Συµβολή στην Ολοκαινική εξέλιξη της βόρειας ακτής του Αµβρακικού κόλπου µε βάση αναλύσεις αβαθών γεωτρήσεων

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Συµβολή στην Ολοκαινική εξέλιξη της βόρειας ακτής του Αµβρακικού κόλπου µε βάση αναλύσεις αβαθών γεωτρήσεων"

Transcript

1

2 Συµβολή στην Ολοκαινική εξέλιξη της βόρειας ακτής του Αµβρακικού κόλπου µε βάση αναλύσεις αβαθών γεωτρήσεων

3 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ Π.Μ.Σ. ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΟΛΟΚΑΙΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΑΚΤΗΣ ΤΟΥ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ ΜΕ ΒΑΣΗ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΑΒΑΘΩΝ ΓΕΩΤΡΗΣΕΩΝ Εργασία που υποβλήθηκε από την Χριστίνα Αγοργιανίτη ως µερική εκπλήρωση των απαιτήσεων για την απόκτηση ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΥ ΙΠΛΩΜΑΤΟΣ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ Εισηγητική Επιτροπή: Ιωάννης Κουκουβέλας, Αναπληρωτής Καθηγητής Τµήµατος Γεωλογίας, Επιβλέπων Λεωνίδας Σταµατόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τµήµατος Γεωλογίας, Μέλος Σωτήρης Κοκκάλας, Λέκτορας Τµήµατος Γεωλογίας, Μέλος εκτή: Ν. ηµόπουλος, ιευθυντής Μεταπτυχιακών Σπουδών Π. Γιαννούλης, Πρόεδρος Επιτροπής Μεταπτυχιακών Σπουδών Πάτρα, Απρίλιος 2007

4 Περίληψη Σκοπός της εργασίας είναι να σκιαγραφηθεί η παλαιογεωγραφική εξέλιξη στην ευρύτερη περιοχή του Αµβρακικού κόλπου και ιδιαίτερα στο δελταϊκό πεδίο των ποταµών Άρχθου και Λούρου. Η εργασία αυτή βασίσθηκε στην µελέτη παλαιοπεριβαλλόντων µε βάση την ανάλυσή τους σε αβαθείς γεωτρήσεις, στην καταγραφή ανθρώπινων δραστηριοτήτων, όπως π.χ. φράγµατα, τα οποία µεταβάλλουν τη γεωµορφολογία της περιοχής και σε ιστορικές πηγές και κείµενα αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Έτσι στην παρούσα εργασία συλλέχθηκαν δείγµατα ιζηµάτων από πυρήνες γεωτρήσεων που έγιναν στο χερσαίο τµήµα που διαχωρίζει τις λιµνοθάλασσες Τσουκαλιό και Λογαρού τον Μάρτιο του Τα δείγµατα των δύο γεωτρήσεων αναλύθηκαν ως προς την κοκκοµετρία τους, το περιεχόµενο σε οργανικό άνθρακα και ανθρακικό ασβέστιο. Επιπλέον στον πυρήνα LOG-02 πραγµατοποιήθηκαν γεωχηµικές αναλύσεις και παρατηρήσεις στο µικροσκόπιο. Χρησιµοποιήθηκαν σύγχρονες αναλυτικές µέθοδοι, όπως φθορισµός ακτίνων-χ, µικροσκοπική παρατήρηση, όργανο κοκκοµετρίας Sedigraph κ.α. Οι αναλύσεις έδειξαν ότι ο πυρήνας LOG-02 είναι περισσότερο αµµώδης από τον LOG-01. Το περιεχόµενο σε ανθρακικό ασβέστιο στον πυρήνα LOG-01 είναι υψηλότερο αυτού που καταγράφεται στον πυρήνα LOG-02. Η απουσία κελυφών στα δείγµατα της γεώτρησης LOG02, υποδηλώνουν αποθέσεις ποτάµιας προέλευσης. Εποµένως τα ανθρακικά είναι χερσογενούς προέλευσης. Τα γεωχηµικά αποτελέσµατα έδειξαν υψηλές συγκεντρώσεις Cr, και παρουσία οφιόλιθων. Με βάση αυτά θεωρείται ότι η θέση της LOG02 βρίσκεται πάνω σε παλαιότερη κύρια αύλακα του ποταµού Άραχθου. Στην θέση της γεώτρησης LOG01 ήταν έκδηλη η παρουσία κελυφών, γεγονός το οποίο επεξηγεί τα υψηλά ποσοστά ανθρακικών. Λαµβάνοντας υπόψη την δράση του ρήγµατος της Αµφιλοχίας στις ανατολικές ακτές του Αµβρακικού, θεωρείται ότι η βύθιση των ανατολικών ακτών του Αµβρακικού Κόλπου αποτελεί ίσως την κύρια αιτία µετατόπισης του Άραχθου προς τα ανατολικά. Τέλος, η οµοιότητα της γεώτρησης LOG01, µε τη γεώτρηση ΠΑΜ-7 του Τζιαβού (1993) επέτρεψε την χρονολογική ταύτισή τους, η οποία τελικά οδήγησε στον ποσοτικό προσδιορισµό ενός ενδεικτικού ρυθµού µετατόπισης της κοίτης του Άραχθου. Ο ποταµός µε βάση τα δεδοµένα αυτά φαίνεται να κινείται ανατολικά µε ταχύτατους ρυθµούς, της τάξης των 4 m/a. ΛΕΞΕΙΣ-ΚΛΕΙ ΙΑ: Αµβρακικός κόλπος, Άραχθος ποταµός, πυρήνες, γεωχηµεία, ιζηµατολογία, πρόσφατη εξέλιξη. Επιβλέπων Καθηγητής: Ιωάννης Κουκουβέλας Αναπληρωτής Καθηγητής

5 Abstract This study seeks to describe the condition that is in force, nowadays, around the territories of Amvrakikos Gulf and specifically around its alluvial field, listing observations and views of ancient Greeks, human activities and constructions. This man-made impact in the area alters its geomorphology, but also describing the indisputable ecologic value of the region. Sediment samples collected in March 2006, from the coastal environment between two adjacent lagoons, Tsoukalio and Logarou, were analysed for grain composition, organic carbon and calcium carbonate content, while core LOG-02 was also submitted to geochemical and microscope analysis. Modern analytical techniques were used, such as X-ray Fluorescence Spectroscopy, microscope observation, Sedigraph etc. Measurements show that the core LOG-02 contains a greater sand proportion than LOG-01. Calcium carbonate content in LOG-01 was found to be greater than that recorded for the core sampler LOG-02. The absence of shells in specimens from core LOG02, suggests riverine input. Therefore, the content of carbonate calcium has terrigenous origin. In combination with high Cr concentrations observed (presence of ophiolites), it indicates that LOG02 stands on an old river bed of Arachthos. During our expedition in site LOG01, the abundance of shells was quite evident. That explains adequately the high concentrations of carbonate calcium measured. Arachthos river is migrating towards the east, due to the subsidence of the eastern coast of Amvrakikos gulf caused by the Amphilochia fault-zone (coastal plain of Boukka). Finally, the resemblance of core LOG01 with core PAM-7 (Tziavos, 1993) allowed chronological identification, which then led to the quantification of Arachthos river bed transposition. The river seems to be moving east with a rate of 4000 mm/a. KEY WORDS: Amvrakikos gulf, Arachthos river, Louros river, core samples, geochemistry, sediment analysis, recent evolution. Supervisor: Ioannis Koukouvelas

6 Την Εργασία Μου Αφιερώνω Στον Πολυαγαπηµένο Μου Σύντροφο & Φίλο Μάριο, Στους υο Υπέροχους Γονείς Μου Και Σε Όλους Τους Ανθρώπους Που Κατάφεραν Να Πραγµατοποιήσουν Τα Όνειρα Που Έκαναν Ως Παιδιά... Ευχή ική Μου... Να Φανώ Το Ίδιο Άξια & Τυχερή

7 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σελίδα ΠΡΟΛΟΓΟΣ... v 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 1 Αντικείµενο µελέτης ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΕΥΡΥΤΕΡΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ Οριοθέτηση του συστήµατος Το γεωλογικό υπόβαθρο και η τεκτονική της περιοχής. Η επίδρασή τους στη διαµόρφωση του συστήµατος του Αµβρακικού Οι φυσιογραφικές (µορφολογικές) ενότητες του ευρύτερου συστήµατος του Αµβρακικού κόλπου Πεδινές περιοχές έλτα Οι λεκάνες απορροής των ποτάµιων και ποταµοχειµµαρικών συστηµάτων Η λεκάνη απορροής του ποταµού Λούρου Η λεκάνη απορροής του ποταµού Άραχθου Η λεκάνη απορροής του ποταµού Βουβού Οι λεκάνες των ποταµοχειµµαρικών συστηµάτων της νότιας περιοχής του Αµβρακικού κόλπου Τα λιµνοθαλάσσια συστήµατα του Αµβρακικού κόλπου Το θαλάσσιο σύστηµα του Αµβρακικού κόλπου Οι ακτές Η θαλάσσια λεκάνη Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΟ ΕΥΡΥΤΕΡΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ Η τροφοδοσία του συστήµατος σε ιζηµατογενή υλικά Η διευθέτηση των ιζηµατογενών συστατικών ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΣΕ ΙΖΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΧΩΣΙΓΕΝΟΥΣ ΕΛΤΑΪΚΟΥ ΠΕ ΙΟΥ ΤΟΥ Β.ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ Μέθοδοι εργασίας Εποπτική εικόνα των µεθόδων εργασίας Εργασίες πεδίου Εργαστηριακές αναλύσεις Μακροσκοπική περιγραφή Λήψη δειγµάτων από τους πυρήνες Κοκκοµετρικές αναλύσεις Προσδιορισµός κύριων στοιχείων και ιχνοστοιχείων µε τη µέθοδο φθορισµού ακτίνων Χ Προσδιορισµός ανθρακικών Προσδιορισµός οργανικού άνθρακα Αποτελέσµατα Μακροσκοπική περιγραφή πυρήνων Ιζηµατολογική ανάλυση πυρήνα LOG Ιζηµατολογική και γεωχηµική ανάλυση πυρήνα LOG Περιγραφή αδροµερούς φάσης στο διοφθάλµιο µικροσκόπιο 70

8 4.3. Συζήτηση Συµπεράσµατα Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΩΣ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΟΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΓΕΟΤΟΠΩΝ ΠΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ Ιστορικές µαρτυρίες Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της λεκάνης Σύγχρονη και πρόσφατη ιζηµατογένεση Ιζηµατογένεση στο δελταϊκό πεδίο Ιζηµατογένεση στην παράκτια ζώνη Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ ΩΣ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑ (ΓΕΩΤΟΠΩΝ, ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ, ΒΙΟΤΟΠΩΝ) ΟΙ ΑΠΕΙΛΕΣ ΠΟΥ ΕΧΕΤΑΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ Αξία Αµβρακικού Ανάπτυξη Το φράγµα Πουρναρίου Απειλές Ρύπανση του Άραχθου Ρύπανση του Λούρου Ρύπανση του κόλπου Ανάγκη προστασίας ΓΛΩΣΣΑΡΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΟΥΣ ΠΥΡΗΝΕΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙ ΓΕΩΧΗΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΠΥΡΗΝΑ LOG-02 ΙΧΝΟΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΚΥΡΙΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙI ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΥΡΗΝΩΝ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ

9 Πίνακας Περιεχόµενων Εικόνων Ε ι κ ό ν ε ς 1.1 Χάρτης Αµβρακικού κόλπου πάνω στην οποία σηµειώνονται οι θέσεις δειγµατοληψίας ( LOG-01, LOG-02) Χάρτης Ελλάδας στον οποίο τονίζεται µε έντονο περίγραµµα η περιοχή µελέτης Χάρτης µε τα τοπωνύµια της περιοχής του Αµβρακικού κόλπου (Τζιαβός, 1996) στον οποίο εµφανίζονται τα όρια της περιοχής µελέτης (µε κόκκινα τετράγωνα) Τµήµα της λεκάνης απορροής του ποταµού Λούρου και οι περιοχές τις οποίες διατρέχει Χάρτης στον οποίο παρουσιάζεται µε κίτρινο χρώµα η λεκάνη απορροής του ποταµού Λούρου Χάρτης στον οποίο εµφανίζονται οι θέσεις των λιµνοθαλασσών (Εικόνα από Τζιαβό (1996), επεξεργασµένη από Χ. Αγοργιανίτη) ορυφορική φωτογραφία Αµβρακικού κόλπου (Satellite image from NASA) Micromeritics SediGraph 5100 και MasterTech 51 δίσκος δειγµατοληψίας (Εργαστήρια Ιζηµατολογίας ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.) Γραφήµατα της κοκκοµετρίας, οργανικού άνθρακα και ανθρακικών του πυρήνα LOG-01A Γραφήµατα της κοκκοµετρίας, οργανικού άνθρακα και ανθρακικών του πυρήνα LOG-01B Γραφήµατα της κοκκοµετρίας, οργανικού άνθρακα και ανθρακικών του πυρήνα από την περιοχή πάνω από το Φράγµα Πουρναρίου Γραφήµατα της κοκκοµετρίας, οργανικού άνθρακα και ανθρακικών του πυρήνα LOG-02A Γραφήµατα της κοκκοµετρίας, οργανικού άνθρακα και ανθρακικών του πυρήνα LOG-02Β Φωτογραφία από τη µικροσκοπική παρατήρηση του δείγµατος 46 του πυρήνα LOG-02B Φωτογραφία από τη µικροσκοπική παρατήρηση του δείγµατος 45 του πυρήνα LOG-02B Φωτογραφία από τη µικροσκοπική παρατήρηση του δείγµατος 44 του πυρήνα LOG-02Β Φωτογραφία από τη µικροσκοπική παρατήρηση του δείγµατος 43 του πυρήνα LOG-02Β Φωτογραφία από τη µικροσκοπική παρατήρηση του δείγµατος 42 του πυρήνα LOG-02Β Φωτογραφία από τη µικροσκοπική παρατήρηση του δείγµατος 31 του πυρήνα LOG-02Β Φωτογραφία από τη µικροσκοπική παρατήρηση του δείγµατος 26 του πυρήνα LOG-02Α Φωτογραφία από τη µικροσκοπική παρατήρηση του δείγµατος 22 του πυρήνα LOG-02Α Φωτογραφία από τη µικροσκοπική παρατήρηση του δείγµατος 15 του πυρήνα LOG-02Α Φωτογραφία από τη µικροσκοπική παρατήρηση του δείγµατος 2 του πυρήνα LOG-02Α 71

10 Πίνακας Περιεχόµενων Σχηµάτων Σ χ ή µ α τ α 2.1 Χάρτης γεωτεκτονικών ενοτήτων της υτικής Ελλάδας (Monopolis- 2.2 Brumeton, 1981 από Τζιαβός, 1996). 6 Ιζηµατολογικές ενότητες στη λεκάνη απορροής του Αµβρακικού κόλπου (Τζιαβός, 1996) Γεωλογικός χάρτης ευρύτερης περιοχής κλίµακας 1: (ΙΓΜΕ, 1983) Στο σχήµα (α) εµφανίζονται οι τρεις κύριοι ποταµοί που εκβάλλουν στον Αµβρακικό κόλπο, ενώ στο (β) παρουσιάζεται η γεωλογία της περιοχής µελέτης (Kapsimalis et al., 2004) Τοπογραφικός χάρτης Αµβρακικού, πάνω στον οποίο σηµειώνεται µε πλαίσιο και αριθµό 1, η θέση της Μπούκκα στην οποία εντοπίζεται το ρήγµα της Αµφιλοχίας Γεωδυναµικός χάρτης Ελλάδος, στον οποίο διαφαίνονται τα σύνορα πλακών ενώ µε κόκκινο περίγραµµα υπογραµµίζεται το ρήγµα της Αµφιλοχίας (AmFZ) (Vött, 2007) Η εξέλιξη της στάθµης της θάλασσας στην περιοχή της Μπούκκα από το µέσο Ολόκαινο και ο ρυθµός ανύψωσης της θαλάσσιας στάθµης (Vött, 2007) Τριγωνική ταξινόµηση δελταϊκών µορφών (Galloway, 1975) Χάρτης του επιφανειακού υδρογραφικού δικτύου της ευρύτερης περιοχής του Αµβρακικού κόλπου (Τζιαβός, 1996) Χάρτης υδρολογικών ισοζύγιων των λεκανών Λούρου και Άραχθου του υδατικού διαµερίσµατος Ηπείρου (επεξεργασία εικόνας Χ.Αγοργιανίτη, 2007; Νικολάου, 2005) Τοπογραφία λεκάνης Άραχθου (Μιµίκου, Το έλτα του ποταµού Άραχθου (Μιµίκου, 2005) Χρήσεις γης στη λεκάνη του ποταµού Άραχθου (Μιµίκου, 2005) Εδαφικό κάλυµµα της απορροής του π.άραχθου (Μιµίκου, 2005) Φράγµα Πουρναρίου (1981) (Μιµίκου, 2005) Υδρολογικές συνιστώσες σε διάφορα τµήµατα της λεκάνης του Άραχθου (Μιµίκου, 2005) Στερεοαπορροή (tn/ha) στη λεκάνη του ποταµού Άραχθου(Μιµίκου, 2005) Βυθοµετρικός χάρτης Αµβρακικού κόλπου (Τζιαβός, 1996) α,β Απεικόνιση θέσεων γεώτρησης (LOG-01, LOG-02) στο χερσαίο τµήµα που διαχωρίζει τις λιµνοθάλασσες Λογαρού και Τσουκαλιό. Η απόσταση µεταξύ των δύο θέσεων δειγµατοληψίας υπολογίζεται περίπου στα 0,67 km (εικόνες από Google Earth) Σχηµατική απεικόνιση πυρήνα LOG Σχηµατική απεικόνιση πυρήνα LOG Κατανοµή των ιζηµάτων του πυρήνα LOG-01 στο τρίγωνο του Folk (1974) Κατανοµή των ιζηµάτων του πυρήνα LOG-02 στο τρίγωνο του Folk (1974) Κατανοµή Cr στον πυρήνα LOG02A, κανονικοποιηµένη ως προς το στοιχείο Zr (Παράρτηµα ΙΙ) Κατανοµή Cr στον πυρήνα LOG02Β, κανονικοποιηµένη ως προς το στοιχείο Zr (Παράρτηµα ΙΙ) Ποσοστιαία αναλογία CaCO 3 στους πυρήνες LOG-01A, LOG-01B, LOG- 02A, LOG-02B Ποσοστιαία αναλογία οργανικού άνθρακα στους πυρήνες LOG-01A, LOG-01B, LOG-02A, LOG-02B Χάρτης στον οποίο απεικονίζονται η θέση της γεώτρησης LOG01 και της γεώτρησης ΠΑΜ-7 καθώς και η µεταβολή της κοίτης του Άραχθου Απεικόνιση της παλαιο-γεωγραφικής εξέλιξης του Αµβρακικού κόλπου, όταν η στάθµη της θάλασσας βρισκόταν σε βάθος (a) 61m, (b) 53m, (c)

11 46m, (d) 38m κάτω από τη σηµερινή στάθµη (Καψιµάλης et al., 2004) Τοπογραφικός χάρτης βορειοδυτικής Ελλάδας µε υψόµετρο έως και 2.900m (Όλυµπος) (Meijninger, 2001) ελταϊκό πεδίο µεταξύ Λούρου και Άραχθου από αεροφωτογραφία του 1945 (Τζιαβός, 1996) Μεταβολή δελταϊκού πεδίου µεταξύ Λούρου και Άραχθου όπως φαίνεται από αεροφωτογραφία του 1985 (Τζιαβός, 1996) Επίκλυση απόσυρση (Τζιαβός, 1996) Εξέλιξη του νέου δέλτα του Άραχθου τα τελευταία 48 χρόνια (Τζιαβός, 1996) Καµπύλη επιβράδυνσης του ρυθµού ανάπτυξης του δέλτα του Άραχθου. Μετά την κατασκευή του φράγµατος Πουρναρίου το 1980, οι τιµές σχεδόν µηδενίζονται (Τζιαβός, 1996) Υδατικό ισοζύγιο τις περιόδους και (Μιµίκου, 2005) Γεωλογικό υπόβαθρο και στερεοαπορροή (Μιµίκου, 2005) Σύγκριση ακτογραµµής για τρεις διαφορετικές χρονικές περιόδους (η κόκκινη γραµµή αποδίδει το περίγραµµα της ακτογραµµής το 1960, η µπλέ γραµµή αποτυπώνει την ακτογραµµή το έτος 1985, ενώ η κίτρινη γραµµή παρουσιάζει την ίδια ακτογραµµή το έτος 1996) (Μιµίκου, 2005) Ποσοστό των επιχειρήσεων σε κάθε δραστηριότητα (Παραβάντης, 2002) Αντικρουόµενες επιδιώξεις κατά την εφαρµογή διαφορετικών πρακτικών (Μιµίκου, 2005) Πολυδιάστατες επιπτώσεις διατάραξης περιβαλλοντικού κύκλου (Sotiropoulos et al., 2001). 111

12 Πίνακας Περιεχόµενων Πινάκων Π ί ν α κ ε ς 2.1 Υδρολογικά ισοζύγια λεκανών υδατικού διαµερίσµατος Ηπείρου (Νικολάου, 2005) Συγκριτικά χαρακτηριστικά των ποταµών Λούρου και Άραχθου (Τζιαβός, 1996) Εκτάσεις λιµνοθαλασσών σε στρέµµατα (Τζιαβός, 1996) Εποπτική απεικόνιση των εργασιών που έγιναν για την ολοκλήρωση αυτής της διπλωµατικής εργασίας Θέσεις γεωτρήσεων α) Φωτογραφία πυρήνα LOG-01Α και αριθµός δειγµάτων που ελήφθησαν, στο Εργαστήριο Ιζηµατολογίας του Χαροκόπειου Πανεπιστήµιου, β) Φωτογραφία πυρήνα LOG-01B και αριθµός δειγµάτων που ελήφθησαν, γ) Φωτογραφία πυρήνα LOG-02Α και αριθµός δειγµάτων που ελήφθησαν, στο Εργαστήριο Ιζηµατολογίας του Χαροκόπειου Πανεπιστήµιου, δ) Φωτογραφία πυρήνα LOG-02B και αριθµός δειγµάτων που ελήφθησαν Κοκκοµετρία πυρήνα LOG Προφίλ κατανοµών κοκκοµετρικής σύστασης, ανθρακικών και οργανικού άνθρακα στον LOG01A Προφίλ κατανοµών κοκκοµετρικής σύστασης, ανθρακικών και οργανικού άνθρακα στον LOG01Β Κοκκοµετρία πυρήνα LOG Προφίλ κατανοµών κοκκοµετρικής σύστασης, ανθρακικών και οργανικού άνθρακα στον LOG02A Προφίλ κατανοµών κοκκοµετρικής σύστασης, ανθρακικών και οργανικού άνθρακα στον LOG02Β Προσδιορισµός συγκέντρωσης Cr στον πυρήνα LOG Αδροµερής φάση δειγµάτων τα οποία εξετάστηκαν στο µικροσκόπιο και τα βάθη στα οποία αυτά αντιστοιχούν Σύγκριση πυρήνων LOG-01 και LOG-02 ως προς τις ιζηµατολογικές παραµέτρους που εξετάστηκαν. Παρουσιάζονται οι µέσες τιµές των εξεταζόµενων παραµέτρων τόσο για τους 2 κύριους πυρήνες (LOG-01A, LOG-02A) όσο και για τους δύο συµπληρωµατικούς (LOG-01Β, LOG- 02Β) Ρυθµός αύξησης της γεωργικής γης, εις βάρος των βιοτόπων (Τζιαβός, 1996) Μέσες τιµές παροχών (m 3 /s) του ποταµού Άραχθου στο Πουρνάρι κατά την περίοδο (Μερτζάνης, 1997) Κυριώτερα σφαγεία και βιοµηχανίες πλησίον του ποταµού Λούρου (Κουσούρης et al., 1989) Συνολικό ηµερήσιο ρυπαντικό φορτίο στην λεκάνη απορροής του ποταµού Λούρου (Κουσούρης et al., 1989). 108

13 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η παρούσα µελέτη αφορά την ευρύτερη περιοχή του Αµβρακικού κόλπου, ένα πολύπλοκο και ιδιαίτερα σηµαντικό οικοσύστηµα της υτικής Ελλάδας, για την οποία µάλιστα σηµειώνεται µεγάλο επιστηµονικό ενδιαφέρον. Η παρούσα διπλωµατική επικεντρώνεται στο προσχωσιγενές πεδίο του Β. Αµβρακικού κόλπου, µε στόχο τη µελέτη της εξέλιξης του δελταϊκού συστήµατος του ποταµού Άραχθου από την άποψη της ιζηµατολογίας και γεωχηµείας και τον εντοπισµό περιβαλλοντικών αλλαγών που σηµειώνονται στην ευρύτερη περιοχή. Επίσης θα γίνει προσπάθεια να περιγραφούν ανθρωπογενείς δραστηριότητες που αναπτύσσονται και οι επιπτώσεις τους στην µορφολογία της περιοχής, µα και στην ποιότητα των υδάτων των ποταµών που εκβάλλουν στον Αµβρακικό κόλπο. Η διεκπεραίωσή της δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τη στήριξη του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ, το οποίο µου διέθεσε εργαστηριακό εξοπλισµό για τις γεωτρήσεις και τις εγκαταστάσεις του για τις εργαστηριακές αναλύσεις που ακολούθησαν. Στη συνέχεια θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Εισηγητή καθηγητή Ι. ΚΟΥΚΟΥΒΕΛΑ για την πλήρη ελευθερία επιλογών που µου παρείχε, για την ειλικρινή υποστήριξή του, µα κυρίως για τον τρόπο που κατάφερε να κάνει το µάθηµά του γοητευτικό και συναρπαστικό ακόµη και για τους φοιτητές χωρίς µεγάλο γεωλογικό υπόβαθρο. Θα ήθελα να ευχαριστήσω ακόµη τους Καθηγητές Λ. ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟ και Σ. ΚΟΚΚΑΛΑ, για τις χρήσιµες συµβουλές και εύστοχες παρατηρήσεις τους. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω τον ιευθυντή Ερευνών του ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. Χ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ, µε τον οποίο γνωριζόµαστε από το έτος 1999, όταν ως πρωτάκι διέβαινα για πρώτη φορά το µαγαζάκι µε τις µεγάλες τζαµαρίες, που τότε στέγαζε την πρώτη φουρνιά παιδιών του νεοϊδρυθέντος Τµήµατος «Επιστήµης της Θάλασσας». Τον ευχαριστώ για τη συµβολή του στην παρούσα διπλωµατική εργασία, καθώς και για τις καθοριστικές και πολύτιµες υποδείξεις που έκανε καθ όλα τα στάδια διεκπεραίωσής της. Αξίζει στο σηµείο αυτό να ευχαριστήσω θερµά δύο ακόµη ανθρώπους του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.), τις κυρίες Μ. ΤΑΞΙΑΡΧΗ (εργαστήριο Ιζηµατολογίας) και Γ. ΚΑΜΠΟΥΡΗ (εργαστήριο Ιζηµατοπαγίδων), οι οποίες µε καθοδηγούσαν ανελλειπώς κατά τη διάρκεια των επίπονων εργαστηριακών αναλύσεων. Τις ευχαριστώ επίσης για την φιλοξενία και για τον εργαστηριακό εξοπλισµό που µου διέθεσαν. Στο σηµείο αυτό και εφόσον φτάνω στον επίλογο των ευχαριστιών µου θα ήθελα να αναφερθώ στην οικογένειά µου, η οποία βρίσκεται πίσω από κάθε βήµα µου, µικρό ή µεγάλο, χειροκροτεί, αναθαρρύνει, εµψυχώνει, παρηγορεί και αναγνωρίζει τα µικρά κατορθώµατά µου. Θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τον πατέρα µου, Ε. ΑΓΟΡΓΙΑΝΙΤΗ, ο οποίος επί τρεις µήνες σηκωνόταν στις εφτά το πρωί για να µε πάει στην Ανάβυσσο (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.) και εκεί περίµενε καρτερικά µέχρι τις τρεις ή τέσσερις το µεσηµέρι πολλές φορές να τελειώσω, για να µε γυρίσει και πάλι σπίτι...

14 Τέλος θα ήθελα να ευχαριστήσω τον µεγαλύτερο και λαµπρότερο συµπαραστάτη στη ζωή µου, το µοναδικό µου φιλαράκι, συνάδελφο και σύντροφο, Μ. ΚΑΦΟΥΡΟ γιατί είναι πάντα κοντά µου... διότι όταν έγινα δεκτή στο ιατµηµατικό Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Σπουδών της Πάτρας άφησε το σπίτι του και µε ακολούθησε, µε συνόδευε στο Πανεπιστήµιο κάθε πρωί και το µεσηµέρι που τελείωνα ήταν ακόµη εκεί, µε έναν καφέ και µια εφηµερίδα στο χέρι να µου χαµογελά... Εκτός όλων όσων ήδη ανέφερα, τον ευχαριστώ διότι µε βοήθησε στην επεξεργασία και το σχεδιασµό εικόνων και σχηµάτων που παραθέτω. Χριστίνα Ε. Αγοργιανίτη

15 Κεφάλαιο 1 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Αντικείµενο µελέτης Η περιοχή µελέτης εντοπίζεται στη βορειοδυτική Ελλάδα, αναπτύσσεται σε µία έκταση 330 km 2 µεταξύ των πόλεων Πρέβεζας και Άρτας και καλύπτεται από δελταϊκές αποθέσεις των ποταµών Λούρου και Άραχθου. Εµπεριέχει µια ηµίκλειστη λεκάνη (Αµβρακικός κόλπος) και ένα λιµνοθαλάσσιο σύστηµα, το οποίο συνίσταται από είκοσι λιµνοθάλασσες (οι µεγαλύτερες σε έκταση είναι οι Ροδιά, Τσουκαλιό και Λογαρού), η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων βρίσκεται στις βόρειες ακτές του κόλπου. Ο κόλπος συνδέεται µε το Ιόνιο µέσω ενός στενού διαύλου στην περιοχή Ακτίου- Πρέβεζας (βάθους 4 m, πλάτους 600 m και µήκους 5 km). Η µικρή κυµατική δράση και η κυκλοφορία των θαλάσσιων µαζών που χαρακτηρίζουν τον Αµβρακικό, καθώς και η διαρκής τροφοδοσία του σε γλυκά νερά και ίζηµα, οδήγησαν στην ανάπτυξη ενός πολύπλοκου συστήµατος δελταϊκών σχηµατισµών και λιµνοθαλασσών. Το βάθος του κόλπου δεν ξεπερνά τα 60 m, ενώ το βάθος των λιµνοθαλασσών δεν ξεπερνά τα 3 µόλις m. Στον Αµβρακικό Κόλπο εκβάλλουν οι ποταµοί Άραχθος (µήκους 110 km) και Λούρος (µήκους 75 km) µε µέση ετήσια απορροή περί τα 70 m 3 /s (Albanis et al., 1995) και 19 m 3 /s αντίστοιχα. Η ποσότητα ιζήµατος που ένας ποταµός τροφοδοτεί τον παρακείµενο θαλάσσιο χώρο, εξαρτάται κυρίως από το ανάγλυφο της λεκάνης απορροής, τη γεωλογία, τις χρήσεις γης και τις κλιµατικές συνθήκες (Καψιµάλης et al., 2002). Η προσχωµατική δράση των δύο ποταµών Λούρου και Άραχθου διαφέρει αισθητά, αφού η στερεοπαροχή του Λούρου είναι µικρή, διότι διασχίζει υδροπερατά πετρώµατα ασβεστόλιθους και µεταφέρει κυρίως νερά πηγών (Τζιαβός, 1993), ενώ του Άραχθου είναι µεγαλύτερη, καθώς διατρέχει κυρίως στρώµατα φλύσχη, στον οποίο επικρατεί η επιφανειακή απορροή. Τα ποτάµια, όπως είναι ευρέως αποδεκτό, δέχονται το κύριο φορτίο οικιακών (περίπου κάτοικοι), γεωργικών (ζωικά απεκκρίµµατα, παρασιτοκτόνα, λιπάσµατα) και βιοµηχανικών (σφαγεία, εργοστάσια συσκευασίας κρέατος και ιχθύων, παρασκευής αναψυκτικών κ.α.) αποβλήτων της γύρω περιοχής. Η διαρκής υποβάθµιση των υγροτόπων του Αµβρακικού κόλπου, εξαιτίας κυρίως των πολλαπλών ανθρώπινων παρεµβάσεων τόσο στον κόλπο, όσο και στα ποτάµια που εκβάλλουν σε αυτόν, προξενούν αλλοίωση της ποιότητας του νερού, αυξηµένη αλατότητα, µεταβολή της στερεοπαροχής των ποταµών και µειωµένη κυκλοφορία των υδάτων στο εσωτερικό των λιµνοθαλασσών. Η κατασκευή φραγµάτων στις κοίτες των ποταµών επέφερε κατακράτηση του µεγαλύτερου µέρους των ποτάµιων ιζηµάτων και συνεπώς ανάσχεση της δελταϊκής προέλασης και προέλαση της ακτογραµµής.

16 Κεφάλαιο 1 Ο Αµβρακικός συγκεντρώνει το ενδιαφέρον πολλών µελετητών, διότι συνίσταται από πρόσφορες για υδατοκαλλιέργειες λιµνοθάλασσες και από αξιοθαύµαστη, αν και εύθραυστη πανίδα γλυκού νερού. Η περιοχή µελέτης καθίσταται ακόµη πιο ενδιαφέρουσα εξαιτίας των πρόσφατων κυβερνητικών σχεδίων, βάση των οποίων ο Αµβρακικός κόλπος θεσµοθετείται ως Εθνικό Πάρκο. Αρκετές ωκεανογραφικές-γεωλογικές µελέτες έχουν διεξαχθεί στην συγκεκριµένη περιοχή µελέτης τις τελευταίες δεκαετίες. Η παρούσα διπλωµατική εργασία προσπαθεί να συµβάλλει στη διερεύνηση των δυναµικών διεργασιών που καθορίζουν τη διαµόρφωση του φυσικού περιβάλλοντος της λεκάνης του Αµβρακικού κόλπου. Στόχος της εργασίας ήταν, ο εντοπισµός των περιβαλλοντικών αλλαγών στο σύστηµα των λιµνοθαλασσών και η συσχέτισή τους µε το ρόλο των ποταµών Λούρου και Άραχθου. Με βάση την καταγραφή των παλαιοπεριβαλλόντων περιγράφεται η εξέλιξη και διαµόρφωση της προσχωσιγενούς περιοχής, η διερεύνηση των περιοχών τροφοδοσίας των ιζηµάτων. Τέλος έγινε προσπάθεια να υπολογισθεί ποσοτικά η µετατόπιση της κοίτης του Άραχθου ποταµού. Ο σχεδιασµός του εγχειρήµατος αυτού βασίσθηκε στη λήψη δειγµάτων, από τέσσερις (4) γεωτρήσεις, δύο εκ των οποίων ήταν µέσου και δύο ήταν µικρού βάθους σε επιλεγµένες θέσεις, στο χερσαίο, οδικό περιβάλλον που ενώνει τις λιµνοθάλασσες Τσουκαλιό και Λογαρού. Οι θέσεις των γεωτρήσεων δείχνονται στο χάρτη που ακολουθεί µε την βοήθεια τετραγώνων, χρώµατος µπλέ (Εικόνα 1.1). Εικόνα 1.1: Χάρτης Αµβρακικού κόλπου πάνω στην οποία σηµειώνονται οι θέσεις δειγµατοληψία ς ( LOG-01, LOG-02).

17 Κεφάλαιο 1 Οι αναλύσεις των πυρήνων έγιναν κυρίως µε: Γεωλογικές µεθόδους περιγραφής των γεωτρήσεων στο δελταϊκό πεδίο της βόρειας ακτής του Αµβρακικού κόλπου, ήτοι χρώµα, σύσταση κλπ. Γεωχηµικές µεθόδους που περιλαµβάνουν ανάλυση και εξέταση των δειγµάτων σε κύρια στοιχεία και ιχνοστοιχεία, Παλαιοντολογικές µεθόδους οι οποίες συνίστανται από αναλύσεις µικροπανίδας στα ιζήµατα και βοηθούν την αναγνώριση του παλαιοπεριβάλλοντος, Γεωµορφολογικές παρατηρήσεις από τη µελέτη αεροφωτογραφιών διαφόρων χρονολογιών, µελέτη ιστορικών πηγών καθώς και από επιτόπια έρευνα. Τα ιζήµατα είναι σηµαντικοί φορείς ιχνοστοιχείων στον υδρολογικό κύκλο και γι αυτό µπορούν να αντικατοπτρίσουν την τρέχουσα ποιότητα του συστήµατος, αλλά και την ιστορική ανάπτυξη υδρολογικών και χηµικών παραµέτρων. Η προέλευση των ιχνοστοιχείων ποικίλλει. Τα λιθογενή στοιχεία προέρχονται κατευθείαν από τη λιθόσφαιρα, τα εδαφογενή προέρχονται επίσης από τη λιθόσφαιρα, αλλά η συγκέντρωσή τους στα στρώµατα του εδάφους ελέγχεται από εδαφογενετικές διαδικασίες, ενώ τα ανθρωπογενή είναι στοιχεία που επιβαρύνουν τα εδάφη, σαν άµεσο ή έµµεσο αποτέλεσµα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Κύριοι τροφοδότες ιχνοστοιχείων, σε περιοχές κλειστών κόλπων, θεωρούνται οι ποταµοί, οι οποίοι δέχονται διαφόρων ειδών απόβλητα, προερχόµενα από βιοµηχανικές και αστικές περιοχές ή και αρδευόµενες εκτάσεις, ωστόσο πηγές ιχνοστοιχείων µπορεί να αποτελούν και τα προϊόντα ανθρώπινων δραστηριοτήτων, τα οποία διοχετεύονται απ ευθείας στον αποδέκτη, όπως τα λύµατα αστικών περιοχών, οι λιµενικές δραστηριότητες, οι απορροές καλλιεργούµενων εκτάσεων κλπ. Αποτέλεσµα της αύξησης των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε µ ια περιοχή είναι η διατάραξη της φυσικής ισορροπίας των ιχνοστοιχείων µε δυσάρεστα επακόλουθα, δεδοµένου ότι ακόµη και τα απαραίτητα για τον άνθρωπο ιχνοστοιχεία, γίνονται τοξικά πάνω από µ ια ορισµένη συγκέντρωση. Η αποσάθρωση επίσης βραχωδών σχηµατισµών, η οποία προξενείται λόγω κλιµατικών, χηµικών ή οργανικών παραγόντων, προκαλεί µηχανική καταπόνηση και φθορά των πετρωµάτων ή χηµική εξαλλοίωση, διεργασία η οποία µ πορεί να τροφοδοτήσει το περιβάλλον µε ιχνοστοιχεία. Ο ι συγκεντρώσεις των ιχνοστοιχείων στα ιζήµατα αναµένεται να εµφανίζονται αυξηµένες κοντά στην πηγή ρύπανσης. Η ανάλυση ιζηµάτων δίνει µια αντιπροσωπευτική εικόνα της κατάστασης που επικρατεί σε µια περιοχή για µεγάλο χρονικό διάστηµα, ενώ η ανάλυση του θαλασσινού νερού δίδει µια πρόσκαιρη εικόνα, η οποία πιθανόν να οφείλεται σε στιγµιαία αίτια (Βουτσίνου-Ταλιαδούρη και Φραγκουδάκη, 1989). Για τους παραπάνω λόγους, η εξέταση από απόψεως περιεκτικότητας σε µέταλλα, ιζηµάτων ηµίκλειστων κόλπων σαν τον Αµβρακικό και των παρακείµενων λιµνοθαλασσών είναι σηµαντική και αξιόπιστη.

18 Κεφάλαιο 2 2. ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΕΥΡΥΤΕΡΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ 2.1. Οριοθέτηση του συστήµατος Το ευρύτερο σύστηµα του Αµβρακικού κόλπου εντοπίζεται στο κέντρο της δυτικής ηπειρωτικής Ελλάδας, µ εταξύ των περιφερειών Ηπείρου και Στερεάς Ελλάδας. Εικόνα 2.1: Χάρτης Ελλάδας στον οποίο τονίζεται µε έντονο περίγραµµα η περιοχή µελέτης. Η περιοχή έρευνας οριοθετείται δυτικά από τα υψώµατα Πρέβεζας-Αρχάγγελου, το Ζάλογγο και τα Θεσπρωτικά βουνά, βόρεια από το Ξεροβούνι, ανατολικά από τα υψώµατα Πρ. Ηλία και το Μακρυνόρος και νότια από τα Ακαρνανικά βουνά (Εικόνα 2.2).

19 α 2.2: Χάρτης µε τα τοπωνύµια της περιοχής του Αµβρακικού κόλπου (Τζιαβός, 1 Εικόν 996) στον οποίο εµφανίζονται τα όρια της περιοχής µελέτης (µε κόκκινα τετράγωνα).

20 Κεφάλαιο Το γεωλογικό υπόβαθρο και η τεκτονική της περιοχής. Η επίδρασή τους στη διαµόρφωση του συστήµατος του Αµβρακικού Ο Αµβρακικός κόλπος, µε τη σηµερινή του µορφή, είναι το αποτέλεσµα µιας µακροχρόνιας εξέλιξης. Η έντονη τεκτονική δραστηριότητα που χαρακτηρίζει την περιοχή, δηµιούργησε ένα βύθισµ α, το οποίο σταδιακά γέµιζε µε τις αποθέσεις των ποταµών Άραχθου και Λούρου. Η περιοχή του Αµβρακικού κόλπου και οι λεκάνες των ποταµών Λούρου και Άραχθου αναπτύσσονται στο δυτικό άκρο των Ελληνίδων οροσειρών. Το σύστηµα του Αµβρακικού κόλπου και των περιφερειακών λεκανών βρίσκεται κατά το µεγαλύτερο τµήµα του στην ισοπική ζώνη του Ιονίου (Σχήµα 2.1), ενώ το ανατολικό του τµήµα αναπτύσσεται στις ισοπικές ζώνες Γαβρόβου και Πίνδου.. Σχήµα 2.1: Χάρτης γεωτεκτονικών ενοτήτων της υτικής Ελλάδας (Monopolis-Brumeton, 1981 από Τζιαβό, 1996).

21 Κεφάλαιο 2 Οι γεωλογικοί σχηµατισµοί που αναγνωρίζονται στο υδατικό διαµέρισµα, όσον αφορά την υδροπερατότητα (Κ) που εµφανίζουν, µπορούν να διακριθούν σε: Ανθρακικά πετρώµατα (ασβεστόλιθοι και δολοµίτες, ανθρακικά λατυποπαγή ή κροκαλοπαγή) υδροπερατοί σχηµατισµοί, διαρρηγµένα καρστικοποιηµένα πετρώµατα, εντός των οποίων δηµιουργούνται καρστικοί υδροφόροι µεγάλης δυναµικότητας. Πετρώµατα του οφιολιθικού συµπλέγµατος της Πίνδου ηµιπερατοί σχηµατισµοί, διαρρηγµένα πετρώµατα εντός των οποίων αναπτύσσονται ασυνεχείς υδροφόροι, µικρής δυναµικότητας, µε εξαίρεση τις έντονα ρωγµατωµένες ζώνες (µέτριας δυναµικότητας υδροφόροι). Κοκκώδεις σχηµατισµοί νεογενούς ή τεταρτογενούς περιόδου (αλλουβιακές αποθέσεις, κορήµατα, άµµοι, αµµοχάλικα και κροκάλες ποικίλης σύστασης και διαβάθµισης) υδροπερατοί σχηµατισµοί, στους οποίους αναπτύσσονται εκτεταµένοι ή και ασυνεχείς υδροφόροι µεγάλης δυναµικότητας. Φλύσχης, µάργες, αργιλοµαργαϊκοί σχιστόλιθοι αδιαπέρατοι σχηµατισµοί, οι οποίοι δεν επιτρέπουν την διέλευση του νερού. Στους αδιαπέρατους σχηµατισµούς ανήκει και η σειρά των εβαποριτών (γύψοι και ορυκτό αλάτι).

22 Κεφάλαιο 2 Σχήµα 2.2: Ιζηµατολογικές ενότητες στη λεκάνη απορροής του Αµβρακικού κόλπου (Τζιαβός, 1996).

23 Κεφάλαιο 2 Σχήµα 2.3: Γεωλογικός χάρτης ευρύτερης περιοχής κλίµακας 1: (ΙΓΜΕ, 1983).

24 Κεφάλαιο 2 Σχήµα 2.4: Στο σχήµα (α) εµφανίζονται οι τρεις κύριοι ποταµοί που εκβάλλουν στον Αµβρακικό κόλπο, ενώ στο (β) παρουσιάζεται η γεωλογία της περιοχής µελέτης (Kapsimalis et al., 2004). Κατά τον Vött (2007), στην περιοχή της Μπούκας, η οποία εντοπίζεται στις νοτιοανατολικές ακτές του κόλπου του Αµβρακικού, το ρήγµα της Αµφιλοχίας (AmFZ, Amfilochia Fault Zone) φαίνεται να ευθύνεται σε σηµαντικό βαθµό για την µορφολογική εξέλιξη της ακτογραµµής, όσο και του κυρίως κόλπου. Η εν λόγω περιοχή χαρακτηρίζεται από ενεργή καθίζηση. Σύµφωνα µε αυτή την εργασία, οι ανατολικές ακτές του Αµβρακικού καθιζάνουν µε ταχύτητα 4,5 mm/a. Όσο για την στάθµη της θάλασσας υπολογίστηκε ότι το π.χ., η επιφάνειά της βρισκόταν 11,7 m χαµηλότερα από την σηµερινή, µέχρι το π.χ έφθασε τα 11 m πιο κάτω από την σηµερινή στάθµη, στα 7,10 m το π.χ., 5,05 m το π.χ., 3,35 m το 600 π.χ. και στη συνέχεια έφθασε στα σηµερινά επίπεδα. Ο ρυθµός ανύψωσης της θαλάσσιας στάθµης τα τελευταία χρόνια, βρέθηκε ότι φθάνει τα 1,3 m/ka.

