ΔΕΣΜΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 9: ΣΥΝΤΑΞΗ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ

Σχετικά έγγραφα
Σύντομη παρουσίαση του ερευνητικού προγράμματος ΟΙΚΑΠΑΒ

Οδηγός για Μελέτες Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από παράκτια έργα

Εφαρμογή μοντέλων MERAMOD και ΜΟΜ στις μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας της ευρύτερης περιοχής

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς

Εκτίμηση οικολογικής κατάστασης σε παράκτια σκληρά υποστρώματα στον κόλπο Βασιλικού, χρησιμοποιώντας το βιοτικό δείκτη ΕΕΙ

Εκτίμηση Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από ορισμένα Έργα: νομοθεσία, διαδικασίες, σημαντικότερα προβλήματα και η νέα σχετική Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου για την

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑΣ ΜΕΛΕΤΩΝ ΕΙΔΙΚΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ. Γιώργος Βαβίζος Βιολόγος Eco-Consultants S.A.

ΥΨΗΛΗ ΚΑΛΗ ΜΕΤΡΙΑ ΕΛΛΙΠΗΣ ΚΑΚΗ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. Οδηγίας της Επιτροπής

Συμβολή στην Χαρτογράφηση Θαλάσσιων Οικοτόπων των Όρμων Κορθίου και Χώρας Άνδρου (Νοτιοανατολική Άνδρος, Κυκλάδες)

Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιων Περιοχών

Εφαρμογή Ολοκληρωμένου Προγράμματος Παρακολούθησης Θαλασσίων Υδάτων στο πλαίσιο υλοποίησης της Ευρωπαϊκής οδηγίας για τη θαλάσσια στρατηγική

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Σας εσωκλείονται τα συνοπτικά πορίσματα και οι κατευθύνσεις της Επιτροπής για τη χώρα σας.

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΛΕΚΑΝΩΝ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΥΓΡΟΤΟΠΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. του ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Λιβάδια Posidonia oceanica στον κόλπο Βασιλικού: χωρική κατανομή, οικολογική κατάσταση και δημιουργία συστημάτων παρακολούθησης

ΕΠΑΝ II, KOYΠΟΝΙΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Κωδικός Αριθμός Κουπονιού:

04 Νοεμβρίου ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΥΠΟ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΖΕΠ "ΦΡΑΓΜΑ ΑΧΝΑΣ "

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΚΤΩΝ ΚΟΛΠΟΥ ΧΑΝΙΩΝ

Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

Ορισμένα στοιχεία. Ορισμένα στοιχεία. Ορισμένα στοιχεία. Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων

Δεδομένα Παρατήρησης Γης & Βιώσιμη Ανάπτυξη στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή Διαχείριση Περιβαλλοντικών Κινδύνων

Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση Στρατηγική ΜΠΕ Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη. Δρ Σταυρούλα Τσιτσιφλή

Βύρων Μωραΐτης, Φυσικός MSc.

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΔΑΠΜ για την εκπόνηση ΤΕΥΧΟΣ 9 ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

ΜΑΘΗΜΑ: Γενική Οικολογία

Γεωλογικές- γεωµορφολογικές έρευνες για την. αγωγών"

Νομοθεσία για τη φύση: Κατάσταση εφαρμογής των ευρωπαϊκών οδηγιών για τη φύση Προτάσεις για τη βελτίωση εφαρμογής τους

Η οδηγία για τα νερά κολύμβησης και η επίδραση της μυδοκαλλιέργειας στην ποιότητα νερών του Θερμαϊκού κόλπου (Βόρειο. Αιγαίο)

Συστηματική παρακολούθηση της ποιότητας του θαλασσίου περιβάλλοντος στη θέση Βούδια, Ν. Μήλου, για τα έτη

ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΛΕΤΗΣ

Καθ. Γεώργιος Ζαλίδης. Διαβαλκανικό Κέντρο Περιβάλλοντος

Νομοθεσία για τη φύση: Κατάσταση εφαρμογής των ευρωπαϊκών οδηγιών για τη φύση Προτάσεις για τη βελτίωση εφαρμογής τους

«ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙEΡΓΗΤΙΚΕΣ ΜΟΝΑ ΕΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ»

Δρ Παναγιώτης Μέρκος, Γενικός Επιθεωρητής

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΣΚΟΠΟΣ της ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ του ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Εισαγωγή KΕΦΑΛΑΙΟ 1: Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων Θεσμικό Πλαίσιο... 3

Καθορισµός κριτηρίων αξιολόγησης Περιγραφή και βαθµονόµηση κριτηρίων. 1. Εισαγωγή

Η παράκτια ζώνη και η ανθεκτικότητα στην αύξηση στάθμης της θάλασσας.

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Δρ Σταυρούλα Τσιτσιφλή ΤΕΙ Θεσσαλίας

Συστηματική παρακολούθηση της ποιότητας του θαλασσίου περιβάλλοντος στη θέση Τσιγκράδο, Ν. Μήλου, για τα έτη

ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΥΠΟ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΖΕΠ "ΚΟΣΙΗ-ΠΑΛΛΟΥΡΟΚΑΜΠΟΣ


Ο ρόλος της Δασικής Υπηρεσίας στις προστατευόμενες περιοχές του δικτύου NATURA 2000

Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων της 1 ης Αναθεώρησης του Σχεδίου Διαχείρισης του ΥΔ Θεσσαλίας

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ (SYLLABUS) ΣΕΚ εκπόνηση μελετών για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις μεθοδολογία, σύνταξη, αξιολόγηση

Χρυσάνθη Αντωνιάδου & Χαρίτων Σ. Χιντήρογλου Τομέας Ζωολογίας Τμήμα Βιολογίας ΑΠΘ Με την ευγενική συμβολή της Msc. Δήμητρα Λήδας Ράμμου

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 25 Ιανουαρίου 2017 (OR. en)

Προστατεύει το. περιβάλλον. Αλλάζει τη. ζωή μας.

Διατήρηση της βιοποικιλότητας: Η ανάγκη προστασίας & βασικές θεσμικές προβλέψεις

Διαχείριση περιοχών Δικτύου Natura Μαρίνα Ξενοφώντος Λειτουργός Περιβάλλοντος Τμήμα Περιβάλλοντος

«το νερό δεν αποτελεί ένα απλό εμπορικό προϊόν όπως οποιοδήποτε άλλο, αλλά, είναι μια κληρονομιά που πρέπει να προστατευθεί...»

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΚΤΙΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΗΣ ΠΗΓΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΜΕ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΡΥΠΑΝΣΗΣ. Ι ΑΣΚΟΥΣΑ : ρ. Μαρία Π. Θεοδωροπούλου

Αιολικά Πάρκα σε περιοχές του Δικτύου Natura 2000 Ειδικές Οικολογικές Αξιολογήσεις, η έως σήμερα εμπειρία. Αλεξάνδρα Κόντου

Μητρώο Προστατευόμενων Περιοχών

Ημερίδα 25 Ιουνίου 2014 «Υδρογονάνθρακες και Προσδοκίες: Πως διασφαλίζονται;» Η περιβαλλοντική πτυχή των υπεράκτιων δραστηριοτήτων υδρογονανθράκων

ΦΑΣΗ 5. Ανάλυση αποτελεσμάτων αλιευτικής και περιβαλλοντικής έρευνας- Διαχειριστικές προτάσεις ΠΑΡΑΔΟΤΕΑ

Νέες Τεχνολογίες στη Διαχείριση των Δασών

5585 ' ' Κ.Δ.Π. 511/2002

Επιπτώσεις στη Βιοποικιλότητα και τα Οικοσυστήματα

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΑΠΟ LIFE-NATURE

E.E. Παρ. ΙΙΙ(Ι) 5577 Κ.Δ.Π. 510/2002 Αρ. 3647, Αριθμός 510 Οι περί Ελέγχου της Ρύπανσης των Νερών (Απόρριψη Υδραργύρου από το Βιομηχανικό

ΔΙΚΤΥΟ ΝΑΤURA Ελενα Στυλιανοπούλου. Τμήμα Περιβάλλοντος Μάϊος 2014

Εκτίμηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων Ενότητα 4: Περιεχόμενα Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) - ΙI

Ορισμένα στοιχεία. Ορισμένα στοιχεία. Ορισμένα στοιχεία

ΜΕΛΕΤΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Εισαγωγή για νέους µηχανικούς. Εισηγητής: Μυλωνάς Σωτήρης Πολ. Μηχανικός, ΜΒΑ

Η σχέση μας με τη γη ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΗΛΙΑ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. Ι. Δημόπουλος, Καθηγητής, Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών-ΤΕΙ Πελοποννήσου

Δρ. Θεόδουλος Μεσημέρης Ανώτερος Λειτουργός Περιβάλλοντος 8 Ιουνίου Συμφωνία του Παρισιού Πακέτο για το Κλίμα και την Ενέργεια

ANAΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΙΔΙΚΟΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ ΚΟΝΔΥΛΙΩΝ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη

η περιβαλλοντική διάσταση ν. γεωργιάδης

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ (SYLLABUS) ΣΕΚ περιβαλλοντική διαχείριση και προστασία των φυσικών πόρων ΕΚΔΟΣΗ 1.0. Σόλωνος 108,Τηλ Φαξ 210.

250 Επιστημών της Θάλασσας Αιγαίου (Μυτιλήνη)

Ε.Ε. Παρ. III(I) 5569 Κ.Δ.Π. 509/2002 Αρ. 3647,

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΖΩΝΗ ΕΙΔΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Εισαγωγή Ιστορική Αναδρομή Μεθοδολογικό Πλαίσιο Προϋποθέσεις εφαρμογής Στόχοι Πρότυπα Αξιολόγησης Κύκλου Ζωής Στάδια

Προστατευόμενεςπεριοχέςως εργαλεία διατήρησης και διαχείρισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος

Λαναρά Θεοδώρα Δασολόγος Περιβαλλοντολόγος MSc Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Παρνασσού

Προστατεύει το. υδάτινο περιβάλλον. Αλλάζει τη. ζωή μας.

ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ Ενότητα 11a: Εφαρμογές τηλεπισκόπησης ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗΣ. Δρ. Ν. Χρυσουλάκης Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας

ΨΗΦΙΑΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΑΚΡΙΒΕΙΑΣ: λογισμικό «ολοκληρωμένων» διαχειριστικών ζωνών

Προσφορά για την Περιφέρεια Ν. Αιγαίου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 15ης ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2002 ΑΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ. ΜΕΡΟΣ Ι Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις

d-d be6f- 7e7a2c858b73&surveylanguage=EL&serverEnv=

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Εκτίμηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Εκτίµηση παχών ασφαλτικών στρώσεων οδοστρώµατος µε χρήση γεωφυσικής µεθόδου

Στόχοι του υποπρογράμματος «Περιβάλλον», για τον τομέα προτεραιότητας «Περιβάλλον και Αποδοτικότητα Πόρων» & Θέματα έργων

Περιεχόμενα ΜΠΕ. Δρ Σταυρούλα Τσιτσιφλή

Transcript:

ΔΕΣΜΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 9: ΣΥΝΤΑΞΗ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΠΑΡΑΔΟΤΕO 21: ΟΔΗΓΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗΣ ΤΗΣ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ (BASELINE ECOLOGICAL ASSESSMENT) ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΤΙΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ (ΟΔΗΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΜΕΕΠ ΓΙΑ ΕΡΓΑ ΣΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΧΩΡΟ) ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «Ολική προσέγγιση για την αξιολόγηση της Ιανουάριος 2015

Η Έκθεση συντάχθηκε από την Marine and Environmental Research Lab Ltd, σε συνεργασία με το Τμήμα Περιβάλλοντος, του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, στα πλαίσια υλοποίησης του ερευνητικού προγράμματος ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ/ΠΡΟΪΟΝ/0609/74 «Ολική προσέγγιση για την αξιολόγηση της Η περίπτωση του κόλπου Βασιλικού» (ΟΙΚΑΠΑΒ) και συμπεριλαμβάνει το Παραδοτέο 21 της Δέσμης Εργασίας 9: Σύνταξη Πρωτοκόλλου ΜΕΕΠ. Για τη χρήση ή αναδημοσίευση στοιχείων που αναγράφονται στην παρούσα μελέτη παρακαλούμε όπως κάνετε την εξής αναφορά: MER & DoE, 2014. Οδηγός περιγραφής της υφιστάμενης οικολογικής κατάστασης (baseline ecological assessment) θαλασσίων και παράκτιων περιοχών. Ερευνητικό πρόγραμμα «Ολική προσέγγιση για την αξιολόγηση της Η περίπτωση του κόλπου Βασιλικού (ΟΙΚΑΠΑΒ)». Κωδικός έργου: ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ/ΠΡΟΪΟΝ/0609/74, Δέσμη Εργασίας 9, Παραδοτέο 21. Συγχρηματοδότηση από την Κυπριακή Δημοκρατία και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της ΕΕ. Το Ερευνητικό Έργο με Αρ. Πρωτοκόλλου ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ/ΠΡΟΙΟΝ/0609/74 συγχρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της ΕΕ.

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ Δημήτρης Κλείτου (MER Lab Ltd), BSc, MSc Marine Biology / Ecology, Florida Atlantic University, USA, PhD student Marine Biology, University of Plymouth, UK. Μαρία Ρούσου (MER Lab Ltd), Πτυχίο Βιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ελλάδα, MSc Biological Diversity, University of Plymouth, UK, Υποψήφια Διδάκτορας τμήματος Βιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Περικλής Κλείτου (MER Lab Ltd), BSc Environmental Biology & Education University of Brighton, UΚ, MSc student Sustainable Aquaculture University of St Andrews, Scotland UK Πολίνα Πολυκάρπου (MER Lab Ltd), Πτυχίο Βιολογίας και Μεταπτυχιακό Υδροβιολογίας & Υδατοκαλλιέργειας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ελλάδα. ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ Ειρήνη Κωνσταντίνου (Τµήµα Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος), BSc, MSc Environmental Management and Planning, Environmental Health.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΧΡΗΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΟΔΗΓΟΥ... 4 2. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΘΑΛΑΣΣΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΕΙΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ... 5 3. ΜΕΛΕΤΕΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΑΠΟ ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΕΡΓΑ: ΝΟΜΟΘΕΣΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ... 8 4. ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ (SCOPING) ΜΕΕΠ ΓΙΑ ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΕΡΓΑ... 11 5. ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗΣ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ (ECOLOGICAL BASELINE ASSESSMENT) ΘΑΛΑΣΣΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ... 13 5.1 ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ... 14 5.2 ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΤΙΚΟΥ ΠΛΑΝΟΥ, ΜΕΘΟΔΩΝ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ ΚΑΙ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΠΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ... 15 5.2.1 ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ (REMOTE SENSING) ΚΑΙ ΗΧΟΒΟΛΙΣΤΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ... 15 Α. ΗΧΟΒΟΛΙΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΛΕΥΡΙΚΗΣ ΣΑΡΩΣΗΣ (SSS)... 18 Β. ΑΚΟΥΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ ΠΥΘΜΕΝΑ (AGDS)... 18 Γ. ΗΧΟΒΟΛΙΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΔΕΣΜΗΣ (MULTIBEAM ECHO-SOUNDERS)... 19 Δ. ΤΟΜΟΓΡΑΦΟΙ ΥΠΟΔΟΜΗΣ ΠΥΘΜΕΝΑ (SUB-BOTTOM PROFILERS)... 20 Ε. ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΜΑΓΝΗΤΟΜΕΤΡΟ (MAGNETOMETER)... 21 5.2.2 ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΕΣ ΠΕΔΙΟΥ... 22 Α. ΟΠΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ... 25 Β. ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΠΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ... 28 5.3 ΜΕΛΕΤΗ ΒΕΝΘΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ... 30 5.3.1 ΒΕΝΘΙΚΕΣ ΒΙΟΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΣΚΛΗΡΟΥ ΥΠΟΣΤΡΩΜΑΤΟΣ... 32 5.3.2 ΒΕΝΘΙΚΕΣ ΒΙΟΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΚΙΝΗΤΟΥ ΥΠΟΣΤΡΩΜΑΤΟΣ... 35 Α. ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΕΣ ΙΖΗΜΑΤΟΣ... 35 Β. ΔΙΑΛΟΓΗ (SORTING) ΜΑΚΡΟΠΑΝΙΔΑΣ... 37 Γ. ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΒΕΝΘΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ... 37 5.3.3 POSIDONIA OCEANICA... 38 5.3.4 ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΣ ΒΙΟΤΙΚΟΥΣ ΔΕΙΚΤΕΣ... 43 Α. ECOLOGICAL EVALUATION INDEX (EEI) ΜΑΚΡΟΦΥΚΗ... 43 Β. ΒΕΝΤΙΧ ΒΕΝΘΙΚΗ ΜΑΚΡΟΠΑΝΙΔΑ... 45 Γ. PREI POSIDONIA OCEANICA... 46 1

Δ. ΔΕΙΚΤΕΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΟΜΟΙΟΜΟΡΦΙΑΣ... 47 5.4 ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΕΛΕΤΩΝ ΒΕΝΘΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ... 49 5.4.1 ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΥΠΟΣΤΡΩΜΑΤΟΣ... 49 5.4.1.1 ΣΚΛΗΡΟ ΥΠΟΣΤΡΩΜΑ... 49 5.4.1.2 ΚΙΝΗΤΟ ΥΠΟΣΤΡΩΜΑ... 49 Α. ΣΥΣΤΑΣΗ ΙΖΗΜΑΤΟΣ... 50 Β. ΟΡΓΑΝΙΚΗ ΥΛΗ, ΟΛΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΚΟΣ ΑΝΘΡΑΚΑΣ... 51 Γ. ΕΝΕΡΓΟΣ ΟΞΥΤΗΤΑ (ph) ΚΑΙ ΟΞΕΙΔΟΑΝΑΓΩΓΙΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ (Eh)... 52 Δ. ΘΡΕΠΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ, ΒΑΡΕΑ ΜΕΤΑΛΛΑ ΚΑΙ ΡΥΠΟΓΟΝΕΣ ΟΥΣΙΕΣ... 52 5.4.2 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΤΗΛΗΣ ΝΕΡΟΥ... 54 5.4.2.1 ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ... 54 Α. ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΡΕΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΥΜΑΤΑ... 55 Β. ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ, ΑΛΑΤΟΤΗΤΑ, ΔΙΑΛΥΜΕΝΟ ΟΞΥΓΟΝΟ, ΕΝΕΡΓΟΣ ΟΞΥΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΞΕΙΔΟΑΝΑΓΩΓΙΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ... 55 Γ. ΑΙΩΡΟΥΜΕΝΑ ΣΩΜΑΤΙΔΙΑ... 57 Δ. ΘΡΕΠΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ, ΒΑΡΕΑ ΜΕΤΑΛΛΑ ΚΑΙ ΡΥΠΟΓΟΝΕΣ ΟΥΣΙΕΣ... 58 5.4.2.2 ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ... 61 Α. ΜΙΚΡΟΒΙΑ / ΒΑΚΤΗΡΙΑ... 62 Β. ΦΥΤΟΠΛΑΓΚΤΟ... 62 Γ. ΖΩΟΠΛΑΓΚΤΟ... 64 5.5 ΑΝΑΛΥΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ, ΒΑΣΕΙΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ.. 66 6. ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΚΑΛΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΜΕΛΕΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΑΡΧΗ... 68 6.1 ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΑΡΧΗ... 69 6.2 ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΜΕΛΕΤΗΤΕΣ... 71 7. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 73 8. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ... 80 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΗΓΩΝ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ... 81 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ... 82 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3 ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΑΝΑ ΤΥΠΟ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΟΥΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ (DEFRA, 2013)... 85 2

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΕΕΠ MER ΟΠΥ 2000/60/ΕΚ ΤΑΘΕ Μελέτες Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον Marine and Environmental Research Lab Ltd Οδηγία Πλαίσιο Περί Υδάτων 2000/60/ΕΚ Τμήμα Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών 3

1. ΧΡΗΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΟΔΗΓΟΥ Ο Οδηγός ετοιμάστηκε στοχεύοντας στην αναγνώριση και συνοπτική παρουσίαση των σημαντικότερων παραμέτρων, μεθοδολογιών και πρακτικών που θα πρέπει να εξετάζονται για την περιγραφή της υφιστάμενης οικολογικής κατάστασης (baseline ecological assessment) θαλάσσιων και παράκτιων περιοχών, κατά τη διάρκεια εκπόνησης Μελετών Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (ΜΕΕΠ), για έργα που ενδεχομένως να επηρεάζουν τα παράκτια οικοσυστήματα της Κύπρου. Θα πρέπει να σημειωθεί πως ο Οδηγός αφορά θαλάσσιες περιοχές που δεν εμπίπτουν ή / και δεν βρίσκονται πλησίον περιοχών NATURA 2000. Οι παράμετροι και μεθοδολογίες που αναγράφονται στον Οδηγό αναμένεται να αποτελέσουν βοηθητικό υλικό στην ετοιμασία από το Τμήμα Περιβάλλοντος Εξειδικευμένων Οδηγών Καθορισμού Περιεχομένων (scoping) ΜΕΕΠ για κατηγορίες θαλάσσιων έργων, οι οποίες θα διασφαλίζουν την υψηλή ποιότητα των μελετών. Ο παρόν Οδηγός διαχωρίζεται στις ακόλουθες ενότητες: Προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και ανθρωπογενείς επιδράσεις: Σύντομη περιγραφή των αγαθών και υπηρεσιών που προσφέρει το θαλάσσιο περιβάλλον και των αρνητικών επιπτώσεων που μπορούν να προκαλέσουν τα θαλάσσια και παράκτια έργα. Μελέτες εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον από θαλάσσια έργα - νομοθεσίες και διαδικασίες που ισχύουν στην Κύπρο: Σύντομη περιγραφή της Κυπριακής νομοθεσίας και των διαδικασιών ΜΕΕΠ που ισχύουν στην Κύπρο, των σημαντικότερων προβλημάτων που παρουσιάζονται και αναφορά στη νέα Οδηγία της Ε.Ε για ΜΕΕΠ (2014/52/EΕ). Καθορισμός περιεχομένων (scoping) ΜΕΕΠ για θαλάσσια έργα: Σύντομη περιγραφή της σημαντικότητας καθορισμού των περιεχομένων ΜΕΕΠ και ενδεικτική αναφορά στα περιεχόμενα αυτών. Κατευθυντήριες οδηγίες περιγραφής υφιστάμενης οικολογικής κατάστασης (ecological baseline assessment) θαλάσσιου περιβάλλοντος: Συνοπτική παρουσίαση των σημαντικότερων παραμέτρων και μεθοδολογιών που εφαρμόζονται στο θαλάσσιο περιβάλλον και ειδικότερα στο βένθος, όπως αυτά προέκυψαν μέσα από βιβλιογραφική ανασκόπηση. Διασφάλιση ποιότητας και συμβουλές καλής πρακτικής προς την Αρμόδια Αρχή και τους μελετητές. 4

2. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΘΑΛΑΣΣΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΕΙΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ Είναι γενικά παραδεκτό ότι το θαλάσσιο περιβάλλον προσφέρει εδώ και αιώνες αγαθά και υπηρεσίες στην ανθρώπινη κοινωνία. Ειδικότερα, συμβάλλει στην κοινωνική ευημερία, στην ανάπτυξη της οικονομίας και του βιοτικού επιπέδου του ανθρώπου, εμπνέει έργα λογοτεχνίας, τέχνης και μουσικής, έχει ενσωματωθεί σε θρησκείες και πολιτισμούς, προσφέρει στον άνθρωπο ψυχαγωγία. Τα αγαθά και οι υπηρεσίες που παρέχει το θαλάσσιο περιβάλλον μπορούν συνοπτικά να διαχωριστούν σε τέσσερις βασικές κατηγορίες: (α) Υπηρεσίες παροχής που περιλαμβάνουν πηγές τροφή (υψηλής ποιότητας πρωτεΐνες, λιπαρά οξέα Ω-3, βιταμίνες κλπ), πρώτες ύλες (χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ενέργειας, φαρμάκων, καλλυντικών κ.α.), (β) Υπηρεσίες ρύθμισης που ρυθμίζουν μεταξύ άλλων το κλίμα, τη διασπορά αποβλήτων και την εξάπλωση ασθενειών, (γ) Πολιτιστικές υπηρεσίες, όπως την πολιτισμική κληρονομιά, έμπνευση, αναψυχή και (δ) Υποστηρικτικές υπηρεσίες, όπως οι κύκλοι των θρεπτικών συστατικών (Beaumont et al., 2007; Lloret, 2010). Πέραν αυτών θα πρέπει να τονιστεί πως ενδεχομένως να υπάρξουν και αρκετά μελλοντικά οφέλη από τα θαλάσσια ύδατα και τη βιοποικιλότητα τους, αφού αρκετοί κλάδοι (π.χ. παραγωγής τροφίμων, ενέργειας, βιοπληροφορικής) στρέφονται όλο και περισσότερο προς αυτή την κατεύθυνση. Με τη συνεχιζόμενη αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού αυξάνονται και οι πιέσεις που δέχονται τα παράκτια οικοσυστήματα. Οι κύριες απειλές συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων την κλιματική αλλαγή, την εισβολή εξωτικών ειδών, τη ρύπανση και τον ευτροφισμό, την υπερεκμετάλλευση θαλάσσιων πόρων, τον κατακερματισμό ή και εξαφάνιση ενδιαιτημάτων) (Kletou & Hall-Spencer, 2012). Η κατασκευή και λειτουργία παράκτιων έργων, όπως: (α) έργα που σχετίζονται με την προστασία της ακτογραμμής ή την επέκταση της (π.χ. κυματοθραύστες, πρόβολοι), (β) λιμενικές εγκαταστάσεις, (γ) έργα που σχετίζονται με τον τομέα ενέργειας (π.χ. αγωγοί, πλατφόρμες και προβλήτες), (δ) έργα που σχετίζονται με την απόρριψη αποβλήτων ή αερίων ή και ραδιενεργών ουσιών στη θάλασσα (π.χ. σταθμοί επεξεργασίας λυμάτων, μονάδες αφαλάτωσης, ηλεκτροπαραγωγικοί σταθμοί, ιχθυογεννητικοί σταθμοί, τσιμεντοποιεία κ.α.), (ε) εκβάθυνση ή εργασίες εξόρυξης θαλάσσιων περιοχών και εναπόθεση αυτού του υλικού σε άλλες θαλάσσιες περιοχές και (στ) θαλάσσια υδατοκαλλιέργεια, μπορούν να προκαλέσουν αρνητικές επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον και ειδικότερα στην ποιότητα νερού και ιζήματος, στα υδροδυναμικά 5

χαρακτηριστικά προκαλώντας και ιζηματαπόθεση, στη θαλάσσια βιοποικιλότητα (χλωρίδα, πανίδα, ενδιαιτήματα) και στην αισθητική του τοπίου. Οι επιπτώσεις μπορεί να είναι άμεσες ή έμμεσες (προσαρμόστηκαν από SNH, 2013): ΑΜΕΣΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ: 1. Χρήση θαλάσσιου χώρου, που έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια των ενδιαιτημάτων από παλιρροιακές ή υπο-παλιρροιακές περιοχές. 2. Διαχωρισμός ή κατακερματισμός των παράκτιων οικοσυστημάτων, π.χ. από την κατασκευή έργων στο παραλιακό μέτωπο. 3. Ταφή της θαλάσσιας χλωρίδας και πανίδας από καθιζήσεις ιζημάτων στον πυθμένα της θάλασσας. 4. Απώλεια της θαλάσσιας χλωρίδας και πανίδας και διατάραξη των οικοτόπων, που μπορεί να προκληθεί από εξορύξεις. 5. Θόρυβος που αποτελεί ενόχληση για διάφορα είδη και μπορεί να προέρχεται από βιομηχανική δραστηριότητα, στρατιωτικές ασκήσεις, αυξημένη χρήση σκαφών ή σεισμικών ερευνών. 6. Δόνηση που αποτελεί ενόχληση για ψάρια και θαλάσσια θηλαστικά, ως αποτέλεσμα εκρήξεων ή εργασιών γεώτρησης. 7. Οπτική όχληση που προκαλείται από εμφανείς και ασυνήθιστες δομές, οι οποίες προκαλούν αισθητική ρύπανση. 8. Απώλεια ακτογραμμών που διευκολύνουν την ήσυχη αναψυχή και απόλαυση του φυσικού περιβάλλοντος. ΕΜΜΕΣΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ: 1. Αλλαγές στα ιζήματα φυσικών οικοσυστημάτων, που προκαλούνται από μια μεμονωμένη ή συχνή μεταφορά ιζήματος. 2. Διακοπή ή άλλες μεταβολές παράκτιων φυσικών διεργασιών, π.χ. αλλαγή στην υδροδυναμικότητα, ιζηματαπόθεση και διάβρωση. 3. Ρύπανση από απορρίψεις ή διάχυση ή τυχαία απορροή. 4. Βιολογικές επιπτώσεις από τη μεταφορά νόσων, ξενικών ειδών κλπ. 5. Διατάραξη θαλάσσιας χλωρίδα και πανίδας από αυξημένη ανθρώπινη χρήση του θαλάσσιου χώρου. 6

Αξίζει να σημειωθεί πως στην περίπτωση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, το οποίο αποτελεί ανοιχτό σύστημα, ενδεχομένως να προκαλούνται συνεργιστικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις από διάφορα έργα. Ενδεικτικά, η διοχέτευση αποβλήτων στη θάλασσα από ένα ανθρωπογενές έργο μπορεί από μόνη της να μην οδηγήσει σε σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις, αλλά εφόσον στην περιοχή υπάρχουν και άλλες ανθρωπογενείς δραστηριότητες, σε συνδυασμό με τις δικές τους επιπτώσεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν σημαντική υποβάθμιση του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Στο Παράρτημα 3, παρουσιάζεται ένας ενδεικτικός πίνακας με τις επιπτώσεις που μπορούν να προκληθούν ανά τύπο έργου, όπως έχουν πρόσφατα αξιολογηθεί από το αρμόδιο Τμήμα του Ηνωμένου Βασιλείου (Defra, 2013). Με σκοπό την προστασία και αειφόρο διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, καθώς και την ορθολογιστική ανάπτυξη μέσω θαλασσίων έργων, βρίσκονται σε εφαρμογή Εθνικές Νομοθεσίες, Κανονισμοί και Οδηγίες, όπως: - Οι περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμοι του 2003 και 2006 (N. 153(I)/2003, Ν. 131(Ι)/2006). - Ο περί της Προστασίας και διαχείρισης άγριων πτηνών και θηραμάτων (Ν. 152(I)/2003). - Οδηγία της ΕΕ για τη διατήρηση φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (αρ. 1992/43/ΕΟΚ). - Θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 338/1997 για την προστασία της χλωρίδας και πανίδας (ΕΚ αρ. 865/2006). - Οι περί Ελέγχου της Ρύπανσης των Νερών Νόμοι και Κανονισμοί. - Οι περί της Ολοκληρωμένης Πρόληψης και Ελέγχου της Ρύπανσης Νόμοι και Κανονισμοί. - Οι περί προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμοι και Κανονισμοί, οι οποίοι ενσωμάτωσαν την «Οδηγία Πλαίσιο Περί Υδάτων (ΟΠΥ) 2000/60/ΕΚ». - Ο περί της Διαχείρισης της Ποιότητας των Νερών Κολύμβησης Νόμος του 2008 (Ν. 57(Ι)/2008) και Διατάγματα / Κανονισμοί. - Διάταγμα για Ευπρόσβλητες Ζώνες λόγω Νιτρορύπανσης (Κ.Δ.Π. 42/2004), Πρόγραμμα Δράσης για Προστασία των Ευπρόσβλητων Περιοχών Νερών από τη Νιτρορύπανση (Κ.Δ.Π. 41/2004). - Ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης (ΕΚ αρ. 96/61/ΕΚ). - Ο περί της Θαλάσσιας Στρατηγικής Νόμος του 2011 (Ν. 18(Ι)/2011), ο οποίος ενσωμάτωσε την «Οδηγία Πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική 2008/56/ΕΚ». 7

3. ΜΕΛΕΤΕΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΑΠΟ ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΕΡΓΑ: ΝΟΜΟΘΕΣΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ Στην Κύπρο, ο «Περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμος του 2005 έως 2014 (Ν. 140(Ι)/2005 έως 2014)» αποτελεί το βασικό νομοθετικό εργαλείο για την εκπόνηση ΜΕΕΠ για ορισμένα έργα. Ο νόμος 140(Ι)/2005 τέθηκε σε ισχύ στις 2 Δεκεμβρίου 2005 και εναρμονίζει τη νομοθεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες 85/337/ΕΟΚ, 97/11/ΕΚ και 2003/35/ΕΚ. Αρμόδια Αρχή για την εφαρμογή της νομοθεσίας είναι το Τμήμα Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος. Σύμφωνα με τις διαδικασίες, οι αιτητές / μελετητές των έργων υποχρεούνται, μέσω της Αρμόδιας Αρχής που θα αδειοδοτήσει το έργο, να υποβάλλουν αντίγραφα της μελέτης ή της έκθεσης στην Περιβαλλοντική Αρχή, για αξιολόγηση. Για τα έργα που υπόκεινται στο Παράρτημα ΙΙ, συμπληρώνεται συγκεκριμένο έντυπο Προκαταρκτικής Έκθεσης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (ΠΕΕΠ). Το Τμήμα Περιβάλλοντος προχωρεί στη διαδικασία προελέγχου (Screening) της ΠΕΕΠ, μέσα από την αξιολόγηση της οποίας το έργο θα εγκριθεί ή θα ζητηθεί από τους μελετητές να εκπονήσουν ΜΕΕΠ. Για τα έργα που υπόκεινται στο Παράρτημα Ι πρέπει να υποβληθούν ολοκληρωμένες ΜΕΕΠ, ακολουθώντας το Παράρτημα ΙΙΙ της εν λόγω νομοθεσίας και το σχετικό Διάταγμα. Αφού οι ΜΕΕΠ υποβληθούν στο Τμήμα Περιβάλλοντος, θα πρέπει να δημοσιευτεί γνωστοποίηση σε δύο εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας, η οποία θα ενημερώνει το κοινό ότι πραγματοποιείται δημόσια διαβούλευση για χρονικό διάστημα 30 ημερών και οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος μπορεί να αποστείλει σχόλια για το περιεχόμενο της. Επιπλέον η ΜΕΕΠ αναρτάται και στην ιστοσελίδα του Τμήματος Περιβάλλοντος. Μετά το πέρας του χρονικού αυτού διαστήματος, η Περιβαλλοντική Αρχή συγκαλεί συνεδρία της 10-μελούς Επιτροπής για αξιολόγηση της ΜΕΕΠ, κατά τη διάρκεια της οποίας οι μελετητές παρουσιάζουν τη μελέτη, απαντούν σε ερωτήσεις της Επιτροπής Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον, των άλλων αρμόδιων Αρχών, τοπικών φορέων και των εμπλεκόμενων μερών. Τέλος, με την ολοκλήρωση της εξέτασης του έργου, η Περιβαλλοντική Αρχή ετοιμάζει Γνωμάτευση ή Περιβαλλοντική Έγκριση. Το περιεχόμενο των ΜΕΕΠ για έργα, δηλαδή το τι θα πρέπει να μελετάται και να εξετάζεται στις μελέτες, αναγράφεται στο νόμο 140(Ι)/2005, καθώς και στο Διάταγμα του Τμήματος Περιβάλλοντος «Λεπτομερείς Οδηγίες για την ετοιμασία μελέτης εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον από ορισμένα έργα (Τμήμα Περιβάλλοντος, 2011)» και αναφέρονται τόσο σε χερσαία όσο και σε θαλάσσια / παράκτια έργα. Το Διάταγμα παραθέτει πολύ γενικές πληροφορίες και 8

κατευθυντήριες οδηγίες για παραμέτρους που πρέπει να εξεταστούν, ενώ δε γίνεται καμία αναφορά στις επικυρωμένες μεθοδολογίες που πρέπει να ακολουθούνται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις σε ότι αφορά την ποιότητα των ΜΕΕΠ για έργα που κατατίθενται για περιβαλλοντική έγκριση, αφού συχνά οι αιτητές / μελετητές επιλέγουν τις μεθοδολογίες που θα ακολουθήσουν βάσει οικονομικών και όχι επιστημονικών κριτηρίων. Θέτοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την καταγραφή των προστατευόμενων λιβαδιών Posidonia oceanica, έχουν κατατεθεί ΜΕΕΠ για θαλάσσια έργα, στις οποίες: (α) γίνεται εξειδικευμένη χαρτογράφηση με ηχοβολιστικά συστήματα (Side Scan Sonar), δορυφορικές εικόνες και αεροφωτογραφίες και αποτύπωση σε χάρτες GIS, ή (β) παρουσιάζονται αυτοσχέδιοι χάρτες από οπτικές παρατηρήσεις δυτών, χρησιμοποιώντας λογισμικά προγράμματα ζωγραφικής όπως το Paint ή (γ) γίνεται απλή αναφορά με τις φράσεις υπάρχουν λιβάδια ή δεν υπάρχουν λιβάδια ή υπάρχουν λίγες συστάδες λιβαδιών, χωρίς περαιτέρω ανάλυση. Στην περίπτωση αυτή, η ποιότητα των δεδομένων παρουσιάζει σημαντική διαφοροποίηση, με αυξημένη την πιθανότητα, ειδικότερα στην τρίτη περίπτωση, να γίνουν λανθασμένες εκτιμήσεις των περιβαλλοντικών επιπτώσεων στα λιβάδια και το θαλάσσιο περιβάλλον. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια υλοποίησης του ερευνητικού αυτού έργου κατασκευάστηκε η αποβάθρα φορτοεκφόρτωσης καυσίμων στα ανατολικά σημεία της περιοχής μελέτης, με αποτέλεσμα να εξαφανιστούν κάποιοι δειγματοληπτικοί σταθμοί της P. oceanica. Στην εν λόγω ΜΕΕΠ η διερεύνηση των λιβαδιών πραγματοποιήθηκε χρησιμοποιώντας βιβλιογραφικά δεδομένα και επιτόπιες καταδύσεις, ενώ δεν είχε προηγηθεί λεπτομερής χαρτογράφηση των λιβαδιών. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί πως η καταστροφή των λιβαδιών P. oceanica, είχε αναγνωριστεί από τους Μελετητές ως σημαντική αρνητική επίπτωση 1. Τα προβλήματα που παρουσιάζονται στην ποιότητα των περιεχομένων των ΜΕΕΠ για έργα, έχουν αναγνωριστεί όχι μόνο στην Κύπρο αλλά και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Με την έκδοση της νέας Ευρωπαϊκής Οδηγίας για ΜΕΕΠ (2014/52/EΕ) που τροποποιεί την Οδηγία 2011/92/EΕ, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην ποιότητα και ανάλυση των μελετών εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων με: (α) υποχρεωτική εκτίμηση των εναλλακτικών λύσεων, (β) αναφορά σε πρόσθετα περιβαλλοντικά θέματα (κλιματικές αλλαγές / βιοποικιλότητα), (γ) περιεχόμενα μελέτης (scoping), (δ) ποιοτικό έλεγχο των πληροφοριών των ΜΕΕΠ, (ε) αιτιολόγηση των τελικών αποφάσεων και (στ) υποχρεωτική περιβαλλοντική παρακολούθηση των έργων. Η Κύπρος ως κράτος-μέλος της 1 Στην περιβαλλοντική γνωμάτευση του συγκεκριμένου έργου, δίνεται ειδική έμφαση στην προστασία των λιβαδιών η απώλεια των οποίων πρέπει να είναι η ελάχιστη δυνατή. Αναφέρεται όπως καταγραφεί η συνολική έκταση που αναμένεται να επηρεαστεί και να εφαρμοστούν τεχνικές διαχείρισης και μέτρα μετριασμού για την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων στη Posidonia oceanica. 9

Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεκίνησε το Σεπτέμβριο του 2014 τις προσπάθειες ενσωμάτωσης της Οδηγίας στην εθνική νομοθεσία, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί το αργότερο τον Μάιο του 2017. Το Τμήμα Περιβάλλοντος, το προσεχές διάστημα, αναμένεται μεταξύ άλλων: (α) να προχωρήσει σε διαχωρισμό των έργων του Παραρτήματος Ι σε κατηγορίες, (β) να ετοιμάσει Οδηγούς με τα περιεχόμενα που πρέπει να μελετώνται σε κάθε κατηγορία και (γ) να καθορίσει τα κριτήρια για την ορθή επιλογή των μελετητών που μπορούν να εκπονήσουν ΜΕΕΠ για έργα. 10

4. ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ (SCOPING) ΜΕΕΠ ΓΙΑ ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΕΡΓΑ Ο καθορισμός του περιεχομένου ΜΕΕΠ αποτελεί το πιο κρίσιμο σημείο για τη διασφάλιση της ποιότητας και την ορθή εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, κατά τη διάρκεια εκπόνησης μιας ΜΕΕΠ για έργα. Μέσω του καθορισμού των περιεχομένων, ο αιτητής / μελετητής θα μπορεί να καθορίσει πιο ρεαλιστικά χρονοδιαγράμματα για την εκπόνηση της ΜΕΕΠ, ενώ παράλληλα η Αρμόδια Αρχή θα μειώσει σε μεγάλο βαθμό το χρόνο αξιολόγησής του έργου, αφού θα αποφευχθεί με τον τρόπο αυτό η απαίτηση επιπλέον δεδομένων ή διευκρινήσεων. Η Αρμόδια Αρχή σε συνεργασία με εμπειρογνώμονες θαλάσσιας οικολογίας και βιολογίας, χημικούς, ωκεανογράφους, πολιτικούς μηχανικούς κ.ά. (δημόσιοι υπάλληλοι ή εξωτερικοί συνεργάτες ή κ.ά.) θα καθορίσει τα περιεχόμενα για κάθε κατηγορία έργου (βλ. Ενότητα 6). Μέσω της διαδικασίας Scoping ο αιτητής / μελετητής θα μπορεί να προχωρήσει σε διαβουλεύσεις και επίσημες συζητήσεις με την Αρμόδια Αρχή και τους εμπειρογνώμονες, για να καθορίσουν τα τελικά περιεχόμενα της ΜΕΕΠ. Συγκεκριμένα, θα μπορούν να υλοποιηθούν τα ακόλουθα: Καθορισμός του σκοπού και των στόχων της ΜΕΕΠ. Αναγνώριση και καθορισμός της περιοχής μελέτης και της ευρύτερης περιοχής μελέτης, στην οποία ενδεχομένως να υπάρξουν περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Αναγνώριση των σημαντικότερων φυσικών και βιολογικών παραμέτρων του θαλάσσιου περιβάλλοντος, καθώς και των ενδεχόμενων σχέσεων μεταξύ των παραμέτρων που θα πρέπει να διερευνηθούν. Ενδεικτικά: (α) υδρολογίας και ωκεανογραφίας (π.χ. κατεύθυνση ρευμάτων, θερμοκρασία και αλατότητα, συγκεντρώσεις θρεπτικών συστατικών κλπ), (β) των χαρακτηριστικών του θαλάσσιου πυθμένα (π.χ. βαθυμετρία, κοκκομετρική και χημική σύσταση ιζημάτων και (γ) των βενθικών βιοκοινοτήτων και ενδιαιτημάτων (π.χ. παρουσία και κατανομή των ενδιαιτημάτων, ενδημικά, προστατευόμενα και σημαντικά εμπορικά είδη κλπ). Αξιολόγηση και χαρακτηρισμός της υφιστάμενης οικολογικής κατάστασης. Σε περίπτωση που τα υφιστάμενα δεδομένα είναι ελλιπή ή ανύπαρκτα ή εάν χρονολογούνται πέραν των τριών ετών, τότε οι αιτητές / μελετητές θα πρέπει να προβούν εκ νέου σε συλλογή τους. Στο Παράρτημα 1 παρατίθεται Πίνακας με τις ενδεικτικές πηγές υφιστάμενων δεδομένων, που πιθανό να είναι Κρατικοί και μη Κρατικοί Φορείς. Αναγνώριση των απαραίτητων αδειών που πρέπει να παρθούν από κυβερνητικά Τμήματα, για τη διεξαγωγή δειγματοληψιών ή τη συλλογή δειγμάτων (π.χ. η συλλογή βλαστών P. 11

