European Ombudsman Επιστολή του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή με την οποία αρχίζει μια έρευνα Στρασβούργο, 3 Δεκεμβρίου 1999 Κύριε Πρόεδρε, Το άρθρο 195 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας παρέχει στον διαμεσολαβητή της Ευρωπαϊκής Ενώσεως τη δυνατότητα να διενεργεί εξετάσεις ιδία πρωτοβουλία όσον αφορά περιπτώσεις κακής διοικήσεως στα πλαίσια της δράσεως των κοινοτικών οργάνων και οργανισμών. Δυνάμει της εν λόγω διατάξεως προβαίνω δια της παρούσης στην έναρξη εξετάσεως με θέμα την καθυστέρηση πληρωμών από την Επιτροπή. Οι λόγοι για τη διενέργεια της εξετάσεως παρατίθενται στο τμήμα 1 κατωτέρω. Το πεδίο της εξετάσεως ορίζεται στο τμήμα 2. Το τμήμα 3 καθορίζει τη διαδικασία που θα ακολουθήσει ο διαμεσολαβητής, στην οποία περιλαμβάνεται και η δυνατότητα συμμετοχής του κοινού στην εξέταση. 1 Οι λόγοι για την εξέταση "Βασικό κριτήριο για την ορθή οικονομική διαχείριση είναι οι λογαριασμοί να πληρώνονται εγκαίρως." (1) Η Επιτροπή έχει προσδιορίσει ότι η καθυστέρηση πληρωμών προς τους πιστωτές της είναι συνεχές πρόβλημα. Τον Μάιο 1991 η Επιτροπή όρισε ότι εντός συνολικά 60 ημερών από της παραλαβής τιμολογίου πρέπει να διενεργείται η πληρωμή. Οι 60 ημέρες αποτελούνται από 40 ημέρες εντός των οποίων ο διατάκτης πρέπει να προβεί στην εκκαθάριση της πληρωμής και να διατάξει την εκτέλεσή της και από 20 ημέρες εντός των οποίων πρέπει να υπάρξει έγκριση από τον δημοσιονομικό έλεγχο για να ακολουθήσει έλεγχος και εκτέλεση της πληρωμής από το λογιστήριο. (2) Τον Ιούνιο 1995 η Επιτροπή όρισε ως στόχο τη διενέργεια του 95 % των πληρωμών εντός 60 ημερών και την κατ' αρχήν μη υπέρβαση 90 ημερών για όλες τις πληρωμές. Επιπλέον δόθηκαν οδηγίες στους διατάκτες να πληροφορούν τον αποδέκτη της πληρωμής εντός 25 ημερών εάν υπάρχει ο κίνδυνος να ξεπερασθεί για οιονδήποτε λόγο το χρονικό όριο των 60 ημερών. (3) Η Επιτροπή επανήλθε στο θέμα της καθυστερήσεως στις πληρωμές σε μία ανακοίνωσή της με ημερομηνία 27 Μαρτίου 1996. (4) Όμως μία άλλη ανακοίνωση με ημερομηνία 10 Ιουνίου 1997 αναγνώριζε ότι η κατάσταση δεν είχε βελτιωθεί. Ανακοίνωνε επίσης ότι από 1ης Οκτωβρίου 1997 η Επιτροπή θα καταβάλλει τόκους όταν υπάρχει για οιονδήποτε λόγον υπέρβαση του χρονικού ορίου των 60 ημερών. Το χρονικό όριο των 60 ημερών αίρεται εάν η Επιτροπή φρονεί ότι ο πιστωτής δεν έχει προσκομίσει τα απαραίτητα έγγραφα ή ότι χρειάζονται περαιτέρω έλεγχοι. 1
Επιπλέον, τόκος καταβάλλεται μόνον στην περίπτωση συμβατικής σχέσεως στην οποία ο ανάδοχος παρέχει σαφώς προσδιορίσιμη υπηρεσία. (5) Καταγγελίες στον διαμεσολαβητή Από της ενάρξεως της πρώτης θητείας μου ως διαμεσολαβητή της Ευρωπαϊκής Ενώσεως έλαβα καταγγελίες με θέμα την καθυστέρηση πληρωμής από την Επιτροπή. Μία εξ αυτών, η οποία αφορούσε καθυστέρηση επτά μηνών στην καταβολή αμοιβών και εξόδων σε εμπειρογνώμονα, οδήγησε τον διαμεσολαβητή στη διατύπωση των εξής περαιτέρω παρατηρήσεων: Ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής επεσήμανε την ανακοίνωση των επιτρόπων Gradin και Liikanen, με τη σύμφωνη γνώμη του Προέδρου, σχετικά με χρονικά περιθώρια για τις πληρωμές της Επιτροπής και τους τόκους που