2 ΠΟΛΥ ΜΗΛΙΩΡΗ [ ] Τους διακονιάρηδες της λογοτεχνίας τους κατατρύχει πάντα το ερώτημα αν έχουν κάτι σημαντικό να πουν. Να λοιπόν το δεύτερο ερώτημα που πρέπει να θέσετε καθαρά στον εαυτό σας: «Με απασχολεί το αν έχω κάτι σημαντικό να πω; Ή αντίθετα, ό,τι γράφω μ αρέσει, και πιστεύω πως αυτά που γράφω είναι σημαντικά, και όποιος έχει άλλη γνώμη φταίει αυτός;» Δεν είναι βέβαια ανάγκη να σας πω ποια απάντηση θεωρείται η σωστή. Είναι ανάγκη όμως να απαντήσετε γραπτά (και τότε όλες οι απαντήσεις είναι σωστές!) στα άλλα ερωτήματα που περιέχει αυτό το κεφάλαιο και που θα τα βρείτε σαν ασκήσεις. Ναι, θα είναι ασκήσεις αυτογνωσίας. Αλλά ακόμα κι αν θα είναι οι πρώτες σας, δε θα είναι οι τελευταίες. Τα ερωτήματα θα τίθενται κάθε φορά που θα καταπιάνεστε να γράψετε κάτι. Έτσι, οι ασκήσεις αυτού του κεφαλαίου θα είναι ταυτόχρονα ασκήσεις γραφής. Αλλά ας δούμε κάποια από τα ερωτήματα. Θα έχετε ακούσει το επιχείρημα κάποιων διανοούμενων που δεν καταπιάνονται με το γράψιμο (κυρίως με το μυθοπλαστικό γράψιμο). Λένε: «Όλα έχουν ειπωθεί. Αν δεν έχω κάτι νέο να πω, γιατί να γράψω; Για να επαναλάβω τα παλιά;» Μέσα στα πολλά βιβλία που διάβαζα για βιβλιοκρισία μια εποχή, υπήρχε ένα θυμάμαι που μου έδωσε οριστική απάντηση στο ερώτημα. Ήταν ένα γαλλικό μυθιστόρημα, γραμμένο από γυναίκα συγγραφέα, με αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο. Το θέμα του ήταν ο καρκίνος που είχε χτυπήσει τον άντρα της. Η αναστάτωση της ζωής, το κοντοζύγωμα του θανάτου όλα εκείνα τα συστατικά που θα έβαζε κανείς για να γράψει μια παρόμοια ιστορία. Ήταν ένα βιβλίο καλογραμμένο και συγκινητικό.
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ ΓΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΥΣ ΟΜΟΤΕΧΝΟΥΣ 3 Δεν ήταν όμως το πρώτο ή το μόνο που είχε πραγματευτεί αυτό το μεγάλο ζήτημα της ανθρώπινης αγωνίας. Και σίγουρα δεν το είχε πραγματευτεί με μοναδικό τρόπο, ώστε αυτός να φέρνει ένα νέο νόημα. Έχω ξεχάσει πια ποιος ήταν ο τίτλος του βιβλίου, ποιο το όνομα της συγγραφέως, τι γινόταν μέσα στις σελίδες του. Αν σήμερα με ρωτήσετε ποιο είναι το ωραιότερο βιβλίο που έχω διαβάσει με σχετικό θέμα, θα πω η μαρτυρία της Αν Φιλίπ για το θάνατο από καρκίνο του Ζεράρ Φιλίπ, που, αν θυμάμαι καλά, έχει τον τίτλο «Όσο κρατά ένας αναστεναγμός» (Le temps d un soupir). Αλλά σ εκείνο το βιβλίο, το άλλο, που το έχω εντελώς σχεδόν ξεχάσει, υπήρχε κάτι που δεν το έχω βρει αλλού. Μια παρατήρηση απλή που, κατά τη γνώμη μου, και μόνο γι αυτή άξιζε να κυκλοφορήσει το έργο. Κατά τη διάρκεια μιας ακτινοβολίας προκλήθηκε έγκαυμα στο πόδι του αρρώστου. Στους επόμενους μήνες η σύζυγος-αφηγήτρια τον παρακολουθεί να χάνει τις δυνάμεις του, να σβήνει. Βλέπει τον νέο άντρα να καταρρέει, ενώ το έγκαυμα επουλώνεται θεαματικά. Βλέπει τη φύση να κάνει τη δουλειά της. Να αποκαθιστά ένα δέρμα, που ούτως ή άλλως θα είναι πια περιττό. Άσκηση 3η Γράψτε 2-4 χειρόγραφες ή 1-2 δακτυλογραφημένες σελίδες με θέμα «Τι νέο έχω να πω;», όπου το «νέο» έχει την έννοια της ενημέρωσης. Τι νέο έχετε ν ανακοινώσετε, λοιπόν; Τι σας συνέβη τώρα τελευταία; Ένα περιστατικό; Νέα αισθήματα; Καινούργιες σκέψεις; Δοκιμάστε σε φόρμα γράμματος.
