Επίχρισµα περιφερικού αίµατος ως αφετηρία διάγνωσης, αιµατολογικών και συστηµατικών νοσηµάτων

Σχετικά έγγραφα
ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΑΙΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΙΧΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΦΕΡΙΚΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ

Γενική αίµατος. Καταµέτρηση των έµµορφων στοιχείων του αίµατος

13. Ηωσινόφιλο κύτταρο στα επιχρίσματα περιφερικού αίματος και μυελού των οστών

1η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΑΝΟΣΟΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΚΥΤΤΑΡΩΝ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ

τα κύτταρα του αίματος στην καθημερινή ιατρική Κ. Κωνσταντόπουλος 2017

Ησυμβολήτουεπιχρίσματοςτουπεριφερικού αίματος στηδιαγνωστική προσέγγισησυχνών και σπανίων νοσημάτων

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Ν. ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ ( Ε.Κ.Φ.Ε ) ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ

Γενική αίµατος. Καταµέτρηση των έµµορφων στοιχείων του αίµατος

ΟΡΘΟΧΡΩΜΕΣΟΡΘΟΚΥΤΤΑΡΙΚΕΣ ΑΝΑΙΜΙΕΣ. ΑΗΔΟΝΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ Διευθυντής Αιματολογικού Εργαστηρίου Γ.Ν.Α. «Ο Ευαγγελισμός»

ΑΡΙΆΔΝΗ ΟΜΆΔΑ ΥΠΟΣΤΉΡΙΞΗΣ ΑΣΘΕΝΏΝ ΜΕ ΧΛΛ. Εισαγωγή στην αιματολογία

Μορφολογία κυττάρων αίματος-ομάδες αίματος Παναγούλιας Ιωάννης, MSc,PhD

ΜΟΡΙΑΚΗ ΑΝΟΣΟΒΙΟΛΟΓΙΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ

Κεφάλαιο 4. Ιστολογική μελέτη περιφερικού αίματος υδρόβιων σπονδυλόζωων. Μαριάνθη Χατζηιωάννου Ελένη Γκολομάζου

H κυτταρομορφολογία στη διάγνωση των αιματολογικών διαταραχών

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΕΠΑΛ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

3. Με ποιο άλλο σύστημα είναι συνδεδεμένο το κυκλοφορικό σύστημα;

Εργαστηριακή άσκηση 1: Διαχωρισμός λεμφοκυττάρων στο ολικό αίμα

ΑΣΚΗΣΗ 4 η. Οι ζωικοί ιστοί. Α. Θεωρητικό µέρος. Β. Πρακτικό µέρος. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΑΣ. Κ. Φασσέας. Ονοµατεπώνυµο...ΑΜ...

Τα ερυθροκύτταρα αποτελούν τα πολυαριθμότερα κύτταρα του περιφερικού

ΑΝΑΙΜΙΕΣ. Αθ. ΖΩΜΑΣ Δ ΠΑΝ.ΠΑΘ.ΚΛΙΝΙΚΗ

Γενική αίματος και φυσιολογικός αιμοποιητικός μυελός

ΤΥΠΟΣ Α ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΑΥΤΟΜΑΤΩΝ ΑΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΑΝΑΛΥΤΩΝ ΡΟΥΤΙΝΑΣ ΚΑΙ ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΝ

Εικόνα 1. Αιµοκυτταρόµετρο. A. Πλάγια όψη και κάτοψη τυπικού αιµοκυτταρόµετρου, που φέρει δύο πλέγµατα µέτρησης. Β. Μεγεθυµένη άποψη του πλέγµατος

252 ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Έλενα Λεμεσίου Φεβρουάριος 2015

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ (ΟΜΑ Α Β ) ΚΑΙ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΙ ΙΚΟΤΗΤΑΣ

8 η Παρουσίαση Εισαγωγή στο Αίμα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΟ ΜΑΘΗΜΑ Ι

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΔΙΑΛΥΜΆΤΩΝ ΚΑΙ ΧΡΩΣΕΩΝ

EΞΕΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ Λ.Β. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ «ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΥΤΤΑΡΟΥ» Ονοµατεπώνυµο...ΑΜ...

Ο φυσιολογικός μυελός των οστών. Κατερίνα Ψαρρά Τμήμα Ανοσολογίας - Ιστοσυμβατότητας Γ.Ν.Α. "Ο Ευαγγελισμός"

ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α.ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ

1η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΑΝΟΣΟΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΚΥΤΤΑΡΩΝ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ

1) Σε απάντηση της εταιρείας Alpha Medical επισημαίνουμε τα εξής: Απαλείφεται η προδιαγραφή Νο 16 αφού τα επιχειρήματα της εταιρίας είναι αποδεκτά.

ΠΩΣ ΕΠΙΔΡΑ Η ΑΣΚΗΣΗ ΣΤΑ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ

Οξεία μυελογενής λευχαιμία

Σύνοψη της προσέγγισης ασθενούς με πανκυτταροπενία. Ιατρικό Τμήμα Πανεπιστημίου Πατρών Απαρτιωμένη διδασκαλία στην Αιματολογία Αργύρης Συμεωνίδης

ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗ ΑΝΑΙΜΙΑ (ΘΑΛΑΣΣΑΙΜΙΑ)

Άσκηση 1 η Το κοινό σύνθετο μικροσκόπιο και το φυτικό κύτταρο

Διάγνωση Λευχαιµίας Το λευχαιµικό κύτταρο. Επιλεγόµενο Μάθηµα Αιµατολογίας

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ OΣΤΕΟΛΟΓΙΑ ΜΥΟΛΟΓΙΑ

ρ Ελενα Κουλλαπή 2014

Απομόνωση των κυτταρικών συστατικών του αίματος

ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗ ΑΝΑΙΜΙΑ (ΘΑΛΑΣΣΑΙΜΙΑ)

YΠΟΔΕΙΓΜΑ Ι. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΘΕΜΑΤΙΚΟΣ ΠΥΛΩΝΑΣ Πανταζή Αλίνα ΠΕ04 ΙΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ/-ΤΡΙΩΝ

Εργασία στο μάθημα της βιολογίας υπεύθυνη καθηγήτρια : Ζαρφτσιάν Μαρία Ελένη

ΧΡΩΗ ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΜΩΝ. κοπός κοπός της άσκησης είναι η γνωριμία διαφόρων τεχνικών χρώσης.

