ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ



Σχετικά έγγραφα
ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΔΑΤΩΝ

Ημερίδα Η ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΛΕΚΑΝΩΝ ΠΡΟΣ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Σάββατο,, 12 η Ιουνίου 2010

Υδατικοί Πόροι -Ρύπανση

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Λειτουργίες και αξίες των υγροτόπω. Εαρινό

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

στα τις Επιπτώσεις φαινόµενα από πυρκαγιές προτάσεις αντιµετώπισης τους Λεονάρδος Τηνιακός

AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα

Τεχνικοοικονοµική Ανάλυση Έργων

Σε αντίθεση με τις θάλασσες, το νερό των ποταμών δεν περιέχει σχεδόν καθόλου αλάτι - γι' αυτό το λέμε γλυκό νερό.

Γκανούλης Φίλιππος Α.Π.Θ.

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

Ο ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

25/11/2010. Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό Παρόχθια ζώνη

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα

Οικονοµική ανταποδοτικότητα διαχειριστικών σχεδίων σε λεκάνες απορροής ποταµού. Least cost planning of water resources at the river basin

AND019 - Έλος Κρεμμύδες

ΥΔΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΝΕΟΥ ΔΗΜΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ

Ταµιευτήρας Πλαστήρα

Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή μέσω του σχεδιασμού διαχείρισης υδάτων στην Κύπρο 4/9/2014

Υδρολογία - Υδρογραφία. Υδρολογικός Κύκλος. Κατείσδυση. Επιφανειακή Απορροή. Εξατµισιδιαπνοή. κύκλος. Κατανοµή του νερού του πλανήτη

AND008 - Εκβολή Ζόρκου (Μεγάλου Ρέματος)

2 o Συνέδριο Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Θεσσαλίας «Πηνειός Ποταμός: Πηγή Ζωής και Ανάπτυξης στη Θεσσαλία» Λάρισα, 2-3 Νοεμβρίου 2018

2ο ΕΠΑΛ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ PROJECT ΘΕΜΑ: ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ

ΥΨΗΛΗ ΚΑΛΗ ΜΕΤΡΙΑ ΕΛΛΙΠΗΣ ΚΑΚΗ

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΝΟΜΟΥ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ

Αντιπληµµυρικά και Αντιδιαβρωτικά Έργα στην Ηλεία

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΤΟ ΥΔ ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL01)

Ε.Μ.Π..Π.Μ.Σ. ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕ Ο ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΙ GIS

ΥΔΑΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. Το νερό καλύπτει τα 4/5 του πλανήτη

Προστατεύει το. υδάτινο περιβάλλον. Αλλάζει τη. ζωή μας.

«Αστικά ποτάμια & βασικές υδατικές υποδομές των πόλεων: Λάρισα & Δ.Ε.Υ.Α.Λ.»

Περιβαλλοντική Επιστήμη

Λιµνοδεξαµενές & Μικρά Φράγµατα

Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ 2.ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΗ ΦΥΣΗ

ΘΕΜΑ : ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΛΑΨΙΣΤΑ ΤΟΥ Ν. ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΩΝ GIS.

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

Επιπτώσεις στην Υδροµορφολογία του Αλφειού Ποταµού από Έργα Υποδοµής και Αµµοχαλικοληψίες

ΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΟΖΥΓΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΖΗΤΗΣΗΣ ΝΕΡΟΥ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΡ ΙΤΣΑΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟΥ MIKE BASIN

AND007 - Εκβολή Γιάλια (Ρύακα Αφουρσές)

Τι θα έπρεπε κάθε βιολόγος να ξέρει για τον ανθρώπινο πληθυσμό. Λίγοι επιστήμονες. ανθρώπινο πληθυσμό ως τη ρίζα της υποβάθμισης του περιβάλλοντος

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΥΔ ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL01)

AND011 - Έλος Καντούνι

SAM002 - Έλος Μεσοκάμπου

ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΦΡΑΓΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΘΕΣΗ ΜΠΕΛΜΑ. ΑΓΙΑΣ

Ελλάδα Επιχειρησιακό πρόγραµµα : Περιβάλλον και αειφόρος ανάπτυξη

ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΟ Υ ΑΤΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΤΗΣ Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΤΡΙΧΩΝΙ ΑΣ STUDY FOR THE WATER BALANCE OF TRICHONIS LAKE CATCHMENT

AND016 - Εκβολή Πλούσκα (Γίδες)

SAM010 - Εκβολή Κερκητείου Ρέματος

ΟΙ ΥΔΡΟΒΙΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 03/06/2011 Προς: Σύλλογο Φίλων Πηνειού και του Παραποτάμιου Πολιτισμού του Υπόψη Δ.Σ.

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 3 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα ΕΑΡΙΝΟ

«Βελτίωση της γνώσης σχετικά με τον καθορισμό της ελάχιστα

Κώστας Κωνσταντίνου Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης

Κωνσταντίνος Στεφανίδης

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΣΕΩΝ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΕ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΕΣ ΩΣ ΥΝΑΜΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ ΚΡΕΜΑΣΤΩΝ

Τ Α ΣΤ Σ Ι Τ Κ Ι Ο Π ΕΡ Ε Ι Ρ Β Ι ΑΛΛ Λ Ο Λ Ν

Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα.

Η μελέτη χρηματοδοτήθηκε από το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα INTERREG IIIB- MEDOCC Reseau Durable d Amenagement des Ressources Hydrauliques (HYDRANET) (

Επιπτώσεις αποθέσεων φερτών υλικών σε ταµιευτήρες

ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Τυπολογία ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

AND001 - Έλος Βιτάλι. Περιγραφή. Γεωγραφικά στοιχεία. Θεμελιώδη στοιχεία. Καθεστώτα προστασίας

«Μετρήσειςρύπανσηςποταμώνκαιδιακρατική συνεργασία:ο ρόλος του διαβαλκανικού Κέντρου Περιβάλλοντος»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΗΜΕΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΟΝ ΜΑΛΙΑΚΟ ΚΟΛΠΟ. Αν. Καθηγητης Μ.Δασενακης. Δρ Θ.Καστριτης Ε.Ρουσελάκη

Κεφάλαιο 2 : Γενικά χαρακτηριστικά στοιχεία του Νοµού


Δρ Παναγιώτης Μέρκος, Γενικός Επιθεωρητής

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΗΣΕΩΝ ΥΔΑΤΟΣ

ΑΘΗΝΑ 2013 ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΜΕΝΟΥ ΥΔΑΤΟΣ (ΛYΜΑΤΩΝ) FRAMME - LIFE08 NAT/GR/ ΡΟΔΟΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΡΥΠΑΝΣΗΣ. Ι ΑΣΚΟΥΣΑ : ρ. Μαρία Π. Θεοδωροπούλου

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου

ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΘΕΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΟΥ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ: ΑΣΚΟΡΔΑΛΑΚΗ ΜΑΝΟΥ ΕΤΟΣ

SAM009 - Εκβολή Ποτάμι Καρλοβάσου

ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΚΑΡΛΑΣ


ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ. Υδατικό ιαμέρισμα Θεσσαλίας. - Σημαντικά Θέματα ιαχείρισης Νερού - Μέτρα Οργάνωσης της ιαβούλευσης

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΤΟ ΥΔ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ (EL10)

ΤΕΧΝΙΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ. Εισαγωγή στην Υδρολογία. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων

ΥΔΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Β. ΤΣΙΟΥΜΑΣ - Β. ΖΟΡΑΠΑΣ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΟΙ

«ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΡΟΗΣ ΣΕ ΦΥΣΙΚΟ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΠΟΤΑΜΟ ΕΝΙΠΕΑ ΤΟΥ Ν. ΛΑΡΙΣΑΣ»

σύνολο της απορροής, μέσω διαδοχικών ρευμάτων, ποταμών, λιμνών και παροχετεύεται στη θάλασσα με ενιαίο στόμιο ποταμού, εκβολές ή δέλτα.

AND018 - Εκβολή ρύακα Άμπουλου (όρμος Μεγάλη Πέζα)

ACTION 3: RIVER BASIN FUNCTIONS AND VALUES ANALYSIS AND WATER QUALITY CRITERIA DETERMINATION

SAT002 - Εκβολή ρύακα Φονιά

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ & ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου για την

Αρχές Οικολογίας και Περιβαλλοντικής Χηµείας

ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

Καθηγητής Χάρης Κοκκώσης

Το ταξίδι του νερού. Το φράγμα και τη τεχνητή λίμνη του Μόρνου

Ελληνικοί Υγρότοποι και η Πρωτοβουλία MedWet για τους Μεσογειακούς Υγρoτόπους

Περιβαλλοντικές Επιπτώσεις από τη ιάθεση Επεξεργασµένων Υγρών Αποβλήτων στο Υπέδαφος

Προστατεύει το. περιβάλλον. Αλλάζει τη. ζωή μας.

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΦΑΣΗ 5. Ανάλυση αποτελεσμάτων αλιευτικής και περιβαλλοντικής έρευνας- Διαχειριστικές προτάσεις ΠΑΡΑΔΟΤΕΑ

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΙΠΛΩΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ, ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΡΓΩΝ ΥΠΟ ΟΜΗΣ ΣΤΗ ΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ Αγγελική Ανδρουτσοπούλου Βιολόγος Πάτρα, Ιούλιος 2010

ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΥΠΟΓΡΑΦΕΣ Τα µέλη της τριµελούς εξεταστικής επιτροπής Γιαννόπουλος Παναγιώτης Παπαστεργιάδου Εύα Τηνιακού Αργυρώ Ο Επιβλέπων Καθηγητής Η έγκριση της διατριβής για την απόκτηση µεταπτυχιακού διπλώµατος ειδίκευσης από το Τµήµα Βιολογίας του Πανεπιστηµίου Πατρών δεν υποδηλώνει την αποδοχή των γνωµών του συγγραφέα. Ν.5343/1392, άρθρο 202. 2

