ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΗΣ, ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΚΑΙ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΗΣ, ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΚΑΙ"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΗΣ, ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΚΑΙ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Ο ΠΡΟΥΣΙΑΣ Α ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΒΙΘΥΝΙΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ της ΕΛΕΝΗΣ Ε. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2011

2 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΗΣ, ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΚΑΙ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Ο ΠΡΟΥΣΙΑΣ Α ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΒΙΘΥΝΙΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ της ΕΛΕΝΗΣ Ε. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2011 ii

3 EΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΧΡ. ΒΕΛΗΓΙΑΝΝΗ-ΤΕΡΖΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΓΚΡΙΣΗΣ: 28 Ιουνίου 2011 H έγκριση της Μεταπτυχιακής Εργασίας από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας δεν υποδηλώνει αναγκαστικά ότι το τμήμα αποδέχεται τις γνώμες του συγγραφέα. iii

4 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ...vi ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ..vii A) Περιοδικά, συλλογικά έργα και λεξικά vii Β) Επιγραφές...viii ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.xi I. ΕΙΣΑΓΩΓΗ..1 II. ΠΡΟΥΣΙΑΣ Α : ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ Γαλάτες Ελληνικές πόλεις Ελλησπόντου Ρόδος Βυζάντιο Ατταλίδες Εκστρατεία Φιλίππου Ε στην Προποντίδα Κατάληψη Κίου και Μύρλειας Πόλεμος εναντίον της Ηράκλειας του Πόντου Κατάληψη Κιέρου και Τιείου Η ίδρυση της Προύσης ἐπὶ τῷ Ὀλύμπῳ Η ίδρυση του Βιθυνίου...50 III. ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΒΙΘΥΝΙΑΣ Κίος Προυσιὰς ἡ ἐπιθαλάσσιος 56 α) Κλασική και πρώιμη Ελληνιστική εποχή (έως το 202 π.χ.).57 β) Ύστερη Ελληνιστική εποχή: Ένταξη της Κίου στο βασίλειο της Βιθυνίας (202 π. Χ.-74 π.χ.)...68 γ) Τέλος Ελληνιστικής εποχής και Αυτοκρατορικοί χρόνοι: iv

5 Μετά το τέλος του βασιλείου της Βιθυνίας (74 π.χ.-3 ος αι. μ.χ.) Μύρλεια Ἀπάμεια...82 α) Κλασική και πρώιμη Ελληνιστική εποχή (έως το 202 π.χ.).82 β) Ύστερη Ελληνιστική εποχή: Ένταξη της Μύρλειας στο βασίλειο της Βιθυνίας (202 π. Χ.-74 π.χ.)..85 γ) Τέλος Ελληνιστικής εποχής και Αυτοκρατορικοί χρόνοι: Μετά το τέλος του βασιλείου της Βιθυνίας (74 π.χ.-3 ος αι. μ.x) Κίερος Προυσιὰς πρὸς τῷ Ὑπίῳ Τίειον Προῦσα ἐπὶ τῷ Ὀλύμπῳ.112 α) Ελληνιστική εποχή (αρχές 2 ου αι. π.χ.-74 π.χ.)..112 β) Τέλος Ελληνιστικής εποχής και Αυτοκρατορικοί χρόνοι: Μετά το τέλος του βασιλείου της Βιθυνίας (74 π.χ.-3 ος αι. μ.x.) Βιθύνιον Κλαυδίου Πόλις 121 IV. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.131 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΚΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΓΡΑΦΩΝ 144 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΚΥΡΙΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΡΩΝ ΧΑΡΤΕΣ 169 v

6 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η παρούσα εργασία εκπονήθηκε ως κύρια μεταπτυχιακή εργασία στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακού προγράμματος της Αρχαίας Ιστορίας του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. Με την περάτωσή της αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω τις ειλικρινείς ευχαριστίες μου προς όλους όσοι στάθηκαν εμπράκτως δίπλα μου κατά τη διάρκεια της δύσκολης αλλά συγχρόνως εποικοδομητικής πορείας προς τη συγγραφή της μεταπτυχιακής μου εργασίας. Πρωτίστως θα ήθελα να εκφράσω τη βαθύτατη ευγνωμοσύνη μου προς την καθηγήτρια της Αρχαίας Ιστορίας κ. Χρ. Βεληγιάννη-Τερζή, η οποία ανέλαβε την επίβλεψη της εργασίας μου. Για την επιστημονική καθοδήγηση, την ηθική συμπαράσταση, την εμπιστοσύνη και τις ουσιαστικές συμβουλές της την ευχαριστώ θερμά. Ευχαριστίες οφείλω επίσης στα άλλα δύο μέλη της εξεταστικής επιτροπής, τον αναπληρωτή καθηγητή κ. Π. Νίγδελη, και την λέκτορα κ. Β. Κάλφογλου-Καλοτεράκη. Ιδιαιτέρως ευχαριστώ το προσωπικό του Σπουδαστηρίου Κλασικής Φιλολογίας και Αρχαίας Ιστορίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. για τη βοήθεια την οποία μου παρείχαν αφειδώς. Για την υποστήριξη και την κατανόηση της οικογένειάς μου η ευγνωμοσύνη είναι το λιγότερο που μπορώ να εκφράσω. Άφησα τελευταίο τον Κωνσταντίνο Σιδηρόπουλο, τον οποίο ευχαριστώ από βάθους καρδιάς για την υπομονή και την ηθική στήριξή του, οι οποίες αποδείχθηκαν πολύτιμες καθ όλη τη διάρκεια της συγγραφής της εργασίας. Θεσσαλονίκη, Ιούνιος 2011 vi

7 ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ Α) Περιοδικά, συλλογικά έργα και λεξικά AncSoc ANRW BCH BE Ancient Society Aufstieg und Niedergang der römischen Welt Bulletin de correspondance hellénique J. και L. Robert, Bulletin Épigraphique, στο Revue des Études Grecques CAH CPh DNP EA ΕΑΗ FGrHist FHG JHS JRS L.S.J. 9 The Cambridge Ancient History Classical Philology Der Neue Pauly Epigraphica Anatolica Τὸ Ἔργον τῆς ἐν Ἀθήναις Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας Die Fragmente der Griechischen Historiker Fragmenta Historicorum Graecorum The Journal of Hellenic Studies The Journal of Roman Studies H. G. Lidell R. Scott H. S. Jones, A Greek-English Lexicon, Oxford MDAI(A) Mitteilungen des Deutschen Archäologischen Instituts, Athenische Abteilung MH NP OMS Museum Helveticum New Pauly Opera Minora Selecta RE Paulys Pealencyclopädie der classischen Altertumswissenschaft RPh VDI Revue de Philologie Vestnik drevnej istorii (Journal of Ancient History) vii

8 ZPE Zeitschrift für Papyrologie und Epigraphik Β) Επιγραφές Agora XVII D. W. Bradeen, The Athenian Agora, vol. 17, The Funerary Inscriptions, Princeton CIRB Corpus Inscriptionum Regni Bosporani, Leningrad Clara Rhodos G. Jacobi A. Maiuri L. Laurenzi, Clara Rhodos. Studi e materiali pubblicati a cura dell Istituto storicoarcheologico di Rodi, vol. II, Rhodes Corinth VIII 1 B. D. Meritt, Corinth vol. VIII part 1: The Greek Inscriptions, Cambridge Massachusetts IAG L. Moretti, Iscrizioni agonistiche greche, Roma I. Alexandreia Troas M. Ricl, The Inscriptions of Alexandreia Troas (IGSK Band 53), Bonn I. Apameia und Pylai T. Corsten, Die Inschriften von Apameia (Bithynien) und Pylai (IGSK Band 32), Bonn I. Cos W. R. Paton E. L. Hicks, The Inscriptions of Cos, Oxford I. Cret. Inscriptiones Craeticae, ed. M. Guarducci, Rome I. Didyma Didyma II: Die Inschriften von Rehm, hrsg. von R. Harder, Berlin I. Erythrai H. Engelmann und R. Merkelbach, Die Inschriften von Erythrai und Klazomenai, Teil I-II (IGSK Band 1-2), Bonn IG Inscriptiones Graecae viii

9 IGR R. Cagnat, Inscriptiones Graecae ad res Romanas pertinentes, Paris IGSK Inschriften griechischer Städte aus Kleinasien, Bonn IGUR Inscriptiones Graecae Urbis Romae, ed. L. Moretti, Rome I. Ilion P. Frisch, Die Inschriften von Ilion (IGSK Band 3), Bonn I. Kios T. Corsten, Die Inschriften von Kios (IGSK Band 29), Bonn I. Klaudiu Polis F. Becker-Bertau, Die Inschriften von Klaudiu Polis (Bithynien), (IGSK Band 31), Bonn Ι. Lindos C. Blinkenberg, Lindos. Fouilles et Recherches, vol. II: Fouilles de l Acropole. Inscriptions, Berlin I. Oropos Β. Χ. Πετράκος, Οι Επιγραφές του Ωρωπού, Αθήνα IOSPE Inscriptiones antiquae orae septentrionalis Pontis Euxini Graecae et Latinae, ed. V. Latyshev, Leningrad. I. Prusa I T. Corsten, Die Inschriften von Prusa ad Olympum, Teil 1 (IGSK Band 39), Bonn I. Prusa II T. Corsten, Die Inschriften von Prusa ad Olympum, Teil 2 (IGSK Band 40), Bonn I. Prusias ad Hypium W. Ameling, Die Inschriften von Prusias ad Hypium (IGSK Band 27), Bonn I. Sinope D. H. French, The Inscriptions of Sinope. Part I (IGSK Band 64), Bonn MAMA Monumenta Asiae Minoris Antiqua, London OGIS W. Dittenberger, Orientis Graeci Inscriptiones Selectae, Leipzig 1903 (ανατ. Hildesheim New York 1970). ix

10 SEG Supplementum Epigraphicum Graecum TAM Tituli Asiae Minoris, Vienna x

11 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ M. Adak, Zwei neue Archontenlisten aus Prusias ad Hypium, Chiron 37 (2007), W. Ameling, Das Archontat in Bithynien und die Lex Provinciae des Pompeius, EA 3 (1984), S. Aneziri D. Damaskos, Städtische Kulte im hellenistischen Gymnasion, στο D. Kah P. Scholz (Hrg.), Das hellenistische Gymnasion, E. Badian, amicitia, NP 1 (2002), R. M. Berthold, Rhodes in the Hellenistic Age, Ithaca London F. Bilabel, Strategos (3), RE IV A1 (1931), Η. Bischoff, Kalender, RE X 2 (1919), C. G. Brandis, Ἔκδικος, RE V 2 (1905), Ι. von Bredow, Regnum Bosporanum, DNP 10 (2001), G. M. Cohen, The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands and Asia Minor, Berkeley Los Angeles London J. M. Cook, The Eastern Greeks, στο CAH III 2 3 (1982), T. Corsten, Zur Gründung von Prusa ad Olympum, Tyche 4 (1989), T. Corsten, The Rôle and the Status of the Indigenous Population in Bithynia, στο T. Bekker-Nielsen, Rome and the Black Sea Region. Domination, Romanisation, Resistance, Aahrus University Press 2006, T. Corsten, Thracian Personal Names and Military Settlements in Hellenistic Bithynia, στο E. Matthews (eds.), Old and New Worlds in Greek Onomastics, Oxford New York 2007, P. S. Derow, Rome, the fall of Macedon and the Sack of Corinth, στο CAH VIII 2 (1989), xi

12 E. Diehl, Pharnakes (1), RE XIX 2 (1938), S. Dmitriev, Memnon on the Siege of Heraclea Pontica by Prusias I and the War between the Kingdoms of Bithynia and Pergamum, JHS 127 (2007), A. Donohue, Pausanias [8], NP 10 (2007), F. K. Dörner, Prusa ad Olympum, RE XIII 1 (1957), F. K. Dörner, Prusias (5) ad Hypium, RE XXIII 1 (1957), N. Ehrhardt, Milet und seine Kolonien. Vergleichende Untersuchung der kultischen und politischen Einrichtungen, 1-2, Frankfurt am Main Bern New York Paris R. M. Errington, Rome and Greece to 205 BC, στο CAH VIII 2 (1989), R. M. Errington, Rome against Philip and Antiochus, στο CAH VIII 2 (1989), R. M. Errington, Ἐκκλησίας κυρίας γενομένης, Chiron 25 (1995), C. Fensterbusch, Prohedria (προεδρία), RE XXIII 1(1957), H. L. Fernoux, Notables et élites des cités de Bithynie aux époques hellénistique et romaine (III e siécle av. J.-C. III e ap. J.-C.). Essai d histoire sociale, Lyon C. A. Forbes, Ancient Athletic Guilds, CPh 50 (1955), T. Franke, Macrianus [3], NP 8 (2006), 97. T. Frankfort, Latomus 15 (1956), = βιβλιοκρισία του βιβλίου G. Vitucci, Il Regno di Bitinia, Roma O. L. Gabelko, Some Peculiarities of the King s Power in Bithynia (To the Problem of Interrelations of Thracian and Hellenistic Traditions), VDI 213 (1995), (στα ρώσικα με περίληψη στα αγγλικά). W. Gawantka, Isopolitie. Ein Beitrag zur Geschichte der zwischenstaatlichen Beziehungen in der griechischen Antike (Vestigia, 22), München M. Gelzer, Pompeius. Lebensbild eines Römers, München xii

13 F. Geyer, Nikomedes (3), RE XVII 1 (1936), F. Geyer, Nikomedes (4), RE XVII 1 (1936), F. Geyer, Nikomedes (6) IV Philopator, RE XVII 1 (1936), B. C. McGing, The Foreign Policy of Mithridates VI Eupator King of Pontus, Leiden A. J. Graham, The Colonial Expansion of Greece, στο CAH III 2 3 (1982), F. Gschnitzer, Phylarchos, RE Suppl. XI (1968), F. Gschnitzer, Politarches, RE Suppl. XIII (1973), F. Gschnitzer, Proxenos, RE Suppl. XIII (1973), F. Gschnitzer, Prytanis, RE Suppl. XIII (1973), C. Habicht, Über die Kriege zwischen Pergamon und Bithynien, Hermes 84 (1956), C. Habicht, Prusias (1), RE XXIII 1 (1957), C. Habicht, Prusias (2), RE XXIII 1 (1957), C. Habicht, Gottmenschentum und griechische Städte (Zetemata 14), München C. Habicht, Ziaelas, RE X A (1972), C. Habicht, Zipoites (1), RE X A (1972), C. Habicht, Zipoites (3), RE X A (1972), C. Habicht, The Seleucids and their rivals, στο CAH VIII 2 (1989), N. G. L Hammond - F. W. Walbank, A History of Macedonia III B.C., Oxford K. Hanell, Neokoroi, RE XVI 2 (1935), L. Hannestad, «This Contributes in no small Way to one s Reputation». The Bithynian Kings and Greek Culture, στο P. Bilde T. Engberg-Pedersen L. Hannestad J. Zahle (eds.), Aspects of Hellenistic Kingship (Studies in Hellenistic Civilization VII), Aarhus University Press 1996, E. V. Hansen, The Attalids of Pergamon, Ithaca New York xiii

14 M. H. Hansen, The Athenian Assembly in the Age of Demosthenes, Oxford B. F. Harris, Bithynia: Roman Sovereignty and the Survival of Hellenism, ANRW II 7.2 (1980), J. S. Heibges, Hermippos (8), RE VIII 1 (1912), H. Heinen, The Syrian Egyptian Wars and the New Kingdoms of Asia Minor, στο CAH VII 2 1 (1982), A. S. Henry, Honours and Privileges in Athenian Decrees, Hildesheim Zürich New York, G. Hirschfeld, Aigosagen, RE I 1 (1893), 977. G. Hirschfeld, Apameia (5), RE I 2 (1894), M. Holleaux, Études d Epigraphie et d Histoire grecques II, Paris M. Holleaux, Rome, la Grèce et les Monarchies hellénistiques au III e avant J.-C. ( ), Hildesheim New York, E. Honigmann, Stephanos (12) Byzantios, RE III A2 (1929), D. Hoyos, Hannibal. Rome s Greatest Enemy, Bristol O. Jessen, Herkeios, RE VIII 1 (1912), A. H. M. Jones, The Greek City from Alexander to Justinian, Oxford 1940 (ανατ. 1971). A. H. M. Jones, The Cities of the Eastern Roman Provinces, Oxford N. F. Jones, Public Organization in Ancient Greece: A Documentary Study, Philadelphia W. Judeich, Athenodoros (2), RE II 2 (1896), J. Jüthner, Dolichos, RE V 1 (1903), J. Jüthner, Stadion (Lauf), RE III A2 (1929), J. Jüthner, Paidotribes, RE XVIII 2 (1942), J. Jüthner, Pankration, RE XVIII 3 (1949), U. Kahrstedt, Ῥησκούπορις (3), RE I A1 (1914), 623. xiv

15 U. Kahrstedt, Σύνδικος (2), RE IV A2 (1932), N. M. Kennell, The Status of the Ephebarch, Tyche 15 (2000), E. Kießling, Politographein, RE XXI 2 (1952), J. Kobes, Kleine Könige. Untersuchungen zu den Lokaldynasten im hellenistischen Kleinasien ( v.chr), St. Katharinen C. Koehn, Krieg Diplomatie Ideologie. Zur Außenpolitik Hellenistischer Mittelstaaten (Historia Einzelnschriften, 195), Stuttgart W. Kroll, Plinius (5), RE XXI 1 (1951), J. A. O. Larsen, Greek Federal States. Their Institutions and History, Oxford R. Laqueur, Lokalchronik, RE XIII 1 (1926), M. Launey, Recherches sur les Armées Hellénistiques, I, Paris T. Lenschau, Ortiagon, RE XVIII 2 (1942), W. Leschhorn, Gründer der Stadt. Studien zu einem Politisch-Religiösen Phänomen der Griechischen Geschichte, Stuttgart D. Magie, Roman Rule in Asia Minor to the End of the Third Century after Christ, I- II, Princeton C. Marek, Die Proxenie, Frankfurt am Main Bern New York C. Marek, Stadt, Ära und Territorium in Pontus-Bithynia und Nord-Galatia, Tübingen C. Marek, Die Phylen von Klaudiupolis, die Geschichte der Stadt und die Topographie Ostbithyniens, MH 59 (2002), C. Marek, Pontus et Bithynia. Die römischen Provinzen im Norden Kleinasiens, Mainz am Rhein A. Mehl, Achaios [4], DNP 1 (1996), 70. A. Mehl, Antiochos [2], DNP 1 (1996), 767. P. J. Meier, Agones, RE I 1 (1893), xv

16 G. Mendel, Inscriptions de Bithynie, BCH 24 (1900), R. Merkelbach, Die Hirten des Dionysos. Die Dionysos-Mysterien der römischen Kaiserzeit und der bukolische Roman des Longus, Stuttgart R. Merkelbach, Hat der Bithynische Erbfolgekrieg im Jahr 74 oder 73 begonnen?, ZPE 81 (1990), Ed. Meyer, Bithynia, RE III 1 (1897), C. Michels, Kulturtransfer und monarchischer «Philhellenismus». Bithynien, Pontos und Kappadokien in Hellenistischer Zeit, Göttingen S. G. Miller, Ancient Greek Athletics, London S. Mitchell, The Greek City in the Roman World The Case of Pontus and Bithynia, στο Πρακτικά Η Διεθνούς Συνεδρίου Ελληνικής και Λατινικής Επιγραφικής, Αθήνα I. Nielsen, Thermae et Balnea: The Architecture and Cultural History of Roman Public Baths, Ι-II, Aahrus University Press J. Oehler, Agoranomoi, RE I 1 (1893), J. Oehler, Ἀτέλεια, RE II 2 (1896), J. Oehler, Ἐφήβαρχος, RE V 2 (1905), J. Oehler, Γυμνασίαρχος, RE VII 2 (1912), J. Oehler, ἱεροποιοί, RE VIII 2 (1913), J. Oehler, Isopoliteia, RE IX 2 (1916), E. Olshausen, Pontos, DNP 10 (2001), W. Parke, Greek Mercenary Soldiers. From the earliest times to the battle of Ipsus, Oxford W. Peek, Attische Inschriften, MDAI(A) 67 (1942), Ch. Pélékidis, Histoire de l Éphébie attique des origins à 31 avant Jésus-Christ, Paris xvi

17 U. Peter, Cavarus, NP 3 (2003), F. Pfister, Soteria (14), RE III A1 (1927), F. Poland, Geschichte des griechischen Vereinswesens, Dresden 1909 (ανατ. Leipzig 1967). F. Poland, Συνέδριον, RE IV A2 (1932), F. Preisigke, Κοσμητής, RE XI 2 (1922), E. Preuner, Die Panegyris der Athena Ilias, Hermes 61 (1926), F. Quaß, Die Honoratiorenschicht in den Städten des griechischen Ostens. Untersuchungen zur politischen und sozialen Entwicklung in hellenistischer und römischer Zeit, Stuttgart T. Reinach, Trois Royaumes de l Asie Mineure. Cappadoce Bithynie Pont, Paris E. Reisch, Agonothetes, RE I 1 (1893), P. J. Rhodes D. M. Lewis, The Decrees of the Greek States, Oxford P. J. Rhodes, Ateleia, NP 2 (2003), K. J. Rigsby, Asylia. Territorial Inviolability in the Hellenistic World, Berkeley Los Angeles London L. Robert, Études anatoliennes. Recherches sur les Inscriptions grecques de l Asie Mineure, Paris 1939 (ανατ. Amsterdam 1970). L. Robert, Cours Collège de France, OMS IV (1974), L. Robert, À travers l Asie Mineure. Poètes et Prosateurs, Monnaies grecques, Voyageurs et Géographie, Paris L. Robert, La Persistance de la Toponymie antique dans l Anatolie, OMS VI (1989), W. Ruge, Bithynion, RE III 1 (1897), 542. W. Ruge, Herakleia (19), RE VIII 1 (1912), W. Ruge, Kieros, RE XI 1 (1921), 380. xvii

18 W. Ruge, Kios, RE XI 1 (1921), W. Ruge, Lypedros, RE XIII 2 (1927), W. Ruge, Tektosagen, RE V A1 (1934), W. Ruge, Nikomedeia, RE XVII 1 (1936), W. Ruge, Tieion, RE VI A1 (1936), W. Ruge, Ὀλβία, RE XII 2 (1937), W. Ruge, Phrygia (Topographie), RE XX 1 (1941), A. E. Samuel, Greek and Roman Chronology. Calendars and Years in Classical Antiquity, München M. Sartre, Les Colonies romaines dans le monde grec. Essai de synthèse, στο E. Dabrowa (eds.), Roman Military Studies, Krakow 2001, W. Schmid Dion (18) Cocceianus, RE V 1 (1903), H. Schmitt, Untersuchungen zur Geschichte Antiochos des Grossen und seiner Zeit (Historia Einzelschriften, 6), Wiesbaden H. Schmitt, Die Staatsverträge des Altertums ΙΙΙ: Die Verträge der griechischrömischen Welt von 338 bis 200 v. Chr., München V. Schoeffer, Archontes, RE II 1 (1895), J. Scholten, Building Hellenistic Bithynia, στο H. Elton G. Reger (eds.), Regionalism in Hellenistic and Roman Asia Minor, Bordeaux 2007, M. Schottky, Artaxias [1], DNP 2 (1997), 49. Ο. Schultheß, Γραμματεῖς, RE VII 2 (1912), O. Schultheß, Παιδονόμοι, RE XVIII 2 (1942), W. Schwahn, Tamiai, RE IV A2 (1932), E. Schwartz, Arrianos (9), RE II 1 (1895), R. Seager, The Corinthian War, στο CAH VI 2 (1994), J. Seibert, Historische Beiträge zu den dynastischen Verbindungen in hellenistischer Zeit (Historia Einzelschriften, 10), Wiesbaden xviii

19 R. Sherk, The Eponymous Officials of Greek Cities III. The Register. Thrace, Black Sea, Asia Minor, ZPE 88 (1991), R. Sherk, The Eponymous Officials of Greek Cities IV. The Register. Thrace, Black Sea, Asia Minor, ZPE 93 (1992), Α. N. Sherwin White, The Roman Citizenship, Oxford J. Sölch, Bithynische Städte im Altertum, Klio 19 (1925), E. I. Solomonik, Novye epigrafičeskie pamjatniki Khersonesa, I, Kiev F. Stähelin, Geschichte der Kleinasiatischen Galater, Leipzig F. Stähelin, Tolistobogioi (Tolistoagioi), RE VI A2 (1937), P. Stengel, Ἱεροφάντης, RE VIII 2 (1913), K. Strobel, Prusa ad Olympum, NP 12 (2008), K. Strobel, Celts (III.A), NP 3 (2003), E. Szanto, Άσυλία, RE II 2 (1896), E. Szanto, Ἐπιστάται, RE VI 1 (1907), S. Takacs, Cybele, NP 3 (2003), T. Thalheim, Διαιτηταί, RE V 1 (1908), T. Thalheim, Δικασταί, RE V 1 (1908), C. Trümpy, Untersuchungen zu den altgriechischen Monatsnamen und Monatsfolgen, Heidelberg V. Tscherikower, Die Hellenistischen Städtegründungen von Alexander dem Grossen bis auf die Römerzeit, Philologus Suppl. XIX.1, Leipzig 1927, J. Vélissaropoulos, Les Nauclères grecs. Recherches sur les institutions maritimes en Grèce et dans l Orient hellénisé, Genève Paris F. W. Walbank, Philip V of Macedon, Cambridge 1940 (ανατ. 1967). F. W. Walbank, A Historical Commentary on Polybius, I, Oxford 1957 II, Oxford xix

20 O. Weinreich, Θεοί ἐπήκοοι, στο Ausgewälte Schriften I, Amsterdam C. B. Welles, Royal Correspondence in the Hellenistic Period, New Haven E. Will, Histoire politique du Monde hellénistique ( av. J.-C.). Des Avènements d Antiochos III et de Philippe V à la Fin des Lagides, II, Nancy E. Will, Syngeneia, Oikeiotès, Philia, RPh 69 (1995), E. Wüst, Tios (2), RE VI A2 (1937), E. Ziebarth, Νομικός, RE XVII 1 (1936), 822. E. Ziebarth, Σαβαζιασταί, RE Suppl. VIII (1956), 660. L. Ziehen, Theoroi, RE V A (1934), xx

21 I. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Περιγραφή του θέματος Η παρούσα εργασία εξετάζει τις σχέσεις του βασιλέως της Βιθυνίας Προυσία Α (περ π.χ.) 1 με τις ελληνικές πόλεις του βασιλείου του, καθώς και την εσωτερική κατάσταση αυτών των πόλεων κατά το χρονικό διάστημα της υπαγωγής τους στο βασίλειο της Βιθυνίας. Οι πόλεις οι οποίες εξετάζονται είναι μόνον εκείνες τις οποίες κατέκτησε, επανίδρυσε και σε δύο περιπτώσεις πιθανόν ίδρυσε ο Προυσίας Α. Το ελληνιστικό βασίλειο της Βιθυνίας βρισκόταν στη βορειοδυτική Μ. Ασία, συγκεκριμένα νοτιοανατολικά της Προποντίδος. 2 Την ιστορική φυσιογνωμία της Βιθυνίας ως γεωγραφικής περιοχής 3 καθόρισαν ήδη από την εποχή του Ελληνικού αποικισμού (8 ος -6 ος αι. π.χ.) δύο κύρια χαρακτηριστικά: Αφενός επί των ακτών της Προποντίδος ιδρύθηκαν αποικίες πρώτου σταδίου από ελληνικές πόλεις, κυρίως από τα Μέγαρα και τη Μίλητο. Αυτές οι αποικίες ήταν η Καλχηδών και η Αστακός, ιδρύσεις των Μεγαρέων, 4 η Ολβία, 5 η Κίος, ίδρυση της Μιλήτου, 6 και η Μύρλεια, ίδρυση 1 Πρόκειται για τον τέταρτο στη σειρά βασιλέα της Βιθυνίας, γιο και διάδοχο του βασιλέως Ζιαήλα (περ π.χ.): C. Habicht, Prusias (1), RE XXIII 1 (1957), Η επικράτεια των Βιθυνών ηγεμόνων πριν την επέκτασή τους στις ακτές εκτεινόταν στην ενδοχώρα, συγκεκριμένα στην περιοχή του μέσου Σαγγαρίου και όχι ανατολικότερα αυτού του ποταμού. Βλ. για την ακριβή γεωγραφική θέση του βασιλείου πριν και μετά την επέκτασή του L. Hannestad, This Contributes in no small Way to one s Reputation. The Bithynian Kings and Greek Culture, στο P. Bilde T. Engberg-Pedersen L. Hannestad J. Zahle (eds.), Aspects of Hellenistic Kingship, Aarhus University Press 1996, Ως γεωγραφική περιοχή η Βιθυνία εκτεινόταν από την Προποντίδα και τον ποταμό Ρύνδακο στα δυτικά έως τον ποταμό Παρθένιο στα ανατολικά. Νοτίως συνόρευε με το όρος Όλυμπος και τη Μικρά Φρυγία, ενώ στον Βορρά σύνορο ήταν ο Εύξεινος Πόντος: Ed. Meyer, Bithynia, RE III 1 (1897), Βλ. για τις χρονολογίες ίδρυσης A. J. Graham, The Colonial Expansion of Greece, στο CAH III 2 3 (1982), 160 (πίνακας ιδρύσεων, μητροπόλεων και χρονολογιών ίδρυσης): Αστακός, 711π.Χ.; και Καλχηδών, 685 ή 676 π.χ. 5 Γι αυτή την Ολβία δεν είναι γνωστό πότε και από ποια πόλη ιδρύθηκε: W. Ruge, Ὀλβία, RE XII 2 (1937),

22 της Κολοφώνος. 7 Ελληνικές πόλεις είχαν ιδρυθεί επίσης επί της νότιας ακτής του Ευξείνου Πόντου, εκ των οποίων η πλέον σημαντική ήταν η Ηράκλεια του Πόντου, αποικία Μεγαρέων και Θηβαίων. 8 Ανατολικώς της Ηράκλειας έκειτο μία ήσσονος σημασίας πόλη, το Τίειον, αποικία της Μιλήτου. 9 Αφετέρου στην ενδοχώρα κατοικούσε ο αυτόχθων πληθυσμός, οι Βιθυνοί. 10 Η γειτνίαση του βασιλείου της Βιθυνίας με τις ελληνικές πόλεις της περιοχής είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη σχέσεων μεταξύ των δύο μερών. Αυτές οι σχέσεις χαρακτηρίζουν την πολιτική κυρίως του Προυσία Α. Από τις ανωτέρω ελληνικές ιδρύσεις στο θέμα εμπίπτουν η Κίος, η Μύρλεια και το Τίειον, επίσης η Κίερος, η οποία έκειτο στην ενδοχώρα και ήταν αποικία δευτέρου σταδίου της Ηράκλειας του Πόντου. 11 Οι πόλεις αυτές υπήχθησαν στο βασίλειο της Βιθυνίας από τον Προυσία Α. Επιπλέον συμπεριλαμβάνονται δύο νέες ιδρύσεις Ελληνιστικής εποχής, η Προύσα και 6 Βλ. για την ίδρυση της Κίου N. Ehrhardt, Milet und seine Kolonien. Vergleichende Untersuchung der kultischen und politischen Einrichtungen, 1, Frankfurt am Main Bern New York Paris 1988, Βλ. για τη χρονολογία ίδρυσης αυτ. 47, σημ. 329 (στη σελ. 318) και A. J. Graham, Colonial Expansion, 160 (πίνακας ιδρύσεων, μητροπόλεων και χρονολογιών ίδρυσης): 627 π.χ. 7 Το πρώτο όνομα της Μύρλειας ήταν Βρύλλειον. Βλ. για την ίδρυση αυτής της πόλης: I. Apameia und Pylai, σελ. 7 (εισαγωγή). C. Marek, Stadt, Ära und Territorium in Pontus-Bithynia und Nord-Galatia, Tübingen 1993, 15. Χρονολογία ίδρυσης δεν παραδίδεται. Για τη μετονομασία της Μύρλειας σε Απάμεια βλ. ΙΙ.4, σελ A. J. Graham, Colonial Expansion, 160 (πίνακας ιδρύσεων, μητροπόλεων και χρονολογιών ίδρυσης): Χρονολογία ίδρυσης περί το 560 π.χ. 9 Βλ. για το Τίειον N. Ehrhardt, Milet und seine Kolonien, 52. Χρονολογία ίδρυσης δεν παραδίδεται. 10 Βλ. για τη διπλή ιστορική φυσιογνωμία της περιοχής (ελληνικές πόλεις στις ακτές και αυτόχθων πληθυσμός θρακικής καταγωγής στην ενδοχώρα) L. Hannestad, Bithynian Kings and Greek Culture, J. Scholten, Building Hellenistic Bithynia, στο H. Elton G. Reger (eds.), Regionalism in Hellenistic and Roman Asia Minor, Bordeaux 2007, 17-24, ο οποίος εξετάζει μεταξύ άλλων και τις σχέσεις μεταξύ των Ελλήνων και αυτοχθόνων. 11 Βλ. για την Κίερο: I. Prusias ad Hypium, σελ. 1-3 (εισαγωγή). G. M. Cohen, The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands and Asia Minor, Berkeley Los Angeles Oxford 1995, 406. Η πόλη ιδρύθηκε μετά το 560 π.χ. (έτος ίδρυσης της Ηράκλειας) και πριν το 279 π.χ. (πρώτη αναφορά της Κιέρου στις πηγές), αλλά η ακριβής χρονολογία ίδρυσής της δεν είναι γνωστή. Για τη μετονομασία της σε Προυσιάδα βλ. ΙΙ.5. 2

23 το Βιθύνιο στην ενδοχώρα της Βιθυνίας, οι οποίες ίσως ιδρύθηκαν από τον Προυσία Α. Η πολιτική και οι σχέσεις του Προυσία με τις ελληνικές πόλεις της Βιθυνίας συνεχίζουν την αντίστοιχη πολιτική του προκατόχου του Νικομήδους Α (περ /53 π.χ.). 12 Ο Νικομήδης ίδρυσε τη νέα πρωτεύουσα του βασιλείου, τη Νικομήδεια, με συνοικισμό, μεταφέροντας δηλαδή τον πληθυσμό της γειτονικής πόλης Αστακού. Η Νικομήδεια πιθανόν ιδρύθηκε στη θέση της ελληνικής πόλης Ολβίας, η οποία στο μεταξύ είχε καταστραφεί. 13 Η ίδρυση της Νικομήδειας πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις ίδρυσης μίας ελληνικής πόλης: Η καίρια θέση της επέτρεπε την πρόσβαση στη θάλασσα και την επικοινωνία με τον ελληνικό κόσμο. Η πόλη έφερε το όνομα του ιδρυτή βασιλέως και κατοικήθηκε από ελληνικό πληθυσμό. Η ίδρυση της Νικομήδειας ήταν το πρότυπο για την ένταξη ή ίδρυση πόλεων και για τον εξελληνισμό του βασιλείου αργότερα επί Προυσία Α. 14 Από την ίδρυση αυτής της πόλης και στο εξής εκδηλώνεται η φιλελληνική πολιτική των Βιθυνών βασιλέων. 15 Τα κριτήρια βάσει των οποίων επελέγη η θέση για την 12 Ο Νικομήδης Α ήταν ο δεύτερος βασιλεύς της Βιθυνίας. Βλ. γι αυτόν F. Geyer, Nikomedes (3), RE XVII 1 (1936), Η ίδρυση της Νικομήδειας χρονολογείται είτε το 264 είτε το 262 π.χ. Η πόλη έκειτο στο ενδότερο σημείο του επονομαζόμενου Αστακηνού/Ολβιανού κόλπου στην Προποντίδα. Στην ουσία πρόκειται για επανίδρυση της ελληνικής πόλης Αστακού, η οποία είχε καταστραφεί από τον Λυσίμαχο περί το 281 π.χ., αλλά ορισμένοι κάτοικοί της είχαν παραμείνει εκεί, έως ότου ο Νικομήδης Α τους μετέφερε, για να ιδρύσει τη Νικομήδεια. Βλ. για την ίδρυση της Νικομήδειας C. Michels, Kulturtransfer und monarchischer «Philhellenismus». Bithynien, Pontos und Kappadokien in Hellenistischer Zeit, Göttingen 2009, , όπου όλη η παλαιότερη βιβλιογραφία. Στον ίδιο βασιλέα ή στον πατέρα του Ζιποίτη (περ π.χ.) αποδίδεται η ένταξη της Νίκαιας στο βασίλειο (280 π.χ.). Βλ. σχετικώς αυτ Βλ. αναλυτικά για τη σημασία της ίδρυσης της Νικομήδειας C. Michels, Kulturtransfer, Βλ. για τον χαρακτηρισμό του Νικομήδους Α ως πρώτου φιλέλληνα και για τη φιλελληνική πολιτική της δυναστείας της Βιθυνίας L. Hannestad, Bithynian Kings and Greek Culture, κυρίως H. L. Fernoux, Notables et élites des cités de Bithynie aux époques hellénistique et romaine (III e siécle av. J.-C. III e ap. J.-C.). Essai d histoire sociale, Lyon 2004, C. Michels, Kulturtransfer, 36-40, 55-87,

24 ίδρυση και τα χαρακτηριστικά της νέας πόλης εντοπίζονται και στις επανιδρυθείσες ή νεοϊδρυθείσες από τον Προυσία Α πόλεις. Η γειτνίαση του βασιλείου της Βιθυνίας με τις ελληνικές πόλεις της περιοχής και η προηγούμενη ανάλογη πολιτική του Νικομήδους Α, όπως συνοψίστηκαν ανωτέρω, συναποτελούν το ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο, στο οποίο ανήκουν οι σχέσεις του Προυσία Α με τις ελληνικές πόλεις. Όμως αυτές οι σχέσεις συνδέονται άμεσα και με την εξωτερική πολιτική του Προυσία Α, της οποίας αποτελούν μέρος. Γι αυτόν τον λόγο αρχικώς παρουσιάζονται τα κύρια γεγονότα της συνολικής εξωτερικής πολιτικής του Προυσία με ιδιαίτερη έμφαση στις σχέσεις του με τις προαναφερθείσες ελληνικές πόλεις, οι οποίες είναι και το ουσιωδέστερο χαρακτηριστικό της πολιτικής του. Το αντίστοιχο μέρος της εργασίας έλαβε αρκετά μεγάλη έκταση, διότι οι σχέσεις του Προυσία Α με τις ελληνικές πόλεις της Βιθυνίας μπορούν να γίνουν σαφέστερα αντιληπτές μόνον ως ενταγμένες στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής του. Μετά τη διεξοδική περιγραφή των σχέσεων του Προυσία Α με τις ελληνικές πόλεις του βασιλείου του, εξετάζεται ως ειδικότερο θέμα η εσωτερική κατάσταση αυτών των πόλεων κατά τον χρόνο υπαγωγής τους στο βασίλειο της Βιθυνίας. Συγκεκριμένα αναλύονται οι θεσμοί των κατακτηθεισών ή ιδρυθεισών πόλεων, όπως αυτοί προκύπτουν από τις επιγραφές εκάστης πόλεως. Στην προκειμένη περίπτωση ενδιαφέρει κυρίως η συνέχεια ή ασυνέχεια των ελληνικών θεσμών των πόλεων, αν δηλαδή αυτοί οι θεσμοί εξακολούθησαν ή όχι να υφίστανται μετά την ένταξη των πόλεων στο βασίλειο της Βιθυνίας και γενικότερα, αν και κατά πόσο οι υπό εξέταση πόλεις διατήρησαν τον ελληνικό τους χαρακτήρα μετά την κατάκτηση. Επειδή από το χρονικό διάστημα της υπαγωγής των πόλεων στο βασίλειο της Βιθυνίας σχεδόν δεν σώζονται επιγραφές (με εξαίρεση την Κίο και την Προύσα), συμπεριελήφθησαν επιγραφικές μαρτυρίες από την εποχή πριν την ένταξη των πόλεων στο βασίλειο της Βιθυνίας, για όσες 4

25 πόλεις σώζονται επιγραφές, ελάχιστες επιγραφές από το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι πόλεις ανήκαν στο βασίλειο και κυρίως επιγραφές μετά το τέλος του βασιλείου, δηλαδή Αυτοκρατορικής εποχής, οι οποίες είναι οι περισσότερες. Από το ζητούμενο της εξέτασης, όπως αυτό ορίστηκε αμέσως προηγουμένως, γίνεται αντιληπτό ότι τα χρονικά όρια του θέματος, τα οποία στο πρώτο μέρος της εργασίας συμπίπτουν με τη διάρκεια βασιλείας του Προυσία Α (περ π.χ.), εκ των πραγμάτων διευρύνονται στο δεύτερο μέρος, όπου εξετάζεται η διαχρονική κατάσταση στο εσωτερικό αυτών των πόλεων. Έτσι οι επιγραφικές μαρτυρίες, οι οποίες αξιοποιούνται σε αυτό το μέρος, καλύπτουν το χρονικό διάστημα από τον 5 ο αι. π.χ. έως και τον 3 ο αι. μ.χ., πριν όμως τις μεταρρυθμίσεις του Διοκλητιανού (284 μ.χ- 305 μ.χ.). 16 Eπισκόπηση της σύγχρονης έρευνας Η εξωτερική πολιτική του Προυσία Α έχει επανειλημμένως απασχολήσει την έρευνα είτε σε μελέτες σχετικές με το βασίλειο της Βιθυνίας 17 είτε σε μία περίπτωση αυτοτελώς. 18 Περιστασιακές αναφορές σε 16 Εξαιρείται μία μόνον επιτύμβια επιγραφή 4 ου αι. μ.χ. από την Κίο, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως επιπρόσθετη μαρτυρία για τον ίδιο θεσμό. 17 Ed. Meyer, Bithynia, B. F. Harris, Bithynia: Roman Sovereignty and the Survival of Hellenism, ANRW II 7.2 (1980), C. Marek, Stadt, Ära und Territorium, C. Marek, Pontus et Bithynia. Die römischen Provinzen im Norden Kleinasiens, Mainz am Rhein 2003, Στις προαναφερθείσες μελέτες συμπεριλαμβάνεται η παρουσίαση της εξωτερικής πολιτικής του Προυσία Α άλλοτε πιο αναλυτικά και άλλοτε πιο συνοπτικά. Στην παρούσα εργασία δεν συμπεριλήφθηκε η πρώτη μονογραφία για το βασίλειο της Βιθυνίας G. Vitucci, Il Regno di Bitinia, Roma 1953, διότι πραγματεύεται αποκλειστικά την εξωτερική πολιτική των Βιθυνών βασιλέων, για την οποία άλλωστε ανεβρέθηκε πολύ νεότερη βιβλιογραφία, με αποτέλεσμα η βιβλιογραφική κάλυψη της εξωτερικής πολιτικής του Προυσία Α να είναι επαρκής. Επιπλέον σε αυτή τη μονογραφία συμπεριλαμβάνονται σχεδόν αποκλειστικά γραμματειακές πηγές, ενώ οι ελάχιστες επιγραφικές ή νομισματικές μαρτυρίες, οι οποίες αξιοποιούνται, δεν επιτρέπουν τον σχηματισμό εικόνας σχετικά με τη διοικητική οργάνωση του βασιλείου γενικά ή των πόλεων ειδικότερα: T. Frankfort, Latomus 15 (1956), = βιβλιοκρισία του βιβλίου G. Vitucci, Il Regno di Bitinia, Roma Επομένως η 5

26 γεγονότα της εξωτερικής πολιτικής του Προυσία γίνονται επίσης σε γενικές μελέτες για την Ελληνιστική εποχή, διότι ο Προυσίας συμμετείχε σε γεγονότα της ελληνικής ιστορίας 19 ή στην ειδική βιβλιογραφία για τα βασίλεια με τα οποία ο Προυσίας είχε σχέσεις. 20 Γι αυτόν τον λόγο στα πλαίσια της παρούσης εργασίας θεωρήθηκε αρκετή μία ανασύνθεση της εξωτερικής πολιτικής του Προυσία Α με βάση θεματικά κριτήρια, η οποία δεν ακολουθεί απαραιτήτως τη χρονική ακολουθία των γεγονότων, διότι κατ αυτόν τον τρόπο αναδεικνύονται οι σχέσεις αυτού του βασιλέως με τις ελληνικές πόλεις της Βιθυνίας. Δεν έχει μελετηθεί έως τώρα συστηματικά και συνολικά για κατακτηθείσες ή νεοϊδρυθείσες από τον Προυσία Α πόλεις η εσωτερική κατάστασή τους για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο αυτές ανήκαν στο βασίλειο της Βιθυνίας. Στην ειδική βιβλιογραφία, η οποία αξιοποιήθηκε σε αυτή την εργασία, αναφέρονται συχνά θεσμοί των υπό εξέταση πόλεων. 21 Ωστόσο, επειδή απουσιάζουν, σχεδόν παντελώς, επιγραφές από την εποχή της ένταξης των πόλεων στο βιθυνικό βασίλειο, δεν επιχειρείται στην έρευνα μία συγκριτική εξέταση της κατάστασης πριν και μετά την κατάκτησή τους από τον Προυσία Α. Αναφορά σε θεσμούς γίνεται επίσης και στις ιστορικές εισαγωγές της έκδοσης των επιγραφών των πόλεων της χρήση της συγκεκριμένης μονογραφίας στην παρούσα εργασία, και ειδικότερα στο κεφάλαιο ΙΙΙ, θα ήταν εντελώς ανώφελη. 18 C. Habicht, Prusias (1), O Habicht παρουσιάζει διεξοδικά το σύνολο της εξωτερικής πολιτικής αυτού του βασιλέως συμπεριλαμβανομένων όλων των σχετικών πρωτογενών πηγών και της μέχρι τότε βιβλιογραφίας. 19 Παραδείγματος χάριν E. Will, Histoire politique du Monde hellénistique ( av. J.-C.). Des Avènements d Antiochos III et de Philippe V à la Fin des Lagides, II, Nancy , 45-46, , C. Habicht, The Seleucids and their rivals, στο CAH VIII 2 (1989), Παραδείγματος χάριν F. W. Walbank, Philip V of Macedon, Cambridge 1940 (ανατ. 1967), , , E. V. Hansen, The Attalids of Pergamon, Ithaca New York , 38-45, 46-50, Χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό η μελέτη του H. L. Fernoux, Notables et élites, ο οποίος εξετάζοντας τις ανώτερες κοινωνικές ομάδες (αριστοκράτες) των πόλεων της Βιθυνίας κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή εποχή ασχολείται διεξοδικά με τους θεσμούς (ελληνικούς και ρωμαϊκούς) και τον δημόσιο βίο των πόλεων του βασιλείου και στη συνέχεια της επαρχίας Βιθυνίας. 6

27 Μ. Ασίας (IGSK) για τις εξεταζόμενες πόλεις. 22 Ωστόσο εκεί οι θεσμοί ταξινομούνται σε δύο κύριες περιόδους, την προρωμαϊκή και τη ρωμαϊκή, και είναι βεβαίως τόσο ελληνικοί όσο και ρωμαϊκοί. Συνέπεια αυτής της ταξινόμησης είναι ότι δεν γίνεται αναφορά στην κατάσταση στο εσωτερικό των πόλεων μετά την κατάκτησή τους από τον Προυσία Α, αλλά μόνον μετά τη δημιουργία της επαρχίας Βιθυνίας. Ακριβώς επειδή σε αυτή την εργασία η καθοριστική τομή στην ιστορία των πόλεων είναι η υπαγωγή τους στο βιθυνικό βασίλειο, και όχι η ρωμαϊκή κατάκτηση, όπως στις περισσότερες μελέτες, εξετάζεται συγκριτικά η εσωτερική τους κατάσταση κατά την εποχή πριν και μετά την κατάκτηση από τον Προυσία, όπου βέβαια το επιτρέπουν οι πηγές. Επιπλέον σε ειδικά άρθρα, τα οποία επίσης αξιοποιήθηκαν, αναφέρονται αποκλειστικά μεμονωμένοι θεσμοί συγκεκριμένων πόλεων. 23 Μόνον σε μία μελέτη του ο Marek, αναφερόμενος σε όλες τις κατακτηθείσες, επανιδρυθείσες και νεοϊδρυθείσες πόλεις του βασιλείου, αναφέρει ότι οι Βιθυνοί βασιλείς δεν αρκέστηκαν στην ενίσχυση του πληθυσμού των παλαιών πόλεων ή στην εγκατάσταση νέων κατοίκων στις νέες ιδρύσεις και στην απόδοση δυναστικών ονομάτων σε αυτές, αλλά ανέπτυξαν πόλεις ελληνικού τύπου με βουλή, εκκλησία, οργάνωση των πολιτών σε φυλές, άρχοντες και άλλους αξιωματούχους. Ωστόσο η ύπαρξη και λειτουργία ελληνικών θεσμών κατά τον χρόνο υπαγωγής των πόλεων στο βασίλειο δεν τεκμηριώνεται από τον Marek. 24 Επειδή παρατηρείται αυτό κενό τόσο στις πρωτογενείς πηγές όσο και στην έρευνα, η παρούσα μελέτη επιδιώκει μέσω της αναλυτικής και 22 Βλ. I. Kios, σελ I. Prusias ad Hypium, σελ I. Klaudiu Polis, σελ (για το Βιθύνιο). I. Apameia und Pylai, σελ. 19. Ι. Prusa ad Olympum ΙΙ, σελ Ενδεικτικά αναφέρονται το άρθρο του C. Marek, Die Phylen von Klaudiupolis, die Geschichte der Stadt und die Topographie Ostbithyniens, MH 59 (2002), 31-50, σχετικά με τις φυλές και τη στρατηγία στο Βιθύνιο, και το άρθρο του M. Adak, Zwei neue Archontenlisten aus Prusias ad Hypium, Chiron 37 (2007), 1-10, για τους άρχοντες της Κιέρου Προυσιάδος. 24 C. Marek, Pontus et Bithynia, 35. 7

28 συγκριτικής εξέτασης των πρωτογενών πηγών να παρακολουθήσει τη συνέχεια ή ασυνέχεια των ελληνικών θεσμών των πόλεων μετά την ένταξή τους στο βασίλειο της Βιθυνίας. Πηγές Η εξέταση του θέματος βασίζεται στις γραμματειακές πηγές και κυρίως στις επιγραφές, οι οποίες είναι στην πλειονότητά τους ελληνικές και ελάχιστες λατινικές. Οι γραμματειακές πηγές αξιοποιούνται κατά κύριο λόγο στο πρώτο μέρος της εργασίας, αλλά μόνον στον βαθμό που αφορούν τις σχέσεις του Προυσία Α με τις ελληνικές πόλεις της Βιθυνίας και όχι για το σύνολο της εξωτερικής πολιτικής του. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση χωρία των γραμματειακών πηγών παρατίθενται για να διευκρινιστούν τυχόν ασαφή στη βιβλιογραφία ζητήματα. Οι επιγραφές εξετάζονται ως επί το πλείστον σχετικά με την εσωτερική κατάσταση και τους θεσμούς των πόλεων επί βασιλείου Βιθυνίας. Επιπλέον σε μία μόνον περίπτωση συνεκτιμήθηκαν δύο νομίσματα Αυτοκρατορικών χρόνων από την Προύσα ως επιπρόσθετο επιχείρημα σχετικά με την ίδρυση της πόλης. Διάρθρωση της εργασίας Η διάρθρωση του περιεχομένου υπαγορεύτηκε από το υπό εξέταση θέμα. Προτάσσεται βεβαίως η «Εισαγωγή» (Ι), και ακολουθεί ως γενικότερο το κεφάλαιο με τα ιστορικά γεγονότα «Προυσίας Α : Εξωτερική πολιτική και ελληνικές πόλεις» (ΙΙ). Έπεται ως πιο ειδικό το κεφάλαιο «Οι ελληνικές πόλεις εντός του βασιλείου της Βιθυνίας» (ΙΙΙ). Tο τελευταίο κεφάλαιο επιγράφεται «Ανακεφαλαίωση και συμπεράσματα» (IV). Ήδη αναφέρθηκε ότι στο κεφάλαιο ΙΙ η παρουσίαση των ιστορικών γεγονότων γίνεται με βάση θεματικά κριτήρια. Στο κεφάλαιο ΙΙΙ 8

29 ακολουθείται η εξής διάρθρωση: Κάθε πόλη εξετάζεται χωριστά, διότι οι επιγραφές καθεμίας από αυτές παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες και απαιτούν διαφορετική μέθοδο εξέτασης. Η διάρθρωση αυτού του κεφαλαίου εξηγείται αναλυτικά στην αντίστοιχη εισαγωγή (σελ ), διότι εδώ είναι ανώφελη μία αναλυτική περιγραφή της διάρθρωσής του δεδομένου ότι παρεμβάλλεται το κεφάλαιο ΙΙ. 9

30 II. ΠΡΟΥΣΙΑΣ Α : ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ Οι σχέσεις του Προυσία Α με τις ελληνικές πόλεις της Βιθυνίας ανήκουν στην εξωτερική πολιτική αυτού του βασιλέως. Η ιστορική εξήγηση και κατανόηση αυτών των σχέσεων είναι πληρέστερη, εάν αυτές οι σχέσεις ενταχθούν στο γενικότερο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής αυτού του βασιλέως. Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο παρουσιάζονται σε αυτό το μέρος της εργασίας τα κύρια γεγονότα της εξωτερικής πολιτικής του Προυσία Α και μαζί με αυτά η γενικότερη και ειδικότερη πολιτική του προς τις ελληνικές πόλεις. 1. Γαλάτες Ελληνικές πόλεις Ελλησπόντου Κατά τα πρώτα έτη της βασιλείας του, και με βεβαιότητα πριν το 220 π.χ., ο Προυσίας πέτυχε μία σημαντική νίκη προς ανάμνηση της οποίας καθιέρωσε την εορτή των Σωτηρίων στη Νικομήδεια. 1 Οι αντίπαλοί του σε αυτή τη σύγκρουση δεν είναι γνωστοί με βεβαιότητα, ωστόσο επειδή οι εορτές με την ονομασία Σωτήρια συνδέονταν με την απώθηση των Γαλατών, ίσως πρόκειται για τα γαλατικά φύλα των Τεκτοσάγων και των Τολιστοαγίων, με τα οποία ο Προυσίας συγκρούστηκε την ίδια περίπου εποχή. 2 Αιτία της σύγκρουσης ήταν η δολοφονία του πατέρα του Ζιαήλα 1 Η χρονολόγηση πριν το 220 π.χ. προκύπτει από την πληροφορία του Πολυβίου (IV 49, 3) ότι τα Σωτήρια είχαν ήδη καθιερωθεί πριν τον πόλεμο μεταξύ Προυσία και Βυζαντίου, ο οποίος χρονολογείται περίπου αυτό το έτος. Για τη χρονολόγηση του πολέμου περί το 220 π.χ. βλ. κατωτέρω σελ. 13 με σημ. 18. Για την εορτή των Σωτηρίων δεν είναι γνωστή καμία πληροφορία πλην εκείνης την οποία παραδίδει ο Πολύβιος και η οποία σχετίζεται με τον πόλεμο μεταξύ Προυσία και Βυζαντίου (βλ. επόμενη ενότητα). Βλ. για τα Σωτήρια F. Pfister, Soteria (14), RE III A1 (1927), M. Holleaux, Études d Epigraphie et d Histoire grecques II, Paris 1968, 62, σημ. 4. Ίσως κάποια σκηνή σχετική με τα Σωτήρια απεικονίζεται στον οπισθότυπο νομίσματος του Προυσία Α : T. Reinach, Trois Royaumes de l Asie Mineure. Cappadoce Bithynie Pont, Paris 1888, C. Habicht, Prusias (1), Οι Τεκτόσαγες και οι Τολιστοάγιοι ήταν δύο από τα τρία γαλατικά φύλα τα οποία είχαν εγκατασταθεί στην κεντρική Μ. Ασία. Βλ. γι αυτά τα φύλα 10

31 από τους αρχηγούς αυτών των γαλατικών φύλων κατά τη διάρκεια ενός συμποσίου. 3 Η ονομασία που δόθηκε σε αυτή την εορτή δήλωνε τη σωτηρία της δυναστείας από τον κίνδυνο των Γαλατών. 4 Περί το 216 π.χ. ο Προυσίας συγκρούστηκε με ένα ακόμη γαλατικό φύλο, τους Αιγόσαγες, τους οποίους εξόντωσε σχεδόν ολοκληρωτικά. 5 Την επιτυχία του Προυσία περιγράφει ο Πολύβιος, ο οποίος την χαρακτηρίζει ως ἀξία μνήμης. 6 Οι Αιγόσαγες είχαν διαπεραιωθεί στη Μ. Ασία το 218 π.χ. μετά από πρόσκληση του Αττάλου Α (περ π.χ.), 7 ο οποίος τους χρησιμοποίησε ως μισθοφόρους εναντίον του Αχαιού. 8 Μετά από σύντομο χρονικό διάστημα στην υπηρεσία του Αττάλου και επειδή δεν του προσέφεραν τις επιθυμητές υπηρεσίες στη σύγκρουση με τον Αχαιό, 9 ο Άτταλος, για να απαλλαγεί από τους Αιγόσαγες, τους εγκατέστησε στις αντιστοίχως W. Ruge, Tektosagen, RE V A1 (1934), F. Stähelin, Tolistobogioi (Tolistoagioi), RE VI A2 (1937), Βλ. γενικά για τους Γαλάτες της Μ. Ασίας F. Stähelin, Geschichte der Kleinasiatischen Galater, Leipzig C. Habicht, Prusias (1), Ο Ζιαήλας ζήτησε και έλαβε τη βοήθεια αυτών των δύο γαλατικών φύλων στην προσπάθειά του να διεκδικήσει τον θρόνο του βιθυνικού βασιλείου από τους ετεροθαλείς αδελφούς του. Χάρη στη βοήθεια τους κατόρθωσε τελικά να γίνει βασιλεύς της Βιθυνίας. Ωστόσο οι ίδιοι Γαλάτες αργότερα τον δολοφόνησαν: C. Habicht, Ziaelas, RE X A (1972), , H. L. Fernoux, Notables et élites, Οι Αιγόσαγες πιθανότατα προέρχονταν από το γαλατικό βασίλειο της Τύλεως, το οποίο είχε ιδρυθεί από τον Κομμοντόριο στη Θράκη (περί το 278 π.χ.). Το φύλο αυτό αναφέρεται μόνον από τον Πολύβιο και σε σχέση με τον Άτταλο Α και τον Προυσία Α. Μετά την εξόντωσή τους από τον τελευταίο οι Αιγόσαγες δεν αναφέρονται σε κάποια άλλη πηγή. Βλ. για τους Αιγόσαγες G. Hirschfeld, Aigosagen, RE I 1 (1893), 977. F. W. Walbank, Historical Commentary, I, 603, σχόλια στο χωρίο Πολύβ. V 77, 2. Για το γαλατικό βασίλειο της Τύλεως βλ. K. Strobel, Celts (III.A), NP 3 (2003), Πολύβ. V 111, Βλ. αναλυτικά για τον Άτταλο Α E. V. Hansen, Attalids, Ο Αχαιός είχε αποσχιστεί από το βασίλειο των Σελευκιδών και ανακηρυχθεί βασιλεύς σε όλη τη Μ. Ασία δυτικώς του όρους Ταύρος (221/0 π.χ.-213 π.χ.). Βλ. για τον Αχαιό Α. Mehl, Achaios [4], DNP 1 (1996), 70 και για τη σύγκρουσή του με τον Άτταλο E. V. Hansen, Attalids, Για τη συμμετοχή των Αιγοσάγων ως μισθοφόρων στην εκστρατεία του Αττάλου βλ. F. Stähelin, Kleinasiatische Galater, M. Launey, Recherches sur les Armées hellénistiques, I, Paris 1949, E. V. Hansen, Attalids, Αυτή η εκστρατεία πραγματοποιήθηκε το 218 π.χ. στην περιοχή της Αιολίδος και κατά τη διάρκειά της ο Άτταλος ανέκτησε όσες πόλεις είχαν προσχωρήσει προηγουμένως στον Αχαιό από φόβο: E. V. Hansen, αυτ

32 ακτές της ασιατικής πλευράς του Ελλησπόντου, εκεί όπου είχαν φτάσει, όταν διέβησαν τον Ελλήσποντο από την Ευρώπη. Εκεί οι Αιγόσαγες λεηλατούσαν τις ελληνικές πόλεις της περιοχής, εκ των οποίων ιδιαίτερα προβλήματα αντιμετώπισε το Ίλιον, το οποίο πολιορκήθηκε επίμονα και σώθηκε μόνον χάρη στη στρατιωτική βοήθεια της Αλεξάνδρειας Τρωάδος. 10 Οι Αιγόσαγες, εκδιώχθηκαν μεν από την περιοχή της Τρωάδος, εγκαταστάθηκαν όμως κοντά στην Άβυδο και κατέλαβαν την Αρίσβη, η οποία ανήκε στη χώρα της. 11 Παράλληλα διενεργούσαν επιδρομές εναντίον των πλησιόχωρων ελληνικών πόλεων. 12 Τις πόλεις της ασιατικής πλευράς του Ελλησπόντου απήλλαξε οριστικά από τον φόβο και τον κίνδυνο των Γαλατών ο Προυσίας. 13 Κίνητρο του ήταν ο φόβος ότι οι Αιγόσαγες ίσως συνέχιζαν τις επιδρομές και στα σύνορα του βασιλείου του. Σε μία αιματηρή μάχη εξουδετέρωσε όλους τους άρρενες Αιγόσαγες και στη συνέχεια κατέσφαξε τις γυναίκες και τα τέκνα τους, ενώ επέτρεψε στον στρατό του να λεηλατήσει τα άρματά τους. 14 Η νίκη του Προυσία επί των Αιγοσάγων είναι ένα από τα πρώτα γεγονότα τα οποία συνδέουν αυτόν τον βασιλέα με τις ελληνικές πόλεις της βορειοδυτικής Μ. Ασίας. Αυτές οι πόλεις έκειντο βεβαίως εκτός του βασιλείου της Βιθυνίας, αλλά είναι σημαντικό το γεγονός ότι ο Προυσίας κέρδισε την εύνοιά τους ως σωτήρας τους. Η επιτυχία του Προυσία είχε για τον ίδιο τα ακόλουθα αποτελέσματα: α) Αυξήθηκε σημαντικά το κύρος του μεταξύ των ελληνικών πόλεων της βορειοδυτικής Μ. Ασίας, απέκτησε μεγάλη φήμη και απέσπασε την ευγνωμοσύνη αυτών των πόλεων, την 10 Πολύβ. V 111, 2-4. Βλ. και E. V. Hansen, Attalids, Πολύβ. V 111, Πολύβ. V 111, 5. Ο Πολύβιος δεν κατονομάζει άλλες πόλεις πλην των προαναφερθεισών, αλλά καθιστά σαφές ότι οι Αιγόσαγες δημιουργούσαν πρόβλημα στο σύνολο των πόλεων της περιοχής. 13 Πολύβ. V 111, Πολύβ. V 111, 6. Για τις επιδρομές των Αιγοσάγων και την τελική εξουδετέρωσή τους από τον Προυσία βλ. και F. Stähelin, Kleinasiatische Galater, M. Launey, Armées Hellénistiques, 510. C. Habicht, Prusias (1), E.V. Hansen, Attalids,

33 οποία έως τότε είχε ο Άτταλος Α 15 και β) μετά από αυτή την επιτυχία και τη συνακόλουθη θετική εικόνα των πόλεων για τον Προυσία, δημιουργήθηκε στον τελευταίο η επιθυμία να επεκτείνει τα όρια του βασιλείου του και να συμπεριλάβει σε αυτό ελληνικές πόλεις, επιθυμία η οποία ενισχύθηκε από την ανικανότητα του Αττάλου και του Αχαιού να θέσουν υπό την εξουσία τους τις ελληνικές πόλεις της περιοχής. 16 Αυτή η πρόθεση του Προυσία αναλύεται αμέσως παρακάτω Ρόδος Βυζάντιο Μεταξύ των δύο προαναφερθεισών επιτυχιών του Προυσία εναντίον των γαλατικών φύλων μεσολάβησε ο πόλεμος των Ροδίων κατά του Βυζαντίου (περί το 220 π.χ.), στον οποίο ο Προυσίας έλαβε μέρος ως σύμμαχος των πρώτων. 18 Ο Προυσίας συμμετείχε στον πόλεμο για τους εξής λόγους: α) Επειδή οι Βυζάντιοι, ενώ είχαν αποφασίσει να ανεγείρουν 15 C. Habicht, Prusias (1), Ο Άτταλος Α είχε στενές σχέσεις με τις ελληνικές πόλεις της ασιατικής πλευράς του Ελλησπόντου. Ωστόσο, όταν εγκατέστησε στην περιοχή τους τούς Αιγόσαγες, δεν τις προστάτευσε από τις επιδρομές τους, διότι ήταν απασχολημένος με τον πόλεμο εναντίον του Αχαιού. Βλ. σχετικώς F. Stähelin, Kleinasiatische Galater, 36. C. Habicht, Prusias (1), E. V. Hansen, Attalids, 43. Πρβλ. τις γενικές διατυπώσεις του C. Michels, Kulturtransfer, σχετικά με τη σημασία, την οποία απέδιδαν οι ελληνικές πόλεις στην απώθηση των Γαλατών από διάφορες δυνάμεις της Ελληνιστικής εποχής, καθώς και το κύρος και τις τιμές που απολάμβαναν από αυτές τις πόλεις οι νικητές ως σωτήρες τους. 16 C. Habicht, Prusias (1), 1092, Κυρίως ΙΙ.4 και εξής. 18 Βλ. για τη χρονολόγηση του πολέμου C. Habicht, Prusias (1), F. W. Walbank, A Historical Commentary on Polybius, I, Oxford 1957, 504, σχόλια στο χωρίο Πολύβ. IV 52, 4. Ο πόλεμος άρχισε, όταν οι Βυζάντιοι, πιεζόμενοι από τους φόρους, τους οποίους κατέβαλλαν στους Γαλάτες του βασιλείου της Τύλεως, για να αποφύγουν τις επιδρομές τους, ζήτησαν βοήθεια από διάφορες ελληνικές πόλεις. Αφού δεν έλαβαν θετική απάντηση, αποφάσισαν να επιβάλουν φόρο σε όλα τα εμπορικά πλοία, τα οποία διέρχονταν τον Βόσπορο. Αυτό το μέτρο έπληττε διάφορες ναυτικές πόλεις που διεξήγαγαν εμπόριο στον Εύξεινο Πόντο, οι οποίες διαμαρτυρήθηκαν στη μεγάλη ναυτική και εμπορική δύναμη της εποχής, τη Ρόδο. Οι Ρόδιοι, των οποίων τα συμφέροντα θίγονταν άμεσα από την πληρωμή του φόρου, έστειλαν πρεσβευτές στο Βυζάντιο ζητώντας την κατάργηση του. Όμως οι Βυζάντιοι ήταν αμετάπειστοι και έτσι οι Ρόδιοι αποφάσισαν να τους κηρύξουν τον πόλεμο: R. M. Berthold, Rhodes in the Hellenistic Age, Ithaca London 1984,

34 προς τιμήν του ανδριάντες, τελικά ανέβαλαν την πραγματοποίηση της απόφασης, την οποία λησμόνησαν εντελώς, β) διότι η πόλη τους είχε στείλει αντιπροσώπους στους αγώνες τους οποίους διοργάνωσε ο Άτταλος Α προς τιμήν της θεάς Αθηνάς, αγνόησε όμως παντελώς τη δική του εορτή, τα Σωτήρια και γ) ο Προυσίας ήταν δυσαρεστημένος με τους Βυζαντίους, διότι κατέβαλλαν διαρκώς προσπάθειες να σταματήσουν τη σύγκρουση μεταξύ Αχαιού και Αττάλου. Αυτό σήμαινε ότι μία πιθανή φιλία μεταξύ των δύο βασιλέων θα μπορούσε να είναι επικίνδυνη για τον ίδιο. 19 Έτσι, όταν οι Ρόδιοι του έστειλαν πρεσβευτές για να εξασφαλίσουν τη στρατιωτική του βοήθεια στον πόλεμο εναντίον των Βυζαντίων, ο Προυσίας προθύμως συμμάχησε μαζί τους. 20 Μεταξύ Προυσία και Ροδίων συνήφθη συμμαχία, την οποία παραδίδει ο Πολύβιος. Σύμφωνα με αυτή ο Προυσίας ανέλαβε τις χερσαίες επιχειρήσεις, ενώ οι Ρόδιοι τη διεξαγωγή του πολέμου στη θάλασσα. 21 Το Βυζάντιο με τη σειρά του προσπάθησε να εξασφαλίσει την υποστήριξη του Αχαιού και του Αττάλου Α, όμως ο μεν πρώτος εξουδετερώθηκε από τους Ροδίους με διπλωματικούς χειρισμούς, ο δε δεύτερος ήταν απρόθυμος να στηρίξει το Βυζάντιο λόγω της σύγκρουσής του με τον Αχαιό. 22 Ακολούθως οι Βυζάντιοι στράφηκαν στον Ζιποίτη, γιο του Νικομήδους Α από τη δεύτερη σύζυγό του και επομένως ετεροθαλή αδελφό του Ζιαήλα και θείο του Προυσία Α. Ο Ζιποίτης είχε και παλαιότερα εγείρει αξιώσεις επί του θρόνου της Βιθυνίας 19 Για τα αίτια της εχθρότητας του Προυσία Α προς το Βυζάντιο βλ. C. Habicht, Prusias (1), Σύμφωνα με τον E. Will, Histoire politique ΙΙ, 45-46, ο πραγματικός λόγος συμμετοχής του Προυσία στον εν λόγω πόλεμο ήταν η επιθυμία του να επεκτείνει το βασίλειο του εις βάρος του Βυζαντίου. 20 Οι Ρόδιοι απευθύνθηκαν στον Προυσία, διότι αυτός τους είχε βοηθήσει το 227 π.χ., όταν ένας μεγάλος σεισμός προκάλεσε σημαντικές καταστροφές στο νησί τους. Από τότε οι σχέσεις μεταξύ τους ήταν φιλικές: C. Habicht, Prusias (1), Για την υποστήριξη που προσέφερε ο Προυσίας στο νησί βλ. και J. Kobes, Kleine Könige. Untersuchungen zu den Lokaldynasten im hellenistischen Kleinasien ( v.chr.), St. Katharinen 1996, Πολύβ. IV 49, 4. Η συνθήκη χρονολογείται θέρος 220 π.χ.: H. Schmitt, Die Staatsverträge des Altertums ΙΙΙ: Die Verträge der griechisch-römischen Welt von 338 bis 200 v. Chr., München 1968, αρ C. Habicht, Prusias (1), E. Will, Histoire politique II, 46. R. M. Berthold, Rhodes,

35 και τώρα βρήκε την ευκαιρία να διεκδικήσει εκ νέου το βασίλειο. 23 Οι Βυζάντιοι ήλπιζαν ότι η παρουσία του Ζιποίτη θα δημιουργούσε αντιπερισπασμό και θα αποδυνάμωνε τον Προυσία, όμως αυτό δεν συνέβη, διότι ο Ζιποίτης πέθανε κατά τη μετάβασή του από τη Μακεδονία, όπου βρισκόταν μέχρι τότε, στη Μ. Ασία. 24 Εν τω μεταξύ και ενώ οι Ρόδιοι συμμετείχαν ελάχιστα στη διεξαγωγή των πολεμικών επιχειρήσεων, ο Προυσίας είχε σημαντικές επιτυχίες κατά του Βυζαντίου. Κατέλαβε το ιερό του Διός Ουρίου στην ασιατική ακτή, ακριβώς απέναντι από το Βυζάντιο, το οποίο είχαν προσφάτως σφετεριστεί οι Βυζάντιοι λόγω της ευνοϊκής του θέσης. Επιπλέον, κατέλαβε κτήσεις του Βυζαντίου στην περιοχή της Μυσίας, οι οποίες ανήκαν στην πόλη επί μακρό χρονικό διάστημα. 25 Τα εδάφη τα οποία κατέλαβε ανήκαν στην περαία του Βυζαντίου, αλλά η ταύτισή τους δεν είναι εφικτή λόγω της ασαφούς αναφοράς του Πολυβίου σε αυτά (IV 52, 9, ἐκ τῆς Μυσίας χώρας τῆς ὑπὸ Βυζαντίους ταττομένης) αλλά και των περιορισμένων γνώσεων σχετικά με την ιστορική γεωγραφία της περιοχής. 26 Ο Προυσίας επιπλέον κατόρθωσε να εξασφαλίσει τη βοήθεια των Θρακών, οι οποίοι απέκλεισαν το Βυζάντιο από την ηπειρωτική πλευρά Ο Ζιποίτης ήταν ένα από τα ετεροθαλή αδέλφια του Ζιαήλα, τα οποία, σύμφωνα με τη διαθήκη του Νικομήδους Α, θα διαδέχονταν τον ίδιο στον θρόνο. Ο Ζιαήλας, ως πρωτότοκος γιος και νόμιμος διάδοχος του Νικομήδους Α, συγκρούστηκε μαζί τους, ανάγκασε τον Ζιποίτη να εγκαταλείψει το βασίλειο και να καταφύγει στη Μακεδονία: D. Magie, Roman Rule in Asia Minor to the End of the Third Century after Christ, Princeton 1950, σελ , σημ. 36 (στις σελ ). F. W. Walbank, Historical Commentary, Ι, , σχόλια στα χωρία Πολύβ. IV 50, 1 και IV 50, 9. Για τον Ζιποίτη βλ. αναλυτικά C. Habicht, Zipoites (3), RE X A (1972), Για τον Ζιαήλα και τη διεκδίκηση του βασιλείου από τους αδελφούς του βλ. και ανωτέρω σελ. 11, σημ C. Habicht, Prusias (1), C. Habicht, Prusias (1), Βλ. σχετικώς C. Habicht, Prusias (1), 1089, όπου και η αντίστοιχη βιβλιογραφία για την ακριβέστερη τοποθέτηση αυτών των εδαφών. Πρβλ. F. W. Walbank, Historical Commentary, Ι, 504, σχόλια στο χωρίο Πολύβ. IV 50, 4: Συχνά ως Μυσία χαρακτηριζόταν η περιοχή μεταξύ του Αστακηνού/Ολβιανού κόλπου και του Κιανού κόλπου, αλλά εδώ δεν είναι σαφές ποια περιοχή εννοεί ο Πολύβιος. 27 Αυτοί οι Θράκες δεν ανήκαν στο μόνιμο μισθοφορικό στράτευμα του Προυσία, αλλά όπως προκύπτει από τα συμφραζόμενα του Πολυβίου (IV 51, 8, τοὺς Θρᾷκας 15

36 Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι Βυζάντιοι να απομονωθούν εντελώς, ειδικά μετά τον θάνατο του Ζιποίτη, και να αναγκαστούν να ζητήσουν να λήξει ο πόλεμος με αξιοπρεπή για τους ίδιους τρόπο. 28 Συγχρόνως όμως εμφανίστηκε αιφνιδίως στην πόλη ο Καύαρος, ο βασιλεύς του γαλατικού βασιλείου της Τύλεως, 29 για να προσφέρει τη διαμεσολάβησή του στις διαπραγματεύσεις. Τελικώς υιοθετήθηκε η πρότασή του να γίνουν χωριστές συνθήκες ανάμεσα στους εμπόλεμους, τη Ρόδο και το Βυζάντιο αφενός, τον Προυσία και το Βυζάντιο αφετέρου. 30 Μεταξύ Προυσία και Βυζαντίου συνήφθη συνθήκη αιώνιας ειρήνης, φιλίας και αμοιβαίας μη επίθεσης. 31 Σύμφωνα με τους όρους της, ο Προυσίας υποχρεωνόταν να αποδώσει στους Βυζαντίους όλες τις περιοχές, τις οποίες είχε αφαιρέσει από την πόλη, τους δούλους και τους δουλοπαροίκους, οι οποίοι είχαν αιχμαλωτιστεί, χωρίς λύτρα, τα πλοία, τα οποία είχε κυριεύσει και τα όπλα, τα οποία είχε πάρει από τα οχυρά επιπλέον, τα οικοδομικά υλικά, τα οποία είχε αφαιρέσει από το ιερό του Διός Ουρίου, διότι ο Προυσίας κατεδάφισε όσα οχυρά ήταν χτισμένα σε καίρια θέση, ώστε να μην μπορεί να τα καταλάβει ο Ζιποίτης. Τέλος, στο κείμενο οριζόταν ότι ο Προυσίας αναλάμβανε την υποχρέωση να ζητήσει μισθωσάμενος), τους κατέβαλε ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό ως μισθό μόνον για τις υπηρεσίες τις οποίες του προσέφεραν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή: M. Launey, Armées hellénistiques, 378. Γενικά για τα μισθοφορικά στρατεύματα του βασιλείου της Βιθυνίας βλ. J. Kobes, Kleine Könige, C. Habicht, Prusias (1), Ο Καύαρος ήταν ο τελευταίος βασιλεύς αυτού του βασιλείου. Βλ. γι αυτόν U. Peter, Cavarus, NP 3 (2003), C. Habicht, Prusias (1), Η σύναψη της συνθήκης χρονολογείται πριν τον χειμώνα 220/19 π.χ., πιθανότατα το φθινόπωρο: F. W. Walbank, Historical Commentary, Ι, 506, σχόλια στο χωρίο Πολύβ. IV 52. H. Schmitt, Staatsverträge ΙΙΙ, αρ Ταυτόχρονα με τον Προυσία και η Ρόδος συνήψε συνθήκη με το Βυζάντιο, σύμφωνα με την οποία οι Βυζάντιοι δεν θα εισέπρατταν πλέον τον φόρο από όσους διέρχονταν τον Βόσπορο, ενώ οι Ρόδιοι με τους συμμάχους τους, αν τηρούνταν η δέσμευση των Βυζαντίων, θα εξακολουθούσαν να έχουν ειρήνη με τους Βυζαντίους. Αυτό σημαίνει ότι ο σκοπός για τον οποίο η Ρόδος είχε κηρύξει τον πόλεμο, η κατάργηση του φόρου, επιτεύχθηκε, στην ουσία χωρίς η ίδια να εμπλακεί σε αυτόν στρατιωτικά παρά μόνον διπλωματικά: R. M. Berthold, Rhodes,