4 ΠΟΛΥ ΜΗΛΙΩΡΗ Άσκηση 4η Αφηγηθείτε γραπτά, σε όποιο μέγεθος θέλετε, μια καθημερινή σκηνή (στο αμφιθέατρο του πανεπιστημίου, στο Μοναστηράκι, στα πηγαδάκια της Ομόνοιας ή όποια άλλη) που συνήθως τη βλέπουμε σε ρεπορτάζ στην τηλεόραση. Η έγνοια σας θα είναι να βρείτε κάτι νέο να πείτε, που δεν το έχουν πει άλλοτε. Άσκηση 5η Γράψτε ένα μικρό δοκιμιακό κείμενο, 5-6 παραγράφων, πάνω σε ένα κοινωνικό θέμα («Η τρέχουσα πολιτική κατάσταση», «Η ρύπανση κι η μόλυνση», «Το χάσμα των γενεών», «Το χάλι των συγκοινωνιών» ή όποιο άλλο), προσπαθώντας να αναπτύξετε ένα νέο επιχείρημα. Τη δική σας συμβολή στον προβληματισμό. Ή μια εντελώς νέα, προσωπική σας οπτική γωνία στο όλο ζήτημα. Στο μεγάλο εργαστήρι της συγγραφικής όλοι μας πιστεύουμε ότι έχουμε πράγματα να πούμε. Και συναναστρεφόμαστε ο ένας τον άλλο για να βοηθηθούμε στον αγώνα μας να τα πούμε «καλύτερα». Με «μοναδικό τρόπο», με «προσωπικό τρόπο», με «επικοινωνιακό τρόπο», με «ωραίο τρόπο». Aυτές οι κατηγοριοποιήσεις που έκανα (να τα πούμε «καλύτερα», «με μοναδικό τρόπο», «με προσωπικό τρόπο», «με επικοινωνιακό τρόπο», «με ωραίο τρόπο») όπως και πολλές άλλες αφορούν βέβαια τον τρόπο της γραφής. Δηλαδή το «ύφος». Άσκηση 6η Γράψτε μια παράγραφο περιγραφική ενός δωματίου. Του
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ ΓΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΥΣ ΟΜΟΤΕΧΝΟΥΣ 5 δικού σας δωματίου, αυτού που κάθεστε τώρα. Γράψτε την με τρεις τρόπους: α) με ρεαλισμό β) με λυρισμό γ) με χιούμορ Το κύριο ζήτημα, το πρώτο ερώτημα που θέτει στον εαυτό του ο άνθρωπος που θέλει να γράψει είναι πάντα: «Τι θέλω να πω;» Και μαζί το άλλο: «Αυτό που θέλω, αυτό που έχω να πω, είναι σημαντικό;» Και τα δύο αυτά ερωτήματα έχουν να κάνουν με το νόημα με το περιεχόμενο του κειμένου. Από την απάντηση που θα δώσουμε στο πρώτο ερώτημα, στο «τι θέλω να πω», εξαρτώνται πολλές επιμέρους αποφάσεις που θα κληθούμε να πάρουμε αργότερα. Εξαρτάται η μορφή που θα πάρει το κείμενό μας. Εξαρτάται το μέγεθός του. Εξαρτάται ακόμα και η γλώσσα που θα χρησιμοποιήσουμε. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτές οι εξαρτήσεις, που μπορούν να διδαχτούν σαν κανόνες, δεν είναι απόλυτες. Δε βρισκόμαστε στο χώρο της επιστήμης, αλλά στο χώρο της τέχνης. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα από μια καθαρά ιδιωτική γραφή, ένα είδος δηλαδή που δεν προορίζεται για δημόσια ανάγνωση. Ας δούμε την επιστολογραφία, για παράδειγμα. Το να επιλέξεις σήμερα να στείλεις γράμμα σε ένα φίλο ή συγγενή σου προϋποθέτει πως έχεις ορίσει προηγουμένως «τι θέλεις να πεις» σ αυτόν. Γιατί αν ήθελες να τον καλέσεις για φαγητό, θα διάλεγες το τηλεφώνημα. Αν ήθελες απλώς να τον ειδοποιήσεις για κάτι και δεν τον έβρισκες στο τηλέφωνο, θα διάλεγες το φαξ ή το e-mail. Διάλεξες να του στείλεις γράμμα γιατί θέλεις να
