ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ - ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΒΛΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΟΛΟΓΙΑΣ ΝICOLAE BURĂŞ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠO ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ που υποβλήθηκε στο Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Θεσσαλονίκη 2014
«Μιμοῦ τὴν πίστιν τοῦ Αβραάμ»! (Μεγάλου Βασιλείου) ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ: Επικ. Καθηγητής π. Ιωάννης Σκιαδαρέσης ΜΕΛΗ: Αναπλ. Καθηγητής Ιωάννης Μούρτζιος Επικ. Καθηγητής Χαράλαμπος Ατματζίδης 4
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ...8 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...9 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...11 Ιστορία της έρευνας...11 Μέθοδος και σκοπός της εργασίας μας...12 Ο Αβραάμ στην Π. Διαθήκη...13 Περιεχόμενο της εργασίας...17 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο O ΑΒΡΑΑΜ ΣΤΙΣ ΠΑΥΛΕΙΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ 1.1. Ο Αβραάμ στην πρός Ρωμαίους Επιστολή...23 1.1.1. Γενικά γιά την προς Ρωμαίους επιστολή...23 1.1.2. Ο Αβραάμ, πρότυπο της δικαίωσης διά της πίστεως...26 1.1.3. Ο Αβραάμ, δικαιώνεται δίχως την περιτομή και το Νόμο...34 1.2. Ο Αβραάμ στην προς Γαλάτας επιστολή...55 1.2.1. Σύντομη αναφορά στην προς Γαλάτας επιστολή...55 1.2.2. Η πατρότητα του Αβραάμ και ο ρόλος του Νόμου...58 1.2.3. Ο Αβραάμ και οι δύο σύζυγοί του...78 1.3. Ο Αβραάμ στη Β προς Κορινθίους επιστολή...88 1.3.1. Σύντομη αναφορά στη Β προς Κορινθίους επιστολή...88 1.3.2. Τα προνόμια των τέκνων του Αβραάμ...91 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο Ο ΑΒΡΑΑΜ ΣΤΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ 2.1. Ο Αβραάμ στο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο...98 2.2. Ο Αβραάμ στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο...103 2.2.1. Η Θέση του Αβραάμ στη γενεαλογία του Ιησού...106 2.2.2. Οι τρεις περίοδοι της γενεαλογίας του Χριστού...113 2.2.3. Ο Αβραάμ στο Κήρυγμα του Ιωάννη του Βαπτιστή...117 5
2.2.4. Ο Αβραάμ στο έσχατο δείπνο της βασιλείας του Θεού...124 2.2.5. Ο Αβραάμ, τεκμήριο της ελπίδας στην Ανάσταση...128 2.3. Ο Αβραάμ στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο...134 2.3.1. Ο Αβραάμ και η επαγγελία του Θεού...136 2.3.1.1. O Αβραάμ στον Ύμνο της Παρθένου Μαρίας...136 2.3.1.2. Ο Αβραάμ στον Ύμνο δοξασμού του Ζαχαρία...138 2.3.2. Η εν δυνάμει μεταμόρφωση σε σπέρμα Αβραάμ...140 2.3.3. Ο Αβραάμ, προπάτορας του Χριστού...144 2.3.4. Τα προνόμια της καταγωγής εκ του σπέρματος Αβραάμ...147 2.3.5. Ο Αβραάμ στο δείπνο της χαράς...150 2.3.6. Ο Λάζαρος «εἰς τὸν κόλπον Αβραάμ»...153 2.3.7. Ο Ζακχαίος, υιός του Αβραάμ...165 2.3.8. Ο Αβραάμ, μάρτυρας της Ανάστασης...168 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ ΣΤΟ Δ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ 3.1. Γενική επισκόπηση του Δ Ευαγγελίου και του πλαισίου αναφοράς του Αβραάμ από τον Χριστό...172 3.2. Η δουλεία της αμαρτίας και η εν Χριστώ ελευθερία...177 3.3. Ο γενάρχης Αβραάμ και οι λοιποί γενάρχες...183 3.4. Ο Αβραάμ, θεατής και σύμβολο της ελπίδας για την εκπλήρωση της σωτήριας επαγγελίας...197 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ο Ο ΑΒΡΑΑΜ ΣΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 4.1. Σύντομη εισαγωγή...204 4.2. O Αβραάμ στη δεύτερη δημόσια ομιλία του Πέτρου...208 4.3. Ο Αβραάμ στο κήρυγμα του Στεφάνου...216 4.4. Ο Αβραάμ στο κήρυγμα του Παύλου στην Αντιόχεια της Πισιδίας...226 6
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ο Ο ΑΒΡΑΑΜ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ 5.1. Σύντομη εισαγωγή...233 5.2. Η πίστη και τα έργα του Αβραάμ...235 5.3. Ο Αβραάμ ο φίλος του Θεού...244 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...252 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...259 7
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Θέμα της παρούσας διατριβής είναι η προσωπικότητα του Αβραάμ, όπως αυτή απεικονίζεται στα κείμενα της Καινής Διαθήκης. Προσδοκία μου, να τεκμηριώσω το ρόλο και την εξέχουσα σημασία του πατριάρχη στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Αναλύοντας το θεολογικό και το ηθικό προφίλ του πατριάρχη, όπως αυτό σκιαγραφείται στις σελίδες της Αγίας Γραφής, τόσο της Παλαιάς, όσο ειδικότερα της Καινής Διαθήκης, διαπίστωσα ότι το παράδειγμα της πίστης και του βίου του εξακολουθούν να είναι επίκαιρα και τις μέρες μας. Κατόπιν της συσχέτισης με το πρόσωπο του πατριάρχη, όπως προέβη πολλάκις τόσο ο Χριστός, αλλά και οι Απόστολοι και οι εμπνευσμένοι συγγραφείς, αντιλήφθηκα, με τη σειρά μου, ότι η βιβλική παράδοση και τα πρόσωπά της δεν ανήκουν στο παρελθόν, αλλά συνεισφέρουν στη διαμόρφωση του παρόντος και του μέλλοντος. Η εργασία αυτή ολοκληρώθηκε με την εξαιρετικά πολύτιμη και πολύπλευρη ηθική και επιστημονική συμπαράσταση του επιβλέποντα Καθηγητή Πρωτοπρεσβύτερο Ιωάννη Σκιαδαρέση. Με την ευκαιρία, εκφράζω τη βαθειά μου ευγνωμοσύνη για τις καίριες συμβουλές του κατά την εκπόνηση της παρούσης διατριβής, όπως επίσης και για την πρόθυμη συμπαράστασή του κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στην Ελλάδα. Πολύτιμες ήταν όμως και οι συμβουλές και οι οδηγίες των σεβαστών καθηγητών μου κ. Ιωάννου Μούρτζιου και Χαραλάμπου Ατματζίδη για τα όσα διδάχτηκα από τις μελέτες τους, από τις παρατηρήσεις αλλά και από την προθυμία τους να συμμετάσχουν στην κρίση της εργασίας ως μέλη της τριμελούς επιτροπής. Στον Παναγιότατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμο οφείλω χάρη για την παροχή στέγης στο Οικοτροφείο του Αγίου Αντωνίου Θεσσαλονίκης. Ευχαριστώ επίσης και όλους όσοι μου συμπαραστάθηκαν, με κάθε τρόπο, κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στην Ελλάδα. Στην οικογένειά μου και τη σύζυγό μου Ντιάνα-Ανδρέα και στον υιό μου Νεκτάριο, ανήκει ένα μεγάλο «Ευχαριστώ!», για την ενθάρρυνση και την αγόγγυστη κατανόησή τους, όσον καιρό χρειάστηκε να μείνω μακριά τους για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, την έρευνα και τη συγγραφή αυτής της διατριβής. Η χάρις, η δόξα και η ευχαριστία προς τον εν Τριάδι Θεό, ο οποίος με αξίωσε να ψηλαφήσω, με τη βοήθεια της επιστημονικής μεθόδου, τα θαυμάσιά Του, τα οποία ο Ίδιος μας αποκάλυψε. Nicolae Burăş Θεσσαλονίκη, 2014 8
