ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ςυςτημα ΚΑΙ



Σχετικά έγγραφα
ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΟΜΟΛΟΓΙΩΝ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Αγορές (Χαρακτηριστικά Αγορών Κεφαλαίου, Οργανωμένες Αγορές, Πρωτογενείς Αγορές). 1 β Πρωτογενείς αγορές είναι οι αγορές στις οποίες:

Αγορές (Χαρακτηριστικά Αγορών Κεφαλαίου, Οργανωμένες Αγορές, Πρωτογενείς Αγορές). 1 β Πρωτογενείς αγορές είναι οι αγορές στις οποίες:

Αγορές (Χαρακτηριστικά Αγορών Κεφαλαίου, Οργανωμένες Αγορές, Πρωτογενείς Αγορές).

Ομόλογα (Τίτλοι σταθερού εισοδήματος, δικαιώματα και υποχρεώσεις) 1 δ Για τα ομόλογα μηδενικού τοκομεριδίου (zero coupon bonds) ισχύει ότι:

ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΟΡΟΙ ΟΜΟΛΟΓΩΝ

Διεθνείς Αγορές Χρήματος και Κεφαλαίου. Ομολογίες, Διάρκεια, Προθεσμιακά Επιτόκια, Ανταλλαγές Επιτοκίων

Ομόλογα (Τίτλοι σταθερού εισοδήματος, δικαιώματα και υποχρεώσεις)

ΚΟΣΤΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ Κόστος κεφαλαίου κόστος ευκαιρίας των κεφαλαίων Υποθέσεις υπολογισμού Στάδια υπολογισμού Πηγές χρηματοδότησης (κεφαλαίου)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. Αποτίμηση αξιογράφων σταθερού εισοδήματος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ

Μετοχές (Μετοχικοί Τίτλοι, βασικά χαρακτηριστικά, δικαιώματα και υποχρεώσεις)

Πολιτική Οικονομία Ι: Μακροθεωρία και Πολιτική Νίκος Κουτσιαράς. Κυριάκος Φιλίνης

Εργαστήριο Εκπαίδευσης και Εφαρμογών Λογιστικής. Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική Ανάλυση

Οι λειτουργίες του. ιδακτικοί στόχοι. χρήµατος. Αναφορά των ιδιοτήτων του. Αναφορά στα είδη του χρήµατος. Κατανόηση της λειτουργίας του

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ

Χρηματοοικονομική ΙΙ


Περιεχόμενα 9. Περιεχόμενα

Συχνές Ερωτήσεις. Ομολογιακά Δάνεια & Ομόλογα. Έκδοση 2.0 Αύγουστος 2016

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Liquidity Risk, Swaps, Interest Rate Caps and Stress Testing

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΕΙΔΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα. MSc in Accounting & Finance ΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ Μάθημα: ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΣ & ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Βασικές Χρηματοοικονομικές έννοιες

Απόδοση/ Κίνδυνος (Είδη κινδύνου, σχέση κινδύνου- απόδοσης)

Χρηματοοικονομική Ι. Ενότητα 7: Μετοχικοί τίτλοι. Ιωάννης Ταμπακούδης. Τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι

Περιεχόμενα. Το Χρηματοπιστωτικό Σύστημα

Άσκηση 2 Να βρεθεί η πραγματοποιηθείσα απόδοση της προηγούμενης άσκησης, υποθέτοντας ότι τα τοκομερίδια πληρώνονται δύο φορές το έτος.

Αποτίμηση Επιχειρήσεων

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος)

EPSILON EUROPE PLC. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ Έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2017

ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΕΑΠ ΔΕΟ 31 ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΔΕΟ 31 ΤΟΜΟΣ Β ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

1 2, ,19 0,870 2,78 2 2, ,98 0,756 3,01 3 2, ,98 0,658 3,28

Asset & Wealth Management Α.Ε.Π.Ε.Υ.

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ

Ακολουθούν ενδεικτικές ασκήσεις που αφορούν τη δεύτερη εργασία της ενότητας ΔΕΟ31

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος...13

ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΝΕΑΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ THN. 30 Σεπτεμβρίου 2006

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2009

Αγορά Εταιρικών Ομολόγων στο Χρηματιστήριο Αθηνών Ξέρετε ότι ;

ΔΙΑΛΕΞΗ 11 η ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΜΕΤΟΧΩΝ & ΤΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Γενική Περιγραφή Αγοράς Στόχου (Target Market) 1. Γενικά. 2. Ορισμοί

ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ Ι. Γενική Εισαγωγή ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ. 1. Γενική Εισαγωγή. 2. Λογιστική Απεικόνιση o Τοκοφόρες και μη Υποχρεώσεις ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

Η λειτουργία των τραπεζών 1. Περιεχόμενα. Ιούλιος 2012

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Αγορά Εταιρικών Ομολόγων στο Χρηματιστήριο Αθηνών Ξέρετε ότι ;

Αγορά Ομολόγων στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Ξέρετε ότι ; Φεβρουάριος Athens Exchange

ΙΟΝΙΚΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΑΘΗΝΑΙ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ «MARPRO ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» ΑΡ.Μ.Α.Ε /004/Β/09/0100 ΠΡΟΣ ΤΗΝ

Κάνοντας click στους αριθμούς μέσα σε κόκκινα ορθογώνια, μεταϕέρεστε απευθείας στη λύση ή την εκϕώνηση αντίστοιχα. Άσκηση 1

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2009

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006

Εισαγωγή. Σύντομη ιστορική αναδρομή

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ (Α1)

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006

Credit Risk Διάλεξη 5

ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟΥ Δ - ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΛΥΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ (έκδοση )

ΠΜΣ στην Αναλογιστική Επιστήμη και Διοικητική Κινδύνου. Πιστωτικός Κίνδυνος. Διάλεξη 5: Αντιστάθμιση πιστωτικού κινδύνου. Credit Default Swaps

Αποταμίευση, Επένδυση και το Χρηματοπιστωτικό σύστημα

ΙΟΝΙΚΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΑΘΗΝΑΙ

1.Μια εταιρία αναμένεται να αποδώσει μέρισμα στο τέλος του έτους ίσο με D 1=2

Δ ι α φ ά ν ε ι ε ς β ι β λ ί ο υ

Χρηματοοικονομικοί Κίνδυνοι Εισαγωγικά Στοιχεία των Παραγώγων. Χρηματοοικονομικών Προϊόντων Χρήση και Σημασία των Παραγώγων...

1.1 Εισαγωγή. 1.2 Ορισμός συναλλαγματικής ισοτιμίας

Πρόλογος α' έκδοσης Πρόλογος β' έκδοσης Επενδύσεις Επένδυση Επενδυτικός Κίνδυνος... 24

5. Περιγραφή Χρηματοοικονομικών Μέσων και Σχετικών Κινδύνων

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

Διαχείριση Χαρτοφυλακίου ΟΕΕ. Σεμινάριο

Αριθμοδείκτες διάρθρωσης κεφαλαίων 7 φ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Πρόγραµµα Σπουδών: ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ Θεµατική Ενότητα: ΤΡΑ-61 Στρατηγική Τραπεζών Ακαδηµαϊκό Έτος:

ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Αμοιβαία Κεφάλαια/ Δείκτες (Τίτλοι ΟΣΕΚΑ, Τίτλοι οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ΟΕΕ, Χρηματιστηριακοί Δείκτες- ΓΔ/ΧΑ, FTSE/ASE Large Cap, κλπ.

