ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ, 20, 27-37 2009 Ε.Α.Ψ. Η σχέση της αντιλαμβανόμενης ηγετικής συμπεριφοράς του προπονητή και της ικανοποίησης αθλητριών συγχρονισμένης κολύμβησης Σταυρούλα Ντόμαλη, Μαρία Ψυχουντάκη, Σωκράτης Καλουψής και Χρυσούλα Χαιροπούλου Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, Πανεπιστήμιο Αθηνών Περίληψη Σκοπός της έρευνας είναι η διερεύνηση της αντίληψης των αθλητριών για τη συμπεριφορά των προπονητών/τριών σε σχέση με την ικανοποίηση που αυτές βιώνουν, καθώς επίσης, αν αυτή η σχέση διαφοροποιείται σε διαφορετικές ηλικιακές ομάδες ή αγωνιστικές κατηγορίες. Το δείγμα αποτέλεσαν 165 αθλήτριες συγχρονισμένης κολύμβησης, τριών αγωνιστικών κατηγοριών (κορασίδες Α, νεανίδες, γυναίκες), ηλικίας 13-29 ετών. Οι αθλήτριες συμπλήρωσαν την Κλίμακα Ηγετικής Συμπεριφοράς στον Αθλητισμό και την Κλίμακα Ικανοποίησης Αθλητών. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ικανοποίηση από την ηγεσία εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τους παράγοντες της Κλίμακας Ηγετικής Συμπεριφοράς, ιδιαίτερα από την κοινωνική υποστήριξη και την προπόνηση και οδηγίες. Η συνάρτηση αυτή ισχυροποιείται καθώς οι αθλήτριες περνούν από τις κορασίδες στις γυναίκες. Στην Κλίμακα Ηγετικής Συμπεριφοράς, οι μέσες τιμές ήταν σημαντικά μικρότερες στην προπόνηση και οδηγίες, θετική ανατροφοδότηση, κοινωνική υποστήριξη και δημοκρατική συμπεριφορά και σημαντικά μεγαλύτερες στην αυταρχική συμπεριφορά στις γυναίκες σε σύγκριση με τις νεανίδες και κορασίδες Α. Οι γυναίκες παρουσίασαν, επίσης, σημαντικά χαμηλότερες μέσες τιμές στην ικανοποίηση από την ηγεσία αλλά όχι στην προσωπική απόδοση (Κλίμακα Ικανοποίησης Αθλητών). Συμπερασματικά, η αντίληψη των αθλητριών για τη συμπεριφορά του προπονητή, επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την αθλητική τους ικανοποίηση, επίδραση η οποία ισχυροποιείται με την αύξηση της αθλητικής εμπειρίας. Λέξεις κλειδιά: αντιλαμβανόμενη ηγετική συμπεριφορά, ικανοποίηση, συγχρονισμένη κολύμβηση Abstract The purpose of this study was to examine the perceived leadership in relation to athlete s satisfaction, and also, if this relationship differs because of different age groups or athletic categories. The sample included 165 female athletes of synchronized swimming, of three athletic categories (age group 13-14, junior, senior), aged 13 to 29 years. The athletes completed the Leadership Scale for Sports and the Scale of Athlete Satisfaction. The results showed that satisfaction of leadership behavior is significantly dependent on the factors of the Leadership Scale, especially on social support and training and instruction. This relationship strengthens as the athletes go through age group 13-14 to senior category. The mean values of the Leadership Scale were significantly lower on training and instruction, positive feedback, social support, and democratic behavior and significantly higher on autocratic behavior for senior athletes compared to juniors and age group 13-14. Senior athletes also significantly lower mean values in the leadership factor of the Scale of Athlete Satisfaction but not in the personal outcome. In conclusion, the perception of athletes about leader behavior affects significantly their athletic satisfaction, which is strengthened with athletic experience. Keywords: perceived leadership, satisfaction, synchronized swimming -------------------------------------- Διεύθυνση επικοινωνίας: Εθνικής Αντίστασης 41, 172 37 Δάφνη, Αθήνα. E-mail: sdomali@phed.uoa.gr
Σ. ΝΤΟΜΑΛΗ, M. ΨΥΧΟΥΝΤΑΚΗ, Σ. ΚΑΛΟΥΨΗΣ & Χ. ΧΑΙΡΟΠΟΥΛΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ηγεσία έχει αποτελέσει αντικείμενο ερευνών σε ατομικά και ομαδικά αθλήματα, ερασιτεχνικές και επαγγελματικές κατηγορίες ή διαφορετικές ηλικιακές ομάδες, σε άνδρες και γυναίκες (Chelladurai, 1990). Αναφερόμενοι στον όρο ηγεσία εννοούμε «τη διαδικασία επηρεασμού των δραστηριοτήτων μιας οργανωμένης ομάδας στο πλαίσιο των προσπαθειών της για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου στόχου» (Barrow, 1977, σελ. 232). Ειδικότερα, όταν αναφερόμαστε σε ομάδες αθλητών/τριών, η ηγεσία ορίζεται ως μια διαδικασία με την οποία ένα άτομο επηρεάζει μια ομάδα ατόμων για την επίτευξη ενός κοινού στόχου (Northouse, 2001). Παρά το μεγάλο αριθμό μελετών που έχουν δημοσιευθεί αναφορικά με την ηγεσία, οι