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΒD Anchor Bible Dictionary, Garden City, Νέα Υόρκη. Ακτ Ακτίνες. Περιοδικόν όργανον της «Χριστιανικής Ενώσεως Επιστημόνων», Αθήνα 1937. Ανάπλ Ανάπλασις. Εκκλησιαστικόν περιοδικόν, όργανον του ομωνύμου συλλόγου, Αθήνα 1887. Απ Βαρ Απόστολος ΒαρνάΒασιλείου Όργανον της Εκκλησίας της Κύπρου, Λευκωσία 1918. ΒΑSOR Bulletin of The American Schools of Oriental Research, New Haven 1961. BB Βιβλική Βιβλιοθήκη, Θεσσαλονήκη. ΒΕΠΕΣ Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων και Εκκλησιαστικών Συγγραφέων, Αθήνα. Bib Biblica, Ρώμη 1920-1961. BJRL Bulletin of the John Rylands Library of Manchester. BOR Ορθόδοξη Ρουμανική Εκκλησία. BZAW Beihefte zur Zeitschrift für die alttestamentliche Wissenschaft, Βερολίνο Νέα Υόρκη 1974. Γρ Παλ Γρηγόριος Παλαμάς, διμηνιαίο θεολογικό και εκκλησιαστικό περιοδικό της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. ΔΒΜ Δελτίο Βιβλικών Μελετών, Αθήνα. ΕΕΘΣΑ Επιστημονική Επετηρίς Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών. ΕΕΘΣΘ Επιστημονική Επετηρίς Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Εκκλ Εκκλησία. Επίσημον δελτίον της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1923. ET The Expository Times, Εδιμβούργο 1889-1961. EΤhR Etudes Théologiques et Religieuses. EvTh Εvangelische Theologie. Εφημ Εφημέριος. Δεκαπενθήμερον περιοδικόν, παράρτημα του επισήμου δελτίου «Εκκλησία», Αθήνα 1952. HTR The Harward Theological Review, Cambridge 1908-1961. ΘΗΕ Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, (τόμοι 1-12, 1962-1968), Αθήνα. Θεολ Θεολογία. Τρίμηνον επιστημονικόν περιοδικόν Ιεράς Συνόδου Εκκλησίας Ελλάδος, Αθήνα 1923. ΙΒΜΒΟR Editura Institutului Biblic şi de Misiune al Bisericii Ortotoxe Române, Bucureşti. 9
Interp Interpretation. A Journal of Bible and Theology, Richmond, Va., 1947-1961). JBL Jurnal of Biblical Literature, Φιλαδέλφεια. JSNT Journal for the Study of the New Testament. ΚΔ Καινή Διαθήκη Κοιν Κοινωνία. Δελτίον της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων, Αθήνα 1974. MMS Mitropolia Moldovei şi Sucevei. ΜΤhΖ Münchener Theologische Zeitschrift. NTS New Twstament Studies, Cambridge. Ορθ Ορθοδοξία. Όργανον του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Κωνσταντινούπολη, 1926 1964. Πάντ Πάνταινος, Αλεξάνδρεια 1908. ΠΔ Παλαιά Διαθήκη. Ποιμ Ποιμήν. Μηνιαίον εκκλησιαστικόν περιοδικόν Μητροπόλεως Μυτιλήνης, Μυτιλήνη 1933. PG Patrologiae Graeca, εκδόσεις J. P. Migne. PL Patrologiae Latina, εκδόσεις J. P. Migne. PSB Colecţia Părinţi şi Scriitori Bisericeşti, Bucureşti. RB Revue Bibligue, Παρίσι. RSPT Revue des sciences philosophiques et théologiques. SBL Society of Biblical Literature, Ontario Dissertations Abstracts, Missoula. SBT Studies in Biblical Theology, Λονδίνο. SC Source Cretiennes, Παρίσι. SNTSMS Society for New Testament Studies Monograph Series, Cambridge. ST Studii Teologice, Revista Facultăţilor de Teologie din Patriarhia Română, Bucureşti. StNT Studien zum Neuen Testament und seiner Umwelt, Gütersloh, Linz. TDNT Theological Dictionary of the New Testament. THAT Theologisches Handwörterbuch zum Alten Testament, Μόναχο. ThGl Theologie und Glaube, Paderborn 1935. ΤhWNT Theologisches Wӧrterbuch zum Neuen Testament. WTJ Westminster Theological Journal, Philadelphia. ZNTW Zeitschrift für die neutestamentlische Wissenschaft. 10
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τα τελευταία χρόνια παρατηρεί κανείς μία προσπάθεια αμφισβήτησης της χρησιμότητας της Παλαιάς Διαθήκης στη σχέση της με την Καινή Διαθήκη. Προσεκτικότερη όμως μελέτη των δύο Διαθηκών οδηγεί στην καταφανή διαπίστωση της οργανικής τους σχέσης. Η Παλαιά Διαθήκη βρίσκεται στην καρδιά της Καινής Διαθήκης και δεν νοείται η μία χωρίς την άλλη. Στο σύνολό της, η Αγία Γραφή σημαίνει κλιμακωτή αποκάλυψη. Συνεπώς, η μελέτη της Καινής Διαθήκης θεωρείται επιτυχής μόνο εάν εξετάζεται ως εκπλήρωση γεγονότων, νόμων, υποσχέσεων, προσώπων και επαγγελιών της Παλαιάς. Όλη η παράδοση της Εκκλησίας αυτό προϋποθέτει και θεωρεί δεδομένο. Η διατριβή μας επιχειρεί να διερευνήσει τη θέση πού κατέχει το πρόσωπο του Αβραάμ στο χώρο της Καινής Διαθήκης και στην ιστορία της θείας oικονομίας. Tο πρόσωπό του χρησιμεύει αφ ενός γιά να επισημανθεί το θεολογικό σχήμα υπόσχεση εκπλήρωση πού διατρέχει ολόκληρη την Αγία Γραφή αφ ετέρου για να διασαφηνισθούν τόσο η ιδιότητα του Αβραάμ ως Πατέρα του παλαιού και του νέου λαού του Ισραήλ, «ἐκλεκτοῦ», «ἠγαπημένου» και «φίλου» του Θεού, τον οποίο αυτός επέλεξε και κάλεσε να πρωταγωνιστήσει στο σωτηριώδες θείο έργο του, όσο και τα στοιχεία εκείνα που καθιστούν γνήσια τα τέκνα του μεγάλου και πιστού πατριάρχη. Ιστορία της έρευνας Οι Πατέρες της Εκκλησίας, σκιαγραφούν την προσωπικότητα του Αβραάμ, και τονίζουν την κεντρική σημασία που απέδιδαν στον πατριάρχη για την κατανόηση του σχεδίου της θείας Οικονομίας. Διαπιστώνουμε ότι τόσο οι άγιοι Πατέρες, όσο και πολλοί από τους χριστιανούς ή μη συγγραφείς όλων των εποχών είδαν στο πρόσωπο