ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΧΗΜΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Α.Μ. 109

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΧΗΜΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Α.Μ. 109"

Transcript

1 ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: «ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΑΛΑΤΩΝ ΘΕΙΙΚΟΥ ΝΑΤΡΙΟΥ.» ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΧΗΜΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Α.Μ. 109 ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΚΟΥΤΣΟΥΚΟΣ ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΤΡΑ 2005

2 ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Υπό ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΧΗΜΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Α.Μ. 109 «ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΑΛΑΤΩΝ ΘΕΙΙΚΟΥ ΝΑΤΡΙΟΥ.» ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΟΥΤΣΟΥΚΟΣ ΠΕΤΡΟΣ Καθηγητής Τμήμα Χημικών Μηχανικών, Πανεπιστήμιο Πατρών ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Γεωλογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών ΓΡΑΒΑΛΟΣ ΚΩΣΤΑΣ Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Χημείας, Πανεπιστήμιο Πατρών Η διπλωματική εργασία πραγματοποιήθηκε στο εργαστήριο ανόργανης και αναλυτικής χημείας του τμήματος Χημικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών. Ευχαριστώ για την πολύτιμη βοήθειά τους, τον επιβλέποντα καθηγητή Κουτσούκο Πέτρο καθώς και τους υποψήφιους διδάκτορες Κανελλοπούλου Δήμητρα και Βαβουράκη Κατερίνα.

3 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Στόχος εργασίας 1 Εισαγωγή ΚΕΦΑΛΑΙΟ Διάβρωση από άλατα σε πορώδη υλικά. 1.2 Διάγραμμα διαλυτότητας του θειικού νατρίου. 1.3 Κρυσταλλικές μορφές των αλάτων του θειικού νατρίου Θεωρία ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΔΙΑΛΥΤΟΤΗΤΑ 2.1 Διάγραμμα διαλυτότητας. 2.2 Ο υπερκορεσμός ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΠΥΡΗΝΟΠΟΙΗΣΗ 3.1 Είδη πυρηνοποίησης. 3.2 Πρωτογενής πυρηνοποίηση Ομογενής πυρηνοποίηση Ετερογενής πυρηνοποίηση. 3.3 Δευτερογενής πυρηνοποίηση

4 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗΣ 4.1 Στάδια της κρυστάλλωσης. 4.2 Διαφασικές επιφάνειες κρυστάλλου- συνεχούς μέσου. 4.3 Κινητική κρυστάλλωσης λείων εδρών με ατέλειες. 4.4 Μηχανισμοί κρυσταλλικής ανάπτυξης Μηχανισμός μεταφοράς στο διάλυμα Μηχανισμός σπειροειδούς ανάπτυξης κρυστάλλων Μηχανισμός ανάπτυξης με επιφανειακή πυρηνοποίηση ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΝ 5.1 Ορισμοί. 5.2 Κινητικοί νόμοι ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΠΡΟΣΘΕΤΩΝ ΣΤΗ ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗ Πειραματικό Μέρος ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗΣ Οργανολογία του συστήματος κρυστάλλωσης μιραμπιλίτη. 53

5 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ Περίθλαση των ακτίνων-χ (XRD) Λειτουργία του περιθλασίμετρου ακτινών-χ. 8.2 Μέτρηση της ειδικής επιφάνειας και της κατανομής των πόρων με φυσική ρόφηση αερίου (BET) Ρόφηση αερίου σε στερεό Υπολογισμός της ειδικής επιφάνειας με φυσική ρόφηση Κινητική ισόθερμων-μοντέλο ΒΕΤ Ανάλυση του πορώδους με φυσική ρόφηση Τύποι ισοθέρμων Η ισόθερμος ρόφησης Πειραματική διαδικασία. 8.3 Βαρομετρική μέθοδος για το ποσοτικό υπολογισμό του θειικού νατρίου Αποτελέσματα και συζήτηση αποτελεσμάτων ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΚΡΥΣΤΑΛΛΙΚΩΝ ΣΤΕΡΕΩΝ ΤΟΥ ΘΕΙΙΚΟΥ ΝΑΤΡΙΟΥ Φάσματα περίθλασης ακτίνων X. 9.2 Μέτρηση της ειδικής επιφάνειας (BET). 9.3 Μορφολογία των κρυστάλλων ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10 ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΚΙΝΗΤΙΚΗΣ ΤΗΣ ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΜΙΡΑΜΠΙΛΙΤΗ Διάγραμμα διαλυτότητας θειικού νατρίου. 76

6 10.2 Υπολογισμός των ρυθμών κρυσταλλικής ανάπτυξης Κρυσταλλική ανάπτυξη σε διαφορετικούς υπερκορεσμούς Υπολογισμός των ρυθμών κρυσταλλικής ανάπτυξης σε διαφορετικούς υπερκορεσμούς Υπολογισμός των αρχικών ρυθμών κρυσταλλικής ανάπτυξης σε διαφορετικούς υπερκορεσμούς από διαγράμματα θερμοκρασίας χρόνου ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΝ ΣΤΗΝ ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗ ΤΟΥ ΜΙΡΑΜΠΙΛΙΤΗ Ενώσεις που χρησιμοποιήθηκαν ως πρόσθετα Μεταβολή της θερμοκρασίας συναρτήσει του χρόνου παρουσία οργανοφωσφορικών ενώσεων Αναστολή της κρυσταλλικής ανάπτυξης φύτρων μιραμπιλίτη λόγω της παρουσίας οργανοφωσφορικών ενώσεων στα υπέρκορα διαλύματα, από υπολογισμούς των ρυθμών κρυσταλλικής ανάπτυξης από τα διαγράμματα συγκέντρωσης-χρόνου Αναστολή της κρυσταλλικής ανάπτυξης φύτρων μιραμπιλίτη λόγω της παρουσίας οργανοφωσφορικών ενώσεων στα υπέρκορα διαλύματα από υπολογισμούς των αρχικών ρυθμών κρυσταλλικής ανάπτυξης από τα διαγράμματα θερμοκρασίας-χρόνου Επίδραση του ph στην αποτελεσματικότητα των αναστολέων ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

7 Στόχος εργασίας 1 Στόχος εργασίας. Στην παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε μελέτη της κινητικής της κρυστάλλωσης του Μιραμπιλίτη, που είναι και το θερμοδυναμικά σταθερότερο άλας του θειικού νατρίου που κρυσταλλώνεται στις συνήθεις περιβαλλοντικές συνθήκες. Η μελέτη έγινε σε ασταθή υπέρκορα διαλύματα τα οποία παρασκευάζονται με διάλυση του θειικού νατρίου. Ο Μιραμπιλίτης (δεκαένυδρο θειικό άλας, Na 2 SO 4 10H 2 O), καταβυθίζεται σε θερμοκρασίες μικρότερες από C και αφυδατώνεται γρήγορα για σχετική υγρασία μικρότερη από 71% στους 20 0 C, σχηματίζοντας Θεναρντίτη (άνυδρο θειικό άλας). Από την ανάλυση της κινητικής της κρυσταλλικής ανάπτυξης είναι δυνατή η συναγωγή συμπερασμάτων για τον μηχανισμό της κρυσταλλικής ανάπτυξης του Μιραμπιλίτη. Η γνώση του μηχανισμού κρυστάλλωσης είναι απαραίτητη για τον σχεδιασμό στρατηγικής ελέγχου του. Στην συνέχεια επιλέχθηκαν τρεις οργανοφωσφορικές ενώσεις προκειμένου να διερευνηθεί η επίδρασή τους στην κινητική της κρυστάλλωσης του Μιραμπιλίτη. Το κοινό χαρακτηριστικό αυτών των οργανοφωσφορικών ενώσεων είναι ότι έχουν ιονιζόμενες ομάδες στο μόριο τους και γι αυτό θεωρείται ότι μπορούν να δεσμεύουν είτε μέσω προσρόφησης ή με τον σχηματισμό επιφανειακών συμπλόκων, τα ενεργά κέντρα κρυστάλλωσης.

8 Εισαγωγή 2 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η κρυστάλλωση ευδιάλυτων αλάτων στο εσωτερικό των πόρων των υλικών αποτελεί μια από τις κυριότερες αιτίες φθοράς των δομικών υλικών των ιστορικών μνημείων, όπως ο ασβεστόλιθος. Η φθορά προκαλείται από την ανάπτυξη κρυστάλλων αλάτων από αλατούχα διαλύματα, κατά τις αυξομειώσεις θερμοκρασίας και υγρασίας, οι οποίοι ασκούν τάσεις στα τοιχώματα των πόρων. Το πρόβλημα αυτό είναι πιο έντονο σε παραθαλάσσιες περιοχές όπου το νερό της βροχής είναι μεγάλης περιεκτικότητας σε ευδιάλυτα άλατα.

9 Εισαγωγή Διάβρωση από άλατα σε πορώδη υλικά. Τα ευδιάλυτα άλατα σταδιακά περιορίζουν την αντοχή των πορώδη υλικών των κτιρίων. Όχι μόνο ένα μεγάλο μέρος της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής κληρονομιάς είναι κατασκευασμένη από πορώδη υλικά, όπως πέτρα, κεραμικά, μάρμαρα, κτλ., άλλα και τα σύγχρονα κτίρια είναι σε παρόμοιο κίνδυνο, π.χ., βλάβες σε ποικίλες κατασκευές όπως γέφυρες, φράγματα και δρόμοι. Κατά συνέπεια, μία λεπτομερής κατανόηση των μηχανισμών με τους οποίους τα άλατα κρυσταλλώνονται και καταστρέφουν τα υλικά των κτιρίων είναι βασική για την παρεμπόδιση και την πρόληψη της αντοχής τους. Υπάρχουν περίπου 50 άλατα που θεωρούνται ότι σχηματίζουν εξανθήματα σε υλικά κτιρίων, κυρίως ανθρακικά, θειικά, χλωριούχα, νιτρικά, οξαλικά άλατα. Η μελέτη του σχηματισμού του θειικού νατρίου ήταν το αντικείμενο της παρούσας εργασίας. Τα περισσότερα άλατα που αναφέρονται στην βιβλιογραφία ότι προκαλούν φθορές στα δομικά υλικά διαλύονται και καταβυθίζονται ανάλογα με τις συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας. Η αποφυγή των διαδοχικών κύκλων διάλυσης και κρυστάλλωσης θα μπορούσε να ήταν ένας τρόπος αποφυγής της συνακόλουθης διάβρωσης. Αν προσδιοριστούν τα άλατα που βρίσκονται στο εσωτερικό των πόρων, μπορεί να προσδιοριστεί και το εύρος της υγρασίας πέρα από το οποίο τα μείγματα αυτά είτε θα διαλυθούν είτε θα καταβυθιστούν, δείχνοντας τις καταλληλότερες συνθήκες έκθεσης των αρχαίων αντικειμένων. Ωστόσο, η πλειοψηφία των μνημείων δεν μπορούν να τοποθετηθούν σε ελεγχόμενα περιβάλλοντα, και γι αυτό το πρόβλημα προστασίας τους παραμένει δυσεπίλυτο. Οι μελέτες για την κρυστάλλωση σε πορώδη υλικά ξεκίνησε πριν 150 χρόνια. Ο Scherer [1,2] παρουσίασε μία λεπτομερή μελέτη της κρυστάλλωσης σε πορώδη υλικά, συνδυάζοντας θερμοδυναμικά δεδομένα, μαζί με ακριβή ανάλυση των τάσεων που αναπτύσσονται. Τονίζει ότι η προέλευση της φθοράς λόγω κρυστάλλωσης σε πορώδη υλικά δεν οφείλεται μόνο στον υπερκορεσμό, αλλά και στο γεγονός ότι ο κρύσταλλος με τα τοιχώματα του πόρου δεν ταιριάζει ενεργειακά. Το φαινόμενο αυτό είναι αναμενόμενο στο τσιμέντο και στο μάρμαρο. Σύμφωνα με τον Scherer οι τάσεις που δημιουργούν τις φθορές εμφανίζονται μόνο όταν η κρυστάλλωση λαμβάνει χώρα σε μικρούς πόρους (στην περιοχή των μεσοπόρων), και εφόσον η ανάπτυξη γίνεται σε

10 Εισαγωγή 4 συνθήκες ισορροπίας. Η παρουσία μεγαλύτερων πόρων θα παρείχε επιφάνειες όπου η κρυσταλλική ανάπτυξη θα λάμβανε χώρα χωρίς να ασκηθούν βλαβερές τάσεις. Για την ανάπτυξη των κρυστάλλων των ευδιάλυτων αλάτων στους πόρους είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν συνθήκες υψηλού υπερκορεσμού. Η ταχεία εξάτμιση θεωρείται μια βασική αιτία για την ανάπτυξη των υψηλών υπερκορεσμών. Όμως είναι γεγονός ότι η φθορά λόγω κρυστάλλωσης συμβαίνει ακόμα και σε μικρές ή και μηδενικές ταχύτητες εξάτμισης. Στην περίπτωση του θειικού νατρίου, η μεγαλύτερη ζημία μπορεί να προκληθεί και χωρίς εξάτμιση [3]. Η φθορά από το συγκεκριμένο άλας είναι μεγαλύτερη από οποιοδήποτε άλλο άλας. Για το λόγο αυτό έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως ως σύστημα δοκιμών για έλεγχους σε δομικά υλικά. Πέρα από αυτό όμως, ο λόγος που δημιουργεί φθορά σε τόση και τέτοια έκταση παραμένει υπό αμφισβήτηση. Εν μέρει, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το άλας αυτό έχει αρκετές ιδιαιτερότητες. Πρώτον, έχει δύο σταθερές φάσεις σε θερμοκρασία δωματίου: τον Θεναρντίτη (άνυδρο θειικό άλας) και τον Μιραμπιλίτη (δεκαένυδρο θειικό άλας), όπως και επίσης μια μετασταθή φάση, το επταένυδρο άλας, ο σχηματισμός του οποίου έχει παρατηρηθεί μόνο σε εργαστηριακές συνθήκες. Η σχετική υγρασία ισορροπίας για ένα κορεσμένο διάλυμα Μιραμπιλίτη στους 20 0 C είναι περίπου 93%. Καθώς η υγρασία μειώνεται, ο Μιραμπιλίτης γίνεται σταδιακά λιγότερο σταθερός και μετατρέπεται σε θεναρντίτη για υγρασία περίπου 71% στους 20 0 C. Άλλη μια ιδιαιτερότητα του θειικού νατρίου είναι ότι η διαλυτότητα του Μιραμπιλίτη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την θερμοκρασία. Για θερμοκρασίες μεγαλύτερες από 32 0 C το άλας αυτό δεν είναι σταθερό. Για θερμοκρασίες μικρότερες, το εύρος των τιμών της υγρασίας στο οποίο ο Μιραμπιλίτης είναι σταθερός αυξάνεται καθώς η θερμοκρασία μειώνεται, όπως φαίνεται και στο παρακάτω διάγραμμα φάσεων (σχήμα 1.1).

11 Εισαγωγή 5 διάλυμα Σχετική υγρασία (%) Μιραμπιλίτης θεναρντίτης Θερμοκρασία ( 0 C) Σχήμα 1.1: Διάγραμμα φάσεων για το θειικό νάτριο. Η συνεχής γραμμή δείχνει τα όρια της σταθερής φάσης, τα σημεία (τρίγωνα και κύκλοι) είναι πειραματικά σημεία για τον Μιραμπιλίτη και Θεναρντίτη αντίστοιχα. Η διακεκομμένη γραμμή αντιστοιχεί σε ένα διάλυμα σε μετασταθή ισορροπία με τάση προς σχηματισμό Θεναρντίτη και υπέρκορο με τάση προς σχηματισμό Μιραμπιλίτη [3]. Μια πρώτη υπόθεση για την καταστροφική δράση του θειικού νατρίου είναι η μεγάλη διαφορά των μοριακών όγκων του Θεναρντίτη και του Μιραμπιλίτη (314%). Η διαφορά αυτή μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνη για μεγάλες τάσεις καθώς η σχετική υγρασία αυξάνεται αρκετά επιτρέποντας την μετατροπή του θεναρντίτη σε μιραμπιλίτη. Το φαινόμενο αυτό έχει αμφισβητηθεί από μελέτες των Navarro και Doehne [4] που έχουν αποδείξει ότι καθώς η υγρασία αυξάνεται ο θεναρντίτης μετατρέπεται σε Μιραμπιλίτη μέσω μιας διαδικασίας διάλυσης και ανακρυστάλλωσης. Θεναρντίτης διάλυση Θεναρντίτη καταβύθιση Μιραμπιλίτη. Σε ένα τέτοιο μηχανισμό, η αύξηση του όγκου μπορεί να δημιουργήσει τάσεις, αλλά πιο σημαντικό είναι να ληφθεί υπόψη και η υγρή φάση. Καθώς ο θεναρντίτης μετατρέπεται σε Μιραμπιλίτη σε ένα καθαρό υδατικό σύστημα, το

12 Εισαγωγή 6 σύστημα αφυδατώνεται κατά 5% εφόσον μόρια του νερού δεσμεύονται από τον Μιραμπιλίτη. 1.2 Διάγραμμα διαλυτότητας του θειικού νατρίου. Όπώς προαναφέρθηκε, σε συνθήκες δωματίου, το υδατικό σύστημα θειικού νατρίου έχει δύο σταθερές φάσεις: τον Μιραμπιλίτη (Na 2 SO 4 10H 2 O) και το Θεναρντίτη (Na 2 SO 4 ), και μία μετασταθή φάση (Na 2 SO 4 7H 2 O) που δεν παρατηρείται στην φύση. Ο Μιραμπιλίτης είναι η πιο σταθερή κρυσταλλική φάση στο άλας του θειικού νατρίου κάτω από συνθήκες δωματίου. Η σταθερότητα των αλάτων αυτών εξαρτάται κυρίως από την ιοντική ισχύ του διαλύματος, την θερμοκρασία και την σχετική υγρασία του αέρα. Η μεγάλη εξάρτηση της διαλυτότητας του Μιραμπιλίτη από την θερμοκρασία του επιτρέπει να φτάσει σε μεγάλους βαθμούς υπερκορεσμού με μικρές αλλαγές της θερμοκρασίας. Το γεγονός αυτό εξηγεί την μεγάλη φθορά που προκαλείται από την κρυστάλλωση του Μιραμπιλίτη στα διαλύματα που βρίσκονται στους πόρους των υλικών. Ο Θεναρντίτης είναι σταθερός σε διαλύματα με θερμοκρασίες μέχρι C, και η διαλυτότητά του παρουσιάζει μικρή εξάρτηση από την θερμοκρασία. Η καθίζηση των ενυδατωμένων αλάτων σε ένα αλατούχο διάλυμα καθορίζεται επίσης από την ενεργότητα του νερού. Έτσι μία αύξηση στην συγκέντρωση του άλατος ελαττώνει ισχυρά την ενεργότητα του νερού και γι αυτό η πιο σταθερή φάση είναι το άνυδρο άλας (Θεναρντίτης). Στο παρακάτω σχήμα (σχήμα 1.2) φαίνεται το διάγραμμα διαλυτότητας του θειικού νατρίου [5].

