ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΓΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ 2015-2016 ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2016 Μάθημα: Νέα Ελληνικά Ημερομηνία: 10. 6. 2016 Τάξη: Α Χρόνος: 2 ώρες Ώρα: 10:30-12:30 Το εξεταστικό δοκίμιο αποτελείται από 0κτώ (8) δύο(2) μέρη. σελίδες και χωρίζεται σε Να απαντήσετε και στα δύο (2) μέρη και σε όλα τα ερωτήματα στις λευκές κόλλες που δίνονται για τον σκοπό αυτό. Απαγορεύεται η χρήση διορθωτικού υγρού. ΜΕΡΟΣ Α :ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ (ΜΟΝΑΔΕΣ 14) ΚΕΙΜΕΝΟ 1: Ο πατέρας μου Τον πατέρα, εμείς τα παιδιά τον φοβόμασταν πάρα πολύ, για να μπορούμε και να τον αγαπούμε. Τον τρέμαμε. Σαν έμπαινε ο πατέρας στο σπίτι, τσιμουδιά δεν ακούονταν στο σπουδαστήριο, όσο μικρά ή μεγάλα και αν ήμασταν. Αν τύχαινε και βρισκόμαστε στην είσοδο, για να δούμε την ώρα ή για καμιά δουλειά, την ώρα που άνοιγε ο πατέρας με το κλειδί του και έμπαινε, πηγαίναμε φρόνιμα και τον χαιρετούσαμε (δε μας φιλούσε, απλώς μας χαιρετούσε με ένα: Ε, κάτι εδώ; Πες να σερβίρουν γρήγορα, βιάζομαι ). Και φεύγαμε βιαστικά, μη μας βρει κανένα ψεγάδι (ατέλεια). Θυμούμαι την επιβλητική του παρουσία, το μεγαλείο του, την ομορφιά του, το ψηλό, δεμένο αλλά λεπτό κορμί του, ίσιο σαν λαμπάδα, τα πυκνά και σγουρά μαύρα μαλλιά του, τα γένια του, μαύρα και αρκετά μακριά, κομμένα τετράγωνα, κατά την τότε μόδα, τα μεγάλα αμυγδαλωτά του μαύρα μάτια που πετούσαν φωτιές, τα ωραία Μπανάκικα μάτια, όπως έλεγε η μητέρα μου στα γεράματά της, πάντα με λαχτάρα και συγκίνηση. Τον θυμούμαι που έμπαινε στην είσοδο και γέμιζε, λες, αμέσως το σπίτι, θυμούμαι τον θαυμασμό μου για τον πατέρα, την υπερηφάνεια, και συνάμα τη βία να εξαφανιστούμε, μη μας βρει καμιά αιτία για κατσάδα (Επίπληξη, μάλωμα) ή μπάτσο (ξυλοδαρμός). Οι μπάτσοι στο πρόσωπο ήταν συχνοί, δίνονταν εύκολα και θυμούμαι ακόμα τώρα το αίσθημα της ντροπής, του εξευτελισμού, όσο και της ζάλης που 1
ακολουθούσε κάθε μπατσιά, που πηγαινοέφερνε το μυαλό μας. Μας μπάτσιζε (έδερνε) ο πατέρας κάποτε, αλλά σπανιότερα από τη μητέρα, που ζούσε περισσότερο στο σπίτι και τιμωρούσε, συνεπώς, συχνότερα και ευκολότερα. Ο πατέρας ήταν βίαιος, θυμώδης(θυμώνει εύκολα), αυθαίρετος, κοτζάμπασης(αυταρχικός). Εκείνο που ήθελε, το ήθελε και το επέβαλλε. Διέταζε. Και οι άλλοι υπάκουαν. Επιβάλλονταν. Και οι άλλοι υποχωρούσαν. Ήταν