37 από όσους Βιθυνούς είχαν κυριεύσει εδάφη της Μυσίας, η οποία ανήκε στους Βυζαντίους, να τα αποδώσουν στους Βυζάντιους γεωργούς. 32 Με την ανωτέρω συνθήκη αποκαταστάθηκε το εδαφικό καθεστώς, το οποίο ίσχυε πριν την έναρξη του πολέμου (status quo ante). 33 Είναι άγνωστο ποιες συνθήκες οδήγησαν τον Προυσία στην άνευ όρων παράδοση όλων των κατά τη διάρκεια του πολέμου κεκτημένων, δεδομένου ότι τη συγκεκριμένη στιγμή ήταν νικητής, ενώ το Βυζάντιο βρισκόταν σε δύσκολη θέση. Είναι πιθανόν ότι η αιφνίδια παρέμβαση του Καυάρου υπέρ του Βυζαντίου ανάγκασε τον Προυσία να συνθηκολογήσει αποδεχόμενος τους ανωτέρω όρους. Ίσως ο Καύαρος απείλησε τον Προυσία με μία διάβαση του λαού του στη Μ. Ασία. Ίσως ακόμη ο Προυσίας να απειλήθηκε αιφνιδίως στην ίδια την περιοχή κυριαρχίας του είτε από τον Αχαιό, τον οποίο ο Πολύβιος χαρακτηρίζει ως επικίνδυνο τόσο για τον Άτταλο όσο και για τον Προυσία, 34 είτε από τους Αιγόσαγες, οι οποίοι εκείνη την εποχή περίπου διαπεραιώθηκαν στη Μ. Ασία Το κείμενο της συνθήκης παραδίδει ο Πολύβιος IV 52, 6-10 (=H. Schmitt, Staatsverträge III, αρ. 516). 33 F. W. Walbank, Historical Commentary, Ι, 506, σχόλια στο χωρίο Πολύβ. IV 52. H. Schmitt, Staatsverträge ΙΙΙ, αρ Πολύβ. V 77, Τις ανωτέρω υποθέσεις σχετικά με τη συνθηκολόγηση του Προυσία διατυπώνει ο C. Habicht, Prusias (1), Μία άλλη εκδοχή διατυπώνει ο D. Magie, Roman Rule, 313, σύμφωνα με την οποία ο Προυσίας υποχρεώθηκε να συνθηκολογήσει, όταν οι Ρόδιοι συνήψαν χωριστή συνθήκη ειρήνης με το Βυζάντιο με αποτέλεσμα να απομονωθεί διπλωματικά ο Προυσίας και να μην είναι σε θέση να διεξάγει πλέον μόνος του πόλεμο. Ωστόσο η άποψη αυτή δεν ευσταθεί, διότι οι Ρόδιοι ήδη από την αρχή δεν είχαν προσφέρει αξιόλογη υποστήριξη στον Προυσία, ο οποίος στην ουσία πολεμούσε μόνος του κατά του Βυζαντίου. Με τον C. Habicht συμφωνεί και ο E. Will, Histoire politique ΙΙ, 46 για τον οποίο, ωστόσο, δεν ισχύει το επιχείρημα σχετικά με τον Αχαιό, αφού η Ρόδος εξασφάλισε την ουδετερότητά του και επομένως ο Αχαιός δεν θα μπορούσε να στραφεί κατά του συμμάχου της Προυσία. 17

38 3. Ατταλίδες Βασικό χαρακτηριστικό της εξωτερικής πολιτικής του Προυσία Α είναι η εχθρότητα προς του Ατταλίδες, με τους οποίους συγκρούστηκε δύο φορές κατά τη διάρκεια της βασιλείας του. Η πρώτη σύγκρουση έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του Α Μακεδονικού Πολέμου ( π.χ.) και εντάσσεται στο πλαίσιο της συμμαχίας του Προυσία με τον βασιλέα της Μακεδονίας Φίλιππο Ε ( π.χ.). 36 Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου ο Άτταλος Α, ο οποίος είχε συμμετάσχει στον αντιμακεδονικό συνασπισμό Ρωμαίων- Αιτωλών, είχε εκστρατεύσει στην Ελλάδα κατά του Φιλίππου. 37 Ο Προυσίας, ο οποίος, εκτός από σύμμαχος του Φιλίππου, συνδεόταν μαζί του και με συγγένεια εξ αγχιστείας, 38 τον υποστήριξε στρατιωτικά εναντίον του Αττάλου. 39 Είναι πολύ πιθανό ότι αρχικά είχε συμφωνηθεί ο Προυσίας να αποστείλει στρατιωτική δύναμη ως βοήθεια προς τον Φίλιππο. Αυτό το συμπέρασμα συνάγεται από το γεγονός ότι ο Φίλιππος θέρος 209 π.χ. ανέμενε στο Αίγιο μαζί με τα καρχηδονιακά και βιθυνικά πλοία από τον φίλο και σύμμαχό του Προυσία, τα οποία θα ενίσχυαν σημαντικά τον στόλο του. 40 Ωστόσο αυτή η ναυτική δύναμη δεν εστάλη ποτέ, διότι είναι γνωστό 36 Για τον Α Μακεδονικό Πόλεμο βλ. αναλυτικά F. W. Walbank, Philip V of Macedon, Cambridge 1940 (ανατ. 1967), E. Will, Histoire politique ΙΙ, N. G. L. Hammond - F. W. Walbank, A History of Macedonia III B.C., Oxford 1988, Η εκστρατεία του Αττάλου στην Ελλάδα χρονολογείται περί το 209 π.χ. Βλ. αναλυτικά E. V. Hansen, Attalids, Ο Πολύβιος (XV 22, 1-2) χαρακτηρίζει τον Προυσία κηδεστή του Φιλίππου. Ο όρος «κηδεστής» δηλώνει τη συγγένεια εξ αγχιστείας ή εξ επιγαμίας και πιο συγκεκριμένα αυτόν ο οποίος έχει νυμφευτεί την αδελφή κάποιου. Για τη σημασία της λέξης βλ. LSJ 9, λ. κηδεστής. Ίσως ο Προυσίας είχε νυμφευτεί κάποια αδελφή του Φιλίππου, αλλά αυτό δεν είναι βέβαιο. Έτσι ο C. Habicht, Prusias (1), 1087 και ο J. Seibert, Historische Beiträge zu den dynastischen Verbindungen in hellenistischer Zeit, Wiesbaden 1967, 42, σημ. 61, 116. Ο ίδιος ο Φίλιππος πάντως χαρακτηρίζει τον Προυσία φίλο και σύμμαχό του (Πολύβ. XVIII 5, 4). 39 C. Habicht, Prusias (1), F. W. Walbank, Philip V,

39 ότι ο Φίλιππος έλαβε τελικώς αντίστοιχη βοήθεια μόνον από τους Καρχηδονίους. 41 Η ουσιαστική συμβολή του Προυσία υπέρ του Φιλίππου στον πόλεμο ήταν η σύγκρουσή του με τον Άτταλο Α. Ο Φίλιππος επιθυμούσε να δημιουργήσει αντιπερισπασμό στον Άτταλο μέσω της επίθεσης του συμμάχου του Προυσία στο βασίλειο του Αττάλου, ώστε ο ίδιος να έχει ελεύθερο πεδίο δράσης στον ελληνικό χώρο. Αλλά και ο Προυσίας ανέμενε οφέλη από την επίθεση εναντίον του Αττάλου δεδομένων των επεκτατικών του τάσεων, οι οποίες έγιναν ήδη φανερές ανωτέρω και θα εκδηλωθούν σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό αργότερα. 42 Επιπλέον, εφόσον ο ίδιος δεν ήταν εχθρός των Ρωμαίων, είναι απίθανο ότι μία επίθεσή του εναντίον των Ατταλιδών θα είχε ως συνέπεια την παρέμβαση των Ρωμαίων εις βάρος του. Αυτό σημαίνει ότι θα μπορούσε να πραγματοποιήσει τα σχέδιά του χωρίς να τον εμποδίσει η Ρώμη. 43 Ο πόλεμος μεταξύ Προυσία και Αττάλου άρχισε το 208 π.χ. με την εισβολή του πρώτου στο βασίλειο του Περγάμου. Ο Άτταλος αιφνιδιάστηκε από αυτή την επίθεση και αναγκάστηκε να επιστρέψει εσπευσμένα στη Μ. Ασία αφήνοντας κατ αυτόν τον τρόπο ελεύθερο χώρο δράσης στον Φίλιππο. 44 Για την πορεία των επιχειρήσεων και τη διάρκεια του πολέμου τίποτα δεν είναι γνωστό. Ακόμη και οι ελάχιστες διαθέσιμες πληροφορίες είναι ασαφείς με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατό να συναχθεί κάποιο συμπέρασμα. 45 Ούτε η έκβαση του πολέμου παραδίδεται από κάποια πηγή. 41 F. W. Walbank, Philip V, 91. N. G. L. Hammond F. W. Walbank, Macedonia III, 404. Βλ. επίσης C. Habicht, Prusias (1), 1092, ο οποίος θεωρεί απίθανο ότι ο Προυσίας ήταν σε θέση να στείλει ναυτική δύναμη ικανή να συμμετάσχει στις θαλάσσιες επιχειρήσεις του Φιλίππου Ε κατά των Ρωμαίων με το επιχείρημα ότι λίγα χρόνια πριν, κατά τη διάρκεια του πολέμου με το Βυζάντιο, δεν διέθετε καθόλου στόλο. 42 Βλ. κατωτέρω ΙΙ.4 και εξής. 43 D. Magie, Roman Rule, 313. E. Will, Histoire politique ΙΙ, E. V. Hansen, Attalids, 49. F. W. Walbank, Philip V, C. Habicht, Prusias (1), E. V. Hansen, Attalids,

40 Για κατακτήσεις του Αττάλου κατά τη διάρκεια αυτής της σύγκρουσης, άποψη η οποία έχει διατυπωθεί στην έρευνα, δεν υπάρχουν αποδείξεις. 46 Ωστόσο είναι βέβαιο ότι η σύγκρουση μεταξύ των δύο βασιλείων είχε ήδη λήξει το 205 π.χ., διότι ο Προυσίας και ο Άτταλος αναφέρονται ως foederi adscripti, ο πρώτος από την πλευρά του Φιλίππου και ο δεύτερος από την πλευρά των Ρωμαίων, στη συνθήκη της Φοινίκης, 47 με την οποία έληξε ο Α Μακεδονικός Πόλεμος. 48 Δεδομένου ότι τόσο ο Προυσίας όσο και ο Άτταλος αναφέρονται ως foederi adscripti σε αυτή τη συνθήκη, πρέπει προηγουμένως να είχε συνομολογηθεί μία μεταξύ τους ειρήνη, με την οποία τέθηκε τέλος στη δική τους σύγκρουση. 49 Η χρονολογία αυτής της ειρήνης δεν είναι γνωστή, αλλά δεν είναι απαραίτητο να συμπίπτει με τη χρονολογία της ειρήνης της Φοινίκης. Οι δύο συνθήκες μπορούν είτε να είναι σύγχρονες είτε, το πιθανότερο, αυτή μεταξύ Προυσία και Αττάλου να είναι προγενέστερη της συνθήκης της Φοινίκης C. Habicht, Prusias (1), Βλ. και E. V. Hansen, Attalids, 50 με σημ. 109, η οποία αναφέρει μεν ότι το βασίλειο του Περγάμου επεκτάθηκε μεταξύ 207 και 205 π.χ., μετά την επιτυχημένη εκστρατεία του Αττάλου επί του Προυσία και ότι ο Άτταλος απέσπασε από τον Προυσία κάποια περιοχή κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, αλλά επισημαίνει ότι δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες που αποδεικνύουν τη νίκη του Αττάλου. 47 Με τον όρο foederi adscripti εννοούνται οι σύμμαχοι των δύο πλευρών, οι οποίοι συμπεριελήφθησαν επιπροσθέτως στη συνθήκη. Με την ιδιότητα του adscriptus εξασφάλιζαν την ακεραιότητα των εδαφών τους και απολάμβαναν την προστασία του συμμάχου τους. Επίσης οι δύο κύριοι υπογράφοντες τη συνθήκη (Φίλιππος Ε και Ρώμη), θα εκπροσωπούσαν τους συμμάχους τους στις διαπραγματεύσεις. Βλ. ορισμό του όρου M. Holleaux, Rome, la Grèce et les Monarchies hellénistiques au III e avant J.-C. ( ), Hildesheim New York, 1969, Με τη συνθήκη της Φοινίκης ρυθμίζονταν μόνον η σχέση και το εδαφικό καθεστώς μεταξύ των δύο κύριων συμβαλλομένων, της Ρώμης και του Φιλίππου Ε. Οι εχθρότητες ή φιλίες των μικρότερων δυνάμεων, οι οποίες συμπεριελήφθησαν στη συνθήκη ως σύμμαχοι των κύριων αντιπάλων, δεν επηρεάστηκαν από τις ρυθμίσεις αυτές. Έτσι ο R. M. Errington, Rome against Philip and Antiochus, στο CAH VIII 2 (1989), 244. Βλ. επίσης N. G. L. Hammond F. W. Walbank, Macedonia III, 409: Η συνθήκη αυτή δεν ρύθμιζε τη σχέση του Προυσία προς τον Άτταλο, ούτε κάποιας άλλης από τις μικρότερες δυνάμεις, προϋπέθετε όμως τη λήξη των εχθροπραξιών μεταξύ όλων των συμβαλλομένων, οι οποίοι σε διαφορετική περίπτωση δεν θα συμπεριλαμβάνονταν στη συνθήκη. Επομένως, το 205 π.χ. τέθηκε τέλος στις συγκρούσεις σε μία αρκετά ευρεία περιοχή. 49 C. Habicht, Prusias (1), E. V. Hansen, Attalids, C. Habicht, Prusias (1),

41 Αν και η ακριβής κατάληξη του πολέμου δεν είναι γνωστή, φαίνεται ότι ο Προυσίας δεν πέτυχε τον σκοπό του, να επεκτείνει δηλαδή το βασίλειό του εις βάρος του Αττάλου. Αποκόμισε όμως έμμεσα και μακροπρόθεσμα οφέλη, τη σταθερή φιλία και συμμαχία με τον Φίλιππο Ε, από την οποία επωφελήθηκε πολύ περισσότερο αργότερα. 51 Συνέπειες αυτού του πολέμου ήταν η παραδοσιακή εχθρότητα ανάμεσα στα βασίλεια των Ατταλιδών και της Βιθυνίας, καθώς και η εξαιτίας αυτής της εχθρότητας αρνητική στάση των Ρωμαίων απέναντι στον Προυσία. Κατά την παρούσα χρονική στιγμή πάντως φαίνεται ότι η συμμαχία με τον Φίλιππο υπερτερούσε των όποιων αρνητικών συνεπειών του πολέμου. 52 Περί το 188 π.χ. άρχισε και ο δεύτερος πόλεμος του Προυσία εναντίον του βασιλείου των Ατταλιδών, συγκεκριμένα εναντίον του Ευμένους Β ( /59 π.χ.), 53 ο οποίος προέκυψε ουσιαστικά από τις ρυθμίσεις της ειρήνης της Απάμειας, με την οποία έληξε ο Αντιοχικός Πόλεμος ( π.χ.). 54 Στον πόλεμο μεταξύ Προυσία και Ευμένους η Ρώμη δεν συμμετείχε η ίδια, ωστόσο διαδραμάτισε έναν σημαντικό ρόλο, ο οποίος παρουσιάζει ενδιαφέρον για την αξιολόγηση της εξωτερικής της πολιτικής κατά τις αρχές του 2 αι. π.χ. 55 Τα γεγονότα που προηγήθηκαν του πολέμου και οδήγησαν σε αυτόν είναι τα εξής: Περί το 190 π.χ. ο Προυσίας ήταν έτοιμος να ανταποκριθεί στις εκκλήσεις του Αντιόχου Γ (222/1-187π.Χ.) για συμμαχία εναντίον των Ρωμαίων, όταν οι Σκιπίωνες, L. Cornelius Scipio και P. Cornelius Scipio, Βλ. κατωτέρω II D. Magie, Roman Rule, Βλ. αναλυτικά για τον Ευμένη Β E. V. Hansen, Attalids, Βλ. για τον Αντιοχικό Πόλεμο R. M. Errington, Philip and Antiochus, E. Will, Histoire politique ΙΙ, C. Habicht, Über die Kriege zwischen Pergamon und Bithynien, Hermes 84 (1956), Πρόκειται για τους αδελφούς Σκιπίωνες, οι οποίοι εστάλησαν με στρατό από τη Ρώμη στη Μ. Ασία εναντίον του Αντιόχου Γ. Από τους δύο αδελφούς ο L. Cornelius Scipio ήταν ύπατος για το έτος 190 π.χ., και επομένως επικεφαλής του εκστρατευτικού σώματος, ενώ ο δεύτερος, ο P. Cornelius Scipio Africanus, απλώς τον συνόδευσε στην εκστρατεία ως legatus (πρεσβευτής). Πολύ σύντομα ο πρώτος από τους δύο αντικαταστάθηκε στην ηγεσία της 21

42 κατόρθωσαν τελικά να τον μεταπείσουν. Πριν ακόμη φτάσουν με τα ρωμαϊκά στρατεύματα στον Ελλήσποντο, οι Σκιπίωνες απέστειλαν επιστολή στον Προυσία, με την οποία τον διαβεβαίωναν ότι, αν παρέμενε ουδέτερος στον πόλεμο μεταξύ Ρώμης και Αντιόχου, θα διατηρούνταν η εδαφική ακεραιότητα του βασιλείου του, το οποίο είχε ήδη διευρυνθεί σημαντικά, 57 και του εγγυήθηκαν ότι δεν θα απωλέσει την εξουσία του. Αυτή η επιστολή έκανε τον Προυσία σκεπτικό απέναντι στο ενδεχόμενο μίας συμμαχίας με τον Αντίοχο. Λίγο αργότερα εστάλη στον Προυσία (πιθανότατα στην πρωτεύουσα Νικομήδεια) και ρωμαϊκή πρεσβεία με επικεφαλής τον Γάιο Λίβιο (C. Livius Salinator), ο οποίος διαπραγματεύτηκε μαζί του. Αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων ήταν ότι επισφραγίστηκε και προφορικά το περιεχόμενο της επιστολής. Με αυτή την πρεσβεία ο Προυσίας πείστηκε για τις δεσμεύσεις των Ρωμαίων, εγκατέλειψε οριστικά το ενδεχόμενο συμμαχίας με τον Αντίοχο και τήρησε στάση ουδετερότητας. 58 Με αυτή την πράξη ο Προυσίας, τον οποίον οι Ρωμαίοι αντιμετώπιζαν έως τώρα αρνητικά λόγω της εχθρότητάς του προς τους συμμάχους τους, τους Ατταλίδες, κατέστη amicus populi Romani. 59 Το γεγονός δε ότι οι Ρωμαίοι συνήψαν με τον Προυσία amicitia δηλώνει την αποδοχή και την αναγνώριση του Προυσία εκ μέρους της Ρώμης ως αντάλλαγμα για την αλλαγή της στάσης του. 60 εκστρατείας από τον Cn. Manlius Vulso (ύπατος το 189 π.χ.): R. M. Errington, Philip and Antiochus, 285, Για τα εδάφη τα οποία είχε προσαρτήσει ο Προυσίας ήδη πριν τον Αντιοχικό Πόλεμο βλ. κατωτέρω II.4 και εξής. Ένα από αυτά ήταν και η Φρυγία Επίκτητος, η οποία αναφέρεται αμέσως παρακάτω σε αυτή την ενότητα. 58 Για την επιστολή των Σκιπιώνων και τη ρωμαϊκή πρεσβεία προς τον Προυσία βλ. αναλυτικά C. Habicht, Kriege, 91. C. Habicht, Prusias (1), C. Habicht, Seleucids, C. Habicht, Kriege, E. Will, Histoire politique II, 286. C. Habicht, Seleucids, 325. Βλ. επίσης C. Habicht, Prusias (1), 1097, ο οποίος επισημαίνει ότι η amicitia μεταξύ Ρώμης και Προυσία δεν σήμαινε τίποτα περισσότερο από τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο πλευρών. Γενικά για τη σημασία των όρων amicitia και amicus populi Romani βλ. E. Badian, amicitia, NP 1 (2002), C. Habicht, Kriege, 91. C. Habicht, Seleucids,

43 Παρά τις ρητές εγγυήσεις και τις αμοιβαίες υποσχέσεις, στις οποίες ο Προυσίας παρέμεινε πιστός, η ρωμαϊκή σύγκλητος δεν φάνηκε συνεπής στις υποχρεώσεις της και το 188 π.χ. με την ειρήνη της Απάμειας αποφάσισε ότι ο Προυσίας έπρεπε να παραχωρήσει την περιοχή της Φρυγίας Επικτήτου 61 στον Ευμένη Β, τον βασιλέα του Περγάμου. Αυτή η παραχώρηση αποτελούσε στην ουσία αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες τις οποίες είχε προσφέρει ο τελευταίος στον πόλεμο κατά του Αντιόχου Γ. 62 Ο συγκεκριμένος όρος της συνθήκης ήταν αυτός ο οποίος προκάλεσε τον πόλεμο μεταξύ Προυσία και Ευμένους, διότι ο πρώτος αρνήθηκε να επιστρέψει την περιοχή στον δεύτερο. 63 Η έναρξη του πολέμου 61 Πρόκειται για ένα τμήμα της Φρυγίας, το οποίο ονομάστηκε Επίκτητος μετά την παραχώρησή της στον Ευμένη Β. Η Φρυγία χωριζόταν σε δύο τμήματα, τη Μεγάλη και την Ελλησποντιακή ή Μικρά Φρυγία. Ίσως αυτό το δεύτερο τμήμα της Φρυγίας ταυτιζόταν με την περιοχή, η οποία αργότερα ονομάστηκε από τους ίδιους τους Ατταλίδες Επίκτητος (Στράβ. ΧΙΙ 4, 3 (C 564)), χωρίς αυτό να είναι απολύτως βέβαιο. Η χρήση τριών διαφορετικών ονομάτων (Μικρά, Ελλησποντιακή και Επίκτητος) για την ίδια περιοχή δεν ήταν ταυτόχρονη, αλλά η κάθε ονομασία αντιστοιχούσε σε μία διαφορετική εποχή και πιθανότατα είχε κάποια συγκεκριμένη σημασία, η οποία συνδεόταν άμεσα με την ιστορία της κατά την παρούσα χρονική στιγμή. Ειδικότερα το προσωνύμιο «Επίκτητος» δόθηκε σε αυτό το τμήμα της Φρυγίας μετά την παραχώρησή της στον Ευμένη, για να δηλωθεί η προσφάτως αποκτηθείσα από τον ίδιο περιοχή. Η Φρυγία Επίκτητος περιελάμβανε τις πόλεις Αιζανοί, Νακολία, Κοτιάειο, Μιδάειο, Δορύλαιο και Κάδοι και συνόρευε στον Νότο με τη Μεγάλη Φρυγία: W. Ruge, Phrygia (Topographie), RE XX 1 (1941), Βλ. και E. V. Hansen, Attalids, 100, η οποία προσδιορίζει επακριβώς τα σύνορα της Φρυγίας Επικτήτου: Το βόρειο σύνορό της εκτεινόταν ανατολικά του όρους Όλυμπος, το οποίο βρισκόταν στη Μυσία, κατά μήκος του μέσου Σαγγαρίου μέχρι τα σύνορα με τη Γαλατία. Για τις διάφορες εκδοχές που έχουν διατυπωθεί σχετικά με την ακριβή τοποθέτηση της Φρυγίας Επικτήτου βλ. C. Habicht, Kriege, D. Magie, Roman Rule, 314. E. Will, Histoire politique ΙΙ, Η Φρυγία Επίκτητος ανήκε στο βασίλειο του Περγάμου επί Αττάλου Α (περ π.χ.). Η χρονική στιγμή κατά την οποία η περιοχή περιήλθε στον Προυσία Α δεν είναι γνωστή με ακρίβεια. Σχετικά με το αυτό το ζήτημα τρεις εκδοχές θεωρούνται πιθανότερες. Πρώτον, η περιοχή κατακτήθηκε από τον Προυσία κατά τη σύγκρουσή του με τον Άτταλο Α (περ π.χ.). Δεύτερον, ότι αυτό πιθανότατα συνέβη με τον θάνατο του τελευταίου και την ανάρρηση στον θρόνο του Ευμένους Β, όταν λόγω της αστάθειας που επικρατούσε στο βασίλειο του Περγάμου, ο Προυσίας βρήκε την ευκαιρία να επεκταθεί εις βάρος των Ατταλιδών. Τρίτον, ότι ο Προυσίας την προσάρτησε κατά τη διάρκεια του Β Μακεδονικού Πολέμου ( π.χ.), στον οποίο ο ίδιος έμεινε ουδέτερος και επιτέθηκε εκ νέου στους Ατταλίδες. Σε κάθε περίπτωση κατά την έναρξη του Αντιοχικού Πολέμου (192 π.χ.) η Φρυγία Επίκτητος αποτελούσε το νότιο σύνορο του βιθυνικού βασιλείου και περιελάμβανε τις έξι πόλεις οι οποίες αναφέρθηκαν προηγουμένως στη σημ. 61. Γι αυτές τις εκδοχές βλ. κυρίως C. Habicht, Kriege, Επίσης C. Habicht, Prusias (1), E. V. Hansen, Attalids, 23

44 χρονολογείται κατά προσέγγιση μετά το 188 π.χ. (terminus post quem), πιθανότατα το 187 π. Χ. 64 Ο Προυσίας βέβαια δεν ήταν σε θέση να αναλάβει μόνος του έναν πόλεμο ενάντια στο ισχυρό βασίλειο των Ατταλιδών, το οποίο έχαιρε της εύνοιας και της υποστήριξης της Ρώμης. Επομένως έπρεπε να εξασφαλίσει συμμάχους, τους οποίους αναζήτησε μεταξύ των εχθρών του Ευμένους και της Ρώμης. 65 Ένας από τους συμμάχους του ήταν ο Αννίβας, ο οποίος, αφού περιπλανήθηκε στην Αρμενία και την Κρήτη μετά την ήττα του Αντιόχου Γ, κατέφυγε στη Βιθυνία, για να αποφύγει την παράδοση του στους Ρωμαίους. 66 Με τον Προυσία συμμάχησαν επίσης οι βασιλείς της Μακεδονίας και του Πόντου, Φίλιππος Ε και Φαρνάκης Α ( /54 π. Χ.), 67 καθώς και οι Γαλάτες της Μ. Ασίας υπό τον Ορτιάγωνα. 68 Ο αντίπαλος του Προυσία στον πόλεμο, ο Ευμένης, διέθετε έναν αρκετά σημαντικό στρατό και στόλο, καθώς και την υποστήριξη ελληνικών πόλεων, οι οποίες απειλούνταν από την εξάπλωση της Βιθυνίας (Κύζικος, Ηράκλεια του C. Koehn, Krieg Diplomatie Ideologie. Zur Außenpolitik Hellenistischer Mittelstaaten (Historia Einzelschriften, 195), Stuttgart 2007, 128. Πρβλ. H. Schmitt, Untersuchungen zur Geschichte Antiochos des Grossen und seiner Zeit (Historia Einzelschriften, 6), Wiesbaden 1964, : Την Φρυγία Επίκτητο είχε καταλάβει ο Αντίοχος Γ και στη συνέχεια την παραχώρησε στον Προυσία Α (αρχές της δεκαετίας π.χ.), για να εξασφαλίσει τη συμμαχία του. 64 C. Habicht, Prusias (1), C. Habicht, Seleucids, 325. Πρβλ. S. Dmitriev, Memnon on the Siege of Heraclea Pontica by Prusias I and the War between the Kingdoms of Bithynia and Pergamum, JHS 127 (2007), , ο οποίος προτείνει μία εντελώς διαφορετική χρονολόγηση για την έναρξη του πολέμου στα μέσα της δεκαετίας (185 ή 184 π.χ.) και θεωρεί ότι αυτός ο πόλεμος πρέπει να συνδεθεί με τον πόλεμο τον οποίο διεξήγαγε ο Προυσίας εναντίον της Ηράκλειας του Πόντου. Βλ. σχετική παρατήρηση και κατωτέρω σελ. 38, σημ C. Habicht, Seleucids, C. Habicht, Seleucids, 325. E. V. Hansen, Attalids, 98. Βλ. αναλυτικά για τον Αννίβα από την ήττα του Αντιόχου Γ και εξής D. Hoyos, Hannibal. Rome s Greatest Enemy, Bristol 2008, Βλ. για τον Φαρνάκη Α E. Diehl, Pharnakes (1), RE XIX 2 (1938), C. Habicht, Prusias (1), E. V. Hansen, Attalids, 98. E. Will, Histoire politique II, 286. Βλ. για τον Ορτιάγωνα T. Lenschau, Ortiagon, RE XVIII 2 (1942),

45 Πόντου). 69 Ο Ευμένης είχε εξασφαλίσει ακόμη τη συμμαχία των Ρωμαίων, οι οποίοι, όπως ήδη αναφέρθηκε, δεν συμμετείχαν στις εχθροπραξίες παρά μόνον επενέβησαν για να επιβάλουν την ειρήνευση στην περιοχή. 70 Πρώτος ο Προυσίας επετέθη στο βασίλειο του Ευμένους. 71 Από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις είναι γνωστά μεμονωμένα γεγονότα χωρίς ιδιαίτερες λεπτομέρειες. 72 Φαίνεται πάντως ότι αρχικά ο πόλεμος έβαινε ευνοϊκώς για τον Ευμένη. Τα στρατεύματά του υπό τις διαταγές του αδελφού του Αττάλου πέτυχαν μία αξιοσημείωτη νίκη κατά των Βιθυνών και των Γαλατών στο όρος Λύπεδρον. 73 Και ο στόλος με επικεφαλής τον ίδιο τον Ευμένη είχε επιτυχίες, μέχρι τη στιγμή κατά την οποία ανέλαβε δράση ο Αννίβας, χάρη στον οποίο οι Βιθυνοί κατόρθωσαν να νικήσουν σε κάποια ναυμαχία. 74 Σε γενικές γραμμές φαίνεται ότι οι Βιθυνοί είχαν μεγαλύτερη τύχη στη θάλασσα προφανώς λόγω της εμπειρίας του Αννίβα στον τομέα των ναυτικών επιχειρήσεων. 75 Το τελευταίο γνωστό γεγονός από τον πόλεμο είναι κάποια νίκη του Ευμένους επί του Προυσία, του Ορτιάγωνα, των Γαλατών και των υπόλοιπων συμμάχων. 76 Αυτή η νίκη του Ευμένους αποτελεί σημαντική επιτυχία επί των αντιπάλων του, αλλά όχι και την επιτυχή για τον ίδιο κατάληξη του πολέμου. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις δηλαδή φαίνεται ότι συνεχίστηκαν και μετά από αυτή τη νίκη, η οποία χρονολογείται περί το 184 π. Χ., πιθανότατα τον μήνα Δεκέμβριο. Αυτό σημαίνει ότι κατά το έτος 184 π.χ. διεξάγονταν ακόμη πολεμικές επιχειρήσεις και ότι ο πόλεμος έληξε 69 E. V. Hansen, Attalids, 98. E. Will, Histoire politique II, 286. Για την επέκταση του Προυσία εις βάρος της Ηράκλειας βλ. II C. Habicht, Prusias (1), E. V. Hansen, Attalids, C. Habicht, Prusias (1), C. Habicht, Seleucids, C. Habicht, Prusias (1), E. V. Hansen, Attalids, 99. Το όρος Λύπεδρον έκειτο στη Βιθυνία, αλλά η ακριβής γεωγραφική του θέση δεν είναι γνωστή: W. Ruge, Lypedros, RE XIII 2 (1927), C. Habicht, Prusias (1), E. V. Hansen, Attalids, C. Habicht, Prusias (1), C. Habicht, Kriege, 99. E. V. Hansen, Attalids, C. Habicht, Seleucids,

46 αργότερα. Πιο πιθανή χρονολογία λήξης του πολέμου θεωρείται το 183 π.χ. 77 Το επόμενο έτος και οι δύο αντίπαλοι απευθύνθηκαν στη ρωμαϊκή σύγκλητο. Άνοιξη 183 π.χ. εμφανίστηκαν στη Ρώμη απεσταλμένοι του Ευμένους με επικεφαλής τον αδελφό του Αθήναιο, για να διαμαρτυρηθούν εναντίον του Φιλίππου, επειδή υποστήριζε στον πόλεμο τον Προυσία και επειδή εξακολουθούσε να διατηρεί τις κτήσεις του στη Θράκη, αν και η συνθήκη του 196 π.χ. όριζε ότι έπρεπε να παραιτηθεί από αυτές. 78 Ο Φίλιππος εκπροσωπήθηκε από τον Φιλοκλή και ο Προυσίας έστειλε δικούς του απεσταλμένους. Η σύγκλητος αποφάσισε την αποστολή στη Μ. Ασία του T. Quinctius Flamininus (Τίτος Κόιντος Φλαμινίνος) με την αρμοδιότητα να πείσει τους δύο βασιλείς (Ευμένη και Προυσία) να συνομολογήσουν ειρήνη. Η ρωμαϊκή παρέμβαση ήταν αρκετή, ώστε ο Προυσίας, ο οποίος βρισκόταν σε μειονεκτική θέση, όπως προκύπτει από τα ελάχιστα γνωστά γεγονότα του πολέμου, να υποχωρήσει. 79 Σύμφωνα με τη συνθήκη ειρήνης ο Προυσίας Α υποχρεωνόταν να παραδώσει οριστικά τη Φρυγία Επίκτητο, η οποία ήταν μεγάλης σημασίας για το βασίλειο του Περγάμου, διότι αποτελούσε δίοδο προς το γαλατικό 77 Βλ. για τη χρονολογία λήξης του πολέμου C. Habicht, Kriege, , όπου οι διαφορετικές εκδοχές, οι οποίες έχουν διατυπωθεί στην έρευνα. Βλ. επίσης C. Habicht, Seleucids, 325. S. Dmitriev, Kingdoms of Bithynia and Pergamum, 135, Με τη συνθήκη του 196 π.χ. έληξε ο Β Μακεδονικός Πόλεμος ( π.χ.). Ένας από τους βασικούς της όρους ήταν η εκκένωση από τον Φίλιππο Ε των πόλεων που είχε καταλάβει στη Θράκη. Βλ. αναλυτικά R. M. Errington, Philip and Antiochus, Για τις εκκλήσεις προς τη σύγκλητο, τη ρωμαϊκή παρέμβαση και την αποστολή του T. Quinctius Flamininus στη Μ. Ασία βλ. E. V. Hansen, Attalids, E. Will, Histoire politique ΙΙ, 286. C. Habicht, Seleucids, 328. Η σύγκλητος καθ όλη τη διάρκεια του πολέμου είχε παραμείνει αδρανής και δεν υποστήριξε έμπρακτα τον σύμμαχό της Ευμένη. Η αλλαγή της στάσης της και η απόφασή της να επέμβει ίσως οφείλεται στη συμπεριφορά του Προυσία και συγκεκριμένα στην απόφασή του να συμμαχήσει με τον Αννίβα, ο οποίος ήταν εχθρός της Ρώμης. Αλλά και η γενικότερη συνένωση δυνάμεων, την οποία πραγματοποίησε ο Προυσίας, προφανώς δημιουργούσε στη Ρώμη τον φόβο της διατάραξης της ισορροπίας στη Μ. Ασία: C. Habicht, Kriege,

47 βασίλειο της κεντρικής Μ. Ασίας. 80 Οι Γαλάτες, με τους οποίους συνομολογήθηκε ειρήνη λίγο αργότερα, έγιναν υποτελείς του Ευμένους και η Γαλατία ενσωματώθηκε τότε στο βασίλειο των Ατταλιδών. 81 Το τελευταίο γεγονός σχετικά με τον πόλεμο Προυσία-Ευμένους και τη συνθήκη ειρήνης μεταξύ τους είναι η παράδοση του Αννίβα από τον Προυσία στους Ρωμαίους. Με την άφιξη της ρωμαϊκής αποστολής στη Μ. Ασία ο Φλαμινίνος απαίτησε από τον Προυσία να παραδοθεί ο Αννίβας, διότι, εκτός της συμμετοχής του στον πόλεμο μεταξύ των βασιλείων της Βιθυνίας και του Περγάμου, ήταν εχθρός των Ρωμαίων. Ο Προυσίας συμμορφώθηκε προς το αίτημα των Ρωμαίων, δεν πρόλαβε όμως να παραδώσει τον Αννίβα, διότι αυτός αυτοκτόνησε, για να αποφύγει την παράδοσή του στους Ρωμαίους Εκστρατεία Φιλίππου Ε στην Προποντίδα Κατάληψη Κίου και Μύρλειας Με την εκστρατεία του Φιλίππου Ε στη Μ. Ασία συνδέεται η προσάρτηση από τον Προυσία δύο ανεξάρτητων μέχρι τότε ελληνικών πόλεων, οι οποίες έκειντο γεωγραφικά στην περιοχή της Βιθυνίας και από αυτή τη χρονική στιγμή και εξής ανήκουν στο βιθυνικό βασίλειο. Πρόκειται για την Κίο και τη Μύρλεια, τις πρώτες ελληνικές πόλεις τις οποίες ενέταξε στην επικράτειά του ο Προυσίας. Η Κίος και η Μύρλεια έκειντο στο 80 C. Habicht, Prusias (1), E. Will, Histoire politique ΙΙ, 286. C. Habicht, Seleucids, Για την οριστική ήττα και την ενσωμάτωση των Γαλατών στο βασίλειο του Περγάμου βλ. F. Stähelin, Kleinasiatische Galater, 61. E. V. Hansen, Attalids, C. Habicht, Prusias (1), E. Will, Histoire politique ΙΙ, 286. C. Habicht, Seleucids, 328. D. Hoyos, Hannibal,

48 εσωτερικό του Κιανού κόλπου, η δε δεύτερη έκειτο λίγο νοτιότερα της πρώτης. 83 Μετά τη σύναψη της ειρήνης της Φοινίκης το 205 π.χ. και αφού υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τη δυτική του πολιτική, ο Φίλιππος έστρεψε το ενδιαφέρον του στην Ανατολή και συγκεκριμένα στο Αιγαίο και τη Μ. Ασία. Πρώτος στόχος του Φιλίππου ήταν η Προποντίδα. Η έναρξη αυτής της εκστρατείας χρονολογείται περί το 203/2 π.χ. 84 Αφού κατέκτησε τις στρατηγικής σημασίας πόλεις Λυσιμάχεια, Καλχηδόνα και Πέρινθο, 85 ο Φίλιππος στράφηκε στην περιοχή της Βιθυνίας και κατευθύνθηκε προς την Κίο. Κατά την εποχή της εκστρατείας του Φιλίππου στην Προποντίδα η Κίος ήδη αντιμετώπιζε εσωτερικές αναταραχές και στην πόλη επικρατούσε πολιτική αστάθεια, η οποία αναμφισβήτητα συνέβαλε στην πτώση της. Την εξουσία είχε καταλάβει κάποιος Μολπαγόρας, ο οποίος τη διοικούσε ως τύραννος. Ο Πολύβιος τον χαρακτηρίζει ως ικανό πολιτικό αλλά ταυτόχρονα δημαγωγό και άπληστο. Ο τρόπος άσκησης της εξουσίας από τον Μολπαγόρα δημιούργησε στην πόλη έντονη δυσαρέσκεια και συγκρούσεις μεταξύ των πολιτικών παρατάξεων. 86 Αυτή η κατάσταση καθιστούσε την πόλη ανίκανη να αντισταθεί σε οποιαδήποτε εξωτερική επίθεση. Είναι πολύ πιθανό ότι αυτή την εσωτερική πολιτική αστάθεια εκμεταλλεύτηκε ο Προυσίας, και στη συνέχεια ο Φίλιππος, για να 83 Για τη γεωγραφική θέση των δύο πόλεων βλ. W. Ruge, Kios, RE XI 1 (1921), 486. G. Hirschfeld, Apameia (5), RE I 2 (1894), 2664 αντιστοίχως. 84 Αναλυτικά για την εκστρατεία του Φιλίππου στην Ανατολή βλ. F. W. Walbank, Philip V, R. M. Errington, Philip and Antiochus, Ο Φίλιππος ανάγκασε και τις τρεις πόλεις να συνάψουν φιλία και συμμαχία με τον ίδιο και εγκατέστησε σε αυτές μακεδονικές φρουρές. Στην ουσία αποτέλεσαν εξωτερικές κτήσεις του μακεδονικού βασιλείου: F. W. Walbank, Philip V, R. M. Errington, Philip and Antiochus, 252. N. G. L. Hammond F. W. Walbank, Macedonia III, 404. Αυτές οι προσαρτήσεις ανήκουν στην εκστρατευτική περίοδο του 202 π.χ.: F. W. Walbank, A Historical Commentary on Polybius, II, Oxford 1967, Την εσωτερική πολιτική κατάσταση της Κίου περιγράφει ο Πολύβιος XV 21, 1-8. Βλ. και C. Habicht, Prusias (1), F. W. Walbank, Historical Commentary, II, , σχόλια στο χωρίο Πολύβ. XV 21,

49 πολιορκήσει την πόλη. 87 Κατά την ίδια χρονική στιγμή η Κίος ήταν σύμμαχος της Αιτωλικής Συμπολιτείας, αλλά δεν είναι γνωστή η ακριβής χρονολογία σύναψης αυτής της συμμαχίας. 88 Οι πηγές στις οποίες αναφέρονται τα σχετικά με την Κίο γεγονότα είναι οι εξής: Πολύβ. XV 22: Ὁ δὲ Φίλιππος κύριος γενόμενος τῆς πόλεως περιχαρὴς ἦν, ὡς καλήν τινα καὶ σεμνὴν πρᾶξιν ἐπιτετελεσμένος καὶ βεβοηθηκὼς μὲν προθύμως τῷ κηδεστῇ, καταπεπληγμένος δὲ πάντας τοὺς ἀλλοτριάζοντας, σωμάτων δὲ καὶ χρημάτων εὐπορίαν ἐκ τοῦ δικαίου περιπεποιημένος. (2) Τὰ δ ἐνάντια τούτοις οὐ καθεώρα, καίπερ ὄντα προφανῆ, πρῶτον μὲν <ὡς> οὐκ ἀδικουμένῳ, παρασπονδοῦντι δὲ τῷ κηδεστῇ τοὺς πέλας ἐβοήθει, (3) δεύτερον ὅτι πόλιν Ἑλληνίδα περιβαλὼν τοῖς μεγίστοις ἀτυχήμασιν ἀδίκως ἔμελλε κυρώσειν τὴν περὶ αὐτοῦ διαδεδομένην φήμην ὑπὲρ τῆς εἰς τοὺς φίλους ὠμότητος, ἐξ ἀμφοῖν δὲ δικαίως καὶ κληρονομήσειν παρὰ πᾶσι τοῖς Ἕλλησι τὴν ἐπ ἀσεβείᾳ δόξαν, (4) τρίτον ὡς ἐνυβρίκει τοῖς ἀπὸ τῶν προειρημένων πόλεων πρεσβευταῖς, οἳ παρῆσαν ἐξελούμενοι τοὺς Κιανοὺς ἐκ τῶν περιεστώτων κακῶν, ὑπὸ δ ἐκείνου παρακαλούμενοι καὶ διαγελώμενοι καθ ἡμέραν <ἠναγκάσθησαν> αὐτόπται γενέσθαι τούτων, (5) ὧν ἥκιστ ἂν ἐβουλήθησαν, πρὸς δὲ τούτοις ὅτι τοὺς Ῥοδίους οὕτως ἀποτεθηριώκει τότε πρὸς αὑτὸν ὥστε μηδένα λόγον ἔτι προσίεσθαι περὶ Φιλίππου. Πολύβ. XV 23: Καὶ γὰρ ἡ τύχη πρός γε τοῦτο τὸ μέρος αὐτῷ συνήργησε προφανῶς. (2) ὅτε γὰρ ὁ πρεσβευτὴς ἐν τῷ θεάτρῳ τὸν ἀπολογισμὸν ἐποιεῖτο πρὸς τοὺς Ῥοδίους, ἐμφανίζων τὴν τοῦ Φιλίππου μεγαλοψυχίαν, καὶ διότι τρόπον τινὰ κρατῶν ἤδη τῆς πόλεως δίδωσι τῷ δήμῳ τὴν χάριν ταύτην, ποιεῖ 87 C. Habicht, Prusias (1), F. W. Walbank, Historical Commentary, ΙΙ, 475, σχόλια στο χωρίο Πολύβ. XV 22, W. Ruge, Kios, 487. C. Habicht, Prusias (1), Πρβλ. F. W. Walbank, Philip V, 306 με σημ. 7, ο οποίος χρονολογεί τη συμμαχία μεταξύ Κιανών και Αιτωλών κατά τη διάρκεια του Α Μακεδονικού Πολέμου (περ π.χ.). 29

50 δὲ τοῦτο βουλόμενος ἐλέγξαι μὲν τὰς τῶν ἀντιπραττόντων αὐτῷ διαβολάς, φανερὰν δὲ τῇ πόλει καταστῆσαι τὴν αὑτοῦ προαίρεσιν (3) καὶ παρῆν τις ἐκ κατάπλου πρὸς τὸ πρυτανεῖον ἀναγγέλλων τὸν ἐξανδραποδισμὸν τῶν Κιανῶν καὶ <τὴν> ὠμότητα τοῦ Φιλίππου τὴν ἐν τούτοις γεγενημένην, (4) ὥστε τοὺς Ῥοδίους, ἔτι μεταξὺ τοῦ πρεσβευτοῦ τὰ προειρημένα λέγοντος, ἐπεὶ προελθὼν ὁ πρύτανις διεσάφει τὰ προσηγγελμένα, μὴ δύνασθαι πιστεῦσαι διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς ἀθεσίας. (5) Φίλιππος μὲν οὖν, παρασπονδήσας οὐχ οὕτως Κιανοὺς ὡς ἑαυτόν, εἰς τοιαύτην ἄγνοιαν ἢ καὶ παράπτωσιν τοῦ καθήκοντος ἧκεν ὥστ ἐφ οἷς ἐχρῆν αἰσχύνεσθαι καθ ὑπερβολήν, ἐπὶ τούτοις ὡς καλοῖς σεμνύνεσθαι καὶ μεγαλαυχεῖν (6) ὁ δὲ τῶν Ῥοδίων δῆμος ἀπὸ ταύτης τῆς ἡμέρας ὡς περὶ πολεμίου διελάμβανε τοῦ Φιλίππου, καὶ πρὸς τοῦτον τὸν σκοπὸν ἐποιεῖτο τὰς παρασκευάς. (7) παραπλήσιον δὲ καὶ τοῖς Αἰτωλοῖς μῖσος ἐκ ταύτης τῆς πράξεως ἐνειργάσατο πρὸν αὑτόν (8) ἄρτι γὰρ διαλελυμένος καὶ τὰς χεῖρας ἐκτείνων πρὸς τὸ ἔθνος, οὐδεμιᾶς προφάσεως ἐγγινομένης, φίλων ὑπαρχόντων καὶ συμμάχων Αἰτωλῶν, Λυσιμαχέων, Καλχηδονίων, Κιανῶν, βραχεῖ χρόνῳ πρότερον, (9) πρῶτον μὲν προσηγάγετο τὴν Λυσιμαχέων πόλιν, ἀποσπάσας ἀπὸ τῆς τῶν Αἰτωλῶν συμμαχίας, δευτέραν δὲ τὴν Καλχηδονίων, τρίτην δὲ τὴν Κιανῶν ἐξηνδραποδίσατο, στρατηγοῦ παρ Αἰτωλῶν ἐν αὐτῇ διατρίβοντος καὶ προεστῶτος τῶν κοινῶν. (10) Προυσίας δέ, καθὸ μὲν ἡ πρόθεσις αὐτοῦ συντελείας ἔτυχε, περιχαρὴς ἦν, καθὸ δὲ τὰ μὲν ἆθλα τῆς ἐπιβολῆς ἕτερος ἀπεφερεν, αὐτὸς δὲ πόλεως οἰκόπεδον ἔρημον ἐκληρονόμει, δυσχερῶς διέκειτο, ποιεῖν δ οὐδὲν οἷός τ ἦν. Πολύβ. XVIII 3, 12: διὰ τί δὲ Κιανούς, παραπλησίως μετ Αἰτωλῶν συμπολιτευομένους ἐξανδραποδίσαιτο, φίλος ὑπάρχων Αἰτωλοῖς. Πολύβ. XVIII 4, 7: Κιανοῖς δ ἐγὼ οὐκ ἐπολέμησα Προυσίου δὲ πολεμοῦντος βοηθῶν ἐκείνῳ συνεξεῖλον αὐτούς, ὑμῶν αἰτίων γενομένων. Liv. XXXII 33, 16: Cium, item suae dicionis urbem, funditus evertisse ac delesse. Liv. XXXII 34, 6: Neque ego Cium expugnavi, sed Prusiam socium et amicum oppugnantem adiuvi. 30

51 Πολύβ. XVIII 44, 5: περὶ δὲ τῆς τῶν Κιανῶν ἐλευθερώσεως Τίτον γράψαι πρὸς Προυσίαν κατὰ τὸ δόγμα τῆς συγκλήτου. Liv. XXXIIΙ 30, 4: de Cianorum libertate Quinctium Prusiae, Bithynorum regi, scribere, quid senatui et decem legatis placuisset. Στράβ. XII 4, 3 (C ): Τῷ δ Ἀστακηνῷ κόλπος ἄλλος συνεχής ἐστιν, εἰσέχων μᾶλλον πρὸς ἀνίσχοντα ἥλιον, ἐν ᾧ Προυσιάς ἐστιν, ἡ Κίος πρότερον ὀνομασθεῖσα κατέσκαψε δὲ τὴν Κίον Φίλιππος, ὁ Δημητρίου μὲν υἱός, Περσέως δὲ πατήρ, ἔδωκε δὲ Προυσίᾳ τῷ Ζήλα, συγκατασκάψαντι καὶ ταύτην καὶ Μύρλειαν ἀστυγείτονα πόλιν, πλησίον δὲ καὶ Προύσης οὖσαν ἀναλαβὼν δ ἐκεῖνος ἐκ τῶν ἐρειπίων αὐτὰς ἐπωνόμασεν ἀφ ἑαυτοῦ μὲν Προυσιάδα πόλιν τὴν Κίον, τὴν δὲ Μύρλειαν Ἀπάμειαν ἀπὸ τῆς γυναικός. Στέφ. Βυζ. 89 λ. Προῦσα: Προῦσα, τῆς Προυσιάδος διαφέρει. ἡ μὲν γὰρ Προυσιάς Βιθυνίας, ἀπὸ Προυσίου τοῦ Ζηίλα τοῦ Βιθυνῶν βασιλέως, ἡ Κίος πρότερον ὀνομασθεῖσα, ἧς ὁ πολίτης Προυσιεύς ἡ δὲ Προῦσα καὶ αὐτὴ μὲν πόλις μικρὰ Βιθυνίας, κτίσμα Προυσίου τοῦ πρὸς Κῦρον πολεμήσαντος. ταύτης τὸ ἐθνικὸν Προυσαεύς, ὡς τῆς Νῦσα Νυσαεύς. Το 202 π.χ. ο Φίλιππος έφθασε στην Κίο, η οποία ήδη πολιορκούνταν από τον Προυσία. 90 Φαίνεται ότι η Κίος τη δεδομένη χρονική στιγμή βρισκόταν σε πόλεμο με τον Προυσία και ότι ο Φίλιππος, ο οποίος είχε εκστρατεύσει στην περιοχή της Προποντίδος, αποφάσισε να επέμβει στρατιωτικά υπέρ του φίλου και συμμάχου του. 91 Ο Φίλιππος και ο 89 Ο Στέφανος Βυζάντιος ήταν γραμματικός και γεωγράφος του 6 ου αι. μ.χ. Το έργο του φέρει τον τίτλο «Ἐθνικά» και αποτελεί ένα μεγάλης έκτασης γεωγραφικό λεξικό, στο οποίο συγκέντρωσε όλα τα γραπτώς μαρτυρούμενα τοπωνύμια. Σε κάθε τοπωνύμιο έδινε πρώτα την σωστή γραφή του, το αντίστοιχο εθνωνύμιο, τη γεωγραφική θέση, ιστορικές πληροφορίες, καθώς και ονόματα εξεχουσών προσωπικοτήτων που κατάγονταν από εκεί μαζί με διάφορες άλλες πληροφορίες. Από το τεράστιο αυτό έργο σώθηκε μόνον μία επιτομή, την οποία έκανε ο γραμματικός Ερμόλαος. Βλ. αναλυτικά E. Honigmann, Stephanos (12) Byzantios, RE III A2 (1929), F. W. Walbank, Philip V, C. Habicht, Prusias (1),

52 Προυσίας συνέχισαν από κοινού την πολιορκία της Κίου, κατά τη διάρκεια της οποίας διάφορες πόλεις έστειλαν πρεσβευτές στους δύο βασιλείς με σκοπό να επιτύχουν τη λύση της (Πολύβ. XV 22, 4). Μεταξύ των πόλεων αυτών ήταν η Ρόδος, το Βυζάντιο και πιθανότατα η Αθήνα και η Χίος. 92 Παρόλα αυτά ο Φίλιππος αδιαφόρησε τόσο για τη σημασία μίας πόλης, όπως η Κίος, όσο και για την παρουσία των πρεσβευτών, οι οποίοι έγιναν αυτόπτες μάρτυρες της κατάληψης και της καταστροφής της πόλης (Πολύβ. XV 22, 4). 93 Η κατάληψη της πόλης ήταν έργο αποκλειστικά του Φιλίππου, όπως προκύπτει από τον Πολύβιο (XV 22, 1, ὁ δὲ Φίλιππος κύριος γενόμενος τῆς πόλεως). Στη συνέχεια ακολούθησε λεηλασία και εκ θεμελίων καταστροφή της Κίου, στις οποίες, σύμφωνα με τον Στράβωνα, συμμετείχε και ο Προυσίας (ΧΙΙ 4, 3). Οι πολίτες της Κίου πωλήθηκαν από τον Φίλιππο ως δούλοι (Πολύβ. XV 23, 3 και XVIII 3, 12). 94 Αυτά τα γεγονότα συνέβησαν παρόντων των προαναφερθέντων πρεσβευτών αλλά και του Αιτωλού στρατηγού, υπό τις διαταγές του οποίου είχε τεθεί η πόλη (Πολύβ. XV 23, 9, στρατηγοῦ παρ Αἰτωλῶν ἐν αὐτῇ διατρίβοντος καὶ προεστῶτος τῶν κοινῶν). 95 Η πρωτοφανής σκληρότητα του Φιλίππου και οι ωμότητες, τις οποίες διέπραξε εις βάρος των Κιανών, προκάλεσαν την αποστροφή της ελληνικής 92 F. W. Walbank, Philip V, 115. C. Habicht, Prusias (1), F. W. Walbank, Historical Commentary, ΙΙ, 476, σχόλια στο χωρίο Πολύβ. XV 22, Βλ. και C. Habicht, Prusias (1), Βλ. και F. W. Walbank, Philip V, 115. C. Habicht, Prusias (1), N. G. L. Hammond F. W. Walbank, Macedonia III, Βλ. και C. Habicht, Prusias (1), N. G. L. Hammond F. W. Walbank, Macedonia III, 413. Ο Πολύβιος κάνει λόγο για φιλία και συμμαχία μεταξύ των Αιτωλών και των πόλεων Λυσιμάχεια, Καλχηδών και Κίος, η οποία είχε συναφθεί λίγο χρόνο πριν την κατάληψή τους από τον Φίλιππο Ε (XV 23, 8). Ωστόσο η παρουσία του Αιτωλού στρατηγού στις δύο από αυτές τις πόλεις (Κίος και Λυσιμάχεια) δηλώνει ότι αυτές βρίσκονταν υπό την άμεση κυριαρχία της Αιτωλικής Συμπολιτείας και ότι δεν είχαν συνάψει συμμαχία ως ίσοι προς τους Αιτωλούς σύμμαχοι. Το ίδιο συμπέρασμα συνάγεται και για την τρίτη πόλη, την Καλχηδόνα, παρά το γεγονός ότι γι αυτή δεν μαρτυρείται στρατηγός. Για το είδος της συμμαχίας μεταξύ των Αιτωλών και των τριών πόλεων βλ. J. A. O. Larsen, Greek Federal States. Their Institutions and History, Oxford 1968, 208. Εν τούτοις η συμμαχία με τους Αιτωλούς και η παρουσία του στρατηγού τους στην Κίο δεν απέτρεψαν την καταστροφή της πόλης: W. Ruge, Kios,

53 κοινής γνώμης (Πολύβ. XV 22, 3). 96 Αυτή η απέχθεια επιτάθηκε από την ψευδή εικόνα την οποία παρουσίασε ο απεσταλμένος του Φιλίππου στη Ρόδο σχετικά με τα γεγονότα στην Κίο: Ενώ ο πρεσβευτής εξέθετε τη μεγαλοψυχία του Φιλίππου προς τους Κιανούς, κατέφθασε κάποιος στο πρυτανείο της Ρόδου, ο οποίος ανακοίνωσε τα νέα σχετικά με τον εξανδραποδισμό των Κιανών και έτσι έγινε γνωστή η βιαιότητα του Φιλίππου (Πολύβ. XV 23, 3-4). 97 Η ίδια ακριβώς εικόνα είχε σχηματισθεί και για τον Προυσία, ο οποίος εθεωρείτο εξίσου υπεύθυνος για τον εξανδραποδισμό των κατοίκων της Κίου. 98 Ο Φίλιππος παρέδωσε τη λεηλατημένη και κατεστραμμένη πόλη στον Προυσία (Πολύβ. XV 23, 10 και Στράβ. XII 4, 3). 99 Όπως αναφέρει ο Πολύβιος (XV 23, 10), ο Προυσίας ήταν περιχαρής, επειδή ο σκοπός του επιτεύχθηκε, κατόρθωσε δηλαδή να προσαρτήσει την Κίο, αλλά διέκειτο δυσχερῶς, πρώτον, διότι το σχέδιό του πραγματοποιήθηκε από κάποιον άλλον (δηλαδή τον Φίλιππο), δεύτερον και κυριότερον, διότι παρέλαβε μία ερημωμένη πόλη. Παρά τη δυσαρέσκειά του ο Προυσίας δεν ήταν σε θέση να αντιδράσει, ώστε να αλλάξει την κατάσταση, και επομένως συμβιβάστηκε με ό, τι του παραχωρήθηκε. 100 Με την προσάρτηση της πόλης στο βασίλειό του ο Προυσίας φρόντισε για την ανοικοδόμησή της υπό το όνομα Προυσιάς (Στράβ. XII 4, 3 και Στέφ. Βυζ. λ. Προῦσα). Το πλήρες όνομα της πόλης ήταν Προυσιὰς ἡ ἐπιθαλάσσιος 96 Βλ. και F. W. Walbank, Philip V, 115. R. M. Errington, Philip and Antiochus, 252. N. G. L. Hammond F. W. Walbank, Macedonia III, Βλ. και F. W. Walbank, Philip V, 115. C. Habicht, Prusias (1), F. W. Walbank, Philip V, 115. N. G. L. Hammond F. W. Walbank, Macedonia III, Βλ. και W. Ruge, Kios, 487. F. W. Walbank, Philip V, 115. C. Habicht, Prusias (1), N. G. L. Hammond F. W. Walbank, Macedonia III, 413. C. Michels, Kulturtransfer, Βλ. και C. Habicht, Prusias (1), Πρβλ. E. Will, Histoire politique ΙΙ, 124: Ο Προυσίας θα προτιμούσε να παραλάβει την πόλη άθικτη, διότι ήταν σημαντικό λιμάνι της Προποντίδος και θα μπορούσε να δώσει μεγάλη ώθηση στο εμπόριο και κατ επέκταση στην οικονομία του βασιλείου του. 33

54 ή Προυσιὰς πρὸς θαλάσσῃ ή Προυσιὰς ἀπὸ θαλάσσης. 101 Αυτή η ονομασία διατηρήθηκε μέχρι την εποχή του αυτοκράτορα Κλαυδίου (41-54 μ. Χ.), επί του οποίου επανεμφανίστηκε το παλαιό όνομά της. 102 Τον Νοέμβριο του 198 π.χ., πριν ακόμη λήξει ο Β Μακεδονικός Πόλεμος, πραγματοποιήθηκε μετά από αίτημα του Φίλιππου σύνοδος στη Νίκαια της Λοκρίδος. Σε αυτή συμμετείχαν ο Φλαμινίνος και απεσταλμένοι των συμμάχων των Ρωμαίων (Πέργαμο, Ρόδος, Αχαϊκή και Αιτωλική Συμπολιτεία) αφενός, και ο Φίλιππος αφετέρου. 103 Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών του Φιλίππου με τον Αλέξανδρο, τον εκπρόσωπο της Αιτωλικής Συμπολιτείας, ο τελευταίος ρώτησε τον Φίλιππο για ποιο λόγο εξανδραπόδισε τους κατοίκους της Κίου, οι οποίοι ήταν σύμμαχοι των Αιτωλών, αν και ο ίδιος ακολουθούσε φιλική προς την Αιτωλική Συμπολιτεία πολιτική (Πολύβ. XVIII 3, 12 και Liv. XXXII 33, 16). Η απάντηση του Φιλίππου ήταν ότι σε αυτή την περίπτωση δεν είχε εμπλακεί ο ίδιος σε πόλεμο με την Κίο, αλλά την κατέλαβε για λογαριασμό του Προυσία, τον οποίο βοήθησε στην πολιορκία, και επιπλέον ότι οι ίδιοι οι Αιτωλοί με τη συμπεριφορά τους προκάλεσαν τη δική του στρατιωτική παρέμβαση (Πολύβ. XVIII 4, 7 και Liv. XXXII 34, 6). 104 Επομένως, δεδομένου ότι ο Φίλιππος δεν θεωρούσε την κατάκτηση της Κίου δική του υπόθεση και επειδή η πόλη περιήλθε τελικώς στον Προυσία, καμία απόφαση δεν ελήφθη στο συγκεκριμένο συνέδριο σχετικά με αυτή. Ούτε στη συνθήκη η οποία συνήφθη το 196 π.χ. μεταξύ του Φιλίππου και της Ρώμης μετά το τέλος του Β Μακεδονικού Πολέμου έγινε κάποια αναφορά στην Κίο, διότι η πόλη 101 Για τις μορφές του ονόματος της πόλης βλ. W. Ruge, Kios, 487. G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, W. Ruge, Kios, 487. C. Habicht, Prusias (1), W. Leschhorn, Gründer der Stadt. Studien zu einem Politisch-Religiösen Phänomen der griechischen Geschichte, Stuttgart 1984, 276. G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, Αναλυτικά για τη σύνοδο του 198 π.χ. στη Νίκαια της Λοκρίδος βλ. F. W. Walbank, Philip V, Βλ. και F. W. Walbank, Philip V, 160. C. Habicht, Prusias (1), F. W. Walbank, Historical Commentary, ΙΙ, 611, σχόλια στο χωρίο Πολύβ. XVIII 44, 5. E. Will, Histoire politique ΙΙ,

55 ανήκε στο βασίλειο της Βιθυνίας. 105 Ωστόσο ο Φλαμινίνος, μετά από απόφαση της Συγκλήτου (senatus consultum) του ιδίου έτους, απέστειλε επιστολή προς τον Προυσία, με την οποία του ζητούσε να ελευθερώσει την πόλη (Πολύβ. XVIII 44, 5 και Liv. XXXIIΙ 30, 4). 106 Ο Προυσίας όμως αγνόησε το αίτημα των Ρωμαίων και εξακολούθησε να κατέχει την πόλη. 107 Τα σχετικά με τη Μύρλεια γεγονότα αναφέρονται στις εξής πηγές: Στράβ. XII 4, 3 (C ): βλ. ανωτέρω σελ. 31 αναφορικά με την Κίο. Ἕρμιππος Βηρύτιος, 108 FHG III p. 51 fr. 72: Ἀπάμεια, πόλις Βιθυνίας, πρότερον Μυρλέα καλουμένη, ἣν λαβὼν δῶρα παρὰ Φιλίππου τοῦ Δημητρίου Προυσίας ὁ Ζηίλα μετωνόμασεν Ἀπάμειαν ἀπὸ τῆς ἑαυτοῦ γυναικὸς Ἀπάμας. Ἕρμιππος ἐν τῷ Περὶ τῶν ἐν παιδείᾳ λαμψάντων λόγῳ. Οὕτως Ὦρος. Στέφ. Βυζ. λ. Ἀπάμεια: ἔστι καὶ Βιθυνίας, κτίσμα Νικομήδους τοῦ Ἐπιφανοῦς, ἐκαλεῖτο δὲ πρῶτον Μύρλεια. τὸ ἐθνικὸν Μυρλεανός. Στέφ. Βυζ. λ. Μύρλεια: πόλις Βιθυνίας, ἡ νῦν λεγομένη Ἀπάμεια. ἀπὸ Μύρλου τοῦ Κολοφωνίων ἡγεμόνος. Νικομήδης δὲ ὁ Ἐπιφανής, Προυσίου δὲ υἱός, ἀπὸ τῆς μητρὸς Ἀπάμας Ἀπάμειαν ὠνόμασεν οἱ δὲ ἀπὸ Μυρλείας Ἀμαζόνος. ὁ πολίτης Μυρλεανός, ὡς Ἀσκληπιάδης Μυρλεανὸς ἀναγράφεται. Στράβων δὲ Μυρλεᾶτιν καλεῖ τὴν χώραν, ἴσως ἀπὸ τοῦ Μυρλεάτης. ἔστι καὶ Μυρλεανὸς κόλπος. 105 Βλ. σχετικώς C. Habicht, Prusias (1), 1095, κατά τη γνώμη του οποίου, εάν η πόλη περιερχόταν στην εξουσία του Φιλίππου, τότε εκ των πραγμάτων θα έπρεπε να συμπεριληφθεί στη συνθήκη ειρήνης μεταξύ Φιλίππου και Ρωμαίων. 106 Βλ. και F. W. Walbank, Philip V, 115. E. Will, Histoire politique ΙΙ, 166. R. M. Errington, Philip and Antiochus, D. Magie, Roman Rule, 314. C. Habicht, Prusias (1), F. W. Walbank, Historical Commentary, ΙΙ, 611, σχόλια στο χωρίο Πολύβ. XVIII 44, Γραμματικός του 2 ου αι. μ.χ. (περ. εποχή Αδριανού, μ.χ.), ο οποίος έγραψε έργα, όπως Ὀνειροκριτικά, Περὶ ἑβδομάδος (σχετικά με τον αριθμό 7), Περὶ πόλεων καὶ οὕς ἑκάστη αὐτῶν ἐνδόξους ἤνεγκε και Περὶ τῶν ἐν παιδείᾳ διαπρεψάντων δούλων (ένα είδος βιογραφίας, καθώς ο ίδιος υπήρξε δούλος). Είναι πιθανό ότι ήταν συγγραφέας του έργου Περὶ ἐνδόξων ἰατρῶν. Βλ. αναλυτικά J. S. Heibges, Hermippos (8), RE VIII 1 (1912),

56 Το ίδιο χρονικό διάστημα ο Φίλιππος κυρίευσε και τη γειτονική πόλη Μύρλεια. Αφού λεηλάτησε και αυτή την πόλη και την κατέστρεψε εκ θεμελίων μαζί με τον Προυσία, στη συνέχεια του την παρέδωσε. Στην περίπτωση της Μύρλειας ο Προυσίας ακολούθησε την ίδια πολιτική, όπως και στην Κίο: Οικοδόμησε εκ νέου την ερειπωμένη πόλη και τη μετονόμασε σε Απάμεια προς τιμήν της συζύγου του Απάμας (σύμφωνα με τον Στράβωνα και τον Έρμιππο Βηρύτιο). 109 Ωστόσο ως προς την ταυτότητα του βασιλέως, ο οποίος ανοικοδόμησε και επανίδρυσε τη Μύρλεια οι αρχαίοι συγγραφείς διαφωνούν. Ο Στέφανος Βυζάντιος (λ. Ἀπάμεια και Μύρλεια) αναφέρει ότι ήταν ενέργεια του Νικομήδους Β Επιφανούς (περ. 149 π.χ.-128/7 π.χ.) 110 προς τιμήν της μητέρας του και συζύγου του Προυσία Β ( π.χ.), 111 η οποία ονομαζόταν επίσης Απάμα. 112 Προς υποστήριξη της εκδοχής του Στεφάνου Βυζαντίου έχει χρησιμοποιηθεί μία αναθηματική επιγραφή, σύμφωνα με την οποία ο βασιλεύς Νικομήδης Επιφανής, (γιος) του βασιλέως Προυσία αφιέρωσε στη θεά βασίλισσα Απάμα, τη μητέρα του, ένα ιερό, στο οποίο παραχώρησε ασυλία. 113 Η επιγραφή αποτελεί απόδειξη ότι στο βασίλειο της Βιθυνίας είχε καθιερωθεί δυναστική λατρεία, όπως συνέβαινε και στα υπόλοιπα ελληνιστικά βασίλεια. 114 Ωστόσο, αν και επιβεβαιώνει το όνομα 109 Για τα σχετικά με τη Μύρλεια γεγονότα βλ. και G. Hirschfeld, Apameia (5), F. W. Walbank, Philip V, 115. C. Habicht, Prusias (1), G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, C. Michels, Kulturtransfer, Βλ. για τον Νικομήδη Β Επιφανή F. Geyer, Nikomedes (4), RE XVII 1 (1936), Βλ. για τον Προυσία Β C. Habicht, Prusias (2), RE XXIII 1 (1957), Η Απάμα ήταν σύζυγος του Προυσία Β, γιου του Προυσία Α, και κόρη του Φιλίππου Ε. Η σύζυγος του Προυσία Α, η οποία ίσως έφερε το ίδιο όνομα, ήταν πιθανότατα αδελφή του Φιλίππου, γεγονός που εξηγεί και τον όρο κηδεστής, ο οποίος χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει τη σχέση του Προυσία Α με τον Φίλιππο: F. W. Walbank, Historical Commentary, ΙΙ, , σχόλια στο χωρίο Πολύβ. XV 22, 1. Βλ. σχετική παρατήρηση και ανωτέρω σελ. 18, σημ IG II (περ π.χ.). Η επιγραφή βρέθηκε στον Πειραιά, αλλά ο αρχικός τόπος προέλευσής της είναι άγνωστος (πιθανόν κάποια πόλη του βασιλείου της Βιθυνίας). 114 L. Hannestad, Bithynian Kings and Greek Culture,

57 της μητέρας του Νικομήδους, η επιγραφή δεν αποδεικνύει ότι η πόλη μετονομάστηκε από αυτόν. 115 Επομένως η εκδοχή υπέρ του Προυσία Α θα πρέπει να θεωρηθεί πιο πιθανή για τρεις λόγους: α) Επειδή ο Προυσίας μετονόμασε την Κίο, δεν είναι απίθανο να έκανε ακριβώς το ίδιο και με τη δεύτερη πόλη, την οποία παρέλαβε κατά το ίδιο χρονικό διάστημα και υπό παρόμοιες συνθήκες. Άλλωστε αυτή ήταν η γενικότερη πολιτική του προς τις πόλεις, τις οποίες προσαρτούσε, η οποία μαρτυρείται και σε άλλες περιπτώσεις (βλ. επόμενη ενότητα) β) το ενδεχόμενο να έχει πράγματι μετονομαστεί η πόλη από τον Προυσία ενισχύεται από το γεγονός ότι ο Στράβων και ο Έρμιππος θεωρούνται γενικά πιο αξιόπιστοι σε σχέση με τον Στέφανο Βυζάντιο, κυρίως διότι είναι προγενέστερες πηγές και βρίσκονται χρονικά πιο κοντά στα γεγονότα, 116 και γ) δεν μπορεί η πόλη να επανίδρυθηκε από τον Νικομήδη Β, διότι από το 202 π.χ. έως την άνοδό του στον θρόνο (149 π.χ.) μεσολάβησε ένα χρονικό διάστημα περίπου πενήντα ετών, κατά το οποίο η πόλη δεν μπορεί να έμεινε κατεστραμμένη και έρημη Μολονότι η επιγραφή χρησιμοποιείται συχνά στην έρευνα για να στηρίξει την εκδοχή του Στεφάνου Βυζαντίου, ο F. W. Walbank, Historical Commentary, ΙΙ, , σχόλια στο χωρίο Πολύβ. XV 22, 1, θεωρεί ότι δεν συνδέεται με το ζήτημα της μετονομασίας της Μύρλειας. Μόνον αν ο αρχικός τόπος προέλευσης της επιγραφής ήταν η ίδια η Απάμεια, θα μπορούσε να υποστηριχθεί με βεβαιότητα ότι την πόλη επανίδρυσε ο Νικομήδης Β. Ο ίδιος αυτ. αναφέρει ότι δεν είναι απίθανο και οι δύο βασιλείς (Προυσίας Α και ο Προυσίας Β ) να είχαν λάβει ως σύζυγο κάποια Απάμα από τη μακεδονική δυναστεία. Αυτό το ενδεχόμενο ίσως εξηγεί και τη σύγχυση του Στεφάνου Βυζαντίου σχετικά με τη μετονομασία της Μύρλειας. 116 Αυτά τα δύο επιχειρήματα διατυπώνει ο F. W. Walbank, Historical Commentary, ΙΙ, 476, σχόλια στο χωρίο Πολύβ. XV 22, 1. Για το δεύτερο επιχείρημα βλ. και G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, Αυτό το επιχείρημα διατυπώνει ο C. Michels, Kulturtransfer, Υπέρ της μετονομασίας της Μύρλειας από τον Προυσία Α τάσσονται οι G. Hirschfeld, Apameia (5), D. Magie, Roman Rule, σελ 306, σημ. 20 (στις σελ ). F. W. Walbank, Historical Commentary, ΙΙ, , σχόλια στο χωρίο Πολύβ. XV 22, 1. W. Leschhorn, Gründer der Stadt, 278. G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, 393. C. Michels, αυτ Την αντίθετη άποψη (μετονομασία της Μύρλειας από τον Νικομήδη Β με βάση τον Στέφανο Βυζάντιο και την προαναφερθείσα επιγραφή) υποστηρίζουν οι F. W. Walbank, Philip V, 115, σημ. 8. C. Habicht, Prusias (1), , L. Hannestad, Bithynian Kings and Greek Culture, 98, σημ. 37

58 Τελικώς με την ανοικοδόμηση και μετονομασία της Κίου και της Μύρλειας θεωρείται πιθανό ότι εγκαταστάθηκε και νέος πληθυσμός στις δύο πόλεις. Ωστόσο η ταυτότητα των νέων κατοίκων των πόλεων δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Δεδομένη πρέπει να θεωρηθεί η ύπαρξη Ελλήνων μεταξύ αυτών, διότι, όπως αποδεικνύεται παρακάτω, οι δύο πόλεις κατά τον χρόνο ένταξής τους στο βασίλειο της Βιθυνίας, είχαν ελληνικό πληθυσμό. 118 Ίσως μεταξύ των νέων κατοίκων να υπήρχαν και αυτόχθονες, δηλαδή Βιθυνοί Πόλεμος εναντίον της Ηράκλειας του Πόντου Κατάληψη Κιέρου και Τιείου Κατά τα τελευταία έτη της βασιλείας του ο Προυσίας Α επεδίωξε να επεκταθεί εις βάρος της Ηράκλειας του Πόντου, με την οποία ενεπλάκη σε πόλεμο. Οι ακριβείς χρονολογίες έναρξης και λήξης του πολέμου δεν είναι γνωστές με βεβαιότητα. Το πιο πιθανό είναι ότι αυτός ο πόλεμος έλαβε χώρα πριν τη μετάβαση των Ρωμαίων στη Μ. Ασία για τον πόλεμο κατά του Αντιόχου Γ (192 π.χ.) και ασφαλώς πριν τον θάνατο του Προυσία (περί το 182 π.χ.). 120 Ο πόλεμος μεταξύ Ηράκλειας και Προυσία παραδίδεται μόνον 125. Ο H. L. Fernoux, Notables et élites, 38, αποδίδει αυθαίρετα την επανίδρυση της πόλης στον Προυσία Β. 118 Βλ. κατωτέρω ΙΙΙ.1, σελ. 68 κεξ., ΙΙΙ.2, σελ. 85 κεξ., IV, σελ C. Michels, Kulturtransfer, 273 (Κίος), 276 (Μὐρλεια). 120 W. Ruge, Tieion, RE VI A1 (1936), 860. D. Magie, Roman Rule, 314, σημ. 38 (στη σελ. 1196). C. Habicht, Prusias (1), G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, 406. Σχετικά με τη χρονολόγηση του πολέμου έχει διατυπωθεί μία ακόμη εκδοχή, σύμφωνα με την οποία η επίθεση του Προυσία στην Ηράκλεια έλαβε χώρα μετά τη συνθήκη της Απάμειας (188 π.χ.) και συνδεόταν άμεσα με τον πόλεμο μεταξύ Προυσία και Ευμένους Β. Η σύνδεση των δύο γεγονότων δικαιολογείται με το επιχείρημα ότι ο πόλεμος μεταξύ Προυσία και Ευμένους άρχισε λόγω της επίθεσης του Προυσία στην Ηράκλεια, η οποία ήταν σύμμαχος του Ευμένους. Ο Ευμένης επετέθη τότε στον Προυσία, για να προστατεύσει τη σύμμαχό του Ηράκλεια. Βλ. γι αυτή την εκδοχή S. Dmitriev, Kingdoms of Bithynia and Pergamum,

