Στρατηγικές μάθησης της νέας ελληνικής ως ξένης γλώσσας: Εφαρμοσμένη διδακτική παρέμβαση σε τουρκόφωνους και πομακόφωνους μαθητές γυμνασίου

Σχετικά έγγραφα
Γ μέρος. 7. Ανάλυση των αποτελεσμάτων σε κύρια θέματα γραμματικής

Επιμορφωτικό σεμινάριο «Διδάσκοντας την Ελληνική ως δεύτερη γλώσσα στο Δημοτικό Σχολείο»

Διδακτικό υλικό σε ηλεκτρονική και έντυπη μορφή που απευθύνεται σε: τουρκόφωνους/ μουσουλμάνους μαθητές:

Φυλλάδιο Εργασίας 1. Ενδεικτικές Απαντήσεις. Αξιολόγηση Διδακτικών Δραστηριοτήτων από τα διδακτικά εγχειρίδια

1. Σκοπός της έρευνας

ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ζερδελή Σοφία - Φιλόλογος ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΕΠΑ.Λ. ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ

Καλές και κακές πρακτικές στη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας. Άννα Ιορδανίδου ΠΤΔΕ Παν/μίου Πατρών

ΜΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ: ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΩΝ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΕΝΟΣ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟ 2000 ΩΣ ΤΟ 2013.

Διδάσκοντας την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα στη Δημοτική Εκπαίδευση

Πρόγραμμα Ενδοϋπηρεσιακής Επιμόρφωσης εκπαιδευτικών, Εκπαιδευτικών Ψυχολόγων και εκπαιδευτικών Συμβουλευτικής και Επαγγελματικής Αγωγής

Διαγνωστικά δοκίμια ελληνομάθειας για Γυμνάσια & Λύκεια /Τεχνικές Σχολές

Παρακολούθηση Διδασκαλίας στη βάση του Δυναμικού Μοντέλου Εκπαιδευτικής Αποτελεσματικότητας. Μαργαρίτα Χριστοφορίδου 28 Νοεμβρίου 2013

5.4. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΜΕ ΡΗΤΟΥΣ ΑΡΙΘΜΟΥΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Ελίνα Χατζηπαπά Υποψήφια Διδάκτορας Δ.Π.Θ

Πράξη «Εκπαίδευση αλλοδαπών και παλιννοστούντων µαθητών» Δράση: Επιµόρφωση εκπαιδευτικών και µελών της εκπαιδευτικής κοινότητας

Εννοιολογική χαρτογράφηση. Τ. Α. Μικρόπουλος

Στάσεις σπουδαστών με Γ1 την Τουρκική προς τη γραμματική της Νέας Ελληνικής και η διδασκαλία αυτής ως ΞΓ

Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. 3. Πτυχίο του Τµήµατος Ελληνικής Φιλολογίας.

Μέθοδος-Προσέγγιση- Διδακτικός σχεδιασμός. A. Xατζηδάκη, Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μιο Κρήτης

Ζητήματα σχετικά με τη διδασκαλία της Ελληνικής ως Γ2/ ΞΓ. Α. Χατζηδάκη A08 Π01 ΑΚ.ΕΤΟΣ

ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

Οδηγίες για την Πιλοτική Εφαρμογή των μαθημάτων και των Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο

Προσεγγίζοντας τη Γραμματική στο Συνδυαστικό Δυναμικό Μοντέλο Γλωσσικής Μάθησης της Ελληνικής ως Δεύτερης και ως Ξένης Γλώσσας: επίπεδο Β2

Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ. Λεωνίδας Κυριακίδης Τμήμα Επιστημών της Αγωγής, Πανεπιστήμιο Κύπρου

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙ ΟΣΗΣ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΥΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΕΝΟΣ ΑΕΙ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ

Η ΧΡΗΣΗ «ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ» ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΩΝ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΑΠΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ ΠΕ04 ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Νέες μέθοδοι-ορολογία. Μετά την. επικοινωνιακή προσέγγιση: η παιδαγωγική των κειμενικών ειδών. Κειμενικά είδη για διδακτική χρήση.

Α. Τηλεοπτικές συνήθειες-τρόπος χρήσης των Μ.Μ.Ε.

Έχουν σα στόχο να αξιολογήσουν με ποιοτικά κυρίως κριτήρια την επίδοση του μαθητή/τριας. Έχουν σα στόχο να «μετρήσουν» την επίδοση του μαθητή/τριας

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ/ΤΡΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ Δ/ΛΙΑΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ. Μανώλης Πατσαδάκης

Α08 01 Ακ. έτος Χατζηδάκη Ασπασία. Δίγλωσσοι μαθητές στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας στη ΜΕ

ΑΕΙ και διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας

Δημοτικό Σχολείο Λεμεσού Ι (ΚΑ) Έρευνα Δράσης Βελτίωση Ορθογραφίας Μαθητών

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ: ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. ΘΕΜΑ: «ιερεύνηση της σχέσης µεταξύ φωνηµικής επίγνωσης και ορθογραφικής δεξιότητας σε παιδιά προσχολικής ηλικίας»

Πρόγραμμα Σπουδών για την Ελληνική Γλώσσα Α Επίπεδο

Λύδια Μίτιτς. Αβέρωφ 6, , Κομοτηνή. Τηλέφωνο: , Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο:

Η συμβολή των στρατηγικών στην εκμάθηση των γλωσσών

Η ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ

ΑΛΓΟΡΙΘΜΟΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΥΠΟΠΙΝΑΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΛΗΣΙΕΣΤΕΡΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΜΕΣΩ ΤΗΣ AFC ΣΤΟ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΟ ΠΙΝΑΚΑ

Διαφοροποίηση.. τι. γιατί. και πώς. Πηλείδου Κωνσταντίνα Σχ. Σύμβουλος 10 ης ΕΠ ΕΑΕ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ

Οδηγίες για την Πιλοτική Εφαρμογή των μαθημάτων και των Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο

Πρακτική Εφαρμογή του Προγράμματος Σπουδών Επιπέδου Α' στην Διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας. Στέφανος Παπαζαχαρίας

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μίου Κρήτης «Επιστήμες Αγωγής»

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΑΛΛΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΓΑΛ 102 Προφορικός λόγος 6 ΓΑΛ 103 Γραπτός λόγος I 6 ΓΑΛ 170 e-french 6 ΓΑΛ Μάθημα περιορισμένης επιλογής 6

ΑΓΓΛΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε. Π.Μ.Σ. ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

ΕΙΔΗ ΕΡΕΥΝΑΣ I: ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ & ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Παραγωγή και λήψη οδηγιών κίνησης στο χώρο κατά την εκμάθηση της Αγγλικής ως ξένης γλώσσας με το ρομπότ BeeBot

