Ευρωκώδικας 7 ENV 1997 Γεωτεχνικός Σχεδιασµός 1. Αντικείµενο των Ευρωκωδίκων Οι οµικοί Ευρωκώδικες αποτελούν µια οµάδα προτύπων για τον στατικό και γεωτεχνικό σχεδιασµό κτιρίων και έργων πολιτικού µηχανικού. Προορίζονται να χρησιµεύσουν ως κείµενα αναφοράς για τους εξής σκοπούς: (α) Ως µέσο για την απόδειξη της συµµόρφωσης των κτιριακών έργων και των έργων πολιτικού µηχανικού µε τις βασικές απαιτήσεις της Οδηγίας οµικών Προϊόντων (Construction Products Directive - CPD). (β) Ως πλαίσιο για τη σύνταξη εναρµονισµένων τεχνικών προδιαγραφών για δοµικά προϊόντα. Καλύπτουν την εκτέλεση και τον έλεγχο µόνο στην έκταση που απαιτείται για να υποδειχθεί η ποιότητα των δοµικών προϊόντων, και το ποιοτικό επίπεδο της εκτέλεσης της κατασκευής, ώστε να είναι σύµφωνη µε τις παραδοχές των κανόνων της µελέτης. Για το χρονικό διάστηµα µέχρις ότου καταστεί διαθέσιµο το αναγκαίο σύνολο των εναρµονισµένων τεχνικών προδιαγραφών των προϊόντων και των µεθόδων ελέγχου της συµπεριφοράς τους, µερικοί από τους οµικούς Ευρωκώδικες καλύπτουν ορισµένα από αυτά τα θέµατα σε πληροφοριακά παραρτήµατα. 2. Ιστορικό του προγράµµατος των Ευρωκωδίκων Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Commission of the European Communities - CEC) άρχισε την εργασία θέσπισης ενός συνόλου εναρµονισµένων τεχνικών κανόνων για το σχεδιασµό κτιριακών έργων και έργων πολιτικού µηχανικού, οι οποίοι αρχικώς θα χρησιµοποιούντο εναλλακτικά µε τους διάφορους κανόνες που ισχύουν στις Χώρες Μέλη και τελικώς θα τους αντικαθιστούσαν. Αυτοί οι τεχνικοί κανόνες έγιναν γνωστοί ως " οµικοί Ευρωκώδικες". Το 1990, αφού συµβουλεύθηκε τις αντίστοιχες Χώρες Μέλη, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, CEC, µεταβίβασε την εργασία της περαιτέρω ανάπτυξης, έκδοσης και αναθεώρησης των οµικών Ευρωκωδίκων στη Ευρωπαϊκή επιτροπή Τυποποίησης (European Committee of Standardization CEN). Η Τεχνική Επιτροπή της CEN, CEN/TC 250, είναι υπεύθυνη για όλους τους οµικούς Ευρωκώδικες. Μέχρι και σήµερα έχει γίνει εργασία για τους ακόλουθους οµικούς Ευρωκώδικες, καθένας εκ των οποίων γενικώς αποτελείται από πολλά µέρη: ΕΝV 1991 Ευρωκώδικας 1 Βάσεις σχεδιασµού και δράσεις επί των κατασκευών
