ΟΙ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΥΜΙΚΟΥ



Σχετικά έγγραφα
Μεταιχμιακό Σύστημα του Εγκεφάλου

χρόνιου πόνου κι των συναισθημάτων. Μάλιστα, μεγάλο μέρος αυτού

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 3: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: I

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΙΝΗΤΡΩΝ. Θεματική Ενότητα 2: Βιολογική και φυσιολογική βάση των κινήτρων

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 10: Μελέτη του Εγκεφάλου

Νευροδιαβιβαστές και συμπεριφορά

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

«Η κανονική νοητική συνθήκη των ανθρώπων σε κατάσταση εγρήγορσης, που χαρακτηρίζεται από την εμπειρία των αντιλήψεων, σκέψεων, συναισθημάτων,

Πως ο Νους Χειρίζεται το Φόβο

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (ΨΧ 00)

Συνείδηση, αντίληψη και τυφλή όραση

Είναι «ψυχοσωματική» η καθημερινή μας ζωή και συμπεριφορά; - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχολόγο

Εγκέφαλος-Αισθητήρια Όργανα και Ορμόνες. Μαγδαληνή Γκέιτς Α Τάξη Γυμνάσιο Αμυγδαλεώνα

ΜΕΘΟΔΟΙ & ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗΣ ΑΚΡΟΑΣΗΣ ΙΙ «ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ: ΣΧΕΣΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗ ΘΕΡΑΠΕΥΟΜΕΝΟΥ»

Αναστασία Κωσταρίδου-Ευκλείδη Ομότιμη καθηγήτρια, Τμήμα Ψυχολογίας, Α.Π.Θ. Συνέδριο Εταιρείας Νόσου Alzheimer, Θεσσαλονίκη, 2 Φεβρουαρίου 2017

Συμπεριφορά κινητοποίηση Συναίσθημα. Α. Χατζηευθυμίου Αν. Καθηγήτρια Ιατρικής Φυσιολογίας

Απ. Χατζηευθυμίου Αν Καθηγήτρια Ιατρικής Φυσιολογίας

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

EΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

Τι θα προτιμούσατε; Γνωστική Ψυχολογία Ι (ΨΧ32) 25/4/2012. Διάλεξη 5 Όραση και οπτική αντίληψη. Πέτρος Ρούσσος. Να περιγράψετε τι βλέπετε στην εικόνα;

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 2: Συμβολή της φυσιολογίας στην ψυχολογία

Μεταγνωστικές διεργασίες και αυτο-ρύθμιση

Ο καθημερινός άνθρωπος ως «ψυχολόγος» της προσωπικότητάς του - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχο

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

ΚΑΘΡΕΠΤΙΚΟΙ- (ΚΑΤΟΠΤΡΙΚΟΙ) ΝΕΥΡΩΝΕΣ MIRROR NEURONES. Ενσυναίσθηση

Περιεχόμενα. Προλογικό Σημείωμα... 17

Ενότητα σώματος και ψυχής κατά τον Max Scheler

M.Sc. Bioinformatics and Neuroinformatics

ΚΕΙΜΕΝΑ Ι 1. 1 Τα κείμενα που ακολουθούν συνοδεύουν και υποβοηθούν τη μελέτη των αντίστοιχων

Αμυγδαλoειδείς Πυρήνες. Σταματάκης Αντώνης Αναπλ. Καθ. ΕΚΠΑ

e-seminars Αναπτύσσομαι 1 Προσωπική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

Θάλαμος, Φλοιός του Εγκεφάλου & Δικτυωτός Σχηματισμός. Α. Χατζηευθυμίου Αν. Καθηγήτρια Ιατρικής Φυσιολογίας

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (ΦΑΣΗ 1 η )

Εγκέφαλος και Έλεγχος της Κίνησης. 4 διακριτά υποσυστήματα που αλληλεπιδρούν

Νευροβιολογία των Μνημονικών Λειτουργιών

Βασικά γάγγλια. Απ. Χατζηευθυμίου Αν. Καθηγήτρια Ιατρικής Φυσιολογίας

Το Συναίσθηµα ως πληροφορία: τι µας λένε τα παιδιά µας;

ΔΑΜΔΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ. Βιολογία A λυκείου. Υπεύθυνη καθηγήτρια: Μαριλένα Ζαρφτζιάν Σχολικό έτος:

ΜΑΘΗΜΑ 3ο ΜΕΡΟΣ Γ ΝΕΥΡΟΔΙΑΒΙΒΑΣΤΕΣ

H Ναταλί Σαμπά στο babyspace.gr

ΙΑΤΡΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ: ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΚΚΑΒΑΣ ΨΥΧΙΑΤΡΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Ψυχολογία Κινήτρων

Μανώλης Ισχάκης. Μανώλης Ισχάκης. WYS NLP Life Coaching. Ζήσε με Πάθος! Σελίδα 1

Εισαγωγικά για την αναγνώριση έκφρασης προσώπου (Facial Expression Recognition)

Γνωστική Ψυχολογία Ι (ΨΧ32)

Αλκοόλ, Εθεβεία & Εγκέθαλορ. Γιώργος Παναγής Πανεπιστήμιο Κρήτης Τμήμα Ψυχολογίας Εργαστήριο Νευροεπιστημών & Συμπεριφοράς

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

ΜΑΘΗΜΑ 10ο ΜΕΡΟΣ Γ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ

Γράφει: Βασιλειάδης Γρηγόρης, Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπευτής, Διδάκτωρ Ψυχολογίας (Ph.D.)

Γεώργιος Ν.Λυράκος Μάθηµα Ψυχολογία της Υγείας Φυσικοθεραπεία ιάλεξη 8η 2014

Βασικά γάγγλια. Απ. Χατζηευθυμίου Αν. Καθηγήτρια Ιατρικής Φυσιολογίας Μάρτιος 2017

ΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ

Μουσικοθεραπεία ΟΙ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ, ΧΡΗΣΙΜΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ

Κατερίνα Μιχοπούλου Γ 3 Σχ. έτος

Γνωστικοί και Συναισθηματικοί Παράγοντες της Επικοινωνίας

ΜΑΘΗΜΑ 3ο ΜΕΡΟΣ Α ΣΥΝΑΠΤΙΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

"Να είσαι ΕΣΥ! Όλοι οι άλλοι ρόλοι είναι πιασμένοι." Oscar Wilde

Ποια είναι τα είδη της κατάθλιψης;

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Κάποιες ναρκωτικές ουσίες δρουν µόνο στο βιολογικό υπόστρωµα και άλλες δρουν σε βιολογικό και σε ψυχικό επίπεδο συγχρόνως, προκαλούν αλλαγές στις σωµα

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Σύναψη µεταξύ της απόληξης του νευράξονα ενός νευρώνα και του δενδρίτη ενός άλλου νευρώνα.

Γνωστική-Πειραµατική Ψυχολογία

Βασικοί κανόνες σύνθεσης στη φωτογραφία

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Επιλέξτε τη σωστή απάντηση στις παρακάτω προτάσεις: 1) Τα νευρογλοιακά κύτταρα δεν μπορούν: α. Να προμηθεύουν τους νευρώνες με θρεπτικά

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Συναισθήματα και η Διαχείρισή τους

ΥΠΑΡΞΗ ΚΑΙ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ

Ο πόνος είναι στο μυαλό μας!

Αμυγδαλή (ΑΜΥ)* Ι. Εισαγωγή ΙΙ. Ανατομική οργάνωση

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ. Ιωάννης Βρεττός

Ο ερωτευμένος εγκέφαλος

ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΒΒΑΔΙΑ Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας

Γνωστική Ψυχολογία Ι (ΨΧ32)

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΓΟΥΣΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΗΣ Β3 (υπεύθυνη καθηγήτρια :Ελένη Μαργαρίτου)

ΑΣΚΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ Η ΥΠΕΡΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΒΛΑΠΤΕΙ!

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Σπίτι μας είναι η γη

K. I. Boυμβουράκης Αν. Καθηγητής Νευρολογίας Β Νευρολογική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών Π.Γ.Ν. ΑΤΤΙΚΟΝ

Οι Κυριότερες Νευρικές Οδοί

ΕΡΑΣΜΕΙΟΣ ΕΛΛΗΝΟΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΠΩΛΗΣΗ

Γνωστικοί και Συναισθηματικοί Παράγοντες της Επικοινωνίας

Θέμα: «Η ιστορική μέθοδος ερμηνείας» Υπεύθυνος καθηγητής: κ. Ανδρέας Δημητρόπουλος

ΣΤΡΕΣ ΚΑΙ ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΜΑΝΩΛΙΑ ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΣΤΕΛΛΑ ΠΑΝΑΓΟΥΛΗ ΕΥΗ ΡΕΜΕΔΙΑΚΗ

2 ο Πρότυπο Πειραματικό Γενικό Λύκειο Αθηνών

Ταξινομίες και είδη ερωτήσεων. Δρ Δημήτριος Γκότζος

Συστήµατα Αισθήσεων Σωµατικές Αισθήσεις

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

(ii) X P(X). (iii) X X. (iii) = (i):

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΙΝΗΤΡΩΝ. Θεματική Ενότητα 4: Η ψυχαναλυτική θεωρία των κινήτρων

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΑΣΘΕΝ-Ν ΣΤΗ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤ-ΠΙΣΗ

Transcript:

ΟΙ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΥΜΙΚΟΥ Ανδρέας Κ. Παπανικολάου Εισαγωγή Ι: ορισμοί ΙΙ: Ηδονή, Οδύνη και Παρορμητικότητα. ΙII: Ηδονή και Παρορμητικότητα: Κλινικές ενδείξεις διαφοράς IV: Η διάσταση της Αξιοδότησης V: Η αναγωγή του θυμικού σε εγκεφαλικά δρώμενα Υποσημειώσεις Εισαγωγή Δύο είναι, νομίζω, τα κατ εξοχήν προβληματικά κεφάλαια της ψυχολογίας, της νευρολογίας και των νευροεπιστημών εν γένει: Το κεφάλαιο της μνήμης και το κεφάλαιο των συγκινήσεων και συναισθημάτων. Και στις δύο περιπτώσεις, η κύρια πηγή των προβλημάτων είναι η χρήση πολλών αδόκιμων και συχνά αλλοπρόσαλλων όρων για τις πλέον βασικές έννοιες. Κι αυτά τα προβλήματα βραδύνουν την κατανόηση των αντιστοίχων φαινομένων και την ταυτοποίηση των εγκεφαλικών τους μηχανισμών. Πρώτο μου, επομένως, μέλημα στο προκείμενο δοκίμιο είναι να περιορίσω το ορολογικό πανδαιμόνιο στον τομέα της συγκινήσεως και δεύτερον να περιγράψω τους παράγοντες που προσδίδουν στα συναισθήματα το ιδιάζον τους ποιόν. Το ποιόν αυτό το οποίο θα αποκαλέσω «θυμικό» [1] συνήθως (και επισφαλώς) αναφέρεται σε αλληλεπικαλυπτόμενες έννοιες που σχετίζονται με τα δίπολα «ηδονή-οδύνη», επιθυμία-αποστροφή, αρέσκεια-δυσαρέσκεια, ευδιαθεσίααδιαθεσία κ.λπ. Ο δεύτερός μου, συνεπώς, στόχος είναι να αναλύσω αυτό το ποιόν της ανθρώπινης εμπειρίας, σε ανεξάρτητα μεταξύ τους συστατικά ή διαστάσεις. Σκοπός μου επίσης είναι να διαχωρίσω αυτό το ποιόν, επομένως αυτές τις διαστάσεις του θυμικού από τα αισθητικά χαρακτηριστικά των εμπειριών όπως αυτά του φυσιολογικού πόνου ή της γλυκιάς γεύσης ή του οργασμού, με τα οποία το θυμικό συχνά συγχέεται. Να το ξεχωρίσω επίσης από τα συναισθήματα με τα οποία επίσης συγχέεται παρόλο που το θυμικό είναι μόνον ένα από τα πολλά χαρακτηριστικά που απαρτίζουν το κάθε συναίσθημα. Εν συνεχεία σκοπεύω να εξετάσω εάν η κάθε μια διάσταση του θυμικού μπορεί να αναχθεί σε διαφορετικά νευροχημικά συστήματα και τέλος, να εξηγήσω τι ακριβώς εννοώ με αυτήν την «αναγωγή» της θυμικής χροιάς 1

της ανθρώπινης εμπειρίας σε εγκεφαλικούς μηχανισμούς, νευροδιαβιβαστές και άλλους, μη-ψυχικούς παράγοντες. Ι: ορισμοί Στην καθημερινή μας επικοινωνία, στην τέχνη αλλά, συχνά, και στην επιστημονική γραμματεία, «συναίσθημα» και «συγκίνηση» απαντούν ως συνώνυμα παρόλο ότι αναφέρονται σε αντικειμενικά διακριτές όψεις του ιδίου φαινομένου: το μεν συναίσθημα [2] στην σύνθετη υποκειμενική εμπειρία σωματικών, κυρίως, αισθημάτων (π.χ. «κόμπος στο λαιμό») η δε συγκίνηση [3] στο σύνολο των επίσης σωματικών «κινήσεων» οι οποίες προκαλούν τα αντίστοιχα αισθήματα και άλλων, π.χ. μορφασμών, οι οποίες «εκφράζουν» τα συναισθήματα [4] Οι εν λόγω «κινήσεις», ή, σωστότερα, οι αλλαγές της βασικής λειτουργίας φυσιολογικών οργάνων ή τμημάτων του σώματος, δεν είναι όλες αισθητές. Κάποιες όμως απ αυτές οι οποίες είναι αισθητές συμβάλλουν, σύμφωνα με την κλασική θεωρία του William James στην διαφοροποίηση των συναισθημάτων [5]. Όλες δε, αισθητές και μη, κατατάσσονται, βάσει του ρόλου που διαδραματίζουν στην οικονομία της συμπεριφοράς, στις εξής κατηγορίες: Πρώτον, σε μυϊκές κινήσεις του σκελετικού συστήματος. Δεύτερον, στην μεταβολή της δράσης του μυοκαρδίου και των σπλάχνων (π.χ. περισταλτικές κινήσεις του στομάχου) και τρίτον, σε νευροορμονικές αντιδράσεις (πχ, έκλυση αδρεναλίνης ή στεροειδών). Οι «κινήσεις» της πρώτης κατηγορίας είναι κατά κανόνα οι ταχύτερες όλων, δυνάμει αισθητές, αυτόματες ή αυτοματοποιημένες αλλά και εσκεμμένες. Ο δε βασικός τους ρόλος είναι η έμπρακτη αντιμετώπιση σημαντικών για τον οργανισμό περιβαλλοντικών καταστάσεων όπως επίθεση ή αποφυγή κινδύνου [6]. Οι «κινήσεις» της δεύτερης (των σπλάχνων και του μυοκαρδίου) και της τρίτης κατηγορίας (νευροορμονικές) είναι επικουρικές των πρώτων, χαρακτηρίζονται από επιβραδυμένη έναρξη σε σύγκριση με αυτές της πρώτης κατηγορίας, είναι όλες αργές, και αυτόματες. 2

Οι μυϊκές κινήσεις της πρώτης κατηγορίας συνήθως (και ορθώς) διαχωρίζονται σε δυο υπο-κατηγορίες πάλι βάσει του ρόλου που διαδραματίζουν: σε αυτές που πρωτίστως αποσκοπούν στη εσπευσμένη αντιμετώπιση κινδύνου και άλλων κρίσιμων για τον οργανισμό καταστάσεων και σε αυτές (των μυών του προσώπου, κυρίως) που αποσκοπούν στην έκφραση των συναισθημάτων [7]. Ένα υποσύνολο όλων των σωματικών κινήσεων οι οποίες συναπαρτίζουν την κάθε συγκίνηση είναι, όπως προανέφερα, αισθητές και συμβάλλουν, μαζί με τις αισθητές κινήσεις του μυοκαρδίου και των σπλάχνων, στην γένεση του αντιστοίχου υποκειμενικού συναισθήματος [8]. Όσο για το συναίσθημα είναι ένα από τα πολλά είδη υποκειμενικών εμπειριών. Με τον δε όρο «εμπειρία» εννοώ κάθε συνειδητή ενότητα αποκομμένη, πάντα εκ των υστέρων, από το συνεχές του συνειδησιακού γίγνεσθαι: Κάθε σκέψη, αίσθημα, αντίλημμα, βίωμα, τάση, επιθυμία, ανάμνηση, είναι και μια εμπειρία. Κάποιες εμπειρίες είναι απλές και κάποιες σύνθετες αν και η διάκριση δεν είναι κατηγορηματική. Ένα συναίσθημα, επί παραδείγματι, είναι μια σύνθετη εμπειρία ενώ ένας φευγαλέος πόνος, μια οσμή, μια στιγμιαία νοητή εικόνα λογίζονται ως απλές. Είναι λοιπόν το συναίσθημα ένα είδος εμπειρίας, δηλαδή επίγνωσης. Επίγνωσης, πάντα, των κινητοποιήσεων του σώματος, δηλαδή των διαφόρων αισθημάτων που προκύπτουν από τις σωματικές κινήσεις που προαναφέρθηκαν κι ενίοτε επιπρόσθετης επίγνωσης των αφορμών που το προκαλούν ή των συνειρμών που το πλαισιώνουν. Παραδείγματος χάριν η θλίψη είναι πάντα επίγνωση των σωματικών δρώμενων όπως του «κόμπου στο λαιμό» αλλά επίσης επίγνωση του αυτοκινητιστικού δυστυχήματος επί παραδείγματι- που μας στέρησε τον τάδε φίλο ή επίγνωση ότι έπεσε η «πρώτη σταγόνα της βροχής» κι έτσι «σκοτώθηκε» για εμάς «το καλοκαίρι» [9]. Πρωτίστως όμως το συναίσθημα είναι επίγνωση ενός παράγοντα τον οποίο απεκάλεσα «θυμικόν» και ο οποίος, επικαλύπτοντας το αισθητικό ποιόν των σχετικών εμπειριών τις μετατρέπει σε συναισθήματα, όπως θα δούμε αναλυτικότερα πιο κάτω. 3

