ΘΕΩΡΙΑ ΣΥΜΒΟΛΑΙΩΝ. ΜΙΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ

Σχετικά έγγραφα
όροι του συμβολαίου ικανοποιούνται. Δ. Βολιώτης 2

Σηματοδότηση σηματοδοτήσουν

Ηθικός Κίνδυνος. Το βασικό υπόδειγμα. Παρουσιάζεται ένα στοχαστικό πρόβλημα χρηματοδότησης όταν τα αντισυμβαλλόμενα μέρη έχουν συμμετρική πληροφόρηση.

Δυσμενής Επιλογή. Το βασικό υπόδειγμα

Θεωρία Σηματοδότησης

Οικονομικά της ασύμμετρης πληροφόρησης

Η «κατάρα του νικητή»

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. Θεωρία των Μοντέλων Καπιταλισμού

Σύγχρονες Μορφές Χρηματοδότησης. Διάλεξη 2 Εμπορική Πίστωση

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ)

Η Θεωρία των Διεθνών Νομισματικών Σχέσεων

(γ) Τις μορφές στρατηγικής αλληλεπίδρασης που αναπτύσσονται

Ρύθμιση χρεών και διέξοδος από την υπερχρέωση: Δεύτερη ευκαιρία στους υπερχρεωμένους;

1. Σκοπός της οικονομικής ανάπτυξης είναι η αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων.

Εργαστήριο Εκπαίδευσης και Εφαρμογών Λογιστικής. Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική Ανάλυση

Προηγμένες Υπηρεσίες Τηλεκπαίδευσης στο ΤΕΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΙΔΕΑ. Νικόλαος Καρανάσιος Επίκουρος Καθηγητής

Case Study: Επιχειρηματικό Σχέδιο ενός νέου επιχειρηματία

Μορφές και Θεωρίες Ρύθµισης

ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Η επιχείρηση (οντότητα) προ της εφαρμογής του νόμου, θα πρέπει να αποφασίσει για:

Επίπτωση στις Κεφαλαιακές Απαιτήσεις των Τραπεζών βάσει του Νέου Εποπτικού Πλαισίου (Βασιλεία ΙΙ) ως προς τις Μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις

στο Real Estate των Τραπεζών Παναγιώτης Γαλογάβρος Πολιτικός Μηχανικός

Η επιχειρηματική ιδέα και η εταιρία spin off. Βασίλης Μουστάκης Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 131/

EH Corporate Advantage

Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Πατρών. Οικονομικά της Εκπαιδευσης. Ακαδημαικό έτος Διδάσκων: Νίκος Γιαννακόπουλος

Έννοιες. Επιχειρηματικότητα είναι η διαδικασία μέσω της οποίας ένας ή περισσότεροι του ενός ανθρώπου, δημιουργούν και αναπτύσσουν μία επιχείρηση.

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2010

ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ

AGENDA ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ

Το υπόδειγμα Diamond-Dybvig

ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ. Creating my own company

Συναλλαγματικές ισοτιμίες και επιτόκια

Επιχειρηματικότητα. Εισαγωγή σε μια γνωστή άγνωστη έννοια. Δημήτρης Βέργαδος Συντονιστής Επικοινωνίας ΣΕΒ

MICRO: Ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των πολύ μικρών επιχειρήσεων σε αγροτικές περιοχές Ενότητα No 3: Οικονομική Διαχείριση μικρών επιχειρήσεων

ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ

Επιχειρηματικό σχέδιο BUSINESS PLAN

H Έννοια και η Φύση του Προγραμματισμού. Αθανασία Καρακίτσιου, PhD

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ I ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Λήψη αποφάσεων υπό αβεβαιότητα. Παίγνια Αποφάσεων 9 ο Εξάμηνο

Επιχειρησιακός Σχεδιασμός & Επιχειρηματικότητα

Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2009

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. Εταιρική Διακυβέρνηση και Αγορές Κεφαλαίου

Συμβουλές για τις ηλεκτρονικές αγορές

Μισθώσεις ΔΛΠ 17. Leases IAS 17

Πληροφοριακά Συστήματα Διοίκησης. Θεωρία Αποφάσεων

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΜΕΘΟΔΩΝ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

επιπέδου της καταβαλλόμενης προσπάθειάς του, στη σχετική βιβλιογραφία, αναφέρεται και ως ηθικός κίνδυνος (moral hazard). 1 Ευστράτιος Χουρδάκης

Τα τελευταία χρόνια, έχουμε βιώσει ένα κλίμα αβεβαιότητας που όπως ξέρετε, είναι ό,τι χειρότερο για τις επιχειρήσεις. Το μόνο σταθερό δεδομένο που

Αποτίμηση Επιχειρήσεων

Άριστες κατά Pareto Κατανομές και το Πρώτο Θεώρημα Ευημερίας

Προηγμένες Υπηρεσίες Τηλεκπαίδευσης στο ΤΕΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ. Νικόλαος Καρανάσιος Επίκουρος Καθηγητής

Κατευθυντήριες γραμμές

Νομισματική και Συναλλαγματική Πολιτική σε μια Μικρή Ανοικτή Οικονομία. Σταθερές ή Κυμαινόμενες Ισοτιμίες;

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Χρηματοδοτική Μίσθωση (ΔΛΠ 17, ΕΛΠ & ΚΦΕ) Μίσθωση (leasing) είναι η συμφωνία κατά την οποία το ένα συμβαλλόμενο μέρος (εκμισθωτής) παραδίδει στο άλλο

ΕΠΙΛΕΞΤΕ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΕΡΓΑΣΙΕΣ. 1η ΕΡΓΑΣΙΑ: ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΝΟΣ ΘΕΜΑΤΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ

Έγγραφο Βασικών Πληροφοριών

Έγγραφο Βασικών Πληροφοριών

Η Θεωρία των Διεθνών Μετακινήσεων Κεφαλαίου

ΔΗΛΩΣΗ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥΣ

(2015) 1 PRO JUSTITIA. «Αρχή Υπεύθυνου Δανεισμού» Άννα Οβσεπιάν, Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια

Επιχειρηματικότητα Δρ. Γεώργιος Θερίου

Ανεργία και Τριβές στην Αγορά Εργασίας. Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΜΟΡΦΕΣ ΑΓΟΡΑΣ. 1. Τι πρέπει να κατανοήσει ο μαθητής

Μικροοικονομική Ι. Ενότητα # 7: Αγορά εργασίας Διδάσκων: Πάνος Τσακλόγλου Τμήμα: Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών

Άριστες κατά Pareto Κατανομές και το Πρώτο Θεώρημα Ευημερίας

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ & ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ» ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΝΕΑ - ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ»

Αποτελέσματα Ομίλου Εθνικής Τράπεζας

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

Επιχειρησιακός Σχεδιασμός & Επιχειρηματικότητα

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ BUSINESS PLAN

Λογιστική Εταιρειών. Ομόρρυθμη εταιρεία

Πληθωρισμός, Ανεργία και Αξιοπιστία της Νομισματικής Πολιτικής. Το Πρόβλημα του Πληθωρισμού σε ένα Υπόδειγμα με Υψηλή Ανεργία Ισορροπίας

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2009 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Διαπραγματεύσεις, συλλογικές συμβάσεις εργασίας και κοινωνικός διάλογος σε καιρούς κρίσης. Συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ «Επιχειρηματικό Σχέδιο ΙΙ»

ΤΑ ΕΠΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΜΟΥ

1.1. ΟΜΑΔΑ Α. Στις παρακάτω ερωτήσεις να σημειώσετε το χαρακτηρισμό Σ (σωστό) ή Λ (λάθος).

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η θέση της «κυκλοφορίας» στην αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος... Γιώργος Σταμάτης

Τα εφόδια των εργαζομένων για την είσοδο και παραμονή στην εργασία

Θεματική Ενότητα: ΔΕΟ 11 Εισαγωγή στη Διοικητική Επιχειρήσεων και Οργανισμών. 1 η Γραπτή Εργασία. Ενδεικτικές Απαντήσεις

Χρηματοοικονομική Διοίκηση ΙΙ

Το πλαίσιο των ρυθμίσεων για δάνεια των μικρο-μεσαίων

Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης Msc. In Applied Economics. Lecture 1: Trading in a Ricardian Model

Αρχική διαγνωστική αξιολόγηση, σύναψη συμβολαίου, και διερεύνηση. Διδάσκουσα: Δέσποινα Σιδηροπούλου-Δημακάκου

Προσανατολισμός των Millennials απέναντι στην καριέρα σε περίοδο οικονομικής κρίσης

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας-ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΑΧΕΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ, ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠ.

Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Αποτελέσματα Άσκησης Συνολικής Αξιολόγησης 2015 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Σηματοδοτικά Παίγνια και Τέλεια Μπεϊζιανή Ισορροπία

ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ. Νικόλαος Καρανάσιος Επίκουρος Καθηγητής

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ)

Αποτελέσματα Έτους 2011

Επίλυση Υποδειγμάτων με Ορθολογικές Προσδοκίες. Το Πρωτοβάθμιο Υπόδειγμα

22/2/2014 ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. Επιστήμη Διοίκησης Επιχειρήσεων. Πότε εμφανίστηκε η ανάγκη της διοίκησης;

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΡΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

ΕΡΕΥΝΑ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΧΟΡΗΓΗΣΕΩΝ

Περιεχόμενα. Το Χρηματοπιστωτικό Σύστημα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗ-ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ (ΠΕΣ)

Transcript:

ΘΕΩΡΙΑ ΣΥΜΒΟΛΑΙΩΝ. ΜΙΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ Δημήτρης Βολιώτης Η ύπαρξη και διατήρηση των οικονομικών θεσμών, όπως ο θεσμός της αγοράς εδράζεται σε μεγάλο βαθμό στην ανάπτυξη αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών στις διάφορες συναλλαγές. Η οικονομική ανταλλαγή μπορεί να έχει μια καθαρά άτυπη μορφή, πχ. η αγοραπωλησία ενός αγαθού από ένα κατάστημα ή ακόμη να προσδιορίζεται και να επιβάλλεται εγγράφως σύμφωνα με τις γενικές αρχές του δικαίου. Δύο στοιχεία μπορούμε να εντοπίσουμε ως προς την εμπιστοσύνη που πρέπει να επιδείξουν οι αντισυμβαλλόμενοι σε μια συναλλαγή. Πρώτον, είναι ο χρόνος και δεύτερον είναι η πληροφορία που απαιτείται για την ομαλή εκπλήρωση μιας σύμβασης. Για παράδειγμα, αν αγοράσω μια εφημερίδα από ένα περίπτερο η συναλλαγή είναι αρκετά απλή. Χρησιμοποιώ ένα κοινά αποδεκτό μέσο ανταλλαγής, πχ. χρήμα και μπορώ να ελέγξω άμεσα αν το εμπόρευμα, δηλαδή η εφημερίδα, ικανοποιεί τα χαρακτηριστικά που επιθυμώ, πχ. είναι σημερινή και είναι η έκδοση που διαβάζω. Η συναλλαγή της εφημερίδας είναι άχρονη, γίνεται στιγμιαία, και επιβεβαιώνεται άμεσα από τους αντισυμβαλλόμενους. Όλη η πληροφορία είναι διαθέσιμη και εύκολα επιβεβαιώσιμη (πλήρης πληροφόρηση). Αντίθετα, ένα χρηματοπιστωτικό συμβόλαιο για τη σύναψη ενός μακρόχρονου δανείου εκπληρώνεται ετεροχρονισμένα. Πολλές φορές το δανειακό συμβόλαιο έχει πολύπλοκους όρους ώστε να καθορίζει τις υποχρεώσεις του οφειλέτη σε διαφορετικά ενδεχόμενα. Επίσης, είναι σύνηθες σε μια σύμβαση που εκπληρώνεται σε κάποια μελλοντική στιγμή να μην είναι διαθέσιμη όλη η πληροφορία που απαιτείται για τη απόλυτη κάλυψη από τη σύμβαση. Η μη πληρότητα της πληροφόρησης προσδιοριστικών παραγόντων από έναν από τους αντισυμβαλλόμενους μπορεί να οδηγήσει αυτόν που διαθέτει τη πληροφορία να την εκμεταλλευτεί για να εξασφαλίσει μια πρόσοδο για τον εαυτό του. Ο χρονισμός των αποφάσεων και η ασύμμετρη πληροφόρηση μεταξύ των αντισυμβαλλόμενων αποτέλεσε το βασικό πλαίσιο για την ανάπτυξη μια σχετικά αυτόνομης μικρο-οικονομικής θεωρίας, η οποία συναντάται κάτω από τον τίτλο της θεωρίας συμβολαίων. Το βασικό πρόβλημα της θεωρίας αυτής είναι το λεγόμενο πρόβλημα της αντιπροσώπευσης 1 (ηθικός κίνδυνος) αλλά και το πρόβλημα της δυσμενούς επιλογής 2. Στη πρώτη περίπτωση κάποιο μέρος δεν παρατηρεί τις ενέργειες του αντισυμβαλλόμενου που απαιτούνται ώστε να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του από τη σύμβαση (μη παρατηρήσιμη ενέργεια) ενώ στη δεύτερη κάποιο μέρος δεν διαθέτει επαρκή πληροφορία για τα χαρακτηριστικά του αντισυμβαλλόμενου. Για παράδειγμα, στη περίπτωση ενός στεγαστικού δανείου, αν ο πιστωτής δεν μπορεί να επιτηρήσει αν ο οφειλέτης ξοδεύει τα χρήματα για τη κατασκευή του σπιτιού ή τα χρησιμοποιεί για άλλους σκοπούς, αντιμετωπίζει ηθικό κίνδυνο, ενώ στη περίπτωση κατά την οποία ο πιστωτής δεν γνωρίζει εξαρχής τη πιστοληπτική ικανότητα του οφειλέτη εμφανίζεται το πρόβλημα της δυσμενούς επιλογής. Είναι σύνηθες να αναφερόμαστε στον πιστωτή του παραδείγματος ως ο Εντολέας και αντίστοιχα στον οφειλέτη ως ο Εντολοδόχος του συμβολαίου. Βασική επιδίωξη είναι να σχεδιάσουμε βέλτιστα συμβόλαια ώστε ο Εντολοδόχος να μην εκμεταλλεύεται στρατηγικά τη δεσπόζουσα θέση του ώστε να εξασφαλίζει κάποια πρόσοδο εις βάρος του Εντολέα. Θα δείξουμε ότι ο σχεδιασμός των συμβολαίων θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι όροι του συμβολαίου διατυπώνονται με τέτοιο τρόπο 1 Αντιπροσωπευτικά, δείτε τους Ross, S. (1973). The Economic Theory of Agency: The Principal Problem. American Economic Review 63: 134-139 και Mirrlees, J. (1999). The Theory of Moral Hazard with Unobservable Behavior: Part 1. Review of Economic Studies 66: 3-22. 2 Χαρακτηριστικό παράδειγμα της δυσμενούς επιλογής δίνεται στο Akerlof G. (1970). The Market for 'Lemons': Quality Uncertainty and the Market Mechanism. Quarterly Journal of Economics 84: 488-500