ερευνητές εξακολουθούν να εξετάζουν τους παράγοντες που συνδέονται με την αποτελεσματικότητα αυτής (Chelladurai & Riemer, 1998, σελ. 227-253). Αθλητές και προπονητές αναγνωρίζουν την ηγετική συμπεριφορά του προπονητή ως καθοριστικό παράγοντα της απόδοσης και της επιτυχίας. Στην πραγματικότητα, έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε επιτυχημένους τους προπονητές που έχουν φέρει πολλά νικηφόρα αποτελέσματα. Έτσι, όταν αθλητές ή ομάδες νικούν, θεωρούμε ότι οι προπονητές τους εφαρμόζουν την κατάλληλη ηγετική συμπεριφορά, που οδηγεί στην επιτυχία. Η νίκη αποτελεί ένδειξη επιτυχημένης ηγετικής συμπεριφοράς από τον προπονητή, αλλά δεν είναι αρκετή, διότι η επιτυχημένη ηγεσία δεν είναι μία απλή νίκη σε έναν αγώνα. Στο χώρο του αθλητισμού, πολλοί προπονητές έχουν δώσει δείγματα επιτυχημένης ηγετικής ικανότητας και συμπεριφοράς. Πιο συγκεκριμένα στον αγωνιστικό αθλητισμό η αντιλαμβανόμενη ηγετική συμπεριφορά του προπονητή, η οποία αναφέρεται στην αντίληψη των αθλητριών για τη συμπεριφορά που επιδεικνύει ο προπονητής τους (Chelladurai & Saleh, 1980), εμπλέκεται με την επίτευξη κοινών στόχων στην εκτέλεση του έργου της ομάδας (Chelladurai, 1984). Ο Chelladurai και οι συνεργάτες του πρότειναν το Πολυδιάστατο Μοντέλο Ηγεσίας (Multidimensional Model of Leadership), σύμφωνα με το οποίο η σύγκλιση των τριών τύπων ηγετικής συμπεριφοράς (ενδεικνυόμενης, προτιμώμενης, αντιλαμβανόμενης) έχει θετική επίδραση στην απόδοση της ομάδας και στην ικανοποίηση των μελών της (Chelladurai, 1978, 1990, 1993 Chelladurai & Carron, 1978). Με βάση το Πολυδιάστατο Μοντέλο Ηγεσίας δημιουργήθηκε η Κλίμακα Ηγετικής Συμπεριφοράς στον Αθλητισμό (Leadership Sport Scale Chelladurai & Saleh, 1980) με σκοπό τη μέτρηση της συμπεριφοράς του προπονητή, όταν καθοδηγεί τους αθλητές του, η οποία αποτελείται από πέντε παράγοντες: προπόνηση και οδηγίες, δημοκρατική συμπεριφορά, αυταρχική συμπεριφορά, κοινωνική υποστήριξη και θετική ανατροφοδότηση. Οι συγκεκριμένες συμπεριφορές από την πλευρά του προπονητή αποτελούν προγνωστικούς παράγοντες για την ικανοποίηση του αθλητή, που ορίζεται ως «η θετική συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο αθλητής και προέρχεται από τη σύνθετη αξιολόγηση των δομών, διαδικασιών και αποτελεσμάτων της αθλητικής εμπειρίας» (Chelladurai & Riemer, 1997, σελ. 135). Η ικανοποίηση στον αθλητισμό έχει μελετηθεί σε συνδυασμό με πολλές μεταβλητές, σε σχέση με τον προπονητή (Chelladurai, 1984 Dwyer & Fischer, 1990 Eys, Loughead, & Hardy, 2007), την ομάδα (Weiss & Friedrichs, 1986), την προσωπική απόδοση ή την απόδοση της ομάδας (Chelladurai, 1984), τα ατομικά αποτελέσματα των αθλητών (Chelladurai, Imamura, Yamaguchi, Oinuma, & Miyauchi, 1988), τη συνοχή (Carron, 1984) ή τα κίνητρα συμμετοχής (Carron & Chelladurai, 1981). Κυρίως όμως η ικανοποίηση των αθλητών έχει μελετηθεί σε συνδυασμό με την ηγετική συμπεριφορά του προπονητή (Horne & Carron, 1985 Riemer & Chelladurai, 1995 Schliesman, 1987). Ερευνητικές εργασίες, που ασχολήθηκαν με τη σχέση ηγετικής συμπεριφοράς των προπονητών/τριών και την ικανοποίηση των αθλητών/τριών τους, επιβεβαιώνουν ότι ο αντιλαμβανόμενος τύπος ηγετικής συμπεριφοράς σχετίζεται με την αθλητική ικανοποίηση 28
ΗΓΕΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΑΘΛΗΤΡΙΩΝ (Bebetsos & Theodorakis, 2003 Dwyer & Fischer, 1990 Schliesman, 1987 Weiss & Friedrichs, 1986). Ειδικότερα, ο Chelladurai και συνεργάτες (1988) μελέτησαν τις διαφορές που υπάρχουν στα επίπεδα ικανοποίησης μεταξύ των αθλητών, που αγωνίζονταν στις πανεπιστημιακές ομάδες των χωρών του Καναδά και της Ιαπωνίας. Στην έρευνα, στην οποία συμμετείχαν αθλητές διαφορετικών αθλημάτων (κολύμβηση, πετοσφαίριση, καλαθοσφαίριση, αντιπτέριση, δρομικά αγωνίσματα, πάλη, χόκεϊ), φάνηκε ότι η ηγετική συμπεριφορά του προπονητή έχει σχέση με την ικανοποίηση των αθλητών. Συγκεκριμένα, οι Καναδοί αθλητές εμφάνισαν σημαντικά μεγαλύτερη ικανοποίηση τόσο από την ηγετική συμπεριφορά του προπονητή όσο και από την προσωπική τους απόδοση σε σχέση με τους αθλητές της Ιαπωνίας, που εμφανίστηκαν λιγότερο ικανοποιημένοι από την ηγεσία του προπονητή τους και δυσαρεστημένοι από την προσωπική τους απόδοση. Σε συμφωνία με τα αποτελέσματα των Καναδών αθλητών, μεταγενέστερη μελέτη υποστήριξε ότι οι αθλητές ομαδικών αθλημάτων (καλαθοσφαίριση, πετοσφαίριση, ποδοσφαίριση, υδατοσφαίριση) έδειξαν