ConseilUE Συμβούλιο τηςευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες,30Ιουλίου2014 (OR.en) 12243/14 LIMITE PUBLIC JAI624 ECOFIN766 EF207 RELEX645 ENFOPOL236 COTER60 ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: ΣυντονιστήΑντιτρομοκρατικήςΔράσηςτηςΕΕ Επιτροπήτων ΜονίμωνΑντιπροσώπων/Συμβούλιο αριθ.προηγ.εγγρ.:15062/11jai702ecofin656ef132relex991,enfopol336 COTER78 Θέμα: Έκθεσηγιατηνεφαρμογήτηςαναθεωρημένηςστρατηγικήςγιατην καταπολέμησητηςχρηματοδότησηςτηςτρομοκρατίας Εισαγωγή Ηαναθεωρημένηστρατηγικήγιατηνκαταπολέμησητηςχρηματοδότησηςτηςτρομοκρατίας,η οποίαεγκρίθηκεαπότοσυμβούλιοστις24και25ιουλίου2008 1,ανέθεσεστοΣυντονιστή ΑντιτρομοκρατικήςΔράσης(στοεξής«ΣΑΔ»)ναμεριμνήσει,σεσυνεργασίαμετηνΕπιτροπή,για τησυνέχειαπουθαδοθείστηναναθεωρημένηστρατηγική. Ωςεκτούτου,στηνανάχείραςέκθεσηπουσυντάχθηκεσεσυνεργασίαμετηνΕπιτροπή παρουσιάζεταιηπρόοδοςπουεπετεύχθηκατάτηνυλοποίησητωνστόχωνοιοποίοιμνημονεύονται στηναναθεωρημένηστρατηγική.ηπροηγούμενηέκθεσηπαρουσιάστηκεστηνκοινήσυνεδρίαση τωνομάδων«τρομοκρατία»(twp)και«τρομοκρατία»(διεθνείςπτυχές)(coter)στις20 Οκτωβρίου2011καιστησύνοδοτουΣυμβουλίου(3135 η σύνοδος)στις13και14δεκεμβρίου 2011 2. 1 11778/1/08REV1 2 15062/11 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 1
Η καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας καταγράφεται ως βασικό πεδίο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας στην αντιτρομοκρατική στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 15 Δεκεμβρίου 2005 3. Επίσης, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του σχεδίου αντιτρομοκρατικής δράσης της ΕΕ, το οποίο εγκρίθηκε από την ΕΜΑ στις 13 Φεβρουαρίου 2006 4, ως μέρος του σκέλους «Καταδίωξη». Γενικότερα, είναι σημαντικό να αξιολογηθεί εκ του σύνεγγυς η αποτελεσματικότητα των διάφορων μέτρων καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Μπορεί να υποστηριχθεί ότι ορισμένα από τα μέτρα οδήγησαν σε σημαντική μείωση των ευκαιριών χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μέσω γνωστών διαύλων. Οι συνεχιζόμενες προσπάθειες στα κράτη μέλη, στο πλαίσιο των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και η συνεργασία με διεθνείς εταίρους και σε διεθνή φόρα επιδιώκουν να καλύψουν γνωστούς προβληματικούς τομείς. Ωστόσο, σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο με ασταθείς και ενεργές εστίες κρίσης, θα συνεχίζουν να εμφανίζονται καταστάσεις που είτε συνοδεύονται είτε τροφοδοτούνται από τρομοκρατικές δραστηριότητες. Μία από τις στρατηγικές για την αποτροπή ή αναχαίτιση τρομοκρατικών δραστηριοτήτων είναι η στέρηση των οικονομικών πόρων των υποκινητών τους. Στην ανά χείρας έκθεση θα εξεταστούν αναλυτικότερα οι δράσεις που έχουν αναληφθεί και τα αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί από την εφαρμογή των συστάσεων της αναθεωρημένης στρατηγικής για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η έκθεση παρουσιάζει μια γενική εικόνα και εστιάζει στην περίοδο από τη δημοσίευση της τελευταίας έκθεσης το 2011 έως τον Ιούλιο του 2014. Ανάλυση της κατάστασης και των απειλών - Σύσταση 2 Σκοπός της συγκεκριμένης σύστασης είναι η παροχή ενημερωμένων πληροφοριών και αναλύσεων σχετικά με τις μεταβαλλόμενες απειλές, τάσεις και μεθόδους με σκοπό την αντίστοιχη ευθυγράμμιση και στοχοθέτηση των ενωσιακών προσπαθειών και δράσεων. Το Κέντρο Ανάλυσης Πληροφοριών της ΕΕ (INTCEN) συνεχίζει να παρέχει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή τακτικές αναλύσεις των εξελίξεων σχετικά με απειλές που αφορούν τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Επιπλέον, το INTCEN και η Ευρωπόλ συνεχίζουν να συνεργάζονται και η Ευρωπόλ ανταποκρίνεται τακτικά σε αιτήματα του INTCEN. 3 14469/4/05 REV 4 4 5771/1/06 REV 1 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 2
Όπως σαφώς αναφέρει η Ευρωπόλ στην έκθεσή της για την κατάσταση και τις τάσεις της τρομοκρατίας στην ΕΕ (TE-SAT) το 2014, οι τρομοκράτες έχουν αναπτύξει μια ρεαλιστική προσέγγιση ως προς τη χρηματοδότηση. Αυτό αντικατοπτρίζεται στις μυριάδες μεθόδους που χρησιμοποιούνται, συμπεριλαμβανομένων εγκληματικών δραστηριοτήτων διαφόρων ειδών και νόμιμων (λ.χ. έσοδα από δημοσιεύσεις και συναφή) ή «ημι-νόμιμων» δραστηριοτήτων (λ.χ. «φόροι» που συλλέγονται από συγκεκριμένες κοινότητες ή κατάχρηση φιλανθρωπικών δωρεών) από τρομοκρατικές ομάδες κάθε είδους. Δοκιμασμένες και αποδοτικές μέθοδοι που αποφέρουν κέρδη, όπως η απάτη στις κοινωνικές παροχές, η παράνομη χρήση πιστωτικών καρτών, οι αιτήσεις δανείων και οι αθετήσεις υποχρεώσεων εξόφλησης δανείων, εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται από τρομοκράτες. Η άντληση εσόδων μέσω εκβίασης, ιδίως εντός κοινοτήτων μεταναστών, επίσης εξακολουθεί να υφίσταται. Εκτός ΕΕ, οι απαγωγές για λύτρα παραμένουν πολύ αποτελεσματική τακτική χρηματοδότησης ορισμένων τρομοκρατικών ομάδων. Τα κράτη μέλη των ΗΕ υποχρεούνται, βάσει της απόφασης 1904 (2009) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ, να εμποδίζουν την άμεση ή έμμεση πληρωμή λύτρων σε τρομοκράτες, σύμφωνα με το καθεστώς κυρώσεων που έχουν επιβάλει τα ΗΕ στην Αλ Κάιντα. Τον Ιανουάριο του 2014 το Συμβούλιο Ασφαλείας των ΗΕ εξέδωσε την απόφαση 2133 (2014) για την απαγόρευση τέτοιου είδους πληρωμών σε όλες τις τρομοκρατικές οντότητες. Επιπλέον, το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της 23ης Ιουνίου 2014 ενέκρινε για πρώτη φορά συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με τις απαγωγές για λύτρα 5 στα οποία επιβεβαιώνεται η δέσμευση της ΕΕ να αντιμετωπίσει το πρόβλημα σύμφωνα με την απόφαση 2133 του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ. Στην TE-SAT 2014, η Ευρωπόλ αναφέρει επίσης ότι η άντληση εσόδων γίνεται υπό την κάλυψη (φιλανθρωπικών) δωρεών καθώς και μέσω ενός είδους παράνομης φορολόγησης. Στα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν διεξαχθεί πολλές έρευνες σχετικά με την εκμετάλλευση φιλανθρωπικών δωρεών και μη κερδοσκοπικών οργανώσεων για την άντληση εσόδων προς όφελος τρομοκρατικών οντοτήτων. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι προσκλήσεις για δωρεές δημοσιεύθηκαν σε διαδικτυακούς τόπους και φόρουμ. Σε μία αντιτρομοκρατική έρευνα, σημειώθηκε ότι οι υποτιθέμενες φιλανθρωπικές ενέργειες προωθούνταν μέσω του Facebook. Επιπλέον, υπάρχουν υποψίες ότι ορισμένες μη κερδοσκοπικές οργανώσεις χρησιμεύουν ως βιτρίνες για την τρομοκρατική προπαγάνδα και τη χρηματοδότηση της επιστράτευσης νέων για τις συγκρούσεις στη Συρία. Τα κεφάλαια που συλλέγονται διακινούνται με διάφορα μέσα, όπως, μεταξύ άλλων, μέσω εταιριών εμβασμάτων, υπηρεσιών μετατροπής συναλλάγματος (hawala) και/ή της χρήσης ανώνυμων (στον κομιστή) ή προφορτωμένων καρτών. Η πώληση προπληρωμένων τηλεφωνικών καρτών έχει επίσης παρατηρηθεί στη χρηματοδότηση τρομοκρατικών οντοτήτων. Μια κλασική μέθοδος διακίνησης κεφαλαίων για τη στήριξη της τρομοκρατίας είναι η χρήση μεταφορέων μετρητών. 5 11234/14 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 3