13 Εισαγωγή 7 4 m A m B A C B D Na 2 SO 4 3 C Na2 SO 4 (mol kg -1 ) 2 A' Na 2 SO 4.7H 2 O Na 2 SO 4.10H 2 0 E F 1 B' 0 T A T B T ( 0 C) Σχήμα 1.2: Διάγραμμα διαλυτότητας του θειικού νατρίου.

14 Εισαγωγή Κρυσταλλικές μορφές των αλάτων του θειικού νατρίου. Ο Θεναρντίτης κρυσταλλώνεται στο ορθορομβικό σύστημα (σχήμα 1.3) και οι κρύσταλλοι του είναι λευκοί, ενώ ο Μιραμπιλίτης κρυσταλλώνεται στο μονοκλινικό σύστημα (σχήμα 1.4) και οι κρύσταλλοι του είναι διάφανοι. Σχήμα 1.3: Κρυσταλλική μορφή του Θεναρντίτη. Σχήμα 1.4: Κρυσταλλική μορφή του Μιραμπιλίτη.

15 Θεωρία 9 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΔΙΑΛΥΤΟΤΗΤΑ 2.1 Διάγραμμα διαλυτότητας. Η διαλυτότητα των περισσοτέρων αλάτων εξαρτάται από την θερμοκρασία του διαλύματος. Στις περισσότερες από τις περιπτώσεις η διαλυτότητα μίας ουσίας σε ένα διαλύτη αυξάνεται με αύξηση της θερμοκρασίας, αν και υπάρχουν και κάποιες εξαιρέσεις στις οποίες η αύξηση της θερμοκρασίας οδηγεί σε μείωση της διαλυτότητας (αντίστροφη διαλυτότητα). Ένα τυπικό διάγραμμα διαλυτότητας φαίνεται στο παρακάτω σχήμα (σχήμα 2.1).

16 Θεωρία Ασταθής (υπέρκορη) περιοχή Γ' Διαλυτότητα Δ Γ Β Γ'' B'' Β' Α 2. Μετασταθής (υπέρκορη) περιοχή 1. Σταθερή (ακόρεστη) περιοχή Θερμοκρασία Σχήμα 2.1: Διάγραμμα διαλυτότητας. Τα διαγράμματα διαλυτότητας μπορούν να χωριστούν σε τρεις περιοχές: 1. Η σταθερή (ακόρεστη) περιοχή, όπου η κρυστάλλωση είναι αδύνατη. 2. Η μετασταθής (υπέρκορη) περιοχή, μεταξύ της καμπύλης διαλυτότητας και υπερκορεσμού, όπου τα υπέρκορα διαλύματα είναι σταθερά, πρακτικά έπ άπειρον. Ωστόσο, αν προστεθούν φύτρες κρυστάλλων της αντίστοιχης ουσίας σε ένα τέτοιο ασταθές διάλυμα, θα λάβει χώρα κρυσταλλική ανάπτυξη. 3. Η ασταθής (υπέρκορη) περιοχή, όπου λαμβάνει χώρα αυθόρμητη καταβύθιση. Έστω ένα διάλυμα, που έχει συνθήκες που αντιστοιχούν στο σημείο Α του σχήματος 2.1. Εάν ψυχθεί χωρίς απώλεια διαλύτη (γραμμή ΑΒΓ), όταν οι συνθήκες φτάσουν στο σημείο Γ είναι δυνατόν να κρυσταλλωθεί αυθόρμητα. Μεταξύ των σημείων Β και Γ («σταθερή» μετασταθής περιοχή) απαιτείται η προσθήκη

17 Θεωρία 11 κρυσταλλικών φύτρων για την έναρξη της κρυστάλλωσης. Περαιτέρω ψύξη σε ένα σημείο Δ οδηγεί στην περιοχή όπου λαμβάνει χώρα αυθόρμητη κρυστάλλωση με ή χωρίς την μεσολάβηση χρόνου επαγωγής. Αν και η τάση για κρυστάλλωση μεγαλώνει όσο οι συνθήκες του διαλύματος αντιστοιχούν στην ασταθή περιοχή, το διάλυμα μπορεί να γίνει εξαιρετικά παχύρρευστο ώστε να εμποδίζεται η κρυστάλλωση. Τέτοια φαινόμενα μείωσης της ταχύτητας πυρηνογένεσης έχουν αναφερθεί στην περίπτωση των τηγμάτων [6]. Ο υπερκορεσμός μπορεί επίσης να επιτευχθεί απομακρύνοντας μέρος του διαλύτη από το διάλυμα με εξάτμιση. Η γραμμή ΑΒ Γ αντιπροσωπεύει μια τέτοια διαδικασία σε συνθήκες σταθερής θερμοκρασίας. Η είσοδος στην ασταθή περιοχή σπάνια συμβαίνει καθώς στην επιφάνεια που γίνεται η εξάτμιση είναι συνήθως πιο υπέρκορη από το υπόλοιπο διάλυμα. Οι κρύσταλλοι που δημιουργούνται στην επιφάνεια αυτή τελικώς πέφτουν στο διάλυμα και αποτελούν πυρήνες κρυστάλλωσης, συχνά πριν οι συνθήκες του υπόλοιπου διαλύματος φτάσουν στις συνθήκες που αντιπροσωπεύει το σημείο Γ. Πρακτικά χρησιμοποιείται ένας συνδυασμός ψύξης και εξάτμισης που αντιπροσωπεύεται από την ευθεία ΑΒ Γ στο σχήμα. 2.2 O υπερκορεσμός. Ο υπερκορεσμός ενός συστήματος είναι το μέτρο της απομάκρυνσης του συστήματος από την κατάσταση ισορροπίας και μπορεί να εκφραστεί με διαφορετικούς τρόπους. Οι πιο κοινές εκφράσεις για τον υπερκορεσμό είναι [6]: 1. Η μεταβολή της συγκέντρωσης του διαλύματος, ως κινητήριας δύναμης για την κρυστάλλωση, Δc: Δ c = c c (2-1) 2. Ο λόγος υπερκορεσμού, S: S = c c (2-2) 3. Ο απόλυτος ή σχετικός υπερκορεσμός, σ: Δc σ = = S 1 (2-3) c

18 Θεωρία 12 όπου c είναι η συγκέντρωση του διαλύματος και c * η συγκέντρωση ισορροπίας στην θερμοκρασία του διαλύματος.

19 Θεωρία 13 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΠΥΡΗΝΟΠΟΙΗΣΗ Όπως προαναφέρθηκε και στο προηγούμενο κεφάλαιο, για να γίνει κρυστάλλωση μιας στερεής φάσης σε ένα ομογενές διάλυμα πρέπει το διάλυμα να καταστεί υπέρκορο ως προς την καταβυθιζόμενη φάση. Αυτό μπορεί να γίνει πρακτικά με αρκετούς τρόπους, όπως ανάμιξη διαλυμάτων που περιέχουν τα ιόντα που αποτελούν το καταβυθιζόμενο στερεό, αλλαγή της θερμοκρασίας του διαλύματος, εξάτμιση του διαλύτη κ.λ.π..

20 Θεωρία 14 Η επίτευξη του υπερκορεσμού είναι ουσιώδης για την διεργασία της κρυστάλλωσης που μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελείται από τρία βασικά στάδια [7]: 1. Επίτευξη υπερκορεσμού. 2. Σχηματισμός των πυρήνων κρυστάλλωσης. 3. Αύξηση των κρυστάλλων. Και τα τρία στάδια μπορούν να λαμβάνουν χώρα ταυτόχρονα σε διαφορετικές περιοχές του διαλύματος στο οποίο γίνεται η κρυστάλλωση, αλλά υπάρχει αυστηρή διαδοχή των τριών σταδίων. Το πρώτο στάδιο στην πορεία της κρυστάλλωσης είναι η επίτευξη του υπερκορεσμού. Η κατάσταση του υπερκορεσμού ή της υπέρψυξης δεν είναι από μόνα τους συχνά επαρκή για ένα σύστημα να ξεκινήσει την κρυστάλλωση. Πριν την ανάπτυξη των κρυστάλλων πρέπει να υπάρχουν στο διάλυμα ένας αριθμός μικροσκοπικών στερεών σωματιδίων, εμβρύων, πυρήνων ή φύτρων (seed), που δρουν σαν κέντρα κρυστάλλωσης. Η πυρηνοποίηση μπορεί να γίνει αυθόρμητα ή να προκληθεί τεχνητά. Δεν είναι όμως πάντα δυνατό να αποφασιστεί αν ένα σύστημα κρυσταλλώθηκε από μόνο του ή κάτω από την επίδραση εξωτερικών παραγόντων. Η πυρηνοποίηση μπορεί επίσης να προκληθεί από ανάδευση, μηχανική δόνηση, τριβή, και υπερβολικές πιέσεις στα διαλύματα και στα τήγματα. Τα ασταθή αποτελέσματα των εξωτερικών επιδράσεων όπως ηλεκτρικά και μαγνητικά πεδία, σπινθήρες εκκένωσης, υπεριώδες φως, ακτίνες-χ, ακτίνες-γ, ηχητική και υπερηχητική ακτινοβολία έχουν επίσης μελετηθεί για πολλά χρόνια, μα μέχρι στιγμής καμία από αυτές τις μεθόδους δεν βρέθηκε αποτελεσματική σε μεγάλης κλίμακας κρυστάλλωση [6].

21 Θεωρία Είδη πυρηνοποίησης. Τα είδη της πυρηνοποίησης φαίνονται στο σχήμα 3.1. ΠΥΡΗΝΟΠΟΙΗΣΗ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗΣ (προκαλείται από κρυστάλλους) ΟΜΟΓΕΝΗΣ (αυθόρμητα) ΕΤΕΡΟΓΕΝΗΣ (προκαλείται από ξένα σωματίδια) Σχήμα 3.1: Είδη πυρηνοποίησης. 3.2 Πρωτογενής πυρηνοποίηση. Η πρωτογενής πυρηνοποίηση διακρίνεται σε δύο κατηγορίες: την ομογενή και ετερογενή πυρηνοποίηση Ομογενής πυρηνοποίηση. Η ομογενής πυρηνοποίηση λαμβάνει χώρα σε απόλυτα καθαρά διαλύματα απουσία κάθε ξένου σωματιδίου ή επιφάνειας. Θεωρείται το αποτέλεσμα μιας σειράς διμοριακών αντιδράσεων ανάμεσα σε μόρια ή ιόντα της διαλυμένης ουσίας δημιουργώντας έτσι συσσωματώματα, σμήνη ή έμβρυα. Σε μόνιμη κατάσταση υπάρχει στο διάλυμα μια ορισμένη κατανομή μεγέθους τέτοιων συσσωματωμάτων,

22 Θεωρία 16 που εξαρτάται από τον υπερκορεσμό και την θερμοκρασία. Ο σχηματισμός των πυρήνων είναι μια δύσκολη διαδικασία, κυρίως λόγω της τάσεως των συσσωματωμάτων για επαναδιάλυση. Ο αριθμός των στοιχειωδών δομικών μονάδων σε έναν πυρήνα, μεταβάλλεται από δέκα έως μερικές χιλιάδες. Σχηματισμός πυρήνων με ταυτόχρονη συγκόλληση του απαιτούμενου αριθμού δομικών μονάδων δεν είναι πιθανό να συμβεί. Ο πιο πιθανός μηχανισμός πυρηνοποίησης είναι με διμοριακές συγκρούσεις, σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία [6]: Α + Α Α 2 Α 2 + Α Α Α n-1 + Α Α n (κρίσιμος πυρήνας) Α n + Α Α n+1 Α n+1 + Α Αύξηση Κρυστάλλων Επιπλέον προσθήκη δομικών μονάδων στον κρίσιμο πυρήνα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση σε μακροσκοπικό κρύσταλλο. Όσα συσσωματώματα δεν φθάσουν στο μέγεθος του κρίσιμου πυρήνα επαναδιαλύονται επειδή είναι εξαιρετικά ασταθή. Η δομή του συσσωματώματος στον κρίσιμο πυρήνα δεν είναι γνωστή γιατί είναι πολύ μικρός για να παρατηρηθεί. Υπάρχουν δύο απόψεις: η μια υποστηρίζει ότι είναι ένας μικροσκοπικός κρύσταλλος με τέλεια δομή και η άλλη ότι πρόκειται για ένα διάχυτο σωματίδιο με μόρια ή επιδιαλυτωμένα ιόντα σε κατάσταση όχι πολύ διαφορετική από αυτή του κύριου όγκου του διαλύματος και επιπλέον δεν έχει σαφώς καθορισμένη επιφάνεια. Η κλασσική θεωρία της πυρηνοποίησης προέρχεται από τις μελέτες των Gibbs, Volmer, Becker και Döring οι οποίες βασίζονται στην συμπύκνωση υγρού από ατμό του. Η θεωρία αυτή όμως μπορεί εύκολα να εφαρμοσθεί και στην κρυστάλλωση από διαλύματα ή τήγματα. Η μεταβολή της ελεύθερης ενέργειας Gibbs για τον σχηματισμό ενός σφαιρικού ισούται με το άθροισμα της μεταβολής της ελεύθερης ενέργειας Gibbs για

23 Θεωρία 17 τον σχηματισμό της επιφάνειας του συσσωματώματος, ΔG s >0, και της μεταβολής της ελεύθερης ενέργειας Gibbs για την δημιουργία του όγκου του συσσωματώματος, ΔG v <0. Έτσι προκύπτουν οι σχέσεις: ή Δ (3-1) G = ΔG s + ΔG v 4πr 3 G 3 2 Δ u Δ G = 4πr γ + (3-2) όπου r είναι η ακτίνα του σφαιρικού συσσωματώματος, γ είναι η επιφανειακή ενέργεια ανά μονάδα επιφάνειας και ΔG u είναι η μεταβολή της ελεύθερης ενέργειας ανά mole που συνοδεύει την μεταβολή της υγρής σε στερεά φάση. Στο ακόλουθο σχήμα (σχήμα 3.2) φαίνονται οι καμπύλες που παριστάνουν τις μεταβολές των ΔG v, ΔG s και ΔG σε συνάρτηση με την ακτίνα r του συσσωματώματος. Σχήμα 3.2: Μεταβολή της ελεύθερης ενέργειας πυρηνοποίησης συναρτήσει της ακτίνας του πυρήνα.