59 από τον ιστορικό Μέμνονα. 121 Η μοναδική χρονολογική ένδειξη, την οποία προσφέρει η ίδια η πηγή, είναι ότι αυτός ο πόλεμος συνέβη ἔτη οὐ πολλά πριν τον θάνατο του Προυσία. Μέμν. FGrHist 434, F 19: Ταῦτα διεξελθὼν ὁ συγγραφεὺς κατὰ τὸ ιγ καὶ ιδ τῆς ἱστορίας, εἰς τὴν ιε εἰσβαλὼν διηγεῖται, ὅπως Προυσίας ὁ τῶν Βιθυνῶν βασιλεύς, δραστήριος ὢν καὶ πολλὰ πράξας, μετὰ τῶν ἄλλων καὶ Κίερον πόλιν Ἡρακλεωτῶν οὖσαν ὑφ ἑαυτὸν ἔθετο τῷ πολέμῳ, ἀντὶ Κιέρου Προυσιάδα καλέσας εἷλε δὲ καὶ τὴν Τῖον, καὶ αὐτὴν ὑπήκοον αὐτοῖς οὖσαν, ὥστε ἐκ θαλάσσης εἰς θάλασσαν τὴν Ἡράκλειαν περιγράψαι. (2) ἐφ αἷς κἀκείνην κραταιῶς ἐπολιόρκει, καὶ πολλοὺς μὲν τῶν πολιορκουμένων ἀπέκτεινεν, ἐγγὺς δ ἂν καὶ ἡ πόλις τοῦ ἁλῶναι κατέστη, εἰ μὴ ἐπὶ τῆς κλίμακος ἀναβαίνων Προυσίας, λίθῳ βαλόντος ἐνὸς τῶν ἀπὸ τῆς ἐπάλξεως, συνετρίβη τὸ σκέλος, καὶ τὴν πολιορκίαν τὸ πάθος διέλυσε. (3) φοράδην γὰρ ὁ βληθείς, οὐκ ἄνευ ἀγῶνος, ὑπὸ τῶν Βιθυνῶν ἀνακομισθεὶς εἰς τὰ οἰκεῖα ἀνέστρεψε, κἀκεῖ βιοὺς ἔτη οὐ πολλά, καὶ χωλὸς καὶ ὢν καὶ καλούμενος, τὸν βίον κατέστρεψεν. Σύμφωνα με το ανωτέρω απόσπασμα κατά τη διάρκεια του πολέμου ο Προυσίας κυρίευσε την Κίερο 122 και το Τίειον, 123 οι οποίες ανήκαν στην 121 Ιστορικός του 1 ου /2 ου αι. μ.χ. Έγραψε μία ιστορία της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Ηράκλειας του Πόντου, σε 16 βιβλία. Το έργο του χάθηκε, αλλά τα βιβλία 9-16 είναι γνωστά μέσω της επιτομής του Φωτίου. Το έργο έχει τη μορφή χρονικού πόλεως και αποτελεί μία πολύ καλή σύνοψη της ιστορίας της Ηράκλειας, ωστόσο πραγματεύεται και θέματα της παγκόσμιας ιστορίας, όπως την ίδρυση και τα πρώτα χρόνια της Ρώμης, την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τα κράτη των Διαδόχων και τους Μιθριδατικούς πολέμους. Βλ. αναλυτικά R. Laqueur, Lokalchronik, RE XIII 1 (1926), Πρόκειται για μικρή πόλη, η οποία έκειτο στην ενδοχώρα της Βιθυνίας. Βλ. αναλυτικά W. Ruge, Kieros, RE XI 1 (1921), 380. F. K. Dörner, Prusias (5) ad Hypium, RE XXIII 1 (1957), G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, Αυτή η πόλη είναι γνωστή και ως Τίος ή Τίον. Η μοναδική σημασία του Τιείου έγκειται στο γεγονός ότι ήταν η πατρίδα του Φιλεταίρου, του προγόνου των Ατταλιδών. Από τον 4 ο αι. π.χ. και εξής η πόλη ανήκε στην Ηράκλεια του Πόντου. Βλ. αναλυτικά W. Ruge, Tieion, E. Wüst, Tios (2), RE VI A2 (1937),

60 Ηράκλεια (FGrHist 434, F 19, 1). 124 Η κατάληψη των δύο πόλεων είχε ως αποτέλεσμα να αποκλειστεί η Ηράκλεια από τη μία πλευρά της θάλασσας ως την άλλη, καθώς η Κίερος βρισκόταν δυτικά, ενώ το Τίειον ανατολικά αυτής της πόλεως. Στη συνέχεια ο Προυσίας πολιόρκησε και την ίδια την Ηράκλεια πολύ επίμονα και θανάτωσε πολλούς από τους πολιορκημένους. Η πολιορκία ήταν τόσο ισχυρή, ώστε ήταν βέβαιο ότι θα την κατακτούσε, αν εν τω μεταξύ δεν τραυματιζόταν σοβαρά στο πόδι κατά τη διάρκεια της επίθεσης (FGrHist 434, F 19, 2). 125 Αυτός ο τραυματισμός προσέδωσε στον Προυσία το προσωνύμιο «χωλός», με το οποίο είναι γνωστός (FGrHist 434, F 19, 3), και τον ανάγκασε να λύσει την πολιορκία (FGrHist 434, F 19, 2). Έτσι, η Ηράκλεια εξακολούθησε να είναι ανεξάρτητη. Ωστόσο η επέκταση του βιθυνικού βασιλείου εις βάρος της είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωσή της και την αρχή μίας περιόδου παρακμής για την πόλη. 126 Η Κίερος και το Τίειον προσαρτήθηκαν από τον Προυσία στο βιθυνικό βασίλειο. 127 Η πρώτη μετά την κατάληψή της από τον Προυσία επανιδρύθηκε υπό το όνομα Προυσιάς (FGrHist 434, F 19, 1). Είναι πολύ πιθανό ότι εποικίστηκε με νέους κατοίκους. 128 Για να αποφευχθεί η σύγχυση με την Κίο, η οποία ονομάστηκε επίσης Προυσιάς, η Κίερος συχνά αναφέρεται ως Προυσιὰς πρὸς Ὑπίῳ (ποταμῷ) ή Προυσιὰς ἀπὸ (τοῦ) Ὑπίου Η Ηράκλεια την εποχή αυτή ήταν ιδιαίτερα ισχυρή και είχε επεκταθεί εις βάρος των γειτονικών της πόλεων: A. H. Μ. Jones, The Cities of the Eastern Roman Provinces, Oxford , 148. Για την κατάληψη της Κιέρου και του Τιείου από τον Προυσία βλ. και W. Ruge, Kieros, 380. W. Ruge, Tieion, 860. D. Magie, Roman Rule, 314. C. Habicht, Prusias (1), C. Michels, Kulturtransfer, Βλ. και Ed. Meyer, Bithynia, W. Ruge, Herakleia (19), RE VIII 1 (1912), Βλ. και C. Habicht, Prusias (1), C. Habicht, Prusias (1), F. K. Dörner, Prusias (5) ad Hypium, Για τις μορφές του ονόματος της πόλης βλ. D. Magie, Roman Rule, σελ. 307, σημ. 21 (στη σελ. 1190). C. Habicht, Prusias (1), W. Leschhorn, Gründer der Stadt, G. M. Cohen, Hellenistic Settlements,

61 Το Τίειον δεν άλλαξε όνομα. Για την πολιτική του Προυσία προς αυτή την πόλη δεν παραδίδεται κάποια πληροφορία πλην της κατάκτησης και ένταξής της στο βασίλειο. Η Κίερος και το Τίειον είχαν περιέλθει και κατά το παρελθόν στο βασίλειο της Βιθυνίας για κάποιο χρονικό διάστημα. Τις είχε κατακτήσει ο Ζιποίτης (περ π.χ.), 130 ενώ αργότερα ο γιος του Νικομήδης Α τις παραχώρησε στην Ηράκλεια περί το 280 π.χ., για να εξασφαλίσει τη συμμαχία της εναντίον του Αντιόχου Α ( π.χ.). 131 Με την κατάκτηση αυτών των πόλεων ο Προυσίας επέκτεινε το βασίλειό του ανατολικότερα της μέχρι τότε επικράτειάς του, συγκεκριμένα στην περιοχή του Πόντου Η ίδρυση της Προύσης ἐπὶ τῷ Ὀλύμπῳ Κατά τον W. Leschhorn η ίδρυση της Προύσας είναι μία από τις πλέον αμφισβητούμενες περιπτώσεις ίδρυσης ελληνιστικής πόλης. 133 Σε αυτή αναφέρονται τέσσερις γραμματειακές πηγές, στις οποίες οι πληροφορίες αντίκεινται, και είναι οι εξής: 130 Ο Ζιποίτης ήταν ο πρώτος Βιθυνός ηγεμόνας, ο οποίος έλαβε τον βασιλικό τίτλο το 297 π.χ. Βλ. αναλυτικά γι αυτόν C. Habicht, Zipoites (1), RE X A (1972), W. Ruge, Kieros, 380. D. Magie, Roman Rule, σελ. 307, σημ. 21 (στη σελ. 1190). C. Habicht, Prusias (1), F. K. Dörner, Prusias (5) ad Hypium, Για τον Αντίοχο Α βλ. A. Mehl, Antiochos [2], DNP 1 (1996), D. Magie, Roman Rule, 314. C. Habicht, Prusias (1), Ο Πόντος ήταν η γεωγραφική περιοχή στη νότια ακτή του Ευξείνου Πόντου, η οποία βρισκόταν μεταξύ της Παφλαγονίας (δυτικά), της Κολχίδος (ανατολικά) και της Καππαδοκίας (νότια). Στην ουσία αποτελούνταν από μία στενή λωρίδα στη νότια ακτή του Ευξείνου Πόντου, στην οποία συμπεριλαμβάνονταν διάφορες ελληνικές πόλεις (όπως π.χ. Αμισός, Κοτύωρα, Τραπεζούντα). Αυτά τα εδάφη αποτέλεσαν από το 301 και εξής τον πυρήνα του βασιλείου του Πόντου, το οποίο κυβέρνησε η δυναστεία των Μιθριδατιδών: E. Olshausen, Pontos, DNP 10 (2001), W. Leschhorn, Gründer der Stadt,

62 Στράβ. XII 4, 3 (C 564): Προῦσα δὲ ἐπὶ τῷ Ὀλύμπῳ ἵδρυται τῷ Μυσίῳ, πόλις εὐνομουμένη, τοῖς τε Φρυξὶν ὅμορος καὶ τοῖς Μυσοῖς, κτίσμα Προυσίου τοῦ πρὸς Κροῖσον πολεμήσαντος. Plin. 134 NH V 148: A Cio intus in Bithynia Prusa ab Hannibale sub Olympo condita inde Nicaeam xxv p. interveniente Ascanio lacu, dein Nicaea in ultimo Ascanio sinu, quae prius Olbia, et Prusias, item altera sub Hypio monte. Ἀρρ. 135 FGrHist 156 F 29: ὁ τοῦ Ζιποίτου μὲν υἱός, ἐκεῖνος Νικομήδης ὁ κτίσας Νικομήδειαν, πατὴρ ὁ τοῦ Προυσίου Προυσίου ἔχοντος ὀστοῦν ἓν τοὺς ὀδόντας πάντας οὗτος ὁ τοῦ μονώδοντος τούτου πατὴρ Προυσίου, τοῦ κτήτορος τῆς πόλεως Προύσης τῆς παρ Ὀλύμπῳ, ὁ Νικομήδης ὁ ῥηθεὶς μέγιστον εἶχε κύνα, ἐκ γένους ὄντα Μολοσσῶν, πιστότατον ἐκείνῳ. Στέφ. Βυζ. λ. Προῦσα: Βλ. ανωτέρω σελ. 31 αναφορικά με την Κίο. Σύμφωνα με τον Στράβωνα (XII 4, 3) η ίδρυση της Προύσας ανάγεται σε κάποιον Προυσία, ο οποίος πολέμησε εναντίον του Κροίσου, ενώ ο Στέφανος Βυζάντιος (λ. Προῦσα) παραδίδει ακριβώς την ίδια πληροφορία με τη διαφορά ότι στη θέση του ονόματος Κροίσος αναφέρεται το όνομα Κύρος. Πιθανότατα στα δύο χωρία εννοείται κάποιος παλαιός βασιλεύς με το όνομα Προυσίας της εποχής του Κροίσου (περ π.χ.) και του Κύρου 134 Ο C. Plinius Secundus (Γάιος Πλίνιος Σεκούνδος, ο πρεσβύτερος) ήταν συγγραφέας του 1 ου αι. μ.χ. Από τα έργα του σώθηκε μόνον το τελευταίο και εκτενέστερο, η Naturalis Historia (37 βιβλία), η οποία αποτελεί μία εκτενή εγκυκλοπαιδική επιτομή της επιστημονικής γνώσης της εποχής του, ταξινομημένης κατά γνωστικές περιοχές με ιδιαίτερη έμφαση στη φυσική ιστορία. Το 5 ο βιβλίο, από το οποίο προέρχεται το απόσπασμα σχετικά με την Προύσα, αφορά τις χώρες και τους λαούς της Ασίας και της Αφρικής. Βλ. αναλυτικά W. Kroll, Plinius (5), RE XXI 1 (1951), Ο Λεύκιος Φλάβιος Αρριανός (περ μ.χ.) ήταν ιστορικός και καταγόταν από τη Νικομήδεια. Έγραψε ποικίλα έργα κυρίως φιλοσοφικά και ιστορικά-βιογραφικά. Από τα τελευταία το σημαντικότερο είναι η Ἀνάβασις Ἀλεξάνδρου (εξιστόρηση της εκστρατείας του Μ. Αλεξάνδρου) σε 7 βιβλία. Έγραψε επίσης μία Ἰνδικὴ συγγραφή (περιγραφή των Ινδιών με βάση τον Ηρόδοτο), έναν Περίπλουν της Μαύρης Θάλασσας. Αποσπάσματα έχουν σωθεί από τα έργα του Βιθυνιακά, ιστορία της ιδιαίτερης πατρίδας του σε οκτώ βιβλία, Παρθικά, ιστορία των Πάρθων σε δεκαεπτά βιβλία και Τὰ μετ Ἀλέξανδρον, ιστορία των Διαδόχων σε 10 βιβλία. Το απόσπασμα σχετικά με την Προύσα προέρχεται από τα Βιθυνιακά. Βλ. αναλυτικά E. Schwartz, Arrianos (9), RE II 1 (1895),

63 Β ( π.χ.). 136 Αυτή η άποψη, η οποία βασίστηκε στις δύο ανωτέρω πληροφορίες, έχει ως επί το πλείστον υποστηριχθεί στην παλαιότερη έρευνα και δεν είναι αποδεκτή από την πλειονότητα των νεότερων ιστορικών. 137 Η εκδοχή σχετικά με κάποιον Προυσία, ο οποίος έζησε περί τον 6 ο αι. π.χ. (κάποιου δηλαδή σύγχρονου του Κροίσου και του Κύρου) δεν ευσταθεί, διότι κανένας Προυσίας δεν είναι γνωστός από αυτή την εποχή και γενικότερα πριν την Ελληνιστική περίοδο. 138 Σχετικά με την πληροφορία αυτών των δύο συγγραφέων έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η Προύσα ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια του 6 ου αι. π.χ. από κάποιον παλαιό Βιθυνό ηγεμόνα, ο οποίος έφερε όνομα παρόμοιο με αυτό του Προυσία, και ότι αργότερα η πόλη επανιδρύθηκε από τον Προυσία Α, ο οποίος διατήρησε το όνομά της, επειδή αυτό έμοιαζε αρκετά με δικό του. 139 Αυτή η εκδοχή ωστόσο πιθανόν να αποτελεί μεταγενέστερη επινόηση στην προσπάθεια να αποδειχθεί η αρχαιότητα της πόλης μέσω της αναγωγής της ίδρυσής της σε κάποιον ιδρυτή πρώιμης εποχής. 140 Άλλωστε είναι αδύνατον κάποιος παλαιότερος Βιθυνός ηγεμόνας να έχει ιδρύσει την πόλη, διότι η περιοχή, στην οποία ιδρύθηκε η Προύσα, βρισκόταν εκτός των αρχικών ορίων του 136 Βλ. για τον Κροίσο, τον Κύρο και τον μεταξύ τους πόλεμο J. M. Cook, The Eastern Greeks, στο CAH III 2 3 (1982), , 219. Για τις χρονολογίες βλ. αυτ. 466 (χρονολογικός πίνακας). 137 Βλ. W. Leschhorn, Gründer der Stadt, , όπου όλη η παλαιότερη βιβλιογραφία. 138 V. Tscherikower, Die Hellenistischen Städtegründungen von Alexander dem Grossen bis auf die Römerzeit, Philologus Suppl. XIX.1, Leipzig 1927, 48. G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, 403, σημ Βλ. G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, 403, σημ. 1, όπου παλαιότερη βιβλιογραφία. Βλ. επίσης D. Magie, Roman Rule, 306, σύμφωνα με τον οποίο πιθανόν να υπήρχε κάποιος προκάτοχος του Προυσία σε μία πολύ πρώιμη εποχή, αλλά ο φημισμένος ιδρυτής της πόλης είναι ο Προυσίας Α, και C. Habicht, Prusias (1), , σύμφωνα με τον οποίο η υπόθεση ότι ο Αννίβας και ο Προυσίας μετονόμασαν από κοινού μία πόλη, η οποία υπήρχε από τον 6 ο αι. π.χ., δεν έχει βρει γενικότερη αποδοχή. Βλ. και κατωτέρω σημ D. Magie, Roman Rule, 306, σημ. 16 (στη σελ. 1187). W. Leschhorn, Gründer der Stadt,

64 βασιλείου της Βιθυνίας, στη Μυσία, και συμπεριλήφθηκε στο βιθυνικό βασίλειο μόλις επί Προυσία Α. 141 Λόγω της ασυμφωνίας μεταξύ των δύο πηγών προτάθηκαν ποικίλες διορθώσεις στα χωρία του Στράβωνα και του Στεφάνου Βυζαντίου. Μία πρώτη πρόταση ήταν η συγχώνευση στην ουσία των δύο παραδιδόμενων από τον Στράβωνα και τον Στέφανο Βυζάντιο πληροφοριών σε μία κοινή φράση: κτίσμα Προυσίου ἢ ὡς ἔνιοί φασι Κροίσου τοῦ πρὸς Κῦρον πολεμήσαντος. 142 Παραμένει όμως το πρόβλημα του παλαιού ιδρυτή, ο οποίος ονομαζόταν Προυσίας και για τον οποίο δεν υπάρχει καμία απολύτως ένδειξη ότι πράγματι υπήρξε. Επιπλέον η πρόταση αυτή δίνει στην ουσία δύο ονόματα ιδρυτών (Κροίσος ή Προυσίας) και περιπλέκει περισσότερο τα πράγματα. 143 Στην έρευνα έχει ακόμη διατυπωθεί μία πρόταση διόρθωσης, σύμφωνα με την οποία οι δύο εκδοχές, του Στράβωνα και του Στεφάνου Βυζαντίου, θα πρέπει να συμφωνήσουν με τις ιστορικές πληροφορίες, οι οποίες είναι γνωστές για τον Προυσία Α. Σχετικώς έχει 141 V. Tscherikower, Hellenistische Städtegründungen, 48, σημ Ο ίδιος αυτ. 49 υποστηρίζει ότι η ίδρυση από τον Προυσία μίας νέας πόλης δεν σημαίνει ότι πριν από αυτή δεν υπήρξε κάποιος άλλος οικισμός στην ίδια θέση. Αντιθέτως, είναι πολύ πιθανό ότι εκεί υπήρξε κάποια πόλη, η οποία εν τω μεταξύ καταστράφηκε και αργότερα, κατά την Ελληνιστική Εποχή, ιδρύθηκε η Προύσα. Η περιοχή άλλωστε ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή για θεμελίωση πόλεως ήδη πριν τον 2 ο αι. π.χ. και αυτό το χαρακτηριστικό της δεν μπορεί να μην είχε γίνει αντιληπτό. Ομοίως ο J. Sölch, Bithynische Städte im Altertum, Klio 19 (1925), 158 με σημ. 2-3, ο οποίος θεωρεί ότι εκεί παλαιότερα βρισκόταν η Αττούσα (εκδοχή την οποία απορρίπτει ο G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, 404, σημ. 1). Την αντίθετη άποψη εκφράζει ο M. Holleaux, Études d Epigraphies, II, 114 σημ. 4, ο οποίος συμπεραίνει ότι «στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κανένα απολύτως στοιχείο το οποίο να επιτρέπει το συμπέρασμα ότι η Προύσα οικοδομήθηκε στη θέση κάποιας παλαιότερης πόλης». Για την ευνοϊκή θέση στην οποία ιδρύθηκε η Προύσα βλ. επίσης F. K. Dörner, Prusa ad Olympum, RE XIII 1 (1957), Μία επιγραφή 3 ου αι. π.χ. (I. Prusa ad Olympum Ι 167) από την περιοχή της Προύσας έχει χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα για την ίδρυση της πόλης πριν τον Προυσία Α. Έτσι ο T. Corsten, Zur Gründung von Prusa ad Olympum, Tyche 4 (1989), 34. I. Prusa ad Olympum ΙΙ, σελ. 24 (εισαγωγή). Όμως κατά τον C. Michels, Kulturtransfer, 278 αυτή η ερμηνεία δεν είναι αποδεκτή. 142 Αυτή η φράση δεν προέρχεται από κάποια άλλη πηγή, αλλά είναι στην ουσία μία επινόηση, με την οποία κατεβλήθη προσπάθεια να έρθουν σε συμφωνία οι δύο διαφορετικές εκδοχές. Βλ. V. Tscherikower, Hellenistische Städtegründungen, 48. W. Leschhorn, Gründer der Stadt, 280 με σημ. 1, όπου και η αντίστοιχη βιβλιογραφία γι αυτή την πρόταση διόρθωσης. 143 V. Tscherikower, Hellenistische Städtegründungen,

65 προταθεί η αντικατάσταση της λέξης «Κροίσον» του χωρίου του Στράβωνα (και της μεταγενέστερης λέξης «Κύρον» του χωρίου του Στεφάνου Βυζαντίου) με τη λέξη «Κίερον», ώστε τα συμφραζόμενα να συμφωνούν με τον αναφερόμενο από τον Μέμνονα πόλεμο κατά τη διάρκεια του οποίου ο Προυσίας κατέκτησε την Κίερο (βλ. προηγούμενη ενότητα). 144 Το πρόβλημα σε αυτή την περίπτωση έγκειται στο γεγονός ότι ο Προυσίας δεν πολέμησε εναντίον της Κιέρου, αλλά εναντίον της Ηράκλειας και κατά τη διάρκεια του πολέμου κατέλαβε την Κίερο, η οποία της ανήκε. 145 Το συμπέρασμα, στο οποίο έχει καταλήξει η έρευνα σχετικά με τα χωρία του Στράβωνα και του Στεφάνου Βυζαντίου, είναι ότι και τα δύο είναι αρκετά προβληματικά και οι όποιες διορθώσεις δεν είναι πειστικές. Κατά συνέπεια τα δύο χωρία αντιμετωπίζονται με έντονο σκεπτικισμό και θεωρούνται αναξιόπιστα. 146 Οι άλλες δύο εκδοχές, του Πλινίου και του Αρριανού, θεωρείται ότι βρίσκονται πιο κοντά στην ιστορική πραγματικότητα. Ωστόσο και αυτοί οι δύο συγγραφείς διαφωνούν, διότι ο Πλίνιος αναφέρει ότι η ίδρυση της Προύσας ήταν ενέργεια του Αννίβα (ΝH V 148), ενώ ο Αρριανός ότι ήταν πράξη του Προυσία (FGrHist 156 F 29). Αν και στα δύο χωρία εντοπίζεται αυτή η ασυμφωνία ως προς τον ιδρυτή της Προύσας, η γενική τάση στην έρευνα είναι να συνδυάζονται οι δύο διαφορετικές εκδοχές, διότι θεωρείται ότι δεν αναιρούν η μία την άλλη. 147 Ίσως η πληροφορία του Πλινίου για την ίδρυση της Προύσας από τον Αννίβα υποδηλώνει ότι η πόλη ιδρύθηκε είτε με συμβουλή του Αννίβα 148 είτε με τη βοήθεια και τη συνεργασία του με τον 144 Βλ. W. Leschhorn, Gründer der Stadt, 280, σημ. 2, όπου και η αντίστοιχη βιβλιογραφία γι αυτή την πρόταση διόρθωσης. Βλ. επίσης V. Tscherikower, Hellenistische Städtegründungen, 48-49, ο οποίος αναφέρει ότι στη θέση των ονομάτων Κροίσος και Κύρος θα πρέπει να εννοηθεί κάποια άλλη λέξη, πιθανότατα παρόμοια, αλλά είναι αβέβαιο ποια. 145 F. K. Dörner, Prusa ad Olympum, G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, 403, σημ V. Tscherikower, Hellenistische Städtegründungen, 48. C. Habicht, Prusias (1), W. Leschhorn, Gründer der Stadt, 280. G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, D. Magie, Roman Rule, 306, σημ. 16 (στη σελ. 1187). A. H. M. Jones, Cities,

66 Προυσία 149 είτε υπό την επίβλεψη του Αννίβα. 150 Δεδομένου μάλιστα ότι ο Αννίβας, πριν καταφύγει στην αυλή του Προυσία, βρισκόταν κοντά στον βασιλέα της Αρμενίας Αρταξία (περ π.χ.), 151 τον οποίο βοήθησε στην ίδρυση μίας νέας πόλης, της Αρτάξατας, η εκδοχή περί συμβολής του και στην ίδρυση της Προύσας δεν είναι απίθανη. 152 Ίσως ο Αννίβας διέθετε περισσότερη πείρα σχετικά με τη θεμελίωση πόλεων και επομένως διαδραμάτισε κάποιο ρόλο στην ίδρυση της νέας πόλης. 153 Ωστόσο η ίδρυση της Προύσας πρέπει να αποδοθεί στον Προυσία. 154 Είναι δύσκολο να γίνει αποδεκτό ότι ο Προυσίας θα παραχωρούσε στον Αννίβα το δικαίωμα ίδρυσης πόλης εντός του βασιλείου του, ένα δικαίωμα το οποίο μπορούσε να ασκήσει ο ίδιος κατά το πρότυπο των υπόλοιπων ελληνιστικών βασιλέων και από το οποίο θα μπορούσε να επωφεληθεί μέσω των τιμών, τις οποίες θα απολάμβανε στην πόλη ως κτίστης της. 155 Άλλωστε είναι πολύ πιθανό, αλλά όχι βέβαιο, ότι η πόλη οφείλει σε αυτόν το όνομά της C. Habicht, Prusias (1), G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, Βλ. για τον Αρταξία M. Schottky, Artaxias [1], DNP 2 (1997), C. Habicht, Prusias (1), W. Leschhorn, Gründer der Stadt, 280. G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, 403. Για την αντίθετη άποψη βλ. D. Magie, Roman Rule, 306, σημ. 16 (στη σελ. 1187), ο οποίος αμφισβητεί την ίδρυση τόσο της Αρτάξατας όσο και της Προύσας αποκλειστικά από τον Αννίβα (όπως αναφέρει ο Πλίνιος, NH V 148), καθώς και τη συμμετοχή του Αννίβα στην ίδρυση των δύο πόλεων, την οποία θεωρεί θρυλική και μη ανταποκρινόμενη στην ιστορική πραγματικότητα. 153 Βλ. Ed. Meyer, Bithynia, 519: Ο Προυσίας οφείλει τη θεμελίωση της Προύσας στον Αννίβα. K. Strobel, Prusa ad Olympum, NP 12 (2008), 91: Η συμμετοχή του Αννίβα στην ίδρυση της πόλης δεν πρέπει να αποκλειστεί. 154 V. Tscherikower, Hellenistische Städtegründungen, 48. A. H. M. Jones, Cities, 151. W. Leschhorn, Gründer der Stadt, 280. G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, 403. Βλ. και J. Sölch, Bithynische Städte, 156, ο οποίος, αν και θεωρεί πιο πιθανή την ίδρυση της Προύσας από τον Προυσία Α, επισημαίνει ότι, αν η πόλη ιδρύθηκε από τον ίδιο τον Προυσία στην θέση κάποιου παλαιότερου οικισμού ή σε μία ακατοίκητη περιοχή, αν ο Προυσίας ίδρυσε την πόλη με δική του πρωτοβουλία ή με τη συμβολή του Αννίβα, τέλος αν η πόλη αποτελεί στην πραγματικότητα ίδρυση του ίδιου του Αννίβα, όλα αυτά τα ερωτήματα πρέπει να παραμείνουν ανοιχτά, διότι κανένα δεν μπορεί να απαντηθεί με βεβαιότητα. 155 J. Sölch, Bithynische Städte, J. Sölch, Bithynische Städte,

67 Επιπρόσθετο επιχείρημα υπέρ της ίδρυσης της πόλης από τον Προυσία Α μπορεί να θεωρηθεί η αναφορά του Δίωνα Χρυσοστόμου 157 στην πόλη καταγωγής του, την Προύσα. Ο Δίων αναφέρει: εὖ γὰρ ἴστε ὅτι οὐ μεγίστη τῶν πόλεων οὖσα οὐδὲ πλεῖστον χρόνον οἰκουμένη. 158 Η πληροφορία ότι η Προύσα δεν ήταν τόσο παλαιά πόλη σημαίνει ότι η ίδρυσή της δεν μπορεί να χρονολογηθεί στον 6 ο αι. π.χ., διότι ως πολύ παλαιές πόλεις εννοούνται οι ιδρύσεις της Αρχαϊκής Εποχής. Στον οπισθότυπο δύο νομισμάτων Αυτοκρατορικής εποχής από την Προύσα απεικονίζεται κάποιος κτίστης Προυσίας. Το πρώτο νόμισμα χρονολογείται επί Κομμόδου ( μ.χ.), φέρει προτομή του ιδρυτή της πόλης και την επιγραφή ΠΡΟΥΣΑΕΙΣ ΤΟΝ ΚΤΙΣΤΗΝ ΠΡΟΥΣΙΑΝ. Το δεύτερο νόμισμα χρονολογείται επί Γέτα ( π.χ.), φέρει την επιγραφή ΤΟΝ ΚΤΙΣΤΗΝ ΠΡΟΥΣΑΕΙΣ και, παρά το γεγονός ότι δεν αναφέρεται το όνομα του εικονιζόμενου προσώπου, θεωρείται ότι απεικονίζει τον Προυσία με στρατιωτική περιβολή. Οι ερμηνείες που έχουν προταθεί για τις παραστάσεις των δύο νομισμάτων είναι οι εξής: α) ειδικά το δεύτερο νόμισμα, το οποίο φέρει και σκηνή, έχει έντονα μυθολογικά στοιχεία (ύπαρξη ηρώου και σκηνή θυσίας, η οποία συνδέεται με τη διαδικασία ίδρυσης), τα οποία παραπέμπουν σε έναν παλαιό ιδρυτή της Προύσας, ο οποίος, όπως αναφέρθηκε, δεν μαρτυρείται από αλλού. Στο πρώτο νόμισμα τα χαρακτηριστικά του προσώπου είναι ιδεαλιστικά και όχι τα προσωπικά 157 Ρήτορας, φιλόσοφος και συγγραφέας του 1 ου /2 ου αι. μ.χ. (περ /2 μ.χ.). Αργότερα του δόθηκε το προσωνύμιο Χρυσόστομος. Επί αυτοκράτορα M. Cocceius Nerva (Μ. Κοκκήιου Νέρβα, μ.χ.) έλαβε ρωμαϊκή πολιτεία, γι αυτό και ονομάστηκε Cocceianus. Από τον Δίωνα έχουν σωθεί 80 λόγοι, γνωστοί ως διαλέξεις σχετικά με ηθικά και πολιτικά προβλήματα της ανθρώπινης ζωής. Ξεχωρίζουν οι λόγοι που απευθύνονται προς σημαντικές ελληνικές πόλεις, όπως η Ρόδος, η Αλεξάνδρεια, η Αθήνα, η Ταρσός και η Προύσα, καθώς και οι λόγοι που εκφωνήθηκαν στη Ρώμη. Έγραψε επίσης φιλοσοφικά, ιστορικά έργα και επιστολές. Βλ. σχετικώς W. Schmid Dion (18) Cocceianus, RE V 1 (1903), Δίων Χρυσ. XLIV 9. Για το συγκεκριμένο χωρίο του Δίωνα Χρυσοστόμου ως απόδειξη ότι η ίδρυση της Προύσας πρέπει να χρονολογηθεί μετά τον 6 ο αι. π.χ. βλ. G. M. Cohen, Hellenistic Settlements,

68 του Προυσία Α. Αυτό ίσως συμβαίνει, διότι στην Αυτοκρατορική εποχή προπαγανδιζόταν ένας κτίστης Προυσίας πρώιμης εποχής με σκοπό να δηλωθεί η αρχαιότητα της πόλης. Αυτή την πρακτική ακολουθούσαν άλλωστε στη νομισματοκοπία τους και άλλες πόλεις της Μ. Ασίας β) στο πρώτο νόμισμα η προτομή απεικονίζει τον ιδρυτή της πόλεως Προυσία Α γ) η σκηνή του δεύτερου νομίσματος συσχετίζεται με μία παρόμοια σκηνή, την οποία φέρει νόμισμα του βασιλέως Νικομήδους Α από τη Νικομήδεια. Σε αυτό ο ιδρυτής της πόλης Νικομήδης Α προσφέρει θυσία, πράξη η οποία συνδέεται με την ιδρυτική διαδικασία. Γι αυτόν τον λόγο αυτό το δεδομένο έχει χρησιμοποιηθεί για να υποστηριχθεί ότι η παρόμοια σκηνή του δεύτερου νομίσματος από την Προύσα πιθανόν να απεικονίζει επίσης έναν Βιθυνό βασιλέα, ιδρυτή της Προύσας, ο οποίος δεν μπορεί να είναι άλλος από τον Προυσία Α. 159 Από όσα εκτέθηκαν ανωτέρω συνάγεται ότι ιδρυτής της πόλης δεν μπορεί να είναι άλλος από τον Προυσία Α, τουλάχιστον με βάση τις διαθέσιμες έως τώρα πληροφορίες. Σε αυτό το συμπέρασμα οδηγούν δύο στοιχεία: πρώτον, το γεγονός ότι αποκλείστηκε το ενδεχόμενο ενός ιδρυτή πρώιμης εποχής με το όνομα Προυσίας λόγω απουσίας ανάλογων αποδείξεων και δεύτερον, το γεγονός ότι το όνομα της πόλης συμφωνεί με εκείνο ενός ιστορικού προσώπου, του βασιλέα της Βιθυνίας Προυσία Α, ο οποίος κατέκτησε αυτή την περιοχή και για τον οποίο παραδίδεται ότι ίδρυσε την πόλη. 159 Για αναλυτική περιγραφή των απεικονίσεων των νομισμάτων και των αντίστοιχων ερμηνειών βλ. W. Leschhorn, Gründer der Stadt, Την άποψη ότι απεικονίζεται στα νομίσματα ο Προυσίας Α διατυπώνουν ο G. Mendel, Inscriptions de Bithynie, BCH 24 (1900), , σημ. 2, ο F. K. Dörner, Prusa ad Olympum, 1078 και ο L. Robert, À Travers l Asie Mineure. Poètes et Prosateurs, Monnaies grecques, Voyageurs et Géographie, Paris 1980, 131, σημ. 13. Την αντίθετη άποψη (απεικόνιση κάποιου μυθικού ιδρυτή) διατυπώνει ο D. Magie, Roman Rule, σελ. 306, σημ. 16 (στη σελ. 1187). Πρβλ. K. Strobel, Prusa ad Olympum, NP 12 (2008), 91: Σύμφωνα με την επίσημη παράδοση, την οποία αντιπροσωπεύουν αυτά τα νομίσματα, ιδρυτής της Προύσας είναι ο Προυσίας Α. 48

69 Ένα ακόμη πρόβλημα είναι η χρονολογία ίδρυσης της Προύσας. Γενικά η ίδρυση της πόλης χρονολογείται μεταξύ των ετών 188 και 183 π.χ., διότι ο Αννίβας κατέφυγε στον Προυσία περί το 188/7 π.χ. λίγο πριν την έναρξη του πολέμου του Προυσία εναντίον του Ευμένους Β. 160 Δεν είναι όμως δυνατόν η ίδρυση της Προύσας να συνέβη κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών ούτε μετά τον θάνατο του Αννίβα (183 π. Χ.), διότι αυτός συμμετείχε στην ίδρυσή της. Έτσι, οι δύο πιθανότερες χρονολογίες ίδρυσης είναι οι εξής: α) τα έτη 188 ή 187 π.χ., δηλαδή λίγο πριν την έναρξη των εχθροπραξιών μεταξύ Προυσία Α και Ευμένους Β και β) περί το 184 π.χ., μετά τη λήξη των πολεμικών επιχειρήσεων αλλά πριν τη συνθήκη ειρήνης μεταξύ Προυσία και Ευμένους και τον θάνατο του Αννίβα. 161 Ωστόσο πρέπει να αναφερθεί ότι σύμφωνα με πληροφορία του Ιουστίνου 162 ο Αννίβας προσέφυγε στον Προυσία πριν την ειρήνη της Απάμειας (188 π.χ), και επομένως ίσως είναι πιθανή μία χρονολόγηση πριν το 188 π.χ. 163 Ωστόσο οι δύο προαναφερθείσες προτάσεις για τη χρονολογία ίδρυσης της Προύσας θεωρούνται γενικά πιθανότερες. 164 Η πόλη ιδρύθηκε στους πρόποδες του όρους Όλυμπος. Έτσι το όνομα της στις πηγές εμφανίζεται ως Προῦσα ἐπὶ τῷ Ὀλύμπῳ ή παρὰ τὸ ὄρος τὸν Ὄλυμπον ή ὑπὸ τὸν Ἀσιανὸν Ὄλυμπον ή παρ Ὀλύμπῳ. 165 Επειδή η περιοχή 160 C. Habicht, Prusias (1), G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, 403. Μεταξύ π.χ. χρονολογεί την ίδρυση ο J. Sölch, Bithynische Städte, 156 με σημ Τη χρονολόγηση περί το 188 π.χ. προτείνει ο C. Habicht, Prusias (1), Βλ. επίσης G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, 403, ο οποίος θεωρεί το 188 π.χ. ως το πιο πιθανό έτος ίδρυσης της Προύσας. Τη χρονολόγηση περί το 184 π.χ. προτείνουν ο M. Holleaux, Études d Epigraphie, ΙΙ, 114, σημ. 5 και ο L. Robert, Études anatoliennes. Recherches sur les Inscriptions grecques de l Asie Mineure, Paris 1939 (ανατ. Amsterdam 1970), Just. XXXII 4, C. Habicht, Prusias (1), Το 202 π.χ. προτείνει ως έτος ίδρυσης ο D. Magie, Roman Rule, σελ. 306, σημ. 16 (στη σελ. 1187), με το επιχείρημα ότι τότε κατακτήθηκε αυτή η περιοχή από τον Προυσία. 164 C. Habicht, Prusias (1), Για τις μορφές του ονόματος της πόλης και του εθνικού ονόματος βλ. F. K. Dörner, Prusa ad Olympum, G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, 404, σημ

70 στην οποία ιδρύθηκε η Προύσα είχε κατακτηθεί προσφάτως, 166 θεωρείται ότι η ίδρυση της πόλης εξυπηρετούσε αρχικώς στρατιωτικούς σκοπούς, η πόλη δηλαδή ιδρύθηκε για να κατοχυρωθεί η προσφάτως κατακτηθείσα περιοχή Η ίδρυση του Βιθυνίου Το Βιθύνιο συγκαταλέγεται μεταξύ των πόλεων οι οποίες ανήκαν στο βιθυνικό βασίλειο με βεβαιότητα επί βασιλείας Προυσία Α. Η πόλη έκειτο στην ενδοχώρα νοτιοανατολικά της Προυσιάδος πρὸς τῷ Ὑπίῳ. Το όνομα του Βιθυνίου υποδηλώνει ότι η πόλη ιδρύθηκε από κάποιον Βιθυνό βασιλέα, αλλά είναι αβέβαιο από ποιον, διότι δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες βάσει των οποίων θα μπορούσε να ταυτιστεί ο ιδρυτής. 168 Είναι πιθανό ότι στη θέση του Βιθυνίου υπήρξε κάποιος οικισμός πριν την ίδρυση της πόλης στους Ελληνιστικούς χρόνους, για τον οποίο όμως δεν είναι τίποτα γνωστό. Από τον Παυσανία 169 παραδίδεται η πληροφορία ότι οἱ δὲ Βιθυνιεῖς Ἀρκάδες τέ εἰσι καὶ Μαντινεῖς τὰ ἄνωθεν. 170 Ωστόσο, επειδή αυτή η πληροφορία είναι η μοναδική σωζόμενη σχετικά με το Βιθύνιο, δεν είναι εύκολο να ελεγχθεί η ορθότητά της. Στην περίπτωση που αυτή η παράδοση είναι αληθής, τότε στους Ελληνιστικούς χρόνους ο προϋπάρχων οικισμός επανιδρύθηκε ως πόλη με το όνομα Βιθύνιο Πρόκειται για την περιοχή λίγο βορειότερα της Προύσας, στην οποία έκειντο η Κίος και η Μύρλεια και η οποία προσαρτήθηκε στο βασίλειο το 202 π.χ. 167 K. Strobel, Prusa, 91. C. Michels, Kulturtransfer, Έτσι ο G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, Περιηγητής του 2 ου αι. μ.χ. και συγγραφέας του έργου Ἑλλάδος Περιήγησις, στο οποίο περιγράφονται σε 10 βιβλία οι περιοχές Αττική (1), Κόρινθος (2), Άργος και Λακωνία (3), Μεσσηνία (4), Ήλιδα (5-6), Αχαΐα (7), Αρκαδία (8), Βοιωτία (9), Φωκίδα (10). Η περιγραφή συνοδεύεται από πάσης φύσεως πληροφορίες (ιστορικές, αρχαιολογικές, γεωγραφικές, μυθολογικές). Βλ. αναλυτικά A. Donohue, Pausanias [8], NP 10 (2007), Παυσ. VIII 9, I. Klaudiu Polis, σελ. 1 (εισαγωγή). 50

71 Σχετικά με τον ιδρυτή του Βιθυνίου οι απόψεις που έχουν διατυπωθεί στην έρευνα αντίκεινται και είναι συνοπτικά οι εξής: Ο Ed. Meyer αποδίδει την ίδρυση του Βιθυνίου στον Ζιαήλα, 172 άποψη την οποία θεωρεί εντελώς απίθανη ο C. Habicht 173 o A. H. M. Jones υποστηρίζει ότι το Βιθύνιο ήταν στρατιωτική αποικία Βιθυνών, η οποία ιδρύθηκε από τον Νικομήδη Α με σκοπό να κατοχυρωθεί η προσφάτως κατακτηθείσα από τον ίδιο περιοχή 174 σύμφωνα με τον D. Magie και τον C. Habicht η ευρύτερη περιοχή στην οποία έκειτο το Βιθύνιο κατακτήθηκε μόλις επί Προυσία Α και επομένως σε αυτόν πρέπει να αποδοθεί η ίδρυση της πόλης. 175 Δύο γνωστές για τον Προυσία Α πληροφορίες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η πόλη ίσως ιδρύθηκε από αυτόν: α) Το Βιθύνιο βρισκόταν λίγο βορειότερα της Φρυγίας Επικτήτου, η οποία ανήκε στην επικράτεια του Προυσία μεταξύ των ετών π.χ. 176 β) το Βιθύνιο ήταν γειτονική της Προυσιάδος πρὸς τῷ Ὑπίῳ πόλη, η οποία (Προυσιάς) κατακτήθηκε από τον Προυσία Α περίπου την ίδια εποχή (πριν το 190 και έως το 182 π.χ.). 177 Η σχεδόν ταυτόχρονη κατάκτηση από τον Προυσία της ευρύτερης περιοχής στην οποία βρισκόταν το Βιθύνιο, δηλαδή της περιοχής νοτίως (Φρυγία Επίκτητος) και δυτικώς (Προυσιὰς πρὸς τῷ Ὑπίῳ) αυτής της πόλης, δείχνει ότι το Βιθύνιο ίσως ιδρύθηκε από αυτόν κατά την προαναφερθείσα χρονική περίοδο. 172 Ed. Meyer, Bithynia, C. Habicht, Ziaelas, A. H. M. Jones, The Greek City from Alexander to Justinian, Oxford 1940 (ανατ. 1971), D. Magie, Roman Rule, σελ. 307, σημ. 22 (στη σελ. 1190). C. Habicht, Ziaelas, C. Habicht, Ziaelas, 394. G. M. Cohen, Hellenistic Settlements, με σημ. 3, όπου και παλαιότερη βιβλιογραφία. Για την προσάρτηση της Φρυγίας Επικτήτου στο βιθυνικό βασίλειο και την τελική παραχώρησή της στους Ατταλίδες βλ. ανωτέρω ΙΙ.3, σελ. 23, D. Magie, Roman Rule, σελ. 307, σημ. 22 (στη σελ. 1190). I. Klaudiu Polis 50, σελ. 57, σχόλια στον στίχο 5. 51

72 Η ίδρυση του Βιθυνίου από τον Προυσία Α συνάγεται και από μία αναθηματική επιγραφή Αυτοκρατορικών χρόνων από το Βιθύνιο, στην οποία συμπληρώνεται το όνομα αυτού του βασιλέως: 178 Δημήτρ[ιος] Δημύλου κὲ Ἀσκληπιά[δης] Ἀρχεστράτου κὲ Λεύκιος Σε[ραπί]ωνος [κὲ] Σεκοῦνδος Ἀραμίωνος ἱερατεύσαντες καλῶς Π[ρο]υσίᾳ. Η επιγραφή αφιερώνεται στον βασιλέα Προυσία από τέσσερις αναθέτες, οι οποίοι διετέλεσαν ιερείς της λατρείας του. Προφανώς ο Προυσίας λατρευόταν στην πόλη κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους ως κτίστης, δηλαδή ως ιδρυτής της πόλης. Η επιγραφή αποτελεί μαρτυρία για τη λατρεία του Προυσία Α ως ιδρυτή και επομένως για την ίδρυση του Βιθυνίου από αυτόν. 179 Στην επιγραφή δεν είναι δυνατόν να εννοείται ως ιδρυτής ο Προυσίας Β, διότι από τους δύο Βιθυνούς βασιλείς, οι οποίοι έφεραν αυτό το όνομα, μόνον για τον Προυσία Α παραδίδεται με μεγαλύτερη βεβαιότητα ότι είχε ιδρύσει ή επανιδρύσει και άλλες πόλεις. 180 Το όνομα του Βιθυνίου είχε προπαγανδιστικό χαρακτήρα: Δήλωνε σαφώς ότι επρόκειτο για μία ιδρυθείσα από Βιθυνό βασιλέα πόλη, η οποία ανήκε στην επικράτεια της Βιθυνίας. 181 Επί αυτοκράτορα Κλαυδίου (41-54 μ.χ.) το Βιθύνιο μετονομάστηκε σε Κλαυδίου Πόλιν. Αυτή η ονομασία 178 I. Klaudiu Polis 50 (Αυτοκρατορική εποχή). 179 L. Robert, À Travers l Asie Mineure, 130. W. Leschhorn, Gründer der Stadt, 284. I. Klaudiu Polis 50, σελ. 57, σχόλια στον στίχο 5. C. Michels, Kulturtransfer, 280 με σημ I. Klaudiu Polis 50, σελ. 57, σχόλια στον στίχο Βλ. για τον προγραμματικό χαρακτήρα του ονόματος του Βιθυνίου I. Klaudiu Polis, σελ. 1 (εισαγωγή). C. Michels, Kulturtransfer,

73 διατηρήθηκε τουλάχιστον μέχρι το 130 μ.χ., όταν επί Αδριανού έλαβε επιπροσθέτως το επίθετο Ἁδριανή. 182 Όπως παρατηρήθηκε ανωτέρω στην Προύσα (σελ ), και η ίδρυση του Βιθυνίου εξυπηρετούσε τους στρατιωτικούς σκοπούς της επεκτατικής εξωτερικής πολιτικής του Προυσία Α, διότι και το Βιθύνιο ιδρύθηκε για να κατοχυρωθεί η νεοκατακτηθείσα περιοχή. 183 Οι τέσσερις κατακτηθείσες και οι δύο νεοϊδρυθείσες από τον Προυσία Α πόλεις ανήκαν πλέον οριστικά στο βασίλειο της Βιθυνίας, έως ότου αυτό κληροδοτήθηκε στους Ρωμαίους το 74 π.χ. με την πολιτική διαθήκη του Νικομήδους Δ Φιλοπάτορος (περ π.χ.). 184 Σημειωτέον ότι επί Προυσία Α εντάχθηκαν στο βασίλειο της Βιθυνίας οι περισσότερες ελληνικές πόλεις σε σχέση με οποιονδήποτε Βιθυνό βασιλέα πριν και μετά από αυτόν και ότι επί της βασιλείας του το βασίλειο έλαβε τη μέγιστη έκτασή του, 185 η οποία έμεινε σταθερή έως το 74 π.χ Βλ. για τις μορφές του ονόματος της πόλης W. Ruge, Bithynion, RE III 1 (1897), 542. L. Robert, À Travers l Asie mineure, 132, σημ. 2. I. Klaudiu Polis, σελ (index). Παρατηρήσεις σχετικά με το τοπωνύμιο και το αντίστοιχο εθνωνύμιο γίνονται και κατωτέρω (ΙΙΙ.6, σελ ) βάσει των επιγραφών. 183 C. Michels, Kulturtransfer, Βλ. για τον Νικομήδη Δ F. Geyer, Nikomedes (6) IV Philopator, RE XVII 1 (1936), Για τη χρονολόγηση του θανάτου του Νικομήδους Δ τέλη 75 π.χ./αρχές 74 (Ιανουάριο ή Φεβρουάριο) και την έναρξη του Γ Μιθραδατικού Πολέμου αρχές 74 π.χ. βλ. R. Merkelbach, Hat der Bithynische Erbfolgekrieg im Jahr 74 oder 73 begonnen?, ZPE 81 (1990), κυρίως Αυτό ισχύει ακόμη και μετά την οριστική απώλεια της Φρυγίας Επικτήτου. 186 Βλ. για την έκταση του βασιλείου της Βιθυνίας από τον Προυσία Α και εξής D. Magie, Roman Rule, 314. C. Habicht, Prusias (1), H. L. Fernoux, Notables et élites, 32. Βλ. επίσης κατωτέρω σελ. 170 (χάρτης). 53

74 III. ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΒΙΘΥΝΙΑΣ Σε αυτό το μέρος της εργασίας εξετάζεται η εσωτερική κατάσταση των κατακτηθεισών ή ιδρυθεισών από τον Προυσία Α πόλεων κατά τον χρόνο υπαγωγής τους στο βασίλειο της Βιθυνίας και συγκεκριμένα ως προς τη συνέχεια ή ασυνέχεια των ελληνικών θεσμών, όπως αυτό ορίστηκε στην εισαγωγή της εργασίας (σελ. 4-9). Ευνόητη είναι βεβαίως η ασυνέχεια ως προς την ανεξαρτησία των πόλεων, η οποία συνεπάγεται την απώλεια του δικαιώματός τους να κόβουν δικά τους νομίσματα. 1 Σαφής είναι η συνέχεια κατοίκησης και ύπαρξης των πόλεων ως επανιδρύσεις με συναφή ασυνέχεια την αλλαγή του ονόματος σε ορισμένες από αυτές. Ως προς την εσωτερική κατάσταση των πόλεων εξετάζονται πρωτίστως πολιτικοί θεσμοί και δευτερευόντως θεσμοί σχετικοί με τον γενικότερο δημόσιο βίο, π.χ. θρησκευτικοί ή πολιτιστικοί, με σκοπό να αποδειχθεί η συνέχεια ή ασυνέχεια αυτών των θεσμών μετά την ένταξη των πόλεων στο βασίλειο της Βιθυνίας. Για μεθοδολογικούς λόγους οι οποίοι υπαγορεύονται από το ζητούμενο της εξέτασης ακολουθείται η εξής κατηγοριοποίηση των επιγραφών: Κάθε πόλη εξετάζεται χωριστά λόγω των ιδιαιτεροτήτων των επιγραφών της καθεμίας από αυτές. Προηγούνται οι επανιδρυθείσες ελληνικές πόλεις κατά τον χρόνο κατάκτησής τους και συγχρόνως κατά αλφαβητική σειρά για όσες κατακτήθηκαν το ίδιο χρονικό διάστημα. Έπονται οι κατά πάσα πιθανότητα ιδρύσεις του Προυσία Α. Εντός εκάστης πόλεως η αξιοποίηση των επιγραφών κατανέμεται αναλόγως: 1) είτε σε τρία επιμέρους χρονικά διαστήματα, δηλαδή α) πριν την ένταξη των πόλεων στο βασίλειο της Βιθυνίας, β) κατά τον χρόνο 1 C. Marek, Stadt, Ära und Territorium, 24. C. Michels, Kulturtransfer,

75 υπαγωγής τους στο βασίλειο (έως το 74 π.χ.) και γ) μετά το τέλος του βασιλείου (74 π.χ. και εξής) 2) είτε σε δύο από αυτά τα χρονικά διαστήματα ή 3) μόνον σε ένα, την Αυτοκρατορική εποχή. Επειδή η χρονολόγηση των επιγραφών είναι απαραίτητη προϋπόθεση της εξέτασης, ώστε αυτές να ταξινομηθούν στην αντίστοιχη περίοδο, οι αχρονολόγητες επιγραφές δεν ελήφθησαν υπόψιν. 2 Επιγραφές και των τριών χρονικών περιόδων διαθέτουν μόνον η Κίος και η Μύρλεια, ενώ στην Προύσα οι επιγραφικές μαρτυρίες κατανέμονται σε δύο περιόδους, την Ελληνιστική και την Αυτοκρατορική εποχή. Οι επιγραφές των τριών άλλων πόλεων (Κίερος, Τίειον και Βιθύνιον) χρονολογούνται μόνον στην Αυτοκρατορική εποχή. Η ταξινόμηση των επιγραφών σε τρεις ή δύο χρονικές περιόδους επιτρέπει τη συγκριτική εξέταση και τον σχηματισμό εικόνας για την κατάσταση πριν και μετά την κατάκτηση των πόλεων και επομένως για το ζήτημα της συνέχειας ή ασυνέχειας των ελληνικών θεσμών. Ακόμη και για τις πόλεις για τις οποίες δεν είναι βέβαιο αν ήταν νέες ιδρύσεις ή επανιδρυθείσες ελληνικές πόλεις (Προύσα και Βιθύνιο), η εξέταση των επιγραφών ως προς τους θεσμούς και τον δημόσιο βίο αναδεικνύει τον χαρακτήρα αυτών των πόλεων. Το ίδιο ισχύει και για τις πόλεις από τις οποίες δεν σώζονται επιγραφές προγενέστερες των Αυτοκρατορικών χρόνων. Εντός εκάστης χρονικής περιόδου οι επιγραφές δεν εξετάζονται με βάση αυστηρώς χρονολογικά κριτήρια, αλλά κυρίως με βάση αξιολογικά κριτήρια, αναλόγως δηλαδή της σημασίας των παραδιδόμενων σε αυτές θεσμών. Της αναλυτικής εξέτασης και του σχολιασμού των θεσμών έπονται συνοπτικές παρατηρήσεις σχετικά με τα παραδιδόμενα στις 2 Για τις επιγραφές χρησιμοποιήθηκαν οι βασικές εκδόσεις και η χρονολόγηση έγινε με βάση αυτές. Όπου εντοπίστηκαν νεότερες εκδόσεις ακολουθήθηκε η νεότερη χρονολόγηση. Άλλως διευκρινίζεται κατά περίπτωση. 55

76 επιγραφές ανθρωπωνύμια με σκοπό να αποδειχθεί, αν αυτά ήταν ελληνικά και επομένως αν οι πόλεις εξακολούθησαν να κατοικούνται από ελληνικό πληθυσμό. Ρωμαϊκοί θεσμοί 3 παραδιδόμενοι στις υπό εξέταση επιγραφές δεν εξετάζονται για τρεις λόγους: α) διότι δεν αφορούν το θέμα, όπως αυτό ορίστηκε ανωτέρω, β) διότι η εισαγωγή ρωμαϊκών θεσμών είναι αυτονόητη για όλες τις επαρχίες και τις πόλεις της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και γ) διότι μία εξέταση συμπεριλαμβανομένων των ρωμαϊκών θεσμών θα υπερέβαινε κατά πολύ τα όρια μίας μεταπτυχιακής εργασίας. 4 Δεν γίνεται επίσης αναφορά στην αυτοκρατορική λατρεία και στα αντίστοιχα προς αυτή αξιώματα και θεσμούς 5 ούτε στη λατρεία αιγυπτιακών θεοτήτων, η οποία ήταν κοινή για ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο ήδη από την Ελληνιστική εποχή Κίος Προυσιὰς ἡ ἐπιθαλάσσιος Το συγκριτικό πλεονέκτημα στην περίπτωση της Κίου έγκειται στο γεγονός ότι υπάρχουν επιγραφικές μαρτυρίες ήδη από την Κλασική Εποχή. Εξετάζονται όλες οι επιγραφές, ανεξαρτήτως του τόπου εύρεσης, οι οποίες παρέχουν πληροφορίες για την Κίο ως ανεξάρτητη πόλη και ως ανήκουσα για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα στο βασίλειο της Βιθυνίας, καθώς 3 Θεσμοί δηλαδή οι οποίοι εισήχθησαν στις πόλεις με τη δημιουργία της επαρχίας. Για τη δημιουργία της επαρχίας Βιθυνίας βλ. κατωτέρω ΙΙΙ.1, σελ Βλ. για τη διοίκηση της επαρχίας και τους ρωμαϊκούς θεσμούς των πόλεων C. Marek, Pontus et Bithynia, 44-74, H. L. Fernoux, Notables et élites, και πιο συνοπτικά T. Bekker Nielsen, Urban Life and Local Politics in Roman Bithynia. The Small World of Dion Chrysostomos, Aahrus University Press 2008, Βλ. για την αυτοκρατορική λατρεία στη Μ. Ασία S. R. F. Price, Rituals and Power. The Roman Imperial Cult in Asia Minor, Cambridge Lοndon New York New Rochelle Melbourne Sydney 1984 και συνοπτικά για την αυτοκρατορική λατρεία στην επαρχία Βιθυνίας-Πόντου C. Marek, Pontus et Bithynia, Βλ. για τη λατρεία των δύο σημαντικότερων αιγυπτιακών θεοτήτων, της Ίσιδος και του Σαράπιδος, L. Vidman, Isis und Sarapis bei den Griechen und Römern. Epigraphische Studien zur Verbreitung und zu den Trägern des ägyptischen Kultes, Berlin

77 και για πολίτες της Κίου. Οι σχετικές με την Κίο επιγραφές προέρχονται και από τις τρεις επιμέρους χρονικές περιόδους, όπως αυτές ορίστηκαν αμέσως προηγουμένως. α) Κλασική και πρώιμη Ελληνιστική εποχή (έως το 202 π.χ.) Οι επιγραφικές μαρτυρίες για την Κίο κατά την Κλασική και πρώιμη Ελληνιστική εποχή (έως το 202 π.χ.) δεν είναι πολλές, ωστόσο παρέχουν αρκετές πληροφορίες για την πόλη και τους πολίτες της. Οι παλαιότερες επιγραφικές μαρτυρίες είναι οι ετήσιοι φορολογικοί κατάλογοι της Α Αθηναϊκής Συμμαχίας, οι οποίοι αποδεικνύουν ότι η Κίος ήταν σύμμαχος των Αθηναίων. Σώζονται συνολικά δεκατρείς φορολογικοί κατάλογοι, στους οποίους παραδίδεται το εθνικό όνομα Κιανοί και οι οποίοι χρονολογούνται τα έτη 454/3 π.χ., 7 448/7 π. Χ.-444/3 π.χ., 8 442/1 π.χ., 9 440/39 π.χ., /4 π.χ., /2 π.χ.-432/1 π.χ., /29 π.χ., /4 π.χ., /7 π.χ. 15 Από τους καταλόγους προκύπτει ότι η Κίος ως σύμμαχος των Αθηναίων κατέβαλλε ετήσιο φόρο 1000 δραχμές. Μία αττική αποσπασματική επιγραφή, η οποία χρονολογείται περί το 406/5 π.χ., περιέχει μόνον τα ονόματα του γραμματέως και του επωνύμου άρχοντος της Αθήνας. 16 Στο ανάγλυφο άνωθεν της επιγραφής υπάρχουν η λέξη «Κίος» και κάτωθεν αυτής ανάγλυφη παράσταση, η οποία απεικονίζει τη θεά Αθηνά σε δεξίωσιν (χειραψία με το δεξί χέρι) με γενειοφόρο άνδρα. 7 IG I 3 259, VI 7. 8 IG I 3 264, ΙΙΙ , ΙΙ , Ι , ΙΙ IG I 3 270, ΙΙ IG I 3 272, Ι IG I 3 277, IV IG I 3 279, Ι , ΙΙ IG I 3 281, ΙΙΙ IG I 3 71, ΙΙΙ IG I 3 287, ΙΙ IG I (406/5 π.χ.). 57

78 Οι δύο μορφές θεωρείται ότι συμβολίζουν τον δήμο των Αθηναίων και των Κιανών αντιστοίχως, διότι η λέξη «Κίος» βρίσκεται ακριβώς άνωθεν της ανδρικής μορφής. Αυτός ο συμβολισμός αντανακλά τις καλές σχέσεις της Κίου με την Αθήνα. Η επιγραφή έχει χρονολογηθεί πρώτον με βάση τον επώνυμο άρχοντα και δεύτερον με βάση τα κατωτέρω ιστορικά συμφραζόμενα: 17 Τη νίκη των Αθηναίων στις Αργινούσες (406 π.χ.), 18 η οποία είχε ως συνέπεια η Κίος να προσχωρήσει εκ νέου στην Α Αθηναϊκή Συμμαχία. 19 Αυτό το γεγονός συμβολίζει η δεξίωσις της Αθηνάς με τον γενειοφόρο άνδρα. Από την Κίο προέρχονται δύο τιμητικά ψηφίσματα 4 ου αι. π.χ. 20 Το πρώτο είναι για τον Άδολο Αδόλου από το Σίγειο. 21 Στο praescriptum (στ. 1-3) περιέχονται οι εξής πολιτικοί θεσμοί: [Ἐπὶ..]νος φρουροῦ, Ἀνθε<σ>τηριῶ[νος], Αὐτονόμου πρυτανεύν[τος], [κυρία ἐκκ]λησία, Μεταγένης Μετα[γένους εἶπε]. Στην πρώτη θέση του ψηφίσματος αναγράφεται ο φρουρός (το όνομά του δεν σώζεται), ο οποίος ήταν ο επώνυμος άρχων της 17 Ως επώνυμος άρχων αναφέρεται στην επιγραφή ο Καλλίας. Όμως άρχων με το ίδιο όνομα μαρτυρείται και για το έτος 377/6 π.χ., όταν η Κίος ανήκε στην Περσική αυτοκρατορία (από την Ανταλκίδειο Ειρήνη, 386 π.χ., και εξής). Τότε όμως μία σύνδεση της Κίου με την Αθήνα δεν ήταν δυνατή. Γι αυτόν τον λόγο χρησιμοποιήθηκαν και τα ιστορικά γεγονότα της εποχής προκειμένου να χρονολογηθεί η επιγραφή. Βλ. σχετικώς I. Kios, σελ (εισαγωγή). 18 I. Kios, σελ. 25 (εισαγωγή). 19 Η Κίος το 408 π.χ. είχε περιέλθει στους Πέρσες: I. Kios, σελ. 24 (εισαγωγή). 20 Ήδη από το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου και καθ όλη τη διάρκεια του 4 ου αι. π.χ. (τυπικά από την Ανταλκίδειο ειρήνη και εξής) η Κίος ανήκε εκ νέου στην Περσική αυτοκρατορία. Η πόλη τέθηκε διαδοχικά υπό την εξουσία διάφορων τοπικών Περσών δυναστών, οι οποίοι μάλλον δεν μετέβαλαν τους θεσμούς διοίκησης της πόλης, όπως συνάγεται από τα δύο ψηφίσματα 4 ου αι. π.χ. της Κίου. Αυτή η κατάσταση μαρτυρείται τουλάχιστον μέχρι το 334 π.χ., όταν η Μ. Ασία κατακτήθηκε από τον Μ. Αλέξανδρο. Θεωρείται πιθανό ότι ο Αλέξανδρος διατήρησε τους τοπικούς ηγεμόνες στις θέσεις τους. Αυτό σημαίνει ότι η Κίος εξακολούθησε να βρίσκεται υπό περσική κυριαρχία μέχρι το 302, όταν πέθανε και ο τελευταίος τοπικός δυνάστης, ο Μιθριδάτης Β. Μεταξύ του 301 και του 281 π.χ. η Κίος ανήκε στο βασίλειο του Λυσιμάχου. Βλ. σχετικώς I. Kios, σελ , 50 (εισαγωγή). Για την Ανταλκίδειο Ειρήνη και την παραχώρηση της Μ. Ασίας στους Πέρσες βλ. R. Seager, The Corinthian War, στο CAH VI 2 (1994), I. Kios 1 (4 ος αι. π.χ.). 58

79 Κίου. 22 Έπεται ο μήνας Aνθεστηριών, κατά τον οποίο ελήφθη η απόφαση, 23 και στη συνέχεια ο πρυτανεύων Αυτόνομος. Ο πρυτανεύων ανήκε στην ομάδα των πρυτάνεων της βουλής (πρυτανεία), της οποίας ήταν επικεφαλής. 24 Κύρια αρμοδιότητα των πρυτάνεων της Κίου ίσως ήταν η προεδρία των συνεδριάσεων της βουλής και της εκκλησίας του δήμου, στην οποία (προεδρία) εναλλάσσονταν μηνιαίως. 25 Η ύπαρξη πρυτάνεως με αυτές τις αρμοδιότητες συνεπάγεται την ύπαρξη βουλής στην Κίο. Ακολουθούν η αναφορά στην εκκλησία του δήμου, η οποία προσδιορίζεται 22 Γι αυτόν τον πολιτικό θεσμό χρησιμοποιείται ένας στρατιωτικός όρος, πιθανώς για να δηλωθεί η ενίσχυση της στρατιωτικής εξουσίας. Ο φρουρός θεωρούνταν ότι επέβλεπε ή επιτηρούσε την πόλη, ότι έχει αναλάβει τη διοίκησή της. Πιθανόν ο φρουρός να εξελίχθηκε από στρατιωτικό σε πολιτικό αξιωματούχο, καθώς η χρήση στρατιωτικών όρων για πολιτικά αξιώματα είναι ένα αρκετά συχνό φαινόμενο με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το αξίωμα του στρατηγού. Η παρουσία του φρουρού θα πρέπει εδώ να συνδεθεί με την ισχύουσα πολιτική κατάσταση στην Κίο κατά τον 4 ο αι. π.χ. Η πόλη βρισκόταν υπό περσική κυριαρχία και ίσως αυτός ο φρουρός με τις ενισχυμένες εξουσίες που διέθετε διοικούσε και επέβλεπε την πόλη: I. Kios 1, σελ , σχόλια στον στίχο 1 και σελ (εισαγωγή). R. Sherk, The Eponymous Officials of Greek Cities III. The Register. Thrace, Black Sea, Asia Minor, ZPE 88 (1991), 240. Φρουρός ως επώνυμος άρχων με ενιαύσια θητεία και τα ανωτέρω χαρακτηριστικά μαρτυρείται και σε μία επιγραφή από τις Κλαζομενές. Βλ. σχετικώς I. Erythrai 510, 16 (3 ος αι. π.χ.) και αυτ. σελ. 517, σχόλια στον στίχο Η Κίος, όπως και άλλες αποικίες της Μιλήτου, ακολουθούσε το ημερολόγιο της μητρόπολής της. Από την Κίο παραδίδονται τα ονόματα μόνον δύο μηνών, του Ανθεστηριώνα και του Ληναιώνα, το δεύτερο στην αμέσως επόμενη επιγραφή. Τα ονόματα των υπολοίπων μηνών είναι γνωστά είτε από την ίδια τη Μίλητο είτε από άλλες αποικίες της. Αυτοί οι δύο μήνες είναι ο έκτος και ο πέμπτος ή ο ενδέκατος και ο δέκατος αντιστοίχως ανάλογα με τον μήνα έναρξης του μιλησιακού έτους. Βλ. γι αυτούς τους μήνες και τη θέση τους στο ημερολόγιο της Κίου, όπως προκύπτει από το ημερολόγιο της Μιλήτου C. Trümpy, Untersuchungen zu den altgriechischen Monatsnamen und Monatsfolgen, Heidelberg 1997, Γενικά δύο εκδοχές είναι πιθανές σχετικά με τον θεσμό του πρυτάνεως: Ένας πρύτανις μπορούσε είτε να είναι ο επώνυμος άρχων μίας πόλης είτε να είναι μέλος της πρυτανείας και επικεφαλής της για κάποιο χρονικό διάστημα. Το ενδεχόμενο ο πρύτανις της Κίου να είναι επώνυμος άρχων αποκλείεται πρώτον, διότι επώνυμος άρχων της πόλης είναι ο φρουρός και δεύτερον, διότι ο πρύτανις αναφέρεται στη δεύτερη θέση του ψηφίσματος αμέσως μετά τον φρουρό: F. Gschnitzer, Prytanis, RE Suppl. XIII (1973), 797. R. Sherk, The Eponymous Officials of Greek Cities III, 240. Βλ. γενικά για τον θεσμό του πρυτάνεως F. Gschnitzer, αυτ (πρύτανις ως επώνυμος άρχων), (πρύτανις ως μέλος της ομάδας των πρυτάνεων). 25 Υπάρχει ακόμη η πιθανότητα ότι ο πρύτανις της Κίου δεν ήταν καθ όλη τη διάρκεια του μήνα επικεφαλής της πρυτανείας, αλλά απλώς ένα μέλος της, στο οποίο ανετίθετο η προεδρία μίας συγκεκριμένης συνέλευσης ή μόνον το καθήκον να θέτει σε ψηφοφορία ένα συγκεκριμένο ζήτημα της ημερήσιας διάταξης: F. Gschnitzer, Prytanis,

80 ως κυρία, 26 και στη συνέχεια το όνομα του προσώπου το οποίο υπέβαλε την πρόταση ψηφίσματος. Στον Άδολο και τους απογόνους του απονεμήθηκε προξενία (στ. 6) 27 και τα απορρέοντα από αυτή προνόμια: Δικαίωμα ιδιοκτησίας (ἔγκτησις) γης και οικίας (στ. 8), 28 είσπλους και έκπλους και είσοδος και έξοδος ασυλεί και ασπονδεί σε περίοδο πολέμου και ειρήνης (στ. 7-10), προεδρία 29 και 26 Με το επίθετο κυρία χαρακτηριζόταν πιθανότατα μία εκ των συνελεύσεων της εκκλησίας του δήμου, κατά την οποία υπήρχε απαρτία ή συγκεντρωνόταν ο ελάχιστος απαιτούμενος αριθμός πολιτών, ώστε να είναι δυνατή η διεξαγωγή ψηφοφορίας και η λήψη της σχετικής απόφασης. Αυτό συνέβαινε, όταν επρόκειτο να συζητηθούν θέματα εξαιρετικής σημασίας όπως π.χ. απονομή πολιτείας. Η συγκέντρωση ενός ελάχιστου επιτρεπτού αριθμού πολιτών δήλωνε την εγκυρότητα τόσο της συγκέντρωσης όσο και της τελικής απόφασης. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι αυτή η έκφραση χρησιμοποιήθηκε σε εποχές κατά τις οποίες οι πόλεις της Μ. Ασίας, στις οποίες απάντα η έκφραση, υπέκειντο στην εξουσία κάποιου σατράπη ή βασιλέα. Αυτό ίσως συνέβη, διότι οι πόλεις ήθελαν να τονίσουν τους δημοκρατικούς θεσμούς και την εγκυρότητα αυτών, καθώς και την εσωτερική τους αυτοδιοίκηση, αγαθά τα οποία εξακολουθούσαν να απολαμβάνουν παρά την ένταξή τους σε κάποιο βασίλειο. Βλ. σχετικώς R. M. Errington, Ἐκκλησίας κυρίας γενομένης, Chiron 25 (1995), Είναι προφανές ότι αυτό ισχύει και για την Κίο, στην οποία απαντά η έκφραση κυρία ἐκκλησία και η οποία κατά τον 4 ο αι. π.χ. τελούσε υπό περσική κυριαρχία. Κυρία εκκλησία μαρτυρείται και στην Αθήνα κατά την Κλασική εποχή. Τον 5 ο αι. π.χ. η κυρία εκκλησία ήταν η μοναδική τακτική και υποχρεωτική συνέλευση κατά τη διάρκεια της πρυτανείας, ενώ οι υπόλοιπες συνελεύσεις μπορούσαν να συγκληθούν εκτάκτως. Τον 4 ο αι. π.χ. η κυρία εκκλησία ήταν μία από τις τέσσερις τακτικές συνελεύσεις του δήμου, στην ημερήσια διάταξη της οποίας υπήρχαν περισσότερα θέματα προς συζήτηση από ότι στις υπόλοιπες συγκεντρώσεις. Η κυρία εκκλησία διαρκούσε πιθανότατα πολύ περισσότερο από τις άλλες τρεις συνελεύσεις λόγω του πλήθους και της σημασίας των θεμάτων προς συζήτηση. Ο εκκλησιαστικός μισθός που δινόταν στους πολίτες για να παραστούν στην κυρία εκκλησία ήταν αυξημένος κατά το ήμισυ σε σχέση με εκείνον που δινόταν στις άλλες συγκεντρώσεις. Επειδή τα προς συζήτηση θέματα είχαν ιδιαίτερη βαρύτητα ήταν απαραίτητο να συγκεντρωθεί ένας αρκετά μεγάλος αριθμός πολιτών. Η ημερήσια διάταξη της κυρίας εκκλησίας περιελάμβανε θέματα όπως τον έλεγχο των αξιωματούχων, την απονομή πολιτείας, την απόδοση τιμών σε πολίτες και ξένους, την εξωτερική πολιτική και την προμήθεια σίτου. Για την κυρία εκκλησία στη Αθήνα βλ. αναλυτικά M. H. Hansen, The Athenian Assembly in the Age of Demosthenes, Oxford 1987, 22 (5 ος αι. π.χ.), (4 ος αι. π.χ.), και πιο συνοπτικά P. J. Rhodes D. M. Lewis, The Decrees of the Greek States, Oxford 1997, Βλ. για τον θεσμό του προξένου F. Gschnitzer, Proxenos, RE Suppl. XIII (1973), C. Marek, Die Proxenie, Frankfurt am Main Bern New York Βλ. για το προνόμιο της εγκτήσεως J. Pečirka, The Formula of the Grant of Enktesis in Attic Inscriptions (Acta Universitatis Carolinae philosophica et historica, 15), Praha Η προεδρία συνίστατο στο δικαίωμα να κάθεται ο τιμώμενος στην πρώτη σειρά στα δημόσια θεάματα και στους αγώνες: C. Fensterbusch, Prohedria (προεδρία), RE XXIII 1 (1957),

81 απαλλαγή από τους φόρους (ἀτέλεια 30 ) για όσα εισάγουν και εξάγουν επί κτήσει (στ ). Στο τέλος του ψηφίσματος ανατίθεται στους ἱεροποιούς 31 η αναγραφή του ψηφίσματος σε λίθινη στήλη και η τοποθέτησή του στο ιερό της Αθηνάς (στ ), το οποίο πιθανώς έκειτο στην περιοχή της Κίου. 32 Το δεύτερο ψήφισμα είναι προς τιμήν του Αθηνοδώρου. 33 Στο praescriptum (στ. 1-3) αναγράφονται τα εξής: [Ἐπὶ ]νίου φρουροῦ, Ληναιῶνος εἰκάδι, [ἐν κυρίᾳ] ἐκκλησίᾳ, Κόνων ἐπρυτάνευε, γνώμη [τῶν ἀρχόν]των καὶ τῶν στρατηγῶν. Στους δύο πρώτους στίχους αναφέρονται σχεδόν με την ίδια σειρά οι θεσμοί οι οποίοι εξετάστηκαν στο αμέσως προηγούμενο ψήφισμα: Φρουρός ως επώνυμος άρχων, ο μήνας Ληναιών, κυρία ἐκκλησία και πρυτανεύων με το όνομα Κόνων. 34 Γι αυτούς τους θεσμούς ισχύουν όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω σχετικά με το πρώτο ψήφισμα από την Κίο. Μετά τον πρυτανεύοντα ακολουθούν δύο ακόμη θεσμοί, οι οποίοι απουσίαζαν από το προηγούμενο ψήφισμα: Οι ἄρχοντες και οι στρατηγοί, με εισήγηση των οποίων τέθηκε στην εκκλησία προς συζήτηση και ψηφοφορία το ζήτημα της απονομής προξενίας στον 30 Βλ. γι αυτό το προνόμιο J. Oehler, Ἀτέλεια, RE II 2 (1896), P. J. Rhodes, Ateleia, NP 2 (2003), Οι ιεροποιοί ήταν θρησκευτικοί αξιωματούχοι, οι οποίοι μαζί με τους ιερείς είχαν το καθήκον της επίβλεψης των ναών, της διαχείρισης των ιερών χρημάτων και της διεξαγωγής των θρησκευτικών τελετών, θυσιών και της λατρείας γενικότερα. Αναλάμβαναν επίσης τα έξοδα, τα οποία αντιστοιχούσαν σε αυτά τα καθήκοντα. Βλ. αναλυτικά J. Oehler, ἱεροποιοί, RE VIII 2 (1913), Πιθανότατα πρόκειται για έναν μικρό ναό με τέμενος. Η Αθηνά είναι η μοναδική ελληνική θεότητα η λατρεία της οποίας μαρτυρείται επιγραφικά στην Κίο του 4 ου αι. π.χ.: I. Kios, σελ. 57 (εισαγωγή). Βλ. κατωτέρω σελ. 80 για τη λατρεία και άλλων ελληνικών θεοτήτων στην Κίο της Αυτοκρατορικής εποχής. 33 I. Kios 2 (περί το 360 π.χ.). Ο Αθηνόδωρος καταγόταν από οικογένεια Αθηναίων κληρούχων της Ίμβρου και είναι γνωστός αρχηγός μισθοφόρων κατά τον 4 ο αι. π.χ. Βλ. αναλυτικά γι αυτόν W. Judeich, Athenodoros (2), RE II 2 (1896), W. Parke, Greek Mercenary Soldiers. From the earliest times to the battle of Ipsus, Oxford 1970, 129, Βλ. γενικά για τα μισθοφορικά στρατεύματα M. Trundle, Greek Mercenaries.From the late Archaic Period to Alexander, London New York Σε αυτό το ψήφισμα η κυρία εκκλησία προτάσσεται του πρυτανεύοντος, ενώ στο προηγούμενο ακολουθήθηκε η αντίστροφη σειρά. 61

