ΑΝΟΡΘΩΣΗ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΜΕΝΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΥΠΟΖΩΝΗΣ OSTRYO - CARPINION.

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΑΝΟΡΘΩΣΗ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΜΕΝΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΥΠΟΖΩΝΗΣ OSTRYO - CARPINION."

Transcript

1 ΣΧΟΛΗ ΔΑΣΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΑΣΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ- ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΑΣΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΔΑΣΟΚΟΜΙΑΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΑΝΟΡΘΩΣΗ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΜΕΝΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΥΠΟΖΩΝΗΣ OSTRYO - CARPINION. Επιβλέπουσα Θέκλα Κ. Τσιτσώνη Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Χρήστος Προδοφίκας Δασολόγος Θεσσαλονίκη 2011

2 Επιβλέπουσα Θέκλα Κ. Τσιτσώνη Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Εξεταστική επιτροπή Θεοχάρης Δ. Ζάγκας Αναπληρωτής καθηγητής Πέτρος Π. Γκανάτσας Επίκουρος καθηγητής 2

3 Στη μνήμη του πατέρα μου 3

4 ΠΡΟΛΟΓΟΣ - ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Η διαρκής υποβάθμιση των οικοσυστημάτων παράλληλα με την ανάπτυξη του ανθρώπινου πολιτισμού, κάνει επιτακτική την ανάγκη ανόρθωσής τους. Με την παρούσα έρευνα αξιολογείται η επίπτωση των ανθρωπογενών επεμβάσεων στο οικοσύστημα ώστε γνωρίζοντας το μέγεθος και τη σοβαρότητα του προβλήματος, να ληφθούν οι ορθότερες αποφάσεις για την επιτυχή ανόρθωση. Με την ολοκλήρωση της μεταπτυχιακής μου διατριβής θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσοι βοήθησαν πρακτικά αλλά και ηθικά για την ολοκλήρωσή της. Ευχαριστώ θερμά την επιβλέπουσα καθηγήτριά μου Δρ. Θέκλα Κ. Τσιτσώνη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια της Σχολής Δασολογίας και Φ.Π. του Α.Π.Θ. για το ενδιαφέρον, την προθυμία και τις υποδείξεις της σε όλη τη διάρκεια της παρούσας έρευνας. Επιπλέον ευχαριστίες εκφράζω στα μέλη της εξεταστικής επιτροπής Δρ. Θεοχάρη Ζάγκα, Αναπληρωτή Καθηγητή και Δρ. Πέτρο Γκανάτσα, Επίκουρο Καθηγητή για τις σημαντικές παρεμβάσεις τους. Το Δρ. Γεώργιο Σταματέλλο, Αναπληρωτή Καθηγητή, για τις σημαντικές επισημάνσεις σε θέματα στατιστικής ανάλυσης. Ευχαριστώ τη Δρ. Μαριάνθη Τσακαλδήμη για τις παρατηρήσεις της με αποτέλεσμα τη βελτίωση της διατριβής. Επίσης, ευχαριστώ ιδιαιτέρως τον κ. Αθανάσιο Παπαϊωάννου και την κα. Θεανώ Σαμαρά για την πολύτιμη βοήθειά τους στις εδαφολογικές αναλύσεις, καθώς και τη Δρ. Ελένη Ελευθεριάδου, Επίκουρη Καθηγήτρια, τον κ. Μηνά Χασάπη και τον κ. Κων/νο Ματζανά για την βοήθειά τους στον προσδιορισμό των φυτικών δειγμάτων. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στους κ. Θωμά Αρβανίτη, και Χάρη Γκανάτσιο για την πολύτιμη συμβολή τους στην έρευνα και τις πληροφορίες που μου παρείχαν, την Κρυσταλλένια Τσούρη για τη βοήθεια στην αποτύπωση της βλάστησης και την Αιμιλία Κοντογιάννη για τη συμβολή της στην πληρέστερη παρουσίαση της εργασίας. Τέλος, ευχαριστώ τη σύντροφό μου Χριστίνα για την ηθική συμπαράσταση που χωρίς αυτή, δε θα ήταν δυνατή η ολοκλήρωση της παρούσας εργασίας. 4

5 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ.. 7 ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ 9 Το Μεσογειακό οικοσύστημα... 9 Έδαφος Βλάστηση Οι φυτοκοινωνίες στον Ελληνικό χώρο Θαμνώνες μακκί ή μακκία βλάστηση ( macchie, maquis ) Τα ψευδομακκίς ( pseudomachie, pseudomaquis ) Φρύγανα Πρίνος (Quercus coccifera) Παράγοντες που επιδρούν στην υποβάθμιση του οικοσυστήματος Ανθρωπογενείς επιδράσεις. 22 Φωτιά.. 23 Βόσκηση. 26 Ανόρθωση - αποκατάσταση του οικοσυστήματος. 29 ΠΕΡΙΟΧΗ ΕΡΕΥΝΑΣ.. 33 Γενικά Ιστορικά στοιχεία Δημογραφικές και κοινωνικοοικονομικές συνθήκες.. 39 Κλίμα.. 40 Μετεωρολογικά δεδομένα.. 41 Η βλάστηση στην περιοχή.. 45 Γεωπετρολογικό υπόθεμα ΜΕΘΟΔΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ 50 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ.. 52 ΣΥΖΗΤΗΣΗ. 68 5

6 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.. 80 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ.. 81 ΠΕΡΙΛΗΨΗ SUMMARY ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

7 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ Τα δάση παρέχουν τροφή, ξυλεία, καυσόξυλα, εισόδημα, προστατεύουν από τη διάβρωση (Mekuria et al., 2007) και παράλληλα, υποβαθμίζονται για περισσότερο από χρόνια (Naveh, 1975). Το φαινόμενο της ερημοποίησης είναι ένα από τα σοβαρότερα περιβαλλοντικά προβλήματα με ιδιαίτερη σημασία για την περιοχή της Μεσογείου (Τσιτσώνη & Τσακαλδήμη, 2003). Ξηρές και ημίξηρες περιοχές είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στην ερημοποίηση (Maestre & Cortina, 2004). Στη βόρεια Ευρώπη, η κυριαρχία του ανθρώπου τους δυο τελευταίους αιώνες και η αύξηση του πληθυσμού, είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη των οικονομικών αγορών και την εντονότερη εκμετάλλευση των δασών εξαιτίας της βιομηχανοποίησης. Η αξία του δάσους μεταβλήθηκε με αποτέλεσμα οι υλοτομίες, η εκτεταμένη εκμετάλλευση και η διαχείριση για την παραγωγή ξυλείας, να έχουν αλλάξει τη μορφή πολλών δασών (Nordlind & Ostlund 2003, Dobrowolska 2006). Στη Μεσόγειο, τα οικοσυστήματα έχουν προκύψει από συνδυασμό φυσικών παραγόντων και ανθρώπινων επιδράσεων (Khaznadar et al. 2009). Παραγωγικά δάση μεταβλήθηκαν βαθμιαία σε δασολίβαδα, δασοσκεπή λιβάδια, βοσκότοπους και τελικά σε άγονες γυμνές εκτάσεις (Ντάφης, 1986). Η ανάπτυξη του πολιτισμού, οι έντονες ανθρώπινες δραστηριότητες, η αποδάσωση, η υπερβόσκηση (Chasapis, et al., 2004), οι υλοτομίες, η κλαδονομή, οι καλλιέργειες, οι πυρκαγιές (Naveh, 1975, Τσιτσώνη, 2003), η εκτός δρόμου οδήγηση, (Geerken & Ilaiwi), αλλά και φυσικοί παράγοντες όπως γεωκατακρημνίσεις, γεωλισθήσεις, ανεμορριψίες, χιονορριψίες (Ντάφης, 1986) είχαν ως αποτέλεσμα τη σημαντική υποβάθμιση των δρυοδασών (Τσιτσώνη, 2003). Οι πεδινές και ημι-ορεινές περιοχές της Μεσογείου κυριαρχούνται από ξυλώδη βλάστηση η οποία είναι σύνθετη μίξη από αείφυλλα και φυλλοβόλα πλατύφυλλα με ποώδη υποβλάστηση (Papachristou et al., 2003). Οι ορεινές περιοχές είναι απότομες, αβαθείς, βραχώδεις και πετρώδεις για αποδοτική καλλιέργεια, καλύπτονται από λιγότερο ή περισσότερο εξαντλημένη μακκία βλάστηση -θάμνους και φρύγανα- ή λιβάδια με μικρή οικολογική αξία και οικονομικό ενδιαφέρον (Naveh, 1978). Μεγάλο μέρος της επικράτειας της Μεσογείου, καλύπτεται από θαμνώνες (Papachristou, 1997) οι οποίοι υπολογίζεται ότι καταλαμβάνουν έκταση ha (Le Houerou, 1974, Papatheodorou, 2004). Στην Ελλάδα τα δάση καταλαμβάνουν ha ενώ οι θαμνώνες και οι βοσκότοποι ha, δηλαδή το 18,6% και 44,5% της έκτασης της χώρας αντίστοιχα (Ντάφης 1983, Στάμου, 2007). Οι θαμνώνες καλύπτουν ha δηλαδή το 30% της συνολικής επιφάνειας (Papachristou et al., 2003). Ειδικότερα, υπολογίζεται ότι οι πρινώνες καταλαμβάνουν έκταση ha (Liakos, 1980, Tsiouvaras 1988) όπου εκτρέφονται κατσίκες (Pittas, 1980, Tsiouvaras, 1988). Η Γαλάτιστα Χαλκιδικής είναι μια τυπική περιοχή της βόρειας Ελλάδας, όπου το οικοσύστημα έχει υποβαθμιστεί. Βιοτικοί και αβιοτικοί παράγοντες συντέλεσαν σε αυτό. Οι ανθρωπογενείς επεμβάσεις φαίνεται να έχουν διαδραματίσει τον κυρίαρχο ρόλο στην υποβάθμιση της περιοχής. Η αναπτυγμένη κτηνοτροφία της περιοχής σημαίνει υψηλό αριθμό κτηνοτροφικών ζώων. Η αλόγιστη και ανεξέλεγκτη βόσκηση τους (κυρίως γιδιών και δευτερευόντως προβάτων), στην ύπαιθρο μπορεί να είναι αιτία διαταραχής και οπισθοδρόμησης του οικοσυστήματος. Η ανάγκη για θέρμανση αλλά και η ικανοποίηση των λοιπών ενεργειακών αναγκών, οδήγησαν τους κατοίκους 7

8 στην ξύλευση του δάσους. Η ξύλευση συνεχίζεται μέχρι σήμερα αλλά σε μικρότερο βαθμό. Κατά καιρούς πυρκαγιές έχουν πλήξει την ευρύτερη περιοχή. Η φωτιά ως φυσικός παράγοντας υποβάθμισης σε συνδυασμό με τις ανθρωπογενείς επιδράσεις κυρίως βόσκηση και ξύλευση αποτελεί δραστικό και άμεσο παράγοντα υποβάθμισης του οικοσυστήματος. Είναι βέβαιο ότι ένα μεγάλο μέρος των πυρκαγιών είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας. Οι κτηνοτρόφοι της περιοχής κατ επανάληψη ακολούθησαν την πρακτική καταστροφής της βλάστησης χρησιμοποιώντας τη φωτιά ώστε να εξασφαλίσουν αφθονότερη και θρεπτικότερη τροφή στα ζώα. Οι συνέπειες είναι καταστροφικές και στη συνέχεια γίνεται αναλυτική αναφορά σε αυτές. Παρόλα αυτά υπήρξε πρόνοια για την προστασία ενός τμήματος της περιοχής με απαγόρευση της βόσκησης, της ξύλευσης και γενικά απαγόρευσης κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας. Παρατηρήθηκε ότι οι πυρκαγιές, που οφείλονταν σε ανθρώπινες δραστηριότητες, στη συγκεκριμένη περιοχή ήταν σημαντικά λιγότερες. Είναι φανερό πως το οικοσύστημα πρέπει να ανορθωθεί ώστε να επιστρέψει στην προηγούμενη κατάσταση. Από τις πιο συχνές μεθόδους ανόρθωσης που εφαρμόζονται για το σκοπό αυτό είναι η προστασία της περιοχής από τους παράγοντες που προκαλούν οπισθοδρομική διαδοχή. Η μελέτη της σημερινής κατάστασης στην οποία βρίσκεται η περιοχή που προστατεύεται σε σχέση με την περιοχή που βόσκεται και επιτρέπονται οι ανθρώπινες δραστηριότητες, από άποψη σύνθεσης και δομής του οικοσυστήματος, θα αποτελέσει τη βάση για να διαπιστωθεί το μέγεθος της επίδρασης που επιφέρουν οι ανθρωπογενείς παράγοντες στο οικοσύστημα. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η έρευνα των επιπτώσεων των ανθρωπογενών επιδράσεων σε υποβαθμισμένα οικοσυστήματα της υποζώνης Ostryo- carpinion ώστε να επιλεγούν οι κατάλληλοι χειρισμοί για την ανόρθωσή τους. Οι επί μέρους στόχοι είναι: 1). Η επίδραση της προστασίας στα δασοκομικά χαρακτηριστικά των ξυλωδών ειδών. 2). Η διερεύνηση ύπαρξης διαφορών στην ποικιλότητα, την κάλυψη και την πυκνότητα της βλάστησης, ανάμεσα σε βοσκόμενα και προστατευόμενα τμήματα. 3). Η διερεύνηση ύπαρξης διαφορών στις φυσικές και χημικές ιδιότητες του εδάφους μεταξύ προστατευόμενου και βοσκόμενου τμήματος. 4). Η διατύπωση προτάσεων για την ανόρθωση των οικοσυστημάτων της υποζώνης Ostryo-carpinion. 8

9 ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ TO ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΟ OIKOΣYΣTHMA Οι εκτάσεις της Μεσογείου παρουσιάζουν αξιοσημείωτη ετερογένεια που οφείλεται σε ανθρωπογενείς και βιολογικές διαδικασίες (Zavala & Zea, 2004). Η οικο-περιοχή (eco-region) της Μεσογείου, είναι μία από τις 233 οικο-περιοχές με ξεχωριστή βιοποικιλότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ πρόσφατα χαρακτηρίστηκε ως μία από τις 11 σημαντικότερες περιοχές παγκοσμίως εξαιρετικής βιοποικιλότητας, εμφανίζοντας υψηλό ενδημισμό (Leone & Lovreglio, 2004). Υποβαθμισμένες Μεσογειακές δασικές περιοχές είναι κυρίως περιοχές ξηρών, ημίξηρων έως ξηρών ύφιγρων κλιμάτων. Ένα μέρος από αυτές αποτελούνται από θαμνώδη βλάστηση, με ποσοστό κάλυψης αρκετά χαμηλό ή είναι περιοχές που καλύπτονταν από δενδρώδη βλάστηση (Τσιτσώνη & Τσακαλδήμη, 2003). Όσο περισσότερα είδη και άτομα συμμετέχουν στη δομή μιας δασικής βιοκοινότητας τόσο υψηλότερη μορφή οργάνωσης παίρνει αυτή η κοινότητα και τόσο δυσκολότερα μπορούν να χαραχθούν τα όρια ανάμεσα στην απλή συνύπαρξη των ειδών και των σχέσεων αλληλεξάρτησης που δημιουργούνται μεταξύ τους. Βασικό στοιχείο της δομής των δασικών οικοσυστημάτων είναι η ποικιλότητά τους. Για τον προσδιορισμό της ποικιλότητας πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο βαθμός πληθοκάλυψης του είδους. Όσο περισσότερα είδη μετέχουν σε ένα οικοσύστημα και όσο περισσότερες λειτουργίες ασκούν, τόσο μεγαλύτερη είναι η ποικιλότητα, τόσο μεγαλύτερη ικανότητα αυτορρύθμισης έχει το οικοσύστημα και τόσο σταθερότερο είναι. Η ποικιλότητα εξαρτάται κυρίως από τις συνθήκες του σταθμού (βιοτόπου). Στα δασικά οικοσυστήματα της χώρας μας η ποικιλότητα μειώνεται με το υπερθαλάσσιο ύψος. Μεγαλύτερη εμφανίζεται στους μεικτούς θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλλων και μικρότερη στα οικοσυστήματα που δημιουργούνται στα δασοόρια. Στο ίδιο οικοσύστημα η μεγαλύτερη ποικιλότητα εμφανίζεται στους κατώτερους ορόφους (εδάφους, όροφο βρύων και όροφο ποών και γράστεων). Στον όροφο των δένδρων παρατηρείται η μικρότερη ποικιλότητα. Από τις αναρίθμητες επί μέρους δυνάμεις που ενεργούν πάνω στη δασοβιοκοινότητα, δημιουργείται παντού, εφόσον δεν επενεργούν βίαιες εξωγενείς δυνάμεις, εκείνη η κατάσταση, που είναι αναγκαία για τη διατήρηση του δάσους και που την ονομάζουμε βιοκοινοτική ισορροπία. Όσο όμως κι αν φαίνεται αρμονική και βραχυχρόνια αυτή η βιοκοινοτική ισορροπία, μακροχρόνια υπόκειται σε συνεχείς διακυμάνσεις και μεταβολές. Ένα μέτρο εκτίμησης της σταθερότητας του οικοσυστήματος είναι ο αριθμός των σχέσεων που δημιουργούνται στη βιοκοινότητα και ιδιαίτερα ο αριθμός των πολλαπλών σχέσεων μεταξύ των ειδών που την συνθέτουν (Ντάφης, 1986). Η σχέση μεταξύ της δομής του οικοσυστήματος και της λειτουργικότητας, είναι πολύπλοκη (Mendez et al., 2008). Η κορύφωση της ποικιλότητας είναι αποτέλεσμα της συνύπαρξης μονοετών και διετών ειδών με ετήσιες πόες και ξυλώδη βλάστηση κατά τις πρώτες δεκαετίες της χρονοδιαδοχής (Bonet & Pausas, 2004). Ο συνδυασμός διαφόρων παραγόντων καθορίζει τη σύνθεση 9

10 της βλάστησης και τον πλούτο των ειδών (Brinkmann et al., 2009). Ξηρές και ημίξηρες περιοχές της Μεσογείου, παρουσιάζουν υψηλή ποικιλότητα σε μορφές ανάπτυξης, ενδημικά είδη και θαμνώδεις μορφές (Peinado et al., 1995). Το κλίμα, η σχέση ειδών και περιοχής και τοπικοί περιβαλλοντολογικοί παράγοντες οι οποίοι έχουν διαφορετική επίδραση στην παρουσία των φυτών, εξηγούν την διαφορά στην ποικιλία κατά θέσεις. Επίσης σημαντικό ρόλο έχουν οι τοπογραφικοί παράγοντες (ιδιαίτερα η κλίση), η ανομοιογένεια του υποστρώματος όπως και οι ιδιότητες του εδάφους. Το υψόμετρο σχετίζεται με πολλές μεταβλητές, τις οποίες και επηρεάζει (Desalegn & Beierkuhnlein, 2010). Παράλληλα η δομή του εδάφους, η οργανική ουσία και η κλίση είναι σημαντικοί παράγοντες στην ποικιλία και στη μορφή ανάπτυξης των ξυλωδών ειδών. Ο αριθμός και το μέγεθος των σπόρων που παράγονται, η φυτρωτικότητα και η ικανότητα διασποράς καθορίζουν ως ένα βαθμό, τη σύνθεση, αναλογία και εξάπλωση των ειδών που εμφανίζονται (Dalaka & Sgardelis, 2006). Τα θηλαστικά μπορούν να περιορίσουν την αναγέννηση των δένδρων, να προκαλέσουν αλλαγές στη σύνθεση και μείωση στην παραγωγικότητα της βλάστησης (Gill, 1992). Η γνώση των ανθρώπινων επιδράσεων θα βοηθήσει στην σωστή επιλογή χειρισμών ώστε να δημιουργηθεί ισορροπία μεταξύ της ανθρώπινης πίεσης και των διαθέσιμων πόρων (Geerken & Ilaiwi, 2004). Όλα τα οικοσυστήματα έχουν μια ορισμένη ικανότητα να αναλάβουν μόλις διακοπεί η διαδικασία υποβάθμισης (προσαρμοστικότητα), αλλά όπου αυτή η αποκατάσταση είναι πολύ αργή ή απίθανο να γίνει, τότε η αποκατάσταση δεν αναμένεται (Rojo et al., 2010). Η φυσική αναγέννηση αυξάνει τη σταθερότητα και την ποικιλότητα (Dobrowolska, 2006). Νέοι τρόποι αναζητούνται για τη μεγιστοποίηση της επιτυχίας της εγκατάστασης των δέντρων με τη χρήση πρόδρομης βλάστησης, ώστε να μεγιστοποιηθεί η ευνόηση και να ελαχιστοποιηθεί ο ανταγωνισμός (Laliberte et. al., 2008). Η αλληλεπίδραση των φυτών είναι μια από τις κύριες διαδικασίες που επηρεάζουν την κοινωνική δομή και σύνθεση (Μaestre et al., 2003). Σε πολλές περιπτώσεις, η τεχνητή αναδάσωση προτείνεται ώστε να επιτύχουμε ταχύτερη αποκατάσταση του οικοσυστήματος (Tsitsoni, 2009). Το οικοσύστημα συχνά διαταράσσεται από βιοτικούς και αβιοτικούς παράγοντες. Είδη δένδρων εξαφανίζονται εξαιτίας της εισβολής ξενικών παράσιτων και παθογόνων. Η μείωση των ιθαγενών ειδών, μπορεί μακροπρόθεσμα να μεταβάλλει τη δυναμική του οικοσυστήματος (Elliott & Swank, 2008). Η βιολογική σημασία των ειδών-εισβολέων, μπορεί να επιδράσει σε τέσσερα επίπεδα : 1) στα ιθαγενή είδη (θνησιμότητα και ανάπτυξη), 2) στη γενετική (υβριδισμός), 3) στην κοινωνία (ποικιλότητα, δομή, τροφικές αλυσίδες) 4) στις διεργασίες του οικοσυστήματος (παραγωγικότητα, θρεπτικά στοιχεία) (Elliott & Swank, 2008). Γενικά, οι παράγοντες που ευνοούν την υπεραύξηση του αριθμού των εντόμων είναι η τροφή, το κλίμα, ο ανταγωνισμός, οι εχθροί, όπως και το είδος του δένδρου ή το μέρος του δένδρου που προσβάλλεται. Στην Ελλάδα, ο κύριος παράγοντας που δημιουργεί δευτερογενείς επιδημίες στα δάση πεύκης και ελάτης είναι η ξηρασία 10

11 (Καϊλίδης, 2004). Οι εστίες των φυλλοφάγων εντόμων συνήθως ακολουθούν τις περιόδους ξηρασίας ή έντονων βροχοπτώσεων (Gonzalez-Ochoa & Heras, 2002). Σε ξηρές συνθήκες η κάλυψη της βλάστησης τείνει να είναι χαμηλή και αραιή (Bonet & Pausas, 2004). Η αποφύλλωση αποδυναμώνει τα δένδρα τα οποία γίνονται πιο ευάλωτα σε δυσμενείς βιοτικούς ή και αβιοτικούς παράγοντες (Gonzalez-Ochoa & Heras, 2002). Φυσικές συστάδες δένδρων που αναπτύσσονται ικανοποιητικά, προσβάλλονται λιγότερο από φυλλοφάγα έντομα, παρά συστάδες που αυξάνουν πάνω σε φτωχά και ξηρά εδάφη και γενικά σε μη ευνοϊκό περιβάλλον. Οι μικτές συστάδες με μεγάλη ποικιλότητα, είναι ασφαλέστερες από τις προσβολές των εντόμων (Καίλίδης, 2004). Ήπιοι χειμώνες ευνοούν την αύξηση των πληθυσμών των φυτοφάγων ζώων και άλλους παράγοντες που προκαλούν καταστροφές ή ασθένειες (Mihok et al., 2009). Η επίδραση που ασκεί η υποβλάστηση στο δάσος μπορεί να είναι ευνοϊκή ή δυσμενής ανάλογα με τη σύνθεση και την πυκνότητά της και την ηλικία της συστάδας. Η υποβλάστηση μπορεί να αναστείλει την ανάπτυξη των δενδρυλλίων και να αποτελέσει πρόβλημα στη φυσική αναγέννηση οδηγώντας την σε αποτυχία καθώς ανταγωνίζεται για νερό, θρεπτικά συστατικά, δημιουργεί σκιά και παρέχει κατάλληλες φωλιές σε μικρά θηλαστικά και άλλα ζώα που μπορούν να καταστρέψουν τα αρτίφυτα (Harmer et al., 2005). Αραιή υποβλάστηση από πλατύφυλλα είδη διευκολύνει την χουμοποίηση της φυλλάδας και γενικά ανυψώνει τη βιολογική δραστηριότητα του εδάφους. Πυκνή υποβλάστηση από αγρωστώδη καταναλώνει τεράστιες ποσότητες νερού και προκαλεί την ξήρανση των ανώτερων στρωμάτων του εδάφους (Ντάφης, 1986). Αβιοτικοί παράγοντες που προκαλούν βλάβες στο οικοσύστημα είναι οι εξής: Ρύπανση της ατμόσφαιρας Δυσμενείς καιρικές συνθήκες (ξηρασία, παγετός, άνεμος, χιόνι, χαλάζι ) Ακατάλληλο έδαφος (τροφοπενίες) Οι παράγοντες αυτοί επιδρούν σχετικά ομοιόμορφα, με τυχαίο τρόπο, προκαλώντας συνήθως μικρότερης κλίμακας καταστροφές. Είναι εξαιρετικά δύσκολο ή αδύνατο να ελεγχθούν από τον άνθρωπο. ΕΔΑΦΟΣ Υποβάθμιση του εδάφους θεωρείται η μείωση και η απώλεια που προκαλείται από τη διαδικασία αλλαγή χρήσης γης, φυσικών διεργασιών ή συνδυασμό και των δύο. Η υποβάθμιση περιορίζει τις φυσικές, χημικές και βιολογικές ή οικονομικές ιδιότητες του εδάφους και μακρόχρονα προκαλεί την απώλεια της βλάστησης (Thornes, 2007). Η απώλεια του εδάφους και οι διαταραχές από φυσικούς μηχανισμούς γεωμορφολογικών διαδικασιών (θραύση, τάσεις) καθώς και εξωγενείς διαταραχές 11