3 χρή η ρ μ. Εισαγωγή στην ανάλυση με τη χρήση αριθμοδεικτών. Στην διαστρωματική ή κάθετη ανάλυση περιλαμβάνονται η κατάρτιση της χρηματοοικονομικής

2) Στην συνέχεια υπολογίζουμε την ονομαστική αξία του πιστοποιητικού με το συγκεκριμένο αυξημένο επιτόκιο όπως και προηγουμένως, δηλαδή θα έχουμε:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ (DURATION MODEL)

Τελική ή μέλλουσα αξία (future value) ή τελικό κεφάλαιο

Δρ. Β. Μπαμπαλός ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ & ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΤΕΙ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Μακροοικονομική. Η ζήτηση χρήματος

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΓΟΡΑ. Της Δόκτορος ΔΕΛΗΘΕΟΥ Βασιλικής

- Παράγωγα σχετιζόμενα με εμπορεύματα και εκκαθαρίζονται με ρευστά διαθέσιμα.

Θέμα 1 Α. Ποιά τα οφέλη από τη χρήση χρήματος σε σχέση με μια ανταλλακτική οικονομία και ποιές είναι οι λειτουργίες του χρήματος;

Λογιστική ΙΙ. Τι θα δούμε σε αυτή την ενότητα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΑΓΟΡΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2008

Πρόγραμμα Σπουδών: Διοίκηση Επιχειρήσεων & Οργανισμών Θεματική Ενότητα: ΔΕΟ 41 Αγορές Χρήματος & Κεφαλαίου. Ακαδημαϊκό έτος:

Στρατηγικές και διαδικασίες για τη διαχείριση κινδύνων.

Αγορές Συναλλάγματος (Foreign exchange markets) Συντάκτης :Σιώπη Ευαγγελία

ΘΕΜΑ 3 Επομένως τα μερίσματα για τα έτη 2015 και 2016 είναι 0, 08 0,104

ΤΕΛΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ-ΔΕΟ41-ΙΟΥΝΙΟΣ 2007

Στόχοι και Επενδυτική Πολιτική. Προφίλ Κινδύνου και Απόδοσης

Πραγματοποιείται με την κατάταξη των στοιχείων κατά κατηγορίες για μια σειρά ετών. Η σύγκριση των στοιχείων με παρελθόντα στοιχεία αυξάνει την

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΙΔΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΠΕΛΑΤΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΠΡΟΣΦΕΡΟΜΕΝΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΠΡΟΙΟΝΤΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ

ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ. ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡiΣΗ ΤΟΥΣ. 31/12/2011

ΔΙΕΘΝΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

MANAGEMENT OF FINANCIAL INSTITUTIONS

Σχέδιο λογαριασμών. Ομάδα 4: Καθαρή θέση

ΓΡΑΜΜΕΣ. ΣΥΝΟΛΟ ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΑΝΟΙΓΜΑΤΩΝ εκ των οποίων: Θέσεις σε επανατιτλοποιήσεις. Ορισμοί, της ΠΔ/ΤΕ 2645/

Transcript:

ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ςυςτημα ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΟΣΜΙΔΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ ΕΠΙΚΟΥΡΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Α.Π.Θ. ΤΟΜΕΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ kosmid@econ.auth.gr

ΧΡΗΜΑΤΟΠΙςΤΩΤΙΚΟ ςυςτημα ΚΑΙ ΤΡΑΠΕΖΕς

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ςυςτημα Τραπεζικό σύστημα Κεντρική Τράπεζα Ειδικοί πιστωτικοί οργανισμοί Εμπορικές Τράπεζες

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ςυςτημα Κεντρική Τράπεζα Διαθέτει εκδοτικό προνόμιο Ασκεί νομισματική & συναλλαγματική πολιτική Ελέγχει την λειτουργία της τραπεζικής αγοράς και τη φερεγγυότητα των τραπεζικών ιδρυμάτων Εμπορικές Τράπεζες Πάσης φύσεως τραπεζικές εργασίες Ειδικοί πιστωτικοί οργανισμοί Επενδυτικές τράπεζες Τράπεζες που ειδικεύονται στη στεγαστική, κτηματική πίστη

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕς ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗςΗς Άμεση χρηματοδότηση: Απ ευθείας και άμεση χρηματοδότηση της επιχείρησης από τους αποταμιευτές μέσω της έκδοσης αξιογράφων Επιχειρήσεις επενδυτικό κοινό Έμμεση χρηματοδότηση: Οι αποταμιεύσεις κατατίθενται σε χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς (financial intermediaries), οι οποίοι με τη σειρά τους χορηγούν δάνεια σε επιχειρήσεις και οργανισμούς Επιχειρήσεις χρημ/κοί οργανισμοί επενδυτικό κοινό

ΧΡΗΜΑΤΟΠΙςΤΩΤΙΚΕς ΑΓΟΡΕς Αγορά Χρήματος (Money Market) Πρόκειται για την αγορά όπου διακινούνται αξιόγραφα βραχυχρόνιας διάρκειας Υπάρχει χαμηλός κίνδυνος αθέτησης των υποχρεώσεων του εκδότη των χρεογράφων Υπάρχει υψηλός βαθμός ρευστοποίησής τους-μεγάλη εμπορευσιμότητα Τα πιο σημαντικά χρεόγραφα που διακινούνται στην ελληνική αγορά χρήματος είναι τα έντοκα γραμμάτια του δημοσίου, τα ομόλογα των τραπεζών, και οι συμφωνίες επαναγοράς (repos) Αγορά Κεφαλαίου (Capital Market) Πρόκειται για την αγορά όπου διακινούνται χρεόγραφα μακροχρόνιας διάρκειας Υπάρχει υψηλός κίνδυνος αθέτησης των υποχρεώσεων του εκδότη και σημαντική διακύμανση των τιμών των αξιογράφων Χαμηλή εμπορευσιμότητα Τα πιο γνωστά αξιόγραφα είναι οι κοινές και προνομιούχες μετοχές, οι ομολογίες σταθερού εισοδήματος, οι ομολογίες κυμαινόμενου επιτοκίου

ΧΡΗΜΑΤΟΠΙςΤΩΤΙΚΕς ΑΓΟΡΕς Πρωτογενής Αγορά (Primary Market) Η αγορά που πραγματοποιούνται εκδόσεις νέων αξιογράφων. Στην αγορά αυτή η τιμή του αξιογράφου είναι γνωστή και παραμένει αμετάβλητη για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, το οποίο καθορίζεται από τους αναδόχους και την εταιρεία τα αξιόγραφα της οποίας διατίθενται στο ευρύ επενδυτικό κοινό για πρώτη φορά. Δευτερογενής Αγορά (Secondary Market) Αυτή η αγορά είναι για τα παλαιά αξιόγραφα. Οι αγοραπωλησίες των αξιογράφων γίνονται μεταξύ των επενδυτών, μέσω των υπηρεσιών των εκπροσώπων των χρηματιστηριακών εταιρειών. Ενώ στην πρωτογενή αγορά οι επενδυτές αγοράζουν τα αξιόγραφα που επιθυμούν από τους εκπροσώπους των εταιρειών που τα έχουν εκδώσει, στη δευτερογενή αγορά οι αγοραπωλησίες γίνονται μεταξύ αυτών που τα κατέχουν και αυτών που επιθυμούν να τα αγοράσουν (ιδιώτες και θεσμικοί επενδυτές). Οι συναλλαγές σε αξιόγραφα δεν δημιουργούν νέα αξιόγραφα.

ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ςυςτημα «Τράπεζα είναι ένας οργανισμός του οποίου η τρέχουσα δραστηριότητα συνίσταται στην αποδοχή καταθέσεων του κοινού και στη χορήγηση δανείων» Τρέχουσα δραστηριότητα Αποδοχή καταθέσεων και χορήγηση δανείων Ευρύτερο κοινό

ΒΑςΙΚΟς ΡΟΛΟς ΤΡΑΠΕΖΩΝ Ο παραδοσιακός ρόλος των τραπεζών είναι αυτός του διαμεσολαβητή ανάμεσα σε αποταμιευτές και πιστούχους. Τράπεζα είναι ένα ίδρυμα που έχει ως κύρια δραστηριότητά του να χορηγεί δάνεια και να δέχεται καταθέσεις από το κοινό. Αποταμιευτές Τράπεζα Επενδυτές

ΔΙΑΧΕΙΡΙςΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙςΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ

ΚΙΝΔΥΝΟς ΕΙςΟΔΗΜΑΤΟς ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΟς ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ Και οι δύο κίνδυνοι απορρέουν από τη σχέση ωρίμανσης και υποχρεώσεων. Αν τα περιουσιακά στοιχεία ενός επενδυτή λήγουν αργότερα από τις υποχρεώσεις του, τότε εκτίθεται στον κίνδυνο κεφαλαίου. Αντίθετα, αν λήγουν νωρίτερα, τότε ο επενδυτής εκτίθεται στον κίνδυνο εισοδήματος.

ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙςΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ Κίνδυνος αγοράς Πιστωτικός κίνδυνος Κίνδυνος ρευστότητας Λειτουργικός κίνδυνος Επιτοκιακός κίνδυνος Κίνδυνος φερεγγυότητας ή κίνδυνος κεφαλαίου Κίνδυνος διακανονισμού πληρωμών Πολιτικός κίνδυνος Νομικός κίνδυνος Συναλλαγματικός κίνδυνος Κίνδυνος χρέους και χώρας Κίνδυνος από πράξεις εκτός ισολογισμού

ΚΙΝΔΥΝΟς ΑΓΟΡΑς Ο κίνδυνος αγοράς μπορεί να ορισθεί ως ο κίνδυνος που σχετίζεται με την αβεβαιότητα (μεταβλητότητα) της αξίας του χαρτοφυλακίου τίτλων, η οποία οφείλεται στις αλλαγές των αγοραίων τιμών των στοιχείων του ενεργητικού λόγω μεταβολής της τιμής ενός αξιογράφου, των επιτοκίων, και της ρευστότητας της αγοράς. O κίνδυνος αγοράς σχετίζεται με ένα χαρτοφυλάκιο όπου ο χρονικός ορίζοντας είναι βραχύς, όσος απαιτείται για να πουληθεί, ή να κλείσει μία θέση με προθεσμιακή πράξη (trading portfolio). Ο κίνδυνος αγοράς όμως σχετίζεται και με ένα χαρτοφυλάκιο επενδύσεων (investment portfolio). Ο χρονικός ορίζοντας είναι μεγαλύτερος (μήνες αντί για ημέρες), και είναι ο χρόνος μέσα στον οποίο αναμένεται να πετύχει μια επιλεγμένη επενδυτική στρατηγική, ή το διάστημα μέσα στο οποίο μετράται η απόδοση ενός διαχειριστή επενδύσεων.

ΠΙςΤΩΤΙΚΟς ΚΙΝΔΥΝΟς Ο πιστωτικός κίνδυνος είναι άμεσα συνδεδεμένος με τη φύση των δραστηριοτήτων μιας τράπεζας και ορίζεται ως ο κίνδυνος αθέτησης των υποχρεώσεων των πιστούχων της. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει σημαντικές ζημιές και επιδείνωση των οικονομικών της μεγεθών και, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, να υπάρξει πρόβλημα για την ίδια την ύπαρξή της. Το παράδοξο είναι ότι ο πιο θεμελιώδης κίνδυνος της τραπεζικής λειτουργίας είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί επαρκώς. Στη διεθνή βιβλιογραφία τα τελευταία χρόνια άρχισαν να εμφανίζονται ολοκληρωμένα υποδείγματα μέτρησης του πιστωτικού κινδύνου. Ο τρόπος που υπολογίζεται η ποιότητα του χαρτοφυλακίου (κατ αντιστοιχία και ο πιστωτικός κίνδυνος) είναι διαφορετικός ανάλογα με τον τύπο του δανείου (π.χ. δάνειο προς επιχειρήσεις ή δάνειο προς τα νοικοκυριά). Στα δάνεια προς ιδιώτες (retail loans) ο έλεγχος της ποιότητας γίνεται περιορίζοντας το ύψος δανείων στο ίδιο πρόσωπο, ενός στα επιχειρηματικά δάνεια (wholesale loans) χρησιμοποιούνται και τα επιτόκια των δανείων.

ΚΙΝΔΥΝΟς ΡΕΥςΤΟΤΗΤΑς Ένας τύπος κινδύνου, που δεν μπορεί να θεωρηθεί υποπερίπτωση ούτε του κινδύνου αγοράς ούτε του πιστωτικού κινδύνου, είναι ο κίνδυνος ρευστότητας. Συνδέεται με την έλλειψη ρευστότητας βραχυχρονίως σε μια τράπεζα για την αντιμετώπιση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της. Με άλλα λόγια, η τράπεζα δεν μπορεί να αντλήσει τα απαραίτητα κεφάλαια είτε μέσω αύξησης κάποιων στοιχείων του παθητικού της είτε μέσω ρευστοποίησης-με λογική ζημία-ορισμένων στοιχείων του ενεργητικού της. Η έννοια του κινδύνου ρευστότητας συνδέεται άμεσα με αυτό που ονομάζουμε «ορίζοντα διακράτησης χαρτοφυλακίου». Όταν η συγκυρία στην αγορά είναι απαγορευτική για τη ρευστοποίηση μιας επένδυσης χαρτοφυλακίου, ένας χρηματοοικονομικός οργανισμός πρέπει, υπό φυσιολογικές συνθήκες, να περιμένει οι τιμές να ανακάμψουν σε ικανοποιητικά επίπεδα. Ωστόσο, για ένα χρηματοοικονομικό οργανισμό που είναι υποχρεωμένος να προβεί σε ρευστοποιήσεις για να ανταπεξέλθει σε ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις, η ανεπάρκεια της ρευστότητάς του μπορεί να ισοδυναμεί με κατάρρευση.

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟς ΚΙΝΔΥΝΟς Ο λειτουργικός κίνδυνος αναφέρεται στις απώλειες που μπορεί να προκύψουν λόγω της ανεπάρκειας των συστημάτων και των εσωτερικών ελέγχων, των ανθρώπινων σφαλμάτων, αποτυχιών του management και ενδεχόμενων δυσχερειών μεταξύ των βασικών παραγόντων της εταιρικής διοίκησης (μετόχων, διευθυντικών στελεχών ή εκπροσώπων εργαζομένων. Τέτοια προβλήματα μπορεί να προκύψουν από την αδυναμία ανάληψης προληπτικής δράσης. Ένα σημαντικό είδος λειτουργικού κινδύνου αφορά στον τεχνολογικό κίνδυνο, δηλ. στον κίνδυνο βλάβης ή ανεπάρκειας των συστημάτων τεχνολογίας πληροφορικής. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ανάγκη προστασίας των συστημάτων από ενδογενείς δυσχέρειες ή εξωτερικές παρεμβάσεις. Άλλες όψεις του λειτουργικού κινδύνου περιλαμβάνουν γεγονότα όπως πυρκαγιές, σεισμούς ή άλλες φυσικές καταστροφές.

