ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Πρόγραμμα Σπουδών: Διοίκηση Επιχειρήσεων & Οργανισμών Θεματική Ενότητα: ΔΕΟ 24 Δημόσια Διοίκηση Γραπτή Εργασία 1 (Εισαγωγή στη Δημόσια Διοίκηση και Δημόσια Πολιτική) Ακαδ. Έτος: 2012-13 Θέμα Η δημόσια πολιτική για την ανοικτή και εξ αποστάσεως τριτοβάθμια εκπαίδευση εκφράστηκε στη χώρα μας μεταξύ άλλων με την ίδρυση και λειτουργία του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Στις μέρες μας το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο είναι ο βασικός θεσμός δια βίου μάθησης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με αποστολή την εξ αποστάσεως παροχή προπτυχιακής και μεταπτυχιακής εκπαίδευσης και επιμόρφωσης. Αποτυπώστε τα χαρακτηριστικά της δημόσιας πολιτικής για την δια βίου και την ανοικτή και εξ αποστάσεως τριτοβάθμια εκπαίδευση όπως εξειδικεύεται με την ίδρυση και λειτουργία του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου με βάση τους εξής άξονες: 1. Την κατηγοριοποίηση των δημόσιων πολιτικών σε διανεμητικές, αναδιανεμητικές και ρυθμιστικές. 2. Tην επίδραση εξωγενών παραγόντων στο πλαίσιο διαμόρφωσης και υλοποίησής της. 3. Τα είδη των επιπτώσεων που επιφέρει στην ανάπτυξη των ανθρωπίνων πόρων στην Ελλάδα. Εισαγωγή στο Θέμα Λέξεις Κλειδιά: Δημόσια Πολιτική, Εξ Αποστάσεως Προγράμματα Εκπαίδευσης, Δια Βίου Κατάρτισης, Στρατηγική της Λισαβόνας, Διανεμητικές, Αναδιανεμητικές και Ρυθμιστικές Δημόσιες Πολιτικές, Κατηγορίες και Επίπεδα Δημόσιων Πολιτικών, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο Εισαγωγή στο Θέμα Το Κράτος εφαρμόζοντας κάποιες πολιτικές μπορεί να επιτύχει έναν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση Δημόσιας Πολιτικής. Η ίδρυση του ΕΑΠ είναι μια Δημόσια Πολιτική, [1]
διαρκούς επιμόρφωσης ατόμων κάθε ηλικίας με σκοπό την αύξηση της παραγωγικότητας στην Ελλάδα αλλά και την ύπαρξη θετικών εξωτερικών οικονομιών, μέσω βελτίωσης της εκπαίδευσης, κατάρτισης ατόμων που ίσως είχαν αποκλειστεί από την εκπαίδευση κτλ. 1.Σύμφωνα με την Λαδή και την Νταλάκου (2008 : 28) οι δημόσιες πολιτικές διαφοροποιούνται ανάλογα «με τις επιπτώσεις τους στην κοινωνία και διακρίνει μεταξύ διανεμητικών, αναδιανεμητικών, ρυθμιστικών και αυτορυθμιστικών πολιτικών». Το Κράτος οφείλει να παράγει κάποια δημόσια αγαθά που ειδάλλως δεν θα παράγονταν από τον ιδιωτικό τομέα (ή η προσφερθείσα ποσότητα τους θα ήταν λιγότερη από τις ανάγκες της κοινωνίας). Η Δημόσια Πολιτική αποσκοπεί πάντα σε εναρμόνιση των επιταγών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των τάσεων της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης να ακολουθεί τις οδηγίες για προσφορά ποιοτικών προγραμμάτων εκπαίδευσης (προπτυχιακά, μεταπτυχιακά και διδακτορικά) στα πλαίσια ενός σύγχρονου Πανεπιστημίου (Ε.