Επίδραση ποικιλιών βαμβακιού στην ανάπτυξη της αψίδας Aphis gossypii Glover

Σχετικά έγγραφα
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2018 ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Σκοπός του κεφαλαίου είναι η κατανόηση των βασικών στοιχείων μιας στατιστικής έρευνας.

Ειδικές εφαρμογές: Χρήση ειδικού τύπου τάπας στις ανατινάξεις σε λατομεία

Αρχές Οικονομικής Θεωρίας

Dimitris Balios 18/12/2012

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ ΣΤΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ΚΑΙ ΑΥΞΗΣΗ ΤΩΝ ΖΙΖΑΝΙΩΝ

ΠΑΡΑ ΟΣΙΑΚΑ ΜΟΥΣΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟ ΚΟΣΜΟ. ΕΝΑ ΜΟΥΣΙΚΟ ΤΑΞΙ Ι ΣΤΙΣ 5 ΗΠΕΙΡΟΥΣ ΜΕ ΜΕΡΙΚΑ ΚΛΙΚ. ΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ Η/Υ

ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΑΦΙΔΩΝ ΣΤΑ ΒΑΜΒΑΚΙΑ

Τεχνικό εγχειρίδιο. Χαλύβδινος λέβητας βιομάζας σειρά BMT

για το Τμήμα Πληροφορικής με Εφαρμογές στη Βιοιατρική, του Πανεπιστημίου Στερεάς Ελλάδας ίϊρμίϊμιη

Ι Α Γ Ω Ν Ι Σ Μ Α ΧΗΜΕΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. 04 Ιαν 2011 Επιµέλεια: Μπεντρός Χαλατζιάν

Π.Μ.Σ Ηλεκτρονική Μάθηση

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΠΑΤΡΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ 22/06/2012 ΤΜΗΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΑΣ

EC-ASE: Ευρωπαϊκό Πιστοποιητικό για τους Συμβούλους / Εκπαιδευτές Κοινωνικής Οικονομίας

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ AST COMPACT 110 & 150

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΣΗΣ ΡΥΘΜΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ

Τιµή και απόδοση µετοχής. Ανάλυση χαρτοφυλακίου. Απόδοση µετοχής. Μεταβλητότητα τιµών και αποδόσεων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

2 ο υ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΜ ΑΤΙΣΜ ΟΥ. Δυνατότητες της Τεχνολογίας και του Αυτοματισμού στην ανατολή του 21ου α ιώ να

Εταιρεία Δημόσιας Υγείας και Περιβαλλοντικής Υγιεινής (ΕΔΥΠΥ)

ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ MAXWELL ΘΕΩΡΙΑ

W O O D E N P R O D U C T S s i n c e

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ*»

Γενικές κατευθυντήριες γραμμές για τον προϋπολογισμό Τμήμα ΙΙΙ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ -----

Ατομικάενεργειακάδιαγράμματα: Θεώρημα μεταβολών: Προσέγγιση Born- Openheimer: Θεωρία μοριακών τροχιακών:

ΜΕΘΟ ΟΣ ΡΕΥΜΑΤΩΝ ΒΡΟΧΩΝ

ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΉ ΕΡΓΑΣΙΑ. «Δημιουργία ολοκληρωμένων αρχείων. μετεωρολογικών δεδομένων από μετρήσεις

ΜΕΘΟΔΟΣ ΕΙΔΩΛΩΝ ΘΕΩΡΙΑ & ΑΣΚΗΣΕΙΣ

ΧΗΜΕΙΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΒΙΒΛΙΟ ΜΑΘΗΤΗ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ. Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών Ειδίκευσης (Π.Μ.Σ.) στην «Ψυχολογία της Υγείας» και στη «Σχολική Ψυχολογία»

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 3ης Φεβρουαρίου 2009 σχετικά µε την άγρια φύση στην Ευρώπη (2008/2210(INI))

ΛΥΣΕΙΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ «ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ» ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 02/02/2017 ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΠΙ ΠΤΥΧΙΩ ΦΟΙΤΗΤΕΣ , (1) R1 R 2.0 V IN R 1 R 2 B R L 1 L

ΤΡΙΓΡΑΜΜΑ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

V=αβγ (1) µ το πλάτος της δεξαµενής, β= 1

ΠΟΛΩΤΙΚΑ ΦΙΛΤΡΑ (Polaroids)

Α ΜΕΡΟΣ: ΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΠΡΑΞΗ

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Καβάλας Σχολή Τεχνολογικών Εφαρμογών Τμήμα Μηχανολογίας Τομέας Ενεργειακός. Πτυχιακή Εργασία

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ Πρόλογος Η έννοια και η σημασία της χρηματοοικονομικής ανάλυσης... 9

Συμβολή των φυσικοχημικών μεθόδων ανάλυσης στη μελέτη 13 εικόνων του Βυζαντινού Μουσείου

ΒΑΣΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑΣ Ι.

ΕΝΤΟΜΟΛΟΓΙΚΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΒΑΜΒΑΚΟΣ

ΦΘΙΝΟΥΣΕΣ ΚΑΙ ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΜΕΝΕΣ ΤΑΛΑΝΤΩΣΕΙΣ

ΑΝΑΡΤΗΤΕΟ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΠΕΙΓΟΝ-ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ

E.E. Παρ. ΙΙΙ(Ι) Αρ. 3570,

Φυσική προσομοίωση ασυνεχειών βράχου με υλικό πληρώσεως

Μελέτη Σκοπιμότητας «Τεχνική υποστήριξη και δικτυακές υπηρεσίες»

ΞΕΝΑ ΕΙΔΗ: Μελέτη και Βιολογική Αντιμετώπιση της Tuta absoluta (Lepidoptera:Gelechiidae) στην Μεσόγειο

44.5kN (111.25kN) 14.6kN/m (36.5kN/m) 0.65m. Σχήµα Γεωµετρικά δεδοµένα, δεδοµένα φόρτισης και διακριτοποίησης της δοκού του παραδείγµατος 2γ.

ΛΥΣΕΙΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ «ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ» ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 13/02/2014

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ Αριθμ. Πρωτ. 25/2018. ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ Αθήνα 27 Αυγ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΥΠ ΑΡΙΘΜ. 101

220 Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών (Βόλος)

ΊHiJυrif(~~i' ΤΕι πε ι ΡΑιΑ ~-~

ΑΠΑΝΤΉΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤAΣΕΩΝ ΦΥΣΙΚΗ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 2009 Επιμέλεια: Νεκτάριος Πρωτοπαπάς.

Σχεδιασμός και Τεχνολογία Γ Λυκείου - Λύσεις Ασκήσεων

ΝΕΑ ΜΕΓΕΘΗ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ "

c$-~ ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΟ ΤΟΚΥΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΘΕΜΑ: 'Ή ΑΓΟΡΑ ΚΑΛΛ ΥΝΤΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΙΑΠΩΝΙΑ"

1o ΔΕΛΤΙΟ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΩΝ

Ασφάλιση έναντι φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών

ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΕ ΤΗΝ ΥΓΡΑΣΙΑ ΚΑΙ ΒΕΛΤΙΩΣΤΕ ΤΗ ΖΩΗ ΣΑΣ ΜΕ ΕΝΑΝ ΑΦΥΓΡΑΝΤΗΡΑ ΝΕΑ ΣΕΙΡΑ ΜΕ ΜΟΝΑΔΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I (Κανονισμός 3) ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΛΗΨΗΣ ΔΕΙΓΜΑΤΩΝ

2. ΟΡΙΟ & ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ

Εάν η εξωτερική περιοδική δύναμη είναι της μορφής F δ =F max ημω δ t, τότε η εφαρμογή του 2 ου Νόμου του Νεύτωνα δίνει: dx b dt

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ 13

ΚΑΡΚΙΝΟΕΙΔΗ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ & ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΔΕΚΑΠΟΔΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΕΙΔΟΥΣ

Οδηγίες λειτουργίας AMAZONE

«Νανοκρυσταλλικό πυρίτιο για εφαρμογές σε νανοηλεκτρονικές διατάξεις μνήμης»

Η Κ+Ν ΕΥΘΥΜΙΑΔΗ αβεε σας ενημερώνει. Έντομα εδάφους καλαμποκιού

γραπτή εξέταση στο µάθηµα ΦΥΣΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

«ΑΣΦΑΛΙfιΑ ΧΡΗΣΗ{ΑΝΥΨΩΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ» HW><ANo ΛΟ ΓΙ~

- ΒΡΑΔΥΝΗ ΔΙΙΣΗΜΕΡΙΝΗ ΔΙΑΔΟΣΗ ΠΟΛΥ ΥΨΗΛΩΝ ΡΑΔΙΟΣΥΧΝΟΤΗΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΕΑΑΑΑΘΣ ΚΑΙ ΑΦΡΙΚΗΣ ΓΥΡΩ AHO ΤΟ ΜΕΓΙΣΤΟ ΤΟΥ 21ου ΗΛΙΑΚΟΥ ΚΥΚΛΟΥ ( )

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑ»» ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Αικ. Καρυώτη 1.2. & Ν. Γ. Δαναλάτος 1

ΜΙΑ ΚΡΟΥΣΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΩΝ ΣΩΜΑΤΙΔΙΩΝ

az AMATRON 3 Εγχειρίδιο λειτουργίας Τερματικό χειρισμού

Γυμνάσιο-Ημερήσιο & Εσπερινό ΓΕ.Λ. Πανελλαδικών

«Καταγραφή φυσικών και χημικών ιδιοτήτων ΤΤεδαφών της Ελλάδας»

Αφίδες Υπεροικογένεια Aphidoidea (Hemiptera: Sternorrhyncha)

"εγκατάσταση" σημαίνει τις εγκαταστάσεις σφαγείων χοίρων όπου σφάζονται πάνω από 200 χοίροι τη βδομάδα, κατά μέσο όρο, σε ετήσια βάση

Ελαχιστοποίηση του Μέσου Τετραγωνικού Σφάλµατος για διαφορετικές τιµές των Παραµέτρων του Κλασσικού Γραµµικού Υποδείγµατος.

ΜΙΝΙ ΑΝΤΛΙΕΣ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗΣ ΣΥΜΠΥΚΝΩΜΑΤΩΝ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ ΓΕΙΤΟΝΑ ΤΜΗΜΑ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα 6 Μαρτίου ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση του άρθρου 12 του Ν.2579/1998 και της /384/1998 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 25ης ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2002 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ

` ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣ ΠΑΛΛΗΝΗΣ Ιθάκης 12, 15344, Γέρακας Τηλ.: ,Fax: Οικονομική Επιτροπή Αριθ.

(Ανάλογα εργαζόµαστε και για να αποδείξουµε ότι δύο γωνίες έχουν κοινή διχοτόµο ή δύο τόξα κοινό µέσο).

Πίνακας περιεχομένων

ΑΝΤ\ΓΡΑΦq~) ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ Ε~, G)J. "ΧΡΗΣΕΙΣ ttοαυμβσων ΣΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΉ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ" ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ ΔΙΑΛΕΞΗ.

( ) Μέτρηση κύκλου. α 180. Μήκος τόξου µ ο : Μήκος τόξου α rad : l = αr. Σχέση µοιρών ακτινίων : Εµβαδόν κυκλικού δίσκου : Ε = πr 2

Θέματα πανελληνίων διαγωνισμών Ε.Μ.Ε. Β γυμνασίου Θαλής

ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΠΡΟΤΑΣΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΏΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Σ.Ε.Μ.Φ.Ε. (ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ )

βαθμοημέρες ψύξης και θέρμανσης για 27 πόλεις (τρείς

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

1.1 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΙΑΝΥΣΜΑΤΟΣ

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ

Γεώργιος Παστιάδης* ΑΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ: ΔΙΕΡΕΥΝΩΝΤΑΙ ΜΕ ΠΟΣΟΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΥΣ ΤΗ ΝΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΤΖΕΝΤΑ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

1. Το Διάταγμα αυτό θα αναφέρεται ως το περί Ελέγχου της Ρύπανσης των Συνοπτικός

Ο σκοπός μας είναι να μάθουμε αν η γενεθλιακή Αφροδίτη σε Αντίθεση με Πλούτωνα είναι όψη

Transcript:

ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΦΥΤΙΚΗΣ & ΖΩΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ a pit). 11 ρα> tκ ΗίΛκρμηvia ^5 [S ίί^ι.ύ. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΦΥΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΖΩΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ Στάθη Ευαγγελή ΘΕΜΑ: Επίδραση πικιλιών βαμβακιύ στην ανάπτυξη της αψίδας Aphis gossypii Glover Επιβλέπων Καθηγητής : Ι.Α. Τσιτσιπής ΙΟΥΝΙΟΣ 1997

Πανεπιστήμι Θεσσαλίας ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ Ειδική Συλλγή «Γκρίζα Βιβλιγραφία» Αρνθ. Εισ.: Ημερ. Εισ.: Δωρεά: Ταξιθετικός Κωδικός: 121/1 05-07-2005 Συγγραφέα ΠΤ-ΓΦΖΠ 1997 ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ 004000070293

2 ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ I Ι.Α. Τσιτσιπής : Καθηγητής Τμήματς Γεωπνίας Π.Θ. Α. Παππάς ^αθηγητής Τμήματς Γεωπνίας Π.Θ. Π. Λόλας : Αν. Καθηγητής Τμήματς Γεωπνίας Π.Θ.