Ευχαριστίες Η διπλωµατική αυτή εργασία, που έχει ως στόχο την εκτίµηση της υδρογεωµορφολογικής ποιότητας των ποτάµιων συστηµάτων στην λεκάνη απορροής του ποταµού Αλφειού, πραγµατοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράµµατος µεταπτυχιακών σπουδών του τµήµατος Βιολογίας του Πανεπιστηµίου Πατρών. Αρχικά θα ήθελα να εκφράσω τη βαθιά ευγνωµοσύνη µου στον επιβλέποντα καθηγητή µου κ. Γιαννόπουλο, Αναπληρωτή Καθηγητή του Τµήµατος Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστηµίου Πατρών, για την καθοδήγηση, την θετική συµβολή και την ενθάρρυνση που µου προσέφερε για την εκτέλεση αυτού του έργου, ακόµα και αν δεν άπτεται εξολοκλήρου στο επιστηµονικό του αντικείµενο. Ευχαριστώ επίσης την κ. Παπαστεργιάδου, Επίκουρο Καθηγήτρια του Τµήµατος Βιολογίας του Πανεπιστηµίου Πατρών, για τη καθοριστική συµβολή της µε τις πολύτιµες γνώσεις που µου προσέφερε πάντα πρόθυµα. Από καρδιάς ευχαριστώ την κ. Τηνιακού, Επίκουρο Καθηγήτρια του Τµήµατος Βιολογίας του Πανεπιστηµίου Πατρών, για την καθοδήγηση, την ηθική συµπαράσταση και την εµπιστοσύνη που µου έδειξε για την εκπόνηση αυτής της διπλωµατικής εργασίας. Ιδιαίτερη µνεία πρέπει να γίνει στην υποψήφια διδάκτωρ κ. Παρασκευή Μανολάκη, που µε βοήθησε δίνοντας µου τόσο τα κατάλληλα ερεθίσµατα όσο και την ανάλογη εκπαίδευση, έτσι ώστε να φέρω εις πέρας την παρούσα εργασία. Τέλος, ένα µεγάλο ευχαριστώ ανήκει στην οικογένεια µου, µε τη στενή αλλά και µε την ευρύτερη έννοια του όρου, για την αγάπη τους και την ηθική και υλική υποστήριξή τους. 3

Περιεχόµενα ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 7 ABSTRACT... 9 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 11 Σκοπός Εργασίας... 13 1.1 Λεκάνη απορροής... 15 1.2 Ποταµός... 16 1.3 Παραποτάµια οικοσυστήµατα... 16 1.4 Ανθρώπινες επιρροές... 19 2. ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ... 21 2.1 Ο ποταµός Αλφειός... 21 2.1.1 Κύριοι παραπόταµοι... 22 2.2 Η υδρολογική λεκάνη του ποταµού Αλφειού... 23 2.3 Γεωλογικά χαρακτηριστικά... 24 2.4 Υδρολογικά και κλιµατολογικά χαρακτηριστικά... 26 2.5 Χλωρίδα... 30 2.6 Πανίδα... 30 2.7 Καθεστώς προστασίας... 31 2.8 Ανθρωπογενές περιβάλλον - Πιέσεις... 31 2.8.1 Οικισµοί... 32 2.8.2 Πιέσεις... 33 2.8.3 Τεχνικά έργα... 38 4

2.9 Τυπολογία των ποταµών... 41 3. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟ ΟΙ... 43 3.1 Σταθµοί δειγµατοληψίας... 44 3.2 ηµιουργία τυπολογίας για τα ποτάµια συστήµατα... 49 3.3 Μεθοδολογία εκτίµησης της ποιότητας των παρόχθιων ενδιαιτηµάτων... 50 3.3.1 River Habitat Survey (RHS)... 50 3.3.2 Riparian Forest Quality (QBR)... 54 3.4 Επεξεργασία των δεδοµένων... 59 3.5 Σύγκριση των δύο µεθόδων... 60 3.6 Γεωγραφικά συστήµατα πληροφοριών και µελέτη των φαινοµένων απόθεσης και διάβρωσης στις περιοχές µε έντονες ανθρώπινες παρεµβάσεις.... 61 4. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ... 64 4.1 Χλωρίδα και βλάστηση... 64 4.1.1 Αλφειός... 65 4.1.2 Ερύµανθος... 65 4.1.3 Λούσιος... 65 4.1.4 Ρέµα Κλοµποκή... 65 4.2 ηµιουργία τυπολογίας των περιοχών µελέτης... 66 4.3 River Habitat Survey (RHS)... 70 4.3.1 Συνολικά αποτελέσµατα HQA και HMS... 70 4.3.2 Αποτελέσµατα δεικτών HQA και HMS ανά τύπο ποταµού... 85 4.3.3 Αποτελέσµατα ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και χρήσεων γης ανά τύπο ποταµού... 87 5

4.4 Riparian Forest Quality (QBR)... 90 4.4.1 Συνολικά αποτελέσµατα QBR... 90 4.4.2 Αποτελέσµατα QBR ανά τύπο ποταµού... 93 4.5 Σύγκριση µεταξύ των δύο µεθόδων και των επιµέρους µετρικών 101 4.5.1 Σύγκριση µεθόδων ανά τύπο ποταµού... 103 4.6 Προσέγγιση των φαινοµένων απόθεσης και διάβρωσης στον µέσο και κάτω ρου του Αλφειού... 104 5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ... 117 5.1 Συµπεράσµατα... 117 5.2 Προτάσεις διαχείρισης... 121 5.2.1 Προβλήµατα ατελούς διαχείρισης στη Ελλάδα... 122 5.2.2 Προτάσεις για ολοκληρωµένη διαχείριση... 123 5.2.3 Ο ρόλος του Κράτους και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης... 130 5.2.4 Περιβαλλοντική εκπαίδευση... 132 6. ΕΠΙΛΟΓΟΣ... 132 7. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 134 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ... 141 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΙΝΑΚΩΝ... 146 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΕΙΚΟΝΩΝ... 149 6

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η υποβάθµιση της ποιότητας των υδάτων στην Ευρώπη οδήγησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην έκδοση της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ, σύµφωνα µε την οποία τα επιφανειακά ύδατα πρέπει να βρίσκονται σε µια «κατάσταση που χαρακτηρίζεται καλή, τόσο από οικολογική όσο και από χηµική άποψη». Στην κατεύθυνση αυτή επικεντρώθηκε και η παρούσα µελέτη για την υδρολογική λεκάνη του ποταµού Αλφειού, σε µια προσπάθεια εκτίµησης της περιβαλλοντικής του κατάστασης σε όλο του το µήκος, αλλά και προσδιορισµού των απαραίτητων δράσεων για την ολοκληρωµένη διαχείρισή του. Ο Αλφειός είναι ο µεγαλύτερος σε µήκος (112 km) και παροχή (ετήσιο δυναµικό 2100 10 6 m 3 ύδατος) ποταµός της Πελοποννήσου και βρίσκεται στην πέµπτη θέση των µεγαλύτερων σε µήκος ποταµών που έχουν το σύνολο της ροής τους εντός του ελληνικού εδάφους. Η λεκάνη απορροής του, έκτασης 3.600 km 2, βρίσκεται στη υτική και Κεντρική Πελοπόννησο. Οι κυριότεροι παραπόταµοί του είναι ο Ερύµανθος, ο Λούσιος και ο Λάδωνας. Στόχος της συγκεκριµένης ερευνητικής εργασίας είναι η εκτίµηση της ποιότητας και του βαθµού τροποποίησης των ποτάµιων ενδιαιτηµάτων του Αλφειού και των παραποτάµων του από ανθρώπινες δραστηριότητες. Σε πρώτη φάση, η προσέγγιση της περιγραφής της δοµής των ρεµάτων και ποταµών και της αναγνώρισης των ενδιαιτηµάτων τους, έγινε µε τη βοήθεια της αναγνωρισµένης µεθόδου RHS (River Habitat Survey). Ταυτόχρονα εφαρµόστηκε η µέθοδος QBR (Qualitat del Bosc de Ribera), ώστε να επιτευχθεί µια πιο ολοκληρωµένη εικόνα της οικολογικής ποιότητας των υπό µελέτη περιοχών. Στη συνέχεια, έγινε εκτίµηση των φαινοµένων διάβρωσης/απόθεσης στην κοίτη και τις όχθες, µε έµφαση στις περιοχές όπου εντοπίζονται ανθρώπινες παρεµβάσεις και επιχειρήθηκε η σύνδεσής τους µε τα αποτελέσµατα των προαναφερθέντων µεθόδων. Με την ανάλυση και επεξεργασία των δεδοµένων εντοπίσθηκαν: οι πιέσεις που δέχονται οι ποταµοί, η ποιότητα της δοµής και ο βαθµός τροποποίησης των ενδιαιτηµάτων τους, οι σηµαντικότερες περιοχές ως προς την οικολογική ποιότητα των ποταµών, καθώς και πιθανές περιοχές προς αποκατάσταση. 7

Τα αποτελέσµατα του RHS αναφορικά µε την ποιότητα των ενδιαιτηµάτων και ειδικότερα µε τη σπανιότητα των χαρακτηριστικών, έδειξαν ότι στα εξετασθέντα υδάτινα σώµατα δεν είχαµε συχνές τεχνικές παρεµβάσεις στην ενεργό κοίτη, µε εξαίρεση τα φράγµατα στις περιοχές Φλόκα και Λάµπεια. Σύµφωνα µε τη βαθµολογία που προέκυψε από την επεξεργασία του πρωτόκολλου QBR, επιβεβαιώνεται ότι, η ποιότητα και το εύρος της παραποτάµιας ζώνης εξαρτάται περισσότερο από την παρουσία ή µη ανθρώπινων παρεµβάσεων, παρά από τα γεωµορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής. Γενικότερα, τα αποτελέσµατα της µελέτης έδειξαν πως η διακύµανση της υδροµορφολογικής κατάστασης είναι ανάλογη των πιέσεων που δέχονται οι ποταµοί, στις επιµέρους παραµέτρους (όχθες, παρόχθια ενδιαιτήµατα κ.λπ.). Ως προς τα φαινόµενα απόθεσης και διάβρωσης στο µέσο και κάτω ρου του Αλφειού, σύµφωνα µε τα δεδοµένα του Corine, µέσα σε µια δεκαετία µειώθηκε το εύρος της κοίτης του ποταµού κατά 730 km 2, δηλαδή κατά 7,2%. Πρόκειται για το τµήµα του ποταµού που δέχεται τις περισσότερες ανθρώπινες επιδράσεις, οι οποίες περιλαµβάνουν εκτός από εκτεταµένες καλλιέργειες, πολλά τεχνικά έργα και σηµεία αµµοχαλικοληψίας. Αντίστοιχο αποτέλεσµα προέκυψε και µετά την ανάλυση των αλλαγών του πλάτους της ενεργού κοίτης, από την περίοδο 1965-1967 έως την περίοδο 2007-2009, χρησιµοποιώντας τους τοπογραφικούς χάρτες της Γ.Υ.Σ. και τους ψηφιακούς χάρτες της ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε. αντίστοιχα. Συγκεκριµένα, µέσα σε περίπου 40 χρόνια, κατά µέσο όρο το πλάτος της ενεργού κοίτης στο µέσο και κάτω ρου του Αλφειού µειώθηκε κατά 27 m (28%). Συµπερασµατικά, θα µπορούσε κανείς να πει ότι, αν και οι ανθρώπινες δραστηριότητες (εντατικές καλλιέργιες, τεχνικά έργα, αµµοχαλικοληψίες κ.λ.π) που έχουν αναπτυχθεί κατά µήκος του ποταµού και των παραπόταµών του έχουν οδηγήσει στην υποβάθµιση των παρόχθιων οικοσυστηµάτων, µερικές σχεδόν απρόσβλητες περιοχές υπάρχουν ακόµα. Εποµένως, ελπίζουµε ότι η οικολογική αξιολόγηση του ποταµού Αλφειού θα είναι ένα χρήσιµο εργαλείο για την ολοκληρωµένη διαχείριση της λεκάνης απορροής του ποταµού. 8