82 Αθηνόδωρο (στ. 3). Οι άρχοντες και οι στρατηγοί αποτελούσαν ανώτατα πολιτικά αξιώματα, των οποίων η θητεία ήταν πιθανότατα ενιαύσια, ωστόσο οι αρμοδιότητές τους δεν μπορούν να προσδιοριστούν περαιτέρω. 35 Στον Αθηνόδωρο απονέμονται τιμές και προνόμια. Οι τιμές είναι ο έπαινος (στ. 4) και ο χάλκινος ανδριάντας (στ. 5-6). Στα προνόμια περιλαμβάνονται προεδρία (στ. 7), ατέλεια (στ. 7), είσπλους και έκπλους ασυλεί και ασπονδεί σε καιρό πολέμου και ειρήνης (στ. 7-8) και βοήθεια εκ μέρους των Κιανών σε οποιαδήποτε δυσκολία αντιμετωπίσουν ο Αθηνόδωρος και οι απόγονοί του (στ. 9-11). Τα δύο ψηφίσματα 4 ου αι. π.χ. δείχνουν ότι η Κίος διέθετε τυπικούς θεσμούς μίας ελληνικής πόλης και μάλιστα δημοκρατικούς (εκκλησία και βουλή), καθώς και ότι ακολουθούνταν η τυπική διαδικασία, κατά την οποία τόσο απλοί πολίτες (ο Μεταγένης Μεταγένους στο πρώτο ψήφισμα) όσο και αξιωματούχοι (οι άρχοντες και οι στρατηγοί στο δεύτερο ψήφισμα) είχαν το δικαίωμα να υποβάλλουν προτάσεις ψηφισμάτων στην εκκλησία. Τον 4 ο αι. π.χ. χρονολογείται και ένα απόσπασμα αγνώστου περιεχομένου από την Κίο, στο οποίο συμπληρώνεται η λέξη σύνε[δροι] (στ. 3). 36 Δεν είναι γνωστές ούτε οι αρμοδιότητες ούτε η διάρκεια θητείας των συνέδρων. 37 Πρόκειται για τους μετέχοντες στο συνέδριο, το οποίο ήταν μάλλον κάποιου είδους πολιτικός θεσμός της πόλης. 38 Οι αναφερόμενοι 35 I. Kios, σελ. 51 (εισαγωγή). Βλ. γενικά για τους άρχοντες V. Schoeffer, Archontes, RE II 1 (1895), Για τους στρατηγούς βλ. F. Bilabel, Strategos (3), RE IV A1 (1931), 184: Πρόκειται αρχικά για στρατιωτικό αξίωμα, το οποίο με την πάροδο του χρόνου απέκτησε πολιτικές αρμοδιότητες, οι οποίες διέφεραν από πόλη σε πόλη και από εποχή σε εποχή. 36 I. Kios 25 (4 ος αι. π.χ.). 37 I. Kios, σελ. 51 (εισαγωγή). 38 Ο όρος «συνέδριον» χρησιμοποιούνταν συχνά ιδιαιτέρως από τον 4 ο αι. π.χ. και εξής, για να χαρακτηρίσει διάφορους πολιτικούς θεσμούς. Κυρίως κατά την Ελληνιστική και Αυτοκρατορική εποχή ως «συνέδριον» δηλωνόταν η βουλή ορισμένων πόλεων. Ωστόσο, αυτή η εκδοχή θα πρέπει να απορριφθεί εδώ, διότι το ανωτέρω απόσπασμα χρονολογείται τον 4 ο αι. π.χ. Επιπλέον ο όρος «σύνεδροι» χρησιμοποιούνταν περιστασιακά, για να δηλώσει την επιτροπή, η οποία επεξεργαζόταν προκαταρκτικά κάποιον νόμο ή ψήφισμα, τα οποία εν συνεχεία υπέβαλε στην εκκλησία του δήμου. Με την έννοια αυτή ο όρος 62

83 στην επιγραφή ]κοντες (στ. 3) ίσως ήταν υποχρεωμένοι να καταβάλουν μισθούς (ὀψώνια, στ. 5) στους ὑφ αὐτοὺς (στ. 4), οι οποίοι είναι υφιστάμενοί τους ή αξιωματούχοι που άσκησαν τα καθήκοντά τους κατά τη διάρκεια της θητείας των ]κοντων και των συνέδρων. Οι αξιωματούχοι, των οποίων τα ονόματα σώζονται ελλιπώς στο τέλος της επιγραφής, έχουν το καθήκον της διάθεσης του χρηματικού ποσού (ἀργ]ύριον, στ. 8). 39 Οι τρεις επιγραφές που ακολουθούν αφορούν κυρίως τις εξωτερικές σχέσεις της Κίου, δείχνουν όμως παράλληλα και θεσμούς της πόλης. Από τον κατάλογο θεωροδόκων του Άργους μαρτυρείται για την Κίο της Κλασικής εποχής ο θεσμός της θεωροδοκίας. 40 Ο κατάλογος χρονολογείται περί το 330 π.χ. 41 Σώζεται το όνομα του Κιανού θεωροδόκου, του Αρχεδάμου (στ. ΙΙ 14), ο οποίος είχε το καθήκον να υποδεχθεί τους θεωρούς του Άργους στην Κίο. Η παρούσα επιγραφή είναι η τελευταία σωζόμενη για την Κίο της Κλασικής εποχής. Η σημαντικότερη από τις επιγραφές Ελληνιστικής εποχής για την Κίο προέρχεται από τη Μίλητο, αφορά την απονομή πολιτείας από τον δήμο των Μιλησίων προς τους Κιανούς και ρυθμίζει τις σχέσεις μεταξύ των δύο πόλεων. Το ψήφισμα χρονολογείται περί το 228 π.χ. 42 Οι Κιανοί είχαν αποστείλει στη Μίλητο δύο ιεροποιούς για να προβάλουν τα εξής αιτήματα της πόλης τους: α) την απαλλαγή των Κιανών από την υποχρέωση να αναθέσουν φιάλες στο ιερό του Απόλλωνος λόγω της οικονομικής «σύνεδροι» απαντά ήδη πριν την εποχή του Μ. Αλεξάνδρου. Βλ. αναλυτικά για το συνέδριο ως πολιτικό θεσμό F. Poland, Συνέδριον, RE IV A2 (1932), κυρίως 1333, I. Kios 25, σελ. 107, σχόλια. 40 Η θεωροδοκία ήταν τιμητικό αξίωμα, το οποίο απένεμε μία πόλη σε κάποιον πολίτη της με ψήφισμα. Οι θεωροδόκοι είχαν το καθήκον να υποδέχονται στην πόλη τους τούς θεωρούς, αυτούς δηλαδή οι οποίοι είχαν σταλεί με σκοπό να αναγγείλουν τη διεξαγωγή θρησκευτικών εορτών της δικής του πόλης. Για τους θεωρούς και τους θεωροδόκους βλ. L. Ziehen, Theoroi, RE V A (1934), Αναλυτικά για τον θεσμό της θεωροδοκίας βλ. P. Perlman, City and Sanctuary in Ancient Greece.The Theorodokia in the Peloponnese, Göttingen 2000, κυρίως (ορισμός, αρμοδιότητες και εξέλιξη του αξιώματος). 41 SEG XXIII 189 (330 π.χ.). 42 I. Kios Τ3 (228 π.χ.). 63

84 δυσπραγίας, την οποία αντιμετώπιζαν αυτή την εποχή (στ. 6-13) 43 και β) την παραχώρηση πολιτείας στους Κιανούς (στ ). Οι Μιλήσιοι αποφάσισαν σχετικώς τα εξής: α) Δεν απήλλαξαν πλήρως τους Κιανούς από την υποχρέωσή τους, αλλά τους παραχώρησαν τη δυνατότητα να αναβάλουν την ανάθεση επ αόριστον (στ ) β) αποφάσισαν να αποδώσουν πολιτεία στους Κιανούς (στ ). Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για παραχώρηση ισοπολιτείας. 44 Αναφέρεται ακόμα ότι, για να μπορέσουν να εφαρμοστούν όσα παραχωρήθηκαν από τον δήμο των Μιλησίων (δηλαδή η πολιτεία), οι πρυτάνεις της Μιλήτου θα επιμεληθούν και θα διανείμουν με κλήρο στις φυλές εκείνους τους Κιανούς πολίτες, οι οποίοι επιθυμούν να μετέχουν της πολιτείας, εάν οι Κιανοί τους αποδείξουν με ψήφισμα ότι είναι πολίτες τους (στ ). 45 Στο τέλος του ψηφίσματος ο δήμος των Μιλησίων καλεί τους ιεροποιούς σε δείπνο στο πρυτανείο της Μιλήτου (στ ). 46 Από το παρόν ψήφισμα προκύπτουν οι εξής θεσμοί της Κίου: Πρωτίστως ο δῆμος Κιανῶν, ο οποίος απέστειλε το ψήφισμα στη Μίλητο και αναφέρεται 43 Η Κίος, όπως και άλλες αποικίες της Μιλήτου, ήταν υποχρεωμένη να προσφέρει φιάλες στο ιερό του Απόλλωνος. Αυτό προκύπτει α) από τη φράση της επιγραφής κατὰ τὰ ὑπὸ [τῶ]μ προγόνων συγκείμενα (στ ) και β) από προγενέστερη επιγραφή, σύμφωνα με την οποία οι Κιανοί παλαιότερα είχαν προσφέρει φιάλη αξίας 100 δραχμών στο ιερό του Απόλλωνος στα Δίδυμα. Η τελευταία επιγραφή χρονολογείται το 276/5 π.χ. Βλ. γι αυτή την επιγραφή I. Didyma Η ισοπολιτεία συνίστατο στην απονομή πλήρων πολιτικών δικαιωμάτων και είχε τρεις μορφές: α) απονεμόταν από μία πόλη σε κάποιον πολίτη ή σε μεμονωμένους πολίτες μίας άλλης πόλης, β) απονεμόταν από μία πόλη προς μία άλλη πόλη και γ) παραχωρούνταν αμοιβαία μεταξύ δύο πόλεων. Ο πολίτης ή οι πολίτες, στους οποίους είχε παραχωρηθεί ισοπολιτεία, είχαν ίσα πολιτικά δικαιώματα με τους πολίτες της πόλης η οποία τα παραχώρησε. Η ισοπολιτεία είχε δυνητικό χαρακτήρα, μπορούσε δηλαδή να ενεργοποιηθεί μόνον μετά την εγκατάστασή του πολίτη στην πόλη, από την οποία έλαβε την ισοπολιτεία: J. Oehler, Isopoliteia, RE IX 2 (1916), , Αναλυτικά για την ισοπολιτεία ως διακρατικό θεσμό βλ. W. Gawantka, Isopolitie. Ein Beitrag zur Geschichte der zwischenstaatlichen Beziehungen in der griechischen Antike (Vestigia, 22), München Φαίνεται ότι κάποιοι Κιανοί αποδέχτηκαν την πολιτεία, η οποία παραχωρήθηκε από τη Μίλητο, διότι σώζεται αποσπασματική επιγραφή από τη Μίλητο με κατάλογο πολιτογραφηθέντων Κιανών, η οποία χρονολογείται τον 3 ο αι. π.χ. Αυτή η πολιτογράφηση είναι προφανώς συνέπεια της προαναφερθείσας παραχώρησης ισοπολιτείας. Βλ. γι αυτή την επιγραφή SEG XXXVIII Για την τιμή καλέσαι ἐπὶ δείπνον εἰς τὸ πρυτανεῖον βλ. A. S. Henry, Honours and Privileges in Athenian Decrees, Hildesheim Zürich New York, 1983,

85 κυρίως με τη φράση τῷ δήμῳ ἐγ Κίῳ (στ. 17). Οι υπόλοιπες αναφορές στο σύνολο των πολιτών της Κίου γίνονται υπό τη μορφή του εθνωνυμίου σε διάφορες πτώσεις (στ. 7, 14, 19, 23, 29, 34, 37, 40, 41). Ο δεύτερος θεσμός είναι οι δύο ἱεροποιοί (στ. 8-9, 13-14, 35, 53), οι οποίοι εστάλησαν στη Μίλητο, για να προβάλουν τα αιτήματα των Κιανών. Από το περιεχόμενο του ψηφίσματος γίνεται φανερή η συμμετοχή των Κιανών στις ελληνικές διακρατικές σχέσεις. Το παρόν ψήφισμα αφορά τις σχέσεις της Κίου με τη μητρόπολή της, τη Μίλητο, οι οποίες χαρακτηρίζονται με τις έννοιες «φιλία», «εὔνοια», «οἰκειότης» και «συγγένεια», οι οποίες συνδέουν τις δύο πόλεις (στ. 16, 19-20, 36). 47 Το 241 π.χ. χρονολογείται το ψήφισμα της Κίου σχετικά με την ασυλία 48 του Ασκληπιείου της Κω. 49 Το έτος αυτό οι Κώοι απέστειλαν θεωρούς σε διάφορες ελληνικές πόλεις και βασιλείς, για να αναγγείλουν την ίδρυση των πενταετηρικών αγώνων προς τιμήν του Ασκληπιού, να μεταφέρουν την πρόσκληση συμμετοχής στους αγώνες και το αίτημα για την ασυλία του ιερού. 50 Μεταξύ των πόλεων, στις οποίες εστάλησαν θεωροί, ήταν και η 47 Βλ. αναλυτικά γι αυτές τις έννοιες και τη σύνδεσή τους με το προνόμιο της ισοπολιτείας W. Gawantka, Isopolitie, Σχετική παρατήρηση για την αμφιλεγόμενη έννοια «οἰκειότης» γίνεται κατωτέρω σελ. 83, σημ Η ασυλία συνιστούσε προστασία προσώπων, ιερών και πόλεων από τις βίαιες αρπαγές. Όταν μία πόλη ή ένας ηγεμόνας δεχόταν το αίτημα ασυλίας μίας πόλης, δεσμευόταν να μην ασκήσει εναντίον της και εναντίον των πολιτών της σύλη (νόμιμη χρήση αντιποίνων) ή γενικότερα να μην επιτεθεί εναντίον της. Βλ. αναλυτικά για την ασυλία E. Szanto, Άσυλία, RE II 2 (1896), K. J. Rigsby, Asylia. Territorial Inviolability in the Hellenistic World, Berkeley Los Angeles London 1996, I. Kios 18 = K. J. Rigsby, Asylia, αρ. 32. Και στις δύο εκδόσεις η επιγραφή χρονολογείται το έτος 241 π.χ. 50 Βλ. αναλυτικά για τα Ασκληπιεία της Κω, τις ελληνικές πόλεις και τους βασιλείς, στους οποίους εστάλησαν θεωροί, και τις αντίστοιχες επιστολές για την αναγνώριση της ασυλίας του Ασκληπιείου K. J. Rigsby, Asylia, Μεταξύ των βασιλέων ήταν και ο Ζιαήλας. Σώζεται η επιστολή του προς τους Κώους (περί το 240 π.χ.) με την οποία ο Ζιαήλας αποδεχόταν τους αγώνες, αναγνώριζε την ασυλία του ιερού (στ ) και δεσμευόταν να προστατεύει τους Κώους εμπόρους, οι οποίοι εισέρχονταν στον χώρο κυριαρχίας του (στ ). Η αποδοχή των αιτημάτων των Κώων εκ μέρους του Ζιαήλα δικαιολογείται ως εξής: α) διότι κατ αυτόν τον τρόπο ο Ζιαήλας συνεχίζει την φιλική προς τους Κώους πολιτική του πατέρα του Νικομήδους Α (στ. 9-11, 17-22), β) διότι παρέχοντας φροντίδα και ευεργετώντας όλους τους Έλληνες, οι οποίοι προσέρχονται σε αυτόν, αποκτά μέγιστη 65

86 Κίος. Ο δήμος Κιανών αποφάσισε να δεχθεί τις εορτές, την εκεχειρία και το αίτημα των Κώων θεωρών περί ασυλίας του ιερού του Ασκληπιού (στ. 6-8) λόγω της ύπαρξης φιλικών σχέσεων μεταξύ των δύο πόλεων (στ. 1). Στο τέλος του ψηφίσματος ορίζεται ο ταμίας να παράσχει στους θεωρούς όσα ορίζονται από τον νόμο για τη φιλοξενία και για τις πρώτες θυσίες προς τιμήν του Ασκληπιού (στ. 8-9). Και σε αυτή την επιγραφή αναφέρεται ο δῆμος Κιανῶν, ο οποίος εκδίδει το ψήφισμα ασυλίας, με τις τυπικές φράσεις ἔδοξεν τῷ δήμῳ (στ. 2) και δεδόχθαι τῷ δήμῳ (στ. 6). Επιπλέον γίνεται λόγος για έναν ταμία (στ. 8), ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την οικονομική διαχείριση του δημόσιου ταμείου της πόλης. 51 Η αποστολή θεωρών από την Κω στην Κίο και το σχετικό ψήφισμα ασυλίας δηλώνουν τις φιλικές σχέσεις μεταξύ των δύο πόλεων, καθώς και τη συμμετοχή της Κίου στις ελληνικές διακρατικές σχέσεις. Επιγραφές προερχόμενες από άλλες πόλεις αναφέρονται σε μεμονωμένους πολίτες της Κίου. Από αυτές ιδιαίτερη σημασία έχουν τρία ψηφίσματα, με τα οποία αποδίδεται το προνόμιο του προξένου σε Κιανούς πολίτες. Με το πρώτο από αυτά, το οποίο προέρχεται από την Αλεξάνδρεια Τρωάδα και χρονολογείται τον 4 ο αι. π.χ. ή αρχές του 3 ου αι. π.χ., απονέμεται προξενία στον Σφοδρία Παιωνίου Κιανό, ἐπειδὴ ἀγαθὸς ἀνὴρ ὢν διατελεῖ φήμη (στ ), γ) επειδή ο βασιλεύς Πτολεμαίος (Γ Ευεργέτης), φίλος και σύμμαχος του Ζιαήλα, διάκειται φιλικά προς την Κω και δ) επειδή οι Κώοι απεσταλμένοι εξέφρασαν την εύνοια των Κώων προς τον Ζιαήλα. Η επιγραφή αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία για τις σχέσεις των Βιθυνών βασιλέων με τον ελληνικό κόσμο και αποτελεί εύγλωττη μαρτυρία σχετικά με τη φιλελληνική πολιτική της δυναστείας της Βιθυνίας. Το περιεχόμενο της επιστολής μαρτυρεί την αξίωση και πρόθεση των Βιθυνών βασιλέων να ενταχθούν στην οικογένεια των υπόλοιπων ελληνιστικών ηγεμόνων μέσω των ευεργεσιών τους προς διάφορες ελληνικές πόλεις. Ο Ζιαήλας, όπως ο προκάτοχός του Νικομήδης Α, καταβάλλει κάθε προσπάθεια ο ίδιος και το βασίλειό του να αποτελέσουν μέρους του ελληνιστικού κόσμου, γι αυτό συμπεριφέρεται και παρουσιάζεται αναλόγως (ως ευεργέτης και φιλέλλην). Για την επιστολή του Ζιαήλα προς τους Κώους βλ. C. B. Welles, Royal Correspondence in the Hellenistic Period, New Haven 1934, αρ. 25 = K. J. Rigsby, αρ. 11. Για αναλυτικό σχολιασμό της επιγραφής βλ. και C. Habicht, Ziaelas, L. Hannestad, Bithynian Kings and Greek Culture, C. Michels, Kulturtransfer, Βλ. αναλυτικά για το αξίωμα του ταμία W. Schwahn, Tamiai, RE IV A2 (1932),

87 περὶ τὴν πόλιν (στ. 2-4). 52 Με το δεύτερο ψήφισμα, το οποίο προέρχεται από την Κω και χρονολογείται περί το 300 π.χ., απονέμεται το ίδιο προνόμιο στον Πρωτόμαχο Επινίκου Κιανό. 53 Σε αυτό το ψήφισμα δεν αναγράφεται η αιτιολόγηση για την απονομή της ιδιότητας του προξένου. Με το τρίτο ψήφισμα, το οποίο προέρχεται από τον Ωρωπό Βοιωτίας και χρονολογείται πριν το 202 π.χ., απονέμεται προξενία στον Φίλωνα Φιλίσκου Κιανό, ἐπειδὴ εὔνους ὢν διατελεῖ τεῖ πόλει Ὠρωπίων καὶ τοῖς πολίταις χρείας παρέχεται (στ. 1-2). 54 Πλην των ανωτέρω γενικών διατυπώσεων, δεν αναγράφονται λεπτομέρειες για τις υπηρεσίες τις οποίες προσέφεραν οι τιμώμενοι. Τα τρία προξενικά ψηφίσματα δείχνουν έμμεσα σχέσεις της Κίου με τις πόλεις, οι οποίες απένειμαν το προνόμιο του προξένου στους ανωτέρω Κιανούς. Μολονότι το προνόμιο του προξένου απονεμόταν σε πρόσωπα, συνέβαλλε στις καλές σχέσεις μεταξύ της πόλης η οποία το απένεμε και της πόλης στον πολίτη της οποίας απονεμόταν αυτό το προνόμιο. 55 Επομένως προκύπτει ότι η Κίος είχε καλές σχέσεις με την Αλεξάνδρεια Τρωάδα, την Κω 56 και τον Ωρωπό. Περί τα τέλη του 3 ου αι. π.χ. χρονολογείται μία αναθηματική επιγραφή από τη Δήλο, η οποία είναι ανάθεση του Λάχητος Ηρακλείδου Κιανού προς τους θεούς Σάραπι, Ίσιδα και Άνουβι. 57 Σε έναν κατάλογο ιαμάτων, ο οποίος προέρχεται από το ιερό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο και χρονολογείται περί το 320 π.χ. αναφέρεται κάποιος Κιανός, του οποίου το όνομα δεν σώζεται και ο οποίος θεραπεύτηκε από τον θεό (στ ). 58 Από αυτές τις δύο επιγραφές συνάγεται η δραστηριότητα πολιτών της Κίου σε άλλες ελληνικές περιοχές. 52 I. Alexandreia Troas 3 (4 ος αι. ή αρχές 3 ου αι. π.χ.). 53 I. Cos 2 (περί το 300 π.χ.). 54 I. Oropos 163 (πριν το 202 π.χ.). 55 C. Marek, Die Proxenie, Η φιλική σχέση με την Κω αποδεικνύεται και από το ψήφισμα ασυλίας της Κίου για τα Ασκληπιεία της Κω, στο οποίο έγινε αναφορά ανωτέρω. 57 IG XI 4, 1240 (τέλη 3 ου αι. π.χ.). 58 IG IV 2 1, 122 (περί το 320 π.χ.). 67

88 Τέλος από την Κλασική και την πρώιμη Ελληνιστική εποχή έως το 202 π.χ. λαμβάνονται υπόψιν και επιτύμβιες επιγραφές Κιανών εκτός Κίου. 59 Σώζονται εννέα επιτύμβιες επιγραφές Κιανών από την Αθήνα. Σε αυτές όλα τα ονόματα είναι ελληνικά και συνοδεύονται από το εθνικό όνομα Κιανός ή Κιανή. Μαρτυρούνται οκτώ πρόσωπα στις επιγραφές του 4 ου αι. π.χ., 60 τέσσερα πρόσωπα μετά τα μέσα του 4 ου αι. π.χ., 61 ένα πρόσωπο από τον 3 ο αι. π.χ. 62 και ένα πρόσωπο σε επιγραφή είτε 4 ου είτε 3 ου αι. π.χ. 63 β) Ύστερη Ελληνιστική εποχή: Ένταξη της Κίου στο βασίλειο της Βιθυνίας ( π.χ.) Από την εποχή της ένταξης της Κίου στο βασίλειο της Βιθυνίας σώζονται μόνον δύο επιγραφές, οι οποίες αφορούν την πόλη εν συνόλω. Οι υπόλοιπες επιγραφές αφορούν μεμονωμένους πολίτες της Κίου. Η πρώτη επιγραφή είναι ένα ελλιπώς σωζόμενο τιμητικό ψήφισμα. 64 Πιθανότατα τιμάται κάποιος γυμνασίαρχος, 65 ο οποίος με δικά του έξοδα 59 Από την εποχή πριν το 202 π.χ. σώζονται μόνον δύο επιτύμβιες επιγραφές από την ίδια την Κίο, αλλά και αυτές δεν είναι βέβαιο αν ανήκουν στον 3 ο ή στον 2 ο αι. π.χ. Γι αυτόν τον λόγο εδώ δεν γίνεται αναφορά σε επιτύμβιες επιγραφές Κιανών εντός Κίου. 60 IG II : Ναυάρχη Μυὸς Κιανοῦ γυνή. Agora XVII 519: Ἄδραστος Ἀρίστωνος Κιανός, Θεανὼ Εὐαρίστου Κιανή, Φιλοθέα Ἀδράστου Κιανή, Καλλὶς Ἀδράστου Κιανή, Ἑρμογένης Ἀδράστου Κιανός, Πόα Εὐαρίστου Κιανή 520: Ἡδεῖα Κλεάρχο[υ] Κιαν[ή]. 61 IG II : Ἀρίστωνος Κιανοῦ 9018: Ἀμαρακὶς Κιανή 9021: Δόναξ Κιανός. 62 ΕΑΗ 1962 (1963), 18: Σανγάριος Ἑσστιαίου Κιανός. 63 IG II (4 ος /3 ος αι. π.χ.): Ἀρτεμισία Κιανή. 64 I. Kios 8. Το ψήφισμα χρονολογείται με βάση το περιεχόμενο την εποχή κάποιου Βιθυνού βασιλέως. Πρβλ. H. L. Fernoux, Notables et élites, 69, ο οποίος χρονολογεί την επιγραφή τον 2 ο αι. π.χ.(;) και θεωρεί ότι πρόκειται για έναν από τους δύο βασιλείς με το όνομα Προυσίας. Ο σχολιασμός της επιγραφής έγινε με βάση I. Kios 8, σελ. 84, σχόλια. H. L. Fernoux, Notables et élites, 69. C. Michels, Kulturtransfer, Ο γυμνασίαρχος ήταν ο επικεφαλής του γυμνασίου κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή εποχή και είχε την αρμοδιότητα της γενικής επίβλεψης της σωματικής και πνευματικής εκπαίδευσης των μελών του. Ο γυμνασίαρχος εκλεγόταν από την εκκλησία και είχε ενιαύσια θητεία. Οι μεγάλες δαπάνες για τον ανεφοδιασμό του γυμνασίου, κυρίως σε ελαιόλαδο, που συνόδευαν αυτό το αξίωμα, καθιστούν δυνατή την ανάληψή του μόνον από τους ευπορότερους πολίτες, οι οποίοι αναδεικνύονταν κατ αυτόν τον τρόπο σε ευεργέτες. Βλ. αναλυτικά για τον γυμνασίαρχο J. Oehler, Γυμνασίαρχος, RE VII 2 (1912), C. 68

89 διέθεσε το ελαιόλαδο για το γυμνάσιο (ἐ]πάλιμμα, στ. 6), φρόντισε για τον ανεφοδιασμό γενικά του γυμνασίου (διαδόσεις ποιούμ[ενος, στ. 12) και κατά τη διάρκεια της παραμονής του βασιλέως στην πόλη (τὴν τοῦ βα]σιλέως παρουσίαν, στ. 9) προσέφερε θυσίες (μετέδωκεν, στ. 15) πιθανόν σε κάποια επέτειο (ἐν ᾗ ἡμερᾳ θυ]σ[ία]ς παρέστησεν, στ ). Προς τιμήν του βασιλέως, ο οποίος αναφέρεται αρκετές φορές στην επιγραφή (στ. 5, 9, 10, 19), διοργανώθηκαν γυμνικοί αγώνες 66 με ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια και υψηλό κόστος, για τους οποίους ο τιμώμενος προσέφερε το ελαιόλαδο. Συγχρόνως καθιερώθηκε και η λατρεία του βασιλέως, η οποία τελούνταν στο γυμνάσιο. 67 Η επιγραφή αποδεικνύει ότι στην Κίο υφίσταντο οι διαδεδομένοι θεσμοί του γυμνασίου και του γυμνασιάρχου και ότι τελούνταν βασιλική λατρεία με την παράλληλη διοργάνωση αγώνων, όπως μαρτυρείται σε πολλές πόλεις άλλων ελληνιστικών βασιλείων. Η δεύτερη επιγραφή είναι τιμητικό ψήφισμα του δήμου των Μαγνήτων πρὸς Σιπύλῳ για Κιανούς δικαστές (μεταπέμπτους ἄνδρα[ς ἐγ Κίου] [τοὺς διαδικά]σοντας ὑγιῶς καὶ [συμφερόντως] [τὰς δίκας τὰ]ς ἐπ αὐτοὺ[ς Schuler, Die Gymnasiarchie in hellenistischer Zeit, στο D. Kah P. Scholz (Hrg.), Das hellenistische Gymnasion, Berlin 2004, Για τις ευεργεσίες των γυμνασιάρχων βλ. στο ίδιο έργο W. Ameling, Wohltäter im hellenistischen Gymnasion, Σε αυτούς τους αγώνες οι αθλητές διαγωνίζονταν γυμνοί. Οι γυμνικοί αγώνες περιελάμβαναν όλα τα αθλήματα, στα οποία απαιτούνταν επίδειξη σωματικής δύναμης, όπως ο αγώνας δρόμου, το άλμα, το ακόντιο, η πάλη, η πυγμή, το πένταθλο και το παγκράτιο: P. J. Meier, Agones, RE I 1 (1893), 838. Βλ. επίσης S. G. Miller, Ancient Greek Athletics, London 2004, Ίσως η βασιλική λατρεία καθιερώθηκε ως ανταπόδοση για συγκεκριμένες ευεργεσίες του αναφερόμενου στην επιγραφή Βιθυνού βασιλέως προς την πόλη. Αυτό σημαίνει ότι η ίδια η πόλη έλαβε την πρωτοβουλία για την τέλεση της βασιλικής λατρείας και ότι αυτή δεν επιβλήθηκε άνωθεν, δηλαδή από τον ίδιο τον βασιλέα. Ίσως επίσης να επρόκειτο για λατρεία του βασιλέως (Προυσία Α ) ως κτίστη: L. Hannestad, Bithynian Kings and Greek Culture, 83. C. Michels, Kulturtransfer, 85 με σημ. 400 και 273, σημ Βλ. για την τέλεση βασιλικής λατρείας στα γυμνάσια S. Aneziri D. Damaskos, Städtische Kulte im hellenistischen Gymnasion, στο D. Kah P. Scholz (Hrg.), Das hellenistische Gymnasion, Γενικά για τη λατρεία των ελληνιστικών βασιλέων βλ. A. Chaniotis, The Divinity of Hellenistic Rulers, στο A. Erskine (eds.), A Companion to the Hellenistic World, Oxford 2005,

90 εἰσαχθείσας], στ. 6-8). Το ψήφισμα χρονολογείται μετά τα μέσα του 2 ου αι π.χ. 68 Η Μαγνησία πρὸς Σιπύλῳ είχε προφανώς απευθυνθεί στην Κίο με το αίτημα να της αποσταλούν δικαστές, οι οποίοι ως αμερόληπτοι κριτές θα ήταν θέση να εκδικάσουν τις υποθέσεις, οι οποίες εκκρεμούσαν μεταξύ των πολιτών της και τις οποίες οι ίδιοι δεν ήταν σε θέση να διευθετήσουν. Η Μαγνησία τιμά τους Κιανούς δικαστές, επειδή εκτέλεσαν επιτυχώς τα καθήκοντά τους. 69 Στο ανωτέρω ψήφισμα φαίνεται ο αρκετά διαδεδομένος κατά την Ελληνιστική εποχή θεσμός των ξένων δικαστών, ο οποίος αφορά τις διακρατικές σχέσεις. 70 Η επιγραφή δείχνει επιπλέον, πρώτον, ότι η Κίος κατά την εποχή αυτή εξακολουθούσε να συμμετέχει στις ελληνικές διακρατικές σχέσεις, παρά την υπαγωγή της στο βασίλειο της Βιθυνίας 71 και δεύτερον, ότι χρησιμοποιούνταν ακόμα, και μάλιστα σε ένα επίσημο έγγραφο, το παλαιό της όνομα, παρότι η πόλη ονομαζόταν επισήμως Προυσιάς. Οι δύο ανωτέρω επιγραφές, αν και σώζονται ελλιπώς και είναι οι μοναδικές από τη χρονική περίοδο π.χ., αποδεικνύουν ότι η Κίος/Προυσιάς επιθαλάσσιος δεν έπαυσε να διαθέτει ελληνικούς θεσμούς ούτε διέκοψε τις σχέσεις της με ελληνικές πόλεις εκτός του βασιλείου μετά την ένταξή της σε αυτό. 68 I. Kios 17 = TAM V Χρονολόγηση και στις δύο εκδόσεις μετά τα μέσα του 2 ου αι. π.χ. 69 Βλ. I. Kios 17, σελ. 94 σχόλια. 70 Οι ξένοι δικαστές αποστέλλονταν από μία πόλη σε μία άλλη κατόπιν σχετικής αίτησης της δεύτερης πόλης, με το καθήκον να επιλύσουν εκκρεμούσες δικαστικές διαφορές μεταξύ των πολιτών της. Συνήθως οι δύο πόλεις συνδέονταν με φιλικές σχέσεις. Αυτός ο θεσμός είναι γνωστός ως διεθνεῖς διαιτησίαι. Βλ. σχετικώς T. Thalheim, Διαιτηταί, RE V 1 (1908), 316. T. Thalheim, Δικασταί, RE V 1 (1908), Και πιο αναλυτικά L. Robert, Les juges étrangers dans la cité grecque, OMS V (1989), C. Michels, Kulturtranfer, Βλ. και H. L. Fernoux, Notables et élites, 70: Φαίνεται ότι στην Κίο/Προυσιάδα επιθαλάσσιο εξακολούθησαν να υφίστανται οι πολιτικές παραδόσεις της εποχής της ανεξαρτησίας και έτσι η πόλη, αν και ανήκε στο βασίλειο της Βιθυνίας, ήταν σε θέση να παρέχει δικαστές για την επίλυση διαφορών μεταξύ πολιτών, όταν μία πόλη εκτός του βασιλείου της ζητούσε τέτοιου είδους βοήθεια. 70

91 Από τις επιτύμβιες επιγραφές της Κίου σε αυτή την εποχή ανήκουν συνολικά τέσσερις. Για τις δύο πρώτες επιγραφές η χρονολογία δεν είναι βέβαιη (ίσως 3 ος /2 ος αι. π.χ.) και καθεμία από αυτές αφορά ένα πρόσωπο. 72 Από τις άλλες δύο επιτύμβιες επιγραφές η πρώτη χρονολογείται ίσως τον 2 ο αι. π.χ. και αφορά τρία πρόσωπα 73 και η δεύτερη περί το π.χ. και αναφέρει ένα πρόσωπο. 74 Η μοναδική σχετική με την παρούσα εργασία παρατήρηση για τις επιτύμβιες επιγραφές της Κίου είναι ότι όλα τα αναφερόμενα σε αυτές ονόματα είναι ελληνικά. Οι εκτός Κίου επιγραφές αφορούν αποκλειστικά μεμονωμένα πρόσωπα. Η πρώτη είναι κατάλογος αξιωματούχων της Ρόδου και χρονολογείται τον 2 ο /1 ο αι. π.χ. 75 Στο τέλος του καταλόγου αναγράφεται η φράση Ὑμεναῖος Κιανὸς ἐποίησε (στ. ΙΙ 17). Πρόκειται για έναν καλλιτέχνη με προέλευση από την Κίο. Η δεύτερη επιγραφή είναι ἐπίδοσις, προέρχεται από το ιερό της Αθηνάς Λινδίας στη Ρόδο και χρονολογείται περί το 115 π.χ. 76 Στην επιγραφή αναφέρονται τα εξής: Σ..ίων Δαμαράτου Νεττίδας καὶ ὑπὲρ Ἀγαθαμερίδος καὶ Θευδοσίας καὶ Θευδοσίου Κιανῶν (στ ). Το πρώτο πρόσωπο, του οποίου το όνομα δεν σώζεται πλήρως, προσέφερε στο ιερό κάποιο ποσό για τον εαυτό του και υπέρ των τριών προσώπων, τα οποία κατάγονταν από την Κίο. 77 Από τις δύο ανωτέρω επιγραφές συνάγεται ότι 72 I. Kios 79 (3 ος /2 ος αι. π.χ.;): Ἀσκληπιόδοτος 98 (281 ή 190 π.χ.;): Μηνᾶς. Στην τελευταία επιγραφή ο Μηνάς φέρει το εθνικό όνομα Βιθυνός, ενώ το πατρωνυμικό του είναι εμφανώς θρακικό (Βιόηρις). Ο Μηνάς ήταν μισθοφόρος, υπηρετούσε στα στρατεύματα των Βιθυνών βασιλέων, και καταγόταν από εύπορη οικογένεια αυτοχθόνων. Βλ. σχετικώς I. Kios 98, σελ , σχόλια. T. Corsten, Thracian Personal Names and Military Settlements in Hellenistic Bithynia, στο E. Matthews (eds.), Old and New Worlds in Greek Onomastics, Oxford New York 2007, I. Kios 58 (2 ος αι. π.χ.;): Νικασίων Νικασίωνος, Καλανδία Μενελάου, Νικασίων. 74 I. Kios 59 ( π.χ.): Νουμήνιος Νουμηνίου. 75 Clara Rhodos ΙΙ 31 (2 ος /1 ος αι. π.χ). 76 Ι. Lindos 252 (περί το 115 π.χ.). Στην επιγραφή αυτή αναφέρονται ονόματα προσώπων τα οποία προσέφεραν κάποιο χρηματικό ποσό για την κατασκευή τριών χρυσών στεφάνων, οι οποίοι ανατέθηκαν στο ιερό της Αθηνάς. Στην αρχή της επιγραφής υπάρχει μία σύντομη εισαγωγή σχετικά με τα απαραίτητα για την κατασκευή των στεφάνων μέσα και έπεται ο κατάλογος με τα ονόματα των δωρητών. 77 Βλ. σχολιασμό της επιγραφής Ι. Lindos 252, σελ. 557, σχόλια στους στίχους

92 Κιανοί πολίτες εξακολουθούσαν να διαβιούν και να δραστηριοποιούνται εκτός της Κίου και κατά την παρούσα χρονική περίοδο. Επιτύμβιες επιγραφές Κιανών εκτός Κίου από την εποχή π.χ. σώζονται μόνον τρεις, οι οποίες ανήκουν στον 2 ο αι. π.χ. και προέρχονται από την Αθήνα. Στις δύο από αυτές αναφέρεται ένα πρόσωπο ανά επιγραφή, το όνομα του οποίου συνοδεύεται από το εθνικό Κιανός και Κιανή αντιστοίχως, 78 ενώ από την τρίτη επιγραφή σώζεται μόνον το εθνικό Κιανή. 79 Άξιο προσοχής σε όλες τις επιγραφές εκτός Κίου είναι το γεγονός ότι απαντά το εθνωνύμιο Κιανός, μολονότι αυτή την εποχή η Κίος έφερε επισήμως το όνομα Προυσιὰς ἡ ἐπιθαλάσσιος. Ωστόσο από το ίδιο χρονικό διάστημα σώζονται δύο επιγραφικές μαρτυρίες, στις οποίες αναφέρεται το εθνικό Προυσιεύς. Η πρώτη μαρτυρία προέρχεται από τα Άπτερα της Κρήτης. Πρόκειται για μία στήλη, στην οποία σώζονται δύο τιμητικά ψηφίσματα της βουλής και του δήμου Απτέρων, με τα οποία τιμώνται πρόσωπα από τη Βιθυνία. Το πρώτο ψήφισμα αφορά την απονομή προξενίας στον βασιλέα Προυσίαν βασιλέως Προυσίου και τους απογόνους του (στ. 2-7). 80 Με το δεύτερο ψήφισμα απονέμονται τιμές μεταξύ άλλων προσώπων και στον Διντίποριν [.]σκιπράσιος Προυσιέα (στ. 12). 81 Η δεύτερη 78 IG II (2 ος αι. π.χ.): Γλαυκίας Διοδώρου Κιανός 9024 (2 ος αι. π.χ.): Νυμφὼ Διονυσίου Κιανή. 79 IG II (2 ος αι. π.χ.): Κιανή. 80 I. Cret. II iii 4A = OGIS 341. Χρονολόγηση και στις δύο εκδόσεις μεταξύ π.χ. Ο αναφερόμενος στην επιγραφή βασιλεύς είναι ο Προυσίας Β. Η επιγραφή αποδεικνύει τις καλές σχέσεις μεταξύ της πόλεως των Απτέρων και του βασιλείου της Βιθυνίας. Βλ. σχολιασμό αυτού του ψηφίσματος L. Hannestad, Bithynian Kings and Greek Culture, 86. C. Michels, Kulturtransfer, I. Cret II iii 4B = OGIS 341. Σύμφωνα με τον W. Dittenberger, OGIS 341, σελ. 546, σχόλια στον στίχο 5, είναι πιθανότερο αυτός ο Διντίπορις να προερχόταν από την Προυσιάδα/Κίο, διότι ήταν η σημαντικότερη πόλη του βασιλείου μετά την Νικομήδεια, ενώ η Προυσιάς/Κίερος ήταν ήσσονος σημασίας πόλη, αλλά ο T. Corsten, I. Kios T29 εντάσσει τον Διντίπορι στα πρόσωπα των οποίων η καταγωγή δεν μπορεί να προσδιοριστεί με βεβαιότητα. Με το ίδιο ψήφισμα τιμώνται επίσης ο Διονύσιος Απατου[ρ]ίου Νικομηδῆς και ο Διν[τι]πορις Διλιπόρ[ι]ος. Από τον τελευταίο δεν σώζεται το εθνωνύμιο, αλλά και αυτός πρέπει να προερχόταν από κάποια πόλη της Βιθυνίας, όπως τα άλλα δύο πρόσωπα. Οι 72

93 μαρτυρία για το εθνωνύμιο Προυσιεύς είναι μία επιτύμβια επιγραφή 2 ου αι. π.χ. από την Αθήνα για την Εὐγένεια Δημοκράτου Προυσιάδα. 82 Επειδή στις δύο τελευταίες επιγραφές δεν προσδιορίζεται περαιτέρω το εθνωνύμιο, δεν μπορεί να συναχθεί με βεβαιότητα από ποια από τις δύο πόλεις με το όνομα Προυσιάς (Προυσιὰς ἡ ἐπιθαλάσσιος, δηλαδή Κίος, ή Προυσιὰς πρὸς τῷ Ὑπίῳ) προέρχονταν τα ανωτέρω πρόσωπα. Στην περίπτωση πάντως που τα προαναφερθέντα πρόσωπα κατάγονταν από την Προυσιάδα επιθαλάσσιο, τότε μαρτυρείται η σύγχρονη χρήση και των δύο εθνωνυμίων, Προυσιεύς και Κιανός. γ) Τέλος Ελληνιστικής εποχής και Αυτοκρατορικοί χρόνοι: Μετά το τέλος του βασιλείου της Βιθυνίας (74 π.χ.-3 ος αι. μ.χ.) Την εποχή αυτή το βασίλειο της Βιθυνίας και οι ελληνικές πόλεις, οι οποίες είχαν ενσωματωθεί σε αυτό, περιήλθαν στους Ρωμαίους σύμφωνα με τη διαθήκη του τελευταίου Βιθυνού βασιλέως Νικομήδους Δ (74 π.χ.). 83 Λίγα χρόνια αργότερα το βασίλειο της Βιθυνίας οργανώθηκε μαζί με τον Πόντο στη διπλή ρωμαϊκή επαρχία Βιθυνίας-Πόντου. Η οργάνωση της επαρχίας πραγματοποιήθηκε από τον Πομπήιο το 63/2 π.χ. με την επονομαζόμενη Lex Pompeia, με την οποία καθορίστηκαν και τα σύνορά της. τρεις τιμώμενοι ήταν απεσταλμένοι του βασιλέως Προυσία Β στα Άπτερα. Τα ονόματα Διντίπορις [.]σκιπράσιος και Διντίπορις Διλιπόριος είναι θρακικής προέλευσης. Βλ. αναλυτικό σχολιασμό αυτού του ψηφίσματος L. Hannestad, Bithynian Kings and Greek Culture, 86-87, 97 με σημ C. Michels, Kulturtransfer, IG II (2 ος αι. π.χ.): Εὐγένει[α] Δημοκράτου Προυσι[ά]ς. 83 Μετά την κληροδότηση του βασιλείου στους Ρωμαίους και πριν αυτοί μεταβούν στην περιοχή, για να το κατοχυρώσουν, ο βασιλεύς του Πόντου Μιθριδάτης ΣΤ Ευπάτωρ ( π.χ.) ήγειρε αξιώσεις επί του εδάφους της Βιθυνίας, το οποίο κατέλαβε. Ωστόσο μέχρι το 72 π.χ. όλες οι πόλεις της Βιθυνίας είχαν περιέλθει στους Ρωμαίους παρά τις σοβαρές ήττες που αυτοί υπέστησαν. Το 66 π.χ. τον πόλεμο εναντίον του Μιθριδάτη ανέλαβε και έφερε επιτυχώς εις πέρας ο Πομπήιος. Βλ. σχετικώς I. Kios, σελ. 41 (εισαγωγή). Αναλυτικά για τον Γ Μιθριδατικό πόλεμο και για τον Πομπήιο βλ. A. N. Sherwin-White, Lucullus, Pompey and the East, στο CAH IX (1994), M. Gelzer, Pompeius. Lebensbild eines Römers, München 2005,

94 Από αυτή την εποχή και εξής οι πολιτικοί θεσμοί και η αυτοδιοίκηση όλων των πόλεων της επαρχίας ρυθμίστηκαν εκ νέου με βάση το ρωμαϊκό πρότυπο. 84 Στις επιγραφές αυτής της περιόδου παραδίδονται περισσότεροι θεσμοί της πολιτικής και της δημόσιας ζωής της Κίου, συγκριτικά με την αμέσως προηγούμενη εποχή. Η οργάνωση των πολιτών της Κίου σε φυλές αποδεικνύεται από δύο επιτύμβιες επιγραφές ύστερων Αυτοκρατορικών χρόνων, σε κάθε μία από τις οποίες γίνεται λόγος για έναν φύλαρχο της φυλής Ἡρακλεώτιδος. 85 Από τις φυλές της Κίου η Ἡρακλεῶτις είναι η μοναδική μαρτυρούμενη. 86 Ο φύλαρχος ήταν ο επικεφαλής αξιωματούχος κάθε φυλής, το αξίωμά του ήταν αιρετό, διότι εκλεγόταν, συγκεκριμένα από τα μέλη της ίδιας της φυλής, και η θητεία του συνήθως ενιαύσια. 87 Η μαρτυρία φυλής με το όνομα Ηρακλεώτις συνδέεται σαφώς με τη λατρεία του Ηρακλέους ως κτίστη της πόλης. Επειδή το όνομα της φυλής προέρχεται από τον μυθικό ιδρυτή της Κίου, η δημιουργία της ανάγεται στην εποχή της ίδρυσης της πόλης. 88 Στον εφηβικό κατάλογο, για τον οποίο γίνεται λόγος παρακάτω σε αυτή την ενότητα, πιθανόν τα ονόματα των εφήβων είχαν αναγραφεί ανά φυλές. 89 Η συνέχεια στους Αυτοκρατορικούς χρόνους των κύριων θεσμών μίας πόλης, οι οποίοι είχαν αρμοδιότητα λήψης απόφασης, της βουλής και του 84 Βλ. για την οργάνωση της επαρχίας C. Marek, Stadt, Ära und Territorium, C. Marek, Pontus et Bithynia, B. F. Harris, Bithynia, (συνοπτικά). 85 I. Kios 37 (μέσα 3 ου αι. μ.χ.): Αὐρήλιος Κύριλλος Κιανὸς φύλαρχος φυλῆς Ἡρακλεώτιδος 77 (4 ος αι. μ.χ.): πος Πρινκιπίου Κιανὸς φύλαρχος φυλῆς Ἡρακλεώτιδος. Άξια προσοχής στις δύο επιγραφές είναι η χρήση του εθνωνυμίου Κιανός, μολονότι τα αναφερόμενα πρόσωπα κατάγονταν από την ίδια την Κίο και επομένως δεν θα ήταν απαραίτητο να δηλωθεί η καταγωγή τους. 86 F. Gschnitzer, Phylarchos, RE Suppl. XI (1968), N. F. Jones, Public Organization in Ancient Greece: A Documentary Study, Philadelphia 1987, 290. H. L. Fernoux, Notables et élites, Βλ. γενικά για τους φυλάρχους F. Gschnitzer, Phylarchos, I. Kios, σελ. 54 (εισαγωγή). 89 Σύμφωνα με τον εκδότη των επιγραφών της Κίου T. Corsten, I. Kios, σελ. 54 (εισαγωγή), ίσως στην πόλη υπήρχαν δέκα φυλές, διότι τα ονόματα των εφήβων στον κατάλογο είναι χωρισμένα σε δέκα τμήματα. 74

95 δήμου, αποδεικνύεται από τρεις τιμητικές επιγραφές. Στην πρώτη η βουλή και ο δήμος τιμούν από κοινού τον Τιβέριο Κλαύδιο Ιουλιανό, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως εὐεργέτης και ἐπιστάτης τῆς πόλεως (στ. 1-4). 90 Ο Τιβέριος Κλαύδιος Ιουλιανός τιμάται γενικά, επειδή ωφέλησε την πατρίδα του (στ. 5-6) αλλά και ειδικά, επειδή με την αποστολή πρεσβειών προς τους αυτοκράτορες (στ. 8, 15-16) ευεργέτησε την πόλη του. Πιθανότατα αυτές οι πρεσβείες είχαν ως στόχο την επίλυση διαφορών μεταξύ της Κίου και κάποιας γειτονικής πόλης σχετικά με διαφιλονικούμενα εδάφη. Αυτό ίσως δηλώνει η φράση κτ]ῆσιν τῆς γῆς κλαιριον (στ. 10). Η αποστολή της πρεσβείας έγινε βεβαίως προς όφελος της Κίου. 91 Στη δεύτερη επιγραφή μόνον ο δήμος (Κιανών) αποδίδει τιμές στον Κάσσιο Λυαίο, ο οποίος είχε διατελέσει ἔκδικος (στ. 4-5), δηλαδή εκπρόσωπος της πόλης του, 92 και γραμματεύς (στ. 5). 93 Στην τρίτη επιγραφή ο δήμος (Κιανών) τιμά τον Δείναρχο Μενεμάχου, ο οποίος ανέλαβε τη γυμνασιαρχία με δικά του έξοδα (στ. 1-2). 94 Στον Δείναρχο αποδίδονται οι τιμές της γραπτής εικόνας πάνω σε 90 I. Kios 4 (Αυτοκρατορική εποχή). Ως ἐπιστάτης τῆς πόλεως χαρακτηρίζεται ο ανώτατος αξιωματούχος, ο οποίος θεωρείται ότι επιβλέπει και προστατεύει την πόλη. Ο επιστάτης ήταν κάτι σαν διοικητής της πόλης, ωστόσο οι ακριβείς αρμοδιότητές του δεν είναι γνωστές: I. Kios 4, σελ. 79, σχόλια στον στίχο 4 και σελ. 54 (εισαγωγή). Βλ. γενικά για τον επιστάτη E. Szanto, Ἐπιστάται, RE VI 1 (1907), I. Kios 4, σελ , σχόλια στους στίχους Βλ. και H. L. Fernoux, Notables et élites, Αναλυτικά για τις διεθνείς διαιτησίες που αφορούσαν την επίλυση διαφορών μεταξύ δύο πόλεων βλ. P. Gauthier, Symbola. Les Étrangers et la Justice dans les cités grecques, Nancy 1972, Το αξίωμα του εκδίκου μαρτυρείται ήδη από την Ελληνιστική εποχή (2 ος αι. π.χ.) και εξής. Ο έκδικος ήταν αρχικώς εκείνος ο οποίος εκπροσωπούσε κάποιον ενώπιον του δικαστηρίου. Επίσης μπορούσε να εκπροσωπεί την πόλη του σε μία άλλη πόλη ως διαμεσολαβητής. Στην Αυτοκρατορική εποχή ήταν ο νομικός εκπρόσωπος της πόλης στον αυτοκράτορα ή στον επαρχιακό διοικητή. Ένας έκδικος διοριζόταν ad hoc, όταν δηλαδή προέκυπτε ανάγκη. Η έκφραση διὰ βίου, η οποία συνοδεύει συχνά αυτό το αξίωμα πιθανώς δηλώνει ότι ως έκδικος διοριζόταν επανειλημμένως το ίδιο πρόσωπο: C. G. Brandis, Ἔκδικος, RE V 2 (1905), I. Kios 3, σελ. 78, σχόλια στους στίχους I. Kios 3 (Αυτοκρατορική εποχή). Δεν είναι σαφές ποιες ακριβώς ήταν οι αρμοδιότητες αυτού του γραμματέως, διότι ένας γραμματεύς είχε ένα αρκετά ευρύ πεδίο καθηκόντων όπως π.χ. τη δημοσίευση των αποφάσεων της βουλής και του δήμου ή ακόμη και την προεδρία της συνέλευσης των πολιτών σε ορισμένες πόλεις. Βλ. σχετικώς O. Schultheß, Γραμματεῖς, RE VII 2 (1912), Βλ. γι αυτή την επιγραφή και τη χρονολόγησή της I. Kios 5 και σελ. 55 (εισαγωγή). 75

96 ασπίδα (εἰκόνι γραπτῇ ἐνόπλῳ, στ. 3), 95 μίας δεύτερης γραπτής εικόνας (στ. 3) και ενός μαρμάρινου ανδριάντα (στ. 4). Στον ίδιο και τη μητέρα του αφιερώνεται ένας ακόμη μαρμάρινος ανδριάντας (στ. 5-6). Επιπλέον σώζεται μία τιμητική επιγραφή από τον γειτονικό δήμο Χαρμιδεανών, ο οποίος έκειτο στην περιοχή της Κίου. 96 Ο δῆμος ὁ Χαρμιδεανῶν αποδίδει τιμές στον απελεύθερο των αυτοκρατόρων Αυρήλιο Διόδοτο, τη σύζυγο και τα τέκνα τους. 97 Οι περισσότεροι θεσμοί για την Κίο της Αυτοκρατορικής εποχής προκύπτουν από τον κατάλογο εφήβων του έτους 108/9 μ.χ. 98 Στο praescriptum του καταλόγου αναγράφονται οι εξής πληροφορίες: στρατηγούντων τῆς πόλεως Σωσικλέους Δαψιλέως, Γ. Ἰουλίου Κιανοῦ, Τι. Κλαυδίου Κλήμεντος, Δαψιλέους Σωκράτου, Μοσχίωνος Μοσχίωνος, γραμματεύοντος Σωκράτου Σωκράτους, γυμνασιαρχούσης τῆς πόλεως, ἐφηβαρχοῦντος Σωσικλέους Δαψιλέως τοῦ πρώτου ἄρχοντος, πολειτάρχου, ἱερέως Ἡρακλέους, γυμνασιάρχου καὶ ἀγορανόμου, ὑπογυμνασιαρχοῦντος Ζωίλου Ἑρμοδώρου, κοσμητεύοντος Σίμωνος Θράσωνος ταμιευτικῶν πράκτωρ Τειμόθεος Ζωίλου τὸν τελαμῶνα ἀνέσστησεν τῶν ἐφήβων (στ. 3-14). Πρωτίστως μαρτυρούνται δύο πολυθέσιοι θεσμοί της Κίου: οι στρατηγοὶ τῆς πόλεως, οι οποίοι ήταν πέντε 99 και οι ἄρχοντες, εκ των οποίων μαρτυρείται 95 Η έκφραση εἰκόνι γραπτῇ ἐνόπλῳ (ή ἐν ἀσπιδείῳ) χρησιμοποιείται για να δηλώσει τη στρογγυλού σχήματος απεικόνιση κάποιου προσώπου πάνω σε ασπίδα: A. S. Henry, Honours and Privileges, Ο δήμος Χαρμιδεανών είναι γνωστός μόνον κατά την Αυτοκρατορική εποχή. Πιθανότατα ήταν κάποιος οικισμός, όπου οι αυτοκράτορες και άλλοι εύποροι πολίτες είχαν τα εξοχικά τους κτήματα. Αυτός ο δήμος έλαβε την ονομασία του από κάποιον ιδιώτη (Χαρμίδης) και ίσως ανήκε στη χώρα της Κίου αυτή την εποχή: I. Kios, σελ (εισαγωγή). 97 I. Kios 26 (2 ος αι. μ.χ.). 98 I. Kios 16 (108/9 μ.χ.). 99 Οι εξής εκδοχές είναι πιθανές για τους στρατηγούς: α) Ήταν γενικώς ανώτατοι αξιωματούχοι της πόλης, διότι αναφέρονται στην πρώτη θέση του καταλόγου: H. L. Fernoux, Notables et élites, 297, και β) δεδομένου ότι αναφέρονται σε έναν εφηβικό κατάλογο, ίσως οι στρατηγοί είχαν και κάποιες σχετικές με τους εφήβους αρμοδιότητες, διότι οι έφηβοι κατά το πρώτο έτος της θητείας τους ετίθεντο υπό τις διαταγές των στρατηγών, οι οποίοι αναλάμβαναν τη στρατιωτική εκπαίδευσή τους: Ch. Pélékidis, Histoire de l Éphébie attique des origins à 31 avant Jésus-Christ, Paris 1962, 109. I. Kios, σελ. 52 (εισαγωγή). 76

97 μόνον ένας, ο πρῶτος ἄρχων. 100 Πρώτος άρχων και ένας εκ των πέντε στρατηγών ήταν ο Σωσικλής Δαψιλέως. 101 Ωστόσο οι αρμοδιότητες στρατηγών και αρχόντων δεν είναι γνωστές με ακρίβεια. 102 Επίσης αναφέρονται και άλλα διοικητικά αξιώματα: γραμματεύς (στ. 6), για τον οποίο έγινε λόγος και προηγουμένως, ἀγορανόμος (στ. 10), 103 ταμιευτικῶν πράκτωρ (στ ), ο οποίος ως διαχειριστής του δημόσιου ταμείου είχε το καθήκον να διαθέσει τα χρήματα για την ανέγερση της 100 Στην πόλη πρέπει να υπήρχαν περισσότεροι του ενός άρχοντες, διότι ο πρώτος άρχων ήταν ο επικεφαλής αυτών. Ωστόσο ο συνολικός αριθμός των αρχόντων της Κίου δεν είναι γνωστός: I. Kios, σελ. 52 (εισαγωγή). Για τους άρχοντες της Κίου βλ. και W. Ameling, Das Archontat in Bithynien und die Lex Provinciae des Pompeius, EA 3 (1984), 25. Λεπτομερής περιγραφή του θεσμού των αρχόντων γίνεται κατωτέρω στη σχετική με την Προυσιάδα πρὸς τῷ Ὑπίῳ ενότητα (ΙΙΙ.3), διότι από αυτή την πόλη σώζονται περισσότερες μαρτυρίες. 101 Επειδή ο Σωσικλής Δαψιλέως αναφέρεται πρώτος από τους πέντε στρατηγούς, ίσως ήταν ο επικεφαλής αυτού του πολυθέσιου αξιώματος, όπως ο πρώτος άρχων ήταν επικεφαλής των αρχόντων: I. Kios, σελ. 52 (εισαγωγή). Ο Σωσικλής Δαψιλέως κατείχε και άλλα αξιώματα. Ήταν επίσης εφήβαρχος (στ. 8), πολειτάρχης (στ. 9), ιερεύς του Ηρακλέους (στ. 9-10), γυμνασίαρχος (στ. 10) και αγορανόμος (στ. 10). Στην περίπτωσή του μαρτυρείται η τυπική για την Αυτοκρατορική εποχή συσσώρευση και ανάληψη πολλών αξιωμάτων από το ίδιο πρόσωπο. 102 Ο W. Ameling, Archontat, 25, σημ. 35, θεωρεί ότι οι άρχοντες και οι στρατηγοί αυτής της επιγραφής ταυτίζονται με τους άρχοντες και τους στρατηγούς του τιμητικού ψηφίσματος για τον Αθηνόδωρο (360 π.χ.). Σε αυτή την περίπτωση μαρτυρείται η συνέχεια αυτών των δύο πολυθέσιων θεσμών από τον 4 ο αι. π.χ. έως την Αυτοκρατορική εποχή. 103 Ο θεσμός του αγορανόμου μαρτυρείται από την Κλασική εποχή έως τον 3 ο αι. μ.χ. σε πολλές ελληνικές πόλεις. Οι αρμοδιότητες των αγορανόμων διέφεραν από πόλη σε πόλη, όπως και η διάρκεια της θητείας τους. Μεταξύ των γενικών καθηκόντων τους ήταν η εποπτεία της αγοράς της πόλης και η εύρυθμη λειτουργία της. Επίσης ένας αγορανόμος φρόντιζε για τον τακτικό ανεφοδιασμό της πόλης σε σιτηρά και τη συγκράτηση των τιμών των τροφίμων σε χαμηλά επίπεδα: J. Oehler, Agoranomoi, RE I 1 (1893), I. Kios, σελ. 52 (εισαγωγή). Αναλυτικά για τα καθήκοντα των αγορανόμων βλ. L. Migeotte, Les pouvoirs des Agoranomes dans les cités grecques, στο R. W. Wallace M. Gagarin (eds.), Symposion 2001, Vorträge zur griechischen und hellenistischen Rechtsgeschichte (Evanston, Illinois, 5-8 September 2001), Wien 2005,

98 στήλης, 104 και ἱερεὺς τοῦ Ἡρακλέους (στ. 9-10). 105 Μεταξύ των ανωτέρω θεσμών καταγράφεται και ένα ρωμαϊκό αξίωμα, ο πολειτάρχης (στ. 9). 106 Οι υπόλοιποι θεσμοί σχετίζονται με το γυμνάσιο και δείχνουν την ιεραρχία των αξιωματούχων εντός αυτού: Κατά την παρούσα χρονική στιγμή τη γυμνασιαρχία ασκούσε η πόλη (γυμνασιαρχούσης τῆς πόλεως, στ. 7-8), πιθανώς επειδή δεν υπήρχε κάποιος υποψήφιος για τη θέση του γυμνασιάρχου. 107 Εν συνεχεία αναφέρονται ο γυμνασίαρχος (στ. 10), 108 ο υφιστάμενός του ὑπογυμνασίαρχος (στ. 11), 109 και δύο αξιώματα σχετικά με τον θεσμό της εφηβείας, o κοσμητεύων (στ. 12) 110 και ο ἐφήβαρχος (στ. 8), Πρόκειται για το ίδιο αξίωμα με εκείνο του ταμία της Ελληνιστικής εποχής, το οποίο αναφέρθηκε ανωτέρω (σελ. 66): I. Kios 16, σελ. 92, σχόλια στους στίχους και σελ (εισαγωγή). 105 Ο Ηρακλής και ο Ερμής ήταν οι θεοί-προστάτες του γυμνασίου και λατρεύονταν με αυτή την ιδιότητα στα γυμνάσια όλων των ελληνικών πόλεων. Βλ. σχετικώς S. Aneziri D. Damaskos, Städtische Kulte, Ο πολ(ε)ιτάρχης ήταν ο ανώτατος πολιτικός αξιωματούχος στην επαρχία της Μακεδονίας, αλλά και σε άλλες ρωμαϊκές επαρχίες της Ανατολής. Στην περίπτωση της Κίου δεν είναι σαφές ποια ήταν η θέση και τα καθήκοντα του πολ(ε)ιτάρχη, διότι αυτός αναφέρεται μετά τους στρατηγούς και τον πρώτο άρχοντα και πριν τα υπόλοιπα αξιώματα. Η ανωτέρω επιγραφή είναι η μοναδική μαρτυρία για το αξίωμα του πολ(ε)ιτάρχη στην Κίο: F. Gschnitzer, Politarches, RE Suppl. XIII (1973), 496. I. Kios, σελ. 52 (εισαγωγή). Βλ. αναλυτικά γι αυτόν τον θεσμό F. Gschnitzer, αυτ I. Kios 16, σελ. 92, σχόλια στους στίχους Ο γυμνασίαρχος αυτός δεν ασκούσε τα καθήκοντά του κατά την παρούσα χρονική στιγμή, διότι τη γυμνασιαρχία είχε αναλάβει η πόλη, αλλά είχε διατελέσει στο παρελθόν γυμνασίαρχος: I. Kios 16, σελ. 92, σχόλια στους στίχους Γενικά ένας υπογυμνασίαρχος βοηθούσε τον γυμνασίαρχο στην εκτέλεση των καθηκόντων του και ήταν στην πράξη ο υπεύθυνος για την εκπαίδευση των μελών του γυμνασίου: I. Kios, σελ. 55 (εισαγωγή). 110 Ο όρος «κοσμητεύων» χρησιμοποιείται για τον κοσμητή, ο οποίος ήταν αρχηγός των εφήβων και είχε το καθήκον της γενικής επίβλεψης και εκπαίδευσής τους. Ο κοσμητής εκλεγόταν από την εκκλησία του δήμου διά χειροτονίας και η θητεία του συνήθως ήταν ενιαύσια. Κατά τη διάρκεια της θητείας του πιθανόν είχε υπό την επίβλεψή του τους εφήβους μόνον του πρώτου έτους. Γενικά είναι δύσκολο να προσδιοριστεί σε τι ακριβώς συνίστατο η εξουσία ενός κοσμητή. Η έννοια του όρου (κοσμῶ, κοσμητής) πάντως δείχνει ότι πρόκειται για το πρόσωπο το οποίο φροντίζει για την τήρηση της τάξης. Βλ. για τον κοσμητή F. Preisigke, Κοσμητής, RE XI 2 (1922), και πιο αναλυτικά για τα καθήκοντα και τη διάρκεια της θητείας τους Chr. Pélékidis, Éphébie attique, Πρόκειται για τον ειδικό αξιωματούχο ο οποίος προΐστατο των εφήβων, είχε την αρμοδιότητα της επίβλεψής τους και ήταν υφιστάμενος του γυμνασιάρχου, ο οποίος προΐστατο του γυμνασίου γενικά. Στα καθήκοντα ενός εφηβάρχου συγκαταλέγονταν η καθοδήγηση των εφήβων στις εορταστικές τελετές και η διανομή χρηματικών δωρεών 78

99 για τα οποία δεν μπορεί να προσδιοριστεί αν και σε ποιο βαθμό διέφεραν οι αρμοδιότητές τους. 112 Έπεται ο κατάλογος με τα ονόματα των εφήβων, ο οποίος χωρίζεται σε δύο στήλες. 113 Εδώ αναφέρονται και τα ονόματα τριών μηνών και συγκεκριμένα ημερομηνιών: Ἡραίου α (στ. Β 1), Διονοισιήου θ (στ. Β 6) και Ἡρακλήου ζι (στ. Β 92) και οι καλένδες (στ. Β 70), οι οποίες αντιστοιχούν στην πρώτη μέρα κάθε μήνα του ρωμαϊκού ημερολογίου. Αυτοί οι τρεις μήνες δεν συμπίπτουν με τους γνωστούς από τα τιμητικά ψηφίσματα 4 ου αι. π.χ. μήνες, οι οποίοι αναφέρθηκαν ανωτέρω (Ληναιών και Ανθεστηριών), αλλά ανήκουν στο ημερολόγιο της επαρχίας της Βιθυνίας. Η αναντιστοιχία μεταξύ των μηνών 4 ου αι. π.χ. και Αυτοκρατορικής εποχής δηλώνει ότι εν τω μεταξύ έλαβε χώρα κάποια αλλαγή στο ημερολόγιο της πόλης, όμως ο ακριβής χρόνος αλλαγής του ημερολογίου δεν είναι γνωστός. 114 Η ημερομηνία Ἡραίου α είναι η πρώτη ημέρα του νέου ημερολογίου της επαρχίας και συμπίπτει με την 23 η Σεπτεμβρίου του ρωμαϊκού ημερολογίου, η οποία είναι η γενέθλιος ημέρα του αυτοκράτορα Αυγούστου. Αυτό σημαίνει ότι πιθανότατα η μετάθεση της έναρξης του έτους έλαβε χώρα την εποχή του Αυγούστου. 115 Η δεύτερη ημερομηνία, Διονοισιήου θ, αντιστοιχεί στους εφήβους: J. Oehler, Ἐφήβαρχος, RE V 2 (1905), Πιο αναλυτικά για τον εφήβαρχο βλ. N. M. Kennell, The Status of the Ephebarch, Tyche 15 (2000), Οι δύο αξιωματούχοι είχαν παρόμοια καθήκοντα: I. Kios, σελ. 55 (εισαγωγή). 113 Σχεδόν όλα τα ονόματα των εφήβων είναι ελληνικά πλην εκείνων τα οποία αναφέρονται κάτω από τις καλένδες, τα οποία είναι ρωμαϊκά (στ ). 114 C. Trümpy, Monatsnamen und Monatsfolgen, Παρόμοια προσαρμογή του ημερολογίου συνέβη στην επαρχία Ασίας το 9 π.χ. Τότε η πρώτη μέρα έναρξης του έτους μετατέθηκε, ώστε να συμπίπτει με τη γενέθλιο ημέρα του Αυγούστου. Αυτή την αντιστοιχία χρησιμοποιεί ως επιχείρημα ο εκδότης των επιγραφών της Κίου T. Corsten, I. Kios, σελ (εισαγωγή), για να υποστηρίξει τη μετάθεση της έναρξης του έτους στη Βιθυνία περίπου την ίδια εποχή (επί Αυγούστου). Ο ίδιος αυτ. αναφέρει ότι πιθανότατα η Κίος διατήρησε το παλαιό μιλησιακό ημερολόγιό της έως τότε. Για το ημερολόγιο της επαρχίας Ασίας βλ. A. E. Samuel, Greek and Roman Chronology. Calendars and Years in Classical Antiquity, München 1972, Πρβλ. N. Ehrhardt, Milet und seine Kolonien, 48: Οι τρεις μαρτυρούμενοι κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους μήνες εισήχθησαν από τον Προυσία Α με την επανίδρυση της πόλης. Αυτό σημαίνει ότι ο Προυσίας κατήργησε το παλαιό μιλησιακό ημερολόγιο και εισήγαγε νέο. Ωστόσο ο T. 79

100 στην 1 η Ιανουαρίου, η οποία είναι η πρώτη ημέρα του ρωμαϊκού έτους και ταυτόχρονα οι καλένδες του μήνα Ιανουαρίου. Η τρίτη ημερομηνία, Ἡρακλήου ζι, αντιστοιχεί στην 9 η Φεβρουαρίου του ρωμαϊκού έτους, κατά την οποία πιθανόν τελούνταν κάποια σημαντική εορτή. 116 Οι επιγραφές αυτής της περιόδου αποδεικνύουν τη συνέχεια έως τους Αυτοκρατορικούς χρόνους ορισμένων θεσμών της πόλης, διότι αυτοί μαρτυρούνται και στις δύο προηγούμενες περιόδους. Πρόκειται για τη βουλή, τον δήμο, τους στρατηγούς, τους άρχοντες και τον ταμία, οι οποίοι παραδίδονται και στις επιγραφές πριν το 202 π.χ. Επιπλέον συνάγεται ότι στην Κίο της Αυτοκρατορικής εποχής εξακολουθούσε να υπάρχει γυμνάσιο, το οποίο μαρτυρείται και για το χρονικό διάστημα π.χ., και ότι υφίστατο ο διαδεδομένος θεσμός της εφηβείας με τα συναφή αξιώματα. 117 Στην Κίο της Αυτοκρατορικής εποχής μαρτυρείται επιγραφικά η λατρεία τριών ελληνικών θεοτήτων, του Ηρακλέους, στον προαναφερθέντα κατάλογο εφήβων και σε μία αναθηματική επιγραφή, 118 η οποία είναι αφιερωμένη στον Ηρακλή Καλλίνεικο, τον κτίστη της πόλεως, 119 επίσης του Διός ως Ἀστραπαίου 120 και Ὀλυμπίου 121 και της Δήμητρας Καρποφόρου. 122 Δεδομένου ότι στην πλειονότητά τους οι επιτύμβιες επιγραφές της Κίου προέρχονται από την εποχή μετά το τέλος του βασιλείου της Βιθυνίας Corsten αυτ. δεν δέχεται την εκδοχή του N. Ehrhardt. Για τον χρόνο δημιουργίας του ημερολογίου βλ. και κατωτέρω σελ I. Kios 16, σελ , σχόλια στους στίχους Β 1, Β 6, Β 92 και σελ (εισαγωγή). Και οι δώδεκα μήνες του ημερολογίου της επαρχίας παραδίδονται σε επιγραφή από το Βιθύνιο- Κλαυδιούπολη (ΙΙΙ.6, σελ ). 117 Βλ. αναλυτικά για τον θεσμό της εφηβείας στις ελληνικές πόλεις της Ανατολής S. Hin, Class and Society in the Cities of the Greek East: Education during Ephebeia, AncSoc 37 (2007), , όπου και η γενική βιβλιογραφία σχετικά με τον θεσμό. 118 I. Kios 24 (Αυτοκρατορική εποχή). 119 Σύμφωνα με τον μύθο η Κίος ιδρύθηκε από τον Ηρακλή την εποχή της Αργοναυτικής Εκστρατείας. Βλ. αναλυτικά I. Kios 24, σελ. 106 σχόλια και σελ (εισαγωγή). 120 I. Kios 3, 2 27, 2-3 (138/9 μ.χ.). Η δεύτερη επιγραφή προέρχεται από τον δήμο Χαρμιδεανών. 121 I. Kios 27, I. Kios 27, 3-4. Στην Κίο λατρεύονταν και άλλες ελληνικές θεότητες, αλλά η λατρεία τους προκύπτει μόνον από νομίσματα Αυτοκρατορικών χρόνων της πόλης: Βλ. σχετικά αυτ. σελ (εισαγωγή). 80

101 θεωρήθηκε απαραίτητο να γίνουν κάποιες παρατηρήσεις σχετικά με αυτές. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία τα σωζόμενα στις επιτύμβιες επιγραφές ονόματα είναι ελληνικά. 123 Υπάρχουν βεβαίως και αρκετά ρωμαϊκά ονόματα, τα οποία δηλώνουν ότι ορισμένοι Κιανοί είχαν λάβει ρωμαϊκή πολιτεία. 124 Δύο μόνον ονόματα δεν είναι ούτε ελληνικά ούτε ρωμαϊκά αλλά έχουν θρακική προέλευση και ανήκουν σε αυτόχθονες, δηλαδή Βιθυνούς: 125 Διλίπορις 126 και Μοκάζεις. 127 Επιτύμβιες επιγραφές Κιανών εκτός Κίου σώζονται συνολικά τρεις, εκ των οποίων οι δύο προέρχονται από την Αθήνα και ανήκουν στον 1 ο αι. π.χ. και στον 1 ο αι. μ.χ. αντιστοίχως. 128 Η τρίτη προέρχεται από τους Αιζανούς και χρονολογείται το 131/2 μ.χ. 129 Και στις τρεις επιγραφές το εθνωνύμιο εμφανίζεται ως Κιανή ή Κιανός, παρά το γεγονός ότι οι δύο πρώτες ανήκουν στην εποχή κατά την οποία η Κίος εξακολουθούσε να φέρει το όνομα Προυσιάς. 130 Ωστόσο σώζονται και τρεις επιγραφές, στις οποίες το εθνικό όνομα είναι Προυσιεύς. Στην πρώτη από αυτές, η οποία χρονολογείται τον 1 ο αι. π.χ., το εθνικό απαντά μαζί με το προσδιοριστικό ἀπὸ θαλάσσης Ελληνικά ονόματα μαρτυρούνται στις επιτύμβιες επιγραφές I. Kios 28, 30, 31, 32, 34, 42, 43, 44, 45, 47, 48, 49, 53, 57, 61, 62, 63, 64, 70, 72, 73, 75, 76, 80, 81, 82, 90, 92, 93, 95, 99, 101, 102, 103, 109, Τριμερή ρωμαϊκά ονόματα στις επιγραφές I. Kios 29, 38, 40, 41, 46, 49, 51, 67, 91, 100. Τριμερή ονόματα με ελληνικό cognomen στις επιγραφές I. Kios 35, 36, 55, 65, 69. Στις επιγραφές Ι. Kios 39, 50, 52, 53, 54, 56, 60, 64, 66, 68, 70, 73, 92, 93, 94, 104, 105, 107 μαρτυρείται μόνον ένα από τα τρία nomina. Βλ. γενικά για την απονομή ρωμαϊκής πολιτείας σε επιφανείς πολίτες των πόλεων της Βιθυνίας H. L. Fernoux, Notables et élites, Βλ. H. L. Fernoux, Notables et élites, (με πίνακα ελληνικών και εγχωρίων ονομάτων της Κίου). Για την θρακική καταγωγή των Βιθυνών βλ. ανωτέρω σελ. 2 με σημ. 10, όπου και η σχετική βιβλιογραφία. 126 I. Kios I. Kios IG II (1 ος αι. π.χ.): Αἴσχρα Νικάνορος Κιανή. W. Peek, Attische Inschriften, MDAI(A) 67 (1942), 112, αρ. 219 (1 ος αι. μ.χ.): Κιανή;. 129 ΜΑΜΑ IX 233 (131/132 μ.χ.): [ κ;]λης Κιανός. 130 Το όνομα Προυσιάς διατηρήθηκε για την Κίο μέχρι την εποχή του αυτοκράτορα Κλαυδίου (41-54 μ.χ.). Βλ. σχετικώς ανωτέρω ΙΙ.4, σελ IGUR 71d (1 ος αι. π.χ.): Προυσιεῖς ἀπὸ θαλάσσης και στα λατινικά Prusienses ab mare. Πρόκειται για δίγλωσση επιγραφή, η οποία προέρχεται από μνημείο, το οποίο αφιέρωσαν έξι πόλεις της Βιθυνίας, μεταξύ αυτών και η Προυσιάς επιθαλάσσιος, στον ανθύπατο της 81