Βέβαια, ο ισχυρισμός ότι το συναίσθημα είναι ένα είδος γνώσης, είναι φυσικό να ξενίζει αυτούς που θεωρούν δεδομένη την ύπαρξη υποσυνείδητων ή ασυνείδητων (δηλαδή μη γνωστών) συναισθημάτων τα οποία δρουν ως τα κρυφά κίνητρα της συμπεριφοράς. Αλλά, εκ των πραγμάτων, μη συνειδητές είναι μόνον οι εγκεφαλικές διεργασίες που παράγουν τα συναισθήματα [10] αλλά ποτέ τα συναισθήματα αυτά καθ αυτά: είναι παράλογο να λέμε ότι υπάρχουν συναισθήματα που δεν συναισθανόμαστε για τον ίδιον ακριβώς λόγο που είναι παραλογισμός ή στείρο λογοπαίγνιο να λέμε ότι υπάρχουν αισθήματα που δεν αισθανόμαστε! Φαίνεται λοιπόν ότι «άμεση γνώση των αισθημάτων και των άλλων εμπειριών που τα πλαισιώνουν, μεταλλαγμένων από τον θυμικό παράγοντα που τα επικαλύπτει» είναι ο πλέον επαρκής ορισμός του συναισθήματος, με την προϋπόθεση ότι έχει επίσης οριστεί η έννοια «θυμικός παράγων». ΙΙ: Ηδονή, Οδύνη και Παρορμητικότητα. Εν πρώτοις, ο παράγων αυτός δρα ως ειδοποιός διαφορά που μας επιτρέπει να διακρίνουμε αβίαστα, πρώτον, τα συναισθήματα από τις μη-συναισθηματικές εμπειρίες δεύτερον, το ένα συναίσθημα από τ άλλο (αν και όπως αναφέρθη, άλλοι, επιπρόσθετοι, παράγοντες ενδεχομένως συμβάλλουν στη διαφοροποίηση των συναισθημάτων [11] και, τρίτον, τις δυνάμει άπειρες αποχρώσεις του ίδιου συναισθήματος. Η πρώτη διάκριση γίνεται απλώς βάσει της παρουσίας του θυμικού παράγοντα: εμπειρίες που τον περιέχουν είναι συναισθήματα κι οι άλλες όχι. Αλλά, οι δυο άλλες διακρίσεις γίνονται με βάσει το «ποιόν» [12] αυτού του παράγοντα. Το θυμικό ποιόν εξαρτάται από την αναλογία τεσσάρων τουλάχιστον στοιχείων ή διαστάσεων τις οποίες θα τις ονομάσω «ηδονή», «οδύνη», «παρορμητικότητα» και «αξιοδότηση» [13] που τον συναπαρτίζουν σε κάθε περίσταση κι οι οποίες σύμφωνα με πρόσφατες πειραματικές ενδείξεις φαίνεται ότι σχετίζονται με διακριτούς εγκεφαλικούς μηχανισμούς και νευροδιαβιβαστές [14]. Τα θυμικά στοιχεία ή οι διαστάσεις της ηδονής και της οδύνης αναφέρονται όχι στο αισθητικό ποιόν των εμπειριών αλλά στο πόσο ευχάριστες ή δυσάρεστες είναι οι εμπειρίες. Παράδειγμα: η γεύση του μελιού μπορεί μεν να έχει πάντα το αισθητικό 4

χαρακτηριστικό «γλυκύτητα» αλλά όχι κατ ανάγκην και το επιπρόσθετο γνώρισμα του «ευχάριστου», του «αρεστού». Με τον κορεσμό, φερ ειπείν, η συνήθως ευχάριστη γλυκύτητα του μελιού μπορεί να προκαλέσει αποστροφή παρόλο που παραμένει γλυκύτητα ως γεύση. Ομοίως, η γεύση της μπύρας η οποία αν και πικρή ως αίσθημα μπορεί να είναι (θυμικά) ευχάριστη. Ο φυσιολογικός πόνος μπορεί μεν (με εξαίρεση κάποιες διαστροφές) να είναι κατά κανόνα δυσάρεστος, δεν παύει όμως, πέρα από αυτό το (θυμικό) χαρακτηριστικό να έχει διάφορα και διαφορετικά κάθε φορά αισθητικά χαρακτηριστικά: Να είναι οξύς, καυτός, πιεστικός, διαπεραστικός, παλλόμενος κλπ, παραμένοντας, σ όλες όμως τις περιπτώσεις, ομοίως δυσάρεστος. Ελπίζω να έγινε σαφές τι ακριβώς εννοώ με τη θυμική διάσταση ηδονής και αυτήν της οδύνης και ότι διαφέρουν αφενός από τα αισθητικά χαρακτηριστικά των απλών εμπειριών και αφετέρου ότι διαφέρουν απ τις σύνθετες εμπειρίες, τα συναισθήματα, όντας ένα από τα πολλά αισθητικά, νοητικά, αντιληπτικά χαρακτηριστικά του κάθε συναισθήματος. Οι διαφορές αυτές μεταξύ των αισθητικών και θυμικών όψεων των συναισθημάτων δεν είναι μόνον φαινομενολογικές αλλά έχουν νευροφυσιολογική εγκυρότητα. Επί παραδείγματι, ενώ το αισθητικό ποιόν της κάθε εμπειρίας φαίνεται ότι εξαρτάται από την ενεργοποίηση του αισθητικού φλοιού, η θυμική διάσταση της ηδονής εξαρτάται από την ενεργοποίηση νευρωνικών κυκλωμάτων στον μεταιχμιακό φλοιό και στην αρχαιότερη μοίρα του εγκεφάλου, τις υποφλοιικές περιοχές [15] που λειτουργούν κυρίως με νευροδιαβιβαστές του είδους των οπιοειδών και με το γάμμα αμινοβουτυρικό οξύ [16] Κι αυτή η ειδική σχέση ηδονής (και οδύνης) και των κυκλωμάτων που λειτουργούν κυρίως με τη μεσολάβηση αυτού του νευροδιαβιβαστή επαληθεύεται από το γεγονός ότι οι βενζοδιαζεπίνες (με ιδιότητες παρεμφερείς μ αυτές του γάμμα αμινοβουτυρικού οξέος) χορηγούνται για την αγχολυτική τους δράση, δηλαδή την μείωση της (θυμικής) οδύνης. Η τρίτη θυμική διάσταση, η παρόρμηση, αν και φαινομενολογικά και νευροφυσιολογικά διακριτή συνήθως συγχέεται αφ ενός με τη διάσταση της ηδονής, αφετέρου με το συναίσθημα της επιθυμίας το οποίο με παραδειγματική διεισδυτικότητα ανέλυσε ο Πλάτων σε δύο συστατικά. Αφενός στην οδύνη για κάτι 5

