Πρόλογος Το σώµα, υλικό ή λογοθετικό, έµφυλο, σεξουαλικοποιηµένο, φυλετικό, ικανό ή αν-ίκανο, φυσιολογικό ή παρεκκλίνον, το ε- µπορευµατοποιηµένο σώµα, το σώµα που πάσχει, καταπιέζεται ή τιµωρείται, το ευπαθές σώµα αλλά και το ανθιστάµενο σώµα, το τροποποιήσιµο ή το δυνητικοποιηµένο σώµα, αποτελεί ένα από τα πιο πολυσυζητηµένα ζητήµατα των τελευταίων δεκαετιών γεγονός που µπορούµε εύκολα να εξηγήσουµε εάν σκεφτούµε ότι το σώµα όχι µόνο έχει συνυφανθεί µε την ατοµική ταυτότητα και την εκ µέρους του ατόµου διαρκή προσπάθεια συγκρότησης και ανασυγκρότησής της, αλλά αντιµετωπίζεται, παρά την αναµφίβολη υλική πραγµατικότητά του, και σαν ένα κείµενο δια µέσου του οποίου είναι δυνατόν να προσεγγίσουµε και να προβληµατοποιήσουµε κοινωνικές σχέσεις και εξουσιαστικές δοµές. Αυτό α- κριβώς είναι το στοιχείο που προσείλκυσε και το δικό µου ενδιαφέρον όσον αφορά το σώµα: τα σωµατικά χαρακτηριστικά και ειδικότερα οι σωµατικές διαφορές πάντοτε καθόριζαν κοινωνικές διακρίσεις και ιεραρχήσεις, φυσικοποιώντας τη διαφορά, ορίζοντας κάποια σώµατα ως τον κανόνα και, συνεπώς, κάποια άλλα ως παρεκκλίνοντα από αυτόν είτε πρόκειται για το φύλο, τη φυλή, την κοινωνική τάξη, την εθνική καταγωγή, τον σεξουαλικό προσανατολισµό, τη σωµατική ικανότητα. 9
ΜΑΡΙΤΑ ΠΑΠΑΡΟΥΣΗ Σε µια πρώτη, απλοϊκή ίσως αλλά οπωσδήποτε πειστική, προσέγγιση είναι προφανές γιατί συµβαίνει κάτι τέτοιο. Το ανθρώπινο σώµα είναι η πλέον εµφανής, ορατή έκφανση του ανθρώπινου είναι όπως αναφέρει και ο Woodward, συνδέοντας το σώµα, το οπτικό στοιχείο και την ταυτότητα: το οπτικό στοιχείο προσφέρει ένα πανίσχυρο µέσον δια του οποίου παρουσιάζονται οι ταυτότητες. Αυτό αφορά τόσο τα σώµατα που ενοικούµε όσο και τις εικόνες τις οποίες κοιτάζουµε. Το σώµα είναι το µέσον δια του ο- ποίου µεταφέρονται µηνύµατα σχετικά µε την ταυτότητα (Woodward, 2002: 118). Από την άλλη πλευρά, κώδικες και συστήµατα κατανόησης και ερµηνείας του φύλου, της σεξουαλικότητας, της φυλής, της εθνικότητας, της σωµατικής ικανότητας βασισµένες σε κυρίαρχες ιεραρχικές επιστηµολογίες διαµόρφωσαν και επηρέασαν τρόπους προσέγγισης των σωµάτων που ε- ντάσσονται ή/και καθιστούν τον κανόνα ή αποκλίνουν από αυτόν. Το γυναικείο σώµα, το σώµα αυτών που δεν ανήκουν στη λευκή φυλή, αυτών που διασχίζουν ποικίλων ειδών όρια, κυριολεκτικά και µεταφορικά, ή όσων έχουν κάποια αναπηρία, ιδωµένο µέσα από το διπολικό πρίσµα των παραδοσιακών δυϊσµών της υτικής σκέψης (πνεύµα / σώµα, πολιτισµός / φύση, άνδρας / γυναίκα), ανάγεται σε σώµα της διαφοράς, στο σώµα του Άλλου, µε τα χαρακτηριστικά του να στοχεύουν στην πριµοδότηση του σώµατος του Εγώ αλλά και στην ιδεολογική, και επιστηµονική, συνηγορία της αξιολογικής υποβάθµισης της ετερότητας, µε αποτέλεσµα τις διακρίσεις, το στιγµατισµό, την υποτέλεια, την εκµετάλλευση, την περιθωριοποίηση αλλά και την εξωτικοποίηση ή την εξιδανίκευση, κάποιες φορές, των σωµάτων αυτών. Για να το θέσω διαφορετικά, το σώµα του Άλλου συνιστά κεντρικό σηµείο αναφοράς στη γενι- 10