25 Κεφάλαιο 2 Σχήµα 2.5: Τοπογραφικός χάρτης Αµβρακικού, πάνω στον οποίο σηµειώνεται µε πλαίσιο και αριθµό 1, η θέση της Μπούκκα στην οποία εντοπίζεται το ρήγµα της Αµφιλοχίας. Σχήµα 2.6: Γεωδυναµικός χάρτης Ελλάδος, στον οποίο διαφαίνονται τα σύνορα πλακών ενώ µε κόκκινο περίγραµµα υπογραµµίζεται το ρήγµα της Αµφιλοχίας (AmFZ) (Vött, 2007).

26 Κεφάλαιο 2 Σχή µα 2.7: Η εξέλιξη της στάθµης της θάλασσας στην περιοχή της Μπούκκα από το µέσο Ολόκαινο και ο ρυθµός ανύψωσης της θαλάσσιας στάθµης (Vött, 2007) Ο ι φυσιογραφικές (µορφολογικές) ενότητες του ευρύτερου συστήµατος του Αµβρακικού κόλπου Mελέτ η του Τζιαβού (1996), του Πανεπιστηµ ίου Αθηνών, διαχωρίζει την περιοχή µελέτης στις ακόλουθες γεωµορφολογικές ενότητες: A. Παράκτια ζώνη (µε τις ακόλουθες υποδιαιρέσεις): I. Πεδινές περιοχές II. Ποταµοί III. Λιµνοθάλασσες IV. έλτα Β. Κύριος κόλπος Πεδινές περιοχές Σ τις ανατολικές και νότιες ακτές του Αµβρακικού κόλπου, η απουσία ποταµών είναι απαγορευτικός παράγων για τη δηµιουργία εκτεταµένων πεδιάδων. Αντίθετα στο βόρειο τµήµα του Αµβρακικού αναπτύσσεται η εκτεταµένη πεδιάδα Άρτας- η οποία οφείλει τη δηµιουργία της, στη προσχωµατική δράση των Πρέβεζας, ποταµών Λούρου, Άραχθου και Βουβού. Οι ποταµοί Άραχθος και Λούρος διατρέχουν σήµερα την περιοχή στα όρια της φυσικής λεκάνης, που οριοθετείται ανατολικά από τον ασβεστολιθικό λόφο Βαλαώρα και δυτικά από τα Θεσπρωτικά υψώµατα του Ν. Πρεβέζης. Την πεδινή έκταση διακόπτει ο ασβεστολιθικός λόφος της Βίγλας, ο οποίος καθορίζει και τον επιφανειακό υδροκρίτη των λεκανών Λούρου και Άραχθου. Η έκταση της πεδιάδας που οριοθετείται από τους ποταµούς Λούρο και Άραχθο, µαζί µ ε την κοιλάδα του Βουβού και τα ιχθυοτροφεία φθάνει τα στρέµµατα (Τζιαβός, 1996).

27 Κεφάλαιο έλτα Ο ι βόρειες ακτές του Αµβρακικού κυριαρχούνται από την παρουσία παλαιών και νέων δελταϊκών σχηµατισµών, οι οποίοι συνέβαλαν καθοριστικά στη µορφολογία της περιοχής. Ένα δέλτα σχηµατίζεται από συσσώρευση ιζηµάτων εκεί όπου ο ποταµός συναντά τη θάλασσα Ο όγκος των ιζηµάτων αυτών και κατά συνέπεια η έκταση που καταλαµβάνει το δέλτα εξαρτάται, αφενός από τη δυνατότητα του ποταµού να διαθέσει ίζηµα, αφετέρου από την ικανότητα των παράκτιω ν διεργασιών (ρεύµατα, κύµατα) να µεταφέρουν µακριά από τις εκβολές το ίζηµα. ηλαδή, αν το προσφερόµενο υλικό είναι περισσότερο από αυτό που αποµακρύνεται µε την παράκτ ια µετακίνηση, τότε η συσσώρευση των ιζηµάτων και κατά συνέπεια η έκταση του δέλτα είναι µεγάλη. Στην αντίθετη περίπτωση ενδέχεται να µη σχηµατίζεται καθόλου δέλτα. Τα σηµ ερινά δέλτα είναι σχετικά πρόσφατοι (Ολοκαινικοί) γεωλογικοί σχηµατισµοί, τα χαρακτηριστικά των οποίων επηρεάζονται κύρια από τους κάτωθι παράγοντες: Κ Τη γεωλογική δοµή και σύσταση, όπως επίσης και το υδρογραφικό δίκτυο της λεκάνης απορροής, Την τεκτονική σταθερότητα της λεκάνης, Τις κλιµατικές συνθήκες της ευρύτερης περιοχής, Τα χαρακτηριστικά του ποταµού (κλίση, παροχή), Τι διεργασίες πρόσχωσης-διάβρωσης και την έντασή τους στην περιοχή δράσης του δέλτα, Τις παλιρροιακές και ευστατικές κινήσεις, όπως και τις υδρολογικές συνθήκες που επικρατούν στην παράκτια ζώνη. ατά τον Galloway (1975) ένα δέλτα ορίζεται ως: µία συνεχής µάζα ιζήµατος, εν µέρει υποαέρια, η οποία αποτίθεται γύρω από το σηµείο όπου ένας ποταµός εισδύει σε µια µάζα νερού. Ο συγγραφέας εξάλλου προτείνει τρεις ακραίες µορφές δελταϊκών σχηµατισµών, βασισµένες στην πηγή ενέργειας που επικρατεί στην ακτογραµµή: (1) ποτάµια επίδραση, (2) κυµατική επίδραση και (3) παλιρροιακής επίδρασης (Σχήµα 2.8).

28 Κεφάλαιο 2 Σχήµα 2.8: Τριγωνική ταξινόµηση δελταϊκών µορφών (Galloway, 1975). Ό σον αφορά στη γεωµετρία, τα ποτάµιας επίδρασης δέλτα έχουν σχήµα επιµήκες µ έχρι λοβοειδές, τα κυµατικής επίδρασης έχουν τοξοειδές σχήµα, ενώ τα παλιρροιακής επίδρασης έχουν µάλλον ακανόνιστο σχήµα. Σπάνια βέβαια απαντάται ένας «καθαρός» τύπος δέλτα, αλλά ένας συνδυασµός µορφών. Κ ατά τους Coleman & Wright (1975), οι παράγοντες που συµβάλλουν από γεωλογική άποψη σηµαντικά στον σχηµατισµό και τη γεωµετρία των διαφόρων τύπων δελταϊκών συστηµάτων είναι οι εξής δώδεκα: Η 1. το κλίµα που επικρατεί στην υδρογραφική λεκάνη, 2. το ανάγλυφο της υδρογραφικής λεκάνης, 3. οι παροχές νερού, 4. οι ποσότητες διαθέσιµου ιζήµατος, 5. οι διεργασίες στις εκβολές του ποταµού, 6. η ενέργεια των κυµάτων στην ακτογραµµή, 7. οι παλίρροιες, 8. οι άνεµοι, 9. τα παράκτια ρεύµατα, 10. οι κλίσεις της υφαλοκρηπίδας, 11. ο τεκτονισµός της λεκάνης, 12. η γεωµετρία της λεκάνης. σηµαντικότερη διαφορά που εµφανίζουν τα δύο µεγάλα δέλτα των ποταµών Λούρου και Άραχθου είναι ο τύπος των εκβολών τους. Το δέλτα του Άραχθου έχει σχήµα επίµηκες, χαρακτηριστικό ποτάµιας δράσης, ενώ το δέλτα του Λούρου εµφανίζει υποτυπώδη ανάπτυξη, µε σχήµα µάλλον τοξοειδές. Η επίδραση της παλίρροιας είναι κοινή και στις δύο εκβολές, έχει µικρό εύρος, όπως και η κυµατική δράση. Έτσι λοιπόν η αιτία των διαφορών των δύο ποτάµιων δέλτα, θα πρέπει να αναζητηθεί στη διαφορετική στερεοπαροχή τους και στους κυµατισµούς διαφορετικού αναπτύγµατος.

29 Κεφάλαιο 2 Ο Άραχθος προσφέρει χονδρόκοκκο υλικό, λόγω της εµφάνισης του φλύσχη στη λεκάνη του (Τζιαβός, 1996; Καψιµάλης et al., 2004). Ο Λούρος επειδή διέρχεται µέσω ασβεστόλιθων και τροφοδοτείται κυρίως από νερά πηγών, µεταφέρει σαφώς φορτίο λεπτότερο και λιγότερο -ποσοτικά- από αυτό του Άραχθου (Τζιαβός, 1996). Έτσι, οι ποσότητες στερεοπαροχών του Άραχθου είναι κατά πολύ µεγαλύτερες από αυτές του Λούρου (Τζιαβός, 1996). Οι νότιοι και νοτιοανατολικοί άνεµοι στην περιοχή του Άραχθου δεν φαίνονται ικανοί να αναχαιτίσουν την ανάπτυξη του δέλτα, ενώ οι νοτιοδυτικοί αναγκάζουν το δέλτα να στρέφεται προς ανατολάς (Τζιαβός, 1996). Οι νοτιοανατολικοί άνεµοι στην περιοχή του Λούρου φαίνεται να υπερισχύουν, έναντι των ασθενών παροχών του ποταµού Οι λεκάνες απορροής των ποτάµιων και ποταµοχειµµαρικών συστηµάτων Η λεκάνη του Αµβρακικού κόλπου είναι ο φυσικός αποδέκτης ενός εκτεταµένου συστήµατος απορροών επιφανειακών υδάτων. Οι απορροές αυτές ποικίλουν όσον αφορά στην ποσότητα νερού και την σταθερότητα ροής και εξαρτώνται κυρίως από τη µορφολογία και λιθολογία του υδρογραφικού συστήµατος, το κλίµα κ.α. Ένα υδρογραφικό δίκτυο 24 περίπου ποταµών και χειµάρρων, µε λεκάνες απορροής συνολικής έκτασης km 2 εκβάλλει στον Αµβρακικό κόλπο, προσφέροντας άνω των τριών δισεκατοµµυρίων m 3 νερού/ έτος (Μερτζάνης, 1992; Τζιαβός, 1996). Οι λεκάνες απορροής των τριών ποταµών που εκβάλλουν στο βόρειο τµήµα του κόλπου (Λούρος, Άραχθος και Βουβός) κατέχουν µία έκταση περίπου km 2 (το 78% της έκτασης του συνολικού υδρογραφικού δικτύου). Αντίθετα στο νότιο και ανατολικό τµήµα του κόλπου, τα επιφανειακά νερά αφορούν κυρίως χειµάρρους. Το υδρογραφικό δίκτυο και η λεκάνη απορροής των ποταµών αυτών φαίνεται στο σχήµα που ακολουθεί (Σχήµα 2.9).

30 Κεφάλαιο 2 Σχήµα 2.9: Χάρτης του επιφανειακού υδρογραφικού δικτύου της ευρύτερης περιοχής του Αµβρακικού κόλπου (Τζιαβός, 1996). Το µέσο ετήσιο ύψος κατακρηµνισµάτων κατά υδρολογική λεκάνη παρουσιάζεται στον πίνακα που ακολουθεί. Πίνακας 2.1: Υδρολογικά ισοζύγια λεκανών υδατικού διαµερίσµατος Ηπείρου (Νικολάου, 2005). Υδρολογική λεκάνη Έκταση km 2 Ατµ/ρικά κατακρ/τα Κατακρ/τα (Ρ) x 10 6 m 3 Επιφαν. Απορροή (R) x 10 6 m 3 Εξατµ/πνοή (Ε) x 10 6 m 3 υνατά αποθέµατα x 10 6 m 3 Άραχθου Λούρου Βουβού

31 Κεφάλαιο 2 Σχήµα 2.10: Χάρτης υδρολογικών ισοζύγιων των λεκανών Λούρου και Άραχθου του υδατικού διαµερίσµατος Ηπείρου (Νικολάου, 2005 τροποποιηµένη από Αγοργιανίτη, 2007) Η λεκάνη απορροής του ποταµού Λούρου Ο ποταµός Λούρος πηγάζει από το όρος Τόµαρος (ή Ολύτσικα, υψόµετρο m) κοντά στην περιοχή του Μαντείου της ωδώνης, του Νοµού Ιωαννίνων, ακολουθεί την διεύθυνση των αξόνων πτύχωσης της περιοχής από βορρά προς νότο (Τζιαβός, 1996). έχεται µια σειρά παραπόταµους από την περιοχή του χωριού Βαρυάδες του Ν. Ιωαννίνων. Ακολούθως ρέει από τα χωριά Βούλιστα, Παναγιά, Κλεισούρα και µετά το χωριό Κερασώνα και τα νερά του εγκλωβίζονται από το Τεχνητό Υδροηλεκτρικό Φράγµα της ΕΗ Λούρου. Το φράγµα λειτουργεί από το 1954 (περιοχή Φιλιππιάδας), έχει ύψος 23 m και µήκος 100 m, µε ετήσια παραγωγή ενέργειας GWh (Τζιαβός, 1996). Ένα τµήµα των υδάτων του Λούρου,

32 Κεφάλαιο 2 διοχετεύεται µε σήραγγα ανατολικά µέσα από λόφο (κατασκευή του 1963) και τέλος ξαναχύνεται στο κεντρικό τµήµα του ποταµού, λίγο πριν το χωριό Άγιος Γεώργιος (Γκούβας, 1994). Υψόµετρο: 1.976m Εικόνα 2.3: Τµήµα της λεκάνης απορροής του ποταµού Λούρου και οι περιοχές τις οποίες διατρέχει. Στο χωριό Άγιος Γεώργιος υπάρχουν οι «πηγές του Λούρου» από τις οποίες υδρεύεται η Άρτα, η Πρέβεζα και η Λευκάδα. Κοντά στο χωριό Αγ. Γεώργιος είναι

33 Κεφάλαιο 2 κατασκευα σµένο το γιγαντιαίο για την εποχή του Υδραγωγείο Λούρου, που κατασκευάσθηκε µετά το 31 π.χ. µε εντολή του Ρωµαίου αυτοκράτορα Αυγούστου Οκτάβιου, από το οποίο υδρεύετο τότε η Νικόπολη. Κοντά στο σηµερινό χωριό Αρχάγγελος του Νοµού Πρέβεζας υπάρχει και το δεύτερο υπόλλειµα µικρού ρωµαϊκού υδραγωγείου. Μετά το φράγµα της ΕΗ τα νερά του Λούρου, ορµητικά πλέον λόγω του εµπλουτισµού τους από πολλές πηγές της περιοχής Αγίου Γεωργίου, πορεύονται πλησίον του χωριού Παντάνασσα του Νοµού Άρτας. Στην περοχή Φιλιππιάδας. Ο Λούρος δέχεται τροφοδοτικό παραπόταµο από τους λόφους του Χανόπουλου και του Γρίµποβου και τελικά περνά κάτω από τη γέφυρα Καλογήρου (όπου παλαιά υπήρχε το εργοστάσιο ΧΥΜΟΦΙΞ και σήµερα τα χοιροστάσια και οι βιοµηχανίες αλλαντικών). Η πορεία του ποταµού συγκλίνει προς την κοινότητα Νέας Κερασούντος και περνά δίπλα στο µεσαιωνικό «Κάστρο των Ρωγών». Στη συνέχεια ο Λούρος δέχεται παραπόταµο από τους λόφους του Βαλαωρίτη. Έπειτα ο ποταµός διέρχεται από ελώδη περιοχή, η οποία εύκολα πληµµυρίζει και γι αυτό ονοµάζεται βάλτος του Λούρου. Ο ποταµός εκβάλλει στο Μιχαλίτσι, στον όρµο Σαλαώρας του Αµβρακικού Κόλπου (Γκούβας, 1994). Εικόνα 2.4: Χάρτης στον οποίο παρουσιάζεται µε κίτρινο χρώµα η λεκάνη απορροής του ποταµού Λούρου. Η λεκάνη απορροής του ποταµού Λούρου καταλαµβάνει µία έκταση 685 km 2, ενώ το µήκος της κύριας κοίτης του φθάνει τα 73 km (Τζιαβός, 1996). Το µέγιστο υψόµετρο είναι m, το ελάχιστο 30 m και το µέσο 710 m. Η µέση ταχύτητα παροχής του Λούρου υπολογίστηκε στα 19-19,4 m 3 /sec (Ε.Κ.Θ.Ε., 1989; Τζιαβός, 1996).

34 Κεφάλαιο 2 Ο ποταµός Λούρος βρίσκεται δυτικότερα του ποταµού Άραχθου και διασχίζει ασβεστολιθικούς σχηµατισµούς και είναι πολύ µικρότερης δυναµικότητας σε παροχές νερού και µεταφοράς στερεών υλικών σε σχέση µε αυτήν του Άραχθου. Η λεκάνη απορροής του ποταµού βρίσκεται εξ ολοκλήρου εντός της Αδριατικοϊονίου ζώνης. Το δέλτα του Λούρου είναι λοβοειδούς µορφής και περιορισµένης έκτασης (Τζιαβός, 1993). Το προσχωµατικό υλικό που εναποθέτει ο Λούρος αποτελείται από µικρές ποσότητες λεπτόκοκκου υλικού αλλά και κροκάλες και χαλίκια ασβεστολιθικής προέλευσης, διότι το καλοκαίρι τροφοδοτείται αποκλειστικά από τα νερά καρστικών πηγών, αφού απουσιάζουν σηµαντικοί παραπόταµοι (Τζιαβός, 1996). Σηµαντικότατη πηγή τροφοδοσίας του Λούρου είναι και η λιµνοδολίνη του Βηρού (Τζιαβός, 1996). Το γεγονός ότι ο ποταµός διασχίζει υδροπερατά πετρώµατα, λόγω διακλάσεων και καρστικοποίησης (ασβεστόλιθους), και µεταφέρει κυρίως νερά πηγών, του προσδίδει χαρακτήρα µάλλον ήρεµου ποταµού, µε µικρή διακύµανση στις παροχές του και ως εκ τούτου µικρή προσχωµατική δράση. Γι αυτό το δελταϊκό του πεδίο δεν είναι καλά ανεπτυγµένο. Στην πεδιάδα ο ποταµός ρέει µέσα σε καλά διαµορφωµένη κοίτη, χωρίς να παρουσιάζεται πρόβληµ α διάβρωσης των οχθών του. Την µεγαλύτερη ποσότητα νερού την µεταφέρει, την άνοιξη, εποχή µε συχνές άλλωστε βροχοπτώσεις και τήξη του χιονιού στα βουνά της λεκάνης απορροής. Η αύξηση της ποσότητας του νερού την άνοιξη, έχει σαν αποτέλεσµα και την άνοδο της στάθµης του νερού στις λιµνοθάλασσες του κόλπου (Κουσούρης et al., 1989). Τ ο διαλελυµένο οξυγόνο βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα κορεσµού, µε τιµές που κυµαίνονται από % κορεσµό. Το οξυγόνο παρουσιάζει αυξηµένη συγκέντρωση στα ανώτερα τµήµατα του ποταµού, όπου δέχεται νερά από ρυάκια και πηγές. Η θερµοκρασία του νερού παρουσιάζει εποχικές διακυµάνσεις, αλλά κατά µήκος της κοίτης του, δεν σηµειώνονται σηµαντικές διαφορές. Το ph κυµαινόταν (έτος δειγµατοληψιών ) µεταξύ 6,1 και 8,3. Τα νερά παρουσίαζαν αυξηµένη σκληρότητα, από το σηµείο που εισέρχεται στον ποταµό η «Βόσσα», αυλάκι που µεταφέρει τα πολύ σκληρά νερά των πηγών του «Χανόπουλου». Η ολική αλκαλικότητα κυµάνθηκε από 130 έως 200 mg/l CaCO 3. Η συγκέντρωση των θρεπτικών αλάτων φαίνεται να αυξάνει προς τα κατώτερα τµήµατα της ροής του ποταµού. Η αύξηση είναι µεγαλύτερη για τα νιτρικά, φωσφορικά και αµµωνιακά, την εποχή κατά την οποία παρατηρείται αυξηµένη βροχόπτωση και χρήση λιπασµάτων. Τα νιτρικά (ΝΟ - 3 ) κυµάνθηκαν από 886 έως µg/l, τα νιτρώδη (ΝΟ - 2 ) από 8,7 έως 161,9 µg/l και τα φωσφορικά (ΡΟ 3-4 ) από 7,6 έως 210,9 µg/l.. Στις περιοχές πλησίον των εκβολών, παρατηρήθηκε αύξηση της συγκέντρωσης Cl -, η οποία µπορεί να αποδοθεί σε επιφανειακή ρύπανση ή στην είσοδο της θάλασσας βαθειά εντός της κοίτης του ποταµού, λόγω πτώσης του υδροφόρου ορίζοντα (Βουτσίνου-Ταλιαδούρη et al., 1989) Η λεκάνη απορροής του ποταµού Άραχθου Ο ποταµός Άραχθος (ή ποταµός της Άρτας) πηγάζει από την οροσειρά της Πίνδου (Β.Πίνδος, όρος Λάκµωνα, στη θέση Οξυά εσπότη, σε υψόµετρο m) κοντά στο Μέτσοβο, ρέει µε γενική κατεύθυνση Β-Ν και εκβάλλει στον Αµβρακικό Κόλπο. Είναι ο µεγαλύτερος ποταµός της Ηπείρου. Στην αρχή διερχόµενος νότια του Μετσόβου, ονοµάζεται Μετσοβίτικος, ενώ το όνοµα Άραχθος, το παίρνει µετά τη

35 Κεφάλαιο 2 συνάντησή του µε τον ποταµό ιπόταµο. Τροφοδοτείται από τους παραπόταµους Καλεντίνη ή ποτάµι Πέτα, ποτάµι Λοζίτσι, Μετσοβίτικο, ιπόταµο ή Ζαγορίσιο και Καλλαρύτικο. Το µήκος του ποταµού είναι περίπου 110 km ( km) και η λεκάνη απορροής του φτάνει τα km 2 (Μερτζάνης, 1992; Βρυνιώτης et al., 2004). Το ύψος της µέσης ετήσιας βροχόπτωσης είναι mm, ο µέσος ετήσιος όγκος νερού ανέρχεται σε x 10 6 m 3, η µέση συνολική ετήσια απορροή εκτιµάται σε x 10 6 m 3 νερού, η δε µέση ετήσια παροχή στο Γεφύρι της Άρτας είναι 69,8 m 3 /sec (Γενική ιεύθυνση Εγγειοβελτιωτικών έργων και Γεωργικών ιαρθρώσεων, 1997). Η λεκάνη απορροής του ποταµού Άραχθου επεκτείνεται και εκτός της Αδριατικοϊονίου ζώνης στις ζώνες Γαβρόβου-Τριπόλεως και Πίνδου. Τα πετρώµατα που διαβρέχει ο ποταµός είναι κυρίως φλύσχης και σε µικρή έκταση ασβεστόλιθος. Τα νερά του Άραχθου προέρχονται κυρίως από τη βροχή, το λιωµένο χιόνι και από διάφορες πηγές που ανήκουν σε δύο σηµαντικά καρστικά συστήµατα: το αντίκλινο του Άραχθου (ανατολικές πλαγιές των βουνών Μιτσικέλι m υψόµετρο- και Ξεροβούνι m υψόµετρο-) και των Τζουµέρκων (υψόµετρο m). Η µέση ετήσια παροχή είναι m 3 /sec µε σηµαντικές διακυµάνσεις των µέσων µηνιαίων τιµών (Kapsimalis et al., 2004), δεν έχει σταθερή παροχή, οι δε αυξοµειώσεις της παροχής εξαρτώνται από φράγµα στην τοποθεσία Πουρνάρι. Όταν η παροχή του ποταµού είναι µεγάλη, το φορτίο των φερτών υλών λόγω της διαβρώσεως του εδάφους είναι σηµαντικό, µε αποτέλεσµα την προέλαση του ήδη υπάρχοντος δέλτα (Βουτσίνου- Ταλιαδούρη et al., 1989). Με τα νερά του Άραχθου αρδεύονται περίπου στρέµµατα της πεδιάδας της Άρτας (Γενική ιεύθυνση Εγγειοβελτιωτικών έργων και Γεωργικών ιαρθρώσεων, 1997). Η διεύθυνση της κύριας κοίτης του ποταµού είναι Β.Β.- Ν.ΝΑ. και ακολουθεί τη διεύθυνση των αξόνων πτύχωσης των πετρολογικών σχηµατισµών της ευρύτερης περιοχής, η οποία και ταυτίζεται µε τη διεύθυνση των τεκτονικών ζωνών της Ελλάδας. Αποτέλεσµα αυτών είναι ο Άραχθος να διαθέτει ανεπτυγµένο δελταϊκό πεδίο σε αντίθεση µε αυτό του Λούρου και να καθίσταται έτσι ο κύριος υπεύθυνος της δηµιουργίας της πεδιάδας της Άρτας (Ε.Κ.Θ.Ε., 1989; Βρυνιώτης et al., 2004). Ο Άραχθος προσφέρει χονδρόκοκκο υλικό, κατά κύριο λόγο χαλαζιακό, αλλά και σηµαντικές ποσότητες λεπτόκοκκου υλικού ιλύος, που εν µέρει προέρχεται, εκτός του φλύσχη, από τα υπερβασικά πετρώµατα που βρίσκονται στον άνω ρου της λεκάνης του ποταµού (Βρυνιώτης et al., 2004). Το χερσαίο τµήµα του ενεργού δέλτα χαρακτηρίζεται από χαµηλό ανάγλυφο, µε ύψη που δεν ξεπερνούν τα τρία µέτρα, ενώ το υποθαλάσσιο τµήµα του παρουσιάζει µικρή κλίση µέχρι την ισοβαθή των 5 µέτρων (Σχήµα 2.18) και αµέσως µετά βαθαίνει απότοµα, ώσπου να καταλήξει σε βάθος 60 περίπου µέτρων, ενδεχοµένως εξαιτίας της δράσης του ρήγµατος της Αµφιλοχίας (Καψιµάλης et al., 2004). Το δέλτα του Άραχθου, χαρακτηρίζεται ως «τύπου πέλµατος πτηνού» (Galloway, 1975; Τζιαβός Χ., 1993), το οποίο µε την δράση των νοτιοδυτικών ανέµων παρουσιάζει µία κάµψη και µετατοπίζεται συνεχώς προς ανατολάς (Τζιαβός, 1993). Σ αυτό φαίνεται να συµβάλλει και η τοπογραφία της περιοχής, µε τους ασβεστολιθικούς λόφους της Βίγλας και της Βαλαώρας.

36 Κεφάλαιο 2 Σχήµα 2.11: Τοπογραφία λεκάνης Άραχθου Σχήµα 2.12 : Το έλτα του ποταµού (Μιµίκου, 2005). Άραχθου (Μιµίκου, 2005). Σχήµα 2.13: Χρήσεις γης στη λεκάνη Σχήµα 2.14: Εδαφικό κάλυµµα της του ποταµού Άραχθου (Μιµίκου, 2005). απορροής του π.άραχθου (Μιµίκου, 2005).

37 Κεφάλαιο 2 Σχήµα 2.15: Φράγµα Πουρναρίου (1981) (Μιµίκου, 2005). Σχήµα 2.16: Υδρολογικές συνιστώσες Σχήµα 2.17: Στερεοαπορροή (tn/ha) σε διάφορα τµήµατα της λεκάνης το υ στη λεκάνη του ποταµού Άραχθου Άραχθου (Μιµίκου, 2005). (Μιµίκου, 2005).

38 Κεφάλαιο 2 Πίνακας 2.2: Συγκριτικά χαρακτηριστικά των ποταµών Λούρου και Άραχθου (Τζιαβός, 1996). Λούρος ποταµός Άραχθος ποταµός Τύπος εκβολών Λοβοειδές-Τοξοειδές Επίµηκες-πέλµα πτηνού Παροχή νερού Μικρή και συνεχής Μεγάλη και περιοδική Στερεοπαροχή Μικρή Μεγάλη Μέσο µέγεθος ιζήµατος Λεπτόκοκκο Χονδρόκοκκο Σύσταση ιζήµατος Ασβεστολιθικό Χαλαζιακό Φόρτιση σε ρυπαντές Mέτρια Mεγάλη Η λεκάνη απορροής του ποτ αµού Βουβού Ο Βουβός ποταµός εκβάλλει στον βορειοανατολικό µυχό του Αµβρακικού κόλπου, 2 ανατολικά του ποταµού Άραχθου. Η λεκάνη απορροής του φθάνει τα 170 km, ενώ δεν φαίνεται να υπάρχουν επαρκή και αξιόπιστα δεδοµένα για την παροχή του (Τζιαβός, 1996) Οι λεκάνες των ποταµοχειµµαρικών συστηµάτων της νότιας περιοχής του Αµβρακικού κόλπου Στις ανατολικές και νότιες ακτές του Αµβρακικού απουσιάζουν οι ποταµοί, αλλά εµφανίζονται εποχιακοί ποταµοχείµµαροι. Οι νότιες ακτές εµφανίζονται απόκρηµνες. Λόγω της µικρής ιζηµατογένεσης που παρουσιάζουν, δεν συµµετέχουν ενεργά στην διαµόρφωση και την γεωµορφολογική εξέλιξη του κόλπου.

39 Κεφάλαιο Τα λιµνοθαλάσσια συστήµατα του Αµβρακικού κόλπου Ο όρος λιµνοθάλασσα χαρακτηρίζει τις µικρές ή µεγάλες αβαθείς παραθαλάσσιες εκτάσεις, οι οποίες αποτελούνται συνήθως από υφάλµυρα νερά που βρίσκονται σε άµεση επικοινωνία µ ε τη θάλασσα, από την οποία χωρίζονται συνήθως από µια λωρίδα ξηράς. Η δηµιουργία των λιµνοθαλασσών είναι αποτέλεσµα της συνδυασµένης δράσης µιας σειράς διαφορετικών παραγόντων: των εκβολών ποταµών, του κυµατισµού της θάλασσας, των παράκτιων ρευµάτων και της παλίρροιας πάνω στη φυσική µορφολογία της περιοχής. Η δράση αυτή σε γενικές γραµµές θα µπορούσε να συνοψιστεί ως εξής: Η επίδραση του ποταµού συνίσταται στη προοδευτική απόθεση των ιζηµάτων τα οποία αποτίθενται σε διεύθυνση κάθετη προς την ακτογραµµή, Ο κυµατισµός και τα παράκτια ρεύµατα, τείνουν να εµποδίσουν την εξάπλωση των αποθέσεων του ποταµού και συγχρόνως να ενισχύσουν µε µεταφορά νέων υλικών τις λωρίδες ξηράς, οι οποίες σχηµατίζονται και οι οποίες χωρίζουν τις λιµνοθάλασσες από τη θάλασσα, Η παλίρροια δρα συντηρώντας διαύλους επικοινωνίας της λιµνοθάλασσας µε τη θάλασσα (.Κουτσούµπας, 2004). Η καταβύθιση δελταϊκών ιζηµάτων και η είσοδος της θάλασσας σε εγκαταλειµµένα δέλτα, είναι δυνατό να οδηγήσει σε σχηµατισµό αβαθούς λιµνοθάλασσας (Τζιαβός Χ., 1996). Χαρακτηριστικό παράδειγµα αποτελεί η λιµνοθάλασσα Αυλερή, η οποία δηµιουργήθηκε στη θέση ενός παλαιότερου δελταϊκού σχηµατισµού του Άραχθου ( Τζιαβός Χ., 1996). Ο ι λιµνοθάλασσες είναι σχετικά νέοι και εφήµεροι γεωλογικοί σχηµατισµοί. Άρχισαν να δηµιουργούνται κατά τη διάρκεια των τελευταίων χιλιετιών, όταν η στάθµη της θάλασσας µε χαµηλότερους ρυθµούς ανύψωσης πλησίασε τα σηµερινά επίπεδα. Ο Αµβρακικός περιβάλλεται συνολικά από είκοσι λιµνοθάλασσες συνολικής έκτασης στρεµµάτων (Τζιαβός Χ., 1993). Πολλές λιµνοθάλασσες χωρίζονται από τη θάλασσα µε στενές αµµώδεις λωρίδες, τις λεγόµενες λουρονησίδες ή φραγµούς. Κάποιες εκ των λουρονησίδων αυτών του Αµβρακικού, έχουν σχηµατιστεί από αποθέσεις Οστρακοειδών, Γαστεροπόδων και Ελασµατοβραγχίων, µε αυξοµειούµενα ποσοστά ιλύος και άµµου (Μερτζάνης, 1997). Αυτές οι «οστρακοπαραλίες» είναι από τις ελάχιστες σε ολόκληρη τη Μεσόγειο. Όλες οι λιµνοθάλασσες χρησιµοπούνται ως ιχθυοτροφεία. Συνθέτουν εποµένως µία από τις βασικότερες οικονοµικές δραστηριότητες της περιοχής, την αλιεία. Άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες είναι η γεωργία, το κυνήγι και ο τουρισµός. Χαρακτηρίζονται από µεγάλη βιολογική παραγωγικότητα, λειτουργούν ως φυσικά εκτροφεία ψαριών και καρκινοειδών που αποτελούν τροφή για πολλά είδη πτηνών και άλλων οργανισµών. Με την εγκατάσταση µονάδων εντατικής ιχθυοκαλλιέργειας σε κεντρικές τοποθεσίες (Ψαθοτόπι), καταστράφηκαν σηµαντικά τµήµατα πολύτιµων για τα πουλιά βιοτόπων.

40 Κεφάλαιο 2 Οι λιµνοθάλασσες του Αµβρακικού κόλπου εµφανίζονται κυρίως στο βόρειο τµήµα του, όπου η δηµιουργία τους οφείλεται στη δράση των ποταµών Λούρου και Άραχθου. Μικρότερης έκτασης λιµνοθάλασσες υπάρχουν στο δυτικό, στο ανατολικό και στο νότιο τµήµα του κόλπου. Ωστόσο, τρεις είναι οι βασικές λιµνοθάλασσες της περιοχής, α) η λιµνοθάλασσα Ροδιά, µε έκταση στρέµµατα, η οποία είναι γνωστή ως ένας από τους πιο παραγωγικούς χελότοπους της Ελλάδας, µε µέσο βάθος 2,5 m, β) η λιµνοθάλασσα Τσουκαλιό, µε έκταση στρέµµατα νότια της Ροδιάς, στο δυτικό άκρο της οποίας εκβάλει ο ποταµός Λούρος και γ) η λιµνοθάλασσα Λογαρού, µε έκταση στρέµµατα στα ανατολικά του Τσουκαλιού, περιοχή πλούσια σε αλιεύµατα, µε µέσο βάθος µικρότερο των 0,5 m. Οι εκβολές των ποταµών Λούρου, Άραχθου και Βωβού είναι αυτές που δηµιούργησαν στο βόρειο τµήµα του Αµβρακικού τις λιµνοθάλασσες Ροδιά, Τσουκαλιό, Λογαρού, Κόφτρα - Παλιοµπούκα και Αγρίλο, οι οποίες, µαζί µε τις ελώδεις εκτάσεις που τις περιβάλλουν, καταλαµβάνουν έκταση 57,3 km 2. Στα ανατολικά, το υδρογραφικό δίκτυο σχηµάτισε τις λιµνοθάλασσες και τις ελώδεις εκ τάσεις Κατάφουρκου και Βάλτου και στα νότια τις λιµνοθάλασσες Λιµένι, Ρούγα και Κοκάλα, οι οποίες µαζί µε τις ελώδεις εκτάσεις που τις περιβάλουν, έχουν συνολική έκταση 1,5 km 2. Στα δυτικά, οι εκβολές του ποταµού Λούρου και µικρορεµάτων έχουν σχηµατίσει τις µικρές και µεµονωµένες λιµνοθάλασσες Τσοπέλι, Βαθύ, Πωγωνίτσα, Μάζωµα κ.α. Πίνακας 2.3: Εκτάσεις λιµνοθαλασσών σε στρέµµατα (Τζιαβός Χ., 1996). Τσοπέλι Μάζωµα Πογωνίτσα 440 Βαθύ 280 Σύνολο Αυλερή Τσουκαλιό Ροδιά Λογαρού Σακουλέσι 375 Κόφτρα-Παλιοµπούκα Άγριλος Σύνολο Ρούγα 580 Λιµένι 625 Κοκκάλα 300 Σύνολο ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ

41 Κεφάλαιο 2 Εικόνα 2.5: Χάρτης στον οποίο εµφανίζονται οι θέσεις των λιµνοθαλασσών (Εικόνα από Τζιαβό (1996), επεξεργασµένη από Χ. Αγοργιανίτη). Σ τις λιµνοθάλασσες κυριαρχούν µεγάλες εκτάσεις µε καλαµώνες, οι οποίοι καταλαµβάνουν περίπου στρέµµατα. Στη λιµνοθάλασσα Ροδιά βρίσκεται ίσως ο µεγαλύτερος ενιαίος καλαµώνας της Ελλάδας. Καλαµώνες εντοπίζονται επίσης στις παραποτάµιες περιοχές του υγρότοπου, όπως το µεγάλο τµήµα καλαµώνων κατά µήκος του ποταµού Λούρου. Η ευαίσθητη υδρολογική ισορροπία της λιµνοθάλασσας εύκολα ανατρέπεται, αν αυτή αποκοπεί από τη θάλασσα, αν δεχτεί λιγότερο γλυκό νερό το χειµώνα, αν υποστεί εκσκαφές και µπαζώµατα. Στον Αµβρακικό, πολλές λιµνοθάλασσες έχουν ήδη υποστεί αλλαγές εξαιτίας της δράσης του ανθρώπου. Η αποξήρανση των γειτονικών ελών και η κατασκευή φραγµάτων στα ποτάµια άλλαξαν ριζικά το υδατικό ισοζύγιο. Παράλληλα µείωσαν τα φερτά υλικά που δηµιουργούσαν τις λουρονησίδες και τις νησίδες των λιµνοθαλασσών, µε αποτέλεσµα να υπάρχουν σήµερα ενδείξεις ότι αυτές διαβρώνονται ταχέως από τα κύµατα. Για να αντιµετωπιστεί η διάβρωση και για να κατασκευαστούν δρόµοι πρόσβασης προς τις αλιευτικές εγκαταστάσεις, σκεπάστηκαν µε χώµα οι µοναδικές λουρονησίδες από όστρακα.

42 Κεφάλαιο Το θαλάσσιο σύστηµα του Αµβρακικού κόλπου Ο Αµβρακικός Κόλπος, εκτείνεται µεταξύ Στερεάς Ελλάδας και Ηπείρου, έχει έκταση 406 km 2 (Τζιαβός Χ., 1996) και αποτελεί ουσιαστικά έναν κλειστό κόλπο, µε µέγιστο βάθος 60 m στο ανατολικό τµήµα του (Τζιαβός Χ., 1993) και µε µέσο όγκο λεκάνης x 10 6 m (Ε.Κ.Θ.Ε., 1989). Ο κόλπος έχει µέγιστο µήκος 18,5 n.m. και πλάτος 10 n.m. και περικλείεται από τις συντεταγµένες 38 ο 51 έως 39 ο 04 Βόρειο Γεωγραφικό Πλάτος και 20 ο 45 έως 21 ο 11 Ανατολικό Γεωγραφικό Μήκος (Τζιαβός Χ., 1996). Εικόνα 2.6: ορυφορική φωτογραφία Αµβρακικού κόλπου (Satellite image from NASA). Ο Αµβρακικός κόλπος αποτελεί υδάτινο οικοσύστηµα, το οποίο επικοινωνεί µε το Ιόνιο Πέλαγος µέσω ενός στενού δίαυλου, το Άκτιο µε άνοιγµα 600 m και βάθος 7-10 m. Στο στενό αυτό έχει δηµιουργηθεί ένα τεχνητό κανάλι, βάθους 8,5 m (Piper et al., 1982; Poulos et al., 1995). έχεται τα νερά δύο µεγάλων ποταµών και αρκετών χειµάρρων. Οι ποταµοί αυτοί είναι, ο Άραχθος του Νοµού Άρτας και ο Λούρος του Νοµού Πρεβέζης. Ο συνδυασµός των δύο αυτών ιδιοµορφιών (εµπόδιο

43 Κεφάλαιο 2 στην επικοινωνία µε το πέλαγος, ποτάµια στο εσωτερικό) καθορίζει τη διαµόρφωση του παράκτιου χώρου και τη διακύµανση των φυσικοχηµικών και βιολογικών χαρακτηριστικών. Ο Αµβρακικός κόλπος χαρακτηρίζεται από µικρή ανανέωση υδάτων, λόγω του στενού δίαυλου επικοινωνίας µε το Ιόνιο πέλαγος (Ε.Κ.Θ.Ε., 1989). Εµφανίζεται επίσης έντονο, το φαινόµενο της στρωµατοποίησης, το οποίο είναι αποτέλεσµα των χαµηλών τιµών αλατότητας στα ανώτερα στρώµατα νερού, αλλά και της τροφοδοσίας του υδατικού συστήµατος µε γλυκά νερά των ποταµών Άραχθου και Λούρου (Βουτσίνου- Ταλιαδούρη et al., 1989). Η ωκεανογραφική µελέτη του Αµβρακικού κόλπου ( ), καθώς και η αλιευτική µελέτη που πραγµατοποίησε το Ε.Κ.Θ.Ε. ( και αντίστοιχα) έδειξε ότι στο κέντρο του κόλπου, κάτω από την ισοβαθή των 35 m επικρατούν ανοξικές συνθήκες, ολόκληρη τη διάρκεια του έτους Οι ακτές Οι ακτές είναι πολυσχιδείς, µε κυριότερους όρµους της Πρέβεζας, της Σαλαώρας, του Φειδόκαστρου, της Κόπραινας, της Αµφιλοχίας, του Λουτρακίου και της Βόνιτσας (Τζιαβός Χ., 1993). Οι βόρειες ακτές είναι χαµηλού υψοµετρικού αναγλύφου, αποτελούµενες ως επί το πλείστον από ολοκαινικές δελταϊκές αποθέσεις που προήλθαν κυρίως από τους ποταµούς Λούρο και Άραχθο. Αντιθέτως, οι νότιες ακτές εµφανίζονται κυρίως απόκρηµνες, µε µία διαφοροποίηση στο δυτικό άκρο της περιοχής του Άκτιου, όπου οι ακτές αποτελούνται από τεταρτογενή ιζήµατα χαµηλού ανάγλυφου (Τζιαβός Χ., 1996) Η θαλάσσια λεκάνη Η εικόνα που παρουσιάζει ο πυθµένας του Αµβρακικού κόλπου αντικατοπτρίζει όλα εκείνα τα γεγονότα και τις διαδικασίες που συνετέλεσαν στην εξέλιξη και την τελική του διαµόρφωση. Ο πυθµένας του Αµβρακικού κόλπου (Σχήµα 2.18) παρουσιάζει τα εξής τοπογραφικά χαρακτηριστικά: Το µέγιστο βάθος (62 m) βρίσκεται στην ανατολική περιοχή του κόλπου και συγκεκριµένα 2 km περίπου βορειοανατολικά του ακρωτηρίου Χαλίκι. υτικά από το βαθύτερο σηµείο και σε απόσταση 1,5 km περίπου, παρατηρείται µια έξαρση του υπόβαθρου που φθάνει τα 5 m κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Οι νότιες και ανατολικές ακτές (µε εξαίρεση την Βόνιτσα) παρουσιάζουν απότοµες κλίσεις. Οι βόρειες ακτές παρουσιάζουν µικρές κλίσεις (της τάξης του 3 ), που οφείλονται στην κατά καιρούς παροχή ιζήµατος από τους δύο κύριους ποταµούς. Πέντε υβώµατα, που διακρίνονται στην περιοχή, αντιπροσωπεύουν αντίστοιχες δελταϊκές πλατφόρµες που δηµιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια του Ολόκαινου.

44 Κεφάλαιο 2 Το µικρότερο σε έκταση, δυτικό ύβωµα, βρίσκεται µπροστά στις εκβολές του Λούρου ποταµού και αποτελεί την ενεργή δελταϊκή πλατφόρµα του ποταµού. Ανατολικότερα, τα τρία επόµενα υβώµατα, νότια των περιοχών Σαλαώρας, Κορωνησίας και Παλιοµπούκας, αποτελούν µια σειρά από δελταϊκές αποθέσεις του ποταµού Άραχθου, κατά την περίοδο µετακίνησής του προς ανατολάς. Το πέµπτο ανατολικότερο ύβωµα αποτελεί το σηµερινό ενεργό δέλτα του ποταµού Άραχθου (Τζιαβός, 1996).

45 Σχήµα 2.18: Βυθοµετρικός χάρτης Αµβρακικού κόλπου (Τζιαβός Χ., 1996).