ΕΠΙΤΟΚΙΑΚΟς ΚΙΝΔΥΝΟς Ο επιτοκιακός κίνδυνος προκύπτει από την αναντιστοιχία των επιτοκίων τόσο στον όγκο όσο και στη διάρκεια των τίτλων, των δανείων, των υποχρεώσεων και των εκτός ισολογισμού στοιχείων της τράπεζας. Μια απροσδόκητη μεταβολή στα επιτόκια μπορεί να επηρεάσει σοβαρά την κερδοφορία της τράπεζας καθώς και την αξία της μετοχής της. Για παράδειγμα, αν σε μια τράπεζα οι υποχρεώσεις της είναι περισσότερο ευαίσθητες, σε σχέση με τις απαιτήσεις της, στις μεταβολές των επιτοκίων, μια αύξηση των επιτοκίων θα μειώσει τα κέρδη και μια πτώση των επιτοκίων θα αυξήσει τα κέρδη. Η διαχείριση του επιτοκιακού κινδύνου υπήρξε βασικό μέλημα των επιτελικών ομάδων διαχείρισης ενεργητικού παθητικού.

ΚΙΝΔΥΝΟς ΔΙΑΚΑΝΟΝΙςΜΟΥ ΠΛΗΡΩΜΩΝ Ο κίνδυνος διακανονισμού πληρωμών (πρόκειται για ειδική μορφή πιστωτικού κινδύνου) αναφέρεται στην πιθανότητα ο ένας από τους δύο αντισυμβαλλόμενους να αθετήσει τη συμφωνία, αφού ο άλλος έχει ήδη πληρώσει τα χρήματα. Αυτός ο τύπος κινδύνου εμφανίζεται στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει ταυτόχρονη ανταλλαγή των αξιών, είναι δε γνωστός και ως «κίνδυνος Herstatt», ένας όρος που προήλθε από την ομώνυμη γερμανική τράπεζα η οποία κατέρρευσε το 1974 λόγω μεγάλων ζημιών στην αγορά συναλλάγματος. Οι συναλλαγές σε ξένο νόμισμα απαιτούν μεταφορά μετρητών από λογαριασμό της μιας τράπεζας σε λογαριασμό της άλλης μέσω των κεντρικών τραπεζών των χωρών των οποίων τα νομίσματα εμπλέκονται στη συναλλαγή.

ΚΙΝΔΥΝΟς ΧΩΡΑς Ένας πιο γενικός τύπος πιστωτικού κινδύνου, που αναφέρεται στη διεθνή δανειοδότηση, είναι ο κίνδυνος χώρας. Ο κίνδυνος χώρας συνδέεται με το ευρύτερο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον της χώρας εγκατάστασης του δανειζόμενου (π.χ. Λατινική Αμερική). Συνδέεται με τον κίνδυνο της κυβερνητικής παρέμβασης με απαγορεύσεις πληρωμών στο εξωτερικό (sovereign risk), με τον κίνδυνο απαγόρευσης από την Κεντρική Τράπεζα της μεταφοράς συναλλάγματος στο εξωτερικό (transfer risk) και με το γενικευμένο κίνδυνο (generalized risk). Οι τράπεζες των ΗΠΑ και της Ευρώπης αντιμετώπισαν το πρόβλημα αυτό σε δάνεια που έδωσαν τη δεκαετία του 70 σε λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες στην Αν. Ευρώπη και τη Ν. Αμερική. Η πρόσφατη επέκταση των ελληνικών τραπεζών στα Βαλκάνια κάνει επιτακτική την ανάγκη για υποδείγματα σχετικά με τον κίνδυνο χώρας.

ΠΟΛΙΤΙΚΟς ΚΙΝΔΥΝΟς Πολιτικός κίνδυνος είναι ο κίνδυνος πολιτικών παρεμβάσεων στις εργασίες μιας ιδιωτικής τράπεζας. Αφορά ουσιαστικά ένα ολόκληρο φάσμα κινδύνων από την απλή επιβολή περιορισμών στα επιτόκια ή ελέγχων στην εξαγωγή συναλλάγματος μέχρι την εθνικοποίηση της τράπεζας. Για παράδειγμα, τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γαλλική Δημοκρατία αμφιταλαντεύτηκε μεταξύ ιδιωτικοποιήσεων και κρατικοποιήσεων στον τραπεζικό τομέα. Όλες οι επιχειρήσεις είναι εκτεθειμένες σε πολιτικό κίνδυνο, αλλά οι τράπεζες είναι ιδιαίτερα ευπρόσβλητες λόγω της κρίσιμης θέσης που κατέχουν στο χρηματοοικονομικό σύστημα.

ΝΟΜΙΚΟς ΚΙΝΔΥΝΟς Το νομικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία των τραπεζών μπορεί να αλλάζει συχνά, επηρεάζοντας την κερδοφορία των τραπεζικών ιδρυμάτων. Μια δικαστική απόφαση που αφορά σε μια συγκεκριμένη τράπεζα μπορεί να έχει ευρύτερες επιπτώσεις για τη διευθέτηση σημαντικών τραπεζικών ζητημάτων στο σύνολο του τραπεζικού συστήματος. Επιπλέον, οι τράπεζες πρέπει να διερευνύσουν με προσοχή το νομικό κίνδυνο, όταν αναπτύσσουν νέα χρηματοοικονομικά προϊόντα ή εισάγουν νέους τύπους συναλλαγών (π.χ. τιτλοποίηση απαιτήσεων). Ο νομικός κίνδυνος έχει συχνά και διεθνή διάσταση. Το εποπτικό πλαίσιο για τις τραπεζικές δραστηριότητες διαφέρει ευρύτατα μεταξύ χωρών και μπορεί να επιδέχεται διαφορετικών ερμηνειών. Η κακή κατανόηση από μια ξένη τράπεζα του εποπτικού πλαισίου που διέπει το τραπεζικό σύστημα μιας χώρας μπορεί να οδηγήσει στην επιβολή επώδυνων κυρώσεων.

ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΟς ΚΙΝΔΥΝΟς Ο συναλλαγματικός κίνδυνος προέρχεται από τις μεταβολές των ισοτιμιών των νομισμάτων, που επηρεάζουν τις «θέσεις» σε συνάλλαγμα που έχει λάβει μια τράπεζα για τη διαχείριση των διαθεσίμων της ή των διαθεσίμων των πελατών της. Στην περίοδο που διανύουμε, το καθεστώς των κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών, το οποίο βρίσκεται σε ισχύ, αυξάνει τη μεταβλητότητα των ισοτιμιών των διαφόρων νομισμάτων και ως εκ τούτου τον συναλλαγματικό κίνδυνο.

