1 ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΟΡΙΣΜΟΣ Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί χρόνιο νόσημα, γνωστό από τον πρώτο μ. Χ. αιώνα, συνίσταται σε χρόνια και γενικευμένη μεταβολική διαταραχή, οφειλόμενη σε σχετική ή απόλυτη έλλειψη της ινσουλίνης. Εμφανίζει συμπτώματα υποκειμενικά μεταξύ των ασθενών και η εξέλιξή του είναι απρόβλεπτη. ΑΙΤΙΟΠΑΘΟΓΕΝΕΙΑ Ο σακχαρώδης διαβήτης προκαλείται από σχετική ή απόλυτη έλλειψη της ινσουλίνης, πολυπεπτιδικής ορμόνης, η οποία παράγεται από τα β-κύτταρα της ενδοκρινούς μοίρας του παγκρέατος, τα νησίδια του Langerhans. Αναλυτικότερα, η ινσουλίνη: ελαττώνει τη γλυκόζη του αίματος, αυξάνει την συσσώρευση γλυκογόνου στο ήπαρ, περιορίζει τη γλυκοζουρία και προάγει την χρήση κετονών, λιπών, αμινοξέων και γλυκόζης. Σε σχετική ή απόλυτη έλλειψη ινσουλίνης διαταράσσονται οι παραπάνω διεργασίες με συνέπεια την διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων, των λιπών και των λευκωμάτων, η οποία συνεπάγεται την αύξηση της τιμής του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) σακχαρώδης διαβήτης. ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ - ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι παγκοσμίως διαδεδομένη νόσος, η οποία δεν κάνει διακρίσεις μεταξύ φυλών, φύλου ή ηλικίας. Έχει υπολογισθεί ότι, στα πρόσφατα βιομηχανοποιημένα έθνη, ο αριθμός των πασχόντων από Σ. Δ. ανέρχεται σε 160.000.000, ενώ, η συχνότητα του Σ. Δ. τύπου 1 θα ξεπεράσει, στις ευρωπαϊκές χώρες, μέχρι το 2010, τους 30 ανά 100.000. Είναι δεδομένο ότι η ασθένεια του Σ. Δ. είναι κληρονομική.
2 ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ Σακχαρώδης διαβήτης ΤΥΠΟΥ 1 Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 εμφανίζεται στο 15% περίπου του συνόλου των διαβητικών, εκ των οποίων οι περισσότεροι ανήκουν στο ανδρικό φύλο. Κύριο χαρακτηριστικό του είναι ότι εμφανίζεται στην εφηβική ηλικία (14 ο έτος) και το μεγαλύτερο ποσοστό των νοούνταν είναι άτομα ισχνά. Σπανίως, παρουσιάζεται σε ισχνούς ενήλικες πριν από το 40 ο έτος της ηλικίας τους. Τα επίπεδα της ινσουλίνης στο αίμα είναι πολύ χαμηλά ή παρατηρείται πλήρης απουσία ινσουλίνης. Ενοχοποιούνται για εμφάνιση του Σ. Δ. τύπου 1 περισσότερο παράγοντες περιβαλλοντικοί, ιώσεις κ.α. Χαρακτηριστικά συμπτώματα των ατόμων με Σ. Δ. τύπου 1 είναι: πολυουρία πολυδιψία κόπωση αδυναμία πολυφαγία σε συνδυασμό με απίσχναση ενούρηση κατά τη διάρκεια της νύχτας διαταραχές οράσεως μυκητίαση περιοχής γεννητικών οργάνων περιφερική νευροπάθεια Σακχαρώδης διαβήτης ΤΥΠΟΥ 2 Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 εμφανίζεται στο 85% του συνόλου των διαβητικών ασθενών και τα ποσοστά μεταξύ των δύο φύλων δεν παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές. Σε αντίθεση με τον Σ. Δ. τύπου 1, απαντάται κυρίως σε παχύσαρκους ενήλικες χωρίς, όμως, να αποκλείονται άτομα ισχνά ή νεαρής ηλικίας. Τα επίπεδα της ινσουλίνης είναι φυσιολογικά ή υψηλά και η εμφάνιση του αποδίδεται κυρίως σε κληρονομικότητα. Τα χαρακτηριστικά συμπτώματα είναι παρόμοια με εκείνα του Σ. Δ. τύπου 1, σε μικρότερο όμως βαθμό και δεν παρατηρούνται νυκτερινή ενούρηση και πολυφαγία. Συχνά, αυτός ο τύπος Σ. Δ. είναι ασυμπτωματικός.