Α.Π.). Οι διανεμητικές πολιτικές μπορεί «να προσφέρουν οφέλη σε μεγάλο αριθμό ατόμων, όπως π.χ. η ενίσχυση των αγροτικών προϊόντων, οι φοροαπαλλαγές, η δωρεάν εκπαίδευση, κλπ. Κατά κανόνα οι διανεμητικές πολιτικές περιλαμβάνουν τη χρήση δημόσιων πόρων» (Λαδή και Νταλάκου 2008 : 28) Έτσι και στην περίπτωση του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου το Κράτος χρησιμοποιεί δημόσιες πόρους (και απολήξεις κεφαλαίων από την Ε.Ε.) για να μπορέσει να δώσει μόρφωση σε ομάδες πληθυσμού που είτε θέλουν να αποκτήσουν ένα πρώτο πτυχίο (εάν δεν μπόρεσαν μέχρι τώρα) είτε σε επανακατάρτιση ήδη πτυχιούχων. Το Ε.Α.Π. μπορεί επίσης να παράσχει ένα πτυχίο τυπικής επιμόρφωσης σε άτομα που ήδη έχουν εργασιακή εμπειρία απλώς δεν έχουν το τυπικό προσόν (δηλαδή το πτυχίο). Άρα αν κάποιος υποψήφιος κάνει αίτηση (πληρώντας τα οριζόμενα φυσικά κριτήρια), καταβάλει τα δίδακτρα και αποδεχτεί τους κανονισμούς τότε έχει δικαίωμα να φοιτήσει. «Οι αναδιανεμητικές πολιτικές περιλαμβάνουν τις σκόπιμες προσπάθειες της πολιτείας να μεταβάλει την κατανομή της ευημερίας, του εισοδήματος, της ιδιοκτησίας ή των δικαιωμάτων μεταξύ τάξεων ή ομάδων του πληθυσμού όπως οι έχοντες και οι μη [2]
έχοντες. Η εισαγωγή αναδιανεμητικών πολιτικών από μια κυβέρνηση δεν είναι εύκολη καθώς συνεπάγεται την αναδιανομή οικονομικών ή θεσμικών πόρων» (όπως πριν, σελίδα 28). Παλαιότερα για να εισαχθεί ένας υποψήφιος σε ΑΕΙ της χώρας εξεταζόταν μέσω των Πανελληνίων εξετάσεων. Αργότερα μπροστά στην ευκαιρία της μόρφωσης σαν δημόσιο αγαθό αλλά και την γενικότερη αύξηση της ευημερίας ενός Κράτους με την παροχή μόρφωσης σε περισσότερους υπηκόους του η πρόσβαση στα ΑΕΙ έχει καταστεί εφικτή σε πολλούς ανθρώπους. Μάλιστα κάποιες ομάδες του πληθυσμού έχουν πλεονεκτική θέση για είσοδο στο ΕΑΠ. Τα ΑΜΕΑ (άτομα με ειδικές ανάγκες) εισάγονται σε ποσοστό 3% επί των προβλεπόμενων θέσεων. Άτομα πάνω των 23 ετών έχουν πλεονέκτημα στην κλήρωση (και κάτι τέτοιο είναι λογικό, άλλωστε στο ΕΑΠ φοιτούν και μεγαλύτερες ηλικίες από αυτές που παραδοσιακά υπάρχουν στα άλλα ΑΕΙ πχ Πάντειος). Τέλος εκπαιδευτικό προσωπικό των ΤΕΙ χωρίς Master εισάγεται προνομιακά (ίσως συντελώντας και στην αναβάθμιση του εκπαιδευτικού προσωπικού των ΤΕΙ, άρα δίνοντας μια γενικότερη ωφέλεια στο εκπαιδευτικό μας σύστημα). Τέλος τα δίδακτρα του ΕΑΠ μειώθηκαν λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσης της χώρας μας (και υπάρχει πλέον δυνατότητα πληρωμής μέσω δόσεων) άρα και αδύναμες οικονομικές ομάδες μπορούν να σπουδάσουν σε ένα ΑΕΙ (χωρίς να χρειαστεί να αλλάξουν πόλη, να υποστούν έξοδα προετοιμασίας Πανελληνίων). Τέλος το ευέλικτο ωράριο επιτρέπει σε εργαζόμενους, μητέρες και άτομα με αρρώστιες άνετα από τον χώρο τους να μελετούν και να αποκτούν