Ανάμεσα σε δύο γλώσσες: Ζητήματα διγλωσσίας στα παιδιά αλβανικής καταγωγής προσχολικής και σχολικής ηλικίας



Σχετικά έγγραφα
Οι πρώτες γλώσσες των μαθητών / μαθητριών μας & η διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας

Διγλωσσία και Εκπαίδευση

Διγλωσσία και Εκπαίδευση

Παιδικές ταυτότητες μέσα από παιδικές φωνές: πολύγλωσσα παιδιά στο ελληνικό σχολείο. Ρούλα Τσοκαλίδου, Αναστασία Γκαϊνταρτζή & Γιώτα Γάτση

ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΚΛΕΚΤΟΡΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΜΙΑΣ ΘΕΣΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΣΤΗ ΒΑΘΜΙΔΑ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ

Η ΑΦΑΝΗΣ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: ΕΠΙΤΟΠΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Δ Φάση Επιμόρφωσης. Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Γραφείο Διαμόρφωσης Αναλυτικών Προγραμμάτων. 15 Δεκεμβρίου 2010

Διγλωσσία και Εκπαίδευση

Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή. Χ.Δαφέρμου

Λύδια Μίτιτς

Μετανάστευση, πολυπολιτισμικότητα και εκπαιδευτικές προκλήσεις: Πολιτική - Έρευνα - Πράξη

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

Α08 01 Ακ. έτος Χατζηδάκη Ασπασία. Δίγλωσσοι μαθητές στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα

Δίγλωσση εκπαίδευση: Η περίπτωση των προγραμμάτων εμβάπτισης του Καναδά. Ανδρονίκη Χατζηαποστόλου Γιούλη Βαϊοπούλου Ευγενία Τσιουπλή

ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ TIMSS

ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ

Η ΕΠΑΦΗ ΤΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ : ΕΝΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ. Ρούλα Τσοκαλίδου* Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Τεχνικές συλλογής δεδομένων στην ποιοτική έρευνα

Διαπολιτισμική Εκπαίδευση

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Σχολική Επίδοση Δίγλωσσων Μαθητών Αποτίμηση της Κατάστασης και Προτάσεις Βελτίωσης. Ελένη Σκούρτου Πανεπιστήμιο Αιγαίου

Διδάσκοντας την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα στη Δημοτική Εκπαίδευση

Mάθηση και διαδικασίες γραμματισμού

2 Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ

Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 2: Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

ΑΝΑΦΟΡΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ (STATE OF THE ART) ΤΟΥ ENTELIS ΕΚΔΟΣΗ EΥΚΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ

Ελένη Μοσχοβάκη Σχολική Σύμβουλος 47ης Περιφέρειας Π.Α.

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Διγλωσσία και Εκπαίδευση

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

στην εκπάιδευση και την κοινωνία

Μαθηση και διαδικασίες γραμματισμού

Φεβρουάριος ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ Π.2: Αξιολογήσεις ανά Πράξη

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας

EDU.20 Μια διαδικτυακή πλατφόρμα, ένα περιβάλλον αυτόνομης και διαφοροποιημένης διδασκαλίας και μάθησης στα Αγγλικά στη Δημοτική εκπαίδευση

ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ: Εισαγωγικά στοιχεία

Προσχολική Παιδαγωγική Ενότητα 1: Εισαγωγή

Γραμματισμός στο νηπιαγωγείο. Μαρία Παπαδοπούλου

Κίνητρο και εμψύχωση στη διδασκαλία: Η περίπτωση των αλλόγλωσσων μαθητών/τριών

Σκούρτου, Ε. (2011). Η Διγλωσσία στο Σχολείο. Αθήνα: Gutenberg. Γλώσσες και Διγλωσσία στον Κόσμο. Κεφάλαιο Πρώτο

þÿ ¼ ¼± Ä Â ÆÅùº  ÃÄ ½

Πολυπολιτισμικότητα και Σχεδιασμοί Μάθησης

Αξιολογήστε την ικανότητα του μαθητή στην κατανόηση των προφορικών κειμένων και συγκεκριμένα να:

«Φυσική Αγωγή στο δημοτικό σχολείο. Πως βλέπουν το μάθημα οι μαθητές του σχολείου.»

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

þÿ ÀÌ Ä º± µä À ¹ ¼ ½

International Conference Quality and Equity in Education: Theories, Applications and Potentials

Δούκα Ανθή Υπ. Δρ. Γλωσσολογίας Πανεπιστήμιου Πατρών

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

Το μουσείο ζωντανεύει με ταξίδι σχολικό! Σχέδια εργασίας σχολείων-μουσείων σχολικού έτους ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ποδράσηη

Διάγραμμα Μαθήματος. Σελίδα1 5

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μίου Κρήτης «Επιστήμες Αγωγής»

Ημερίδα. Διαπολιτισμική Εκπαίδευση: εκπαιδευτική πολιτική, κοινωνία, σχολείο ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ

ANNEX ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. Σύστασης του Συμβουλίου. για μια ολοκληρωμένη προσέγγιση σχετικά με τη διδασκαλία και την εκμάθηση γλωσσών

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Φεβρουάριος ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ Π.2: Αξιολογήσεις ανά Πράξη

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

Εφαρμογές πρακτικών της παιδαγωγικής του γραμματισμού και των πολυγραμματισμών. Άννα Φτερνιάτη Επίκουρη Καθηγήτρια ΠΤΔΕ Παν/μίου Πατρών

Πλατφόρµα Επικοινωνίας Εκπαιδευτικών Εικαστικής Αγωγής: Μία Κοινότητα Πρακτικής και Επαγγελµατικής Μάθησης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ 1ης ΕΡΕΥΝΑΣ (1 ο Ερευνητικό Ερώτημα)

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΕΤΟΥΣ *

Εφαρμογές Εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Ευαγγελία Μανούσου Εκπαιδευτικός, Υποψήφια διδάκτωρ στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού

Περιεχόμενα. ΠΡΟΛΟΓΟΣ (Παντελής Γεωργογιάννης) 19

Πολυπολιτισμικότητα και Εκπαίδευση

Πράξη «Εκπαίδευση αλλοδαπών και παλιννοστούντων µαθητών» Δράση: Επιµόρφωση εκπαιδευτικών και µελών της εκπαιδευτικής κοινότητας

Εξωσχολικές ψηφιακές πρακτικές γραμματισμού

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1) ΆΞΟΝΑΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΩΝ ΜΕ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ

Τα πρώιμα μοντέλα του Cummins. Α.Χατζηδάκη

ΠΡΟΩΡΗ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΣΧΟΛΕΙΟΥ (Π.Ε.Σ.) ΠΡΑΓΑ 25-29/1/2016

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

ΠΡΑΚΤΙΚΑ 2ου ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ «ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ ΓΛΩΣΣΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΣΜΩΝ: ΕΛΛΗΝΟ - ΑΛΒΑΝΙΚΗ ΕΠΑΦΗ»

Οι συζητήσεις Δρ Δημήτριος Γκότζος

Διγλωσσία και γλωσσική εκπαίδευση: αρχές σχεδιασμού μιας παρέμβασης. (σσ ) Δημήτρης Κουτσογιάννης Ρούλα Τσοκαλίδου

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Οι απόψεις των εκπαιδευτικών των Τ.Ε. των Δημοτικών σχολείων για το εξειδικευμένο πρόγραμμα των μαθητών με νοητική ανεπάρκεια

Έχουν σα στόχο να αξιολογήσουν με ποιοτικά κυρίως κριτήρια την επίδοση του μαθητή/τριας. Έχουν σα στόχο να «μετρήσουν» την επίδοση του μαθητή/τριας

Δεκέμβριος 2014 ΠΑΡΑΔΟΤΕΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ

Μελέτη Πεδίου ΟΜΑΔΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2012

Η ανάδυση της ανάγνωσης και της γραφής: έννοια και σύγχρονες απόψεις. Ευφημία Τάφα Καθηγήτρια ΠΤΠΕ Πανεπιστήμιο Κρήτης

Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Προγράμματος. Εκπαίδευση μέσα από την Τέχνη. [Αξιολόγηση των 5 πιλοτικών τμημάτων]

Κοινότητες πρακτικής. Θανάσης Καραλής. πρακτικής.

Εκπαίδευση Ενηλίκων: Εμπειρίες και Δράσεις ΑΘΗΝΑ, Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

Ψηφιακές Τεχνολογίες βασικά θεωρητικά ζητήματα με αναφορά στη διαδικασία σχεδιασμού

Πρόγραμμα Επιμόρφωσης για τη Διδασκαλία της Νέας Ελληνικής Γλώσσας - Φάση Α ( )

Αειφόρα σχολεία και προαγωγή της Υγείας

Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 10: Συνεργασία σχολείου-οικογένειας

Διαστάσεις της διγλωσσίας α. χρόνος β. σειρά γ. πλαίσιο κατάκτησης της δεύτερης γλώσσας

Επιμορφωτικό σεμινάριο. Διδάσκοντας σε πολύγλωσση τάξη: Θεωρητικές προσεγγίσεις και πρακτικές εφαρμογές ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ

«Ερευνώ, Βελτιώνομαι και Προχωρώ»

(Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.) ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ Δ3-5_3 1 ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΕ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ. Vocational Technology Enhanced Learning (VocTEL) 2015

3 βήματα για την ένταξη των ΤΠΕ: 1. Εμπλουτισμός 2. Δραστηριότητα 3. Σενάριο Πέτρος Κλιάπης-Όλγα Κασσώτη Επιμόρφωση εκπαιδευτικών

LOGO

Α ΜΕΡΟΣ 1.ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

Transcript:

635 Ανάμεσα σε δύο γλώσσες: Ζητήματα διγλωσσίας στα παιδιά αλβανικής καταγωγής προσχολικής και σχολικής ηλικίας Ελλάδα Abstract The present paper aims at articulating the voices of primary and preschool children of Albanian immigrant background in two Greek schools, which provide insights into the ways they deal with and respond to bilingualism in their everyday school experiences. The data were collected with the methods of participant observation in the school context, informal interviews and semi-structured interviews in the setting with the children and their teachers throughout the school year 2008-2009 during which my PhD ethnographic research on children s bilingualism, its social and educational dimensions, is in process. The present paper focuses on the children s responses, who reflected on their language (bilingual) competence, choice and use, indicating their awareness of the different roles and uses of the two languages, the domains in which they are used and the perceived significance of both languages in their lives and identities. Interviews and observations suggest that the children s bilingualism remains invisible in the school context while the children receive implicit messages concerning the value of languages, experiencing their bilingualism under the pressures to assimilate to the dominant language. Nevertheless, the minority language is important to these children in communicating with their families, friends, communities and relatives in the other country and has a crucial symbolic role in managing their multiple identities. Keywords Bilingualism, school, bilingual choice and use, identity