102 Αυτό το γεγονός δηλώνει την ταυτόχρονη χρήση των δύο εθνικών ονομάτων, Κιανός και Προυσιεύς, κατά την ίδια εποχή. Στις άλλες δύο επιγραφές το εθνικό Προυσιεύς δεν προσδιορίζεται περαιτέρω (ως ἀπὸ θαλάσσης ή πρὸς τῷ Ὑπίῳ), 132 ώστε δεν είναι βέβαιο για ποια από τις δύο πόλεις πρόκειται. 2. Μύρλεια Ἀπάμεια Στην περίπτωση της Μύρλειας Απάμειας οι σωζόμενες επιγραφές είναι πολύ λιγότερες σε σύγκριση με την Κίο, ωστόσο προέρχονται και από τις τρεις εξεταζόμενες περιόδους. Από τις δύο πρώτες επιμέρους περιόδους όλες οι επιγραφές, πλην μίας, προέρχονται από άλλες πόλεις και όχι από την ίδια τη Μύρλεια. Μόνον από την τελευταία χρονική περίοδο υπάρχουν επιγραφές τόσο από την ίδια την πόλη όσο και εκτός αυτής. Ωστόσο και αυτές στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι επιτύμβιες. α) Κλασική και πρώιμη Ελληνιστική εποχή (έως το 202 π.χ.) Οι επιγραφικές μαρτυρίες για τη Μύρλεια πριν το 202 π.χ. είναι ελάχιστες, ωστόσο παραδίδουν αρκετές πληροφορίες για την πόλη. Όλες οι επιγραφές αυτής της περιόδου αφορούν την πόλη ως σύνολο πλην μίας επιγραφής, η οποία αναφέρεται σε μεμονωμένο πολίτη της Μύρλειας. Οι παλαιότερες επιγραφικές μαρτυρίες είναι οι φορολογικοί κατάλογοι της Α Αθηναϊκής Συμμαχίας, από τους οποίους προκύπτει ότι η Μύρλεια ήταν σύμμαχη των Αθηναίων πόλη. Σώζονται συνολικά τέσσερις επαρχίας Βιθυνίας Ρούφο. Σε αυτή την περίπτωση το εθνικό χρησιμοποιείται, για να δηλώσει το σύνολο των πολιτών της πόλης και όχι για μεμονωμένους πολίτες. Εφόσον πρόκειται για επίσημο έγγραφο της πόλης προς έναν Ρωμαίο αξιωματούχο, δεν θα μπορούσε παρά να χρησιμοποιηθεί το επίσημο εθνωνύμιο Προυσιεύς. 132 I. Kios T8 (λίγο μετά το 70 π.χ.): Μόσχος Ἀναξξίππου Προυσιεύς. IG II (1 ος αι. μ.χ.): Μηνιὰς Στόλου Προυσιέως. 82

103 φορολογικοί κατάλογοι, οι οποίοι χρονολογούνται τα έτη 433/2 π.χ.-432/1 π.χ., /29 π.χ. 134 και 418/7 π.χ. 135 Οι τρεις πρώτοι κατάλογοι παραδίδουν το εθνικό όνομα Βρυλλεανοί, ενώ στον τέταρτο το εθνικό όνομα έχει τη μορφή Βρυλλειανοί. 136 Στον κατάλογο θεωροδόκων του Άργους του 330 π.χ. αναγράφεται και ο θεωροδόκος του Βρυλλείου, ο Τυδεύς. Το όνομα της πόλης απαντά σε αυτή την επιγραφή με την αρχική του μορφή ως Βρύλλειον. 137 Από αυτόν τον κατάλογο προκύπτει ότι ο ελληνικός θεσμός της θεωροδοκίας υπήρχε στο Βρύλλειον (Μύρλεια). Η πρώτη από τις επιγραφές του 3 ου αι. π.χ. είναι τιμητικό ψήφισμα του δήμου των Αθηναίων για τον δήμο των Μυρλεανών και χρονολογείται πριν τα μέσα του αιώνα. 138 Η αιτιολόγηση αυτού του ελλιπούς ψηφίσματος έχει ενδιαφέρον: ἐπε]ιδ[ὴ ὁ] δῆμος ὁ Μυρλεα[νῶν.].. τοῦ] δή[μ]ου τοῦ Ἀθηναῖων[. οἰ]κε[ι]ότ[η]τ[α..] (στ ). Από αυτή τη φράση συνάγεται ότι μεταξύ των δύο πόλεων υπήρχε οἰκειότης 139 και ότι οι καλές σχέσεις μεταξύ τους συνεχίζονταν και σε αυτή την εποχή. 133 IG I 3 279, ΙΙ 1 280, ΙΙ IG I 3 281, ΙΙΙ IG I 3 287, ΙΙ Το πρώτο όνομα της πόλης ήταν Βρύλλειον και το αντίστοιχο εθνωνύμιο Βρυλλε(ι)ανός. Το τοπωνύμιο αυτό διατηρήθηκε μέχρι τα τέλη του 4 ου αι. π.χ., όταν η πόλη μετονομάστηκε σε Μύρλεια: I. Apameia und Pylai, σελ. 4-6 (εισαγωγή). Βλ. και σημ SEG XXIII 189, II 15 (330 π.χ.). Αυτή είναι η τελευταία μαρτυρία για το αρχικό όνομα της πόλης. Θεωρείται πολύ πιθανό ότι λίγο αργότερα (περί τα τέλη του 4 ου αι. π.χ.) το Βρύλλειον μετονομάστηκε σε Μύρλεια, διότι από αυτή τη χρονική στιγμή και έως το 202 π.χ. μαρτυρείται πλέον το νέο όνομα της πόλης τόσο σε γραμματειακές πηγές όσο και σε επιγραφές. Περίπου την ίδια εποχή (4 ος αι. π.χ.) η Μύρλεια περιήλθε στην εξουσία τοπικών Περσών δυναστών (έως το 302 π.χ.) και μετά τη μάχη της Ιψού (301 π.χ.) ενσωματώθηκε με ολόκληρη τη Μ. Ασία στο βασίλειο του Λυσιμάχου έως το 281 π.χ.: I. Apameia und Pylai, σελ. 8-9 (εισαγωγή). 138 IG II (πριν τα μέσα του 3 ου αι. π.χ.). 139 Ο όρος «οἰκειότης» χρησιμοποιούνταν συχνά στις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ πόλεων κυρίως κατά την Ελληνιστική εποχή. Αν και είναι δύσκολο να προσδιοριστεί επακριβώς το περιεχόμενο αυτού του όρου, η σημασία του ήταν η εξής: Η οἰκειότης δήλωνε τις καλές σχέσεις μεταξύ δύο πόλεων, οι οποίες δεν συνδέονταν απαραιτήτως μέσω συγγένειας. Βασική προϋπόθεση της οικειότητος ήταν η αμοιβαία φιλία, έννοια με την οποία συχνά ταυτιζόταν η οἰκειότης. Ο όρος «οἰκειότης» εξέφραζε την πυκνότητα, τη συχνότητα και τη 83

104 Η επόμενη επιγραφή είναι κατάλογος προστίμων των αγωνοθετών του κοινού των Ιλιέων και χρονολογείται στο τελευταίο τρίτο του 3 ου αι. π.χ. αλλά πριν το Μεταξύ των πόλεων οι οποίες ήταν υποχρεωμένες να καταβάλουν πρόστιμο στο κοινό ήταν και η Μύρλεια. Στον κατάλογο αναγράφεται ότι οι Μυρλεανοί έπρεπε να πληρώσουν πρόστιμο 2000 αλεξανδρινών δραχμών στο κοινό (στ ), επειδή δεν συνέβαλαν με το προκαθορισμένο ποσό των 245,5 αλεξανδρινών δραχμών στις εορτές προς τιμήν της θεάς Αθηνάς (στ ), επειδή δεν συμμετείχαν στις θυσίες (στ ) και τέλος επειδή δεν έστειλαν αντιπροσώπους στο συνέδριο του κοινού (στ ). 141 Στην επιγραφή η Μύρλεια αναφέρεται ως ἡ πόλις ἡ Μυρλεανῶν. διάρκεια στις διακρατικές σχέσεις, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα η μία πόλη να αισθάνεται την άλλη ως οἰκεία. Οι σχέσεις αυτές εντοπίζονται κυρίως στον οικονομικόεμπορικό, πολιτιστικό, θρησκευτικό, ίσως και στον πολιτικό, τομέα. Η οικειότης είναι στην ουσία η έμπρακτη άσκηση της φιλίας, διότι η τελευταία έχει κυρίως θεωρητικό περιεχόμενο. Βλ. για την έννοια «οἰκειότης» και τη σχέση της με τις έννοιες «συγγένεια» και «φιλία» E. Will, Syngeneia, Oikeiotès, Philia, RPh 69 (1995), (κυρίως , όπου δίνεται ο ορισμός της οικειότητας, όπως προκύπτει από τη συγκριτική εξέταση και των τριών εννοιών). 140 I. Ilion 5 (τελευταίο τρίτο 3 ου αι. π.χ. αλλά πριν το 202). Πρόκειται για μία ομοσπονδία εννέα πόλεων της περιοχής της Τρωάδος, η οποία ιδρύθηκε περί τα τέλη του 4 ου αι. π.χ. Η Μύρλεια δεν συμπεριλαμβανόταν μεταξύ των προαναφερθέντων πόλεων αλλά ανήκε στο κοινό προσωρινά, μολονότι βρισκόταν μακριά από την περιοχή της Τρωάδος. Δεν είναι γνωστός ο χρόνος παραμονής της Μύρλειας στο κοινό, διότι δεν σώζονται άλλες σχετικές με το κοινό επιγραφές οι οποίες την αναφέρουν. Το κοινό των Ιλιέων είχε ως έδρα το Ίλιον, όπου βρισκόταν ο ναός της Αθηνάς Ιλιάδος. Προς τιμήν της θεάς τελούνταν θυσίες, αγώνες και μία πανήγυρις, η οποία περιελάμβανε τα Μικρά και τα Μεγάλα Παναθήναια. Το κοινό διέθετε επίσης συνέδριο, στο οποίο όλες οι πόλεις-μέλη έστελναν αντιπροσώπους. Οι πόλεις-μέλη ήταν επιπλέον υποχρεωμένες να καταβάλλουν ένα χρηματικό ποσό ως συνδρομή για την τέλεση των εορτών και να συμμετέχουν στις θυσίες προς τιμήν της θεάς. Όταν οι υποχρεώσεις αυτές δεν τηρούνταν, οι αγωνοθέτες και ο γραμματεύς του κοινού κατάρτιζαν καταλόγους με τα πρόστιμα, τα οποία ήταν υποχρεωμένες να πληρώσουν οι πόλεις-μέλη: I. Ilion 5, σελ σχόλια και XI-XV (εισαγωγή). Βλ. αναλυτικά για το κοινό της Αθηνάς Ιλιάδος E. Preuner, Die Panegyris der Athena Ilias, Hermes 61 (1926), Το γεγονός ότι η Μύρλεια δεν έστειλε κανέναν αντιπρόσωπο στο συνέδριο είχε ως συνέπεια την αποπομπή της από το κοινό, όπως συνέβαινε και με άλλες πόλεις. Πιθανόν γι αυτόν τον λόγο η πόλη δεν αναφέρεται σε άλλες επιγραφές του κοινού: I. Ilion 5, σελ. 27, σχόλια στον στίχο

105 Η τελευταία επιγραφή αυτής της περιόδου προέρχεται από το ιερό της Αθηνάς Λινδίας στη Ρόδο και χρονολογείται περί το 225 π.χ. 142 Πρόκειται για αναθηματική επιγραφή, από την οποία σώζεται μόνον η αρχή του καταλόγου με τα ονόματα των αναθετών. Μεταξύ αυτών καταγράφεται ο [Μ]ηνόφιλος Μυρλε[ανός] (στ. 2). β) Ύστερη Ελληνιστική εποχή: Ένταξη της Μύρλειας στο βασίλειο της Βιθυνίας (202 π. Χ.-74 π.χ.) Από το 202 π.χ. και εξής η Μύρλεια έφερε το όνομα Απάμεια. 143 Από αυτή την εποχή μόνον μία επιγραφή αφορά την πόλη. Πρόκειται για τιμητική επιγραφή του θιάσου της Κυβέλης, 144 του Απόλλωνος και του Διός για την ιέρεια Στρατονίκη, η οποία χρονολογείται πιθανόν στα τέλη του 2 ου αι. π.χ. και προέρχεται από τη χώρα της πόλης. 145 Η επιγραφή αυτή αποτελεί μαρτυρία για τη λατρεία των δύο ανωτέρω ελληνικών θεοτήτων στη χώρα της Απάμειας. Οι υπόλοιπες επιγραφές προέρχονται από άλλες πόλεις και αφορούν μεμονωμένα πρόσωπα. 146 Η πρώτη από αυτές είναι τιμητικό ψήφισμα της βουλής και του δήμου των Αθηναίων για εφήβους και χρονολογείται το 142 Ι. Lindos 121 (περί το 225 π.χ.). 143 Για την ένταξη της Μύρλειας στο βασίλειο της Βιθυνίας και την αλλαγή του ονόματός της βλ. ανωτέρω ΙΙ.4, σελ Οι θίασοι ήταν ιδιωτικές θρησκευτικές οργανώσεις, οι οποίες είχαν σκοπό την οργάνωση της λατρείας διάφορων θεοτήτων, και ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένοι κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή εποχή. Βλ. σχετικώς F. Poland, Geschichte des griechischen Vereinswesens, Dresden 1909 (ανατ. Leipzig 1967), 33-34, Η Κυβέλη ή Μητέρα Θεά ήταν φρυγική θεότητα της γονιμότητας, η λατρεία της οποίας τελούνταν αρχικά σε ολόκληρη τη Μ. Ασία. Αργότερα η λατρεία της εξαπλώθηκε τόσο στον ελληνικό όσο και στον ρωμαϊκό κόσμο. Βλ. σχετικώς S. Takacs, Cybele, NP 3 (2003), I. Apameia und Pylai 35 (τέλη 2 ου αι. π.χ.;). 146 Η επιλογή αυτών των επιγραφών έγινε με βάση τα επιγραφικά testimonia, τα οποία παρατίθενται στην έκδοση I. Apameia und Pylai, σελ , διότι σε πολλές περιπτώσεις δεν ήταν δυνατόν να ελεγχθεί από ποια Απάμεια προέρχονται τα αναφερόμενα στις επιγραφές πρόσωπα. Το ίδιο ισχύει και για τις αντίστοιχες επιγραφές της επόμενης περιόδου. 85

106 106/5 π.χ. Μεταξύ των ξένων εφήβων αναφέρεται ο Διονύσιος Θεοδοσίου Ἀπαμεύς. 147 Η δεύτερη επιγραφή είναι κατάλογος των Σαβαζιαστών 148 από την Αθήνα. Ένας εξ αυτών είναι ο Σωσιγένης Ἀπαμεύς. 149 Οι υπόλοιπες επιγραφές είναι επιτύμβιες: τρεις από αυτές προέρχονται από την Αθήνα 150 και τέσσερις από τη Ζάκυνθο. 151 Οι ανωτέρω επιγραφές αποδεικνύουν ότι πολίτες της Απάμειας κατοικούσαν και δραστηριοποιούνταν εκτός της πατρίδας τους, ότι έφεραν ελληνικά ονόματα, καθώς και ότι για να δηλώσουν την καταγωγή τους χρησιμοποιούσαν το εθνωνύμιο Ἀπαμεύς. γ) Τέλος Ελληνιστικής εποχής και Αυτοκρατορικοί χρόνοι: Μετά το τέλος του βασιλείου της Βιθυνίας (74 π.χ.-3 ος αι. μ.χ.) Τα γεγονότα αυτής της περιόδου είναι ιδιαίτερης σημασίας για την Απάμεια. Κατά τη διάρκεια του Γ Μιθριδατικού πολέμου η πόλη αντιστάθηκε στους Ρωμαίους, ωστόσο το 72 π.χ. αναγκάστηκε να παραδοθεί. Ακολούθησαν η εισβολή των Ρωμαίων στην πόλη, η καταστροφή της και η σφαγή του μισού περίπου πληθυσμού της. Όσοι Απαμείς διέφυγαν τη σφαγή πωλήθηκαν ως δούλοι. 152 Αργότερα 147 IG II , V 114 (106/5 π.χ.). 148 Οι Σαβαζιαστές ήταν λατρευτικός σύλλογος (ἐρανισταί) του Σαβαζίου, θρακικής θεότητας η λατρεία της οποίας είχε εισαχθεί στην Αθήνα: Ε. Ziebarth, Σαβαζιασταί, RE Suppl. VIII (1956), 660. Βλ. αναλυτικά για τους Σαβαζιαστές σε αυτή την επιγραφή I. N. Arnaoutoglou, Thusias heneka kai sunousias. Private religious Associations in Hellenistic Athens, Athens 2003, IG II , 55 (102/1 π.χ.). 150 IG II (3 ος /2 ος αι. π.χ.): Ἀγαθοκλῆς Ἡλιοδώρου Ἀπαμεύς 8341 (3 ος /2 ος αι. π.χ.): Νικηφόρος νωνος Ἀπαμεύς 8342 (2 ος /1 ος αι. π.χ.): Πασίων Διοσσκουρίδου Ἀπαμεύς. 151 SEG XXIII 359 (2 ος αι. π.χ.): Ἀνδρόσθενες Ἀπαμεῦ 360 (2 ος αι. π.χ.): Ξένων Ἀπολλοδώρου Ἀπαμεῦ 379 (2 ος αι. π.χ.): Σάτυρε Φίλωνος Ἀπαμεῦ 381 (2 ος αι. π.χ.): Ἰσίδωρε Ἀπαμεῦ (στ. 2), Νικήρατε Ἀπαμεῦ (στ. 15), Λαοδίκη Ἀπάμισα (στ. 16). 152 Βλ. γι αυτά τα γεγονότα I. Apameia und Pylai, σελ (εισαγωγή). H. L. Fernoux, Notables et élites, 122. Για τον Γ Μιθριδατικό πόλεμο βλ. ανωτέρω ΙII.1, σελ. 73, σημ

107 εγκαταστάθηκαν στην πόλη άποικοι ιταλικής καταγωγής 153 είτε από τον Καίσαρα είτε από τον Μάρκο Αντώνιο. 154 Η αποικία έφερε το όνομα Colonia Iulia Concordia Apamea. 155 Με την εγκατάσταση Ιταλών αποίκων ενισχύθηκε ο πληθυσμός της πόλης, ο οποίος προηγουμένως είχε εξολοθρευθεί. 156 Το 27 π.χ. ο Αύγουστος αναδιοργάνωσε την αποικία και πιθανόν εγκατέστησε δικούς του βετεράνους προς ενίσχυση του ήδη υπάρχοντος ιταλικού πληθυσμού της πόλης. 157 Η Απάμεια ήταν η μοναδική ρωμαϊκή αποικία επί του εδάφους της επαρχίας Βιθυνίας. 158 Η θέση στην οποία βρισκόταν η αποικία ταυτιζόταν με εκείνη της προγενέστερης ελληνικής πόλης. 159 Το πιθανότερο είναι ότι ολόκληρη η πόλη έγινε ρωμαϊκή αποικία. 160 Δεν φαίνεται δηλαδή να ισχύει ότι οι Ρωμαίοι άποικοι εγκαταστάθηκαν σε ένα μόνον μέρος της πόλης και της χώρας της και ότι επομένως συνυπήρχαν με τους εναπομείναντες Έλληνες κατοίκους, όπως παρατηρείται σε άλλες ρωμαϊκές αποικίες. 161 Συγκριτικά με τις υπόλοιπες πόλεις, οι οποίες εξετάζονται σε αυτή την εργασία, από την Απάμεια σώζεται ο μεγαλύτερος αριθμός λατινικών 153 Είναι πιο πιθανό ότι οι άποικοι ήταν βετεράνοι στρατιώτες παρά ακτήμονες γεωργοί από την Ιταλία: M. Sartre, Les Colonies romaines dans le monde grec. Essai de synthèse, στο E. Dabrowa (eds.), Roman Military Studies, Krakow 2001, Για τη χρονολογία ίδρυσης της αποικίας (επί Καίσαρα ή επί Β Τριανδρίας, το 42 π.χ.) βλ. M. Sartre, Colonies romaines, 114, σημ Το όνομα της αποικίας παραδίδεται στις επιγραφές I. Apameia und Pylai 2 (69-79 μ.χ.) 4 (128/9 μ.χ.). 156 H. L. Fernoux, Notables et élites, Βλ. για την επανίδρυση της αποικίας από τον Αύγουστο M. Sartre, Colonies romaines, 114, σημ. 19. H. L. Fernoux, Notables et élites, C. Marek, Pontus et Bithynia, 40. H. L. Fernoux, Notables et élites, M. Sartre, Colonies romaines, 133. Ο ίδιος αυτ. 127 επισημαίνει ότι η επιλογή της τοποθεσίας για την εγκατάσταση ρωμαϊκής αποικίας υπαγορεύτηκε από το γεγονός ότι επρόκειτο για μία ευνοϊκή θέση, η οποία ανήκε για μακρό χρονικό διάστημα σε μία ακμάζουσα ελληνική πόλη και η οποία (θέση) τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ήταν ελεύθερη. 160 Για την αντίθετη άποψη βλ. αμέσως επόμενη σημ. 161 Η αποικία δηλαδή εγκαταστάθηκε σε μία έρημη πόλη: H. L. Fernoux, Notables et élites, 172, 188. Για την αντίθετη άποψη βλ. Α. N. Sherwin White, The Roman Citizenship, Oxford , 355: Ορισμένες ρωμαϊκές αποικίες του Καίσαρα στη Μ. Ασία μοιράζονταν το έδαφος τόσο της πόλης όσο και της χώρας της με την ελληνική κοινότητα (π.χ. Σινώπη και Ηράκλεια). Αυτό ίσως συνέβη και στην Απάμεια αλλά από την εποχή του Τραϊανού και εξής. 87

108 επιγραφών (11 επιγραφές από τις 62). 162 Τρεις από τις λατινικές επιγραφές είναι επίσημες επιγραφές και επομένως επίσημη γλώσσα της αποικίας ήταν η λατινική. 163 Ωστόσο οι περισσότερες επιγραφές είναι ελληνικές. Η εικόνα η οποία προκύπτει από τις επιγραφικές μαρτυρίες σχετικά με τους ελληνικούς θεσμούς της Απάμειας είναι η εξής: Η πρώτη επιγραφή, η οποία είναι τιμητική, περιέχει την πληροφορία ότι η Απάμεια διέθετε βουλή, διότι στο κείμενο αναφέρεται ότι η Κλαυδία Αθηνώ (τιμά) τον (γιο της) Μ. Κλαύδιο Σεκουνδείνο ψηφ(ίσματι) βουλ(ῆς). 164 Η Κλαυδία Αθηνώ ήταν ελληνικής καταγωγής. Το γεγονός ότι ο γιος της φέρει τριμερές ρωμαϊκό όνομα δηλώνει ότι ο σύζυγός της ήταν Ρωμαίος πολίτης. Η δεύτερη είναι τιμητική επιγραφή για τον αυτοκράτορα Μακριανό ( μ.χ.), τον οποίο τιμά ἡ πόλις. 165 Το γεγονός ότι η Απάμεια αναφέρεται ως πόλις δείχνει ότι στην πόλη πρέπει να λειτουργούσαν και άλλοι θεσμοί (πλην της βουλής) χαρακτηριστικοί της δημόσιας ζωής των ελληνικών πόλεων, ακόμα και αν αυτοί οι θεσμοί δεν μαρτυρούνται επιγραφικά. Σε μία λατινική επιγραφή 1 ου αι. μ.χ. υπάρχει η πληροφορία ότι η Απάμεια διέθετε γυμνάσιον, το οποίο είναι χαρακτηριστικό των ελληνικών πόλεων. Το γυμνάσιο αφιέρωσε ένας ιερεύς της λατρείας του Αυγούστου, πιθανότατα Ρωμαίος (με βάση τη γλώσσα της επιγραφής). 166 Στην πόλη υπήρχε επίσης βαλανεῖον (bal(i)neum), το οποίο ανέθεσε στον αυτοκράτορα Αδριανό και τον οίκο των Σεβαστών αυτοκρατόρων η αποικία 162 Είναι οι επιγραφές I. Apameia und Pylai 1, 2, 4, 15, 17, 18, 19, 21, 23, 49, Είναι οι επιγραφές I. Apameia und Pylai 1, 2, 4. Βλ. και M. Sartre, Colonies romaines, 142 με σημ. 271, κατά τον οποίο επίσημη γλώσσα της αποικίας ήταν η λατινική, αλλά σε ιδιωτικού χαρακτήρα επιγραφές χρησιμοποιούνταν η ελληνική. 164 I. Apameia und Pylai 3 (Αυτοκρατορική εποχή). 165 I. Apameia und Pylai 62 ( μ.χ.). Ο T. Fulvius Iunius Macrianus Augustus ήταν αυτοκράτορας τα έτη μ.χ., αλλά αναγνωρίστηκε μόνον από το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας: T. Franke, Macrianus [3], NP 8 (2006), I. Apameia und Pylai 51 (1 ος αι. μ.χ.). Η επιγραφή βρέθηκε στη χώρα της Απάμειας, ωστόσο ως τόπος προέλευσης θεωρείται η ίδια η πόλη: αυτ. σελ. 73, σχόλια. 88

109 Colonia Iulia Concordia Apamea με δικά της έξοδα. 167 Το βαλανείο αντιστοιχούσε στα δημόσια λουτρά της πόλης. 168 Μία δίγλωσση επιτύμβια επιγραφή Αυτοκρατορικών χρόνων αναφέρει τον Ρωμαίο Α. Σερβείλιο Μάξιμο, ο οποίος ήταν νομικός (iuris prudens), δηλαδή νομομαθής. 169 Τρεις επιγραφές είναι αναθέσεις πολιτών της Απάμειας σε ελληνικές θεότητες, οι οποίες λατρεύονταν στην πόλη. Με την πρώτη αφιερώνεται μία στοά από τον Ρωμαίο Γ. Ναίβιο Ιούστο στον Ασκληπιό: Ἀσκληπιῷ Ἐπιδαυρίῳ Περγαμηνῷ διώρυγα κατοικοῦντι. 170 Τη δεύτερη επιγραφή αφιερώνει ο επίσης Ρωμαίος Γράκχις Σεκούνδος στον Ασκληπιό Διορυγείτῃ. 171 Την τρίτη επιγραφή αφιέρωσαν στη Λευκοφρυηνή Αρτέμιδα 172 ο Ιούλιος Κλαυδιανός Πολύαινος (Έλληνας με ρωμαϊκή πολιτεία) και η Κλαυδία Χρυσίον. 173 Ως προς τα ονόματα τα οποία παραδίδονται στις επιτύμβιες επιγραφές της πόλης παρατηρείται το εξής φαινόμενο: Υπάρχουν ρωμαϊκά ονόματα 167 I. Apameia und Pylai 4. Βλ. και H. L. Fernoux, Notables et élites, Το βαλανεῖον ήταν κατεξοχήν ελληνικός θεσμός, η ύπαρξη του οποίου ήταν αυτονόητη σε όλες τις ελληνικές πόλεις. Αρχικά ήταν μέρος του γυμνασίου και στη συνέχεια έγινε ανεξάρτητο κτήριο. Ένα βαλανείο μπορούσε να είναι είτε δημόσιο είτε ιδιωτικό. Στη δεύτερη περίπτωση λάμβανε το όνομά του από τον ιδιοκτήτη. Ιδιαίτερη διάδοση των βαλανείων ως δημόσιων λουτρών ανεξάρτητων από το γυμνάσιο παρατηρείται στην Ελληνιστική και Ρωμαϊκή εποχή: I. Nielsen, Thermae et Balnea, The Architecture and Cultural History of Roman Public Baths, Ι, Aahrus University Press 1990, I. Apameia und Pylai 49 (Αυτοκρατορική εποχή). Ο νομικός ήταν επιφορτισμένος με το καθήκον της σύνταξης δικαστικών εγγράφων και συχνά παρευρισκόταν σε δίκες. Αν και οι πρώτες μαρτυρίες για τους νομικούς προέρχονται από τους Αυτοκρατορικούς χρόνους, θεωρείται βέβαιη η ύπαρξή τους και σε προγενέστερες εποχές: E. Ziebarth, Νομικός, RE XVII 1 (1936), 822. I. Apameia und Pylai 49, σελ. 71, σχόλια. 170 I. Apameia und Pylai 5 (2 ος αι. μ.χ.;). Η λατρεία του Ασκληπιού εισήχθη στην Απάμεια από το Πέργαμο, το οποίο είχε παραλάβει τη λατρεία του θεού από την Επίδαυρο. Οι φράσεις «διώρυγα κατοικοῦντι» και «Διορυγείτη» της επόμενης επιγραφής δηλώνουν ότι κοντά στην πόλη υπήρχε κάποια διώρυγα, στην οποία θεωρούνταν ότι κατοικούσε ο θεός και προφανώς εκεί λατρευόταν: αυτ. σελ. 25, σχόλια και σελ. 23 (εισαγωγή). 171 I. Apameia und Pylai 6 (2 ος αι. μ.χ.;). 172 Η λατρεία της Λευκοφρυηνής Αρτέμιδος είχε εισαχθεί από τη Μαγνησία πρὸς Μαιάνδρῳ: I. Apameia und Pylai, σελ. 23 (εισαγωγή). 173 I. Apameia und Pylai 46 (1 ος /2 ος αι. μ.χ.). 89

110 σύμφωνα με τη ρωμαϊκή ονοματοθεσία, 174 τα οποία ανήκαν στους Ρωμαίους αποίκους, ονόματα Ελλήνων, οι οποίοι έλαβαν ρωμαϊκή πολιτεία (τρία ονόματα εκ των οποίων το cognomen ελληνικό) 175 και αμιγώς ελληνικά ονόματα (όνομα και πατρώνυμο ή μόνον όνομα). 176 Τα τελευταία προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από τη χώρα της Απάμειας, όπως και το όνομα Διλίπορις, το οποίο είναι θρακικό-βιθυνικό και ανήκε σε αυτόχθονα. 177 Το συμπέρασμα το οποίο συνάγεται από τις προερχόμενες από την Απάμεια επιγραφές είναι το εξής: Η πλειοψηφία των επιγραφών είναι στην ελληνική γλώσσα και πολλά από τα παραδιδόμενα ονόματα είναι ελληνικά (είτε ως τριμερή ρωμαϊκά ονόματα με ελληνικό cognomen είτε με την τυπική ελληνική μορφή ονόματος και πατρωνύμου). Αυτό δηλώνει ότι τουλάχιστον στη χώρα της Απάμειας, όπου μαρτυρούνται τα περισσότερα από αυτά, υπήρχε ελληνικός πληθυσμός προφανώς με κατώτερη νομική υπόσταση σε σχέση με τους Ρωμαίους αποίκους. 178 Αρχικά Ρωμαίοι πολίτες ήταν μόνον οι άποικοι. Κατά τις επόμενες γενιές όμως ρωμαϊκή πολιτεία απέκτησαν και εξέχοντες Έλληνες της πόλης, όπως μαρτυρούν τα τριμερή ονόματα με ελληνικό cognomen. 179 Επομένως καθίσταται σαφές ότι η πόλη, 174 I. Apameia und Pylai 8, 10, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 27Α, 28, 32, 40, 41, 43, 52, 54, I. Apameia und Pylai 13, 14, 16, 18, 24, 38. Τα πρόσωπα σε αυτές τις επιγραφές έλαβαν ρωμαϊκή πολιτεία λόγω της καταγωγής τους από έναν μόνον Ρωμαίο άποικο (επιγαμίες μεταξύ Ρωμαίων αποίκων και Ελλήνων κατοίκων). Αυτές οι επιγαμίες φαίνονται στις επιγραφές I. Apameia und Pylai 8, 10, 14, 16, 18, 20, 22, 40, στις οποίες συνυπάρχουν ένα ρωμαϊκό τριμερές όνομα και ένα ελληνικό όνομα. Βλ. αναλυτικά γι αυτό το φαινόμενο H. L. Fernoux, Notables et élites, I. Apameia und Pylai 10, 12, 20, 22, 23, 28, 36, 37, 39, 40, 42, 48, 54, 55, I. Apameia und Pylai H. L. Fernoux, Notables et élites, H. L. Fernoux, Notables et élites, 197. Βλ. και M. Sartre, Colonies romaines, 143: Σταδιακά οι εξέχοντες Έλληνες ενσωματώθηκαν στην αποικία ενισχύοντας έτσι το ελληνόφωνο τμήμα του αποικιακού πληθυσμού. 90

111 παρά την ισχυρή παρουσία ρωμαϊκού πληθυσμού, είχε έντονο ελληνικό χαρακτήρα. 180 Αρκετές επιγραφές προερχόμενες από άλλες πόλεις αφορούν την Απάμεια. Τέσσερις επιγραφές μαρτυρούν την εξωτερική δραστηριότητα της Απάμειας και τις σχέσεις της με άλλες πόλεις. Τον 1 ο αι. π.χ. η Απάμεια συμμετείχε στην ανέγερση ενός μνημείου προς τιμήν του Ρωμαίου ανθυπάτου Ρούφου, το οποίο έστησαν έξι πόλεις της Βιθυνίας στη Ρώμη. 181 Από την Ολβία προέρχονται δύο τιμητικές επιγραφές, με τις οποίες πόλεις της ακτής του Ευξείνου Πόντου και της Βιθυνίας, μεταξύ αυτών και η Απάμεια, τιμούν με χρυσό στέφανο κάποιον Ολβιοπολίτη. 182 Η επιγραφή των Ἀπαμέων. Κολόνων ἐν Βειθυνίᾳ, η οποία αφιερώθηκε στο ιερό του Απόλλωνος στην Κλάρο 183 αποδεικνύει ότι η Απάμεια και ως ρωμαϊκή αποικία είχε καλές σχέσεις με τη μητρόπολή της ελληνικής πόλης, την Κολοφώνα, στην οποία ανήκε το ιερό. Η φράση Ἀπαμέων. Κολόνων δείχνει ότι την επιγραφή αφιέρωσαν οι Ρωμαίοι άποικοι της Απάμειας. Η παρουσία Απαμέων εκτός της πόλης μαρτυρείται κυρίως από δεκαέξι επιτύμβιες επιγραφές, οι οποίες προέρχονται από την Αθήνα. Όλα τα ονόματα είναι ελληνικά και ακολουθούνται από το πατρώνυμο και το εθνικό όνομα Ἀπαμεύς για τους άνδρες και Ἀπαμῖτις ή Ἀπάμισσα για τις 180 Βλ. H. L. Fernoux, Notables et élites, 199: Η Απάμεια αποτελούσε νησίδα ρωμαϊκού πολιτισμού σε μία ελληνική περιοχή, ωστόσο η επίδραση του ελληνισμού στη ρωμαϊκή κοινότητα είναι εμφανής. Πρβλ. τη γενική διατύπωση του M. Sartre, Colonies romaines, 145 ότι ο ελληνικός πολιτισμός ήταν παρών στις ρωμαϊκές αποικίες της Ανατολής και ότι ο ελληνικός χαρακτήρας των αποικιών, οι οποίες εγκαταστάθηκαν σε ελληνόφωνες περιοχές, δεν μεταβλήθηκε μετά την αλλαγή της νομικής τους υπόστασης. 181 IGUR 71e. Η επιγραφή είναι δίγλωσση και το εθνικό όνομα εμφανίζεται ως Apameni και Ἀπαμεῖς. Ο πρεσβευτής, ο οποίος εστάλη στη Ρώμη από την Απάμεια, έφερε το όνομα Μάρκος Αυρήλιος Νικομήδης του Κλεοχάρους. Το ελληνικό cognomen και η χρήση του πατρωνύμου δείχνουν ότι ήταν Έλληνας, ο οποίος έλαβε ρωμαϊκή πολιτεία. 182 IOSPE Ι 2 40 (β μισό 2 ου αι. ή αρχές 3 ου αι. μ.χ.): Ἀπάμεια 41 (Ρωμαϊκή εποχή): Ἀπαμεῖς. Ότι πρόκειται για τη συγκεκριμένη Απάμεια προκύπτει από το γεγονός ότι στην επιγραφή αναφέρονται και άλλες πόλεις της Βιθυνίας (Νικομήδεια, Νίκαια, Προυσιάς). 183 I. Apameia und Pylai Τ7 (Αυτοκρατορική εποχή). 91

112 γυναίκες. 184 Τέλος μία επιγραφή από την Κύζικο μνημονεύει τον ποιητή Μάξιμο (πιθανόν Ρωμαίος πολίτης) από την Απάμεια, νικητή στα Ολύμπια που τελούνταν στην πόλη προς τιμήν του Αδριανού. 185 Η εξέταση των επιγραφών των τριών χρονικών περιόδων από τη Μύρλεια Απάμεια οδηγεί στο κατωτέρω συμπέρασμα: Η παλαιά ελληνική πόλη εξακολούθησε να έχει ελληνικό χαρακτήρα μετά την ένταξη της στο βασίλειο της Βιθυνίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο πριν το 202 π.χ. όσο και μετά το 74 π.χ. χαρακτηρίζεται στις επιγραφές ως πόλις. Αυτό σημαίνει ότι στο χρονικό διάστημα π.χ., παρά την απουσία αντίστοιχων επιγραφών, δεν συνέβη κάποια αλλαγή. Ακόμη και μετά την εγκατάσταση των Ρωμαίων αποίκων στην Απάμεια το έντονο ελληνικό υπόβαθρο της περιοχής άσκησε ίδια επιρροή στη ρωμαϊκή αποικία, ώστε οι μαρτυρούμενοι θεσμοί είναι ελληνικοί. 3. Κίερος Προυσιὰς πρὸς τῷ Ὑπίῳ Όλες οι επιγραφές της Προυσιάδος πρὸς τῷ Ὑπίῳ είναι Αυτοκρατορικής εποχής και ταξινομούνται σε τρεις κατηγορίες: α) τιμητικές, β) αναθηματικές και γ) επιτύμβιες. Κυρίως από την πρώτη κατηγορία επιγραφών προκύπτει μία αρκετά πλήρης εικόνα σχετικά με τους ελληνικούς θεσμούς και τα αξιώματα, τα οποία υφίσταντο στην πόλη κατά 184 IG II (1 ος αι. π.χ.): Ἀντίοχος Ἀπαμεύς 8327 (1 ος αι. π.χ.): Αὖα Λυσίου Ἀπαμῖτις 8328 (Αυτοκρατορική εποχή): Γοργίας Μηνοφίλου Ἀπαμεύς 8329 (ρωμαϊκή εποχή): Γοργίας Χρη[ Ἀπ]αμέως 8330 (1 ος /2 ος αι. μ.χ.): Διογένης Χρησίμου Ἀπαμεύς 8331 (1 ος αι. π.χ.): Δόναξ Ἀρτεμιδώρου Ἀπαμεύς 8334 (τέλη 1 ου αι. π.χ.): Ζωσίμη Ἡρακλέωνος Ἀπαμῖτις 8335 (1 ος αι. π.χ.): Κασιόδωρος Μελίτωνος Ἀπαμεύς 8336 (1 ος αι. π.χ.): Κεφάλων Ἀντιπάτρου Ἀπαμεύς 8337 (1 ος αι. π.χ.): Μενέσστρατος Ἐργασίωνος Ἀπαμεύς 8338 (2 ος αι. μ.χ.): Μηνόδωρος Μηνογένου Ἀπαμεύς 8339 (1 ος αι. π.χ.): Μητροφίλα Γλαύκου Ἀπάμισσα 8343 (1 ος αι. π.χ.): Παυσανίας Λυσανίου Ἀπαμεύς 8344 (1 ος αι. π.χ.): Σφαῖρος Ἀπολλ[ο ] Ἀπαμεύς 8346 (Αυτοκρατορική εποχή): Τάτιον Διονυσίου Ἀπαμῖτις. SEG XV 151 (1 ος αι. π.χ./1 ος αι. μ.χ.): Θεοξενίδης Δεινομάχου Ἀπαμεύς. 185 IGR IV 163 ( μ.χ.). Ότι πρόκειται για την Απάμεια της Βιθυνίας συνάγεται από το γεγονός ότι η επιγραφή προέρχεται από την Κύζικο, η οποία έκειτο δυτικά της Απάμειας. 92

113 τους Αυτοκρατορικούς χρόνους. Στη συντριπτική πλειοψηφία των τιμητικών επιγραφών οι τιμές αποδίδονται στον πρώτο άρχοντα της πόλης. Οι θεσμοί της Προυσιάδος εξετάζονται με κριτήριο τη σημασία τους. Προτάσσονται οι πολιτικοί-διοικητικοί θεσμοί και έπονται οι μη πολιτικοί αλλά σχετικοί με τον δημόσιο βίο της πόλης θεσμοί. Η διάρθρωση του σώματος των πολιτών της Προυσιάδος σε φυλές προκύπτει από δεκαπέντε επιγραφές με τις οποίες τιμάται ο πρώτος άρχων εκάστου έτους από τους φυλάρχους, οι οποίοι άσκησαν τα καθήκοντά τους επί της αρχής του. 186 Στις επιγραφές παραδίδονται τα ονόματα δώδεκα φυλών με την εξής σειρά: Σεβαστηνή, Θηβαΐς, Γερμανική, Σαβεινιανή, Φαυστινιανή, Διονυσιάς, Τιβεριανή, Προυσιάς, Ἁδριανή, Μεγαρίς, Ἰουλιανή και Ἀντωνιανή. 187 Ο χρόνος δημιουργίας των φυλών διαφέρει: α) Θηβαΐς, Μεγαρίς, Διονυσιάς. Οι φυλές Θηβαΐς και Μεγαρίς συνδέονται με την ίδρυσή της Κιέρου από την Ηράκλεια του Πόντου, η οποία ήταν ίδρυση των Μεγάρων και της Θήβας. 188 Επομένως τα ονόματα αυτών των δύο φυλών αποτελούν επιβιώσεις από την εποχή της ίδρυσης της πόλης. Για το όνομα της φυλής Διονυσιάδος, το οποίο είναι θεοφόρο, δύο εκδοχές είναι πιθανές: Πρώτον, ότι προέρχεται από τη μητρόπολη Ηράκλεια, διότι ο θεός Διόνυσος καταγόταν από τη Θήβα και επομένως ισχύει για αυτή τη φυλή ό,τι και για τις δύο προηγούμενες 189 και δεύτερον, ότι προέρχεται από τον μήνα Διονύσιο, τον τέταρτο μήνα του ημερολογίου 186 Είναι οι επιγραφές I. Prusias ad Hypium 1 ( μ.χ.) 2 (πριν το 212 μ.χ.) 3 (πριν το 211 μ.χ.) 4 ( μ.χ.) 5 (Αυτοκρατορική εποχή) 6 (μετά το 212 μ.χ.) 7 (μετά το 212 μ.χ.) 8 (μετά το 212 μ.χ) 9 (211/212 μ.χ.) 10 (πριν το 212 μ.χ.) 11 ( μ.χ.) 12 ( μ.χ.) 13 ( μ.χ.) 14 (Αυτοκρατορική εποχή) 15 (Αυτοκρατορική εποχή). 187 Η σειρά των φυλών φαίνεται από τις επιγραφές I. Prusias ad Hypium 1, 2, 4, 6, 7, 10, 11, στις οποίες σώζονται και οι δώδεκα φυλές. Σε όλες τις επιγραφές ακολουθείται η ίδια σειρά εκτός της επιγραφής I. Prusias ad Hypium 1, στην οποία η Φαυστινιανή προηγείται της Σαβεινιανής. Από τις υπόλοιπες επιγραφές σώζονται τα ονόματα ορισμένων μόνον φυλών. 188 Για την ίδρυση της Ηράκλειας και της Κιέρου βλ. ανωτέρω σελ I. Prusias ad Hypium, σελ. 25 (εισαγωγή). N. F. Jones, Public Organization,

114 της Βιθυνίας. 190 Σε αυτή την περίπτωση ο χρόνος δημιουργίας της φυλής είναι αβέβαιος, διότι δεν είναι γνωστό πότε και υπό ποιες συνθήκες δημιουργήθηκε το ημερολόγιο της Βιθυνίας. 191 β) Η φυλή Προυσιάς δημιουργήθηκε από τον Προυσία Α, όταν κατέκτησε και επανίδρυσε την πόλη. 192 Το όνομα της φυλής οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Προυσίας λατρευόταν στην Προυσιάδα ως κτίστης. 193 γ) Οκτώ φυλές δημιουργήθηκαν κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους. Η Σεβαστηνή ήταν προς τιμήν των Σεβαστών Αυτοκρατόρων ή του Αυγούστου. Η Γερμανική πιθανόν έλαβε το όνομά της από τον Γερμανικό, τον γιο του Δρούσου. Η Σαβεινιανή και η Φαυστινιανή ονομάστηκαν από τις αυτοκράτειρες Σαβίνα και Φαυστίνα, ενώ οι φυλές Τιβεριανή και Αδριανή από τους αντίστοιχους αυτοκράτορες. Η Ιουλιανή ίσως ήταν προς τιμήν του οίκου των Ιουλίων ή ενός συγκεκριμένου μέλους του (πιθανόν του Καίσαρα). Η Αντωνιανή ονομάστηκε είτε από τον Μάρκο Αντώνιο είτε από κάποιον Αντωνίνο αυτοκράτορα. 194 Πρόβλημα αποτελεί η σειρά των φυλών στις επιγραφές, η οποία δεν ακολουθεί τη χρονική σειρά δημιουργίας τους ή κάποιο άλλο κριτήριο. Ευλόγως η Σεβαστηνή φυλή αναγράφεται πάντοτε πρώτη, διότι είναι η φυλή προς τιμήν όλων των αυτοκρατόρων Την άποψη ότι το όνομα της φυλής προήλθε από τον μήνα Διονύσιο εκφράζει ο F. K. Dörner, Prusias (5) ad Hypium, O N. F. Jones, Public Organization, 349 απλώς παραθέτει την άποψη του Dörner χωρίς να την αποδέχεται ή να την απορρίπτει. 191 Για τον μήνα Διονύσιο και το ημερολόγιο της Βιθυνίας, δηλαδή το κοινό ημερολόγιο των ελληνικών πόλεων της Βιθυνίας βλ. C. Trümpy, Monatsnamen und Monatsfolgen, Για την κατάκτηση και επανίδρυση της πόλης από τον Προυσία Α βλ. ΙΙ W. Leschhorn, Gründer der Stadt, 279. Η ονομασία μίας φυλής σύμφωνα με κάποιον βασιλέα προϋπέθετε τη λατρεία αυτού του βασιλέως στην πόλη: I. Prusias ad Hypium, σελ. 4 (εισαγωγή), με σημ. 22. Βλ. αναλυτικά γι αυτό το φαινόμενο C. Habicht, Gottmenschentum und griechische Städte (Zetemata 14), München , με αρκετά ανάλογα παραδείγματα. 194 Για τον χρόνο δημιουργίας και τα ονόματα και των δώδεκα φυλών βλ. αναλυτικά N. F. Jones, Public Organization, N. F. Jones, Public Organization,

115 Τα ονόματα των φυλάρχων αναγράφονται ανά φυλή σε δύο στήλες. Σε κάθε μία από τις δώδεκα φυλές αντιστοιχούσαν δύο φύλαρχοι και επομένως για έκαστο έτος ο συνολικός αριθμός των φυλάρχων ήταν είκοσι τέσσερις. Η θητεία των φυλάρχων ήταν ενιαύσια και χρονικά παράλληλη με τη θητεία του πρώτου άρχοντος και το αξίωμά τους αιρετό. 196 Εκτός από τους φυλάρχους τιμές στον πρώτο άρχοντα της πόλης απέδιδαν και ορισμένες φυλές: η Σεβαστηνή, 197 η Ιουλιανή, 198 και από κοινού οι φυλές Γερμανική και Σαβεινιανή. 199 Σε αυτή την περίπτωση η απόδοση τιμών είχε περιστασιακό χαρακτήρα και δεν γινόταν έκαστο έτος, όπως συνέβαινε με τους φυλάρχους. Επιπλέον η φυλή Θηβαΐς σε μία επιγραφή και οι φυλές Τιβεριανή και Προυσιάς από κοινού σε μία δεύτερη επιγραφή τιμούν τον ίδιο πολίτη ως ευεργέτη δικό τους και της πατρίδος. 200 Άλλες πληροφορίες σχετικά με τις φυλές και τους φυλάρχους, πλην των προαναφερθεισών τιμών, τις οποίες απέδιδαν στον πρώτο άρχοντα ή σε πολίτες, δεν είναι γνωστές. Δεδομένου ότι ο αριθμός και οι αρμοδιότητες φυλών και φυλάρχων διέφεραν από πόλη σε πόλη δεν μπορούν να γίνουν παραλληλισμοί με άλλες περιπτώσεις. 201 Στην Προυσιάδα μαρτυρούνται επίσης οι κύριοι θεσμοί μίας πόλης, οι οποίοι είχαν αρμοδιότητα λήψης αποφάσεων: Η βουλή και ο δήμος. Σε τρεις επιγραφές η βουλή και ο δήμος αποδίδουν από κοινού τιμές σε σημαίνοντα πρόσωπα της πόλης. 202 Σε άλλη επιγραφή ο δήμος τιμά τη βουλή, 203 ενώ η βουλή εμφανίζεται χωριστά σε τρεις τιμητικές επιγραφές, οι οποίες 196 Αυτές οι ιδιότητες των φυλάρχων προκύπτουν από τη χαρακτηριστική έκφραση η οποία απαντά στις επιγραφές. Βλ. κατωτέρω σελ I. Prusias ad Hypium 17 (Αυτοκρατορική εποχή). 198 I. Prusias ad Hypium 18 (2 ος αι. μ.χ.). 199 I. Prusias ad Hypium 19 (2 ος αι. μ.χ.). 200 Οι επιγραφές είναι αντιστοίχως SEG LVI 1406, (αρχές 3 ου αι. μ.χ.) 1407, (αρχές 3 ου αι. μ.χ.). 201 I. Prusias ad Hypium, σελ. 23 (εισαγωγή). 202 I. Prusias ad Hypium 26, 27, I. Prusias ad Hypium

116 ανατέθηκαν με πρωτοβουλία των συγγενών των τιμωμένων, αλλά με βάση την απόφαση της βουλής. 204 Σε τρεις επιγραφές οι τιμές αποδίδονται είτε από την ίδια την πόλη είτε μετά από απόφασή της. Ο πρώτος άρχων Μάρκος Ιούλιος Γαουείνιος Σακέρδως τιμάται από τον Ολύμπιο Ολυμπίου κρίματι τῆς λαμπροτάτης πόλεως. 205 Τον Μ. Αυρήλιο Χρυσήνιο Δαμάτριο τιμούν οἱ κατοικοῦντες τὸ ἐνπόριο[ν] [καὶ οἱ Προυσι]εῖς πρὸς [Ὑπίῳ], επειδή ως ἐπιστάτης τῆς πόλεως 206 αύξησε τα έσοδα του εμπορίου και διέθεσε χρήματα για την κατασκευή κτηρίων. 207 Μία αναθηματική επιγραφή αφιερώνει στον αυτοκράτορα Αντωνίνο Ευσεβή [ἡ] λαμπροτάτη Προυσιέων πόλις δ[ιὰ τῶν ἀρχόντων] τῶν περὶ Μ. Αὐρήλιον Μαρ[κιανὸν Ἀμεινίαν] [πρῶτον ἄρχοντα]. 208 Στην Προυσιάδα υφίστατο επίσης πολυθέσιο εκτελεστικό αξίωμα αποτελούμενο από πέντε ἄρχοντες, εκ των οποίων ένας ήταν ο επικεφαλής και έφερε τον τίτλο πρῶτος ἄρχων. 209 Και οι πέντε άρχοντες είχαν ενιαύσια θητεία. Δεν μπορεί να συναχθεί με βεβαιότητα, αν ο θεσμός των αρχόντων της Αυτοκρατορικής εποχής εισήχθη από τον Πομπήιο ή αν πρόκειται για συνέχεια στους Ρωμαϊκούς χρόνους ενός προϋπάρχοντος θεσμού, του οποίου η χρονική στιγμή δημιουργίας είναι άγνωστη. 210 Πιθανόν επίσης ο 204 I. Prusias ad Hypium 22, 23, I. Prusias ad Hypium 20, (μετά το 202 μ.χ.). 206 Για τον επιστάτη βλ. κατωτέρω σελ. 100 με σημ I. Prusias ad Hypium 29, 3-8 (μετά το 212 μ.χ.). Το εμπόριο ήταν τόπος εμπορικών συναλλαγών και ανήκε στη χώρα της Προυσιάδος. Επικεφαλής του ήταν ο εμποριάρχης. Ένα εμπόριο μπορούσε να έχει προσωρινό ή μόνιμο χαρακτήρα. Οι κάτοικοί του είχαν κατώτερη νομική υπόσταση από εκείνη των κατοίκων της πόλης, αλλά και των κωμών της χώρας της πόλης: αυτ., σελ , σχόλια στον στίχο I. Prusias ad Hypium 40, ( μ.χ.). 209 Ο συνολικός αριθμός των αρχόντων φαίνεται στην επιγραφή I. Prusias ad Hypium 38 (μετά το 184 μ.χ) και σε δύο επιγραφές (εποχή Σεβήρων), οι οποίες δημοσιεύτηκαν από τον M. Adak, Archontenlisten, 3-4, αρ Και στις τρεις επιγραφές ένας εκ των πέντε αρχόντων χαρακτηρίζεται ως πρώτος άρχων. 210 Έτσι ο H. L. Fernoux, Notables et élites, 140. Βλ. επίσης ανωτέρω σελ. 77, σημ. 102, όπου οι άρχοντες των Αυτοκρατορικών χρόνων συνδέονται με το αντίστοιχο αξίωμα του 4 ου αι. π.χ. 96

117 πρώτος άρχων να ήταν ο επώνυμος άρχων της πόλης, αλλά ούτε αυτό είναι βέβαιο. 211 Ο πρώτος άρχων ήταν συγχρόνως ἱερεὺς καὶ ἀγωνοθέτης τοῦ Διὸς Ὀλυμπίου, διοργανωτής δηλαδή των αγώνων προς τιμήν του θεού. 212 Επίσης εκλεγόταν από τη βουλή και την εκκλησία και προήδρευε των συνεδριάσεών τους, τις οποίες συγκαλούσε ο ίδιος. Πιθανόν ο πρώτος άρχων να ήταν επικεφαλής των εικοσιτεσσάρων φυλάρχων. Αυτό συνάγεται από την έκφραση οἱ (τῆς ὁμονοίας) εἰς τὴν ἀρχὴν αὐτοῦ ἀποδεδειγμένοι φύλαρχοι ή οἱ ᾑρημένοι (τῆς ὁμονοίας) εἰς τὴν ἀρχὴν αὐτοῦ φύλαρχοι, 213 η οποία αποδεικνύει ότι υπήρχε κάποιου είδους συνεργασία μεταξύ φυλάρχων και πρώτου άρχοντος. Κατά μία άποψη σχημάτιζαν μαζί με τον πρώτο άρχοντα και υπό την προεδρία του τον ανώτατο αντιπροσωπευτικό θεσμό της πόλης. 214 Η λέξη «ὁμόνοια» δεν έχει επεξηγηθεί πλήρως, ωστόσο είναι πιθανό ότι δηλώνει την ομόνοια στη συνεργασία μεταξύ φυλάρχων και πρώτου άρχοντος ή κάποια προγενέστερη διένεξη μεταξύ των δύο μερών, η οποία είχε πλέον παύσει. 215 Οι πρώτοι άρχοντες πριν την εκλογή τους στο ανώτατο αξίωμα είχαν αναλάβει κατώτερα διοικητικά αξιώματα, τα οποία θα αναφερθούν παρακάτω σε αξιολογική σειρά. Είχαν διατελέσει επίσης απλοί άρχοντες. 211 R. Sherk, The Eponymous Officials of Greek Cities IV. The Register. Thrace, Black Sea, Asia Minor, ZPE 93 (1992), 243. Τη βεβαιότητα ότι οι πρώτοι άρχοντες ήταν επώνυμοι άρχοντες εκφράζει ο C. Marek, Pontus et Bithynia, I. Prusias ad Hypium 1, , 3-4 3, 11 5, , 4-5 7, 7-8 8, , , , , , , , , 9 48, , Ένας αγωνοθέτης είχε τη γενική εποπτεία της οργάνωσης των αγώνων, απένεμε τα έπαθλα και ενέκρινε την τοποθέτηση επιγραφών και αγαλμάτων προς τιμήν των νικητών. Ως ιερεύς φρόντιζε για την τέλεση των θυσιών στα πλαίσια των εορτών. Πρόκειται για ένα πολυδάπανο αξίωμα, το οποίο απαιτούσε αντίστοιχη οικονομική επιφάνεια από το πρόσωπο το οποίο το αναλάμβανε. Βλ. γενικά για τους αγωνοθέτες Ε. Reisch, Agonothetes, RE I 1 (1893), Για τους πρώτους άρχοντες ως αγωνοθέτες βλ. H. L. Fernoux, Notables et élites, 326, Η έκφραση αναγράφεται σε δεκατρείς από τις επιγραφές των φυλάρχων πλην των επιγραφών I. Prusias ad Hypium 12 και F. Gschnitzer, Phylarchos, N. F. Jones, Public Organization, Βλ. σχετική συζήτηση για τον όρο «ὁμόνοια» σε αυτή τη φράση F. K. Dörner, Prusias (5) ad Hypium, I. Prusias ad Hypium, σελ (εισαγωγή). 97

118 Κατά τη διάρκεια της θητείας τους ως πρώτοι άρχοντες προσέφεραν στην πόλη εξαιρετικές υπηρεσίες. Πρωτίστως, επειδή το αξίωμά τους συνδέεται άμεσα με την αγωνοθεσία, ως αγωνοθέτες ήταν υποχρεωμένοι να διαθέτουν τα αντίστοιχα ποσά για την τέλεση των αγώνων και των εορτών του Ολυμπίου Διός. Δευτερευόντως, τρεις από αυτούς υπό την ιδιότητα του πρώτου άρχοντος ανέλαβαν δαπανηρές πρεσβείες προς τους αυτοκράτορες. 216 Τέλος ο πρώτος άρχων Π. Δομίτιος Ιουλιανός διένειμε στους πολίτες σε περίοδο σιτοδείας σίτο, οίνο, ελαιόλαδο, χρήματα και φρόντισε για την εισαγωγή ύδατος την πόλη. Γι αυτές τις ευεργεσίες του αποδίδονται οι τιμητικοί τίτλοι «βασιλεύς», 217 «τροφεύς», «ευεργέτης» και «δημοφίλητος». 218 Για τις υπόλοιπες υπηρεσίες τους θα γίνει λόγος παρακάτω (σελ ), διότι αυτές εκτελέστηκαν πριν αναλάβουν το αξίωμα του πρώτου άρχοντος, κυρίως κατά τη διάρκεια της θητείας τους ως αγορανόμων. 219 Στην Προυσιάδα των Αυτοκρατορικών χρόνων μαρτυρείται και ο θεσμός των πρυτάνεων. 220 Εν τούτοις οι αρμοδιότητές τους δεν είναι σαφείς. Δεδομένου ότι το ανώτατο αξίωμα στην πόλη ήταν ο πρώτος άρχων, οι 216 I. Prusias ad Hypium 8, 9 12, , Αυτός ο τιμητικός τίτλος παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι θεωρείται ότι υπήρχε από την εποχή της ίδρυσης της Προυσιάδος ως Κιέρου. Αρχικώς ο «βασιλεύς» μαρτυρείται στα Μέγαρα ως επώνυμος άρχων. Αυτό το αξίωμα μεταφέρθηκε αργότερα στις μεγαρικές αποικίες και συγκεκριμένα στην Καλχηδόνα και στην Ηράκλεια του Πόντου, όπου μετατράπηκε σε τιμητικό τίτλο. Ως τιμητικός τίτλος υιοθετήθηκε αργότερα από την Κίερο, όταν αυτή ιδρύθηκε από τον Ηράκλεια του Πόντου, και επιβίωσε εκεί έως την Αυτοκρατορική εποχή, όπως μαρτυρείται στις δύο επιγραφές. Από αυτή την άποψη ο όρος «βασιλεύς» έχει ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο της παρούσης εργασίας, διότι αποδεικνύεται η συνέχεια του από την ίδρυση της πόλης έως τους Αυτοκρατορικούς χρόνους, και επομένως η ύπαρξή του κατά το διάστημα της υπαγωγής της πόλης στο βασίλειο της Βιθυνίας: I. Prusias ad Hypium 18, σελ. 81, σχόλια στους στίχους 12 κεξ. 218 I. Prusias ad Hypium 18, 19. Αναλυτικά για όλους αυτούς τους τίτλους βλ. I. Prusias ad Hypium, σελ , σχόλια στους στίχους 12 κεξ. 219 Βλ. αναλυτικά για τον θεσμό των αρχόντων στη Βιθυνία W. Ameling, Archontat, Για τους άρχοντες στην Προυσιάδα βλ. H. L. Fernoux, Notables et élites, (με πίνακα, ο οποίος περιλαμβάνει τις ευεργεσίες τους) και M. Adak, Archontenlisten, I. Prusias ad Hypium 5, 4 (Αυτοκρατορική εποχή) 46, 5 (Αυτοκρατορική εποχή). Και στις δύο επιγραφές ο όρος βρίσκεται στον πληθυντικό αριθμό και αναφέρεται ως αξίωμα το οποίο είχαν αναλάβει στο παρελθόν οι πρόγονοι του εκάστοτε τιμωμένου. 98

119 πρυτάνεις δεν ήταν επώνυμοι άρχοντες. Ωστόσο δεν μπορεί να συναχθεί με βεβαιότητα αν οι πρυτάνεις της Προυσιάδος αντιστοιχούσαν στους πρυτάνεις των Αθηνών, αφενός, διότι απουσιάζουν οι αντίστοιχες μαρτυρίες και αφετέρου, διότι των συνεδριάσεων της βουλής και της εκκλησίας προήδρευε ο πρώτος άρχων. 221 Σύμφωνα με άλλη άποψη πιθανόν συνδέονταν κατά άγνωστο τρόπο με τις φυλές. 222 Ο θεσμός του ἀγορανόμου είναι ο πλέον μαρτυρούμενος στις επιγραφές της Προυσιάδος. 223 Αυτό το αξίωμα ανήκε στον cursus honorum (σταδιοδρομία) των πρώτων αρχόντων, στο σύνολο δηλαδή των αξιωμάτων τα οποία αναλάμβανε διαδοχικά ένας πολίτης πριν να αναδειχθεί στο ανώτατο αξίωμα, αυτό του πρώτου άρχοντος. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι αγορανόμοι εξασφάλισαν επάρκεια αγαθών για τους πολίτες με τους εξής τρόπους: Ο Μ. Δομίτιος Κάνδιδος σε περίοδο σιτοδείας συνέβαλε με τη διανομή χρημάτων στους πολίτες στη σωτηρία τους. 224 Ο Μ. Αυρήλιος Αυρηλιανός Μένανδρος ως αγορανόμος για το πρώτο τετράμηνο του έτους φρόντισε την πόλη σε περίοδο επισιτιστικής κρίσης. 225 Ο Μ. Αυρήλιος Αυγιανός Φιλητιανός παρείχε στην πόλη ελαιόλαδο επί τριάντα ημέρες. 226 Η έκφραση ἐπιδοὺς καὶ διαδόσεις πολλὰς πολλάκις, η οποία απαντά σε τρεις επιγραφές, 227 σχετίζεται άμεσα με τον αγορανόμο, διότι αφορά τη διανομή στους πολίτες τροφίμων ή χρημάτων. Σε αρκετές επιγραφές τονίζονται οι δυσχερείς συνθήκες (συχνές σιτοδείες), υπό τις 221 Την άποψη ότι οι πρυτάνεις της Προυσιάδος δεν μπορούν να καταταχθούν με βεβαιότητα σε μία από τις δύο γνωστές κατηγορίες πρυτάνεων λόγω απουσίας περισσότερων πληροφοριών διατυπώνει ο F. Gschnitzer, Prytanis, , τον οποίο ακολουθεί ο εκδότης W. Ameling, I. Prusias ad Hypium, σελ. 23, σημ. 24 (εισαγωγή). Για τις δύο κατηγορίες πρυτάνεων βλ. ανωτέρω σελ. 59, σημ Γι αυτή την εκδοχή βλ. I. Prusias ad Hypium, σελ. 23, σημ. 24 (εισαγωγή). 223 I. Prusias ad Hypium 1, 4 2, 6 3, 8 4, 7-8 5, 6 6, 5-6 8, 5 9, , , , , , , , 6 20, , , , , , , , I. Prusias ad Hypium 6, I. Prusias ad Hypium 13, I. Prusias ad Hypium 50, I. Prusias ad Hypium 3, , ,

120 οποίες οι αγορανόμοι εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις τους. 228 Όπως προκύπτει από δύο επιγραφές, οι αγορανόμοι ήταν αρμόδιοι για την εκ νέου κατασκευή ή την επισκευή δημοσίων κτηρίων και τη συντήρησή τους: Ο Μάρκος Ιούλιος Γαουείνιος Σακέρδως διέθεσε ὑπὲρ ἰδίας ἀγορανομίας το απαραίτητο χρηματικό ποσό για την επισκευή του Δομιτείου βαλανείου (στ. 9-11), των λουτρών δηλαδή της πόλης. Διέθεσε επίσης δραχμές για την επισκευή της αγοράς της πόλης (στ ) και χρήματα για την κατασκευή ενός νέου αγωγού ύδατος (στ ). 229 Ο Τ. Φλ. Δομιτιανός Νέστωρ φρόντισε τόσο για την ανέγερση νέων κτηρίων όσο και την επισκευή εκείνων τα οποία είχαν αναγείρει οι πρόγονοί του. 230 Επειδή ο αγορανόμος ήταν αρμόδιος για την οργάνωση και τη γενική εποπτεία της αγοράς με σκοπό τον ανεφοδιασμό της πόλης σε σιτηρά, το αξίωμά του βρισκόταν σε άμεση συνάρτηση με εκείνο του (ἀργυρο)ταμία ή λογιστή τῶν ἐλαιωνικῶν ή σειτωνικῶν χρημάτων, ο οποίος διαχειριζόταν τα χρήματα για την αγορά ελαιόλαδου ή σιτηρών αντιστοίχως. 231 Και αυτό το αξίωμα στα αξιώματα, τα οποία είχαν αναλάβει κατά τη διάρκεια της πολιτικής τους σταδιοδρομίας οι πρώτοι άρχοντες. Στην Προυσιάδα υφίσταντο και άλλα διοικητικά αξιώματα: Γραμματεύς, 232 ἐπιστάτης τῆς πατρίδος ή τῆς πόλεως 233 και πολειτογράφος 228 I. Prusias ad Hypium 5, 13: κατ ἐπείγοντα καιρόν 9, 5-6: ἐν ἐπείγο[ντι] [και]ρῷ 13, 9-10: ἐν τῇ σειτοδείᾳ 18, 8: ἐν τῇ ἐνδείᾳ 19, 9: ἐν τῇ ἐνδίᾳ 48, 16-17: ἐν ἐπείγοντι καιρῷ. 229 I. Prusias ad Hypium I. Prusias ad Hypium 46. Για τους αγορανόμους της Προυσιάδος και τις υπηρεσίες τους βλ. και H. L. Fernoux, Notables et élites, I. Prusias ad Hypium 1, 5-6 8, 6-7 9, , 15 13, , , Βλ. σχόλια για τον (αργυρο)ταμία των ελαιωνικών ή σειτωνικών χρημάτων I. Prusias ad Hypium, σελ. 21 (εισαγωγή). H. L. Fernoux, Notables et élites, Επίσης είναι πιθανό ότι τα ελαιωνικά χρήματα σχετίζονταν, εκτός από την παροχή ελαιόλαδου για τις διατροφικές ανάγκες των πολιτών, και με την προμήθεια ελαιόλαδου για το γυμνάσιο (ελαιοθέσιο): I. Prusias ad Hypium 1, σελ. 36, σχόλια στον στίχο I. Prusias ad Hypium 1, 4-5 2, 7 3, 6-7 6, , , 14 17, 17 19, 7 46, 13 51, I. Prusias ad Hypium 7, , 3-4. Ο επιστάτης ίσως είχε αστυνομικά καθήκοντα, διότι θεωρείται ότι ήταν ο προστάτης ή ο επιβλέπων την πόλη: I. Prusias ad Hypium, σελ (εισαγωγή). Βλ. και ανωτέρω σελ. 75, σημ

121 (συνήθως διά βίου). 234 Ο Τίτιος Ούλπιος Αιλιανός Παπιανός κατά τη διάρκεια της θητείας του στο τελευταίο αξίωμα διένειμε τρόφιμα τόσο στους πολίτες της Προυσιάδος όσο και στους κατοίκους της χώρας της, οι οποίοι δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα. 235 Τα αξιώματα του ἐκδίκου 236 και του συνδίκου, 237 είχαν συναφή μεταξύ τους καθήκοντα και ανήκαν στον cursus honorum των πρώτων αρχόντων. Πρόκειται για έκτακτα αξιώματα, στα οποία διοριζόταν κάποιος πολίτης ad hoc, όταν προέκυπτε ανάγκη. 238 Υπάρχουν επίσης μαρτυρίες για γυμνάσιο και τους σχετικούς με αυτό θεσμούς. Σε μία ανάθεση πιθανόν στον αυτοκράτορα Βεσπασιανό αναγράφονται τα εξής: καὶ τῷ Σ]εβαστῷ τῶν Αὐτοκρατόρων οἴκῳ [Τιβ. Κλα]ύδιος Νέστωρ τὸ γυμνάσιον ἐκ τῶν ἰδίων ἐκ θ[εμελίων. 239 Αυτή η πληροφορία σχετικά με την κατασκευή ενός νέου γυμνασίου πρέπει να συνδεθεί με τα αξιώματα του γυμνασιάρχου 240 και του παιδονόμου, 241 τα οποία είχαν ασκηθεί από τους πρώτους άρχοντες κατά τη διάρκεια της 234 I. Prusias ad Hypium 3, 3 4, 8 10, , 15 47, 5. Ο πολειτογράφος ήταν υπεύθυνος για την τήρηση και ανανέωση των καταλόγων των πολιτών και συνήθως διατηρούσε το αξίωμά του διά βίου: E. Kießling, Politographein, RE XXI 2 (1952), I. Prusias ad Hypium, σελ. 20 (εισαγωγή). 235 I. Prusias ad Hypium 17, Βλ. και αυτ. σελ , σχόλια στους στίχους 12 κεξ. 236 I. Prusias ad Hypium 2, 7 3, 7-8 6, I. Prusias ad Hypium 2, 8 6, , Και οι δύο αξιωματούχοι λειτουργούσαν ως εκπρόσωποι της πόλης τους σε νομικόδικαστικό και διπλωματικό επίπεδο. Μπορούσαν να την εκπροσωπούν στη Ρώμη ή σε οποιαδήποτε άλλη πόλη, στον αυτοκράτορα ή σε κάποιο δικαστήριο. Και οι δύο θεσμοί μαρτυρούνται σε ελληνικές πόλεις πολύ πριν τη ρωμαϊκή κατάκτηση με το ίδιο περιεχόμενο: I. Prusias ad Hypium, σελ. 21 (εισαγωγή). Για τον έκδικο βλ. και ανωτέρω σελ. 75, σημ. 92. Για τον σύνδικο βλ. U. Kahrstedt, Σύνδικος (2), RE IV A2 (1932), Πρβλ. H. L. Fernoux, Notables et élites, , ο οποίος επισημαίνει τις ομοιότητες και τις πιθανές διαφορές μεταξύ των δύο αξιωμάτων. 239 I. Prusias ad Hypium 42 (περί το 76/7-77/8 μ.χ.). 240 I. Prusias ad Hypium 1, 3 11, I. Prusias ad Hypium 6, 11. Ο θεσμός του παιδονόμου είναι γνωστός ήδη από την αρχαία Σπάρτη. Πρόκειται για κρατικό αξιωματούχο, ο οποίος είχε την αρμοδιότητα να επιβλέπει την εκπαίδευση, τη διαπαιδαγώγηση και την κοινωνική συμπεριφορά των παίδων στη βαθμίδα της βασικής εκπαίδευσης από το όγδοο έτος της ηλικίας τους και εξής και πριν την εφηβεία. Επίσης ο παιδονόμος ήταν υπεύθυνος για την επιλογή των εκπαιδευτών των παίδων. Ιδιαίτερη ήταν η διάδοση αυτού του θεσμού από την Ελληνιστική εποχή και εξής: O. Schultheß, Παιδονόμοι, RE XVIII 2 (1942), Βλ. επίσης για τον παιδονόμο H. I. Marrou, Histoire de l Éducation dans l Antiquite, Paris ,

122 πολιτικής τους σταδιοδρομίας. Ίσως συνδέεται και με τον (αργυρο)ταμία των ελαιωνικών χρημάτων, διότι είναι πιθανό ότι αυτός ο αξιωματούχος παρείχε τα χρήματα και για τον ανεφοδιασμό του γυμνασίου σε ελαιόλαδο. 242 Σε αρκετές επιγραφές τα ανωτέρω αξιώματα συνοδεύονται από εκφράσεις όπως καὶ ἄλλας ἀρχὰς καὶ λειτουργίας ἐκτελέσας ή τὰς λοιπὰς λειτουργίας πάσας ἐκτελέσας. 243 Με αυτόν τον τρόπο δηλώνονται γενικώς οι ευεργεσίες (λειτουργίαι) ή τα αξιώματα (ἀρχαί) τα οποία ανέλαβαν οι τιμώμενοι, χωρίς ωστόσο αυτά να μνημονεύονται ονομαστικά. 244 Από όσα εκτέθηκαν ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι τα αξιώματα συνοδεύονταν από υπηρεσίες-ευεργεσίες προς την πόλη και τους πολίτες, οι οποίες ήταν υποχρεωτικές. Οι λειτουργίες αυτές είναι γνωστές ως summa honoraria. 245 Τελικώς, σχετικά με τον πολιτικό βίο στην Προυσιάδα πρέπει να επισημανθεί η έκφραση ἐν πάσαις πολειτείαις ἐξητασμένον, η οποία απαντά σε δύο επιγραφές. 246 Η συγκεκριμένη έκφραση δηλώνει ότι οι αξιωματούχοι της πόλεως υποβάλλονταν σε διαδικασία ελέγχου, για όσα έπραξαν κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Αυτή η διαδικασία λάμβανε χωρά με τη λήξη της θητείας του αξιωματούχου και διεξαγόταν στις συνελεύσεις του δήμου Βλ. ανωτέρω σημ Τέτοιες εκφράσεις στις επιγραφές I. Prusias ad Hypium 1, , , , , , 24 48, , Βλ. γι αυτή την έκφραση F. Quaß, Die Honoratiorenschicht in den Städten des griechischen Ostens. Untersuchungen zur politischen und sozialen Entwicklung in hellenistischer und römischer Zeit, Stuttgart 1993, Η ανάληψη λειτουργιών ήταν η προϋπόθεση υπό την οποία ένας υποψήφιος εκλεγόταν σε κάποιο αξίωμα. Συνήθως ο υποψήφιος δεσμευόταν επισήμως ότι σε περίπτωση εκλογής του στο αξίωμα θα αναλάμβανε συγκεκριμένες λειτουργίες, τις οποίες συχνά απαιτούσε η ίδια η πόλη. Βλ. αναλυτικά F. Quaß, Die Honoratiorenschicht, I. Prusias ad Hypium 10, , Βλ. για τον έλεγχο των δημοσίων αρχών της πόλης I. Prusias ad Hypium, σελ. 11 (εισαγωγή). H. L. Fernoux, Notables et élites,