Στην TE-SAT 2014, η Ευρωπόλ υποστήριξε ότι, παρά το γεγονός ότι οι στόχοι των τρομοκρατών και ομάδων οργανωμένου εγκλήματος (ΟΟΕ) είναι διαφορετικοί, υπάρχουν περιπτώσεις όπου έχουν παρατηρηθεί πραγματικές και/ή περιστασιακές επαφές μεταξύ ομάδων οργανωμένου εγκλήματος και τρομοκρατικών οργανώσεων. Η συνεργασία δύναται να λάβει τη μορφή εν τοις πράγματι, βραχυπρόθεσμης ή μακροπρόθεσμης σχέσης με σκοπό όχι μόνο τη χρηματοδότηση, αλλά και την παροχή κάθε είδους εμπορεύματος ή υπηρεσίας που οι τρομοκρατικές ομάδες είτε δεν μπορούν να προμηθευτούν οι ίδιες ή είτε δεν μπορούν να αποκτήσουν με νόμιμα μέσα. Οι υπηρεσίες αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν την προμήθεια πλαστών εγγράφων ταυτότητας και όπλων, μεταφορές και επαφές. Μολονότι οι δεσμοί μεταξύ εγκληματικών και τρομοκρατικών ομάδων συνιστούν δυνητική απειλή για την ασφάλεια, η Ευρωπόλ αναφέρει ότι, για διάφορους λόγους, δεν μπορούν επί του παρόντος να θεωρηθούν ευρέως διαδεδομένο φαινόμενο στην ΕΕ. Παρακολούθηση, νομοθεσία και νέες εξελίξεις - Συστάσεις 1 και 3 Σκοπός αυτών των συστάσεων είναι να προσδιοριστούν οι νέες εξελίξεις και να γίνει παρακολούθηση της εφαρμογής μιας σειράς νομοθετικών πράξεων σχετικά με την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας με στόχο τον εντοπισμό πιθανών ελλείψεων και περιθωρίων βελτίωσης και τη θέσπιση, κατά περίπτωση, φόρουμ για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών. Η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας προσφεύγει συχνά στις ίδιες ή σε παρόμοιες μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τη διάπραξη άλλων (οικονομικών) εγκλημάτων. Ως εκ τούτου, η νομοθεσία που έχει θεσπιστεί κατά κύριο λόγο για την αντιμετώπιση, για παράδειγμα, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή την ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων εφαρμόζεται εξίσου στην περίπτωση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 4
Η 4 η οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας Το 2012, η Επιτροπή συνέβαλε στην επικαιροποίηση των διεθνών προτύπων 6 που καθορίσθηκαν από την ειδική ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης (FATF). Η Επιτροπή εξέδωσε έκθεση για την εφαρμογή της 3 ης οδηγίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, από την οποία συμπεραίνεται ότι το υπάρχον πλαίσιο λειτούργησε σχετικά καλά και δεν εντοπίστηκαν θεμελιώδεις αδυναμίες. Ωστόσο, προκειμένου να συμβαδίζει με τις σχετικές διεθνείς εξελίξεις, η οδηγία πρέπει να αναθεωρηθεί ούτως ώστε να επικαιροποιηθεί σύμφωνα με τις αναθεωρημένες συστάσεις της FATF. 7 Επιπλέον, ως ιδρυτικό μέλος της FATF, η ΕΕ είναι φυσικό να επιδιώκει την ταχεία ενσωμάτωση των νέων συστάσεων της FATF στο δίκαιο της ΕΕ. Η Επιτροπή εξέδωσε δύο σημαντικές νομοθετικές προτάσεις τον Φεβρουάριο του 2013, οι οποίες επί του παρόντος αποτελούν αντικείμενο διαπραγματεύσεων από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. 8 Ένα σημαντικό εργαλείο είναι η αναθεώρηση της τελευταίας προληπτικής οδηγίας (3 η οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας - AML/CTF) 9, αποκαλούμενη και 4 η οδηγία AML/CTF 10, η οποία ενισχύει το σκέλος της προσέγγισης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που σχετίζεται με τον κίνδυνο. Στην πράξη, κατά το παρελθόν ορισμένες οντότητες (κατά κύριο λόγο ο χρηματοπιστωτικός τομέας) υποχρεούνταν να αναφέρουν συναλλαγές που ενδεχομένως συνδέονταν με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας με βάση προκαθορισμένα και σταθερά κριτήρια. Στο μέλλον, με βάση την 4 η οδηγία AML/CTF, ορισμένες οντότητες θα πρέπει να στρέψουν την προσοχή τους στους πραγματικούς κινδύνους, βάσει, μεταξύ άλλων, των εθνικών αξιολογήσεων κινδύνου καθώς και των υπερεθνικών εκτιμήσεων κινδύνου. Επιπλέον, η οδηγία ενισχύει τον έλεγχο της διαφάνειας του πραγματικού δικαιούχου μιας εταιρίας ή επενδυτικού ταμείου και την επαγρύπνηση έναντι των πολιτικώς εκτεθειμένων προσώπων. Επιπλέον, καθιστά αυστηρότερες τις διοικητικές κυρώσεις και διασφαλίζει μεγαλύτερη σύγκλιση των κυρώσεων στην ΕΕ. 6 Οι νέες συστάσεις της FATF (Φεβρουάριος 2012): http://www.fatfgafi.org/topics/fatfrecommendations/documents/internationalstandardsoncombatingmoneylaunderingandthefin ancingofterrorismproliferation-thefatfrecommendations.html 7 Βλ. έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2005/60/ΕΚ σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, της 4ης Απριλίου 2012, COM(2012) 168 final 8 COM (2013) 45/3 και COM (2013) 44/2 9 Οδηγία 2005/60/EΚ, ΕΕ L 309, 25.11.2005, σ. 15 10 COM(2013)45 final: πρόταση οδηγίας σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 5
Το δεύτερο μέσο που προτάθηκε το 2013 επικαιροποιεί τον κανονισμό σχετικά με τις πληροφορίες που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών, με σκοπό την καλύτερη ιχνηλασιμότητα των εν λόγω μεταφορών 11. Η προτεινόμενη τροποποίηση ευθυγραμμίζει τη νομοθεσία της ΕΕ με τα αναθεωρημένα πρότυπα της FATF (ιδίως τη σύσταση 16 και την απαίτηση συμπερίληψης των στοιχείων του δικαιούχου των ηλεκτρονικών μεταφορών χρηματικών ποσών καθώς και τη ρητή υποχρέωση να λαμβάνονται μέτρα δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων κατ' εφαρμογή των αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών) και εξασφαλίζει ότι τα βασικά στοιχεία του πληρωτή και του δικαιούχου των μεταφορών χρηματικών ποσών είναι αμέσως διαθέσιμα στις αρχές επιβολής του νόμου ή/και στις εισαγγελικές αρχές, προκειμένου να τις βοηθήσουν στον εντοπισμό, την έρευνα και τη δίωξη τρομοκρατών ή άλλων εγκληματιών καθώς και στον εντοπισμό των περιουσιακών στοιχείων των τρομοκρατών. Κανονισμός για τον έλεγχο των ρευστών διαθεσίμων Η 3 η οδηγία AML/CTF συμπληρώνεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1889/2005 για τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την ΕΕ (Κανονισμός για τον έλεγχο των ρευστών διαθεσίμων) 12. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη παρακολουθούν την εφαρμογή του κανονισμού αυτού στο πλαίσιο της Ομάδας για τον έλεγχο ρευστών διαθεσίμων. Μεταξύ άλλων, η εν λόγω Ομάδα βρίσκεται πίσω από την επιτυχία των ενωσιακών εκστρατειών ευαισθητοποίησης σχετικά με την υποχρέωση δήλωσης ρευστών διαθεσίμων. Η ΕΕ έχει αναγνωριστεί ως υπερεθνική αρχή στο πλαίσιο της «σύστασης 32 για τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων στα σύνορα» της FATF. Η Επιτροπή συνεχίζει να αναπτύσσει και να προωθεί τη χρήση των κατάλληλων και διαθέσιμων συστημάτων ανταλλαγής πληροφοριών από τα κράτη μέλη, όπως λ.χ. το Αρχείο Φακέλων Τελωνειακών Ερευνών (FIDE) και το Κοινό Τελωνειακό Σύστημα Διαχείρισης Κινδύνων (CRMS) - Έντυπο πληροφοριών για τους κινδύνους (RIF) με σκοπό την πλήρη ευθυγράμμιση με τα ουσιαστικά κριτήρια για την ανταλλαγή πληροφοριών και επίσης για την ανάλυση κινδύνων που μνημονεύονται στη σύσταση 32 της FATF. Η Επιτροπή έχει διασφαλίσει ότι η πρόσβαση στο FIDE επεκτείνεται στις μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ) μέσω ασφαλούς διαδικτυακής σύνδεσης. Επιπροσθέτως, είναι έτοιμο και προωθείται περαιτέρω το μοντέλο του Τελωνειακού Συστήματος Πληροφοριών (ΤΣΠ) για τη συλλογή δεδομένων σχετικά με την παρακράτηση, κατάσχεση ή δήμευση ρευστών διαθεσίμων. 11 COM(2013)44 final: Πρόταση κανονισμού περί των πληροφοριών που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών 12 ΕΕ L 309, 25.11.2005, σ. 9 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 6
Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη συνεχή ανάλυση/ανάπτυξη του νομικού πλαισίου της ΕΕ και των κρατών μελών που διέπει τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων και το οποίο συνδέεται και υποστηρίζει την ανάλυση/ανάπτυξη του πλαισίου της FATF σχετικά με τη σύσταση 32 για τους μεταφορείς ρευστών διαθεσίμων. Ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων Η απόφαση 2007/845/ΔΕΥ του Συμβουλίου 13 εγκρίθηκε τον Δεκέμβριο του 2007. Απαιτεί από τα κράτη μέλη να ιδρύσουν ή να διορίσουν εθνικές υπηρεσίες ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων (ARO) οι οποίες θα μπορούσαν να προωθήσουν, με ενισχυμένη συνεργασία, τον ταχύτερο δυνατό εντοπισμό σε ολόκληρη την ΕΕ περιουσιακών στοιχείων προερχομένων από εγκληματικές δραστηριότητες, μεταξύ άλλων από την τρομοκρατία. Η σημασία της ενισχυμένης συνεργασίας μεταξύ των ARO τονίστηκε εν νέου στο Πρόγραμμα της Στοκχόλμης, το οποίο καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να διευκολύνουν την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στον τομέα της πρόληψης και επιβολής του νόμου στο πλαίσιο του δικτύου ARO. Η Επιτροπή πραγματοποίησε οκτώ συνεδριάσεις αυτής της άτυπης πλατφόρμας (αντιστοίχως στις 29-30 Ιανουαρίου, 11-12 Μαΐου και 9-10 Νοεμβρίου 2009 και στις 25-26 Μαρτίου και 3-4 Μαΐου 2010 και στις 23-24 Απριλίου 2012, στις 18-19 Ιουνίου και στις 4-5 Δεκεμβρίου 2013), και πέντε διασκέψεις υψηλού επιπέδου σχετικά με τις ARO (6-7 Μαρτίου 2008, 6-7 Δεκεμβρίου 2010, 7-8 Μαρτίου, 24-25 Οκτωβρίου 2011 και 22-24 Οκτωβρίου 2012) για να συζητηθούν θέματα σχετικά με τον εντοπισμό και την ανίχνευση περιουσιακών στοιχείων προερχόμενων από εγκληματικές ενέργειες και τις πρακτικές των κρατών μελών σχετικά με τη δήμευση. Κατά το χρονικό διάστημα από την προηγούμενη έκθεση του 2011 έως τον Ιούνιο του 2014, η Επιτροπή διοργάνωσε τρεις συνεδριάσεις της άτυπης πλατφόρμας ARO (23-24 Απριλίου 2012, 18-19 Ιουνίου και 4-5 Δεκεμβρίου 2013) και μία διάσκεψη υψηλού επιπέδου σχετικά με τις ARO (22-24 Οκτωβρίου 2012) για να συζητηθούν θέματα σχετικά με τον εντοπισμό και την ανίχνευση περιουσιακών στοιχείων προερχόμενων από εγκληματικές ενέργειες και τις πρακτικές των κρατών μελών σχετικά με τη δήμευση. 13 ΕΕ L 332, 18.12.2007, σ. 103 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 7
Αν και εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές στη δομή των ARO, τις εξουσίες της και την πρόσβασή της στην πληροφόρηση, οι διασυνοριακές αιτήσεις για την ανίχνευση περιουσιακών στοιχείων έχουν αυξηθεί σημαντικά. Για παράδειγμα, αιτήσεις που αποστέλλονται από τις υπηρεσίες αυτές μέσω του συστήματος SIENA της Eυρωπόλ αυξήθηκαν από 475 το 2012 σε πάνω από 2000 το προηγούμενο έτος. Ο χρόνος απάντησης στις αιτήσεις αυτές μειώνεται όλο και περισσότερο. Στο πλαίσιο των προσπαθειών που καταβάλλονται σε επίπεδο ΕΕ για την καλύτερη ανίχνευση και τη δήμευση των προϊόντων του εγκλήματος, τον Μάρτιο του 2014 εκδόθηκε νέα οδηγία σχετικά με τη δήμευση 14. Θα δώσει ευρύτερες εξουσίες στις αστυνομικές και δικαστικές αρχές, με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Για παράδειγμα, η οδηγία ενισχύει τις υφιστάμενες διατάξεις για την εκτεταμένη δήμευση και δήμευση εις χείρας τρίτου και επιτρέπει τη δήμευση εάν ο ύποπτος πάσχει από χρόνια νόσο ή έχει διαφύγει. Εξασφαλίζει ότι οι αρμόδιες αρχές, αφού λάβουν σχετική έγκριση από δικαστήριο, μπορούν να δεσμεύουν προσωρινά περιουσιακά στοιχεία που διατρέχουν τον κίνδυνο να εξαφανιστούν αν δεν αναληφθεί δράση. Επιτρέπει επίσης τη συνέχιση των οικονομικών ερευνών σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία προσώπων μετά από την ποινική τους καταδίκη, σε περιπτώσεις που η δήμευση δεν μπόρεσε να εκτελεστεί πλήρως. Υπηρεσίες πληρωμών Η οδηγία 2007/64/ΕΚ 15 για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά («η οδηγία περί υπηρεσιών πληρωμών, PSD») έπρεπε να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο έως την 1η Νοεμβρίου 2009. Όλα τα κράτη μέλη έχουν πλέον μεταφέρει την οδηγία στο εθνικό δίκαιο. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής έχουν υποστηρίξει τα κράτη μέλη στη διαδικασία μεταφοράς μέσω των εργαστηρίων μεταφοράς («ομάδα για τη μεταφορά της οδηγίας περί υπηρεσιών πληρωμών»), και άλλων δραστηριοτήτων ώστε να εξασφαλιστεί η μεταφορά της συγκεκριμένης οδηγίας στο εθνικό δίκαιο. Η προφορική ενημέρωση κατά τη διάρκεια των εργαστηρίων αυτών και η επακόλουθη γραπτή ενημέρωση βοήθησαν τις υπηρεσίες της Επιτροπής να επικαιροποιήσουν, στην ιστοσελίδα της Επιτροπής, τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στο κοινό, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου ερωτήσεων και απαντήσεων που παρέχουν πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές για την ενιαία ερμηνεία των περισσότερων διατάξεων της οδηγίας 16. 14 Οδηγία 2014/42/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση οργάνων και προϊόντων εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ΕΕ L 127, 29.4.2014, σ. 39 15 ΕΕ L 319, 5.12.2007, σ. 1. 16 http://ec.europa.eu/internal_market/payments/framework/transposition_en.htm 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 8