υψηλής ποιότητας Πανεπιστημιακά πτυχία. «Οι ρυθμιστικές πολιτικές θέτουν περιορισμούς και όρια στην συμπεριφορά ατόμων και ομάδων. Δηλαδή περιορίζουν την ελευθερία επιλογής ή την ευχέρεια δράσης Επίσης, ρυθμιστικές είναι οι πολιτικές που αφορούν στον έλεγχο της ρύπανσης, την προστασία του καταναλωτή, κτλ» (όπως πριν, σελίδα 28). Έτσι και στο ΕΑΠ. Όλοι οι συμμετέχοντες έχουν συγκεκριμένο ρόλο. Οι ΣΕΠ και ΔΕΠ οφείλουν να ακολουθούν τα καθήκοντα της θέσης εργασίας τους, και να εφαρμόζουν τον προβλεπόμενο εσωτερικό κανονισμό (πχ προσόντα διορισμού, προσέλευση στις ΟΣΣ, διόρθωση γραπτών σε συγκεκριμένο χρόνο κτλ). Από την άλλη και οι φοιτητές του ΕΑΠ οφείλουν να είναι τακτικοί στην καταβολή των διδάκτρων τους, να ακολουθούν τις οδηγίες που τους [3]
δίδονται από την σχολή κτλ. Φυσικά γίνεται κλήρωση για να γίνει κάποιος φοιτητής του ΕΑΠ (παρουσία εισαγγελικής αρχής), πρέπει ο υποψήφιος να πληρεί κάποιες προϋποθέσεις εισαγωγής, να καταθέσει έγκαιρα σωστά την αίτηση του και να δώσει σωστά στοιχεία ταυτοποίησης. Το ΕΑΠ κάθε χρόνο σε όλα τα πτυχία θέτει όρους συμμετοχής (δίδακτρα, προθεσμία αίτησης, προσόντα-δικαιολογητικά για την εκπόνηση Διδακτορικής διατριβής). Θέμα 2. Η Ελλάδα ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στα πλαίσια του γενικότερου στόχου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Λισσαβόνας είναι επιθυμητό «να καταστεί η Ε.Ε. η ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία της γνώση ανά την υφήλιο ικανή για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και με μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή» (Γκόβαρης και Ρουσσάκης 2008: 20). Η Στρατηγική της Λισαβόνας διευκόλυνε τον θεσμό του ΕΑΠ μιας και με αυτόν επετράπη η αύξηση της Κοινωνίας της Πληροφορίας και της Γνώσης, της συμμετοχής των πολιτών στην εκπαίδευση σε οποιαδήποτε ηλικία. «Ο χώρος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αποτέλεσε στη διάρκεια αυτής της περιόδου άλλο ένα πεδίο ανάπτυξης της ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής. Με τη Διακήρυξη της Μπολόνια το 1999- σήμερα συμμετέχουν πάνω από σαράντα χώρες στη Διαδικασία της Μπολόνια- επιχειρείται η σύγκλιση των συστημάτων ανώτατης εκπαίδευσης μέσα από την προώθηση ενός συστήματος εύκολα αναγνωρίσιμων και συγκρίσιμων ακαδημαϊκών βαθμών, καθώς και μέσα από την προώθηση της κινητικότητας σπουδαστών, διδασκόντων και ερευνητών» (όπως πριν, σελίδα 16). Έτσι και στην περίπτωση του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, διεθνείς Διακηρύξεις, Στρατηγικές της Ε.Ε. και διεθνώς παραδεδεγμένες αρχές της εκπαίδευσης εφαρμόζονται σε αυτό το εκπαιδευτικό ίδρυμα. Η Ελλάδα ως μια εξευρωπαϊσμένη χώρα, σε έναν βαθμό, ακολουθεί τις οδηγίες της Ε.Ε., για να μπορέσει να είναι συνεπείς με τις διεθνείς εξελίξεις. «Ο εξευρωπαϊσμός αναφέρεται στην αλληλεπίδραση του εθνικού και ευρωπαϊκού επιπέδου στη δημιουργία [4]