24 Θεωρία 18 Η συνολική μεταβολή της ελεύθερης ενέργειας, όπως φαίνεται και στο σχήμα, διέρχεται από ένα μέγιστο. Το μέγιστο αυτό αντιστοιχεί στον σχηματισμό συσσωματώματος, ακτίνας ίσης με του κρίσιμου πυρήνα. Έτσι, στο σημείο αυτό θα έχουμε: ( ΔG) d dr = 0 (3-3) Με παραγώγιση της εξίσωσης (3-2), βρίσκεται η ακτίνα του κρίσιμου πυρήνα, r c, που ισούται με: r c 2γ = (3-4) ΔG u Η μεταβολή της ελεύθερης ενέργειας για τον σχηματισμό του κρίσιμου πυρήνα, ΔG crit, ισούται με την ολική μεταβολή της ελεύθερης ενέργειας Gibbs ΔG, στο μέγιστο της καμπύλης. Αντικαθιστώντας στην σχέση (3-2) την ακτίνας r c από την σχέση (3-4), προκύπτει η παρακάτω σχέση: 3 16πγ 4 2 ΔG crit = = πrc γ 2 (3-5) 3ΔG 3 u Από την σχέση αυτή προκύπτει ότι η μεταβολή της ελεύθερης ενέργειας για τον σχηματισμό του κρίσιμου πυρήνα ισούται με το 1/3 της μεταβολής της ελεύθερης ενέργειας για τον σχηματισμό της επιφάνειας του, ΔG s. Για την εξαγωγή των παραπάνω σχέσεων έγινε η παραδοχή ότι το σχήμα του κρίσιμου πυρήνα είναι σφαιρικό. Για να εξαχθούν οι αντίστοιχες σχέσεις για ένα οποιοδήποτε γεωμετρικό σχήμα, έχει οριστεί και ένας παράγοντας σχήματος (shape factor) ξ, που δίνεται από την σχέση: 3 4A = 27υ ξ (3-6) 2 όπου Α είναι η επιφάνεια και υ ο συνολικός όγκος του κρυστάλλου. Έτσι λοιπόν, για πυρήνα οποιουδήποτε σχήματος, η ακτίνα του κρίσιμου πυρήνα και η μεταβολή της ελεύθερης ενέργειας για τον σχηματισμό του θα δίνονται από τις σχέσεις: και r c 2γξ ΔG = (3-7) v

25 Θεωρία 19 ξγ 3 Δ G crit = 2 (3-8) ΔG v Για κάθε συσσωμάτωμα που αναπτύσσεται σε ένα υπέρκορο διάλυμα, ισχύει πάντοτε ότι η ανάπτυξη των πλευρών του γίνεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να έχει την ελάχιστη συνολική επιφανειακή ελεύθερη ενέργεια για ορισμένο όγκο. Έτσι το συσσωμάτωμα αποκτά ορισμένο σχήμα, γνωστό σαν σχήμα ισορροπίας. Η ταχύτητα της ομογενούς πυρηνοποίησης, J, ισούται με την ταχύτητα με την οποία, οι σχηματιζόμενοι πυρήνες ξεπερνούν το μέγιστο στην καμπύλη της ελεύθερης ενέργειας (σχήμα 3.2). Έτσι, η ταχύτητα πυρηνοποίησης (αριθμός σχηματιζόμενων πυρήνων ανά μονάδα χρόνου και ανά μονάδα όγκου) μπορεί να εκφρασθεί με την βοήθεια εξισώσεως τύπου Arrhenius: ΔG J = A exp (3-9) kt όπου Α είναι ο προεκθετικός παράγοντας που είναι σταθερός σε ορισμένη θερμοκρασία. Ο βαθμός υπερκορεσμού του διαλύματος μέσω της σχέσεως Gibbs-Thomson μπορεί να δοθεί από την ακόλουθη σχέση: c ln c = ln S = 2γυ ktr (3-10) οπότε για σφαιρικό πυρήνα και από την σχέση (3-5) προκύπτει ότι: 16πγ G = 3 3 υ 2 Δ (3-11) ( kt ln S) 2 και η εξίσωση (3-9) παίρνει την μορφή: 16πγ A exp 3 3 3k T υ = J (3-12) ( ln S) Από την εξίσωση (3-12) φαίνεται ότι υπάρχουν τρεις κύριες μεταβλητές που καθορίζουν την ταχύτητα πυρηνοποίησης: η απόλυτη θερμοκρασία Τ, ο βαθμός υπερκορεσμού S και η επιφανειακή ενέργεια γ.

26 Θεωρία 20 Στο σχήμα 3.3 φαίνεται γραφικά η εξάρτηση της ταχύτητας πυρηνοποίησης J από τον υπερκορεσμό S του διαλύματος. Σχήμα 3.3: Εξάρτηση της ταχύτητας πυρηνοποίησης, J, από τον υπερκορεσμό του διαλύματος. Από το παραπάνω σχήμα φαίνεται ότι για χαμηλές τιμές υπερκορεσμού, η ταχύτητα πυρηνοποίησης είναι εξαιρετικά μικρή. Καθώς όμως ο υπερκορεσμός αυξάνεται και ξεπερνώντας μια ορισμένη τιμή, η ταχύτητα πυρηνοποίησης αυξάνει πολύ γρήγορα. Στην περιοχή αυτή ακόμα και για πολύ μικρή αύξηση του υπερκορεσμού έχουμε μεταβολή τάξεως μεγέθους στην ταχύτητα πυρηνοποίησης. Για υψηλές τιμές υπερκορεσμού λαμβάνει χώρα στο διάλυμα αυθόρμητη καταβύθιση και το διάλυμα είναι ασταθές. Στο σχήμα 3.3 φαίνεται ακόμα ότι η μετασταθής περιοχή για ομογενή πυρηνοποίηση είναι σημαντικά μεγαλύτερη συγκρινόμενη με την μετασταθή περιοχή για ετερογενή πυρηνοποίηση. Αυτό αποδεικνύει το γεγονός ότι η ομογενής

27 Θεωρία 21 πυρηνοποίηση, απαιτεί υψηλότερες τιμές υπερκορεσμού από την ετερογενή πυρηνοποίηση. Από την εξίσωση 3.2 μπορεί να υπολογιστεί ο αριθμός των στοιχειωδών δομικών μονάδων που περιέχονται στον κρίσιμο πυρήνα n c. Έτσι για κρίσιμο πυρήνα με γεωμετρικό σχήμα που έχει παράγοντα σχήματος ξ, το n c δίνεται από την σχέση : n c 2ξγ 3 υ 2 = (3-13) ( kt lns) 2 Στο σχήμα 3.4 φαίνεται γραφικά η εξάρτηση του αριθμού n c σε σχέση με τον βαθμό υπερκορεσμού S. Σχήμα 3.4: Εξάρτηση του μεγέθους του συσσωματώματος με κρίσιμη ακτίνα από τον υπερκορεσμό του διαλύματος.

28 Θεωρία 22 Στο σχήμα 3.4 φαίνεται ότι για δεδομένη τιμή υπερκορεσμού, πυρήνες που βρίσκονται στην περιοχή κάτω από την καμπύλη διαλύονται, ενώ εκείνοι που βρίσκονται πάνω από την καμπύλη είναι σταθεροί και αναπτύσσονται. Από την γραφική παράσταση του lnj έναντι του (lns) -2 λαμβάνουμε ευθείες για περιοχή τιμών του σ και υ. Σε αυτήν την περιοχή τιμών ισχύει η προσέγγιση: n J = AS (3-14) όπου το n ορίζεται ως τάξη της πυρηνοποίησης. Ο αριθμός των σωματιδίων n c που αποτελούν τον κρίσιμο πυρήνα μπορεί να υπολογισθεί από την ακόλουθη σχέση: d ln J d lns 2ξγ υ 3 2 = = n 3 c (3-15) ( kt lns) Από αυτήν την προσέγγιση, το μέγεθος του κρίσιμου πυρήνα μπορεί να υπολογισθεί από την κλίση της γραφικής παράστασης του λογάριθμου της ταχύτητας πυρηνοποίησης σε συνάρτηση με τον λογάριθμο του υπερκορεσμού. Μια σημαντική παράμετρος που χρησιμοποιείται στην πυρηνοποίηση είναι ο χρόνος επαγωγής τ. Σαν χρόνος επαγωγής ορίζεται ο χρόνος που μεσολαβεί ανάμεσα στην χρονική στιγμή που επιτυγχάνεται η υπέρκορη κατάσταση και την χρονική στιγμή κατά την οποία ανιχνεύεται η καταβύθιση. Η διάρκεια του χρόνου επαγωγής επηρεάζεται από τον υπερκορεσμό, την θερμοκρασία, τον τρόπο ανάδευσης, το ιξώδες του συστήματος, την παρουσία ακαθαρσιών κ.λ.π. Ο χρόνος επαγωγής μπορεί να προσδιορισθεί είτε με οπτική μέθοδο είτε με παρακολούθηση της συγκέντρωσης, στο υπέρκορο διάλυμα, ενός από τα ιόντα που αποτελούν το καταβυθιζόμενο στερεό. Ο χρόνος επαγωγής εξαρτάται από την μέθοδο με την οποία προσδιορίζεται, διότι οι μέθοδοι έχουν ορισμένη ευαισθησία έναντι της παρατηρούμενης μεταβολής. χρόνους: Ο χρόνος επαγωγής μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελείται από τρεις επιμέρους 1. από τον χρόνο χαλάρωσης, t r, που χρειάζεται για να επιτευχθεί στο σύστημα μια ημισταθερή κατανομή των συσσωματωμάτων, 2. από τον χρόνο, t n, που χρειάζεται για τον σχηματισμό του σταθερού πυρήνα και 3. από τον χρόνο, t g, που χρειάζεται για την ανάπτυξη του πυρήνα σε ανιχνεύσιμο μέγεθος ή να παρατηρηθεί ανιχνεύσιμη μεταβολή ιδιότητας του υπέρκορου διαλύματος.

29 Θεωρία 23 Έτσι ο χρόνος επαγωγής, τ, είναι ίσος με το άθροισμα των παραπάνω χρόνων: τ = t + t + t r n g (3-16) Οι παραπάνω χρόνοι είναι πολύ δύσκολο αν όχι αδύνατον να προσδιοριστούν ξεχωριστά, αλλά ο χρόνος σχηματισμού του πυρήνα, t n, είναι συνήθως ο μεγαλύτερος σε διάρκεια σε σχέση με τους άλλους δύο. Ο χρόνος για την αύξηση των σταθερών πυρήνων, t g, είναι εξαιρετικά μικρός ιδιαίτερα στην περίπτωση καταβύθισης ανόργανων αλάτων. Ο χρόνος επαγωγής είναι αντιστρόφως ανάλογος της ταχύτητας πυρηνοποίησης: t 1 J (3-17) Έτσι για ορισμένη θερμοκρασία, και από την γραφική παράσταση του logτ έναντι του (lοgs) -2 που δίνει ευθεία με κλίση α, υπολογίζεται η επιφανειακή ενέργεια γ, με την βοήθεια της παρακάτω σχέσης : 5α 2 γ = kt ln10 ξv m (3-18) 2 όπου V m είναι ο μοριακός όγκος της σχηματιζόμενης κρυσταλλικής φάσης. Έτσι με την βοήθεια πειραματικών δεδομένων χρόνου επαγωγής υπολογίσθηκαν οι επιφανειακές ενέργειες αρκετών δυσδιάλυτων αλάτων ιοντικών ενώσεων, οι τιμές των οποίων βρέθηκαν να κυμαίνονται μεταξύ mj m -2. Η επιφανειακή ενέργεια, μπορεί ακόμα να υπολογισθεί και από δεδομένα διαλυτότητας. Υπάρχει αρκετά καλή συσχέτιση ανάμεσα στην διαλυτότητα και την επιφανειακή ενέργεια ιοντικών κρυστάλλων, η οποία δίνεται από την ακόλουθη σχέση: 21 2 [ ln c ] 10 J m 2 γ = α s (3-19) όπου c s είναι η διαλυτότητα της ιονικής ένωσης σε mol m -3, ο παράγοντας α δίνεται από τον λόγο (V m /nn A ) 1/3 όπου n είναι ο αριθμός των ιόντων της ιοντικής ένωσης και Ν Α είναι ο αριθμός Αvogadro.

30 Θεωρία Ετερογενής πυρηνοποίηση. Το είδος της πρωτογενούς πυρηνοποίησης που συναντάται πρακτικά είναι η ετερογενής πυρηνοποίηση, η οποία προκαλείται από ξένα σωματίδια. Η ετερογενής πυρηνοποίηση συμβαίνει σε χαμηλότερες τιμές υπερκορεσμού σε σχέση με την ομογενή πυρηνοποίηση με αποτέλεσμα το πλάτος της μετασταθούς περιοχής να είναι μικρότερο από το αντίστοιχο πλάτος της ομογενούς πυρηνοποίησης όπως φαίνεται στο σχήμα 3.3. Η πυρηνοποίηση πάνω σε ξένα σωματίδια γενικά απαιτεί χαμηλότερη μεταβολή της ελεύθερης ενέργειας Gibbs σε σχέση με την ομογενή πυρηνοποίηση. Έτσι προκύπτει ότι: Δ G = ϕδg (3-20) ετερ ομογ όπου φ είναι συντελεστής μικρότερος της μονάδος, (0<φ<l). Ο παράγοντας φ εξαρτάται από την γωνία επαφής θ ανάμεσα στο κρύσταλλο και στο ξένο υπόστρωμα όπως φαίνεται στο σχήμα 3.5, όπου με ισοζύγιο δυνάμεων προκύπτει ότι : όπου: cos ( γ γ ) SL SC θ = (3-21) γ CL γ SL : επιφανειακή ενέργεια μεταξύ ξένου υποστρώματος και υγρού γ CS : επιφανειακή ενέργεια μεταξύ κρυστάλλου και ξένου υποστρώματος και γ CL : επιφανειακή ενέργεια μεταξύ κρυστάλλου και υγρού.

31 Θεωρία 25 Σχήμα 3.5: Επιφανειακές ενέργειες στα όρια ανάμεσα στις τρεις φάσεις (δύο στερεές, μία υγρή). Έτσι ο παράγοντας φ μπορεί να δοθεί από την σχέση: ( 2 + cos θ) ( 1 cos θ) 2 φ = (3-22) 4 Όταν θ=180 0, cosθ=-1 και φ=1 προκύπτει: Δ G = ΔG (3-23) ετερ ομογ και κατά συνέπεια η παρουσία των σωματιδίων δεν επηρεάζει την πορεία πυρηνοποίησης. Όταν 0<θ<180 0 και φ<1 προκύπτει: Δ G < ΔG (3-24) ετερ ομογ και κατά συνέπεια η παρουσία των ξένων σωματιδίων επιταχύνει την πορεία πυρηνοποίησης επειδή η μεταβολή της ελεύθερης ενέργειας που απαιτείται είναι μικρότερη σε σχέση με την ομογενή πυρηνοποίηση. Όταν θ=0 και φ=0 προκύπτει: ΔG = 0 (3-25) ετερ

32 Θεωρία 26 Η παραπάνω σχέση δείχνει ότι υπάρχει πλήρης κρυσταλλική συμβατότητα ανάμεσα στα πλέγματα της νεοσχηματιζόμενης φάσης και των ξένων σωματιδίων και συμβαίνει μόνο όταν η νεοσχηματιζόμενη φάση αναπτύσσεται σε ίδιο με αυτήν υπόστρωμα. Στο σχήμα 3.6 φαίνεται η σχέση ανάμεσα στα φ και θ. Σχήμα 3.6: Εξάρτηση του παράγοντα φ από την γωνία επαφής θ. Ακόμη ετερογενής πυρηνοποίηση μπορεί να προκληθεί από σωματίδια που παραμένουν σε κοιλότητες, σε ξένα σωματίδια ή στα τοιχώματα του δοχείου αντίδρασης κάτω από συνθήκες που τα σωματίδια θα ήταν ασταθή εάν βρίσκονταν σε επίπεδη επιφάνεια. Η μέγιστη διάμετρος των κυλινδρικών κοιλοτήτων στις οποίες παραμένουν σταθερά σωματίδια δίνεται από την εξίσωση: d 4γ CL cosθ = ΔG max (3-26) υ όπου ΔG υ είναι η μεταβολή ελεύθερης ενέργειας για τον σχηματισμό της φάσης.

33 Θεωρία 27 είναι: Αυτά τα σωματίδια δρουν σαν πυρήνες μόνο όταν το μέγεθος της κοιλότητας d max 2r c (3-27) όπου r c το μέγεθος του κρίσιμου πυρήνα. Η κλασική θεωρία πυρηνοποίησης εξαρτάται άμεσα από τον όρο της επιφανειακής ενέργειας γ, ο οποίος πιθανότατα δεν έχει έννοια όταν εφαρμόζεται σε μικρά μοριακά συσσωματώματα. Επίσης οι εξισώσεις της κλασσικής θεωρίας δεν ερμηνεύουν ικανοποιητικά όλα τα αποτελέσματα διότι είναι εξαιρετικά δύσκολο αν όχι αδύνατο να γίνουν πειράματα σε απόλυτα καθαρό περιβάλλον, με βάση το οποίο έγινε η ανάπτυξη της κλασσικής θεωρίας. Μια πιο εμπειρική προσέγγιση στην πορεία πυρηνοποίησης έχει αναπτυχθεί από τους Christiansen και Nielsen οι οποίοι προτείνουν, μια σχέση μεταξύ του χρόνου επαγωγής τ και της αρχικής συγκέντρωσης c του υπέρκορου διαλύματος : 1 p τ = kc (3-28) όπου k είναι σταθερά και p είναι ο αριθμός των δομικών μονάδων στον κρίσιμο πυρήνα. Η θεωρία αυτή υποστηρίζει ότι το κρίσιμο μέγεθος του πυρήνα και η ταχύτητα πυρηνοποίησης δεν μεταβάλλονται πολύ απότομα με τον υπερκορεσμό και ότι το μέγεθος του κρίσιμου πυρήνα είναι πάντοτε σταθερό. Η κλασσική θεωρία δέχεται ότι το μέγεθος εξαρτάται από τον υπερκορεσμό, ενώ η θεωρία αυτή δέχεται μικρότερο αλλά σταθερό μέγεθος κρίσιμου πυρήνα. Από την γραφική παράσταση του lοgτ έναντι του logc μπορεί να υπολογισθεί ο αριθμός των δομικών μονάδων που απαρτίζουν τον κρίσιμο πυρήνα. Για αρκετά δυσδιάλυτα άλατα που δείχνουν ότι ακολουθούν την σχέση (3-28) βρέθηκαν ότι οι τιμές του p κυμαίνονταν από 2 έως 9.