46 Κεφάλαιο 3 3. Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΟ ΕΥΡΥΤΕΡΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ Οι παράγοντες που επηρεάζουν και καθορίζουν σε σηµαντικό βαθµό την ιζηµατογένεση σε µία λεκάνη είναι οι φυσικοχηµικές διεργασίες που λαµβάνουν χώρα σε α υτήν, οι περιβαλλοντικέ ς συνθήκες που επικρατούν και τέλος τα µορφολογικά και γεωλογικά χαρακτηριστικά της, τα οποία περιγράφηκαν σε προηγούµενο κεφάλαιο. Ασφαλώς σηµαντικό ρόλο διαδραµατίζουν και οι ανθρωπογενείς επεµβάσεις που καταγράφονται στην ευρύτερη περιοχή, οι οποίες όµως θα παρουσιαστούν στο τελευταίο κεφάλαιο Η τροφοδοσία του συστήµατος σε ιζηµατογενή υλικά Η παράκτια ζώνη τροφοδοτείται από φερτά υλικά των ποταµών Λούρου, Άραχθου και Βουβού, τα οποία διευθετούνται µε την κυµατική δράση. Χαρακτηριστική είναι η διαφοροποίηση που παρατηρείται στα επιφανειακά ιζήµατα µεταξύ των περιοχών που επηρεάζονται από τον Λούρο και τον Άραχθο. Στην περιοχή των εκβολών του Άραχθου, η δράση του ποταµού χαρακτηρίζεται από υψηλή στερεοπαροχή, παρεµποδίζοντας την ανάπτυξη βενθικών βιοκοινωνιών (Τζιαβός, 1996). Αντίθετα, η µικρή συνεισφορά του Λούρου σε χερσογενές υλικό συντελεί στη δηµιουργία κατάλληλων συνθηκών για την ανάπτυξη βενθικών οργανισµών. Οι κλιµατολογικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή είναι ήπιες µεσογειακού τύπου, που µεταβάλλονται βαθµιαία προς ηπειρωτικές προς τα ανατολικά και ορεινά. Οι βροχοπτώσεις στις λεκάνες απορροής των ποταµών Λούρου και Άραχθου είναι αρκετά υψηλές και οι µέσες τιµές τους κυµαίνονται µεταξύ και mm σε ετήσια βάση (Τζιαβός, 1996). Το µικρότερο ύψος βροχόπτωσης στη διάρκεια του έτους παρατηρείται στα δυτικά, προς τις ακτές του Ιονίου και δεν υπερβαίνει τα mm, αυξάνει προς τις περιοχές του έλτα φτάνει µέχρι και mm, ενώ ανατολικότερα και βορειότερα στους ορεινούς όγκους, το ύψος της βροχόπτωσης φτάνει µέχρι και mm. Ο Οκτώβρης και ο Μάρτιος είναι οι πιο βροχεροί µήνες. Οι απόλυτες µέγιστες και ελάχιστες θερµοκρασίες για τους σταθµούς Ακτίου και Άρτας σε ετήσια βάση είναι 37 ο C και 41 ο C κατά το θέρος και -3,6 ο C και -7,2 ο C κατά το χειµώνα αντίστοιχα. Η εξάτµιση και η υγρασία έχουν υψηλές τιµές σε όλη τη διάρκεια του έτους (Μπόλτσης, 1986; Βρυνιώτης et al., 2004). Οι σχετικά υψηλές τιµές βροχοπτώσεων στην περιοχή τροφοδοτούν το καλά ανεπτυγµένο υδρογραφικό δίκτυο της λεκάνης και συµβάλλουν στην µεταφορά και απόθεση µεγάλης ποσότητας ιζηµάτων στον Αµβρακικό κόλπο. Από τις µετρήσεις ρευµάτων που έγιναν (Τζιαβός, 1996) βρέθηκε ότι η κυκλοφορία των νερών του Αµβρακικού κόλπου είναι γενικά µικρή. Οι ταχύτητες των ρευµάτων είναι κατά κανόνα µικρότερες των 3 cm/sec και συνήθως δεν ξεπερνούν τα 20 cm/sec (Τζιαβός et al., 1989; Voutsinou-Taliadouri and Balopoulos, 1991). Αξιόλογα υψηλές ταχύτητες ρευµάτων, οι οποίες µπορούν να ξεπεράσουν και τα 100 cm/sec, παρατηρούνται στην περιοχή του διαύλου της Πρέβεζας. Τα θαλάσσια ρεύµατα µέσα στον κόλπο είναι κλειστά αριστερόστροφα. Το µέγιστο εύρος των παλιρροιακών αυτών κινήσεων δεν υπερβαίνει τα 25 cm και για το λόγο αυτό δεν παίζει βασικό

47 Κεφάλαιο 3 Ρόλο στη διαµόρφωση των ακτών (Τζιαβός, 1996). Τα θαλάσσια ρεύµατα στον κόλπο δεν φαίνεται να επηρεάζουν αισθητά την µεταφορά των ιζηµάτων. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες που αναπτύσσονται στην περιοχή, διαδραµατίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαµόρφωση και αλλοίωση του παράκτιου οικοσυστήµατος. Περισσότερα από στρέµµατα βιοτόπων, που αντιστοιχούν στο 14% της συνολικής έκτασης του δελταϊκού πεδίου, αποδόθηκαν στην καλλιέργεια. Η κατασκευή φραγµάτων και αρδευτικών έργων οδήγησε σε κατακράτηση του ιζήµατος και στην εµφάνιση διαβρωτικών φαινοµένων στις βόρειες ακτές Η διευθέτηση των ιζηµατογενών συστατικών Ο ι άνεµοι που πνέουν πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, ανάλογα µε την ένταση και τη διάρκειά τους, δηµιουργούν αντίστοιχους κυµατισµούς, συµµετέχοντας έτσι έµµεσα στη διαµόρφωση της παράκτιας ζώνης. Οι νότιοι, νοτιοδυτικοί και νοτιοανατολικοί άνεµοι είναι αυτοί που επηρεάζουν τις βόρειες ακτές του κόλπου, όπου η στερεοµεταφορά είναι έντονη λόγω της παρουσίας των δύο ποταµών Άραχθου και Λούρου (Τζιαβός, 1996). Οι νότιοι και νοτιοανατολικοί άνεµοι παρουσιάζουν µ ικρή συχνότητα εµφάνισης, σε ετήσια βάση, της τάξης του 4% και 3,47% αντίστοιχα (παρατηρήσεις από µετεωρολογικό σταθµό Πρέβεζας; Τζιαβός, 1996). Οι νοτιοδυτικοί εµφανίζονται µε µεγαλύτερη συχνότητα, της τάξης του 12,4%. Τα ανεµολογικά στοιχεία για τον σταθµό της Άρτας (Κωστακιοί), δείχνουν ότι οι άνεµοι που επηρεάζουν τις δυναµικές διεργασίες στον παράκτιο χώρο του βορειοανατολικού τµήµατος του Αµβρακικού Κόλπου είναι κυρίως οι νοτιοδυτικοί. Υγρές αέριες µάζες που έρχονται από το Ιόνιο πέλαγος, στα δυτικά, επηρεάζουν το κλίµα της περιοχής και η εκφόρτωσή τους γίνεται στον ορεινό όγκο της Πίνδου στα ανατολικά (Τζιαβός, 1996). Η παράκτια µετακίνηση και η διαµόρφωση των βόρειων ακτών είναι έργο των επικρατούντων νοτιοδυτικών ανέµων. Άλλωστε, η δηµιουργία των λιµνοθαλασσών και η συνεχής µετανάστευση του δέλτα του Άραχθου ανατολικά, οφείλεται στη δράση αυτών των ανέµων. Τ α κύµατα τα οποία παίζουν καθοριστικό ρόλο στην παράκτια µεταφορά και διευθέτηση του ιζήµατος και κατά συνέπεια στη διαµόρφωση των ακτών, εξαρτώνται άµεσα από την ταχύτητα, την διάρκεια και τη διευθέτηση των επικρατούντων ανέµων. Ιδιαίτερη σηµασία έχει το ανάπτυγµα του κυµατισµού (fetch), δηλαδή το διάστηµα που ο άνεµος πνέει πάνω από την ανοιχτή θάλασσα, χωρίς να εµποδίζεται από ενδιάµεσα εµπόδια ξηράς. Όσο µεγαλύτερο το ανάπτυγµα, τόσο µεγαλύτερο θα είναι το κύµα που θα δηµιουργηθεί. Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, οι άνεµοι που επηρεάζουν τις δυναµικές διεργασίες στον παράκτιο χώρο των βόρειων ακτών του Αµβρακικού κόλπου είναι κυρίως νοτιοδυτικοί. Οι άνεµοι αυτοί επηρεάζουν περισσότερο το ανατολικό τµήµα των βόρειων ακτών, όπου απαντώνται και οι εκβολές του ποταµού Άραχθου, παρά το δυτικό. Το δυτικό τµήµα των βόρειων ακτών δέχεται κυµατισµό που προκαλείται από νότιους και νοτιοανατολικούς ανέµους, µ ικρότερης έντασης από αυτούς που προσπίπτουν στο ανατολικό (Τζιαβός, 1996). Τα κύµατα που παράγονται από την επίδραση των ανέµων έχουν συνήθως ύψος περίπου 0,5 m και σε ακραίες περιπτώσεις µπορούν να φθάσουν τα 1,0-1,2 m (Τζιαβός, 1996).

48 Κεφάλαιο 3 Oι επιφανειακές τιµές της αλατότητας στον κόλπο, παραµένουν σε χαµηλά επίπεδα ολόκληρη τη διάρκεια του έτους, γεγονός το οποίο οδηγεί στην έντονη στρωµάτωση της υδάτινης στήλης, η οποία έχει σαν επακόλουθο την µικρή κατακόρυφη ανανέωση και τη µείωση του διαλελυµένου Ο 2 στα βαθύτερα στρώµατα του Αµβρακικού κόλπου. Τα θρεπτικά άλατα (N, P, Si) αυξάνονται σταδιακά στα βαθύτερα στρώµατα του Αµβρακικού κόλπου, ενώ παρατηρήθηκαν επίσης αυξηµένες επιφανειακές συγκεντρώσεις θρεπτικών αλάτων κοντά στις ακτές (εκβολές ποταµών ή αγωγών). Η κατάσταση ευτροφισµού του Αµβρακικού κόλπου είναι εντονότερη από άλλους παράκτιους κόλπους, φαινόµενο που αποδίδεται στη µικρή επικοινωνία µε το Ιόνιο πέλαγος.

49 Κεφάλαιο 4 4. ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΣΕ ΙΖΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΧΩΣΙΓΕΝΟΥΣ ΕΛΤΑΪΚΟΥ ΠΕ ΙΟΥ ΤΟΥ Β. ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ 4.1. Μέθοδοι εργασίας Ο ι επιτόπιες παρατηρήσεις, σε συνδυασµό µε τη µελέτη γεωλογικών χαρτών και αεροφωτογραφιών (έτη λήψεως 1945, 1960, 1985) και ασφαλώς τα αποτελέσµατα ιζηµατολογικών και γεωχηµικών αναλύσεων, στις οποίες υπεβλήθησαν τα δείγµατα, οδήγησαν στην εξαγωγή χρήσιµων συµπερασµάτων για την κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος του Β. Αµβρακικού κόλπου. Επισηµαίνονται επίσης, οι µεταβολές και αλλοιώσεις που διαδοχικά έχει υποστεί το περιβάλλον λόγω ανθρωπογενών παρεµβάσεων. Συνολικά ο αριθµός των δειγµάτων (LOG-01 και LOG-02) που εξετάστηκαν ανέρχεται στα 87. Αυτά αναλύθηκαν ως προς την κοκκοµετρία τους µε τη βοήθεια Sedigraph, την περιεκτικότητά τους σε ανθρακικό ασβέστιο, οργανικό άνθρακα, ενώ τα δείγµατα των πυρήνων LOG-02A και LOG-02B, υπεβλήθησαν και σε γεωχηµικές αναλύσεις, προσδιορισµού κύριων στοιχείων και ιχνοστοιχείων, µε τη µέθοδο φθορισµού ακτίνων-χ. Τέλος, στο κοκκοµετρικό κλάσµα της άµµου, έγινε µια προσπάθεια ποιοτικής διαφοροποίησης των αυτόχθονων υλικών του κόλπου και των υλικών χερσογενούς προέλευσης, µέσω µικροσκοπικής παρατήρησης Εποπτική εικόνα των µεθόδων εργασίας Στο διάγραµµα που ακολουθεί παρουσιάζονται αναλυτικά, στο σύνολό τους, οι εργασίες που έλαβαν χώρα για την πραγµατοποίηση της παρούσας µελέτης, ξεκινώντας από τις εργασίες πεδίου και καταλήγωντας στις εργαστηριακές αναλύσεις. Πίνακας 4.1: Εποπτική απεικόνιση των εργασιών που έγιναν για την ολοκλήρωση αυτής της διπλωµατικής εργασίας.

50 EΡΓΑΣΙΕΣ ΠΕ ΙΟΥ ΕΞΕΤΑΣΗ ΧΑΡΤΩΝ ΠΑΡΑΚΤΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΗ ΑΕΡΟΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΓΕΩΤΡΗΣ ΕΙΣ ΕΞΕΤΑΣΗ ΑΝΕΜΟΛΟΓΙΚΩΝ Ε ΟΜΕΝΩ Ν ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕ Σ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΕΞΕΤΑΣΗ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΣΚΟΠΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΠΥΡΗΝΩΝ ΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ ΠΥΡΗΝΩΝ 87 ΕΙΓΜΑΤΑ ΧΡΩΜΑ ΜΕΡΟΣ ΕΙΓΜΑΤΟΣ ΜΕΡΟΣ ΕΙΓΜΑΤΟΣ ΜΕΡΟΣ ΕΙΓΜΑΤΟΣ ΜΕΡΟΣ ΕΙΓΜΑΤΟΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΠΥΡΗΝΩΝ ΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΑΜΜΟΥ- ΙΛΥΑΡΓΙΛΟΥ µε Calgon ΓΕΩΧΗΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΝΘΡΑΚΙΚΩΝ ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΟΡΓΑΝΙΚΟΥ C Άµµος > 63µ Ιλυάργιλος < 63µ Προσδιορισµ ός κύριων στοιχείων Προσδιορισµός Ιχνοστοιχείων Στατιστική Επεξεργασία Μικρσκοπική παρατήρηση Sedigraph Στατιστική Επεξεργασία

51 Κεφάλαιο Εργασίες πεδίου Οι εργασίες πεδίου πραγµατοποιήθηκαν και ολοκληρώθηκαν σε ένα ερευνητικό ταξίδι. Στις 16 Μαρτίου του 2006, µε την υποστήριξη και τον εξοπλισµό του ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε., πραγµατοποιήθηκε επίσκεψη στην περιοχή δειγµατοληψίας, όπου και ανορύχθηκαν τέσσερις (4) αβαθείς γεωτρήσεις. Στις 09:00 το πρωί πραγµατοποιήθηκε η πρώτη γεώτρηση (πυρήνας LOG-01Α), στην θέση µε γεωγραφικό στίγµα (χρήση GPS) 39 o 03,751N και 20 ο 52,432Ε, σε υψόµετρο 0,35 m (± 0,05 m). Στη συνέχεια (ώρα 13:15) ακολούθησε γεώτρηση (πυρήνας LOG-02Α), στη θέση µε γεωγραφικό στίγµα (χρήση GPS) 39 o 03,573N και 20 ο 52,013Ε. Με στόχο την µεγαλύτερη ακρίβεια των αποτελεσµάτων και εποµ ένως την αξιοπιστία των συµπερασµάτων, όσον αφορά τα επιφανειακά στρώµατα, θεωρήθηκε σκόπιµη η λήψη πρόσθετων δειγµάτων µε τη βοήθεια συµπληρωµατικών πυρήνων µε ελεύθερη πίεση (πυρηνάκια καρφωτά, LOG-01B & LOG-02B). Στην πρώτη γεώτρηση χρησιµ οποιήθηκε πυρηνάκι µήκους 51 cm (61 cm διείσδυση) µε την επωνυµία LOG- 01Β, ενώ στη δεύτερη γεώτρηση χρησιµοποιήθηκε πυρηνάκι µήκους 43 cm (52 cm διείσδυση) µε την επωνυµία LOG-02Β. Συνολικά λοιπόν πραγµατοποιήθηκαν 4 µικρού βάθους γεωτρήσεις (µέχρι βάθους 451 cm). Στις γεωτρήσεις αυτές δόθηκε η κωδική ονοµασία LOG, λόγω άµεσης γειτνίασης των θέσεων δειγµατοληψίας µε τη λιµνοθάλασσα Λογαρού (Σχήµα 4.1α,β). Η εκτέλεση και των τεσσάρων γεωτρήσεων έγιναν από γεωτρύπανο του Χαροκόπειου Πανεπιστηµίου της Αθήνας. Πίνακας 4.2: Θέσεις γεωτρήσεων Πυρήνας Γεωγραφικό Γεωγραφικό ιείσδυση πλάτος µ ήκος γεωτρύπανου LOG-01A 39 o 03,751N 20 ο 52,432Ε 451cm LOG-01B 39 o 03,751N 20 ο 52,432Ε 50cm LOG-02A 39 o 03,573N 20 ο 52,013Ε 415cm LOG-02B 39 o 03,573N 20 ο 52,013Ε 46cm Σχήµα 4.1 α,β: Απεικόνιση θέσεων γεώτρησης (LOG-01, LOG-02) στο χερσαίο τµήµα που διαχωρίζει τις λιµνοθάλασσες Λογαρού και Τσουκαλιό. Η απόσταση µεταξύ των δύο θέσεων δειγµατοληψίας υπολογίζεται περίπου στα 0,67 km (εικόνες από Google Earth).

52 Κεφάλαιο 4

53 Κεφάλαιο Εργαστηριακές αναλύσεις Στις 20 Μαρτίου του 2006, έλαβε χώρα η αποσφράγιση και το άνοιγµα των πυρήνων που προήλθαν από τις γεωτρήσεις, στο εργαστήριο του Χαροκόπειου Πανεπιστήµιου, µε την βοήθεια των καθηγητών Χ. Αναγνώστου, Β. Καψιµάλη, Κ. Παυλόπουλο. Κατά την εργαστηριακή εξέταση των πυρήνων έλαβε χώρα λεπτοµερής µακροσκοπική περιγραφή και καταγράφηκε το χρώµα των διάφορων ιζηµατολογικών ενοτήτων. Στη συνέχεια οι πυρήνες φωτογραφήθηκαν και έγινε δειγµατοληψία από διάφορα βάθη, τα οποία και διατηρήθηκαν σε κατάψυξη του ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. µέχρι την ηµέρα της ανάλυσης. Στους Πίνακες που παρουσιάζονται στο Παράρτηµα Ι παρουσιάζονται ο αριθµός των δειγµάτων που ελήφθησαν από τους τέσσερις (4) πυρήνες, τα επακριβή βάθη δειγµατοληψίας και ασφαλώς οι εργαστηριακές αναλύσεις στις οποίες υπoβλήθηκε καθένα από τα ογδόντα δείγµατα Μακροσκοπική περιγραφή Λήψη δειγµάτων από τους πυρήνες Μ ακροσκοπική περιγραφή πραγµατοποιήθηκε σε κάθε πυρήνα και δόθηκε έµφαση στην διαφοροποίηση του χρωµατισµού των ιζηµάτων και στην υφή του υλικού. Για το χρώµα του ιζήµατος χρησιµοποιήθηκαν οι χρωµατολογικοί πίνακες Oyama M. & Takehara H. (1967). Ο προσδιορισµός των χρωµάτων έλαβε χώρα, αµέσως µετά το άνοιγµα των πυρήνων, όταν το ίζηµα ήταν ακόµη νωπό Κοκκοµετρικές αναλύσεις Κοκκοµετρικές αναλύσεις πραγµατοποιήθηκαν και στα 87 δείγµατα. Οι αναλύσεις έγιναν στο εργαστήριο του ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. Το εν λόγω εργαστήριο διαθέτει η συσκευή Micromeritics SediGraph 5100 (Εικόνα 4.1). Τα αποτελέσµατα των κοκκοµετρικών αναλύσεων των πυρήνων παρουσιάζονται στην Παράγραφο 4.2. Εικόνα 4.1: Micromeritics SediGraph 5100 και MasterTech 51 δίσκος δειγµατοληψίας (Εργαστήρια Ιζηµατολογίας ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.).

54 Κεφάλαιο 4 Από κάθε δείγµα χρησιµοποιήθηκε ποσότητα δείγµατος 3-4 g µε τη χρήση ζυγού ακριβείας Mettler AE240. Η ποσότητα αυτή τοποθετήθηκε σε γυαλάκι και στη συνέχεια σε επωαστικό κλίβανο σε θερµοκρασία 60 o C. Στη συνέχεια, τα δείγµατα τοποθετούνται σε ξηραντήρα προκειµένου να κρυώσουν και να φθάσουν σε θερµοκρασία περιβάλλοντος και ζυγίζεται σε ποτήρι ζέσεως (50 ml) το ολικό βάρος του δείγµατος. Προστίθεται Calgon (περίπου 20 ml) και ακολουθεί ελαφρά ανάδευση, ώστε να «διαλυθούν» τα όποια συσσωµατώµατα. Αφήνεται το διάλυµα σε ηρεµία για χρονικό διάστηµα 24 ωρών (1 ηµέρα) και την εποµένη πραγµατοποιείται διαχωρισµός σε κόσκινο, διαµέτρου πόρων 63 µm (διάµ ετρος κόκκων άµµου > 63 µm, δηλαδή αφαιρείται η άµµος και εναποµένει ιλύς και άργιλος). Ο διαχωρισµός αυτός επιτυγχάνεται µε τη βοήθεια Calgon (5,5 g/l απεσταγµένου νερού). Ξεπλένεται η άµµος µε απεσταγµένο νερό, τοποθετείται σε ποτήρι ζέσης και αφήνεται για περίοδο 1-2 ηµέρες, έπειτα τοποθετείται σε επωαστικό κλίβανο στους 60 ο C και στη συνέχεια ζυγίζεται. Το υλικό µε διάµετρο κόκκων µικρότερη των 63 µm, προωθείται στο SediGraph. Τα δείγµατα τοποθετούνται σε πλαστικά δοχεία, σε ειδικές θέσεις πάνω στον αυτόµατο δειγµατοφόρο, όπου το δείγµα αναδεύεται µε υπερήχους για 5 min και στη συνέχεια προωθείται µέσα από σωληνάκι στο κυρίως µέρος της συσκευής, όπου και εισέρχεται σε θήκη/δοχείο. Εκεί αναδεύεται ξανά και τοποθετείται σε κυψελίδα, όπου µέσω ακτίνων-χ, πραγµατοποιείται ανάλυση της κοκκοµετρικής σύστασης του δείγµατος, ενώ στην οθόνη του υπολογιστή παρουσιάζεται η καµπύλη κατανοµής της ιλύς και της αργίλου. Ο ολικός χρόνος που απαιτείται για κάθε δείγµα από το στάδιο που αυτό τοποθετείται στο δίσκο δειγµατοληψίας φθάνει τα 25 min, ενώ η κυρίως κοκκοµετρική ανάλυση στο SediGraph εκτιµάται περίπου στα 12 min Προσδιορισµός κύριων στοιχείων και ιχνοστοιχείων µε τη µέθοδο φθορισµού ακτίνων Χ Γ ια τη γεωχηµική µελέτη των πυρήνων LOG-02A και LOG-02B χρησιµοποιήθηκαν 47 δείγµατα, τα οποία υποβλήθηκαν σε ποιοτική και ποσοτική ανάλυση κύριων στοιχείων και ιχνοστοιχείων µέσω της τεχνικής Φθορισµού Ακτίνων Χ (X-Ray Fluorescence). Τα κύρια στοιχεία παρουσιάζονται στο Παράρτηµα ΙΙ σε %κ.β., ενώ οι συγκεντρώσεις ιχνοστοιχείων καταγράφονται σε ppm. Για τον προσδιορισµό ιχνοστοιχείων και κυρίων στοιχείων η οµοιογένεια του δείγµατος είναι σηµαντικός παράγοντας, για την ποιότητα της ανάλυσης. Όσον αφορά τα ιχνοστοιχεία, δείγµατα (5g δείγµατος + 5g κερί) σε µορφή λεπτών κόκκων διαµορφώνονται συνήθως σε λεπτά δισκία µε τη βοήθεια υδραυλικού πιεστηρίου (πρέσσα). Για αναλύσεις µεγαλύτερης ακρίβειας, τα δείγµατα υποβάλλονται σε καύση µε πυροφωσφορικά ή τετραβορικά άλατα. Για την ανάλυση των κυρίων στοιχείων, κατασκευάστηκαν γυαλάκια (0,6g δείγµα + 5, 4g Li 2 B 4 O 7 -Lithium tetraborate + 0,5g LiNO 3 -Lithium nitrate). Η τεχνική του Φθορισµού των Ακτίνων Χ (X-Ray Fluorescence) είναι µια καθιερωµένη αναλυτική τεχνική που χρησιµοποιείται σήµερα σε ένα ευρύ φάσµα διεπιστηµονικών εφαρµογών. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τεχνικής XRF είναι ο ταυτόχρονος και γρήγορος προσδιορισµός στοιχείων από όλον σχεδόν τον περιοδικό

55 Κεφάλαιο 4 πίνακα (Ζ=14-92), αλλά και η µεγάλη ευαισθησία στην ανάλυση µε ανιχνευτικά όρια που κυµαίνονται συνήθως στην περιοχή των µg/g (ppm). Η µέθοδος είναι µη καταστροφική, ταχεία και οικονοµική, επιτρέπει τον προσδιορισµό πολλών στοιχείων ταυτόχρονα και εφαρµόζεται σε ευρεία περιοχή συγκεντρώσεων. Επιπλέον δεν απαιτεί πολύπλοκη προετοιµασία των προς µέτρηση δειγµάτων, ενώ η ανάλυση των φασµάτων είναι κατά κανόνα απλή. Η βασική αδυναµία της είναι ότι δεν προσφέρεται για ανάλυση στοιχείων ελαφρύτερων από το φθόριο Προσδιορισµός ανθρακικών Μ ε µετρήσεις Τα ελεύθερα ανθρακικά άλατα υπάρχουν στο έδαφος ως αποτέλεσµα της αποσάρθρωσης ιζηµατογενών (ασβεστόλιθοι, δολοµίτες κ.α.) και µεταµορφωσιγενών (µ άρµαρα) πετρωµάτων και εµφανίζονται σε εδάφη που προέρχονται ή έχουν µ εταφερθεί από τέτοια µητρικά πετρώµατα. Επηρεάζουν το ph του εδάφους και εποµένως όλη τη φυσικοχηµική συµπεριφορά του. Αποτελούνται κυρίως από ανθρακικό ασβέστιο και δευτερευόντως από ανθρακικό µαγνήσιο και άλλα ανθρακικά άλατα. Λόγω της συντριπτικής υπεροχής της περιεκτικότητας σε ανθρακικό ασβέστιο έχει στην πράξη καθιερωθεί να αναφέρεται ως µέθοδος του ανθρακικού ασβεστίου. Ως % Ανθρακικό ασβέστιο, % CaCO 3, ορίζεται το σύνολο των ανθρακικών αλάτων που περιέχονται σε 100 g ξηρού εδάφους, εκφρασµένο σε g CaCO 3. Ο προσδιορισµός του %ποσοστού σε CaCO 3 στηρίζεται στην ογκοµέτρηση του αερίου διοξειδίου του άνθρακα CO 2, το οποίο εκλύεται κατά την εφαρµογή διαλύµατος υδροχλωρικού οξέως HCl 10% σε κονιορτοποιηµένο δείγµα, σύµφωνα µε τη µέθοδο Carbonate Bomb (Muller-Garstner, 1971). 2HCl (l) + CaCO 3 (s) CaCl 2 (aq) + CO 2 (g) + H 2 O (l) Κατά την εφαρµογή του οξέως στο εδαφικό δείγµα παρατηρείται χαρακτηριστικός αφρισµός, δείγµα της έκλυσης διοξειδίου του άνθρακα και κατά συνέπεια της ύπαρξης ανθρακικών αλάτων. Με υπολογισµό Για τον προσδιορισµό του CaCO 3, στα ιζήµατα των πυρήνων LOG-01A και LOG- 01B, έγιναν αναλύσεις σε καθορισµένα βάθη, που επιλέχθηκαν σύµφωνα µε τα µακροσκοπικά χαρακτηριστικά των ιζηµάτων των πυρήνων αυτών. Τα αποτελέσµατα των µετρήσεων παρουσιάζονται σε επόµενη Παράγραφο. Για τον προσδιορισµό του CaCO 3, στα ιζήµατα των πυρήνων LOG-02A και LOG- 02B, χρησιµοποιήθηκαν τα % αποτελέσµατα των γεωχηµικών αναλύσεων σε CaO, κάνοντας χρήση της παρακάτω σχέσης: CaOCO 2 CaCO 3

56 Κεφάλαιο 4 Μέσω της χρήσης της «απλής µεθόδου των τριών», υπολογίζεται ένας συντελεστής (= 1,785) ο οποίος πολλαπλασιαζόµενος µε το % ποσοστό του CaO, δίδει στη συνέχεια το αντίστοιχο ποσοστό σε CaCO 3. Τα αποτελέσµατα των µετρήσεων παρουσιάζονται σε επόµενη Παράγραφο Προσδιορισµός οργανικού άνθρακα Ο προσδιορισµός οργανικού άνθρακα πραγµατοποιήθηκε σε 48 δείγµατα, 16 εκ των οποίων προήλθαν από τον πυρήνα LOG-01A, 6 από τον LOG-01B, 2 από το Φράγµα Πουρναρίου, 16 από τον πυρήνα LOG-02A και 8 από τον LOG-02B. Οι αναλύσεις βασίστηκαν στη µέθοδο Walkey-Black. Η εν λόγω µέθοδος στηρίζεται στην ογκοµέτρηση διχρωµικού καλίου (Κ 2 Cr 2 O 7 ), µε ένυδρο εναµµώνιο θειικό σίδηρο (Fe(NH 4 ) 2 (SO 4 ) 2.6H 2 O). Για την εύρεση των τελικών αποτελεσµάτων εκατοστιαίας περιεκτικότητας σε οργανικό άνθρακα, χρησιµοποιήθηκε η παρακάτω εξίσωση: Τ = ml κατανάλωσης στο δείγµα, S = ml κατανάλωσης στο blank και W = g βάρος ιζήµατος 4.2. Αποτελέσµατα Μακροσκοπική περιγραφή πυρήνων C% = [3(1-T/S)] / W, όπου Η οπτική παρατήρηση των ανοιγµένων πυρήνων, δίδει µια πρώτη εικόνα των ιζηµατολογικών ενοτήτων από τις οποίες αυτοί συνίστανται. Για το λόγο αυτό θεωρήθηκε απαραίτητη η φωτογράφιση των ανοιχτών πια πυρήνων, η οποία θα παρέχει πληθώρα πληροφοριών. Το χρώµα του ιζήµατος και η υφή του φανερώνουν τις συνθήκες ιζηµατογέννεσης. Οι ανοιχτόχρωµες καφεκίτρινες αποχρώσεις δηλώνουν οξειδωτικές συνθήκες, ενώ οι σκουρόχρωµες λαδοπράσινες δηλώνουν ανοξικές συνθήκες ιζηµατογένεσης. Στη συνέχεια λοιπόν, παρουσιάζεται η σύνθεση των φωτογραφιών που ελήφθησαν την ηµέρα της αποσφράγισης των πυρήνων και τα διάφορα βάθη στα οποία ελήφθησαν δείγµατα. Αποτέλεσµα αυτής της προσπάθειας είναι η κατακόρυφη απεικόνιση των τεσσάρων πυρήνων. Πίνακας 4.3: α) Φωτογραφία πυρήνα LOG-01Α και αριθµός δειγµάτων που ελήφθησαν, στο Εργαστήριο Ιζηµατολογίας του Χαροκόπειου Πανεπιστήµιου, β) Φωτογραφία πυρήνα LOG- 01B και αριθµός δειγµάτων που ελήφθησαν, γ) Φωτογραφία πυρήνα LOG-02Α και αριθµός δειγµάτων που ελήφθησαν, στο Εργαστήριο Ιζηµατολογίας του Χαροκόπειου Πανεπιστήµιου, δ) Φωτογραφία πυρήνα LOG-02B και αριθµός δειγµάτων που ελήφθησαν.

57 Πίνακας 4.3. (α) Κατακόρυφη απεικόνιση του πυρήνα LOG-01A, µήκους 451 cm. Από τον πυρήνα LOG-01A ελήφθησαν 27 δείγµατα, από τα παρακάτω βάθη/ θέσεις: 1. (25-30)cm 2. (30-35)cm 3. (35-40)cm 4. (45-50)cm 5. (55-60)cm 6. (70-75)cm 7. (85-90)cm 8. ( )cm 9. ( )cm 10. ( )cm 11. ( )cm 12. ( )cm 13. ( )cm 14. ( )cm 15. ( )cm 16. ( )cm 17. ( )cm 18. ( )cm 19. ( )cm 20. ( )cm 21. ( )cm 22. ( )cm 23. ( )cm 24. ( )cm 25. ( )cm 26. ( )cm 27. ( )cm

58 Πίνακας 4.3. (β) Κατακόρυφη απεικόνιση του πυρήνα LOG-01B, µήκους 50 cm. Από τον πυρήνα LOG-01B ελήφθησαν 11 δείγµατα, από τα παρακάτω βάθη/ θέσεις: 1. (0-3)cm 2. (3-6)cm 3. (6-10)cm 4. (10-14)cm 5. (14-17)cm 6. (18-22)cm 7. (23-27)cm 8. (30-34)cm 9. (34-38)cm 10. (38-42)cm 11. (42-46)cm

59 Πίνακας 4.3. (γ) Κατακόρυφη απεικόνιση του πυρήνα LOG-02A, µήκους 415 cm. Από τον πυρήνα LOG-02A ελήφθησαν 28 δείγµατα, από τα παρακάτω βάθη/ θέσεις: 1. (0-5)cm 2. (10-15)cm 3. (20-25)cm 4. (35-40)cm 5. (50-55)cm 6. (60-65)cm 7. (70-75)cm 8. (80-85)cm 9. ( )cm 10. ( )cm 11. ( )cm 12. ( )cm 13. ( )cm 14. ( )cm 15. ( )cm 16. ( )cm 17. ( )cm 18. ( )cm 19. ( )cm 20. ( )cm 21. ( )cm 22. ( )cm 23. ( )cm 24. ( )cm 25. ( )cm 26. ( )cm 27. ( )cm 28. ( )cm

60 Πίνακας 4.3. (δ) Κατακόρυφη απεικόνιση από πυρηνάκι καρφωτό LOG-02Β, µήκους 46 cm. Από τον πυρήνα LOG-02Β ελήφθησαν 19 δείγµατα, από τα παρακάτω βάθη: 1. (0-3)cm 2. (3-6)cm 3. (6-10)cm 4. (10-14)cm 5. (14-16)cm 6. (16-18)cm 7. (18-20)cm 8. (20-22)cm 9. (22-24)cm 10. (24-26)cm 11. (26-28)cm 12. (28-30)cm 13. (30-32)cm 14. (32-34)cm 15. (34-36)cm 16. (36-38)cm 17. (38-40)cm 18. (40-42)cm 19. (42-44)cm

61 Κεφάλαιο 4 LOG-01 Α Υψόµετρο: 0,35 m Η γεώτρηση έγινε δεξιά της οδικής αρτηρίας που χωρίζει τη λιµνοθάλασσα Λογαρού από τη λιµνοθάλασσα Τσουκαλιό και έφθασε σε βάθος 4,51 m (Σχήµα 4.2). LOG-01 B Yψόµετρο: 0,35 m Η γεώτρηση έγινε συµπληρωµατικά, στο ίδιο ακριβώς σηµείο που πραγµατοποιήθηκε η γεώτρηση LOG-01A, µε στόχο την µεγαλύτερη αξιοπιστία των αποτελεσµάτων, όσον αφορά τα επιφανειακά στρώµατα, βάθους έως 50 cm. LOG-02 Α Υψόµετρο: 0,50 m Η γεώτρηση έγινε στα αριστερά του ίδιου οδικού άξονα που διαχωρίζει τις λιµ νοθάλασσες Τσουκαλιό και Λογαρού, σε απόσταση 670 m περίπου νοτιότερα της γεώτρησης LOG-01 και έφθασε σε βάθος 4,15 m. Θα δειχθεί ότι η LOG-02 είναι περισσότερο αµµώδης από την LOG-01 (βλ. Σχήµα 4.3). LOG-02 B Υψόµετρο: 0,50 m Η συµπληρωµατική αυτή γεώτρηση, έλαβε χώρα στη θέση όπου πραγµατοποιήθηκε η γεώτρηση LOG-02A και βοήθησε στην εξαγωγή χρήσιµων συµπερασµάτων για το επιφανειακό στρώµα, βάθους 46 cm.

62 Κεφάλαιο 4 Με τις εργαστηριακές αναλύσεις των δειγµάτων, που ελήφθησαν από τις γεωτρήσεις, µελετήθηκαν τα κύρια χαρακτηριστικά του ιζήµατος, τα οποία παρουσιάζονται στη συνέχεια και καταχωρούνται στις ακόλουθες έξι στήλες (βλ. Πίνακες 4.5, 4.6, 4.8, 4.9): Σ Η λιθολογία, αναπαριστά µε συµβολισµούς, που επεξηγούνται σε υπόµνηµα, την περιεκτικότητα σε διάφορα κλάσµατα µεγέθους των κόκκων του ιζήµατος και την παρουσία οργανικής ύλης. Επίσης το µικρό βέλος στα αριστερά της λιθολογικής στήλης δηλώνει τις θέσεις δειγµατοληψίας. Η στήλη της κοκκοµετρίας είναι χωρισµένη σε τρία µέρη, όπου παρουσιάζεται η εκατοστιαία αναλογία της άµµου, της ιλύος και της αργίλου που περιέχει το ίζηµα, Για τον καθορισµό του τύπου του ιζήµατος, χρησιµοποιήθηκε η ονοµατολογία κατά Folk (1974), Για το χρώµα του ιζήµατος που παρουσιάζεται, χρησιµοποιήθηκαν οι χρωµατολογικοί πίνακες M.Oyama, H.Takehara (1967), Η επί % αναλογία σε ανθρακικό ασβέστιο του ολικού ιζήµατος, παρουσιάζεται στην πέµπτη στήλη, Τέλος, στην έκτη στήλη παρουσιάζεται η επί τοις % αναλογία σε οργανικό άνθρακα. ε ξεχωριστό Πίνακα του Παραρτήµατος ΙΙ, παρουσιάζονται και οι γεωχηµικές αναλύσεις, στις οποίες παρουσιάζεται: Η επί τοις % αναλογία Κύριων στοιχείων (pellets) και, Η επί τοις % αναλογία σε Ιχνοστοιχείων (γυαλάκια).

63 ΓΕΩΤΡΗΣΗ LOG-01 Η γεώτρηση αυτή έγινε δυτικά του κεντρικού άξονα Άρτας Σαλαώρας. Σ το στρώµα 0-13 cm το χρώµα του ιζήµατος ήταν µαύρο και εµφανίζεται ιλυάργιλος µ ε ρίζες και φυτά στην επιφάνεια. Για το βάθος των cm καταγράφηκε ιλυάργιλος µε λιγότερα οργανικά και ρίζες, χρώµατος λαδί (olive; 5Y 4/3), ενώ το χρώµα γίνεται καφε-λαδί (olive brown; 2.5Y 4/3) και το στρώµα συνίσταται από ιλυάργιλο, στο βάθος των cm (παρατηρήσεις από τον πυρήνα LOG-01B). Σ το βάθος των cm απαντάται ιλυώδης άργιλος, µε φυτικά υπολλείµµατα (γρασίδι) στην κορυφή και ρίζες στη βάση, γεγονός το οποίο µπορεί να υποδηλώνει έναν παλιότερο εδαφικό ορίζοντα. Στο στρώµα αυτό παρατηρούνται αυξηµένα οργανικά, ενώ το χρώµα του είναι µαύρο (black; 10YR 2/1). Από τα 50 µέχρι τα 60 cm, το χρώµα γίνεται σκούρο γκρι- καφέ (dark grayish brown; 10YR 4/2) και σύνισταται από ιλυάργιλο µε λιγότερα οργανικά (µειούµενα µε το βάθος). Στα cm το χρώµα χαρακτηρίζεται από τον κωδικό 2.5YR 4/2 (dark grayish brown), ενώ δείχνει να αποτελείται από ιλυάργιλο µε ψιλή άµµο, σχεδόν οµοιογενή. Για το βάθος των cm, στα πρώτα 10 cm ( cm) παρατηρείται ένα µεταβατικό στρώµα ιλυώδης άµµου, χρώµατος σκούρο-γκρι, καφέ (dark grayish brown; 2.5Y 4/2), ενώ στο κατώτερο υπόστρωµα ( cm) το χρώµα γίνεται καφεπράσινο (olive brown; 2.5Y 4/3). Στο βάθος δε των cm παρατηρήθηκαν οργανικά υπολείµµατα σε σχήµα φακών ή σφαιρών. Από τα 351 έως τα 392 cm, η λιθολογία του πυρήνα αλλάζει δραµατικά και συνίσταται από ιλυάργιλο σχετικά υδαρή, χρώµατος καφεπράσινου (2.5Y 4/1). Στα επόµενα cm το χρώµα παραµένει ίδιο (2.5Y 4/1), µε τον κατώτερο ορίζοντα να εµφανίζεται πιο λεπτόκοκκος και να εµπεριέχει λιγότερη υγρασία, δηλαδή εµφανιζόταν συνεκτικότερος (παρατηρήσεις από τον πυρήνα LOG-01A). Στη βάση της γεώτρησης, δηλαδή στο τελευταίο 1 m ( cm), το περιβάλλον πρέπει να ήταν αβαθές θαλάσσιο ή λιµνοθαλάσσιο, ενώ ενδέχεται να επικρατούσαν αναγωγικές συνθήκες (βλ. Σχήµα 4.2).

64 ΣΧΗΜΑ 4.2 Υπόµνηµα Η γεώτρηση αυτή έγινε ανατολικά του κεντρικού οδικού άξονα Άρτας Σαλαώρας,

65 ΓΕΩΤΡΗΣΗ LOG-02 Η γεώτρηση αυτή έγινε ανατολικά του κεντρικού οδικού άξονα Άρτας Σαλαώρας, 0,67 km νοτιότερα της γεώτρησης που προηγήθηκε. Τ ο στρώµα βάθους 0-5 cm είχε χρώµα µαύρο (black; 10YR 2/1). Στην επιφάνεια παρατηρήθηκε στρώση γρασιδιού µε χουµώδη ιλύ και ρίζες. Η ενότητα αυτή συνίσταται από ιλυάργιλο µε αυξηµένο οργανικό υλικό. Σε βάθος 5-15 cm το χρώµα ήταν σκούρο γκρι-καφέ (dark grayish brown; 2.5Y 4/2) και καταγράφηκαν ριζίδια γρασιδιού σε ιλυάργιλο µε χουµώδη συστατικά (αυξηµένα οργανικά υλικά). Στο στρώµα cm, το χρώµα είναι πολύ σκούρο γκρι (very dark gray; 2.5Y 3/2) και αποτελείται από άργιλο- ιλυάργιλο µε αυξηµένα σε σχέση µε την ανώτερη στρώση οργανικά υλικά. Στην ενότητα cm καταγράφεται ελαιώδης καφέ ιλυάργιλος (olive brown; 2.5Y 4/3), µε µειωµένα οργανικά υλικά, σε σχέση µε το βάθος (παρατηρήσεις από τον πυρήνα LOG-02B). Τ ο χρώµα του στρώµατος των cm είναι σκούρο γκρι-καφέ (dark grayish brown; 2.5Y 4/2) και µπορεί να διακριθεί σε δύο επιµέρους υποστρώµατα, των και cm. Στο πρώτο εξ αυτών καταγράφηκε η παρουσία ιλυάργιλου, ενώ στο δεύτερο µετατρέπεται σε ιλύ. Στο βάθος των cm, το χρώµα είναι ανοιχτόχρωµο ελαιώδες καφέ (light olive brown; 2.5Y 5/3) και αποτελείται από ιλυάργιλο µε πολύ ψιλή άµµο. Από τα 90 έως τα 177 cm, το χρώµα ήταν ελαιώδες γκρι (olive gray; 5Y 4/2) και απαρτιζόταν από ψιλή, οξειδωµένη άµµο. Στο βάθος των cm, το χρώµα είναι ανοιχτό ελαιώδες-καφέ (light olive brown; 2.5Y 5/3) και συνίσταται από ψιλή-µέτρια άµµο, µε µικρά ποσοστά ιλύος. Στα cm το χρώµα είναι λαδίκαφέ (olive brown; 2.5Y 4/3) και συνίσταται από ιλύ. Στα τελευταία εκατοστά ( cm) παρατηρήθηκε µια µικρή διαφοροποίηση στη σύσταση, όπου η ιλύς δίνει τη θέση της σε αµµώδη ιλύ. Από τα 202 έως 207 cm, το χρώµα είναι λαδι-καφέ (olive brown; 2.5Y 4/3) και αποτελείται από ιλυώδη άργιλο, περισσότερο οµοιογενή από την ανώτερη στρώση. Για το στρώµα των cm, το χρώµα παραµένει ίδιο (2.5Y 4/3), αλλά µεταβάλλεται η σύστασή του σε ιλυώδη άµµο. Στο εν λόγω στρώµα διακρίνεται µία επιµέρους ενότητα ( cm), µε περισσότερο λεπτόκοκκο υλικό (ιλύ) και σηµειώθηκαν φακοί οργανικού υλικού και στρώσεις οξείδωσης. Στα cm, το χρώµα είναι ελαιώδες (olive; 5Y 4/3) και αποτελείται από ιλύ µε µικρό ποσοστό ψιλής άµµου. Στα cm, το χρώµα είναι ελαιώδες γκρι (olive gray; 5Y 4/2) και συνίσταται από ψιλή, οµοιογενή άµµο. Από τα 345 µέχρι τα 358 cm, το ίζηµα αποτελείται από σκούρα γκρι ιλυάργιλο (dark gray; 5Y 4/1). Στο βάθος των cm, η ενότητα συνίσταται από σκούρα γκρι (dark gray; 5Y 4/1) ιλυαργιλική άµµο (η άµµος είναι µέτρια µε αυξηµένη ιλυάργιλο). Από τα 376 µέχρι τα 410 cm, καταγράφηκε η παρουσία µέτριας άµµου, ιδίου χρώµατος, 5Y 4/1 (παρατηρήσεις από τον πυρήνα LOG-02A). Τα προαναφερθέντα παρουσιάζονται σχηµατικά στο Σχήµα 4.3 που ακολουθεί.