123 Σχετικά με τη λατρεία ελληνικών θεοτήτων στην Προυσιάδα παρατηρούνται τα εξής: Ο κύριος θεός της πόλης ήταν ο Ζευς Ολύμπιος, όπως προκύπτει από τις πολλές αναφορές σε αυτόν και από το γεγονός ότι ο πρώτος άρχων ήταν συγχρόνως ιερεύς και αγωνοθέτης του Διός Ολυμπίου. 248 Αναφορές γίνονται και στον Ασκληπιό Σωτήρα και τους προς τιμήν του αγώνες, οι οποίοι πιθανόν ήταν πενταετηρικοί. 249 Ο Δίας λατρευόταν στην Προυσιάδα και ως Σωτήρ, όπως δείχνουν τέσσερις αναθηματικές επιγραφές: Ο Γάιος Μενάνδρου ανέθεσε με δικά του έξοδα έναν βωμό στον Δία Σωτῆρα. 250 Δύο επιγραφές αφιέρωσε στον ίδιο θεό η γειτνίασις, 251 ενώ από την τελευταία επιγραφή σώζεται μόνον το όνομα Διὶ Σωτῆρι. 252 Σώζονται ακόμη αφιερώσεις στους επήκοους θεούς, χωρίς αυτοί οι θεοί να αναφέρονται ονομαστικά, 253 και στην Αφροδίτη επήκοο. 254 Σε επιγραφές από την Προυσιάδα αναφέρεται ο κοινός ναός των μυστηρίων της θεάς Δήμητρας, ο οποίος βρισκόταν στη Νικομήδεια. 255 Η 248 I. Prusias ad Hypium, σελ. 14 (εισαγωγή). 249 I. Prusias ad Hypium 6, , , Βλ. σχολιασμό για τα Ασκληπιεία και την τέλεση τους στην πόλη I. Prusias ad Hypium 6, σελ , σχόλια στους στίχους 9-10 και σελ. 14 (εισαγωγή). 250 I. Prusias ad Hypium I. Prusias ad Hypium 63, 64. Οι γειτνιάσεις ήταν τοπικές λατρευτικές ενώσεις, οι οποίες αποτελούνταν από τους κατοίκους μίας συγκεκριμένης περιοχής ή ενός τμήματος της πόλης, όπου βρισκόταν ο ναός του αντίστοιχου θεού. Μία γειτνίαση λάμβανε το όνομά της είτε από τον θεό-προστάτη της είτε από την περιοχή στην οποία βρισκόταν. Πρόκειται κυριολεκτικά για τη γειτονιά, όπου βρισκόταν ο ναός ή ο βωμός του θεού. Επικεφαλής τους ήταν ο γειτονιάρχης. Οι γειτνιάσεις δεν εμφανίζονται σε επιγραφές πριν την Αυτοκρατορική εποχή. Στις επιγραφές απαντούν συνήθως ως αναθέτες. Σκοπός της συγκρότησής τους ήταν αποκλειστικά η λατρεία ενός θεού: I. Prusias ad Hypium 63, σελ , σχόλια στους στίχους 6 κεξ. Βλ. πιο αναλυτικά L. Robert, À Travers l Asie Mineure, 155 με σημ I. Prusias ad Hypium I. Prusias ad Hypium 67. Το επίθετο «ἐπήκοος» μπορούσε να αποδοθεί σε οποιαδήποτε θεότητα και χρησιμοποιούνταν για να δηλώσει τους θεούς οι οποίοι εισάκουαν τις προσευχές των πιστών. Βλ. αναλυτικά O. Weinreich, Θεοί ἐπήκοοι, στο Ausgewälte Schriften I, Amsterdam 1969, I. Prusias ad Hypium Σε αυτόν τον ναό τελούνταν τα μυστήρια και η λατρεία της θεάς Δήμητρας, η οποία ήταν κοινή για όλη την επαρχία της Βιθυνίας και συνδεόταν με την τέλεση της αυτοκρατορικής λατρείας: I. Prusias ad Hypium 17, σελ. 77, σχόλια στους στίχους 6 κεξ. 103

124 Νικομήδεια ήταν το κέντρο του κοινού της Βιθυνίας. 256 Εκεί πολίτες της Προυσιάδος ανέλαβαν τα θρησκευτικά αξιώματα του νεωκόρου, 257 της ἀρχιέρειας και του ἱεροφάντη 258 του κοινού ναού των μυστηρίων. 259 Νεωκόροι της θεάς Δήμητρας διετέλεσαν ο Μάρκος Δομίτιος Ιουλιανός και η σύζυγός του Φλαβία Δομιτία Αρτεμωνίς, η οποία ήταν επίσης αρχιέρεια της ίδιας θεάς. 260 Ιεροφάντες του μεγάλου και κοινού ναού των μυστηρίων διετέλεσαν ο Τίτιος Ούλπιος Αιλιανός Παπιανός και ο Τιβέριος Κλαύδιος Πείσων. 261 Τέλος η θεά Δήμητρα λατρευόταν και στην ίδια την Προυσιάδα, όπως προκύπτει από αναθηματική επιγραφή, η οποία αναφέρει τα άγια μυστήρια της Δήμητρας. 262 Παράλληλα με τους αγώνες προς τιμήν του Διός και του Ασκληπιού διεξάγονταν στην πόλη πενταετηρικοί αγώνες προς τιμήν των αυτοκρατόρων, οι οποίοι λάμβαναν το όνομά τους από τον εκάστοτε αυτοκράτορα. 263 Σε μία προερχόμενη από την Αφροδισιάδα τιμητική 256 Βλ. σχετικώς J. Deininger, Die Provinziallandtage der Römischen Kaiserzeit. Von Augustus bis zum Ende des dritten Jahrhunderts n. Chr., München Berlin 1965, Ο νεωκόρος ήταν κατώτερος θρησκευτικός αξιωματούχος, ο οποίος είχε το καθήκον της φύλαξης και της φροντίδας ενός ναού. Τα καθήκοντα των νεωκόρων και η διάρκεια παραμονής τους στο αξίωμα διέφεραν από τόπο σε τόπο, ενώ το αξίωμα μπορούσαν να αναλάβουν και γυναίκες. Πρόκειται για θεσμό ιδιαίτερα διαδεδομένο, ο οποίος απαντά σε πολλά ελληνικά ιερά πολύ πριν την Αυτοκρατορική εποχή: K. Hanell, Neokoroi, RE XVI 2 (1935), Ο ιεροφάντης ήταν θρησκευτικός αξιωματούχος, η αρχική προέλευσή του οποίου ήταν τα Ελευσίνια Μυστήρια. Ωστόσο υπήρχαν ιεροφάντες και στις μυστηριακές λατρείες άλλων θεών (π.χ. του Διονύσου). Βασικό καθήκον ενός ιεροφάντη ήταν η φανέρωση των ιερών απόρρητων στους μύστες (μυημένους): P. Stengel, Ἱεροφάντης, RE VIII 2 (1913), Παρά το γεγονός ότι αυτά τα αξιώματα ασκήθηκαν στη Νικομήδεια εδώ γίνεται αναφορά στις αντίστοιχες επιγραφές, πρώτον, διότι αυτές βρέθηκαν στην Προυσιάδα και αφορούν πολίτες της και δεύτερον, διότι η λατρεία της θεάς ήταν κοινή για όλη την επαρχία: I. Prusias ad Hypium 17, σελ. 77, σχόλια στους στίχους 6 κεξ. και αυτ. 53, σελ. 126, σχόλια στον στίχο I. Prusias ad Hypium I. Prusias ad Hypium 17, 7 47, I. Prusias ad Hypium 69. Το γεγονός ότι δεν πρόκειται για τα ίδια μυστήρια με εκείνα της Νικομήδειας, αλλά για λατρεία της θεάς στην Προυσιάδα εξηγείται στα σχόλια αυτής της επιγραφής σελ. 139, σχόλια στους στίχους 2 κεξ. 263 I. Prusias ad Hypium 3, , , , , , 2-6. Πρόκειται σε όλες τις περιπτώσεις για τους ίδιους αγώνες, οι οποίοι έως το 211 μ.χ. ονομάζονταν Αυγούστεια. 104

125 επιγραφή για τον αθλητή Μάρκο Αίλιο Αυρήλιο Μένανδρο αναφέρεται ότι αυτός υπήρξε νικητής στο παγκράτιον ἀνδρῶν, 264 το οποίο διεξήχθη στην Προυσιάδα. 265 Ωστόσο δεν προκύπτει σε ποιους αγώνες διεξήχθη το άθλημα. Στην Προυσιάδα υφίσταντο επίσης επαγγελματικές ενώσεις αθλητών και τεχνιτών του Διονύσου, οι οποίοι λάμβαναν μέρος σε αγώνες. 266 Στη συγκεκριμένη επιγραφή τιμάται ο αγωνοθέτης Καλλικλεανός Καλλικλής με ανέγερση ανδριάντα κρίμα[τι] τῶν ἱε[ρῶν] συνόδω[ν] οἰκουμενικῶν πε[ρι]πολιτισ[τικ]ῶν τῆς [τε] ξυστικῆς καὶ τῆς θυμελι[κῆς]. 267 Σχετικά με τα παραδιδόμενα στις επιγραφές ονόματα παρατηρούνται τα εξής: Πρώτον μαρτυρείται το όνομα Προυσίας, 268 το οποίο αποδεικνύει την επίδραση του βασιλέως Προυσία στα ανθρωπωνύμια. Στις επιτύμβιες επιγραφές λίγα είναι τα τριμερή αμιγώς ρωμαϊκά ονόματα. 269 Τα Επί Καρακάλλα ( μ.χ.) έλαβαν την ονομασία Αντωνίνεια και επί Αλεξάνδρου Σεβήρου ( μ.χ.) Σεβήρεια: I. Prusias ad Hypium 3, σελ. 43, σχόλια στους στίχους 5 κεξ. και σελ. 14 (εισαγωγή). 264 Το παγκράτιο ήταν αγώνισμα το οποίο συνδύαζε πυγμή και πάλη χωρίς ιμάντες. Πρόκειται για ένα επικίνδυνο άθλημα, καθώς σκοπός ήταν η ολική επικράτηση επί του αντιπάλου. Αυτό σήμαινε ότι ο ένας από τους δύο αθλητές στο τέλος σκοτωνόταν. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος σχεδόν όλες οι κινήσεις ήταν επιτρεπτές. Το παγκράτιο ανδρών εισήχθη στη 33 η Ολυμπιάδα, δηλαδή το 648 π.χ., και είναι χαρακτηριστικό άθλημα το οποίο διεξαγόταν στα πλαίσια πολλών εορτών πανελλήνιου ή τοπικού χαρακτήρα. Αργότερα οι κανόνες του αθλήματος μεταβλήθηκαν και ο νικητής ανακηρυσσόταν μετά την παραίτηση του αντιπάλου και τη αποδοχή της ήττας από τον τελευταίο: J. Jüthner, Pankration, RE XVIII 3 (1949), IAG 72, (165 μ.χ.). 266 Και οι δύο ενώσεις εντάσσονται στην κατηγορία των αγωνιστικών ενώσεων: F. Poland, Vereinswesen, I. Prusias ad Hypium 49, Η ξυστική και η θυμελική σύνοδος ήταν αντιστοίχως ιδιωτικοί επαγγελματικοί σύλλογοι (ή ενώσεις) αθλητών και καλλιτεχνών/τεχνιτών του Διονύσου, οι οποίοι εμφανίζονται την Ελληνιστική εποχή. Στους Αυτοκρατορικούς χρόνους (κυρίως στα τέλη του 2 ου αι. μ.χ.) οι δύο ενώσεις συχνά ενώνονταν σε μία με σκοπό να αποδώσουν από κοινού τιμές σε κάποιον αγωνοθέτη, όπως στην επιγραφή από την Προυσιάδα. Ωστόσο οι δύο σύλλογοι δεν συγχωνεύονταν πλήρως αλλά ήταν ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλο. Η συνένωση αυτού του είδους τούς επέτρεπε να συνεργάζονται, όταν το επιθυμούσαν, χωρίς όμως να έχουν αμοιβαίες υποχρεώσεις. Βλ. σχετικώς C. A. Forbes, Ancient Athletic Guilds, CPh 50 (1955), 238 (γενικές πληροφορίες), 242 (συνένωση των ενώσεων). 268 I. Prusias ad Hypium 12, ΙΙ I. Prusias ad Hypium 84, 87, 94, 96,

126 περισσότερα ονόματα είναι τριμερή με ελληνικό cognomen, 270 ενώ επίσης λίγα είναι τα ελληνικά ονόματα συνοδευόμενα από το πατρώνυμο. 271 Σε δύο μόνον επιγραφές παραδίδονται ονόματα αυτοχθόνων. 272 Eπιγραφές προερχόμενες από άλλες πόλεις μαρτυρούν την εξωτερική δραστηριότητα της Προυσιάδος κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους. Αυτές οι επιγραφές εντάσσονται στο πλαίσιο του ακμάζοντος εμπορίου στον Εύξεινο Πόντο, από το οποίο εξαρτιόταν η ευημερία πολλών πόλεων, μία εκ των οποίων ήταν και η Προυσιάς. 273 Σε δύο επιγραφές τιμάται ο βασιλεύς του Βοσπόρου Τιβέριος Ιούλιος Ρησκούπορις Β. 274 Στην πρώτη επιγραφή τον Ρησκούπορι τιμά ἡ Προυσιέων πόλις ἡ πρὸς Ὕπιον για τις ευεργεσίες τις οποίες της προσέφερε. 275 Στη δεύτερη επιγραφή ο πρώτος άρχων της Προυσιάδος Μ. Αυρήλιος Μαρκιανός Αμεινίας τιμά τον Ρησκούπορι ως σωτήρα και ευεργέτη του. 276 Η πόλη εμφανίζεται επίσης και στις δύο ελλιπώς σωζόμενες επιγραφές από την Ολβία, με τις οποίες αποδίδονται τιμές από πόλεις της Βιθυνίας και των βορείων, δυτικών και νοτίων ακτών 270 I. Prusias ad Hypium 80, 81, 84, 85, 86, 88, 89, 90, 91, 93, 94, 96, 97, 99, 103, 104, 107a. 271 I. Prusias ad Hypium 82, 83, 89, 92, 96, 105, 106, 107, 107a. 272 I. Prusias ad Hypium 100: [..]οζυβρεους, Σοῦσα 106: Βᾶβα. 273 S. Mitchell, The Greek City in the Roman World The Case of Pontus and Bithynia, στο Πρακτικά Η Διεθνούς Συνεδρίου Ελληνικής και Λατινικής Επιγραφικής, Αθήνα 1984, 129. Ο ίδιος αυτ. επισημαίνει ότι είναι αξιοπρόσεκτη η εξωτερική δραστηριότητα μίας μεσαίας σημασίας ελληνικής πόλης, όπως η Προυσιάς, η οποία ανήκε στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και δεν απολάμβανε ιδιαίτερων προνομίων εντός αυτής (π.χ. ως αποικία). Πιθανότατα αυτή η δραστηριότητα ήταν συνέχεια της ισχύουσας πριν τους Ρωμαϊκούς χρόνους κατάστασης. Βλ. επίσης L. Robert, Cours Collège de France, OMS IV (1974), , ο οποίος, εξετάζοντας όλες τις εκτός Προυσιάδος επιγραφές, παρουσιάζει διεξοδικά την εξωτερική προσωπογραφία της πόλεως και τις σχέσεις της, κυρίως εμπορικού χαρακτήρα, με άλλες πόλεις. 274 Το βασίλειο του Βοσπόρου στον βόρειο Εύξεινο Πόντο εκτεινόταν εκατέρωθεν του Κιμμερίου (ή Κιμμερικού) Βοσπόρου. Το βασίλειο ιδρύθηκε τον 5 ο αι. π.χ. και κατά τη Ρωμαϊκή εποχή ήταν υποτελές στη Ρώμη κράτος. Βλ. σχετικώς Ι. von Bredow, Regnum Bosporanum, DNP 10 (2001), (με χάρτη). Ο Τιβέριος Ιούλιος Ρησκούπορις Β βασίλευσε στο βασίλειο του Βοσπόρου μεταξύ των ετών 211/ /229 μ.χ.: U. Kahrstedt, Ῥησκούπορις (3), RE I A1 (1914), I. Prusias ad Hypium Τ2 (Παντικάπαιο, 223 μ.χ.). Ο Ρησκούπορις πιθανόν προμήθευσε την πόλη με σιτηρά σε περίοδο επισιτιστικής κρίσης: αυτ. σελ. 201, σχόλια. 276 I. Prusias ad Hypium Τ3 (Θεοδοσία, 222 μ.χ.). 106

127 του Ευξείνου Πόντου σε κάποιον Ολβιοπολίτη. 277 Οι δύο επιγραφές δείχνουν ότι η Ολβία είχε εμπορικές σχέσεις με πόλεις της Βιθυνίας, μία εκ των οποίων ήταν η Προυσιάδα. Η ανάπτυξη τέτοιου είδους σχέσεων αποδεικνύεται επιπροσθέτως από επιγραφές, οι οποίες αφορούν μεμονωμένα πρόσωπα. Δύο επιγραφές από την Τόμι αναφέρουν δύο εμπόρους με καταγωγή από την Προυσιάδα. 278 Σε μία επιγραφή από την Ολβία γίνεται αναφορά σε μία πρεσβεία, η οποία εστάλη στο ιερό του Απόλλωνος στην Κλάρο. Μεταξύ των πρεσβευτών βρίσκονταν ο Ευμενεανός και ο Ειταλικός, Ολβιοπολίτες, οι οποίοι είχαν λάβει πολιτεία και στην Προυσιάδα πιθανότατα για υπηρεσίες τις οποίες είχαν προσφέρει στην πόλη. 279 Ένα ελλιπές τιμητικό ψήφισμα από την Ολβία αφορά πολίτη της Προυσιάδος, το όνομα του οποίου δεν σώζεται. 280 Επιπλέον επιτύμβιες επιγραφές Προυσιέων βρέθηκαν στην Αίγυπτο, το Λάτιο και τη Σμύρνη. 281 Η τελευταία επιγραφή αφορά την ανέγερση ενός μνημείου στη Ρώμη προς τιμήν του ανθυπάτου Ρούφου από έξι πόλεις της Βιθυνίας. 282 Σε αυτή τη δίγλωσση επιγραφή αναφέρονται και οι Προυσιεῖς ἀπὸ Ὑπίου (Prusienses 277 IOSPE Ι 2 40 (β μισό 2 ου αι. ή αρχές 3 ου αι. μ.χ.): Προυσεῖς 41 (Ρωμαϊκή εποχή): Πρου[σεῖς. 278 I. Prusias ad Hypium Τ24 (τέλη 2 ου /αρχές 3 ου αι. μ.χ.: χρονολόγηση σύμφωνα με το BE 1976, 483): Μητρόδωρος Γαίου Προυσιεὺς απὸ Ὑπίου ἔνπορος. SEG XXXIX 679 ( μ.χ.): [--] Στρατοκλέους Προ[υ]σιεὺς ἀπὸ [Ὑπίου] ἔνπορος. 279 Ι. Prusias ad Hypium Τ8 (149/150 μ.χ.: χρονολόγηση κατά το SEG XXX 1334): θεόπροπος Ἑρμόδωρος Καλλιφάνου καὶ τῶν υἱῶν αὐτοῦ κ(αὶ) Προυσαέων ἀπὸ Ὑπίου Εὐμενεανοῦ καὶ Εἰταλικοῦ. 280 Ι. Prusias ad Hypium Τ6 (τέλη 2 ου /αρχές 3 ου αι. μ.χ.: χρονολόγηση κατά το SEG XXX 968). 281 Είναι οι επιγραφές: I. Prusias ad Hypium Τ13 (Θήβες Αιγύπτου, Ρωμαϊκή εποχή): Διονύσιος Ἰάσωνος Π[ρ]ουσι[εύς] Τ21 (Λάτιο, Ρωμαϊκή εποχή): Τι. Κλ. Σανκτιανῷ Καλλικλεῖ Προυσεῖ ἀπὸ τοῦ Ὑπίου. I. Smyrna 443 (Σμύρνη, Ρωμαϊκή εποχή): Φιλάδελφος καὶ Παῦλος Προυσιεῖς άπὸ Ὑπίου Κοίντῳ τῷ ἀδελφῷ. Τέσσερις επιγραφές, στις οποίες δεν είναι σαφές από ποια Προυσιάδα κατάγονταν τα αναφερόμενα πρόσωπα, παρατέθηκαν ανωτέρω στην Κίο (σελ , 81-82), διότι και στις δύο εκδόσεις (I. Kios και I. Prusias ad Hypium) γράφεται ότι είναι εξίσου πιθανό να κατάγονταν από την Προυσιάδα ἐπιθαλάσσιον ή την Προυσιάδα πρὸς τῷ Ὑπίῳ. 282 Σε αυτή την επιγραφή αναφέρονται επίσης οι Προυσιεῖς ἀπὸ θαλάσσης και οι Ἀπαμεῖς, για τους οποίους έγινε ήδη λόγος ανωτέρω, αλλά και οι Τεια]νοί και οι Προυσαεῖς ἀπὸ Ὀλύμπου, οι οποίοι θα αναφερθούν κατωτέρω στις αντίστοιχες ενότητες. 107

128 ab Hypio), οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στη Ρώμη από τους πρεσβευτές τους Μενέμαχο του Κασσάνδρου και Αριστόνικο Τιμοκράτους Τίειον Το Τίειον ήταν μία αρκετά παλαιά ελληνική πόλη και συγκεκριμένα ίδρυση της Μιλήτου. 284 Ωστόσο οι σωζόμενες επιγραφές είναι ελάχιστες και χρονολογούνται μόλις την Αυτοκρατορική εποχή (οι περισσότερες χωρίς ακριβέστερη χρονολόγηση). Από την ίδια την πόλη οκτώ μόνον επιγραφές προσφέρουν πληροφορίες σχετικά με θεσμούς της. Εν τούτοις και αυτές σώζονται ελλιπώς και συχνά τα συμφραζόμενά τους δεν είναι σαφή. Η διάρθρωση του σώματος των πολιτών σε φυλές προκύπτει από μία ελλιπώς σωζόμενη ανάθεση ενός διά βίου ιερέως του Ασκληπιού ὑπὲρ φυλῆς. 285 Ωστόσο καμία από τις φυλές της πόλης δεν είναι γνωστή ονομαστικά. 286 Το Τίειον διέθετε επίσης τουλάχιστον έναν άρχοντα, όπως μαρτυρείται στο επιτύμβιο επίγραμμα κάποιου Ιουλιανού, γιου του Χρήστου, ο οποίος διετέλεσε επί πενήντα έτη ἄρχων της πόλης. 287 Το αξίωμα του ἀγορανόμου μαρτυρείται σε δύο βωμούς, στους οποίους αναγράφεται ο όρος ἀγορανομικός, ο οποίος προσδιορίζει τον βωμό. 288 Στο επιτύμβιο επίγραμμα ενός εφήβου αναφέρεται ότι ο αποθανών συμμετείχε πολλάκις σε αγώνες σταδίου, 289 στεφανώθηκε για τις νίκες του 283 IGUR 71b. 284 Βλ. για την ίδρυση του Τιείου από τη Μίλητο ανωτέρω σελ L. Robert, Études anatoliennes, 286, αρ N. F. Jones, Public Organization, L. Robert, Études anatoliennes, , αρ. 9. Σύμφωνα με τον W. Ameling Archontat, 25 πρόκειται για τον θεσμό του άρχοντος, ο οποίος μαρτυρείται και στις άλλες πόλεις της Βιθυνίας. 288 L. Robert, Études anatoliennes, , αρ , αρ Το στάδιον ήταν αγώνας δρόμου μικρής απόστασης και έλαβε το όνομά του από τον χώρο όπου διεξαγόταν. Η απόσταση την οποία διένυαν οι αθλητές ήταν γενικά μικρότερη των 200μ., ωστόσο από τόπο σε τόπο παρατηρούνται αποκλίσεις λόγω των διαφορετικών μεγεθών των σταδίων. Το στάδιον μαρτυρείται ήδη από τον πρώτο κατάλογο νικητών των 108

129 σε αυτούς (στ. 3-4), έλαβε μέρος σε αγώνες εφήβων (στ. 6-7) και διετέλεσε παιδοτρίβης (στ. 8). 290 Σύμφωνα με τον L. Robert η ύπαρξη στο Τίειον γυμνασίου, εφήβων και συναφών θεσμών θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένη πολύ πριν τους Αυτοκρατορικούς χρόνους, διότι το Τίειον ήταν παλαιά ελληνική πόλη. 291 Στο Τίειον μαρτυρείται επιγραφικά η λατρεία δύο ελληνικών θεοτήτων: του Ασκληπιού στην προαναφερθείσα αναθηματική επιγραφή του διά βίου ιερέως και του Διονύσου σε δύο βωμούς, στους οποίους σώζονται οι λέξεις Διονυσιακός και Διονυσοτροφικός αντιστοίχως. Στις δύο επιγραφές συμπληρώνεται η λέξη «βωμός». 292 Τέλος ένας ναύκληρος αναφέρεται σε επιτύμβια επιγραφή από την πόλη. 293 Αυτό το δεδομένο μαρτυρεί τη διεξαγωγή εμπορίου στην πόλη, η οποία ενισχύεται και από τις εκτός Τιείου επιγραφές. Ολυμπιακών αγώνων το 776 π.χ., ήταν το τέταρτο άθλημα του πεντάθλου και θεωρείται το αρχαιότερο όλων των αθλημάτων. Πρόκειται για τον αγώνα δρόμου με τη μικρότερη έκταση και τη μεγαλύτερη ταχύτητα. Βλ. αναλυτικά J. Jüthner, Stadion (Lauf), RE III A2 (1929), L. Robert, Études anatoliennes, 284, αρ. 8. Ο παιδοτρίβης είχε το καθήκον της σωματικής άσκησης και της αθλητικής προετοιμασίας αρχικά μόνον των παίδων, η οποία διεξαγόταν στην παλαίστρα. Κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή εποχή ο παιδοτρίβης ασκούσε τα ίδια καθήκοντα εκπαιδεύοντας και τους εφήβους στο γυμνάσιο. Επίσης αναλάμβανε και την προετοιμασία ενήλικων αθλητών για να συμμετάσχουν σε αγώνες. Οι παιδοτρίβες ήταν υφιστάμενοι του παιδονόμου και από τους σημαντικότερους διδασκάλους δεδομένου ότι αρχικά η σωματική άσκηση και τα αθλήματα είχαν μεγαλύτερη βαρύτητα έναντι των υπολοίπων μαθημάτων του γυμνασίου. Βλ. αναλυτικά J. Jüthner, Paidotribes, RE XVIII 2 (1942), L. Robert, Études anatoliennes, L. Robert, Études anatoliennes, 288, αρ , αρ. 16. Πιθανόν ο Διόνυσος ήταν ο σημαντικότερος θεός της πόλης, διότι θεωρούνταν ο μυθικός ιδρυτής της: E. Wüst, Tios (2), Ο ίδιος αυτ. αναφέρει τη λατρεία πολλών άλλων ελληνικών θεοτήτων στο Τίειον, η οποία όμως προκύπτει από τα νομίσματα της πόλης. 293 L. Robert, Études anatoliennes, 272, αρ. 1. Ο ναύκληρος ήταν ιδιοκτήτης εμπορικού πλοίου ή πλοίαρχος και συχνά ταυτιζόταν με τον έμπορο. Καθήκον του ήταν η εξαγωγή εμπορευμάτων (κυρίως σιτηρών) για λογαριασμό της πόλης. Τα πλοία με τα οποία διεξάγονταν οι εμπορικές συναλλαγές μπορούσαν να είναι είτε ιδιόκτητα είτε μισθωμένα ή να τα έχει διαθέσει η πόλη. Ναύκληροι μαρτυρούνται ήδη από την Κλασική εποχή. Από τα τέλη του 4 ου αι. π.χ. σχημάτιζαν ιδιωτικούς συλλόγους, κυρίως με στόχο τη λατρεία κάποιου θεού. Βλ. αναλυτικά για τους ναύκληρους J. Vélissaropoulos, Les Nauclères grecs. Recherches sur les institutions maritimes en Grèce et dans l Orient hellénisé, Genève Paris 1980, 48-56,

130 Στις προερχόμενες από άλλες πόλεις επιγραφές γίνεται αναφορά είτε στο ίδιο το Τίειον είτε σε μεμονωμένους πολίτες του. Από την Ταυρική Χερσόνησο στον βόρειο Εύξεινο Πόντο προέρχεται μία τιμητική επιγραφή, στην οποία αναγράφονται τα εξής: [τὸν δεῖνα] τοῦ Παπίου τὸν ἀρχιερέα καὶ φιλόπατριν ἡ Τιανῶν πόλις τὸν ἑαυτῆς πρόξενον τιμῆς χάριν. 294 Η παρούσα επιγραφή αποδεικνύει έμμεσα τις καλές σχέσεις του Τιείου με τη Χερσόνησο. 295 Προφανώς είχε προηγηθεί η απονομή προξενίας από το Τίειον στον πολίτη της Χερσονήσου με σχετικό ψήφισμα και στη συνέχεια το Τίειον αποφάσισε με την ανωτέρω επιγραφή να τιμήσει το συγκεκριμένο πρόσωπο για τις υπηρεσίες, τις οποίες προσέφερε ως πρόξενος. Εν τούτοις οι υπηρεσίες του δεν είναι γνωστές. Σε μία αναθηματική επιγραφή από τη Σινώπη οι αναθέτες είναι τέσσερις πόλεις της επαρχίας Βιθυνίας-Πόντου, μεταξύ των οποίων και ὁ δῆμος ὁ Τιανῶν. 296 Αυτή η ανάθεση πραγματοποιήθηκε από αντιπροσώπους των τεσσάρων πόλεων, οι οποίοι εστάλησαν στη Σινώπη στα πλαίσια της διοργάνωσης αγώνων στην πόλη. 297 Το Τίειον εμφανίζεται και σε δύο επιγραφές, οι οποίες αναφέρθηκαν ανωτέρω σχετικά με την Κίο, την Απάμεια και την Προυσιάδα: Πρώτον στην τιμητική επιγραφή από την Ολβία με την οποία πόλεις της περιοχής τιμούν κάποιον Ολβιοπολίτη. Εδώ η πόλη εμφανίζεται με το εθνικό όνομα Τιανοί. 298 Και δεύτερον στην επιγραφή από τη Ρώμη προς τιμήν του 294 E. I. Solomonik, Novye epigrafičeskie pamjatniki Khersonesa, I, Kiev 1964, αρ. 13 (τέλη 2 ου αι. μ.χ.). 295 Η προξενία απονεμόταν μεν σε πρόσωπα, αλλά συνέβαλλε στην ανάπτυξη καλών σχέσεων μεταξύ της πόλης η οποία την απένεμε και της πόλης στον πολίτη της οποίας απονεμόταν. Βλ. σχετικώς C. Marek, Die Proxenie, I. Sinope 104 (1 ος /2 ος αι. μ.χ. αλλά πριν το 161 μ.χ.). 297 I. Sinope 104, σελ. 76, σχόλια. 298 IOSPE I 2 40, III

131 ανθυπάτου Ρούφου. Σε αυτή την επιγραφή το εθνωνύμιο έχει τη μορφή Τειανοί. 299 Στις τέσσερις προαναφερθείσες επιγραφές το Τίειον χαρακτηρίζεται ως πόλις ή δῆμος Τιανῶν ή χρησιμοποιείται μόνον το εθνωνύμιο, το οποίο δηλώνει το σύνολο των πολιτών, όπως συνέβαινε σε όλες τις ελληνικές πόλεις. Αυτό σημαίνει ότι το Τίειον πρέπει να θεωρηθεί, παρά την απουσία αντίστοιχων επιγραφών, μία πόλη όπως όλες οι ελληνικές πόλεις, η οποία διέθετε πολύ περισσότερους θεσμούς σε σχέση με αυτούς, οι οποίοι μαρτυρούνται επιγραφικά και οι οποίοι υπήρχαν και σε προγενέστερες εποχές, διότι επρόκειτο για παλαιά ίδρυση. 300 Πρόσωπα καταγόμενα από το Τίειον μαρτυρούνται σε αρκετές ελληνικές πόλεις. Σε έναν κατάλογο εφήβων από την Αθήνα του έτους 38/37 π.χ. μεταξύ των εφήβων αναφέρεται και ο Εὐμένης Τιανεύς. 301 Σε μία προερχόμενη από τη Σινώπη ανάθεση στον Δία Ήλιο Σάραπι και την Ίσιδα μυριώνυμο 302 ο αναθέτης Στρατόνικος Εὐαρέστου φέρει δύο εθνωνύμια, Τιανός και Τομείτης. Επομένως ήταν πολίτης και του Τιείου και της Τόμεως. 303 Οι υπόλοιπες επιγραφές είναι επιτύμβιες. Μία από αυτές, από το Παντικάπαιο, αναφέρει κάποιον Τέρτιο Ρούφου Τιανό, ο οποίος ήταν ναύκληρος. 304 Από αυτές τις τρεις επιγραφές και από την επιγραφή από την Ολβία διαφαίνονται οι εμπορικού χαρακτήρα σχέσεις του Τιείου με 299 IGUR 71a. Το εθνωνύμιο Τειανοί συμπληρώθηκε από τον L. Robert, À Travers l Asie Mineure, 78, σημ. 478 ως το μοναδικό κατάλληλο για τη συμπλήρωση του κενού στον στίχο 5 και έτσι η επιγραφή είναι [Τεια]νοὶ πάτρωνι καὶ εὐερ]γέτῃ διὰ πρεσβευτοῦ Ἀ]ρτεμιδώρου τοῦ Ἀ]ρτεμιδώρου (στ. 5-8). 300 Βλ. και L. Robert, Études anatoliennes, : Η έκταση της πόλης, η αφθονία νομισμάτων Αυτοκρατορικής εποχής και ο αριθμός των δημοσίων κτηρίων, τα οποία διατηρούνται σε αρκετά καλή κατάσταση, αποδεικνύουν ότι το Τίειον ήταν μία ελληνική πόλη, μικρότερη βέβαια σε σχέση με άλλες αλλά όχι τόσο ασήμαντη όσο τη θεωρεί ο Στράβων, ο οποίος τη χαρακτηρίζει πολίχνιον οὐδὲν ἔχον μνήμης ἄξιον (ΧΙΙ 3, 8 (C 543)). 301 IG II , III 119 (38/37 π.χ.). Αυτή είναι η μοναδική επιγραφική μαρτυρία για το εθνωνύμιο με αυτή τη μορφή, την οποία παραδίδει ο Στέφανος Βυζάντιος λ. Τίος. 302 Βλ. γι αυτό το επίθετο της Ίσιδος L. Bricault, Myrionymi. Les Épiclèses grecques et latines d Isis, de Sarapis et d Anubis, Stuttgart Leipzig 1996, I. Sinope 115 (1 ος /2 ος αι. μ.χ.). 304 CIRB 732 ( μ.χ.). 111

132 διάφορες πόλεις του Ευξείνου Πόντου. Είναι άλλωστε γνωστό ότι το Τίειον διέθετε έναν μικρό λιμένα και ότι γενικά ήταν εμπορική πόλη, διότι βρισκόταν επί της νότιας ακτής του Ευξείνου Πόντου. 305 Οι πόλεις προέλευσης των υπόλοιπων επιγραφών είναι το Παντικάπαιο, η Σμύρνη και η Αθήνα και η μοναδική παρατήρηση που μπορεί να γίνει είναι ότι το εθνωνύμιο μαρτυρείται με τη μορφή Τ(ε)ιανός και Τιανή. 306 Οι εκτός Τιείου επιγραφές αποδεικνύουν την εξωτερική δραστηριότητα πολιτών του Τιείου κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους υπό ποικίλες ιδιότητες (έμποροι, ιατροί, φιλόσοφοι). Διαφαίνονται επίσης οι σχέσεις του Τιείου με άλλες πόλεις, όπως η Ταυρική Χερσόνησος, η Σινώπη και η Ολβία, οι οποίες και σε αυτή την περίπτωση είναι σε μεγάλο βαθμό εμπορικού χαρακτήρα. 5. Προῦσα ἐπὶ τῷ Ὀλύμπῳ Από την Προύσα σώζονται επιγραφές ήδη από την Ελληνιστική εποχή. Από τα δύο τιμητικά ψηφίσματα αυτής της περιόδου το πρώτο πιθανόν χρονολογείται επί Προυσία Α. Οι επιγραφές ταξινομούνται σε δύο χρονικές περιόδους: α) Ελληνιστική εποχή (αρχές 2 ου αι. π.χ.-74 π.χ.) και β) Τέλος Ελληνιστικής εποχής και Αυτοκρατορικοί χρόνοι: Μετά το τέλος του βασιλείου της Βιθυνίας (74 π.χ. και εξής). α) Ελληνιστική εποχή (αρχές 2 ου αι. π.χ.-74 π.χ.) Δύο ελλιπώς σωζόμενα τιμητικά ψηφίσματα δείχνουν θεσμούς της πόλης κατά την Ελληνιστική εποχή. Το πρώτο ψήφισμα χρονολογείται 305 L. Robert, Études anatoliennes, C. Marek, Pontus et Bithynia, 166, CIRB 705 (Παντικάπαιον, 129 μ.χ.): Σευῆρος Σωκράτου Τιανὸς. I. Smyrna 442b (Σμύρνη, Ρωμαϊκή εποχή): Νεικήτης Γλύκωνος Τειανὸς ἰατρός. SEG XLVI 296 (Αθήνα, Ρωμαϊκή εποχή;): Χαρίτιον Τιανή. IG II /1 (Αθήνα, Ρωμαϊκή εποχή): Μαξίμῳ Τιανῷ φιλοσόφῳ. 112

133 αρχές 2 ου αι. π.χ. και με αυτό η βουλή και ο δήμος Προυσαέων τιμούν τον [Μενί;]σκο Ζη[.]οβρώδιος, ο οποίος είχε διατελέσει επιστάτης της πόλης. 307 Στην αρχή του ψηφίσματος σώζονται ελλιπώς οι σχετικές με τη χρονολόγηση πληροφορίες ([ἔτους κ]αὶ δεκάτου... ἑβδόμῃ ἐπ εἰκάδ[ι], στ. a 1-2). 308 Ο [Μενί;]σκος τιμάται επειδή κατά τη διάρκεια της θητείας του ως επιστάτης τοποθετημένος στην πόλη από κάποιον Βιθυνό βασιλέα (στ. a 4-6) εκπλήρωσε όλα όσα τον διέταξε ο βασιλεύς (στ. a 6-8): Η κύρια υπηρεσία του ήταν ότι δάνεισε χρήματα στην πόλη (στ. a 9), για τα οποία δεν απαίτησε τόκους (στ. a 10). Αυτά τα χρήματα χρησιμοποιήθηκαν για μισθούς (στ. a 11). Ο [Μενί;]σκος τιμάται επίσης για όλες τις υπόλοιπες υπηρεσίες του προς τους πολίτες, οι οποίες όμως δεν αποσαφηνίζονται (στ. a 12-13). 309 Οι τιμές οι οποίες του αποδόθηκαν δεν σώζονται. Η ανωτέρω επιγραφή αποδεικνύει ότι η Προύσα, είτε πρόκειται για νεοϊδρυθείσα πόλη είτε για επανίδρυση ενός προϋπάρχοντος οικισμού ως πόλης, 310 οργανώθηκε κατά το πρότυπο των ελληνικών πόλεων με κύριους θεσμούς τη βουλή και την εκκλησία. Αλλά η πόλη βρισκόταν υπό την εποπτεία ενός βασιλικού επιστάτη. Πρόκειται για τη μοναδική μαρτυρία σχετικά με την ύπαρξη επιστάτη ως βασιλικού αξιωματούχου στο βασίλειο της Βιθυνίας. Το δεδομένο αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να υποστηριχθεί η εκδοχή ότι η Προύσα ήταν νεοϊδρυθείσα από τον Προυσία Α πόλη, διότι συχνά βασιλικοί επιστάτες τοποθετούνταν στις νέες ιδρύσεις των ελληνιστικών βασιλέων I. Prusa Ι 1 (αρχές 2 ου αι. π.χ.). Η επιγραφή αποτελείται από δύο αποσπάσματα, εκ των οποίων το b είναι τόσο ελλιπές, ώστε δεν μπορεί να συναχθεί κάποιο νόημα. 308 Πιθανές ακριβέστερες χρονολογήσεις του ψηφίσματος, ανάλογα με τη συμπλήρωση του στίχου a 1, είναι το 188 π.χ. ή 184 π.χ. (επί Προυσία Α ) ή π.χ. (επί Προυσία Β ): I. Prusa Ι 1, σελ. 8-9, σχόλια στον στίχο a Βλ. σχολιασμό της επιγραφής I. Prusa Ι 1, σελ. 9, σχόλια στους στίχους a 8-12, a Βλ. αναλυτικά ανωτέρω ΙΙ Οι επιστάτες είχαν ως κύρια αρμοδιότητα τον έλεγχο των πολιτικών θεσμών των πόλεων, στις οποίες τοποθετούνταν. Μέσω των επιστατών ασκούνταν και εκφραζόταν με άμεσο τρόπο η κυριαρχία του βασιλέως στην πόλη. Η τοποθέτηση βασιλικού επιστάτη ακολουθεί το πρότυπο των Αντιγονιδών και των Σελευκιδών. Για τον επιστάτη και τους 113

134 Το δεύτερο τιμητικό ψήφισμα της πόλης είναι για έναν πολίτη, ο οποίος διακρίθηκε σε κάποιον από τους πολέμους των Ρωμαίων εναντίον του Μιθριδάτη ΣΤ Ευπάτορα. 312 Το γενικό ιστορικό πλαίσιο, στο οποίο εντάσσεται η επιγραφή, είναι αυτό των Μιθριδατικών πολέμων, ωστόσο τα γεγονότα, τα οποία αναφέρονται σε αυτή, δεν ταυτίζονται. 313 Επομένως το ψήφισμα, το οποίο αποτελείται από τρία αποσπάσματα, χρονολογείται γενικά την εποχή των Μιθριδατικών πολέμων (89-63 π.χ.). 314 To πρώτο απόσπασμα περιλαμβάνει υπηρεσίες του τιμωμένου προς την πόλη πριν τον πόλεμο: Ο τιμώμενος διέθεσε με μεγάλη προθυμία χρήματα από την προσωπική του περιουσία για τον δήμο (στ. a 4-5), φρόντισε επίσης τους ξένους 315 (στ. a 6) και συμμετείχε σε πρεσβεία προς την Ιταλία (στ. a 9). Τα συμφραζόμενα του δεύτερου αποσπάσματος είναι στρατιωτικά: Με άλλους γενναίους στρατιώτες ο τιμώμενος θανάτωσε κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο με αποτέλεσμα οι υπόλοιποι εχθροί να τραπούν σε φυγή (στ. b 2-3). Αργότερα, όταν οι εχθροί εισέβαλαν στην πόλη, θανάτωσε πολλούς από αυτούς (στ. b 3-5). Αυτές οι δραστηριότητες πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στο τρίτο απόσπασμα αναγράφονται οι υπηρεσίες μετά τη λήξη του πολέμου: Μετά τη λύση της πολιορκίας της πόλης ο τιμώμενος ανέλαβε υπόλοιπους θεσμούς σε αυτό το ψήφισμα βλ. H. L. Fernoux, Notables et élites, C. Michels, Kulturtransfer, I. Prusa Ι 2 (εποχή Μιθριδατικών πολέμων). Η επιγραφή βρέθηκε στην Προύσα, αλλά ο αρχικός τόπος προέλευσής της είναι αβέβαιος. Ίσως η επιγραφή προέρχεται από την Κύζικο, διότι λίθοι μεταφέρθηκαν από εκεί στην Προύσα, για να χρησιμοποιηθούν ως οικοδομικά υλικά. Ωστόσο ο εκδότης Τ. Corsten δημοσιεύει την επιγραφή στις επιγραφές της Προύσας λόγω έλλειψης αποδείξεων. 313 Βλ. γενικά για τους Μιθριδατικούς πολέμους J. Hind, Mithridates, στο CAH IX (1994), (Α Μιθριδατικός πόλεμος, π.χ.). A. N. Sherwin-White, Lucullus, Pompey and the East, (Β Μιθριδατικός πόλεμος, π.χ.) και (Γ Μιθριδατικός πόλεμος, π.χ.). 314 Για αναδημοσίευση των αποσπασμάτων της επιγραφής και χρονολόγηση περί το 80 π.χ. βλ. SEG LI 1714, όπου και η σχετική βιβλιογραφία. Ο σχολιασμός του ψηφίσματος εδώ έγινε με βάση τα σχόλια της έκδοσης I. Prusa Ι 2, σελ Πιθανόν πρόκειται για προξένους ή για στρατιώτες, οι οποίοι διέμειναν στην πόλη κατά τη διάρκεια του πολέμου: I. Prusa Ι 2, σελ. 12, σχόλια στον στίχο a

135 συνεχόμενες πρεσβείες (πιθανόν προς τη Ρώμη) προς όφελος του δήμου, κατά τις οποίες έλαβε θετικές για την πόλη του απαντήσεις (στ. c 4-6). Ο βασιλεύς ο οποίος αναφέρεται στην επιγραφή (στ. c 2) είναι ο Μιθριδάτης ΣΤ. 316 Αυτό το ψήφισμα είναι η μοναδική επιγραφική μαρτυρία για τη Βιθυνία κατά τη διάρκεια των Μιθριδατικών πολέμων. 317 Για την Προύσα σχετικά με τον Γ Μιθριδατικό πόλεμο η μοναδική γνωστή πληροφορία είναι ότι κατακτήθηκε τελικά από τον ρωμαϊκό στρατό. 318 Είναι αξιοσημείωτο ότι και στα δύο ψηφίσματα, κυρίως όμως στο πρώτο, το οποίο είναι καλύτερα σωζόμενο, ακολουθείται η τυπική δομή ενός ψηφίσματος ελληνικής πόλης. 319 Από την Προύσα προέρχονται τρεις επιτύμβιες επιγραφές: Οι δύο ανήκουν στον 2 ο αι. π.χ. και η τρίτη στον 3 ο αι. π.χ. Και οι τρεις παραδίδουν ελληνικά ονόματα συνοδευόμενα από το πατρώνυμο. 320 Η τρίτη επιγραφή έχει χρησιμοποιηθεί για να υποστηριχθεί η άποψη περί ίδρυσης της Προύσας πριν από την Προυσία Α. 321 β) Τέλος Ελληνιστικής εποχής και Αυτοκρατορικοί χρόνοι: Μετά το τέλος του βασιλείου της Βιθυνίας (74 π.χ.-3 ος αι. μ.χ.) Στις επιγραφές Αυτοκρατορικών χρόνων της Προύσας παραδίδονται περισσότεροι θεσμοί της πόλης συγκριτικά με την προηγούμενη περίοδο. Η οργάνωση των πολιτών της Προύσας σε φυλές μαρτυρείται σε μία επιγραφή, με την οποία η φυλή Ἀντωνεῖνα τιμά τον Πόπλιο Αίλιο 316 B. C. McGing, The Foreign Policy of Mithridates VI Eupator King of Pontus, Leiden 1986, 148, σημ H. L. Fernoux, Notables et élites, I. Prusa ΙΙ, σελ. 31 (εισαγωγή). 319 H. L. Fernoux, Notables et élites, I. Prusa Ι 116 (Ύστερη Ελληνιστική εποχή ίσως και 2 ος αι. π.χ.) 140 (τέλη 2 ου αι. π.χ.) 167 (3 ος αι. π.χ.). 321 Βλ. ανωτέρω ΙΙ.6, σελ. 44, σημ

136 Νεοπτόλεμο τὸν ἑαυτῆς εὐεργέτην (στ ). 322 Η φυλή έστησε με δικά της έξοδα τη στήλη προς τιμήν του Νεοπτόλεμου. Το όνομα της φυλής δείχνει ότι αυτή δημιουργήθηκε ή, σε περίπτωση που προϋπήρχε, μετονομάστηκε επί Αντωνίνου Ευσεβούς ή κάποιου άλλου Αντωνίνου αυτοκράτορα. 323 Από δύο επιγραφές προκύπτει η συνέχεια στους Αυτοκρατορικούς χρόνους των κυριότερων θεσμών της πόλης, τῆς βουλῆς και τοῦ δήμου. Πρόκειται για τιμητικές επιγραφές, με τις οποίες τιμώνται πρόσωπα μετά από απόφαση της βουλής και του δήμου. 324 Σε οκτώ τιμητικές επιγραφές, εκ των οποίων οι έξι είναι μεταθανάτιες, ο δήμος τιμά μεμονωμένα πρόσωπα. 325 Το πολυθέσιο εκτελεστικό αξίωμα των ἀρχόντων μαρτυρείται και στην Προύσα των Αυτοκρατορικών χρόνων. Δεν είναι γνωστός ο συνολικός αριθμός των αρχόντων, ωστόσο είναι σαφές ότι ένας εξ αυτών ήταν ο πρῶτος ἄρχων, διότι στις επιγραφές μαρτυρούνται τόσο απλοί άρχοντες 326 όσο και πρώτος άρχων. 327 Ίσως ο πρώτος άρχων να ήταν ταυτοχρόνως ιερεύς και αγωνοθέτης του Διός Ολυμπίου. Αυτό προκύπτει από μία μόνον επιγραφή με την οποία η «Δαγουτηνῶν χώρα» 328 τιμά τον Π(όπλιο) Άννιο Κλαυδιανό Μητρόδωρο, ἱερέα τοῦ Διὸς Ὀλυμπίου, πρῶτον ἄρχοντα καὶ ἀγωνοθέτην. 329 Η ιεραρχία των κυριότερων πολιτικών θεσμών της πόλης προκύπτει από μία επιστολή του αυτοκράτορα Αδριανού, στην οποία ο αυτοκράτωρ 322 I. Prusa Ι 21 (εποχή Αντωνίνου Ευσεβούς και εξής). 323 Βλ. για τη φυλή N. F. Jones, Public Organization, 352. I. Prusa Ι 21, σελ. 39, σχόλια στους στίχους I. Prusa Ι 16 (εποχή Αδριανού και εξής) 17 (2 ος αι. μ.χ.). 325 I. Prusa Ι 14 (1 ος αι. π.χ./1 ος αι. μ.χ.) 15 (1 ος /2 ος αι. μ.χ.). Μεταθανάτιες είναι οι επιγραφές I. Prusa Ι 26 (Ρωμαϊκή εποχή) 27 (1 ος /2 ος αι. μ.χ.) 28 (1 ος /2 ος αι. μ.χ.) 29 (1 ος /2 ος αι. μ.χ.) 30 (2 ος αι. μ.χ.) 31 (2 ος αι. μ.χ.). 326 I. Prusa Ι 4, 4 ( μ.χ.) 16, I. Prusa Ι 21, 7 22, 5-6 (1 ος /αρχές 2 ου αι. μ.χ.). 328 Πρόκειται για περιοχή η οποία βρισκόταν κοντά στην Προύσα αλλά η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή. Βλ. σχετικώς I. Prusa Ι 22, σελ , σχόλια στους στίχους I. Prusa Ι 22. Για το ενδεχόμενο τα τρία αξιώματα να συνδέονται μεταξύ τους βλ. H. L. Fernoux, Notables et élites,

137 χαιρετίζει τους άρχοντες, τη βουλή και τον δήμο Προυσαέων πρὸς τῷ Ὀλύμπῳ. 330 Η επιγραφή δείχνει επίσης ότι οι αυτοκράτορες, όταν επιθυμούσαν να απευθυνθούν επισήμως σε μία πόλη, απευθύνονταν σε αυτούς τους τρεις θεσμούς, πρωτίστως δε στους άρχοντες. 331 Το αξίωμα του γραμματέως μαρτυρείται σε δύο επιγραφές: Στην πρώτη ως γραμματεὺς τῆς βουλῆς καὶ τοῦ δήμου 332 και στην δεύτερη ως γραμματεὺς μόνον τοῦ δήμου. 333 Πιθανόν να πρόκειται για δύο διαφορετικά αξιώματα, τα οποία μπορούσε να ασκήσει το ίδιο πρόσωπο ταυτοχρόνως, με αποτέλεσμα να εξελιχθούν σταδιακά σε ένα αξίωμα, το οποίο περιελάμβανε τις αρμοδιότητες και των δύο αξιωμάτων. 334 Μαρτυρίες σώζονται και για το αξίωμα του ἀγορανόμου, 335 το οποίο αναλάμβαναν οι άρχοντες κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους (cursus honorum). Οι υπηρεσίες των αγορανόμων δεν αποσαφηνίζονται και συνοδεύονται στις επιγραφές από τις εκφράσεις καὶ ἄλλας ὑπηρεσίας ὑπηρετήσαντα τῇ πατρίδι και ἄλλας πολλὰς ἐπιδόσεις τῇ πατρίδι παρασχόντος αντιστοίχως. Όσον αφορά συναφείς προς το γυμνάσιο θεσμούς, στις επιγραφές μαρτυρείται μόνον ένας, αυτός του γυμνασιάρχου, ο οποίος εντάσσεται στον cursus honorum. 336 Η ύπαρξη γυμνασιάρχου προϋποθέτει βέβαια την ύπαρξη γυμνασίου στην Προύσα, η οποία όμως πρέπει να διέθετε ένα μόνον γυμνάσιο για όλες τις ηλικίες, διότι ήταν σχετικά μικρή πόλη. 337 Σε μία επιγραφή αναφέρεται ο αγωνοθέτης των Μεγάλων αγώνων ή του Μεγάλου αγώνος. 338 Αυτοί οι αγώνες ίσως διοργανώνονταν προς τιμήν 330 I. Prusa Ι 4, H. L. Fernoux, Notables et élites, I. Prusa Ι 3, 6-7 ( μ.χ.). 333 I. Prusa Ι 37, 2-3 (Αυτοκρατορική εποχή). 334 Έτσι ο T. Corsten, I. Prusa ΙΙ, σελ. 59 (εισαγωγή). 335 I. Prusa Ι 16, , 2-3, I. Prusa Ι 3, 5 24, 5 (1 ος αι. μ.χ.;) 34, 2 (1 ος αι. μ.χ.;). 337 Βλ. σχετικώς I. Prusa ΙΙ, σελ. 60 (εισαγωγή). 338 I. Prusa Ι 21, 1-2,

138 κάποιου αυτοκράτορα ή του κύριου θεού της πόλης. 339 Δύο αγωνοθέτες μαρτυρούνται σε δύο επιγραφές αλλά δεν είναι γνωστό σε ποιους αγώνες άσκησαν τα καθήκοντά τους. 340 Σε αυτές τις επιγραφές το αξίωμα του αγωνοθέτη αναφέρεται μαζί με εκείνο του πρώτου άρχοντος και ιερέως του Διός Ολυμπίου. Επομένως η αγωνοθεσία ίσως συνδεόταν με τους αγώνες προς τιμήν του Διός Ολυμπίου και το αξίωμα του πρώτου άρχοντος. 341 Με τον αγωνοθέτη σχετίζεται και ο πανηγυριάρχης, 342 ο οποίος ήταν υπεύθυνος για το μη θρησκευτικό μέρος των εορτών, την εμποροπανήγυρη, και ήταν υφιστάμενος του αγωνοθέτη. 343 Στην περίπτωση της Προύσας η σταδιοδρομία των αξιωματούχων, όπως αποδεικνύουν οι σωζόμενες επιγραφές, περιελάμβανε πολύ λιγότερα αξιώματα σε σχέση με εκείνα της Προυσιάδος. Τα αξιώματα στις περισσότερες περιπτώσεις αναγράφονται σε αύξουσα σειρά, από το κατώτερο προς το ανώτερο. 344 Στην προαναφερθείσα επιστολή του Αδριανού προς την πόλη γίνεται λόγος για θερμά ὕδατα. 345 Εδώ εννοούνται τα δημόσια λουτρά της πόλης. Η Προύσα ήταν περίφημη για τις ιαματικές πηγές της και διέθετε δύο εγκαταστάσεις δημόσιων λουτρών, μία εκτός της πόλης, γνωστή ως Βασιλικά Θερμά (μνημειώδη λουτρά, τα οποία κατασκευάστηκαν επί Βεσπασιανού), και μία εντός της πόλης, η οποία υπήρχε από την Ελληνιστική εποχή και επισκευάστηκε στους Αυτοκρατορικούς χρόνους. 339 I. Prusa Ι 21, σελ. 38, σχόλια στους στίχους I. Prusa Ι 13, , I. Prusa Ι 21, σελ. 39, σχόλια στους στίχους I. Prusa Ι Για τους θεσμούς του αγωνοθέτη και του πανηγυριάρχη στην Προύσα βλ. I. Prusa ΙΙ, σελ. 55 (εισαγωγή). H. L. Fernoux, Notables et élites, Βλ. σχετικά με τον cursus honorum στην Προύσα I. Prusa ΙΙ, σελ. 53 (εισαγωγή). H. L. Fernoux, Notables et élites, I. Prusa Ι 4,

139 Στην επιστολή του Αδριανού δεν είναι σαφές για ποιο από τα δύο λουτρά γίνεται λόγος. 346 Η λατρεία αρκετών ελληνικών θεοτήτων μαρτυρείται στις επιγραφές της Προύσας: του Διός, 347 σε μία περίπτωση ως Ὀλυμπίου, 348 του Απόλλωνος με τα επίθετα Λιβοτηνός 349 και Σωτήρ, 350 του Ασκληπιού 351 και της Νέμεσης ως θεάς του αμφιθεάτρου της Προύσας. 352 Επίσης λατρευόταν ο Διόνυσος, όπως προκύπτει από μία επιτύμβια επιγραφή, την οποία έστησαν οι συνμύστες για τον μύστη Ρούφο, 353 και τέλος ο Ερμής, στον οποίο οι μύστες του Σαράπιδος και της Ίσιδος αφιέρωσαν μία επιγραφή. 354 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ονόματα στις επιτύμβιες επιγραφές. Στη συντριπτική πλειοψηφία παραδίδονται ελληνικά ονόματα συνήθως συνοδευόμενα από το πατρώνυμο. 355 Λιγότερα είναι τα ρωμαϊκά ονόματα και από αυτά λίγα τριμερή κατά τη ρωμαϊκή ονοματοθεσία Βλ. αναλυτικά για τα λουτρά της Προύσας I. Prusa ΙΙ, σελ (εισαγωγή). H. L. Fernoux, Notables et élites, I. Prusa Ι 39 (Ρωμαϊκή εποχή). 348 I. Prusa Ι I. Prusa I 40 (Ύστερη Ελληνιστική/πρώιμη Αυτοκρατορική εποχή). Αυτή είναι η μοναδική μαρτυρία για το συγκεκριμένο επίθετο του Απόλλωνος, του οποίου η σημασία δεν είναι γνωστή: αυτ. σελ. 62, σχόλια στον στίχο I. Prusa Ι 41 (μέση ή πρώιμη Αυτοκρατορική εποχή). 351 I. Prusa Ι 44 (Ρωμαϊκή εποχή). Η λατρεία του Ασκληπιού προκύπτει από το φίδι, το οποίο απεικονίζεται στην ανάγλυφη παράσταση. 352 I. Prusa Ι 45 (Ρωμαϊκή εποχή). 353 I. Prusa Ι 159 (τέλη 2 ου /αρχές 3 ου αι. μ.χ.). Ότι πρόκειται για μύστες του Διονύσου προκύπτει από την ανάγλυφη παράσταση της επιγραφής. Οι μύστες ήταν οι οργανωμένοι σε ιδιωτικούς συλλόγους λάτρεις διαφόρων θεοτήτων. Οι σύλλογοι μυστών εμφανίζονται από τον 2 ο αι. π.χ. και εξής και οι περισσότεροι από αυτούς απαντούν στη Μ. Ασία, όπου μαρτυρείται πλήθος τοπικών θεοτήτων. Όσον αφορά ελληνικές θεότητες οι περισσότεροι σύλλογοι μυστών ήταν του Διονύσου και της Δήμητρας. Βλ. γενικά για τους συλλόγους μυστών F. Poland, Vereinswesen, Για τους μύστες στου Διονύσου στην Αυτοκρατορική εποχή βλ. R. Merkelbach, Die Hirten des Dionysos. Die Dionysos-Mysterien der römischen Kaiserzeit und der bukolische Roman des Longus, Stuttgart 1988, I. Prusa Ι 48 (β μισό 2 ου αι. μ.χ.). Βλ. και I. Prusa ΙΙ, σελ (εισαγωγή), όπου συγκεντρώνονται όλες οι εικονιζόμενες στα νομίσματα της πόλης ελληνικές θεότητες. 355 I. Prusa Ι 65-76, 78-82, 84, 85, 87, 90, 94, 95, 97, , , , , 132, 133, 135, 138, 139, 141, , 147, , , 158, 160, , 169, Ρωμαϊκά τριμερή ονόματα: I. Prusa Ι 86, 92, 98, 101, 114, 124, 134, 138, 162, 163, 168, 169. Ρωμαϊκά ονόματα με ελληνικό cognomen: I. Prusa Ι 88, 89, 91, 93, 99, 125a, 131, 146, 148, 157, 119

140 Στην περίπτωση της Προύσας παραδίδονται τα περισσότερα θρακικάβιθυνικά ονόματα, σε σχέση με τις υπόλοιπες υπό εξέταση πόλεις, τα οποία είναι συγκεντρωμένα στη χώρα της πόλης. 357 Επομένως συνάγεται ότι στη χώρα της πόλης εξακολουθούσε να κατοικεί έως τους Αυτοκρατορικούς χρόνους και γηγενής πληθυσμός (Βιθυνοί). 358 Ελάχιστες είναι οι επιγραφικές μαρτυρίες για την εξωτερική δραστηριότητα της πόλης και των πολιτών της. Αναφορικά με την πόλη σώζεται μόνον μία επιγραφή: Πρόκειται για το μνημείο προς τιμήν του ανθυπάτου Ρούφου, το οποίο ανεγέρθηκε στη Ρώμη. Η πόλη εκπροσωπήθηκε από τον πρεσβευτή της Δημόφιλο Ασκληπιάδου και στην επιγραφή αναγράφεται με το εθνικό όνομα στα ελληνικά, Προυσαεῖς ἀπὸ Ὀλύμπου, και στα λατινικά, Prusais ab Olympo. 359 Οι υπόλοιπες μαρτυρίες αφορούν μεμονωμένα πρόσωπα, κυρίως αθλητές, με καταγωγή από την Προύσα. Σε μία επιγραφή από τις Τράλλεις η πόλη τιμά τον Ποπλιανό Ποπλιανού Προυσαῆ, νικητή στο παγκράτιον παίδων στα Ολύμπια, τα οποία διεξήχθησαν στην πόλη. 360 Σε έναν κατάλογο νικητών από την Κόρινθο αναφέρεται ο Τειμοκράτης Αιλιανού Προυσαεύς, νικητής στο άθλημα του τεθρίππου πωλικού 361 στα Ίσθμια , 170. Στις επιγραφές I. Prusa Ι 69, 83, 95, 97, 100, 102, 104, 108, 111, , 124, 125, 130, 132, 135, 137, 144, , , σώζεται μόνον το ένα από τα τρία nomina. 357 I. Prusa Ι 56: Μουκάπορις, Λάλα (πιθανόν θρακικό) 73: Διλίπορις 78: Ἄπφη (πιθανόν θρακικό) 80: Διντιζίλα 150: Παπαρίων (πιθανόν θρακικό) 152: Οστοάζεις, Μοκάζεις, Δηγου, Σωπηρου, Σαδάλας. Η πιθανότητα ορισμένα από τα ανωτέρω ονόματα να είναι θρακικά εξηγείται στα σχόλια των αντίστοιχων επιγραφών. 358 Βλ. γι αυτό το φαινόμενο στην Προύσα H. L. Fernoux, Notables et élites, (με πίνακα ελληνικών και εγχωρίων ονομάτων). Βλ. επίσης T. Corsten, The Rôle and the Status of the Indigenous Population in Bithynia, στο T. Bekker-Nielsen, Rome and the Black Sea Region. Domination, Romanisation, Resistance, Aahrus University Press 2006, 86, κατά τη γνώμη του οποίου σε αυτές τις επιγραφές πρόκειται για πρόσωπα τα οποία ανήκαν στα μεσαία ή κατώτερα κοινωνικά στρώματα της χώρας της Προύσας και τα οποία βεβαίως δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα. 359 IGUR 71c. 360 I. Prusa ΙΙ Τ3 ( μ.χ.). 361 Πρόκειται για αρματοδρομία με νεαρής ηλικίας ίππους (πώλους), η οποία εισήχθη στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 384 π.χ.: S. G. Miller, Ancient Greek Athletics, Corinth VIII 1 15, ( μ.χ.). 120

141 Ένας ακόμη αθλητής καταγόμενος από την Προύσα μαρτυρείται σε μία επιγραφή από τις Θεσπιές. Το όνομά του δεν σώζεται, αλλά το εθνωνύμιο έχει τη μορφή Βρουσαεὺς ἀπ Ὀλύμπου. 363 Σε μία λατινική επιτύμβια επιγραφή από την Ετρουρία αναφέρεται ο ιατρός C. Calpurnius Asclaepiades από την Προύσα. 364 Ο Ασκληπιάδης, ο οποίος διαβιούσε στην Ιταλία, είχε εξασφαλίσει για τον ίδιο και την οικογένειά του ρωμαϊκή πολιτεία από τον αυτοκράτορα Τραϊανό (στ. 2-3). Επίσης ήταν αρμόδιος για τον έλεγχο των κρατικών αξιωματούχων (custodiar[ius] in urna iudicum, στ. 6-7). 365 Τέλος μία επιτύμβια επιγραφή από το Λάτιο αναφέρει τον Λούκιο Αίλιο Φλάουιο Διόδωρο, ο οποίος έφερε το εθνωνύμιο Προυσαεὺς ἀπ Ὀλύμπου Βιθύνιον Κλαυδίου Πόλις Από αυτή την πόλη οι επιγραφικές μαρτυρίες χρονολογούνται μόνον στους Αυτοκρατορικούς χρόνους. Η οργάνωση του σώματος των πολιτών σε δώδεκα φυλές προκύπτει από μία επιγραφή, με την οποία τιμάται ο Σεπτίμιος Σεβήρος από τους άρχοντες των φυλών, οι οποίοι άσκησαν τα καθήκοντά τους κατά το έκτο έτος της βασιλείας του. 367 Tα ονόματα των φυλών αναγράφονται σε δύο στήλες με την εξής σειρά: Τραϊανή, Σεβαστή, Διονυσιάς, Ἀπολλωνίς, Ἀντωνίνη, Ἑρμησιάς, Δῖα, Δημητριάς, Ἀσκληπιάς, Ἁδριανή, Ἀντινοΐς, Αὐρηλιανή. Με κριτήριο την προέλευση των ονομάτων τους και τη διαφοροποίησή τους ως 363 I. Prusa ΙΙ Τ4 (πρώιμη Αυτοκρατορική εποχή). Κατά την αρχαιότητα στο όνομα της πόλης το π εναλλασσόταν συχνά με το β: L. Robert, La Persistance de la Toponymie antique dans l Anatolie, OMS VI (1989), I. Prusa ΙΙ Τ8 (157 μ.χ.). 365 Βλ. και I. Prusa ΙΙ Τ8, σελ. 82, σχόλια. 366 SEG XXX 1183 (Ρωμαϊκή εποχή). 367 SEG LII 1231 (198 μ.χ.). 121

142 προς τον χρόνο δημιουργίας τους οι φυλές ταξινομούνται σε δύο κατηγορίες: α) Φυλές με θεοφόρο όνομα: Διονυσιάς, Απολλωνίς, Ερμησιάς, Δία, Δημητριάς, Ασκληπιάς. Ο χρόνος δημιουργίας αυτών των φυλών ανάγεται στην εποχή της ίδρυσης της πόλης από τον Προυσία Α. 368 Τα ονόματα των φυλών δείχνουν λατρεία των αντίστοιχων θεοτήτων στην πόλη και ορισμένα από αυτά απαντούν και στο ημερολόγιο της Βιθυνίας, για το οποίο γίνεται λόγος παρακάτω σε αυτή την ενότητα. β) Φυλές οι οποίες έλαβαν το όνομά τους από ιστορικά πρόσωπα, κυρίως από Ρωμαίους αυτοκράτορες: Η Σεβαστή από τον Αύγουστο ή τους Σεβαστούς αυτοκράτορες γενικά, η Αδριανή και η Τραϊανή από τους αντίστοιχους αυτοκράτορες, η Αντωνίνη από τον Αντωνίνο Ευσεβή και η Αυρηλιανή από τον Μάρκο Αυρήλιο. Η Αντινοΐς έλαβε το όνομά της από τον Αντίνοο, 369 τον αγαπημένο του αυτοκράτορα Αδριανού, ο οποίος καταγόταν από το Μαντίνειο στη χώρα του Βιθυνίου-Κλαυδιούπολης. 370 Σε κάθε φυλή αντιστοιχούν οι συντομογραφίες ΦΥ+όνομα και ΣΤΡ+όνομα. Σε μία μόνον φυλή, τη Δημητριάδα, μία τρίτη συντομογραφία, ΓΥ+όνομα (στ. ΙΙ 15), έπεται των δύο ανωτέρω συντομογραφιών. Η συντομογραφία ΦΥ αντιστοιχεί στον φύλαρχο της φυλής και η συντομογραφία ΣΤΡ στον στρατηγό της φυλής. Άρχοντες των φυλών ήταν αυτοί οι δύο αξιωματούχοι, εκ των οποίων ο φύλαρχος ήταν ανώτερος του στρατηγού, όπως προκύπτει από τη σειρά με την οποία αναφέρονται στην 368 Βλ. για τις φυλές με θεοφόρο όνομα C. Marek, Klaudiupolis, Ο ίδιος αυτ. 44 επισημαίνει την απουσία φυλής προς τιμήν του ιδρυτή της πόλης. Βλ. για τις ίδιες φυλές και H. L. Fernoux, Notables et élites, Βλ. για τον Αντίνοο C. Vout, Antinous, Archaeology and History, JRS 95 (2005), Βλ. αναλυτικά για τις φυλές με ονόματα ιστορικών προσώπων και κυρίως για την Αντινοΐδα C. Marek, Klaudiupolis, Δεν υπάρχει επίσης φυλή η οποία να μνημονεύει τον επανιδρυτή της πόλης αυτοκράτορα Κλαύδιο: αυτ. 44. Πρβλ. C. Michels, Kulturtransfer, 282, κατά τον οποίο και αυτές οι έξι φυλές δημιουργήθηκαν με την ίδρυση της πόλης και ίσως αρχικώς έφεραν θεοφόρα ονόματα, τα οποία στους Αυτοκρατορικούς χρόνους αντικαταστάθηκαν με τα ονόματα των αυτοκρατόρων. 122

143 επιγραφή. 371 Η συντομογραφία ΓΥ αντιστοιχεί στο αξίωμα του γυμνασιάρχου της φυλής Δημητριάδος, το οποίο σχετίζεται με τη διεξαγωγή αγώνων στην πόλη. Επειδή για τις υπόλοιπες φυλές δεν αναγράφεται γυμνασίαρχος, προκύπτει ότι τη γυμνασιαρχία αναλάμβανε έκαστο έτος μία μόνον φυλή. Επομένως το έτος 198 μ.χ. ήταν η σειρά της Δημητριάδος να αναλάβει τη γυμνασιαρχία. 372 Στην περίπτωση της Αυρηλιανής φυλής παρατηρούνται δύο διαφορές σε σχέση με τις υπόλοιπες φυλές. Η πρώτη διαφορά εντοπίζεται στη διατύπωση: Σε όλες τις φυλές, συμπεριλαμβανομένης της Αυρηλιανής, η σειρά είναι ΦΥ+όνομα, ΣΤΡ+όνομα και σε μία φυλή επιπλέον ΓΥ+όνομα. Υπό τη φυλή Αυρηλιανή τηρείται η ίδια σειρά ως προς τη διατύπωση ΦΥ+όνομα, ΣΤΡ+όνομα, αλλά αμέσως μετά ακολουθεί η διατύπωση όνομα+στρ κατὰ πόλιν (στ. ΙΙ 35). Δεύτερον, υπό την Αυρηλιανή φυλή καταγράφεται ένας επιπλέον στρατηγός, ο στρατηγὸς κατὰ πόλιν. 373 Τους αναφερόμενους στην επιγραφή στρατηγούς και τις φυλές εξέτασε ο C. Marek, ο οποίος κατέληξε στα εξής συμπεράσματα: Ο στρατηγός κατά πόλιν διέφερε από τους δώδεκα στρατηγούς των φυλών. Ο στρατηγός κατά πόλιν ίσως είχε αρμοδιότητες επί της πόλης, όπως δηλώνει ο τίτλος του. Σε αντιδιαστολή προς αυτόν οι δώδεκα στρατηγοί πιθανόν να είχαν αρμοδιότητες εκτός της πόλης, δηλαδή επί της χώρας της. Πιο συγκεκριμένα έκαστος στρατηγός ίσως ήταν επικεφαλής ενός μόνον από τα μέρη στα οποία η χώρα ήταν διαιρεμένη. Δεδομένου ότι ένας στρατηγός αντιστοιχούσε σε μία φυλή, τότε η αντίστοιχη φυλή πρέπει να κατοικούσε σε εκείνη την υποδιαίρεση της χώρας, όπου ο στρατηγός ασκούσε τις αρμοδιότητές του. Αυτή η ιδιότητα των δώδεκα στρατηγών ίσως είναι μία 371 Βλ. για τις συντομογραφίες ΦΥ και ΣΤΡ C. Marek, Klaudiupolis, Βλ. για τη συντομογραφία ΓΥ C. Marek, Klaudiupolis, 36. Ο ίδιος αυτ. 37 συμπεραίνει με βάση το αξίωμα του γυμνασιάρχου ότι η επιγραφή ανεγέρθηκε με αφορμή την τέλεση αγώνων στην πόλη. 373 Βλ. για τη διατύπωση ΣΤΡ+κατὰ πόλιν C. Marek, Klaudiupolis,

144 ένδειξη για τον εδαφικό-τοπικό χαρακτήρα των φυλών της πόλης. Πρόκειται δηλαδή για τοπικές φυλές, καθεμία από τις οποίες κατοικούσε σε συγκεκριμένη εδαφική υποδιαίρεση της χώρας. 374 Η διαφοροποίηση μεταξύ στρατηγού κατά πόλιν και στρατηγών των φυλών έγκειται μόνον στον χώρο στον οποίο διοριζόταν ο καθένας από αυτούς (ο στρατηγός κατά πόλιν στην πόλη, ενώ οι δώδεκα στρατηγοί στη χώρα και σε συνάρτηση με τις φυλές). Αυτή η διαφοροποίηση δεν δηλώνει την ανωτερότητα του δέκατου τρίτου στρατηγού έναντι των υπολοίπων στρατηγών, ούτε την υπαγωγή των τελευταίων στον πρώτο. Μεταξύ των δεκατριών στρατηγών πρέπει να υπήρχε ισότητα, απλώς ένας εξ αυτών προσδιοριζόταν ως κατὰ πόλιν, ενώ οι υπόλοιποι ως στρατηγοί των (τοπικών) φυλών. 375 Εφόσον οι δώδεκα φυλές εντοπίζονται μόνον στη χώρα, τότε η ίδια η πόλη ίσως να μην υπέκειτο σε φυλετική διαίρεση. Πιθανόν τα εδαφικά όρια της πόλης να μην ήταν ο τόπος μόνιμης κατοικίας των πολιτών αλλά τόπος συγκεντρώσεων, τέλεσης λατρειών, διεξαγωγής εμπορικών συναλλαγών και γενικώς δημόσιων δραστηριοτήτων, τον οποίο συνδιοικούσαν οι δώδεκα φυλές. 376 Κατά τον C. Marek οι τοπικές υποδιαιρέσεις της χώρας, η ταύτιση κάθε μίας από αυτές με μία φυλή και η εδαφική διάταξη των φυλών στους Αυτοκρατορικούς χρόνους πιθανόν να ήταν επιβιώσεις από την εποχή της ίδρυσης της πόλης από τον Προυσία Α. Σε αυτή την εδαφική διάταξη ίσως 374 Βλ. για το εδαφικό κριτήριο στην οργάνωση των φυλών της πόλης C. Marek, Klaudiupolis, Βλ. για τη διαφοροποίηση στρατηγού κατὰ πόλιν και δώδεκα στρατηγών C. Marek, Klaudiupolis, 35 με σημ. 26 και 49 με σημ Σε αυτή τη διαφοροποίηση κατέληξε ο Marek στηριζόμενος σε δύο επιγραφές από την Στρατονίκεια, στις οποίες αναγράφονται ένας στρατηγὸς ἐπὶ τῆς χῶρας και οι στρατηγοὶ κατὰ πόλιν. Για τις επιγραφές βλ. SEG XXXVIII (επί Δομιτιανού) και C. Marek, Klaudiupolis αυτ. 376 Βλ. αναλυτικά για το σύστημα των στρατηγιών και των φυλών και την πιθανή εδαφική διαίρεση της Κλαυδιούπολης C. Marek, Klaudiupolis, (με αναλυτικά επιχειρήματα και παραδείγματα άλλων πόλεων). 124

