Εισαγωγικά Η σχολική τάξη είναι μια ομάδα Η ομάδα αυτή λειτουργεί με βάση ένα συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο (κανόνες, ρόλοι, προσδοκίες, κλπ). Στην ομάδα αυτή λαμβάνουν χώρα επικοινωνία, αλληλεπίδραση, διαδικασίες μά- θησης και διαμορφώνονται διαπροσωπικές σχέσεις. Ζητούμενο όλων αυτών παραμένει: η μάθηση, με την έννοια της κοινωνικοποίησης η ανάπτυξη της προσωπικό- τητας,, με την έννοια της δια- τήρησης της ατομικότητας κάθε μαθητή, στα πλαίσια λειτουργίας της σχολ.. τάξης
Εισαγωγικά Η σχολική τάξη είναι μια ομάδα Τάξη είναι ένα σύνολο ατόμων, τα οποία δεν γνωρίζονται μεταξύ τους (αρχικά). Διακρίνονται από ένα κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα που έ- χει μεγάλη σπουδαιότητα για την ανάπτυξη των κοινωνικών σχέσεων. Ομάδα ονομάζεται ένα σύνολο αλληλεπιδρώντων ατόμων που διαθέ- τουν τη συνείδηση συμμετοχής και έχουν δυο βασικά κίνητρα: την ε-ε κτέλεση κάποιου κοινού έργου και την ικανοποίηση κοινών συναισθη- ματικών αναγκών. (Κοσμόπουλος( Κοσμόπουλος)
Εισαγωγικά Τα κύρια αίτια που επηρεάζουν καθοριστικά τις διαδικασίες μά- θησης και κοινωνικοποίησης του παιδιού στο σχολείο, αναζητού- νται κυρίως σε δυο βασικούς τομείς: Στον τομέα των βιοπεριβαλλοντικών παραγόντων: Το εκπαιδευτικό σύστημα: Δομή και λειτουργία της εκπαίδευσης, εκπαίδευση και μετεκπαίδευση των εκπαιδευτικών, αναλυτικά προγράμματα και διδακτικά βιβλία και αξιολόγηση του εκπαιδευ- τικού έργου, δάσκαλων και μαθητών. Η υλικοτεχνική υποδομή του σχολείου: κτιριακές εγκαταστάσεις και τεχνολογικός εξοπλισμός. Το οικονομικό και πολιτισμικό status τόσο των μαθητών όσο και των εκπαιδευτικών. Στον τομέα των βιογεννετικών παραγόντων: Οι ψυχικές, οι πνευματικές και οι συναισθηματικές λειτουργίες του ανθρώπου (σκέψη, συναίσθημα και συμπεριφορά).
Εισαγωγικά Οι παράγοντες αυτοί, μέσα στη σχολική τάξη, συνδέονται και δια- πλέκονται αλληλένδετα μεταξύ τους κατά τη διαδικασία της σχο- λικής πράξης και από κοινού συμβάλλουν, ανάλογα με την ποιο- τική τους κατάσταση, τόσο στη συγκρότηση της προσωπικότη- τας του μαθητή όσο και στην κοινωνικοποίηση αυτού στο σχο- λείο και την ομαλή ένταξή του στην ομάδα των συμμαθητών του. Η ψυχολογική κατάσταση του μαθητή, φορτίζεται με τις αντιλή- ψεις και τις προσδοκίες των άλλων, σε σχέση με την ικανοποίηση των ατομικών αναγκών και επιθυμιών τους ή την πραγματοποίη- ση κοινών στόχων της ομάδας. Η θετικά ή αρνητικά φορτισμένη ψυχολογική κατάσταση, επηρε- άζει τις βασικές ψυχοπνευματικές και κοινωνικο γνωστικές λει- τουργίες του μαθητή: τη σκέψη, το συναίσθημα και τη συμπερι- φορά του. Έτσι ο μαθητής δέχεται επίδραση στην ψυχική του υγεία, την ε-ε πίδοσή του και την κοινωνικοποίησή του στο σχολείο.