Abstract The degradation of the water quality in Europe led the European Parliament to the publication of The Water Framework Directive 2000/60/EC on Water Policy, which requires that physical, chemical and biological parameters of inland waters are measured in order to determine whether high or good ecological status has been maintained or achieved. In this context, the present study is an effort not only to estimate the ecological status of the Alfeios River basin, but also to determine actions necessary for its integrated management. Alfeios River is the greatest in length (112 km) and flow rate (2100 10 6 m 3 ) river in Peloponnisos and constitutes an important water resource for Western Greece. Alfeios River is also the fifth longest river in Greece among those which have their whole route in the Greek territory. The river basin covers 3600 km 2 and extends in Western and Central Peloponnisos. Its main tributaries are the rivers Erymanthos, Lousios and Ladonas. The object of this study is the evaluation of the quality and modification level of Alfeios river habitats, due to human activities. At first, the description of the streams and rivers structure and the recognition of their habitats was based on the widely used methodology of R.H.S. (River Habitat Survey). Simultaneously, the methodology of QBR (Qualitat del Bosc de Ribera) was applied, in order to obtain a complete view on the ecological status of the study area. After that, we estimated the erosional/depositional phenomena in the watercourse and the banks, emphasising in the sites where human interventions are located and we attempted to connect them with the results of the methods mentioned above. After the data analysis and elaboration we evaluated: the stresses applied on the rivers, the structural quality and the modification degree of the river habitats, the most important areas for their high ecological quality and those which need to be restored. The results of RHS regarding the river habitats quality and more specifically the special characteristics showed that, there are not any frequent 9

technical interventions in the river bed, with the exception of the dams in the Floka and Lampeia areas. On the contrary, the pressures sustained by the entire flood plain are frequent and intense. According to the total score of the QBR protocol, it is confirmed that, the quality and the extent of the riparian area depend more on the presence or absence of human activities than on the geomorphological characteristics of the areas. In general, the results of the study demonstrate that the fluctuation of the hydromorphological condition is proportional to the stresses sustained by the rivers in total, by their individual parameters (banks, riparian habitats etc.). According to Corine data, as far as the deposition and erosion phenomena in medium and lower watercourse of Alfeios are concerned, in one decade the width of the river s watercourse decreased by 730 km 2, or 7,2%. It is the river part that undergoes most of the human activities, including extensive agricultural plains, infrastructure and many sand and gravel extraction sites. Matching results were met after studying the changes of the active riverbed s width from comparing data of the time periods of 1965-1967 until 2007-2009, obtained from topographic maps of the Army s Geographic Department and the digital maps of KTIMATOLOGIO AE respectively. According to these results, in roughly 40 years the average width of the active riverbed decreased, in the medium and low watercourse of Alfeios, for 27 m (28%). As a conclusion, it is safe to say that Alfeios River constitutes the main water source of Western and Central Peloponnisos, supporting the neighboring communities. Although human activities such as settlements, agroindustries, pumping or deviation of water for irrigation, infrastructure works (dams, bridges), gravel extraction etc. have been developed along the river and its tributaries for a long time and have led to the degradation of the riparian ecosystems, some almost unaffected regions do still exist. Therefore, we hope that the ecological evaluation of the Alfeios River will be a useful tool for the sustainable management of the whole catchment area. 10

1. Εισαγωγή Η Ευρωπαϊκή Ένωση από το 1975 και έπειτα έχει εκδώσει πλήθος οδηγιών, κανονισµών, αποφάσεων και ψηφισµάτων, τα οποία στοχεύουν στη διαχείριση και προστασία των εσωτερικών επιφανειακών, των µεταβατικών, των παράκτιων και των υπόγειων υδάτων. Η σηµαντικότερη οδηγία είναι η 2000/60/ΕΚ, γνωστή και ως οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα (ΟΠΥ), τα κριτήρια και οι στόχοι της οποίας προωθούν µια νέα κουλτούρα στον τοµέα διαχείρισης των υδατικών πόρων του Ευρωπαϊκού Οικονοµικού Χώρου. Η Οδηγία 2000/60 αποτέλεσε το επιστέγασµα των «Αρχών Νερού του ουβλίνου» και των αρχών που διατυπώθηκαν στη διακήρυξη του Ρίο «Περιβάλλον και Ανάπτυξη» το 1992, συνδυάζοντας ποιοτικούς, ποσοτικούς και οικολογικούς στόχους για την προστασία υδάτινων οικοσυστηµάτων και την επίτευξη της καλής κατάστασης όλων των υδάτινων σωµάτων (Τάτσης 2007). Ένα από τα νέα στοιχεία που εισήγαγε η Οδηγία 2000/60 είναι ότι για πρώτη φορά στην πολιτική της ΕΕ για το περιβάλλον, ένα νοµικό κείµενο προτείνει οικονοµικές αρχές και οικονοµικά εργαλεία ως βασικά µέτρα για την επίτευξη συγκεκριµένων περιβαλλοντικών στόχων. Με τον τρόπο αυτό, η Οδηγία δηµιουργεί µια µοναδική ευκαιρία, και ταυτόχρονα πρόκληση, για το συνδυασµό της εµπειρικής έρευνας µε την ανάπτυξη πολιτικών διαχείρισης και προστασίας των υδάτινων πόρων. Συγκεκριµένα, στρέφεται από τις παραδοσιακές στρατηγικές ενίσχυσης της προσφοράς, σε στρατηγικές διαχείρισης της ζήτησης, δίδοντας κατά αυτόν τον τρόπο προτεραιότητα στην εξοικονόµηση, τη βελτίωση της αποτελεσµατικότητας και την εισαγωγή νέων τεχνολογιών, καθώς και στις στρατηγικές προστασίας των υπόγειων υδάτων µέσω ολοκληρωµένων προσεγγίσεων. Στην ίδια κατεύθυνση, δηµιουργεί και εισάγει νέες αντιλήψεις στη αντιµετώπιση κινδύνων από τα ακραία καιρικά φαινόµενα (πληµµύρες, ξηρασία). Είναι σηµαντικό να αναφερθεί ότι το καινοτόµο στοιχείο της οδηγίας έγκειται στο γεγονός, ότι ορίζει τη λεκάνη απορροής ποταµού ως τη βασική µονάδα για κάθε ενέργεια σχεδιασµού και διαχειριστικής δράσης που αφορούν τον τοµέα του νερού. Με άλλα λόγια, 11

αναγνωρίζεται το ουσιωδέστατο γεγονός ότι το νερό έχει φυσικά και υδρολογικά όρια και όχι διοικητικά και πολιτικά (Καραγεώργου 2003). Είναι γνωστό πλέον, ότι οι περισσότερες διαχειριστικές δράσεις σε ένα ποτάµιο οικοσύστηµα (αµµοληψίες, ευθυγράµµιση κοίτης, εκβάθυνση, άντληση νερού κ.ά.), επιφέρουν αλλαγές στα ενδιαιτήµατα έµµεσες ή έµµεσες (Armitage & Cannan 1998), που εγκυµονούν ευρύτερους κινδύνους, αφού τα ποτάµια είναι ανοικτά οικοσυστήµατα (Favretto 1999). Μελέτες για µεσογειακά ποτάµια, είχαν ήδη προ πολλού ξεκινήσει, µε σκοπό να επαληθεύσουν τις σχέσεις µεταξύ της ποιότητας του νερού και της βιοποικιλότητας, της αύξησης και της χωροδιάταξης των φυτών και οικοτόπων, καθώς και της ικανότητας ανάκαµψης των φυτών και οικοσυστηµάτων σε εκείνα τα τµήµατα του ποταµού, όπου βελτιώνεται η ποιότητα του νερού (Agami et al., 1976; Agami, 1984; Παπαστεργιάδου κ.ά., 2002). Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται ως σχεδόν άνυδρη χώρα, εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης καθώς και της γεωµορφολογικής της σύστασης. Το σύνολο της επιφάνειας της χώρας (131.940km 2 ) καλύπτεται µε επιφανειακούς υδατικούς πόρους συνολικής επιφάνειας γύρω στα 2200km 2, δηλαδή ποσοστό κάλυψης 1,6%. Από αυτούς οι φυσικές και οι τεχνητές λίµνες καλύπτουν έκταση περίπου 956 km 2, οι λιµνοθάλασσες περίπου 288 Km 2, τα έλη περίπου 58 Km 2, οι εκβολές και τα δέλτα των ποταµών περίπου 723 km 2 ενώ οι ποταµοί έχουν µήκος περίπου 4268 km (Νοµαρχιακές Αυτοδιοικήσεις 1970-2002, EKBY 1994). Στην χώρα µας έχουν ήδη γίνει προσπάθειες εκτίµησης της ποιότητας των ποτάµιων συστηµάτων µε την εφαρµογή µεθόδων που χρησιµοποιούνται κυρίως είτε στη Μεγάλη Βρετανία (River Habitat Survey Index RHS, Raven et al. 1997), είτε στις Η.Π.Α (Stream Visual Assessment Protocol SVAP, NWCC 1998) είτε στην Ισπανία (QBR index, Munne et al. 2003), κ.ά. Έτσι, για τους ποταµούς Αλφειό και Πηνειό (Iliopoulou et al. 2003), χρησιµοποιήθηκαν ως βιοτικές παράµετροι, τα διάτοµα, η ιχθυοπανίδα και η πρόχθια βλάστηση. Για τον ποταµό Καλαµά (Lekka et al. 2004), συσχετίστηκαν τα βενθικά µακροασπόνδυλα µε φυσικοχηµικές και υδροµορφολογικές παραµέτρους. Τα βενθικά µακροασπόνδυλα µελετήθηκαν και χρησιµοποιήθηκαν επίσης για την 12