του Αβραάμ το πρότυπο της αληθινής πίστης και της ολοκληρωτικής αφοσίωσης στον Θεό. Μέχρι σήμερα, ο Αβραάμ αποτελεί αφορμή για επίκαιρο και σπουδαίο στοχασμό. Μετά τον Kierkegaard και τη διατριβή του με τίτλο (Περί απελπισίας), τον Louis Massignon και τη Raïsa Maritain, τον Karl Barth και τη Susanna Dietrich, το Leon Cestov, τους Christfried Böttrich, Beate Ego, Friedmann Eißler, τον A.G. Herbert, τον F. B. Meyer, τους Ἑλληνες Παν. Μπρατσιώτη, Παν. Τρεμπέλα, και τον Β. Αντωνόπουλο, πολλοί άλλοι συνεισέφεραν στην ανάδειξη της προσωπικότητας του Αβραάμ σε ένα από τα αγαπημένα θέματα της σύγχρονης χριστιανικής σκέψης. Αφετηρία τριών μονοθεϊστικών θρησκειών, διαπιστώνουμε ότι το όνομά του επικαλούμαστε συχνά, το τελευταίο διάστημα, για τον εντοπισμό κοινών σημείων μεταξύ των τριών μεγάλων θρησκειών: του χριστιανισμού, του ιουδαϊσμού και του ισλαμισμού. 11
Παρόλο που έχουν γραφτεί πάρα πολλά άρθρα και μελέτες (τόσο στον ορθόδοξο, όσο ειδικότερα στο μη ορθόδοξο χώρο), οι οποίες εξετάζουν διάφορες πτυχές (π.χ. την πίστη, το σπέρμα του Αβραάμ, τη φιλοξενία κ.α.) της προσωπικότητας του πατριάρχη, η απουσία μίας μελέτης η οποία να εξετάζει τις αναφορές στον πατριάρχη Αβραάμ στις σελίδες της Καινής Διαθήκης ήταν εμφανής. Τουλάχιστον στα ρουμανικά, αλλά και στα ελληνικά, δυστυχώς, δέν υπάρχουν μέχρι σήμερα, πολλά άρθρα και μελέτες, οι οποίες να εξετάζουν γενικά το πρόσωπο του Αβραάμ στην Καινή Διαθήκη. Αν και ο Βασίλης Αντωνόπουλος έγραψε πρόσφατα στα ελληνικά την μελέτη του με τίτλο «Ἀπὸ τὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν», αυτός ασχολείται ειδικά με το πρόσωπο του Αβραάμ μόνο στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο. Γι αυτό η εργασία μας έρχεται να καλύψει το κενό των παραπάνω ερευνητών. Μέθοδος και σκοπός της εργασίας μας Ως μέθοδο προσέγγισης ακολουθώ την ιστορικοκριτική μέθοδο. Επέλεξα να καταγράψω όλα τα σημεία της Καινής Διαθήκης όπου αναφέρεται το όνομα του πατριάρχη. Έπειτα ανέτρεξα στις πηγές και ειδικότερα στα κείμενα των αγίων Πατέρων, προκειμένου να διαπιστώσω ποιοι εξ αυτών σχολιάζουν τα εν λόγω σημεία και ποια είναι η διδασκαλία που απορρέει από αυτά, αναφορικά με το πρόσωπο του πατριάρχη. Στη συνέχεια, προσέγγισα τα πιο πρόσφατα σχόλια και τις μελέτες, τις οποίες είχα στη διάθεσή μου, τόσο στα Ελληνικά, όσο και σε άλλες γλώσσες, στην προσπάθειά μου να αποκαλύψω την επικαιρότητα του ρόλου και της σημασίας, την οποία ο πατριάρχης Αβραάμ είχε στην ιστορία της θείας οικονομίας. Σκοπός της διατριβής μας είναι να περιγράψουμε σε βάθος και με λεπτομέρειες το πρόσωπο του Αβραάμ και τη σχέση του με το Θεό, τις ποικίλες ψυχοσωματικές λειτουργίες του πατριάρχη στη μια ή την άλλη περίπτωση, την αίσθηση υπάρξεως που αυτός έχει ενωμένος ή ξεκομμένος από το Θεό. Επιχειρούμε την παρουσίαση της αλήθειας, αναφορικά με το πρόσωπο του πατριάρχη Αβραάμ, όπως αυτό αναδύεται από της σελίδες της Αγίας Γραφής στο σύνολό της, και την κάλυψη των κενών, τα οποία έχουν αφήσει προγενέστεροι μελετητές. Η διατριβή την οποία εκπονήσαμε ανακαλύπτει το βαθύ και πλούσιο σε έμπνευση κόσμο του Αβραάμ. Διαπιστώνω ότι το παράδειγμα της πίστης και του βίου του εξακολουθούν να είναι επίκαιρα. Αναφερόμενος στο πρόσωπο του πατριάρχη, όπως προέβη πολλάκις τόσο ο Χριστός, όσο και οι Απόστολοι και οι άλλοι εμπνευσμένοι συγγραφείς, αντιλαμβάνομαι, με τη σειρά μου, ότι η βιβλική παράδοση και τα πρόσωπά της δεν ανήκουν στο παρελθόν, αλλά συνεισφέρουν στη διαμόρφωση του παρόντος και του μέλλοντος. 12
Χωρίς αμφιβολία, ο πατριάρχης αποτελεί μορφή της ιστορίας, πηγή της χριστιανικής πίστης, την οποία όλοι ανεξαιρέτως οι χριστιανοί τη συσχετίζουν με το νέο εκλεκτό λαό, ήτοι την Εκκλησία του Χριστού. Το παράδειγμα του Αβραάμ ως Γενάρχου του παλαιού και του νέου Ισραήλ επηρέασε και επηρεάζει μέχρι σήμερα γενιές πιστών και μή, αποτελεί δέ πάντοτε πρόκληση για έναν ερμηνευτή. Στην πρόκληση αυτή επιχειρούμε και εμείς να ανταποκριθούμε στο πλαίσιο αυτής της ερευνητικής προσπάθειας. Ο Αβραάμ στην Π. Διαθήκη Κατόπιν της επιλογής εκ μέρους του Θεού, αυτού του «εκλεκτού σκεύους», η οικονομία της σωτηρίας ξεκίνησε από νέα αφετηρία, διαφορετική εκείνης του Αδάμ. Η παρέμβαση του Θεού έλαβε χώρα σε μεταίχμιο της ιστορίας της ανθρωπότητας, δεδομένου ότι μετά το προπατορικό αμάρτημα και μέχρι την εποχή του Αβραάμ η εικόνα του κόσμου ακολούθησε φθίνουσα πορεία. Αμορραίος στην καταγωγή, ο πατριάρχης Αβραάμ έζησε περίπου μεταξύ 2000-1800 π.χρ. Καταγόταν από την πόλη Ουρ της Χαλδαίας στη Μεσοποταμία, από περιοχή που σήμερα εδρεύει το κράτος του Ιράκ. Ο ίδιος είναι απόγονος του Σεμ και συγκεκριμένα του γιου αυτού Θάρα, σύζυγος της Σάρρας και πατέρας του Ισαάκ, αδελφός του Ναχόρ και του Χαρράν και πραγματικός πρόγονος των Εβραίων. Μαζί με τον πατέρα του, τα αδέλφια και τη σύζυγό του, από την Ουρ, ο Αβραάμ μετοικεί στη Χαρράν. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς τους λόγους οι οποίοι προέτρεψαν τον Αβραάμ και την οικογένειά του να μετακομίσει στη Χαρράν, όμως αυτοί πιθανόν να σχετίζονται με την αμοριτική μετανάστευση. Ορισμένοι μελετητές είναι της άποψης ότι ποτέ δεν αποκαλύφθηκε η εθνική καταγωγή του πατριάρχη. Με όλα αύτα, είναι σίγουρα το γεγονός ότι ο πατριάρχης Αβραάμ υπήρξε πραγματικό ιστορικό πρόσωπο και όχι πρόσωπο της μυθολογίας. Υπάρχει σειρά ιστορικών επιχειρημάτων, τα οποία τεκμηριώνουν την ύπαρξη του πατριάρχη περίπου δύο χιλιάδες χρόνια πριν από τη γέννηση του Χριστού. Ο Αβραάμ κατέχει προνομιακή θέση στην ιστορία της σωτηρίας. Η κλήση του δεν αποτελεί μόνο αρχικό στάδιο της θείας οικονομίας, αλλά ήδη προσδιορίζει τους βασικούς προσανατολισμούς της. Ο άνθρωπος δεν αναζητά πλέον τον Θεό, αλλά ο Θεός είναι αυτός ο οποίος αναζητεί τον άνθρωπο. Η κλήση, που έχει ως αποδέκτη τον Αβραάμ, γίνεται κατανοητό μόνο αν λαμβάνεται υπόψη η πίστη του, λόγο για τον οποίο ο ίδιος θα χαρακτηριστεί «πατήρ πίστεως». Ο σκοπός του Θεού δεν ήταν απλά να θέσει στη διάθεση των Ιουδαίων την Χαναάν, αλλά να προσφέρει τη λύτρωση (πνευματική κληρονομιά) σ αυτούς και σε όσους θα πίστευαν σ αυτόν. Η υπόσχεση του Θεού δεν προϋπέθετε όρους και παρερχόταν δωρεάν. Αποτελούσε δε διαθήκη η οποία πρόσφερε τη λύτρωση χωρίς ανταμοιβή, για τις γενιές του μέλλοντος. Όμοια με την ανθρώπινη διαθήκη, η διαθήκη του Θεού δεν μπορούσε να 13