12 (βόσκηση, ποδοπάτημα ζωών και φωτιά), αυξάνουν το stress της βλάστησης (Guerro- Campo & Montserrat-Marti, 2003). Η βλάστηση επιδρά στη σταθερότητα των πλαγιών αλληλεπιδρώντας με το έδαφος μέσω υδρολογικών και μηχανικών παραγόντων προερχόμενοι από τη δράση του ριζικού συστήματος που διαπερνούν το έδαφος, έχοντας ως αποτέλεσμα τη σταθεροποίησή του εξαιτίας της αγκύρωσης των επιφανειακών στρωμάτων με τα βαθύτερα που είναι σταθερότερα, ή με το βραχώδες υπόστρωμα (Mattia et al., 2005). Το υπόστρωμα φαίνεται να έχει σημαντικό ρόλο στην εγκατάσταση αρτίφυτων (αύξηση του ριζικού συστήματος) και στο ποσοστό επιβίωσής τους, σε φυτεύσεις για την αποκατάσταση υποβαθμισμένων περιοχών (Tsitsoni, 2001). Τo δάσος με την εγκατάστασή του συμβάλλει ώστε να μειωθούν δραστικά οι πλημμύρες (Rojo et al., 2010). Σε προστατευόμενες περιοχές που η κάλυψη της θαμνώδους βλάστησης και του υπορόφου έχει αποκατασταθεί, η επιφάνεια του εδάφους προστατεύεται από τη διαβρωτική ενέργεια των σταγόνων της βροχής (Mekuria et al., 2007), ενώ η απουσία κάλυψης σε υποβαθμισμένες γυμνές εκτάσεις, οδηγεί σε δραστική μείωση της διήθησης των νερών της βροχής (Aronson et al., 1993). Σύμφωνα με τον Παπαναστάση (1992), με την υπερβόσκηση προκαλείται έντονη συμπίεση του εδάφους. Αποτέλεσμα είναι η μείωση του πορώδους του εδάφους και αύξηση της φαινόμενης ειδικής πυκνότητας. Μειωμένο πορώδες σημαίνει μείωση της ταχύτητας εισόδου του νερού της βροχής μέσα στο έδαφος, δηλαδή μειωμένη διηθητικότητα και αντίστοιχη αύξηση της επιφανειακής απορροής, η οποία μπορεί να προκαλέσει διάβρωση του εδάφους. Επίσης μειωμένο πορώδες σημαίνει μικρή υδατοδιαπερατότητα άρα μειωμένη υδατοχωρητικότητα, κακό αερισμό του εδάφους και δυσκολία διείσδυσης των ριζών. Τα ανωτέρω έχουν ως αποτέλεσμα τη μειωμένη αύξηση τόσο του υπόγειου όσο και του υπέργειου τμήματος των φυτών. Οι επιδράσεις της συμπίεσης στη βλάστηση δεν είναι πάντοτε αρνητικές αντίθετα είναι ευεργετικές όταν η συμπίεση είναι ήπια. Το ποδοπάτημα των ζώων βοηθά στην αποκατάσταση του τριχοειδούς στα χαλαρά εδάφη και στην καλύτερη αύξηση των φυτών. Επίσης βοηθούν στο σπάσιμο της κρούστας που σχηματίζουν πολλά εδάφη, ή του στρώματος των βρύων καθώς και στη διάσπαση ή στο διασκορπισμό της ξηροφυλλάδας, πράγμα που διευκολύνει την αποσύνθεσή της και την απευθείας επαφή της βροχής με το ορυκτό έδαφος. Επιπλέον τα ποδοπατήματα συντελούν στο θάψιμο των σπόρων μέσα στο έδαφος. Οι Tefera et al., (2010) παρατήρησαν ότι διαφορετικοί χειρισμοί της βόσκησης προκαλούν αξιοσημείωτες μεταβολές στα θρεπτικά στοιχεία του εδάφους. Οι Ayyad & El-kadi (1982) αναφέρουν ότι το πέρασμα της τροφής από το στομάχι των ζώων, επιταχύνει τον κύκλο του αζώτου και έτσι βοσκόμενες περιοχές είναι πλουσιότερες σε άζωτο από τις προστατευόμενες. Η διαθεσιμότητα στα φυτά των μεταλλικών στοιχείων εκτός του φωσφόρου, φαίνεται να ενισχύεται. Ο κύκλος των θρεπτικών 12

13 στοιχείων, μπορεί να διαταραχθεί από την αργή αποσύνθεση της οργανικής ουσίας. Η ανακύκλωση των μεταλλικών στοιχείων αυξάνεται από το ποδοπάτημα των ζώων καθώς αυξάνεται η επαφή τους με την υγρασία και τους οργανισμούς του εδάφους. Η ξηρασία επιδρά στο έδαφος αυξάνοντας την ολική εδαφική συγκέντρωση του φωσφόρου, τις ανταλλάξιμες συγκεντρώσεις του σιδήρου, μαγνησίου και θείου, τον κορεσμό σε εδαφικά ανταλλάξιμα σύμπλοκα μαγνησίου και τείνει να αυξήσει το ποσοστό των κορεσμένων βάσεων των εδαφικών ανταλλάξιμων συμπλόκων (Sardans et al., 2008). Η χαμηλή εδαφική υγρασία συντελεί στη μείωση της ανάπτυξης των ριζών (Grossnickle, 2005). Καθώς το έδαφος ξηραίνεται, τα κατώτερα στρώματα συνεισφέρουν περισσότερο στην πρόσληψη του νερού παρά τη μικρότερη πυκνότητα των ριζών (Rambal, 1984). ΒΛΑΣΤΗΣΗ ΟΙ ΦΥΤΟΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΟ Οι βιοτικοί και αβιοτικοί παράγοντες ενός σταθμού (επιδρούν κυρίως στην αντοχή και στον ανταγωνισμό των φυτών) συνδυάζονται και ασκούν μια ελεγχόμενη και εκλεκτική επίδραση στη γεωγραφική εξάπλωση των taxa. Αυτή η εκλεκτικότητα καταλήγει σε ένα περιορισμένο αριθμό ειδών σε ένα δεδομένο σταθμό. Ένας τέτοιος συνδυασμός καλείται φυτοκοινωνία ή φυτοένωση. Η γεωγραφική εξάπλωση των φυτοκοινωνιών δεν είναι τυχαία, αλλά καθορίζεται από τα είδη από τα οποία συντίθεται και από τις ιδιότητες του σταθμού. Το μωσαϊκό των φυτοκοινωνιών στον χώρο, είναι η βλάστηση. Διαδοχή της βλάστησης είναι η αλληλουχία των φυτοκοινωνιών, που παρουσιάζεται σε ένα ορισμένο τόπο με την πάροδο του χρόνου (Αθανασιάδης κ.α., 2001). Η φυτοκοινωνική ένωση «κλίμαξ» ή τελική ένωση, δεν πρέπει να θεωρηθεί για μια περιοχή πάνω στην οποία επικρατεί ενιαίο κλίμα, ως μια ομοιόμορφη κατάσταση ισορροπίας. Ανάλογα με το μητρικό πέτρωμα, τις υδατικές συνθήκες και το ανάγλυφο του εδάφους, τείνει η εξέλιξη της βλάστησης της περιοχής σε μία «κλίμαξ» δέσμη (Ντάφης, 1972). Ο ίδιος διακρίνει στον ελληνικό χώρο, τις εξής πέντε ζώνες βλάστησης: Αείφυλλος, σκληρόφυλλος βλάστηση της ζώνης Quercetalia ilicis. Η αείφυλλη ευμεσογειακή βλάστηση της χώρας ανήκει στη ζώνη της Quercetalia ilicis. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από υψηλές μέσες ετήσιες θερμοκρασίες και χειμερινές ή ανοιξιάτικες - φθινοπωρινές βροχοπτώσεις. Καταλαμβάνεται από σκληρόφυλλη αειθαλή βλάστηση η οποία διακρίνεται ανάλογα με τη διάρκεια της ξηρής περιόδου σε ένα εξαιρετικά ξηρόθερμο χώρο αύξησης του Oleo - ceratonion και σε ένα μέτρια ξηρό χώρο του Quercion ilicis. 13

14 Αυξητικός χώρος του Oleo-ceratonion Χώρος με εξαιρετικά χαμηλές βροχοπτώσεις κυρίως τους χειμερινούς μήνες που έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός εξαιρετικά ξηρού θερινού κλίματος το οποίο όμως δεν αποκλείει την ύπαρξη σημαντικής βλάστησης για τις συνθήκες της περιοχής. Κυριαρχούν αειθαλή δένδρα και θάμνοι, τα ξηρόβια δάση της χαλέπιου πεύκης, ενώσεις φρυγάνων καθώς και η καλλιέργεια ελιάς και εσπεριδοειδών. Αυξητικός χώρος του Quercion ilicis Καταλαμβάνει τις υγρότερες δυτικές ακτές της Ελλάδας, τα Ιόνια νησιά, τα νησιά του Βορείου Αιγαίου και την χερσόνησο της Χαλκιδικής. Το ετήσιο ύψος βροχή κυμαίνεται μεταξύ mm το οποίο πέφτει κυρίως την άνοιξη και το φθινόπωρο και η ξηρότερη περίοδος μειώνεται σημαντικά. Ζώνη βλάστησης φυλλοβόλων δασών της Quercetalia pubescentis. Ανάλογα με το ανάγλυφο του εδάφους μια ευρεία ή στενή λωρίδα φυλλοβόλων δασών και θαμνώνων της Quercetalia pubescentis διαδέχεται την Quercetalia ilicis. Η ζώνη αυτή δεν είναι ομοιόμορφη αλλά διαιρείται σε δύο αυξητικούς χώρους και συγκεκριμένα στον παραμεσόγειο χώρο του Ostryo-carpinion και την ηπειρωτικότερη περιοχή του Quercion confertae. Παραμεσόγεια δάση του αυξητικού χώρου Ostryo-Carpinion orientalis Τα όρια μεταξύ της αείφυλλης και φυλλοβόλου βλάστησης είναι αρκετά σαφή. Ξεχωριστή εμφάνιση αποτελούν οι θαμνώνες pseudomaquis οι οποίοι αποτελούνται από στοιχεία τόσο της αείφυλλης όσο και της πλατύφυλλης βλάστησης. Ανήκουν στα φυλλοβόλα δάση της Quercetalia pubescentis και κατατάχθηκαν ως ένωση cocciferocarpinetum στο Ostryo-carpinion. Η ένωση αυτή στην οποία κυριαρχεί ο πρίνος (Quercus coccifera) φυσιογνωμικά μοιάζει με την αείφυλλη βλάστηση και σχηματίζει πολλές φορές ένα φυσιογνωμικό σαφές χώρισμα από τους φυλλοβόλους θαμνώνες με τους οποίους όμως συγγενεύει χλωριστικά. Νοτιότερα και ιδίως στην Πελοπόννησο, η διάκριση των ορίων μεταξύ φυλλοβόλου και αειθαλούς βλάστησης είναι δυσκολότερη γιατί ο πρίνος εμφανίζεται άφθονος στις ενώσεις του Oleo-ceratonion. Η κύρια περιοχή εξάπλωσης της ζώνης είναι από την ανατολική Ελλάδα μέχρι τις υψηλότερες περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης. Η θερμοκρασία είναι χαμηλότερη, οι βροχοπτώσεις περισσότερες και εμφανίζονται κυρίως κατά τους χειμερινούς μήνες. Το Coccifero carpinetum διαδέχεται βορειότερα, μια περιοχή ξηρόβιων δασών και θαμνώνων φυλλοβόλων πλατύφυλλων που εκτείνεται κυρίως στη Μακεδονία-Θράκη και στις κοιλάδες των ποταμών Αξιού, Στρυμώνα και Νέστου. Προς Βορρά ή κατακόρυφα του υπερθαλάσσιου ύψους τον χώρο του Ostryo-carpinion διαδέχεται ο αυξητικός χώρος του Quercion confertae. 14

15 Ηπειρωτικά ξηρόφυτα δάση του αυξητικού χώρου Quercion confertae (Δάση φυλλοβόλων δρυών). Είναι χώρος ξηρόφιλων δασών όπου κυριαρχεί η Quercus conferta μαζί με την Quercus cerris και Quercus pubescens σχηματίζοντας πολλές κοινωνικές ενώσεις. Ο χώρος διασπάται στα χαμηλότερα σημεία από νησίδες του Ostryo-carpinion και στα ψηλότερα από τα δάση της οξιάς. Παρότι εμφανίζονται ορισμένα θερμόφιλα είδη, τα στοιχεία της παραμεσόγειας βλάστησης σπάνια εμφανίζονται. Μόνο σε οριακές προς το Ostryo-carpinion φυτοκοινότητες εμφανίζονται στο νοτιότερο άκρο της εξάπλωσής τους ορισμένα παραμεσόγεια είδη όπως το Ruscus aculeatus, Asparagus acutifolius κ.α. και δημιουργούν ξεχωριστές υποενώσεις. Το κλίμα μπορεί να χαρακτηριστεί ξηρό ηπειρωτικό. Ο αυξητικός χώρος του Quercion confertae μπορεί να διακριθεί σε δύο περιοχές. Στην ξηρότερη του δάσους πλατύφυλλης δρυός το Quercetum-confertae cerris και στη σχετικά υγρότερη και ψυχρότερη περιοχή του Quercetum petraea. Φυλλοβόλα δάση και μικτά από πλατύφυλλα και κωνοφόρα δάση της Fagetalia ζώνης βλάστησης. Η ζώνη αυτή έχει τα γνωρίσματα της ψυχρής υγρόφιλης μεσευρωπαϊκής βλάστησης. Αποτελεί στα περισσότερα βουνά της χώρας μας την ορεινή και υποαλπική ζώνη και σχηματίζει τα δασοόρια. Διακρίνεται σε δύο αυξητικούς χώρους, τον χώρο των αμιγών ή μικτών δασών οξιάς το Fagion illyricum και τον χώρο των αμιγών δασών της ελάτης το Abietion cephalonica. Δάση ελάτης του αυξητικού χώρου Abietion cephalonica Νότια της κύριας εξάπλωσης της υβριδογενούς ελάτης στις οροσειρές της κεντρικής και νότιας Ελλάδας, κυριαρχεί η ξηροβιότερη Ελληνική ελάτη (Abies cephalonica), η οποία σχηματίζει αναπτυσσόμενες συστάδες, που εκτείνονται σχεδόν από τη ζώνη των αείφυλλων μέχρι της υποαλπικής περιοχής σχηματίζοντας τα δενδροόρια. Πρόκειται για μια καλά διαμορφωμένη δασοκοινωνία, η οποία όμως απέχει πολύ χλωριδικά από το Fagion illyricum. Δάση οξιάς, οξιάς-ελάτης και αμιγών ελάτης του αυξητικού χώρου Fagion illyricum. Η μεγάλη αυτή ζώνη βλάστησης παρουσιάζει μεγάλη φυτοκοινωνιολογική, οικολογική και δασοπονική σημασία. Αντικατοπτρίζει κατά τρόπο λεπτομερή τις συνθήκες του ανάγλυφου της Ελλάδας. Οι ενώσεις της Fagetalia ζώνης είναι σαφές κλιματικό όριο της παραμεσόγειας βλάστησης. Το Fagion illyricum εμφανίζεται στη Βόρεια Ελλάδα και την κεντρική Πίνδο και σε αυτή ανήκουν οι ενώσεις του Fagetum-moesiacae, Abieti-borisii regis-fagetum-moesiacae Abietum-borisii regis. Το κλίμα είναι ηπειρωτικότερο οι βροχοπτώσεις είναι περισσότερες και καλύτερα κατανεμημένες. Η ξηρή περίοδος είναι σύντομη. 15

16 Υποαλπικά δάση της ζώνης του Vaccinio-Picetalia. Σε αυτά ανήκουν τα δάση της δασικής (Pinetum silvestris) των Πιερίων, Βορείου Πίνδου, Λαϊλιά Σερρών και Ροδόπης και τα δάση της ερυθρελάτης Picetum abies (Αυξητικός χώρος Vaccinio-Piceion) και της λευκόδερμης πεύκης Pinion-heldreichii. Αλπική ζώνη βλάστησης Astragalo Acantho linetalia. Εμφανίζεται στα υψηλά όρη πάνω από τα δασο-δενδροόρια. Χωρίζεται σε δύο αυξητικούς χώρους. Στο χώρο του Astragalo-Daphnion, που καταλαμβάνει τις κορυφές των βουνών της Νότιας και κεντρικής Ελλάδας και τον χώρο του Junipero- Daphnion, που καταλαμβάνει τις κορυφές της Βόρειας Ελλάδας και κεντρικής Πίνδου. Στον Ελληνικό χώρο η συνένωση Ostryo-Carpinion orientalis εμφανίζεται πάνω σε μεγάλη ποικιλία εδαφικών υποθεμάτων, που προέρχονται από διάφορα μητρικά πετρώματα. Κλιματικά χαρακτηρίζεται από έναν ισχυρότερο ηπειρωτικό χαρακτήρα σε σύγκριση με την Quercion ilicis. Ωστόσο, ο βαθμός ηπειρωτικότητας του κλίματος είναι μικρότερος από ότι στη συνένωση Quercion confertae και για το λόγo αυτό συνήθως η δεύτερη συνένωση διαδέχεται την Ostryo-Carpinion orientalis προς το εσωτερικό της χώρας και ανερχομένου του υψομέτρου. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, φαίνεται ότι η ακολουθία, η κανονική διαδοχή, η μορφή και η έκταση της φυσικής «κλίμαξ» βλάστησης στις προαναφερθείσες ζώνες, παρουσιάζεται διαταραγμένη σε μεγάλο βαθμό. Αιτία είναι οι ανθρώπινες επιδράσεις, καθώς και οι επανειλημμένες, ανεξέλεγκτες πυρκαγιές, οι αποψιλώσεις και η αδιάλειπτη πίεση της βόσκησης. Η μακρόχρονη και εντατική χρήση επιφέρει ταχύτατη διάβρωση του εδάφους με άμεση συνέπεια την ελάττωση του βάθους του, της υδατοχωρητικότητάς του και τη χειροτέρευση των φυσικών και χημικών ιδιοτήτων του με αποτέλεσμα την εισβολή δευτερογενών (υποκατάστατων), ανθεκτικών σε ξηροθερμικότερες συνθήκες φυτοκοινωνιών (Χοχλιούρος, 2005). Στην υποζώνη του Ostryo-carpinion έχουν πραγματοποιηθεί αρκετές χλωριδικές έρευνες στην ευρύτερη περιοχή. Οι Chasapis et al. (2004) διαπίστωσαν την ύπαρξη κοινοτήτων pseudomaquis, σε ολόκληρο το υψομετρικό εύρος του όρους Χορτιάτης, με έντονες οικολογικές ομοιότητες που καθιστούν δύσκολο το διαχωρισμό τους. Στην υποζώνη Ostryo-carpinion, διέκριναν πέντε κοινότητες (Quercus coccifera- Juniperus oxycedrus, Quercus coccifera-carpinus orientalis, Quercus petraea-quercus coccifera, Quercus coccifera-quercus frainetto Carpinus orientalis) και δύο υποκοινότητες (Quercus coccifera- Juniperus oxycedrus με Erica manipuliflora και με Lonicera etrusca). Η κοινότητα Quercus coccifera-juniperus oxycedrus δε συνδέεται με συγκεκριμένο γεωλογικό υπόστρωμα. Εξαπλώνεται στις θερμότερες, ξηρότερες και στις πιο υποβαθμισμένες περιοχές. Η υπερβόσκηση και οι πυρκαγιές του παρελθόντος, είχαν ως αποτέλεσμα την κυριαρχία του Quercus coccifera και 16

17 Juniperus oxycedrus. Καταχωρείται στη τάξη Quercetalia pubescentis και συνδέεται στην υποζώνη Ostryo-Carpinion orientalis αν και υπάρχει χαμηλή έως μέτρια παρουσία του Ostryo-Carpinion orientalis. Χαρακτηρίζεται από μικρή συμμετοχή στη σύνθεση από φυλλοβόλα είδη. Η υποκοινότητα με Erica manipuliflora χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία του Quercus coccifera και από ένα δευτερεύοντα όροφο αποτελούμενο από χαμηλότερους θάμνους όπως Erica manipuliflora, Anthyllis hermanniae και Cistus creticus. Η κοινωνία Quercus coccifera-carpinus orientalis, αναπτύσσεται σε μέτρια υψόμετρα m. Επίσης εμφανίζεται στις χαμηλότερες περιοχές της προηγούμενης κοινότητας. Κυριαρχείται από Quercus coccifera και Carpinus orientalis. Το έδαφος είναι πλουσιότερο και συγκρατεί περισσότερη υγρασία ακόμα και στη θερμή -ξηρή περίοδο. Η περιοχή μελέτης εμφανίζει παρόμοια χλωριδική σύνθεση καθώς αποτελεί τη συνέχεια του όρους Χορτιάτη. Έτσι η περιοχή ανήκει στην υποζώνη του Ostryo-carpinion και στην κοινότητα Quercus coccifera- Juniperus oxycedrus. Ο Papachristou (1997) αναφέρει παρόμοια χλωριδική σύνθεση σε θαμνώνες κοντά στο χωριό Χουμνικό (νομού Σερρών) σε υψόμετρο 400 m. Η περιοχή καλύπτεται από πυκνούς θαμνώνες όπου κυριαρχεί το είδος Quercus coccifera με παρουσία των Cistus incanus, Phillyrea media, Juniperus oxycedrus Carpinus orientalis, Colutea arborescens και Fraxinus ornus. Οι Ganatsas et al. (2004b) κατατάσσουν τη βλάστηση της περιοχής Λιβαδίου - Βασιλικών (νομού Θεσσαλονίκης) η οποία βρίσκεται σε απόσταση μικρότερη των 10 km από την περιοχή μελέτης, στη ζώνη Quercetalia pubescentis και στην υποζώνη Ostryo- Carpinion orientalis. Ο Γιαννάκης (2008) διακρίνει τέσσερεις κοινότητες στο όρος Κερδύλλιο σε υψόμετρο 800 m. Συγκεκριμένα εμφανίζονται οι Quercus coccifera- Phillyrea latifolia, Quercus coccifera-carpinus orientalis, Quercus coccifera- Juniperus oxycedrus και Quercus coccifera-quercus frainetto. Ο Χοχλιούρος (2005) σε έρευνα στο όρος Βέρμιο αναφέρει μεταξύ άλλων φυτοκοινωνιών και τις Coccifero-Carpinetum και Carpinetum orientalis. ΘΑΜΝΩΝΕΣ MAKKI H MΑΚΚΙΑ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ( MACCHIE, MAQUIS ) Τα οικοσυστήματα της υποζώνης Ostryo-carpinion καθώς και του αυξητικού χώρου του Coccifero-carpinetum καταλαμβάνουν εκτεταμένη περιοχή στην Ελλάδα και μέχρι σήμερα χαρακτηρίζονται από έντονη υποβάθμιση (Αθανασιάδης, 1986b, Ganatsas et al., 2004b). Ο όρος μακκία βλάστηση χρησιμοποιείται για την πυκνή, μερικές φορές αδιαπέραστη θαμνώδη βλάστηση, ύψους γενικά 1,5 έως 3,5 m, που συντίθεται σε μεγάλο ποσοστό από σκληρόφυλλα, αειθαλή είδη. Η βλάστηση αυτή είναι ευρέως εξαπλωμένη στις παραλιακές περιοχές, σε ελαφρά υγρότερες περιοχές σε σχέση με τα φρύγανα και garique στα περισσότερο όξινα εδάφη (Αθανασιάδης κ.α., 2001). Η μεγάλη έκταση των πρινώνων που παρουσιάζεται στη ζώνη αυτή οφείλεται κυρίως σε ανθρωπογενείς επιδράσεις και στη μεγάλη αντοχή του πρίνου στη βόσκηση, πυρκαγιές, κακώσεις, καθώς και στη μεγάλη ριζοβλαστική και 17