145 αντιστοιχεί η σειρά των φυλών στην επιγραφή, διότι σε καμία περίπτωση δεν ακολουθείται χρονική σειρά. 377 Σε ένα παραμυθητικό ψήφισμα της πόλης του 1 ου αι. μ.χ. για τον θάνατο ενός νεαρού μαθητευόμενου ρήτορα οι στρατηγοί εμφανίζονται ως εισηγητές της πρότασης ψηφίσματος υπό την έκφραση [στρα]τηγῶν προθέν[τω]ν. 378 Τρεις παρατηρήσεις μπορούν να γίνουν σχετικά με τους στρατηγούς στο παρόν ψήφισμα: α) ότι πρόκειται για τους ίδιους στρατηγούς με εκείνους της αμέσως προηγούμενης επιγραφής, β) ότι, αν και δεν αναφέρεται ο αριθμός των στρατηγών στο ψήφισμα, πιθανότατα εννοείται το σύνολο των στρατηγών της πόλης, δηλαδή δεκατρείς και γ) πλην των αρμοδιοτήτων τους σχετικά με τις φυλές της πόλης, οι οποίες δεν αποσαφηνίζονται περαιτέρω, είχαν την επιπρόσθετη αρμοδιότητα να εισάγουν και να θέτουν προς συζήτηση στην εκκλησία προτάσεις ψηφισμάτων. Άλλες αρμοδιότητές τους όμως δεν μπορούν να προσδιοριστούν. 379 Τρεις από τις δώδεκα φυλές της πόλης μαρτυρούνται μεμονωμένα σε τιμητικές επιγραφές: Η φυλή Σεβαστή ανέγειρε ένα άγαλμα για τον αυτοκράτορα Αδριανό με έξοδα έξι εξεχόντων πολιτών. 380 Στον ίδιο αυτοκράτορα αφιερώθηκε ένα δεύτερο άγαλμα από τη φυλή Απολλωνίδα. 381 Η φυλή Σεβαστή τιμά επίσης τον φιλόσοφο Ιούλιο Νεικήτη 382 και τέλος η φυλή Δία τιμά κάποιον πολίτη, το όνομα του οποίου δεν σώζεται C. Marek, Klaudiupolis, I. Klaudiu Polis 70, 1-2 (1 ος αι. μ.χ.). 379 Για την αρμοδιότητα των στρατηγών της Κλαυδιούπολης σε αυτή την επιγραφή και τη διαπίστωση ότι δεν είναι γνωστές άλλες αρμοδιότητές τους βλ I. Klaudiu Polis 70, σελ. 73, σχόλια στον στίχο 1. C. Marek, Klaudiupolis, 35. Την ίδια αρμοδιότητα (εισήγηση προτάσεων ψηφισμάτων στην εκκλησία) είχαν και οι στρατηγοί της Κίου. Βλ. σχετικώς ανωτέρω σελ I. Klaudiu Polis 53 (134 μ.χ.). 381 I. Klaudiu Polis 52 (134 μ.χ). 382 I. Klaudiu Polis 67 (Ρωμαϊκή εποχή). 383 I. Klaudiu Polis 12 (Ρωμαϊκή εποχή). 125

146 Στις επιγραφές μαρτυρούνται επίσης ἡ βουλὴ καὶ ὁ δῆμος της πόλης. Σε μία επιγραφή οι δύο θεσμοί τιμούν από κοινού τον αυτοκράτορα Αδριανό. 384 Επίσης σε τέσσερις τιμητικές επιγραφές οι τιμές αποδίδονται κατὰ τὸ δόγμα τῆς βουλῆς καὶ τοῦ δήμου. 385 Σε δύο επιγραφές αναφέρονται βουλευτές: Ο βουλευτής Ιουλιανός Μενέφρονος σε μία επιτύμβια επιγραφή από την Κλαυδιούπολη 386 και σε μία τιμητική επιγραφή από την Αφροδισιάδα ο Μ. Αίλιος Αυρήλιος Μένανδρος, στον οποίο η Κλαυδιούπολη απένειμε πολιτεία και βουλευτική ιδιότητα για τις νίκες του σε αγώνες που τελέστηκαν στην πόλη. 387 Σε δύο επιτύμβια επιγράμματα σώζονται οι φράσεις ἄρξας δὶς ἐν πατρίδι Βειθυνέων Ἁδριανῇ 388 και [π]ρῶτον ἐν πάτρῃ ἀρχῆς 389, οι οποίες δηλώνουν τον (απλό) ἄρχοντα και τον πρῶτο ἄρχοντα αντιστοίχως, εν τούτοις δεν είναι γνωστός ο αριθμός των αρχόντων της πόλης ή άλλες λεπτομέρειες σχετικά με αυτούς. 390 Στην πρώτη επιγραφή το όνομα της πόλης έχει την μορφή Ἁδριανή. 391 Σε ένα μετάλλιο, το οποίο αφιερώνει η πατρίδα (δηλαδή η Κλαυδιούπολη) στον Αντίνοο θεό, παραδίδονται συντομογραφημένα τα ονόματα και των δώδεκα μηνών του ημερολογίου της Βιθυνίας με την εξής σειρά: Διονύσιος, Ἡράκλειος, Δῖος, Βενδίδειος, Στράτειος, Πραινέτιος, Ἄρειος, Ἀφροδίσιος, Δημήτριος, Ἡραῖος, Ἑρμαῖος, Μητρῷος. 392 Αυτό το ημερολόγιο 384 I. Klaudiu Polis 51 (131 μ.χ.). 385 I. Klaudiu Polis 13, 66, 68, 69 (όλες Ρωμαϊκής εποχής). 386 I. Klaudiu Polis 144 ( μ.χ.). 387 I. Klaudiu Polis Τ24 (2 ος αι. μ.χ.), σελ. 144, σχόλια. 388 I. Klaudiu Polis 75, 7 (Ρωμαϊκή εποχή). 389 I. Klaudiu Polis 16, 1-2 (Αυτοκρατορική εποχή). 390 Βλ. για τους άρχοντες στην Κλαυδιούπολη W. Ameling, Archontat, 25. I. Klaudiu Polis, σελ. 19 (εισαγωγή). 391 Η πόλη έλαβε αυτό το όνομα περί το 130 μ.χ. επί Αδριανού. Το επίθετο Ἁδριανή είτε εμφανίζεται μόνο του είτε συνοδεύει το όνομα Βιθύνιο. Βλ. για τις μορφές του ονόματος της πόλης I. Klaudiu Polis, σελ. 1 (εισαγωγή). Βλ. και ανωτέρω σελ και κατωτέρω σελ I. Klaudiu Polis 7 (περί το 130 μ.χ.). Οι μήνες Ἡραῖος, Διονύσιος και Ἡράκλειος μαρτυρούνται και στην Κίο (III.1, σελ ). 126

147 ίσχυε στη Βιθυνία το αργότερο από τη δημιουργία της επαρχίας και εξής. Όλα τα ονόματα των μηνών είναι θεοφόρα και προέρχονται από ελληνικές και μη θεότητες. Από τους ανωτέρω μήνες ο Βενδίδειος έλαβε το όνομα του από τη θρακική θεότητα Βενδίδα (αντίστοιχη της θεάς Αρτέμιδος) και ο μήνας Πραινέτιος από τον βιθυνικής προέλευσης θεό Πραίνετο/Πρίετο, ο οποίος θεωρούνταν θεός του πολέμου. Ο Μητρώος ονομάστηκε από τη Μητέρα θεά (Κυβέλη), η οποία είχε μικρασιατική προέλευση, και ο Στράτειος είναι γνωστό επίθετο, το οποίο αποδιδόταν σε διάφορες θεότητες. 393 Από την εποχή του Αυγούστου και εξής πρώτος μήνας του ημερολογίου ήταν ο Ηραίος, η πρώτη ημέρα του οποίου αντιστοιχούσε στη γενέθλιο ημέρα του Αυγούστου (23 η Σεπτεμβρίου). 394 Ωστόσο σε μία επιγραφή από τη χώρα της πόλης, αντί για κάποιον από τους ανωτέρω μήνες, αναφέρεται ο μήνας Δύστρος, ο οποίος ανήκει στο μακεδονικό ημερολόγιο. 395 Ίσως στη χώρα της Κλαυδιούπολης είχαν διατηρηθεί μήνες από το ημερολόγιο το οποίο ήταν σε χρήση πριν την καθιέρωση του ημερολογίου της επαρχίας, δηλαδή κατά την Ελληνιστική εποχή. Για τον θεσμό της γυμνασιαρχίας, ο οποίος αναφέρθηκε στη σχετική με τις φυλές επιγραφή, σώζεται μία επιπλέον επιγραφική μαρτυρία. Πρόκειται για κατάλογο ἀγωνοθετῶν και γυμνασιάρχων, οι οποίοι άσκησαν τα αξιώματα της αγωνοθεσίας και της γυμνασιαρχίας συγχρόνως σε κάποια εορτή προς τιμήν του Διός Καουατρηνού (Καβατρηνού) στη χώρα της 393 Βλ. αναλυτικά για την προέλευση των ονομάτων των μηνών I. Klaudiu Polis 7, σελ. 30, σχόλια. C. Trümpy, Monatsnamen und Monatsfolgen, Για τη μεταρρύθμιση του ημερολογίου της επαρχίας βλ. και ανωτέρω ΙΙΙ.1, σελ Για τις ακριβείς αντιστοιχίες των μηνών του ημερολογίου της επαρχίας και του ρωμαϊκού ημερολογίου βλ. Η. Bischoff, Kalender, RE X 2 (1919), 1596 (με πίνακα). 395 I. Klaudiu Polis 62. Ο Δύστρος είναι ο πέμπτος μήνας του μακεδονικού ημερολογίου. Βλ. γι αυτόν τον μήνα και το μακεδονικό ημερολόγιο C. Trümpy, Monatsnamen und Monatsfolgen,

148 Κλαυδιούπολης. 396 Από τους δύο αξιωματούχους ο αγωνοθέτης είχε το καθήκον της οργάνωσης και της διεξαγωγής των εορτών και των αγώνων, ενώ ο γυμνασίαρχος φρόντιζε για την παροχή ελαιολάδου, το οποίο χρησιμοποιούσαν οι αθλητές. 397 Αγωνοθέτης μαρτυρείται και για τους μεγάλους Κλαυδιάνειους ισολύμπιους αγώνες. 398 Στην πόλη τελούνταν επίσης εορτές προς τιμήν του Αντινόου (Ἁδριάνειος Ἀντινόειος, 399 στ. 19). Αυτή η πληροφορία προέρχεται από μία επιγραφή από την Αφροδισιάδα, με την οποία τιμάται κάποιος αθλητής για τη συμμετοχή του στο αγώνισμα του δολίχου παίδων 400 σε αυτούς τους αγώνες. Σε αυτή την επιγραφή το όνομα της πόλης απαντά ως Ἁδριανήα τῆς Βειθυνίας (στ. 18). 401 Μία ακόμη τιμητική επιγραφή από την Αφροδισιάδα μαρτυρεί τη διεξαγωγή στην Κλαυδιούπολη του παγκρατίου ἀνδρῶν, στο οποίο νίκησε ο Μ. Αίλιος Αυρήλιος Μένανδρος. 402 Δεν είναι γνωστό όμως στα πλαίσια ποιων αγώνων διεξήχθη αυτό το αγώνισμα. Εκτός από τον Δία Καβατρηνό, για τον οποίο έγινε λόγος ανωτέρω, στην Κλαυδιούπολη και στη χώρα της ο Ζευς λατρευόταν και ως Ἑρκεῖος, 403 Βροντῶν, 404 Εἰένκιμος 405 και Σωτήρ. 406 Επίσης μαρτυρείται λατρεία του 396 I. Klaudiu Polis 61 (τέλη 2 ου /αρχές 3 ου αι. μ.χ.). Πρόκειται για τη μοναδική μαρτυρία αυτού του επιθέτου του Διός, η σημασία του οποίου είναι άγνωστη: αυτ. σελ. 65, σχόλια στον στίχο I. Klaudiu Polis 61, σελ. 66, σχόλια στον στίχο I. Klaudiu Polis 144. Βλ. για την καθιέρωση αυτών των αγώνων αυτ. σελ , σχόλια. Ως ισολύμπιοι χαρακτηρίζονταν οι αγώνες οι οποίοι ισοδυναμούσαν με τους Ολυμπιακούς αγώνες: S. G. Miller, Ancient Greek Athletics, Αυτοί οι αγώνες καθιερώθηκαν από τον Αδριανό προς τιμήν του Αντινόου: I. Klaudiu Polis, σελ. 20 (εισαγωγή). 400 Πρόκειται για αγώνα δρόμου μεγάλης απόστασης (μακρός δρόμος), ο οποίος απαιτούσε κυρίως αντοχή και λιγότερο ταχύτητα. Ο δόλιχος ανδρών εισήχθη στην 15 η Ολυμπιάδα (720 π.χ.). Για τον δόλιχο παίδων δεν είναι γνωστός ο χρόνος εισαγωγής στα Ολύμπια. Βλ. σχετικώς J. Jüthner, Dolichos, RE V 1 (1903), IAG 80 (αρχές 3 ου αι. μ.χ.). 402 IAG 72, 37 (165 μ.χ.). 403 I. Klaudiu Polis 4. Πρόκειται για επίθετο του Διός, ο οποίος είχε τον βωμό του εντός του ἕρκους, της αυλής δηλαδή μίας οικίας, και ο οποίος θεωρούνταν προστάτης της οικογενειακής εστίας: O. Jessen, Herkeios, RE VIII 1 (1912), I. Klaudiu Polis 60. Ο Ζευς λατρευόταν συχνά με αυτό το επίθετο σε πολλές περιοχές της Μ. Ασίας: αυτ. σελ. 64, σχόλια στον στίχο

149 Απόλλωνος, 407 του Ερμή, 408 του Ασκληπιού και της Υγιείας, 409 του Ηρακλέους, 410 του Αντινόου 411 και ίσως του Μεγάλου Αλεξάνδρου. 412 Ήδη αναφέρθηκε ότι κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους λατρευόταν στην πόλη ο θεοποιημένος βασιλεύς και κτίστης Προυσίας Α. 413 Όσον αφορά τα παραδιδόμενα στις επιγραφές ονόματα παρατηρούνται τα εξής: Σε τρεις επιγραφές μαρτυρείται επίδραση του βασιλέως Προυσία στα ανθρωπωνύμια. 414 Στις επιτύμβιες επιγραφές μαρτυρούνται πολλά ελληνικά ονόματα. 415 Ωστόσο και τα ρωμαϊκά είναι αρκετά, 416 μεταξύ των οποίων και ονόματα Ελλήνων με ρωμαϊκή πολιτεία. 417 Τέλος και σε αυτή την πόλη μαρτυρούνται ορισμένα ονόματα θρακικής προέλευσης, 418 τα οποία είναι ενδεικτικά της παρουσίας αυτοχθόνων στη χώρα της Κλαυδιούπολης. Δύο μόνον επιγραφές προερχόμενες από άλλες πόλεις αφορούν πολίτες του Βιθυνίου-Κλαυδιουπόλεως. Στην πρώτη από αυτές το εθνωνύμιο απαντά ως Βιθυνιεύς και το όνομα είναι ελληνικό, 419 ενώ στη δεύτερη ως 405 I. Klaudiu Polis 62 ( μ.χ.). Πρόκειται για τη μοναδική μαρτυρία σχετικά με αυτό το επίθετο του Διός, η έννοια του οποίου δεν είναι γνωστή: αυτ. σελ. 67, σχόλια στον στίχο I. Klaudiu Polis I. Klaudiu Polis I. Klaudiu Polis I. Klaudiu Polis 6 και I. Klaudiu Polis I. Klaudiu Polis 56 (περί το 130 μ.χ.): Νέῳ θεῷ Ἀντινόῳ. 412 I. Klaudiu Polis 10. Πρόκειται για βωμό, στον οποίο αναγράφεται μόνον η λέξη «Ἀλεξάνδρου». 413 Βλ. ανωτέρω II.7, σελ I. Klaudiu Polis 61, 9: Προυσίας 114, 2: Προυσιάς 122, 1: Προυσίας. 415 I. Klaudiu Polis 22, 24, 27, 28, 32, 74, 75, 76, 78, 80, 84, 96, 98, 99, 100, 103, 104, 105, 106, 107, 108, 121, 122, 124, 125, 126, 127, 128, 129, 131, 135, 137a, 140, 141, 142, 143, 145, 146, 147, 148, 149, 150, 151, 153, 154, 155, 156, 157, Τριμερή ρωμαϊκά ονόματα στις επιγραφές I. Klaudiu Polis 23, 31, 33, 35, 82, 89, 90, 91, 92, 103, 114, 132, 133, 137a, 138, 139, 162. Ένα μόνον ρωμαϊκό όνομα στις επιγραφές I. Klaudiu Polis 22, 27, 71, 98, 99, 104, 123, 128, 130, 140, 142, 146, 147, 151, 155, Τριμερή ονόματα με ελληνικό cognomen στις επιγραφές I. Klaudiu Polis 29, 30, 39, 72, 73, 86, 87, 88, 89, 90, 93, 94, 134, 153, I. Klaudiu Polis 115: Βωβᾶς 124: Δίντας 150: Σεύθης 160: Ζιαηλίς, Σεύθης. 419 I. Klaudiu Polis Τ22 (Νικομήδεια, 2 ος /3 ος αι. μ.χ.). 129

150 Κλαυδιοπολείτης Βειθυνός και το όνομα είναι ρωμαϊκό. 420 Αυτό αποδεικνύει ότι στους Αυτοκρατορικούς χρόνους χρησιμοποιούνταν ταυτοχρόνως και τα δύο εθνωνύμια. Παράλληλη χρήση παρατηρείται και ως προς τα ονόματα της πόλης, Ἁδριανήα τῆς Βειθυνίας ή Ἁδριανή Βειθυνέων, τα οποία επισημάνθηκαν προηγουμένως, και Βειθύνιον, 421 ενώ σε έναν μιλιοδείκτη το όνομα έχει τη μορφή Bithynium Hadriana I. Klaudiu Polis Τ23 (Πάταρα, μ.χ.). 421 Ι. Klaudiu Polis Ι. Klaudiu Polis 55, 6 ( μ.χ.). 130

151 IV. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Από την αναλυτική εξέταση του θέματος προέκυψαν ορισμένα γενικά συμπεράσματα, τα οποία συνοψίζονται με σειρά αντίστοιχη προς τα κύρια μέρη της εργασίας (ΙΙ-ΙΙΙ). Η πολιτική και οι σχέσεις του Προυσία Α προς τις ελληνικές πόλεις της Βιθυνίας αποτελούν μέρος της όλης εξωτερικής πολιτικής του, διότι συνδέονται με την επιδίωξή του να επεκτείνει το βασίλειό του και να εντάξει σε αυτό ελληνικές πόλεις. Η εξωτερική πολιτική αυτού του βασιλέως περιλαμβάνει σχέσεις με το σύνολο σχεδόν των ισχυρών δυνάμεων της Ελληνιστικής εποχής. Χαρακτηριστικά της είναι η απώθηση τριών γαλατικών φύλων, 1 η εχθρότητα και οι συγκρούσεις με το όμορο στον Νότο βασίλειο των Ατταλιδών, 2 η συμμαχία με τον βασιλέα της Μακεδονίας Φίλιππο Ε, η παρ ολίγο συμμαχία με τον Αντίοχο Γ 3 και οι αρχικά εχθρικές σχέσεις με τη Ρώμη λόγω των συγκρούσεων του Προυσία με τους συμμάχους της, τους Ατταλίδες. Αργότερα όμως οι Ρωμαίοι διέκειντο φιλικά προς τον Προυσία. 4 Επίσης ο Προυσίας συμμάχησε παροδικά με μικρότερες δυνάμεις, όπως η Ρόδος, ο Αννίβας, ο βασιλεύς του Πόντου Φαρνάκης Α και τέλος ο Ορτιάγων, ο βασιλεύς του γαλατικού βασιλείου της Μ. Ασίας. 5 Επειδή σκοπός της εξωτερικής πολιτικής του ήταν η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη επέκταση της επικράτειάς του και ο εξελληνισμός του βασιλείου του, ο Προυσίας στράφηκε και προς τις πλησιόχωρες ελληνικές πόλεις, οι οποίες έκειντο στην ευρύτερη περιοχή της Βιθυνίας αλλά εκτός των αρχικών ορίων του βασιλείου του. Η επιδίωξή του να υπαγάγει στο 1 Βλ. ανωτέρω ΙΙ.1. 2 Βλ. ανωτέρω ΙΙ.3. 3 Βλ. ανωτέρω ΙΙ.3, σελ , 24, (Φίλιππος Ε ) και σελ (Αντίοχος Γ ). 4 Βλ. για τις σχέσεις του Προυσία Α με τη Ρώμη ΙΙ.3, σελ Βλ. σχετικώς ΙΙ.2 (Ρόδος), ΙΙ.3, σελ. 24 (Αννίβας, Φαρνάκης Α, Ορτιάγων). 131

152 βασίλειό του ελληνικές πόλεις εκδηλώθηκε αρκετά νωρίς, περί το 220 π.χ., με τον πόλεμο εναντίον του Βυζαντίου, ωστόσο αυτή η πρώτη προσπάθεια απέτυχε. 6 Κατά τα επόμενα έτη όμως ανάλογες προσπάθειες του Προυσία είχαν το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Το 202 π.χ. η Κίος και η Μύρλεια υπήχθησαν στο βασίλειο της Βιθυνίας με τη βοήθεια του συμμάχου του Φιλίππου Ε, ο οποίος είχε εκστρατεύσει στην Προποντίδα. Οι δύο πόλεις πολιορκήθηκαν, λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν εκ θεμελίων από τους δύο βασιλείς. Στη συνέχεια παραχωρήθηκαν στον Προυσία Α, ο οποίος με την προσάρτησή τους στο βασίλειο φρόντισε για την ανοικοδόμηση και επανίδρυσής τους υπό τα ονόματα Προυσιὰς ἡ ἐπιθαλάσσιος και Ἀπάμεια αντιστοίχως. 7 Αργότερα (πριν το 190 και έως το 182 π.χ.) ο Προυσίας επετέθη στην Ηράκλεια του Πόντου, η οποία δεν κατέστη δυνατόν να καταληφθεί, ωστόσο αφαίρεσε από τη χώρα της τις πόλεις Κίερο και Τίειον. Από αυτές τις πόλεις μόνον η Κίερος επανιδρύθηκε υπό το όνομα Προυσιὰς πρὸς τῷ Ὑπίῳ. 8 Είναι σαφές ότι η σχέση του Προυσία προς τις τέσσερις ανωτέρω πόλεις (Κίος, Μύρλεια, Κίερος, Τίειον) είναι η κατάκτηση, η επακόλουθη ένταξή τους στο βασίλειο της Βιθυνίας και για τρεις από αυτές η επανίδρυση υπό νέο όνομα με την πιθανότητα ο Προυσίας να εγκατέστησε στο έδαφός τους και νέο πληθυσμό. 9 Όσον αφορά τις πόλεις Προύσα και Βιθύνιο η σχέση του Προυσία προς αυτές προσδιορίζεται ως πιθανή ίδρυση σε περιοχές τις οποίες ο ίδιος είχε προσαρτήσει στο βασίλειο, με αρχικό τουλάχιστον στόχο να κατοχυρωθούν διά της ίδρυσης οι αντίστοιχες περιοχές και να σταθεροποιηθεί η κυριαρχία του Προυσία σε αυτές. Επομένως η ίδρυση των δύο νέων πόλεων εξυπηρετούσε αρχικώς την επεκτατική εξωτερική 6 Βλ. ανωτέρω ΙΙ.2. 7 Βλ. αναλυτικά για τις δύο πόλεις ΙΙ.4. 8 Βλ. αναλυτικά για την κατάκτηση αυτών των πόλεων ΙΙ.5. 9 Βλ. για το ενδεχόμενο εποικισμού των τριών πόλων ΙΙ.4, σελ. 38 (Κίος και Μύρλεια) και ΙΙ.5, σελ. 40 (Κίερος). 132

153 πολιτική του Προυσία. Οι ιδρύσεις της Προύσας και του Βιθυνίου χρονολογούνται αντιστοίχως μεταξύ 188/7-184 π.χ. και π.χ. 10 Η γενικότερη εξωτερική πολιτική και η ειδικότερη πολιτική του Προυσία Α προς τις ελληνικές πόλεις του βασιλείου του τον αναδεικνύουν ως τυπικό ελληνιστικό βασιλέα, διότι επιδίωξη όλων των ελληνιστικών βασιλέων ήταν η μέγιστη επέκταση της επικράτειάς τους, η ένταξη ελληνικών πόλεων σε αυτή ή η ίδρυση νέων πόλεων. 11 Η εσωτερική κατάσταση των πόλεων, τις οποίες κατέκτησε ή πιθανόν ίδρυσε ο Προυσίας Α, εξετάστηκε στο δεύτερο μέρος της εργασίας, όπου περιεγράφησαν αναλυτικά με βάση τις επιγραφές οι θεσμοί και τα γενικότερα χαρακτηριστικά του δημόσιου βίου των πόλεων. Χαρακτηριστικό όλων σχεδόν των πόλεων (με εξαίρεση την Κίο και την Προύσα) είναι η απουσία επιγραφικών μαρτυριών επί βασιλείας Προυσία Α ειδικότερα ή επί βασιλείου Βιθυνίας γενικότερα. Οι έξι εξεταζόμενες πόλεις ταξινομούνται σε δύο κύριες κατηγορίες: α) Παλαιές ελληνικές ιδρύσεις και β) πιθανές νέες ιδρύσεις, διότι κατ αυτόν τον τρόπο τυποποιούνται καλύτερα τα κοινά χαρακτηριστικά τους. α) Παλαιές ελληνικές ιδρύσεις: Κίος, Μύρλεια, Κίερος, Τίειον. Η σημαντικότερη και πιο ενδιαφέρουσα πόλη είναι η Κίος, για την οποία προκύπτει πληρέστερη εικόνα σε σχέση με τις υπόλοιπες πόλεις. Αυτό συμβαίνει, διότι από την ίδια την Κίο σώζονται επιγραφές και των τριών χρονικών περιόδων και επομένως είναι δυνατή μία σύγκριση της κατάστασης της πόλης πριν και μετά την κατάκτησή της το 202 π.χ. Από 10 Βλ. αναλυτικά για την πιθανή από τον Προυσία Α ίδρυση των δύο πόλεων ΙΙ.6-ΙΙ.7 αντιστοίχως. 11 L. Hannestad, Bithynian Kings and Greek Culture,

154 τη συγκριτική εξέταση των επιγραφών των περιόδων πριν το 202 π.χ., μεταξύ π.χ. και μετά το 74 π.χ. αποδεικνύεται ότι οι ελληνικοί θεσμοί της πόλης εξακολούθησαν να υφίστανται και να λειτουργούν μετά την ένταξη της Κίου στο βασίλειο της Βιθυνίας, βεβαίως και κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους. Συγκεκριμένα, επειδή από το χρονικό διάστημα της ένταξης της Κίου στο βιθυνικό βασίλειο ( π.χ.) παραδίδονται ελάχιστοι θεσμοί (μόνον γυμνασίαρχος και γυμνάσιο σε ένα ελλιπές τιμητικό ψήφισμα 12 ), το ανωτέρω συμπέρασμα σχετικά με τη συνέχεια των ελληνικών θεσμών προκύπτει με μεγαλύτερη σαφήνεια από τις επιγραφές πριν το 202 π.χ. και μετά το 74 π.χ.: Μαρτυρείται η συνέχεια έως τους Αυτοκρατορικούς χρόνους της βουλής και του δήμου, των αρχόντων, των στρατηγών, του αξιώματος του ταμία, του γυμνασίου και του γυμνασιάρχου. 13 Η μαρτυρία των ίδιων θεσμών πριν το 202 π.χ. και μετά το 74 π.χ. δηλώνει ότι αυτοί οι θεσμοί υπήρχαν και κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, όταν δηλαδή η Κίος ανήκε στο βασίλειο της Βιθυνίας. Οι ελληνικοί θεσμοί της πόλης, οι οποίοι μαρτυρούνται μόνον στο χρονικό διάστημα μετά το 74 π.χ. (π.χ. φυλή Ηρακλεώτις, γραμματεύς, αγορανόμος, θεσμός εφηβείας και συναφή αξιώματα), 14 πιθανότατα προϋπήρχαν, διότι πρόκειται για τυπικούς θεσμούς, τους οποίους η Κίος ως παλαιά ελληνική ίδρυση δεν θα μπορούσε παρά να διαθέτει. Επιπλέον επιχείρημα σχετικά με τη διατήρηση των θεσμών επί βασιλείου Βιθυνίας αποτελεί ανάλογη προηγούμενη κατάσταση της πόλης: Η Κίος τον 4 ο αι. π.χ. ανήκε στην Περσική αυτοκρατορία και κυβερνήθηκε από τοπικούς Πέρσες ηγεμόνες επί των οποίων διατήρησε τους ελληνικούς θεσμούς της, όπως αποδεικνύουν τα δύο τιμητικά 12 Βλ. ανωτέρω ΙΙΙ.1, σελ Βλ. ανωτέρω ΙΙΙ.1, σελ (πριν το 202 π.χ.) και σελ (Αυτοκρατορικοί χρόνοι). 14 Βλ. γι αυτούς τους θεσμούς ΙΙΙ.1, σελ ,

155 ψηφίσματα του ίδιου αιώνα από την πόλη και ο κατάλογος θεωροδόκων του Άργους. 15 Μία μόνον μεταβολή παρατηρείται στο ημερολόγιο της Κίου, το οποίο πριν το 202 π.χ. ήταν το ημερολόγιο της μητρόπολής της, της Μιλήτου, ενώ στους Αυτοκρατορικούς χρόνους καθιερώθηκε το κοινό ημερολόγιο των ελληνικών πόλεων της επαρχίας Βιθυνίας, το οποίο βεβαίως διέφερε από το προηγούμενο. 16 Στη Μύρλεια Απάμεια οι επιγραφές επίσης ταξινομήθηκαν σε τρεις περιόδους, ωστόσο στις δύο πρώτες οι επιγραφικές μαρτυρίες δεν προέρχονται από την ίδια την πόλη και δεν παραδίδουν συγκεκριμένους θεσμούς πλην της θεωροδοκίας. Παρά την έλλειψη μαρτυριών για συγκεκριμένους θεσμούς πριν τους Ρωμαϊκούς χρόνους και τις ολιγάριθμες επιγραφές της, η Μύρλεια Απάμεια ήταν μία παλαιά ελληνική πόλη, η οποία διατήρησε τα ελληνικά χαρακτηριστικά της γνωρίσματα επί βασιλείου Βιθυνίας αλλά και στη συνέχεια ως ρωμαϊκή αποικία. Αυτό αποδεικνύεται πρώτον, από τις εκτός πόλης επιγραφές πριν το 202 π.χ., στις οποίες αναφέρεται ως δῆμος ή πόλις και δεύτερον, από τους μαρτυρούμενους στη Ρωμαϊκή εποχή ελληνικούς θεσμούς. 17 Και σε αυτή την περίπτωση επιπλέον επιχείρημα σχετικά με τη συνέχεια των θεσμών είναι η πολιτική κατάσταση της πόλης κατά τον 4 ο αι. π.χ., διότι, αν και η Μύρλεια υπέκειτο στη δικαιοδοσία τοπικών δυναστών, μαρτυρούνται στην ίδια επιγραφή πρώτον, ο τυπικός ελληνικός θεσμός της θεωροδοκίας και δεύτερον, η σύναψη διακρατικών σχέσεων, στην προκειμένη περίπτωση με το Άργος Βλ. ανωτέρω ΙΙΙ.1, σελ Βλ. για το ημερολόγιο της πόλης ΙΙΙ.1, σελ. 59, σημ. 23 (πριν το 202 π.χ.) και σελ (Αυτοκρατορικοί χρόνοι). 17 Βλ. ανωτέρω ΙΙΙ.2, σελ (πριν το 202 π.χ.) και σελ (Αυτοκρατορικοί χρόνοι). 18 Βλ. ανωτέρω ΙΙΙ.2, σελ

156 Από τις άλλες δύο παλαιές ελληνικές πόλεις, την Κίερο Προυσιάδα πρὸς τῷ Ὑπίῳ και το Τίειον, οι σωζόμενες επιγραφικές μαρτυρίες χρονολογούνται μόλις στους Αυτοκρατορικούς χρόνους. Η απουσία επιγραφών από προηγούμενες εποχές δεν δηλώνει απαραιτήτως την απουσία ελληνικών θεσμών πριν τους Ρωμαϊκούς χρόνους. Αντιθέτως, η λειτουργία ελληνικών θεσμών σε προγενέστερες εποχές θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένη για τους εξής λόγους: α) Πρόκειται για παλαιές ελληνικές πόλεις. Επομένως οι κύριοι ελληνικοί θεσμοί πρέπει να ήταν σε ισχύ από την εποχή της ίδρυσης των πόλεων και είχαν βεβαίως παραληφθεί από τις αντίστοιχες μητροπόλεις (Ηράκλεια του Πόντου και Μίλητο αντιστοίχως) β) ειδικότερα στην Προυσιάδα αποδείχθηκε ότι τέσσερις από τις δώδεκα φυλές δημιουργήθηκαν σε προηγούμενες εποχές και επιβίωσαν έως και τον 3 ο αι. μ.χ. (τρεις φυλές από την εποχή της ίδρυσης της πόλης ως Κιέρου και μία φυλή από την εποχή του Προυσία Α ). 19 Επομένως οι μαρτυρούμενοι στους Αυτοκρατορικούς χρόνους ελληνικοί θεσμοί των δύο πόλεων είναι επιβιώσεις προγενέστερων εποχών αλλά δεν σώζονται αντίστοιχες επιγραφικές μαρτυρίες, ώστε αυτό να επιβεβαιωθεί. 20 Στον τομέα της εξωτερικής δραστηριότητας οι σχέσεις των παλαιών ελληνικών πόλεων με άλλες πόλεις δεν διακόπηκαν κατά το χρονικό διάστημα της ένταξης αυτών των πόλεων στο βασίλειο της Βιθυνίας. Αυτό προκύπτει άμεσα από μία επιγραφή της Κίου του χρονικού διαστήματος π.χ. 21 και από τη συγκριτική εξέταση των επιγραφών της Μύρλειας Απάμειας των περιόδων πριν το 202 π.χ. και μετά το 74 π.χ. Οι δύο πόλεις ως ανεξάρτητες συνδέονταν με σημαντικές ελληνικές πόλεις, 19 Βλ. ανωτέρω ΙΙΙ.3, σελ Βλ. και για τους θεσμούς του Τιείου ΙΙΙ.4, σελ Πρόκειται για το ψήφισμα των Μαγνήτων πρὸς Σιπύλῳ με το οποίο τιμώνται οι δικαστές οι οποίοι εστάλησαν από την Κίο (μέσα 2 ου αι. π.χ.). Αυτό το ψήφισμα είναι ενδεικτικό της συνέχειας των διακρατικών σχέσεων της Κίου, αν και η πόλη ανήκε στο βασίλειο της Βιθυνίας. Βλ. αναλυτικά ανωτέρω ΙΙΙ.1, σελ

157 όπως π.χ. την Αθήνα και το Άργος, επιπλέον η Κίος με τη Μίλητο και την Κω, ενώ η Μύρλεια με το Ίλιον. Επίσης ως ανήκουσες αρχικά στο βασίλειο της Βιθυνίας και αργότερα στην επαρχία Βιθυνίας-Πόντου η Κίος και η Μύρλεια Απάμεια εξακολουθούσαν να διατηρούν σχέσεις με άλλες ελληνικές πόλεις. 22 Εξωτερικές σχέσεις στα πλαίσια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας είχαν συνάψει επίσης η Προυσιάς και το Τίειον, για τις οποίες δεν σώζονται προγενέστερες επιγραφές. 23 Οι σχέσεις των τεσσάρων πόλεων με πόλεις εκτός της Βιθυνίας είναι πάσης φύσεως: πολιτικές, θρησκευτικές, πολιτιστικές, εμπορικές-οικονομικές. Επί των παλαιών ιδρύσεων είναι εμφανείς και ορισμένες επιδράσεις του βασιλέως Προυσία: Καταρχήν δόθηκαν δυναστικά ονόματα σε τρεις πόλεις. Από αυτές μόνον για την Κίο μαρτυρείται η σύγχρονη χρήση του παλαιού και του νέου τοπωνυμίου και των αντίστοιχων εθνωνυμίων σε εποχές κατά τις οποίες η πόλη έφερε επισήμως το όνομα Προυσιάς. 24 Επίσης από τις επανιδρυθείσες πόλεις η Κίος είναι η μοναδική η οποία στους Αυτοκρατορικούς χρόνους έλαβε εκ νέου ως επίσημο το παλαιό της όνομα. 25 Οι άλλες δύο πόλεις, η Προυσιάς και η Απάμεια, διατήρησαν το δοθέν από τον Προυσία όνομα έως τον 3 ο αι. μ.χ. τουλάχιστον. Επίσης μαρτυρείται λατρεία αυτού του βασιλέως με βεβαιότητα στην Προυσιάδα 26 και ίσως στην Κίο. 27 Στην Προυσιάδα μαρτυρείται επίσης φυλή με το όνομά του 28 καθώς και επίδρασή του στα ανθρωπωνύμια. 29 β) Πιθανές νέες ιδρύσεις: Προύσα, Βιθύνιο. 22 Βλ. αντιστοίχως για τις δύο πόλεις ΙΙΙ.1, σελ , και ΙΙΙ.2, σελ , Βλ. για τις εξωτερικές σχέσεις των δύο πόλεων ΙΙΙ.3, σελ και ΙΙΙ.4, σελ Βλ. ΙΙΙ.1, σελ , Βλ. σχετικώς ανωτέρω ΙΙ.4, σελ Βλ. ανωτέρω ΙΙΙ.3, σελ. 94 με σημ Βλ. για το ενδεχόμενο λατρείας του Προυσία Α στην Κίο ΙΙΙ.1, σελ. 69, σημ Βλ. ανωτέρω ΙΙΙ.3, σελ Βλ. για τα ανθρωπωνύμια ΙΙΙ.3, σελ

158 Οι δύο πόλεις ιδρύθηκαν από τον Προυσία Α κατά το πρότυπο των ελληνικών πόλεων. Αυτό αποδεικνύεται κυρίως από το πρώτο τιμητικό ψήφισμα Ελληνιστικής εποχής από την Προύσα, το οποίο παραδίδει τους θεσμούς βουλή και δήμο, αλλά και βασιλικό επιστάτη. 30 Ωστόσο οι περισσότεροι θεσμοί της Προύσας και όλοι οι θεσμοί του Βιθυνίου Κλαυδιούπολης μαρτυρούνται μόνον στους Αυτοκρατορικούς χρόνους. Οι ελληνικοί θεσμοί κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους αναδεικνύουν σαφέστατα τον ελληνικό χαρακτήρα αυτών των πόλεων. Ωστόσο ορισμένοι θεσμοί πρέπει να υπήρχαν και κατά το αμέσως προηγούμενο χρονικό διάστημα, δηλαδή επί βασιλείου Βιθυνίας, και μάλιστα δημιουργήθηκαν με πρωτοβουλία του ιδρυτή των πόλεων. Για το Βιθύνιο συγκεκριμένα παραδίδονται θεσμοί οι οποίοι δημιουργήθηκαν από τον Προυσία: Πρόκειται για τις έξι από τις δώδεκα φυλές και για το γενικότερο σύστημα των φυλών και των στρατηγιών της πόλης. 31 Και αυτή η πόλη διέθετε όλους τους απαραίτητους για τη λειτουργία της θεσμούς: εκκλησία και βουλή, στρατηγούς, άρχοντες, φυλές. Σε αντίθεση με τις παλαιές ιδρύσεις δεν μαρτυρούνται εξωτερικές σχέσεις για την Προύσα και το Βιθύνιο. Πλην της γενικότερης οργάνωσης της Προύσας και του Βιθυνίου, η οποία, όπως αναφέρθηκε, ήταν πρωτοβουλία του Προυσία, επί των δύο νέων πόλεων μαρτυρούνται και ορισμένες άλλες επιδράσεις αυτού του βασιλέως. Πρώτον τα ονόματά τους: Η Προύσα έφερε όνομα παρόμοιο με εκείνο του Προυσία, ενώ το όνομα του Βιθυνίου θυμίζει γενικά το βασίλειο και τη δυναστεία της Βιθυνίας. 32 Αυτά τα ονόματα διατηρήθηκαν 30 Βλ. ανωτέρω ΙΙΙ.5, σελ Βλ. ανωτέρω ΙΙΙ.6, σελ Βλ. για το όνομα του Βιθυνίου ΙΙ.6, σελ

159 έως και την Αυτοκρατορική εποχή. 33 Στο Βιθύνιο μαρτυρείται επίσης λατρεία του Προυσία ως κτίστη της πόλης 34 και επίδρασή του στα ανθρωπωνύμια. 35 Για την εσωτερική κατάσταση και των έξι πόλεων μπορούν να γίνουν τρεις γενικές παρατηρήσεις: α) ο Προυσίας διατήρησε σε ισχύ τους θεσμούς των παλαιών πόλεων, β) σε ορισμένες περιπτώσεις επέκτεινε ήδη υπάρχοντες θεσμούς (π.χ. δημιουργία μίας νέας φυλής στην Προυσιάδα, η οποία προστέθηκε στις τρεις αρχικές φυλές της πόλης) και γ) δημιούργησε εξ αρχής αντίστοιχους θεσμούς στις δύο νέες πόλεις. Αυτή η πολιτική είναι ενδεικτική της επιθυμίας του να διατηρηθεί ο ελληνικός χαρακτήρας των πόλεων του βασιλείου του. Επιπλέον, εφόσον για δύο τουλάχιστον πόλεις (Κίος και Προύσα) είναι βέβαιη η λειτουργία πολιτικών θεσμών και μόνον για την Κίο μαρτυρείται η σύναψη εξωτερικών σχέσεων κατά το χρονικό διάστημα π.χ., συνάγεται ότι ο Προυσίας Α και οι διάδοχοί του έδειχναν κάποιον σεβασμό στους θεσμούς αυτοδιοίκησης τουλάχιστον αυτών των δύο πόλεων. 36 Στις πόλεις διατηρήθηκαν έως και τον 3 ο αι. μ.χ. όχι μόνον οι προϋπάρχοντες της κατάκτησης από τον Προυσία Α θεσμοί, αλλά και οι θεσμοί τους οποίους αυτός εισήγαγε καθώς και οι επιδράσεις αυτού του βασιλέως, οι οποίες επισημάνθηκαν προηγουμένως. 33 Αυτό ισχύει και για το Βιθύνιο, το οποίο μετονομάστηκε αργότερα σε Κλαυδίου Πόλιν, διότι τόσο το παλαιό όσο και το νέο τοπωνύμιο καθώς και τα αντίστοιχα εθνωνύμια χρησιμοποιούνταν συγχρόνως. Βλ. σχετικώς ανωτέρω ΙΙΙ.6, σελ Βλ. ανωτέρω ΙΙ.7, σελ Βλ. ανωτέρω ΙΙΙ.6, σελ. 129 με σημ Κατά τον H. L. Fernoux, Notables et élites, 110, ακόμη και αν αυτή η αυτονομία ήταν τυπική και δεν είχε την ίδια ισχύ, όπως κατά την περίοδο της ανεξαρτησίας των πόλεων, το γεγονός ότι υφίστατο επί βασιλείου έχει από μόνο του ιδιαίτερη σημασία. Πρβλ. τις γενικές για όλες τις πόλεις του βασιλείου διαπιστώσεις του B. F. Harris, Bithynia, 867, ότι η αυτονομία τους διατηρήθηκε κατά τον χρόνο της υπαγωγής τους στο βασίλειο της Βιθυνίας. Ωστόσο αυτό το συμπέρασμα συνάγεται βάσει παραλληλισμού με τα υπόλοιπα ελληνιστικά βασίλεια. 139

160 Οι έξι πόλεις παρουσιάζουν και ορισμένα άλλα κοινά χαρακτηριστικά. Σε όλες μαρτυρούνται βουλή και δήμος είτε άμεσα είτε έμμεσα μέσω του χαρακτηρισμού των πόλεων με τον όρο πόλις ή δῆμος συνοδεία του εθνωνυμίου. Οι δύο θεσμοί υφίσταντο και συχνά συλλειτουργούσαν έως και τον 3 ο αι. μ.χ. Επιπλέον σε όλες τις πόλεις υπήρχαν γυμνάσια, καθώς επίσης φυλές, φύλαρχοι και άρχοντες, με εξαίρεση την Απάμεια, στην οποία δεν μαρτυρούνται επιγραφικά. Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο διαδραμάτιζαν εντός των πόλεων επιφανή πρόσωπα τα οποία με την ανάληψη δημόσιων αξιωμάτων προσέφεραν ποικίλες ευεργεσίες προς όφελος των πόλεων τους (ευεργετισμός). 37 Η συνέχεια είναι εμφανής και στο θρησκευτικό και στο πολιτιστικό επίπεδο: Στις πόλεις του βασιλείου λατρεύονταν οι κύριες ελληνικές θεότητες και τελούνταν εορτές, στα πλαίσια των οποίων διεξάγονταν διάφορα αγωνίσματα έως και τον 3 ο αι. μ.χ. Αν και κάποιες από τις εορτές καθιερώθηκαν στους Ρωμαϊκούς χρόνους, 38 είναι χαρακτηριστικές του δημόσιου βίου των ελληνικών πόλεων αυτής της εποχής. Κοινό για όλες τις πόλεις ήταν επίσης το ημερολόγιο, το οποίο καθιερώθηκε το αργότερο με τη δημιουργία της επαρχίας. Τα ονόματα των περισσότερων μηνών αυτού του ημερολογίου ήταν ελληνικά. 39 Τα παραδιδόμενα στις επιγραφές ανθρωπωνύμια, τα οποία είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία ελληνικά, αποδεικνύουν τη συνέχεια κατοίκησης των πόλεων από ελληνικό πληθυσμό έως και τον 3 ο αι. μ.χ. Συγχρόνως μαρτυρείται η παρουσία του αυτόχθονος πληθυσμού, των Βιθυνών, σχεδόν αποκλειστικά στη χώρα κάθε πόλης, η οποία όμως δεν 37 Οι περισσότερες μαρτυρίες προέρχονται από την Προυσιάδα (ΙΙΙ.3, σελ ), αλλά ο ευεργετισμός μαρτυρείται και στις υπόλοιπες πόλεις σε μικρότερο βαθμό. 38 Όπως οι αγώνες προς τιμήν των αυτοκρατόρων στην Προυσιάδα (ΙΙΙ.3, σελ με σημ. 261) και στο Βιθύνιο (ΙΙΙ.6, σελ. 128 με σημ. 398) και στην τελευταία αυτή πόλη οι αγώνες προς τιμήν του Αντινόου (ΙΙΙ.6, σελ. 128 με σημ. 399). 39 Βλ. για το ημερολόγιο ΙΙΙ.1, σελ και ΙΙΙ.6, σελ

161 είναι ιδιαίτερα ισχυρή. 40 Μαρτυρείται βεβαίως και η χρήση ρωμαϊκών ονομάτων από τους πολίτες των έξι πόλεων ή η παρουσία Ρωμαίων σε αυτές τις πόλεις κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους. Αυτό όμως είναι αυτονόητο για αυτή την εποχή, ενώ ο αριθμός των Ρωμαίων πολιτών δεν ήταν μεγάλος, καθώς η ρωμαϊκή πολιτεία απονεμόταν συνήθως σε λίγους εύπορους και επιφανείς πολίτες. 41 Οι προερχόμενες από άλλες πόλεις επιγραφές δίνουν μία αρκετά καλή εικόνα για την κινητικότητα, τις δραστηριότητες ή τη μόνιμη διαμονή των πολιτών των πόλεων του βασιλείου σε άλλες ελληνικές πόλεις. Τις δραστηριότητές τους ασκούσαν αυτοί οι πολίτες υπό ποικίλες ιδιότητες είτε ως ιδιώτες (π.χ. ιατροί, καλλιτέχνες, φιλόσοφοι) είτε στα πλαίσια των διακρατικών σχέσεων μεταξύ των πόλεων (π.χ. ως ξένοι δικαστές, έμποροι, αθλητές). Και σε αυτή την περίπτωση καλύτερα μαρτυρούμενες είναι οι εξωτερικές δραστηριότητες των καταγόμενων από την Κίο προσώπων, οι οποίες εντοπίζονται και στις τρεις υπό εξέταση περιόδους. Συνεπώς για τις εξεταζόμενες πόλεις του βασιλείου της Βιθυνίας συνάγεται η διατήρηση των ελληνικών θεσμών για όσες από αυτές κατακτήθηκαν και η εξ αρχής καθιέρωση ελληνικών θεσμών κατά το ελληνικό πρότυπο για όσες από αυτές ιδρύθηκαν. Είτε πρόκειται για παλαιές είτε για νεοϊδρυθείσες πόλεις, κατά το χρονικό διάστημα υπαγωγής τους στο βασίλειο της Βιθυνίας όλες διέθεταν χαρακτηριστικούς του δημόσιου βίου θεσμούς. Η διατήρηση της οργάνωσης των ελληνικών πόλεων επί του βασιλείου της Βιθυνίας επέτρεψε την εξέλιξη των θεσμών τους έως και τους Αυτοκρατορικούς 40 Περισσότερα είναι τα εγχώρια ονόματα στις δύο νέες ιδρύσεις, την Προύσα και το Βιθύνιο. Βλ. αντιστοίχως ΙΙΙ.5, σελ. 120 με σημ και ΙΙΙ.6, σελ. 129 με σημ Πρβλ. T. Corsten, Thracian Personal Names, 126, (για όλες τις πόλεις του βασιλείου): Ο αυτόχθων πληθυσμός πριν την εξάπλωση του βασιλείου κατοικούσε στην ύπαιθρο, ενώ μετά την κατάκτηση των πόλεων συγκεντρώθηκε γύρω από αυτές. 41 Περισσότεροι είναι οι Ρωμαίοι πολίτες της Απάμειας λόγω της εγκατάστασης της ρωμαϊκής αποικίας σε αυτή την πόλη, όμως και αυτοί αφομοιώθηκαν σύντομα από το ελληνικό περιβάλλον. Βλ. σχετικώς ΙΙΙ.2, σελ

162 χρόνους. Ο ελληνικός χαρακτήρας των έξι πόλεων είναι εμφανής σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής. Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι ήταν επιθυμία και πρόθεση του Προυσία να διατηρηθεί ο ελληνικός χαρακτήρας των πόλεων, διότι αυτό εξυπηρετούσε την πολιτική εξελληνισμού του βασιλείου, την οποία εφάρμοζαν τόσο ο ίδιος όσο και οι προκάτοχοί του βασιλείς (Νικομήδης Α και Ζιαήλας). Αυτή η πολιτική ήταν συνειδητή επιλογή των Βιθυνών βασιλέων, οι οποίοι ως μη Έλληνες, δήλωναν κατ αυτόν τον τρόπο την επιθυμία τους να ενταχθούν στην οικογένεια των ελληνιστικών βασιλέων. 42 Το ανωτέρω συμπέρασμα ενισχύει η αντίστοιχη πολιτική προηγούμενων και επόμενων Βιθυνών δυναστών, για την οποία έγινε λόγος περιστασιακά σε ορισμένα σημεία της εργασίας, όπως π.χ. η πολιτική του Νικομήδους Α, 43 οι σχέσεις του Ζιαήλα με τους Κώους 44 και του Προυσία Β με τα Άπτερα της Κρήτης. 45 Η δυναστεία της Βιθυνίας συνάπτοντας σχέσεις με διάφορες ελληνικές πόλεις είτε αυτές βρίσκονταν εντός είτε εκτός του βασιλείου ερχόταν σε επαφή με τον ανώτερο ελληνικό πολιτισμό. Οι σχέσεις αυτές δε χαρακτηρίζουν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό την πολιτική του Προυσία Α, επί της βασιλείας του οποίου ο εξελληνισμός του βασιλείου ήταν ταχύτατος και επιτεύχθηκε στον μέγιστο βαθμό Πρβλ. O. L. Gabelko, Some Peculiarities of the King s Power in Bithynia (To the Problem of Interrelations of Thracian and Hellenistic Traditions), VDI 213 (1995), 172: Ως ελληνιστικό βασίλειο η Βιθυνία ακολουθούσε το πρότυπο των υπόλοιπων ελληνιστικών κρατών και προ παντός τις διαδικασίες εξελληνισμού, οι οποίες λάμβαναν χώρα στον ευρύτερο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου την εποχή αυτή. 43 Βλ. σχετικώς Ι, σελ Βλ. σχετικώς ΙΙΙ.1, σελ. 65, σημ Βλ. σχετικώς ΙΙΙ.1, σελ. 72 με σημ. 80 και σελ , σημ Βλ. επίσης H. L. Fernoux, Notables et élites, 110: Η δυναστεία της Βιθυνίας διαδραμάτισε έναν σημαντικό ρόλο στον εξελληνισμό της περιοχής, ρόλο τον οποίο ανέλαβε με δική της πρωτοβουλία. Η συμβολή των Βιθυνών βασιλέων έγκειται στη διατήρηση του θεσμικού πλαισίου των πόλεων, η οποία επέτρεψε και τη εξέλιξη και διαιώνιση των πολιτικών θεσμών και δομών έως τους Αυτοκρατορικούς χρόνους. 142

163 Τελικώς με την ένταξή τους στο βασίλειο της Βιθυνίας επί Προυσία Α οι ελληνικές πόλεις απώλεσαν μεν την ανεξαρτησία τους, όχι όμως την ελληνική υπόστασή τους. Το ελληνικό γεωπολιτικό περιβάλλον του βασιλείου της Βιθυνίας επηρέασε τα πολιτικά κριτήρια του Προυσία Α, ο οποίος μετέφερε το πρότυπο της ελληνικής πόλης και στις πόλεις τις οποίες ο ίδιος κατά πάσα πιθανότητα ίδρυσε. 143

164 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΚΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΓΡΑΦΩΝ 1. Γραμματειακές πηγές Αρριανός, FGrHist 156 F 29: 42, 45 Δίων Χρυσόστομος, XLIV 9: 47 σ.158 Έρμιππος Βηρύτιος, FHG III p. 51 fr. 72: 35 Justinus, ΧΧΧΙΙ 4, 2: 49 σ.162 Livius, XXXII 33, 16: 30, 34 XXXII 34, 6: 30, 34 XXXIIΙ 30, 4: 30, 35 Μέμνων, FGrHist 434, F 19: 39, 40 Παυσανίας, VIII 9, 7: 50 σ.170 Plinius, Naturalis Ηistoria V 148: 42, 45, 46 σ.152 Πολύβιος, IV 49, 3: 10 σ.1 IV 49, 4: 14 σ.21 IV 51, 8: σ.27 IV 52, 9: 15 IV 52, 6-10: 17 σ.32 V 77, 1: 17 σ.34 V 111, 1-2: 11 σ.6 1-8: 28 σ.86 XV 22: 29 XV 22, 1: 32 XV 22, 1-2: 18 σ.38 XV 22, 3: 33 XV 22, 4: 32 XV 23: XV 23, 3: 32 XV 23, 3-4: 33 XV 23, 8: 32 σ.95 XV 23, 9: 33 XV 23, 10: 33 XVIII 3, 12: 30, 32, 34 XVIII 4, 7: 30, 34 XVIII 5, 4: 17 σ.38 XVIII 44, 5: 31, 35 Στέφανος Βυζάντιος, λ. Απάμεια: 35, 36 λ. Μύρλεια: 35, 36 λ. Προύσα: 31, 33, 42 λ. Τίος: 111 σ.301 Στράβων, ΧΙΙ 3, 8 (C 543): 111 σ.300 XII 4, 3 (C ): 31, 32, 33, 35 ΧΙΙ 4, 3 (C 564): 23 σ.61, 42 V 111, 2-4: 12 σ.10 V 111, 4-5: 12 σ.11 V 111, 5: 12 σ.12 V 111, 6: 12 σ.14 V 111, 7: 12 σ.13 XV 21, 2. Επιγραφές Agora XVII 519: 68 σ : 68 σ.60 Chiron 37 (2007), 3-4, αρ. 1-2: 96 σ.209 CIRB 705: 112 σ : 111 σ.304 Clara Rhodos ΙΙ 31: 71 σ.75 Corinth VIII 1 15: 120 σ

165 ΕΑΗ 1962 (1963), 18: 68 σ.62 IAG 72: 105 σ.265, 128 σ : 128 σ.401 I. Alexandreia Troas 3: 67 σ.52 I. Apameia und Pylai 1: 88 σ : 87 σ.155, 88 σ : 88 σ.164 4: 87 σ.155, 88 σ , 89 σ.167 5: 89 σ.170 6: 89 σ.171 8: 90 σ : 90 σ : 90 σ : 90 σ : 90 σ : 90 σ.174, 85 σ : 90 σ : 88 σ.162, 90 σ : 88 σ.162, 90 σ : 88 σ.162, 90 σ : 90 σ : 88 σ.162, 90 σ : 90 σ : 88 σ.162, 90 σ : 90 σ A: 90 σ : 90 σ.174, : 90 σ : 85 σ : 90 σ : 90 σ : 90 σ : 90 σ : 90 σ : 90 σ : 90 σ : 90 σ : 89 σ : 90 σ : 88 σ.162, 89 σ : 88 σ.162, : 90 σ : 90 σ.174, : 90 σ : 90 σ : 90 σ : 88 σ.165 Τ7: 91 σ.183 I. Cos 2: 67 σ.53 I. Cret. II iii 4A: 72 σ.80 4B: 72 σ.81 I. Didyma 427: 64 σ.43 I. Erythrai 510: 59 σ. 22 ΙG I 3 71: 57 σ : 57 σ : 57 σ.7 264: 57 σ.8 265: 57 σ.8 267: 57 σ.8 268: 57 σ.8 270: 57 σ.9 272: 57 σ : 57 σ : 57 σ.12, 83 σ : 57 σ.12, 83 σ : 57 σ.13, 83 σ : 57 σ.15, 83 σ.135 IG II 2 703: 83 σ : 86 σ : 111 σ : 86 σ : 36 σ /1: 112 σ : 68 σ : 86 σ : 92 σ : 92 σ : 92 σ : 92 σ : 92 σ : 92 σ : 92 σ : 92 σ : 92 σ : 92 σ : 92 σ : 92 σ : 86 σ : 86 σ : 92 σ : 92 σ : 92 σ : 81 σ : 68 σ : 68 σ : 72 σ : 68 σ : 68 σ : 72 σ : 72 σ : 73 σ : 82 σ.132 IG IV 2 1, 122: 67 σ.58 IG XI 4, 1240: 67 σ

166 IGR IV 163: 92 σ.185 IGUR 71a: 111 σ.299 b: 108 σ.283 c: 120 σ.359 d: 81 σ.131 e: 91 σ.181 I. Ilion 5: 84 σ.140 I. Kios 1: 58 σ.21 2: 61 σ.33 3: 75 σ.93, 80 σ.120 4: 75 σ.90 5: 75 σ.94 8: 68 σ.64 16: 76 σ.98 17: 70 σ.68 18: 65 σ.49 24: 80 σ : 62 σ.36 26: 76 σ.97 27: 80 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 74 σ.85 38: 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 71 σ.73 59: 71 σ.74 60: 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ.123, : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 74 σ.85 79: 71 σ.72 80: 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 71 σ.72 99: 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ : 81 σ.123 Τ3: 63 σ.42 Τ8: 82 σ.132 Τ29: 72 σ.81 I. Klaudiu polis 4: 128 σ.403 5: 129 σ.410 6: 129 σ.409 7: 126 σ : 129 σ : 125 σ : 126 σ : 126 σ : 124 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 52 σ : 126 σ : 125 σ : 125 σ : 130 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 128 σ : 128 σ.396, 129 σ : 127 σ.395, 129 σ.405, : 129 σ : 126 σ : 125 σ : 126 σ :

167 σ : 125 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 126 σ.388, 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ.414, : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ.415, : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ a: 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 126 σ.386, 128 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ.415, : 129 σ : 129 σ.415, : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ : 129 σ.415 Τ22: 129 σ.419 Τ23: 130 σ.420 Τ24: 126 σ.387 Ι. Lindos 121: 85 σ : 71 σ.76 I. Oropos 163: 67 σ.54 IOSPE Ι 2 40: 91 σ.182, 107 σ.277, 110 σ : 91 σ.182, 107 σ.277 I. Prusa ad Olympum I 1: 113 σ.307 2: 114 σ.312 3: 117 σ.332, 336 4: 116 σ.326, 117 σ.330, 118 σ : 118 σ : 116 σ : 116 σ : 116 σ.324, 326, 117 σ : 116 σ : 116 σ.322, 327, 117 σ.335, : 116 σ.327, 329, 118 σ.340, 342, 119 σ : 117 σ : 116 σ : 116 σ : 116 σ : 116 σ : 116 σ : 116 σ : 117 σ : 117 σ :

168 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 120 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ : 120 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ : 120 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 115 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 120 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ.356, 120 σ : 119 σ.355, 120 σ a: 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 120 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 120 σ : 119 σ : 119 σ : 115 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ : 119 σ.355, 120 σ : 119 σ.353, 120 σ : 119 σ.355, 120 σ : 120 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ : 119 σ.355,

169 σ : 119 σ : 44 σ.141, 115 σ : 119 σ : 119 σ : 120 σ : 119 σ.355, 120 σ.356 I. Prusa ad Olympum II Τ3: 120 σ.360 Τ4: 121 σ.363 Τ8: 121 σ.364 I. Prusias ad Hypium 1: 93 σ , 97 σ.212, 99 σ.223, 100 σ , 101 σ.240, 102 σ.243 2: 93 σ , 97 σ.212, 99 σ.223, 100 σ.232, 101 σ , 96 σ.230 3: 93 σ.186, 97 σ.212, 99 σ.223, 101 σ.234, 100 σ.232, 234, 101 σ.236, 104 σ.263 4: 93 σ , 99 σ.223, 101 σ.234 5: 93 σ.186, 97 σ.212, 98 σ.220, 99 σ.223, 227, 100 σ.228 6: 93 σ , 97 σ.212, 99 σ , 100 σ.232, 101 σ , 241, 103 σ.349 7: 93 σ , 97 σ.212, 100 σ.233 8: 93 σ.186, 97 σ.212, 98 σ.216, 99 σ.223, 100 σ.231, 102 σ.243 9: 93 σ.186, 97 σ.212, 99 σ.223, 100 σ.228, 100 σ.231, 102 σ : 93 σ , 97 σ.212, 99 σ.223, 100 σ.232, 101 σ.234, 102 σ.246, 97 σ : 93 σ , 97 σ.212, 99 σ.223, 100 σ , 101 σ.240, 102 σ.243, 104 σ : 93 σ.186, 97 σ , 98 σ.216, 99 σ.223, 103 σ.349, 105 σ : 93 σ.186, 97 σ.212, 99 σ.223, 225, 100 σ.228, 231, 102 σ.243, 104 σ : 93 σ.186, 97 σ.213, 100 σ : 93 σ.186, 97 σ.212, 99 σ : 95 σ.197, 99 σ.223, 100 σ.232, 101 σ , 102 σ.243, 103 σ.349, 104 σ : 95 σ.198, 98 σ.218, 100 σ : 95 σ.199, 98 σ.218, 99 σ.223, 100 σ.228, 100 σ : 96 σ.205, 97 σ.212, 98 σ.216, 99 σ.223, 100 σ : 96 σ : 96 σ : 96 σ : 95 σ : 95 σ : 95 σ : 99 σ.207, 100 σ : 95 σ : 96 σ.209, 97 σ : 96 σ : 101 σ : 98 σ.220, 94 σ.216, 100 σ : 101 σ.234, 104 σ : 97 σ.212, 99 σ.223, 227, 100 σ.228, 102 σ.243, 104 σ : 94 σ.216, 102 σ.243, 104 σ.263, 105 σ : 97 σ.212, 99 σ.223, 226, 102 σ : 99 σ.223, 100 σ.232, 104 σ : 99 σ : 104 σ : 99 σ : 103 σ : 103 σ : 103 σ : 103 σ : 103 σ :

170 σ : 104 σ : 106 σ : 106 σ : 106 σ : 106 σ : 105 σ.269, 106 σ : 106 σ : 106 σ : 105 σ : 106 σ : 106 σ : 106 σ : 106 σ : 106 σ : 106 σ : 105 σ.269, 106 σ : 105 σ.269, 106 σ : 106 σ : 105 σ : 106 σ : 106 σ : 106 σ : 106 σ : 106 σ : 106 σ : 106 σ a: 106 σ T2: 106 σ.275 T3: 106 σ.276 T6: 107 σ.280 T8: 107 σ.279 T13: 107 σ.281 T21: 107 σ.281 T24: 107 σ.278 I. Sinope 104: 110 σ : 111 σ.303 I. Smyrna 442b: 112 σ : 107 σ.281 ΜΑΜΑ IX 233: 81 σ.129 MDAI(A) 67 (1942), 112, αρ. 129: 81 σ.128 OGIS 341: 72 σ K. J. Rigsby, Asylia, αρ. 11: 66 σ.50 αρ. 32: 65 σ.49 L. Robert, Études anatoliennes, 272, αρ. 1: 109 σ , αρ. 8: 109 σ , αρ. 9: 108 σ , αρ. 10: 108 σ , αρ. 13: 109 σ , αρ. 14: 108 σ , αρ. 16: 109 σ , αρ. 17: 108 σ.288 H. Schmitt, Staatsverträge ΙΙΙ 514: 14 σ : 16 σ.31, 17 σ SEG XV 151: 92 σ.184 XXIII 189: 63 σ.41, 83 σ : 86 σ : 86 σ : 86 σ : 86 σ.151 ΧΧΧ 968: 107 σ : 121 σ : 107 σ.279 XXXVIII : 124 σ : 64 σ.45 XXXIX 679: 107 σ.278 XLVI 296: 112 σ.306 LI 1714: 114 σ.314 LII 1231: 126 σ.367 LVI : 95 σ.200 E. I. Solomonik, Epigrafičeskie pamjatniki, I, αρ. 13: 110 σ.294 TAM V : 70 σ.68 C. B. Welles, Royal Correspondence, αρ. 25: 66 σ

171 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΚΥΡΙΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΡΩΝ 1. Τοπωνύμια και εθνικά Άβυδος: 12 Αδριανή Βιθυνίας: 53, 126, 128, 130. Βλ. και «Βιθύνιο» και «Κλαυδίου Πόλις» Αθήνα (Αθηναίοι): 32, 57, 58 και σ.17, 60 σ.26, 61 σ.33, 68, 72, 73, 81, 86, 91, 111, 112, 137 Αιγαίο: 28 Αίγιο: 18 Αιγόσαγες: 11, 12, 13 σ.15, 17 Αίγυπτος: 107 Αιζανοί: 23 σ.61, 81 Αιολίς: 11 σ.9 Αλεξάνδρεια Τρωάς: 12, 66 Αμισός: 41 σ.132 Απάμεια Βιθυνίας (Απαμείς): 2 σ.7, 35 κεξ., 82, 85 κεξ., 110, 132, 135, 136, 137, 140, 141 σ.41. Βλ. και «Βρύλλειο» και «Μύρλεια» Άπτερα Κρήτης: 72, 73 σ.81, 142 Αργινούσες: 58 Άργος: 63, 83, 135, 137 Αρίσβη: 12 Αρμενία: 24, 46 Αστακηνός/Ολβιανός κόλπος: 3 σ.13, 15 σ.26 Αστακός: 1, 3 Αττούσα: 44 σ.141 Αφροδισιάς: 104, 126, 128 Βιθυνία: γεωγραφική περιοχή 1 και σ.3 (όρια), 2, 3, 4, 6, 25 σ.73, 28, 39 σ.122, 53 σ.186, 131 βασίλειο 1 κεξ., 10, 11 σ.3, 12, 14, 21, 24, 27, 35, 36, 38, 39, 41, 44, 48, 52, 53, 54, 66 σ.50, 68, 70 και σ.71, 72 και σ.80-81, 73 και σ.83, 80, 85, 86, 92, 98 σ.217, 112, 113, 115, 131 κεξ. επαρχία Βιθυνίας(-Πόντου) 6 και σ.21, 7, 56 σ.3-5, 69, 73, 79 και σ.115, σ.131, 87, 91, 93, 98 σ. 219, 103 σ.255, 104, 106, 107, 108 σ.287, 110, 122, 126, 127, 135, 137 Βιθύνιο (Βιθυνιείς): 3, 7 σ.22-23, 50 κεξ., 55, 80 σ.116, 121, 122, 126 σ.391, (μορφές τοπωνυμίου), 132, 137, 138, 140 σ.38, 141 σ.40. Βλ. και Αρτάξατα: 46 και σ

172 «Αδριανή» και «Κλαυδίου Πόλις» Βιθυνός, -οί: 1 σ.2, 2, 3, 7, 15, 17, 23, 25, 38, 41 σ.130, 43, 48, 50, 51, 52, 53, 68 σ.64, 69 σ.67, 71 σ.72, 73, 81, 113, 120, 140, 142, Βόσπορος: 13 σ.18, 16 βασίλειο στον βόρειο Εύξεινο Πόντο και Κιμμέριος Βόσπορος 106 σ.274 Βρύλλειο (Βρυλλε(ι)νοί): 2 σ.7, 83. Βλ. και «Απάμεια» και «Μύρλεια» Βυζάντιο (Βυζάντιοι): 9 σ.1, 13 κεξ., 32, 132 Γαλάτες/γαλατικά φύλα: 10 κεξ., 131 γαλατικό βασίλειο Μ. Ασίας 23 σ.61, 24 κεξ. Δαγουτηνών χώρα: 116 Δήλος: 67 Δίδυμα: 64 σ.43 Δορύλαιο: 23 σ.61 Ελλήσποντος: 12, 20 ασιατική ακτή 10, 12, 13 σ.15 Επίδαυρος: 67, 89 σ.170 Ετρουρία: 121 Εύξεινος Πόντος: 1 σ.3, 2, 13 σ.18, 41 και σ.132, 106, 112 βόρεια ακτή 106 σ.274, 110 νότια ακτή 2, 91, , 112 Ευρώπη: 12 Ζάκυνθος: 86 Ηράκλεια του Πόντου: 2 και σ.11, 24 και σ.64, 38 κεξ., 45, 95, 132, 136 Θεοδοσία: 106 σ.276 Θεσπιές: 121 Θήβα (Θηβαίοι): 2, 93 Θράκες: 15 και σ.27 (μισθοφόροι του Προυσία Α ) Θράκη: 11 σ.5, 26 και σ.78 Ίλιον: 12, 137 Ίμβρος: 61 σ.33 Ιταλία: 87 σ.153, 14, 121 Κάδοι: 23 σ.61 Καλχηδών: 1 και σ.4, 28, 32 σ.95 Καππαδοκία: 41 σ.132 Καρχηδόνιοι: 18 Κιανός κόλπος: 15 σ.26, 28 Κίερος: 2, 7 σ.23, 38 κεξ., 45, 72 σ.81, 92, 92,132, 133, 135. Βλ. και «Προυσιάς προς τω Υπίω» Κίος (Κιανοί): 1, 2, 4, 5 σ.16, 27 κεξ., 38, 40, 42, 50 σ.165, 56 κεξ., 107 σ.281, 110, 126 σ.392, 132, 133, 134, 137, 139, 141. Βλ. και «Προυσιάς η επιθαλάσσιος» Κλαυδίου Πόλις (Κλαυδιοπολίτες): 52, 80 σ.116, 121, 122, 124 σ.376, 152

173 126 κεξ., 138, 139 σ.33. Βλ. και «Αδριανή» και «Βιθύνιο» Κολοφών Κλάρος: 2, 91 Κολχίς: 41 σ.131 Κόρινθος: 120 Κοτιάειο: 23 σ.61 Κοτύωρα: 41 σ.132 Κρήτη: 24 Κύζικος: 24, 92 και σ.185, 114 σ.312 Κως (Κώοι): 65 και σ.50, 67 και σ.56, 137 Λάτιο: 107 και σ.281, 121 Λύπεδρον (όρος): 25 Λυσιμάχεια: 28, 32 σ.95 Μαγνησία πρός Μαιάνδρω: 89 σ. 172 Μαγνησία πρός Σιπύλω: 70, 136 σ.21 Μακεδονία: 15, 18, 24, 78 σ.106, 131 Μαντίνειο: 122 Μ. Ασία: 7, 10 σ.2, 11, 15, 17, 19, 21 σ.56, 24, 26, 27, 28, 38, 48, 58 σ.20, 60 σ.26, 83 σ.137, 85 σ.144, 87 σ.161, 114 σ.346, 128 σ.404, 131 βορειοδυτική 1, 12 επαρχία Ασίας 79 σ.155 Μέγαρα (Μεγαρείς): 1, 2, 93, 98 σ.217 Μιδάειο: 23 σ.61 Μίλητος (Μιλήσιοι): 1, 2, 59 σ.23, 63, 64, 65, 108, 135, 136, 137 Μύρλεια (Μυρλεανοί): 1, 2, 27, 34 κεξ., 50 σ.166, 82 κεξ., 92, 132, 133, 135, 137. Βλ. και «Απάμεια» και «Βρύλλειο» Μυσία: 15 και σ.26, 17, 23 σ.61, 44 Νακολία: 23 σ.61 Νίκαια Βιθυνίας: 3 σ.13, 91 σ.182 Νίκαια Λοκρίδος: 34 και σ.103 Νικομήδεια: 3, 10, 22, 48, 72 σ.81, 91 σ.182, 103, 104 και σ. 259, 262, 129 σ.419 Ολβία (στην Προποντίδα): 1, 3 Ολβία (Ολβιοπολίτες, στον βόρειο Εύξεινο Πόντο): 91, 106, 107, 110, 111, 112 Όλυμπος (στη Μυσία): 1 σ.3, 23 σ.61, 49 Παντικάπαιο: 106 σ.275, 111 Παρθένιος (ποταμός): 1 σ.3 Πάταρα: 130 σ.420 Παφλαγονία: 41 σ.132 Πέργαμο: 19, 20 σ.46, 23 και σ.63, 26, 27, 34, 89 σ.170 Πέρινθος: 28 Πέρσες (Περσική αυτοκρατορία): 58 σ.17 και 20, 59 σ.21, 60 σ.26, 83 σ.137,

174 Πόντος: γεωγραφική περιοχή και βασίλειο 24, 41 και σ.132, 73 επαρχία Βιθυνίας-Πόντου 56 σ.5, 73, 110, 137 Προποντίς: 1 και σ.3, 3 σ.13, 27, 28, 31, 33 σ.100, 132 Προύσα (Προυσαείς): 2, 4, 8, 41 κεξ., 49 (μορφές τοπωνυμίου), 53, 55, 112 κεξ., (μορφές εθνικού ονοματος), 121 (Βρουσαεύς), 132, 133, 137, 138, 141 σ.40 Προυσιάς η επιθαλάσσιος (Προυσιείς): (μορφές τοπωνυμίου), 56, 70 και σ.71, 72, 73, (εθνικό), 132, 137. Βλ. και «Κίος» Προυσιάς προς τω Υπίω (Προυσιείς): 2 σ.11, 7 σ.23, 40 (μορφές τοπωνυμίου), 50, 51, 72 σ.81, 73, 77 σ.100, 82, 91 σ.182, 92 κεξ., (μορφές εθνικού ονόματος), 110, 118, 132, 136, 137, 139, 140 σ Βλ. και «Κίερος» Προυσιάς (εθνικό θηλυκού γένους χωρίς προσδιοριστικό): 73 και σ.82 Προυσιεύς(εθνικό αρσενικού γένους χωρίς προσδιοριστικό): 72, 82 Ρόδος (Ρόδιοι): 13 κεξ., 32, 33, 34, 71, 85, 131 Ρύνδακος: 1 σ.3 Ρώμη (Ρωμαίοι): 18 κεξ., 34, 35, 38, 53, 73, 77 σ.83, 86 κεξ., 107, 108, 110, 114, 115, 120, 122, 131, 141 και σ.41 Σαγγάριος: 1 σ.2, 23 σ.61 Σινώπη: 110, 111 Σμύρνη: 107, 112 Ταύρος (όρος): 11 σ.8 Τεκτόσαγες: 10 και σ.2. Βλ. και «Γαλάτες» Τίειον (Τ(ε)ιανοί): 2, 38 κεξ., 108 κεξ., 111 (Τιανεύς), 132, 133, 136, 137 Τολιστοάγιοι: 10 και σ.2. Βλ. και Γαλάτες Τόμις (Τομείτες): 107, 111 Τράλλεις: 120 Τραπεζούντα: 41 σ.132 Τρωάς: 12, 84 σ.140 Τύλις: 11 σ.5, 14 σ.18, 16 (γαλατικό βασίλειο της Τύλεως) Φρυγία: Επίκτητος 22 σ.57, 23 και σ.61 και 63, 26, 51 και σ.176,

175 σ.185 Μεγάλη 23 σ.61 Μικρά/Ελλησποντιακή 1 σ.3, 23 σ.61 Χαρμιδεανοί (δήμος): 76 και σ.96, 80 σ.120 Colonia Iulia Concordia Apamea: 87, 89 Prusais ab Olympo: 120 Prusienses ab Hypio: Prusienses ab mare: 81 σ.131 Χερσόνησος (Ταυρική): 110, 112 Χίος: 32 Ωρωπός: 67 Apameni: 91 σ.81 Bithynium Hadriana: Ονόματα προσώπων Ο κατάλογος είναι αλφαβητικός αλλά τα ονόματα των Ρωμαίων πολιτών ευρετηριάζονται με βάση το nomen gentis, όπου αυτό μαρτυρείται, και όχι βάσει του cognomen. Ιστορικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των Ρωμαίων αυτοκρατόρων, ευρετηριάζονται με κριτήριο το όνομα με το οποίο είναι ευρέως γνωστά Βασιλείς, αυτοκράτορες, μέλη βασιλικών και αυτοκρατορικών οικογενειών και Ρωμαίοι αξιωματούχοι Αδριανός: 53, 88, 92, 116, 118, 119, 122, 126 και σ.391, 128 σ.399 Αθήναιος (αδελφός του Ευμένους Β ): 26 Αλέξανδρος (Μέγας): 58 σ.20, 129 Αλέξανδρος (εκπρόσωπος της Αιτωλικής Συμπολιτείας): 34 Αλέξανδρος Σεβήρος: 105 σ.263 Αθηνόδωρος (αρχηγός μισθοφόρων): 61, 62, 77 σ