3 στη Νύλη

4 Πρόλγς Στην παρύσα εργασία μελετάται η ανάπτυξη της αφίδας Aphis gossypiiπάνω σε διαφρετικές πικιλίες βαμβακιύ. Η διατριβή απτελείται από δύ τμήματα. Στ γενικό μέρς δίννται πληρφρίες σχετικά με τ βαμβάκι, την αφίδα Aphis gossypii, τις σχέσεις φυτών - εντόμων, τη διατρφή των αφίδων, τη φυσική και χημική άμυνα των φυτών, την ανθεκτικότητα των φυτών στα έντμα, τη δυναμική των πληθυσμών των εντόμων σύμφωνα με την υπάρχυσα βιβλιγραφία. Στ ειδικό μέρς περιγράφεται η μεθδλγία τυ πειράματς, αναλύνται τα απτελέσματα, εξάγνται ρισμένα συμπεράσματα και γίνεται πρσπάθεια να δωθεί πιθανή ερμηνεία των απτελεσμάτων. Ευχαριστίες εκφράζνται στυς: - Ιωάννη Τσιτσιπή, Καθηγητή Εντμλγίας τυ Πανεπιστημίυ Θεσσαλίας, για την υπόδειξη τυ θέματς της πτυχιακής διατριβής, για τη συνεχή επιστημνική καθδήγηση, για τη συμβλή τυ στην αρτιότερη ργάνωση τυ κειμένυ και την παρυσίαση των απτελεσμάτων. -Παναγιωτάκη Ευαγγελία, Γεωπόν, Υπμήφια Διδάκτωρ τυ Πανεπιστημίυ Θεσσαλίας, για τη βήθειά της στην επεξεργασία των στιχείων τυ πειράματς. Η μετάδση των γνώσεών της στυς ηλεκτρνικύς υπλγιστές στάθηκε υσιαστική για τη συγγραφή τυ κειμένυ της πτυχιακής διατριβής. -Γαργαλιάνυ Ιωάννα, Ζάρπα Κωνσταντίν, Κρκόβελ Αθανάσι, Τμαρά Νίκη, Χρμόβα Ξανθή για τη βήθειά τυς και την ηθική συμπαράσταση κατά τη διεξαγωγή τυ πειράματς και την επεξεργασία των απτελεσμάτων.

5 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Περίληψη σελίδα ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ 1. Βαμβάκι α.γενικά... 10 β. Εχθρί βαμβακιύ... 10 γ. Μελετόμενες πικιλίες... 12 2. Αφίδα \Aphis gossypii...15 3. Σχέσεις φυτών -εντόμων α. Γενικά... 18 β. Σχέσεις φυτών αφίδων... 18 4. Διατρφή αφίδων α. Γενικά... 20 β.πιότητα τρφής... 20 γ. Πλυμρφισμός σε σχέση με την πιότητα τυ ξενιστή...21 5. Φυσική και χημική άμυνα των φυτών... 22 δ.ανθεκτικότητα α.ορισμός ανθεκτικότητας... 24 β.ανθεκτικότητα ξενιστή-επιπτώσεις στη συμπεριφρά...25 γ.παραγωγή ανθεκτικών πικιλιών...26 δ.ανθεκτικότητα συγκεκριμένων ξενιστών στις αφίδες...27 ε.εφαρμγές ανθεκτικότητας... 27 7. Δυναμική πληθυσμών α.γενικά...29 β.μελέτη δυναμικής πληθυσμών...30 γ.μέγεθς αφίδων (σε σχέση με αναπαραγωγή)... 31 8. Σκπός της μελέτης...33 ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΕΩΣ 1. Εισαγωγή...35 2. Υλικά και μέθδι... 37 3. Απτελέσματα...42 4. Συμπεράσματα - Συζήτηση 54

6 5. Βιβλιγραφία...57 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Περιεχόμενα...62 2. Πίνακες... 65 3. Διαγράμματα... 99

7 n pi/\nyn Μελετήθηκε ένας κλώνς της αφίδας Aphis gossypii. Εξετάστηκαν ρισμένες βιλγικί παράμετρι τυ κλώνυ πάνω σε επτά πικιλίες βαμβακιύ. Μελετήθηκαν ρισμένες Ελληνικές πικιλίες και μερικές εισαγόμενες. Οι πικιλίες πυ μελετήθηκαν ήταν: Έυα, Κρίνα, Σίνδς 80, Acala SJ2, Colorado, Zeta 2, Zeta 5. Η μελέτη έγινε σε ελεγχόμενες συνθήκες για την κατανόηση τυ συστήματς αφίδα - καλλιέργεια. Κατά την 1η γενιά παραμνής στην πικιλία μελετήθηκε τ δυναμικό αναπαραγωγής και η επιβίωση. Κατά τη γενιά 2η γενιά μελετήθηκε τ δυναμικό αναπαραγωγής, η επιβίωση, ενδγενής ρυθμός αύξησης τυ πληθυσμύ (rm ), η διάρκεια των ηλικιών των νυμφών μέχρι την ενηλικίωσή τυς, τ βάρς ενηλίκυ αφίδας. Στατιστικώς σημαντικές διαφρές μεταξύ των πικιλιών υπήρξαν στυς συνλικύς απγόνυς, στυς απγόνυς ανά θηλυκό ανά ημέρα 1ης και 2ης γενιάς, στις ημέρες αναπαραγωγής, στην επιβίωση ενηλίκυ, στ Td (τ χρνικό διάστημα πυ μεσλαβεί από τη γέννηση της αφίδας μέχρι την ενηλικίωσή της και τη γέννηση τυ πρώτυ απγόνυ ), τ Md ( αριθμός των απγόνων για χρόν ίσ με Td), τ rm (ενδγενής ρυθμός αύξησης τυ πληθυσμύ) 2ης γενιάς. Ακόμα στατιστικώς σημαντικές διαφρές μεταξύ των πικιλιών υπήρξαν στις ηλικίες I, IV και στη συνλική διάρκεια των ηλικιών I -IV. Η εξέταση των διαφρών μεταξύ των διαδχικών ηλικιών ανάπτυξης σε κάδε πικιλία έδειξε στατιστικώς σημαντικές διαφρές στις πικιλίες Έυα, Colorado, Κρίνα, Acala SJ2. Οι καθημερινές γεννήσεις των αφίδων σε όλες τις πικιλίες μειώννταν καθώς αυξανόταν η ηλικία της αφίδας. Από τη σύγκριση 1ης και 2ης γενιάς πρέκυμε ότι ι συνλικί απόγνι αυξάννται εκτός τις πικιλίες Acala SJ2, Zeta 2, Zeta 5. Οι απόγνι ανά ημέρα αυξάννται εκτός από την πικιλία Acala SJ2 όπυ διατηρύνται σταθερί. Υπάρχει δηλαδή πρσαρμγή της αφίδας. Οι ημέρες αναπαραγωγής μειώννται εκτός από

8 την πικιλία Σίνδς 80. Ηεπιβίωση μειώνεται εκτός από την πικιλία Έυα, Σίνδς 80, Zeta 2. Συμπερασματικά, ι πικιλίες Zeta 2, Colorado είναι λιγότερ ευαίσθητες στις αφίδες. Η μικρότερη ευαισθησία αυτών των πικιλιών συνδυάζεται με τη μικρότερη πυκνότητα χνυδιύ τυ ελάσματς των φύλλων των πικιλιών αυτών σε αντίθεση με τις υπόλιπες μελετώμενες πικιλίες ι πίες παρυσιάζυν μεγαλύτερη πυκνότητα χνυδιύ. Τα στιχεία πυ πρέκυμαν συμβάλλυν στην καλύτερη γνώση τυ συστήματς αφίδα - καλλιέργεια. Ο συνδυασμός των πικιλιών με καλά τεχνλγικά χαρακτηριστικά και μικρύς πληθυσμύς αφίδων μπρεί να συμβάλλει υσιαστικά στην λκληρωμένη καταπλέμηση των εχθρών τυ βαμβακιύ και την λκληρωμένη παραγωγή. Τα απτελέσματα πυ πρέκυμαν πρέπει να συνδυαστύν με συμπληρωματικές μελέτες στ εργαστήρι και στν αγρό.

ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

10 ΤΟ ΒΑΜΒΑΚΙ Γενικά Τ 6αμ6άκι ανήκει στ γένς Gossypium της ικγένειας Malvaceae. Τ Gossypium hirsutuml. είναι τ κυρίως καλλιεργύμεν είδς σήμερα. Η καλλιέργεια τυ βαμβακιύ επηρεάζει την ικνμική ανάπτυξη και ευημερία σε πλλές χώρες τυ κόσμυ. Είναι φυτό πυ παράγει φυσική ίνα με απαράμιλλες ιδιότητες για πλλές χρήσεις και δίνει παράλληλα τ σπόρ πυ είναι πλύσια πηγή λαδιύ και πρωτεΐνης, για τη διατρφή τυ ανθρώπυ και την κτηντρφία. Καλλιεργείται παγκσμίως σε έκταση 340 εκατμμυρίων περίπυ στρεμμάτων με ετήσια παραγωγή περίπυ 20 εκατμμύρια τόνυς και με κύριες χώρες παραγωγής την Κίνα, ΗΠΑ την πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. και Ινδία ( περίπυ 70% της παγκόσμιας παραγωγής). Παρόλ τν ανταγωνισμό πυ δέχεται τ βαμβάκι από τις τεχνιτές ίνες, η παγκόσμια κατανάλωση βαμβακιύ παρυσιάζει συνεχή και σταθερή αύξηση κυρίως χάρη στη στρφή πυ παρυσιάζει η πρτίμηση της κατανάλωσης πρς τις φυσικές, πυ διαθέτυν καλύτερες ιδιότητες (Γαλανπύλυ 1995). Εχθρί βαμβακιύ: Οι εχθρί και η διαχείρησή τυς είναι αναπόσπαστ κμμάτι της εξέλιξης της βιμηχανίας τυ βαμβακιύ. Αρθρόπδα, παθγόνα τυ φυτύ, νηματώδεις και ζιζάνια είναι άμεσα και έμμεσα υπεύθυνα για τη σημαντική μείωση στην απόδση, την πιότητα της ίνας και αυξάνυν τ κόστς παραγωγής ( Frisbie et al. 1989). Οι γλυκές εκκρίσεις των νεκταριών τυ βαμβακιύ, τ μαλακό περιεχόμεν των αναπτυσσόμενων καρυδιών και σπόρων, τα πλατιά χυμώδη φύλλα και η συνεχής αύξηση τυ φυτύ κάνει τ βαμβάκι ιδιαίτερα ελκυστικό στα έντμα. Αναφέρνται τυλάχιστν 500 επιβλαβή έντμα τα πία είναι πλύ καταστρεπτικά για τν παραγωγό (Γαλανπύλυ 1995).