18 πρεμνοβλαστική ικανότητά του. Αρχικά κυριαρχούσαν στη ζώνη αυτή δάση χνοώδους ή και πλατύφυλλου δρυός (Αθανασιάδης, 1986b). Οι θαμνώδεις αυτές μορφές του πρίνου στην Ελλάδα αποτελούν βοσκόμενες εκτάσεις, καλύπτοντας περισσότερα από 0,4 εκ. εκτάρια στα χαμηλά και μέσα υψόμετρα (Papachristou 1997, Chasapis et al., 2004). Η σημερινή του πλατιά εξάπλωση απέχει δραματικά από την κλιμακική κατανομή, εξαιτίας των ανθρώπινων επεμβάσεων που αντικαθιστούν σε εκτεταμένες περιοχές το αείφυλλο Quercus ilex και άλλα φυλλοβόλα είδη Quercus spp., Carpinus orientalis κ.α. Η βιβλιογραφία αναφέρει πως μεγάλο τμήμα των αείφυλλων θαμνώνων της Ελλάδας είναι δευτερογενούς φύσης εξαιτίας της βόσκησης και της απόληψης καυσόξυλων, γεγονός που οδήγησε στην υποβάθμιση των Quercetalia pubescentis δασών (Chasapis et al., 2004). Σε πολλές περιπτώσεις η υποβάθμιση έχει προχωρήσει ακόμα περισσότερο και οδήγησε στην πλήρη απόπλυση και διάβρωση του άλλοτε γόνιμου εδάφους (Ντάφης, 1986). Χαρακτηριστικά ξυλώδη αειθαλή είδη της μακκίας βλάστησης είναι τα Quercus ilex, Arbutus unedo, A. Andrachne, Laurus nobilis, Myrtus communis, Erica arborea, Pistacia lentiscus, Phillyrea latifolia κ.α. Η πυκνή μακκία βλάστηση είναι μάλλον φτωχή σε είδη, αλλά σε θέσεις με ακάλυπτο έδαφος μεταξύ των θάμνων, είναι πλούσια σε ποώδη φυτά, που ανθίζουν την άνοιξη. Η μακκία βλάστηση πιθανώς αντιπροσωπεύει μια τοπική κλιμακική βλάστηση, αλλά κυρίως είναι αποτέλεσμα υλοτομίας των επικρατούντων δένδρων, ή μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα στάδιο υποβάθμισης του σκληρόφυλλου δάσους προς τα φρύγανα. Στις τελευταίες περιπτώσεις είναι δύσκολο να διακριθεί από άλλους τύπους της αειθαλούς θαμνώδους βλάστησης (Αθανασιάδης κ.α. 2001). Στη λοφώδη περιοχή Λιβαδίου - Βασιλικών στη Βόρεια Ελλάδα, τα είδη που κυριαρχούν είναι τα Quercus coccifera, Phillyrea latifolia, Anthyllis hermanniae ενώ με μικρότερη συχνότητα εμφάνισης τα Erica manipuliflora, Juniperus oxycedrus και Cistus incanus (Ganatsas et al., 2004b). Οι Παπαναστάσης και Νοϊτσάκης (1992), διακρίνουν μια ειδική σειρά θαμνολίβαδων αείφυλλων πλατύφυλλων που αποτελούν τους πρινώνες στους οποίους κυριαρχεί το πουρνάρι. Αναπτύσσονται σε ψυχρότερα περιβάλλοντα σε σχέση με τα μακκίς και κυρίως σε ασβεστολιθικά εδάφη. Υπάρχουν πολλοί τύποι πρινώνων, αμιγείς ή σε μίξη με άλλους θάμνους αείφυλλους ή φυλλοβόλους καθώς και με ποώδη φυτά. Επιπλέον διακρίνουν τα θαμνολίβαδα αείφυλλων βελονόφυλλων θάμνων όπου κυριαρχούν τα διάφορα είδη άρκευθου, όπως Juniperus oxycedrus, J. communis, J. nana κ.α. και τα θαμνολίβαδα φυλλοβόλων θάμνων όπου υπάγονται οι θαμνώνες που απαντούν σε περιοχές με ύφυγρο και υγρό μεσογειακό κλίμα. Τέτοιοι θαμνώνες είναι του ανατολικού γαύρου (Carpinus orientalis), του φράξου (Fraxinus ornus), της κρανιάς (Cornus mas ή sanguinea), της αγριογκορτσιάς (Pyrus amygdaliformis) κ.α. Οι pseudomaquis κοινωνίες είναι φυσιογνωμικά μάλλον ομοιόμορφες, αλλά η σύνθεση 18

19 των ειδών και η οικολογία είναι ποικίλες ανάλογα με την έκθεση, το υψόμετρο και τις τοπικές κλιματικές συνθήκες. Έτσι, μπορούν να διακριθούν αρκετές διαφορετικές μονάδες (Chasapis et al., 2004). Πολλές αναδασώσεις που πραγματοποιήθηκαν σε ημίξηρες περιοχές έχουν αντικατασταθεί από θαμνώνες (Maestre et al., 2003). ΤΑ ΨΕΥΔΟΜΑΚΚΙΣ ( PSEUDOMACHIE, PSEUDOMAQUIS ) Η ακολουθία, η κανονική διαδοχή, η μορφή και η έκταση της φυσικής «κλίμαξ» βλάστηση στις ζώνες Ostryo-Carpinion orientalis Quercion ilicis και Quercion confertae παρουσιάζεται σε μεγάλο βαθμό διαταραγμένη. Στο χώρο της συνένωσης Ostryo-Carpinion orientalis αυτό συμβαίνει με τις μικτές φυλλοβόλες και αειθαλείς ή αποκλειστικά αειθαλείς, θαμνώδεις φυτοκοινωνίες που υποκαθιστούν τη φυσική βλάστηση και συνιστούν τις διαπλάσεις των pseudomaquis. Οι κοινωνίες των pseudomaquis αν και χαρακτηρίζονται από ενιαία φυσιογνωμία, παρουσιάζουν πολλές φορές σημαντικές διαφοροποιήσεις αναφορικά με την οικολογία, τη βλάστηση και τη χλωριδική σύνθεση, γεγονός που οφείλεται τόσο στο σημαντικό εύρος των συνθηκών του σταθμού που αναπτύσσονται (έκθεση, υψόμετρο, τοπικές κλιματικές συνθήκες), όσο και στη διαφορετική φύση των εκάστοτε φυτοκοινωνιών που υποκαθιστούν. Είναι δυνατό να διακριθούν αρκετές διαφορετικές μονάδες (Chasapis et al., 2004, Χοχλιούρος, 2005). Οι θαμνώνες των μεσογειακών κρατών και των συνορευόντων με αυτά, οι οποίοι αποτελούνται από ένα ή περισσότερα είδη θάμνων που είναι πράσινοι το καλοκαίρι ονομάζονται Shiblyak. Ο ορισμός αυτός περιλαμβάνει ανθρωπογενείς και φυσικούς θαμνώνες σε οριακούς σταθμούς για τα δάση χωρίς ανθρώπινες επεμβάσεις (Adamovic 1901, Φωτιάδης 2004). Τα Pseudomaquis είναι ξηρόφιλος αειθαλής σχηματισμός των χωρών της Μεσογείου που απαντάται κυρίως σε υποορεινές και ορεινές περιοχές με συμμετοχή κυρίως των ειδών Quercus coccifera και Juniperus oxycedrus τα οποία μπορούν να αντέξουν τόσο στην ξηρασία της καλοκαιρινής περιόδου όσο και στην παγωνιά του χειμώνα. Επί πλέον η μακκία βλάστηση διαφέρει από τα pseudomaquis κυρίως στο ότι η πρώτη χρειάζεται μεγαλύτερη βλαστητική περίοδο η οποία κατά κανόνα δε διακόπτεται από δριμύ χειμώνα. Στη Βόρεια Ελλάδα, φυλλοβόλα δένδρα και θάμνοι όπως τα Ostrya carpinifolia, Carpinus orientalis, Acer monspessulanum και Fraxinus ornus γίνονται πιο εμφανή και υπάρχουν ποικίλοι σχηματισμοί ενδιάμεσοι μεταξύ της μακκίας βλάστησης και των φυλλοβόλων θαμνώνων ή δασών pseudomacchie, Shiblyak κ.α. (Αθανασιάδης κ.α., 2001). Στη Νότια Ελλάδα και στις πιο θερμές ευμεσογειακές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, επικρατούν τα Quercus coccifera -Phillyrea latifolia pseudomaquis (ή Phillyreo-Quercetum cocciferae), ενώ στη Βόρεια Ελλάδα διακρίνονται δύο μονάδες: η μία στις πιο υποβαθμισμένες περιοχές με Phillyrea latifolia αλλά με έντονη παρουσία του Juniperus oxycedrus και η άλλη σε λιγότερο υποβαθμισμένες 19

20 περιοχές που ανορθώνονται γρήγορα, με μεγαλύτερη εδαφική υγρασία και έντονη παρουσία του Carpinus orientalis (Φωτιάδης, 2004). Ο Χοχλιούρος (2005) τονίζει ότι μόνο καθαρά φυσιογνωμικά προσομοιάζουν τα pseudomaquis στα γνήσια μεσογειακά μακκίς, καθώς τα δεύτερα συνοδεύονται από πλήθος χαρακτηριστικών ειδών της Quercetea (Quercetalia) ilicis, ενώ τα πρώτα συνήθως από είδη της Quercetalia pubescentis ή άλλα υψηλής διαβάθμισης συνταξινομικών μονάδων. Η διάκριση των ευμεσογειακών μακκίς και των υπομεσογειακών pseudomaquis μπορεί συχνά να επιτευχθεί μέσω φυτοκοινωνιολογικών αναλύσεων του ποώδους ορόφου καθώς η βλάστηση των γνήσιων μακκίς δεν είναι εντελώς αειθαλής, αλλά συνήθως περιέχει και φυλλοβόλα είδη. ΦΡΥΓΑΝΑ Ο όρος φρύγανα χρησιμοποιείται για την ανοικτή με νανώδεις θάμνους βλάστηση που κυριαρχείται από χαμηλούς, συχνά προσκεφαλαιόμορφους, αρωματικούς, ακανθώδεις θάμνους. Είναι ένας τύπος βλάστησης της ανατολικής μεσογείου που είναι πιθανώς φυσικός σε ξηρές βραχώδης πλαγιές, με ρηχό έδαφος, ιδιαίτερα σε ασβεστόλιθο στα νότια και ανατολικά τμήματα της χώρας. Τα φρύγανα είναι πλούσιες σε είδη φυτοκοινωνίες. Σε ασβεστόλιθους είναι σύνηθες να βρίσκονται είδη ανά 200 m 2, ενώ σε σχιστόλιθους ο αριθμός των ειδών είναι μικρότερος. Τα φρύγανα φαίνεται να είναι η τοπική κλιμακική βλάστηση στις ξηρές, βραχώδεις λοφοπλαγιές στη νότια Ελλάδα, περιλαμβανομένων πολλών νησιών του Αιγαίου, αλλά συχνότερα αντιπροσωπεύουν ένα στάδιο υποβάθμισης υψηλοτέρων φυτοκοινοτήτων. Κυρίαρχοι νανώδεις θάμνοι της φρυγανικής βλάστησης είναι συχνά το είδος Thymus capitatus, ένα αρωματικό είδος των Labiatae και το Sarcopoterium spinosum, ένα είδος των Rosaceae που σχηματίζει ακανθώδη προσκεφάλαια. Άλλοι κοινοί θάμνοι είναι τα είδη Anthyllis hermanniae, Satureja thymbra, Micromeria Juliana, Cistus incanus, C. salvifolius, ενώ σε παράκτιες περιοχές τα Centaurea spinosa και Euphorbia acanthothamnos. Δευτερογενή φρύγανα καλύπτουν σήμερα μεγάλες εκτάσεις λοφωδών πλαγιών και εγκαταλελειμμένων αναβαθμίδων στα ξηρότερα και θερμότερα μέρη της χώρας, όπου η υπερβόσκηση και η διάβρωση του εδάφους έχουν δημιουργήσει συνθήκες όμοιες με αυτές των φυσικών φρύγανων. Ένας τύπος φρύγανων, όπου επικρατούν τα Cistus incanus και C. salviifolius συχνά δηλώνει ένα αρχικό στάδιο διαδοχής μετά τη φωτιά σε αειθαλή δάση (Αθανασιάδης κ.α., 2001). Σύμφωνα με τους Παπαναστάση και Νοϊτσάκη (1992), φρύγανα είναι τα ξυλώδη φυτά τα οποία εμφανίζουν το φαινόμενο του εποχιακού διμορφισμού, δηλαδή της αντικατάστασης των μεγάλων χειμερινών φύλλων με μικρά θερινά φύλλα. Πρόκειται για θάμνους (ημίθαμνους) ύψους μικρότερου του 1 m, που παρουσιάζουν ξηρανθεκτικότητα και μεγάλη αναφλεξιμότητα. 20

21 Τα φρυγανολίβαδα είναι ιδιαίτερα οικοσυστήματα που αναπτύσσονται στο ξηρότερο και θερμότερο άκρο της ζώνης του μεσογειακού κλίματος. Απαντούν σε περιοχές με ακραίες συνθήκες κλίματος και με αβαθή και βραχώδη εδάφη. Στην Ελλάδα απαντούν στη δυτική και νότια ηπειρωτική περιοχή, καθώς και στη νησιωτική Ελλάδα. Στην πλειονότητά τους προέρχονται από την υποβάθμιση δασικών οικοσυστημάτων εξαιτίας ανθρωπογενών επιδράσεων και ιδιαίτερα των πυρκαγιών και της υπερβόσκησης. ΠΡΙΝΟΣ (QUERCUS COCCIFERA) Τα δρυοδάση αποτελούν σημαντικότατους σχηματισμούς στον Ελλαδικό χώρο, έχοντας υποστεί έντονη υποβάθμιση τόσο του εδάφους τους όσο της δομής και της σύνθεσής τους (Τσιτσώνη, 2003). Καλύπτουν 1.5 εκατ. Ha, (Platis & Papanastasis, 2003). Είναι κυρίως πρεμνοφυή και μόνο λίγες περιοχές είναι στη διαδικασία μετατροπής τους σε σπερμοφυή (Zagas et al., 2001). O πρίνος ή πουρνάρι, (Quercus coccifera), είναι δένδρο αειθαλές, ύψους (20) m, συνήθως με μορφή θάμνου. Τα φύλλα είναι σκληρά, δερματώδη, μήκους 1,5-4 cm. Είναι θερμόβιο και φωτόφιλο, με περιορισμένες απαιτήσεις από το έδαφος (Αθανασιάδης, 1986a). Παρουσιάζει μεγάλη ικανότητα προσαρμογής στο περιβάλλον. Η ικανότητα αναβλάστησης ενισχύεται από τις πηγές ενέργειας που αποθηκεύει στις ρίζες, από τα αποθέματα νερού και θρεπτικών συστατικών που είναι διαθέσιμα μέσω του εκτεταμένου ριζικού συστήματος και της ικανοποιητικής φωτοσύνθεσης (Rambal, 1984, Papatheodorou & Stamou, 2004). Το εκτενές και μεγάλου βάθους ριζικό σύστημα, του επιτρέπει να αντλεί τα αποθέματα νερού που δεν είναι διαθέσιμα σε άλλα είδη κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Έτσι, μπορεί να μεταβάλει τα υψηλά επίπεδα διαπνοής κατά τη χρονική περίοδο που αναπτύσσονται τα νεαρά φύλλα. Το πουρνάρι έχει ισχυρά ανεπτυγμένο το επιφανειακό ριζικό του σύστημα χρησιμοποιώντας την επιφανειακή εδαφική υγρασία. Με αυτό τον τρόπο αποκτά ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι της ποώδους βλάστησης, εξηγώντας ίσως τις δυσκολίες εγκατάστασης των πολυετών ποών (Rambal, 1984). Στην Ελλάδα το συναντάμε στην ευμεσογειακή ζώνη και στην κατώτερη υποζώνη της παραμεσογειακής ζώνης βλάστησης (Αθανασιάδης, 1986a). Στις νότιες και δυτικές περιοχές της Ελλάδας το συναντάμε σε υψόμετρο έως 1200 m, στην κεντρική Ελλάδα έως 1000 m και στη βόρεια Ελλάδα έως 700 m, ενώ σε ορισμένες περιοχές όπως η Κρήτη, μπορούμε να το συναντήσουμε μέχρι τα 1700 m (Tsiourlis et al., 2009). Οι Φραγκάκης κ.α. (2007) αναφέρουν μέσο ύψος δένδρων 19,03 m και μέσης διαμέτρου 57,65 cm στο Παγγαίο, ενώ στη περιοχή του Λασιθίου, άτομα με μέσο ύψος 17,9 m και μέση διάμετρο 83,97 cm. Οι παράγοντες που επηρεάζουν την εξάπλωση του Quercus coccifera είναι: 1. Ο ανθρώπινος παράγοντας (βόσκηση, καυσοξύλευση, εκχέρσωση, πυρκαγιά). 21

22 2. Η μεγάλη ριζοβλαστική και πρεμνοβλαστική ικανότητα. 3. Η ανθεκτικότητα στις δυσμενείς περιόδους και η ολιγάρκειά του (Ντάφης, 1991). Ειδικότερα όσον αφορά τη βόσκηση, το Quercus coccifera εμφανίζεται ιδιαίτερα ανθεκτικό. Οι αίγες και τα πρόβατα αποφεύγουν το σκληρό αγκαθωτό φύλλωμά του και προτιμούν τις χυμώδεις και μαλακές κορυφές των βλαστών, που εμφανίζονται κατά την περίοδο της έκπτυξης των νεαρών φύλλων (Γιαννάκης, 2008). Oι Papachristou et al., (2003) αναφέρουν ότι οι πέντε τύποι Quercus coccifera που διακρίνονται, εμφανίζουν διαφορετικά επίπεδα χημικής (τανίνες, τερπένια) ή φυσικής άμυνας (αγκαθωτό φύλλωμα) ενάντια στη βόσκηση. Ο πρίνος παρουσιάζει υψηλούς ρυθμούς αύξησης έπειτα από έντονη κοπή των βλαστών του παράγοντας βοσκήσιμη ύλη για δύο συνεχόμενα χρόνια. Η συνέχιση της βόσκησης, οδηγεί τα άτομα σε νέκρωση. Έτσι, κρίνεται αναγκαία η περίοδος ανάπαυσης ώστε τα φυτά να ανακτήσουν την υγεία τους (Tsiouvaras et al., 1986, Tsiouvaras, 1988 ). Έρευνες έχουν δείξει ότι η περίοδος εμφάνισης της φωτιάς, δεν επηρεάζει τη φύτρωση του πρίνου ενώ παρατηρείται μεταβολή με τη συνεπίδραση φωτιάς και κλιματικών συνθηκών. Το ύψος των νέων φυτών φτάνουν σχεδόν στο ίδιο ύψος σε διάρκεια τριών βλαστητικών περιόδων (Konstantinidis et al., 2005). Οι Ganatsas et al. (2004a), παρατήρησαν ότι στο τέλος της πρώτης βλαστικής περιόδου μετά από φωτιά, το ύψος των νεαρών βλαστών του πρίνου ανήρθε σε 1,22 m, παρουσιάζοντας τη μεγαλύτερη καθ ύψος αύξηση από τα υπόλοιπα είδη. Είναι κατάλληλο είδος εγκατάστασης για αποκατάσταση διαταραγμένων περιοχών εξόρυξης μεταλλεύματος (Clemente et al., 2004). ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΙΔΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΕΙΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ Βιοτικός παράγοντας που επηρεάζει σημαντικά τη βλάστηση είναι ο άνθρωπος. Η επίδρασή του έχει προκαλέσει α) καταστροφή μέρους ή όλων των φυτών των πόλεων και γενικά των κατοικημένων περιοχών β) μεταβολή των φυσικών φυτοκοινωνιών, με αντικατάσταση ορισμένων ειδών από άλλα μεγαλύτερης οικονομικής αξίας, με εκχέρσωση, πυρκαγιά, θερισμό, συλλογή φύλλων, φαρμακευτικών φυτών και βόσκησης. γ) διαφοροποίηση στη γεωγραφική εξάπλωση φυτικών ειδών. Με την εισαγωγή ξένων φυτικών ειδών, δεν εξαφανίζονται μόνο τα προϋπάρχοντα φυτικά είδη, αλλά πολλές φορές μεταφέρονται παρά τη θέληση του ανθρώπου ξένοι σπόροι οι οποίοι εάν βρουν κατάλληλες κλιματικές και εδαφικές συνθήκες, εγκλιματίζονται και αποτελούν νέα στοιχεία της χλωρίδας (Διαπούλης, 1968). Η αύξηση των πληθυσμών, η αύξηση στις ανάγκες ξύλου και ξυλείας και η σημαντική 22

23 επέκταση των βοσκοτόπων και καλλιεργημένων εκτάσεων έχουν οδηγήσει στην υπερεκμετάλλευση και υποβάθμιση της γης (Rojo et al., 2010). Οι ανθρώπινες δραστηριότητες έχουν ως αποτέλεσμα να χάνεται η οικολογική σταθερότητα και να παρατηρούνται οπισθοδρομικές διαδοχές (Ντάφης, 1986, Nordlind & Ostlund, 2003). Η κάλυψη της βλάστησης μειώνεται από την έντονη βόσκηση και την καυσοξύλευση. Οι ανάγκες σε καυσόξυλα ανέρχονται σε 1-5 Kg ανά άτομο ημερησίως (Geerken & Ilaiwi, 2003). Πολλές περιβαλλοντικές μεταβολές εντείνονται από τις επιλεκτικές και αποψιλωτικές υλοτομίες, περιλαμβάνοντας την υποβάθμιση των περιοχών, περιορισμό των αποθεμάτων νερού στο δάσος, απώλεια εδάφους, αύξηση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου (Kobayashi, 2004). Παράνομες υλοτομίες, κλαδονομή, εκχερσώσεις αλλά κυρίως οι επαναλαμβανόμενες σε μικρά διαστήματα πυρκαγιές και η βόσκηση, εξακολουθούν μέχρι σήμερα να αποτελούν τους σπουδαιότερους παράγοντες υποβάθμισης των δασικών οικοσυστημάτων. Οι επαναλαμβανόμενες πυρκαγιές σε συνδυασμό με την υπερβόσκηση οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στη μετατροπή παραγωγικών συστάδων σε άγονο τοπίο (Τσιτσώνη, 2003). ΦΩΤΙΑ Η πιο διαδεδομένη διαταραχή στα Μεσογειακά δάση και σε θαμνώδεις περιοχές που αποτελεί σημαντικό περιβαλλοντικό πρόβλημα, είναι οι πυρκαγιές (Maestre & Cortina, 2004, Rojo et al., 2010). Συχνές και καταστροφικές πυρκαγιές έχουν ανατρέψει τη διαδοχή κι έχουν οδηγήσει στην οπισθοδρόμηση και υποβάθμιση του παραγωγικού δυναμικού (Παπαναστάσης & Νοϊτσάκης, 1992). Η πυρκαγιά αποτελεί πραγματική μάστιγα για τα δρυοδάση γιατί μπορεί σε μικρό χρονικό διάστημα να καταστρέψει τεράστιες εκτάσεις (Τσιτσώνη, 2003). Η ελεγχόμενη φωτιά χρησιμοποιήθηκε για να δημιουργήσει και να διατηρήσει τα χλοώδη λιβάδια. Ως καύσιμη ύλη χρησιμοποιήθηκαν οι θάμνοι και τα δένδρα. Τα δάση υποβαθμίστηκαν και η απογύμνωσή τους οδήγησε σε συχνές πλημμύρες και καταστροφές (Rojo et al., 2010). Η φωτιά αποτέλεσε και αποτελεί κοινή πρακτική για την επέκταση των βοσκοτόπων και την αποδάσωση ώστε το έδαφος να προετοιμαστεί για καλλιέργεια (Chasapis et al., 2004). Στα λιβάδια η πλειονότητα των πυρκαγιών προκαλείται από τους ίδιους τους κτηνοτρόφους, οι οποίοι προσπαθούν να καταστρέψουν τα ανεπιθύμητα λιβαδικά φυτά και να ευνοήσουν τα επιθυμητά. Η πρακτική αυτή είναι συνηθισμένη στα φρυγαναλίβαδα όπου επιδιώκεται η καταστροφή των ανεπιθύμητων φρυγανικών ειδών, στα θαμνολίβαδα, όπου επιδιώκεται η αύξηση της διαθέσιμης βοσκήσιμης ύλης στις περιπτώσεις που οι θάμνοι έχουν αυξηθεί σε ύψος ή έχουν πυκνώσει σε βαθμό ώστε να μην είναι προσεγγίσιμοι από τα ζώα. Μαζί με την ποώδη βλάστηση αρχίζει και η εγκατάσταση των φρυγάνων από σπόρους ή με παραβλαστήματα, τα οποία είναι ανεπιθύμητα. Με την υπερβόσκηση των ποωδών φυτών, μειώνεται ο ανταγωνισμός που αυτά ασκούν 23