ικανοποιημένοι τόσο από την ηγετική συμπεριφορά του προπονητή τους όσο και από την προσωπική τους απόδοση (Θεοδωράκης & Μπεμπέτσος, 2003). Άλλες έρευνες αναφέρουν ότι όσο μεγαλύτερη έμφαση δίνεται στην προπόνηση και οδηγίες, την κοινωνική υποστήριξη και τη θετική ανατροφοδότηση, τόσο μεγαλύτερη είναι η ικανοποίηση, που βιώνουν οι αθλητές (Black & Weiss, 1992 Riemer & Chelladurai, 1995). Παρόμοια ευρήματα σημείωσε ο Chelladurai (1984, 1993), ο οποίος χρησιμοποιώντας την Κλίμακα Ηγετικής Συμπεριφοράς στον Αθλητισμό, έδειξε ότι οι αθλητές ήταν ικανοποιημένοι από τη συμπεριφορά των προπονητών/τριών, όταν αυτοί έδιναν έμφαση στην προπόνηση και οδηγίες και στη θετική ανατροφοδότηση, η οποία εστιάζεται στην αναγνώριση και στον έπαινο σχετικά με την καλή απόδοση. Όσον αφορά στην ηλικία των αθλητών/τριών, οι Kenow και Williams (1992), σε μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε μικρές ηλικίες αθλητών, αναφέρουν ότι οι προπονητές/τριες αυτών των κατηγοριών πρέπει να είναι περισσότερο υποστηρικτικοί και λιγότερο αρνητικοί, ειδικά με τους αγχώδεις και χωρίς αυτοπεποίθηση αθλητές. Δεδομένου ότι υπάρχουν αθλήματα που λαμβάνουν μέρος μόνο γυναίκες, όπως είναι η συγχρονισμένη κολύμβηση ή η ρυθμική γυμναστική, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η μελέτη της ικανοποίησης από τη συμπεριφορά του προπονητή στο γυναικείο φύλο, προκειμένου να σημειωθούν τυχόν ιδιαιτερότητες. Σε μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε έφηβες αθλήτριες χόκεϊ φάνηκε πως όσο πιο συχνή και θετική συμπεριφορά δέχονταν οι αθλήτριες από τον προπονητή τους (π.χ. έπαινοι, πληροφορίες, ενθάρρυνση, διόρθωση λαθών) τόσο μεγαλύτερη ήταν η ικανοποίηση που ένιωθαν (Allen & Howe, 1998). Η παρούσα έρευνα επιχειρεί για πρώτη φορά στον αγωνιστικό αθλητισμό και σε ελληνικό πληθυσμό να καταγράψει την αντιλαμβανόμενη ηγετική συμπεριφορά των προπονητών/τριών συγχρονισμένης κολύμβησης σε συνδυασμό με την ηλικία των αθλητριών και να αναζητήσει τη σχέση της με την ικανοποίηση των αθλητριών στο συγκεκριμένο άθλημα. Πιο συγκεκριμένα, σκοπός της έρευνας αυτής είναι η διερεύνηση της αντίληψης των αθλητριών για τη συμπεριφορά των προπονητών/τριών σε σχέση με την ικανοποίηση που αυτές βιώνουν, καθώς επίσης, αν αυτή η σχέση διαφοροποιείται σε διαφορετικές ηλικιακές ομάδες ή αγωνιστικές κατηγορίες. Λαμβάνοντας υπόψη τις έρευνες που έχουν γίνει σε άλλα αθλήματα, ατομικά και ομαδικά, αναμένεται θετική σχέση ανάμεσα στην αντιλαμβανόμενη ηγετική συμπεριφορά του προπονητή (προπόνηση και οδηγίες, δημοκρατική συμπεριφορά, αυταρχική συμπεριφορά, κοινωνική υποστήριξη, θετική ανατροφοδότηση) και την ικανοποίηση (ικανοποίηση από την ηγεσία, ικανοποίηση από την προσωπική απόδοση) των αθλητριών, καθώς επίσης, αναμένονται διαφορές μεταξύ των αγωνιστικών κατηγοριών στις εξεταζόμενες μεταβλητές, με την κατηγορία των γυναικών να διαφέρει σημαντικά από τις κορασίδες Α και τις νεανίδες. 29
Σ. ΝΤΟΜΑΛΗ, M. ΨΥΧΟΥΝΤΑΚΗ, Σ. ΚΑΛΟΥΨΗΣ & Χ. ΧΑΙΡΟΠΟΥΛΟΥ Οι προπονήτριες/τές θα έχουν τη δυνατότητα, αξιολογώντας τις πληροφορίες αυτές, να κατανοήσουν τις ανάγκες και τη συμπεριφορά των αθλητριών και να τροποποιήσουν τη συμπεριφορά τους με βάση την ηλικία και την αγωνιστική κατηγορία, ώστε να δημιουργήσουν θετικό κλίμα στην ομάδα, να πετύχουν την ικανοποίηση των αθλητριών και κατά συνέπεια την εκπλήρωση των στόχων τους σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο. ΜΕΘΟΔΟΣ Δείγμα Το δείγμα της παρούσας έρευνας αποτέλεσαν αθλήτριες συγχρονισμένης κολύμβησης, οι οποίες συγκεντρώθηκαν από τα σωματεία και τα κλιμάκια των εθνικών ομάδων. Πιο συγκεκριμένα, στην έρευνα συμμετείχαν 165 αθλήτριες, ηλικίας 13 έως 29 ετών (Μ = 16.2, SD = 3.8), με αθλητική εμπειρία από 2 έως 21 έτη (Μ = 8.0, SD = 3.7) και συμμετοχή από 4 έως 110 αγώνες (Μ = 23.3, SD = 21.3). Οι δοκιμαζόμενες για να λάβουν μέρος στην έρευνα έπρεπε να πληρούν τις εξής προϋποθέσεις: (α) Να είναι εν ενεργεία αθλήτριες: Για τη συμμετοχή στην έρευνα κρίθηκε απαραίτητο να μην έχει προηγηθεί απουσία των αθλητριών από τις προπονήσεις για οποιονδήποτε λόγο (π.χ. τραυματισμό) ή από την τελευταία αγωνιστική υποχρέωση (π.