oceanica προϋποθέτει κατοχή εγκεκριμένης άδειας από το Τμήμα Περιβάλλοντος και το ΤΑΘΕ) Παραπομπή στις εγκεκριμένες μεθοδολογίες που πρέπει να ακολουθηθούν, για την περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης θαλάσσιου περιβάλλοντος. Ενδεικτικά, στο Παράρτημα 2 αναγράφονται τα Διεθνή Συστήματα Ποιότητας για διερεύνηση διαφόρων παραμέτρων του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Αναγνώριση των πιθανών επιπτώσεων στο στάδιο κατασκευής, λειτουργίας ή τερματισμού του θαλάσσιου ή παράκτιου έργου. Αναγνώριση σημαντικών αναπτύξεων μέσα στη ζώνη επηρεασμού, οι οποίες πιθανό να προκαλέσουν συνεργιστικές επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον. Αναγνώριση των επηρεαζόμενων από το έργο φορέων. Με το τέλος των διαβουλεύσεων / επίσημων συζητήσεων θα πρέπει να ετοιμαστεί έκθεση ή περίληψη, που να περιλαμβάνει τα περιεχόμενα της ΜΕΕΠ του υπό εξέταση θαλάσσιου έργου. Ο μελετητής και οι εμπειρογνώμονες θα πρέπει να την ελέγξουν, να αποστείλουν τα σχόλια τους, να γίνουν οι αναγκαίες τροποποιήσεις και τέλος να εγκριθεί από την Αρμόδια Αρχή. Το τελικό κείμενο θα χρησιμοποιηθεί στην εκπόνηση της ΜΕΕΠ. 12

5. ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗΣ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ (ECOLOGICAL BASELINE ASSESSMENT) ΘΑΛΑΣΣΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Οι μελετητές που υλοποιούν ΜΕΕΠ για θαλάσσια ή παράκτια έργα θα πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην αρχική περιγραφή / αξιολόγηση του οικοσυστήματος, αφού αυτή αποτελεί το πιο σημαντικό στάδιο της ΜΕΕΠ. Μια ολοκληρωμένη, επιστημονικά αξιόπιστη και λεπτομερής περιγραφή του οικοσυστήματος στην περιοχή μελέτης σε αυτό το στάδιο, ενδέχεται να οδηγήσει σε ορθότερη εκτίμηση των επιπτώσεων του έργου. Τα δεδομένα που συλλέγονται από τους μελετητές θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως «δεδομένα αναφοράς» για την παρακολούθηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων κατά τη μετέπειτα λειτουργία ή την ενδεχόμενη μελλοντική παύση του έργου. Η όλη διαδικασία εκπόνησης μιας ΜΕΕΠ είναι άσκοπη όταν η περιγραφή του οικοσυστήματος από τους μελετητές είναι κακής ποιότητας ή παρουσιάζει σημαντικές ελλείψεις και ως εκ τούτου οι πραγματικές επιπτώσεις του έργου είναι αδύνατο να εκτιμηθούν. Παράλληλα, δε θα είναι εφικτή η σύγκριση των δεδομένων αναφοράς που συλλέγονται κατά την εκπόνηση των ΜΕΕΠ, με τα δεδομένα που θα συλλέγονται κατά τη διάρκεια της περιβαλλοντικής παρακολούθησης στο στάδιο κατασκευής και λειτουργίας του έργου, ούτως ώστε να αναγνωριστούν πιθανές επιπτώσεις του έργου στο θαλάσσιο περιβάλλον. Μέσα από τη βιβλιογραφική ανασκόπηση: (α) Διεθνών Συστημάτων Ποιότητας (ISO), (β) Οδηγών αξιολόγησης οικολογικής κατάστασης και εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, (γ) ερευνητικών προγραμμάτων συμπεριλαμβανομένου και του παρόντος ερευνητικού προγράμματος (ΟΙΚΑΠΑΒ), (δ) επιστημονικών άρθρων και (ε) προσωπικών εμπειριών των μελών της Ομάδας μελέτης, αναγνωρίστηκαν οι σημαντικότερες παράμετροι και μεθοδολογίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την περιγραφή του υφιστάμενου θαλάσσιου περιβάλλοντος στα πλαίσια εκπόνησης ΜΕΕΠ για παράκτια έργα στην Κύπρο. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στο βένθος, όπου βρίσκονται τα ενδιαιτήματα που παρουσιάζουν το μεγαλύτερο οικολογικό ενδιαφέρον και είναι μόνιμοι δέκτες αρνητικών πιέσεων τόσο στο κατασκευαστικό όσο και στο λειτουργικό στάδιο από θαλάσσια και παράκτια έργα, λόγω του στατικού χαρακτήρα τους. Η διεξαγωγή βενθικών οικολογικών μελετών σε συνδυασμό με τη συλλογή υποστηρικτικών δεδομένων του ιζήματος και της στήλης νερού, για την περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης της περιοχής μελέτης είναι καθοριστικής σημασίας στη μετέπειτα ορθολογιστική αναγνώριση και εκτίμηση των επιπτώσεων στα υπό μελέτη οικοσυστήματα. Στις ενότητες που ακολουθούν γίνεται 13

συνοπτική αναφορά: (α) στον καθορισμό της περιοχής μελέτης, (β) στον καθορισμό του δειγματοληπτικού πλάνου, των δειγματοληπτικών μεθόδων και εργαλείων, (γ) στη συλλογή βιολογικών παραμέτρων που αφορούν τις βενθικές βιοκοινότητες σκληρού και κινητού υποστρώματος, των λιβαδιών Posidonia oceanica, και στην εκτίμηση οικολογικής κατάστασης εφαρμόζοντας βιοτικούς δείκτες, (δ) σε υποστηρικτικά στοιχεία μελετών βένθους που αφορούν φυσικοχημικές παραμέτρους του ιζήματος και χαρακτηριστικά της στήλης του νερού και (ε) στην ανάλυση δεδομένων, σε βάσεις δεδομένων και στη χαρτογράφηση των αποτελεσμάτων. Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί πως οι παράμετροι, οι μεθοδολογίες και οι πρακτικές που παρατίθενται στις ενότητες που ακολουθούν αναμένεται να αποτελέσουν βοηθητικό υλικό στην ετοιμασία από το Τμήμα Περιβάλλοντος Εξειδικευμένων Οδηγών Καθορισμού Περιεχομένων (scoping) ΜΕΕΠ για κατηγορίες θαλάσσιων έργων. Οι οδηγίες θα μπορούν να εφαρμοστούν από τους αιτητές / μελετητές στην περίπτωση όπου αποφανθεί μέσα από τη διαδικασία καθορισμού των περιεχομένων (scoping) της ΜΕΕΠ πως δεν υπάρχουν τα επαρκή δεδομένα για το χαρακτηρισμό της υφιστάμενης περιοχής. Η επιλογή των κατάλληλων τεχνικών, του εξοπλισμού, της χωρικής και χρονικής έκτασης και του βαθμού της έρευνας, καθώς και σε ποιες παραμέτρους θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση, διαφέρει αναλόγως της κατηγορίας έργου και τα χαρακτηριστικά της υπό μελέτη περιοχής και θα πρέπει να καθοριστούν μετά από συνεννόηση με το Τμήμα Περιβάλλοντος καθώς και εμπειρογνώμονες θαλάσσιας οικολογίας / βιολογίας. 5.1 ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Ο καθορισμός της περιοχής μελέτης θα πρέπει να πραγματοποιείται σε συνεργασία με την Αρμόδια Αρχή, λαμβάνοντας υπόψη τη μορφή και το περιεχόμενο του έργου, τα υδροδυναμικά και βιοτικά χαρακτηριστικά της περιοχής και τις αναμενόμενες επιπτώσεις από αυτό. Η περιοχή μελέτης ενδέχεται να τροποποιηθεί κατά τη διάρκεια συλλογής προκαταρκτικών δεδομένων (π.χ. χαρτογράφηση οικοσυστημάτων / ενδιαιτημάτων και εφαρμογή μοντέλων). Για έργα που επηρεάζουν την υδροδυναμική και προκαλούν μεταφορά ιζημάτων ή απορρίπτουν νερό ή / και άλλα απόβλητα στο θαλάσσιο περιβάλλον, η περιοχή άμεσης επίδρασης και η ευρύτερη περιοχή μελέτης πρέπει να προσδιορίζονται μετά από προσομοιώσεις υδροδυναμικών μοντέλων ή μοντέλων διασποράς. 14