24 στα νεόφυτα των φρυγάνων, οπότε τα τελευταία αυξάνουν ανεμπόδιστα. Έτσι, μέσα σε ένα χρονικό διάστημα 3-4 ετών επανεγκαθίστανται πλήρως τα φρύγανα και μάλιστα σε πυκνότερη κατάσταση σε σχέση με την αρχική, πράγμα που αναγκάζει τους κτηνοτρόφους να επαναλάβουν και πάλι την πυρκαγιά. Αυτός ο συνδυασμός των περιοδικών πυρκαγιών και της υπερβόσκησης αποτελεί φαύλο κύκλο, ο οποίος οδηγεί στη βαθμιαία υποβάθμιση του οικοσυστήματος. Είναι δε περισσότερο ζημιογόνος από ότι μόνη της η πυρκαγιά ή η υπερβόσκηση (Παπαναστάσης & Νοϊτσάκης, 1992). Οι φυσικές πυρκαγιές εμφανίζονται σε σχετικά κανονικά χρονικά διαστήματα. Αυτό οφείλεται αφενός στις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν (υψηλές θερμοκρασίες και ξηρασία κατά τη διάρκεια του θέρους) αφετέρου στον υπόροφο των δασών, που αποτελείται από εξαιρετικά εύφλεκτα είδη (πουρνάρι, κουμαριά, λαδανιά, ρείκια, φιλίκι κ.α.) (Τσιτσώνη, 1991). Τα δάση αναγεννώνται φυσικά μετά από τις πυρκαγιές. Αυτή είναι η συνήθης περίπτωση των μεσογειακών πεύκων που τα κουκουνάρια ανοίγουν και διασκορπίζουν τους σπόρους αμέσως μετά την πυρκαγιά. Το ίδιο ισχύει για τα Μεσογειακά φυλλοβόλα που ανακτούν αποτελεσματικά μετά από την πυρκαγιά, αλλά με αναβλάστηση. Συχνά πολλοί βλαστοί αναπτύσσονται από τον κορμό, προκαλούν μεταξύ τους εσωτερικό ανταγωνισμό, μικρή ανάπτυξη, χαμηλή παραγωγή βελανιδιών και μεγάλο φορτίο καύσιμης ύλης.(rojo et al., 2010). Τα πευκοδάση εκτείνονται στη ζώνη των αείφυλλων πλατύφυλλων όπου η φωτιά έχει σημαντικό ρόλο στην αναγέννησή τους (Zagas et al., 2004b). Η αναγέννηση εμφανίζεται αμέσως μετά τη φωτιά κυρίως από παραβλαστάνοντα είδη ενώ αυτά που αναπαράγονται με σπόρους εμφανίζονται αργότερα στο ίδιο έτος (Ganatsas et al., 2004a, Konstantinidis et al., 2005). Η παραβλαστική ικανότητα μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στους πληθυσμούς των φυτών. Η μείωσή τους περιορίζεται και οι επιπτώσεις των διαταραχών από τη φωτιά ελαχιστοποιούνται (Konstantinidis et al., 2005). Κατά την διάρκεια του πρώτου σταδίου μετά την φωτιά η πυκνότητα και το ύψος των ειδών αυξάνεται έντονα. Το Q. coccifera παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση σε ύψος ενώ η συμμετοχή στη σύνθεση της βλάστησης των ειδών Cistus αυξάνεται κατακόρυφα (Ganatsas et al., 2004a). Με την πάροδο δέκα ετών το οικοσύστημα κυριαρχείται από είδη της μακκίας βλάστησης που υπήρχαν πριν από τη φωτιά και η διαδικασία της αναγέννησης, επιστρέφει σε προγενέστερου τύπου οικοσυστήματα. Τα είδη Quercus coccifera, Pistacia lentiscus, Phillyrea latifolia επικρατούν ενώ τα είδη Cistus, Anthyllis hermanniae μαζί με άλλα μικρότερου βαθμού συμμετοχής σχηματίζουν δεύτερο, χαμηλότερο όροφο. Η Pinus halapensis ενώ ήταν το κυρίαρχο είδος στην περιοχή της Σιθωνίας, μετά τη φωτιά η συμμετοχή της στη σύνθεση της βλάστησης αυξάνει λόγω του μεγαλύτερου αριθμού φυταρίων όμως η συμμετοχή στα δομικά χαρακτηριστικά του οικοσυστήματος είναι χαμηλή. Η σύνθεση είναι όμοια με αυτή που προϋπήρχε και η επανεγκατάσταση είναι ταχεία. Τα είδη που ευνοήθηκαν κυριαρχώντας κατά την πρώτη φάση της αναγέννησης εξακολουθούν να είναι τα κυρίαρχα στοιχεία έπειτα από δέκα χρόνια. Έτσι, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι 24

25 σημαντικότερες μεταβολές που εμφανίζονται στη σύνθεση και δομή των οικοσυστημάτων, επιστρέφουν συνήθως στην αρχική τους κατάσταση έπειτα από διάστημα ετών (Ganatsas et al., 2004a). Στην περίπτωση των επαναλαμβανόμενων πυρκαγιών, αυτές αποτελούν ιδιαίτερο κίνδυνο για τις περιοχές που βρίσκονται υπό αποκατάσταση (Τσιτσώνη & Τσακαλδήμη, 2003). Οι χειρισμοί μετά τη φωτιά μπορούν να επηρεάσουν την αναγέννηση και να μεταβάλλουν τη δομή της φυτοκοινωνίας. Η κοπή των καμένων δένδρων, η απομάκρυνσή τους ή η παραμονή τους στην καμένη έκταση, έχει οριακή επίδραση στο συνολικό αριθμό των ειδών που παραβλαστάνουν και στην κάλυψη (Spanοs et al., 2010). Η επιλεκτική αραίωση των φυταρίων, βοηθά τη φυσική αναγέννηση, αυξάνει την αντοχή στη φωτιά λόγω της σχετικά χαμηλής παραγωγής νεκρής οργανικής ύλης και ευνοϊκών συνθηκών αποσύνθεσης, αυξάνοντας την ποικιλότητα (Τσιτσώνη, 2003, Zagas et al., 2004a, Rojo et al., 2010). Η διαδικασία της ανάκαμψης των οικοσυστημάτων εξαρτάται από το χρόνο που μεσολαβεί μεταξύ δυο πυρκαγιών. Η σύνθεση της βλάστησης είναι παρόμοια αλλά η πυκνότητα είναι σημαντικά χαμηλότερη. Τα είδη με ικανότητα παραβλάστησης είναι πιο διαδεδομένα ενώ το αντίθετο συμβαίνει με τα είδη που φυτρώνουν αποκλειστικά από σπόρους. Η επανεμφάνιση των πυρκαγιών, δημιουργεί ισχυρά αρνητική επίδραση στο οικοσύστημα εκθέτοντάς το σε κίνδυνο υποβάθμισης (Goudelis et al ). Αρκετές περιοχές της Μεσογείου που αναγεννώνται φυσικά μετά από την πυρκαγιά, παρουσιάζουν υψηλή και συνεχή συσσώρευση καύσιμης ύλης και ελάχιστα αναβλαστάνοντα είδη. Με τους κατάλληλους χειρισμούς είναι εφικτό να μειωθεί ο κίνδυνος της φωτιάς και να επιταχυνθεί η απόκριση της βλάστησης. Η φύτευση ειδών που παρουσιάζουν ικανότητα αναβλάστησης θα επισπεύσει την φυσική διαδικασία (Valdecantos et al., 2009). O καθαρισμός και η ελεγχόμενη φωτιά είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικοί χειρισμοί ελέγχου των πυρκαγιών, καθώς μειώνουν το εύφλεκτο φορτίο, διαθέσιμο για μελλοντικές πυρκαγιές (Baeza et al., 2003). Ο καθαρισμός της βλάστησης σε συνδυασμό με τη φύτευση ειδών που αναβλαστάνουν, φαίνεται να αποτελεί κατάλληλη προοπτική διαχείρισης περιοχών της Μεσογείου καθώς έπειτα από την πετυχημένη εγκατάστασή τους, παραμένουν για πολύ καιρό και παρέχουν υψηλή αντοχή στο οικοσύστημα (Valdecantos et al., 2009). 25

26 ΒΟΣΚΗΣΗ Σύμφωνα με τον Papanastasis (2009), βόσκηση είναι η διαδικασία με την οποία ενέργεια και θρεπτικά συστατικά μεταφέρονται από τους παραγωγούς (φυτά) στους καταναλωτές (φυτοφάγα). Είναι χρήσιμος ο διαχωρισμός των επιπτώσεων που προκαλεί στο οικοσύστημα η βόσκηση των ζώων της άγριας πανίδας και των επιδράσεων των οικόσιτων ζώων, ιδιαίτερα των κτηνοτροφικών. Φυτοφάγα θηλαστικά επηρεάζουν την εξέλιξη των δασών επιβραδύνοντας την ανάπτυξη των ατόμων και τη διαδοχή του οικοσυστήματος. Με το φάγωμα και την αποφλοίωση, ελάφια και άλλα θηλαστικά είναι δυνατό να θανατώσουν τα δένδρα ή να μειώσουν την ανάπτυξή τους προκαλώντας αλλαγές στη σύνθεση της βλάστησης, μειώνοντας την ποιότητα του παραγόμενου ξύλου προκαλώντας απόκλιση του κορμού αναπτύσσοντας τάσεις θλίψεως και εφελκυσμού. Με την αποφλοίωση προκαλείται απώλεια των ιστών οι οποίοι εκτελούν προστατευτική και μεταφορική λειτουργία (Gill, 1992). Στην νότια Ευρώπη και στην Ελλάδα, η βόσκηση των ζώων λαμβάνει χώρα σε αγέλες από πρόβατα ή γίδια που ο αριθμός τους κυμαίνεται μεταξύ ατόμων, καθοδηγούμενα από βοσκούς υποστηριζόμενοι συνήθως από σκυλιά (Thornes, 2007). Η βόσκηση επιδρά στη δομή (σύνθεση των ειδών) και στη λειτουργία (σχέσεις ανταγωνισμού μεταξύ των φυτών, πρόσληψη θρεπτικών στοιχείων, υδρολογικές λειτουργίες) καθώς και σε βιοτικούς (φυτά, μικρά ζώα) και αβιοτικούς (διάβρωση του εδάφους) παράγοντες του οικοσυστήματος (Papanastasis, 2009). Ποικίλες είναι οι επιδράσεις της βόσκησης στο οικοσύστημα και πλήθος ερευνών έχουν πραγματοποιηθεί. Όλες σχεδόν καταδεικνύουν ότι η έντονη βόσκηση (υπερβόσκηση) προκαλεί βλάβες στο οικοσύστημα. Οι Alados et al. (2006) παρατήρησαν ότι όσο αυξάνει η ένταση της βόσκησης, τόσο μειώνεται ο συνολικός αριθμός των ειδών. Η ποικιλότητα στα οικοσυστήματα σκληρόφυλλων ειδών ελαττώνεται στους πυκνούς θαμνώνες, στους χαμηλούς διάσπαρτους θαμνώνες καθώς και στα ξερικά λιβάδια με αποτέλεσμα την επιτάχυνση της οπισθοδρομικής διαδοχής. Η ομοιομορφία της παρουσίας των ειδών αυξήθηκε σε έντονα βοσκόμενα τμήματα καθώς τα ανθεκτικά και ανεπιθύμητα είδη κυριάρχησαν στη φυτοκοινωνία. Η έντονη βόσκηση προκαλεί κατά κανόνα σημαντικές αλλαγές στη σύνθεση της βλάστησης που εκφράζονται με την οπισθοδρομική διαδοχή του οικοσυστήματος, η οποία τελικά οδηγεί στην υποβάθμιση. Ευνοούνται συνήθως ετήσια ανεπιθύμητα είδη σε βάρος επιθυμητών πολυετών. Η παρουσία ανεπιθύμητων φυτών ή ζιζανίων σε πολλά λιβάδια της χώρας μας οφείλεται κυρίως στην έντονη βόσκηση. Αν η έντονη βόσκηση αντικατασταθεί από την ελαφρά, είναι δυνατό τα επιθυμητά φυτά να επανέλθουν και βαθμιαία να αποκατασταθεί η αρχική σύνθεση. Αν η βόσκηση συνεχιστεί σε έντονο βαθμό, τότε είναι πιθανόν να φαγωθούν και τα ανεπιθύμητα και να παραμείνει στο τέλος το γυμνό έδαφος (Παπαναστάσης & Νοϊτσάκης, 1992). Τα 26

27 λιγότερο επιθυμητά είδη όπως ζιζάνια και ετήσια είδη, είναι αφθονότερα όταν η βόσκηση είναι εντονότερη. Περιορίζεται η παραγωγή σπόρων των επιθυμητών ειδών και μεταβάλλεται η σχετική αφθονία των ειδών μέσω της επιλεκτικής βόσκησης. (Tefera, 2010, Dalaka, 2006, Todd & Hoffman, 1999). Oι Zhao et al. (2007) αναφέρουν ότι η υπερβόσκηση μεταβάλει την ποικιλότητα των επιθυμητών φυτών, αλλάζει τη μορφολογική δομή και την εξάπλωσή τους, μειώνει τη βιομάζα και αυξάνει τον αριθμό των αναπαραγωγικών κλάδων. Κατά την Brinkmann (2009) οι βλάβες που παρατηρούνται στη βλάστηση λόγω της βόσκησης, μειώνονται καθώς αυξάνεται η απόσταση από τις ανθρώπινες εγκαταστάσεις καθώς και σε απότομες, δυσπρόσιτες περιοχές. Η συνεχιζόμενη υποβάθμιση από τη βόσκηση έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια των βιοτόπων και των ειδών που συνδέονται με αυτούς (Khaznadar, 2009). Η αντίδραση των ειδών στη βόσκηση ποικίλει ανάλογα με την επίδραση στον ανταγωνισμό των φυτών, την ικανότητά τους να αναβλαστάνουν έπειτα από την καταστροφή τους, τις αβιοτικές συνθήκες, το είδος και την ένταση της βόσκησης. (El-Keblawy et al., 2009). Η φυσική επιλογή λειτουργεί έτσι ώστε να εξασφαλίζει τροφή στα φυτοφάγα επιτρέποντας στα φυτά να καλύπτουν τις ανάγκες τους παρά την αποφύλλωση, όταν αυτή είναι μικρότερη από ένα κρίσιμο βαθμό. Ευνοούνται τα φυτά με πρώιμη ανάπτυξη και αναπαραγωγή, αποφεύγοντας με αυτόν τον τρόπο τα φυτοφάγα που βόσκουν στο τέλος της άνοιξης (Ayyad & El-Kadi, 1982, Alados et al., 2006). Η βόσκηση είναι ο σημαντικότερος παράγοντας που προκαλεί διάβρωση. Σχετικά μικρές μεταβολές στη βλάστηση και στις εδαφικές συνθήκες είναι δυνατό να έχουν ως αποτέλεσμα, σημαντική μεταβολή στη διάβρωση. Η απώλεια της κάλυψης από τη βλάστηση οδηγεί σε σοβαρή απώλεια της ποσότητας και ποιότητας του εδάφους. Όταν η κάλυψη είναι κάτω από 30% τότε εμφανίζεται καταστροφική διάβρωση. Η επίδραση της βόσκησης στη διαδικασία της διάβρωσης, δεν μπορεί να αγνοηθεί (Thornes, 2007). Τα ζώα καθώς κινούνται μετακινούν με τα πόδια τους κόκκους του επιφανειακού εδάφους και το διαταράσσουν, ενώ παράλληλα ασκούν πίεση με το βάρος τους προκαλείται συμπίεση του εδάφους, η οποία είναι τόσο μεγαλύτερη όσο βαρύτερο είναι το ζώο που βόσκει (Παπαναστάσης & Νοϊτσάκης, 1992). Οι πρινώνες διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη βόσκηση καθώς παράγουν τροφή σε όλη τη διάρκεια του έτους, σε κρίσιμες περιόδους όπως το καλοκαίρι, που η ποώδης βλάστηση είναι ξηρή και μικρής θρεπτικής αξίας ή το χειμώνα που η ποώδης βλάστηση δεν αναπτύσσεται πολύ. Η αιγοτροφία και σε μεγάλο βαθμό η προβατοτροφία εξαρτώνται, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, από τη βοσκήσιμη ύλη των πρινώνων (Papachristou et al., 2005, Κορακά, 2008). Το πουρνάρι διατηρεί τις αυξητικές λειτουργίες και εμφανίζει υψηλούς ρυθμούς αύξησης παράγοντας φύλλωμα ακόμη και κάτω από πολύ βαριά (100%) ένταση κοπής για δύο συνεχόμενα χρόνια. Αν και το φυτό υποκινείται ώστε να παράγει νέους βλαστούς, οδηγείται σε μείωση της βιομάζας και παραγωγής βαλανιδιών. Η βόσκηση του πρίνου δε θα πρέπει να ξεπερνά το 50% κατά τη βλαστική περίοδο (Μάιο έως Σεπτέμβριο) 27

28 έτσι ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις βόσκησης κατά τη διάρκεια της ξηρασίας καθώς και κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Η βόσκηση δεν πρέπει να υπερβαίνει το 80% της ετήσιας αύξησης (Tsiouvaras et al., 1986, Tsiouvaras, 1988). Οι Φραγκάκης κ.α. (2007) σε έρευνα των δασών πουρναριού, διαπίστωσαν ότι η βόσκηση δημιουργεί ομοιόμορφη σχεδόν πυραμιδοειδή κόμη ενώ στο αδιαχείριστο δάσος η κόμη είναι ακανόνιστη. Τα δένδρα που υπερβόσκονται έχουν κατά μέσο όρο ύψος έναρξης κόμης περίπου 2,3 m. Οι Hester et al. (2006) αναφέρουν ότι μετά από 16 χρόνια συνεχούς βόσκησης των θάμνων από γίδια, η πυκνότητα δεν επηρεάστηκε αλλά μειώθηκε ο ρυθμός αύξησης της διαμέτρου των βλαστών. Μεγαλύτερη είναι η ποσότητα βοσκήσιμης ύλης που παράγεται όταν οι θάμνοι καλύπτουν λιγότερο από το 40% του εδάφους ενώ είναι σημαντικά μικρότερη όταν η κάλυψη ξεπερνά το 70%. Καθώς αυξάνει η πυκνότητα, αυξάνει και το ύψος των θάμνων εμποδίζοντας την πρόσβαση των ζώων (Platis & Papanastasis, 2003). Η χρήση μηχανικών μέσων, η ελεγχόμενη φωτιά, η κοπή από την βάση ή σε μεγαλύτερο ύψος, έχουν τύχει προσοχής ως πρακτικές μέθοδοι μείωσης της κάλυψης και του ύψους των υψηλών και πυκνών θαμνώνων, ώστε να μετατραπούν σε χαμηλότερους και μικρότερης πυκνότητας (Papachristou, 1997). Ο Naveh (1978) αναφέρει την περίπτωση μετατροπής των πυκνών θαμνώνων της Γαλιλαίας στο Ισραήλ, σε παραγωγικά λιβάδια με ελεγχόμενη φωτιά και σπορά στη στάχτη των θάμνων πολυετών φυτών, σε συνδυασμό με επιλεκτικό χημικό έλεγχο ώστε να εμποδιστεί η αναγέννηση των θάμνων. Έρευνες δείχνουν ότι η προστασία περιοχών από τα ζώα, είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του αριθμού των ειδών, την ποικιλότητα, την πυκνότητα κατά 105% και την κάλυψη των ειδών κατά 137% (Ayyad & El-Kadi, 1982, El-Keblawy et al., 2009). Τα υποβαθμισμένα βοσκοτόπια που προήλθαν από βόσκηση μπορούν να αποκατασταθούν με διαχείριση όταν οι επιπτώσεις από τη βόσκηση στο φυσικό περιβάλλον είναι αναστρέψιμες. Η διαχείριση της κτηνοτροφίας και όχι ο εκτοπισμός της μπορούν να θεωρηθούν ως ένα υγειές εργαλείο για την αποκατάσταση βοσκοτόπων που έχουν ιστορική τροχιά εξέλιξης με την παρουσία των φυτοφάγων. Η διαχείριση των υποβαθμισμένων βοσκοτόπων είναι δυνατό να συμβάλλει στην αποκατάστασή τους, μόνο όταν οι βιοτικές λειτουργίες δεν έχουν καταστραφεί. Στην περίπτωση που το φυσικό περιβάλλον έχει επίσης καταστραφεί, τότε η κατάλληλη διαχείριση από μόνη της δε μπορεί να βοηθήσει την αποκατάσταση (Papanastasis, 2009). Τα δάση που υποβαθμίστηκαν από τη βόσκηση μπορούν να ανακάμψουν και να αναγεννηθούν με προστασία από τη βόσκηση. Από την άλλη πλευρά, αν το οικοσύστημα έχει περάσει ένα κατώτατο όριο, η άρση της επίδρασης του παράγοντα υποβάθμισης δεν θα έχει ως αποτέλεσμα την επιστροφή του οικοσυστήματος στην αρχική του κατάσταση (Hobbs & Norton, 1996). Σύμφωνα με τους Mekuria et al. (2007) η απαγόρευση της βόσκησης ήταν αποτελεσματική στην αποκατάσταση της βλάστησης, βελτίωσε την κατάσταση του εδάφους σε θρεπτικά στοιχεία και επιβράδυνε τη διάβρωση. Από τεχνικής άποψης είναι θετικό να μετατραπούν οι 28