ΕΝV 1992 Ευρωκώδικας 2 Σχεδιασµός κατασκευών από σκυρόδεµα ΕΝV 1993 Ευρωκώδικας 3 Σχεδιασµός χαλύβδινων κατασκευών ΕΝV 1994 Ευρωκώδικας 4 Σχεδιασµός σύνθετων κατασκευών από χάλυβα και σκυρόδεµα ΕΝV 1995 Ευρωκώδικας 5 Σχεδιασµός ξύλινων κατασκευών ΕΝV 1996 Ευρωκώδικας 6 Σχεδιασµός κατασκευών από λιθοδοµή ΕΝV 1997 Ευρωκώδικας 7 Γεωτεχνικός σχεδιασµός ΕΝV 1998 Ευρωκώδικας 8 Σχεδιασµός αντισεισµικών κατασκευών ΕΝV 1999 Ευρωκώδικας 9 Σχεδιασµός κατασκευών από κράµα αλουµινίου Από την CEN/TC 250 σχηµατίσθηκαν χωριστές υπο-επιτροπές για τους Ευρωκώδικες που αναφέρονται παραπάνω. Σηµειώνεται ότι το τµήµα του οµικού Ευρωκώδικα για το Γεωτεχνικό Σχεδιασµό, το οποίο οριστικοποιήθηκε και εγκρίθηκε για δηµοσίευση υπό τη διεύθυνση της CΕC, εκδίδεται από την CEN ως Ευρωπαϊκό οκιµαστικό Πρότυπο (ΕΝV) µε αρχική διάρκεια ισχύος τριών ετών. 3. Αντικείµενο του Ευρωκώδικα 7 Το παρόν οκιµαστικό Πρότυπο εφαρµόζεται στα γεωτεχνικά θέµατα του σχεδιασµού κτιριακών έργων και έργων πολιτικού µηχανικού. Υποδιαιρείται σε διάφορα χωριστά µέρη. Πιο συγκεκριµένα, αναφέρεται στις απαιτήσεις αντοχής, ευστάθειας, λειτουργικότητας και διάρκειας ζωής των κατασκευών. εν περιλαµβάνονται άλλες απαιτήσεις, όπως π.χ. θερµοµόνωση ή ηχοµόνωση. Επισηµαίνεται ότι πρέπει να χρησιµοποιείται σε συνδυασµό µε το ENV 1991 Ευρωκώδικα 1 "Βάσεις Σχεδιασµού και ράσεις επί των Κατασκευών", ο οποίος καθορίζει τις αρχές και απαιτήσεις ασφάλειας και λειτουργικότητας, περιγράφει τις βάσεις του σχεδιασµού και της επαλήθευσης και δίνει κατευθυντήριες οδηγίες για θέµατα που αφορούν την αξιοπιστία των κατασκευών. Επίσης τµήµα του οµικού Ευρωκώδικα για το Γεωτεχνικό Σχεδιασµό παρέχει κανόνες υπολογισµού δράσεων που προέρχονται από το έδαφος, όπως οι ωθήσεις γαιών. Αριθµητικές τιµές των δράσεων επί των κτιριακών έργων και των έργων πολιτικού µηχανικού που πρέπει να λαµβάνονται υπόψη στον σχεδιασµό περιέχονται στο ENV 1991 Ευρωκώδικας 1 ο οποίος εφαρµόζεται στους διάφορους τύπους των κατασκευών. Στο παρόν οκιµαστικό Πρότυπο, η εκτέλεση καλύπτεται στην έκταση που είναι αναγκαία για να υποδειχθεί η ποιότητα των δοµικών υλικών και προϊόντων που πρέπει να χρησιµοποιούνται, καθώς και το ποιοτικό επίπεδο της επιτόπου εργασίας που απαιτείται, ώστε να υπάρχει συµφωνία µε τις παραδοχές των κανόνων σχεδιασµού. Γενικώς, οι κανόνες που έχουν σχέση µε την εκτέλεση και την εργασία πρέπει να θεωρούνται ως ελάχιστες απαιτήσεις και ενδέχεται να πρέπει να αναπτυχθούν περαιτέρω για συγκεκριµένους τύπους κτιρίων ή έργων πολιτικού µηχανικού και µεθόδους κατασκευής. Το τµήµα του οµικού Ευρωκώδικα για το Γεωτεχνικό Σχεδιασµό δεν καλύπτει τις ειδικές απαιτήσεις του αντισεισµικού σχεδιασµού. Ο Ευρωκώδικας 8 "Όροι
