Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 4 Ιουλίου 2016 (OR. en) 10899/16 ΔΙΑΒΙΒΑΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Ημερομηνία Παραλαβής: Αποδέκτης: Αριθ. εγγρ. Επιτρ.: Θέμα: SOC 447 FSTR 43 CADREFIN 43 REGIO 52 DELACT 143 GAF 44 Για τον Γενικό Γραμματέα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο κ. Jordi AYET PUIGARNAU, Διευθυντής 30 Ιουλίου 2016 κ. Jeppe TRANHOLM-MIKKELSEN, Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης C(2016) 3966 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 30.6.2016 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες σύμφωνα με τις οποίες καθορίζεται κατά πόσον τα μη ανακτήσιμα ποσά πρέπει να επιστρέφονται από τα κράτη μέλη όσον αφορά το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - C(2016) 3966 final. συνημμ.: C(2016) 3966 final 10899/16 γπ DG B 3A EL
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 30.6.2016 C(2016) 3966 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 30.6.2016 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες σύμφωνα με τις οποίες καθορίζεται κατά πόσον τα μη ανακτήσιμα ποσά πρέπει να επιστρέφονται από τα κράτη μέλη όσον αφορά το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους EL EL
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 1. ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΗΣ Η κατ εξουσιοδότηση πράξη προβλέπει τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που προσδιορίζουν κατά πόσον τα μη ανακτήσιμα ποσά βαρύνουν τον προϋπολογισμό της Ένωσης ή το οικείο κράτος μέλος. 2. ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ Κατά τη συνεδρίαση του Ταμείου Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους, στις 9 Μαρτίου 2016, ζητήθηκε η γνώμη της σχετικής ομάδας εμπειρογνωμόνων. 3. ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΗΣ Σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 2 πέμπτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2014, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 62 του εν λόγω κανονισμού, σχετικά με τον καθορισμό των προϋποθέσεων και των διαδικασιών που πρέπει να εφαρμόζονται για να προσδιοριστεί εάν τα ποσά τα οποία είναι μη ανακτήσιμα πρέπει να επιστρέφονται από τα κράτη μέλη. Σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού «[ό]ταν δεν είναι εφικτή η ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών σε έναν δικαιούχο εξαιτίας παράλειψης ή αμέλειας από πλευράς ενός κράτους μέλους, το εν λόγω κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την επιστροφή των σχετικών ποσών στον προϋπολογισμό της Ένωσης». Στο άρθρο 30 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού ορίζεται επίσης ότι «[τ]α κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην ανακτήσουν αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό εάν το προς ανάκτηση από τον δικαιούχο ποσό, χωρίς τους τόκους, δεν υπερβαίνει τα 250 EUR σε συνεισφορά από το Ταμείο». Η κατ εξουσιοδότηση πράξη ορίζει ότι, στην προκειμένη περίπτωση, δεν απαιτείται η παροχή πληροφοριών στην Επιτροπή στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού. EL 2 EL
ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 30.6.2016 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες σύμφωνα με τις οποίες καθορίζεται κατά πόσον τα μη ανακτήσιμα ποσά πρέπει να επιστρέφονται από τα κράτη μέλη όσον αφορά το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 223/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2014, για το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους 1, και ιδίως το άρθρο 30 παράγραφος 2 πέμπτο εδάφιο, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, όταν δεν είναι εφικτή η ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών σε έναν δικαιούχο εξαιτίας παράλειψης ή αμέλειας από πλευράς ενός κράτους μέλους, το εν λόγω κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την επιστροφή του σχετικού ποσού στον προϋπολογισμό της Ένωσης. (2) Το έγγραφο σχετικά με τα μη ανακτήσιμα ποσά 2 που υποβάλλεται από