αφέντης... Κάποτε τύραννος. Μα ήταν βαθιά ευγενής. Και ήταν τίμιος στη σκέψη όσο και στις δοσοληψίες(οικονομικές συναλλαγές). Και ήταν ειλικρινής, και ήταν υπερήφανος, ίσιος, αλύγιστος, αμείλικτος στο ζήτημα συνείδηση. Το νιώθαμε εμείς τα παιδιά, και το ένιωθαν όλοι που τον ήξεραν. Ο πατέρας ήταν χαρακτήρας. Αργότερα, τον γνώρισα και τον εκτίμησα. Ως το τέλος της ζωής του μου έμεινε θεότητα απλησίαστη. Μα μου έμεινε και η τελευταία μεγάλη αγάπη της ζωής μου, κάτι σαν λατρεία, σαν θρησκεία. Έκλαψα για χάρη του φοβερά. Έκλαψα όλη μου τη ζωή. Μου επιβλήθηκε πάντα και με τυράννησε(βασάνισε), ξέροντας και μη ξέροντας. Και ως το τέλος βάρυνε η θέληση και η τυραννία του στη ζωή μου. Και όμως έμεινε η τελευταία μεγάλη αγάπη της ζωής μου... Πρώτες ενθυμήσεις, Πηνελόπη Δέλτα ΚΕΙΜΕΝΟ 2 Η μητέρα μου Η κυρία Ελισάβετ, η μητέρα μου, ήτανε μια εξαιρετική γυναίκα. Παιδί την βασάνισα πολύ με τις αταξίες μου και το έχω βάρος στην ψυχή μου... Έπρεπε να υποφέρω κι εγώ πολύ, να γνωρίσω καλά πρώτα τη ζωή και τους ανθρώπους, για να την καταλάβω και να την εκτιμήσω. Πολύ αργά, γιατί είχε πεθάνει. Ολότελα αγράμματη, μιλούσε την ατόφια γλώσσα του λαού με την πιο απόλυτη γραμματική και σύνταξη, έτσι που η επιστημοσύνη του Ψυχάρη την έχει κανονίσει. Εμείς τα παιδιά σαν γραμματιζούμενα την κοροϊδεύαμε, όταν μιλούσε. Όταν όμως ήμαστε μικρότερα, φανταζόμαστε πως ήξερε γράμματα, όπως όλοι οι μεγάλοι, και πηγαίναμε να της λέμε τα μαθήματά μας, για να κρίνει, αν τα λέγαμε καλά. Εκείνη μας άκουγε υπομονετικά και επειδή κομπιάζαμε(συλλαβίζαμε) δω, κει, μας έλεγε στερεότυπα: Θέλει ακόμα λίγο. Κι εμείς στρωνόμαστε ξανά στο διάβασμα. Κοντή, παχουλή, με μάτια πάντα δακρυσμένα (είχε πονόματο), απλή, γνωστική, νοικοκυρά, γεμάτη το συναίσθημα του χρέους και της θυσίας για τους άλλους, δεν έζησε ούτε μια στιγμή της ζωής της για τον εαυτό της. Ανάμεσα στο Θεό και στους ανθρώπους τραβούσε το μοιραίο της πεσιμιστικό (απαισιόδοξο) 2
δρόμο χωρίς να πει ποτές κακό για κανένα και, πολύ περισσότερο, χωρίς να κάνει κακό... Και αν ήταν ένας από τους πιο βαθιούς και αληθινούς θρησκευτικούς τύπους, και αν νήστευε όλες τις σαρακοστές κορδόνι και όλες τις Τετάρτες και τις Παρασκευές του χρόνου. Και αν δεν έλειπε ποτέ από την εκκλησία, όλα αυτά δεν θα είχανε καμιά αξία, αν η μητέρα μου δεν ήτανε, προπαντός, ένας καλός άνθρωπος. Γιατί αντίθετα με τη γνώμη των δασκάλων, των