πρέπει να καταβάλλονται σε καθυστερημένες πληρωμές (SEC (97) 1205, 10 Ιουνίου 1997). Από την ανακοίνωση προκύπτει ότι η Επιτροπή προσπαθεί να περιορίσει τις καθυστερήσεις των πληρωμών και προτείνει την καταβολή τόκων σε περιπτώσεις καθυστερήσεων. Ο Διαμεσολαβητής θα επανεξετάσει την κατάσταση όσον αφορά τις προσφυγές σε βάρος της Επιτροπής που αφορούν καθυστερημένες πληρωμές αμοιβών και εξόδων, προκειμένου να εξετάσει το κατά πόσον είναι σκόπιμο να αναληφθεί μία εξέταση ιδίας πρωτοβουλίας για το θέμα αυτό. (6) Η απόφαση στην οποία εμπεριέχονται οι ως άνω παρατηρήσεις ελήφθη τον Δεκέμβριο 1997. Στη διετία που παρήλθε από της αποφάσεως ο αριθμός καταγγελιών που ελήφθησαν με θέμα την καθυστέρηση πληρωμών από την Επιτροπή έχει αυξηθεί. Οι καταγγελίες αφορούν όχι μόνον αμοιβές και δαπάνες αλλά και άλλες συμβατικές καταβολές καθώς επίσης και βοηθήματα και επιδοτήσεις. Μία εκ των περιπτώσεων που αφορούσε βοηθήματα οδήγησε τον διαμεσολαβητή να διατυπώσει την εξής επίκριση: Οι αρχές της χρηστής διοικήσεως επιβάλλουν τη διεξαγωγή πληρωμών εντός ευλόγου χρόνου και την παροχή σαφών και κατανοητών πληροφοριών, όταν ζητούνται, σχετικά με τα αίτια τυχόν καθυστερήσεως. Στα κατ' επανάληψη διατυπωθέντα αιτήματα του καταγγέλλοντος για πληροφορίες η Επιτροπή δεν εξήγησε επαρκώς για ποίον λόγο χρειαζόταν περαιτέρω τρεις και ήμισυ μήνες για τη διενέργεια πληρωμής, και τούτο αφού είχαν παρέλθει πέντε και ήμισυς μήνες στη διάρκεια των οποίων είχε ζητήσει περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με διάφορες πτυχές της τελικής εκθέσεως του καταγγέλλοντος. Δεν είναι επίσης σαφές εάν η έγκριση της πληρωμής στην οποία παραπέμπει η δήλωση της οικονομικής συμβολής σημαίνει έγκριση από τη ΓΔ XXIII ή από τη Γενική Διεύθυνση Δημοσιονομικού Ελέγχου, ΓΔ XX. Προς τούτοις η Επιτροπή δεν φαίνεται να πληροφόρησε τον καταγγέλλοντα πότε τελικώς εγκρίθηκαν οι οικονομικές πτυχές του έργου και πότε τοποθετείται η έναρξη της περιόδου των 60 ημερών εντός των οποίων προβλέπεται η καταβολή του ποσού στον τραπεζικό λογαριασμό του καταγγέλλοντος. (7) Δώδεκα καταγγελίες που έγιναν στον διαμεσολαβητή με θέμα την καθυστέρηση πληρωμής από την Επιτροπή τελούν ακόμη υπό διερεύνηση μένει να δει κανείς εάν οι σχετικοί ισχυρισμοί ευσταθούν. Ο αριθμός όμως των καταγγελιών καθώς και άλλες περιπτώσεις τις οποίες μου έθεσαν υπόψη βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υποδεικνύουν ότι είναι ευρέως διαδεδομένη η αντίληψη ότι η καθυστέρηση πληρωμών από την Επιτροπή παραμένει σοβαρό πρόβλημα. Αποτελέσματα από την καθυστέρηση πληρωμής Η Επιτροπή έχει προτείνει οδηγία για τις καθυστερήσεις πληρωμών από επιχειρήσεις και αρχές του δημοσίου στα κράτη μέλη. (8) Έχει εξηγήσει ότι η οικονομική συλλογιστική για την πρόταση αυτή συνίσταται στο ότι η καθυστέρηση πληρωμών απειλεί την επιβίωση τόσο επιχειρήσεων όσο και θέσεων εργασίας και ότι μία στις τέσσαρες πτωχεύσεις οφείλεται στην καθυστέρηση πληρωμών. (9) Η συλλογιστική αυτή ισχύει και για την Επιτροπή. Προς τούτοις η καθυστέρηση πληρωμών από την Επιτροπή αποτελεί πλήγμα για την υπόληψή 2