636 1. Εισαγωγή Η επαφή των γλωσσών που παρατηρείται έντονα τη σημερινή εποχή φέρνει στο επίκεντρο το πολύπλοκο φαινόμενο της διγλωσσίας και στην εκπαίδευση. Ο λόγος γύρω από ζητήματα που αφορούν τη διγλωσσία και τη διαπολιτισμικότητα αποκτά νέα δυναμική και ενδιαφέρον τόσο σε θεωρητικό-ερευνητικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο διδακτικής πρακτικής, καθώς ο πολυπολιτισμός αποτυπώνεται έντονα πλέον στις σχολικές τάξεις, ανατρέποντας την παραδοσιακή αντίληψη μιας ομοιογενούς εικόνας στο χώρο της εκπαίδευσης. Σύμφωνα με τους Brutt-Griffler και Varghese (2004: 93) η διγλωσσία έχει μελετηθεί από γλωσσολογική, ψυχολογική, παιδαγωγική σκοπιά, όπως και ως ζήτημα που ανήκει στην εφαρμοσμένη γλωσσολογική έρευνα και σε όλες τις περιπτώσεις τα δίγλωσσα άτομα αντιμετωπίζονται ως κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα. Ωστόσο, για τα δίγλωσσα άτομα η διγλωσσία / πολυγλωσσία αποτελεί πραγματικότητα της ζωής τους και όχι πρόβλημα (LiWei, 2008: 3). Τα δίγλωσσα άτομα δεν λειτουργούν ως μονόγλωσσα σε δύο γλώσσες, αλλά χαράζουν τον ενδιάμεσο δικό τους γλωσσικό χώρο, ο οποίος δεν απαρτίζεται από ξεχωριστά γλωσσικά συστήματα αλλά συνιστά ένα συνεχές, που συγκροτείται από ένα μίγμα από κουλτούρες και οπτικές γωνίες και το οποίο για κάποιους είναι ακατανόητο και για άλλους ανησυχητικό (Brutt-Griffler & Varghese, 2004: 94). Η επαφή των γλωσσών και η γλωσσική ποικιλότητα που προκύπτει αφορά άμεσα την εκπαίδευση καθώς οι σχολικές τάξεις είναι γλωσσικά ετερογενείς και τα ζητήματα της διγλωσσίας, η οποία είναι ένα κεντρικό και φυσικό κομμάτι της ζωής των δίγλωσσων παιδιών, αποτελούν πραγματικότητα που βιώνουν στο σχολείο, στα οποία η εκπαίδευση καλείται να ανταποκριθεί υπεύθυνα σε κάθε διάσταση και επίπεδό της. Η αξιοποίηση του γλωσσικού και πολιτισμικού κεφαλαίου των δίγλωσσων μαθητών/τριών και η συνέχιση της διγλωσσίας τους συμβάλλει στη γλωσσική, γνωστική, ακαδημαϊκή και κοινωνική ανάπτυξη των παιδιών (Cummins, 2001: 269). Η διγλωσσία είναι μέρος της σχολικής ζωής και μάθησης είτε είναι επίσημα αποδεκτή ή όχι. Οι μειονοτικές γλώσσες είναι παρούσες αν ενδιαφερθούμε να τις αναζητήσουμε όχι μόνο σε αλληλεπιδράσεις των δίγλωσσων παιδιών εκτός ακαδημαϊκών δραστηριοτήτων αλλά λειτουργούν στην καθημερινή μάθηση (Bourne 2001: 103). Όπως γράφει η Σκούρτου (2002: 12-22) βασική συνθήκη για τη μάθηση σε καταστάσεις διγλωσσίας είναι ότι οι γλώσσες που συγκροτούν το γλωσσικό ρεπερτόριο του/της δίγλωσσου/ης μαθητή/τριας αντιπροσωπεύουν μια γνωστική / γλωσσική σχέση και γι αυτό αποτελούν συστατικό στοιχείο της μαθησιακής του/της πορείας. Σύμφωνα και με την υπόθεση αλληλεξάρτησης των γλωσσών (Cummins, 2000) βασική συνέπεια για τη μάθηση της δεύτερης γλώσσας και τη μάθηση μέσω της δεύτερης γλώσσας είναι η αντίληψη των γλωσσών ως πλέγματος σχέσεων (Σκούρτου, 2002: 12-22). Στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα σύμφωνα με ερευνητικά πορίσματα τα παιδιά μεταναστών αντιμετωπίζονται ως μονόγλωσσα, αγνοώντας πλήρως το γλωσσικό τους υπόβαθρο ή χαρακτηρίζονται ως «αλλόγλωσσα» (Tsokalidou, 2005: 5), αντίληψη η οποία όχι μόνο δεν αντιστοιχεί στη γλωσσική πραγματικότητα των παιδιών αλλά μπορεί ακόμη να συντελέσει στην περιθωριοποίησή τους εντός και εκτός σχολείου. Στην εκπαιδευτική πολιτική και πρακτική η διγλωσσία των παιδιών

637 παραμένει «αφανής» (Tsokalidou, 2005: 5). Η αναγνώριση και αξιοποίηση της πρώτης γλώσσας των παιδιών, η συνέχιση και ενθάρρυνση της διγλωσσίας, η χρήση και διατήρηση των μειονοτικών γλωσσών δεν αποτελούν μόνο παιδαγωγικό ζήτημα αλλά φέρνουν στην επιφάνεια την πολιτική διάσταση της διγλωσσίας εντός κι εκτός σχολείου (Τσοκαλίδου, 2008) με συνέπεια, όπως γράφουν οι Griffler και Varghese (2004: 93) η γλωσσική χρήση στα δίγλωσσα άτομα να είναι ίσως «το πιο πολιτικοποιημένο θέμα στη γλωσσολογία». Η αφανής διγλωσσία των παιδιών αυτών στην εκπαίδευση σχετίζεται με ζητήματα γλωσσικής πολιτικής και γενικότερων γλωσσικών ιδεολογιών σε ένα μακρο-επίπεδο όσο και με τις εκπαιδευτικές πρακτικές και τα έμμεσα μηνύματα που τις διαπερνούν στη σχολική τάξη και ο τρόπος αντίληψης της διγλωσσίας στο σχολείο αντανακλά και ασκεί τις σχέσεις εξουσίας που λειτουργούν στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο (Auerbach, 1993: 10). 2. Σκοπός της έρευνας Σκοπός της έρευνας είναι η μελέτη της διγλωσσίας, των κοινωνικών και εκπαιδευτικών διαστάσεών της στο πλαίσιο της αλβανόφωνης εθνοτικής κοινότητας σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας. Πιο συγκεκριμένα οι στόχοι είναι: 1) Η μελέτη της (δι)γλωσσικής συμπεριφοράς των δίγλωσσων παιδιών στο σχολείο. 2) Η διερεύνηση των απόψεών τους: α) για τη διγλωσσική τους ικανότητα, β) γλωσσική επιλογή και γ) χρήση (χώροι γλωσσικής χρήσης, ομιλητές, χρήσεις των δύο γλωσσών). 3) Η διερεύνηση των στάσεών τους προς τη διγλωσσία τους, προς τις δύο γλώσσες (την αξία και σημασία που προσδίδουν) και τον τρόπο που βιώνουν τη διγλωσσία τους στο σχολείο. 3. Μεθοδολογία 3.1 Δείγμα Κατά το σχολικό έτος 2008-2009 διεξάγεται εθνογραφική έρευνα σε δύο σχολεία, σε 6/θέσιο δημοτικό σχολείο και 2/θέσιο νηπιαγωγείο τουριστικού / αγροτικού οικισμού, έξω από αστικό κέντρο της Θεσσαλίας. Το δείγμα του δημοτικού σχολείου αποτελούν 15 παιδιά αλβανικής καταγωγής από τα οποία πέντε φοιτούν στην πρώτη τάξη, τέσσερα στη δευτέρα και έξι στην τρίτη. Το δείγμα του νηπιαγωγείου αποτελούν 10 παιδιά αλβανικής καταγωγής που φοιτούν στα νήπια. Τα συγκεκριμένα σχολεία επιλέχτηκαν με βάση τα παρακάτω κριτήρια: α) Τον μεγάλο αριθμό παιδιών αλβανικής καταγωγής που φοιτούν σε αυτά. Οι μαθητές/τριες αλβανικής καταγωγής αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 50% του συνολικού αριθμού μαθητών/τριών στις πρώτες τάξεις. 5 από τα 10 παιδιά συνολικά στην πρώτη τάξη, 4 από τα 7 στη δευτέρα και 6 από τα 13 στην τρίτη τάξη είναι παιδιά που προέρχονται από αλβανόφωνες οικογένειες μεταναστών στην Ελλάδα, τα οποία είτε μετανάστευσαν σε μικρή ηλικία στη χώρα είτε γεννήθηκαν εδώ. Στην τάξη των νηπίων τα 10 από τα 15 παιδιά συνολικά είναι αλβανικής καταγωγής. β) Τη στενή σχέση της ερευνήτριας με το σχολείο και τα παιδιά του δείγματος καθώς είναι η καθηγήτρια αγγλικών του σχολείου και γνωρίζει τα παιδιά και τους/τις εκπαιδευτικούς πολύ καλά. Δημιουργείται έτσι η base line, ο κοινός τόπος ανάμεσα στην ερευνήτρια και το πεδίο έρευνας, ο οποίος συγκροτείται από τη γνώση