Η νομική εκτίμηση της συμμόρφωσης του εθνικού δικαίου των κρατών μελών που εφαρμόζουν την PSD πραγματοποιήθηκε το 2011. Σύμφωνα με το άρθρο 87 της PSD, το 2012 η Επιτροπή εξέτασε τον αντίκτυπο και τη λειτουργία της PSD. Συνοπτικά, μπορεί να ειπωθεί ότι σε γενικές γραμμές τα αποτελέσματα της εφαρμογής είναι σημαντικά, δεδομένου ότι προωθείται σε κοινοτικό επίπεδο ένα εκσυγχρονισμένο και συνεκτικό νομικό πλαίσιο για τις υπηρεσίες πληρωμών, που λαμβάνει υπόψη τα δικαιώματα των καταναλωτών και άλλα σημαντικά εμπλεκόμενα συμφέροντα, όπως την αποτελεσματική στάση κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Ταυτόχρονα, τα σχόλια που παρελήφθησαν υποδεικνύουν ότι πρέπει να γίνουν ορισμένες ρυθμιστικές προσαρμογές στην PSD, ώστε να μπορεί να εξυπηρετεί καλύτερα τις ανάγκες μιας αποτελεσματικής ευρωπαϊκής αγοράς πληρωμών και να συμβάλει πλήρως στη συγκρότηση ενός περιβάλλοντος πληρωμών που θα προωθεί τον ανταγωνισμό, την καινοτομία και την ασφάλεια. Αυτό έχει καταστεί σαφές και από τη δημόσια διαβούλευση σχετικά με την Πράσινη Βίβλο για τις πληρωμές με κάρτα, μέσω του Διαδικτύου και μέσω κινητών τηλεφώνων, καθώς και τη δημόσια ακρόαση που πραγματοποιήθηκε το 2012. Στις 24 Ιουλίου 2013, η Επιτροπή ενέκρινε μια δέσμη νομοθετικών μέτρων 17 στην οποία περιλαμβάνονται πρόταση για την αναθεώρηση της οδηγίας για τις υπηρεσίες πληρωμών (PSD 2) και πρόταση κανονισμού σχετικά με τις διατραπεζικές προμήθειες για τις συναλλαγές πληρωμών με κάρτα. Η νομοθετική δέσμη αποτελεί εξέλιξη του αρχικού πλαίσιο πληρωμών. Σημαντικές καινοτομίες είναι η συμπερίληψη «τρίτων παρόχων υπηρεσιών» (TPPs) που πραγματοποιούν πληρωμές για πληρωτές στο πλαίσιο των τραπεζικών εργασιών μέσω Διαδικτύου. Εξάλλου, η PSD2 εντείνει τις απαιτήσεις ασφαλείας για ηλεκτρονικές πληρωμές με σκοπό την καλύτερη προστασία των καταναλωτών που ψωνίζουν μέσω διαδικτύου. Επίσης, εξετάζει τα ζητήματα που τίθενται όσον αφορά τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών για την επιτήρηση και τον έλεγχο των υπηρεσιών πληρωμών που μπορούν να μεταφερθούν σε άλλη χώρα στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Η πρόταση προβλέπει επίσης την καλύτερη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών στο πλαίσιο των απαιτήσεων της PSD και της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες σχετικά με την εποπτεία και την υποβολή εκθέσεων, η οποία συζητήθηκε στην ειδική ομάδα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων της κοινής επιτροπής των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών εποπτικών αρχών. Το θέμα αυτό συζητήθηκε επίσης από την επιτροπή πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (CPMLTF), από την Πλατφόρμα μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών της ΕΕ και την Επιτροπή Πληρωμών για να αποσαφηνιστούν ορισμένα θέματα εποπτείας και υποβολής εκθέσεων από ιδρύματα πληρωμών σε διασυνοριακές καταστάσεις (υποκαταστήματα και αντιπρόσωποι). 17 Οδηγία PSD 2-12990/13 + ADD 1-4, κανονισμός σχετικά με τις διατραπεζικές προμήθειες για τις συναλλαγές πληρωμών με κάρτα 12991/1/13 REV 1 + ADD 1-4 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 9
Τονίζεται ότι τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να εφαρμόσουν την οδηγία κατά τρόπον ώστε να ενισχυθεί ο έλεγχος των παρόχων υπηρεσιών εμβασμάτων και να αποτρέπεται η χρήση τους από ενδεχόμενους χρηματοδότες της τρομοκρατίας. Κατά τη διάρκεια της περιόδου 2012-2013, η ομάδα εργασίας της FATF που ασχολείται με τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και τη νομιμοποίηση των εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (WGTM) προχώρησε τις εργασίες για την κατάρτιση εγγράφου καθοδήγησης για μια προσέγγιση με βάση τον κίνδυνο για τις προπληρωμένες κάρτες, τις πληρωμές μέσω διαδικτύου και κινητών υπηρεσιών πληρωμών, το οποίο εγκρίθηκε από την ολομέλεια τον Ιούνιο του 2013. Ηλεκτρονικό χρήμα Η νέα οδηγία 2009/110/ΕΚ για το ηλεκτρονικό χρήμα 18 («η νέα ΟΗΧ») τέθηκε σε ισχύ στις 30 Οκτωβρίου 2009 και από αυτή την ημερομηνία αντικαθιστά την προηγούμενη οδηγία που εκδόθηκε το 2000. Η νέα ΟΗΧ έπρεπε να είχε μεταφερθεί στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών μελών μέχρι τις 30 Απριλίου 2011, αλλά αρκετά κράτη μέλη μετέφεραν την οδηγία κατά τη διάρκεια του 2012 και τα δύο τελευταία κράτη μέλη την μετέφεραν το 2013. Η νέα ΟΗΧ διευκρινίζει το πεδίο εφαρμογής της και παρέχει σαφείς ορισμούς και καταλληλότερο πλαίσιο προληπτικής εποπτείας, εξασφαλίζοντας παράλληλα ίσους όρους ανταγωνισμού για όλους τους παρόχους και υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών. Συστάθηκε επίσης ομάδα μεταφοράς της ΟΗΧ (ΟΜΟΗΧ) βασισμένη στην πείρα από τη μεταφορά της PSD, η οποία συνεδρίασε πολλές φορές ως την ημερομηνία εφαρμογής. Λόγω της καθυστερημένης μεταφοράς της νέας ΟΗΧ από τα κράτη μέλη, η νομική εκτίμηση της συμμόρφωσης του εθνικού δικαίου των κρατών μελών που εφαρμόζουν την ΟΗΧ δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί πριν από τα τέλη του Μαΐου του 2013. Η επισκόπηση των επιπτώσεων της νέας ΟΗΧ αναμένεται να ολοκληρωθεί το φθινόπωρο του 2014. 18 ΕΕ L 267, 10.10.1009, σ. 7. 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 10
Όπως και στο πλαίσιο της PSD, η κοινή επιτροπή των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών εποπτικών αρχών για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων (AMLC) πραγματοποίησε εργασίες σχετικά με την αλληλεπίδραση μεταξύ των απαιτήσεων της ΟΗΧ και της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όσον αφορά την εποπτεία και την υποβολή εκθέσεων, σε σχέση με την κατανομή αρμοδιοτήτων σε κάποιες ειδικές περιπτώσεις διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών πληρωμών (π.χ. υπηρεσιών ηλεκτρονικού χρήματος μέσω πρακτόρων και διανομέων). Το θέμα αυτό συζητήθηκε επίσης στην ομάδα εμπειρογνωμόνων για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (EGMLTF) και στην Επιτροπή Πληρωμών για να αποσαφηνιστούν ορισμένα θέματα που αφορούν την εποπτεία και την υποβολή εκθέσεων από ιδρύματα πληρωμών σε διασυνοριακές καταστάσεις (υποκαταστήματα, αντιπρόσωποι και διανομείς). Η ΑMLC δημοσίευσε την έκθεσή της τον Δεκέμβριο του 2012 19. Ενίσχυση υφιστάμενων δράσεων - Σύσταση 4 Η εν λόγω σύσταση αποσκοπεί στο να εξασφαλίσει την αποτελεσματικότητα και την αποτελεσματική εφαρμογή των υφιστάμενων μέτρων, ιδίως όσον αφορά το καθεστώς στοχοθετημένων κυρώσεων. ΣΤΟΧΟΘΕΤΗΜΕΝΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ («ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΗΕ») Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου και κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1286/2009 του Συμβουλίου Σύμφωνα με πολλές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, τα μέλη των ΗΕ πρέπει να λάβουν ορισμένα περιοριστικά μέτρα κατά προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με το δίκτυο της Αλ Κάιντα. Προκειμένου οι εν λόγω αποφάσεις να τεθούν σε εφαρμογή στην ΕΕ, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2002, της 27ης Μαΐου 2002, για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με το δίκτυο της Αλ Κάιντα, δυνάμει της οποίας πάνω από 300 πρόσωπα, ομάδες ή οντότητες, υπόκεινται σε δέσμευση κεφαλαίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. 19 https://www.eba.europa.eu/documents/10180/16148/jc-2012-086--e-money-report----december-2012.pdf 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 11
