυνατή η χρησιμοποίηση ενός συγκεκριμένου και του ίδιου πάντοτε είδους βλαστού για όλα 31
τα φυτικά είδη ως μοσχεύματος Οι διαφορές αυτές εντοπίζονται στα εξής χαρακτηριστικά: - Διαφορές οφειλόμενες σε διαφορετικούς κλώνους σπορόφυτων. Έχει παρατηρηθεί ότι τα μητρικά φυτά που προέρχονται από σπόρο δίνουν μοσχεύματα που παρουσιάζουν διαφορετική ικανότητα ριζοβολίας από κλώνο σε κλώνο. Γι' αυτό τα μοσχεύματα πρέπει να λαμβάνονται από κλώνους που παρουσιάζουν υψηλό ποσοστό ριζοβολίας. - Διαφορές μεταξύ διαφορετικών τμημάτων του βλαστού. Στα ξυλώδη μοσχεύματα το τμήμα που προέρχεται από τη βάση του βλαστού ριζοβολεί πιό εύκολα σε σύγκριση με αυτό της κορυφής. Το αντίθετο συμβαίνει στα μοσχεύματα μαλακού ξύλου. 32
- Διαφορές σχετιζόμενες με την ύπαρξη ή όχι τακουνιού στο μόσχευμα. Σε ορισμένα μοσχέυματα αφήνεται μια μικρή απόληξη (τακουνάκι) από το παλιό ξύλο στη βάση του βλαστού με στόχο την αύξηση του ποσοστού ριζοβολίας. Στα στενόφυλλα αειθαλή η επιτυχία είναι μεγαλύτερη στα μοσχεύματα με "τακουνάκι" παρά χωρίς αυτό. Στα πλατύφυλλα αντίθετα, το "τακούνι" ασκεί μάλλον δυσμενή επίδραση στη ριζοβολία. - - Διαφορές μεταξύ βλαστών από διαφορετικά σημεία του μητρικού φυτού. Έχει παρατηρηθεί ότι σε μερικά φυτά τα μοσχεύματα που προέρχονται από πλευρικούς βλαστούς εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά ριζοβολίας (π.χ. ερυθρελάτη, πεύκο, ροδόδεντρο). Αντίθετα, σε άλλα φυτά τα μοσχευματα που προέρχονται από πλευρικούς βλαστούς δίνουν φυτά που 33
εμφανίζουν πλαγιόκλαδη και όχι ορθόκλαδη ανάπτυξη όπως το μητρικό φυτό. Στις περιπτώσεις αυτές συνιστάται η λήψη μοσχευμάτων από κορυφαίους βλαστούς. Υγιεινή κατάσταση βλαστών Το μητρικό φυτό πρέπει να είναι απαλλαγμένο από ιώσεις. Τα μοσχεύματα που λαμβάνονται από φυτά που παρουσιάζουν ιώσεις υστερούν τόσο στα ποσοστά ριζοβολίας όσο και στον αριθμό ριζών που σχηματίζονται σε κάθε μόσχευμα, ενώ και τα φυτά που προκύπτουν είναι επίσης μολυσμένα. Οι ιοί μπορούν να αδρανοποιήθούν με την μέθοδο της θερμοθεραπείας. Εκτός από τις ιολογικές ασθένειες, οι βλαστοί από τους οποίους θα ληφθούν 34
τα μοσχεύματα θα πρέπει να είναι απαλλαγμένοι και από οποιαδήποτε άλλα φυτοπαθογόνα ή ζωικά παράσιτα. 35
Εποχή συλλογής μοσχευμάτων Για ορισμένα είδη φυτών, όπως π.χ. τα αειθαλή ξυλώδη φυτά είναι δυνατόν να λαμβάνονται μοσχεύματα σε όλη τη διάρκεια του έτους. Σε άλλα είδη φυτών όμως, η εποχή λήψης του μοσχεύματος καθορίζει και το είδος του μοσχεύματος που θα χρησιμοποιηθεί για τον πολλαπλασιασμό του φυτού. Για τα φυλλοβόλα που πολλαπλασιάζονται με μοσχεύματα, κατά την διάρκεια της περιόδου του ληθάργου μπορούν να ληφθούν μόνο ξυλώδη μοσχεύματα, στις αρχές του καλοκαιριού μπορούν να συλλεγούν μόνο μοσχεύματα μαλακού ξύλου ενώ προς το τέλος της βλαστικής περιόδου (Σεπτέμβριος) λαμβάνονται ημιξυλώδη μοσχεύματα με φύλλα. Αντίστροφα, σε ορισμένες περιπτώσεις η εποχή λήψης μοσχευμάτων εξαρτάται από το είδος του 36
μοσχεύματος που δίνει τα καλύτερα αποτελέσματα με το συγκεκριμένο είδος καλλωπιστικού φυτού. Για παράδειγμα, τα μοσχεύματα των πλατύφυλλων αειθαλών ριζοβολούν καλύτερα όταν έχει συμπληρωθεί η φάση της ταχείας ανάπτυξης και οι βλαστοί έχουν ξυλοποιηθεί. Ανάλογα με τα είδη, αυτό συμβαίνει από την άνοιξη μέχρι και το φθινόπωρο. Στα στενόφυλλα αειθαλή τα μοσχεύματα πρέπει να λαμβάνονται από το τέλος φθινοπώρου μέχρι τέλους του χειμώνα. 37