παπάδων και της αστυνομίας ένας καλός χριστιανός δεν είναι πάντα και ένας καλός άνθρωπος. Τη θυμούμαι με το μαύρο τσεμπέρι της (μαντήλι κεφαλής) σφιγμένο πάνω από τα φρύδια, με το μαύρο σάλι της κι ένα διπλωμένο μαντίλι στο χέρι, για να σκουπίζει τα δάκρυά της, που τρέχανε, πήγαινε χαράματα στην εκκλησία κούτσα κούτσα, γιατί έπασχε από ρευματισμούς, όπως έπασχε και από αϋπνίες. Πολλές φορές πήγαινε νωρίτερα και από τους παπάδες και καθότανε στο πεζούλι, όσο να έρθουνε να ανοίξουνε τις πόρτες. Ωστόσο αυτή η τέλεια χριστιανή δεν ήξερε καμιά προσευχή. Ούτε το πάτερ ημών. Όμως κάθε βράδυ, πριν πέσει να πλαγιάσει, στεκότανε μπροστά στο εικονοστάσι του σπιτιού με το καντήλι που έκαιγε νύχτα μέρα, και προσευχότανε με σταυροκοπήματα αχνά(απαλά) και μετάνοιες. Και όλο τα χείλια της κουνιόντανε. Τι έλεγε; Μια φορά την ρώτησα: _Μπρε μητέρα, τι λες του Θεού, αφού δεν ξέρεις προσευχή; _ Ό,τι έχω στην καρδιά μου να του πω, του τα λέγω. Εκείνος ξέρει πως είμαι αγράμματη. Δηλαδή κουβέντιαζε με τον Θεό! Θα του ζητούσε φυσικά να δίνει υγεία και προκοπή στα παιδιά της, να προσέχει τον μακαρίτη τον άντρα της στον άλλο κόσμο και θα του έλεγε και ξανάλεγε τις αμαρτίες της... Φιλολογικά απομνημονεύματα, Κώστας Βάρναλης Α) Ερωτήσεις κατανόησης: (Μον. 2) 1) Ποια ήταν η συμπεριφορά του πατέρα προς τα παιδιά του; Να γράψετε και να εξηγήσετε τι ένιωθε ο συγγραφέας για τον πατέρα του όταν μεγάλωσε Κείμενο 1 (Μον.1) 2) Να γράψετε και να εξηγήσετε δύο (2) χαρακτηριστικά της μητέρας όπως φαίνονται στο δεύτερο κείμενο. (Μον. 1) 3
Β) Οργάνωση κειμένου 1. α) Να βρείτε τα δομικά μέρη της πρώτης παραγράφου στο κείμενο 1 και β) να της δώσετε ένα πλαγιότιτλο. (Μον. 1) Γ) Μορφοσυντακτικά φαινόμενα: 1)Να αναγνωρίσετε συντακτικά τις υπογραμμισμένες λέξεις στην πιο κάτω πρόταση : (Μον. 0,5) Ο πατέρας ήταν βίαιος. 2) Να βάλετε το καθένα από τα πιο κάτω ρήματα στον Αόριστο και στον Παρακείμενο στο ίδιο πρόσωπο και αριθμό: (Μον. 1) α) αγαπούμε β) φανταζόμαστε 3) Να γράψετε στον αντίθετο αριθμό τις πιο κάτω λέξεις: (Μον. 0,5) α) το βάρος της ψυχής Δ) Λεξιλογικά (Μον. 1) 1) Να βρείτε το πρώτο και δεύτερο συνθετικό σε κάθε μια από τις παρακάτω λέξεις: (Μον. 1) α) επέβαλλε β) υποφέρω Παραγωγή Επικοινωνιακού Λόγου ( Έκθεση) (Μον. 8) 1 Είναι γεγονός πως οι φίλοι επηρεάζουν τον χαρακτήρα μας και τη ζωή μας. Να περιγράψετε τα εξωτερικά,τα εσωτερικά χαρακτηριστικά του φίλου σας, τα ενδιαφέροντα και τις σχέσεις του με τους άλλους. Λέξεις: 200-220 4