3 ΔΙΑΓΝΩΣΗ Η διαδικασία της διάγνωσης του Σ. Δ. ξεκινά με τη λήψη ενδελεχούς οικογενειακού και ατομικού ιατρικού ιστορικού, με την παρατήρηση των συμπτωμάτων και της κλινικής εικόνας του ατόμου και ολοκληρώνεται με αξιολόγηση των εργαστηριακών ευρημάτων, στα οποία υπάγονται η ανίχνευση: της σακχαρουρίας (ύπαρξη σακχάρου στα ούρα), της κετονουρίας (ύπαρξη κετονικών σωμάτων στα ούρα), της υπεργλυκαιμίας (μέτρηση σακχάρου του αίματος μετά από μικρής διάρκειας νηστεία και μετά από γεύμα, οι φυσιολογικές τιμές σακχάρου στο αίμα κυμαίνονται μεταξύ 80 120 mg/dl πριν από λήψη τροφής ) και της ινσουλίνης στο αίμα (οι φυσιολογικές τιμές της στο αίμα κυμαίνονται μεταξύ 10 25 μu/ml πριν από λήψη τροφής). Άλλες εργαστηριακές μέθοδοι για ανίχνευση Σ. Δ. είναι η δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη, η ανίχνευση γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1) και ο προσδιορισμός C πεπτιδίου. ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΤΥΠΟΥ 1 Σε αυτόν τον τύπο Σ. Δ. είναι απαραίτητος ο συνδυασμός ινσουλίνης, ρυθμιστικής δίαιτας και άσκησης, τρία στοιχεία τα οποία πρέπει να συμβαδίζουν μεταξύ τους αλλά και με τον τρόπο ζωής του πάσχοντα σε όλους τους τομείς της καθημερινότητάς του. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ισορροπία μεταξύ αυτών των σπουδαίων για την πορεία του διαβητικού ασθενούς παραμέτρων είναι τόσο η αποδοχή της κατάστασης και η θέληση για σωστή αντιμετώπισή της εκ μέρους του ίδιου του πάσχοντα όσο και η ορθή συνεργασία αυτού με τον κατάλληλο θεράποντα ιατρό. ΙΝΣΟΥΛΙΝΗ Ανάλογα με τον χρόνο έναρξης της δράσης και τη διάρκεια της δράσης οι ινσουλίνες διακρίνονται σε: ταχείας δράσης (κρυσταλλική ινσουλίνη, έναρξη δράσης στα 15 30
4 λεπτά, περιορισμένη διάρκεια δράσης 5-6 ώρες λόγω της γρήγορης απορρόφησης της ινσουλίνης μετά την υποδόρια ένεση) ενδιάμεσης δράσης (έναρξη δράσης στις 1 2 ώρες και διάρκεια δράσης 10 12 ώρες) βραδείας δράσης (έναρξη δράσης στις 3 4 ώρες και διάρκεια 24 36 ώρες) μίγματα ενδιάμεσης και κρυσταλλικής ανθρώπινης ινσουλίνης σε διάφορες συγκεντρώσεις Οι βασικοί τρόποι χορήγησής της είναι οι ακόλουθοι: σύρριγες ινσουλίνης: είναι ο κλασικός τρόπος χορήγησης της ινσουλίνης, κυκλοφορούν σε μορφές των 0,3 ml, των 0,5ml και 1 ml και είναι μίας χρήσης στυλό: οι προγεμισμένοι με ινσουλίνη (περιορισμένης χρήσης) και αυτοί που γεμίζουν με ειδικά φιαλίδια ινσουλίνης (για πολλαπλές χρήσεις) Τα σημεία χορήγησης της ινσουλίνης είναι τα κοιλιακά τοιχώματα, η μέσα και έξω επιφάνεια του δελτοειδούς, η περιοχή του μηρού και οι γλουτοί. Άλλοι τρόποι χορήγησης ινσουλίνης είναι: τα συστήματα κλειστής αγκύλης (τεχνητό πάγκρεας), τα συστήματα ανοιχτής αγκύλης (μικροαντλίες συνεχούς έγχυσης),η εισπνεόμενη ινσουλίνη, οι συσκευές διαδερμικής χορήγησης ινσουλίνης υπό πίεση, των οποίων, όμως, η χρήση έχει εγκαταληφθεί τα τελευταία χρόνια κ.