29 βοσκόμενες περιοχές σε προστατευόμενες. Αν η ανεξέλεγκτη βόσκηση συνεχίσει με την ίδια ένταση, θα οδηγήσει σε περαιτέρω διάβρωση και υποβάθμιση. Καθώς η εφαρμογή της απαγόρευσης οδηγεί σε μικρότερης έκτασης περιοχή που επιτρέπεται η βόσκηση, οι κοινωνικοοικονομικές συνέπειες θα πρέπει να ληφθούν υπόψη πριν την αύξηση των απαγορευμένων περιοχών. Σύμφωνα με την Τσιτσώνη (2001) η αποκατάσταση υποβαθμισμένων περιοχών με φυτεύσεις φαίνεται να είναι δύσκολη ή αδύνατη χωρίς την προστασία των περιοχών με φράχτη. Οι Τefera et al. (2010) αναφέρουν ότι ανάλογα με την ένταση της βόσκησης που εφάρμοσαν, παρατήρησαν μεταβολές στα χαρακτηριστικά του εδάφους (περιεκτικότητα σε Κ, Νa, Ν, Ca) και της βλάστησης. Η Dahlberg (2000) διαπίστωσε ότι η βόσκηση είχε ισχυρή επίδραση στη βλάστηση. Η κάλυψη της βλάστησης ανακάμπτει δραστικά με την απομάκρυνση της βόσκησης μέσα σε λίγα χρόνια αν η ικανότητα αναγέννησης είναι σχετικά καλή. Μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών βοσκοτόπων δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές στη βλάστηση. ΑΝΟΡΘΩΣΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΑΣΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ Η ανόρθωση των δασικών οικοσυστημάτων εστιάζει στη διόρθωση των κατεστραμμένων ή ανενεργών λειτουργιών τους με πρωταρχικό στόχο τη σταθερή αύξηση της παραγωγικότητας του οικοσυστήματος στο συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα. Συνήθως συνεπάγεται με ένα υψηλότερο επίπεδο συνεχούς διαχείρισης σε αντιδιαστολή με την αποκατάσταση που έχει στόχο την επιστροφή σε προϋπάρχουσα κατάσταση από πλευράς ειδών, την επανεγκατάσταση των αυτοχθόνων ειδών εκτοπίζοντας τα ξενικά. Παρά τις διαφορές, ανόρθωση και αποκατάσταση επιδιώκουν να επανεγκαταστήσουν αυτόνομα και διαρκή οικοσυστήματα που χαρακτηρίζονται από διαδοχή των φυτικών και ζωικών κοινωνιών και επαρκή αντοχή ώστε να μπορούν να ανταπεξέλθουν χωρίς παρεμβάσεις στις φυσικές και στις μέτριες ανθρώπινες διαταραχές. Κλιματικές και εδαφικές συνθήκες καθώς και κοινωνικοοικονομικές και πολιτισμικές θα καθορίσουν τους ρυθμούς στους οποίους οι διαδικασίες της αποκατάστασης και της ανόρθωσης θα προχωρήσουν (Aronson et al., 1993). Ο Kobayashi (2004) αναφέρει ότι στα υποβαθμισμένα δάση απαιτείται ανόρθωση σε μεγάλο εύρος χαρακτηριστικών και λειτουργιών. Είναι αναγκαίο να βελτιωθεί η βιολογική και οικολογική ποικιλότητα, να αυξηθεί η εμπορική αξία του παραγόμενου τεχνικού ξύλου και του ξύλου που προορίζεται για χαρτοπολτό, να αυξηθούν τα είδη και η ποσότητα των μη ξυλωδών προϊόντων, να βελτιωθούν οι λειτουργίες του δάσους όπως του υδατικού ισοζυγίου και της συγκράτησης νερού, αφομοίωση του άνθρακα, προστασία από φωτιά, αποκατάσταση της παραγωγικότητας του εδάφους και των φυσικών ιδιοτήτων του και τέλος προστασία από τη διάβρωση. Σύμφωνα με τους Gardiner et al. (2003) οι στόχοι της αποκατάστασης συνήθως περιλαμβάνουν τη διεύρυνση του οικοσυστήματος, αύξηση 29

30 της ποικιλότητας, αύξηση της αντοχής και αντίστασης του οικοσυστήματος και αύξηση της σταθερότητας του δάσους. Δυσκολίες παρουσιάζονται στον προσδιορισμό των προηγουμένων καταστάσεων και του αντικειμενικού καθορισμού των συνθηκών που είναι επιθυμητές για το οικοσύστημα. Ολοκληρωτική αποκατάσταση, σε πολλές περιπτώσεις, δεν μπορεί να επιτευχθεί για τους εξής λόγους: α) είναι δύσκολο να προσδιοριστεί η κατάσταση του οικοσυστήματος πριν τη διαταραχή και β) τα οικοσυστήματα αλλάζουν συνεχώς. Η αποκατάσταση ενός οικοσυστήματος στηρίζεται ουσιαστικά στις αρχές της διατήρησης και προστασίας του περιβάλλοντος και περιλαμβάνει μεθόδους σχεδιασμένες να ευνοούν την ανάκτηση ή την επανεγκατάσταση των αυτοχθόνων οικοσυστημάτων. Οι αρχές που πρέπει να τηρούνται κατά την αποκατάσταση υποβαθμισμένων δασικών οικοσυστημάτων είναι οι ακόλουθες: 1. Σωστή επιλογή της μεθόδου αποκατάστασης η οποία εξαρτάται από: Το βαθμό υποβάθμισης του οικοσυστήματος Την κατάσταση του εδάφους Το σκοπό της αποκατάστασης Τα υπάρχοντα κάθε φορά στη διάθεσή μας μέσα για την ολοκλήρωση της αποκατάστασης 2. Σωστός τρόπος εφαρμογής της μεθόδου αποκατάστασης, ο οποίος εξαρτάται από: Τα κατάλληλα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την άρση των αιτιών που προκάλεσαν την υποβάθμιση (προστασία από τη βόσκηση και τη φωτιά). Τη σωστή επιλογή των φυτικών ειδών που θα χρησιμοποιηθούν στην εκάστοτε περίπτωση Την άριστη ποιότητα του πολλαπλασιαστικού υλικού Ενιαίος τρόπος αντιμετώπισης όλων των περιπτώσεων δεν υπάρχει. Μπορούν όμως να εφαρμοστούν διάφοροι κατάλληλοι χειρισμοί ανάλογα με το βαθμό υποβάθμισης (Τσιτσώνη & Τσακαλδήμη, 2003). Σύμφωνα με τους Χατζηστάθη και Ντάφη (1989) σε πολλές περιπτώσεις μετά από την καταστροφή του δάσους από πυρκαγιά ή άλλες αιτίες, ακολουθεί η φυσική επανεγκατάστασή του. Κατά τη φυσική αυτή αναδάσωση δεν επανεγκαθίστανται αμέσως τα προϋπάρχοντα είδη, αλλά εμφανίζεται μια διαδοχή διαφόρων φυτοκοινωνιών, οι οποίες ξεκινούν από μια πρόσκοπη ή πρόδρομη και οδηγούν προς την τελική φυτοκοινωνία. Η φυσική αυτή δάσωση και η όλη διαδοχή των φυτοκοινωνιών λαμβάνει χώρα εφόσον δε διαταράσσεται από τη βόσκηση ή άλλες ανθρώπινες επεμβάσεις και εφόσον υπάρχουν σπορείς των ενδεικνυόμενων 30

31 δασοπονικών ειδών. Για τη φυσική δάσωση και τη διαδοχή των φυτοκοινωνιών αποφασιστικό ρόλο παίζουν οι παρακάτω παράγοντες: 1. Η ικανότητα αποδημίας ή φυσικής εξάπλωσης των διαφόρων δασοπονικών ειδών. 2. Οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη φύτρωση των σπόρων των επί μέρους δασοπονικών ειδών. 3. Οι ιδιότητες του σταθμού (σταθμολογικές συνθήκες). 4. Η καταλληλότητα των διαφόρων ειδών για το συγκεκριμένο σταθμό. 5. Η προσιτότητα του σταθμού. 6. Η ανταγωνιστική ικανότητα των διαφόρων δασοπονικών ειδών. 7. Η απόσταση των σπορέων των συγκεκριμένων ειδών από τη γυμνή επιφάνεια, σε συνδυασμό με την ικανότητα διασποράς των σπόρων. 8. Η συχνότητα η αφθονία των σπορέων και η κατανομή αυτών μέσα στην υπό αναδάσωση επιφάνεια. Σύμφωνα με τους Rojo et al. (2010) η αποκατάσταση των φυσικών περιοχών της Μεσογείου πρέπει να διέπεται από τις εξής αρχές: Προτεραιότητα στη συντήρηση εδάφους και τη διαχείριση ύδατος. Χρήση των εγγενών ειδών Διατήρηση και ανάπτυξη της ποικιλότητας Ανάπτυξη στην ποικιλομορφία και την ετερογένεια τοπίων Σχεδιασμός αναδάσωσης σύμφωνα με τις αρχές πρόληψης πυρκαγιάς Ενίσχυση των πολλαπλών χρήσεων των δασών και της παραγωγικότητάς τους. Κατά τους Hobbs & Norton (1996) η αποκατάσταση επιλέγεται για τους παρακάτω λόγους: Αποκατάσταση έντονα υποβαθμισμένων περιοχών όπως οι περιοχές μεταλλείων Βελτίωση της παραγωγικής ικανότητας σε υποβαθμισμένες περιοχές Ενίσχυση της αξίας διατήρησης σε προστατευόμενες περιοχές Ενίσχυση της αξίας διατήρησης σε παραγωγικές περιοχές Ως διατήρηση εννοούμε τη διατήρηση ή βελτίωση των βιοτικών και αβιοτικών χαρακτηριστικών που διαμορφώνουν τους οικότοπους, ελέγχοντας ενέργειες που 31

32 ενδεχομένως να έχουν ως αποτέλεσμα την αλλοίωση των οικοτόπων. Η διατήρηση ποικίλει από τη διατήρηση των γενετικών πόρων με διάφορες μορφές, μέχρι τον περιορισμό των ανθρώπινων διαταραχών, σχεδιάζοντας νέες δραστηριότητες, εφαρμόζοντας σωστά τις δασοκομικές τάσεις (Leone & Lovreglio, 2004). Οι μέθοδοι ανόρθωσης των δασικών οικοσυστημάτων διακρίνονται σε φυσικές και τεχνητές (Zagas et al., 1998, Ganatsas et al., 2004b). Σε πολλές περιπτώσεις η τεχνητή αποκατάσταση είναι αναγκαία ώστε αυτή να επιτευχθεί σε μικρότερο χρονικό διάστημα (Tsitsoni, 2009). Η αναδάσωση των υποβαθμισμένων εδαφών έχει σκοπό να αντιστρέψει τη διεργασία υποβάθμισης σε διεργασία αναβάθμισης σε περιοχές όπου η αναγέννηση του οικοσυστήματος δε γίνεται με φυσικό τρόπο ή γίνεται πολύ αργά με αποτέλεσμα την περαιτέρω υποβάθμισή του (Rojo et al., 2010). Η επιτυχία των φυτεύσεων εξαρτάται από τα φυτάρια των οποίων τα μορφολογικά και φυσιολογικά χαρακτηριστικά σχετίζονται με την επιθυμητή ανάπτυξη και επιβίωση κάτω από ένα εύρος αναμενόμενων συνθηκών του περιβάλλοντος (Davis & Jacobs, 2005). Οι Tsakaldimi et al. (2005), παρατήρησαν διαφορές στην επιβίωση των αρτίφυτων δρυός, που οφείλονταν στο διαφορετικό τύπο φυτοδοχείου που χρησιμοποιήθηκε κατά την παραγωγή τους. Η Τσιτσώνη (2001) παρατήρησε ότι σε αναδασώσεις με Pinus halepensis σημειώθηκε μεγάλη θνησιμότητα των φυταρίων κατά το πρώτο έτος της εγκατάστασής τους και ιδιαίτερα κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Λόγω των έντονων προβλημάτων που παρουσίασαν οι φυτεύσεις με κωνοφόρα, παρουσιάστηκε η ανάγκη αύξησης της ποικιλότητας των δασοπονικών ειδών και χρησιμοποίησης αυτοχθόνων ειδών και μάλιστα πλατύφυλλων (Γκανάτσας κ.α., 2003). Οι Maestre & Cοrtina (2004) αναφέρουν ότι αναδασώσεις με Pinus halepensis σε ξηρές και ημίξηρες περιοχές, δεν εκπληρώνουν ορισμένα αντικείμενα των αναδασώσεων. Οι φυτεύσεις προάγουν την οπισθοδρόμηση στις φυτοκοινωνίες, δε βελτιώνουν τις εδαφικές συνθήκες και έχουν αρνητική επίδραση στις ζωικές κοινότητες. Αιτία είναι η χρήση ενός είδους στις αναδασώσεις και όχι το συγκεκριμένο είδος. Έτσι όπου είναι εφικτό, πρέπει να αντικατασταθούν με ποικιλία ειδών χρησιμοποιώντας αρτίφυτα από τοπικές περιοχές ώστε να διασφαλιστεί η προσαρμογή τους στις αντίξοες συνθήκες του περιβάλλοντος. Προγράμματα αναδάσωσης και αποκατάστασης που εφαρμόστηκαν διεθνώς με αυτόχθονα πλατύφυλλα είδη και κυρίως δρύες, είχαν ως αποτέλεσμα χαμηλά ποσοστά επιβίωσης και μικρή αύξηση. Η δυσκολία της επιτυχούς εγκατάστασης αποτελεί κοινό πρόβλημα για τα περισσότερα είδη δρυός και οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι οι δρύες δεν προσαρμόζονται εύκολα στις απότομες αλλαγές των συνθηκών περιβάλλοντος (Γκανάτσας κ.α., 2003). Δυσκολίες στην αναδάσωση εγκαταλειμμένων αγρών αναφέρουν οι Lockhart et al. (2003), με σημαντικότερη μεταξύ άλλων την ελάχιστη επιβίωση των αρτίφυτων δρυός έπειτα από σπορά ή φύτευση. Γίνεται αντιληπτό ότι το θέμα της αποκατάστασης των δρυοδασών σχετίζεται άμεσα με την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος (Τσιτσώνη, 2003). 32

33 ΠΕΡΙΟΧΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΕΝΙΚΑ Ως περιοχή έρευνας επιλέχθηκε η περιοχή του Δημοτικού Διαμερίσματος Γαλάτιστας. Η ευρύτερη περιοχή είναι υποβαθμισμένη από οικολογικής άποψης καθώς η κτηνοτροφία είναι ανεξέλεγκτη, οι πυρκαγιές εμφανίζονται σε σχετικά μικρά χρονικά διαστήματα και η ξύλευση κατά περιόδους είναι έντονη. Οι συγκεκριμένοι παράγοντες επιδρούν στο οικοσύστημα για αιώνες. Τμήμα της περιοχής που βρίσκεται βόρεια του οικισμού, προστατεύεται από τη βόσκηση και την ξύλευση. Η έκταση αυτή αποτελεί το μάρτυρα ώστε να διαπιστωθούν τυχόν μεταβολές στο οικοσύστημα. Η Γαλάτιστα (Φωτ. 1) βρίσκεται σε απόσταση 39 χιλιομέτρων ανατολικά - νοτιοανατολικά της Θεσσαλονίκης, και 28 χιλιομέτρων βορειοδυτικά του Πολυγύρου σε γεωγραφικό μήκος 23ο 17 Βόρειο και γεωγραφικό πλάτος 40ο 28 Ανατολικό. Φωτ. 1. Άποψη του οικισμού Γαλάτιστας Διοικητικά ανήκει στο Νομό Χαλκιδικής και συγκεκριμένα στο Δήμο Πολυγύρου, ο οποίος περιλαμβάνει τους πρώην δήμους Ανθεμούντα, Πολυγύρου και Ορμύλιας (Χάρτης 1). Δασοπολιτικά ανήκει στο Δασαρχείο Πολυγύρου, στη Διεύθυνση Δασών Χαλκιδικής και στην Επιθεώρηση Δασών Κεντρικής Μακεδονίας. 33

34 Δικαστικά στο Ειρηνοδικείο και Πρωτοδικείο Πολυγύρου, στο Εφετείο Θεσσαλονίκης. Οικονομικά στη Δ.Ο.Υ. Πολυγύρου. Χάρτης 1. Δήμοι του νομού Χαλκιδικής (Ιστοσελίδα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Χαλκιδικής, 2010). Ο οικισμός τα τελευταία χρόνια έχει επεκταθεί και έχει κατασκευαστεί η νέα Εθνική οδός Θεσσαλονίκης - Πολυγύρου κοντά στον οικισμό. Η περιοχή έρευνας οριοθετείται βόρεια από τις κορυφές της οροσειράς Κισσός: Αυρινός, Προφήτης Ηλίας και Μανώλα ανατολικά από την τοποθεσία Κορυφή, ως την παλαιά Εθνική οδό Θεσσαλονίκης - Πολυγύρου, νότια από τα όρια του οικισμού, ως το ρέμα Βραχιόλα και δυτικά κατά μήκος του ρέματος Βραχιόλα ως την κορυφή Αυρινός (Χάρτης 2). Στην περιοχή έρευνας δεν έχει συνταχθεί διαχειριστική μελέτη καθώς δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον από διαχειριστικής άποψης. Για τη μελέτη των φυσικών συνθηκών της περιοχής χρησιμοποιήθηκε η διαχειριστική μελέτη του κοινοτικού Δασοκτήματος του Βάβδου, που βρίσκεται νοτιοανατολικά της Γαλάτιστας. Τμήμα της περιοχής μελέτης προστατεύεται από κάθε είδους δραστηριότητα (υλοτομία, βόσκηση κ.λ.π.) και χαρακτηρίζεται ως προστατευτικό δάσος Γαλάτιστας (Χάρτης 3). Η έκτασή του ανέρχεται σε 194,97 εκτάρια. Το έτος 1929 το Ελληνικό δημόσιο παραχώρησε έκταση 100 εκταρίων στην τότε κοινότητα Γαλάτιστας, στη θέση Πηγαδάκια - Προδρομίτη (Διαταγή Υπουργείου γεωργίας 69537/29). Σύμφωνα με μαρτυρίες στην ευρύτερη περιοχή έχουν εκδηλωθεί πυρκαγιές με πιο πρόσφατη το 1992 στο όρος Καλογερικό (περιοχή Ι.Μ. Αγ. 34

35 Αναστασίας) η οποία επεκτάθηκε σε τμήμα της περιοχής μελέτης. Η καμένη έκταση έχει κηρυχθεί αναδασωτέα. Χάρτης 2. Όρια περιοχής μελέτης Χάρτης 3. Η προστατευόμενη έκταση της περιοχής έρευνας. (πηγή:google Earth, προσωπική επεξεργασία). Στην περιοχή κυριαρχεί ο πρίνος (κ. πουρνάρι), με παρουσία κατά θέσεις της ερείκης, του φιλικιού, του φράξου, της δρυός και της άρκευθου. Μικρό τμήμα του πρώην Δήμου Ανθεμούντα και από το 2011 Δήμου Πολυγύρου, βρίσκεται στη ζώνη προστασίας της συνθήκης Ramsar (Χάρτης 4). 35

36 Χάρτης 4. Όρια προστασίας συνθήκης Ramsar. (πηγή: περιφέρεια κεντρικής Μακεδονίας). Ο οικισμός είναι κτισμένος σε υψόμετρο 400 m, στους πρόποδες της οροσειράς Κισσού η οποία έχει κατεύθυνση από ΒΔ προς ΝΑ. Από το ύψος της Γαλάτιστας η οροσειρά στρέφεται νότια και από τον οικισμό του Βάβδου δυτικά, σχηματίζοντας ημικύκλιο καταλήγοντας στο ακρωτήριο Μεγάλο Έμβολο (Καράμπουρνού) του Θερμαϊκού κόλπου, παίρνοντας μετά το Βάβδο το όνομα Καλαβρό όρος. Η συγκεκριμένη ορεογραφική διαμόρφωση, σχηματίζει την κοιλάδα του Ανθεμούντα με τον ομώνυμο χείμαρρο να τη διασχίζει.η κατεύθυνσή του είναι από ανατολικά προς δυτικά εκβάλλοντας στο Θερμαϊκό κόλπο. ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Η πιστοποιημένη κατοίκηση στην ευρύτερη περιοχή ξεκίνησε ήδη από το π.χ. Στην Αγία Παρασκευή, εκτός από το ομώνυμο ξωκλήσι και έναν εκτεταμένο επίπεδο οικισμό της νεολιθικής εποχής, βρίσκεται η αρχαία πόλη του Ανθεμούντα (Κούτλα, 2007). Το όνομά της προέρχεται από την αφθονία των λουλουδιών όπου κατά το μισό περίπου χρόνο η ανθισμένη ερείκη (κ. σουσούρα) σε όλα τα καλλιεργούμενα μέρη της περιοχής, δίνει την εντύπωση συνεχούς ανθοφορίας. Κατά τον Στέφανο Βυζάντιο πήρε το όνομα του ιδρυτή της Ανθέμου. Η περιοχή του Ανθεμούντα κατακτήθηκε από το βασιλιά των Μακεδόνων Αμύντα τον Α ( π.χ. ) και παρέμεινε στη Μακεδονία. Κατά τους αρχαίους χρόνους, στην περιοχή υπήρξαν δύο πόλεις. Η ομώνυμη Ανθεμούς και η Κισσός. Στην περιοχή τα δάση ήταν άφθονα. Οι νομαδικοί πληθυσμοί άρχισαν την εκμετάλλευσή τους και σύντομα η ζήτηση ήταν απεριόριστη ιδίως ναυπηγήσιμης ξυλείας της οποίας είχαν απόλυτη ανάγκη οι Αθηναίοι, Κορίνθιοι και άλλες ναυτικές 36

37 δυνάμεις. Απεριόριστη ήταν και η προσφορά, δεδομένου ότι η εισαγωγή της γεωργίας ήταν πρόσφατη. Ξυλεία εξαιρετικής ποιότητας υπήρχε στο όρος Κισσός, ανατολικά της Θεσσαλονίκης (Hammond, 1992). Η Γαλάτιστα είναι ένα από τα παλαιότερα χωριά της Χαλκιδικής όμως οι ιστορικές μαρτυρίες που υπάρχουν είναι ελάχιστες. Δε γνωρίζουμε πότε ακριβώς χτίστηκε η Γαλάτιστα (Κούτλα, 2007). Πιθανώς να μετονομάστηκε από Ανθεμούς σε Γαλάτιστα από κάποια αποικία Γαλατών που εγκαταστάθηκε στην έρημη πόλη από το Μακεδόνα βασιλιά Φίλιππο τον Γ (Ζαγκλής, 1956). Η παλαιότερη μαρτυρία βρίσκεται σε ένα έγγραφο του αρχείου της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους που εκδόθηκε στις 14 Μαρτίου 897 μ.χ. (Ιστοσελίδα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Χαλκιδικής, 2010). Ένας βυζαντινός πύργος δεσπόζει στη μέση του χωριού για τον οποίο δεν υπάρχει καμία μαρτυρία από τις γραπτές πηγές (Φωτ. 2). Τυπολογικά ανήκει σε μία μεγάλη ομάδα βυζαντινών πύργων που απαντούν στη Μακεδονία και ειδικότερα στο χώρο επιρροής του Αγίου Όρους. Μοιάζει με τους πύργους των Βρασνών, Αγίου Βασιλείου Λαγκαδά, Αγίου Βασιλείου Χιλιανδραρίου, και της Μονής Ρίλας (Βουλγαρίας). Χαρακτηρίζονται από τις ογκώδεις αντηρίδες που περιδένουν τις εξωτερικές τους όψεις. Θα πρέπει να χτίστηκε τον 11ο αιώνα, με βάση τα ως τώρα πορίσματα της ανασκαφής στο εσωτερικό, αλλά ο τελευταίος όροφος - σώζονται μόνον ίχνη του - ανήκει στον 14ο αιώνα. Πρόσφατα ανακατασκευάστηκαν τα ξύλινα δάπεδα, τα κλιμακοστάσια και τοποθετήθηκε κρυφή στέγη προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως εκθεσιακός χώρος. Στην απότομη πλαγιά νότια του πύργου υπάρχουν δύο νερόμυλοι στη σειρά, οι οποίοι αποτελούν μία μεγαλύτερη ομάδα μύλων που λειτουργούσαν με το ίδιο νερό (Κούτλα, 2007). Το 1430 η Γαλάτιστα υποδουλώθηκε στους Τούρκους και αποτέλεσε τμήμα του σαντζακιού της Θεσ/νίκης. Διαιρέθηκε σε τρεις φορολογικές περιφέρειες: της Κασσάνδρας, περιοριζόμενη στα φυσικά όρια της Χερσονήσου, των Χασικοχωρίων, που περιλαμβάνει "όλη την καλλιεργήσιμη γη και τα ήμερα βουνά που εκτείνονται ως τον Τορωναίο και το Θερμαϊκό" και τέλος των Μαντεμοχωρίων (Ιστοσελίδα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Χαλκιδικής, 2010). Από τα μεταλλεία εξάγονταν άργυρος και μόλυβδος. Τον 16ο αιώνα μια ομάδα Εβραίων προσφύγων από τη Γερμανία εισήγαγε νέες μεθόδους εκμετάλλευσης και καθαρισμού του μεταλλεύματος. Η παραγωγή αναπτύχθηκε χάρη στα μέτρα του Σουλεϊμάν όπου εργάζονταν άτομα. Στα τέλη του 17ου αιώνα αδυναμίες του συστήματος οδήγησαν σε παρακμή των μεταλλείων και επέβαλαν την ανάληψη από την κυβέρνηση έργων υποδομής. Το 1705 οι Έλληνες της περιοχής ανέλαβαν για πρώτη φορά την εκμετάλλευση των ορυχείων ως μισθωτές του κράτους. Σύντομα όμως περιορίστηκαν τα περιθώρια κέρδους. Το 1715 δεν παρουσιάστηκε ανταπαιτητής. Το 1775 οι Έλληνες διαμαρτυρήθηκαν για την κακή διαχείριση του 37

