Παπαστεργίου Σ. Κωνσταντινιά Δασολόγος Περιβαλλοντολόγος Α.Π.Θ. M.Sc. Περιβαλλοντική Εκπαίδευση
Οι αμμοθίνες ή θίνες, είναι μικροί λόφοι από άμμο που συνήθως βρίσκονται στις παράκτιες περιοχές. Αποτελούν σημαντικό οικότοπο στη μεταβατική ζώνη θάλασσας και ξηράς και δημιουργήθηκαν από τις διεργασίες της διάβρωσης και της απόθεσης της άμμου στην παράκτια ζώνη. Έτσι, η άμμος της ακτής που παρασύρεται από τον άνεμο αντικαθίσταται φυσιολογικά από την άμμο που κύματα και ρεύματα φέρνουν στην παραλία. Η άμμος αυτή προέρχεται και μεταφέρεται από τη λεκάνη απορροής των ποταμών ή και από ιζήματα διαβρωμένων βράχων ή και υποθαλάσσιων συσσωρεύσεων άμμου.
Οι αμμοθίνες είναι ευαίσθητα, αλλά σε δυναμική εξέλιξη οικοσυστήματα που φιλοξενούν ανθεκτικά φυτά και ζώα με υψηλή προσαρμογή στις δυσμενείς συνθήκες του εκεί περιβάλλοντος. Η οικολογική τους σημασία είναι μεγάλη και αποδίδεται στην αμμοθινική βλάστηση, που έχει πρωτεύοντα δομικό ρόλο στη δημιουργία και διατήρησή τους, καθώς η βλάστηση αυτή: συγκρατεί την άμμο, σταθεροποιεί την ακτογραμμή και το έδαφος από τη διαβρωτική δράση της θάλασσας και του ανέμου και λειτουργεί προστατευτικά ως φυσικό φράγμα (θαλασσινό νερό, ένταση ανέμων) για την ενδοχώρα.
Εξάλλου, τα αμμοθινικά συστήματα είναι οικοσυστήματα, που έχουν προσαρμοστεί στις μεταβολές που προκαλούνται από φυσικά αίτια (άνεμος, κύμα), ενώ, ανεξάρτητα των αμμωδών αποθέσεων (έκταση, πάχος, ύψος), έχουν σημαντικό ρόλο στην υπόγεια υδρολογία της ευρύτερης περιοχής και αυτό οφείλεται στο ότι διαθέτουν αξιόλογη αποθηκευτική ικανότητα, ως προς τα υπόγεια νερά που φιλοξενούν στη μάζα τους.
Στις αμμοθίνες διαβιεί ένα μεγάλο πλήθος από φυτά και ζώα, ενώ σε υποβαθμισμένες περιπτώσεις έχει εποικιστεί η περιοχή από νιτρόφιλα και άλλα γηγενή ή ξενικά είδη. Τα πρώτα φυτά που εποικίζουν τις αμμοθίνες είναι συνήθως φυτά μικρού μεγέθους, με ακανθώδη σκληρά, μικρά και τριχωτά φύλλα και με ισχυρό, εκτεταμένο ριζικό σύστημα, ενώ σε σταθερότερες καταστάσεις συναντώνται από ποώδη φυτά, σκληρόφυλλους θάμνους μέχρι και δένδρα (π.χ. Αγκάθι της παραλίας, Αμμοφίλες, Αγρόπυρα, Εφέδρες, Γατάκι, Οθανθος, Κενταύρια, Σιλένες, Κρίνος της παραλίας, Σαλσόλες, Κακίλες, Βούρλα, Νεροκάλαμο, Καμπανούλες, Εουφόρβιες, Αγριοβιολέτες, Κίστους, Ερίκες, Αλμυρίκια, Χαρουπιές, Αγριλιές, Κέδρα, Πεύκα κ.ά).
Ως προς τα ζώα αυτά που απαντώνται στα αμμοθινικά συστήματα είναι θαλασσοπούλια και άλλα πουλιά, τρωκτικά, ερπετά, αμφίβια, έντομα, γαστερόποδα, αράχνες κ.ά.
Στα πλαίσια του δικτύου NATURA 2000 οι παράκτιες αμμοθίνες με είδη κέδρων έχουν χαρακτηρισθεί ως οικότοπος προτεραιότητας, που σημαίνει ότι διατρέχουν κίνδυνο εξαφάνισης και τα κράτη μέλη φέρουν ιδιαίτερη ευθύνη για τη διατήρησή τους. Στο νότιο Αιγαίο υπάρχει στα νησιά Ρόδος, Νάξος, Μήλος, Πολύαιγος και στην Κρήτη στο Ελαφονήσι στα Φαλάσαρνα καθώς και στη νήσο Γαύδο και στη νήσο Χρυσή νότια της Ιεράπετρας.