66 ΣΧΗΜΑ 4.3 Υπόµνηµα

67 Iζηµ ατολογική ανάλυση πυρήνα LOG-01 Πίνακας 4.4: Π Υ Ρ Η Ν Α Σ LOG-01 είγµα Βάθος σε cm Τύπος ιζήµατος (κατά Folk, 1974) Άµ µος (%) Ιλύς (%) Άρ γιλος (%) CaCO 3 (%) Οργανικ ός C (%) Γ1 (25-30)cm Αµµώδης ιλυάργιλος Γ2 (30-35)cm Αµµώδης ιλύς Γ3 (35-40)cm Αµµώδης ιλυάργιλος Γ4 (45-50)cm Αµµώδης ιλυάργιλος Γ5 (55-60)cm Αµµώδης ιλύς Γ6 (70-75)cm Αµµώδης ιλυάργιλος Γ7 (85-90)cm Αµµώδης ιλύς Γ8 ( )cm Ιλυώδης άµµος Γ9 ( )cm Ιλυώδης άµµος Γ10 ( )cm Ιλυώδης άµµος Γ11 ( )cm Ιλυώδης άµµος Γ12 ( )cm Αµµώδης ιλύς Γ13 ( )cm Ιλύς Γ14 ( )cm Ιλύς Γ15 ( )cm Αµµώδης ιλύς Γ16 ( )cm Αµµώδης ιλύς Γ17 ( )cm Ιλύς Γ18 ( )cm Ιλυάργιλος Γ19 ( )cm ιλύς Γ20 ( )cm Ιλύς Γ21 ( )cm Αµµώδης ιλύς

68 Γ22 ( )cm Ιλύς Γ23 ( )cm Ιλύς Γ24 ( )cm Ιλύς Γ25 ( )cm Ιλυάργιλος Γ26 ( )cm Ιλυάργιλος Γ27 ( )cm Ιλύς (0-3)cm Αµµώδης ιλυάργιλος (3-6)cm Αµµώδης ιλυάργιλος (6-10)cm Αµµώδης ιλύ ς (10-14)cm Αµµώδης ιλυάργιλος (14-17)cm Αµµώδης ιλύ ς (18-22)cm Αµµώδης ιλυάργιλος (23-27)cm Αµµώδης ιλύ ς (30-34)cm Αµµώδης ιλύ ς (34-38)cm Αµµώδης ιλύ ς (38-42)cm Αµµώδης ιλύ ς (42-46)cm Αµµώδης ιλύ ς ΦΠ1 (4-8)cm Ιλυώδης άµµ ος ΦΠ2 (22-27)cm Ιλυώδης άµµ ος Ν = 40 Σηµείωση: O συµβολισµός (-) υποδεικνύει ότι δεν πραγµ ατοποιήθηκαν µετρήσεις στις συγκεκριµένες θέσεις.

69 Κεφάλαιο 4 Σχήµα 4.4: Κατανοµή των ιζηµάτων του πυρήνα LOG-01 στο τρίγωνο του Folk (1974).

70 Κεφάλαιο 4 L O G 0 1 A Εικόνα 4.2: Γραφήµατα της κοκκοµετρίας, οργανικού άνθρακα και ανθρακικών του πυρήνα LOG-01A.

71 Κεφάλαιο 4 L O G 0 1 B Εικόνα 4.3: Γραφήµατα της κοκκοµετρίας, οργανικού άνθρακα και ανθρακικών του πυρήνα LOG-01B.

72 Κεφάλαιο 4 Φράγµα Πουρναρίου Εικόνα 4.4: Γραφήµατα της κοκκοµετρίας, οργανικού άνθρακα και ανθρακικών του πυρήνα από το Φράγµα Πουρναρίου.

73 Πίνακας 4.5: Προφίλ κατανοµών κοκκοµετρικής σύστασης, ανθρακικών και οργανικού άνθρακα στον LOG01A.

74 Πίνακας 4.6: Προφίλ κατανοµών κοκκοµετρικής σύστασης, ανθρακικών και οργανικού άνθρακα στον LOG01Β.

75

76 Iζηµατολογική και γεωχηµ ική ανάλυση πυρήνα LOG-02 Πίνακ ας 4.7: Π Υ Ρ Η Ν Α Σ LOG-02 είγµα Βάθος σε cm Τύπος ιζήµατος (κατά Folk, 1974) Άµ µος(% ) Ιλύς(%) Άργ ι λος( %) C aco 3 (%) Οργανικός C(%) A1 (0-5)cm Αµµώδης ιλυάργιλος ,48 4,20 A2 ( 10-15)cm Αµµώδης ιλυάργιλος ,16 1, 65 A3 (20-25)cm ιλυάργιλος ,02 - A4 (35-40)cm ιλυάργιλος ,60 0,82 A5 (50-55)cm ιλυάργιλος ,62 - A6 (60-65)cm Αµµώδης ιλυάργιλος ,26 0,47 A7 (70-75)cm Αµµώδης ιλυάργιλος ,26 - A8 (80-85)cm Ιλυαργιλώδης άµµος ,63 0,29 A9 ( )cm Ιλυαργιλώδης άµµος ,56 - A10 ( )cm Ιλυαργιλώδης άµµος ,42 0,33 A11 ( )cm Ιλυαργιλώδης άµµος ,06 - A12 ( )cm Ιλυώδης άµµος ,92 - A13 ( )cm Ιλυαργιλώδης άµµος ,65 0,29 A14 ( )cm Αµµώδης ιλύς ,40 0,30 A15 ( )cm Ιλυαργιλώδης άµµος ,39 0, 32 A16 ( )cm Ιλυώδης άµ µος ,12 - A17 ( )cm Αµµώδης ιλυάργιλος ,26 0,38 A18 ( )cm Αµµώδης ιλύς ,28 - A19 ( )cm ιλύς ,51 0,41 A20 ( )cm Ιλυώδης άµµος ,05 0,25 A21 ( )cm Ιλυώδης άµµος ,81 - A22 ( )cm Αµµώδης ιλύς ,71 0,35 A23 ( )cm Ιλυαργιλώδης άµµος ,97 0,25

77 A24 ( )cm Ιλυώδης άµµος ,85 - A25 ( )cm Ιλυαργιλώδης άµµος ,97 - A26 ( )cm Ιλυαργιλώδης άµµος ,58 0,29 A27 ( )cm άµµος ,72 - A28 ( )cm άµµος ,20 0,19 B1 (0-3)cm Αµµώδης ιλυάργιλος ,62 5,60 B2 (3-6)cm Αµµώδης ιλύς ,01 - B3 (6-10)cm Αµµώδης ιλύς ,94 1,20 B4 (10-14)cm Αµµώδης ιλύς ,80 - B5 (14-16)cm Αµµώδης ιλύς ,42 0,80 B6 (16-18)cm Αµµώδης ιλύς ,16 - B7 (18-20)cm Αµµώδης ιλυάργιλος ,55 - B8 (20-22)cm Αµµώδης ιλύς ,86 1,80 B9 (22-24)cm Αµµώδης ιλυάργιλος ,59 - B10 (24-26)cm ιλύς ,34 1,75 B11 (26-28)cm Αµµώδης ιλυάργιλος ,41 - B12 (28-30)cm ιλύς ,82 1,71 B13 (30-32)cm ιλύς ,48 - B14 (32-34)cm ιλυάργιλος ,16 - B15 (34-36)cm ιλυάργιλος ,46 - B16 (36-38)cm ιλυάργιλος ,92 0,98 B17 (38-40)cm ιλυάργιλος ,64 - B18 (40-42)cm ιλύς ,24 - B19 (42-44)cm ιλυάργιλος ,17 0,67 Ν = 47 Σηµείωση: O συµβολισµός (-) υποδεικνύει ότι δεν πραγµατοποιήθηκαν µετρήσεις στις συγκεκριµένες θέσεις.

78 Κεφάλαιο 4 Σχήµα 4.5: Κατανοµή των ιζηµάτων του πυρήνα LOG-02 στο τρίγωνο του Folk (1974).

79 Κεφάλαιο 4 LOG 02A Εικόνα 4.5: Γραφήµατα της κοκκοµετρίας, οργανικού άνθρακα και ανθρακικών του πυρήνα LOG-02A.

80 Κεφάλαιο 4 LOG 02B Εικόνα 4.6: Γραφήµατα της κοκκοµετρίας, οργανικού άνθρακα και ανθρακικών του πυρήνα LOG-02Β.

81 Πίνακας 4.8: Προφίλ κατανοµών κοκκοµετρικής σύστασης, ανθρακικών και οργανικού άνθρακα στον LOG02A

82 Πίνακας 4.9: Προφίλ κατανοµών κοκκοµετρικής σύστασης, ανθρακικών και οργανικού άνθρακα στον LOG02Β.

83 Πίνακας 4.10 ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ Cr ΣΤΟΝ ΠΥΡΗΝΑ LOG02 είγµα Βάθος σε m Cr (ppm) 1 (0-5)cm (10-15)cm (20-25)cm (35-40)cm (50-55)cm (60-65)cm (70-75)cm (80-85)cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm (0-3)cm (3-6)cm (6-10)cm (10-14)cm (14-16)cm (16-18)cm (18-20)cm (20-22)cm (22-24)cm (24-26)cm (26-28)cm (28-30)cm (30-32)cm (32-34)cm (34-36)cm (36-38)cm (38-40) cm (40-42)cm (42-44)cm LOG02A LOG02B

84 Κεφάλαιο 4 Σχήµα 4.6: Κατανοµή Cr στον πυρήνα LOG02A, κανονικοποιηµένη ως προς το στοιχείο Zr (Παράρτηµα ΙΙ). Σχήµα 4.7: Κατανοµή Cr στον πυρήνα LOG02B, κανονικοποιηµένη ως προς το στοιχείο Zr (Παράρτηµα ΙΙ).

85 4.2.4 Περιγραφή αδροµερούς φάσης στο διοφθάλµιο µικροσκόπιο Εικόνα 4.7 Εικόνα 4.8 Εικόνα 4.9 Εικόνα 4.10 Εικόνα 4.11 Εικόνα

86 Εικόνα 4.13 Εικόνα 4.14 Α Εικόνα 4.15 Εικόνα 4.16 Οι φωτογραφίες που ελήφθησαν αντιστοιχούν σε µεγέθυνση 10Χ40. πό τον πυρήνα LOG02 συλλέχθηκαν 47 δείγµατα, εκ των οποίων τα 28 ανήκουν στον πυρήνα LOG02A και τα υπόλοιπα 19 στον πυρήνα LOG02B. Ένα µέρος των δειγµάτων αυτών υποβλήθηκε σε διαχωρισµό άµµου ιλυαργίλου. Το µέρος του δείγµατος που συνίσταται από άµµο (>63µ) είναι αυτό το οποίο εν συνεχεία εξετάστηκε στο µικροσκόπιο και έδωσε τις παραπάνω φωτογραφίες. Επιλέχθηκαν δέκα (10) δείγµατα τα οποία εξετάστηκαν σε διοφθάλµιο µικροσκόπιο Leica Wild M3C το οποίο πρόθυµα διέθεσε το ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. (Εργαστήριο Ιζηµατοπαγίδων) για τις ανάγκες της εργασίας. Τα δείγµατα µε Νο προήλθαν από τον πυρήνα LOG02B (µικρό συµπληρωµατικό πυρηνάκι, βάθους διείσδυσης 44 cm), ενώ τα δείγµατα µε Νο προέρχονται από τον πυρήνα LOG02A, βάθους διείσδυσης 415 cm. 85

87 Κεφάλαιο 4 Πίνακας 4.11: Αδροµερής φάση δειγµάτων τα οποία εξετάστηκαν στο µικροσκόπιο και τα βάθη στα οποία αυτά αντιστοιχούν. Εξεταζόµενο δείγµα LOG02B No.46 No.45 No.44 No.43 No.42 No.31 LOG02A No.26 No.22 No.15 No.2 Βάθος γεώτρησης (cm) cm cm cm cm cm 6-10 cm cm cm cm cm Στο δείγµα Νο.46 (µέτρια άµµος) σηµειώνεται η παρουσία γαλακτόχρωµων και λευκών (σχεδόν διαυγών) κόκκων, σε ποσοστό µεγαλύτερο του 80%. Ο χαλαζίας είναι το ορυκτό το οποίο εµφανίζεται µε λευκό, σχεδόν διάφανο χρωµατισµό, ενώ οι άστριοι εµφανίζονται ως γαλακτόχρωµοι. Ανιχνεύθηκαν επίσης κόκκοι µεγαλύτερης διαµέτρου χρώµατος πράσινου-σµαραγδί, καθώς και κόκκοι σφαιρικοί, µικρής διαµέτρου, χρώµατος µπορντώ. εν ανιχνεύθηκαν ίχνη οστρακοκελυφών αλλά εντοπίστηκαν βιολογικά ίχνη (ίνες, φυτικής µάλλον προέλευσης). Στο δείγµα Νο.45 (λεπτή άµµος) εµφανίστηκαν στην ίδια αναλογία (80%) χαλαζίας και άστριοι, ενώ οι γκριζοπράσινοι κόκκοι ήταν εµφανώς µικρότεροι και στρογγυλεµένοι. Οι πορτοκαλόχρωµοι κόκκοι πιθανόν να οφείλουν το χρωµατισµό τους σε διεργασίες οξείδωσης από θειικό Fe. Στο δείγµα µε το Νο.44 (λεπτή άµµος), παρουσιάστηκαν γυαλιστερές µπορντώ µπίλιες, οι οποίες ενδέχεται να είναι ρητίνες. Ο χαλαζίας, οι άστριοι καταλαµβάνουν ακόµη ποσοστό περί του 80%, ενώ συνεπείς παρουσιάζονται και οι γκριζοπράσινοι κόκκοι. Στο δείγµα Νο.43 (λεπτή άµµος) σηµειώθηκε η παρουσία κεροστίλβης (µαύρα, επιµήκη ορθογώνια τµήµατα), πυριτικά ορυκτά τα οποία διατηρούν τη δοµή τους. Στο Νο.42 (λεπτή άµµος) σε αντίθεση µε τα προηγούµενα δείγµατα, οι κόκκοι εµφανίζουν την εξής περίεργη ιδιότητα: εµφανίζονται ως «αλευρωµένοι» ή «πασπαλισµένοι» µε λευκή σκόνη. Στην επιφάνεια τους βρίσκονται προσκολληµένοι πολύ λεπτοί κόκκοι. Η προσκολλητική ουσία η οποία παίζει αυτό το συνδετικό ρόλο µ πορεί να είναι το θαλασσινό αλάτι. 86

88 Κεφάλαιο 4 Σ το δείγµα Νο.31 (λεπτή άµµος) καταγράφεται η παρουσία φυτικών υπολλειµµάτων (ξύλα), ενώ τα λευκόχρωµα υλικά εµφανίζονται σε ποσοστό µεγαλύτερο του 90%. Οι κόκ κοι έχουν γωνιώδη-υπογωνιώδη µορφή και τα σκουρόχρωµα τεµάχια είναι πλέον λιγότερα σε αριθµό. Αξίζει να σηµειωθεί ότι δεν έχουν ανιχνευθεί υπολλείµµατα οστρακοκελυφών. Στο δείγµα Νο.26 (χονδρή άµµος) εµφανίζονται γωνιώδη τεµάχια διαφόρων µεγεθών, ενώ φαίνεται να επικρατούν οι ανοιχτόχρωµοι, διαφανείς και γαλακτόχρωµοι (χαλαζίας και άστριοι), κόκκοι και δεύτεροι σε ποσοστό ακολουθούν οι γκριζοπράσινοι. εν ανιχνεύθηκαν ίχνη κελυφών. Στο Νο.22 (µέτρια άµµος), ο χαλαζίας και οι άστριοι έχουν πολύ µικρότερη διάµετρο από το προηγούµενο δείγµα και το ποσοστό που καταλαµβάνουν στο δείγµα εµφανίζεται αυξηµένο. Σηµειώνεται η παρουσία 2 τεµαχίων κεροστίλβης. Το δείγµα Νο.15 (χονδρή άµµος) εµφανίζει µεγάλη οµοιοµορφία µε το δείγµα Νο.26. Στο δείγµα Νο.2 εµφανίζεται αυξηµένο το ποσοστό των σκουρόχρωµων κόκκων, όπως στα δείγµατα 45 και 43. Αξιοσηµείωτο παραµένει το γεγονός ότι δεν καταγράφηκε η παρουσία κελυφών σε κανένα από τα δείγµατα που εξετάστηκαν. Παρατηρείται λοιπόν, µια έντονη παρουσία χερσογενούς χαλαζιακού και αστριακού υλικού, συνοδευόµενου πολλές φορές από κεροστίλβη και βαρέα ορυκτά. 87

89 Κεφάλαιο Συζήτηση ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΠΥΡΗΝΑ LOG-01 i) Κοκκοµετρική ανάλυση: Πέντε διαφορετικοί τύποι ιζηµάτων προσδιορίσθηκαν στα υπό εξέταση δείγµατα του πυρήνα LOG-01A και LOG-01B: α) ιζήµατα λεπτόκοκκα (ιλύς) µε περιεκτικότητα σε άµµο κατά µέσο όρο 3,35% και ιλύ 77,17%, β) ιζήµατα περισσότερο χονδρόκοκκα (αµµώδης ιλύς) µε περιεκτικότητα σε άµµο κατά µέσο όρο 26,86% και ιλ ύ 61,32%, γ ) ιζήµατα ακόµη πιο χονδρόκοκκα (ιλυώδης άµµος) µε περιεκτικότητα σε άµµο κατά µέσο όρο 63,33% και ιλύ 32,93%, δ) ιλυάργιλος µε περιεκτικότητα σε άµ µο 0,43% και ιλύ κατά µέσο όρο 59,57%, ε) αµµώδη ιλυάργιλο µε περιεκτικότητα σε άµµο 20,38% και ιλύ κατά µέσο όρο 55,20%. Παρατηρώντας την Εικόνα 4. 2 στην οποία παρουσιάζεται η κοκκοµετρία του πυρήνα LOG-01A, διαπιστώνεται ότι από τα 200 µέχρι και τα 450 cm, κυριαρχούν ιλύς κι άργιλος, ενώ ξαφνικά στο βάθος των 2 m τα ποσο στά της άµµου εκτοξεύονται, µε ταυτόχρονη µείωση ιλύος και αργίλου, γε γονός το οποίο µπορεί ν α αποδοθεί σε ποτάµια δράση και προσφορά αδροµερούς υλικού. Η εικόνα παραµένει σταθερή, µέχρι και τα πρώτα 40 cm, οπότε και επανέρχεται στην κατάσταση που εµφάνιζε στα κατώτερα στρώµατα. ii) Ανθρακικό Ασβέστιο: Οι τιµές του ανθρακικού ασβεστίου κυµάνθηκαν από 40% έως 89%. Οι χαµηλότερ ες τιµές καταγράφηκαν στα δείγµατα που προέρχονταν από τα επιφανειακά στρώµατα (0-50 cm). Μέσω του σ υµπληρωµατικού πυρήνα LOGέδινε τη δυνατό τητα µιας πιο διε ισδυτικής µατιάς, παρατηρήθηκε ότι η 01B, ο οποίος αύξηση του βάθους έδινε σταδιακά αυξανόµενες τιµές ανθρακικών. Η µέγιστη τιµή καταγράφεται στο βάθ ος των cm, και η ελάχιστ η στο βάθος των cm. Στο διάστηµα cm καταγράφονται υψηλές τιµές ανθρακικών, οι οποίες εν συνεχεία εµφανίζουν πτώση. Η µέση τιµή ανθρακικού ασβεστίου των πυρήνων LOG- 01A και LOG-01B είναι 66,954%. iii) Οργανικός άνθρακας: Η µέση τιµή οργανικού άνθρακα του πυρήνα LOG-01A είναι 0,451%, ενώ του πυρήνα LOG-01B βρέθηκε 0,823%. Σαν ολική µέση τιµή οργανικού άνθρακα για τη θέση που ανορύχθηκε ο πυρήνας LOG-02 δίδεται η τιµή 0,552%. Με εξαίρεση τις δύο µέγιστες τιµές (1,79% και 1,76%) στην επιφάνεια των πυρήνων, οι τιµές συγκεντρώσεως οργανικού άνθρακα των υπολοίπων δειγµάτων κυµαίνονται από 0,13% - 0,78% και υποδηλώνουν µια µικρή επιβάρυνση από οργανική ύλη. Η επιβάρυνση αυτή είναι εντονότερη στα επιφανειακά στρώµατα. 88

90 Κεφάλαιο 4 ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΠΥΡΗΝΑ LOG-02 i) Κοκκοµετρική ανάλυση: Εφτά διαφορετικοί τύποι ιζηµάτων προσδιορίσθηκαν στα υπό εξέταση δείγµατα του πυρήνα LOG-02A και LOG-02B: α) ιζήµατα λεπτόκοκκα (ιλύς) µε περιεκτικότητα σε άµµο κατά µέσο όρο 6,85% και ιλύ 78,32%, β) ιζήµατα περισσότερο χονδρόκοκκα (αµµώδης ιλύς) µε περιεκτικότητα σε άµµο κατά µέσο όρο 29,84% και ιλύ 63,41%, γ) ιζήµατα ακόµη πιο χονδρόκοκκα (ιλυώδης άµµος) µε περιεκτικότητα σε άµµο κατά µέσο όρο 65,02% και ιλύ 29,75%, δ) ιλυάργιλος µε περιεκτικότητα σε άµµο 6,44% και ιλύ κατά µέσο όρο 60,51%, ε) αµµώδη ιλυάργιλο µε περιεκτικότητα σε άµµο 22,77% και ιλύ κατά µέσο όρο 51,76%, στ) ιλυαργιλώδης άµµος µε περιεκτικότητα σε άµµο 73,78% και ιλύ 18,54% και ζ) χονδρόκοκκα ιζή µατα (άµµος) µε περιεκτικότητα σε άµµο κατά µέσο όρο 93,53%, Όπως φαίνεται στην Εικόνα 4.5 η παρουσία της άµµου υπήρξε συντριπτική σε όλα τα βάθη, µε εξαίρεση το διάστηµα cm, στο οποίο σηµειώνεται αύξηση των ποσοστών της ιλύος. Η επικράτηση του χονδρόκοκκου υλικού στο πυρήνα LOG02, θα πρέπει να αποδοθεί σε ποτάµια δράση. Συµπερασµατικά θα µπορούσε να υποστηρίξει κάποιος την άποψη πως οι παράκτιες ζώνες µεταξύ λιµνοθαλασσών και Αµβρακικού κόλπου καλύπτονται κυρίως από χονδρόκοκκο υλικό (αµµώδης ιλύς ιλυώδης άµµος). ii) Ανθρακικό Ασβέστιο: Οι τιµές του ανθρακικού ασβεστίου κυµαίνονται από 2,02% έως 36,39%. Οι χαµηλότερες τιµές καταγράφηκαν στα δείγµατα που προέρχονταν από τα επιφανειακά στρώµατα (0-36 cm) αν και στον συµπληρωµατικό πυρήνα LOG-02B, ο οποίος έδινε τη δυνατότητα µιας πιο διεισδυτικής µατιάς, παρατηρήθηκε ότι στο βάθος των 6-16 cm από την επιφάνεια, η τιµή των ανθρακικών είναι διπλάσια σχεδόν των τιµών που καταγράφονται µέχρι και το βάθος των 36 cm. Η µέγιστη τιµή καταγράφεται στο βάθος των cm, στη συνέχεια εµφανίζει πτωτική τάση µέχρι το βάθος των 307 cm και τέλος αυξάνει µέχρι και τα 415 cm. Η µέση τιµή ανθρακικού ασβεστίου των πυρήνων LOG-02A και LOG-02B είναι 17,48%. iii) Οργανικός άνθρακας: Η µέση τιµή οργανικού άνθρακα του πυρήνα LOG-02A είναι 0,67%, ενώ του πυρήνα LOG-02B βρέθηκε 1,81%. Σαν ολική µέση τιµή οργανικού άνθρακα για τη θέση που τοποθετήθηκε ο πυρήνας LOG-02 δίδεται η 0,89%. Με εξαίρεση τις δύο µέγιστες τιµές (5,60% και 4,20%) στην επιφάνεια των πυρήνων, οι τιµές συγκεντρώσεως οργανικού άνθρακα των υπολοίπων δειγµάτων κυµαίνονται από 0,19% - 1,80% και υποδηλώνουν µια µικρή επιβάρυνση από οργανική ύλη. Η επιβάρυνση αυτή είναι εντονότερη στα επιφανειακά στρώµατα. Ο προσδιορισµός του ολικού οργανικού υλικού (Total Organic Matter) δίνει µια συνολική εκτίµηση της οργανικής ύλης, τόσο της ζωντανής (βιοµάζα) όσο και της νεκρής (τριπτόν), όπου µπορεί να είναι απορροφηµένα ιόντα τοξικών στοιχείων (π.χ. βαρέα µέταλλα). Σε πολλές περιπτώσεις το ποσοστό του οργανικού υλικού στο ίζηµα 89

91 Κεφάλαιο 4 συσχετίζεται θετικά µε συγκεντρώσεις βαρέων µετάλλων, κυρίως των µορφών εκείνων που απορροφούνται πιό εύκολα από την οργανική ύλη. Πίνακας 4.12: Σύγκριση πυρήνων LOG-01 και LOG-02 ως προς τις ιζηµατολογικές παραµέτρους που εξετάστηκαν. Παρουσιάζονται οι µέσες τιµές των εξεταζόµενων π αραµέτρων τόσο για τους 2 κύριους πυρήνες (LOG-01A, LOG-02A) όσο και για τους δύο συµπληρωµατικούς (LOG-01Β, LOG-02Β). Συγκρινόµενες παράµετροι Κοκκοµετρία Ιλύς Αµµώδης ιλύς Ιλυώδης άµµος Ιλυάργιλος LOG-01A (0-448 cm) 3,34% άµµο/ 77,17% ιλύ 27,5% άµµο/ 63,17% ιλύ 63,33% άµµο/ 32,93% ιλύ 0,43% άµµο/ 59,56% ιλύ 21,73% άµµο/ 54,12% ιλύ LOG-01 LOG-01B (0-46 cm) LOG-02A (0-415 cm) - 7,18% άµµο/ 69,53% ιλύ 26,23% άµµο/ 42,97% άµµο/ 59,47% ιλύ 51,55% ιλύ - 63,14% άµµο/ 31,96% ιλύ - 8,16% άµµο/ 56,29% ιλύ 19,03% άµµο/ 28,18% άµµο/ 56,26% ιλύ 47,44% ιλύ Αµµώδης ιλυάργιλος Ιλυαργιλώδης ,78% άµµο/ άµµος 18,54% ιλύ Άµµος ,53% άµµο/ 4,25% ιλύ Ανθρακικό LOG-02 LOG-02B (0-44 cm) 6,76% άµµο/ 80,52% ιλύ 23,275% άµµο/ 69,34% ιλύ - 5,41% άµµο/ 63,03% ιλύ 16,02% άµµο/ 57,16% ιλύ 70,93% 56,3% 22,48% 7,72% ασβέστιο Οργανικός C 0,45% 0,82% 0, 67% 1,81% Όσον αφορά την κοκκοµετρία των δύο πυρήνων, αναµφισβήτητα ο πυρήνας LOG-02 είναι περισσότερο αµµώδης από τον πυρήνα LOG-01, εποµένως και συνίσταται από περισσότερο χονδρόκοκκο υλικό. Στον πυρήνα LOG-01 εντοπίστηκαν πέντε τύποι ιζηµάτων (ιλύς, αµµώδης ιλύς, ιλυώδης άµµος, ιλυάργιλος, αµµώδη ιλυάργιλο), ενώ στον πυρήνα LOG-02 εντοπίστηκαν εφτά τύποι ιζηµάτων (ιλύς, αµµώδης ιλύς, ιλυώδης άµµος, ιλυάργιλος, αµµώδη ιλυάργιλο, ιλυαργιλώδης άµµος, άµµος). Η παρούσα µελέτη συνεισφέρει επιβεβαιώνοντας την άποψη που επικρατεί έως τώρα, πως οι παράκτιες ζώνες, µεταξύ λιµνοθαλασσών και Αµβρακικού κόλπου καλύπτονται κυρίως από χονδρόκοκκο υλικό (αµµώδης ιλύς ιλυώδης άµµος). Ο Πίνακας 4.12 αποτελεί απαραίτητο εργαλείο για τη σύγκριση των δύο πυρήνων, δηλαδή για τον εντοπισµό των διαφοροποιήσεων µεταξύ των δύο θέσεων γεώτρησης. Κάνοντας χρήση των αποτελεσµάτων που παρουσιάζονται αναλυτικά στον Πίνακα αυτό, δηµιουργήθηκαν τα διαγράµµατα που ακολουθούν, προκειµένου ο αναγνώστης να έχει µια σχηµατική απεικόνιση των αριθµητικών αποτελεσµάτων. Οι τιµ ές που αποδίδονται στον κάθε πυρήνα αποτελούν την µέση τιµή ανθρακικού ασβεστίου και οργανικού άνθρακα αντίστοιχα

92 Κεφάλαιο 4 Σύµφωνα µε αυτά τα διαγράµµατα, παρατηρείται ότι ο πυρήνας LOG-01A εµφανίζει το υψηλότερο ποσοστό ανθρακικού ασβεστίου και το µικρότερο αντίστοιχα ποσοστό οργανικού άνθρακα. Αντίθετα ο πυρήνας LOG-02B, εµφανίζει τις µικρότερες τιµές σε ανθρακικό ασβέστιο και τις υψηλότερες σε οργανικό άνθρακα. Όσον αφορά τους πυρήνες LOG-01B και LOG-02A, ο πρώτος παρουσιάζει µεγαλύτερα ποσοστά ανθρακικού ασβεστίου από τον δεύτερο, µα και µεγαλύτερα ποσοστά οργανικού άνθρακα. Ωστόσο, η σύγκριση αυτή δεν οδηγεί απαραίτητα σε χρήσιµα συµπεράσµατα, εφόσον οι πυρήνες LOG-01B και LOG-02B είναι πυρήνες µικρού βάθους, συµπληρωµατικοί των LOG-01A, LOG-02A αντίστοιχα. Για το λόγο αυτό περισσότερο χρήσιµες θα µπορούσαν να θεωρηθούν οι παρακάτω σχέσεις: CaCO 3 [LOG-01A] > CaCO 3 [LOG-02A] (1) Οργ.C [LOG-01A] < Οργ.C [LOG-02A] (2) CaCO 3 [LOG-01B] > CaCO 3 [LOG-02B] (3) Οργ.C [LOG-01B] < Οργ.C [LOG-02B] (4) Το γεγονός ότι οι πυρήνες LOG-02A και LOG-02B εµφανίζουν χαµηλές τιµές ανθρακικού ασβεστίου, επιβεβαιώνεται και από τις µικροσκοπικές παρατηρήσεις που παρουσιάστηκαν σε προηγούµενη παράγραφο. Στα δείγµατα των πυρήνων αυτών δεν ανευρέθησαν ίχνη κελυφών, η παρουσία των οποίων µπορεί να δικαιολογήσει την καταγραφή υψηλών συγκεντρώσεων ανθρακικών (βιολογικής προέλευσης). Εποµένως τα ποσοστά ανθρακικού ασβεστίου που ανιχνεύονται στον πυρήνα LOG02 είναι χερσογενούς προέλευσης. Το περιβάλλον εποµένως που φιλοξενεί αυτά τα δείγµα δεν µ πορεί να είναι θαλάσσιο, αλλά ενδεχοµένως πρόκειται για παλαιότερη κοίτη ποταµού ή µια πληµµυρική επιφάνεια. Τ α αποτελέσµατα των µικροσκοπικών παρατηρήσεων στο κλάσµα της άµµου (>63µ), επιβεβαιώνονται από την άποψη µελετητών πως τη θέση που καταλαµβάνει σήµερα η λιµνοθάλασσα Αυλερή, άλλοτε κατείχε εκτενής δελταϊκός σχηµατισµός, τα ίχνη του οποίου διακρίνονται ακόµη και σήµερα. Το επίµηκες θαλάσσιο ύβωµα που παρατηρείται σήµερα νοτιοδυτικά της Αυλερής, αποτελεί την προέκταση αυτού του εγκατειληµένου δέλτα. 91

93 Κεφάλαιο 4 Ποσοστιαία αναλογία ανθρακικού ασβεστίου στους τέσσερις πυρήνες % LOG-01A LOG-01B LOG-02A LOG-02B CaCO3 Πυρήνας Σχήµα 4.8: Ποσοστιαία αναλογία CaCO 3 στους πυρήνες LOG-01A, LOG-01B, LOG-02A, LOG-02B. Ποσοστιαία αναλογία οργανικού C στους τέσσερις πυρήνες % LOG-01A LOG-01B LOG-02A LOG-02B Πυρήνας Oργανικός C Σχήµα 4.9: Ποσοστιαία αναλογία οργανικού άνθρακα στους πυρήνες LOG-01A, LOG-01B, LOG-02A, LOG-02B. Όπως µπορεί εύκολα να παρατηρήσει κάποιος, οι υψηλότερες τιµές οργανικού C στον πυρήνα LOG-02A, καταγράφονται στα επιφανειακά στρώµατα (0-15 cm). Οι υψηλότερες τιµές ανθρακικού ασβεστίου στον ίδιο πυρήνα εντοπίζονται στις θέσεις cm και από τα 375 έως και τα 415 cm. 92

94 Κεφάλαιο 4 Oι υψηλότερες τιµές οργανικού C στον πυρήνα LOG-02B, καταγράφονται στo επιφανειακό στρώµα (0-3 cm), ενώ οι χαµηλότερες σηµειώνονται στο βάθος των cm. Οι υψηλότερες τιµές ανθρακικού ασβεστίου στον ίδιο πυρήνα εντοπίζονται στις θέσεις cm και ελάχιστες στη θέση cm. Oι υψηλότερες τιµές οργανικού C στον πυρήνα LOG-01A, καταγράφονται στo επιφανειακό στρώµα (30-35 cm), ενώ οι χαµηλότερες σηµειώνονται στο βάθος των cm. Οι υψηλότερες τιµές ανθρακικού ασβεστίου στον ίδιο πυρήνα εντοπίζονται στις θέσεις cm, cm, cm και ελάχιστες στη θέση cm. Oι υψηλότερες τιµές οργανικού C στον πυρήνα LOG-01B, καταγράφονται στo επιφανειακό στρώµα (0-3 cm), ενώ οι χαµηλότερες σηµειώνονται στο βάθος του cm. Οι υψηλότερες τιµές ανθρακικού ασβεστίου στον ίδιο πυρήνα εντοπίζονται στις θέσεις cm και ελάχιστες στη θέση 6-17 cm. 93

95 Κεφάλαιο 4 ΓΕΩΧΗΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΠΥΡΗΝΑ LOG-02: Ιχνοστοιχεία Με τον όρο ιχνοστοιχεία χαρακτηρίζουµε τα στοιχεία που βρίσκονται σε ένα πέτρωµα σε συγκεντρώσεις µικρότερες από 0,1% κ.β., δηλαδή κάτω από µέρη ανά εκατοµµύριο (parts per million ή ppm). Συχνά αντικαθιστούν κύρια στοιχεία σε κοινά πετρογενετικά ορυκτά. Οι γεωλογικοί σχηµατισµοί οφιόλιθου/φλύσχη της Πίνδου απ όπου πηγάζει ο ποταµός Άραχθος - εµφανίζονται πλούσιοι σε Cr και Ni. Η ορυκτολογική σύσταση των οφιόλιθων (άστριοι στους γάββρους και ολιβίνης, χρωµίτης, σερπεντίνης στους περιδοτίτες) επιτρέπει την αποσάθρωση. Τα άτοµα Mg ή Fe του ολιβίνη [(Mg,Fe) 2 SiO 4 ] αντικαθίστανται συχνά από άτοµα Cr ή Ni, ενώ Cr εµφανίζεται και στο ορυκτό χρωµίτης (FeCr 2 O 4 ). Οι πολύ υψηλές τιµές του ιχνοστοιχείου Cr στα εδάφη οφείλεται στον εµπλουτισµό της περιοχής µε υλικά αποσάθρωσης του οφιολιθικού συµπλέγµατος της Πίνδου και έχουν µεταφερθεί µε τα νερά του Άραχθου. Μελετώντας τον Πίνακα 4.10, παρατηρείται ότι η συγκέντρωση του ιχνοστοιχείου Cr κυµάνθηκε από 325,5 έως 588,2 ppm (ιδιαίτερα υψηλή συγκέντρωση). Εµφανίζει µέγιστη συγκέντρωση στο βάθος των cm, ενώ η ελάχιστη τιµή του σηµειώνεται στο βάθος των cm. Ανατρέχοντας στα γραφήµατα της Εικόνας 4.5 γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι στο βάθος των cm, η άµµος επικρατεί, εµφανίζοντας υψηλά ποσοστά της τάξης του 78%, ενώ στο βάθος των cm τα ποσοστά της κατρακυλούν στο ποσοστό του 6,7%. Εποµένως, η µέγιστη συγκέντρωση Cr καταγράφεται στα βάθη όπου η άµµος επικρατεί συντριπτικά έναντι της ιλύος και της αργίλου. Αντίστοιχα, η ελάχιστη συγκέντρωση Cr σηµειώνεται στα βάθη όπου τα ποσοστά της άµµου ελαχιστοποιούνται. Α υτή η συνδιακύµανση στις συγκεντρώσεις χρωµίου και άµµου είναι ορθή και λογική και οφείλεται στον παράγοντα «ειδική επιφάνεια». Η ειδική επιφάνεια είναι αντιστρόφως ανάλογη της διαµέτρου του κόκκου, δηλαδή όσο µικρότερος είναι ο κόκκος, τόσο µεγαλύτερη είναι η ειδική του επιφάνεια. Η µεγάλη διαφορά στην ειδική επιφάνεια των κόκκων µεταξύ των χονδρόκοκκων (αµµωδών) και των λεπτόκοκκων (αργιλικών) εδαφών καθορίζει την τελείως διαφορετική δοµή τους και κατ επέκταση τις διαφορές της µηχανικής τους συµπεριφοράς. Η επιρροή του νερού στη µηχανική συµπεριφορά των χονδρόκοκκων εδαφών είναι πρακτικά µηδενική, αντίθετα η συµπεριφορά των αργιλικών εδαφών επηρεάζεται σηµαντικά από την παρουσία και την ποσότητα νερού στους πόρους. Συνεπώς, αυτή η µεγάλη ανθεκτικότητα της άµµου στη χηµική αποσάθρωση είναι ο λόγος για τον οποίο εκεί αναµένεται να βρεθούν αντίστοιχα υψηλά ποσοστά Cr. 94

96 Κεφάλαιο Συµπεράσµατα Οι µέθοδοι που εφαρµόστηκαν και περιγράφηκαν στις προηγούµενες παραγράφους, κάλυψαν ένα ευρύ φάσµα πληροφοριών, ικανών να καταγράψουν και να βοηθήσουν στην ερµηνεία γεωµορφολογικών διεργασιών που επικρατούν σήµερα στον Αµβρακικό κόλπο. Οι αναλύσεις έδειξαν ότι στην περιοχή αυτή, την περίοδο του Ολόκαινου υπήρξαν σηµαντικές αλλαγές στην ποτάµια γεωµορφολογία. Ιδιαίτερα σηµαντική είναι η αλλαγή της κοίτης του ποταµού Άραχθου. Οι αναλύσεις που πραγµατοποιήθηκαν, της ιζηµατολογίας αλλά και της γεωχηµείας, κατέδειξαν ότι ο ποταµός Άραχθος στο πέρασµα του γεωλογικού χρόνου διήλθε από διάφορες περιοχές. Τα συµπεράσµατα αυτής της διατριβής βασίσθηκαν στις ιζηµατολογικές και τις γεωχηµικές αναλύσεις που προαναφέρθηκαν, σε συνδυασµό µε την πολύτιµη πληροφορία που προσέφεραν προγενέστερες εργασίες. Τα αποτελέσµατα αυτά θα µ πορούσαν να συνοψιστούν σε τέσσερα (4) βασικά συµπεράσµατα: Σ υγκρίνοντας τα ποσοστά ανθρακικού ασβεστίου στις γεωτρήσεις LOG01 και LOG02, εύκολα διαπιστώνεται η σηµαντική περιβαλλοντική διαφοροποίηση µεταξύ των δύο θέσεων. Η γεώτρηση LOG01 εµφανίζει ιδιαίτερα αυξηµένα ποσοστά ανθρακικών, της τάξης του 70.9%, σε αντίθεση µε την γεώτρηση LOG02 στην οποία το αντίστοιχο ποσοστό φθάνει µόλις το 22.5%. Η µελέτη των πυρήνων δείχνει ότι η διαφοροποίηση αυτή οφείλεται στην ύπαρξη ή την απουσία ασβεστολιθικών κελυφών. Η γεώτρηση LOG01 φανέρωσε µεγάλη αφθονία σε τριµµένα ασβεστολιθικά κελύφη (Εικόνα 4.3). Το περιβάλλον στην θέση LOG01 συνίσταται από λιµνοθαλάσσιες αποθέσεις (ανθρακικά βιογενούς προέλευσης). Στο κοκκοµετρικό κλάσµα της άµµου (>63 µm) της γεώτρησης LOG02, έγινε µια προσπάθεια διερεύνησης της ποιοτικής και ποσοτικής διαφοροποίησης των αυτόχθονων υλικών και των υλικών χερσογενούς προέλευσης. είγµατα από τη γεώτρηση LOG02 υπεβλήθησαν σε µικροσκοπικό έλεγχο, όπου και επιβεβαιώθηκε η παντελής απουσία ασβεστολιθικών κελυφών. Η παρατήρηση αυτή ερµηνεύει ικανοποιητικά τα χαµηλά ποσοστά ανθρακικών στη συγκεκριµένη θέση. Η χονδρόκοκκη φάση των ιζηµάτων είναι χερσογενούς προέλευσης, εποµένως πρόκειται για περιβάλλον ποτάµιων αποθέσεων. Έντονη υπήρξε η παρουσία χερσογενούς χαλαζιακού και αστριακού υλικού, συνοδευόµενου πάντα από την παρουσία ενός «πρασινόχρωµου» ορυκτού. Οι διαφοροποιήσεις ανάµεσα στις δύο γεωτρήσεις προέρχονται από την ύπαρξη ή την απουσία από ασβεστολιθικά κελύφη και από αλλαγές στο περιβάλλον της κάθε γεώτρησης. Στην γεώτρηση LOG02 προσδιορίστηκαν κατά τη γεωχηµική ανάλυση υψηλές συγκεντρώσεις Cr (325,5-588,2 ppm). Οι τιµές αυτές είναι κατά πολύ µεγαλύτερες των συγκεντρώσεων Cr στις εκβολές του ποταµού Λούρου (Scoullos et al. 1996). Στις εκβολές του Λούρου οι γεωχηµικές αναλύσεις των Scoullos et al. (1996) είναι της τάξης µερικών δεκάδων ppb, κυµαινόµενες από 0,25 έως 11,4 ppb. 95

97 Κεφάλαιο 4 Η εξέταση δειγµάτων του πυρήνα LOG02 στο µικροσκόπιο, κατέδειξε την έντονη παρουσία ενός ελαιο-πράσινου πετρώµατος. Η µελέτη των γεωλογικών χαρτών των λεκανών απορροής των δύο ποταµών δείχνει ότι αυτές διαφέρουν σηµαντικά. Έτσι, ο ποταµός Άραχθος πηγάζει από την οροσειρά της Πίνδου, όρος Λάκµωνα, σε αντίθεση µε τον ποταµό Λούρο, ο οποίος πηγάζει από το όρος Τόµαρος (Σχήµα 2.3). Ένα τµήµα της λεκάνης απορροής του Άραχθου βρίσκεται σε οφιόλιθους, οι οποίοι τροφοδοτούν το δέλτα του µε πετρώµατα υψηλής περιεκτικότητας σε χρωµίτη ή ολιβίνη. Αντίθετα η λεκάνη απορροής του ποταµού Λούρου βρίσκεται κυρίως σε ασβεστόλιθους και φλύσχη. Η γεωλογική διαφοροποίηση των λεκανών απορροής εκτιµάται ότι επεξηγεί ικανοποιητικά τις υψηλές συγκεντρώσεις Cr που ανιχνεύθηκαν στις εκβολές του Άραχθου σε σχέση µε τις χαµηλές περιεκτικότητες στις εκβολές του Λούρου. Το Cr εποµένως που ανιχνεύθηκε είναι λιθογενούς προέλευσης. Σύµφωνα µε µελέτη του Vött (2007), η στάθµη της θάλασσας πριν 4000 χρόνια βρισκόταν 5 m χαµηλότερα από την σηµερινή (Σχήµα 2.7). Παρατηρώντας το βυθοµετρικό χάρτη του Αµβρακικού (Σχήµα 2.18), στην ισοβαθή των 5 m, είναι εµφανής η παρουσία σχηµατισµών, οι οποίοι θα µπορούσαν να ερµηνευθούν ως παλαιότεροι δελταϊκοί σχηµατισµοί του ποταµού Άραχθου. Εποµένως η γεώτρηση LOG02 βρίσκεται πάνω σε µια παλαιότερη κύρια αύλακα του ποταµού Άραχθου, ο οποίος ενδεχοµένως κάποτε ανέπτυξε δέλτα δυτικά της Σαλαώρας. Η άποψη αυτή συµφωνεί µε τα συµπεράσµατα των Κapsimalis et al. (2004) και Τζιαβός (1996). Ο Άραχθος εποµένως, διαδραµάτισε σηµαντικό ρόλο στο σχηµατισµό της λιµνοθάλασσας Τσουκαλιό-Αυλερή και Λογαρού. Με βάση τα ανωτέρω συµπεράσµατα προκύπτει ότι ο Άραχθος µετατοπίζεται ταχύτατα προς τα ανατολικά, εφόσον κάποτε φαίνεται να είχε τις εκβολές του δυτικά της Σαλαώρας, ενώ σήµερα βρίσκεται µετατοπισµένος στον όρµο της Κόπραινας. Ο χρόνος και κατά συνέπεια ο ρυθµός µε τον οποίο κινήθηκε ο ποταµός ανατολικά µπορεί να προκύψει από το συνδυασµό χρονολογήσεων και συσχέτισης γειτονικών γεωτρήσεων από Τζιαβό (1993). Στην παρούσα εργασία δεν έγινε χρονολόγηση των ιζηµάτων, έγινε σύγκριση της γεώτρησης LOG01, στην οποία η παρουσία κελυφών υπήρξε έντονη, µε γεώτρηση του Τζιαβού (1993), η οποία εµφανίζει αξιοπρόσεκτη στρωµατογραφική οµοιότητα µε τη γεώτρηση ΠΑΜ-7. Η γεώτρηση ΠΑΜ-7 επιλέχθηκε ως η καταλληλότερη, λόγω της προφανούς γειτνίασής της µε την LOG01 (απόσταση ανάµεσα στις δύο γεωτρήσεις <1 km) και της παρουσίας κελυφών στο βάθος των cm (Σχήµα 4.10). 96

