Μιχάλης Πάτσης Ο χρόνος νησί Publibook
http://www.publibook.gr Αυτό το κείμενο, που δημοσιεύεται από τις εκδόσεις Publibook, προστατεύεται από τους διεθνείς νόμους και τις διεθνείς συνθήκες που αφορούν τα συγγραφικά δικαιώματα. Η εκτύπωσή του σε χαρτί προορίζεται αποκλειστικά για τον αγοραστή και περιορίζεται στην προσωπική του χρήση. Κάθε άλλη αναπαραγωγή ή αντιγραφή, από όποιον και αν προέρχεται, θα αποτελεί απομίμηση και θα υπόκειται στις προβλεπόμενες κυρώσεις από το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο περί πνευματικής ιδιοκτησίας και από τις ισχύουσες διεθνείς συνθήκες για την προστασία των συγγραφικών δικαιωμάτων. Διεύθυνση στην Ελλάδα: Εκδόσεις Publibook, οδός Αριστείδου 8, T.K. 105 59, Αθήνα Έδρα: Editions Publibook 14, rue des Volontaires 75015 PARIS - France IDDN.FR.010.0115876.000.R.P.2010.030.31500 Πρώτη έκδοση από τις Εκδόσεις Publibook, 2011
Ο χρόνος είναι το νόημα της ζωής. Νόημα όπως λέμε η κατεύθυνση ενός χειμάρρου, η έννοια μιας φράσης, η φορά του υφαδιού σ ένα ύφασμα, η αίσθηση της όσφρησης. Πωλ Κλωνταίλ
1. Μέρες αργίας Δεν υπάρχουν στο δρόμο τα μάτια μια χορωδία αισθήματα, ήχοι, χρώματα, ανάσες, ήλιοι, έννοιες, ουράνιες αγκαλιές βουτούν στη θάλασσα. Παραμένω άνεργος στο ντοκ. Απεικάζω τον πίνακα της Ελευθερίας. Φωνές που σχίζουν το άδηλον. Λουλούδια που μπήγονται στη σκόπευση. Ηλιαίνω το θολό του ορίζοντα. Ο χρόνος, η φίλη. Φεύγουν οι ώρες, με θαλασσινό μετάξι τυλίγουν σφιχτά το σκότος. 9
2. Το μέλλον Πώς οι δρόμοι τετραγωνίζουν το μέλλον; Στενά πεζοδρόμια ευoδώνουν τις σκέψεις. Η άσφαλτος σιδερώνει τη χαρά. Τα βήματα δέχονται τους κτύπους. Οι λάσπες υψώνονται στον ήλιο. Άνθρωποι της οδοποιίας, ανοίξτε τις πόρτες! Οι δρόμοι να χυθούν στη θάλασσα. Ο αέρας να καρφώνει τους εντολοδόχους στο όρος. Οι πέτρες θωπεύουν τη θύμηση ίσκιοι χαράς μοσχοβολούν στο σοκάκι. Στυλώνω τα μάτια στη γυναίκα που αρετώνει το πέλαγος. 10
3. Άσκηση μνήμης Εξαργυρώνουν ρίγη, πόθους, ερανισμούς άρρητων ενοχών. Εργάζομαι, χάσκοντας διανοήματα, ψηφιολέξεις, μνήμες, άγριες μαργαρίτες. Κάποτε οδηγούσα ανέμους και γερανούς στις σελατιαίες λεωφόρους των οροσειρών. Τώρα διώχνω το χρόνο στα κείμενα, κατασκευάζω ανθέμια στα περιθώρια της υποψίας. Βλέπω τους τοίχους να γκρεμίζονται, το φως να πλημμυρίζει τα δωμάτια. Πάλι θ ανοίξουν οροπέδια συλλογής της άνοιξης. Ασκήσεις στα γραφεία του μέλλοντος παγιώνουν τις προκλήσεις, ακουμπούν τα πρόσωπα που φεύγουν, χωρίς χαρά αγγίζουν τους φίλους που μας θυμούνται την άνοιξη. Ανεβαίνω τις σκάλες που οδηγούν στην αυγή των πραγμάτων, νιώθοντας τους κτύπους μιας άνοιξης λέξεων. Υψώνω τα χέρια και ακουμπάω τα μαλλιά των άστρων, τούτο το βράδυ που αποκάμαμε να τριγυρνάμε στα σοκάκια των καφωδείων. 11