Ανακοίνωση Αποτελεσμάτων Διεθνών Ερευνών

12 Σταθμισμένα διερευνητικά ανιχνευτικά εργαλεία κριτήρια μαθησιακών δυσκολιών

ΑΓΓΛΙΚΑ Ι. Ενότητα 7α: Impact of the Internet on Economic Education. Ζωή Κανταρίδου Τμήμα Εφαρμοσμένης Πληροφορικής

Πρόγραμμα Δραστηριοτήτων και Μαθημάτων γλωσσών Πυξίδα 2018

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ

Διδάσκοντας Φυσικές Επιστήμες στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο

Πληροφορίες για το νέο HSK

Αξιολόγηση του Προγράμματος Ταχύρρυθμης Εκμάθησης της Ελληνικής στη Μέση Εκπαίδευση (Ιούνιος 2010)

Διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας

Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης

Μονοπαραγοντική Ανάλυση Διακύμανσης Ανεξάρτητων Δειγμάτων

ΝΕΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: Η «ΤΘΔΔ» και οι Εξετάσεις Αγγλικής στο Λύκειο

Αξιολόγηση Προγράμματος Αλφαβητισμού στο Γυμνάσιο Πρώτο Έτος Αξιολόγησης (Ιούλιος 2009)

International Conference Quality and Equity in Education: Theories, Applications and Potentials

Διαγνωστικά εργαλεία για την ένταξη αλλόγλωσσων μαθητών στα ελληνικά σχολεία

Δρ. Μαρία Γραβάνη «Νέες προσεγγίσεις στην εκπαίδευση ενηλίκων», Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου Σάββατο, 20 Μαΐου 2017

ΜΑΘΗΤΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ»

Λύδια Μίτιτς

Διερεύνηση κινήτρων μάθησης Χημείας και Φυσικής μεταξύ φοιτητών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης

Εξ αποστάσεως υποστήριξη του έργου των Εκπαιδευτικών μέσω των δικτύων και εργαλείων της Πληροφορικής

Θ ε σ σ α λ ο ν ί κ η

Η αναγκαιότητα της αξιοποίησης των στρατηγικών εκμάθησης και διδασκαλίας του λεξιλογίου στον τομέα της ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών

Διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης/ ξένης γλώσσας

Ατομικές διαφορές στην κατάκτηση της Γ2. Ασπασία Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΤΗΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΗΣ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ. Διδάσκοντας νεοελληνική γλώσσα στο Γυμνάσιο

των αποτελεσμάτων της έρευναςσυμπεράσματα-επαναληψιμότητα

Ι Α Σ Κ Α Λ Ι Α Σ Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α Σ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Eπιμορφωτικό σεμινάριο

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΠΣ) Χρίστος Δούκας Αντιπρόεδρος του ΠΙ

Εφαρμογή και αξιολόγηση προγράμματος συνεκπαίδευσης στην αγγλική γλώσσα σε ένα σχολικό έτος

Διδακτική της Πληροφορικής ΙΙ

1ο Πανελλήνιο Συνέδριο. MoodleMoot 2017

Διαπολιτισμική εκπαίδευση: Γλωσσική και ψυχοκοινωνική υποστήριξη

Reading/Writing (Κατανόηση και Παραγωγή Γραπτού Λόγου): 1 ώρα και 10 λεπτά

Το πρόγραμμα PETALL. Πανευρωπαϊκές Δραστηριότητες για την Εκμάθηση Γλωσσών Πρόταση διεξαγωγής σεμιναρίου σε εθνικό επίπεδο.

Αξιολόγηση του μαθητή για βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων

Δ Φάση Επιμόρφωσης. Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Γραφείο Διαμόρφωσης Αναλυτικών Προγραμμάτων. 15 Δεκεμβρίου 2010

Επίπεδο: Πιθανή διάρκεια: Διδακτικό υλικό:

ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ ΤΩΝ ΕΝΗΛΙΚΩΝ ΑΝΩ ΤΩΝ 65 ΕΤΩΝ ΜΕ ΑΝΟΙΑ

ΣΥΝΕΔΡΙΟ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΣΤΗ ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΑΜΕΡΙΚΗ ΜΟΝΤΕΒΙΔΕΟ Οκτωβρίου 2009

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Ερευνας στη ΜΕ

Transcript:

Στρατηγικές μάθησης της νέας ελληνικής ως ξένης γλώσσας: Εφαρμοσμένη διδακτική παρέμβαση σε τουρκόφωνους και πομακόφωνους μαθητές γυμνασίου Αναστασία Αμπάτη υποψήφια διδάκτορας στο Π.Τ.Δ.Ε. του Παν/μίου Πατρών stesi@ath.forthnet.gr Abstract: This paper reports on the findings from a teaching intervention study carried out with 219 students (native speakers of Turkish and Pomak) of two minority High Schools in West Thrace. The phenomenon investigated is agreement in Greek NPs. The aim of the short-term instruction was to enhance language awareness of the agreement through a) focus on form, (Doughty & Williams, 1998) and b) the use of cognitive and metacognitive strategies (Oxford, 1990). The results indicated that the intervention resulted in increased accuracy in drills, whereas the combination of cognitive and metacognitive strategies improved the participants performance in written production. Key words: focus on form, learning strategies, implicit-explicit knowledge. 1. Εισαγωγή Η παρούσα μελέτη διερευνά την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής στρατηγικών μάθησης της ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας σε τουρκόφωνους και πομακόφωνους μαθητές της Α Γυμνασίου που φοιτούν σε δύο μειονοτικά γυμνάσια της Θράκης. H χρήση γνωστικών (cognitive) και μεταγνωστικών (metacognitive) στρατηγικών (Chamot & O Malley 1990, Oxford 1990, Purpura 1997, Cohen 1998, Wenden 1987) συνέβαλε στη βελτίωση της επίδοσης των συμμετεχόντων. Στόχος της διδακτικής παρέμβασης ήταν η εκμάθηση της συμφωνίας εντός Ονοματικής Φράσης (συμφωνία επιθετικών προσδιορισμών με ονόματα) καθώς και της συμφωνίας Υποκειμένου-Κατηγορουμένου και Αντικειμένου-Κατηγορουμένου. Η διδακτική προσέγγιση εστίασε στον τύπο (focus on form, Doughty & Williams 1998), ώστε να παρατηρήσουν οι μαθητές εκείνα τα γλωσσικά στοιχεία (καταληκτικά μορφήματα) που μεταβάλλονται σύμφωνα με τους κανόνες της συμφωνίας στα ελληνικά. Το μάθημα επικεντρώθηκε αρχικά στην επικοινωνία και στη σημασία και στη συνέχεια προώθησε τη ρητή (explicit) γνώση σχετικά με το φαινόμενο της συμφωνίας μέσω της εφαρμογής μαθησιακών στρατηγικών. Η αξιοποίηση της ρητής γνώσης διευκολύνει την υπόρρητη (implicit) μάθηση με δύο τρόπους (R. Ellis, 2003: 149): α) Οι μαθητές παρατηρούν και απομονώνουν τα μορφολογικά στοιχεία στο γλωσσικό εισαγόμενο και β) Εντοπίζουν τις διαφορές (notice-the-gap) ανάμεσα στο πώς χρησιμοποιούν οι ίδιοι αυτά τα στοιχεία και στον τρόπο με τον οποίο τα στοιχεία αυτά εμφανίζονται στο γλωσσικό εισαγόμενο. 2. Περιγραφή της έρευνας 2.1 Διαδικασία Οι συμμετέχοντες στην έρευνα (συνολικά 219) φοιτούν στην Α Γυμνασίου σε δύο μειονοτικά γυμνάσια της Θράκης: Το Ιδιωτικό Μειονοτικό Γυμνάσιο Ξάνθης και το Μειονοτικό Γυμνάσιο Κομοτηνής. Στα γυμνάσια αυτά φοιτούν μόνο μουσουλμάνοι αλλόγλωσσοι μαθητές (κυρίως πομακόφωνοι και τουρκόφωνοι αντίστοιχα) και δε φοιτούν εκεί φυσικοί ομιλητές της ελληνικής. Οι συμμετέχοντες διαφοροποιούνται ως προς τη μητρική γλώσσα (121 τουρκόφωνοι και 98 πομακόφωνοι), ως προς το φύλο (111 αγόρια και 108 κορίτσια) και ως προς το είδος των στρατηγικών με τις οποίες 2009. Selected Papers from the 18 th ISTAL