ΚΙΝΔΥΝΟς ΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑς Η ΚΙΝΔΥΝΟς ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ Είναι ο κίνδυνος που συνδέεται με την πιθανότητα πτώχευσης του τραπεζικού ιδρύματος. Ως αρχή πτώχευσης θεωρείται η κατάσταση κατά την οποία η αγοραία αξία των στοιχείων του ενεργητικού «πέφτει» κάτω από την αγοραία αξία των στοιχείων του παθητικού. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση που η τράπεζα προχωρήσει σε ρευστοποίηση των στοιχείων του ενεργητικού δεν θα είναι σε θέση να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις της. Ο κίνδυνος κεφαλαίου συνδέεται άμεσα με την ποιότητα των στοιχείων του ενεργητικού καθώς και με τους συνολικούς κινδύνους της τράπεζας.

ΚΙΝΔΥΝΟς ΑΞΙΟΠΙςΤΙΑς Ο κίνδυνος φήμης και αξιοπιστίας είναι ιδιαίτερα μεγάλης σημασίας και δημιουργείται από τις συχνές αποτυχίες στο παρελθόν των λειτουργικών συστημάτων, της διαχείρισης ή των προϊόντων της τράπεζας. Είναι σημαντικός κίνδυνος, αφού η παρουσία του υπονομεύει σταδιακά την ίδια τη φύση των τραπεζικών εργασιών, η οποία ως γνωστό απαιτεί την εμπιστοσύνη όλων όσων συμμετέχουν στην αγορά.

ΜΕΤΟΧΕς

ΜΕΤΟΧΕς Ονομαστικές μετοχές Οι μετοχές στις οποίες αναγράφονται τα στοιχεία του δικαιούχου. Βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας ορισμένες εταιρείες υποχρεούνται να εκδίδουν μόνο ονομαστικές. Ανώνυμες μετοχές Κοινές μετοχές Προνομιούχες μετοχές

ΚΟΙΝΕς ΜΕΤΟΧΕς Οι κοινές μετοχές αντιπροσωπεύουν δικαιώματα ιδιοκτησίας στην εταιρεία. Ο κάτοχος κοινών μετοχών έχει το δικαίωμα: Να συμμετέχει στη γενική συνέλευση και να εκλέγει το Δ.Σ. της εταιρείας. Να εισπράττει τα μερίσματα που προτείνονται από το Δ.Σ. και επικυρώνονται από τη Γ.Σ. Να εκφράζει τη γνώμη του στην περίπτωση συγχωνεύσεων. Να αγοράζει ένα μέρος του νέου μετοχικού κεφαλαίου που εκδίδεται, ανάλογα με τον αριθμό των μετοχών που κατέχει ήδη.

ΚΟΙΝΕς ΜΕΤΟΧΕς Ενώ ο επενδυτής σε χρεωστικούς τίτλους περιορίζεται σε μια προσδιορισμένη απόδοση ανεξάρτητα από το ύψος της απόδοσης του επενδυτικού έργου που χρηματοδότησε, ο επενδυτής σε μετοχές λαμβάνει μέρος σε οποιαδήποτε υπερβάλλουσα απόδοση πραγματοποιηθεί. Βέβαια, σε αντιστάθμιση αυτού του οικονομικού οφέλους, ο επενδυτής σε μετοχές αναλαμβάνει τον κίνδυνο να έχει μικρότερη απόδοση σε σχέση με τον επενδυτή σε χρεωστικούς τίτλους, ή και καμία απόδοση αν η επένδυση δεν δημιούργησε κέρδη. Επίσης, ο επενδυτής κοινών μετοχών είναι κάτοχος μιας υπολειμματικής αξίας, δηλ. σε περίπτωση χρεοκοπίας της εταιρείας λαμβάνει το υπόλοιπο που απομένει, μετά την αποζημίωση κατά προτεραιότητα των κατόχων χρεωστικών τίτλων και γενικότερα των δανειστών της εταιρείας και κατά δεύτερο λόγο των προνομιούχων μετόχων.

ΠΡΟΝΟΜΙΟΥΧΕς ΜΕΤΟΧΕς Οι προνομιούχες μετοχές είναι μια ενδιάμεση μορφή χρηματοπιστωτικού μέσου, με μερικά χαρακτηριστικά τίτλου που αντιπροσωπεύει δάνειο και άλλα τίτλου που αντιπροσωπεύει ιδιοκτησία. Οι προνομιούχες μετοχές ενσωματώνουν το δικαίωμα πληρωμής ενός ορισμένου μερίσματος, αλλά αυτό το δικαίωμα δεν αντιπροσωπεύει μια νομική απαίτηση και πληρώνεται μόνο αν ψηφιστεί κάθε περίοδο, από το Δ.Σ. της εταιρείας. Επομένως, οι κάτοχοι των προνομιούχων μετοχών αναμένουν μια σχετικά πιο σταθερή απόδοση σε σχέση με τους κατόχους κοινών μετοχών, αλλά αυτή εξαρτάται από την κερδοφορία της εταιρείας. Το προνόμιο αυτής της κατηγορίας χρηματοπιστωτικών μέσων είναι η υποχρέωση από πλευράς εταιρείας καταβολής μερίσματος κατά προτεραιότητα στους κατόχους προνομιούχων μετοχών, σε σχέση με τους κατόχους κοινών. Δηλ. σε περίπτωση που τα κέρδη δεν επαρκούν για να πληρωθεί μέρισμα σε όλους τους μετόχους, οι κάτοχοι προνομιούχων μετοχών θα εισπράξουν μέρισμα, ενώ των κοινών δεν θα εισπράξουν.

ΤΙΜΕς ΜΕΤΟΧΩΝ Ονομαστική τιμή: η ονομαστική τιμή της μετοχής προκύπτει κατά την πρώτη έκδοση των μετοχών, διαιρώντας την αξία του μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας με τον αριθμό των μετοχών που εξέδωσε αρχικά. Αργότερα η ονομαστική τιμή μπορεί να μεταβληθεί με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της εταιρείας. Λογιστική τιμή: Η λογιστική τιμή της μετοχής απεικονίζει την αξία που προκύπτει διαιρώντας τα ίδια κεφάλαια της ανώνυμης εταιρείας με τον αριθμό των μετοχών της εταιρείας σε κυκλοφορία.

ΤΙΜΕς ΜΕΤΟΧΩΝ Χρηματιστηριακή τιμή: Η χρηματιστηριακή τιμή της μετοχής διαμορφώνεται καθημερινά στη συνεδρίασης της Αγοράς Αξιών του Χ.Α. μέσω της προσφοράς και της ζήτησης. Εσωτερική τιμή: η τιμή της μετοχής η οποία προκύπτει από τη χρησιμοποίηση ενός υποδείγματος αποτίμησης μετοχών.

ΑΠΟΔΟςΗ ΜΕΤΟΧΙΚΩΝ ΤΙΤΛΩΝ Η απόδοση προσδιορίζεται από δύο στοιχεία: Μερισματική απόδοση Κεφαλαιακή υπεραξία

ΜΕΡΙςΜΑΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟςΗ (DIVIDEND YIELD) Αποτελεί το τμήμα της συνολικής απόδοσης της μετοχής που αντιστοιχεί σε εισόδημα και παρουσιάζεται με τη μορφή ποσοστού. Υπολογίζεται ως η διαίρεση του τελευταίου ετήσιου μερίσματος ανά μετοχή που έδωσε μια εταιρεία, δια της τρέχουσας τιμής που έχει η μετοχή της εταιρείας αυτής στο χρηματιστήριο. Παράδειγμα: Η εταιρεία Α αποφάσισε να διανείμει στους μετόχους μέρισμα 1,40 ανά μετοχή με την τρέχουσα τιμή της μετοχής να είναι 30. Άρα η μερισματική απόδοση είναι 1,40/30=0,0466 ή 4,66%.

ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΥΠΕΡΑΞΙΑ Είναι η απόδοση που προκύπτει από την πώληση της μετοχής σε τιμή μεγαλύτερη από εκείνη της αγοράς. Παράδειγμα: Η εταιρεία Α στις 10/3 διαπραγματευόνταν στα 28, οπότε και αγοράστηκαν 100 μετοχές και στις 20/3 διαπραγματευόνταν στα 30, οπότε και πουλήθηκαν Η κεφαλαιακή υπεραξία που σημειώθηκε: 100 * 28=2800 κόστος κατά την αγορά 100*30=3000 έσοδο κατά την πώληση Άρα 3000-2800=200

ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕς Για τη μέτρηση της απόδοσης των μετοχών χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι δείκτες: Η σχέση της τιμής της μετοχής προς τα κέρδη: P/E = Τρέχουσα Τιμή Μετοχής / Κέρδη ανά μετοχή Κέρδη ανά μετοχή = Καθαρά Κέρδη / Αριθμός Μετοχών Η μερισματική απόδοση: M/T = Μέρισμα ανά Μετοχή / Τρέχουσα Τιμή Ποσοστό διανεμόμενων κερδών = Σύνολο μερισμάτων / Σύνολο κερδών

ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕς Λογιστική αξία μετοχής = Ίδια Κεφάλαια / Αριθμός μετοχών Λογιστική αξία προς χρηματιστηριακή τιμή = Λογιστική αξία / Τρέχουσα τιμή

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ Η εταιρεία ΑΑ έχει εκδώσει 10.000.000 μετοχές, η χρηματιστηριακή της τιμή είναι 4 και ανακοίνωσε κέρδη 5.000.000. Η εταιρεία ΒΒ έχει εκδώσει 15.000.000 μετοχές, η χρηματιστηριακή της τιμή είναι 2 και ανακοίνωσε κέρδη 3.000.000. Ποια είναι η τιμή προς κέρδη των δύο μετοχών? Μετοχή ΑΑ P/E = 4/ (5.000.000/10.000.000) =4/0,5=8 Μετοχή ΒΒ P/E =2/ (3.000.000/15.000.000)=2/0,2=10 Δείχνει την τιμή που καταβάλλει ο επενδυτής, ανά μονάδα κερδών που πραγματοποιεί η εταιρεία. Όσο μικρότερος είναι ο δείκτης τόσο καλύτερα είναι για τον επενδυτή.

ΕΤΑΙΡΙΚΕς ΠΡΑΞΕΙς ΚΑΙ ΤΙΜΕς ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ Αύξηση μετοχικού κεφαλαίου Διάσπαση (split) μετοχών Σύμπτυξη (reverse split) μετοχών

ΑΥΞΗςΗ ΜΕΤΟΧΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ Κατά την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου με καταβολή μετρητών, η νέα τιμή της μετοχής που θα προκύψει μετά την αύξηση, θα είναι ανάλογη της τιμής του δικαιώματος για την αγορά των νέων μετοχών και του αριθμού των νέων μετοχών. Ο τύπος που δίνει την προσαρμοσμένη τιμή μετά την αύξηση είναι: T Π = ( Ν0* Τ Κ ) + ( Ν1* Τδ ) ( Ν +Ν ) 0 1 Όπου Τ Π προσαρμοσμένη τιμή μετοχής Ν 0 αριθμός παλαιών μετοχών της εταιρείας Τ Κ παλαιά τιμή μετοχής Ν 1 αριθμός νέων μετοχών της εταιρείας από καταβολή μετρητών Τ δ τιμή διάθεσης μετοχής

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ Η εταιρεία Α με 10.000.000 μετοχές και χρηματιστηριακή τιμή 2,4, προβαίνει σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου με καταβολή μετρητών, με δικαίωμα υπέρ των παλαιών μετοχών, σε αναλογία 1 νέα μετοχή ανά 5 παλαιές. Το δικαίωμα συμμετοχής στην αύξηση είναι 1. Ποια θα είναι η προσαρμοσμένη τιμή της μετοχής μετά την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου? T Π ( Ν * Τ ) + ( Ν * Τ ) (10.000.000* 2, 4) + (2.000.000*1) ( Ν +Ν ) (10.000.000 + 2.000.000) 0 Κ 1 δ = = = 0 1 2,17

ΔΙΑςΠΑςΗ (SPLIT) ΜΕΤΟΧΩΝ Κατά τη διάσπαση μετοχών, υπάρχει αύξηση του αριθμού των μετοχών, χωρίς να υπάρχει αύξηση της κεφαλαιοποίησης της εταιρείας. Επομένως, η προσαρμοσμένη τιμή που θα προκύψει μετά τη διάσπαση, θα πρέπει πολλαπλασιαζόμενη με το νέο αριθμό των μετοχών, να δίνει το ίδιο αποτέλεσμα με το γινόμενο της παλαιάς τιμής με τον παλαιό αριθμό των μετοχών. Ο τύπος που δίνει την προσαρμοσμένη τιμή μετά τη διάσπαση είναι: ( Ν0 * Τκ ) Τ Π = ( Ν +Ν ) 0 2 Όπου Τ Π προσαρμοσμένη τιμή μετοχής Ν 0 αριθμός παλαιών μετοχών της εταιρείας Τ Κ παλαιά τιμή μετοχής Ν 2 αριθμός νέων μετοχών της εταρείας που προκύπτει από τη διάσπαση

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ Η εταιρεία Α με 10.000.000 μετοχές και χρηματιστηριακή τιμή 2,6 προβαίνει σε διάσπαση μετοχών, σε αναλογία 4 νέες μετοχές για κάθε 1 παλιά. Ποια θα είναι η προσαρμοσμένη τιμή της μετοχής μετά τη διάσπαση; ( Ν * Τ ) (10.000.000* 2, 6) 0 κ Τ Π = = = ( Ν 0+Ν 2) (10.000.000 + 30.000.000) 0,65

ΣΥΜΠΤΥΞΗ ΜΕΤΟΧΩΝ (REVERSE SPLIT) Η σύμπτυξη είναι η ακριβώς αντίστροφη διαδικασία σε σχέση με τη διάσπαση μετοχών Ο τύπος που δίνει την προσαρμοσμένη τιμή μετά τη σύμπτυξη είναι: Τ = Π ( Ν0 * ΤΚ ) Ν ν Όπου Τ Π προσαρμοσμένη τιμή μετοχής Ν 0 αριθμός παλαιών μετοχών της εταιρείας Τ Κ παλαιά τιμή μετοχής Ν ν συνολικός αριθμός μετοχών της εταιρείας μετά τη σύμπτυξη

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ Η εταιρεία Α με 10.000.000 μετοχές και χρηματιστηριακή τιμή 2,4 προβαίνει σε σύμπτυξη μετοχών σε αναλογία 1:5 Ποια θα είναι η προσαρμοσμένη τιμή της μετοχής μετά τη σύμπτυξη? ( Ν * Τ ) (10.000.000* 2, 4) 0 Κ Τ Π = = = Νν 2.000.000 12