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΑΦΑΙΡΕΣΗΣ ΑΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ

3. Η αρχή λειτουργίας του προσφερόμενου αναλυτή να στηρίζεται σε διεθνώς αναγνωρισμένες μεθόδους μέτρησης.

ΠΑΡΟΞΥΣΜΙΚΗ ΝΥΚΤΕΡΙΝΗ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΝΟΥΡΙΑ (PNH) Αχιλλέας Θ. Καραμούτσιος Μονάδα Μοριακής Βιολογίας, Αιματολογικό Εργαστήριο ΠΓΝ Ιωαννίνων

Παρουσίαση περιστατικού : Σοβαρού βαθμού αναιμία σε ασθενή 18 ετών

medicon MEDICON HELLAS A.E.

ΠΩΣ «ΔΙΑΒAΖΕΤΑΙ» Η ΓΕΝΙΚH AIΜΑΤΟΣ. Φυσιολογικές τιμές αιματολογικών παραμέτρων

Γ ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΠΑ.Λ ΜΑΘΗΜΑ ΕΙ ΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ - ΑΙΜΑΤΟ ΟΣΙΑΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ÅÐÉËÏÃÇ

Παναγιώτα Κουτσογιάννη Αιµατολόγος ΝΥ Αιµοδοσίας Γ.Ν.Α. «Ο Ευαγγελισµός»

ΑΝΑΛΥΤΗΣ -Α ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΑΥΤΟΜΑΤOY AIMATOΛΟΓΙΚOY ΑΝΑΛΥΤH ΥΨΗΛΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ

Γνωρίζετε για το αίμα σας

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ-ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΑΝΑΙΜΙΑΣ

ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ-ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ ΓΙΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΗΡΙΑ ΑΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ

ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΝΟΠΑΘΕΙΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ

2η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΚΥΤΤΑΡΩΝ

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

Ε.Κ.Φ.Ε ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ

ΕΙΔΙΚΗ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΣΠΛΗΝΟΜΕΓΑΛΙΑ. Λ. Β. Αθανασίου

Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος: το πρότυπο των αυτόάνοσων ρευματικών νοσημάτων

Αιματολογία για Ρευματολόγους Μυελοδυσπλαστικά Σύνδρομα : διάγνωση, πρόγνωση, αυτοάνοσες εκδηλώσεις

ΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΛΕΜΦΟΚΥΤΤΑΡΩΝ ΣΕ ΦΙΚΟΛΗ

ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΕΝΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΠΕΡΜΑΤΟΣ

IΣTOΛOΓIA. Tα δείγµατα του βιολογικού υλικού λαµβάνονται µε > βελόνες ενδοσκοπικούς σωλήνες εύκαµπτους καθετήρες

ΑΣΘΕΝΗΣ ΜΕ ΠΑΓΚΥΤΤΑΡΟΠΕΝΙΑ ΚΑΙ ΠΥΡΕΤΟ. Απαρτιωμένη διδασκαλία στην Αιματολογία 2014

Παλαιά βλάβη. Περιαγγειακή αποµυελίνωση χωρίς φλεγµονή

Τα ερυθροκύτταρα αποτελούν τα πολυαριθμότερα κύτταρα του περιφερικού

ΓΕΝΙΚΗ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΥΛΙΚΩΝ. Λ.Β. Αθανασίου Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Π.Θ.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΣΕΡΡΩΝ. 12 η Ευρωπαϊκή Ολυµπιάδα Επιστηµών EUSO 2014 ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΣΧΟΛΕΙΟ:. Σέρρες 07/12/2013

Ιδιωτικό Γενικό Λύκειο

Πληροφορίες για το μικροσκόπιο Προσοφθάλμιος φακός

1 ο και 2 ο ΕΚΦΕ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ

Μάθημα: ΒΙΟΛΟΓΙΑ. Εργαστηριακή άσκηση: Παρατήρηση φυτικών κυττάρων, ζωικών κυττάρων. και πρωτοζώων. ΤΑΞΗ A & Γ' Γυμνασίου. Ονομ/μο: Τμήμα: Ημ/νια:

ΕΡΥΘΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΑΝΑΙΜΙΩΝ. Α.Βλαχοπούλου

ταχύτητα καθίζησης ερυθρών (ΤΚΕ)

Α ΚΑΙ Β ΕΚΦΕ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΤΟΠΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ EUSO Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2016 ΒΙΟΛΟΓΙΑ

Εργαστηριακή Σημειολογία Νόσων Αίματος. Αιμιλία Στ. Χατζηγιάννη Αναπλ. Καθηγήτρια Β Παθολογική Κλινική και Ομώνυμο Εργαστήριο ΕΚΠΑ

Βασικές αρχές κυτταροχημείας

Εργαστηριακή άσκηση 2: ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΠΥΡΗΝΩΝ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΙ ΙΚΗ ΧΡΩΣΗ

ΤΟΠΙΚΟΣ ΠΡΟΚΡΙΜΑΤΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΛΥΜΠΙΑΔΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - EUSO Σάββατο 3 Δεκεμβρίου Διαγωνισμός στη Βιολογία.

Κυτταρολογική Εξέταση Κολπικών Επιχρισμάτων

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ AΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ

EUSO 2016 ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΣΧΟΛΕΙΟ:. Σέρρες 05/12/2015

Κατάλληλη επεξεργασία FNA μαστού σε υγρή μορφή προς μικροσκόπιση

Αυτός ο κόσµος ο µικρός, ο µέγας..