430 Αναστασία Αμπάτη ασκήθηκαν. Οι μαθητές του δείγματος ανήκουν σε 4 τμήματα της Α Γυμνασίου σε κάθε γυμνάσιο (συνολικά 8). Τα τρία από αυτά τα τμήματα σε κάθε γυμνάσιο (συνολικά 6) αποτέλεσαν την ομάδα Α της έρευνας και οι μαθητές των άλλων 2 τμημάτων (ένα σε κάθε σχολείο) αποτέλεσαν την ομάδα Β. Η πρώτη ομάδα Α (163 άτομα) ασκήθηκε με δραστηριότητες που αναπτύσσουν τη συνειδητή γνώση με στόχο την επιλογή/καταγραφή του κατάλληλου (σε επίπεδο μορφολογίας) τύπου, ενώ η δεύτερη Β (56 άτομα) ασκήθηκε κυρίως με προφορικές δραστηριότητες προσανατολισμένες στο φαινόμενο της συμφωνίας. Η επιλογή των τμημάτων είναι τυχαία και δε βασίζεται σε άλλα κριτήρια (για παράδειγμα, επίπεδο ελληνομάθειας, βαθμολογία, αριθμός μαθητών ανά τμήμα). Οι συμμετέχοντες της ομάδας Α είναι πολυπληθέστεροι έναντι αυτών της ομάδας Β (163 και 56 αντίστοιχα), καθώς η έρευνα επιχειρεί να ελέγξει κυρίως τα αποτελέσματα εφαρμογής των γνωστικών και μεταγνωστικών στρατηγικών που οδηγούν στη συνειδητή επιλογή/καταγραφή του κατάλληλου μορφολογικά τύπου και στηρίζονται στη ρητή γνώση (explicit knowledge) (Schmidt 1990, 1994, R. Ellis 1991, 2004) και δευτερευόντως εκείνες τις γνωστικές στρατηγικές που αναπτύσσονται μέσω των προφορικών δραστηριοτήτων στις οποίες αξιοποιείται κυρίως η υπόρρητη γνώση (implicit knowledge) (Skehan & Foster 2001, R. Ellis 1994, Robinson 1997). Η παρέμβαση θεωρείται σύντομη, εφόσον ολοκληρώθηκε σε δύο συνεχόμενες διδακτικές ώρες σε κάθε τμήμα, οργανώθηκε σε όλα τα τμήματα της εκάστοτε ομάδας (Α και Β) με τον ίδιο τρόπο και ήταν - στο βαθμό που αυτό ήταν εφικτό - παρόμοια. Η παρέμβαση οργανώθηκε σε δύο φάσεις: Στην πρώτη διανεμήθηκαν οι αρχικές δοκιμασίες (pretest) με στόχο, αφενός τη διερεύνηση της εφαρμογής των κανόνων στο φαινόμενο της συμφωνίας και αφετέρου τον εντοπισμό και την καταγραφή των συχνότερων λαθών στο συγκεκριμένο φαινόμενο. Στη δεύτερη, η οποία πραγματοποιήθηκε ένα μήνα αργότερα, εφαρμόστηκε η διδακτική παρέμβαση και στη συνέχεια διανεμήθηκαν οι τελικές δοκιμασίες (post-test) στους ίδιους μαθητές. Η παρέμβαση πραγματοποιήθηκε από την ίδια την ερευνήτρια μέσα στην τάξη κάθε τμήματος υπό τις κρατούσες σχολικές συνθήκες. Σημειωτέον ότι στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από το πρώτο μέχρι το τελικό στάδιο της έρευνας δεν παρουσιάστηκε σε κανένα από τα τμήματα των δύο σχολείων καμία διδακτική ενότητα της Νεοελληνικής Γλώσσας που αφορούσε το συγκεκριμένο φαινόμενο της συμφωνίας ή κάποια άλλη - εκτός προγράμματος - ανάλυση ή εκτενής αναφορά σε αυτό το φαινόμενο. 2.2 Υποθέσεις της έρευνας Σύμφωνα με τα αποτελέσματα προηγούμενων ερευνών (Doughty 1991, Leeman, Arteagoitia, Fridman & Doughty 1995, Swain 1998, Williams & Evans 1998, Robinson 1997) αναμένεται ότι οι συμμετέχοντες θα παρουσιάσουν βελτίωση στις δομικές ασκήσεις και στις ασκήσεις γραπτής παραγωγής μετά τη διδακτική παρέμβαση. Η αποτελεσματικότητα της παρέμβασης θα ελεγχθεί συγκρίνοντας την επίδοση των συμμετεχόντων στην αρχική δοκιμασία με αυτή στην τελική. Επίσης, αναμένεται ότι η επίδοση της ομάδας Α στις ασκήσεις γραπτής παραγωγής θα είναι υψηλότερη σε σύγκριση με αυτή της δεύτερης ομάδας Β, καθώς η πρώτη ασκήθηκε στο συνειδητό έλεγχο των κατάλληλων, ως προς τη συμφωνία, τύπων. Oι συμμετέχοντες στην ομάδα Β, στους οποίους εφαρμόστηκαν μόνο γνωστικές στρατηγικές, θα σημειώσουν χαμηλότερη επίδοση σε σύγκριση με αυτή των μαθητών που ανήκουν στην ομάδα Α. Η εκμάθηση περιφερειακών γλωσσικών στοιχείων (συγκεκριμένα των καταληκτικών μορφημάτων των επιθέτων) από αλλόγλωσσους διδασκόμενους την ελληνική θεωρείται