αντισεισµικού σχεδιασµού των κατασκευών παρέχει πρόσθετους κανόνες αντισεισµικού σχεδιασµού, οι οποίοι συµπληρώνουν ή προσαρµόζουν τους κανόνες του παρόντος οκιµαστικού Προτύπου. 4. Αντικείµενο του Μέρους 1 του Ευρωκώδικα 7 (ENV 1997-1 ) Το πρώτο µέρος του οµικού Ευρωκώδικα για το Γεωτεχνικό Σχεδιασµό, το οποίο και έχει δηµοσιευτεί µέχρι σήµερα, παρέχει µια γενική βάση για τα γεωτεχνικά θέµατα τον σχεδιασµού κτιριακών έργων και έργων πολιτικού µηχανικού. Ο ENV 1997-1 Ευρωκώδικας 7 Γεωτεχνικός Σχεδιασµός πραγµατεύεται τα ακόλουθα θέµατα: Κεφάλαιο 1: Γενικά Κεφάλαιο 2: Βάσεις Γεωτεχνικού Σχεδιασµού Κεφάλαιο 3: Γεωτεχνικά Στοιχεία Κεφάλαιο 4: Επίβλεψη της Κατασκευής, Ενόργανη Παρακολούθηση και Συντήρηση Κεφάλαιο 5: Επιχώσεις, Αποστραγγίσεις Υδάτων, βελτιώσεις Εδαφών Κεφάλαιο 6: Επιφανειακές Θεµελιώσεις Κεφάλαιο 7: Θεµελιώσεις µε πασσάλους Κεφάλαιο 8: Έργα αντιστήριξης Κεφάλαιο 9: Επιχώµατα και Πρανή Το παρόν οκιµαστικό Πρότυπο θα ακολουθείται και από άλλα µέρη τα οποία θα τον συµπληρώνουν ή προσαρµόζουν σε συγκεκριµένα θέµατα για ειδικούς τύπους κτιριακών έργων ή έργων πολιτικού µηχανικού, ειδικές µεθόδους κατασκευής και ορισµένα άλλα µελετητικά θέµατα µε γενική πρακτική σηµασία. Στο συγκεκριµένο παράρτηµα γίνεται αναφορά στην αξιολόγηση των γεωτεχνικών παραµέτρων που αφορούν τους εδαφικούς σχηµατισµούς. Το θέµα αυτό αναφέρεται στο κεφάλαιο 3 του οµικού Ευρωκώδικα για το Γεωτεχνικό Σχεδιασµό και ουσιαστικά είναι το τµήµα του Ευρωκώδικα που άπτεται άµεσα µε το αντικείµενου του παρόντος συγγράµµατος. 5. Αξιολόγηση των γεωτεχνικών παραµέτρων Οι ιδιότητες εδαφών, βράχων και βραχοµάζας ποσοτικοποιούνται µε γεωτεχνικές παραµέτρους οι οποίες χρησιµοποιούνται στους υπολογισµούς της µελέτης. Οι παράµετροι αυτές θα προκύπτουν από τα αποτελέσµατα επιτόπου και εργαστηριακών δοκιµών και άλλα σχετικά στοιχεία. Τα στοιχεία αυτά θα ερµηνεύονται µε τρόπο κατάλληλο για την οριακή κατάσταση που θεωρείται σε κάθε περίπτωση. Οι ακόλουθες απαιτήσεις που αφορούν την αξιολόγηση των γεωτεχνικών παραµέτρων, αναφέρονται µόνον στις συχνότερα χρησιµοποιούµενες εργαστηριακές και επιτόπου δοκιµές. Μπορούν να χρησιµοποιούνται και άλλες δοκιµές υπό την προϋπόθεση ότι η καταλληλότητα τους έχει αποδειχθεί από συναφή εµπειρία. Για να προσδιορισθούν αξιόπιστες τιµές των γεωτεχνικών παραµέτρων, θα πρέπει να λαµβάνονται υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:
