«Η βιώσιμη προαστιακή ανάπτυξη ως απάντηση στην αστική διάχυση: Η περίπτωση της Κοιλάδας του Ανθεμούντα»

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "«Η βιώσιμη προαστιακή ανάπτυξη ως απάντηση στην αστική διάχυση: Η περίπτωση της Κοιλάδας του Ανθεμούντα»"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Διιπλωματιική Εργασίία:: «Η βιώσιμη προαστιακή ανάπτυξη ως απάντηση στην αστική διάχυση: Η περίπτωση της Κοιλάδας του Ανθεμούντα» Ομάδα Εργασίας: Λάμπρου Αθανάσιος (220) Κανδής Νικόλαος (251) Επιβλέπουσα: Γιαννακού Αθηνά Βέροια, Σεπτέμβριος 2012

2 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ: «Η βιώσιμη προαστιακή ανάπτυξη ως απάντηση στην αστική διάχυση: Η περίπτωση της Κοιλάδας του Ανθεμούντα» ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: Λάμπρου Αθανάσιος (220) Κανδής Νικόλαος (251) ΒΕΡΟΙΑ, ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2012

3 3 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 5 ABSTRACT... 6 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο : ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΔΙΑΧΥΣΗΣ:ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΗΣ ) Αστική ανάπτυξη, προαστιοποίηση και αστική διάχυση: θεωρητικό πλαίσιο και ιστορική αναδρομή ) Μορφές εμφάνισης, θεωρίες και χαρακτηριστικά της αστικής διάχυσης ) Ιστορική αναδρομή ) Η αστική διάχυση στον ελληνικό χώρο ) Τα αίτια και οι συνέπειες της αστικής διάχυσης ) Τα αίτια της αστικής διάχυσης ) Οι συνέπειες της αστικής διάχυσης ) Η συνεκτικότητα «αντιμέτωπη» με τη διάχυση ) Οι διαστάσεις της βιωσιμότητας στον αστικό χώρο ) Στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της αστικής διάχυσης: Χωρικές κατευθύνσεις και πρότυπα βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού ) Στρατηγικές κατευθύνσεις βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού ) Χωρικό πρότυπο «Social City Region»: επικέντρωση και ανάλυση των κατευθύνσεων βιώσιμου σχεδιασμού στον προαστιακό χώρο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο : ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ) Περιοχή μελέτης-ένταξη στο ευρύτερο χωροταξικό πλαίσιο ) Πληθυσμιακή εξέλιξη (Δημογραφικά στοιχεία, τάσεις) ) Οικονομική δραστηριότητα: απασχόληση-ανεργία ) Φυσικό Περιβάλλον (Χάρτης 2.1) ) Χωροταξική διάρθρωση-χρήσεις γης (Χάρτης 2.2) ) Δίκτυα υποδομής ) Πολεοδομική Οργάνωση (λειτουργική διάρθρωση, χρήσεις γης) ) Ανάλυση υφιστάμενης κατάστασης βάσει έρευνας ερωτηματολογίου «Περιεχόμενα»

4 4 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο : ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΥΠΕΡΚΕΙΜΕΝΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ) Ανάλυση υπερκείμενου πλαισίου χωρικού σχεδιασμού ) Αξιολόγηση υφιστάμενης κατάστασης με γνώμονα τα κριτήρια του προτεινόμενου χωρικού προτύπου ) Αξιολόγηση των προτάσεων των μελετών ΓΠΣ με γνώμονα τα κριτήρια του χωρικού προτύπου ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο : ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΧΩΡΙΚΟΥ ΑΝΑΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ) Σύνταξη Δομικού Σχεδίου Χωρικής Οργάνωσης ) Γενικό Πλαίσιο ) Σενάρια πληθυσμιακής εξέλιξης-επιλογή προγραμματικών μεγεθών ) Αρχές του Δομικού Σχεδίου Χωρικής Οργάνωσης ) Επιλογή Προγραμματικών μεγεθών οικιστικής επέκτασης ) Οργάνωση Χρήσεων γης και Προστασίας του Περιβάλλοντος ) Γενικό Πλαίσιο ) Οικιστική Οργάνωση-προτεινόμενες επεκτάσεις ) Περιοχές Απόλυτης Προστασίας (ΠΑΠ) ) Περιοχές Ειδικής Προστασίας (ΠΕΠ) ) Περιοχές Ελέγχου και Περιορισμού Δόμησης ) Ζώνες Οργανωμένης Υποδοχής Παραγωγικών Δραστηριοτήτων (ΖΟΥΠΔ) ) Ζώνη τουρισμού και αναψυχής Λουτρών Θέρμης ) Μεταφορικό δίκτυο ) Λοιπά δίκτυα τεχνικής υποδομής ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ-ΣΥΝΟΨΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Περιεχόμενα»

5 5 ΠΕΡΙΛΗΨΗ Κυρίαρχο ζήτημα των τελευταίων είκοσι ετών καθίσταται η επικράτηση και διαρκής εξέλιξη του φαινομένου της αστικής διάχυσης (προαστιοποίηση) στον προαστιακό χώρο, ως άμεση απόρροια της ραγδαίας ανάπτυξης/επέκτασης των σύγχρονων μεγαλουπόλεων. Η αστική διάχυση αποτελεί μία πολύπλοκη και πολύμορφη αναπτυξιακή διαδικασία, με παγκόσμια εμβέλεια και αναμφίβολα καθοριστικές επιπτώσεις στο δομημένο και φυσικό περιαστικό/προαστιακό περιβάλλον. Εμφανίζεται στο χώρο με ποικίλους τρόπους/τύπους και κατά συνέπεια δεν είναι ιδιαίτερα εύκολος ο ακριβής προσδιορισμός της. Οι παράγοντες που προκαλούν κατ εξοχήν τη διάχυση συμπεριλαμβάνουν την προσφορά καλύτερου βιοτικού επιπέδου (φυσικό περιβάλλον), τη ραγδαία εξέλιξη των μεταφορικών υποδομών, και τη χαμηλή αξίας της προαστιακής γης. Παρόλα αυτά, το φαινόμενο δεν έχει αντίκτυπο μόνο στο περιβάλλον, καθώς τα τελευταία χρόνια ανακύπτουν κρίσιμα κοινωνικοοικονομικά ζητήματα. Στο επίπεδο του σύγχρονου χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, η αστική διάχυση αντιτίθεται ουσιαστικά στο μοντέλο της «συμπαγούς πόλης», ωστόσο και τα δύο χωρικά σχήματα δεν αποτελούν ολοκληρωμένες βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται την αντιμετώπιση της διάχυσης στην επικράτεια των Δημοτικών Ενοτήτων Θέρμης και Βασιλικών, η οποία αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην έντονη εμφάνιση της εκτός σχεδίου δόμησης και στην προστασία της ιδιόμορφης κοιλάδας του Ανθεμούντα. Συγκεκριμένα, η αναλυτική διερεύνηση της περιοχής μελέτης καταδεικνύει την εμφανή επέκταση του φαινομένου με διάφορες μορφές στο χώρο και τη διάγνωση καθοριστικών ζητημάτων οικειοποίησης αμιγώς γεωργικών εκτάσεων, ανοργάνωτης συγκέντρωσης παραγωγικών μονάδων, περιορισμού οικισμών και περιβαλλοντικών πιέσεων εκ μέρους των διερχόμενων οδικών αξόνων. Επιπρόσθετα, εντοπίζονται σημαντικές παραλείψεις/αδυναμίες στις υφιστάμενες προβλέψεις των Μελετών Γενικού Πολεοδομικού Σχεδιασμού (ΓΠΣ) των Δημοτικών Ενοτήτων. Συνεπώς, προτείνεται η εφαρμογή ενός πιλοτικού χωρικού πλαισίου βιώσιμης προαστιακής ανάπτυξης που στηρίζεται στις βασικές κατευθύνσεις και επιδιώξεις του χωρικού αναπτυξιακού μοντέλου «Social City Region». Γενικότερα, η διευθέτηση της αστικής διάχυσης κρίνεται ένα ιδιαίτερα δυσεπίλυτο αναπτυξιακό ζήτημα, το οποίο δύναται να περιοριστεί σημαντικά μέσω της υιοθέτησης ενός ευέλικτου σχήματος «αποκεντρωμένης και συνεκτικής συγκέντρωσης» στον προαστιακό χώρο. «Περίληψη-Εισαγωγή»

6 6 ABSTRACT Dominant issue of the last twenty years is becoming the prevalence and continuous evolution of the phenomenon of urban sprawl (suburbanization) in the suburban area, as a direct result of modern cities rapid growth/expansion. The urban sprawl is a complex and multiform development process, with global scope and undoubtedly decisive impact on the built and natural peri-urban/suburban environment. It appears in space with a variety of ways/types and consequently is not very easy its exactly identification. The main factors causing sprawl include the supply of better standard of living (natural environment), the rapid development of transport infrastructure and the low value of suburban land. However, the phenomenon does not only have an impact on environment, as crucial socioeconomic issues are arising in the recent years. At the level of modern physical and urban planning, urban sprawl is opposed essentially to the compact city model, but both spatial patterns do not constitute sustainable alternatives. The present study deals with the treatment of sprawl in the territory of Thermi and Vasilika Municipal Units, which vacillates between the outside city plan building and the protection of Anthemountas Valley. Specifically, the detailed investigation of the study area demonstrates the apparent expansion of the phenomenon with various spatial forms and the diagnose of agricultural land appropriation, unorganized manufacturing units concentration, settlements restriction and environmental pressures caused by passing road ways. Additionally, significant omissions/weaknesses are identified in the existing Urban Planning Studies of the Municipal Units. As a result, it is proposed the implementation of a sustainable suburban development spatial framework, based on the key dimensions and objections of Social City Region spatial development model. Generally, the urban sprawl arrangement is considered a particularly difficult development issue that could be significantly limited by adopting a flexible form of decentralized and compact concentration in suburban area. «Περίληψη-Εισαγωγή»

7 7 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών είναι ευδιάκριτες οι έντονες τάσεις πληθυσμιακής μεγεθύνσεις, οι οποίες σε συνδυασμό με τη ραγδαία εξάπλωση των πόλεων στα προάστια επέφεραν το σύγχρονο φαινόμενο της αστικής διάχυσης-προαστιοποίησης. Η διάχυση αποτελεί ένα ζήτημα γύρω από το οποίο έχει αναπτυχθεί ευρεία βιβλιογραφία, ωστόσο ο ακριβής ορισμός της θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολος λόγω της μεγάλης ποικιλομορφίας της. Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, η αστική διάχυση περιγράφεται ως «η φυσική μορφή μιας επέκτασης με χαμηλή πυκνότητα των μεγάλων αστικών κέντρων προς τις περιβάλλουσες γεωργικές περιοχές»(εεα, 2006, p.6). Τα σύγχρονα αστικά συστήματα θεωρείται ότι «οικειοποιούνται» μεγάλες εκτάσεις του προαστιακού χώρου εξαλείφοντας τη συνέχεια του φυσικού περιβάλλοντος και περιορίζοντας τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των πόρων. Οι βασικές αιτίες που ωθούν στη μαζική φυγή από τον αστικό ιστό καθίστανται οι απαιτήσεις υψηλότερο βιοτικού επιπέδου, η επέκταση των μεταφορικών δικτύων και η χαμηλή αξία της προαστιακής γης, επιφέροντας σημαντικές οικολογικές και κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις. Αντίθετο του φαινομένου της αστικής διάχυσης αποτελεί το σύγχρονο μοντέλο της «συμπαγούς πόλης», ως εναλλακτική για την αντιμετώπιση των πολλαπλασιαστικών επιπτώσεων της διάχυσης. Παρόλα αυτά, το «θεμελιώδες παράδοξο» στο οποίο καταλήγει η προσέγγιση αυτή, δεν την καθιστά εξολοκλήρου «πανάκεια» απέναντι στην αστική διάχυση (Neuman, 2005). Στον Ελλαδικό χώρο, η αστική διάχυση εμφανίζεται ως επί το πλείστον με τη μορφή της εκτός σχεδίου δόμησης, χωρίς να συνοδεύεται από αντίστοιχες πληθυσμιακές πιέσεις. Συνεπώς, η επικράτηση του φαινομένου αποτελεί σημαντική πτυχή για τον χωροταξικό σχεδιασμό, ο οποίος καλείται να ανταποκριθεί στην κρίσιμη αυτή παράμετρο που συνεχίζει να επιδεινώνεται με την πάροδο των ετών. Βασικό αντικείμενο μελέτης της παρούσας εργασίας καθίσταται η ανάλυση των χαρακτηριστικών και της μορφής του φαινομένου της αστικής διάχυσης στον προαστιακό χώρο. Η περιοχής μελέτης συμπεριλαμβάνει τις Δημοτικές Ενότητες «Περίληψη-Εισαγωγή»

8 8 Θέρμης και Βασιλικών του Καλλικρατιακού Δήμου Θέρμης στα νοτιοανατολικά σύνορα της Περιαστικής και Λοιπής Ζώνης Θεσσαλονίκης. Αρχικά, η επιλογή αυτή πραγματοποιήθηκε βάσει του γεγονότος ότι η Θέρμη (σε μεγαλύτερο βαθμό), αλλά και τα Βασιλικά αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα προαστιακών περιοχών που εντοπίζονται έντονες τάσεις αστικής διάχυσης (προαστιοποίηση) τις τελευταίες δεκαετίες. Επιπρόσθετα, εντός του κεντρικού πυρήνα της περιοχής μελέτης βρίσκεται η Κοιλάδα του Ανθεμούντα, που αποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί το σπουδαιότερο φυσικό πόρο αλλά και αναπτυξιακό παράγοντα, ο οποίος δέχεται μέχρι σήμερα το σύνολο των επιπτώσεων της αστικής διάχυσης στον προαστιακό χώρο. Απώτερος σκοπός είναι η διευθέτηση του παραπάνω ζητήματος και η πρόληψη εντονότερων μελλοντικών συνθηκών, μέσω του ανασχεδιασμού/αναπροσαρμογής των Μελετών Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων των Δημοτικών Ενοτήτων Θέρμης και Βασιλικών. Η παρούσα Ερευνητική Εργασία, ακολουθεί μία πορεία σταδιακής εξειδίκευσης επί του μελετώμενου αντικειμένου. Αρχικά, το πρώτο Κεφάλαιο περιλαμβάνει την λεπτομερή παρουσίαση του θεωρητικού πλαισίου σχετικά με τις μορφές, τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, την πορεία, τα αίτια και τις συνέπειες της αστικής διάχυσης. Η μελέτη συμπληρώνεται με αναφορές στην ελληνική πραγματικότητα και επιχειρείται μία προσπάθειας σύγκρισής της με το μοντέλο της «συμπαγούς πόλης», λαμβάνοντας πάντα υπόψη της βιωσιμότητας. Επιπλέον, παρουσιάζεται το επιλεγόμενο μοντέλο βιώσιμου χωρικού σχεδιασμού στον προαστιακό χώρο «Social City Region», το οποίο θα αποτελέσει εργαλείο του μετέπειτα προτεινόμενου πλαισίου. Εν συνεχεία, στο δεύτερο Κεφάλαιο αναλύεται η φυσιογνωμία και η υφιστάμενη κατάσταση της περιοχής μελέτης με βάση συγκεκριμένες αναπτυξιακές παραμέτρους. Η έρευνα πλαισιώνεται από έρευνα ερωτηματολογίου, η οποία θεωρήθηκε απαραίτητη για λόγους επικαιροποίησης των υφιστάμενων συνθηκών και επικύρωσης ποιοτικών/θεωρητικών στοιχείων. Ακολουθεί, στο τρίτο Κεφάλαιο, η παράθεση των κατευθύνσεων του υπερκείμενου σχεδιασμού γενικά για το φαινόμενο της αστικής διάχυσης αλλά και ειδικότερα για τη μελετώμενη περιοχή, ενώ έπεται η διάγνωση/αξιολόγηση της υφιστάμενης κατάστασης και των προτάσεων των μελετών ΓΠΣ βάσει των χωρικών κριτηρίων του χωρικού προτύπου. Σε τελικό στάδιο, αναπτύσσεται το προτεινόμενο πλαίσιο «Περίληψη-Εισαγωγή»

9 9 χωρικού ανασχεδιασμού για την περιοχή, το οποίο απαρτίζεται από το γενικό όραμα, τις προβλεπόμενες επιδιώξεις του Δομικού Σχεδιασμού, καθώς και τη χωροταξική οργάνωση των χρήσεων, με γνώμονα πάντοτε τους άξονες του επιλεγόμενου χωρικού προτύπου «Social City Region». «Περίληψη-Εισαγωγή»

10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπισή της

11 11 1.1) Αστική ανάπτυξη, προαστιοποίηση και αστική διάχυση: θεωρητικό πλαίσιο και ιστορική αναδρομή Η ύπαρξη και δημιουργία των πόλεων και των ευρύτερων αστικών περιοχών δημιουργεί πολλά ερωτήματα γύρω από την προέλευση, την ανάπτυξη και τις κύριες δραστηριότητες που περιλαμβάνουν. Σύμφωνα με τον Munier (2007), η δημιουργία των πόλεων καθορίζεται από διάφορους παράγοντες, αν και συνήθως, απλές δομές για την εκτέλεση σημαντικών δραστηριοτήτων και υπηρεσιών αποτέλεσαν την αφορμή γένεσης των πρώτων αστικών πυρήνων. Το γεγονός που αναδεικνύεται ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή είναι ότι οι σύγχρονες πόλεις διαθέτουν όλες τις δυνατότητες επιβίωσης και ανάπτυξης σε αντίθεση με το παρελθόν, στηριζόμενες κυρίως σε νέες μορφές δραστηριοτήτων. Βέβαια, οι αστικές αλλαγές επέφεραν προφανείς συνέπειες. Όπως είναι φυσικό, οι περισσότερες πόλεις αναπτύχθηκαν κατά μήκος σημαντικών διαδρομών διαμορφώνοντας αστικούς διαδρόμους που χρησιμοποιούνται σήμερα ως επίνειο των νέων μορφών μεταφοράς (Munier, 2007), ενώ η εξέλιξη της τεχνολογίας διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο, επιφέροντας από την πλευρά της σημαντικές αλλαγές. Πριν τις ραγδαίες εξελίξεις που επέφερε η Βιομηχανική Επανάσταση, στα τέλη του 18 ου αιώνα, οι άνθρωποι κατοικούσαν, κυρίως, σε αγροτικές περιοχές και χωριά και λιγότερο σε αστικές περιοχές. Ακόμη και αν οι πόλεις προϋπήρχαν εδώ και χιλιάδες χρόνια, μόνο ένα ελάχιστο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού ζούσε σε αυτές (Elkin et al., 1991). Ωστόσο, οι τεχνολογικές αλλαγές, από τα τέλη του 1700 και μετά, όχι μόνο παρότρυναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων να μετοικήσει σε αστικές περιοχές, κυρίως λόγω των νέων θέσεων εργασίας στον κλάδο της βιομηχανίας, αλλά και μετέβαλλαν ριζικά τη δομή του αστικού περιβάλλοντος μέσα από μια σειρά τεχνολογικών καινοτομιών, όπως τα τρένα, τα τραμ κ.ά. Σύμφωνα με τον Newman (1992) διακρίνονται τρεις, διαφορετικές χρονικά, περίοδοι, στις οποίες βάσει της διαθέσιμης τεχνολογίας της εποχής, διαμορφώνεται η ανάπτυξη των αστικών περιοχών. Στο πρώτο στάδιο, οι πόλεις χαρακτηρίζονταν από την ιδιαίτερα μικρή έκταση και την πυκνή δόμηση. Συνήθως, περιβάλλονταν από τείχη, ενώ η διάμετρός τους σπάνια ξεπερνούσε τα 5 χιλιόμετρα. Κύριος σκοπός της ανάπτυξης αυτής της μορφής πόλεων, ήταν να καθίσταται δυνατή η Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

12 12 κάλυψη του συνόλου των αποστάσεων με τα πόδια. Εν συνεχεία, η τεχνολογική ανάπτυξη των τραίνων και των τραμ, στα τέλη του 19 ου αιώνα, έδωσε στις πόλεις τη δυνατότητα να επεκταθούν στο χώρο. Πλέον, οι αστικές περιοχές μπορούσαν να εξαπλωθούν έως και είκοσι ή τριάντα χιλιόμετρα, ανάλογα πάντα με την υφιστάμενη διαθέσιμη τεχνολογία. Οι τεχνολογικές αυτές καινοτομίες, συνέπεσαν με την περίοδο έντονης αστικοποίησης σε μέρη της Ευρώπης, της Β. Αμερικής και της Αυστραλίας, με αποτέλεσμα πολλές από τις μεγαλουπόλεις αυτών των περιοχών να διαμορφώνονται βάσει των υφιστάμενων σιδηροδρομικών γραμμών και γραμμών του τραμ. Το τρίτο στάδιο της αστικής ανάπτυξης σύμφωνα με τον Newman (1992), βασίστηκε στην εφεύρεση της μηχανής εσωτερικής καύσης, λίγο πριν από την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Το αυτοκίνητο σε συνδυασμό με το λεωφορείο αποτέλεσαν τα μέσα μαζικής μεταφοράς, τα οποία διαμόρφωσαν χωρικά τις πόλεις και κατέστησαν δυνατή την επέκτασή της προς οποιαδήποτε κατεύθυνση ακόμη και ως πενήντα χιλιόμετρα. Έτσι, τα νέα αυτά μέσα μαζικής μεταφοράς κατέστησαν εφικτή τη διάχυση της πόλης και την περιαστική κατοικία χαμηλής πυκνότητας, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να μην είναι πλέον αναγκασμένοι να κατοικούν κοντά στον χώρο εργασίας του. Οι λειτουργίες της πόλης μπορούσαν να διαχωριστούν σε ζώνες, επιτρέποντας έτσι στους κατοίκους να ξεφύγουν από τη ρύπανση και το θόρυβο του βιομηχανικού-επιχειρηματικού κέντρου. Ήδη, λοιπόν, από τα μέσα του 20 ου αιώνα, διαπιστώνεται μια διαφορετική χωροθέτηση των χρήσεων γης στα αστικά κέντρα, με το φαινόμενο της διάχυσης να γίνεται ολοένα και πιο έντονο. Αφενός η αναδιάρθρωση των παραγωγικών διαδικασιών και αφετέρου οι τεχνολογικές εξελίξεις επιτρέπουν την δημιουργία ενός διαφορετικού μοντέλου οργάνωσης των πόλεων. Δεδομένου ότι τα νέα μέσα μαζικής μεταφοράς διευκολύνουν τις μετακινήσεις και ότι το φυσικό περιβάλλον έχει υποβαθμιστεί μέσα στα αστικά κέντρα, η κατοικία μεταφέρεται με μεγαλύτερη ευκολία έξω από τα όρια της πόλης. Έτσι, το προάστιο μεταλλάσει την μέχρι πρότινος συνηθισμένη πόλη και εντάσσει σε αυτήν την έννοια της «διάχυσης». Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

13 ) Μορφές εμφάνισης, θεωρίες και χαρακτηριστικά της αστικής διάχυσης Η αστική διάχυση, είναι ένα μείζον ζήτημα για τα αστικά κέντρα της σημερινής εποχής. Η βιβλιογραφία γύρω από το συγκεκριμένο φαινόμενο είναι ιδιαίτερα πλούσια, παρά ταύτα οι διαφωνίες κυρίως γύρω από τα χαρακτηριστικά του καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη την προσπάθεια ορισμού της αστικής διάχυσης. Σύμφωνα με τον Cervero (2000, p.5), «ο ορισμός της αστικής διάχυσης είναι δύσκολος, όμως την αντιλαμβάνεσαι όταν την δεις αν και μπορεί να εμφανιστεί με πολλές μορφές». Κατά συνέπεια, είναι σκόπιμο να πραγματοποιηθεί, αρχικά, μια κατηγοριοποίηση των μορφών εμφάνισης της αστικής διάχυσης και εν συνεχεία η προσπάθεια ορισμού του φαινομένου, ούτως ώστε να γνωρίζουμε τι ακριβώς προσπαθούμε να ορίσουμε. Η έννοια της αστικής διάχυσης δεν αφορά μόνο μία, αλλά διάφορες διακριτές χωρικές διαμορφώσεις. Σύμφωνα με τους Chin (2002), Gillham (2002) και Couch et al. (2005) μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε τέσσερις ομάδες: Προαστιακή ανάπτυξη (suburban) ή αστική διάχυση χαμηλής πυκνότητας. Αφορά την οργανωμένη οικιστική ανάπτυξη περιοχών, εκτός των ορίων των αστικών ιστών των πόλεων, οι οποίες χαρακτηρίζονται από χαμηλές πυκνότητες δόμησης με μοναδική χρήση συνήθως την κατοικία και υποστηρίζονται από αποσπασματικές επεκτάσεις των υποδομών της πόλης. Γραμμική ανάπτυξη ή σε λωρίδες (strip) είναι η οικιστική ανάπτυξη που εμφανίζεται κατά μήκος του βασικού οδικού δικτύου. Αρχικά, αναπτύσσεται η γη που βρίσκεται σε άμεση επαφή με τους οδικούς άξονες και εν συνεχεία δημιουργούνται αστικές εκτάσεις που επεκτείνονται κάθετα προς το οδικό δίκτυο, την ίδια στιγμή που οι αξίες γης αυξάνονται και υλοποιούνται υποδομές. Αποσπασματική ή τυχαία ανάπτυξη (leapfrog, discontinuous development) είναι μια ασυνεχής μορφή αστικοποίησης, μικροί θύλακες αστικοποιημένης γης εντός του αγροτικού και φυσικού χώρου, οι οποίοι απέχουν αρκετά ο ένας από τον άλλον. Η χωροθέτηση τους μοιάζει αρκετά με τις δορυφορικές πόλεις και τους οικισμούς, παρόλα αυτά διαχωρίζονται από την χαμηλότερη πυκνότητά Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

14 14 τους και από την αποκλειστική εξάρτησή τους από το αυτοκίνητο ως μέθοδο μεταφοράς, λόγω της παντελής έλλειψης υποδομών μέσων μαζικής μεταφοράς. Διάσπαρτη ανάπτυξη (scattered) εμφανίζεται χωρίς κάποια συγκεκριμένη μορφή. Ξεπερνά τα αστικά όρια και δημιουργεί περιθωριοποιημένους οικισμούς ή σύνολα κτιρίων που απομονώνονται από την πόλη. Σύμφωνα με πολλές απόψεις, χαρακτηρίζεται ως η περισσότερο επιβλαβής μορφή αστικής διάχυσης, αφού δημιουργεί ανάγκη για υποδομές σε απομακρυσμένες περιοχές και ένα σύνολο άλλων προβλημάτων, που έχουν άμεσο αντίκτυπο στο περιβάλλον. Η διάχυση, λοιπόν, ως αστική μορφή έρχεται σε αντιδιαστολή με την συνεκτική πόλη, η οποία χαρακτηρίζεται από υψηλές πυκνότητες και ανάμειξη των δραστηριοτήτων και χρήσεων γης. Όμως από την συνεκτική πόλη έως την τελείως διάσπαρτη δόμηση υπάρχουν κάποιες διαβαθμίσεις. Η σειρά με την οποία τοποθετήθηκαν παραπάνω οι μορφές της αστικής διάχυσης, σχετίζονται με την συνεκτικότητα των μορφών αυτών. Ως το συνεκτικότερο τμήμα της κλίμακας θεωρείται η προαστιακή ανάπτυξη (Chin, 2002), η οποία πλέον, λόγω της ιδιαίτερα συνεκτικής αλλά και οργανωμένης οικιστικής οργάνωσης, δεν συγκαταλέγεται ως αστική διάχυση. Στην αντίθετη πλευρά της κλίμακας, βρίσκεται η διάσπαρτη και η αποσπασματική ανάπτυξη (leapfrog and scattered). Είναι η κύρια μορφή που χαρακτηρίζει την αστική διάχυση, χωρίς αυτό να αποκλείει τις υπόλοιπες μορφές, όπως η γραμμική ανάπτυξη. Το πρόβλημα που δημιουργείται, είναι πως το σύνολο των παραπάνω μορφών χαρακτηρίζεται ως αστική διάχυση, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τις ίδιες τις μορφές και κυρίως με τις επιπτώσεις τους. Περνώντας στην προσπάθεια ορισμού της αστικής διάχυσης, γίνεται αμέσως αντιληπτό πως αναφερόμαστε σε μια ιδιαίτερα δύσκολη διαδικασία, παρόλη την διάθεση πληθώρας συγγραφέων να το επιτύχουν. Μια διαφορετική άποψη είναι πως έχει γίνει τόσο κακή χρήση του όρου της αστικής διάχυσης, ώστε να μην διαθέτει μια ακριβή έννοια, με αποτέλεσμα οι προσπάθειες ορισμού του φαινομένου να μην καταλήγουν σε κοινό αποτέλεσμα (Audirac et al., 1990). Υπάρχουν διάφοροι λόγοι που οδήγησαν σε αυτές τις δυσκολίες. Αρχικά, ο όρος χρησιμοποιείται σε επιστημονικά πλαίσια, καθώς επίσης και σε δημόσιες και πολιτικές συζητήσεις. Χρησιμοποιείται από διάφορους επιστημονικούς κλάδους με Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

15 15 διαφορετικούς τρόπους και από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Ακόμη, είναι τόσο ευρύς ο όρος της αστικής διάχυσης που αφήνει περιθώρια παρερμηνείας. Τα αίτια, τα χαρακτηριστικά και οι συνέπειες του φαινομένου συχνά συγχέονται. Επιπλέον, είναι δύσκολο να διακριθεί ο όρος της αστικής διάχυσης από κάποιους παραπλήσιους, όπως η προαστιοποίηση και η αστική ανάπτυξη. Δεν υπάρχει ένας αποδεκτός τρόπος μέτρησης της αστικής διάχυσης, εν μέρει λόγω της έλλειψης ενός γενικού ορισμού. Τέλος, ο όρος χρησιμοποιείται για τον χαρακτηρισμό μιας κατάστασης καθώς και μιας διαδικασίας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται περισσότερη σύγχυση (Maier G. et al., 2006). Παρόλα αυτά, δεν λείπουν οι προσπάθειες ορισμού του φαινομένου. Συγκεκριμένα, ο Pieser (2001, p.278) αναφέρει πως «ο όρος χρησιμοποιείται με διάφορους τρόπους, με σκοπό να αναδείξει την αλόγιστη χρήση της γης, την αδιάκοπη και μονότονη ανάπτυξη, την αποσπασματική και ασυνεχή ανάπτυξη και την αναποτελεσματική χρήση της γης» Από την άλλη, ο Chin (2002) προσδίδει τέσσερις διακριτούς ορισμούς στην αστική διάχυση, οι οποίοι βασίζονται στην μορφή, στη χρήση γης, στις επιπτώσεις και στην αστική πυκνότητα. Έτσι, κάθε απόκλιση από την συμπαγή πόλη είτε είναι μέσω προαστιακής, είτε γραμμικής, είτε διάσπαρτης ανάπτυξης θεωρείται ως αστική διάχυση. Όσον αφορά τους ορισμούς που βασίζονται στη χρήση γης, τείνουν να συνδέουν την αστική ανάπτυξη με τον χωροταξικό διαχωρισμό των χρήσεων γης. Το 1994 ο Ewing, εισήγαγε μια νέα μέθοδο ορισμού της αστικής διάχυσης, βασισμένη στις επιπτώσεις της. Ο Chin (2002) υποστηρίζει πως με αυτόν τον τρόπο είναι δύσκολο να διακριθεί η αστική διάχυση από άλλες μορφές και εν πάσει περιπτώσει, οι επιπτώσεις καθιστούν την διάχυση ανεπιθύμητη και όχι η ίδια της η μορφή. Επίσης, πολλοί ορισμοί χρησιμοποιούν την έννοια της χαμηλής πυκνότητας για να προσδιορίσουν το φαινόμενο. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Chin (2002), συχνά η χαμηλή πυκνότητα δεν έχει αναλυθεί επαρκώς, ούτε έχει ποσοτικοποιηθεί. Επιπλέον, κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί και η προσπάθεια ορισμού της αστικής διάχυσης από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος. Συγκεκριμένα περιγράφεται ως «η φυσική μορφή μιας επέκτασης με χαμηλή πυκνότητα των μεγάλων αστικών κέντρων προς τις περιβάλλουσες γεωργικές περιοχές υπό απόλυτο καθεστώς ελεύθερης αγοράς» (ΕΕΑ, 2006, p.6). Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

16 16 Η απαρίθμηση των διάφορων ορισμών θα μπορούσε να συνεχιστεί, πράγμα το οποίο, πιθανώς να μην οδηγούσε σε κανένα συμπέρασμα. Γι αυτό το λόγο, θεωρείται σκόπιμο, σε αυτό το σημείο, να γίνει μια γενικότερη αναφορά στους τύπους των ορισμών της αστικής διάχυσης. Με αυτόν τον τρόπο θα γίνουν άμεσα κατανοητές οι συγκρούσεις και οι διαφορές ανάμεσα στις διάφορες απόψεις περί του φαινομένου. Οι Maier, Franz και Schrock (2006) βασιζόμενοι στον Siedentop (2005), αναφέρουν πέντε διαφορετικές ομάδες ορισμών της αστικής διάχυσης: 1. Ορισμοί της διάχυσης βάσει της πυκνότητας: αυτοί οι ορισμοί θεωρούν βασικό στοιχείο την χαμηλή πυκνότητα και παράλληλα την θεωρούν ως έναν τρόπο αποσύνθεσης των πόλεων, με αποτέλεσμα να θεωρείται και η ίδια η διάχυση ανεπιθύμητη. Εκπρόσωποι αυτών των ορισμών είναι για παράδειγμα οι Glaeser, Kahn, Fulton κ.α. 2. Ορισμοί της διάχυσης που ασχολούνται με την αποκέντρωση των αστικών λειτουργιών, σε συνδυασμό με την χωρική επέκταση των αστικών χρήσεων σε αγροτικές περιοχές. Εκπρόσωποί τους είναι π.χ. οι Glaeser, Pumain κ.α. 3. Ορισμοί της διάχυσης που χαρακτηρίζονται από τη δομή και τη μορφή της. Η διάχυση γίνεται αντιληπτή ως μια διαδικασία οικιστικής ανάπτυξης που μετατρέπει μια μονοκεντρική, συμπαγή δομή σε ένα ασυνεχές, πολυκεντρικό και διάσπαρτο οικιστικό σύστημα (Galster, Torrens, Alberti κ.α.). 4. Ορισμοί της διάχυσης βασιζόμενοι σε σημαντικές κοινωνικές επιδράσεις των χρήσεων γης π.χ. μείωση εύφορων εδαφών, δημιουργία κυκλοφοριακής συμφόρησης κλπ. (Ewing, Downs κ.α.). 5. Ορισμοί της διάχυσης βασισμένοι στην αντίληψη για τον σχεδιασμό. Η αστική ανάπτυξη, της οποίας δεν προηγείται σχεδιασμός, έρχεται σε αντίθεση με τους στόχους της χωρικής ανάπτυξης και θεωρείται ως διάχυση. (Gassner κ.α.). Μέσα από αυτήν την ομαδοποίηση των ορισμών της αστικής διάχυσης, δίνεται μια πιο συνολική και ολοκληρωμένη άποψη για την ακριβή του έννοια. Παρά ταύτα, δεν παύει να είναι ένα δυσνόητο και πολυδιάστατο φαινόμενο. Έτσι, Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

17 17 εν συνεχεία παρατίθενται κάποια από τα χαρακτηριστικά της διάχυσης με σκοπό να δοθεί μια πληρέστερη εικόνα. Αρκετές από τις πτυχές εκείνες που χαρακτηρίζουν την διάχυση, έχουν αναφερθεί εμμέσως παραπάνω. Οι Burchell et al. (1998), δίνουν στην αστική διάχυση δύο χαρακτηριστικά: αφενός τη χαρακτηρίζει ως διάσπαρτη ανάπτυξη κατοικίας χαμηλής πυκνότητας και αφετέρου ως διάσπαρτη ανάπτυξη περιοχών εμπορίας και βιομηχανίας. Γενικότερα η διάσπαρτη ανάπτυξη συνήθως συνδέεται με την αστική διάχυση. Ακόμη, αναφέρει συγκεκριμένες πτυχές που χαρακτηρίζουν την αστική διάχυση, οι οποίες συγκεντρώνονται ως εξής: Κατοικία χαμηλής πυκνότητας Απεριόριστη εξωαστική ανάπτυξη Χωροταξικός διαχωρισμός των διαφορετικών τύπων χρήσεων γης με την οριοθέτηση ζωνών Αποσπασματική, ασυνεχής ανάπτυξη Απουσία συγκεντρωμένης ιδιοκτησίας γης ή σχεδιασμού της ανάπτυξης Κυριαρχία Ι.Χ. οχημάτων σε βάρος των λοιπών μέσων μεταφοράς Κατακερματισμός της δικαιοδοσίας διακυβέρνησης γύρω από τις χρήσεις γης, μεταξύ των τοπικών αυτοδιοικήσεων Μεγάλες διαφοροποιήσεις στην δημοσιονομική ικανότητα των τοπικών αυτοδιοικήσεων, καθώς η δυνατότητα είσπραξης εσόδων επηρεάζεται άμεσα από τις αξίες των ακινήτων και την οικονομική δραστηριότητα που εμφανίζεται εντός των ορίων τους. Εκτεταμένη γραμμική εμπορική ανάπτυξη κατά μήκος κύριων οδικών αξόνων Η παραπάνω κατηγοριοποίηση των χαρακτηριστικών της αστικής διάχυσης αναδεικνύει ένα σημαντικό ζήτημα σχετικά με τη σαφή διάκριση των αιτιών, των χαρακτηριστικών και των συνεπειών της. Στο επόμενο υπο-κεφάλαιο (1.2), επιχειρείται μια προσπάθεια παρουσίασης των αιτιών και συνεπειών του φαινομένου, ώστε να γίνει περισσότερο κατανοητός ο χαρακτήρας και ο τρόπος λειτουργίας του. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

18 ) Ιστορική αναδρομή Η έννοια «αστική διάχυση» πιθανώς να έχει τις ρίζες της στο 1937, όταν ο Αμερικάνος Earl Draper ανέφερε τη λέξη «sprawling», ούτως ώστε να χαρακτηρίσει τις αντιαισθητικές και επιβλαβείς προς την οικονομία αλλαγές που δημιουργούνταν στα οικιστικά σχέδια των βορειοαμερικανικών πόλεων (Bruegmann, 2005). Αμέσως μετά, δόθηκε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο φαινόμενο της αστικής διάχυσης και άρχισαν να διατυπώνονται οι πρώτες αντιλήψεις επί του θέματος. Στην Ευρώπη, οι πρώτες απόψεις περί διάχυσης άρχισαν να διατυπώνονται τη δεκαετία του 1960, σε μια προσπάθεια αναδιαμόρφωσης πόλεων, οι οποίες είχαν πληγεί από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η αστική διάχυση ήταν ένα φαινόμενο, το οποίο εμφανίστηκε αρχικά στις αμερικανικές πόλεις, και σχετιζόταν άμεσα με την γρήγορη εξάπλωση των αστικών περιοχών προς την περιφέρειά τους, με αποτέλεσμα τη δημιουργία προαστίων χαμηλής πυκνότητας (Bruegmann, 2005). Η ταχεία γιγάντωση του τριτογενούς τομέα στα αστικά κέντρα, καθώς και η αύξηση των ιδιωτικών μέσων μεταφοράς, οδήγησε σε απότομη μείωση των κατοίκων που ζούσαν στα κέντρα των πόλεων. Εκτός αυτού, όλο και περισσότεροι άνθρωποι μπορούσαν να ανταπεξέλθουν οικονομικά στην αγορά ενός σπιτιού στα προάστια, υποστηριζόμενοι από την απόκτηση τραπεζικών δανείων, με αποτέλεσμα η επιλογή μιας ανεξάρτητης κατοικίας, έξω από το ιδιαίτερα φορτισμένο περιβάλλον του κέντρου της πόλης, να φαντάζει ολοένα και πιο εφικτή. Από την άλλη πλευρά, στην Ευρώπη, τα αστικά κέντρα χαρακτηρίζονταν περισσότερο συμπαγή, αφού αναπτύσσονταν κυρίως περιμετρικά κάποιου ιστορικού κέντρου. Παρά ταύτα, στις σημερινές πόλεις της Ευρώπης, το φαινόμενο της αστικής διάχυσης εμφανίζεται εντονότερο σε σχέση με τη δεκαετία του 1950, ιδιαίτερα στις νοτιοανατολικές και κεντρικές χώρες της Γηραιάς ηπείρου. Χαρακτηριστικά, στατιστικά στοιχεία των ευρωπαϊκών πόλεων αναδεικνύουν πως οι αστικές περιοχές, μετά το 1950, έχουν εξαπλωθεί κατά μέσο όρο κατά 78%, σε αντίθεση με τον πληθυσμό τους, ο οποίος αυξήθηκε μόνο κατά 33% (EEA, 2006). Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

19 19 Εμβαθύνοντας στην ιστορία, γίνεται αντιληπτό πως η έννοια της αστικής αποκέντρωσης μέσω των προαστίων είχε συνδεθεί άμεσα με τις ανώτερα οικονομικά τάξεις, κάτι το οποίο επιβεβαιώνεται και στο Λονδίνο του 17 ου και 18 ου αιώνα (Bruegmann, 2005). Στα τέλη του 17 ου αιώνα, το Λονδίνο είχε μετατραπεί στην ισχυρότερη οικονομικά πόλη του κόσμου, με αποτέλεσμα να προσελκύει πληθώρα κατοίκων της επαρχίας. Περνώντας στον επόμενο αιώνα, το Λονδίνο κατάφερε να επεκταθεί πέραν των ορίων του πολεοδομικού ιστού του. Μέσα από τη συνεχή οικονομική ανάπτυξη της πόλης, ολοένα και περισσότεροι κάτοικοί της αποκτούσαν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν ή να νοικιάσουν ένα σπίτι στα προάστια του Λονδίνου. Οι λόγοι που οδήγησαν στην προαστιοποίηση του Λονδίνου εκείνης της εποχής, ήτανε η ήρεμη ζωή, που μπορούσαν να απολαύσουν οι ευκατάστατοι πολίτες λίγο έξω από την πόλη, σε σύγκριση με την χαοτική κατάσταση που επικρατούσε στο κέντρο. Πέραν των προαστίων, όμως, εμφανίστηκε μια ακόμη οικιστική ανάπτυξη, της οποίας τα χαρακτηριστικά ήταν η έντονη διάχυση και η ιδιαίτερα χαμηλή πυκνότητα. Αν και πέραν των προαστίων, συναντούσε κανείς κατά πλειοψηφία αγροτικές εγκαταστάσεις, πολλές από τις πλουσιότερες οικογένειες της Αγγλίας επέλεγαν να κατοικήσουν στην exurbia, δηλαδή στην οικιστική εγκατάσταση που είχε δημιουργηθεί, πέραν των προαστίων. Ήδη από τον 18 ο αιώνα, το Λονδίνο είχε αποκτήσει ένα ιδιαίτερα ικανοποιητικό μεταφορικό σύστημα, που σε συνδυασμό με την συνεχή οικονομική ανάπτυξη κατέστησε εφικτή την φυγή των κατοίκων του προς τα προάστια. Γενικότερα, τα μεταφορικά μέσα, καθώς και η οικονομική ανάπτυξη διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο σε όλες τις εκφάνσεις του φαινομένου της αστικής διάχυσης. Περί τα τέλη του 19 ου αιώνα, όταν πλέον η βιομηχανική επανάσταση είχε επηρεάσει σχεδόν το σύνολο του δυτικού κόσμου, το φαινόμενο της αστικής διάχυσης είχε λάβει ήδη τεράστιες διαστάσεις (Bruegmann, 2005). Δημιουργούνται συνεχώς νέες πόλεις, κοντά σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις και συγκοινωνιακούς κόμβους, και επεκτείνονται χωρικά σε ελάχιστο χρόνο. Παράλληλα, η ανάπτυξη των μέσων μαζικής μεταφοράς σε συνδυασμό με την οικονομική ευμάρεια της εποχής, επέτρεπαν την μετοίκηση από το κέντρο στα προάστια των πόλεων, με αποτέλεσμα όλο και περισσότεροι κάτοικοι των μεσαίων και ανώτερων στρωμάτων να ξεφεύγουν από την πίεση του κέντρου, δημιουργώντας οργανωμένα οικιστικά Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

20 20 σύνολα στο περισσότερο άνετο περιβάλλον των προαστίων (Rodger, 1995). Έτσι λοιπόν, το φαινόμενο της αποκέντρωσης κατέληξε ως ένα κοινό μοντέλο χωρικής ανάπτυξης για τις μεγαλουπόλεις του ανεπτυγμένου κόσμου εκείνης της εποχής. Σήμερα, λοιπόν, η πλειονότητα των μεγαλουπόλεων συγκρατούν στην επικράτεια των αστικών ιστών τους μικρό μέρος του πληθυσμού και των θέσεων εργασίας (Bruegmann, 2005). Αξιοσημείωτα παραδείγματα είναι αυτό των γερμανικών μητροπολιτικών περιοχών, όπου μόνο το 40 τοις εκατό του πληθυσμού κατοικούσε, για το έτος 2002, στα αστικά κέντρα, καθώς και της πόλης του Παρισιού όπου, κατά της δεκαετία του 90, η πόλη έχασε θέσεις εργασίας, σε αντίθεση με τα προάστια, τα οποία κέρδισαν στο ίδιο χρονικό διάστημα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες το φαινόμενο είναι ακόμη πιο προχωρημένο. Συγκεκριμένα, το σύνολο των αστικών κέντρων της μητροπολιτικής περιοχής είχε στην κατοχή του λιγότερο από το 10 τοις εκατό του αριθμού θέσεων εργασίας. «Βαδίζουμε προς την εξαφάνιση των πόλεων ως πολιτισμική μορφή, ακριβώς τη στιγμή στην οποία εισερχόμαστε σε έναν δεσπόζοντα αστικό/μητροπολιτικό κόσμο; Ο πολιτισμός των πόλεων φτάνει στο τέλος του, ακριβώς λόγω της διάχυσης των μητροπολιτικών οικισμών;» (Castells 2002, p.368) Σύμφωνα με τον Bruegmann (2005), η τάση μετοίκησης προς τον εξωαστικό χώρο έδωσε την δυνατότητα νέων ευκαιριών για τα αστικά κέντρα. Τα προάστια αρχίζουν και χάνουν τον αποκλειστικό τους ρόλο, αφού όλο και περισσότεροι άνθρωποι αποφασίζουν να κινηθούν προς αυτά. Συνεπώς, σταδιακά μειώνεται το ποσοστό των εύπορων ατόμων που ήθελαν με τη σειρά τους να μετοικήσουν στον εξωαστικό χώρο. Έτσι, οι κεντρικές πόλεις αποκτούν μια νέα νότα αισιοδοξίας και προσπαθούν να κατακτήσουν την αίγλη που έχασαν τα τελευταία χρόνια. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

21 ) Η αστική διάχυση στον ελληνικό χώρο Όσον αφορά την ελληνική πραγματικότητα, η αστική διάχυση διαφοροποιείται σημαντικά, κυρίως λόγω των χαλαρών θεσμών που αφορούν την οργάνωση του δομημένου χώρου. Σύμφωνα με τον Αίσωπο (2001, p. 110), «στην περίπτωση της ελληνικής πόλης, ο διάχυτος και απρογραμμάτιστος χαρακτήρας της υπήρξαν εγγενή χαρακτηριστικά της. Η σύγχρονη ελληνική πόλη είναι η διάχυτη πόλη». Παρά την προσπάθεια εφαρμογής ενός θεσμικού πλαισίου για την ανάπτυξη της ελληνικής πόλης, διαχρονικά υφίσταται μια παράλληλη διαδικασία που παραμένει έως σήμερα. Ενώ τα σχέδια πόλεων μπορεί να θέτουν τα όρια της εκμεταλλεύσιμης γης, η εκτός σχεδίου δόμηση, αλλά και η αυθαίρετη δόμηση εκτός των ορίων των οικισμών αποτελούν την εναλλακτική ελληνική πρακτική της αστικής διάχυσης. Χωρίς να υπάρχει η παραμικρή οικιστική πίεση ή αύξηση του πληθυσμού, τα αστικά κέντρα επεκτείνονται διαρκώς προς των εξωαστικό χώρο. Έπειτα, ακολουθεί μια διαδικασία νομιμοποίησης της προαναφερθείσας δόμησης, εντάσσοντας την αστική διάχυση στα όρια του εκάστοτε αστικού κέντρου ή οικισμού (Τριανταφυλλίδη, 2010). Οι παραπάνω διαδικασίες τοποθετούνται χρονικά, κατά κύριο λόγο, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 έως και τα τέλη του 2000, δηλαδή από την περίοδο της οικονομικής μεγέθυνσης μέχρι και την έναρξη της οικονομικής κρίσης που αντιμετωπίζει αυτήν την περίοδο η χώρα μας. Επιπρόσθετα, τα χαρακτηριστικά της διάχυσης στην ελληνική επικράτεια διαφοροποιούνται από αυτά των υπόλοιπων χωρών, γεγονός που οφείλεται κυρίως στην πρωτοτυπία της εκτός σχεδίου δόμησης. Όσον αφορά την μορφή της, είναι πανομοιότυπη στο σύνολό της και θεωρείται μοναδική. Παρά ταύτα, τα βασικά στοιχεία της, καθώς και οι επιπτώσεις της είναι ανάλογα με αυτά των υπόλοιπων χωρών και συγκλίνουν περισσότερο σε αυτά της διάσπαρτης και γραμμικής διάχυτης ανάπτυξης. Έτσι, ο ελληνικός χωροταξικός σχεδιασμός έχει κληθεί να ανταποκριθεί στην κρίσιμη παράμετρο του φαινομένου αυτού, το οποίο όμως συνεχίζει να επιδεινώνεται. Παλαιότερα, αιτία του φαινομένου ήταν η αύξηση του πληθυσμού και η έντονη αστικοποίηση. Σήμερα όμως, που η πληθυσμιακή πίεση είναι σχεδόν Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

22 22 μηδενική, οι παράγοντες που κινούν το συγκεκριμένο φαινόμενο είναι κυρίως οικονομικοί, κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί. Ακόμη, πρέπει να σημειωθεί η σπουδαιότητα του γεγονότος της διάχυσης, στην ελληνική πραγματικότητα, διότι αφορά όλες τις χρήσεις γης και όχι μόνο την κατοικία, καθώς και επειδή αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό σχεδόν του συνόλου των ελληνικών πόλεων (Ανδρικοπούλου κ.α., 2007). Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αστικής διάχυσης, στον ελλαδικό χώρο, ίσως να αποτελεί η ευρύτερη περιοχή της Αθήνας, η οποία μετά την ανάθεση των Ολυμπιακών Αγώνων, εμφάνισε ανάπτυξη μητροπολιτικής εμβέλειας (Αίσωπος, 2001). Αμέσως μετά την δημιουργία της Αττικής οδού, η πρωτεύουσα εξαπλώθηκε προς τα Μεσόγεια, μια κατ εξοχήν αγροτική περιοχή με περίπου στρέμματα αμπελώνων, αλλά και στο Θριάσιο πεδίο. Επίσης, οι περιοχές β κατοικίας στα παράλια σταδιακά μεταλλάσσονται σε περιοχές μόνιμης κατοικίας. Έτσι, λοιπόν, η μέχρι πρότινος γνωστή γεωγραφία της Αθήνας, που ακολουθούσε την κατεύθυνση βορρά-νότου, τέμνεται κάθετα από το νέο τόξο δύσης-ανατολής, δράση στην οποία συμβάλουν οι νέοι οδικοί άξονες (Αττική οδός, Δ. Περιφερειακή Υμηττού) καθώς και ο νέος προαστιακός σιδηρόδρομος, ενισχύοντας έτσι τη δυναμική του νέου άξονα. Παρά ταύτα, οι υποδομές και τα δίκτυα μεταφορών δεν συμβαδίζουν με την εξάπλωση της πόλης (Βαΐου κ.α., 2004). Οι χαμηλές πυκνότητες, συνδυαζόμενες με την ταχύτατη αστική εξάπλωση, δεν ευνοούν την ανάπτυξη δικτύων μέσων μαζικής μεταφοράς, έτσι το αυτοκίνητο αποτελεί απαραίτητο μέσο για τις μετακινήσεις των κατοίκων, με αποτέλεσμα να επιβαρύνεται περεταίρω το περιβάλλον της πρωτεύουσας. Αναφορικά με τη Θεσσαλονίκη, στην επικράτεια της οποίας ανήκει και η περιοχή μελέτης (Δημοτικές Ενότητες Θέρμης Βασιλικών), το φαινόμενο της αστικής διάχυσης εμφανίζεται στα ίδια χρονικά πλαίσια με την Αθήνα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, οι κάτοικοι του ΠΣΘ μετοικούν προς τα προάστια με ιδιαίτερα έντονο ρυθμό και το φαινόμενο της αστικής διάχυσης παγιώνεται σχεδόν σε ολόκληρο τον περιαστικό χώρο. Σύμφωνα με την Γιαννακού (2012), έναυσμα για την φυγή των κατοίκων από το ΠΣΘ αποτέλεσε ο κερδοσκοπικός τομέας στην παραγωγή της κατοικίας στις περιαστικές περιοχές, ο οποίος είχε την αφετηρία του εκείνη την χρονική περίοδο. Έτσι, η Θεσσαλονίκη, μεταλλάσσεται από μια γραμμική συνεκτική Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

23 23 πόλη, σε μια διάχυτη πόλη, στην οποία οι πρώην περιφερειακοί οικισμοί έχουν μετατραπεί σε πόλους συγκέντρωσης με υψηλές πυκνότητες, με την διάχυτη δόμηση να εμφανίζεται σχεδόν σε όλη την ύπαιθρο. Παρόλη την διαφοροποίηση του φαινομένου της αστικής διάχυσης στον ελλαδικό χώρο έναντι των χωρών των ΗΠΑ και της Ευρώπης, οι περιβαλλοντικές και κοινωνικές συνέπειές του, όπως γίνεται αντιληπτό, κρίνονται ιδιαίτερα σοβαρές. Θεωρείται αναγκαίο, λοιπόν, να υπάρξει ένας συνολικός και ολοκληρωμένος χωροταξικός-πολεοδομικός σχεδιασμός, προσαρμοσμένος στα Ελληνικά δεδομένα, ο οποίος με άξονα την κοινωνία, το περιβάλλον, αλλά και την οικονομία, θα συμβάλει στην ανάκαμψη των αστικών κέντρων, ενώ παράλληλα θα αποτρέπει την επέκταση της πόλης, μέσω της εκτός σχεδίου δόμησης. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

24 24 1.2) Τα αίτια και οι συνέπειες της αστικής διάχυσης 1.2.1) Τα αίτια της αστικής διάχυσης Η απλή αποσαφήνιση των διαφορετικών ορισμών της αστικής διάχυσης (περιαστιοποίησης) δεν δύναται να αποδώσει επακριβώς τις πραγματικές διαστάσεις και τα χαρακτηριστικά της. Παρόλο που πραγματοποιείται μία γενική προσέγγιση των βασικών αρχών και του χαρακτήρα του φαινομένου, αναδεικνύεται η επιτακτική ανάγκη επικέντρωσης στα αίτια και τις διεργασίες που συμπεριλαμβάνονται κατά τη λειτουργία του. Σύμφωνα με τον Galster et al. (2001), η διάχυση/εξάπλωση ως πρότυπο ή διαδικασία πρέπει να διακρίνεται από τα αίτια που την προκαλούν, καθώς και από τις συνέπειες που αυτή επιφέρει. Ουσιαστικά, καταδεικνύεται ότι η θεωρητική ανάλυση του φαινομένου πρέπει να διαφοροποιείται, εν τέλει, από τη διερεύνηση των αιτιών και των επιπτώσεων του. Ο λεπτομερής εντοπισμός των βασικών αιτών της αστικής διάχυσης διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εξακρίβωση των παραγόντων/συντελεστών από τους οποίους πηγάζει πρωτογενώς το φαινόμενο (Bhatta, 2010). Βέβαια, πέραν της κατανόησης των αιτιωδών σχέσεων που εμπεριέχονται, η ανάλυση χρησιμεύει ιδιαίτερα στον προσδιορισμό και την αντιμετώπιση των αλληλένδετων ζητημάτων που ανακύπτουν στον αστικό χώρο. Τα σύγχρονα αστικά συστήματα θεωρείται ότι «οικειοποιούνται» και καταλαμβάνουν πολύ μεγάλες εκτάσεις προαστιακού αγροτικού χώρου, εξαλείφοντας ζωτικά οικολογικά πλεονεκτήματα της ύπαρξης ανοικτών δημόσιων χώρων και της διασφάλισης της βιωσιμότητας των πόρων. Η εντατική αστική επέκταση και κατ επέκταση η προαστιακή μεγέθυνση συνδέονται άμεσα με σημαντικά κοινωνικοοικονομικά και περιβαλλοντικά ζητήματα (αυξημένες μετακινήσεις, κυκλοφοριακή συμφόρηση, ατμοσφαιρική επιβάρυνση), τα οποία επιφέρουν την αναδιαμόρφωση-ενδυνάμωση του περιαστικού χώρου και τη σταδιακή αποσυμφόρηση του αστικού πυρήνα (Brueckner, 2000). Βέβαια, οι κύριοι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες που προκαλούν τα αναπτυξιακά αυτά φαινόμενα παρουσιάζουν έντονες διαφοροποιήσεις με την πάροδο των ετών, λόγω των συνεχών μεταλλαγών και εξελίξεων στις συνθήκες που επικρατούν στον αστικό χώρο. Ωστόσο, σημειώνεται ότι η (πρωτογενής) αστική μεγέθυνση μπορεί εν Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

25 25 δυνάμει να οδηγήσει επαγωγικά στην εμφάνιση της διάχυσης στον προαστιακό χώρο. Η έννοια και ο χαρακτήρας της αστικής εξάπλωσης εξαρτάται κυρίως από τη μορφή, τη διαδικασία και τις συνέπειες που τη συνοδεύουν στην εκάστοτε χωρική κλίμακα (Bhatta, 2010). Έπειτα από τη μελέτη της σχετικής βιβλιογραφίας, τα βασικά αίτια που διαμορφώνουν το φαινόμενο της αστικής διάχυσης και μεγέθυνσης, μερικά από τα οποία πιο εξειδικευμένα και άλλα γενικότερα, συνοψίζονται και παρατίθενται ως εξής: Πληθυσμιακή μεγέθυνση Ένα από τα σημαντικότερα και διαχρονικά αίτια της αστικής εξάπλωσης θεωρείται η ραγδαία αύξηση του αστικού πληθυσμού. Η πληθυσμιακή μεγέθυνση στον αστικό χώρο αποτελεί φυσικό επακόλουθο δύο καίριων παραγόντων, της φυσικής πληθυσμιακής αύξησης και των τάσεων συγκέντρωσης στις αστικές περιοχές (αστικοποίηση). Στη σύγχρονη εποχή, η μετατόπιση του πληθυσμού από τις αγροτικές (τόποι καταγωγής) στον αστικό και περιαστικό χώρο (εσωτερική μετανάστευση) καθίσταται κύρια αιτία διόγκωσης του φαινομένου της αστικής επέκτασης σε τοπικό αλλά και διεθνές επίπεδο (Bhatta, 2010). Επιπλέον, η διαδικασία πληθυσμιακής μεγέθυνσης και αστικής εξάπλωσης συνδέονται ρητά με συγκεκριμένους παράγοντες απώθησης και έλξης στο χωρικό επίπεδο. Ο αστικός χώρος και η ευρύτερη ζώνη επιρροής (προάστια) θεωρούνται ελκυστικοί τόποι ως προς την παροχή υψηλού επιπέδου διαβίωσης, καλύτερων προοπτικών-ευκαιριών απασχόλησης και οργανωμένων υποδομών και υπηρεσιών. Οι συνθήκες που επικρατούν στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις ωθούν όλο και περισσότερους ανθρώπους, με συνέπεια η μορφή, οι διαστάσεις και η λειτουργία του αστικού χώρου να μεταβάλλονται (αυξητικά) συνεχώς. Η ραγδαία αυτή αστική πληθυσμιακή μεγέθυνση επιφέρει αναπόφευκτα καταστάσεις άναρχης και διάχυτης αστικής εξάπλωσης στον «οικείο» προαστιακό χώρο. Οι πόλεις αυξάνουν (χωρικά) το μέγεθος τους, κατά τρόπο διάσπαρτο και μη ορθολογικό, αποσκοπώντας στη βέλτιστη δυνατή στέγαση και εξυπηρέτηση του αστικού πληθυσμού. Κατά συνέπεια, οι πόλεις τείνουν να μετατραπούν σε χώρους μαζικής αστικής διάχυσης και σημαντικών περιβαλλοντικών προβλημάτων. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

26 26 Οικονομική μεγέθυνση και Παγκοσμιοποίηση Η ραγδαία αύξηση και επέκταση της οικονομικής βάσης συνέβαλε ουσιαστικά στην άνοδο των εισοδημάτων, στην τεχνολογική πρόοδο, στην αύξηση της απασχόλησης και στην εξασφάλιση χαμηλότερων επιβαρύνσεων στις καθημερινές αστικές δραστηριότητες. Οι σημαντικές αυτές μεταβολές δημιούργησαν με τη σειρά τους αυξημένες απαιτήσεις και τάσεις κατασκευής νέων αστικών τεχνικών υποδομών και κυρίως κατοικιών εκ μέρους του πληθυσμού. Επιπλέον, οι χωρικοί σχεδιαστές και οι επιχειρηματίες υποστήριξαν την ταχεία δόμηση νέων κατοικιών και την κατασκευή βασικών αστικών υποδομών (τεχνικές υποδομές, δημόσια κτίρια, οδικά δίκτυα), με αποτέλεσμα να προκληθεί ξαφνικά ένα φαινόμενο ασυνεχούς και μη ορθολογικής αστικής ανάπτυξης (Bhatta, 2010). Επιπρόσθετα, η εγκατάσταση νέων βιομηχανικών μονάδων σε οργανωμένους υποδοχείς των προαστίων διέθετε ως απαραίτητη προδιαγραφή την παροχή και διαμόρφωση ειδικών εγκαταστάσεων στέγασης για τους εργαζόμενους, οι οποίες συνήθως κάλυπταν πολύ μεγάλες εκτάσεις στην εγγύς περιοχή. Η δημιουργία σύγχρονων βιομηχανικών πάρκων μικρής πυκνότητας και χαμηλού ύψους, περιβαλλόμενα από όλες τις απαραίτητες τεχνικές υποδομές, αποτέλεσαν μία από τις κυριότερες αιτίες της αστικής διάχυσης. Ουσιαστικά, τα κτίρια ελαφριά-μεσαίας βιομηχανίας και εμπορικών χρήσεων κατέλαβαν μεγάλες εκτάσεις, χωρίς να υπάρχει ειδικός προγραμματισμός για την αξιοποίηση συγκεκριμένων κενών χώρων για άλλες χρήσεις. Ο Ewing (2008, p.5) αναφέρει χαρακτηριστικά: «η βιομηχανία έχει μετατοπιστεί από την κάθετη στην οριζόντια διαδικασία παραγωγής και οικονομίες κλίμακας/συγκέντρωσης έχουν καταστεί λιγότερο σημαντικές». Γενικότερα, η μεγέθυνση και η αποκέντρωση των πληθυσμών οδήγησε σταδιακά στη διάχυση βασικών αστικών οικονομικών δραστηριοτήτων, οι οποίες βρίσκονται πλέον σε απομακρυσμένες τοποθεσίες του προαστιακού χώρου. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

27 27 Μεταφορές και τεχνικές υποδομές Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης εμφανίστηκε συστηματικά ως αποτέλεσμα των σημαντικών επενδύσεων σε αυτοκινητόδρομους και άλλες μεταφορικές υποδομές υψηλών προδιαγραφών. Οι αναπτυξιακές προτεραιότητες των πόλεων στο επίπεδο των υποδομών επέφεραν ταχύτερες και βολικότερες μετακινήσεις μικρού πλέον κόστους, οι οποίες ώθησαν την μετατόπιση του πληθυσμού στα προάστια. Συνεπώς, οι προαστιακές περιοχές αποτέλεσαν όλο και περισσότερο ελκυστικούς προορισμούς στα πλαίσια των κατευθύνσεων αστικής χωρικής ανάπτυξης (Brueckner, 2000). Επίσης, η αισθητή άνοδος του ατομικού εισοδήματος έδωσε τη δυνατότητα απόκτησης νέων προαστιακών κατοικιών κυρίως στις οικογένειες. Η κατασκευή οδικών αξόνων υψηλής ταχύτητας παράλληλα με τη ραγδαία αύξηση της ιδιοκτησίας και χρήσης αυτοκινήτου βελτίωσαν ιδιαίτερα την προσβασιμότητα των απομακρυσμένων περιοχών. Τα όρια του αστικού ιστού μεταβάλλονταν συνεχώς και η μετατόπιση προς τον εξωαστικό χώρο πραγματοποιήθηκε αυθαίρετα και με διάχυτη μορφή (Ewing, 2008). Επιπλέον, χαρακτηριστική θεωρείται η εμφάνιση της «προαστιοποίησης της εργασίας», η οποία οφείλεται κυρίως στους μεταφορικούς προσανατολισμούς και τις πολιτικές που υιοθετήθηκαν εκ μέρους των μεγάλων επιχειρήσεων. Η επιλογή και προτίμηση των προαστιακών τοποθεσιών βασίστηκε στο χαμηλό κόστος των μεταφορών και στην εύκολη προσβασιμότητα όλων των περιοχών, δημιουργώντας τις απαραίτητες προϋποθέσεις προσέλκυσης νέου εργατικού δυναμικού. Γενικότερα, οι διασυνδέσεις μεταξύ των κατοικημένων και των βιομηχανικών/εμπορικών περιοχών στον αστικό διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην προώθηση της διάχυσης (EEA, 2006). Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι στις περισσότερες πόλεις οι βιομηχανικές/εμπορικές περιοχές και οι μεταφορικοί άξονες καθίστανται κινητήριο μοχλοί της αστικής διάχυσης, ανεξάρτητα από τις αιτιακές σχέσεις που υφίστανται κατά περίπτωση. Βέβαια, οι νέες επενδύσεις στις μεταφορές και ιδιαίτερα στην κατασκευή αυτοκινητοδρόμων αποτελούν εν δυνάμει αιτία μελλοντικών φαινομένων περαιτέρω αστικής επέκτασης και διάχυσης στις εγγύς προαστιακές περιοχές. Οι συνθήκες αυτές, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή ανάπτυξη και παραμέληση των δημόσιων μεταφορών ενδυναμώνει ακόμη Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