Χρόνια φλεγμονή. Βαλεντίνη Τζιούφα-Ασημακοπούλου. Νοέμβριος 2018

Αίμα - Μυελική Αιμοποίηση. Ε. Παρασκευά Αναπλ. Καθηγήτρια Κυτταρικής Φυσιολογίας, Τμήμα Ιατρικής, Παν. Θεσσαλίας

Προκριματικός διαγωνισμός για την EUSO 2019

Τα µέρη του µικροσκοπίου

ΒΙΟΧΗΜΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΧΑΝΙΩΝ «ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ» Ταχ. Διεύθυνση : Μουρνιές Κυδωνίας

Φυσιολογική Αιμοποίηση. Μαθήματα Παθοφυσιολογίας

ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΑ. Γεωργάτου Μάνια Σχολική Σύμβουλος ΠΕ04

ΙΖΗΜΑΤΙΝΟΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ

Transcript:

ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΡΙΛΗΨΕΩΝ

Επίχρισµα περιφερικού αίµατος ως αφετηρία διάγνωσης, αιµατολογικών και συστηµατικών νοσηµάτων Γιάννης Χρ. Μελέτης Παθολόγος-Αιµατολόγος Αναπληρωτής Καθηγητής, Α' Παθολογική Κλινική Πανεπιστηµίου Αθηνών, Νοσοκοµείο "Γενικό Λαικό", Αθήνα Για το επίχρισµα του περιφερικού αίµατος µπορεί να χρησιµοποιηθεί είτε τριχοειδικό αίµα µε τσίµπηµα της ράγας του δακτύλου, είτε φλεβικό αίµα από τη συνήθη αιµοληψία. Κατά το τσίµπηµα της ράγας του δακτύλου απαιτείται καλός καθαρισµός, αρχικά µε αλκοόλη 70%, καλό σκούπισµα µε στεγνό βαµβάκι ή παραµονή µέχρις ότου στεγνώσει η αλκοόλη. Το δέρµα διατείνεται και γίνεται η νύξη µε τη βελόνα. Αφού σκουπιστεί η πρώτη σταγόνα µε µια στεγνή γάζα, η επόµενη τίθεται µε προσοχή στην άκρη µιας καθαρής αντικειµενοφόρου πλάκας και µε µια άλλη ή µε µια καλυπτρίδα γίνεται απαλή επίστρωση του αίµατος. Κατά την επίστρωση από το φλεβικό αίµα, µετά τον καλό καθαρισµό της περιοχής φλεβοκέντησης µε αλκοολούχο διάλυµα, αφού αφαιρεθεί η βελόνη από την σύριγγα λήψης και απορριφθούν οι πρώτες σταγόνες, µια µικρή σταγόνα επιστρώνεται σε µια καθαρή αντικειµενοφόρο πλάκα, που καλό είναι να έχει προηγουµένως πλυθεί µε απορρυπαντικό και οινόπνευµα και σκουπιστεί µε απαλό πανί. Το µέγεθος της σταγόνας αίµατος είναι πολύ σηµαντικό για την σωστή επίστρωση. Όσο πιο µεγάλη είναι η σταγόνα, δηµιουργείται πολύ µακρύ ή παχύ επίχρισµα και όσο πιο µικρή είναι η σταγόνα, δηµιουργεί µικρό και λεπτό επίχρισµα. Για την δηµιουργία της επίστρωσης, το πλακίδιο µε το οποίο γίνεται η επίστρωση κρατείται σταθερά στην σταγόνα του αίµατος σε µια γωνία 30-45 µοιρών προς το πλακίδιο επίστρωσης. Το πλακίδιο µε το οποίο γίνεται η επίστρωση ωθεί την σταγόνα προς τα πίσω µέσα στην ίδια την σταγόνα και κρατείται σ αυτή τη θέση µέχρις ότου το αίµα διασπαρθεί κατά µήκος της πλευράς του πλακιδίου. Τότε ωθείται απαλά και γρήγορα προς το πέρας του πλακιδίου επίστρωσης, δηµιουργώντας το επίχρισµα. Είναι σηµαντικό να επιστρώνεται όλη η σταγόνα του αίµατος. Η πολύ αργή µετακίνηση του πλακιδίου επίστρωσης έχει σαν αποτέλεσµα την κακή κατανοµή των λευκών αιµοσφαιρίων, σπρώχνοντας τα µεγαλύτερα κύτταρα (µονοκύτταρα και πολυµορφοπύρηνα), µε αποτέλεσµα να µαζεύονται εντελώς στην άκρη της επίστρωσης. Είναι σηµαντική η διατήρηση µιας σταθερής γωνίας µεταξύ των πλακιδίων καθώς και η ήπια εφαρµογή πίεσης. Συχνά είναι απαραίτητο να προσαρµόζεται η γωνία µεταξύ των πλακιδίων για να σχηµατιστεί ένα ικανοποιητικό επίχρισµα. Όταν ο αιµατοκρίτης είναι υψηλότερος από τον φυσιολογικό, η γωνία µεταξύ των πλακιδίων θα πρέπει να µικραίνει ώστε το επίχρισµα να µην είναι βραχύ και παχύ. Σε περίπτωση πολύ χαµηλού αιµατοκρίτη, η γωνία θα πρέπει να µεγαλώνει. Όπως ήδη περιγράφτηκε, µια µικρή σταγόνα αίµατος τίθεται στην άκρη της αντικειµενοφόρου πλάκας και επιστρώνεται απαλά, ενώ ακολουθεί απαλή µετακίνηση της επίστρωσης, ώστε να επιτευχθεί ξήρανση της και στη συνέχεια η επίστρωση παραµένει για αρκετό χρόνο σε καθαρό περιβάλλον δωµατίου, ώστε να αποξηραθεί πλήρως για να αποφευχθούν έτσι οι διαταραχές του σχήµατος των ερυθρών από τη µονιµοποίηση κατά την φάση της χρώσης. Τα παραπάνω επιτυγχάνονται µε ταχεία µετακίνηση της αντικειµενοφόρου πλάκας ή καλυπτρίδας µόνο υπό το βάρος τους και χωρίς εφαρµογή πίεσης κατά την επίστρωση. Η επίστρωση δεν θα πρέπει να εκτείνεται από το ένα άκρο της πλάκας στο άλλο και καλύτερα είναι να καταλαµβάνει όχι πάνω από το µισό του µήκους της 224