- πολλές εδαφικές παράµετροι δεν είναι απόλυτα σταθερές, αλλά εξαρτώνται από ποικίλους παράγοντες όπως το µέγεθος των τάσεων, ο τρόπος παραµόρφωσης κλπ. - κατά την ερµηνεία των αποτελεσµάτων των δοκιµών, θα λαµβάνονται υπόψη δηµοσιευµένες πληροφορίες σχετικά µε τη χρήση κάθε τύπου δοκιµής στις κατάλληλες εδαφικές συνθήκες - το πρόγραµµα ερευνών θα περιλαµβάνει επαρκή αριθµό δοκιµών ώστε να συγκεντρωθούν στοιχεία για τον προσδιορισµό των τιµών και των µεταβολών των διαφόρων παραµέτρων που υπεισέρχονται στη µελέτη - η τιµή κάθε παραµέτρου θα συγκρίνεται µε σχετικά δηµοσιευµένα στοιχεία και την τοπική και εν γένει εµπειρία. Θα λαµβάνονται επίσης υπόψη δηµοσιευµένες συσχετίσεις µεταξύ παραµέτρων, όπου απαιτείται - εάν υπάρχουν, θα αναλύονται τα αποτελέσµατα επιτόπου δοκιµών µεγάλης κλίµακας και µετρήσεις από κατασκευές σε πραγµατική κλίµακα - εάν υπάρχουν, θα ελέγχονται και συσχετίσεις µεταξύ των αποτελεσµάτων από περισσότερους τύπους δοκιµών 5.1 Χαρακτηρισµός εδαφικών και βραχωδών σχηµατισµών Πριν από την ερµηνεία των αποτελεσµάτων άλλων δοκιµών θα περιγράφονται τα χαρακτηριστικά και τα βασικά συστατικά του εδάφους ή του βράχου. Το υλικό θα εξετάζεται µακροσκοπικά και θα περιγράφεται σύµφωνα µε κάποια αναγνωρισµένη µέθοδο. Επίσης θα γίνεται και γεωλογική αξιολόγηση. Εκτός από την ανωτέρω αναφερόµενη µακροσκοπική εξέταση, µπορούν να χρησιµοποιούνται και οι ακόλουθες ιδιότητες για τον χαρακτηρισµό των υλικών: Για τα εδάφη: - κοκκοµετρική διαβάθµιση - σχήµα κόκκων - επιφανειακή τραχύτητα κόκκων - σχετική πυκνότητα - φαινόµενο βάρος - ποσοστό φυσικής υγρασίας - όρια Atterberg - περιεκτικότητα σε ανθρακικά - περιεκτικότητα σε οργανικά Για τους βράχους: - ορυκτολογία πετρογραφία - ποσοστό υγρασίας - φαινόµενο βάρος - πορώδες - ταχύτητα µετάδοσης ηχητικών κυµάτων - ταχεία απορρόφηση νερού - διόγκωση - δείκτης χαλάρωσης (slake-durability) - µοναξονική θλιπτική αντοχή
Η αντοχή που προκύπτει από µοναξονικές δοκιµές θλίψης επιτρέπει την κατάταξη των βράχων. Για τον ίδιο σκοπό µπορούν να χρησιµοποιούνται και απλούστερες δοκιµές όπως η δοκιµή Σηµειακής Φόρτισης. 5.2. Φαινόµενο βάρος Το φαινόµενο βάρος θα προσδιορίζεται µε επαρκή ακρίβεια ώστε να προσδιορισθούν οι τιµές σχεδιασµού των δράσεων που προκύπτουν από αυτό. Όταν χρησιµοποιούνται δοκιµές για τον προσδιορισµό του φαινοµένου βάρους, θα λαµβάνονται υπόψη η φυσική ή τεχνητή µεταβλητότητα και η διαστρωµάτωση. Στις περιπτώσεις που είναι γνωστός ο τύπος και η κοκκοµετρική διαβάθµιση του εδάφους, το επιτόπου φαινόµενο βάρος της άµµου και των χαλίκων µπορεί να εκτιµάται µε ικανοποιητική ακρίβεια από τα αποτελέσµατα δοκιµών, όπως οι δοκιµές διείσδυσης, ή παρατηρήσεις οι οποίες εκφράζουν την αντοχή του εδάφους. 