τροποποιηθεί και γι αυτό βρίσκεται σε ισχύ μέχρι σήμερα. Ποτέ η διαθήκη αυτή δεν ανακλήθηκε και ο Θεός δεν έδωσε υποσχέσεις προκειμένου να τις αθετήσει ο ίδιος, δεν ανακάλεσε και ούτε τροποποίησε τη διαθήκη του. Ο Αβραάμ πίστεψε πριν ακόμα δει με τα μάτια του ότι ο Θεός μπορούσε να κάνει πράξη τις υποσχέσεις του. Κατόπιν της κλήσης προς τον Αβραάμ τέθηκε τέλος στην αρχέγονη εποχή και μια νέα φάση στη σωτηρία του κόσμου άρχισε. Μαζί με τη νέα προσέγγιση, δηλαδή αυτή ότι ο Θεός ήταν όχι μόνο αρχή της δημιουργίας, αλλά και σκοπός της, ο Αβραάμ πρόσφερε στην εποχή του και την ιστορία το στίγμα του διαφορετικού προσανατολισμού, το στίγμα της τάσης της προσέγγισης του Θεού, τη γραμμική και ανοδική διάσταση και τον παλμό της ανύψωσης και της μεταμόρφωσης. Χωρίς προηγουμένως κάποιος να του μιλήσει για την ύπαρξη αυτού του Θεού, ο Αβραάμ έκανε υπακοή, τον γνώρισε πριν υπακούσει και υπάκουσε πριν τον γνωρίσει. Στη συνέχεια ο Θεός διαμόρφωσε με τον Αβραάμ προσωπική σχέση. Ο Θεός επέλεξε αυτόν, ότι επέλεξε αυτόν ο οποίος κατανοεί το μεγαλείο του έργου του και ανταποκρίνεται στη κλήση του. Με την πράξη αυτή ο Αβραάμ αποδεικνύει, πριν από όλα, μια συνεπή και θαρραλέα πίστη, μια ανεπιφύλακτη αποδοχή της θείας οικονομίας. Σαν ανταμοιβή για τις θυσίες στις οποίες έμελε να υποβληθεί, ο Θεός έδωσε στον Αβραάμ τέσσερεις μεγάλες υποσχέσεις, διατυπωμένες με τη σειρά της σημασίας τους και συγκεκριμένα: α. Θα γινόταν πατέρας ενός μεγάλου λαού: «καὶ ποιήσω σε εἰς ἔθνος μέγα» (Γεν 12,2), β. Θα ευλογούταν από τον Θεό: «εὐλογήσω σε καὶ μεγαλυνῶ τὸ ὄνομά σου, καὶ ἔσῃ εὐλογημένος» (Γεν 12,2), γ. Θα βασίλευε στη χώρα της Χαναάν η οποία γινόταν ιδιοκτησία του στον αιώνα (Γεν 12,7-13. 13,15. 15,10-20. 17,8) και δ. Ο ίδιος θα ήταν η ευλογία όλων των φυλών της γης: «καὶ ἐνευλογηθήσονται ἐν τῷ σπέρματί σου πάντα τὰ ἔθνη τῆς γῆς» (Γεν 22,18). Όλα αυτά επρόκειτο να εκπληρωθούν εφόσον ο Αβραάμ εγκατέλειπε τα γενέτειρά του, την πατρική οικία του, όλα τα αγαθά τα οποία διέθετε και με πίστη στον μοναδικό Θεό ακολουθούσε την εντολή του Θεού να μεταβεί σε ξένη χώρα. Λόγω της πίστης του, ο Αβραάμ εγκατέλειψε τα πάτρια εδάφη και άρχισε το ταξίδι του προς τη γη της επαγγελίας, χωρίς να γνωρίσει ξεκάθαρα πού βρισκόταν αυτή. Πάλι, εξαιτίας της απόλυτης πίστης του, ο Αβραάμ επέτρεψε στον Λώτ να διαλέξει τον τόπο που προτιμούσε, επειδή ήταν πεπεισμένος ότι μόνος του δεν θα μπορούσε να πετύχει τίποτα καλύτερο από τα όσα είχε αποφασίσει ο Θεός για τον ίδιο. Η πίστη του ήταν αυτή που του έδωσε τη δυνατότητα, για περίπου 30 χρόνια, να ελπίζει στη γέννηση του πολυπόθητου γιου. Η πίστη του όμως δεν παρέμεινε απομονωμένη, αλλά απέδωσε καρπούς. Λόγω της αγάπης και της ευλάβειάς του, οπουδήποτε περιπλανήθηκε, ο πατριάρχης Αβραάμ έχτισε πρώτα ένα βωμό όπου επικαλούταν το όνομα του Θεού. Ο Αβραάμ προσκυνούσε τον ένα και μοναδικό 14
Θεό, γεγονός που σημαίνει ότι οι αρχές του μονοθεϊσμού σηματοδοτήθηκαν στην Χαναάν από τον ίδιο. Για το λόγο αυτό, ανάμεσα στο πνεύμα του Αβραάμ και αυτού του Θεού υπήρχε ιερή κοινωνία. Στη Γεν 15,6 περιγράφεται η διαθήκη που σύναψε ο Θεός με τον Αβραάμ ως απόρροια της μεγάλης πίστης του πατριάρχη στην υπόσχεση του Θεού ότι, παρόλο που ήταν άτεκνος, δεν θα γίνει κληρονόμος του ο Ελιέζερ, αλλά αυτός που θα βγεί από τα σπλάχνα του. Όπως κάθε φορά, ο Αβραάμ πίστεψε τα λόγια του Θεού, και δεν πρόβαλε καμία διαμαρτυρία ή αντίσταση. Η πίστη του Αβραάμ ισοδυναμεί με τη δικαιοσύνη, η οποία αντιστοιχεί στη σχέση μεταξύ του Θεού και του ανθρώπου, μεταξύ του Δημιουργού και της δημιουργίας. Παρόλο που δεν διέθετε «γραπτό νόμο», πίστευε και υπάκουε στον Θεό, επειδή είχε «τον άγραφο νόμο» χαραγμένο στην καρδιά του. Γι αυτό ο Θεός αναφάνηκε στον Αβραάμ ως μια πύρινη φλόγα Γεν 15,17. Από την Γεν 17,5 βλέπουμε ότι ο Θεός αλλάζει το όνομα του πατριάρχη: από Αβράμ («ανυψωμένος πατέρας») σε Αβραάμ. Σύμφωνα με την ιερατική παράδοση, η αλλαγή του ονόματος μαρτυρεί αυτό τον προσανατολισμό, γιατί το νέο όνομα ερμηνεύεται «πατήρ πλήθους εθνών» - τα πεπρωμένα του Αβραάμ θα έχουν μεγάλες επιπτώσεις. Η συμφωνία κλείστηκε, το σαρκικό σημάδι ήταν η περιτομή, ενώ η έννοιά του αποκτά συμβολισμό με την περιτομή της καρδιάς (Δτ 10,16 και Ιερ 4,4) και την αλλαγή του ονόματος. Ακολούθως, η σφράγιση της συμφωνίας με τον Αβραάμ αποτέλεσε αρχή της επαναφοράς της κοινωνίας του Θεού με τον άνθρωπο. Αλλά τι σημαίνει η περιτομή και γιατί ήταν αναγκαία; Ο Τρεμπέλας σχολιάζει πολύ εύστοχα λέγοντας ότι όπως στην Καινή Διαθήκη ο Χριστός θυσίασε τον εαυτό του χύνοντας το αίμα του για την ανθρωπότητα, έτσι και όσοι προχωρούσαν στην περιτομή χύνοντας το αίμα τους έκαναν μία μικρή θυσία. Όμως ταυτόχρονα με την ανώτατη θυσία του Χριστού στον Γολγοθά, η πρακτική αυτή θα καταργούταν, μετατρεπόμενη σε μη αναγκαία. Πλέον η πρακτική αυτή δεν αποτελούσε παρά μόνο προεικόνιση του χριστιανικού βαπτίσματος. Ένα άλλο πολύ σπουδαίο μέρος, που έχει σχέση με τον Αβραάμ, είναι η φανέρωση στη δρυ του Μαμβρή (Γεν 18). Με αφετηρία το συμβάν αυτό, ο Αβραάμ θεωρήθηκε ο πρώτος άνθρωπος με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά φιλοξενίας. Η φιλοξενία του Αβραάμ στη δρυ του Μαμβρή αποτέλεσε προφητικό παράδειγμα της αποδοχής του Θεού στην καρδιά του εκάστοτε ανθρώπου, ένα sacramentum futuri του γαμήλιου δεσμού ανάμεσα στο δημιουργό και τη δημιουργία του. Ακολούθως, χωρίς να το γνωρίσει, ο Αβραάμ φιλοξένησε αγγέλους (Εβρ 13,2). Αυτοί ήταν η Αγία Τριάδα, που ανακάλυψε ότι η Σάρρα θα του γεννήσει τον Ισαάκ. Ακολούθως, ο Θεός φανερώνεται προσωπικά στον Αβραάμ, με εμφάνιση τριών αγγέλων, και για το λόγο αυτό στη γραφική απεικόνιση στη δρυ του Μαμβρή τα ενδύματα των τριών αγγέλων χρωματίστηκαν με το γαλάζιο χρώμα, που συμβολίζει τη θεότητα. 15