38 Αχμέτ Τσαβούς Ζαδέ και πρότειναν να αναλάβουν οι ίδιοι την ενοικίαση των μεταλλείων. Ως τις αρχές του 19ου αιώνα δεν το πέτυχαν. Φωτ. 2. Βυζαντινός πύργος Γαλάτιστας Η μίσθωση των ορυχείων από Έλληνες πρέπει να επιτεύχθηκε μετά το 1801 (Σβορώνος, 1992). Δημιουργείται ένας εκτεταμένος μεταλλευτικός συνεταιρισμός για την εκμετάλλευση των ορυχείων αργύρου στα 12 μεγάλα χωριά της περιοχής - στο "Κοινό των Μαδεμίων"- με χωριστή δική του κοινοτική διοίκηση (Ιστοσελίδα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Χαλκιδικής, 2010). Η παραγωγή των ορυχείων αρχίζει σταδιακά να μειώνεται καθώς τα κοιτάσματα εξαντλούνται. Ο πλούτος των μαντεμοχωρίων δεν προέρχονταν πλέον από τα ορυχεία αλλά από τη γόνιμη γη και την υφαντουργία της Καλαμαριάς, όπως ονομάζονταν η περιοχή του Ανθεμούντα. Παράλληλα συνεχίζονταν η καταστροφή του δασικού πλούτου από την αρχή της τουρκοκρατίας κι έπειτα. Οι Χριστιανικοί πληθυσμοί που αποσύρθηκαν στα όρη έκτισαν χωριά που χρειάστηκαν πολλή ξυλεία για στέγαση, θέρμανση, κατασκευή εργαλείων. Μεγαλύτερες καταστροφές προκάλεσε η ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, που έγινε κύρια πλουτοπαραγωγική πηγή αυτών των πληθυσμών. Επίσης, οι οθωμανικές αρχές καταστρέφανε δάση κατά την καταδίωξη αντάρτικων σωμάτων (Σβορώνος, 1992). Στην επανάσταση του 1821 οι Τούρκοι επιτέθηκαν στη Γαλάτιστα. Το χωριό λεηλατήθηκε και τα γυναικόπαιδα αιχμαλωτίστηκαν και πουλήθηκαν σε όποιον προσέφερε το μεγαλύτερο ποσό (Κούτλα, 2007). Το 1854 θα συγκλονιστεί από νέα επανάσταση υπό τον Τσιάμη Καρατάσο. Επαναστατικός αέρας έπνευσε στη Χαλκιδική και το 1878, όμως οι Τούρκοι πήραν έγκαιρα προληπτικά μέτρα και η κίνηση ματαιώθηκε (Ιστοσελίδα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Χαλκιδικής, 2010). Κατά την περίοδο του Μακεδονικού αγώνα ( ), το Προξενείο της Θεσσαλονίκης έστειλε στη Γαλάτιστα για την οργάνωση του αγώνα τους Καπετάν Ζώη, Β. Παπακώστα, Γ. Γαλανόπουλο, Μηνόπουλο και τον ανθυπολοχαγό Κοσμόπουλο. Μετά τη μύηση των κατοίκων, έγινε ορκωμοσία στο ναό του Αγίου 38

39 Προδρόμου και συστάθηκε Επιτροπή Εθνικής Άμυνας. Η επιτροπή ανέλαβε την οργάνωση του αγώνα, την παροχή καταλυμάτων στους διερχόμενους αντάρτες και οπλαρχηγούς των Ελληνικών Σωμάτων και την εκπαίδευση των νέων στα όπλα και τον κλεφτοπόλεμο. Σε μυστικές κρύπτες των εκκλησιών Προδρόμου, Αγίου Νικολάου και Αγίας Παρασκευής φυλάσσονταν όπλα (Κούτλα, 2007). Η πολυπόθητη ελευθερία θα έρθει τελικά τον Οκτώβριο του ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ Σύμφωνα με την τελευταία πληθυσμιακή απογραφή του 2001 ο πληθυσμός της Γαλάτιστας ανέρχεται σε κατοίκους (Ιστοσελίδα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Χαλκιδικής, 2010). Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία. Σημαντικότερα προϊόντα είναι τα σιτηρά, καλαμπόκι, βαμβάκι, ελιές. Η κτηνοτροφία περιορίζεται σε σχέση με το παρελθόν αλλά παραμένει πηγή εισοδήματος για τους κατοίκους. Δραστηριότητα υπάρχει και στη μελισσοκομία καθώς η περιοχή ευνοεί την ανάπτυξή της (έντονη ανθοφορία). Κατά το παρελθόν ήταν σημαντική η παραγωγή μεταξιού (έως το 1945) ενώ μεγάλος αριθμός εργατών απασχολούνταν στα μεταλλεία (Ζαφειρούδη, 1997). Χαρακτηριστικό στοιχείο της περιοχής αποτελεί και η αρχιτεκτονική (Φωτ. 3). Θεμελιώδες οικοδομικό στοιχείο των σπιτιών είναι οι πέτρινοι τοίχοι του ισογείου. Φωτ. 3. Κτίσμα Μακεδονικής αρχιτεκτονικής Η είσοδος βρίσκεται συνήθως στο νότο και έχει άμεση λειτουργική σχέση με το χαγιάτι. Το χαγιάτι, ο σκεπαστός εξώστης που αποτελεί προέκταση του εσωτερικού χώρου, αποτελεί το βασικό στοιχείο της λαϊκής μακεδονικής αρχιτεκτονικής. Το 39

40 μεγάλο, εσωτερικό και καλυμμένο μπαλκόνι, κατέχει συνήθως τη νότια πλευρά του ορόφου (Φωτ. 4). Το τζάκι είναι το σημείο όπου οι δημοφιλείς βιοτέχνες παρουσίασαν όλη τους την ικανότητα (Ιστοσελίδα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Χαλκιδικής, 2010). Φωτ. 4. Παλιά κατοικία στον οικισμό Γαλάτιστας. ΚΛΙΜΑ Το κλίμα είναι συνδυασμός διαφορετικών παραμέτρων μιας περιοχής όπως η έκθεση, υπερθαλάσσιο ύψος διαμόρφωση του εδάφους, τοπικές συνθήκες (Ντάφης, 1986). Στη ΒΑ Χαλκιδική (περιοχή Ταξιάρχη), η δρύς εμφανίζεται πάνω από υπερθαλάσσιο ύψος 400 m, ενώ στη δυτική πλευρά (περιοχή μελέτης), την συναντάμε στα 600 m. (Σχ. 3). Η έκθεση μπορεί να επηρεάσει επίσης την επίδραση των ανέμων. Διακρίνουμε τις προσήνεμες και τις υπήνεμες πλαγιές. Ομβροφόροι άνεμοι δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες στις προσήνεμες πλαγιές, ενώ οι υπήνεμες βρίσκονται στη σκιά της βροχής (Ντάφης, 1986). Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι ανατολικές πλαγιές του Χολομώντα (Ταξιάρχης) και οι δυτικές (περιοχή μελέτης). Με βάση τα δεδομένα των Μετεωρολογικών Σταθμών, το κλίμα στην περιοχή μελέτης χαρακτηρίζεται κατά Μαυρομάτη ως ημίξηρο ηπειρωτικό με έντονη μεσογειακή επίδραση. Δε σημειώνονται μεγάλες τιμές του βροχομετρικού ύψους, η κατανομή των βροχών ακολουθεί το μεσογειακό τύπο κλίματος (ξηρή περίοδος συμπίπτει με τη θερμή). Ξηροθερμική περίοδος παρατηρείται κατά το διάστημα Ιουνίου-Αυγούστου. 40

41 Σχήμα 1. Κατακόρυφη εξάπλωση των ζωνών βλάστησης στο Χολομώντα (Dafis and Jahn, 1975). ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ Στην περιοχή της Γαλάτιστας δεν υπάρχει μετεωρολογικός σταθμός. Για το λόγο αυτό αναζητήθηκαν οι πλησιέστεροι σταθμοί. Στον Πολύγυρο βρίσκεται ο σταθμός του Εθνικού αστεροσκοπείου Αθηνών. Απέχει σε ευθεία απόσταση 28 km από τη Γαλάτιστα, βρίσκεται σε υψόμετρο 580 m και άρχισε να λειτουργεί την 1 η Αυγούστου Ο μετεωρολογικός σταθμός στο πανεπιστημιακό δάσος Ταξιάρχη απέχει σε ευθεία απόσταση 30 km από τη Γαλάτιστα, βρίσκεται σε υψόμετρο 860 m (υψομετρική διαφορά του μετεωρολογικού σταθμού από το μέσο υψόμετρο του δάσους 160 m) και η έκθεσή του είναι νότια - νοτιοανατολική (Κούτλα, 2007). Ο μετεωρολογικός σταθμός του Ιδρύματος δασικών ερευνών (περιοχή Βασιλικών) απέχει 15 km από την περιοχή μελέτης και βρίσκεται σε υψόμετρο 30 m (υψομετρική διαφορά 670 m). Το σχετικά μικρό χρονικό διάστημα λειτουργίας του σταθμού Πολυγύρου, δεν μας επιτρέπει να χρησιμοποιήσουμε τα δεδομένα για ασφαλή συμπεράσματα. Σταθμός Ταξιάρχη: Οι μέσες μηνιαίες θερμοκρασίες αέρα ( ο C) και το ύψος βροχής δίνονται στους πίνακες 1 και 2 αντίστοιχα. 41

42 Πίν. 1. Μηνιαίες Θερμοκρασίες περιόδου ( ο C). Μετεωρολογικός Σταθμός Πανεπιστημιακού Δάσους Ταξιάρχη Χαλκιδικής. Μήνας Μέση μέγιστη θερμοκρασία ο C Mέση ελάχιστη Θερμοκρασία ο C Μέση Θερμοκρασία ο C ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 5,1-1,6 1,9 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 5,3-1,3 2,4 ΜΑΡΤΙΟΣ 8,9 1,4 5,3 ΑΠΡΙΛΙΟΣ 13,3 4,9 9,2 ΜΑΪΟΣ 19,0 10,0 14,8 ΙΟΥΝΙΟΣ 23,7 13,9 19,1 ΙΟΥΛΙΟΣ 26,0 15,8 21,2 ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 25,6 15,7 20,7 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 21,5 12,3 16,7 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 16,0 8,3 12,2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 10,0 3,5 6,8 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 6,1 0,2 3,2 ΜΕΣΗ ΕΤΗΣΙΑ 15,0 6,9 11,1 Πίν. 2. Ύψος Βροχής Περιόδου (mm). Μετεωρολογικός Σταθμός Πανεπιστημιακού Δάσους Ταξιάρχη Χαλκιδικής. Μήνας Μέσος όρος ύψους βροχής (mm) Απόλυτο μέγιστο ύψος βροχής (mm) Απόλυτο ελάχιστο ύψος βροχής (mm) ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 59,0 234,0 0 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 70,7 383,6 7,0 ΜΑΡΤΙΟΣ 54,3 170,4 2,2 ΑΠΡΙΛΙΟΣ 55,8 129,5 5,0 ΜΑΪΟΣ 67,4 197,3 6,9 ΙΟΥΝΙΟΣ 60,8 174,0 0 ΙΟΥΛΙΟΣ 46,5 177,0 0 ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 42,4 162,4 0,3 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 42,2 163,6 0 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ ,6 5,2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 93, ,4 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 104,3 329,4 5,1 ΜΕΣΟ ΕΤΗΣΙΟ ΥΨΟΣ 768,9 Με βάση τα στοιχεία των μέσων μηνιαίων θερμοκρασιών και του μέσου μηνιαίου ύψους βροχής για την περίοδο σχεδιάσθηκε το ομβροθερμικό διάγραμμα (Σχ. 1). Όπως προκύπτει από τα δεδομένα του σταθμού Ταξιάρχη, ο θερμότερος μήνας είναι ο Ιούλιος με μέση θερμοκρασία 21,2 ο C (μέγιστη απόλυτη τιμή 39,2 ο C) 42

43 ενώ ο Ιανουάριος ο ψυχρότερος με μέση θερμοκρασία 1,9 ο C (ελάχιστη απόλυτη τιμή -14,8 ο C). Η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι στους 11,1 ο C. Το μέσο ετήσιο ύψος βροχής είναι 768,9 mm. O Δεκέμβριος είναι ο μήνας με την υψηλότερη μέση βροχόπτωση (104,3 mm) ενώ ο Σεπτέμβριος με τη μικρότερη (42,2 mm). Κατά την περίοδο , το έτος 1977 σημειώθηκε το ελάχιστο μέσο ύψος βροχής (477,9 mm), ενώ το 2002 το μέγιστο (1082,9 mm). Το ύψος βροχής που παρατηρήθηκε κατά τους θερινούς μήνες, είναι ικανοποιητικό (Ιούλιος 1983: ύψος βροχής 177 mm, Αύγουστος 1991: ύψος βροχής 162,4 mm). Δε λείπουν όμως και οι περίοδοι ξηρασίας. Οι ομβροφόροι άνεμοι είναι οι Βορειοανατολικοί, Νοτιοανατολικοί, Νότιοι. Οι πρώιμοι παγετοί είναι αρκετά συχνό φαινόμενο. Τον Οκτώβριο του 1997 σημειώθηκε θερμοκρασία -4,2 ο C ενώ τον Νοέμβριο του ο C. Στον αντίποδα, όψιμος παγετός εμφανίστηκε τον Απρίλιο του 2003 καθώς σημειώθηκε θερμοκρασία -8,4 ο C. ΟΜΒΡΟΘΕΡΜΙΚΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ Π.Δ.ΤΑΞΙΑΡΧΗ ΠΕΡΙΟΔΟΥ ( ) Μέσες Μηνιαίες Θερμοκρασίες σε ο C Μέσο Μηνιαίο Υψος Βροχής &Χιονιού σε mm Ιανουάρ Φεβρουάρ Μάρτιος Απρίλιος Μάϊος Ιούνιος Ιούλιος Αύγουστ Σεπτέμβρ Οκτώβρ Νοέμβρ Δεκέμβρ 0 Σχήμα 2. Μετεωρολογικός σταθμός πανεπιστημιακού δάσους Ταξιάρχη: Ομβροθερμικό διάγραμμα. 43

44 Σταθμός Βασιλικών Οι μέσες μηνιαίες θερμοκρασίες αέρα ( ο C) και το ύψος βροχής δίνονται στους πίνακες 3 και 4, αντίστοιχα. Πίν. 3. Μέσες μηνιαίες Θερμοκρασίες Περιόδου ( ο C). Μετεωρολογικός Σταθμός Βασιλικών. Μήνας Μέση μέγιστη θερμοκρασία ο C Mέση ελάχιστη Θερμοκρασία ο C Μέση Θερμοκρασία ο C ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 10,0 0,6 5,2 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 11,5 1,3 6,4 ΜΑΡΤΙΟΣ 15,0 3,7 9,7 ΑΠΡΙΛΙΟΣ 19,5 6,9 13,9 ΜΑΪΟΣ 25,0 11,6 19,2 ΙΟΥΝΙΟΣ 30,3 15,9 24,5 ΙΟΥΛΙΟΣ 32,5 18,2 26,7 ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 32,2 18,0 26,0 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 28,0 14,6 21,7 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 21,9 10,7 16,3 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 15,4 5,8 10,3 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 11,0 2,2 6,4 ΜΕΣΗ ΕΤΗΣΙΑ 21,0 8,5 15,5 Πίν. 4. Ύψος Βροχής Περιόδου (mm). Μετεωρολογικός Σταθμός Βασιλικών. Μήνας Μέσος όρος ύψους βροχής (mm) Απόλυτο μέγιστο ύψος βροχής (mm) Απόλυτο ελάχιστο ύψος βροχής (mm) ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΟΣ ΑΠΡΙΛΙΟΣ ΜΑΪΟΣ ΙΟΥΝΙΟΣ ΙΟΥΛΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ ΜΕΣΟ ΕΤΗΣΙΟ ΥΨΟΣ Με βάση τα στοιχεία των μέσων μηνιαίων θερμοκρασιών και του μέσου μηνιαίου ύψους βροχής για την περίοδο σχεδιάσθηκε το ομβροθερμικό διάγραμμα (Σχ. 3.) 44

45 70 ΟΜΒΡΟΘΕΡΜΙΚΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΛΟΥΤΡΩΝ ΘΕΡΜΗΣ ( ) 35 Βροχή (mm) Μέση θερμ. αέρος ( C) 10 Βροχή Μέση θερμοκρασία αέρος 5 0 Ι Φ Μ Α Μ Ι Ι Α Σ Ο Ν Δ 0 Σχήμα 3. Μετεωρολογικός σταθμός Βασιλικών - Λουτρών Θέρμης: Ομβροθερμικό διάγραμμα Όπως προκύπτει από τα δεδομένα του σταθμού Βασιλικών, ο θερμότερος μήνας είναι ο Ιούλιος με μέση θερμοκρασία 32,5 ο C (μέγιστη απόλυτη τιμή 45 ο C) ενώ ο Ιανουάριος ο ψυχρότερος με μέση θερμοκρασία 0,6 ο C (ελάχιστη απόλυτη τιμή -11,5 ο C). Η μέση ετήσια θερμοκρασία ανέρχεται στους 15,5 ο C. Το μέσο ετήσιο ύψος βροχής ανέρχεται στα 446 mm. O Νοέμβριος είναι ο μήνας με την υψηλότερη μέση βροχόπτωση (65 mm) ενώ ο Αύγουστος με τη χαμηλότερη (26 mm). Κατά την περίοδο , το έτος 1993 σημειώθηκε το ελάχιστο μέσο ύψος βροχής (225 mm), ενώ το 2003 το μέγιστο (784 mm). Πρώιμοι παγετοί δεν παρατηρήθηκαν. Τον Νοέμβριο του 1978 και 1999 σημειώθηκε θερμοκρασία -5 ο C. Όψιμος παγετός παρατηρήθηκε τον Απρίλιο του 2003 όταν σημειώθηκε θερμοκρασία -3,2 ο C. Το ύψος βροχής που παρατηρήθηκε δε μεταβάλλεται ιδιαίτερα κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Ιουλίου παραμένοντας χαμηλό (32-46 mm). Οι καλοκαιρινοί μήνες είναι ξηροί ενώ οι χειμερινοί αρκετά ψυχροί. Η ΒΛΑΣΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ Η περιοχή μελέτης με βάση τα φυσιολογικά, χλωριδικά και οικολογικά χαρακτηριστικά, κατατάσσεται (κατά Horwat) στην παραμεσογειακή (λοφώδη, υποορεινή) ζώνη βλάστησης, Quercetalia pubeskentis. Συναντάμε την υποζώνη 45

46 Ostryo-carpinion διακρίνοντας σε αυτή τον αυξητικό χώρο του Coccifero- Carpinetum (Χάρτης 5), με επικράτηση του πρίνου. Οι ανθρωπογενείς επιδράσεις όπως εκχερσώσεις, πυρκαγιές, υλοτομίες από τους κατοίκους και κυρίως η βόσκηση έχουν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση των πρινώνων. Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά την εγκατάλειψη αγρών και βοσκοτόπων επανεγκαθίσταται μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα ο πρίνος Χάρτης 5. Διαίρεση της βλάστησης: 1. Coccifero-carpinetum 2. Quercetum farnettoceris 3. Orno-quercetum ilicis, Andrachno-quercetum ilicis (Διαπούλης, 1968). Χαρακτηριστικά είδη της χλωρίδας είναι ο πρίνος (Quercus coccifera), ο γαύρος (Carpinus orientalis), η κουμαριά (Arbutus unedo), ο βάτος (Rubus fruticosus), η αγριοτριανταφυλλιά (Rosa canina, Rosa sempervirens), το παλιούρι (Paliourus spinachristi), ο φράξος (Fraxinus ornus), η χνοώδης δρυς (Quercus pubeskens), η άρκευθος (Juniperus communis), η σουσούρα (Erica manipuliflora), σποραδικά η απόδισκος και πλατύφυλλος δρύς (Quercus sessiliflora, Quercus conferta), η φούσκα (Colutea arborescens). Η βλάστηση της υποζώνης Ostryo-carpinion σχηματίζει κυρίως θαμνώνες με φρύγανα (pseudomaquis) στο βοσκόμενο τμήμα, ενώ συναντάμε άτομα μεγαλύτερων διαστάσεων (Φωτ. 5), στο προστατευόμενο τμήμα (Ελληνικά δάση, 1998). Η εμφάνιση της υποζώνης Ostryo-carpinion με τον τρόπο αυτό είναι αποτέλεσμα της συρρίκνωσης των δρυοδασών που κάλυπταν παλαιότερα την περιοχή και τα οποία σε μια οπισθοδρομική εξέλιξη πρεμνοποιήθηκαν εξαιτίας των πυρκαγιών και της υπερβόσκησης (Φωτ. 6). 46

47 Στα ρέματα συναντάμε λεύκες (Populus thevestina) και πλατάνια (Platanus orientalis). Κατά θέσεις παρατηρούνται κερασιές, καρυδιές, γκορτσιές, ελαιόδεντρα, υπολείμματα παλαιών αγροκαλλιεργειών οπωροφόρων. Φωτ. 5. Η βλάστηση στην προστατευόμενη περιοχή Χαμηλότερα υπάρχουν χέρσες εκτάσεις, γεωργικά καλλιεργούμενες εκτάσεις, ελαιώνες, οπωρώνες καθώς και εκτάσεις με διάσπαρτα καρποφόρα και καλλωπιστικά δέντρα. Στην περιοχή γύρω από τον οικισμό της Γαλάτιστας υπάρχουν καρυδιές, αμυγδαλιές, συκιές, καστανιές, μουριές, γκορτσιές, αχλαδιές, μηλιές, εκτάσεις με χαμηλή ποώδη βλάστηση καλλιεργημένοι αγροί με σιτηρά. Επίσης, εμφανίζονται διάσπαρτες λωρίδες θαμνώδους βλάστησης (αρμακάδες) που αποτελούν φυσικά όρια μεταξύ των ιδιοκτησιών (Κούτλα, 2007). Φωτ. 6. Εμφάνιση pseudomaquis λόγω βόσκησης και ανθρωπογενών επιδράσεων. 47

ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ

ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Η σχέση μεταξύ βλάστησης και των παραγόντων του περιβάλλοντος, δηλαδή του κλίματος (cl), του μητρικού πετρώματος(p), του ανάγλυφου

Διαβάστε περισσότερα

Βλάστηση της Ελλάδας. Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών Τηλ.