Υδρονέφωση Αποτελείται από πάγκους με πλαίσια αντί για οριζόντια επιφάνεια και ένα σύστημα σωλήνων με ακροφύσια για τον ψεκασμό νερού. Τα πλαίσια των πάγκων έχουν την μορφή κιβωτίων βάθους 15 cm περίπου, μέσα στα οποία τοποθετείται το υπόστρωμα ριζοβολίας. Οι σωλήνες που απολήγουν στα ακροφύσια είναι κάθετοι και φέρονται σε ένα οριζόντιο δίκτυο σωληνώσεων που είναι είτε πάνω από τους πάγκους ριζοβολίας είτε κάτω από αυτούς, Τα ακροφύσια (σταυροί) τα οποία συνήθως έχουν παροχή περίπου 15 lit/h δημιουργούν λεπτή σταγόνα (ομίχλη). Συνήθως η πυκνότητά των ακροφυσίων στους πάγκους ανέρχεται σε 1 ακροφύσιo ανά 3 m 2. Το συστήματα αυτά είναι καλύτερα να λειτουργούν σε χαμηλή πίεση (4-5 ατμόσφαιρες 38
περίπου). Για την επίτευξη της επιθυμητής πίεσης θα πρέπει να υπάρχει πιεστικό συγκρότημα επαρκούς ισχύος για την συνεχή ύπαρξη νερού υπό πίεση σε ποσότητα επαρκή για την λειτουργία όλων των ακροφυσίων ταυτόχρονα 39
Το σύστημα θα πρέπει να μπορεί να ενεργοποιείται αυτόματα με βάση αισθητήρα υγρασίας που τοποθετηθείται στον χώρο του φυτωρίου, ώστε να διατηρεί την ατμοσφαιρική υγρασία στα επιθυμητά επίπεδα. Συνιστάται ο έλεγχος της λειτουργίας του συστήματος μέσω Η/Υ και κατάλληλου προγράμματος αυτοματοποιημένης λειτουργίας. 40
Επεξεργασία των μοσχευμάτων 6 Εργαστήριο Ανθοκομίας Η σημαντικότερη επεξεργασία που πρέπει να υποστούν τα μοσχεύματα πριν τοποθετηθούν για ριζοβολία είναι η εφαρμογή ορμονικών σκευασμάτων τα οποία είναι γνωστά ως ορμόνες ριζοβολίας. Σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις όπου η ριζοβολία είναι δύσκολη και τα ποσοστά επιτυχίας χαμηλά, η επεξεργασία με βιταμίνες και θρεπτικά διαλύματα. μπορεί να βοηθήσει στην επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων. Πολλές φορές, η εφαρμογή ορμονικών σκευασμάτων στα μοσχεύματα συνοδεύεται και από κατεργασία με μυκητοκτόνα με στόχο την αποφυγή μυκητολογικών προσβολών σε αυτά. Τέλος, μία άλλη επεξεργασία που εφαρμόζεται στα μοσχεύματα ορισμένων ανθοκομικών ειδών είναι ο «τραυματισμός» του μοσχεύματος. 41
42
43
Εφαρμογή ορμονικών σκευασμάτων Η χρήση ορμονικών σκευασμάτων στην ανθοκομία για την ριζοβολία των μοσχευμάτων έχει επεκταθεί τα τελευταία χρόνια. Οι ορμόνες ριζοβολίας χρησιμοποιούνται απαραίτητα στα φυτά που ριζοβολούν δύσκολα (άκερ, ιβίσκος, οσμανθός, φιλλύρα, λαντάνα κ.λπ.), μπορούν όμως να βελτιώσουν το αποτέλεσμα και σ' αυτά που ριζοβολούν εύκολα (γαρυφαλιά, πελαργόνιο, κ.λπ.). Ως ορμόνες ριζοβολίας μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι αυξίνες ινδολυλοξικό οξύ (ΙΑΑ), ινδολυλοβουτυρικό οξύ (ΙΒΑ), ναφθαλινοξικό οξύ (ΝΑΑ) και 2,4-διχλωροφαινοξυοξικό οξύ (2,4- D). Από τις παραπάνω ουσίες, αυτή που χρησιμοποιείται κατά κανόνα είναι το ινδολυλοβουτυρικό οξύ (ΙΒΑ). 44
Οι ορμόνες αυτές βρίσκονται στο εμπόριο είτε με τη μορφή εμπορικών σκευασμάτων ετοίμων για χρήση είτε με μορφή καθαρών χημικών ουσιών που απαιτούν χημική κατεργασία για να χρησιμοποιηθούν. Ανάλογα λοιπόν με το υλικό που χρησιμοποιείται διακρίνονται οι παρακάτω μέθοδοι εφαρμογής: 45
α) Εμβάπτιση σε αραιό διάλυμα ορμόνης. Οι συγκεντρώσεις ορμόνης ριζοβολίας που χρησιμοποιούνται συνήθως κυμαίνονται μεταξύ 20-200 ppm, ανάλογα με την ευκολία ριζοβολίας του μοσχεύματος. Για την παρασκευή ενός διαλύματος ΙΒΑ ή ΝΑΑ χρησιμοποιούνται και ορισμένα υποβοηθητικά διαλύματα των ουσιών αυτών γιατί δεν είναι απευθείας διαλύτες στο νερό. Μετά την παρασκευή των διαλυμάτων τα μοσχεύματα εμβαπτίζονται σε βάθος 2-3 cm μέσα στο αραιό διάλυμα της ορμόνης και παραμένουν εκεί για 24 ώρες περίπου πριν από την φύτευση τους. Κατά την παραμονή τους μέσα στο διάλυμα της ορμόνης θα πρέπει να βρίσκονται σε σκιερό μέρος και σε θερμοκρασία 20 ο C. β) Εμβάπτιση σε πυκνό διάλυμα ορμόνης. Η μέθοδο αυτή συνίσταται σε εμβάπτιση της βάσης του μοσχεύματος μέσα σε 46