ώστε ο Εντολοδόχος να έχει κίνητρο να μην αποκρύψει χρήσιμη πληροφορία (ex ante) για τον Εντολέα και πάντα να ενεργεί σύμφωνα με τα συμφωνηθέντα (ex post). Ενώ η βασική αρχή που διέπει το δίκαιο των συμβάσεων (συμβολαίων) είναι ότι οι δεσμεύσεις που απορρέουν από αυτές θα πρέπει να τηρούνται, στην οικονομική επιστήμη θα προσθέσουμε και κάποιες επιπλέον προϋποθέσεις. Οι δεσμεύσεις της σύμβασης πρέπει να τηρούνται αρκεί να είναι αμοιβαίως επωφελείς. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους μια σύμβαση μπορεί να μην εκπληρωθεί 3. Αναφορικά, ένας λόγος θα μπορούσε να είναι η μη πρόβλεψη ενδεχομένων που θα μπορούσαν να προκύψουν και είναι καθοριστικά για την εκπλήρωση του συμβολαίου. Για παράδειγμα, ένας εξαγωγέας μπορεί να μην είναι σε θέση να εκπληρώσει το συμβόλαιο παράδοσης εμπορεύματος σε χώρα του εξωτερικού γιατί τα σύνορα είναι κλειστά ή ένας εισαγωγέας να μην μπορεί να εμβιβάσει χρήματα στο εξωτερικό λόγω κεφαλαιακών ελέγχων. Σε μια τέτοια περίπτωση αναφερόμαστε σε ένα ατελές συμβόλαιο και πολλές φορές οδηγεί σε επαναδιαπραγμάτευση. Ένας διαφορετικός λόγος μη εκπλήρωσης μπορεί να είναι το κόστος επιβολής της σύμβασης. Κάποιο μέρος μπορεί να αποφασίσει να αθετήσει τους όρους του συμβολαίου γνωρίζοντας ότι το κόστος επιβολής μέσω δικαστηρίου είναι υψηλό και χρονοβόρο και η ζημιά που του προκλήθηκε δεν είναι σημαντικά υψηλή. Ακόμη και αν το κόστος αθέτησης ενός συμβολαίου στα δικαστήρια δεν είναι υψηλό, μπορεί να επιλέξω να μην το κάνω αν γνωρίζω ότι το δικαστήριο δεν είναι σε θέση γνωματεύσει για την αθέτηση των όρων. Για παράδειγμα, ένας επιχειρηματίας προσλαμβάνει στην επιχείρησή του έναν εργαζόμενο που διαθέτει εξειδικευμένη γνώση (human capital), πχ. έναν μάνατζερ. Ωστόσο, ενώ το επίπεδο σπουδών του ή/και η προϋπηρεσία του συνηγορούν στις προσδοκίες του επιχειρηματία, ο εργαζόμενος δεν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του. Η καταγγελία του συμβολαίου από τον επιχειρηματία ίσως να μην μπορεί να ευοδώσει στο δικαστήριο καθώς το τελευταίο ίσως να μην είναι σε θέση να επιβεβαιώσει ή να απορρίψει τις αιτιάσεις του επιχειρηματία. Άρα, πολλές φορές μπορεί να υπάρχουν όροι σε ένα συμβόλαιο που ενώ η αθέτησή τους είναι παρατηρήσιμη και από τους δύο αντισυμβαλλόμενους, δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί από το δικαστήριο. Η αθέτηση των συμβολαίων θα μπορούσε να είναι επίσης αρκετά σημαντική σε μακροχρόνιες συμβάσεις. Για παράδειγμα, αν είμαι εφοπλιστής και έχω παραγγείλει την κατασκευή ενός πλοίου, του οποίου η αποπληρωμή γίνεται τμηματικά, το ναυπηγείο μπορεί να επικαλεστεί κατά τη διάρκεια της κατασκευής διάφορους λόγους (καθυστερήσεις, απρόβλεπτες συνθήκες) για την επαναδιαπραγμάτευση 4 του συμβολαίου υπέρ του. Ο εφοπλιστής είναι πολύ πιθανό να έχει κλείσει δουλειές που να τον κάνουν να επιθυμεί την έγκαιρη παράδοση του πλοίου. Ο τελευταίος μπορεί να μην κινηθεί νομικά αν υπολογίζει ότι η αναμενόμενη αποζημίωση από την αθέτηση της σύμβασης είναι μικρότερη από τα μελλοντικά οφέλη από την έγκαιρη παράδοση του πλοίου. Επομένως θα αναγκαστεί να επαναδιαπραγματευτεί. Βέβαια, Η αθέτηση συμβολαίων λόγω μη πληρότητας τους ή μη δυνατότητας επιβεβαίωσης των όρων του συμβολαίου από τα δικαστήρια, συνιστά επίσης αντικείμενο μελέτης της οικονομικής θεωρίας των συμβολαίων και μαζί με τον ηθικό κίνδυνο και την δυσμενή επιλογή θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε μέσα από ένα απλό παράδειγμα που αντλούμε από τους Klein, Crawford και Alchian (1978) 5 και το οποίο τροποποιούμε για τους σκοπούς της παρουσίασης. Σκοπός δεν είναι να κατακρίνουμε την ευκαιριακή συμπεριφορά του Εντολοδόχου, αλλά αποχρωματίζοντας τη συμπεριφορά από κάθε ηθικό στοιχείο να αποκαλύψουμε τα κίνητρα πίσω από αυτά τα φαινόμενα και να 3 Για περισσότερες λεπτομέρειες μπορείτε να δείτε το Hermalin, B. Katz, A και Craswell R. (2007). The Law and Economics of Contracts στο The Handbook of Law and Economics, Elsevier 2007. 4 Για περισσότερα παραδείγματα μπορείτε να δείτε το κεφ.3 του Baird, D. Gertner R. Και Picker E. (1994) Game Theory and the Law, Harvard University Press. 5 Klein B., Crawford, R. και Alchian, A. (1978). Vertical Integration, Appropriable Rents, and the Competitive Contracting Process The Journal of Law & Economics, Vol. 21, No. 2: 297-326

