Αθηνά Κόντου, Χαµπίκ Μαρουκιάν, Καλλιόπη Γάκη-Παπαναστασίου και Γεώργιος Λειβαδίτης

Σχετικά έγγραφα
Ποτάµια ράση ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ. Ποτάµια ιάβρωση. Ποτάµια Μεταφορά. Ποτάµια Απόθεση. Βασικό επίπεδο

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra)

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

4. Η δράση του νερού Η ΠΟΤΑΜΙΑ ΡΑΣΗ. Ποτάµια διάβρωση

Ιωάννης Μ. Τσόδουλος Δρ. Γεωλόγος

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ

Κεφάλαιο 1. Γεωμορφολογία Ποταμών Μόνιμη δίαιτα ποταμών Σχηματισμός διατομής ποταμού

Υ ΡΟΓΡΑΦΙΚΑ ΙΚΤΥΑ ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005

Yarlung Tsangpo River, Tibet. Πηγή: Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ελτίο Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρίας τοµ. ΧΧΧΙΧ/ΙΙΙ, 2006 Bulletin of the Geological Society of Greece vol. ΧΧΧΙΧ/ΙΙΙ, 2006

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας

ΜΟΡΦΟΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΑ Υ ΡΟΓΡΑΦΙΚΑ ΙΚΤΥΑ ΤΟΥ Ν. ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ (ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑ Α) 1

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ


Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΣΕΩΝ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΕ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΕΣ ΩΣ ΥΝΑΜΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ ΚΡΕΜΑΣΤΩΝ

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ.

Επιπτώσεις αποθέσεων φερτών υλικών σε ταµιευτήρες

Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. Υδροκρίτης-Πιεζομετρία

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ. πηγή:nasa - Visible Earth

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 657

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών...

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

Ερµηνεία Τοπογραφικού Υποβάθρου στη Σύνταξη και Χρήση Γεωλoγικών Χαρτών

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ. Δρ Γεώργιος Μιγκίρος

ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ Υ ΡΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΙΚΤΥΟΥ ΤΟΥ ΠΟΡΤΑΪΚΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ. Στοιχεία τοπογραφικών χαρτών

Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα).

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ

Tαξινόμηση υδρορρεύματος

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

ΕΡΓΟ: ''Βελτίωση της γνώσης σχετικά με τον καθορισμό της ελάχιστα. απαιτούμενης στάθμης/παροχής υδάτινων σωμάτων''

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ

Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία. Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

νήσο Λέσβο» Παρουσίαση Εργασίας µε Τίτλο: 11 ο ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ Κατερίνα Τζαβέλλα ΝΑΥΠΛΙΟ 8-10 εκεµβρίου 2010

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΠΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΕΙ ΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΝΕΜΕΑΣ 1


2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ

Γεωµορφολογική και µορφοτεκτονική ανάλυση της λεκάνης απορροής του Μαλακασιώτικου ρέµατος ( υτ. Θεσσαλία-νοµός

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ. Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων

2. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

Χαρτογράφηση Δείκτη Παράκτιας Τρωτότητας

Λιθοστρωματογραφία. Αποτελεί μέθοδο έρευνας της Στρωματογραφίας που έχει σκοπό την ταξινόμηση των ΣΤΡΩΜΕΝΩΝ πετρωμάτων

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕ Ο ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΙ GIS

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

Ποτάμια γεωμορφολογία. Ιστορικά στοιχεία

ΑΣΚΗΣΗ. Πυκνότητα και πορώδες χιονιού. Ποια είναι η σχέση των δυο; Αρνητική ή Θετική; Δείξτε τη σχέση γραφικά, χ άξονας πυκνότητα, ψ άξονας πορώδες

ΙΣΟΥΨΕΙΣ ΚΑΜΠΥΛΕΣ- ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Άλλοι χάρτες λαμβάνουν υπόψη και το υψόμετρο του αντικειμένου σε σχέση με ένα επίπεδο αναφοράς

Υδρολογία - Υδρογραφία. Υδρολογικός Κύκλος. Κατείσδυση. Επιφανειακή Απορροή. Εξατµισιδιαπνοή. κύκλος. Κατανοµή του νερού του πλανήτη

Μορφοµετρικές Παράµετροι Λεκανών Απορροής

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 733

ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΡΟΔΟΥ (22 ΝΟΕ 2013)

Η ΜΟΡΦΟΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΤΗΝΟΥ (ΚΥΚΛΑΔΕΣ) ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΩΝ ΑΚΤΩΝ ΤΗΣ

Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

ΠΑΡΑΔΟΤΕΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2917

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΕΜΠΩΝ ΛΑΡΙΣΑΣ

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το

Κεφάλαιο 1. 1 Βασικές Υδρολογικές έννοιες

1. Το φαινόµενο El Niño

ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

ΔΙΑΡΚΗΣ ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ

8. Υπολογισµός Α.Υ. επαφής σε τυχαία θέση: Το «πρόβληµα» της γεώτρησης

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ

Γεωµορφοµετρικά Χαρακτηριστικά των Υδρολογικών Λεκανών της Ελλάδας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΟΜΑ Α Α ΕΜΠ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΥΡΟΠΛΗΚΤΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

Υδροµετεωρολογία. Εισαγωγή στα υδρογραφήµατα. Νίκος Μαµάσης, Αθήνα 2009 ΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ Υ ΡΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