Χαρακτηριστικό και κυρίαρχο είδος του οικοτόπου είναι το είδος Juniperus oxycedrus ssp. Macrocarpa κοινώς Κέδρος ή Άρκευθος, ενώ συμμετέχει και το είδος Juniperus phoenicea (Άρκευθος η φοινική ή Αβόρατος). Στον οικότοπο αναπτύσσονται επίσης διάφορα συνοδά θαμνώδη κυρίως είδη τα οποία συμβάλλουν στη συγκράτηση της άμμου και συμμετέχουν στη διαδικασία διαμόρφωσης των αμμοθινών (χαρουπιά, σχίνος, θυμάρι, λαδανιά, ρείκι, θρούμπι κ.ά.)
Η σημερινή υποβάθμιση πολλών αμμοθινικών συστημάτων αποδίδεται σε φυσικά αίτια (πλάτος παραλίας, ένταση ανέμου και κυμάτων κ.ά), αλλά και σε ανθρωπογενείς δραστηριότητες (ποδοπατήματα σε μόνιμα μονοπάτια, συχνή διέλευση τροχοφόρων, τουριστική αξιοποίηση, εκχερσώσεις). Επίσης, τα φυτά που συνθέτουν τα αμμοθινικά συστήματα αποτελούνται από είδη τα οποία περιορίζονται μόνο σ αυτόν το οικότοπο και επομένως εξαιτίας της γενικότερης υποβάθμισης των αμμοθινών οι πληθυσμοί των εκεί φυτών έχουν μειωθεί και κινδυνεύουν με εξαφάνιση (π.χ. αμμόφιλη, σιλένη, κρίνος της παραλίας).
Οι κυριότερες απειλές των αμμοθινικών οικοσυστημάτων προέρχονται από: τη διάσπαση της συνέχειας τους (π.χ. κατασκευή δρόμων, πρόχειρες ή μόνιμες υποδομές),
την απώλεια των ενδιαιτημάτων τους, λόγω τουριστικής ή άλλης αξιοποίησης της περιοχής. Οι αμμοθίνες με κέδρα παρόλο που είναι απομακρυσμένες περιοχές ή δυσπρόσιτες δέχονται σήμερα τουριστικές ή αναπτυξιακές πιέσεις. Όλες οι περιοχές λόγω του ιδιαίτερου φυσικού κάλους αποτελούν προορισμό πολλών επισκεπτών για αναψυχή ή κατασκήνωση. τη μεταβολή της παροχής άμμου (π.χ. λιμενικά ή άλλα έργα στην παράκτια ζώνη, διευθετήσεις ποταμών και χειμάρρων, συνεχής καθαρισμός με μηχανικά μέσα, αμμοληψίες). Τη μειωμένη φυσική αναγέννηση των κέδρων Το κόψιμο των κάτω κλαδιών των κέδρων για άναμα φωτιάς
τη συμπίεση του εδάφους και των καταστροφή των ποοδών ειδών και αρτίβλαστων του κέδρου την απόρριψη σκουπιδιών και μπάζων, τα οποία όχι μόνο ρυπαίνουν το περιβάλλον αλλά υποβαθμίζουν σημαντικά την αισθητική αξία των πανέμορφων αυτών περιοχών.
Η ελεύθερη βόσκηση των κατσικιών αποτελεί σημαντικό παράγοντα υποβάθμισης του οικοτόπου καθώς καταστρέφονται οι νεαροί βλαστοί των κέδρων αλλά κυρίως καταστρέφονται τα νεαρά άτομα που καταφέρνουν να επιβιώσουν. Οι πυρκαγιές είναι επίσης μια μεγάλη απειλή καθόσον ο κέδρος δεν είναι πυρόφιλο είδος και δεν αναγεννάται μετά τη φωτιά.