αναζητήσουμε τρόπους ώστε να σχεδιάσουμε πιο αποτελεσματικά συμβόλαια. Ένα απλό παράδειγμα Θεωρείστε ότι ο Επιχειρηματίας Α είναι ιδιοκτήτης ενός τυπογραφείου. Αν αποφασίσει ο ίδιος να απασχοληθεί στο τυπογραφείο, το οποίο θα του απέφερε μηνιαίο κέρδος 1000 ευρώ (κατόπιν της αποζημίωσης για την εργασία του). Μια πρώτη επιλογή θα ήταν να μισθώσει την επιχείρηση σε κάποιον άλλο και να ζητήσει μια αποζημίωση ως μισθωτήριο. Μια δεύτερη επιλογή θα ήταν να διατηρήσει τα δικαιώματα της Επιχείρησης και να προσλάβει κάποιον εργαζόμενο. Η βασική διαφορά μεταξύ των δύο περιπτώσεων έχει να κάνει με τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα του τελικού προϊόντος. Τέλος θα εξετάσουμε τη περίπτωση που ο Επιχειρηματίας Α θα συνάψει ένα συμβόλαιο με έναν εκδότη εφημερίδας που θα του εξασφαλίσει επιπλέον πρόσοδο και θα εξετάσουμε την ευκαιριακή συμπεριφορά που θα μπορούσε να προκύψει στο πλαίσιο της συμφωνίας τους και, ενδεχομένως, θα οδηγούσε σε επαναδιαπραγμάτευση των όρων. Ο Επιχειρηματίας Α (Εντολέας) μισθώνει την επιχείρηση στον Επιχειρηματία Β (Εντολοδόχος). Βασικό συστατικό της ανάλυσής μας είναι ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται σε καθεστώς αβεβαιότητας. Για παράδειγμα, θεωρείστε ότι ο τζίρος της επιχείρησης καθορίζεται από το οικονομικό περιβάλλον και η μίσθωση αφορά μια ολόκληρη λειτουργική περίοδο. Το συμβόλαιο που εξετάζουμε αφορά το μισθωτήριο ως τον επιμερισμό του τζίρου της επιχείρησης. Με απλά λόγια, υποθέτουμε ότι το μισθωτήριο δεν είναι ένα εφάπαξ ποσό, αλλά ο λόγος επιμερισμού του τζίρου. Αν ο τζίρος για τη περίοδο είναι Χ ευρώ, η σύμβαση θα προσδιορίζει ότι ο εκμισθωτής θα πάρει μίσθωμα Μ και ο μισθωτής το υπολειμματικό ποσό Υ=Χ-Μ. Αυτό είναι και το βασικό πλαίσιο στη θεωρία της αντιπροσώπευσης. Κατά τη περίοδο αυτή υποθέστε ότι το οικονομικό περιβάλλον μπορεί να είναι ευμενές (καλή οικονομική συγκυρία) κατά το οποίο η επιχείρηση θα πραγματοποιήσει πιθανώς υψηλό τζίρο ή αντίθετα να είναι δυσμενές (κακή οικονομική συγκυρία) στην οποία ο τζίρος θα είναι πιθανό να είναι σημαντικά μικρός. Αν και δεν γνωρίζουμε ποια κατάσταση εξ αυτών θα προκύψει, αντιλαμβανόμαστε ότι το οικονομικό περιβάλλον υπεισέρχεται ως προσδιοριστικό παράγοντας στα οικονομικά αποτελέσματα της επιχείρησής μας. Πιο σημαντικό, το οικονομικό περιβάλλον είναι ένας παράγοντας ο οποίος δεν ελέγχεται από τους αντισυμβαλλόμενους αλλά οπωσδήποτε απαιτείται να ληφθεί υπόψη στον σχεδιασμό της σύμβασης αναφορικά με τα αποτελέσματα επί του τζίρου Ωστόσο, ο τζίρος που θα πραγματοποιήσει η επιχείρηση δεν εξαρτάται μόνο από το εξωγενές οικονομικό περιβάλλον αλλά επίσης και από την επιχειρηματική επίδοση του μισθωτή, δηλαδή του Επιχειρηματία Β. Ο τελευταίος μπορεί να εργαστεί σκληρά (υψηλό επίπεδο προσπάθειας) ή να εργαστεί πλημμελώς. Το επίπεδο προσπάθειας του Επιχειρηματία Β να επιχειρήσει αποτελεσματικά καθορίζει και το τελικό επίπεδο τζίρου Χ. Συνοψίζοντας, αν ο μισθωτής εργαστεί σκληρά και το οικονομικό περιβάλλον είναι ευμενές, ο τζίρος θα είναι υψηλός και επομένως το μερίδιο που αντιστοιχεί στο μίσθωμα θα είναι υψηλό με σημαντική πιθανότητα. Αν πάλι στο ευνοϊκό περιβάλλον ο μισθωτής εργαστεί πλημμελώς και πάλι μπορεί να προκύψει με μικρότερη ωστόσο πιθανότητα υψηλός τζίρος, ωστόσο αυτό θα προκύψει ως συγκυριακό αποτέλεσμα. Αλλά ακόμη και στη δυσμενή οικονομική συγκυρία υπάρχει θετική αλλά σημαντικά μικρότερη πιθανότητα να προκύψει ο υψηλός τζίρος, η οποία γίνεται ακόμη μικρότερη όταν ο μισθωτής εργάζεται πλημμελώς. Η υπόθεση ότι η πιθανότητα να επιτύχουμε υψηλό τζίρο αυξάνεται καθώς βελτιώνεται η οικονομική συγκυρία (εξωγενής παράγοντας) αλλά και το επίπεδο προσπάθειας του μισθωτή-εντολοδόχου