176 Αννίβας: 24, 25, 26 σ.79, 27, 43 σ.139, 45, 46, 49, 131 Αντίνοος: 122, 126, 128 και σ.399, 129, 140 σ.38 Αντίοχος Α : 41 Αντίοχος Γ : 21 και σ.56, 22, 23, 24, 38, 131 Αντωνίνος Ευσεβής: 96, 116, 122 Απάμα: 36 και σ.112, 37 σ.115 Αρταξίας: 46 Άτταλος Α : 11, 13, 14, 17, 18, 19, 20, 23 σ.63 Άτταλος (αδελφός Ευμένους Β ): 25 Αύγουστος: 79 και σ.115, 87, 88, 94, 122, 127 Αχαιός: 11, 13 και σ.15, 14, 17 Βεσπασιανός: 101, 118 Γερμανικός: 94 Γέτας: 47 Δρούσος: 94 Ευμένης Β : 21, 23 κεξ., 38 σ.120, 49 Ζιαήλας: 1 σ.1, 10, 11 σ.3, 14, 15 σ.23, 51, σ.50, 142 Ζιποίτης (βασιλεύς της Βιθυνίας): 3 σ.13, 41 Ζιποίτης (ετεροθαλής αδελφός του Ζιαήλα): 14, 15, 16 Καίσαρ (Γάιος Ιούλιος): 87 και Καρακάλλας: 105 σ.263 Καύαρος: 16 και σ.29, 17 Κλαύδιος: 34, 52, 81 σ.130, 122 σ.370 Κόμμοδος: 47 Κομμοντόριος: 11 σ.5 Κροίσος: 42, 43, 44, 45 σ.144 Κύρος: 42, 43, 44, 45 σ.144 Λυσίμαχος: 3 σ.13, 58 σ.20, 83 σ.137 Μακριανός (T. Fulvius Iunius Macrianus Augustus): 88 και σ.165 Μάρκος Αντώνιος: 87, 94 Μάρκος Αυρήλιος: 122 Μιθριδάτης Β : 58 σ.20 Μιθριδάτης ΣΤ Ευπάτωρ: 73 σ.83, 114, 115 Μολπαγόρας (τύραννος της Κίου): 28 Νικομήδης Α : 3, 4, 14, 41, 42, 48, 51, 142 Νικομήδης Β Επιφανής: 36, 37 Νικομήδης Δ Φιλοπάτωρ: 53 και σ.184, 73 Ορτιάγων: 24, 25, 131 Πομπήιος: 73 και σ.83, 96 Προυσίας Α : 1-53, 54, 94, 105, 112, 113, 115, 122, 124, 129, , , 142 σ.154, 161,

177 Προυσίας Β : 36, 38 σ.117, 52, 72 και σ.80, 73 και σ.81, 113 σ.308 Ρησκούπορις Β (Τιβέριος Ιούλιος): 106 και σ.274 Ρούφος (ανθύπατος της επαρχίας Βιθυνίας): 82 σ.131, 91, 107, 111, 120 Σαβίνα: 94 Σεπτίμιος Σεβήρος: 121 Τραϊανός: 121 Φαρνάκης Α : 24, 131 Φαυστίνα: 94 Φίλιππος Ε : 18, 19, 20, 21, 24, 26, 27 κεξ., 131, 132 Φιλοκλής (απεσταλμένος του Φιλίππου Ε ): 26 Φλαμινίνος (Τίτος Κόιντος, T. Quinctius Flamininus): 26, 27, 34, 35 L. Cornelius Scipio: 21 και σ.56 P. Cornelius Scipio: 21 και σ.56 C. Livius Salinator (Ρωμαίος απεσταλμένος): 22 Cn. Manlius Vulso: 21 σ.56 Φιλέταιρος: 39 σ Άλλα πρόσωπα Αγαθαμερίς Κιανή: 71 Αγαθοκλής Ηλιοδώρου Απαμεύς: 86 σ.150 Άδολος Αδόλου από το Σίγειο: 58, 60 Άδραστος Αρίστωνος Κιανός: 68 σ.60 Λούκιος Αίλιος Φλάουιος Διόδωρος: 121 Μάρκος Αίλιος Αυρήλιος Μένανδρος: 105, 126, 128 Πόπλιος Αίλιος Νεοπτόλεμος: Αίσχρα Νικάνορος Κιανή: 81 σ.128 Αμαρακίς Κιανή: 68 σ.61 Ανδοσθένης Απαμεύς: 86 σ.151 Π(όπλιος) Άννιος Κλαυδιανός Μητρόδωρος: 116 Αντίοχος Απαμεύς: 92 σ.184 Άπφη: 120 σ.357 Αριστόνικος Τιμοκράτους: 108 Αρίστων Κιανός: 68 σ. 61 Αρτεμισία Κιανή: 68 σ.63 Αρχέδαμος: 63 Ασκληπιάδης Αρχεστράτου: 52 Ασκληπιόδοτος: 71 σ

178 Αύα Λυσίου Απαμίτις: 92 σ.184 Αυρήλιος Διόδοτος: 76 Αυρήλιος Κύριλλος Κιανός: 74 σ. 85 Μ. Αυρήλιος Αυγιανός Φιλητιανός: 99 Μ. Αυρήλιος Αυρηλιανός Μένανδρος: 99 Μ. Αυρήλιος Μαρκιανός Αμεινίας: 96, 106 Μάρκος Αυρήλιος Νικομήδης του Κλεοχάρους: 91 σ.181 Μ. Αυρήλιος Χρυσήνιος Δαμάτριος: 96 Αυτόνομος: 59 Βάβα: 106 σ.272 Βωβάς: 129 σ.418 Γάιος Μενάνδρου: 103 Γλαυκίας Διοδώρου Κιανός: 72 σ.78 Γοργίας Μηνοφίλου Απαμεύς: 92 σ.184 Γοργίας Χρη[ Απ]αμέως: 92 σ.184 Γράκχις Σεκούνδος: 89 Δαψίλης Σωκράτου: 76 Δείναρχος Μενεμάχου: 75 Δηγου: 120 σ.357 Δημήτριος Δημύλου: 52 Δίντας: 129 σ.418 Διντιζίλα: 120 σ.357 Διντίπορις Διλιπόριος: σ.81 Διντίπορις[.]σκιπράσιος Προυσιεύς: και σ.81 Διογένης Χρησίμου Απαμεύς: 92 σ.184 Διονύσιος Απατουρίου Νικομηδής: 72 σ.81 Διονύσιος Θεοδοσίου Απαμεύς: 86 Διονύσιος Ιάσωνος Προυσιεύς: 107 σ. 281 Φλαβία Δομιτία Αρτεμωνίς: 104 Μάρκος Δομίτιος Ιουλιανός: 104 Μ. Δομίτιος Κάνδιδος: 99 Π. Δομίτιος Ιουλιανός: 98 Δόναξ Αρτεμιδώρου Απαμεύς: 92 σ.184 Δόναξ Κιανός: 68 σ.61 Ειταλικός Ολβιοπολίτης και Προυσαεύς από Υπίου: 107 και σ.279 Ερμογένης Αδράστου Κιανός: 68 σ.60 Ερμόδωρος Καλλιφάνου: 107 σ.279 Ευγένεια Δημοκράτου Προυσιάς: 73 και σ.82 Δημόφιλος Ασκληπιάδου: 120 Διλίπορις: 81, 90, 120 σ

179 Ευμενεανός Ολβιοπολίτης και Προυσαεύς από Υπίου: 107 και σ.279 Ευμένης Τιανεύς: 111 Ζιαηλίς: 129 σ.418 Ζωίλος Ερμοδώρου: 76 Ζωσίμη Ηρακλέωνος Απαμίτις: 92 σ.184 Ηδεία Κλεάρχου Κιανή: 68 σ.60 Θεανώ Ευαρίστου Κιανή: 68 σ.60 Θεοξενίδης Δεινομάχου Απαμεύς: 92 σ.184 Θευδοσία Κιανή: 71 Θευδόσιος Κιανός: 71 Ιουλιανός Μενέφρονος: 126 Ιουλιανός Χρήστου: 108 Ιούλιος Κλαυδιανός Πολύαινος: 89 Ιούλιος Νεικήτης: 125 Γ. Ιούλιος Κιανός: 76 Μάρκος Ιούλιος Γαουείνιος Σακέρδως: 96, 100 Ισίδωρος Απαμεύς: 86 σ.151 Καλανδία Μενελάου: 71 σ.73 Καλλίας: 58 σ.17 Καλλικλεανός Καλλικλής: 105 Καλλίς Αδράστου Κιανή: 68 σ.60 Κασιόδωρος Μελίτωνος Απαμεύς: 92 σ.184 Κάσσιος Λυαίος: 75 Κεφάλων Αντιπάτρου Απαμεύς: 92 σ.184 Κλαυδία Αθηνώ: 88 Κλαυδία Χρυσίον: 89 Μ. Κλαύδιος Σεκουνδείνος: 88 Τιβέριος Κλαύδιος Ιουλιανός: 75 [Τιβ. Κλα]ύδιος Νέστωρ: 101 Τιβέριος Κλαύδιος Πείσων: 104 Τι. Κλαύδιος Κλήμης: 76 Τι. Κλ. Σανκτιανός Καλλικλής Προυσεύς από του Υπίου: 107 σ.281 Κόνων: 61 Λάλα: 120 σ.357 Λαοδίκη Απάμισα: 86 σ.151 Λάχης Ηρακλείδου Κιανός: 67 Λεύκιος Σεραπίωνος: 52 Μάξιμος: 92 Μάξιμος Τιανός: 112 σ.306 Μενέμαχος Κασσάνδρου: 108 Μενέσστρατος Εργασίωνος Απαμεύς: 92 σ.184 [Μενί;]σκος Ζη[.]βρώδιος: 113 Μεταγένης Μεταγένους: 58, 62 Μηνάς: 71 σ.72 Μηνιάς Στόλου Προυσιέως: 82 σ.132 Μηνόδωρος Μηνογένου Απαμεύς: 92 σ

180 Μηνόφιλος Μυρλεανός: 85 Μητρόδωρος Γαΐου Προυσιεύς από Υπίου: 107 σ.278 Μητροφίλα Γλαύκου Απάμισσα: 92 σ.184 Μοκάζεις: 81, 120 σ.357 Μοσχίων Μοσχίωνος: 76 Μόσχος Αναξξίππου Προυσιεύς: 82 σ.132 Μουκάπορις: 120 σ.357 Γ. Ναίβιος Ιούστος: 89 Ναυάρχη Μυός Κιανού: 68 σ.60 Νεικήτης Γλύκωνος Τειανός: 112 σ.306 Νικασίων: 71 σ.73 Νικασίων Νικασίωνος: 71 σ.73 Νικήρατος Απαμεύς: 86 σ.151 Νικηφόρος νωνος Απαμεύς: 86 σ.150 Νουμήνιος Νουμηνίου: 71 σ.74 Νυμφώ Διονυσίου Κιανή: 72 σ.78 Ξένων Απολλοδώρου Απαμεύς: 86 σ.151 Ολύμπιος Ολυμπίου: 96 Οστοάζεις: 120 σ.357 Τίτιος Ούλπιος Αιλιανός Παπιανός: 101, 104 Παπαρίων: 120 σ.357 Πασίων Διοσσκουρίδου Απαμεύς: 86 σ.150 Παύλος Προυσιεύς από Υπίου: 107 σ.281 Παυσανίας Λυσανίου Απαμεύς: 92 σ.184 Πόα Ευαρίστου Κιανή: 68 σ.60 Ποπλιανός Ποπλιανού Προυσαής: 120 Προυσίας: 105, 129 σ.414 Προυσιάς: 129 σ.414 Πρωτόμαχος Επινίκου Κιανός: 67 Ρούφος: 119 Σαδάλας: 120 σ.357 Σανγάριος Εσστιαίου Κιανός: 68 σ.62 Σάτυρος Φίλωνος Απαμεύς: 86 σ. 151 Σεκούνδος Αραμίωνος: 52 Α. Σερβείλιος Μάξιμος: 89 Σευήρος Σωκράτου Τιανός: 112 σ.306 Σεύθης: 129 σ.418 Σίμων Θράσωνος: 76 Σούσα: 106 σ.272 Στρατοκλής Προυσιεύς από Υπίου: 107 σ.278 Στρατονίκη: 85 Παπίας:

181 Στρατόνικος Ευαρέστου Τιανός και Τομείτης: 111 Σφαίρος Απολλ[ο ] Απαμεύς: 92 σ.184 Σφοδρίας Παιωνίου Κιανός: 66 Σωκράτης Σωκράτους: 76 Σωπηρου: 120 σ.357 Σωσιγένης Απαμεύς: 86 Σωσικλής Δαψιλέως: 76, 77 και σ.101 Τάτιον Διονυσίου Απαμίτις: 92 Τέρτιος Ρούφου Τιανός: 111 Τυδεύς: 83 Υμεναίος Κιανός: 71 Φιλάδελφος Προυσιεύς από Υπίου: 107 σ.281 Φιλοθέα Αδράστου Κιανή: 68 σ.60 Φίλων Φιλίσκου Κιανός: 67 Τ. Φλ. Δομιτιανός Νέστωρ: 100 Χαρίτιον Τιανή: 112 σ.306 Σ..ίων Δαμαράτου Νεττίδας: 71 πος Πρινκιπίου Κιανός: 74 σ.85 σ.184 Τειμόθεος Ζωίλου: 76 C. Calpurnius Asclaepiades: 121 Τειμοκράτης Αιλιανού Προυσαεύς: Ονόματα θεοτήτων, ηρώων και εορτών Αδριάνειος Αντινόειος (αγών): 128 Αθηνά: 14, 57-58, 61 και σ.32 Ιλιάς 84 και σ.140 Λινδία 71, 85 Άνουβις: 67 Αντωνίνεια: 105 σ.263 Απόλλων: 63, 85, 91, 107, 129 Λιβοτηνός και Σωτήρ 119 Άρτεμις: 127 Λευκοφρυηνή 89 Ασκληπιεία: 65 και σ.50 Ασκληπιός: 65-67, 104, 108, 109, 119, 129 Επιδαύριος Περγαμηνός και Διορυγείτης 89 Σωτήρ 103 Αυγούστεια: 104 σ.263 Αφροδίτη: επήκοος 103 Βενδίς: 127 Δήμητρα: Καρποφόρος 80 Διόνυσος: 93, 105 και σ.267, 109 και σ. 292, 119 και σ.353 Ερμής: 78 σ.105, 119,

182 Ζευς: 85 Αστραπαίος 80 Βροντών 128 Ειένκιμος 128 Ερκείος 128 Ήλιος Σάραπις 111 Καουατρηνός/Καβατρηνός 127 Ολύμπιος 80, 97, 98, 103, 104, 116, 118, 119 Ούριος 15, 16 Σωτήρ 103, 128 Ηρακλής: 74, 76, 77 σ.101, 78 και σ. 105, 80, 129 Καλλίνεικος 80 θεοί επήκοοι: 103 Ίσις: 67, 119 μυριώνυμος 111 Νέμεσις: 119 Ολύμπια: 92, 120 Παναθήναια (Μεγάλα και Μικρά): 84 σ.140 Πραίνετος/Πρίετος: 127 Σαβάζιος: 86 σ.148 Σάραπις: 67, 119 Ζευς Ήλιος Σάραπις 111 Σεβήρεια: 105 σ.263 Σωτήρια: 10, 14 Υγεία: 129 Ίσθμια: 120 Κλαυδιάνειοι ισολύμπιοι αγώνες: 128 Κυβέλη (Μητέρα θεά): 85, 127 Μεγάλοι αγώνες/μεγάλος αγών: Ονόματα μηνών Ανθεστηριών: και σ.23, 79 (Κίος) Άρειος: 126 (Βιθύνιο) Αφροδίσιος: 126 (Βιθύνιο) Βενδίδειος: (Βιθύνιο) Δημήτριος: 126 (Βιθύνιο) Διονύσιος : 79 (Κίος) και σ (Προυσιάς) 126 (Βιθύνιο) Δίος: 126 (Βιθύνιο) Δύστρος: 126 και σ.395 (Βιθύνιο) Ερμαίος: 126 (Βιθύνιο) Ηραίος: 79 (Κίος) (Βιθύνιο) Ηράκλειος: (Κίος) 126 (Βιθύνιο) Ληναιών: 59 σ.23, 61, 79 (Κίος) Μητρώος: (Βιθύνιο) Πραινέτιος: (Βιθύνιο) 162

183 Στράτειος: (Βιθύνιο) 5. Ευρετήριο θεσμών και αξιωμάτων αγορανόμος (αγορανομία): 76, 77 και σ.101, 134 (Κίος) 98, 99, 100 (Προυσιάς) 108 (Τίειον) 117 (Προύσα) αγωνοθέτης (αγωνοθεσία): 97, 98, 103, 105 (Προυσιάς) 116, 117, 118 (Προύσα) 127, 128 (Βιθύνιο) ανθύπατος (της επαρχίας Βιθυνίας): σ.131, 91, 107, 111, 120 (αργυρο)ταμίας των ελαιωνικών χρημάτων: 100, 102 (Προυσιάς) ἀρχαί (ως αξιώματα γενικά): 102 (Προυσιάς) αρχιέρεια: 104 (Νικομήδεια) άρχων, -οντες: 61, 62, 76, 77, 80, 134 (Κίος) 96, 97 (Προυσιάς) 108 (Τίειον) 116, 117 (Προύσα) 126, 138 (Βιθύνιο) επώνυμος 58, 61 (Κίος) 97 και σ.211, 98 (Προυσιάς) πρώτος 76, 77, 78 σ.106 (Κίος) 93, 95 κεξ., 106 (Προυσιάς) 116, 118 (Προύσα) 126 (Βιθύνιο) 7 και σ.23, 140 (για όλες τις πόλεις) ασυλία: 36, 65, 66 ατέλεια: 59, 62 βαλανείο: 88 (Απάμεια) Δομίτειο 100 (Προυσιάς) βουλευτής: 126 (Βιθύνιο) βουλή: 59, 62, 74, 75, 80, 134 (Κίος) 88 (Απάμεια) 95, 96, 97 (Προυσιάς) 113, 116, 117, 138 (Προύσα) 126, 138 (Βιθύνιο) 7, 140 (για όλες τις πόλεις) γραμματεύς: 75, 76, 77, 134 (Κίος) 101 (Προυσιάς) (της βουλής και) του δήμου 117 (Προύσα) γυμνασίαρχος (γυμνασιαρχία): 68, 69, 76, 77 σ.101, 78, 134 (Κίος) 101 (Προυσιάς) 117 (Προύσα) 123, 127, 128 (Βιθύνιο) γυμνάσιο: 68, 69, 78, 80, 134 (Κίος) 88 (Απάμεια) 101 (Προυσιάς) 109 (Τίειον) 117 (Προύσα) 140 (για όλες τις πόλεις) δήμος (εκκλησία του δήμου): 64, 74, 75, 80, 134 (Κίος) 83, 135 (Απάμεια) 95 (Προυσιάς) 110, 111 (Τίειον) 113, 116, 117,

184 (Προύσα) 126, 138 (Βιθύνιο) 7, 140 (για όλες τις πόλεις) κυρία εκκλησία 58, 59, 60, 61 (Κίος) διαδόσεις: 69, 99 διεθνεῖς διαιτησῖαι: 70 σ.70, 75 σ.91 (Κίος) ἔγκτησις: 60 έκδικος: 75 (Κίος) 101 (Προυσιάς) έλεγχος (αξιωματούχων): 102 ἐπιδόσεις: 117 επιστάτης: της πόλεως 75 (Κίος) 96, 100 (Προυσιάς) της πατρίδος 100 (Προυσιάς) βασιλικός 113, 138 (Προύσα) εφήβαρχος: 76, 77 σ.101, 78 (Κίος) έφηβοι (εφηβεία): 74, 76, 78, 79, (Κίος) 108 (Τίειον) ευεργέτες (ευεργεσίες, ευεργετισμός): 75 (Κίος) 98 κεξ. (Προυσιάς) 115 (Προύσα) 140 σ.37 (για όλες τις πόλεις) θεωροδόκος (θεωροδοκία): 63, 135 (Κίος) 83, 135 (Απάμεια) θεωρός, -οί: του Άργους στην Κίο 63 των Κώων στην Κίο 65, 66 ιερεύς, -είς: 76, 77 και σ.101 (Κίος) 116, 118 (Προύσα) της λατρείας του Προυσία Α 52 (Βιθύνιο) ιεροποιοί: 61, 63, 64 (Κίος) ιεροφάντης: 104 (Νικομήδεια) ισοπολιτεία: 64 κοσμητής (κοσμητεύων): 76, 78 (Κίος) λατρεία: δυναστική/βασιλική 36 (Απάμεια) 69 και σ.67 (Κίος) του Προυσία Α 69 σ.67, 137 (Κίος) 94 και σ.191, 137 (Προυσιάς) 52, 139 (Βιθύνιο) λειτουργίαι: 102 νεωκόρος: 104 (Νικομήδεια) νομικός: 89 (Απάμεια) ξένοι δικαστές: 70, 137 σ.21 (από την Κίο στη Μαγνησία προς Σιπύλω) παιδονόμος: 101 (Προυσιάς) παιδοτρίβης: 109 (Τίειον) πανηγυριάρχης: 118 (Προύσα) πολειτάρχης: 76, 77 (Κίος) πολειτογράφος: 101 πολιτεία (απονομή πολιτικών δικαιωμάτων): 64, 107, 126 ρωμαϊκή πολιτεία/ρωμαίοι πολίτες: 81, 88 κεξ, 129, , 103 (Προυσιάς) 108 (Τίειον) 164

185 πρεσβευτές (πρεσβείες): 14, 21 σ.56, 22, 29, 30, 32, 33, 91 σ.181, 98, 107, 108, 114, 115, 120 προεδρία: 59, 62 (Κίος) πρόξενος (προξενία): 60, 61, 66, 67, 72, 110, 114 σ.315 πρύτανις (πρυτανεία, πρυτανεύων): 58, 59, 61 (Κίος) 98, 99 (Προυσιάς) σταδιοδρομία : 99, 100, 102, 117, 118 στρατηγός, -οί (στρατηγία): 32 και σ.95 (των Αιτωλών στην Κίο) 61, 62, 76, 77, 78 σ.106, 80, 134 (Κίος) 7 σ.23 (Βιθύνιο) των φυλών (Βιθύνιο) κατά πόλιν 123, 124 (Βιθύνιο) σύγκλητος: 23, 26 και σ.79, 35 σύνδικος: 101 (Προυσιάς) σύνεδροι (συνέδριον): 62 (Κίος) ταμίας: 66, 80, 134 (Κίος) και λογιστής των σειτωνικών χρημάτων 100 (Προυσιάς) ταμιευτικών πράκτωρ: 76, 77 (Κίος) ύπατος: 21 σ.56 υπογυμνασίαρχος: 76, 78 (Κίος) φρουρές (μακεδονικές): 28 σ.85 φρουρός: 58, 61 (επώνυμος άρχων της Κίου) φύλαρχος, -οι: 74 (Κίος) 93 κεξ. (Προυσιάς) 122 (Βιθύνιο) 140 (για όλες τις πόλεις) φυλή, -ές (γενικά ως οργάνωση του σώματος των πολιτών): 74 (Κίος) 93 κεξ., 99, 136, 139 (Προυσιάς) 108 (Τίειον) (Προύσα) 7 και σ.23, 121 κεξ., 138 (Βιθύνιο) 140 (για όλες τις πόλεις). Βλ. και ευρετήριο Ευρετήριο φυλών Αδριανή: 93, 94 (Προυσιάς) 121 (Βιθύνιο) Αντινοΐς: 121, 122 (Βιθύνιο) Αντωνείνα: 115 (Προύσα) Αντωνιανή: 93, 93 (Προυσιάς) Αντωνίνη: 121, 122 (Βιθύνιο) Απολλωνίς: 121, 122, 125 (Βιθύνιο) Ασκληπιάς: 121, 122 (Βιθύνιο) Αυρηλιανή: 121, 122, 123 (Βιθύνιο) Γερμανική: 93, 94, 95 (Προυσιάς) Δημητριάς: 121, 122, 123 (Βιθύνιο) Δία: 121, 122, 125 (Βιθύνιο) 165

186 Διονυσιάς: 93 (Προυσιάς) 121, 122 (Βιθύνιο) Ερμησιάς: 121, 122 (Βιθύνιο) Ηρακλεώτις: 74, 134 (Κίος) Θηβαΐς: 93, 95 (Προυσιάς) Ιουλιανή: 93, 94, 95 (Προυσιάς) Σαβεινιανή: 93, 94, 95 (Προυσιάς) Σεβαστή: 121, 125 (Βιθύνιο) Σεβαστηνή: 93, 94, 95 (Προυσιάς) Τιβεριανή: 93, 94, 95 (Προυσιάς) Τραϊανή: 121, 122 (Βιθύνιο) Φαυστινιανή: 93, 94 (Προυσιάς) Μεγαρίς: 93 (Προυσιάς) Προυσιάς: 93, 94, 95 (Προυσιάς) 7. Γενικό ευρετήριο Α Αθηναϊκή συμμαχία: 57, 58, 82, 83 (φορολογικοί κατάλογοι) αθλήματα: γυμνικοί αγώνες 69 δόλιχος παίδων 128 παγκράτιον ανδρών 105, 128 παγκράτιον παίδων 120 στάδιον 108 τέθριππο πωλικό 120 αθλητές: 105, 120, 121, 128, 141 Ανταλκίδειος ειρήνη: 58 σ.17 και 20 βασιλεύς (τιμητικός τίτλος): 98 βασιλικά θερμά: 118 γειτνίασις: 103 δεξίωσις: 58 δημοφίλητος: 98 εἰκὠν γραπτή ἐνόπλω: 76 και σ.95 εἴσπλους καὶ ἔκπλους ἀσυλεὶ καὶ ἀσπονδεί: 60, 62 ελαιοθέσιο: 100 σ.231 ελαιόλαδο: 68 σ.65, 69, 98, 99, 100 και σ.231, 102 εμπόριο (ενπόριον): 96 και σ.207 έμποροι: 107, 112, 141 εξανδραποδισμός (εξανδραποδίζω): 33, 34 εξελληνισμός (του βασιλείου της Βιθυνίας): 3 και σ.15, 131, 142 και σ.42 εύνοια: 65 ημερολόγιο: Κίου 59 σ.23, 135 Βιθυνίας 79, 80, 94, 122, 126, 127, 135, 149 μακεδονικό 127 ρωμαϊκό 79, 80. Βλ. και ονόματα μηνών στο ευρετήριο 3 θερμά ύδατα:

187 θίασος: 85 ιατροί: 112, 121, 141 ἱεραὶ σύνοδοι οἰκουμενικαὶ ἡ ξυστικὴ καὶ ἡ θυμελική: 105 κηδεστής: 18 σ.38, 36 σ.112 κοινό: των Ιλιέων 84 και σ.140 της Βιθυνίας 104 κοινός ναός των μυστηρίων: 103, 104 κόλων (Ρωμαίος άποικος): 91 λαμπρότατος: 96 λουτρά: 89, 100, 118 μύστες: 119 ναύκληρος: 109, 111 οἰκειότης: 65, 83 ὁμόνοια: 97 πόλεμος, -οι: Αντιοχικός 21, 22 σ.57, 23 σ.63, 38 Α σύμμαχος (συμμαχία): 14, 18 και σ.38, 21, 22, 24 σ.63, 25, 28 σ.85, 29 σ.88, 32 σ.95, 41, 131 Συμπολιτεία: Αιτωλική 18, 29, 32 σ.95, 34 Αχαϊκή 34 συνθήκη: Φοινίκης 20 και σ.48, 28 Απάμειας 23, 26, 49 συνμύστες: 119 τροφεύς (τιμητικός τίτλος): 98 φιλελληνική πολιτική (Βιθυνών βασιλέων): 3 και σ.15, 66 σ.50, 142 και σ.42 φίλος (φιλία): 14, 16, 18 και σ.38, 21, 28 σ.85, 31, 32 σ.95, 65, 66 σ.50, σ.139 φιλόσοφοι: 112, 125, 141 χωλός (προσωνύμιο του Προυσία Α ): 40 Μακεδονικός 18, 20 Β Μακεδονικός 23 σ.63, 26 σ.78, 34 Μιθριδατικοί (γενικά) 114, 115 Γ Μιθριδατικός 53 σ.184, 73 σ.83, 86, 115 ρωμαϊκή αποικία (Ρωμαίοι άποικοι): 86 κεξ., 135, 141 σ.41 Σαβαζιαστές: 86 συγγένεια: 65, 84 σ.139 amicitia: 22 και σ.59 amicus populi romani: 22 και σ. 59 bal(i)neum: βλ. «βαλανείο» cursus honorum: βλ. «σταδιοδρομία» custodiarius in urna iudicum: 121 foederi adscripti: 20 και σ.47 iuris prudens: βλ. «νομικός» legatus: 21 σ

188 Lex Pompeia: 73 senatus consultum: 35 status quo ante: 17 summa honoraria:

189 169

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Λ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ. 29-31 Μαΐου 2009. Π ρ α κ τ ι κ ά ς)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Λ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ. 29-31 Μαΐου 2009. Π ρ α κ τ ι κ ά ς) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Λ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ 29-31 Μαΐου 2009 Π ρ α κ τ ι κ ά ς) ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2010 Ο ΤΟΜΟΣ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΤΟΥ Λ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΥΠΩΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΓΕΝΙΚΗ ΧΟΡΗΓΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη

Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη Επανάληψη Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη Ο Κωνσταντίνος Βυζάντιο 1. Αποφασίζει τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Ανατολή κοντά στο αρχαίο Βυζάντιο: νέο διοικητικό κέντρο η Κωνσταντινούπολη 2. 313

Διαβάστε περισσότερα

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ Οι βυζαντινοί ήταν καλά πληροφορημένοι για τις γειτονικές χώρες από δικούς τους ανθρώπους. Όταν έφταναν επισκέπτες, έμποροι, μισθοφόροι ή στρατιωτικοί φυγάδες, ή ακόμα κρατικές

Διαβάστε περισσότερα

Αλεξάνδρεια Τρωάς. Περίληψη : Άλλες Ονομασίες. Γεωγραφική Θέση. Ιστορική Περιοχή IΔΡΥΜA ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

Αλεξάνδρεια Τρωάς. Περίληψη : Άλλες Ονομασίες. Γεωγραφική Θέση. Ιστορική Περιοχή IΔΡΥΜA ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ Για παραπομπή : Τσουκαλά Βικτωρία,, 2002, Περίληψη : Η (σημ. Dalayanköy) βρισκόταν στη δυτική ακτή της Τρωάδας, απέναντι από την Τένεδο. Ιδρύθηκε στο τέλος του 4ου αι. π.χ. από τον Αντίγονο Μονόφθαλμο.

Διαβάστε περισσότερα

3ο Colloquium Υποψήφιων Διδακτόρων και Μεταπτυχιακών Φοιτητών του Τομέα Αρχαίας Ελληνικής & Ρωμαϊκής, Βυζαντινής & Μεσαιωνικής Ιστορίας

3ο Colloquium Υποψήφιων Διδακτόρων και Μεταπτυχιακών Φοιτητών του Τομέα Αρχαίας Ελληνικής & Ρωμαϊκής, Βυζαντινής & Μεσαιωνικής Ιστορίας Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Φιλοσοφική Σχολή - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας 3ο Colloquium Υποψήφιων Διδακτόρων και Μεταπτυχιακών Φοιτητών του Τομέα Αρχαίας Ελληνικής & Ρωμαϊκής, Βυζαντινής

Διαβάστε περισσότερα

Συγκλητικά δόγματα στη Μ. Ασία

Συγκλητικά δόγματα στη Μ. Ασία Γιαννακόπουλος Νικόλαος,, Περίληψη : Μετά την ειρήνη της Απάμειας, η Ρώμη επιβάλλεται ως ο βασικός παράγοντας ισχύος στη Μικρά Ασία. Η σύγκλητος αποφεύγει να ακολουθήσει μια τακτική διαρκούς επέμβασης

Διαβάστε περισσότερα

Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»;

Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»; Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»; Ο όρος«βυζαντινόν» αναφέρεται στο Μεσαιωνικό κράτος που εδιοικείτο από την Κωνσταντινούπολη, τη μεγάλη πόλη των ακτών του Βοσπόρου. Οι ιστορικοί χρησιμοποιούν τον όρο αυτόν

Διαβάστε περισσότερα

(Από τους προϊστορικούς πολιτισμούς της Ανατολής έως την εποχή του Ιουστινιανού)

(Από τους προϊστορικούς πολιτισμούς της Ανατολής έως την εποχή του Ιουστινιανού) Α τάξη Γενικού Λυκείου και Α τάξη Εσπερινού Γενικού Λυκείου ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΟΣΜΟΥ (Από τους προϊστορικούς πολιτισμούς της Ανατολής έως την εποχή του Ιουστινιανού) Ι. ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΕΓΓΥΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦ. 4. ΟΙ ΑΡΑΒΙΚΕΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

ΚΕΦ. 4. ΟΙ ΑΡΑΒΙΚΕΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΚΕΦ. 4. ΟΙ ΑΡΑΒΙΚΕΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ α. η αραβική εξάπλωση με την καθοδήγηση των δύο πρώτων χαλιφών οι Άραβες εισέβαλαν και κατέκτησαν σε σύντομο χρονικό διάστημα τις πλούσιες χώρες της Εγγύς

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία Σλαβικών Λαών

Ιστορία Σλαβικών Λαών ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 12 η :Μαυροβούνιο Αγγελική Δεληκάρη Λέκτορας Μεσαιωνικής Ιστορίας των Σλαβικών Λαών Τμήμα Ιστορίας Αρχαιολογίας ΑΠΘ Άδειες Χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

Η μετεξέλιξη του Ρωμαϊκού κράτους (4 ος -5 ος αι. μ.χ)

Η μετεξέλιξη του Ρωμαϊκού κράτους (4 ος -5 ος αι. μ.χ) Η μετεξέλιξη του Ρωμαϊκού κράτους (4 ος -5 ος αι. μ.χ) 1.1 Ο Διοκλητιανός και η αναδιοργάνωση της αυτοκρατορίας Επιμέλεια, Δ. Πετρουγάκη, Φιλόλογος Οι διοικητικές αλλαγές Ο Διοκλητιανός (284 μ.χ.) επεδίωξε

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. «ΔΙΟΙΚΗΣΗ της ΥΓΕΙΑΣ» ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. «ΔΙΟΙΚΗΣΗ της ΥΓΕΙΑΣ» ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΙΟΙΚΗΣΗ της ΥΓΕΙΑΣ» ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ Μαστρογιάννη Μαρία Διπλωματική Εργασία υποβληθείσα

Διαβάστε περισσότερα

29. Νέοι εχθροί εμφανίζονται και αποσπούν εδάφη από την αυτοκρατορία

29. Νέοι εχθροί εμφανίζονται και αποσπούν εδάφη από την αυτοκρατορία 29. Νέοι εχθροί εμφανίζονται και αποσπούν εδάφη από την αυτοκρατορία Οι Σελτζούκοι Τούρκοι και οι Νορμανδοί απειλούν την αυτοκρατορία και την Πόλη. Η Ανατολική και η Δυτική εκκλησία χωρίζονται οριστικά.

Διαβάστε περισσότερα

Ψηφιοποίηση, επεξεργασία, προσθήκες, χαρτογραφικό υλικό: Αρχείο Πανοράματος (http://www.apan.gr) Απρίλιος 2014

Ψηφιοποίηση, επεξεργασία, προσθήκες, χαρτογραφικό υλικό: Αρχείο Πανοράματος (http://www.apan.gr) Απρίλιος 2014 Από τα Θρακικά τ. 25 (1956) σσ. 149-158 Άρθρο του Γεώργιου Μαμέλη για την ιδιαίτερη πατρίδα του, το Ξαμίλι ή Εξαμίλιον, ένα μικρό ελληνικό χωριό της Ανατολικής Θράκης / Ευρωπαϊκής Τουρκίας. Ψηφιοποίηση,

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΑΔΑ Α. Α. 1. α. Επιλέξτε τη σωστή απάντηση: 1. Ο αρχηγός της αποστολής κατά το β αποικισμό ονομαζόταν: α) ευγενής β) ιδρυτής γ) οικιστής

ΟΜΑΔΑ Α. Α. 1. α. Επιλέξτε τη σωστή απάντηση: 1. Ο αρχηγός της αποστολής κατά το β αποικισμό ονομαζόταν: α) ευγενής β) ιδρυτής γ) οικιστής ΟΜΑΔΑ Α Α. 1. α. Επιλέξτε τη σωστή απάντηση: 1. Ο αρχηγός της αποστολής κατά το β αποικισμό ονομαζόταν: α) ευγενής β) ιδρυτής γ) οικιστής 2. Η σάρισα ήταν: α) Η επίσημη ονομασία της μακεδονικής φάλαγγας.

Διαβάστε περισσότερα

Ιωάννα Σπηλιοπούλου Μόνιμη Επίκουρος Καθηγήτρια, «Αρχαιογνωσία και Ιστορία του Πολιτισμού»

Ιωάννα Σπηλιοπούλου Μόνιμη Επίκουρος Καθηγήτρια, «Αρχαιογνωσία και Ιστορία του Πολιτισμού» Ιωάννα Σπηλιοπούλου Μόνιμη Επίκουρος Καθηγήτρια, «Αρχαιογνωσία και Ιστορία του Πολιτισμού» Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών Παλαιό Στρατόπεδο Ανατολικό

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαία Ελληνικά Κείμενα για τους Θεσμούς της Δημοκρατικής Αθήνας

Αρχαία Ελληνικά Κείμενα για τους Θεσμούς της Δημοκρατικής Αθήνας ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤ : Αρχαία Ελληνικά Κείμενα για τους Θεσμούς της Δημοκρατικής Αθήνας (ΚΦΑ 11) ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2016-2017 ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΣΕΜΙΝΑΡΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Στη γραπτή

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. iii

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. iii ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Ευχαριστώ τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του νομού Χανίων κύριο Βασίλειο Γλυμιδάκη, για τη διευκόλυνση που μου παρείχε έτσι ώστε να έχω πρόσβαση στα δεδομένα κάθε

Διαβάστε περισσότερα

Κοινόν Ιώνων - Πανιώνιον

Κοινόν Ιώνων - Πανιώνιον Για παραπομπή : Δημητριάδου Δάφνη,, 2002, Περίληψη : Το Κοινό των Ιώνων (Ιωνική Δωδεκάπολις) συστάθηκε τον 7ο αι. π.χ. από 12 πόλεις που βρίσκονταν στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας: Σάμος, Χίος, Μίλητος,

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. Διεύθυνση αλληλογραφίας: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας/Φιλοσοφική Σχολή/ Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων/ Τ.Κ. 45110.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. Διεύθυνση αλληλογραφίας: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας/Φιλοσοφική Σχολή/ Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων/ Τ.Κ. 45110. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Ονοματεπώνυμο: Αγγελική Παναγοπούλου Πατρώνυμο: Γεώργιος Τόπος γέννησης: Αθήνα Οικογενειακή κατάσταση: Άγαμη Θέση: Λέκτορας Γνωστικό Αντικείμενο: Βυζαντινή Ιστορία Διεύθυνση αλληλογραφίας:

Διαβάστε περισσότερα

7ος αι. 610 641 8 ος αι. ΗΡΑΚΛΕΙΟΣ. αποφασιστικοί αγώνες και μεταρρυθμίσεις

7ος αι. 610 641 8 ος αι. ΗΡΑΚΛΕΙΟΣ. αποφασιστικοί αγώνες και μεταρρυθμίσεις 7ος αι. 610 641 8 ος αι. ΗΡΑΚΛΕΙΟΣ αποφασιστικοί αγώνες και μεταρρυθμίσεις πώς διαχειρίστηκε ο Ηράκλειος τόσο τους κινδύνους που απειλούσαν τα σύνορα του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους όσο και τα σοβαρά προβλήματα

Διαβάστε περισσότερα

Προϊστορική περίοδος

Προϊστορική περίοδος ΕΦΕΣΟΣ Ιστορικό πλαίσιο Θέση Η Έφεσος βρίσκεται σε απόσταση 70 χλμ. νότια της Σμύρνης, κοντά στις εκβολές του ποταμού Καΰστρου. Κατοικήθηκε αδιάλειπτα έως τις ημέρες μας, αν και παρήκμασε μετά την αραβική

Διαβάστε περισσότερα

ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΙΛΙΠΠΟ Β Ο Φίλιππος της Μακεδονίας ή Φίλιππος Β o Μακεδών (382 336 π.χ.)ήταν ο βασιλιάς που έκανε τη Μακεδονία ισχυρό κράτος, ένωσε υπό την ηγεμονία του τα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ π.χ.

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ π.χ. ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ 323 30 π.χ. Θάνατος του Μ. Αλεξάνδρου Έλλειψη διαδόχου (νόμιμου και ικανού) διασπαστικές τάσεις: 1. Εξεγέρσεις (Αθηναίων και Αιτωλών) εναντίον των Μακεδόνων υποταγή των Αθηναίων 2. Εξεγέρσεις

Διαβάστε περισσότερα

Το ρωμαϊκό κράτος κλονίζεται

Το ρωμαϊκό κράτος κλονίζεται Ι. Η ΜΕΤΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΡΩΜΑΪΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ 1. Από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη Ας διαβάσουμε τι θα μάθουμε στο σημερινό μάθημα: Σκοπός: Σκοπός του παρόντος μαθήματος είναι να απαντήσουμε σε ένα «γιατί»: Γιατί χρειάστηκε

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΣΤΟΥΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

ΤΟ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΣΤΟΥΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΕΛΕΝΗ Α. ΠΛΑΚΩΤΗ ΤΟ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΣΤΟΥΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ Που υποβλήθηκε

Διαβάστε περισσότερα

H ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΟΜΝΗΝΩΝ

H ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΟΜΝΗΝΩΝ H ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΟΜΝΗΝΩΝ Στο θρόνο βρίσκεται ο Αλέξιος Α Κομνηνός 1081 1118 (ιδρυτής δυναστείας Κομνηνών) Ο Αλέξιος Α Κομνηνός μπροστά στο Χριστό Ο Αλέξιος Α διαπραγματεύεται με τους σταυροφόρους

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος ΕΚΠΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΑΙ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

α. Βασίλειο πόλεις-κράτη ομοσπονδιακά κράτη συμπολιτείες Η διάσπαση του κράτους του Μ. Αλεξάνδρου (σελ ) απελευθερωτικοί αγώνες εξεγέρσεις

α. Βασίλειο πόλεις-κράτη ομοσπονδιακά κράτη  συμπολιτείες Η διάσπαση του κράτους του Μ. Αλεξάνδρου (σελ ) απελευθερωτικοί αγώνες εξεγέρσεις ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ 323 [Θάνατος Μ. Αλεξάνδρου] ΕΩΣ 30 π.χ. [κατάληψη της Αιγύπτου από τους Ρωμαίους ολοκληρώνεται η κατάκτηση της Ανατολής από τους Ρωμαίους, ξεκινά η περίοδος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας]

Διαβάστε περισσότερα

«Ο κωμικός ποιητής Βάτων. Τα αποσπάσματα»

«Ο κωμικός ποιητής Βάτων. Τα αποσπάσματα» Π Α Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ι Ο Π Α Τ Ρ Ω Ν ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΜΠΕΛΕΚΟΣ «Ο κωμικός ποιητής Βάτων. Τα αποσπάσματα» Διπλωματική

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ ) Ιστορία ΣΤ τάξης 5 η ενότητα «Η Ελλάδα στον 20 ο αιώνα» 1 Κεφάλαιο 3 Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ. 186 189) Οι προσδοκίες, που καλλιέργησε στους υπόδουλους χριστιανικούς λαούς το κίνηµα των Νεοτούρκων το

Διαβάστε περισσότερα

ΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Πρόλογος... ιάγραμμα περιεχομένων... Πίνακας περιεχομένων... Συντομογραφίες... Βιβλιογραφία... ΙΧ ΧΙ XV LI LV ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Έννοια και σημασία του κληρονομικού δικαίου... 1 2. Ιστορική

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΙΟΙΚΗΣΗ της ΥΓΕΙΑΣ» ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ: ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ ΠΑΡΑΓΙΟΥΔΑΚΗ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΙΟΙΚΗΣΗ της ΥΓΕΙΑΣ» ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ: ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ ΠΑΡΑΓΙΟΥΔΑΚΗ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΙΟΙΚΗΣΗ της ΥΓΕΙΑΣ» ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ: ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ ΠΑΡΑΓΙΟΥΔΑΚΗ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ Διπλωματική

Διαβάστε περισσότερα

Άβυδος (Αρχαιότητα) Περίληψη : Άλλες Ονομασίες Nağara (σημ.) Γεωγραφική Θέση. Ιστορική Περιοχή. Διοικητική Υπαγωγή IΔΡΥΜA ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

Άβυδος (Αρχαιότητα) Περίληψη : Άλλες Ονομασίες Nağara (σημ.) Γεωγραφική Θέση. Ιστορική Περιοχή. Διοικητική Υπαγωγή IΔΡΥΜA ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ Για παραπομπή : Τσουκαλά Βικτωρία,, 2002, Περίληψη : Η αρχαία Άβυδος ήταν πόλη της Τρωάδας, η οποία εξαιτίας της στρατηγικής της θέσης διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της περιοχής μέχρι την Ύστερη

Διαβάστε περισσότερα

2. Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ (610-641). ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

2. Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ (610-641). ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ 2. Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ (610-641). ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ Συμπλήρωση κενών Να συμπληρώσετε τα κενά του αποσπάσματος, βάζοντας στην κατάλληλη θέση μία από τις ακόλουθες λέξεις (τρεις

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία. Α Λυκείου. Κωδικός Απαντήσεις των θεμάτων ΟΜΑΔΑ Α. 1o ΘΕΜΑ

Ιστορία. Α Λυκείου. Κωδικός Απαντήσεις των θεμάτων ΟΜΑΔΑ Α. 1o ΘΕΜΑ Ιστορία Α Λυκείου Κωδικός 6400 Απαντήσεις των θεμάτων ΟΜΑΔΑ Α 1o ΘΕΜΑ 1.α. Να επιλέξετε και να γράψετε τη σωστή απάντηση για κάθε ομάδα από τις ακόλουθες ερωτήσεις: 1. Η ομηρική εποχή ονομάζεται επίσης:

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Μεταπτυχιακές σπουδές στον τομέα Αστικού, Αστικού Δικονομικού και Εργατικού Δικαίου ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΑΚΤΙΚΑ. Γ' ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (Καλαμάτα, 8-15 Σεπτεμβρίου 1985) ΑΝΑΤΥΠΟΝ. ΑΘ. ΡΙΖΑΚΗ δ. Φ. Έθνικοϋ 'Ιδρύματος 'Ερευνών

ΠΡΑΚΤΙΚΑ. Γ' ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (Καλαμάτα, 8-15 Σεπτεμβρίου 1985) ΑΝΑΤΥΠΟΝ. ΑΘ. ΡΙΖΑΚΗ δ. Φ. Έθνικοϋ 'Ιδρύματος 'Ερευνών ΠΡΑΚΤΙΚΑ Γ' ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (Καλαμάτα, 8-15 Σεπτεμβρίου 1985) ΑΝΑΤΥΠΟΝ ΑΘ. ΡΙΖΑΚΗ δ. Φ. Έθνικοϋ 'Ιδρύματος 'Ερευνών Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ ΚΑΙ Η ΑΧΑΪΚΗ ΣΥΜΠΟΛΙΤΕΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

Φιλικές σχέσεις και συγκρούσεις με τους Βούλγαρους και τους Ρώσους Α. Οι Βούλγαροι α μέρος

Φιλικές σχέσεις και συγκρούσεις με τους Βούλγαρους και τους Ρώσους Α. Οι Βούλγαροι α μέρος Φιλικές σχέσεις και συγκρούσεις με τους Βούλγαρους και τους Ρώσους Α. Οι Βούλγαροι α μέρος Βούλγαροι Αρχικά ζουν σε εδάφη του Βυζαντίου εμποδίζουν άλλους λαούς να μετακινηθούν Αργότερα ιδρύουν κράτος προσπαθούν

Διαβάστε περισσότερα

Οι λαοί γύρω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

Οι λαοί γύρω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία Οι λαοί γύρω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία Π Ρ Ο Τ Υ Π Ο Γ Ε Ν Ι Κ Ο Λ Υ Κ Ε Ι Ο Α Ν Α Β Ρ Υ Τ Ω Ν Σ Χ Ο Λ Ι Κ Ο Ε Τ Ο Σ : 2 0 1 7-2 0 1 8 Υ Π Ε Υ Θ Υ Ν Η Κ Α Θ Η Γ Η Τ Ρ Ι Α : Β. Δ Η Μ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ Τ Α

Διαβάστε περισσότερα

Νεότερη Ελληνική Ιστορία Α'

Νεότερη Ελληνική Ιστορία Α' Νεότερη Ελληνική Ιστορία Α' Ενότητα 3: Δημογραφικές εξελίξεις στη νεότερη Ελλάδα Κατερίνα Γαρδίκα Φιλοσοφική Σχολή Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Η δημογραφική εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας 2 Αναλογία

Διαβάστε περισσότερα

School of History and Archaeology. Department of Ancient Greek, Roman, Byzantine and Medieval History. Head of Department: Professor P.

School of History and Archaeology. Department of Ancient Greek, Roman, Byzantine and Medieval History. Head of Department: Professor P. School of History and Archaeology Department of Ancient Greek, Roman, Byzantine and Medieval History Head of Department: Professor P. Nigdelis Teaching Staff Καθηγητής Παντελής Νίγδελης, της Αρχαίας Ιστορίας

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ του Παντελή Νίγδελη

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ του Παντελή Νίγδελη ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ του Παντελή Νίγδελη Φιλοσοφική Σχολή Τμήμα Ιστορίας Αρχαιολογίας Τομέας Αρχαίας, Ρωμαϊκής, Βυζαντινής και Μεσαιωνικής Ιστορίας Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης 541 24 Θεσσαλονίκη Τηλέφωνο

Διαβάστε περισσότερα

Στοιχεία και έγγραφα που απαιτούνται για την εγγραφή στο ΓΕΜΗ

Στοιχεία και έγγραφα που απαιτούνται για την εγγραφή στο ΓΕΜΗ Στοιχεία και έγγραφα που απαιτούνται για την εγγραφή στο ΓΕΜΗ Σύμφωνα με την αριθμ. Κ1-941 οικ./27.4.12 και την Κ1-1484/12.6.2012 του Υπουργείου Ανάπτυξης & Ανταγωνιστικότητας πρέπει να γίνει εγγραφή των

Διαβάστε περισσότερα

3.3. Η ίδρυση της Ρώμης και η οργάνωσή της 3.4 Η συγκρότηση της ρωμαϊκής πολιτείας Res publica (σελ.170-αρχή 175)

3.3. Η ίδρυση της Ρώμης και η οργάνωσή της 3.4 Η συγκρότηση της ρωμαϊκής πολιτείας Res publica (σελ.170-αρχή 175) Λατινική ορολογία για τις Ενότητες της Ρωμαϊκής Ιστορίας Plebes (171) = 1. οι πληβείοι (= αρχικά όσοι δεν ήταν πατρίκιοι, αργότερα όσοι δεν ήταν πατρίκιοι ούτε ιππείς). 2. το πλήθος, ο όχλος. Senatus (171,

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΔΙΟΝ ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ Το Δίον ήταν μια αρχαιότατη πόλη στρατηγικής σημασίας και μια από τις πιο φημισμένες μακεδονικές πολιτείες. Η γεωγραφική θέση

Διαβάστε περισσότερα

H ιστορία του κάστρου της Πάτρας

H ιστορία του κάστρου της Πάτρας H ιστορία του κάστρου της Πάτρας Από την Αρχαιότητα μέχρι την Α' περίοδο Τουρκοκρατίας Μία εργασία της ομάδας Γ (Αβούρης Ε, Γεωργίου Ν, Καρατζιάς Γ, Παπατρέχας Ι) Το κάστρο βρίσκεται στα νότια της Ελλάδας,

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία. Κουτίδης Σιδέρης

Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία. Κουτίδης Σιδέρης Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία Κουτίδης Σιδέρης Η βυζαντινή κοινωνική διαστρωμάτωση Εισαγωγή Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία υπήρξε μία από τις πλέον μακραίωνες κρατικές δομές στην μέχρι τώρα ανθρώπινη

Διαβάστε περισσότερα

Ε. Τοποθετήστε τους δείκτες σκορ, στη θέση 0 του μετρητή βαθμολογίας. ΣΤ. Τοποθετήστε τον δείκτη χρόνου στη θέση Ι του μετρητή χρόνου.

Ε. Τοποθετήστε τους δείκτες σκορ, στη θέση 0 του μετρητή βαθμολογίας. ΣΤ. Τοποθετήστε τον δείκτη χρόνου στη θέση Ι του μετρητή χρόνου. ιαρκεια 90 λεπτα Παικτεσ 4 Ηλικια 12+ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΤΟΧΟΣ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ Το Autokrator είναι ένα μεσαιωνικό στρατιωτικό παιχνίδι, για τις μάχες μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων μεταξύ 7ου και 11ου αιώνα μ.χ.

Διαβάστε περισσότερα

ΣΑ 20 _ Η αρχαία ελληνική πόλις

ΣΑ 20 _ Η αρχαία ελληνική πόλις ΣΑ 20 _ Η αρχαία ελληνική πόλις Αρχαιολογική τεκμηρίωση Π. Βαλαβάνης Α. Σφυρόερα E-class: ARCH606 Εαρινό εξάμηνο 2016-17 ΣΑ 20 _ Η αρχαία ελληνική πόλις Ψηφιακές πηγές Α. Ηλεκτρονικοί κατάλογοι Βιβλιοθηκών_Εν

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (σελ.84-97) Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (σελ.84-97) Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί 1. Να αντιστοιχήσετε τις λέξεις της στήλης Α με αυτές της στήλης Β. Α Β Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί Β. Αριστοκρατία β. Κριτήριο

Διαβάστε περισσότερα

Οι απεικονίσεις των Κρητών (Keftiw) στους τάφους Αιγυπτίων αξιωματούχων και οι σχέσεις μεταξύ Αιγύπτου και Κρήτης κατά τη Νεοανακτορική περίοδο

Οι απεικονίσεις των Κρητών (Keftiw) στους τάφους Αιγυπτίων αξιωματούχων και οι σχέσεις μεταξύ Αιγύπτου και Κρήτης κατά τη Νεοανακτορική περίοδο Οι απεικονίσεις των Κρητών (Keftiw) στους τάφους Αιγυπτίων αξιωματούχων και οι σχέσεις μεταξύ Αιγύπτου και Κρήτης κατά τη Νεοανακτορική περίοδο Παναγιώτης Καπλάνης Διδάσκων: Ανδρέας Βλαχόπουλος Σχέσεις

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή..2. - Iστορική αναδρομή...3-4. - Περιγραφή του χώρου...5-8. - Επίλογος...9. - Βιβλιογραφία 10

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή..2. - Iστορική αναδρομή...3-4. - Περιγραφή του χώρου...5-8. - Επίλογος...9. - Βιβλιογραφία 10 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Γενική Εισαγωγή..2 - Iστορική αναδρομή....3-4 - Περιγραφή του χώρου.....5-8 - Επίλογος...9 - Βιβλιογραφία 10 1 Γενική Εισαγωγή Επίσκεψη στο Επαρχιακό Μουσείο Πάφου Το Επαρχιακό Μουσείο της

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία

Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία Ενότητα 1: Εισαγωγή στις έννοιες και τα εγχειρίδια της βυζαντινής φιλολογίας. Κιαπίδου Ειρήνη-Σοφία Τμήμα Φιλολογίας Σκοποί ενότητας Mια πρώτη επαφή με τη Βυζαντινή Φιλολογία.

Διαβάστε περισσότερα

Ανεμόσπηλια Αρχανών : τα ευρήματα και η ερμηνεία τους

Ανεμόσπηλια Αρχανών : τα ευρήματα και η ερμηνεία τους Ανεμόσπηλια Αρχανών : τα ευρήματα και η ερμηνεία τους Βογιατζόπουλος Σταμάτης Ιστορικό - Αρχαιολογικό Ιωαννίνων Ζ' Εξάμηνο Υπ.Καθ : Αν. Βλαχόπουλος, Μάθημα: Κρητομυκηναϊκή Θρησκεία Δεκέμβριος 2013 Εικόνα

Διαβάστε περισσότερα

Σελίδα: 9 Μέγεθος: 56 cm ² Μέση κυκλοφορία: 1030 Επικοινωνία εντύπου:

Σελίδα: 9 Μέγεθος: 56 cm ² Μέση κυκλοφορία: 1030 Επικοινωνία εντύπου: Σελίδα: 16 Μέγεθος: 510 cm ² Μέση κυκλοφορία: 7510 Επικοινωνία εντύπου: (210) 8113000 Σελίδα: 9 Μέγεθος: 56 cm ² Μέση κυκλοφορία: 1030 Επικοινωνία εντύπου: 210 5231.831-4 Είδος: Εφημερίδα / Κύρια / Οικονομική

Διαβάστε περισσότερα

Προγραμματική Περίοδος 2007 2013

Προγραμματική Περίοδος 2007 2013 Προγραμματική Περίοδος 2007 2013 Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Τίτλος: ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ - ΘΡΑΚΗΣ Κωδικός Ε.Π.: 9 CCI: 2007GR161PO008 ΕΠΙΣΗΜΗ ΥΠΟΒΟΛΗ Αθήνα, Μάρτιος 2006 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Εισαγωγικά στην αρχαία Ελληνική ιστοριογραφία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Εισαγωγικά στην αρχαία Ελληνική ιστοριογραφία ΕΙΣΑΓΩΓΗ Εισαγωγικά στην αρχαία Ελληνική ιστοριογραφία Ενδεικτικοί διδακτικοί στόχοι Οι διδακτικοί στόχοι για τη διδασκαλία της εισαγωγής προσδιορίζονται στο βιβλίο για τον καθηγητή, Αρχαίοι Έλληνες Ιστοριογράφοι,

Διαβάστε περισσότερα

Για παραπομπή : Κοινόν Ασίας

Για παραπομπή : Κοινόν Ασίας Ζουμπάκη Σοφία,, 2002, Εγκυκλοπαίδεια Περίληψη : Στη διάρκεια της Ρωμαϊκής περιόδου αρκετά Κοινά αναφύονται ή αναγεννώνται στην Ανατολή. Πρόκειται για ευρύτερες ενώσεις πόλεων, που κάποτε καλύπτουν ολόκληρη

Διαβάστε περισσότερα

Ευγενία Δρακοπούλου. Διευθύντρια Ερευνών Τομέας Νεοελληνικών Ερευνών

Ευγενία Δρακοπούλου. Διευθύντρια Ερευνών Τομέας Νεοελληνικών Ερευνών Ευγενία Δρακοπούλου Διευθύντρια Ερευνών Τομέας Νεοελληνικών Ερευνών Τηλ. +302107273570 Fax: +302107246212 E-mail: egidrak@eie.gr Website: http://eie.academia.edu/eugeniadrakopoulou http://www.eie.gr/nhrf/institutes/inr/cvs/cv-drakopoulou-gr.html

Διαβάστε περισσότερα

Η σταδιακή επέκταση του κράτους των Βουλγάρων

Η σταδιακή επέκταση του κράτους των Βουλγάρων 1 ΙΣΤΟΡΙΑ Ε ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΕΝΟΤΗΤΑ : ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ Οι Βούλγαροι Οι Ονογούροι Βούλγαροι. Οι πρώτες Βουλγαρικές φυλές πρέπει να έφθασαν στην περιοχή ανάμεσα στον Καύκασο και την Αζοφική Θάλασσα στα

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΠΟΧΗ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ

ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΠΟΧΗ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΠΟΧΗ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ Α. Η ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟ 462 Π.Χ. Μέχρι το 462 π.χ., έτος της πτώσης της πολιτικής

Διαβάστε περισσότερα

Επηρεαζόμενες περιοχές από τον ιό του Δυτικού Νείλου στην Ελλάδα Περίοδος μετάδοσης Οκτωβρίου 2018

Επηρεαζόμενες περιοχές από τον ιό του Δυτικού Νείλου στην Ελλάδα Περίοδος μετάδοσης Οκτωβρίου 2018 Επηρεαζόμενες περιοχές από τον ιό του Δυτικού Νείλου στην Ελλάδα Περίοδος μετάδοσης 208 04 Οκτωβρίου 208 Η «Ομάδα Εργασίας (ΟΕ) για τον καθορισμό των επηρεαζόμενων περιοχών από τα νοσήματα που μεταδίδονται

Διαβάστε περισσότερα

Ευρύκλεια Κολέζα ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΩΣ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΒΕΡΝΤΕΝ (565-843)

Ευρύκλεια Κολέζα ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΩΣ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΒΕΡΝΤΕΝ (565-843) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΩΣ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΒΕΡΝΤΕΝ (565-843) μεγάλες εδαφικές απώλειες ενίσχυση ελληνικότητας νέοι θεσμοί πλαίσιο μέσα στο οποίον το Βυζάντιο

Διαβάστε περισσότερα

Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (Σεπτέμβριος 2018) Δοξανάκη, Α. Σιάλαρος, Μ. 1. Βασικά Χαρακτηριστικά Γραμματοσειρά: Times New Roman.

Διαβάστε περισσότερα

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ Κεφάλαια: 2,3,6,7,8,9,10,11,13,14,15,16,18,19,21,22,23,24,25,26,31,32,37 ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛ. ΓΛΩΣΣΑ & ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ Α) Αρχαίοι Έλληνες Ιστοριογράφοι: 1. Εισαγωγή α) Κεφάλαιο

Διαβάστε περισσότερα

Περίληψη : Χρονολόγηση. Γεωγραφικός εντοπισμός IΔΡΥΜA ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

Περίληψη : Χρονολόγηση. Γεωγραφικός εντοπισμός IΔΡΥΜA ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ Περίληψη : Ο όρος δωρεά σημαίνει ότι κάποιος παραδίδει κάτι σε κάποιον άλλο ως δώρο. Στο πλαίσιο μιας πιο εξειδικευμένης ερμηνείας, η δωρεά αποτελεί την παραχώρηση γης από ένα βασιλιά σε κάποιον υποτακτικό

Διαβάστε περισσότερα

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα Ηφαίστειο της Θήρας Η Μινωική Κρήτη λόγω της εμπορικής αλλά και στρατηγικής θέσης της έγινε γρήγορα μεγάλη ναυτική και εμπορική δύναμη. Οι Μινωίτες πωλούσαν τα προϊόντα τους σε όλη τη Μεσόγειο με αποτέλεσμα

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912) Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι 1912-1913 Ιστορία Γ Γυμνασίου Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912) Χρονολόγιο 1897-1908 Μακεδόνικος Αγώνας 1912-1913 Βαλκανικοί πόλεμοι 1914-1918 Α' Παγκόσμιος

Διαβάστε περισσότερα

Για παραπομπή : Γερουσία

Για παραπομπή : Γερουσία Γιαννακόπουλος Νικόλαος,, 2003, Εγκυκλοπαίδεια Περίληψη : Η γερουσία είναι γνωστή από την Αρχαϊκή και την Κλασική περίοδο της αρχαίας ελληνικής ιστορίας ως ένα σώμα αριστοκρατικού χαρακτήρα με συγκεκριμένες

Διαβάστε περισσότερα

Νομίσματα Ελασσόνων Ελληνιστικών Βασιλείων

Νομίσματα Ελασσόνων Ελληνιστικών Βασιλείων Περίληψη : Οι νομισματικές κοπές που έθεσαν σε κυκλοφορία οι βασιλείς του Περγάμου, της Βιθυνίας, του Πόντου και της Καππαδοκίας διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη νομισματική κυκλοφορία στη Μικρά Ασία,

Διαβάστε περισσότερα

Η Νίκη ήταν κόρη της Στύγας και του Πάλλαντα. Είχε αδέρφια της το Κράτος, το Ζήλο και τη Βία.

Η Νίκη ήταν κόρη της Στύγας και του Πάλλαντα. Είχε αδέρφια της το Κράτος, το Ζήλο και τη Βία. Η Νίκη σε νομίσματα Νίκη: θεά της ελληνικής μυθολογίας προσωποποιούσε τη δόξα του ελληνικού πολιτισμού. Η Νίκη στέλνονταν από το Δία για να εξυμνήσει μία νίκη, να προσφέρει σπονδές ή να στεφανώσει ένα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΠ 11 - ΟΙ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ onlearn.gr - ελπ - εαπ. Το κράτος που ανέλαβε ο Αλέξανδρος ( 336 πΧ) ήταν στρατιωτικά έτοιμο να εισβάλει στην Περσία Ο Αλέξανδρος συνέχισε

ΕΛΠ 11 - ΟΙ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ onlearn.gr - ελπ - εαπ. Το κράτος που ανέλαβε ο Αλέξανδρος ( 336 πΧ) ήταν στρατιωτικά έτοιμο να εισβάλει στην Περσία Ο Αλέξανδρος συνέχισε ΟΙ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ - Το κράτος που ανέλαβε ο Αλέξανδρος ( 336 πχ) ήταν στρατιωτικά έτοιμο να εισβάλει στην Περσία - Ο Αλέξανδρος συνέχισε την εκστρατεία ενισχύοντας τη θέση του απέναντι στους

Διαβάστε περισσότερα

15PROC002628326 2015-03-10

15PROC002628326 2015-03-10 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΔΗΜΟΣ ΙΩΑΝΝΙΤΩΝ Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ- ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΛΙΚΟΥ ΑΠΟΘΗΚΗΣ Διεύθυνση: Καπλάνη 7 (3 ος όροφος) Πληροφορίες: Δεσ. Μπαλωμένου Τηλ. 26513-61332

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΙΓΜΑΤΙΚΟ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ. Από τις πέντε (5) ερωτήσεις να απαντήσεις στις τρεις (3). Κάθε ερώτηση βαθμολογείται με τέσσερις (4) μονάδες.

ΔΕΙΓΜΑΤΙΚΟ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ. Από τις πέντε (5) ερωτήσεις να απαντήσεις στις τρεις (3). Κάθε ερώτηση βαθμολογείται με τέσσερις (4) μονάδες. ΔΕΙΓΜΑΤΙΚΟ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ Μάθημα: Μεσαιωνική και Νεότερη Ιστορία Τάξη: Β Γυμνασίου Ενότητα: Οι πρώτοι αιώνες του Βυζαντίου Χρόνος εξέτασης: 45 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Από τις πέντε (5) ερωτήσεις να απαντήσεις

Διαβάστε περισσότερα

Η Ελλάδα από το 1914 ως το 1924

Η Ελλάδα από το 1914 ως το 1924 Γ. ΕΡΓΑΣΙΕΣ - ΑΣΚΗΣΕΙΣ (ενδεικτικά παραδείγµατα) Η Ελλάδα από το 1914 ως το 1924 Με βάση τα στοιχεία που παρέχει το κεφάλαιο ΚΒ του σχολικού σας βιβλίου (σσ. 73-119) να συντάξετε έναν χρονολογικό πίνακα

Διαβάστε περισσότερα

1. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

1. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ 1 Μιχάλης Ρηγίνος 1. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών, Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1977 αποφοίτησε από το Οικονομικό Τμήμα της ΑΣΟΕΕ και στη συνέχεια σπούδασε Οικονομική

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΤΑΥΡΟΥ Ι. ΤΣΙΤΣΙΡΙΔΗ

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΤΑΥΡΟΥ Ι. ΤΣΙΤΣΙΡΙΔΗ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΤΑΥΡΟΥ Ι. ΤΣΙΤΣΙΡΙΔΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Επώνυμο Τσιτσιρίδης Όνομα Σταύρος Όνομα πατρός Ιωάννης Τόπος γέννησης Ρέθυμνο Ημερομ. γέννησης 26-05-1965 Διεύθυνση Παύλου Νιρβάνα 8, 26443

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. «ΔΙΟΙΚΗΣΗ της ΥΓΕΙΑΣ»

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. «ΔΙΟΙΚΗΣΗ της ΥΓΕΙΑΣ» ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΙΟΙΚΗΣΗ της ΥΓΕΙΑΣ» «ΟΙ ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, Η ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ

Διαβάστε περισσότερα

και ηµόσιας ιοίκησης του Πανεπιστηµίου Αθηνών 1988-92: Αναπληρωτής Καθηγητής των ιεθνών Σχέσεων στο Τµήµα

και ηµόσιας ιοίκησης του Πανεπιστηµίου Αθηνών 1988-92: Αναπληρωτής Καθηγητής των ιεθνών Σχέσεων στο Τµήµα ΓΙΑΝΝΗΣ Γ. ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ ΣΠΟΥ ΕΣ Ιούνιος 1981: ιδάκτωρ των ιεθνών Σχέσεων, Πανεπιστήµιο Pantheon Sorbonne (Παρίσι Ι) µε άριστα 1980-1981: Πανεπιστήµιο Παρίσι Ι, Diplome d Etudes Approfondies (DEA) Ιστορία

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία

Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία Ενότητα 3: Βυζαντινή Επιστολογραφία: είδη - χαρακτηριστικά. Συνέσιος ο Κυρηναίος: Βίος και Έργο Κιαπίδου Ειρήνη-Σοφία Τμήμα Φιλολογίας Σκοποί ενότητας Οι φοιτητές θα έρθουν

Διαβάστε περισσότερα

Πολιτική, Πόλεμος, Στρατηγική

Πολιτική, Πόλεμος, Στρατηγική ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 9: Ναπολεόντειοι Πόλεμοι Γιώργος Μαργαρίτης Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons.

Διαβάστε περισσότερα

Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ. Οι πρεσβευτές πρόσωπα σεβαστά και απαραβίαστα

Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ. Οι πρεσβευτές πρόσωπα σεβαστά και απαραβίαστα Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ Α. Η βυζαντινή διπλωματία Οι πρεσβευτές πρόσωπα σεβαστά και απαραβίαστα Μέθοδοι της βυζαντινής διπλωματίας: Ευκαιριακές αποστολές πρέσβεων Χορηγίες ( χρήματα ή δώρα

Διαβάστε περισσότερα

Η Βυζαντινή Κωνσταντινούπολη

Η Βυζαντινή Κωνσταντινούπολη Η Βυζαντινή Κωνσταντινούπολη ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ Ε ΤΑΞΗ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ Σελίδα 1 Κωνσταντινούπολη Η ξακουστή και δοξασµένη πολιτεία, µε τη λαµπρή, χιλιόχρονη ιστορία, που για δέκα αιώνες δέσποζε πρωτεύουσα της

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ Τίτλος μαθήματος ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΥΠΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Επιλογής / Ενότητα Τεχνών (ΤΕ) ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΕΙΡΗΝΗ ΝΑΚΟΥ ΚΩΔΙΚΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: ΚΤ1121 ΜΟΝΑΔΕΣ ECTS:

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΑΝΑΓΚΩΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΞΕΝΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ 2004-2007

ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΑΝΑΓΚΩΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΞΕΝΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ 2004-2007 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΑΝΑΓΚΩΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΞΕΝΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ 2004-2007 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΑΡΧΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΜΑΡΤΙΟΣ 2004 ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Το ξένο εργατικό

Διαβάστε περισσότερα

Μεσαιωνική & Νεώτερη Ιστορία Β Γυμνασίου

Μεσαιωνική & Νεώτερη Ιστορία Β Γυμνασίου Μεσαιωνική & Νεώτερη Ιστορία Β Γυμνασίου Οι πρώτοι αι. του Βυζαντίου 330 μ. Χ.-395 μ. Χ. Κωνσταντίνος Τι καλούμε «πηγή»; Αυτόν/αυτό από τον οποίο προέρχεται μια πληροφορία. Άμεσες πηγές: Αυτούσια κατάλοιπα:

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 1ος αι. π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 1ος αι. π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA12] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 1ος αι. π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Τι είναι Aρχαιολογία; Η επιστήμη της αρχαιολογίας: Ασχολείται με την περισυλλογή,

Διαβάστε περισσότερα

A Λυκείου Εξεταστέα ύλη περιόδου Μαΐου-Ιουνίου 2015 Θρησκευτικά Αρχαία Ελληνική Γλώσσα

A Λυκείου Εξεταστέα ύλη περιόδου Μαΐου-Ιουνίου 2015 Θρησκευτικά Αρχαία Ελληνική Γλώσσα A Λυκείου Εξεταστέα ύλη περιόδου Μαΐου-Ιουνίου 2015 Θρησκευτικά ΚΕΦ 2 Το νόημα και η εξέλιξη της χριστιανικής λατρείας σελ 13 ΚΕΦ 3 Ο χριστός εγκαινιάζει την αληθινή λατρεία σελ 16 ΚΕΦ 6 «Ποιήσωμεν άνθρωπον»

Διαβάστε περισσότερα

[IA12] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β

[IA12] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β [IA12] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 30 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Δ. Πλάντζος, Ελληνική τέχνη και αρχαιολογία 1200-30 π.χ. Εκδόσεις Καπόν: Αθήνα, 2016

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή διατριβή

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή διατριβή ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή διατριβή ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗΣ ΚΑΤΑΛΥΤΙΚΗΣ ΑΝΑΓΩΓΗΣ ΝΙΤΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΝΙΤΡΩΔΩΝ ΙΟΝΤΩΝ ΣΕ ΝΕΡΟ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΥΔΡΟΓΟΝΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Απασχόληση και Ανεργία ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Απασχόληση και Ανεργία ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Απασχόληση και Ανεργία 2 0 0 2-2 0 0 8 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΑΡΧΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2008 ISBN 978-9963-43-809-9

Διαβάστε περισσότερα

ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΑΛΛΑΝΤΙΚΩΝ ΑΕΡΟΣ ΧΑΜΗΛΗΣ ΛΙΠΟΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ

ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΑΛΛΑΝΤΙΚΩΝ ΑΕΡΟΣ ΧΑΜΗΛΗΣ ΛΙΠΟΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ ΤΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ Εξώφυλλο Το εξώφυλλο θα περιλαμβάνει τα εξής: 1. Το όνομα του Πανεπιστημίου, του Τμήματος και του Τομέα 2. Το όνομα του φοιτητή στη γενική 3. Τις

Διαβάστε περισσότερα

Kalogirou, Dimitra. Neapolis University

Kalogirou, Dimitra. Neapolis University Neapolis University HEPHAESTUS Repository School of Health Sciences http://hephaestus.nup.ac.cy Master Degree Thesis 2015 þÿÿ¹ º ¹½É½¹º Â Ä ¾µ¹Â Äɽ þÿãä ÃŽ ÀĹº º±¹ ÃÄ ½ ɱ½ Kalogirou, Dimitra þÿ Á̳Á±¼¼±

Διαβάστε περισσότερα

Σχέδιο διδασκαλίας με χρήση ΝΤ. Θέμα: Ελληνιστική περίοδος Πολιτική, Οικονομική, Κοινωνική ζωή, Πολιτισμός.

Σχέδιο διδασκαλίας με χρήση ΝΤ. Θέμα: Ελληνιστική περίοδος Πολιτική, Οικονομική, Κοινωνική ζωή, Πολιτισμός. Σχέδιο διδασκαλίας με χρήση ΝΤ Θέμα: Ελληνιστική περίοδος Πολιτική, Οικονομική, Κοινωνική ζωή, Πολιτισμός. Εισαγωγή: Για μια ενδιαφέρουσα ιστορική προσέγγιση κάθε εποχής απαραίτητο είναι βέβαια το έγκυρο

Διαβάστε περισσότερα

Πόλεμος και Πολιτική

Πόλεμος και Πολιτική ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Μάθημα 5 ο : Από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση. 8 ος αι. μ.χ 15 ος αι. μ.χ. Γεώργιος Μαργαρίτης, Καθηγητής, ΑΠΘ Άδειες Χρήσης Το παρόν

Διαβάστε περισσότερα

H ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ Γ ΚΑΙ Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ

H ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ Γ ΚΑΙ Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ H ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ Γ ΚΑΙ Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΓΙΑΤΙ ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ ΣΤΟ ΣXOΛEIO; ΓΙΑ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΟΥΜΕ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΜΑΣ!!! Ο Μιχαήλ Γ (842-867) ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας της δυναστείας του Αμορίου. Όταν

Διαβάστε περισσότερα

Παραδοτέο 6-8GR Πρακτικά Εκδήλωσης Ευρείας Δημοσιοποίησης του Έργου ISWM-TINOS

Παραδοτέο 6-8GR Πρακτικά Εκδήλωσης Ευρείας Δημοσιοποίησης του Έργου ISWM-TINOS Deliverable 7-1:Minutes ISWM-TINOS: of the kick-off meeting of the project ISWM-TINOS Aνάπτυξη και εφαρμογή ενός πιλοτικού συστήματος για την Oλοκληρωμένη Διαχείριση των Στερεών Αποβλήτων στην Τήνο σε

Διαβάστε περισσότερα

Η κοινωνική οργάνωση της αρχαϊκής εποχής

Η κοινωνική οργάνωση της αρχαϊκής εποχής Η κοινωνική οργάνωση της αρχαϊκής εποχής 1. Οι ευγενείς (ἀγαθοί, ἄριστοι, εὐπατρίδες, ἐσθλοί): κάτοχοι γης, ιππείς, ασκούσαν σώμα και πνεύμα (ιδανικό τους ο καλός κἀγαθός πολίτης). 2. Οι πολλοί, ο δήμος

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΛΠ11 ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Βυζάντιο και Χριστιανισμός: η δυναμική της θρησκείας στον καθορισμό της φυσιογνωμίας της αυτοκρατορίας και των

Διαβάστε περισσότερα