που μας λείπει («κένωσις») και αφετέρου την ηδονή της προσδοκώμενης αναπλήρωσής του («πλήρωσις») [17]. Το συναίσθημα λοιπόν της επιθυμίας συνήθως συγχέεται με την ηδονή διότι, κατά κανόνα, επιθυμούμε αυτό που μας προκαλεί ηδονή, αυτό που μας αρέσει, και αποστρεφόμαστε εμπειρίες που είναι (θυμικά αλλά και αισθητικά) οδυνηρές και που δεν μας αρέσουν. Και, ως γνωστόν, σχεδόν όλη η γραμματεία περί εθισμού βασίζεται στην υπόθεση ότι επιθυμούμε και αποζητούμε εναγωνίως πράγματα για την ηδονή που μας προσφέρουν επιθυμούμε δηλαδή μόνον ηδονικές εμπειρίες και τις αναζητούμε για να νιώσουμε ηδονή ή για να αποφύγουμε την οδύνη της στέρησής τους. Επιπλέον σ όλη σχεδόν την γραμματεία σχετικά με κέντρα ηδονής στον εγκέφαλο [18] επιθυμία και ηδονή θεωρούνται συνώνυμες λέξεις και αναφέρονται στην, εξ υποθέσεως, ίδια, πραγματικότητα. Αυτό, βέβαια, δεν αποτελεί τεκμήριο ότι όντως οι δύο αυτές λέξεις αναφέρονται στο ίδιο ακριβώς χαρακτηριστικό της εμπειρίας, ασχέτως αν πράγματι αναφέρονται, ειδικά στα σχετικά πειράματα με ζώα, στην ίδια συνήθως αντικειμενική συμπεριφορά. Διότι, όπως άλλωστε ξέρουμε όλοι μας, η μόνη ένδειξη του τι βιώνει ένα πειραματόζωο, είναι η συμπεριφορά του, εάν δηλαδή τρέχει γρήγορα εκεί που ξέρει πως θα βρει ζαχαρόνερο να πιεί ή πόσο συχνά πατάει το μοχλό για να αυτόερεθίσει το άλφα ή βήτα κέντρο «ηδονής» στον εγκέφαλό του. Αλλά βέβαια, αυτές οι αντικειμενικές ενδείξεις δεν μας επιτρέπουν να αποφανθούμε εάν είναι ενδείξεις μιας επιθυμίας, δηλαδή ενδείξεις αναμενόμενης ηδονής ή, μιας τάσης ανεξάρτητης από την αναμενόμενη ηδονή ή, όπως έχουμε συνηθίσει να πιστεύουμε, ενδείξεις και των δυο. Προσωπικά θεωρώ πως υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ των δύο αυτών κινήτρων παρόλο που οι ενδείξεις από τη φυσική συμπεριφορά των ζώων δεν μας επιτρέπουν να την διακρίνουμε. Το πιστεύω όμως διότι και πειραματικές ενδείξεις υπάρχουν και φαινομενολογικές: Το γεγονός ότι επιθυμεί, θέλει, επιδιώκει κανείς κάτι, δεν σημαίνει πως αυτό το κάτι πρέπει να είναι και ηδονικό ή ευχάριστο, ασχέτως αν συνήθως είναι. Ο μανιώδης καπνιστής το πρωϊνό τσιγάρο το αποζητά παρόλο που όχι μόνο πικρίζει (η πικρή γεύση είπαμε μπορεί να είναι και ευχάριστη) αλλά και σε περιπτώσεις που αυτή η πίκρα δεν είναι καθόλου αρεστή. Γενικότερα, ο κάθε καταναγκαστικός νοιώθει ακατάσχετη ανάγκη να επαναλαμβάνει πράξεις 6

ακόμα κι όταν γνωρίζει ότι δεν συνεπάγονται ούτε αισθητική ούτε θυμική ηδονή. Φυσικά σε τέτοιες περιπτώσεις είναι δυνατόν να επινοήσουμε (και συχνά επινοούμε) «ασυνείδητες» επιθυμίες και επίσης «ασυνείδητες» ηδονές όταν αποδεχόμαστε χωρίς αποδείξεις την ύπαρξη τέτοιων ηδονών που κανείς δεν τις γεύεται και τότε βέβαια είναι αδύνατον να αποφανθούμε εάν επιθυμία και ηδονή είναι ένα πράγμα ή δύο. Αλλά εάν οι φαινομενολογικές ενδείξεις δεν είναι αρκούντως πειστικές όσον αφορά την διαφορά ηδονής και παρορμητικότητας, ίσως τα πειραματικά δεδομένα να φανούν επαρκέστερα. Τα δεδομένα αυτά δείχνουν, πρώτον, ότι υπάρχουν αντικειμενικές ενδείξεις στη συμπεριφορά των ζώων που έχουν να κάνουν αποκλειστικά με την ηδονή και όχι με την παρορμητικότητα και δεύτερον, ότι οι δύο αυτές διαστάσεις του θυμικού αντιστοιχούν σε διαφορετικά νευροχημικά συστήματα. Χωρίς να επεκταθώ σε λεπτομέρειες θα παραθέσω, πολύ περιληπτικά τα βασικά ευρήματα που αφορούν κυρίως την ηδονή και την παρορμητικότητα για γευστικές εμπειρίες: Από την δεκαετία του 1970 είχε διαπιστωθεί ότι στα θηλαστικά από το ποντίκι ως τον άνθρωπο, απαντούν κάποιοι σαφείς και ευδιάκριτοι αισθητικοκινητικοί αυτοματισμοί οι οποίοι προκαλούνται από ευχάριστες και άλλοι εντελώς διαφορετικοί, από δυσάρεστες γεύσεις. Ευχάριστες γεύσεις προκαλούν στα νήπια πιπίλισμα των χειλιών, ρυθμικές προεκβολές της γλώσσας, χαλάρωση των μυών του προσώπου και ενίοτε χαμόγελο. Δυσάρεστες γεύσεις κινίνο για παράδειγμα, προκαλούν χαρακτηριστικές συσπάσεις των μυών του μετώπου, της μύτης, χειλιών και επίσης χαρακτηριστικές απωθητικές κινήσεις του κεφαλιού και των χεριών. Φαντάζομαι όλοι μας έχουμε κάποτε παρατηρήσει σε μωρά αυτούς τους αυτοματισμούς [19]. Ανάλογοι και ομοίως ευδιάκριτοι αυτοματισμοί απαντούν όπως προείπα σε μαϊμούδες και σε ποντίκια ακόμα. Έχει λοιπόν αποδειχτεί επαρκώς σε σειρές πειραμάτων του Berridge και της ομάδας του αλλά και απ άλλους [20] ότι οι αυτοματισμοί αυτοί δεν είναι ενδεικτικοί διαφορών στα αισθητικά γνωρίσματα των γεύσεων πράγμα βασικότατο για το θέμα μας αλλά ενδεικτικοί μόνον αρέσκειας ή δυσαρέσκειας είτε πικρών είτε γλυκών 7

γεύσεων. Επί παραδείγματι, τόσο το αλάτι όταν τα ζώα το χουν στερηθεί όσο και η ζάχαρη προκαλούν τους ίδιους θετικούς αυτοματισμούς αρέσκειας και το ίδιο αλάτι, ομοίως αλμυρό, αυτοματισμούς δυσαρέσκειας, όταν τα ζώα δεν το έχουν στερηθεί. Έχουμε λοιπόν δυο κατηγορίες ομοίως αντικειμενικών ενδείξεων: Η μια κατηγορία συνίσταται στους εν λόγω αισθητικοκινητικούς αυτοματισμούς ενδεικτικούς της μιας θυμικής διaστάσεως (ηδονής, οδύνης -αρέσκειας, δυσαρέσκειας). Η άλλη κατηγορία περιλαμβάνει κινήσεις για απόκτηση (ή για αποφυγή) τροφής ή ερεθισμού των κέντρων ηδονής στον εγκέφαλο (πάτημα μοχλών, τρέξιμο κ.λ.π) ενδεικτικών σίγουρα της παρορμητικότητας αλλά ενδεχομένως και της ηδονής. Οπότε με κατάλληλα πειραματικά σχέδια μπορούμε πλέον να κατορθώσουμε τη λεγόμενη διπλή διάζευξη επιθυμίας και ηδονής. Ο Berridge λοιπόν και οι συνεργάτες του βρήκαν στα πλαίσια τέτοιων πειραμάτων ότι αυτοματισμοί ενδεικτικοί της ηδονής-οδύνης αντιστοιχούν στην ενεργοποίηση της κοιλιακής μοίρας του περιβλήματος του επικλινούς πυρήνα, της κοιλιακής πάλι μοίρας της ωχράς σφαίρας και του παραβραχιόνιου πυρήνα του στελέχους ενώ ενδείξεις επιθυμίας και όχι ηδονής συνεπάγονται ενεργοποίηση του ντοπαμινεργικού συστήματος που εμπλέκεται ως γνωστό στους εθισμούς στην κοκαϊνη επί παραδείγματι και σε καταναγκαστική συμπεριφορά. Λίγο πιο αναλυτικά: Μικροεγχύσεις μορφίνης στην κοιλιακή μοίρα του επικλινούς πυρήνα αλλά μόνον στην έσω οπίσθια περιοχή του, επιτείνουν τους θετικούς αυτοματισμούς και καταστέλλουν τους αρνητικούς (της δυσαρέσκειας) όπως ακριβώς μειώνουν τον φυσικό, εννοώ τον φυσιολογικό, πόνο. Αντιθέτως, ανταγωνιστές των οπιοειδών μειώνουν την ένταση και τη συχνότητα των θετικών αυτοματισμών της ηδονής όπως άλλωστε στον άνθρωπο μειώνουν την ευχαρίστηση που προσφέρουν οι γλυκές γεύσεις [21]. Μετά, μικροεγχύσεις βενζοδιαζεπίνης -που είναι αγωνιστής του γάμμα αμυνοβουτυρικού οξέως- στον παραβραχιόνιο πυρήνα του στελέχους έχει ακριβώς τα ίδια αποτελέσματα αυξάνει δηλαδή τους αυτοματισμούς τους ενδεικτικούς της ηδονής. Ένα τρίτο κύκλωμα που φαίνεται επίσης να ελέγχει την θυμική διάσταση της ηδονής είναι η κοιλιακή μοίρα της ωχράς σφαίρας. Βλάβες σε αυτήν την περιοχή 8