χ. εγκατάλειψη για ορισμένο χρονικό διάστημα), (β) Να έχουν αθλητική εμπειρία: Η αθλητική εμπειρία των δοκιμαζόμενων έπρεπε να είναι άνω των δύο (2) ετών και κατά το χρονικό διάστημα των μετρήσεων, οι δοκιμαζόμενες έπρεπε να έχουν ήδη συμμετοχή σε τέσσερις (4) πανελλήνιους αγώνες και (γ) Να έχουν ηλικία 13 ετών και άνω: Ο συγκεκριμένος ηλικιακός περιορισμός κρίθηκε απαραίτητος, διότι οι αθλήτριες κατηγορίας κορασίδων Β, ηλικίας 8 έως 12 ετών, δεν θα ήταν σε θέση να κατανοήσουν τη φύση και το περιεχόμενο των ερωτήσεων και να δώσουν έγκυρες και αξιόπιστες απαντήσεις. Οι αθλήτριες χωρίστηκαν σε τρεις (3) ομάδες σύμφωνα με τους κανονισμούς της Παγκόσμιας Κολυμβητικής Ομοσπονδίας (FINA). Αναλυτικότερα, οι ομάδες που μελετήθηκαν ήταν η κατηγορία κορασίδων Α, που περιλάμβανε 75 αθλήτριες ηλικίας 13-14 ετών (Μ = 13.4, SD = 0.5), η κατηγορία νεανίδων, που περιλάμβανε 54 αθλήτριες ηλικίας 15-17 ετών (Μ = 15.9, SD = 0.8) και η κατηγορία γυναικών που περιλάμβανε 36 αθλήτριες ηλικίας 18 ετών και άνω (Μ = 22.4, SD = 2.9). Ερωτηματολόγια H επιλογή των ερωτηματολογίων έγινε με βάση το θεωρητικό πλαίσιο του Πολυδιάστατου Μοντέλου Ηγεσίας (Chelladurai & Saleh, 1980), το σκοπό και τις ερευνητικές μας υποθέσεις σε σχέση με τις υπό μελέτη μεταβλητές. Κριτήριο επιλογής των ερωτηματολογίων αποτέλεσε επίσης το αν οι ψυχομετρικές κατασκευές είναι ειδικά προσαρμοσμένες στον αγωνιστικό αθλητισμό, αν τα όργανα μέτρησης είναι σταθμισμένα στον ελληνικό πληθυσμό και αν ταιριάζουν σε όλες τις ηλικίες των αθλητριών. (α) Για την αξιολόγηση της αντιλαμβανόμενης ηγετικής συμπεριφοράς χρησιμοποιήθηκε η ελληνική έκδοση της Κλίμακας Ηγετικής Συμπεριφοράς στον Αθλητισμό (αντιλαμβανόμενος τύπος) (Leadership Sport Scale Chelladurai & Saleh, 1980 Aγγελoνίδης, Ζέρβας, Κάκκος, & Ψυχουντάκη, 1996). Η Κλίμακα αποτελείται από 40 ερωτήματα, στα οποία οι απαντήσεις δίνονται σε πενταβάθμια κλίμακα τύπου Likert, από το «Πάντα» (1) ως το «Ποτέ» (5). Οι αθλήτριες απάντησαν τα ερωτηματολόγια με βασική οδηγία το πως αντιλαμβάνονται τη συμπεριφορά του προπονητή που τώρα έχουν, για παράδειγμα ο προπονητής μου δε δίνει εξηγήσεις για τις ενέργειές του. Τα ερωτήματα συγκροτούν πέντε παράγοντες: (i) προπόνηση και οδηγίες, (ii) δημοκρατική συμπεριφορά, (iii) αυταρχική συμπεριφορά, (iv) κοινωνική υποστήριξη και (v) θετική ανατροφοδότηση. Οι συντελεστές αξιοπιστίας σε ελληνικό πληθυσμό είναι.94,.83,.67,.84,.88 αντίστοιχα 30
ΗΓΕΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΑΘΛΗΤΡΙΩΝ για τους πέντε παράγοντες. Στην παρούσα έρευνα οι συντελεστές αξιοπιστίας (.84,.80,.67,.75 και.80) ήταν πολύ κοντά στους ανωτέρω. (β) H ικανοποίηση που βιώνουν οι αθλήτριες ως μέλη της ομάδας αξιολογήθηκε με την Κλίμακα Ικανοποίησης Αθλητών (Athletes Satisfaction Scale Chelladurai et al., 1988). Η Κλίμακα περιλαμβάνει 10 ερωτήματα, στα οποία οι απαντήσεις δίνονται σε μία 7βάθμια κλίμακα τύπου Likert όπου το «1» αντιστοιχεί στο «Πάρα πολύ δυσαρεστημένος/η» και το «7» στο «Πάρα πολύ ευχαριστημένος/η», και περιέχει δύο διαστάσεις: (i) ικανοποίηση από την ηγεσία, για παράδειγμα είμαι ικανοποιημένος/η από το πως μου συμπεριφέρεται ο/η προπονητής/τριά μου, και (ii) ικανοποίηση από την προσωπική απόδοση, για παράδειγμα είμαι ικανοποιημένος/η από την προσωπική μου ανάπτυξη και βελτίωση. Η προσαρμογή της Κλίμακας στον ελληνικό πληθυσμό έγινε από τους Θεοδωράκη και Μπεμπέτσο (2003). Οι συντελεστές αξιοπιστίας της Κλίμακας είναι.95 για τον παράγοντα ικανοποίηση από την ηγεσία και.83 για τον παράγοντα ικανοποίηση από την προσωπική απόδοση. Στην παρούσα έρευνα ο συντελεστής αξιοπιστίας για τον παράγοντα ικανοποίηση από την ηγεσία ήταν.90, ενώ για τον παράγοντα ικανοποίηση από την προσωπική απόδοση.61. Διαδικασία Για τη διεξαγωγή της παρούσας έρευνας πραγματοποιήθηκε: (α) Επικοινωνία με τα σωματεία/προπονητές-τριες συγχρονισμένης κολύμβησης, καθώς επίσης και με τους γονείς των αθλητριών, β) Επικοινωνία με τις δοκιμαζόμενες και (γ) Χορήγηση των ερωτηματολογίων. Ειδικότερα, πραγματοποιήθηκε επικοινωνία με όλα τα αθλητικά σωματεία και/ή τους προπονητές/τριες, καθώς επίσης και με τους γονείς των αθλητριών, προκειμένου να ενημερωθούν για τους σκοπούς της έρευνας και να επιτρέψουν τη συμμετοχή τους στην έρευνα. Μετά την αποδοχή συνεργασίας, ενημερώθηκαν οι αθλήτριες, οι οποίες δέχθηκαν να λάβουν μέρος στην έρευνα ανώνυμα. Αφού δόθηκε έγγραφη συγκατάθεση των αθλητριών για τη συμμετοχή τους στην έρευνα, ακολούθησε η χορήγηση των ερωτηματολογίων στους χώρους άθλησης (αίθουσες γυμναστικής, κολυμβητήρια, χώρους συλλόγων) κατά την οποία απουσίαζαν οι προπονητές/τριες, προκειμένου