πυκνό διάλυμα αυξίνης (500-1000 ppm) για 4-5 δευτερόλεπτα. Αμέσως μετά την εμβάπτιση θα πρέπει να ακολουθεί η φύτευση στο υπόστρωμα ριζοβολίας. Τα πλεονεκτήματα της μεθόδου αυτής είναι ότι εξοικονομείται χρόνος και χώρος ενώ παράλληλα προκύπτει και μεγαλύτερη ομοιμορφία στα αποτελέσματα επειδή αυτά δεν επηρεάζονται απο τις συνθήκες του περιβάλλοντος. γ) Επίπαση μοσχευμάτων με εμπορικά σκευάσματα σκόνης ορμονών. Η τεχνική αυτή συνίσταται στην επίπαση της βάσης των μοσχευμάτων με σκόνη αποτελούμενη από ορμόνη ριζοβολίας και ταλκ. Το ταλκ χρησιμοποιείται σαν προσκολλητικό. Τέτοια σκευάσματα διατίθενται αρκετά στο εμπόριο. Τα μοσχεύματα, πρέπει να επιπάσσονται με σκόνη πριν στεγνώσει η τομή. Αν η τομή στεγνώσει, διαβρέχεται και μετά γίνεται επίπαση με ορμόνη. 47
Για να μην απομακρυνθεί η σκόνη από την τομή κατά την φύτευση, πρώτα ανοίγεται μια τρύπα στο έδαφος με ένα φυτευτήρι και μετά φυτεύεται το μόσχευμα. Η επίπαση των μοσχευμάτων με σκόνη που περιέχει ορμόνη είναι μία εύκολη και γρήγορη τεχνική. Παρουσιάζει όμως ανομοιομορφία στη ριζοβολία των μοσχευμάτων λόγω διαφορετικής ποσότητας ορμόνης που προσκολλάται στην βάση του μοσχεύματος. Επεξεργασία με βιταμίνες και θρεπτικά διαλύματα Είναι γνωστό ότι οι βιταμίνες και κυρίως οι Β1, Β6 και C είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη ριζών σε ορισμένα φυτά. Επομένως, η χορήγηση σκευασμάτων που περιέχουν τέτοιες ουσίες στα μοσχεύματα μπορεί να συμβάλλει στην αύξηση του ποσοστού ριζοβολίας. Η ριζοβολία των μοσχευμάτων μπορεί να 48
ευνοηθεί επίσης από την χορήγηση διαφόρων ανοργάνων ή οργανικών ουσιών σε διάλυμα όπως είναι το άζωτο, το βόριο αλλά και ο φώσφορος, το κάλιο καθώς και τα υπόλοιπα (εκτός του βορίου) ιχνοστοιχεία. Τόσο οι βιταμίνες όσο και τα προαναφερθέντα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία ευνούν την ριζοβολία όταν εφαρμόζονται σε συνδιασμό με ορμόνες ριζοβολίας. 49
Επεξεργασία με μυκητοκτόνα. Μετά την κοπή του μοσχεύματος από το μητρικό φυτό, δημιουργείται μια πληγή στο σημείο κοπής η οποία αποτελεί είσοδο για διάφορους μικροοργανισμούς που υπάρχουν στο έδαφος. Γι αυτό το λόγο συνήθως στην τομή τοποθετούνται μυκητοκτόνα για την προστασία από τέτοιου είδους προσβολές. 50
Τα πιο συνηθισμένα μυκητοκτόνα για την περίπτωση αυτή είναι το Captan και το Benomyl. Τα διάφορα μυκητοκτόνα συνήθως χρησιμοποιούνται σε σκευάσματα που περιέχουν και ορμόνη ριζοβολίας συγχρόνως. Οι συνηθέστερες αναλογίες μεταξύ του φυτοφαρμάκου και της ορμόνης ριζοβολίας σε σκευάσματα σκόνης είναι: - Captan (25%) + IBA (4000 ppm) - Benomyl (5%) + IBA (4000 ppm). 51
"Τραυματισμός" μοσχεύματος Άλλη μία τεχνική που ευνοεί την παραγωγή ριζών σε μοσχεύματα βλαστών είναι ο "τραυματισμός" στη βάση τους με ένα μαχαίρι ή με ειδικό εργαλείο, ο οποίος γίνεται σε μήκος 2-3 cm. Για καλύτερα αποτελέσματα, τα μοσχεύματα που έχουν υποστεί τραυματισμό πρέπει να εμβαπτίζονται σε διάλυμα με ουσίες που ευνοούν την ριζοβολία (ορμόνες, βιταμίνες, μυκητοκτόνα). Τα φυτά που ευνοούνται από μία τέτοια μεταχείριση είναι αυτά που έχουν ξυλοποιημένη βάση όπως το ροδόδενδρο, η μαγνόλια κ.α. 52
Συνθήκες περιβάλλοντος Η επιτυχία στην ριζοβολία μοσχευμάτων εξαρτάται καθοριστικά από τις συνθήκες περιβάλλοντος που επικρατούν στον χώρο ριζοβολίας. Ειδικότερα, οι σημαντικότεροι περιβαλλοντικοί παράγοντες που επηρεάζουν την ριζοβολία των μοσχευμάτων είναι το υπόστρωμα ριζοβολίας, η θερμοκρασία, η υγρασία και ο φωτισμός. 53