καταστέλλουν κάθε ένδειξη ηδονής. Στην περιοχή αυτή, σημειωτέον απολήγουν νευράξονες από τον επικλινή πυρήνα και ξεκινούν άλλοι για τον έσω θάλαμο και από εκεί για το συνειρμικό φλοιό. Μέχρι εδώ λοιπόν έχουμε αντικειμενικές ενδείξεις ότι η ηδονική διάσταση ελέγχεται από το σύστημα των οπιοειδών (περίβλημα επικλινούς πυρήνα) και το Γκαμπαεργικό σύστημα (παραβραχιόνιος πυρήνας). Μένει τώρα να δούμε δύο ακόμα πράγματα: Πρώτον αν υπάρχει άλλο νευρωνικό σύστημα που ελέγχει επιλεκτικά την παρόρμηση χωρίς να παρεμβαίνει και να τροποποιεί τις αντικειμενικές ενδείξεις της ηδονικής διαστάσεως και δεύτερον εάν τα ίδια συστήματα που ελέγχουν, επιλεκτικά, είτε ενδείξεις ηδονής είτε παρορμητικότητας στα ζώα επίσης ελέγχουν επιλεκτικά τις αντίστοιχες υποκειμενικές εμπειρίες στον άνθρωπο. Τρεις λοιπόν εγκεφαλικές περιοχές, ο επικλινής πυρήνας, ο κεντρικός πυρήνας του αμυγδαλοειδούς σώματος και ο έξω υποθάλαμος, φαίνεται πως ελέγχουν επιλεκτικά ενδείξεις της επαρορμητικότητας χωρίς να τροποποιούν τις ενδείξεις της ηδονής. Συγκεκριμένα μικροεγχύσεις αμφεταμίνης αναστολέα της ντοπαμίνης ή εξάντληση αποθεμάτων ντοπαμίνης στο κέντρο του επικλινούς πυρήνα (όχι στο κέλυφος) αναστέλλουν κάθε αντικειμενική ένδειξη παρορμητικότητας: τα ζώα δεν δείχνουν καμμιά διάθεση να αναζητήσουν τροφή. Ωστόσο όταν τους παρέχεται τροφή με σωληνίσκους στο στόμα δείχνουν αμείωτους τους αυτοματισμούς αρέσκειας. Εν συνεχεία, βλάβες στον κεντρικό πυρήνα της αμυγδαλής έχουν τα ίδια αποτελέσματα. Η γεύση αλατιού στο στόμα προκαλεί τους θετικούς αυτοματισμούς αλλά τα ζώα δεν δείχνουν καμιά τάση να αναζητήσουν αλατόνερο (το οποίο έχουν στερηθεί). Επιπλέον εστιακές βλάβες στον έξω υποθάλαμο παρόλο που αναστέλλουν την αναζήτηση της τροφής δεν παρεμποδίζουν αυτοματισμούς της ηδονής όταν η τροφή δίνεται στο στόμα. Τέλος, ηλεκτρικός ερεθισμός του έξω υποθάλαμου παρόλον ότι αυξάνει την αναζήτηση τροφής και προκαλεί πολυφαγία αντί να αυξάνει τις ενδείξεις της ηδονής 9

και της οδύνης αφήνει και τις δυο αυτές διαστάσεις ανέπαφες. Λεπτομέρειες για αυτά τα πειράματα θα βρει ο ενδιαφερόμενος σε σειρά δημοσιεύσεων στη νευροφυσιολογική γραμματεία [22]. Φαίνεται λοιπόν πως, πράγματι, ενδείξεις των δύο διαστάσεων του θυμικού, της ηδονής και της παρορμητικοτητας ελέγχονται από διαφορετικά συστήματα: η μεν παρορμητικότητα κυρίως από ντοπαμινεργικά κυκλώματα του μεταιχμιακού συστήματος η δε ηδονή από κυκλώματα που κυρίως λειτουργούν με οπιοειδή. Αλλά, όπως προανέφερα, οι ενδείξεις αυτές είναι έμμεσες όχι άμεσες. Διότι άλλο πράγμα η ηδονή ως χαρακτηριστικό συνειδητής εμπειρίας και άλλο οι μορφασμοί άλλο η παρόρμηση ως συνειδητή τάση και άλλο το τρέξιμο προς αναζήτηση τροφής ή το μάσημα. Αλλά και σε αυτό το ζήτημα, αν δηλαδή τα ίδια νευρωνικά συστήματα που ελέγχουν επιλεκτικά ενδείξεις ηδονής και τ άλλα που ελέγχουν ενδείξεις παρορμητικότητας στα ζώα ελέγχουν ομοίως επιλεκτικά τις αντίστοιχες συνειδητές εμπειρίες στον άνθρωπο, θα μπορούσε να δοθεί μια αρκετά σαφής απάντηση βάσει πληροφοριών από δυο πηγές: Ανακοινώσεις για τις επιπτώσεις ηλεκτρικού ερεθισμού δηλαδή ενεργοποίησης των λεγόμενων «κέντρων ηδονής» στον ανθρώπινο εγκέφαλο και η δεύτερη, ανακοινώσεις αποτελεσμάτων λειτουργικής νευροαπεικονίσως, πάλι στον άνθρωπο, όπου υποτίθεται βλέπουμε την διέγερση αυτών των κέντρων της ηδονής. Τα αποτελέσματα των νευροαπεικονιστικών μεθόδων δεν νομίζω πως μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στο θέμα που εξετάζουμε. Διότι ακόμα και όταν είναι αξιόπιστα, ακόμα κι όταν επαναλαμβάνονται συστηματικά, η ενεργοποίηση μιας ομάδας εγκεφαλικών περιοχών, στη διάρκεια μιας ψυχολογικής καταστάσεως δεν αποτελεί τεκμήριο ότι αυτές οι δομές ή κάποιο υποσύνολό τους είναι αναγκαίες για την εν λόγω ψυχολογική κατάσταση. Κι εδώ, θέλουμε να μάθουμε ποιες περιοχές είναι αναγκαίες για την εμπειρία της ηδονής και ποιές για την εμπειρία της επιθυμίας, αν πρόκειται για διαφορετικές. Δηλαδή, δεν μας ενδιαφέρουν οι απλές συσχετίσεις που μας προσφέρει η λειτουργική νευροαπεικόνιση αλλά οι σχέσεις αιτιότητας που μας προσφέρουν οι επεμβατικές μέθοδοι. 10