Το διπλό επίπεδο της σχολικής μάθησης Εκπαίδευση δεν είναι μόνο η μάθηση από τους μαθητές όσων ορίζει το επίσημο αναλυτικό πρόγραμμα. Η σχολική πραγματικότητα διαφέρει. Σε κάθε τάξη εμφανίζεται η επίδραση των παραγόντων που χαρακτηρί- ζονται με τον όρο «κρυφό ή ανεπίσημο αναλυτικό πρόγραμμα». Οι μα- θητές δεν μαθαίνουν με ομοιόμορφο τρόπο και ακριβώς αυτό που προ- βλέπει το επίσημο σχολικό πρόγραμμα. Το επίσημο αναλυτικό πρόγραμμα δεν προβλέπει και το άλλο επίπεδο (παράλληλο) μάθησης, το οποίο χαρακτηρίζεται ως κοινωνική μάθηση, σε αντίθεση με την ακαδημαϊκή μάθηση. Ο μαθητής μέσα από την εμπλοκή του στη σχολική ζωή, μαθαίνει να ε- πικοινωνεί,, να δημιουργεί ανθρώπινες σχέσεις, να αποκρυπτογραφεί τους κανόνες που διέπουν την ανθρώπινη σχέση.
Το διπλό επίπεδο της σχολικής μάθησης Η ακαδημαϊκή μάθηση στο σχολείο, εξαρτάται Από το αναλυτικό πρόγραμμα Από τη διδακτική ικανότητα του δάσκαλου Από τις συνθήκες ανθρώπινων σχέσεων Οδηγούμαστε έτσι στην ανάλυση της αλληλεπίδρασης και επικοινωνίας Ανάμεσα στους πόλους της παιδαγωγικής σχέσης. Είναι σημαντική Η συμμετοχή του μαθητή στην επικοινωνία δεν έχει ως αποτέλεσμα μό- νο τη μάθηση (διδακτέας ύλης), αλλά συμβάλλει πάντοτε και στη δια- μόρφωση της ταυτότητας του μαθητή, και ειδικότερα στη διαμόρφωση της αυτοαντίληψης (μιας εικόνας για τον εαυτό του) και αυτοεκτίμησής του (αποτίμηση της εικόνας του). Σχηματίζει ο μαθητής μια εικόνα για τον εαυτό του που επηρεάζει τη μάθησή του, την κοινωνική συμπερι- ρά,, τις στάσεις του.
Το διπλό επίπεδο της σχολικής μάθησης Μοναδικό έργο του δάσκαλου δεν είναι η «εξάντληση της διδακτέα ύλης» αλλά και η συμβίωση και επικοινωνία για κάποιο σεβαστό χρονι- κό διάστημα με τους μαθητές, οι οποίοι έχουν συγκεκριμένα χαρακτη- ριστικά και ανάγκες. Ένα από τα γνωρίσματα ή τις προσδοκίες που συνδέονται με το ρόλο του δάσκαλου είναι το ιδιαίτερο ενδιαφέρον και η γνώση σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες του αναπτυσσόμενου μαθητή. Αποτελεί εί αξίωμα ότι στις σχέσεις δάσκαλου μαθητή, απαιτούνται γνώσεις και ικανότητες οι οποίες δεν είναι δεδομένες και δεν επαφίενται στη διαί- σθηση ή την αγάπη του δάσκαλου για το μαθητή. Συμπερασματικά φαίνεται επιτακτική η ανάγκη να έχει τη δυνατότητα ο δάσκαλος να αναλύει εύστοχα τα δρώμενα στην τάξη του. Πρέπει ναν μπορεί να ελέγχει και να αναλύει τόσο τη δική του συμπεριφορά όσο και τη συμπεριφορά των μαθητών του, και στηριζόμενος στην εύστοχη διάγνωση να μπορεί να παρεμβαίνει με παιδαγωγικούς χειρισμούς, μεμ στόχο τη βελτίωση των ανθρώπινων σχέσεων στην τάξη του.