Βλάστηση της Ελλάδας. Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών   Τηλ. Βλάστηση της Ελλάδας Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών E-mail: dkchrist@upatras.gr Τηλ.: 2610 997277 Χλωρίδα: Το σύνολο των φυτικών ειδών μιας περιοχής. Βλάστηση:

Διαβάστε περισσότερα

Ταξινόμηση των λιβαδιών Το βασικό κριτήριο ταξινόμησης είναι τα κυριαρχούντα είδη φυτών διότι: είναι σημαντικότερα από οικολογική και οικονομική

Ταξινόμηση των λιβαδιών Το βασικό κριτήριο ταξινόμησης είναι τα κυριαρχούντα είδη φυτών διότι: είναι σημαντικότερα από οικολογική και οικονομική ΤΥΠΟΙ ΛΙΒΑΔΙΩΝ Ταξινόμηση των λιβαδιών Το βασικό κριτήριο ταξινόμησης είναι τα κυριαρχούντα είδη φυτών διότι: είναι σημαντικότερα από οικολογική και οικονομική άποψη, παράγουν την περισσότερη βιομάζα έχουν

Διαβάστε περισσότερα

Δασική Εδαφολογία. Γεωχημικός, Βιοχημικός, Υδρολογικός κύκλος

Δασική Εδαφολογία. Γεωχημικός, Βιοχημικός, Υδρολογικός κύκλος Δασική Εδαφολογία Γεωχημικός, Βιοχημικός, Υδρολογικός κύκλος Μέρος 1 ο ΥΔΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΥΔΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ Η μεταφορά του νερού από την ατμόσφαιρα στην επιφάνεια της γης, η κίνησή του σ αυτή και η επιστροφή

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΟΣΚΗΣΗΣ ΣΤΟ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑ

ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΟΣΚΗΣΗΣ ΣΤΟ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΟΣΚΗΣΗΣ ΣΤΟ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑ Επιδράσεις της βόσκησης στη βλάστηση Βόσκηση και σύνθεση φυτικών ειδών Ως κάλυψη της βλάστησης ή φυτοκάλυμμα ορίζεται η εδαφική επιφάνεια που καλύπτει η κατακόρυφη

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΛΙΒΑΔΙΚΗΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΛΙΒΑΔΙΚΗΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΛΙΒΑΔΙΚΗΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΛΙΒΑΔΙΚΗΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΙΕΣ Δεν υπάρχουν Μόνιμες αλλαγές ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΕΣ Υπάρχουν Μόνιμες αλλαγές Διαδοχή Μετανάστευση ειδών Ιστορικές αλλαγές,

Διαβάστε περισσότερα

Αξιολόγηση της παρούσας κατάστασης των περιοχών έρευνας από δασοκομική και οικοφυσιολογική άποψη

Αξιολόγηση της παρούσας κατάστασης των περιοχών έρευνας από δασοκομική και οικοφυσιολογική άποψη LIFE + AdaptFor Αξιολόγηση της παρούσας κατάστασης των περιοχών έρευνας από δασοκομική και οικοφυσιολογική άποψη Επίδραση της κλιματικής αλλαγής στα Δασικά οικοσυστήματα Καλλιόπη Ραδόγλου & Γαβριήλ Σπύρογλου

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΑΖΟΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΛΕΠΙΟ ΠΕΥΚΗ (PINUS HALEPENSIS) ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΑΤΟΪΟΥ ΠΑΡΝΗΘΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ»

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΑΖΟΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΛΕΠΙΟ ΠΕΥΚΗ (PINUS HALEPENSIS) ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΑΤΟΪΟΥ ΠΑΡΝΗΘΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ» ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΑΖΟΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΛΕΠΙΟ ΠΕΥΚΗ (PINUS HALEPENSIS) ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΑΤΟΪΟΥ ΠΑΡΝΗΘΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ» Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια: Αγγελάκη Ειρήνη Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Κιτικίδου Κυριακή

Διαβάστε περισσότερα

Δομή της παρουσίασης.

Δομή της παρουσίασης. Το μέλλον των δασών Δομή της παρουσίασης. Γιατί καίγονται τα δάση μας; Πως καίγονται τα δάση μας; Καίγονται όλα τα δάση μας; Ζημιά ή καταστροφή; Γιατί τόσο συχνά; Φυσική ή τεχνητή αποκατάσταση; Γιατί γιγαντώνονται

Διαβάστε περισσότερα

ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΥΜΑΤΩΝ. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΥΜΑΤΩΝ. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΥΜΑΤΩΝ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ Ισχυρό Μεταφορικό Μέσο ΚΙΝΗΣΗ: Ομαλή και Αζήμια Ή Ανώμαλη και Επιζήμια ΛΟΓΟΙ: Κλίμα, Άνιση κατανομή βροχής, Πετρώματα,

Διαβάστε περισσότερα

Ανακύκλωση θρεπτικών στοιχείων λέγεται η κίνηση των θρεπτικών στοιχείων και ο ανεφοδιασμός δασικών οικοσυστημάτων με θρεπτικά συστατικά Οικοσύστημα

Ανακύκλωση θρεπτικών στοιχείων λέγεται η κίνηση των θρεπτικών στοιχείων και ο ανεφοδιασμός δασικών οικοσυστημάτων με θρεπτικά συστατικά Οικοσύστημα Δρ. Γεώργιος Ζαΐμης Ανακύκλωση θρεπτικών στοιχείων λέγεται η κίνηση των θρεπτικών στοιχείων και ο ανεφοδιασμός δασικών οικοσυστημάτων με θρεπτικά συστατικά Οικοσύστημα Απελευθέρωση ουσιών αποσύνθεση Απορρόφηση

Διαβάστε περισσότερα

H βλάστηση της Ελλάδας

H βλάστηση της Ελλάδας H βλάστηση της Ελλάδας Χλωρίδα: Το σύνολο των φυτικών ειδών μιας περιοχής Βλάστηση: το σύνολο των φυτοκοινωνιών μιας περιοχής ή οι διάφορες φυτικές ομάδες, οι οποίες έχουν ορισμένη μορφή, όπως δάσος, λιβάδι,

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ

ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ ΑΙΤΙΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ Tα λιβάδια είναι πολύπλοκα φυσικά οικοσυστήματα ζωτικής σημασίας για τον άνθρωπο καθώς, με το άφθονο οξυγόνο που παράγουν, τις πολύπλοκες αλυσίδες τροφών

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Η έννοια του οικοσυστήματος 11

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Η έννοια του οικοσυστήματος 11 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 3 9 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Η έννοια του οικοσυστήματος 11 Κεφάλαιο Πρώτο: Το μοντέλο του οικοσυστήματος 1.1. Βασικές αρχές και ορισμοί της Οικολογίας των Οικοσυστημάτων 1.2. Η

Διαβάστε περισσότερα

Πλαίσιο Δράσεων και Μέτρων Προσαρμογής της διαχείρισης των δασών στην κλιματική αλλαγή

Πλαίσιο Δράσεων και Μέτρων Προσαρμογής της διαχείρισης των δασών στην κλιματική αλλαγή Πλαίσιο Δράσεων και Μέτρων Προσαρμογής της διαχείρισης των δασών στην κλιματική αλλαγή Βασιλική Χρυσοπολίτου και Πέτρος Κακούρος, ΕΚΒΥ Το κλίμα και τα δάση στο μέλλον Υπάρχουν αβεβαιότητες σχετικά με:

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΛΙΒΑΔΙΚΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΛΙΒΑΔΙΚΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΛΙΒΑΔΙΚΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Όλα τα έμβια όντα συνυπάρχουν με αβιοτικούς παράγοντες με τους οποίους αλληλεπιδρούν. Υπάρχουν οργανισμοί: 1. Αυτότροφοι (Δεσμεύουν την ηλιακή ενέργεια και μέσω της

Διαβάστε περισσότερα

Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα.

Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα. Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα. Γεωργιάδης Χρήστος Λεγάκις Αναστάσιος Τομέας Ζωολογίας Θαλάσσιας Βιολογίας Τμήμα Βιολογίας

Διαβάστε περισσότερα

Δασολιβαδικά Συστήματα. Θ. Παπαχρήστου & Π. Πλατής Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών

Δασολιβαδικά Συστήματα. Θ. Παπαχρήστου & Π. Πλατής Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών Δασολιβαδικά Συστήματα Θ. Παπαχρήστου & Π. Πλατής Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών Δασολιβαδικά Συστήματα συστήματα χρήσης γης Βοσκήσιμη ύλη Κτηνοτροφικά προϊόντα Δασικά προϊόντα Μακροπρόθεσμο κέρδος από δένδρα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΧΕΡΣΑΙΩΝ ΤΥΠΩΝ ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ. Δρ. Frederic Bendali Phytoecologue ECO-CONSULTANTS S.A.

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΧΕΡΣΑΙΩΝ ΤΥΠΩΝ ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ. Δρ. Frederic Bendali Phytoecologue ECO-CONSULTANTS S.A. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΧΕΡΣΑΙΩΝ ΤΥΠΩΝ ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ Δρ. Frederic Bendali Phytoecologue ECO-CONSULTANTS S.A. ΕΙΣΑΓΩΓH (1) Ο προσδιορισμός των τύπων οικοτόπων σύμφωνα με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ βασίζεται

Διαβάστε περισσότερα

Προσαρμογή της Διαχείρισης των Δασών στην Κλιματική Αλλαγή στην Ελλάδα: Δασαρχείο Πάρνηθας. Ομάδα έργου: Γ. Ζαρείφης Ηλ. Ντούφας Γ. Πόθος Κ.

Προσαρμογή της Διαχείρισης των Δασών στην Κλιματική Αλλαγή στην Ελλάδα: Δασαρχείο Πάρνηθας. Ομάδα έργου: Γ. Ζαρείφης Ηλ. Ντούφας Γ. Πόθος Κ. Προσαρμογή της Διαχείρισης των Δασών στην Κλιματική Αλλαγή στην Ελλάδα: Δασαρχείο Πάρνηθας Ομάδα έργου: Γ. Ζαρείφης Ηλ. Ντούφας Γ. Πόθος Κ. Ψαρρή Σεμινάριο Κατάρτισης Δασικών Υπηρεσιών 18-19 Νοεμβρίου

Διαβάστε περισσότερα

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ Το κλίμα της Ευρώπης Το κλίμα της Ευρώπης Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ και ΚΛΙΜΑ Καιρός: Οι ατμοσφαιρικές συνθήκες που επικρατούν σε μια περιοχή, σε

Διαβάστε περισσότερα

Γεωβοτανική. Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών Τηλ.

Γεωβοτανική. Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών   Τηλ. Γεωβοτανική Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών E-mail: dkchrist@upatras.gr Τηλ.: 2610 997277 Χλωριδικά βασίλεια της Γης Χλωρίδα: το σύνολο των φυτικών ειδών σε μια

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ Κ Kάνιγγος ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΟΛΛΙΝΤΖΑ 10, (5ος όροφ. Τηλ: 210-3300296-7. www.kollintzas.gr OΙΚΟΛΟΓΙΑ 1. Όσο το ποσό της ενέργειας: α) μειώνεται προς τα ανώτερα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΟΣΚΗΣΗΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΚΑ ΦΥΤΑ

ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΟΣΚΗΣΗΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΚΑ ΦΥΤΑ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΟΣΚΗΣΗΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΚΑ ΦΥΤΑ Βόσκηση είναι η αποκοπή τμημάτων ή ολόκληρων φυτών από τα ζώα, με σκοπό την κάλυψη των αναγκών τους σε τροφή. Με τον όρο ένταση νοείται ο βαθμός ή η ποσότητα της

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ Θ. Δ. Ζάγκα Καθηγητή ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Σχολή Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος Τομέας Δασικής Παραγωγής-Προστασίας Δασών-

Διαβάστε περισσότερα

Λιβάδια - Θαµνότοποι

Λιβάδια - Θαµνότοποι ΟΓ ΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Λιβάδια - Θαµνότοποι ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ Ερωτήσεις της µορφής σωστό-λάθος Σηµειώστε αν είναι σωστή ή λάθος καθεµιά από τις παρακάτω προτάσεις περιβάλλοντας µε ένα κύκλο το αντίστοιχο

Διαβάστε περισσότερα

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο /Ελληνικός χώρος Τα ελληνικά βουνά (και γενικότερα οι ορεινοί όγκοι της

Διαβάστε περισσότερα

Δάση & Πυρκαγιές: αναζητείται ελπίδα

Δάση & Πυρκαγιές: αναζητείται ελπίδα Δάση & Πυρκαγιές: αναζητείται ελπίδα Ανθρωπογενείς επιδράσεις Κλιματική αλλαγή Μεταβολές πυρικών καθεστώτων Κώστας Δ. Καλαμποκίδης Καθηγητής Παν. Αιγαίου Περίγραμμα 1.0 Δασικά Οικοσυστήματα: επαναπροσδιορισμός

Διαβάστε περισσότερα

Πρόλογος...11. 1. Οργανισμοί...15

Πρόλογος...11. 1. Οργανισμοί...15 Περιεχόμενα Πρόλογος...11 1. Οργανισμοί...15 1.1 Οργανισμοί και είδη...15 1.1.1 Ιδιότητες των οργανισμών...15 1.1.2 Φαινότυπος, γονότυπος, οικότυπος...17 1.1.3 Η έννοια του είδους και ο αριθμός των ειδών...19

Διαβάστε περισσότερα

ΠΠΣΠΑ ΜΑΘΗΜΑ:Γεωλογία & ΔΦΠ ΤΑΞΗ : Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ : 9/12/2013 Σχολικό έτος ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ...

ΠΠΣΠΑ ΜΑΘΗΜΑ:Γεωλογία & ΔΦΠ ΤΑΞΗ : Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ : 9/12/2013 Σχολικό έτος ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ... ΠΠΣΠΑ ΜΑΘΗΜΑ:Γεωλογία & ΔΦΠ ΤΑΞΗ : Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ : 9/12/2013 Σχολικό έτος 2013-2014 Η εργασία συντάχθηκε από τις μαθήτριες Στεφανάκου Θεανώ και Μίτλεττον Μυρτώ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ...σελιδα

Διαβάστε περισσότερα

Διδακτέα ύλη μέχρι

Διδακτέα ύλη μέχρι 7Ο ΓΕΛ Πειραιά Α Λυκείου Σχολικό έτος 2017-18 ΓΕΩΛΟΓΙΑ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ (μάθημα επιλογής) Διδακτέα ύλη μέχρι 18-12-2017 Α ΤΑΞΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Η διδακτέα ύλη για το μάθημα επιλογής «ΓΕΩΛΟΓΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

"ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ, ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΤΩΝ ΦΡΥΓΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ"

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ, ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΤΩΝ ΦΡΥΓΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ "ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ, ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΤΩΝ ΦΡΥΓΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ" Δρ. Νικόλαος Α. Θεοδωρίδης ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΔΑΣΩΝ & ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΥΛΗ Προστασία και Διαχείριση Περιβάλλοντος Ευριπίδου 18, Αθήνα 2103213695 www.forest.gr

ΥΛΗ Προστασία και Διαχείριση Περιβάλλοντος Ευριπίδου 18, Αθήνα 2103213695 www.forest.gr Τα Ελληνικά δάση και η Κλιματική Αλλαγή Το ιοξείδιο του άνθρακα Τα τελευταία χρόνια, που η Κλιματική αλλαγή έχει μπει στις συζητήσεις όλης της ανθρωπότητας, εμείς στην Ελλάδα κοιτάζουμε με αληθινή λύπη

Διαβάστε περισσότερα

Οι επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής στα ξηροθερμοόρια δασικών ειδών: Η Δασική πεύκη Πιερίων

Οι επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής στα ξηροθερμοόρια δασικών ειδών: Η Δασική πεύκη Πιερίων Οι επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής στα ξηροθερμοόρια δασικών ειδών: Η Δασική πεύκη Πιερίων Χ. Περλέρου, Γ. Σπύρογλου, Δ. Αβτζής και Σ. Διαμαντής ΕΛΓΟ-Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών Σεμινάριο κατάρτησης δασολόγων,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1)το γεωγραφικό πλάτος 2)την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3)το

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΑΞΗ ΣΤ ΟΜΑΔΑ PC1 ΜΑΡΙΑΝΝΑ & ΜΑΡΙΝΑ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΑΞΗ ΣΤ ΟΜΑΔΑ PC1 ΜΑΡΙΑΝΝΑ & ΜΑΡΙΝΑ ΤΟ ΔΑΣΟΣ User 1 2014 ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΑΞΗ ΣΤ ΟΜΑΔΑ PC1 ΜΑΡΙΑΝΝΑ & ΜΑΡΙΝΑ Ελληνικά δάση Ζώνες βλάστησης της Ελλάδας Η Ελλάδα γενικά είναι χώρα ορεινή και θα έπρεπε να έχει μεγάλες δασικές εκτάσεις όμως

Διαβάστε περισσότερα

Μπορεί η διαχείριση των εδαφικών πόρων να συμβάλλει στη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου;

Μπορεί η διαχείριση των εδαφικών πόρων να συμβάλλει στη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου; Μπορεί η διαχείριση των εδαφικών πόρων να συμβάλλει στη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου; Δημ. Αλιφραγκής Καθηγητής Εργαστήριο Δασικής Εδαφολογίας ΑΠΘ Αύξηση του ρυθμού δέσμευσης του διοξειδίου του άνθρακα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΤΑ ΔΑΣΗ ΜΑΣ ΣΧ. ΕΤΟΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΤΑ ΔΑΣΗ ΜΑΣ ΣΧ. ΕΤΟΣ 16 ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΤΑ ΔΑΣΗ ΜΑΣ ΣΧ. ΕΤΟΣ 2014-15 Δάσος ονομάζεται ένα πολύπλοκο οικοσύστημα με φυτά και ζώα που χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη πυκνότητα δέντρων. Τα

Διαβάστε περισσότερα

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους Οι οργανισμοί αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον τους σε πολλά επίπεδα στα πλαίσια ενός οικοσυστήματος Οι φυσικές

Διαβάστε περισσότερα

Δασική Εδαφολογία. Εδαφογένεση

Δασική Εδαφολογία. Εδαφογένεση Δασική Εδαφολογία Εδαφογένεση Σχηματισμός της στερεάς φάσης του εδάφους Η στερεά φάση του εδάφους σχηματίζεται από τα προϊόντα της αποσύνθεσης των φυτικών και ζωικών υπολειμμάτων μαζί με τα προϊόντα της

Διαβάστε περισσότερα

Αναδάσωση. Εισαγωγή. Το δάσος. Η φωτιά. Αναδάσωση: φυσική ή τεχνητή;

Αναδάσωση. Εισαγωγή. Το δάσος. Η φωτιά. Αναδάσωση: φυσική ή τεχνητή; Αναδάσωση. Αναδάσωση: φυσική ή τεχνητή; Εισαγωγή Το δάσος Τα δάση δεν αποτελούν απλώς ένα σύνολο δένδρων και θάµνων, αλλά πλούσια οικοσυστήµατα µε πολλά είδη φυτών και ζώων, που αλληλοσυνδέονται µε πολύπλοκες

Διαβάστε περισσότερα

Διαμόρφωση προτύπων. 21 March Γιατί μελετάμε το πρότυπο τοπίου;

Διαμόρφωση προτύπων. 21 March Γιατί μελετάμε το πρότυπο τοπίου; Διαμόρφωση προτύπων Γιατί μελετάμε το πρότυπο τοπίου; Το χωρικό πρότυπο επηρεάζει τις οικολογικές διεργασίες (δυναμική των πληθυσμών, τη βιοποικιλότητα, οικοφυσιολογικές διεργασίες των οικοσυστημάτων,

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ

ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ Γιάννης Λ. Τσιρογιάννης Γεωργικός Μηχανικός M.Sc., PhD Επίκουρος Καθηγητής ΤΕΙ Ηπείρου Τμ. Τεχνολόγων Γεωπόνων Κατ. Ανθοκομίας Αρχιτεκτονικής Τοπίου ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ Κλιματική αλλαγή

Διαβάστε περισσότερα

Θ Δημοτικό Σχολείο Πάφου. «Κουπάτειο» Τάξη : Δ

Θ Δημοτικό Σχολείο Πάφου. «Κουπάτειο» Τάξη : Δ Θ Δημοτικό Σχολείο Πάφου «Κουπάτειο» Τάξη : Δ Σχολική χρονιά 2013-2014 αγρινό: Είναι το μεγαλύτερο χερσαίο θηλαστικό και ενδημικό είδος στην Κύπρο. Χαρακτηρίζεται ως ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της πανίδας

Διαβάστε περισσότερα

Προσαρµογήτης ιαχείρισηςτων ασώνστηνκλιµατικήαλλαγήστηνελλάδα: ασαρχείο Πάρνηθας

Προσαρµογήτης ιαχείρισηςτων ασώνστηνκλιµατικήαλλαγήστηνελλάδα: ασαρχείο Πάρνηθας Προσαρµογήτης ιαχείρισηςτων ασώνστηνκλιµατικήαλλαγήστηνελλάδα: ασαρχείο Πάρνηθας Οµάδαέργου: Γ. Ζαρείφης Ηλ. Ντούφας Γ. Πόθος Κ. Ψαρρή 18 εκεµβρίου 2014, ΑΘΗΝΑ LIFE+ AdaptFor: εφαρµογή σε τέσσερις πιλοτικές

Διαβάστε περισσότερα

Δασικά εδάφη και υδρολογικός κύκλος

Δασικά εδάφη και υδρολογικός κύκλος Η μεταφορά του νερού από την ατμόσφαιρα στην επιφάνεια της γης, η κίνησή του πάνω σ αυτή και η επιστροφή του στην ατμόσφαιρα λέγεται υδρολογικός κύκλος. το νερό πέφτει στην επιφάνεια της γης με τα ατμοσφαιρικά

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΤΟΠΙΟΥ. Χειμερινό εξάμηνο

ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΤΟΠΙΟΥ. Χειμερινό εξάμηνο ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΤΟΠΙΟΥ Χειμερινό εξάμηνο 2009 2010 Κ. Ποϊραζίδης Διαμόρφωση προτύπων ΕΙΣΗΓΗΣΗ 3 Γιατί μελετάμε το πρότυπο τοπίου; Το χωρικό πρότυπο επηρεάζει τις οικολογικές διεργασίες (δυναμική των πληθυσμών,

Διαβάστε περισσότερα

AdaptFor Προσαρμογή της διαχείρισης των δασών στην κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα

AdaptFor Προσαρμογή της διαχείρισης των δασών στην κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα LIFE+ Περιβαλλοντική Πολιτική και Διακυβέρνηση 2008 AdaptFor Προσαρμογή της διαχείρισης των δασών στην κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα Βασιλική Χρυσοπολίτου Δήμητρα Κεμιτζόγλου 13.12.2010, Αθήνα Δήμητρα Κεμιτζόγλου

Διαβάστε περισσότερα

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΠΗΓΩΝ ΤΡΟΦΗΣ

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΠΗΓΩΝ ΤΡΟΦΗΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΠΗΓΩΝ ΤΡΟΦΗΣ Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ Στη χώρα μας, οι κύριες χρήσεις γης είναι Λιβάδια Γεωργικές εκτάσεις Δάση Ιδιαίτερα στον ορεινό και

Διαβάστε περισσότερα

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών 30-12-2014 EVA PAPASTERGIADOU Ανακύκλωση των Θρεπτικών είναι η χρησιμοποίηση, ο μετασχηματισμός, η διακίνηση & η επαναχρησιμοποίηση των θρεπτικών στοιχείων στα οικοσυστήματα

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χλωρίδα και Πανίδα ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ Ερωτήσεις της µορφής σωστό-λάθος Σηµειώστε αν είναι σωστή ή λάθος καθεµιά από τις παρακάτω προτάσεις περιβάλλοντας µε ένα κύκλο το αντίστοιχο

Διαβάστε περισσότερα

5. κλίμα. Οι στέπες είναι ξηροί λειμώνες με ετήσιο εύρος θερμοκρασιών το καλοκαίρι μέχρι 40 C και το χειμώνα κάτω από -40 C

5. κλίμα. Οι στέπες είναι ξηροί λειμώνες με ετήσιο εύρος θερμοκρασιών το καλοκαίρι μέχρι 40 C και το χειμώνα κάτω από -40 C 5. κλίμα 5. κλίμα Οι στέπες είναι ξηροί λειμώνες με ετήσιο εύρος θερμοκρασιών το καλοκαίρι μέχρι 40 C και το χειμώνα κάτω από -40 C 5. κλίμα 5. κλίμα Οι μεσογειακές περιοχές βρίσκονται μεταξύ 30 0 και

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΔΑΣΙΚΩΝ

ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΔΑΣΙΚΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΔΑΣΙΚΩΝ ΕΔΑΦΩΝ Οργανική ουσία Αποτελείται από πολύπλοκες ενώσεις οι οποίες παράγονται από τα υπολείμματα των φυτικών και ζωικών οργανισμών, με την επίδραση βιολογικών, χημικών

Διαβάστε περισσότερα

Προσαρμογή της Διαχείρισης των Δασών στην Κλιματική Αλλαγή στην Ελλάδα: Δασαρχείο Καλαμπάκας

Προσαρμογή της Διαχείρισης των Δασών στην Κλιματική Αλλαγή στην Ελλάδα: Δασαρχείο Καλαμπάκας Προσαρμογή της Διαχείρισης των Δασών στην Κλιματική Αλλαγή στην Ελλάδα: Δασαρχείο Καλαμπάκας Ομάδα έργου: Παναγιώτης Πουλιανίδης, Αναστασία Κάκια, Φωτεινή Πελεκάνη Σεμινάριο Κατάρτισης Δασικών Υπηρεσιών

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΗΣ

ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΗΣ Κεφάλαιο 5 ο : Οικοσυστήµατα ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΗΣ Η µελέτη των αλληλεπιδράσεων µεταξύ των µορφών ζωής και του περιβάλλοντός τους είναι η επιστήµη της οικολογίας. Το οικολογικό σύστηµα των οργανισµών και