Υπόστρωμα ριζοβολίας Για να ριζοβολήσουν τα μοσχεύματα, η βάση τους που έχει υποστεί κατεργασία με ορμόνη βυθίζεται σε βάθος 3-4 cm μέσα σε ένα πορώδες υλικό το οποίο καλείται υπόστρωμα ριζοβολίας. Το υπόστρωμα ριζοβολίας έχει σκοπό να στηρίζει την θέση τους τα μοσχεύματα κατά την διάρκεια της ριζοβολίας και να τους παρέχει υγρασία και οξυγόνο. Επιπλέον, τα τμήματα των μοσχευμάτων που εισάγονται μέσα στο υπόστρωμα ριζοβολίας είναι εκτεθειμένα σε συνθήκες σκότους. Όλες οι παραπάνω συνθήκες, όταν συνδυάζονται με την παρουσία ικανοποιητικών επιπέδων αυξινών, προκαλούν την έκπτυξη ριζών στο τμήμα του βλαστού που είναι βυθισμένο μέσα στο υπόστρωμα. Προϋπόθεση όμως για να αναπτυχθούν ρίζες είναι να μην αφυδατωθεί το 54
μόσχευμα μέσω του υπέργειου τμήματός του το οποίο φέρει τους οφθαλμούς. Ο κίνδυνος αυτός είναι σοβαρός στα φυλλοφόρα μοσχεύματα, δεδομένου ότι, πριν αυτά ριζοβολήσουν και αποκτήσουν ριζικό σύστημα, οι απώλειες υγρασίας μέσω των φύλλων μπορεί να είναι σημαντικές, αν η ατμοσφαιρική υγρασία στο εναέριο περιβάλλον γύρω τους δεν είναι πολύ υψηλή. Ένα ιδανικό υπόστρωμα ριζοβολίας είναι αυτό που διαθέτει εκτεταμένο πορώδες και μέγεθος πόρων τέτοιο που να διασφαλίζει ικανοποιητική ικανότητα συγκράτησης νερού αλλά παράλληλα και καλή στράγγιση, ώστε να διασφαλίζεται επαρκής αεροπερατότητα. Επιπλέον, το υπόστρωμα ριζοβολίας θα πρέπει να είναι απαλλαγμένο από φυτοπαθογόνους μικροοργανισμούς και ζωικά παράσιτα. 55
Τα υποστρώματα ριζοβολίας μπορούν να αποτελούνται είτε από ένα μόνο υλικό είτε από συνδιασμό δύο ή περισσότερων υλικών σε διάφορες αναλογίες. τα πιο συνηθισμένα υποστρώματα ριζοβολίας καθώς και η επίδραση που έχουν στην ριζοβολία των μοσχευμάτων αναφέρονται συνοπτικά παρακάτω. 1. Έδαφος. Χρησιμοποιείται συχνά για φύτευση ξυλωδών μοσχευμάτων των φυλλοβόλων ενώ δεν συνιστάται για άλλα είδη μοσχευμάτων. Προτιμώνται τα αμμοπηλώδη εδάφη και όχι τα αργιλλώδη γιατί δίνουν υψηλότερο ποσοστό ριζοβολίας και μεγαλύτερο αριθμό ριζών ανά μόσχευμα. Ένα επιπλέον μειονέκτημα του εδάφους είναι ότι δεν αποτελεί υλικό απαλλαγμένο από παθογόνα και ζωικούς εχθρούς. 56
2. Άμμος. Είναι ένα συνηθισμένο υπόστρωμα ριζοβολίας μοσχευμάτων είτε αμιγές είτε σε μείγμα με τύρφη. Επειδή δεν μπορεί να συγκρατήσει αρκετή ποσότητα νερού η άμμος θέλει συχνο πότισμα. Τα μειονεκτήματα της άμμου σαν υπόστρωμα ριζοβολίας είναι πρώτον ότι δεν είναι απολυμασμένο υλικό και δεύτερον ότι ευνοεί την ανάπτυξη ριζών που είναι μακριές, χοντρές και δεν διακλαδίζονται αρκετά. 3. Τύρφη. Χρησιμοποιείται σχεδόν πάντοτε σε μείγματα που περιέχουν και άμμο ή περλίτη. Ο ρόλος της έγκειται κυρίως στην αύξηση της ικανότητος συγκράτησης υγρασίας. Τα μείγματα άμμου με τύρφη ποικίλουν σε αναλογίες από 2:1 ως 1:3. Πρέπει να δίνεται προσοχή στο χρόνο παραμονής του μοσχεύματος στο μείγμα, επειδή η τύρφη αυξάνει σημαντικά την ικανότητα 57
συγκράτησης νερού με αποτέλεσμα το ριζικό σύστημα να κινδυνεύει να καταστραφεί από την πολλή υγρασία. 4. Περλίτης. Χρησιμοποιείται ως υπόστρωμα ριζοβολίας για φυλλοφόρα μοσχεύματα κάτω από συνθήκες υδρονέφωσης. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σε μείγμα με τύρφη. Ο ρόλος του στα μείγματα έγκειται κυρίως στην αύξηση της αεροπερατότητας και της ικανότητος στράγγισης του υποστρώματος. 5. Βερμικουλίτης. Είναι υλικό παρόμοιο με τον περλίτη και επομένως μπορεί να χρησιμοποιηθεί στις ίδιες περιπτώσεις και για τους ίδιους σκοπούς που αναφέρθηκαν για τον περλίτη. Έχει όμως λίγο μεγαλύτερη υδατοϊκανότητα από τον περλίτη. 58
6. Νερό. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως υπόστρωμα ριζοβολίας για φυτικά είδη οι βλαστοί των οποίων σχηματίζουν εύκολα ρίζες. Το μειονέκτημά του είναι ότι πρέπει να αερίζεται γιατί διαφορετικά το μόσχευμα ριζοβολεί μόνο κοντά στην επιφάνεια του νερού. Αντίθετα, με τον αερισμό σχηματίζονται ρίζες σε όλο το τμήμα του μοσχεύματος που βρίσκεται μέσα στο νερό. Άλλα υποστρώματα ριζοβολίας που χρησιμοποιούνται ορισμένες φορές είτε αυτούσια είτε (συνήθως) σε μείγματα είναι η κοπριά (πρέπει όμως να είναι τελείως χωνεμένη), το ερεικόχωμα, το κουμαρόχωμα, κ.λπ. Τέλος, ως υποστρώματα ριζοβολίας μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν βρύα και ιδιαίτερα τα σφάγνα (βρύα του νερού). 59