34 Θεωρία Δευτερογενής πυρηνοποίηση. Οι μηχανισμοί πυρηνοποίησης που προκύπτουν από την παρουσία των κρυστάλλων του άλατος στα υπέρκορα διαλύματα περιγράφονται στην δευτερογενή πυρηνοποίηση. Η διεργασία της δευτερογενούς πυρηνοποίησης παρoυσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον διότι σε αυτήν στηρίζεται η κρυστάλλωση σε βιομηχανικούς κρυσταλλωτήρες. Παρόλο ότι μεγάλος αριθμός μελετών έχει γίνει, ο ακριβής μηχανισμός της δευτερογενούς πυρηνοποίησης δεν έχει επακριβώς περιγραφεί. Οι μηχανισμοί δευτερογενούς πυρηνοποίησης μπορούν να χωρισθούν σε τρεις κατηγορίες: 1. Φαινόμενη δευτερογενής πυρηνοποίηση. 2. Αληθής δευτερογενής πυρηνοποίηση. 3. Πυρηνοποίηση επαφής. Αυτές οι τρεις κατηγορίες διαφέρουν ως προς την προέλευση των πυρήνων κρυστάλλωσης. Στην πρώτη κατηγορία οι κρύσταλλοι που εισάγονται στο σύστημα είναι η πηγή των πυρήνων και δεν λαμβάνει χώρα σχηματισμός νέων πυρήνων. Στην δεύτερη κατηγορία πυρήνες κρυστάλλωσης μπορούν να συμβούν με αλληλεπίδραση κρυστάλλων - διαλύματος και στην τρίτη κατηγορία, οι πυρήνες κρυστάλλωσης σχηματίζονται από την αλληλεπίδραση των κρυστάλλων με άλλες στερεές επιφάνειες όπως με τον αναδευτήρα ή τα τοιχώματα του κρυσταλλωτήρα.

35 Θεωρία 29 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗΣ Αρκετές εργασίες έχουν πραγματοποιηθεί προκειμένου να μελετηθεί η κινητική της κρυστάλλωσης. Η κρυστάλλωση αποτελεί μία πολύπλοκη διαδικασία και για τον λόγο αυτό δεν έχει βρεθεί ένα γενικό πρότυπο που να την περιγράφει. Εν τούτοις έχουν αναπτυχθεί διάφορα μοντέλα, βασισμένα σε διαφορετικούς μοριακούς μηχανισμούς κρυστάλλωσης, τα οποία ερμηνεύουν ικανοποιητικά τα πειραματικά κινητικά δεδομένα, χρησιμοποιώντας εμπειρικές ή ημιεμπειρικές εξισώσεις. Κάποια από αυτά τα μοντέλα θα αναπτυχθούν παρακάτω.

36 Θεωρία 30 Η κρυστάλλωση τέθηκε σε επιστημονική βάση περί τα τέλη του προηγούμενου αιώνα με τις εργασίες των Curie (1885), Whitney (1897), Volmer (1922), Kossel (1927), Stranski (1928). Ανάλογα με την βασική θεώρηση της διεργασίας της κρυστάλλωσης αναπτύχθηκαν τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις: Θερμοδυναμική. Η δόμηση των κρυστάλλων γίνεται με βάση κρυσταλλογραφικά και δομικά δεδομένα με στόχο την ελαχιστοποίηση της ενέργειας. Η κρυστάλλωση θεωρείται σαν μια διεργασία κατά την οποία άτομα ή μόρια από ένα συνεχές μέσο, ενσωματώνονται στον κρύσταλλο ο οποίος με τον τρόπο αυτό αναπτύσσεται. Αρχικά η προσθήκη των δομικών μονάδων θεωρήθηκε ότι γίνεται με τον σχηματισμό δισδιάστατων πυρήνων, ενώ αργότερα ο Frank (1949) εισήγαγε τον καθοριστικό ρόλο των ελικοειδών εξαρθρώσεων (screw dislocations). Η μεταφορά των δομικών μονάδων γίνεται από το συνεχές μέσο με διάχυση. Στο σχήμα 4.1 φαίνονται οι διάφορες θέσεις στην επιφάνεια ενός κρυστάλλου, στις οποίες είναι δυνατόν να γίνει η μεταφορά των δομικών μονάδων. Σχήμα 4.1: Η επιφάνεια ενός αναπτυσσόμενου κρυστάλλου και οι πιθανές θέσεις ενσωμάτωσης δομικών μονάδων.

37 Θεωρία 31 Με την υπόθεση ότι μια δομική μονάδα έχει απλό κυβικό σχήμα, και η αντίστοιχη ενέργεια σύνδεσης σε μια ενεργή θέση ανά ζεύγος αλληλεπιδράσεως του κρυστάλλου είναι φ 1, στην θέση Κ η ενέργεια θα είναι 3φ 1 (αλληλεπίδραση κυβικής δομικής μονάδας επιφάνειας κρυστάλλου σε τρία σημεία). Η πιθανότητα συγκράτησης μιας δομικής μονάδας σε μια θέση θα είναι ανάλογη του όρου exp(nφ/r g T), όπου n ο αριθμός των σχηματιζόμενων δεσμών, φ η ενέργεια ανά δεσμό, R g η σταθερά των αερίων και Τ η απόλυτη θερμοκρασία. Η πιθανότητα συγκράτησης στην θέση Κ είναι μεγαλύτερη και επομένως θέσεις αυτού του είδους αναμένεται ότι θα συνεισφέρουν περισσότερο, τόσο στην ταχύτητα μετατοπίσεως του βήματος, u, στην επιφάνεια του κρυστάλλου, όσο και στην μετατόπιση της επιφάνειας στην κατακόρυφο διεύθυνση. Η πιθανότητα συγκράτησης της δομικής μονάδας στην θέση Τ είναι φανερό ότι είναι αμελητέα. 4.1 Στάδια της κρυστάλλωσης. Η διεργασία της κρυσταλλώσεως μπορεί να υποτεθεί ότι λαμβάνει χώρα μέσω των παρακάτω σταδίων: 1) Μεταφορά δομικών μονάδων στην επιφάνεια του αναπτυσσόμενου κρυστάλλου. 2) Συγκράτηση των ατόμων σε θέσεις του τύπου Τ (τυχούσα θέση σε βήμα στην επιφάνεια του κρυστάλλου). 3) Διάχυση στην επιφάνεια του βήματος και συγκράτηση σε θέσεις τύπου L. 4) Μεταφορά σε κόγχες (θέσεις Κ) οι οποίες είναι ενεργειακά πιο ευνοϊκές και ενσωμάτωση τους στο βήμα. 5) Μεταφορά θερμότητας αντιδράσεως και μορίων διαλυτού από τα άτομα ή μόρια τα οποία αποτελούν τις δομικές μονάδες. Παρόλο ότι όλα τα παραπάνω βήματα (1-5) είναι δυνατόν να συμβαίνουν παράλληλα, το βραδύτερο όμως από αυτά καθορίζει την ταχύτητα της αντιδράσεως.

38 Θεωρία Διαφασικές επιφάνειες κρυστάλλου- συνεχούς μέσου. Η μορφολογία ενός κρυστάλλου εξαρτάται από τον ρυθμό ανάπτυξης των διαφορετικών κρυσταλλικών εδρών. Κάποιες έδρες αναπτύσσονται πολύ γρήγορα και έχουν μικρή ή μηδενική επίδραση στην μορφή του αναπτυσσόμενου κρυστάλλου σε αντίθεση με τις έδρες που αναπτύσσονται με αργούς ρυθμούς. Η ανάπτυξη μιας έδρας εξαρτάται από την δομή και τις ατέλειες του κρυστάλλου καθώς και από τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Οι κρύσταλλοι κατά κανόνα ορίζονται από επίπεδες έδρες, οι οποίες διακρίνονται σε απλές και σύνθετες. Έδρες οι οποίες αποκλίνουν κατά μικρές γωνίες ως προς την κατεύθυνση τους στον χώρο από τις απλές έδρες ονομάζονται γειτονικές έδρες. Σύμφωνα με την ταξινόμηση του Hartman, οι έδρες των κρυστάλλων χαρακτηρίζονται ως F (επίπεδες, flat), S (βηματικές, stepped), και Κ (με σχηματισμούς κογχών, kinked), όπως φαίνεται και στο σχήμα 4.2. Σχήμα 4.2: Τύποι κρυσταλλικών εδρών.

39 Θεωρία 33 Σύμφωνα με την θεωρία των Hartman και Perdok, η κρυσταλλική ανάπτυξη ελέγχεται από την δημιουργία ισχυρών περιοδικών δεσμών μεταξύ ατόμων του κρυστάλλου, σχηματίζοντας συνεχόμενες αλυσίδες (PBC, periodic bond chains). Οι έδρες F περιέχουν τουλάχιστον δύο τέτοια σύνολα αλυσίδων, οι S ένα PBC ενώ οι Κ κανένα. Έτσι οι απλές έδρες με την ελάχιστη ενέργεια είναι έδρες τύπου F ενώ οι S και Κ είναι είτε γειτονικές ή σύνθετες έδρες. Αν η διαφασική επιφάνεια στερεού ρευστού θεωρηθεί ότι αποτελείται από διαδοχικά στρώματα ατόμων, υπάρχουν δύο δυνατότητες για την μετάβαση από τη μία φάση στην άλλη: η διάκριση των δύο φάσεων να είναι σαφής ή να γίνεται βραδέως και να μην είναι σαφής. Στις περιπτώσεις αυτές οι επιφάνειες διακρίνονται σε σαφείς και διάχυτες διαφασικές επιφάνειες αντίστοιχα. Οι σαφείς διαφασικές επιφάνειες διακρίνονται σε ατομική κλίμακα σε λείες (flat) ή ανώμαλες (rough). Στις λείες διεπιφάνειες για να γίνει δισδιάστατη πυρηνογένεση θα πρέπει να δημιουργηθούν οι κατάλληλες κόγχες (ενεργά κέντρα). Στην περίπτωση των ανώμαλων επιφανειών υπάρχουν πάντοτε ενεργά κέντρα για την ενσωμάτωση των δομικών μονάδων. 4.3 Κινητική κρυστάλλωσης λείων εδρών με ατέλειες. Σύμφωνα με τα μοντέλα δισδιάστατης επιφανειακής πυρηνογένεσης, προβλέπεται ότι απαιτούνται υπερκορεσμοί της τάξεως του 25-50% προκειμένου να παρατηρηθεί εμφανώς κρυσταλλική ανάπτυξη. Πειραματικά όμως δεδομένα αποδεικνύουν ότι έχουν μετρηθεί ταχύτητες κρυσταλλικής ανάπτυξης σε πολύ χαμηλούς βαθμούς υπερκορεσμού. Προκειμένου να εξηγηθεί η διαφωνία αυτή μεταξύ των πειραματικών αποτελεσμάτων και των θεωρητικών προβλέψεων ο Frank πρότεινε την εξήγηση ότι η κρυστάλλωση σε χαμηλούς βαθμούς υπερκορεσμού οφείλεται σε ατέλειες των κρυστάλλων. Συγκεκριμένα, πρότεινε ότι υπάρχουν ελικοειδής εξαρθρώσεις, οι οποίες αποτελούν μόνιμες πηγές βημάτων, τα οποία απαιτούνται για την ενσωμάτωση των δομικών μονάδων. Με τον τρόπο αυτό δεν απαιτείται ο σχηματισμός δισδιάστατων πυρήνων. Οι ελικοειδής εξαρθρώσεις είναι ατομικών διαστάσεων βήματα τα οποία έχουν μορφή έλικας. Όταν σχηματισθούν αυτού του είδους οι εξαρθρώσεις η κρυστάλλωση συνεχίζεται στις ατέλειες αυτές με μια ατέρμονη προσθήκη δομικών μονάδων.

40 Θεωρία Μηχανισμοί κρυσταλλικής ανάπτυξης. Στη συνέχεια θα αναπτυχθούν αναλυτικότερα οι κυριότεροι μηχανισμοί κρυσταλλικής ανάπτυξης Μηχανισμός μεταφοράς στο διάλυμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις κρυσταλλικής ανάπτυξης, ειδικά όταν υπάρχουν μεγάλοι κρύσταλλοι και υψηλές συγκεντρώσεις, η ταχύτητα ανάπτυξης του κρυστάλλου καθορίζεται από την ταχύτητα μεταφοράς των δομικών μονάδων αύξησης (Δ.Μ.Α.) από τον κύριο όγκο του διαλύματος στην στιβάδα προσρόφησης του κρυστάλλου. Η μεταφορά αυτή μπορεί να πραγματοποιείται με διάχυση ή με την ανάδευση του διαλύματος. Η ταχύτητα ανάπτυξης του κρυστάλλου σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ανάλογη της διαφοράς της συγκέντρωσης Δc=c-c, όπου c είναι η συγκέντρωση των Δ.Μ.Α. στο κυρίως διάλυμα και c η αντίστοιχη συγκέντρωση στην στιβάδα προσρόφησης του κρυστάλλου. Όταν τα υπόλοιπα στάδια στην επιφάνεια του κρυστάλλου είναι γρήγορα σε σχέση με το στάδιο μεταφοράς των Δ.Μ.Α. δια μέσω του διαλύματος, τότε η c θα είναι περίπου ίση με την συγκέντρωση διαλυτότητας c s (c c s ). Στην περίπτωση αυτή, η αύξηση των κρυστάλλων πραγματοποιείται με καθαρό μηχανισμό μεταφοράς στο διάλυμα. Εάν το μέγεθος των κρυστάλλων είναι μεγαλύτερο από 5μm, η ταχύτητα μεταφοράς εξαρτάται από τον τρόπο και την ένταση ανάδευσης του διαλύματος. Στην περίπτωση αυτή, πραγματοποιείται συνδυασμένος μηχανισμός μεταφοράς, δηλαδή ανάδευση και διάχυση ταυτόχρονα. Όταν όμως το μέγεθος των σωματιδίων είναι μικρότερο από 5μm, τότε αυτά καθιζάνουν σχετικά αργά και όταν το διάλυμα αναδεύεται αυτά παρασύρονται και αυξάνουν με ταχύτητα που εξαρτάται μόνο από την διάχυση των Δ.Μ.Α.. Στο σχήμα 4.3 φαίνεται η μεταβολή της συγκέντρωσης των Δ.Μ.Α. από τον κύριο όγκο του διαλύματος μέχρι την επιφάνεια του κρυστάλλου.

41 Θεωρία 35 Σχήμα 4.3: Μεταβολή της συγκέντρωσης των δομικών μονάδων αύξησης σε συνάρτηση με την απόσταση από το κέντρο του κρυστάλλου. Για ίσες συγκεντρώσεις των ιόντων που αποτελούν τους δομικούς λίθους του καταβυθιζόμενου στερεού η ταχύτητα των κρυστάλλων εξαρτάται από τον σχετικό υπερκορεσμό και δίνεται από την εξίσωση: όπου R = K D σ (4-1) K DVmc r s D = (4-2) όπου K D είναι η σταθερά διάχυσης, D είναι ο συντελεστής διάχυσης και r η διάμετρος των κρυστάλλων. Εάν τα σωματίδια είναι μεγαλύτερα από 5μm τότε το μέγεθος r αντικαθίσταται από το πάχος του στρώματος διάχυσης δ. Η εξίσωση (4-1) εξακολουθεί να παραμένει γραμμική σε σχέση με τον υπερκορεσμό. Όταν οι συγκεντρώσεις των ιόντων που αποτελούν τους δομικούς λίθους της καταβυθιζόμενης φάσης είναι διαφορετικές τότε η κινητική εξίσωση γίνεται πιο πολύπλοκη.