Ο πατριάρχης εμφανίζεται πλέον ως προστάτης της ανθρωπότητας. Ο ίδιος παρακαλούσε τον Θεό να μην καταστρέψει τις δύο πόλεις, λόγω των αμαρτιών των κατοίκων τους. Αργότερα διατυπώθηκε η άποψη ότι ο Αβραάμ μετατράπηκε σε εικόνα του Χριστού, από τη μία εξαιτίας της σχέσης φιλίας του με τον Θεό και από την άλλη εξαιτίας της ιδιότητας του μεσολαβητή ενώπιον του Θεού, για τους αμαρτωλούς των πόλεων Σόδομα και Γόμορρα. Ο διάλογος ανάμεσα στον Θεό και τον Αβραάμ αναφορικά με τη πιθανότητα διάσωσης των κατοίκων των δύο πόλεων υποδεικνύει το γεγονός ότι στο σχέδιο του Θεού προβλεπόταν η περίπτωση να ακουστεί η προσευχή του δίκαιου για τη σωτηρία ολόκληρης της ανθρωπότητας. Κατά τη διάρκεια των αιώνων, η νότια πύλη των Ιεροσολύμων που οδηγούσε στην Χεβρώνα και την Bέερ-Σεβά ονομάστηκε «πύλη της φιλίας», προς ανάμνηση του δεσμού ανάμεσα στον Θεό και τον Αβραάμ. Η γέννηση του δευτερότοκου γιου του Αβραάμ (Ισαάκ = γέλιο, χαρά, τέρψις, άγγιγμα, άγγελος), έλαβε χώρα ένα χρόνο αφότου ο Θεός επισκέφθηκε τον Αβραάμ στη δρυ του Μαμβρή. Έτσι εκπληρώθηκαν κατά γράμμα τα όσα είχε υποσχεθεί ο Θεός (Γεν 21,4). Ακολούθως, με την εκπλήρωση της υπόσχεσης και τη γέννηση του Ισαάκ από τη Σάρρα, η γυναίκα που είναι ελεύθερη, ο Αβραάμ μετατράπηκε σε πρωτεργάτης της πατρότητας η οποία προκύπτει από την πίστη και για την οποία θα κάνει λόγο ο Παύλος. Στο κεφ. 22 του βιβλίου της Γένεσης μας περιγράφεται ένα από τα πιο συγκλονιστικά γεγονότα όλης της Π. Διαθήκης και συγκεκριμένα η θυσία του Ισαάκ. Η πίστη του Αβραάμ στον Θεό μέσα από τις δυσκολίες αλλά καί τις ταυμαστές φανερώσεις του «Γιαχβέ» είχε αυξηθεί ιδιαίτερα. Έπρεπε όμως τώρα να εξαγνιστεί και να ενισχυθεί περαιτέρω με μια αβάσταχτη αυτήν τη φορά δοκιμασία. Για την πίστη του πατριάρχη, ο Θεός εκφώνησε: «κατ ἐμαυτοῦ ὤμοσα» (Γεν 22,16) και έπειτα διαβεβαίωσε εκ νέου τον Αβραάμ ότι, λόγω της απεριόριστης πίστης του, θα του πολλαπλασίαζε κατά πολύ το λαό, με τη μεσολάβηση του οποίου θα ευλογούνταν όλοι οι λαοί της γης (Γεν 22,17-18). Η πράξη του Αβραάμ μας βοηθά να αντιληφθούμε καλύτερα τη θυσία την οποία ο Θεός έκανε, προκειμένου να σώσει όλο το ανθρώπινο γένος. Μας βοηθάει να κατανοήσουμε καλύτερα την υπακοή μέχρι θανάτου του Χριστού. Η πραγματικότητα διαφέρει, όμως, κατά πολύ από τη «σκιά». Αν ο Ισαάκ σώθηκε την τελευταία στιγμή λόγω της παρέμβασης του αγγέλου, ο Ιησούς αναγκάστηκε να θυσιαστεί μέχρι τέλους, επειδή μόνο έτσι το ανθρώπινο γένος μπορούσε να σωθεί. Η διήγηση αυτή αποτελεί μνημείο υψίστης αφοσίωσης και υποταγής του Αβραάμ στη θεία βούληση. Η συνείδησή του δεν συγκρούστηκε με την εντολή του Θεού. Αντίθετα, μέσω της δικής του συνειδήσεως στο πρόσωπό του αποτυπώθηκε η βούληση του Θεού. Τελικά η λήξη της δοκιμασίας αυτής σημαίνει και την ολοκλήρωση των δοκιμασιών πού αντιστοιχούν στον κύκλο του Αβραάμ και έχουν ως αφετηρία την αναχώρησή του από την πατρική εστία της Ούρ. Αυτή την ακραία πράξη της Γεν 22 16
σφραγίζει οριστικά την πίστη του Αβραάμ, πίστη για την οποία γίνονται αμέτρητες αναφορές στα βιβλία της Καινής Διαθήκης, καθώς και στα έργα των Αγίων Πατέρων, όπως θα διαπιστώσουμε στις σελίδες της παρούσας διατριβής. Στο κεφ. 23 της Γένεσης βλέπουμε ότι, οταν πέθανε η Σάρρα στην ηλικία των 127 χρόνων ο πατριάρχης, επειδή ως νομάς δεν είχε δική του γή, διαπραγματεύτηκε με τους Χετταίους την αγορά του σπηλαίου Μαχπελά απέναντι από το Μαμβρή για να την θάψει. Στον ιδιόκτητο αυτό τάφο στη Χεβρών θα ταφεί αργότερα σε ηλικία 175 ετών και ο ίδιος ο Αβραάμ (Γεν 25,7-10). Πριν αποβιώσει, προσεύχεται στον Θεό να φροντίσει το λαό του. Δεν πρόκειται μόνο για το εκλεκτό λαό του Θεού, αλλά για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Όλα τα σημάδια της Π. Διαθήκης, μας δείχνουν ότι, με τον Αβραάμ, εγκαινιάζεται νέο στάδιο στην ιστορία του ανθρώου και οι σημαντικότερες στιγμές του βίου του, σηματοδότησαν τη σκέψη και τη γραφή των συγγραφέων των κειμένων της Καινής Διαθήκης. Περιεχόμενο της εργασίας Η διατριβή αποτελείται από πέντε κεφάλαια, με την εξής σειρά: 1. Στο α κεφάλαιο με τίτλο «O Αβραάμ στην παύλειες επιστολές» επιχειρώ να εξετάσω τον τρόπο με τον οποίο ο Παύλος σχετίζεται με το πρόσωπο του πατριάρχη και ποια είναι η σημασία του προσώπου του Αβραάμ στο κήρυγμα του «Αποστόλου των Εθνών». Το εν λόγω κεφάλαιο αποτελείται από τρεις ενότητες και συγκεκριμένα: α) Ο Αβραάμ στην προς Ρωμαίους επιστολή, β) Ο Αβραάμ στην προς Γαλάτας επιστολή, γ) Ο Αβραάμ στη Β προς Κορινθίους επιστολή. Στην πρώτη ενότητα και πριν προβώ στην καθαυτό ανάλυση των κειμένων που το αφορούν θεώρησα σκόπιμο να προτάξω μια σύντομη εισαγωγή στην προς Ρωμαίους επιστολή. Ακολούθως ασχολούμαι με το περιεχόμενο των 25 εδαφίων του δ κεφ. της προς Ρωμαίους, όπου ο Παύλος υποστηρίζει ότι η δικαίωση του Αβραάμ ήλθε δια μέσου της πίστης, χωρίς την περιτομή και δέχεται την υπόσχεση ότι θα κληροδοτήσει τον κόσμο όχι λόγω της υπακοής σε κάποιο σχετικό νόμο, ο οποίος άλλωστε ακόμα δεν υπήρχε, αλλά λόγω της δικαίωσης της πίστης. Η δεύτερη ενότητα φέρνει τον τίτλο «Ο Αβραάμ στην προς Γαλάτας επιστολή» και ξεκινά με σύντομη εισαγωγή στην επιστολή. Ο στόχος είναι ίδιος με αυτόν τον οποίο αναφέραμε προηγουμένως, ήτοι η ακριβέστερη κατανόηση του πλαισίου στον οποίο ο Παύλος προβαίνει εκ νέου σε αναφορά στην ιστορία του πατριάρχη. Η επιστολή έχει ως κεντρικό θέμα την ελευθερία των Χριστιανών, όπως αυτή πηγάζει από τον ίδιο τον Χριστό. Ανατρέχοντας στο παράδειγμά του ο Παύλος κάνει αναφορά στην πατρότητα του Αβραάμ και σε αυτή του Θεού και επισημαίνει τον κίνδυνο, τον οποίο διέτρεχαν οι Γαλάτες. Ο Παύλος μιλάει στη συνέχεια για την 17
