Πτυχιακή Εργασία Εκφωνήματα του Προφορικού Λόγου Γουργουλέτη Χαραλαμπία Μαρίνα, Κορδατζή Γρηγορία, Τσιτίνης Τριαντάφυλλος Α.Μ: 1560200800057-1560200800419 -1560200800311 Τμήμα: Φιλολογίας Τομέας: Γλωσσολογίας Υπεύθυνος Καθηγητής: Γούτσος Διονύσιος Ακαδημαϊκό Έτος: 2012
Περιεχόµενα 1. Εισαγωγή...3 2. εδοµένα και µεθοδολογία...4 3. Ανάλυση µέσου όρου εκφωνηµάτων...6 3.1 Μέσος όρος εκφωνηµάτων φυσιολογικών οµιλητών...6 3.2 Μέσος όρος εκφωνηµάτων ασθενών οµιλητών...7 3.3 ιαφορές σε σχέση µε το φύλο...9 3.4 ιασπορά τιµών µέσου όρου...9 4. Συµπεράσµατα...11 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...12 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι...13 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ...Σφάλμα! Δεν έχει οριστεί σελιδοδείκτης.
1. Εισαγωγή Είναι γνωστό ότι ο προφορικός λόγος αποτελεί αναπόσπαστο κοµµάτι της επικοινωνιακής συµπεριφοράς του ανθρώπου και κατ επέκταση της πολιτισµικής του ταυτότητας. Υποστηρίζεται συχνά ότι η οµιλία είναι ένα είδος ενστίκτου, ή αλλιώς µια έµφυτη τάση του ανθρώπου, που τον ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα όντα. Έτσι, η σπουδαιότητα του προφορικού λόγου για το άτοµο, όχι µόνο στην καθηµερινή του επικοινωνία αλλά και σε όλες σχεδόν της πτυχές της ζωής του, καθιστά ιδιαίτερα σηµαντική κάθε µελέτη γύρω απ αυτόν. Με την εξέλιξη της τεχνολογίας και την ανάπτυξη των µέσων µαγνητοφώνησης και αποθήκευσης του ήχου έχει καταστεί δυνατή η επεξεργασία του προφορικού λόγου και η βαθύτερη µελέτη του µε τον τεµαχισµό του σε επιµέρους τµήµατα. (Γεωργακοπούλου & Γούτσος 2011: 20) Η συγκεκριµένη εργασία µελετά τον προφορικό λόγο µε βάση τη διαίρεσή του σε εκφωνήµατα και τα περαιτέρω χαρακτηριστικά του, όπως επιτονισµοί, παύσεις και επαναλήψεις κατά τη διάρκεια της οµιλίας. Για τον ίδιο σκοπό έχουν διεξαχθεί διάφορες έρευνες, όπως για παράδειγµα αντίστοιχες µελέτες στην αγγλική γλώσσα από τον Chafe (1985, 1987) και τον Coulthard (1992). Τα ευρήµατα από τις µελέτες της αγγλικής µε θέµα τα εκφωνήµατα του προφορικού λόγου, τις µονάδες ιδέας και τις προφορικές παραγράφους (βλ. Chafe 1987: 42), είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη γλωσσολογική έρευνα. Η παρούσα εργασία έρχεται να δοκιµάσει κάτι, που απ όσο γνωρίζουµε, µέχρι στιγµής δεν έχει πραγµατοποιηθεί σε ανάλογη έρευνα για τα δεδοµένα της ελληνικής γλώσσας, δηλαδή τη µελέτη των εκφωνηµάτων του προφορικού λόγου και ιδιαίτερα σε σχέση µε διάφορες ασθένειες που έχουν επιπτώσεις στην παραγωγή της οµιλίας (όπως το πάρκινσον