αντικειµενοφόρου πλάκας. Με αυτόν τον τρόπο τα λευκά αιµοσφαίρια συνήθως διασπείρονται οµοιόµορφα σε όλη την έκταση της επίστρωσης και τα ερυθρά αιµοσφαίρια δεν επικαλύπτουν το ένα το άλλο και έτσι είναι δυνατή η καλή εκτίµηση της µορφολογίας τους. Ένα καλό επίχρισµα περιφερικού αίµατος έχει τα παρακάτω χαρακτηριστικά: Έχει καλύψει περίπου τα 2/3 µέχρι τα 3/4 του πλακιδίου σε µήκος. Είναι ελαφρά στρογγυλό στο άκρο του (λεπτή περιοχή), και δεν έχει σχήµα ανώµαλο. Οι πλάγιες άκρες του επιχρίσµατος θα πρέπει να είναι oρατές. Η χρήση πλακιδίων µε τροχισµένες άκρες διευκολύνουν αυτή την εµφάνιση. Είναι απαλό χωρίς ανωµαλίες, τρύπες ή ραβδώσεις. Όταν το πλακίδιο παρατηρείται στο φως, το άκρο του επιχρίσµατος έχει εµφάνιση ουράνιου τόξου. Έχει χρησιµοποιηθεί στην επίστρωση όλη η σταγόνα. Τα παραπάνω µέτρα θεωρούνται ουσιαστικά για την δηµιουργία µιας καλής επίστρωσης, για την αποφυγή της δηµιουργίας artifacts και για την καλή χρώση του επιχρίσµατος. Όλα τα παραπάνω επιτυγχάνονται µε την κατάλληλη πρακτική εξάσκηση και όταν η επίστρωση γίνει αµέσως µετά την επίθεση της σταγόνας του αίµατος στην αντικειµενοφόρο πλάκα και πριν αρχίσει να ξηραίνεται ή να πήζει. Επίσης απαιτείται προσοχή ώστε η επίστρωση να µην αφήνεται πλησίον κάποιας πηγής θερµότητας, που θα έχει σαν αποτέλεσµα την ρίκνωση ή και την αιµόλυση των ερυθρών αιµοσφαιρίων. Μετά την απαραίτητη ξήρανση της επίστρωσης, για να είναι άριστα τα αποτελέσµατα της χρώσης του επιχρίσµατος και η διαδικασία της θα πρέπει να αρχίζει τουλάχιστον µια ώρα µετά την τέλεση της επίστρωσης. Πηγές λάθους Αν η σταγόνα του αίµατος για την επίστρωση είναι πολύ µεγάλη, τότε τα ερυθρά είναι δύσκολο να τοποθετηθούν το ένα δίπλα στο άλλο και συνήθως επικαλύπτονται, µε αποτέλεσµα δυσκολία στην καλή εκτίµηση του µεγέθους τους, του σχήµατος και της χρώσης τους, που είναι ουσιαστικές παράµετροι για την ορθή αξιολόγησή της. Αν η επίστρωση γίνει µε εξάσκηση ικανής πίεσης διαταράσσεται η φυσιολογική µορφολογία τόσο των ερυθρών όσο και των λευκών αιµοσφαιρίων, ενώ µπορεί να διαταραχθεί και η κατανοµή των λευκών και των αιµοπεταλίων στο επίχρισµα µε συνάθροισή τους στο τέλος της επίστρωσης και ικανή διαταραχή της µορφολογίας τους. Η χρήση ακάθαρτων πλακιδίων έχει σαν αποτέλεσµα την παραγωγή υβώσεων και αυλακώσεων στην επίστρωση, την µη καλή κατανοµή των κυττάρων στην επίστρωση και την όχι καλή χρώση λόγω καθίζησης της χρωστικής. Μετά την τέλεση της επίστρωσης θα πρέπει να αναγράφεται µε µολύβι αµέσως το όνοµα του αρρώστου, ο θάλαµος και η ηµεροµηνία τέλεσης, είτε στο παχύ µέρος της επίστρωσης ή στην κατάλληλη για τούτο θέση ορισµένων πλακιδίων. Θα πρέπει να αποφεύγεται η επίστρωση αίµατος που έχει ήδη τεθεί σε αντιπηκτικό, επειδή πολλά αντιπηκτικά όπως κυρίως τα οξαλικά έχουν σαν αποτέλεσµα την 225

εµφάνιση σηµαντικών διαταραχών τόσο της µορφολογίας, όσο και της ποιότητας χρώσης. Το καλά ξηρανθέν επίχρισµα χρωµατίζεται στη συνέχεια µε χρωστικές Wright και πιο συχνά µε την χρώση May-Grünwald-Giemsa µε διάλυση τους σε ειδικά διαλύµατα µε ουδέτερο ph, που δίνει στις χρωστικές ένα πολύ ευρύ φάσµα χρωµάτων, µε το οποίο αποδίδονται ακόµα και πολύ µικρές διαφορές χρώµατος. Η χρώση γίνεται µετά κατάλληλη εφαρµογή των αλλεπάλληλων διαλυµάτων χρωστικών µε εµβάπτιση σε διάλυµα της χρωστικής ή µε εφαρµογή της σε όλη την επιφάνεια του πλακιδίου, απόρριψή της και στη συνέχεια εφαρµογή στη δεύτερης χρωστικής. Η χρώση τελειώνει µε το καλό πλύσιµο των πλακιδίων µε απεσταγµένο νερό, σκούπισµα στη επιφανείας που δεν έχει τεθεί η επίστρωση και στη συνέχεια παραµονή των πλακιδίων σε επικλινή θέση και σε καθαρό περιβάλλον για ξήρανση. Τα παραπάνω µέτρα βοηθούν στην αποµάκρυνση των παραµενόντων ιζηµάτων και χρωστικής. Αν παρόλα αυτά στην πίσω πλευρά του πλακιδίου παραµένουν ακόµα υπολείµµατα χρωστικής, αποµακρύνονται µετά την ξήρανση µε απαλό καθαρισµό του πλακιδίου µε αλκοόλη σε καθαρό πανί. Μονιµοποίηση Συνήθως η µονιµοποίηση είναι µέρος της διαδικασίας χρώσης, επειδή η µεθυλική αλκοόλη είναι ο συνήθης διαλύτης τόσο της χρώσης Wright όσο και των άλλων χρώσεων. Αυτή γίνεται κατά τα πρώτα 60 sec της αυτούσιας χρωστικής που τίθεται στο πλακίδιο. Αν η µεθυλική αλκοόλη δεν αποτελεί µέρος της χρώσης, η χηµική µονιµοποίηση µπορεί να γίνει µε απόλυτη µεθυλική ή αιθυλική αλκοόλη για 1-2 min. Άλλα µονιµοποιητικά µπορεί να είναι 1% φορµόλη σε αιθυλική αλκοόλη, διάλυµα ίσων µερών αλκοόλης και αιθέρα ή 1% διάλυµα HgCl 2. Τύποι χρώσης Ένα καλά χρωµατισµένο επίχρισµα είναι ουσιαστικό για την παρατήρηση και την ερµηνεία της κυτταρικής µορφολογίας. Τα καλύτερα αποτελέσµατα της χρώσης προέρχονται από πρόσφατα χρωµατισµένα επιχρίσµατα που έχουν παρασκευαστεί µέσα σε 2-3 ώρες από την αιµοληψία. Τα επιχρίσµατα θα πρέπει α αφήνονται να ξηραθούν πριν τη χρώση. Ο σκοπός της χρώσης του επιχρίσµατος του περιφερικού αίµατος είναι να γίνει διακριτή η λεπτή µορφολογία τους εύκολα στο µικροσκόπιο. Η χρώση Wright ή Wright-Giemsa είναι οι πιο συχνά χρησιµοποιούµενες για τα επιχρίσµατα περιφερικού αίµατος και µυελού. Αυτές περιέχουν τόσο ηωσίνη όσο και κυανού του µεθυλενίου και γι αυτό ονοµάζονται πολυχρωµατικές χρώσεις. Συνήθως χρησιµοποιούνται χρωστικές ανιλίνης. Οι οξύφιλες χρωστικές όπως η ηωσίνη χρωµατίζουν κυρίως το πρωτόπλασµα και διάφορα οργανίλια του κυττάρου. Η χρώση Giemsa είναι ένα καλό παράδειγµα τέτοιας χρώσης και είναι η καλύτερη µέθοδος για την ανάδειξη παρασίτων του αίµατος. Οι βασεόφιλες χρωστικές χρωµατίζουν κυρίως τον πυρήνα και µερικά άλλα οργανίλια του κυττάρου και η συνηθέστερα χρησιµοποιούµενη χρωστική είναι η αιµατοξυλίνη. Οι πολυχρωµατόφιλες χρώσεις είναι συνήθως διαλύµατα σε µεθανόλη µιας όξινης και µιας βασικής χρωστικής, µε τις οποίες παράγεται µια ποικιλία αποχρώσεων. Τέτοιες είναι η χρώση May-Grünwald- Giemsa και η χρώση Wright. Για την καλή ποιότητα χρώσης το διάλυµα της χρωστικής δεν πρέπει να περιέχει ιζήµατα, γεγονός που αποφεύγεται µε την κατάλληλη διήθηση της χρωστικής πριν τη χρήση της, την χρησιµοποίηση καθαρών πλακιδίων, µε το καλό πλύσιµο των πλακιδίων στο τέλος της χρώσης, και την 226