ΜΕΡΟΣ Β : ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ (Μον. 6) ΚΕΙΜΕΝΟ 1 Ο γυρισμός του ξενιτεμένου (Δημοτικό τραγούδι) Ερόδισε η ανατολή και ξημερώνει η δύση, Γλυκοχαράζουν τα βουνά κι αυγερινός τραβιέται, Παν τα πουλάκια στις βοσκές κι όμορφες στη βρύση, Βγαίνω κι εγώ κι ο μαύρος μου, με τα λαγωνικά μου, Βρίσκω μια κόρη που πλενε σε μαρμαρένια γούρνα, Τη χαιρετώ δε μου μιλεί, της κρένω δε μου κρένει: _Κόρη για βγάλε μας νερό, την καλή μοίρα να χεις, Να πιω κι εγώ κι ο μαύρος μου και τα λαγωνικά μου. Σαράντα σίκλους έβγαλε, στα μάτια δεν την είδα, Κι απάνω στους σαρανταδυό τη βλέπω δακρυσμένη. _Γιατί δακρύζεις, λυγερή, και βαριαναστενάζεις; Μήνα πεινάς, μήνα διψάς, μην έχεις κακή μάνα; Μήτε πεινώ, μήτε διψώ, μήτε έχω κακή μάνα, Ξένε μου, κι αν εδάκρυσα, κι αν βαριαναστενάζω, Τον άντρα έχω στην ξενιτιάν εδώ και δέκα χρόνους, Κι ακόμα τρεις τον καρτερώ, πέντε τον παντηχαίνω Κι απέ θα κόψω τα μαλλιά, καλόγρια θένα γένω, Θα πάω στα έρημα βουνά να στήσω μοναστήρι, Εκειόν να τρώει η ξενιτιά, κι εμέ τα μαύρα ράσα... _κόρη, ο καλός σου επέθανε,κόρη ο καλός σου εχάθη Κι εγώ παπάδες πλέρωσα, κι είπε να με πλερώσεις, Του έδωκα κι ένα φιλί, κι είπε να μου το δώσεις. _Αν τους παπάδες πλέρωσες, διπλά να σε πλερώσω, 5
Κι αν έκανες τα κόλλυβα, διπλά να σου τα δώσω, Όμως εκείνο το φιλί, τρέχα και γύρευέ το! _Κόρη μου εγώ είμαι ο άντρας σου, εγώ είμαι ο καλός σου. _Πες μου σημάδια του σπιτιού, και τότε σε πιστεύω... _Έχεις μηλιά στην πόρτα σου και κλήμα στην αυλή σου, Κι έχεις και με τα χέρια σου μια λεμινιά φυτέψει. _Κάποιος κακός μου γείτονας σου τα πε και τα ξέρεις, Πες μου σουσούμια του κορμιού, και τότε σε πιστεύω. _Έχεις ελιά στα στήθη σου, κι ελιά στην αμασχάλη, Κι ανάμεσα στον κόρφο σου του αντρός σου φυλαχτάρι. _Ξένε μου εσύ είσαι ο άντρας μου, εσύ είσαι ο καλός μου. Λεξιλογικά 1) Σίκλους=κουβάδες 2) Μήνα=μήπως 3) Παντηχαίνω=περιμένω κάτι με ελπίδα, ως λύτρωση 4) Σουσούμια=τα ξεχωριστά προσωπικά χαρακτηριστικά ΚΕΙΜΕΝΟ 2 (Αδίδακτο) Ο γυρισμός του ξενιτεμένου (Δημοτικό τραγούδι- παραλλαγή) Μαλαματένιος αργαλειός κι ελεφαντένιον κτένι, Κι ένα κορμί αγγελικόν κάθεται και υφαίνει, Με εξηνταδυό πατήματα, σαρανταδυό καρούλια Κι ο βρόντος κι ο ηχός πολύς από τα ψηλά τραγούδια. Πραματευτής επέρασε στον μαύρον καβαλάρης Κοντοκρατεί τον μαύρον του και την καλημεράει: _Καλή ημέρα σου κόρη μου. _Καλώς τον ξένο που ήλθε. _Κόρη, πώς δεν παντρεύεσαι, να πάρεις παλικάρι; _Κάλιο να σκάσει ο μαύρος σου, παρά το λόγο που είπες! 6