11 Οι σπόρι και τα μικρά 6αμ6ακόφυτα πρσβάλλνται από μία σειρά πλυφάγων εντόμων, όπως σιδηρσκώληκες, αγρότιδες κ.ά. Συχνά τα έντμα αυτά συντελύν σε κάπι αραίωμα των φυτών. Γενικά όμως δεν θεωρύνται σημαντικί εχθρί για τ βαμβάκι. Ο βλαστός όταν ξυλπιηθεί μπρεί να πρσβληθεί από πρνύμφες Κλεπτέρων, πυ ανίγυν στές και ανήκυν σε διάφρες ικγένειες (Curculionidae, Bostrychidae κ.ά.). Οι πρσβλές όμως αυτές είναι σπάνιες γιατί τ βαμβάκι καλλιεργείται ως ετήσι φυτό και είναι ανεπαρκής χρόνς πυ βλαστός είναι κατάλληλς για τη δράση και εξέλιξη τέτιων εντόμων. Ο βλαστός είναι πι ευαίσθητς στην περίδ πυ είναι πράσινς και τρυφερός. Τότε πρσβάλλεται από ρισμένυς εχθρύς όπως είναι τ αγκαθωτό σκυλήκι (Earias insulana) πυ ανίγει στές. Επίσης πλλά Ημίπτερα και Ομόπτερα μεταξύ των πίων αφίδες και αλευρώδεις, πυ απμυζύν χυμύς από τα φύλλα, τρέφνται και από τυς βλαστύς. Τ φύλλ είναι τ μέρς τυ φυτύ πυ πρσβάλλεται από τ μεγαλύτερ αριθμό εχθρών. Τα περισσότερα έντμα είναι μασητικά ( Κλεόπτερα, Λεπιδόπτερα και Ορθόπτερα). Πλλά Ημίπτερα, Ομόπτερα και Ακάρεα απμυζύν χυμύς. Τα πι σπυδαία είναι τα τζιτζικάκια, ι αφίδες ι αλευρώδεις και ι τετράνυχι. Οι εχθρί αυτί εξασθενίζυν τα φυτά, επιπρόσθετα όμως τα τζιτζικάκια φαίνεται ότι εμπδίζυν τη λειτυργία των αγγείων ενώ ι αφίδες και ι αλευρώδεις εκκρίνυν άφθν μελίτωμα πυ παρεμπδίζει τη λειτυργία των φύλλων και την ανάπτυξη τυ φυτύ. Ορισμένα μυζητικά (αφίδες, αλευρώδεις ) εισάγυν στα φυτά ιύς πυ παραμρφώνυν τα φύλλα. Τα ανθφόρα μάτια πρσβάλλνται από πλλά έντμα όπως είναι τ πράσιν σκυλήκι (Helicoverpa armigera ), τ ρόδιν σκυλήκι ( Pectinophora gossypiela) και τ αγκαθωτό σκυλήκι (Earias insulana). Τα Lygus spp πυ είναι μυζητικά έντμα, πρσβάλλυν τα μάτια, όταν είναι πλύ μικρά και τα καταστρέφυν. Τα πράσινα καρύδια πρσβάλλνται κυρίως από πρνύμφες Λεπιδπτέρων και μυζητικά έντμα, πυ ανήκυν στα Ημίπτερα. Στα Λεπιδόπτερα ανήκυν τ πράσιν, τ ρόδιν και τ αγκαθωτό σκυλήκι. Οι κάμπιες αυτές, συνηθίζυν να ανίγυν στές στα καρύδια και να τρώνε τυς σπόρυς. Τα μυζητικά έντμα πυ πρσβάλλυν τα καρύδια είναι είδη της ικγένειας Pentatomidae, Lygus spp κ.ά.

12 Τα πράσινα καρύδια ζημιώννται κατά δύ τρόπυς, με θανάτωση μικρών εμβρύων και με διάδση μυκήτων ( Τόλης 1989). Μελετόμενες πικιλίες βαμβακιύ: Οι πικιλίες πυ μελετήθηκαν στην παρύσα εργασία είναι ι: Έυα, Κρίνα, Σίνδς 80, Acala SJ2, Ζετα 2, Ζετα 5 και τα χαρακτηριστικά τυς αναφέρνται στη συνέχεια. Έυα: Νέα πρώιμη Ελληνική πικιλία τυ Ινστιτύτυ Βάμβακς, μέσυ βιλγικύ κύκλυ, κατάλληλη για εκείνες τις περιχές της χώρας πυ ι συνθήκες δεν επιτρέπυν την πρώιμη σπρά και όμιμη συγκμιδή. Θεωρείται ιδανική πικιλία για τη Μακεδνία και τη Θράκη, καθώς συνδυάζει μεγάλη πρωιμότητα και υμυλές απδόσεις ( 450 κιλά ανά στρέμμα ). Η Έυα είναι βραχύσωμη πικιλία (ύμς 85 cm ) με μέτρια καρύδια. Έχει μέτρια ως ικανπιητική ανθεκτικότητα στην αδρμύκωση. Σε δυσμενείς συνθήκες ανθφρίας και καρπφρίας (χαμηλότερες θερμκρασίες νύχτας - υμηλές θερμκρασίες ημέρας ) δεν επηρεάζεται καθόλυ. Τεχνλγικά χαρακτηριστικά ίνας και σπόρυ: μήκς ίνας 29mm, μιμρφία 48%, αντχή 8,5 Δ. Pressley, λεπτότητα - ωριμότητα ( micronaire ) 4,3, βάρς 100 σπόρων 10 gr. Πληθυσμός φυτών ανά μέτρ: 18-20 φυτά. Κρίνα: Ελληνική πικιλία τυ Ινστιτύτυ Βάμβακς. Είναι πλύ παραγωγική πικιλία ( συναγωνίζεται τη Zeta 2 σε απδόσεις ), ανθεκτική στην αδρμύκωση. Είναι ενδιάμεσης πρωιμότητας της Zeta 2 και 4S και μιμότερη της Σίνδς 80 κατά μια εβδμάδα. Βαθύριζη πικιλία με υμηλή φυτρωτική ικανότητα, ενώ στα συνεκτικά (βαριά ) εδάφη αυξάνει την απόδσή της. Φυτό με ισχυρό στέλεχς και αντχή στ μύχς. Ακόμη αντέχει να πτίζεται σε αραιότερα χρνικά διαστήματα, αλλά με μεγαλύτερες δόσεις νερύ. Έχει δκιμαστεί σε όλ τ εδαφκλιματικό περιβάλλν της Μακεδνίας και Θεσσαλίας, όπυ απέδειξε τη σταθερότητά της. Απόδση: 450 κιλά ανά στρέμμα. Τεχνλγικά χαρακτηριστικά ίνας και σπόρυ: μήκς ίνας 29 mm μιμρφία 46,8%, αντχή 8,5 ( Δείκτης Pressley ), λεπτότητα - ωριμότητα ( Micronaire ) 4, βάρς 100 σπόρων 11 gr, συγκράτηση ίνας στην κάμα: πλύ καλή, πληθυσμός φυτών ανά μέτρ: 18-20 φυτά.

13 Σίνδς 80: Ελληνική πικιλία τυ Ινστιτύτυ Βάμβακς κατάλληλη για μηχανσυλλγή, γιατί έχει συγκεντρωμένη καρπφρία. Φυτό ρθόκλαδ μέτριας ανάπτυξης. Σε περιχές με μικρή θλαστική περίδ δίνει πλύ μεγάλες απδόσεις. Στη Θράκη και τη δυτική Ελλάδα ( Μεσλόγγι κ.λ.π. ) είναι η πρώτη, όπως αναφέρεται, σε έκταση καλλιεργύμενη πικιλία. Αναφέρεται ότι είναι ιδανική για Μανεδνία - Θράκη - δυτική Ελλάδα με άριστα τεχνλγικά χαρακτηριστικά, ιδανική για νήματα πλεκτικής. Πληθυσμός φυτών ανά μέτρ 21 φυτά. Απόδση σε σύσπρ 500 κιλά ανά στρέμμα. Τεχνλγικά χαρακτηριστικά ίνας και σπόρυ: μήκς ίνας 28,5 mm μιμρφία 44,3%, αντχή 8 ( Δείκτης Pressley ), λεπτότητα - ωριμότητα (Micronaire) 3,9, βάρς 100 σπόρων 10,3 gr. Acala SJ2: Πικιλία πρώιμη, πρέλευσης Αμερικής, Ισραήλ και Ισπανίας, με μεγάλη πρσαρμστική ικανότητα σε διάφρες εδαφκλιματικές συνθήκες. Είναι η πι διαδεδμένη παγκόσμια πικιλία Βαμβακιύ. Τ φυτό, συμπαγές και κντό, παρυσιάζει πλύ γρήγρη ανάπτυξη και έχει πλλά και μεγάλα καρύδια (βάρυς 6-8 γρ.), πυ δένυν σε μικρό χρνικό διάστημα. Ο σπόρς έχει πλύ μεγάλη θλαστική ικανότητα, ακόμη και κάτω από αντίξες καιρικές συνθήκες. Τ βάρς 1000 σπόρων είναι 110-130 γρ. Η Acala SJ2 είναι πλύ ανθεκτική στην ξηρασία και ακόμη στις αδρμυκώσεις, στ βερτισίλι και στ φυζάρι. Μπρεί να καλλιεργηθεί με επιτυχία σε όλες τις κατηγρίες εδαφών και είναι κατάλληλη για μηχανσυλλγή. Πρσαρμόζεται πλύ καλά στην κεντρική και νότια Ελλάδα και θεωρείται ιδανική για σπρά υπό κάλυμη. Είναι πικιλία με πλύ δυναμική παραγωγή. Αναφέρνται άριστα τεχνλγικά χαρακτηριστικά ίνας: μήκς ίνας 29mm, αντχή ίνας pressley 95, μικρναίρ 4.1-4.5, περιεκτικότητα σε ίνα 38-40%. Colorado: Αμερικάνικη πικιλία. Αναφέρεται ως η πι ανθεκτική πικιλία στ βερτισίλι. Πρσαρμόζεται σε μεγάλη πικιλία εδαφκλιματικών συνθηκών και είναι ιδανική για βαριά χωράφια με έντν πρόβλημα βερτισιλιώσεων. Παρυσιάζει αντχή στις πρσβλές από μύκητες αδυναμίας, όπως η αλτερνάρια (Alternaria sp.). Τ φυτό, πι κντό από την Acala SJ2, είναι συμπαγές, θαλερό και καθρισμένυ τύπυ ανάπτυξης. Στα πρώτα στάδια ανάπτυξης είναι απαραίτητ ένα πότισμα, έτσι ώστε τ φυτό να μη μείνει κντό. Αυξημένη λίπανση, όπυ είναι απαραίτητη, όταν τ

14 φυτό φτάσει στ μέγιστ ύμς επιδρά δετικά στις απδόσεις της φυτείας χωρίς να δημιυργεί πρβλήματα ανεξέλεκτης ανάπτυξης των φυτών ή μίμισης της παραγωγής. Zeta 2: Ελληνική πικιλία τυ Ινστιτύτυ Βάμβακς. Είναι η πρώτη σε έκταση καλλιεργύμενη πικιλία στην Ελλάδα σχετικά όμιμη (μιμότερη της Σίνδς 80 κατά 15 ημέρες), αλλά πλύ παραγωγική. Τα φυτά της είναι ισχυρής ανάπτυξης με μεγάλα φύλλα πυ έχυν ζωηρό πράσιν χρώμα. Πικιλία πλύ ανθεκτική στις αδρμυκώσεις, αντέχει ακόμη στην ξηρασία (μπρεί να πτίζεται σε αραιότερα χρνικά διαστήματα, αλλά με μεγαλύτερες δόσεις νερύ ). Είναι άριστα, όπως αναφέρεται, πρσαρμσμένη στις συνθήκες καλλιέργειας της Στερεάς Ελλάδας και κυρίως τυ Θεσσαλικύ κάμπυ, όπυ και σπρπαράγεται. Απόδση σε σύσπρ: 550 κιλά ανά στρέμμα. Τεχνλγικά χαρακτηριστικά ίνας και σπόρυ: μήκς ίνας 29,2 mm μιμρφία 49%, αντχή 8,3 ( Δείκτης Pressley ), λεπτότητα - ωριμότητα ( Micronaire) 4,6, Πληθυσμός φυτών ανά μέτρ: 16 φυτά. Zeta 5: Πλύ ανδεντική στις αδρμυκώσεις, Ελληνική πικιλία τυ Ινστιτύτυ Βάμβακς, για περιχές με έντν πρόβλημα. Πι πρώιμη πικιλία από την Zeta 2 κατά 4-5 ημέρες. Είναι πλύ παραγωγική πικιλία με μεγάλα καρύδια, ιδανική, όπως αναφέρεται για τη Θεσσαλία. Η Zeta 5 πρέπει να πτίζεται σε συχνότερα χρνικά διαστήματα αλλά με μικρότερες δόσεις νερύ. Τ τέλς των αρδεύσεων γίνεται στις αρχές Σεπτεμβρίυ. Απόδση σε σύσπρ: 550 κιλά ανά στρέμμα. Τεχνλγικά χαρακτηριστικά ίνας και σπόρυ: μήκς ίνας 29 mm μιμρφία 49%, αντχή 8,2 ( Δείκτης Pressley ), λεπτότητα - ωριμότητα ( Micronaire ) 4,5, βάρς 100 σπόρων 13,7 gr. Πληθυσμός φυτών ανά μέτρ: 16 φυτά. ( Γεωργική Τεχνλγία, Βαμβάκι Καλαμπόκι 96, Μάρτις 1996 ).