Ποτάμια Υδραυλική και Τεχνικά Έργα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΓΕΝΙΚΗ ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ - ΚΛΙΜΑ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ και ΚΛΙΜΑ ΕΛΛΑ ΟΣ

Φυσικό Περιβάλλον ΦΥΣΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

Ευρασιατική, Αφρικανική και Αραβική

ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΝΗΣΟ ΧΑΛΚΗ ( Ω ΕΚΑΝΗΣΑ )

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

«Διερεύνηση υδρολογικής αποκατάστασης της Υπέρειας Κρήνης στην περιοχή Βελεστίνου της Π.Π»

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου

Transcript:

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ Υ ΡΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΙΚΤΥΟΥ ΤΟΥ ΑΦΝΩΝΑ ΣΤΟΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΠΑΡΝΩΝΑ, ΝΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ Αθηνά Κόντου, Χαµπίκ Μαρουκιάν, Καλλιόπη Γάκη-Παπαναστασίου και Γεώργιος Λειβαδίτης Τοµέας Γεωγραφίας-Κλιµατολογίας, Σχολή Θετικών Επιστηµών, Πανεπιστήµιο Αθηνών, 15784 Αθήνα Περίληψη Στην εργασία αυτή µελετάται το ανατολικό τµήµα του όρους Πάρνωνα και ειδικότερα το υδρογραφικό δίκτυο του ποταµού άφνωνα. Εντός της υδρογραφικής λεκάνης του άφνωνα παρατηρούνται επιφάνειες ισοπέδωσης ταξινοµηµένες σε οµάδες από 400µ. έως 1.500µ., οι περισσότερες σε ασβεστολιθικά πετρώµατα, ενώ χαρακτηριστικό είναι το σχήµα τους µε φανερή επιµήκυνση ως προς άξονα Β -ΝΑ διεύθυνσης. Οι επιµήκεις τοµές της κοίτης των κυριοτέρων παραποτάµων του άφνωνα, καθώς και της κεντρικής κοίτης αυτού είναι διακοπτόµενες µε χαρακτηριστικά σηµεία κάµψης που δεν οφείλονται µόνο σε λιθολογικές διαφορές αλλά κυρίως στην αναγέννηση τµήµατος του υδρογραφικού δικτύου του άφνωνα. Η έντονη αναγέννηση του τµήµατος αυτού έλαβε χώρα κατά το Μέσο-Άνω Πλειστόκαινο και συνεχίζεται µέχρι σήµερα µε µειωµένους ρυθµούς λόγω των περιορισµένων βροχοπτώσεων του Ανωτ. Ολοκαίνου. Συµπερασµατικά, το σηµερινό ανάγλυφο της περιοχής είναι αποτέλεσµα της επικρατούσας λιθολογίας, των παραµορφωτικών τάσεων κατά την µεταλπική περίοδο, των γεωµορφικών διεργασιών κατά την ίδια περίοδο και των έντονων κλιµατικών µεταβολών κατά το Ανώτ. Τεταρτογενές. MORPHOLOGICAL CHARACTERISTICS OF THE DRAINAGE BASIN OF DAFNON IN EAST PARNON, SE PELOPONNESUS Athena Kontou, Habic Maroukian, Kalliope Gaki-Papanastasiou and George Livaditis Department of Geography-Climatology, School of Sciences, University of Athens, 15784 Athens Abstract In this study the eastern part of Parnon mountain is studied with emphasis on the drainage basin of Dafnon river. In the drainage basin of Dafnon there are planation surfaces extending between the 400 and 1500 meter contours, most of them composed of limestone rocks, exhibiting a characteristic elongate shape along a NW-SE axis. The longitudinal profiles of the channels of the seven most important tributaries of Dafnon as well as its main channel, are interrupted with typical knickpoints which owe their existence not only to lithologic discontinuities but mainly to the rejuvenation part of Dafnon. The intense rejuvenation of the east-central part of the river basin occurred during the Middle-Late Pleistocene and is continuing until today albeit at slower rates due to the drier conditions of the Late Holocene. In conclusion, the present landscape of the studied region is the product of the predominant lithology, the deformation strains of the post-alpine period, the concurrent geomorphic processes and the intense climatic variations of the Late Quaternary. Λέξεις κλειδιά:υδρογραφικό σύστηµα,αναγέννηση,παλαιοεπιφάνειες, άφνων,πελοπόννησος,τεταρτογενές. Key words: Drainage system, rejuvenation, planation surfaces, Dafnon, Peloponnesus, Quaternary. 1. Εισαγωγή 1.1 Γεωγραφικά στοιχεία-σκοπός της εργασίας Η ευρύτερη περιοχή, που βρίσκεται στη ΝΑ Πελοπόννησο (Σχ. 1), καταλαµβάνει το κεντρικό και ανατολικό τµήµα του ορεινού Πάρνωνα. Γεωµορφολογικά ορίζεται από τον υδροκρίτη της υδρογραφικής λεκάνης του ποταµού άφνωνα έκτασης 311 τ.χλµ. Χαρακτηρίζεται από ένα ιδιαίτερα ποικιλόµορφο ανάγλυφο (επικρατεί το ανάγλυφο απόπλυσης/διάβρωσης), καθώς και από ένα ικανοποιητικά ανεπτυγµένο υδρογραφικό δίκτυο, ενώ σχετίζεται άµεσα µε την τεκτονική και λιθολογία της υπό µελέτη περιοχής. Ο τύπος του υδρογραφικού δικτύου του άφνωνα είναι δενδριτικός αν και τοπικά µπορεί να χαρακτηριστεί ως κλιµακωτό, ορθογώνιο ή παράλληλο. Οι κυριότεροι παραπόταµοι του άφνωνα είναι: Χάβου, Νεοχωρίτικο, Κοσµίτικο, Αγιωργίτικο, Κακόρρεµα, Μακρυάς, Λυκόσπια. Υδρολογικά εξεταζόµενη η περιοχή εµφανίζει σηµαντική υπόγεια απορροή, µεγαλύτερη ίσως από την επιφανειακή (ο άφνων παρουσιάζει χειµαρρώδη δράση), καθώς στο µεγαλύτερο µέρος της αποτελείται από υδροπερατά πετρώµατα. Για την καταγραφή των µορφολογικών χαρακτηριστικών του δικτύου του άφνωνα χρησιµοποιήθηκαν τοπογραφικοί και γεωλογικοί χάρτες κλίµακας 1:50.000, καθώς και αεροφωτογραφίες. Στην εργασία υπαίθρου χρησιµοποιήθηκαν τοπογραφικά διαγράµµατα κλίµακας 1:5.000, από τα οποία προέκυψε