οικολογική αξιολόγηση των ποταµών της Ελλάδος (µεταξύ των οποίων και ο Αλφειός), που είχαν χωριστεί σε τρεις ζώνες, µε βάση τα γεωλογικά, µορφολογικά, υδροχηµικά και κλιµατικά χαρακτηριστικά τους, στα πλαίσια του προγράµµατος AQEM (Skoulikidis, et al. 2004). Η περιβαλλοντική κατάσταση 15 ποταµών της Βαλκανικής, (Skoulikidis 2009) µεταξύ των οποίων και ο Αλφειός, έχει µελετηθεί µε βάση φυσικογεωγραφικές και υδροχηµικές παραµέτρους, καθώς και ανθρωπογενείς επιδράσεις στα πλαίσια του DPSIR. Η παρούσα έρευνα αποτελεί µια από τις πρώτες προσπάθειες σύνδεσης της οικολογικής και υδροµορφολογικής ποιότητας ενός ποταµού µε τα τεχνικά έργα που έχουν κατασκευαστεί στην κοίτη του. Έχουν ήδη πραγµατοποιηθεί παρόµοιες µελέτες στο παρελθόν (Γιαννόπουλος και Μαναριώτης, 2006) αλλά χωρίς την εφαρµογή µεθόδων εκτίµησης των γεωµορφολογικών και των παραποτάµιων χαρακτηριστικών. Σκοπός Εργασίας Ο στόχος της συγκεκριµένης ερευνητικής εργασίας είναι σε πρωτογενές στάδιο να γίνει η εκτίµηση της ποιότητας και του βαθµού τροποποίησης των ποτάµιων ενδιαιτηµάτων του Αλφειού, έτσι ώστε µετέπειτα να καταστεί δυνατή η παρακολούθηση της ποιότητας των υδάτων, η διαχειριστική τους προοπτική σύµφωνα πάντα µε τα κριτήρια που αναφέρονται στην οδηγία για τα εσωτερικά ύδατα 2000/60/ΕΕ, αλλά και η καταλληλότερη συντήρηση των τεχνικών έργων. Η πρώτη προσέγγιση περιγραφής της δοµής ρεµάτων και ποταµών και της αναγνώρισης των ενδιαιτηµάτων τους, έγινε µε τη βοήθεια της αναγνωρισµένης µεθόδου RHS, River Habitat Survey (Raven et al. 1997). Ταυτόχρονα εφαρµόστηκε η µέθοδος QBR, Qualitat del bosc de ribera (Munne et al. 2003) ώστε να επιτευχθεί µια πιο ολοκληρωµένη εικόνα της οικολογικής ποιότητας των υπό µελέτη περιοχών. Στη συνέχεια έγινε µια εκτίµηση των φαινοµένων διάβρωσης/απόθεσης στην κοίτη και τις όχθες µε έµφαση στις περιοχές όπου εντοπίζονται ανθρώπινες παρεµβάσεις και η σύνδεσής τους µε τα αποτελέσµατα των προαναφερθέντων µεθόδων. 13

Στα πλαίσια λοιπόν της παρούσας διπλωµατικής εργασίας, κύρια αντικείµενα µελέτης αποτέλεσαν τα εξής: Η εκτίµηση της ποιότητας και του βαθµού τροποποίησης του ενδιαιτήµατος µε τη χρήση των δεικτών της βρετανικής µεθόδου RHS και της ισπανικής QBR. Η αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων τεχνικών έργων στις διαστάσεις και τη µορφή της κοίτης του ποταµού Αλφειού µε την πάροδο του χρόνου. Επιµέρους στόχους αποτέλεσαν: Η κατάρτιση ενός καταλόγου ενδεικτικών φυτικών ειδών της περιοχής και η καταγραφή των τύπων οικοτόπου Η δηµιουργία τυπολογίας για τους ποταµούς Αλφειό, Ερύµανθο, Λούσιο και για το ρέµα Κλοµποκή Η αναγνώριση σηµαντικών περιοχών για την οικολογική ποιότητα του ποταµού Η αξιολόγηση και η σύγκριση της εφαρµογής των δύο συστηµάτων: 1. της καταγραφής της δοµής ενός ποταµού (RHS) και 2. της εκτίµησης της οικολογικής ποιότητας των παραποτάµιων οικοσυστηµάτων (QBR) Η σύνδεση των αποτελεσµάτων της εφαρµογής των πρωτοκόλλων µε φαινόµενα διάβρωσης στην κοίτη και τις όχθες του ποταµού. 14

1.1 Λεκάνη απορροής Ως λεκάνη απορροής ποταµού ορίζεται η εδαφική έκταση από την οποία συγκεντρώνεται το σύνολο της απορροής µέσω διαδοχικών ρεµάτων, ποταµών και πιθανώς λιµνών και παροχετεύεται στη θάλασσα ή σε λίµνη µε ενιαίο στόµιο ποταµού, εκβολές ή δέλτα (Οδηγία 2000/60/ΕΚ). Αν ένας ποταµός είναι παραπόταµος κάποιου άλλου µεγαλύτερου, τότε και η λεκάνη απορροής του είναι υπολεκάνη κάποιας ευρύτερης που αντιστοιχεί στο µεγαλύτερο ποταµό. Μια λεκάνη απορροής µπορεί να είναι πολύ µεγάλη (π.χ. να στραγγίζει χιλιάδες τετραγωνικά στρέµµατα σε έναν µεγάλο ποταµό ή σε µια λίµνη ή στη θάλασσα), ή πολύ µικρή. Μια µικρή λεκάνη απορροής που περικλείεται µέσα σε µία µεγαλύτερη λεκάνη αναφέρεται µερικές φορές ως υπό-λεκάνη απορροής (Brewee et al. 1998). Η λεκάνη απορροής αποτελείται από τρεις ζώνες: Κανάλι ροής: Όρος που περιλαµβάνει οποιοδήποτε ρεύµα, ποταµό, λίµνη, ή εκβολή. Παρόχθια ζώνη: Ορίζεται ως η µη-καλλιεργήσιµη περιοχή µεταξύ της κοίτης και της στάθµης των πληµµυρών. Η ζώνη αυτή περιλαµβάνει συχνά υγρότοπους που συνορεύουν µε το κανάλι ροής. Οι παρόχθιες ζώνες πρέπει να προστατεύονται και να ελέγχονται προκειµένου να εξασφαλιστεί η διατήρηση του βιότοπου της άγριας φύσης και η ποιότητα των επιφανειακών νερών. Ζώνη των υψιπέδων. εν πρόκειται για ένα ακριβή όρο, αλλά συνήθως ορίζεται ως το έδαφος επάνω από ένα σηµείο υψηλής στάθµης νερού (Brewee et al. 1998). Ο σταθερός κύκλος του νερού, σε συνδυασµό µε ποικίλες κλιµατολογικές, γεωµορφολογικές και υδρολογικές διεργασίες, δίνει τη δυνατότητα, στη λεκάνη απορροής να δηµιουργεί ένα µωσαϊκό αβιοτικό υπόβαθρο (ενδιαιτήµατα), το οποίο να µπορεί να υποστηρίξει τη δηµιουργία βιοκοινωνιών. 15

1.2 Ποταμός Ποταµός είναι µια επιµήκης υδατοσυλλογή µε τρεχούµενο συνήθως γλυκό νερό, το οποίο ρέει προς τα κατάντη µε τη βαρύτητα προς έναν ωκεανό, µια λίµνη, µια θάλασσα ή έναν άλλο ποταµό. Υπάρχουν ποταµοί µε επιφανειακή ροή, υπόγεια ή και τις δύο. Μπορεί να έχουν επίσης συνεχή ροή ή περιοδική. Στις ξηρές και ηµίξηρες περιοχές συναντά κανείς πολλούς ποταµούς µε περιοδική ροή, και µάλιστα εντελώς ακανόνιστη, ιδίως όταν το υπόστρωµά τους αποτελείται από ασβεστολιθικά υλικά. Το νερό των ποταµών προέρχεται κυρίως απευθείας από τα ατµοσφαιρικά κατακρηµνίσµατα η συλλογή των οποίων πραγµατοποιείται µέσω της επιφανειακής απορροής και του υπόγειου υδροφόρου. Η τροφοδοσία των ποταµών σε ορισµένες περιπτώσεις προέρχεται και από το λιώσιµο του αποθηκευµένου νερού σε χιόνια και προϊστορικούς παγετώνες. Οι περισσότεροι από τους ποταµούς της χώρας µας είναι χειµαρρώδεις, προκαλούν διαβρώσεις στα εδάφη και η γρήγορη ροή των νερών τους µεταφέρει µεγάλες ποσότητες φερτών υλικών στις εκβολές τους. Οι ορεινές ροές αποτελούν ένα αξιόλογο πόρο εµπλουτισµού των εσωτερικών υδάτων µε θρεπτικά συστατικά, αλλά και οργανισµούς. Θα πρέπει λοιπόν να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη διαχείρισή τους - η οποία έχει επιπτώσεις στις κατάντη χρήσεις - και στη διατήρηση των ποτάµιων και παραποτάµιων οικοσυστηµάτων (Σκουλικίδης 1997). 1.3 Παραποτάμια οικοσυστήματα Ποτάµια οικοσυστήµατα, υπό τη στενή έννοια, είναι εκείνα των οποίων οι οργανισµοί είναι προσαρµοσµένοι σε συνθήκες συνεχούς ροής του νερού. Συχνά, όµως, τα ποτάµια οικοσυστήµατα εξετάζονται από κοινού µε τα παραποτάµια, δηλαδή, µε εκείνα των οποίων το υδατικό καθεστώς του εδάφους τους εξαρτάται, κατ εξοχήν από το ποτάµιο νερό (εποχική υπερχείλιση, πλάγια διήθηση). Τα ποτάµια προσφέρουν µια ευρεία διαβάθµιση συνθηκών και ενδιαιτηµάτων από τις πηγές έως τις εκβολές τους, κι αυτή η διαβάθµιση 16