κότερη προσπάθεια ρύθµισης της κοινωνικής πραγµατικότητας και των συµβολικών δοµών που την υποστηρίζουν. Είναι ο τόπος στον οποίο οι κανόνες επιβάλλονται είναι όµως και ο τόπος στον οποίο οι κανόνες παραβιάζονται, ανατρέπονται, χάνουν την ισχύ τους, αφού το σώµα έχει τη δυνατότητα επιτέλεσης εντελώς αποδιοργανωτικών σωµατικών πρακτικών. Η σύγχρονη θεωρία έχει προσεγγίσει το σώµα µέσα από πολλές και διαφορετικές οπτικές, βοηθώντας µας να διασαφηνίσουµε πολλά αλλά και να αντιληφθούµε την αδιαφιλονίκητη πολυπλοκότητά του το γεγονός ότι ανθίσταται συνεχώς σε κάθε απόπειρα οριστικών προσδιορισµών και οριοθετήσεων. Σε κάθε περίπτωση, όµως, έχει διαρρήξει τελειωτικά την ψευδαίσθηση ενός σώµατος σταθερού και φυσικά δεδοµένου, ωθώντας µας να το αντιµετωπίσουµε σα µια «κοινωνικά κατασκευασµένη, ρευστή και διαρκώς µεταβαλλόµενη, κειµενική σωµατικότητα» (Μακρυνιώτη, 2004: 20), τόπο εγγραφής σηµασιών αλλά και συµµετέχοντα στη δια- µόρφωση και αναδιαµόρφωση ατοµικής και κοινωνικής δράσης και συµπεριφοράς. Αντιµετωπίζοντας και εγώ το σώµα µέσα από µια παρόµοια οπτική, µε ενδιαφέρει το σώµα ως πεδίο εγγραφής και επανεγγραφής πολιτισµικών λόγων, τόπος στον οποίο οι λόγοι αυτοί αναπαράγονται αλλά και αποδοµούνται. Για να γίνω πιο σαφής, µε ενδιαφέρουν τα σώµατα που σηµαδεύονται ως διαφορετικά οι τρόποι µε τους οποίους κάποια σώµατα ετεροποιούνται, συντελώντας στη ρύθµιση κοινωνικών και συµβολικών ορίων, αλλά και οι τρόποι µε τους οποίους τα σώµατα καταφέρνουν να αποδιαρθρώσουν τα όρια αυτά. Σε ένα παρόµοιο πλαίσιο, το σώ- µα φαντάζει σαν ένας χώρος έµπλεος δυνατοτήτων για την 11
ΜΑΡΙΤΑ ΠΑΠΑΡΟΥΣΗ (επαν)εγγραφή της διαφοράς. Κάτι ανάλογο θα µπορούσε να ειπωθεί και για το λογοτεχνικό κείµενο, γι αυτό και στις σελίδες που ακολουθούν το επίκεντρο του προβληµατισµού µου τίθεται σε λογοτεχνικά κείµενα, γραµµένα από σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς, άνδρες και γυναίκες, στα οποία τα σώµατα των προσώπων παράγουν σηµασία αναφορικά µε το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισµό και τη σεξουαλική επιθυµία, την εθνική προέλευση και την πολιτισµική διαφορά ή τη σωµατική ικανότητα. Η Lori Hope Lefkowitz, στο βιβλίο της Textual bodies: changing boundaries of literary representation, παρατηρεί