γεωµορφολογικός χάρτης κλίµακας 1:50.000. Όλα τα παραπάνω έγιναν µε σκοπό τον προσδιορισµό των παραγόντων που επέδρασαν στο υδρογραφικό δίκτυο ώστε να είναι εφικτή η κατανόηση της εξέλιξής του και του σταδίου στο οποίο βρίσκεται αυτό. 0 5χλµ.

Σχήµα 1. Γεωλογικός χάρτης της περιοχής µελέτης. 1.2 Γεωλογία-Τεκτονική Στη γεωλογική δοµή της περιοχής συµµετέχουν τέσσερις τεκτονικές/στρωµατογραφικές ενότητες: ζώνη Πίνδου, ζώνη Τρίπολης, Φυλλιτική-χαλαζιτική σειρά, σειρά «Plattenkalk», καθώς και σχηµατισµοί του Νεογενούς και Τεταρτογενούς. Η ζώνη Τρίπολης καταλαµβάνει το µεγαλύτερο µέρος της περιοχής µε την παρουσία κυρίως ασβεστολίθων και δολοµιτών (Σχ. 1). Σχετικά µε τα «Στρώµατα Τυρού», τη σειρά «Plattenkalk» και τη Φυλλιτική-χαλαζιτική σειρά, που παρουσιάζουν και το µεγαλύτερο στρωµατογραφικό ενδιαφέρον για την περιοχή αλλά καταλαµβάνουν µικρό τµήµα της, υπάρχει εκτεταµένη βιβλιογραφία (Renz C. 1955, Lekkas S. 1980, Bassias J. 1989). Η γεωδυναµική εξέλιξη της περιοχής ακολουθεί αυτήν της Πελοποννήσου (Thiebault F.,1982, Mariolakos et el,1985), ενώ το σηµερινό ανάγλυφο είναι αποτέλεσµα του µεταλπικού ρηγµατογόνου τεκτονισµού που χαρακτηρίζεται από ρήγµατα γενικής διεύθυνσης ΒΒ -ΝΝΑ.Το τεκτονικό βύθισµα του Αργολικού Κόλπου ανάλογης διεύθυνσης αποτελεί σηµαντικό γεγονός για την εξέλιξη του κατώτερου τµήµατος του υδρογραφικού δικτύου του άφνωνα. 1.3 Κλιµατικές συνθήκες Στην περιοχή επικρατεί ο χερσαίος µεσογειακός τύπος κλίµατος. Από τα στοιχεία πέντε µετεωρολογικών σταθµών (Βαµβακού, Βασαράς, Βούρβουρα, Λεωνίδιο, Σπάρτη) προκύπτει ότι οι παράγοντες που ρυθµίζουν την κύµανση των διαφόρων τιµών είναι το υψόµετρο και ο προσανατολισµός του σταθµού. Το µεγαλύτερο ύψος βροχής παρατηρείται στα µεγαλύτερα υψόµετρα αυξανόµενο από τα ανατολικά προς τα δυτικά. Υγρότεροι µήνες είναι ο Νοέµβριος και ο εκέµβριος, ενώ ξηρότεροι ο Ιούλιος και ο Αύγουστος. Το µέσο ετήσιο ύψος βροχής για το σταθµό του Λεωνιδίου είναι 288 χιλµ. ενώ για τους ορεινούς σταθµούς είναι 560-970 χιλµ. Οι χαµηλότερες θερµοκρασίες παρατηρούνται στα µεγαλύτερα υψόµετρα µειούµενες από ανατολικά προς δυτικά. Αξιοσηµείωτες είναι οι ιδιαίτερα χαµηλές θερµοκρασίες που παρατηρούνται στο Λεωνίδιο, κάτι που δικαιολογείται από τη θέση του στα ανατολικά παράλια της Πελοποννήσου, όπου επικρατούν οι Β ψυχροί άνεµοι. Στην σχεδόν ξηρή κοίτη του άφνωνα αντανακλώνται οι κλιµατικές συνθήκες της περιοχής που χαρακτηρίζονται από µικρό σχετικά ύψος υετού µε αποτέλεσµα ο άφνωνας να ενεργοποιείται σπάνια µόνο µετά από έντονες αλλά σύντοµες βροχοπτώσεις δίνοντας πληµµύρες µε περίοδο επανάληψης ανά πενταετία. 