αντανακλάται στη διαφοροποίηση του τρόπου ζωής και της συµπεριφοράς των οργανισµών που απαντώνται κατά µήκος και πλάτος του ποταµού. Το υψόµετρο, το υπόστρωµα, η ροή του νερού καθώς και τα φυσικοχηµικά στοιχεία, αποτελούν τους σηµαντικότερους παράγοντες που επηρεάζουν την ποικιλία και την αφθονία των οργανισµών του ποταµού. Το νερό και η παρόχθια βλάστηση βρίσκονται σε αµοιβαία αλληλεπίδραση. Αυτή εκδηλώνεται µε διπλό τρόπο. Πρώτον, µε τη στάθµη του υπόγειου ύδατος η οποία εξαρτάται από το επίπεδο του νερού στο ποτάµι. Όταν αυξάνει η στάθµη του ποταµού, ανεβαίνει συνακόλουθα και η στάθµη του υπόγειου ύδατος στο παρόχθιο δάσος. Κατά δεύτερο τρόπο, εκδηλώνεται µε τις πληµµυρικές παροχές του ποταµού. Μικρές παροχές οδηγούν σε µικρές πληµµύρες, µεγάλες παροχές δηµιουργούν µια εικόνα καταστροφής όταν τα νερά υποχωρούν. Τα παραποτάµια οικοσυστήµατα µιας συγκεκριµένης γεωγραφικής περιοχής είναι συνήθως εξαρτώµενα από τις διαστάσεις του ποταµού και των ρεµάτων του (Εικόνα 1.1). Στα µικρού µεγέθους ρέµατα µε πλάτος κοίτης µέχρι µερικά µέτρα και µικρού βάθους, παρατηρούµε εκατέρωθεν µια µικρή σε πλάτος ζώνη υδροχαρούς ποώδους και θαµνώδους βλάστησης (Ζώνη 2). Αµέσως µετά τη ζώνη αυτή ακολουθεί µια πολύ στενή ζώνη υδρόφιλων δένδρων η οποία και αποτελεί το παραποτάµιο δάσος (Ζώνη 3). Τέλος ακολουθεί δάσος που αποτελείται από είδη, τα οποία αναπτύσσονται ανεξαρτήτως της ύπαρξης του ρέµατος (Ζώνη 4) (Allen, 1995). Στα µεγαλύτερου µεγέθους ποτάµια οι παραπάνω ζώνες καταλαµβάνουν αντίστοιχα και µεγαλύτερες εκτάσεις, ώστε σε ορισµένες περιπτώσεις να εµφανίζονται παραποτάµια οικοσυστήµατα έκτασης πολλών τετραγωνικών χιλιοµέτρων µε τις ζώνες σε µια συνεχή διαδοχή µέσα στο ίδιο ποτάµι ανάλογα µε τις κατά τόπους µορφολογικές συνθήκες της κοίτης. 17

α. Μικρό πλάτος κεντρικής κοίτης β. Μεσαίο πλάτος κεντρικής κοίτης γ. Μεγάλη κεντρική κοίτη Εικόνα 1.1: οµή παραποτάµιων οικοσυστηµάτων σε σχέση µε το µέγεθος της κεντρικής κοίτης του ποταµού (Naiman & Bilby, 1998). 18

1.4 Ανθρώπινες επιρροές Οι αλλαγές στο τοπίο λόγω της εγκατάστασης καλλιεργειών, της βόσκησης και της αποψίλωσης των δασών άρχισαν να εµφανίζονται από τη στιγµή που ο άνθρωπος άρχισε να καλλιεργεί τη γη πριν από περίπου 10.000 χρόνια. Προσπάθειες ελέγχου της ροής των ποταµών επίσης άρχισαν να γίνονται πριν από χιλιάδες χρόνια και έκτοτε αυξάνονται συνεχώς η ένταση και οι τρόποι που το ανθρώπινο είδος αλλάζει τα φυσικά, χηµικά και βιολογικά χαρακτηριστικά τους. Η όλο και µεγαλύτερη κατανόηση της στενής σχέσης των ποταµών και των λεκανών απορροής τους οδήγησε στο συµπέρασµα ότι πλέον σε παγκόσµιο µάλιστα επίπεδο, είναι ελάχιστα τα ποτάµια και παραποτάµια οικοσυστήµατα που παραµένουν στη φυσική τους κατάσταση (Hynes 1975). Μπορεί οι συνέπειες των πρώτων προσπαθειών του ανθρώπου να δαµάσει προς όφελός του τη ροή του νερού να µην είναι ορατές στις µέρες µας, υπάρχουν όµως πολλές ιστορικές αναφορές όπου είναι εµφανές ότι µεγάλα έργα υποδοµής σε ποταµούς σχετίζονται µε την εµφάνιση όλων των σηµαντικών αρχαίων πολιτισµών. Χαρακτηριστικά µπορεί να αναφερθεί ότι πριν από 5.000 χρόνια κατά µήκος του Νείλου, του Τίγρη και του Ευφράτη γίνονταν έργα µεγάλης κλίµακας. Το σύνολο των τεχνικών έργων που έγιναν στα αρχαία χρόνια είναι αδύνατον να προσδιοριστεί καθώς τα ίχνη τους έσβησαν µε το πέρασµα των αιώνων. Εξαίρεση αποτελούν τα τεχνικά έργα, όπως τα υδραγωγεία, που κατασκευάστηκαν κατά τη διάρκεια της ρωµαϊκής περιόδου και παραµένουν αξιοθαύµαστα ακόµα και σήµερα. Ο ετήσιος ρυθµός κατασκευής σήµερα είναι περίπου 500 φράγµατα παγκοσµίως και η χωροθέτησή τους γίνεται σε µεγάλα υψόµετρα καθώς στις πεδινές περιοχές υπάρχουν ήδη προγενέστερες κατασκευές. Παρόλα αυτά, φράγµατα µεγάλου µεγέθους συνεχίζουν να κατασκευάζονται σε ποτάµια οικοσυστήµατα που µέχρι πρότινος θεωρούνταν ανεπηρέαστα από τον ανθρώπινο παράγοντα. Σε αυτά συµπεριλαµβάνονται περιοχές στην Αλάσκα, την Νότιο Αµερική και την Ασία (Sanchez-Sierra 1993). Ένας κίνδυνος που απορρέει από τις παρεµβάσεις στην κοίτη των ποταµών είναι, το πως ενδέχεται να προκαλέσουν κατακλυσµικές επιπτώσεις στα 19

οικοσυστήµατα των ποταµών (Brookes & Gregory 1988, Hupp 1992) καθώς επηρεάζουν τους πληµµυρικούς γεωµορφολογικούς σχηµατισµούς και τις διαδικασίες που λαµβάνουν χώρα σε αυτούς (Schumm et al. 1984). Οι διευθετηµένες κοίτες χαρακτηρίζονται ως υποβαθµισµένες, καθώς η ικανότητα µεταφοράς του υποστρώµατος ξεπερνά την απόθεση ιζήµατος (Tsujimoto 1998). Οι κοίτες των διευθετηµένων ποταµών συχνά βαθαίνουν, ενώ µερικές φορές εκτείνονται προς τους παραποτάµους αποσταθεροποιώντας ολόκληρες λεκάνες απορροής (Robbins & Simon 1983, Simon 1989). Για την αποφυγή της αποσταθεροποίησης χρειάζονται προστατευτικά έργα που θα πρέπει να ανανεώνονται διαρκώς, κάτι που σηµαίνει επιπλέον κόστος για µη βιώσιµα έργα. Μια ακόµα ανθρώπινη επίδραση είναι η ρύπανση των νερών των ποταµών. Μετά από πιέσεις που ασκήθηκαν από περιβαλλοντικές οργανώσεις και διεθνείς οργανισµούς, σε παγκόσµιο επίπεδο, το µέγεθος της ρύπανσης από οργανικά και βιοµηχανικά απόβλητα σε γενικές γραµµές έχει υποχωρήσει τα τελευταία 20 χρόνια. Παρόλα αυτά παραµένει µια υπαρκτή απειλή για τους ποταµούς της Βορείου Αµερικής και της Ευρώπης, ενώ είναι συνεχώς αυξανόµενη για τις αναπτυσσόµενες χώρες. Είναι γεγονός ότι ο πληθυσµός της Γης αυξάνεται µε ραγδαίους ρυθµούς. Αυτό έχει ως συνέπεια τις συνεχώς αυξανόµενες ανάγκες σε καλλιεργήσιµες εκτάσεις µε ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η εντατική χρήση της γης επηρεάζει σηµαντικά τα ποτάµια οικοσυστήµατα, αλλάζοντας το τοπίο µέσω της αποψίλωσης του παραποτάµιου δάσους, της επέκτασης των καλλιεργειών και της µεγέθυνσης των υπαρχόντων οικισµών. Επιπλέον, η διαρκώς αυξανόµενη ζήτηση για πόσιµο νερό θα αποτελέσει ένα ακόµα µοχλό πίεσης για την πραγµατοποίηση σχεδίων υπεράντλησης, αλλά και εκτροπής ποταµών (Gleick, 1993). Επίσης, κατά τη διάρκεια του 20 ου αιώνα παρατηρήθηκε σε πάρα πολλές περιοχές η εξάπλωση ξενικών ειδών µε αποτέλεσµα την αλλαγή στη σύνθεση των βιοκοινοτήτων των περιοχών αυτών. 20

2. Περιοχή μελέτης 2.1 Ο ποταμός Αλφειός Ο Αλφειός είναι ο µεγαλύτερος σε µήκος (112 km) και παροχή (ετήσιο δυναµικό 2100 10 6 m 3 ύδατος) ποταµός της Πελοποννήσου και βρίσκεται στην πέµπτη θέση των µεγαλύτερων σε µήκος ποταµών που έχουν το σύνολο της ροής τους εντός του ελληνικού εδάφους (Manariotis and Yannopoulos 2004). Όπως φαίνεται και στον χάρτη που παρατίθεται (Εικόνα 2.1), ποταµός διατρέχει αρχικά το λεκανοπέδιο της Μεγαλόπολης, όπου στην περιοχή εξόρυξης λιγνίτη εκτρέπεται τεχνητά. Στη συνέχεια της πορείας του κατευθύνεται Β, περνά δίπλα από την Καρύταινα και συµβάλλει µε τον ποταµό Λούσιο. Από την περιοχή αυτή δηµιουργεί µια βαθιά κοιλάδα ανάµεσα σε επιβλητικούς ορεινούς όγκους (Λύκαιο, παρυφές Μαινάλου, βουνά της Ηραίας βορειότερα κ.λ.π.) σχηµατίζοντας ένα ενδιαφέρον φυσικό ανάγλυφο. Εικόνα 2.1: Χάρτης της περιοχής µελέτης. Στη συνέχεια και σε ένα µεγάλο µέρος της διαδροµής του ο ποταµός αποτελεί το φυσικό όριο µεταξύ Αρκαδίας και Ηλείας. Από την περιοχή του Παλαιοκάστρου σχηµατίζεται µια καταπράσινη κοιλάδα, η οποία συνεχίζεται και κατά τη διαδροµή του στην Ηλεία µέχρι την εκβολή του στο Ιόνιο πέλαγος στην περιοχή της Τριφυλίας (Κυπαρισσιακός κόλπος). Οι πρώτες πηγές του βρίσκονται στην περιοχή του Ασεατικού πεδίου και κοντά στο Λεοντάρι της 21