638 που έχει συγκεντρώσει μέσα από την εμπειρία της και την επαφή της με αυτό και ο οποίος είναι βασικός παράγοντας στην περιγραφή και ερμηνεία των δεδομένων (Van Lier, 1988: 5). Αυτή η αίσθηση οικειότητας ανάμεσα στην ερευνήτρια, τα παιδιά και τους/τις εκπαιδευτικούς είναι πολύ σημαντική στη διεξαγωγή εθνογραφικής έρευνας, η οποία στηρίζεται στη συμμετοχική παρατήρηση, καθώς η παρουσία μου ως ερευνήτριας και παρατηρήτριας στο σχολείο δεν διαταράσσει το φυσικό πλαίσιο παρατήρησης, στηρίζεται σε ήδη εδραιωμένη σχέση εμπιστοσύνης με παιδιά και εκπαιδευτικούς και μου δίνεται η δυνατότητα του «νόμιμου» μέλους στις σχολικές κοινότητες, που παίζει σημαντικό ρόλο τόσο στη διεξαγωγή της έρευνας όσο και στην ανάλυση και ερμηνεία των δεδομένων. Η ιδιότητα αυτή μου παρέχει το πλεονέκτημα της «νόμιμης περιφερειακής συμμετοχής» legitimate peripheral participation στις κοινότητες του σχολείου (Lave & Wenger, 1991: 29), έννοια η οποία αναφέρεται στη διαδικασία κοινωνικής οικοδόμησης της γνώσης μέσω της σταδιακής αύξησης της συμμετοχής των νέων μελών σε μία κοινότητα πρακτικής καθώς αλληλεπιδρούν με τα πιο έμπειρα μέλη της. Σύμφωνα με τους Lave και Wenger (1991: 37), για την ουσιαστική συμμετοχή απαιτείται καταρχήν η είσοδος, η πρόσβαση μέσω της εμπλοκής σε πολλαπλά επίπεδα και σε διαφορετικό βαθμό και η παροχή νομιμότητας, ώστε να αντιμετωπίζεται κάθε νέο άτομο ως πιθανό μέλος. Έχοντας αυτή την οπτική προς τη γνώση και κατανόηση, εξασφάλισα την ιδιότητα του «περιφερειακού» peripheral και «νόμιμου» legitimate μέλους στις κοινότητες της σχολικής τάξης, όπως είναι τα παιδιά και οι εκπαιδευτικοί, με το να παρευρίσκομαι σε συχνή βάση στις τάξεις τους, παρατηρώντας και αλληλεπιδρώντας με τους/ις μαθητές/τριες και εκπαιδευτικούς, χωρίς όμως να παίρνω μέρος ή να εμπλέκομαι με οποιοδήποτε τρόπο στη μαθησιακή διαδικασία. 3.2 Ερευνητικά εργαλεία Οι μέθοδοι συλλογής των δεδομένων που επιλέχτηκαν είναι η συμμετοχική παρατήρηση στις τάξεις των παιδιών και το ευρύτερο σχολικό πλαίσιο με επιτόπιες σημειώσεις (field notes), οι άτυπες συνεντεύξεις-συζητήσεις (informal interviews) με τα παιδιά στο πλαίσιο του σχολείου που περιλαμβάνουν ανοικτού τύπου ερωτήματα, τα οποία αναπτύσσονται «in situ» (Harklau, 2005: 105) και οι ημιδομημένες συνεντεύξεις με τα παιδιά του δείγματος. Οι άτυπες συνεντεύξεις - συζητήσεις και οι ημιδομημένες συνεντεύξεις με τα παιδιά στο πεδίο εστιάζουν στα ζητήματα που αφορούν τη γλωσσική τους ικανότητα, τις γλωσσικές τους πρακτικές, τη γλωσσική χρήση και επιλογή, τις στάσεις τους απέναντι στις δύο γλώσσες (μειονοτική και κυρίαρχη) και τη διγλωσσία τους. Η συμμετοχική παρατήρηση στις τάξεις τους βασίζεται σε άξονες που αφορούν τη γλωσσική συμπεριφορά των παιδιών στην τάξη, τη συμμετοχή τους και τις αλληλεπιδράσεις τους στην τάξη. Η σχέση ανάμεσα στις μεθόδους συλλογής των δεδομένων είναι διαδραστική, εξυπηρετώντας στόχους τριγωνοποίησης (triangulation) (Heller, 2008: 254-256) καθώς μέσω της παρατήρησης και των επιτόπιων σημειώσεων προκύπτουν ερωτήματα που απευθύνονται στα παιδιά αλλά και οι συνεντεύξεις με τα παιδιά προτείνουν, καθορίζουν και (ανα)διαμορφώνουν τους άξονες παρατήρησης.