98 Κεφάλαιο 4 Σχήµα 4.10: Χάρτης στον οποίο απεικονίζονται η θέση της γεώτρησης LOG01 και της γεώτρησης ΠΑΜ-7, καθώς και η µεταβολή της κοίτης του Άραχθου. Η ηλικία της ΠΑΜ-7 εκτιµάται περίπου στα 1730 π.χ.(τζιαβός, 1993). Αν θεωρηθεί ότι η ηλικία της γεώτρησης LOG01 είναι παρόµοια µε αυτή της ΠΑΜ-7, η ηλικία της LOG01 φθάνει τα χρόνια. Έτσι θα πρέπει οι αλλαγές της κοίτης του Άραχθου να έλαβαν χώρα µέσα σε χρονικό διάστηµα ετών, η δε συνολική µετατόπισή του είναι περίπου 16 km. Η µετατόπιση της κοίτης του Άραχθου ήταν επεισοδιακή, ωστόσο αν θεωρηθεί σωστή η συσχέτιση των γεωτρήσεων LOG01 και ΠΑΜ-7 αλλά και των ηλικιών τους, τότε ο ποταµός Άραχθος κινείται ανατολικά µε εξαιρετικά ταχείς ρυθµούς, της τάξης των 4 m/y. Αν και η ταχύτητα αυτή κρίνεται ως εξαιρετικά υψηλή, φαίνεται ότι η κίνηση είναι ταχεία επειδή και οι τεκτονικές διεργασίες στην περιοχή είναι γρήγορες. Στη µετατόπιση αυτή του ποταµού, εκτιµάται ότι συνέβαλλε σηµαντικά η δράση του ρήγµατος της Αµφιλοχίας, το οποίο προκαλεί βύθιση των ανατολικών ακτών του Αµβρακικού, µε ταχύτητα καθίζησης 4,5 mm/y (Vött, 2007). Εποµένως, µέσα σε χρόνια η συνολική βύθιση των ανατολικών ακτών φθάνει τα 18 m. Η βύθιση αυτή της ανατολικής ακτής θεωρείται ως η κύρια αιτία της αλλαγής της κύριας κοίτης του ποταµού Άραχθου προς τα ανατολικά. Όµως επειδή τόσο οι διαθέσιµες ραδιογεωχρονολογήσεις όσο και οι γεωτρήσεις είναι λίγες, πολλοί ακόµη παράγοντες ενδέχεται να συνέτειναν στην αλλαγή της κοίτης του ποταµού. Έτσι θεωρείται ότι η δράση των νοτιοδυτικών ανέµων που επικρατούν στην περιοχή, σε συνδυασµό µε την παρουσία των ορεινών όγκων Βίγλας και Βαλαώρας, αλλά και η ανύψωση της στάθµης της θάλασσας µπορεί να συνέτειναν σ αυτήν τη µετακίνηση. 97

99 Κεφάλαιο 5 5. Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΩΣ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΟΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΓΕΟΤΟΠΩΝ ΠΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ 5.1 Ιστορικές µαρτυρίες Η περιοχή του Αµβρακικού κόλπου υπήρξε πόλος έλξης από τους αρχαίους κιόλας χρόνους. Αυτό καταµαρτυρούν πλειάδα αρχαίων ερειπίων που καταγράφονται στην περιοχή. Έτσι δικαιολογούνται και οι πολυάριθµες αναφορές στην περιοχή αυτή, από αρχαίους ιστορικούς και περιηγητές. Ο Πολύβιος ( π.Χ.) στις Ιστορίες του (.63) αναφέρει: Ο γαρ προειρηµένος κόλπος εκπίπτει µεν εκ του Σικελικού πελάγους µεταξύ της Ηπείρου και 1 της Ακαρνανίας στενώ παντελώς στόµατι λείπει γαρ των πέντε σταδίων προβαίνων δ εις την µεσόγαιαν κατά µεν το πλάτος εφ εκατό στάδια κείται, κατά δε το µήκος από του πελάγους προσπίπτει περί τριακόσια στάδια. Ο όρος «στάδιο» που αναφέρεται παραπάνω, αποτελεί µονάδα µέτρησης του µήκους και ισούται µε 177,40 m. Εποµένως το άνοιγµα (δίαυλος επικοινωνίας µε το Ιόνιο) κατά τον Πο λύβιο έφθανε τα 887 m (5 στ άδια x 177,40 m). Το πλάτος του εκτιµάται σε 18 km περίπου και το µήκος του σε 54 km. Το µήκος του Αµβρακικού εµφανίζεται υπερεκτιµηµένο σύµφωνα µε τις σύγχρονες µετρήσεις, οι οποίες δίδουν ως µήκος Αµ βρακικού τα 34,262 km, ενώ το πλάτος (18 km) συµπίπτει µε τα σηµερινά δεδοµένα (Tζιαβός Χ., 1996). Ο Στράβων (65π.Χ.-23µ.Χ.) στα Γεωγραφικά του (Ζ.6) αναφέρει: τούτου δε του κόλπου το µεν στόµα µικρώ του τετρασταδίου µείζον, ο δε κύκλος και τριακοσίων σταδίων... Ο Στράβων µειώνει το µήκος της εισόδου του κόλπου στα 710 m (4 στάδια x 177,40 m) περίπου, ενώ υπολογίζει την περίµετρό του στα 53 km (300 στάδια x 177,40 m), εκτίµηση ασφαλώς υποτιµηµένη, αφού είναι οπωσδήποτε µεγαλύτερη των 70 km (Τζιαβός Χ., 1996). Σύµφωνα µε τις παραπάνω µαρτυρίες, παρά τη διαφοροποίηση που καταγράφεται µεταξύ των δύο συγγραφέων, όσον αφορά το πλάτος εισόδου του Αµβρακικού (887 m & 710 m), φαίνεται ότι το πλάτος µε την πάροδο των ετών έχει ελαττωθεί, αφού σήµερα το πλάτος του δίαυλου δίδεται ως 600 m. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει ενδεχοµένως στους ερευνητές, την ύπαρξη προσχωµατικών φαινοµένων Τζιαβός Χ., 1996). Κατά τον Πολύβιο και τον Στράβωνα, η αρχαία Αµβρακία βρισκόταν κοντά στον ποταµό Αρέθοντα ή Άρατθο, δηλαδή πλησίον του ποταµού Άραχθου, όπως ονοµάζεται σήµερα. 98

100 Κεφάλαιο 5 Πολύβιος, «Ιστορίαι»:.και τον Αρέθοντα ποταµό ρέοντα παρά την πόλιν (Αµβρακίαν).... Στράβων, «Γεωγραφικά»:.Παραρρεί δε αυτήν (Αµβρακία) ο Άρατθος ποταµός.... Ο Αριστοτέλης ( π.χ.) στα κλασσικά χρόνια δίδασκε, καθώς ο χρόνος δε σταµατάει ποτέ και το Σύµπαν µένει αιώνιο, οι κόσµοι γεννιούνται και πεθαίνουνε, η θάλασσα προχωρεί ή υποχωρεί, αυτό που ήταν θάλασσα µπορεί να γίνει στεριά. Τα πάντα αλλάζουν µε τον χρόνο. Ο Ηράκλειτος συµπύκνωνε αυτήν την αλήθεια στο τα πάντα ρεί, δηλαδή τα πάντα αλλάζουν. Ο Στράβωνας διατύπωσε την άποψη πως, για να διαβάσουµε την γεωλογική εξέλιξη πρέπει να στηριχθούµε "στα φαινόµενα που εξελίσσονται µπροστά στα µάτια µας". 5.2 Παλαιογεωγραφική εξέλιξη τη ς λεκάνης Η εκτεταµένη παρουσία του εύκολα αποσαθρούµενου φλύσχη, κυρίως στο ανατολικό τµήµα της ευρύτερης βόρειας περιοχής του δέλτα, έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαµόρφωση του υδρογραφικού δικτύου της λεκάνης απορροής, στις στερεοπαροχές του δικτύου και εποµένως στην ανάπτυξη του δέλτα (Βρυνιώτης et al., 2004). Αφετηρία των γεωµορφολογικών εξελίξεων της περιοχής, για τη σηµερινή κατάληξη του αναγλύφου, αποτέλεσε η έντονη τεκτονική δραστηριότητα κατά τα τέλη Πλειόκαινου - αρχές Πλειστόκαινου, µε τη δηµ ιουργία του βυθίσµατος του Αµβρακικού κόλπου (Βρυνιώτης et al., 2004). Σύµφωνα µε τη µελέτη των Καψιµάλη et al., 2004, o Αµβρακικός κόλπος είναι µια ρηξιγενής λεκάνη, η οποία σχηµατίστηκε κατά τη διάρκεια του Πλειο- Τεταρτογενούς (Poulos et al., 1995). Μια ευδιάκριτη ασυνέχεια (unconformity) εµφανίζεται στο δυτικό τµήµα του κόλπου και σε κάποια σηµεία στο ανατολικό τµήµα του. Η ασυνέχεια αυτή καταδεικνύει την ύπαρξη µιας διαβρωσιγενούς επιφάνειας, η οποία σχηµατίστηκε κατά τη διάρκεια χαµηλού επιπέδου της θαλάσσιας στάθµης, όταν το τµήµα αυτό του κόλπου ήταν υποαέριο. Στον δίαυλο επικοινωνίας, το βαθύτερο σηµείο της παλαιο-επιφάνειας βρίσκεται σε βάθος περίπου 53 m, εποµένως η θάλασσα δεν εισέβαλλε στον κόλπο, στα πρώιµα στάδια της τελευταίας παγετώδους περιόδου, η οποία χρονολογείται περί τα και χρόνια πριν. Στην περίοδο αυτή, το βαθύτερο τµήµα του ανατολικού κόλπου, το οποίο τοποθετείται σε βάθος µεγαλύτερο των 53 m σήµερα, ήταν πιθανότατα µια παλαιολίµ νη (Σχήµα 5.1a, b), ενώ δελταϊκές αποθέσεις έκλεισαν/έφραξαν το δυτικό τµήµα του, µε ιζήµατα πάχους 5 m. Σε έ να επόµενο στάδιο εξέλιξης, όταν η επιφάνεια της θάλασσας βρισκόταν περίπου 46 m κάτω από την σηµερινή επιφάνεια της θάλασσας, ένα δελταϊκό ριπίδιο αποτέθηκε στο κεντρικό τµήµα του κόλπου (Σχήµα 5.1c), ενώ στις νότιες ακτές συσσωρεύτηκε σχετικά χονδρόκοκκα ιζήµατα, δηλαδή αδροµερής ιλύς ή λεπτόκοκκη άµµος, προερχόµενο από µικρά ποτάµ ια. Μία πρόσθετη αύξηση 99

101 Κεφάλαιο 5 της θαλάσσιας στάθµης σε βάθος περί τα 38 m, συνοδεύτηκε από την ανάπτυξη ενός νέου ριπίδιου µε δύο λοβούς, στο ανατολικό τµήµα του κόλπου και η συνεχής απόθεσ η αργιλικών ιζηµάτων στο υπόλοιπο τµήµα (Σχήµα 5.1d) (Καψιµάλης et al., 2004). Σχήµα 5.1: Απεικόνιση της παλαιο-γεωγραφικής εξέλιξης του Αµβρακικού κόλπου, όταν η στάθµη της θάλασσας βρισκόταν σε βάθος (a) 61m, (b) 53m, (c) 46m, (d) 38m κάτω από τη σηµερινή στάθµη (Καψιµάλης et al., 2004). Στις αρχές του Πλειστόκαινου θεωρείται ότι έχουµε συµβολή των ποταµών Λούρου και Άραχθου στο βόρειο τµήµα του ήδη υπάρχοντος βυθίσµατος του Αµβρακικού κόλπου, µε αποτέλεσµα την αφετηρία δηµιουργίας των πεδινών εκτάσεων Άρτας- Πρεβέζης (Μερτζάνης, 1992; Βρυνιώτης et al., 2004). Η συµβολή αυτή των ποταµών Λούρου και Άραχθου σε ενιαίο υδρογραφικό σύστηµα µε σηµαντικές στερεοπαροχές από τη λεκάνη του φλύσχη, δηµιούργησε στη συνέχεια τα παλαιότερα εκτεταµένα δελταϊκά µέτωπα στις περιοχές της Κορωνησίας και της Σαλαώρας (Ε.Κ.Θ.Ε., 1989; Βρυνιώτης et al., 2004). Ο ποταµός Άραχθος έπαιξε πρωταρχικό ρόλο στην εξελικτική πορεία της λεκάνης του Αµβρακικού κόλπου. Ο ποταµός σήµερα µπορεί να βρίσκεται περιορισµένος στο ανατολικό τµήµα του κόλπου, µα τα ιζήµατά του έχουν κατακλύσει σχεδόν ολόκληρη τη λεκάνη του Αµβρακικού κόλπου από το Πλειστόκαινο έως σήµερα. Έτσι ο Άραχθος συνεισφέροντας το µεγαλύτερο ποσοστό ιζήµατος, συνέβαλλε καθοριστικά στη διαµόρφωση του δέλτα, των λιµνοθαλασσών και της παράκτιας ζώνης (Τζιαβός, 1996). Πριν περίπου χρόνια, η θάλασσα εισβάλλει στη λεκάνη του Αµβρακικού και αρχίζει η υποχώρηση των ακτών. Πριν χρόνια η ακτογραµµή βρισκόταν 300 m βόρεια της λιµνοθάλασσας Λογαρού και 7 km περίπου βόρεια της Κορωνησίας. Το δελταϊκό πεδίο του Άραχθου την εποχή εκείνη φαίνεται πως βρισκόταν σε ανάπτυξη. 100

102 Κεφάλαιο 5 Στους αιώνες που ακολούθησαν, η ξηρά προεκτάθηκε σε βάρος της θάλασσας µε σχηµατισµό λιµνοθαλασσών, που κλείστηκαν από αµµώδεις νησίδες και αποξηράνθηκαν στη συνέχεια για να σχηµατιστούν άλλες λιµνοθάλασσες νοτιότερα, φθάνοντας έτσι στη σηµερινή όψη των διαδοχικών λιµνοθαλασσών (Ροδιά, Τσουκαλιό, Τσουκαλού) (Παναγιωτίδης et al., 1985). Το δέλτα του Άραχθου, πριν χρόνια πρέπει να βρισκόταν βόρεια της περιοχής της Γαβριάς, µε τάση ανάπτυξης προς ένα νοτιοανατολικό άξονα. Σ αυτό βοήθησε πολ ύ ο όγκος της Βίγλας, ο οποίος λειτούργησε σαν ασπίδα από τους δυτικούς ανέµους. Αργότερα, κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, ο ποταµός µετατοπίσθηκε προς τα νότια και µε τη βοήθεια των δυτικών ανέµων µετατίθεται συνεχώς ανατολικότερα. Η ακτογραµµή την περίοδο αυτή βρισκόταν 6,5 km βόρεια από το Μύτικα και 13,5 km από την Κορωνησία. O Αµβρακικός κόλπος αποκτά τη µ εγαλύτερη σε έκταση επιφάνεια (Τζιαβός, 1996). Τρεις τοπογραφικές εξάρσεις, ο επιµήκης λόφος της Βίγλας, η Σαλαώρα και το σύµπλεγµα των νησιών της Κορωνησίας, αποτελούν αφ ενός φυσικά εµπόδια και αφετέρου οριακές θέσεις για την ανάπτυξη των ακτών (Τζιαβός, 1993). Σχήµα 5.2: Τοπογραφικός χάρτης βορειοδυτικής Ελλάδας µε υψόµετρο έως και 2.900m (Όλυµπος) (Meijninger, 2001). Κ ατά την κλασσική εποχή ( π.χ.), φαίνεται ότι ο Άραχθος είχε ήδη καλύψει το µεγαλύτερο µέρος της πεδιάδας και οι εκβολές του βρίσκονταν µεταξύ Σαλαώρας και Βίγλας. Το επιµήκες θαλάσσιο ύβωµα που παρατηρείται νοτιοδυτικά σήµερα της Σαλαώρας αποτελεί εγκατελειµένο δέλτα (Τζιαβός, 1993). 101

103 Κεφάλαιο 5 Ο ποταµός Άραχθος, πριν ακολουθήσει ξεχωριστή πορεία, στρεφόταν στο ύψος του Αµµότοπου προς την κοιλάδα του Λούρου, διανοίγοντας την κοιλάδα του Αµµότοπου και δηµιουργώντας το ριπίδιο Καµπής-Χανόπουλου (Βρυνιώτης et al., 2004). Η ανύψωση των περιοχών του ρίσκου και του Ξηροβουνίου, διαχωρίζει τελείως τη ροή των ποταµών και δηµιουργεί ξεχωριστά δελταϊκά µέτωπα. Ο ποταµός Άραχθος µετατοπίζεται όλο και περισσότερο ανατολικά διαµορφώνοντας δελταϊκά µέτωπα στην Παλιοµπούκα και στη συνέχεια στη Μπούκα. Ταυτόχρονα οι εκβολές του Λούρου απωθούνται όλο και πιο δυτικά, από τη µεγαλύτερη προσχωµατική ικανότητα του Άραχθου και τη δηµιουργία του νεώτερου ριπιδίου του, στην περιοχή της Άρτας (Μερτζάνης, 1992; Βρυνιώτης et al., 2004). Σήµερα οι δύο ποταµοί διατρέχουν την πεδιάδα Άρτας- Πρέβεζας στα όριά της και περικλείουν µια έκταση στρεµµάτων (Τζιαβός, 1993). Η δηµιουργία της λιµνοθάλασσας Τσουκαλιό ξεκινά περίπου πριν από χρόνια, όταν ο Άραχθος ποταµός ή έστω ένας κλάδος του, χυνόταν δυτικά της Σαλαώρας. Γεωτρήσεις που πραγµατοποιήθηκαν πιστοποιούν την ύπαρξη λουρονησίδας το 170 π.χ., ενώ η Λογαρού φαίνεται πως ήταν ήδη λιµνοθάλασσα. Η εκτροπή του Άραχθου και η κατασκευή φραγµάτων στέρησε την περιοχή από ίζηµα και εποµένως στις λουρονησίδες άρχισαν να παρουσιάζονται διαβρωτικά φαινόµενα. Τέτοιου είδους φαινόµενα ήταν η υποχώρηση των λουρονησίδων και το σπάσιµό τους σε ασθενή σηµεία. Η διαµόρφωση της ακτογραµµής, η δηµιουργία λιµνοθαλασσών µε τη διάταξη και την κίνηση των αµµώδων νησίδων που τις οριοθετούν, εξαρτάται από την προσφορά υλικού από τους ποταµούς και την ποιότητα του υλικού καθώς και τη δυναµική των παράκτιων ρευµάτων. Στη νότια ακτή παρατηρείται έλλειψη προσχωσιγενούς δραστηριότητας λόγω της απουσίας ποταµών και της εποχιακής εµφάνισης ποταµοχειµµάρων, µια σχετικά αργή πρόσχωση της δυτικής ακτής, η οποία µπορεί να αποδωθεί στην µικρή προσχωµατική ικανότητα του Λούρου και µια ταχεία πρόσχωση του βόρειου τµήµατος του Αµβρακικού, όπου τον πρωτεύοντα ρόλο σήµερα παίζει ο Άραχθος ποταµός. Οι προσχώσεις των ποταµών επιδρούν στη διαµόρφωση της φυσιογραφίας του βυθού του κόλπου. Οι αποθέσεις του ποταµού Άραχθου σχηµατίζουν υποθαλάσσιες ράχες που διαµελίζουν τον κόλπο σε περιοχές ρηχές και βαθύτερες. Οι βαθύτερες περιοχές δρουν σαν ένα είδος υποδοχέα για το λεπτόκοκκο υλικό που προσκοµίζουν οι ποταµοί (Παναγιωτίδης et al., 1985). Συµπερασµατικά µπορούν να γίνουν οι κάτωθι παρατηρήσεις: Ο ποταµός Άραχθος έχει παίξει τον κυρίαρχο ρόλο στην απόθεση προσχωµατικών υλικών σε ολόκληρη την περιοχή µελέτης αλλά και δυτικότερα προς τις ακτές του Ιονίου, µόνος του ή ενωµένος µε τον Λούρο. Ο Άραχθος ενωµένος µε τον Λούρο σε κοινή εκβολή έχουν τροφοδοτήσει µέχρι και τις ανατολικές ακτές της λιµνθάλασσας Λογαρού, όπου εντοπίζεται και το κοινό δελταϊκό µέτωπο της Κορωνησίας. 102

104 Ο Άραχθος, µετά τη δηµιουργία των µετώπων της Σαλαώρας και Κορωνησίας µε το Λούρο, αποσχίστηκε και άρχισε να τροφοδοτεί µε ιζήµατα την περιοχή που περικλείεται από την Άρτα, τα βόρεια της λιµνοθάλασσας Ροδιάς και των σηµερινών εκβολών του, µε µία προοδευτική µετατόπισή του δυτικά. Ο ποταµός Λούρος, τόσο πριν όσο και µετά την απόσχισή του από τον Άραχθο, µικρή συνεισφορά είχε στην απόθεση ιζηµάτων. 5.3 Σύγχρονη και πρόσφατη ιζηµατογένεση Ιζηµατογένεση στο δελταϊκό πεδίο Ο Άραχθος σήµερα έχει αλλάξει πορεία προς ανατολάς και οι εκβολές του βρίσκονται ανατολικά του Φιδόκαστρου (τα ερείπια του Άµβρακα Φιδόκαστροβρίσκονται 650 m βόρεια της ακτής, περίπου στην ίδια απόσταση από την κλασσική ακτογραµµή). Στο ανατολικό τµήµα, τα ιζήµατα προέρχονται αποκλειστικά από τον Άραχθο, µε µικρή συµµετοχή και του ποταµού Βουβού. Μετά τη µεταπολεµική περίοδο, παρατηρείται µία συνεχής υποχώρηση των υγροτόπων της πεδιάδας, η οποία οφείλεται αφενός στην κατακράτηση των υδάτων από τα φράγµατα και αφετέρου σε αποξηραντικά έργα (Σχήµα 5.3, 5.4). Σήµερα, οι επιπτώσεις της κατακράτησης νερού και ιζήµατος φαίνονται στις εκβολές των δύο ποταµών, όπου η υποχώρηση λόγω διάβρωσης έφθασε και τα 10 m τα τελευταία 20 χρόνια (Τζιαβός, 1993). Κατά τους Καψιµάλη et al. (2003), στα τέλη της δεκαετίας του 1930, όταν έγινε διευθέτηση και ευθυγράµµιση της κοίτης του Άραχθου ποταµού, ο σηµερινός δελταϊκός λοβός άρχισε να αναπτύσσεται νοτιοανατολικά µε ταχύ ρυθµό. Το διάστηµα , το δέλτα παρουσίαζε µια εντυπωσιακή επιβράδυνση στην ανάπτυξή του, µε ρυθµό µόλις 30 m το χρόνο. Το διάστηµα χαρακτηρίζεται από διάβρωση των νέων προσχώσεων και οπισθοχώρηση της ακτογραµµής. Η εξέλιξη αυτή πραγµατοποιείται σε δύο στάδια: (α) πριν το 1960 ο ποταµός πρόσχωνε µια πολύ αβαθή παράκτια περιοχή µπροστά από τη νέα του εκβολή, γεγονός που ευνοούσε την ταχεία προέλαση του δελταϊκού πεδίου, ενώ µετά το 1960, καθώς εισχωρούσε σε όλο και βαθύτερες περιοχές, η ανάπτυξή του άρχισε σταδιακά να επιβραδύνεται και (β) µε την κατασκευή ενός πυκνού αρδευτικού δικτύου, µα κυρίως µε την κατασκευή του πρώτου φράγµατος Πουρναρίου, το 1981, η κατακράτηση νερού και ιζήµατος, συνέτειναν στην ελάττωση της δελταϊκής προέλασης και αργότερα στη διάβρωση των νέων προσχώσεων. Η ανάπτυξη των νέων δελταϊκών προσχώσεων του Άραχθου ποταµού ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1930, όταν έγινε τεχνητή εκτροπή και ευθυγράµµιση της κατώτερης κοίτης του. Η παλιά εκβολή βρισκόταν 1 περίπου χιλιόµετρο, νοτιοδυτικά της σηµερινής εκβολής, όπως διαπιστώνεται από τους εγκατελειµένους µαιάνδρους του ποταµού. Από τη διάνοιξη του νέου διαύλου µέχρι το 1945, το δέλτα εισχώρησε ταχύτατα στη θάλασσα κατά 2 km τουλάχιστον. Από το 1945 έως το 1960, οι προσχώσεις επεκτάθηκαν άλλα m, ενώ κοντά στον παλιό δίαυλο η ακτογραµµή φαίνεται να υποχωρεί κατά 2 τουλάχιστον χιλιόµετρα. Στο διάστηµα , ένα εκτεταµένο αρδευτικό δίκτυο αναπτύχθηκε πάνω στη δελταϊκή πεδιάδα της Άρτας και ένα υδροηλεκτρικό φράγµα κατασκευάστηκε στην κύρια κοίτη του ποταµού (Πουρνάρι). Οι ανθρωπογενείς παρεµβάσεις συνέτειναν στην κατακράτηση ιζήµατος στην κοίτη ή στο δελταϊκό πεδίο του ποταµού και συνεπώς στην εντυπωσιακή 103

105 Κεφάλαιο 5 επιβράδυνση της προέλασης της νέας εκβολής. Το τελευταίο διάστηµα , χαρακτηρίζεται από καθολική υποχώρηση της ακτογραµµής στην περιοχή γύρω από τον παλιό και νέο δίαυλο, λόγω έλλειψης ποτάµιου ιζήµατος και επικράτησης θαλάσσιων διεργασιών (Καψιµάλης et al., 2003). Όπως προκύπτει από τη µελέτη του Τσαρµπού (1995), η οποία εκπονήθηκε στο Ε.Κ.Θ.Ε., µε αντικείµενο µελέτης τις µεταβολές στις βόρειες ακτές του Αµβρακικού µε τη χρήση Γεωγραφικού Συστήµατο ς Πληροφοριών, οι µεταβολές στην ακτογραµµή (ρυθµοί διάβρωσης ή απόθεσης), είναι πολύ σηµαντικές για την περίοδο και σαφώς µικρότερες στην περίοδο Σαν παράδειγµα αναφέρεται ότι η νέα εκβολή του Αράχθου προελαύνει κατά 2 km την περίοδο και µόνο 200 m την δεκαετία Οι πρόσφατες µεταβολές που υπέστη το δελταϊκό πεδίο και οι αλλαγές της θέσης της ακτογραµµής σε διάστηµα 40 ετών ( ) που παρουσιάζονται στα Σχήµατα 5.3 και 5.4, οφείλονται κατά ένα µεγάλο ποσοστό σε ανθρωπογενή παρέµβαση. Συγκρίνοντας τα δύο σχήµατα που ακολουθούν παρατηρούνται τα εξής: Η ακτογραµµή φαίνεται σταθερή, µε εξαίρεση τις ακτές µπροστά από το δέλτα του Άραχθου. Οι εκβολές του Άραχθου, λόγω της µεγάλης προσχωµατικής δράσης του ποταµού, αναπτύσσονται µε ταχείς ρυθµούς µέχρι το τέλος της δεκαετίας του Τη φυσική ροή του ποταµού µετέβαλλαν τα τεχνικά έργα διευθέτησης της κοίτης του ποταµού (Σχήµα 5.3). Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, µε την κατασκευή του φράγµατος Πουρναρίου, δηµιουργήθηκε η τεχνητή λίµνη (Σχήµα 5.4) µε επακόλουθο την κατακράτηση µεγάλης ποσότητας ιζήµατος και την ανάσχεση της προσχωµατικής δράσης του Άραχθου. Οι µικρές ποσότητες ιζήµατος που προσφέρει σήµερα ο ποταµός, δεν φαίνονται ικανές να αναστείλουν τα φαινόµενα διάβρωσης που σηµειώνονται στην ακτή από τη δράση των κυµάτων. Aνατολικά του λόφου Βίγλα, το 1945 υπήρχε εκτενής βάλτος-λιµνοθάλασσα. Σήµερα ωστόσο έχει αποδοθεί στην καλλιέργεια. Εντυπωσιακή είναι η µείωση, τα τελευταία σαράντα χρόνια, των υγροτόπων και ακαλλιέργητων περιοχών, οι οποίες περιορίστηκαν γύρω από τις λιµνοθάλασσες. Τη θέση τους πήραν οι καλλιεργούµενες εκτάσεις. Οι ποτάµιες και παράκτιες άµµοι εµφανίζονται περιορισµένες, δυτικά του λόφου Σαλαώρα, ενώ στη λιµνοθάλασσα Τσουκαλιό είναι εµφανής ένας εγκατελειµένος δελταϊκός σχηµατισµός του Άραχθου. 104

106 Σχήµα 5.3: ελταϊκό πεδίο µεταξύ Λούρου και Άραχθου από αεροφωτογραφία του 1945 (Τζιαβός, 1996). 105

107 Σχήµα 5.4: Μεταβολή δελταϊκού πεδίου µεταξύ Λούρου και Άραχθου όπως φαίνεται από αεροφωτογραφία του 1985 (Τζιαβός, 1996). 106

108 Κεφάλαιο Ιζηµατογένεση στην παράκτια ζώνη Η διαµόρφωση των βόρειων ακτών του Αµβρακικού κόλπου, εξαρτάται κυρίως από τις µεταβολές που προκαλούνται από την παράκτια προσφορά και αποµάκρυνση του ιζήµατος. Το προσφερόµενο υλικό προέρχεται αποκλειστικά από τους δύο κύριους ποταµούς, Λούρο και Άραχθο, και η θέση εναπόθεσής του εξαρτάται από τη δράση των κυµάτων. Εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι οι εν λόγω µεταβολές οφείλονται στην επίκλυση ή απόσυρση της θάλασσας, ανάλογα µε τις ιζηµατολογικές και υδροδυναµικές συνθήκες που επικρατούν στην παράκτια ζώνη (Τζιαβός, 1996). Η στάθµη της θάλασσας και ο ρυθµός ιζηµατογένεσης είναι αντιµαχόµενοι παράγοντες και η επικράτηση του ενός ή του άλλου καθορίζει την επίκλυση ή απόσυρση της ακτογραµµής (Σχήµα 5.5). Σχήµα 5.5: Επίκλυση απόσυρση (Τζιαβός, 1996). Περιοχή από τις εκβολές του Λούρου µέχρι την Κορωνησία Ο ποταµός Λούρος προσφέρει πολύ µικρές ποσότητες ιζήµατος και µικρής διαµέτρου κόκκους. Το λεπτόκοκκο υλικό που διατίθεται από τον ποταµό δεν είναι ικανό να σχηµατίσει κανονικό δέλτα και διαχέεται µε τη βοήθεια των κυµάτων στον κυρίως κόλπο. Ιδιαίτερα µετά τη δηµιουργία του φράγµατος, η ροή του ποταµού ελέγχεται και δεν παρουσιάζει µεγάλες διακυµάνσεις. Κατά συνέπεια οι φερτές ύλες του ποταµού µειώθηκαν ακόµη περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Μέσω παρατήρησης αεροφωτογραφιών παρατηρήθηκε ότι οι εκβολές του Λούρου έχουν υποχωρήσει m τα τελευταία 25 χρόνια. Η αβαθής πλατφόρµα που παρατηρείται κατά µήκος των βορείων ακτών του όρµου της Σαλαώρας, δηµιουργήθηκε πιθανότατα από ιζήµατα που προήλθαν από τον

109 Κεφάλαιο 5 ποταµό Άραχθο (µε τη συµβολή τη ς δράσης τω ν κυµάτων που προκαλούν οι Ν-Ν άνεµοι). Με την αποµάκρυνσή του ανατολικά, η ακτή λόγω αποστέρησης ιζήµατος άρχισε να παρουσιάζει διαβρωτικά φαινόµενα (υποχώρηση λουρονησίδων και σπάσιµο αυτών σε ασθενή σηµεία, αύξηση βάθους λιµνοθαλασσών). Η Περιοχή από την Κορωνησία µέχρι τον όρµο της Κόπραινας περιοχή αυτή κυριαρχείται από ιζήµατα που προέρχονται κυρίως από τον Άραχθο και εν µέρει από τον Βουβό. Το µεγαλύτερο τµήµα των ακτών καταλαµβάνεται από διαδοχικούς δελταϊκούς σχηµατισµούς, που εξελικτικά µεταναστεύουν ανατολικά. Η µ ετακίνηση αυτή αποτελεί φυσική συνέπεια της δράσης των επικρατούντων στην περιοχή Ν-Ν ανέµων. Με την αποµάκρυνση του δέλτα του Άραχθου µειώθηκε η ποσότητα των φερτών υλών, µε άµεσο επακόλουθο τη σταδιακή διάβρωση της ακτής. Ο Άραχθος ανέπτυξε το δελταϊκό του σύστηµα στην περιοχή που βρίσκεται µέχρι σήµερα, µε τις εκβολές του να βρίσκονται περίπου 1 km νότια των σηµερινών. Στα τέλη της δεκαετίας του 1930 που έγινε διευθέτηση της κοίτης του, άρχισε να αναπτύσσεται ο σηµερινός δελταϊκός λοβός. Η εντυπωσιακή δραστηριότητα του Άραχθου ποταµού στη νέα του θέση, µέχρι πριν την κατασκευή του φράγµατος Πουρναρίου, αποκαλύπτεται σε σειρά αεροφωτογραφιών (βλ. Σχήµα ). Λόγω της διάνοιξης του νέου καναλιού µέχρι το 1945, το δέλτα εισχώρησε ταχύτατα στη θάλασσα κατά 2 τουλάχιστον km, µε ρυθµό που έφθανε τα 250 περίπου m κατά µέσο όρο το χρόνο. Κατά το χρονικό διάστηµα , το δέλτα του Άραχθου προχώρησε άλλα m, φθάνοντας νότια του δέλτα του Βουβού. Ο ρυθµός ανάπτυξης του, αν και µειωµένος παρέµεινε ταχύς ( m/χρόνο). Παρατηρήθηκε εντυπωσιακή υποχώρηση του παλαιού δελταϊκού λοβού κατά 2 τουλάχιστον χιλιόµετρα. Κατά τη διάρκεια της περιόδου 1960 έως και το 1985, το δέλτα του Άραχθου παρουσιάζει αξιοσηµείωτη ανάσχεση της ανάπτυξής του. Στο διάστηµα αυτό, το δέλτα προχώρησε ανατολικά µόνον 700 m (δηλαδή κατά µέσο όρο 28 m /χρόνο). Η επιβράδυνση στην ανάπτυξη του δέλτα, πρέπει να οφείλεται σύµφωνα µε τον Τζιαβό (1996), σε δύο τουλάχιστον λόγους : Με την αλλαγή της κοίτης, ο ποταµός οδηγήθηκε σε µια πολύ αβαθή (<1m) πλατφόρµα που ο ίδιος είχε δηµιουργήσει. Εισχωρώντας όµως σε όλο και βαθύτερες περιοχές, η ανάπτυξή του αυτή άρχισε σταδιακά να επιβραδύνεται. Με τον εκσυγχρονισµό των αρδευτικών έργων µα κυρίως µε την κατασκευή του φράγµατος Πουρναρίου, η κατακράτηση νερού και ιζήµατος, λειτούργησε σαν ένα επιπλέον αίτιο για την ανασχετική πορεία του ποταµού τα τελευταία χρόνια. Η επιβραδυντική ανάπτυξη του δέλτα του Άραχθου κατά τα τελευταία 48 χρόνια ( ) παρουσιάζεται στα παρακάτω σχήµατα (Τζιαβός, 1996). 108

110 Κεφάλαιο 5 Σχήµα 5.6: Εξέλιξη του νέου δέλτα του Άραχθου τα τελευταία 48 χρόνια (Τζιαβός, 1996). Σχήµα 5.7: Καµπύλη επιβράδυνσης του ρυθµού ανάπτυξης του δέλτα του Άραχθου. Μετά την κατασκευή του φράγµατος Πουρναρίου το 1980, οι τιµές σχεδόν µηδενίζονται (Τζιαβός, 1996). Η ιάβρωση και ανθρωπογενείς παρεµβάσεις στην εξέλιξη της παράκτιας ζώνης µελέτη του ποταµού Άραχθου, της Μιµίκου Μ.Α. (2005), η οποία πραγµατοποιήθηκε στα πλαίσια του προγράµµατος CADSEALAND, εστιάζει στην αλληλεπίδραση διάβρωσης και ανθρωπογενών παρεµβάσεων στην εξέλιξη της παράκτιας ζώνης. Η περίοδος µελέτης χωρίστηκε σε δύο ξεχωριστά διαστήµατα ( και ), µε κριτήριο την έναρξη λειτουργίας του φράγµατος Πουρναρίου το 1981, ανάντη της Άρτας, µε απώτερο στόχο την κατανόηση των αλλαγών κατάντη του φράγµατος. 109

111 Κεφάλαιο 5 Σχήµα 5.8: Υδατικό ισοζύγιο τις περιόδους και (Μιµίκου, 2005). Α πό τα παραπάνω διαγράµµατα φαίνεται αυξηµένη η απορροή (mm) το διάστηµα , µικρή κατείσδυση, λόγω των αδιαπέρατων εδαφών και µικρότερη βροχόπτωση και απορροή το διάστηµα

112 Κεφάλαιο 5 Η Σχήµα 5.9: Γεωλογικό υπόβαθρο και στερεοαπορροή (Μιµίκου, 2005). λεκάνη του ποταµού Άραχθου διαχωρίστηκε όσον αφορά το γεωλογικό κοµµάτι, σε αλλ ούβια πετρώµατα, φλύσχη, ασβεστόλιθο και ψαµµίτη και στη συνέχεια µελετή θηκε η συνεισφορά τους στη στερεοαπορροή. Από το παραπάνω διάγραµµα γίνεται φανερό ότι οι ψαµµίτες δηµιουργούν γεωλογικό υπόβαθρο αρκετά επιρρεπές στη διάβρωση. Κατάντη του φράγµατος, οι αλλουβιακές αποθέσεις σε συνδυασµό µ ε τις µικρές κλίσεις, επιδρούν ανασταλτικά στη µεταφορά εδαφικών σωµατιδίων. Οι υδρολογικές συνιστώσες είναι περίπου σταθερές σε όλα τα τµήµατα της λεκάνης του ποταµού Άραχθου. Στο κεντρικό και νότιο τµήµα της λεκάνης επικρατεί µεγάλη διάβρωση, λόγω των ευαίσθητων εδαφικών σχηµατισµών και της έντονης βροχόπτωσης. Όσον αφορά το κεφάλαιο διάβρωση της ακτής, λόγω των ανταγωνιστικών δράσεων του ποταµού και των θαλάσσιων ρευµάτων και κυµάτων, η υφιστάµενη κατάσταση καταδεικνύει µείωση της στερεοαπορροής, περιορισµό της συγκέντρωσης θρεπτικών αλάτων, αύξηση της διαβρωτικής ικανότητας κατάντη του φράγµατος, µεταβολή της κλίσης και της διατοµής, µεταβολή των χαρακτηριστικών των φερτών υλικών της κοίτης, επιπτώσεις που αποδίδονται στην κατασκευή των φραγµάτων Πουρνάρι Ι (1981) και ΙΙ (1996). Τα θαλάσσια ρεύµατα και κύµατα επιτείνουν τη διάβρωση, µεταβάλλουν την ακτογραµµή, επιφέρουν αλλαγές στις λουρονησίδες. Η συνδυασµένη δράση των δύο οδήγησε σε αλλαγή στην ισορροπία της ακτογραµµής των εκβολών του έλτα, καθώς και σε δυσµενείς επιδράσεις στους παρόχθιους οικισµούς και τις καλλιέργειες (Μιµίκου, 2005). 111

113 Προσδιορισµός Αλλαγών Στην Παράκτια ζώνη Και στο έλτα του Ποταµού Άραχθου Πηγή: Μιµίκου, 2005 α) 1960 β) 1985 γ) 1996 Σχήµα 5.10: Σύγκριση ακτογραµµής για τρεις διαφορετικές χρονικές περιόδους (η κόκκινη γραµµή αποδίδει το περίγραµµα της ακτογραµµής το 1960, η µπλέ γραµµή αποτυπώνει την ακτογραµµή το έτος 1985, ενώ η κίτρινη γραµµή παρουσιάζει την ίδια ακτογραµµή το έτος 1996) (Μιµίκου, 2005).