Διαβάστε περισσότερα

Περιγραφή της περιοχής μελέτης και σχεδιασμός της δειγματοληψίας

Περιγραφή της περιοχής μελέτης και σχεδιασμός της δειγματοληψίας ΕΡΓΟ ΑΠΘ: ΘΑΛΗΣ 85492 Χαρτογράφηση βλάστησης και εκτίμηση βιομάζας με σύγχρονες μεθόδους Τηλεπισκόπησης στo πλαίσιο της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή και του Πρωτοκόλλου του Κιότο

Διαβάστε περισσότερα

Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ (Ιδίως των μεταλλείων και λατομείων)

Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ (Ιδίως των μεταλλείων και λατομείων) Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ (Ιδίως των μεταλλείων και λατομείων) Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Έννοια του όρου αποκατάσταση Ο προσδιορισμός μιας έννοιας, το περιεχόμενο της και η δυναμική που

Διαβάστε περισσότερα

Ο.Ε.Φ. / Α.Σ. ΤΥΜΠΑΚΙΟΥ

Ο.Ε.Φ. / Α.Σ. ΤΥΜΠΑΚΙΟΥ Ο.Ε.Φ. / Α.Σ. ΤΥΜΠΑΚΙΟΥ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΕΛΑΙΩΝΩΝ ΑΠΟ ΠΥΡΚΑΓΙΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ: ΤΕΤΑΡΤΗ 22 ΜΑΡΤΙΟΥ 2017 2 ο έτος υλοποίησης Πρόγραμμα συγχρηματοδοτούμενο από την Ε.Ε. και την Ελλάδα Καν.(ΕΚ)

Διαβάστε περισσότερα

Ανάλυση της δομής και της ποικιλότητας των εδαφικών κολεοπτέρων (οικογένειες: Carabidae και Tenebrionidae) σε ορεινά οικοσυστήματα

Ανάλυση της δομής και της ποικιλότητας των εδαφικών κολεοπτέρων (οικογένειες: Carabidae και Tenebrionidae) σε ορεινά οικοσυστήματα Ανάλυση της δομής και της ποικιλότητας των εδαφικών κολεοπτέρων (οικογένειες: Carabidae και Tenebrionidae) σε ορεινά οικοσυστήματα Ι. Αναστασίου, Χ. Γεωργιάδης & Α. Λεγάκις Τομέας Ζωολογίας Θαλάσσιας Βιολογίας,

Διαβάστε περισσότερα

Οικολογικό περιβάλλον της ελιάς Γεωγραφικό πλάτος

Οικολογικό περιβάλλον της ελιάς Γεωγραφικό πλάτος Οικολογικό περιβάλλον της ελιάς Κλίμα Γεωγραφικό πλάτος μεταξύ 30 ο και 45 ο, τροπικές περιοχές (ισημερινός) αναπτύσσεται αλλά δεν καρποφορεί λόγω έλλειψης ψύχους για διαφοροποίηση ανθοφόρων οφθαλμών ή

Διαβάστε περισσότερα

Μελέτη της παρελθούσας και μελλοντικής δυναμικής της βλάστησης στην περιοχή μελέτης

Μελέτη της παρελθούσας και μελλοντικής δυναμικής της βλάστησης στην περιοχή μελέτης Μελέτη της παρελθούσας και μελλοντικής δυναμικής της βλάστησης στην περιοχή μελέτης Οι ζώνες βλάστησης των νησιών του Β. Αιγαίου Τα φυτά, προκειμένου να πετύχουν τη μεγαλύτερη εκμετάλλευση της ηλιακής

Διαβάστε περισσότερα

Αξιοποίηση της Ελληνικής χλωρίδας και βλάστησης στο αστικό περιβάλλον Βιοποικιλότητα στο αστικό πράσινο

Αξιοποίηση της Ελληνικής χλωρίδας και βλάστησης στο αστικό περιβάλλον Βιοποικιλότητα στο αστικό πράσινο Αξιοποίηση της Ελληνικής χλωρίδας και βλάστησης στο αστικό περιβάλλον Βιοποικιλότητα στο αστικό πράσινο Κυριάκος Γεωργίου Τομέας Βοτανικής, Τμήμα Βιολογίας Πανεπιστήμιο Αθηνών E-mail kgeorghi@biol.uoa.gr

Διαβάστε περισσότερα

Για να σχηματιστεί το έδαφος Επιδρούν μακροχρόνιες διεργασίες εδαφογένεσης Διαδικασία μετατροπής μητρικού πετρώματος σε έδαφος

Για να σχηματιστεί το έδαφος Επιδρούν μακροχρόνιες διεργασίες εδαφογένεσης Διαδικασία μετατροπής μητρικού πετρώματος σε έδαφος Δρ. Γεώργιος Ζαΐμης Για να σχηματιστεί το έδαφος Επιδρούν μακροχρόνιες διεργασίες εδαφογένεσης Διαδικασία μετατροπής μητρικού πετρώματος σε έδαφος Κύριες διαδικασίες: 1) Αποσάθρωση 1) Μετακίνηση Έκπλυση

Διαβάστε περισσότερα

Ακραία Κλιματικά Φαινόμενα και Κλιματική Αλλαγή: Η περίπτωση της Ελλάδας

Ακραία Κλιματικά Φαινόμενα και Κλιματική Αλλαγή: Η περίπτωση της Ελλάδας Ακραία Κλιματικά Φαινόμενα και Κλιματική Αλλαγή: Η περίπτωση της Ελλάδας Χρήστος Σ. Ζερεφός Ακαδημαϊκός Μουσείο Κως, 20 Μαΐου Ακρόπολης, 2016 31 Οκτωβρίου 2018 Το πανόραμα των Αθηνών από των Λόφο των Νυμφών

Διαβάστε περισσότερα

ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ ΚΑΙ ΛΙΒΑΔΙΑ

ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ ΚΑΙ ΛΙΒΑΔΙΑ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ ΚΑΙ ΛΙΒΑΔΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΘΡΩΣΗ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ Ο αριθμός των βοοειδών και αιγοπροβάτων παρουσίασε σημαντικές διακυμάνσεις μεταπολεμικά. Τα βοοειδή έπειτα από μια σημαντική πτώση κατά

Διαβάστε περισσότερα

Περιβαλλοντικά Συστήματα

Περιβαλλοντικά Συστήματα Περιβαλλοντικά Συστήματα Ενότητα 9: Μεγαδιαπλάσεις Χερσαία Οικοσυστήματα (I) Χαραλαμπίδης Γεώργιος Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος και Μηχανικών Αντιρρύπανσης Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται

Διαβάστε περισσότερα

Τυπικό έδαφος (πηλώδες) μισοί πόροι αέρα άλλοι μισοί νερό. Νερό επηρεάζει χημική και φυσική συμπεριφορά Μέσο διάλυσης και μεταφοράς θρεπτικών

Τυπικό έδαφος (πηλώδες) μισοί πόροι αέρα άλλοι μισοί νερό. Νερό επηρεάζει χημική και φυσική συμπεριφορά Μέσο διάλυσης και μεταφοράς θρεπτικών Δρ. Γεώργιος Ζαΐμης Τυπικό έδαφος (πηλώδες) μισοί πόροι αέρα άλλοι μισοί νερό. Νερό επηρεάζει χημική και φυσική συμπεριφορά Μέσο διάλυσης και μεταφοράς θρεπτικών συστατικών Απαραίτητο φωτοσύνθεση και διαπνοή

Διαβάστε περισσότερα

Περιβαλλοντικά Συστήματα

Περιβαλλοντικά Συστήματα Περιβαλλοντικά Συστήματα Ενότητα 10: Μεγαδιαπλάσεις Χερσαία Οικοσυστήματα Χαραλαμπίδης Γεώργιος Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος και Μηχανικών Αντιρρύπανσης Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται

Διαβάστε περισσότερα

LIFE07 NAT/GR/ PINUS Αποκατάσταση των δασών Pinus nigra στον Πάρνωνα (GR ) μέσω μιας δομημένης προσέγγισης.

LIFE07 NAT/GR/ PINUS Αποκατάσταση των δασών Pinus nigra στον Πάρνωνα (GR ) μέσω μιας δομημένης προσέγγισης. LIFE07 NAT/GR/000286 PINUS Αποκατάσταση των δασών Pinus nigra στον Πάρνωνα (GR2520006) μέσω μιας δομημένης προσέγγισης www.parnonaslife.gr Δρ. Πέτρος Κακούρος petros@ekby.gr Η πυρκαγιά Η θέση της πυρκαγιάς

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3 ο ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΔΑΣΙΚΩΝ ΕΝΤΟΜΩΝ - ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3 ο ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΔΑΣΙΚΩΝ ΕΝΤΟΜΩΝ - ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3 ο ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΔΑΣΙΚΩΝ ΕΝΤΟΜΩΝ - ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ 1 Οικολογία δασικών εντόμων Παράγοντες: 1. Κλιματικές συνθήκες 2. Είδος δέντρων 3. Δασοπονική μορφή 4. Ρύπανση ατμόσφαιρας 2 Οικολογία δασικών εντόμων

Διαβάστε περισσότερα

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ Οι επιμέρους μελέτες ανέδειξαν τον πλούτο των φυσικών πόρων που διαθέτει η χώρα μας αλλά και τους κινδύνους που απειλούν το φυσικό

Διαβάστε περισσότερα

Η ΖΩΗ ΣΤΑ ΤΡΟΠΙΚΑ ΔΑΣΗ

Η ΖΩΗ ΣΤΑ ΤΡΟΠΙΚΑ ΔΑΣΗ Η ΖΩΗ ΣΤΑ ΤΡΟΠΙΚΑ ΔΑΣΗ Οι περιοχές των τροπικών δασών όπως βλέπεις και στον παραπάνω παγκόσμιο χάρτη, βρίσκονται στη Νότια Αμερική(γύρω από τον ισημερινό), στη Βόρεια Αμερική(ανάμεσα από τον Τροπικό του

Διαβάστε περισσότερα

ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΠΩΝ. H Χαρτογράφηση της βλάστησης για οικολογικούς σκοπούς:

ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΠΩΝ. H Χαρτογράφηση της βλάστησης για οικολογικούς σκοπούς: ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΠΩΝ H Χαρτογράφηση της βλάστησης για οικολογικούς σκοπούς: περιλαμβάνει τη γραφική αναπαράσταση σε δυο διαστάσεις των προτύπων κατανομής ή των μωσαϊκών των φυτοκοινοτήτων

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΡΤΙΟΥ 2012 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΑΣΟΠΟΝΙΑΣ

ΜΑΡΤΙΟΥ 2012 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΑΣΟΠΟΝΙΑΣ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2012 Κυριακή 18 Μαρτίου 2012, ώρα 11:00 ενδροφύτευση - Τριάδι Θέρµης ΣΥΝΔΙΟΡΓΑΝΩΤΕΣ: Τετάρτη 21 Μαρτίου 2012, ώρα 18:00 ΚΤΙΡΙΟ ΠΑΛΑΙΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ Α.Π.Θ - Αίθουσα Τελετών Σχολή ασολογίας

Διαβάστε περισσότερα

Η υγρασία του εδάφους επηρεάζει τους οικολογικούς παράγοντες:

Η υγρασία του εδάφους επηρεάζει τους οικολογικούς παράγοντες: Η υγρασία του εδάφους επηρεάζει τους οικολογικούς παράγοντες: Θερμοκρασία αερισμό, δραστηριότητα των μικροοργανισμών, πρόσληψη των θρεπτικών στοιχείων συγκέντρωση των τοξικών ουσιών. Η έλλειψη υγρασίας

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ,42 ευρώ με ΦΠΑ

ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ,42 ευρώ με ΦΠΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΗΜΟΣ ΠΑΥΛΟΥ ΜΕΛΑ Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Πρασίνου Πληροφορίες: Μ. Κουρουξού, Αλ. Χατζηλιάδης Διεύθυνση: Δημητρίου και Καραολή1, 56430 Θεσσαλονίκη Τηλ: 2313302349,382,351,344 ΦΑΞ:

Διαβάστε περισσότερα

Διαχείριση της βόσκησης αγροτικών ζώων στις προστατευόμενες περιοχές

Διαχείριση της βόσκησης αγροτικών ζώων στις προστατευόμενες περιοχές ΗΜΕΡΙΔΑ ΦΟΡΕΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΕΛΤΑ ΝΕΣΤΟΥ-ΒΙΣΤΩΝΙΔΑΣ-ΙΣΜΑΡΙΔΑΣ «Η κτηνοτροφία στο Εθνικό Πάρκο Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης» 20 Νοεμβρίου 2015, Κομοτηνή Διαχείριση της βόσκησης αγροτικών ζώων στις προστατευόμενες

Διαβάστε περισσότερα

ΕΞΩΓΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ

ΕΞΩΓΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ ΕΞΩΓΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗΟ Θ Ω ΔΙΑΒΡΩΣΗ Έφη Λαμπροπούλου, Γεωλόγος 7 ου Γυμνασίου Περιστερίου ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ Αποσάθρωση καλείται το φαινόµενο κατά το οποίο τα προϊόντα της φθοράς

Διαβάστε περισσότερα

Πέτρος Κακούρος και Αντώνης Αποστολάκης

Πέτρος Κακούρος και Αντώνης Αποστολάκης Εγκατάσταση και αποτελέσματα παρακολούθησης της φυσικής και τεχνητής αποκατάστασης των δασών μαύρης πεύκης στον Πάρνωνα, προοπτικές έρευνας και τεκμηρίωσης Πέτρος Κακούρος και Αντώνης Αποστολάκης Ο σχεδιασμός

Διαβάστε περισσότερα

Αποσάθρωση. Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ

Αποσάθρωση. Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ Αποσάθρωση Ονομάζουμε τις μεταβολές στο μέγεθος, σχήμα και την εσωτερική δομή και χημική σύσταση τις οποίες δέχεται η στερεά φάση του εδάφους με την επίδραση των παραγόντων

Διαβάστε περισσότερα

Τα αντιδιαβρωτικά και αντιπληµµυρικά έργα στην αρχαία Ολυµπία. µετά την πυρκαγιά της 26ης Αυγούστου 2007:

Τα αντιδιαβρωτικά και αντιπληµµυρικά έργα στην αρχαία Ολυµπία. µετά την πυρκαγιά της 26ης Αυγούστου 2007: ΕΘΝΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.) Ινστιτούτο Μεσογειακών ασικών Οικοσυστηµάτων & Τεχνολογίας ασικών Προϊόντων (Ι.Μ..Ο. & T..Π.) Τα αντιδιαβρωτικά και αντιπληµµυρικά έργα στην αρχαία Ολυµπία

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΤΜΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Α: ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΤΜΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Α: ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΤΜΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Α: ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Γενική Οικολογία ΕΝΟΤΗΤΑ 5: ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ Εισηγήτρια: Δρ. Γιάννη Αρετή Οικολογική διαδοχή

Διαβάστε περισσότερα

Σχεδιάζοντας με οικολογικά κριτήρια τη μεταπυρική διαχείριση των δασών μας

Σχεδιάζοντας με οικολογικά κριτήρια τη μεταπυρική διαχείριση των δασών μας Σχεδιάζοντας με οικολογικά κριτήρια τη μεταπυρική διαχείριση των δασών μας Μαργαρίτα Αριανούτσου Φαραγγιτάκη Τμήμα Βιολογίας ΕΚΠΑ http://uaeco.biol.uoa.gr ΕΚΒΥ 19/11/2014 Τα πλέον επιρρεπή στη φωτιά δασικά

Διαβάστε περισσότερα

Εγκατάσταση, διαχείριση και συγκομιδή Φυτειών Ειδών Μικρού Περίτροπου Χρόνου

Εγκατάσταση, διαχείριση και συγκομιδή Φυτειών Ειδών Μικρού Περίτροπου Χρόνου Γενικά στοιχεία Εγκατάσταση, διαχείριση και συγκομιδή Φυτειών Ειδών Μικρού Περίτροπου Χρόνου Ιωάννης Ελευθεριάδης Τμήμα βιομάζας ΚΑΠΕ Τίτλος: Φυτείες Ξυλωδών Ειδών Μικρού Περίτροπου Χρόνου (SRC) για τοπικές

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 11 ο ΜΥΚΟΡΡΙΖΕΣ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 11 ο ΜΥΚΟΡΡΙΖΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 11 ο ΜΥΚΟΡΡΙΖΕΣ 1 ΜΥΚΟΡΡΙΖΕΣ 2 ΜΥΚΟΡΡΙΖΕΣ Μυκορριζική συμβίωση: Η συμβιωτική σχέση μεταξύ ριζών μυκήτων / εκδηλώνεται με σχηματισμό ξεχωριστών οργάνων =μυκόρριζες Κατηγορίες μυκόρριζων ενδομυκόρριζες

Διαβάστε περισσότερα

Τελική Συνάντηση 18 εκεµβρίου 2014, Αθήνα

Τελική Συνάντηση 18 εκεµβρίου 2014, Αθήνα Προσαρµογήτης ιαχείρισηςτων ασώνστηνκλιµατικήαλλαγήστηνελλάδα: ασαρχείο Σπάρτης Οµάδαέργου: ΖάκκαςΓεώργιος ασολόγος, ΣηµάδηΠαναγιώτα ασολόγος, Βουλουµάνος Παναγιώτης ασοπόνος, Βουραντώνης Σαράντος ασολόγος

Διαβάστε περισσότερα

Η έννοια του οικοσυστήματος Ροή ενέργειας

Η έννοια του οικοσυστήματος Ροή ενέργειας ΘΕΜΑ 1 ο Η έννοια του οικοσυστήματος Ροή ενέργειας Α. Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής Στις παρακάτω ερωτήσεις, να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό της ερώτησης και δίπλα του το γράμμα που αντιστοιχεί στη

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ. Η έννοια του οικοσυστήματος αποτελεί θεμελιώδη έννοια για την Οικολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ. Η έννοια του οικοσυστήματος αποτελεί θεμελιώδη έννοια για την Οικολογία Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Η έννοια του οικοσυστήματος αποτελεί θεμελιώδη έννοια για την Οικολογία Οικολογία Οικολογία είναι η επιστήμη που μελετά τις σχέσεις των οργανισμών (συνεπώς και του ανθρώπου)

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ 3 Ο ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ (2 Ο κεφάλαιο) ΘΕΜΑΤΑ ΘΕΜΑ Α Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό καθεμιάς από τις παρακάτω ημιτελείς προτάσεις Α1 έως Α5 και δίπλα το γράμμα που αντιστοιχεί

Διαβάστε περισσότερα

τους ρυθμούς υδατικής, αιολικής και μηχανικής διάβρωσης των εδαφών

τους ρυθμούς υδατικής, αιολικής και μηχανικής διάβρωσης των εδαφών Ερημοποίησης Γης Προβλήματα και Μέτρα Αντιμετώπισης Κωνσταντίνος Κοσμάς Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τομέας Εδαφολογίας και Γεωργικής Χημείας, Ιερά Οδός 75, Αθήνα Περίληψη Η ερημοποίηση θεωρείται σήμερα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ ΚΑΙ ΑΓΡΙΑ ΠΑΝΙΔΑ

ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ ΚΑΙ ΑΓΡΙΑ ΠΑΝΙΔΑ ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ ΚΑΙ ΑΓΡΙΑ ΠΑΝΙΔΑ Η φωτιά στα μεσογειακά οικοσυστήματα Πολλές περιοχές της χώρας μας, ιδιαίτερα οι παράκτιες και νησιώτικες, χαρακτηρίζονται από μεσογειακού τύπου κλίμα κατά το οποίο οι βροχεροί

Διαβάστε περισσότερα

Προστασία Γενετικής Βιολογικής Ποικιλότητας

Προστασία Γενετικής Βιολογικής Ποικιλότητας Εργαστήριο Δασικής Γενετικής και Βελτίωσης Δασοπονικών Ειδών Προστασία Γενετικής Βιολογικής Ποικιλότητας Διαχείριση της Γενετικής Ποικιλότητας (με έμφαση στα μεσογειακά δάση) 1 Βιοποικιλότητα Ορίζεται,

Διαβάστε περισσότερα

«Η Επίδραση της Βόσκησης στη Βιοποικιλότητα του Ακάμα»

«Η Επίδραση της Βόσκησης στη Βιοποικιλότητα του Ακάμα» «Η Επίδραση της Βόσκησης στη Βιοποικιλότητα του Ακάμα» Αειφόρος Αγροτική Ανάπτυξη Ακάμα Περιφερειακό Συνέδριο ΕΕ-Κύπρος 24/01/2015 Μηνάς Παπαδόπουλος Τομέας Πάρκων και Περιβάλλοντος Τμήμα Δασών ΤΜΗΜΑ ΔΑΣΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΥΝ ΡΑ (ΣΕΛ. 3) 2. ΠΟΣΟΙ ΤΥΠΟΙ ΤΟΥΝ ΡΑΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ 3. ΖΩΑ ΚΑΙ ΦΥΤΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ 4. ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ (ΣΕΛ.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΥΝ ΡΑ (ΣΕΛ. 3) 2. ΠΟΣΟΙ ΤΥΠΟΙ ΤΟΥΝ ΡΑΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ 3. ΖΩΑ ΚΑΙ ΦΥΤΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ 4. ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ (ΣΕΛ. ΟΝΟΜΑ: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΥΠΡΗ ΤΑΞΗ: Β 1 ΜΑΘΗΜΑ: ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Θέµα: Τούνδρα 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΥΝ ΡΑ (ΣΕΛ. 3) 2. ΠΟΣΟΙ ΤΥΠΟΙ ΤΟΥΝ ΡΑΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ; (ΣΕΛ. 4-7) 3. ΖΩΑ ΚΑΙ ΦΥΤΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΝ

Διαβάστε περισσότερα

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) Α Κεφ. αβιοτικό κάθε στοιχείο που δεν έχει ζωή 4 αιολική διάβρωση Η διάβρωση που οφείλεται στον άνεμο 5 ακρωτήριο ακτογραμμή

Διαβάστε περισσότερα

Μεταπυρική Διαχείριση Δασών Ψυχρόβιων Κωνοφόρων

Μεταπυρική Διαχείριση Δασών Ψυχρόβιων Κωνοφόρων Μεταπυρική Διαχείριση Δασών Ψυχρόβιων Κωνοφόρων Μ. Αριανούτσου, Δρ. Καζάνης Δημήτρης Τομέας Οικολογίας - Ταξινομικής Τομέας Οικολογίας -Τμήμα Βιολογίας Τμήμα Βιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών Πανεπιστήμιο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΗ. Πυκνότητα και πορώδες χιονιού. Ποια είναι η σχέση των δυο; Αρνητική ή Θετική; Δείξτε τη σχέση γραφικά, χ άξονας πυκνότητα, ψ άξονας πορώδες

ΑΣΚΗΣΗ. Πυκνότητα και πορώδες χιονιού. Ποια είναι η σχέση των δυο; Αρνητική ή Θετική; Δείξτε τη σχέση γραφικά, χ άξονας πυκνότητα, ψ άξονας πορώδες ΑΣΚΗΣΗ Πυκνότητα και πορώδες χιονιού. Ποια είναι η σχέση των δυο; Αρνητική ή Θετική; Δείξτε τη σχέση γραφικά, χ άξονας πυκνότητα, ψ άξονας πορώδες Για πιο λόγο είναι η σχέση είναι Θετική ή Αρνητική (δικαιολογήστε

Διαβάστε περισσότερα

Λιβαδικά Οικοσυστήματα και Κλιματική Αλλαγή

Λιβαδικά Οικοσυστήματα και Κλιματική Αλλαγή Λιβαδικά Οικοσυστήματα και Κλιματική Αλλαγή Μιχάλης Βραχνάκης, Γεώργιος Ζαβάκος, Αχιλλέας Τσισρούκης, Περικλής Μπίρτσας, Δημήτριος Ζιάνης, Βασίλειος Αρέτος Τμήμα Δασοπονίας & ΔΦΠ (Καρδίτσα), ΤΕΙ Θεσσαλίας

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗ ΟΡΕΙΝΩΝ ΥΔΑΤΩΝ Ι. Κεφάλαιο 10 ο

ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗ ΟΡΕΙΝΩΝ ΥΔΑΤΩΝ Ι. Κεφάλαιο 10 ο Τμήμα Δασολογίας & Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων Εργαστήριο Διευθέτησης Ορεινών Υδάτων και Διαχείρισης Κινδύνου Προπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗ ΟΡΕΙΝΩΝ ΥΔΑΤΩΝ Ι Κεφάλαιο 10 ο Φ. Π.

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το γεωγραφικό πλάτος 2) την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3) το

Διαβάστε περισσότερα