Η διαδικασία της επικοινωνίας επιτυγχάνεται με δυο μέσα: Επικοινωνία είναι η διαδικασία μεταβίβασης και αμοιβαίας ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των ατόμων. Κατά τον Spitz ως επικοινωνία χαρα- κτηρίζεται κάθε συνειδητή ή μη, κατευθυνόμενη ή μη έκφραση συμπε- ριφοράς ενός ατόμου μέσω της οποίας ασκείται, σκόπιμα ή μη, επιρροή στην αντίληψη, το συναίσθημα και τη σκέψη του άλλου. Με τη γλώσσα ή τα γλωσ- σικά σύμβολα (προφορικό ή γραπτό λόγο, γραφή,ει- κόνες,, ακουστικά σήματα. Με τα νοήματα, τους μορ- φασμούς,, τις κινήσεις και Χειρονομίες (μη γλωσσικά σύμβολα). Τα δυο αυτά μέσα διαπλέκονται μεταξύ τους για την ακριβέστερη ερμη- νεία και την έμφαση του περιεχομένου της. Βασική προϋπόθεση της επικοινωνίας είναι η ύπαρξη τριών στοιχείων: ο πομπός, η πληροφορία ρία και ο δέκτης. Η επικοινωνία είναι μονόπλευρη ή αμφίπλευρη.
Διαφορές των εννοιών Το στοιχείο της αμοιβαιότητας της επικοινωνίας ταυτίζεται με την έν- νοια της αλληλεπίδρασης. Η επικοινωνία στοχεύει κυρίως στη πληροφόρηση. Περιέχει δυο διαστά- σεις: η πρώτη διάσταση δηλώνει το περιεχόμενο της πληροφορίας, δη-δ λαδή το «τι λέει» αυτός που μεταβιβάζει ένα μήνυμα, και η δεύτερη διάσταση δηλώνει τη συμπεριφορά, δηλαδή το «πώς το λέει» αυτός που μεταβιβάζει το μήνυμα. Η αλληλεπίδραση μέσω της πληροφόρησης στοχεύει και στην άσκηση επιρροής.
α) να είναι θερμές και αρμονικές β) να έχουν κοινό σύστημα γλωσσικών ή μη γλωσσικών συμβόλων επικοινωνίας, πράγμα το οποίο εξαρτάται κυρίως από τις ατομικές και κοινονικοπολιτισμικές ομοιότητές τους. Προκειμένου να προσληφθεί ένα μήνυμα χωρίς εμπόδια και να κατανο- ηθεί το περιεχόμενό του, πρέπει οι διανθρώπινες σχέσεις να πληρούν τις παρακάτω προϋποθέσεις: γ) να διαθέτουν ικανότητες κινητικής, αισθητηριακής, συναισθηματι- κής και αντιληπτικής λειτουργίας. Αυτό εξαρτάται από ενδο και εξωγενείς παράγοντες του κάθε ατόμου. δ) να υπάρχει σαφής και πλήρης μετάδοση των πληροφοριών και α-α κριβής αποκωδικοποίηση αυτών.
Αλληλεπίδραση: Λέγεται η αμφίπλευρη επιρροή μεταξύ των ατόμων, η οποία αρχίζει με την επικοινωνία μέσω γλωσσικών και μη γλωσσικών συμβόλων και διεξάγεται: α) μέσω της δύναμης επιρροής του ενός προς τον άλλο ή τους άλλους β) μέσω της καθοδήγησης του ενός προς τον άλλον ή τους άλλους γ) μέσω της επιβολής ποινών ή απονομής αμοιβών του δυνατού προς τον αδύνατο ή τους αδύνατους δ) μέσω της απόκτησης κέρδους του ενός από τον άλλο ή τους άλλους Βασικό όργανο με το οποίο διεξάγεται η αλληλεπίδραση είναι η γλώσσα, και η κυρίαρχη και σημαντικότερη μορφή της είναι η προσωπική, Αυτή η μορφή της αλληλεπίδρασης είναι και η αποτελεσματικότερη στις διαδ ια- δικασίες μάθησης μεταξύ δάσκαλου και μαθητών μέσα στη σχολική τάξη.