Οπότε, το γεγονός ότι κάποιες μελέτες δείχνουν ενεργοποίηση του κογχομετωπιαίου φλοιού και κάποιες του πρόσθιου προσαγωγίου είτε σε ζώα που πεινάνε και ενδεχομένως επιθυμούν τροφή είτε σε ανθρώπους που βιώνουν κάποια θυμική φόρτιση, δεν σημαίνει ότι οι προαναφερθείσες περιοχές είναι αναγκαίες γι αυτήν τη φόρτιση ούτε μπορούμε να συμπεράνουμε για ποια απ τις τρεις διαστάσεις του θυμικού είναι αναγκαίες Αυτές βέβαια οι μεθοδολογικές λεπτομέρειες είναι γνωστές γι αυτό αρκούμαι σε μόνο μία διευκρίνηση. Δεν εννοώ βέβαια ότι τα νευροαπεικονιστικά δεδομένα είναι κενά περιεχομένου. Βάσει αυτών θα μπορούσαμε κάλλιστα να υποθέσουμε ότι ενεργοποίηση του συνειρμικού φλοιού και δη του προμετωπιαίου είναι αναγκαία προϋπόθεση συνειδητών εμπειριών είτε παρορμητικότητας είτε ηδονής είτε και των δυο υπό την έννοια ότι κυκλώματα στον συνειρμικό νεοφλοιό «ερμηνεύουν» τα σήματα από τις υποφλοιώδεις περιοχές, τους βασικούς πυρήνες, τα βασικά γάγγλια, τον μεταιχμιακό φλοιό τις περιοχές εν ολίγοις τις οποίες ανέφερα προηγουμένως. Αλλά όπως είπαμε, σχέσεις αιτιότητας ταυτοποιούνται αμεσότερα με τις επεμβατικές μεθόδους. Ας ρίξουμε λοιπόν μια ματιά στα πειράματα ηλεκτρικού ερεθισμού του ανθρώπινου εγκεφάλου να δούμε αν συνάδουν με την υπόθεση που προτείναμε σχετικά με τη διαφοροποίηση ηδονής και παρορμητικότητας. ΙII: Ηδονή και Παρορμητικότητα: Κλινικές ενδείξεις διαφοράς Οι πρώτες μελέτες που αποκάλυψαν τα εγκεφαλικά κέντρα της ηδονής καλύτερα, κέντρα που τα ονομάσαμε κέντρα ηδονής [23] οι οποίες, έδειξαν ότι ποντικοί με ηλεκτρόδια στον υποθάλαμό τους δεν πολυενδιαφέρονται για τίποτα άλλο πέρα απ το να ερεθίζουν τον υποθάλαμό τους. Αλλά όπως είπαμε αυτό σημαίνει μόνο ότι η ενεργοποίηση του υποθαλάμου έχει κάτι να κάνει με το θυμικό, αλλά αν έχει να κάνει μόνον με την ηδονή, μόνον με την παρορμητικότητα ή με τα δύο, από μόνο του ως φαινόμενο δεν μας πληροφορεί. Εν όψει όμως των άλλων μελετών με πειραματόζωα που συνόψισα θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι πρέπει να χει να κάνει όχι με την ηδονή αλλά με την παρορμητικότητα. Εν πάση περιπτώσει τώρα το θέμα είναι τι γίνεται στην περίπτωση του ανθρώπου. 11

Στις αρχές, λοιπόν της δεκαετίας του 70, ο νευροψυχίατρος Robert Heath [24] άρχισε συστηματικά να εμφυτεύει ηλεκτρόδια σε δεκάδες κόσμο, με σκοπό τον αυτόερεθισμό για την καταστολή χρόνιου φυσιολογικού πόνου αλλά και για την αντιμετώπιση ενός μάλλον υπερβολικά ευρέως φάσματος ψυχιατρικών νόσων. Τα ηλεκτρόδια στόχευαν αυτά τα υποτιθέμενα κέντρα ηδονής έξω υποθάλαμο κοιλιακή μοίρα του θαλάμου ή της ωχράς σφαίρας την έξω διαφραγματική περιοχή ιδιαίτερα εκεί, αλλά και στον επικλινή πυρήνα δηλαδή σε ντοπαμενεργικά κυρίως κυκλώματα. Τα θεραπευτικά αποτελέσματα δεν μας ενδιαφέρουν. Το ζητούμενο είναι πώς εξηγούσαν οι ασθενείς την τάση που είχαν να αυτό-ερεθίζονται. Συγκεκριμένα, τους προκαλούσε ο ερεθισμός των υποτιθέμενων κέντρων ηδονής ηδονή ή όχι; Από τις καταγραμμένες όμως συνεντεύξεις δεν είναι δυνατόν να πούμε και πολλά I am feeling good ήταν η συνήθης απάντηση. Αλλά το αισθάνομαι καλά δεν είναι τόσο διαφωτιστικό από μόνο του. Όταν κοιτάμε όμως πιο λεπτομερείς περιγραφές της συμπεριφοράς και της εμπειρίας τους, δεν είναι δυνατό να συμπεράνουμε ότι οι εμπειρίες που προέκυπταν με τον ερεθισμό (αισθητικές ως επί το πλείστον) ήταν ηδονικές. Αυτό που φαίνεται ότι αισθάνονταν ήταν η ανανεούμενη με κάθε ερεθισμό ανάγκη και επιθυμία για κάτι θετικό, για κάτι ηδονικό που θα τους έφερνε το επόμενο και μετά το μεθεπόμενο ερέθισμα αλλά που ποτέ δεν ερχόταν. Ιδού ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Stimulation» λέει ο Heath «caused feelings of pleasure» Συγκεκριμένα όμως τι; -«feelings of sexual arousal and a compulsion to masturbate» ο ερεθισμός μ άλλα λόγια προκάλεσε λαγνεία και τάση προς αυνανισμό. Και βέβαια η λαγνεία και η τάση προς αυνανισμό είναι άλλο πράγμα από την γενετήσια ηδονή: είναι τάση για την απόκτηση της ηδονής που ποτέ το ερέθισμα, (η διέγερση του συγκεκριμένου ντοπαμινεργικού κυκλώματος) δεν κατόρθωσε να προκαλέσει. Τα παραπάνω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στη θυμική διάσταση της ηδονής αντιστοιχούν νευρωνικά συστήματα κατεξοχήν GABAεργικά και οπιοειδών κι ότι η δεύτερη διάσταση (της παρορμητικότητας) είναι διακριτή διαφορετική από αυτή της ηδονής τόσο στο επίπεδο της συμπεριφοράς όσο της συνειδητής εμπειρίας και ότι αντιστοιχεί γενικά και όχι αποκλειστικά, σε ντοπαμινεργικά συστήματα και στα ζώα και στον άνθρωπο. Συμπεραίνω δηλαδή ότι τουλάχιστον οι δύο αυτές 12

διαστάσεις του θυμικού έχουν νευρολογική εγκυρότητα δεν αναφέρονται δηλαδή σε κενές περιεχομένου εκφράσεις ούτε σε υποκειμενικές μόνο διαισθήσεις και εικασίες. Προανέφερα ότι η παρόρμηση επίσης εύκολα συγχέεται και με την επιθυμία. Αλλά κάθε μορφή επιθυμίας (η δίψα, η πείνα, ο έρωτας, ο ίμερος, ο πόθος) δεν είναι θυμικό στοιχείο ή διάσταση αλλά ενιαίο συναίσθημα που χαρακτηρίζεται μεν από το στοιχείο της παρορμητικότητας αλλά επίσης από ένα κράμα οδύνης για την όποια μας έλλειψη ή «κένωσιν» και ηδονής για την προσδοκώμενη «πλήρωσιν» -πράγμα γνωστό από την αρχαιότητα [Βλ. 18]. Ως εκ τούτου, δεν θα μας απασχολήσει περεταίρω. IV: Η διάσταση της Αξιοδότησης Η διαφορετική λοιπόν, κάθε φορά αναλογία ηδονής οδύνης και παρορμητικότητας καθορίζει το κάθε συναίσθημα όπως και τις αποχρώσεις του κάθε συναισθήματος, για όλα τα έμβια που συναισθάνονται. Αλλά, ειδικά στον άνθρωπο, τα συναισθήματα χρωματίζονται κι από το τέταρτο στοιχείο τη θυμική διάσταση της «αξιοδότησης» η οποία προσδίδει στην κάθε εμπειρία «νόημα» ή «αξία» ανεξάρτητα απ την ηδονική, ή οδυνηρή της φόρτιση. Υποθέτω μάλιστα ότι εξελικτικά, είναι η πιο πρόσφατη, πως είναι απαραίτητη για μια σφαιρική ερμηνεία του ανθρώπινου θυμικού και τέλος πως αντιστοιχεί, κυρίως στο σεροτονινεργικό σύστημα και στην ενεργοποίηση όλου του νεοφλοιού. Γιατί λοιπόν αυτές οι επιπρόσθετες υποθέσεις: Υπάρχουν κάποιες εμπειρίες που μας ηδονίζουν γιατί είναι ηδονικές, άλλες που τις επιθυμούμε είτε γιατί είναι ηδονικές, είτε γιατί είναι ωφέλιμες, είτε γιατί νιώθουμε ανάγκη τους και τίποτα άλλο. Όλες αυτές τις εμπειρίες τις θεωρούμε αξιόλογες. Έχουν νόημα διότι είναι ηδονικές, διότι είναι ωφέλιμες ή διότι τις έχουμε ανάγκη. Για την αξία, όμως, αυτών των εμπειριών οι τρεις διαστάσεις του θυμικού δεν αρκούν όπως φαίνεται από τα παραδείγματα που έπονται: «Άξιον» λοιπόν «εστί» χωρίς αμφιβολία «αντικρύ του πελάγου η Μυρτώ να στέκει σαν ωραίο οκτώ ή σαν κανάτι». Για τον ίδιο λόγο «άξιον» επίσης είναι και «του αιδοίου το 13