την αρχή πιστοποίησης στην Επιτροπή στο πλαίσιο των ετήσιων λογαριασμών, σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 1 στοιχείο β) και το άρθρο 48 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, κάθε έτος από το 2016 έως και το 2025, καθορίζει τα μη ανακτήσιμα ποσά ανά τύπο δαπάνης. Το εν λόγω έγγραφο θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης σαφείς πληροφορίες για τα ποσά που, σύμφωνα με το κράτος μέλος, δεν θα πρέπει να επιστραφούν στον προϋπολογισμό της Ένωσης, κυρίως αποδεικνύοντας τα διοικητικά και τα νομικά μέτρα που έλαβε το κράτος μέλος για την αποτελεσματική ανάκτηση των μη ανακτήσιμων ποσών. Ωστόσο, επειδή το εν λόγω έγγραφο αναφέρεται σε ποσά που περιλαμβάνονταν προηγουμένως σε πιστοποιημένους λογαριασμούς που είχαν υποβληθεί στην Επιτροπή, πρέπει να υποβληθεί για πρώτη φορά το 2017. (3) Σύμφωνα με το άρθρο 33 στοιχείο β) και το άρθρο 49 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, οι μειώσεις που γίνονται πριν από την υποβολή πιστοποιημένων λογαριασμών δεν μπορούν να θεωρηθούν ανακτήσεις, αν αφορούν δαπάνες που περιλαμβάνονται στην τελική αίτηση ενδιάμεσης πληρωμής για συγκεκριμένη 1 2 ΕΕ L 72 της 21.3.2014, σ. 1. Παράρτημα V προσάρτημα 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/341 της Επιτροπής για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα υποδείγματα για την υποβολή ορισμένων πληροφοριών στην Επιτροπή (ΕΕ L 60 της 4.3.2015, σ. 1). EL 3 EL
λογιστική χρήση για την οποία καταρτίζονται οι λογαριασμοί. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι πληροφορίες σχετικά με τα μη ανακτήσιμα ποσά που υποβάλλονται δυνάμει του παρόντος κατ εξουσιοδότηση κανονισμού θα πρέπει να αφορούν μόνο τα ποσά που έχουν ήδη συμπεριληφθεί σε πιστοποιημένους λογαριασμούς που είχαν υποβληθεί προηγουμένως στην Επιτροπή. (4) Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει κατά πόσον τα μη ανακτήσιμα ποσά θα πρέπει να επιστραφούν στον προϋπολογισμό της Ένωσης, το κράτος μέλος θα πρέπει να υποβάλει τις απαιτούμενες πληροφορίες, για κάθε πράξη και κάθε δικαιούχο, πριν από τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται για την υποβολή των λογαριασμών στο άρθρο 59 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 3. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, θα πρέπει επίσης να είναι δυνατόν να παραταθεί η προθεσμία για το έγγραφο σχετικά με τα μη ανακτήσιμα ποσά. (5) Είναι αναγκαίο να θεσπιστούν κριτήρια που θα επιτρέψουν στην Επιτροπή να αξιολογήσει κατά πόσον υπάρχει παράλειψη ή αμέλεια από την πλευρά του κράτους μέλους κατά την ανάκτηση στο πλαίσιο των διοικητικών και νομικών μέτρων. Η ύπαρξη ενός ή περισσότερων από αυτά τα κριτήρια δεν θα έπρεπε να σημαίνει αυτόματα ότι υπάρχει παράλειψη ή αμέλεια από την πλευρά του κράτους μέλους. (6) Για λόγους ασφάλειας δικαίου, η Επιτροπή θα πρέπει να ολοκληρώσει την αξιολόγηση εντός συγκεκριμένης προθεσμίας και τα κράτη μέλη θα πρέπει να αντιδράσουν στη συγκεκριμένη αξιολόγηση εντός μια άλλης συγκεκριμένης προθεσμίας. Για τους ίδιους λόγους, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να ολοκληρώσει την αξιολόγησή της, ακόμη και αν το κράτος μέλος δεν παράσχει επιπλέον πληροφορίες. Ωστόσο, στις περιπτώσεις που προηγούνται πτώχευσης ή στις περιπτώσεις υπόνοιας απάτης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται οι προθεσμίες. (7) Σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο δεύτερη περίοδος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην ανακτήσουν από δικαιούχο ένα αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό σε επίπεδο πράξης κατά την οικεία λογιστική χρήση, εάν το προς ανάκτηση ποσό, χωρίς τους τόκους, δεν υπερβαίνει τα 250 ευρώ συνεισφοράς από το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς του Απόρους («το Ταμείο»). Στην περίπτωση αυτή, το ποσό δεν χρειάζεται να επιστραφεί στον προϋπολογισμό της Ένωσης. Καμία πληροφορία δεν θα ζητηθεί για τα εν λόγω ασήμαντα ποσά, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Υποβολή πληροφοριών για μη ανακτήσιμα ποσά 3 Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1). EL 4 EL