Στρατηγικές μάθησης της νέας ελληνικής ως ξένης γλώσσας 431 ιδιαίτερα απαιτητική 1. Η εκμάθηση αυτή δεν είναι εφικτή, αν ο διδασκόμενος δε βρίσκεται σε εκείνο το εξελικτικό στάδιο που θα του επιτρέψει να κατανοήσει και να αξιοποιήσει αυτά τα στοιχεία. Εξάλλου, η επιλογή εσφαλμένων καταληκτικών μορφημάτων, κυρίως στο πρώτο φαινόμενο (συμφωνία εντός ΟΦ) (π.χ. Φοράει μια *κόκκινο μπλούζα), σε πολλές περιπτώσεις δε δυσχεραίνει την επικοινωνία. Συνακόλουθα, αναμένεται να διαφανεί μια τάση βελτίωσης σε όσους μαθητές βρίσκονται ήδη σε στάδιο μάθησης των εν λόγω στοιχείων, αλλά δεν έχουν ακόμα συστηματοποιήσει τις γνώσεις τους. Η βελτίωση της επίδοσης αναμένεται να είναι εμφανής κυρίως στις δομικές ασκήσεις και λιγότερο στις ασκήσεις κατευθυνόμενης γραπτής παραγωγής, καθώς στις πρώτες οι μαθητές εστιάζουν την προσοχή τους στον τύπο, ενώ στις τελευταίες κυρίως στο περιεχόμενο. Οι ασκήσεις παραγωγής ανήκουν σε ανώτερο επίπεδο δυσκολίας σε σύγκριση με το αντίστοιχο των δομικών ασκήσεων, καθώς στις πρώτες οι διδασκόμενοι χρειάζεται να συνδυάσουν τις γνώσεις τους σε πολλά επίπεδα ανάλυσης της γλώσσας, ενώ παράλληλα πρέπει να βρουν οι ίδιοι τις απαιτούμενες λέξεις και τις συντακτικές δομές. 2.3 Γλωσσικά εργαλεία της έρευνας Το υλικό στην αρχική και στην τελική δοκιμασία περιλαμβάνει τρεις τύπους ασκήσεων: α) 4 ασκήσεις πολλαπλής επιλογής, β) 2 ασκήσεις αντιστοίχισης και γ) 2 ασκήσεις κατευθυνόμενης γραπτής παραγωγής (περιγραφή εξωτερικής εμφάνισης ανθρώπων). Οι μαθητές ήταν ήδη εξοικειωμένοι με το συγκεκριμένο τύπο των δομικών ασκήσεων (πολλαπλής επιλογής και αντιστοίχισης) και των ασκήσεων παραγωγής, καθώς στα νέα βιβλία για τη γλώσσα του Δημοτικού που απευθύνονται σε μουσουλμάνους μαθητές της Θράκης 2 χρησιμοποιούνται συχνά τέτοιου τύπου ασκήσεις σύμφωνα με τις μεθόδους διδασκαλίας της ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας. Σημειωτέον ότι όλοι οι συμμετέχοντες - τυπικά τουλάχιστον - έχουν ήδη διδαχθεί συστηματικά τα δύο (τη συμφωνία των επιθετικών προσδιορισμών με ονόματα και τη συμφωνία Υ-Κ) από τα τρία φαινόμενα που διερευνήθηκαν, στο δημοτικό, αφού αυτά περιλαμβάνονται στο νέο εκπαιδευτικό υλικό των τεσσάρων τάξεων του δημοτικού (από την τρίτη μέχρι την έκτη δημοτικού). Προκειμένου να ασκηθούν οι συμμετέχοντες στη χρήση μεταγνωστικών στρατηγικών, αξιοποιήθηκε νέο γλωσσικό υλικό το οποίο διανεμήθηκε μόνο στους μαθητές της ομάδας Α κατά την πειραματική φάση. Το υλικό αυτό αποτελείται από τρεις ασκήσεις και αποσκοπούσε στην ανάπτυξη τριών στρατηγικών: 1. Οργάνωση προαπαιτούμενων ενεργειών και λήψη «αποφάσεων» πριν τη λύση της άσκησης. 2. Έλεγχος της γραπτής παραγωγής μέσω της διόρθωσης λαθών και της αιτιολόγησης των σωστών απαντήσεων. 3. Έλεγχος και αυτοδιόρθωση μετά την εφαρμογή της άσκησης. Όλες οι ασκήσεις εφαρμόστηκαν μετά την ανάλυση του φαινομένου της συμφωνίας με προφορικά παραδείγματα και γραπτές προτάσεις που παρουσιάστηκαν στον πίνακα. 1 Ειδικότερα, το φαινόμενο της συμφωνίας στην ΟΦ κατακτάται σε προχωρημένο επίπεδο ελληνομάθειας. Σχετική έρευνα (Αμπάτη & Κανελλοπούλου 2004: 145-147, 186-188) με μαθητικό πληθυσμό με κοινά χαρακτηριστικά με αυτά των συμμετεχόντων στην παρούσα μελέτη, έδειξε ότι στο φαινόμενο της συμφωνίας εντός ΟΦ οι μαθητές σημείωσαν ιδιαίτερα χαμηλή επίδοση και σε μια κλίμακα διαβάθμισης βασικών γραμματικών φαινομένων κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις ως προς τη δυσκολία που εμφανίζει για τους αλλόγλωσσους διδασκόμενους την ελληνική. 2 Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων - Εκπαιδευτικό υλικό και βιβλία για τη γλώσσα. (2001). Επιμ. Α. Ιορδανίδου & Σ. Α. Μοσχονάς. Αθήνα: ΟΕΔΒ.