της και γενικότερα είναι εις βάρος των σχέσεων ανάμεσα στους πολίτες και τα θεσμικά όργανα και υπηρεσίες της Ενώσεως. Οι παρατηρήσεις αυτές ισχύουν όχι μόνον για τις εμπορικές συναλλαγές αλλά επίσης και για τις καταβολές βοηθημάτων και επιδοτήσεων. (10) Όπως σημειώνεται ανωτέρω, από του Οκτωβρίου 1997 η Επιτροπή είναι διατεθειμένη να καταβάλλει τόκο στους πιστωτές όταν παρατηρείται υπέρβαση του χρονικού ορίου των 60 ημερών και πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Το μέτρο αυτό ασφαλώς μειώνει τις συνέπειες από την καθυστέρηση πληρωμών για πολλούς αναδόχους έργων. Ωστόσο μερικές μικρότερες επιχειρήσεις ενδέχεται να μην μπορέσουν να επιβιώσουν λόγω προβλημάτων ρευστότητας που οφείλονται στην καθυστέρηση πληρωμών, ενώ άλλες ενδέχεται να το επιτύχουν μόνον χάρις στον δανεισμό με επιτόκιο υψηλότερο εκείνου το οποίο καταβάλλει η Επιτροπή. Ο διαμεσολαβητής σημειώνει επίσης ότι η καταβολή τόκου μεταβιβάζει το οικονομικό άχθος που είναι συνυφασμένο με την καθυστέρηση πληρωμών από τους αναδόχους έργων στον προϋπολογισμό της Κοινότητας και άρα στους φορολογούμενους. Κατά συνέπειαν δεν είναι προφανές ότι η θέσπιση της καταβολής τόκου δρα ως κίνητρο για να προβαίνουν οι διάφορες υπηρεσίες της Επιτροπής σε πληρωμές εγκαίρως. Εν γένει λοιπόν φαίνεται ότι, ενώ ενδεχομένως μειώνει αλλά δεν εξαλείφει τις αρνητικές συνέπειες από την καθυστέρηση πληρωμών, η καταβολή τόκου ουδόλως συμβάλλει στον προσδιορισμό ή την αντιμετώπιση της αιτίας ή των αιτιών που την προκαλούν. 2 Το πεδίο της εξετάσεως Εν πρώτοις ο διαμεσολαβητής ζητεί από την Επιτροπή να του γνωστοποιήσει ποία μέτρα έχει λάβει για να προσδιορίσει και να αντιμετωπίσει τα αίτια της καθυστερήσεως στη διενέργεια πληρωμών προς τους αναδόχους έργων και τους δικαιούχους βοηθημάτων και επιδοτήσεων. Δεύτερον, θα μπορούσε να επιτευχθεί περισσότερη κατανόηση του θέματος από πλευράς του κοινού εάν η Επιτροπή παρουσίαζε ανάλυση των αιτίων στα οποία εξακολουθεί να οφείλεται το πρόβλημα των καθυστερημένων πληρωμών μαζί με ανάλυση των τρόπων με τους οποίους θα μπορούσε αυτό να αντιμετωπισθεί. Η ως άνω δεύτερη ανάλυση θα ήταν χρήσιμο να προβαίνει σε διάκριση ανάμεσα στα θέματα που θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν σε διοικητικό επίπεδο και σε εκείνα που θα απαιτούσαν δράση σε επίπεδο κοινοτικής νομοθεσίας. Τρίτον, η πρόταση οδηγίας περί καθυστερήσεων πληρωμών από επιχειρήσεις και αρχές του δημοσίου στα κράτη μέλη σημειώνει ότι "οι συνέπειες των καθυστερήσεων πληρωμών μπορούν να λειτουργήσουν αποτρεπτικά μόνον αν συνοδεύονται από ταχείες και αποτελεσματικές για τον δανειστή διαδικασίες." Ο διαμεσολαβητής έχει λάβει λοιπόν καταγγελίες σε περιπτώσεις όπου η Επιτροπή έχει άρει το όριο των 60 ημερών επικαλούμενη ότι η τεκμηρίωση την οποία παρέσχε ο ανάδοχος του έργου είναι ελλιπής, ή ότι χρειάζεται να διενεργηθούν περαιτέρω έλεγχοι. Πέραν τούτων μερικές καταγγελίες διατυπώνουν τον ισχυρισμό ότι δεν ελήφθησαν επαρκείς πληροφορίες εγκαίρως από την Επιτροπή όσον αφορά την τεκμηρίωση που πρέπει να υποβληθεί ώστε να δικαιολογείται η πληρωμή. Ως εκ των άνω ο διαμεσολαβητής ζητεί από την Επιτροπή να του γνωστοποιήσει τις διαδικασίες επανορθώσεως της ζημίας οι οποίες είναι στη διάθεση των αναδόχων έργου σε περίπτωση διαφωνίας με την Επιτροπή όσον αφορά την επάρκεια της επιδόσεως του αναδόχου ή της τεκμηριώσεως που καλείται να παράσχει. Ο διαμεσολαβητής ζητεί επίσης από την Επιτροπή να δηλώσει εάν φρονεί ότι οι διαδικασίες προς επανόρθωση της ζημίας είναι δεόντως ταχείες και αποτελεσματικές και εάν θα 3