1. Εάν ένα κράτος μέλος εκτιμά ότι ποσό που έχει καταβληθεί αχρεωστήτως σε δικαιούχο, το οποίο περιλαμβανόταν προηγουμένως σε πιστοποιημένους λογαριασμούς που είχαν υποβληθεί στην Επιτροπή, είναι μη ανακτήσιμο και εάν το κράτος μέλος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ποσό αυτό δεν θα πρέπει να επιστραφεί στον προϋπολογισμό της Ένωσης, η αρχή πιστοποίησης υποβάλλει αίτημα στην Επιτροπή για να επιβεβαιώσει το συμπέρασμα αυτό. 2. Η αρχή πιστοποίησης υποβάλλει το αίτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1, στο επίπεδο κάθε πράξης, χρησιμοποιώντας το έντυπο που παρατίθεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος ανταλλαγής δεδομένων που προβλέπεται στο άρθρο 30 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014. 3. Από το 2017 έως και το 2025, το κράτος μέλος υποβάλλει κάθε έτος, το αργότερο έως τις 15 Φεβρουαρίου, αίτημα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 όσον αφορά τις προηγούμενες λογιστικές χρήσεις. Η Επιτροπή μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να παρατείνει την προθεσμία έως την 1η Μαρτίου, έπειτα από αίτημα του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους. Άρθρο 2 Προϋποθέσεις για τον προσδιορισμό της παράλειψης ή της αμέλειας εκ μέρους των κρατών μελών Τα ακόλουθα κριτήρια αποτελούν ενδείξεις παράλειψης ή αμέλειας εκ μέρους των κρατών μελών: α) το κράτος μέλος δεν υπέβαλε καμία περιγραφή των διοικητικών και νομικών μέτρων, με ημερομηνίες, τα οποία έλαβε για την ανάκτηση του σχετικού ποσού [ή τη μείωση ή την ακύρωση του επιπέδου στήριξης ή την ανάκληση του εγγράφου που καθορίζει τους όρους για την υποστήριξη της κάθε πράξης και για το οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 32 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, όταν για μια τέτοια ανάκληση ισχύει χωριστή διαδικασία] β) το κράτος μέλος δεν υπέβαλε κανένα αντίγραφο ούτε της πρώτης ούτε κάποιας επόμενης εντολής είσπραξης [ούτε αντίγραφο της επιστολής για τη μείωση ή την ακύρωση του επιπέδου στήριξης ή για την ανάκληση του εγγράφου που καθορίζει τους όρους για την υποστήριξη της κάθε πράξης και για το οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 32 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, όταν για μια τέτοια ανάκληση ισχύει χωριστή διαδικασία] γ) το κράτος μέλος δεν ανέφερε την ημερομηνία της τελευταίας καταβολής της δημόσιας συνεισφοράς στον δικαιούχο της συγκεκριμένης πράξης, ούτε αντίγραφο της απόδειξης πληρωμής δ) το κράτος μέλος, μετά τον εντοπισμό της παρατυπίας, κατέβαλε αχρεωστήτως ένα ή περισσότερα ποσά στον δικαιούχο σε σχέση με το τμήμα της πράξης που επηρεάστηκε από την παρατυπία EL 5 EL
ε) το κράτος μέλος δεν απέστειλε το έγγραφο για τη μείωση του επιπέδου στήριξης ή για την ανάκληση του εγγράφου που καθορίζει τους όρους για την υποστήριξη της κάθε πράξης και για το οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 32 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, στην περίπτωση που για την ανάκληση αυτή ισχύει χωριστή διαδικασία, ούτε έλαβε ισοδύναμη απόφαση εντός 12 μηνών από τον εντοπισμό της παρατυπίας στ) το κράτος μέλος δεν κίνησε τη διαδικασία ανάκτησης εντός 12 μηνών από την ημερομηνία οριστικής μείωσης ή ακύρωσης της ενίσχυσης (είτε έπειτα από διοικητική ή δικαστική διαδικασία είτε με συμφωνία του δικαιούχου) ζ) το κράτος μέλος δεν εξάντλησε όλες τις διαθέσιμες δυνατότητες ανάκτησης μέσω του θεσμικού και νομικού του πλαισίου η) το κράτος μέλος δεν υπέβαλε τα έγγραφα σχετικά με τις διαδικασίες αφερεγγυότητας και πτώχευσης, κατά περίπτωση θ) το κράτος μέλος δεν απάντησε στο αίτημα της Επιτροπής για συμπληρωματικές πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 3. Άρθρο 3 Διαδικασία για τον καθορισμό του κατά πόσον ένα μη ανακτήσιμο ποσό πρέπει να επιστρέφεται από τα κράτη μέλη 1. Με βάση τις πληροφορίες που υπέβαλε το κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή αξιολογεί κάθε περίπτωση για να καθορίσει κατά πόσον η μη ανάκτηση ενός ποσού οφείλεται σε παράλειψη ή αμέλεια από την πλευρά του κράτους μέλους, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ειδικές συνθήκες και το θεσμικό και νομικό πλαίσιο του κράτους μέλους. Ακόμα και εάν πληρούνται ένα ή περισσότερα από τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 2, η Επιτροπή εξακολουθεί να έχει τη δυνατότητα να συμπεράνει ότι δεν υπάρχει παράλειψη ή αμέλεια από την πλευρά του κράτους μέλους. 