114 Κεφάλαιο 5 Η εν λόγω µελέτη κατέδειξε έντονες αλλαγές στην ακτογραµµή και στις εκβολές του ποταµού Άραχθου. Θεωρεί σηµαντική επίσης, τη διείσδυση θαλασσινού νερού προς τα ανάντι, φαινόµενα που αποδίδονται σε ανθρωπογενείς κυρίως παρεµβάσεις, όπως είναι η κατασκευή φραγµάτων και αναχωµάτων στην κοίτη του ποταµού, η αλλαγή στις παραποτάµιες χρήσεις γης, η ευθυγράµµιση του ποταµού Άραχθου και οι εναποθέσεις διαφόρων υλικών στην κοίτη του ποταµού. Ασφαλώς θα πρέπει να βρεθούν τρόποι αποκατάστασης της ποσότητας που χάνεται και προστασίας της ακτογραµµής. 113

115 Κεφάλαιο 6 6. ΑΞΙΑ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ ΑΠΕΙΛΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 6.1 Αξία Αµβρακικού Η περιοχή του Αµβρακικού κόλπου υπήρξε πόλος έλξης από τους αρχαίους κιόλας χρόνους. Αυτό καταµαρτυρούν πλειάδα αρχαιολογικών θησαυρών που έρχονται στο φως από οµάδες µελετητών. Ορισµένα χαρακτηριστικά του Αµβρακικού, που παρουσιάστηκαν στα κεφάλαια που προηγήθηκαν, δεν απαντώντα ι πουθενά άλλου στην Ελλάδα. Γι αυτό, ο Αµβρακικός κόλπος θεωρείται ως ένα ιδιαίτερα ξεχωριστό οικοσύστηµα. Στη συνέχεια απαριθµούνται αυτές οι ιδιοµορφίες του, µία προς µία: µοναδική ηµίκλειστη θαλάσσια έκταση µε ωκεανογραφικές ιδιοµορφίες, µεγάλη ποικιλότητα και αριθµός λιµνοθαλασσών, εγγύτητα των νησίδων, λόφων και οροσειρών και ποικιλόµορφη βλάστηση που συνδέεται µε γλυκά νερά, αξιόλογα αρχαιολογικά ευρήµατα, παρουσία καρστικών λιµνών, όπως η λίµνη Ζηρού (νοµός Πρέβεζας), πλούσια σύνθεση πλαγκτού, ασπόνδυλης πανίδας και ιχθυοπανίδας, παρουσία ενδηµικών ψαριών γλυκού νερού στα νερά του Λούρου, Άραχθου, Βωβού και σε καρστικές πηγές, σχηµατισµός λουρονησίδων (φραγµών) µε οστρακοκελύφη, ο βάλτος της Ροδιάς αποτελεί το µεγαλύτερο έλος µε καλαµώνες στην Ελλάδα, αναπαραγωγή και µόνιµη παρουσία αργυροπελεκάνων (Pelecanus crispus) στις λιµνοθάλασσες, παρουσία ρινοδέλφινων ( Tursiops truncatus ) και Κοινών ελφινιών (Delphinus delphis) στον πορθµό του Άκτιου, µεγάλοι αριθµοί υδρόβιων πουλιών κατά την περίοδο διαχείµανσης, ίσως οι µεγαλύτεροι στην Ελλάδα, το µοναδικό µέρος στην Ελλάδα όπου έχει αποδειχθεί η αναπαραγωγή του ήταυρου (Botaurus stellaris, σπάνιο είδος ερωδιού), συχνή παρουσία µεγάλου αριθµού θαλάσσιων χελωνών (Caretta caretta) στα ρηχά νερά του κόλπου. Τα έλη και οι λιµνοθάλασσες του Αµβρακικού κόλπου αποτελούν το µεγαλύτερο ενιαίο υγρότοπο της Ελλάδας, όπου έχει διαπιστωθεί η παρουσία µεγάλης ποικιλίας ειδών πανίδας και ιδίως ορνιθοπανίδας, οι οποίοι περιλαµβάνονται στους καταλόγους των σπάνιων, απειλούµενων µε εξαφάνιση ειδών ή υπό προστασία ειδών. Ο Αµβρακικός αποτελεί έναν από τους δώδεκα (12) σηµαντικότερους υγρότοπους διεθνούς σηµασίας της χώρας. Σύµφωνα µε δεδοµένα του European Nature Information System (EUNIS), η προστατευόµενη περιοχή του Αµβρακικού (Αµβρακικός κόλπος, Λιµνοθάλασσα Κατάφουρκο και Κορωνησία) εντάσσεται στο δίκτυο Natura 2000, µε τον κωδικό GR Η περιοχή προστατεύεται από Κοινή Υπουργική Απόφαση (Κ.Υ.Α.), η οποία δηµοσιεύθηκε στις Η απόφαση τροποποιήθηκε τον Απρίλιο του 1993 (European Topic Centre for Nature Protection and Biodiversity, 2005). 114

116 Κεφάλαιο 6 Η ποικιλοµορφία και ιδιαιτερότητα αυτού του οδήγησαν τη χώρα µας στην αναγγελία των υγροτόπων του Αµβρακικού κόλπου, ως υγρότοπο διεθνούς ενδιαφέροντος κατά τη Σύµβαση Ramsar. Το 1989 η περιοχή ονοµατίστηκε ως Ζώνη Ειδικής Προστασίας (Special Protection Area) κατά την Οδηγία 79/409. Το 1990 η περιοχή τέθηκε υπό καθεστώς προστασίας, σε εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Ελλάδας, οι οποίες απορρέο υν από τη διεθνή συµφωνία για την προστασία της υδρόβιας και µεταναστευτικής ορνιθοπανίδας διεθνούς ενδιαφέροντος ( Συνθήκη Ramsar) και α πό την εφαρµογή της Οδηγίας ΕΟΚ 79/409 για την προστασία της ορνιθοπανίδας. 6.2 Ανάπτυξη Φαίνεται ότι από πολύ νωρίς ο ανθρώπινος παράγων έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαµόρφωση ακτών και περιοχών µεγάλου οικονοµικού ενδιαφέροντος, όπως είναι τα δέλτα των ποταµών. Αρδευτικά έργα, όπως η διάνοιξη καναλιών και οι κατασκευές φραγµάτων, είναι γνωστά από τη Ρωµαϊκή κιόλας εποχή (Τζιαβός, 1996). Σηµαντικές όµως ανθρώπινες επεµβάσεις οι οποίε ς σηµάδεψαν την µορφολογία της περιοχής άρχισαν να καταγράφονται µόλις πριν το Β Παγκόσµιο πόλεµο. Στον ακόλουθο Πίνακα παρουσιάζεται ο ρυθµός αύξησης της γεωργικής γης εις βάρος των βιοτόπων (Τζιαβός, 1996). Πίνακας 6.1: Ρυθµός αύξησης της γεωργικής γης, εις βάρος των βιοτόπων (Τζιαβός Χ., 1996). Προπολεµικά (Ψαριανός, 1953) Λιµνοθάλασσες Γεωργική γη Βιότοποι Σύνολο Έκταση σε στρέµµατα Ποσοστό 17% 29% 54% 100% 1985 (βάση αεροφωτογραφιών) Λιµνοθάλασσες Γεωργική γη Βιότοποι Σύνολο Έκταση σε στρέµµατα Ποσοστό 17% 43% 40% 100% Οι ανθρώπινες δραστηριότητες επηρέασαν το τοπίο και τα φυσικά οικοσυστήµατα. Επικαλούµενοι συνήθως την ανάγκη για «ανάπτυξη», πραγµατοποίησαν εκτεταµένες αποστραγγίσεις, προχώρησαν στην κατασκευή φραγµάτων, σε εκτροπές ποταµών, αµέτρητες γεωτρήσεις, δηµιουργώντας τεράστια περιβαλλοντικά προβλήµατα (ρύπανση, αλλοίωση υδρολογικού ισοζυγίου, παράνοµη υλοτοµία, αµµοληψίες, υπερβόσκηση, λαθροθηρία, παράνοµες χωµατερές, άναρχη δόµηση κ.α.). Η αγροτική οικονοµία της ευρύτερης περιοχής εξειδικεύεται στην κτηνοτροφία, όπου η αιγοπροβατοτροφεία κατέχει εξέχουσα θέση στο σύνολο της εγχώριας παραγωγής και αποτελεί τη βάση του δευτερογενούς τοµέα. Άλλες σηµαντικές δραστηριότητες είναι τα εσπεριδοειδή, οι βρώσιµες ελιές και η µηδική (κτηνοτροφικό φυτό). Βασικούς τοµείς δραστηριότητας συνιστούν επίσης και τα γαλακτοκοµικά 115

117 Κεφάλαιο 6 προϊόντα, η πτηνοτροφία, η µελισσοκοµία και η παραγωγή προϊόντων κρέατος, το µάρµαρο, η παραδοσιακή χειροτεχνία. Στον πρωτογενή τοµέα (γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία και δάση) απασχολείται το 42,5% του εργατικού δυναµικού της Ηπείρου, στον δευτερογενή τοµέα (βιοτεχνία, βιοµηχανία) το 20,1% και στον τριτογενή τοµέα (εµπόριο, υπηρεσίες, τουρισµός) το 37,4%. Στην πλειονότητά τους, οι µονάδες του δευτερογενούς τοµέα είναι µικρές, ωστόσο εντοπίζονται δύο βιοµηχανικές περιοχές στα Ιωάννινα και την Πρέβεζα. Η βιοτεχνία και βιοµηχανία είναι περιορισµένες λόγω της έλλειψης µεγάλων µονάδων και επενδυτικής δραστηριότητας, µε εξαίρεση τον κλάδο των τροφίµων και ορισµένων παραδοσιακών βιοτεχνικών µονάδων όπως η αργυροχρυσοχοΐα. Ωστόσο, στην πενταετία δόθηκαν 98 άδειες λειτουργίας νέων βιοµηχανιών. Οι πλούσιοι υδάτινοι πόροι και η τουριστική βιοµηχανία, παίζουν ένα σηµ αντικό ρόλο στην οικονοµική ανάπτυξη της Ηπείρου, αν και ο τοµέας του τουρισµού δεν έχει αναπτυχθεί σε πλήρη αντιστοιχία µε τις πραγµατικές δυνατότητες της περιοχής. Σχήµα 6.1: Ποσοστό των επιχειρήσεων σε κάθε δραστηριότητα (Ιωάννης Παραβάντης, 2002). Στην ευρύτερη περιοχή µελέτης απαντώνται δύο µεγάλα αστικά κέντρα, η Άρτα και η Πρέβεζα και περίπου εκατό κοινότητες, µε συνολικό πληθυσµό της τάξης των κατοίκων (5.500 κάτοικοι εντός της ζώνης Ramsar και κάτοικοι στην ευρύτερη περιοχή). Το 9,8% του ενεργού πληθυσµού απασχολείται στην δευτερογενή παραγωγή ( σφαγεία, ελαιοτριβεία, τυροκοµικές µονάδες), το 22,6% απασχολείται στον τριτογενή τοµέα, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό του τοπικού πληθυσµού εργάζεται στην πρωτογενή παραγωγή. 116

118 Κεφάλαιο 6 Στην περιοχή της Άρτας αναπτύσσονται κυρίως γεωργικές βιοµηχανίες (19 ελαιουργεία, 50 εργοστάσια γάλακτος, 8 σφαγεία, εργοστάσια επεξεργασίας χυµών, τυροκοµεία, εργοστάσια επεξεργασίας ελιών κ.α.), οι οποίες λειτουργούσαν κατά το παρελθόν, χωρίς κανένα σύστηµα βιολογικής επεξεργασίας (δεν διέθεταν συστήµατα βιολογικού καθαρισµού). Στην περιοχή υπάρχουν 12 µεγάλες και µεσαίες χοιροτροφικές µονάδες και περισσότερες από 30 µικρές, 5-6 µικρές αγελαδοτροφικές µονάδες και 12 πτηνοτροφικές. Στην πεδιάδα Άρτας - Πρέβεζας υπάρχουν εντατικές δενδροκαλλιέργειες και καλλιέργειες σιτηρών, αραβοσίτου, λαχανικών κλπ. Στις περιοχές των λιµνοθαλασσών υπάρχει µεγάλος αριθµός ιχθυοτροφείων ( υψηλή παραγωγή λιµνοθαλάσσιας αλιείας: 688 τόνοι το 1995; χερσαίες µονάδες υδατοκαλλιέργειας: τόνοι το 1995; θαλάσσιες ιχθυοκαλλιέργειες: τόνοι το 1995), ενώ κατά µήκος του ποταµού Λούρου βρίσκονται 22 ιχθυοτροφεία για παραγωγή πέστροφας, σφαγεία, αλλαντοποιεία, χοιροτροφεία, εργοστάσια παρασκευής αναψυκτικών κ.α Το φράγµα Πουρναρίου Το Υ/Η φράγµα Πουρνάρι Ι δηµιουργήθηκε το 1981, στον ποταµό Άραχθο, κοντά στην Άρτα (4,5 km ΒΑ Άρτας), µε σκοπό την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον οµώνυµο Υδροηλεκτρικό Σταθµό. Η κατασκευή και λειτουργία του υ/η έργου Πουρναρίου έχει µεταβάλλει τη φυσιογνωµία και την εξέλιξη των υδρογεωµορφολογικών διεργασιών της λεκάνης του ποταµού Άραχθου. Οι µεταβολές αυτές ξεπερνούν κατά πολύ τα γεωγραφικά όρια της εγγύς περιοχής του έργου και ήδη έχουν γίνει αισθητές στην κατάντι αναπτυσσόµενη, χαµηλή περιοχή των εκβολών και του έλτα. Οι µεταβολές αυτές και οι αλλοιώσεις που παρατηρούνται αποδίδονται κυρίως στη συγκράτηση των νερών και των φερτών υλών στον ταµιευτήρα Πουρνάρι Ι. Η κατασκευή του έργου αυτού προχώρησε προκειµένου να αξιοποιηθεί υδροηλεκτρικά, το υδάτινο δυναµικό του ποταµού Άραχθου. Το φράγµα χρησιµοποιείται και για την κάλυψη αρδευτικών και υδρευτικών αναγκών, καθώς και για την αντιπληµµυρική προστασία της περιοχής, εποµένως πρόκειται για ένα έργο πολλαπλής σκοπιµότητας. Κατάντι του προαναφερόµενου φράγµατος, κατασκευάσθηκε το αναρυθµιστικό φράγµα Πουρνάρι ΙΙ, ενώ ανάντι η ΕΗ προχώρησε στην κατασκευή τεσσάρων διαδοχικών φραγµάτων, τα οποία κατά σειρά είναι τα Πιστιανά, Αγ.Νικόλαος, Καλαρίτικο και Στενό. Στην περιοχή Μετσόβου έχει κατασκευαστεί επίσης το ΥΗΕ Πηγών Αώου, το οποίο εκτρέπει τα νερά από το Άνω ρου του ποταµού Αώου στον ποταµό Άραχθο. Η µέση τιµή παροχών στη θέση του φράγµατος Πουρνάρι Ι, για την περίοδο , σύµφωνα µε µετρήσεις της ΕΗ, φθάνει τα 66,41 m 3 /s, ενώ ο ετήσιος όγκος απορροής εκτιµάται σε x 10 6 m 3 /year. Οι ακανόνιστες ώρες λειτουργίας του Υ.Η.Σ. Πουρνάρι Ι, οι οποίες προσαρµόζονται κατά βάση στις ώρες αιχµής απαιτήσεων σε ενέργεια του ηλεκτρικού δικτύου της χώρας, συντελούν στη µεταβολή του υδρολογικού καθεστώτος του ποταµού Άραχθου, κατάντι του έργου, µε την εµφάνιση εκτεταµένων περιόδων απουσίας νερού στην κοίτη, που εναλλάσσονται µε πληµµυρικές παροχές. Στον Πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζονται οι µέσες τιµές παροχών στη θέση Πουρνάρι Ι, για την περίοδο

119 Κεφάλαιο 6 Πίνακας 6.2: Μέσες τιµές παροχών (m 3 /s) του ποταµού Άραχθου στο Πουρνάρι κατά την περίοδο (Μερτζάνης Α., 1997). Ι Φ Μ Α Μ Ι Ι Α Σ Ο Ν Μέση τιµή παροχών 121,6 106,9 87,7 83,5 67,1 32,3 17,0 11,5 16,4 33,9 90,3 130,9 66,41 Οι κυριώτερες επιπτώσεις που προέκυψαν κατά τη φάση κατασκευής και λειτουργίας του υ/η έργου Πουρναρίου είναι: α.επιπτώσεις στα επιφανειακά και υπόγεια νερά, ιδιαίτερα στην περιοχή κατάντι του έργου, που οφείλονται στις µεταβολές της κίνησης, της ποιότητας και της ποσότητας νερού β.επιπτώσεις στις γεωµορφές, που οφείλονται στη διαταραχή της φυσιογνωµίας, της µορφολογίας του αναγλύφου καθώς και των διεργασιών διαµόρφωσης και εξέλιξης των υδρογεωµορφολογικών συνθηκών της λεκάνης του ποταµού Άραχθου, γ.επιπτώσεις στα φυσικά οικοσυστήµατα και ιδιαίτερα στο έλτα του ποταµού Άραχθου και στις λιµνοθάλασσες του Αµβρακικού, λόγω συρρίκνωσής τους και κατά συνέπεια διατάραξη της ισορροπίας των περιβαλλοντικών συνθηκών και της τροφικής αλυσίδας, δ.επιπτώσεις στο µικροκλίµα, λόγω αύξησης της εξάτµισης από την τεχνητή λίµνη Πουρναρίου (730 mm/year), της σχετικής υγρασίας του αέρα και του αριθµού ηµερών οµίχλης, ε.επιπτώσεις στην ποιότητα αέρα και εδάφους, που οφείλονται στη δηµιουργία σκόνης και την εκποµπή καυσαερίων από τα βαρέα οχήµατα και τον εξοπλισµό εκσκαφής και κατασκευής του έργου, στ.πρόκληση θορύβου και δονήσεων, που οφείλονται στις εκρήξεις και στη διάτρηση σηράγγων και υπόγειων θαλάµων. Σύµφωνα µε τον Μερτζάνη Α. (1997), έχουν παρατηρηθεί τα παρακάτω: (α) ιακοπή των φυσικών διεργασιών διάνοιξης (κατά βάθος διάβρωση της κοίτης) και διαµόρφωσης της κοιλάδας του ποταµού Άραχθου, στο τµήµα µεταξύ Πτέρης και φράγµατος Πουρναρίου, (β) ιακοπή της µεταφοράς και απόθεσης φερτών υλών από τη λεκάνη του ποταµού Άραχθου προς την κατάντι των φραγµάτων προσχωµατική και δελταϊκή περιοχή. Περί τα m 3 /year φερτών υλών αποτίθενται µέσα στον ταµιευτήρα Πουρναρίου και εποµένως η χαµηλή προσχωµατική περιοχή, το έλτα και ο Αµβρακικός κόλπος στερούνται σηµαντικών ποσοστήτων και περιορίζονται στα m 3 /year, (γ) Εµφάνιση φαινοµένων διάβρωσης εντός της κοίτης του ποταµού Άραχθου και ειδικότερα στο τµήµα κατάντι του φράγµατος Πουρναρίου, εξαιτίας των αυξηµένων παροχών κατά τη λειτουργία του έργου και της µειωµένης ποσοστιαίας συµµετοχής φερτών υλών στο υδρογραφικό δίκτυο, 118

120 Κεφάλαιο 6 (δ) Μείωση της ταχύτητας προέλασης της ακτογραµµής στην περιοχή του έλτα και εµφάνιση τάσεων οπισθοδρόµησής της. ιαφαίνεται µια συνολική τάση αδυνατίσµατος των λουρονησίδων και οπισθοδρόµησης της ακτογραµµής στο δυτικό τµήµα των εκβολών του µέχρι την Κορωνησία. Η γενική τάση οπισθοδρόµησης οφείλεται στη στέρηση ποσότητας ιζήµατος (περί τα m 3 /year), από την περιοχή εξαιτίας του φράγµατος Πουρναρίου Ι, αλλά και στη φυσιολογική µετατόπιση του έλτα προς ανατολάς. Η τάση αυτή, τουλάχιστον για το τµήµα της λουρονησίδας που συνδέει την Κορωνησία µε το Φιδόκαστρο, έχει ανακοπεί την τελευταία πενταετία µετά τη διαµόρφωση χαλικόστρωτου δρόµου στο µεγαλύτερο τµήµα της. (ε) Τοπικά φαινόµενα προέλασης της ακτογραµµής παρατηρούνται σε ζώνη 800 m περίπου εκατέρωθεν του στοµίου εκβολής του ποταµού Άραχθου στον Αµβρακικό κόλπο. Η προέλαση αυτή οφείλεται κυρίως στην τροφοδοσία της παράκτιας ζώνης µε προσχωµατικά υλικ ά που προέρχονται από τη διάβρωση της κοίτης και στις όχθες του ποταµού Άραχθου, κατάντι του έργου, κατά τις φάσεις λειτουργίας των µ ονάδων παραγωγής ενέργειας. Τα διαβρωθέντα υλικά, παρά τη µικρή ποσότητά τους, διοχετεύονται άµεσα στην περιοχή των εκβολών, χωρίς απώλειες, λόγω των αντιπληµµυρικών αναχωµάτων που έχουν κατασκευαστεί στις όχθες του ποταµού. 6.3 Απειλές Η γεωγραφική ανισοκατανοµή του πληθυσµού κ αι των δραστηριοτήτων, δηµι ουργεί άνιση εκµετάλλευση των υπόγειων υδροφόρων και κατ επέκταση των επιφανειακών υδάτων. Έχει παρατηρηθεί ότι στις περιοχές όπου συγκεντρώνεται ο πληθυσµός, αυξάνεται και το πλήθος των δραστηριοτήτων που αυτοί αναπτύσσουν. Οι δραστηριότητες αυτές κατά κανόνα επιφέρουν δυσµενείς επιπτώσεις στο υδάτινο περιβάλλον. Η µεγαλύτερη εκµετάλλευση του υπόγειου υδατικού δυναµικού γίνεται στο λεκανοπέδιο Ιωαννίνων και στο πεδινό τµήµα Άρτας-Πρέβεζας. Στο λεκανοπέδιο χρησιµοποιoύνται όλα τα πηγαία νερά είτε για ύδρευση, είτε για άρδευση, ενώ σηµαντικές ποσότητες υπόγειων νερών εκµεταλλεύονται µέσω γεωτρήσεων για ύδρευση, άρδευση και βιοµηχανική χρήση. Οι κατά προσέγγιση κάτοικοι του λεκανοπεδίου και οι δραστηριότητες που αυτοί αναπτύσσουν, καθιστούν το υδρολογικό ισοζύγιο κατά την ξηρά περίοδο, οριακό ή ακόµη και ελλειµατικό ως ένα βαθµό. Στο πεδινό τµήµα Άρτας-Πρέβεζας, µεγάλος αριθµός γεωτρήσεων αντλεί σηµαντικές ποσότητες υπόγειων υδάτων. Ο υποβιβασµός της στάθµης σε πολλές περιπτώσεις, κυρίως στη χερσόνησο της Πρέβεζας, έχει οδηγήσει σε διείσδυση της θάλασσας και κατά συνέπεια υφαλµύρινση του υδροφόρου ορίζοντα. Η ρύπανση των υδροφόρων από την αλόγιστη χρήση λιπασµάτων και φυτοφαρµάκων είναι ήδη εµφανής, δεδοµένου ότι σε ορισµένες γεωτρήσεις τα νιτρικά άλατα υπερβαίνουν και τις συγκεντρώσεις των 100 mg/l (µε ανώτατο επιτρεπτό όριο στα πόσιµα νερά τα 50 mg/l). 119

121 Κεφάλαιο 6 Αντίθετα υπάρχουν περιοχές όπου το πλούσιο υδατικό δυναµικό δεν υφίσταται σχεδόν καµία εκµετάλλευση και πηγές µε µεγάλη παροχή, ρέουν στην θάλασσα χωρίς να αξιοποιούνται (Νικολάου, 2005) Ρύπανση του Άραχθου Ο ποταµός Άραχθος έχει υποστεί αλλοιώσεις από την κατασκευή φραγµάτων, τις αµµοληψίες, τις διευθετήσεις της κοίτης του καθώς και από τη ρύπανση, η οποία µπορεί να αποδοθεί στα αστικά και βιοτεχνικά απόβλητα. Στην περιοχή που περιβάλλει τον ποταµό Άραχθο αναπτύχθηκε ο κλάδος της γεωργίας, µε την καλλιέργεια εσπεριδοειδών (πορτοκάλια), εκµετάλλευση ελαιώνων, καλλιέργεια καλαµποκιού, διαφόρων ειδών σανού καθώς και κηπευτικά προϊόντα. Η λεκάνη του ποταµού Άραχθου, λόγω της γεωµορφολογίας της αλλά και του υδατικού δυναµικού της, προσφέρεται ιδιαίτερα για παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας (Ταµιευτήρες Πουρνάρι Ι και Πουρνάρι ΙΙ 500 GWh/year). Κατά µήκος της κοίτης του, καταγράφονται επίσης µονάδες ιχθυοτροφείων, κυρίως πέστροφας και χελιών. Η οικιακή, βιοµηχανική και κτηνοτροφική δραστηριότητα είναι σηµαντικά περιορισµένες σε σχέση µε τις λοιπές χρήσεις των υδάτων του Άραχθου ποταµού. Η ρύπανση από τη γεωργία συνοψίζεται σε δύο οµάδες ρύπων, τα φυτοφάρµακα και τα λιπάσµατα. Η ρύπανση από την κτηνοτροφία εστιάζεται κυρίως στο οργανικό φορτίο, το οποίο αυξάνει το BOD (Biological Oxygen Demand) του ποταµού. Η εργοστασιακή ρύπανση µπορεί να διακριθεί σε τρεις κατηγορίες, (α) ρύπανση από αδρανή υλικά, (β) από τοξικές ουσίες, (γ) από οργανικό φορτίο. Η αστική τέλος ρύπανση που φθάνει στον ποταµό µεταφέρεται είτε µέσω του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα είτε επιφανειακά µε οχετούς (Μιµίκου Μ.Α., Πρόγραµµα CADSEALAND). Ο ποταµός προσφέρεται για διασκέδαση, αναψυχή µέσω αθληµάτων όπως το ράφτινγκ και το καγιάκ (Μιµίκου, 2005) Ρύπανση του Λούρου Η περιοχή γύρω από τον ποταµό Λούρο καλλιεργείται εντατικά και η χρήση λιπασµάτων και φυτοφαρµάκων είναι µεγάλη. Ο Λούρος δέχεται το κύριο φορτίο των απορροών από αρδευόµενες εκτάσεις, αγροτικές βιοµηχανίες, λ υµάτων αστικών περιοχών (Φιλιππιάδας, Ωρωπού, κ.α.), των αποβλήτων σφαγείων, χοιροτροφικών µονάδων, αλλαντοβιοµηχανιών, βιοµηχανιών παρασκευής αναψυκτικών κ.α. (Βουτσίνου-Ταλιαδούρη et al., 1989; Κουσούρης et al., 1989). Η ποιότητα των νερών του ποταµού, φαίνεται να επηρεάζεται άµεσα από τις υπάρχουσες σηµειακές πηγές ρύπανσης, τις αγροτικές καλλιέργειες και τις κλιµατολογικές συνθήκες. Οι µετρήσεις των φυσικοχηµικών παραµέτρων του ποταµού έδειξαν ότι η ικανότητα αυτοκαθαρισµού του ποταµού συντελείται σε οριακά επίπεδα (Κουσούρης et al., 1989). Ο ποταµός Λούρος διασχίζει τις πεδινές εκτάσεις του νοµού Πρεβέζης. Τα περίπου στρέµµατα καλλιεργήσιµων εδαφών στη λεκάνη απορροής του ποταµού, 120

122 Κεφάλαιο 6 καλλιεργούνται εντατικά κυρίως µε εσπεριδοειδή, ελαιόδεντρα, καλαµπόκι, µηδική, βαµβάκι και κηπευτικά. Η εντατική καλλιέργεια δηµιούργησε την ανάγκη χρήσης µεγάλων ποσοτήτων λιπασµάτων και φυτοφαρµάκων. Υπολογίστηκε ότι κάθε έτος χρησιµοποιούνταν περίπου τόννοι λιπασµάτων, εκ των οποίων το 80% περίπου ανήκει στην κατηγορία των νιτρικών, 14 τόννοι ζιζανιοκτόνων και παρασιτοκτόνων. Στη λεκάνη απορροής του Λούρου καταγράφηκαν 22 χοιροτροφικές µ ονάδες. Από τις µονάδες αυτές, άλλες διέθεταν αερόβιο βιολογικό καθαρισµό και άλλες βόθρους, µε τελική διάθεση στους γύρω αγρούς, χωρίς να αποκλείεται βέβαια και η απευθείας απόρριψη των λυµάτων ή µέρους αυτών, στον Λούρο ή στα αρδευτικά και αποστραγγιστικά αυλάκια (Κουσούρης et al., 1989). Κ ατά το παρελθόν, τα χοιροτροφεία θεωρούνταν ως η κύρια πηγή οργανικής ρύπανσης των υδάτων και των εδαφών της περιοχής γύρω από τον ποταµό Λούρο, αλλά και του θαλάσσιου ενδιαιτήµατος του Αµβρακικού κόλπου. Ως αποτέλεσµα της πολιτικής που εφαρµόστηκε από το 1990, όλες οι µονάδες µετεγκαταστάθηκαν βορειότερα και σήµερα λειτουργούν αφού εγκατέστησαν σύστη µα επεξεργασίας αποβλήτω ν. Η βιοµηχανία που εκµ εταλλευόταν τα γεωργικά προϊόντα (παρασκευή φρουτοχυµών), έχασε την οικονοµική της δύναµη και οι παλαιές µονάδες δεν λειτουργούν πια. Η συντριπτική πλειοψηφία των σφαγείων είναι πια ανενεργή ή διαθέτει µειωµένο εργατικό και υπαλληλικό δυναµικό, ενώ όλες οι µονάδες διαθέτουν εγκαταστάσεις επεξεργασίας αποβλήτων. Τα ελαιοτριβεία που λειτουργούν ακόµη, έχουν µειωθεί αριθµητικά και η προσπάθεια εκσυγχρονισµού τους, µέσω της εκµετάλλευσης των επεξεργασµένων αποβλήτων που παράγουν ως λιπάσµατα, επιχορηγείται από το κράτος. Τα απόβλητα όλων αυτών των ανθρώπινων δραστηριοτήτων διοχετεύονται είτε απευθείας, είτε µέσω αποστραγγιστικών τάφρων κυρίως στα ποτάµια, µε τελικό αποδέκτη τον Αµβρακικό κόλπο (Βουτσίνου-Ταλιαδούρη et al., 1989). Σηµαντικές πηγές ρύπανσης µε τελικό αποδέκτη τον ποταµό Λούρο αποτελούσαν τα λύµατα των κοινοτήτων Φιλιππιάδας και Ωρωπού (µέσω του παραπόταµου Λιµποχοβίτη) καθώς και οι απορροές από τα νερά της βροχής που εισέρχονταν στον ποταµό µε την απόπλυση των εδαφών (Κουσούρης et al., 1989). Τεράστια βελτίωση σηµειώθηκε στην ποιότητα των υδάτων του ποταµού Άραχθου, λόγω της λειτουργίας της µονάδας επεξεργασίας λυµάτων στην πόλη της Άρτα ς, η οποία αποτρέπει την εισαγωγή ανεπεξέργαστων αποβλήτων στο ποτάµι. Η διαχείριση στερεών αποβλήτων πραγµατοποιείται, όπως ορίζεται από τους νόµους του κράτους, µέσω των Χώρων Υγειονοµικής Ταφής Απορριµάτων (Χ.Υ.Τ.Α.). Μη εγκε κριµένες και νόµιµες απορρίψεις αποβλήτων λαµβάνουν χώρα ακόµη, σε συγκεκριµένες τοποθεσίες, όπως αναχώµατα ή κανάλια. Τα παλαιότερα αναµορφωτικά έργα (reclamation for agriculture) που έλαβαν χώρα στο βόρειο τµήµα της περιοχής για αύξηση της καλλιεργήσιµης γης, οδήγησαν σε σµίκρυνση και σηµαντικό περιορισµό των παραποτάµιων δασών, αλλά σήµερα έχουν πλέον παύσει. Οι σύγχρονες πιέσεις για επέκταση των καλλιεργούµενων εκτάσεων περιορίζονται σε µικρά περιφερειακά τµήµατα του υγροτόπου. Η µη εξουσιοδοτηµένη, άρα παράνοµη αφαίρεση βλάστησης και οι αµµοληψίες, 121

123 Κεφάλαιο 6 εξακολουθούν να πραγµατοποιούνται περιοδικά, ως αποτέλεσµα ανεπαρκούς προστασίας και περιφρούρησης αυτής της εκτενούς ζώνης. Η κυνηγητική πίεση παραµένει υψηλή τις επιτρεπόµενες περιόδους, ενώ φαινόµενα µη συµµόρφωσης στους χρονικούς περιορισµούς που έχουν τεθεί, σταδιακά µειώνονται. Πίνακας 6.3: Κυριώτερα σφαγεία και βιοµηχανίες πλησίον του ποταµού Λούρου (Κουσούρης et al., 1989). α/α Είδος ραστηριότητας 1 ηµοτικό Σφαγείο Φιλιππιάδας 2 Σφαγείο, αλλαντοποιείο ΒΙΚΗ 3 Σφαγείο Αφών Χήτα 4 Σφαγείο Κοινότητος Λούρου 5 ΧΥΜΟΦΙΞ 6 Κατεργασία Μαρµάρων (περιοχή Πέτρας) Πίνακας 6.4: Συνολικό ηµερήσιο ρυπαντικό φορτίο στην λεκάνη απορροής του ποταµού Λούρου (Κουσούρης et al., 1989). Συνολικός όγκος απεκκριµάτων = 145m 3 / ηµέρα BOD : 2653,5kg P 2 O 5 : 203,0kg Cu : 1,29kg COD : 8743,5kg P : 90,0kg Zn : 7,81kg SS : 8337,5kg K 2 O : 120,4kg Fe : 4,35kg N 2 : 471,3kg K : 98,6kg Mn : 2,07kg Ρύπανση του κόλπου Η παράκτια αλιεία στον κόλπο πραγµατοποιείται σε βάθη που κυµαίνονται από 1-15 m. Το µέσο µήκος των διχτυών που χρησιµοποιούν είναι 1 km και εποµένως η παράκτια ζώνη που εκτείνεται από την ακτή έως και 1 km ανοιχτά, συνιστά το κυρίως αλιευτικό πεδίο, όσον αφορά τουλάχιστον την αλιεία γαρίδας. Επιπλέον, τα σκάφη που χρησιµοποιούνται είναι παλαιού τύπου, δεν διαθέτουν υδραυλικό βίντσι ή άλλα µέσα ώστε να τραβούν µε ευκολία τα δίχτυα τους από βάθη µεγαλύτερα των 15 m και εποµένως περιορίζεται σηµαντικά η διαθέσιµη αλιευτική έκταση (Conides A. et al., 2002). Η παράκτια αλιεία (αλιεία γαρίδας) αποτελεί µία ιδιαίτερα σηµαντική συνιστώσα, τόσο σε κονωνικό όσο και οικονοµικό επίπεδο για τους κατοίκους της περιοχής. Σ την ευρύτερη περιοχή του Αµβρακικού, στην νοτιοανατολική ακτογραµµή, εντός της ζώνης αρµοδιότητος της Νοµαρχίας Αιτωλοακαρνανίας εδρεύουν πετρελαϊκές εγκαταστάσεις (Ε.Κ.Ο., Shell, Μαµιδάκης), θέτοντας τον κόλπο σε άµεσο κίνδυνο, σε περίπτωση που πλοίο, λόγω ατυχήµατος, εκχύσει σε αυτόν ποσότητα πετρελαϊκού φορτίου (Conides et al., 2002). Εντός του Αµβρακικού κόλπου, στο ανατολικό τµήµα της ακτογραµµής, λειτουργούν τρία εµπορικά λιµάνια, της Πρέβεζας, της Αµφιλοχίας και του Μενιδίου. Σε καθηµερινή βάση, εµπορικά µηχανοκίνητα πλοία ( µικρής µεταφορικής 122

124 Κεφάλαιο 6 ικανότητας) µεταφέρουν αγαθά, όπως φυτοπροστατευτικά προϊόντα (ζιζανιοκτόνα, εντοµοκτόνα, παρασιτοκτόνα γεωργικά χηµικά) καθώς και πετρέλαιο (Conides et al., 2002). 6.4 Ανάγκη προστασίας Για την ευ αίσθητη περιοχή του Αµβρακικού κόλπου έχουν πραγµατοποιηθεί πολυάριθµες οικολογικές µελέτες, οι οποίες προσέγγιζαν ζητήµατα όπως η χρήση γης, η ρύπανση, η «βιώσιµη» ανάπτυξη και γι αυτό συνέταξαν πληθώρα διαχειριστικών σχεδίων. Η παρακολούθηση (monitoring) της ποιότητας των υδάτων και τα διαχειριστικά µέτρα για την αλιεία, είναι προγράµµατα τα οποία ήδη «τρέχουν». Ω στόσο, τα αποτελέσµ ατα προηγούµενων ενεργειών και διαχειριστικών προτάσεων δεν αποδείχθηκαν τελικώς, ικανοποιητικά και λειτουργικά, διότι στην προσπάθεια δηµιουργίας ενός Αξιοβίωτου, Ολιστικού ιαχειριστικού Σχεδίου, εµπλέκονταν πολυποίκιλοι, πολυάριθµοι φορείς και αναπόφευκτα τα περιστατικά ασυννενοησίας αυξάνονταν και δυσχέραιναν τη λήψ η αποφάσεων. Η νοµοθεσία αποδείχθηκε ανεπαρκής, κακοσχεδιασµένες και πρόχειρες οι ζώνες Ramsar, απουσίαζαν βασικές µελέτες προσδιορισµού και ποσοτικοποίησης φαινοµένων διάβρωσης και ιζηµ ατογένεσης, δεν προτάθηκαν ουσιαστικέ ς εναλλακτικές προτάσεις στις τοπικές κοινότητες προκειµένου να εξισορροπηθούν οι οικονοµικές απώλειες που θα αντιµετώπιζαν, λόγω της θέσπισης απαγορευτικών ζωνών. Σε άρθρο του ο Χ. Γκούβας επισηµαίνει πως το σηµερινό καθεστώς του Αµβρακικού κόλπου διέπεται από ένα παρανοϊκό δίδυµο. Από τη µία µεριά, η Ελλάδα έχει επικυρώσει µε προεδρικό διάταγµα την συµφωνία προστασίας των Υγροβιοτόπων (Ramsar), µε αποτέλε σµα να µην επιτρέπεται στους επισκέπτες να στήσουν ούτε αντίσκηνο στην προστατευόµενη περιοχή και από την άλλη µεριά σηµειώνεται µια πλήρης καταστροφή του Αµβρακικού, από τη ρύπανση που επέρχεται µέσω των λυµάτων του Λούρου και Άραχθου ποταµού. Ο συγγραφέας προτείνει την αλλαγή του υποτιθέµενου «οικολογικού καθεστώτος» του Αµβρακικού, δηλαδή αλλαγή του Προεδρικού ιατάγµατος που επικυρώνει τη Σύµβαση. Αντ αυτού προτείνεται αντιγραφή της αισθητικής και του πολεοδοµικού κανονισµού που ισχύει στις λίµνες St. Jean στο Κεµπέκ του Καναδά. «... Η σωστή ανάπτυξη του Αµ βρακικού θα φέρε ι την επιθυµητή, οικολογική του προστασία...». Ύστερα από την αρχικά αποσπασµατική εµφάνιση πρωτοβουλιών και µελετών ολοκληρωµένης διαχείρισης ακτών (σχεδιασµένης διαχείρισης γης, συνδεόµενης µε στοιχεία περιβαλλοντικής προστασίας και αναβάθµισης) από τη δεκαετία του 80 µε αντιπροσωπευτικ ή για τον Ελλαδικό χώρο, τη µελέτη του Αµβρακικού κόλπου διαπιστώθηκε πόσο απαραίτητη ήταν η Εκτίµηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και Φέρουσας Ικανότητας ενός συστήµατος, η διερεύνηση των τουριστικών τάσεων και η ανάλυση κόστους - οφέλους ενώ επισηµάνθηκε η αναγκαιότητα έγκαιρης απόκτησης γης α πό πλευράς φορέων ή περιβαλλοντικών ΜΚΟ προς διαχείριση, υποστήριξης από την κεντρική διοίκηση, αποδοχής των τοπικών αρχών και ίδρυσης ενός αυτόνοµου αρµόδιου φορέα. Στις γενικές αρχές σχεδιασµού και υλοποίησης της ολοκληρωµένης διαχείρισης περιλαµβάνονται οι επιταγές της αειφόρου ανάπτυξης 123

125 Κεφάλαιο 6 αλλά και του Blue Plan για την ενιαία διαχείριση ακτών, αστικού χώρου και προστατευόµενων περιοχών. Αντικρουόµενες Επιδιώξεις Αύξηση του ρυθµού πρόσχωσης του έλτα ή σταθεροποίησή του Μείωση της διάβρωσης της λεκάνης µ έσω πρακτικών διαχείρισης καλλιεργειών ιατήρηση οικολογικής κατάστασης Οικονοµικά- Αναπτυξιακά κίνητρα Μείωση του ρυθµού πρόσχωσης του φράγµατος «ιατήρηση» των εδαφών Σχήµα 6.2.: Αντικρουόµενες επιδιώξεις κατά την εφαρµογή διαφορετικών πρακτικών (Μιµίκου Μ.Α., 2005). Προκειµένου ένας επιστήµονας να είναι σε θέση να προτείνει ένα αξιόλογο και ορθολογικό διαχεριστικό σχέδιο για µια περιοχή µελέτης, οφείλει να γνωρίζει και να εξετάσει στο σύνολό τους, παράγοντες και παραµέτρους οι οποίες συµµετέχουν στη διαµόρφωση και εξέλιξη του εν λόγω οικοσυστήµατος. Απαραίτητη επίσης θεωρείται η γνώση όλων των περιβαλλοντικών παραγόντων και ανθρώπινων δραστηριοτήτων που αναπτύσσονται στην περιοχή και εποµένως την επηρεάζουν, δηµιουργώντας πολλέ ς φορές απειλές για την διατήρηση και επιβίωσή της. Το διαχειριστικό σχέδιο µιας οποιασδήποτε περιοχής θα πρέπει πάντα να είναι ολοκληρωµένο. Οποτεδήποτε µελετάται ένα διαχειριστικό σχέδιο για µια παράκτια ζώνη, αυτό θα πρέπει να είναι ένα Ολοκληρωµένο ιαχειριστικό Σχέδιο. Η διαχείριση µιας παράκτιας ζώνης, καθώς και το αντίστοιχο σχέδιο που υποβάλλεται θα πρέπει να επιφέρει συγκεκριµένα αποτελέσµατα. Τα αποτελέσµατα αυτά θα πρέπει να είναι: Η βελτιστοποίηση της ποιότητας του περιβάλλοντος και της οικονοµικής ανάπτυξης του τόπου, Η ανάπτυξη του τοµέα της αλιείας και των µεταφορών, του τουρισµού και της διαχείρισης αστικών λυµάτων, Η θέσπιση και ανάπτυξη µιας τοπικής και εθνικής υπηρεσίας, ούτως ώστε η αντίδραση στις όποιες περιβαλλοντικές απειλές και η επίλυσή τους, να είναι άµεση και αποτελεσµατική, µε προαπαιτούµενη ασφαλώς την λειτουργική συνεργασία των αρµόδιων φορέων, Άριστη γνώση των χαρακτηριστικών της εν λόγω περιοχής. 124

126 Κεφάλαιο 6 Ένα ολοκληρωµένο σχέδιο δράσης θα πρέπει να εκπληρώνει όλους τους προαναφερθέντες στόχους. Οι κοινωνικο-οικονοµικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται στην παράκτια ζώνη, συνήθως οδηγούν σε περιβαλλοντική υποβάθµιση. Η υποβάθµιση αυτή έγγυται στην διαφοροποίηση των περιβαλλοντικών συνθηκών οι οποίες συνήθως επιφέρουν δυσµενείς επιπτώσεις. Στο σηµείο αυτό, θα αναφερθούν συγκεκριµένες δράσεις που θα πρέπει να υιοθετήσουν οι εµπλεκόµενοι οργανισµοί. Οι δράσεις αυτές θα στοχοποιήσουν τόσο τις κοινωνικοοικονοµικές δραστηριότητες όσο και τις περιβαλλοντικές απειλές που σηµειώνονται. Η διατάραξη ενός περιβαλλοντικού κύκλου, οδηγεί σε αλλοιώσεις και διαφοροποιήσεις τοπικής κλίµακας, οι οποίες εν συνεχεία µπορεί να οδηγήσουν σε παγκόσµιες κλιµατικές αλλαγές. Το παρακάτω σχεδιάγραµµα παρουσιάζει την αλληλένδετη σχέση τέτοιων φαινοµένων (Sotiropoulos et al., 2001): Κοινωνικο-οικονοµικές δραστηριότητες Φαινόµενα παγκόσµιων κλιµατικών αλλαγών Περιβαλλοντικές απειλές Πολιτικές αποφάσεις και δράσεις για την άρση των αρνητικών επιπτώσεων Αλλαγές περιβαλλοντικών συνθηκών Αρνητικές επιπτώσεις Σχήµα 6.3: Πολυδιάστατες επιπτώσεις διατάραξης περιβαλλοντικού κύκλου (Sotiropoulos et al., 2001). Αναγκαίες δράσεις λοιπόν για την περιοχή του Αµβρακικού κόλπου µπορούν να θεωρηθούν οι κάτωθι: Συστηµατική παρακολούθηση (monitoring) της περιοχής, προκειµένου να αποφευχθούν φαινόµενα ευτροφισµού. Προτείνεται η σύσταση οµάδας µελέτης, η οποία θα είναι υπεύθυνη για την παρακολούθηση των διακυµάνσεων και 125

127 µεταβολών των φυσικοχηµικοβιολογικών παραµέτρων, θα εντοπίζει τις ανθρωπογενείς δράσεις που προξενούν αλλοιώσεις και θα τις παύουν. Υλικά που µπλοκάρουν τις εκβολές των ποταµών καθώς και το δίαυλο επικοινωνίας µε το Ιόνιο πέλαγος θα πρέπει να αποµακρυνθούν. Η δράση αυτή σαν στόχο έχει την αποφυγή διάβρωσης των λουρονησίδων (barrier islands), των οποίων η ευηµερία εξαρτάται άµεσα από την προσφορά αµµώδους υλικού (από τα ποτάµια). Σύσταση ενός τοπικού οργανισµού διαχείρισης και φύλαξης της περιοχής (ΕΤΑΝΑΜ), ο οποίος θα βρίσκεται σε συνεχή συνεργασία µε περιβαλλοντικές οµάδες και µε το λιµενικό, ούτως ώστε να επεµβαίνουν ταχέως και να περιορίζουν έτσι ενδεχόµενες περιβαλλοντικές απειλές. Εντοπισµός και µείωση των απειλών οι οποίες ήδη καταγράφονται στην περιοχή, κάνοντας χρήση περιβαλλοντικών τεχνικών (Sotiropoulos et al., 2001). Η ολοκληρωµένη διαχείριση των ακτών πρέπει να επικεντρώνεται στους ακόλουθους άξονες: Συνεκτίµηση υδατικού στοιχείου και θεσµική και πρακτική προσέγγιση παράλληλης διαχείρισης παράκτιου χέρσου και θαλάσσιου τµήµατος. Προσδιορισµός χερσαίου και θαλάσσιου πεδίου διαχείρισης και διασφάλιση των δηµόσιων και προστατευτέων εκτάσεων (φυσικού ή ανθρωπογενούς περιβάλλοντος). ιατήρηση µεθόδων οικολογικής χρήσης φυσικών πόρων και προώθηση πολυκριτηριακής διαχειριστικής αντιµετώπισης. ιαβαθµισµένη προστασία και διαχείριση φυσικών πόρων µε έµφαση στα παράκτια ευαίσθητα οικοσυστήµατα. Ανάλυση οικονοµικών απαιτήσεων, διερεύνηση εφικτότητας και σκοπιµότητας προγραµµάτων διαχείρισης Εφαρµογή σύγχρονων µεθοδολογιών και τεχνολογίας στη διαχείριση της παράκτιας ζώνης Προώθηση συµµετοχικού σχεδιασµού και ανάπτυξης διεθνούς συνεργασίας. Σηµαντικό στοιχείο της σύγχρονης προσέγγισης του χωρικού και περιβαλλοντικού σχεδιασµού, αποτελεί η θεώρηση της επέκτασης των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων στην εξέταση των γενικότερων αναπτυξιακών σχεδίων. Η προώθηση της νέας αυτής προσέγγισης, γνωστή ως στρατηγική περιβαλλοντικής εκτίµησης, έχει ξεκινήσει ήδη στις πιο ανεπτυγµένες χώρες, µε την εξέταση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τα χωροταξικά και πολεοδοµικά σχέδια. Εξετάζεται παράλληλα το ενδεχόµενο επέκτασης της εκτίµησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων έργων ή δραστηριοτήτων κατά την αισθητική, πολιτισµική, κοινωνική ή οικονοµική τους συνιστώσα, ώστε να καταστεί αποτελεσµατικότερη και ευρύτερης περιβαλλοντικής συµβολής. Η ορθολογική εκµετάλλευση των υδατικών πόρων της περιφέρειας της Ηπείρου και η προστασία τους έχει καθοριστική σηµασία για την ανάπτυξή της και προς αυτήν την κατεύθυνση προτρέπει και η υλοποίηση των παρακάτω προτάσεων (Νικολάου Ε., 2005): Εκσυγχρονισµός των συστηµάτων άρδευσης στα µεγαλύτερα αρδευτικά έργα της περιφέρειας (κάµπος Άρτας, λεκανοπέδιο Ιωαννίνων). Σύµφωνα µε στοιχεία της περ. /νσης Γεωργικής Ανάπτυξης, κάθε αρδευτική περίοδο απαιτούνται περίπου 330 x 10 6 m 3 νερού, ποσότητα που θα µπορούσε να υποτριπλασιασθεί, εάν εγκαταληφθεί η άρδευση µε κατάκλιση, που είναι και ο πιο υδροβόρος τρόπος. 126