πρόνοια για την αποφυγή παρουσίας σκόνης στο περιβάλλον και στο επίχρισµα. Οι αντιδράσεις της χρώσης εξαρτώνται από το ph και η πραγµατική χρώση των κυτταρικών συστατικών που ρυθµίζονται από τη χρήση ενός ρυθµιστικού διαλύµατος (ph 6.4) στην χρώση. Το ελεύθερο κυανού του µεθυλενίου είναι βασικό και χρωµατίζει τα όξινα κυτταρικά συστατικά, όπως το RNA, µπλε. Η ελεύθερη ηωσίνη είναι οξύφιλη και χρωµατίζει τα βασικά συστατικά, όπως η αιµοσφαιρίνη ή τα ηωσινόφιλα κοκκία, ερυθρά. Τα πολυµορφοπύρηνα έχουν κυτταροπλασµατικά κοκκία που έχουν ουδέτερο ph και έχουν αρκετά χαρακτηριστικά και από τις δυο χρωστικές. Ένα άριστα χρωµατισµένο επίχρισµα έχει τα παρακάτω χαρακτηριστικά: Σε µια καλή χρώση η µακροσκοπική παρουσία του πλακιδίου είναι ροδέρυθρη και στο µικροσκόπιο τα ερυθρά έχουν ροδέρυθρη απόχρωση. Η περιοχή µεταξύ των κυττάρων θα πρέπει να είναι καθαρή και ελεύθερη από ιζήµατα χρωστικών. Οι πυρήνες είναι βαθιά µπλε µέχρι πορφυροί. Η βασεόφιλη και όξινη χρωµατίνη του πυρήνα διακρίνεται καθαρά. Τα κυτταροπλασµατικά κοκκία των πολυµορφοπυρήνων είναι ερυθροκύανα. Τα κυτταροπλασµατικά κοκκία των βασεοφίλων είναι βαθύ µπλε µέχρι µαύρα. Τα κυτταροπλασµατικά κοκκία των ηωσινοφίλων είναι ερυθρά µέχρι πορτοκαλί. Το πρωτόπλασµα των λεµφοκυττάρων χρωµατίζεται γαλάζιο και το πρωτόπλασµα των µονοκυττάρων γκριζογάλανο Τα αιµοπετάλια έχουν ερυθρωπό προς γαλάζιο χρώµα. Πηγές λάθους Συχνά στις χρωµατισµένες επιστρώσεις µπορεί να εµφανιστούν λάθη. Η επίστρωση µπορεί να είναι πολύ ερυθρωπή, επί εφαρµογής συνήθως πολύ όξινης χρωστικής λόγω του ph του buffer ή του νερού. Σ αυτή την περίπτωση η χρωµατίνη του πυρήνα χρωµατίζεται αµυδρά γαλάζια αντί λαµπερή γαλάζια, τα ερυθρά αιµοσφαίρια έντονα ερυθρά αντί ροδέρυθρα και τα ηωσινόφιλα κοκκία έντονα ερυθρά αντί πορτοκαλιέρυθρα. Το πρόβληµα διορθώνεται µε χρησιµοποίηση νέας χρωστικής µε ρύθµιση του ph του διαλύµατος. Αν η χρώση είναι πολύ ωχρή, τούτο οφείλεται πιθανόν σε πολύ έντονο πλύσιµο ή σε λιγότερο χρόνο επίδρασης της χρωστικής, γεγονότα που διορθώνονται µε λιγότερο πλύσιµο ή αύξηση του χρόνου χρώσης. Η χρώση µπορεί να είναι πολύ µπλε και η χρωµατίνη των πυρήνων πιθανόν να χρωµατίζεται πολύ έντονα, τα ερυθρά αιµοσφαίρια φαίνονται µπλε ή πρασινωπά, το πρωτόπλασµα των λεµφοκυττάρων γκριζωπό, τα ουδετερόφιλα κοκκία έντονα και µεγαλύτερα από τα φυσιολογικά, ενώ τα ηωσινόφιλα κοκκία γίνονται έντονα γκριζωπά ή µπλε. Τούτο συνήθως οφείλεται στο ότι η επίστρωση είναι πολύ παχιά, σε ανεπαρκές πλύσιµο, πολύ µεγάλη διάρκεια της χρώσης ή πολύ αλκαλικά διαλύµατα της χρωστικής. Η χρώση βελτιώνεται µε χρησιµοποίηση αραιότερης χρωστικής, µείωση του χρόνου χρώσης ή αύξηση του χρόνου πλυσίµατος και παρασκευή καινούργιας χρωστικής µε κατάλληλο buffer και µη παραµονή της σε υπερβολικό φως, θερµότητα ή ψύχος. 227