42 Θεωρία Μηχανισμός σπειροειδούς ανάπτυξης κρυστάλλων. Όπως προαναφέρθηκε, σε χαμηλές τιμές υπερκορεσμού, παρόλο ότι η πιθανότητα επιφανειακής πυρηνοποίησης είναι αμελητέα, εντούτοις οι κρύσταλλοι συνεχίζουν να αυξάνουν. Στα 1949 οι Burton, Cabrera και Frank έδωσαν λύση στο πρόβλημα της ανάπτυξης των κρυστάλλων σε χαμηλές τιμές υπερκορεσμού προτείνοντας ότι στην επιφάνεια των κρυστάλλων υπάρχουν ελικοειδής εξαρθρώσεις (dislocations). Οι ανωμαλίες αυτές παρέχουν τα απαραίτητα ενεργά κέντρα για την ανάπτυξη των κρυστάλλων χωρίς να απαιτείται δισδιάστατη πυρηνοποίηση. Η κάθε ελικοειδής ανωμαλία έχει το ένα άκρο της σε ένα συγκεκριμένο σημείο στην επιφάνεια του κρυστάλλου και δημιουργεί ένα βήμα το οποίο στην συνέχεια αυτοπεριστρέφεται σε σπείρα γύρω από το σημείο αυτό, σχηματίζοντας μια ελικοειδή μετατόπιση βήματος (screw dislocation). Μια ελικοειδής μετατόπιση βήματος μπορεί να δώσει ενεργά κέντρα αύξησης σε εκατομμύρια στρωμάτων (layers) αφού διέρχεται από όλα αυτά, ενώ δισδιάστατος πυρήνας καθίσταται ανενεργός όταν το στρώμα φτάσει στα άκρα του κρυστάλλου όπως φαίνεται και στο παρακάτω σχήμα (σχήμα 4.4). Σχήμα 4.4: Ανάπτυξη μιας έλικας ανάπτυξης από μια ελικοειδή μετατόπιση βήματος.

43 Θεωρία 37 Οι εξαρθρώσεις μπορεί να προκληθούν αυθόρμητα όπως η επιφανειακοί πυρήνες ή να προέλθουν τυχαία κατά την διάρκεια των πρώτων σταδίων της πορείας της κρυσταλλικής ανάπτυξης από την κρυστάλλωση όπως σε σωματίδια των οποίων το πλέγμα δεν είναι συμβατό, γέμισμα δενδριτών με τυχαία συμβατότητα όταν οι κλάδοι συναντώνται ή με συνένωση κρυστάλλων. Το σχήμα των ελίκων αύξησης είναι αρκετά πολύπλοκο και μπορεί να προσεγγιστεί γραφικά μόνο με την έλικα του Αρχιμήδη όπως φαίνεται και στο σχήμα 4.5. Σχήμα 4.5: Έλικα του Αρχιμήδη. Για την έλικα του Αρχιμήδη ισχύει ότι: r = 2r c θ (4-3) όπου r και θ είναι οι πολικές συντεταγμένες της έλικας και r c είναι η ακτίνα του κρίσιμου δισδιάστατου πυρήνα η όποια δίνεται από την εξίσωση Gibbs-Thomson: γα = kt σ r c (4-4)

44 Θεωρία 38 όπου γ είναι η ελεύθερη ενέργεια ακμής της Δ.Μ.Α. που ενσωματώνεται, α η απόσταση ανάμεσα σε δύο ενσωματούμενες Δ.Μ.Α. και σ είναι ο σχετικός υπερκορεσμός. Η μέση απόσταση ανάμεσα σε δύο διαδοχικά βήματα της ελικοειδούς μετατόπισης βήματος δίνεται από την σχέση: y c[ ( θ+ 2π) θ] = 4π c 0 r1 r2 = 2r r = (4-5) Η σχέση για το y 0 μπορεί να προσεγγισθεί από την έκφραση: y 0 = 19r c (4-6) Εάν όμως η εξάρθρωση που σχηματίζεται περιλαμβάνει περισσότερες από μία ταυτόχρονα αναπτυσσόμενες έλικες όπως φαίνεται και στο σχήμα 4.6, οι οποίες έχουν την ίδια φάση ανάπτυξης τότε η μέση απόσταση ανάμεσα σε δύο διαδοχικά βήματα y 0 δίνεται από την σχέση: 19rc y 0 = (4-7) s όπου s ο αριθμός των ταυτόχρονα αναπτυσσόμενων ελίκων. Σχήμα 4.6: Ανάπτυξη με δύο ταυτόχρονα αναπτυσσόμενες έλικες.

45 Θεωρία 39 Έτσι εξασφαλίζεται συνεχής πηγή ενεργών θέσεων αύξησης και το πρόβλημα της ανάπτυξης των κρυστάλλων ανάγεται στην μεταφορά των Δ.Μ.Α. από το κυρίως διάλυμα στην επιφάνεια του κρυστάλλου και από εκεί στις ενεργές θέσεις αύξησης. Θεωρείται ότι το στάδιο της μεταφοράς των Δ.Μ.Α. από τον κύριο όγκο του διαλύματος στην επιφάνεια του κρυστάλλου είναι πολύ γρήγορο και δεν είναι το καθορίζον την ταχύτητα στάδιο. Έτσι, ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στο στάδιο της επιφανειακής διάχυσης και στο στάδιο προσαρμογής των Δ.Μ.Α. στις ενεργές θέσεις αύξησης. Από την μαθηματική επεξεργασία του προτύπου ανάπτυξης των κρυστάλλων με ελικοειδή μετατόπιση βήματος, προκύπτει ότι η ταχύτητα ανάπτυξης R μιας πλευράς του κρυστάλλου δίνεται από την εξίσωση: σ C σ σ tanh σ 2 1 = R (4-8) 1 όπου C και σ 1 σταθερές που εξαρτώνται από το κρυσταλλούμενο σύστημα και δίνονται από τις ακόλουθες σχέσεις: C ζd C α d s e m = 2 (4-9) λs 9.8γV m σ 1 = (4-10) ktλs όπου D s είναι ο συντελεστής επιφανειακής διάχυσης, C e είναι η συγκέντρωση ισορροπίας των Δ.Μ.Α. ανά cm 2, α m είναι το εμβαδόν της επιφάνειας που καταλαμβάνει μια Δ.Μ.Α., γ είναι η επιφανειακή ενέργεια των κρυστάλλων, d είναι το ύψος του βήματος στην έλικα, V m είναι ο μοριακός όγκος και λ s είναι η μέση επιφανειακή μετατόπιση των Δ.Μ.Α.. Οι παράμετροι σ 1 και ζ καθορίζουν το σχήμα των καμπύλων R (σ). Η παραπάνω εξίσωση (4-8) μπορεί να απλοποιηθεί υπό ορισμένες συνθήκες στις ακόλουθες μορφές: 1) Αν σ«σ 1 τότε παίρνει την μορφή: 2 σ R = C (παραβολικός νόμος) (4-11) σ 1 όπου η ταχύτητα ανάπτυξης είναι ανάλογη του τετραγώνου του σχετικού υπερκορεσμού.

46 Θεωρία 40 2) Αν σ»σ 1 τότε παίρνει την μορφή: R = Cσ (γραμμικός νόμος) (4-12) όπου η ταχύτητα ανάπτυξης είναι ανάλογη του σχετικού υπερκορεσμού. Στην γραφική παράσταση R έναντι του σ παρατηρείται μετάβαση από τον παραβολικό στον γραμμικό νόμο στην τιμή σ=σ 1 η οποία δεν είναι απότομη αλλά βαθμιαία. Η θεωρητική εξήγηση για τους δύο νόμους που υπάρχει είναι η ακόλουθη: 1. Για χαμηλούς υπερκορεσμούς όπου σ«σ 1 τότε όλες οι Δ.Μ.Α. φθάνουν σε μια περιοχή της επιφάνειας του κρυστάλλου πλάτους 2λ s γύρω από ένα βήμα της έλικας και έχουν την δυνατότητα να προσαρμοστούν μόνο στο βήμα αυτό. Τόσο η πυκνότητα των βημάτων όσο και η ταχύτητα ανάπτυξης του βήματος είναι ανάλογα του σχετικού υπερκορεσμού του σ. Έτσι η ταχύτητα R γίνεται ανάλογη του σ Για υψηλούς υπερκορεσμούς όπου σ»σ 1, η πυκνότητα των βημάτων είναι πολύ μεγάλη και έτσι οι Δ.Μ.Α. έχουν την δυνατότητα να εισέλθουν και σε αρκετά βήματα γειτονικά αυτού που φθάνουν. Η ταχύτητα ανάπτυξης των βημάτων γίνεται ανεξάρτητη του σ και επομένως η ταχύτητα R γίνεται ανάλογη του σ. Στο σχήμα 4.7 φαίνεται γραφικά η μεταβολή της ταχύτητας R σε συνάρτηση με τον σχετικό υπερκορεσμό σ όπου είναι εμφανής η μετάβαση από τον παραβολικό νόμο στον γραμμικό νόμο. Σχήμα 4.7: Γραφική εξάρτηση της ταχύτητας ανάπτυξης κρυστάλλων με τον υπερκορεσμό σύμφωνα με το μοντέλο BCF (περιοχή Ι: R σ 2, περιοχή ΙΙ: R σ).

47 Θεωρία Μηχανισμός ανάπτυξης με επιφανειακή πυρηνοποίηση. Στην περίπτωση αυτή οι κρύσταλλοι αναπτύσσονται με την απόθεση των Δ.Μ.Α. σε διαδοχικά επικαλυπτόμενα στρώματα. Όταν το στρώμα του κρυστάλλου έχει μεγαλώσει αρκετά, ώστε να φτάσει στα άκρα, τότε η αύξηση σταματά, επειδή οι Δ.Μ.Α. που φτάνουν από το διάλυμα δεν βρίσκουν θέση για επιτυχή προσκόλληση στην συμπληρωμένη επιφάνεια του κρυστάλλου. Εάν θεωρηθεί ότι η Δ.Μ.Α. έχει κυβικό σχήμα τότε για να γίνει επιτυχής προσκόλληση στην επιφάνεια του κρυστάλλου θα πρέπει να έρχεται σε επαφή, με τις ήδη τοποθετημένες Δ.Μ.Α. στο κρύσταλλο, τουλάχιστον με τις τρεις από τις έξι πλευρές της. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε ότι ΔG=0, εάν όμως έρθει σε επαφή με τον κρύσταλλο η Δ.Μ.Α. με μια από τις δύο πλευρές της τότε δεν προσκολλάται σταθερά στην επιφάνεια του κρυστάλλου και έχει μεγάλη πιθανότητα να επανέλθει στο διάλυμα. Όταν όμως πρόκειται να σχηματισθεί νέο στρώμα επάνω σε ήδη συμπληρωμένο στρώμα του κρυστάλλου τότε μπορούν αρκετές Δ.Μ.Α. να σχηματίσουν, συγκρουόμενες ανελαστικώς, ένα δισδιάστατο επιφανειακό πυρήνα. Ο πυρήνας αυτός μπορεί να σταθεροποιηθεί πάνω στο συμπληρωμένο στρώμα σχηματίζοντας με αυτό ικανοποιητικό αριθμό δεσμών αφού ξεπεράσει ένα ορισμένο κρίσιμο μέγεθος.

Κβαντικά σύρματα, κβαντικές τελείες, νανοτεχνολογία Nucleation of a Si nanowire

Κβαντικά σύρματα, κβαντικές τελείες, νανοτεχνολογία Nucleation of a Si nanowire Ετερογενής πυρηνοποίηση Ομογενής πυρηνοποίηση συμβαίνει σπάνια γιατί σχεδόν πάντα υπάρχουν διαθέσιμες ετερογενείς θέσεις για πυρηνοποίηση (π.χ. τοιχώματα, σωματίδια προσμείξεων) που μειώνουν τη ΔG. Στόχος

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρητική Εξέταση. Τρίτη, 15 Ιουλίου /3

Θεωρητική Εξέταση. Τρίτη, 15 Ιουλίου /3 Θεωρητική Εξέταση. Τρίτη, 15 Ιουλίου 2014 1/3 Πρόβλημα 2. Καταστατική Εξίσωση Van der Waals (11 ) Σε ένα πολύ γνωστό μοντέλο του ιδανικού αερίου, του οποίου η καταστατική εξίσωση περιγράφεται από το νόμο

Διαβάστε περισσότερα

Διαλυτότητα. Μάθημα 7

Διαλυτότητα. Μάθημα 7 Διαλυτότητα 7.1. SOS: Τι ονομάζουμε διαλυτότητα μιας χημικής ουσίας σε ορισμένο διαλύτη; Διαλυτότητα είναι η μέγιστη ποσότητα της χημικής ουσίας που μπορεί να διαλυθεί σε ορισμένη ποσότητα του διαλύτη,

Διαβάστε περισσότερα

Υπολογισµοί του Χρόνου Ξήρανσης

Υπολογισµοί του Χρόνου Ξήρανσης Η πραγµατική επιφάνεια ξήρανσης είναι διασπαρµένη και ασυνεχής και ο µηχανισµός από τον οποίο ελέγχεται ο ρυθµός ξήρανσης συνίσταται στην διάχυση της θερµότητας και της µάζας µέσα από το πορώδες στερεό.

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ανόργανη Χημεία. Ενότητα 10 η : Χημική κινητική. Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής.

Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ανόργανη Χημεία. Ενότητα 10 η : Χημική κινητική. Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής. Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων Ανόργανη Χημεία Ενότητα 10 η : Χημική κινητική Οκτώβριος 2018 Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής Ταχύτητες Αντίδρασης 2 Ως ταχύτητα αντίδρασης ορίζεται είτε η αύξηση

Διαβάστε περισσότερα

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΚΗΣ Π.Φ. ΜΟΙΡΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΕΡΙΑ ΛΥΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΚΗΣ Π.Φ. ΜΟΙΡΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΕΡΙΑ ΛΥΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΚΗΣ Π.Φ. ΜΟΙΡΑ 6932 946778 ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΕΡΙΑ ΛΥΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ 1 ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΚΗΣ Π.Φ. ΜΟΙΡΑ 6932 946778 Θέμα 1 Επιλέγοντας το κατάλληλο διάγραμμα φάσεων για ένα πραγματικό

Διαβάστε περισσότερα

v = 1 ρ. (2) website:

v = 1 ρ. (2) website: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Τμήμα Φυσικής Μηχανική Ρευστών Βασικές έννοιες στη μηχανική των ρευστών Μαάιτα Τζαμάλ-Οδυσσέας 17 Φεβρουαρίου 2019 1 Ιδιότητες των ρευστών 1.1 Πυκνότητα Πυκνότητα

Διαβάστε περισσότερα

Αρχές Επεξεργασίας Τροφίμων

Αρχές Επεξεργασίας Τροφίμων Αρχές Επεξεργασίας Τροφίμων Κατάψυξη τροφίμων Κατάψυξη Απομάκρυνση θερμότητας από ένα προϊόν με αποτέλεσμα την μείωση της θερμοκρασίας του κάτω από το σημείο πήξης. Ως μέθοδος συντήρησης βασίζεται: Στην

Διαβάστε περισσότερα

Μπούντας Ιωάννης Πανεπιστήμιο Πατρών Τμήμα Χημικών Μηχανικών και ITE/IΕXΜΗ jmpountas@chemeng.upatras.gr

Μπούντας Ιωάννης Πανεπιστήμιο Πατρών Τμήμα Χημικών Μηχανικών και ITE/IΕXΜΗ jmpountas@chemeng.upatras.gr Ανάκτηση φωσφορικών από αστικά λύματα με τη μορφή MgNH 4 PO 4.6H 2 O (στρουβίτη) Μπούντας Ιωάννης Πανεπιστήμιο Πατρών Τμήμα Χημικών Μηχανικών και ITE/IΕXΜΗ jmpountas@chemeng.upatras.gr Πανεπιστήμιο Πατρών

Διαβάστε περισσότερα

ΓΙΝΟΜΕΝΟ ΙΑΛΥΤΟΤΗΤΑΣ (1) ΕΡΗ ΜΠΙΖΑΝΗ 4 ΟΣ ΟΡΟΦΟΣ, ΓΡΑΦΕΙΟ

ΓΙΝΟΜΕΝΟ ΙΑΛΥΤΟΤΗΤΑΣ (1) ΕΡΗ ΜΠΙΖΑΝΗ 4 ΟΣ ΟΡΟΦΟΣ, ΓΡΑΦΕΙΟ ΓΙΝΟΜΕΝΟ ΙΑΛΥΤΟΤΗΤΑΣ (1) ΕΡΗ ΜΠΙΖΑΝΗ 4 ΟΣ ΟΡΟΦΟΣ, ΓΡΑΦΕΙΟ 2 eribizani@chem.uoa.gr 2107274573 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ (1) Αφορά ετερογενείς ισορροπίες µεταξύ δυσδιάλυτων ηλεκτρολυτών και των ιόντων τους σε κορεσµένα

Διαβάστε περισσότερα

ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ Ι & ΙΙ Εργαστηριακή Άσκηση 1: ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗ

ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ Ι & ΙΙ Εργαστηριακή Άσκηση 1: ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗ Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο ΣΧΟΛΗ ΧΗΜΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΙΙ: Σχεδιασμού, Ανάλυσης & Ανάπτυξης Διεργασιών και Συστημάτων ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ & ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ Διευθυντής: Ι.

Διαβάστε περισσότερα

Διατύπωση μαθηματικών εκφράσεων για τη περιγραφή του εγγενούς ρυθμού των χημικών αντιδράσεων.