5.3. Σχετική πυκνότητα Η σχετική πυκνότητα θα εκφράζει το βαθµό συµπύκνωσης ενός µη-συνεκτικού εδαφικού υλικού σε σχέση µε τις συνθήκες ελάχιστης και µέγιστης πυκνότητας όπως καθορίζονται από πρότυπες εργαστηριακές δοκιµές. Ένα άµεσο µέτρο της σχετικής πυκνότητας του εδάφους µπορεί να προκύψει συγκρίνοντας µια ακριβή µέτρηση του επιτόπου φαινόµενου βάρους µε εργαστηριακές τιµές του φαινόµενου βάρους του υλικού από πρότυπες δοκιµές αναφοράς. Ένα έµµεσο µέτρο της σχετικής πυκνότητας του εδάφους µπορεί να προκύψει από δοκιµές διείσδυσης. 5.4. Βαθµός συµπύκνωσης Ο βαθµός συµπύκνωσης θα εκφράζεται ως ο λόγος µεταξύ του ξηρού φαινόµενου βάρους και του µέγιστου ξηρού φαινόµενου βάρους που προκύπτει από µια πρότυπη δοκιµή συµπύκνωσης. Οι συχνότερα χρησιµοποιούµενες δοκιµές συµπύκνωσης είναι η Πρότυπη και η Τροποποιηµένη οκιµή Proctor που αντιστοιχούν σε διαφορετικές τυπικές ενέργειες συµπύκνωσης. Οι δοκιµές συµπύκνωσης δίνουν επίσης το βέλτιστο ποσοστό υγρασίας π.χ. το ποσοστό υγρασίας του εδάφους στην κατάσταση του µέγιστου ξηρού φαινόµενου βάρους για συγκεκριµένη ενέργεια συµπύκνωσης. 5.5. Αστράγγιστη διατµητική αντοχή συνεκτικών εδαφών Κατά την εκτίµηση της αστράγγιστης διατµητικής αντοχής, C u κορεσµένων, λεπτόκοκκων εδαφών, είναι σηµαντική η επιρροή των ακολούθων χαρακτηριστικών, τα οποία και θα πρέπει να λαµβάνονται υπόψη:
- οι διαφορές µεταξύ των εντατικών καταστάσεων επιτόπου και στη δοκιµή - η διατάραξη των δειγµάτων, ειδικά για εργαστηριακές δοκιµές σε δείγµατα γεωτρήσεων - η ανισοτροπία της αντοχής, ειδικά σε αργίλους χαµηλής πλαστικότητας - οι µικρο-ρωγµές, ειδικά σε στιφρές αργίλους. Τα αποτελέσµατα των δοκιµών µπορούν να αντιπροσωπεύουν την αντοχή είτε των ρωγµών είτε της µηρηγµατωµένης αργίλου, και κάθε µια από αυτές τις αντοχές µπορεί να διέπει την επιτόπου συµπεριφορά. Το µέγεθος του δείγµατος µπορεί να είναι σηµαντικό - οι επιδράσεις της ταχύτητας. οκιµές που εκτελούνται πολύ γρήγορα τείνουν να δίδουν υψηλότερες αντοχές - οι επιδράσεις µεγάλων παραµορφώσεων. Οι περισσότερες άργιλοι παρουσιάζουν απώλεια αντοχής σε πολύ µεγάλες παραµορφώσεις και κατά µήκος προϋπαρχουσών επιφανειών ολίσθησης - οι χρονικές επιδράσεις. Η περίοδος κατά την οποία το έδαφος θα συµπεριφέρεται ως πρακτικά αστράγγιστο εξαρτάται από τη διαπερατότητά του, την ύπαρξη ελεύθερης επιφάνειας νερού, και τη γεωµετρία του προβλήµατος - η ανοµοιογένεια των δειγµάτων, όπως ενστρώσεις χαλίκων ή άµµου µέσα σε αργιλικό δείγµα - ο βαθµός κορεσµού - ο βαθµός εµπιστοσύνης στη θεωρία που χρησιµοποιήθηκε για τον προσδιορισµό της αστράγγιστης διατµητικής αντοχής από τα αποτελέσµατα των δοκιµών, ειδικά για τις επιτόπου δοκιµές. 