28 28 περισσότερο τις ήδη έντονες τάσεις απόκτησης και χρήσης ιδιωτικού αυτοκινήτου. Τέλος, τα υφιστάμενα καθεστώτα χρήσεων γης και τα πρότυπα μεταφορών στον αστικό χώρο αλληλεπιδρούν και αλληλοεξαρτώνται με ποικίλους τρόπους, ασκώντας σημαντικές επιρροές στις μαζικές τάσεις-επιδιώξεις αστικής διάχυσης (EEA, 2006). Προσδοκώμενες εκτιμήσεις αξιών και διαθεσιμότητα προαστιακής (αγροτικής) γης Στα πλαίσια μικρο-οικονομικών αναλύσεων, οι περιοχές εντός του αστικού πυρήνα χαρακτηρίζονται διαχρονικά από ιδιαίτερα υψηλές τιμές, γεγονός που αναγκάζει τους σχεδιαστές/επιχειρηματίες αλλά και τους κατοίκους στην αναζήτηση προαστιακής γης με σκοπό την κατασκευή ή απόκτηση κατοικιών. Οι τιμές των προαστιακών (αμιγώς) αγροτικών γαιών κρίνονται παγκοσμίως χαμηλότερες συγκριτικά με τις αστικές ζώνες κατοικίας και ανάπτυξης εμπορικών λειτουργιών-υπηρεσιών, αποτελώντας αρκετά ελκυστικούς στόχους για τους επενδυτές και σχεδιαστές (ΕΕΑ, 2006). Οι προσδοκίες υψηλών αξιών γης για τις εξωαστικές περιοχές ωθούν πολλούς ιδιοκτήτες στη διατήρηση των εκτάσεων τους εκτός της αγοράς. Όπως είναι φυσικό, η στάση και οι επιδιώξεις των τοπικών ιδιοκτητών ποικίλει ανάλογα με τη θέση, τις εκτιμήσεις και την αναπτυξιακή καταλληλότητα των αγροτικών εκτάσεων που διαθέτουν, διαμορφώνοντας σε αρκετές περιπτώσεις ένα ασυνεχές και διάσπαρτο μοτίβο χωρικής ανάπτυξης των προαστίων (Bhatta, 2010). Συνεπώς, ο ανταγωνισμός μεταξύ των επενδυτώνεπιχειρηματιών και των τοπικών ιδιοκτητών συμβάλει καταλυτικά στον καθορισμό των χωρικών διαστάσεων του αστικού χώρου. Όπως τονίζει σχετικά ο Brueckner (2000), η αστική μεγέθυνση και εξάπλωση δεν μπορεί να θεωρηθεί μία αυθαίρετη διαδικασία, η οποία στοχεύει στην οικειοποίηση τεράστιων προαστιακών αγροτικών εκτάσεων χωρίς να λαμβάνει σοβαρά υπόψη την αξίας τους. Ωστόσο, η συνάρτηση μεταξύ αστικών και αμιγώς προαστιακών χρήσεων εντός του ευρύτερου αστικού χώρου τείνει στην υπερίσχυση και εδραίωση των αστικών λειτουργιών, υπαγορεύοντας σημαντικές κατευθύνσεις χωρικής ανάπτυξης που εν τέλει οδηγούν στην εμφάνιση του φαινομένου της αστικής διάχυσης. Σε γενικότερο επίπεδο, μπορεί να θεωρηθεί ότι όσο υψηλότερος είναι ο βαθμός της αστικής μεγέθυνσης Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

29 29 και εξάπλωσης σε μία μητροπολιτική περιοχή τόσο μεγαλύτερες καθίστανται οι εκτιμώμενες αξίες γης του προαστιακού χώρου. Άμεση απόρροια αυτών των συνθηκών αποτελεί η διατήρηση και η δυσκολία απόκτησης των απαιτούμενων αγροτικών εκτάσεων, γεγονός που οδηγεί αναμφίβολα σε καθεστώτα διάσπαρτης αστικής επέκτασης (Bhatta, 2010). Απαιτήσεις καλύτερου επιπέδου διαβίωσης και κόστος ιδιοκτησίας Στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις παρατηρείται το φαινόμενο σημαντικής έλλειψης επαρκών χώρων διαβίωσης, γεγονός που ενθαρρύνει τους κατοίκους για εύρεση κατάλληλων και ποιοτικότερων χώρων στα εγγύς προάστια. Βέβαια, το χαμηλότερο κόστος ιδιοκτησίας στον προαστιακό χώρο εδραιώνει σημαντικά τις προαναφερόμενες τάσεις αστικής εξάπλωσης (Bhatta, 2010). Παρόλα αυτά, η πληθυσμιακή πυκνότητα καθίσταται μείζον ζήτημα στο φαινόμενο της αστικής διάχυσης, χωρίς να δίδεται πρωταρχική σημασία στα πρότυπα και καθεστώτα κατανάλωσης στις οικιστικές επεκτάσεις (Acioly and Davidson, 1996). Γενικότερα, οι περιπτώσεις που χαρακτηρίζονται από ταχείς και χαμηλής πυκνότητας οικιστικές επεκτάσεις αποτελούν κύρια ένδειξη του φαινομένου της αστικής διάχυσης (Bhatta, 2010). Από την άλλη πλευρά, τα κόστη διαβίωσης και ιδιοκτησίας κρίνονται υψηλότερα εντός του αστικού πυρήνα σε σύγκριση με τα προάστια. Βέβαια, η πλειοψηφία του αστικού πληθυσμού την εγκατάσταση ή την μετατόπιση εντός του αστικού ιστού, ωστόσο τα υφιστάμενα ιδιοκτησιακά καθεστώτα τον ωθούν στον εξωαστικό χώρο. Μία παρεμφερής αιτία της αστικής διάχυσης δύναται να αποτελέσει η «προσιτή στέγαση». Ο συγκεκριμένος όρος παραπέμπει στις οικιστικές μονάδες-κατοικίες των οποίων τα συνολικά κόστη κρίνονται προσιτά για το μεσαίο οικογενειακό εισόδημα. Επίσης, η έννοια του προσιτού αναφέρεται ως δείκτης της ικανότητας απόκτησης και συντήρησης ενός αριθμού κατοικιών εκ μέρους της μεσαίας εισοδηματικής αστικής τάξης. Η έλλειψη προσιτής και κατάλληλης στέγασης υποχρεώνει τους ανθρώπους στη στροφή προς τις περιαστικές περιοχές (Bhatta, 2010). Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

30 30 Κοινωνικο-δημογραφικοί παράγοντες Αρχικά, σημειώνεται ότι εκτός από το κύριο ζήτημα της πληθυσμιακής μεγέθυνσης-πίεσης, υφίστανται σημαντικοί κοινωνικοί παράγοντες που καθορίζουν διαχρονικά την εξωτερική οικιστική επέκταση των πόλεων. Πιο συγκεκριμένα, οι οικογένειες με πολλά μέλη αποτελούν ως επί το πλείστον τον κινητήριο μοχλό μετατόπισης και μετεγκατάστασης από τον αστικό πυρήνα στα προάστια (EEA, 2006). Η κατασκευή μεγάλων μονοκατοικιών σε ιδιόκτητες εκτάσεις καθίσταται βασικό χαρακτηριστικό αυτών των καταστάσεων, με αποτέλεσμα την ενδυνάμωση των περιοχών υποδοχής και τη στροφή προς την κατεύθυνση της οριζόντιας αστικής εξάπλωσης (Bhatta, 2010). Αντιθέτως, οι ηλικιωμένοι και οι μικρές οικογένειες παραμένουν εντός των αστικών κέντρων. Επιπρόσθετα, η άνοδος των ατομικών και οικογενειακών εισοδημάτων τα τελευταία χρόνια οδήγησε στην τάση απόκτησης ανεξάρτητων μονοκατοικιών στις προαστιακές περιοχές με τη μορφή κυρίως επενδυτικής δραστηριότητας (δεύτερη κατοικία). Βέβαια, σε αυτή την κατάσταση συνετέλεσαν και οι χαμηλότερες αξίες γης και οι ευοίωνες επενδυτικές προοπτικές που, όπως προαναφέρθηκε χαρακτηρίζουν τις προαστιακές συγκριτικά με τις αστικές περιοχές (Couch and Karecha, 2006). Ακόμα, η επιμονή της προαστιοποίησης σε συνδυασμό με τις αρχές της περιφερειακής (πολυκεντρικής) ανάπτυξης εντείνουν τη συνεχή ζήτηση προαστιακών κατοικιών και αποτελούν κινητήρια δύναμη της αστικής διάχυσης. Ειδικότερα, η διόγκωση των κοινωνικοοικονομικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων στο εσωτερικό των πόλεων σε αντίθεση με την ζωτικής σημασίας έλξη των προαστίων, διαμορφώνουν δυναμικές συνθήκες ώθησης προς την αστική επέκταση και διάχυση αντίστοιχα. Οι αστικοί πυρήνες θεωρούνται πλέον ιδιαίτερα επιβαρυμένοι, θορυβώδεις και σημαντικά ανασφαλείς (ΕΕΑ, 2006). Το δομημένο αστικό περιβάλλον χαρακτηρίζει επίσης μη ελκυστικό, λόγω της έλλειψης δημόσιων χώρων πρασίνου-αναψυχής και του ανεπαρκούς πολεοδομικού σχεδιασμού. Η ανεργία, η φτώχεια, η κοινωνική εξαθλίωση και τα αυξημένα περιβαλλοντικά ζητήματα που μαστίζουν τον ενδοαστικό ιστό καθίστανται καίριοι συντελεστές απώθησης του αστικού πληθυσμού (κυρίως των οικογενειών) στις περιαστικές και προαστιακές περιοχές της πόλης. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

31 31 Αναπτυξιακά-ρυθμιστικά πλαίσια και πολιτικές Η έλλειψη ορθολογικών και σταθερών πολιτικών βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού δύναται να συνεισφέρει στην εμφάνιση του φαινομένου της αστικής διάχυσης. Ο γενικός πολεοδομικός σχεδιασμός προβλέπει τον καθορισμό διακριτών ζωνών-χρήσεων γης (π.χ. κατοικία, εμπόριο, βιομηχανία) στον αστικό και εξωαστικό χώρο, διαμορφώνοντας συγκεκριμένες ανάγκες καθημερινών μετακινήσεων. Η υψηλή εξάρτηση από τα μέσα μεταφορών σε συνδυασμό με τη «ζωνοποίηση» των περιοχών κατοικίας και εργασίας-υπηρεσιών ενδέχεται να επιφέρουν συνθήκες αστικής διάχυσης. Βέβαια, η πρόκληση αυτού του φαινομένου οφείλεται κυρίως στις προβλέψεις και τις κατευθύνσεις των πλαισίων αστικού σχεδιασμού, με την υιοθέτηση μικτών σχημάτων χρήσεων γης να καθίσταται σύγχρονη πρακτική (Bhatta, 2010). Επιπλέον, οι περιοριστικές πολιτικές χρήσεων γης και οι διαφοροποιήσεις διοικητικής δικαιοδοσίας μεταξύ των τοπικών αυτοδιοικήσεων, αναφορικά με την αστική ανάπτυξη, τις υποδομές και τις υπηρεσίες, ενδέχεται να καταλήξει σε καθεστώτα ασυνεχούς και διάσπαρτης ανάπτυξης. Σύμφωνα με τον Ewing (2008), η ρύθμιση των προαστιακών χρήσεων γης ενθαρρύνει την χαμηλή πυκνότητα δόμησης και τον έντονο διαχωρισμό των χρήσεων, με άμεση απόρροια την διαμόρφωση συνθηκών αστικής διάχυσης. Σε γενικότερη βάση, η πρόβλεψη, η κατάρτιση και η εφαρμογή πρωτίστως κατάλληλων και ορθολογικών σχεδίων αστικού και βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού αποτελεί σημαντικό βήμα αντιμετώπισης των φαινομένων άναρχης αστικής ανάπτυξης και διάχυσης αντίστοιχα. Σε τελική φάση, παρατίθενται συγκεντρωτικά οι κύριοι παράγοντες της αστικής διάχυσης ομαδοποιημένοι κατάλληλα, σύμφωνα με την παραπάνω λεπτομερή παρουσίαση. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

32 32 1. Μακρο-οικονομικοί παράγοντες 4. Ενδοαστικά προβλήματα/ζητήματα Οικονομική μεγέθυνση Παγκοσμιοποίηση Χωρική Ολοκλήρωση (Ευρώπη, ΗΠΑ) Κακή ποιότητα αέρα Θόρυβος Μικρά διαμερίσμστα 2. Μικρο-οικονομικοί παράγοντες Μη ασφαλές αστικό περιβάλλον Άνοδος βιοτικού επιπέδο/προτύπων διαβίωσης Αξίες γης Διαθεσιμότητα φθηνών αγροτικών εκτάσεων Ανταγωνισμός μεταξύ ιδιοκτητών, επιχειρηματιών και τοπικών αυτοδιοικήσεων Κοινωνικά προβλήματα/διαχωρισμοί Έλλειψη ανοικτών χώρων πρασίνου Κακή ποιότητα εγκαταστάσεων εκπαίδευσης 5. Μεταφορές 3. Δημογραφικοί παράγοντες Υψηλή κατοχή ιδιωτικού οχήματος Πληθυσμιακή μεγέθυνση/αύξηση Αύξηση νοικοκυριών Υψηλές απαιτήσεις στέγασης-χώρου Πίνακας 1.1 Παράγοντες που προκαλούν την αστική διάχυση Διαθεσιμότητα οδικού δικτύου 6. Ρυμθιστικα/Κανονιστικά Πλαίσια Ελλιπής σχεδιασμός χρήσεων γης Χαμηλό κόστος καυσίμων (παλαιότερα) Κακή ποιότητα μέσων μαζικής μεταφοράς Ανεπαρκής εφαρμογή υφιστάμενων σχεδίων Έλλειψη οριζόντιας και κάθετης συνεργασίας και συντονισμού Πηγή: European Environmental Agency (2006), Urban Sprawl in Europe: The ignored challenge, EEA Report 1.2.2) Οι συνέπειες της αστικής διάχυσης Αρχικά, από την περιγραφή των χαρακτηριστικών και της διαδικασίας του φαινομένου της αστικής διάχυσης, καθίσταται σαφές ότι ενδέχεται να επιφέρει θετικό αλλά και αρνητικό αντίκτυπο. Ωστόσο, οι αρνητικές επιπτώσεις της διάχυσης θεωρούνται ως βασικό ζήτημα μελέτης, καθώς το φαινόμενο συνοδεύεται συνήθως από ανοργάνωτη και διάσπαρτη επέκταση στον προαστιακό χώρο (Bhatta, 2010). Αντιθέτως, στα θετικά αποτελέσματα συμπεριλαμβάνονται η υψηλή οικονομικήπαραγωγική βάση, οι ευκαιρίες-προοπτικές απασχόλησης, καθώς και η βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης. Σε γενικότερο πλαίσιο, όμως, οι εντεινόμενες αρνητικές επιβαρύνσεις από την αστική ανάπτυξη και διάχυση υπερκαλύπτουν ως επί το Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

33 33 πλείστον τις οποιεσδήποτε θετικές επιπτώσεις που τις συνοδεύουν. Το φαινόμενο της άναρχης και διάχυτης ανάπτυξης αποτελεί μείζον ζήτημα των μεγαλουπόλεων, κυρίως σε περιαστικά τμήματα χαμηλών εισοδηματικών τάξεων και σε προαστιακές περιοχές. Ένα από τα πιο σημαντικά επακόλουθα της ραγδαίας αστικής εξάπλωσης αποτελεί η αύξηση της κυκλοφορίας και κατ επέκταση η «οικειοποίηση» των τοπικών πόρων και η παρακράτηση δημόσιων ανοικτών χώρων. Οι μεταβολές του αστικού περιβάλλοντος και η μικρο-κλιματική αλλαγή αποτελούν εν μέρει ευθύνη της αστικής διάχυσης μέσω της συνεχούς και άναρχης διαμόρφωσης της χωροταξικής δομής-οργάνωσης των πόλεων (Bhatta, 2010). Παρόλα αυτά, οι ενδείξεις των αυξανόμενων περιβαλλοντικών επιπτώσεων της διάχυσης πληθαίνουν με την πάροδο των ετών. Στο σημείο αυτό θεωρείται απαραίτητο να τονιστεί ότι οι πηγές και οι επιπτώσεις της αστικής διάχυσης είναι πλήρως συνδεδεμένες και συμβατές με την έννοια και της αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης σχετικά τη λειτουργία του αστικού περιβάλλοντος και των οικείων οικοσυστημάτων (EEA, 2006). Συνεπώς, οι συνέπειες και ο γενικότερος αντίκτυπος του φαινομένου της αστικής διάχυσης αξιολογείται βάσει καίριων κοινωνικοοικονομικών, αναπτυξιακών και περιβαλλοντικών παραμέτρων, οι οποίες διαρθρώνονται ως εξής: Οικολογικές-Περιβαλλοντικές επιπτώσεις Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (EEA, 2006, p.30), «η διαδικασία αστικής ανάπτυξης περιλαμβάνει την ουσιαστική κατανάλωση πολυάριθμων φυσικών πόρων». Από αυτούς, η οικειοποίηση μεγάλων εκτάσεων γης και συνεχής κατανάλωσης υλικών και καυσίμων καθίστανται μείζονα ζητήματα, καθώς ανήκουν πρακτικά στην κατηγορία των μη ανανεώσιμων πόρων. Επιπλέον, η μετατροπή των αγροτικών χρήσεων γης σε κατοικήσιμες εκτάσεις ή τεχνικές υποδομές κρίνεται μόνιμη και δύσκολα αναστρέψιμη. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι οι τάσεις αστικής διάχυσης υπαγορεύουν συνήθως αυξανόμενες απαιτήσεις για πρώτες ύλες που παράγονται σε μακρινές περιοχές και χρήζουν άμεσης μεταφοράς (EEA, 2006). Παράλληλα, η διάσπαρτη και εκτεταμένη εξάπλωση μπορεί να προκαλέσει κρίσιμες μεταβολές στις ιδιότητες, την ικανότητα και τη λειτουργία των αγροτικών εδαφών. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

34 34 Αρχικά, άμεση απόρροια της αυξανόμενης εκμετάλλευσης εκτάσεων γης και των χαμηλών πυκνοτήτων κατά τη διαδικασία της διάχυσης, καθίσταται η το φαινόμενο υψηλών απαιτήσεων ενεργειακής κατανάλωσης. Γενικά, οι συμπαγείς αστικές μορφές με μεγάλες πληθυσμιακές πυκνότητες κρίνονται ενεργειακά αποδοτικότερες, καθώς απαιτούν μικρότερες και λιγότερο χρονοβόρες μετακινήσεις (ΕΕΑ, 2006). Παρόλο που η χρήση των ιδιωτικών οχημάτων δεν θεωρείται ιδιαίτερα αποδοτική εντός του αστικού ιστού, λόγω της συχνής κυκλοφοριακής συμφόρησης, η κατανάλωση καυσίμων είναι αισθητά χαμηλότερη από τις μετακινήσεις στα προάστια. Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης αντανακλά έναν μεγάλο αριθμό καθημερινών μετακινήσεων από τα προάστια στο αστικό κέντρο και αντίστροφα. Συνεπώς, απαιτείται (υποχρεωτικά) αυξανόμενη χρήση του αυτοκινήτου και υψηλή κατανάλωση καυσίμων, στοιχεία που οδηγούν αναπόφευκτα σε συνθήκες κυκλοφοριακής συμφόρησης και περιβαλλοντικής επιβάρυνσης. Ουσιαστικά, η επεκτεινόμενη πόλη διακρίνεται από αναποτελεσματική και υποχρεωτική χρήση ιδιωτικών οχημάτων, η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί και ως ανεπαρκής συγκριτικά με τα δημόσια μέσα μεταφορών (EEA, 2006). Η αστική διάχυση αποτελεί σημαντικό παράγοντα ατμοσφαιρικής ρύπανσης, λόγω κυρίως των σύγχρονων προτύπων κατανάλωσης πόρων και ανεξαρτησίας μετακινήσεων (ιδιωτικά αυτοκίνητα). Συμβάλει δυναμικά στην υποβάθμιση της ποιότητας του αστικού αέρα μέσω της υποστήριξης των ιδιωτικών μεταφορών σε συνδυασμό με τη συνεχή εκπομπή επικίνδυνων αέριων ρυπαντών (μονοξείδιο του άνθρακα, διοξείδιο του άνθρακα, όζον, διοξείδιο του θείου, νιτρικά οξέα και λοιπές οργανικές ενώσεις- Stoel, 1999). Η χαμηλής πυκνότητας αστική εξάπλωση φαίνεται θεωρητικά να ευνοεί τη βελτίωση των περιβαλλοντικών συνθηκών, όμως οι Kahn και Schwarz (2008) αναφέρουν ότι η υποβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος εντείνεται και σε αυτή την περίπτωση. Άμεσο επακόλουθο των προαναφερόμενων συνθηκών είναι η παρεμπόδιση της οικολογικής ανάπτυξης, η πρόκληση ατμοσφαιρικού νέφους και όξινης βροχής, καθώς και τα ανθρώπινα προβλήματα υγείας (Bhatta, 2010). Ειδικότερα, όπως υποστηρίζουν οι Weng et al. (2007) και Wang et al. (2003), η θετική συσχέτιση της θερμοκρασίας της γης με το ποσοστό δόμησης των επιφανειών οδηγείς το συμπέρασμα ότι η θερμοκρασία των οικιστικών επεκτάσεων Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

35 35 αυξάνεται συγκριτικά με τις προαστιακές (αγροτικές) περιοχές. Οι δομημένες επιφάνειες (κατοικίες, οδικοί άξονες, βιομηχανικές εγκαταστάσεις) απορροφούν μεγαλύτερη θερμότητα, με συνέπεια η αστική διάχυση να επεκτείνει το φαινόμενο σε ένταση και σε χωρική διάσταση (Bhatta, 2010). Επιπρόσθετα, οι συνθήκες θερμικής επιβάρυνσης και μικρο-κλιματικής (αστικής) αλλαγής εντείνονται σε μεγαλύτερο βαθμό εξαιτίας διαφορετικών παραγόντων που σχετίζονται με την μητροπολιτική εξάπλωση (αύξηση οχημάτων, μετακινήσεων, κατανάλωση πόρωνκαυσίμων). Αναφορικά με την ποσότητα και ποιότητα των υδάτων, η αστική διάχυση οδηγεί στην αδυναμία απορρόφησης των όμβριων υδάτων και παράλληλα ανανέωσης του υπόγειου υδρολογικού δικτύου. Οι αστικές περιοχές και οι νεόδμητες οικιστικές επεκτάσεις (προάστια) τίθενται σε ενδεχόμενο κίνδυνο πλημμύρας και διάβρωσης λόγω της ανεπάρκειας συλλογής και απόθεση των υδάτων στους αντίστοιχους υδροφορείς-υποδοχείς (Jacquin et al., 2008). Ακόμα, σε περιπτώσεις έντονων βροχοπτώσεων οι αυξημένες ροές υδάτων σε συνδυασμό με το πλήθος ρυπαντών εντός του αστικού ιστού, μπορεί να επιβαρύνουν σημαντικά το αστικό περιβάλλον και τα οικεία οικοσυστήματα. Η κατάσταση αυτή επιδρά σημαντικά στην ανθρώπινη καθημερινότητα, καθώς ελλοχεύουν κίνδυνοι μόλυνσης των τροφών και ρύπανσης των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων. Επιπλέον, η συγκέντρωση οικιακών, εμπορικών και βιομηχανικών χρήσεων σε περιοχές ανεξέλεγκτων αστικών επεκτάσεων επιφέρει μεταβολές και αλλοίωση των οικείων οικοσυστημάτων (Grimm et al., 2000). Η διάσπαρτη αστική ανάπτυξη δεν περιορίζεται μόνο στην οικειοποίηση δασικών, αγροτικών εκτάσεων και ανοικτών χώρων, αλλά επιπλέον συμβάλει στον κατακερματισμό της γης και στην διατάραξη (ασυνέχεια) των οικοσυστημάτων (Lassila, 1999; Mc Arthur and Wilson, 1967; O Connor et al., 1990). Η εμβέλεια της αστικής διάχυσης στις προαστιακές περιοχές αποκτά ουσιαστικό αντίκτυπο στην απώλεια και επιβάρυνση των ενδιαιτημάτων άγριας ζωής και των φυσικών οικοσυστημάτων αντίστοιχα. Ενδεικτικά, σημειώνεται ότι οι οδικοί άξονες και οι συναφείς αναπτυξιακές υποδομές (κατοικίες, εγκαταστάσεις, δίκτυα αποχέτευσης, ηλεκτρισμού, αγωγοί,) διακόπτουν τη συνέχεια των φυσικών περιοχών, προσδίδοντας σημαντικές διαστάσεις στο ζήτημα της οικολογικής αστάθειας. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

36 36 Η αστική ανάπτυξη και ειδικότερα η διάχυση συμβάλουν δυναμικά στην απώλεια αμιγώς αγροτικών εκτάσεων και ανοικτών χώρων. Οι εκτάσεις αυτές αποτελούν μη ανανεώσιμες πηγές πόρων και χρήζουν διαρκούς αποκατάστασης και διατήρησης, καθώς διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο στη λειτουργία των ανθρώπινων και οικολογικών (φυσικών) διεργασιών. Οι διάχυτες πόλεις απειλούν τις πλούσιες παραγωγικές εκτάσεις, εκτοπίζοντας τις παραδοσιακές δραστηριότητες και επιχειρώντας των εγκαθίδρυση νέων καθεστώτων χρήσεων γης (EEA, 2006). Επίσης, ο συνδυασμός των φορολογικών επιπέδων και των στοχευμένων πολιτικών χρήσεων γης διαμορφώνουν «τεχνητές» οικονομικές πιέσεις που ωθούν τους ιδιοκτήτες στην πώληση των εκτάσεων στα πλαίσια της οικιστικής επέκτασης (Bhatta, 2010). Η απώλεια μεγάλων παραγωγικών εκτάσεων προς την επιδίωξη της άναρχης δόμησης, αντανακλά σημαντικές ζημίες στις εν δυνάμει πηγές τροφίμων, υποβάθμιση της βιοποικιλότητας και διάσπαση του (οικείου) αστικού περιβάλλοντος. Κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις Από κοινωνικής σκοπιάς, η αστική διάχυση επιφέρει έναν ιδιαίτερο διαχωρισμό της οικιστικής ανάπτυξης, ανάλογα με το επίπεδο εισοδήματος, οδηγώντας αναπόφευκτα σε ευρύτερες κοινωνικές και οικονομικές διαφοροποιήσεις. Ο κοινωνικοοικονομικός χαρακτήρας των νεόδμητων προαστιακών περιοχών (επεκτάσεις) υπαγορεύει την ύπαρξη οικογενειών μεσαίου και ανώτερου εισοδηματικού επιπέδου, οι οποίες έχουν πολλά μέλη και διακρίνονται από ανεξαρτησία μετακινήσεων και έντονο τρόπο ζωής (EEA, 2006). Σε πολλές περιπτώσεις, ο κοινωνικός διαχωρισμός που συνδέεται με την αστική διάχυση μπορεί να επιφέρει μία εμφανή διαίρεση της πόλης μεταξύ του αστικού πυρήνα και των περιαστικών περιοχών της. Το εσωτερικό της πόλης χαρακτηρίζεται από χαμηλό βιοτικό επίπεδο, πολύ υψηλές πυκνότητες κατοίκισης, γήρανση του πληθυσμού και ιδιαίτερη αύξηση των μεταναστών. Αντιθέτως, στον εξωαστικό χώρο η κατάσταση διαφοροποιείται αισθητά, ωστόσο τα κοινωνικοοικονομικά ζητήματα δεν σχετίζονται απαραίτητα μόνο με τα αστικά κέντρα. Συγκεκριμένα, η διαμόρφωση και η λειτουργία των οικιστικών επεκτάσεων ενδέχεται να Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

37 37 δημιουργήσουν σημαντικές ελλείψεις, αναφορικά με τις συνθήκες διαβίωσης και την ποιότητα του περιβάλλοντος στον προαστιακό χώρο (EEA, 2006). Σε οικονομικό επίπεδο, η αστική διάχυση θεωρείται μία αρκετά δαπανηρή αναπτυξιακή διαδικασία, λόγω του επιπρόσθετου κόστους επέκτασης των τεχνικών υποδομών (οδικοί άξονες, κοινωφελή-κοινόχρηστα δίκτυα), των υψηλών δαπανών των νοικοκυριών για μετακινήσεις μεταξύ κατοικίας και εργασίας, καθώς και του κόστους των επιχειρήσεων στις επεκτεινόμενες περιοχές με ανεπαρκείς υποδομές (EEA,2006). Σύμφωνα με ασφαλείς μελέτες, καταδεικνύεται ότι το κόστος των υποδομών σε επίπεδο οικισμού μειώνεται σταδιακά όσο παρατηρείται αύξηση των πυκνοτήτων κατοίκησης (Ewing, 2008). Παράλληλα, η ευθύνη και οι επιδιώξεις των σχεδιαστών/επιχειρηματιών αναφορικά με τα κόστη-φόρους ιδιοκτησίας, θέτουν στο προσκήνιο το ζήτημα της οικονομικής αποδοτικότητας στις χαμηλής πυκνότητας οικιστικές επεκτάσεις. Συνθήκες αναποτελεσματικότητας δύνανται επίσης να παρατηρηθούν στη λειτουργία και συντήρηση των και στην παροχή υπηρεσιών, καθώς η διάχυτη ανάπτυξη διέπεται από υψηλότερες απαιτήσεις και συναφή λειτουργικά κόστη (Brueckner, 2000). Επιπλέον, σημειώνεται ότι το κατασκευαστικό, λειτουργικό και διαχειριστικό κόστος των υποδομών και υπηρεσιών διαφοροποιείται όχι τόσο με βάση την πυκνότητα κατοίκησης, αλλά ανάλογα με το βαθμό εγγύτητας με τις υπάρχουσες αναπτυξιακές κατευθύνσεις (Stone, 1973; RERC, 1974; Downing and Gustely, 1977; Peiser, 1984). Σε γενικότερο πλαίσιο, η έλλειψη οικονομικής αποδοτικότητας συνδέεται άρρηκτα με τα στοχευμένα καθεστώτα αστικού σχεδιασμού, τα οποία διαμορφώνουν συνθήκες διάχυσης (χρήσεις γης) και τάσεις μετατόπισης και μετασχηματισμού της οικονομικής δραστηριότητας (EEA, 2006). Διευρύνοντας την ανάλυση του συνολικού αντίκτυπου της αστικής διάχυσης, αναφέρεται αρχικά ότι ένα από τα παραδοσιακά κίνητρα της καθίσταται η πρόσβαση και επαφή με τη φύση. Κατά την πάροδο των τελευταίων δεκαετιών, παρατηρείται η τάση των αστικών πληθυσμών για διαβίωση εντός των οικείων οικοσυστημάτων (δέντρα, φυσική βλάστηση, πανίδα, οξυγόνο), γεγονός που ώθησε στην μετατόπιση στον προάστια. Η εγγύτητα με τη φύση δύναται να επιφέρει πνευματικά και αισθητικά οφέλη με άμεσο αντίκτυπο στην υγεία και την υιοθέτηση νέου τρόπου ζωής (Frumkin, 2002). Ωστόσο, η αστική διάχυση ευθύνεται σημαντικά Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

38 38 για τις αρνητικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία (Frumkin, 2002; Sturm and Cohen, 2004). Ένα από τα κύρια της γνωρίσματα αποτελεί η άρρηκτη διασύνδεση μεταξύ της χαμηλής πυκνότητας ανάπτυξης και της ανεξαρτησίας μετακινήσεων αντίστοιχα. Από τη μία πλευρά, η αυξανόμενη (ιδιωτική) χρήση οχημάτων σχετίζεται άμεσα με τους σημαντικούς κινδύνους για την υγεία, όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση, τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα και οι συχνοί τραυματισμοί οδηγών-πεζών (Frumkin, 2002). Η προσέλκυση πλήθους εμπορικών και βιομηχανικών χρήσεων στον προαστιακό χώρο, ως αποτέλεσμα της διάχυσης, οδηγεί αναπόφευκτα σε συνθήκες υψηλής κυκλοφοριακής συμφόρησης και μειωμένης κοινωνικής διάδρασης και αλληλεπίδρασης (Brueckner, 2000; Ewing, 1997; Pedersen et al., 1999; Wasserman, 2000). Επιπλέον, η εξάρτηση της αστικής διάχυσης από το αυτοκίνητο και τις μετακινήσεις μακρινών αποστάσεων ενδέχεται να έχει σημαντικές επιβαρύνσεις στην ψυχολογική υγεία των ανθρώπων. Τα χαρακτηριστικά που συνοδεύουν την πολεοδομική οργάνωση των αστικών επεκτάσεων είναι κυρίως, οι αυτοκινητόδρομοι πολλών λωρίδων ταχείας κυκλοφορίας, η ύπαρξη πολυάριθμων κόμβων, το πυκνό οδικό δίκτυο και οι πολυπλοκότητα χρήσεων γης (Bhatta, 2010). Συνεπώς, η έλλειψη εναλλακτικών μέσων μεταφοράς, χώρων πρασίνου, πεζόδρομων, μονοπατιών και ο μονότονος σχεδιασμός διαμορφώνουν συχνά ένα αίσθημα ανασφάλειας και ψυχικής επιβάρυνσης, γεγονός εντελώς αντίθετο από τα «ιδανικά-αξίες» του εξωαστικού χώρου. Τέλος, από την άποψη της κοινωνικής υγείας, η χαμηλής πυκνότητας ανάπτυξη επικρίνεται ευρύτατα για τη μείωση των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και τη διατάραξη των τυπικών ανθρώπινων κοινωνικών δραστηριοτήτων (Ewing, 1997; Putnam, 2000). Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

39 39 1.3) Η συνεκτικότητα «αντιμέτωπη» με τη διάχυση Όπως αναλύθηκε εκτενέστερα στο υπο-κεφάλαιο 1.1, η ανθρωπότητα βιώνει μία συνεχή διαδικασία αστικής ανάπτυξης-εξάπλωσης κατά τις τελευταίες δεκαετίες, λόγω των ραγδαίων εξελίξεων/μεταβολών που επέφερε η επικράτηση της παγκοσμιοποίησης και της οικονομικής μεγέθυνσης. Στη σύγχρονη εποχή, αυτό που πραγματικά συμβαίνει, χαρακτηρίζεται από τη μαζική μετατόπιση στις αστικές συγκεντρώσεις σε συνδυασμό με τις τάσεις αποκέντρωσης εντός των μητροπολιτικών περιοχών (Neuman, 2005). Η συγκέντρωση του πληθυσμού και των δραστηριοτήτων στις αστικές περιοχές περιέχει εν γένει πολλά πλεονεκτήματα, ωστόσο υφίσταται και η δυνατότητα εγκατάστασης στα προάστια (ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή) αποσκοπώντας στην αποφυγή του πυκνοκατοικημένου αστικού πυρήνα. Σύμφωνα με τον Neuman (2005), αναδεικνύεται μία σύγχυση μεταξύ της αστικής έλξης και της προαστιακής βιωσιμότητας, φαινόμενο το οποίο θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολο να αποκωδικοποιηθεί πλήρως. Παρόλα αυτά, πραγματοποιούνται συνεχείς προσπάθειες ανάσχεσης της διάχυσης και βελτίωσης της αστικής βιωσιμότητας, κυρίως μέσω των προσεγγίσεων της συμπαγούςσυνεκτικής πόλης, της έξυπνης ανάπτυξης και των νέο-αστικών (νέα πολεοδομία) αντιλήψεων. Ειδικότερα, η έννοια και οι διαστάσεις της «αστικής μορφής» αποτελούν τη θεμελιώδη βάση για τη διερεύνηση και εξήγηση των μελετώμενων φαινομένων. Όπως αναφέρει ο Anderson et al. (1996), αστική μορφή ορίζεται ως το χωρικό πρότυπο των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε μία ορισμένη χρονική συγκυρία. Κατά αυτό τον τρόπο, μπορεί να διακριθεί σε τρεις γενικές κατηγορίες/διαστάσεις, την πυκνότητα, την πολυμορφία και το χωρικό πρότυπο διάρθρωσης, ο συνδυασμός των οποίων μπορεί να διαμορφώσει τον εκάστοτε χωρικό και πολεοδομικό σχεδιασμό-οργάνωση των πόλεων. Επίσης, η αστική μορφή μπορεί να μελετηθεί από διάφορες γεωγραφικές κλίμακες και να κατηγοριοποιηθεί σε αντίστοιχα χωρικά επίπεδα, όπως η μητροπολιτική περιοχή, η πόλη, ο οικισμός και η γειτονιά (Tsai, 2005). Όπως είναι ιδιαίτερα εμφανές, τα φαινόμενα της αστικής διάχυσης και συνεκτικότητας συνδέονται άμεσα με την έννοια της αστικής μορφής, καθώς Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

40 40 πρόκειται ουσιαστικά για διακριτά πρότυπα αστικής ανάπτυξης και σχεδιασμού. Συνεπώς, πραγματοποιείται μία προσπάθεια εννοιολογικής προσέγγισης των εξεταζόμενων ζητημάτων, με απώτερο σκοπό τη μετέπειτα παρουσίαση των αρχών και γνωρισμάτων της «συμπαγούς πόλης» συγκριτικά με την αστική διάχυση. Όπως αναφέρει ο Ewing (1997), η διάχυση προσδιορίζεται από τέσσερα χαρακτηριστικά χρήσεων γης: τη χαμηλή πυκνότητα, τη διάσπαρτη ανάπτυξη, την εμπορική γραμμική, καθώς και την αποσπασματική (ασυνεχή) ανάπτυξη αντίστοιχα. Από την άλλη πλευρά, η έννοια της συνεκτικότητας δεν συνοδεύεται μέχρι σήμερα από έναν κοινά αποδεκτό ορισμό. Ενδεικτικά, οι Gordon και Richardson (1997), ορίζουν τη συνεκτικότητα ως υψηλής πυκνότητας ή μονοκεντρική ανάπτυξη. Εναλλακτικά, ο Anderson et al. (1996), θεωρεί τόσο τις μονοκεντρικές όσο και πολυκεντρικές ως συμπαγείς μορφές ανάπτυξης. Επιπλέον, σύμφωνα με το Ewing (1997), η συνεκτικότητα διακρίνεται από μερική συγκέντρωση κατοικίας και απασχόλησης σε συνδυασμό με τη μείξη χρήσεων γης. Τέλος, ο Galster et al. (2001), περιγράφει τη συνεκτικότητα ως το βαθμό στον οποίο η ανάπτυξη συγκεντρώνεται και ελαχιστοποιεί το μέγεθος της αναπτυσσόμενης (οικειοποιημένης) γης βάσει της εκάστοτε χωρικής μονάδας μέτρησης. Ουσιαστικά, ο όρος της «συμπαγούς πόλης» αντιτίθεται στο φαινόμενο της αστικής διάχυσης. Πρόκειται για μία έννοια σχεδιασμένη κατάλληλα, ώστε να εφαρμοστεί η βιώσιμη ανάπτυξη στο αστικό περιβάλλον και να αντιμετωπιστούν οι οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις της διάχυσης (Arbury, 2005). Η φιλοσοφία της «συμπαγούς πόλης» προωθήθηκε διεθνώς ως μία απαραίτητη συνιστώσα των σύγχρονων στρατηγικών αντιμετώπισης των μη βιώσιμων συνθηκών διαβίωσης (Jenks et al., 1996). Σε γενικό πλαίσιο, η «συμπαγής/συνεκτική πόλη» θεωρείται περισσότερο ενεργειακά αποδοτική και λιγότερο ρυπογόνος, συνδυάζοντας τις υψηλές πυκνότητες κατοίκησης με τη μείξη χρήσεων γης και το αποτελεσματικό σύστημα δημόσιων εναλλακτικών μεταφορών (μέσα μαζικής μεταφοράς, ποδήλατο, περπάτημα) (Burton, 2000). Βέβαια, θα πρέπει να σημειωθεί ότι εξέταση της σχέσης μεταξύ συνεκτικότητας και βιωσιμότητας αναδεικνύει μία αρνητική ή περιορισμένη συσχέτιση (Neuman, 2005). Σημαντικοί παράγοντες για την επίτευξη βιώσιμων όρων διαβίωσης θεωρούνται η πυκνότητα κατοίκησης, τα καθεστώτα χρήσεων γης και μετακινήσεων και τα Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

41 41 πρότυπα κατανάλωσης. Η διαμόρφωση βιώσιμων συνεκτικών πόλεων έγκειται στη μείωση των καταναλωτικών προτύπων σε όλα τα επίπεδα με στόχο την ορθολογική διαχείριση του αστικού σχεδιασμού (χρήσεις γης, μεταφορές) και τη γενικότερη ενεργειακή αποδοτικότητα. Επιπρόσθετα, η αστική βιωσιμότητα περιλαμβάνει τις πτυχές της δημόσιας υγείας και ευημερίας, όπου η πληθυσμιακή πυκνότητα και τα κυρίαρχα κοινωνικά πρότυπα διαδραματίζουν καίριο ρόλο (Neuman, 2005). Η διερεύνηση της σχετικής βιβλιογραφίας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα υπάρχοντα στοιχεία είναι ιδιαίτερα συγκεχυμένα, εξαιτίας της ποικιλόμορφης φύσεως και της σύνδεσης της συνεκτικότητας με πλήθος παραγόντων αστικού σχεδιασμού (Neuman, 2005). Συγκεκριμένα, οι περισσότερες προσπάθειες προσδιορισμού της «συμπαγούς πόλης» περιελάμβαναν αρχικά τη συνιστώσα της πυκνότητας και στη συνέχεια, τα πρότυπα χρήσεων γης και μεταφορών. Όπως παρατηρούν οι Galster et al. (2001) και Song et al. (2004), οι ερευνητές και οι σχεδιαστές επιχείρησαν σχετικά πρόσφατα τη συσχέτιση της «συμπαγούς πόλης» με κοινωνικοοικονομικούς συντελεστές πέραν των φυσικών χαρακτηριστικών του αστικού χώρου. Ωστόσο, τα βασικά χαρακτηριστικά της «συμπαγούς πόλης» παρατίθενται συγκεντρωτικά στον παρακάτω πίνακα (Πίνακας 1.2), βάσει πρακτικών, ερευνών-μελετών και βιβλιογραφίας. Τα γνωρίσματα αυτά καθίστανται κινητήριοι μοχλοί του αστικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, προσδίδοντας στην πόλη μία ιδιαίτερη λειτουργικότητα και ευελιξία με κατεύθυνση τη βιωσιμότητα. Το ζήτημα της «συμπαγούς πόλης» πραγματεύεται κυρίως τη σχέση μεταξύ της βιωσιμότητας και της λειτουργίας των σύγχρονων μεγαλουπόλεων. Η επίτευξη της λειτουργικότητας μιας πόλης απαιτεί τη συγκέντρωση των δραστηριοτήτων και του πληθυσμού σε ιδιαίτερα υψηλές πυκνότητες. Αντιθέτως, οι αρχές της βιωσιμότητας υπαγορεύουν την ορθολογική αστική ανάπτυξη μέσω της ομοιόμορφης κατανομής (χωρικά) των δραστηριοτήτων σε μικρές σχετικά πυκνότητες. Ωστόσο, αρκετοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι η «συμπαγής πόλη» θεωρείται βιώσιμη κατά μία έννοια (Jenks and Burgess, 2000; Newman and Kenworthy, 1999). Οι πολιτικές ανάδειξης της «συμπαγούς πόλης» έχουν κατεξοχήν πρωταρχικό στόχο τη μείωση της χρήσης των ιδιωτικών οχημάτων, παράλληλα με την ελαχιστοποίηση των απωλειών-εκμετάλλευσης μεγάλων προαστιακών εκτάσεων. Η επίτευξη της βέλτιστης ισορροπίας μεταξύ του «κορεσμού» και της Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

42 42 «ζωτικότητας» του αστικού χώρου καθίσταται αποφασιστικό βήμα για τη διασφάλιση της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης (Jenks et al., 1996). 1. Υψηλές πυκνότητες κατοίκησης και απασχόλησης 2. Μείξη χρήσεων γης 3. Καλή διαβάθμιση/διάρθρωση των χρήσεων γης (εγγύτητα ποικίλων χρήσεων και σχετικά μικρά μεγέθη αγροτεμαχίων) 4. Αυξημένες κοινωνικές και οικονομικές αλληλεπιδράσεις 5. Συνεχής ανάπτυξη (μερικά αγροτεμάχια ή κατασκευές μπορεί να είναι κενές ή εγκαταλελειμμένες ή χρησιμοποιούνται ως χώροι στάθμευσης) 6. Συγκεντρωμένη/συνεκτική αστική ανάπτυξη που οριοθετείται από σαφή όρια 7. Επάρκεια αστικών υποδομών (ιδιαίτερα δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης) 8. Συνδυασμένες/Πολυτροπικές μεταφορές 9. Υψηλά επίπεδα προσβασιμότητας: τοπικά/περιφερειακά 10. Υψηλά επίπεδα συνδεσιμότητας του οδικού δικτύου (εσωτερική/εξωτερική), συμπεριαλμβανομένων των πεζόδρομων και των ποδηλατόδρομων 11. Υψηλό ποσοστό κάλυψης των επιφανειών 12. Χαμηλή αναλογία ανοικτών/ελεύθερων χώρων 13. Ενιαίος ή στενά συντονισμένος έλεγχος του χωρικού σχεδιασμού 14. Πίνακας 1.2 Τα κύρια χαρακτηριστικά της συμπαγούς πόλης Επαρκής δημοσιονομική ικανότητα της κυβέρνησης για χρηματοδότηση των αστικών εγκαταστάσεων και υποδομών Πηγή: Neuman (2005), The Compact City Fallacy, Journal of Planning Education and Research, Vol. 25, pp Γενικότερα, η έννοια της «συμπαγούς πόλης» διακρίνεται από τρεις βασικές πτυχές, την υψηλή πυκνότητα, τη μείξη χρήσεων και την εντατικοποίηση. Οι δύο πρώτες αναφέρονται στην αστική μορφή και η τρίτη άπτεται της διαδικασίας διαμόρφωσης της συνεκτικής πόλης (Burton, 2002). Χαρακτηριστικά, η Williams (1999) αναφέρει ότι η εντατικοποίηση του αστικού χώρου (συνεκτικότητα) μπορεί να αποδώσει πολλαπλά οφέλη, παρέχοντας όλα τα απαραίτητα εχέγγυα σύμφωνα με τις αρχές της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης (διατήρηση υποδομών-υπηρεσιών, κοινωνική αλληλεπίδραση, ισότιμη πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες, ζωτικότητα). Η ίδια συγγραφέας υποστηρίζει ότι, καθώς ο κύριος στόχος της «συμπαγούς πόλης» καθίσταται η μείωση του αντίκτυπου της αστικής εξάπλωσης στον προαστιακό χώρο, οι μελλοντικές τάσεις αστικής μεγέθυνσης θα πρέπει να προβλεφθούν εντός Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

43 43 των υφιστάμενων ορίων της πόλης. Ο όρος της «αστικής εντατικοποίησης» συνάδει με τη διαδικασία επίτευξης της συνεκτικότητας. Σύμφωνα με τον Lock (1995), η εντατικοποίηση αποτελεί μία διαδικασία που εξασφαλίζει την πληρέστερη (μέγιστη) χρήση του αστικού ιστού πριν την κατάληψη προαστιακών εκτάσεων. Επιπρόσθετα, η εντατικοποίηση προσδιορίζεται υπό το πρίσμα της ενοποίησης, «ως η αύξηση του πληθυσμού και των κατοικιών/νοικοκυριών εντός μίας καθορισμένης αστικής περιοχής» (Roseth, 1991, p.30). Συνεπώς, αναδεικνύεται ότι η «συμπαγής/συνεκτική πόλη» αποτελεί μία σύνθετη έννοια-ζήτημα που δεν σχετίζεται αποκλειστικά με την αύξηση των πυκνοτήτων κατοίκησης, αλλά και με μία ποικιλία πυκνοτήτων εντός του αστικού χώρου (Arbury, 2005). Όπως προαναφέρθηκε, ο συνδυασμός (μείξη) χρήσεων γης και λειτουργιών αναγνωρίζεται ως σημαντική πτυχή/γνώρισμα της «συμπαγούς πόλης». Η πολυλειτουργική ανάπτυξη δύναται να επιφέρει περαιτέρω μείωση των καθημερινών μετακινήσεων (κατοικία-εργασία) και των συναφών συνεπειών (κυκλοφοριακή συμφόρηση, περιβαλλοντική επιβάρυνση, ατυχήματα) σηματοδοτώντας μία μετάβαση από τη διάχυτη αστική ανάπτυξη στην κατεύθυνση της συνεκτικής πόλης. Επιπλέον, ο συνδυασμός χρήσεων γης εντός του αστικού πυρήνα μπορεί να οδηγήσει στην οικονομική βιωσιμότητα των τοπικών επιχειρήσεων και δραστηριοτήτων, διαμορφώνοντας έτσι ένα πνεύμα κοινωνικής δικαιοσύνης και ευημερίας προς τους κατοίκους (Arbury, 2005). Όπως είναι φυσικό, η πολυλειτουργική ανάπτυξη συνδέεται άμεσα με την αύξηση στην πυκνότητα και την ένταση των δραστηριοτήτων του αστικού χώρου, με συνέπεια τη σταδιακή πληθυσμιακή συγκέντρωση (αστικοποίηση) (Williams et al., 1996). Ο Neuman (2005), αναφέρει ρητά τους κύριους λόγους για τους οποίους οι «νέο-αστικές» αντιλήψεις υποστηρίζουν τις αρχές της «συμπαγούς/συνεκτικής πόλης». Αρχικά, η έννοια της «συμπαγούς πόλης» έρχεται σε ρήξη με την αστική διάχυση, ως αντίδοτο στην αντιμετώπιση των μη βιώσιμων όρων διαβίωσης που αυτή πρεσβεύει. Επιπλέον, αποτελεί μία δυναμική και ελκυστική εναλλακτική λύση που θέτει πολλαπλές προκλήσεις στο επίπεδο των σύγχρονων κατευθύνσεων και πολιτικών βιώσιμου αστικού σχεδιασμού. Παρόλο που είναι ευρύτατα αποδεκτό ότι η «συμπαγής πόλη» αποτελεί το άκρως αντίθετο από την αστική διάχυση, εντούτοις ανακύπτουν τα ζητήματα του Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

44 44 επιπέδου συνεκτικότητας που πρέπει να τη διακρίνει και του βαθμού στον οποίο αυτή εκτείνεται πέραν της αύξησης της πληθυσμιακής πυκνότητας εντός του αστικού περιβάλλοντος (Arbury, 2005). Φυσικό επακόλουθο των τάσεων αβεβαιότητας-αμφισβήτησης γύρω από την έννοια της «συμπαγούς πόλης» είναι η εμφάνιση αυστηρής κριτικής σχετικά με τις αρχές, τη σκοπιμότητα και την αποδοχή που τη συνοδεύουν (Breheny, 1997). Οι Garcia και Riera (2003), υποστηρίζουν σχετικά ότι, λαμβάνοντας υπόψη τις διαθέσιμες μελέτες, δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τη συμβολή της «συμπαγούς πόλης» στην επίτευξη σημαντικών περιβαλλοντικών στόχων. Βέβαια, το ερώτημα που τίθεται αφορά τον τρόπο με τον οποίο μπορεί αυτή η «συγκεντρωτική» λογική να τύχει άμεσης αποδοχής από το ευρύ κοινό (Breheny, 1997). Γενικότερα, η ανάγκη αντιστροφής των σύγχρονων τάσεων αποκέντρωσης (αστική διάχυσης) σε μία αμιγώς συγκεντρωτική αστική φιλοσοφία (συμπαγής πόλη), αποτελεί ενδεχομένως ένα από τα σημαντικότερα και δυσκολότερα θέματα-προκλήσεις στα πλαίσια του βιώσιμου αστικού σχεδιασμού. Επιπλέον, σημαντική κριτική ασκείται σχετικά με το ευρύτερο ζήτημα προώθησης της αστικής βιωσιμότητας μέσω της εντατικοποίησης και μαζικής συγκέντρωσης του πληθυσμού και των αστικών δραστηριοτήτων, που χαρακτηρίζουν τις θεμελιώδεις αρχές της «συμπαγούς πόλης» (Arbury, 2005). Κατά συνέπεια, το «θεμελιώδες παράδοξο» που πρεσβεύει η προσέγγιση της «συμπαγούς πόλης» είναι δύσκολο να επιλυθεί πλήρως και δεν μπορεί να θεωρηθεί απόλυτα ως «πανάκεια» απέναντι στην αστική εξάπλωση/διάχυση (Neuman, 2005). Το κρίσιμο ζήτημα που τίθεται αφορά την εξέταση του επιπέδου βιωσιμότητας που υπαγορεύει εν γένει η «συμπαγής/συνεκτική πόλη» και οι σύγχρονες αστικές μορφές, καθώς και η αναζήτηση των τρόπων διαμόρφωσης βιωσιμότερων όρων διαβίωσης εντός του αστικού πυρήνα. Λαμβάνοντας υπόψη τους προαναφερόμενους σύνθετους αναπτυξιακούς παράγοντες, οι έννοιες της «συμπαγούς πόλης» και της αστικής διάχυσης αποτελούν δύο αντιδιαμετρικά αντιφατικές τάσεις. Η διασπορά του αστικού πληθυσμού και των δραστηριοτήτων συνεχίζεται, καθώς οι κάτοικοι και οι επιχειρηματίες/σχεδιαστές αναζητούν υψηλότερα επίπεδα διαβίωσης και οικονομική-κοινωνική ευημερία στον προαστιακό χώρο. Ωστόσο, η ορθολογική επαναδραστηριοποίηση, αναζωογόνηση και ενδυνάμωση των αστικών πυρήνων Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

45 45 καθίσταται αυτοσκοπός, ο οποίος δύναται να πλαισιωθεί από τα πολλαπλά οφέλη των σύγχρονων μεγαλουπόλεων (Neuman, 2005). 1.4) Οι διαστάσεις της βιωσιμότητας στον αστικό χώρο Έπειτα από την παρουσίαση του φαινομένου της αστικής διάχυσης, καθώς και της συνεκτικής πόλης, παρακάτω πραγματοποιείται μια προσπάθεια εισαγωγής της φιλοσοφίας της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης. Στόχος καθίσταται η αναζήτηση βιώσιμων κατευθύνσεων-προτάσεων πολεοδομικού σχεδιασμού στον ευρύτερο αστικό χώρο, ώστε να διευθετηθεί και να αντιμετωπιστεί όσο το δυνατόν καλύτερα το φαινόμενα της αστικής διάχυσης. Αρχικά, ο υψηλός βαθμός αστικοποίησης και πυκνότητας εντός των κεντρικών πυρήνων, παράλληλα με τις δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης που διαμορφώθηκαν στους πυρήνες αυτούς, αποτέλεσε μείζον κίνητρο αστικής επέκτασης. Το αστικό αδιέξοδο βοήθησε στην κατασκευή πολλαπλών κόμβων μετακινήσεων-μεταφορών καταλήγοντας στη δημιουργία ατέλειωτων προαστιακών περιοχών. Το αποτέλεσμα των μεταβολών αυτών ήταν η ραγδαία εξάπλωση των πόλεων καταλαμβάνοντας ευρείες εκτάσεις με κύριο χαρακτηριστικό τις μεγάλες αποστάσεις μεταξύ του πυρήνα και του ευρύτερου αστικού χώρου. Η αστική δυναμική που επικράτησε επέφερε πλήθος επιπτώσεων (κοινωνικών, οικονομικών, περιβαλλοντικών) που είναι ευδιάκριτες τις τελευταίες δεκαετίες (Munier, 2007). Σε γενικότερο επίπεδο, είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι η φύση μίας πόλης μεταβάλλεται διαρκώς, όχι μόνο σε φυσικό επίπεδο, αλλά κυρίως λόγω των δραστηριοτήτων που πραγματοποιούνται σε καθημερινή βάση. Επιπλέον, οι αστικές περιοχές βρίσκονται σε συνεχή οικονομική και κοινωνική ροή, θεωρώντας ότι καμία απολύτως πτυχή τους είναι στατική. Όσον αφορά τον αντίκτυπο της αστικής αναπτυξιακής διαδικασίας, αυτός θεωρείται καίριος ως προς την ποιότητα και ισορροπία του περιβάλλοντος. Ο κύριος λόγος που υιοθετείται μία αστική σκοπιά των περιβαλλοντικών προβλημάτων και προοπτικών έγκειται στο γεγονός ότι τα μεγαλύτερα οικολογικά ζητήματα πηγάζουν και εξελίσσονται εντονότερα στο αστικό επίπεδο ανάλυσης. Οι ρυθμοί με τους οποίους οι πόλεις συνεχίζουν να μεγεθύνονται πληθυσμιακά και Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

46 46 οικονομικά αναδεικνύουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις τους σε κεντρικό ζήτημα με κατεύθυνση την παγκόσμια βιωσιμότητα. Όπως είναι εμφανές, οι πόλεις μπορεί να δημιουργούν σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα τόσο σε τοπική όσο και σε διεθνή κλίμακα. Ο αστικός χώρος δρα ως δείκτης έγκαιρης προειδοποίησης μίας βαθύτερης και ευρύτερης εμβέλειας οικολογικής κρίσης, καθώς τα προβλήματα αναδύονται ταχύτερα, οξύτερα και εντατικότερα σε αυτή τη μικροκλίμακα. Η αστικοποίηση, από την πλευρά της, επιφέρει πολλούς μετασχηματισμούς στη φύση συμπεριλαμβάνοντας, τη ρύπανση, την αλλοίωση τοποθεσιών και τις αλλαγές στη λειτουργικότητα των τοπικών οικοσυστημάτων (φυσικές ροές ενέργειας, νερού, τροφίμων και υλικών (Haughton and Hunter, 2003). Τα περιβαλλοντικά προβλήματα των πόλεων δεν αφορούν μόνο τους μόνιμους κατοίκους τους ή ενδεχόμενες συνθήκες υπερπληθυσμού. Αντιθέτως, κεντρικό θέμα αποτελεί ο σχεδιασμός τους (μέγεθος, μορφή, πληθυσμιακές πυκνότητες) στην προσπάθεια διαμόρφωσης βιώσιμων τρόπων χρήσης των περιβαλλοντικών πόρων. Η ραγδαία αστική ανάπτυξη δεν είναι η μόνη που επιφέρει υποχρεωτικά σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα, καθώς πολλές μελέτες απέδειξαν ότι μερικά από τα σημαντικότερα ζητήματα εντοπίστηκαν σε μικρές πόλεις ή κωμοπόλεις με χαμηλές σχετικά τάσεις μεγέθυνσης-ανάπτυξης (Hardoy; Mitlin and Satterthwaite, 2001). Παρόλα αυτά, οι περιβαλλοντικές συνέπειες αποβαίνουν ιδιαίτερα σημαντικές όταν υφίστανται ταχύτατες επεκτάσεις αστικού πληθυσμού και παραγωγής, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο οικολογικός αντίκτυπος και το πολιτικόθεσμικό πλαίσιο που απαιτείται για τη διαχείριση τέτοιων καταστάσεων. Η αστική ανάπτυξη δίχως αποτελεσματική αστική διαχείριση υποκρύπτει ενδεχόμενη έκθεση μεγάλου ποσοστού του πληθυσμού σε υψηλά επίπεδα ρίσκου από φυσικούς ή ανθρωπογενείς περιβαλλοντικούς κινδύνους (Hardoy; Mitlin and Satterthwaite, 2001). Όπως ειπώθηκε παραπάνω, η συνεχής αστική μεγέθυνση και ανάπτυξη επιτείνει τις τάσεις επέκτασης σε περιοχές γης οδηγώντας στην εκμετάλλευση σημαντικών φυσικών οικοσυστημάτων και γεωργικού αποθέματος. Κατά συνέπεια, περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα ανακύπτουν παράλληλα και εντός του πυρήνα των πόλεων. Η ανάγκη μεταστροφής των αστικών περιοχών προϋποθέτει τη μεγαλύτερη δυνατή μείωση των περιβαλλοντικών επιδράσεων και την Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

47 47 ενεργοποίηση των πόλεων ως δυνάμεων οικολογικής αναζωογόνησης, με κατεύθυνση την επίτευξη βιωσιμότερων συνθηκών διαβίωσης. Στο σημείο αυτό, κρίσιμη θεωρείται η διαμόρφωση αρτιότερων σχέσεων μεταξύ των πόλεων και των βιο-περιοχών (bio-regions) ή «χώρων ζωής» (Newman and Jennings, 2008) που τις πλαισιώνουν. Σύμφωνα με τον Thayer (2003, p.3), ορίζεται μία βιο-περιοχή (χώρος ζωής) ως: «μία μοναδική περιοχή προσδιορισμένη από φυσικά όρια με συγκεκριμένο γεωγραφικό, κλιματικό, υδρολογικό και οικολογικό χαρακτήρα που έχει τη δυνατότητα υποστήριξης των ανθρώπινων και μη ζωντανών κοινοτήτων. Οι βιο-περιοχές μπορεί να ορίζονται ποικιλοτρόπως από τη γεωγραφία των λεκανών απορροής, παρόμοιας βλάστησης και οικοσυστημάτων ζώων, αναγνωρισμένες γεωμορφές (βουνά, λιβάδια, παράκτιες ζώνες), καθώς και από μοναδικές ανθρώπινες κουλτούρες που αναπτύσσονται από τα φυσικά όρια προοπτικές της περιοχής. Επιπλέον, η βιο-περιοχή αναδύεται ως ο πιο λογικός τόπος και χωρική κλίμακα για να ριζώσει και να λάβει χώρα μία βιώσιμη αναγεννητική κοινωνία». Αρχικά, η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης χρησιμοποιήθηκε σε ευρεία κλίμακα με σκοπό να τονιστεί η ανάγκη επίτευξης της ανάπτυξης σε συνδυασμό με την προστασία του περιβάλλοντος. Σύμφωνα με την έκθεση της Παγκόσμιας Επιτροπής Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης (WCED) ή διεθνώς ονομαζόμενη ως Έκθεση της Επιτροπής Brundtland (1987), βιώσιμη ανάπτυξη ορίζεται «η ανάπτυξη που ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες». Επιπλέον, η έννοια των «αναγκών» αναφέρεται κυρίως στις βασικές βιοτικές ανάγκες του ανθρώπου που πρέπει να θεωρηθούν ως προτεραιότητα. Ωστόσο, τονίζεται η ύπαρξη σημαντικών περιορισμών που επιβάλλονται στην ικανότητα του περιβάλλοντος για ικανοποίηση των παρόντων και μελλοντικών αναγκών από τα εκάστοτε τεχνολογικά και κοινωνικά καθεστώτα. Στα μελετώμενα πλαίσια, ο κύριος προσανατολισμός στρέφεται στους τρόπους διαχείρισης και ικανοποίησης των αναγκών των αστικών πληθυσμών, χωρίς να επέρχονται σοβαρά περιβαλλοντικά κόστη ή να αλλοιώνεται το φυσικό κεφάλαιο του αστικού περιβάλλοντος. Η αρχή της «βιώσιμης πόλης» απαιτεί συνειδητές μεταβολές στο μεγαλύτερο τμήμα της λειτουργίας των πόλεων. Ακόμα, κρίσιμη θεωρείται η αύξηση της υπευθυνότητας όλων των ζωτικών φορέων μίας Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

48 48 πόλης στα ζητήματα χρήσης των φυσικών πόρων και παραγωγής αποβλήτων εντός των ορίων της, τα οποία επηρεάζουν άμεσα το βιοτικό επίπεδο των εγγύς περιοχών και των μελλοντικών γενεών. Ο κεντρικός άξονας διαμόρφωσης των «βιώσιμων πόλεων» βασίζεται στην αρτιότερη προσέγγιση και διαχείριση των σημαντικότερων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες πόλεις, στα οποία συμπεριλαμβάνονται: η εξοικονόμηση των φυσικών πόρων-υλικών, η διαχείριση της ενέργειας και των αστικών αποβλήτων, ο σχεδιασμός των μεταφορών, η διαχείριση των υδάτων, ο ομαλός σχεδιασμός των χρήσεων γης, η ανάδειξη του φυσικού πλούτου, καθώς και η αναβάθμιση των δημόσιων χώρων. Η σημασία της βιώσιμης πόλης έγκειται στην αποτελεσματική αντιμετώπιση και πρόληψη τέτοιων ζητημάτων προωθώντας βιώσιμες αρχές διαβίωσης και ανάπτυξης σε επίπεδο αστικού περιβάλλοντος. Όπως τονίζεται από τους Mitlin και Satterthwaite (1994), οι πόλεις θέτουν πολλαπλούς στόχους-αρχές στα πλαίσια της βιώσιμης ανάπτυξης, οι οποίοι συνοψίζονται παρακάτω: Ικανοποίηση οικονομικών απαιτήσεων, που αφορά τη δυνατότητα απόκτησης επαρκών εισοδημάτων ή παραγωγικών στοιχείων και την οικονομική ασφάλεια προς τους πολίτες. Εξασφάλιση οικολογικών όρων διαβίωσης των αστικών πληθυσμών αναφορικά με την πρόσβαση σε υποδομές ύδρευσης και αποχέτευσης. Επίσης, δίδεται ιδιαίτερη μέριμνα στη στέγαση, εργασία, υπηρεσίες εντός ενός ζωντανού αστικού περιβάλλοντος χωρίς περιβαλλοντικούς κινδύνους (ρύπανση αέρα και υδάτων). Κάλυψη αναγκών υγείας και κοινωνικής συνοχής παρέχοντας υγειονομική περίθαλψη, κατάρτιση και ομαλή λειτουργία του συστήματος μεταφορών. Πολιτική σταθερότητα διαμέσου συμμετοχικών διαδικασιών σε επίπεδο τοπικών και εθνικών πολιτικών ανάπτυξης με βάση την ανάδειξη της αξίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Μείωση της χρήσης των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων και κυρίως της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων στα σπίτια, στη βιομηχανία και στις μεταφορές. Σημαντική θεωρείται η προσπάθεια αντικατάστασης τους με Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