5.2 ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΤΙΚΟΥ ΠΛΑΝΟΥ, ΜΕΘΟΔΩΝ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ ΚΑΙ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΠΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ Ο καθορισμός του δειγματοληπτικού πλάνου που πρέπει να εφαρμοστεί για το χαρακτηρισμό της υφιστάμενης οικολογικής κατάστασης μιας θαλάσσιας περιοχής (baseline ecological assessment) εξαρτάται από τον τύπο του έργου, την ετερογένεια του θαλάσσιου υποστρώματος, καθώς και τα διαθέσιμα για την περιοχή δεδομένα. Ο συνδυασμός τηλεσκοπικών (remote sensing) και ηχοβολιστικών μεθόδων (acoustic surveys) (π.χ. για χαρτογραφήσεις βενθικών οικοσυστημάτων) και δειγματοληψιών πεδίου χρησιμοποιείται ευρέως από την επιστημονική κοινότητα στο χαρακτηρισμό της υφιστάμενης οικολογικής κατάστασης μιας θαλάσσιας περιοχής. 5.2.1 ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ (REMOTE SENSING) ΚΑΙ ΗΧΟΒΟΛΙΣΤΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός διαφορετικών μεθόδων για χαρτογράφηση του θαλάσσιου πυθμένα και αναγνώριση της χωρικής έκτασης των βενθικών οικοσυστημάτων. Ο συνδυασμός μεθόδων τηλεπισκόπησης και ηχοβολιστικών μελετών, συχνά επιφέρει τα καλύτερα αποτελέσματα. Ενδεικτικά, για τα θαλάσσια φανερόγαμα, η χρήση αεροφωτογραφιών και δορυφορικών εικόνων αποδείχτηκαν ικανότατες μέθοδοι για χαρτογράφηση ρηχών περιοχών (Belsher et al., 1988; Pasqualini et al., 1998; Leriche et al., 2006), ενώ η χρήση ηχοβολιστικού συστήματος πλευρικής σάρωσης αποτελεί την πιο αξιόπιστη μέθοδο για χαρτογράφηση μεγάλου βάθους και έκτασης λειμώνων (Pasqualini et al., 1999, 2000; Piazzi et al., 2000). Οι μέθοδοι αυτές σε συνδυασμό με τη χρήση του λογισμικού GIS αποτελούν ένα αξιόπιστο εργαλείο για τη διαχείριση περιοχών με φανερόγαμα (Douven et al., 2003). Στην Κύπρο, υπάρχουν κάποια υφιστάμενα δεδομένα για θαλάσσιες περιοχές (π.χ. χάρτες εξάπλωσης λιβαδιών P. oceanica και ενδιαιτημάτων ενδιαφέροντος, βαθυμετρικοί χάρτες κλπ) που προέρχονται από έρευνες που εκπονήθηκαν από κυβερνητικά Τμήματα (π.χ. ΤΑΘΕ) ή από άλλους ερευνητές (π.χ. ερευνητικό πρόγραμμα ΟΙΚΑΠΑΒ, MER Lab). Στην περίπτωση όπου αποφασιστεί μέσω της διαδικασίας καθορισμού των περιεχομένων (scoping) πως τα δεδομένα αυτά είναι ανεπαρκή, τότε οι μελετητές θα πρέπει να προχωρήσουν σε ηχοβολιστικές μελέτες στην ευρύτερη περιοχή μελέτης. Οι μελετητές θα πρέπει αρχικά να προβούν στη συλλογή δορυφορικών εικόνων υψηλής ανάλυσης και ψηφιακών γεωαναφερμένων αεροφωτογραφιών, οι οποίες γενικώς μπορούν να 15

καλύψουν μεγάλες χωρικές εκτάσεις, με σχετικά μικρό κόστος. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί πως η χρήση τους επηρεάζεται έντονα από τις συνθήκες που επικρατούν κατά τη διάρκεια λήψης τους (π.χ. θολότητα νερού, κύματα, σύννεφα), γεγονός που περιορίζεται σε βάθη μικρότερα από 10 20 m. Αν η περιοχή μελέτης βρίσκεται στην ανώτερη υποπαραλιακή ζώνη, τότε οι αεροφωτογραφίες ή δορυφορικές εικόνες αποτελούν ιδανικά εργαλεία για τη χαρτογράφηση ενδιαιτημάτων και την ετοιμασία του δειγματοληπτικού πλάνου. Σε μεγαλύτερα όμως βάθη και όταν απαιτούνται περισσότερα δεδομένα θα πρέπει να πραγματοποιούνται ηχοβολιστικές μελέτες. Οι ηχοβολιστικές μελέτες καθιερώθηκαν από το 1900 ως αξιόπιστος τρόπος χαρτογράφησης του βυθού θαλάσσιων περιοχών, κυρίως για στρατιωτικούς λόγους (International Hydrographic Organisation, 2012). Η σημασία της χρήσης των ηχοβολιστικών συσκευών αναγνωρίστηκε σχετικά πρόσφατα και καθιερώθηκε στις περιβαλλοντικές μελέτες (CEFAS, 2002; Ware & Kenny, 2011; The Crown Estate; 2013). Οι ηχοβολιστικές μελέτες αποτελούν χρήσιμο εργαλείο για τη διεξαγωγή ερευνών χαρακτηρισμού, καθώς οριοθετούν το υπόστρωμα της περιοχής ενδιαφέροντος. Οι πληροφορίες που παρέχουν είναι εξαιρετικά σημαντικές για: (α) το σχεδιασμό μεταγενέστερων ερευνών και δειγματοληπτικών πλάνων για τη συλλογή γεωφυσικών και βιολογικών δεδομένων (εξασφαλίζοντας επάρκεια δειγματοληψιών ανά τύπο υποστρώματος) και (β) την αναγνώριση και εκτίμηση της χωρικής έκτασης χαρακτηριστικών ιδιαίτερου ενδιαφέροντος (π.χ. γεωλογικά ή ιζηματογενή χαρακτηριστικά, βιολογικά χαρακτηριστικά μεγάλης οικολογικής σημασίας και αρχαιολογικά αντικείμενα). Οι τύποι ηχοβολιστικών συσκευών μπορούν να διαχωριστούν σε δυο γενικές κατηγορίες χαρτογράφησης του βυθού: (α) ηχοβολιστικά συστήματα ευρείας σάρωσης ζώνης πυθμένα, τα οποία σύρονται πίσω από το σκάφος και μετατρέπουν ένα μεγάλο πεδίο του βυθού σε εικόνα, από μικρή γωνία πρόσπτωσης (π.χ. ηχοβολιστικό πλευρικής σάρωσης) και (β) συσκευές που είναι ενσωματωμένες σε σκάφος και εκπέμπουν μονές ή πολλαπλές ηχητικές δέσμες, οι οποίες καλύπτουν μικρές περιοχές του βυθού και τις μετατρέπουν σε εικόνα (CEFAS, 2008). Τα πιο αναγνωρισμένα ηχοβολιστικά συστήματα είναι τα: (α) ηχοβολιστικά πλευρικής σάρωσης (Side Scan Sonar - SSS), (β) ακουστικά συστήματα διάκρισης πυθμένα (Acoustic Ground Discrimination Systems - AGDS), (γ) ηχοβολιστικά πολλαπλής δέσμης (Multibeam Echo Sounders), (δ) ηχοβολιστικοί τομογράφοι υποδομής πυθμένα (Sub-bottom profilers) και (ε) θαλάσσια μαγνητόμετρα (Magnetometers). Για το χαρακτηρισμό των βενθικών χαρακτηριστικών και 16

βιοκοινοτήτων χρησιμοποιούνται συνήθως τα συστήματα πλευρικής σάρωσης (SSS) σε συνδυασμό με άλλα ακουστικά συστήματα διάκρισης πυθμένα. Σχετικά πρόσφατα, η ανάπτυξη συστημάτων μεγαλύτερης συχνότητας επέτρεψε τη χρήση τους στην αναγνώριση σημαντικών οικότοπων και χαρακτηριστικών βυθού, που χρίζουν ιδιαίτερης σημασίας. Τα συστήματα μονής και πολλαπλής δέσμης χρησιμοποιούνται κυρίως για τη διεξαγωγή βυθομετρικών μελετών, ενώ η χρήση ηχοβολιστικών τομογράφων υποδομής πυθμένα επιτρέπει την ανάλυση της σύστασης των ιζημάτων. Τέλος, τα μαγνητόμετρα εντοπίζουν μέταλλα μέσα στο ίζημα. Η κάθε μεθοδολογία παρουσιάζει τα δικά της πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα που παρουσιάζονται στον πίνακα 1). Πίνακας 1 Χαρακτηριστικά ηχοβολιστικών συστημάτων (με τροποποίηση, από Ware & Kenny, 2011). ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΚΟΠΟΣ ΧΡΗΣΗΣ ΕΥΚΡΙΝΕΙΑ ΚΟΣΤΟΣ Ηχοβολιστικά Συστήματα Πλευρικής Σάρωσης Ακουστικά Συστήματα Διάκρισης Πυθμένα Σύσταση και χαρακτηριστικά του πυθμένα Βυθομέτρηση και διαχώριση των υποστρωμάτων του πυθμένα Πολύ υψηλή (100 % πιθανή χωρική κάλυψη) Χαμηλή ευκρίνεια (< 10 m), για ολοκληρωμένη χωρική κάλυψη χρειάζεται παρεμβολή με άλλα συστήματα Χαμηλό προς υψηλό (εξαρτάται από το σύστημα) Χαμηλό ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ Χαρτογράφηση και παρακολούθηση οικοσυστημάτων, εντοπισμός οικολογικών χαρακτηριστικών ενδιαφέροντος, εντοπισμός άλλων αντικειμένων Χαρτογράφηση διάφορων υποστρωμάτων του πυθμένα Ηχοβολιστικά Μονής Δέσμης Βυθομέτρηση < 100 %, χαμηλή χωρική κάλυψη Χαμηλό Εντοπισμός βυθομετρικών χαρακτηριστικών Ηχοβολιστικά Πολλαπλής Δέσμης Βυθομέτρηση και διαχώριση υποστρωμάτων Πολύ υψηλή (100 % πιθανή χωρική κάλυψη) Μέτριο προς ψηλό (εξαρτάται από το σύστημα) Μεγάλη βαθυμετρική κάλυψη και εντοπισμός τοπογραφικών χαρακτηριστικών Ηχοβολιστικοί τομογράφοι υποδομής πυθμένα Επίπεδα ιζήματος και γεωλογία πάνω ή μέσα στο υπόστρωμα Συστήματα με διαφορετικές συχνότητες προσφέρουν διαφορετικής ευκρίνειας αποτελέσματα Υψηλό Μπορεί να βοηθήσει στην αναγνώριση γεωλογικών και αρχαιολογικών χαρακτηριστικών Θαλάσσια Μαγνητόμετρα Εντοπισμό μεταλλικών αντικειμένων πάνω ή μέσα στο υπόστρωμα Συστήματα με διαφορετικές συχνότητες προσφέρουν διαφορετικής ευκρίνειας αποτελέσματα Χαμηλό προς μέτριο (εξαρτάται από το σύστημα) Αναγνώριση μετάλλων πάνω ή μέσα στο υπόστρωμα (π.χ. αγωγούς, ναυάγια, νάρκες κ.α.) 17

Α. ΗΧΟΒΟΛΙΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΛΕΥΡΙΚΗΣ ΣΑΡΩΣΗΣ (SSS) Τα αποτελέσματα από ηχοβολιστικό πλευρικής σάρωσης (SSS) αντικατοπτρίζουν συνήθως με ακρίβεια τα χαρακτηριστικά του βυθού (π.χ. τύπο υποστρώματος) και αποτελούν μέχρι σήμερα την καλύτερη και πιο κοινή τεχνική ηχοβολιστικών μελετών (CEFAS, 2002; Ware & Kenny, 2011). Το SSS αποτελείται από έναν υποβρύχιο πομποδέκτη, ενωμένο καλωδιακά με το ερευνητικό σκάφος, ο οποίος εκπέμπει ακουστικά σήματα και συλλαμβάνει το αντανακλώμενα ηχητικά τα οποία μετατρέπει σε ψηφιακά ή αναλογικά σήματα και τα μεταφέρει στην καταγραφική μονάδα. Συγκεκριμένα, το SSS αποτελείται από δύο πομπούς που βρίσκονται σε κάθε μια από τις δύο πλευρές του «συρόμενου ψαριού» (towfish). Υπάρχουν SSS διαφόρων συχνοτήτων στην αγορά (από 50κHz μέχρι 500kHz). Τα συστήματα μικρότερης συχνότητας προσφέρουν μεγαλύτερη εμβέλεια αλλά μικρότερη ψηφιακή ανάλυση. Από την άλλη, τα συστήματα μεγαλύτερης συχνότητας προσφέρουν αποτελέσματα μικρότερης εμβέλειας, με καλύτερη ανάλυση εικόνας. Τα αποτελέσματα διαφορετικών δειγματοληψιών είναι δύσκολο να συγκριθούν μεταξύ τους και εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες. Για παράδειγμα, πολλές φορές δεν υπάρχει πλήρης έλεγχος της κλίσης του ψαριού προς το βυθό. Δημιουργήθηκαν συστήματα σταθεροποίησης για να μειώσουν στο δυνατότερο τις επιπτώσεις αυτές, ωστόσο τα συστήματα παραμένουν ευαίσθητα και ευάλωτα στις καιρικές συνθήκες (ρεύματα, κύματα) και τα αποτελέσματα διαφοροποιούνται, αναλόγως τις γωνίας πρόσπτωσης των πομποδεκτών. Έτσι, συστήνεται όπως οι δειγματοληψίες πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια επικράτησης καλών καιρικών συνθηκών, ακολουθώντας διατομές όπου είναι δυνατό σε ισοβαθείς πορείες, έτσι ώστε να μειωθούν οι κατακόρυφες κινήσεις στο ψάρι και το σκάφος να κινείται με μικρή και σταθερή ταχύτητα. Για καλύτερα αποτελέσματα, τα SSS χρησιμοποιούνται συνήθως σε συνδυασμό με άλλες ηχοβολιστικές τεχνικές, όπως τα AGDS επιτρέποντας την ανάλυση των γεωλογικών και φυσικών χαρακτηριστικών σε τρισδιάστατες απεικονίσεις του πυθμένα. Β. ΑΚΟΥΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ ΠΥΘΜΕΝΑ (AGDS) Τα ακουστικά συστήματα διάκρισης πυθμένα (AGDS) χαρακτηρίζονται από πολύ χαμηλότερο κόστος, συγκριτικά με άλλες ηχοβολιστικές μεθόδους, μπορούν να εφαρμοστούν στα περισσότερα είδη σκαφών και ως εκ τούτου χρησιμοποιούνται ευρέως από μελετητές με σκοπό τη βυθομέτρηση και διάκριση των τύπων του πυθμένα σε πραγματικό χρόνο (Foster-Smith et al., 2011). 18

Βασίζονται σε ηχοβολιστικά μονής δέσμης, τα οποία είναι σχεδιασμένα ώστε να εντοπίζουν τις ηχητικές αντανακλάσεις του θαλάσσιου υποστρώματος. Οι διαφορές μεταξύ των ηχητικών αντανακλάσεων σχετίζονται με την ταχύτητα και σκληρότητα του υποστρώματος. Τα συστήματα εκπέμπουν ηχητικούς παλμούς σε συχνότητες μεταξύ 30 και 200 khz. Σε μεγαλύτερες συχνότητες, οι ηχητικοί παλμοί μπορούν να διεισδύσουν και χρησιμοποιούνται σε μεγαλύτερα βάθη, ενώ μικρότερες συχνότητες χρησιμοποιούνται σε ρηχά νερά. Τα συστήματα AGDS προσφέρουν μικρότερη κάλυψη (ανά πορεία σκάφους) του πυθμένα, συγκριτικά με άλλα ηχοβολιστικά (π.χ. πολλαπλής δέσμης). Η κάλυψη τους όπως και ο έγκυρος χαρακτηρισμός του βυθού, εξαρτάται από τη γωνία πρόσπτωσης των ηχητικών παλμών και το βάθος του νερού. Για παράδειγμα, καθώς αυξάνεται το βάθος, αυξάνεται και η έκταση πυθμένα που ηχοβολίζεται, λόγω της μεγάλης γωνίας εύρους του παλμού (συγκριτικά με πολύ μικρότερες γωνίες των ηχοβολιστικών πολλαπλής δέσμης). Αυτό πολλές φορές μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη και περιορισμένη αναγνώριση των χαρακτηριστικών του πυθμένα (Brown et al. 2011). Επιπλέον, τα αποτελέσματα διαφόρων ερευνών με το ίδιο σύστημα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως απόλυτο μέτρο σύγκρισης, λόγω της διαφορετικής ενέργειας που εκπέμπεται στο νερό από τα ηχοβολιστικά μονής δέσμης σε διαφορετικές περιβαλλοντικές συνθήκες. Τα συστήματα AGDS καταγράφουν τις ηχητικές ιδιότητες / χαρακτηριστικά του υποστρώματος. Για αυτό το λόγο, για χαρτογραφήσεις υψηλής ανάλυσης που περιλαμβάνουν βιολογικά χαρακτηριστικά, είναι προτιμότερο να χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με άλλα ηχοβολιστικά συστήματα (π.χ. SSS). Γ. ΗΧΟΒΟΛΙΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΔΕΣΜΗΣ (MULTIBEAM ECHO-SOUNDERS) Tα ηχοβολιστικά πολλαπλής δέσμης αποτελούν μια σχετικά νέα τεχνολογία, όπου με την κίνηση του σκάφους σε παράλληλες γραμμές, οι μελετητές έχουν τη δυνατότητα να καταγράψουν ποσοτικά βυθομετρικά δεδομένα, να δημιουργήσουν υψηλής ποιότητας βυθομετρικούς χάρτες με 100 % κάλυψη της επιφάνειας του πυθμένα και να συλλέξουν πληροφορίες σχετικά με τους οικότοπους και τον τύπο ιζήματος της περιοχής. Τα συστήματα αυτά, βασίζονται στην εκπομπή πολλαπλών ηχητικών παλμών με ευρεία γωνία πρόσπτωσης, σε εγκάρσιες διατομές από την πορεία του σκάφους. Τα δεδομένα αυτά συλλέγονται από ένα σύστημα δεκτών, που είναι ενσωματωμένο στο ερευνητικό σκάφος. 19

Παρόλα αυτά, η χρήση των ηχοβολιστικών πολλαπλής δέσμης παρουσιάζει αρκετά ακόμη μειονεκτήματα. Το κυριότερο εξ αυτών είναι η ικανότητα τους να εντοπίζουν μικρές λεπτομέρειες / αντικείμενα (<1 m) σε μεγάλα βάθη, που εξαρτάται σημαντικά από την κάθετη απόσταση μεταξύ του πομποδέκτη και του πυθμένα της θάλασσας. Επιπρόσθετα, η απόσταση μεταξύ των ηχητικών κυμάτων μεγαλώνει καθώς αυξάνεται η ταχύτητα, αποτρέποντας τον εντοπισμό μικρών λεπτομερειών του βυθού σε γρήγορες ταχύτητες. Η χρήση τους μέχρι σήμερα περιορίζεται στη βυθομετρική χαρτογράφηση αλλά όχι στη χαρτογράφηση των βενθικών οικοσυστημάτων, ενώ ταυτόχρονα το σχετικά μεγάλο κόστος τους αποτρέπει τη χρήση τους, κυρίως όταν το κίνητρο είναι αποκλειστικά οικολογικό. Δ. ΤΟΜΟΓΡΑΦΟΙ ΥΠΟΔΟΜΗΣ ΠΥΘΜΕΝΑ (SUB-BOTTOM PROFILERS) Τα συστήματα ηχοβολιστικών τομογράφων υποδομής του πυθμένα είναι εξαιρετικά σημαντικά σε έργα που συμπεριλαμβάνουν βυθοκόρηση του πυθμένα ή που αφορούν την αρχαιολογία. Βασική διαφορά τους από τα άλλα ηχοβολιστικά συστήματα είναι ότι μπορούν να συλλέξουν πληροφορίες για αντικείμενα που βρίσκονται μέσα στο υπόστρωμα, ακολουθώντας μη καταστρεπτικές μεθόδους. Τα συστήματα, αποτελούν τη βασική επιλογή για τη συλλογή γεωλογικών ή ιζηματικών δεδομένων. Έχουν κατασκευαστεί διάφορα συστήματα ηχοβολιστικών τομογράφων υψηλής ευκρίνειας (π.χ. Sparker, Chirper, Boomer, Pinger), τα οποία διαφέρουν ως προς τον τρόπο λειτουργίας και ως προς τις φυσικές παραμέτρους των ηχητικών τους παλμών. Τα συστήματα αυτά εκπέμπουν ηχοβολιστικά κύματα όμοια με αυτά των ηχοβολιστικών μονής δέσμης και η ταχύτητα τους εξαρτάται από τη θερμοκρασία του νερού, την αλατότητα και τη συγκέντρωση των αιωρούμενων σωματιδίων σε αυτό. Μερικοί ακουστικοί παλμοί αντανακλώνται από τον πυθμένα του βυθού, ενώ οι υπόλοιποι διαπερνούν τον πυθμένα και αντανακλώνται όταν συναντούν διαφορετικές αντιστάσεις. Tα αντανακλώμενα κύματα αναλύονται από τον ακουστικό δέκτη και προσφέρουν πληροφορίες σχετικά με τη βυθομετρία (πρώτα αντανακλώμενα κύματα) και τα επίπεδα / το βάθος των γεωλογικών στρωμάτων του βυθού, αναλόγως της χαρακτηριστικής αντίστασης του κάθε ενός. Η ικανότητα και η αποτελεσματικότητα του συστήματος επηρεάζεται από πολλές φυσικές παραμέτρους του ακουστικού παλμού που εκπέμπεται, όπως την ισχύ, τη συχνότητα και το μήκος κύματος. Για παράδειγμα, μεγαλύτερη ισχύ θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη διαπερατότητα κάτω από τον πυθμένα. Ωστόσο, σε σκληρά υποστρώματα ή ρηχά νερά αυτό μπορεί να οδηγήσει σε 20