432 Αναστασία Αμπάτη Επίσης, σε κάθε διδακτική προσέγγιση του φαινομένου συνδέθηκε η μορφή των τύπων με τη λειτουργία τους και η εκάστοτε δραστηριότητα εντάχτηκε στην κατάλληλη επικοινωνιακή περίσταση. 2.4 Στρατηγικές μάθησης του φαινομένου της συμφωνίας Οι γνωστικές στρατηγικές που αξιοποιήθηκαν κατά τη διδακτική παρέμβαση στην ομάδα Α και στην ομάδα Β ήταν οι ακόλουθες 3 : Στρατηγικές μάθησης που εφαρμόστηκαν στην ομάδα Α και στην ομάδα Β Γνωστικές: 1. Εξάσκηση: α) Επανάληψη προηγούμενων γνώσεων, β) Εστίαση της προσοχής σε σημαντικά στοιχεία, γ) Σύνδεση γνώσεων, δ) Δημιουργία μονάδων τυποποιημένου λόγου 2. Ανάλυση και οργάνωση συμπερασμάτων 3. Δημιουργία δομών Στρατηγικές μάθησης που εφαρμόστηκαν μόνο στην ομάδα Α Μεταγνωστικές: 1. Σχεδιασμός προαπαιτούμενων ενεργειών σύμφωνα με το στόχο της άσκησης 2. Οργάνωση και ανάλυση των στοιχείων σε γραπτές ασκήσεις που εξετάζουν το φαινόμενο της συμφωνίας 3. Έλεγχος της παραγωγής 2.5 Ανάλυση δεδομένων Σε κάθε παράδειγμα των δομικών ασκήσεων της αρχικής και τελικής δοκιμασίας εξετάζεται μια υποκατηγορία των φαινομένων που διερευνήθηκαν (π.χ. συμφωνία επιθετικού προσδιορισμού με όνομα αρσενικού γένους στην ονομαστική ενικού). Στις ασκήσεις παραγωγής ομαδοποιήθηκαν οι καταγεγραμμένοι τύποι σε υποκατηγορίες και καταμετρήθηκαν οι σωστοί και οι λανθασμένοι τύποι ως προς τη συμφωνία σε κάθε υποκατηγορία (π.χ. σωστοί τύποι ως προς τη συμφωνία επιθετικών προσδιορισμών με ονόματα θηλυκού αριθμού στον ενικό). Κάθε υποκατηγορία ελέγχεται με μία μεταβλητή. Αρχικά, ομαδοποιήθηκαν οι μεταβλητές ανά φαινόμενο (συμφωνία εντός ΟΦ, συμφωνία Υ-Κ και συμφωνία Α-Κ) και στη συνέχεια καθορίστηκαν οι αντίστοιχες μεταβλητές σε κάθε δοκιμασία (αρχική-τελική). Στην κατηγορία των δομικών ασκήσεων χρησιμοποιήθηκε ο έλεγχος χ² (κατηγορικές μεταβλητές), ενώ στις ασκήσεις παραγωγής ο έλεγχος T-test (ποσοτικές μεταβλητές). Διερευνήθηκε αν ήταν αφετηριακά ισοδύναμες οι ομάδες (Α και Β) στην αρχική δοκιμασία και στη συνέχεια συγκρίθηκε η επίδοσή τους στο ίδιο φαινόμενο στην τελική δοκιμασία με τον έλεγχο χ² (στις δομικές ασκήσεις) και T-test independent samples (στις ασκήσεις παραγωγής). Επίσης, διερευνήθηκε η εξέλιξη της επίδοσης κάθε ομάδας χωριστά στην εκάστοτε μεταβλητή συσχετίζοντας την επίδοσή της στην αρχική δοκιμασία με αυτή στην τελική με τον έλεγχο χ² στις δομικές ασκήσεις και στις ασκήσεις γραπτής παραγωγής με τον έλεγχο Paired-samples T-test. 3. Αποτελέσματα σχετικά με την επίδοση κάθε ομάδας 3.1 Δομικές ασκήσεις 1 ο φαινόμενο: Συμφωνία Επιθετικών Προσδιορισμών με ονόματα Οι Πίνακες 1 και 2 παρουσιάζουν την επίδοση των ομάδων Α και Β στο 1 ο φαινόμενο που εξετάστηκε για τις δύο δοκιμασίες. Οι αριθμοί στην πρώτη σειρά του πίνακα 3 Οι γνωστικές και μεταγνωστικές στρατηγικές κατηγοριοποιούνται σύμφωνα με την Oxford, R. L. (1990: 43-47, 137-140).

Στρατηγικές μάθησης της νέας ελληνικής ως ξένης γλώσσας 433 παραπέμπουν σε αριθμό επιτυχών επιλογών ξεκινώντας από το 0 (στον οποίο κατατάσσονται όσοι συμμετέχοντες δεν επέλεξαν σωστά κανέναν επιθετικό προσδιορισμό) και ανεβαίνοντας στο 4 (άριστη επίδοση σε όλες τις επιμέρους επιλογές). Οι αριθμοί στα κελιά παραπέμπουν σε ποσοστά συμμετεχόντων σε κάθε κατηγορία επιτυχιών (π.χ. στον Πίνακα 1, στην αρχική δοκιμασία μία επιτυχία σημείωσε το 17,2% της ομάδας Α, δύο το 25,2% κοκ). Πίνακας 1 ΟΜΑΔΑ Α 0 1 2 3 4 Σύνολο Αρχική 2,5 17,2 25,2 31,3 23,8 100 Τελική 8,6 12,3 23,9 20,9 34,3 100 Πίνακας 2 ΟΜΑΔΑ Β 0 1 2 3 4 Σύνολο Αρχική 14,3 16 12,5 25 32,2 100 Τελική 5,4 7,1 19,6 21,4 46,5 100 Ο έλεγχος χ² δείχνει ότι υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο δοκιμασιών στην ομάδα Α (χ²(1)=31,087, sig=0,013, p<0,05) και στην ομάδα Β (χ²(1)=37,292, sig=0,002, p<0,05), γεγονός που δείχνει ότι η επίδοση και των δύο ομάδων βελτιώθηκε σημαντικά. Σύμφωνα με τον έλεγχο χ² διαπιστώνεται ότι στην αρχική δοκιμασία η επίδοση των δύο ομάδων εμφανίζει στατιστικά σημαντική διαφορά (χ²(1)=15,360, sig=0,004, p< 0,05) με την ομάδα Α να προηγείται σημαντικά της ομάδας Β. Από τον αντίστοιχο πίνακα διασταύρωσης στην τελική δοκιμασία προκύπτει ότι η ομάδα Β προσέγγισε την επίδοση της ομάδας Α με αποτέλεσμα η διαφορά στην επίδοσή τους να μην είναι πλέον στατιστικά σημαντική (χ²(1)=3,524, sig=0,474, p>0,05). 2 ο φαινόμενο: Συμφωνία Υποκειμένου Κατηγορουμένου Οι ακόλουθοι πίνακες δείχνουν την επίδοση των δύο ομάδων στο 2 ο φαινόμενο για τις δύο δοκιμασίες: Πίνακας 3 Α 0 1 2 3 4 5 6 Σύνολο Αρχική 1,8 12,9 18,4 30 26,9 8,6 1,4 100 Τελική 0 6,8 14,1 18,4 23,9 19,6 17,2 100 Πίνακας 4 Β 0 1 2 3 4 5 6 Σύνολο Αρχική 7,1 5,4 12,5 35,7 30,4 7,1 1,8 100 Τελική 1,8 7,1 7,1 21,4 23,2 32,1 7,3 100 Σύμφωνα με τον έλεγχο χ² η ομάδα Α σημειώνει εμφανή βελτίωση, αν και δεν υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο δοκιμασιών (χ²(1)=40,403, sig=0,097, p>0,05). Ο Πίνακας 3 δείχνει ότι τα ποσοστά των συμμετεχόντων που συγκεντρώνονται στις χαμηλές βαθμίδες της κλίμακας (από 0 μέχρι 3) στην αρχική δοκιμασία, μειώθηκαν στην τελική δοκιμασία και αυξήθηκαν τα ποσοστά εκείνων που βρίσκονται στις ανώτερες βαθμίδες (5 και 6 σωστές επιλογές). Για την ομάδα Β ο έλεγχος χ² δείχνει ότι, ενώ υπήρχε βελτίωση στην επίδοσή της (Πίνακας 4), δεν υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο δοκιμασιών (χ²(1)=42,123, sig=0,223, p>0,05).