2. Υδρογραφικό δίκτυο ποταµού άφνωνα Ο τύπος του υδρογραφικού δικτύου είναι κυρίως δενδριτικός αν και εµφανίζει ποικιλοµορφία στην ανάπτυξή του. Τοπικά µπορεί να χαρακτηριστεί ως κλιµακωτό (στο ανατολικό του τµήµα κυρίως), ορθογώνιο (στα σηµεία συµβολής των κλάδων 4 ης, 5 ης και 6 ης τάξης) ή παράλληλο (κοντά στην κορυφογραµµή του Πάρνωνα). Οι µεγαλύτεροι παραπόταµοι του άφνωνα είναι ο Χάβου, το Νεοχωρίτικο, το Κοσµίτικο, το Αγιωργίτικο, το Κακόρρεµα, ο Μακρυάς και η Λυκόσπια. Η τεκτονική και η λιθολογία αποτελούν σηµαντικούς παράγοντες στη διαµόρφωση του υδρογραφικού δικτύου του άφνωνα. Ο τεκτονικός έλεγχος της περιοχής υποδηλώνεται από: α)τις διευθύνσεις των κύριων κλάδων/παραποτάµων του άφνωνα, οι οποίοι ακολουθούν την Β -ΝΑ ανάπτυξη των τεκτονικών διαρρήξεων, β)τις συµβολές των επιµέρους κλάδων σε ορθή γωνία, και γ)τις απότοµες γωνιώδεις κάµψεις των κλάδων κοντά σε ρήγµατα Β -ΝΑ διεύθυνσης. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του ρέµατος Χάβου που αλλάζει σε δύο τουλάχιστον σηµεία της κοίτης του διεύθυνση και κάµπτεται σχεδόν σε ορθή γωνία. Προκειµένου να κατανοηθεί η κατάσταση του υδρογραφικού δικτύου του ποταµού άφνωνα, έγιναν τοµές κατά µήκος της κοίτης των κυριοτέρων ρεµάτων του δικτύου του, καθώς και µια επιµήκης τοµή της κεντρικής του κοίτης. Σκοπός ήταν να διαπιστωθεί αν ο ποταµός είναι εξισορροπηµένος και αν παρατηρούνται σηµεία κάµψης που να προσδίδουν την χαρακτηριστική κλιµακωτή µορφή. Τα παραπάνω επαληθεύτηκαν µε εργασία υπαίθρου και παρατηρήσεις για όλο σχεδόν το µήκος της κεντρικής κοίτης των ρεµάτων και εντοπισµό των σηµείων κάµψης. 0 Από την µελέτη 5χλµ. των εν λόγω επιµήκων τοµών συµπεραίνεται ότι οι διαφοροποιήσεις στα διάφορα τµήµατα των τοµών δεν είναι συνέπεια µόνο λιθολογικών διαφορών, αλλά κυρίως οφείλονται σε αναγέννηση του χαµηλότερου τµήµατος του υδρογραφικού δικτύου του άφνωνα. 2.1 Κεντρική κοίτη ποταµού άφνωνα Παρατηρώντας την κατά µήκος τοµή του άφνωνα, (Σχ. 2), διαφαίνεται µια κλιµάκωση της κλίσης της κοίτης που σχετίζεται µε τη µορφολογία του αναγλύφου, µε συνέπεια η τοµή να χωρίζεται νοητά σε τρία τµήµατα ως εξής:

Στο τµήµα (Α) της τοµής από τις εκβολές µέχρι και υψόµετρο περίπου 100µ. που είναι πολύ µικρής κλίσης µε οµαλή διαβάθµιση, η οποία οφείλεται κύρια στις αποθέσεις του ποταµού, και βρίσκεται πολύ κοντά στο απόλυτο βασικό επίπεδο. Σηµειώνεται ότι, το βασικό επίπεδο του ποταµού κατά την τελευταία παγετώδη περίοδο (18-20χιλ. χρόνια πριν) ήταν 100-120µ. χαµηλότερα, ενώ µεταγενέστερη επίκλυση οδήγησε στη δηµιουργία της προσχωσιγενούς πεδιάδας. Α Σχήµα 2. Επιµήκης τοµή της κεντρικής κοίτης του άφνωνα. Στο τµήµα (Β) της τοµής (από τα 100 έως τα 650µ. περίπου) που παρουσιάζει τη µεγαλύτερη διακύµανση της κλίσης και καταλήγει στα 700µ. περίπου σε µια επιφάνεια ισοπέδωσης µε σχεδόν µηδενική κλίση. Στο τµήµα (Γ) όπου: α) από τα 700µ έως τα 900µ. εµφανίζει ήπια κλίση και στο οποίο αντιστοιχούν οι πιο εκτεταµένες επιφάνειες ισοπέδωσης, και β) από τα 1000µ. έως τα 1.700µ., κοντά στις ορεινές παρυφές του Πάρνωνα, όπου η κοίτη έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός ορεινού ποταµού κοντά στις πηγές του (απότοµη κλίση και µεγάλη υψοµετρική διαφορά). Εδώ αντιστοιχούν επιφάνειες ισοπέδωσης που είναι υπολειµµατικές και περιορισµένης έκτασης. Η επιµήκης αυτή τοµή είναι διακοπτόµενη µε πολλά µικρά σηµεία κάµψης και πιο αξιοσηµείωτο αυτό στα 650µ. περίπου που οριοθετεί δύο περιοχές µε διαφορετικά χαρακτηριστικά και κύρια διαφορετική κλίση κοίτης. Είναι επίσης φανερό ότι αυτή η διαφοροποίηση δεν προκύπτει από κάποια λιθολογική διαφορά αλλά το πιο πιθανό είναι να οφείλεται σε µετατόπιση του βασικού επιπέδου του ποταµού µέσα στο χρόνο, µε αποτέλεσµα να έχουµε δύο διαφορετικά εξελισσόµενα τµήµατα της υδρογραφικής λεκάνης. Το ανάντη τµήµα αντιστοιχεί σ ένα στάδιο ωριµότητας και το κατάντη σ ένα στάδιο νεότητας το οποίο οφείλεται στην επαναδραστηριοποίηση του τεκτονικού βυθίσµατος του Αργολικού Κόλπου στο Κατώτερο Μέσο Πλειστόκαινο. Αυτό είχε σαν µορφολογική συνέπεια την εκ νέου εκβάθυνση του ποταµού ο οποίος ακολουθώντας την πτώση του βασικού του επιπέδου δηµιούργησε µια κλιµακωτή κοίτη προσαρµοσθείσα στο νέο χαµηλότερο βασικό επίπεδο (αναγεννηµένο τµήµα). 2.2 Παραπόταµοι ποταµού άφνωνα Στο σκαρίφηµα του Σχήµατος 3 εµφανίζονται συγκεντρωτικά όλες οι επιµήκεις τοµές των επτά παραποτάµων του άφνωνα που προαναφέρθηκαν, oι οποίες είναι διακοπτόµενες µε χαρακτηριστικά για όλες σχεδόν απ αυτές σηµεία κάµψης, που προσδίδουν στις κοίτες µια κλιµακωτή µορφή. Η ύπαρξη και ο εντοπισµός στο ύπαιθρο µεγάλου αριθµού ρηγµάτων που είτε συνοδεύουν ένα σηµείο κάµψης είτε γειτνιάζουν απλά µ αυτό, επιβεβαιώνει το βαθµό που η τεκτονική επηρεάζει και πολλές φορές καθορίζει το σχηµατισµό του. Ανάλογες κάµψεις παρατηρούνται και κατά µήκος µικρότερων ρεµάτων, κυρίως στο βόρειο τµήµα της αναγεννηµένης περιοχής. Ένα κοινό σηµείο όλων σχεδόν των τοµών είναι η κυρτή µορφή στο κατάντη τµήµα τους. Πράγµατι, οι επιµήκεις τοµές των ρεµάτων, συµπεριλαµβανοµένης και της τοµής της κεντρικής κοίτης του άφνωνα, εµφανίζουν αυτήν την κυρτή µορφή (µε εξαίρεση το ορεινό τµήµα τους) που υποδηλώνει ότι τα ποτάµια είναι πολύ «νέα» και δεν έχουν ξεπεράσει ακόµη το στάδιο της αναγέννησης. Αυτό σηµαίνει ότι οι διεργασίες της κατά βάθους διάβρωσης χρειάζονται αρκετό ακόµη χρόνο για να καλυφθεί η διαφορά των εκατοντάδων µέτρων που υπάρχει, ώστε οι κοίτες ν αποκτήσουν την κοίλη µορφή της «ωριµότητας». Σ όλες τις επιµήκεις τοµές, τα σηµεία κάµψης ακολουθούν µια διαβάθµιση ως προς το υψόµετρο έως το άνω όριο της αναγεννηµένης περιοχής (Σχ. 4). Έτσι, αυτά ξεκινούν από τα 100µ. περίπου για τον παραπόταµο Χάβου και φθάνουν στα 1350µ. περίπου για τον παραπόταµο Αγιωργίτικο. Οι παραπόταµοι Χάβου και Λυκόσπια δεδοµένου ότι βρίσκονται στα χαµηλότερα υψόµετρα είναι οι παλαιότερα αναγεννηµένοι. Παρ όλα αυτά η έκταση της αναγεννηµένης περιοχής τους είναι περιορισµένη καθώς αντιστοιχούν σε µικρής έκτασης λεκάνες απορροής.