για τη συγκεκριµένη περίπτωση). Η εργασία έχει ως σκοπό να απαντήσει στο ερευνητικό ερώτηµα που αφορά τον υπολογισµό του µέσου µήκους εκφωνήµατος στον προφορικό λόγο, δηλαδή τις λέξεις που περιέχει το κάθε εκφώνηµα ενός φυσιολογικού οµιλητή σε αντιπαραβολή µε αυτό ενός ασθενή. Αναλυτικότερα, εξετάζεται η ποσότητα των λέξεων που χρησιµοποιούνται από έναν οµιλητή κατά τη διάρκεια µιας αφήγησης ή µιας περιγραφής όχι στο σύνολο της οµιλίας του αλλά ανά εκφώνηµα. Με την έννοια «εκφώνηµα» εννοείται «ένα κοµµάτι λόγου πριν και µετά το ποίο υπάρχει σιωπή από την πλευρά αυτού που το εκφέρει, τον οµιλητή. Ένα εκφώνηµα, δηλαδή, αντιστοιχεί
στη γλώσσα που χρησιµοποιεί ένας συγκεκριµένος οµιλητής, σε µια συγκεκριµένη πρόταση» (Κανάκης 2007: 60) Ως προς τη δοµή της εργασίας, αρχικά παρουσιάζονται τα δεδοµένα και η µεθοδολογία που χρησιµοποιήθηκαν, ενώ ακολουθούν τα ευρήµατα που προέκυψαν από τη µελέτη των δεδοµένων. Στη συνέχεια, συγκεντρώνονται τα συµπεράσµατα των ευρηµάτων και στο τέλος, µετά τη βιβλιογραφία, παρατίθενται σε παράρτηµα τα κείµενα των αποµαγνητοφωνήσεων σε δύο µορφές, αρχικά σε ενιαίο κείµενο και αµέσως µετά χωρισµένα σε εκφωνήµατα. 2. εδοµένα και µεθοδολογία Τα δεδοµένα που χρησιµοποιήθηκαν για τη διεκπεραίωση αυτής της εργασίας ήταν µαγνητοφωνηµένα αρχεία, στο σύνολο τους 58 εκ των οποίων 36 για τους φυσιολογικούς οµιλητές και 22 για τους ασθενείς µε τη νόσο πάρκινσον, τα οποία ηχογραφήθηκαν από τη πειραµατική οµάδα µελέτης του Αιγινητείου Νοσοκοµείου. Οι συνεντευξιαζόµενοι φυσιολογικοί οµιλητές ήταν 28 γυναίκες και 8 άνδρες, ενώ οι οµιλητές µε τη νόσο 10 γυναίκες και 12 άνδρες. Οι ηχογραφήσεις όλων των οµιλιών έγιναν µέσα στο έτος 2012. Τα ηχητικά αυτά δεδοµένα, στην πρώτη περίπτωση, είναι διάλογοι φυσιολογικών ατόµων/οµιλητών, συνοδών των ασθενών του νοσοκοµείου, µε τους ερευνητές, ενώ στη δεύτερη περίπτωση συνιστούν διαλόγους µε παρκινσονικούς ασθενείς. Η θεµατική της αφήγησής όλων των οµιλητών (φυσιολογικών και ασθενών) αφορά το καθαυτό περιστατικό, την αιτία που το προκάλεσε, τη νοσηλεία του ασθενή, το πρόγραµµα αποθεραπείας που ακολουθήθηκε, τη συµπεριφορά του πριν και µετά το περιστατικό καθώς και την καθηµερινή λειτουργικότητά του. Σε ορισµένες περιπτώσεις ζητήθηκε από τους οµιλητές να περιγράψουν µια εικόνα ή να αφηγηθούν την ιστορία ενός παραµυθιού. Μετά την αποµαγνητοφώνηση των αρχείων στους φυσιολογικούς οµιλητές παρατηρήθηκε πως ο συνολικός αριθµός των λέξεων που χρησιµοποιήθηκαν ήταν 25.478. Αντίστοιχα, στους ασθενείς οµιλητές οι