οι αθλήτριες να απαντήσουν ελεύθερα. Η συμπλήρωση των ερωτηματολογίων έγινε λίγο πριν την προπόνηση σε μικρές ομάδες ή/και σε ατομική βάση και είχε διάρκεια περίπου 20-30 λεπτά. Παράλληλα με τα ερωτηματολόγια, οι αθλήτριες συμπλήρωσαν ένα έντυπο καταγραφής ατομικών και δημογραφικών στοιχείων που περιλάμβανε ηλικία, αγωνιστική κατηγορία, αθλητική εμπειρία, συμμετοχή σε αγώνες (αριθμός αγώνων), αγώνισμα (ατομικό, ομαδικό) και χρόνο παραμονής των αθλητριών με τον/την τελευταίο/α προπονητή/τριά τους. Στατιστική ανάλυση Τόσο οι πέντε παράγοντες της Κλίμακας Ηγετικής Συμπεριφοράς στον Αθλητισμό όσο και οι δύο παράγοντες της Κλίμακας Ικανοποίησης Αθλητών υποβλήθηκαν σε πολυμεταβλητή ανάλυση διασποράς (MANOVA) με ανεξάρτητο παράγοντα την κατηγορία των αθλητριών, ακολουθούμενη από post-hoc συγκρίσεις. Οι κατηγορίες των αθλητριών ήταν τρεις, επομένως υπήρξαν και τρεις ανά ζεύγη συγκρίσεις. Για τη διατήρηση της ισχύος των πολλαπλών συγκρίσεων οι συγκρίσεις πραγματοποιήθηκαν με τον έλεγχο Bonferroni. Στην πορεία, με σκοπό την ανάδειξη αλληλοσυσχετίσεων ανάμεσα στους παράγοντες της Κλίμακας Ηγετικής Συμπεριφοράς και τους παράγοντες της Κλίμακας Ικανοποίησης Αθλητών, πραγματοποιήθηκε ανάλυση κανονικών συσχετίσεων, ακολουθούμενη, ξεχωριστά για την κάθε κατηγορία από πολλαπλή γραμμική παλινδρόμηση. Το επίπεδο σημαντικότητας τέθηκε στο 0.05. 31
Σ. ΝΤΟΜΑΛΗ, M. ΨΥΧΟΥΝΤΑΚΗ, Σ. ΚΑΛΟΥΨΗΣ & Χ. ΧΑΙΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Το μοντέλο των κανονικών συσχετίσεων ανέδειξε μια σημαντική κανονική συσχέτιση με υψηλές φορτίσεις από όλους τους παράγοντες της Κλίμακας Ηγετικής Συμπεριφοράς, αλλά ιδιαίτερα από τους παράγοντες προπόνηση και οδηγίες και κοινωνική υποστήριξη προς τον παράγοντα ικανοποίηση από την ηγεσία της Κλίμακας Ικανοποίησης Αθλητών (Σχήμα 1). Ανεξάρτητες συμμεταβλητές (Αντιλαμβανόμενος τύπος ηγετικής συμπεριφοράς) Κανονικές μεταβλητές (συσχετίσεις) Εξαρτημένες μεταβλητές (Αθλητική ικανοποίηση) Προπόνηση και οδηγίες r=0.82 Δημοκρατική συμπεριφορά Αυταρχική συμπεριφορά r=0.49 r=-0.68 1η κανονική συσχέτιση R=0.70 Ιδιοτιμή=0.98 (p<0.01) % μεταβλητότητας = 56.2% r=0.99 Ικανοποίηση από την ηγεσία Κοινωνική υποστήριξη r=0.88 Ικανοποίηση από την προσωπική απόδοση Θετική ανατροφοδότηση r=0.56 Σχήμα 1. Μοντέλο κανονικών συσχετίσεων ανάμεσα στους παράγοντες της Κλίμακας Ηγετικής Συμπεριφοράς στον Αθλητισμό (αντιλαμβανόμενος τύπος) και της Κλίμακας Ικανοποίησης Αθλητών. Το μοντέλο εξηγεί το 56.2% της μεταβλητότητας των εξαρτημένων μεταβλητών, στη συγκεκριμένη περίπτωση μόνο του παράγοντα ικανοποίηση από την ηγεσία, καθώς ο παράγοντας ικανοποίηση από την προσωπική απόδοση δεν εξαρτάται από τους παράγοντες της Κλίμακας Ηγετικής Συμπεριφοράς στον Αθλητισμό. Τα μοντέλα πολλαπλής γραμμικής παλινδρόμησης που πραγματοποιήθηκαν για την κάθε κατηγορία ξεχωριστά έδειξαν ότι οι δύο αυτοί παράγοντες, προπόνηση και οδηγίες και κοινωνική υποστήριξη, της Κλίμακας Ηγετικής Συμπεριφοράς στον Αθλητισμό, μπορούν να εξηγήσουν στις κορασίδες Α το 31.7%, στις νεανίδες το 34.4% και στις γυναίκες το 68.3% της συνολικής μεταβλητότητας του παράγοντα ικανοποίηση από την ηγεσία της Κλίμακας Ικανοποίησης Αθλητών. Η πολυμεταβλητή ανάλυση διασποράς έδειξε ότι η κατηγορία των αθλητριών είχε σημαντική επίδραση στην Κλίμακα Ηγετικής Συμπεριφοράς στον Αθλητισμό (Pillai s Trace=0.185, F 10,318 =3.3, p<0.01). Η επίδραση αυτή, όπως δείχνει ο Πίνακας 1, αφορούσε σε όλους τους παράγοντες εκτός από τον παράγοντα θετική ανατροφοδότηση. 32
ΗΓΕΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΑΘΛΗΤΡΙΩΝ Πίνακας 1. Μέσες τιμές (M) και τυπικές αποκλίσεις (SD) των πέντε παραγόντων της Κλίμακας Ηγετικής Συμπεριφοράς στον Αθλητισμό (αντιλαμβανόμενος τύπος) για τις τρεις κατηγορίες αθλητριών Μ±SD Παράγοντας Κορασίδες Α Νεανίδες Γυναίκες Επιμέρους F-test Προπόνηση και οδηγίες 4.14±0.54 4.16±0.45 3.85±0.85 F 2,162 =3.4, p<0.05 Δημοκρατική συμπεριφορά 2.83±0.72 3.03±0.69 2.52±0.71 F 2,162 =5.8, p<0.01 Αυταρχική συμπεριφορά 2.41±0.67 2.18±0.72 2.99±0.79 F 2,162 =14.4, p<0.01 Κοινωνική υποστήριξη 3.09±0.66 3.29±0.59 2.86±0.91 F 2,162 =4.2, p<0.05 Θετική ανατροφοδότηση 3.81±0.81 3.79±0.76 3.54±0.85 F 2,162 =1.5, p=0.233 Η επίδραση αυτή εξηγείται από το γεγονός ότι οι γυναίκες είχαν μικρότερες μέσες τιμές στους παράγοντες προπόνηση και οδηγίες, κοινωνική υποστήριξη, θετική ανατροφοδότηση