(ενδογενής παράγοντας) αναφέρεται στην οικονομική θεωρία των συμβολαίων ως υπόθεση της στοχαστικής κυριαρχίας. Το ζητούμενο στο πρόβλημά μας είναι να σχεδιάσουμε το βέλτιστο συμβόλαιο ώστε να πετύχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τον Εντολέα-εκμισθωτή. Το πρόβλημά μας είναι ότι δεν μπορούμε να συνδέσουμε το συμβόλαιο με το επίπεδο προσπάθειας του μισθωτή-εντολοδόχου καθώς είτε αυτό δεν είναι παρατηρήσιμο ή δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί από το δικαστήριο. Στη περίπτωσή μας, η πιθανότητα υψηλότερου τζίρου μεγιστοποιείται μόνο όταν ο Εντολοδόχος-μισθωτής εργαστεί σκληρά. Κάποιος θα μπορούσε να προτείνει ο Α να προτείνει στον Β ένα μίσθωμα Μ αρκετά υψηλό που θα μπορούσε να συμφέρει τον Β μόνο αν επιτευχθεί υψηλός τζίρος (shutdown policy). Ωστόσο, σε αυτή τη περίπτωση, αν ο Β αποστρέφεται το ρίσκο -γνωρίζοντας ότι ακόμη και αν εργαστεί σκληρά μπορεί το αποτέλεσμα να είναι χαμηλός τζίροςθα απορρίψει τη πρόταση. Σκοπός μας είναι να επιτύχουμε τη σύναψη της συμφωνίας με το μικρότερο δυνατό κόστος για τον Εντολέα-εκμισθωτή. Μια διέξοδος στο πρόβλημα αυτό είναι να βάλουμε ρήτρα για τη περίπτωση κακής συγκυρίας. Στη γλώσσα της θεωρίας συμβολαίων αυτό καλείται μενού συμβολαίων και αποτυπώνεται στη περίπτωσή μας ως το ζεύγος (Υ(Ε), Υ(Δ)). Το Υ(Ε) συμβολίζει την αποζημίωση του μισθωτή αν το οικονομικό περιβάλλον είναι ευμενές και, αντίστοιχα, το Υ(Δ) όταν είναι δυσμενές. Αν ο Β παρατηρήσει ότι το μενού συμβολαίων είναι τέτοιο ώστε τουλάχιστον δεν ζημιώνεται σε καμία των περιπτώσεων και ενδεχομένως θα εξασφαλίσει μια πρόσοδο αν το οικονομικό περιβάλλον είναι ευνοϊκό, τότε θα δεχθεί τη πρόταση του συμβολαίου και θα εργαστεί σκληρά ώστε να εξασφαλίσει τη πρόσοδο που του αναλογεί. Σημαντικό στη παραπάνω ανάλυση είναι η επιδίωξή μας ο Β να μην ζημιωθεί. Η αναγκαιότητα αυτή υπεισέρχεται στο μαθηματικό σχεδιασμό του συμβολαίου μας περιοριστικά και είναι γνωστός ως περιορισμός συμμετοχής ή ατομικά ορθολογικός περιορισμός. Βέβαια, ενώ επιθυμούμε να μην ζημιωθεί ο Εντολοδόχος-μισθωτής, ταυτόχρονα θα επιδιώκουμε να ελαχιστοποιήσουμε τη πρόσοδο που θα λάβει. Ένας δεύτερος (μαθηματικός) περιορισμός μας εξασφαλίζει ότι ο Εντολοδόχος-μισθωτής θα επιδιώξει να εργαστεί σκληρά. Αυτό θα επιτευχθεί μόνο αν η αναμενόμενη πρόσοδος από τη σκληρή εργασία ξεπερνά πάντα την αναμενόμενη πρόσοδο από τη πλημμελή εργασία. Ο περιορισμός αυτός είναι γνωστός ως περιορισμός (αποκατάστασης) κινήτρων. Στην ερώτηση, αν μπορούμε να σχεδιάσουμε ένα συμβόλαιο μίσθωσης ώστε να εξασφαλίζεται το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα για τον Εντολέα-εκμισθωτή, η απάντηση είναι αρνητική. Όταν ο Εντολοδόχος αποστρέφεται το ρίσκο που ενυπάρχει φυσικά μέσα στο πρόβλημά μας, θα πρέπει να εξασφαλίζουμε πάντα μια θετική πρόσοδο για τον Εντολοδόχο-μισθωτή, τουλάχιστον στο ευνοϊκό συγκυριακό περιβάλλον. Μόνο στην ειδική περίπτωση κατά την οποία και οι δύο αντισυμβαλλόμενοι δεν ενοχλούνται από το ρίσκο του οικονομικού περιβάλλοντος θα μπορούσαμε να εξασφαλίσουμε το βέλτιστο συμβόλαιο για τον Εντολέα-εκμισθωτή. Ο Επιχειρηματίας Α (Εντολέας) προσλαμβάνει τον Εργάτη Β (Εντολοδόχος) Στη δεύτερη περίπτωση, η αβεβαιότητα υπεισέρχεται στην ανάλυσή μας σε ένα διαφορετικό ερμηνευτικό πλαίσιο. Υποθέτουμε ότι ο Εργάτης ο οποίος είναι υποψήφιος για να εργαστεί στο τυπογραφείο μπορεί να ένας καλός υποψήφιος ή ένας κακός υποψήφιος. Ένας καλός υποψήφιος έχει τις δεξιότητες και τη τεχνική κατάρτιση ώστε να εργαστεί παραγωγικά στην εργασία. Αντίθετα, ο κακός υποψήφιος δεν διαθέτει τις τεχνικές γνώσεις και κρίνεται λιγότερο κατάλληλος να αναλάβει την εργασία. Ο Επιχειρηματίας, κατά τη σύναψη της σύμβασης δεν γνωρίζει τον τύπο του υποψηφίου, δηλαδή αν είναι καλός ή κακός υποψήφιος. Η βασική διαφορά με τη προηγούμενη περίπτωση -η οποία συνοψίζει το πρόβλημα του ηθικού κινδύνου- είναι ότι η αβεβαιότητα δεν αφορά την ex post αβεβαιότητα για το πως θα ενεργήσει ο Εντολοδόχος, αλλά την ex ante αβεβαιότητα για τα τυπικά χαρακτηριστικά του