Διατύπωση μαθηματικών εκφράσεων για τη περιγραφή του εγγενούς ρυθμού των χημικών αντιδράσεων. 25/9/27 Εισαγωγή Διατύπωση μαθηματικών εκφράσεων για τη περιγραφή του εγγενούς ρυθμού των χημικών αντιδράσεων. Οι ρυθμοί δεν μπορούν να μετρηθούν απευθείας => συγκεντρώσεις των αντιδρώντων και των προϊόντων

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΘΕΡΜΙΑΣ

ΤΕΧΝΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΘΕΡΜΙΑΣ ΤΕΧΝΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΘΕΡΜΙΑΣ Η αξιοποίηση της γεωθερμικής ενέργειας συναντά ορισμένα τεχνικά προβλήματα, Τα προβλήματα αυτά είναι: (α) ο σχηματισμός επικαθίσεων (ή καθαλατώσεις

Διαβάστε περισσότερα

ΓΙΝΟΜΕΝΟ ΙΑΛΥΤΟΤΗΤΑΣ (2) ΕΡΗ ΜΠΙΖΑΝΗ 4 ΟΣ ΟΡΟΦΟΣ, ΓΡΑΦΕΙΟ

ΓΙΝΟΜΕΝΟ ΙΑΛΥΤΟΤΗΤΑΣ (2) ΕΡΗ ΜΠΙΖΑΝΗ 4 ΟΣ ΟΡΟΦΟΣ, ΓΡΑΦΕΙΟ ΓΙΝΟΜΕΝΟ ΙΑΛΥΤΟΤΗΤΑΣ (2) ΕΡΗ ΜΠΙΖΑΝΗ 4 ΟΣ ΟΡΟΦΟΣ, ΓΡΑΦΕΙΟ 2 eribizani@chem.uoa.gr 2107274573 1 ΙΑΛΥΤΟΤΗΤΑΣ (1) Επίδραση κοινού ιόντος Εάν σε κορεσµένο διάλυµα δυσδιάλυτου ηλεκτρολύτη (π.χ. AgCl) προστεθεί

Διαβάστε περισσότερα

Mετασχηματισμοί διάχυσης στα στερεά / Πυρηνοποίηση στην στερεά κατάσταση. Ομογενής πυρηνοποίηση στα στερεά/μετασχηματισμοί διάχυσης.

Mετασχηματισμοί διάχυσης στα στερεά / Πυρηνοποίηση στην στερεά κατάσταση. Ομογενής πυρηνοποίηση στα στερεά/μετασχηματισμοί διάχυσης. Mετασχηματισμοί διάχυσης στα στερεά / Πυρηνοποίηση στην στερεά κατάσταση Ομογενής πυρηνοποίηση στα στερεά/μετασχηματισμοί διάχυσης. Το πρόβλημα: Ιζηματοποίηση φάσης β (πλούσια στο στοιχείο Β) από ένα υπέρκορο

Διαβάστε περισσότερα

Μεταλλικός δεσμός - Κρυσταλλικές δομές Ασκήσεις

Μεταλλικός δεσμός - Κρυσταλλικές δομές Ασκήσεις Μεταλλικός δεσμός - Κρυσταλλικές δομές Ασκήσεις Ποια από τις ακόλουθες προτάσεις ισχύει για τους μεταλλικούς δεσμούς; α) Οι μεταλλικοί δεσμοί σχηματίζονται αποκλειστικά μεταξύ ατόμων του ίδιου είδους μετάλλου.

Διαβάστε περισσότερα

Τράπεζα Χημεία Α Λυκείου

Τράπεζα Χημεία Α Λυκείου Τράπεζα Χημεία Α Λυκείου 1 ο Κεφάλαιο Όλα τα θέματα του 1 ου Κεφαλαίου από τη Τράπεζα Θεμάτων 25 ερωτήσεις Σωστού Λάθους 30 ερωτήσεις ανάπτυξης Επιμέλεια: Γιάννης Καλαμαράς, Διδάκτωρ Χημικός Ερωτήσεις

Διαβάστε περισσότερα

Φυσική ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΙΑ. Ενότητα 4: Θερμοδυναμική και Κινητική της Δομής. Γρηγόρης Ν. Χαϊδεμενόπουλος Πολυτεχνική Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών

Φυσική ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΙΑ. Ενότητα 4: Θερμοδυναμική και Κινητική της Δομής. Γρηγόρης Ν. Χαϊδεμενόπουλος Πολυτεχνική Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών Φυσική ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΙΑ Ενότητα 4: Θερμοδυναμική και Κινητική της Δομής Γρηγόρης Ν. Χαϊδεμενόπουλος Πολυτεχνική Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΠΡΟΣΡΟΦΗΣΕΩΣ ΠΡΟΣΡΟΦΗΣΗ ΟΥΣΙΑΣ ΑΠΟ ΔΙΑΛΥΜΑΤΑ

ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΠΡΟΣΡΟΦΗΣΕΩΣ ΠΡΟΣΡΟΦΗΣΗ ΟΥΣΙΑΣ ΑΠΟ ΔΙΑΛΥΜΑΤΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΠΡΟΣΡΟΦΗΣΕΩΣ ΠΡΟΣΡΟΦΗΣΗ ΟΥΣΙΑΣ ΑΠΟ ΔΙΑΛΥΜΑΤΑ Έννοιες που πρέπει να γνωρίζετε Ισορροπία φάσεων, εξίσωση Clauiu-Clapeyron Θέμα ασκήσεως Προσρόφηση ουσίας από αραιά διαλύματα. Προσδιορισμός ισόθερμων

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ. Περιληπτική θεωρητική εισαγωγή

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ. Περιληπτική θεωρητική εισαγωγή ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Περιληπτική θεωρητική εισαγωγή α) Τεχνική zchralski Η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη τεχνική ανάπτυξης μονοκρυστάλλων πυριτίου (i), αρίστης ποιότητας,

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ανόργανη Χημεία. Ενότητα 11 η : Χημική ισορροπία. Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής.

Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ανόργανη Χημεία. Ενότητα 11 η : Χημική ισορροπία. Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής. Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων Ανόργανη Χημεία Ενότητα 11 η : Χημική ισορροπία Οκτώβριος 2018 Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής Η Κατάσταση Ισορροπίας 2 Πολλές αντιδράσεις δεν πραγματοποιούνται

Διαβάστε περισσότερα

Ενεργότητα και συντελεστές ενεργότητας- Οξέα- Οι σταθερές ισορροπίας. Εισαγωγική Χημεία

Ενεργότητα και συντελεστές ενεργότητας- Οξέα- Οι σταθερές ισορροπίας. Εισαγωγική Χημεία Ενεργότητα και συντελεστές ενεργότητας- Οξέα- Οι σταθερές ισορροπίας 1 Εισαγωγική Χημεία 2013-14 Από τον ορισμό της Ιοντικής Ισχύος (Ι) τα χημικά είδη ψηλού φορτίου συνεισφέρουν περισσότερο στην ιοντική

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή άσκηση 1: ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΔΙΑΛΥΣΗΣ

Εργαστηριακή άσκηση 1: ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΔΙΑΛΥΣΗΣ ΧΗΜΕΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΤΟΧΟΙ Εργαστηριακή άσκηση 1: ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΔΙΑΛΥΣΗΣ Στο τέλος του πειράματος αυτού θα πρέπει να μπορείς : 1. Να αναγνωρίζεις ότι το φαινόμενο της διάλυσης είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΕΡΙΑ ΘΕΩΡΙΑ

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΕΡΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΚΗΣ Π.Φ. ΜΟΙΡΑ 6932 946778 ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΕΡΙΑ ΘΕΩΡΙΑ Περιεχόμενα 1. Όρια καταστατικής εξίσωσης ιδανικού αερίου 2. Αποκλίσεις των Ιδιοτήτων των πραγματικών αερίων από τους Νόμους

Διαβάστε περισσότερα

Ταχύτητα χημικών αντιδράσεων

Ταχύτητα χημικών αντιδράσεων Ταχύτητα χημικών αντιδράσεων Η στιγμιαία ταχύτητα μιας αντίδρασης είναι η κλίση της εφαπτομένης στη γραφική παράσταση της συγκέντρωσης ως προς το χρόνο. Για αρνητικές κλίσεις, το πρόσημο αλλάζει, έτσι

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΔΙΑΧΥΣΗΣ ΣΤΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ ΜΕ ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΗΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗΣ

ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΔΙΑΧΥΣΗΣ ΣΤΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ ΜΕ ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΗΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗΣ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΔΙΑΧΥΣΗΣ ΣΤΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ ΜΕ ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΗΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗΣ Παράγοντας Αποτελεσματικότητας Ειδικά για αντίδραση πρώτης τάξης, ο παράγοντας αποτελεσματικότητας ισούται προς ε = C

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΣΙΚΗ ΧΗΜΕΙΑ ΙΙΙ ΤΜΗΜΑ ΧΗΜΕΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ: ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ ΣΤΗ ΣΤΑΘΕΡΑ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗΣ

ΦΥΣΙΚΗ ΧΗΜΕΙΑ ΙΙΙ ΤΜΗΜΑ ΧΗΜΕΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ: ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ ΣΤΗ ΣΤΑΘΕΡΑ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΧΗΜΕΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΕΙΑΣ Γραφείο 211 Επίκουρος Καθηγητής: Δ. Τσιπλακίδης Τηλ.: 2310 997766 e mail: dtsiplak@chem.auth.gr url:

Διαβάστε περισσότερα

1 Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΜΕ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

1 Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΜΕ ΑΠΑΝΤΗΣΗ 1 Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΜΕ ΑΠΑΝΤΗΣΗ 1. Το στοιχείο Χ έχει 17 ηλεκτρόνια. Αν στον πυρήνα του περιέχει 3 νετρόνια περισσότερα από τα πρωτόνια, να υπολογισθούν ο ατομικός και ο μαζικός του

Διαβάστε περισσότερα

Διαδικασίες Υψηλών Θερμοκρασιών

Διαδικασίες Υψηλών Θερμοκρασιών Διαδικασίες Υψηλών Θερμοκρασιών Θεματική Ενότητα 4: Διαδικασίες σε υψηλές θερμοκρασίες Τίτλος: Διαδικασίες μετασχηματισμού των φάσεων Ονόματα Καθηγητών: Κακάλη Γλυκερία, Ρηγοπούλου Βασιλεία Σχολή Χημικών

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Τεχνολογίας Υλικών

Εργαστήριο Τεχνολογίας Υλικών Εργαστήριο Τεχνολογίας Υλικών Εργαστηριακή Άσκηση 02 Μεταλλογραφική Παρατήρηση Διδάσκοντες: Δρ Γεώργιος Ι. Γιαννόπουλος Δρ Θεώνη Ασημακοπούλου Δρ ΘεόδωροςΛούτας Τμήμα Μηχανολογίας ΑΤΕΙ Πατρών Πάτρα 2011

Διαβάστε περισσότερα

Χημικές αντιδράσεις καταλυμένες από στερεούς καταλύτες

Χημικές αντιδράσεις καταλυμένες από στερεούς καταλύτες Χημικές αντιδράσεις καταλυμένες από στερεούς καταλύτες Σε πολλές χημικές αντιδράσεις, οι ταχύτητές τους επηρεάζονται από κάποια συστατικά τα οποία δεν είναι ούτε αντιδρώντα ούτε προϊόντα. Αυτά τα υλικά

Διαβάστε περισσότερα

Ατομική μονάδα μάζας (amu) ορίζεται ως το 1/12 της μάζας του ατόμου του άνθρακα 12 6 C.

Ατομική μονάδα μάζας (amu) ορίζεται ως το 1/12 της μάζας του ατόμου του άνθρακα 12 6 C. 4.1 Βασικές έννοιες Ατομική μονάδα μάζας (amu) ορίζεται ως το 1/12 της μάζας του ατόμου του άνθρακα 12 6 C. Σχετική ατομική μάζα ή ατομικό βάρος λέγεται ο αριθμός που δείχνει πόσες φορές είναι μεγαλύτερη

Διαβάστε περισσότερα

Κάθε χημική αντίδραση παριστάνεται με μία χημική εξίσωση. Κάθε χημική εξίσωση δίνει ορισμένες πληροφορίες για την χημική αντίδραση που παριστάνει.

Κάθε χημική αντίδραση παριστάνεται με μία χημική εξίσωση. Κάθε χημική εξίσωση δίνει ορισμένες πληροφορίες για την χημική αντίδραση που παριστάνει. Ενέργεια 1 Χημική Κινητική ( Ταχύτητα Χημικής Αντίδρασης ) Κάθε χημική αντίδραση παριστάνεται με μία χημική εξίσωση. Κάθε χημική εξίσωση δίνει ορισμένες πληροφορίες για την χημική αντίδραση που παριστάνει.

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Μηχανικής Ρευστών. Εργασία 1 η : Πτώση πίεσης σε αγωγό κυκλικής διατομής

Εργαστήριο Μηχανικής Ρευστών. Εργασία 1 η : Πτώση πίεσης σε αγωγό κυκλικής διατομής Εργαστήριο Μηχανικής Ρευστών Εργασία 1 η : Πτώση πίεσης σε αγωγό κυκλικής διατομής Ονοματεπώνυμο:Κυρκιμτζής Γιώργος Σ.Τ.Ε.Φ. Οχημάτων - Εξάμηνο Γ Ημερομηνία εκτέλεσης Πειράματος : 12/4/2000 Ημερομηνία

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην πυρηνοποίηση. http://users.auth.gr/~paloura/ Ομο- & ετερογενής πυρηνοποίηση: αρχικά στάδια ανάπτυξης υλικών ή σχηματισμού νέας φάσης.

Εισαγωγή στην πυρηνοποίηση. http://users.auth.gr/~paloura/ Ομο- & ετερογενής πυρηνοποίηση: αρχικά στάδια ανάπτυξης υλικών ή σχηματισμού νέας φάσης. Εισαγωγή στην πυρηνοποίηση. http://users.auth.gr/~paloura/ Αντικείμενο Ομο- & ετερογενής πυρηνοποίηση: αρχικά στάδια ανάπτυξης υλικών ή σχηματισμού νέας φάσης. Ομογενής πυρηνοποίηση: αυθόρμητος σχηματισμός

Διαβάστε περισσότερα

Enrico Fermi, Thermodynamics, 1937

Enrico Fermi, Thermodynamics, 1937 I. Θερµοδυναµικά συστήµατα Enrico Feri, herodynaics, 97. Ένα σώµα διαστέλλεται από αρχικό όγκο. L σε τελικό όγκο 4. L υπό πίεση.4 at. Να υπολογισθεί το έργο που παράγεται. W - -.4 at 5 a at - (4..) - -

Διαβάστε περισσότερα

Διάλυμα καλείται κάθε ομογενές σύστημα, το οποίο αποτελείται από δύο ή περισσότερες χημικές ουσίες, και έχει την ίδια σύσταση σε όλη του τη μάζα.