Το εύρος εµφάνισης των σηµείων κάµψης στους παραπόταµους Μακρυά και Νεοχωρίτικο, καθώς και η έκταση της αναγεννηµένης περιοχής τους, είναι περιορισµένα δεδοµένου ότι το µεγαλύτερο τµήµα της λεκάνης απορροής τους εκτείνεται ακόµη πάνω στις παλαιοεπιφάνειες.

Σχήµα 3. Σκαρίφηµα των επιµήκων τοµών των παραποτάµων του άφνωνα.. 1200 1000 Υψόµετρο 800 600 400 200 0 1 2 3 4 5 6 7 Σχήµα 4. Ραβδόγραµµα όπου παρουσιάζονται υψοµετρικά τα εύρη εµφάνισης του αναγεννηµένου τµήµατος των παραποτάµων (γκρι σκούρο), των σηµείων κάµψης στα ανώτερα τµήµατα αυτού (µαύρο) και της εξάπλωσης των επιφανειών ισοπέδωσης (γκρι ανοιχτό).η αρίθµηση αντιστοιχεί σε αυτήν του Σχήµατος 3. 3. Επιφάνειες ισοπέδωσης Στην περιοχή του ανατολικού Πάρνωνα και µέσα στην υδρογραφική λεκάνη του άφνωνα χαρτογραφήθηκαν επιφάνειες ισοπέδωσης σε διάφορα υψόµετρα και µε ποικίλο σχήµα και κλίση και έγινε µια προσπάθεια οµαδοποίησής τους και συσχετισµού τους µε τις γενικότερες συνθήκες εξέλιξης του σηµερινού αναγλύφου. Οι πρώτες επιφάνειες ισοπέδωσης εµφανίζονται σε υψόµετρο 400 µ. και συνεχίζονται διαδοχικά έως και τα 1500 µ. Μεγαλύτερης συνολικής έκτασης, είναι οι επιφάνειες που βρίσκονται σε υψόµετρα από 650 έως 900 µ. Το 95% τουλάχιστον αυτών απαντούν πάνω σε ασβεστολίθους/δολοµίτες, κύρια της ζώνης Τριπόλεως, και µάλιστα οι περισσότερο εκτεταµένες πάνω σε ασβεστολίθους Τριαδικής-Ιουρασικής ηλικίας. Γενικά µπορούν να διακριθούν τρεις οµάδες επιφανειών ισοπέδωσης, η ανάπτυξη των οποίων αποτυπώνεται στο Σχήµα 5. Οµάδα Α: Οι επιφάνειες αυτής της οµάδας απαντούν σε υψόµετρα 400-700 µ. και εκτείνονται κύρια στο ανατολικό τµήµα της υδρογραφικής λεκάνης του άφνωνα. Η οµάδα αυτή είναι η περισσότερο

ποικιλόµορφη, τόσο ως προς την έκταση και την κλίση των επιφανειών όσο και ως προς τη διαβάθµισή τους ανάλογα µε το υψόµετρο. Είναι, επίσης, οι περισσότερο επηρεασµένες από την αναγέννηση. Πιο συγκεκριµένα, στο βόρειο τµήµα της λεκάνης η κλίση τους είναι ανατολική-νοτιοανατολική µε εξαίρεση τις επιφάνειες που βρίσκονται πάνω στο βορειοανατολικό τµήµα του υδροκρίτη µε κλίση αντίθετη (δυτικά-νοτιοδυτικά). Κάτι ανάλογο συµβαίνει και στο νότιο τµήµα, όπου όλες σχεδόν οι επιφάνειες έχουν κλίση νότια, ανατολικά και νοτιοανατολικά µε εξαίρεση τις επιφάνειες πάνω ή κοντά στο ανατολικό τµήµα του υδροκρίτη που έχουν αντίθετες κλίσεις, Οι περισσότερες είναι επιφάνειες περιορισµένης έκτασης και ακανόνιστου σχήµατος, µε εξαίρεση τις περιοχές στο ΝΑ τµήµα της λεκάνης απορροής του άφνωνα. Β Σχήµα 5. Οµαδοποίηση επιφανειών ισοπέδωσης. Οµάδα Β: Είναι η οµάδα των επιφανειών µε τη µεγαλύτερη συνολική έκταση και κανονικότητα εµφάνισης. Απαντούν σε υψόµετρα 750-900µ. (φωτ. 1) και καταλαµβάνουν το κεντρικό κυρίως τµήµα της υδρογραφικής λεκάνης του άφνωνα, ενώ συνδέονται άµεσα και µε την εµφάνιση των επιφανειακών καρστικών µορφών στην περιοχή. Είναι ιδιαίτερα εκτεταµένες, πολλές φορές µε κοινά όρια, διαδοχικές καθ υψόµετρο και εµφανίζουν χαρακτηριστική γεωµετρία µε µια τάση για επιµήκυνση ως προς έναν άξονα Β - ΝΑ διεύθυνσης. Η ίδια διεύθυνση τις χαρακτηρίζει και ως προς την υψοµετρική διαδοχή τους. Όσες επιφάνειες δεν είναι σχετικά επίπεδες, παρουσιάζουν µικρή κλίση (της τάξης των 5 ο περίπου) προς τα νότιανοτιοανατολικά στο βόρειο τµήµα και προς τα ανατολικά στο νότιο. Οµάδα Γ: Είναι επιφάνειες που συναντώνται στα µεγαλύτερα υψόµετρα, 1000-1500 µ. και δη στο δυτικό και βορειοδυτικό τµήµα της λεκάνης πλησίον της κορυφογραµµής του Πάρνωνα. Είναι υπολειµµατικές επιφάνειες που παρουσιάζουν την µικρότερη συνολική έκταση µε σποραδικές εµφανίσεις. Έχουν ακανόνιστο σχήµα και δεν εµφανίζουν χαρακτηριστικές κλίσεις. Και σ αυτή την οµάδα παρατηρείται διευθέτηση των επιφανειών ως προς την κυριαρχούσα Β -ΝΑ διεύθυνση. Όλες σχεδόν οι επιφάνειες εµφανίζουν ένα επίµηκες σχήµα διεύθυνσης Β -ΝΑ για το µεγαλύτερο άξονα. Είναι φανερή η επίδραση του τεκτονισµού σ αυτές τις µορφές διάβρωσης, καθώς οι επιφάνειες ισοπέδωσης, αρχικά, δεν ήταν ούτε αυτής της περιορισµένης έκτασης ούτε αυτής της κλιµακωτής µορφής. Προφανώς προϋπήρχε µια εκτεταµένη παλαιοεπιφάνεια που λόγω του Πλειο-πλειστοκαινικού ρηγµατογόνου τεκτονισµού εξελίχθηκε στο σηµερινό ανάγλυφο. Oι επιφάνειες ισοπέδωσης ξεκινούν από το υψόµετρο όπου σταµατά η οπισθοδροµούσα διάβρωση στο αναγεννηµένο τµήµα του ποταµού. Σηµειώνεται ότι, η εκβάθυνση του ποταµού συνεχίζεται ταυτόχρονα µε την oπισθοδροµούσα διάβρωση, η οποία έχει ξεπεράσει ήδη την πρώτη οµάδα επιφανειών.