128 ηµιουργία ταµιευτήρων νερού πολλαπλών σκοπιµοτήτων (άρδευση, ενέργεια, βελτίωση περιβαλλοντικών συνθηκών, τεχνητός εµπλουτισµός υδροφόρων κ.α.). Σε πολλές υδρολογικές λεκάνες και κυρίως σε περιοχές όπου αναπτύσσεται ο αδιαπέρατος φλύσχης, µεγάλες ποσότητες νερού απορρέουν επιφανειακά στη θάλασσα σε µικρό χρονικό διάστηµα. Μία από αυτές είναι και πολλές περιοχές παραποτάµων του Άραχθου. Αφού προηγηθούν εµπεριστατωµένες µελέτες, τα νερά αυτών των ταµιευτήρων θα µπορούσαν να χρησιµοποιηθούν και για τεχνητό εµπλουτισµό υπόγειων υδροφόρων σε περιοχές µε µεγάλη ζήτηση νερού. Ελεγχόµενη ανόρυξη υδρογεωτρήσεων, ιδίως όσον αφορά τις αντλούµενες ποσότητες νερού. Το παραπάνω είναι αναγκαίο να γίνει σε περιοχές µε ελλειµµατικά υδρολογικά ισοζύγια, σε περιοχές περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος (παράκτια ζώνη Αµβρακικού). Σφράγισµα αρτεσιανών γεωτρήσεων, κυρίως στον κάµ πο της Άρτας, όπου επί σειρά ετών εκφορτίζονται αρτεσιανοί υδροφόροι ιδιαίτερης υδρογεωλογικής και υδραυλικής σηµασίας. Καθορισµός ζωνών προστασίας των κύριων πηγών ύδρευσης. ηµιουργία Χ.Υ.Τ.Α. σε αδιαπέρατους σχηµατισµούς και διαχείριση των απορριµµάτων. Η ίδρυση και λειτουργία χωµατερών σε υδροφόρους σχηµατισµούς θα δηµιουργήσει µη αναστρέψιµες συνέπειες στο υπόγειο υδατικό δυναµικό. Εγκατάσταση ρυπογόνων µονάδων ( βιοµηχανικών, κτηνοτροφικών, ελαιοτριβίων κ.α.) σε αδιαπέρατους σχηµατισµούς και εφόσον απαραίτητα έχουν προηγηθεί υδρογεωλογικές µελέτες. Έλεγχος στη χρήση λιπασµάτων φυτοφαρµάκων και παρασιτοκτόνων. Στροφή προς τις βιολογικές καλλιέργειες και στην ελεγχόµενη χρήση λιπασµάτων, για τη διατήρηση της ποιότητας των υπόγειων νερών. Στις 28 Νοεµβρίου 2006, ο Υπουργός ΠΕ.ΧΩ..Ε., Γ.Σουφλιάς ανακοίνωσε ότι ο Αµβρακικός κόλπος θεσµοθετείται ως Εθνικό Πάρκο, ορίζοντας συγχρόνως τα όρια στα οποία εκτείνεται. «...Με την Απόφαση στοχεύουµε στην προστασία, διατήρηση και διαχείριση της φύσης και του τοπίου του Αµβρακικού Κόλπου, ως φυσικής κληρονοµιάς και πολύτιµου φυσικού πόρου. Καθορίζουµε χρήσεις, δραστηριότητες, µέτρα και περιορισµούς µε σκοπό να διασφαλίσουµε την βελτίωση, διατήρηση και αποκατάσταση της φύσης στη συγκεκριµένη περιοχή. Επιδιώκουµε, ακόµα, την προστασία, την διατήρηση και την διαχείριση των φυσικών χαρακτηριστικών των θαλάσσιων, λιµνοθαλάσσιων, ποτάµιων, και γεωργικών οικοσυστηµάτων της περιοχής και των σπάνιων οικοτόπων και ειδών χλωρίδας και ορνιθοπανίδας...» Το Εθνικό Πάρκο θα έχει έκταση τετραγωνικών χιλιοµέτρων περίπου και θα καλύπτει εκτάσεις από τρεις νοµούς, της Πρέβεζας, της Άρτας, της Αιτωλοακαρνανίας. Περιλαµβάνει σύνθετα οικοσυστήµατα και φιλοξενεί τον µεγαλύτερο καλαµιώνα των Βαλκανίων (στη λιµνοθάλασσα Ροδιάς). 127

129 Γλωσσάρι Α Τα αδιαπέρατα εδάφη είναι πιο επιρρεπή στη διάβρωση, λόγω της έντονης επίδρασης της επιφανειακής απορροής στη µεταφορά υλικών. Τα χαλαρά εδάφη διαβρώνονται εύκολα λόγω της εύκολης απόσπασης των σωµατιδίων τους. Τα συνεκτικά εδάφη είναι περισσότερο ανθεκτικά. Η συνδυασµένη δράση βροχόπτωσης και απορροής είναι η κύρια δύναµη της διάβρωσης. Αλλουβιακές αποθέσεις, Αλώβιο = εύφορα στρώµατα γης, που συναντώνται σε πεδιάδες και όχθες ποταµών και έχουν σχηµατιστεί κατά το Ολόκαινο ( χρόνια πριν) από την αδιάκοπη µεταφορά λάσπης, άµµου και χαλικιών µέσω των ποταµών (πρόσφατες ποτάµιες αποθέσεις). Τρία είδη αλλουβιακών αποθέσεων αποτελούν συνήθη µητρικά υλικά για εδαφογένεση: κώνοι αποθέσεως που σχηµατίζουν αλλουβιακά ριπίδια (alluvial fans), πληµµυρικές ζώνες (floodplains) και δέλτα ποταµών (deltas). Αλλουβιακά ριπίδια. Καθώς το νερό ενός χειµάρρου κυλάει στην πλαγιά ενός βουνού, αυξάνει η ταχύτητά του και παρασύρει σηµαντικές ποσότητες φερτών υλικών. Όταν ο χείµαρρος φθάσει σε πεδιάδα, η ταχύτητα του νερού µειώνεται ξαφνικά, µε αποτέλεσµα να αποτεθούν ως ιζήµατα τα µεταφερόµενα φερτά υλικά. Οι κώνοι αποθέσεως που δηµιουργούνται κατ αυτόν τον τρόπο αποκαλούνται αλλουβιακά ριπίδια ( ριπίδιο σηµαίνει βεντάλια). Τα εδάφη που προέρχονται από αλλουβιακές αποθέσεις δεν είναι εξελιγµένα (δεν παρουσιάζουν δηλαδή ορίζοντες), κατά κανόνα δε χαρακτηρίζονται από καλή αποστράγγιση. Η σύσταση αυτών των εδαφών εξαρτάται από τα ορυκτά και πετρώµατα που ευρίσκονται στις ανάντη πλαγιές από τις οποίες ο χείµαρρος παρασύρει φερτά υλικά. Ο βαθµός αυτοκαθαρισµού Sm σε mol/sec µεταξύ δύο σταθµών υπολογίσθηκε µε βάση τον τύπο Sm = Q( Co Cu), όπου Q η ροή σε m 3 /sec και Co και Cu, οι συγκεντρώσεις µιας ένωσης σε δύο σταθµούς τοποθετηµένους κατά τη διεύθυνση ροής του ποταµού και έδειξε ότι υπάρχει προσθήκη ρυπογόνου υλικού κατά µήκος της ροής του σε ακαθόριστα χρονικά διαστήµατα (Κουσούρης et al., 1989). Γ Η ενότη τα Γαβρόβου χαρακτηρίζεται από µια σταθερή νηριτική ιζηµατογένεση. Οι ορίζοντες του Τριαδικού και του Ιουρασικού είναι άγνωστοι, ενώ στο Κρητιδικό εµφανίζονται ασβεστόλιθοι και δολοµίτες νηριτικής φάσης. Ακολουθούν µαύροι νηριτικοί ασβεστόλιθοι στο Παλαιόκαινο Ηώκαινο. Ο φλύσχης αρχίζει να σχηµατίζεται στο Αν.Ηώκαινο µέχρι το Ολιγόκαινο (Τζιαβός, 1996). Ε Οι Ελληνικές οροσειρές υποδιαιρούνται σε γεωτεκτονικές ζώνες η κάθε µία από τις οποίες συνίσταται από ορισµένη στρωµατογραφική διαδοχή των ιζηµάτων της, από τους ιδιαίτερους λιθολογικούς χαρακτήρες της και από την ιδιαίτερη τεκτονική της συµπεριφορά, στοιχεία γενικά που εξαρτώνται από την παλαιογεωγραφική της θέση. Οι Ελληνικές γεωτεκτονικές ζώνες, οι οποίες συνηθίστηκε να λέγονται απλά "Ελληνίδες ζώνες", είναι από τα Ανατολικά προς τα υτικά οι εξής (Σχήµα 1.2): 1) Η µάζα της Ροδόπης, 2) Η Σερβοµακεδονική µάζα, 3) Η Περιροδοπική ζώνη, 4) Η Ζώνη Παιονίας, 5) Η Ζώνη Πάικου, 6) Η Ζώνη Αλµωπίας, 7) Η Πελαγονική ζώνη, 8) Η Αττικοκυκλαδική ζώνη, 9) Η Υποπελαγονική ζώνη ή Ζώνη Ανατολικής Ελλάδας, 10) Η Ζώνη Παρνασσού-Γκιώνας, 11) Η Ζώνη Ωλονού-Πίνδου, 12) Η Ζώνη Γαβρόβου-Τρίπολης, 13) Η Αδριατικοϊόνιος ζώνη, 14) Η Ζώνη Παξών ή Προαπουλία. 128

130 Γλωσσάρι Οι ζώνες Παρνασσού-Γκιώνας, Ωλονού-Πίνδου, Γαβρόβου-Τρίπολης, Αδριατικοϊόνιος και Παξών ονοµάζονται "Εξωτερικές Ελληνίδες". Ευστατικές κινήσεις είναι οι µεταβολές της στάθµης της θάλασσας σε παγκόσµια κλίµακα που εξαρτώνται από τις αλλαγές του όγκου του θαλασσινού νερού. Οι ευστατικές κινήσεις κατά το Τεταρτογενές διακρίνονται (R.W.Fairbridge, 1961) σε (i) ευστατισµό λόγω τεκτονισµού, (ii) ευστατισµό λόγω ιζηµατογένεσης, (iii) ευστατισµό λόγω παγετώνων (Τζιαβός Χ., 1996). Ι Η ενότητα του Ιονίου στην περιοχή της Ηπείρου διακρίνεται σε τρεις περιοχές, ανάλογα µε τη θέση τους ως προς το Ελληνικό τόξο. Η στρωµατογραφία εµφανίζει την ακόλουθη εικόνα το Τριαδικό χαρακτηρίζεται από την εµφάνιση της γύψου. Το Ανώτερο Τριαδικό χαρακτηρίζεται από εβαπορίτες και µαύρους ασβεστόλιθους. Ακολουθούν οι δολοµίτες (Κάτω Νόριο). Στο Ανώτερο Τριαδικό µέχρι το Μέσο Λιάσιο εµφανίζονται καθαρά νηριτικής φάσης ασβεστόλιθοι. Κατά το Ιουρασικό (Αν.Λιάσιο-Κατ.Μάλµιο) επικρατούν πυριτικοί ασβεστόλιθοι και σχιστόλιθοι µε Ποσειδωνίες. Τιθώνιο-Κατ.Σενόνιο, ασβεστόλιθοι µε παρεµβολές ραδιολαριτών. Ακολουθούν λατυποπαγείς ασβεστόλιθοι, πελαγικοί ή µικρολατυποπαγείς ασβεστόλιθοι (Παλαιόκαινο- ενώ στο Αν.Ηώκαινο αρχίζει ο σχηµατισµός του φλύσχη. Η ιζηµατογένεση του Αν.Ηώκαινο), φλύσχη µεταβαίνει στην υστεροαλπική ιζηµατογένεση της µόλασσας (σύγκλινο Αιτωλοακαρνανίας µ εταξύ ενοτήτων Ιονίου-Γαβρόβου. Κ Κάρστ (Karst) = Το καρστ ή καρστικοποίηση αφορά τους ασβεστολιθικούς σχηµατισµούς. Με την επίδραση κυρίως του διοξειδίου του άνθρακα της ατµόσφαιρας και τον σχηµατισµό ανθρακικού οξέως σε συνδιασµό µε το νερό, ο ασβεστόλιθος αποσαθρώνεται χηµικά διεδρύοντας τις ασυνέχειες και σχηµατίζοντας κενά (έγκοιλα), δολίνες. Άλλοι γνωστοί καρστικοί σχηµατισµοί είναι τα σπήλαια µε σταλακτίτες και σταλαγµίτες. Τα καρστικά πετρώµατα είναι έντονα υδατοπερατά (σε αντίθεση µε τα σχιστολιθικά που είναι αδιαπέρατα), τα δε καρστικά τοπία είναι αδρά (σε αντίθεση µε τα σχιστολιθικά τα οποία είναι πολισχιδή). Στα καρστικά πετρώµατα, έως και 40% των βροχοπτώσεων µπορεί να πηγαίνει στον υδροφόρο ορίζοντα, σε αντίθεση µε το σύνηθες "έδαφος", που το διαπερνά το 10%, το πολύ το 20%. Λ Ο όρος Λιµνοθάλασσα (lagoon), χαρακτηρίζει τις µικρές ή µεγάλες αβαθείς παραθαλάσσιες εκτάσεις που αποτελούνται συνήθως από υφάλµυρα νερά που βρίσκονται σε άµεση επικοινωνία µε τη θάλασσα από την οποία χωρίζονται συνήθως από µια λωρίδα ξηράς (λουρονησίδα) (.Κουτσούµπας, 2004). Ν Οι νουµµουλίτες είναι οργανικής προέλευσης απολιθώµατα, µικροαπολιθώµατα µε µέγεθος µερικά εκατοστά του µέτρου (Mercati, 1575). 129

131 Γλωσσάρι Τ ο ένα (1) ναυτικό µίλι (n.m.) ισούται µε 1.852m. Εποµένως τα 18,5 n.m. ισούνται µε m ή µε 34,262km και αντίστοιχα τα 10 n.m. ισούνται µε m ή 18,52km. Ο Οφιόλιθοι (Λαµπροφύρες & Υπερβα σικά πετρώµατα ακραίας σύστασης) = Μεταµ ορφωµένα πετρώµατα (Metamorphic rocks). Τα πετρώµατα σε καθεστώς υψηλής πίεσης και θερµοκρασίας µεταµορφώνονται σε νέα πετρώµατα µε εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά. Το χαρακτηριστικό των µεταµορφωµένων πετρωµάτων είναι η Σχιστότητα (schistosity) ο σχηµατισµός δηλαδή επιπέδων αδυναµίας. Χαρακτηριστικά µεταµορφωµένα πετρώµατα είναι οι Φυλίτες (Phyllites), οι Σχιστόλιθοι (Schists), οι Γνεύσιοι (Gneiss), οι Σερπεντινίτες (Serpentines) ή Οφιόλιθοι και τα Μάρµαρα (Marbles). Το όνοµα οφιόλιθος προέρχεται από την ελληνική λέξη όφις και αρχικά χρησιµοποιήθηκε για την περιγραφή ορισµένων σερπεντινιτών οι οποίοι παρουσιάζουν διάστικτη, πρασινωπή και λαµπρή εµφάνιση, όµοια µε το δέρµα φιδιού (όφις). Αργότερα ο όρος οφιόλιθος χρησιµοποιήθηκε ως γεωλογικός σχηµατισµός για την περιγραφή όχι µόνο ενός πετρώµατος αλλά µιας ακολουθίας συγγενών πετρωµάτων γνωστής ως «Τριάδα του Steinmann» (περιδοτιτών-γάββρων-διαβασών). Σήµερα ο όρος οφιολιθικό σύµπλεγµα ή οφιολιθική σειρά αναφέρεται σε µια λιθοστρωµατογραφική σειρά η οποία από κάτω προς τα πάνω περιλαµβάνει: α) Υπερβασικό σύµπλεγµα: αποτελείται από χαρτσβουργίτες, λερζόλιθους καιδουνίτες, συνήθως µε µεταµορφική τεκτονική υφή (µεταµορφικοί τεκτονίτες), οι οποίοισυχνά συνοδεύονται από χρωµιτικά κοιτάσµατα λοβόµορ φου τύπου, β) Γαββρικό σύµπλεγµα: περιλαµβάνει περιδοτίτες, πυροξενίτες, γάββρους, διορίτες και πλαγιογρανίτες, συνήθως µε σωρειτικούς χαρακτήρες, γ) Βασικό σύµπλεγµα πολλαπλών φλεβών: αποτελείται από διαβασικά σώµατα, ή/και διαβασικές φλέβες, δ) Βασικό ηφαιστειακό σύµπλεγµα: περιλαµβάνει λάβες οι οποίες εµφανίζουν προσκεφαλοειδείς δοµές (pillow lavas), ε) Εναλλαγές λαβών µε πελαγικά ιζήµατα, στ) Ιζηµατογενείς σειρές βαθιάς θάλασσας. Στην Ελλάδα τα οφιολιθικά συµπλέγµατα σχηµατίζουν δύο ευδιάκριτες, παράλληλες λωρίδες, µε γενική διεύθυνση Β -ΝΑ. Η ανατολική οφιολιθική λωρίδα αναπτύσσεται στη ζώνη Αξιού και περιλαµβάνει χαρτσβουργίτες, δουνίτες, ολιβινικούς γάββρους, τοναλίτες και χαλαζιακούς θολεϊίτες. Οι οφιόλιθοι της δυτικής λωρίδας αποτελούν βασικό σχηµατισµό της Υποπελαγωνικής ζώνης και αποτελούνται κυρίως από λερζόλιθους, σιδηρογάββρους και ολιβινικούς θολεϊίτες. Κατά µια άποψη οι οφιόλιθοι της ανατολικής ζώνης συνδέονται µε το κλείσιµο του ωκεανού του Αξιού (Παλαιο-Τηθύος) κατά τη διάρκεια του Μέσο-Άνω Ιουρασικού, ενώ οι οφιόλιθοι της δυτικής ζώνης συνδέονται µε το κλείσιµο της Νεο-Τηθύος (θέση Υποπελαγονικής-Πίνδου) κατά το διάστηµα Ιουρασικού- Κρητιδικού. Π Κατώτερο Πλειόκαινο = πριν 6 εκατοµµύρια χρόνια, Ανώτερο Πλειόκ αινο = πριν 3,5 εκατοµµύρια χρόνια, αρχές Πλειστόκαινου = πριν 1,8εκατοµ. χρόνια, µέσο Πλειστόκαινο = τα τελευταία ο χρόνια. Κατά το Πλειόκαινο, η γη ήταν θερµότερη κατά 3-4 C από τη σηµερινή και η θέση των ηπείρων, η οποία επηρεάζει τα θαλάσσια και τα αέρια ρεύµατα, άρα και το κλίµα, είναι η πλησιέστερη προς τη σηµερινή. Πληµµυρικές ζώνες. Ενώ τα αλλουβιακά ριπίδια απαντώνται σε πλαγιές βουνών και λόφων, σε πεδιάδες που διασχίζονται από ποταµούς απαντώνται πληµµυρικές ζώνες. Με την δηµιουργία µαιάνδρων από την κοίτη ενός ποταµού, δηµιουργείται µε την πάροδο του χρόνου η ευρεία επίπεδη ζώνη που αποκαλείται πληµµυρική ζώνη του ποταµού, η οποία καλύπτεται από αποκαλούµενα παρόχθια έλ η, και γεµίζει µε νερό σε περιπτώσε ις πληµ µ ύρας. Καθώς τα πληµµυρικά νερά του ποταµού βγαίνουν από την κοίτη του, η ταχύτητά τους µειώνεται µε αποτέλεσµα την απόθεση των φερτών υλικών που µεταφέρουν. 130

132 Γλωσσάρι Με την πάροδο του χρόνου και µετά από πολλές διαδοχικές πληµµύρες, η πληµµυρική ζώνη που περιβάλλει την κοίτ η του ποταµ ού καλύπτεται από φερτά υλικά. Τα εδάφη που δηµιουργούνται σε πληµµυρικές ζώνες είναι σχετικά βαλτώδη, ενώ η σύστασή τους εξαρτάται από τη σύσταση των φερτών υλικών. Επειδή αυτά προέρχονται από διάβρωση του ορίζοντα Α1 των ανάντη εδαφών, είναι πιθανό να περιέχουν υψηλό ποσοστό οργανικών υλικών και ιλύος γι αυτό είναι αρκετά γόνιµα. Σε περίπτωση που τα φερτά υλικά προέρχονται από αγροτικές εκτάσεις, τα εδάφη πληµµυρικών ζωνών µπορεί να είναι πλούσια σε θρεπτικές ουσίες. Πτυχώσεις = Οι οριζόντιες και εφαπτοµενικές δυνάµεις που ασκούνται στους γεωλογικούς σχηµατισµούς µπορούν επίσης να τους κάµψουν και πτυχώσουν. Εάν οι διευθύνσεις κλίσεως των στρωµάτων κλίνουν προς το αξονικό επίπεδο τότε ονοµάζεται σύγκλινο. Εάν οι διευθύνσεις κλίσεως των στρωµάτων αποκλίνουν από το αξονικό επίπεδο προς τα έξω τότε ονοµάζεται αντίκλινο. Ρ Ριπίδιο (fan) σηµαίνει «βεντάλια» Ρήγµατα (faults) = Οι δυνάµεις που αναπτύσσονται στο εσωτερικό της γής (συµπίεσης η εφελκυσµού) πολλές φορές υπερβαίνουν τα όρια αντοχής των στρωµάτων (πετρωµάτων) µε αποτέλεσµα τα στώµατα να θραύονται και να δηµιουργούν ειδικές τεκτονικές δοµές που ονοµάζονται ρήγµατα. Κατά τον σχηµατισµό των ρηγµάτων τα στρώµατα µετατοπίζονται εκατέρωθεν της ρηξιγενούς επιφάνειας. Τα ρήγµατα µπορούν να έχουν µεγάλη έκταση και βάθος (λαµβάνει χώρα στα ανώτερα km του γήινου φλοιού). Η επιφάνεια κατά µήκος της οποίας προκαλείται θραύση ονοµάζεται επίπεδο ρήγµατος (fault plane). Τα ρήγµατα διαχωρίζονται σε: 1. Κανονικά ρήγµατα (normal faults) όταν το πανω τέµαχος (στέγη) έχει κινηθεί προς τα κάτω 2. Ανάστροφα ρήγµατα (reverse faults) όταν το πανω τέµαχος (στέγη) έχει κινηθεί προς τα πάνω 3. Ρήγµατα κλίσης (Dip faults) όταν η ρηξιγενής επιφάνεια σχετίζεται µε την κλίση των σχηµατισµών 4. Ρήγµατα παράταξης (κλίσης (Strike faults) όταν η ρηξιγενής επιφάνεια σχετίζεται µε την παράταξη των σχηµατισµών 5. Πλάγια (Oblique faults) όταν η ρηξιγενής επιφάνεια έιναι σε γωνία τόσον µε την κλίση όσο και µε την παράταξη των σχηµατισµών. Τ Τεταρτογενές = Το Τεταρτογενές αποτελεί υποδιαίρεσ η του Καινοζωικού αιώνα και αρχίζει κλασικά πριν από περίπου 1,8 εκατοµµύρια χρόνια. Το Τεταρτογενές διαιρείται σε Πλειστόκαινο και Ολόκαινο. Αυτή η τελευταία εποχή, που ονοµάζεται και «Πρόσφατο Τεταρτογενές» περιλαµβάνει τις 10 τελευταίες χιλιετίες. Φ φλύσχης (Flysch) = Είναι ένας γεωλογικός σχηµατισµός που αποτελείται από ακολουθίες ιζηµατογενών πετρωµάτων. Τα κύρια πετρώµατα της ακολουθίας του φλύσχη είναι ο ψαµµίτης, ο αργιλικό σχιστόλιθος, η µάργα καθώς και ο ιλυόλιθος, ωστόσο µπορούν να παρουσιαστούν άργιλοι, ασβεστόλιθοι κ.α. Ο φλύσχης σχηµατίστηκε στην τελευταία φάση 131

133 Γλωσσάρι της ορογένεσης στο τέλος της περιόδου του παροξυσµού (όπου σχηµατίστηκαν οι µεγάλοι ορεινοί όγκοι). Έτσι είναι έντονα τεκτονισµένος σχηµατισµός που έχει υποστεί µεγάλες παραµορφώσεις, συνήθως µε την µορφή πτυχώσεων ή κατακερµατισµό. Η µηχανική συµπεριφορά του φλύσχη χαρακτηρίζεται από ετερογένεια και είναι σχετικά καλή συνήθως όταν κυριαρχεί η ψαµµιτική φάση και κακή όταν κυριαρχεί η ιλυολιθική. Σηµαντική εµφάνιση Φλύσχη παρατηρείται στην οροσειρά της Πίνδου. Ο Αθηναϊκός Σχιστόλιθος είναι µία µορφή Φλύσχη. Ο φλύσχης αποτελεί γεωλογικό σχηµατισµό κατάλληλο για συγκράτηση νερών, αν και συνδέεται µε τη δηµιουργία κατολισθητικών φαινοµένων. 132

134 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Αλµπάνης Τ.Α., άνης Θ.Γ., Χελά.Γ., 1993, Μεταφορά υπολειµµάτων των ζιζανιοκτόνων στις εκβολές των ποταµών Λούρου και Άραχθου (Αµβρακικός κόλπος), Πρακτικά 4 ου Πανελλήνιου Συµπόσιου Ωκεανογραφίας και Αλιείας, σελ Βουτσίνου-Ταλιαδούρη Φ. και Φραγκουδάκη Στ., 1989, Γεωχηµεία ιζηµάτων Αµβρακικού κόλπου, Ωκεανογραφική µελέτη Αµβρακικού κόλπου, Κεφάλαιο 3. Χηµική Ωκεανογραφία, Τελική Έκθεση, Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, σελ Βρυνιώτης. και Παπαδοπούλου Κ., 2004, Ο ρόλος των ποταµών Λούρου και Άραχθου στην ανάπτυξη των ιζηµάτων της πεδιάδας της Άρτας µε τη συµβολή γεωχηµικών παραµέτρων, ελτίο της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρίας, Vol. ΧΧΧVΙ, Πρακτικά 10 ου ιεθνούς Συνεδρίου, σελ Γκότση Ο., Ψόχιου Ε., Λεµπέσης Γ., Μπράµπα., Θεοδώρου Α., Μπαλόπουλος Ε., 2000, Εποχιακή διακύµανση φυτοπλαγκτού και περιβαλλοντικών παραµέτρων σε ηµίκλειστη θαλάσσια περιοχή (Αµβρακικός κόλπος), 6ο Πανελλήνιο Συµπόσιο Ωκεανογραφίας και Αλιείας, Vol. Ι, σελ Ε.Κ.Θ.Ε., 1989, Ωκεανογραφική µελέτη Αµβρακικού κόλπου, Υπουργείο Περιβάλλοντος Χωροταξίας και ηµοσίων Έργων, Γενική Γραµµατεία ηµοσίων Έργων, Τελική Έκθεση. Ζαχαρίας Ι., Νταουλάς Χ., Μπαρµπιέρι Ρ., Κουσουρής Θ., Μπερταχάς Η., Στουµπούδη Μ., Ψαρράς Θ., Γιακουµή Σ., Οικονόµου Α.Μ., 2000, Συγκριτική µελέτη των φυσικοχηµικών και βιολογικών παραµέτρων στους ταµιευτήρες Αώου και Πουρναρίου, 6 ο Πανελλήνιο Συµπόσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας, Αλιεία- Εσωτερικά Ύδατα-Υδατοκαλλιέργειες, Vol. ΙΙ, σελ Καψιµάλης Β., Τζιαβός Χ., Λιβανός Ι., Αναγνώστου Χ., 2004, Η νέα εκβολή του Άραχθου ποταµού (Β Ελλάδα): Παράγοντες που επηρεάζουν την γεωµορφολογική εξέλιξη, 7ο Πανελλήνιο Γεωγραφικό Συνέδριο της Ελληνικής Γεωγραφικής Εταιρείας, σελ Κουσούρης Θ., ιαπούλης Α., Μπερτάχας Η., Κρίτζαλης Κ., 1989, Η ρύπανση του ποταµού Λούρου και η επίδρασή της στο οικοσύστηµα της περιοχής, Συνέδριο Περιβαλλοντικής Επιστήµης και Τεχνολογίας, σελ Κουτσούµπας., 2004, Σηµειώσεις για το µάθηµα Υφάλµυρα Οικοσυστήµατα, Τµήµα Επιστήµης της Θάλασσας. Μερτζάνης Α., 1997, Γεωγραφική εξάπλωση των µεταβολών στα υδρογεωµορφολογικά χαρακτηριστικά της λεκάνης του π.άραχθου, από την κατασκευή και λειτουργία του Υ/Η φράγµατος Πουρνάρι Ι (Άρτα), 7 ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ε.Υ.Ε., σελ Μιµίκου Μ.Α., 2005, Η περίπτωση του ποταµού Άραχθου, Πρόγραµµα CADSEALAND, Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων Ε.Μ.Π., παρουσίαση PowerPoint. 133

135 Νικολάου Ε., 2005, Εισήγηση - Ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά του υπόγειου υδατικού δυναµικού της Ηπείρου- διαχειριστικές προτάσεις, ΙΓΜΑ Περιφ.Μονάδα Ηπείρου. Ξανθόπουλος Θ., Κουτσογιάννης., Ναλµπάντης Ι., 1991, Μελέτη πιλότος για τη διαχείρηση των λεκανών Λούρου και Άραχθου: Αξιολόγηση µεθοδολογίας και αποτελεσµάτων, Επιστηµονική Ηµερίδα: ιαχείριση Υδατικών Πόρων µε τη βοήθεια Η/Υ. Παναγιωτίδης Π., Αναγνώστου Χ., Γεωργόπουλο., Παπαθανασίου Ε., 1985, Πρόταση περιβαλλοντικής µ ελέτης για την ορθολογική ανάπτυξη του Αµβρακικού κόλπου, Πρακτικά Επιστηµονικής Ηµερίδας µε θέµα «Προστασία & Ανάπτυξη του Αµβρακικού, σελ Παππά Γ., 2001, Υγειονοµική σηµασία των χηµικών παραµέτρων στο πόσιµο νερό, Υπουργείο Υγείας Πρόνοιας, Τοµέας Υγειονοµικής Μηχανικής & Υγιεινής του Περιβάλλοντος. Παραβάντης Ι., Μεταφορική Κινητικότητα στην Ήπειρο. Πανεπιστήµιο Ιωαννίνων. Πούλος Σ.Ε., 1997, Το ιζηµατολογικό δυναµικό των ελληνικών ποταµών, Πρακτικά 5 ου Πανελλήνιου Συµποσίου Ωκεανογραφίας & Αλιείας, Τόµος Ι, σελ Σκούλλος Μ., 1997, Χηµική Ωκεανογραφία. Μια εισαγωγή στη χηµεία του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Τρίτη έκδoση. Σταµατίου Ε., 2003, Χωρικές δυσλειτουργίες και περιβαλλοντικές αλλοιώσεις στους παράκτιους νοµούς της Ελλάδας προβλήµατα και προοπτικές, Σειρά Ερευνητικών Εργασιών, 9 (21), σελ Tζιαβός Χ., 1993, Γεωµορφολογική εξέλιξη των βορείων ακτών του Αµβρακικού κόλπου ου κατά το Ολόκαινο, Πρακτικά 4 Πανελλήνιου Συµποσίου Ωκεανογραφίας και Αλιείας, σελ Τζιαβός Χ., 1996, Ωκεανογραφική έρευνα και παλαιογεωγραφική εξέλιξη του Αµβρακικού κόλπου, ιδακτορική ιατριβή Παν/µίου Αθηνών, Τµήµα Γεωλογίας, Τοµέας Γεωγραφίας-Κλιµατολογίας. Τσαρµπός Β., 1995, Μελέτη των µεταβολών των ακτών στο Βόρειο Αµβρακικό Κόλπο µε GIS, ιπλωµατική εργασία στα πλαίσια του Ενδεικτικού Ωκεανογραφίας, σελίδες 160. Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίµων, 2004, Υγρότοποι, µια πολύτιµη εθνική κληρονοµιά, Γενική ιεύθυνση Ανάπτυξης και Προστασίας ασών και Φυσικού Περιβάλλοντος. Φερεντίνος Γ., 2005, Σηµειώσεις ιατµηµατικού Μεταπτυχιακού Προγράµµατος Σπουδών «Περιβαλλοντικές Επιστήµες», για το µάθηµα Περιβαλλοντική Γεωλογία. Φριλίγκος Ν., Ψυλλίδου Ρ., Χατζηγεωργίου Ε., Παππάς Γ., 1989, Εποχιακές µεταβολές θρεπτικών αλάτων και διαλελυµένου οξυγόνου, Ωκεανογραφική µελέτη Αµβρακικού κόλπου, Κεφάλαιο 3. Χηµική Ωκεανογραφία, ΕΚΘΕ, σελ Φυτιάνος Κ., 1996, Η ρύπανση των Θαλασσών, Β Έκδοση, University Studio Press. 134

136 Χελά.Γ., Αλµπάνης Τ., Αναγνώστου Χ., 2000, Επίπεδα συγκεντρώσεων υπολειµµάτων φυτοφαρµάκων σε παράκτια ιζήµατα του Αµβρακικού κόλπου, Συµπόσιο Ωκεανογραφίας, σελ ΞΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Albanis T.A., Danis T.G., Hela D.G., 1995, Transportation of pesticides in estuaries of Louros and Arachthos rivers (Amvrakikos Gulf, N.W. Greece), The Science of the Total Environment, Vol. 171, pp Conides A., Papaconstantinou C., Lumare F., Scordella G., 2002, Consequences from the management of the artisanal fisheries in Amvrakikos gulf (Western Greece) using the special restricted zone option, International Conference on Fishing and Environment in S.E. Europe. Friligos N., Koussouris Th., 1977, Preliminary Chemical, Physical and Biological Observations in Amvrakikos gulf (April, 1974), XXV th Congress and Plenary Assembly of ICESM. Chemical Oceanography Committee, Rapp.Comm.int.Mer Médit., Vol.24, 8. Friligos N., Balopoulos E.Th., Psyllidou-Giouranovits R., 1997, Eutrophication and Hydrography in the Amvrakikos gulf, Ionian Sea, Fresenius Environmental Bulletin Vol.6, pp Kapsimalis V., Poulos S.E., Tsiavos C., Pavlakis P., Alexandri S. and Sioulas A., 2003, Internal structure of the late quaternary prodelta deposits in a semi-enclosed embayment: st the Amvrakikos gulf, NW Greece, 1 International Conference on Comparing Mediterranean and Black Sea Prodeltas ComDelta, pp Kormas K.A., Nicolaidou A., Reizopoulou S., 2001, Temporal Variations of Nutrients, Chlorophyll a and Particulate Matter in Three Coastal Lagoons of Amvrakikos Gulf (Ionian Sea, Greece), P.S.Z.N.: Marine Ecology, Vol. 22 (3), pp Kotti M.E., Vlessidis A.G., Thanasoulias N.C., Evmiridis N.P., 2005, Assessment of River Water Quality in Northwestern Greece, Water Resources Management, Vol.19, pp Meijninger B.M.L., 2001, Geographic Information Systems Analysis of north-western Greece: A tectonic investigation of north-western Greece by means of remote sensing analysis and digital terrain analysis, M.S.c. project. Utrecht University, Faculty of Earth Sciences, Department of Geology, Second edition. Mimikou M., 1984, Floodflow forecasting during dam construction, Water Power & Dam Construction, pp Poulos S.E., Lykousis V., Collins M.B., 1995, Late Quaternary Evolution of Amvrakikos Gulf, Western Greece, Geo-Marine Letters, Vol.15, pp Poulos S.E., Collins M.B., Shaw H.F., 1996, Deltaic Sedimentation, Including Clay Mineral Deposition Patterns, Associated with Small Mountainous Rivers and Shallow Marine Embayments of Greece (SE Alpine Europe), Journal of Coastal Research, Vol.12, No.4, pp Scoullos M., Dassenakis M., Zeri C., 1996, Trace metal behaviour during summer in a stratified Meditterranean system: the Louros estuary (Greece), Water, Air and Soil Pollution, Vol.88, pp

137 Sotiropoulos A., Anagnostou Ch., Sioulas A., 2001, The barrier islands-lagoons system of Lefkas Island. Suggestions for an integrated management plan, 7 th International Conference on Environmental Science and Technology, pp Tsakiri-Strati M., Arvanitis A., Maniatis I., Papadopoulou M., 1994, Monitoring, management and protection of Amvrakikos Gulf using remote sensing data in a GIS environment, EGIS Foundation. Vassilopoulou V., Papaconstantinou C., Caragitsou E., 2001, Adaptations of a demersal fish species in a nutrient-rich embayment of the Ionian sea (Greece), Proceedings of the Sixth International Symposium Fish Physiology, Toxicology and Water Quality. Vött A., 2007, Relative sea level changes and regional tectonic evolution of seven coastal areas in NW Greece since the mid-holocene, Quaternary Science Reviews, doi: /j.quascirev Voutsinou-Taliadouri F., Balopoulos E.Th., 1991, Geochemical and physical oceanographic aspects of the Amvrakikos gulf (Ionian sea, Greece), Toxicological and Environmental Chemistry, Vols.31-32, pp Α ΝΑΦΟΡΕΣ (URL) Department of Earth Sciences, HovedLaboratoriet, Sedigraph Development and application of new techniques for pollution monitoring, protection and management of Amvrakikos Gulf. Ε-city.gr - Πρέβεζα Greece Wallpaper Ionian Dolphin Project Tethys Research Institute Laboratory Manual for X-Ray Powder Diffraction LIFE ΦΥΣΗ 99 LIFE - ΦΥΣΗ 99, Μελέτες LIFE - ΦΥΣΗ 99, Το Πρόγραµµα LIFE LIFE - ΦΥΣΗ 99, Υποδοµή, Ενηµέρωση και Περιβαλλοντική Εκπαίδευση 136

138 The LIFE Homepage Sedigraph 5100 Micromeritics - Description XRDCalc Αιτωλοακαρνανία Αµβρακικός Κόλπος Ανάλυση Πετρωµάτων µε περιθλασιµετρία ακτίνων Χ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ pdf. Γκούβας Χ. 1998, Πρέβεζα: Ένα µεγάλο οδοιπορικό. ΕΙΣΑΓΩΓΗ - Μικροπαλαιοντολογία 1.EΙΣΑΓΩΓΗ eral_html_file/index.html Ελληνική Εταιρεία για την προστασία του περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονοµιάς Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία Ερευνητικό Ινστιτούτο Χηµικής Μηχανικής και Χηµικών ιεργασιών Υψηλής Θερµοκρασίας (ΕΙΧΗΜΥΘ) Εργαστήριο XRF Εταιρία Ανάπτυξης Νότιας Ηπείρου- Αµβρακικού ΕΤΕΡΠΣ Εναλλακτικές µορφές τουρισµού στον Αµβρακικό 137

139 ΕΤΕΡΠΣ Οικολογική Αξία του Αµβρακικού Ήπειρος, υτική Στερεά - Πρέβεζα, Αρτα, Αιτωλοακαρνανία: (055) Αµβρακικός Κόλπος Λούρος (Χαράλαµπο ς Γκούβας) Μεταφορική Κινητικότητα στην Ήπειρο a_13jun02.html Νικόπολη r/2/21/212/21208a/g212ha02.html Νοµαρχιακή Αυτοδιοίκηση Άρτας action=statistika Νοµαρχιακή Αυτοδιοίκηση Άρτας Στατιστικά, ηµογραφικά Στοιχεία action=statistika Νοµός Πρέβεζας Νοµ αρχιακή Αυτοδιοίκηση Πρέβεζας Ν. Πρέβεζας Ανθρώπινοι πόροι Νοµός Πρέβεζας - Οικοτουρισµός r/htm/ecotourism/index.asp Ο έµβιος κόσµος Τ α ασπόνδυλα cs200431/aspondila.html Περιβαλλοντικοί κίνδυνοι Περιφέρεια Ηπείρου Ιστορικά µνηµεία - τοποθεσίες epirus.gr/index.php?option=com_content&task=view& id=45&itemid=87&phpsessid=b 28406e9435eb3dcd78709d933fe1088Τι έκανε το LIFE anam/life/draseisframest.htm Πρέβεζα: ένα µεγάλο οδοιπορικό (Χαράλαµ πος Γκούβας) oreivatein.com/page/sites/preveza/preveza.htm Ταινίες «Ο ποταµός Ά ραχθος» oreivatein.com/page/movies/movies.htm Υγρότοπος Αµβρακικού Κόλπου aridaias.pel.sch.gr/ygrotopoi/ygrotopos10.htm 138

140 Φωτογραφίε ς Λεύκωµα Φωτογραφιών Χρήστος Σαπρίκης 139

141 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΟΥΣ ΠΥΡΗΝΕΣ LOG-01 ΚΑΙ LOG

142 ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΟΝ ΠΥΡΗΝΑ LOG-01 Πίνακας 4.3: Εργαστηριακές αναλύσεις στον πυρήνα LOG-01A. LOG-01A ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΚΟΚΚΟΜΕΤΡΙΑ ΑΝΘΡΑΚΙΚΑ ΟΡΓΑΝΙΚΑ (25-30)cm - (30-35) cm - (35-40) cm - (45-50) cm - (55-60) cm - (70-75) cm - (85-90) cm - ( ) cm - ( )cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - ( ) cm - N = 27 N = 27 N = 16 N = 16 Πίνακας 4.4: Εργαστηριακές αναλύσεις στον πυρήνα LOG-01B. LOG-01B ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΚΟΚΚΟΜΕΤΡΙΑ ΑΝΘΡΑΚΙΚΑ ΟΡΓΑΝΙΚΑ (0-3)cm - (3-6)cm - (6-10)cm - (10-14)cm - (14-17)cm - (18-22)cm - (23-27)cm - (30-34)cm - (34-38)cm - (38-42)cm - (42-46)cm - N = 11 N = 11 N = 6 N = 6 141

143 ΦΡ.ΠΟΥΡΝ. ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΚΟΚΚΟΜΕΤΡΙΑ ΑΝΘΡΑΚΙΚΑ ΟΡΓΑΝΙΚΑ (4-8)cm - (22-27)cm - N = 2 N = 2 N = 2 N = 2 ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΟΝ ΠΥΡΗΝΑ LOG-02 Πίνακας 4.5: Εργαστηριακές αναλύσεις στον πυρήνα LOG-02A. LOG-02A ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΚΟΚΚΟΜΕΤΡΙΑ ΑΝΘΡΑΚΙΚΑ ΟΡΓΑΝΙΚΑ (0-5)cm (10-15)cm (20-25)cm (35-40)cm (50-55)cm (60-65)cm (70-75)cm (80-85)cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm ( )cm N = 28 N = 28 N = 28 N = 28 N = 16 Πίνακας 4.6: Εργαστηριακές αναλύσεις στον πυρήνα LOG-02B. LOG-02B ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΚΟΚΚΟΜΕΤΡΙΑ ΑΝΘΡΑΚΙΚΑ ΟΡΓΑΝΙΚΑ (0-3)cm (3-6)cm (6-10)cm (10-14)cm (14-16)cm 142

144 (16-18)cm (18-20)cm (20-22)cm (22-24)cm (24-26)cm (26-28)cm (28-30)cm (30-32)cm (32-34)cm (34-36)cm (36-38)cm (38-40)cm (40-42)cm (42-44)cm N =19 N = 19 N = 19 N = 19 N = 8 143

145 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙI ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΥΡΗΝΩΝ 144

146 Φωτογραφίες πυρήνων LOG-01Α, LOG-02Α και των συµπληρωµατικών τους LOG-01Β, LOG-2Β από το εργαστήριο του Χαροκόπειου Πανεπιστήµιου, στις 20 Μαρτίου Α. Πυρήνας LOG-01Α Εικόνα 1: Βάθος 0-70cm 145