49 49 ανανεώσιμους φυσικούς πόρου, παράλληλα με τη μεγαλύτερη δυνατή μείωση των αστικών αποβλήτων. Επιπλέον, υπάρχουν μέρη ιστορικού, πολιτιστικού και φυσικού ενδιαφέροντος που χρήζουν αναζωογόνησης και προφύλαξης. Βιώσιμη εκμετάλλευση των πεπερασμένων ανανεώσιμων φυσικών πόρων που σχετίζεται κυρίως με τη βιώσιμη διαχείριση των χρησιμοποιούμενων υδατικών πόρων εντός των πόλεων (ανακύκλωση, επανάχρηση κτλ). Βιοδιασπώμενα απόβλητα χωρίς να υπερφορτώνονται οι ανανεώσιμες λεκάνες απορρόφησης. Κοινωνικό κεφάλαιο προς τις μελλοντικές γενεές που περιλαμβάνει βασικές θεσμικές δομές και ομαλή διακυβέρνηση. Ουσιαστικά, η λειτουργία και προοπτική των «βιώσιμων πόλεων» εστιάζει κυρίως στην επίτευξη οικολογικής βιωσιμότητας σε άμεση πάντοτε συνάρτηση με την ισορροπία των «βιο-περιοχών» που επηρεάζει. Οι «βιώσιμες πόλεις» αποτελούν αστικές δομές που στοχεύουν στην εξυπηρέτηση των αναγκών για φυσικούς πόρους-υλικά των αστικών πληθυσμών και των οργανισμών που βρίσκονται εντός της ευρύτερης ζώνης επιρροής τους. Βέβαια, όπως αναφέρουν οι Mitlin και Satterthwaite (1994), απαιτείται η ενεργοποίηση όλων των πόλεων στους προαναφερόμενους τομείς διαμορφώνοντας ενιαία καθεστώτα βιώσιμης διαχείρισης των φυσικών πόρων και παραγωγής αποβλήτων πρώτα σε περιφερειακό επίπεδο, ακολούθως σε εθνικό επιτυγχάνοντας εν τέλει την παγκόσμια οικολογική ισορροπία. Κατά συνέπεια, η σημασία και αναγκαιότητα των «βιώσιμων πόλων» έγκειται στη μείωση της εκμετάλλευσης-αλλοίωσης του περιβαλλοντικού κεφαλαίου των πόλεων λόγω των υφιστάμενων αλόγιστων παραγωγικών και καταναλωτικών προτύπων. Ο ισχυρός περιβαλλοντικός αντίκτυπος που επιφέρει η λειτουργία των σημερινών αστικών περιοχών, όπως περιγράφηκε παραπάνω, δύναται να αντιμετωπιστεί και να περιοριστεί μόνο με την εφαρμογή των θεμελιωδών αξιών της βιώσιμης ανάπτυξης. Η ιδέα των «βιώσιμων πόλεων» αποτελεί μία ενδεδειγμένη επιστημονικά λύση, η οποία εσωκλείει όλες τις αναγκαίες αρχές στα ενδόμυχα των πόλεων τονίζοντας, ωστόσο, ότι οι στόχοι που τίθενται απαιτούν επίπονες προσπάθειες και διεργασίες. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

50 50 1.5) Στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της αστικής διάχυσης: Χωρικές κατευθύνσεις και πρότυπα βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού. Στη σύγχρονη εποχή, ανακύπτουν ασφαλείς αποδείξεις ότι τα βασικά αίτια των σημαντικών περιβαλλοντικών και κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων του αστικού χώρου πηγάζουν από την ευρύτερη ζώνη επιρροής του (περιαστική και προαστιακή ζώνη), όπου παρατηρούνται οι πιο ραγδαίες και ριζικές μεταβολές (EEA, 2006). Όπως προαναφέρθηκε, η παγκόσμια οικονομία, η λειτουργία των μεταφορικών δικτύων, τα μεγάλης κλίμακας δημογραφικά-κοινωνικοοικονομικά ζητήματα και η διαφορετικότητα των στρατηγικών χωρικού σχεδιασμού συνδέονται άμεσα με το φαινόμενο της αστικής διάχυσης, με άμεσο αντίκτυπο στο αστικό, περιφερειακό και εθνικό χωρικό επίπεδο. Κατά συνέπεια, η διαχείριση της αστικής επικράτειας ως ενιαίας και ολοκληρωμένης οντότητας καθίσταται βασική προϋπόθεση για το συντονισμό-οργάνωση των στρατηγικών σχεδιασμού και την ανάλυση των συναφών οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών αναπτυξιακών πτυχών (EEA, 2006). Η διαχείριση των σύγχρονων μεγαλουπόλεων αποτελεί μία πολυσύνθετη και παράλληλα αλληλένδετη αποστολή, η οποία επισημαίνει τις προοπτικές και τους κινδύνους που συνοδεύουν τις διάφορες αποφάσεις και κατευθύνσεις αστικού σχεδιασμού. Ο αστικός πυρήνας είναι ουσιαστικά το επίνειο των κοινωνικοοικονομικών δραστηριοτήτων και των έντονων επιπτώσεων, ως αποτέλεσμα του συνδυασμού των δυνάμεων και πιέσεων του εξωαστικού χώρου (EEA, 2006). Πρακτικά, η αστική και περιφερειακή χωρική κλίμακα καλύπτει εξολοκλήρου τη διαχείριση των μεγαλουπόλεων και της μητροπολιτικής ζώνης επιρροής τους. Οι στρατηγικές και τα εργαλεία ελέγχου της αστικής διάχυσης εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό από τη διασύνδεση και την αλληλεπίδραση μεταξύ των αστικών, περιφερειακών και εθνικών προτεραιοτήτων χωρικής ανάπτυξης. Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (2006), οι τρέχουσες πολιτικές και πρακτικές σχεδιασμού αντανακλούν μία φιλοσοφία οικονομικής ανάπτυξης και δεν αναλώνονται ιδιαίτερα σε μία βιώσιμη σκοπιά του αστικού χώρου. Αντιθέτως, ο ρόλος που προσδίδεται στο χωρικό σχεδιασμό απαιτεί τη διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου πλαισίου βιώσιμων αρχών για τη διατήρηση- Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

51 51 αποκατάσταση του αστικού χώρου και την αποτελεσματική αντιμετώπιση της διάχυσης, ενταγμένο στο ευρύτερο επίπεδο των αναπτυξιακών πολιτικών. Συνεπώς, η «οπτική-προσέγγιση» της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης δύναται να προσφέρει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο ενίσχυσης των πολιτικών ισόρροπης ανάπτυξης και χωρικής συνοχής εντός του αστικού χώρου (EEA, 2006). Η μεθοδολογία που χρησιμοποιείται σε αυτό το υπο-κεφάλαιο, απαρτίζεται από δύο βασικά και αλληλένδετα μέρη. Αρχικά, παρουσιάζονται λεπτομερώς συγκεκριμένες στρατηγικές κατευθύνσεις που πρέπει να συνοδεύουν οποιαδήποτε διάσταση της αστικής ανάπτυξης σύμφωνα με ένα χωρικό πρότυπο. Η αστική μητροπολιτική επικράτεια διαχωρίζεται σε επιμέρους χωρικά επίπεδα και αναδεικνύονται σαφή κριτήρια-συντελεστές, πάνω στα οποία δομούνται ουσιαστικά οι υιοθετούμενες πολιτικές χωρικού σχεδιασμού. Στη συνέχεια, η έρευνα περιλαμβάνει εξειδικευμένες προτάσεις και επικεντρώνεται στον προαστιακό χώρο, που αποτελεί το κεντρικό πεδίο διαπραγμάτευσης της εργασίας. Στο σημείο αυτό, σημειώνεται ότι οι βασικές κατευθύνσεις και τα πρότυπα βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού που υιοθετούνται, προέρχονται ως επί το πλείστον από το ολοκληρωμένο χωρικό πλαίσιο «Social City Region» των Breheny και Rookwood (1993) ) Στρατηγικές κατευθύνσεις βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού Στη σημερινή εποχή, θεωρείται επιτακτική η ανάγκη χάραξης και λήψης κατάλληλων πολιτικών με σκοπό την επίτευξη βιωσιμότερων όρων και εφαρμογή σε ποικίλα χωρικά και διαχειριστικά επίπεδα. Η πρόοδος του χωρικού σχεδιασμού εξαρτάται σημαντικά από τις πολιτικές-δράσεις σε όλες τις χωρικές κλίμακες, ώστε να βελτιωθούν σημαντικά τα επίπεδα διαβίωσης και αν αποφευχθούν ενδεχόμενοι κίνδυνοι. Σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση αποτελεί η κατανόηση της σημασίας των επιπτώσεων στα πλαίσια αναδιαμόρφωσης του αστικού περιβάλλοντος. Η προστασία και βελτίωση του περιβάλλοντος στην υπο-εθνική αστική κλίμακα λαμβάνει ιδιαίτερη βαρύτητα, καθώς οι αναπτυξιακές πολιτικές έρχονται σε άμεση επαφή με το φυσικό σχεδιασμό του αστικού χώρου. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

52 52 Γενικότερα, οι πολιτικές προτεραιότητες που διατυπώνονται στις προτεινόμενες προσεγγίσεις συμπεριλαμβάνουν δύο σημαντικές πτυχές του αστικού σχεδιασμού, τη διαμόρφωση κατάλληλων στρατηγικών αστικής και προαστιακής ανάπτυξης, καθώς και τη ρητή αναφορά στις απαραίτητες θεσμικές και διαρθρωτικές αλλαγές που απαιτούνται για την ορθή εφαρμογής τους. Αρχικά, καθοριστικός παράγοντας βιωσιμότητας αναδεικνύεται η αστική μορφή (urban form), η οποία όπως προαναφέρθηκε παραπέμπει στη μορφή και τα πρότυπα χωρικής ανάπτυξης των διαφόρων ενοτήτων του ευρύτερου αστικού χώρου. Όπως είναι φυσικό, η αστική μορφή επηρεάζει σημαντικά τα πρότυπα δημόσιων και ιδιωτικών μεταφορών και την καταναλωτική συμπεριφορά του πληθυσμού. Επιπλέον, η αστική επέκταση ασκεί αρκετές πιέσεις στα καθεστώτα χρήσεων γης μέσω του μετασχηματισμού των προαστιακών εκτάσεων-χρήσεων και της οικειοποίησης των οικείων οικοσυστημάτων του αστικού περιβάλλοντος. Οι διαρκείς μεταβολές της αστικής μορφής οδηγούν αναπόφευκτα στον κατακερματισμό-ασυνέχεια του χώρου και στην απώλεια ζωτικών εκτάσεων πρασίνου εντός της μητροπολιτικής ζώνης. Συνεπώς, αναδεικνύεται ξεκάθαρα ότι η έννοια της αστικής διάρθρωσης, στην εκάστοτε χωρική κλίμακα, καθίσταται καίριος συντελεστής στα πλαίσια επίτευξης της αστικής βιωσιμότητας. Ωστόσο, η περιβαλλοντικά στοχευόμενη αστική μορφή ενδέχεται να μην συνάδει απόλυτα με τα κυρίαρχα οικονομικά και κοινωνικά πρότυπα των σύγχρονων μεγαλουπόλεων, με αποτέλεσμα να παρατηρείται σύγχυση μεταξύ των υψηλών αστικών συγκεντρώσεων και της επιθυμητής αποκέντρωσης (προαστιοποίηση). Η αστική μορφή και η βιωσιμότητα πρέπει να συνδέονται αμφίδρομα, αναζητώντας πάντοτε τρόπους προσέγγισης των βέλτιστων συνθηκών για την αστική-μητροπολιτική επικράτεια. Ειδικότερα, η προοδευτική αποκέντρωση του αστικού πληθυσμού αποτελεί ίσως τη χαρακτηριστικότερη αναπτυξιακή τάση των τελευταίων πενήντα ετών, με επίκεντρο τον αμερικανικό και ευρωπαϊκό χώρο. Επίσης, η διαδικασία αυτή κρίνεται αρκετά δυναμική και αντιτίθεται ουσιαστικά στο φαινόμενο της αστικοποίησης. Συγκεκριμένα, πρόκειται για μία τάση εντατικής αστικής επέκτασης και διάχυσης, η οποία συνοδεύεται από τη σταδιακή αποδυνάμωση των αστικών πυρήνων. Μία αξιοσημείωτη λύση στο ζήτημα αντιμετώπισης της αστικής εξάπλωσης αποτέλεσε Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

53 53 το «πλαίσιο της συμπαγούς πόλης», όπως παρουσιάστηκε παραπάνω. Η προσέγγιση αυτή συνδυάζει υψηλές πυκνότητες, μεικτές χρήσεις και παρέχει ενεργειακή και μεταφορική αποτελεσματικότητα με απώτερο σκοπό τη βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης. Η μελλοντική αστική ανάπτυξη (ανάγκες) προβλέπεται εντός των ορίων του αστικού ιστού, αποφεύγοντας ουσιαστικά τη μετατόπιση των μείζονων προβλημάτων στο ευρύτερο προαστιακό χώρο. Παρόλα αυτά, η ιδέα του ολοκληρωμένου και αποτελεσματικού «αστικού συστήματος» εμφανίζει σημαντικά και δυσεπίλυτα αναπτυξιακά προβλήματα και ελλείψεις (κοινωνικά, κυκλοφοριακά προβλήματα, αυξημένη ενεργειακή κατανάλωση, απουσία πράσινου). Κατά συνέπεια, οι πολιτικές αστικής αναζωογόνησης πρέπει αναμφίβολα να είναι ιδιαίτερα ρεαλιστικές και να αποσκοπούν στην επίτευξη της βέλτιστης ισορροπίας μεταξύ της περιβαλλοντικής και των υπόλοιπων αναπτυξιακών διαστάσεων. Οι κυρίαρχες τάσεις αποκέντρωσης και διάχυσης προς τα προάστια βασίζονται σε δύσκολα εφαρμόσιμες παραδοχές και δημιουργούν σημαντικές κοινωνικοοικονομικές ανισότητες. Πρακτικά, απαιτείται η κατάρτιση ισχυρών πολιτικών ανάπτυξης που θα υπαγορεύουν τη μετάβαση σε ανώτερα επίπεδα βιωσιμότητας, διασφαλίζοντας και προφυλάσσοντας παράλληλα τη φυσιογνωμία του εκάστοτε αστικού συστήματος. Οι βασικές αναπτυξιακές κατευθύνσεις που υιοθετούνται εν συνεχεία απορρέουν από το πολυδιάστατο χωρικό σύμπλεγμα «Social City Region», όπως παρουσιάζεται από τους Breheny και Rookwood (1993). Πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο σύνολο συμπληρωματικών πολιτικών βιωσιμότητας, προσαρμοσμένων στις ποικίλες συνθήκες και περιβαλλοντικές προοπτικές των διαφορετικών χωρικών ενοτήτων της «αστικής περιφέρειας». Συγκεκριμένα, το βασικό αξίωμα του μελετώμενου πλαισίου καταγράφεται ως εξής: «Στο σχεδιασμό για μία νέα ανάπτυξη και στην αναδιαμόρφωση ή προσαρμογή μίας υφιστάμενης ανάπτυξης με σκοπό την επίτευξη μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας και μίας υγιούς σχέσης με το φυσικό περιβάλλον, η βάση για την ανάπτυξη κατάλληλων περιβαλλοντικών προτύπων πρέπει να είναι το σύνολο του Social City Region, διαφοροποιώντας τα πρότυπα ανάλογα με τις συνθήκες και διασφαλίζοντας ότι οι πολιτικές είναι συμπληρωματικές και ότι το σύνολο της αστικής περιφέρειας συμβάλλει στην υλοποίηση των εγκεκριμένων στόχων της βιωσιμότητας» (Breheny Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

54 54 and Rookwood, 1993, p. 156). Για την προσαρμογή στις διάφορες αστικές συνθήκες και για λόγους κυρίως διαχειρισιμότητας το πρότυπο διαχωρίζεται σε έξι χωρικές ενότητες-συνιστώσες, οι οποίες δομούν το σύνολο του «Social City Region» (Πίνακας 1.3). Πίνακας 1.3 Κατηγοριοποίηση των χωρικών συνιστωσών του Social City Region 1. City - centres Πόλη - αστικά κέντρα/πυρήνες 2. City - inner area Πόλη - ενδοαστικός χώρος 3. City - suburbs Πόλη - προάστια 4. Small towns and new communities Μικρές πόλεις/κωμοπόλεις και νέες κοινότητες 5. Mixed urban-rural Μείξη αστικού-αγροτικού χώρου 6. Remote rural areas Απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές Πηγή: Breheny M., Rookwood R. (1993), Planning the sustainable city region, in: A. Blowers (Editor), Planning for a Sustainable Environment, pp , London, Earthscan. Η διάχυτη αστική ανάπτυξη αποτελεί συνδυασμό ποικίλων αναπτυξιακών δυνάμεων, υπαγορεύοντας την ανάγκη εναρμόνισης των στρατηγικών σχεδιασμού με τις εκάστοτε τοπικές συνθήκες και παροχής καινοτόμων προτύπων αστικής ανάπτυξης ή αναδιαμόρφωσης των υφιστάμενων αστικών πυρήνων. Πιο συγκεκριμένα, απαιτείται διεύρυνση των προτεραιοτήτων των πλαισίων αστικού σχεδιασμού για τον έλεγχο της αστικής εξάπλωσης και την επίτευξη βασικών στοχεύσεων εντός του δομημένου περιβάλλοντος. Πρακτικά, προβλέπεται η διασφάλιση μίας υγιούς-ορθολογικής σχέσης μεταξύ του δομημένου περιβάλλοντος και των οικείων φυσικών οικοσυστημάτων της αστικής περιφέρειας. Επιπρόσθετα, οι στρατηγικές αυτές βιώσιμης αστικής-προαστιακής ανάπτυξης αφορούν τους τρόπους, αρχικά, σχεδιασμού-οργάνωσης και διαμόρφωσης του δομημένου περιβάλλοντος, καθώς και διαχείρισης-συντονισμού των φυσικών υποδομών. Κατά συνέπεια, τα βασικά κριτήρια-συνιστώσες των πολιτικών βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού επιλέγονται ως εξής: Χρήσεις γης-μεταφορές Ενέργεια Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

55 55 Φυσικοί πόροι Ρύπανση-απόβλητα Στη συνέχεια, παρατίθεται μία συγκεντρωτική παρουσίαση των βασικών κριτηρίων και των εξειδικευμένων ζητημάτων-αρχών που τα συνοδεύουν, σύμφωνα με το χωρικό πρότυπο «Social City Region» (Πίνακας 1.4). Πίνακας 1.4 Βασικά κριτήρια και ζητήματα βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού (Social City Region) 1) Χρήσεις γης και μεταφορές Ισορροπημένο σύστημα δημόσιων μεταφορών με σκοπό την ελαχιστοποίηση της κατανάλωσης καυσίμων. Αύξηση της αναλογίας-χρήσης δημόσιων μέσων για τις προσωπικές μετακινήσεις. Άρτια και ορθολογική οργάνωση των χρήσεων γης στον προαστιακό χώρο (κατοικία, εργασία, μεταφορές, επιχειρήσεις). Συντομότερες διαδρομές μεταξύ κατοικίας και εργασίας για την εξυπηρέτηση των καθημερινών αναγκών. Περισσότερο συγκεντρωτική-συνεκτική ανάπτυξη εξυπηρετούμενη από τις δημόσιες συγκοινωνίες. Μεγαλύτερη τοπική αυτάρκεια και ανεξαρτησία σε είδη τροφίμων, αγαθά και υπηρεσίες. 2) Ενέργεια Αυξημένη παραγωγή και εκμετάλλευση ανανεώισμων πηγών ενέργειας. Σημαντική μείωση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων. Κατάλληλος κατασκευαστικός σχεδιασμός (κέλυφος, υλικά) των κτιρίων με σκοπό την ενεργειακή αποδοτικότητα. Ελαχιστοποίηση απωλειών μέσω καλύτερων μονώσεων και εγκατάστασης κατάλληλων ενεργειακών διατάξεων-συστημάτων. 3) Φυσικοί πόροι Αυξημένη βιοποικιλότητα με τη λήψη κατάλληλων μέτρων ενθάρρυνσης/ενίσχυσης των οικοσυστημάτων. Σημαντική αύξηση της βιομάζας (δέντρα και πράσινο) στον αστικό και προαστιακό χώρο. Ανανέωση αντί της εξάντλησης των υπόγειων υδατικών αποθεμάτων και καλή ποιότητα εδαφών. Βελτιωμένη χρήση και παραγωγή ανανεώσιμων υλικών σε αντικαταστάση των πεπερασμένων. Μειωμένες εκπομπές ρύπων, κύριως από τη βιομηχανία, τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρισμού και τις μεταφορές. Ολοκληρωμένα μέτρα για την αναβάθμιση της ποιότητας του αέρα, των υδάτων και του εδάφους. Μείωση στο συνολικό όγκο ροών αποβλήτων. Καλύτερη χρήση διαδικασιών «κλειστού κύκλου». 4) Ρύπανση και απόβλητα Μεγαλύτερη ανάκτηση των υλικών αποβλήτων μέσω της ανακύκλωσης. Πηγή: Breheny M., Rookwood R. (1993), Planning the sustainable city region, in: A. Blowers (Editor), Planning for a Sustainable Environment, pp , London, Earthscan. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

56 56 Σε τελικό επίπεδο, οι σημαντικές κατευθύνσεις-μέτρα που εμπεριέχει το χωρικό πρότυπο για την αστική επικράτεια, αλλά και εξειδικευμένα για κάθε επιμέρους χωρική ενότητα καθίστανται οι εξής: Αποφυγή διαχωρισμού και μεγάλων αποστάσεων μεταξύ των χρήσεων κατοικίας και εργασίας. Διαμόρφωση περιβαλλοντικά φιλικών συστημάτων-δικτύων μεταφοράς. Υψηλότερη αποδοτικότητα στην εκμετάλλευση της ενέργειας και στη χρήση πεπερασμένων (μη ανανεώσιμων) υλικών. Μειώσεις στην αστική ρύπανση και στην παραγωγή αποβλήτων. Διευθέτηση των πυκνοτήτων κατοίκησης ανάλογα με τη φυσιογνωμία των χωρικών ενοτήτων. Αντιμετώπιση των τάσεων αποκέντρωσης (διάχυση) των δραστηριοτήτων και συγκέντρωσης τους στον προαστιακό χώρο. Αναδιαμόρφωση και ανανέωση των αστικών υποδομών (κτίρια, εγκαταστάσεις, οδικά δίκτυα) σύμφωνα με τις αρχές του σύγχρονου βιοκλιματικού-περιβαλλοντικού σχεδιασμού, αλλά και βάσει των εντοπιζόμενων αναγκών. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

57 ) Χωρικό πρότυπο «Social City Region»: επικέντρωση και ανάλυση των κατευθύνσεων βιώσιμου σχεδιασμού στον προαστιακό χώρο. Το προτεινόμενο χωρικό πλαίσιο βιώσιμου αστικού σχεδιασμού των Breheny και Rookwood (1993) περιλαμβάνει έξι διακριτές χωρικές κλίμακες (Πίνακας 1.4), οι οποίες αναπτύσσονται στο χώρο και συνιστούν την αστική επικράτεια/περιφέρεια (City Region). Επιπλέον, περιέχει σημαντικές κατευθύνσειςπροτάσεις για κάθε χωρική ενότητα (στίγμα), ενώ παρατίθεται σχηματικά και η διάρθρωση του αντίστοιχου δικτύου μεταφορών που τις περιβάλλει (Εικόνα 1.1). Εικόνα 1.1: Σχηματική απεικόνιση του προτύπου «Social City Region» Πηγή: Breheny M., Rookwood R. (1993), Planning the sustainable city region, in: A. Blowers (editor), Planning for a Sustainable environment, pp , London, Earthscan. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

58 58 Συγκεκριμένα, οι βασικές προτάσεις του προτύπου «Social City Region» αναφορικά με κάθε χωρικό επίπεδο, όπως διακρίνονται από το παραπάνω σκαρίφημα (Εικόνα 1.1), καθίστανται οι εξής: Μείωση της αστικής διάχυσης μέσω της αναζωογόνησης και αποσυμφόρησης των αστικών πυρήνων. Μείωση μετακινήσεων εξασφαλίζοντας τη βέλτιστη ισορροπία μεταξύ των χρήσεων κατοικίας και εργασίας. Μεικτή αστική ανάπτυξη και εργασία από το σπίτι. Αυξημένες πυκνότητες στα προάστια και στους κόμβους μεταφορών. Μειωμένη κατανάλωση υδάτων και περιορισμένων φυσικών πόρων στον προαστιακό (αγροτικό) χώρο. Οδική τιμολόγηση και ελεγχόμενη στάθμευση στα κύρια αστικά και υπεραστικά δίκτυα για αναχαίτιση της χρήσης ιδιωτικών οχημάτων. Ανάπτυξη ελκυστικότερων διαδρομών ποδηλάτου, περπατήματος και πεζοδρόμων. Φύτευση δέντρων-πρασίνου στον αστικό χώρο και στα οικεία οικοσυστήματα (κοιλάδες, λεκάνες απορροής, αγρός). Αυξημένη παραγωγή και χρήση ανανεώσιμης ενέργειας, εκμετάλλευση ηλιακού δυναμικού. Αναβάθμιση ενεργειακής αποδοτικότητας των υφιστάμενων κτιρίων. Επιβολή ανώτατων ορίων για τις εκπομπές ρύπων. Μείωση ρύπανσης και αποβλήτων μέσω κλειστών διαδικασιών και ανακύκλωσης. Περισσότερο ελκυστικές δημόσιες μεταφορές, υψηλότερη συχνότητα και αξιοπιστία. Οικονομικότερες μετακινήσεις μέσω ισορροπημένων φορτίων και δικτύων υψηλών προδιαγραφών. Προστασία φυσικών οικοσυστημάτων και βιοποικιλότητας (εξωαστικός χώρος). Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

59 59 Μετά την αναλυτική παρουσίαση των γενικών αρχών και πτυχών του προτεινόμενου χωρικού προτύπου, ακολουθεί μία εξειδικευμένη ανάλυση των βασικών κατευθύνσεων-προτάσεων βιώσιμου σχεδιασμού στον προαστιακό χώρο. Όπως αναφέρθηκε αρχικά, βασικό αντικείμενο της Διπλωματικής Εργασίας είναι η αντιμετώπιση του φαινομένου της αστικής διάχυσης (διάσπαρτη προαστιοποίηση) μέσω καινοτόμων αρχών πολεοδομικού και εν γένει βιώσιμου χωρικού σχεδιασμού. Κατά συνέπεια, στο τελευταίο μέρος του θεωρητικού πλαισίου κρίνεται απαραίτητο να παρατεθούν ξεχωριστά συγκεκριμένες στρατηγικές σχεδιασμού, με έμφαση στη διευθέτηση των σοβαρών αναπτυξιακών ζητημάτων που θέτει η ραγδαία αστική εξάπλωση στον προαστιακό χώρο. Ανακεφαλαιώνοντας, τα βασικά αναπτυξιακά κριτήρια-συνιστώσες των υιοθετούμενων στρατηγικών βιώσιμου σχεδιασμού συμπεριλαμβάνουν τα καθεστώτα χρήσεων γης-μεταφορών, την ενέργεια, τους φυσικούς πόρους, καθώς και τη ρύπανση-απόβλητα αντίστοιχα. Οι συγκεκριμένοι παράγοντες αποτελούν καθοριστικά σημεία για τη διαμόρφωση των στρατηγικών, την αξιολόγηση των υφιστάμενων πλαισίων χωρικού σχεδιασμού (πολεοδομικού, χωροταξικού, αστικού) και την κατάρτιση εξειδικευμένων προτάσεων. Όπως τονίζουν ιδιαίτερα οι Breheny και Rookwood (1993), τα προάστια αποτελούν τη μεγαλύτερη αναπτυξιακή πρόκληση. Περιλαμβάνουν μεγάλο ποσοστό του αστικού πληθυσμού και του υφιστάμενου δυναμικού κατοικιών, με αποτέλεσμα να θεωρούνται κόμβος για την εφαρμογή βιωσιμότερων μορφών αστικής ανάπτυξης. Στη σημερινή εποχή, χαρακτηρίζονται ως πηγές υψηλής κατανάλωσης ενέργειας και γένεσης σημαντικού αριθμού ιδιωτικών μετακινήσεων, στα ευρύτερα πλαίσια της αστικής διάχυσης. Ο συνδυασμός του φυσικού στοιχείου και της ανεξάρτητης ιδιοκτησίας (υψηλών προδιαγραφών) συνίστανται «καθρέπτης» του προαστιακού χώρου, ωστόσο η έλλειψη ποικιλίας πυκνοτήτων και μεικτών χρήσεων γης αποτελούν τροχοπέδη στην προσπάθεια προσέλκυσης εγκαταστάσεων απασχόλησης και υπηρεσιών. Συνεπώς, η αξιολόγηση και υλοποίηση των κριτηρίων βιώσιμου σχεδιασμού προϋποθέτει καίριες μεταβολές στη χωρική διάρθρωση των προαστίων και ραγδαία προσαρμογή του τρόπου ζωής στους νέους κοινωνικοοικονομικούς και περιβαλλοντικούς όρους, με την αμέριστη αποδοχή, αρωγή και συμμετοχή εκ μέρους του τοπικού πληθυσμού. Στη συνέχεια, Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

60 60 παρουσιάζονται συγκεκριμένες αρχές-επιλογές για κάθε αναπτυξιακό κριτήριο ξεχωριστά και με βάση την αναδιαμόρφωση-οργάνωση του προαστιακού χώρου (Εικόνα 1.2). Εικόνα 1.2: Σχηματική απεικόνιση του προτύπου σχεδιασμού για τον προαστιακό χώρο. Πηγή: Breheny M., Rookwood R. (1993), Planning the sustainable city region, in: A. Blowers (editor), Planning for a Sustainable environment, pp , London, Earthscan. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

61 61 Χρήσεις γης και μεταφορές (Land use and Transport) Αρχικά, η προσέγγιση της «αποκεντρωμένης συγκέντρωσης» αποτελεί καθοριστικό πρότυπο βιώσιμου σχεδιασμού, που επηρεάζει σημαντικά τα προάστια στον τομέα των χρήσεων γης. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη φιλοσοφία, προβλέπεται η διαμόρφωση υπο-κέντρων και μικρών κωμοπόλεων στον εξωαστικό χώρο, με στόχο της αποσυμφόρηση-εκτόνωση των δραστηριοτήτων των παραδοσιακών πυρήνων. Απόρροια αυτής τη κατεύθυνσης είναι η άμεση μείωση των κυκλοφοριακών συμφορήσεων, καθώς και η αναβάθμιση του συστήματος δημόσιων μεταφορών. Τα προτεινόμενα κέντρα διακρίνονται από εντατικές αστικές δραστηριότητες και ενδέχεται να περιλαμβάνουν χρήσεις γης εργασίας, εμπορίου, υπηρεσιών και αναψυχής, οι οποίες πλαισιώνονται από το αντίστοιχο οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο. Οι ειδικά διαμορφωμένες δημόσιες προαστιακές συγκοινωνίες (λεωφορεία) φέρουν τις κατάλληλες προδιαγραφές για την εκτέλεση επαρκών διαδρομών και τη βέλτιστη εξυπηρέτηση όλης της περιοχής. Σε μακροπρόθεσμη βάση, οι δημόσιες μεταφορές προβλέπεται να ενισχυθούν σημαντικά μέσω της λειτουργίας σιδηροδρομικών συστημάτων και τραμ. Επιπρόσθετα, υπάρχουν δυνατότητες σταδιακής αύξησης των πυκνοτήτων κατοίκησης στα προάστια, χωρίς ωστόσο να υποβαθμίζονται τα περιβαλλοντικά πρότυπα και να ελλοχεύει ο κίνδυνος κορεσμού. Βασική πολιτική-αρχή αναδιαμόρφωσης των υφιστάμενων καθεστώτων κρίνεται η δημιουργία μεικτών χρήσεων γης, παρέχοντας μικρότερες διαδρομές μεταξύ κατοικίας, εργασίας και εμπορίου. Τα διακριτά εμπορικά-επιχειρηματικά και βιομηχανικά πάρκα του εξωαστικού χώρου διατηρούνται και μάλιστα δύνανται να λειτουργήσουν ως συνδετικός κρίκος των αστικών κέντρων με τα προάστια. Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

62 62 Ενέργεια (Energy conservation) Οι πολιτικές σχεδιασμού πρέπει να συμβάλλουν μέσω εξειδικευμένων μέτρων στην επίτευξη υψηλότερης ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων και λοιπών εγκαταστάσεων-υποδομών που ανήκουν στον προαστιακό χώρο ή προβλέπεται να ανεγερθούν. Η υιοθέτηση νέων μορφών οικοδόμησης και αναδιαμόρφωσης των κτιρίων μέσω ειδικών εξωτερικών ενεργειακών περιβλημάτων-κελυφών αποσκοπεί στην ελαχιστοποίηση των συνολικών ενεργειακών απαιτήσεων, καθώς και στην μεγαλύτερη εκμετάλλευση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Επιπλέον, η εγκατάσταση ειδικών συστημάτων συμπαραγωγής θερμότητας και ηλεκτρισμού παρουσιάζουν τεράστιες προοπτικές στον τομέα εξοικονόμησης ενέργειας, καθώς ενσωματώνουν νέα πρότυπα θερμικού και παθητικού ηλιακού κέρδους. Φυσικοί πόροι (Natural resources) Οι διαφορές στη φυσική βλάστηση, στους κήπους, τα πάρκα, τις φυσικές περιοχές (πράσινου) και οι διακυμάνσεις στην αρχιτεκτονική-σχεδιασμό και στις υπηρεσίες αποτελούν συντελεστές που διαδραματίζουν δυναμικό ρόλο στη βιωσιμότητα των προαστίων. Η ποσότητα και ποιότητα των υδάτων αποτελεί μείζον ζήτημα περιβαλλοντικής προστασίας, χρήζοντας μάλιστα άμεσης διαχείρισης. Σε αυτή την κατεύθυνση απαιτείται η διαμόρφωση ειδικών εκτάσεων διαχείρισης των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, καθώς ο προαστιακός χώρος ενδέχεται να περιέχει λεκάνες απορροής ή πλούσιους υδροφορείς. Επίσης, η χρήση διαπερατών υλικών δύναται να εμποδίσει τη στεγανοποίηση των εδαφών, αποσκοπώντας παράλληλα στη διευθέτηση των συστημάτων ύδρευσης-αποχέτευσης και επαναχρησιμοποίησης των υδάτων. Το ζήτημα της ζωτικότητας και υγείας του περιβάλλοντος, προϋποθέτει την αποτελεσματική διαχείριση των φυσικών πόρωνβιομάζας και τη μέριμνα για τη μείωση της απορρόφησης διοξειδίου του άνθρακα στον «ανοικτό» προαστιακό χώρο. Βέβαια, προβλέπεται η αξιοποίηση σημαντικών εκτάσεων για φύτευση δέντρων και πρασίνου, παράλληλα με την προστασία των υφιστάμενων «αποθεμάτων πρασίνου» από φαινόμενα υπερεκμετάλλευσης ή σταδιακού κορεσμού, στα πλαίσια της αστικής διάχυσης. Η ποικιλομορφία των Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

63 63 προαστίων συμπληρώνεται από τη διαμόρφωση εκτάσεων παραδοσιακής παραγωγής τροφίμων, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εγκαταστάσεις εντατικής παραγωγής βιολογικών προϊόντων, κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, μελισσοκομεία και ιχθυοτροφεία (ύπαρξη υδάτων) αντίστοιχα. Ρύπανση-απόβλητα (Pollution-Waste) Η μείωση του συνολικού όγκου των ροών αποβλήτων καθίσταται πρωταρχική αναπτυξιακή κατεύθυνση, η οποία μπορεί να επιτευχθεί μέσω των αλλαγών στα συστήματα διαχείρισης των απορριμμάτων και της διεύρυνσης της ανακύκλωσης. Κατά συνέπεια, κρίνεται επιτακτική η ανάγκη διάθεσης εκτάσεων για την τοποθέτηση κέντρων συλλογής απορριμμάτων και ανακύκλωσης, ακόμα και στο επίπεδο γειτονιάς-οικισμού. Επιπρόσθετα, η προσεκτική χωροθέτηση υλικών που προκαλούν θόρυβο και περιβαλλοντικές συνέπειες στον κατοικημένο προαστιακό χώρο, κρίνεται βασική αναπτυξιακή στρατηγική. Εξειδικευμένοι σταθμοί κομποστοποίησης και επεξεργασίας λυμάτων πρέπει να τοποθετούνται ανάλογα με τις τοπικές ανάγκες, ώστε να αντιμετωπιστούν φαινόμενα ρύπανσης και αποβλήτων από τα μεμονωμένα νοικοκυριά. Συγκεκριμένα, ανακύπτει η ανάγκη χωροθέτησης εγκατάστασης ανάκτησης και επεξεργασίας υλικών για όλα τα ανακυκλώσιμα απόβλητα σε κάθε διακριτό διοικητικό επίπεδο (τοπική αυτοδιοίκηση). Τα εναπομείναντα μη βιοδιασπώμενα απόβλητα μπορούν να αποτεφρώνονται για σκοπούς παραγωγής ενέργειας ή θέρμανσης των προαστιακών εγκαταστάσεων (κτίρια, κατοικίες, υποδομές). Κεφάλαιο 1 ο : «Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης: θεωρητικές έννοιες και διεθνείς στρατηγικές σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της»

64 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης

65 65 2.1) Περιοχή μελέτης-ένταξη στο ευρύτερο χωροταξικό πλαίσιο Η περιοχή μελέτης απαρτίζεται από τους πρώην Δήμους Θέρμης και Βασιλικών (Ν.2539/1997, ΦΕΚ 244Α / ), οι οποίοι πλέον ανήκουν διοικητικά στον «Καλλικρατιακό» Δήμο Θέρμης (Ν.3852/2010, ΦΕΚ 87Α / ). Σύμφωνα με το ισχύον Νομοθετικό Πλαίσιο (Ν.3852/2010, Άρθρο 2) οι εδαφικές περιφέρειες που προκύπτουν από τη συνένωση των πρώην Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) συνιστούν τις νέες «Δημοτικές Ενότητες», ενώ τα περιεχόμενα Δημοτικά Διαμερίσματα (Δ.Δ.) μετονομάζονται σε «Τοπικές ή Δημοτικές Κοινότητες». Καθοριστικός αναπτυξιακός παράγοντας στην παρούσα Εργασία αναδεικνύεται η λεκάνη (κοιλάδα) του Ανθεμούντα, η οποία ουσιαστικά καταλαμβάνει σημαντική έκταση εντός του εξεταζόμενου χώρου. Το έντονο φαινόμενο της αστικής διάχυσης στην επικράτεια των μελετώμενων Ενοτήτων σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της λεκάνης του Ανθεμούντα, αποτέλεσαν αφορμή για την κατάρτιση της παρούσας στρατηγικής βιώσιμου σχεδιασμού στον προαστιακό χώρο και τη διευθέτηση μείζονων αναπτυξιακών ζητημάτων. Στο σημείο αυτό, σημειώνεται ότι τα στοιχεία σχετικά με την υφιστάμενη κατάσταση της περιοχής μελέτης προέρχονται ως επί το πλείστον από τις Μελέτες των Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων των πρώην Δήμων Θέρμης (2003) και Βασιλικών (2006), τα οποία επικαιροποιήθηκαν ως το δυνατόν περισσότερο στις σημερινές συνθήκες μέσω επιτόπιας έρευνας. Επιπλέον, σημαντικά στοιχεία αντλήθηκαν από τη επίσημη Διαδικτυακή σελίδα του διευρυμένου Δήμου Θέρμης και την Αναπτυξιακή Εταιρεία ΟΤΑ Ανατολικής Θεσσαλονίκης «Ανατολική ΑΕ». Αρχικά, η Δημοτική Ενότητα Θέρμης συγκαταλέγεται στην υποενότητα Πολεοδομικού Συγκροτήματος και Περιαστικής Ζώνης Θεσσαλονίκης τοποθετούμενη νότια του αστικού πυρήνα της πόλης (ΠΣΘ). Σε χωροταξικό επίπεδο, συνορεύει βόρεια με τις Δημοτικές Ενότητες Πυλαίας και Πανοράματος, βορειοανατολικά με την Ενότητα Χορτιάτη (νέος Δήμος Πυλαίας-Χορτιάτη), νοτιοανατολικά με τον Δημοτική Ενότητα Βασιλικών και νοτιοδυτικά με την Ενότητα Μίκρας αντίστοιχα. Ο πρώην Δήμος Θέρμης έχει συσταθεί με το Ν.2539/1997 (ΦΕΚ Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

66 66 244Α / ) περί «Συγκρότησης της Πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης» και, όπως προαναφέρθηκε, συγκροτεί μαζί με τις Δημοτικές Ενότητες Βασιλικών και Μίκρας το νέο διευρυμένο Δήμο Θέρμης. Επιπλέον, περιλαμβάνει τις Τοπικές- Δημοτικές Κοινότητες (πρώην Δ.Δ.) Θέρμης, Νέας Ραιδεστού, Νέου Ρυσίου και Ταγαράδων με διοικητική έδρα τη Θέρμη. Όπως τονίζεται στη Μελέτη του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου του πρώην Δήμου (ΓΠΣ Α Φάση, 12/2003), η γειτνίαση με τον αστικό ιστό της Θεσσαλονίκης (ΠΣΘ) επηρέασε σημαντικά το αναπτυξιακό προφίλ της περιοχής, μέσω της προσέλκυσης ενός μεγάλου αριθμού βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων και της ταχύτατης διαμόρφωσης ενός πυρήνα προαστιακών κατοικιών. Κατά αυτό τον τρόπο, η Δημοτική Ενότητα Θέρμης εντάσσεται πλέον διοικητικά και λειτουργικά στο χωρικό πλαίσιο της άμεσης Περιαστικής Ζώνης Θεσσαλονίκης [Μελέτης Επικαιροποίησης Ρυθμιστικού Σχεδίου- (παλαιότερα στην περιαστική ζώνη της Ευρύτερης Περιοχής Θεσσαλονίκης (Ρυθμιστικό Σχέδιο Θεσσαλονίκης, Ν.1561/1985)], ενώ από ευρύτερη χωροταξική σκοπιά ανήκει διοικητικά στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Ειδικότερα, η Ενότητα Θέρμης καταλαμβάνει το νότιο τμήμα του Νομού Θεσσαλονίκης (νυν Περιφερειακή Ενότητα), εντός της οριοθετημένης κοιλάδας του Ανθεμούντα, εξυπηρετώντας ουσιαστικά όλο το φάσμα των βασικών αστικών δραστηριοτήτων-λειτουργιών (κατοικία, παραγωγή, κοινωφελείς και κοινόχρηστες υποδομές). Σύμφωνα με την Απογραφή του 2001 (ΕΣΥΕ), συγκαταλέγεται στα κύρια αστικά κέντρα/οικισμούς (12 συνολικά) της Κεντρικής Μακεδονίας αντιπροσωπεύοντας το 0,61% ( κατοίκους) του πληθυσμού της. Συγκεκριμένα, η έκταση της Δημοτικής Ενότητας Θέρμης ανέρχεται στα στρέμματα, καλύπτοντας ως επί το πλείστον πεδινά τμήματα. Επιπλέον, ο πληθυσμός της υπολογίστηκε στους κατοίκους το 2001 (πρώην Δήμος-ΕΣΥΕ) με μεσαία οικιστική πυκνότητα (163,8 κατ/τ.χλμ.), μέγεθος που αντιστοιχεί στο 1,56% του συνολικού πληθυσμού του Νομού Θεσσαλονίκης. Από πλευράς πληθυσμιακής δυναμικής, η Ενότητα Θέρμης βρίσκεται στην 14 η θέση στο σύνολο του Νομού το 2001, παρουσιάζοντας μάλιστα αξιοσημείωτες αυξητικές τάσεις από τη δεκαετία του 1990 κι έπειτα. Ειδικότερα, το μεγαλύτερο μέρος των εκτάσεων του Ενότητας καλύπτεται από γεωργικές (καλλιεργούμενες) εκτάσεις (40%) και βοσκότοπους (35%), γεγονός που ερμηνεύεται λόγω της ύπαρξης Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

67 67 της κοιλάδας του Ανθεμούντα και του σχετικά επίπεδου αναγλύφου της περιοχής. Βέβαια, σημειώνεται ακόμα ότι τα δάση καταλαμβάνουν περίπου το 9% (ΕΣΥΕ-ΓΠΣ) της επικράτειας της, λόγω της άμεσης γειτνίασης με τα ορεινά τμήματα της Δημοτικής Ενότητας Χορτιάτη στα βόρεια. Οι επιδράσεις του αστικού κέντρου της Θεσσαλονίκης (ΠΣΘ) θεωρούνται ιδιαίτερα καθοριστικές, καθώς η ευρύτερη περιοχή αποτελεί υποδοχέα βιομηχανικών-παραγωγικών μονάδων, καθώς και αστικών υπερτοπικών δραστηριοτήτων μέσω των σημαντικών οδικών αξόνων. Επιπλέον, σημαντικό ζήτημα αναδεικνύεται η εκτεταμένη οικιστική επέκταση στα πλαίσια του γενικότερου φαινομένου της αστικής διάχυσης. Η προσφορά πολεοδομημένων εκτάσεων χαμηλής σχετικά αξίας, η άμεση πρόσβαση στο ΠΣΘ, η υψηλή ποιότητα φυσικού περιβάλλοντος και οι ευκαιρίες απασχόλησης στις παραγωγικές μονάδες καθίστανται βασικοί παράγοντες για την ανάδειξη της περιοχής ως σύγχρονο προάστιο με οργάνωση αστικού τύπου. Βέβαια, οι εντοπισμένες τάσεις αστικής εξάπλωσης αναμένεται να ενισχυθούν με την πάροδο των ετών και απαιτείται άμεση διαπραγμάτευση και διευθέτηση του ζητήματος σε όλη την περιοχή μελέτης. Αναφορικά με το εσωτερικό της Ενότητας, οι Δημοτικές Κοινότητες Θέρμης, Νέου Ρυσίου και Νέας Ραιδεστού ανήκουν στην Περιαστική Ζώνη Θεσσαλονίκης και υπάγονται στις ειδικές ρυθμίσεις Ζωνών Οικιστικού Ελέγχου (ΖΟΕ) του Οργανισμού Ρυθμιστικού Θεσσαλονίκης, ενώ η Τοπική Κοινότητα Ταγαράδων εντάσσεται στην Ευρύτερη Περιοχή Θεσσαλονίκης (ΕΠΘ) αντίστοιχα. Επιπρόσθετα, οι Δημοτικές Κοινότητες Θέρμης (ΥΑ 60802/2597/ , ΦΕΚ 698Δ / ) και Νέου Ρυσίου (ΦΕΚ 1116Δ / ) διαθέτουν εγκεκριμένο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΓΠΣ), σύμφωνα με τον προγενέστερο Νόμο 1337/83 (ΦΕΚ 33Α / ). Οι οικισμοί Νέου Ρυσίου, Νέας Ραιδεστού και Ταγαράδων περιλαμβάνονται στις ευρύτερες μελετητικές χωρικές ενότητες οικιστικής ανάπτυξης του Ρυθμιστικού Θεσσαλονίκης, βάσει του οποίου συντάχθηκαν τα χωρικά αναπτυξιακά πλαίσια ή ρυθμίστηκαν τα καθεστώτα χρήσεων γης. Εν συνεχεία, η Δημοτική Ενότητα Βασιλικών εντάσσεται στη Λοιπή Ζώνη Θεσσαλονίκης (ΛΖ), εκτεινόμενη νότια της Περιαστικής Ζώνης Θεσσαλονίκης (ΠΖΘ). Συνορεύει βόρεια με τις Δημοτικές Ενότητες Θέρμης, Χορτιάτη και Κορώνειας, ανατολικά με την Ενότητα Καλλινδοίων, δυτικά με τις Ενότητες Θέρμης και Μίκρας, Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

68 68 ενώ νότια με τον Νομό Χαλκιδικής. Ο πρώην Δήμος Βασιλικών είχε συσταθεί με το Ν.2539/1997 (ΦΕΚ 244Α / ) περί «Συγκρότησης της Πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης» και, όπως προαναφέρθηκε, συγκροτεί μαζί με τις Δημοτικές Ενότητες Βασιλικών και Μίκρας το νέο διευρυμένο Δήμο Θέρμης. Ακόμη, αποτελείται από τις Τοπικές-Δημοτικές Κοινότητες (πρώην Δ.Δ.) Βασιλικών, Αγ. Παρασκευής, Αγ. Αντωνίου, Λιβαδιού, Περιστεράς και Σουρωτής, με έδρα τα Βασιλικά. Όπως στη Μελέτη του ΓΠΣ Θέρμης, έτσι και στη Μελέτη του ΓΠΣ Βασιλικών τονίζεται πως η γειτνίαση με το ΠΣΘ επηρέασε σημαντικά την Δημοτική Ενότητα Βασιλικών, αφενός με την ανάπτυξη της περιαστικής κατοικίας και αφετέρου με την εγκατάσταση παραγωγικών εγκαταστάσεων. Έτσι, η Δημοτική Ενότητα Βασιλικών εντάσσεται διοικητικά και λειτουργικά στα χωρικά όρια της Λοιπής Ζώνης Θεσσαλονίκης [Μελέτη Επικαιροποίησης Ρυθμιστικού Σχεδίου, παλαιοτέρα στην Ευρύτερη Περιοχή Θεσσαλονίκης (Ρυθμιστικό Σχέδιο Θεσσαλονίκης, Ν.1561/1985)], ενώ από ευρύτερη χωροταξική άποψη υπάγεται διοικητικά στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, όπως και στο σύνολο του Δήμου Θέρμης. Πιο συγκεκριμένα, τα Βασιλικά εντάσσονται στο νότιο τμήμα του Νομού Θεσσαλονίκης (νυν Περιφερειακή Ενότητα), στα όρια της Λοιπής Ζώνης Θεσσαλονίκης και εντός των ορίων της κοιλάδας του Ανθεμούντα. Συνορεύουν με την Περιαστική Ζώνη Θεσσαλονίκης, διατηρώντας έναν μεταβατικό χαρακτήρα, από τη μια ως περιοχή με σημαντική αγροτική δραστηριότητα αλλά και ως υποδοχέας προαστιακής κατοικίας. Η έκταση της ενότητας ανέρχεται σε στρέμματα, κατατασσόμενη στο σύνολό της στις πεδινές ζώνες του Νομού. Επίσης, ο πληθυσμός της για το 2001 (πρώην Δήμος-ΕΣΥΕ) ανέρχονταν σε κατοίκους, αριθμός που δεν ξεπερνά το 1% του Νομού, με πολύ χαμηλή οικιστική πυκνότητα (46,45 κατ/τ.χλμ.). Αξίζει να σημειωθεί, πως παρά την αυξητική τάση της πληθυσμιακής δυναμικής της Ενότητας, η σχετική θέση στην κατάταξη της στο Νομό υποχώρησε από την 23 η το 1991, στην 26 η το 2001, γεγονός που οφείλεται στην εντυπωσιακή πληθυσμιακή αύξηση των πρώην Δήμων Θέρμης, Ωραιοκάστρου και Μίκρας. Παρόλο που τμήμα της κοιλάδας του Ανθεμούντα περιλαμβάνεται στην Δημοτική Ενότητα Βασιλικών και παρόλο το χαρακτηρισμό ως περιοχή με σημαντική Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

69 69 αγροτική δραστηριότητα, ο πρώην Δήμος παρουσιάζει λιγότερες καλλιεργούμενες εκτάσεις, σε σχέση με το Νομό. Περίπου το 34% της έκτασης της Δημοτικής Ενότητας καταλαμβάνει η γεωργική γη (έναντι 43,7% σε επίπεδο νομού), ενώ το 44% καλύπτεται από βοσκοτόπους (32,6 σε επίπεδο Νομού). Τα δάση καλύπτουν το 14% της έκτασης των Βασιλικών, ποσοστό που ανέρχεται στο 10% του συνόλου του νομού. Η επιρροή του ΠΣΘ στα Βασιλικά θεωρείται άμεση, καθώς η γειτνίασή τους σε συνδυασμό με την εύκολη πρόσβαση και την ποιότητα του φυσικού περιβάλλοντος που προσφέρει η Δημοτική Ενότητα των Βασιλικών αποτελούν τους βασικούς παράγοντες εξέλιξης, των οικισμών του πρώην Δήμου, σε υποδοχείς προαστιακής κατοικίας. Βέβαια, όπως στη Θέρμη έτσι και στα Βασιλικά οι εντοπισμένες τάσεις αστικής εξάπλωσης σε συνθήκες οικονομικής ανάπτυξης θα αναμενόταν να ενισχυθούν με την πάροδο των ετών, καθώς θα αυξανόταν και η τάση εξόδου των νοικοκυριών της Θεσσαλονίκης προς τις προαστιακές περιοχές. Παρόλα αυτά, η τρέχουσα οικονομική κρίση έχει αναστείλει σημαντικά τις τάσεις αυτές σε ολόκληρη τη χώρα. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί πως ο οικισμός των Βασιλικών έχει θεσμοθετημένο ΓΠΣ βάσει του Ν. 1337/83 (Υ.Α /6290/ ), ενώ σύμφωνα με το Χωροταξικό Σχέδιο Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας η Δημοτική Ενότητα Βασιλικών συμπεριλαμβάνεται στους πρώην Δήμους που μπορούν να θεωρηθούν δυναμικοί, δηλαδή να συμπεριληφθούν στην κατηγορία των κέντρων ανάπτυξης. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

70 70 2.2) Πληθυσμιακή εξέλιξη (Δημογραφικά στοιχεία, τάσεις) Σε πρώτο επίπεδο ανάλυσης της υφιστάμενης κατάστασης στο διευρυμένο Δήμο Θέρμης, επιχειρείται η παρουσίαση της κατανομής, της σύνθεσης και εξέλιξης του πληθυσμού κατά τη χρονική περίοδο Τα στατιστικά στοιχεία των ετών 1991 και 2001 είναι διαθέσιμα εκ μέρους της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΣΥΕ-ΕΛ.ΣΤΑΤ.), ωστόσο εγινε και μία προσπάθεια χρήσης επικαιροποιημένων στατιστικών δεδομένων της πρόσφατης Απογραφής του Συγκεκριμένα, λόγω του γεγονότος ότι δεν έχουν ανακοινωθεί επίσημα τα στατιστικά αποτελέσματα σε επίπεδο επιμέρους χωρικών ενοτήτων (Δημοτικές Ενότητες, Κοινότητες, οικισμοί), η ανάλυση στηρίχθηκε στο Δελτίο Τύπου της Αρχής, αναφορικά με τα συγκεντρωτικά στοιχεία των Περιφερειών και Δήμων. Εν συνεχεία, εκτιμήθηκε η πληθυσμιακή κατανομή σε επίπεδο Δημοτικών Ενοτήτων και Κοινοτήτων υπό τη θεμελιώδη παραδοχή ότι οι νέες Ενότητες διατήρησαν το ποσοστό συμμετοχής τους στο επίπεδο των διευρυμένων διοικητικών ενοτήτων που διαμορφώθηκαν (Καλλικρατιακοί Δήμοι). Σε τελική φάση, υιοθετήθηκε η ίδια φιλοσοφία για την εκτίμηση της αντίστοιχης πληθυσμιακής σύνθεσης σε επίπεδο Δημοτικών/Τοπικών Κοινοτήτων, αποτελώντας ουσιαστικά εκτιμήσεις της ομάδας μελέτης για τη διευκόλυνσης των μετέπειτα αναλύσεων και σχολιασμών. Υπενθυμίζεται ότι η Δημοτική Ενότητα Θέρμης απαρτίζεται από τις Κοινότητες Θέρμης, Νέας Ραιδεστού, Νέου Ρυσίου και Ταγαράδων, ενώ η Δημοτική Ενότητα Βασιλικών από τις Κοινότητες Βασιλικών, Αγ. Παρασκευής, Αγ. Αντωνίου, Λιβαδιού, Περιστεράς και Σουρωτής αντίστοιχα. Ειδικότερα, η Ενότητα Θέρμης ξεχωρίζει με εκτιμώμενο πληθυσμιακό μέγεθος κατοίκων το 2011 (Πίνακας 2.1), ακολουθώντας ουσιαστικά τις ιδιαίτερα αυξητικές τάσεις των προηγούμενων δεκαετιών ( το 2001 και 8776 κάτοικοι το 1991). Κατά συνέπεια, η Δημοτική Ενότητα Θέρμης αναδεικνύεται ως ένα «σύγχρονο-δυναμικό προάστιο» της Θεσσαλονίκης, με μεγαλύτερη Δημοτική Κοινότητα το ομώνυμο διοικητικό κέντρο (προσεγγιστικά κάτοικοι). Από την άλλη, η Δημοτική Ενότητα Βασιλικών με εκτιμώμενο πληθυσμό περίπου κατοίκων για το 2011, ακολουθεί τις τάσεις των προηγούμενων δεκαετιών, ωστόσο δεν έχει υιοθετήσει ακόμη τους ρυθμούς άλλων προαστιακών περιοχών που είναι εγγύτερα στο ΠΣΘ (π.χ. Ενότητα Θέρμης). Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

71 71 Επίσης, σημαντικές ανοδικές τάσεις εντοπίζονται και στις επιμέρους Κοινότητες κατά τη μελετώμενη εικοσαετία, με τη Νέα Ραιδεστό και το Νέο Ρύσιο να διατηρούν ιδιαίτερα υψηλό αναπτυξιακό ρυθμό το διάστημα Χωρική Ενότητα Δημοτική Κοινότητα Θέρμης (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Κοινότητα Νέας Ραιδεστού (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Κοινότητα Νέου Ρυσίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Ταγαράδων (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Ενότητα Θέρμης (πρώην Δήμος) Δημοτική Κοινότητα Βασιλικών (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Αγίας Παρασκευής (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Αγίου Αντωνίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Λιβαδίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Περιστεράς (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Σουρωτής (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Ενότητα Βασιλικών (πρώην Δήμος) Πίνακας 2.1 Πληθυσμιακή κατανομή και εξέλιξη στο Δήμο Θέρμης ( ) * * * ,94% 54,11% 6,51% 4,42% ,55% 54,11% 6,77% 4,42% ,40% 54,11% 6,14% 4,42% ,31% 54,11% 2,28% 4,42% ,47% 54,11% 6,20% 4,42% ,59% 54,11% 1,63% 4,42% ,03% 54,11% 3,72% 4,42% ,94% 54,11% 2,25% 4,42% ,92% 54,11% 2,49% 4,42% ,63% 54,11% 2,47% 4,42% ,76% 54,11% 0,27% 4,42% ,58% 54,11% 1,97% 4,42% Περιοχή μελέτης (Θέρμη+Βασιλικά) ,87% 54,11% 4,54% 4,42% Δήμος Θέρμης (Καλλικρατιακός) ,96% 54,11% 5,00% 4,42% Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης (πρώην Νομός) Μόνιμος Πληθυσμός Ποσοστά Μεταβολής ΜΕΡΜ ,40% 1,89% 1,09% 0,19% Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφές πληθυσμού 1991, 2001, 2011, ιδία επεξεργασία 2012 (*:Εκτιμήσεις 2011 βάσει παραδοχών) Παρατηρώντας τον πίνακα, προκύπτει ότι την περίοδο η Δημοτική Ενότητα Θέρμης παρουσιάζει αξιοσημείωτη αύξηση διπλασιάζοντας σχεδόν (83%) την πληθυσμιακή της δυναμική, σε αντιπαραβολή με τις σταθερότερες τάσεις που υφίστανται στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης (11,5%). Αυξητικούς ρυθμούς, πάνω από τον μέσο όρο της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης, εμφανίζει και η Ενότητα Βασιλικών (21,5%), πολύ χαμηλότερους όμως από αυτούς της Ενότητας Θέρμης. Σε γενικές γραμμές, το σύνολο της περιοχής Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

72 72 μελέτης παρουσιάζει αυξητικές τάσεις της τάξεως του 56%, γεγονός που οφείλεται στην πληθυσμιακή έκρηξη που εμφάνισε η Ενότητα Θέρμης, σε συνδυασμό με το μεγάλο ποσοστό συμμετοχής της στο συνολικό πληθυσμό. Την επομένη δεκαετία ο διευρυμένος Δήμος Θέρμης (54%), όπως και η περιοχή μελέτης (προσεγγιστικά βάσει υποθέσεων), εξακολουθούν να εμφανίζουν παρόμοιες αυξητικές τάσεις ακόμα και στα ενδότερα επίπεδα, ενώ παράλληλα στην Περιφερειακή Ενότητα διακρίνεται σημαντική πληθυσμιακή κάμψη (2%). Κατά συνέπεια, θεωρείται ότι η μελετώμενη περιοχή αρχίζει την αναπτυξιακή της πορεία από τις αρχές του 1990 και έλκει σταδιακά μεγάλο βάρος της πληθυσμιακής σύνθεσης σε επίπεδο Νομού, με την Κοινότητα Θέρμης να διαδραματίζει ηγετικό ρολό. Βέβαια, κυρίαρχος παράγοντας καθίσταται το έντονο φαινόμενο της αστικής διάχυσηςπροαστιοποίησης στα πλαίσια της οικιστικής ανάπτυξης της Θεσσαλονίκης, γεγονός που αποτυπώνεται εμφανώς στην αναπτυξιακή πορεία όλων ανεξαιρέτως των επιμέρους Κοινοτήτων. Η γενικότερη εικόνα των πραγματικών και υποθετικών πληθυσμιακών μεταβολών σε διαχρονική βάση ( ) παρουσιάζεται στο παρακάτω συγκεντρωτικό διάγραμμα (Διάγραμμα 2.1). Διάγραμμα 2.1: Πληθυσμιακή εξέλιξη στο Δήμο Θέρμης ( ) * Δημοτική Ενότητα Θέρμης (πρώην Δήμος) Δημοτική Ενότητα Βασιλικών (πρώην Δήμος) Δήμος Θέρμης (Καλλικρατιακός) Περιοχή μελέτης (Θέρμη+Βασιλικά) Διάγραμμα 2.1: Πληθυσμιακή εξέλιξη στην ευρύτερη περιοχή μελέτης Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφές , ιδία επεξεργασία 2012 (*: εκτιμήσεις 2011 βάσει παραδοχών) Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

73 73 Επιπρόσθετα, η μη διαθεσιμότητα επίσημων δημογραφικών στοιχείων για το 2011 οδήγησε στην παρουσίαση των αντίστοιχων δεδομένων μόνο για την περίοδο , με απώτερο σκοπό την ανάδειξη των μείζονων οικιστικών αναγκών και ενδεχόμενων κοινωνικών ζητημάτων. Αρχικά, παρακάτω (Πίνακες ) διαφαίνεται μία ανισοκατανομή μεταξύ ανδρών και γυναικών (51-49%) για το 1991 στο εσωτερικό της Ενότητας Θέρμης, φαινόμενο αντιτιθέμενο στο γενικότερο προφίλ του Δήμου, της Περιφερειακής Ενότητας και της χώρας, παρόλα αυτά η απόκλιση ψαλιδίζεται μέχρι το Βέβαια, η τάση αυτή δικαιολογείται κυρίως από την παραγωγική φυσιογνωμία, την ύπαρξη σημαντικών χρήσεων/εγκαταστάσεων απασχόλησης, αλλά και την επικράτηση του φαινομένου της προαστιοποίησης στο πεδίο. Από την άλλη πλευρά, για την Ενότητα Βασιλικών, τα στοιχεία του πίνακα για την απογραφή του 1991 δείχνουν ότι οι γυναίκες συμμετείχαν με μεγαλύτερο ποσοστό σε σχέση με τους άνδρες, φαινόμενο το οποίο αντιστράφηκε στην επόμενη απογραφή. Σε γενικές γραμμές, στο σύνολο της περιοχής μελέτης δείχνει να υπάρχει ισοκατανομή ανάμεσα στα δυο φύλλα, με τους άνδρες όμως να αυξάνουν το ποσοστό συμμετοχή τους κατά τη διάρκεια της δεκαετίας Χωρική Ενότητα Δημοτική Κοινότητα Θέρμης (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Κοινότητα Νέας Ραιδεστού (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Κοινότητα Νέου Ρυσίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Ταγαράδων (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Ενότητα Θέρμης (πρώην Δήμος) Δημοτική Κοινότητα Βασιλικών (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Αγίας Παρασκευής (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Αγίου Αντωνίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Λιβαδίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Περιστεράς (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Σουρωτής (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Ενότητα Βασιλικών (πρώην Δήμος) αριθμός Ποσοστό αριθμός Ποσοστό ,55% ,45% ,20% ,80% ,26% ,74% ,76% ,24% ,05% ,95% ,74% ,26% ,62% ,38% ,51% ,49% ,49% ,51% ,39% ,61% ,08% ,92% ,29% ,71% Περιοχή μελέτης (Θέρμη+Βασιλικά) ,84% ,16% Δήμος Θέρμης (Καλλικρατιακός) ,64% ,36% Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης (πρώην Νομός) Πίνακας 2.2 Πληθυσμός κατά φύλλο 1991 Άρρενες Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφή πληθυσμού 1991, ιδία επεξεργασία 2012 Θήλεις Σύνολο ,32% ,68% Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