Το κύριο τεκτονικό γεγονός στην περιοχή είναι προφανώς το τεκτονικό βύθισµα του Αργολικού Κόλπου που οδήγησε σε αναγέννηση του κατάντη τµήµατος του σηµερινού υδρογραφικού δικτύου του άφνωνα µε έντονη οπισθοδροµούσα διάβρωση η οποία προχωρά σε βάρος των επιφανειών ισοπέδωσης. Η διάβρωση αυτή έχει σαν αποτέλεσµα τη δηµιουργία των υπολειµµατικών επιφανειών. Ανάλογης Β -ΝΑ διεύθυνσης µε το Αργολικό βύθισµα είναι ρήγµατα που παρουσιάζουν µικρότερο άλµα της τάξης των 50µ., τα οποία δεν φαίνεται να έχουν επαναδραστηριοποιηθεί στον πρόσφατο γεωλογικό χρόνο και ούτε έχουν επηρεάσει σηµαντικά την εξέλιξη του υδρογραφικού δικτύου. 900µ. 850µ. 800µ. Φωτ. 1. Επιφάνειες ισοπέδωσης στα 800µ., 850µ. και 900µ. (από ανατολικά προς τα δυτικά). Φωτ. 2. Παλιοί συνεκτικοί κώνοι κορηµάτων µε χαρακτηριστικές µορφές διάβρωσης στη βάση τους 3 χλµ. δυτικά του Λεωνιδίου. 4. Αναγεννηµένο υδρογραφικό τµήµα του δικτύου Με βάση τις γεωµορφές που παρατηρούνται σ έναν τυπικό ποτάµιο κύκλο, µπορούµε να συµπεράνουµε ότι το δίκτυο του άφνωνα βρίσκεται σ ένα στάδιο προχωρηµένης ωριµότητας µε εξαίρεση το κεντρικό και ανατολικό του τµήµα, όπου το δίκτυο είναι αναγεννηµένο και το ποτάµι εγκιβωτισµένο. Προς τα δυτικά του Λεωνιδίου, παρατηρούνται παλαιοί συνεκτικοί κώνοι κορηµάτων, µικρού σχετικά πάχους που δύσκολα διακρίνονται από το µητρικό πέτρωµα, αφού δείχνουν σαν να έχουν ενσωµατωθεί σ αυτό. Εκείνο που τους διακρίνει είναι οι µορφές διάβρωσης που έχουν αναπτυχθεί παράλληλα µε τη ζώνη επαφής µε το υποκείµενο µητρικό πέτρωµα (φωτ. 2). Παρουσιάζουν ένα µέτωπο περίπου 4µ. που ουσιαστικά αποτελεί το «µέτωπο» της διάβρωσής τους από το ποτάµι κατά την τελευταία παγετώδη περίοδο όταν η στάθµη της θάλασσας ήταν στα 120µ. Η διάβρωση αυτή είναι ενδεικτική της συνεχούς εκβάθυνσης του ποταµού ακόµη και σήµερα. Στις παρυφές των ορεινών όγκων που περικλείουν το Λεωνίδιο βρίθουν τα κορήµατα και οι κώνοι κορηµάτων που είναι µεγάλης έκτασης και κυµαίνονται από χαλαροί έως συνεκτικοί. Η µεγάλη τους εξάπλωση στην ευρύτερη περιοχή του Λεωνιδίου, έχει δηµιουργήσει µεγάλες οµαλοποιηµένες κλιτείς. Η έντονη κατά βάθος διάβρωση µέσα στο αναγεννηµένο τµήµα (Σχ. 6) υποδηλώνεται από το σχήµα των κοιλάδων µέσα σ αυτό, καθώς και από την ύπαρξη των φαραγγιών που δηµιουργήθηκαν σαν αποτέλεσµα της εκβάθυνσης του ποταµού. Η επικράτηση της κοιλαδικής µορφής σχήµατος V οδηγεί στο συµπέρασµα ότι το ποτάµι δρα περισσότερο κατά βάθος και οι διεργασίες εκβάθυνσης υπερτερούν ακόµη αυτών της