α. Μέχρι σήμερα, οι επιπλοκές που έχουν παρατηρηθεί από την ινσουλινοαγωγή είναι : αλλεργία (τοπική ή γενικευμένη), υπογλυκαιμία, λοιμώξεις, λιποδυστροφία, φαινόμενο Somogi, φαινόμενο Dawn, κ.α. Στην περίπτωση εμφάνισης των παραπάνω ο ασθενής οφείλει να έρθει σε επικοινωνία με τον θεράποντα ώστε να αντιμετωπισθεί εγκαίρως και κατάλληλα η εκάστοτε επιπλοκή ανάλογα με την κατάσταση και τις ιδιαιτερότητες του ασθενούς. ΔΙΑΙΤΑ Το σωστό διαιτολόγιο κατέχει σημαντική θέση στην προσπάθεια ορθής ρύθμισης του Σ. Δ. τύπου 1. Τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες, η κατανομή των γευμάτων ποιοτικά και ποσοτικά πρέπει να ακολουθεί το είδος της χορηγούμενης ινσουλίνης καθώς και το είδος και τη διάρκεια των σωματικών δραστηριοτήτων. Εξέχουσας σημασίας είναι η ακριβής
5 κατανομή των υδατανθράκων, του λίπους και της ενέργειας ανά 24ωρο.Είναι απαραίτητη η συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό ώστε να επιτευχθεί η δημιουργία ενός ορθού διαιτολογίου, ανάλογου πάντα με τις ιδιαιτερότητες κάθε ασθενούς. ΑΣΚΗΣΗ Σκοποί της άσκησης σε ασθενή με Σ. Δ. τύπου 1: διατήρηση ή βελτίωση της κατάστασης του καρδιαγγειακού συστήματος (πρόληψη ή ελαχιστοποίηση των απώτερων επιπλοκών) βελτίωση της μυϊκής ευκαμψίας (η οποία επηρεάζεται στον Σ. Δ. από τη γλυκοζυλίωση του μυϊκού κολλαγόνου) βελτίωση μυϊκής ισχύος (η οποία επιδεινώνεται από τη νευροπάθεια) δυνατότητα του διαβητικού τύπου 1 να συμμετέχει σε δραστηριότητες αθλητικές και σωματικές με ασφάλεια Οι παρενέργειες της άσκησης σε ασθενή με Σ. Δ. τύπου 1 συνίστανται σε: υπογλυκαιμία, υπεργλυκαιμία, επιδείνωση σιωπηλής καρδιοπάθειας (στηθάγχη, κ.α.), επιδείνωση επιπλοκών του διαβήτη (κακώσεις αρθρώσεων, αποκόλληση αμφιβληστροειδούς, κ.α.), ορθοστατική υπόταση, κ.α. ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΤΥΠΟΥ 2 ΔΙΑΙΤΑ Σε αυτόν τον τύπο Σ. Δ. επιβάλλεται έγκαιρη θεραπεία με ολιγοθερμιδική δίαιτα δεδομένου ότι η πλειοψηφία των ασθενών που ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία είναι παχύσαρκοι. Η ρύθμιση ενός ορθού διαιτολογίου περιλαμβάνει τα ακόλουθα βήματα: υπολογισμός των κανονικών ενεργειακών αναγκών υπολογισμός της σύνθεσης του σώματος, του σχετικού σωματικού βάρους και της κατανομής του σωματικού λίπους υπολογισμός της επιθυμητής απώλειας βάρους υπολογισμός του ρυθμού απώλειας βάρους Μέσω της διαιτητικής αγωγής επιτυγχάνεται, συνήθως, η διατήρηση της ομοιοστασίας της γλυκόζης αίματος, αν και η ενδογενής ινσουλίνη είναι ανεπαρκής.
