ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ, ΤΗΣ ΟΝΕΙΡΟΠΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ Ο Freud εξέτασε αναλυτικά τη σχέση ανάμεσα στη φαντασία, την ονειροπόληση (day-dreaming) και το παιχνίδι στο άρθρο Creative Writers and Day- Dreaming του 1908. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε την ίδια τη γραφή του Freud (1908): «Η πιο αγαπημένη και έντονη απασχόληση του παιδιού είναι το παίξιμο ή τα παιχνίδια του. Δε θα έπρεπε να πούμε ότι κάθε παιδί που παίζει συμπεριφέρεται όπως ένας δημιουργικός συγγραφέας, στο ότι δημιουργεί έναν κόσμο δικό του, ή, μάλλον, επανα-τακτοποιεί τα πράγματα του κόσμου του μ έναν νέο τρόπο που το ικανοποιεί; Θα ήταν λάθος να σκεφτούμε ότι δεν παίρνει αυτόν τον κόσμο στα σοβαρά. αντιθέτως, παίρνει το παιχνίδι του πολύ σοβαρά και ξοδεύει μεγάλα συναισθηματικά ποσά σ αυτό. Το αντίθετο του παιχνιδιού δεν είναι ότι είναι σοβαρό αλλά ότι είναι αληθινό. Παρόλο το συναίσθημα με το οποίο επενδύει τον κόσμο του παιχνιδιού του, το παιδί τον ξεχωρίζει αρκετά καλά από την πραγματικότητα. και του αρέσει να συνδέει τα φανταστικά του αντικείμενα ή καταστάσεις με τα απτά και ορατά πράγματα του πραγματικού κόσμου. Αυτή η σύνδεση είναι ότι διαφοροποιεί το παιχνίδι του παιδιού από τη φαντασίωση», (σελ. 143-144). Το παιδικό παιχνίδι κατά τον Freud (1908) καθορίζεται από επιθυμίες. Το ίδιο συμβαίνει και με την φαντασία, «...το χαρούμενο άτομο ποτέ δεν φαντασιώνει, μόνο το ανικανοποίητο. Οι κινητήριες δυνάμεις των φαντασιώσεων είναι ανικανοποίητες επιθυμίες και κάθε φαντασία είναι η εκπλήρωση μιας επιθυμίας, μια διόρθωση της μη-ικανοποιητικής πραγματικότητας», (σελ. 146). Η φαντασία και η ονειροπόληση ποικίλουν ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του ατόμου, τις περιστάσεις, ενώ η σχέση τους με το χρόνο είναι κεντρική για τον Freud. Η φαντασία πατά και στα τρία μέρη του χρόνου. Την παρούσα περίπτωση που ενεργοποίησε κάποια από τις κύριες επιθυμίες του ατόμου, το παρελθόν όπου η επιθυμία αυτή είχε εκπληρωθεί και το μέλλον καθώς δημιουργεί μια κατάσταση στην οποία η επιθυμία αυτή πραγματοποιείται, (Freud, 1908). Ο Freud τονίζει τη σχέση ανάμεσα στην ονειροπόληση και το όνειρο, καθώς και τα δύο εκπληρώνουν επιθυμίες, μόνο που στα όνειρα παρεμβάλεται ο παράγοντας της ονειρικής-παραμόρφωσης, (Freud, 1908). Στο Introductory Lectures on Psycho- Analysis (1915-1916), ταυτίζει τη φαντασία με την ονειροπόληση, θεωρώντας την τελευταία προνομιούχο φορέα της πρώτης. Στις ονειροπολήσεις, γράφει, «...δεν βιώνουμε ή δεν έχουμε την ψευδαίσθηση οποιουδήποτε αλλά φανταζόμαστε κάτι, ξέρουμε ότι έχουμε μια φαντασία, δεν βλέπουμε αλλά σκεφτόμαστε», (σελ. 98). Οι ονειροπολήσεις συνήθως δεν διαρκούν πολύ, η μια γρήγορα αντικαθιστά την άλλη, αλλά στην περίπτωση που διαρκούν επεκτείνονται σε μακριές ιστορίες και προσαρμόζονται στις αλλαγές της ζωής του φορέα τους, ο οποίος πάντα κατέχει σε αυτές τη θέση του κεντρικού ήρωα (είτε άμεσα, είτε ταυτιζόμενος με κάποιον άλλο), (Freud, 1915-1916). Η ανάπτυξη της ονειροπόλησης ως μορφή της φαντασίας σχετίζεται, από το Freud, με την ανάπτυξη της αρχής της πραγματικότητας. Καθώς αυτή εδραιώνεται, η φαντασία διαχωρίζεται από άλλες μορφές σκέψης και δρα ως αναπλήρωση για την εγκατάλειψη άλλων μορφών ικανοποίησης, (Sandler, 1975).