15 Aphis gossypii Glover Συστηματική: Ανήκει στην υπερικγένεια Aphidoidea, στην ικγένεια Aphididae, στ γένς Aphis και στ είδς gossypii. Περιγραφή:Τ άητερ ζωτόκ παρθενγενετικό θηλυκό έχει διαστάσεις 1,2-2 χ 0,9mm και χρώμα συνήθως πράσιν. Δεν είναι όμως σπάνιες ι περιπτώσεις όπυ τ χρώμα τυ είναι πρασινκίτριν, πράσιν τεφρό, πράσιν βαθύ ή ακόμα πρασινόμαυρ (Τζανακάκης 1980, Τσιτσιπής 1996). Τα ενήλικα όταν είναι μεγάλα σε μέγεθς είναι σκύρα πράσινα σχεδόν μαύρα αλλά αυτά πυ παράγνται σε συνστισμένες απικίες, σε υμηλές θερμκρασίες μπρεί να είναι μικρότερα από 1mm μήκς χρώματς ανιχτύ κίτρινυ σχεδόν άσπρα (Blackman and Eastop 1984). Οι φθαλμί είναι σκτεινκάστανι. Οι κεραιές είναι πι κντές από τ σώμα και δεν φτάνυν μέχρι τη βάση των σιφωνίων. Τα σιφώνια είναι μαύρα και έχυν μήκς 0,14-0,23 τυ μήκυς τυ σώματς. Τ πτερωτό είναι κάπως μικρότερ (1,35x0,65mm) και έχει άνιγμα πτερύγων 5,1 mm (Εικ. 1). Γεωγραφική εξάπλωση:υπάρχει σχεδόν σε όλες τις χώρες πυ έχυν ηπειρωτικό ή υπτρπικό κλίμα. Υπάρχει σε όλες τις παραμεσόγειες χώρες (Τζανακάκης 1980, Τσιτσιπής 1996). Έυρς ξενιστών: Έχει μεγάλ εύρς ξενιστών και είναι πρακτικά παμφάγ είδς. Ο Essing (1947 ) και Leonard et al. (1971) ανέφεραν τ είδς σε 350 και 200 φυτά ξενιστές αντίστιχα. Οι Remaudiere and Autrigue ( 1985 ) παρατήρησαν τ είδς στ Μπυρύντι πάνω σε 83 είδη φυτών, πυ ανήκαν σε 35 διαφρετικές ικγένειες. Ο Deguine (1992 ) συνέλλεξε τ είδς στ Καμερύν σε πάνω από 100 διαφρετικά είδη φυτών κατά τη διάρκεια ενός έτυς. Ο Eastop (1958 ) τ αναφέρει σε 15 ικγένειες στην Ανατλική Αφρική και σε 60 είδη στη Δυτική Αφρική (1961). Στην Ασία, ι Royat and Behura ( 1983 ) τ βρήκαν στην Ινδία σε 200 είδη πυ ανήκυν σε 36 ικγένειες. Οι Higuchi and Miyazuki ( 1969 ) στην Ιαπωνία, τ βρήκαν σε φυτά πυ ανήκυν σε 100 ικγένειες και στην Αυστραλία Cottier ( 1953 ) τ βρήκε σε 20 ικγένειες. Πάνω από 900 ξενιστές έχυν καταγραφεί παγκόσμια ( Inaizumi 1981 ). Οι πι συχνά πρσβαλλόμενες καλλιέργειες είναι τ

16 βαμβάκι και τα κλκυνδειδή. Ακόμα πρσβάλλνται φυτά τυ γένυς Citrus, καφές, τ κακά, η μελιτζάνα, η πατάτα, η μπάμια κ.ά. Αν και η A. gossypii είναι ισχυρά πλυφάγ είδς όλα τα φυτά ξενιστές δεν έχυν την ίδια θρεπτική αξία ( Leclant and Deguine 1994). Βιλγία: Έχει πλλές γενιές τ έτς. Ο Paddock εξέδρεμε 60 γενιές σε ένα έτς (Τζανακάκης 1980, Τσιτσιπής 1996). Οι αφίδες ευνύνται από σχετικά χαμηλές θερμκρασίες και υμηλή σχετική υγρασία. Οι συνθήκες αυτές επικρατύν στα πρώτα στάδια των βαμβακφύτων (Τόλης 1986). Παρόλα αυτά είναι σχετικά ανθεκτικό είδς στ θερμό και ξηρό θέρς, σε αντίθεση με πλλά είδη αφίδων. Ζημιές:Πρσβάλλει τ βαμβάκι ιδίως όταν είναι νεαρό και λιγότερ τ φθινόπωρ. Οι πληθυσμί είναι πυκνί στ βαμβάκι τν Απρίλι και Μάι. Βρίσκεται κυρίως στην κάτω επιφάνεια των φύλλων (Τζανακάκης 1980, Τσιτσιπής 1996 ). Απμυζεί χυμύς από τα νέα φύλλα και τυς βλαστύς. Οι αφίδες εκκρίνυν μελίτωμα (ζαχαρώδη απεκκρίματα) σε μεγάλες πσότητες, πυ φράσσει τα στμάτια των φύλλων. Στ μελίτωμα αναπτύσσεται καπνιά πυ μαυρίζει τ φυτό και αργότερα λερώνει τις ίνες υπβαθμίζντας έτσι την πιότητα τυ βαμβακιύ ενώ μειώνει τη φωτσύνθεση. Μεγάλες πρσβλές στα πρώτα στάδια των βαμβακφύτων σταματύν την ανάπτυξη, ι άκρες των νέων φύλλων γυρίζυν πρς τα κάτω και ρισμένα βαμβακόφυτα νεκρώννται. Στην περίδ της καρπφρίας πρκαλύν στα μεγαλύτερα φύλλα κιτρίνισμα και πτώση μικρών καρυδιών. Αν ι πρσβλές παρυσιαστύν πλύ αργά, πέφτυν τα φύλλα και τα καρύδια ανίγυν πρωϊμότερα. Επίσης μειώνεται η βλαστική ικανότητα και τ βάρς των σπόρων. Γενικά, ικνμική ζημιά στ βαμβάκι πρκαλείται όταν ι πληθυσμί των αφίδων είναι μεγάλι και τα ωφέλιμα έντμα λίγα (Τόλης 1986). Αναφέρεται ότι είναι φρέας ρισμένων ιών των καλλιεργύμενων φυτών (Τζανακάκης 1980, Τσιτσιπής 1996).

17 Εικόνα 1: Αφίδα Aphis gossypii Glover α Ενήλικ άπτερ άτμ β: Ενήλικ πτερωτό άτμ, μικρές νύμφες και νύμφη μεγαλύτερης ηλικίας ή πία θα μεταμρφωθεί σε πτερωτό. (Πηγή: Patti, I. 1983, gli Aphidi delgi Agrumi. Publiscazione del C.N.R.)

18 ΣΧΕΣΕΙΣ ΦΥΤΩΝ - ΕΝΤΟΜΩΝ Κατά τη διάρκεια της ιστρίας των ικλγικών ερευνών για τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ εντόμων και φυτών, υπήρξαν διαμάχες για τη σημασία τυ ενός ή τυ άλλυ περιβαλλντικύ παράγντα. Σαφώς μια πικιλία παραγόντων, συμπεριλαμβανμένης της θερμκρασίας, της έντασης τυ φωτός, της υφής και της μρφλγίας τυ φυτύ, της σχετικής διαθεσιμότητας των φυτών στ χρόν και στ χώρ, των ενδ και διαπληθυσμιακών μεταβλών μεταξύ των εχθρών των φυτών μπρεί να παίξυν σημαντικό ρόλ στις ικλγικές αλληλεπιδράσεις. Παρόλα αυτά, τ φυτό ξενιστής πάνω ή μέσα στ πί βρίσκεται εχθρός, μπρεί να είναι κρίσιμ για τν καθρισμό της συμπεριφράς εγκατάστασης, για τη διαμόρφωση μρφής ή βιτύπυ, για την παραγωγή φερμόνης, για την εξειδίκευση, για την πρστασία από εντμκτόνα, την επιβίωση όπως και πλλές άλλες αλληλεπιδράσεις και βιλγικές διαδικασίες (Barbosa and Letourneau 1988 ). Οι Price et al. ( 1980 ) εξέφρασαν την άπμη, ότι μελετώντας τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των εχθρών και των φυτών ξενιστών θα έπρεπε να ληφθεί υπόμη και τ τρίτ τρφικό επίπεδ, δηλαδή τα αρπακτικά και τα παράσιτα των εχθρών. Σχέσεις φυτών -αφίδων Δεν υπάρχει ένδειξη αμιβαιότητας μεταξύ αφίδων και φυτών. Στην πραγματικότητα η μόλυνση από αφίδες επηρεάζει δυσμενώς την υγεία πλλών φυτών. Η αμιβαιότητα όμως ανάμεσα στα μυρμήγκια και μερικά είδη αφίδων είναι καλά εδραιωμένη (Dixon 1985). Η ζημιά στα φυτά πρκαλύμενη από αφίδες περιλαμβάνει απρρόφηση (απμύζηση) χυμύ, διείσδυση τξικύ σάλιυ, διασπρά (διάδση) φυτικών ιώσεων και απέκκριση μελιτωδών απεκκριμάτων, τα πία συχνά είναι κλλώδη και μπρεί να δυσκλέμυν τ φυτό αφύ χρησιμεύυν ως μέσ για την ανάπτυξη καπνιάς (Auclair, 1989).

19 Πλλά είδη αφίδων σχετίζνται με συγκεκριμένα είδη δέντρων παρά με φυλλώδη φυτά (πώδη). Αυτό μπρεί να είναι συνέπεια της μεγαλύτερης αρχιτεκτνικής πλυπλκότητας των δέντρων. Ο μεγαλύτερς αριθμός ειδών αφίδων στις εύκρατες περιχές μπρεί πιθανόν να μετρηθεί σε σχέση με την πικιλότητα της χλωρίδας και τη Βιλγία της αφίδας. Η πλυφαγία πιθανόν έδωσε τη δυνατότητα σε λίγα είδη αφίδων να εκμεταλλευτύν έναν αριθμό πωδών φυτών, πίς πικίλει στην αφθνία και τη διαθεσιμότητα για εκμετάλλευση με τα χρόνια, αλλά σε συνδυασμό υπερβαίνυν τ κριτικό επίπεδ κάλυμης απαραίτητ για να συντηρήσει τα είδη αφίδων. Τ γεγνός ότι ι αφίδες μπρύν να χαρακτηριστύν ως καιρσκπικά είδη δείχνει ότι ι αφίδες ανταπκρίννται λιγότερ στη μνιμότητα των ξενιστών αλλά ανταπκρίννται πι πλύ στην πιότητα πυ αλλάζει δραματικά. Αυτό συμβαίνει και για αφίδες πυ ζυν σε πώδη και για αφίδες πυ ζυν σε ξυλώδη φυτά ( Dixon 1985).