4. Τα χρώματα της απόστασης Τα χρώματα άστραψαν σκέψεις. Στη θύμηση πλαγιασμένος το ερυθρό των ονείρων σου το κίτρινο των ανέμων σου. Πού χρωματίζουν άνεργους καημούς; Οι ώρες αχνά χαλίκια πεταμένα στα μάτια μου. Τα μάτια λόφοι, κλείνουν το τοπίο, κρατούν τα κρόταλα, σαλπίζουν την απόσταση. Γονατίζω στις κοσμικές θύελλες, ο ουρανός βρέχει χωμάτινες τύψεις, ο ήλιος μαυρίζει το πέλαγος. Ανέμιζε γαλαξίες, στις έρημες σκέψεις. Τα χρώματα να γράψουν πάλι την ένωση του παντός. 12
5. Η ελευθερία Πιο πέρα από το προφανές δήλωσα τους ήχους του άκαιρου, μικροί ερωδιοί σημαίνουν τη σκέψη, ακούω τις σκέψεις μου βαπόρια να γλιστρούν στις ασκεπείς χαράδρες. Αρχινώ να νιώθω τους λαβυρίνθους, νημάτινοι αστερίες ιερουργούν τη θεωρία, ραβδώσεις ιστίων χαράσσουν ακατέργαστα κομμάτια ζωής, Ο βίος ιστορεί τα μελλοντικά, η μνήμη με αφήνει κρατώντας δυο Ήλιους στα χέρια. Μοίρα της μοίρας τα χνότα των παιδιών. Μοίρα της ελευθερίας ο χρόνος του δωματίου. Μοίρα του χρόνου η ζωή στη ράχη του γλάρου. 13
6. Ο δρόμος μου Πού πας, κύριε Μ.; Γράφεις τραγούδια με κρότους, μιλάς βροντόφωνα μες στο σκοτάδι, διαβάζεις ιστορίες ανοίγοντας την κοιλιά του κήτους. Κουράζεσαι στην κούραση που φέρνει κι άλλη κούραση, στη σκέψη που φέρνει κι άλλη σκέψη. Πού τρέχουν οι διμοιρίες τσιγάρων; Ακούς το βηματισμό που σπρώχνει το μέλλον; Ζητάς ευχές, συγκατάθεση, σφυρίζοντας φωτιές τα πρωινά. Το γαλατάδικο κι ο φούρνος θα στέκουν εκεί για να σε προσπεράσουν. Μην ξεκουμπώνεις το μπουφάν σου, Πρωί πρωί θα σου πετάξουν τα αηδόνια της νύχτας. 14
7. Η άνοιξη Κατεβαίνω στα πεζοδρόμια των κήπων. Η άνοιξη αγκομαχεί με τους άστρωτους κάλυκες να σωπαίνουν. Η ελευθερία επιβαίνει στην οικειότητα και χάνεται. Πού πάνε τα λόγια; Γιατί χάνεται η πίστη; Πού κρύβεται η εμπιστοσύνη; Κατασκευαστές ηθικής εργάζονται στα απέραντα σφαιριστήρια της πολιτείας, χτίζουν θεμέλια στις ξερολιθιές των αγρών, μαδούν τα γένια της θάλασσας. Εμείς στις νυχτερινές μαρμαρυγές λούζουμε τις σκεπές. Στα χρώματα ξεθεμελιώνεται η επιτήρηση. Σπάστε τα υπόστεγα να μυρίσουν τα πλοία δρυ. 15
8. Η πίστη Γιατί χάνεται η πίστη; T ασβεστωμένα κατώγια μπαίνουν στη φαντασία. Εικόνες του άσπρου, του γλαυκού, της ώχρας με τη σκέψη δεμένη στο μελί των ματιών σου. Ποτέ δεν γνώρισα, ποτέ δεν τραγούδησα, ποτέ δεν αγάπησα παρά μόνο το σκοπό της αυγής. Αστράφτουν τα μάτια σου το αύριο, στ ακρογιάλια που χάνονται στον κόλπο. Φεύγουν οι μνήμες κι έρχεται η γνώση, ξεχνάμε για να μάθουμε, πιστεύουμε στη σκέψη που χτίζουμε με τις πέτρες της εποχής μας. Πώς μουρμουρίζουν μαρμάρινες μπόρες οι θεοί, ξεστομίζω τις λέξεις που οδηγούν στο άλλο αύριο, στην άλλη δεντροστοιχία. Αφήνω τις μέρες να προστατευτούν στο άπειρο. 16