Όταν τα ερυθρά φαίνονται γκριζωπά, τα λευκά είναι πολύ βαθιά χρωµατισµένα και τα κοκκία των ηωσινοφίλων είναι γκριζωπά και όχι πορτοκαλί, τούτο οφείλεται πιο συχνά σε πολύ αλκαλικό ph της χρωστικής ή του ρυθµιστικού διαλύµατος, σε ανεπαρκή καθαρισµό ή σε πολύ παρατεταµένη χρώση. Όταν τα ερυθρά είναι πολύ ωχρά ή έντονα ερυθρού χρώµατος, τα λευκά αιµοσφαίρια δεν είναι ευδιάκριτα, τούτο οφείλεται πιο συχνά σε πολύ όξινο ph της χρωστικής ή του ρυθµιστικού διαλύµατος, σε πολύ βραχεία έκθεση στο διάλυµα και σε υπερβολικό πλύσιµο µετά το τέλος της χρώσης. Εξέταση του επιχρίσµατος Από τη µελέτη του χρωσµένου επιχρίσµατος του περιφερικού αίµατος µπορεί να ληφθούν διάφορες πληροφορίες από την παρατήρηση των ερυθρών, όπως διαταραχές του µεγέθους (ανισοκυττάρωση), του σχήµατος (ποικιλοκυττάρωση), της έντασης της χρώσης των ερυθρών και εύκολα µπορεί να διακριθεί, µετά την απόκτηση εµπειρίας, αν τα ερυθρά είναι µακροκυτταρικά (> 9 µm), ορθοκυτταρικά (7.5 µm) ή µικροκυτταρικά (<6 µm). Ο βαθµός της ανισοκυττάρωσης θα πρέπει να εκτιµηθεί σαν 0-4+. Οι διακυµάνσεις του φυσιολογικού αµφίκοιλου σχήµατος (ποικιλοκυττάρωση) µπορεί να είναι εµφανείς, και τα ερυθρά µπορεί να είναι σφαιροκύτταρα ή ωοκύτταρα ή µπορεί να παίρνουν την µορφή στοχοκυττάρου ή δρεπανοκυττάρου ή άλλα σχήµατα (ακανθοκύτταρα, εχινοκύτταρα κλπ). Αυτή η παρατήρηση έχει συχνά µεγάλη διαγνωστική σηµασία και θα πρέπει να αξιολογείται σαν 0-4+. Η διακύµανση της συγκέντρωσης αιµοσφαιρίνης, δηλαδή το κατά πόσο τα ερυθρά αιµοσφαίρια είναι ορθόχρωµα, υπόχρωµα ή υπέρχρωµα, καθορίζεται από την εκτίµηση της έντασης του χρώµατος των ερυθρών και το µέγεθος της κεντρικής ωχρής περιοχής, που µπορεί να προσεγγίζει την εκτίµηση της MCHC και µπορεί να αξιολογείται επίσης σαν 0-4+. Τα ερυθρά αιµοσφαίρια µπορεί να εµφανίζουν διάφορες παθολογικές µορφολογίες και ποιότητα χρώσης. Η εµφάνιση πολυχρωµατοφιλίας χαρακτηρίζεται από µια πιο γαλαζωπή εµφάνιση των συνήθως µακροκυτταρικών ερυθρών, µε απουσία της φυσιολογικής κεντρικής ωχρής περιοχής. Το ερυθροκύανο χρώµα είναι αποτέλεσµα µίγµατος του παραµένοντος RNA και της αιµοσφαιρίνης και κυρίως παρατηρείται στα δικτυοερυθροκύτταρα ( ΕΚ). Η βασεόφιλη στίξη των ερυθρών, χαρακτηρίζεται από την παρουσία ακανόνιστων σκοτεινών κυανών κοκκίων στα ερυθρά, λόγω εκφυλιστικών αλλοιώσεων στο RNA. Χαρακτηρίζει την έκθεση σε µόλυβδο, αλλά µπορεί να εµφανιστεί και σε αρκετές περιπτώσεις αιµολυτικών αναιµιών. Οι δακτύλιοι του Cabot είναι ερυθρωποί, κοκκιώδεις σχηµατισµοί που συχνά έχουν τη µορφή βρόγχου ή σαν οκτώ, οι οποίοι δείχνουν ελλειµµατική δραστηριότητα αναγέννησης των κυττάρων της ερυθράς σειράς. Όταν εµφανίζονται στο περιφερικό αίµα εµπύρηνα ερυθρά ή ώριµοι οξύφιλοι ερυθροβλάστες, αντανακλούν την παρουσία έντονων αναγκών στα αιµοποιητικά όργανα και είναι µια ένδειξη αύξησης της λειτουργίας του µυελού σαν αντίδραση σε κάποια νόσο. Τα ερυθρά µε παρασίτωση από παράσιτα ελονοσίας χαρακτηρίζονται από την παρουσία ερυθρωπών κοκκίων του Schuffner µε ή χωρίς παρουσία δακτυλιοειδών ενδοκυττάριων µορφών στα συνήθως µακροκυτταρικά ερυθρά. Η παρουσία rouleaux οφείλεται στην προσκόλληση των ερυθρών µεταξύ τους σαν στήλη νοµισµάτων. Εµφανίζεται κυρίως όταν ο ορός περιέχει αυξηµένα ποσά ινωδογόνου και σφαιρινών. Επιπλέον, η µείωση της επιφάνειας των ερυθρών µε επίδραση νευραµινιδάσης έχει σαν αποτέλεσµα την αύξηση της συγκόλλησης των ερυθρών παρουσία δεξτρανών µικρής µοριακής 228