6 ΠΟΛΥ ΜΗΛΙΩΡΗ πεις κάποιες σου σκέψεις ή αισθήματα που δεν μπαγιατεύουν με τη μια βδομάδα της καθυστέρησης του ταχυδρομείου. Και που χρειάζονται την άνεση του χώρου και της μοναξιάς σου για να αναπτυχθούν. Το είδος λοιπόν αυτής της γραπτής επικοινωνίας που λέγεται «επιστολή» έχει κάποιους κανόνες και κάποιους περιορισμούς. Ένα τυπικό (ημερομηνία, «αγαπητέ μου» στην αρχή, «σε φιλώ» ή άλλως στο τέλος). Έχει και κάποιο ορισμένο μέγεθος (μια κόλλα γραμμένη μπρος και πίσω; Ίσως δύο, ίσως τρεις). Πρέπει να τηρήσεις το τυπικό και να περιορίσεις την έκφραση των αισθημάτων και των σκέψεών σου σ αυτού του μεγέθους το κείμενο. Επίσης, πρέπει να ξεχωρίσεις τα σημαντικά από τ ασήμαντα. Αυτά λοιπόν λένε πάνω-κάτω οι κανόνες της επιστολογραφίας. Μα τι εμποδίζει τον ερωτευμένο να γράφει επί ένα εικοσιτετράωρο ένα γράμμα είκοσι σελίδων; Τι εμποδίζει τον τιποτολόγο να πνίξει την επιστολή με ακατάσχετη φλυαρία; Και ποιος κανόνας θα συγκρατήσει τον ποιητή απ το να στείλει μέσα σ ένα φάκελο, γραμμένες σε κοινό επιστολόχαρτο, τις πιο μαγευτικές λέξεις του κόσμου; Το ίδιο ισχύει και για τη δημόσια γραφή την προορισμένη δηλαδή να δημοσιευτεί. Κάθε είδος του έντεχνου γραπτού λόγου έχει τους κανόνες του. Οι ικανοί και ταλαντούχοι γραφιάδες τους αναποδογυρίζουν. Δεν τους αγνοούν, αλλά τους ανατρέπουν. Ό,τι λοιπόν καταγράφεται σαν κανόνας σ αυτό το βιβλίο είναι απλώς ο ασφαλής κανόνας. Μόνον όταν ασκηθούμε εξαντλητικά στις γνωστές και πολυδουλεμένες από άλλους μορφές μπορούμε να δοκιμάσουμε τα βήματά μας στο ριζοσπαστικό, το νεωτερικό όπως θέλετε πείτε το γράψιμο. Είπα προηγουμένως ότι το «τι θέλω να πω» (το νόημα
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ ΓΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΥΣ ΟΜΟΤΕΧΝΟΥΣ 7 που θέλω να περάσω) είναι αυτό που πολύ συχνά καθορίζει και το είδος, τη φόρμα αυτού που θα γράψω. Θα μιλήσω όμως πάλι για τις εξαιρέσεις. Αν είστε βέβαιοι πως μόνο με την ποίηση θέλετε να ασχοληθείτε^ ή αν έχετε ήδη δοκιμάσει τη μυθοπλασία σε διήγημα, νουβέλα ή μυθιστόρημα και θέλετε να βελτιώσετε σ αυτό το είδος την επίδοσή σας^ ή αν σας ελκύει η συνεργασία με την εικόνα και έχετε καταλήξει στο σενάριο^ ή αν πιστεύετε πως μόνο με διάλογο δίνεται η αλήθεια και θέλετε να δοκιμάσετε θέατρο^ ή αν αγαπάτε τη δημοσιογραφική λογοτεχνία (το άρθρο, το χρονογράφημα, την καλλιτεχνική κριτική), κανείς δε σας υποχρεώνει να πειραματιστείτε με άλλα είδη λογοτεχνικής γραφής. Μέσα στην ποίηση, στο δοκίμιο, στη μυθιστορία, στο θέατρο, στο σενάριο, στη δημοσιογραφία, υπάρχει πάντα τρόπος να εκφράσετε αυτό που θέλετε να πείτε. Φτάνει