74 74 Χωρική Ενότητα Δημοτική Κοινότητα Θέρμης (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Κοινότητα Νέας Ραιδεστού (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Κοινότητα Νέου Ρυσίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Ταγαράδων (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Ενότητα Θέρμης (πρώην Δήμος) Δημοτική Κοινότητα Βασιλικών (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Αγίας Παρασκευής (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Αγίου Αντωνίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Λιβαδίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Περιστεράς (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Σουρωτής (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Ενότητα Βασιλικών (πρώην Δήμος) αριθμός Ποσοστό αριθμός Ποσοστό ,54% ,46% ,19% ,81% ,73% ,27% ,08% ,92% ,67% ,33% ,47% ,53% ,84% ,16% ,44% ,56% ,98% ,02% ,64% ,36% ,42% ,58% ,28% ,72% Περιοχή μελέτης (Θέρμη+Βασιλικά) ,88% ,12% Δήμος Θέρμης (Καλλικρατιακός) ,62% ,38% Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης (πρώην Νομός) Πίνακας 2.3 Πληθυσμός κατά φύλλο 2001 Άρρενες Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφή πληθυσμού 2001, ιδία επεξεργασία 2012 Θήλεις Σύνολο ,46% ,54% Εξειδικεύοντας ακόμα περισσότερο, από την ανάλυση της πληθυσμιακής σύνθεσης του 2001 (Πίνακας 2.4) συμπεραίνεται ότι οι αμιγώς παραγωγικές ηλικίες (15-64 ετών) συμμετέχουν με ποσοστό περίπου 70% τόσο στο σύνολο τους όσο και στον καταμερισμό μεταξύ των φύλλων στην Ενότητα Θέρμης. Αναλυτικότερα, τα υψηλότερα ποσοστά παρουσιάζουν οι ομάδες ηλικιών (26,23%) και ετών (20,84%). Σημειώνεται ότι οι νεανικές ηλικίες (0-14) συγκεντρώνουν ποσοστό περί του 20%, γεγονός που σε συνδυασμό με τα παραπάνω καταδεικνύει τη διάρθρωση και τις ανάγκες των τοπικών νοικοκυριών (μονοκατοικίες-μεγάλες οικογένειες) υπό το πρίσμα της εντατικής οικιστικής επέκτασης. Επιπλέον, το συγκεντρωτικό μέγεθος των μεγαλύτερων ηλικιών (40-79) ανέρχεται περίπου στο Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

75 75 40%, με αποτέλεσμα να τίθεται το ζήτημα μελλοντικής επάρκειας σε υποδομές υγείας-πρόνοιας και υπηρεσιών. Σε επίπεδο φύλλων, αξιοσημείωτη θεωρείται η απόκλιση των ηλικιών ετών στους άνδρες (14,67%) και στις γυναίκες (13,34%) της Θέρμης, η οποία δικαιολογείται εν μέρει από την προσωρινή φυγή των νέων για σπουδές ή για ανάγκες απασχόλησης. Συνεχίζοντας με την Ενότητα Βασιλικών (Πίνακας 2.5), παρατηρείται μια περίπου παρόμοια κατάσταση. Οι παραγωγικές ηλικίες (15-64 ετών) συμμετέχουν με ποσοστό της τάξης του 70%. Πιο συγκεκριμένα, τα υψηλότερα ποσοστά εμφανίζουν οι ομάδες ηλικιών (22,22%) και (18,85), ακολουθώντας τους ρυθμούς της Θέρμης σε χαμηλότερο όμως βαθμό. Τα μεγάλα ποσοστά σε αυτές τις ηλικίες (ιδιαίτερα στις 25-39), ίσως να υποδηλώνουν την τάση των τελευταίων δεκαετιών για εγκατάσταση στην περιοχή μελέτης νεότερων νοικοκυριών, κυρίως λόγω της δυνατότητας εύρεσης μεγαλύτερης κατοικίας σε χαμηλές τιμές, καθώς και λόγω της καλύτερης ποιότητας ζωής που δύναται να προσφέρει. Επίσης, το συνολικό μέγεθος των μεγαλύτερων ηλικιών (40-79) πλησιάζει το 40%, με αποτέλεσμα να τίθεται το ίδιο ζήτημα μελλοντικής επάρκειας σε υποδομές υγείας-πρόνοιας και υπηρεσιών, όπως στη Θέρμη. Πίνακας 2.4 Πληθυσμός κατά ομάδες ηλικιών στη Δημοτική Ενότητα Θέρμης (2001) Άρρενες Θήλεις Ηλικίες Σύνολο Ποσοστό αριθμός Ποσοστό αριθμός Ποσοστό ,21% ,67% ,95% ,67% ,34% ,01% ,38% ,10% ,23% ,00% ,68% ,84% ,00% 717 9,08% ,54% ,58% 634 8,03% ,80% 80 και άνω 95 1,17% 166 2,10% 261 1,63% Σύνολο ,00% ,00% ,00% Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφή πληθυσμού 2001, ιδία επεξεργασία 2012 Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

76 76 Πίνακας 2.5 Πληθυσμός κατά ομάδες ηλικιών στη Δημοτική Ενότητα Βασιλικών (2001) Άρρενες Θήλεις Ηλικίες Σύνολο Ποσοστό αριθμός Ποσοστό αριθμός Ποσοστό ,20% ,86% ,06% ,96% ,77% ,90% ,83% ,58% ,22% ,91% ,84% ,85% ,13% ,30% ,22% ,63% ,05% ,81% 80 και άνω 99 2,33% 145 3,60% 244 2,95% Σύνολο ,00% ,00% ,00% Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφή πληθυσμού 2001, ιδία επεξεργασία 2012 Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

77 77 2.3) Οικονομική δραστηριότητα: απασχόληση-ανεργία Τα τελευταία είκοσι χρόνια, η επικράτεια του Δήμου Θέρμης διακρίνεται από την ιδιαίτερα δυναμική παραγωγική-οικονομική της βάσης, καθώς και από τη ραγδαία πληθυσμιακή συγκέντρωση (ζήτηση). Ειδικότερα, ο ευρύτερος περιαστικός χώρος που πρεσβεύει η μελετώμενη περιοχή διακρίνεται από την αναπροσαρμογή του πρωτογενούς τομέα, σημαντική διαμόρφωση οικονομιών συγκέντρωσης δευτερογενών δραστηριοτήτων και ενδυνάμωση του τριτογενούς τομέα αντίστοιχα. Η ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης περιορίζεται στη δεκαετία , λόγω της αδυναμίας εύρεσης στοιχείων από την πρόσφατη Απογραφή του Βέβαια, ενδέχεται να παραλειφθούν σημαντικές πτυχές-τάσεις που διαδραματίζονται την τελευταία δεκαετία, εντούτοις γίνεται προσπάθεια ποιοτικής παρουσίασης-προσαρμογής των υπαρχόντων δεδομένων, σύμφωνα με τις υφιστάμενες συνθήκες. Σχετικά με τη διαμόρφωση των καθεστώτων απασχόλησης-ανεργίας στην περιοχή μελέτης, τονίζεται αρχικά ότι παρουσιάζεται σε όλη τη δεκαετία υψηλή συμμετοχή των απασχολούμενων και σημαντική απόκλιση των ποσοστών ανεργίας, συγκριτικά με το επίπεδο της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης (Πίνακες ). Παρατηρείται μείωση του ποσοστού απασχολούμενων το 2001 στο σύνολο της περιοχής σε 91,09% από 95,65% για το 1991 και παράλληλη αύξηση της ανεργίας από 4,35% σε 8,91%, ακολουθώντας την αυξητική τάση της Περιφερειακής Ενότητας. Βέβαια, το φαινόμενο αυτό αναμένεται να ενταθεί κατά τη δεκαετία , καθώς μεσολαβούν οι ραγδαίες κοινωνικοοικονομικές μεταβολές (οικονομική κρίση) σε όλη τη χώρα αλλά και σε παγκόσμια βάση. Στο εσωτερικό της Ενότητας, οι αποκλίσεις ακολουθούν τα γενικότερα καθεστώτα, με την απασχόληση να συγκεντρώνεται στις μεγαλύτερες Κοινότητες (Θέρμης-Βασιλικών) και την ανεργία να πλήττει πλέον τις αμιγώς αγροτικές (Ταγαράδες, Περιστεράς, Λιβαδίου και Αγίου Αντωνίου). Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

78 78 Πίνακας 2.6 Ενεργός πληθυσμός, απασχόληση-ανεργία στο Δήμο Θέρμης (1991) Χωρική Ενότητα Δημοτική Κοινότητα Θέρμης (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Κοινότητα Νέας Ραιδεστού (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Κοινότητα Νέου Ρυσίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Ταγαράδων (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Ενότητα Θέρμης (πρώην Δήμος) Δημοτική Κοινότητα Βασιλικών (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Αγίας Παρασκευής (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Αγίου Αντωνίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Λιβαδίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Περιστεράς (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Σουρωτής (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Ενότητα Βασιλικών (πρώην Δήμος) αριθμός % επί του συνολικού πλυθυσμού αριθμός % επί του ενεργού πλυθυσμού Ανεργία Ποσοστό ,93% ,92% 5,08% ,39% ,17% 4,83% ,97% ,76% 4,24% ,10% ,86% 2,14% ,93% ,29% 4,71% ,16% ,89% 3,11% ,03% ,32% 2,68% ,32% ,09% 6,91% ,76% ,25% 0,75% ,76% ,19% 4,81% ,81% ,77% 6,23% ,44% ,10% 3,90% Περιοχή μελέτης (Θέρμη+Βασιλικά) ,59% ,65% 4,35% Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης (πρώην Νομός) Οικονομικά ενεργός Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφή πληθυσμού 1991, ιδία επεξεργασία 2012 Απασχόληση ,53% ,50% 7,50% Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

79 79 Πίνακας 2.7 Ενεργός πληθυσμός, απασχόληση-ανεργία στο Δήμο Θέρμης (2001) Χωρική Ενότητα Δημοτική Κοινότητα Θέρμης (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Κοινότητα Νέας Ραιδεστού (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Κοινότητα Νέου Ρυσίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Ταγαράδων (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Ενότητα Θέρμης (πρώην Δήμος) Δημοτική Κοινότητα Βασιλικών (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Αγίας Παρασκευής (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Αγίου Αντωνίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Λιβαδίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Περιστεράς (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Σουρωτής (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Ενότητα Βασιλικών (πρώην Δήμος) αριθμός % επί του συνολικού πλυθυσμού αριθμός % επί του ενεργού πλυθυσμού Ανεργία Ποσοστό ,86% ,36% 8,64% ,20% ,85% 8,15% ,75% ,18% 7,82% ,19% ,71% 12,29% ,22% ,30% 8,70% ,34% ,68% 8,32% ,94% ,33% 6,67% ,09% ,39% 12,61% ,48% ,65% 7,35% ,07% ,79% 15,21% ,88% ,81% 8,19% ,03% ,67% 9,33% Περιοχή μελέτης (Θέρμη+Βασιλικά) ,82% ,09% 8,91% Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης (πρώην Νομός) Οικονομικά ενεργός Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφή πληθυσμού 2001, ιδία επεξεργασία 2012 Απασχόληση ,31% ,67% 11,33% Από την άλλη πλευρά, αναλύοντας διεξοδικότερα τη διάρθρωση και τη μεταβολή των απασχολούμενων ανά τομέα παραγωγής για τη χρονική περίοδο (Πίνακας 2.8), σημειώνεται γενικότερη μείωση στη δραστηριότητα του της πρωτογενούς τομέα στο σύνολο της περιοχής μελέτης (-4,48%) και στην πλειονότητα των περιεχόμενων Κοινοτήτων. Στον πρωτογενή τομέα παρατηρείται παράλληλη μείωση των γεωργικών εκτάσεων λόγω της έντονης οικιστικής επέκτασης, ωστόσο δεν αγνοείται η στροφή προς τις δυναμικές και καινοτόμες καλλιέργειες. Έτσι, η απασχόληση στον πρωτογενή τομέα παρουσιάζει μείωση κατά τη διάρκεια της δεκαετίας στην περιοχή μελέτης, με την Κοινότητα Νέου Ρυσίου να Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

80 80 παρουσιάζει το μεγαλύτερο αρνητικό ποσοστό (-29,76%). Παρά ταύτα, δεν εκλείπουν και οι αξιοσημείωτες αυξήσεις, όπως αυτή στην Κοινότητα Περιστεράς (14,74%). Επιπλέον, ο δευτερογενής τομέας εμφανίζει μεγάλη αύξηση στην περιοχή μελέτης (42,06%), που είναι ακόμα μάλιστα ακόμα εντατικότερη στις Κοινότητες Θέρμης (62,45%) και Νέας Ραιδεστού (80,31%). Κύριος παράγοντας καθίσταται η μαζική προσέλκυση και συγκέντρωση πλήθους βιοτεχνικών-βιομηχανικών μονάδων (ΒΙΠΑ, ΕΜΟ και διάσπαρτα) στο ευρύτερο πεδίο, τάση η οποία σταθεροποιείται σχετικά τη σημερινή εποχή. Ακόμη, αξιοσημείωτη είναι και η αύξηση του δευτερογενούς τομέα στις Κοινότητες Αγ. Παρασκευής, Αγ. Αντωνίου και Λιβαδίου της Ενότητας Βασιλικών, που οφείλεται στη διάχυση του δευτερογενούς τομέα από της περιοχή Θέρμης-Ν. Ραιδεστού, δημιουργώντας έναν πυρήνα μεταποιητικής δραστηριότητας στην περιοχή Λακκιάς. Παρόλα αυτά, εντύπωση προκαλεί η μείωση στην Κοινότητα Σουρωτής (-22,83%), όπου χωροθετείται η Επιχείρηση Εμφιάλωσης Μεταλλικού Νερού Σουρωτής. Ωστόσο, η χαρακτηριστικότερη μεταβολή εντοπίζεται στη διάρθρωση του τριτογενούς τομέα, όπου παρατηρείται σημαντική ενδυνάμωση των απασχολούμενων κατοίκων (117%) της μελετώμενης περιοχής, που οφείλεται σε κάποιο βαθμό στην αύξηση των λειτουργιών-υποδομών υπερτοπικού χαρακτήρα στην επικράτεια της Θέρμης (πολυκαταστήματα, εμπορικά κέντρα, αθλητισμός, εγκαταστάσεις εκπαίδευσης, υγείας-πρόνοιας, αναψυχής, υπηρεσίες), η οποία αντικατοπτρίζεται στο ποσοστό αύξησης της απασχόλησης του τομέα (141%) αντίστοιχα. Το φαινόμενο εξακολουθεί να υφίσταται ενισχυμένο σε όλα τα επιμέρους τμήματα, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα αναπροσαρμογής των παραγωγικών-οικονομικών βάσεων της τελευταίας εικοσαετίας. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

81 81 Χωρική Ενότητα Πίνακας 2.8 Απασχολούμενοι ανά τομέα παραγωγής (οικονομικά στοιχεία) στο Δήμο Θέρμης ( ) Πρωτογενής Δευτερογενής Τριτογενής Νέοι/Μη δυνάμενοι να καταταγούν Πρωτογενής Δευτερογενής Τριτογενής Νέοι/Μη δυνάμενοι να καταταγούν Ποσοστά μεταβολής Πρωτογενής Δευτερογενής Τριτογενής Νέοι/Μη δυνάμενοι να καταταγούν Δημοτική Κοινότητα Θέρμης (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Κοινότητα Νέας Ραιδεστού (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Κοινότητα Νέου Ρυσίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Ταγαράδων (πρώην Δ.Δ.) ,93% 62,45% 154,36% 123,02% ,21% 80,31% 143,29% 3600,00% ,76% 46,59% 114,98% 287,50% ,57% -22,22% 50,81% 950,00% Δημοτική Ενότητα Θέρμης (πρώην Δήμος) Δημοτική Κοινότητα Βασιλικών (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Αγίας Παρασκευής (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Αγίου Αντωνίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Λιβαδίου (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Περιστεράς (πρώην Δ.Δ.) Τοπική Κοινότητα Σουρωτής (πρώην Δ.Δ.) Δημοτική Ενότητα Βασιλικών (πρώην Δήμος) ,28% 55,75% 141,00% 181,29% ,32% 7,19% 46,54% 127,59% ,82% 41,03% 198,33% 100,00% ,80% 48,57% 95,83% -85,71% ,00% 44,00% 43,66% 500,00% ,74% -10,24% 85,25% -71,43% ,70% -22,83% 50,00% -42,86% ,30% 7,70% 65,34% 57,81% Περιοχή μελέτης (Θέρμη+Βασιλικά) ,48% 33,86% 117,37% 142,36% Δήμος Θέρμης (Καλλικρατιακός) ,85% 42,06% 130,36% 132,41% Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης (πρώην Νομός) Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφές πληθυσμού 1991, 2001, ιδία επεξεργασία ,81% -2,63% 32,43% 2,56% Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

82 82 2.4) Φυσικό Περιβάλλον (Χάρτης 2.1) Αρχικά, μεγάλο μέρος της περιοχής, αποτελεί τμήμα της λεκάνης του Ανθεμούντα. Η κοιλάδα βρίσκεται ανατολικά της Θεσσαλονίκης και η έκτασή της ανέρχεται σε 428 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Έχει σχήμα ισοσκελούς τριγώνου, με βάση την ακτή του Θερμαϊκού και κορυφή το χωριό Βάρδος. Το μήκος της από την δύση προς την ανατολή δεν ξεπερνά τα 30 χιλιόμετρα. Στο βορειοανατολικό τμήμα της λεκάνης βρίσκεται ο ορεινός όγκος του Χορτιάτη, στο νοτιοανατολικό η λοφοσειρά της Αγίας Παρασκευής Σουρωτής Μονοπήγαδου, συγκλίνοντας στα ανατολικά δημιουργώντας το ορεινό τόξο Γαλάτιστας Βάβδου (δασικές εκτάσεις). Ακόμη, πρέπει να αναφερθεί πως την κοιλάδα διασχίζει ο ποταμός Ανθεμούντας, που καταλήγει στον Θερμαϊκό. Κατά συνέπεια, καθοριστικός αναπτυξιακός παράγοντας αναδείχθηκε παραδοσιακά η γεωργοκτηνοτροφική δραστηριότητα μέσω της επιλεκτικής καλλιέργειας παραγωγικών φυτών και της εντατικής κτηνοτροφίας στις πεδινές και ημιορεινές εκτάσεις (αμιγής και λοιπή γεωργική γη), συμβάλλοντας σημαντικά στη διαμόρφωση του ευρύτερου τοπίου. Ωστόσο, στη σημερινή εποχή η διάχυτη αστική επέκταση τείνει να μεταβάλλει ολοκληρωτικά τη διάρθρωση του τοπίου, ωθώντας τις γεωργοκτηνοτροφικές δραστηριότητες στα εγγύς ημιορεινά. Εικόνα 2.1: Γενική άποψη της Κοιλάδας του Ανθεμούντα από το Λιβάδι Πηγή: GoogleEarth-Panoramio Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

83 83 Τα εδάφη της κοιλάδας του Ανθεμούντα εμφανίζονται ιδιαίτερα «ευαίσθητα» αντιμετωπίζοντας μάλιστα παθογένειες-προβλήματα, τα οποία προέρχονται κυρίως από τις συνεχείς μεταβολές του υδρολογικού κύκλου και την υπερεκμετάλλευση των εκτάσεων. Επίσης, σημαντικό ζήτημα ανακύπτει από τη διάσπαρτη αστικοποίηση των εδαφών και την κατ επέκταση ανεξέλεγκτη διάθεση αποβλήτων-απορριμμάτων, η οποία ωστόσο βρίσκεται σε καθεστώς διαρκούς παρακολούθησης και περιορισμού. Αναφορικά με το κλίμα των δύο πρώην Δήμων που απαρτίζουν την περιοχή μελέτης, χαρακτηρίζεται ημίξηρο με ψυχρό χειμώνα για την Ενότητα Θέρμης, ενώ για την Ενότητα Βασιλικών, μεσόθερμο με ξηρή περίοδο το καλοκαίρι, σύμφωνα με τα στοιχεία του μετεωρολογικού σταθμού στα Λουτρά Θέρμης. Όσον αφορά τη Θέρμη, η μέση ετήσια θερμοκρασία αέρα κυμαίνεται στους 15 0 C, ενώ το μήνα Ιούλιο παρατηρούνται οι μέσες μέγιστες θερμοκρασίες (32 0 C) και το μήνα Ιανουάριο οι μέσες ελάχιστες (0 0 C) αντίστοιχα. Από την άλλη, στα Βασιλικά, η μέση ετήσια θερμοκρασία αέρα ανέρχεται στους 15,6 0 C, με τον πιο θερμό μήνα τον Ιούλιο (27 0 C) και ψυχρότερο τον Ιανουάριο (5 0 C). Γενικότερα, οι καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή μελέτης διακρίνονται συνήθως από μεγάλα διαστήματα ηλιοφάνειας, τα οποία συνοδεύονται από υψηλή υγρασία και σχεδόν ασθενείς ανέμους. Βέβαια, η θέση-μορφή της κοιλάδας του Ανθεμούντα συμβάλλει στο σημαντικό περιορισμό των ισχυρών ανέμων (Βαρδάρης) εκ μέρους του Θερμαϊκού Κόλπου, καθώς και στην εμφάνιση του έντονου φαινομένου των πρωινών ομιχλών (Ανατολική ΑΕ, 2000, μετρήσεις τοπικών μετεωρολογικών σταθμών). Η ποιότητα της ατμόσφαιρας του πεδίου εκτιμάται σαφώς διαφοροποιημένη συγκριτικά με τον γειτνιάζοντα αστικό πυρήνα της Θεσσαλονίκης. Η αξιολόγηση αυτή απορρέει από τις εκτιμήσεις μικρών τοπικών πηγών, σε συνδυασμό με την έντονη δραστηριοποίηση αρκετών βιομηχανικών-παραγωγικών μονάδων. Ωστόσο, σημειώνεται ότι δεν υπάρχουν εγκατεστημένοι ειδικοί μετρητικοί σταθμοί ατμοσφαιρικής ρύπανσης στο ευρύτερο πεδίο. Επιπλέον, η συμβολή του τομέα των οδικών μεταφορών κρίνεται ιδιαίτερα καθοριστική στην επιβάρυνση της ατμόσφαιρας και μάλιστα εκτιμάται ότι ενδέχεται να αυξηθεί περισσότερο τα επόμενα χρόνια. Ειδικότερα, η χρήση των ιδιωτικών οχημάτων Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

84 84 αυξάνεται ραγδαία, ως αποτέλεσμα των νέων απαιτήσεων μετακίνησης (κατοικίαεργασία) που επιφέρει η έντονη προαστιοποίηση. Άμεσο επακόλουθο καθίσταται η αύξηση της κατανάλωσης καυσίμων και η περαιτέρω επιβάρυνση του αέρα, με προοπτικές ιδιαίτερα δυσοίωνες στο άμεσο μέλλον. Το φαινόμενο της αστικής διάχυσης στην περιοχή συνδέεται άρρηκτα με τη χωρική επέκταση βασικών αστικών λειτουργιών (κατοικία, εργασία, υπηρεσίες, μεταφορές), οι οποίες δύνανται να μεταφέρουν μείζονα ζητήματα περιβαλλοντικής επιβάρυνσης (Μελέτες ΓΠΣ). Σχετικά με τα επιφανειακά ύδατα, σημαντικοί υδροφορείς αναδεικνύονται ο ποταμός Ανθεμούντας καθώς και κάποια ρέματα στην περιοχή της Θέρμης και της Περιστεράς, τα οποία όμως δεν φέρουν σταθερή ροή και εμφανίζουν τάσεις ξηρασίας. Τα τελευταία χρόνια, η διασφάλιση της ζωτικότητας τους διευθετείται μέσω της κατασκευής μικρών φραγμάτων κατά μήκος της ροής τους, με το φράγμα της Θέρμης να αποτελεί σημαντικό «φυσικό πόλο» σε άμεση εγγύτητα με τον ομώνυμο οικισμό. Επιπλέον, το υπόγειο υδρολογικό δίκτυο της λεκάνης του Ανθεμούντα δέχεται συνεχείς πιέσεις για άρδευση, ύδρευση και βιομηχανικές χρήσεις, γεγονός που διαμορφώνει μία «αρνητική ισορροπία» εδώ και αρκετά χρόνια. Τονίζεται ότι η εξυπηρέτηση των αναγκών ύδρευσης και άρδευσης υλοποιείται την τελευταία δεκαετία μέσω ειδικών γεωτρήσεων στο πεδίο, ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση η συνολική εκμετάλλευση παραμένει αρκετά υψηλή (Ανατολική ΑΕ, 1998). Σε αυτό το σημείο, πρέπει να αναφερθεί ο ένας από τους έντεκα ελληνικούς υγροβιότοπους διεθνούς σημασίας που προστατεύονται από τη συνθήκη Ramsar (ΝΔ 0191/74, ΦΕΚ 850Α ) και χωροθετείται νότια της λεκάνης απορροής των λιμνών Κορώνειας και Βόλβης. Ο υγροβιότοπος παρουσιάζει μεγάλη βιοποικιλότητα, με 248 καταγεγραμμένα είδη πουλιών. Επίσης, αναπόσπαστο κομμάτι του φυσικού περιβάλλοντος αποτελούν τα οικοσυστήματα της Ενότητας που απαρτίζονται από παράκτιους, εσωτερικούς υδροβιότοπους, γεωργικά-πεδινά, χορτολιβαδικά-δασικά και τεχνητά δασικά οικοσυστήματα. Ειδικότερα, το μεγαλύτερο τμήμα της επικράτειας διακρίνεται από λοφώδεις πεδινές εκτάσεις, ενώ στις ημιορεινές περιοχές κυριαρχούν τα κωνοφόρα είδη. Ακόμα, τα ρέματα και τα τμήματα εγγύς του ποταμού Ανθεμούντα εμφανίζουν έντονα υδρόφιλη βλάστηση. Η πανίδα της Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

85 85 περιοχής περιλαμβάνει βασικές κατηγορίες θηλαστικών και πτηνών οργανισμών. Στο σημείο αυτό αναφέρεται ότι έχουν κηρυχτεί αναδασωτέες έξι ζώνες, κυρίως στις παρυφές του ορεινού όγκου Χορτιάτη, αλλά και σε διάφορα σημεία νότια της περιοχής. Τα συγκεκριμένα πεδία θεωρούνται ιδιαίτερου οικολογικού ενδιαφέροντος, καθώς αποτελούν κύριους υποδοχείς σημαντικών ειδών χλωρίδας και πανίδας. Βέβαια, περιβαλλοντικά αξιόλογες θεωρούνται οι ζώνες των ρεμάτων, των αρχαιολογικών χώρων, καθώς και οι περιοχές φυσικών δασών-βλάστησης (Ανατολική ΑΕ, 2001). Εικόνα 2.2: Πανοραμική λήψη της λεκάνης του Ανθεμούντα από την περιοχή Λιβαδίου Πηγή: GoogleEarth-Panoramio Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

86 86 Γενικότερα, η μελετώμενη περιοχή υπόκειται σε συνεχείς περιβαλλοντικές πιέσεις-επιβαρύνσεις, με το αεροδρόμιο Μακεδονία (ζώνη επιρροής) να δεσπόζει ως βασική πηγή ηχητικής όχλησης και ατμοσφαιρικής ρύπανσης, ιδιαίτερα για την Ενότητα Θέρμης. Οι περιεχόμενοι οδικοί άξονες Θεσσαλονίκης-Μουδανιών και Θεσσαλονίκης-Θέρμης-Πολυγύρου καθίστανται εξίσου σημαντικές πηγές επιβαρύνσεων και χρήζουν συνεχούς ελέγχου-παρακολούθησης, λόγω των αυξημένων όγκων μετακινήσεων. Επιπρόσθετα, καίριος συντελεστής περιβαλλοντικής επιβάρυνσης καθίσταται ο χώρος υγειονομικής ταφής αστικών απορριμμάτων και αποβλήτων στην περιοχή των Ταγαράδων (ΧΥΤΑ Ταγαράδων), του οποίου η λειτουργία έχει διακοπεί τα τελευταία χρόνια. Στην ίδια περιοχή, λειτουργούν νόμιμα Λατομεία που παρακολουθούνται ως προς τις εκπομπές αέριων ρυπαντών, τη μεταβολή του αναγλύφου των εδαφών και την παραγωγή ηχητικών οχλήσεων. Ακόμη, οι πολυάριθμες και εκτεταμένες βιομηχανικές εγκαταστάσεις στη Θέρμη, τη Ραιδεστό και στην περιοχή Λακκιάς, οι οποίες τελευταίες εμφανίζουν έλλειψη οργανωμένης χωροθέτησης και κατάλληλων υποδομών, ενδέχεται να συνδέονται με γενικότερες επιπτώσεις από την παραγωγή ρύπων, αποβλήτων, βλαβερών ουσιών και τη μεγάλη εκμετάλλευση υδατικών αποθεμάτων. Τέλος, πρέπει να σημειωθούν και η ανεξέλεγκτη επιβάρυνση των υδρορεμάτων από τη ρήψη οικιακών απορριμμάτων, την ανεξέλεγκτη απόρριψη ανεπεξέργαστων βιομηχανικών αποβλήτων και την απορροή φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, καθώς και η εξαφάνιση της φυσικής βλάστησης και η μείωση των υδάτινων αποθεμάτων από την υπεράντληση (Μελέτες ΓΠΣ, επιτόπια αυτοψία). Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

87 87 Κεφάλαιο 2ο: «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

88 88 2.5) Χωροταξική διάρθρωση-χρήσεις γης (Χάρτης 2.2) Η θέση της περιοχής μελέτης κρίνεται ιδιαίτερα κομβική, καθώς βρίσκεται στην νοτιοανατολική έξοδο του αστικού κέντρου της Θεσσαλονίκης. Όπως προαναφέρθηκε, από το πεδίο διέρχονται οι κύριοι οδικοί άξονες Θεσσαλονίκης- Μουδανιών και Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου, οι οποίοι σε συνδυασμό με την βιομηχανική δραστηριότητα και την εκτεταμένη αστική διάχυση συμβάλλουν στη διαμόρφωση του χωρικού αναπτυξιακού προτύπου της ευρύτερης περιοχής. Με βάση τα στοιχεία των Μελετών των Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων των δύο Ενοτήτων και την επιτόπια αυτοψία, διαπιστώθηκε ότι τρία είναι τα βασικά στοιχεία-παράγοντες που καθορίζουν τη χωροταξική οργάνωση της περιοχής μελέτης: πρώτον, η κοιλάδα του Ανθεμούντα και η ανάπτυξη γεωργικών δραστηριοτήτων. Δεύτερον, η δραστηριοποίηση του δευτερογενούς τομέα στην περιοχή της Θέρμης και της Νέας Ραιδεστού, καθώς και στην περιοχή νότια της Λακκιάς, που όπως προαναφέρθηκε αποτελεί αποτέλεσμα της διάχυσης της βιομηχανίας από τις προαναφερθείσες περιοχές. Τρίτον, η εκτεταμένη και ταχεία ανάπτυξη κατοικίας προαστιακού τύπου τις τελευταίες δεκαετίες. Αναφορικά με τη Δημοτική Ενότητα Θέρμης, αποτελείται από τέσσερις οικισμούς (Θέρμη-Τριάδι, Νέα Ραιδεστός, Νέο Ρύσιο, Ταγαράδες) που αντιμετωπίζουν σημαντικούς πληθυσμιακούς μετασχηματισμούς και υφίστανται συνεχείς επεκτάσεις για την κάλυψη των αναγκών της αστικής εξάπλωσης. Επιπλέον, σημειώνεται ότι στην επικράτεια της Ενότητας ανήκουν δύο ακόμη μικροί οικισμοί (Λήδα Μαρία και Φιλοθέη), οι οποίοι διέπονται από ειδικό θεσμικό καθεστώς. Η συνολική έκταση της πολεοδομημένης γης κυμαίνεται στα 714,35 Ha, ενώ 52,33 Ha (Νέο Ρύσιο) προβλέπονται για μελλοντικές επεκτάσεις. Η Ενότητα Βασιλικών, μπορεί να χωριστεί σε δύο περιοχές βάσει της διάρθρωσης των χρήσεων γης. Στην πρώτη περιοχή, βρίσκονται οι οικισμοί Λακκιά, Βασιλικά, Σουρωτή και Αγ. Παρασκευή. Στην περιοχή κυριαρχούν οι καλλιεργούμενες εκτάσεις και η συγκέντρωση βιομηχανίας στη Λακκιά, με τη δόμηση εκτός σχεδίου και τις συνεχείς επεκτάσεις να αποτελούν κύρια χαρακτηριστικά της. Η δεύτερη περιοχή, απαρτίζεται από τους οικισμούς Αγ. Αντωνίου, Μονοπήγαδου, Περιστεράς και Λιβαδίου. Η περιοχή καλύπτεται από βοσκοτόπους, δασικές εκτάσεις και λίγες Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

89 89 καλλιεργούμενες περιοχές. Η εκτός σχεδίου δόμηση δεν είναι χαρακτηριστικό της περιοχής, με μόνη εξαίρεση τον οικισμό της Περιστεράς, στην οποία εμφανίζονται και ορισμένες κτηνοτροφικές μονάδες. Συνολικά, ο πρώην Δήμος έχει Ha γης εντός των ορίων οικισμών. Κυρίαρχη χρήση στην περιοχή μελέτης αποτελεί η γεωργία (πρώτης προτεραιότητας και λοιπή), η οποία όμως χάνει την υψηλή δυναμική των προηγούμενων δεκαετιών ( ), λόγω της ραγδαίας επικράτησης του φαινομένου της αστικής διάχυσης-προαστιοποίησης. Όπως είναι φυσικό, ο βαθμός εμφάνισης των συνθηκών αυτών διαφέρει στις επιμέρους Κοινότητες (πρώην Δ.Δ.), αλλά δεν παύει να κρίνεται ως μείζον αναπτυξιακό ζήτημα. Η παρουσία βιομηχανικών-παραγωγικών δραστηριοτήτων είναι εμφανής κυρίως εντός των θεσμοθετημένων υποδοχέων (ΒΙΠΑ, ΕΜΟ), οι οποίοι βρίσκονται κατά μήκος των βασικών οδικών αξόνων, αλλά και διάσπαρτα στην περιοχή Λακκιάς. Μεγάλες εκτάσεις του εξωαστικού χώρου καταλαμβάνονται από συγκεκριμένες χρήσεις, όπως οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις, το αεροδρόμιο «Μακεδονία» (εγκαταστάσεις μαζικών μεταφορών), η Αμερικανική Γεωργική Σχολή, οι εγκαταστάσεις και το Αγρόκτημα Α.Π.Θ, ο ΧΥΤΑ Ταγαράδων, οι Εγκαταστάσεις Επεξεργασίας Λυμάτων, οι αρχαιολογικοί χώροι και οι φυλακές στην Κοινότητα Αγίου Αντωνίου. Επιπλέον, χρήσεις εμπορικών καταστημάτων εντοπίζονται κατά μήκος των οδικών αξόνων Θεσσαλονίκης-Μουδανιών (ύψος στρατοπέδου Σέδες), καθώς και στην είσοδο των Βασιλικών. Ακόμη, στην επικράτεια της Ενότητας Βασιλικών ξεχωρίζει το εργοστάσιο εμφιάλωσης φυσικού μεταλλικού νερού (δευτερογενής τομέας) στα όρια του οικισμού Σουρωτής, τα Λουτρά Θέρμης στα όρια των δύο Ενοτήτων (άξονας Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου), ο εγκεκριμένος οικιστικός υποδοχέας καθηγητών-υπαλλήλων του Α.Π.Θ (ΦΕΚ 298Δ / ), καθώς και ορισμένες ακόμα διάσπαρτες χρήσεις χονδρεμπορίου και βιομηχανίας. Στο επίπεδο αυτό, σημαντική θεωρείται η αναλύεται η οικιστική δυναμική του εξεταζόμενου χώρου, ώστε να αναδειχθούν οι ενδεχόμενες δυνατότητες και αδυναμίες τη σημερινή εποχή. Η ραγδαία πληθυσμιακή αύξηση της περιοχής μελέτης και ιδιαίτερα της Δημοτικής Ενότητας Θέρμης από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, οδήγησε αναπόφευκτα στην ενίσχυση της οικιστικής δυναμικής και στη συνεχή ζήτηση νέας κατοικίας. Η οικοδόμηση νέων κατοικιών (κυρίως Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

90 90 μονοκατοικιών) είχε ως άμεσο επακόλουθο τον κορεσμό των υφιστάμενων πυρήνων και κατέδειξε εμφανώς την ανάγκη επεκτάσεων. Σήμερα, η περιοχή διακρίνεται από έντονη διάχυση της κατοικίας στον εξωαστικό χώρο εγγύς των οικισμών και κατά μήκος των κύριων οδικών αξόνων. Οι περιοχές εντάσσονται εν μέρει σε καθεστώς οικιστικής καταλληλότητας, ωστόσο μεγάλα τμήματα αυτών εντοπίζονται διάσπαρτα στο χώρο (εκτός σχεδίου δόμηση) και μη συμβατά στο γενικότερο χωρικό πρότυπο. Ειδικότερα, ο μεγαλύτερος οικισμός τη Θέρμης δέχθηκε αρκετές οικιστικές πιέσεις, με συνέπεια την κατάρτιση του εγκεκριμένου ΓΠΣ (ΠΔ / ΦΕΚ 698Δ ) μαζί με το όμορο Τριάδι. Παράλληλα, εκπονήθηκε και η Μελέτη του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου Θέρμης το 2003, ενώ σημαντικές μελέτες πολεοδομικής επέκτασης βρίσκονται σε στάδιο υλοποίησης. Η Θέρμη αναπτύσσεται (εκτός σχεδίου) κυρίως βορειοανατολικά και βορειοδυτικά, ενώ η περιοχή Τριαδίου επεκτείνεται οικιστικά βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά αντίστοιχα. Αναφορικά με τη Νέα Ραιδεστό, η θέση του οικισμού αλλά και η γειτνίαση με τον άξονα Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου επέφερε σημαντική πληθυσμιακή άνοδο. Η εκτός σχεδίου οικιστική διάχυση εντοπίζεται στο νοτιοανατολικό τμήμα πλησίον του οικισμού. Ο μικρός οικισμός των Ταγαράδων, ακολουθώντας το γενικότερο πληθυσμιακό φαινόμενο, φέρει υψηλές τάσεις διάχυσης κατοικίας βόρεια και κατά μήκος του δικτύου προς Σουρωτή, ενώ σαφέστατα μικρότερες εμφανίζονται στη νοτιοδυτική του περίμετρο. Τέλος, στον μεγαλύτερο σχετικά οικισμό Νέου Ρυσίου παρατηρείται έντονη οικιστική διάχυση στον εξωτερικό του δακτύλιο, πεδίο το οποίο τίθεται υπό καθεστώς επεκτάσεων εντός του εγκεκριμένου ΓΠΣ και των μετέπειτα πολεοδομικών μελετών επέκτασης. Αναφορικά με την Ενότητα Βασιλικών, ιδιαίτερη συγκέντρωση εκτός σχεδίου δόμησης παρατηρείται κατά μήκος των δύο οδικών αξόνων που συνδέουν με τη Θεσσαλονίκη. Μεγάλη συγκέντρωση εκτός σχεδίου δόμησης εντοπίζεται, επίσης, νότια των οικισμών της Σουρωτής και της Αγ. Παρασκευής προς τα Βασιλικά, αλλά και βορειότερα, εγγύτερα στους δύο προαναφερθέντες οικισμούς. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί πως παρατηρείται διάσπαρτη εκτός σχεδίου δόμηση και στην Περιστερά κατά μήκος του Άξονα Βασιλικά-Περιστερά, σε πολύ μικρότερο βαθμό από τις προηγούμενες αναφορές. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

91 91 Κεφάλαιο 2ο: «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

92 92 2.6) Δίκτυα υποδομής Η διοικητική και λειτουργική ιεράρχηση του βασικού οδικού δικτύου στο εξεταζόμενο πεδίο, στα πλαίσια ανάλυσης της υφιστάμενης κατάστασης, παρουσιάζεται συγκεντρωτικά ως εξής [Χάρτης 2.2, (Μελέτες ΓΠΣ Θέρμης και Βασιλικών, Α Στάδιο)]: Εθνική Οδός «Νέα Διαγώνιος», Θεσσαλονίκη-Νέα Μουδανιά [Κύρια Υπεραστική Αρτηρία (Δευτερεύον Εθνικό Δίκτυο)] Εθνική Οδός 67 Θεσσαλονίκη-Αεροδρόμιο Μακεδονία [Κύρια Υπεραστική Αρτηρία (Δευτερεύον Εθνικό Δίκτυο)] Εθνική Οδός 16 Θεσσαλονίκη-Πολύγυρος-Αρναία-Ιερισσός [Δευτερεύουσα Υπεραστική Αρτηρία (Δευτερεύον Εθνικό Δίκτυο)] Σύνδεση Αεροδρομίου Μακεδονία με «Νέα Διαγώνιο» [Δευτερεύουσα Υπεραστική Αρτηρία (Τοπικό Οδικό Δίκτυο)] Επαρχιακή Οδός 30 Γεωργική Σχολή-Νέο Ρύσιο-Σουρωτή-Βασιλικά (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Επαρχιακή Οδός 31 Βασιλικά Περιστερά Λιβάδι (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Κοινοτική Οδός 29 Πανόραμα-Θέρμη (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Κοινοτική Οδός 30 Θέρμη-Τριάδι (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Κοινοτική Οδός 31 σύνδεσης Λακκιάς με την Ε.Ο.16 (Δευτερεύουσα Υπεραστική Συλλεκτήριος) Κοινοτική Οδός 53 σύνδεσης Σουρωτής Αγ. Αντωνίου - Μονοπήγαδου (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Τοπική Οδός σύνδεσης Τριαδίου-Νέας Ραιδεστού (Δευτερεύουσα Υπεραστική Συλλεκτήριος) Τοπική Οδός σύνδεσης Νέου Ρυσίου-Καρδίας (Δευτερεύουσα Υπεραστική Συλλεκτήριος) Τοπική Οδός σύνδεσης Λιβαδιού με την Ε.Ο.16. (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

93 93 Τοπική Οδός σύνδεσης Λιβαδιού Πετροκέρασα (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Τοπική Οδός σύνδεσης Σουρωτής με την Ε.Ο.16 (Δευτερεύουσα Υπεραστική Συλλεκτήριος) Στο σημείο αυτό, σημειώνεται ότι στην ευρύτερη περιοχή παρατηρούνται τρέχουσες αναβαθμίσεις-επεκτάσεις του κύριου οδικού δικτύου, ενώ προγραμματίζονται και νέα σημαντικά οδικά έργα υποδομής (επεκτάσεις Ανατολικής Περιφερειακής Οδού, οδού αεροδρομίου, κόμβοι). Επιπλέον, το αεροδρόμιο «Μακεδονία» θεωρείται ως η σημαντικότερη υποδομή μέσων μαζικής μεταφοράς, συγκεντρώνοντας επιβάτες από διάφορες κατευθύνσεις και με ποικίλους τρόπους μετακίνησης. Βέβαια, τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερη θέση κατέχει και ο τερματικός σταθμός στις εγκαταστάσεις της ΙΚΕΑ (Λεωφόρος Γεωργικής Σχολής), λόγω της εξυπηρέτησης του συνόλου των κατοίκων της Ενότητας Βασιλικών για τις μετακινήσεις του στο ΠΣΘ, αλλά και λόγω της γενικότερης συγκέντρωσης και διανομής πλήθους επιβατών προς τις εγγύς προαστιακές περιοχές. Ακόμα, όλοι οι οικισμοί της περιοχής μελέτης εξυπηρετούνται από το δίκτυο αστικών συγκοινωνιών μέσω των εναλλάξ κυκλικών διαδρομών Θεσσαλονίκης (ΠΣΘ)-Σουρωτής. Αναφορικά με τις λοιπές τεχνικές υποδομές (Μελέτες ΓΠΣ Θέρμης και Βασιλικών, Α Στάδιο), το τηλεπικοινωνιακό δίκτυο είναι σε μεγάλο βαθμό υπόγειο στην κατεύθυνση των βασικών οδικών αξόνων, αλλά οι ιδιωτικές συνδέσεις (τηλεφωνικές πύλες, διαδίκτυο) υλοποιούνται στον εναέριο άξονα. Εξαίρεση αποτελεί το βασικό δίκτυο των οικισμών Περιστεράς και Λιβαδιού, που είναι εναέριο. Από την άλλη πλευρά, οι ενεργειακές υποδομές αποτελούνται από κεντρικές εναέριες γραμμές υψηλής τάσεις (υποσταθμοί, πυλώνες). Επιπρόσθετα, τα τελευταία χρόνια έχει τεθεί σε λειτουργία το δίκτυο φυσικού αερίου στην Ενότητα της Θέρμης, το οποίο πηγάζει από τη Θεσσαλονίκη, διέρχεται παράλληλα με την Οδό προς Νέα Μηχανιώνα και διακλαδίζεται προς την Οδό Θεσσαλονίκης- Πολυγύρου. Η μόνη αξιοσημείωτη Μονάδα Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας (από βιοαέριο) εντοπίζεται στην περιοχή του ΧΥΤΑ Ταγαράδων, ως μία προσπάθεια κάλυψης ορισμένων ενεργειακών αναγκών της περιοχής. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

94 94 Παρόλα αυτά, ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα στα πλαίσια της βιώσιμης προαστιακής ανάπτυξης καθίσταται η ανάλυση της κατάστασης, της λειτουργίας και της οργάνωσης των υποδομών ύδρευσης, αποχέτευσης και απορριμμάτων στην επικράτεια της Θέρμης. Αρχικά, ο οικισμός Θέρμης διαθέτει δεξαμενή και υδατόπυργο στην περιοχή «Τούμπα» (βορειοανατολικά), στον οικισμό Λήδα-Μαρία (βορειοδυτικά) και μία δεξαμενή βορειοδυτικά εκτός των ορίων του, οι οποίες εξυπηρετούνται από γεωτρήσεις και αντλιοστάσια. Οι ανάγκες του Τριαδίου καλύπτονται συμπληρωματικά από τις υποδομές της Θέρμης, αλλά επίσης λειτουργεί και μία γεώτρηση στα νοτιοανατολικά. Το καθεστώς των γεωτρήσεων υιοθετείται και στη Κοινότητα Νέου Ρυσίου, όπου υφίστανται δύο δεξαμενές στη θέση «Τούμπα» (νοτιοανατολικά) και κοντά στα νεκροταφεία. Ακόμα, το δίκτυο ύδρευσης της Νέας Ραιδεστού απαρτίζεται από τρεις γεωτρήσεις που τροφοδοτούν τις δύο δεξαμενές στα βόρεια του οικισμού. Η περιοχή Ταγαράδων φέρει δύο γεωτρήσεις στον οδικό άξονα προς Νέα Ραιδεστό που συνδέονται με δύο δεξαμενές εντός των ορίων του οικισμού. Η Αγ. Παρασκευή, ο Αγ. Αντώνιος και το Μονοπήγαδο ανήκουν στον Σύνδεσμο Ύδρευσης 10 Δήμων και Κοινοτήτων και υδρεύονται από γεωτρήσεις στα βορειοανατολικά της Αγ. Παρασκευής. Ο οικισμός της Περιστεράς υδρεύεται από πηγή, ενώ τα Βασιλικά, η Λακκιά, η Σουρωτή και το Λιβάδι από γεωτρήσεις. Βέβαια, τονίζεται ότι μεγάλο τμήμα των εκτός σχεδίου κατοικιών εξυπηρετείται από το υπάρχον δίκτυο ύδρευσης. Σχετικά με τα δίκτυα αποχέτευσης, με υποδομές συλλογής και διαχείρισης ακάθαρτων υδάτων καλύπτονται η Θέρμη, το Τριάδι, το Νέο Ρύσιο, η Σουρωτή, ο Άγιος Αντώνιος και η Αγία Παρασκευή, ενώ η Νέα Ραιδεστός, οι Ταγαράδες, τα Βασιλικά, η Περιστερά, το Μονοπήγαδο και οι διάχυτες κατοικίες λειτουργούν με ιδιωτικούς βόθρους. Στο Λιβάδι υπάρχει ένα πολύ περιορισμένο δίκτυο ακαθάρτων, ενώ στην Σουρωτή και στον Άγιο Αντώνιο τα δίκτυα καταλήγουν σε ΕΕΛ που βρίσκονται εκτός λειτουργίας και έτσι τα λύματα καταλήγουν σε ρέματα. Επίσης, στην περιοχή Ταγαράδων λειτουργεί τα τελευταία χρόνια ειδική Μονάδα Επεξεργασίας Λυμάτων (ΕΕΛ), με σκοπό τον καθαρισμό και την επαναχρησιμοποίηση των «αστικού τύπου» υδατικών λυμάτων. Η εγκατάσταση αυτή εξυπηρετεί την πλειονότητα της επικράτειας της Ενότητας Θέρμης και πραγματοποιούνται αναβαθμίσεις κατά διαστήματα για την εξασφάλιση Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

95 95 περισσότερης αποδοτικότητας. Βέβαια, οι οικισμοί Θέρμης-Τριαδίου είναι συνδεδεμένοι εδώ και κάποια χρόνια με το κεντρικό δίκτυο αποχέτευσης ακάθαρτων και όμβριων υδάτων της Θεσσαλονίκης (ΕΥΑΘ). Όπως προαναφέρθηκε, στο νοτιοανατολικό τμήμα της περιοχής ξεχωρίζει ο ΧΥΤΑ Ταγαράδων, που εξυπηρετεί όλη την περιοχή μελέτης, ενώ έχουν εντοπιστεί και μικροί χώροι ανεξέλεγκτης διάθεσης απορριμμάτων. Στις εγκαταστάσεις του ΧΥΤΑ έχουν πραγματοποιηθεί αρκετές αναπλάσεις από το 1982 μέχρι σήμερα με στόχο την ανάσχεση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τη βελτιστοποίηση της χρησιμότητας του. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έχει διακοπεί η λειτουργία της χωματερής, λόγω της δημιουργίας νέου χώρου υγειονομικής ταφής απορριμμάτων στην περιοχή Μαυροράχη του Δήμου Λαγκαδά. Ακόμα, από τις αρχές του 2005 λειτουργεί ειδική μονάδα ανακύκλωσης υλικών, με ιδιαίτερη δυναμική, εγγύς του ΧΥΤΑ Ταγαράδων. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

96 96 2.7) Πολεοδομική Οργάνωση (λειτουργική διάρθρωση, χρήσεις γης) Όπως αναλύθηκε παραπάνω, η επικράτεια της περιοχής χαρακτηρίζεται από έντονη οικιστική και οικονομική-παραγωγική δυναμική, ενώ τα τελευταία είκοσι χρόνια είναι εμφανέστατα τα φαινόμενα πληθυσμιακής μεγέθυνσης και αστικής διάχυσης. Συγκεκριμένα, οι δέκα Δημοτικές/τοπικές Κοινότητες (πρώην Δ.Δ.) και οι περιεχόμενοι οικισμοί είναι οι εξής (Εικόνα 2.3): Δημοτική Κοινότητα Θέρμης (Θέρμη, Τριάδι, Λήδα-Μαρία) Δημοτική Κοινότητα Νέας Ραιδεστού (Νέα Ραιδεστός, Φιλοθέη) Δημοτική Κοινότητα Νέου Ρυσίου (Νέο Ρύσιο, στρατόπεδο Μίκρας, Φαρμακαίικα) Τοπική Κοινότητα Ταγαράδων (Ταγαράδες) Δημοτική Κοινότητα Βασιλικών (Βασιλικά) Τοπική Κοινότητα Αγ. Παρασκευής (Αγ. Παρασκευή) Τοπική Κοινότητα Αγ. Αντωνίου (Αγ. Αντώνιος, Μονοπήγαδο) Τοπική Κοινότητα Λιβαδίου (Λιβάδι) Τοπική Κοινότητα Περιστεράς (Περιστερά) Τοπική Κοινότητα Σουρωτής (Σουρωτή) Στη συνέχεια, ακολουθεί λεπτομερής παρουσίαση των χαρακτηριστικών, της οργάνωσης και της λειτουργίας κάθε Δημοτικής/Τοπικής Κοινότητας ξεχωριστά. Η περιγραφή αυτή βασίζεται κυρίως στις Μελέτες των Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων Θέρμης και Βασιλικών, οι οποίες εμπλουτίστηκαν από τα στοιχεία της επιτόπιας αυτοψίας εκ μέρους της ομάδας εργασίας. Δημοτική Κοινότητα Θέρμης Τα όρια της Κοινότητας Θέρμης συμπίπτουν με τα αντίστοιχα του πρώην Καποδιστριακού Διαμερίσματος, έχοντας ως διοικητική έδρα τη Θέρμη. Η οργάνωση της Κοινότητας διέπεται από το αρχικά εγκεκριμένο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΦΕΚ 822Δ / ΦΕΚ 698Δ / ) του πρώην Δήμου (Θέρμη- Τριάδι), από τις μελέτες Πολεοδομικής Αναδιάρθρωσης των δύο οικισμών (ΦΕΚ Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

97 Δ / ΦΕΚ 1163Δ / ) και από τη μελέτη Πολεοδομικής Επέκτασης (ΦΕΚ 428Δ / ΦΕΚ 1011Δ /1998) αντίστοιχα. Επιπλέον, εκκρεμούν και οι προτάσεις του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου Θέρμης του Ο οικισμός Θέρμης θεωρείται ένας υπερτοπικός αναπτυξιακός πόλος (αστική επέκταση/διάχυση, πληθυσμιακή μεγέθυνση, βιομηχανική συγκέντρωση) που λειτουργεί ουσιαστικά ως διοικητικό κέντρο, σε άμεση σύνδεση με τον μη αυτόνομο οικισμό-δορυφόρο του Τριαδίου. Ειδικότερα, χρήσεις αμιγούς κατοικίας εντοπίζονται στο νοτιοδυτικό τμήμα του οικισμού Θέρμης, με τη γενική κατοικία να είναι κυρίαρχη στον υπόλοιπο χώρο. Ο παραδοσιακός οικιστικός πυρήνας έχει εξαντλήσει σε μεγάλο βαθμό τις δυνατότητες δόμησης, με αποτέλεσμα να ξεχωρίζουν οι εκτός σχεδίου κατοικίες περιμετρικά που όμως εντάσσονται σταδιακά στο σχέδιο. Στον οικισμό Τριαδίου δεσπόζει η αμιγής κατοικία κατανεμημένη εκατέρωθεν της οδικής σύνδεσης με τη Θέρμη. Οι τάσεις οικιστικής επέκτασης εμφανίζονται κυρίως στο νότιο τμήμα του, ενώ στα δυτικά συγκεντρώνονται σήμερα αρκετές πρώτες κατοικίες (εκτός σχεδίου). Οι λειτουργίες τοπικού κέντρου συναντώνται κυρίως γύρω από την κεντρική πλατεία της Θέρμης και κατά μήκος των αξόνων που οδηγούν σε αυτή. Στις οδούς Αλεξάνδρου Παπάγου, Πολυτεχνείου, Καραολή και Δημητρίου, Ελευθερίου Βενιζέλου, Ταβάκη και Χαλκιδικής ξεχωρίζουν οι χρήσεις εμπορείου, λιανικής πώλησης, αναψυχής και υπηρεσιών, οι οποίες κάλλιστα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως λειτουργίες πολεοδομικού κέντρου λόγω της ιδιαίτερης δυναμικής-αυτονομίας του οικισμού την τελευταία δεκαετία. Ακόμα, καίριες υποδομές εξυπηρέτησης (Δημαρχείο, ΚΕΠ, Αστυνομικό Τμήμα, Ταχυδρομείο) βρίσκονται σε συγκεκριμένα σημεία περιμετρικά της πλατείας. Στον εξωαστικό χώρο, διακρίνονται οι πολυάριθμες εγκαταστάσεις του τριτογενούς τομέα (ΕΚΕΤΑ, Τεχνολογικό Πάρκο, Πλανητάριο, Αγρόκτημα ΑΠΘ, Εγνατία ΑΕ, Υπουργείο Γεωργίας, έδρες εταιρειών, Αεροδρόμιο Μακεδονία, Ξενοδοχείο-Καζίνο Hyatt Regency), χωροθετημένες εκατέρωθεν των αξόνων Θεσσαλονίκης-Θέρμης (βορειοδυτικά) Πολυγύρου (νοτιανατολικά) και Θεσσαλονίκης-Μηχανιώνας (νοτιοδυτικά) αντίστοιχα. Στον οικισμό Τριαδίου, οι χρήσεις τοπικού κέντρου παρουσιάζονται επί της κεντρικής οδού Ηρώων Πολυτεχνείου (μικροκαταστήματα λιανικού εμπορίου, καφενεία, υπηρεσίες), αντικατοπτρίζοντας τη λειτουργική διασύνδεση με τη Θέρμη. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

98 98 Αναφορικά με τον τομέα της εκπαίδευσης, ο οικισμός Θέρμης εμφανίζει πληρότητα σε όλες τις βαθμίδες, διαθέτοντας αρχικά συνολικά έξι νηπιαγωγεία (τα περισσότερα εντός του οικισμού) και τέσσερα Δημοτικά Σχολεία (πρωτοβάθμια). Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση απαρτίζεται από δύο τοπικά Γυμνάσια, ένα υπερτοπικής σημασίας Αθλητικό Γυμνάσιο, δύο Λύκεια, ένα Σχολείο Ειδικής Εκπαίδευσης (Ε.Ε.Ε.Ε.Κ) και ένα ΙΕΚ, η πλειονότητα των οποίων οργανώνεται σε ενιαίο σχολικό συγκρότημα. Το Τριάδι διαθέτει εγκαταστάσεις μόνο πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, με τρία νηπιαγωγεία και ένα Δημοτικό εντός των ορίων του, ενώ οι περαιτέρω ανάγκες των κατοίκων εξυπηρετούνται από τις υποδομές της γειτονικής Θέρμης. Οι λειτουργίες υγείας-πρόνοιας της Θέρμης αποτελούνται από ένα Κέντρο Υγείας (κόμβος Θέρμης), ένα ιατρείο του ΙΚΑ, δύο δημοτικούς παιδικούς σταθμούς (επί της Οδού Δημοκρατίας και στα Λουτρά), έναν βρεφονηπιακό σταθμό και μία εγκατάσταση ΚΑΠΗ, ενώ ο οικισμός Τριαδίου διαθέτει μόνο ΚΑΠΗ στην κεντρική οδό Ηρώων Πολυτεχνείου. Επιπρόσθετα, στην ευρύτερη περιοχή ξεχωρίζουν το τμήμα Συνοριοφυλάκων και Τροχαίας Θέρμης στους άξονες Θεσσαλονίκη-Θέρμη και Θέρμη-Πολύγυρος, καθώς επίσης και το ιδιωτικό Γηροκομείο στη σύνδεση Θέρμης-Τριαδίου αντίστοιχα. Στις χρήσεις αθλητισμού συμπεριλαμβάνονται το κλειστό Γυμναστήριο (Θέρμη-Τριάδι), το Δημοτικό Στάδιο Θέρμης επί της οδού Παναγή Τσαλδάρη, δύο Προπονητήρια και ένα συγκρότημα γηπέδων ποδοσφαίρου 5x5. Ο οικισμός Τριαδίου διαθέτει μόνο ένα γήπεδο ποδοσφαίρου στο βορειοανατολικό τμήμα εκτός των ορίων του. Βέβαια, σημαντική θέση κατέχουν το Πολιτιστικό Μουσείο (με βιβλιοθήκη, κλειστό θέατρο, εργαστήρια, θερινό κινηματογράφο και γραφεία πολιτιστικών συλλόγων), η εκκλησία του Αγίου Νικολάου (πλατεία) εντός του οικισμού της Θέρμης, το Τεχνολογικό Μουσείο (βορειοδυτικά) και η εκκλησία του Αγίου Τρύφωνα στον εξωαστικό χώρο, ως χώροι ιδιαίτερου πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Στον οικισμό Τριαδίου, υφίσταται μόνο μία μικρή ενοριακή εκκλησία κεντρικά. Οι λειτουργίες τουρισμού-αναψυχής εξυπηρετούνται από το πολυτελές συγκρότημα του Hyatt (Ξενοδοχείο-καζίνο) και τις πολυάριθμες εγκαταστάσεις θερινής αναψυχής εκατέρωθεν του άξονα Θεσσαλονίκης- Μηχανιώνας στην ευρύτερη περιοχή Αεροδρομίου. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

99 99 Στο εσωτερικό του οικισμού Θέρμης εντοπίζονται χώροι πρασίνου στην κυρίως κεντρική πλατεία, στον πεζόδρομο επί της οδού Καραολή και Δημητρίου (ανάπλαση) και στις παιδικές χαρές, ενώ σημαντικό πνεύμονα εξωαστικού πρασίνου συγκροτούν ο αρχαιολογικός χώρος στη θέση «Τούμπα» (βορειοανατολικά), το φράγμα, το κέντρο περιβαλλοντική εκπαίδευσης και οι περιβάλλοντες χώροι των διερχόμενων ρεμάτων αντίστοιχα. Ωστόσο, η Θέρμη διακρίνεται από την ύπαρξη σημαντικών βιομηχανικώνβιοτεχνικών μονάδων εντός της θεσμοθετημένης ΕΜΟ στο νοτιοανατολικό περιμετρικό τμήμα του οικισμού και στο ΒΙΠΑ επί του άξονα Θεσσαλονίκης- Πολυγύρου, στο ύψος του στρατιωτικού αεροδρομίου του Σέδες. Επιπλέον, παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια αρκετές διάσπαρτες παρεμφερείς εγκαταστάσεις-χώροι σε περιοχές που προβλέπονται μελλοντικές επεκτάσεις. Τέλος, στις ειδικές λειτουργίες μπορούν να συμπεριληφθούν το αεροδρόμιο του Σέδες με τρέχουσα αναπτυξιακή δυναμική, το Αγρόκτημα του ΑΠΘ, η ζώνη ΕΚΕΤΑ, και τα νεκροταφεία Θέρμης-Τριαδίου. Δημοτική Κοινότητα Νέας Ραιδεστού Η Κοινότητα της Νέας Ραιδεστού απαρτίζεται από τον ομώνυμο οικισμό και τον οικισμό «Φιλοθέη» των Τοπογράφων Μηχανικών (βορειοανατολικά). Η πρόσβαση στην περιοχή πραγματοποιείται κυρίως μέσω της οδού Θεσσαλονίκης- Πολυγύρου, ενώ τονίζεται ότι παρουσιάζει σχετική διοικητική και λειτουργική αυτονομία σήμερα. Ο βασικός πυρήνας αναπτύσσεται βόρεια του οδικού άξονα, ενώ και ένα μικρό κομμάτι βρίσκεται νότια στην κοιλάδα του Ανθεμούντα. Κυρίαρχη χρήση γης αποτελεί η αμιγής κατοικία, ενώ τμήματα γενικής κατοικίας εντοπίζονται στις οδούς προς την κεντρική πλατεία και κατά μήκος της εθνικής οδού αντίστοιχα. Χαρακτηριστικό των κατοικιών είναι η ύπαρξη μεγάλων αποθηκευτικών χώρων λόγω της υψηλής δραστηριοποίησης των κατοίκων με τον πρωτογενή τομέα. Η φιλοσοφία του οικισμού «Φιλοθέης» υπαγορεύει την ύπαρξη μόνο λειτουργιών αμιγούς κατοικίας (καθημερινές εξυπηρετήσεις). Η Νέα Ραιδεστός διαθέτει ουσιαστικά δύο τμήματα λειτουργιών τοπικού κέντρου, το ένα στην περιοχή που περιγράφεται από τις συντρέχουσες προς κεντρική εκκλησία του Αγίου Αθανασίου οδούς και το άλλο εκατέρωθεν της διερχόμενης εθνικής οδού Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

100 100 (λιανικό εμπόριο, εκπαίδευση, εργαστήρια, υπηρεσίες). Σχετικά με τον τομέα της εκπαίδευσης, ο οικισμός διαθέτει τρία νηπιαγωγεία και δύο δημοτικά σχολεία, ενώ οι ανάγκες της δευτεροβάθμιας καλύπτονται από τις υποδομές του κέντρου της Θέρμης. Σε μεσοπρόθεσμη βάση, προβλέπεται η ανέγερση εγκαταστάσεων γυμνασίου στα βόρεια του οικισμού. Ακόμα, οι λειτουργίες υγείας-πρόνοιας εξυπηρετούνται από το περιφερειακό ιατρείο του ΙΚΑ και τον παιδικό σταθμό στα δυτικά. Επιπλέον, στο νοτιοδυτικό τμήμα εγγύς του οδικού άξονα διακρίνεται το τοπικό γήπεδο ποδοσφαίρου, ενώ στο κτίριο διοίκησης της Κοινότητας υπάρχει μία ελλιπής κλειστή αίθουσα γυμναστηρίου. Σε κεντρικό σημείο του άξονα Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου διακρίνεται το σχετικά νεόδμητο Πολιτιστικό Κέντρο Νέας Ραιδεστού (βιβλιοθήκη, ιατρείο ΙΚΑ, ΚΑΠΗ), ενώ στην κεντρική πλατεία βρίσκεται το σημαντικό τοπικό Πνευματικό Κέντρο της ενορίας Αγίου Αθανασίου. Οι ελεύθεροι χώροι-πράσινο παρατηρούνται σχεδόν σε όλη την έκταση του οικισμού, ωστόσο σημαντικοί πόλοι πρασίνου καθίστανται η κεντρική πλατεία και βόρειο τμήμα της εθνικής οδού (χώροι αναψυχής, πάρκα). Σημαντικό στοιχείο της ευρύτερης περιοχής αποτελούν οι διάσπαρτες βιομηχανικές-βιοτεχνικές μονάδες στη λεκάνη του Ανθεμούντα (νότια), ενώ δυτικά του οικισμού υφίσταται η θεσμοθετημένη ζώνη δραστηριοτήτων του δευτερογενούς τομέα. Ακόμα, ως ιδιαίτερες χρήσεις θεωρούνται τα τοπικά νεκροταφεία (εθνική οδός), οι γεωργικές αποθήκες, καθώς και η δεσμευμένη αρχαιολογική περιοχή «Τούμπα» (νότια). Τέλος, αδόμητες εκτάσεις εντοπίζονται στα όρια της Κοινότητας και νότια προς τη λεκάνη του Ανθεμούντα, τα οποία ωστόσο φέρουν τη δυναμική μελλοντικών οικιστικών εκμεταλλεύσεων. Δημοτική Κοινότητα Νέου Ρυσίου Η Κοινότητα Νέου Ρυσίου αποτελεί έναν δυναμικό οικιστικό πόλο στο νοτιοδυτικό άκρο της διευρυμένης Ενότητας Θέρμης. Αρχικά, σημειώνεται ότι το Νέο Ρύσιο διαθέτει μετά τη Θέρμη εγκεκριμένο Γενικό Πολεοδομικό Σχεδόν (ΓΠΣ-ΥΑ 25115, ΦΕΚ 1116Δ / ), ενώ η πρόσβαση στον κύριο οικισμό πραγματοποιείται τόσο από τον άξονα Θεσσαλονίκης-Μηχανιώνας (δυτικά) όσο και από την εθνική οδό Θεσσαλονίκης-Μουδανιών (ανατολικά). Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