ΑΠΟΤΙΜΗςΗ ΜΕΤΟΧΩΝ Θεμελιώδης ανάλυση Η εσωτερική αξία κάθε μετοχής είναι συνάρτηση: Του οικονομικού περιβάλλοντος Του κλάδου που ανήκει η επιχείρηση Των οικονομικών στοιχείων της επιχείρησης Αφού ο επενδυτής/αναλυτής προσδιορίσει την εσωτερική τιμή μιας μετοχής, το επόμενο βήμα είναι να την συγκρίνει με την τρέχουσα χρηματιστηριακή τιμή της. Αν εσωτερική τιμή>τρέχουσα τότε η μετοχή είναι υποτιμημένη άρα αγορά Αν εσωτερική τιμή< τρέχουσα τότε η μετοχή είναι υπερτιμημένη άρα πώληση Αν εσωτερική τιμή =τρέχουσα τότε η μετοχή είναι σωστά τιμολογημένη

ΑΠΟΤΙΜΗςΗ ΜΕΤΟΧΩΝ Τεχνική ανάλυση Η ψυχολογία των επενδυτών επηρεάζει την προσφορά και ζήτηση Η ανθρώπινη αντίδραση στα γεγονότα είναι λίγο πολύ δεδομένη και παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες διαχρονικά Η μελέτη της προηγούμενης συμπεριφοράς των επενδυτών μπορεί να βοηθήσει τον τεχνικό αναλυτή Η τεχνική ανάλυση βασίζεται στην μελέτη περασμένων γεγονότων προκειμένου να προβλεφθούν οι μελλοντικές τιμές και τάσεις της αγοράς. Ο τεχνικός αναλυτής θα «δει» στις μεταβολές των τιμών την αλλαγή στη συμπεριφορά των επενδυτών, ενώ στον όγκο των συναλλαγών θα δει το πόσο έντονη είναι αυτή η αλλαγή.

Η ΠΡΟςΕΓΓΙςΗ ΤΗς ΠΑΡΟΥςΑς ΑΞΙΑς Ο αγοραστής μιας μετοχής πληρώνει ένα ποσό σήμερα για να εισπράξει κάποιες ταμειακές ροές στο μέλλον. Το ποσό αυτό, που αποτελεί την τιμή αγοράς της μετοχής, δεν μπορεί παρά να είναι ίσο με την παρούσα αξία των μελλοντικών ταμειακών ροών που θα εισπράξει ο αγοραστής. Το υπόδειγμα σταθερής ή συνεχούς μεγέθυνσης Το υπόδειγμα μηδενικής μεγέθυνσης Το υπόδειγμα πολλαπλών μεγεθύνσεων

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ςταθερης Η ςυνεχους ΜΕΓΕΘΥΝςΗς (CONSTANT GROWTH MODEL) Σύμφωνα με το υπόδειγμα αυτό, υποθέτουμε ότι τα μελλοντικά μερίσματα μεγεθύνονται κατά ένα σταθερό ποσοστό κάθε χρόνο. e D1 = D (1 ) 0 + Dg 0 = D0 + g D = D (1 + g) = D (1 + g) e e 2 1 0 2 D = D (1 + g) = D (1 + g) t=1,2,,n e e t t t 1 0

Στην περίπτωση της σταθερής ετήσιας αύξησης του μερίσματος, η αξία της μετοχής στο παρόν υπολογίζεται: IV 2 n D0(1 + g) D0(1 + g) D0(1 + g) Pn = + +... + + 2 n (1 + k) (1 + k) (1 + k) (1 + k) n n 1 (1 + g) (1 + k) = D1 + Pn (1 + k) k g n n Όπου g<k. Όταν n είναι άπειρο και k>g IV D0 (1 + g) D1 = = k g k g όπου D 0, D1, = η αξία των μερισμάτων της μετοχής IV = η εύλογη ή δίκαιη αξία της μετοχής P t = η τιμή της μετοχής την χρονική στιγμή t, P n = η τιμή πώλησης της μετοχής k = η ελάχιστη ή απαιτούμενη απόδοση της μετοχής ή το επιτόκιο προεξόφλησης. g= ο ρυθμός αύξησης των μερισμάτων

ΤΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΜΗΔΕΝΙΚΗς ΜΕΓΕΘΥΝςΗς (ZERO GROWTH MODEL) Σύμφωνα με το υπόδειγμα αυτό, υποθέτουμε ότι ο ρυθμός μεγέθυνσης των μερισμάτων είναι ίσος με το μηδέν. IV D D D D = + +... + = 2 (1 + k) (1 + k) (1 + k) n k

ΤΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΜΕΓΕΘΥΝςΕΩΝ (MULTIPLE GROWTH MODEL) Σύμφωνα με το υπόδειγμα αυτό, υποθέτουμε ότι υπάρχουν διάφορες φάσεις μεγεθύνσεων. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί το υπόδειγμα δύο περιόδων, το οποίο υποθέτει ότι η εξεταζόμενη εταιρεία ακολουθεί δύο περιόδους ανάπτυξης, οι οποίες οδηγούν και σε αντίστοιχη μερισματική πολιτική. Η πρώτη περίοδος διαρκεί συνήθως 2 έως 10 έτη χαρακτηρίζεται από μια αύξηση των μερισμάτων η οποία είναι μεγαλύτερη της κανονικής. Η δεύτερη περίοδος διαρκεί το υπόλοιπο της ζωής της εταρείας και χαρακτηρίζεταια από μια κανονική αύξηση των μερισμάτων με ένα σταθερό ρυθμό.

Η ςχεςη ςυςτηματικου, ΜΗ ςυςτηματικου ΚΑΙ ςυςτημικου ΚΙΝΔΥΝΟΥ Ο μη συστηματικός κίνδυνος αφορά ένα συγκεκριμένο προϊόν (π.χ. το ομόλογο ενός συγκεκριμένου εκδότη) Ο συστηματικός αφορά μια κατηγορία προϊόντων (π.χ. τις μετοχές) Ο συστημικός αφορά το σύνολο του χρηματοπιστωτικού τομέα (ομόλογα, μετοχές, τραπεζικό σύστημα, κεφαλαιαγορές) ή και το σύνολο του οικονομικού συστήματος

ΘΕΩΡΙΑ ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ Η θεωρία χαρτοφυλακίου αναφέρεται στον τρόπο δημιουργίας του χαρτοφυλακίου ενός επενδυτή, δηλ. στο συνδυασμό των περιουσιακών στοιχείων που έχει επενδύσει και κατέχει ένας επενδυτής. Η βασική θεωρία χαρτοφυλακίου οφείλεται στον Harry Markowitz και βασίζεται σε ορισμένα χαρακτηριστικά των περιουσιακών στοιχείων ή των αξιογράφων. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι η αναμενόμενη απόδοση του κάθε αξιογράφου, ο αναμενόμενος κίνδυνος του κάθε αξιογράφου και η συνδιακύμανση των αποδόσεων των αξιογράφων.

ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΗ ΑΠΟΔΟςΗ ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ N ER ( ) = wer ( ) p i i i= 1 ( ) ER p w i Η μέση αναμενόμενη απόδοση του χαρτοφυλακίου Το ποσοστό του κεφαλαίου που έχει επενδυθεί στο χρεόγραφο i ( ) ER i Η μέση αναμενόμενη απόδοση του χρεογράφου i N i= 1 w i = 1

ΚΙΝΔΥΝΟς ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ σ n = w r P i i i= 1 [ Er ( )] 2 1/2 σ = τυπική απόκλιση των αναμενόμενων αποδόσεων ενός χρεογράφου r i = η δυνητική απόδοση του χρεογράφου n = ο αριθμός των δυνητικών αποδόσεων

ΣΥΝΤΕΛΕςΤΗς ΒΗΤΑ Ο συντελεστής βήτα (beta) απεικονίζει την ευαισθησία των αποδόσεων μιας μετοχής στις μεταβολές της αγοράς R = a + β R β i i i M i = Cov( R, R ) i 2 σ Μ M

ΣΥΝΤΕΛΕςΤΗς ΒΗΤΑ β=1 η διακύμανση της μετοχής είναι ανάλογη με την διακύμανση της αγοράς β>1 η διακύμανση της μετοχής είναι μεγαλύτερη από την διακύμανση της αγοράς β<1 η διακύμανση της μετοχής είναι μικρότερη από την διακύμανση της αγοράς

ΣΥΝΤΕΛΕςΤΗς ΒΗΤΑ ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ w i αξία της επένδυσης στην μετοχή i β P = ι w β i ι

ΣΥΝΤΕΛΕςΤΗς ΒΗΤΑ Ο συντελεστής βήτα απεικονίζει το συστηματικό κίνδυνο μιας μετοχής ή ισοδύναμα τον κίνδυνο που δεν μπορεί να εξαλειφθεί με την διαφοροποίηση Όσο μεγαλύτερος ο συντελεστής βήτα τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος μιας μετοχής.

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ CAPM ΑΠΟΤΙΜΗςΗς ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΥςΙΑΚΩΝ ςτοιχειων Το υπόδειγμα CAPM αναφέρει ότι ένας επενδυτής απαιτεί η αναμενόμενη απόδοση ενός περιουσιακού στοιχείου με κίνδυνο να είναι ίση με την απόδοση ενός στοιχείου χωρίς κίνδυνο πλέον μιας ανταμοιβής για τον συστηματικό κίνδυνο που αναλαμβάνει με την αγορά του συγκεκριμένου περιουσιακού στοιχείου Ε ( R ) = R + β E( R ) R i f i M f Η αναμενόμενη απόδοση Ε(R) εξαρτάται από: Το επιτόκιο χωρίς κίνδυνο Το ασφάλιστρο που απαιτεί η αγορά Τον συστηματικό κίνδυνο της μετοχής

ΑςΚΗςΕΙς Να υπολογιστεί η νέα τιμή της μετοχής, μετά την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου με καταβολή μετρητών, όπου τα μετρητά ανά μετοχή είναι 3,5 η τιμή της μετοχής πριν την αύξηση είναι 5,80 και ο παλαιός μέτοχος μπορεί να αποκτήσει 1 νέα για κάθε 5 παλαιές. Ποια θα είναι η τιμή της μετοχής Α το έτος 0, όταν το έτος 1 δίνει μέρισμα 0,80, το έτος 2 δίνει μέρισμα 0,50, το έτος 3 δίνει μέρισμα 0,60 και από αυτό το έτος και μετά το μέρισμα αυξάνεται με ρυθμό 3%. Το επιτόκιο προεξόφλησης είναι 12%.

ΑςΚΗςΕΙς Το επιτόκιο χωρίς κίνδυνο είναι 6% και η απαιτούμενη απόδοση του χαρτοφυλακίου αγοράς είναι 10%. Το βήτα της μετοχής είναι 1,25 και η αναμενόμενη απόδοσή της 12%. Υπολογίστε την απαιτούμενη απόδοση της μετοχής.

ΧΡΗΜΑΤΙςΤΗΡΙΑΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕς

ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ Μετράνε την απόδοση της αγοράς συνολικά ή ενός τμήματός της Αποτελούν ένα μέσο αριθμητικό ή ένα μέσο σταθμικό όρο.

ΕΙΔΗ ΧΡΗΜΑΤΙςΤΗΡΙΑΚΩΝ ΔΕΙΚΤΩΝ Δείκτες που αντιπροσωπεύουν το σύνολο μιας χρηματιστηριακής αγοράς Κλαδικοί Δείκτες που περιλαμβάνουν μετοχές ενός συγκεκριμένου εύρους κεφαλαιοποίησης Δείκτες που περιλαμβάνουν μετοχές ειδικών χαρακτηριστικών

ΔΕΙΚΤΕς ΧΡΗΜΑΤΙςΤΗΡΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ Γενικός Δείκτης Δείκτης Συνολικής Απόδοσης Γενικού Δείκτη Δείκτης Όλων των Μετοχών Δείκτης Υψηλής Κυκλοφοριακής Ταχύτητας

ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΕΙΚΤΗΣ Χ.Α. Αποτελείται από 60 μετοχές Τα κριτήρια υπαγωγής στο δείκτη είναι η χρηματιστηριακή αξία και η αξία συναλλαγών Είναι ένας σταθμικός μέσος όρος με συντελεστές στάθμισης τη χρηματιστηριακή αξία κάθε μετοχής

ΔΕΙΚΤΗΣ ΣΥΝΟΛΙΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΕΙΚΤΗ Χ.Α. Όμοιος με Γενικό Δείκτη Συμπεριλαμβάνει και τα μερίσματα, υπολογίζοντας την επανεπένδυσή τους

ΔΕΙΚΤΗΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΟΥ Χ.Α. Αποτελείται από όλες τις μετοχές που διαπραγματεύονται στο Χ.Α. Είναι ένας σταθμικός μέσος όρος με συντελεστές στάθμισης τη χρηματιστηριακή αξία κάθε μετοχής

ΔΕΙΚΤΗΣ ΥΨΗΛΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ Αποτελείται από τις 20 πρώτες μετοχές με σταθμισμένη κυκλοφοριακή ταχύτητα άνω του 200%. * * Κυκλοφοριακή ταχύτητα: Αξία των συναλλαγών / Αξία των μετοχών που ευρίσκονται σε ευρεία διασπορά

ΔΕΙΚΤΕς FTSE / XA FTSE/XA Large Cap FTSE/XA Mid 40 FTSE/XA Small Cap 80 FTSE/XA 140

FTSE/XA LARGE CAP Περιλαμβάνει τις 20 μεγαλύτερες εταιρίες της κατηγορίας Μεγάλης Κεφαλαιοποίησης («Big Cap») του Χρηματιστηρίου Αθηνών

FTSE/XA MID 40 Περιλαμβάνει τις επόμενες 40 εταιρίες της κατηγορίας Μεγάλης Κεφαλαιοποίησης («Big Cap») του Χρηματιστηρίου Αθηνών.

FTSE/XA SMALL CAP 80 Περιλαμβάνει τις 80 μεγαλύτερες εταιρίες της κατηγορίας Μεσαίας και Μικρής Κεφαλαιοποίησης («Mid & Small Cap»)

FTSE/XA 140 Περιλαμβάνει όλες τις μετοχές που συμμετέχουν στους τρεις προηγούμενους δείκτες.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ FTSE/XA 140 ΣΕ ΚΛΑΔΙΚΟΥΣ ΔΕΙΚΤΕΣ o FTSE/XA Ασφαλειών o FTSE/XA Βιομηχανικών Προϊόντων o FTSE/XA Εμπορίου o FTSE/XA Κατασκευών o FTSE/XA Μέσων Ενημέρωσης o FTSE/XA Πετρελαίου o FTSE/XA Πρώτων Υλών o FTSE/XA Ταξιδιών και Αναψυχής o FTSE/XA Τεχνολογίας o FTSE/XA Τηλεπικοινωνιών o FTSE/XA Τραπεζών o FTSE/XA Τροφίμων και Ποτών o FTSE/XA Υγείας o FTSE/XA Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας o FTSE/XA Χημικών o FTSE/XA Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών