Περίληψη : Στις 18 Νοεμβρίου 968 ο αυτοκράτωρ Νικηφόρος Β' Φωκάς, μετά την κατάληψη σημαντικών παραλιακών φρουρίων και εδαφών στη Συρία, άρχισε την πολιορκία της Αντιόχειας. Η πολιορκία διήρκεσε σχεδόν ένα έτος, κυρίως λόγω της αναβλητικής τακτικής που ακολούθησαν οι Βυζαντινοί. Η πόλη αλώθηκε στις 28 Οκτωβρίου 969, με αιφνιδιαστική έφοδο του Μιχαήλ Βούρτζη, στρατηγού του Μαύρου Όρους. Χρονολόγηση 18 Νοεμβρίου 968-28 Οκτωβρίου 969 Γεωγραφικός Εντοπισμός Αντιόχεια επί Ορόντου 1. Ιστορικό πλαίσιο Μετά την άνοδό του στο θρόνο (Αύγουστος 963), ο Νικηφόρος Β Φωκάς συνέχισε τον επιθετικό πόλεμο εναντίον των Αράβων, ο οποίος αποσκοπούσε στην ανάκτηση των χαμένων βυζαντινών εδαφών και στον οποίο είχε πρωταγωνιστήσει ως δομέστικος των σχολών της Ανατολής από την εποχή του Ρωμανού Β' (959-963). Μετά την ανακατάληψη της Κρήτης (961), το βάρος της βυζαντινής αντεπίθεσης είχε μεταφερθεί στο νοτιοανατολικό μικρασιατικό σύνορο, κατά κύριο λόγο στην περιοχή της Κιλικίας. Το καλοκαίρι του 965 ο αυτοκράτωρ πέτυχε να καταλάβει τα δύο σημαντικότερα οχυρά της περιοχής, την Ταρσό και τη Μοψουεστία, γεγονός που έδινε τη δυνατότητα στους Βυζαντινούς να αποκτήσουν τον έλεγχο της Κιλικίας, η οποία από την εποχή της αραβικής εξάπλωσης (7ος αιώνας) είχε αποτελέσει την αφετηρία των αραβικών επιδρομών και το επίκεντρο των αραβοβυζαντινών μεθοριακών συγκρούσεων. Την ίδια περίοδο, ο βυζαντινός στόλος ανακατέλαβε την Κύπρο, αποκαθιστώντας ουσιαστικά τη βυζαντινή κυριαρχία στην Ανατολική Μεσόγειο. Μετά τις επιτυχίες αυτές, ο Νικηφόρος, ο οποίος ως δομέστικος των σχολών είχε καταλάβει προσωρινά τη Γερμανίκεια και το Χαλέπι (962), είχε πλέον τη δυνατότητα να προχωρήσει στο επόμενο βήμα, στην εισβολή στη Συρία. Σκοπός του, όμως, δεν ήταν πλέον μια απλή εκστρατεία στα εχθρικά εδάφη για την αποκόμιση λαφύρων και για τον εκφοβισμό του αντιπάλου, αλλά η οριστική ανακατάληψη της Συρίας, με σκοπό την περαιτέρω αποδυνάμωση της αραβικής ισχύος και την επέκταση των βυζαντινών συνόρων σε μια περιοχή με ιδιαίτερη στρατηγική και εμπορική σημασία, καθώς εκεί κατέληγαν σημαντικοί θαλάσσιοι και χερσαίοι εμπορικοί δρόμοι. Στο επίκεντρο των επιχειρήσεων των Βυζαντινών ήταν, εκτός από το Χαλέπι, κέντρο της παρηκμασμένης δυναστείας των Χαμδανιδών, η πόλη της Αντιόχειας, το σημαντικότερο πολιτισμικό και εμπορικό κέντρο της περιοχής, η οποία βρισκόταν υπό αραβική κατοχή επί τρεις αιώνες. Το 966 ο Νικηφόρος Β' πραγματοποίησε εκστρατεία στη βόρεια Συρία και βρέθηκε για πρώτη φορά μπροστά στα τείχη της πόλης, αποχώρησε όμως ύστερα από πολιορκία μίας εβδομάδας, λόγω έλλειψης προμηθειών. Ωστόσο, παρά τα προβλήματα που χρειάστηκε να αντιμετωπίσει τα επόμενα δύο χρόνια στη Χερσόνησο του Αίμου και στην Ιταλία, καθώς και την εμφάνιση λιμού στην αυτοκρατορία, δεν εγκατέλειψε τα σχέδιά του για την άλωση της Αντιόχειας. 2. Έναρξη της πολιορκίας της Αντιόχειας από τον Νικηφόρο Β' Το φθινόπωρο του 968 ο Νικηφόρος Β' ξεκίνησε νέα εκστρατεία εναντίον των Αράβων, με τελικό στόχο την Αντιόχεια. Επέδραμε με τον στρατό του στην περιοχή της Μαρτυρούπολης και, περνώντας από τη Μεσοποταμία, εισέβαλε στη βόρεια Συρία. Αρχικά στρατοπέδευσε με τις δυνάμεις του μπροστά στην Αντιόχεια, όμως ύστερα από σύντομο χρονικό διάστημα αποφάσισε να μην επιμείνει στην πολιορκία της ισχυρής αυτής μητρόπολης και να αναχωρήσει με το στράτευμά του, ξεκινώντας μια εκστρατεία κατάληψης των σημαντικών φρουρίων που βρίσκονταν κατά κύριο λόγο στα παράλια της Συρίας. Σκοπός του ήταν, με την κατάληψη των παραλιακών πόλεων, οι οποίες είχαν εξίσου μεγάλη σημασία από εμπορική και στρατηγική άποψη, να απομονώσει και να αποδυναμώσει την Αντιόχεια, αποκόπτοντάς την από οποιαδήποτε βοήθεια μέσω θαλάσσης, και στη συνέχεια να επιστρέψει και να επαναλάβει την πολιορκία υπό καλύτερες συνθήκες. Έτσι, ο αυτοκράτωρ Δημιουργήθηκε στις 15/2/2017 Σελίδα 1/6
κατέλαβε την Επιφάνεια στα βόρεια και στη συνέχεια κινήθηκε προς νότον, όπου κυρίευσε την Έμεσα, από την οποία αποκόμισε ως λάφυρο τη θεωρούμενη κάρα του Ιωάννη Βαπτιστή. Με τον στρατό του έφθασε έως την περιοχή της Φοινίκης Λιβανησίας, συλλαμβάνοντας πολλούς αιχμαλώτους στην πορεία. Εκεί πολιόρκησε την Τρίπολη και τη Δαμασκό, με αποτέλεσμα οι δύο πόλεις να γίνουν φόρου υποτελείς στην αυτοκρατορία. Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της επιχείρησης αυτής ο Νικηφόρος επέστρεψε (18 Νοεμβρίου 968) στην απομονωμένη πλέον Αντιόχεια με σκοπό να οργανώσει την πολιορκία της. Εγκατέστησε ισχυρή στρατιωτική δύναμη στο γειτονικό φρούριο των Παγρών, η οποία θα αναλάμβανε κατά κύριο λόγο τη διεξαγωγή της πολιορκίας και τον αποκλεισμό της πόλης από την ενδοχώρα. Επικεφαλής της συγκεκριμένης δύναμης τέθηκε ο Μιχαήλ Βούρτζης, ενώ ο στρατοπεδάρχης Ανατολής Πέτρος ανέλαβε την αρχηγία των δυνάμεων της ευρύτερης περιοχής. Ο Νικηφόρος αποδέσμευσε το μεγαλύτερο μέρος του στρατεύματός του με σκοπό να διαχειμάσει στις γειτονικές περιφέρειες (η περιοχή δεν μπορούσε να υποστηρίξει ένα τόσο μεγάλο στράτευμα) και ο ίδιος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη (πιθανώς τέλη φθινοπώρου 968). Πριν από την αναχώρησή του, άφησε ρητές οδηγίες στους επικεφαλής να μην προχωρήσουν σε οποιαδήποτε ενέργεια για την κατάληψη της πόλης, αλλά να αναμείνουν την επιστροφή του ίδιου το επόμενο έτος και να περιοριστούν στον στενό αποκλεισμό των πολιορκημένων. 3. Η άλωση της Αντιόχειας Η πολιορκία της Αντιόχειας συνεχίστηκε από τις βυζαντινές δυνάμεις καθ όλη τη διάρκεια του χειμώνα του 968-969 και ως το φθινόπωρο του 969. Στο διάστημα αυτό, ο βυζαντινός στρατός, ακολουθώντας τις οδηγίες του αυτοκράτορα, δεν επιχείρησε την κατάληψη της πόλης με μαζική επίθεση, αλλά περιορίστηκε στον αποκλεισμό της. Το γεγονός ότι ο Νικηφόρος Β' δεν επανήλθε στο ανατολικό μέτωπο το επόμενο έτος φαίνεται ότι έπαιξε καθοριστικό ρόλο ώστε να μη σημειωθεί καμία ουσιαστική εξέλιξη στην πολιορκία. Ως πιθανότερη αιτία της απουσίας του αυτοκράτορα από το μέτωπο της Συρίας πρέπει να θεωρηθεί η κατάληψη της Βουλγαρίας από τα στρατεύματα του ηγεμόνα των Ρώσων Σβιατοσλάβου, ο οποίος βρισκόταν πλέον προ των βυζαντινών εδαφών. Πάντως, ορισμένοι από τους συγχρόνους του απέδωσαν την αναβλητικότητα του Νικηφόρου Β' στη φήμη που κυκλοφορούσε ότι την κατάληψη της Αντιόχειας θα την ακολουθούσε ο θάνατος του αυτοκράτορα. 1 Ο Μιχαήλ Βούρτζης, ο οποίος ουσιαστικά είχε την άμεση εποπτεία της επιχείρησης ως επικεφαλής των δυνάμεων στο φρούριο των Παγρών, παράλληλα με τον αποκλεισμό διεξήγε και συνομιλίες με τους Αντιοχείς με σκοπό να επιτύχει την παράδοση της πόλης. 2 Ωστόσο, οι αρχές της πόλης, πιθανότατα ενθαρρυμένες από το γεγονός ότι οι Βυζαντινοί επί μακρό χρονικό διάστημα δεν είχαν επιχειρήσει κάποια έφοδο, απέρριπταν κάθε πρόταση. Το φθινόπωρο του 969, ωστόσο, πιθανότατα τον Οκτώβριο, ο Βούρτζης, θεωρώντας προφανώς ότι ύστερα από ένα έτος απραξίας είχε έλθει η κατάλληλη στιγμή για την κατάληψη της πόλης, ετοίμασε κλίμακες και οδήγησε σε μια νυκτερινή επιχείρηση 300 στρατιώτες του. 3 Εκμεταλλευόμενος το σκότος και τον αιφνιδιασμό της αραβικής φρουράς, κατέλαβε δύο γειτονικούς πύργους του δυτικού περιβόλου της πόλης και έστειλε αμέσως αγγελιοφόρο στον στρατοπεδάρχη Πέτρο ζητώντας του να σπεύσει σε βοήθειά του με το υπόλοιπο στράτευμα. Οι Αντιοχείς, αντιλαμβανόμενοι την παρουσία των Βυζαντινών, άρχισαν να πολιορκούν τους δύο πύργους. Ωστόσο, η εμφάνιση του στρατοπεδάρχη και του στρατηγούκαππαδοκίας Ευσταθίου Μαλεΐνου μπροστά στα τείχη της πόλης τούς ανάγκασε να εγκαταλείψουν τον αγώνα. Ο Βούρτζης άνοιξε τις πύλες της Αντιόχειας στο βυζαντινό στρατό, ο οποίος κατέλαβε την πόλη στις 28 Οκτωβρίου 969, απόντος του Νικηφόρου Β'. 4. Συνέπειες Η ανάκτηση της Αντιόχειας από τους Βυζαντινούς υπήρξε ένα γεγονός που άσκησε σημαντική επίδραση, τόσο στις εξελίξεις στο μέτωπο με τους Άραβες όσο και στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας. Μία από τις σημαντικότερες πόλεις της Ανατολής, έδρα ενός εκ των τεσσάρων πατριαρχείων, και μαζί της ένα μεγάλο μέρος της Συρίας, εντασσόταν και πάλι στα εδάφη του Βυζαντίου. Με την κατάληψη της Αντιόχειας είχε εξασφαλιστεί πλέον ο έλεγχος μιας ευρύτερης περιοχής με μεγάλη στρατηγική και οικονομική σημασία. Η αυτοκρατορία επέκτεινε τα σύνορά της προς τα ανατολικά και εξασφάλισε την κατοχή και τον έλεγχο των ακτών απέναντι από την πρόσφατα ανακαταληφθείσα Κύπρο. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό και με την ανακατάληψη της Κρήτης, είχε ως συνέπεια την αποδυνάμωση των Αράβων και την ενίσχυση της θέσης των Βυζαντινών στην Ανατολική Μεσόγειο, η οποία σήμαινε κυρίως τον έλεγχο των θαλάσσιων εμπορικών δρόμων. Η εξέλιξη Δημιουργήθηκε στις 15/2/2017 Σελίδα 2/6
αυτή, καθώς και το γεγονός ότι η Αντιόχεια αποτελούσε εμπορικό κέντρο στο οποίο κατέληγαν πολλοί χερσαίοι εμπορικοί δρόμοι της Ασίας και της Άπω Ανατολής, σήμαινε αυτόματα την ενίσχυση της οικονομίας και της εμπορικής δραστηριότητας στην αυτοκρατορία. Παράλληλα η πόλη αποτέλεσε το κέντρο μιας νέας συνοριακής διοίκησης, που οργανώθηκε αρχικά υπό στρατηγό και στη συνέχεια αποτέλεσε την έδρα δούκα. Το δουκάτο Αντιοχείας αποτέλεσε την πρώτη στην ιεραρχία συνοριακή διοίκηση, η οποία τα επόμενα έτη διαδραμάτισε κυρίαρχο ρόλο στη σύγκρουση των Βυζαντινών με το χαλιφάτο των Αββασιδών και τους τοπικούς εμίρηδες, καθώς, εκτός του ότι έλεγχε το βυζαντινό τμήμα της Συρίας, ήταν αρμόδια και για τον έλεγχο του εμιράτου του Χαλεπίου, το οποίο μετά το 969 ήταν φόρου υποτελές στην αυτοκρατορία. Ωστόσο, στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας το σημαντικό αυτό στρατιωτικό επίτευγμα δεν είχε την αναμενόμενη θετική απήχηση. Η κατάληψη της Αντιόχειας δεν φαίνεται να βελτίωσε την εικόνα του Νικηφόρου Β', ο οποίος αντιμετώπιζε τη λαϊκή δυσαρέσκεια για την οικονομική και εκκλησιαστική πολιτική του. Αλλά και ο ίδιος ο αυτοκράτωρ δέχθηκε μάλλον με δυσφορία το αίσιο τέλος της πολιορκίας, καθώς ήταν απών και δεν μπόρεσε να καρπωθεί προσωπικά τη σημαντική αυτή επιτυχία. Ο Μιχαήλ Βούρτζης έπεσε για το λόγο αυτόν σε δυσμένεια, και όχι μόνο δεν του δόθηκε η διοίκηση της πόλης που κατέλαβε, αλλά του αφαιρέθηκε και το αξίωμα του στρατηγού που κατείχε έως τότε. Εκτός από τον Βούρτζη, φαίνεται ότι και ο στρατοπεδάρχης Πέτρος δεν ανταμείφθηκε για τις υπηρεσίες του. Η ρήξη του αυτοκράτορα με τον Βούρτζη διαδραμάτισε σίγουρα σημαντικό ρόλο στη συμμετοχή του τελευταίου στην ομάδα που υπό τον πατρίκιοιωάννη Τσιμισκή δολοφόνησε τον αυτοκράτορα στις 10 Δεκεμβρίου 969. 1. Ιωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις Ιστοριών, Thurn, I. (ed.), Ioannis Scylitzae Synopsis Historiarum (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 5, Berlin New York 1973), 272.83-87. 2. Ιωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις Ιστοριών, Thurn, I. (ed.), Ioannis Scylitzae Synopsis Historiarum (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 5, Berlin New York 1973), 272.94-99. 3. Ο Ιωάννης Σκυλίτζης διηγείται μια λίγο διαφορετική ιστορία, σύμφωνα με την οποία ο Βούρτζης ήρθε σε συνεννόηση με έναν Σαρακηνό κάτοικο της πόλης ονόματι Αύλακα, τον οποίο δωροδόκησε με αντάλλαγμα πληροφορίες σχετικά με το ύψος ενός δυτικού πύργου της πόλης που ονομαζόταν «Κάλλα». Βιβλιογραφία : Treadgold W.T., A History of the Byzantine State and Society, Stanford 1997 Ιωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις Ιστοριών, Thurn, I. (ed.), Ioannis Skylitzae Synopsis Historiarum, Corpus Fontium Historiae Byzantinae 5, Berlin New York 1973 Οικονομίδης Ν., "Η ενοποίηση του ευρασιατικού χώρου 945-1071", Ιστορία του Ελληνικού Έθνους 8, Αθήνα 1979, 98-151 Ιωάννης Ζωναράς, Επιτομή Ιστοριών, Büttner-Wobst, T. (ed.), Ioannis Zonarae epitomae historiarum libri XVIII 1-3, Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonn 1841-1897 Λέων Διάκονος, Ιστορία, Hase, C.B. (ed.), Leonis Diaconi Caloensis Historiae libri decem et liber de velitatione bellica Nicephori Augusti, Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Βοnn 1828 Ostrogorsky G., Iστορία του βυζαντινού κράτους 2, Aθήνα 1979, Παναγόπουλος, I. (μτφρ.) Cheynet J.-C., Vannier J.F., Études prosopographiques, Paris 1986, Byzantina Sorbonensia 5 Schlumberger G., Un empereur byzantin au Xe siècle: Nicéphore Phocas, Paris 1925 Δημιουργήθηκε στις 15/2/2017 Σελίδα 3/6
Kaplan M., "Les grands propriétaires de Cappadoce VIe-XVe siècles", Fonseca, C.D. (ed.), Le aree omogene della Civiltà Rupestre nell Impero Bizantino: la Cappadocia, Atti del quinto convegno internazionale di studio sulla civiltà rupestre, medioque nel mezzogiorno d Italia (16-17 Ottobre), Catalina 1981, 125-158 Forsyth J., The Byzantine-Arab Chronicle (938-1034) of Yahya b. Sa id Al-Antaki, Ann Arbor 1977 Γλωσσάριo : δομέστικος των σχολών, ο Διοικητής του τάγματος των σχολών. Ο πρώτος γνωστός αξιωματούχος εμφανίστηκε το 767/768. Το 10ο αιώνα απέκτησε μεγάλη δύναμη στο στρατό των θεμάτων. Κατά τα μέσα του 10ου αιώνα το αξίωμα του δομέστικου των σχολών χωρίστηκε σε δύο: στο δομέστικο των σχολών της Ανατολής και στο δομέστικο των σχολών της Δύσης, τον ανώτατο δηλαδή στρατιωτικό διοικητή του στρατού των ανατολικών και των δυτικών επαρχιών αντίστοιχα. δούκας, ο (λατ. dux) Αρχαιότητα: Ρωμαίος στρατιωτικός αξιωματούχος ο οποίος σε ορισμένες επαρχίες είχε και διοικητικές αρμοδιότητες. Βυζάντιο: Κατά κανόνα ανώτατος στρατιωτικός αξιωματούχος. Από το β μισό του 10ου αιώνα ο όρος δηλώνει το στρατιωτικό διοικητή μεγάλης περιφέρειας. Μετά το 12ο αιώνα οι δούκες εμφανίζονται ως διοικητές μικρών θεμάτων. εμίρης, ο Αραβικός τίτλος (amir = αρχηγός) ο οποίος δηλώνει το στρατιωτικό αρχηγό μιας περιοχής (του εμιράτου). Την Πρώιμη Ισλαμική περίοδο αποδιδόταν σε αρχηγούς στρατευμάτων, ενώ αργότερα και σε πρόσωπα με διοικητικές και οικονομικές αρμοδιότητες. Την περίοδο της κυριαρχίας των Σελτζούκων δινόταν σε στρατιωτικούς αξιωματικούς και νεαρούς πρίγκιπες. Στα τέλη του 13ου και κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα αποδιδόταν σε Τουρκομάνους ηγεμόνες μικρότερων κρατιδίων που διαδέχθηκαν το σουλτανάτο του Ικονίου. πατρίκιος, ο / πατρικία, η Από το λατινικό patricius. Εισήχθη από τον Κωνσταντίνο Α ως ισόβιος τιμητικός τίτλος ανδρών και γυναικών χωρίς διοικητικές αρμοδιότητες. Ειδικά για τις γυναίκες στο περιβάλλον της αυτοκράτειρας ο τίτλος της πατρικίας ζωστής ήταν ο υψηλότερος που μπορούσε να τους απονεμηθεί. Από τον 8ο έως το 10ο αιώνα ο τίτλος του πατρικίου αποδιδόταν σε υψηλούς αξιωματούχους της διοικητικής και στρατιωτικής ιεραρχίας, αλλά και σε ξένους συμμάχους και ηγεμόνες. Έπαψε να χρησιμοποιείται μετά το τέλος του 12ου αιώνα. στρατηγός, ο Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο τα καθήκοντα του στρατηγού ήταν πολιτικά. Στη Μέση Βυζαντινή περίοδο ο στρατηγός ήταν αξιωματούχος επικεφαλής του θέματος (στρατός και περιοχή δικαιοδοσίας) συγκέντρωνε στα χέρια του τόσο στρατιωτική όσο και πολιτική εξουσία. Κατά την Ύστερη Βυζαντινή περίοδο περιορίστηκε στο στρατιωτικό ρόλο του. στρατοπεδάρχης (Ανατολής/Δύσης), ο Ο στρατοπεδάρχης της Ανατολής/Δύσης ήταν υψηλόβαθμος στρατιωτικός αξιωματούχος, αντίστοιχος του στρατηλάτη και του δομέστικου των σχολών για την ακρίβεια ο όρος σημαίνει επικεφαλής (άρχων) του στρατοπέδου, δηλαδή του στρατού σε περίοδο εκστρατείας. Το αξίωμα πρωτοεμφανίστηκε το 967, ως καινοτομία του Νικηφόρου Φωκά, και ήταν σε ισχύ μέχρι και τις αρχές του 13ου αιώνα. χαλίφης, ο O ανώτατος θρησκευτικός και πολιτικός αρχηγός των μουσουλμάνων, θεωρούμενος διάδοχος του Mωάμεθ (αραβ. khalifa = τοποτηρητής). Ήταν ο επικεφαλής του χαλιφάτου, του θρησκευτικού κράτους των Αράβων. Πηγές Λέων Διάκονος, Ιστορία, Hase, C.B. (ed.), Leonis Diaconi Caloensis Historiae libri decem (Bonn 1828), σελ. 81.13 83.1. Ιωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις Ιστοριών, Thurn, I. (ed.), Ioannis Scylitzae Synopsis Historiarum (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 5, Berlin New York 1973), σελ. 271.73 273.36. Παραθέματα Ο Βυζαντινός ιστορικός Λέων Διάκονος περιγράφει την άλωση της Αντιόχειας: ἐν ᾧ δὲ πρὸς τὴν ἐκστρατείαν διεσκευάζετο, ἡ τῆς μεγάλης Ἀντιοχείας ἅλωσις ἐπηγγέλλετο, ἄρτι κατὰ τὰς ἐκείνου Δημιουργήθηκε στις 15/2/2017 Σελίδα 4/6
ὑποθήκας ἁλοῦσα, ἃς δὴ τοῖς καταλειφθεῖσι πρὸς αὐτοῦ εἰς τὸ ταύτην λεηλατεῖν στρατιώταις ἐπέσκηπτε. λέγεται γάρ, ὡς, ἐπείπερ ταῖς καθ ἡμέραν καταδρομαῖς εἰς ἀμηχανίαν καὶ σπάνιν τῶν ἀναγκαίων ἐσχάτην συνηλαύνετο, τὸν Πατρίκιον Πέτρον καὶ στρατοπεδάρχην, τομίαν μὲν ὄντα, ῥέκτην δὲ τὴν ἄλλως καὶ ῥωμαλεώτατον, κατατρέχοντα Συρίαν, ἐκεῖσε μετὰ τῆς δυνάμεως ἀφίκεσθαι, καὶ Μιχαὴλ ἐκεῖνον, ἐν ταξιάρχοις τελοῦντα, ᾧ Βούρτζης ἐπώνυμον, ἐπὶ κατασκοπὴν ἐκπέμψαι τῆς πόλεως. τὸν δὲ μετὰ καὶ ἄλλων λογάδων ἀγχοῦ ταύτης γενόμενον, τὸν ἐπίβατον τοῦ τείχους περισκοπῆσαι, καὶ ὀπισθόρμητον ἀπαλλαγῆναι πρὸς τὸ στρατόπεδον, κλίμακάς τε ἀναλόγους τῷ ὕψει τῶν πύργων τεκτήνασθαι κἀν τοῖς ἀχθοφόροις ζώοις ταύτας ἐπιφορτίσασθαι, καὶ μετὰ λεγεῶνος γενναιοτάτων στρατιωτῶν ἤδη μέσων νυκτῶν τὸν τῆς Ἀντιοχείας περίβολον αὖθις καταλαβεῖν, ἤρεμά τε ταύτας προσερεῖσαι τῷ τείχει καὶ ἀνιέναι διὰ τῶν κλιμάκων τοὺς δὲ φύλακας τῶν Ἀγαρηνῶν, βαθεῖ τῷ ὕπνῳ καθεύδοντας, τοῖς ξίφεσι διαχρήσασθαι. ἐγκρατεῖς δὲ τῶν τειχῶν τὸν τρόπον τοῦτον Ρωμαίους γεγενημένους καταβῆναί τε τῶν πύργων, καὶ τετραχῶς τὸ ἄστυ πυρπολεῖν Ἀντιοχεῖς δέ, τῷ ἀπροσδοκήτῳ καταπλαγέντας, εἰς οἰμωγὰς καὶ θρήνους τραπῆναι καὶ ἀμηχανίαν δεινήν, διενθυμουμένους ὅ,τι καὶ δράσαιεν. ἤδη δὲ πρὸς ἀλκὴν ὁρμᾷν διαλογιζομένων, καὶ ῥωμαλέως τοῖς ἐναντίοις συστάδην ἀντικαθίστασθαι, τῆς ἕω τηλαυγῶς ὑπαυγαζούσης, προέφθασε τὴν ἐκείνων ὁρμὴν ὁ στρατοπεδάρχης Πέτρος, μετὰ τῆς δυνάμεως εἰς τὴν πόλιν διὰ τῶν πυλῶν εἰσελάσας, ἃς οἱ προκατασχόντες τὸ ἄστυ Ρωμαῖοι αὐτῷ ἀνεπέτασαν. Ἀντιοχεῖς δὲ πρὸς τοσαύτην στρατιὰν μηδὲ ἀντωπεῖν ἐξισχύοντες, τὰ ὅπλα ῥίψαντες, εἰς ἱκετείαν ἐτράποντο. οὓς ὁ στρατοπεδάρχης ἀνδραποδισάμενος, και τὴν πυρκαϊὰν ἀποσβέσας, καὶ τῶν σύλων ἐξελὼν τὰ πρωτόλεια, τήν τε πόλιν κατὰ κράτος κατεῖχε, καὶ τῶν τειχῶν τὰ ἐπισφαλῆ ἐκρατύνετο. Ἀλλ οὕτω μὲν ἡ περιφανὴς καὶ μεγάλη Ἀντιόχεια πρὸς τῶν Ρωμαίων ἥλω τε καὶ ἐπορθήθη. τὴν γοῦν ταύτης ὁ αὐτοκράτωρ διακούσας κατάσχεσιν, ἐγεγήθει τε, καὶ τῷ κρείττονι εὐχαριστήρια ἔθυεν. Λέων Διάκονος, Ιστορία, Hase, C.B. (ed.), Leonis Diaconi Caloensis Historiae libri decem (Bonn 1828), σελ. 81.13 83.1. Περιγραφή της πολιορκίας και άλωσης της Αντιόχειας στο ιστορικό έργο του Ιωάννη Σκυλίτζη: Ὑποστρέφων δ ὁ Νικηφόρος ἐξ Ἀντιοχείας πρὸς τὴν βασιλίδα, ἐν τῷ διέρχεσθαι τὸν Ταῦρον, ὃ Μαῦρον ὄρος ἐπιχωρίως λέγεται, φρούριον κατὰ τὸ μέσον τοῦ ὄρους δομησάμενος ἔν τινι λόφῳ ἐρυμνοτάτῳ, Μιχαὴλ τὸν Βούρτζην πατρίκιον τιμήσας ἐν τῷ φρουρίῳ κατέλιπε, στρατηγὸν ὀνομάσας τοῦτον τοῦ Μαύρου ὄρους, ἐπισκήψας προσμένειν ἀγρύπνως καὶ τοὺς Ἀντιοχεῖς πάσῃ μηχανῇ κωλύειν ἐξιέναι καὶ τὰ πρὸς ζωὴν εἰσκομίζεσθαι ἐπιτήδεια. κατέλιπε δὲ καὶ Πέτρον ἕνα τῶν ἑαυτοῦ εὐνούχων, δοῦλον ὑπάρχοντα, δραστήριον ἄνθρωπον, ὃν δὴ καὶ στρατοπεδάρχην πεποίηκεν ἐν Κιλικίᾳ, εἰς παραχειμασίαν τὸν στρατὸν διασκορπίσαι κελεύσας καὶ τὴν αὐτοῦ μένειν εἰς τοὐπιὸν ἔτος ἔλευσιν. ἐλέγετο δ, ὅτι δυνάμενος ἐξ ἐφόδου ἑλεῖν τὴν Ἀντιόχειαν ὁ βασιλεὺς οὐκ ἠθέλησεν, ἀλλ ἐξεπίτηδες παρεῖλκε καὶ παρεβίβαζε τὴν ταύτης κατάσχεσιν, δεδιὼς τὸν φημιζόμενον λόγον. καὶ γὰρ δὴ καὶ ἐν τοῖς ἁπάντων ἐφέρετο στόμασιν, ὡς ἅμα τῇ ἁλώσει τῆς πόλεως Ἀντιοχείας καὶ ὁ βασιλεὺς τεθνήξεται. ἀμέλει καὶ τῷ τοιούτῳ λόγῳ δειλαινόμενος οὔτ αὐτὸς προσεπέλασε τῇ Ἀντιοχείᾳ, καὶ τῷ Πέτρῳ δὲ καὶ τῷ Βούρτζῃ παρήγγειλε μηδεμίαν προσβολὴν ποιήσασθαι κατ αὐτῆς. ἀλλ ἐκεῖνος μὲν ταῦτα καταστησάμενος, ὡς εἴπομεν, εἴσεισιν εἰς τὴν βασιλεύουσαν. ὁ Βούρτζης δὲ τῇ Ἀντιοχείᾳ γειτονῶν καὶ κλέος ἑαυτῷ ἄσβεστον περιποιήσασθαι ἱμειρόμενος, μικρὰ φροντίσας τῶν τοῦ βασιλέως ὑποθηκῶν, νύκτωρ καὶ μεθ ἡμέραν ἐσκέπτετο, εἴ πως δυνηθείη κατασχεῖν τὴν πόλιν. ἀπῄει οὖν συνεχῶς καὶ λόγους μετὰ τῶν Ἀντιοχέων ἐκίνει συμβατικούς. ἀλαζονευομένων δ ἐκείνων καὶ τὰς συμβάσεις διωθουμένων, ἔλαθεν ἐκεῖνος φιλιωθῆναί τινι τῶν Σαρακηνῶν (Αὔλαξ οὗτος ἦν), ὃν ὑποκλέψας δώροις καὶ ὑποσχέσεσιν ἴσχυσε λαβεῖν τὸ μέτρον ἑνὸς τῶν πρὸς δύσιν τῆς Ἀντιοχείας πύργων Κάλλα