πολιτικής, την τυπική και άτυπη διάχυση των ιδεών και πολιτικών μέσα στα σύνορα της Ε.Ε.» (Λαδή και Νταλάκου 2008: 138). Έτσι και στην περίπτωση της Ελλάδος μέσω του εξευρωπαϊσμού υιοθετήθηκε ο θεσμός του Ανοικτού Πανεπιστημίου, ένας θεσμός που υπήρχε εδώ και αρκετά χρόνια και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες (πχ Γερμανία και Ισπανία). Η Ελλάδα με αυτόν τον τρόπο μπορεί να επενδύσει στον τεταρτογενή της τομέα δηλαδή την γνώση και την πληροφορία, αφού υπολείπεται στο κεφάλαιο και την τεχνολογία σε σχέση με την Δυτική Ευρώπη. Ένας άλλος εξωτερικός παράγοντας που επιδρά στην εκπαίδευση είναι η παγκοσμιοποίηση. ΑΕΙ από όλον τον κόσμο αλλάζουν το πρόγραμμα σπουδών τους, διαμορφώνουν στρατηγικές συμμαχίες με εταιρίες και πρωτοπορούν στην έρευνα (πχ MIT). «Η παγκοσμιοποίηση κατανοείται ως μια πολυδιάστατη και πολυεπίπεδη διαδικασία που είναι τόσο υλική όσο και ιδεατή» (Λαδή και Νταλάκου 2008: 128). Έτσι και το ΕΑΠ, προωθεί την μόρφωση ανεξαρτήτου ηλικίας, φύλου ή άλλης διάκρισης. Επίσης επιτρέπει την αύξηση της παραγωγικότητας (μιας και βγάζει πτυχιούχους ΑΕΙ). Κατά έναν τρόπο βοηθά και το Κράτος καθώς το τελευταίο θα μπορέσει στις επόμενες γενιές να φορολογήσει επαγγελματίες που ειδάλλως δεν θα υπήρχαν καν αν δεν ήταν το ΕΑΠ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μας μεταφέρει πολιτικές. Το ΕΑΠ χρηματοδοτείται εν μέρει από τους φοιτητές (δίδακτρα 8.000 Ευρώ περίπου για το προπτυχιακό πρόγραμμα) και εν μέρει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακόμα και τα βιβλία του ΕΑΠ στην ράχη τους φέρουν τον τίτλο Ευρωπαϊκή Ένωση, Συγχρηματοδότηση Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο. Οι αλλαγές στην αγορά εργασίας είναι ραγδαίες. Το ΕΑΠ προσφέρει σύγχρονα πτυχία (Διοίκησης Επιχειρήσεων ειδικότερα) που είναι περιζήτητα στην αγορά εργασίας, καθώς βγάζουν πτυχιούχους λογιστές-οικονομολόγους. Η δια βίου μάθηση είναι μια πραγματικότητα και στην Ελλάδα, επηρεασμένη από την μεταφορά πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την παγκοσμιοποίηση και τις αλλαγές της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα. Θέμα 3. [5]
H Λαδή και Νταλάκου (2 008: 88) γράφουν πως υπάρχουν 4 είδη επιπτώσεων από την Δημόσια Πολιτική (και στην προκειμένη της ίδρυσης και λειτουργίας του Ανοικτού Πανεπιστημίου). «Οι κύριες επιδράσεις είναι οι κεντρικές ουσιαστικές επιπτώσεις που οι θεμελιωτές της παρέμβασης ήθελαν να επιτύχουν. Οι κύριες επιδράσεις συνδέονται με τους ουσιαστικούς στόχους των διαμορφωτών της δημόσιας πολιτικής και αναπτύσσονται στην περιοχή-στόχο» (όπως πριν, σελίδα 88). Έτσι και στην περίπτωση