Έχω άντρα στην ξενιτιά τώρα δώδεκα χρόνους Κι ακόμη τρεις τον καρτερώ και τρεις τον απαντέχω Κι αν δεν έλθει κι αν δε φανεί, καλόγρια θα γένω, Κι εις το κελί θα σφαλιστώ, τα μαύρα θε να βάλω. _Κόρη μου, ο άντρας σου πέθανε, κόρη μου, ο άντρας σου εχάθη. Τα χέρια μου τον κράτησαν, τα χέρια μου τον θάψαν Ψωμί, κερί του μοίρασα, κι είπε να με το δώσεις. _Τον κράτησες, τον έθαψες; ο Θεός σου το πλερώσει. Ψωμί, κερί τον μοίρασες; Εγώ σου το πληρώνω. _ Εγώ φιλί τον δάνεισα, κι είπε να με το δώσεις. _Φιλί κι αν τον εδάνεισες, τρέχα και γύρευέ το. _Κόρη μου, εγώ είμαι,ο άντρας σου, εγώ είμαι κι ο καλός σου. _Αν είσαι εσύ ο άντρας μου, αν είσαι ο καλός μου, Δείξε σημάδια του σπιτιού, κι απέκει να σε ανοίξω. _Μηλιάν έχεις στην πόρτα σου και κλήμα στην αυλήν σου, Κάμνει σταφύλια ροζακιά και το κρασί του μέλι. Το πίνει η Γιανιτζαριά και πα να πολεμήσει Το πίνει κι η φτωχολογιά και λησμονά τα χρέη. _Αυτά τα ξεύρει η γειτονιά, τα ξεύρει ο κόσμος όλος, Δείξε σημάδια του κορμιού κι απέκει να σε ανοίξω. _Ελιάν έχεις στο μάγουλο, ελιάν εις την μασχάλην. _Βάγιες, τρεχάτε, ανοίξατε,αυτός είναι ο καλός μου! Γιώργος Ιωάννου, Παραλογές Βοηθητικό Λεξιλόγιο: 1) Μαλαματένιος= χρυσαφένιος 2) Κτένι, πατήματα, καρούλια= εξαρτήματα του αργαλειού 3) Μαύρος= άλογο 7
4) Κοντοκρατώ= σταματώ για λίγο 5) Απαντέχω= περιμένω 6) Ψωμί, κερί του μοίρασα= στην κηδεία του,μοίρασα ψωμί και κερί,όπως μου είχε παραγγείλει 7) Κι απέκει= και μετά 8) Ροζακιά= είδος σταφυλιού 9) Γιανιτζαριά = οι γενίτσαροι του τουρκικού στρατού 10) Βάγια= υπηρέτρια, νταντά 11) Λησμονά= ξεχνά Ερωτήσεις 1) Πού βρισκόταν και τι έκανε η κόρη όταν την συνάντησε ο ξενιτεμένος (ο άντρας της) σύμφωνα με το πρώτο και το δεύτερο ποίημα;(μον. 1) 2 α) Ποιες είναι οι ψεύτικες ειδήσεις που έδωσε ο ξενιτεμένος στην κόρη, β)γιατί το κάνει και γ) ποια η αντίδραση της κόρης; (Μον. 1,5) 3) Να γράψετε τα σημάδια που ζητάει η κόρη από τον ξενιτεμένο όπως φαίνονται στο πρώτο ποίημα, ώστε να πειστεί ότι είναι πραγματικά ο δικός της άντρας. Ποιο είναι το πιο πειστικό για την ίδια; Να εξηγήσετε. (Μον. 1,5) 4) Να γράψετε τέσσερα (4) χαρακτηριστικά με παραδείγματα των δημοτικών τραγουδιών μέσα από το πρώτο ποίημα. (Μον. 2) 8
9