434 Αναστασία Αμπάτη Σύμφωνα με τον έλεγχο χ² διαπιστώνεται ότι στην αρχική δοκιμασία οι δύο ομάδες είναι όμοιες (χ²(1)=7,474, sig=0,279, p>0,05). Από τον αντίστοιχο πίνακα διασταύρωσης στην τελική δοκιμασία προκύπτει ότι η ομάδα Α υπερέχει της ομάδας Β (ειδικότερα στο κελί της άριστης επίδοσης με 6 σωστές επιλογές, όπου το ποσοστό της ομάδας Α είναι 17,2%, ενώ το αντίστοιχο της ομάδας Β είναι 7,3%), αλλά η συσχέτιση της επίδοσής τους δείχνει ότι η διαφορά δεν είναι επίσης στατιστικά σημαντική (χ²(1)=10,499, sig=0,105, p>0,05). 3 ο φαινόμενο: Συμφωνία Αντικειμένου-Κατηγορουμένου Οι επιδόσεις των δύο ομάδων στο 3 ο φαινόμενο παρουσιάζονται στους Πίνακες 5 και 6: Πίνακας 5 Α 0 1 2 3 4 5 6 Σύνολο Αρχική 4,3 9,8 16 13,5 25,8 0 30,6 100 Τελική 2,5 7,4 12,9 20,2 26,4 1,8 28,8 100 Πίνακας 6 Β 0 1 2 3 4 5 6 Σύνολο Αρχική 7,1 7,1 8,9 10,7 32,3 0 33,9 100 Τελική 0 14,3 10,7 10,7 23,2 1,8 39,3 100 Ο έλεγχος χ² δείχνει ότι υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο δοκιμασιών στην ομάδα Α (χ²(1)=56,167, sig=0,003, p<0,05) και στην ομάδα Β (χ²(1)=55,020, sig=0,000, p<0,001). Σύμφωνα με τον έλεγχο χ² διαπιστώνεται ότι στην αρχική δοκιμασία οι δύο ομάδες είναι όμοιες (χ²(1)=3,462, sig=0,629, p>0,05). Από τον αντίστοιχο πίνακα διασταύρωσης στην τελική δοκιμασία διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της επίδοσης της ομάδας Α και αυτής της ομάδας Β (χ²(1)=7,456, sig=0,281, p>0,05). 3.2 Ασκήσεις γραπτής παραγωγής Η αφετηριακή επίδοση των δύο ομάδων δεν παρουσιάζει στατιστικά σημαντική διαφορά (t (217) = -0,931, sig=0,353, p>0,05, Ομάδα Α: Μ = 10,484, SD = 7,911, Ομάδα Β: M = 11,625, SD = 7,909). Ο Πίνακας 7 δείχνει ότι η ομάδα Α στην τελική δοκιμασία παρήγαγε κατά μέσο όρο περισσότερους σωστούς τύπους και εμφανίζει αυξητική τάση, η διαφορά στην επίδοσή της, ωστόσο, δεν είναι στατιστικά σημαντική (t (162) = -1,868, sig=0,064, p>0,05, Ομάδα Α, αρχική δοκιμασία: Μ = 10,484, SD = 7,911, τελική δοκιμασία: M = 11,668, SD = 8,101). Η ομάδα Β, αντίθετα από την Α, μείωσε τους κατάλληλους μορφολογικά τύπους σε σύγκριση με την αρχική δοκιμασία και η διαφορά στην επίδοσή της είναι στατιστικά σημαντική (t(55) = 2,538, sig = 0,014, p<0,05, Ομάδα Β, αρχική δοκιμασία: Μ = 11,625, SD = 7,909, τελική δοκιμασία: M = 9,243, SD = 6,145). Τέλος, οι δύο ομάδες διαφέρουν σημαντικά στην τελική τους επίδοση, με την ομάδα Α να καταγράφει κατά μέσο όρο περισσότερους σωστούς τύπους από την ομάδα Β (t (217) = 2,045, sig=0,042, p<0,05, Ομάδα Α: Μ = 11,668, SD = 8,101, Ομάδα Β: M = 9,243, SD = 6,145).