τοὔνομα. καὶ μετὰ τούτου τεκτηνάμενος κλίμακας πρὸς τὸ ἄκρον ἐξικνουμένας τοῦ πύργου, νύκτα τε ἀφεγγῆ ἐπιτηρήσας καὶ ἔπομβρον, ἔλαθε τὰς κλίμακας προσερείσας τῷ τείχι. καὶ ἀναβὰς μετὰ τριακοσίων τῶν ὑπ αὐτὸν τοὺς μὲν φύλακας ἀποσφάττει τοῦ πύργου, ἔτι δὲ καὶ τοῦ γειτονοῦντος αὐτῷ. καὶ μετὰ τῶν τριακοσίων τοὺς δύο τούτους πύργους κατεσχηκὼς ἄγγελον εὐθέως ἐκπέμπει πρὸς τὸν στρατοπεδάρχην, μηνύων ἐπιταχῦναι καὶ ἐλθεῖν μετὰ παντὸς τοῦ στρατοῦ, ὡς τῆς πόλεως ἤδη κατασχεθείσης. ὁ δὲ Πέτρος τὰς ἀγγελίας δεξάμενος ὤκνει καὶ ἀνεδύετο, τὴν ἐκ τοῦ βασιλέως δεδοικὼς ἀγανάκτησιν, μή τι καὶ κακὸν ἀπολαύσῃ, ὡς παραβάτης τῶν αὐτοῦ προσταγμάτων. ἐγκειμένου δὲ τοῦ Βούρτζη καὶ ἄλλον ἐπ ἄλλῳ πέμποντος ἄγγελον καὶ τὴν ἔλευσιν ἐπιταχύνοντος καὶ πληροφοροῦντος, ὡς ἐπὶ πλέον ἀντέχειν οὐ δύναται πρὸς τὴν πολιορκίαν (καὶ γὰρ δὴ μαθόντες οἱ Ἀντιοχεῖς τὴν τῶν πύργων κατάσχεσιν συνέρρεον πανταχόθεν καὶ ἐκπολιορκεῖν τοὺς πύργους ἠπείγοντο, βέλη ἀφιέντες παντοδαπὰ καὶ μηχανὰς ποικίλας καὶ πῦρ ὑφῆπτον, καὶ ἄλλα ἐποίουν, ὁπόσα ποιεῖν ἔδει τοὺς κινδυνεύοντας σὺν γυναιξὶ καὶ τέκνοις ἀπολωλέναι, ἀποβαλεῖν δὲ καὶ πόλιν πασῶν ὑπερκειμένην τῶν ἀνὰ τὴν ἕω πόλεων) πτοηθεὶς ὁ στρατοπεδάρχης, μὴ τοσούτων ἀπολωλότων καὶ Δημιουργήθηκε στις 15/2/2017 Σελίδα 5/6
τηλικούτων ἀνδρῶν διὰ τὴν ἐκείνου ἀπείθειαν καὶ πόλεως τηλικαύτης ἡ πολιτεία Ρωμαίων ὑποστῇ ζημίαν, ἄκων καὶ μὴ βουλόμενος καταταχήσας παρεγένετο σὺν παντὶ τῷ στρατῷ, εὑρὼν τοὺς περὶ τὸν Βούρτζην λίαν ἀπειρηκότας. ἐπὶ τρισὶ γὰρ νυχθημέροις ἦσαν πολιορκούμενοι. οὗ τὴν ἔφοδον ἐγνωκότες οἱ Ἀντιοχεῖς παρελύθησαν τὰς ψυχὰς καὶ τῆς συντονίας ἐνέδωκαν. ἀδείας δὲ λαβόμενος ὁ Βούρτζης κάτεισι πρὸς τὴν πύλην, καὶ σπάθῃ τὸν μοχλὸν τῆς κλειδὸς διατεμὼν ἀνοίγνυσι τὰς πύλας, καὶ τὸν Πέτρον εἰσάγει σὺν παντὶ τῷ στρατεύματι. καὶ οὕτω παρελήφθη ἡ μεγάλη καὶ περιφανὴς Ἀντιόχεια. ὅπερ πυθόμενος ὁ Νικηφόρος, εὐφρανθῆναι δέον ἐπὶ ἁλώσει τηλικαύτης πόλεως καὶ τὰ κατ αὐτὸν ἐπιτρέψαι θεῷ, ὁ δὲ τοὐναντίον ἤλγησε τὴν ψυχὴν τὸν στρατοπεδάρχην τε ἐν αἰτίαις εἶχε, καὶ τὸν Βούρτζην οὐ μόνον οὐκ ἀπεδέξατο τῆς προθυμίας καὶ τῆς ἀνδρείας καὶ γέρα παρέσχεν ἐπάξια τῆς αὐτοῦ ἀνδραγαθίας, ἀλλὰ καὶ ὕβρεσι πλύνας παρέλυσε τῆς ἀρχῆς καὶ οἴκοι μένειν ἐπέταξεν. Ιωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις Ιστοριών, Thurn, I. (ed.), Ioannis Scylitzae Synopsis Historiarum (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 5, Berlin New York 1973), σελ. 271.73 273.36. Χρονολόγιο 18 Νοεμβρίου 968: Έναρξη της πολιορκίας της Αντιόχειας από τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Βʹ Φωκά τέλη φθινοπώρου 968: Αναχώρηση του αυτοκράτορα από την Αντιόχεια και επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη Οκτώβριος 969: Εισβολή του Μιχαήλ Βούρτζη στην περιοχή της Αντιόχειας 28 Οκτωβρίου 969: Κατάληψη της Αντιόχειας από τις βυζαντινές δυνάμεις Δημιουργήθηκε στις 15/2/2017 Σελίδα 6/6