639 3.3 Ερευνητική διαδικασία Η έρευνα ξεκίνησε το Σεπτέμβρη 2008 και περιλαμβάνει συμμετοχικές παρατηρήσεις με χρήση field notes στις τάξεις των παιδιών και το ευρύτερο σχολικό πλαίσιο, ημιδομημένες συνεντεύξεις και άτυπες συνεντεύξεις με τα παιδιά στο πεδίο. Κατά το χρονικό διάστημα Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου διεξήχθησαν 8 συμμετοχικές παρατηρήσεις στην α τάξη (19 διδακτικές ώρες ) 4 στη β τάξη (6 διδακτικές ώρες) και 6 στη γ τάξη (13 διδακτικές ώρες), με χρήση επιτόπιων σημειώσεων, οι οποίες περιλαμβάνουν τη λεπτομερή περιγραφή των αλληλεπιδράσεων των παιδιών, του τί λένε καθώς και τα προσωπικά σχόλια και την ερμηνεία της ερευνήτριας, που συμπληρώνουν ως ξεχωριστό τμήμα την περιγραφή αυτών που παρατηρούνται. Παράλληλα, με τη συμμετοχική παρατήρηση λειτουργούσαν οι άτυπες-επιτόπιες συνεντεύξεις με τα παιδιά του δείγματος. 4. Ανάλυση ερευνητικών δεδομένων Από την ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων που αντλήθηκαν μέσα από τις συμμετοχικές παρατηρήσεις, τις επιτόπιες σημειώσεις και τις άτυπες-επιτόπιες συνεντεύξεις με τα παιδιά προκύπτουν τα εξής: - Γλωσσική ικανότητα Τα παιδιά στην πλειοψηφία τους αναφέρουν ότι γνωρίζουν την αλβανική γλώσσα από λίγο ως αρκετά καλά σε επίπεδο προφορικής επικοινωνίας χωρίς να μπορούν να διαβάσουν ή να γράψουν σε αυτή. Η γλωσσική τους ικανότητα περιορίζεται στον προφορικό λόγο και δεν έχουν αναπτύξει γραμματισμό στην άλλη τους γλώσσα. Όλα τα παιδιά αναφέρουν ότι γνωρίζουν την ελληνική από καλά έως πολύ καλά σε προφορικό και γραπτό λόγο. - Γλωσσικές επιλογές: Η χρήση της μειονοτικής γλώσσας στο σχολείο Στο σχολικό πλαίσιο επιλέγουν να μιλούν αποκλειστικά ελληνικά, τόσο στην τάξη όσο και στις μεικτές παρέες τους στο διάλειμμα και αναφέρουν ότι δεν θέλουν ή δεν ξέρουν να μιλήσουν αλβανικά στο σχολείο. Τα παιδιά επιλέγουν να μιλούν αποκλειστικά την ελληνική γλώσσα στο επίσημο πλαίσιο της τάξης ή τη σιωπή, όταν δεν έχουν τα γλωσσικά μέσα να συμμετάσχουν στην κοινότητα μάθησης που δημιουργείται στην τάξη. - Σχολικές πρακτικές και γλωσσική επιλογή Σχετικά με τις σχολικές πρακτικές, τα αλβανόφωνα παιδιά που δεν ξέρουν καλά την ελληνική δεν τοποθετούνται δίπλα σε δίγλωσσα άλλα, που ξέρουν πολύ καλά και τις δύο γλώσσες και μπορούν να τους βοηθήσουν αλλά συχνά κάθονται κοντά στο/στη δάσκαλο/α για άμεση βοήθεια μόνο από το/τη δάσκαλο/α. Φαίνεται όμως ότι με αυτή την πρακτική περιθωριοποιούνται και οδηγούνται στη σιωπή. Ωστόσο, ακόμα και στην περίπτωση που δύο δίγλωσσα παιδιά κάθονται δίπλα στην τάξη δεν μιλούν -ούτε ενθαρρύνονται να μιλούν- αλβανικά τόσο σε ακαδημαϊκό επίπεδο όσο και στις εκτός έργου μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις καθώς αντιλαμβάνονται ότι μία είναι η επίσημη και αποδεκτή γλώσσα της τάξης και αυτή αναμένεται να χρησιμοποιούν. Σε καμιά περίπτωση δεν εντοπίστηκε αναφορά από την πλευρά του/της εκπαιδευτικού σε άλλες γλώσσες που μπορεί να μιλούν οι μαθητές/τριες ή σε άλλες χώρες που μπορεί να κατάγονται και κατά συνέπεια κάποια προσπάθεια

640 αναγνώρισης, σύνδεσης και αξιοποίησης του διαφορετικού γλωσσικού/πολιτισμικού τους κεφαλαίου στην τάξη. - Η επιθυμητή ταυτότητα του σχολείου Τα παιδιά επιλέγουν αποκλειστικά τη χρήση της ελληνικής γλώσσας στην τάξη ακόμη και στις περιπτώσεις που δεν έχουν αναπτύξει ακόμα πολύ καλή προφορική ικανότητα στη δεύτερη γλώσσα. Η χρήση της ελληνικής τους προδίδει την επιθυμητή ταυτότητα μαθητή (learner identity) που τους επιτρέπει να συμμετέχουν στην κοινότητα μάθησης και να κερδίζουν την αναγνώριση-αποδοχή δασκάλου/ας και συμμαθητών/τριών. Διαφαίνονται ζητήματα γλωσσικής πολιτικής του σχολείου (ελληνικά μόνο) προς την αποκλειστική χρήση της κυρίαρχης γλώσσας τα οποία ασκούν την επίδρασή τους. Τα μηνύματα, έμμεσα ή άμεσα, είναι ηχηρά και σαφή: ο καλός/η μαθητής/τρια μιλά καλά τη γλώσσα του σχολείου - την ελληνική, διαβάζει και γράφει σε αυτή σωστά. Τα παιδιά αγωνίζονται στην τάξη να αποκτήσουν και να προβάλουν την ταυτότητα του μαθητή, η οποία προωθείται από το σχολείο και είναι σαφώς οριοθετημένη προς τη σωστή χρήση της γλώσσας του σχολείου, η οποία τους δίνει την πρόσβαση στην κοινότητα μάθησης, αυξάνει την συμμετοχή τους σε αυτή και τους προσδίδει κύρος και αναγνώριση. Με τη γλωσσική αυτή επιλογή, τα παιδιά ασκούν επιλογή ταυτότητας- (acts of identity) (LePage και Tabouret-Keller, 1985), αυτή του/ης καλού/ής μαθητή/τριας που μιλά και μαθαίνει ελληνικά, επενδύουν σε αυτή και τη διεκδικούν (Norton Peirce, 1995: 19, Day, 2002: 52). Τα παιδιά επιλέγουν την αποκλειστική χρήση της ελληνικής για να διεκδικήσουν μια φωνή στην κοινότητα μάθησης. - Γλωσσικές επιλογές στο σπίτι Σχεδόν όλα τα παιδιά αναφέρουν ότι μιλούν αλβανικά με τους γονείς τους, τα αδέρφια τους και τους συγγενείς στο σπίτι. Η μειονοτική γλώσσα εξακολουθεί να είναι η γλώσσα επικοινωνίας στην οικογένεια. Στο σπίτι τι γλώσσα μιλάτε; ο μπαμπάς και η μαμά μιλούν αλβανικά στο σπίτι και ελληνικά με την κυρία εσύ πού μιλάς αλβανικά; στο σπίτι, όταν πάω βόλτα στο σχολείο; όχι, δεν θέλω (Ρενάλντα, 8 χρονών) 13/11/08, Field notes 1 - Στάσεις προς μειονοτική γλώσσα και διγλωσσία Τα παιδιά φαίνεται ότι θέλουν και αγωνίζονται να κρατήσουν χωριστά τις γλώσσες τους ανάλογα με τα πεδία χρήσης, μιλώντας τα ελληνικά στο σχολείο και κρατώντας την άλλη τους γλώσσα στο πλαίσιο του σπιτιού. Αντιλαμβάνονται από πολύ μικρή ηλικία τις αρνητικές στάσεις προς τη χρήση της εθνοτικής γλώσσας στο σχολείο, η οποία τους κάνει να ντρέπονται. Αντιλαμβάνονται το κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο στο οποίο χρησιμοποιούν τις γλώσσες τους και συμπεριφέρονται κατάλληλα. Τα παιδιά προσλαμβάνουν και εσωτερικεύουν μηνύματα σχετικά με την αξία και το κύρος της κάθε γλώσσας που έμμεσα ή άμεσα μεταφέρονται. 1 Χρησιμοποιούνται ψευδώνυμα για όλα τα παιδιά του δείγματος, ώστε να διασφαλιστεί η ανωνυμία.