Μεγαλόπολης, στους πρόποδες του Ταϋγέτου. Ένα σηµείο της διαδροµής του είναι υπόγειο, όπου δέχεται νερά από καταβόθρες καθώς και από τη λίµνη Τάκα. Ο Αλφειός χωρίζεται σε τρία διακριτά τµήµατα και καταλήγει στη θάλασσα στο βόρειο τµήµα του Κυπαρισσιακού Κόλπου, λίγο νοτιότερα από τον Πύργο Ηλείας. Έτσι έχουµε τον Άνω Αλφειό (άνω ρους), µέχρι και το υψίπεδο της Μεγαλόπολης, το Μέσο Αλφειό (µέσος ρους), στα φαράγγια, στα σύνορα Ηλείας - Αρκαδίας και τον Κάτω Αλφειό (κάτω ρους), στο πεδινό του τµήµα στην Ηλεία (κοιλάδα Αλφειού). 2.1.1 Κύριοι παραπόταμοι Ο ποταµός στη διαδροµή του δέχεται τα νερά κυρίως του Λούσιου, του Λάδωνα, και του Ερύµανθου, αλλά και άλλων δευτερευόντων παραποτάµων και χειµάρρων. Λούσιος Ο Λούσιος έχει µήκος περίπου 23 km. Σύµφωνα µε την παράδοση πήρε το όνοµα αυτό επειδή στα νερά του έλουσαν τον νεογέννητο ία οι νύµφες Νέδα, Αγνώ και Θεισόα. Οι πηγές του βρίσκονται στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, κοντά στο χωριό Καλονέρι και νοτιότερα στην περιοχή της αρχαίας Θεισόας. Ο Λούσιος, αφού περάσει δυτικά της ηµητσάνας, διασχίζει ένα εντυπωσιακό φαράγγι µήκους 15 km και πλάτους περίπου 2 km, προτού καταλήξει στον Αλφειό, κοντά στην Καρύταινα. Το φαράγγι χαρακτηρίστηκε το 1997 περιοχή ενιαίου αρχαιολογικού χώρου και προστατεύεται από το υπουργείο Πολιτισµού. Λάδωνας Οι πηγές του Λάδωνα βρίσκονται στη βορειοδυτική Αρκαδία, νοτιοδυτικά των Αροάνιων Ορέων (Χελµού). Πήρε το όνοµά του από τον Βοιωτικό Λάδωνα µετά το 1307 π.χ. όταν στην περιοχή εγκαταστάθηκαν Βοιωτοί. Κατά την είσοδο του Λάδωνα στην Αρκαδία κατασκευάστηκε το φράγµα µε την οµώνυµη τεχνητή λίµνη, όπου λειτούργησε το 1955 ο πρώτος υδροηλεκτρικός σταθµός στην Ελλάδα. Στη συνέχεια, το νερό διοχετεύεται και πάλι στην κοίτη του 22

ποταµού, ο οποίος συνεχίζει τον ρου του ως την Τριποταµιά, στα όρια του νοµού Αρκαδίας µε τον νοµό Ηλείας, όπου εκβάλλει στον Αλφειό. Ερύµανθος Ο ποταµός Ερύµανθος έχει µήκος περίπου 60 km και αποτελεί το φυσικό όριο µεταξύ των περιφερειών «Πελοποννήσου» και «υτικής Ελλάδας». Η βασική κοίτη του ποταµού ξεκινά από την περιοχή των Τριποτάµων και φθάνει µέχρι την Αρχαία Ολυµπία στα όρια των νοµών Αχαΐας, Ηλείας και Αρκαδίας. Εκβάλλει στον Αλφειό λίγο δυτικότερα από τον Λάδωνα, στην περιοχή νότια του χωριού Άσπρα Σπίτια. 2.2 Η υδρολογική λεκάνη του ποταμού Αλφειού Η υδρολογική λεκάνη του Αλφειού Ποταµού καλύπτει έκταση απορροής 3.658 km 2, η οποία εκτείνεται στη δυτική και κεντρική Πελοπόννησο και κατανέµεται κυρίως στους Νοµούς Ηλείας, Αρκαδίας και Αχαΐας κατά ποσοστό 26%, 57% και 17%, αντιστοίχως και χωρίζεται σε τρεις υπολεκάνες (Εικόνα 2.2). Η άνω υπολεκάνη καλύπτει µια επιφάνειας 250 km 2 και περιλαµβάνει το τµήµα του ποταµού Αλφειού στο οροπέδιο της Μεγαλόπολης, µε κυριότερους παραπόταµους τους Λούσιο, Ελισσώνα και Ξερίλα. Η µεσαία υπολεκάνη έχει µέγεθος 3048 km 2 και περιλαµβάνει το ενδιάµεσο τµήµα άνωθεν του φράγµατος Φλόκα, µε κυριότερους παραπόταµους τους Σελινούντα, Κλαδέο, Ερύµανθο και Λάδωνα. Τέλος η κάτω υπολεκάνη έχει έκταση 362 km 2 και καταλαµβάνει το τµήµα από το φράγµα του Φλόκα έως τις εκβολές στον Κυπαρισσιακό κόλπο µε κυριότερο παραπόταµο τον Ενιπέα (Manariotis & Yannopoulos 2004). 23

Εικόνα 2.2: Οι υπολεκάνες του ποταµού Αλφειού. 2.3 Γεωλογικά χαρακτηριστικά Το έδαφος στην πεδινή περιοχή της λεκάνης του Αλφειού συνίσταται από αλουβιακές αποθέσεις, αποτελούµενες από άµµους, χαλίκια και κροκάλες, καθώς επίσης και από νεογενή ιζήµατα που χαρακτηρίζονται από ασυνέχεια και ανοµοιογένεια, µε επακόλουθο την εµφάνιση επάλληλων υπό πίεση υδροφόρων οριζόντων. Το πέτρωµα που κυριαρχεί στην ορεινή και ηµιορεινή περιοχή είναι ο µεσοζωικός ασβεστόλιθος του Ωλενού, ο οποίος εµφανίζεται καρστικοποιηµένος. Συνεπώς, στα διαβρωµένα ασβεστολιθικά συστήµατα και τους κλαστικούς σχηµατισµούς αναπτύσσονται υδροφόροι. Από γεωτεκτονική άποψη, σε όλες τις ορεινές εξάρσεις επικρατούν καρστικοί ασβεστόλιθοι, οι οποίοι στο βόρειο, βορειοδυτικό και νοτιοδυτικό 24

τοµέα της λεκάνης απορροής ανήκουν στη γεωτεκτονική ζώνη Πίνδου, ενώ στο νοτιοανατολικό, ανατολικό και βορειοανατολικό τοµέα, στη ζώνη Γαβρόβου Τριπόλεως (ΙΓΜΕ 1980-2003). Πέραν αυτών, στην περιοχή της ζώνης Πίνδου συναντούµε σχιστοκερατολίθους (ραδιολαρίτες, δηλαδή πυριτικά πετρώµατα µεταβλητής περιεκτικότητας σε αργίλους), αργιλικούς σχιστόλιθους και ψαµµίτες του φλύσχη (Εικόνα 2.3). Από γεωχηµική άποψη, στην περιοχή δεν υπάρχουν µαγµατικά (είτε πλουτώνεια είτε ηφαιστειακά) πετρώµατα που να δικαιολογούν σοβαρή µεταλλοφορία. Αντίθετα, οι σχιστοκερατόλιθοι, που έχουν σχηµατιστεί στη διάρκεια του Ιουρασικού σε βαθιά θαλάσσια αύλακα από τη συσσώρευση πυριτικών εξωσκελετών των πλαγκτονικών ακτινοζώων (Radiolavia), συνοδεύτηκαν, κατά τη διάρκεια της ιζηµατογένεσής τους, από υποθαλάσσιες ηφαιστειακές εκχύσεις λαβών, που εµπλούτισαν το περιβάλλον του βυθού µε υδροθερµικά µεταλλοφόρα ρευστά, πλούσια σε βαρέα µέταλλα, κυρίως Fe και Mn. Με τον τρόπο αυτό στην πορεία της γεωλογικής εξέλιξης και του κύκλου των ιζηµάτων, τα πετρώµατα που σχηµατίστηκαν και δηµιούργησαν την ηπειρωτική µάζα στη διάρκεια του Νεογενούς, έδιναν µε την αποσάθρωσή τους στις λεκάνες των αβαθών λιµνοθαλασσών του Νεογενούς υλικά πλούσια σε µέταλλα, τα οποία εν συνεχεία τροφοδοτούσαν και τα ιζήµατα της εποχής εκείνης µε µέταλλα. Έτσι εξηγείται η παρουσία νερών πλούσιων σε Fe και Mn (µαζί µε δεκάδες άλλα µέταλλα βεβαίως, αλλά σε µικρότερες ποσότητες) στις γεωτρήσεις της πεδινής και λοφώδους ζώνης της Ηλείας, κυρίως στην περιοχή του Πύργου και των εκβολών του Αλφειού. Σηµειωτέον, ότι η πεδινή και λοφώδης ζώνη µε αυτές τις ιδιότητες στα υπόγεια νερά εκτείνεται βόρεια µέχρι τη δυτική Αχαΐα, και νότια µέχρι περίπου τη Ζαχάρω. Ο κύκλος των ιζηµάτων βεβαίως συνεχίζεται. Έτσι, η αποσάθρωση και η διάβρωση των Νεογενών σχηµατισµών (άµµων και µαργών) δίνει και στα σύγχρονα ποτάµια ιζήµατα Fe και Mn. Σε µερικές περιοχές µάλιστα παρατηρούνται αυξηµένα επίπεδα τα επίπεδά τους καθιστώντας τα υπόγεια νερά ακατάλληλα για ύδρευση. 25

Εικόνα 2.3: Υδρολιθολογικός χάρτης Ελλάδας (τροποποιηµένο σχήµα από Υπoυργείο Ανάπτυξης 1996). 2.4 Υδρολογικά και κλιματολογικά χαρακτηριστικά Το µεγάλο ύψος υετού στην κεντρική και δυτική Πελοπόννησο και η χειµερινή χιονοκάλυψη στους ορεινούς όγκους εξασφαλίζουν την τροφοδοσία πολυάριθµων πηγών στη λεκάνη του Αλφειού (πηγές Πλανητέρου, Λάδωνα, 26