Διάλυμα καλείται κάθε ομογενές σύστημα, το οποίο αποτελείται από δύο ή περισσότερες χημικές ουσίες, και έχει την ίδια σύσταση σε όλη του τη μάζα. 1. ΔΙΑΛΥΜΑ Διάλυμα καλείται κάθε ομογενές σύστημα, το οποίο αποτελείται από δύο ή περισσότερες χημικές ουσίες, και έχει την ίδια σύσταση σε όλη του τη μάζα. Ετερογενές σύστημα καλείται αυτό, το οποίο αποτελείται

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ Η Επιστήμη της Θερμοδυναμικής ασχολείται με την ποσότητα της θερμότητας που μεταφέρεται σε ένα κλειστό και απομονωμένο σύστημα από μια κατάσταση ισορροπίας σε μια άλλη

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρία. Γενική Χημεία. Χημεία

Θεωρία. Γενική Χημεία. Χημεία Θεωρία Εργαστη- Γενική ριακές Χημεία Ασκήσεις Γενική Χημεία Αντωνία Χίου Επίκουρη Καθηγήτρια Η κατανόηση του υλικού κόσμου και Στόχοι των βασικών αρχών που τον διέπουν. Στο πλαίσιο ασο αυτό μελετώνται

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ: Τεχνολογία Μετρήσεων ΙΙ

ΜΑΘΗΜΑ: Τεχνολογία Μετρήσεων ΙΙ ΜΑΘΗΜΑ: Τεχνολογία Μετρήσεων ΙΙ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: Αν. Καθ. Δρ Μαρία Α. Γούλα ΤΜΗΜΑ: Μηχανικών Περιβάλλοντος & Μηχανικών Αντιρρύπανσης 1 Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

Αγωγιμότητα στα μέταλλα

Αγωγιμότητα στα μέταλλα Η κίνηση των ατόμων σε κρυσταλλικό στερεό Θερμοκρασία 0 Θερμοκρασία 0 Δ. Γ. Παπαγεωργίου Τμήμα Μηχανικών Επιστήμης Υλικών Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων dpapageo@cc.uoi.gr http://pc164.materials.uoi.gr/dpapageo

Διαβάστε περισσότερα

panagiotisathanasopoulos.gr

panagiotisathanasopoulos.gr Χημική Ισορροπία 61 Παναγιώτης Αθανασόπουλος Χημικός, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών Χημικός Διδάκτωρ Παν. Πατρών 62 Τι ονομάζεται κλειστό χημικό σύστημα; Παναγιώτης Αθανασόπουλος Κλειστό ονομάζεται το

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΚΑΙ ΑΕΡΟΝΑΥΠΗΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΤΩΝ ΡΕΥΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΑΥΤΗΣ

ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΚΑΙ ΑΕΡΟΝΑΥΠΗΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΤΩΝ ΡΕΥΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΑΥΤΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΚΑΙ ΑΕΡΟΝΑΥΠΗΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΤΩΝ ΡΕΥΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΑΥΤΗΣ Διευθυντής: Διονύσιος-Ελευθ. Π. Μάργαρης, Αναπλ. Καθηγητής ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

1 Η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΡΔΙΤΣΑ ΔΙΑΛΥΜΑΤΑ

1 Η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΡΔΙΤΣΑ ΔΙΑΛΥΜΑΤΑ 1 Η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΡΔΙΤΣΑ ΔΙΑΛΥΜΑΤΑ ΗΛΙΑΣ ΝΟΛΗΣ-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ 2012 Διαλύματα Διάλυμα ονομάζεται κάθε ομογενές μείγμα δύο ή περισσοτέρων συστατικών. Κάθε

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΟΞΥΓΟΝΟΥ ΣΤΟ ΝΕΡΟ

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΟΞΥΓΟΝΟΥ ΣΤΟ ΝΕΡΟ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΟΞΥΓΟΝΟΥ ΣΤΟ ΝΕΡΟ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΟΞΥΓΟΝΟΥ ΣΕ ΝΕΡΟ ΓΕΝΙΚΑ Με το πείραμα αυτό μπορούμε να προσδιορίσουμε δύο βασικές παραμέτρους που χαρακτηρίζουν ένα

Διαβάστε περισσότερα

Διάβρωση και Προστασία. Εαρινό εξάμηνο Ακ. Έτους Μάθημα 6ο

Διάβρωση και Προστασία. Εαρινό εξάμηνο Ακ. Έτους Μάθημα 6ο Διάβρωση και Προστασία Εαρινό εξάμηνο Ακ. Έτους 2016-17 Μάθημα 6ο Διάγραμμα δυναμικού Ε- ph για σίδηρο εμβαπτισμένο σε διάλυμα Fe 2+ με ενεργότητα = 1 Σε ph=2 για διάλυμα περιεκτικότητας σε ιόντα Fe 2+

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΧΗΜΕΙΑΣ Α ΛΥΚΕΙΟΥ - ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΧΗΜΕΙΑΣ Α ΛΥΚΕΙΟΥ - ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΧΗΜΕΙΑΣ Α ΛΥΚΕΙΟΥ - ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΘΕΜΑ 1ο Για τις παρακάτω ερωτήσεις Α1-Α3 να μεταφέρετε στο φύλλο απαντήσεων τον αριθμό της ερώτησης και δίπλα μόνο το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση.

Διαβάστε περισσότερα

ΧΗΜΙΚΗ ΚΙΝΗΤΙΚΗ. Εισαγωγή. 3.1 Γενικά για τη χημική κινητική και τη χημική αντίδραση - Ταχύτητα αντίδρασης

ΧΗΜΙΚΗ ΚΙΝΗΤΙΚΗ. Εισαγωγή. 3.1 Γενικά για τη χημική κινητική και τη χημική αντίδραση - Ταχύτητα αντίδρασης 3 ΧΗΜΙΚΗ ΚΙΝΗΤΙΚΗ 3 ΧΗΜΙΚΗ ΚΙΝΗΤΙΚΗ Εισαγωγή Στην μέχρι τώρα γνωριμία μας με τη χημεία υπάρχει μια «σημαντική απουσία»: ο χρόνος... Είναι λοιπόν «καιρός» να μπει και ο χρόνος ως παράμετρος στη μελέτη ενός

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (Ε.Ε.) 5

ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (Ε.Ε.) 5 ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (Ε.Ε.) 5 Μοντελοποίηση της ροής σε ένα πόρο μεταβλητής γεωμετρίας και σε τρισδιάστατα δίκτυα παρουσία νερού ή οργανικής φάσης Ε.Ε. 5.1. : Μοντελοποίηση της ροής σε ένα πόρο απλής και μεταβλητής

Διαβάστε περισσότερα

1. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ. 19. Βλέπε θεωρία σελ. 9 και 10.

1. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ. 19. Βλέπε θεωρία σελ. 9 και 10. 19. Βλέπε θεωρία σελ. 9 και 10. 7 1. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 20. Βλέπε θεωρία α) σελ. 8, β) σελ. 8, γ) σελ. 9. 21. α) ζυγού, β) I. προχοΐδας Π. ογκομετρικού κυλίνδρου. 22. Με το ζυγό υπολογίζουμε τη μάζα. O όγκος

Διαβάστε περισσότερα

Στις εξισώσεις σχεδιασμού υπεισέρχεται ο ρυθμός της αντίδρασης. Επομένως, είναι βασικό να γνωρίζουμε την έκφραση που περιγράφει το ρυθμό.

Στις εξισώσεις σχεδιασμού υπεισέρχεται ο ρυθμός της αντίδρασης. Επομένως, είναι βασικό να γνωρίζουμε την έκφραση που περιγράφει το ρυθμό. Βασικές Εξισώσεις Σχεδιασμού (ΣΔΟΥΚΟΣ 2-, 2-) t = n i dn i V n i R και V = n i dn i t n i R Στις εξισώσεις σχεδιασμού υπεισέρχεται ο ρυθμός της αντίδρασης. Επομένως, είναι βασικό να γνωρίζουμε την έκφραση

Διαβάστε περισσότερα

19ο Μάθημα ΔΙΑΛΥΜΑΤΑ

19ο Μάθημα ΔΙΑΛΥΜΑΤΑ 19ο Μάθημα ΔΙΑΛΥΜΑΤΑ Μια σπουδαία ικανότητα του νερού, η διαλυτική Ξέρουμε ότι το νερό κάνει έναν κύκλο στη φύση. Εξατμίζεται, γίνεται σύννεφο και πέφτει στη γη ως βροχή. Ένα μεγάλο μέρος από το βρόχινο

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΡΜΙΚΕΣ ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΕΣ

ΘΕΡΜΙΚΕΣ ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΕΣ ΘΕΡΜΙΚΕΣ ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΕΣ ΓENIKA Θερµική κατεργασία είναι σύνολο διεργασιών που περιλαµβάνει τη θέρµανση και ψύξη µεταλλικού προϊόντος σε στερεά κατάσταση και σε καθορισµένες θερµοκρασιακές και χρονικές συνθήκες.

Διαβάστε περισσότερα

Γενική Χημεία. Νίκος Ξεκουκουλωτάκης Επίκουρος Καθηγητής

Γενική Χημεία. Νίκος Ξεκουκουλωτάκης Επίκουρος Καθηγητής Γενική Χημεία Νίκος Ξεκουκουλωτάκης Επίκουρος Καθηγητής Πολυτεχνείο Κρήτης Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος Γραφείο Κ2.125, τηλ.: 28210-37772 e-mail:nikosxek@gmail.com Περιεχόμενα Διαλύματα Γραμμομοριακή

Διαβάστε περισσότερα

Αγωγιμότητα στα μέταλλα

Αγωγιμότητα στα μέταλλα Η κίνηση των ατόμων σε κρυσταλλικό στερεό Θερμοκρασία 0 Θερμοκρασία 0 Δ. Γ. Παπαγεωργίου Τμήμα Μηχανικών Επιστήμης Υλικών Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων dpapageo@cc.uoi.gr http://pc164.materials.uoi.gr/dpapageo

Διαβάστε περισσότερα

Φυσικοί μετασχηματισμοί καθαρών ουσιών

Φυσικοί μετασχηματισμοί καθαρών ουσιών Φυσικοί μετασχηματισμοί καθαρών ουσιών Ή εξάτμιση, η τήξη και η μετατροπή του γραφίτη σε διαμάντι αποτελούν συνηθισμένα παραδείγματα αλλαγών φάσης χωρίς μεταβολή της χημικής σύστασης. Ορισμός φάσης: Μια

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 3 ο. Χημική Κινητική. Παναγιώτης Αθανασόπουλος Χημικός, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών. 35 panagiotisathanasopoulos.gr

Κεφάλαιο 3 ο. Χημική Κινητική. Παναγιώτης Αθανασόπουλος Χημικός, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών. 35 panagiotisathanasopoulos.gr . Κεφάλαιο 3 ο Χημική Κινητική Χημικός, 35 Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών Χημικός Διδάκτωρ Παν. Πατρών 36 Γενικα για τη χημικη κινητικη και τη χημικη Τι μελετά η Χημική Κινητική; Πως αντλεί τα δεδομένα

Διαβάστε περισσότερα

1. Το στοιχείο Χ έχει 17 ηλεκτρόνια. Αν στον πυρήνα του περιέχει 3 νετρόνια περισσότερα από

1. Το στοιχείο Χ έχει 17 ηλεκτρόνια. Αν στον πυρήνα του περιέχει 3 νετρόνια περισσότερα από Ερωτήσεις Ανάπτυξης 1. Το στοιχείο Χ έχει 17 ηλεκτρόνια. Αν στον πυρήνα του περιέχει 3 νετρόνια περισσότερα από τα πρωτόνια, να υπολογισθούν ο ατομικός και ο μαζικός του στοιχείου Χ 2. Δίνεται 40 Ca. Βρείτε

Διαβάστε περισσότερα

Διαδικασίες Υψηλών Θερμοκρασιών

Διαδικασίες Υψηλών Θερμοκρασιών Διαδικασίες Υψηλών Θερμοκρασιών Θεματική Ενότητα 4: Διαδικασίες σε υψηλές θερμοκρασίες Τίτλος: Διάχυση Ονόματα Καθηγητών: Κακάλη Γλυκερία, Ρηγοπούλου Βασιλεία Σχολή Χημικών Μηχανικών Άδειες Χρήσης Το παρόν

Διαβάστε περισσότερα

Σύνοψη ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΧΗΜΙΚΩΝ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ Χημική αντίδραση : a 1. + α 2 Α (-a 1 ) A 1. +(-a 2

Σύνοψη ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΧΗΜΙΚΩΝ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ Χημική αντίδραση : a 1. + α 2 Α (-a 1 ) A 1. +(-a 2 ΠΑ- Σύνοψη ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΧΗΜΙΚΩΝ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ Χημική αντίδραση : a A + α Α +... ------------>...+a A ή σε μορφή γραμμικής εξίσωσης a A +...+(-a ) A +(-a ) A +... 0 a Στοιχειομετρικοί συντελεστές ως προς Α (

Διαβάστε περισσότερα

Γραπτή εξέταση προόδου «Επιστήμη και Τεχνολογία Υλικών Ι»-Νοέμβριος 2015

Γραπτή εξέταση προόδου «Επιστήμη και Τεχνολογία Υλικών Ι»-Νοέμβριος 2015 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΧΗΜΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ-ΤΟΜΕΑΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΥΛΙΚΩΝ (Καθ. Β.Ζασπάλης) ΘΕΜΑ 1 ο (15 Μονάδες) Πόσα γραμμάρια καθαρού κρυσταλλικού

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών. Χημεία. Ενότητα 13: Χημική κινητική

Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών. Χημεία. Ενότητα 13: Χημική κινητική Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών Χημεία Ενότητα 13: Χημική κινητική Αν. Καθηγητής Γεώργιος Μαρνέλλος e-mail: gmarnellos@uowm.gr Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται

Διαβάστε περισσότερα

Από πού προέρχεται η θερμότητα που μεταφέρεται από τον αντιστάτη στο περιβάλλον;

Από πού προέρχεται η θερμότητα που μεταφέρεται από τον αντιστάτη στο περιβάλλον; 3. ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ Ένα ανοικτό ηλεκτρικό κύκλωμα μετατρέπεται σε κλειστό, οπότε διέρχεται από αυτό ηλεκτρικό ρεύμα που μεταφέρει ενέργεια. Τα σπουδαιότερα χαρακτηριστικά της ηλεκτρικής ενέργειας είναι

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρία. Γενική Χημεία. Χημεία

Θεωρία. Γενική Χημεία. Χημεία Θεωρία Εργαστη- Γενική ριακές Χημεία Ασκήσεις Γενική Χημεία Αντωνία Χίου Επίκουρη Καθηγήτρια Η κατανόηση του υλικού κόσμου και Στόχοι των βασικών αρχών που τον διέπουν. Στο πλαίσιο ασο αυτό μελετώνται

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΦΥΣΙΚΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΦΥΣΙΚΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΧΗΜΕΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΕΙΑΣ Γραφείο 211 Επίκουρος Καθηγητής: Δ. Τσιπλακίδης Τηλ.: 2310 997766 e mail: dtsiplak@chem.auth.gr url:

Διαβάστε περισσότερα

Διαλύματα - Περιεκτικότητες διαλυμάτων Γενικά για διαλύματα

Διαλύματα - Περιεκτικότητες διαλυμάτων Γενικά για διαλύματα Διαλύματα - Περιεκτικότητες διαλυμάτων Γενικά για διαλύματα Μάθημα 6 6.1. SOS: Τι ονομάζεται διάλυμα, Διάλυμα είναι ένα ομογενές μίγμα δύο ή περισσοτέρων καθαρών ουσιών. Παράδειγμα: Ο ατμοσφαιρικός αέρας

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών. Χημεία. Ενότητα 15: Διαλύματα

Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών. Χημεία. Ενότητα 15: Διαλύματα Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών Χημεία Ενότητα 15: Διαλύματα Αν. Καθηγητής Γεώργιος Μαρνέλλος e-mail: gmarnellos@uowm.gr Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες

Διαβάστε περισσότερα

6.2. ΤΗΞΗ ΚΑΙ ΠΗΞΗ, ΛΑΝΘΑΝΟΥΣΕΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΕΣ

6.2. ΤΗΞΗ ΚΑΙ ΠΗΞΗ, ΛΑΝΘΑΝΟΥΣΕΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΕΣ 45 6.1. ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΦΑΣΕΩΝ ΜΕΤΑΤΡΟΠΕΣ ΦΑΣΕΩΝ Όλα τα σώµατα,στερεά -ά-αέρια, που υπάρχουν στη φύση βρίσκονται σε µια από τις τρεις φάσεις ή σε δύο ή και τις τρεις. Όλα τα σώµατα µπορεί να αλλάξουν φάση

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΠΛΟΚΕΣ ΣΤΗΝ ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΕΝΖΥΜΙΚΩΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΩΝ

ΠΕΡΙΠΛΟΚΕΣ ΣΤΗΝ ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΕΝΖΥΜΙΚΩΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΩΝ ΠΕΡΙΠΛΟΚΕΣ ΣΤΗΝ ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΕΝΖΥΜΙΚΩΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΩΝ ΑΝΤΙΣΤΡΕΠΤΟΤΗΤΑ E +S ES E +P από τα ισοζύγια μάζας και χρησιμοποιώντας την υπόθεση ψευδομόνιμης κατάστασης για το ενδιάμεσο σύμπλοκο v ds dt dp dt v ms s

Διαβάστε περισσότερα

Ομογενή Χημικά Συστήματα

Ομογενή Χημικά Συστήματα Ομογενή Χημικά Συστήματα 1. Πειραματικός Προσδιορισμός Τάξης Αντιδράσεων 2. Συνεχείς Αντιδραστήρες (Ι) Πειραματική Μελέτη Ρυθμού Αντίδρασης Μέθοδοι Λήψης και Ερμηνείας Δεδομένων (ΙΙ) Τύποι Συνεχών Αντιδραστήρων:

Διαβάστε περισσότερα

Παππάς Χρήστος. Επίκουρος καθηγητής

Παππάς Χρήστος. Επίκουρος καθηγητής Παππάς Χρήστος Επίκουρος καθηγητής 1 ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΧΗΜΙΚΗΣ ΘΕΡΜΟ ΥΝΑΜΙΚΗΣ Η χημική θερμοδυναμική ασχολείται με τις ενεργειακές μεταβολές που συνοδεύουν μια χημική αντίδραση. Προβλέπει: ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ. Ενότητα 5 : Διάλυση ορυκτών. Ζαγγανά Ελένη Σχολή : Θετικών Επιστημών Τμήμα : Γεωλογίας

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ. Ενότητα 5 : Διάλυση ορυκτών. Ζαγγανά Ελένη Σχολή : Θετικών Επιστημών Τμήμα : Γεωλογίας ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ Ενότητα 5 : Διάλυση ορυκτών Ζαγγανά Ελένη Σχολή : Θετικών Επιστημών Τμήμα : Γεωλογίας Σκοποί ενότητας Κατανόηση της διαλυτότητας των ορυκτών και του γινομένου διαλυτότητας Αντιδράσεις οξέως

Διαβάστε περισσότερα

Άσκηση 9. Προσδιορισμός του συντελεστή εσωτερικής

Άσκηση 9. Προσδιορισμός του συντελεστή εσωτερικής 1.Σκοπός Άσκηση 9 Προσδιορισμός του συντελεστή εσωτερικής τριβής υγρών Σκοπός της άσκησης είναι ο πειραματικός προσδιορισμός του συντελεστή εσωτερικής τριβής (ιξώδες) ενός υγρού. Βασικές θεωρητικές γνώσεις.1

Διαβάστε περισσότερα

Φάση 1 Φάση 2 Φάση 3 προϊόν χρόνος

Φάση 1 Φάση 2 Φάση 3 προϊόν χρόνος 1 Ως ενζυμική μονάδα ορίζεται η ποσότητα ενζύμου που απαιτείται για να μετατραπεί 1 μmol συγκεκριμένου υποστρώματος/min υπό αυστηρά καθορισμένες συνθήκες (συνήθως 25 o C). Ο παραπάνω ορισμός είναι αποδεκτός

Διαβάστε περισσότερα

1 IΔΑΝΙΚΑ ΑΕΡΙΑ 1.1 ΓΕΝΙΚΑ

1 IΔΑΝΙΚΑ ΑΕΡΙΑ 1.1 ΓΕΝΙΚΑ 1 1 IΔΑΝΙΚΑ ΑΕΡΙΑ 1.1 ΓΕΝΙΚΑ Θα αρχίσουμε τη σειρά των μαθημάτων της Φυσικοχημείας με τη μελέτη της αέριας κατάστασης της ύλης. Η μελέτη της φύσης των αερίων αποτελεί ένα ιδανικό μέσο για την εισαγωγή

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΕΙΑ ΙΙ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΕΙΑ ΙΙ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΕΙΑ ΙΙ Ταχύτητα αντίδρασης και παράγοντες που την επηρεάζουν Διδάσκοντες: Αναπλ. Καθ. Β. Μελισσάς, Λέκτορας Θ. Λαζαρίδης Άδειες Χρήσης Το παρόν

Διαβάστε περισσότερα

( α πό τράπεζα θεµάτων) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 : ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ. 1. Να χαρακτηρίσετε τις επόµενες προτάσεις ως σωστές (Σ) ή λανθασµένες (Λ).