να μάθετε καλά τους περιορισμούς, αλλά και τις δυνατότητες που δίνει το κάθε είδος. Άσκηση 7η Η Άσκηση 1, ενώ όριζε σαφώς το τι θα πείτε το περιεχόμενο σας έδινε την ευχέρεια να το πείτε σε όποια μορφή θέλατε. Την ίδια ελευθερία έχετε και μ αυτή την άσκηση. Απαντήστε στο ερώτημα: «Τι θέλω να πω;» Τα δύο πρώτα ερωτήματα που έπρεπε να θέσετε στον εαυτό σας ήταν: «Μ αρέσει να γράφω;» και «Τι θέλω να πω; Είναι σημαντικό αυτό που θέλω να πω;» Το τρίτο καίριο ερώτημα που πρέπει κάποιος να θέσει στον εαυτό του είναι: «Αυτό που θέλω να πω σε ποιον θέλω να το πω; Σε ποιον θα απευθύνεται το κείμενό μου;» Πολύ συχνά, η απάντηση σε ένα τέτοιο ερώτημα θες η ντροπα-
8 ΠΟΛΥ ΜΗΛΙΩΡΗ λοσύνη, θες η υπεκφυγή είναι: «Στον εαυτό μου». Αν όμως σκεφτούμε τα πράγματα καλύτερα, θα διαπιστώσουμε πως πρόκειται για μια ψευτοαπάντηση. Πιστεύω πως και στο πιο καλοκρυμμένο ημερολόγιο υπάρχει μια καλοκρυμμένη φιλοδοξία αλλιώς δε θ αγοράζατε αυτό το βιβλίο. Αν η απάντησή σας στο ερώτημα «Σε ποιον θέλω να τα πω» είναι «Στη γυναίκα ή στον άντρα που μ ενδιαφέρει», «Στα παιδιά μου», Στους φίλους μου», «Στους μαθητές μου» (σε συγκεκριμένο πρόσωπο), προχωρήστε χωρίς καθυστέρηση στην αποστολή επιστολών. Αν η απάντησή σας είναι πιο φιλόδοξη αν θέλετε «να τα πείτε» σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους, αν δηλαδή θέλετε να γράψετε δημόσια, αυτό γίνεται είτε μέσα από τις εφημερίδες και τα περιοδικά (δημοσιογραφία) είτε μέσα από τα βιβλία (συγγραφική). Γίνεται είτε μιλώντας κατευθείαν, μέσα από την αληθινή ταυτότητά μας (αυτοβιογραφική έκθεση), είτε με ενδιάμεσο τους ήρωες που πλάθουμε για να μιλούν αντί για μας, ψευδωνύμως (μυθοπλασία). Μ αυτή τη δημόσια γραφή θ ασχοληθεί το βιβλίο αυτό. Από την ώρα λοιπόν που η απάντηση στο ερώτημα «Σε ποιον θέλω να τα πω» είναι άλλη από την ψευτοαπάντηση «Στον εαυτό μου», μπαίνει το θέμα της επεξεργασίας του κειμένου. Και της επεξεργασίας του πρώτου και χύμα υλικού, που είναι ο ενιαίος μα ρευστός, ο πότε σημαντικός και πότε ασήμαντος εαυτός μας. Χωρίς να ξεχνάω ούτε στιγμή τη μοναδικότητα κάθε ατόμου, θα κάνω ένα πολύ χονδρικό διαχωρισμό, και για την οικονομία της προβληματικής μας θα φτιάξω ένα πρότυπο συγγραφέα, ένα «μέσο όρο»: Προτείνω να δούμε το συγγραφέα με δύο πρόσωπα, το ένα πρόσωπό του είναι το
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ ΓΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΥΣ ΟΜΟΤΕΧΝΟΥΣ 9 καθαρά δημιουργικό. Ο συγγραφέας και το έργο του καθαυτό. Το άλλο του πρόσωπο είναι το κοινωνικό. Ο συγγραφέας ως άτομο που ζει σε ορισμένη κοινωνία, ορισμένο χρόνο και που αισθάνεται, σαν όλους τους άλλους ανθρώπους, την ανάγκη να υπάρχει κοινωνικά. Στην πρώτη του λειτουργία, τη δημιουργική, o