Φραντς Γιόζεφ Χάυντν (Franz Joseph Haydn) (31 Μαρτίου 1732, Ροράου 31 Μαΐου 1809, Βιέννη) Αναγνώσµατα από το βιβλίο Η Απόλαυση της Μουσικής (Machlis, Forney), για τους µαθητές που θα µελετήσουν το έργο: Κεφάλαιο: «Ο κλασικισµός στις Τέχνες, ο κλασικισµός στη Μουσική», σελ. 205-210. Κεφάλαιο: «Το ύφος της Μουσικής ωµατίου του 18 ου αι., το κουαρτέτο εγχόρδων», σελ. 212-213. Κεφάλαιο:«Χάυντν, η ζωή και η Μουσική του», σελ.224 225. ΤΟ ΚΟΥΑΡΤΕΤΟ ΕΓΧΟΡ ΩΝ Ως µουσικό είδος, το κουαρτέτο εγχόρδων αποτελεί µια ιδιαίτερη πρόκληση, τόσο για το συνθέτη, όσο και για τον ακροατή. Ένα µικρό σύνολο εγχόρδων, αποτελούµενο από δύο βιολιά, µια βιόλα και ένα βιολοντσέλο, στερείται των αντιθετικών ηχοχρωµάτων των ξύλινων ή των χάλκινων πνευστών. Έτσι, ο συνθέτης παρακινείται να εφεύρει τρόπους, ώστε να ξεπεράσει την έλλειψη αυτή. Η δοµή του κουαρτέτου εγχόρδων ακολουθεί το τετραµερές σχήµα του κύκλου σονάτας. Το πρώτο µέρος (Allegro), γρήγορο, στην τονική και σε µορφή σονάτας, παρουσιάζει τα θέµατα και τα µοτίβα τους, ενώ ο συνθέτης διαµοιράζει το υλικό στα τέσσερα όργανα, τηρώντας τις αναλογίες. Το δεύτερο µέρος είναι αργό και λυρικό, στη µορφή Θέµα και Παραλλαγές ή σε Τριµερή Μορφή (Α-Β-Α). Το τέµπο είναι συνήθως Andante ή Adagio, ενώ προβάλλεται η οµορφιά της µελωδίας. εσπόζει µία απλή µελωδική γραµµή, αντίθετα µε τη συνεχή µελωδική αλληλεπίδραση που χαρακτηρίζει το πρώτο µέρος. Το τρίτο µέρος είναι χορευτικό σε τρίσηµο µέτρο. Στην κλασική εποχή είναι ένα µινουέτο και τρίο, χαριτωµένο και σε µέτρια ρυθµική αγωγή. Το µινουέτο επαναλαµβάνεται µετά το τρίο, σχηµατίζοντας έτσι την τριµερή δοµή. Στα κουαρτέτα του Χάυντν, σε αυτό το µέρος αφθονούν τα λαϊκά στοιχεία. Το τέταρτο µέρος είναι σε µορφή σονάτας ή ροντό, µε γρήγορη ρυθµική αγωγή. Σ αυτό ξεχωρίζει µια µονόγραµµη µελωδία, ενώ εµπεριέχονται λαϊκοχορευτικά στοιχεία. Η συµβολή του Χάυντν στην εξέλιξη του κουαρτέτου εγχόρδων, ήταν αποφασιστικής σηµασίας. Τα 68 κουαρτέτα του αποτελούν αναπόσπαστο µέρος της φιλολογίας γι αυτό το σύνολο και χαρακτηρίζονται από την πυκνή µουσική υφή, που βασίζεται στην ανάπτυξη των µοτίβων. Στα πρώτα του έργα, ο συνθέτης επιτρέπει στο πρώτο βιολί να έχει την πρωτοκαθεδρία, ενώ τα υπόλοιπα όργανα εκτελούν χρέη συνοδείας. Από το 1781 όµως, όταν έγραψε τα έξι κουαρτέτα op. 33 και έπειτα, µεταχειρίζεται και τα τέσσερα όργανα ως ισότιµα. Είναι ο πρώτος συνθέτης που χάρισε και στα τέσσερα όργανα την ξεχωριστή οντότητά τους, έτσι ώστε το καθένα να έχει ένα σηµαντικό ρόλο στο έργο. Ο Μότσαρτ, που συµµετείχε στην εκτέλεση αυτών των κουαρτέτων παίζοντας το µέρος της βιόλας, επηρεάστηκε τόσο πολύ, ώστε έγραψε τα έξι καλύτερα του κουαρτέτα εγχόρδων (op. 14-19), τα οποία αφιέρωσε στο Χάυντν. Αυτά, επηρέασαν µε τη σειρά τους το Χάυντν στη σύνθεση Hλεκτρονική επεξεργασία παρτιτούρων: Καλυψώ Απέργη,