5.6. Ενεργές παράµετροι διατµητικής αντοχής εδαφών Κατά την εκτίµηση των ενεργών παραµέτρων διατµητικής αντοχής c' και φ', θα λαµβάνονται υπόψη τα εξής χαρακτηριστικά: - το µέγεθος των τάσεων του συγκεκριµένου προβλήµατος - η ακρίβεια του επιτόπου προσδιορισµού του φαινόµενου βάρους - η διατάραξη κατά τη δειγµατοληψία Οι τιµές των c' και φ' µπορούν να θεωρούνται σταθερές µόνο µέσα στο εύρος των τάσεων για το οποίο υπολογίσθηκαν. Όταν οι ενεργές παράµετροι αντοχής c' και φ' προσδιορίζονται από αστράγγιστες δοκιµές µε µετρήσεις της πίεσης πόρων θα δίδεται προσοχή ώστε τα δείγµατα να είναι πλήρως κορεσµένα. Τα εδάφη γενικώς παρουσιάζουν ελαφρά υψηλότερη τιµή του φ' όταν υποβάλλονται σε δοκιµή υπό επίπεδη παραµόρφωση παρά όταν υποβάλλονται σε δοκιµή υπό (κυλινδρικές) τριαξονικές συνθήκες. 5.7. υστροπία (stiffness) των εδαφών
Κατά την εκτίµηση της δυστροπίας του εδάφους, θα λαµβάνονται υπόψη τα εξής χαρακτηριστικά: - οι συνθήκες στράγγισης - το µέγεθος της µέσης ενεργού τάσης - το µέγεθος της επιβαλλόµενης διατµητικής παραµόρφωσης ή της προκαλούµενης διατµητικής τάσης, η οποία συνήθως κανονικοποιείται ως προς τη διατµητική αντοχή θραύσης - η προϊστορία των τάσεων και παραµορφώσεων Οι παράγοντες αυτοί είναι οι σπουδαιότεροι για τον έλεγχο της δυστροπίας των εδαφών. Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν το µέτρο παραµόρφωσης των εδαφών, και πρέπει να λαµβάνονται υπόψη, περιλαµβάνουν: - τη διεύθυνση των τάσεων των εδαφών σε σχέση µε τον προσανατολισµό της κύριας τάσης στερεοποίησης - τις χρονικές επιδράσεις και επιδράσεις του ρυθµού των παραµορφώσεων - το µέγεθος του δείγµατος που υποβλήθηκε σε δοκιµή σε σχέση µε το µέγεθος των κόκκων και τα χαρακτηριστικά της µακροσκοπικής υφής του εδάφους Αξιόπιστες µετρήσεις της δυσκαµψίας του εδάφους είναι συχνά πολύ δύσκολο να αποκτηθούν από επιτόπου ή εργαστηριακές δοκιµές. Συγκεκριµένα, λόγω της διατάραξης των δειγµάτων και άλλων επιδράσεων, οι µετρήσεις που λαµβάνονται από εργαστηριακά δείγµατα συχνά υποεκτιµούν την επιτόπου δυστροπία του εδάφους. Για τούτο συνιστάται ανάλυση των παρατηρήσεων της συµπεριφοράς παλαιότερων κατασκευών. Μερικές φορές είναι χρήσιµο να θεωρείται µια γραµµική ή ηµι-λογαριθµική σχέση µεταξύ τάσης και παραµόρφωσης για περιορισµένο εύρος µεταβολής της τάσης. Όµως αυτό πρέπει πάντα να γίνεται αποδεκτό µε ιδιαίτερη προσοχή επειδή η πραγµατική συµπεριφορά του εδάφους είναι γενικά σηµαντικά µη-γραµµική. 