διαπλάτυνσης. Επιπλέον, τα σηµεία κάµψης οριοθετούν τα σηµεία όπου η αναγεννηµένη κοιλάδα διαφοροποιείται από το «ώριµο» ανάγλυφο που χαρακτηρίζεται από τις παλαιοεπιφάνειες. Η έντονη αναγέννηση του υδρογραφικού δικτύου του άφνωνα έλαβε χώρα κατά το Μέσο-Άνω Πλειστόκαινο και συνεχίζεται µέχρι σήµερα µε µειωµένους ρυθµούς λόγω των περιορισµένων βροχοπτώσεων στο Ανώτ. Ολόκαινο. Στοιχεία που συνηγορούν στη συνεχιζόµενη αναγέννηση του υδρογραφικού δικτύου είναι: α)το γεγονός ότι µέσα στο αναγεννηµένο τµήµα δεν υπάρχουν καθόλου επιφάνειες ισοπέδωσης, γενικά οι παλαιοεπιφάνειες ξεκινούν από τα όρια αυτού, και β)το γεγονός ότι οι κώνοι κορηµάτων, που παρατηρούνται µέσα στο αναγεννηµένο τµήµα και των οποίων η δηµιουργία τοποθετείται στο Αν. Πλειστόκαινο, εµφανίζονται συνεκτικοποιηµένοι και συγκολληµένοι µε το µητρικό πέτρωµα και στη συνέχεια διαβρωµένοι από το ποτάµι κατά το Ανώτ. Πλειστόκαινο - Ολόκαινο. Από την παρατήρηση της µορφολογίας του αναγλύφου και τη συνένωση των επιµέρους σηµείων κάµψης στους παραποτάµους του άφνωνα προκύπτει η οριοθέτηση του αναγεννηµένου τµήµατος του δικτύου του άφνωνα (Σχ. 6). 5. Συµπεράσµατα Η µελέτη της υδρογραφικής λεκάνης απορροής του ποταµού άφνωνα, οδήγησε σε συγκεκριµένα συµπεράσµατα σχετικά µε την εξέλιξη του αναγλύφου µέσα στο χρόνο και τους διάφορους παράγοντες που επέδρασαν σ αυτήν. Το σηµερινό ανάγλυφο της ευρύτερης περιοχής µελέτης είναι κυρίως αποτέλεσµα: Της λιθολογίας - επικράτηση των ανθρακικών/δολοµιτικών σχηµατισµών. Των παραµορφωτικών τάσεων κατά την µεταλπική περίοδο. Των γεωµορφικών διεργασιών κατά την ίδια περίοδο. Των έντονων κλιµατικών µεταβολών κατά το Μ.-Αν. Πλειστόκαινο. Σχήµα 6. Αναγεννηµένο τµήµα υδρογραφικού δικτύου άφνωνα. Το υδρογραφικό δίκτυο του ποταµού άφνωνα χαρακτηρίζεται από δύο γεωµορφολογικές ενότητες: µια εκτεταµένη καρστικοποιηµένη παλαιοεπιφάνεια, που αντιστοιχεί στο ανώτερο τµήµα του δικτύου, και το αναγεννηµένο κατάντη τµήµα του δικτύου. Ειδικότερα, στο Άνω Πλειόκαινο - Κάτω Πλειστόκαινο επαναδραστηριοποιούνται τα ρήγµατα που οδηγούν στον τεµαχισµό της καρστικοποιηµένης παλαιοεπιφάνειας και στη δηµιουργία των τριών οµάδων των επιφανειών ισοπέδωσης. Προς το τέλος της ίδιας περιόδου συνέβη και η αναγέννηση του κατάντη τµήµατος της λεκάνης απορροής του άφνωνα, η οποία κυρίως οφείλεται στη συνεχιζόµενη καταβύθιση του

Αργολικού Κόλπου µε επακόλουθο η οπισθοδροµούσα διάβρωση να προχωρά σταδιακά προς τα ανάντη. Στη συνέχεια, κατά το Ανώτερο Πλειστόκαινο οι ευστατικές µεταβολές της στάθµης της θάλασσας επηρεάζουν τα κατάντη τµήµατα του αναγεννηµένου δικτύου του άφνωνα µε χαρακτηριστικά µέτωπα διάβρωσης στους παλαιότερους συνεκτικοποιηµένους κώνους κορηµάτων. Τέλος, η Ολοκαινική επίκλυση έχει σαν αποτέλεσµα τη δηµιουργία της προσχωσιγενούς πεδιάδας και τον σχηµατισµό της εσωτερικής αναβαθµίδας στην περιοχή του Λεωνιδίου κατά τους ιστορικούς χρόνους. Βιβλιογραφία Κόντου Α., 2002: Γεωµορφολογική µελέτη της περιοχής Πάρνωνα (Υδρογραφική λεκάνη ποταµού άφνωνα), ιδακτορική ιατριβή, Αθήνα. Bassias J., 1989: Paléogéographie jurassique des Plattenkalk ioniens dans le Péloponnése oriental (Parnon), Gréce. C.R. Acad. Sci. Paris, t. 309, Serie II, p.p.275-281, Paris. Lekkas S., 1980: Les phyllades du Péloponnése: un métaflysch ionien chevauché par la serie de Gavrovo- Tripolitza. C.R. Acad. Sci. Paris, t. 291, p. 21-24. Mariolakos I., Papanikolaou D. and Lagios E., 1985: A Neotectonic Geodynamic Model of Peloponnesus based on morphotectonics, Repeated Gravity measurements and Seismicity. Geol. Jb., Ser. B,No 50, p.p.3-17. Renz C., 1955: Die vorneogene Stratigraphie der normal sedimentären Formationen Griechenlands. Inst. F. Geol. and Subsurface Research, Athens. Thiebault F., 1982: L évolution géodynamique des Hellénides externes en Péloponnése méridional. Publ. Soc. Geol. Nord. 6, 574p.