Θερμοκρασία Η ριζοβολία των μοσχευμάτων εξαρτάται ιδιαίτερα από την θερμοκρασία που επικρατεί μέσα στο υπόστρωμα ριζοβολίας, σημαντικό όμως ρόλο διαδραματίζει και η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας που περιβάλλει το μόσχευμα. Για τα περισσότερα φυτικά είδη μια θερμοκρασία αέρα μεταξύ 19-23 ο C την ημέρα και 15-16 ο C την νύκτα είναι ικανοποιητική. Η θερμοκρασία του υποστρώματος πρέπει να είναι ανώτερη από αυτή της ατμόσφαιρας κατά 4-5 ο C για να επιτυγχάνεται γρήγορη ριζοβολία. Στα σύγχρονα φυτώρια, η αύξηση της θερμοκρασίας του υποστρώματος επιτυγχάνεται ή με σωλήνες θερμού νερού ή με ηλεκτρικές αντιστάσεις που βρίσκονται είτε κάτω από είτε μέσα στον χώρο τοποθέτησης του υποστρώματος ριζοβολίας. 60
Υπερβολικά υψηλές θερμοκρασίες όμως μέσα στο φυτώριο (πάνω από 24-25 ο C) δεν συνιστώνται, γιατί έχουν σαν αποτέλεσμα να ευνοείται περισσότερο η ανάπτυξη βλαστών παρά ριζών, με συνέπεια να αυξάνει η απώλεια νερού από τα φύλλα και τα μοσχεύματα να εξασθενούν. Υγρασία Στην περίπτωση της ριζοβολίας των μοσχευμάτων, με τον όρο υγρασία υπονοείται τόσο η υγρασία του υποστρώματος όσο και η υγρασία της ατμόσφαιρας. Η ύπαρξη επαρκούς υγρασίας στο υπόστρωμα είναι απαραίτητη για την έκπτυξη ριζών. Όμως και η ύπαρξη υπερβολικής υγρασίας στο υπόστρωμα ριζοβολίας είναι ανασταλτικός παράγοντας για την ριζοβολία, δεδομένου ότι δεν υπάρχει αρκετό οξυγόνο για την 61
αναπνοή της περιοχής του βλαστού που προορίζεται να εκπτύξει ρίζες. Κάτω από τέτοιες συνθήκες τα μοσχεύματα σαπίζουν και δεν ριζοβολούν. Τα μοσχεύματα με τρυφερούς ιστούς (μαλακά) όπως του γερανίου, των παχυφύτων κ.ά. σαπίζουν πιό εύκολα από τα ξυλώδη μοσχεύματα όταν η υγρασία μέσα στο υπόστρωμα ριζοβολίας είναι υπερβολική. Η υγρασία της ατμόσφαιρας είναι απαραίτητη κυρίως όταν πρόκειται για φυλλοφόρα μοσχεύματα για να μην ξηραίνονται τα φύλλα τους πριν προλάβει το μόσχευμα να ριζοβολήσει. Για να είναι ικανοποιητικές οι συνθήκες για την ριζοβολία των μοσχρευμάτων αυτού του είδους η ατμοσφαιρική υγρασία θα πρέπει να είναι σε επίπεδο κορεσμού (σχετική υγρασία σχεδόν 100%). Ο τακτικός ψεκασμός των μοσχευμάτων με νερό, η 62
σκίαση και η κάλυψή τους με σκέπαστρα είναι απλές μέθοδοι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να διατηρούν σε υψηλά επίπεδα την υγρασία στον αέρα που περιβάλλει τα μοσχεύματα. Η κυριότερη όμως μέθοδος διατήρησης της υγρασίας της ατμόσφαιρας σε υψηλά επίπεδα μέσα στον χώρο ριζοβολίας είναι η χρήση ενός συστήματος υδρονέφωσης. Τα συστήματα υδρονέφωσης σήμερα ανήκουν στον βασικό και απαραίτητο εξοπλισμό των σύγχρονων φυτωρίων στα οποία γίνεται αναπαραγωγή φυτών με μοσχεύματα. Φωτισμός Ο φωτισμός είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για την ανάπτυξη κάθε φυτικού είδους, επειδή είναι η πηγή ενέργειας για 63
την φωτοσύνθεση. Από πλευράς φωτισμού ενδιαφέρει η ένταση, η ποιότητα και η διάρκεια (φωτοπερίοδος). Όσον αφορά τον φωτισμό, ένταση ύψους 1500-2000 lux (15-20 W/m 2 ) κατά κανόνα είναι επαρκής για την ριζοβολία των μοσχευμάτων. Σε ορισμένα είδη η φωτοπερίοδος φαίνεται να επιδρά ευνοϊκά στη ριζοβολία. Σε αρκετά ανθοκομικά είδη η μεγάλη φωτοπερίοδος δίνει καλύτερα αποτελέσματα από την μικρή φωτοπερίοδο όσον αφορά την ριζοβολία των μοσχευμάτων, ενώ σε άλλα είδη δεν ασκεί καμμία επίδραση. 64