2. Έως τις 31 Μαΐου του έτους κατά το οποίο υποβάλλονται οι λογαριασμοί, η Επιτροπή μπορεί: α) να ζητήσει από το κράτος μέλος να υποβάλει γραπτώς περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τα διοικητικά και νομικά μέτρα για την ανάκτηση τυχόν αχρεωστήτως καταβληθείσας ενωσιακής συνεισφοράς σε δικαιούχους ή β) να ζητήσει γραπτώς από το κράτος μέλος να συνεχίσει τη διαδικασία ανάκτησης. Εάν η Επιτροπή επέλεξε τη δυνατότητα που αναφέρεται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου, εφαρμόζονται οι παράγραφοι 5 έως 8. 3. Η προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 2 στοιχεία α) και β) δεν εφαρμόζεται στις παρατυπίες που προηγούνται πτώχευσης ή σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν υπόνοιες για απάτη. EL 6 EL
4. Εάν η Επιτροπή δεν ενεργήσει σύμφωνα με την παράγραφο 2 και εντός της προθεσμίας που ορίζεται σ αυτήν, η ενωσιακή συνεισφορά δεν επιστρέφεται από το κράτος μέλος. 5. Το κράτος μέλος απαντά εντός τριών μηνών στο αίτημα της Επιτροπής για παροχή πληροφοριών που έχει αποσταλεί σύμφωνα με την παράγραφο 2. 6. Εάν το κράτος μέλος δεν υποβάλει τις περαιτέρω πληροφορίες που ζητούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή συνεχίζει την αξιολόγησή της με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες. 7. Εντός τριών μηνών από την παραλαβή της απάντησης του κράτους μέλους ή, ελλείψει απάντησης εντός της προθεσμίας, η Επιτροπή ενημερώνει το κράτος μέλος εάν κρίνει ότι η ενωσιακή συνεισφορά θα πρέπει να επιστραφεί από το κράτος μέλος η Επιτροπή αναφέρει τους λόγους για τους οποίους κατέληξε σ αυτό το συμπέρασμα και ζητά από το κράτος μέλος να υποβάλει τις παρατηρήσεις του εντός δύο μηνών. Εάν η Επιτροπή δεν ενεργήσει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην προηγούμενη φράση και εντός της προθεσμίας που ορίζεται σ αυτήν, η ενωσιακή συνεισφορά δεν επιστρέφεται από το κράτος μέλος. 8. Εντός έξι μηνών από τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή παρατηρήσεων εκ μέρους του κράτους μέλους σύμφωνα με την παράγραφο 7, η Επιτροπή ολοκληρώνει την αξιολόγησή της με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες και, σε περίπτωση που εμμένει στο συμπέρασμά της ότι η ενωσιακή συνεισφορά πρέπει να επιστραφεί από το κράτος μέλος, εκδίδει απόφαση. Εάν η Επιτροπή δεν ενεργήσει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην προηγούμενη φράση και εντός της προθεσμίας που ορίζεται σ αυτήν, η ενωσιακή συνεισφορά δεν επιστρέφεται από το κράτος μέλος. Για τον υπολογισμό της ενωσιακής συνεισφοράς που πρέπει να επιστραφεί από το κράτος μέλος εφαρμόζεται το ποσοστό συγχρηματοδότησης στο επίπεδο κάθε επιχειρησιακού προγράμματος, όπως ορίζεται στο σχέδιο χρηματοδότησης που ισχύει κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης. Άρθρο 4 Παροχή πληροφοριών για τα μη ανακτηθέντα ποσά που δεν υπερβαίνουν τα 250 ευρώ συνεισφοράς από το Ταμείο Στην περίπτωση που ένα κράτος μέλος αποφασίσει να μην ανακτήσει από τον δικαιούχο ένα αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό, στο επίπεδο πράξης κατά την αντίστοιχη λογιστική χρήση, το οποίο δεν υπερβαίνει τα 250 ευρώ, μη συμπεριλαμβανομένων των τόκων, για συνεισφορά από το Ταμείο, δεν απαιτείται η παροχή πληροφοριών προς την Επιτροπή στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού. Άρθρο 5 Έναρξη ισχύος Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. EL 7 EL
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Βρυξέλλες, 30.6.2016 Για την Επιτροπή Πρόεδρος Jean-Claude JUNCKER EL 8 EL