20 ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΑΦΙΛΩΝ Γενικά Ο κατεργασμένς χυμός είναι πλύσις σε σάκχαρα αλλά σχετικά φτωχός σε αμινξέα, τα πία είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη. Δηλαδή είναι φτωχή τρφή λόγω της χαμηλής περιεκτικότητας σε άζωτ. Γι αυτό ι αφίδες πρέπει να εισάγυν στ στμάχι τυς πλύ μεγάλες πσότητες χυμύ για να απκτήσυν ικανπιητική πσότητα πρωτεΐνης. Ο περισσότερς από τ χυμό, πίς περικλείει μεγάλα πσά ενέργειας, απβάλλεται ως μελιτώδες απεκρίμα τ πί παρέχει μια πλύσια πηγή υδατανθράκων για πλλά έντμα αλλά ειδικά για τα μυρμήγκια. Δηλαδή λίγη από την ενέργεια πυ παίρνυν ι αφίδες χρησιμπιείται για ανάπτυξη. Όμως, παρόλα αυτά μπρύν να γίνυν πλύ άφθνες και να υπστηρίξυν μεγάλ αριθμό φυσικών εχθρών ( Dixon 1985). Τα περισσότερα έντμα τα πία ζυν με θρεπτικά μη ισρρπημέν διαιτλόγι κατέχυν συμβιωτικύς μικρργανισμύς ( Trager 1970 ). Στις αφίδες ι συμβιωτικί μικρργανισμί περιρίζνται σε ειδικές μάδες κυττάρων τα πία νμάζνται mycetomes και είναι ιδιαιτέρως καλά αναπτυγμένα στις νύμφες. Ο Toth (1940 ) είπε ότι ι αφίδες χρησιμπιύν τυς συμβιώτες για να συμπληρώσυν την φτωχής πιότητας τρφή τυς. Οι συμβιώτες των αφίδων πιθανώς συμπληρώνυν τη διατρφή με τ να πρμηθεύυν μερικά κύρια θρεπτικά τα πία λείπυν ή είναι σε μικρή περιεκτικότητα στν κατεργασμέν χυμό (Dixon 1985). Πιότητα τρφής Η ανάπτυξη και η αναπαραγωγή των αφίδων εξαρτάται από την κατάσταση ανάπτυξης ή τ επίπεδ τυ διαλυτύ αζώτυ στα φυτά ξενιστές ( Kennedy et al, 1950; Mittler 1958, Dixon 1970 ). Υπάρχει περισσότερ άζωτ στν κατεργασμέν χυμό των φυτών των πίων τα φύλλα αναπτύσσνται ή γηράσκυν, γιατί τα θρεπτικά συστατικά τότε είναι ενεργά μεταφερόμενα μέσα ή έξω από τα φύλλα. Ο χυμός δεν είναι τόσ θρεπτικός όταν τα φύλλα είναι ώριμα. Ακόμα υπάρχυν

21 αξισημείωτες επχικές αλλαγές στην πιότητα της διαθέσιμης τρφής για τη διατρφή των αφίδων σε ένα συγκεκριμέν φυτό. Επίσης σε συγκεκριμέν χρόν η πιότητα της τρφής πυ είναι διαθέσιμη από διαφρετικά είδη φυτών πικίλει. Αυτός είναι ένας σημαντικός παράγντας πυ καθρίζει τη διασπρά των αφίδων ανάμεσα στα φυτά (Kennedy et al. 1950). Οι αφίδες δεν απρρφύν απλώς τν κατεργασμέν χυμό. Ταυτόχρνα εκρίνυν υσίες στ εσωτερικό των φυτών (σάλι), ι πίες επιδρύν γρήγρα στα φυτά πρς όφελς των αφίδων ( Dixon 1985 ). Στην πρεία τ σάλι επηρεάζει την ανάπτυξη τυ φύλλυ και βελτιώνει την πιότητα τυ χυμύ για τις αφίδες. Πι πιθανό είναι ότι τ σάλι διαφέρει σε κάδε είδς (Forrest and Dixon 1975 ). Ακόμα κάπιες αφίδες μπρύν να τρππιήσυν τ μεταβλισμό και την ανάπτυξη τυ φυτύ για δικό τυς όφελς και όλες δείχνυν μια σαφή τάση να απικίζυν μόν τα πλυσιότερα σε θρεπτικά στιχεία μέρη των φυτών ξενιστών ( Dixon 1985). Πλυμρφισμός σε σχέση με την πιότητα τυ ξενιστή Αν και τα άπτερα τείνυν να αναπτύσσνται κυρίως σε καλή τρφή μια υμηλή αναλγία απτέρων αναπτύσσεται σε φτωχές δίαιτες αν πριν να γεννήσυν, στις μητέρες τυς επιτρέπεται να περπατήσυν πάνω, και επιπόλαια να δκιμάσυν μια επιφάνεια θρεπτικά καλύ ξενιστή. Σε αυτή την περίπτωση κάπια χαρακτηριστικά της φυτικής επιφάνειας ενεργύν ως πρειδπιητικά ερεθιστικά καλής πιότητας τρφής (Kunkel and Mittler 1971). Έτσι είναι πιθανόν μη θρεπτικά συστατικά για τη διατρφή της αφίδας να ενεργήσυν ως ερεθιστικά δείχνντας αλλαγές στν ξενιστή. Αν και η ανταπόκριση της αφίδας σχετίζεται με αλλαγές στην πιότητα της τρφής της ίσως δεν ανταπκρίνεται άμεσα σε αυτή την αλλαγή (Dixon 1985). Τα πτερωτά γενικά χρειάζνται περισσότερ χρόν από τα άπτερα για να φτάσυν στην ενηλικίωση. Είναι μικρότερα και λιγότερ γόνιμα από τα άπτερα ειδικά σε φτωχά περιβάλλντα. Όταν είναι πλύ μικρά έχυν μικρή ικανότητας πετάγματς. Επμένως, σε πλύ τραχείς συνθήκες δα ήταν πλενέκτημα για έναν κλών να αναπτύξει άπτερα καλύτερα ικανά να επιβιώσυν μέχρι να βελτιωθύν ι συνθήκες παρά να επιμερίσει τις περιρισμένες πηγές στη διασπρά ( Dixon 1985).

22 ΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΧΗΜΙΚΗ ΑΜΥΝΑ ΤΩΝ ΦΥΤΩΝ Τα φύλλα και ι βλαστί πλλών ειδών φυτών είναι καλυμμένι με μικρές επιδερμικές τρίχες ή και άγκιστρα. Η απστλή αυτής της κατασκευής έχει λίγ ερευνηδεί και είναι άγνωστ αν ι αφίδες, ι πίες είναι εξειδικευμένες σε έναν ξενιστή ανταπκρίννται σε αυτό για την επιλγή των φυτών ξενιστών. Εκτός από τη φυσική άμυνα πυ παρέχεται από τις αδενώδεις τρίχες των φυτών, ι τρίχες μπρεί ακόμα να παράγυν και να απελευθερώνυν εντμκτόνες υσίες ι πίες είναι υμηλά απτελεσματικές εναντίν των αφίδων ( Dixon 1985 ). Για παράδειγμα ι αδενώδεις τρίχες τύπυ Β της πατάτας απελευθερώνυν μια ρμόνη συναγερμύ των αφίδων (Gibson and Pickett 1983). Οι αφίδες ι πίες φτάνυν τ φλιό των ανθεκτικών φυτών τείνυν να σταματύν να τρέφνται λίγ μετά τη διάτρηση τυ φλιύ (Nielson and Don 1974 ). Παρόμια, αφίδες πυ τρέφνται σε φυτά μη ξενιστές αρχικά τρέφνται με τν κατεργασμέν χυμό σε καννικύς ρυθμύς. Ξαφνικά σταματύν να τρέφνται, απσύρυν τα στυλέτα τυς και φεύγυν από τ φυτό (Kloft 1977). Αυτές ι παρατηρήσεις έχυν δηγήσει στην πρόταση, ότι χυμός μερικών ανθεκτικών μη ξενιστών φυτών είναι θρεπτικά ακατάλληλς. Ωστόσ, εμβλιασμός δεν επηρεάζει την παραγωγή και την ανάπτυξη της A. gossypii σε ανθεκτικά φυτά πεπνιύ πικιλίας musk melon. Η αφίδα αναπτύσσεται δέκα φρές καλύτερα στ ευαίσθητ μέρς τυ εμβλιασμύ. Αυτό συμβαίνει και όταν τ εμβόλι και όταν τ μητρικό φυτό αντιπρσωπεύυν τ ανθεκτικό μέρς. Αφύ ύτε η ανθεκτικότητα ύτε η ευαισθησία δε μεταφέρεται από τ σημεί εμβλιασμύ και η αφίδα δε βρίσκει δυσκλία να εντπίσει τ φλίωμα των ανθεκτικών φυτών έχει υπτεθεί ότι άλλα μέρη τυ φλιώματς όπως τα συνδό κύτταρα ή τα κυτταρικά τιχώματα, παράγυν μια φυταλεξίνη σε επαφή με τα στυλέτα των αφίδων ή τ σάλι (Nielson and Don 1974; Kennedy and Kishaba 1977). Συμπερασματικά, καταλήγυμε ότι τα περισσότερα φυτά έχυν αναπτύξει χημικές και φυσικές άμυνες ι πίες λειτυργύν σε διαφρετικά στάδια της διαδικασίας επιλγής ξενιστή. Η χημική άμυνα είναι πιθανώς ευρύτατα διαδεδμένη

23 και δύσκλ να ξεπεραστεί και μπρεί εν μέρει να συνηγρεί για τη σχετική σπανιότητα της πλυφαγίας στις αφίδες. Περιρίζντας τις επιδέσεις τυς σε συγκεκριμένα φυτά, όταν αυτά είναι πλύσια πηγή τρφής, ι ηλυφάγες αφίδες μπρεί να είναι ικανές να απζημιωθύν για τ κόστς να απτξικπιήσυν τις χημικές άμυνες. Οι μνφάγες αφίδες έχυν πιθανώς αναπτύξει ένζυμα απτξικπίησης ή άλλυς κατάλληλυς μηχανισμύς μλνότι μερικές χρησιμπιύν τξικά χημικά ως σημαντήρες με τυς πίυς αναγνωρίζυν τα φυτά ξενιστές τυς και μερικές μέχρι και απμνώνυν τ χημικό για τη δική τυς άμυνα ( Dixon 1985).

24 ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ Ορισμός ανθεκτικότητας Στ βιβλί τυ Painter ( 1951 ) όρισε την ανδεκτικότητα των φυτών στα έντμα ως τ σχετικό πσό των κληρνμικών ιδιτήτων (χαρακτηριστικών) πυ έχυν τα φυτά, τ πί επηρεάζει τν τελικό βαθμό της ζημιάς πυ γίνεται από τα έντμα. Αυτή η πλατιά (γενική) έννια πυ δίνεται στην ανδεκτικότητα αντανακλά την πλυπλκότητα τυ φαινμένυ, και ένα φυτό δεν είναι πλέν ξενιστής ενός εντόμυ όταν είναι απρόσβλητ στις επιδέσεις τυ. Η ανδεκτικότητα των φυτών είναι κληρνμήσιμη και ελέγχεται από ένα ή περισσότερα γνίδια. Είναι σχετική και μπρεί να μετρηθεί μόν σε σύγκριση με άλλυς γεντύπυς, είναι μεταβλητή και μπρεί να τρππιηθεί από φυσικύς, χημικύς και βιλγικύς παράγντες. Ο Painter πρότεινε τρεις γενικύς μηχανισμύς για τν υπλγισμό (θεώρηση) της ανθεκτικότητας των φυτών στη ζημιά από τα έντμα: α) Μη πρτίμηση, η πία εκδηλώνεται από τα φυτά, τα πία δεν είναι ελκυστικά ή είναι ακατάλληλα για επικισμό ή γέννηση αυγών από τ έντμ. β) Αντιβίωση, η πία επηρεάζει δυσμενώς την ιστρία της ζωής τυ εντόμυ ( μειωμένη ανάπτυξη, αναπαραγωγή ή επιβίωση ) όταν τ έντμ χρησιμπιεί έναν ανθεκτικό ξενιστή για τρφή. γ)ανχή, η πία δίνει τη δυνατότητα στν ξενιστή να μεγαλώσει και να αναπαραχθεί ή να επισκευάσει την πληγή (τ τραύμα) σε ένα ρισμέν βαθμό παρά τ γεγνός ότι συντηρεί ένα πληθυσμό περίπυ ίσ με αυτόν πυ κάνει ζημιά σε έναν ευαίσθητ ξενιστή. Στη μη πρτίμηση τυ Painter αντιστιχεί κατά ένα μέρς η αντιξένωση. Ο όρς πρέρχεται από τ Ελληνικό ξένς = φιλξενύμενς και σημαίνει ότι τ φυτό δε δέχεται, δεν ευνεί τα έντμα. Η αντιξένωση χωρίζεται σε χημική και μρφλγική αντιξένωση ( Τσιτσιπής 1995).