λέξεις που καταµετρήθηκαν ήταν 11.762. Αναφορικά µε τη µέθοδο που ακολουθήθηκε για τη διεξαγωγή της συγκεκριµένης εργασίας, αρχικά έγινε προσεκτική ακρόαση των µαγνητοφωνηµένων αρχείων και ακολούθησε η αποµαγνητοφώνησή τους. Στόχος της αποµαγνητοφώνησης ήταν να αποδοθούν πιστά τα κείµενα, ώστε να αποτυπωθεί σε γενικές γραµµές ο τρόπος που ειπώθηκαν. Για την αποµαγνητοφώνηση προτιµήθηκε το πρότυπο που ακολουθούν οι
Γεωργακοπούλου και Γόυτσος (2011: 66-67). Στη συνέχεια, πραγµατοποιήθηκε ο χωρισµός των οµιλιών σε εκφωνήµατα. Το τελικό στάδιο της εργασίας αφορούσε την καταµέτρηση των εκφωνηµάτων σε κάθε αρχείο ξεχωριστά καθώς και το σύνολο των λέξεων στο κάθε εκφώνηµα. Για τη διεξαγωγή του τελικού µέσου όρου των λέξεων των εκφωνηµάτων έγινε χρήση του προγράµµατος Microsoft Office Excell. 2.1 Κριτήρια διαχωρισµού εκφωνηµάτων Μία από τις βασικές διαφορές γραπτού και προφορικού λόγου είναι ότι ο πρώτος διαθέτει ένα σύνολο σηµείων στίξης που λειτουργούν ως σύµβολα για την κατάδειξη του νοήµατος. Αντίθετα, ο προφορικός λόγος για τον ίδιο σκοπό κάνει χρήση των διακυµάνσεων της φωνής (Κλαίρης & Μπαµπινιώτης 2005: 1055). ιακυµάνσεις που κυρίως αφορούν τον επιτονισµό και την παύση, τα οποία συνεπακόλουθα θα µπορούσαν να θεωρηθούν τα «σηµεία στίξης» του προφορικού λόγου. Οι λειτουργίες που προαναφέρθηκαν (επιτονισµός και παύση) αποτέλεσαν και τα βασικά κριτήρια για το διαχωρισµό των εκφωνηµάτων στην παρούσα εργασία. Συγκεκριµένα, αυτά ήταν τα ακόλουθα: Ανοδοκαθοδική επιτονική καµπύλη (fall raise) Μεγάλη παύση (_) Ανοδική επιτονική καµπύλη (raise) µε απλή παύση (.) Ολοκλήρωση του νοήµατος Το πρώτο κριτήριο για το χωρισµό των εκφωνηµάτων (fall raise) αφορά στον τόνο-ένταση της φωνής του οµιλητή κατά την ολοκλήρωση του εκφωνήµατος. Συγκεκριµένα, πρόκειται για την καθοδική πορεία της επιτονικής καµπύλης που παρατηρείται στο τέλος του εκάστοτε εκφωνήµατος. Για παράδειγµα 1, στο αρχείο 22 (φυσιολογικών οµιλητών), εκφώνηµα 13 (βλ. σελ. 140), παρατηρείται η πτώση της φωνής της οµιλήτριας, κάτι που συνεπάγεται και την ολοκλήρωση του νοήµατος. Το δεύτερο κριτήριο (η µεγάλη παύση κατά τη διάρκεια της οµιλίας) στις περισσότερες περιπτώσεις συνοδευόταν και µε την ολοκλήρωση του νοήµατος. Μεγάλη παύση θεωρήθηκε η διακοπή της οµιλίας για δύο ή περισσότερα δευτερόλεπτα από το τέλος του ενός εκφωνήµατος µέχρι την αρχή του επόµενου. Ένα 1 Τα παραδείγµατα για την επεξήγηση των κριτηρίων διαχωρισµού των εκφωνηµάτων επιλέχθηκαν δειγµατοληπτικά από το σύνολο των πιθανών παραδειγµάτων.