συγγραφέας είναι μόνος. Αυτός και η συγγραφική πράξη. Στη δεύτερη λειτουργία είναι αυτός και το αναγνωστικό κοινό. (Μαζί τους βρίσκονται και οι μεσολαβητές: ο εκδότης, οι επιμελητές, οι μεταφραστές, οι μακετίστες, τα μαζικά μέσα επικοινωνίας που θα προβάλουν το βιβλίο, ο βιβλιοπώλης, για τους οποίους θα μιλήσουμε στον Κύκλο 6.) Στην πρώτη του λειτουργία, όπου είναι μόνος, ο συγγραφέας είναι ένας μικρός θεός. Ένας φοβερά μοναχικός θεός. Στην άλλη του λειτουργία, την κοινωνική, ορίζει μόνο ένα κομμάτι του έργου του. Το έργο του αποτυπώνεται, κυκλοφορεί και, το κυριότερο, διαβάζεται δηλαδή μεταφράζεται σε χίλια άλλα έργα από τους υπόλοιπους συντελεστές. Γίνεται έτσι ένα άλλο έργο, όπου αναπνέουν όλοι όσοι το αγγίζουν. Από απόψεως χρονικής, μπορώ να πω ότι κάθε συγγραφέας που αποφασίζει να εκδώσει το έργο του ζει διαδοχικά αυτές τις λειτουργίες. Όσο γράφει, βρίσκεται στην πρώτη φάση. Έχει τις χαρές και τις δυσκολίες αυτής της φάσης. Η δεύτερη λειτουργία του, η κοινωνική, αρχίζει ύστερα από την ολοκλήρωση του έργου. Εδώ οι χαρές και οι δυσκολίες είναι διαφορετικές. Κι εντελώς διαφορετική η ποιότητά τους. Γι αυτό και συχνά ακούμε τους συγγραφείς να λένε: «Για μένα το βιβλίο τελειώνει από την ώρα που το δίνω στον εκδότη». Γι αυτό κι αρχίζουν να γράφουν κάτι άλλο, ενώ το προηγούμενο έργο τους δεν έχει ακόμα εκδοθεί.
10 ΠΟΛΥ ΜΗΛΙΩΡΗ Ας δούμε τώρα τις δύο ακραίες παρεκκλίσεις από τον μέσο όρο που κατασκευάσαμε. Στη μιαν άκρη έχουμε εκείνους τους συγγραφείς που αν και δίνουν για έκδοση το έργο τους, αδιαφορούν πραγματικά κι απόλυτα για την απήχηση που θα έχει στους αναγνώστες. Είναι οι «δυσνόητοι», οι «πρωτοποριακοί» (για να χρησιμοποιήσω τρέχουσες έννοιες και χαρακτηρισμούς). Στο άλλο άκρο βρίσκονται οι συγγραφείς που γράφουν τα ευπώλητα με βάση κάποια συνταγή. Αυτοί ενδιαφέρονται περισσότερο για τη δεύτερη, την κοινωνική λειτουργία τους. Έχουμε όμως και δύο ακόμα πιο ακραίες κατηγορίες. Εκείνους που δε δίνουν ποτέ για έκδοση τα κείμενά τους έχουμε βρει πολλά σπουδαία ανέκδοτα κείμενα, που φανερώνουν έγνοια, μόχθο και πείσμα στη δημιουργία τους κι εκείνους που ό,τι γράφουν θέλουν να το διαβάσουν στα γήπεδα, αν είναι δυνατόν όχι με το όραμα της λογοτεχνίας, αλλά με το όνειρο ενός διάσημου εαυτού. Αυτό το πορτρέτο συγγραφέα, αυτός ο «μέσος όρος» που προσπάθησα να κατασκευάσω, μου δίνει την ιδέα να δώσω για άσκηση κάτι ελαφρό. Ένα παιχνίδι αυτογνωσίας, ας το πούμε έτσι, κάτι σαν τα «ψυχολογικά τεστ» των περιοδικών. Κάν τε το, βρίσκοντας με ποιον απ όλους τους συγγραφείς ταυτίζεστε. Μετά θα χρησιμοποιήσουμε το ίδιο το τεστ σαν κείμενο εργασίας. Άσκηση 8η Σε ποιον τύπο συγγραφέα ανήκετε; Για να δούμε αν αναγνωρίζετε τον εαυτό σας: [ ]