μπορούσε να εξετασθεί το ενδεχόμενο να επέλθουν βελτιώσεις σε αυτές. 3 Η διαδικασία της εξετάσεως Ο αριθμός επιχειρήσεων και πολιτών που μπορεί να αντιμετωπίσουν προβλήματα τα οποία οφείλονται στην καθυστέρηση πληρωμών από την Επιτροπή είναι δυνάμει πολύ μεγάλος. Φαίνεται κατά συνέπειαν επιθυμητό να προβλεφθεί η δυνατότητα ενός είδους συμμετοχής του κοινού στη διαδικασία της εξετάσεως. Επιπροσθέτως διατυπώνεται συχνά ο ισχυρισμός ότι επιχειρήσεις μπορεί να μην επιθυμούν να καταγγείλουν την καθυστέρηση πληρωμής στην περίπτωσή τους, διότι φοβούνται ότι ούτως θα υπονομεύσουν τις πιθανότητες να τους ανατεθούν έργα στο μέλλον. Η συμμετοχή του κοινού στην εξέταση ιδία πρωτοβουλία θα μπορούσε να παράσχει σε αντιπροσωπευτικές οργανώσεις τη δυνατότητα να εκφράσουν γενικές απόψεις επί τη βάσει των εμπειριών των μελών τους. Η πρόσκληση για τη συμμετοχή του κοινού θα διεξαχθεί ως εξής: αντίγραφο της παρούσης θα αποσταλεί σε αντιπροσωπευτικές οργανώσεις και επίσης θα τεθεί προς γνώση του κοινού στη θέση του διαμεσολαβητή στο Ίντερνετ. Άτομα που ενδεχομένως επιθυμούν να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικές με αυτήν την ιδία πρωτοβουλία εξέταση θα έχουν ούτως τη δυνατότητα να το πράξουν. Όμως η εξέταση ιδία πρωτοβουλία δεν θα ασχοληθεί με τις επί μέρους υποθέσεις, οι οποίες θα μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο καταγγελίας στον διαμεσολαβητή. Για να διευκολυνθεί η συμμετοχή του κοινού, ζητώ από την Επιτροπή να παράσχει τη γνώμη της σε όλες τις επίσημες γλώσσες. Δεδομένου του θέματος της εξετάσεως ιδία πρωτοβουλία, ο διαμεσολαβητής της Ευρωπαϊκής Ενώσεως θα ενημερώσει επίσης το Ελεγκτικό Συνέδριο σχετικά με την εξέταση και θα το καλέσει να υποβάλει γνώμη, η οποία ενδέχεται επίσης να δημοσιοποιηθεί στη θέση του διαμεσολαβητή στο Ίντερνετ. Θα ήθελα να μου αποστείλει η Επιτροπή τη γνώμη της πριν από την 31η Μαρτίου 2000. Με εξαιρετική εκτίμηση Jacob SÖDERMAN Κοινοποίηση: Κύριον Eeckhout (1) Φράση του επιτρόπου Erkki Liikanen στην ανακοίνωση τύπου της Επιτροπής IP/97/506, 10 Ιουνίου1997. (2) SEC (91) 1172. (3) SEC (95) 1122. (4) SEC (96) 564. (5) SEC (97) 1205. (6) Καταγγελία 606/22.5.96/AH/UK/IJH, δημοσιεύεται στην ετήσια έκθεση 1997, σελ. 221. (7) Υπόθεση 440/98/IJH. (8) Βλέπε: Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ 36/1999 της 29ης Ιουλίου 1999, που καθορίσθηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για 4
την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές, 1999 ΕΕ C 284/1. (9) Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου για την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές SEC/99/1398 τελικό - COD 99/0099. (10) Βλέπε: Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη βλάβη που προκάλεσε η Επιτροπή λόγω καθυστερημένης πληρωμής, 1998 ΕΕC 341/379. 5