641 Εγώ μιλάω αλβανικά στο σπίτι, στο σχολείο όχι. Γιατί; Δε θέλω άλλα παιδιά μιλάνε στο σχολείο; όχι, εγώ πάντως ντρέπομαι (Αναστασία, 8 χρονών) 13/11/08 Fieldnotes Αναδύονται ζητήματα κύρους της μειονοτικής γλώσσας, τα οποία γίνονται άμεσα αισθητά στα παιδιά από πολύ νωρίς. Η χρήση της κυρίαρχης γλώσσας εκτός από την επιθυμητή σχολική ταυτότητα, τους παρέχει αποδοχή, την ιδιότητα του μέλους και τη δυνατότητα συμμετοχής στις κοινότητες του σχολείου, τους προσδίδει κοινωνικό status, την επιθυμητή κοινωνική ταυτότητα ώστε να μπορούν να γίνουν νόμιμα μέλη της κυρίαρχης ομάδας. Δεν μου λέτε παιδιά θα σας άρεσε να μιλάτε αλβανικά στην τάξη; όχι γιατί εδώ δεν είναι Αλβανία, όλα τα παιδιά μιλάνε ελληνικά (Ελεονόρα, 7 χρονών) 2/12/08 Field notes Εσένα θα σε πείραζε να σε ακούσουν τα άλλα παιδιά να μιλάς αλβανικά; ναι οι δάσκαλοι; ναι (Καλτρίνα, 7 χρονών) 2/12/08 Field notes Η ελληνική γλώσσα προωθεί από τη μία τη θετική κοινωνική ταυτότητα καθώς τους καθιστά επιθυμητούς κοινωνικά στις μεταξύ τους σχέσεις και από την άλλη το ακαδημαϊκό status στην τάξη καθώς τους προσδίδει την επιθυμητή ταυτότητα του/της καλού/ής μαθητή/τριας. μερικά παιδιά μου έχουν πει ότι ντρέπονται να μιλήσουν στο σχολείο; το ξέρεις; ναι την κυρία ντρέπονται την κυρία; γιατί τι θα σου κάνει; η κυρία λέει «μη μιλάτε αλβανικά στο σχολείο» Ελεονόρα (7 χρονών) Από πολύ μικρή ηλικία έχουν αναπτύξει αντίληψη των πεδίων χρήσης της κάθε γλώσσας, πού μπορούν να μιλήσουν την κάθε γλώσσα, ποια γλώσσα είναι αποδεκτή σε κάθε πλαίσιο, ποια τους δίνει κύρος και πρόσβαση σε κάθε κοινότητα Εσύ θέλεις; Μόνο στο σπίτι μου. Μόνο στο σπίτι μιλάτε αλβανικά; Ναι Γιατί μιλάτε μόνο στο σπίτι; Γιατί μόνο στο σπίτι δεν είναι κανείς (Εντον, 7 χρονών) ελληνικά θέλω να μιλάω στο σχολείο για να μη με μαλώσει η κυρία, γιατί δεν τις ξέρει αν μιλάμε άλλες γλώσσες Εγώ ξέρω πότε να τη λέω τη λέξη. Ξέρω τι άνθρωπος είναι είναι από την Ελλάδα ή από τα αλβανικά.