ότι η ιστορία του σώµατος στη λογοτεχνία είναι και µια ιστορία σωµατικών παραβιάσεων, υπό την έννοια ότι κάθε φορά που το σώµα προσδιορίζεται µε καινούργιους τρόπους έρχεται σαν αναγκαία συνέπεια και µια συνακόλουθη αλλαγή στο τι σηµαίνει η παραβίαση των ορίων του (Lefkowitz, 1997: 1). Με άλλα λόγια, το σώµα είναι ιστορικά, κοινωνικά και πολιτισµικά προσδιορισµένο είναι µεταβαλλόµενο, υπό συνεχή διαµόρφωση και επαναπροσδιορισµό και, κατά συνέπεια, χαρακτηριζόµενο από µια δυναµική που είναι συχνά αποδιοργανωτική για κάθε τι που θεωρείται έως εκείνη τη στιγµή κανονιστικό. Παρόµοιες απόψεις, µε τις οποίες συµφωνώ, µε έκαναν να εστιάσω την προσοχή µου σε λογοτεχνικά κείµενα µιας συγκεκριµένης εποχής πιο συγκεκριµένα, σε κείµενα που είναι γραµµένα τις τελευταίες, κοντινές σε εµάς, δεκαετίες για να διερευνήσω τους τρόπους µε τους οποίους έχουν οικοδοµήσει, αποδοµήσει, και σε κάποιες περιπτώσεις αναδοµήσει, εικόνες ετεροποιηµένων σωµάτων, έχοντας πάντοτε στραµµένο το ενδιαφέρον µου στο αν και σε ποιο βαθµό οι λογοτεχνικές αυτές κατασκευές αναπαρά- 12
γουν ή προβληµατοποιούν τους πολιτισµικούς και κοινωνικούς λόγους στους οποίους εγγράφονται, αλλά και στο πώς και σε ποιες περιπτώσεις οι µυθοπλαστικές αναπαραστάσεις οικοδοµούν νέες σωµατικές πραγµατικότητες. Στόχος µου είναι να ερευνηθεί η ετεροποίηση µέσα από τον τρόπο της σωµατικότητας και ιδιαίτερων εκφάνσεων διαφοράς που εκφράζονται από το σώµα, τις ση- µασίες που του αποδίδονται και τις λειτουργίες του. Το σώµα της µετανάστριας, της πόρνης, του παρενδυτικού, του ασθενούς ή του ανάπηρου, το τερατώδες σώµα, το τραυµατισµένο σώµα ή το σώµα που κείται εκτός φυσικών ορίων το αντιµετωπίζω σαν έναν τόπο εν δυνάµει αµφισβήτησης ιεραρχικών και κανονιστικών κατηγοριών σαν µια επενδεδυµένη µε ιδεολογική σηµασία υλικότητα που έχει τη δυνατότητα να αποδοµήσει τους συµβατικούς ό- ρους της διαφοράς ιδιαίτερα αυτούς που αντλούν τη σηµασία τους από οριοθετήσεις και ιεραρχικές κατηγοριοποιήσεις. Σε ένα παρόµοιο πλαίσιο τα όρια, ή µάλλον η κοινωνικά κατασκευασµένη έννοια των ορίων, έτσι όπως µας φέρνουν αντιµέτωπους µε ο- ριοθετήσεις, ρυθµίσεις, περιορισµούς αλλά και µε την παραβίαση ή την αναδιαµόρφωσή τους, αναδεικνύονται σε έναν παράγοντα καθοριστικής σηµασίας γι αυτό, άλλωστε, και έχω αναφερθεί ήδη, στο πλαίσιο του προλόγου αυτού, πολλές φορές σε αυτά, ενώ και στις σελίδες που ακολουθούν θα αναφερθώ συχνά σε σώµατα που υπερβαίνουν όρια, γεωγραφικά, κοινωνικά, έµφυλα, σεξουαλικά, ή/ και αναζητούν νέα, στην προσπάθειά µου να δείξω ότι το σώµα συνήθως καταφέρνει να διαφύγει από τα όρια στα οποία αποπειρώνται να το περιορίσουν. 13