Στρατηγικές μάθησης της νέας ελληνικής ως ξένης γλώσσας 435 Πίνακας 7 Ασκήσεις γραπτής παραγωγής Μέσος όρος σωστών ως προς τη συμφωνία τύπων ομάδα Α ομάδα Β 12 10 8 Mean 6 4 10,48 11,67 11,62 9,24 2 0 Αρχική δοκιμασία Τελική δοκιμασία Αρχική δοκιμασία Τελική δοκιμασία 4. Συμπεράσματα Επιβεβαιώθηκε εν μέρει η αρχική υπόθεση σχετικά με τη βελτίωση της επίδοσης των δύο ομάδων. Και οι δύο ομάδες σημείωσαν υψηλότερη επίδοση με στατιστικά σημαντική διαφορά στην τελική δοκιμασία στο πρώτο από τα τρία φαινόμενα που διερευνήθηκαν μέσω δομικών ασκήσεων, στο δεύτερο φαινόμενο και οι δύο ομάδες αύξησαν τις σωστές επιλογές τους αλλά η διαφορά δεν είναι στατιστικά σημαντική, ενώ στο τρίτο φαινόμενο η πορεία των δύο ομάδων είναι αντίστροφη: Η ομάδα Α μείωσε την επίδοσή της, ενώ αντίθετα η ομάδα Β βελτιώθηκε. Επομένως, η αξιοποίηση των γνωστικών στρατηγικών αποδείχτηκε αποτελεσματική για την ομάδα Α σε εκείνα τα φαινόμενα τα οποία οι συμμετέχοντες είχαν διδαχθεί στο δημοτικό και βρίσκονταν σε εξελικτικό στάδιο μάθησης, αλλά δεν είχαν ακόμη συστηματοποιήσει τις γνώσεις τους. Δεν επιβεβαιώθηκε η αρχική υπόθεση σχετικά με την υπεροχή της ομάδας Α έναντι της Β στις δομικές ασκήσεις. Η πορεία της ομάδας Β είναι σταθερότερη, γιατί βελτιώθηκε σε όλα τα φαινόμενα. Επίσης, δεν επιβεβαιώθηκε η αρχική υπόθεση σχετικά με τη χαμηλότερη επίδοση των συμμετεχόντων που ανήκουν στην ομάδα Β σε σύγκριση με αυτή των μαθητών που ανήκουν στην ομάδα Α στις δομικές ασκήσεις μετά τη διδακτική παρέμβαση. Σε όλα τα φαινόμενα που διερευνήθηκαν με δομικές ασκήσεις στην τελική δοκιμασία δεν υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά στην επίδοση μεταξύ ομάδας Α και ομάδας Β. Σύμφωνα με την αρχική υπόθεση, η βελτίωση και των δύο ομάδων ήταν εμφανής κυρίως στις δομικές ασκήσεις και λιγότερο στις ασκήσεις γραπτής παραγωγής (στις

436 Αναστασία Αμπάτη οποίες βελτιώθηκε μόνο η ομάδα Α), καθώς η δεύτερη κατηγορία ασκήσεων είναι πιο απαιτητική αφού προϋποθέτει γνώσεις από διαφορετικά επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης. Επιβεβαιώθηκε η αρχική υπόθεση σχετικά με την υψηλότερη επίδοση της ομάδας Α σε σύγκριση με αυτή της ομάδας Β στις ασκήσεις γραπτής παραγωγής. Παρ όλο που αφετηριακά οι δύο ομάδες είναι ισοδύναμες, μετά τη διδακτική παρέμβαση η ομάδα Α υπερέχει της ομάδας Β και η διαφορά της επίδοσής τους είναι στατιστικά σημαντική. Συνεπώς, ο συνδυασμός γνωστικών και μεταγνωστικών στρατηγικών αποδεικνύεται αποτελεσματικός στo σχηματισμό του κατάλληλου μορφολογικά τύπου ως προς το φαινόμενο της συμφωνίας. Η υψηλότερη επίδοση συνδέεται και με το είδος των δραστηριοτήτων (γραπτές) με τις οποίες ασκήθηκαν οι συμμετέχοντες της ομάδας Α κατά τη διάρκεια της παρέμβασης και με τις οποίες ελέγχθηκαν στην τελική δοκιμασία. Αντίθετα, οι συμμετέχοντες της ομάδας Β μείωσαν σημαντικά τους κατάλληλους τύπους ως προς τη συμφωνία, πιθανότατα γιατί οι μαθητές της εν λόγω ομάδας εστίασαν την προσοχή τους στο περιεχόμενο και δεν άσκησαν συνειδητό έλεγχο στην καταγραφή του κατάλληλου επιθετικού προσδιορισμού/κατηγορουμένου. Η παρέμβαση ήταν αποτελεσματική για όσους συμμετέχοντες βρίσκονταν ήδη σε εξελικτικό στάδιο μάθησης του φαινομένου της συμφωνίας, εφόσον παρατηρείται μετακίνηση σε υψηλότερες βαθμίδες της κλίμακας επιτυχιών ενός ποσοστού ατόμων που ήδη σημείωναν σημαντικό αριθμό επιτυχιών στην αρχική δοκιμασία. Δε διαπιστώνεται όμως παράλληλα σημαντική μετατόπιση του ποσοστού των συμμετεχόντων, που βρίσκονταν στις χαμηλότερες βαθμίδες επίδοσης στην αρχική δοκιμασία, σε υψηλότερες στην τελική. Το γένος που συγκεντρώνει σημαντικό ποσοστό επιλογών στις δομικές ασκήσεις και καταγράφεται με μεγαλύτερη συχνότητα στις ασκήσεις γραπτής παραγωγής ως προς το φαινόμενο της συμφωνίας στην ΟΦ είναι το ουδέτερο. Το φαινόμενο αυτό, κυρίως στις ασκήσεις παραγωγής, συνδέεται και με το γεγονός ότι στην ελληνική πολλά επίθετα που δηλώνουν χρώμα είναι άκλιτα. Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή το ουδέτερο γένος θεωρείται το βασικό (default) στο λόγο των φυσικών ομιλητών. Εξετάζοντας την παραγωγή σωστών τύπων ως προς τη συμφωνία στις ασκήσεις γραπτής παραγωγής χωρίς την υποκατηγορία των ουδέτερων τύπων στον ενικό, διαπιστώνεται ότι η υπεροχή της ομάδας Α έναντι της Β δε στηρίζεται στην καταγραφή του βασικού τύπου (ουδέτερου στον ενικό) (η οποία είναι πιο συχνή και ενδεχομένως τυχαία στην παραγωγή πολλών αλλόγλωσσων διδασκομένων την ελληνική), αλλά στην καταγραφή των τύπων που ανήκουν στις υπόλοιπες υποκατηγορίες, ο σχηματισμός των οποίων προϋποθέτει συνειδητό έλεγχο και εφαρμογή των κανόνων της συμφωνίας. 5. Αξιολόγηση Η εφαρμογή των στρατηγικών συνέβαλε στη βελτίωση της επίδοσης των συμμετεχόντων και των δύο ομάδων στις δομικές ασκήσεις. Επίσης, ο συνδυασμός γνωστικών (cognitive) και μεταγνωστικών (metacognitive) στρατηγικών από την ομάδα Α αποδείχτηκε αποτελεσματικός στις ασκήσεις γραπτής παραγωγής, δεδομένου ότι μόνο αυτή βελτίωσε την επίδοσή της μετά τη διδακτική παρέμβαση. Η περιορισμένη αποτελεσματικότητα συνδέεται άμεσα με την έλλειψη εξοικείωσης των συμμετεχόντων με την αξιοποίηση στρατηγικών, αλλά και με τη δυσκολία που συναντούν οι αλλόγλωσσοι διδασκόμενοι την ελληνική κατά την εκμάθηση του συγκεκριμένου φαινομένου. Το γεγονός ότι η παρέμβαση ήταν σύντομη, καθώς και το ότι οι συνθήκες δεν επέτρεψαν τον επανέλεγχο των αποτελεσμάτων με μια τρίτη γραπτή δοκιμασία μετά την παρέλευση ικανού χρονικού διαστήματος, θέτει περιορισμούς ως προς την μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα της παρέμβασης. Επίσης, η ηλικία των συμμετεχόντων φαίνεται να επηρεάζει σημαντικά την αξιοποίηση των στρατηγικών. Η