προτεραιότητα και την υπεροχή της επαγγελίας του Θεού έναντι του Νόμου, για τον προπαρασκευαστικό ρόλο τον οποίο διαδραμάτισε ο Νόμος μέσα στο σχέδιο της Θείας Πρόνοιας («παιδαγωγός εις Χριστόν»), και για την κατάργηση των διακρίσεων φύλου, κοινωνικής κατάταξης και προηγουμένων θρησκευτικών πεποιθήσεων που σχετίζονται με την πίστη και την Εκκλησία. Στη συνέχεια, γίνεται λόγος για την απαλλαγή από τη δουλεία του Νόμου και την απόκτηση των αγαθών της κατά χάρης υιοθεσίας. Αναφορικά με το Νόμο, ο Απόστολος παραθέτει ένα τελευταίο παράδειγμα, που σχετίζεται επίσης με τον Αβραάμ, αναφορικά με τους δύο γιους και τις δύο συζύγους του, την Άγαρ και τη Σάρρα, οι οποίες συμβολίζουν τις δύο Διαθήκες. Η Άγαρ συμβολίζει το Σινά, τον τόπο όπου παραχωρήθηκε ο παλαιός Νόμος προς τη δουλεία, ενώ η Σάρρα συμβολίζει την Καινή Διαθήκη, η οποία βασίζεται στην πίστη και την ελευθερία. Τα τέκνα της δούλης είναι αυτά τα οποία κληρονομούν το νόμο του Σινά και αργότερα συνεχίζουν να διαμένουν στα Ιεροσόλυμα, πιστοί στον παλαιό Νόμο. Οι Χριστιανοί είναι τα τέκνα της Σάρρας, οι διαμένοντες στην ουράνια Ιεροσόλυμα και οι πραγματικοί κληρονόμοι των επαγγελιών. Η τελευταία ενότητα αυτού του κεφαλαίου τιτλοφορείται «Ο Αβραάμ στη Β προς Κορινθίους επιστολή». Στην ενότητα αυτή, ο Παύλος υποστηρίζει την ιουδαϊκή του καταγωγή και μάλιστα πολύ ένθερμα. Συνεπώς, από άποψη καταγωγής, ο Παύλος δεν ήταν με τίποτα κατώτερος πρώτον από όσους θεωρούσαν τον Αβραάμ πρόγονό τους και δεύτερο τον Μωυση ανώτερό του. 2. Το β κεφάλαιο έχει τον τίτλο «Ο Αβραάμ στα συνοπτικά ευαγγέλια». Στην πρώτη ενότητα η οποία επιγράφεται «Ο Αβραάμ στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο», όπου μνημονεύεται το πρόσωπο του Αβραάμ στην περίπτωση του διαλόγου του Χριστοῦ (περίπτωση Λευιρατικού γάμου) με τους Σαδδουκαίους, οι οποίοι αμφισβητούν την ανάσταση. Είναι η μοναδική περίπτωση αναφοράς του στον Αβραάμ, όθεν εξάγεται ότι ο πατριάρχης Αβραάμ συνεχίζει να είναι ζωντανός και πέραν του θανάτου, ακριβώς όπως έμελλε να είναι και ο μεταγενέστερος Αναστάς Χριστός. Η διατύπωση προϋποθέτει αναγνώριση της παντοδυναμίας του Θεού για την εξαρχής δημιουργία ενός καινούργιου κόσμου, καθώς και την απαρχή του καινούργιου κόσμου ήδη στην ανάσταση του Χριστού. Η δεύτερη ενότητα του κεφαλαίου αυτού επιγράφεται «Ο Αβραάμ στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο». Εδώ ασχολούμαι κατ αρχάς με τον γενεαλογικό κατάλογο του Χριστού όπου ο Αβραάμ μνημονεύεται πρώτος. Μετά την τεκμηρίωση του γεγονότος ότι ο Ιησούς είναι ο πραγματικός Μεσσίας των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης και ότι τα σημαντικότερα γεγονότα της ζωής και της δράσης του ανταποκρίνονται πλήρως στην επαλήθευση των προφητειών αυτών, ασχολούμαι μὲ τη φράση «Έκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα τῷ Αβραάμ ὁ Θεὸς» (Την ίδια πληροφορία αντλούμε και από το Λκ 3,8) από όπου εξάγεται ότι για τη σωτηρία δεν αρκεί να είναι κανείς απόγονος του Αβραάμ, αλλά να έχει την πίστη και να προβεί 18
στα γεγονότα αυτής, όπως έκανε ο πατριάρχης. Ακολούθως καταπιάνομαι με το έσχατο δείπνο στη Βασιλεία του Θεού (το ίδιο θέμα συναντάται και στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο 13,28) όπου οι δίκαιοι θα είναι συνδαιτυμόνες του Αβραάμ από όπου προκύπτει ότι τα έθνη παρόλο που δεν θεωρούνται κατά σάρκα τέκνα του Αβραάμ, θα είναι κληρονόμοι της Βασιλείας των Ουρανών. Το τελευταίο σημείο του κατά Ματθαίον ευαγγελίου, όπου γίνεται εκ νέου αναφορά του ονόματος του πατριάρχη εμφανίζει τον Αβραάμ ως τεκμήριο και μάρτυρα της ελπίδας στην Ανάσταση (Μτ 22,31-32). (Την ίδια εικόνα συναντάμε και στο Λκ 20,37, καθώς και στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο 12,26-27). Η τελευταία ενότητα του κεφαλαίου τιτλοφορείται «Ο Αβραάμ στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο». (Το κατά Λουκάν ευαγγέλιο περιέχει τις περισσότερς αναφορές στο πρόσωπο του Αβραάμ και στην επαγγελία του Θεού προς τον πατριάρχη). Ανάμεσα σε όλα τα επεισόδια της ιστορίας του Αβραάμ στην Παλαιά Διαθήκη, αναφορικά με τη νέα προοπτική την οποία εμφάνιζε στον πρώιμο χριστιανισμό, ξεχωρίζει μόνο ένα και συγκεκριμένα αυτό της υπόσχεσης την οποία δίνει ο Θεός στον πατριάρχη. Μελετώντας το α κεφάλαιο και τις αναφορές στον Αβραάμ διαπιστώνουμε ότι το κύριο μήνυμα του είναι ότι ο Θεός τηρεί τις υποσχέσεις του Με το γνωστό «ἰδοὺ ἐγώ» (Γεν 22,1), ο Αβραάμ είναι ο πρώτος άνθρωπος στην Αγία Γραφή, ο οποίος ανταποκρίνεται στη κλήση του Θεού. Πρόκειται για έκφραση απόλυτης διαθεσιμότητας ενώπιον του Δημιουργού. Από στόμα σε στόμα και από προφήτη σε προφήτη, η απάντησή του έμελλε να ακουστεί και από τα χείλη της Παρθένου Μαρίας. Όπως ο Ζαχαρίας, πατέρας του Ιωάννη του Βαπτιστή, η Παρθένος Μαρία ξέρει ότι υπάρχει ακόμα σειρά από ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, οι οποίες έμελλε όμως να τηρηθούν την εποχή κατά την οποία ζούσε η ίδια. Διαφαίνεται έτσι η πεποίθηση ότι οι επαγγελίες στο πρόσωπο του Αβραάμ δεν έχουν εκπληρωθεί πλήρως, αλλά η υλοποίησή τους έμελλε να συμβεί τη στιγμή της γέννησης του Χριστού. Ένα άλλο σημείο όπου μνημονεύεται το όνομα του Αβραάμ είναι το Λκ 3,8 όπου γίνεται εκ νέου αναφορά στην εν δυνάμει μεταμόρφωση σε σπέρμα Αβραάμ. (Τα λόγια του Βαπτιστή συναντώνται, όπως ήδη αναφέραμε, και στο Μτ 3,9). Κατόπιν διαπιστώνουμε ότι και ο Λουκάς μνημονεύει τον Αβραάμ στο γενεαλογικό του κατάλογο (Λκ 3,34). Ο Λουκάς ενδιαφέρεται πρωτίστως να αναδείξει μέσα από τούς γενεαλογικούς καταλόγους τη θεότητα του Ιησού. Σε σύγκριση με τον ευαγγελιστή Ματθαίο, ο Λουκάς αποδίδει ένα συν στη γενεαλογία του, ακολουθώντας μια ανάποδη διαδρομή, από τον Χριστό μέχρι τον Αδάμ, τον «υιό του Θεού». Έπειτα εντοπίζουμε αναφορά στο πρόσωπο του Αβραάμ ως εκπροσώπου μίας ιστορικής πραγματικότητας, δηλαδή της γένεσης του ιουδαϊκού λαού, και ως συμβόλου μίας πνευματικής κατάστασης, δηλαδή της αποκλειστικής σχέσεως του ιουδαϊκού λαού με τον αληθινό Θεό. Ο λόγος για τα χωρία Λκ 13,16: «ταύτην δέ 19
θυγατέρα Ἀβραάμ οὖσαν οὐκ ἔδει λυθῆναι;», Λκ 19,9: «καθότι καί αὐτός υἱός Ἀβραάμ ἐστιν» και Λκ 16,22: «ἀπενεχθῆναι εἰς τόν κόλπον Ἀβραάμ». Παρόμοια, στίχ. 23,25,29,30. Ο πατριάρχης μνημονεύεται εκ νέου από το Λουκά στο χωρίο 13,28, εκεί όπου βλέπουμε ξανά ότι o Αβραάμ απολαμβάνει το δείπνο της χαράς στη Βασιλεία του Θεού, όπως διαπιστώσαμε και στο Μτ 8,11-12. Tο δείπνο της χαράς του τέλους των αιώνων, στο οποίο πρόκειται να λάβει μέρος η ενωμένη πλέον ανθρωπότητα, με πρώτους τους πατριάρχες, παραμένει ακόμη απεικόνιση της ελπίδας, έως ότου η πίστη θα ομολογείται από όλα τα έθνη. Ο διαχωρισμός αυτός ανάμεσα σε δίκαιους και αμαρτωλούς περιγράφεται ευρέως από τον Χριστό στην παραβολή περί του άσπλαχνου πλουσίου και του φτωχού Λαζάρου, η οποία περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο 16 του κατά Λουκάν ευαγγέλιο. Στα όσα διατυπώνω στη συνέχεια, βλέπουμε ότι ο πατριάρχης Αβραάμ διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην παραβολή στην οποία αναφέρομαι. Το τελευταίο σημείο του κατά Λουκάν ευαγγελίου όπου γίνεται αναφορά στον πιστό πατριάρχη είναι το Λκ 20,37, όπου βλέπουμε ξανά τον Αβραάμ σε ρόλο μάρτυρα της Ανάστασης. Μελετάμε το κείμενο αυτό σε συσχέτιση με το χωρίο του Μτ 22,31-32 και του Μκ 12,26 τα οποία, όπως ήδη αναφέραμε, αναλύουν το ίδιο ζήτημα. Μελετώντας προσεχτικά το γ ευαγγέλιο, παρατηρούμε ότι για το θέμα της διατριβής μας, η εκδοχή του Λουκά παρουσιάζει εξέχουσα σημασία. Μας βοηθά πολύ, πρώτα από όλα, να κατανοήσουμε όχι μόνο το τι σήμαινε ο Αβραάμ για τους Εβραίους την εποχή του Χριστού και πώς συσχετίζονταν εκείνοι με τον αξιομνημόνευτο πατριάρχη. Μας δείχνει όμως ότι ο Αβραάμ είναι το κατεξοχήν πρότυπο του εκάστοτε Χριστιανού ο οποίος, δια μέσου της πίστης του στον Ιησού Χριστού και δια της μίμησης των πράξεων και των αρετών του πατριάρχη, ευελπιστεί στην ανάσταση και την αιώνια ζωή, καθώς και την αιώνια κοινωνία με τους δίκαιους «εις τον κόλπον τοῦ Ἀβραάμ», δηλαδή στη Βασιλεία του Θεού. 3. Το γ κεφάλαιο φέρει τον τίτλο «Το παράδειγμα του Αβραάμ στο Δ Ευαγγέλιο». Εδώ προβαίνουμε σε γενική επισκόπηση του Δ Ευαγγελίου και του πλαισίου αναφοράς του Αβραάμ από τον Χριστό. Εκτός από τον Μωυσή, στην Καινή Διαθήκη μόνο το πρόσωπο του Αβραάμ αναφέρεται τόσο συχνά, σε σύγκριση με τα άλλα σημαντικά πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης. Στο η κεφάλαιο του ευαγγελίου του, ο Ιωάννης καταγράφει την αντιπαράθεση ανάμεσα στο Χριστό και τους Ιουδαίους αναφορικά με τη δυσπιστία των δεύτερων σε ό,τι αφορά στη θεότητα και την υπερβατικότητά του Ιησού. Στο διάλογο αυτό ο Χριστός κάνει αναφορά στη δουλεία της αμαρτίας και στην εν Χριστώ πραγματική ελευθερία, ισχυριζόμενος ότι τα πραγματικά τέκνα του Αβραάμ είναι όσοι μιμούνται την ισχυρή πίστη του πατριάρχη, καθώς και τις αρετές του (Ιω 8,33.34.39), στάση η οποία οδηγεί άμεσα στην αναγνώριση της αλήθειας ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας και ο σαρκωμένος Υιός του Θεού. Στο τέλος αυτού του 20
άδοξου διαλόγου, ο Χριστός κάνει αναφορά στο προφητικό δώρο του πατριάρχη (Ιω 8,56), υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι ο Αβραάμ αντικρύζει καιρό πριν τα μεσσιανικά χρόνια τα οποία, παρόλο που οι σύγχρονοί του Ιουδαίοι τα βιώνουν, δεν είναι σε θέση να τα αναγνωρίσουν. Στο σημείο αυτό ο Αβραάμ εμφανίζεται ως σύμβολο της ελπίδας για εκπλήρωση της σωτήριας επαγγελίας. 4. Το δ κεφάλαιο έχει τίτλο «Ο Αβραάμ στις Πράξεις Αποστόλων». Μετά από σύντομη εισαγωγή, στο ε κεφάλαιο στοχεύουμε στη μελέτη τριών εκ των ομιλιών τις οποίες περιλαμβάνει το βιβλίο των Πράξεων Αποστόλων, στις οποίες γίνονται αναφορές στον πατριάρχη Αβραάμ. Πρώτα από όλα μας ενδιαφέρει το πρόσωπο του Αβραάμ στη δεύτερη δημόσια ομιλία του Πέτρου (Πραξ 3,13.25), έπειτα το πρόσωπο του Αβραάμ στο κήρυγμα του αρχιδιακόνου Στεφάνου (Πραξ 7,2.16-17.32), και τέλος το πρόσωπο του πατριάρχη στο κήρυγμα του Παύλου, στην Αντιόχεια της Πισιδίας (Πραξ 13,26). Μελετώντας τα κείμενα αυτά διαπιστώνουμε ότι σ αυτά επισκοπείται η ιστορία του εβραϊκού έθνους, από τον Αβραάμ μέχρι τον Ιησού που προανήγγειλαν οι προφήτες, και τεκμηριώνεται η ιστορική αλήθεια ότι ο Ιησούς είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας, στο πρόσωπο του οποίου εκπληρώθηκαν όλες οι Γραφές και ότι οι Ιουδαίοι ευθύνονται για τη δολοφονία του. 5. Στο τελευταίο κεφάλαιο της διατριβής μας με τίτλο «Ο Αβραάμ στην επιστολή του Ιακώβου» μελετάμε την επιστολή του Ιακώβου, κείμενο στο οποίο το όνομα του πατριάρχη μνημονεύεται μόλις δύο φορές, η θεολογική αξία του όμως είναι πολύτιμη. Αφού προβούμε και εδώ σε σύντομη εισαγωγή στην επιστολή του Ιακώβου, επικεντρωνόμαστε πάνω στο πρώτο σημείο αυτού του κειμένου όπου αναφέρεται το όνομα του πατριάρχη και συγκεκριμένα Ιακ 2,21, όπου ο απόστολος