25 O Russel (1978 ) πρότεινε έναν τέταρτ τύπ ανδεκτικότητας την απφυγή τυ παρασίτυ, η πία είναι μια τάση τυ φυτύ να γλιτώσει από την πρσβλή. Για παράδειγμα ξενιστής δεν είναι σε ευαίσθητ στάδι όταν ι πληθυσμί των εχθρών είναι στ μέγιστ. Βασικά χαρακτηριστικά των φυτών τα πία μπρεί να πρσδίδυν ανθεκτικότητα ή ευαισθησία στα έντμα μπρεί να είναι: α) Μρφλγικά, όπως μεταβλητότητα στ μέγεθς τυ φυλλώματς, σχήμα, χρώμα, τρίχωμα, σκληρότητα ή πάχς τυ ιστύ. β) Βιχημικά, τα πία περιλαμβάνυν τη θρεπτική σύσταση τυ φυτικύ ιστύ και ειδικότερα την αναλγία των απαραίτητων θρεπτικών. Επίσης περιλαμβάνει αλλχημικύς παράγντες όπως αλλμόνες (π.χ. φαγδιεγερτικά, ανασχετικά διατρφής και γέννησης αυγών, τξικά ) και καϊρμόνες (πρσελκυστικά, ανασχετικά, ερεθιστικά) (Auclair 1989). Ανθεκτικότητα ξενιστή - επιπτώσεις στη συμπεριφρά Η μη πρτίμηση είναι καλά αναγνωρισμένη και πι σημαντική από την ανθεκτικότητα των φυτών στα έντμα. Οι αφίδες σπάνια παραμένυν σε φυτά τα πία δεν είναι ξενιστές τυς. Συνήθως τρππιήσεις στη συμπεριφρά των αφίδων επαυξάνυν άλλές πλευρές (όμεις) της ανδεκτικότητας. Τα εισερχόμενα πτερωτά έχυν αυξημένες πιθανότητες να φύγυν χωρίς να εγκατασταθύν. Αυτό συμβαίνει σε φυτά στα πία η αφίδα μπρείνα επιβιώσει αλλά γεννάει αργά ( Gibson and Rice 1989 ) για παράδειγμα η A. gossypiios ανθεκτικά φυτά musk melon (Kennedy and Kishaba 1977 ). Συγκεκριμένα φαγδιεγερτικά (Smith 1957, Wensler 1962 ) και απωθητικά (Van Emden, 1978 ) είναι πιθανώς σημαντικά στν καθρισμό της πικιλότητας των ξενιστών ρισμένων ειδών αφίδων, αν και ι πλυφάγες αφίδες απικίζντας τα καλλιεργύμενα φυτά μπρεί να απαιτύν μόν συγκεκριμένα συστατικά ωςφαγδιεγερτικά (Mitter 1967, Akey and Beck 1974). Ορισμένα από τα καλύτερα παραδείγματα στα πία τα φυτά τρππιύν τη συμπεριφρά των αφίδων είναι εκείνα στα πία φυτά με μειωμένα πτικά ελκυστικά

26 π.χ.καφέ καλλιέργειες μαρυλιύ, απικίζνται λιγότερ από τις πράσινες από τα εισερχόμενα πτερωτά ( Muller 1964). Σε πλλές περιπτώσεις τρόπς με τν πί ένα φυτό αντιστέκεται στν απικισμό από τις αφίδες είναι άγνωστς κάνντας δύσκλη την κατηγριπίηση ή την πρόβλεμη πως η συμπεριφρά των αφίδων 8α επηρεαστεί. Παρόλα αυτά ρυθμός αναπαραγωγής είναι γενικά μικρότερς σε ανθεκτικά φυτά και ι αφίδες μπρεί να φύγυν γρήγρα ώστε λίγες να παραμείνυν μια ημέρα μετά την τεχνιτή επιμόλυνση (Gibson and Rice 1989). Η εγκατάσταση και πλλαπλασιασμός μερικές φρές συνδένται αλλά η ανθεκτικότητα στην εγκατάσταση πτερωτών δεν ταιριάζει πάντα με την ανθεκτικότητα στν απικισμό από άπτερα (Lowe and Russell 1969). Υπάρχυν αρκετά παραδείγματα ανθεκτικότατς στις αφίδες η πία καθρίζεται από ένα γνίδι αν και πλυγνική ανθεκτικότητα είναι επίσης συνηθισμένη (Gibson and Rice 1989). Η ανθεκτικότητα είναι συνήθως απτελεσματική μόν εναντίν συγκεκριμένων ειδών και όχι εναντίν όλων των βιτύπων των ειδών (Gibson and Plumb 1977). Παραγωγή ανθεκτικών πικιλιών Είναι πιθανό να παραχθύν ανθεκτικές πικιλίες σε εχθρύς πυ τρέφνται στ φλίωμα των καλλιεργύμενων φυτών με τ να επιλεγύν φυτά με ειδικά χημικά, φαινλγικά ή δμικά χαρακτηριστικά τα πία είναι καθριστικά για τα είδη πυ εμπλέκνται (Painter 1958, Watson and Dixon 1984, Acreman and Dixon 1985 ). H πραγματπίηση τέτιων πργραμμάτων βελτίωσης εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα των επιθυμητών χαρακτηριστικών στ υλικό βελτίωσης και τ κόστς, από άπμη της πιότητας τυ πρϊόντς και της απόδσης, τυ να ενσωματώσυμε αυτά τα χαρακτηριστικά. Φαινλγικά και δμικά χαρακτηριστικά θα μπρύσαν να είναι πι σημαντικά, αφύ είναι λιγότερ πιθανό να έχυν αρνητικό απτέλεσμα σε άλλες σημαντικές παραμέτρυς της καλλιέργειας ( Slansky Jr. and Rodriguez 1987).

27 Ανδεκτικότητα συγκεκριμένων ξενιστών στις αφίδες Δεν έχει γίνει μεγάλη έρευνα σχετικά με την ανδεκτικότητα τυ βαμβακιύ στην A. gossypii. Οι ερυθρές πικιλίες πάντα πρσβάλλνται λιγότερ σβαρά, όμως ι τριχωτές πικιλίες είναι ευαίσθητες στις αφίδες ( El- Zik and Thaxton, 1989 ) αν και κάπια απτελέσματα ήταν ενδιάμεσα ή αντιφατικά (Khan and Agarwal, 1990). Τα απτελέσματα τυ Niles (1980 ) τα πία αφρύν στη σχέση της τριχφυΐας στ βαμβάκι με την ανδεκτικότητα στην A. gossypii είναι αντιφατικά. Εργαστηριακί έλεγχι έδειξαν ότι η γκσυπόλη είναι υμηλά τξική για τις αφίδες. Εφαρμγές ανδεκτικότητας Στα πλαίσια της λκληρωμένης αντιμετώπισης εχθρών (ΙΡΜ: Integreted Pest Management) η χρήση φυτών ανθεκτικών στα έντμα σε συνδυασμό με άλλα μέτρα ελέγχυ είναι πιθανόν η πι ενδιαφέρυσα και ικνμική μέθδς για τν έλεγχ των εντόμων ( Auclair 1989 ). Στα επιθυμητά χαρακτηριστικά των ανθεκτικών φυτών περιλαμβάννται: α) η εξειδίκευση σε έναν ή περισσότερυς εχθρύς β) αθριστική απτελεσματικότητα γ) επίμνη για αρκετά χρόνια δ) αρμνία με τ περιβάλλν, ε) ευκλία στην υιθέτηση σε καννικές εφαρμγές αγρύ, συνήθως χωρίς επιπλέν κόστς στ)συμβατότητα με τις άλλες τεχνικές πυ εφαρμόζνται για τη διαχείριση των εχθρών ( Pathak 1970, Kogan 1982 ). Η χρησιμότητα των ανθεκτικών πικιλιών και τα εκατμμύρια δλάρια πυ εξικνμύνται, έχει τεκμηριωθεί από τν Luginbill (1969). Οι αφίδες είναι η πι συχνή μάδα εντόμων στην πία έχει αναφερθεί ανδεκτικότητα τυ ξενιστή. Στην περίδ 1937-1956 πικιλίες βρώμης, κριθαριύ, καλαμπκιύ και σόργυ ανθεκτικές στις αφίδες ήδη χρησιμπιύνταν από αγρότες σε πλλές περιχές των ΗΠΑ. Μερικές πικιλίες πρέρχνταν από πλύχρνη σχεδιασμένη έρευνα (Painter 1958 ). Τις τελευταίες δεκαετίες έχυν γίνει πλυάριθμα και σημαντικά επιτεύγματα σε ότι αφρά στν έλεγχ των αφίδων με τη βήθεια της ανδεκτικότητας τυ φυτύ ξενιστή. Οι ανθεκτικές στις αφίδες

28 καλλιέργειες δα μπρύσαν να συμπεριληφδύν στην λκληρωμένη διαχείριση εντόμων. Σε πλλές περιπτώσεις φάνηκε ότι μια καλλιέργεια ανθεκτική σε ένα είδς αφίδας δεν είναι απαραίτητα ανθεκτική σε ένα άλλ, ύτε επίσης είναι απαραίτητα ανθεκτική σε συγκεκριμένυς βιότυπυς τυ πρηγύμενυ είδυς. Ακόμα υπάρχει η δυνατότητα για περιρισμό της ταχύτητας ζημιγόνων ιών με τ να αναπαραχθύν καλλιέργειες ανθεκτικές στις αφίδες αν και σπανίως έλεγχς των ιώσεων ήταν κύρις στόχς των πργραμμάτων ελέγχυ των φρέων. Από την καλλιέργεια σχεδόν απρόσβλητων πικιλιών, ειδικά με αντιξένωση και αντιβίωση, φάνηκε ότι η μεγάλη πίεση επιλγής πυ επιβάλεται στ έντμ μπρεί να ευνήσει παραλλαγές εντόμων πυ σπάνε την ανθεκτικότητα. Τέτιι βιότυπι εμφανίζνται πι συχνά στις αφίδες κυρίως εξαιτίας της ειδικής αναπαραγωγικής τυς βιλγίας (πλλές επικαλυπτόμενες γενιές και ασταθείς δμές ηλικίας). Φαίνεται επμένως πι πιθανό να αναπτυχθύν μερικώς ανθεκτικές πικιλίες με ανεκτικότητα, ι πίες μειώνυν τα απτελέσματα τυ παρασιτισμύ σε ένα απδεκτό επίπεδ παρά να γίνει να αναπαραγωγή σχεδόν απρόσβλητων πικιλιών. Οι ημιανδεκτικές πικιλίες δίνυν τη δυνατότητα και επιτρέπυν τν απικισμό από μικρό αριθμό αφίδων, πίς εξασφαλίζει ζωή στα παράσιτα και τα αρπακτικά. Από την άλλη πλευρά, είναι ιδιαίτερα σημαντικό ι βελτιωτές να μη φτιάχνυν πικιλίες, ι πίες είναι πλύ ευαίσθητες σε κάδε πιθανό εχθρό. Μόν λίγες έρευνες έχυν θεωρήσει σημαντικό να μελετήσυν τα βασικά αίτια της ανθεκτικότητας. Υπάρχει έλλειμη ειδικών και κατάλληλες τεχνικές ώστε να μελετηθύν ι πλύπλκες σχέσεις μεταξύ φυτύ, εντόμυ και περιβάλλντς. Οι ανησυχίες για την υγεία και τ περιβάλλν απαιτύν την κατανόηση της χημείας και της πιθανής τξικότητας στυς ανθρώπυς και τα ζώα των παραγόντων ανθεκτικότητας στα φυτά (Auclair 1989).