101 101 Συγκεκριμένα, στην περιοχή επικρατούν οι χρήσεις αμιγούς κατοικίας με τη μορφή μονοκατοικιών και χαμηλών κτιρίων, ενώ τμήματα γενικής κατοικίας εντοπίζονται κυρίως βόρεια επί της εισόδου στον οικισμό και γύρω από την κεντρική πλατεία αντίστοιχα. Ακόμα, και οι περιοχές επεκτάσεων (ανατολικά, δυτικά και νότια) φέρουν κυρίως το χαρακτήρα αμιγούς κατοικίας. Κατά όμοιο τρόπο στο Νέο Ρύσιο υφίσταται πρακτικά ένα τοπικό κέντρο (καταστήματα λιανικού εμπορίου, γραφεία, υπηρεσίες) βόρεια της πλατείας, ωστόσο μερικές λειτουργίες επί των οδών Κωνσταντινουπόλεως και Καραβαγγέλη μπορεί να θεωρηθεί ότι εμπεριέχουν λειτουργίες πολεοδομικού κέντρου. Ακόμα, ο οικισμός των Φαρμακαίικων χαρακτηρίζεται από αμιγή κατοικία (μονοκατοικίες, συγκροτήματα).η πρωτοβάθμια εκπαίδευση συγκροτείται από δύο νηπιαγωγεία και ένα δημοτικό σχολείο νότια του οικισμού. Και σε αυτή την περίπτωση, τονίζεται ότι οι ανάγκες τις δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης εξυπηρετούνται κατά κύριο λόγο από τις εγκαταστάσεις της Θέρμης. Στις πολιτιστικές χρήσεις του οικισμού Νέου Ρυσίου συγκαταλέγονται ο ιερός ναός Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, το Πολιτιστικό Κέντρο (οδοί Καραβαγέλλη-Μεταμορφώσεως) και το Κοινοτικό κατάστημα (οδός Καραβαγγέλη). Επίσης, οι εγκαταστάσεις ΚΑΠΗ και ο δημοτικός παιδικός-βρεφονηπιακός σταθμός θεωρούνται ιδιαίτεροι χώροι πρόνοιας, ενώ μικρές αθλητικές υποδομές υφίστανται νότια του οικισμού εντός της έκτασης του Δημοτικού Σχολείου. Στο εσωτερικό του οικισμού δεν είναι ιδιαίτερα εμφανείς οι ελεύθεροι χώροι-πράσινο, εκτός από μικρά κομμάτια στην κεντρική πλατεία. Οι μεγαλύτερες εκτάσεις πρασίνου βρίσκονται κυρίως στον περιμετρικό νοτιοδυτικό χώρο. Επιπλέον, δεν διακρίνονται σημαντικές λειτουργίες τουρισμού-αναψυχής στο εσωτερικό του οικισμού (πάρκα, παιδικές χαρές), ωστόσο εντοπίζονται πόλοι οργανωμένων εγκαταστάσεων στον εγγύς βόρειο χώρο εκατέρωθεν της οδού Θεσσαλονίκης- Μηχανιώνας. Στον ευρύτερο εξωτερικό χώρο, παρατηρούνται διάσπαρτες αρκετές μονάδες βιομηχανίας-βιοτεχνίας, ακολουθώντας το γενικότερο χαρακτήρα της περιοχής. Τέλος, οι περισσότερες αδόμητες εκτάσεις περιμετρικά του οικιστικού πυρήνα συμπεριλήφθηκαν στις διατάξεις μελλοντικών επεκτάσεων εκ μέρους του εγκεκριμένου Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

102 102 Τοπική Κοινότητα Ταγαράδων Η Κοινότητα Ταγαράδων τοποθετείται στο νότιο τμήμα της Ενότητας Θέρμης και η πρόσβαση στην περιοχή υλοποιείται μέσω του οδικού άξονα (βόρεια) προς Αγία Παρασκευή-Σουρωτή, που εκκινεί από τον κόμβο της εθνικής οδού Θεσσαλονίκης-Μουδανιών. Γενικότερα, ο οικισμός δεν διαθέτει ιδιαίτερη αναπτυξιακή δυναμική, υποστηρίζεται από την έδρα της Θέρμης, ωστόσο χαρακτηρίζεται από έντονη φυσικότητα. Η χρήση αμιγούς κατοικίας ξεχωρίζει (νεόδμητες μονοκατοικίες, χαμηλά κτίρια), ενώ διαμορφώνεται ένα τοπικό κέντρο επί της κεντρικής οδού Ρήγα Φεραίου που αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση των άκρως βασικών καθημερινών αναγκών. Αναφορικά με τις λειτουργίες εκπαίδευσης, ο κύριος οικισμός διαθέτει δύο νηπιαγωγεία και ένα δημοτικό, ενώ η ανώτερη βαθμίδα εξυπηρετείται φυσιολογικά από τις αντίστοιχες υποδομές της Θέρμης. Σε κεντροβαρική θέση δεσπόζει ο ναός του Ιωάννη του Προδρόμου και το τοπικό Πολιτιστικό Κέντρο, ενώ λειτουργούν εγκαταστάσεις ΚΑΠΗ, παιδικός σταθμός και περιφερειακό ιατρείο. Η μορφή δόμησης του οικισμού δεν επιτρέπει τη διαμόρφωση μεγάλων νησίδων «αστικού πρασίνου», ωστόσο στην κεντρική πλατεία και νοτιοδυτικά υπάρχουν εμφανείς εκτάσεις ανοικτών χώρων-πρασίνου. Επίσης, στις βασικές αθλητικές υποδομές περιλαμβάνονται τα γήπεδα μπάσκετ και ποδοσφαίρου στο εξωτερικό βορειοδυτικό τμήμα. Σημειώνεται ότι δεν εμφανίζονται σημαντικές βιομηχανικές-βιοτεχνικές μονάδες, παρά μόνο μερικές βόρεια στην οδό προς Σουρωτή. Τα νεκροταφεία στα δυτικά του οικισμού κρίνονται ως ειδική χρήση γης, ενώ αδόμητα αγροτεμάχια με οικιστική δυναμική εντοπίζονται ανατολικά και δυτικά της εισόδου του. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

103 103 Δημοτική Κοινότητα Βασιλικών Αρχικά, ο οικισμός των Βασιλικών είναι προϋφιστάμενος του 1923, ενώ ισχύει το ΓΠΣ του 1991 (ΦΕΚ 863Δ / ). Παρόλα αυτά δεν εκπονήθηκε η πολεοδομική μελέτη, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται ρυμοτομικό σχέδιο. Ακόμη, πρέπει να σημειωθεί πως ο οικισμός των Βασιλικών κατέχει ρόλο πολεοδομικού κέντρου για τον πρώην ομώνυμο Δήμο, καθώς και για την ευρύτερη περιοχή, το οποίο εντοπίζεται κατά μήκος των συλλεκτήριων οδών στο τμήμα γύρω από τον Ανθεμούντα. Κυρίαρχη χρήση στο εσωτερικό του οικισμού των Βασιλικών είναι η αμιγής κατοικία, καθώς αποτελεί υποδοχέα αστικού πληθυσμού, συνδυαζόμενη και με λειτουργίες αγροτικού τύπου. Όπως προαναφέρθηκε, σημαντικό κομμάτι του οικισμού αποτελεί το πολεοδομικό κέντρο, στο οποίο υπάρχουν χρήσεις εμπορίου υπηρεσιών και αναψυχής καθώς και διοικητικές λειτουργίες, όπως η έδρα δικαστικών και αστυνομικών αρχών και υποκαταστήματα ΕΛ.ΤΑ. και Ο.Τ.Ε. Αναφορικά με τον τομέα την εκπαίδευσης, στα Βασιλικά λειτουργούν δύο συστεγαζόμενα Νηπιαγωγεία και ένα δημοτικό σχολείο, ενώ όλες οι εγκαταστάσεις της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης βρίσκονται έξω από τα όρια του οικισμού, στην περιοχή Τσαΐρια και εξυπηρετούν όλους τους μαθητές της Δημοτικής Ενότητας. Ακόμη, λειτουργεί Τεχνικό Επαγγελματικό Εκπαιδευτήριο, εντός του οικισμού, δίπλα στα Νηπιαγωγεία. Αξίζει να σημειωθεί πως η μετακίνηση όλων των μαθητών γίνεται με λεωφορεία μισθωμένα από την Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης. Οι λειτουργίες της υγείας γενικότερα για τον πρώην Δήμο Βασιλικών αποτελούνται από περιφερειακά ιατρεία, ενώ για πιο εξειδικευμένες υπηρεσίες οι κάτοικοι απευθύνονται στο Κέντρο Υγείας Θέρμης. Αναφορικά με την πρόνοια, στο ανατολικό τμήμα του οικισμού λειτουργεί Παιδικός Σταθμός, ο οποίος και καλύπτει το σύνολο των αναγκών της Δημοτικής Ενότητας. Επίσης λειτουργεί Κ.Α.Π.Η. που εξυπηρετεί τους οικισμούς της Ενότητας, πλην της Περιστεράς και του Λιβαδίου, καθώς και Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π). Στις χρήσεις του αθλητισμού, συμπεριλαμβάνεται το αθλητικό συγκρότημα βορειοδυτικά του οικισμού, το οποίο περιλαμβάνει ένα γήπεδο ποδοσφαίρου και δύο βοηθητικά γήπεδα. Από το 2006 ο χώρος έχει αναπλαστεί και έχουν Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

104 104 δημιουργηθεί αρκετά «ανοιχτά» γήπεδα μπάσκετ και τένις, καθώς και το Κλειστό Γυμναστήριο των Βασιλικών, το οποίο φιλοξενεί ομάδες μπάσκετ, βόλεϊ και χάντμπολ. Μικρότερα γήπεδα εντοπίζονται στις αυλές των σχολείων. Όσον αφορά τις πολιτισμικές λειτουργίες, στα Βόρεια του οικισμού λειτουργεί το Δημοτικό Κηποθέατρο, ενώ νότια το Πολιτιστικό Πνευματικό Κέντρο του Δήμου. Ακόμη, στον οικισμό υπάρχουν δύο εκκλησίες, ενώ πρόσφατα λειτουργούν και ως πολιτιστικό κέντρο οι πρώην αποθήκες της Ομοσπονδίας Γεωργικών Συνεταιρισμών. Εν συνεχεία, οι κοινόχρηστοι χώροι που εντοπίζονται στα Βασιλικά είναι ελάχιστοι και αποτελούνται κατά κύριο λόγο από ρέματα. Παρά ταύτα, έχουν δημιουργηθεί μικρές πλατείες και χώροι πρασίνου σε κομμάτια του Ανθεμούντα, τα οποία έχουν καλυφθεί, ενώ η πιο σημαντική πλατεία βρίσκεται στο κέντρο του οικισμού. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί πως στην Δημοτική Κοινότητα Βασιλικών ανήκει και ο οικισμός Λακκιά, για τον οποίο η Ε.Σ.Υ.Ε δεν εμφανίζει στοιχεία. Η Λακκιά οριοθετήθηκε με Αποφάσεις Νομάρχη βάση το Π.Δ. της (ΦΕΚ 181Δ / ), όπως τροποποιήθηκε εν συνεχεία από το Π.Δ. της (ΦΕΚ 133Δ / ). Λοιπές Τοπικές Κοινότητες της Δημοτικής Ενότητας Βασιλικών Η υπόλοιπη Δημοτική Ενότητα περιλαμβάνει άλλους 6 οικισμούς, οι οποίοι οργανώνονται σε 5 Τοπικές Κοινότητες, όπως αυτοί παρουσιάζονται στην αρχή του κεφαλαίου. Η ανάλυση των οικισμών επιλέχτηκε να γίνει σε μια ενότητα, κυρίως λόγω των αρκετών κοινών χαρακτηριστικών που εμφανίζουν. Οι οικισμοί του Λιβαδίου και της Περιστεράς είναι προϋφιστάμενοι του 1923, ενώ παράλληλα στερούνται σχεδίου πόλης. Η οριοθέτηση της Αγ. Παρασκευής, του Αγ. Αντωνίου, του Μονοπήγαδου και της Σουρωτής έγινε με Αποφάσεις Νομάρχη βάση το Π.Δ. της (ΦΕΚ 181Δ / ), όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα από το Π.Δ. της (ΦΕΚ 133Δ / ), ενώ ο τελευταίος οικισμός αποτελεί και τον μοναδικό στον οποίο εκπονήθηκε και εγκρίθηκε πολεοδομική μελέτη επέκτασης (ΦΕΚ 284Δ / ). Εκτός από το πολεοδομικό κέντρο που εντοπίζεται στην περιοχή των Βασιλικών, εντοπίζονται και τοπικά κέντρα στον οικισμό της Αγίας Παρασκευής και Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

105 105 του Αγ. Αντωνίου, τα οποία ξεχωρίζουν από τα υποτυπώδη κέντρα που εμφανίζονται στους υπόλοιπους οικισμούς. Ακόμη, στην είσοδο της Περιστεράς εμφανίζονται κάποιες χρήσεις αναψυχής, ακριβώς στα όρια του οικισμού. Γενικότερα, κυρίαρχη χρήση είναι η αμιγής κατοικία, η οποία, όπως και στα Βασιλικά, συνδυάζεται με αγροτικές λειτουργίες. Έτσι, εντοπίζονται πολλές αγροτικές αποθήκες, καθώς και λειτουργίες αναψυχής και λιανικού εμπορίου, σε πολύ μικρό βαθμό, οι οποίες εντοπίζονται κυρίως στα ισόγεια των κατοικιών. Επιπλέον, η Σουρωτή και η Αγ. Παρασκευή λειτουργούν και ως υποδοχείς αστικού πληθυσμού, ενώ στην Περιστερά και στο Λιβάδι εντοπίζεται β κατοικία, η οποία εξυπηρετεί κυρίως κατοίκους του Π.Σ.Θ. Η περισσότερο συνηθισμένη ιδιαίτερη χρήση που εντοπίζεται, είναι τα θερμοκήπια, ενώ πρέπει να επισημανθούν και τα κοιμητήρια που βρίσκονται εντός των ορίων των οικισμών του Αγ. Αντωνίου, της Σουρωτής, του Μονοπήγαδου και της Λακκιάς. Αναφορικά με τον τομέα της εκπαίδευσης, στους λοιπούς οικισμούς του πρώην Δήμου λειτουργούν βαθμίδες μόνο της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, εκτός από ένα Τ.Ε.Ε και μια Τεχνική Σχολή του Ο.Α.Ε.Δ για άτομα με ειδικές ανάγκες, στον οικισμό Λακκιάς. Πιο συγκεκριμένα, στους οικισμούς της Αγ. Παρασκευής και του Αγ. Αντωνίου, λειτουργούν ένα Νηπιαγωγείο και ένα Δημοτικό σε κάθε έναν από αυτούς. Οι μαθητές στο Μονοπήγαδο πηγαίνουν στο Νηπιαγωγείο και στο Δημοτικό του Αγ. Αντωνίου. Το σχολείο στο Λιβάδι λειτουργεί ως πολιτιστικό κέντρο, καθώς δεν υπάρχουν μαθητές, ενώ τις προηγούμενες χρονιές εξυπηρετούνταν από το ένα Νηπιαγωγείο και ένα Δημοτικό που βρίσκονται στον οικισμό Περιστεράς. Στη Σουρωτή λειτουργεί ένα Νηπιαγωγείο, ενώ το Δημοτικό έχει μετατραπεί σε πολιτιστικό κέντρο και οι μαθητές πηγαίνουν Δημοτικό στον οικισμό Ταγαράδων. Τέλος στη Λακκιά λειτουργούν ένα Νηπιαγωγείο και ένα Δημοτικό, ενώ εκτός των ορίων του οικισμού λειτουργούν εγκαταστάσεις του Ο.Α.Ε.Δ. Εκεί στεγάζονται ένα Τ.Ε.Ε. και η Πρότυπη Βιοτεχνική Μονάδα του Ο.Α.Ε.Δ., η οποία είναι Τεχνική Σχολή Εκπαίδευσης και Κατάρτισης ατόμων με ειδικές ανάγκες. Επιπλέον, εγκαταστάσεις δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης υπάρχουν μόνο στον οικισμό Βασιλικών, οι οποίες και καλύπτουν όλες τις ανάγκες της Δημοτικής Ενότητας. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί πως οι μετακινήσεις όλων των μαθητών γίνεται με λεωφορεία μισθωμένα από την Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης, οι μετακινήσεις των Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

106 106 μαθητών της Π.Β.Μ γίνονται με λεωφορεία μισθωμένα από τον Ο.Α.Ε.Δ., ενώ οι μαθητές του Τ.Ε.Ε εξυπηρετούνται από την αστική συγκοινωνία. Οι λειτουργίες της υγείας για τον πρώην Δήμο Βασιλικών, όπως προειπώθηκε, αποτελούνται από περιφερειακά ιατρεία, τα οποία βρίσκονται στα Βασιλικά, στη Σουρωτή και στην Περιστερά και εξυπηρετούν όλους τους οικισμούς της Δημοτικής Ενότητας Βασιλικών. Για πιο εξειδικευμένες υπηρεσίες οι κάτοικοι απευθύνονται στο Κέντρο Υγείας Θέρμης. Όσον αφορά την πρόνοια, ο μόνος παιδικός σταθμός της Δημοτικής Ενότητας βρίσκεται στα Βασιλικά και εξυπηρετεί και τους λοιπούς οικισμούς του πρώην Δήμου. Το κεντρικό Κ.Α.Π.Η. στα Βασιλικά, εξυπηρετεί με παραρτήματα όλους τους υπόλοιπους οικισμούς, πλην του Λιβαδίου και της Περιστεράς. Το Μονοπήγαδο εξυπηρετείται από το παράρτημα του Αγ. Αντωνίου. Αναφορικά με τις χρήσεις αθλητισμού, σε όλους τους λοιπούς οικισμούς εντοπίζονται χώροι άθλησης, εκτός από το Λιβάδι. Σε χώρους των σχολείων της Αγ. Παρασκευής, του Αγ. Αντωνίου, στην Περιστερά και στο κέντρο του Μονοπήγαδου εντοπίζονται γήπεδα μπάσκετ, ενώ στη Σουρωτή, στη Λακκιά, στο Μονοπήγαδο και στον Αγ. Αντώνιο υπάρχουν γήπεδα ποδοσφαίρου. Επιπλέον, στις πολιτισμικές χρήσεις, κάθε οικισμός διαθέτει την δικιά του εκκλησία και τον δικό του πολιτιστικό σύλλογο. Το μοναδικό μουσείο του πρώην Δήμου εντοπίζονται στην Περιστερά, ενώ πρέπει να επισημανθούν και οι Γυναικείοι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί που έχουν ιδρυθεί στο Μονοπήγαδο και στον Αγ. Αντώνιο. Τέλος, όσον αφορά τους κοινόχρηστους χώρους των οικισμών του πρώην Δήμου, πρέπει να σημειωθεί πως αυτοί είναι ιδιαίτερα περιορισμένοι, με το φαινόμενο να εντοπίζεται εντονότερα στους προϋφιστάμενους οικισμούς, όπου τα ρέματα, οι δρόμοι και οι αύλειοι χώροι των δημόσιων κτισμάτων τους μοναδικούς κοινόχρηστους χώρους. Στους υπόλοιπους οικισμούς συναντώνται άλση, πλατείες και παιδικές χαρές. Παρόλα αυτά η απουσία θεσμοθετημένων κοινόχρηστων χώρων δεν γίνεται άμεσα αντιληπτή, κυρίως λόγω του γενικότερου αγροτικού χαρακτήρα που παρουσιάζει η περιοχή, της ύπαρξης πρασίνου αλλά και της χαμηλής δόμησης που υφίσταται. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

107 107 Εικόνα 2.3: Συνολική απεικόνιση της υφιστάμενης οικιστικής οργάνωσης της περιοχής μελέτης Πηγή: Γεωχώρος ΕΠΕ, ΤΜΧΑ-ΑΠΘ, ιδία επεξεργασία 2012 Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

108 ) Ανάλυση υφιστάμενης κατάστασης βάσει έρευνας ερωτηματολογίου Στο σημείο αυτό παρατίθενται τα αποτελέσματα από την επιτόπια έρευνα που εκπονήθηκε κατά το διάστημα Ιουλίου του 2012, στους οικισμούς της Θέρμης και των Βασιλικών. Οι λόγοι που κατέστησαν αναγκαία την διεξαγωγή ερωτηματολογίου, αφορούν κυρίως την επικαιροποίηση δεδομένων των μελετών ΓΠΣ των δύο πρώην Δήμων, την επικύρωση ποιοτικών στοιχείων της ανάλυσης που προηγήθηκε, καθώς και την συμπλήρωσή της με πληροφορίες που θεωρούνται απαραίτητες για την διευθέτηση των γενικότερων ζητημάτων της περιοχής μελέτης, με ιδιαίτερη έμφαση σε αυτό της αστικής διάχυσης. Η έρευνα έγινε σε δείγμα 120 νοικοκυριών (90 στη Θέρμη και 30 στα Βασιλικά), από τα οποία αξιοποιήθηκαν τα 107 (80 στη Θέρμη και 27 στα Βασιλικά), καλύπτοντας κατά αυτόν τον τρόπο περίπου το 2% των νοικοκυριών που διαμένουν στους μελετώμενους οικισμούς. Τονίζεται πως η έρευνα περιορίστηκε εντός των ορίων των οικισμών, διότι διαφορετικά η διαδικασία θα ήταν ιδιαίτερα χρονοβόρα και πρακτικά αδύνατη λόγω της τεράστιας έκτασης που καταλαμβάνει η εκτός σχεδίου δόμηση στην περιοχή. Η επιλογή των νοικοκυριών έγινε με τη λήψη τυχαίου αντιπροσωπευτικού δείγματος. Αρχικά, πραγματοποιήθηκε ξεχωριστή αρίθμηση των οικοδομικών τετραγώνων των δύο οικισμών και προσδιορίστηκε ο αριθμός των Ο.Τ. που επρόκειτο να επιλεγούν. Έπειτα, έγινε η επιλογή τους με τη λήψη τυχαίου δείγματος από τα συνολικά Ο.Τ. του κάθε οικισμού (πίνακας τυχαίως αριθμών). Εν συνεχεία, παρουσιάζεται αναλυτικά η μορφή του ερωτηματολογίου, καθώς και τα αποτελέσματα τα οποία προκύπτουν. Οι πίνακες των αποτελεσμάτων παρατίθενται συνολικά στο παράρτημα. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

109 109 ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ. ΑΡ. Ο.Τ... ΟΝΟΜΑ ΣΥΝ/ΤΗ ΑΡ. ΕΡΩΤΗΜ/ΓΙΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΣ. 1. Ποια άτομα ζουν σε αυτό το σπίτι, ποια η σχέση μεταξύ τους (πατέρας, μητέρα, 1ο παιδί, γιαγιά κλπ.) Ποια είναι η ηλικία και το φύλλο του καθενός. Από πότε μένει στο συγκεκριμένο οικισμό. Μέλος Φύλλο (ΑήΓ) Ηλικία Διάστημα παραμονής στον οικισμό Ποιος ήταν ο προηγούμενος (αν υπάρχει) τόπος κατοικίας των δύο επικεφαλής μελών του νοικοκυριού (π.χ. του συζύγου και της συζύγου), το διάστημα παραμονής σε αυτόν, καθώς και οι λόγοι μετακίνησης από τον προηγούμενο τόπο κατοικία στον παρόντα οικισμό. Μέλος Προηγούμενος τόπος κατοικίας (συνοικία, χωριό, πόλη, χώρα) Χρόνια παραμονής στον προηγούμενο τόπο Λόγοι μετακίνησης από τον προηγούμενο τόπο κατοικίας στον παρόντα οικισμό 1. (ο) σύζυγος 2. (η) σύζυγος 3. Η κατοικία που μένετε είναι: Α) ιδιόκτητη Β) με ενοίκιο Γ) άλλη μορφή (να προσδιοριστεί) Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

110 Προσδιορίστε ακριβώς τη δραστηριότητα του κάθε μέλους της οικογένειας. φοιτητές/ Μέλος Απασχολούμενοι άνεργοι σπουδαστές/ μαθητές συντ/χοι Οικιακά πλήρως μερικώς/ εποχιακώς 5. Ποιος είναι ο τόπος εργασίας τους και τι είδους μεταφορικό μέσο χρησιμοποιούν για να πάνε στη δουλειά τους Μέλος Τόπος εργασίας Μεταφορικό μέσο 6. Πόσο συχνά επισκέπτεστε το κέντρο της Θεσσαλονίκης και για ποιους λόγους; (εβδομαδιαίως) Αριθμός επισκέψεων Λόγοι (ο) σύζυγος (η) σύζυγος Ψώνια Αναψυχή Εξυπηρετήσεις (τράπεζες, ασφάλειες, γιατροί κλπ.) Άλλοι λόγοι (να προσδιοριστούν) Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

111 Υπό ποιες προϋποθέσεις θα χρησιμοποιούσατε μέσα μαζικής μεταφοράς για τις μετακινήσεις σας στο κέντρο της πόλης; 8. Σκοπεύετε να εγκαταλείψετε τον παρόντα οικισμό, και αν ναι για ποιον λόγο; Αν όχι σε ποια περιοχή της Θεσσαλονίκης θα προτιμούσατε να διαμένετε και γιατί; Πόσο και με ποιο τρόπο επηρεάζει η οικονομική κρίση τη διαμονή σας εδώ; Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

112 112 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Αρχικά, σημειώνεται ότι στις ερωτήσεις που αφορούν τον προηγούμενο τόπο κατοικίας και τον τόπο εργασίας, ο πραγματοποιήθηκε μία κατάλληλη κατηγοριοποίηση στο ΠΣΘ (ανατολικός, δυτικός τομέας, κέντρο) με σκοπό την καλύτερο εντοπισμό και παρουσίαση των αιτιωδών σχέσεων και των χωρικών διαστάσεων που συνοδεύουν τις απαντήσεις. Ερώτηση 1 Η συγκεκριμένη ερώτηση αφορά όλα τα μέλη τα οποία μένουν σε μια κατοικία και αποτελούν ένα νοικοκυριό. Πρέπει να αναφέρουμε πως τα συνολικά άτομα που καταγράφηκαν, στα 107 ερωτηματολόγια που αξιοποιήθηκαν, ανέρχονται σε 355, από τα οποία τα 252 στη Θέρμη (126 άνδρες και 126 γυναίκες) και τα 103 στα Βασιλικά (54 άνδρες και 49 γυναίκες). Ο αναλυτικός πίνακας της ηλικιακής σύνθεσης παρατίθεται στο παράρτημα. Αναφορικά με τον αριθμό μελών των νοικοκυριών, στη Θέρμη ο μέσος όρος ανέρχεται σε 3,15 μέλη ανά νοικοκυριό, ενώ στα Βασιλικά σε 3,81. Όπως μαρτυρούν οι αριθμοί, στα Βασιλικά καταγράφηκαν αρκετές παραδοσιακές οικογένειες (πατριαρχικές) οι οποίες δημιούργησαν τη διαφαινόμενη διαφορά μεταξύ των δύο οικισμών. Γενικότερα, ο συνολικός μέσος αριθμός των μελών νοικοκυριών και για τους δύο οικισμούς αντιστοιχεί σε 3,32 άτομα. Εν συνεχεία, σχετικά με το διάστημα παραμονής των μελών των νοικοκυριών στους οικισμούς, τα αποτελέσματα που προκύπτουν δίνουν και μια γενικότερη εικόνα αναφορικά με το ποιες χρονικές περίοδοι προσέλκυσαν τον περισσότερο πληθυσμό στην περιοχή μελέτης. Στο διάγραμμα που ακολουθεί παρουσιάζεται, συνολικά για τους δύο οικισμούς, το διάστημα παραμονής των κατοίκων, ανά πενταετία, ως ποσοστό συμμετοχής. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

113 113 Όπως προκύπτει από το διάγραμμα πάνω από το 50% διαμένει από πάντα στους οικισμούς, με το ποσοστό αυτό όμως να διαφέρει σημαντικά ανάμεσα στη Θέρμη και στα Βασιλικά. Συγκεκριμένα στη Θέρμη διαμένει από πάντα μόνο το 48% σε αντίθεση με τα Βασιλικά που το ποσοστό κυμαίνεται στο 78%. Η παρούσα διαφορά φανερώνει πως τα Βασιλικά δεν διαθέτουν την ίδια δυναμική οικιστικού υποδοχέα, όπως η Θέρμη. Παρά ταύτα και οι δύο οικισμοί εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά συμμετοχής (πλην της κατηγορίας «από πάντα») στις πενταετίες και , ενώ παρουσιάζουν παρόμοια σταδιακή πτωτική τάση τα τελευταία χρόνια, η οποία οφείλεται κατά κύριο λόγο στην οικονομική κρίση που διατρέχει τη χώρα. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

114 114 Ερώτηση 2 Η παρούσα ερώτηση αφορούσε μόνο τα δύο επικεφαλής μέλη του νοικοκυριού και συγκεκριμένα μόνο αυτούς που δεν έμεναν από πάντα στους μελετώμενους οικισμούς. Όπως φαίνεται και στο διάγραμμα που ακολουθεί, ο βασικός τόπος προηγούμενης κατοικίας είναι το Πολεοδομικό Συγκρότημα Θεσσαλονίκης, συγκεντρώνοντας ποσοστό της τάξης του 50%. Συγκεκριμένα, οι κατηγορίες ΠΣΘ1 (κέντρο) και ΠΣΘ2 (ανατ. τομέας), με περίπου 26% και 22% αντίστοιχα, συγκεντρώνουν τα μεγαλύτερα ποσοστά. Ακόμη, πρέπει να σημειωθεί πως στην περιοχή εντοπίζεται εσωτερική μετανάστευση καθώς ένα ποσοστό της τάξης του 9% φαίνεται να προέρχονται από άλλους οικισμούς των μελετώμενων Δημοτικών Ενοτήτων, ενώ αξιοσημείωτο είναι και το ποσοστό που εμφανίζει ο Ν. Χαλκιδικής (8%). Τόπος προηγούμενης κατοικίας των δύο επικεφαλής μελών του νοικοκυριού 3,33% 1,67% 9,17% 4,17% 2,50% 6,67% 25,83% Δημ. Εν. Θέρμης (πλην Θέρμης) Δημ. Εν. Βασιλικών (πλην Βασιλικών) ΠΣΘ1 (κέντρο) ΠΣΘ2 (ανατ. τομ.) 5,83% ΠΣΘ3 (δυτ. τομ.) Υπολ. Ν. Θεσσαλονίκης 8,33% Ν. Χαλκιδικής Κεντρική Μακεδονία 0,83% 10,00% 21,67% Δυτική Μακεδονία Ανατ. Μακεδονία-Θράκη Υπόλοιπη Ελλάδα Εξωτερικό Οι λόγοι που οδήγησαν στη μετοίκηση στην Θέρμη και στα Βασιλικά, είναι κατ εξοχήν η επιλογή των συγκεκριμένων οικισμών για αγορά κατοικίας (44%), αφού προσφέρουν καλύτερη ποιότητα ζωής, χαμηλότερες αξίες γης, καθώς και η εύκολη πρόσβαση από το ΠΣΘ. Ακολουθούν οι οικογενειακοί λόγοι (κυρίως λόγω γάμου) με ποσοστό 33%, ενώ έπονται οι επαγγελματικοί λόγοι (13%). Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

115 115 Ερώτηση 3 Από την τρίτη ερώτηση προέκυψε πως από το σύνολο των 107 νοικοκυριών που ρωτήθηκαν και στους δύο οικισμούς, οι 96 είναι ιδιόκτητες, ενώ οι 11 με ενοίκιο. Πρέπει να τονιστεί όμως, πως και οι 11 κατοικίες με ενοίκιο εντοπίστηκαν στην Θέρμη και καμία στα Βασιλικά, γεγονός που καταδεικνύει για ακόμη μια φορά, πως τα Βασιλικά δεν είναι παρόμοιας κλίμακας οικιστικός υποδοχέας σε σχέση με τη Θέρμη. Ερώτηση 4 Η συγκεκριμένη ερώτηση στοχεύει στον ακριβή προσδιορισμό της απασχόλησης-δραστηριότητας του κάθε μέλους του νοικοκυριού. Βάσει των αποτελεσμάτων, το 35% απασχολείται πλήρως από τους οποίους η μία στους τέσσερις είναι γυναίκα. Στη Θέρμη η αναλογία διαφέρει αρκετά, καθώς η σχέση γυναικών-ανδρών πλησιάζει τη μία προς δύο, σε αντίθεση με τα Βασιλικά που είναι περισσότερο διευρυμένη. Το ποσοστό των πλήρως ή εποχιακών απασχολούμενων είναι της τάξης του 3.5%, ενώ πρέπει να σημειωθεί πως στο σύνολό τους εργάζονται στη Θέρμη, είτε μένουν στον ομώνυμο οικισμό, είτε στα Βασιλικά. Όσον αφορά τους άνεργους, το ποσοστό τους κυμαίνεται στο 7%, με τη Θέρμη να παρουσιάζει σαφώς μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας έναντι των Βασιλικών. Ερώτηση 5 Σκοπός της ερώτησης είναι η καταγραφή του τόπου εργασίας, καθώς και του μέσου μεταφοράς που χρησιμοποιούν για να πάνε στη δουλεία τους τα εργαζόμενα μέλη του νοικοκυριού. Ο οικισμός της Θέρμης, λοιπόν, αποτελεί τον βασικό τόπο εργασίας, καθώς το 52% των εργαζομένων της Θέρμης και το 20% των Βασιλικών, εργάζονται εκεί. Δεύτερος, κατά σειρά, τόπος εργασίας έρχεται το Πολεοδομικό Συγκρότημα Θεσσαλονίκης κατέχοντας το 30% των εργαζομένων και από τους δύο οικισμούς. Πρέπει να τονιστεί πως ο «ανατολικός τομέας» και το «κέντρο» είναι οι περιοχές του ΠΣΘ που εμφανίζουν μεγάλα ποσοστά, σε αντίθεση με τον δυτικό τομέα. Ακόμη, για πολλούς ο τόπος εργασίας τους βρίσκεται στο Ν. Χαλκιδικής, γεγονός που προφανώς συσχετίζεται με τα αυξημένα ποσοστά που εμφανίζει ο Νομός αναφορικά με τον τόπο προηγούμενης κατοικίας των μελών. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

116 116 Όσον αφορά το μεταφορικό μέσο που χρησιμοποιούν για τη μετακίνηση στην εργασία τους, στην πρώτη θέση βρίσκεται το ιδιωτικό αυτοκίνητο με μεγάλη διαφορά (45%). Οι εργαζόμενοι που χρησιμοποιούν αυτοκίνητο της εταιρίας δεν ξεπερνούν το 14%, ενώ με δίκυκλο μεταφέρονται προς τον τόπο εργασίας τους το 6,5%. Το ποσοστό των ατόμων που πηγαίνουν πεζή στην εργασία τους είναι της τάξεως του 25%, καθώς όπως προαναφέρθηκε οι μισοί εργαζόμενοι της Θέρμης δουλεύουν στα χωρικά πλαίσια του ομώνυμου οικισμού. Εν συνεχεία, μόνο το 6,5% χρησιμοποιεί αστικό λεωφορείο για τις μετακινήσεις του στον τόπο εργασίας, ενώ πρέπει να σημειωθεί πως το 3,5% χρησιμοποιεί το αυτοκίνητο μέχρι τον τερματικό σταθμό του ΙΚΕΑ και από εκεί επιβιβάζεται σε λεωφορείο για το υπόλοιπο της διαδρομής. Ο κύριος λόγος που οδηγεί τους εργαζόμενους σε αυτήν την επιλογή (σύμφωνα με τις απαντήσεις τους), είναι η έλλειψη χώρων στάθμευσης και η συχνή κυκλοφοριακή συμφόρηση στο κέντρο του ΠΣΘ. Μεταφορικό μέσο προς εργασία 50,00% 44,85% 40,00% 30,00% 24,26% 20,00% 13,97% 10,00% 6,62% 3,68% 6,62% 0,00% Μ.Μ.Μ Ι.Χ. Ι.Χ. - ΙΚΕΑ Δίκυκλο Αυτοκίνητο εταιρίας Πεζή Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

117 117 Ερώτηση 6 Σε αυτό το σημείο, ρωτήθηκαν τα δύο επικεφαλή μέλη του νοικοκυριού σχετικά με τις μετακινήσεις τους προς το ΠΣΘ, εξαιρώντας τις μετακινήσεις λόγω εργασίας. Όπως διαπιστώθηκε, αυτές είναι ιδιαίτερα περιορισμένες, καθώς όπως ανέφεραν οι κάτοικοι, η τοπική αγορά, κυρίως της Θέρμης, είναι ιδιαίτερα ενισχυμένη, ενώ το «Mediterranean Cosmos», σε συνδυασμό με την πληθώρα μεγάλων εμπορικών καταστημάτων, που βρίσκονται στην περιοχή, καλύπτουν πλήρως τις ανάγκες τους. Συγκεκριμένα, το 9% απάντησε πως δεν μετακινείται καθόλου προς το ΠΣΘ («Ποτέ»), το 35% απάντησε «Σπάνια» όχι πάνω από μια φορά το μήνα), το 26% «Μερικές φορές» (έως 4 φορές το μήνα), ενώ μόλις το 15% «Συχνά» (περισσότερες από 4 φορές το μήνα). Οι μετακινήσεις αυτές, αφορούν κατά κύριο λόγο την αγορά προϊόντων κατά 35%, ενώ παρόμοιο ποσοστό φέρουν και οι μετακινήσεις οικογενειακού σκοπού. Έπειτα, το 23% αφορούν επισκέψεις στο ΠΣΘ για λόγους αναψυχής και μόλις το 5,5% για διάφορες εξυπηρετήσεις. Ερώτηση 7 Η συγκεκριμένη ερώτηση, σχετίζεται με τις προϋποθέσεις χρησιμοποίησης των μέσων μαζικής μεταφοράς, από και προς την περιοχή μελέτης, οι οποίες με τη μορφή των εντοπισμένων προβλημάτων στα δίκτυα. Παρόλο που η πλειονότητα των ερωτηθέντων δεν χρησιμοποιεί τις δημόσιες συγκοινωνίες, εν τούτοις οι περισσότεροι ανέφεραν συγκεκριμένα ζητήματα. Το κυριότερο πρόβλημα που αναφέρθηκε αφορούσε στην ιδιαίτερα μεγάλη και χρονοβόρα διαδρομή, το οποίο εντείνεται από την πυκνή διάρθρωση των στάσεων. Ακόμη, τα ωράρια καθημερινής λειτουργίας δεν εξυπηρετούν κατά γενικότερη ομολογία σκοπούς αναψυχής, γεγονός που αφορά περισσότερο τις νεαρότερες ηλικίες και αποτελεί κύριο λόγο μη προτίμησης των δημόσιων συγκοινωνιών. Το ζήτημα της συχνότητας αποτελεί καθοριστικό αποτρεπτικό παράγοντα, καθώς το δίκτυο δεν αποτελείται από αρκετά δρομολόγια σε καθημερινή βάση, κυρίως στα Βασιλικά. Ωστόσο, οι γνώμες των ερωτηθέντων διίστανται σχετικά με το ρόλο της περιοχής ΙΚΕΑ ως τερματικού σταθμού μετεπιβίβασης, καθώς αρκετοί πιστεύουν πως οι παρεχόμενες επιλογές στο ΙΚΕΑ αποτελούν σημαντικό παράγοντα, ενώ κάποιοι άλλοι κρίνουν ότι η διαδικασία αυξάνει την χρόνο-απόσταση, από την περιοχή στο ΠΣΘ, λόγω των Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

118 118 πολλών μετεπιβιβάσεων. Τέλος, σημειώνεται ότι αρκετοί απάντησαν πως δεν χρησιμοποιούν παραδοσιακά τη δημόσια συγκοινωνία και δεν θα τις επέλεγαν σε καμία περίπτωση. Ερώτηση 8 Η όγδοη ερώτηση αναφέρεται στον σκοπό μελλοντικής μετακίνησης του νοικοκυριού από τον οικισμό, και αφορά μόνο το άτομο που απαντά το ερωτηματολόγιο. Από τα 107 συνολικά νοικοκυριά που ερωτήθηκαν, τα 8 απάντησαν θετικά ( 6 στη Θέρμη και 2 στα Βασιλικά). Οι λόγοι που οδήγησαν στην απόφαση αυτή, ήταν κυρίως οικονομικοί, χωρίς να δίδεται καμία σαφής απάντηση. Τα υπόλοιπα 99 νοικοκυριά, που απάντησαν αρνητικά στην ερώτηση, στη συνέχεια κλήθηκαν να απαντήσουν σε ποια, άλλη, περιοχή της Θεσσαλονίκης θα προτιμούσαν να μένουν. Οι περισσότεροι τόνισαν πως δεν προτιμούν καμία άλλη περιοχή, ενώ όσοι απάντησαν ανέφεραν χώρες του εξωτερικού καθώς και τους τόπους καταγωγής τους. Ερώτηση 9 Αναφορικά με την τελευταία ερώτηση, σχετικά με τον τρόπο που επηρεάζει η οικονομική κρίση τη διαμονή των κατοίκων, η απάντηση που δόθηκε επηρεάζεται από τις γενικότερες συνθήκες και δεν κατέστη δυνατή η εξειδίκευσή της. Όπως είναι φυσικό, οι ερωτώμενοι πλήττονται σημαντικά από τις τρέχουσες συνθήκες, με αποτέλεσμα να γενικεύουν την απάντησή τους, χωρίς να μπορούν να κατονομάσουν επακριβώς τον τρόπο επιρροής τους στις καθημερινές συνήθειες και επιλογές. Κεφάλαιο 2 ο : «Αναπτυξιακή φυσιογνωμία και δυναμική της περιοχής μελέτης»

119 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο Αξιολόγηση και Υπερκείμενος Σχεδιασμός

120 ) Ανάλυση υπερκείμενου πλαισίου χωρικού σχεδιασμού Στο πρώτο επίπεδο αυτού του Κεφαλαίου πραγματοποιείται μία συνοπτική αλλά περιεκτική παρουσίαση των διατάξεων-κατευθύνσεων των υπερκείμενων πλαισίων χωρικού σχεδιασμού σχετικά με το γενικότερο ζήτημα της προαστιοποίησης-αστικής διάχυσης, καθώς και ότι αφορά ειδικότερα την περιοχή μελέτης. Κατά αυτόν τον τρόπο, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στην ανάλυση του επικαιροποιημένου Ρυθμιστικού Σχεδίου Θεσσαλονίκης, του Γενικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης (07/2008) και του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τη Βιομηχανία. Η εξέταση προσανατολίζεται μόνο στο Ειδικό Πλαίσιο για τη Βιομηχανία (04/2009), πέραν των υπερκείμενων σχεδίων, κυρίως λόγω του γεγονότος ότι το γενικότερο προφίλ της περιοχής συνδέεται μέχρι σήμερα με την εγκατάσταση υποδομών του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα και την έντονη εμφάνιση της εκτός σχεδίου δόμησης. Επιπλέον, στόχος της εργασίας καθίσταται κυρίως η διευθέτηση των χωροταξικών ζητημάτων γύρω από την εκτός σχεδίου δόμηση, ενώ στην επικράτεια της περιοχής δεν εντοπίζονται σημαντικές υποδομές τουρισμού και Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Η μελέτη αυτή αποσκοπεί κυρίως στην εξακρίβωση του βαθμού συμβατότητας της υφιστάμενης κατάστασης με τις προγραμματικές αναπτυξιακές κατευθύνσεις, την μετέπειτα αξιολόγηση της και των προτάσεων χωρικού σχεδιασμού, βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων, και την παράθεση αποτελεσματικών προτάσεων για τη διευθέτηση των τρεχόντων προβλημάτων αντίστοιχα ) Επικαιροποιημένο Ρυθμιστικό Σχέδιο Θεσσαλονίκης (ΡΣΘ) Αρχικά, το πρώτο Ρυθμιστικό Σχέδιο Θεσσαλονίκης θεσπίστηκε με το Ν. 1561/1985 (ΦΕΚ 148Α / ), ενώ σήμερα βρίσκεται υπό θεσμοθέτηση η μελέτη Επικαιροποίησής του, ακολουθώντας ουσιαστικά μία μακρόχρονη πορεία αλλαγών, εξειδικεύσεων, διατάξεων, μελετών και διαβουλεύσεων από την 15/09/2003 έως και την 15/06/2011 (Σχέδιο Νόμου «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Θεσσαλονίκης»). Αρχικά, αναφέρεται ότι η περιοχή εφαρμογής του επικαιροποιημένου Ρυθμιστικού Σχεδίου περιλαμβάνει την επικράτεια της Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

121 121 Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης (πρώην Νομός), καθώς και σημαντικές όμορες Ενότητες των Περιφερειακών Ενοτήτων (πρώην Νομών) Χαλκιδικής, Κιλκίς, Πέλλας, Ημαθίας και Πιερίας αντίστοιχα. Όλα τα περιεχόμενα χωρικά τμήματα ομαδοποιούνται ανάλογα με τη θέση και την αναπτυξιακή δυναμικής, στα πλαίσια του ευρύτερου «μητροπολιτικού πλέγματος» που διαμορφώνεται. Αναφορικά με τη χωροταξική οργάνωση, η περιοχή μελέτης της παρούσας εργασίας εντάσσεται πλέον στη Χωρική Ενότητα Μητροπολιτικού Κέντρου, με τη Δημοτική Ενότητα Θέρμης να ανήκει στην Υποενότητα Πολεοδομικού Συγκροτήματος (ΠΣΘ) και Περιαστικής Ζώνης Θεσσαλονίκης (ΠΖΘ) και την Ενότητα Βασιλικών στην Υποενότητα Λοιπής Περιοχής (ΛΠ). Επιπλέον, η χωρική διάρθρωση των οικονομικών-παραγωγικών λειτουργιών της μητροπολιτικής επικράτειας υπό τη μορφή πλέγματος αναπτυξιακών αξόνων και πόλων, θέτει το πεδίο μελέτης στον Νότιο Αναπτυξιακό Άξονα (κατεύθυνση Θεσσαλονίκη-Χαλκιδική), ενώ εξειδικεύει τη θέση της Ενότητας Θέρμης στους αναπτυξιακούς πόλους διεθνούς, εθνικής και μητροπολιτικής εμβέλειας και τα Βασιλικά στους πόλους ενδοπεριφερειακής εμβέλειας. Σχετικά με την οικιστική οργάνωση, η Θέρμη χαρακτηρίζεται ως κέντρο ευρείας ακτινοβολίας και τα Βασιλικά ως τοπικό κέντρο Ενότητας αντίστοιχα. Σχετικά με μελετώμενο ζήτημα της αστικής διάχυσης-προαστιοποίησης, το πρότυπο χωρικής οργάνωσης του Σχεδίου Νόμου προβλέπει την ενίσχυση της συνοχής του οικιστικού δικτύου (πολυκεντρικότητα-πύκνωση ενδοπεριφερειακών σχέσεων), την ανάσχεση της εξάπλωσης των αστικών χρήσεων-λειτουργιών και τον περιορισμό τους εντός των θεσμοθετημένων ορίων, καθώς και τον περιορισμό της εκτός σχεδίου δόμησης μέσω της λήψης δραστικών πολεοδομικών μέτρων. Ακόμα, προωθείται η διατήρηση του αγροτικού χαρακτήρα των προαστίων, η ενίσχυση της συνεκτικότητας των αστικών πυρήνων (συμπαγής πόλη), την επίτευξη πολεοδομικής συνοχής, την προστασία των φυσικών και πολιτιστικών πόρων και την ανάσχεση της διάχυσης των εκτός σχεδίου μεταποιητικών-βιοτεχνικώνβιομηχανικών-παραγωγικών εγκαταστάσεων-συγκεντρώσεων μέσω της λειτουργικής ορθολογικής αξιοποίησης τους. Επιπρόσθετα, οι κύριοι άξονες του Σχεδίου, που άπτονται άμεσα της αναπτυξιακής προσαρμογής της περιοχής μελέτης, περιλαμβάνουν την επιστροφή στα «συμπαγή» αστικά κέντρα, την προστασία των ευαίσθητων περιοχών του Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

122 122 φυσικού περιβάλλοντος, την ενίσχυση της ήπιας-φιλικής κινητικότητας, το στρατηγικό σχεδιασμό του θαλάσσιου μετώπου και την ενδυνάμωση του ρόλου της περιαστικής-ευρύτερης περιοχής Θεσσαλονίκης. Βέβαια οι τρείς στρατηγικοί στόχοι του Ρυθμιστικού εμπεριέχουν σημαντικές γενικές και ειδικές κατευθύνσεις που ενδέχεται να βρουν εφαρμογή στην περιοχή (και σύμφωνα με το εξεταζόμενο φαινόμενο), ακολουθώντας πάντοτε τους βασικούς πυλώνες της βιώσιμης ανάπτυξης. Πιο συγκεκριμένα, διαμορφώνονται σημαντικές τομεακές πολιτικές που προβλέπουν αναπτυξιακές κατευθύνσεις-προτεραιότητες σχετικά με την οικονομία (τομείς παραγωγής), το ανθρώπινο δυναμικό, την πολιτική γης-κατοικίας, αναπλάσεις-δημόσιους χώρους, τις κοινωνικές εξυπηρετήσεις, τις μεταφορέςδημόσιες συγκοινωνίες και τα βασικά δίκτυα τεχνικών υποδομών. Επίσης, γίνεται ειδική αναφορά στην Περιβαλλοντική πολιτική, την Κλιματική αλλαγή, την προστασία της ατμόσφαιρας και την αντιμετώπιση της όχλησης. Αναφορικά με τις εξειδικευμένες χωρικές πολιτικές, βασική προτεραιότητα της Υποενότητας του Πολεοδομικού Συγκροτήματος και Περιαστικής Ζώνης Θεσσαλονίκης (Θέρμη) καθίσταται η αναγέννηση του υφιστάμενου αστικού μετώπου και η αναβάθμιση των υποδομών. Τα αστικά κέντρα αποτελούν αναπτυξιακούς μοχλούς και προωθείται η γενικότερη αναβάθμιση τους σε εθνικό και διεθνές επίπεδο (ζώνες κεντρικών λειτουργιών, νέοι μητροπολιτικοί πυρήνες, ποιότητα διαβίωσης). Ο στρατηγικός άξονας περιλαμβάνει την προσφορά εξειδικευμένων υπηρεσιών με σκοπό την προσέλκυση νέων, ισχυρών διεθνών επιχειρήσεων και δραστηριοτήτων. Για την Υποενότητα Λοιπής Περιοχής (Βασιλικά), στοχεύεται ο περιορισμός των πιέσεων αστικοποίησης εντός των εγκεκριμένων ορίων οικισμών και η οργάνωση των απαραίτητων υποδομών-λειτουργιών. Ακόμα, βασική κατεύθυνση καθίσταται η ανάδειξη των επιμέρους ενοτήτων ως πόλοι έλξης νέων επιχειρήσεων, υψηλής τεχνολογίας, έρευνας, καινοτομίας και πόλοι οργανωμένης υποδοχής υπηρεσιών δευτερογενούς τομέα με επαρκή προσπελασιμότητα. Τέλος, προτείνονται ζώνες προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος και της αγροτικής γης. Το ευρείας εμβέλειας κέντρο της Θέρμης αποτελεί δευτερεύων πόλο της Χωρικής Ενότητας Μητροπολιτικού Κέντρου με σημαντική δυναμική, ώστε να Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

123 123 καλύπτει επαρκώς τις περιεχόμενες Υποενότητες, αλλά λαμβάνει και ορισμένες συμπληρωματικές δραστηριότητες μητροπολιτικού χαρακτήρα. Η εδραίωση του κομβικού-ισόρροπου ρόλου του στο «Μητροπολιτικό Πλέγμα» επιδιώκεται μέσω της ενίσχυσης της δυναμικότητας του, την αναβάθμιση των λειτουργιών του και τη βελτίωση της προσπελασιμότητας του. Αντιθέτως, για το τοπικό κέντρο της Ενότητας Βασιλικών προωθείται η ενίσχυση της επάρκειας για την εξυπηρέτηση των αναγκών σε υπηρεσίες-αγαθά και η βελτίωση των δυνατοτήτων πρόσβασης, ως κατευθύνσεις συμπληρωματικής πολυκεντρικής μητροπολιτικής λειτουργίας ) Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης(ΓΠΧΣΑΑ) Το Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης εγκρίθηκε με την Απόφαση υπ αριθμόν 6876/4871 ( ) και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 128Α την 03/07/2008 με απώτερο σκοπό τον προσδιορισμό στρατηγικών κατευθύνσεων για την ολοκληρωμένη χωρική και αειφόρο ανάπτυξη του εθνικού χώρου. Το χωρικό πρότυπο ανάπτυξης που διαμορφώνεται υπαγορεύει γενικότερα την ενδυνάμωση της κοινωνικής και οικονομικής συνοχής-ανταγωνιστικότητας και την προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, στα πλαίσια μίας πολύπλευρης-ισόρροπης χωρικής προσέγγισης, το οποίο μάλιστα εξειδικεύεται σε συγκεκριμένους στόχους. Ειδικότερα, προωθείται η ισόρροπη-πολυκεντρική ανάπτυξη μέσω του περιορισμού των χωρικών ανισοτήτων και της ενθάρρυνσης της ενδογενούς-τοπικής ανάπτυξης και ο περιορισμός της αλόγιστης αστικοποίησης, υπό την έννοια της συμπληρωματικότητας μεταξύ των αστικών και αγροτικών περιοχών. Επιπλέον, προβλέπονται η ανάσχεση της υπέρμετρης αστικής εξάπλωσης και διάσπαρτης δόμησης, η βελτίωση της πρόσβασης στα βασικά οδικά-τεχνικά δίκτυα και η εκμετάλλευση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η χωρική οργάνωση του εθνικού χώρου πραγματοποιείται με τη μορφή ενός πολυκεντρικού ολοκληρωμένου πλέγματος αστικών πόλων και αναπτυξιακών αξόνων. Όπως προαναφέρθηκε, το μητροπολιτικό κέντρο της Θεσσαλονίκης εντάσσεται στους κύριους αστικούς πόλους-πύλες της χώρας, το οποίο αναμένεται να αποκτήσει ενισχυμένο διεθνή και εθνικό-περιφερειακό ρόλο (επιχειρηματικό κέντρο, παροχή κοινωνικών υπηρεσιών, βελτίωση λειτουργικότητας και ελκυστικότητας). Επίσης, λόγω του γεγονότος ότι η περιοχή μελέτης συγκαταλέγεται Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

124 124 λειτουργικά και αναπτυξιακά στην Περιαστική Ζώνη (Θέρμη) και στη Λοιπή Περιοχή Θεσσαλονίκης (Βασιλικά), αποτελεί σημαντικό κομμάτι του Βόρειου Αναπτυξιακού Άξονα, ο οποίος ουσιαστικά καλύπτει όλη τη Βόρεια Ελλάδα με κέντρο τη μητροπολιτική περιοχή Θεσσαλονίκης και κατευθύνεται προς του πρωτεύοντες αλλά και σημαντικούς εθνικούς-διεθνείς πόλους-πύλες. Σημειώνεται ακόμα ότι οι κατευθύνσεις του Γενικού Πλαισίου εξειδικεύουν περισσότερο το προτεινόμενο πλαίσιο χωρικής οργάνωσης με βάση του τομείς των υποδομών-υπηρεσιών μεταφοράς και της διάρθρωσης των παραγωγικών τομέων αντίστοιχα. Αναφορικά με τη χωρική διάρθρωση του αστικού δικτύου (εξεταζόμενο ζήτημα), υιοθετούνται οι γενικοί άξονες του Χωροταξικού Πλαισίου (πολυκεντρικότητα, συμπληρωματικότητα αστικών κέντρων-προαστίων-υπαίθρου, βελτίωση προσπελασιμότητας και αστικού περιβάλλοντος, περιορισμός ρύπανσηςχρήση ήπιων μέσων μεταφοράς, ανταγωνιστικότητα), ενώ παρέχονται ειδικές κατευθύνσεις χωροταξικών ρυθμίσεων εντός του μητροπολιτικού κέντρου της Θεσσαλονίκης. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ο ορθολογικός σχεδιασμός των συστημάτων χρήσεων γης στον αστικό και περιαστικό-προαστιακό χώρο (πεδίο μελέτης), καθώς και συγκράτηση της διάσπαρτης δόμησης στις εκτός σχεδίου περιοχές. Επιπρόσθετα, στοχεύεται ο περιορισμός των αστικών μετακινήσεων τοπικού και υπερτοπικού χαρακτήρα, η ενίσχυση των δημόσιων μέσων μεταφοράς (αποθάρρυνση χρήσης ιδιωτικών οχημάτων παράλληλα με ολοκλήρωση-επέκταση των οδικών δικτύων-υποδομών) και η αναζωογόνηση του φυσικού-πολιτιστικού αστικού περιβάλλοντος. Τέλος, σχετικά με την διασφάλιση της εταιρικής σχέσης πόλης-υπαίθρου, σχεδιάζεται η προστασία του αγροτικού χώρου από την ανεξέλεγκτη διάχυση των αστικών λειτουργιών (διάσπαρτη δόμηση) μέσω της δόμησης σε οργανωμένους υποδοχείς, ώστε να τεθούν οι βάσεις για τη διαμόρφωση μελλοντικών τοπικών οικονομιών συγκέντρωσης-κλίμακας. Σημειώνεται, ακόμα, ότι κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο εκπονείται η σχετική μελέτη επικαιροποίησης του Γενικού Πλαισίου, ώστε να εναρμονιστεί όσο το δυνατόν περισσότερο με τα ευρωπαϊκά και εθνικά υπερκείμενα πλαίσια χωροταξικού σχεδιασμού και βιώσιμης ανάπτυξης. Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

125 ) Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τη Βιομηχανία (ΕΠΧΣΑΑ Βιομηχανίας) Το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τη Βιομηχανία εγκρίθηκε με την υπ αριθμόν Απόφαση στις 18/02/2009 (ΦΕΚ ΑΑΠ/151, 13/04/2009), θέτοντας ως κύριο στόχο το μετασχηματισμό της χωρικής διάρθρωσης του τομέα της βιομηχανίας μέσω κατευθύνσεων (κλαδικών και ειδικών) χωροταξικής οργάνωσης-χωροθέτησης της σε περιφερειακό και νομαρχιακό επίπεδο (χρονικός ορίζοντας ). Σημαντικοί στόχοι του Γενικού Πλαισίου που άπτονται των μελετώμενων ζητημάτων καθίστανται η διεύρυνση της γεωγραφικής βάσης της βιομηχανίας σε ένα πολυκεντρικού τύπου ενδοπεριφερειακό πλέγμα, η στοχευόμενη αποκέντρωση μονάδων από τη μητροπολιτική επικράτεια, ο ορθολογικός σχεδιασμός των χρήσεων γης για την προώθηση της οργανωμένης βιομηχανικής χωροθέτησης έναντι της διάσπαρτης (σήμερα), καθώς και η επιβολή προϋποθέσεων χωροθέτησης βιομηχανικών κλάδων. Το πρότυπο χωροταξικής οργάνωσης που υιοθετείται προβλέπει συγκεκριμένες κατευθύνσεις σε εθνικό και διοικητικό επίπεδο, ανάλογα με τη φυσιογνωμία, τη δυναμική και τις ανάγκες των εκάστοτε χωρικών ενοτήτων. Η μητροπολιτική περιοχή της Θεσσαλονίκης αναδεικνύεται ως πρωτεύων εθνικός πόλος-άξονας ανάπτυξης, για τον οποίο επιδιώκεται η προσέλκυση δραστηριοτήτων αιχμής, η αναβάθμιση των υπαρχόντων δραστηριοτήτων και η αποθάρρυνση των τάσεων υψηλής συγκέντρωσης βιομηχανικών μονάδων. Εν συνεχεία, παρέχονται αναλυτικές κατευθύνσεις-προδιαγραφές χωρικής οργάνωσης των βιομηχανικών εγκαταστάσεων-δραστηριοτήτων ανάλογα με τον κλαδική ή ειδική τους φυσιογνωμία (αγροτικές, τοπικές, θαλάσσιες, υψηλής τεχνολογίας, επενδύσεις). Αναφορικά με τα καθεστώτα χωροθέτησης-εγκατάστασης της βιομηχανίας, αναλύονται διεξοδικά οι κατηγορίες των οργανωμένων υποδοχέων, οι προβλεπόμενοι βαθμοί όχλησης, οι χωρικές προϋποθέσεις και η διαδικασίας δημιουργίας ειδικών υποδοχέων. οι επιτρεπόμενες χρήσεις και οι πολεοδομικοί όροι-κίνητρα για τη διαμόρφωση αυτών αντίστοιχα. Σημειώνεται ότι το Ειδικό Πλαίσιο περιλαμβάνει ξεχωριστές κατευθύνσεις για τα καθεστώτα και τους όρους Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

126 126 δόμησης των βιομηχανικών μονάδων στις εκτός σχεδίου περιοχές, γεγονός που βρίσκεται σε άμεση επαφή με τις υφιστάμενες συνθήκες της περιοχής μελέτης. Σε περιφερειακό επίπεδο (Κεντρική Μακεδονία), προτεραιότητα αποτελεί η στήριξη της βιομηχανίας ανεξαρτήτως κλάδου, αλλά με βασικά κριτήρια τον καταμερισμό της εργασίας, τις δραστηριότητες έντασης γνώσης, ενσωμάτωσης καινοτομίας και εξωστρέφειας. Ακόμα, περιορίζονται οι μονάδες που δεν είναι συμβατές με τον μητροπολιτικό χαρακτήρα της Θεσσαλονίκης. Θεωρείται επιτακτική η ανάγκη νέων οργανωμένων υποδοχέων για τον εξορθολογισμό των υφιστάμενων συγκεντρώσεων, με ιδιαίτερη έμφαση στα εσωτερικά αστικά κέντρα και τις εξωαστικές ζώνες. Οι πολιτικές χρήσεως γης και διάσπαρτης χωροθέτησης περιλαμβάνουν την αποτροπή της παρόδιας ανάπτυξης μονάδων στο κύριο οδικό δίκτυο, τη χωροθέτηση μονάδων βάσει των γενικών νομοθετικών διατάξεων περί εκτός σχεδίου δόμησης, την ενθάρρυνση του μετασχηματισμού-ανανέωσης των υφιστάμενων μονάδων και το ζήτημα της επανάχρησης βιομηχανικών κελυφών. Τέλος, για το Νομό Θεσσαλονίκης (νυν Περιφερειακή Ενότητα) κρίνεται πολύ υψηλή η προτεραιότητα άσκησης πολιτικών για τη μεταποίηση και η εναρμόνιση των κλαδικών κατευθύνσεων με τις αντίστοιχες υπερκείμενες περιφερειακές. Το χωροταξικό πρότυπο θέτει σε βιομηχανική προτεραιότητα το βόρειο και δυτικό τμήμα της Ενότητας, ενώ σημειώνεται η ανάγκη ρύθμισης των προσανατολισμών βιομηχανίας και τουρισμού στο ανατολικό τμήμα της Θεσσαλονίκης. Γενικότερα, τονίζεται η επιθυμητή πολιτική χωρικού συνδυασμού της μεταποίησης με δραστηριότητες αιχμής-υπηρεσιών του τριτογενούς τομέα παραγωγής. Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

127 ) Αξιολόγηση υφιστάμενης κατάστασης με γνώμονα τα κριτήρια του προτεινόμενου χωρικού προτύπου Αμέσως μετά την ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης επιχειρείται μία προσπάθεια αξιολόγησης των τάσεων-κατευθύνσεων που επικρατούν στο εξεταζόμενο πεδίο, με βάση πάντοτε τα τέσσερα αναπτυξιακά κριτήρια του προτεινόμενου χωρικού προτύπου «Social City Region», που περιγράφηκε αναλυτικά στο πρώτο Κεφάλαιο. Αρχικά, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στον εντοπισμό και χαρακτηρισμό των ειδών της αστικής διάχυσης (εκτός σχεδίου δόμηση) στην εξεταζόμενη επικράτεια του Δήμου Θέρμης, όπως αναλύθηκαν στο θεωρητικό πλαίσιο του υπο-κεφαλαίου 1.1. Η ποιοτική αξιολόγηση του χαρακτήρα και της μορφής των περιοχών διάχυτης δόμησης πραγματοποιήθηκε από την ομάδα μελέτης με απώτερο σκοπό να αποτελέσει σημαντικό εργαλείο συμβολής στη μετέπειτα οργάνωση του χώρου για τη βέλτιστη αντιμετώπιση του φαινομένου. Οι ποιοτικές εκτιμήσεις βασίστηκαν σε συγκεκριμένα εντοπιζόμενα χαρακτηριστικά των εκάστοτε χωρικών ενοτήτων εκ μέρους της επιτόπιας αυτοψίας και στην αντιστοίχιση αυτών με τα αντίστοιχα των βασικών κατηγοριών αστικής διάχυσης του θεωρητικού πλαισίου. Ωστόσο, δεν κατέστη δυνατή η πλαισίωση των παραπάνω με μία περισσότερο ποσοτική ανάλυση του φαινομένου, καθώς η διαδικασία απαιτεί τη διαχρονική διερεύνηση του (χρονοσειρές, χάρτες) για την ποσοτική παρουσίαση των μεταβολών-μορφών και δεν αποτελεί βασικό αντικείμενο μελέτης σε αυτό το επίπεδο (Χάρτης 3.1). Συγκεκριμένα, μεγάλες εκτάσεις εκτός σχεδίου δόμησης εντοπίζονται στο βορειοδυτικό τμήμα του οικισμού της Θέρμης, οι οποίες μπορούν να χαρακτηριστούν μορφολογικά ως προαστιακή ανάπτυξη με χαμηλή πυκνότητα και κυρίαρχη χρήση την αμιγή κατοικία. Παρόμοια κατάσταση, μικρότερης όμως έντασης, παρατηρείται νοτιοδυτικά του Τριαδίου, χωρίς να θεωρείται ότι διαθέτει αρκετά οργανωμένη μορφή. Στο βόρειο κομμάτι της Δημοτικής Ενότητας Θέρμης, ανάμεσα στον ομώνυμο και στον οικισμό Τριαδίου εμφανίζεται αποσπασματική και ασυνεχής οικιστική ανάπτυξη διαμορφώνοντας έναν μικρό θύλακα-πόλο αστικοποιημένων εκτάσεων εντός του αγροτικού χώρου. Και σε αυτή την περίπτωση ξεχωρίζει η αμιγής κατοικία χαμηλών πυκνοτήτων, ενώ τονίζεται η Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