Πολλαπλασιασμός με παραφυάδες Είναι φυσική μέθοδος πολλαπλασιασμού και εφαρμόζεται σε θαμνώδη και δενδρώδη πολυετή φυτά που έχουν την τάση να σχηματίζουν παραφυάδες. Οι παραφυάδες είναι πλευρικοί βλαστοί προερχόμενοι από οφθαλμούς του μητρικού φυτού οι οποίοι φέρονται είτε στο μέρος του λαιμού που βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους είτε στις ρίζες. Οι παραφυάδες, επειδή προέρχονται από καλυμμένους με χώμα οφθαλμούς, παράλληλα με την υπέργεια αύξησή τους σχηματίζουν και δικό τους αυτόνομο ριζικό σύστημα, μολονότι παραμένουν συνδεδεμένες και με το αγγειώδες σύστημα του μητρικού φυτού. Οι παραφυάδες, υπό φυσικές συνθήκες συνήθως βλαστάνουν την άνοιξη ή το φθινόπωρο. Ορισμένα φυτά μπορούν να εξαναγκασθούν να 65
σχηματίσουν παραφυάδες σε συγκεκριμένη εποχή του έτους μέσω άφθονου ποτίσματος και υδρολίπανσης, εφόσον βέβαια η θερμοκρασία του περιβάλλοντος είναι κατάλληλη για βλάστηση. Η λήψη των παραφυάδων από το μητρικό φυτό και η μεταφύτευσή τους στο φυτώριο γίνεται συνήθως την άνοιξη ή το φθινόπωρο. Οι παραφυάδες αφαιρούνται μαζί με το ριζικό σύστημα που έχουν ήδη σχηματίσει και φυτεύονται είτε σε πάγκους σποράς είτε σε ατομικά μέσα ανάπτυξης είτε ακόμη και στην οριστική θέση φύτευσής τους. Συχνά, πριν την φύτευση των παραφυάδων, αφαιρείται μέρος του φυλλώματός τους με στόχο τον περιορισμό της διαπνοής, ώστε τα αυτόνομα πλέον φυτάρια να υποστούν την λιγότερη δυνατή μεταφυτευτική καταπόνηση. Σε ορισμένα είδη, πριν την φύτευση οι ρίζες των παραφυάδων 66
κλαδεύονται σε μικρότερη ή μεγαλύτερη έκταση, με στόχο την διέγερση σχηματισμού νέου και πλούσιου ριζικού συστήματος σε σύντομο χρόνο. Η εξαγωγή των παραφυάδων και η μεταφύτευσή τους συνιστάται να γίνεται τις απογευματινές ώρες ή σε νεφοσκεπείς ημέρες με στόχο τον περιορισμό της μεταφυτευτικής καταπόνησης μέσω μείωσης της διαπνοής. Μετά την φύτευση θα πρέπει να ακολουθεί πότισμα το οποίο, εκτός από την τροφοδότηση του ριζοστρώματος με νερό, βοηθάει και στην δημιουργία καλύτερης επαφής μεταξύ των ριζών του νέου φυτού και του χώματος. Κατά την εξαγωγή και την μεταφύτευση των παραφυάδων δίνεται η δυνατότητα επιλογής των πλέον εύρωστων φυαρίων καθώς και αυτών που φέρουν σε ικανοποιητικό βαθμό διάφορα άλλα επιθυμητά χαρακτηριστικά. 67
Από τα πολυετή θαμνώδη και δενδρώδη καλλωπιστικά φυτά παραφυάδες σχηματίζουν η λεύκα, ο χειμώνανθος, το βιβούρνο, η πασχαλιά ο ευώνυμος, η τριανταφυλλιά, κ.λπ. Παραφυάδες θεωρούνται επίσης και οι έρριζοι οφθαλμοί που σχηματίζονται στη βάση των χρυσανθέμων και ορισμένων ακόμη πολυετών φυτών. Πολλαπλασιασμός με καταβολάδες Αντίθετα με τα μοσχεύματα, οι καταβολάδες είναι τμήματα βλαστικών οργάνων των φυτών τα οποία αφαιρούνται από το μητρικό φυτό και μεταφυτεύονται αφού πρώτα ριζοβολήσουν. Ο πολλαπλασιασμός με καταβολάδες χρησιμοποιείται για τον πολλαπλασιασμό σπάνιων φυτικών ειδών, τα μοσχεύματα των οποίων δεν ριζοβολούν καθόλου ή ριζοβολούν δύσκολα. Τέτοια 68
καλλωπιστικά είδη είναι το αιγόκλημα, η αμπέλοψη, το βιβούρνο, το γιασεμί, η γλυτσίνια το κυδωνίαστρο και η φορσύθια από τα φυτά πάρκων και κήπων και η διφφενμπάχια, η δράκαινα, η κορδυλίνη, η φλάτσια, ο φίκος και το φιλόδενδρο από τα φυτά εσωτερικού χώρου. Τα πλεονεκτήματα του πολλαπλασιασμού με καταβολάδες είναι: α. Δεν απαιτείται να ληφθεί μέριμνα για την τροφοδότηση των καταβολάδων με νερό και θρεπτικά στοιχεία κατά την διάρκεια της ριζοβολίας, δεδομένου ότι δεν αποκόπτονται από το μητρικό φυτό πριν αποκτήσουν δικό τους ριζικό σύστημα. β. Ο χρόνος διατήρησης των κομμένων μοσχευμάτων πριν φυτευθούν στο φυτώριο για να ριζοβολήσουν είναι περιορισμένος, ενώ για τις καταβολάδες δεν υπάρχει τέτοιος περιορισμός. 69