και δημοκρατική συμπεριφορά και μεγαλύτερες μέσες τιμές στην αυταρχική συμπεριφορά σε σύγκριση με την κατηγορία των νεανίδων και κορασίδων Α. Οι διαφορές ανάμεσα στις γυναίκες και τις κορασίδες Α, όπως έδειξαν οι post-hoc Bonferroni συγκρίσεις, ήταν στατιστικά σημαντικές για τους παράγοντες δημοκρατική συμπεριφορά, κοινωνική υποστήριξη και αυταρχική συμπεριφορά. Η πολυμεταβλητή ανάλυση διασποράς έδειξε ότι η κατηγορία των αθλητριών είχε σημαντική επίδραση στην Κλίμακα Ικανοποίησης Αθλητών (Pillai s Trace=0.165, F 4,324 =7.3, p<0.01). Η επίδραση αυτή, όπως δείχνει ο Πίνακας 2, αφορούσε στον παράγοντα ικανοποίηση από την ηγεσία, αλλά όχι στον παράγοντα ικανοποίηση από την προσωπική απόδοση. Όπως έδειξαν οι post-hoc Bonferroni συγκρίσεις, στον παράγοντα ικανοποίηση από την ηγεσία οι γυναίκες είχαν στατιστικά χαμηλότερες μέσες τιμές τόσο από τις κορασίδες Α, όσο και από τις νεανίδες. Πίνακας 2. Μέσες τιμές (M) και τυπικές αποκλίσεις (SD) των δύο παραγόντων της Κλίμακας Ικανοποίησης Αθλητών για τις τρεις κατηγορίες αθλητριών Μ±SD Παράγοντας Κορασίδες Α Νεανίδες Γυναίκες Επιμέρους F-test Ικανοποίηση από την ηγεσία Ικανοποίηση από την προσωπική απόδοση 6.19±0.62 6.06±0.80 5.31±1.47* F 2,162 =11.5, p<0.01 5.82±0.86 5.61±0.62 5.86±0.66 F 2,162 =1.4, p=0.243 33
Σ. ΝΤΟΜΑΛΗ, M. ΨΥΧΟΥΝΤΑΚΗ, Σ. ΚΑΛΟΥΨΗΣ & Χ. ΧΑΙΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΥΖΗΤΗΣΗ Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η διερεύνηση της αντίληψης των αθλητριών για τη συμπεριφορά των προπονητών/τριών σε σχέση με την ικανοποίηση που αυτές βιώνουν, καθώς επίσης, αν αυτή η σχέση διαφοροποιείται σε διαφορετικές ηλικιακές ομάδες ή αγωνιστικές κατηγορίες. Τα ευρήματα της παρούσας έρευνας φαίνεται ότι επιβεβαιώνουν την υπόθεση για τη θετική σχέση μεταξύ της ηγετικής συμπεριφοράς του προπονητή και της ικανοποίησης που βιώνουν οι αθλήτριες και συμφωνούν με την υπάρχουσα βιβλιογραφία (Bebetsos & Theodorakis, 2003 Chelladurai et al., 1988 Schliesman, 1987). Στην ίδια κατεύθυνση, οι Dwyer και Fischer (1990) μελέτησαν τη σχέση ανάμεσα στην ηγετική συμπεριφορά του προπονητή και την ικανοποίηση των αθλητών/τριών από τη συμμετοχή τους στον αγωνιστικό αθλητισμό και υποστήριξαν ότι οι αθλητές που δέχτηκαν θετική κριτική, προπόνηση και οδηγίες και αυταρχική συμπεριφορά σε χαμηλό επίπεδο από τον/την προπονητή/τριά τους, εμφάνισαν ικανοποίηση σε υψηλό ποσοστό. Παρόμοια αποτελέσματα ανέφερε ο Chelladurai (1984, 1993), ο οποίος επιβεβαίωσε ότι οι αθλητές ήταν ικανοποιημένοι από τη συμπεριφορά των προπονητών/τριών, όταν αυτοί έδιναν έμφαση στην προπόνηση και οδηγίες και στη θετική ανατροφοδότηση. Επίσης, οι Weiss και Friedrichs (1986) υποστήριξαν ότι οι προπονητές/τριες, που επιβράβευαν συχνότερα τους αθλητές τους και τους παρείχαν περισσότερη υποστήριξη, είχαν πιο ικανοποιημένους αθλητές. Σύμφωνα με τους Riemer και Chelladurai (1995), όσο περισσότερη προπόνηση και οδηγίες, κοινωνική υποστήριξη και θετική ανατροφοδότηση παρέχουν οι προπονητές, τόσο μεγαλύτερη είναι και η ικανοποίηση που αισθάνονται οι αθλητές τους. Τα αποτελέσματα της παρούσας εργασίας έδειξαν ότι η ικανοποίηση από την ηγεσία εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τους παράγοντες της Κλίμακας Ηγετικής Συμπεριφοράς, ιδιαίτερα από την κοινωνική υποστήριξη και την προπόνηση και οδηγίες. Η εξάρτηση αυτή, ισχυροποιείται με την αύξηση της αθλητικής εμπειρίας, καθώς οι αθλήτριες περνούν από τις κορασίδες στις γυναίκες. Έτσι, η εμπειρία της κατηγορίας των γυναικών, που προκύπτει από τη μακροχρόνια προπονητική και αγωνιστική δραστηριότητα, φαίνεται να τις οδηγεί στη συνειδητοποίηση ότι η ευχαρίστηση, που βιώνουν ως αθλήτριες, είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την ικανότητα του/της προπονητή/τριάς να τους παρέχει τη σωστή καθοδήγηση (προπόνηση και οδηγίες) και υποστήριξη (κοινωνική υποστήριξη), εύρημα στο οποίο κατέληξε και η μελέτη των Black και Weiss (1992). Tα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας επιβεβαιώνουν επίσης την υπόθεση, σύμφωνα με την οποία υπάρχουν στατιστικώς σημαντικές διαφορές μεταξύ των αγωνιστικών κατηγοριών (κορασίδες Α, νεανίδες, γυναίκες) στους παράγοντες που απαρτίζουν την ηγετική συμπεριφορά του προπονητή (προπόνηση και οδηγίες, δημοκρατική συμπεριφορά, αυταρχική συμπεριφορά, κοινωνική υποστήριξη, θετική ανατροφοδότηση), καθώς και την