Εντολοδόχου. Είναι λογικό κάποιος υποψήφιος με δεξιότητες να εξασφαλίζει μια υψηλότερη αποζημίωση για τη παροχή της εργασίας του. Ενώ ο μη καταρτισμένος υποψήφιος θα πρέπει να πάρει ένα βασικό μισθό, ο καταρτισμένος υποψήφιος αναμένει μεγαλύτερο μισθό ως πρόσοδο για την υψηλότερη παραγωγικότητα της εργασίας του. Η ιδέα προσφοράς ενός ενιαίου μισθού σε κάθε περίπτωση τύπου για τον υποψήφιο Εργάτη δεν αποτελεί πάντα καλή λύση. Αν για παράδειγμα, ο Επιχειρηματίας ήξερε ότι ο κατ' ελάχιστον μισθός για τον καταρτισμένο υποψήφιο είναι 1200 ευρώ ενώ για τον μη καταρτισμένο ο κατ' ελάχιστον μισθός είναι 800 ευρώ, η ιδέα ότι θα προσφέρω ένα μέσο μισθό 1000 ευρώ θα οδηγήσει όλους τους καταρτισμένους υποψηφίους να απορρίψουν τη πρόταση του Επιχειρηματία και θα προσελκύσει μη καταρτισμένους εργαζόμενους, οι οποίοι θα εξασφαλίσουν επιπλέον πρόσοδο 200 ευρώ. Η περίπτωση κατά την οποία ένας ενιαίος μισθός μπορεί να λειτουργήσει είναι μόνο όταν ο Επιχειρηματίας αποφασίσει ότι προσφέρει μόνο τον κατώτατο μισθό (800 ευρώ). Τότε, θα γνωρίζει με βεβαιότητα ότι ο υποψήφιος θα είναι μη καταρτισμένος, ωστόσο ο μισθός του δεν θα περιλαμβάνει την πληροφοριακή πρόσοδο, όταν μόνο αυτός γνωρίζει τον τύπο του. Ο τύπος του θα αποκαλυφθεί αμέσως. Η εναλλακτική περίπτωση είναι όταν ο Επιχειρηματίας προσφέρει ένα μενού συμβολαίων, στο οποίο συνδέει τον μισθό όχι με τα τυπικά χαρακτηριστικά του υποψηφίου -μιας και αυτή η πληροφορία δεν είναι διαθέσιμη σε αυτόν- αλλά με το τελικό προϊόν ή τον τζίρο της επιχείρησης. Το βασικό πρόβλημα εξακολουθεί να υπάρχει. Ο μη καταρτισμένος υποψήφιος μπορεί πάντα να μιμηθεί τον καταρτισμένο υποψήφιο ώστε να εξασφαλίσει όσον το δυνατόν μεγαλύτερη πρόσοδο για τον εαυτό του. Για να κρατήσουμε το παράδειγμά μας όσο πιο απλό γίνεται, θεωρείστε ότι δύο τινά μπορεί να συμβούν. Στο τέλος της λειτουργικής περιόδου θα έχουμε υψηλό τζίρο ή χαμηλό τζίρο. Αν έχουμε χαμηλό τζίρο ο υποψήφιος σθα πάρει ένα βασικό μισθό ενώ αν προκύψει υψηλός τζίρος ο μισθός θα είναι μεγαλύτερος. Ουσιαστικά, ο Επιχειρηματίας προσφέρει μπόνους στη περίπτωση μιας παραγωγικής περιόδου. Ωστόσο είναι σημαντικό το μπόνους αυτό να είναι ικανοποιητικό ώστε να κινητροδοτήσει τους ικανούς υποψηφίους να επιδιώξουν το μπόνους. Αν το κίνητρο δεν είναι σημαντικό, υπάρχει πάντα η περίπτωση ο καταρτισμένος υποψήφιος να μιμηθεί τον μη καταρτισμένο. Συμπερασματικά, ο καταρτισμένος υποψήφιος θα μπορεί να εξασφαλίσει κάποια πληροφοριακή πρόσοδο, δηλαδή θα μπορεί να εξασφαλίσει λίγο παραπάνω μισθό για τον εαυτό του μέσα από το μηχανισμό του μπόνους συγκριτικά με τη περίπτωση που ο Επιχειρηματίας γνωρίζει τον τύπο των υποψηφίων. Το πρόβλημα του Επιχειρηματία στη περίπτωση αυτή είναι γνωστό ως το πρόβλημα της δυσμενούς επιλογής. Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι αντικειμενικός σκοπός ενός Επιχειρηματία δεν είναι να αποτρέψει τους λιγότερο καταρτισμένους υποψηφίους να εργαστούν στην επιχείρησή του. Σκοπός του είναι να εξασφαλίσει ότι δεν θα δίνει μισθό σε κάθε εργαζόμενο του που θα ξεπερνά το προϊόν της παραγωγικότητάς του. Επομένως, και στο πρόβλημα της δυσμενούς επιλογής, χρησιμοποιούν τους κατ' αναλογία περιορισμούς συμμετοχής και τους περιορισμούς κινήτρων ώστε οι διαφορετικοί τύποι υποψηφίων να αποκαλύψουν μόνοι τους το τύπο τους, μέσω της επιλογής του κατάλληλου προτεινόμενου συμβολαίου. Αν για παράδειγμα, ένας μη καταρτισμένος υποψήφιος βρίσκει πολύ δύσκολο να πετύχει του στόχους παραγωγικότητας του προτεινόμενου συμβολαίου, προφανώς δεν θα το επιλέξει. Η μη επιλογή ενός συμβολαίου το οποίο είναι σχεδιασμένο για πιο καταρτισμένους υποψηφίους θα είναι αποκαλυπτική για τον τύπο του. Μια εύλογη ερώτηση που προκύπτει είναι αν είναι δυνατόν ο Επιχειρηματίας να αποκτήσει πληροφορία για τον τύπο του υποψηφίου ώστε να λυθεί εξ' αρχής το πρόβλημα της δυσμενούς επιλογής. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να ζητήσει κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του υποψηφίου να του αποκαλύψει πληροφορίες για το ιατρικό του ιστορικό που ενδεχομένως να επηρεάζει την επίδοσή του στην εργασία.