Στρατηγικές μάθησης της νέας ελληνικής ως ξένης γλώσσας 437 μερική αποτελεσματικότητα της παρέμβασης στην ομάδα Α σχετίζεται με το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες είναι έφηβοι 4 και όχι ενήλικοι διδασκόμενοι οι οποίοι συνήθως γνωρίζουν πώς θα οργανώσουν αποτελεσματικά τη μάθησή τους. Παράλληλα, δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό και πόσοι συμμετέχοντες παρακολουθούσαν τη διδασκαλία από την αρχή μέχρι το τέλος, δεδομένου ότι η παρούσα έρευνα πραγματοποιήθηκε μέσα στην τάξη υπό τις συνθήκες του σχολείου. Επιπλέον, τα πορίσματα της έρευνας βάσει της τελικής επίδοσης των μαθητών ερμηνεύουν το αποτέλεσμα, αλλά δε μας δίνουν πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία εφαρμογής των στρατηγικών. Η εφαρμογή αυτή χρήζει εκτεταμένης έρευνας προκειμένου να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα, ενώ η γενίκευση των αποτελεσμάτων προϋποθέτει την εφαρμογή της παρέμβασης και σε άλλο μαθητικό κοινό με διαφορετικά χαρακτηριστικά από αυτά των μειονοτικών μαθητών. Συμπερασματικά, η βελτίωση της επίδοσης και των δύο ομάδων Α και Β στις δομικές ασκήσεις δείχνει ότι η χρήση των γνωστικών στρατηγικών πιθανότατα καθοδηγεί τους διδασκόμενους στο να μαθαίνουν πώς να αξιοποιούν, να συνθέτουν και να συνδυάζουν μόνοι τους τα γλωσσικά στοιχεία που ήδη γνωρίζουν. Παράλληλα, ο συνδυασμός γνωστικών και μεταγνωστικών στρατηγικών μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της γραπτής παραγωγής μέσω της αυτοδιόρθωσης και του συνειδητού ελέγχου της παραγωγής αυτής από τους διδασκόμενους μια δεύτερη/ξένη γλώσσα. Βιβλιογραφία Αμπάτη, Α. & Ε. Κανελλοπούλου (2004). Διαγνωστικές ασκήσεις γραμματικής. Στο Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων (2002-2004), Δράση: Γραμματική και Διδασκαλία, επιστημονικός υπεύθυνος: Σ. Α. Μοσχονάς, http://www.media.uoa.gr/language/exercises/research.php. Chamot, A. & Μ. O Malley (1990). Learning strategies in second language acquisition. New York: Cambridge University Press. Cohen, A. (1998). Strategies in learning and using a second language. London: Longman. Doughty, C. (1991). Second language instruction does make a difference: Evidence from an empirical study of ESL relativisation. Studies in Second Language Acquisition 13 (4): 431-469. Doughty, C. & J. Williams (1998). Focus on form in second language acquisition. Cambridge: Cambridge University Press. Doughty, C. (2001). Cognitive underpinnings of focus on form. In P. Robinson (ed), Cognition and second language instruction. Cambridge: Cambridge University Press, 223-224. Ellis, R. (1991). Grammar teaching practice or consciousness-raising?. In R. Ellis (ed), Second language acquisition research and second language pedagogy. Clevedon Avon: Multilingual Matters, 232-241. Ellis, R. (1994). A theory of instructed second language acquisition. In N. Ellis (ed), Implicit and explicit learning of languages. London: Academic Press, 79-114. Ellis, R. (2003). Task-based language learning and teaching. Oxford: Oxford University Press, 144-151. Ellis, R. (2004). The definition and measurement of L2 explicit knowledge. Language Learning 54 (2): 227-275. Leeman, J., I. Arteagoitia, B. Fridman & C. Doughty (1995). Integrating attention to form with meaning: Focus on form in content-based Spanish instruction. In R. Schmidt (ed), Attention and awareness in foreign language learning. Honolulu: University of Hawai i Press, 217-258. Nikolov, M. (2006). Test-taking strategies of 12- and 13-year-old Hungarians learners of EFL: Why whales have migraines?. Language Learning 56 (1): 1-51. Oxford, R. (1990). Language learning strategies: What every teacher should know. Boston: Heinle & Heinle, 43-47, 137-140. Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων - Εκπαιδευτικό υλικό και βιβλία για τη γλώσσα. (2001). Επιμ. Α. Ιορδανίδου & Σ. Α. Μοσχονάς. Αθήνα: ΟΕΔΒ. 4 Σύμφωνα με την έρευνα της Nikolov (2006: 46-48) η χρήση γνωστικών και μεταγνωστικών στρατηγικών από έφηβους ουγγαρόφωνους διδασκόμενους την αγγλική ως ξένη γλώσσα δεν αποδείχθηκε εξίσου αποτελεσματική για όλους τους μαθητές.

438 Αναστασία Αμπάτη Purpura, J. E. (1997). An analysis of the relationships between test takers cognitive and metacognitive strategy use and second language test performance. Language Learning 47 (2): 289-325. Robinson, P. (1997). Generability and automacity of second language learning under implicit, incidental, enhanced, and instructed conditions. Studies in Second Language Acquisition 19: 223-247. Schmidt, R. (1990). The role of consciousness in second language learning. Applied Linguistics 11 (2):129-159. Schmidt, R. (1994). Implicit learning and the cognitive unconscious: Of artificial grammars and SLA. In N. Ellis (ed), Implicit and explicit learning of languages. London: Academic Press, 165-209. Skehan, P. & P. Foster (2001). Cognition and tasks. In P. Robinson (ed), Cognition and second language instruction. Cambridge: Cambridge University Press, 183-205. Swain, M. (1998). Focus on form through conscious reflection. In C. Doughty & J. Williams (eds), Focus on form in second language acquisition. Cambridge: Cambridge University Press, 64-81. Wenden, A. (1987). Learner strategies for learner autonomy. New York: Prentice Hall, 8-31. Williams, J. & J. Evans (1998). What kind of focus and on which forms?. In C. Doughty & J. Williams (eds), Focus on form in second language acquisition. Cambridge: Cambridge University Press, 139-155.