5.8. Παράµετροι διαπερατότητας και στερεοποίησης Κατά την εκτίµηση των παραµέτρων διαπερατότητας και στερεοποίησης, θα λαµβάνονται υπόψη τα εξής χαρακτηριστικά: - η επίδραση της ανοµοιογένειας των εδαφικών συνθηκών - η επίδραση της ανισοτροπίας του εδάφους - η επίδραση των ρωγµών ή ρηγµάτων στο έδαφος, ιδιαίτερα σε βράχο - η επίδραση των µεταβολών των τάσεων υπό την προτεινόµενη φόρτιση Οι µετρήσεις της διαπερατότητας σε µικρά εργαστηριακά δείγµατα µπορεί να µην αντιπροσωπεύουν τις επιτόπου συνθήκες. Εποµένως, θα πρέπει να προτιµώνται επιτόπου δοκιµές οι οποίες µετρούν τη µέση τιµή των ιδιοτήτων µεγάλου όγκου εδάφους, όταν αυτό είναι δυνατόν. Όµως, θα πρέπει να λαµβάνονται υπόψη και οι πιθανές µεταβολές της διαπερατότητας όταν οι τιµές της ενεργού τάσης αυξάνονται πάνω από την επιτόπου τιµή. Μερικές φορές η διαπερατότητα µπορεί να εκτιµάται µε βάση στοιχεία του µεγέθους των κόκκων και της κοκκοµετρικής διαβάθµισης.
5.9. Παράµετροι κώνου Κατά την εκτίµηση των τιµών της αντίστασης κώνου, της πλευρικής τριβής και πιθανώς της πίεσης πόρων κατά τη διείσδυση, θα λαµβάνονται υπόψη τα εξής χαρακτηριστικά: - ο λεπτοµερής σχεδιασµός της αιχµής του κώνου και του πλευρικού µανδύα µπορούν να επηρεάσουν σηµαντικά τα αποτελέσµατα. Εποµένως πρέπει να λαµβάνεται υπόψη ο τύπος του κώνου που χρησιµοποιείται - τα αποτελέσµατα µπορούν να ερµηνευθούν µε αξιοπιστία µόνο όταν είναι γνωστή η στρωµατογραφία του εδάφους. Εποµένως, σε πολλές περιπτώσεις απαιτείται να γίνονται γεωτρήσεις σε συνδυασµό µε τις δοκιµές διείσδυσης - οι επιδράσεις των συνθηκών υπογείου νερού και η πίεση λόγω του βάρους των υπερκειµένων γαιών θα πρέπει να λαµβάνονται υπόψη όταν ερµηνεύονται τα αποτελέσµατα - σε ανοµοιογενή εδάφη στα οποία καταγράφονται αποτελέσµατα µε ευρεία διακύµανση, θα πρέπει να λαµβάνονται υπόψη οι τιµές διείσδυσης οι οποίες αντιπροσωπεύουν το τµήµα του εδαφικού σκελετού που σχετίζεται µε τη συγκεκριµένη µελέτη - Θα πρέπει να λαµβάνονται υπόψη, εφόσον διατίθενται, αξιόπιστες συσχετίσεις µε αποτελέσµατα άλλων δοκιµών όπως µετρήσεις της πυκνότητας του εδάφους και άλλες µορφές δοκιµών διείσδυσης. 