του ΕΑΠ, η ίδρυση του ενίσχυσε την μόρφωση και τις γραμματικές δεξιότητες ανθρώπων που τις χρειάζονταν είτε για την αγορά εργασίας είτε για δική τους επιμόρφωση. Η πόλη της Πάτρας αναβαθμίστηκε από την ίδρυση του ΕΑΠ και βέβαια άτομα από όλη την χώρα μπόρεσαν να γνωρίσουν την επιστήμη της Διοίκησης Επιχειρήσεων, του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, της Ορθόδοξης Πίστης κτλ. Οι παράπλευρες επιδράσεις «είναι οι συνέπειες έξω από τη βασική περιοχή-στόχο της παρέμβασης. Οι παράπλευρες επιδράσεις μπορεί να είναι προβλέψιμες ή μη προβλέψιμες, θετικές ή αρνητικές» (όπως πριν, σελίδα 88). Θετικές επιδράσεις μπορεί να είναι η προσέλκυση διαφόρων σημαντικών επιστημόνων να διδάξουν στο ΕΑΠ και με την παρουσία τους να αυξήσουν τις γνώσεις των φοιτητών και το ανθρώπινο κεφάλαιο της χώρας. Επίσης αρκετά βιβλιοπωλεία έχουν αυξήσει την πελατεία τους, ειδικά σε εργασίες που η κύρια βιβλιογραφία δεν αρκεί στο να δοθεί μία άριστη απάντηση. Τέλος, με την λειτουργία του ΕΑΠ αξιοποιήθηκαν κτίρια (πχ OTE Academy, ΣΕΛΕΤΕ) και τα Σάββατα-Κυριακές όπου κατά κανόνα οι ΟΣΣ διεξάγονται. Οι αρνητικές επιδράσεις «βρίσκονται ακριβώς ενάντια στους στόχους που έχουν τεθεί κατά τη διαμόρφωση της δημόσιας πολιτικής Οι αρνητικές επιδράσεις μπορεί να εμφανιστούν πολλά χρόνια μετά την παρέμβαση και να είναι δευτερογενείς, τριτογενείς κ.ο.κ.» (όπως πριν, σελίδα 88). Εδώ αξίζει να αναφέρουμε τα κίνητρα κάποιον φοιτητών να σπουδάσουν στο ΕΑΠ. Μπορεί ένας φοιτητής εργαζόμενος στο Δημόσιο να μην ενδιαφέρεται πραγματικά να αποκτήσει γνώσεις απλώς ένα πτυχίο ΑΕΙ για να αυξήσει τον μισθό του (ή να αξιολογηθεί ευνοϊκότερ α σε ενδεχόμενη κρίση των δημοσίων υπαλλήλων). Ίσως από την άλλη το ΕΑΠ με την ύπαρξη του να μειώσει την ζήτηση για [6]
άλλα ΑΕΙ (καθώς κάποιος νέος θα προτιμήσει να βγει στην αγορά εργασίας- χωρίς έξοδα προετοιμασίας Πανελλήνιων) και μετά από λίγα χρόνια να σπουδάσει αυτό που του αρέσει στο ΕΑΠ. Ο Λιοναράκης (199 9: 6) αναφέρεται στα πλεονεκτήματα που εισήγαγε ο θεσμός του Ανοικτού Πανεπιστημίου στην Ελλάδα (αξίζει να σημειωθεί πως στο εξωτερικό από την δεκαετία του 1960 αρκετές χώρες είχαν αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα). Ο Λιοναράκης (1999: 6) γράφει πως «η πολυμορφική εκπαίδευση οριοθετεί τη διάσταση της απόστασης μέσα σε ένα εκπαιδευτικό πλαίσιο προσεγγίσεων α) ποιότητας, β) ευέλικτης χρήσης μέσων και εργαλείων και γ) συνθετικής παρουσίασης επιλεγμένων βιβλιογραφικών κειμένων που καλύπτουν όλο το γνωστικό αντικείμενο». Είναι προφανές πως όσο περισσότερη εκπαίδευση λαμβάνει το ανθρώπινο δυναμικό τόσο πιο πολύ μπορεί να λάβει γνώσεις και δεξιότητες. Επίσης η ποιότητα είναι βασικό χαρακτηριστικό της εκπαιδευτικής υπηρεσίας που πρέπει να είναι ευχάριστη αλλά