αλύσου. Αυτό ενισχύει τα πειραµατικά δεδοµένα, ότι η σταθερότητα της συγκόλλησης των ερυθρών εξαρτάται από την ισορροπία µεταξύ µιας µακροµοριακής δύναµης γεφύρωσης και µιας ηλεκτροστατικής δύναµης και οι µεταβολές της φόρτισης της επιφάνειας των ερυθρών µπορεί να επηρεάζει µε αυτόν τον τρόπο την συνάθροιση των ερυθρών και τη γλοιότητα του αίµατος. Είναι ενδιαφέρον να σηµειωθεί, ότι αυξηµένη συγκολλητικότητα δεν επηρεάζει τον φυσιολογικό χρόνο ζωής των ερυθρών, αλλά µπορεί να ευθύνεται για την εµφάνιση αγγειοαποφρακτικών φαινοµένων. Τα σωµάτια Heinz είναι στρογγυλά ή ακανόνιστα, έντονα ερυθρά, σωµάτια µετά χρώση µε methyl violet. Συνήθως βρίσκονται κοντά στην περιφέρεια του ερυθρού και αναδεικνύονται σαν γαλαζωπά κοκκία µετά έµβια χρώση µε brilliant cresyl blue. Η παρουσία τους δείχνει την ύπαρξη αιµολυτικής αναιµίας µε παρουσία ερυθρών που έχουν ένα ασταθές σύστηµα γλουταθειόνης, ιδιαίτερα µετά σπληνεκτοµή ή όταν τα ερυθρά εκτεθούν σε µερικά φάρµακα. Έγκλειστα των ερυθρών είναι και τα σιδηροκύτταρα (επιµήκη ή στρογγυλά σωµάτια που εµφανίζονται µετά σπληνεκτοµή ή στον µυελό αρρώστων µε αιµολυτική αναιµία απροσδιόριστης αιτιολογίας). Παριστούν σίδηρο των ερυθρών που δεν έχει ακόµα ενσωµατωθεί στην αιµοσφαιρίνη και αναδεικνύονται µε την χρώση Prussian bleu. Στο επίχρισµα του περιφερικού αίµατος µπορεί να γίνει µια εκτίµηση του αριθµού των αιµοπεταλίων µε παρατήρηση σε χαµηλή µεγέθυνση, υπό την προϋπόθεση ότι τα αιµοπετάλια έχουν οµαλή κατανοµή στην επίστρωση και δεν συναθροίζονται σε µερικές περιοχές. Στη συνέχεια µελετώνται αρκετά πεδία του επιχρίσµατος µε καταδυτικό φακό και εκτιµάται αν τα αιµοπετάλια είναι φυσιολογικά σε αριθµό, αυξηµένα ή ελαττωµένα ή εµφανίζουν φυσιολογική ή παθολογική µορφολογία και φυσιολογικά ή παθολογικά κοκκία, πάντα βέβαια σε σύγκριση µε το φυσιολογικό επίχρισµα αίµατος. Τα φυσιολογικά αιµοπετάλια έχουν διάµετρο 2-5 µm και εµφανίζουν κοκκίωση. Ο αριθµός των λευκών αιµοσφαιρίων µπορεί να εκτιµηθεί αρχικά µε παρατήρηση της επίστρωσης, σε χαµηλή µεγέθυνση και µετά µε καταδυτικό φακό, για να καθοριστεί αν ο αριθµός τους είναι φυσιολογικός, χαµηλός ή αυξηµένος σε σύγκριση µε το φυσιολογικό αίµα. Συγχρόνως µε την εξαγωγή του λευκοκυτταρικού τύπου βρίσκεται η επικρατούσα µορφή κυττάρων και παρατηρούνται οι τυχόν µορφολογικές ανωµαλίες. Η λευκοκυτταρικός τύπος καλό είναι, παρά τον µεγαλύτερο απαιτούµενο χρόνο, να γίνεται µε καταδυτικό φακό, µε µετακίνηση της τράπεζας συστηµατικά ώστε να µην γίνεται δύο φορές µέτρηση του ίδιου κυττάρου. Έτσι το πλακίδιο κινείται από δεξιά προς τ αριστερά, στη συνέχεια µετακίνηση προς τα άνω ή προς τα κάτω, κατά ένα οπτικό πεδίο και στη συνέχεια από αριστερά προς τα δεξιά κ.ο.κ. Η παρατήρηση γίνεται τόσο σε αραιά, όσο και σε πυκνή περιοχή της επίστρωσης, επειδή µπορεί να υπάρχουν διαφορές λόγω διαφορετικής κατανοµής των κυττάρων. Πάντοτε θα πρέπει να γίνεται καταµέτρηση τουλάχιστον 100 κυττάρων. Τα µη ταξινοµούµενα ή µη αναγνωριζόµενα λευκά θα πρέπει να καταµετρώνται ξεχωριστά. Ο απόλυτος αριθµός για κάθε τύπο κυττάρου θα πρέπει να υπολογίζεται πάντοτε, ώστε να γίνεται διαγνωστική προσέγγιση ανάλογα µε την αύξηση ή µείωση του απόλυτου αριθµού τους και όχι ανάλογα µε το ποσοστό τους, που πιθανόν να µας παρασύρει σε εσφαλµένες διαγνωστικές σκέψεις. Πριν καταλήξει κανείς στην αξιολόγηση των ευρηµάτων του χρωµατισµένου επιχρίσµατος, θα πρέπει να έχει υπόψιν του τις φυσιολογικές τιµές των λευκών, όσο και των επιµέρους διακυµάνσεων των φυσιολογικών απόλυτων τιµών των διαφόρων κατηγοριών τους. Σηµασία επίσης έχει η αναγνώριση της παθολογικής µορφολογίας των λευκών, η ύπαρξη τοξικής κοκκίωσης και η παρουσία π.χ. στροφής προς τα δεξιά ή στροφής προς τ αριστερά, ευρήµατα που έχουν σηµαντική κλινική σηµασία. 229