παράδειγµα τέτοιου διαχωρισµού συνιστά το εκφώνηµα 22 στο αρχείο 29 των ασθενών οµιλητών (βλ. σελ. 213). Το επόµενο κριτήριο είναι αυτό του raise µε απλή παύση. Η ανύψωση της φωνής του οµιλητή ακολουθούµενη από µια µικρή παύση δηλώνει τη διάκριση µεταξύ δύο προτάσεων, αλλά τονίζει επίσης τη µη ολοκλήρωση του νοήµατος στην πρώτη πρόταση και τη συνέχισή του στην επόµενη (Κλαίρης & Μπαµπινιώτης 2005: 1055). Παράδειγµα τέτοιου διαχωρισµού προτάσεων αποτελούν τα εκφωνήµατα 5 και 6 του αρχείου 17 των φυσιολογικών οµιλητών (βλ. σελ. 128). Στο τέλος του εκφωνήµατος 5 παρατηρείται ανύψωση της φωνής και ακολουθεί µια µικρή παύση. Ωστόσο, το νόηµά του ολοκληρώνεται στο εκφώνηµα 6. Τέλος, το κριτήριο της απλής ολοκλήρωσης του νοήµατος χρησιµοποιήθηκε σε πιο σπάνιες περιπτώσεις όπου δεν µπορούσε να γίνει χρήση των άλλων κριτηρίων. Πιο συγκεκριµένα, σε περιπτώσεις όπου το µήκος του εκφωνήµατος ήταν ιδιαίτερα εκτενές, εξαιτίας της αδυναµίας χρήσης των ανωτέρω κριτηρίων, επιλέχθηκε ο χωρισµός του εκφωνήµατος σε µικρότερα µε βάση την ολοκλήρωση του νοήµατος. Παράδειγµα τέτοιου φαινοµένου παρατηρείται στο αρχείο 29 των παρκινσονικών οµιλητών, στο εκφώνηµα 20 (βλ. σελ. 213). Πρέπει, ωστόσο, να σηµειωθεί ότι για τον τεµαχισµό του προφορικού λόγου είναι δυνατό να χρησιµοποιηθούν περισσότερα και διαφορετικά κριτήρια. Από το σύνολο των κριτηρίων επιλέχθηκαν και χρησιµοποιήθηκαν µόνο όσα αναφέρθηκαν. 3. Ανάλυση µέσου όρου εκφωνηµάτων Στην παρούσα εργασία µελετώνται οι οµιλίες φυσιολογικών και παρκινσονικών οµιλητών. Ύστερα από τη µελέτη των αποµαγνητοφωνηµένων διαλόγων και των δύο περιπτώσεων καθώς και από την καταµέτρηση των λέξεων του κάθε εκφωνήµατος προέκυψε ο τελικός µέσος όρος των λέξεων από τα εκφωνήµατα του κάθε οµιλητή, είτε πρόκειται για φυσιολογικό, είτε για ασθενή οµιλητή. 3.1 Μέσος όρος εκφωνηµάτων φυσιολογικών οµιλητών Στον πίνακα 1 παρουσιάζεται αναλυτικά ο αριθµός των εκφωνηµάτων του κάθε διαλόγου και ο µέσος όρος των λέξεων που προκύπτει από τα εκφωνήµατα. Όπως φαίνεται και από τον πίνακα αυτό, τα ευρήµατα σχετικά µε τον αριθµό των εκφωνηµάτων διαφέρουν ακόµα και ανάµεσα σε φυσιολογικούς οµιλητές. Το ίδιο ισχύει και για τον αριθµό των λέξεων που περιλαµβάνονται σε κάθε εκφώνηµα. Από