Μετά από την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 3ης Σεπτεμβρίου 2008 στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-402/05 Ρ και C-415/05 Ρ Kadi και Al Barakaat κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002 [COM (2009)187] στις 22 Απριλίου 2009 και το Συμβούλιο ενέκρινε τις τροποποιήσεις με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1286/2009 στις 22 Δεκεμβρίου 2009. Η αναθεωρημένη διαδικασία προβλέπει ότι το πρόσωπο, η οντότητα, ο οργανισμός ή η ομάδα θα πρέπει να ενημερώνεται για τους λόγους για τους οποίους περιελήφθη στον κατάλογο όπως αυτοί κοινοποιούνται από την Επιτροπή Κυρώσεων των ΗΕ, ούτως ώστε να παρέχεται στο πρόσωπο, την οντότητα, τον οργανισμό ή την ομάδα που έχει περιληφθεί στον κατάλογο η δυνατότητα να διατυπώσει τις απόψεις του/της για αυτούς τους λόγους, επιτρέποντας παράλληλα την «άμεση» δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων και οικονομικών πόρων των προσώπων, οντοτήτων, οργανισμών και ομάδων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των ΗΕ για την Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν, όπως προβλέπεται από τις οικείες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ. Στις 30 Σεπτεμβρίου 2010, το Γενικό Δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του στην υπόθεση T- 85/09, επί της προσφυγής που άσκησε ο κ. Kadi κατά του κανονισμού (EΚ) αριθ.1190/2008 της Επιτροπής, στον οποίο καταχωρείται εκ νέου ο κ. Kadi μετά την απόφαση της 3ης Σεπτεμβρίου 2008. Με την απόφασή του της 18ης Ιουλίου 2013 στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-584/10 P, C-593/10 P και C-595/10 P, το Δικαστήριο απέρριψε τις αιτήσεις αναίρεσης που είχαν ασκήσει η Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Ηνωμένο Βασίλειο κατά της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου. Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι τα μέτρα της ΕΕ που αφορούν την εφαρμογή αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ δεν εκφεύγουν του δικαστικού ελέγχου και κωδικοποίησε τη νομολογία σχετικά με την έκταση των δικαιωμάτων άμυνας και του δικαιώματος αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας των προσώπων που υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα της ΕΕ. Το Δικαστήριο έκρινε ειδικότερα ότι ο δικαστικός έλεγχος δεν μπορεί να περιορίζεται στην αόριστη εκτίμηση της βασιμότητας των προβαλλομένων λόγων, αλλά να αφορά το αν οι λόγοι αυτοί κρίνονται επαρκείς για να στηρίξουν την ίδια αυτή απόφαση, είναι τεκμηριωμένοι και ότι εναπόκειται στην αρμόδια αρχή της ΕΕ να αποδείξει, σε περίπτωση αμφισβητήσεως, το βάσιμο των λόγων που ελήφθησαν υπόψη κατά του ενδιαφερομένου προσώπου. 20 Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή δεν ήταν σε θέση να το πράξει καθώς δεν είχε λάβει καμία άλλη πληροφορία πλην του σκεπτικού της επιτροπής κυρώσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (ΣΑΗΕ). 20 Απόφαση της 18ης Ιουλίου 2014 στις συνεκδικαζόμενες αποφάσεις C-584/10 P, C-593/10 P και C-595/10 P, αιτιολογικές σκέψεις 119 και 121. 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 12
Το Δικαστήριο απεφάνθη ότι κανένας από τους ισχυρισμούς που αναφέρονται στο σκεπτικό εις βάρος του κ. Kadi δεν είναι ικανός να αιτιολογήσει τη θέσπιση, σε επίπεδο ΕΕ, περιοριστικών μέτρων εις βάρος του, είτε λόγω της ανεπάρκειας του σκεπτικού είτε διότι οι πληροφορίες ή τα αποδεικτικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν τους λόγους είναι ελλιπή. Η επιτροπή κυρώσεων του ΣΑΗΕ είχε ήδη διαγράψει τον κ. Kadi από τον κατάλογο που κατάρτισαν τα ΗΕ για την Αλ Κάιντα τον Οκτώβριο του 2012. 21 Κατά τη στιγμή της σύνταξης του παρόντος, η ΕΕ εργάζεται για να αντιμετωπιστούν τα ζητήματα που εντοπίστηκαν στην περίπτωση του κ. Kadi, όπως η επαρκής πρόσβαση σε πληροφορίες που τεκμηριώνουν το σκεπτικό. 22 Στις αποφάσεις του της 28ης Μαΐου 2013 (υπόθεση C-239/12 P, Abdulrahim) και της 6ης Ιουνίου 2013 (υπόθεση C-183/12 P, Ayadi) το Δικαστήριο απεφάνθη ότι, ακόμη και μετά τη διαγραφή τους, οι προσφεύγοντες εξακολουθούν να έχουν έννομο συμφέρον να αιτούνται την ακύρωση της προσβαλλόμενης καταχώρισης και την αποκατάστασή τους, εξασφαλίζοντας, ως εκ τούτου, κάποια μορφή αποζημίωσης για την ηθική βλάβη που υπέστησαν. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο αναίρεσε τις διατάξεις του Γενικού Δικαστηρίου και ανέπεμψε τις υποθέσεις στο Γενικό Δικαστήριο, προκειμένου αυτό να αποφανθεί επί της αίτησης των προσφευγόντων για την ακύρωση των σχετικών πράξεων (T-527/09 RENV και T-127/09 RENV). Τον Φεβρουάριο του 2014, το αρμόδιο δικαστήριο συνεδρίασε για την υπόθεση T-127/09 RENV. Με απόφαση της 21ης Μαρτίου 2014, το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη σχετικά με την υπόθεση T- 306/10 ότι η Επιτροπή δεν τήρησε τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της ΣΛΕΕ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002, παραλείποντας να άρει τις διαδικαστικές πλημμέλειες και τις ουσιαστικές παρατυπίες της δεσμεύσεως των κεφαλαίων του κ. Yusef. Άλλες υποθέσεις εγγεγραμμένων προσώπων εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων της Ένωσης. Στην πλέον πρόσφατη υπόθεση (T- 248/13), στην οποία προσφεύγων ήταν ο κ. Αl-Ghabra, το Συμβούλιο ζήτησε να παρέμβει προς στήριξη της Επιτροπής. 21 22 Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 933/2012 της Επιτροπής (ΕΕ L 278, 12.10.2012, σ. 11). Τον Μάρτιο του 2014 υποβλήθηκε προς έγκριση στο Συμβούλιο σχέδιο για τον νέο κανονισμό διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου - 7795/14. 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 13