29 ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ Γενικά Όλι ι πληθυσμί των ζωντανών ργανισμών μεγαλώνυν όταν ι ρυθμί γεννήσεων και εισερχόμενων μεταναστών είναι μεγαλύτερι από τυς ρυθμύς θανάτυ και μετανάστευσης και αντίστρφα. Τ μεγαλύτερ πρόβλημα της ικλγίας πληθυσμών είναι να καθρίσει τυς λόγυς πυ αυτί ι ρυθμί αλλάζυν με τ χρόν και τις συνέπειες αυτής της αλλαγής στη δυναμική των πληθυσμών των εχθρών, των φυτών ξενιστών και των φυσικών εχθρών ( Frisbie, El-Zik and Wilson 1989) Αρκετά είδη αφίδων είναι σβαρί εχθρί των καλιεργειών και αυτό έχει απδθεί στ μεγαλύτερ ρυθμό αύξησης αυτών σε σύγκριση με είδη πυ δεν είναι εχθρί. Διχετεύυν δηλαδή αναλγικά περισσότερες από τις πηγές τυς στην αναπαραγωγή και έχυν μικρύς χρόνυς ανάπτυξης (Llewellyn 1982, Llewellyn and Mohamed 1982). Οι αφίδες μπρεί να γίνυν πλύ άφθνες στις γεωργικές καλλιέργειες. Για παράδειγμα η αφίδα Metopolophium dirhodum, μπρεί να πετύχει πληθυσμιακές πυκνότητες 100 εκατμμυρίων ατόμων /στρέμμα σιταριύ. Τα αρπακτικά τρεφόμενα πάνω σε αυτές τις αφίδες μπρύν επίσης να φτάσυν σε εντυπωσιακά νύμερα ( Dixon 1985). Η παρθενγένεση, η ζωτκία και πλυμρφισμός μαζί έχυν εξασφαλίσει ένα ρυθμό αναπαραγωγής ανίκητ από τυς περισσότερυς αν όχι όλυς τυς φυσικύς τυς εχθρύς. Την ίδια στιγμή αυτός γρήγρς ρυθμός αναπαραγωγής επιτρέπει τη γρήγρη (πρώιμη) επίτευξη, στις απικίες των αφίδων της επικάλυμης των γενεών έτσι ώστε τα πρτιμύμενα στάδια ανάπτυξης να είναι γρήγρα διαθέσιμα για παρασιτισμό και θήρευση. Οι αφίδες γενικά έχυν τ πλενέκτημα ενός θερμκρασιακύ κατωφλιύ για τ ελάχιστ της ανάπτυξης από τυς φυσικύς εχθρύς. Από την άλλη πλευρά, είναι πλύ περισσότερ περιβαλλντικά ανταπκρινόμενες, γινόμενες κριτικά ευαίσθητες στη θρεπτική κατάσταση και τα στάδια ανάπτυξης των φυτών ξενιστών και είναι περισσότερ ευαίσθητες σε ακραίες

30 θερμκρασίες και στην ακτινβλία και στ απρόσμεν κρύ, στη χαμηλή υγρασία, στη βαριά βρχόπτωση και τν ανεγχξέλεκτ συνστισμό σε σχέση με τυς εχθρύς τυς. Συχνές και δραστικές αλλαγές τυ πληθυσμύ είναι τ χαρακτηριστικό απτέλεσμα (κατάληξη) της θνησιμότητας και της διασπράς (Μ. Carver 1989). Μελέτες των πληθυσμών των αφίδων έχυν γίνει σε λίγα φυτά και σε μικρές περιχές. Ακόμα λίγι πληθυσμί αφίδων έχυν μελετηθεί για μεγάλ χρνικό διάστημα. Οι λεπτμερείς μελέτες των αφίδων πάνω σε φυτά καλύπτυν μόν ένα μικρσκπικό κμμάτι τυ πληθυσμύ και τυ πεδίυ αυτών των υμηλά ευμετάβλητων εντόμων. Καταλαβαίνντας τι καθρίζει τυς αριθμύς των αφίδων πιθανώς να καταλάβυμε τη δυναμική των πληθυσμών των ειδών σε μια ευρεία περιχή και να μελετήσυμε τη γενετική τυς δυναμική (Dixon 1979). Μελέτη δυναμικής πληθυσμών: Η δυναμική των πληθυσμών αφίδων δεν είναι εύκλ να μελετηθεί χρησιμπιώντας σαφείς τύπυς όπως στα αναλυτικά μντέλα διότι ι αφίδες έχυν επικαλυπτόμενες γενιές και ασταθείς δμές ηλικίας (Dixon 1985). Μέθδι-Τεχνικές μελέτης της δυναμικής πληθυσμών: α) Στν αγρό: Οι έρευνες για τη δυναμική των πληθυσμών απαιτύν μέτρηση και δκιμές κάτω από συνήθεις συνθήκες. Αυτές είναι απαραίτητες για τν καθρισμό των κατωφλίων ανεκτικότητας και εφαρμγή της λκληρωμένης καταπλέμησης (αντιμετώπισης). Υπάρχυν πλλές τεχνικές ανάλγα με τ είδς της αφίδας, τν τύπ τυ φυτύ ξενιστή και τ σκπό της εργασίας ( Leclant and Deguine 1994). Η παγίδευση πτερωτών (Zettler et al. 1967, Irwin 1980, Robert et al. 1987, Labonne et al. 1989 ) δίνει πληρφρίες για τη σύνθεση της πανίδας της αφίδας και τυ μέσυ επχικύ ρυθμύ της δραστηριότητας πτήσης κάδε είδυς. Ακόμα κάνει πιθανό, κάτω από ρισμένες συνθήκες, να παρακλυδηδύν ένα ή περισσότερα είδη κάδε φρά. Κάπιες παγίδες δίνυν μια λκληρωμένη εκτίμηση της

31 συγκεκριμένης εναέριας πυκνότητας και τυ ρυθμύ πρσγείωσης των αφίδων πάνω στα φυτά. Πικίλες άλλες τεχνικές έχυν πρταθεί (πρωθηθεί) για την εκτίμηση και τη δειγματλημία των πληθυσμών των αφίδων. Ειδικότερα: α) Εκτίμηση της κατηγρίας μόλυνσης 6) ακριβής καταμέτρηση όλων των ατόμων γ) εκτίμηση τυ πσστύ των ργάνων τυ φυτύ στα πία έγινε επίδεση. Ο αριθμός των δειγμάτων πυ θα παρακλυδηδύν ή θα συλλεγύν και τμέας τυ φυτύ πυ δα παρατηρηθεί ή θα δειγματισδεί μπρεί να πικίλει αισθητά (Leclant and Deguine 1994). 6) Στ εργαστήρι:τα διάφρα λεπτμερή μέτρα για την καταμέτρηση της επίδσης της αφίδας περιγραφόμενα από τυς Adams and Emden (1972) περιλαμβάνυν επιβίωση, ανάπτυξη πληθυσμύ, ατμική γνιμότητα, ρυθμό αναπαραγωγής, αριθμό εμβρύων καθώς επίσης και μέτρηση της ατμικής ανάπτυξης, όπως διάρκεια των σταδίων, μέγεθς των αφίδων και βάρς, μέσς σχετικός ρυθμός ρυθμός ανάπτυξης, πιθανός ρυθμός αύξησης (Hughes 1972 ) και χρησιμπίηση της τρφής. Μέγεθς αφίδων (σε σχέση με αναπαραγωγή ) Τα μεγαλύτερα άτμα σε πλλά είδη παράγυν περισσότερυς και μεγαλύτερυς απγόνυς. Οι μεγαλύτερι απόγνι είναι ικανότερι για πρσαρμγή από τυς μικρύς απγόνυς γιατί είναι πι πιθανόν να επιβιώσυν σε δύσκλες συνθήκες και να απφύγυν να συλληφθύν από τα αρπακτικά (Mackauer 1973 ). Ακόμα γενικά μέσα στ είδς τα μεγαλύτερα άτμα έχυν καλύτερες πιθανότητες από τα μικρότερα. Αν και τα μεγάλα είδη παράγυν μεγάλυς απγόνυς, κάδε απόγνς είναι μια μικρότερη αναλγία τυ βάρυς της μητέρας (2%) από ότι δα ήταν σε ένα μικρό είδς (10%). Σε 12 είδη φάνηκε ότι τα μεγαλύτερα είδη ήταν πι γόνιμα ( Dixon 1985). Ο ενδγενής ρυθμός αύξησης (rm) ενός είδυς, δηλαδή ρυθμός αύξησης όταν τ είδς αναπτύσσεται κάτω από βέλτιστες συνθήκες, εξαρτάται από τ ρυθμό

32 ανάπτυξης και την ηλικιακά εξειδικευμένη γνιμότητα και τυς πίνακες ζωής. Γενικά ρυθμός ανάπτυξης είναι πι σημαντικός από τη γνιμότητα και ρυθμός αναπαραγωγής στην νεαρή ενήλικη ζωή είναι πι σημαντικός από τ συνλικό αριθμό νυμφών πυ γεννήθηκαν για τν καθρισμό τυ rm. Η αντίστρφη σχέση μεταξύ τυ rm και τυ μεγέθυς τυ σώματς, πυ περιγράφηκε σε πικιλόθερμα ζώα δεν ισχύει για τις αφίδες ακόμα και όταν η θερμκρασία διατηρείται σταθερή. Οι διακυμάνσεις στη θερμκρασία μπρεί να έχυν ως απτέλεσμα πλύ μεγαλύτερες αλλαγές στην τιμή τυ rm από ένα είδς, από ότι αλλαγές στ βάρς θα έφερναν υπθέτντας ότι η θερμκρασία και τ βάρς θα μπρύσαν να διαχωριστύν. Ομίως αλλαγές στην πιότητα τυ φαγητύ θα μπρύσαν να επηρεάσυν τ rm (Dixon 1985a). Ανακεφαλαιώνντας τ ατμικό μέγεθς είναι απτέλεσμα των επιδράσεων της διατρφής και της θερμκρασίας στυς ρυθμύς αύξησης-ανάπτυξης. Παρόλα αυτά υπάρχυν δύ σημαντικί περιρισμί: μηχανισμός με τν πί ι αφίδες εκθέτυν τα στυλέτα τυς για να τα εισάγυν στα φυτά, η φυσιλγία των στιχείων τυ φλιώματς με τα πία ι αφίδες τρέφνται. Αυτί ι περιρισμί συνηγρύν για την τάση όλων των αφίδων να είναι μικρές αν και αυτές πυ τρέφνται σε ξυλώδη μέρη είναι μεγαλύτερες από αυτές πυ τρέφνται στα φύλλα εξαιτίας τυ βάθυς των στιχείων τυ φλιώματς. Σε ευνϊκές συνθήκες ι αφίδες γενικά επιτυγχάνυν υμηλύς ρυθμύς αύξησης και αυξάννται σε αριθμό ανεξάρτητα από τ βάρς τυς, ένα ακόμα εντυπωσιακό χαρακτηριστικό των ευκαιριακών ειδών. Τέλς η πιότητα της τρφής πυ είναι διαθέσημη για μια αφίδα είναι σημαντική για τν καθρισμό τυ μεγέθυς της, τυ ρυθμύ επιβίωσης και αναπαραγωγής. Η υμηλής πιότητας τρφή είναι συνήθως διαθέσημη στις αφίδες πυ τρέφνται σε ενεργά αναπτυσσόμενα ή γηράσκντα φυτά ή μέρη φυτών και συχνά μειώνεται γρήγρα όταν τα φυτά σταματύν να αναπτύσσνται. Επμένως η ικανότητα να ανταπκρίννται στις αλλαγές στην πιότητα τυ κατεργασμένυ χυμύ και να πρβλέπυν την εκδήλωση των δυσμενών θρεπτικών συνθηκών είναι μεγάλης σημασίας για την πρσαρμγή (Dixon 1985).