128 128 εξάρτηση από το αυτοκίνητο και η ανάγκη επέκτασης των μεταφορικών-τεχνικών υποδομών. Εικόνα 3.1: Προαστιακή (Θέρμη) και αποσπασματική ανάπτυξη (Τριάδι) Πηγή: Χάρτης αξιολόγησης 3.1-Κτηματολόγιο ΑΕ, ιδία επεξεργασία 2012 Σημειώνεται ότι υφίσταται σημαντική γραμμική ανάπτυξη βασικών αστικών λειτουργιών-χρήσεων εκατέρωθεν του οδικού άξονα Θεσσαλονίκης-Μηχανιώνας, στα νότια των ορίων της σημερινής Κοινότητας Θέρμης σε άμεση εγγύτητα με το Αεροδρόμιο Μακεδονία (ανατολικά). Ακόμα, έχουν δημιουργηθεί και κάποιες περιοχές κατοικίας που εκτείνονται κάθετα του οδικού άξονα. Στην ευρύτερη περιοχή Νέου Ρυσίου και Ταγαράδων (βόρεια), εντοπίζεται ίσως και η σημαντικότερη τάση διάσπαρτης οικιστικής ανάπτυξης, χωρίς ωστόσο να διακρίνεται από συγκεκριμένη μορφή. Κατέχει πολύ μεγάλες αγροτικές εκτάσεις εντός της κοιλάδας του Ανθεμούντα, δημιουργώντας απομονωμένα σύνολα και τονίζοντας την ανάγκη αναβάθμισης-επέκτασης των υποδομών. Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

129 129 Εικόνα 3.2: Διάσπαρτη διάχυση στην περιοχή Ν.Ρυσίου-Ταγαράδων Πηγή: Χάρτης αξιολόγησης 3.1-Κτηματολόγιο ΑΕ, ιδία επεξεργασία 2012 Στην Κοινότητα Νέας Ραιδεστού, το φαινόμενο λαμβάνει τη μορφή προαστιακής ανάπτυξης καταλαμβάνοντας μεγάλο νοτιοανατολικό τμήμα της, όπου δεσπόζει η χαμηλής πυκνότητας κατοικία, παράλληλα με την ύπαρξη ορισμένων θυλάκων βιομηχανίας-χονδρεμπορίου εκατέρωθεν του οδικού δικτύου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η μεμονωμένη συγκέντρωση μονάδων του δευτερογενούς τομέα βορειοδυτικά της Νέας Ραιδεστού και σε άμεση επαφή με το στρατιωτικό αεροδρόμιο του Σέδες. Εικόνα 3.3: Προαστιακή ανάπτυξη και μεμονωμένη συγκέντρωση βιομηχανικών μοναδων Πηγή: Χάρτης αξιολόγησης 3.1-Κτηματολόγιο ΑΕ, ιδία επεξεργασία 2012 Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

130 130 Σχετικά με τη Δημοτική Ενότητα Βασιλικών, τονίζεται ότι δεν εντοπίζεται σημαντική τάση οικιστικής ανάπτυξης οποιουδήποτε τύπου περιμετρικά του ομώνυμου οικισμού, ωστόσο το εντονότερο φαινόμενο παρουσιάζεται με τη μορφή γραμμικής ανάπτυξης κατά μήκος του οδικού άξονα Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου και κυρίως στο δίκτυο Θεσσαλονίκης-Αγίας Παρασκευής-Σουρωτής-Βασιλικών. Στην ευρύτερη περιοχή Αγίας Παρασκευής-Σουρωτής ξεχωρίζουν οι αστικές εκτάσεις κάθετα στο οδικό δίκτυο, τοποθετούμενες βέβαια στη γενικότερη αναπτυξιακή τάση. Εικόνα 3.4: Γραμμική ανάπτυξη κατά μήκος των οδών Θεσ/νίκης-Πολυγύρου και Θεσ/νίκης-Σουρωτής Πηγή: Χάρτης αξιολόγησης 3.1-Κτηματολόγιο ΑΕ, ιδία επεξεργασία 2012 Αναφορικά με την περιοχή Λακκιάς, διακρίνεται η συγκέντρωση εγκαταστάσεων κυρίως δευτερογενούς τομέα, ως αποτέλεσμα της αποσπασματικής διάχυσης δραστηριοτήτων εκ μέρους των οργανωμένων υποδοχέων της γειτονικής Θέρμης. Ακόμα, στη νότια είσοδο του οικισμού υφίσταται μικρό τμήμα προαστιακής ανάπτυξης κυρίως αμιγούς κατοικίας, ενώ στους υπόλοιπους οικισμούς η εκτός σχεδίου δόμηση θεωρείται αρκετά περιορισμένη με μοναδική εξαίρεση την ανάπτυξη κατά μήκος της τοπικής οδού Βασιλικά-Περιστερά-Λιβάδι. Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

131 131 Εικόνα 3.5: Μεμονωμένη συγκέντρωση παραγωγικών μονάδων Πηγή: Χάρτης αξιολόγησης 3.1-Κτηματολόγιο ΑΕ, ιδία επεξεργασία 2012 Χρήσεις γης/μεταφορές Αρχικά, το ευρύτερο χωρικό πλαίσιο εντάσσει όλη την επικράτεια της περιοχής μελέτης στην ανατολική Μητροπολιτική Περιφέρεια με τη Δημοτική Ενότητα Θέρμης να ανήκει στην Περιαστική Ζώνη και την Ενότητα Βασιλικών στη Λοιπή περιοχή Θεσσαλονίκης αντίστοιχα. Η θέση και η γειτνίαση της εξεταζόμενης περιοχής με το Πολεοδομικό Συγκρότημα Θεσσαλονίκης (ΠΣΘ) αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα και διαμόρφωσε αναπτυξιακές προοπτικές σε συνδυασμό με τη ραγδαία ανάπτυξη-εξέλιξη της προαστιακής κατοικίας. Στην Ενότητα Θέρμης η ανάπτυξη προκλήθηκε από τη συγκέντρωση δραστηριοτήτων-υποδομών του δευτερογενούς τομέα και ακολουθήθηκε από τις έντονες οικιστικές τάσεις, ενώ στα Βασιλικά τα φαινόμενα εξελίσσονται σταδιακά χωρίς να λαμβάνουν τόσο μεγάλες διαστάσεις. Παρόλα αυτά, και τα δύο τμήματα δύνανται να διακριθούν ως δυναμικοί πόλοι της ευρύτερης περιαστικής ζώνης, εξυπηρετώντας σημαντικές κατευθύνσεις αστικού τοπικού και υπερτοπικού χαρακτήρα. Η σύγχρονη ανάπτυξη της εξεταζόμενης περιοχής οριοθετείται κυρίως την τελευταία εικοσαετία ( ) συνοδευόμενη από την ταχεία πληθυσμιακή αύξηση και τις έντονες τάσεις οικιστικής επέκτασης της πόλης της Θεσσαλονίκης. Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

132 132 Κατά συνέπεια, διαμορφώθηκε το φαινόμενο της προαστιοποίησης, το οποίο βέβαια υποκινήθηκε από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής έναντι του κορεσμένου αστικού πυρήνα, όπως το φυσικό περιβάλλον, το χαμηλότερο κόστος ιδιοκτησίας, η απουσία κοινωνικών διαταραχών και η γενικότερη παροχή καλύτερου βιοτικού επιπέδου. Βέβαια, οι υφιστάμενες συνθήκες θέτουν το ζήτημα εξασφάλισης οργανωμένων οικιστικών υποδοχέων με σκοπό την κάλυψη μελλοντικών απαιτήσεων, γεγονός που αποτελεί προτεραιότητα οργάνωσηςρύθμισης του χώρου. Αναφορικά με τις χωρικές διαστάσεις της παραγωγικής δραστηριότητας, εντοπίζονται σημαντικές διαφοροποιήσεις. Παρόλο που οι γεωργικές εκτάσειςχρήσεις μειώνονται, λόγω του προαστιακού προφίλ της περιοχής, σημειώνεται αναδιάρθρωση του πρωτογενούς τομέα μέσω της στροφής σε δυναμικές καλλιέργειες. Η ύπαρξη οργανωμένων υποδοχέων του δευτερογενούς τομέα (ΒΙΠΑ, ΕΜΟ Θέρμης) εξακολουθεί να τονίζει την ελκυστικότητα της περιοχής, ωστόσο τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία ιδιαίτερη παρακμή των βιομηχανικώνβιοτεχνικών λειτουργιών με τη διατήρηση μόνο των ισχυρών μονάδων. Επιπλέον, αναφέρεται ότι ενδείκνυται η διευθέτηση των χρήσεων γης στα τμήματα αποσπασματικής συγκέντρωσης βιομηχανικών εγκαταστάσεων δυτικά της Νέας Ραιδεστού και νότια της περιοχής Λακκιάς μέσω ενός ολοκληρωμένου χωρικού σχεδιασμού. Ο τριτογενής τομέας εμφανίζεται ενισχυμένος κυρίως στην Ενότητα Θέρμης προσελκύοντας δραστηριότητες υπερτοπικού χαρακτήρα, οι οποίες χωροθετούνται ως επί το πλείστον στις περιοχές Θέρμης, Νέου Ρυσίου και Νέας Ραιδεστού. Από την άλλη πλευρά, στα Βασιλικά δεν ακολουθούνται οι ίδιες τάσεις ενίσχυσης του τομέα, γεγονός που οφείλεται στη θέση τους, αλλά και στη μη διέλευση βασικών οδικών αξόνων. Γενικότερα, τα αναπτυξιακά πλεονεκτήματα της περιοχής είναι άμεσα συνυφασμένα με την ταχεία οικιστική ανάπτυξη, την προσέλκυση δραστηριοτήτων του τριτογενούς τομέα, καθώς και την οργανωμένη ή διάσπαρτη προσέλκυση μονάδων του δευτερογενούς τομέα αντίστοιχα. Πιο συγκεκριμένα, η Δημοτική Ενότητα Θέρμης απαρτίζεται από τέσσερις οικισμούς, οι οποίοι εμφανίζονται κορεσμένοι και οδηγούν αναπόφευκτα στη διάχυτη εκτός σχεδίου δόμηση. Στην περίπτωση της Ενότητας Βασιλικών η οικιστική δυναμική (εκτός σχεδίου) Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

133 133 προσδιορίζεται κυρίως από τους δύο οδικούς άξονες που τη συνδέουν με τη Θεσσαλονίκη. Άμεση απόρροια των παραπάνω συνθηκών είναι ο περιορισμός των αμιγώς αγροτικών εκτάσεων υπό το πρίσμα των οικιστικών αναγκών. Αναφορικά με τις πυκνότητες κατοίκησης στους μελετώμενους οικισμούς, κρίνονται μεσαίες στον αστικό χώρο (Θέρμη, Νέα Ραιδεστός) και σχετικά μικρές στον άμεσο εξωαστικό. Η ύπαρξη αρκετών εκτάσεων διάχυτης κατοικίας σε όλη την επικράτεια της περιοχής εγείρει το ζήτημα της συνολικής διευθέτησης του χώρου, καθώς αποτελούν ιδιαίτερα ζημιογόνο παράγοντα, με πολλαπλές επιπτώσεις σε οικονομικό και περιβαλλοντικό επίπεδο. Επιπρόσθετα, τρεις από τις τέσσερις Δημοτικές/Τοπικές Κοινότητες (περιαστική ζώνη) της Θέρμης ακολουθούν τις ρυθμίσεις ΖΟΕ του ΟΡΘΕ εκτός από τους Ταγαράδες, ενώ η Ενότητα Βασιλικών δεν περιλαμβάνεται εξολοκλήρου σε αντίστοιχο υπερκείμενο σχεδιασμό. Συνεπώς, αναδεικνύεται η επιτακτικότητα διαμόρφωσης ενός ενιαίου και ολοκληρωμένου πλαισίου χωροταξικού σχεδιασμού, σύμφωνα πάντοτε με τις τρέχουσες προοπτικές, αδυναμίες και περιορισμούς του ευρύτερου πεδίου. Υπενθυμίζεται ότι σημαντικό αναπτυξιακό κεφάλαιο του πεδίου αποτελεί η ύπαρξη σημαντικών χρήσεων-λειτουργιών δευτερογενούς, τριτογενούς τομέα, υψηλής στάθμης και τεχνολογίας κυρίως στην Ενότητα Θέρμης, οι οποίες μπορούν να δράσουν καταλυτικά στην προσέλκυση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και επενδύσεων. Από πλευράς πολεοδομικής διάρθρωσης, ο οικισμός Θέρμης διακρίνεται από λειτουργική-διοικητική αυτονομία και διαδραματίζει ρόλο έδρας/πολεοδομικού κέντρου στη Δημοτική Ενότητα, καθώς και στο σύνολο της εξεταζόμενης περιοχής. Ο οικισμός Βασιλικών εμφανίζει εξάρτηση από τη Θέρμη, ωστόσο αποτελεί εν δυνάμει πολεοδομικό κέντρο τοπικού χαρακτήρα για τους γύρω οικισμούς. Σε ενδοαστικό επίπεδο, η Θέρμη εμφανίζει χρήσεις τοπικού κέντρου (ή ίσως πολεοδομικού κέντρου), οι οποίες αναπτύσσονται αξονικά και συγκλίνουν στην κεντρική πλατεία. Εκτός από αυτά, κυρίαρχη θεωρείται η χρήση αμιγούς κατοικίας τόσο στη Θέρμη, αλλά και σε όλους τους υπόλοιπους οικισμούς. Στις περιοχές αυτές διατηρούνται οι αγροτικής φύσεως χρήσεις, ενώ δεν εκλείπουν οι παραδοσιακές βιοτεχνικές μονάδες. Ο κεντρικός ρόλος της Θέρμης δεν αναδεικνύει ζητήματα μη επαρκούς εξυπηρέτησης των αναγκών σε κοινωνικές Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

134 134 υποδομές, ενώ επίσης η διερεύνηση των λοιπών τμημάτων δεν εγείρει προβλήματα παρόμοιου χαρακτήρα. Στην Ενότητα Βασιλικών δεσπόζει η χρήση αμιγούς κατοικίας, με τους οικισμούς να διατηρούν και πάλι τον αγροτικό τους χαρακτήρα. Ο οικισμός Βασιλικών συνδυάζει χρήσεις κατοικίας με λειτουργίες τοπικού κέντρου. Ακόμα, η φυσιογνωμία και τα χαρακτηριστικά των περιεχόμενων οικισμών διαμορφώνουν κατάλληλα τις χρήσεις γης στο εσωτερικό τους. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι ξεχωρίζουν οι χρήσεις λιανικού εμπορίου, αναψυχής και παραθεριστικής κατοικίας. Σχετικά με τις ανάγκες για κοινωνικές υποδομές, προκύπτει ότι οι μεγαλύτερες ελλείψεις εντοπίζονται στις υπηρεσίες υγείαςπρόνοιας. Λαμβάνοντας υπόψη την υφιστάμενη ιεράρχηση του ευρύτερου δικτύου μεταφορών, την περιοχή μελέτης διατρέχουν πολύ σημαντικοί οδικοί άξονες, με τις οδούς Θεσσαλονίκης-Μηχανιώνας, Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου, Θεσσαλονίκης-Νέων Μουδανιών και Θεσσαλονίκης-Αγίας Παρασκευής-Σουρωτής-Βασιλικών να ξεχωρίζουν. Οι περισσότερες από αυτές συγκεντρώνουν πλήθος καθημερινών μετακινήσεων, ωστόσο δεν εκλείπουν τα λειτουργικά προβλήματα κυρίως στον άξονα Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου. Σε γενικότερη βάση, το υπάρχον δίκτυο εξυπηρετεί επαρκώς τις ανάγκες των περιοχών, ωστόσο δημιουργούνται προβλήματα δύσκολης πρόσβασης και αποκοπής τόσο στο σύνολο της περιοχής όσο και μεταξύ των οικισμών. Όπως είναι φυσικό, προκύπτει η ανάγκη ποιοτικών παρεμβάσεων και λειτουργικών βελτιώσεων σε μία περιοχή όπου οι μεταφορές αποτελούν βασική αναπτυξιακή παράμετρο. Το αστικό οδικό δίκτυο της Θέρμης θεωρείται ικανοποιητικό με άρτια χάραξη, ενώ τα τελευταία χρόνια πραγματοποιούνται αρκετά έργα ποιοτικής αναβάθμισης. Τα κύρια προβλήματα εντοπίζονται στην αποκοπή της Νέας Ραιδεστού από την εθνική οδό Θεσσαλονίκης- Πολυγύρου, καθώς και από τον οικιστικό περιορισμό στο βόρειο τμήμα του Νέου Ρυσίου και των Ταγαράδων από το δίκτυο Αγίας Παρασκευής-Σουρωτής-Βασιλικών. Αντιθέτως, στους οικισμούς των Βασιλικών το δίκτυο δεν κρίνεται ιδιαίτερα ικανοποιητικό, αφού οι δρόμοι είναι ιδιαίτερα στενοί, με μεγάλες κλίσεις, κακής κατασκευής και χωρίς πεζοδρόμια. Επιπλέον, σημειώνεται ότι όλη η περιοχής μελέτης εξυπηρετείται σήμερα από το δίκτυο αστικών συγκοινωνιών της Θεσσαλονίκης, το οποίο εκτελεί Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

135 135 καθημερινά την κλειστή διαδρομή ΠΣΘ-Σουρωτή. Η Θέρμη εξυπηρετείται και από δρομολόγιο που καταλήγει στο κέντρο της Θεσσαλονίκης (Χαριλάου), ενώ όλες οι υπόλοιπες διαδρομές καλύπτουν την περιοχή μέχρι τον τερματικό σταθμό της ΙΚΕΑ. Παρόλα αυτά, σημαντικά προβλήματα καθίστανται οι μεγάλες χρονικές αποστάσεις, το πυκνό δίκτυο στάσεων, η γενικότερη αναμονή και τα μη επαρκή ωράρια. Κατά συνέπεια μπορεί να θεωρηθεί ότι μόνο ο οικισμός Θέρμης εμφανίζει μία ικανοποιητική κάλυψη των καθημερινών αναγκών των κατοίκων. Σε γενικότερο πλαίσιο, ο Πολεοδομικός Σχεδιασμός, ως άμεση επέκτασηεξειδίκευση των υπερκείμενων χωροταξικών ρυθμίσεων, θα πρέπει να θέσει ως προτεραιότητες τη λειτουργική αναβάθμιση των χρήσεων γης του αστικού χώρου, την επαρκή κάλυψη των αναγκών σε κοινωνικές υποδομές και τον άρτιο σχεδιασμό των συστημάτων μεταφορών, λαμβάνοντας υπόψη τα ζητήματα του φυσικούπολιτιστικού περιβάλλοντος και τις προδιαγραφές της νομοθεσίας. Ενέργεια Ο αναπτυξιακός παράγοντας της ενέργειας αποτελεί ίσως την κυριότερη έλλειψη της υφιστάμενης κατάστασης σε όλη την περιοχή μελέτης. Αρχικά, το πεδίο εξυπηρετείται από το εναέριο βασικό δίκτυο της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (Δ.Ε.Η.), επικοινωνώντας με τους ειδικούς υποσταθμούς των γειτονικών Ενοτήτων. Αναφορικά με τις ήπιες μορφές ενέργειας, σημαντική θεωρείται η ύπαρξη της Μονάδας Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας από βιοαέριο στην περιοχή του ΧΥΤΑ Ταγαράδων από το Σχετικά με άλλες ενεργειακές υποδομές, ξεχωρίζει το σχεδιαζόμενο Αιολικό Πάρκο Ταγαράδων, ενώ μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ασφαλής ενημέρωση για την πρόβλεψη ή μελέτη κατασκευής περαιτέρω εγκαταστάσεων. Βέβαια, καθοριστικής σημασίας καθίσταται η επέκταση και λειτουργία του δικτύου φυσικού αερίου από το αστικό κέντρο της Θεσσαλονίκης, το οποίο εξυπηρετεί μόνο τους οικισμούς Θέρμης και Τριαδίου. Η χρήση φωτοβολταϊκών συστημάτων ενέργειας θεωρείται ότι αποτελεί τρέχουσα τάση, κυρίως στις εξωαστικές περιοχές, η οποία ωστόσο μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στη διασφάλιση της επιθυμητής ενεργειακής αποδοτικότητας σε επίπεδο κατοικίας αλλά και στο σύνολο της Δημοτικής Ενότητας. Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

136 136 Φυσικοί Πόροι Από την άποψη του φυσικού περιβάλλοντος, η λεκάνη του Ανθεμούντα παίζει καθοριστικό ρόλο στην αναπτυξιακή πορεία της περιοχής, καταλαμβάνοντας σημαντικό κεντρικό τμήμα της επικράτειας της. Ειδικότερα, το εξεταζόμενο πεδίο χαρακτηρίζεται κυρίως πεδινό και σε μία μικρή του έκταση ημιορεινό (βορειοανατολικά και νοτιοανατολικά). Επιπλέον, ξεχωρίζουν οι αναδασωτέες ζώνες στις Κοινότητες Θέρμης, Νέας Ραιδεστού, Σουρωτής και Βασιλικών και οι δασικές εκτάσεις στις Κοινότητες Νέου Ρυσίου, Ταγαράδων, Αγίου Αντωνίου, Μονοπήγαδου, Περιστεράς και Λιβαδίου αντίστοιχα. Αρχικά, η εντατική γεωργοκτηνοτροφική δραστηριότητα στην κοιλάδα του Ανθεμούντα αποτέλεσε μείζονα παράγοντα επιρροής της φυσικής βλάστησης της πεδιάδας, ενώ την τελευταία εικοσαετία καθοριστική παράμετρος διαμόρφωσηςαλλοίωσης του φυσικού περιβάλλοντος αναδεικνύεται η διάχυτη οικιστική επέκταση. Σημειώνεται ακόμα, ότι η εκτατική κτηνοτροφία στα ημιορεινά τμήματα ασκεί μεγάλη επιρροή στην τοπική χλωρίδα. Λαμβάνοντας υπόψη την υπάρχουσα κατάσταση και τις σχετικές αναλύσεις, στις αξιόλογες περιοχές φυσικού περιβάλλοντος (περιβαλλοντικοί πόροι) συγκαταλέγονται οι οικολογικής αξίας αναδασωτέες εκτάσεις, το πυκνό δίκτυο υδρορεμάτων, οι ζώνες προστασίας των αρχαιολογικών χώρων, οι περιοχές φυσικής βλάστησης/δέντρων, καθώς και ο προστατευόμενος από τη συνθήκη Ramsar διεθνούς σημασίας υδροβιότοπος. Σημαντικά προβλήματα που ανακύπτουν τη σημερινή εποχή αφορούν την πτώση της στάθμης, τη μείωση των υδατικών αποθεμάτων και την εξαφάνιση της φυσικής βλάστησης στη λεκάνη του Ανθεμούντα. Κατά αυτό τον τρόπο, καθοριστικές περιβαλλοντικές παράμετροι που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στην οργάνωση των χρήσεων γης για την προστασία-διαφύλαξη του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων καθίστανται κυρίως η προστασία-διαχείριση των υδατικών αποθεμάτων της κοιλάδας από την υπερεκμετάλλευση και τις πολυάριθμες γεωτρήσεις, η προστασία και αναβάθμιση της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας, καθώς και η αξιολόγηση των πολλαπλασιαστικών επιπτώσεων της αστικής διάχυσης στις ευαίσθητες περιοχές. Γενικότερα, η ύπαρξη αλληλοσυγκρουόμενων χρήσεων γης κυρίως στο εσωτερικό Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

137 137 της λεκάνης, αλλά και στον ευρύτερο αγροτικό χώρο, αποτελεί σημαντικό ζήτημα που χρήζει άμεσης διευθέτησης. Τέλος, όσον αφορά το αστικό φυσικό περιβάλλον, ξεχωρίζουν τα ρέματα που διέρχονται εντός των οικισμών και το λοφώδες ανάγλυφο στο βόρειο τμήμα ορισμένων από αυτών. Τα πάρκα και το αστικό πράσινο εντός των οικισμών Θέρμης και Βασιλικών αποτελούν σημαντικό στοιχείο του αστικού περιβάλλοντος σε αντίθεση με την πλειονότητα των λοιπών οικισμών, όπου το αστικό πράσινο συναντάται αδιαμόρφωτο και αρκετά υποβαθμισμένο. Η σημασία και ο ρόλος των κομματιών αστικού πρασίνου κρίνεται υψηλή στα πλαίσια των προβλέψεων οικιστικής επέκτασης εκ μέρους του πολεοδομικού σχεδιασμού. Ρύπανση/Απόβλητα Στο στάδιο ανάλυσης των υφιστάμενων ατμοσφαιρικών πιέσεων, παρατέθηκαν συγκεντρωτικά οι κύριοι ρυπαντές που διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στη βιωσιμότητα της περιοχής μελέτης. Αρχικά, το Αεροδρόμιο Μακεδονία και οι βασικοί οδικοί άξονες, που διαγράφουν μεγάλο κομμάτι της περιοχής, αποτελούν κύριες πηγές συνεχούς θορύβου και ατμοσφαιρικής ρύπανσης, με επιπτώσεις ακόμα και σε περιοχές μεγαλύτερης απόστασης. Ακόμα, ο απενεργοποιημένος πλέον ΧΥΤΑ Ταγαράδων αποτέλεσε το μοναδικό διαχρονικό χώρο νόμιμης διάθεσης των αστικού τύπου απορριμμάτων και αποβλήτων της Θεσσαλονίκης και ως εκ τούτου, κρίνεται ότι θα επιφέρει πολλαπλασιαστικά αρνητικά αποτελέσματα στην τοπική ατμόσφαιρα μέχρι και τις επόμενες δεκαετίες. Στις βελτιωτικές παρεμβάσεις της χωματερής εντάσσονται η ειδική μονάδα ανακύκλωσης υλικών και η μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από βιοαέριο, οι οποίες ενδέχεται να αποτελούν λιγότερο ζημιογόνες πηγές καθώς υπόκεινται σε ειδικές προδιαγραφές λειτουργίας και παρακολούθησης. Επιπρόσθετα, στην περιοχή Ταγαράδων λειτουργούν δύο νόμιμα λατομεία που ελέγχονται ως προς τις αέριες εκπομπές, τις περιβαλλοντικές πιέσεις και την αλλοίωση του εδάφους. Σε όλη την έκταση των Ενοτήτων Θέρμης και Βασιλικών εντοπίζονται βιομηχανικές-βιοτεχνικές μονάδες εντός οργανωμένων Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

138 138 υποδοχέων (ΒΙΠΑ, ΕΜΟ) ή διάσπαρτα (Νέα Ραιδεστός, Λακκιά), οι οποίες ενδέχεται να επιφέρουν επιπτώσεις από την παραγωγή ρύπων και αποβλήτων. Τονίζεται ότι η ραγδαία πληθυσμιακή αύξηση των τελευταίων δεκαετιών συνδέεται με συνεχείς απαιτήσεις και κατ επέκταση οδηγεί σε υψηλές πιέσεις των υποδομών (ύδρευση, αποχέτευση, απορρίμματα). Ακόμα, εντονότερες πιέσεις προκαλούνται από το εκτεταμένο φαινόμενο της εκτός σχεδίου δόμησης σε πολλά σημεία της περιοχής, με συνέπεια την άσκηση σοβαρών περιβαλλοντικών πιέσεων στις παραμέτρους του εδάφους, των υδάτων, της χλωρίδας και της πανίδας αντίστοιχα. Σε ότι αφορά τις αστικές τεχνικές υποδομές, τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί εργασίες αποκατάστασης-επέκτασης του υδρευτικού και αποχετευτικού δικτύου της Θέρμης, με αποτέλεσμα να μην προκύπτουν σημαντικά ζητήματα λειτουργίας τη σημερινή εποχή. Αντίθετα, στην Ενότητα Βασιλικών σημειώνεται υστέρηση σε δίκτυα αποχέτευσης (απορροφητικοί βόθροι), ενώ οι οικισμοί που εξυπηρετούνται από αποχετευτικά συστήματα διαθέτουν τα αστικά λύματα στα εγγύς ρέματα λόγω κορεσμού των βιολογικών καθαρισμών τους. Κατά συνέπεια, θεωρείται επιτακτική η ανάγκη βελτίωσης των υποδομών αποχέτευσης σε όλη σχεδόν της Ενότητα Βασιλικών, αλλά και σε μερικές περιοχές της Θέρμης, καθώς και κατασκευής εγκαταστάσεων επεξεργασίας λυμάτων. Γενικότερα, δηλαδή, ενδείκνυται μία συνολική διευθέτηση του ζητήματος των συστημάτων ύδρευσης, αποχέτευσης και επεξεργασίας αστικών λυμάτων, με άμεση αναφορά στην εκτεταμένη εκτός σχεδίου κατοικία. Στη συνέχεια, παρατίθεται ένα συγκεντρωτικό διάγραμμα (Διάγραμμα 3.1) που παρουσιάζει σχηματικά την πορεία αξιολόγησης της υφιστάμενης κατάστασης που προηγήθηκε, καθώς και τα βασικά πορίσματα που εξάχθηκαν για κάθε παράμετρο αντίστοιχα. Σημειώνεται ότι οι κόκκινες επισημάνσεις αντιστοιχούν σε εντοπισμένα και αξιολογημένα κατάλληλα προβλήματα και ελλείψεις που διακρίνονται από την ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης στην περιοχή μελέτης. Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

139 Διάγραμμα 3.1 Σχηματική Απεικόνιση της αξιολόγησης της υφιστάμενης κατάστασης στην περιοχή μελέτης Αξιολόγηση υφιστάμενης κατάστασης περιοχής μελέτης βάσει κριτηρίων Εντοπισμός και ποιοτικός χαρακτηρισμός των τύπων αστικής διάχυσης στις Δημοτικές Ενότητες Θέρμης και Βασιλικών Ταχεία πληθυμιακή ανάπτυξη και έντονες οικιστικές τάσεις Επικράτηση φαινομένου προαστιοποίησης (συγκριτικά πλεονεκτήματα) Αναδιάρθρωση δραστηριοτήτων-χρήσεων πρωτογενούς τομέα Σταδιακή κάμψη βιομηχανικών-βιοτεχνικών λειτουργιών Ενίσχυση τριτογενούς τομέα (διαφοροποίηση Θέρμης-Βασιλικών) Σημαντική οικιστική δυναμική στην Ενότητα Θέρμης (εκτός σχεδίου δόμηση) Οικιστική δυναμική βασισμένη γύρω από τους κύριους οδικούς άξονες στα Βασιλικά Λειτουργική-διοικητική αυτονομία οικισιμού Θέρμης και σχέσεις εξάρτησης με τα Βασιλικά Επαρκής εξυπηρέτηση των αναγκών της περιοχής εκ μέρους των οδικών αξόνων Ζητήματα δύσκολης πρόσβασης-αποκοπής οικισμών Εξυπηρέτηση από το δίκτυο δημόσιων συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης- λειτουργικά προβλήματα Διευθέτηση ζητμάτωνμέσω ενός ολοκληρωμένου πλαισίου χωροταξικού σχεδιασμού στο ευρύτερο πεδίο βάσει των εντοπισμένων προοπτικών, αδυναμιών και αναγκών Σημαντική έλλειψη του παράγοντα ενέργειας στην περιοχή μελέτης Εξυπηρέτηση από το βασικό δίκτυο της Δ.Ε.Ηύπαρξη σημαντικών υποσταθμών Λειτουργία Μονάδας Παραγωγής Ηλεκτικής Ενέργειας από βιοαέριο εντός του ΧΥΤΑ Ταγαράδων Σχεδιασμός Αιολικού Πάρκου στην περιοχή Ταγαράδων Επέκταση του υπάρχοντος δικτύου φυσικού αερίου (Θέρμη-Τριάδι) Καθοριστικός αναπτυξαικός ρόλος της Κοιλάδας του Ανθμεούντα στο κέντρο της περιοχής μελέτης Ύπαρξη κυρίως πεδινών εκτάσεων Διάκριση αναδασωτέων ζωνών στο βόρειο και νότιο τμήμα Κύριος παράγοντας διαμόρφωσης του φυσικού περιβάλλοντος η διάχυτη οικιστική επέκταση (γεωργοκτηνοτροφική δραστηριότητα παλαιότερα) Αξιόλογοι περιβαλλοντικοί πόροι με τρέχοντα προβλήματα Προστασία-διαχείριση υδατικών αποθεμάτων Προστασία-αναβάθμιση γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας Αξιολόγηση επιπτώσεων αστικής διάχυσης σε ευαίσθητες περιοχές Κυριαρχία ρεμάτων στο αστικό περιβάλλον και υψηλή σημαντικότητα αστικού πρασίνου 139 Κεφάλαιο 3ο: «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός» Σημαντικοί ρυπαντές για τη βιωσιμότητα της περιοχής (Αεροδρόμιο, κύριο οδικό δίκτυο, ΧΥΤΑ Ταγαράδων, Λατομεία) Βιομηχανικές-βιοτεχνικές μονάδες σε οργανωμένους υποδοχείς ή διάσπαρτα Πιέσεις στις τεχνικές υποδομές εκ μέρους των συνχεών επεκτάσεων Καθοριστική σημασία εκτός σχεδίου δόμησης ως προς τις περιβαλλοντικές πιέσεις Αποκατάσταση-επέκταση δικτύων τεχνικών υποδομών στη Θέρμη Υστέρηση στα δίκτυα των Βασιλικών Ανάγκη συνολικής διευθέτησης συστημάτων τεχνικώνυποδομών

140 ) Αξιολόγηση των προτάσεων των μελετών ΓΠΣ με γνώμονα τα κριτήρια του χωρικού προτύπου Όπως αναφέρθηκε εκτενώς στα παραπάνω κεφάλαια, η θέση της περιοχής μελέτης επηρεάζει το συνολικό χωρικό σχεδιασμό δίδοντας έμφαση στην οργάνωση μίας ενιαίας χωρικής ενότητας, στα πλαίσια της αναπτυξιακής πολιτικής του Ρυθμιστικού Σχεδίου για την Περιαστική και Λοιπή Ζώνη Θεσσαλονίκης. Σημειώνεται ότι ο προτεινόμενος σχεδιασμός και των δύο μελετών Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων (ΓΠΣ) ακολουθεί τις βασικές κατευθύνσεις της ΖΟΕ του Οργανισμού Θεσσαλονίκης (ΟΡΘΕ), παρόλο που αρκετά από τα περιεχόμενα τμήματα δεν συγκαταλέγονται σε αυτήν. Επιπλέον, αναφέρεται ότι ο χωροταξικός σχεδιασμός αποσκοπεί στη διαμόρφωση ενός ενιαίου και ολοκληρωμένου πλαισίου οργάνωσης του ευρύτερου μελετώμενου πεδίου, χωρίς να εστιάζει αποκλειστικά στη ρύθμιση των διοικητικών κέντρων. Στη συνέχεια, πραγματοποιείται μία συνθετική αξιολόγηση των προτάσεων των ΓΠΣ αναφορικά με τις αρχές των Δομικών Σχεδίων και της Οργάνωσης των Χρήσεων γης, βάσει των αναπτυξιακών παραμέτρων του υιοθετούμενου χωρικού προτύπου (Χάρτης 3.1). Χρήσεις γης/μεταφορές Κοινός άξονας του Δομικού Σχεδιασμού, σύμφωνα με τις εξεταζόμενες μελέτες, καθίσταται η ανάδειξή της ως οικιστικός υποδοχέας εξυπηρέτησης αστικών λειτουργιών, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη τη διατήρηση των βασικών χωρικών χαρακτηριστικών της. Ωστόσο, στη Δημοτική Ενότητα Θέρμης ο σχεδιασμός επικεντρώνεται περισσότερο στην ορθολογική οργάνωση των παραγωγικών δραστηριοτήτων/εγκαταστάσεων, ενώ στην Ενότητα Βασιλικών δίδεται έμφαση στη διαφύλαξη των φυσικών αναπτυξιακών παραμέτρων του πεδίου. Σημειώνεται ότι το προτεινόμενο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο Θέρμης δεν περιλαμβάνει εκτενή αναφορά στη χωροταξική οργάνωση των οικισμών Θέρμης- Τριαδίου και Νέου Ρυσίου, θεωρώντας ως δεδομένα τα προγενέστερα Σχέδια τους. Οι διορθώσεις-προτάσεις για τους παραπάνω οικισμούς εντοπίζονται μόνο στο επίπεδο της Πολεοδομικής Οργάνωσης (υπολογισμός σταθεροτύπων). Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

141 141 Συγκεκριμένα, προβλέπεται η εναρμόνιση του σχεδιασμού της Τοπικής Κοινότητας Ταγαράδων σύμφωνα με τις προβλέψεις του σχεδίου προεδρικού διατάγματος της ΖΟΕ της Περιαστικής Ζώνης Θεσσαλονίκης, συμπληρώνοντας ουσιαστικά τη χωροταξική οργάνωσης της ευρύτερης Ενότητας. Οι επεκτάσεις του οικισμού (Πίνακας 3.1) χωροθετούνται βόρεια και νοτιοδυτικά καταλαμβάνοντας μεγάλες εκτάσεις ενισχύοντας το ζήτημα μελλοντικής αποκοπής του από το οδικό δίκτυο, ενώ οι ζώνες οικιστικής καταλληλότητας που προτείνονται καλύπτουν το ανατολικό και βορειοδυτικό τμήμα των νέων ορίων. Ακόμα, σημαντικό κομμάτι των επεκτάσεων εξυπηρετεί τον Οικοδομικό Συνεταιρισμό «Άγιοι Πάντες», ο οποίος ορίζεται ως Περιοχή Ειδικά Ρυθμιζόμενης Πολεοδόμησης (ΠΕΡΠΟ). Τα ρέματα της Κοινότητας προστατεύονται από κάθε είδους παρέμβαση μέσω Ζώνης Απόλυτης Προστασίας και οι περιοχές του ΧΥΤΑ, των Λατομείων (νότια) και των αναδασωτέων εκτάσεων περιλαμβάνονται σε Ζώνη Προστασίας και Οικοανάπτυξης. Στο υπόλοιπο βόρειο τμήμα διακρίνονται οι χρήσεις δραστηριοτήτων του πρωτογενούς τομέα. Κατά αυτό τον τρόπο, μπορεί να θεωρηθεί ότι η οικιστική εξάπλωση περιορίζεται σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις, προστατεύοντας παράλληλα τα φυσικά στοιχεία της περιοχής. Στη Δημοτική Κοινότητα Νέας Ραιδεστού, οι επεκτάσεις (Πίνακας 3.1) εντάσσονται στις εκτεταμένες ζώνες οικιστικής καταλληλότητας των ρυθμίσεων ΖΟΕ του ΟΡΘΕ περιμετρικά του οικισμού, εντείνοντας ουσιαστικά το υφιστάμενο πρόβλημα αποκοπής (ένταξη μεγάλου τμήματος του οδικού δικτύου στα νέα όρια). Κατά συνέπεια, δημιουργείται ένα γενικότερο χωροταξικό ζήτημα σχετικά με τη διευθέτηση της οικιστικής διάρθρωσης. Και σε αυτή την περίπτωση, προβλέπεται ζώνη δραστηριοτήτων πρωτογενούς τομέα κυρίως στο νότιο κομμάτι της Κοινότητας και σε μικρότερο βαθμό στα βορειοδυτικά (κτηνοτροφία). Στην υπόλοιπη επικράτεια της Ενότητας Θέρμης (συμπεριλαμβανομένων του οικισμού Θέρμης), η χωροταξική οργάνωση χαρακτηρίζεται κυρίως από εξειδικευμένες μεταβολές-τροποποιήσεις των ορίων των υφιστάμενων ζωνών με σκοπό τη χωρική ολοκλήρωση του πεδίου βάσει των τοπικών αναγκών/κατευθύνσεων. Αναλυτικότερα, η ζώνη εγκατάστασης της μεταποίησης χαμηλής και μέσης όχλησης καλύπτει μεγάλο τμήμα δυτικά της Ραιδεστού, η περιοχή εγκατάστασης χονδρεμπορίου και μεταφορών επεκτείνεται ανατολικά του Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

142 142 Αεροδρομίου και οι εκτάσεις προστασίας και οικοανάπτυξης προβλέπεται να καταλάβουν σημαντικό τμήμα της κοιλάδας του Ανθεμούντα. Βέβαια, περιοχές οικιστικής καταλληλότητας προτείνονται σε καίρια σημεία βόρεια του οικισμού Νέου Ρυσίου και βορειοδυτικά του Τριαδίου, που αποτελούν εν δυνάμει εστίες διάχυτης δόμησης. Ωστόσο, η ζώνη αστικών κεντρικών λειτουργιών/υποδομών δυτικά της Νέας Ραιδεστού κρίνεται σχετικά ασύμβατη με το προφίλ και την οικιστική δυναμική της περιοχής. Σε γενικότερο πλαίσιο, θεωρείται ότι η προσπάθεια των προτάσεων του ΓΠΣ για έναν ευρύτερο χωροταξικό σχεδιασμό χρήζουν επικαιροποίησης και ορθότερης διαπραγμάτευσης. Όσον αφορά την προτεινόμενη χωροταξική οργάνωση των Βασιλικών, οι επεκτάσεις όλων των οικισμών περιλαμβάνονται ως επί το πλείστον σε περιοχές οικιστικής καταλληλότητας. Ειδικότερα, στα Βασιλικά προτείνονται επεκτάσεις περιμετρικά του υφιστάμενου οικισμού και στην Αγία Παρασκευή βορειοδυτικά, με σημαντικές παραμέτρους τους αρχαιολογικούς χώρους και τα ρέματα. Στον οικισμό Λακκιάς οι επεκτάσεις καλύπτουν βορειανατολικά και νότια τμήματα, ωστόσο βρίσκονται σε άμεση εγγύτητα με την προτεινόμενη ΒΙΠΑ της περιοχής. Στη Σουρωτή οι επεκτάσεις προβλέπονται στο νότιο τμήμα του οικισμού, επηρεαζόμενοι από τη Οδό Αγία Παρασκευή-Σουρωτή-Βασιλικά, ενώ στους υπόλοιπους σχεδιάζονται περιμετρικές κυρίως οικιστικές επεκτάσεις με κατεύθυνση τις περιοχές διάχυτης δόμησης (Πίνακας 3.1). Στο σημείο αυτό, σημειώνεται ότι τα επιλεγόμενα προγραμματικά μεγέθη των μελετών ΓΠΣ για τον υπολογισμό των προτεινόμενων επεκτάσεων σε επίπεδο οικισμών, έλαβαν υπόψη τις αντίστοιχες μελετητικές προσεγγίσεις του ΟΡΘΕ για τις χωρικές ενότητες Νέας Ραιδεστού- Λακκιάς ( κάτοικοι) και Ταγαράδων-Αγίας Παρασκευής-Σουρωτής ( κάτοικοι) αντίστοιχα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρόταση διαμόρφωσης Περιοχής Ειδικά Ρυθμιζόμενης Πολεοδόμησης (ΠΕΡΠΟ) 124 Ha δυτικά της Λακκιάς, εντασσόμενη σε ξεχωριστό επίπεδο προτεινόμενης επέκτασης, που αποσκοπεί στην υποδοχή οικοδομικών συνεταιρισμών. Στην ίδια περιοχή ορίζεται και σε συνδυασμό με την παραπάνω ζώνη, ορίζεται ΒΙΠΑ εγκαταστάσεων μέσης και χαμηλής όχλησης, η οποία θεωρείται ότι καλύπτει την ανάγκη οργανωμένης υποδοχής της Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

143 143 υφιστάμενης διάσπαρτης βιομηχανίας-βιοτεχνίας, αλλά βρίσκεται σε μικρή απόσταση από τον οικισμό. Πίνακας 3.1 Προτεινόμενα μεγέθη επεκτάσεων των μελετών ΓΠΣ Οικισμός Επιφάνεια επέκτασης (εκτάρια, Ha) Νέα Ραιδεστός 433,4 Ταγαράδες 127,2 Βασιλικά 143,6 Λακκιά 38,1 Αγία Παρασκευή 66,0 Άγιος Αντώνιος 37,7 Μονοπήγαδο 33,2 Λιβάδι 15,8 Περιστερά 38,7 Σουρωτή 18,1 Σύνολο επεκτάσεων 951,8 Πηγή: Μελέτες Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων (ΓΠΣ) Θέρμης (2003) και Βασιλικών (2006), ιδία επεξεργασία 2012 Στον εξωαστικό χώρο της Ενότητας Βασιλικών διακρίνονται ακόμα οι Περιοχές Ελέγχου και Περιορισμού της Δόμησης (ΠΕΠΔ), οι οποίες εμπεριέχουν μία ζώνη δραστηριοτήτων του πρωτογενούς τομέα εντός της κοιλάδας του Ανθεμούντα και νότια της επικράτειας και μία εκτεταμένη περιοχή προστασίας και οικοανάπτυξης, η οποία βρίσκεται βόρεια του πεδίου και μεταξύ των οικισμών Σουρωτής και Αγίου Αντωνίου αντίστοιχα. Η συγκεκριμένη ζώνη αποτελείται από μία περιοχή ειδικής προστασίας των πηγών υδροληψίας στο νότιο τμήμα της Κοινότητας Σουρωτής και προστασίας του υγροσκοπικού συστήματος Κορώνειας- Βόλβης στα όρια της λεκάνης απορροής των λιμνών (βόρεια). Σημαντικό ρόλο κατέχουν οι ζώνες αστικών κεντρικών λειτουργιών και υποδομών κατά μήκος των αξόνων Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου και Αγίας Παρασκευής-Σουρωτής-Βασιλικών. Τέλος, σημαντικές εστίες αναψυχής-τουρισμού προβλέπονται νοτιοδυτικά της Σουρωτής (ΠΕΡΠΟ Βοσκίνας-γεωθερμία) και στην περιοχή των Λουτρών Θέρμης στα δυτικά όρια της Ενότητας, ενώ προσδιορίζεται επακριβώς η θέση (αγροτεμάχια) του Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

144 144 Εργοστασίου εμφιάλωσης Σουρωτής. Γενικότερα, ο σχεδιασμός διακρίνεται από ιδιαίτερα εκτεταμένους οικιστικούς υποδοχείς προστατεύοντας παράλληλα το φυσικό περιβάλλον και διαμορφώνοντας μία συνολική χωροταξική θεώρηση του ευρύτερου πεδίου. Αναφορικά με τις μεταφορικές υποδομές, στα σημαντικότερα προτεινόμενα οδικά έργα και των δύο ΓΠΣ συμπεριλαμβάνονται η Εξωτερική Περιφερειακή Θεσσαλονίκης (κατευθύνσεις ΟΡΘΕ), η οποία διέρχεται ανατολικά του Τριαδίου και ενδιάμεσα από τους οικισμούς Αγίας Παρασκευής και Ταγαράδων με κατεύθυνση τον άξονα Θεσσαλονίκης-Μουδανιών, καθώς και η νέα χάραξη της Οδού Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου βόρεια της υφιστάμενης. Από τη μία πλευρά, ο σχεδιασμός της Ενότητας Θέρμης περιορίζεται μόνο σε διόρθωση της προτεινόμενης χάραξης της Εξωτερικής Περιφερειακής με τελική κατεύθυνση το Αεροδρόμιο Μακεδονία και σε προτάσεις που αφορούν προβλεπόμενους ανισόπεδους κόμβους. Κατά αυτό τον τρόπο, αντιμετωπίζονται εν μέρει τα λειτουργικά προβλήματα της οδού προς Πολύγυρο, ενώ τα ζητήματα αποκοπής και περιορισμού οικισμών δεν λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη. Από την άλλη, η μελέτη των Βασιλικών διατηρεί αυτούσιες τις προτάσεις του ΟΡΘΕ και για τους δύο βασικούς άξονες, ενώ προβλέπει ένα νέο σύστημα συλλεκτήριων οδών στις περιοχές Αγίας Παρασκευής, Σουρωτής, Βασιλικών και Περιστεράς, το οποίο αποσκοπεί στη σύνδεση όλων των οικισμών αλλά και στην παράκαμψη των οικιστικών πυρήνων. Επιπλέον, προτείνει και κάποιες συγκεκριμένες μικρές συνδετήριες οδούς που στοχεύουν στη ολοκλήρωση του συνολικού οδικού δικτύου. Επιπρόσθετα, τα δύο ΓΠΣ συγκλίνουν στο συνολικό σχεδιασμό των δικτύων μέσων μαζικής μεταφοράς με προοπτική τη μελλοντική ανάπτυξη άλλων μέσων. Σημαντικά μέτρα θεωρούνται η συχνότερη επικοινωνία-σύνδεση των οικισμών με τα διοικητικά κέντρα, η πύκνωση του δικτύου και οι επιμέρους λειτουργικές βελτιώσεις του αντίστοιχα. Τέλος, διερευνάται η δυνατότητα διαμόρφωσης ενός συστήματος διαδημοτικής συγκοινωνίας, με σκοπό την εξυπηρέτηση των όμορων οικισμών και τη γενικότερη ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ των γειτονικών Δήμων. Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

145 145 Φυσικοί Πόροι/Ενέργεια Αρχικά, ο γενικότερος χωροταξικός σχεδιασμός που παρουσιάστηκε παραπάνω συμβάλλει στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και πόρων σύμφωνα με τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης. Τα περιβαλλοντικά οφέλη αποτελούν σημαντική αναπτυξιακή προτεραιότητα στο μελετώμενο πεδίο, λαμβάνοντας υπόψη τις υψηλές οικιστικές και παραγωγικές πιέσεις που ασκούνται κυρίως στον εξωαστικό χώρο. Συγκεκριμένα, οι προτεινόμενες ζώνες απόλυτηςειδικής προστασίας, προστασίας και οικοανάπτυξης, ανάπτυξης δραστηριοτήτων του πρωτογενούς τομέα και ΒΙΠΑ σε όλη την περιοχή την περιοχή μελέτης θέτουν συγκεκριμένα αναπτυξιακά όρια και κατευθύνουν τις οικιστικές-παραγωγικές πιέσεις με τρόπο, ώστε να διαφυλάσσονται όσο το δυνατόν καλύτερα οι περιβαλλοντικοί πόροι (κοιλάδα Ανθεμούντα, αναδασωτέες-δασικές εκτάσεις, ευαίσθητες περιοχές). Επίσης, κρίνεται αναγκαίος ο περιορισμός της διάχυτης δόμησης σε σημαντικά τμήματα της περιοχής (κοιλάδα Ανθεμούντα), ο οποίος σε συνδυασμό με τη θέσπιση εξειδικευμένων ζωνών, δύναται να επιφέρει καλύτερο βιοτικό επίπεδο και να αποτρέψει την αλόγιστη οικειοποίηση των περιβαλλοντικών παραμέτρων. Το κρισιμότερο περιβαλλοντικό ζήτημα που αναδεικνύεται ξεκάθαρα είναι τα ύδατα της περιοχής μελέτης, καθώς η αύξηση των οικιστικών και παραγωγικών χρήσεων ενδέχεται να οδηγήσει σε πιέσεις του υδρευτικού ισοζυγίου. Οι προτάσεις κατευθύνονται κυρίως στην αναζήτηση νέων τρόπων για την κάλυψη των τρεχουσών υδρευτικών αναγκών μέσω γεωτρήσεων και εξασφάλιση πόρων υδάτων από τη Θεσσαλονίκη, ωστόσο θεωρείται αναγκαία η δημιουργία τεχνικών υποδομών επεξεργασίας, επανάχρησης και διανομής υδάτων που στοχεύει στη διατήρηση των υδατικών αποθεμάτων σε βιώσιμα επίπεδα. Όσον αφορά τον τομέα της ενέργειας, η χωροταξική οργάνωση επικεντρώνεται κυρίως στη μετατόπιση και ορθολογικότερη χωροθέτηση των δικτύων υψηλής τάσης, με ειδική μέριμνα σε εκείνα που βρίσκονται ή πρόκειται να εγκατασταθούν εντός των ορίων των οικισμών. Επιπλέον, τα δύο Σχέδια συγκλίνουν στην κατεύθυνση επέκτασης του δικτύου φυσικού αερίου σε όλη την επικράτεια της περιοχής πέραν του υφιστάμενου εντός του οικισμού Θέρμης. Βέβαια, δεν Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

146 146 εντοπίζονται συγκεκριμένες αναφορές σε υποδομές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τα οποία μπορούν να συμβάλλουν στην κάλυψη μέρους των ενεργειακών αναγκών. Ρύπανση/Απόβλητα Η αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης υλοποιείται κυρίως μέσω των προτεινόμενων οδικών αξόνων και των οργανωμένων υποδοχέων παραγωγικών δραστηριοτήτων. Οι νέες οδοί οδηγούν στην αποσυμφόρηση της τοπικής κυκλοφορίας, διευκολύνοντας τις ροές και επιτυγχάνοντας καλύτερες και λιγότερο ρυπογόνες μετακινήσεις εντός των Δημοτικών Ενοτήτων. Παρόλα αυτά, η ατμοσφαιρική επιβάρυνση ενδέχεται να αυξηθεί από τις συνεχείς ιδιωτικές μετακινήσεις λόγω του χαρακτήρα των οικισμών ως δυναμικών οικιστικών υποδοχέων. Εκτός από αυτά, η στοχευμένη χωροθέτηση των επεκτάσεων εγγύς των ορίων των υφιστάμενων οικισμών και η αποφυγή τοποθέτησης περιοχών οικιστικής καταλληλότητας-υποδοχέων σε περιοχές εντός της κοιλάδας του Ανθεμούντα υπαγορεύει μία γενικότερη τάση ανάσχεσης της ρύπανσης σε τμήματα οικολογικής σημασίας. Σημειώνεται ότι τα νόμιμα Λατομεία στην Τοπική Κοινότητα Ταγαράδων αποτελούν εν δυνάμει πηγή υψηλής περιβαλλοντικής ρύπανσης και ως εκ τούτου, προωθείται η μεσοπρόθεσμη αποκατάσταση των εδαφικών και περιβαλλοντικών βλαβών. Ακόμα, στη Δημοτική Ενότητα Θέρμης, η νέα χάραξη της Οδού προς Πολύγυρο μειώνει σημαντικά την κυκλοφορία των οχημάτων επηρεάζοντας θετικά τα επίπεδα θορύβου, αλλά ενδέχεται να επιβαρύνει ορισμένες προτεινόμενες οικιστικές επεκτάσεις από τις διέρχεται. Όπως προαναφέρθηκε, το αεροδρόμιο Μακεδονία αποτελεί μείζουσα πηγή ηχητικής όχλησης, κυρίως για τη Θέρμη, γεγονός που συμβάλλει στην αποφυγή χωροθέτηση οικιστικών ζωνών στην Κοινότητα Νέου Ρυσίου, με εξαίρεση ένα τμήμα προτεινόμενης οικιστικής καταλληλότητας. Αντιθέτως, το προβλεπόμενο δίκτυο παρακαμπτήριων οδών στην Ενότητα Βασιλικών κρίνεται ότι ωφελεί ιδιαίτερα στη μείωση των ηχητικών πιέσεων εντός των πολεοδομημένων εκτάσεων. Βέβαια, η προτεινόμενη χωροθέτηση ΒΙΠΑ στην περιοχή Λακκιάς, σε πολύ κοντινή απόσταση από τον ομώνυμο οικισμό, Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

147 147 περιορίζει από τη μία την εντατική δραστηριότητα εντός συγκεκριμένων ορίων, ενώ από την άλλη ασκεί σημαντική όχληση σε αυτόν. Εξειδικεύοντας στα δίκτυα τεχνικής υποδομής της Ενότητας Θέρμης, διατηρείται το υπάρχον ικανοποιητικό δίκτυο αποχέτευσης ακαθάρτων, προτείνοντας ωστόσο συνολικές επεκτάσεις, ώστε να καλύπτονται εξολοκλήρου οι υφιστάμενες και μελλοντικές ανάγκες. Αντίθετα, στην ευρύτερη περιοχή Βασιλικών άμεση προτεραιότητα καθίσταται η κατασκευή κεντρικού αποχετευτικού αγωγού ακαθάρτων και ομβρίων που να εξυπηρετεί τους πολυπληθέστερους οικισμούς και η μετέπειτα σύνδεση του με τις αντίστοιχες υποδομές της Θέρμης. Επίσης, προτείνεται η διενέργεια μελετών κατασκευής-επέκτασης αποχετευτικών δικτύων για τους υπόλοιπους οικισμούς και τις επεκτάσεις, ενώ σημαντική θεωρείται η πρόβλεψη ξεχωριστού δικτύου αποχέτευσης και επεξεργασίας λυμάτων στο ΒΙΠΑ Λακκιάς. Αναφορικά με τα απορρίμματα, η λειτουργία του νέου ΧΥΤΑ στην περιοχή Μαυροράχη του Δήμου Λαγκαδά σε συνδυασμό με τη διακοπή του ΧΥΤΑ Ταγαράδων έχει ευεργετικές συνέπειες για όλη την περιοχή μελέτης. Συγκεκριμένα, ο χώρος του ΧΥΤΑ Ταγαράδων εντάσσεται στην προβλεπόμενη από το ΓΠΣ ζώνη προστασίας και οικοανάπτυξης και ακολουθείται από ένα ορισμένο καθεστώς επιτρεπόμενων χρήσεων, οι οποίες στοχεύουν στην ενεργοποίηση παρεμφερών δραστηριοτήτων και στην προστασία του οικείου περιβάλλοντος. Σε γενικότερο πλαίσιο, παρατηρείται ότι η ευρύτερη περιοχή δεν διαθέτει μέχρι σήμερα έναν επαρκή και ολοκληρωμένο σχεδιασμό των τεχνικών υποδομών, με αποτέλεσμα να εφαρμόζονται μεμονωμένες λύσεις στα ζητήματα που προκύπτουν στους εκάστοτε οικισμούς. Οι βασικές προτάσεις και επιδιώξεις των μελετών ΓΠΣ Θέρμης και Βασιλικών σε συνδυασμό με τα εντοπισμένα χωροταξικά προβλήματα και ελλείψεις εκ μέρους της παραπάνω αξιολόγησης, παρουσιάζονται συγκεντρωτικά στο ακόλουθο διάγραμμα σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση των χωρικών κριτηρίων (Διάγραμμα 3.2, οι κόκκινες διαβαθμίσεις παραπέμπουν σε προβλήματα-αδυναμίες των προτάσεων των μελετών). Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

148 148 Διάγραμμα 3.2: Αξιολόγηση προτάσεων μελετών ΓΠΣ για την περιοχή μελέτης Χρήσεις γης/ Μεταφορές Ορθολογική οργάνωση παραγωγικών δραστηριοτήτων (Δ.Ε. Θέρμης) Ενασχόληση μόνο με την οργάνωση των οικισμών Ταγαράδων και Ν. Ραιδεστού Προτάσεις επεκτάσεων στους Ταγαράδες και τη Ν. Ραιδεστό προβλήματα αποκοπής-περιορισμού των οικισμών από το οδικό δίκτυο Προβλεπόμενες περιοχές οικιστικής καταλληλότητας, ζώνες πρωτογενούς τομέα, εγκατάστασης μεταποίησης και εκτάσεις προστασίας και οικοανάπτυξης Προώθηση αναπτυξιακών παραμέτρων (Δ.Ε Βασιλικών) Προτεινόμενες επεκτάσεις σε όλους τους οικσιμούς- αρκετά μεγάλες Προτεινόμενη ΒΙ.ΠΑ μέσης και χαμηλής όχλησης νότια της Λακκιάς Χωροθέτηση ΠΕΠΔ στον ευρύτερο χώρο (πρωτογενούς τομέα, προστασίας και οικοανάπτυξης) Ζώνες κεντρικών λειτουργιών, αναψυχής-τουρισμού (Λουτρά, Σουρωτή) Σημαντικά οδικά έργα η Εξωτ. Περιφερειακή και η νέα χάραξη της Ε.Ο. 16- διαφοροποιήσεις στις δύο μελέτες Προτεινόμενο δίκτυο παρακαμπτήριων συλλεκτήριων οδών (Μελέτη ΓΠΣ Βασιλικών) Σύγκλιση στα ζητήματα μελλοντικής ανάπτυξης νέων μέσων μεταφοράς και συστήματος διαδημοτικής συγκοινωνίας Αξιολόγηση προτάσεων μελετών ΓΠΣ (κριτήρια χωρικού προτύπου) Φυσικοί πόροι/ Ενέργεια Προστασία φυσικού περιβάλλοντος και πόρων στην περιοχή μελέτης Οι προτεινόμενες ζώνες θέτουν αναπτυξιακά όρια και κατευθύνουν τις οικιστικές-παραγωγικές πιέσεις Κρίσιμο περιβαλλοντικό ζήτημα η βιωσιμότητα των υδατικών αποθεμάτων λόγω των εντατικών χρήσεων/δραστηριοτήτων Αναζήτηση νέων τρόπων κάλυψης των υδατικών αναγκών και αναγκαιότητα δημιουργίας νέων τεχνικών υποδομών επεξεργασίας-διαχείρισης υδάτων Μετατόπιση και ορθολογικότερη χωροθέτηση δικτύων υψηλής τάσης εκτός οικισμών και επέκταση υφιστάμενου δικτύου φυσικού αερίου Ρύπανση/ Απόβλητα Αντιμετώπιση ατμοσφαιρικής ρύπανσης και κυκλοφορικής συμφόρησης μέσω των προτεινόμενων οδικών δικτύων και οργανωμένων παραγωγικών υποδοχέων Αποσυφόρηση κυκλοφορίας από της νέα χάραξη της Ε.Ο.16- ενδεχόμενες επιβαρύνσεις εντός οικιστικών επεκτάσεων Βελτίωση ηχητικών οχλήσεων από τις παρακαμπτήριες οδούς (μελέτη ΓΠΣ Βασιλικών) Ζήτημα περιβαλλοντικών οχλήσεων λόγω της εγγύτητας της προτεινόμενης ΒΙ.ΠΑ με τον οικισμό Λακκιάς Διατήρηση αποχετετυικού δικτύου Δ.Ε Θέρμης και ανάγκη δημιουργίας κεντρικου αγωγού στη Δ.Ε Βασιλικών Ευεργετικές επιπτώσεις από τη διακοπή λειτουργίας του ΧΥΤΑ Ταγαράδωνενεργοποίηση δραστηριοτήτων προστασίας του περιβάλλοντος στο χώρο Κεφάλαιο 3 ο : «Αξιολόγηση και Προγραμματικός Σχεδιασμός»

149 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού

150 ) Σύνταξη Δομικού Σχεδίου Χωρικής Οργάνωσης 4.1.1) Γενικό Πλαίσιο Στο τελικό στάδιο της εργασίας, επιχειρείται μία προσπάθεια κατάρτισης ενός συνολικού πλαισίου χωρικού ανασχεδιασμού της περιοχής μελέτης, το οποίο απαρτίζεται από ένα γενικό όραμα, το Δομικό Σχέδιο Δομικού Σχεδιασμού, καθώς και από την Οργάνωση των Χρήσεων και Προστασίας του Περιβάλλοντος. Η ανάλυση του οράματος και του Δομικού Σχεδίου βασίζονται κυρίως στο προτεινόμενο χωρικό πλαίσιο «Social City Region», το οποίο αναλύθηκε εκτενώς στο Κεφάλαιο 1.5. Ακόμα, η ένταξη της περιοχής στην άμεση Περιαστική και Λοιπή Ζώνη Θεσσαλονίκης (Επικαιροποίηση Ρυθμιστικού Θεσσαλονίκης), σε συνδυασμό με την αξιολόγηση της υφιστάμενης κατάστασης και των προτάσεων των σχετικών Μελετών ΓΠΣ (βάσει κριτηρίων) διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των βασικών κατευθύνσεων του προβλεπόμενου χωρικού πλαισίου. Συγκεκριμένα, σκοπός του προτεινόμενου σχεδιασμού είναι η σύνθεση ενός συνολικού και ολοκληρωμένου προτύπου χωροταξικής οργάνωσης, το οποίο καθιστά τις Δημοτικές Ενότητες Θέρμης και Βασιλικών ένα λειτουργικά αυτοδύναμο χωρικό σύνολο, παράλληλα με την ενίσχυση των σχέσεων αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασης με το αστικό κέντρο Θεσσαλονίκης. Επιπλέον, στοχεύεται η ορθολογική χωροταξική οργάνωση-διάρθρωση των οικισμών ως κομβικούς πόλους οικιστικής ανάπτυξης, ώστε να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά οι έντονες τάσεις αποκέντρωσης (σε μεγάλο βαθμό με τη μορφή αστικής διάχυσης) και να οικοδομηθεί ένα άρτιο σύστημα χρήσεων γης που να πρεσβεύει τη βιώσιμη διαχείριση των περιβαλλοντικών-φυσικών πόρων, την εξασφάλιση των απαιτούμενων οργανωμένων χώρων εκτόνωσης των δραστηριοτήτων, καθώς και την αναδιαμόρφωση των σύμφωνα με τις εντοπισμένες ανάγκες. Γενικότερα, στόχος είναι η συγκρότηση ενός ενιαίου και συνεκτικού προαστιακού περιβάλλοντος το οποίο θα στηρίζεται στην πραγμάτωση ενός μακροπρόθεσμου βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού. Τονίζεται, ακόμα, ότι στις προτεινόμενες κατευθύνσεις-πλαίσια χωρικού ανασχεδιασμού ενσωματώνονται σε μεγάλο βαθμό τα ευρήματα-πορίσματα από την έρευνα ερωτηματολογίου που προηγήθηκε (υπο- Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