642 (Έντον, 7 χρονών) - Η «μυστική» χρήση της μειονοτικής γλώσσας Ενώ όλα δείχνουν ότι τα παιδιά επιλέγουν τα ελληνικά στην επικοινωνία τους στο σχολείο τόσο σε ακαδημαϊκό επίπεδο αλληλεπίδραση στην τάξη όσο και σε κοινωνικό- κοινωνικές αλληλεπιδράσεις με συμμαθητές εντός και εκτός τάξης δεν μπορούμε εύκολα και απροβλημάτιστα να μιλήσουμε για μία απλή, γραμμική πορεία γλωσσικής μετατόπισης που συμβαίνει στο σχολείο στην κυρίαρχη γλώσσα. Όλα τα παιδιά γνωρίζουν πολύ καλά και αναφέρουν ποια παιδιά στο σχολείο τους ξέρουν να μιλούν αλβανικά, με ποιους μιλούν, πότε και πού μπορούν να μιλήσουν. Ασφαλώς η χρήση της ελληνικής κυριαρχεί σχεδόν σε κάθε είδους αλληλεπιδράσεις στο σχολικό πλαίσιο, τα παιδιά όμως αποκαλύπτουν και άλλα μηνύματα που αφορούν τη συμβολική σημασία της μειονοτικής γλώσσας. π.χ. Πώς ξέρουν ποια παιδιά ξέρουν να μιλούν αλβανικά και ποια όχι; πώς ξέρουν ποια θέλουν να μιλούν και ποια όχι; Φαίνεται ότι μπορεί να έχουν δημιουργήσει υπο-κοινότητες μεταξύ τους που κρατούν καλά κρυμμένες στο σχολείο, στις οποίες μπορεί να χρησιμοποιούν και την άλλη γλώσσα ώστε να ξέρουν ποιοι ακριβώς μιλούν, ποιοι θέλουν και με ποιους. Φαίνεται ακόμη ότι η χρήση ή μη της άλλης γλώσσας είναι ένα ζήτημα που τους αφορά, τους απασχολεί, που τους τραβά την προσοχή και συχνά κάνουν αναφορές σε άλλα παιδιά που μπορεί να τη μιλούν, παραπέμποντας με αυτόν τον τρόπο σε κοινά στοιχεία που τους συνδέουν, υποδηλώνοντας έτσι την ταύτισή τους και εκδηλώνοντας την άλλη τους ταυτότητα. Με το Φατμιρ γιατί δε μιλάτε αλβανικά στην τάξη; μόνο τραγούδια λέμε αλβανικά πότε; στο διάλειμμα; και στο διάλειμμα και στο σχολείο στο σχολείο; μες στην τάξη τα λέτε; είναι μυστικό α! είναι μυστικό. Γιατί όμως να το έχετε μυστικό; γιατί δε θέλουμε να μας ακούσει η κυρία (Έντον, 6 χρονών) Τα παιδιά συνεχίζουν να μιλούν τη μειονοτική γλώσσα όχι μόνο στο σπίτι αλλά και σε μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις στο σχολείο τις οποίες όμως κρατούν μεταξύ τους, είναι προσωπικές, ίσως και δηλωτικές αλληλεγγύης μεταξύ τους και συμβολικές της κοινής διπλής ταυτότητάς τους, τις οριοθετούν και δύσκολα τις αποκαλύπτουν. 5. Συμπεράσματα Η χρήση της ελληνικής γλώσσας κυριαρχεί στο σχολείο. Τα παιδιά προσλαμβάνουν μηνύματα σχετικά με την αξία της κάθε γλώσσας και ανταποκρίνονται στις πιέσεις προς γλωσσική αφομοίωση με τη γλωσσική τους επιλογή και συμπεριφορά. Χειρίζονται και εκδηλώνουν ανάλογα τη διγλωσσία τους, έχοντας αναπτύξει από τόσο μικρή ηλικία αντίληψη του κοινωνικού πλαισίου όπου χρησιμοποιούν τις γλώσσες τους και συνειδητοποίηση της καταλληλότητας και λειτουργίας της κάθε γλώσσας ανάλογα με την περίσταση, τους συνομιλητές και το ευρύτερο πλαίσιο. Η

643 εθνοτική γλώσσα παραμένει στις περισσότερες περιπτώσεις η γλώσσα επικοινωνίας στο σπίτι, όπου η εναλλακτική χρήση με την ελληνική, ιδιαίτερα με τα αδέρφια, αποτελεί συχνή και επιθυμητή γλωσσική πρακτική, ώστε να εκπληρώσουν τους επικοινωνιακούς τους στόχους, αποκαλύπτοντας ότι τα δίγλωσσα άτομα, έστω και αν η ικανότητα στην άλλη γλώσσα είναι περιορισμένη, επιλέγουν τον ενδιάμεσο γλωσσικό χώρο για να λειτουργήσουν επικοινωνιακά και να εκδηλώσουν και την άλλη τους ταυτότητα, όταν όμως αισθάνονται ότι βρίσκονται σε ένα πλαίσιο που τους επιτρέπει να βιώσουν τη διγλωσσία τους ελεύθερα, μακριά από τις πιέσεις σχέσεων εξουσίας. Για τα παιδιά αυτά η διγλωσσία τους αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής και της ύπαρξής τους, που αν και επιλέγουν κάτω από τις πιέσεις και τις έμμεσες γλωσσικές πολιτικές που καθιστούν τη διγλωσσία τους αφανή να μην την εκδηλώνουν δημόσια, είναι ένα ζήτημα που από τόση μικρή ηλικία τους απασχολεί, τους ενδιαφέρει, συχνά αναφέροντας ποιος άλλος μπορεί να μιλάει και με ποιον, εκδηλώνοντας έτσι και με άλλους μη γλωσσικούς τρόπους κοινά στοιχεία που συνθέτουν την άλλη ταυτότητα, η οποία υπάρχει, είτε μιλούν τη γλώσσα είτε όχι. Τα παιδιά αποκαλύπτουν μηνύματα που αφορούν τη συμβολική σημασία της εθνοτικής γλώσσας. Έχουν αποφασίσει να κρατήσουν τη γλώσσα τους μυστική- (αλλά ζωντανή και ενεργή)- ένας μυστικός κώδικας- που λειτουργεί μόνο όταν νιώθουν αυτοί ότι μπορούν, με συγκεκριμένους συνομιλητές, όταν είναι σίγουροι ότι δεν τους ακούνε, στο σπίτι αλλά και στο σχολείο. Λειτουργεί αυτή η μυστικότητα ως στρατηγική διατήρησης της πρώτης τους γλώσσας, ως ταύτιση με τα άλλα δίγλωσσα παιδιά, ως εκδήλωση της διπλής τους ταυτότητας και ίσως μία μορφή αντίστασης στις πιέσεις προς γλωσσική αφομοίωση; Η ελληνική γλώσσα χρησιμοποιείται ως δημόσιος κώδικας, που επιτελεί σημαντικές λειτουργίες πέρα από τις επικοινωνιακές στη ζωή τους στο σχολείο, προωθώντας τη θέση τους ως νόμιμα μέλη και την ενεργό συμμετοχή τους στις σχολικές κοινότητες. Η εθνοτική γλώσσα έχει συμβολική σημασία και τη δική της λειτουργία και θέση στη ζωή των παιδιών. Η μειονοτική γλώσσα παίρνει το ρόλο του πιο προσωπικού-ιδιωτικού κώδικα που ασκείται με άτομα πιο κοντινά, την οικογένεια, τους συγγενείς, τους/ις φίλους/ες και μακριά από δημόσια θέα ή κρυφά, σαν ένα μυστικό που τους συνδέει με την οικογένεια και την εθνοτική κοινότητα, με την άλλη τους χώρα και τους συγγενείς εκεί και που παραπέμπει σε κοινά στοιχεία από τη διπλή τους ταυτότητα. Είναι η γλώσσα, η οποία, πέρα από τις πραγματολογικές λειτουργίες που επιτελεί στην επικοινωνία και τη διατήρηση των δεσμών με την οικογένεια, την κοινότητα και τους συγγενείς στην άλλη χώρα, έχει προπάντων συμβολική σημασία στη σύνδεσή τους με τις ρίζες τους, με την άλλη χώρα, την οποία μπορεί και να μην έχουν επισκεφτεί, και στην σύνθεση μιας πολύπλευρης και πολλαπλής ταυτότητας. Τα παιδιά αναγκάζονται και οδηγούνται στο να επιλέξουν ανάμεσα στην ελληνική και την εθνοτική γλώσσα και αυτή η επιλογή δεν είναι μόνο γλωσσική αλλά έχει κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις. Η γλωσσική πολιτική που προωθείται στην εκπαίδευση και στην καθημερινή διδακτική πρακτική στέλνει σαφή μηνύματα και ασκεί τις δικές της πιέσεις, αντανακλώντας τις ευρύτερες γλωσσικές ιδεολογίες και κοινωνικές στάσεις προς τη διγλωσσία. Ποια η μελλοντική πορεία της εθνοτικής γλώσσας στο ελληνικό σχολείο και κατ επέκταση στην ελληνική κοινωνία; Εκπαιδευτικές πρακτικές που ενθαρρύνουν τη διγλωσσία και αναγνωρίζουν, εκτιμούν και αξιοποιούν τη γλωσσική και πολιτισμική ποικιλότητα