Ασέας, κλπ). Έτσι ο Αλφειός έχει συνεχή απορροή, ακόµα και σε υδρολογικώς δυσµενείς περιόδους µε χαµηλές βροχοπτώσεις. Εκτιµάται ότι το σύνολο απορροής σε ένα µέσο υδρολογικό έτος είναι της τάξης των 600 900 x 10 6 m 3. Εκτός από τις µεγάλες καρστικές πηγές, πολυάριθµες πηγές αναβλύζουν και στις περιοχές των κροκαλοπαγών του Νεογενούς και Πλειστοκαίνου (π.χ. στη βάση του οροπεδίου του Λάλα). Το κλίµα που επικρατεί στις παραλιακές και στις πεδινές εκτάσεις της περιοχής µελέτης είναι το θαλάσσιο Μεσογειακό κλίµα. Κινούµενοι προς το εσωτερικό και στα ορεινά της Πελοποννήσου, το κλίµα µετατρέπεται στον ηπειρωτικό και στον ορεινό τύπο του. Το ύψος βροχής είναι κατά µέσο όρο 1100 mm ετησίως, κυµαινόµενο µεταξύ 800 και 1600 mm και µε διάρκεια 80 120 ηµέρες. Η µέση θερµοκρασία αέρα στη λεκάνη απορροής του ποταµού είναι 19 ο C µε εύρος διακύµανσης συνήθως λιγότερο των 16 o C (Κεντρική Υπηρεσία Υδάτων 2008, Εικόνα 2.4). Πιο συγκεκριµένα το κλίµα της Ηλείας είναι θαλάσσιο µεσογειακό, µε ήπιους χειµώνες και δροσερά καλοκαίρια εξαιτίας κυρίως της επίδρασης της θάλασσας. Η θερµοκρασία σπάνια κατέρχεται υπό το µηδέν τον χειµώνα και µόνο στην εσωτερική πεδινή περιοχή υπερβαίνει τους 40 C το καλοκαίρι. Στο νοµό Αρκαδίας, λόγω του έντονου ανάγλυφου και του αποκλεισµού από τις θαλάσσιες επιρροές, το κλίµα του χαρακτηρίζεται ως ένας τύπος ορεινού κλίµατος µέσα στο πλαίσιο του ηπειρωτικού µεσογειακού κλίµατος. Έτσι, αν και τα παράλια της Πελοποννήσου εντάσσονται στις θερµότερες ζώνες της χώρας, στην αρκαδική ενδοχώρα οι θερµοκρασίες είναι πολύ χαµηλότερες. Ενδεικτικά, στην Τρίπολη η ελάχιστη θερµοκρασία τον Ιανουάριο φθάνει το πολύ τους 0 C, ενώ η απόλυτη ελάχιστη κατεβαίνει µέχρι τους -17 C. Αυξηµένες είναι και οι βροχοπτώσεις στην ενδοχώρα, µε µια µείωση από τα δυτικά προς τα ανατολικά. Το µέσο ετήσιο ύψος βροχής στην Τρίπολη φθάνει τα 900mm, ενώ στην Βαµβακού (στον Πάρνωνα) δεν ξεπερνά τα 550mm. 27

ΥΠΟΜΝΗΜΑ Ύψος υπερετήσιας βροχόπτωσης (mm) 400-600 1201-1600 Ορια υδ. διαµερισµάτων 601-800 1601-2200 Εδρες υδ. διαµερισµάτων 801-1200 2201-2599 Εικόνα 2.4: Χάρτης υπερετήσιας βροχόπτωσης (τροποποιηµένο σχήµα από Υπουργείο ανάπτυξης- ιεύθυνση υδατικού δυναµικού) Τα κλιµατολογικά δεδοµένα της περιοχής µελέτης παρέχονται από τους δύο µόνο επίσηµους µετεωρολογικούς σταθµούς της Ε.Μ.Υ Πύργου[Γ. Μήκος (Lon) 21ο26'0" / Γ.Πλάτος (Lat) 37ο40'0"/ Ύψος 12µ] και Τρίπολης [Γ. Μήκος (Lon) 22ο23'59" / Γ. Πλάτος (Lat) 37ο31'58"/ Ύψος 652µ]. Παρακάτω παρατίθενται τα 28

οµβροθερµικά διαγράµµατα που κατασκευάστηκαν µε τα δεδοµένα από τους δύο προαναφερθέντες µετεωρολογικούς σταθµούς (Εικόνες 2.5 και 2.6) Εικόνα 2.5: Οµβροθερµικό διάγραµµα περιοχής Πύργου. Εικόνα 2.6: Οµβροθερµικό διάγραµµα περιοχής Τρίπολης. Και στις δύο περιπτώσεις η τοµή ανάµεσα στους δύο άξονες υποδηλώνει την ξηρή περίοδο για την κάθε περιοχή. 29

2.5 Χλωρίδα Το δέντρο που κυριαρχεί είναι η Salix alba L. (ασηµοϊτιά). Όπως όλες οι ιτιές, είναι δέντρο που αγαπά το νερό και βρίσκεται στις όχθες ποταµών και ρεµάτων. Το δεύτερο σε εξάπλωση δέντρο στην περιοχή είναι το πλατάνι, Platanus orientalis L., που είναι το κλασικό παραποτάµιο δέντρο στην Ελλάδα. Τα µεγαλύτερα πλατάνια βρίσκονται στις ρεµατιές που καταλήγουν στον Αλφειό. Στο κυρίως ποτάµι είναι µικρότερα, καθώς οι πληµµύρες του ποταµού ισοπεδώνουν τα µεγάλα και βαριά δέντρα. Το τρίτο παραποτάµιο δέντρο είναι το σκλήθρο ή κλήθρο Alnus glutinosa L. Στον Αλφειό περιορίζονται πλέον κάτω από το φράγµα και πρακτικά έχουν αποµείνει µόνο στο τµήµα κατάντη της γέφυρας. Η παρουσία τους εδώ, τόσο κοντά στη θάλασσα, αποτελεί αξιοπρόσεκτο φαινόµενο, καθώς το σκλήθρο θεωρείται τυπικό παραποτάµιο δέντρο στις ρεµατιές της ορεινής ζώνης. 2.6 Πανίδα Σύµφωνα µε έκθεση του φορέα ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ Α.Ε του 2001, για λογαριασµό του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης, και του συγγράµµατος «Το έργο Οικοτόπων στην Ελλάδα: Φύση 2000» (Ντάφης & al., 1997 ; 2001), η πανίδα γύρω από τον Αλφειό αποτελείται από αρκετά είδη θηλαστικών, πουλιών, ψαριών ερπετών και αµφιβίων (Πίνακας 2.1). Πίνακας 2.1: Ενδεικτικά είδη της πανίδας του Αλφειού. Θηλαστικά Πουλιά Ψάρια Ερπετά και αµφίβια Ασβοί Ερωδιοί Πέστροφα της Πελοποννήσου Νερόφιδα Κουνάβια Παρυδάτια πουλιά Λαβράκια Σαύρες Αλεπούδες Κέφαλοι Νεροχελώνες Βίδρες Χέλια Βάτραχοι 30

2.7 Καθεστώς προστασίας Ο Αλφειός ποταµός στο σύνολό του δεν εµπίπτει σε κάποιο καθεστώς προστασίας σε Περιφερειακό, Εθνικό ή ιεθνές επίπεδο. Μόνο οι περιοχές του δέλτα και της Αρχαίας Ολυµπίας ανήκουν στο δίκτυο Natura 2000 (Ντάφης et al. 1997) µε κωδικούς GR2330001 και GR2330004 αντίστοιχα. Κατά τα άλλα το παρόχθιο οικοσύστηµα εµπίπτει υπό την προστασία των διατάξεων της ασικής Νοµοθεσίας της χώρας, στο Νοµικό καθεστώς προστασίας των γλυκέων υδάτων της χώρας, καθώς και στο νόµο περί ιαχείρισης των Υδατικών Πόρων (ν. 1739/87). Τέλος, εµπίπτει και στα της Ο ΗΓΙΑΣ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΝΕΡΑ - Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τοµέα της πολιτικής των υδάτων. 2.8 Ανθρωπογενές περιβάλλον Πιέσεις Κατά µήκος του Αλφειού και των παραποτάµων του έχουν αναπτυχθεί δραστηριότητες όπως οικισµοί, τουρισµός, γεωργία, αγροτικές και βιοµηχανικές επιχειρήσεις, άντληση ή εκτροπή νερού για άρδευση ή ύδρευση, κατασκευή έργων υποδοµής (φράγµατα, αναχώµατα, γέφυρες), λήψεις αµµοχάλικου καθώς και εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Πιο συγκεκριµένα, οι δραστηριότητες που προκαλούν σηµαντικές επιπτώσεις στη λεκάνη απορροής του Αλφειού παρουσιάζονται στον Πίνακα 2.2. Πίνακας 2.2: Οι ανθρωπογενείς επιδράσεις στην περιοχή του Αλφειού. Ανθρωπογενείς επιδράσεις Καλλιέργεια, λίπανση και βόσκηση Πυρκαγιές, εκµετάλλευση δασών χωρίς αναδάσωση, καταπάτηση εκτάσεων Αµµοχαλικοληψίες, διάβρωση Απόκτηση εκτάσεων χαµηλής γης µε αναχώµατα ή αποστράγγιση Ευθυγράµµιση, αλλαγές στην κοίτη του ποταµού και στο υδρογραφικό δίκτυο ιαχείριση στάθµης ύδατος στις θέσεις φραγµάτων 31

Ταφή και διάθεση αδρανών ή άχρηστων υλικών Συνεχιζόµενη αστικοποίηση περιοχής του δέλτα Κατασκευή και λειτουργία έργων οδοποιίας και αναχωµάτων Τουριστικές εγκαταστάσεις Βιοµηχανική περιοχή πλησίον δέλτα Αγροτοβιοµηχανικές εγκαταστάσεις Λιγνιτωρυχείο και ατµοηλεκτρικός σταθµός στο οροπέδιο της Μεγαλόπολης Ρύπανση υδάτων, ευτροφισµός Οι ανωτέρω παραποτάµιες δραστηριότητες επηρεάζουν άµεσα ή έµµεσα την ποιότητα του νερού και γενικότερα την οικολογική κατάσταση του Αλφειού ποταµού (Γιαννόπουλος & Μαναριώτης, 2006). Η κατασκευή και λειτουργία έργων υποδοµής, σε συνδυασµό µε τη λήψη αµµοχάλικου, συνδέονται µε διαχρονικές υδροµορφολογικές µεταβολές, οι οποίες έχουν προκαλέσει αρνητικές επιπτώσεις στο οικοσύστηµα του ποταµού. 2.8.1 Οικισμοί Γύρω από τον Αλφειό έχουν αναπτυχθεί από τα αρχαία χρόνια σηµαντικές πόλεις και χωριά µε επίκεντρο πάντοτε την Ολυµπία. Οι σηµαντικότερες πόλεις σήµερα είναι ο Πύργος και η Ολυµπία που βρίσκονται στον άνω ρου του ποταµού, η Μεγαλόπολη και η Καρύταινα που βρίσκονται στο µέσο ρου, ενώ χαρακτηριστικά είναι τα χωριά γύρω από τις πηγές του Αλφειού, όπως η Άνω και Κάτω Ασέα. Η πόλη του Πύργου είναι η πρωτεύουσα του Νοµού Ηλείας και κατά την απογραφή του 2001 είχε 23.274 κατοίκους, ενώ ο συνολικός πληθυσµός του ήµου ήταν 34.902 κάτοικοι. Τα τελευταία χρόνια γνωρίζει µια πληθυσµιακή ανάπτυξη, ενώ είναι και το εµπορικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής. Ο ήµος της Αρχαίας Ολυµπίας αριθµεί 11.069 κατοίκους. Οι κάτοικοι του δήµου ασχολούνται µε τη γεωργία και µε τον τουρισµό καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου (ΕΣΥΕ, 2001). 32

Η Μεγαλόπολη είναι η πρωτεύουσα και το κέντρο της οµώνυµης επαρχίας της Αρκαδίας. Από το 1965, όταν δηµιουργήθηκε ο µεγάλος ηλεκτροπαραγωγικός σταθµός της ΕΗ, η Μεγαλόπολη γνώρισε αξιόλογη άνθηση οπότε και ο πληθυσµός της διπλασιάστηκε. Σήµερα έχει περίπου 5.000 κατοίκους. 2.8.2 Πιέσεις Σύµφωνα µε τη µελέτη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνίου για την κατάρτιση Εθνικού Προγράµµατος ιαχείρισης και προστασίας των Υδατικών Πόρων (ΕΜΠ 2008), οι κύριες πιέσεις που δέχεται η λεκάνη του Αλφειού προέρχονται από την γεωργία, την κτηνοτροφία και τη ρύπανση. Γεωργία Σύµφωνα µε την απογραφή του 2001 της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ΕΣΥΕ 2002) οι καλλιεργούµενες εκτάσεις (σε στρέµµατα) στη λεκάνη απορροής ανά νοµό ήταν: Ηλείας 1.238.659, Αρκαδίας 463.031 και Αχαΐας 714.900. Σύµφωνα µε την ίδια απογραφή οι αρδευόµενες εκτάσεις αντίστοιχα ήταν: Ηλείας 523.347, Αρκαδίας 115.505 και Αχαΐας 305.071. Στον Πίνακα 2.3 δίδονται τα κυριότερα υφιστάµενα συλλογικά αρδευτικά έργα σύµφωνα µε τους Παπαναστασίου et al., 1989 και στοιχεία του ΥΠΓΕ. Πίνακας 2.3: Συλλογικά αρδευτικά έργα και η έκτασή τους. Αρδευτικό έργο Έκταση (στρέµµατα) Υψηλής ζώνης Αροανείου 8.000 Μέσου και άνω ρου Αλφειού 20.000 Κάτω ρου Αλφειού 135.000 Σύνολο 163.000 Η διαφορά που υπάρχει µεταξύ οργωµένης γης και καλυπτόµενης από αρδευτικά έργα δικαιολογείται µε την παραδοχή ότι το υπόλοιπο καλύπτεται από ιδιωτικά υδροληπτικά έργα. 33

Από τα παραπάνω δεδοµένα και τον χάρτη που παρατίθεται (Εικόνα 2.7) γίνεται φανερό ότι η ανάγκη για νερό είναι πολύ έντονη ιδιαίτερα για τους καλλιεργητές του νοµού Ηλείας. ΥΠΟΜΝΗΜΑ Ανάγκες σε νερό για τη γεωργία (hm 3 ) <100 201-500 Όρια υδ. διαµερισµάτων 101-200 >500 Όρια νοµών Εικόνα 2.7: Χάρτης µε τις ανάγκες σε νερό για γεωργικές καλλιέργειες (τροποποιηµένο σχήµα από ΕΜΠ Τοµέας Υδατικών πόρων και Περιβάλλοντος) Κτηνοτροφία Με βάση στοιχεία της ΕΣΥΕ, οι ετήσιες ανάγκες σε νερό ανέρχονται σε 3.9hm 3 /έτος για τα ζώα ελεύθερης βοσκής και σε 1.1hm 3 /έτος για τα 34

σταβλισµένα. Συνολικά δηλαδή οι ετήσιες ανάγκες σε νερό για την κτηνοτροφία ανέρχονται σε 5hm 3 /έτος (Εικόνα 2.8). Οι υδατικές απαιτήσεις λοιπόν δεν αποτελούν ιδιαίτερα σηµαντική πηγή πίεσης για τα ποτάµια και παραποτάµια οικοσυστήµατα. ΥΠΟΜΝΗΜΑ Ανάγκες σε νερό για την κτηνοτροφία (hm 3 /km 2 ) <1 3-5 Όρια υδ. διαµερισµάτων 1-3 >5 Όρια νοµών Εικόνα 2.8: Χάρτης µε τις ανάγκες σε νερό για κτηνοτροφικές δραστηριότητες (τροποποιηµένο σχήµα από Υπουργείο Ανάπτυξης ιεύθυνση Υδατικού υναµικού) Ρυπαντικά φορτία Πάντα µε βάση τη µελέτη του ΕΜΠ και στοιχεία από το Υπουργείο Ανάπτυξης (ΕΜΠ 2008), τα αστικά λύµατα αποτελούν σηµαντικό τµήµα του 35

συνολικού φορτίου οργανικού άνθρακα, στερεών και φωσφόρου (58%, 48% και 59% αντίστοιχα), ενώ µικρότερη είναι η συµµετοχή των αστικών λυµάτων στο συνολικό φορτίο αζώτου (20%). Πιο συγκεκριµένα, στον κάθε νοµό υπολογίστηκαν τα ρυπαντικά φορτία που αντιστοιχούν στις επιµέρους κατηγορίες ρύπανσης και παρουσιάζονται στην Εικόνα 2.9. Εικόνα 2.9: Κατανοµή των ρυπαντικών φορτίων ανά νοµό και ανά προέλευση (τροποποιηµένο σχήµα από ΥΠΑΝ ιεύθυνση Υδατικού υναµικού). Η µεγάλη συµµετοχή των αστικών λυµάτων στα συνολικά ρυπαντικά φορτία, συνδέεται άµεσα µε το ποσοστό του συνολικού πληθυσµού που εξυπηρετείται από εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυµάτων (ΕΕΛ), το οποίο δυστυχώς περιορίζεται στο 23%. Η κατασκευή και λειτουργία συστηµάτων επεξεργασίας λυµάτων µικρής κλίµακας και για τους µικρότερους οικισµούς, αναµένεται να οδηγήσει σε περιορισµό των φορτίων αυτών. Στον Πίνακα 2.4 δίδονται βασικά στοιχεία των εγκαταστάσεων επεξεργασίας υγρών αποβλήτων που λειτουργούν στην λεκάνη Αλφειού και χρησιµοποιούν τον ποταµό άµεσα ή έµµεσα ως αποδέκτη των επεξεργασµένων αποβλήτων (Γιαννόπουλος και Μαναριώτης, 2006). 36

Πίνακας 2.4: Εγκαταστάσεις επεξεργασίας υγρών αποβλήτων στην λεκάνη Αλφειού ποταµού (Γιαννόπουλος και Μαναριώτης 2006). Σηµαντική είναι η συµµετοχή της σταβλισµένης κτηνοτροφίας στο συνολικό φορτίο οργανικού άνθρακα (41%) και στερεών (49%), ενώ περιορισµένη είναι η συµµετοχή της στο συνολικό φορτίο αζώτου και φωσφόρου (2%). Περίπου το 35% του φορτίου του οργανικού άνθρακα, το 32% του φορτίου στερεών, το 41% του φορτίου αζώτου και το 12% του φορτίου φωσφόρου που απορρέει στα υδάτινα σώµατα λόγω της σταβλισµένης κτηνοτροφίας παράγεται στα βουστάσια, ενώ εξίσου σηµαντική είναι και η συµµετοχή των πτηνοτροφείων (28%, 25%, 23% και 39% αντίστοιχα). Οι κυριότερες µη σηµειακές πηγές ρύπανσης είναι αποτέλεσµα των γεωργικών και κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων (ελεύθερη κτηνοτροφία) και συντελούν στην επιβάρυνση των επιφανειακών και υπόγειων νερών µε θρεπτικά. Ο νοµός Ηλείας χαρακτηρίζεται από εντατικές καλλιέργειες, οι οποίες περιορίζονται κυρίως στις πεδινές και λοφώδεις εκτάσεις. Κύριες καλλιέργειες είναι τα σιτηρά, ο αραβόσιτος, τα εσπεριδοειδή και τα αµπέλια. Η τροφοδότηση 37

των υδάτινων αποδεκτών µε φώσφορο και άζωτο από τις επιφανειακές απορροές, ανέρχεται σε 39% και 78% αντίστοιχα επί του συνόλου του φορτίου. Οι διάφορες βιοµηχανίες παράγουν µόλις το 1% του συνολικού οργανικού φορτίου και το 3% του συνολικού φορτίου στερεών. Αντίθετα, η επιβάρυνση µε θρεπτικά (άζωτο, φώσφορο) από τον βιοµηχανικό κλάδο είναι εξαιρετικά περιορισµένη (0.1% και 0.2% αντίστοιχα). Η πλειονότητα των βιοµηχανικών µονάδων είναι βιοµηχανίες συσκευασίας - µεταποίησης αγροτικών προϊόντων και τυροκοµίας. Σε διάσπαρτες θέσεις λειτουργούν ελαιοτριβεία που παράγουν σηµαντικό ρυπαντικό φορτίο. Τέλος, το θερµοηλεκτρικό εργοστάσιο της.ε.η. στην πεδιάδα της Μεγαλόπολης επιβαρύνει την περιοχή µε συµβατικούς ρύπους όπως αιωρούµενα στερεά και µε τοξικές ουσίες, όπως βαρέα µέταλλα (Cd, Cr, Ni, Zn) και χλωριωµένες οργανικές ενώσεις (PCB). 2.8.3 Τεχνικά έργα Σε όλη την λεκάνη απορροής του Αλφειού έχουν κατασκευαστεί τεχνικά έργα µε σκοπό την οδοποιία, την αντιπληµµυρική προστασία, τη εκµετάλλευση του νερού για άρδευση και παραγωγή ενέργειας κ.λ.π. Στον Πίνακα 2.5 συνοψίζονται τα κυριότερα από τα έργα υποδοµής που κατασκευάστηκαν στην λεκάνη απορροής, καθώς και οι εργασίες αµµοχαλικοληψίας. Πίνακας 2.5: Τα κυριότερα έργα υποδοµής στη λεκάνη απορροής του Αλφειού (τροποποιηµένο σχήµα από Manariotis and Yannopoulos 2004). Έτος Έργο - ραστηριότητα 1951 Κατασκευή του φράγµατος Λάδωνα στα Τρόπαια και της τεχνητής λίµνης 1955 Κατασκευή της υδροηλεκτρικής µονάδας 8 km κατάντι του φράγµατος. 1965 Κατασκευή αναχωµάτων στην κάτω υπολεκάνη του Αλφειού. 1967 Έναρξη οργανωµένης αµµοχαλικοληψίας από την κάτω υπολεκάνη του Αλφειού. 38