( α πό τράπεζα θεµάτων) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 : ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ. 1. Να χαρακτηρίσετε τις επόµενες προτάσεις ως σωστές (Σ) ή λανθασµένες (Λ). Χηµεία Α Λυκείου Φωτεινή Ζαχαριάδου 1 από 12 ( α πό τράπεζα θεµάτων) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 : ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 1. Να χαρακτηρίσετε τις επόµενες προτάσεις ως σωστές (Σ) ή λανθασµένες (Λ). α) Ένα µείγµα είναι πάντοτε

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΡΜΟΧΗΜΕΙΑ. Είδη ενέργειας ΘΕΡΜΟΔΥΝΑΜΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

ΘΕΡΜΟΧΗΜΕΙΑ. Είδη ενέργειας ΘΕΡΜΟΔΥΝΑΜΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΘΕΡΜΟΧΗΜΕΙΑ Όλες οι χημικές αντιδράσεις περιλαμβάνουν έκλυση ή απορρόφηση ενέργειας υπό μορφή θερμότητας. Η γνώση του ποσού θερμότητας που συνδέεται με μια χημική αντίδραση έχει και πρακτική και θεωρητική

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΙΚΗ ΧΗΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΧΗΜΙΚΩΝ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ

ΤΕΧΝΙΚΗ ΧΗΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΧΗΜΙΚΩΝ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ ΤΕΧΝΙΚΗ ΧΗΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΧΗΜΙΚΩΝ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ Διδάσκοντες:Ν. Καλογεράκης Π. Παναγιωτοπούλου Γραφείο: K.9 Email: ppanagiotopoulou@isc.tuc.gr Μέρες/Ώρες διδασκαλίας: Δευτέρα (.-3.)-Τρίτη (.-3.) ΤΕΧΝΙΚΗ ΧΗΜΙΚΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ανόργανη Χημεία. Ενότητα 8 η : Υγρά, Στερεά & Αλλαγή Φάσεων. Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής.

Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ανόργανη Χημεία. Ενότητα 8 η : Υγρά, Στερεά & Αλλαγή Φάσεων. Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής. Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων Ανόργανη Χημεία Ενότητα 8 η : Υγρά, Στερεά & Αλλαγή Φάσεων Οκτώβριος 2018 Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί & Διπολικές Ροπές 2 Όπως έχει

Διαβάστε περισσότερα

ΕΞΙΣΩΣΗ VAN DER WAALS ΘΕΩΡΙΑ

ΕΞΙΣΩΣΗ VAN DER WAALS ΘΕΩΡΙΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΚΗΣ Π.Φ. ΜΟΙΡΑ 693 946778 ΕΞΙΣΩΣΗ AN DER WAALS ΘΕΩΡΙΑ Περιεχόμενα 1. H εξίσωση an der Waals. Προσέγγιση απωστικού τμήματος 3. Υπολογισμός των ελκτικών δυνάμεων 4. Ισόθερμες

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΑΝΙΚΩΝ ΑΕΡΙΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΑΝΙΚΩΝ ΑΕΡΙΩΝ Σχολικό Έτος 016-017 67 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ο ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΑΝΙΚΩΝ ΑΕΡΙΩΝ Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΑΕΡΙΑ 1. Σχετικές Ατομικές και Μοριακές Μάζες Σχετική Ατομική Μάζα (Α r) του ατόμου ενός στοιχείου, ονομάζεται ο αριθμός

Διαβάστε περισσότερα

5.3 Υπολογισμοί ισορροπίας φάσεων υγρού-υγρού

5.3 Υπολογισμοί ισορροπίας φάσεων υγρού-υγρού 5.3 Υπολογισμοί ισορροπίας φάσεων υγρού-υγρού Η αρχική εξίσωση που χρησιμοποιείται για τους υπολογισμούς της ΙΦΥΥ είναι η ικανοποίηση της βασικής θερμοδυναμικής απαίτησης της ισότητας των τάσεων διαφυγής

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΝΩΛΗ ΡΙΤΣΑ ΦΥΣΙΚΗ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. Τράπεζα θεμάτων. Β Θέμα ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΑΕΡΙΩΝ

ΜΑΝΩΛΗ ΡΙΤΣΑ ΦΥΣΙΚΗ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. Τράπεζα θεμάτων. Β Θέμα ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΑΕΡΙΩΝ ΜΑΝΩΛΗ ΡΙΤΣΑ ΦΥΣΙΚΗ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Τράπεζα θεμάτων Β Θέμα ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΑΕΡΙΩΝ 16111 Ένα παιδί κρατάει στο χέρι του ένα μπαλόνι γεμάτο ήλιο που καταλαμβάνει όγκο 4 L (σε πίεση

Διαβάστε περισσότερα

panagiotisathanasopoulos.gr

panagiotisathanasopoulos.gr Παναγιώτης Αθανασόπουλος. Κεφάλαιο 3ο Χημική Κινητική Παναγιώτης Αθανασόπουλος Χημικός, 35 Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών Χηµικός ιδάκτωρ Παν. Πατρών 36 Γενικα για τη χημικη κινητικη και τη χημικη Παναγιώτης

Διαβάστε περισσότερα

Κρούσεις. 5. Σε μια ελαστική κρούση δεν διατηρείται α. η ολική κινητική ενέργεια του συστήματος. β. η ορμή του συστήματος.

Κρούσεις. 5. Σε μια ελαστική κρούση δεν διατηρείται α. η ολική κινητική ενέργεια του συστήματος. β. η ορμή του συστήματος. ο ΘΕΜΑ Κρούσεις Α Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής Στην παρακάτω ερώτηση να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθµό της ερώτησης και δίπλα το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση Σε κάθε κρούση ισχύει α η

Διαβάστε περισσότερα

6. Στατιστικές μέθοδοι εκπαίδευσης

6. Στατιστικές μέθοδοι εκπαίδευσης 6. Στατιστικές μέθοδοι εκπαίδευσης Μία διαφορετική μέθοδος εκπαίδευσης των νευρωνικών δικτύων χρησιμοποιεί ιδέες από την Στατιστική Φυσική για να φέρει τελικά το ίδιο αποτέλεσμα όπως οι άλλες μέθοδοι,

Διαβάστε περισσότερα

XHMIKH KINHTIKH & ΘΕΡΜΟΔΥΝΑΜΙΚΗ. Γλυκόζη + 6 Ο 2 6CO 2 + 6H 2 O ΔG o =-3310 kj/mol

XHMIKH KINHTIKH & ΘΕΡΜΟΔΥΝΑΜΙΚΗ. Γλυκόζη + 6 Ο 2 6CO 2 + 6H 2 O ΔG o =-3310 kj/mol XHMIKH KINHTIKH XHMIKH KINHTIKH & ΘΕΡΜΟΔΥΝΑΜΙΚΗ Θερμοδυναμική: Εξετάζει και καθορίζει το κατά πόσο μια αντίδραση ευνοείται ενεργειακά (ΔG

Διαβάστε περισσότερα

Α = Ζ + Ν ΑΤΟΜΟ. ΙΣΟΤΟΠΑ είναι. ΝΕΤΡΟΝΙΑ (n) ΠΥΡΗΝΑΣ

Α = Ζ + Ν ΑΤΟΜΟ. ΙΣΟΤΟΠΑ είναι. ΝΕΤΡΟΝΙΑ (n) ΠΥΡΗΝΑΣ ΚΕΦ.1: 3. ΔΟΜΗ ΑΤΟΜΟΥ ΑΤΟΜΟ ΠΥΡΗΝΑΣ ΠΡΩΤΟΝΙΑ (p + ) ΝΕΤΡΟΝΙΑ (n) 1.3.1 Να βρείτε τον αριθμό πρωτονίων νετρονίων και ηλεκτρονίων που υπάρχουν στα παρακάτω άτομα ή ιόντα: ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΑ (e - ) ΠΡΟΣΟΧΗ 1) Στα

Διαβάστε περισσότερα

6 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΣΥΝΑΓΩΓΙΜΟΤΗΤΑ Α. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

6 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΣΥΝΑΓΩΓΙΜΟΤΗΤΑ Α. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΑEI ΠΕΙΡΑΙΑ(ΤΤ) ΣΤΕΦ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ-ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΕΡΓ. ΜΕΤΑΔΟΣΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ 6 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΣΥΝΑΓΩΓΙΜΟΤΗΤΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΡΟΗ ΣΕ ΑΓΩΓΟ Σκοπός της άσκησης Σκοπός της πειραματικής

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΘΛΑΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΩΝ

ΠΕΡΙΘΛΑΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΩΝ ΠΕΡΙΘΛΑΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΩΝ Αποδείξαμε πειραματικά, με τη βοήθεια του φαινομένου της περίθλασης, ότι τα ηλεκτρόνια έχουν εκτός από τη σωματιδιακή και κυματική φύση. Υπολογίσαμε τις σταθερές πλέγματος του γραφίτη

Διαβάστε περισσότερα

B' ΤΑΞΗ ΓΕΝ.ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΦΥΣΙΚΗ ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ÅÐÉËÏÃÇ

B' ΤΑΞΗ ΓΕΝ.ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΦΥΣΙΚΗ ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ÅÐÉËÏÃÇ 1 B' ΤΑΞΗ ΓΕΝ.ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΦΥΣΙΚΗ ΘΕΜΑ 1 ο ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθµό κάθε µιας από τις παρακάτω ερωτήσεις 1-4 και δίπλα το γράµµα που αντιστοιχεί στη

Διαβάστε περισσότερα

Τράπεζα Θεμάτων Χημεία Α Λυκείου

Τράπεζα Θεμάτων Χημεία Α Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων Χημεία Α Λυκείου ΟΛΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΗ ΔΙΑΛΥΤΟΤΗΤΑ ΑΠΟ ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ 11 ερωτήσεις με απάντηση Επιμέλεια: Γιάννης Καλαμαράς, Διδάκτωρ Χημικός 1. Σε ορισμένη ποσότητα ζεστού νερού διαλύεται

Διαβάστε περισσότερα

Καταστάσεις της ύλης. Αέρια: Παντελής απουσία τάξεως. Τα µόρια βρίσκονται σε συνεχή τυχαία κίνηση σε σχεδόν κενό χώρο.

Καταστάσεις της ύλης. Αέρια: Παντελής απουσία τάξεως. Τα µόρια βρίσκονται σε συνεχή τυχαία κίνηση σε σχεδόν κενό χώρο. Καταστάσεις της ύλης Αέρια: Παντελής απουσία τάξεως. Τα µόρια βρίσκονται σε συνεχή τυχαία κίνηση σε σχεδόν κενό χώρο. Υγρά: Τάξη πολύ µικρού βαθµού και κλίµακας-ελκτικές δυνάµεις-ολίσθηση. Τα µόρια βρίσκονται

Διαβάστε περισσότερα

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΚΥΤΤΑΡΙΚΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΠΕΡΑΤΟΤΗΤΑ

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΚΥΤΤΑΡΙΚΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΠΕΡΑΤΟΤΗΤΑ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΚΥΤΤΑΡΙΚΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΠΕΡΑΤΟΤΗΤΑ Διάχυση Η διάχυση είναι το κύριο φαινόμενο με το οποίο γίνεται η παθητική μεταφορά διαμέσου ενός διαχωριστικού φράγματος Γενικά στη διάχυση ένα αέριο ή

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑΣ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΟΓΚΟΜΕΤΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑΣ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΟΓΚΟΜΕΤΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑΣ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΟΓΚΟΜΕΤΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ Ογκομετρήσεις καταβύθισης ΙΣΟΡΡΟΠΙΕΣ ΜΕ ΔΥΣΔΙΑΛΥΤΟΥΣ ΗΛΕΚΤΡΟΛΥΤΕΣ Eτερογενείς ισορροπίες μεταξύ δυσδιάλυτων ηλεκτρολυτών και των

Διαβάστε περισσότερα

Ταξινόμηση της ύλης Διαλύματα Περιεκτικότητες διαλυμάτων. Χημεία Α Λυκείου Διδ. Εν. 1.5 π. Ευάγγελος Μαρκαντώνης 2 ο ΓΕΛ Αργυρούπολης

Ταξινόμηση της ύλης Διαλύματα Περιεκτικότητες διαλυμάτων. Χημεία Α Λυκείου Διδ. Εν. 1.5 π. Ευάγγελος Μαρκαντώνης 2 ο ΓΕΛ Αργυρούπολης Ταξινόμηση της ύλης Διαλύματα Περιεκτικότητες διαλυμάτων Χημεία Α Λυκείου Διδ. Εν. 1.5 π. Ευάγγελος Μαρκαντώνης 2 ο ΓΕΛ Αργυρούπολης Μακροσκοπική ταξινόμηση της ύλης ΥΛΗ Καθορισµένη (καθαρή) ουσία όχι

Διαβάστε περισσότερα

Νέα Οπτικά Μικροσκόπια

Νέα Οπτικά Μικροσκόπια Νέα Οπτικά Μικροσκόπια Αντίθεση εικόνας (contrast) Αντίθεση πλάτους Αντίθεση φάσης Αντίθεση εικόνας =100 x (Ι υποβ -Ι δειγμα )/ Ι υποβ Μικροσκοπία φθορισμού (Χρησιμοποιεί φθορίζουσες χρωστικές για το

Διαβάστε περισσότερα

Ισορροπία (γενικά) Ισορροπίες σε διαλύματα. Εισαγωγική Χημεία

Ισορροπία (γενικά) Ισορροπίες σε διαλύματα. Εισαγωγική Χημεία Ισορροπία (γενικά) Ισορροπίες σε διαλύματα Εισαγωγική Χημεία 2013-14 1 Χημική Ισορροπία Εισαγωγική Χημεία 2013-14 2 Ισορροπία: Βαθμός συμπλήρωσης αντίδρασης Ν 2 (g) + 3H 2(g) 2NH 3 (g) Όταν αναφερόμαστε

Διαβάστε περισσότερα

Associate. Prof. M. Krokida School of Chemical Engineering National Technical University of Athens. ΕΚΧΥΛΙΣΗ ΥΓΡΟΥ ΥΓΡΟΥ Liquid Liquid Extraction

Associate. Prof. M. Krokida School of Chemical Engineering National Technical University of Athens. ΕΚΧΥΛΙΣΗ ΥΓΡΟΥ ΥΓΡΟΥ Liquid Liquid Extraction Associate. Prof. M. Krokida School of Chemical Engineering National Technical University of Athens ΕΚΧΥΛΙΣΗ ΥΓΡΟΥ ΥΓΡΟΥ Liquid Liquid Extraction ΕΚΧΥΛΙΣΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑΣ ΓΙΑ ΜΕΡΙΚΩΣ ΑΝΑΜΙΞΙΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ Περιοχές

Διαβάστε περισσότερα