την επεξεργασία των δεδοµένων (αριθµός εκφωνηµάτων και µέσος όρος λέξεων) προέκυψε ο τελικός µέσος όρος για τα εκφωνήµατα όλων των διαλόγων των φυσιολογικών οµιλητών, ο οποίος υπολογίστηκε ότι είναι περίπου 10 λέξεις ανά εκφώνηµα προφορικής οµιλίας. Πίνακας 1: Δεδομένα διαλόγων φυσιολογικών ομιλητών Αριθµός Αριθµός Μέσος όρος Αριθµός Αριθµός Μέσος όρος διαλόγου εκφωνηµάτων λέξεων διαλόγου εκφωνηµάτων λέξεων 02 42 9,28 20 57 12,89 03 33 10,63 21 68 8,21 04 33 11,18 22 41 7,23 05 23 9,13 23 80 13,47 06 25 8,92 24 129 9,34 07 28 12,6 25 36 7,52 08 76 10,38 26 17 7,78 09 21 8,71 27 20 9,3 10 32 8,81 28 62 9,83 11 21 9,8 29 76 10,27 12 30 10,3 30 63 11,06 13 53 12,01 31 17 6,66 14 37 8,75 32 35 11,63 15 44 11,09 33 55 11,99 16 113 10,91 34 42 10,02 17 38 8,55 35 25 11,46 18 32 9,12 36 27 13,5 19 56 11,73 37 37 10,02 Τελικός µέσος όρος λέξεων 10,11 3.2 Μέσος όρος εκφωνηµάτων ασθενών οµιλητών Στον πίνακα 2, ο οποίος βρίσκεται σε αντιστοιχία µε τον Πίνακα 1, επίσης γίνεται παρουσίαση των δεδοµένων του κάθε διαλόγου, δηλαδή του αριθµού των εκφωνηµάτων και του µέσου όρου λέξεων που προκύπτει. Στο τέλος παρατίθεται ο συνολικός µέσος όρος των λέξεων απ όλα τα εκφωνήµατα των παρκινσονικών
οµιλητών, ο οποίος υπολογίστηκε σε περίπου 6 λέξεις ανά εκφώνηµα. Ακόµα και στην περίπτωση των ασθενών οµιλητών υπάρχουν διαφορές ως προς τον αριθµό των εκφωνηµάτων και τις λέξεις που περιλαµβάνουν. Πίνακας 2:Δεδομένα διαλόγων παρκινσονικών ομιλητών Αριθµός Αριθµός Μέσος όρος Αριθµός Αριθµός Μέσος όρος διαλόγου εκφωνηµάτων λέξεων διαλόγου εκφωνηµάτων λέξεων 11 91 6,76 22 84 5,47 12 57 4,31 23 76 5,34 13 34 8,11 24 68 5,75 14 27 6,88 25 82 6,03 15 39 8,97 26 47 5,70 16 20 7,95 27 70 4,65 17 67 5,64 28 23 3,82 18 77 7,15 29 291 5,62 19 36 6,80 30 36 4,47 20 64 5,81 31 217 7,15 21 13 7,30 32 50 3,92 Τελικός µέσος όρος 6,07 Μεταξύ φυσιολογικών και ασθενών οµιλητών βρέθηκε ότι υπάρχει διαφορά στους µέσους όρους των εκφωνηµάτων της τάξεως των 4 λέξεων. Πρόκειται για µια διαφορά που θα µπορούσε να δικαιολογηθεί βάσει των συµπτωµάτων της νόσου πάρκινσον, για την οποία αναφέρεται αδυναµία της οµιλίας και γενικότερα αργές κινήσεις των µυών και έλλειψη εκφραστικότητας του προσώπου 2. Συµπληρωµατικά, θα µπορούσε να αναφερθεί ότι κατά τη διάρκεια των αποµαγνητοφωνήσεων των παρκινσονικών οµιλητών σε ορισµένες περιπτώσεις παρατηρήθηκε το φαινόµενο της επανάληψης συγκεκριµένων τµηµάτων του διαλόγου. Οι επαναλήψεις δεν ήταν θέµα επαναδιατύπωσης αλλά αυτούσιας µεταφοράς τµηµάτων του λόγου που είχαν προηγηθεί εξαιτίας της ανεπαρκούς βραχυπρόθεσµης µνήµης των ασθενών 3. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα αποτελεί ο διάλογος 15 όπου ο οµιλητής, αφηγούµενος την προσωπική του ιστορία, επαναλαµβάνει στα εκφωνήµατα 18-21 όσα είχαν ήδη ειπωθεί στα εκφωνήµατα 4-7. 2 http://www.parkinsonportal.gr/parkinson.php?s=jsjuylu2mch-b40 3 Η βραδύτητα σκέψης και µνήµης αναφέρονται ως συµπτώµατα της νόσου.