Ενώ στη τελευταία περίπτωση ο νόμος προστατεύει τον υποψήφιο από το να αποκαλύψει παρά τη θέλησή του προσωπικά δεδομένα, ένας άλλος υποψήφιος θα μπορούσε να το πράξει εθελοντικά ώστε να αποκτήσει προβάδισμα για να καταλάβει τη θέση. Είναι βέβαιο ότι πάντα υπάρχουν τρόποι, οι υποψήφιοι να σηματοδοτήσουν τυπικά χαρακτηριστικά τους. Ο πιο βασικός μηχανισμός σηματοδότησης από έναν υποψήφιο είναι να έχει υψηλό επίπεδο σπουδών 6. Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι οι πολύ καλές σπουδές μπορεί πολλές φορές να είναι αναγκαία, αλλά όχι πάντα ικανή συνθήκη ώστε να τεκμαίρεται η ικανότητα του υποψηφίου. Ο Επιχειρηματίας Α (Εντολέας) συνάπτει συμβόλαιο με τον Εκδότη Β (Εντολοδόχος). Στη τελευταίο μέρος του παραδείγματος, εξετάζουμε τη περίπτωση που ο Επιχειρηματίας Α συνάπτει μια συμφωνία ώστε να τυπώνει την εφημερίδα του Εκδότη Β στο τυπογραφείο του. Στο πλαίσιο αυτό θα εξετάσουμε τις περιπτώσεις που θα μπορούσε να προκύψει ευκαιριακή συμπεριφορά είτε από τον Επιχειρηματία ή από τον Εκδότη. Θα δείξουμε ότι νέα πληροφορία θα μπορούσε να οδηγήσει το ένα ή το άλλο μέρος σε επαναδιαπραγμάτευση του συμβολαίου. Θα υποθέσουμε ότι το κόστος ευκαιρίας του Επιχειρηματία είναι 1000 ευρώ, μηνιαίως. Αυτό σημαίνει ότι αν δεν απασχολούσε τον μηχανολογικό εξοπλισμό (εκτυπωτική μηχανή) για την εκτύπωση της εφημερίδας, η χρήση θα του απέφερε αυτά τα 1000 ευρώ. Από τη πλευρά του Εκδότη, μια επιλογή θα ήταν να αγοράσει τον απαραίτητο μηχανολογικό εξοπλισμό, ωστόσο η απόσβεση της αγοράς θα αντιστοιχούσε σε 4000 ευρώ μηνιαίως. Αν επιπλέον προσθέσουμε και τα άλλο λειτουργικό κόστος το οποίο υπολογίζεται στα 1500 ευρώ, το συνολικό κόστος του Εκδότη ανέρχεται σε 5500 ευρώ. Ας υποθέσουμε ότι ο Εκδότης αποφασίζει να μην προχωρήσει στην αγορά αλλά να αναθέσει το έργο στον Επιχειρηματία για το ίδιο ποσό, για 5500 ευρώ. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω δεδομένα η επιπλέον πρόσοδος για τον Επιχειρηματία υπολογίζεται να είναι 3000 ευρώ (5500-1500-1000=3000). Είναι αντιληπτό ότι ο Εκδότης θα μπορούσε να επιδιώξει μια επαναδιαπραγμάτευση του συμβολαίουσ ώστε να διεκδικήσει ένα μέρος των 3000 ευρώ τα οποία καρπώνεται αποκλειστικά ο Επιχειρηματίας. Αν για παράδειγμα ο Εκδότης διεκδικούσε τις 2000 από τις 3000 της προσόδου, το ποσό του συμβολαίου θα έπεφτε στις 3500 ευρώ και πιθανώς ο Επιχειρηματίας θα αναγκάζονταν να δεχθεί μια τέτοια αναπροσαρμογή εφόσον παρέμενε θετική πρόσοδος 1000 ευρώ για αυτόν. Αν πάλι ο Επιχειρηματίας είχε μια αντί-πρόταση από έναν άλλο Εκδότη, έστω τον Εκδότη Γ, για το ποσό των 4000 ευρώ, η ελάχιστη πρόσοδος που θα μπορούσε να προκύψει για τον Επιχειρηματία είναι (4000-1500-1000=1500) 1500 ευρώ, ο Επιχειρηματίας θα απέρριπτε την μείωση στις 3500, αφού μπορεί να διεκδικήσει μεγαλύτερη πρόσοδο από τον Εκδότη Γ. Ενώ μια τέτοια επαναδιαπραγμάτευση όπως η παραπάνω είναι συνήθης στη καθημερινότητά μας, μερικά σχόλια είναι απαραίτητα. Πρώτον, η χρήση εξειδικευμένου μηχανολογικού εξοπλισμού κάνει δύσκολο τον ανταγωνισμό και δίνει πλεονέκτημα στον Εκδότη. Αν για παράδειγμα μια εταιρία κατασκευάζει ένα πολύ εξειδικευμένο εξάρτημα για μια αυτοκινητοβιομηχανία, το οποίο είναι χρήσιμο μόνο για ένα τύπο αυτοκινήτου που παράγει αυτή η αυτοκινητοβιομηχανία, τότε η δυνατότητα της εταιρίας να βρει εναλλακτικές προτάσεις εκμηδενίζεται και θα αναγκαστεί να δεχθεί τους όρους επαναδιαπραγμάτευσης. Η αυτοκινητοβιομηχανία έχει πάντα την επιλογή κάθετης ολοκλήρωσης ως εναλλακτική 7. Δεύτερον, ο Επιχειρηματίας θα μπορούσε επίσης να επιδείξει ευκαιριακή συμπεριφορά. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να επικαλεστεί υψηλό κόστος συντήρησης της μηχανής. Ο Εκδότης υπό τοκ κίνδυνο μη έκδοσης της εφημερίδας θα υπέκυπτε στον εκβιασμό. Τόσο στη πρώτη όσο και στη δεύτερη περίπτωση η απαίτηση επαναδιαπραγμάτευσης θα συνιστούσε αξιόπιστη απειλή για τα αντισυμβαλλόμενα μέρη. Το γεγονός ότι το 6 Spence, M. (1973). Job Market Signaling. Quarterly Journal of Economics 87:355-74 7 Casadesus-Masanell, R., and Spulber, D. (2000). The fable of Fisher Body. Journal of Law and Economics 43:67-104

συμβόλαιο μπορεί να αφορά μια εξειδικευμένη αξία (κεφάλαιο), όπως για παράδειγμα το ανθρώπινο κεφάλαιο ή τη χρήση εξειδικευμένου μηχανολογικού εξοπλισμού, μπορεί να καθιστά ένα από αντισυμβαλλόμενα μέρη όμηρο. Το πρόβλημα αυτό είναι γνωστό ως το πρόβλημα της ομηρίας (holdup problem). Σε ένα διαφορετικό πλαίσιο θα μπορούσαμε να δείξουμε ότι το πρόβλημα της ομηρίας μπορεί να οδηγήσει σε υπόεπένδυση σε εξειδικευμένο ή ανθρώπινο κεφάλαιο, το οποίο και συνδέεται με μεγαλύτερες υπεραξίες στη σύγχρονη οικονομία. Συμπεράσματα Η στρατηγική συμπεριφορά στο πλαίσιο ενός συμβολαίου είναι αντιληπτή στο καθένα μας και εξειδικεύεται στις διαφορετικές γενικές περιπτώσεις που παρουσιάσαμε στο παράδειγμά μας. Σκοπός της θεωρίας συμβολαίων είναι να τυποποιήσουμε τις συγκεκριμένες συμπεριφορές και να αποκαλύψουμε τα κίνητρα των δρώντων μέσα στην οικονομία, ειδικότερα σε ένα περιβάλλον ασύμμετρης πληροφόρησης. Επομένως, μπορούμε να εξετάσουμε την αποτελεσματικότητα των οικονομικών συμβάσεων, και αν είναι δυνατόν να επαναπροσδιορίσουμε τους όρους τους. Στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το κυρίαρχο πρόβλημα από τα παραπάνω είναι αυτό του ηθικού κινδύνου. Ωστόσο, η δυσμενής οικονομική συγκυρία έχει οδηγήσει στη σημαντική ανάγκη για αναδιάρθρωση δανείων, μας αποδεικνύει ότι τα ατελή συμβόλαια αποτελούν ένα ακόμη σημαντικό πεδίο στο οποίο θα πρέπει να στρέψουμε την έρευνά μας. Η αναδιάρθρωση του ενεργητικού των τραπεζών μας αποδεικνύει ότι η προσπάθεια μας για τη διαμόρφωση πλήρων συμβολαίων είναι σχεδόν ανέφικτη σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας και πολλές φορές η οικονομική πραγματικότητα επιβάλλει τους δικούς της όρους.