147 Εικόνα 2: Βάθος cm Εικόνα 3: Βάθος cm 146

148 Εικόνα 4: Βάθος cm Εικόνα 5: Βάθος cm 147

149 Εικόνα 6: Βάθος cm Εικόνα 7: Βάθος cm 148

150 Εικόνα 8: Βάθος cm Εικόνα 9: Βάθος cm 149

151 Εικόνα 10: Βάθος cm Εικόνα 11: Βάθος cm 150

152 Εικόνα 12: Βάθος έως 450cm Εικόνα 13: Βάθος 0-51cm (συµπληρωµατικός πυρήνας LOG-01Β). 151

153 B. Πυρήνας LOG-02Α Εικόνα 14: Βάθος 0-50cm Εικόνα 15: Βάθος cm 152

154 Εικόνα 16: Βάθος cm Εικόνα 17: Βάθος cm 153

155 Εικόνα 18: Βάθος cm Εικόνα 19: Βάθος cm 154

156 Εικόνα 20: Βάθος cm Εικόνα 21: Βάθος cm 155

157 Εικόνα 22: Βάθος cm Εικόνα 23: Βάθος cm 156

158 Εικόνα 24: Βάθος cm Εικόνα 25: Βάθος 0-47cm (συµπληρωµατικός πυρήνας LOG-02Β). 157

159 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ 158

160 Ποταµός Άραχθος Εικόνα 1: Ποταµός Άραχθος Εικόνα 2: Ποταµός Άραχθος κοντά στη θέση Κρυονέρι (Σαπρίκης Χρήστος) Εικόνα 3: Άραχθος στη Νησίστα (Ροδαυγή) (Σαπρίκης Χρήστος) 159

161 Εικόνα 4: Άραχθος στο Νεοχώρι (Σαπρίκης Χρήστος) 160

162 Εικόνα 5: Άραχθος στο Νεοχώρι (Σαπρίκης Χρήστος) 161

163 Εικόνα 6: Άραχθος στο Νεοχώρι (Σαπρίκης Χρήστος) 162

164 Εικόνα 7: Άραχθος στο Νεοχώρι (Σαπρίκης Χρήστος) Εικόνα 8: Άραχθος στο Νεοχώρι (Σαπρίκης Χρήστος) 163

165 Εικόνα 9: Άραχθος στο Νεοχώρι (Σαπρίκης Χρήστος) Εικόνα 10: Άραχθος στο Νεοχώρι (Σαπρίκης Χρήστος) 164

166 Εικόνα 11: Άραχθος στο Φράγµα Πουρνάρι (Σαπρίκης Χρήστος) Εικόνα 12: Άραχθος στο Γεφύρι της Άρτας (Σαπρίκης Χρήστος) 165

167 Εικόνα 13: Άραχθος στο Γεφύρι της Άρτας (Σαπρίκης Χρήστος) Εικόνα 14: έλτα Λούρου και Άραχθου (Ν.Καράµπελας) 166

168 Εικόνα 15: έλτα Λούρου και Άραχθου (Ν.Καράµπελας) Εικόνα 16: έλτα Λούρου και Άραχθου (Ν.Καράµπελας) 167

169 Ποταµός Λούρος Εικόνα 1: Ποταµός Λούρος (LIFE-ΦΥΣΗ 99) Εικόνα 2: Νούφαρα και καλαµιώνες στον ποταµό Λούρο 168

170 Εικόνα 3: Εκβολή Λούρου και Λιµνοθάλασσα Τσιοπέλι (LIFE-ΦΥΣΗ 99) Εικόνα 4: Αεροφωτογραφία βάλτου Ροδιάς (LIFE-ΦΥΣΗ 99) Εικόνα 5: Νεροβούβαλοι στον ποταµό Λούρο (LIFE-ΦΥΣΗ 99) 169

171 Εικόνα 6: Ευθείες γραµµές περίφραξης και χωρίς βλάστηση µονοπάτια που χάραξαν οι νεροβούβαλοι (LIFE-ΦΥΣΗ 99) Εικόνα 7: Νεροβούβαλοι στη θέση Παράστα του βάλτου Ροδιάς (LIFE-ΦΥΣΗ 99) 170

172 Αµβρακικός κόλπος Εικόνα 1: Ψαροκαλύβα στο ιβάρι του Αµβρακικού κόλπου (LIFE-ΦΥΣΗ 99) Εικόνα 2: Αµβρακικός κόλπος (LIFE-ΦΥΣΗ 99) 171

173 Εικόνα 3: Λουρονησίδα µεταξύ θάλασσας και λιµνοθάλασσας και τάφροι διαχείµανσης ψαριών (LIFE-ΦΥΣΗ 99) Εικόνα 4: Παρόχθιο δάσος Αµβρακικού (LIFE-ΦΥΣΗ 99) 172

174 Εικόνα 5: Νοµός Άρτας - Αµβρακικός Εικόνα 6: Αµβρακικός κόλπος 173

175 Εικόνα 7: Αµβρακικός (LIFE-ΦΥΣΗ 99 Εικόνα 8: Αµβρακικός κόλπος Κόπραινα (Σαπρίκης Χρήστος) 174

176 Εικόνα 9: Αµβρακικός κόλπος Κόπραινα (Σαπρίκης Χρήστος) Εικόνα 10: Αµβρακικός κόλπος Κόπραινα (Σαπρίκης Χρήστος) 175

177 Εικόνα 11: Αµβρακικός κόλπος Κόπραινα (Σαπρίκης Χρήστος) Εικόνα 12: Παλιά γέφυρα Πλάκας (Σαπρίκης Χρήστος) 176

178 Εικόνα 13: Φάρος Κόπραινας (µουσείο από το έτος 2000) 177

179 AlWaYs dreaming 178

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι). Γεωγραφικά στοιχεία και κλίμα. Τα κυριότερα μορφολογικά χαρακτηριστικά του νομού Ιωαννίνων είναι οι ψηλές επιμήκεις οροσειρές και οι στενές κοιλάδες. Το συγκεκριμένο μορφολογικό ανάγλυφο οφείλεται αφενός

Διαβάστε περισσότερα

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία iv. Παράκτια Γεωμορφολογία Η παράκτια ζώνη περιλαμβάνει, τόσο το υποθαλάσσιο τμήμα της ακτής, μέχρι το βάθος όπου τα ιζήματα υπόκεινται σε περιορισμένη μεταφορά εξαιτίας της δράσης των κυμάτων, όσο και

Διαβάστε περισσότερα

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ INTERREG IIIA / PHARE CBC ΕΛΛΑΔΑ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ Καθηγητής Βασίλειος A. Τσιχριντζής Διευθυντής, Εργαστήριο Οικολογικής Μηχανικής και Τεχνολογίας

Διαβάστε περισσότερα

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες Ωκεανοί Το νερό καλύπτει τα δύο τρίτα της γης και το 97% όλου του κόσµου υ και είναι κατοικία εκατοµµυρίων γοητευτικών πλασµάτων. Οι ωκεανοί δηµιουργήθηκαν

Διαβάστε περισσότερα

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΠΗΛΑΙΟΛΟΠΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Σίνα 32, Αθήνα 106 72, τηλ.210-3617824, φαξ 210-3643476, e- mails: ellspe@otenet.gr & info@speleologicalsociety.gr website: www.speleologicalsociety.gr ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 1. Γεωμορφολογία Ποταμών Μόνιμη δίαιτα ποταμών Σχηματισμός διατομής ποταμού

Κεφάλαιο 1. Γεωμορφολογία Ποταμών Μόνιμη δίαιτα ποταμών Σχηματισμός διατομής ποταμού Κεφάλαιο 1 Γεωμορφολογία Ποταμών Σύνοψη Προαπαιτούμενη γνώση Το παρόν αποτελεί ένα εισαγωγικό κεφάλαιο προς κατανόηση της εξέλιξης των ποταμών, σε οριζοντιογραφία, κατά μήκος τομή και εγκάρσια τομή (διατομή),

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Ιωάννης Μ. Τσόδουλος Δρ. Γεωλόγος Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Αλλουβιακά ριπίδια (alluvial fans) Είναι γεωμορφές αποθέσεις, σχήματος βεντάλιας ή κώνου που σχηματίζονται, συνήθως, όταν

Διαβάστε περισσότερα

Ποτάµια ράση ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ. Ποτάµια ιάβρωση. Ποτάµια Μεταφορά. Ποτάµια Απόθεση. Βασικό επίπεδο

Ποτάµια ράση ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ. Ποτάµια ιάβρωση. Ποτάµια Μεταφορά. Ποτάµια Απόθεση. Βασικό επίπεδο ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Η µορφολογία του επιφανειακού αναγλύφου που έχει δηµιουργηθεί από δράση του τρεχούµενου νερού ονοµάζεται ποτάµια µορφολογία. Οι διεργασίες δηµιουργίας της ονοµάζονται ποτάµιες διεργασίες

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Για τη διευκόλυνση των σπουδαστών στη μελέτη τους και την καλύτερη κατανόηση των κεφαλαίων που περιλαμβάνονται στο βιβλίο ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Σημείωση: Το βιβλίο καλύπτει την ύλη

Διαβάστε περισσότερα

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 657

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 657 8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 657 ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΛΙΩΝ ΚΟΚΚΙΝΟ ΛΙΜΑΝΑΚΙ ΚΑΙ ΜΑΡΙΚΕΣ (ΠΕΡΙΟΧΗ ΡΑΦΗΝΑΣ) ΚΑΙ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Ο.ΑΝ.Α.Κ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Σ.Ν. ΠΑΡΙΤΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 2001

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ - ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ - ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ - ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ-ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Διατριβή Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ. Δρ Γεώργιος Μιγκίρος

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ. Δρ Γεώργιος Μιγκίρος ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΕΞΩΜΑΛΥΝΣΗ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ Δρ Γεώργιος Μιγκίρος Καθηγητής Γεωλογίας ΓΠΑ Ο πλανήτης Γη έτσι όπως φωτογραφήθηκε το 1972 από τους αστροναύτες του Απόλλωνα 17 στην πορεία τους για τη σελήνη. Η

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ

ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Χ. ΓΑΛΑΖΟΥΛΑΣ: ΓΕΩΛΟΓΟΣ,

Διαβάστε περισσότερα

Σε αντίθεση με τις θάλασσες, το νερό των ποταμών δεν περιέχει σχεδόν καθόλου αλάτι - γι' αυτό το λέμε γλυκό νερό.

Σε αντίθεση με τις θάλασσες, το νερό των ποταμών δεν περιέχει σχεδόν καθόλου αλάτι - γι' αυτό το λέμε γλυκό νερό. Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Καστρίου 2013 Tι είναι τα ποτάμια; Τα ποτάμια είναι φυσικά ρεύματα νερού. Δημιουργούνται από το νερό των βροχών και των λιωμένων πάγων, που κατεβαίνει από πιο ψηλές περιοχές

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 2. 2.1 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται συνοπτικά το Γεωλογικό-Σεισμοτεκτονικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής του Π.Σ. Βόλου - Ν.Ιωνίας. Η ευρύτερη περιοχή της πόλης του

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Αντικείµενο της παρούσας µεταπτυχιακής εργασίας είναι η διερεύνηση της επίδρασης των σηράγγων του Μετρό επί του υδρογεωλογικού καθεστώτος πριν και µετά την κατασκευή τους. Στα πλαίσια της, παρουσιάζονται

Διαβάστε περισσότερα

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς Habitat: κυρίαρχη μορφή, γύρω από την οποία αναπτύσσεται ένας οικότοπος Χλωρίδα (π.χ. φυτό-φύκος) Πανίδα (π.χ. ύφαλος διθύρων) Γεωλογική μορφή (π.χ.

Διαβάστε περισσότερα

Υδρολογία - Υδρογραφία. Υδρολογικός Κύκλος. Κατείσδυση. Επιφανειακή Απορροή. Εξατµισιδιαπνοή. κύκλος. Κατανοµή του νερού του πλανήτη

Υδρολογία - Υδρογραφία. Υδρολογικός Κύκλος. Κατείσδυση. Επιφανειακή Απορροή. Εξατµισιδιαπνοή. κύκλος. Κατανοµή του νερού του πλανήτη Υδρολογία - Υδρογραφία Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούµε µε το τµήµα του υδρολογικού κύκλου που σχετίζεται µε την υπόγεια και επιφανειακή απορροή του γλυκού νερού της γης. Η επιστήµη που ασχολείται µε την

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ Ενότητα 5: Δευτερογενής Διασπορά, Κυριότερες γεωχημικές μεθόδοι Αναζήτησης Κοιτασμάτων, Σχεδιασμός και δειγματοληψία Χαραλαμπίδης Γεώργιος Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος και Μηχανικών

Διαβάστε περισσότερα

GEOCHEMISTRY OF MAJOR AND MINOR ELEMENTS FROM SURFACE SEDIMENTS OF LAKONIKOS GULF, GREECE

GEOCHEMISTRY OF MAJOR AND MINOR ELEMENTS FROM SURFACE SEDIMENTS OF LAKONIKOS GULF, GREECE ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΧΗΜΙΚΗ-ΓΕΩΧΗΜΙΚΗ ΡΥΠΑΝΣΗ ΠΑΡΑΚΤΙΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ GEOCHEMISTRY OF MAJOR AND MINOR ELEMENTS FROM SURFACE SEDIMENTS OF LAKONIKOS GULF, GREECE Karageorgis, A.P., Kanellopoulos, Th.D., Papageorgiou,

Διαβάστε περισσότερα

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ.

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ. ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση του υδρογεωλογικού καθεστώτος της λεκάνης του Αλµυρού Βόλου και σε συνδυασµό µε την ανάλυση του ποιοτικού καθεστώτος των υπόγειων νερών της περιοχής,

Διαβάστε περισσότερα

Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. Υδροκρίτης-Πιεζομετρία

Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. Υδροκρίτης-Πιεζομετρία Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία Υδροκρίτης-Πιεζομετρία Οριοθέτηση υδρολογικής λεκάνης Χάραξη υδροκρίτη Η λεκάνη απορροής, παρουσιάζει ορισμένα γνωρίσματα που ονομάζονται φυσιογραφικά χαρακτηριστικά και μπορούν

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Ο βορράς είναι προσανατολισμένος προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2.1 Ωκεανοί και Θάλασσες. Σύµφωνα µε τη ιεθνή Υδρογραφική Υπηρεσία (International Hydrographic Bureau, 1953) ως το 1999 θεωρούντο µόνο τρεις ωκεανοί: Ο Ατλαντικός, ο Ειρηνικός

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ H Οδηγία 2006/118/ΕΚ ορίζει τα υπόγεια ύδατα ως πολύτιμο φυσικό πόρο, που θα πρέπει να προστατεύεται από την υποβάθμιση και τη ρύπανση. Το γεγονός αυτό είναι ιδιαίτερα

Διαβάστε περισσότερα

Ε ΑΦΟΣ. Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά

Ε ΑΦΟΣ. Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά Ε ΑΦΟΣ Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Έδαφος Το έδαφος σχηµατίζεται από τα προϊόντα της αποσάθρωσης των πετρωµάτων του υποβάθρου (µητρικό πέτρωµα) ή των πετρωµάτων τω γειτονικών

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΣΕΩΝ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΕ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΕΣ ΩΣ ΥΝΑΜΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ ΚΡΕΜΑΣΤΩΝ

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΣΕΩΝ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΕ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΕΣ ΩΣ ΥΝΑΜΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ ΚΡΕΜΑΣΤΩΝ 6ο ο Πανελλήνιο Γεωγραφικό Συνέδριο της Ελληνικής Γεωγραφικής Εταιρείας, Θεσσαλονίκη, 3-63 6 Οκτωβρίου 2002 Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΣΕΩΝ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΕ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΕΣ ΩΣ ΥΝΑΜΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑ. ιαµόρφωση των κλιµατικών συνθηκών

ΚΛΙΜΑ. ιαµόρφωση των κλιµατικών συνθηκών ΚΛΙΜΑ ιαµόρφωση των κλιµατικών συνθηκών ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Κλίµα Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η γνώση του κλίµατος που επικρατεί σε κάθε περιοχή, για τη ζωή του ανθρώπου και τις καλλιέργειες. Εξίσου

Διαβάστε περισσότερα

Επιπτώσεις αποθέσεων φερτών υλικών σε ταµιευτήρες

Επιπτώσεις αποθέσεων φερτών υλικών σε ταµιευτήρες 6ο Πανελλήνιο Γεωγραφικό Συνέδριο της Ελληνικής Γεωγραφικής Εταιρείας, Θεσσαλονίκη, 3-6 Οκτωβρίου 2002 Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΣΕΩΝ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΕ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΕΣ ΩΣ ΥΝΑΜΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ

Διαβάστε περισσότερα

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών Μεταβατικά ύδατα (transitional waters) σύµφωνα µε την Οδηγία Πλαίσιο για τα

Διαβάστε περισσότερα

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός Ποτάμι είναι το ρεύμα γλυκού νερού που κινείται από τα ψηλότερα (πηγές) προς τα χαμηλότερα μέρη της επιφάνειας της Γης (πεδινά) και

Διαβάστε περισσότερα

ιάβρωση στις Παράκτιες Περιοχές

ιάβρωση στις Παράκτιες Περιοχές ΠΠΜ 477 ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΜΗΧΑΝΙΚΗ ιάβρωση στις Παράκτιες Περιοχές Βαρνάβα Σοφία Ευαγόρου Χριστοδούλα Κασπαρίδου Μαρία Σµυρίλλη Στέφανη Στυλιανού ώρα ιάβρωση : φυσική διεργασία από την πρόσκρουση των κυµάτων στην

Διαβάστε περισσότερα

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο /Ελληνικός χώρος Τα ελληνικά βουνά (και γενικότερα οι ορεινοί όγκοι της

Διαβάστε περισσότερα

Ε λ Νίνιο (El Niño) ονοµάζεται το θερµό βόρειο θαλάσσιο ρεύµα που εµφανίζεται στις ακτές του Περού και του Ισηµερινού, αντικαθιστώντας το ψυχρό νότιο ρεύµα Humboldt. Με κλιµατικούς όρους αποτελει µέρος

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Η εφαρμογή των γεωλογικών πληροφοριών σε ολόκληρο το φάσμα της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρώπων και του φυσικού τους περιβάλλοντος Η περιβαλλοντική γεωλογία είναι εφαρμοσμένη

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΣΙΚΗ ΧΗΜΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ

ΦΥΣΙΚΗ ΧΗΜΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΦΥΣΙΚΗ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ Αρχές και έννοιες της Ωκεανογραφίας, με ιδιαίτερη έμφαση στις φυσικές διεργασίες των ωκεάνιων συστημάτων. Φυσικές ιδιότητες και οι φυσικές παράμετροι του θαλασσινού νερού, και χωροχρονικές

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ ΦΙΛΙΠΠΙΑ ΑΣ. Λούρος Ζηρός - Αμβρακικός

ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ ΦΙΛΙΠΠΙΑ ΑΣ. Λούρος Ζηρός - Αμβρακικός ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ ΦΙΛΙΠΠΙΑ ΑΣ Λούρος Ζηρός - Αμβρακικός Λίμνη Ζηρού ΙΟΝΙΟ ΠΕΛΑΓΟΣ ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ: Να γνωρίσουν καλύτερα τα τρία αυτά διαφορετικά οικοσυστήματα(τις δυνατότητές τους, τα προβλήματά

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΙΖΗΜΑΤΑ - ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΙΖΗΜΑΤΩΝ ΚΥΚΛΟΣ ΝΕΡΟΥ Αρχικός µηχανισµός: ιάβρωση των Πετρωµάτων ανάντη των φραγµάτων. Ορισµός ιάβρωσης ιάβρωση = Η αποκόλληση και µετακίνηση σωµατιδίων πετρώµατος

Διαβάστε περισσότερα

Κώστας Κωνσταντίνου Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης

Κώστας Κωνσταντίνου Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης Έρευνες για τεχνητό εμπλουτισμό των υπόγειων νερών της Κύπρου με νερό τριτοβάθμιας επεξεργασίας (παραδείγματα από Λεμεσό και Κοκκινοχώρια) Κώστας Κωνσταντίνου Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης Υπουργείο Γεωργίας,

Διαβάστε περισσότερα

Οι λίμνες στις τέσσερις εποχές

Οι λίμνες στις τέσσερις εποχές Οι λίμνες στις τέσσερις εποχές Λίμνη Κερκίνη Το πρόβλημα της λίμνης Κερκίνης εντοπίζεται στο νερό, στη διαχείριση του νερού. Η μεγάλη διακύμανση της στάθμης του νερού επηρεάζει διάφορα σπάνια είδη που

Διαβάστε περισσότερα

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ Κεφάλαιο 3 ο : Αποσάθρωση Εξωγενείς παράγοντες Ονοµάζονται εκείνοι οι παράγοντες που συντελούν στην καταστροφή του αναγλύφου Ο φυσικός τους χώρος είναι η επιφάνεια της γης. Έχουν σαν έδρα τους την ατµόσφαιρα

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ Η ΡΟΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ Η ροή του νερού μεταξύ των άλλων καθορίζει τη ζωή και τις λειτουργίες των έμβιων οργανισμών στο ποτάμι. Διαμορφώνει το σχήμα του σώματός τους, τους

Διαβάστε περισσότερα

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) Α Κεφ. αβιοτικό κάθε στοιχείο που δεν έχει ζωή 4 αιολική διάβρωση Η διάβρωση που οφείλεται στον άνεμο 5 ακρωτήριο ακτογραμμή

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

Ο ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ Διεθνές συνέδριο «Πηνειός Ποταμός: Πηγή Ζωής και Ανάπτυξης στη Θεσσαλία» Ο ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ Συλλογική εισήγηση των Μ.Ε. Περιβάλλοντος και Μ.Ε. Υδάτων του ΤΕΕ/ΚΔΘ Παρουσίαση: Ζωή Παπαβασιλείου,

Διαβάστε περισσότερα

4. Η δράση του νερού Η ΠΟΤΑΜΙΑ ΡΑΣΗ. Ποτάµια διάβρωση

4. Η δράση του νερού Η ΠΟΤΑΜΙΑ ΡΑΣΗ. Ποτάµια διάβρωση 4. Η δράση του νερού Οι ποταµοί είναι οι φυσικοί αγωγοί του ρέοντος νερού πάνω στην επιφάνεια της Γης. Το νερό είναι ο κυριότερος παράγοντας διαµόρφωσης του επιφανειακού ανάγλυφου και ο βασικός µεταφορέας

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Ο Ελλαδικός χώρος µε την ευρεία γεωγραφική έννοια του όρου, έχει µια σύνθετη γεωλογικοτεκτονική

Διαβάστε περισσότερα

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Κεφάλαιο 11 ο : Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούμε με τις δευτερογενείς μορφές του αναγλύφου που προκύπτουν από τη δράση της

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ. Ενότητα 9: Περιβάλλοντα ιζηματογένεσης Ποτάμια 1. Δρ. Αβραμίδης Παύλος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ. Ενότητα 9: Περιβάλλοντα ιζηματογένεσης Ποτάμια 1. Δρ. Αβραμίδης Παύλος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ Ενότητα 9: Περιβάλλοντα ιζηματογένεσης Ποτάμια 1 Δρ. Αβραμίδης Παύλος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Σκοποί ενότητας Στην ενότητα αυτή, οι φοιτητές εισάγονται στις διαδικασίες και

Διαβάστε περισσότερα

Χαρτογράφηση Δείκτη Παράκτιας Τρωτότητας

Χαρτογράφηση Δείκτη Παράκτιας Τρωτότητας Χαρτογράφηση Δείκτη Παράκτιας Τρωτότητας Μάθημα: Εφαρμογές Γεωπληροφορικής στη Διαχείριση Καταστροφών ΜΠΣ, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Γεωγραφίας Χαλκιάς Χρίστος, Αν. Καθηγητής, Αντιγόνη Φάκα Δρ. Τμήματος

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ: 1893. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 03/06/2011 Προς: Σύλλογο Φίλων Πηνειού και του Παραποτάμιου Πολιτισμού του Υπόψη Δ.Σ.

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ: 1893. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 03/06/2011 Προς: Σύλλογο Φίλων Πηνειού και του Παραποτάμιου Πολιτισμού του Υπόψη Δ.Σ. ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ: 193 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 3//11 Προς: Σύλλογο Φίλων Πηνειού και του Παραποτάμιου Πολιτισμού του Υπόψη Δ.Σ. ΕΚΘΕΣΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΩΝ ΜΗΝΩΝ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ- ΜΑΡΤΙΟΥ- ΑΠΡΙΛΙΟΥ- 11 ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Διαβάστε περισσότερα

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ - ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Προέλευση Μορφή έργων Χρήση Επιφανειακό νερό Φράγματα (ταμιευτήρες) Λιμνοδεξαμενές (ομβροδεξαμενές) Κύρια για

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ H Οδηγία 2006/118/ΕΚ ορίζει τα υπόγεια ύδατα ως πολύτιμο φυσικό πόρο, που θα πρέπει να προστατεύεται από την υποβάθμιση και τη ρύπανση. Το γεγονός αυτό είναι ιδιαίτερα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΗΜΕΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΟΝ ΜΑΛΙΑΚΟ ΚΟΛΠΟ. Αν. Καθηγητης Μ.Δασενακης. Δρ Θ.Καστριτης Ε.Ρουσελάκη

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΗΜΕΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΟΝ ΜΑΛΙΑΚΟ ΚΟΛΠΟ. Αν. Καθηγητης Μ.Δασενακης. Δρ Θ.Καστριτης Ε.Ρουσελάκη ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΗΜΕΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΤΟΥ ΕΥΤΡΟΦΙΣΜΟΥ ΣΤΟΝ ΜΑΛΙΑΚΟ ΚΟΛΠΟ Αν. Καθηγητης Μ.Δασενακης Δρ Θ.Καστριτης Ε.Ρουσελάκη Φ.Σάλτα Κύκλος αζώτου Κύκλος φωσφόρου Kύκλος πυριτίου

Διαβάστε περισσότερα

Yarlung Tsangpo River, Tibet. Πηγή: Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

Yarlung Tsangpo River, Tibet. Πηγή:  Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Yarlung Tsangpo River, Tibet Ιωάννης Μ. Τσόδουλος Δρ. Γεωλόγος Πηγή: http://photojournal.jpl.nasa.gov/catalog/pia03708 Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Ποτάμια γεωμορφολογία Τύποι υδρογραφικών

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΠΟΤΑΜΩΝ ΛΟΥΡΟΥ ΚΑΙ ΑΡΑΧΘΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΙΖΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΠΕ ΙΑ ΑΣ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΓΕΩΧΗΜΙΚΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΠΟΤΑΜΩΝ ΛΟΥΡΟΥ ΚΑΙ ΑΡΑΧΘΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΙΖΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΠΕ ΙΑ ΑΣ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΓΕΩΧΗΜΙΚΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ελτίο της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρίας τοµ. XXXVI, 2004 Πρακτικά 10 ου ιεθνούς Συνεδρίου, Θεσ/νίκη Απρίλιος 2004 Bulletin of the Geological Society of Greece vol. XXXVI, 2004 Proceedings of the 10 th

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών (4) Αλλαγές μεταβολές του γεωϋλικού με το χρόνο Αποσάθρωση: αλλοίωση (συνήθως χημική) ορυκτών

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ. πηγή:nasa - Visible Earth

ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ. πηγή:nasa - Visible Earth ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ πηγή:nasa - Visible Earth ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Παγετώδης δράση Οι παγετώνες καλύπτουν σήµερα το 1/10 περίπου της γήινης επιφάνειας. Η δράση των παγετώνων, αποτέλεσε ένα σηµαντικό µορφογενετικό

Διαβάστε περισσότερα

Ταµιευτήρας Πλαστήρα

Ταµιευτήρας Πλαστήρα Ταµιευτήρας Πλαστήρα Σύντοµο ιστορικό Ηλίµνη δηµιουργήθηκε µετηνκατασκευήτουφράγµατος Πλαστήρα στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Η πλήρωση του ταµιευτήρα ξεκίνησε το 1959. Ο ποταµός στον οποίοκατασκευάστηκετοφράγµα

Διαβάστε περισσότερα

ιαχείριση Παράκτιων Υδατικών Συστημάτων

ιαχείριση Παράκτιων Υδατικών Συστημάτων ιαχείριση Παράκτιων Υδατικών Συστημάτων Κεφάλαιο 1 Ορισμοί και Ταξινόμηση Παράκτιων Υδατικών Συστημάτων ρ. Γιώργος Συλαίος Ωκεανογράφος Επ. Καθηγητής ΤΜΠ- ΠΘ 1. Παράκτια & Μεταβατικά υδατικά συστήματα:

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΚΑΙ ΥΠΟΓΕΙΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ Οι κύριες υδρολογικές λεκάνες του Υδατικού Διαμερίσματος Ηπείρου είναι οι λεκάνες του Αώου, του Καλαμά, του Άραχθου και του Λούρου

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται ΜΑΘΗΜΑ 1 Π. Γ Κ Ι Ν Η Σ 1. Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται 2. Να μπορείς να δώσεις την σχετική γεωγραφική θέση ενός τόπου χρησιμοποιώντας τους όρους

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΗΣ

ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΗΣ Κεφάλαιο 5 ο : Οικοσυστήµατα ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΗΣ Η µελέτη των αλληλεπιδράσεων µεταξύ των µορφών ζωής και του περιβάλλοντός τους είναι η επιστήµη της οικολογίας. Το οικολογικό σύστηµα των οργανισµών και

Διαβάστε περισσότερα

Υλικά και τρόπος κατασκευής χωμάτινων φραγμάτων

Υλικά και τρόπος κατασκευής χωμάτινων φραγμάτων Τμήμα Δασολογίας & Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων Εργαστήριο Διευθέτησης Ορεινών Υδάτων και Διαχείρισης Κινδύνου Προπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών Υλικά και τρόπος κατασκευής χωμάτινων φραγμάτων

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΟΨΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ: «ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ»

ΣΥΝΟΨΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ: «ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ» ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ 2000-2006 ΣΥΓΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ 75% ΑΠΟ ΤΟ Ε. Τ. Π. Α. ΚΑΙ 25% ΑΠΟ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Εργαστήριο Οικολογικής

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

2. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 : ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 15 2. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 2.1 ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ - ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Γεωγραφία της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης Η Περιφέρεια Ανατολικής

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΚΤΩΝ ΚΟΛΠΟΥ ΧΑΝΙΩΝ

ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΚΤΩΝ ΚΟΛΠΟΥ ΧΑΝΙΩΝ Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας Τομέας Θαλάσσιας Γεωλογίας και Γεωφυσικής ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΚΤΩΝ ΚΟΛΠΟΥ ΧΑΝΙΩΝ Εφαρμογή μαθηματικού μοντέλου MIKE21 Coupled Model

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΑΝ II, KOYΠΟΝΙΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Κωδικός Αριθμός Κουπονιού:

ΕΠΑΝ II, KOYΠΟΝΙΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Κωδικός Αριθμός Κουπονιού: ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΩΝ, ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΙΕΥΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΑΡΓΟΛΙΚΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Περίληψη. Βογιατζή Χρυσάνθη Προσοµοίωση Παράκτιου Υδροφορέα Βόρειας Κω

Περίληψη. Βογιατζή Χρυσάνθη Προσοµοίωση Παράκτιου Υδροφορέα Βόρειας Κω i Περίληψη Η περιοχή που εξετάζεται βρίσκεται στην νήσο Κω, η οποία ανήκει στο νησιωτικό σύµπλεγµα των ωδεκανήσων και εντοπίζεται στο νοτιοανατολικό τµήµα του Ελλαδικού χώρου. Ειδικότερα, η στενή περιοχή

Διαβάστε περισσότερα

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ & ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ & ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ 1 ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ & ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΙΘΑΝΑ ΑΙΤΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ ΣΤΟ ΠΑΛΑΙΟΚΑΣΤΡΟ ΝΙΣΥΡΟΥ ΠΡΟ ΡΟΜΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Από Γ. Ε. Βουγιουκαλάκη Αθήνα, Άυγουστος 2003 2 Πιθανά αίτια

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1)το γεωγραφικό πλάτος 2)την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3)το

Διαβάστε περισσότερα

65 m3/km2/year ή 65mm per 1000 years.

65 m3/km2/year ή 65mm per 1000 years. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΤΡΟΦΟ ΟΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΚΒΟΛΩΝ ΦΡΑΓΜΕΝΩΝ ΠΟΤΑΜΩΝ ΜΕ ΙΖΗΜΑΤΑ Α. Τουµαζής K. Κύρου Ν. Ιακώβου Ι. Σοφός Σ. Ζερβός Γ. Αναστασάκης 24 Σεπτεµβρίου 2008 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΦΡΑΓΜΑΤΑ/

Διαβάστε περισσότερα

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ Το κλίμα της Ευρώπης Το κλίμα της Ευρώπης Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ και ΚΛΙΜΑ Καιρός: Οι ατμοσφαιρικές συνθήκες που επικρατούν σε μια περιοχή, σε

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΥΔ ΒΟΡΕΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL02)

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΥΔ ΒΟΡΕΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL02) ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΥΔ ΒΟΡΕΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL02) Εκτίμηση ποιοτικής ς ΥΥΣ Με βάση το άρθρο 3 της υπουργικής απόφασης ΥΑ/Αρ.Οικ.1811/ΦΕΚ3322/Β /30.12.2011 σε εφαρμογή της παραγράφου

Διαβάστε περισσότερα

Γκανούλης Φίλιππος Α.Π.Θ.

Γκανούλης Φίλιππος Α.Π.Θ. Σύστηµα Υποστήριξης Αποφάσεων για την Ολοκληρωµένη ιαχείριση Υδάτων της ιασυνοριακής Λεκάνης Απορροής των Πρεσπών Γκανούλης Φίλιππος Α.Π.Θ. Ολοκληρωµένη ιαχείριση Υδατικών Πόρων Global Water Partnership

Διαβάστε περισσότερα

Προοπτικές CCS στην Ελλάδα

Προοπτικές CCS στην Ελλάδα ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΙΚΤΥΑ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ-Β ΚΥΚΛΟΣ» ΕΡΓΟ «ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΥΝΑΜΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΙΟΞΕΙ ΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ ΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ»

Διαβάστε περισσότερα

«ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΡΟΗΣ ΣΕ ΦΥΣΙΚΟ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΠΟΤΑΜΟ ΕΝΙΠΕΑ ΤΟΥ Ν. ΛΑΡΙΣΑΣ»

«ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΡΟΗΣ ΣΕ ΦΥΣΙΚΟ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΠΟΤΑΜΟ ΕΝΙΠΕΑ ΤΟΥ Ν. ΛΑΡΙΣΑΣ» Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Θεσσαλίας Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Τ.Ε. Λάρισας Π.Μ.Σ. «Σύγχρονες Τεχνολογίες Έργων Διαχείρισης Περιβάλλοντος» «ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΡΟΗΣ ΣΕ ΦΥΣΙΚΟ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΗ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Β. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΗ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Β. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΗ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Β ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ Για το σχηματισμό της χειμαρρικής δράσης ενεργούν οι εξής παράγοντες: Άμεσοι Παράγοντες Το κλίμα Το γεωλογικό υπόθεμα Η ανάγλυφη όψη Η βλάστηση

Διαβάστε περισσότερα

Ποτάμια Υδραυλική και Τεχνικά Έργα

Ποτάμια Υδραυλική και Τεχνικά Έργα Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Υδραυλικών Έργων Ποτάμια Υδραυλική και Τεχνικά Έργα Κεφάλαιο 10 ο : Απόθεση φερτών υλών Φώτιος Π. Μάρης Αναπλ. Καθηγητής Αίτια και

Διαβάστε περισσότερα

Η μελέτη χρηματοδοτήθηκε από το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα INTERREG IIIB- MEDOCC Reseau Durable d Amenagement des Ressources Hydrauliques (HYDRANET) (

Η μελέτη χρηματοδοτήθηκε από το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα INTERREG IIIB- MEDOCC Reseau Durable d Amenagement des Ressources Hydrauliques (HYDRANET) ( Ποιότητα νερού στραγγιστικών καναλιών πεδιάδας Χρυσούπολης - Προτάσεις επαναχρησιμοποίησης Καθηγητής Βασίλειος Α. Τσιχριντζής Διευθυντής Εργαστηρίου Οικολογικής Μηχανικής & Τεχνολογίας Πρόεδρος Τμήματος

Διαβάστε περισσότερα

ΥΔΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Β. ΤΣΙΟΥΜΑΣ - Β. ΖΟΡΑΠΑΣ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΟΙ

ΥΔΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Β. ΤΣΙΟΥΜΑΣ - Β. ΖΟΡΑΠΑΣ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΟΙ ΥΔΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Ε.Κ.Β.Α.Α. - Ι.Γ.Μ.Ε.Μ. Β. ΤΣΙΟΥΜΑΣ - Β. ΖΟΡΑΠΑΣ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΟΙ Διαθεσιμότητα των υδατικών πόρων και διαφοροποίηση των αναγκών σε νερό στις χώρες της της

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ. Ενότητα 7: Περιβάλλοντα Ιζηματογένεσης- Αλλουβιακά ριπίδια. Δρ. Αβραμίδης Παύλος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ. Ενότητα 7: Περιβάλλοντα Ιζηματογένεσης- Αλλουβιακά ριπίδια. Δρ. Αβραμίδης Παύλος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ Ενότητα 7: Περιβάλλοντα Ιζηματογένεσης- Αλλουβιακά ριπίδια Δρ. Αβραμίδης Παύλος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Σκοποί ενότητας Στην παρούσα ενότητα παρουσιάζεται ένα από τα πιο σημαντικά

Διαβάστε περισσότερα

Ασκήσεις Τεχνικής Γεωλογίας 7η Άσκηση

Ασκήσεις Τεχνικής Γεωλογίας 7η Άσκηση Ασκήσεις Τεχνικής Γεωλογίας 7η Άσκηση Στεγανότητα θέσης φράγµατος. Αξιολόγηση επιτόπου δοκιµών περατότητας Lugeon. Κατασκευή κουρτίνας τσιµεντενέσων. Β.Χρηστάρας Β. Μαρίνος, Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας

Διαβάστε περισσότερα

και M.A. Μιμίκου Καθηγήτρια Ε.Μ.Π. Ι. Παναγόπουλος ΥΔ Ε.Μ.Π. Ιωάννινα, 20 Μαρτίου 2010

και M.A. Μιμίκου Καθηγήτρια Ε.Μ.Π. Ι. Παναγόπουλος ΥΔ Ε.Μ.Π. Ιωάννινα, 20 Μαρτίου 2010 Διάβρωση και Yφαλμύριση λ ύ Yπογείων ί Yδάτων M.A. Μιμίκου Καθηγήτρια Ε.Μ.Π. Ι. Παναγόπουλος ΥΔ Ε.Μ.Π. Ιωάννινα, 20 Μαρτίου 2010 1 Γενικά Περιβάλλον: Βασικός ρυθμιστής της ανθρώπινης ανάπτυξης Αστικές

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΙΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ. Εισαγωγή στην Υδρολογία. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων

ΤΕΧΝΙΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ. Εισαγωγή στην Υδρολογία. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων ΤΕΧΝΙΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ Εισαγωγή στην Υδρολογία Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων ιάρθρωση του µαθήµατος Εισαγωγή στην Υδρολογία Κατακρηµνίσεις

Διαβάστε περισσότερα

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΝΕΑΣ ΧΑΛΚΗΔΟΝΑΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: «ΜΕΛΕΤΗ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ ΧΩΡΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟΥ» Α.Μ.: 124/2017 ΧΡΗΜ/ΣΗ: ΠΡΟΕΚ/ΜΕΝΗ ΑΜΟΙΒΗ: ΙΔΙΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

Παράκτια διάβρωση: Μέθοδοι ανάσχεσης μιας διαχρονικής διεργασίας

Παράκτια διάβρωση: Μέθοδοι ανάσχεσης μιας διαχρονικής διεργασίας Παράκτια διάβρωση: Μέθοδοι ανάσχεσης μιας διαχρονικής διεργασίας Βασίλης Καψιμάλης Διευθυντής Ερευνών, Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ ΗΜΕΡΙΔΑ: «Διάβρωση

Διαβάστε περισσότερα

Σημερινές και μελλοντικές υδατικές ανάγκες των καλλιεργειών της δελταϊκής πεδιάδας του Πηνειού

Σημερινές και μελλοντικές υδατικές ανάγκες των καλλιεργειών της δελταϊκής πεδιάδας του Πηνειού Σημερινές και μελλοντικές υδατικές ανάγκες των καλλιεργειών της δελταϊκής πεδιάδας του Πηνειού Σπυρίδων Κωτσόπουλος Καθηγητής, Διαχείριση Υδατικών Πόρων Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Τ.Ε. ΤΕΙ Θεσσαλίας AGROCLIMA

Διαβάστε περισσότερα

Tαξινόμηση υδρορρεύματος

Tαξινόμηση υδρορρεύματος Tαξινόμηση υδρορρεύματος Αποτελεί μια ευρέως εφαρμοσμένη μέθοδο χαρακτηρισμού των υδρορρευμάτων που βασίζεται στην προϋπόθεση ότι ο αριθμός ταξινόμησης έχει κάποια σχέση με το μέγεθος της περιοχής τροφοδοσίας

Διαβάστε περισσότερα

Αποσάθρωση. Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ

Αποσάθρωση. Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ Αποσάθρωση Ονομάζουμε τις μεταβολές στο μέγεθος, σχήμα και την εσωτερική δομή και χημική σύσταση τις οποίες δέχεται η στερεά φάση του εδάφους με την επίδραση των παραγόντων

Διαβάστε περισσότερα

Ερµηνεία Τοπογραφικού Υποβάθρου στη Σύνταξη και Χρήση Γεωλoγικών Χαρτών

Ερµηνεία Τοπογραφικού Υποβάθρου στη Σύνταξη και Χρήση Γεωλoγικών Χαρτών ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Επιµέλεια: ηµάδη Αγόρω Ερµηνεία Τοπογραφικού Υποβάθρου στη Σύνταξη και Χρήση Γεωλoγικών Χαρτών ΙΣΟΫΨΕΙΣ ΚΑΜΠΥΛΕΣ: είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕ Ο ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΙ GIS

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕ Ο ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΙ GIS ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ Υπεύθυνος Καθηγητής: Καρατζάς Γεώργιος ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Ι ΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΒΗΣ Κουργιαλάς Ν. Νεκτάριος ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ

Διαβάστε περισσότερα

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας Εισαγωγή Ο σκοπός της παρούσας μελέτης είναι ο εντοπισμός τμημάτων καταρχήν κατάλληλων από γεωλογική άποψη για οικιστική ή άλλη συναφή με δόμηση ανάπτυξη,

Διαβάστε περισσότερα

ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΡΥΠΑΝΣΗ ΣΤΟΝ ΚΟΛΠΟ ΤΗΣ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ. Μ.Δασενάκης ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ

ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΡΥΠΑΝΣΗ ΣΤΟΝ ΚΟΛΠΟ ΤΗΣ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ. Μ.Δασενάκης ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ, ΤΜΗΜΑ ΧΗΜΕΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΗΜΕΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΡΥΠΑΝΣΗ ΣΤΟΝ ΚΟΛΠΟ ΤΗΣ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ Μ.Δασενάκης ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ Ο ΣΑΡΩΝΙΚΟΣ ΚΟΛΠΟΣ Επιφάνεια: 2600 km 2 Μέγιστο βάθος: 450 m

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. Οδηγίας της Επιτροπής

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. Οδηγίας της Επιτροπής ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 17.5.2017 C(2017) 2842 final ANNEX 1 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ της Οδηγίας της Επιτροπής για την τροποποίηση της οδηγίας 2008/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά

Διαβάστε περισσότερα

«ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙEΡΓΗΤΙΚΕΣ ΜΟΝΑ ΕΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ»

«ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙEΡΓΗΤΙΚΕΣ ΜΟΝΑ ΕΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ» ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ Πτυχιακή διατριβή «ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙEΡΓΗΤΙΚΕΣ ΜΟΝΑ ΕΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ» Άντρεα Χ. Σταυρινίδη Λεµεσός 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Θαλάσσια ιζήματα_2. (συνέχεια...)

Θαλάσσια ιζήματα_2. (συνέχεια...) Θαλάσσια ιζήματα_2 (συνέχεια...) Τα υδρογενή ή αυθιγενή ιζήματα σχηματίζονται από την καθίζηση χημικών στοιχείων ή ενώσεων, τα οποία εξέρχονται της διαλελυμένης φάσης τους στην υδάτινη στήλη. κόνδυλοι

Διαβάστε περισσότερα

Το κλίµα της Ανατολικής Μεσογείου και της Ελλάδος: παρελθόν, παρόν και µέλλον

Το κλίµα της Ανατολικής Μεσογείου και της Ελλάδος: παρελθόν, παρόν και µέλλον Περιεχόµενα Κεφάλαιο 1 Το κλίµα της Ανατολικής Μεσογείου και της Ελλάδος: παρελθόν, παρόν και µέλλον 1.1 Εισαγωγή 1 1.2 Παλαιοκλιµατικές µεταβολές 3 1.3 Κλιµατικές µεταβολές κατά την εποχή του Ολοκαίνου

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ 1.1.1.1 ΕΡΓΟ: ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΝΕΡΟΥ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΛΙΜΝΗ ΚΟΥΜΟΥΝ ΟΥΡΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ 1.1.1.1 ΕΡΓΟ: ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΝΕΡΟΥ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΛΙΜΝΗ ΚΟΥΜΟΥΝ ΟΥΡΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΕΛ. ΚΕ. Θ. Ε. ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ 1.1.1.1 ΕΡΓΟ: ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΝΕΡΟΥ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΛΙΜΝΗ ΚΟΥΜΟΥΝ ΟΥΡΟΥ ΑΝΑ ΟΧΟΣ:

Διαβάστε περισσότερα