μενεξεδένιο αλάτι» διότι εδώ η προσδοκία της ηδονής αρκούν για να συναισθανθούμε πως η Μυρτώ και το μενεξεδένιο αλάτι αξίζουν, πως έχουν νόημα. Υπάρχουν όμως και κάποιες άλλες εμπειρίες οι οποίες δεν είναι ηδονικές όπως η Μυρτώ και ενδεχομένως το μενεξεδένιο αλάτι, κι όμως για κάποιο λόγο, επίσης «αξίζουν». «Άξιον εστί» δηλαδή «το σύννεφο στη χλόη,..τα λουλούδια τα οικόσιτα της νοσταλγίας..της καμπάνας ο άνεμος ο χρυσεγέρτης...μια χρυσόμυγα που άναψε φωτιά στο μέλλον...του νερού η αόρατη αορτή που πάλλει..των ψιθύρων η επώαση μες τα κοχύλια».[25] Τέλος υπάρχουν και κάποιες άλλες εμπειρίες που πάλι ούτε ηδονικές είναι ούτε τις επιδιώκουμε κι όμως για κάποιο λόγο βρίσκουμε ότι αξίζουν: «Άξιον εστί το κάμμα που κλωσσάει στο γιοφύρι κάτω τα ωραία κοτρώνια τα σκατά των παιδιών με την πράσινη μύγα» [25] τα οποία βέβαια ούτε ωραία είναι με τον τρόπο που είναι ωραία η Μυρτώ ή ένα χορικό του Αισχύλου, ούτε ηδονήν κομίζουν ούτε ποτέ τρέχουμε κάτω απ τα γεφύρια προς αναζήτησή τους. Παρόλα αυτά «άξια εισίν». Γι αυτό λοιπόν υποθέτω, ότι πέρα από την ηδονή και την παρορμητικότητα που χρωματίζουν κάποιες εμπειρίες υπάρχει κι άλλη μια διάσταση η οποία, κατά κανόνα χρωματίζει όλες τις εμπειρίες με πολύ απαλότερα όμως χρώματα απ τις άλλες δυο. Αλλά αυτό το τελευταίο με δυο εξαιρέσεις. Εξαιρέσεις στις οποίες θα αναφερθώ πιο κάτω. Γενικά όμως για τους περισσότερούς μας και εξαιρετέων κάποιων διανοουμένων [π.χ. 26] που δίδαξαν το αντίθετο, το συνειδησιακό γίγνεσθαι που βιώνουμε έχει νόημα, έχει αξία. Ζούμε σ έναν κόσμο, που μας φαίνεται κατά κανόνα φιλικός και εύτακτος, που αξίζει να τον ζούμε, παρόλα τα γυρίσματα του τροχού της μοίρας που «ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη πηαίνουν» -για να δανειστώ την έκφραση του Κορνάρου. Κι αυτή η υποκειμενική αλήθεια, ότι δηλαδή η ζωή έχει νόημα, πιστεύω δικαιολογεί την υπόθεση ότι υπάρχει μια ανεξάρτητη διάσταση του θυμικού η αξιολογική. Κι η υπόθεση, φαίνεται εύλογη σε περιπτώσεις που οι εμπειρίες ακόμα παραμένουν άξιες, 14

παρόλο που η τύχη και η ζωή «στα βάθη πηαίνει». Ακόμα και τότε «Άξιον εστί. το αντίο στα τσίνορα που λίγο λάμπει και μετά ο για πάντοτε θολός κόσμος» [25]. Εκτός από ένα βάθος. Το βάθος της κλινικής κατάθλιψης. Κι αυτή είναι η πρώτη εξαίρεση, η πρώτη απ τις δυο περιπτώσεις όπου η αξιολογική φόρτιση γίνεται εμφανής, εμφανέστερη από την ηδονική και την παρορμητική και το φως της γίνεται τόσο εκθαμβωτικά μαύρο που μεταμορφώνει τα πάντα, επικαλύπτοντας τα. Σ αυτήν την περίπτωση όλες οι εμπειρίες χάνουν το νόημά τους, χάνουν την αξία τους. Και μπορεί βέβαια ο άλλος να συνεχίζει να αποζητά το τσιγάρο ή όποια άλλη ουσία αλλά κι αυτή η παρόρμηση έχει χάσει το νόημά της. Η γλύκα του σταφυλιού μπορεί ακόμα να είναι αρεστή κι η ηδονή του οργασμού αυτή καθαυτή να προκύπτει, αλλά τους λείπει κάτι, τους λείπει η αξία, το νόημά τους. Αυτός λοιπόν είναι ο λόγος που υποθέτω την ύπαρξη της τετάρτης διαστάσεως του θυμικού. Και, τουλάχιστον σ αυτούς που χορηγούν αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης, για την κατάθλιψη πιστεύω να έχει γίνει προφανής ο λόγος που επίσης υπέθεσα ότι η διάσταση αυτή αντιστοιχεί πάλι κυρίως κι όχι αποκλειστικά στο σεροτονινεργικό σύστημα. Αλλά υπάρχει κι ένας δεύτερος λόγος γι αυτήν τη σεροτονινεργική υπόθεση. Έχει να κάνει με τη δεύτερη κατηγορία εξαιρετέων περιπτώσεων όπου το φως με το οποίο περιχέει η αξιολογική διάσταση την κάθε εμπειρία γίνεται εκτυφλωτικά λαμπρό με τη θετική τώρα έννοια. Κάποιες απ τις περιπτώσεις αυτές τις έχει περιγράψει στο εγκυκλοπαιδικό αλλά ευανάγνωστο «Παραλλαγές θρησκευτικής εμπειρίας» ο William James: Περιπτώσεις μυστικής θέασης, το άκτιστο φως, -συνήθως αποτέλεσμα σωματικής ταλαιπωρίας, νηστείας, αγρύπνιας κ.λπ. [27]. Κάποιες φαινομενολογικά απαράλλακτες περιπτώσεις όμως, δεν τις έχει περιγράψει. Πρόκειται για το είδος των εμπειριών που φαίνεται ότι βίωναν για αιώνες πλήθος μυημένων στα μυστήρια της Ελευσίνας αφού πρώτα γεύονταν τον Κυκεώνα ο οποίος ήταν παρασκεύασμα κριθαριού πειραγμένου από το παράσιτο Ερυσίβη από τα χωράφια που των Ευμολπιδών, το οποίο παράσιτο περιέχει μόρια παρεμφερή του 15

λυσεργικού οξέως, κοινώς LSD. [28] Οι εμπειρίες αυτές μοιάζουν πολύ μ αυτές που υπαινίσσεται η Διοτίμα στον Σωκράτη και εξηγούν την κατά τ άλλα εντελώς παράδοξη εμμονή του Πλάτωνα (του μυημένου στα μυστήρια) [17] ότι η αμιγέστερη ηδονή, η πλέον άξια και αρμόζουσα στον άνθρωπο είναι η ενατένιση απλών γεωμετρικών σχημάτων και χρωμάτων -το μόνο προσιτό (στον κοινό άνθρωπο) υποκατάστατο της θέασης των ιδεών (ή της εποπτείας των μυστηρίων) που υπερβαίνει τη διαλεκτική σε νοητική της διαύγεια και αξία, όπως λέγεται ρητά στο «Συμπόσιο» [29]. Παρόμοιες εμπειρίες έχουν επίσης περιγραφεί με περισσή χάρη και λεπτομέρεια από τον Aldous Huxley [30] και που μαρτυρούνται από μέλη της Native American Church τα οποία, λαβαίνουν για αντίδωρο κομματάκια από τον καρπό του κάκτου που περιέχει παρόμοια με το LSD ουσία [28]. Τέσσερα πράγματα είναι κοινά σε αυτές τις άρρητες, κατά τ άλλα, εμπειρίες: Πρώτον: η θέαση όλων των πραγμάτων του κόσμου μικρών και μεγάλων, η ανυστερόβουλη θέαση, είναι το μόνο πράγμα που όντως αξίζει με μια αξία τελική, υπέρτατη. Δεύτερον: η θέαση, η εποπτεία, είναι σαν να διαρκεί στον αιώνα τον άπαντα όπου όμως ο αιώνας και το δευτερόλεπτο είναι το ίδιο πράγμα όπου «χρόνος ουκέτι έσται». Τρίτον: η θέαση παρόλη την υπέρτατη αξία της και το εγγενές ύψιστο νόημά της, δεν έχει τίποτα το κοινό με την ηδονή την παρορμητικότητα ή την επιθυμία. Και όπου βούληση καμιά δεν υπάρχει παρά παθητική συμμετοχή, κι απόλυτη ταύτιση με το αεί υπάρχον όλον. Τέταρτον: παρόλα αυτά τα υπερβατικά η νόηση παραμένει διαυγής. Αυτά λοιπόν συνάγονται από τις μαρτυρίες των Ινδιάνων χριστιανών, από του Huxley και ίσως των μυημένων στα μυστήρια της Ελευσίνας, συμπεριλαμβανομένου του Πλάτωνα. Κι όλα αυτά που ανέφερα έχουν σχέση με το θέμα γιατί, απλούστατα, τα ψυχεδελικά αυτά συνεπαγόμενα του Λυσεργικού οξέως μεσολαβούνται κυρίως από υποδοχείς της σεροτονίνης συγκεκριμένα τον μεταβολοτρόπο υποδοχέα 5-ΗΤ 2Α. V: Η αναγωγή του θυμικού σε εγκεφαλικά δρώμενα Δεδομένου ότι στην κάθε διάσταση του θυμικού αντιστοιχεί και κάποιο νευροχημικό σύστημα ή κάποια νευροχημικά συστήματα, το θυμικό στίγμα της κάθε εμπειρίας θα 16