ικανοποίηση των αθλητριών (ικανοποίηση από την ηγεσία, ικανοποίηση από την προσωπική απόδοση). Προηγούμενες έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στο χώρο του αθλητισμού, επιβεβαιώνουν τις διαφορές στους παράγοντες της ηγετικής συμπεριφοράς του προπονητή (Riemer & Chelladurai, 1995 Turman, 2001), καθώς επίσης και της ικανοποίησης των αθλητών/τριών από τη συμπεριφορά του/της προπονητή/τριάς τους (Chelladurai & Riemer, 1997 Riemer & Chelladurai, 1998). Συγκεκριμένα, στην Κλίμακα Ηγετικής Συμπεριφοράς στον Αθλητισμό παρατηρήθηκε η εξάρτηση των τιμών των παραγόντων από την κατηγορία των αθλητριών, που είναι κυρίως αποτέλεσμα της διαφοροποίησης της κατηγορίας των γυναικών. Οι γυναίκες, οι μεγαλύτερες σε ηλικία αθλήτριες, αντιλαμβάνονται την ηγετική συμπεριφορά του/της προπονητή/τριάς τους περισσότερο αυταρχική από τις αθλήτριες των δύο άλλων αγωνιστικών κατηγοριών, ενώ αντίθετα, έχουν την αντίληψη ότι λαμβάνουν προπόνηση και 34
ΗΓΕΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΑΘΛΗΤΡΙΩΝ οδηγίες, θετική ανατροφοδότηση, κοινωνική υποστήριξη και δημοκρατική συμπεριφορά σε μικρότερο βαθμό από ότι οι νεανίδες και κορασίδες Α. Όσον αφορά στην Κλίμακα Ικανοποίησης Αθλητών, και συγκεκριμένα στην ικανοποίηση από την ηγεσία, που βιώνουν οι αθλήτριες ως μέλη της ομάδας, η κατηγορία των γυναικών εμφάνισε σημαντικά χαμηλότερη μέση τιμή από τις κατηγορίες των κορασίδων Α και των νεανίδων. Φαίνεται λοιπόν ότι οι γυναίκες -η μεγαλύτερη σε εμπειρία κατηγορίαεμφάνισαν μικρότερη ικανοποίηση από τη συμπεριφορά του προπονητή σε σχέση με τις δύο άλλες κατηγορίες, εύρημα που είναι σε συμφωνία με προγενέστερη μελέτη, η οποία υποστήριξε ότι η αθλητική εμπειρία επηρεάζει το επίπεδο ικανοποίησης των αθλητών/τριών, καθώς οι πιο έμπειροι αθλητές/τριες ασκούν αυστηρότερη κριτική στη συμπεριφορά του προπονητή τους (Θεοδωράκης & Μπεμπέτσος, 2003). Το γεγονός αυτό πιθανόν να οφείλεται στο ότι στη συγχρονισμένη κολύμβηση οι αθλήτριες ξεκινούν την αθλητική τους σταδιοδρομία αρκετά νωρίς, καθώς λαμβάνουν μέρος σε αγώνες από πολύ μικρή ηλικία, με αποτέλεσμα στην κατηγορία των γυναικών η κούραση των προπονήσεων και των αγώνων να τις οδηγούν σταδιακά σε μείωση της θετικής αντίληψης, που έχουν για τη συμπεριφορά του προπονητή τους, καθώς και της ικανοποίησης που βιώνουν ως αθλήτριες. Αντιθέτως, στον παράγοντα ικανοποίηση από την προσωπική απόδοση της Κλίμακας Ικανοποίησης Αθλητών δεν υπήρχε σημαντική διαφορά ανάμεσα στις τρεις κατηγορίες αθλητριών. Οι γυναίκες, σε αντίθεση με την ικανοποίηση από την ηγεσία του προπονητή, φάνηκε ότι είναι ικανοποιημένες από την προσωπική τους απόδοση σε συμφωνία με τα αποτελέσματα του Chelladurai και συνεργατών (1988), που υποστήριξαν ότι οι Καναδοί αθλητές εκφράζουν ικανοποίηση από την προσωπική τους απόδοση. Από την άλλη πλευρά, στην ίδια έρευνα αναφέρεται ότι οι Ιάπωνες αθλητές εμφανίζονται δυσαρεστημένοι από την προσωπική τους απόδοση. Συμπερασματικά, από τα αποτελέσματα της εργασίας αυτής φαίνεται ότι η αντίληψη των αθλητριών συγχρονισμένης κολύμβησης για την ηγετική συμπεριφορά του/της προπονητή/τριάς τους επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την ικανοποίηση που βιώνουν από το ρόλο τους ως αθλήτριες, επίδραση η οποία ισχυροποιείται με την αύξηση της αθλητικής εμπειρίας. Παρέχεται λοιπόν στους/στις προπονητές/τριες η δυνατότητα, αξιολογώντας τα συγκεκριμένα ευρήματα, να κατανοήσουν τις διαφορές των αθλητριών και να υιοθετήσουν μια διαφορετική συμπεριφορά, με βάση την ηλικία και την αγωνιστική τους κατηγορία, προκειμένου να δημιουργήσουν θετικό κλίμα στην ομάδα και να έχουν ικανοποιημένες αθλήτριες. Μελλοντικές έρευνες θα μπορούσαν να διερευνήσουν την ικανοποίηση που απορρέει από την ηγετική συμπεριφορά των προπονητών/τριών σε αθλητές διαφορετικών ηλικιακών ομάδων, αγωνιστικών κατηγοριών, αθλημάτων, εθνικοτήτων ή φύλου. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Αγγελονίδης, Ι., Ζέρβας, Ι., Κάκκος, Β., & Ψυχουντάκη, Μ. (1996). Εγκυρότητα και αξιοπιστία της Κλίμακας Ηγεσίας στον Αθλητισμό-έκδοση προπονητού. Στο Ι. Θεοδωράκης & Α. Παπαϊωάvvου (Επιµ.), Πρακτικά 1 ου Διεθνούς / 4 ου Πανελληνίου Συνεδρίου Αθλητικής Ψυχολογίας (σελ. 232-237). Κομοτηνή. Allen, J.B., & Howe, B.L. (1998). Player ability, coach feedback, and adolescent athletes perceived competence and satisfaction. Journal of Sport and Exercise Psychology, 20, 280-299. Barrow, J.C. (1977). The variables of leadership: A review and conceptual framework. Academy of Management Review, 2, 231-251. Bebetsos, E., & Theodorakis, N. (2003). Athletes satisfaction among team handball players in Greece. Perceptual and Motor Skills, 97, 1203-1208. 35