γ. Είναι απλή μέθοδος η οποία δίνει μεγάλο ποσοστό επιτυχίας χωρίς να απαιτεί ιδιαίτερο εξοπλισμό όπως γίνεται με τα μοσχεύματα. Για να ριζοβολήσει το βλαστικό όργανο (συνήθως πρόκειται για βλαστό) που προορίζεται για καταβολάδα σε κάποιο τμήμα του, το τμήμα αυτό θα πρέπει να παραχωθεί στο έδαφος. Πριν παραχωθεί, το σημείο που επιδιώκεται να ριζοβολήσει τραυματίζεται είτε με αφαίρεση ενός δακτυλίου φλοιού είτε με χάραξη μίας λοξής τομής είτε με περιτύλιξη με σύρμα. Η επέμβαση αυτή προκαλεί διακοπή της βασιπέταλης μετακίνησης προϊόντων της αφομοίωσης, φυτορμονών και λοιπών ουσιών του μεταβολισμού προς τις ρίζες μέσω των ηθμοσωλήνων. Με τον τρόπο αυτό δημιουργούνται υψηλές συγκεντρώσεις σακχάρων και 70
φυτορμονών αμέσως πάνω από το σημείο τραυματισμού με αποτέλεσμα να προκαλείται η έκπτυξη ριζών. Για πιό γρήγορο και πιο πλούσιο σχηματισμό ριζών μπορούν να χρησιμοποιηθούν υποβοηθητικά και ορμόνες ριζοβολίας. Η ορμόνη που χρησιμοποιείται κατά κανόνα είναι το ΙΒΑ (ινδολυλοβουτυρικό οξύ). Η ορμόνη ριζοβολίας μπορεί να είναι είτε σε σκόνη είτε υγρό διάλυμα. Η εφαρμογή της γίνεται πρίν το παράχωμα, πάνω στο τμήμα του αποφλοιωμένου βλαστού ή μέσα στην τομή καθώς και σε έναν δακτύλιο ύψους μέχρι 3-5 cm πάνω από το σημείο τραυματισμoύ της καταβολάδας. Για να επιτευχθεί η έκπτυξη ριζών στην καταβολάδα, εκτός από την καλή προετοιμασία πριν το παράχωμα, το χώμα γύρω από το σημείο του τραυματισμού θα πρέπει να έχει συνεχώς επαρκή 71
υγρασία αλλά και να αερίζεται καλά. Αυτό επιτυγχάνεται αφενός με την εφαρμογή συχνών ποτισμάτων και αφετέρου με την χρήση χώματος ή υποστρώματος που χαρακτηρίζεται από επαρκή ικανότητα συγκράτησης υγρασίας αλλά και από υψηλή αεροπερατότητα. Τέλος, εκτός από την υγρασία και το οξυγόνο, το χώμα γύρω από το τραυματισμένο και παραχωμένο φυτικό τμήμα θα πρέπει να έχει και την κατάλληλη θερμοκρασία. Ως άριστο επίπεδο θερμοκρασίας για την ριζοβολία των καταβολάδων θεωρείται ένα εύρος τιμών μεταξύ 15-20 ο C. Η θερμοκρασία του εναέριου περιβάλλοντος γενικά δεν είναι τόσο σημαντική, θα πρέπει όμως να βρίσκεται μέσα στα πλαίσια των απαιτήσεων που έχει το συγκεκριμένο ανθοκομικό είδος κατά την περίοδο της βλαστικής του ανάπτυξης. 72
Οι κυριότερες μέθοδοι αναπαραγωγής φυτών με καταβολάδες είναι η τεχνική πολλαπλασιασμού με υπόγειες καταβολάδες με λύγισμα βλαστού και με εναέριες καταβολάδες. 73
Υπόγειες καταβολάδες με λύγισμα βλαστού Η μέθοδος αυτή συνήθως εφαρμόζεται στην αρχή της άνοιξης. Μπορεί όμως να εφαρμοσθεί και αργότερα, αρκεί να γίνει μέσα στην βλαστική περίοδο και όχι αργά το φθινόπωρο ή τον χειμώνα. Ως καταβολάδες χρησιμοποιούνται ετήσιοι βλαστοί που βρίσκονται σε λήθαργο. Οι βλαστοί που επιλέγονται για να χρησιμοποιηθούν ως καταβολάδες θα πρέπει να είναι εύκαμπτοι και σχετικά μεγάλου μήκους. Η περιοχή του βλαστού που θα παραχωθεί στο χώμα επιλέγεται σε αρκετό ύψος από την βάση του, ώστε να φθάνει να παραχωθεί στο έδαφος όταν αυτός καμφθεί προς τα κάτω. Αφού επιλεγεί το κατάλληλο σημείο, ο φλοιός τραυματίζεται με έναν από τους τρόπους που εκτέθηκαν στην προηγούμενη παράγραφο. Ακολουθεί η εφαρμογή ορμόνης 74
ριζοβολίας, εφόσον βέβαια αυτό κρίνεται αναγκαίο. Στή συνέχεια, ο βλαστός κάμπτεται και η τραυματισμένη περιοχή καθώς και το τμήμα του που βρίσκεται μετά από αυτή παραχώνεται σε βάθος περίπου 7-15 cm, αφήνοντας έξω από το έδαφος μόνο την κορυφή. Για την καλύτερη στερέωση του θαμμένου βλαστού μέσα στο έδαφος μπορεί να χρησιμοποιηθεί μια διχάλα. Τέλος, η κορυφή του βλαστού που αφήνεται έξω από το έδαφος συνήθως στερεώνεται πάνω σε έναν ξύλινο πάσσαλο, ώστε να υποστηλωθεί κάθετα και να μην κείται πάνω στο έδαφος. Αφού ολοκληρωθεί η ριζοβολία της καταβολάδας, ακολουθεί η αποκοπή της από το μητρικό φυτό. Μετά τον αποχωρισμό από το μητρικό φυτό, το νέο φυτό που προέκυψε από την καταβολάδα μπορεί να μεταφυτευθεί σε γλάστρα ή και απευθείας στο έδαφος 75