ΜΑΡΙΤΑ ΠΑΠΑΡΟΥΣΗ Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου αποπειρώµαι µια περιήγηση σε σύγχρονες θεωρίες προσέγγισης του σώµατος. Το κεφάλαιο µε τίτλο το Ξένο Σώµα περιστρέφεται γύρω από την κοινωνική κατασκευή του µεταναστευτικού υποκειµένου ως ξένου σώµατος και την ενσώµατη εµπειρία της µετανάστευσης. Ασχολούµαι µε λογοτεχνικά κείµενα στα οποία βασικό ρόλο παίζουν µετανάστριες αλλά και µετανάστες. Ασχολούµαι µε τους διαπλεκόµενους λόγους σεξουαλικότητας, φύλου και εθνικότητας, διερευνώντας τους τρόπους µε τους οποίους η αφήγηση οικοδοµεί αλλά και αποδο- µεί σεξουαλικοποιηµένους έµφυλους και εθνοτικούς Αλλους δια- µέσου των σωµάτων τους. Ασχολούµαι όµως και µε το εργαζόµενο σώµα του µετανάστη, µελετώντας τους τρόπους αφηγηµατικής του οικοδόµησης σαν ένα σώµα διφορούµενο. Στο τρίτο κεφάλαιο, µε τίτλο Σώµατα Εκτός Ορίων: Εκφάνσεις Εµφυλης Ετερότητας, ασχολούµαι µε κείµενα στα οποία τα σώµατα, ανδρικά και γυναικεία, προβληµατοποιούν τα όρια του φύλου και της σεξουαλικότητας εντός του πολιτισµικά διανοητού µε σώµατα που θέτουν σε αµφισβήτηση στερεοτυπικές κανονικότητες, διαπραγµατεύονται την έννοια του περιθωριακού και του αποκείµενου, ναρκοθετούν πεποιθήσεις σχετικά µε το απαραβίαστο των ορίων της υποκειµενικότητας, προβάλλοντας την εναλλακτική εκδοχή της έµφυλης ρευστότητας και της έκ-κεντρης σεξουαλικότητας. Στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, µε τίτλο Το σώµα που πάσχει, διερευνώ τους τρόπους µε τους οποίους η αφήγηση οικοδοµεί άρρωστα, ανάπηρα και τραυµατισµένα σώµατα. Αυτό που µε ενδιαφέρει είναι εάν σώµατα όπως αυτά γίνονται ένα µέσον εγγραφής κοινωνικών ανησυχιών σχετικά µε την ευπάθεια, την κανονικότητα ή 14
την ακεραιότητα του Εγώ, αλλά και η πραγµατικότητα του σώµατος που πάσχει η σωµατική οδύνη, οι µνήµες που το σώµα κουβαλά καθώς και τα ποικίλα σηµάδια του ό,τι συνιστά, δηλαδή, µια µορφή επικοινωνίας δια µέσου του σώµατος. Τα κείµενα που έχω επιλέξει δεν είναι πολλά δεν ήταν στόχος µου, άλλωστε, να ασχοληθώ µε όλες τις περιπτώσεις κειµένων που δείχνουν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον είτε για το σώµα είτε για τη διαφορά. Πιστεύω όµως ότι αυτά που µε απασχόλησαν µπορούν να βοηθήσουν τον αναγνώστη να έρθει σε επαφή µε ποικίλες εκδοχές όλων αυτών των ετεροποιηµένων σωµάτων που συνυπάρχουν στη σύγχρονη λογοτεχνία µας, όχι για να δώσουν τελειωτικές απαντήσεις στα ζητήµατα που πραγµατεύονται αλλά για να υποδηλώσουν τις δύσκολες, περίπλοκες, αντιφατικές, αποδιοργανωτικές και, γι αυτό ακριβώς, ενδιαφέρουσες σχέσεις σώµατος, κανονικότητας και διαφοράς. 15