Σ. ΝΤΟΜΑΛΗ, M. ΨΥΧΟΥΝΤΑΚΗ, Σ. ΚΑΛΟΥΨΗΣ & Χ. ΧΑΙΡΟΠΟΥΛΟΥ Black, S.J., & Weiss, M.R. (1992). The relationship among perceived coaching behaviors, perceptions of abi1ity, and motivation in competitive age-group swimmers. Journal of Sport & Exercise Psychology, 14, 309-325. Carron, A.V. (1984). Motivation: Implications for coaching and teaching. London, ON: Sport Dynamics. Carron, A.V., & Chelladurai, Ρ. (1981). Cohesiveness, coach-athlete compatibility, participation orientation, and their relationship to relative performance and satisfaction. Psychology of Motor Behavior and Sport (pp. 86). College Park, Maryland: North American Society for the Psychology of Sport and Physical Activity. Chelladurai, Ρ. (1978). A contingency model of leadership in athletics. Unpublished doctoral dissertation, Department of Management Sciences, University of Waterloo. Chelladurai, Ρ. (1984). Discrepancy between preferences and perceptions of leadership behavior and satisfaction of athletes in varying sports. Journal of Sport Psychology, 6, 27-41. Chelladurai, Ρ. (1990). Leadership in sports: A review. International Journal of Sport Psychology, 21, 328-354. Chelladurai, Ρ. (1993). Leadership. In R.N. Singer, Μ. Murphy & L.Κ. Tennant (Eds.), Handbook of research on sport psychology (pp. 647-671). New York: Macmillan Publishing Company. Chelladurai, Ρ., & Carron, A.V. (1978). Leadership. Ottawa: Canadian Association of Health, Physical Education and Recreation. Chelladurai, Ρ., Imamura, Η., Yamaguchi, Υ., Oinuma, Υ., & Miyauchi, Τ. (1988). Sport leadership in a cross-national setting: The case of Japanese and Canadian university athletes. Journal of Sport & Exercise Psychology, 10, 374-389. Chelladurai, Ρ., & Riemer, H.A. (1997). A classification of the facets of athlete satisfaction. Journal of Sport Management, 11, 133-159. Chelladurai, Ρ., & Riemer, H.A. (1998). Measurement of leadership in sports. In J. L. Duda (Ed.), Advances in Sport and Exercise Psychology Measurement (pp. 227-253). Morgantown, WV: Fitness Information Technology. Chelladurai, Ρ., & Saleh, S.D. (1980). Dimensions of leader behavior in sports: Development of a leadership scale. Journal of Sport Psychology, 2, 34-45. Dwyer, J.M., & Fischer, D.G. (1990). Wrestlers perceptions of coaches leadership as predictors of satisfaction with leadership. Perceptual and Motor Skills, 71, 511-517. Eys, M.A., Loughead, T.M., & Hardy, J. (2007). Athlete leadership and satisfaction in interactive sport teams. Psychology of Sport & Exercise, 8, 281-296. Horne, T., & Carron, A.V. (1985). Compatibility in coach-athlete relationships. Journal of Sport Psychology, 7, 137-149. Kenow, L.J., & Williams, J.M. (1992). Relationship between anxiety, self-confidence, and evaluation of coaching behaviors. The Sport Psychologist, 6(4), 344-357. Northouse, P.G. (2001). Leadership: Theory and practice. Thousand Oaks, CA: Sage Publications. Riemer, H.A., & Chelladurai, P. (1995). Leadership and satisfaction in athletics. Journal of Sport & Exercise Psychology, 17, 276-293. Riemer, H.A., & Chelladurai, P. (1998). Development of the athlete satisfaction questionnaire (ASQ). Journal of Sport & Exercise Psychology, 20, 127-156. Schliesman, E.S. (1987). Relationship between the congruence of preferred and actual leader behavior and subordinate satisfaction with leadership. Journal of Sport Behavior, 10(3), 157-166. Θεοδωράκης, Ν., & Μπεμπέτσος, Ε. (2003). Διερεύνηση της Ικανοποίησης Αθλητών: Μία Πρώτη Προσέγγιση. Αναζητήσεις στη Φυσική Αγωγή & τον Αθλητισμό, 1(2), 197 203. 36
ΗΓΕΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΑΘΛΗΤΡΙΩΝ Turman, P.D. (2001). Situational coaching styles. The impact of success and athlete maturity level on coaches leadership styles over time. Small Group Research, 32(5), 576-594. Weiss, M.R., & Friedrichs, W.D. (1986). The influence of leader behaviors, coach attributes, and institutional variables on performance and satisfaction of collegiate basketball teams. Journal of Sport Psychology, 8, 332-346. 37