Ταυτότητα και ρόλος Στην ανθρώπινη κοινωνική αλληλεπίδραση οι εμπλεκόμενοι φέρουν πάντα και κάποια ταυτότητα, η οποία έχει δυο επίπεδα: προσωπική και κοινωνική ταυτότητα. Η προσωπική ταυτότητα αναφέρεται στη δυνατότητα του ανθρώπου να αντιλαμβάνεται όλα τα βιώματα και τις εμπειρίες του ως μια ενότητα. τα. Κάθε άτομο φέρει και την κοινωνική του ταυτότητα, δηλαδή ανήκει σε κάποια κοινωνική κατηγορία. Τα δυο επίπεδα ταυτότητας συνδέονται και αλληλοεπηρεάζονται. Η προσωπική ταυτότητα ξεχωρίζει το άτομο από κάθε άλλο και η κοινω- νική το τοποθετεί σε μια κοινωνική κατηγορία και το εξομοιώνει με τα υπόλοιπα μέλη της. Σημαντική η έννοια του ρόλου.
Ταυτότητα και ρόλος Η διαδικασία απόκτησης της ταυτότητας εξαρτάται από την ανάληψη διαφόρων ρόλων και ως μέσο για το σχηματισμό της χρησιμεύει σε πρώτο στάδιο η βασική δραστηριότητα των πρώτων χρόνων της ζωής του παιδιού, το παιχνίδι. α) Το ατομικό παιχνίδι: Το παιδί παριστάνει ταυτόχρονα ένα πρόσωπο από το εξωτερικό περιβάλλον. Μπαίνει για πρώτη φορά στο ρόλο του άλλου. Ξεπερνά τον εγωκεντρισμό του και αποκτά αυτοσυνειδησία. β) Το ομαδικό παιχνίδι: Είναι παιχνίδι κανόνων και προϋποθέτει την ικανότητα του παιδιούπ να κατανοεί τους ρόλους. Εναρμονίζει τη δική του συμπεριφορά ρά με τους άλλους. Η αντίληψη της στάσης των άλλων, η αντίληψη των κανόνων κατά τά- κτώνται μέσα από την τριβή του ατόμου με τον κοινωνικό του πε- ρίγυρο.
Αλληλεπίδραση δάσκαλου μαθητή Στο κοινωνικό σύστημα της τάξης εμπλέκονται οι ρόλοι του δάσκαλου και του μαθητή. Για να υλοποιηθεί το έργο (το μάθημα), πρέπει να οριστεί η περίσταση. Η περίσταση υποβοηθείται από το σχολικό πρόγραμμα και τον εσωτερι- κό κανονισμό. Οι μαθητές καταλαβαίνουν πώς ο δάσκαλος ερμηνεύει την κατάσταση «σχολική ζωή», «επικοινωνία» ή «μάθημα». Το ίδιο συμβαίνει και με το δάσκαλο.
Αλληλεπίδραση δάσκαλου μαθητή Διαδραματίζεται έτσι κοινωνική αλληλεπίδραση και ειδικότερα η μορφή αλληλεπίδρασης που είναι παιδαγωγικά ενδιαφέρουσα: η αλληλεπίδρα- ση πρόσωπο με πρόσωπο ανάμεσα στο δάσκαλο και το μαθητή. Ο μαθητής αναγνωρίζει και ερμηνεύει τα λόγια και τις πράξεις του δά- σκαλου και ανάλογα με τις ερμηνείες που δίνει αλλά και τους στόχους που έχει, οργανώνει την «απάντησή» του. Ο δάσκαλος ανάλογα με την ερμηνεία που δίνει στα σήματα του μαθητή προετοιμάζει την επόμενη αντίδρασή του. Έτσι προκύπτει η αλληλοπροσαρμογή. Η προσαρμογή δεν είναι μόνο αρμονικές σχέσεις, αλλά και περιπτώσεις εις εντάσεων ή διαταραχών στην αλληλεπίδραση και επικοινωνία.