151 151 κεφάλαιο 2.8), όπου διαπιστώνεται μία ευρεία αποδοχή των οικισμών της περιοχής μελέτης ως τόπους μόνιμης κατοικίας, εργασίας και εμπορικών συναλλαγών. Βασικές προκλήσεις-ζητήματα προς άμεση διαπραγμάτευση αναδεικνύονται οι εκτεταμένες τάσεις αστικής διάχυσης σε όλη σχεδόν την επικράτεια του πεδίου, η εμφάνιση διάσπαρτων θυλάκων παραγωγικών δραστηριοτήτων σε εγγύτητα με τους οικισμούς, η αλόγιστη «οικειοποίηση» εκτάσεων της Κοιλάδας του Ανθεμούντα μετατρέποντας αμιγείς γεωργικές εκτάσεις σε οικιστικές-παραγωγικές χρήσεις, τα λειτουργικά προβλήματα των οδικών-τεχνικών υποδομών, καθώς και οι αποκλίνουσες προβλέψεις των Μελετών ΓΠΣ. Ουσιαστικά το φαινόμενο της αστικής διάχυσης-προαστιοποίησης υφίσταται σε μεγάλο βαθμό στη σημερινή εποχή, παρόλο που δεν εντοπίζονται οι προγενέστερες έντονες πληθυσμιακές πιέσεις, γεγονός που δεν αντικατοπτρίζεται άμεσα στις μελέτες των ΓΠΣ και χρήζει αποτελεσματικής διευθέτησης ) Σενάρια πληθυσμιακής εξέλιξης-επιλογή προγραμματικών μεγεθών Η πρόβλεψη της εξέλιξης του πληθυσμού πραγματοποιήθηκε με χρονικούς ορίζοντες εικοσαετίας ( ) και δεκαετίας ( ) με βάση την απογραφή του 2001 (έτος βάσης το 2001 και έτος στόχου το 2021) και τις παραδοχές που έγιναν για την πρόσφατη απογραφή του Η επιλογή της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου εικοσαετίας συμβαδίζει με τις αντίστοιχες εκτιμήσεις των μελετών των ΓΠΣ στις Δημοτικές Ενότητες, ενώ κρίνεται ότι η τρέχουσα δεκαετία ( ) αποτελεί ένας επαρκές και ασφαλές διάστημα για την ικανοποιητική αντιμετώπιση της πλειονότητας των αναπτυξιακών ζητημάτων. Επιπλέον, παρουσιάζεται αναλυτικά η διαδικασία σύνταξης και επιλογής του αναμενόμενου σεναρίου εξέλιξης ανάμεσα σε μία σειρά πέντε εναλλακτικών υποθέσεων για κάθε Δημοτική Ενότητα αντίστοιχα. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής για την περίοδο (4,42%) του Δήμου Θέρμης παραμένει ίδιος για όλες τις Δημοτικές Ενότητες και Κοινότητες, βάσει της αρχικής παραδοχής ότι καθεμία από αυτές διατηρεί ποσοστό συμμετοχής ίδιο με το Συνεπώς, κάθε πρόβλεψη που συσχετίζεται με το ΜΕΡΜ ενδυναμώνει τον προβλεπόμενο πληθυσμό για το 2021 των περιοχών που Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

152 152 εμφάνιζαν μικρότερο ΜΕΡΜ για την περίοδο , ενώ υποβαθμίζει την αντίστοιχη πληθυσμιακή πρόβλεψη αυτών που εμφάνιζαν αρκετά υψηλότερο. Στη συνέχεια πραγματοποιείται λεπτομερής περιγραφή της διαμόρφωσης των εναλλακτικών σεναρίων εξέλιξης του πληθυσμού για την εκάστοτε Δημοτική Ενότητα. Στο πρώτο σενάριο, υιοθετείται η τάση ότι οι Δημοτικές/Τοπικές Κοινότητες της Θέρμης και των Βασιλικών διατηρούν το μέσο ετήσιο ρυθμό πληθυσμιακής μεταβολής της δεκαετίας και για την επόμενη εικοσαετία. Σαν έτος βάσης χρησιμοποιήθηκε το έτος 2001 με αποτέλεσμα ο συνολικός πληθυσμός για το 2021 (έτος στόχου) της Δημοτικής Ενότητας Θέρμης να ανέρχεται στους κατοίκους, ενώ της Ενότητας Βασιλικών κατοίκους αντίστοιχα. Οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις προέκυψαν από το άθροισμα των αντίστοιχων προβλέψεων των εκάστοτε Δημοτικών/Τοπικών Κοινοτήτων (Πίνακες ). Πίνακας 4.1: Σενάριο 1 Χωρική Ενότητα Πληθυσμός ΜΕΡΜ Προγραμματικός Πληθυσμός 2021 Δ.Κ. Θέρμης ,51% Δ.Κ.Νέου Ρυσίου ,14% Δ.Κ.Νέα Ραιδεστού ,77% Τ.Κ. Ταγαράδων ,28% Δ.Ε. Θέρμης ,20% Πίνακας 4.2: Σενάριο 1 Χωρική Ενότητα Πληθυσμός ΜΕΡΜ Προγραμματικός Πληθυσμός 2021 Δ.Κ.Βασιλικά ,63% Τ.Κ. Αγ. Παρασκευή ,72% Τ.Κ. Αγ. Αντώνιος ,25% Τ.Κ. Λιβάδι ,49% 825 Τ.Κ. Περιστερά ,47% Τ.Κ. Σουρωτή ,27% 709 Δ.Ε. Βασιλικών ,97% Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

153 153 Ακόμα, το δεύτερο σενάριο βασίζεται στην παραδοχή ότι οι Δημοτικές/Τοπικές Κοινότητες της περιοχής μελέτης εξελίσσονται πληθυσμιακά σύμφωνα με το μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής της εικοσαετίας , θέτοντας όμως ως έτος βάσης το Παρόλο που οι εκτιμήσεις της πληθυσμιακής κατανομής για το 2011 στηρίζονται σε παραδοχές, κρίνεται ότι τα αποτελέσματα που προκύπτουν είναι σχετικά ρεαλιστικά με μία αισιόδοξη τάση. Ουσιαστικά, πραγματοποιείται εκτίμηση σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα δεκαετίας ( ) χρησιμοποιώντας έναν διαχρονικότερο μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής που καλύπτει τόσο τις ραγδαίες αυξητικές τάσεις της δεκαετίας , καθώς και τη διαφαινόμενη κάμψη των τελευταίων ετών. Και σε αυτή την περίπτωση, προέκυψαν αθροιστικά τα μεγέθη των ευρύτερων ενοτήτων με την αντίστοιχη της Θέρμης να διαθέτει πληθυσμό κατοίκων και των Βασιλικών (Πίνακες ). Πίνακας 4.3: Σενάριο 2 Χωρική Ενότητα Πληθυσμός ΜΕΡΜ Προγραμματικός * * Πληθυσμός 2021 Δ.Κ. Θέρμης ,46% Δ.Κ.Νέου Ρυσίου ,27% Δ.Κ.Νέα Ραιδεστού ,59% Τ.Κ. Ταγαράδων ,34% Δ.Ε. Θέρμης ,31% * Ισχύουν οι παραδοχές των πληθυσμιακών στοιχείων του 2011 (Κεφάλαιο 2.2) Πίνακας 4.4: Σενάριο 2 Χωρική Ενότητα Πληθυσμός ΜΕΡΜ Προγραμματικός * * Πληθυσμός 2021 Δ.Κ.Βασιλικά ,02% Τ.Κ. Αγ. Παρασκευή ,07% Τ.Κ. Αγ. Αντώνιος ,33% Τ.Κ. Λιβάδι ,45% Τ.Κ. Περιστερά ,44% Τ.Κ. Σουρωτή ,32% Δ.Ε. Βασιλικών ,19% * Ισχύουν οι παραδοχές των πληθυσμιακών στοιχείων του 2011 (Κεφάλαιο 2.2) Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

154 154 Έπειτα, με δεδομένη τη δυναμική της περιοχής, το τρίτο σενάριο εξετάζει την προοπτική όλες οι επιμέρους χωρικές ενότητες της να προσεγγίζουν τον ιδιαίτερα αυξητικό ρυθμό μεταβολής που εμφανίζει τη δεκαετία (έτος βάσης το 2001) η Δημοτική Κοινότητα Θέρμης. Γενικότερα, αποτελεί μία αρκετά αισιόδοξη εναλλακτική πληθυσμιακής εξέλιξης, η οποία προσδίδει μεγάλη δυναμική και αναπτυξιακή ομοιογένεια στην πλειονότητα των περιεχόμενων Κοινοτήτων (εκτός της Νέας Ραιδεστού). Συνεπώς, προέκυψε ότι ο πληθυσμός της Δημοτικής Ενότητας Θέρμης ανέρχεται στους κατοίκους και των Βασιλικών στους αντίστοιχα (Πίνακες ). Πίνακας 4.5: Σενάριο 3 Χωρική Ενότητα Πληθυσμός ΜΕΡΜ Προγραμματικός Πληθυσμός 2021 Δ.Κ. Θέρμης ,51% Δ.Κ.Νέου Ρυσίου ,14% Δ.Κ.Νέα Ραιδεστού ,77% Τ.Κ. Ταγαράδων ,28% Δ.Ε. Θέρμης ,20% Δ.Κ. Θέρμης ,51% Πίνακας 4.6: Σενάριο 3 Χωρική Ενότητα Πληθυσμός ΜΕΡΜ Δ.Κ.Βασιλικά ,63% Τ.Κ. Αγ. Παρασκευή ,72% Τ.Κ. Αγ. Αντώνιος ,25% Τ.Κ. Λιβάδι ,49% Τ.Κ. Περιστερά ,47% Τ.Κ. Σουρωτή ,27% Δ.Ε. Βασιλικών ,97% Δ.Κ. Θέρμης ,51% Προγραμματικός Πληθυσμός 2021 Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

155 155 Η τέταρτη εναλλακτική στηρίζεται στη διατήρηση του μέσου ετήσιου ρυθμού μεταβολής του πληθυσμού, για την εικοσαετία , του διευρυμένου Δήμου Θέρμης για κάθε επιμέρους Δημοτική/Τοπική Κοινότητα. Αποτέλεσμα του σεναρίου αυτού είναι η διαμόρφωση μίας ευρύτερης εκτίμησης βάσει της τάσης του Καλλικρατιακού Δήμου Θέρμης, θέτοντας ως έτος βάσης το έτος Έτσι, προκύπτει ότι το πληθυσμιακό σύνολο της Δημοτικής Θέρμης και Βασιλικών ανέρχεται σε και κατοίκους ( ). Πίνακας 4.7: Σενάριο 4 Πληθυσμός ΜΕΡΜ Προγραμματικός Χωρική Ενότητα * * Πληθυσμός 2021 Δ.Κ. Θέρμης ,46% Δ.Κ.Νέου Ρυσίου ,27% Δ.Κ.Νέα Ραιδεστού ,59% Τ.Κ. Ταγαράδων ,34% Δ.Ε. Θέρμης ,31% Δήμος Θέρμης (Καλλικρατιακός) ,71% * Ισχύουν οι παραδοχές των πληθυσμιακών στοιχείων του 2011 (Κεφάλαιο 2.2) Πίνακας 4.8: Σενάριο 4 Χωρική Ενότητα Πληθυσμός * ΜΕΡΜ * Προγραμματικός Πληθυσμός 2021 Βασιλικά ,02% Αγ. Παρασκευή ,07% Αγ. Αντώνιος ,33% Λιβάδι ,45% Περιστερά ,44% Σουρωτή ,32% Δ.Ε. Βασιλικών ,19% Δήμος Θέρμης (Καλλικρατιακός) ,71% * Ισχύουν οι παραδοχές των πληθυσμιακών στοιχείων του 2011 (Κεφάλαιο 2.2) Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

156 156 Στο τελευταίο σενάριο πληθυσμιακής εξέλιξης, πιθανολογείται ότι εκάστοτε οι Δημοτικές/τοπικές Κοινότητες ακολουθούν την ίδια ακριβώς αναπτυξιακή πορεία με το προηγούμενο σενάρια, με τη διαφοροποίηση να εντοπίζεται στη χρήση του σταθερού μέσου ετήσιου ρυθμού μεταβολής του Καλλικρατιακού Δήμου Θέρμης στο μικρότερο χρονικό ορίζοντα μεταξύ των ετών 2001 και 2011 αντίστοιχα. Το σενάριο προσδίδει και πάλι μία γενικότερη εικόνα των συνθηκών στο επίπεδο του διευρυμένου Δήμου Θέρμης, ωστόσο επικεντρώνεται στις εξελίξεις-τάσεις της τελευταίας δεκαετίας ( ) χωρίς να γίνεται στις προγενέστερες έντονες συνθήκες πληθυσμιακής αύξησης. Τα αποτελέσματα που εξάγονται εκτιμούν ότι ο πληθυσμός της Δημοτικής Ενότητας Θέρμης θα ανέλθει στους κατοίκους, ενώ των Βασιλικών στους κατοίκους ( ). Πίνακας 4.9: Σενάριο 5 Πληθυσμός ΜΕΡΜ Προγραμματικός Χωρική Ενότητα * * Πληθυσμός 2021 Δ.Κ. Θέρμης ,42% Δ.Κ.Νέου Ρυσίου ,42% Δ.Κ.Νέα Ραιδεστού ,42% Τ.Κ. Ταγαράδων ,42% Δ.Ε. Θέρμης ,42% Δήμος Θέρμης (Καλλικρατιακός) ,42% * Ισχύουν οι παραδοχές των πληθυσμιακών στοιχείων του 2011 (Κεφάλαιο 2.2) Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

157 157 Πίνακας 4.10: Σενάριο 5 Χωρική Ενότητα Πληθυσμός ΜΕΡΜ Προγραμματικός * * Πληθυσμός 2021 Βασιλικά ,42% Αγ. Παρασκευή ,42% Αγ. Αντώνιος ,42% Λιβάδι ,42% Περιστερά ,42% Σουρωτή ,42% Δ.Ε. Βασιλικών ,42% Δήμος Θέρμης (Καλλικρατιακός) ,42% * Ισχύουν οι παραδοχές των πληθυσμιακών στοιχείων του 2011 (Κεφάλαιο 2.2) Βέβαια, σημειώνεται ότι υφίστανται αρκετά ακόμη εναλλακτικά σενάρια πληθυσμιακής εξέλιξης για όλο το χρονικό διάστημα βάσει διαφορετικών διακυμάνσεων-υποθέσεων, ωστόσο δεν κρίθηκε σκόπιμο να παρουσιαστούν. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω πιθανολογικά σενάρια και σταθμίζοντας τις εκάστοτε αναπτυξιακές συνθήκες-παραδοχές, προκύπτει ότι η δεύτερη εναλλακτική αντικατοπτρίζει μία μέση εικόνα του συνόλου των σεναρίων και οδηγεί περισσότερο ρεαλιστικές προσεγγίσεις σε επίπεδο Δημοτικών/Τοπικών Κοινοτήτων. Ξεχωρίζει το υψηλό πληθυσμιακό μέγεθος της Δημοτικής Κοινότητας Θέρμης, το οποίο οφείλεται στο μεγάλο ποσοστό συμμετοχής της στο επίπεδο της ομώνυμης Ενότητας. Γενικότερα, το επιλεγόμενο σενάριο εκπέμπει μία ιδιαίτερη αισιοδοξία στο επίπεδο της Δημοτικής Κοινότητας και κατά συνέπεια Ενότητας Θέρμης, ωστόσο θεωρείται ότι διαμορφώνει τις ορθότερες συγκριτικά για τις υπόλοιπες Δημοτικές/Τοπικές Ενότητες της περιοχής μελέτης, επίπεδο που αποτελεί και το κυριότερο αντικείμενο μελέτης στη συνέχεια. Συγκεκριμένα, το επιλεγόμενο σενάριο προβλέπει πληθυσμιακή δυναμική περίπου κατοίκων για το σύνολο της περιοχής μελέτης κατά το έτος 2021 (έναντι κατοίκων το 2001 και προσεγγιστικά το 2011), ενώ οι επιμέρους Δημοτικές Ενότητες Θέρμης και Βασιλικών αναμένεται να έχουν πληθυσμό περίπου και κατοίκων αντίστοιχα κατά την ίδια χρονική περίοδο ( και το 2001, ενώ και προσεγγιστικά το 2011). Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

158 ) Αρχές του Δομικού Σχεδίου Χωρικής Οργάνωσης Η πρόταση για το Δομικό Σχέδιο Χωρικής Οργάνωσης της περιοχής μελέτης, όπως παρουσιάζεται συγκεντρωτικά στο χάρτη 4.1, αποτελείται από τις παρακάτω βασικές χωρικές επιδιώξεις, ακολουθώντας μία γενική κατηγοριοποίηση των κριτηρίων του προτεινόμενου χωρικού προτύπου «Social City Region»: Αρχικά, κεντρικός άξονας της χωρικής οργάνωσης στον εξεταζόμενο χώρο αναδεικνύεται η ένταξη του (θέση) στην Περιαστική και Λοιπή Ζώνη Θεσσαλονίκης (Επικαιροποίηση Ρυθμιστικού Σχεδίου), ακολουθώντας ουσιαστικά τις βασικές επιδιώξεις και κατευθύνσεις του προτεινόμενου χωρικού προτύπου «Social City Region», καθώς και του σχετικού πλαισίου υπερκείμενου σχεδιασμού του Ρυθμιστικού Σχεδίου Θεσσαλονίκης. 1. Χρήσεις γης/μεταφορές Οι Δημοτικές Ενότητες Θέρμης και Βασιλικών σχεδιάζονται ως σημαντικοί οικιστικοί υποδοχείς που δύνανται να απορροφήσουν τις τάσεις αποκέντρωσης του πληθυσμού από τον γειτονικό αστικό πυρήνα της Θεσσαλονίκης, προβλέποντας παράλληλα την οργανωμένη χωροθέτηση θυλάκων παραγωγικών δραστηριοτήτων. Επιπλέον, οι εσωτερικοί οικιστικοί πυρήνες οργανώνονται με βασική πτυχή τη συνεκτικότητα και λειτουργικότητα τους, ώστε να αναχαιτιστούν οι έντονες τάσεις αστικής διάχυσης σύμφωνα πάντα με τη χωροταξική διάρθρωση και την ιδιάζουσα γεωμορφολογία της ευρύτερης περιοχής (λεκάνη Ανθεμούντα, υδρορέματα, λοφοσειρές, δασικές εκτάσεις). Από την επιλογή του σεναρίου πληθυσμιακής εξέλιξης προέκυψε ότι ο προγραμματικός πληθυσμός των Δημοτικών Ενοτήτων Θέρμης και Βασιλικών για το 2021 ανέρχεται στους και κατοίκους. Στην περίπτωση της Δημοτικής Ενότητας Θέρμης, προτείνονται οικιστικές επεκτάσεις σε όλες τις Δημοτικές/Τοπικές Κοινότητες που καλύπτουν συνολικά εκτάσεις 318,6 Ha, λαμβάνοντας υπόψη τις αντίστοιχες ανάγκες τους κατά την προγραμματική περίοδο. Σημειώνεται ότι στις Δημοτικές Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

159 159 Κοινότητες Θέρμης και Νέου Ρυσίου δεν προβλέφθηκαν επιπλέον επεκτάσεις στη Μελέτη ΓΠΣ Θέρμης (2003) διατηρώντας ουσιαστικά το σχεδιασμό των ήδη θεσμοθετημένων ΓΠΣ (ΓΠΣ Θέρμης/1983-ΓΠΣ Νέου Ρυσίου/2002). Κατά αυτό τον τρόπο, τα πρωτογενή δεδομένα για αυτές τις ενότητες ελήφθησαν από τα προαναφερόμενα σχέδια και πλαισίωσαν τον προτεινόμενο σχεδιασμό για τις Κοινότητες Νέας Ραιδεστού και Ταγαράδων αντίστοιχα. Από την άλλη, στη Δημοτική Ενότητα Βασιλικών προτείνονται επεκτάσεις 178,5 Ha σε συγκεκριμένους οικισμούς (Βασιλικά, Αγία Παρασκευή, Άγιος Αντώνιος, Περιστερά) βάσει των εκτιμώμενων αναγκών τους. Ουσιαστικά επιχειρείται η προώθηση ενός χωρικού συστήματος με ιδιαίτερα ενισχυμένους τους δύο μεγάλους οικισμούς Θέρμης και Βασιλικών και αντίστοιχη ενδυνάμωση των μικρότερων αλληλοεξαρτώμενων οικιστικών ενοτήτων. Προβλέπονται ζώνες οργανωμένης υποδοχής παραγωγικών δραστηριοτήτων στις περιοχές που εντοπίζονται ανοργάνωτες συγκεντρώσεις μονάδων (Νέα Ραιδεστός, Λακκιά), στις οποίες προτείνεται η εγκατάσταση μονάδων χαμηλής και μέσης όχλησης για την ανάσχεση της εκτεταμένης οικειοποίησης αγροτικού χώρου και την παρακολούθηση-έλεγχο των επιπέδων ρύπανσης (monitoring). Κατά μήκος του οδικού άξονα Θεσσαλονίκης-Μουδανιών και Θεσσαλονίκης Μηχανιώνας (ύψος Αεροδρομίου Μακεδονία) ορίζονται ζώνες αστικών κεντρικών λειτουργιών και υποδομών, οι οποίες μπορούν να αξιοποιήσουν τα παρεχόμενα οφέλη και τις δυνατότητες των διερχόμενων οδών. Η περιοχή των παλαιών Λουτρών Θέρμης, στα όρια της ομώνυμης Δημοτικής Ενότητας με αυτή των Βασιλικών, σχεδιάζεται ως ζώνη τουρισμού και αναψυχής με στόχο την αξιοποίηση του υφιστάμενου δυναμικού και τη διαμόρφωση ενός πόλου τουριστικής προσέλκυσης στα πλαίσια της βιώσιμης ανάπτυξης. Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

160 160 Στο επίπεδο των μεταφορικών υποδομών, υιοθετούνται σε μεγάλο βαθμό οι προτάσεις των μελετών ΓΠΣ Θέρμης και Βασιλικών (κυρίως προτάσεις ΟΡΘΕ) αναφορικά με τη νέα χάραξη της οδού Θεσσαλονίκης Πολυγύρου και την Εξωτερική Περιφερειακή, αλλά με σημαντικές διαφοροποιήσεις. Από την μία πλευρά, υιοθετείται σε μεγάλο βαθμό η πρόταση της μελέτης ΓΠΣ Θέρμης (2003) για την Εξωτερική Περιφερειακή επιλέγοντας την μη διέλευση ενός μεγάλου οδικού άξονα εντός της λεκάνης του Ανθεμούντα και των κατ επέκταση επακόλουθων επιπτώσεων του. Επιπλέον, προβλέπεται νέα χάραξη της οδού Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου με ταυτόχρονη υποβάθμιση της υφιστάμενης, η οποία διατηρεί το βασικό κορμό των προτάσεων των μελετών ΓΠΣ, αλλά εμπεριέχει σημαντικές τροποποιήσεις στα τμήματα εγγύς των οικισμών βάσει περιβαλλοντικών όρων. Ένα δίκτυο παρακαμπτήριων συλλεκτήριων αναπτύσσεται στον νότιο άξονα Θεσσαλονίκης-Νέου Ρυσίου- Αγίας Παρασκευής-Σουρωτής-Βασιλικών στο ύψος των περιεχόμενων οικισμών με σκοπό την αποφυγή της αποκοπής τους και την ομαλότερη διέλευση οχημάτων. Κατά αυτό τον τρόπο διαμορφώνεται ένα «κυκλικό» βασικό οδικό σύστημα που εξυπηρετεί όλους τους οικισμούς, χωρίς όμως να διαταράσσει τη φυσική συνέχεια των περιβαλλοντικών πόρων της κοιλάδας. Ωστόσο, προτείνεται και η διαμόρφωση δικτύου ηπίων μαζικών μεταφορών (μετρό, προαστιακός), ακολουθώντας τις βασικές κατευθύνσεις του επιλεγόμενου προτύπου βιώσιμου χωρικού σχεδιασμού. Το συγκεκριμένο δίκτυο προέρχεται από τη γραμμή του ΠΣΘ, εξυπηρετώντας τους δύο μεγάλους οικισμούς αλλά και ενδεχόμενες ανάγκες των ενδιάμεσων τμημάτων (ΒΙ.ΠΑ, ζώνη αναψυχής). Επιπλέον, προτείνεται η διαμόρφωση δικτύου διαδρόμων ποδηλάτου παράλληλα στους οδικούς άξονες, που ενώνει όλους τους οικισμούς σε κυκλική διαδρομή και προωθεί σημαντικά τις βιώσιμες μορφές μετακίνησης. Η πρόταση αυτή αποτελεί θεμελιώδη κατεύθυνση του χωρικού προτύπου «Social City Region». Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

161 Φυσικοί πόροι/ενέργεια/ρύπανση Οι προτεινόμενες δομημένες εστίες/χρήσεις χωροθετούνται κατάλληλα, ώστε να μην αποκόπτουν τους «διαδρόμους πρασίνου» και να αποκαθίσταται η ομαλή σύνδεση-επικοινωνία δομημένου και φυσικού περιβάλλοντος. Σε γενικότερο επίπεδο, στοχεύεται η προστασία των ευαίσθητων και μη ορεινών εκτάσεων, καθώς και η ανάδειξη των πλούσιων περιβαλλοντικών πόρων της υπόλοιπης περιοχής. Σύμφωνα με το επιλεγόμενο χωρικό πρότυπο «Social City Region», οι περιοχές εκατέρωθεν του ποταμού Ανθεμούντα, που αποτελούν εν δυνάμει εστίες αστικής διάχυσης (κυρίως κατοικίας), ορίζονται ως ζώνες μείξης αστικού-αγροτικού χώρου. Οι εκτάσεις αυτές καθίστανται «μεταβατικές ζώνες» από τους οικιστικούς πυρήνες προς τον αμιγώς αγροτικό χώρο, με θεμελιώδη αρχή την υιοθέτηση ήπιων καθεστώτων δόμησης και απώτερο σκοπό τον περιορισμό της εκτός σχεδίου δόμησης και την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος (λεκάνη Ανθεμούντα). Οι περιοχές αυτές χαρακτηρίζονται από περιοριστικούς όρους δόμησης, χωρίς να υποβαθμίζεται όμως ο ιδιαίτερος προαστιακός χαρακτήρας, ενώ προωθείται η ανάπτυξη καινοτόμων και μη εντατικών καλλιεργειών (βιολογικές-ήπιες καλλιέργειες). Οι υπόλοιπες ήδη δομημένες περιοχές (εκτός σχεδίου) πλησίον των οικισμών Θέρμης και Τριαδίου προβλέπονται ως εκτάσεις οικιστικής καταλληλότητας, προσανατολίζοντας ουσιαστικά ενδεχόμενες οικιστικές ανάγκες (επεκτάσεις), εφόσον συνεχιστούν οι αυξητικές τάσεις που χαρακτηρίζουν τη μελετώμενη περιοχή. Οι χώροι αυτοί είναι ουσιαστικά «εγκλωβισμένοι» ανάμεσα σε υφιστάμενες δομημένες χρήσεις (οικισμοί, υποδοχείς) και φυσικά όρια-περιορισμούς (δασικές εκτάσεις, αναδασωτέες περιοχές), σε άμεση εγγύτητα με το ΠΣΘ, εξασφαλίζοντας τη μελλοντική συνεκτικότητα με αυτό. Οι μεγαλύτερες εκτάσεις της κοιλάδας του Ανθεμούντα, καθώς και το νότιο τμήμα της Δημοτικής Ενότητας Βασιλικών ορίζονται ως ζώνες προστασίας φυσικού πόρου λόγω, περιέχοντας μεγάλες καλλιεργούμενες εκτάσεις και Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

162 162 πλούσιο δίκτυο υδρορεμάτων (ιδιαίτερη γεωμορφολογία). Βέβαια, τονίζεται ότι περιέρχεται σε καθεστώς απόλυτης προστασίας η περιοχή εκατέρωθεν του ποταμού Ανθεμούντα με σκοπό την ανάδειξη ατόφιων των φυσικών χαρακτηριστικών της. Οι ορεινές και ημιορεινές εκτάσεις βόρεια της περιοχής μελέτης και νότια των οικισμών Ταγαράδων, Αγίας Παρασκευής και Σουρωτής μέχρι τα όρια των παραπάνω ζωνών χαρακτηρίζονται ως περιοχές προστασίας και οικοανάπτυξης, στοχεύοντας στην παράλληλη προστασία και ορθή αξιοποίηση τους. Εντός των ζωνών αυτών ξεχωρίζουν οι αναδασωτέες εκτάσεις, καθώς η περιοχή προστασίας του υγροτοπικού συστήματος Κορώνειας-Βόλβης, στις οποίες προβλέπονται αυστηρότερα καθεστώτα. Στη συνέχεια, ακολουθεί η παρουσίαση της διαδικασίας προσαρμογής του Δομικού Σχεδίου σύμφωνα με τις βασικές κατευθύνσεις του χωρικού προτύπου «Social City Region» σε συγκεκριμένα στάδια. Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

163 163 Στάδιο 1 ο : Παρουσίαση βασικού χάρτη του χωρικού προτύπου «Social City Region» Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

164 164 Στάδιο 2 ο : Χάρτης αρχικής προσαρμογής του χωρικού προτύπου στην περιοχή μελέτης Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

165 165 Στάδιο 3 ο : Εφαρμογή του προσαρμοσμένου χωρικού προτύπου στο χαρτογραφικό υπόβαθρο των Δημοτικών Ενοτήτων Θέρμης και Βασιλικών Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

166 Στάδιο 4ο: Σύνθεση τελικής μορφής του Δομικού Σχεδίου Χωρικής Οργάνωσης για την περιοχή μελέτης (Χάρτης 4.1) 166 Κεφάλαιο 4ο: «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

167 ) Επιλογή Προγραμματικών μεγεθών οικιστικής επέκτασης Αρχικά, αναφέρεται ότι το γενικό πλαίσιο του Δομικού Σχεδίου περιλαμβάνει μόνο την επέκταση των υφιστάμενων οικισμών με κριτήρια τους προγραμματικούς πληθυσμούς, την εκτιμώμενη χωρητικότητα, τη θέση-δυναμική και τις εμφανιζόμενες συνθήκες διάχυσης. Οι νέες χωρικές ενότητες δημιουργούνται βάσει των εκτιμώμενων πληθυσμιακών αναγκών και συμπεριλαμβάνουν κατά κύριο λόγο εκτός σχεδίου δομημένες εκτάσεις, ώστε να διατηρείται ο συνεκτικός τους χαρακτήρας και να αντιμετωπίζονται οι τάσεις αστικής διάχυσης με κατεύθυνση τη λεκάνη του Ανθεμούντα. Η χωροθέτησησχεδιασμός των προτεινόμενων επεκτάσεων προσδιορίστηκε βάσει της υφιστάμενης διάρθρωσης των εκάστοτε φυσικών και τεχνητών ορίων διαμορφώνοντας μία φυσική συνέχεια και προστατεύοντας το φυσικό περιβάλλον. Σε πρώτο επίπεδο, υπολογίστηκε η χωρητικότητα των υφιστάμενων οικισμών λαμβάνοντας τη διάρθρωση και τις εκτάσεις των εκάστοτε Πολεοδομικών Ενοτήτων (Π.Ε.) από τις μελέτες ΓΠΣ Θέρμης και Βασιλικών και τα θεσμοθετημένα πλαίσια. Η μέθοδος που χρησιμοποιείται προέρχεται από τις προδιαγραφές του πλαισίου πολεοδομικών σταθεροτύπων (ΦΕΚ 285Δ / ) και πλαισιώνεται από τα βασικά σταθερότυπα των υφιστάμενων Πολεοδομικών Ενοτήτων από τις Μελέτες ΓΠΣ. Παρόλα αυτά, οι πίνακες που διαμορφώθηκαν για τους οικισμούς Θέρμης-Τριαδίου και Νέου Ρυσίου στηρίχθηκαν στα στοιχεία των θεσμοθετημένων ΓΠΣ και προσαρμόστηκαν κατάλληλα στα υφιστάμενα πρότυπα υπολογισμού. Έπειτα, εκτιμήθηκαν οι αποκλίσεις ανάμεσα στον προγραμματικό πληθυσμό και την εν δυνάμει χωρητικότητα για κάθε οικισμό, ώστε να κριθεί ποίοι χρήζουν επέκτασης και για ποια μεγέθη. Συνεπώς, όπως παρατηρείται στους παρακάτω πίνακες (Πίνακες ), οι οικισμοί για τους οποίους προβλέπεται επέκταση συμπεριλαμβάνουν όλους της Δημοτικής Ενότητας Θέρμης, ενώ επιλέγονται τα Βασιλικά, η Αγία Παρασκευή, ο Άγιος Αντώνιος και η Περιστερά από τη Δημοτική Ενότητα Βασιλικών αντίστοιχα. Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

168 168 Πίνακας 4.11 Εκτίμηση Χωρητικότητας και αναγκών οικισμών Δημοτικής Ενότητας Θέρμης Πολεοδομικές Ενότητες (Π.Ε.) Οικισμός Έκταση Π.Ε. (Ηa) Δομήσιμη Έκταση Π.Ε. (Ηa) * Μέσος Σ.Δ. Π.Ε. (netto) Σταθερότυπο ωφέλιμης επιφάνειας κατοικίας (τ.μ./κατ.) Σταθερότυπο γης κοιν.-τεχν. υποδομής (τ.μ./κατ.) Πυκνότητα Π.Ε. (επιτρεπόμενη) (ατ./ηa) Βαθμός κορεσμού (%) Συνολική χωρητικότητα Π.Ε. (κατ.) Πληθυσμός 2001 Απομένουσα χωρητικότητα Προγραμματικός Πληθυσμός 2021 Απόκλιση Προγραμματικού πληθυσμούχωρητικότητας (2) (3) (4) (5) (6) (7) (8) (9) άτομα (9) άτομα (10) ε' ε σ κ u d=[σ/(k+uσ)]χ10^4 λ c= εdλ c' = c-p x a=c-x Π.Ε.1 96,0 67,2 0,86 35,00 13,00 186,23 60, Π.Ε.2 73,0 51,1 0,74 37,00 13,00 158,73 55, Π.Ε.3 73,0 51,1 0,60 40,00 13,00 125,52 50, Π.Ε.4 Θέρμη 109,4 76,6 0,60 40,00 13,00 125,52 50, Π.Ε.5 (Τριάδι) 73,8 51,7 0,64 37,00 13,00 141,22 50, Π.Ε.6 (Ε.ΜΟ.) 58,5 41,0 Π.Ε.7 (ΒΙ.ΠΑ) 61,0 42, Π.Ε.1 Νέα Ραιδεστός 49,0 34,3 0,60 50,00 13,00 103,81 50, Π.Ε.1 25,8 18,1 0,75 45,00 13,00 136,99 65, Νέο Ρύσιο Π.Ε.2 41,6 29,1 0,60 45,00 13,00 113,64 60, Π.Ε.1 Ταγαράδες 25,8 18,1 0,60 50,00 13,00 103,81 50, Σύνολο Δημοτικής Ενότητας 544,7 381, Πίνακας 4.12 Εκτίμηση Χωρητικότητας και αναγκών οικισμών Δημοτικής Ενότητας Βασιλικών Πολεοδομικές Ενότητες (Π.Ε.) Οικισμός Έκταση Π.Ε. (Ηa) Δομήσιμη Έκταση Π.Ε.(Ηa) * Μέσος Σ.Δ. Π.Ε. (netto) Σταθερότυπο ωφέλιμης επιφάνειας κατοικίας (τ.μ./κατ.) Σταθερότυπο γης κοιν.-τεχν. υποδομής (τ.μ./κατ.) Πυκνότητα Π.Ε. (επιτρεπόμενη) (ατ./ηa) Βαθμός κορεσμού (%) Συνολική χωρητικότητα Π.Ε. (κατ.) Πληθυσμός 2001 Απομένουσα χωρητικότητα Προγραμματικός Πληθυσμός 2021 Απόκλιση Προγραμματικού πληθυσμούχωρητικότητας (2) (3) (4) (5) (6) (7) (8) (9) άτομα (9) άτομα (10) ε' ε σ κ u d=[σ/(k+uσ)]χ10^4 λ c= εdλ c' = c-p x a=c-x Π.Ε.1 52,7 36,9 0,59 45,00 13,00 112,02 50, Βασιλικά Π.Ε.2 58,8 41,2 0,56 45,00 13,00 107,12 60, Π.Ε.3 Λακκιά 19,5 13,7 0,47 45,00 13,00 91,96 50, Π.Ε.4 Αγ. Παρασκευή 35,6 24,9 0,48 45,00 13,00 93,68 60, Π.Ε.5 Αγ. Αντώνιος 34,2 23,9 0,50 45,00 13,00 97,09 40, Π.Ε.6 Μονοπήγαδο 28,8 20,2 0,44 45,00 13,00 86,75 40, Π.Ε.7 Λιβάδι 40,6 28,4 0,52 45,00 13,00 100,46 40, Π.Ε.8 Περιστερά 44,7 31,3 0,46 45,00 13,00 90,23 40, Π.Ε.9 Σουρωτή 78,2 54,7 0,49 45,00 13,00 95,39 60, Σύνολο Δημοτικής Ενότητας 393,1 275, Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

169 169 Αναφορικά με τη διαδικασία υπολογισμού των επεκτάσεων (Πίνακες 4.13 έως 4.20), οι μέσοι συντελεστές δόμησης κυμαίνονται από 0,50 έως 0,60 και μόνο στις περιπτώσεις της Αγίας Παρασκευής και της Περιστεράς επιλέχθηκε ο συντελεστής 0,40. Οι συγκεκριμένες επιλογές ακολούθησαν ως επί το πλείστον τα υφιστάμενα θεσμικά πλαίσια με σκοπό τη δημιουργία επεκτάσεων, οι οποίες θα προσεγγίζουν τα καθεστώτα των θεσμοθετημένων τμημάτων (εντός σχεδίου) και δεν θα διαταράσσουν την ομοιογένεια των εκάστοτε περιοχών. Ακόμα, οι σχετικά υψηλότεροι μέσοι συντελεστές δόμησης 0,50 και 0,60 δικαιολογούνται από την προσπάθεια επίτευξης συνεκτικότητας, χωρίς όμως να εξαλείφεται ο προαστιακός χαρακτήρας της περιοχής. Σχετικά με το σταθερότυπο της μέσης ωφέλιμης επιφάνειας κατοικίας ανά άτομο, επιλέγεται από το αποδεκτό εύρος δεικτών τμ./κάτοικο (ΦΕΚ 285Δ / ) το μέγιστο για την πρώτη κατοικία λόγω του υψηλότερης ποιότητας κατοικίας στον προαστιακό χώρο. Στο επίπεδο βαθμού κορεσμού (λ), εφαρμόστηκαν συντελεστές μεταξύ 0,40 και 0,60, προσπαθώντας να αντανακλούν όσο το δυνατόν περισσότερο την οικιστική ένταση και την ελκυστικότητα του κάθε οικισμού. Επιπλέον, υιοθετείται σε όλες τις περιοχές επεκτάσεων η χρήση του υψηλού σταθεροτύπου αναγκαίας γης κοινωνικής και τεχνικής υποδομής 13 τμ./κάτοικο, αποσκοπώντας την παροχή πληρέστερων σχετικών υποδομών σε αυτές. Στους πίνακες που ακολουθούν, παρατίθεται λεπτομερώς η διαδικασία επιλογής των προγραμματικών μεγεθών και ο υπολογισμός των επεκτάσεων για κάθε οικισμό των Δημοτικών Ενοτήτων Θέρμης και Βασιλικών ξεχωριστά. Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

170 170 Πολεοδομικές Ενότητες (Π.Ε.) Πίνακας 4.13 Υπολογισμός επεκτάσεων Πολεοδομικών Ενοτήτων (Π.Ε.) οικισμών Θέρμης-Τριαδίου Έκταση Π.Ε. (Ηa) Δομήσιμη Έκταση Π.Ε. (Ηa) * Μέσος Σ.Δ. Π.Ε. (netto) Σταθερότυπο ωφέλιμης επιφάνειας κατοικίας (τ.μ./κατ.) Σταθερότυπο γης κοιν.-τεχν. υποδομής (τ.μ./κατ.) Πυκνότητα Π.Ε. (επιτρεπόμενη) (ατ./ηa) Βαθμός κορεσμού (%) Συνολική χωρητικότητα Π.Ε. (κατ.) (2) (3) (4) (5) (6) (7) (8) (9) ε' ε σ κ u d=[σ/(k+uσ)]χ10^4 λ c= εdλ Π.Ε.1 96,0 67,2 0,86 35,00 13,00 186,23 60, Π.Ε.2 73,0 51,1 0,74 37,00 13,00 158,73 55, Π.Ε.3 73,0 51,1 0,60 40,00 13,00 125,52 50, Π.Ε.4 109,4 76,6 0,60 40,00 13,00 125,52 50, Π.Ε.5 (Τριάδι) 73,8 51,7 0,64 37,00 13,00 141,22 50, Π.Ε. 8 72,0 50,4 0,50 45,00 13,00 97,09 55, Π.Ε. 9 56,0 39,2 0,50 45,00 13,00 97,09 55, Π.Ε. 10 (Τριάδι) 44,6 31,2 0,50 45,00 13,00 97,09 50, Π.Ε.6 (Ε.ΜΟ.) 58,5 41,0 Π.Ε.7 (ΒΙ.ΠΑ) 61,0 42,7 Σύνολο οικισμού 717, Πολεοδομικές Ενότητες (Π.Ε.) Πίνακας 4.14 Υπολογισμός επεκτάσεων Πολεδομικών Ενοτήτων (Π.Ε.) οικισμού Νέας Ραιδεστού Έκταση Π.Ε. (Ηa) Δομήσιμη Έκταση Π.Ε. (Ηa) * Μέσος Σ.Δ. Π.Ε. (netto) Σταθερότυπο ωφέλιμης επιφάνειας κατοικίας (τ.μ./κατ.) Σταθερότυπο γης κοιν.-τεχν. υποδομής (τ.μ./κατ.) Πυκνότητα Π.Ε. (επιτρεπόμενη) (ατ./ηa) Βαθμός κορεσμού (%) Συνολική χωρητικότητα Π.Ε. (κατ.) (2) (3) (4) (5) (6) (7) (8) (9) ε' ε σ κ u d=[σ/(k+uσ)]χ10^4 λ c= εdλ Π.Ε.1 49,0 34,3 0,60 50,00 13,00 103,81 50, Π.Ε.2 45,8 32,1 0,50 40,00 13,00 107,53 50, Π.Ε.3 40,0 28,0 0,50 40,00 13,00 107,53 50, Σύνολο οικισμού 134, Πολεοδομικές Ενότητες (Π.Ε.) Πίνακας 4.15 Υπολογισμός επεκτάσεων Πολεοδομικών Ενοτήτων (Π.Ε.) οικισμού Νέου Ρυσίου Έκταση Π.Ε. (Ηa) Δομήσιμη Έκταση Π.Ε. (Ηa) * Μέσος Σ.Δ. Π.Ε. (netto) Σταθερότυπο ωφέλιμης επιφάνειας κατοικίας (τ.μ./κατ.) Σταθερότυπο γης κοιν.-τεχν. υποδομής (τ.μ./κατ.) Πυκνότητα Π.Ε. (επιτρεπόμενη) (ατ./ηa) Βαθμός κορεσμού (%) Συνολική χωρητικότητα Π.Ε. (κατ.) (2) (3) (4) (5) (6) (7) (8) (9) ε' ε σ κ u d=[σ/(k+uσ)]χ10^4 λ c= εdλ Π.Ε.1 25,8 18,06 0,75 45,00 13,00 136,99 65, Π.Ε.2 41,6 29,12 0,60 45,00 13,00 113,64 60, Π.Ε.3 27,6 19,29 0,50 45,00 13,00 97,09 55, Σύνολο οικισμού 95, Πολεοδομικές Ενότητες (Π.Ε.) Πίνακας 4.16 Υπολογισμός επεκτάσεων Πολεοδομικών Ενοτήτων (Π.Ε.) οικισμού Ταγαράδων Έκταση Π.Ε. (Ηa) Δομήσιμη Έκταση Π.Ε. (Ηa) * Μέσος Σ.Δ. Π.Ε. (netto) Σταθερότυπο ωφέλιμης επιφάνειας κατοικίας (τ.μ./κατ.) Σταθερό-τυπο γης κοιν.-τεχν. υποδομής (τ.μ./κατ.) Πυκνότητα Π.Ε. (επιτρεπόμενη) (ατ./ηa) Βαθμός κορεσμού (%) Συνολική χωρητικό-τητα Π.Ε. (κατ.) (2) (3) (4) (5) (6) (7) (8) (9) ε' ε σ κ u d=[σ/(k+uσ)]χ10^4 λ c= εdλ Π.Ε.1 25,8 18,1 0,60 50,00 13,00 103,81 50, Π.Ε.1α 4,2 2,9 0,60 50,00 13,00 103,81 50, Π.Ε.1β 28,5 19,9 0,50 50,00 13,00 88,50 50, Σύνολο οικισμού 58, Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

171 171 Πολεοδομικές Ενότητες (Π.Ε.) Πίνακας 4.17 Υπολογισμός επεκτάσεων Πολεοδομικών Ενοτήτων (Π.Ε.) του οικισμού Βασιλικών Έκταση Π.Ε. (Ηa) Δομήσιμη Έκταση Π.Ε. (Ηa) * Μέσος Σ.Δ. Π.Ε. (netto) Σταθερότυπο ωφέλιμης επιφάνειας κατοικίας (τ.μ./κατ.) Σταθερότυπο γης κοιν.-τεχν. υποδομής (τ.μ./κατ.) Πυκνότητα Π.Ε. (επιτρεπόμενη) (ατ./ηa) Βαθμός κορεσμού (%) Συνολική χωρητικότητα Π.Ε. (κατ.) (2) (3) (4) (5) (6) (7) (8) (9) ε' ε σ κ u d=[σ/(k+uσ)]χ10^4 λ c= εdλ Π.Ε.1 52,7 36,9 0,59 45,00 13,00 112,02 50, Π.Ε.2 58,8 41,2 0,56 45,00 13,00 107,12 60, Π.Ε.10 52,5 36,7 0,50 45,00 13,00 97,09 50, Π.Ε.11 46,0 32,2 0,50 45,00 13,00 97,09 50, Πίνακας 4.18 Υπολογισμός επεκτάσεων Πολεοδομικών Ενοτήτων (Π.Ε.) του οικισμού Αγίας Παρασκευής Πολεοδομικές Ενότητες (Π.Ε.) Έκταση Π.Ε. (Ηa) Δομήσιμη Έκταση Π.Ε. (Ηa) * Μέσος Σ.Δ. Π.Ε. (netto) Σταθερότυπο ωφέλιμης επιφάνειας κατοικίας (τ.μ./κατ.) Σταθερότυπο γης κοιν.-τεχν. υποδομής (τ.μ./κατ.) Πυκνότητα Π.Ε. (επιτρεπόμενη) (ατ./ηa) Βαθμός κορεσμού (%) Συνολική χωρητικότητα Π.Ε. (κατ.) (2) (3) (4) (5) (6) (7) (8) (9) ε' ε σ κ u d=[σ/(k+uσ)]χ10^4 λ c= εdλ Π.Ε.4 35,6 24,9 0,48 45,00 13,00 93,68 60, Π.Ε.4α 31,8 22,2 0,40 45,00 13,00 79,68 60, Σύνολο Οικισμού Πίνακας 4.19 Υπολογισμός επεκτάσεων Πολεοδομικών Ενοτήτων (Π.Ε.) του οικισμού Αγίου Αντωνίου Πολεοδομικές Ενότητες (Π.Ε.) Έκταση Π.Ε. (Ηa) Δομήσιμη Έκταση Π.Ε. (Ηa) * Μέσος Σ.Δ. Π.Ε. (netto) Σταθερότυπο ωφέλιμης επιφάνειας κατοικίας (τ.μ./κατ.) Σταθερότυπο γης κοιν.-τεχν. υποδομής (τ.μ./κατ.) Πυκνότητα Π.Ε. (επιτρεπόμενη) (ατ./ηa) Βαθμός κορεσμού (%) Συνολική χωρητικότητα Π.Ε. (κατ.) (2) (3) (4) (5) (6) (7) (8) (9) ε' ε σ κ u d=[σ/(k+uσ)]χ10^4 λ c= εdλ Π.Ε.5 34,2 23,9 0,50 45,00 13,00 97,09 40, Π.Ε.5α 18,4 12,8 0,50 45,00 13,00 97,09 50, Σύνολο Οικισμού Πίνακας 4.20 Υπολογισμός επεκτάσεων Πολεοδομικών Ενοτήτων (Π.Ε.) του οικισμού Περιστεράς Πολεοδομικές Ενότητες (Π.Ε.) Έκταση Π.Ε. (Ηa) Δομήσιμη Έκταση Π.Ε. (Ηa) * Μέσος Σ.Δ. Π.Ε. (netto) Σταθερότυπο ωφέλιμης επιφάνειας κατοικίας (τ.μ./κατ.) Σταθερότυπο γης κοιν.-τεχν. υποδομής (τ.μ./κατ.) Πυκνότητα Π.Ε. (επιτρεπόμενη) (ατ./ηa) Βαθμός κορεσμού (%) Συνολική χωρητικότητα Π.Ε. (κατ.) (2) (3) (4) (5) (6) (7) (8) (9) ε' ε σ κ u d=[σ/(k+uσ)]χ10^4 λ c= εdλ Π.Ε.8 44,7 31,3 0,46 45,00 13,00 90,23 40, Π.Ε.8α 30,0 21,0 0,40 45,00 13,00 79,68 50, Σύνολο Οικισμού Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

172 ) Οργάνωση Χρήσεων γης και Προστασίας του Περιβάλλοντος 4.2.1) Γενικό Πλαίσιο Το προβλεπόμενο πλαίσιο χρήσεων γης και προστασίας του περιβάλλοντος για τις Δημοτικές Ενότητες Θέρμης και Βασιλικών (Χάρτης 4.2) περιέχει μία σειρά εξειδικεύσεων των βασικών επιδιώξεων του Δομικού Σχεδίου, οι οποίες αντικατοπτρίζονται στις παρακάτω διακριτές ζώνες/περιοχές: Περιοχές επεκτάσεων Περιοχές Απόλυτης Προστασίας (ΠΑΠ) Περιοχές Ειδικής Προστασίας (ΠΕΠ) Περιοχές Ελέγχου και Περιορισμού Δόμησης (ΠΕΠΔ) Ζώνες Υποδοχής Οργανωμένων Παραγωγικών Δραστηριοτήτων (ΖΟΥΠΔ) Ζώνη τουρισμού και αναψυχής 4.2.2) Οικιστική Οργάνωση-προτεινόμενες επεκτάσεις Η οικιστική οργάνωση της περιοχής μελέτης σχεδιάζεται με βάση το ενισχυμένο δίπολο Θέρμη-Βασιλικά, γύρω από το οποίο διαρθρώνεται ένα δίκτυο αλληλοεξαρτώμενων προαστιακών υποδοχέων. Οι προτεινόμενες επεκτάσεις στους επιλεγόμενους οικισμούς αποτελούν ουσιαστικά φυσική συνέχεια των υφιστάμενων ορίων των οικισμών σε περιοχές οικιστικής καταλληλότητας, με τα νέα όρια να ακολουθούν στην πλειονότητα τους υπάρχουσες τεχνικές υποδομές και φυσικά όρια. Συνεπώς οι επιλεγόμενες επεκτάσεις των υφιστάμενων οικισμών έχουν τα εξής χαρακτηριστικά: Στον οικισμό Θέρμης-Τριαδίου προτείνεται επέκταση συνολικά 172,6 Ha, η οποία διαχωρίζεται σε δύο νέες Πολεοδομικές Ενότητες (Π.Ε.) 72,0 και 56,0 Ha βορειοδυτικά του υφιστάμενου οικισμού Θέρμης, ενώ προβλέπεται και μία ακόμα Πολεοδομική Ενότητα (Π.Ε.) 44,6 Ha στα ανατολικά του οικισμού Τριαδίου. Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

173 173 Στη Νέα Ραιδεστό προβλέπεται η προσθήκη δύο νέων Πολεοδομικών Ενοτήτων (Π.Ε.) 45,8 Ha και 40,0 Ha, οι οποίες καλύπτουν το βορειοανατολικό και νότιο κομμάτι περιμετρικά του οικισμού. Στον οικισμό Νέου Ρυσίου σχεδιάζεται μία νέα Πολεοδομική Ενότητα (Π.Ε.) 27,6 Ha νοτιανατολικά των υφιστάμενων ορίων και σε συνέχεια των εγκεκριμένων επεκτάσεων του ΓΠΣ (2002). Τα εγκεκριμένα όρια του οικισμού Ταγαράδων επεκτείνονται βορειοδυτικά και δυτικά σε εκτάσεις 4,2 Ha και 28,5 Ha, νότια του οδικού άξονα Θεσσαλονίκη- Αγία Παρασκευή-Πολύγυρος, συγκροτώντας συνολικά μία Πολεοδομική Ενότητα (Π.Ε.). Ο οικισμός Βασιλικών προβλέπεται να επεκταθεί σε δύο νέες Πολεοδομικές Ενότητες (Π.Ε.) 52,5 Ha και 46,0 Ha δυτικά και ανατολικά των εγκεκριμένων ορίων του. Στον οικισμό Αγίας Παρασκευής προτείνεται επέκταση των ορίων της ήδη υπάρχουσας Πολεοδομικής Ενότητας (Π.Ε.) στα ανατολικά κατά 31,8 Ha. Στον Άγιο Αντώνιο η υφιστάμενη Πολεοδομική Ενότητα (Π.Ε.) διευρύνεται σε έκταση 18,3 Ha στα νότια του οικισμού και δυτικά της οδού Αγίου Αντωνίου- Μονοπήγαδου. Και στην περίπτωση της Περιστεράς, τα εγκεκριμένα όρια του οικισμού επεκτείνονται δυτικά κατά 30,0 Ha σε άμεση εγγύτητα με την οδό Βασιλικά- Περιστερά. Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

174 ) Περιοχές Απόλυτης Προστασίας (ΠΑΠ) ΠΑΠ: Ζώνη Προστασίας ποταμού Ανθεμούντα Η περιοχή που χαρακτηρίζεται ως Περιοχή Απόλυτης Προστασίας, περιλαμβάνει τη ζώνη με ακτίνα 250 μέτρων εκατέρωθεν του ποταμού Ανθεμούντα, η οποία διατρέχει σχεδόν όλο το κεντρικό τμήμα της περιοχής μελέτης. Η φυσιογνωμία των περιεχόμενων εκτάσεων δεν επιτρέπει καμίας μορφής επεμβάσεις που αποτελούν σημαντική απειλή για την αλλοίωση-υποβάθμιση τους. Σε γενικότερο πλαίσιο, τα τμήματα αυτά προβλέπεται να διατηρηθούν αναλλοίωτα και ακέραια βάσει της σημερινής τους μορφής προκειμένου να καταστούν δυναμικοί πόλοι προσέλκυσης οικολογικού ενδιαφέροντος, ανάδειξης του φυσικού περιβάλλοντος και προαγωγής της αειφόρου ανάπτυξης ) Περιοχές Ειδικής Προστασίας (ΠΕΠ) ΠΕΠ: Περιοχή Γ υγροτοπικού συστήματος Κορώνειας-Βόλβης Περιλαμβάνει την περιοχή Ha συνολικά εντός των θεσμοθετημένων ορίων του Γ υγροτοπικού συστήματος Κορώνειας-Βόλβης (συνθήκη Ramsar), η οποία βρίσκεται στο βορειοανατολικό ορεινό τμήμα της περιοχής μελέτης. Οι επιτρεπόμενες χρήσεις εντός της ζώνης λαμβάνοντας υπόψη τη σχετική νομοθεσία (ΚΥΑ) είναι οι εξής: Κτηνοτροφικές και πτηνοτροφικές εγκαταστάσεις χαμηλής όχλησης Κατασκευή υποδομών έχοντας ως αποκλειστικό στόχο την προστασία και διαχείριση της περιοχής Έργα δασοπροστασίας, συντήρησης, περιβαλλοντικής διευθέτησης και υποδομές στήριξης του Φορέα διαχείρισης Εγκαταστάσεις και δίκτυα τεχνικής υποδομής (οδοποιίες, ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, φυσικού αερίου) Μικρές εγκαταστάσεις και χρήσεις τουρισμού και αναψυχής Διατήρηση και αλλαγή υφιστάμενων χρήσεων και κατασκευών για σκοπούς προστασίας και διαχείρισης της προστατευόμενης περιοχής Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

175 175 Το κατώτατο όριο κατάτμησης και αρτιότητας στη ζώνη αυτή ορίζονται τα 8 στρέμματα ) Περιοχές Ελέγχου και Περιορισμού Δόμησης ΠΕΠΔ 1: Περιοχή προστασίας φυσικού πόρου Η περιοχή αυτή κατηγοριοποιείται σε δύο επιμέρους ζώνες κατεξοχήν γεωργικών εκτάσεων, οι οποίες καταλαμβάνουν σημαντικό κεντρικό τμήμα της κοιλάδας του Ανθεμούντα (ΠΕΠΔ 1α), καθώς και το κομμάτι νότια των οικισμών Αγίου Αντωνίου-Μονοπήγαδου. ΠΕΠΔ 1α: Κεντρικός πυρήνας λεκάνης Ανθεμούντα Οι επιτρεπόμενες χρήσεις εντός της ζώνης είναι οι εξής: Εγκαταστάσεις και υποδομές γεωργικών-κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων Αποθηκευτικοί χώροι γεωργικών προϊόντων οριζόντιου τύπου Εγκαταστάσεις και υποδομές κατάρτισης-έρευνας σχετικά με τον πρωτογενή τομέα παραγωγής Εγκαταστάσεις και δίκτυα τεχνικής υποδομής (οδοποιία, εγκαταστάσεις επεξεργασίας και διάθεσης λυμάτων ΕΕΛ κτλ.) Εγκαταστάσεις κοινωνικής υποδομής (εγκαταστάσεις αθλητισμού, εκπαίδευσης, περίθαλψης, πρόνοιας, και πολιτιστικών κέντρων) Μικρά αγροτουριστικά καταλύματα (έως 20 κλίνες) Δόμηση κατοικίας εκτός σχεδίου κατά τις νομικές διατάξεις του ΠΔ /ΦΕΚ 270/85. Κατώτατο όριο κατάτμησης και αρτιότητας στη ζώνη αυτή ορίζονται τα 10 στρέμματα. Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

176 176 ΠΕΠΔ 1β: Λοιπή Ζώνη Αγίου Αντωνίου-Μονοπήγαδου Οι επιτρεπόμενες χρήσεις εντός της ζώνης είναι οι εξής: Εγκαταστάσεις και υποδομές γεωργικών-κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων Βιοτεχνικές εγκαταστάσεις χαμηλής όχλησης Αποθηκευτικοί χώροι γεωργικών προϊόντων οριζόντιου τύπου Εγκαταστάσεις και υποδομές κατάρτισης-έρευνας σχετικά με τον πρωτογενή τομέα παραγωγής Εγκαταστάσεις και δίκτυα τεχνικής υποδομής (οδοποιία, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εγκαταστάσεις επεξεργασίας και διάθεσης λυμάτων ΕΕΛ). Εγκαταστάσεις κοινωνικής υποδομής (εγκαταστάσεις αθλητισμού, εκπαίδευσης, περίθαλψης, πρόνοιας, και πολιτιστικών κέντρων). Μικρά αγροτουριστικά καταλύματα (έως 20 κλίνες) Δόμηση κατοικίας εκτός σχεδίου κατά τις νομικές διατάξεις του ΠΔ /ΦΕΚ 270/85. Το κατώτατο όριο κατάτμησης και αρτιότητας στη ζώνη αυτή ορίζονται τα 6 στρέμματα. ΠΕΠΔ 2: Μικτή ζώνη αστικού-αγροτικού χώρου Η συγκεκριμένη ζώνη αποτελεί κύρια έμπνευση του προτεινόμενου χωρικού προτύπου «Social City Region» και καλύπτει ζώνες με έντονη εκτός σχεδίου δόμηση εκατέρωθεν της ΠΕΠΔ 1α. Αποτελούν μεταβατικές ζώνες προς τη λεκάνη του Ανθεμούντα και ως εκ τούτου υιοθετούνται ήπια καθεστώτα χρήσεων γης. Συνεπώς, οι επιτρεπόμενες χρήσεις είναι οι παρακάτω: Εγκαταστάσεις και υποδομές ήπιων-βιολογικών καλλιεργειών Αποθηκευτικοί χώροι γεωργικών προϊόντων οριζόντιου τύπου Εγκαταστάσεις και υποδομές κατάρτισης-έρευνας σχετικά με τον πρωτογενή τομέα παραγωγής Εγκαταστάσεις και δίκτυα τεχνικής υποδομής (οδοποιία, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εγκαταστάσεις επεξεργασίας και διάθεσης λυμάτων ΕΕΛ κτλ). Εγκαταστάσεις κοινωνικής υποδομής (εγκαταστάσεις αθλητισμού, εκπαίδευσης, περίθαλψης, πρόνοιας, και πολιτιστικών κέντρων). Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

177 177 Μικρά αγροτουριστικά καταλύματα (έως 20 κλίνες) Δόμηση κατοικίας εκτός σχεδίου κατά τις νομικές διατάξεις του ΠΔ /ΦΕΚ 270/85. Το κατώτατο όριο κατάτμησης και αρτιότητας στη ζώνη αυτή ορίζονται τα 6 στρέμματα. Επιπλέον, ορίζεται ειδικός συντελεστής ύψους έως και δύο ορόφους. ΠΕΠΔ 3: Περιοχές οικιστικής καταλληλότητας Περιλαμβάνουν τα τμήματα βορειοδυτικά του οικισμού Θέρμης και δυτικά του Τριαδίου, όπου εντοπίζονται έντονες τάσεις εκτός σχεδίου δόμησης και ορίζονται με σκοπό τον προσανατολισμός μελλοντικών επεκτάσεων, καθώς και την προστασία από την εγκατάσταση οχλουσών χρήσεων. Οι επιτρεπόμενες χρήσεις είναι οι εξής: Υφιστάμενες και ήπιες αγροτικές δραστηριότητες και αποθηκευτικοί χώροι οριζόντιου τύπου Γραφεία δημόσιας διοίκησης και αυτοδιοίκησης. Τουριστικές εγκαταστάσεις και καταλύματα (μέχρι 50 κλινών) και εγκαταστάσεις αναψυχής Καταστήματα λιανικού εμπορίου (εκτός εμπορικών κέντρων-υπεραγορών) Εγκαταστάσεις και δίκτυα τεχνικής υποδομής (οδοποιία, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κτλ). Εγκαταστάσεις κοινωνικής υποδομής (εγκαταστάσεις αθλητισμού, εκπαίδευσης, πρόνοιας και πολιτιστικών λειτουργιών) Δόμηση κατοικίας εκτός σχεδίου κατά τις νομικές διατάξεις του ΠΔ /ΦΕΚ 270/85 Κατώτατο όριο κατάτμησης και αρτιότητας στη ζώνη αυτή ορίζονται τα 6 στρέμματα. Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

178 178 ΠΕΠΔ 4: Περιοχές προστασίας και οικοανάπτυξης Πρόκειται για το μεγαλύτερο τμήμα του βόρειου ορεινού όγκου της περιοχής μελέτης, καθώς και για μία ζώνη μεταξύ των οικισμών Αγίας Παρασκευής- Σουρωτής και Αγίου Αντωνίου-Μονοπήγαδου. Οι επιτρεπόμενες χρήσεις εντός των περιοχών διαρθρώνονται ως εξής: Εγκαταστάσεις και υποδομές γεωργικών-κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων Αποθηκευτικοί χώροι γεωργικών προϊόντων οριζόντιου τύπου Έργα δασοπροστασίας, συντήρησης, περιβαλλοντικής διευθέτησης Εγκαταστάσεις και υποδομές έρευνας και εκπαίδευσης Υποδομές αγροτουρισμού και αναψυχής Εγκαταστάσεις και δίκτυα τεχνικής υποδομής (οδοποιία, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εγκαταστάσεις επεξεργασίας και διάθεσης λυμάτων ΕΕΛ). Κατώτατο όριο κατάτμησης και αρτιότητας στη ζώνη αυτή ορίζονται τα 8 στρέμματα. ΠΕΠΔ 4α: Περιοχές προστασίας και αξιοποίησης αναδασωτέων εκτάσεων Η περιοχή αυτή περιλαμβάνει τις αναδασωτέες περιοχές βόρεια της Δημοτικής Ενότητας Θέρμης. Οι δασικές και θαμνώδεις αυτές εκτάσεις καταλαμβάνουν ιδιαίτερα μεγάλο τμήμα της περιοχής μελέτης και προβλέπεται να προστατευθούν ιδιαίτερα να αξιοποιηθούν μελλοντικά κατά περίπτωση, με σκοπό την ανάδειξή τους, διατηρώντας όμως την φυσιογνωμία και το φυσικό τους κάλλος. Οι χρήσεις που προτείνονται είναι: Κτηνοτροφικές και πτηνοτροφικές εγκαταστάσεις χαμηλής όχλησης Έργα δασοπροστασίας, συντήρησης, περιβαλλοντικής διευθέτησης και διαχείρισης Εγκαταστάσεις και δίκτυα τεχνικής υποδομής (οδοποιία, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας) Δόμηση κατοικίας εκτός σχεδίου κατά τις νομικές διατάξεις του ΠΔ /ΦΕΚ 270/85 για τις ιδιωτικές εκτάσεις εντός της ΠΕΠΔ. Το κατώτατο όριο κατάτμησης και αρτιότητας στη ζώνη αυτή ορίζονται τα 10 στρέμματα. Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