της έκτασης που καλείται να διακοσμήσει. Η μεταφύτευση της έρριζης καταβολάδας συνήθως προτιμάται να γίνεται προς το τέλος της περιόδου βλάστησης (φθινόπωρο). Πριν την μεταφύτευση, συνιστάται η εφαρμογή ενός ελαφρού κλαδέματος ώστε να μειωθούν οι ανάγκες κατανάλωσης νερού μέσω της διαπνοής και έτσι να διευκολυνθεί η εγκατάσταση του νέου φυτού στο καινούργιο του περιβάλλον. Σχήμα 5.7. Τεχνική παραχώματος υπόγειας καταβολάδας με λύγισμα βλαστού. Σε ορισμένες περιπτώσεις (π.χ. γιασεμί) ο βλαστός που επιδιώκεται να ριζοβολήσει παραχώνεται απευθείας στο χώμα της γλάστρας που θα φιλοξενήσει το νέο φυτό μετά την ριζοβολία, με στόχο να αποφευχθεί η μεταφύτευση. 76
Εναέριες καταβολάδες Στις εναέριες καταβολάδες δεν τοποθετείται ο βλαστός μέσα στο έδαφος αλλά μεταφέρεται ποτισμένο με νερό υπόστρωμα πάνω σε κάποιo τμήμα του βλαστού, ώστε στην περιοχή αυτή να δημιουργηθούν συνθήκες έκπτυξης ριζών. Η μέθοδος του πολλαπλασιασμού με εναέριες καταβολάδες εφαρμόζεται κυρίως σε φυτά τα οποία δεν έχουν μακρείς και εύκαμπτους βλαστούς που να βρίσκονται κοντά στο έδαφος. Σε τέτοια φυτά, επειδή οι βλαστοί δεν μπορούν να καμφούν και να παραχωθούν, δεν είναι δυνατόν να ληφθούν υπόγειες καταβολάδες με λύγισμα του βλαστού. Όταν λοιπόν επιδιώκεται η λήψη νέων φυτών από ένα τέτοιο ανεπτυγμένο μητρικό φυτό, η καλύτερη μέθοδος για να 77
επιτευχθεί αυτό είναι η δημιουργία εναερίων καταβολάδων. Κλασσικό παράδειγμα φυτού που πολλαπλασιάζεται με εναέριες καταβολάδες είναι ο φίκος (Ficus elastica). Αρχικά, από ένα τμήμα του βλαστού αφαιρείται ένας δακτύλιος φλοιού πλάτους 1-2 cm και ξύνεται λίγο το κάμβιο για μην επουλωθεί η πληγή. Εναλλακτικά, στον βλαστό μπορεί να χαραχθεί μία λοξή τομή, βάθους περίπου ίσου με το 1/3 της διαμέτρου του η οποία για να μην επουλωθεί διατηρείται ανοιχτή με μία μικρή σφήνα ξύλου. Για την επίτευξη καλύτερης και πιό πλούσιας ριζοβολίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ορμόνη ριζοβολίας. Η ορμόνη τοποθετείται πάνω και γύρω από την πληγή. Κατά κανόνα η ορμόνη που χρησιμοποιείται είναι το ΙΒΑ. 78
Σαν υπόστρωμα χρησιμοποιούνται υγρά βρύα ή ξανθιά τύρφη που έχει διαβραχεί τουλάχιστον ένά εικοσιτετράωρο νωρίτερα. Το υπόστρωμα τοποθετείται σαν επίδεσμος γύρω από τον βλαστό στην περιοχή της πληγής και κοντά σε αυτή, σε μήκος συνολικά 7-10 cm περίπου. Στη συνέχεια, το υπόστρωμα περιτυλίσσεται με ένα κομμάτι από φύλλο μαλακού πλαστικού (πολυαιθυλένιο) το οποίο δένεται με σπάγγο τόσο στο πάνω όσο και στο κάτω μέρος του, ώστε να μην χάνεται η υγρασία. Μετά την ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας, σε τακτικά χρονικά διαστήματα προστίθεται νερό στο υπόστρωμα, ώστε να διατηρείται υγρό. Για να μπορεί να γίνει αυτό, ο σπάγγος δεν θα πρέπει να δένεται πολύ σφιχτά στο πάνω μέρος. Ας σημειωθεί ακόμη ότι αντί πλαστικού φύλλου είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί αλουμινόχαρτο ή άλλο 79
μη τοξικό, αδιάβροχο και εύπλαστο υλικό περιτυλίγματος. Τέλος, είναι χρήσιμο να επισημανθεί ότι το υπόστρωμα δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικά υγρό κατά τον χρόνο ριζοβολίας γιατί μπορεί να σημειωθεί σάπισμα των ιστών του βλαστού. Η ριζοβολία ολοκληρώνεται 3-5 εβδομάδες μετά τον τραυματισμό του βλαστού. Αφού σχηματισθούν ρίζες, οι καταβολάδες μπορούν να κοπούν κάτω από το σημείο ριζοβολίας και να φυτευθούν σε γλάστρες ή στην οριστική τους θέση στο έδαφος. 80