Η στροφή προς τ αριστερά χαρακτηρίζεται συνήθως από αυξηµένο αριθµό λευκών, λόγω αύξησης της παραγωγής τους, σαν απάντηση κάποιας οξείας ανάγκης στην περιφέρεια πριν ολοκληρωθεί η φυσιολογική ανάπτυξη και διαφοροποίηση τους όπως π.χ. σε µια οξεία λοίµωξη όπως σκωληκοειδίτιδα ή σηψαιµία. Στροφή προς τ αριστερά µπορεί να φανεί ακόµα και µε χαµηλό αριθµό λευκών, συνήθως λόγω καταστολής της κοκκιώδους σειράς π.χ. από τη δράση τοξινών µε αποτέλεσµα διαταραχές στο µέγεθος και στη εµφάνιση των κυκλοφορούντων κυττάρων όπως π.χ. στην φυµατίωση και τυφοειδή πυρετό. Τα νεαρότερα πολυµορφοπύρηνα έχουν ακόµα έναν µη καλά λοβωµένο πυρήνα (5%), ενώ αργότερα έχουν δύο λοβούς (35%), τρεις λοβούς (41%), τέσσερους λοβούς (17%) και 5 ή περισσότερους λοβούς (πιο ώριµα κύτταρα, 2%). Μια στροφή προς τα αριστερά δείχνει αύξηση των νεαρότερων κυττάρων όπως στη διάρκεια µιας λοίµωξης, η στροφή προς τα δεξιά (αυξηµένος αριθµός γηραιότερων κυττάρων) εµφανίζεται συχνότερα στη µεγαλοβλαστική αναιµία. Σηµασία επίσης έχει η παρουσία λευκοερυθροβλαστικής αντίδρασης, στροφής προς τ αριστερά και κυκλοφορία ερυθροβλαστών στο περιφερικό αίµα, όπως επί έντονης διέγερσης της αιµοποίησης, σε κατάληψης του µυελού από νεοπλασµατικά κύτταρα ή και σε εξωµυελική αιµοποίηση. Τονίζεται για µια ακόµα φορά, ότι η παρατήρηση των µορφολογικών διαταραχών των ερυθρών αιµοσφαιρίων θα πρέπει να γίνεται σε επίχρισµα περιφερικού αίµατος µετά από άµεση επίστρωση (διαταραχή της µορφολογίας των ερυθρών όταν το αίµα µπει σε αντιπηκτικό), απόρριψη των πρώτων σταγόνων από τη βελόνα, καλό καθαρισµό της ράγας του δακτύλου (η παραµονή οινοπνεύµατος συρρικνώνει τα κύτταρα), κατασκευή λεπτής επίστρωσης, καλή ξήρανση της επίστρωσης, χρώση µε May- Grûnwald-Giemsa και επιλογή αντιπροσωπευτικού πεδίου για παρατήρηση στο επίχρισµα όπου µε καταδυτικό φακό παρατηρείται η µορφολογία των ερυθρών αιµοσφαιρίων (απαιτείται προσοχή, συστηµατική παρατήρηση και ικανή εµπειρία για την ορθή αξιολόγηση και την εξαγωγή συµπερασµάτων). ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Bessis M. Blood smears reinterpreted. Springer International, 1977, New York 2. Beutler E, Lichtman MA, Coller BS, KIpps TJ, Seligsohn U. Williams Hematology, McGray-Hill Publishing Company, 6 th Edition, New York, 2001. 3. Dreyfus B. Hematologie, Flammarion, Paris, 1987. 4. Hoffbrand AV, Pettit JE, Moss PAH. Essential Haematology, 4 th Edition, Blackwell Scientific Publ. London, 2001. 5. Wintrobe MM. Clinical Hematology, 8 th ed. Lea and Febinger, New York, 1991. 6. Zucker-Franklin D, Greaves MF, Grossi CE, Marmont AM. Atlas of blood cells. Function and pathology Lea and Febinger, Philadelphia, 1981 7. Μελέτης Ι. Χρ. Από το Αιµατολογικό Εύρηµα στη ιάγνωση. Εκδόσεις Νηρέας, 6 η Έκδοση, Αθήνα, 2003. 8. Μελέτης Ι. Μεταµόσχευση Μυελού των Οστών στην Βαριά Απλαστική Αναιµία. Εκδόσεις Νηρεύς, Αθήνα 1989. 9. Μελέτης Ι. Χρ. Άτλας Αιµατολογίας. Εκδόσεις "Νηρέας", Αθήνα 2000. 230

10. Μελέτης Ι, Μελέτης Χρ. Σαµάρκος Μ, Γιαταγάνας Ξ, Λουκόπουλος. CD ROM Άτλας Αιµατολογίας. Εκδόσεις "Νηρέας", Αθήνα 1996. 11. Μελέτης Ι, Μελέτης Χρ. CD ROM Αιµατολογία- ιαγνωστική Προσέγγιση. Εκδόσεις "Νηρέας", Αθήνα 1998. 12. Μελέτης Ι. Χρ. Αιµοποιητικό Σύστηµα-Ερυθροκύτταρα. Στο Αξιολόγηση των εργαστηριακών εξετάσεων. Εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης, Αθήνα 1997, σελ. 19-43. 13. Μελέτης Ι. Χρ. Προσέγγιση στη ιάγνωση από το Επίχρισµα του Περιφερικού Αίµατος. Κλινικά Φροντιστήρια, ΙΕΑ, Τόµος 10, Τεύχος 2, σελ.124-156, 1998. 14. Μελέτης Ι, Βαριάµη Ε, Τέρπος Ε, Βύνιου Ν, Κωνσταντόπουλος Κ. Προσέγγιση στη ιάγνωση από το Επίχρισµα του Περιφερικού Αίµατος. Ελληνική Αιµατολογική Εταιρεία, Τµήµα Εργαστηριακών Μεθόδων, Προτυποποίησης και Ελέγχου Ποιότητας. Πρακτικά, σελ. 133-149, Αθήνα 2004. 15. Μελέτης Ι, Βαριάµη Ε, Τέρπος Ε, Βύνιου Ν, Κωνσταντόπουλος Κ. Περιπτώσεις µε Εκπαιδευτικό Χαρακτήρα. Ελληνική Αιµατολογική Εταιρεία, Τµήµα Εργαστηριακών Μεθόδων, Προτυποποίησης και Ελέγχου Ποιότητας. Πρακτικά, σελ. 126-132, Αθήνα 2004. 16. Μελέτης Ι. Χρ. ιαταραχές των Λευκών Αιµοσφαιρίων στο Επίχρισµα του Περιφερικού Αίµατος. Κλινικά Φροντιστήρια, ΙΕΑ, Τόµος 17, Τεύχος 1, σελ.143-157, 2005. 17. Μελέτης Ι. Χρ. Προσέγγιση στη ιάγνωση των Αναιµιών Ανάλογα µε τους Ερυθροκυτταρικούς είκτες. Τόµος 13 ου Εκπαιδευτικού Σεµιναρίου - Θέµατα Αιµατολογίας. Ελληνική Εταιρεία Κλινικής Χηµείας - Κλινικής Βιοχηµείας. σελ. 34-47, Αθήνα, 2005. 231