179 179 ΠΕΠΔ 5: Περιοχές αστικών κεντρικών λειτουργιών και υποδομών Οι περιοχές αυτές χωροθετούνται κατά μήκος των οδικών αξόνων Θεσσαλονίκης-Μουδανιών και Θεσσαλονίκης-Μηχανιώνας (ύψος αεροδρόμιου) σε εγγύτητα με τους γύρω οικισμούς της Δημοτικής Ενότητας Θέρμης. Οι επιτρεπόμενες χρήσεις διαρθρώνονται ως εξής: Εμπορικές εκθέσεις και αντιπροσωπείες Εμπορικά καταστήματα και υπεραγορές Πρατήρια υγρών καυσίμων Εγκαταστάσεις κοινωνικής υποδομής (εγκαταστάσεις αθλητισμού, εκπαίδευσης, πρόνοιας και πολιτιστικών λειτουργιών) Τουριστικές εγκαταστάσεις, καταλύματα και εγκαταστάσεις αναψυχής Γραφεία παροχής υπηρεσιών, διοίκησης επιχειρήσεων και δημόσιας διοίκησης και αυτοδιοίκησης. Εγκαταστάσεις και δίκτυα τεχνικής υποδομής (οδοποιία, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κτλ). Δόμηση κατοικίας εκτός σχεδίου κατά τις νομικές διατάξεις του ΠΔ /ΦΕΚ 270/85 Το κατώτατο όριο κατάτμησης και αρτιότητας στη ζώνη αυτή ορίζονται τα 4 στρέμματα. Στο σημείο αυτό, σημειώνεται ότι ορίζονται ως Περιοχές Ειδικής Προστασίας οι περιεχόμενοι αρχαιολογικοί χώροι, οι δασικές εκτάσεις και τα ρέματα που βρίσκονται εκτός σχεδίου έπειτα από την εφαρμογή των προτεινόμενων επεκτάσεων. Στην περίπτωση όπου εντοπίζονται κηρυγμένες αναδασωτέες εκτάσεις και αρχαιολογικοί χώροι, τα καθεστώτα δόμησης εμπίπτουν στα καθεστώτα δόμησης των αρμόδιων υπηρεσιών. Ωστόσο, επιτρέπονται οι εγκαταστάσεις και τα έργα που αφορούν συναφείς με τους χώρους δραστηριότητες, καθώς και τα δίκτυα τεχνικής υποδομής. Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

180 ) Ζώνες Οργανωμένης Υποδοχής Παραγωγικών Δραστηριοτήτων (ΖΟΥΠΔ) Ως Ζώνη Οργανωμένης Υποδοχής Παραγωγικών Δραστηριοτήτων, ορίζεται η περιοχή όπου και σήμερα εντοπίζονται ανοργάνωτες συγκεντρώσεις παραγωγικών μονάδων, δηλαδή ανατολικά της Νέας Ραιδεστού (130 Ha) σε απόσταση 250 μέτρων από τον ομώνυμο οικισμό και νότια της Λακκιάς (130 Ha) σε απόσταση 600 μέτρων αντίστοιχα. Συγκεκριμένα, οι περιοχές προτείνονται ως οργανωμένοι βιομηχανικοί υποδοχείς προς πολεοδόμηση τύπου Βιομηχανικού Πάρκου (ΒΙ.ΠΑ). Ειδικότερα, εντός αυτών επιτρέπονται οι παρακάτω χρήσεις: Βιομηχανικές και βιοτεχνικές μονάδες χαμηλής και μέσης όχλησης και επαγγελματικά εργαστήρια Εγκαταστάσεις θερμοκοιτίδων επιχειρήσεων, δηλαδή, οργανωμένων χώρων, όπου θα παρέχονται κίνητρα για εγκατάσταση επιχειρήσεων (τεχνογνωσία, λογισμικό, τεχνική υποστήριξη κλπ.) Εγκαταστάσεις χονδρικού εμπορίου αποθήκευσης και διαμετακόμισης Εγκαταστάσεις ερευνητικών εργαστηρίων και κέντρων τεχνικής υποστήριξης Εγκαταστάσεις και δίκτυα τεχνικής υποδομής (οδοποιία, εγκαταστάσεις επεξεργασίας και διάθεσης λυμάτων ΕΕΛ κτλ.) Εγκαταστάσεις και υποδομές κοινής ωφέλειας Ο μέσος συντελεστής των δομήσιμων χώρων του Βιομηχανικού Πάρκου ορίζεται σε 1, ) Ζώνη τουρισμού και αναψυχής Λουτρών Θέρμης Η περιοχή των παλαιών Λουτρών Θέρμης στα όρια των Δημοτικών Ενοτήτων Θέρμης και Βασιλικών σε επαφή με τον οδικό άξονα Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου, καθώς και το δασικό τμήμα βόρεια αυτής περικλείονται εντός της προτεινόμενης ζώνης τουρισμού και αναψυχής καλύπτοντας μία έκταση 415 Ha περίπου. Η επιλογή αυτή έχει ως βασικό στόχο την επανάχρηση, αναζωογόνηση και αξιοποίηση των υφιστάμενων υποδομών και του δυναμικού της περιοχής (ανενεργά από το 2008) σε συνδυασμό με την προσπάθεια προσέλκυσης τουριστικού ενδιαφέροντος Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

181 181 μέσω της παροχής συναφών εγκαταστάσεων και υπηρεσιών. Οι επιτρεπόμενες χρήσεις στη συγκεκριμένη ζώνη περιλαμβάνουν τα ακόλουθα: Εγκαταστάσεις ιαματικής λουτροθεραπείας και υδροθεραπείας Συμπληρωματικές εγκαταστάσεις υποστήριξης κέντρου Λουτρών Εγκαταστάσεις υποδοχής και διημέρευσης Εγκαταστάσεις υγείας-πρόνοιας Ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις Εγκαταστάσεις υπηρεσιών τουριστικής και πολιτιστικής πληροφόρησης. Υποδομές τουριστικής προβολής 4.2.8) Μεταφορικό δίκτυο Αρχικά, η διαμόρφωση του οδικού δικτύου αποσκοπεί στη γενικότερη διευθέτηση των ζητημάτων λειτουργικότητας και συνεχούς κυκλοφορίας βαρέων οχημάτων λόγω της ύπαρξης συγκεντρώσεων βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων στη Θέρμη, τη Νέα Ραιδεστό και τη Λακκιά. Έτσι, υιοθετούνται σε μεγάλο βαθμό οι προτάσεις των μελετών ΓΠΣ Θέρμης και Βασιλικών (κυρίως προτάσεις ΟΡΘΕ) αναφορικά με τη νέα χάραξη της οδού Θεσσαλονίκης Πολυγύρου και την Εξωτερική Περιφερειακή, αλλά με σημαντικές διαφοροποιήσεις. Από την μία πλευρά, ακολουθείται σε μεγάλο βαθμό η πρόταση της μελέτης ΓΠΣ Θέρμης (2003) για την Εξωτερική Περιφερειακή (κύρια υπεραστική αρτηρία) επιλέγοντας την μη διέλευση ενός μεγάλου οδικού άξονα εντός της λεκάνης του Ανθεμούντα και των κατ επέκταση επακόλουθων επιπτώσεων του. Συγκεκριμένα, η νέα οδός θα διέρχεται εξωτερικά των οικισμών Τριαδίου και Θέρμης διατηρώντας αποστάσεις τουλάχιστον 300 μέτρων από αυτούς, για λόγους αποφυγής περιβαλλοντικών και ηχητικών οχλήσεων, περιφερειακά του Στρατιωτικού Αεροδρομίου Σέδες και θα καταλήγει στο ύψος του κόμβου της Οδού Θεσσαλονίκης-Μουδανιών προς το Αεροδρόμιο Μακεδονία. Ακόμα, προβλέπεται νέα χάραξη της οδού Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου (κύρια υπεραστική αρτηρία) με ταυτόχρονη υποβάθμιση της υφιστάμενης, η οποία διατηρεί το βασικό κορμό των προτάσεων των μελετών ΓΠΣ, αλλά εμπεριέχει Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

182 182 σημαντικές τροποποιήσεις στα τμήματα εγγύς των οικισμών βάσει περιβαλλοντικών όρων. Ειδικότερα, το νέο οδικό δίκτυο διατρέχει τμήμα παράλληλο, βόρεια της υφιστάμενης οδού Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου, θέτοντας και πάλι ως σημαντική παράμετρο τη διατήρηση επαρκών αποστάσεων (τουλάχιστον 400 μέτρων) από τους εγγύς οικισμούς Τριαδίου, Φιλοθέης και Λακκιάς. Βέβαια, οι προβλεπόμενες αποστάσεις διαμορφώθηκαν τηρουμένων των γεωμορφολογικών χαρακτηριστικών της περιοχής (ορεινές-αναδασωτέες εκτάσεις). Βέβαια, αναφέρεται ότι υφίσταται προοπτική σύνδεσης της με τον εγγύς οικισμό Λακκιάς εφόσον εντοπιστούν μελλοντικές ανάγκες. Κατά αυτό τον τρόπο, μεταβάλλεται η ιεράρχηση του υφιστάμενου οδικού τμήματος, το οποίο προτείνεται να υποβαθμιστεί σε κύρια υπεραστική συλλεκτήριο λόγω του ότι πλέον η λειτουργία του περιορίζεται στη σύνδεση των οικισμών Θέρμης και Νέας Ραιδεστού με τα Βασιλικά. Επιπλέον, τροποποιείται σημαντικά ο υφιστάμενος άξονας Θεσσαλονίκης- Νέου Ρυσίου-Αγίας Παρασκευής-Σουρωτής-Βασιλικών μέσω της προσθήκης ενός δικτύου παρακαμπτήριων στο ύψος των περιεχόμενων οικισμών με σκοπό την αποφυγή της αποκοπής τους και την ομαλότερη διέλευση οχημάτων. Οι προβλεπόμενες παρακαμπτήριοι οδοί αποτελούν ενιαίο κομμάτι του κορμού Θεσσαλονίκης-Βασιλικών διατηρώντας το λειτουργικό της χαρακτήρα (κύρια υπεραστική συλλεκτήριος), ενώ τα μικρά εναπομείναντα τμήματα που συνδέουν την οδό με τους οικισμούς (έξοδοι) υποβαθμίζονται φυσιολογικά σε δευτερεύουσες υπεραστικές συλλεκτήριους. Αναφορικά με το υπόλοιπο υπάρχον δίκτυο, προτείνεται η υποβάθμιση του τμήματος σύνδεσης της οδού Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου με την Περιστερά (κύρια υπεραστική συλλεκτήριος) σε δευτερεύουσα υπεραστική συλλεκτήριο, γεγονός που απορρέει από την προαναφερθείσα υποβάθμιση της οδού Θεσσαλονίκης- Πολυγύρου. Επίσης, λαμβάνει εντελώς τοπικό χαρακτήρα η οδός σύνδεσης της Σουρωτής με τον άξονα Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου, καθώς θεωρείται ότι η κυκλοφορία εξυπηρετείται ικανοποιητικά από τη διαμορφωμένο οδό Θεσσαλονίκης-Βασιλικών και προκαλεί ασυνέχεια διερχόμενη κάθετα της ζώνης προστασίας του Ανθεμούντα. Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

183 183 Γενικότερα, διαμορφώνεται ένα «κυκλικό» βασικό οδικό σύστημα (χωρικό πρότυπο «Social City Region») που εξυπηρετεί όλους τους οικισμούς και τις καθημερινές ανάγκες των τοπικών εγκαταστάσεων, χωρίς όμως να διαταράσσεται η φυσική συνέχεια των περιβαλλοντικών πόρων της κοιλάδας και το επιδιωκόμενο προφίλ της περιοχής μελέτης. Η λειτουργική ιεράρχηση του βασικού οδικού δικτύου στο εξεταζόμενο πεδίο, στα πλαίσια των προτεινόμενων τροποποιήσεων, παρουσιάζεται συγκεντρωτικά ως εξής (Χάρτης 4.2, οι κόκκινες επισημάνσεις παραπέμπουν στις προτεινόμενες τροποποιήσεις-μεταβολές στο μεταφορικό δίκτυο): Εθνική Οδός «Νέα Διαγώνιος», Θεσσαλονίκη-Νέα Μουδανιά (Κύρια Υπεραστική Αρτηρία) Εθνική Οδός 67 Θεσσαλονίκη-Αεροδρόμιο Μακεδονία (Κύρια Υπεραστική Αρτηρία) Εξωτερική Περιφερειακή (Κύρια Υπεραστική Αρτηρία) Νέα Χάραξη Εθνικής Οδού 16 Θεσσαλονίκη-Πολύγυρος (Κύρια Υπεραστική Αρτηρία) Σύνδεση Αεροδρομίου Μακεδονία με «Νέα Διαγώνιο» (Δευτερεύουσα Υπεραστική Αρτηρία) Εθνική Οδός 16 Θεσσαλονίκη-Πολύγυρος (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Επαρχιακή Οδός 30 Γεωργική Σχολή-Νέο Ρύσιο-Σουρωτή-Βασιλικά [νέοι παρακαμπτήριοι] (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Επαρχιακή Οδός 31 Βασιλικά Περιστερά Λιβάδι (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Κοινοτική Οδός 29 Πανόραμα-Θέρμη (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Κοινοτική Οδός 30 Θέρμη-Τριάδι (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Κοινοτική Οδός 31 σύνδεσης Λακκιάς με την Ε.Ο.16 (Δευτερεύουσα Υπεραστική Συλλεκτήριος) Κοινοτική Οδός 53 σύνδεσης Σουρωτής Αγ. Αντωνίου - Μονοπήγαδου (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Τοπική Οδός σύνδεσης Τριαδίου-Νέας Ραιδεστού (Δευτερεύουσα Υπεραστική Συλλεκτήριος) Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

184 184 Τοπική Οδός σύνδεσης Νέου Ρυσίου-Καρδίας (Δευτερεύουσα Υπεραστική Συλλεκτήριος) Τοπική Οδός σύνδεσης Εθνικής Οδού Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου με Περιστέρα (Δευτερεύουσα Υπεραστική Συλλεκτήριος) Τοπική Οδός σύνδεσης Λιβαδιού με την Ε.Ο.16. (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Τοπική Οδός σύνδεσης Λιβαδιού Πετροκέρασα (Κύρια Υπεραστική Συλλεκτήριος) Υφιστάμενες Οδοί (έξοδοι) της Επαρχιακής Οδού 31 Νέου Ρυσίου-Σουρωτής- Βασιλικών (Δευτερεύουσες Υπεραστικές Συλλεκτήριοι) Ακόμη, προτείνεται η διαμόρφωση δικτύου μαζικών μεταφορών περισσότερο φιλικών στο περιβάλλον (μετρό, προαστιακός), ακολουθώντας τις βασικές κατευθύνσεις του επιλεγόμενου προτύπου βιώσιμου χωρικού σχεδιασμού. Το συγκεκριμένο δίκτυο έχει αφετηρία τον προγραμματιζόμενο τερματικό σταθμό του Αεροδρομίου «Μακεδονία» (Β φάση επεκτάσεων μετρό Θεσσαλονίκης), εξυπηρετώντας τους δύο μεγάλους οικισμούς αλλά και ενδεχόμενες ανάγκες των ενδιάμεσων τμημάτων (ΒΙ.ΠΑ, ζώνη αναψυχής). Πιο συγκεκριμένα, προβλέπεται η δημιουργία υπόγειου δικτύου από την αφετηρία έως και την έξοδο από τον οικισμό της Θέρμης, ώστε να υπάρχει δυνατότητα διέλευσης από το κέντρο του για την καλύτερη εξυπηρέτηση των κατοίκων της περιοχής. Ο υπόλοιπος κορμός του προτεινόμενου δικτύου μαζικών μεταφορών εξυπηρετείται υπέργεια και κατευθύνεται προς τα Βασιλικά και σε μακροπρόθεσμη βάση στον Πολύγυρο. Σχετικά με το σύστημα αστικών λεωφορείων, προτείνεται βελτίωση της συχνότητας των δρομολογίων, δημιουργία επιπλέον γραμμών ταχείας εξυπηρέτησης (τύπου express) που θα εξυπηρετούν τους βασικούς οικισμούςανάγκες και διεύρυνση των ωραρίων, λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα από την έρευνα ερωτηματολογίου (υπο-κεφάλαιο 2.8) και την αξιολόγηση της υφιστάμενης κατάστασης (υπο-κεφάλαιο 3.2). Επιπλέον, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στη σύνδεση του δικτύου αστικών συγκοινωνιών με την προτεινόμενη γραμμή ήπιων μαζικών μεταφορών, καθώς και η δημιουργία ενός κατάλληλου δικτύου διαδημοτικών μεταφορών με τις όμορες Δημοτικές Ενότητες. Η υλοποίηση των παραπάνω στόχων δύναται να προσδώσει αποτελεσματικότητα, βιωσιμότητα και ελκυστικότητα στα Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

185 185 υφιστάμενα μέσα μαζικών μεταφορών διαμορφώνοντας ένα ολοκληρωμένο σύστημα δημόσιων συγκοινωνιών, το οποίο διαθέτει τις προοπτικές εξασφάλισης τοπικής αυτονομίας, μείωσης των καθημερινών ιδιωτικών μετακινήσεων, καθώς και παροχής υψηλότερου επιπέδου ζωής. Τέλος, προβλέπεται δίκτυο ποδηλατοδρόμων παράλληλα του οδικού άξονα Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου και Θεσσαλονίκης-Αγίας Παρασκευής-Σουρωτής- Βασιλικών, εκτελώντας κυκλική διαδρομή που θα εξυπηρετεί όλους τους οικισμούς, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και το προτεινόμενο χωρικό πρότυπο «Social City Region». Στην επιλογή της μορφής αυτής συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό η γεωμορφολογία (πεδινές εκτάσεις) και το φυσικό περιβάλλον της περιοχής μελέτης, συνδυάζοντας ουσιαστικά τις ήπιες μορφές μετακινήσεων με τον φυσικό της πλούτο. Ακόμα, θεωρείται σκόπιμη η πρόβλεψη για δημιουργία διαδρομών ποδηλάτου και περπατήματος εντός των οικισμών και η κατάλληλη σύνδεση τους σε ευρύτερο επίπεδο μέσω της παροχής σύγχρονων προδιαγραφών μεταφοράς ποδηλάτου στο στόλο των δημοσίων συγκοινωνιών ) Λοιπά δίκτυα τεχνικής υποδομής Στο τομέα της ενέργειας και τηλεπικοινωνιών, αναφέρεται ότι όλη η επικράτεια της περιοχής μελέτης εξυπηρετείται από το δίκτυο της Δ.Ε.Η και του Ο.Τ.Ε. Ωστόσο, θεωρείται σκόπιμη η επέκταση του υφιστάμενου δικτύου φυσικού αερίου (Θέρμης-Τριάδι) από το ΠΣΘ προς τους υπόλοιπους οικισμούς της Δημοτικής Ενότητας Θέρμης, αλλά και σε όλη τη Δημοτική Ενότητα Βασιλικών. Επίσης, ακολουθώντας τις σύγχρονες τάσεις της βιώσιμης ανάπτυξης προτείνεται η αξιοποίηση των δυνατοτήτων της περιοχής για εγκατάστασης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, σύμφωνα πάντα με τις επιτρεπόμενες χρήσεις και τη φυσιογνωμία των εκάστοτε ζωνών. Το υφιστάμενο υδρευτικό δίκτυο θεωρείται ικανοποιητικό, εξυπηρετούμενο στην πλειονότητα του από γεωτρήσεις. Παρόλα αυτά, η υψηλή ζήτηση για υδροδότηση και η εκμετάλλευση του υδρολογικού δικτύου έχει οδηγήσει σε μείωση της στάθμης του υδροφόρου ορίζοντα. Συνεπώς, απαιτείται η διερεύνηση εναλλακτικών λύσεων υδροδότησης στο άμεσο μέλλον, με σκοπό τη βιώσιμη και Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

186 186 ορθολογική διαχείριση των υδατικών αποθεμάτων, λαμβάνοντας υπόψη και τις προβλέψεις των νέων επεκτάσεων στους υφιστάμενους οικισμούς. Σχετικά με το δίκτυο αποχέτευσης ακαθάρτων και ομβρίων, προτείνεται η επέκταση των υφιστάμενων διατάξεων του αποχετευτικού συστήματος της Θέρμης, ενώ στα Βασιλικά κρίνεται απαραίτητη η αποπεράτωση ενός κεντρικού αποχετευτικού αγωγού που θα συνδέει τους οικισμούς των Βασιλικών με την Μονάδα Επεξεργασίας Λυμάτων της Θέρμης. Ακόμα, προτείνεται η σύνδεση όλων των επεκτάσεων στο κεντρικό σύστημα, ενώ στην περίπτωση των προτεινόμενων ΒΙ.ΠΑ. πρέπει να δοθεί έμφαση στη δημιουργία ανεξάρτητων δικτύων ακαθάρτων και επεξεργασίας βιομηχανικών λυμάτων. Τέλος, σημειώνεται ότι τα απορρίμματα όλης της περιοχής μελέτης μεταφέρονται στον ΧΥΤΑ Μαυροράχης του Δήμου Λαγκαδά, παράλληλα με την πρόσφατη διακοπή λειτουργίας των ΧΥΤΑ Ταγαράδων. Ο τελευταίος χώρος καταλαμβάνει μεγάλη έκταση και έχουν ήδη κατασκευαστεί μία ειδική μονάδα ανακύκλωσης και μία μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από βιοαέριο. Στα πλαίσια των προγραμματιζόμενων παρεμβάσεων βελτίωσης και αξιοποίησης της περιοχής, προτείνεται η κατασκευή περαιτέρω μονάδων κομποστοποίησης και αποτέφρωσης απορριμμάτων και αποβλήτων για σκοπούς παραγωγής ενέργειας. Κεφάλαιο 4 ο : «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

187 187 Κεφάλαιο 4ο: «Προτεινόμενο Πλαίσιο Χωρικού Ανασχεδιασμού»

Α τική δ τική ιάχυση ιάχ

Α τική δ τική ιάχυση ιάχ Αστική διάχυση Δρ. Δέσποινα Διμέλλη Ορισμοί Ως αστική διάχυση ορίζεται η διαδικασία της μεταβολής των ορίων μιας αστικής περιοχής με κύριο χαρακτηριστικό τη χαμηλή πυκνότητα των νέων περιοχών που δημιουργούνται

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Οι συγγραφείς... xiii Πρόλογος και ευχαριστίες...xv

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Οι συγγραφείς... xiii Πρόλογος και ευχαριστίες...xv ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Οι συγγραφείς... xiii Πρόλογος και ευχαριστίες...xv 1. Πόλη και σχεδιασμός: oι βασικές συνιστώσες... 18 1.1 Αναγκαιότητα του χωρικού σχεδιασμού....18 1.2 Η ρύθμιση των χρήσεων γης...20 1.3

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Οι κλασικές προσεγγίσεις αντιμετωπίζουν τη διαδικασία της επιλογής του τόπου εγκατάστασης των επιχειρήσεων ως αποτέλεσμα επίδρασης ορισμένων μεμονωμένων παραγόντων,

Διαβάστε περισσότερα

Η περιοχή του ήµου Μενεµένης βρίσκεται στη δυτική πλευρά του Πολεοδοµικού Συγκροτήµατος

Η περιοχή του ήµου Μενεµένης βρίσκεται στη δυτική πλευρά του Πολεοδοµικού Συγκροτήµατος 2 ΤΟ ΘΕΜΑ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΜΕΝΕΜΕΝΗΣ Η ανάπτυξη των Λαχανοκήπων και της ευρύτερης περιοχής Α. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΜΕΝΕΜΕΝΗΣ Η περιοχή του ήµου Μενεµένης βρίσκεται στη δυτική πλευρά του Πολεοδοµικού

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ Μάθημα 2Σ6 01. ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Ελένη ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΥ, Γρηγόρης ΚΑΥΚΑΛΑΣ Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ο Ε Ξ Α Μ Η Ν Ο

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ Μάθημα 2Σ6 01. ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Ελένη ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΥ, Γρηγόρης ΚΑΥΚΑΛΑΣ Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ο Ε Ξ Α Μ Η Ν Ο ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ Μάθημα 2Σ6 01 ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Ελένη ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΥ, Γρηγόρης ΚΑΥΚΑΛΑΣ Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ο Ε Ξ Α Μ Η Ν Ο 2 0 1 3-2014 1 Α. ΟΙΚΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΙΚΙΑ Δίκτυο οικισμών και

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Κατάλογος Εικόνων...XIII Κατάλογος Σχημάτων...XV Κατάλογος Πλαισίων...XIX Κατάλογος Πινάκων...XXII Βιβλιογραφικές Αναφορές...

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Κατάλογος Εικόνων...XIII Κατάλογος Σχημάτων...XV Κατάλογος Πλαισίων...XIX Κατάλογος Πινάκων...XXII Βιβλιογραφικές Αναφορές... ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Κατάλογος Εικόνων....XIII Κατάλογος Σχημάτων....XV Κατάλογος Πλαισίων....XIX Κατάλογος Πινάκων....XXII Βιβλιογραφικές Αναφορές.... XXIV Βιογραφικά Σημειώματα Συγγραφέων.... XXV Πρόλογος και

Διαβάστε περισσότερα

1η Ελληνο - Γαλλική & Διεθνής Συνάντηση, SD-MED:

1η Ελληνο - Γαλλική & Διεθνής Συνάντηση, SD-MED: Ε ΘΝΙΚΟ Μ ΕΤΣΟΒΙΟ Π ΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ & ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ & ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ 1η Ελληνο - Γαλλική & Διεθνής Συνάντηση, SD-MED: «Πολιτικές χωρικού σχεδιασμού και διευθέτησης

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ 5.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στο πλαίσιο της παρούσας μελέτης, εξετάστηκαν τρεις (3) εναλλακτικές δυνατότητες ως προς τη χωρική οργάνωση της Δ.Ε. Λάρισας. Αυτές οι τρεις (3) εναλλακτικές

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 6 η Διάλεξη Β. Διάγνωση της υπάρχουσας κατάστασης Οικιστική ανάπτυξη και Κατοικία Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 6 η Διάλεξη Β. Διάγνωση της υπάρχουσας κατάστασης Οικιστική ανάπτυξη και Κατοικία Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική ομάδα: Ελένη Ανδρικοπούλου, Γρηγόρης Καυκαλάς 6 η Διάλεξη Β. Διάγνωση της υπάρχουσας κατάστασης Οικιστική ανάπτυξη και Κατοικία

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΣΤΑΔΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ. ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ : ανέπτυξε ένα πρότυπο σύμφωνα με το οποίο διέκρινε 5 στάδια οικονομικής ανάπτυξης, από τα οποία υποστήριξε

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος 15

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος 15 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος 15 1 ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ: ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΝΑΛΥΣΗΣ 17 1.1 Διαστάσεις και παράμετροι διαμόρφωσης των χαρακτηριστικών της τουριστικής ανάπτυξης 17 1.1.1 Χαρακτηριστικά

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟΣ Εφοδιαστική Αλυσίδα (Logistics)

ΤΟΣ Εφοδιαστική Αλυσίδα (Logistics) ΕΠΑνΕΚ 2014-2020 ΤΟΣ Εφοδιαστική Αλυσίδα (Logistics) Τομεακό Σχέδιο Αθήνα, 03.04.2014 Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί μια σύνθεση των απόψεων που μέχρι τώρα διατυπώθηκαν από Υπηρεσίες, Κοινωνικούς Εταίρους

Διαβάστε περισσότερα

Η πόλη και οι λειτουργίες της.

Η πόλη και οι λειτουργίες της. Η πόλη και οι λειτουργίες της. Η έννοια του οικισµού. Τον αστικό χώρο χαρακτηρίζουν τα εξής δύο κύρια στοιχεία: 1. Το «κέλυφος», το οποίο αποτελείται από οικοδομικούς όγκους και τεχνικό εξοπλισμό συσσωρευμένους

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ» ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η ΧΩΡΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ Ι. ΤΑ ΚΡΙΣΙΜΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ Οι κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές επηρεάζουν τον χώρο. Ο Χώρος

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΑΖΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΦΥΣΗ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΣΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΧΩΡΟ

ΣΧΕΔΙΑΖΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΦΥΣΗ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΣΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΧΩΡΟ ΣΧΕΔΙΑΖΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΦΥΣΗ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΣΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΧΩΡΟ Το φαινόμενο της αστικής εξάπλωσης και η συνακόλουθη μείωση των φυσικών περιβαλλοντικών ενοτήτων -

Διαβάστε περισσότερα

ένα αειφόρο πρότυπο Ήβη Νανοπούλου Αρχιτέκτων - Διευθύνων σύμβουλος ΘΥΜΙΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΑΕΜ

ένα αειφόρο πρότυπο Ήβη Νανοπούλου Αρχιτέκτων - Διευθύνων σύμβουλος ΘΥΜΙΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΑΕΜ Η πόλη ως καταλύτης για ένα αειφόρο πρότυπο ανάπτυξης Ήβη Νανοπούλου Αρχιτέκτων - Διευθύνων σύμβουλος ΘΥΜΙΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΑΕΜ Διαπιστώσεις Πού ζούμε ; Ο χάρτης αναπαριστά τη συγκέντρωση πληθυσμού

Διαβάστε περισσότερα

Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών Σπουδές στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ, ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ. 4η Γραπτή Εργασία Ακαδημαϊκού Έτους

Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών Σπουδές στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ, ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ. 4η Γραπτή Εργασία Ακαδημαϊκού Έτους Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών Σπουδές στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ, ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΥΛΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ 4η Γραπτή Εργασία Ακαδημαϊκού Έτους 2010-2011 Φοιτητής : Λιούμπας Ανδρέας

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΣΤΡΑΣ. Ζητήματα ανάπτυξης: παραγωγικές προοπτικές και προστασία των φυσικών πόρων

ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΣΤΡΑΣ. Ζητήματα ανάπτυξης: παραγωγικές προοπτικές και προστασία των φυσικών πόρων ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΣΤΡΑΣ Ζητήματα ανάπτυξης: παραγωγικές προοπτικές και προστασία των φυσικών πόρων 1 Η «σύγχρονη» έννοια της ανάπτυξης Στηρίζεται στην βασική παραδοχή της αειφορίας, που επιτάσεις την στενή σχέση

Διαβάστε περισσότερα

Συνεργασίες με τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη. Ερευνητικά προγράμματα Ε.Μ.Π. για την. Ερευνητικό πρόγραμμα Ε.Μ.Π. για ένα. Αθήνας Αττικής (δεκαετία 2000)

Συνεργασίες με τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη. Ερευνητικά προγράμματα Ε.Μ.Π. για την. Ερευνητικό πρόγραμμα Ε.Μ.Π. για ένα. Αθήνας Αττικής (δεκαετία 2000) Ημερίδα Τ.Ε.Ε. / 11 Φεβρουαρίου 2010 Λουδοβίκος Κ. Βασενχόβεν Ομότιμος Καθηγητής Ε.Μ.Π. Συνεργασίες με τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη Ερευνητικά προγράμματα Ε.Μ.Π. για την περιοχή του Ελαιώνα (δεκαετία του 1990)

Διαβάστε περισσότερα

Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Πολεοδοµίας και Χωροταξίας Ακαδ. Έτος 2004-2005

Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Πολεοδοµίας και Χωροταξίας Ακαδ. Έτος 2004-2005 Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Πολεοδοµίας και Χωροταξίας Ακαδ. Έτος 2004-2005 Περίληψη Εργασίας του µαθήµατος: Σύγχρονες πρακτικές του σχεδιασµού και δυναµική των χωρικών δοµών και

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΚΑΙ Η ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ

ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΚΑΙ Η ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ Οι πόλεις δεν έχουν το ίδιο μέγεθος, αλλά όσο αυξάνεται ο πληθυσμός των πόλεων τόσο μειώνεται ο αριθμός τους. Οι οικισμοί βρίσκονται σε συνεχείς σχέσεις αλληλεξάρτησης, οι οποίες μεταβάλλονται με το χρόνο

Διαβάστε περισσότερα

Διαμόρφωση ολοκληρωμένου πλαισίου δεικτών για την παρακολούθηση (monitoring) της εξέλιξης των οικιστικών δικτύων

Διαμόρφωση ολοκληρωμένου πλαισίου δεικτών για την παρακολούθηση (monitoring) της εξέλιξης των οικιστικών δικτύων Διαμόρφωση ολοκληρωμένου πλαισίου δεικτών για την παρακολούθηση (monitoring) της εξέλιξης των οικιστικών δικτύων Καραΐσκος Περικλής Υποψήφιος Διδάκτορας ΣΑΤΜ/ΕΜΠ Msc Γεωπληροφορικής Επιστημονικά - Γνωστικά

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ 7 ο ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2011-2012 ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ: ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ Σ. ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ-ΚΟΛΩΝΙΑ, ΛΕΚΤΟΡΑΣ

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρίες Πολεοδομικού Σχεδιασμού. 4 ο Μάθημα Πολεοδομικός Σχεδιασμός και Χρήσεις Γης

Θεωρίες Πολεοδομικού Σχεδιασμού. 4 ο Μάθημα Πολεοδομικός Σχεδιασμός και Χρήσεις Γης ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική ομάδα: Ελένη Ανδρικοπούλου, Γρηγόρης Καυκαλάς 4 ο Μάθημα Πολεοδομικός Σχεδιασμός και Χρήσεις Γης Εισήγηση: Δρ. Αθηνά Γιαννακού,

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 10 η Διάλεξη Όραμα βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 10 η Διάλεξη Όραμα βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική ομάδα: Ελένη Ανδρικοπούλου, Γρηγόρης Καυκαλάς 10 η Διάλεξη Όραμα βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου Άδειες

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την εφαρμογή προγραμμάτων αστικής αναγέννησης. Προτάσεις για το μέλλον

Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την εφαρμογή προγραμμάτων αστικής αναγέννησης. Προτάσεις για το μέλλον Προγράμματα αστικής αναγέννησης και βιώσιμη ανάπτυξη. Ελληνικές και Βρετανικές εμπειρίες ΤΕΕ / ΤΚΜ ΣΕΜΠΧΠΑ Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την εφαρμογή προγραμμάτων αστικής αναγέννησης. Προτάσεις

Διαβάστε περισσότερα

Εργαλεία του Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΓΠΣ - ΣΧΟΟΑΠ

Εργαλεία του Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΓΠΣ - ΣΧΟΟΑΠ Εργαλεία του Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΓΠΣ - ΣΧΟΟΑΠ ΘΕΟ ΟΣΗΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Τοπ. Μηχ/κός Πολεοδόµος Προϊστάµενος Τµήµατος Σχεδιασµού Οργανισµού Ρυθµιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Αθήνας ΠΟΛΕΟ ΟΜΙΚΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Πρόλογος 14

Περιεχόμενα. Πρόλογος 14 Περιεχόμενα Πρόλογος 14 Κεφάλαιο 1 Ιστορική εξέλιξη των πόλεων 17 1.1 Ορισμός της πόλης και βασικές έννοιες.................... 17 1.2 Η εξέλιξη των πόλεων............................... 21 1.3 Βασικές

Διαβάστε περισσότερα

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΔΥΤΙΚΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΔΥΤΙΚΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Αθήνας ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΔΥΤΙΚΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ Επιστημονικός υπεύθυνος: καθ. Χ. Κοκκώσης Εργαστήριο Περιβάλλοντος και Χωρικού

Διαβάστε περισσότερα

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ (ΣΑΣ)

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ (ΣΑΣ) ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ (ΣΑΣ) Οργανωτικές Δομές ΑΣ Συστήματα που ανήκουν στο κράτος, το οποίο και τα διαχειρίζεται. Συστήματα που ανήκουν σε ιδιώτη, ο οποίος και τα διαχειρίζεται. Συστήματα

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑ ΕΞΑΜΗΝΟΥ: «Το φαινόµενο της αστικοποίησης στο ήµο Ζωγράφου» ΛΕΞΕΙΣ - ΚΛΕΙ ΙΑ: αστικοποίηση, φυσιογνωµία, µηχανισµοί, αλληλεπίδραση, υποβάθµιση

ΘΕΜΑ ΕΞΑΜΗΝΟΥ: «Το φαινόµενο της αστικοποίησης στο ήµο Ζωγράφου» ΛΕΞΕΙΣ - ΚΛΕΙ ΙΑ: αστικοποίηση, φυσιογνωµία, µηχανισµοί, αλληλεπίδραση, υποβάθµιση ΘΕΜΑ ΕΞΑΜΗΝΟΥ: «Το φαινόµενο της αστικοποίησης στο ήµο Ζωγράφου» ΕΚΠΟΝΗΣΗ: ηµήτριος Στουρνάρας ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: Σοφία Αυγερινού Κολώνια ΑΘΗΝΑ, ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2006 ΛΕΞΕΙΣ - ΚΛΕΙ ΙΑ: αστικοποίηση, φυσιογνωµία,

Διαβάστε περισσότερα

NEO ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕ ΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ:

NEO ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕ ΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ: NEO ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕ ΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ: ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ, ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ Πάνος Σταθακόπουλος Πρόεδρος Οργανισµού Θεσσαλονίκης, Καθηγητής Πολεοδοµίας Α.Π.Θ. ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕ ΙΟ Τι είναι ένα Ρυθµιστικό

Διαβάστε περισσότερα

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Ι. ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ; Η πορεία που πρέπει να ακολουθηθεί για την πραγματοποίηση των αντικειμενικών

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑ ΕΞΑΜΗΝΟΥ «Το φαινόμενο της αστικοποίησης στο Δήμο Ζωγράφου»

ΘΕΜΑ ΕΞΑΜΗΝΟΥ «Το φαινόμενο της αστικοποίησης στο Δήμο Ζωγράφου» ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Δ.Π.Μ.Σ. «ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ» ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: «ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ-ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ» ΜΑΘΗΜΑ: «ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

«Ολοκληρωμένες πολιτικές διαχείρισης της αστικής ανάπτυξης και αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής».

«Ολοκληρωμένες πολιτικές διαχείρισης της αστικής ανάπτυξης και αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής». «Ολοκληρωμένες πολιτικές διαχείρισης της αστικής ανάπτυξης και αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής». Mάρω Ευαγγελίδου. Αρχιτέκτων - Πολεοδόμος/ Χωροτάκτης Αθήνα 21.11.13 Περιφέρεια Αττικής Ημερίδα με θέμα:

Διαβάστε περισσότερα

Άνθρωπος και δοµηµένο περιβάλλον

Άνθρωπος και δοµηµένο περιβάλλον ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Άνθρωπος και δοµηµένο περιβάλλον Α. Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής Επιλέξετε τη σωστή από τις παρακάτω προτάσεις, θέτοντάς την σε κύκλο. 1. Το περιβάλλον γίνεται ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΕΣ α) όταν µέσα

Διαβάστε περισσότερα

Εργαλεία του Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΓΠΣ - ΣΧΟΟΑΠ

Εργαλεία του Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΓΠΣ - ΣΧΟΟΑΠ Εργαλεία του Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΓΠΣ - ΣΧΟΟΑΠ Θ. ΨΥΧΟΓΙΟΣ Τοπ. Μηχ/κός Πολεοδόµος Προϊστάµενος Τµήµατος Σχεδιασµού Οργανισµού Ρυθµιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Αθήνας ΕΠΙΠΕ Α ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Η Μελέτη Περίπτωσης για τη Σύρο: Υλοποιημένες δράσεις και η επιθυμητή συμβολή φορέων του νησιού

Η Μελέτη Περίπτωσης για τη Σύρο: Υλοποιημένες δράσεις και η επιθυμητή συμβολή φορέων του νησιού Κείμενο εργασίας στα πλαίσια του ερευνητικού έργου WASSERMed Η Μελέτη Περίπτωσης για τη Σύρο: Υλοποιημένες δράσεις και η επιθυμητή συμβολή φορέων του νησιού Σχολή Χημικών Μηχανικών ΕΜΠ Μονάδα Διαχείρισης

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ 7 ο ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2011-2012 ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ: ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ Σ. ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ-ΚΟΛΩΝΙΑ, ΛΕΚΤΟΡΑΣ

Διαβάστε περισσότερα

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο ΣΧΟΛΗ Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ω Ν Μ Η Χ Α Ν Ι Κ Ω Ν Τ Ο Μ Ε Α Σ Π Ο Λ Ε Ο Δ Ο Μ Ι Α Σ Κ Α Ι Χ Ω Ρ Ο Τ Α Ξ Ι Α Σ Πατησίων 42, 10682 Αθήνα τηλ. 30(1) 772 3818

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ ΣΤΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ

ΣΧΕΔΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ ΣΤΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΚΕΦ. 1 Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ "ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ" ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΧΩΡΟ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΞΗ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ JESSICA ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΕΣΠΑ 2014-2020 Τρεις κυρίαρχες

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ Εκτός από το γεγονός ότι όπως και αποδείχθηκε από την προηγούµενη οικονοµική ανάλυση η λειτουργία του ΒΙΟΠΑ Πτολεµαΐδας, αναµένεται να είναι οικονοµικά

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική ομάδα: Ελένη Ανδρικοπούλου, Γρηγόρης Καυκαλάς 1η Διάλεξη Α. Τέσσερα Σχέδια για τη Θεσσαλονίκη Χωροταξική Μελέτη (1966-1968)

Διαβάστε περισσότερα

Περίληψη Διδακτορικής Διατριβής ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Τμήμα Περιβάλλοντος. Ευστράτιος Γιαννούλης

Περίληψη Διδακτορικής Διατριβής ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Τμήμα Περιβάλλοντος. Ευστράτιος Γιαννούλης Μοντελοποίηση και βελτιστοποίηση του ενεργειακού συστήματος με την χρήση κατανεμημένης παραγωγής και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. H τεχνολογική διάσταση Περίληψη Διδακτορικής Διατριβής ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 2014-2019 Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ 90 ΕΝΟΤΗΤΑ 1: ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Με την ολοκλήρωση της Α φάσης του Επιχειρησιακού Προγράμματος

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την. Προτάσεις για το μέλλον

Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την. Προτάσεις για το μέλλον Προγράμματα αστικής αναγέννησης και βιώσιμη ανάπτυξη. Ελληνικές και Βρετανικές εμπειρίες ΤΕΕ / ΤΚΜ ΣΕΜΠΧΠΑ Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την εφαρμογή προγραμμάτων αστικής αναγέννησης. Προτάσεις

Διαβάστε περισσότερα

στον αστικό ιστό Το παράδειγμα του Δήμου Αρτέμιδος Αττικής» ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Ι. ΠΟΛΥΖΟΣ, Τζ. ΚΟΣΜΑΚΗ, Σ. ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗ Αθήνα, Μάρτιος 2009

στον αστικό ιστό Το παράδειγμα του Δήμου Αρτέμιδος Αττικής» ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Ι. ΠΟΛΥΖΟΣ, Τζ. ΚΟΣΜΑΚΗ, Σ. ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗ Αθήνα, Μάρτιος 2009 ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΔΠΜΣ: Αρχιτεκτονική - Σχεδιασμός του Χώρου Κατεύθυνση: Πολεοδομία Χωροταξία Μάθημα:Περιβαλλοντικές συνιστώσες του σχεδιασμού και της οικιστικής

Διαβάστε περισσότερα

ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α Όλγα Ιακωβίδου, Καθηγήτρια ΑΠΘ Τµήµα Γεωπονίας, Τοµέας Αγροτικής Οικονοµίας Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης e-mail:olg@agro.auth.gr Ο αγροτουρισµός,

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΣΒΑΚ) ΔΗΜΟΥ ΛΕΡΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΣΒΑΚ) ΔΗΜΟΥ ΛΕΡΟΥ ΣΧΕΔΙΟ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΣΒΑΚ) ΔΗΜΟΥ ΛΕΡΟΥ ΔΗΜΟΣ ΛΕΡΟΥ 03/10/2018 VMC TEXNIKH E.E. Νηρέως 10 Π.Φάληρο 17561 τηλ:(210)9854850 fax.:(210)9858929 email: info@vmconsulting.gr www.vmconsulting.gr

Διαβάστε περισσότερα

Ομιλία του Βασίλειου Ν. Μαγγίνα Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας

Ομιλία του Βασίλειου Ν. Μαγγίνα Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας 1 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ EMBARGO 19-5-07 (11:00 pm) Ομιλία Υπουργού Παρασκευή,18.05.2007 Ομιλία του Βασίλειου Ν. Μαγγίνα Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας

Διαβάστε περισσότερα

Ολοκληρωμένων Χωρικών Επενδύσεων στην Περιφέρεια Αττικής

Ολοκληρωμένων Χωρικών Επενδύσεων στην Περιφέρεια Αττικής ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΣΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Σύμβουλοι Εξειδίκευσης Ολοκληρωμένων Χωρικών Επενδύσεων (ΟΧΕ) του ΠΕΠ ΑΤΤΙΚΗΣ 2014-2020 Στρατηγική Ολοκληρωμένων

Διαβάστε περισσότερα

Πλαίσια Χωρικού Σχεδιασµού στον Ευρωπαϊκό και Ελληνικό χώρο: πολιτικές και θεσµοί Αθηνά Γιαννακού ρ. Χωροτάκτης-Πολεοδόµος (M.Sc.&Ph.D.

Πλαίσια Χωρικού Σχεδιασµού στον Ευρωπαϊκό και Ελληνικό χώρο: πολιτικές και θεσµοί Αθηνά Γιαννακού ρ. Χωροτάκτης-Πολεοδόµος (M.Sc.&Ph.D. Πλαίσια Χωρικού Σχεδιασµού στον Ευρωπαϊκό και Ελληνικό χώρο: πολιτικές και θεσµοί Αθηνά Γιαννακού ρ. Χωροτάκτης-Πολεοδόµος (M.Sc.&Ph.D. LSE) ΜΕΡΟΣ 2 To πλαίσιο του χωρικού σχεδιασµού στην Ελλάδα Το κανονιστικό

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ERSA

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ERSA ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ERSA ΜΕΛΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ (RSAI, ERSA) Οικονομική Κρίση και Πολιτικές Ανάπτυξης και Συνοχής 10ο Τακτικό Επιστημονικό

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ. Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ. Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 2014-2019 Δήμος Σοφάδων ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ 79 ΕΝΤΥΠΟ ΕΠ_08: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ 2.1. ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΣΟΦΑΔΩΝ Ο Δήμος Σοφάδων, όπως διαμορφώθηκε μετά

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ (ΕΠΙ ΤΗΣ Β ΦΑΣΗΣ - Β1 ΣΤΑΔΙΟΥ ΤΟΥ Γ.Π. Σ. ΔΗΜΟΥ ΣΥΚΙΩΝΙΩΝ)

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ (ΕΠΙ ΤΗΣ Β ΦΑΣΗΣ - Β1 ΣΤΑΔΙΟΥ ΤΟΥ Γ.Π. Σ. ΔΗΜΟΥ ΣΥΚΙΩΝΙΩΝ) ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΔΗΜΟ ΣΙΚΥΩΝΙΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ Κ. ΔΗΜΑΡΧΟ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ (ΕΠΙ ΤΗΣ Β ΦΑΣΗΣ - Β1 ΣΤΑΔΙΟΥ ΤΟΥ Γ.Π. Σ. ΔΗΜΟΥ ΣΥΚΙΩΝΙΩΝ) ΤΩΝ ΣΙΚΥΩΝΙΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ Σε σχέση με την πρόταση του μελετητή

Διαβάστε περισσότερα

Μαρία Ν. Σκιαδά & Γιώργος Ν. Φώτης

Μαρία Ν. Σκιαδά & Γιώργος Ν. Φώτης «Υπολογιστική προσομοίωση της μελλοντικής αστικής επέκτασης με χρήση Κυψελοειδών Αυτομάτων και GIS: Εφαρμογή του υποδείγματος SLEUΤH στην ανατολική Αττική» Μαρία Ν. Σκιαδά & Γιώργος Ν. Φώτης Τομέας Γεωγραφίας

Διαβάστε περισσότερα

Τα πρότυπα ανάπτυξης των πόλεων στην Ελλάδα

Τα πρότυπα ανάπτυξης των πόλεων στην Ελλάδα Τα πρότυπα ανάπτυξης των πόλεων στην Ελλάδα Η ουσιαστική ανάπτυξη των πόλεων στην Ελλάδα άρχισε από τις αρχές της δεκαετίας του 50. Ενωρίτερα της περιόδου αυτής οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες δεν ευνοούσαν

Διαβάστε περισσότερα

Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας. Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα

Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας. Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα Εισήγηση : Δημήτριος Ντοκόπουλος, Αρχιτέκτων - Πολεοδόμος "Από τον Ν.Δ. 17-7-23

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ Μέρος Α

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ Μέρος Α ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΜΟΝΙΜΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΜΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΊΝΑΙ: ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΗ ΔΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΜΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΊΝΑΙ: ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΗ ΔΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΜΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΊΝΑΙ: ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΗ ΔΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΝΤΩΝΑΡΑΚΗΣ ΘΩΜΑΣ ΔΙΑΛΙΑΤΣΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΛΕΩΠΑΣ ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΛΑΙ ΛΕΝΤΙΩΝ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ 2014-2020

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ 2014-2020 ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ 2014-2020 Οι νέοι κανόνες και η νομοθεσία που διέπουν τον επόμενο γύρο επένδυσης από την πολιτική συνοχής της ΕΕ για την περίοδο 2014-2020 υιοθετήθηκαν

Διαβάστε περισσότερα

Η εμπειρία του Παρατηρητηρίου της Εγνατίας Οδού

Η εμπειρία του Παρατηρητηρίου της Εγνατίας Οδού ΗΜΕΡΙΔΑ: «Παρατηρητήριο κοινωνικοοικονομικών μεγεθών και αστικών δεικτών Habitat», URBAN II Η Κομοτηνή στον 21ο αιώνα: Παρακολουθώντας το σήμερα Σχεδιάζοντας το αύριο B. Φούρκας Η εμπειρία του Παρατηρητηρίου

Διαβάστε περισσότερα

ΗΜΕΡΙΔΑ Σ.Ε.Γ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΓΕΩΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΗΜΕΡΙΔΑ Σ.Ε.Γ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΓΕΩΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Επιστημονικός Υπεύθυνος Έργου: Δρ Πέτρος Κουτσοβίτης Επιστημονικοί Συνεργάτες: Αμαλία Ρούφη Δρ Παύλος Τυρολόγου Υπόβαθρο Το έργο INTRAW είναι μέρος του προγράμματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ορίζοντας 2020

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΔΙΚΟ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΕΙΝΟΥΣ ΔΗΜΟΥΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

ΕΙΔΙΚΟ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΕΙΝΟΥΣ ΔΗΜΟΥΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΕΙΔΙΚΟ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΕΙΝΟΥΣ ΔΗΜΟΥΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Ράλλης Γκέκας Σύμβουλος ΚΕΔΕ Κόνιτσα, Σεπτέμβριος 2017 ΒΑΣΙΚΆ ΕΡΩΤΉΜΑΤΑ Γιατί είναι αναγκαία

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΕΛΕΝΗ ΜΑΙΣΤΡΟΥ 1 Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Θέματα διπλωματικών εργασιών έτους 2012-2013

Θέματα διπλωματικών εργασιών έτους 2012-2013 Θέματα διπλωματικών εργασιών έτους 2012-2013 Θέμα 1: Διασύνδεση μεταφορών μικρών και μεγάλων αποστάσεων Εισαγωγή Στη λευκή βίβλο «WHITE PAPER Roadmap to a Single European Transport Area Towards a competitive

Διαβάστε περισσότερα

Το δίκτυο των οικισμών της Ελλάδας.

Το δίκτυο των οικισμών της Ελλάδας. Το δίκτυο των οικισμών της Ελλάδας. Καταγραφή τάσεων και διαπίστωση προοπτικών. ΔΙΜΕΛΛΗ ΔΕΣΠΟΙΝΑ. Εντεταλμένη διδασκαλίας Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Πολυτεχνείου Κρήτης. Περίληψη Οι συνεχείς πληθυσμιακές

Διαβάστε περισσότερα

Η χωρική διασπορά και η θέση των οικισμών

Η χωρική διασπορά και η θέση των οικισμών Η χωρική διασπορά και η θέση των οικισμών Η κατανομή των πόλεων στο γεωγραφικό χώρο έχει ορισμένα χαρακτηριστικά Μέγεθος πόλεων Αριθμός πόλεων Σχέση αριθμού και μεγέθους πόλεων Κυρίαρχη πόλη 1 ο επίπεδο

Διαβάστε περισσότερα

Νότια Ευρώπη. Οικονομική Κρίση: Αγροτικές/αστικές ανισότητες, περιφερειακή σύγκλιση, φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός. Ελληνικά

Νότια Ευρώπη. Οικονομική Κρίση: Αγροτικές/αστικές ανισότητες, περιφερειακή σύγκλιση, φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός. Ελληνικά Νότια Ευρώπη Οικονομική Κρίση: Αγροτικές/αστικές ανισότητες, περιφερειακή σύγκλιση, φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός Η πρόσφατη οικονομική κρίση επηρέασε εκατομμύρια Ευρωπαίων πολιτών με πολλούς να χάνουν

Διαβάστε περισσότερα

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ. Αναστασία Στρατηγέα. Υπεύθυνη Μαθήματος

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ. Αναστασία Στρατηγέα. Υπεύθυνη Μαθήματος ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Πηγή: Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ & ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ & ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ & ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Διπλωματική Εργασία «Μελέτη αστικής εξάπλωσης στις Ευρωπαϊκές περιφέρειες βάσει νυχτερινών δορυφορικών εικόνων»

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΛΕΝΗ ΜΑΙΣΤΡΟΥ ΤΡΙΠΟΛΗ - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2016 1ο ερώτημα Γιατί και με ποιους όρους η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ενός

Διαβάστε περισσότερα

Περίγραμμα εισήγησης και παρουσίασης με βάση ερωτήσεις - απαντήσεις

Περίγραμμα εισήγησης και παρουσίασης με βάση ερωτήσεις - απαντήσεις Δρ ΒΑΣΙΛΗΣ ΦΟΥΡΚΑΣ, Τμηματάρχης Παρατηρητηρίου ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε. Τίτλος εισήγησης: Παρακολούθηση και αξιολόγηση των χωρικών επιδράσεων αυτοκινητόδρομων: η 1. Βασικά συμπεράσματα ως γενικές (χωρικές) επιδράσεις

Διαβάστε περισσότερα

Όνομα φοιτήτριας: Παπαστρατή Σοφία Αρχιτέκτων Μηχανικός Α.Π.Θ. Χειμερινό Εξάμηνο, Ακαδημαϊκό έτος

Όνομα φοιτήτριας: Παπαστρατή Σοφία Αρχιτέκτων Μηχανικός Α.Π.Θ. Χειμερινό Εξάμηνο, Ακαδημαϊκό έτος ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Β : ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ: Βιώσιμη πόλη. Η συνύπαρξη βαριάς βιομηχανίας-

Διαβάστε περισσότερα

Georgios Tsimtsiridis

Georgios Tsimtsiridis Sustainable Touristic Development in the Municipality of Almopia Georgios Tsimtsiridis Vice Mayor of Almopia Δήμος Αλμωπίας Βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη Η τουριστική ανάπτυξη σε οποιαδήποτε μορφή της προϋποθέτει

Διαβάστε περισσότερα

Η ενίσχυση της βιομηχανίας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής βιομηχανικής στρατηγικής ως προτεραιότητα για την ανάκαμψη της οικονομίας

Η ενίσχυση της βιομηχανίας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής βιομηχανικής στρατηγικής ως προτεραιότητα για την ανάκαμψη της οικονομίας Κοινή παρέμβαση ΣΕΒ - Ελληνικής Παραγωγής - Περιφερειακών Βιομηχανικών Συνδέσμων και Συνδέσμου Θεσσαλικών Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, για την θέσπιση εθνικού στόχου για τη μεταποίηση και την εναρμόνιση

Διαβάστε περισσότερα

Αστική διάχυση. Σελ. 1 ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ

Αστική διάχυση. Σελ. 1 ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ Αστική διάχυση Οι μεταβολές στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο συνεπάγονται μεταβολή στο μέγεθος και το χώρο κάθε πόλης δια μέσου της αστικής διάχυσης ή εξάπλωσης. Εκτός της εξάπλωσης μπορεί να υπάρξει

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ Αναγνώριση της περιοχής μελέτης Προβλήματα και ελλείψεις στην κυκλοφοριακή λειτουργία και τις μεταφορικές υποδομές Αυξημένος φόρτος διέλευσης

Διαβάστε περισσότερα

ΕΜΠ / ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ / ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ / ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2008

ΕΜΠ / ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ / ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ / ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2008 ΕΜΠ / ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ / ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ / ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2008 ΠΑΛΟΓΟΥ ΣΟΦΙΑ / ΧΑΛΚΙΔΑ _ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΣΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΜΕΤΩΠΟ / ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΕΣ : ΒΑΪΟΥ ΝΤΙΝΑ _ ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΤΟΥ ΑΛΕΚΑ «...Οι σημαντικότερες

Διαβάστε περισσότερα

Καθορίζω τις προσδοκίες και το όραμα της πόλης για το μέλλον ΙΜΕΤ/ΕΚΕΤΑ

Καθορίζω τις προσδοκίες και το όραμα της πόλης για το μέλλον ΙΜΕΤ/ΕΚΕΤΑ Καθορίζω τις προσδοκίες και το όραμα της πόλης για το μέλλον ΙΜΕΤ/ΕΚΕΤΑ ΒΗΜΑ 1 Ο : Κατανοώ που είμαι. Τάσεις Σημαντικός ο ρόλος του Δήμου Θεσσαλονίκης στο Μητροπολιτικό αστικό σύνολο του ΠΣΘ Πολυπληθέστερος

Διαβάστε περισσότερα

Η Έννοια της Εταιρικής Σχέσης & τα νέα Χρηματοδοτικά Εργαλεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

Η Έννοια της Εταιρικής Σχέσης & τα νέα Χρηματοδοτικά Εργαλεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης Η Έννοια της Εταιρικής Σχέσης & τα νέα Χρηματοδοτικά Εργαλεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης Δρ. Ράλλης Γκέκας Επιστημονικός Συνεργάτης ΚΕΔΕ Πρόγραμμα Επιμόρφωσης Δημάρχων & Δημοτικών Συμβούλων Πρόγραμμα Επιμόρφωσης

Διαβάστε περισσότερα

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 5: Η κοινωνική διάσταση της καινοτομίας ως μοχλός της αειφορίας Αφροδίτη Παπαδάκη-Κλαυδιανού Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική ομάδα: Ελένη Ανδρικοπούλου, Γρηγόρης Καυκαλάς 4 η Διάλεξη Α. Τέσσερα Σχέδια για τη Θεσσαλονίκη Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο (2008-2014)

Διαβάστε περισσότερα

«γεωγραφικές δυναμικές και σύγχρονοι μετασχηματισμοί του ελληνικού χώρου» σ. αυγερινού- κολώνια, ε. κλαμπατσέα, ε.χανιώτου ακαδημαϊκό έτος

«γεωγραφικές δυναμικές και σύγχρονοι μετασχηματισμοί του ελληνικού χώρου» σ. αυγερινού- κολώνια, ε. κλαμπατσέα, ε.χανιώτου ακαδημαϊκό έτος «γεωγραφικές δυναμικές και σύγχρονοι μετασχηματισμοί του ελληνικού χώρου» σ. αυγερινού- κολώνια, ε. κλαμπατσέα, ε.χανιώτου ακαδημαϊκό έτος 2009-2010 «ηοργανωμένηδόμησηστοελληνικόαστικότοπίο» φοιτήτρια:

Διαβάστε περισσότερα

ενεργειακό περιβάλλον

ενεργειακό περιβάλλον Προστατεύει το ενεργειακό περιβάλλον Αλλάζει τη ζωή μας www.epperaa.gr www.ypeka.gr Ε.Π. «Περιβάλλον και Αειφόρος Ανάπτυξη» 2007-2013 Το ΕΠΠΕΡΑΑ δημιουργεί ένα βιώσιμο Ενεργειακό Περιβάλλον βελτιώνει την

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ»

ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ» Ομάδα Εργασίας: Κόντου Χριστίνα, Λαζαρίδης Χριστόφορος, Μπουλταδάκη Άννα, Πάσχου Μαρία, Παυλίδου Ιωάννα, Τσιολάκη Φανή ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ» Η περιοχή μελέτης ανήκει

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Μακροχρόνια οικονομική μεγέθυνση Οι χώρες εμφανίζουν μεγέθυνση με πολύ

Διαβάστε περισσότερα

Οι συγκοινωνιακές προκλήσεις της Αστικής Σήραγγας Ηλιούπολης

Οι συγκοινωνιακές προκλήσεις της Αστικής Σήραγγας Ηλιούπολης Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Τομέας Μεταφορών και Συγκοινωνιακής Υποδομής Οι συγκοινωνιακές προκλήσεις της Αστικής Σήραγγας Ηλιούπολης Γ. Γιαννής, Καθηγητής ΕΜΠ Π. Παπαντωνίου,

Διαβάστε περισσότερα

οκ _ τόπους παρεμβάσεις τοπίου για την ανάδειξη του παραλιακού μετώπου του Ναυπλίου

οκ _ τόπους παρεμβάσεις τοπίου για την ανάδειξη του παραλιακού μετώπου του Ναυπλίου Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ε.Μ.Π. τομέας Ι _ αρχιτεκτονικών συνθέσεων Ιούλιος 2012 Σπουδαστική ομάδα _ Αγαπητού-Κυρίτση Αλεξάνδρα-Νιόβη Χουντάλα Παναγιώτα Επιβλέποντες καθηγητές _ Καρβουντζή Βαλεντίνη

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ- ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ- ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ- ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟ 5 ο Ακαδημαϊκό έτος 2016-2017 ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Διαβάστε περισσότερα

Η Περιφερειακή Επιστήμη.

Η Περιφερειακή Επιστήμη. VII. Η ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ Η Περιφερειακή Επιστήμη. Τι είναι; Τι την συνέθεσε; ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οι δυνατότητες της περιφερειακής οικονομικής ανάλυσης είναι περιορισμένες. Η φύση των προβλημάτων

Διαβάστε περισσότερα

Η παραθεριστική κατοικία. στην Ελλάδα

Η παραθεριστική κατοικία. στην Ελλάδα 1 Η παραθεριστική κατοικία Λόγοι ανάπτυξης: Οικογενειακοί δεσμοί. στην Ελλάδα Κοινωνικοί φιλικοί δεσμοί. Ανάγκη εύκολης και οικονομικής εργασιακής ανάπαυλας και τουριστικής χαλάρωσης. Επιθυμία οικείου

Διαβάστε περισσότερα

Αγαπητοί κύριοι συνάδελφοι,

Αγαπητοί κύριοι συνάδελφοι, Αγαπητοί κύριοι συνάδελφοι, Η Ελλάδα εκτιµούµε και τα στοιχεία το επιβεβαιώνουν- ότι αποτελεί ένα επιτυχηµένο παράδειγµα της Πολιτικής της Συνοχής της ΕΕ. Η επίπονη προσπάθεια σχεδόν δύο δεκαετιών συνέβαλε

Διαβάστε περισσότερα

Μέτρα και πολιτικές μείωσης των ατυχημάτων στο αστικό οδικό δίκτυο

Μέτρα και πολιτικές μείωσης των ατυχημάτων στο αστικό οδικό δίκτυο Σύλλογος Ελλήνων Συγκοινωνιολόγων Κυκλοφοριακά Θέματα Δήμων Λεκανοπεδίου Αττικής Αθήνα, 9 Φεβρουαρίου 2011 Μέτρα και πολιτικές μείωσης των ατυχημάτων στο αστικό οδικό δίκτυο Γιώργος Γιαννής, Αναπληρωτής

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΟΝΙΤΣΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΟΝΙΤΣΑΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΟΝΙΤΣΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΟΝΙΤΣΑΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΟΝΙΤΣΑΣ 2015-2019 ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ Τι είναι το Ε.Π. του Δήμου και ποιος είναι ο σκοπός του Το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα (Ε.Π.) είναι ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα που

Διαβάστε περισσότερα

THE ECONOMIST ΟΜΙΛΙΑ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΣΑΝΤΟΡΙΝΙΟΥ ALTERNATE MINISTER, MINISTRY OF MARITIME AFFAIRS AND INSULAR POLICY, GREECE

THE ECONOMIST ΟΜΙΛΙΑ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΣΑΝΤΟΡΙΝΙΟΥ ALTERNATE MINISTER, MINISTRY OF MARITIME AFFAIRS AND INSULAR POLICY, GREECE THE ECONOMIST ΟΜΙΛΙΑ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΣΑΝΤΟΡΙΝΙΟΥ ALTERNATE MINISTER, MINISTRY OF MARITIME AFFAIRS AND INSULAR POLICY, GREECE EASTMED INFRASTRUCTURE IN THE NEXT DECADE Is Greece on its way to becoming a major

Διαβάστε περισσότερα

Αξιολόγηση σεναρίου (1) Σενάριο 1: Μη παρέμβασης (do-nothing case)

Αξιολόγηση σεναρίου (1) Σενάριο 1: Μη παρέμβασης (do-nothing case) Αξιολόγηση σεναρίου (1) Σενάριο 1: Μη παρέμβασης (donothing case) Συνάφεια με τις κατευθύνσεις άλλων μορφών στρατηγικού σχεδιασμού Η υπάρχουσα κατάσταση έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον κεντρικό αναπτυξιακό

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομία. Η οικονομία του νομού Ιωαννίνων βασίζεται στην κτηνοτροφία, κυρίως μικρών ζώων, στη γεωργία και στα δάση. Η συμβολή της βιομηχανίας και

Οικονομία. Η οικονομία του νομού Ιωαννίνων βασίζεται στην κτηνοτροφία, κυρίως μικρών ζώων, στη γεωργία και στα δάση. Η συμβολή της βιομηχανίας και Οικονομία. Η οικονομία του νομού Ιωαννίνων βασίζεται στην κτηνοτροφία, κυρίως μικρών ζώων, στη γεωργία και στα δάση. Η συμβολή της βιομηχανίας και της βιοτεχνίας είναι αρκετά χαμηλή, παρότι είναι μεγαλύτερη

Διαβάστε περισσότερα

Αναπτύσσοντας ευκαιρίες για τη νεολαία/ Δημιουργώ- Επιχειρώ- Καινοτομώ 18.11.2010, Ινστιτούτο Νεολαίας, Αθήνα

Αναπτύσσοντας ευκαιρίες για τη νεολαία/ Δημιουργώ- Επιχειρώ- Καινοτομώ 18.11.2010, Ινστιτούτο Νεολαίας, Αθήνα Περιεχόμενα Υφιστάμενη Κατάσταση Αλεξάνδρεια Ζώνη Καινοτομίας (Α.Ζ.Κ.) Α.Ε. Συσσωρευμένη Κρίσιμη Μάζα Φορέων Καινοτομικής Επιχειρηματικότητας (Ζ.ΚΑΙ.Θ.) Χωροταξική Ανάπτυξη Βραχυπρόθεσμος και Μεσοπρόθεσμος

Διαβάστε περισσότερα