Η έκδοση της απόφασης 1904 (2009) του Συμβουλίου Ασφαλείας στις 17 Δεκεμβρίου 2009 εισήγαγε σημαντικές βελτιώσεις στο καθεστώς των κυρώσεων κατά της Aλ Κάιντα και των Ταλιμπάν και των ατόμων και οντοτήτων που συνδέονται με αυτούς, μεταξύ άλλων, νέα στοιχεία που αφορούν τις διαδικασίες καταχώρισης και διαγραφής από τον κατάλογο προσώπων και οντοτήτων, ιδίως δε την παρεμβολή ανεξάρτητου και αμερόληπτου διαμεσολαβητή που θα εξετάζει αιτήσεις διαγραφής τέτοιων προσώπων και οντοτήτων από τον κατάλογο. Στη δήλωση της ΕΕ σχετικά με την έκδοση της απόφασης 1904 (2009) του Συμβουλίου Ασφαλείας η τελευταία χαιρετίζεται ως σημαντικό βήμα προόδου στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων προσπαθειών που καταβάλλει το Συμβούλιο Ασφαλείας για να εξασφαλίσει δίκαιες και σαφείς διαδικασίες για την καταχώριση ατόμων και οντοτήτων στον κατάλογο που καταρτίστηκε δυνάμει της απόφασης 1267 (1999) του Συμβουλίου Ασφαλείας και για τη διαγραφή τους, δεδομένου ότι μόνον διαδικαστικές εγγυήσεις για τα εμπλεκόμενα άτομα και οντότητες θα ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα και θα συμβάλουν στην αξιοπιστία του συγκεκριμένου και άλλων καθεστώτων κυρώσεων. Στις 17 Ιουνίου 2011 το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εξέδωσε την απόφαση 1988 (2011) και την απόφαση 1989 (2011) που διαιρούν το καθεστώς κυρώσεων κατά της Aλ Κάιντα και των Ταλιμπάν σε δύο χωριστά καθεστώτα. Επίσης, με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας 1989 (2011) και 2083 (2012), η εντολή του Διαμεσολαβητή παρατάθηκε, και οι κανόνες που διέπουν τα καθήκοντά της βελτιώθηκαν και διευκρινίστηκαν. Στις 17 Ιουνίου 2014, το Συμβούλιο Ασφαλείας των ΗΕ παρέτεινε το καθεστώς κυρώσεων κατά της Αλ Κάιντα και την εντολή του Διαμεσολαβητή (απόφαση 2161 (2014)) και το καθεστώς των κυρώσεων κατά των Ταλιμπάν (απόφαση 2160 (2014)). Ο Συντονιστής Αντιτρομοκρατικής Δράσης της ΕΕ έχει επίσης αναφερθεί ρητώς στην ανάγκη χρήσης των υφιστάμενων διοικητικών εργαλείων που έχουμε στη διάθεσή μας προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ειδικό πρόβλημα των ξένων μαχητών. Στο πλέον πρόσφατο σημείωμα σχετικά με το πρόβλημα των ξένων μαχητών και των επιστρεφόντων που διαβιβάστηκε στο Συμβούλιο τον Ιούνιο του 2014 23, ο Συντονιστής Αντιτρομοκρατικής Δράσης ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να κάνουν αποτελεσματική χρήση του καθεστώτος κυρώσεων των Ηνωμένων Εθνών που θεσπίστηκε δυνάμει της απόφασης 1267 του ΣΑΗΕ και των επακόλουθων αποφάσεων και να πιέσουν για την εγγραφή, πέραν των εθνικών καταλόγων, και στον κατάλογο των ΗΕ, των ατόμων που διευκολύνουν και οργανώνουν τις μετακινήσεις ξένων μαχητών. 23 9280/14 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 14
ΣΤΟΧΟΘΕΤΗΜΕΝΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ («ΑΥΤΟΝΟΜΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ») Κοινή θέση 2001/931/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου και κανονισμός (EΚ) αριθ. 2580/2001 του Συμβουλίου Σύμφωνα με την απόφαση 1373 (2001) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, της 21ης Σεπτεμβρίου 2001, το Συμβούλιο ενέκρινε, στις 27 Δεκεμβρίου 2001, την κοινή θέση αριθ. 2001/931/ΚΕΠΠΑ για την εφαρμογή ειδικών μέτρων για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2580/2001 για τη λήψη ειδικών περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Οι τρομοκράτες (πρόσωπα και οντότητες) καταχωρίζονται από το Συμβούλιο βάσει ακριβών πληροφοριών ή στοιχείων στον σχετικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται ότι η απόφαση ελήφθη από αρμόδια αρχή έναντι των συγκεκριμένων προσώπων, ομάδων και οντοτήτων. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2580/2001 προβλέπει τη δέσμευση όλων των κεφαλαίων, άλλων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και οικονομικών πόρων που ανήκουν ή βρίσκονται στην κατοχή φυσικού ή νομικού προσώπου, ομάδας ή οντότητας που το Συμβούλιο κρίνει, κατά την έννοια της κοινής θέσης αριθ. 2001/931/ΚΕΠΠΑ, ότι εμπλέκεται σε τρομοκρατικές πράξεις. Οι κατάλογοι των προσώπων, ομάδων ή οντοτήτων που υπόκεινται σε δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων τους, σύμφωνα με την κοινή θέση αριθ. 2001/931/ΚΕΠΠΑ εξετάζονται τουλάχιστον μία φορά κάθε έξι μήνες. Στις 22 Ιουλίου 2014, με την απόφαση 11080/14/ΚΕΠΠΑ και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 11082/14, το Συμβούλιο ανανέωσε τα μέτρα σχετικά με τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων 10 ατόμων και 25 ομάδων και οντοτήτων και αφαίρεσε ένα άτομο από τον κατάλογο. Τον Ιούλιο του 2014, ασκήθηκαν 4 προσφυγές από 3 οντότητες οι οποίες στρέφονται κατά πράξεων του Συμβουλίου που τις εντάσσουν στον κατάλογο και οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της ΕΕ. Όσον αφορά τρεις από τις εν λόγω προσφυγές που ασκήθηκαν από τους LTTE (T-508/11) και τη Χαμάς (Τ-400/10), το Γενικό Δικαστήριο συνεδρίασε τον Φεβρουάριο του 2014. Η τέταρτη προσφυγή (T-316/14), η οποία ασκήθηκε από το PKK, κοινοποιήθηκε στο Συμβούλιο τον Ιούνιο του 2014. Επιπλέον, όσον αφορά την υπόθεση C-158/14, εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου αίτηση για έκδοση προδικαστικής απόφασης για την ερμηνεία και το κύρος της κοινής θέσης 2001/931/ΚΕΠΠΑ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2580/2001 και διάφορων διαδοχικών πράξεων του Συμβουλίου για την καταχώριση των LTTE. 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 15
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΗΣ ΛΙΣΑΒΟΝΑΣ Πριν από τη Συνθήκη της Λισαβόνας δεν υπήρχαν, σε επίπεδο ΕΕ, μέτρα που να επιτρέπουν τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων και κεφαλαίων προσώπων, ομάδων και οντοτήτων που ενέχονται σε τρομοκρατικές πράξεις, εφόσον δεν υφίσταται σύνδεσμος με τρίτη χώρα. Αντιθέτως, η δυνατότητα αυτή υπάρχει σε περιπτώσεις προσώπων, ομάδων και οντοτήτων που ενέχονται σε τρομοκρατικές πράξεις σε τρίτες χώρες. Η κατάσταση αυτή άλλαξε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, το άρθρο 75 της οποίας επιτρέπει τη θέσπιση «εσωτερικών» διοικητικών μέτρων δέσμευσης κατά προσώπων, ομάδων και οντοτήτων χωρίς να υπάρχει σύνδεσμος με τρίτες χώρες. Η Επιτροπή εξέτασε τις επιλογές για ένα ενωσιακό σύστημα και κυρίως τον τρόπο με τον οποίο αυτό θα μπορούσε να συμβάλει ουσιαστικά στη συνολική προσπάθεια για την πρόληψη και την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στην ΕΕ. Στην αξιολόγησή της, η Επιτροπή έλαβε ιδίως υπόψη τον τρόπο με τον οποίο επιδιώκεται, στην πραγματικότητα, η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, τον όγκο των συναλλαγών, το γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός μέσων που χρησιμοποιούνται προς το σκοπό αυτό εξακολουθεί να μην καλύπτεται καθώς και τις προκλήσεις που θα δημιουργούσε ένα τέτοιο σύστημα σε ό,τι αφορά τις διασφαλίσεις και τη συνύπαρξη με το τρέχον «εξωτερικό» σύστημα. Αυτή η προσέγγιση οδήγησε την Επιτροπή στην απόφαση να μην υποβάλει πρόταση για το πλαίσιο αυτό επί του παρόντος. Μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ) και συνεργασίας μεταξύ των ΜΧΠ - Σύσταση 5 Σκοπός της σύστασης αυτής είναι να διευκολύνει την πρόσβαση και την ανταλλαγή πληροφοριών με και μεταξύ των εθνικών ΜΧΠ και άλλων αρμόδιων φορέων, τονίζοντας παράλληλα τη σημασία της κατάλληλης ενημέρωσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Η βελτίωση των δυνατοτήτων συνεργασίας μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών των κρατών μελών (ΜΧΠ) στις οποίες αναφέρονται οι ύποπτες συναλλαγές εξακολουθεί να είναι ζωτικός παράγοντας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Ως εκ τούτου, η ΕΕ υποστηρίζει την ενισχυμένη συνεργασία τους μέσω της προώθησης της πλατφόρμας των ΜΧΠ και της χρηματοδότησης του έργου FIU.Net. 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 16