644 μπορούν να αποτελέσουν την αφετηρία προς τη γενικότερη αλλαγή στην πολιτικοιδεολογική αντίληψη της διγλωσσίας στην εκπαίδευση καθώς σύμφωνα και με τους Ricento και Hornberger (1996: 421) η αλλαγή είναι πιο πιθανό να προκύψει από κάτω προς τα πάνω παρά από πάνω προς τα κάτω. Όπως αναφέρει ο Cummins (2001: 664) ακόμη και σε ένα μονόγλωσσο σχολικό πλαίσιο μπορούν να μεταβιβαστούν ηχηρά μηνύματα στους/ις μαθητές/τριες σχετικά με την αξία και τα πλεονεκτήματα της διγλωσσίας. Μέσα από πολιτισμικά ευαισθητοποιημένες διδακτικές πρακτικές και πολιτικές μπορούμε σταδιακά να οδηγηθούμε σε μετατόπιση της κυρίαρχης γλωσσικής κουλτούρας και ιδεολογίας αντί της γλωσσικής μετατόπισης από τη μειονοτική στην κυρίαρχη γλώσσα. Δεν μπορεί κανείς να προβλέψει γραμμικά και μονοδιάστατα την πορεία της διγλωσσίας. Το φαινόμενο της διγλωσσίας αναδύεται σύνθετο, πολύπλευρο και δυναμικό. Βιβλιογραφικές αναφορές Auerbach, E. (1993). Reexamining English only in the ESL classroom. In TESOL Quarterly 27: 1, 9-32. Bourne, J. (2001). Discourses and identities in a multi-lingual primary classroom. In Oxford Review of Education 27:1, 103-114. Brutt-Griffler, J. και Μ. Varghese (2004). Introduction. Special Issue (Re)writing Bilingualism and the Bilingual Educator s Knowledge Base. In International Journal of Bilingual Education and Bilingualism, 7:2 & 3, 93-101. Cummins, J. (2001). Empowering minority students: A framework for intervention. In Harvard Educational Review 71: 4, 649-679. Cummins, J. (2000). Power, Language and Pedagogy: Bilingual Children in the Crossfire, Clevedon: Multilingual Matters. Day, E.M. (2002). Identity and the young English language learner, Clevedon: Multilingual Matters Ltd. Harklau, L. (2005). Ethnography and ethnographic research on second language teaching and learning. In E. Hinkel (ed), Handbook of research in second language teaching and learning. New Jersey: Lawrence Erlbaum Associates Publishers, 179-195. Heller, M. (2008). Doing ethnography. In Li Wei, M.G. Moyer (eds), Research Methods in Bilingualism and Multilingualism. Blackwell Publishing, 249-262. Lave, J. και Ε. Wenger (1991). Situated learning: Legitimate peripheral participation. Cambridge: Cambridge University Press. LePage, R.B. και A. Tabouret-Keller (1985). Acts of Identity: Creole-based Approaches to Language and Ethnicity. New York: Cambridge University Press. Li Wei (2008). Research perspectives on bilingualism and multilingualism. In Li Wei, M. G. Moyer (eds), Research Methods in Bilingualism and Multilingualism. Blackwell Publishing, 3-18. Norton Peirce, B. (1995). Social identity, investment and language learning. In TESOL, Quarterly 29:1, 9-31.

645 Ricento, T.K. και N.H. Hornberger (1996). Unpeeling the onion: Language planning and policy and the ELT professional. In TESOL Quarterly 30:3, 401 428. Σκούρτου, Ε. (2002). Δίγλωσσοι μαθητές στο ελληνικό σχολείο. Στο Επιστήμες Αγωγής. Διαπολιτισμική Παιδαγωγική στην Ελλάδα. Πρακτικά ζητήματα και θεωρητικά ζητούμενα. Θεματικό τεύχος 2002, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Π.Τ.Δ.Ε., 12-22. Τσοκαλίδου, Ρ. (2008). Η επαφή των γλωσσών στην εκπαίδευση: ένα πολιτικό εκπαιδευτικό ζήτημα. Στο Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα, Πρακτικά της Ετήσιας Συνάντησης του Τομέα Γλωσσολογίας του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ, Γλώσσα και Κοινωνία. Θεσσαλονίκη: ΙΝΣ. Tsokalidou, R. (2005). Raising bilingual awareness in Greek primary schools. In International Journal of Bilingual Education and Bilingualism 8:1, 48-61. Van Lier, L. (1988). The classroom and the language learner. London: Longman.