και συνάμα εποικοδομητική. Πολλά κείμενα που έχουν γραφτεί για το συγκεκριμένο μάθημα παρατίθενται (όπως πριν, σελίδα 6) δίνοντας μια πιο ολοκληρωμένη άποψη για την εκάστοτε θεματική ενότητα. Σύμφωνα με την Μελέτη Αξιολόγησης του Ανοικτού Πανεπιστημίου (28-29 σελίδες) «Το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο συνιστά πραγματικά έναν πρωτοποριακό θεσμό που σχεδιάστηκε και αναπτύχθηκε καλύπτοντας δύο μεγάλα κενά στην Ελλάδα. Καταρχήν, την παροχή εξ αποστάσεως Σπουδών και, κατά δεύτερον, την ανοικτή Εκπαίδευση, υπό την έννοια της ίσης πρόσβασης σε όλους τους δυνητικούς Φοιτητές και, ιδιαίτερα, σε εργαζόμενους ενήλικες με ευρύ φάσμα ηλικιών (23-30 ετών)». Η επίπτωση στους ανθρώπινους πόρους είναι προφανής. Ως ανθρώπινοι πόροι ορίζεται το ανθρώπινο κεφάλαιο μιας χώρας. Δηλαδή το σύνολο των αντρών και γυναικών που είναι ικανοί να παράξουν κάποια προστιθέμενη αξία (αγαθά ή/και υπηρεσίες) μέσα στην χώρα μας. Το ενδιαφέρον με το ΕΑΠ είναι ότι και ένας κάτοικος απομακρυσμένης περιοχής, ή ακόμα και ένας έλληνας του εξωτερικού έχει το δικαίωμα να καταθέσει αίτηση και να γίνει πτυχιούχος ΑΕΙ. Μεγάλης ηλικίας φοιτητές γίνονται δεκτοί (και μάλιστα [7]
παλαιότερα όσο πιο μεγάλος ήταν ένας υποψήφιος ελάμβανε ένα μόριο για κάθε έτος ηλικίας άνω των 28). Η καμπύλη παραγωγικών δυνατοτήτων της Ελλάδος είναι συνάρτηση της γνώσης και της υπάρχουσας τεχνολογίας. Αν βγουν στην αγορά στελέχη της Διοίκησης Επιχειρήσεων ως λογιστές, οικονομολόγοι και marketer τότε θα αυξηθεί η καμπύλη παραγωγικών δυνατοτήτων προς τα δεξιά (μιας και χωρίς το ΕΑΠ αυτού του επιπέδου η μόρφωση δεν θα ήταν εφικτή). Παράλληλα μαζί με το ΕΑΠ αυξάνεται η ζήτηση για βιβλία και εκπαιδευτικό υλικό. Τέλος η αυξημένη γνώση (στην Κοινωνία της Πληροφορίας) είναι απαραίτητη στην προσπάθεια της ελληνικής πραγματικής σύγκλισης με τους προηγμένους εταίρους μας. Πηγές Γκόβαρης Χρ., Ρουσσάκης Ι. (2008), Ευρωπαϊκή Ένωση: Πολιτικές στην Εκπαίδευση, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (σελ. 104-140) http://www.pi-schools.gr/programs/epim_stelexoi/epim_yliko/book6.pdf Λαδή Σ. και Νταλάκου, Β. (2008), Εισαγωγή στη Δημόσια Διοίκηση και Δημόσια Πολιτική, Τόμος Α, Πάτρα: Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο Λιοναράκης Α. (199 9), «Εξ αποστάσεως και συμβατική εκπαίδευση: συγκλίνουσες ή αποκλίνουσες δυνάμεις;» Στο: Centre National d Enseignement a Distance, Distance Learning at the dawn of the third millennium, Poitiers leandros.physics.uoi.gr/odl/input/odl%20a%20lionarakis%20(1).doc Μελέτη Αξιολόγησης Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (σελ. 24-85) http://repository.edulll.gr/edulll/handle/10795/117 Ιστοσελίδα Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου http://www.eap.gr/ [8]