Οι απειλές και οι κίνδυνοι υποβάθμισης ή και εξαφάνισης των αμμοθινών μπορούν να αντιμετωπιστούν με σωστή διαχείριση, ορθολογικό σχεδιασμό, περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση και κοινωνική συναίνεση και αποδοχή. Συνήθως, τα προγράμματα διατήρησης και προστασίας σημαντικών αμμοθινικών συστημάτων ξεκινούν με μελέτες ως προς τη φέρουσα χωρητικότητα τους για ανθρώπινες ή όχι δραστηριότητες, ενώ στον ορθολογικό σχεδιασμό λαμβάνονται υπόψη ήπιες παρεμβάσεις και δράσεις (π.χ. ξύλινα μονοπάτια, εναλλακτικά μονοπάτια πάνω στη άμμο, αμμοφράκτες ανάπλασης, ενίσχυση φυτεύσεων με γηγενή φυτά, συνεχή καταγραφή και πορεία της αποκατάστασης ).
Η σωστή διαχείριση του οικότοπου των παράκτιων αμμοθινών θα συμβάλλει όχι μόνο στην προστασία και διατήρησή του αλλά και στην οικοτουριστική ανάπτυξη των περιοχών καθώς η προστασία της φύσης και ο οικοτουρισμός είναι έννοιες συμβατές και η ανάπτυξη του οικοτουρισμού εξαρτάται άμεσα από την αειφορική διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος.
Αυτό που αποτελεί την εγγύηση για τη διατήρηση και την προστασία των αμμοθινικών οικοσυστημάτων είναι η συνεχής ενημέρωση της τοπικής κοινωνίας και η ενεργός συμμετοχή τους στην προοπτική βιώσιμης διαχείρισης των σημαντικών αυτών οικοσυστημάτων για την ισορροπία της φύσης.
Ένας πρώιμος ορισμός της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, που χρησιμεύει ως η βάση για πολλές μεταγενέστερες προσπάθειες, είναι αυτός του Stapp et. al. (1969): «Η Π.Ε. στοχεύει στη δημιουργία πολιτών που είναι ενήμεροι σχετικά με το βιοφυσικό περιβάλλον και τα σχετικά με αυτό προβλήματα, γνωρίζουν πώς να λύσουν αυτά τα προβλήματα και έχουν κίνητρο να δουλέψουν προς την επίλυσή τους».
Οι κυριότεροι στόχοι της Π.Ε. είναι να βοηθήσει τους ανθρώπους να αποκτήσουν: Μία σαφή κατανόηση πως ο άνθρωπος είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι ενός συστήματος, το οποίο περιλαμβάνει τον άνθρωπο, τον πολιτισμό και το βιοφυσικό περιβάλλον, και πως ο άνθρωπος έχει την ικανότητα να αλλάζει τις αλληλεξαρτήσεις αυτού του συστήματος. Μία ευρύτερη κατανόηση του βιοφυσικού περιβάλλοντος, και του φυσικού και του τεχνητού, και του ρόλου του στην σύγχρονη κοινωνία.
To 1975 στη Διάσκεψη του Βελιγραδίου διατυπώθηκαν οι πέντε κατηγορίες των στόχων της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, γνωστοί και ως «η Χάρτα του Βελιγραδίου» (Φλογαΐτη, 1998): Συνειδητοποίηση: να βοηθήσει τις κοινωνικές ομάδες και τους πολίτες να αποκτήσουν επίγνωση και ευαισθητοποίηση σχετικά με το περιβάλλον και τα προβλήματά του. Γνώσεις: να βοηθήσει τις κοινωνικές ομάδες και τους πολίτες να αποκτήσουν πληθώρα εμπειριών, καθώς και μια βασική κατανόηση του περιβάλλοντος και των σχετικών με αυτό προβλημάτων.
Στάσεις: να βοηθήσει τις κοινωνικές ομάδες και τους πολίτες να αποκτήσουν ένα σύνολο αξιών και συναισθημάτων ενδιαφέροντος για το περιβάλλον, καθώς και τα κίνητρα για την ενεργό συμμετοχή στη βελτίωση και την προστασία του περιβάλλοντος. Δεξιότητες: να βοηθήσει άτομα και κοινωνικές ομάδες να αποκτήσουν τις απαραίτητες δεξιότητες για την επίλυση περιβαλλοντικών προβλημάτων. Ικανότητες: να βοηθήσει τις κοινωνικές ομάδες και τους πολίτες να αποκτήσουν τις απαιτούμενες ικανότητες για την αναγνώριση και την επίλυση των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Συμμετοχή: να δώσει στις κοινωνικές ομάδες και στους πολίτες τη δυνατότητα της ενεργού συμμετοχής σε όλα τα επίπεδα, εργαζόμενοι για την επίλυση των περιβαλλοντικών προβλημάτων.