6 ΑΣΚΗΣΗ Η άσκηση είναι πρωτεύουσας σημασίας για την πορεία ασθενών με Σ. Δ. τύπου 2. Ωστόσο, όπως και στον Σ. Δ. τύπου 1, υπάρχουν περιορισμοί καθώς ενέχονται κίνδυνοι για την υγεία των ασθενών. Πρέπει, επομένως, να εξετάζεται προσεχτικά κάθε ασθενής προτού του δοθούν συμβουλές για τους στόχους και τους τρόπους της άσκησης. ΑΝΤΙΔΙΑΒΗΤΙΚΑ ΔΙΣΚΙΑ Η χορήγηση αντιδιαβητικών δισκίων για τον έλεγχο του διαβήτη παρουσιάζει πλεονεκτήματα με κυριότερο την αποφυγή χορήγησης ινσουλίνης σε περιπτώσεις όπου δεν είναι δυνατή η ρύθμιση μόνο με κατάλληλη δίαιτα και άσκηση. Χορηγούνται: σουλφονυλουρίες διγουανίδες αναστολείς της γλυκοσιδάσης θειαζολιδινεδιόνες Τα παραπάνω δισκία χορηγούνται ανάλογα με τις ανάγκες του ασθενούς και, φυσικά, μόνο μετά από εντολή του αρμόδιου ιατρού καθώς παρουσιάζουν παρενέργειες και υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες η χρήση τους αντενδείκνυται. ΙΝΣΟΥΛΙΝΗ Η ινσουλινοθεραπεία σε αυτόν τον τύπο Σ. Δ. ξεκινά όταν κρίνεται αδύνατη η ρύθμισή του μέσω δίαιτας, άσκησης και χρήσης δισκίων αντιδιαβητικών. Συνήθως, γίνεται συνδυασμένη αγωγή ινσουλίνης με σουλφονυλουρίες. ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ Ο διαβητικός ασθενής πρέπει να τηρεί το διαιτολόγιό του, να γνωρίζει την σωστή χρήση των αντιδιαβητικών δισκίων, να γνωρίζει την τεχνική των ενέσεων και τις δόσεις της ινσουλίνης, να μετρά μόνος το σάκχαρο του αίματος και των ούρων, να γνωρίζει τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας και υπεργλυκαιμίας καθώς και τα είδη του κώματος, να αντιμετωπίζει ορισμένες
7 λοιμώξεις, να γνωρίζει την σημασία της τήρησης των κανόνων υγιεινής των ποδιών του, τα οποία οφείλει να ελέγχει καθημερινά κ.α. ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ Οι επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη διακρίνονται σε οξείες και χρόνιες. Οξείες επιπλοκές: υπογλυκαιμία (τα συμπτώματα επέρχονται όταν το σάκχαρο αίματος πίπτει κάτω του 30 40 mg/dl, συνίστανται σε αστάθεια, ταχυκαρδία, τρόμο, ωχρότητα, εφίδρωση, διαταραχή όρασης και ομιλίας κ.α., επί μη αναστροφής μπορεί να οδηγήσει σε κώμα, ενώ, παρατεταμένη υπογλυκαιμία μπορεί να προκαλέσει εγκεφαλικές διαταραχές, επιληψία και θάνατο. Σε ήπια κατάσταση, απαιτείται χορήγηση γλυκόζης από το στόμα π.χ. σακχαρούχος χυμός, ενώ, σε βαρύτερες περιπτώσεις γίνεται ενδομυϊκή χορήγηση1-2 mg γλυκαγόνης σε συνδυασμό με χορήγηση υδατανθρακούχων σκευασμάτων και, σε περίπτωση αποτυχίας, ενδοφλέβια χορήγηση γλυκόζης ή καθετηριασμός στομάχου για χορήγηση σακχαρούχων σκευασμάτων.) φαινόμενο Dawn (χαρακτηρίζεται από υπεργλυκαιμία κατά τις πρώτες πρωινές ώρες και αντιμετωπίζεται με αύξηση της δόσης της χορηγούμενης ινσουλίνης πριν την κατάκλιση.) κώμα {χαρακτηρίζεται από απώλεια συνείδησης και έλλειψη αντίδρασης σε εξωτερικά ερεθίσματα. Διακρίνουμε το κώμα με κέτωση (ύπαρξη κετονικών σωμάτων στα ούρα και το αίμα) που συμβαίνει σε νεαρούς διαβητικούς και το κώμα χωρίς κέτωση που συμβαίνει σε ηλικιωμένους και, συνήθως, είναι βαριάς μορφής και χαρακτηρίζεται από υπεργλυκαιμία, αφυδάτωση, γλυκοζουρία, υπερνατριαιμία. Τα συμπτώματα είναι χαμηλή αρτηριακή πίεση, κοιλιακός πόνος, ξηρά γλώσσα, χαρακτηριστική οσμή στην αναπνοή, νυσταγμός, κ.α. Αντιμετωπίζεται με χορήγηση ινσουλίνης, της οποίας η δόση σταδιακά μειώνεται, σε συνδυασμό με ενδοφλέβια χορήγηση υγρών, ηλεκτρολυτών. Είναι απαραίτητη η συνεχής διενέργεια εξετάσεων για τον έλεγχο της γλυκόζης αίματος. Μη επιτυχής αντιμετώπιση μπορεί να οδηγήσει σε υποκαλιαιμία λόγω υπερινσουλινισμού, οξεία ανεπάρκεια αριστερής καρδίας λόγω ταχείας χορήγησης υγρών, θρομβοεμβολικά επεισόδια λόγω αιμοσυμπύκνωσης, εγκεφαλικό οίδημα, γαλακτική οξέωση κ.α.