μπορούσε ενδεχομένως να οριστεί από τις αντίστοιχες τιμές ενεργοποίησης αυτών των συστημάτων. Τι όμως σημαίνει αυτή η αναγωγή; Πρώτον: όταν προτείνω ότι μια εμπειρία ή η θυμική χροιά μιας εμπειρίας ανάγεται ή αντιστοιχεί σ ένα νευροχημικό σύστημα δεν εννοώ ότι ανάγεται στο μόριο της σεροτονίνης ή της ντοπαμίνης ή στο μόριο του άλφα ή του βήτα πεπτιδίου. Εννοώ ότι αντιστοιχεί ή ανάγεται στον σχηματισμό ενεργοποίησης του εγκεφάλου ο οποίος μεσολαβείται κυρίως απ τον ένα ή τον άλλο τύπο νευροδιαβιβαστή. Επιπλέον όταν προτείνω ότι η θυμική χροιά μιας εμπειρίας ανάγεται στο άλφα ή βήτα σύστημα δεν εννοώ ο συγκεκριμένος σχηματισμός ενεργοποιήσεως είναι το αίτιο της θυμικής χροιάς κι ότι η θυμική χροιά ή κι όλη η εμπειρία είναι το αποτέλεσμα. Αντιθέτως εννοώ ότι η εμπειρία και ο σχηματισμός είναι δυο όψεις ή εκφάνσεις (φαινόμενα) μιας κοινής πραγματικότητας. Οι υλιστές μεταξύ των επιστημόνων με φιλοσοφικές ανησυχίες θα προτιμούσαν την ερμηνεία της αναγωγής που απορρίπτω, όπου το αίτιο, το μόνο πράγμα που είναι κατ αυτούς αληθινό, είναι ο σχηματισμός, κι όπου η εμπειρία είναι ένα κατ ουσίαν άχρηστο επιφαινόμενο. Οι δυϊστές, απ το άλλο μέρος, επαναστατούν κατά της εκδοχής ότι, επί παραδείγματι το νόημα και η αξία που έχει η ζωή κι ο κόσμος για τον καθένα μας, είναι σε τελική ανάλυση θέμα μιας σταγόνας λιγότερο ή περισσότερο σεροτονίνης ή ότι η κάθε υπεύθυνη πράξη κι απόφασή μας είναι θέμα κάποιων μορίων ντοπαμίνης. Ο δε λόγος που και οι οι δυο έχουν ενστάσεις στην ερμηνεία της αναγωγής που εδώ προτείνω (Βλ. επίσης [31]) είναι ότι υποβαθμίζουν τις αντιληπτικές εμπειρίες που προσλαμβάνουμε ως ύλη, εξομοιώνοντάς τες με το άβουλο, το νεκρό, το τυχαίο, το ετεροκίνητο που υποθέτουμε πως είναι η ύλη. Εκλαμβάνουν δηλαδή αυτές τις εμπειρίες ως κάτι εκ διαμέτρου αντίθετο των εννοιών και των συναισθημάτων τις οποίες έννοιες και τα οποία συναισθήματα οι μεν υλιστές απορρίπτουν, αυθαιρέτως, ως επιφαινόμενα, οι δε δυϊστές, ομοίως αυθαίρετα, τα υπερτιμούν εξιδανικεύοντάς τα, παρόλο που υλικά αντικείμενα ντοπαμίνες, εγκέφαλοι, σχηματισμοί ενεργοποιήσεως κλπ είναι, στο μέτρο που μπορούμε να εξακριβώσουμε επιστημονικά, απλώς και μόνο εμπειρίες. Όσο για το τι είναι πίσω από τους σχηματισμούς και πίσω απ τις έννοιες είναι υπόθεση της Μεταφυσικής και όχι των φυσικών επιστημών. 17

Υποσημειώσεις [1 ]Σύμφωνα με την υπόδειξη του αγαπητού συνάδελφου Θανάση Καράβατου. Στα γερμανικά ο όρος είναι affekt και στα αγγλικά affect εξ ου και οι λεγόμενες affective Neurosciences [2] Feeling, Sentiment [3] Emotion [4] Για την κλασική περιγραφή των οποίων βλ. Darwin C. Τhe Expression of Emotions in Man and Animals. 1872 [5] Βλ. William James. Principles of Psychology [6] Fight or flight response [7] Βλ. πχ Paul Ekman [8] Δεν θα ασχοληθώ με τους συνειρμούς που πλαισιώνουν το κάθε συναίσθημα και λειτουργούν κυρίως ως αφορμές στης συγκινησιακής αντιδράσεως και του αντιστοίχου υποκειμενικού συναισθήματος. Για αυτά βλ.. π.χ. Papanicolaou AC Emotion: a reconsideration of the somatic theory. 1889. Επίσης δεν θα αναφερθώ στα νευρικά σήματα που μεταφέρουν αισθητικές ώσεις στον εγκέφαλο, ούτε στα εγκεφαλικά δρώμενα που δομούν βάσει αυτών των σημάτων, αισθητικές και συναισθηματικές εμπειρίες. [9] Ελύτης. Προσανατολισμοί. [10] Κατά κανόνα οι μεν ψυχολογικές (γνωσιακές ή μη) λειτουργίες είναι μη συνειδητές τα δε παράγωγά τους, αισθήματα, έννοιες, συναισθήματα είναι ενίοτε συνειδητά, ενίοτε όχι (Βλ. Παπανικολάου: Λόγος και Συνείδηση»2 ος τόμος Συζητήσεις για το Λόγο 2009. [11] Βλ. βλ. π.χ. Papanicolaou AC. Emotion: a reconsideration of the somatic theory. 1989. και William James: Principles of Psychology [12] Quale πληθ.qualia [13] την τελευταία, σύμφωνα με την υπόδειξη του αγαπητού συναδέλφου Θανάση Τζαβάρα [14] Βλ. π.χ. Berridge, K.C., Robinson, T.F. & Aldridge, J.W. Dissecting components of reward: liking, wanting, and learning. Current Opinion in Pharmacology; 9, 18

65-73, 2009. ή Smith, K.S., Mahler, S.V., Pecina, S. & Berridge, K.C. Hedonic hotspots: Generating sensory pleasure in the brain. In Pleasures of the Brain. M.L. Kringelbach & K.C. Berridge (Eds.), Oxford University Press, pp 27-49, 2010 [15] Βλ. το κλασικό MacLean P.D. «The Triune Brain in Evolution: Role of Paleocerebral Functions» Springer, 1990 [16] Βλ. π.χ. Smith, K.S., & Berridge, K.C. Opioid limbic circuit for reward: interaction between hedonic hotspots of nucleus accumbens and ventral pallidum. Journal of Neuroscience, 27(7): 1594-605, 2007. [17] Πλάτωνος «Φίληβος» [18] αρχίζοντας με τις ανακοινώσεις του Olds τη δεκαετία του 50 [19] Steiner. 1973 [20] Βλ. π.χ. Tindell, A.J., Smith, K.S., Peciña, S., Berridge, K.C. & Aldridge, J.W. Ventral pallidum firing codes hedonic reward: When a bad taste turns good. Journal of Neurophysiology, 96:2399-2409, 2006. ή Mahler, S.V. Smith, K.S. & Berridge, K.C. Endocannabinoid hedonic hotspot for sensory pleasure: Anandamide in nucleus accumbens shell enhances liking of a sweet reward. Neuropsychopharmacology, 32,2267-2278, 2007. [21] Drewnosk et al. 1997. [22] K.C.Berridge. Neuroscience and Biobehavioral reviews 2000. [23] Olds και του Peter Milner αρχές της δεκαετίας του 50 [24] Robert Heath [25] Ελύτης. Άξιον Εστί [26] Βλ. πχ Αlbert Camus. Ο Ξένος. [27] William James. Varieties of Religious Exprerience [28] Wasson G.R., Hofmann A., Ruck C.A.P. Τhe road to Eleusis. 1978 [29] Πλάτωνος Συμπόσιο. [30] Huxley A. «The Doors of Perception» 1954 [31] π.χ. Bertrand Russell. Human knowledge 19