των τελευταίων του κουαρτέτων, στα οποία παρατηρούνται παράδοξες συγγένειες τονικοτήτων, ενδιαφέρουσες περιπλανήσεις από τονικότητα σε τονικότητα, αυξηµένες απαιτήσεις δεξιοτεχνίας από τους εκτελεστές και ισότιµη µεταχείρηση των τεσσάρων οργάνων. Τα τελευταία αυτά κουαρτέτα περιέχουν σηµεία τεράστιας πνευµατικής δύναµης και δίκαια συγκαταλέγονται ανάµεσα στα υψηλότερα επιτεύγµατα της τέχνης του. ΚΟΥΑΡΤΕΤΟ ΕΓΧΟΡ ΩΝ ΟΡ. 77, ΑΡ. 1, ΣΕ ΣΟΛ ΜΕΙΖΟΝΑ Ο Χάυντν συνέθεσε τα δύο κουαρτέτα του op. 77 το 1799, προς το τέλος της καριέρας του, και τα αφιέρωσε στον Πρίγκηπα Lobkowitz. Πιθανόν τα δύο αυτά κουαρτέτα να ήταν τα πρώτα µιας εξάδας, που όµως ποτέ δεν ολοκληρώθηκε. Ήταν η περίοδος κατά την οποία ο Μπετόβεν παρουσίαζε τα πρώτα έξι δικά του κουαρτέτα εγχόρδων (op. 18) και ενδεχοµένως ο Χάυντν να ήθελε να αποφύγει τη σύγκριση. Τα κουαρτέτα αυτά ήταν από τα ελάχιστα έργα ορχηστρικής µουσικής που συνέθεσε στα τελευταία του χρόνια (1795-1809), µετά την επιστροφή του από το Λονδίνο, αφού αφιερώθηκε στη σύνθεση κυρίως φωνητικής µουσικής. Μαζί µε τα έξι κουαρτέτα του op. 76, αποτελούν τα κορυφαία επιτεύγµατα του συνθέτη στο είδος αυτό. Είναι γραµµένα µε πολλή προσοχή για κάθε όργανο και γίνεται δηµιουργική χρήση της µορφής σονάτας. Γενικότερα, τα κουαρτέτα της τελευταίας δεκαετίας της ζωής του εκφράζουν την αλλαγή στην επαγγελµατική ζωή του Χάυντν, µετά την αποδέσµευσή του απο το παλάτι των Eszterházy και τη επιστροφή του από το Λονδίνο. Είναι, δε, γραµµένα για το ευρύτερο κοινό. Είναι πιο δεξιοτεχνικά, πιο εκκεντρικά, µεγαλύτερης έκτασης και µε περισσότερες τολµηρές ρυθµικές και αρµονικές διαφορές. Παρ όλη τη σοβαρότητα και την τέχνη τους, είναι απολαυστικά για τον ακροατή. Ο Χάυντν είχε την ικανότητα να είναι ταυτόχρονα προσιτός και βαθύς, να συνδυάζει στη µουσική του την χαρούµενη διάθεση µε τη σοβαρότητα. Σύµφωνα µε το µελετητή του Χάυντν, Karl Geringer, τα κουαρτέτα αυτά γράφτηκαν όταν η πραγµατική έκφραση φαινόταν στο Χάυντν πιο σηµαντική από την τέλεια ισορροπία ανάµεσα στη φόρµα και στο περιεχόµενο. Το κουαρτέτο op. 77, αρ. 1, αποτελείται από τις ακόλουθες κινήσεις: 1. Allegro moderato 2. Adagio 3. Minuet (Presto) - Trio 4. Finale : Presto
ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΡΩΤΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΑLLEGRO MODERATO ΕΚΘΕΣΗ Η πρώτη κίνηση, σε µορφή µονοθεµατικής σονάτας, ξεκινά µε ένα ξέσπασµα θετικής ενέργειας. Tην εναρκτήρια τονική συγχορδία, Σολ µείζονα, σε forte, διαδέχεται ένα ξαφνικό, τρυφερό piano, όπου το βιολί παρουσιάζει ένα ρυθµικό θέµα πάνω από µια απλή, staccato συνοδεία (µέτρα 1-18). Οι απότοµες εναλλαγές forte-piano προσδίδουν ενδιαφέρον στο µέρος αυτό. Ακολουθεί µια ορµητική γέφυρα, όπου τα δύο βιολιά µοιράζονται µια µελωδία µε τρίηχα (µέτρα 19-26).
Στη συνέχεια, τo θέµα επαναλαµβάνεται από το τσέλο στη δεσπόζουσα, ενώ το βιολί συµπληρώνει µε στοιχεία απο το θέµα (µέτρα 27-38). Παράλληλα, το δεύτερο βιολί και η βιόλα συνοδεύουν µε κατιόντα µελωδικά διαστήµατα στο πρώτο µισό, και µε ανιόντα στο δεύτερο.
Ακολουθεί ένα µέρος στο οποίο το πρώτο βιολί παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο µε δεξιοτεχνικά περάσµατα τριήχων (µέτρα 46-54). Στην κατάληξη της Έκθεσης (codetta), επαναλαµβανόµενα αρπίσµατα στη δεσπόζουσα και στην τονική εκτελούνται και από τα τέσσερα όργανα, σε αντίθετη κίνηση (µέτρα 58-62). Η Έκθεση κλείνει µε µια συγχορδία στη δεσπόζουσα και επαναλαµβάνεται ολόκληρη από την αρχή. Μέτρα 46-54 Μέτρα:58-62
ΑΝΑΠΤΥΞΗ Το µέρος αυτό, που είναι αρκετά εκτεταµένο, παρουσιάζει και το περισσότερο ενδιαφέρον, µε διαφοροποιήσεις των µοτίβων του πρώτου µέρους και µε αναπάντεχες µετατροπίες από τονικότητα σε τονικότητα. Ξεκινά µε µια περαστική συγχορδία στη Σι ελάσσονα (µέτρο 63), ενώ στη συνέχεια το θέµα υπόκειται σε τροποποιήσεις. Μεταφέρεται αρχικά στη Ντο µείζονα (µέτρα 64-68), Μέτρα: 63-68 για να ακολουθήσει ένα µέρος όπου το πρώτο βιολί εκτελεί µια µελωδία µε βάση το µοτίβο των τριήχων από το πρώτο µέρος (µέτρα 69-74), τώρα στη Μι ελάσσονα. Στα µέτρα 87-92 το θέµα κάνει την επανεµφάνισή του στο βιολοντσέλο, στην αρχική τονικότητα της Σολ µείζονας (στην έκθεση), ενώ το βιολί συµπληρώνει µε το µοτίβο του θέµατος, σε αντίθετη κίνηση.
Στη συνέχεια, η ένταση κορυφώνεται µε επαναλαµβανόµενες νότες από όλα τα όργανα, διαδοχικές αλλαγές τονικότητας και crescendo, που καταλήγει στο ff (µέτρα 92-108). Ακολουθεί ένα πιο ήσυχο µέρος (µέτρα 109-114) µε νότες µεγαλύτερης διάρκειας. Μέτρα: 109-114 Αµέσως µετά (µέτρα 115-127) η ένταση επανέρχεται, µε τα τρίηχα να κυριαρχούν στις φωνές του δεύτερου βιολιού, του τσέλλου και της βιόλας. Παράλληλα, το βιολί εκτελεί µια µελωδία µε στοιχεία από τα µέτρα 41-42 του πρώτου µέρους, που µας οδηγεί στο επόµενο µέρος.
ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ Μετά απο ένα πλατύ µέρος ανάπτυξης, το θέµα επανέρχεται στην τονική (µέτρο 128) Μέτρο 128,129 και µέχρι το µέτρο 140 είναι µια πιστή µίµηση της αρχικής εµφάνισης. Το µέρος που ακολουθεί (µέτρα 141-148) περιέχει στοιχεία µελωδικά και ρυθµικά που δεν χρησιµοποιήθηκαν στα προηγούµενα µέρη. Στη συνέχεια, το πρώτο βιολί αναλαµβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο, θυµίζοντάς µας τα µέτρα 46-54 του πρώτου µέρους, τώρα όµως στην τονική (µέτρα 149-161). Ακολουθεί η coda, όπου διαδοχικά αρπίσµατα στην τονική, υποδεσπόζουσα και δεσπόζουσα και στα τέσσερα όργανα, δίνουν την αίσθηση του τέλους (µέτρα 162-167). Όµως, στο µέτρο 168 κάνει ξαφνικά την επανεµφάνισή του το µοτίβο του θέµατος σε piano και στα τέσσερα όργανα.
µέτρα: 162-168 Το καταληκτικό τµήµα (µέτρα 180-189) είναι forte, µε στοιχεία από την codetta, ολοκληρώνοντας δυναµικά την πρώτη κίνηση του κουαρτέτου, στην τονική.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Machlis, J. Η απόλαυση της Μουσικής. 2. Rosen, C. The classical style: Haydn, Mozart, Beethoven. 3. Grout, D. J., Palisca, C. V. Α history of Western music. 4. ιαδίκτυο: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=45&afid=13.