33 ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Στην παρύσα μελέτη εξετάζεται η επιτυχία της αφίδας Aphis gossypii σε διάφρες πικιλίες βαμβακιύ για ρισμένες βιλγικές παραμέτρυς. Συγκεκριμένα εξετάζνται ι πικιλίες : Έυα, Κρίνα, Σίνδς 80, Acala SJ2, Colorado, Zeta 2, Zeta 5 σε μια πρσπάθεια να βρεθεί αν ι πικιλίες επιτρέπυν διαφρετικύς ρυθμύς ανάπτυξης των πληθυσμών της A. gossypii. Η αφίδα A. gossypii αν και δεν είναι διεθνώς σημαντικότερς εχθρός τυ βαμβακιύ εντύτις δεν παύει να είναι σημαντικός εντμλγικός εχθρός, πίς συμβάλλει και αυτός στη μείωση της παραγωγής και την υπβάθμιση της πιότητας τυ πρϊόντς. Είναι η πρώτη φρά πυ μελετάται τ συγκεκριμέν θέμα στην Ελλάδα. Η μελέτη γίνεται στ εργαστήρι κάτω από ελεγχόμενες συνθήκες για την κατανόηση τυ φαινμένυ. Γίνεται μελέτη δηλαδή τυ συστήματς αφίδα - καλλιέργεια. Η μελέτη αυτή δα παρυσίαζε δυσκλίες στν αγρό διότι εκεί ι συνθήκες δεν είναι σταθερές και τ σύστημα αφίδα - καλλιέργεια δεν απμνώνεται από τα αρπακτικά, παράσιτα. Για να υπάρξει λκληρωμένη θεώρηση τυ ζητήματς τα απτελέσματα της μελέτης πρέπει να συνδυαστύν με συμπληρωματικές μελέτες τόσ στ εργαστήρι αλλά κυρίως στν αγρό.

ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

35 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τ βαμβάκι είναι μία από τις πι δυναμικές καλλιέργειες ανάμεσα στα φυτά μεγάλης καλλιέργειας και τ πρώτ από άπμη συναλλαγματικής αξίας αγρτικό πρϊόν. Η Ελλάδα περιλαμβάνεται μεταξύ των 5 χωρών με τη μεγαλύτερη στρεμματική απόδση πυ ανέρχεται σε 280 Kgr/στρέμμα σύσπρ παρόλ πυ βρίσκεται στα όρια της ζώνης καλλιέργειας τυ φυτύ (Γαλανπύλυ 1995). Η καλλιέργεια τυ βαμβακιύ έχει αρκετύς εντμλγικύς εχθρύς, ι πίι ζημιώνυν διάφρα μέρη τυ φυτύ με άμεσες ή έμμεσες επιπτώσεις στην πιότητα και πσότητα τυ τελικά συγκμιζόμενυ πρϊόντς (Σταμόπυλς 1990). Ένας από τυς σημαντικότερυς εχθρύς είναι ι αφίδες και ειδικότερα η Aphis gossypii Glover. Είναι πλυφάγ είδς, πρσβάλλει φυτά πυ ανήκυν σε 32 τυλάχιστν διαφρετικές ικγένειες. Έχει πλλές γενιές τ έτς (Τζανακάκης 1980, Τσιτσιπής 1996). Ο Paddock εξέθρεμε 60 γενιές σε ένα έτς (Τζανακάκης 1980). Στις εύκρατες περιχές διαχειμάζει στ στάδι τυ αυγύ (Τόλης 1986). Πρσβάλει τ βαμβάκι τν Απρίλι, Μάι στην κάτω επιφάνεια των φύλλων. Τα συμπτώματα της πρσβλής είναι εξασθένιση τυ φυτύ, συστρφή φύλλων, μείωση της παραγωγής (Τσιτσιπής 1996), μελιτώδη απεκκρίματα και εμφάνιση καπνιάς πυ μειώνει την αφμιωτική επιφάνεια τυ φυτύ και ρυπαίνει τις ίνες υπβαθμίζντας έτσι την πιότητά τυ (Τόλης 1986). Οι πικιλίες έχυν διάφρα χαρακτηριστικά πυ επηρεάζυν την επιτυχία της αφίδας. Σύμφωνα με τη βιβλιγραφία ι πικιλίες πυ έχυν χνύδι στην επιφάνεια τυ ελάσματς είναι ευαίσθητες στις αφίδες ( El - Zik and Thaxton 1989 ) αν και κάπια απτελέσματα ήταν ενδιάμεσα ή αντιφατικά ( Khan and Agarwal 1990, Niles 1980). Έτσι θα ήταν ενδιαφέρν να διερευνηθεί αν ρισμένες πικιλίες πυ καλλιεργύνται στην Ελλάδα επιτρέπυν διαφρετικύς ρυθμύς ανάπτυξης των πληθυσμών της A. gossypii.

36 Στα πλαίσια της διερεύνησης της επιτυχίας της αφίδας σε διάφρες πικιλίες, μελετήθηκαν διάφρες παράμετρι της βιλγίας τυ εντόμυ όπως ενδγενής ρυθμός αύξησης, η επιβίωση, τ δυναμικό αναπαραγωγής ενός κλώνυ A. gossypii στις πικιλίες βαμβακιύ Έυα, Κρίνα, Σίνδς 80, Acala SJ2, Colorado, Zeta 2, Zeta 5. Στ σημεί αυτό δίννται ρισμένα μρφλγικά χαρακτηριστικά των μελετόμενων πικιλιών σύμφωνα με στιχεία τυ Ινστιτύτυ Βάμβακς και Βιμηχανικών Φυτών, Σίνδς Θεσσαλνίκη. Τα τεχνλγικά χαρακτηριστικά των πικιλιών δώθηκαν κατά την περιγραφή των πικιλιών στ γενικό μέρς της μελέτης. Συγκεκριμένα δίνεται βαθμός χνόωσης στην κάτω επιφάνεια τυ ελάσματς των φύλλων. Έυα : μέτρις, Κρίνα: ενδιάμεσς, Σίνδς 80: μέτρις ως μεγάλς, Acala SJ2: ενδιάμεσς, Colorado: μικρός, Zeta 2: μικρός ως μέτρις, Zeta 5: μέτρις.

37 ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ Τα πειράματα πραγματπιήθηκαν στ Εργαστήρι Εντμλγίας και Γεωργικής Ζωλγίας τυ Πανεπιστημίυ Θεσσαλίας τη χρνική περίδ Μάρτις- Δεκέμβρις 1996. Χρησιμπιήθηκε ένας κλώνς αφίδας Aphis gossypii από την περιχή Γιάννυλη Λάρισας, πίς συλλέχθηκε από βαμβάκι. Οι πικιλίες βαμβακιύ πυ χρησιμπιήθηκαν ήταν: Έυα, Κρίνα, Σίνδς 80, Acala SJ2, Colorado, Zeta 2, Zeta 5. Για τη σπρά χρησιμπιήθηκε τύρφη και πλαστικά γλαστράκια διαστάσεων : μήκς 8 cm, πλάτς 8 cm, ύμς 8 cm. Σε κάθε γλαστράκι έγινε σπρά 3 σπόρων βαμβακιύ για να αντιμετωπισθεί περίπτωση τυχόν μειωμένης βλαστικότητας τυ σπόρυ. Πριν χρησιμπιηθύν τα φυτά έγινε αραίωση μέχρι δύ φυτών. Τα φυτά αναπτύχθηκαν στ θερμκήπι μέχρι να φτάσυν στ στάδι των τεσσάρων μόνιμων φύλλων. Στ διάστημα αυτό πτίζνταν όπτε αυτό κρινόταν αναγκαί. Ο κλώνς διατηρύνταν σε φύλλα πατάτας πικιλίας Jaerla σε κλωβύς εκτρφής εντόμων ( Blackman boxes ) σε χώρ ελεγχόμενων συνθηκών, όπυ η θερμκρασία ήταν 19+0,5 C, η σχετική υγρασία 50 ±10% και η φωτπερίδς 16:8 (L:D). Οι κλωβί ήταν πλαστικί διαστάσεων 7,5x4,5x2cm. Στα τιχώματα των κλωβών είχαν ανιχθεί δύ στργγυλές πές ι πίες καλύφθηκαν με τύλι. Στ κάτω τμήμα των κλωβών τπθετήθηκε τμήμα από plexi glass για να είναι δυνατή η τπθέτηση σφυγγαριύ τ πί υγραινόταν με νερό έτσι ώστε να διατηρήται η υγρασία στ φύλλ και να μη μαραίνεται. Για τη μελέτη της επίδρασης των διαφόρων πικιλιών βαμβακιύ στη βιλγία της A. gossypii, η αφίδα πρσαρμόστηκε επί μία γενιά σε πικιλία βαμβακιύ, την Deltapine 50 και κατόπιν πειραματισμός έγινε στις διαφρετικές πικιλίες. Έγινε μελέτη της βιλγίας της αφίδας στις πικιλίες Έυα, Κρίνα, Σίνδς 80, Acala SJ2, Colorado, Zeta 2, Zeta 5, στις πίες αναπτύχθηκαν ι αφίδες επί δύ συνεχείς γενιές. Η πικιλία Deltapine 50 βρισκόταν σε βικλιματικό θάλαμ σε συνθήκες, πυ αναφέρθηκαν ανωτέρω. Όταν τα φυτά της πικιλίας Deltapine 50 βρισκόταν στ στάδι των τεσσάρων μόνιμων φύλλων, παρθενγενετικά άπτερα

38 θηλυκά τπθετήθηκαν στην κάτω επιφάνεια των δύ πρώτων μόνιμων φύλλων με πινέλ και διατηρήθηκαν εκεί σε κλωβύς φύλλυ ( clip cages) (Puterka & Peters 1988) για μία ημέρα ( Εικ.2, 3 ). Την επόμενη ημέρα απμακρύνθηκαν ι μητέρες και παρέμειναν ι νεαρές νύμφες. Για τη μελέτη τυ ρυθμύ παραγωγής απγόνων της A. gossypii ι νεαρές νύμφες (αφίδες 1ης γενιάς) μετά την ενηλικίωσή τυς τπθετήθηκαν, μία αφίδα σε κάθε κλωβό, στην κάτω επιφάνεια των δύ πρώτων μόνιμων φύλλων των πειραματικών φυτών και διατηρύνταν εκεί με clip cages. Τπθετήθηκαν 20 παρθενγενετικά θηλυκά σε κάθε πικιλία όταν τα φυτά βαμβακιύ βρισκόταν στ στάδι των τεσσάρων μόνιμων φύλλων. Την επόμενη ημέρα απμακρύνθηκαν ι νεαρές μητέρες (αφίδες 1πς γενιάς) και παρέμειναν ι απόγνί τυς (αφίδες 2ης γενιάς). Στη συνέχεια ι αφίδες 1ης γενιάς τπθετήθηκαν σε άλλα φυτά πάλι στα 2 πρώτα μόνιμα φύλλα και καταγραφόταν καθημερινά αριθμός των απγόνων ενώ συγχρόνως γινόταν απμάκρυνση των απγόνων. Η καταγραφή συνεχιζόταν μέχρι τ πέρας της ζωής της μητέρας. Παράλληλα υπλγίστηκε και η διάρκεια της επιβίωσης των τελείων. Οι απόγνι πυ είχαν γεννηθεί ( αφίδες 2ης γενιάς ), από την ημέρα της γέννησής τυς, παρακλυθύνταν καθημερινά και καταγραφόταν χρόνς πυ ι νεαρές νύμφες υφίσταντ έκδυση για την επόμενη ηλικία. Η καταγραφή των εκδυμάτων συνεχιζόταν μέχρι την ενηλικίωση των νυμφών. Συνλικά για κάδε αφίδα καταγράφνταν τέσσερα εκδύματα και από τ διάστημα πυ μεσλαβύσε μεταξύ δύ εκδυμάτων διαδχικών ηλικιών υπλγιζόταν η διάρκεια τυ σταδίυ σε ημέρες. Ακόμα στις ίδιες αφίδες (2ης γενιάς) καταγραφόταν χρόνς πυ μεσλαβύσε από τη γέννησή τυς μέχρι τη γέννηση τυ πρώτυ απγόνυ τυς, δηλαδή χρόνς ανάπτυξης (Td). Από την ημέρα πυ γεννιόταν πρώτς απόγνς γινόταν καθημερινή καταγραφή των απγόνων (με ταυτόχρνη απμάκρυνση αυτών) μέχρι τ θάνατ της μητέρας. Παράλληλα υπλγίστηκε η διάρκεια της επιβίωσης των τελείων. Από τ χρόν Td και τν αριθμό των απγόνων (Md) της αφίδας 2ης γενιάς σε χρνικό διάστημα ίσ με τ χρόν ανάπτυξης, υπλγίστηκε ενδγενής ρυθμός αύξησης τυ πληθυσμύ (rm) από