3.3 ιαφορές σε σχέση µε το φύλο Όπως έχει ήδη αναφερθεί υπάρχουν διαφορές µεταξύ οµιλητών της ίδιας κατηγορίας. Έγινε λοιπόν, µια διάκριση του µέσου όρου εκφωνήµατος ανδρών και γυναικών, αν και δεν υπήρχε ουσιαστική διαφορά του µέσου όρου παρά µόνο ελάχιστη: i. Στους φυσιολογικούς οµιλητές ο µέσος όρος εκφωνήµατος των ανδρών ήταν 9,73 λέξεις και των γυναικών 10,22. Πρέπει ωστόσο να τονιστεί ότι το δείγµα των ανδρών ήταν σαφώς δυσανάλογο µ αυτό των γυναικών ( 8 άνδρες και 28 γυναίκες). ii. Στους ασθενείς οµιλητές ο µέσος όρος εκφωνήµατος των ανδρών υπολογίστηκε στις 5,85 λέξεις ενώ στις γυναίκες 6,36. Στη συγκεκριµένη περίπτωση το πλήθος ανδρών και γυναικών ήταν σχεδόν όµοιο (12 άνδρες και 10 γυναίκες). 3.4 ιασπορά τιµών µέσου όρου Είναι γενικά αποδεκτό ότι ο τρόπος οµιλίας του κάθε οµιλητή διαφέρει από τον αντίστοιχο τρόπο οποιουδήποτε άλλου οµιλητή, ακόµα και αν επιλεγόταν το ίδιο θέµα ανάπτυξης σε ίδιο τόπο και χρόνο. Έτσι, οι προσδοκίες για κοινά ευρήµατα κατά τη µελέτη των αφηγήσεών τους µειώνονται στο ελάχιστο. Όπως αναφέρθηκε και στις προηγούµενες ενότητες οι µέσοι όροι των εκφωνηµάτων διαφέρουν όχι µόνο ανάµεσα σε φυσιολογικούς και ασθενείς οµιλητές, αλλά και ανάµεσα σε οµιλητές της ίδιας κατηγορίας. Αυτό που γίνεται αντιληπτό από τη µελέτη των ευρηµάτων είναι η ύπαρξη ενός µεγάλου ποσοστού ανοµοιογένειας εξαιτίας του φαινοµένου της διασποράς των τιµών, κάτι που γίνεται ευκολότερα αντιληπτό από τα γραφήµατα που ακολουθούν. Γράφημα 1: Διασπορά μέσων όρων φυσιολογικών ομιλητών
Γράφημα 2: Διασπορά μέσων όρων παρκινσονικών ομιλητών Από τα παραπάνω γραφήµατα είναι φανερή η διασπορά µεταξύ των τιµών, η οποία είναι αποτέλεσµα του εύρους και της τυπικής απόκλισης. Ανάµεσα στις τιµές υπάρχει πλήθος αυξοµειώσεων αλλά κυρίως παρατηρούνται διαφορές µεταξύ των δύο ακρότατων τιµών, της µικρότερης και της µεγαλύτερης. Φαίνεται λοιπόν, ότι το εύρος, το µήκος δηλαδή της κλίµακας µέτρησης ανάµεσα στα όρια του δείγµατος, είναι αρκετά µεγάλο. Γράφημα 3: Εύρος μέσων όρων λέξεων φυσιολογικών ομιλητών Γράφημα 4: Εύρος μέσου όρου λέξεων παρκινσονικών ομιλητών
Η δεύτερη παράµετρος της διασποράς είναι η τυπική απόκλιση. Πρόκειται για τον δείκτη που είναι αποτέλεσµα του υπολογισµού της απόστασης µεταξύ των τιµών και του µέσου όρου, που είναι το κεντρικό τους σηµείο 4. Για παράδειγµα, στους φυσιολογικούς οµιλητές ο µέσος όρος των 10 λέξεων έχει µεγάλη απόκλιση από τα δύο άκρα του δείγµατος, δηλαδή το 6,66 και το 13,47. Αντίστοιχα και στους ασθενείς µε τη νόσο πάρκινσον η απόκλιση µεταξύ του µέσου όρου 6 και των ακρότατων τιµών 3,82 και 8,97 είναι αναλόγως µεγάλη. Το µεγάλο εύρος καθώς και η σηµαντική τυπική απόκλιση εκφράζουν το µέγεθος της διασποράς, η οποία αποτελεί συνάρτησή τους. Από τα τρία αυτά στοιχεία (διασπορά, εύρος, τυπική απόκλιση) προκύπτει ότι ο τελικός µέσος όρος, που βρέθηκε από τις περιπτώσεις των φυσιολογικών αλλά και των ασθενών οµιλητών, είναι µάλλον ενδεικτικός και όχι αντιπροσωπευτικός. 