Το FIU.NET Το FIU.net είναι ένα αποκεντρωμένο δίκτυο που επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ) των κρατών μελών καθώς και τη διασύνδεση των ΜΧΠ όλων των κρατών μελών. Με τη χρηματοδότηση της ΕΕ, στο πλαίσιο του εν λόγω έργου έχει αναπτυχθεί προηγμένη τεχνολογία ΤΠ (MA3TCH) η οποία επιτρέπει πιο αυτοματοποιημένη και συστηματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των ΜΧΠ της ΕΕ. Το FIU.NET είναι εγκατεστημένο σε χώρους της Ευρωπόλ και στο εγγύς μέλλον θα ενσωματωθεί στον ευρωπαϊκό οργανισμό για την επιβολή του νόμου. Τα δύο μέρη υπέγραψαν κοινή συμφωνία, η οποία άρχισε να ισχύει την 3η Οκτωβρίου 2013 και επί του παρόντος βρίσκονται σε μια τεχνική μεταβατική περίοδο προς την ενσωμάτωση που προβλέπεται να ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2015. Η διαδικασία αυτή αναμένεται να βελτιώσει τη διασυνοριακή επιβολή του νόμου και τη δικαστική συνεργασία εντός της ΕΕ σε υποθέσεις νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Πλατφόρμα ΜΧΠ Η πλατφόρμα ΜΧΠ είναι ένας άτυπος χώρος συνάντησης εκπροσώπων των ΜΧΠ των κρατών μελών και εκπροσώπων των υπηρεσιών της Επιτροπής οι οποίοι συγκεντρώνονται τακτικά με σκοπό να ενισχύσουν τη συνεργασία μεταξύ των ΜΧΠ και να εξετάσουν τον ρόλο τους στο ευρωπαϊκό σύστημα καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Πρόσφατα, η δυναμική της ομάδας έχει αυξηθεί κατά τέτοιον τρόπο ώστε πλέον τα μέλη της συνεδριάζουν 3 με 4 φορές ετησίως και όσο συχνά είναι αναγκαίο σε ad hoc βάση. Στο εγγύς μέλλον, η Επιτροπή προτίθεται να εντάξει την ανεπίσημη πλατφόρμα στις επίσημες ομάδες εμπειρογνωμόνων καθώς κύριος στόχος της παραμένει η παροχή συμβουλών και εμπειρογνωμοσύνης στην Επιτροπή όσον αφορά τη συνεργασία μεταξύ των ΜΧΠ των κρατών μελών στα επιχειρησιακά ζητήματα που αφορούν τις ΜΧΠ. Η ομάδα επικουρεί την Επιτροπή στην εκπόνηση της νομοθεσίας ή στον καθορισμό πολιτικής καθώς και στο συντονισμό με τα κράτη μέλη και επιτρέπει την ανταλλαγή απόψεων σχετικά με θέματα που αφορούν τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 17
Συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα - Σύσταση 6 Η σύσταση αυτή αποσκοπεί στην ενίσχυση του διαλόγου και της συνεργασίας με τον ιδιωτικό τομέα, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο. Ο ρόλος του χρηματοοικονομικού τομέα στην καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι σημαντικός και οι πληροφορίες σχετικά με ύποπτες ή ασυνήθεις συναλλαγές πρέπει να ανταλλάσσονται χωρίς περιττούς φραγμούς μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων εταίρων, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Γι' αυτόν το λόγο, η συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα εξακολουθεί να έχει καίρια σημασία και η συμμετοχή του στην κατάρτιση νέας νομοθεσίας και επιχειρησιακών μεθόδων πρέπει να διασφαλίζεται συνεχώς. Κατά την προετοιμασία της πρότασης της Επιτροπής για την τροποποίηση της 3ης οδηγίας κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες το 2011-2012, η Επιτροπή διοργάνωσε μια σειρά διαβουλεύσεων με τον ιδιωτικό τομέα σε τομεακό επίπεδο. Τα αποτελέσματα της ανάδρασης συμπεριλήφθηκαν στην εκτίμηση των επιπτώσεων της Επιτροπής που συνοδεύει την πρόταση. Μετά την έγκριση της πρότασης της Επιτροπής οι επαφές με εκπροσώπους του ιδιωτικού τομέα συνεχίστηκαν, κυρίως σε διμερή βάση. Τον Μάρτιο του 2014, η Επιτροπή διοργάνωσε ένα μονοήμερο διεθνές σεμινάριο σχετικά με την προστασία των δεδομένων και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που οργανώθηκε από την ειδική ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης, με συμμετοχή τόσο των δημοσίων φορέων που ασχολούνται με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και των εκπροσώπων των αρχών προστασίας δεδομένων όσο και εμπειρογνωμόνων του ιδιωτικού τομέα που ασχολούνται με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Σκοπός τους ήταν να ανταλλάξουν απόψεις, να χαράξουν κοινές πρακτικές, μεταξύ άλλων σχετικά με τις υπάρχουσες ορθές πρακτικές, και να στηρίξουν το διάλογο μεταξύ όλων των αρμόδιων εμπειρογνωμόνων σε εθνικό, υπερεθνικό και διεθνές επίπεδο. Χρηματοοικονομικές πληροφορίες και έρευνες - Σύσταση 7 Η σύσταση αυτή αποσκοπεί στην ενίσχυση της συλλογής και της ανταλλαγής χρηματοοικονομικών πληροφοριών και πληροφοριών για τις έρευνες. Οι χρηματοοικονομικές έρευνες είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου έχουν την απαιτούμενη γνώση, τεχνογνωσία και ικανότητες ανάλυσης και άλλες ικανότητες για τον εντοπισμό, την ανάλυση και την εξασφάλιση αποτελεσματικής συνεργασίας στον τομέα των εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και άλλων περιουσιακών στοιχείων που διακινούνται εντός και εκτός των συνόρων της ΕΕ. Τούτο απαιτείται για να διευκολυνθεί η δήμευση προϊόντων εγκλήματος και να δοθούν πρόσθετες δυνατότητες σχετικά με την έρευνα σοβαρών εγκλημάτων, συμπεριλαμβανομένης της τρομοκρατίας. 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 18
Συμφωνία TFTP μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ Την 1η Αυγούστου 2010 τέθηκε σε ισχύ η συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ σχετικά με το πρόγραμμα παρακολούθησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η συμφωνία επιτρέπει τη μεταφορά προς το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ - υπό αυστηρούς όρους προστασίας δεδομένων - ορισμένων κατηγοριών δεδομένων σχετικά με τραπεζικές πράξεις που είναι αποθηκευμένα στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από έναν καθορισμένο πάροχο υπηρεσιών χρηματοπιστωτικών μηνυμάτων που αφορούν πληρωμές. Κάθε αίτηση των ΗΠΑ πρέπει να ελέγχεται από την Ευρωπόλ όσον αφορά την αναγκαιότητά της για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Πρόσβαση στα δεδομένα που διαβιβάζονται στο Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ μπορεί να παρέχεται μόνο για σκοπούς καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Η άντληση δεδομένων TFTP από την οικεία βάση πρέπει να δικαιολογείται βάσει στοιχείων που αποδεικνύουν ότι υπάρχει σχέση με την τρομοκρατία. Οι ανεξάρτητοι επόπτες, δύο εκ των οποίων ορίζονται από την ΕΕ, εποπτεύουν άμεσα επί τόπου τις αναζητήσεις δεδομένων στη βάση δεδομένων ΤFTP και παρακολουθούν τη συμμόρφωση με τις διατάξεις περί προστασίας της ιδιωτικής ζωής στο πλαίσιο της συμφωνίας. Οι πολίτες της ΕΕ έχουν πρόσβαση σε διοικητικές και δικαστικές προσφυγές. Ύστερα από την πρώτη κοινή αναθεώρηση τον Φεβρουάριο του 2011 και τη δεύτερη κοινή αναθεώρηση τον Οκτώβριο του 2012 24, μια τρίτη αναθεώρηση πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο του 2014, τα αποτελέσματα της οποίας θα δημοσιευθούν σε εύθετο χρόνο. Στις 27 Νοεμβρίου 2013, η Επιτροπή εξέδωσε την ανακοίνωση σχετικά με την κοινή έκθεση της Επιτροπής και του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ όσον αφορά την αξία των παρεχόμενων δεδομένων TFTP σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 6 της συμφωνίας 25. Καθ όλη τη διάρκεια του 2014, το καθορισμένο ενιαίο σημείο επαφής TFTP της Ευρωπόλ (SPOC) εξακολουθεί να παρέχει προληπτική στήριξη στα κράτη μέλη της ΕΕ όσον αφορά έρευνες και διώξεις για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Η μονάδα TFTP της Ευρωπόλ, από την έναρξη του προγράμματος TFTP τον Αύγουστο του 2010 έως τις 24 Ιουνίου 2014, έλαβε περίπου 5226 ενδείξεις σε σχέση με αιτήσεις σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 της συμφωνίας TFTP. Οι εν λόγω ενδείξεις έχουν διαβιβασθεί στα κράτη μέλη της ΕΕ και σε τρίτα κράτη. Την 1η Αυγούστου 2014 συμπληρώνονται τέσσερα χρόνια από την έναρξη εφαρμογής του ΤFTP, από το οποίο έχουν προκύψει μέχρι στιγμής 209 αιτήσεις του άρθρου 10 της συμφωνίας TFTP από τα κράτη μέλη, την Ευρωπόλ και την Eurojust. Κατά την εν εξελίξει διαδικασία TFTP, η ανάπτυξη του TFTP πραγματοποιείται με τακτική κατάρτιση που παρέχεται από τον καθορισμένο πάροχο στο SPOC TFTP στην Ευρωπόλ. Η κατάρτιση αυτή εξασφαλίζει ότι η μονάδα TFTP της Ευρωπόλ παραμένει πλήρως ενημερωμένη για τις νέες εξελίξεις όσον αφορά τα είδη και κατηγορίες μηνυμάτων που υπόκεινται στον έλεγχο του TFTP. 24 Πρβ. SWD(2012) 454 final 25 Πρβ. COM(2013) 844 final και συνημμένο SEC(2013) 630 final 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 19
Με τη διεύρυνση της κοινότητας της ΕΕ, παρασχέθηκαν στην Κροατία ευαισθητοποίηση και κατάρτιση σε θέματα TFTP τον Δεκέμβριο του 2013, και μία σύνοδος ευαισθητοποίησης TFTP διοργανώθηκε, κατόπιν αιτήματος, για τις ισπανικές αρχές, στη Μαδρίτη, τον Ιούνιο του 2014. Προκειμένου να συνεχιστούν η υποστήριξη, η βελτίωση και η προώθηση της χρήσης του TFTP από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, πραγματοποιήθηκε στην Ευρωπόλ διήμερη συνεδρίαση των επαγγελματιών του TFTP στις 17 και 18 Ιουνίου 2014. Επρόκειτο για τη δεύτερη συνεδρίαση επαγγελματιών του TFTP η προηγούμενη είχε διεξαχθεί το 2012. Η συνεδρίαση των επαγγελματιών του TFTP περιελάμβανε επίσης παρουσίαση από τον καθορισμένο πάροχο καθώς και παρουσίαση και συμβολή από δύο συναδέλφους του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ. Είναι η πρώτη φορά που υπάλληλοι του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ παρακολούθησαν συνεδρίαση της Ευρωπόλ και των κρατών μελών της ΕΕ για το TFTP και η παρουσία και η δέσμευσή τους αποδείχτηκαν εξαιρετικά χρήσιμες για τη διευκόλυνση της παροχής άμεσων, συνοπτικών και ειλικρινών απαντήσεων στις ερωτήσεις που έθεσαν οι επαγγελματίες του TFTP από τα κράτη μέλη της ΕΕ. Η παρουσία του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ κατά τη συνεδρίαση για το TFTP διασφάλισε την ενίσχυση της δέσμευσης, της συνεργασίας και της διαφάνειας όλων των μερών τα οποία συνδέονται με τη συμφωνία TFTP. Όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ που ήταν παρόντα στη συνεδρίαση εξέφρασαν ευχαριστίες για το διάλογο και τα παραδείγματα βέλτιστων πρακτικών και επιχειρήσεων που μελετήθηκαν κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης. Οι επαγγελματίες του TFTP από τα κράτη μέλη της ΕΕ τόνισαν και συζήτησαν εκτενώς τον τρόπο χρήσης του TFTP, ειδικά όσον αφορά τη σύγκρουση στη Συρία και άλλες ζώνες συγκρούσεων. Η μονάδα TFTP της Ευρωπόλ υπογράμμισε ότι επί του παρόντος η σύγκρουση στη Συρία με τις αναγνωρισμένες και αποδεδειγμένες συνέπειες για τις κοινότητες της ΕΕ αποτελεί το συχνότερο λόγο αναζητήσεων σχετικά με το TFTP προς στήριξη των αντιτρομοκρατικών ερευνών των κρατών μελών της ΕΕ. Το TFTP διαδραματίζει ζωτικό ρόλο όσον αφορά την υποστήριξη των αντιτρομοκρατικών ερευνών της ΕΕ και τρίτων κρατών. Η προώθηση και η εφαρμογή του προγράμματος υποστηρίζονται συνεχώς από τη μονάδα TFTP της Ευρωπόλ και για πρώτη φορά επί του παρόντος ενισχύονται από τυπικό παράδειγμα TFTP που αναφέρεται στην έκθεση σχετικά με την κατάσταση και τις τάσεις της τρομοκρατίας (TE-SAT) της Ευρωπόλ 2014. 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 20
Ευρωπαϊκό Σύστημα Παρακολούθησης της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας (TFTS της ΕΕ) Ανταποκρινόμενη σε αίτημα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τον χρόνο σύναψης της συμφωνίας ΕΕ-ΗΠΑ για το TFTP, η Επιτροπή αξιολόγησε τις κύριες επιλογές για τη δημιουργία TFTS της ΕΕ 26. Οι επιλογές αξιολογήθηκαν ιδίως σε ό,τι αφορά την αναγκαιότητα, την αναλογικότητα, τον αντίκτυπο στα θεμελιώδη δικαιώματα και τη σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας. Στην ανακοίνωση της 27ης Νοεμβρίου 2013, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν αποδείχθηκε σαφώς η ανάγκη υποβολής πρότασης και κάλεσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να εκφράσουν τις απόψεις τους σχετικά με την αξιολόγησή της 27. Επιχειρήσεις κατά των διακινητών χρημάτων Όσον αφορά τις επιχειρήσεις κατά των διακινητών χρημάτων, το 2012, κατά τη διάρκεια της δανικής Προεδρίας, η Ευρωπόλ υποστήριξε την κοινή τελωνειακή και αστυνομική επιχείρηση (JCPO) ATHENA III από τις 16 έως τις 22 Οκτωβρίου, μια κοινή τελωνειακή και αστυνομική επιχείρηση με εκτεταμένο σκέλος έρευνας τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ. Η επιχείρηση περιελάμβανε ποινικές έρευνες σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το δίκαιο της ΕΕ και των κρατών μελών σχετικά με τη δήλωση και τη μεταφορά μεγάλων ποσών μετρητών είχε παραβιαστεί. Η Eυρωπόλ προέβη σε προεπιχειρησιακή ανάλυση κινδύνου και συνέβαλε στη διεξοδική ανάλυση των αποτελεσμάτων της επιχείρησης σε επίπεδο ΕΕ, αναπτύσσοντας την κινητή υπηρεσία κατά την επιχειρησιακή φάση. Εν τω μεταξύ, η κοινή τελωνειακή επιχείρηση (JCO) ATHENA IV, η οποία βασίσθηκε σε εμπειρίες από προηγούμενες επιχειρήσεις, πραγματοποιήθηκε από τις 16 έως τις 22 Ιουνίου 2014. Η JCO ATHENA IV επικεντρώθηκε επίσης στους διακινητές χρημάτων και διεξήχθη υπό τη διεύθυνση των λετονικών αρχών και της OLAF. Η Ευρωπόλ βοήθησε στην επαλήθευση δεδομένων σε εικονικό επιχειρησιακό κέντρο, με αποτέλεσμα αρκετές θετικές απαντήσεις με δεδομένα ποινικών μητρώων και ελέγχθηκαν άλλες πηγές σε συνολικά περισσότερα από 300 μητρώα με αποτέλεσμα 8 θετικές απαντήσεις. Επιπλέον, η Ευρωπόλ πραγματοποίησε επιτόπια επίσκεψη στον αερολιμένα της Φρανκφούρτης κατά τη διάρκεια της επιχείρησης ώστε να είναι μαζί με τις επιχειρησιακές ομάδες. 26 Έκθεση - 17064/13 + ADD 1 27 Ανακοίνωση της Επιτροπής - 17063/13 + ADD 1 + ADD 2 12243/14 ΑΣ/ΔΛ/σα/ΔΛ 21