πολλαπλά αντανακλώμενα κύματα, δυσκολεύοντας την ανάλυση των δεδομένων. Σε μαλακά ιζήματα οι ηχητικές εκπομπές μπορούν να διεισδύσουν μέχρι τα 50 m βάθος. Κυρίως τεχνικές δυσκολίες, οδήγησαν τους μελετητές στη μειωμένη χρήση των συσκευών αυτών. Ε. ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΜΑΓΝΗΤΟΜΕΤΡΟ (MAGNETOMETER) Το θαλάσσιο μαγνητόμετρο μπορεί να χρησιμοποιηθεί πριν την κατασκευή ενός έργου, σε περιοχές που χρίζουν ιδιαίτερης προσοχής λόγω αρχαιολογικής αξίας ή όταν γίνεται προσπάθεια εντοπισμού μεταλλικών αντικειμένων. Είναι ένα φορητό εργαλείο που ανιχνεύει αποκλίσεις και μετρά την ένταση του ολικού μαγνητικού πεδίου της Γης. Οι αποκλίσεις οφείλονται κυρίως στην παρουσία σιδηρομαγνητικών υλικών πάνω ή κάτω από τον πυθμένα. Τα όργανα αυτά έχουν ευρέως χρησιμοποιηθεί στο χώρο της αρχαιολογικής έρευνας, αφού μπορούν να εντοπίσουν μεταλλικά υλικά κάτω από το υπόστρωμα (π.χ. ναυάγια). Ωστόσο, η απουσία εντοπισμού οποιασδήποτε απόκλισης δεν συνεπάγεται σε απουσία αρχαιολογικού υλικού στην περιοχή. Για καλύτερα αποτελέσματα, προτείνεται όπως εφαρμόζεται συνδυασμός ηχοβολιστικών συσκευών και συλλέγονται διάφορα γεωφυσικά δεδομένα (π.χ. δεδομένα μαγνητόμετρου σε συνδυασμό με ηχοβολιστικά πλευρικής σάρωσης) (English Heritage, 2013). H ανίχνευση μετάλλων διαφοροποιείται, αναλόγως της μαγνητικής έντασης και της επιδεκτικότητας των υλικών (Πίνακας 2). 21

Πίνακας 2 Εύρος ανίχνευσης ανά αντικείμενο (IHO, 2012). AΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΕΥΡΟΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ (m) άγκυρα 100 kg 10 νάρκη 1 τόνου 22 κανόνι 2 τόνων 27 ναυάγιο 10 τόνων 46 ναυάγιο 100 τόνων 100 ναυάγιο 1000 τόνων 200 5.2.2 ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΕΣ ΠΕΔΙΟΥ Οι δειγματοληψίες πεδίου πρέπει να έχουν κατάλληλη χρονική και χωρική συχνότητα, που να επιτρέπει τον καθορισμό των κύριων ενδιαιτημάτων και της έκτασης τους, στοχεύοντας τις περιοχές όπου υπάρχουν οικολογικά χαρακτηριστικά ενδιαφέροντος ή όπου δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα ή όταν αυτά είναι ελλιπή. Η λήψη μεμονωμένων δειγμάτων που να καλύπτουν μια πιο ευρεία περιοχή είναι προτιμότερη από τη λήψη επαναληπτικών δειγμάτων σε μικρότερης έκτασης περιοχή, εκτός αν αυτή παρουσιάζει οικολογικό ενδιαφέρον. Η χρήση επαναληπτικών δειγμάτων πρέπει να αντικατοπτρίζει μια ισορροπία μεταξύ: (α) των στατιστικών απαιτήσεων για την αξιολόγηση της βεβαιότητας (σε ένα δεδομένο επίπεδο), (β) του μεγέθους της μεταβολής που χρειάζεται να ανιχνευθεί, (γ) των πρόσθετων αρνητικών επιπτώσεων της δειγματοληψίας στο περιβάλλον (π.χ. δεν θα ήταν επιθυμητό ένα ευαίσθητο, αλλά μεταβλητό ενδιαίτημα να υποβάλλεται σε υψηλά επίπεδα καταστροφικών δειγματοληψιών) και (δ) των περιορισμών των πόρων. Τέλος, πρέπει να τονιστεί ότι ο τελικός αριθμός και ο χώρος στον οποίο θα ληφθούν τα δείγματα θα πρέπει να καθοριστούν μετά από συνεννόηση με το Τμήμα Περιβάλλοντος. Κατά τη διεξαγωγή της μελέτης χαρακτηρισμού πιθανό να ακολουθηθούν δύο σενάρια, ως προς τον αριθμό των απαιτούμενων δειγματοληψιών (Ware & Kenny, 2011): 1. Σενάριο υψηλού επιπέδου / πολλών δειγματοληψιών (high sampling scenario): Θα πρέπει να ακολουθείται στην περίπτωση όπου η υπό μελέτη θαλάσσια περιοχή δεν έχει περάσει το στάδιο του χαρακτηρισμού και γι αυτήν δεν υπάρχουν ολοκληρωμένοι χάρτες βιοτόπων ή οι υπάρχουσες πληροφορίες για την οικολογία είναι: (α) πολύ περιορισμένες σε έκταση ή (β) εκτός των χρονικών ορίων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη (έχει δηλαδή περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα από τότε που οι πληροφορίες έχουν συλλεχθεί). 2. Σενάριο χαμηλού επιπέδου / λίγων δειγματοληψιών (low sampling scenario): Θα πρέπει να ακολουθείται στην περίπτωση όπου υπάρχουν διαθέσιμες ολοκληρωμένες και πρόσφατες 22

περιβαλλοντικές πληροφορίες για την υπό μελέτη περιοχή, οι οποίες είναι επαρκούς χωρικής και χρονικής ανάλυσης και αξιόπιστες ως προς την αναγνώριση της παρουσίας και της έκτασης οποιονδήποτε οικοσυστημάτων ή προστατευόμενων ειδών. Λαμβάνοντας υπόψη τόσο τα υφιστάμενα ηχοβολιστικά δεδομένα, όσο και δεδομένα από προηγούμενες μελέτες πεδίου, πιθανό να πραγματοποιηθεί σχεδιασμός διαφορετικού τύπου δειγματοληψιών, στο θαλάσσιο πυθμένα. Παρακάτω αναφέρονται τέσσερις τύποι δειγματοληψιών: 1. Προσέγγιση κοινού πλέγματος (για ομοιογενείς περιοχές): Σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν λίγα ή καθόλου υφιστάμενα βιολογικά δεδομένα και τα δεδομένα των ηχοβολιστικών μελετών υποδεικνύουν ότι η περιοχή μελέτης είναι ομοιογενής (π.χ. δεν έχουν εντοπιστεί διαφοροποιήσεις του οικοσυστήματος), πιο κατάλληλη μέθοδος δειγματοληψίας στην έρευνα χαρακτηρισμού είναι η προσέγγιση του κοινού πλέγματος (systematic grid approach). Καθώς η έρευνα χαρακτηρισμού δίνει έμφαση στη διαλεύκανση του χωρικού προτύπου και της κατάστασης των βιοτόπων, όπως προαναφέρθηκε, προτείνεται η χρήση μιας στρατηγικής δειγματοληψίας η οποία να περιλαμβάνει τη συλλογή μονών δειγμάτων από ένα μεγαλύτερο αριθμό σταθμών σε μια μεγαλύτερης έκτασης περιοχή, αντί της διεξαγωγής επαναλαμβανόμενων δειγματοληψιών σε ένα μικρότερο αριθμό τοποθεσιών. 2. Προσέγγιση τυχαίας στρωματοποιημένης δειγματοληψίας (για ετερογενείς περιοχές): Σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν λίγα ή καθόλου βιολογικά δεδομένα και όπου τα δεδομένα των ηχοβολιστικών μελετών υποδεικνύουν ότι η περιοχή μελέτης είναι ετερογενής (π.χ. περιέχει ένα αριθμό οικοσυστημάτων διαφορετικού βάθους και τύπου υποστρώματος), πιο κατάλληλη είναι η προσέγγιση τυχαία στρωματοποιημένης δειγματοληψίας (stratified random sampling approach). Αυτή θα πρέπει να στοχεύει στον εντοπισμό και τη λήψη κατάλληλου δείγματος από όλα τα ενδιαιτήματα και τις βιοκοινότητες που υπάρχουν στην περιοχή μελέτης και σχετίζονται με τις ζώνες όπου προβλέπεται να υπάρξουν επιπτώσεις. 3. Προσέγγιση στοχευμένων δειγματοληψιών (για περιοχές με σημαντικά οικολογικά χαρακτηριστικά): Όπου ο συνδυασμός ηχοβολιστικών και τηλεσκοπικών μεθόδων έχει εντοπίσει πιθανούς οικοτόπους ή χαρακτηριστικά μεγάλης οικολογικής ή αρχαιολογικής 23

σημασίας, είναι απαραίτητες επιπρόσθετες και στοχευμένες δειγματοληψίες στα σημεία αυτά, με σκοπό την καλύτερη δυνατή πληροφόρηση της Αρμόδιας Αρχής. Στις πιο πάνω περιπτώσεις πρέπει να λαμβάνονται συμπληρωματικές οδηγίες από τα θεσμοθετημένα όργανα διατήρησης της φύσης (Τμήμα Περιβάλλοντος και Τμήμα Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών) και προστασίας των αρχαιολογικών μνημείων (Τμήμα Αρχαιοτήτων). Για παράδειγμα, η παρουσία ορισμένων ειδών και οικοτόπων μεγάλης οικολογικής σημασίας μπορεί να απαιτεί αλλαγή στη μέθοδο δειγματοληψίας ή επέκταση της έρευνας, για την αποφυγή ζημιών και τη συλλογή επαρκών στοιχείων, που να επιτρέπουν τη λήψη σωστής απόφασης σχετικά με τις επιπτώσεις του προτεινόμενου έργου. Στην περίπτωση περιοχών οι οποίες χαρακτηρίζονται από χρονικά καθορισμένα φαινόμενα (π.χ. περιοχές ωοτοκίας εμπορικών ψαριών και οστρακοειδών), πιθανό να απαιτείται και ο συνυπολογισμός επιπρόσθετων σχετικών εποχιακών παραγόντων. 4. Δειγματοληψίες σε διατομές (transect sampling): Σε περιπτώσεις όπου απαιτείται η αξιολόγηση των επιπτώσεων από εμφανείς ανθρωπογενείς δραστηριότητες συνιστάται η εφαρμογή συστηματικών δειγματοληψιών κατά μήκος διατομών (systematic sampling along a transect), κατάντη των επικρατέστερων ρευμάτων. Είναι επίσης απαραίτητο να πραγματοποιούνται δειγματοληψίες ανάντη των επικρατέστερων ρευμάτων, κατά τις οποίες θα συλλέγονται δείγματα αναφοράς (control / reference samples). Δειγματοληψίες συνεχούς διατομής (continuous transect sampling) πραγματοποιούνται και από δύτες ερευνητές που μελετούν τη βιοκοινότητα κατά μήκος μιας συγκεκριμένης διαδρομής. Η διερεύνηση του βένθους μπορεί να επιτευχθεί ακολουθώντας διάφορες μεθοδολογίες δειγματοληψιών ή συνδυασμό αυτών, αναλόγως της παραμέτρου που διερευνάται. Οι πιο κοινές μέθοδοι δειγματοληψίας πραγματοποιούνται: (α) οπτικά, όπως π.χ. με κολύμβηση χρησιμοποιώντας αναπνευστήρα (snorkelling) ή ελεύθερη κατάδυση, με αυτόνομη κατάδυση και με λήψη βίντεο - χρησιμοποιώντας επιτόπιες (drop) κάμερες και τηλεκατευθυνόμενα οχήματα (ROVs) και (β) με τη χρήση δειγματοληπτικών συσκευών όπως: (i) αρπάγες (π.χ. Van-Veen grab), (ii) πυρηνολήπτες, (iii) συρόμενα εργαλεία (trawls) και (iv) δράγες (dredges). 24