4. Συµπεράσµατα Από τη µελέτη των ευρηµάτων της παρούσας εργασίας προκύπτουν τα εξής συµπεράσµατα: Όσον αφορά στη σύγκριση των αποτελεσµάτων µεταξύ φυσιολογικών και παρκινσονικών οµιλητών φαίνεται ότι υπάρχει απόκλιση στις τιµές των τελικών µέσων όρων. Συγκεκριµένα, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ο µέσος όρος εκφωνήµατος των φυσιολογικών οµιλητών ήταν 10 περίπου λέξεις, ενώ ο αντίστοιχος των οµιλητών µε τη νόσο πάρκινσον 6 λέξεις. Οι επαναλήψεις στον παρκινσονικό λόγο δεν έχουν ως στόχο τη βελτίωση του εκφωνήµατος, όπως συµβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις επανεκκίνησης µιας φράσης των φυσιολογικών οµιλητών, αλλά µάλλον είναι αποτέλεσµα της προβληµατικής βραχυπρόθεσµης µνήµης των ασθενών. Ο παράγοντας του φύλου του οµιλητή δείχνει µόνο ελάχιστες διαφορές στους µέσους όρους. Τα παραπάνω συµπεράσµατα που προκύπτουν από αυτή την εργασία τόσο όσον αφορά τις διαφορές στον τρόπο της οµιλίας των φυσιολογικών και των ασθενών οµιλητών όσο και τα φαινόµενα τα οποία παρατηρήθηκαν (όπως οι επαναλήψεις ή οι διαφορές µεταξύ των δύο φύλων), δίνουν µια πρώτη εικόνα για τη µελέτη του µέσου µήκους εκφωνήµατος στην ελληνική γλώσσα. Κατ επέκταση ανάλογες εργασίες µπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση των δοµών και των µηχανισµών που διέπουν τις λειτουργίες του προφορικού λόγου και ειδικά σε σχέση µε την ελληνική γλώσσα και τις παραµέτρους της. 4 Βλ. Ι.Ν. Παρασκευόπουλος (1990: 70-74).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Γεωργακοπούλου, Α. & Γούτσος,. (2011). Κείµενο και επικοινωνία. Αθήνα: Πατάκη. Κλαίρης, Χρ. & Μπαµπινιώτης, Γ. (2005). Γραµµατική της νέας ελληνικής. Αθήνα: Ελληνικά Γράµµατα. Κανάκης, Κ. (2007). Εισαγωγή στην πραγµατολογία. Αθήνα: Εκδόσεις του Εικοστού Παρασκευόπουλος, Ι. Ν. (1990). Στατιστική εφαρµοσµένη στις επιστήµες της συµπεριφοράς, Τόµος Α. Αθήνα. Chafe, W. L. (1985). Linguistic differences produced by differences between speaking and writing. Στο Olson D. R., Torrance, N. & Hildyard, A. (επιµ.) Literacy, Language and Learning: The Nature and Consequences of Reading and Writing. Cambridge: Cambridge University Press. Chafe, W. L. (1987). Cognitive constrains on information flow. Στο Tomlin, R. (επιµ.) Coherence and Grounding in Discourse. Amsterdam/ Philadelphia: Benjamins. Coulthard, M. (1992α). The significance of intonation in discourse. Στο Coulthard, M. (επιµ.) Advances in Spoken Discourse Analysis. London: Routledge. Coulthard, M. (1992 β). Forensin discourse analysis. Στο Coulthard, M. (επιµ.) Advances in Spoken Discourse Analysis. London: Routledge. Ηλεκτρονική πηγή: http://www.parkinsonportal.gr/parkinson.php?s=jsjuylu2mch-b40 (ανακτήθηκε στις 4/9/12)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι Στο παράρτηµα αυτό παρατίθενται οι αποµαγνητοφωνήσεις των ηχογραφηµένων αρχείων για τους φυσιολογικούς και στη συνέχεια για τους ασθενείς οµιλητές. Τα σύµβολα που χρησιµοποιούνται είναι «Ε» για τον ερευνητή, «Φ» για το φυσιολογικό ή «Π» για τον παρκινσονικό οµιλητή και «Α» για τον άγνωστο οµιλητή που παρεµβαίνει στο διάλογο του ερευνητή και του συνεντευξιαζόµενου. Στις περιπτώσεις που υπάρχουν δύο φυσιολογικοί οµιλητές σε έναν διάλογο η διάκριση έχει γίνει µε «Φ1» και «Φ2».