8 Χρόνιες επιπλοκές: διαβητικός καταρράκτης (κυρίως σε μεγάλες ηλικίες) διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια γάγγραινα νευροπάθειες παραμόρφωση άκρου ποδός διαβητική νεφροπάθεια δερματικά εξανθήματα αιδοιοκολπίτιδες βαλανοποσθίτιδες πνευμονική φυματίωση, κ.α. ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΟΔΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ Σε ήπιο διαβήτη, όπου δεν απαιτείται χορήγηση ινσουλίνης, πρέπει να μετράται το σάκχαρο σε τακτά χρονικά διαστήματα, ενώ σε ινσουλινοεξαρτώμενους ασθενείς πρέπει να χορηγείται ινσουλίνη ή τα ανάλογά της τρεις φορές ημερησίως σε συνδυασμό με καρδιολογικό, νευρολογικό, οφθαλμολογικό, νεφρολογικό έλεγχο και καταπολέμηση ουρολοίμωξης, φυματίωσης, εάν υπάρχουν. Σε κακώς ρυθμιζόμενο, μη ινσουλινοεξαρτώμενο διαβήτη απαιτείται ρύθμιση με διαλυτή ινσουλίνη. Την ημέρα της επέμβασης χορηγείται γλυκόζη και ινσουλίνη μέσω αντλίας. Στόχος όλων των παραπάνω είναι η πρόληψη της υπεργλυκαιμίας και της κέτωσης που μπορούν να εμφανιστούν ως αποτελέσματα της επέμβασης, ενώ μετεγχειρητικά, ελέγχονται τακτικά η γλυκόζη αίματος και τα κετονικά σώματα ούρων. ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΑΙ ΚΥΗΣΗ Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί κατάσταση κινδύνου τόσο για τη μητέρα όσο και για το έμβρυο εξαιτίας της διαταραχής του μεταβολισμού και των αρνητικών επιδράσεων της κύησης επί του μεταβολισμού. Η διαβητική μητέρα δεν συλλαμβάνει με ευχέρεια και ρέπει προς αποβολές και τοξιναιμία της κυήσεως ενώ το έμβρυο έχει αρκετές πιθανότητες να πεθάνει ενδομητρίως, να γεννηθεί υπέρβαρο ή με διάφορες διαμαρτίες σχετικές με
9 τη διάπλασή του. Κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης αυξάνουν οι απαιτήσεις σε ινσουλίνη, οι οποίες παραμένουν στάσιμες κατά το δεύτερο και αυξάνουν πάλι κατά το τρίτο. Είναι απαραίτητη η συνεχής διενέργεια εξετάσεων για τον έλεγχο του σακχάρου αίματος, η αποφυγή υπογλυκαιμίας, η επίτευξη ευγλυκαιμίας κατά την οργανογένεση και η σωστή ρύθμιση του διαιτολογίου με περιορισμό του άλατος για αποφυγή προεκλαμψίας, ορθό καταμερισμό των υδατανθρακούχων σκευασμάτων. Απαραίτητη είναι η διατήρηση του βάρους της εγκύου, το οποίο δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 6 10 kg σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Αντένδειξη κύησης διαβητικής ασθενούς αποτελεί η ύπαρξη νεφροπάθειας με νεφρική ανεπάρκεια, ενώ, ενδείξεις εισαγωγής σε νοσοκομείο αποτελούν ο απορυθμισμένος διαβήτης, η προεκλαμψία, η νεφροπάθεια, το μη φυσιολογικό ΗΚΓ, κ.α. Επίσης, σε διαβητική μητέρα επέρχεται ταχεία έλλειψη του μητρικού γάλακτος. ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΑΙ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ Σε λοιμώξεις, οι απαιτήσεις του διαβητικού σε ινσουλίνη αυξάνονται. Αυτό γίνεται γιατί η λοίμωξη απορυθμίζει τον σακχαρώδη διαβήτη με αποτέλεσμα την υπεργλυκαιμία, κάτι το οποίο, με την σειρά του, ευνοεί την ανάπτυξη μυκήτων. Σε περίπτωση χορήγησης αντιδιαβητικών δισκίων, αυτά διακόπτονται και ξεκινά η χορήγηση ινσουλίνης. ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΑΙ ΥΠΕΡΤΑΣΗ Ο σακχαρώδης διαβήτης σε συνδυασμό με την υπέρταση αποτελούν σοβαρό πρόβλημα υγείας. Στον ινσουλινοεξαρτώμενο Σ. Δ., κύρια αιτία αυξημένης Α.Π. αποτελεί η διαβητική νεφροπάθεια, ενώ, στον μη ινσουλινοεξαρτώμενο Σ. Δ. ανευρίσκεται ιδιοπαθής υπέρταση. Για αποτελεσματική προστασία των διαβητικών από καρδιαγγειακή νόσο η Α.Π. πρέπει να είναι κάτω από 130/80 mmhg. Είναι απαραίτητος ο πλήρης έλεγχος με ΗΚΓ, ακτινογραφία θώρακος, μέτρηση ουρίας, κρεατινίνης, ηλεκτρολυτών, λιπιδίων, εξέταση και καλλιέργεια ούρων κ.α., ενώ, σε περίπτωση ιδιοπαθούς υπέρτασης, συμπληρώνεται στα παραπάνω, η πιθανότητα ύπαρξης αμφιβληστροειδοπάθειας και η ρύθμιση του καπνίσματος καθώς, πολλές φορές, η ιδιοπαθής υπέρταση δεν δίνει σημεία και συμπτώματα για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Χορηγείται συνδυασμένη αντιυπερτασική θεραπεία ανάλογα με τον τύπο του Σ. Δ.σε συνδυασμό με τη ρύθμιση του σακχάρου.
10 ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΑΙ ΥΠΕΡΛΙΠΙΔΑΙΜΙΑ Ο σακχαρώδης διαβήτης και η διαδικασία ρύθμισής του διαταράσσουν το μεταβολισμό των λιποπρωτεϊνών. Αυτό συμβαίνει κυρίως στον ινσουλινοεξαρτώμενο διαβήτη και η θεραπευτική αντιμετώπιση στηρίζεται σε διατήρηση του φυσιολογικού βάρους του σώματος με δίαιτα αποτελούμενη από άφθονες φυτικές ίνες, υδατάνθρακες, περιορισμένη λήψη χοληστερόλης και πρωτεϊνών, κ.α., ενώ σε περίπτωση αποτυχίας εφαρμόζεται φαρμακευτική αγωγή ανάλογη της διαταραχής. ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΑΙ ΣΤΥΤΙΚΗ ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ Παρατηρείται αυξημένη συχνότητα στυτικής δυσλειτουργίας στους διαβητικούς άνδρες, κάτι το οποίο είναι φυσιολογικό, εάν ληφθεί υπόψην το γεγονός ότι η νόσος του Σ. Δ. προκαλεί βλάβες του καρδιαγγειακού και του νευρικού συστήματος. Η θεραπευτική αγωγή συνίσταται, όπως και σε άλλες αιτίες πρόκλησης στυτικής δυσλειτουργίας, σε ρύθμιση του σακχάρου, χορήγηση σιλδεναφίλης, ενδοουρηθρική χορήγηση προσταγλανδίνης, ενδοπεϊκές εγχύσεις αγγειοδιασταλτικών ουσιών, ψυχολογική υποστήριξη, κ.α. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Ελληνική Ενδοκρινολογική Εταιρεία - Πανελλήνια Ένωση Ενδοκρινολόγων, «Εντατική Εκπαίδευση στην Ενδοκρινολογία Τρίτος Κύκλος Σακχαρώδης Διαβήτης - Διαταραχές Λιπιδίων», Φεβρουάριος 2000 Αθήνα, Βιβλιοθήκη Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. 2. Ιωάννης Α. Μοσχωνάς, «Εγχειρίδιο Προσέγγισης του Διαβητικού Ασθενούς», Επιστημονικές Εκδόσεις Παρισιάνου Α.Ε., Αθήνα 2000, Βιβλιοθήκη Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. 3. www.iatronet.gr Υγεία / Ενδοκρινολογία / Ζώντας με τον Διαβήτη / Επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη.mht