5.10. Αριθµός κρούσεων δοκιµών πρότυπης διείσδυσης και δυναµικής διείσδυσης Κατά την εκτίµηση του αριθµού κρούσεων, θα πρέπει να λαµβάνονται υπόψη τα εξής χαρακτηριστικά: - ο τύπος της δοκιµής - η λεπτοµερής περιγραφή της εκτέλεσης της δοκιµής (µέθοδος ανύψωσης, είδος αιχµής ή κώνος, µάζα του πίπτοντας βάρους, ύψος πτώσεως, διάµετρος της σωλήνωσης και των στελεχών κλπ.) - συνθήκες υπογείου νερού - η επιρροή της πίεσης των υπερκειµένων γαιών - η φύση του εδάφους, ιδιαίτερα όταν συναντώνται κροκάλες ή χονδρά χαλίκια 5.11. Παράµετροι πρεσσιοµέτρου Κατά την εκτίµηση των τιµών της οριακής πίεσης και του πρεσσιοµετρικού µέτρου παραµορφωσιµότητας θα πρέπει να λαµβάνονται υπόψη τα εξής χαρακτηριστικά: - ο τύπος του εξοπλισµού και κυρίως - η διαδικασία που εφαρµόσθηκε για την τοποθέτηση του πρεσσιοµέτρου στο έδαφος
εν θα πρέπει να χρησιµοποιούνται καµπύλες που παρουσιάζουν βαθµό διατάραξης µεγαλύτερο από µια µέτρια τιµή. Όταν κατά τη δοκιµή δεν επιτυγχάνεται η οριακή πίεση, µπορεί να χρησιµοποιείται για την εκτίµηση της οριακής πίεσης µια ήπια και συντηρητική επέκταση της καµπύλης. Στις δοκιµές κατά τις οποίες προσδιορίζεται µόνο το αρχικό τµήµα της καµπύλης του πρεσσιοµέτρου, µπορούν να χρησιµοποιούνται συντηρητικά για την εκτίµηση της οριακής πίεσης από το πρεσσιοµετρικό µέτρο παραµορφωσιµότητας, γενικές συσχετίσεις ή κατά προτίµηση τοπικές συσχετίσεις από την ίδια περιοχή. 5.12. Παράµετροι ντιλατοµέτρου Κατά την εκτίµηση των τιµών επίπεδων ντιλατοµέτρων θα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη η µέθοδος εγκατάστασης του οργάνου. Εάν πρόκειται να εκτιµηθούν παράµετροι αντοχής, θα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη η αντίσταση διείσδυσης. Το µέτρο ελαστικότητας του ντιλατοµέτρου θα πρέπει κανονικά να χρησιµοποιείται ως βάση για τον προσδιορισµό του µέτρου µονοδιάστατης συµπίεσης του εδάφους. 5.13. Συµπυκνωσιµότητα Κατά την εκτίµηση της συµπυκνωσιµότητας ενός υλικού επίχωσης, θα λαµβάνονται υπόψη τα εξής χαρακτηριστικά: - ο τύπος του εδάφους ή του βράχου - η κοκκοµετρική διαβάθµιση - το σχήµα των κόκκων - η ανοµοιογένεια του υλικού - ο βαθµός κορεσµού ή το ποσοστό υγρασίας - ο τύπος των µηχανηµάτων συµπύκνωσης που θα χρησιµοποιηθούν Για τον άµεσο προσδιορισµό του µέτρου της συµπυκνωσιµότητας εδαφικής ή βραχώδους επίχωσης, θα πρέπει να γίνεται δοκιµαστική συµπύκνωση µε τον προτεινόµενο τύπο υλικού, το πάχος της στρώσης επίχωσης και τον τύπο του εξοπλισµού συµπύκνωσης. Έτσι, η πυκνότητα που προσδιορίζεται συσχετίζεται µε εργαστηριακές τιµές για τυποποιηµένες διαδικασίες συµπύκνωσης και µε επιτόπου τιµές για τα προτεινόµενα µέσα και διαδικασίες του επιτόπου ελέγχου της συµπύκνωσης (π.χ. διατρήσεις, δοκιµές δυναµικής συµπύκνωσης, δοκιµές φόρτισης πλάκας, στοιχεία υποχωρήσεων).