κάνει αναφορά στα έργα του Αβραάμ. Όπως ο Παύλος, έτσι και ο Ιάκωβος στην επιστολή του μιλάει περί της πίστεως, των καλών πράξεων. Είναι γεγονός ότι εδώ και πολλά χρόνια, μελετητές του κειμένου έφτασαν στο συμπέρασμα ότι η επιστολή του Ιακώβου φαίνεται να κρίνει την πίστη του Αβραάμ με τελείως διαφορετικό τρόπο από ό,τι το πράττει ο Παύλος. Σαν να προσπαθεί, με τον τρόπο αυτό, ο Ιάκωβος να αντιτεθεί στον Παύλο ή να αναχαιτίσει κάποια άποψή του, την οποία θεωρεί λανθασμένη. Διαπιστώνουμε ότι ανάμεσα στον Ιάκωβο και τον Παύλο δεν υπάρχει αντίθεση, διότι ο Ιάκωβος αναφέρεται στις καλές πράξεις της πίστης, ως προαπαιτούμενες για τη σωτηρία, ενώ ο Παύλος αναφέρεται στις πράξεις του Νόμου. Σκοπός του Ιακώβου είναι να υποδείξει, με το παράδειγμα του Αβραάμ, ότι ο πατριάρχης δεν είχε καμία σχέση με την Πεντάτευχο, για τον απλό λόγο ότι αυτή εμφανίστηκε πολύ αργότερα. Την ίδια στιγμή, ο Παύλος απευθύνεται σε όσους προσπαθούσαν να τηρήσουν το Νόμο του Μωυσή, προκειμένου να κερδίσουν την ουράνια βασιλεία. Ο Ιάκωβος αποδεικνύει ότι η διανοητική ομολογία της αποδοχής 21
του Χριστού δεν έχουν καμία αξία εάν δεν αποκτούν ουσιαστική υπόσταση κατόπιν της εμφάνισης των καρπών της πίστεως. Το δεύτερο σημείο αυτής της επιστολής, όπου μνημονεύεται το όνομα του πατριάρχη είναι το 2,23, όπου ο Αβραάμ λέγεται ότι «φίλος Θεοῦ ἐκλήθη». Από το εδάφιο αυτό προκύπτει ξεκάθαρα ποιο είναι το αίτιο της φιλίας του Αβραάμ. Όλοι μας μπορούμε να γίνουμε, δια μέσου του Χριστού, «φίλοι του Θεού». Έχοντας ως πρότυπο το βίο αυτού του «φίλου του Θεού», δια μέσου της πίστης, της υπακοής στις θείες εντολές, καθώς και της μίμησης των αρετών του, ευελπιστούμε με τη σειρά μας να απολαμβάνουμε την κοινωνία των αγίων στον «κόλπο Αβραάμ». 22
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο O ΑΒΡΑΑΜ ΣΤΙΣ ΠΑΥΛΕΙΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ 1.1. Ο Αβραάμ στην πρός Ρωμαίους Επιστολή 1.1.1. Γενικά γιά την προς Ρωμαίους επιστολή Ο απόστολος Παύλος κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Ελλάδα. Πρόθεσή του ήταν να κατευθυνθεί προς τη Δύση, προκειμένου να φτάσει στην Ισπανία (Ρωμ 15,23-28) 1. Στο ταξίδι του αύτό, πρώτη πόλη επισκέφθηκε η Ρώμη (Πραξ 19,21) 2. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στη Ρώμη, η χριστιανική πίστη είχε ήδη διαδοθεί, αμέσως μετά την Πεντηκοστή. Συνεπώς, η Εκκλησία της πόλης αυτής 3 δεν πρέπει να οργανώθηκε βάση συγκεκριμένης ιεραποστολικής δράσης. Μελετώντας το εδάφιο των Πραξ 2,10, πληροφορούμαστε ότι, τη μέρα της Πεντηκοστής, στα Ιεροσόλυμα ήταν παρόντες και Ρωμαίοι. Το γεγονός μας δικαιώνει να υποστηρίξουμε ότι κάποιοι από τους Ρωμαίους εκείνους επέστρεψαν, πλέον προσηλυτισμένο στη νέα πίστη και αποτέλεσαν πυρήνα της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας της Ρώμης. Επίσης, είναι βέβαιο ότι, εξαιτίας των χριστιανών 1 Γ. Παπαθωμά, «Πήγε ο Απ. Παύλος στην Ισπανία;», Θεολογία 60(1989), σ. 754-774. 2 Ο Παύλος κατάλαβε πολύ καλά ότι οι δρόμοι από και προς τη Ρώμη πιθανόν να αποτελούσαν ανοιχτοί δίοδοι για την κήρυξη του Ευαγγελίου του Χριστού. Η πρόθεσή του όμως και η επιθυμία του να επισκεφθεί τη Ρώμη αποτελεί, πρώτα από όλα, μέρος της ονομαζόμενης αποστολικής τακτικής του Παύλου για τον εκχριστιανισμό των μεγάλων μητροπόλεων, λόγω της επιρροής την οποία αυτές ασκούσαν στις γύρω περιοχές. Το ταξίδι προς τη Ρώμη, την αιώνια πόλη των Καισάρων και πρωτεύουσα του δυτικού κόσμου, αποτελούσε ταυτόχρονα εντολή του Θεού, η οποία αποκαλύφθηκε στον απόστολο με αμεσολάβητο τρόπο: «Τῇ δὲ ἐπιούσῃ νυκτὶ ἐπιστὰς αὐτῷ ὁ Κύριος εἶπε θάρσει, Παῦλε ὡς γὰρ διεμαρτύρω τὰ περὶ ἐμοῦ εἰς Ιερουσαλήμ, οὕτω σὲ δεῖ καὶ εἰς Ρώμην μαρτυρῆσαι» (Πραξ 23, 11). Περισσότερα βλέπε στον Δρ. Joseph Sickenberger, Η προς Ρωμαίους Επιστολή, μετάφραση Ιππολύτη Μιχαηλίδη, «Απόστολος Βαρνάβας» 27(1966), σ. 263-268. 3 Στην Καινή Διαθήκη η λέξη «εκκλησία» χρησιμοποιείται 114 φορές. Στα Ευαγγέλια, η λέξη εμφανίζεται μόλις δύο φορές (Μτ 16,18 και 18,17), στις Πράξεις Αποστολών 23 φορές και στις επιστολές του Παύλου 65 φορές, μια φορά στην Επιστολή του αγίου Ιακώβου (5,14 ), τρεις φορές στο Γ Ιωάννη και 20 φορές στην Αποκάλυψη. Βλέπε π. Vasile Mihoc, Ecleziologia Noului Testament (Εκκλησιολογικά της Καινής Διαθήκης), «Studii Teologice» («Θεολογικής Μελέτες»), αριθ. 3-4(1977), σ. 234. Βλέπε επίσης Ιωάννη Ζίζιουλα, μητροπολίτου Περγάμου, L Eucharistie, l Evêque et l Eglise durant les trois premieres siècles, Theophanie Desclée de Brouwer, Παρίσι 1994, σ. 63 και Pédro Tena, «Eglise», Dictionaire de spiritualitė-ascetique et mistique, doctrine et histoire, Παρίσι 1958, στήλη 371. 23
μεταναστών, προερχόμενων από όλες τις γωνίες της αυτοκρατορίας, η πρώτη χριστιανική κοινότητα της Ρώμης εδραιώθηκε με ταχύτατους ρυθμούς 4. Η πλειοψηφία των μελετητών είναι της άποψης ότι τα μέλη της Εκκλησίας της Ρώμης διέφεραν αρκετά μεταξύ τους. Ανάμεσά τους υπήρχαν πρώην Ιουδαίοι, αλλά και πρώην ειδωλολάτρες. Αυτή ήταν η σύνθεση της νέας Εκκλησίας, στην οποία ο Παύλος απευθύνεται με την επιστολή του 5 τον καιρό που βρίσκεται ακόμη στην Κόρινθο, δηλαδή πριν φτάσει προσωπικά στη μεγάλη πρωτεύουσα 6. Μαζί με την πρώτη και τη δεύτερη επιστολή προς τους Κορίνθιους και με την επιστολή προς τους Γαλάτας, η επιστολή προς τους Ρωμαίους θεωρείται μία από τις σημαντικότερες επιστολές του Αποστόλου. Ο χαρακτηρισμός οφείλεται τόσο στη μεγάλη έκταση του κειμένου, όσο και στη σημασία του περιεχομένου του. Συγγραφέας της επιστολής είναι, αδιαμφισβήτητα, ο Παύλος 7. Σε ό,τι αφορά στη γλώσσα, τον τόπο και την ημερομηνία συγγραφής της, η επιστολή γράφτηκε στα ελληνικά 8, στην πόλη της Κορίνθου, το έτος 57 9 ή 58 μ.χ. 10, με έντονο σωτηριολογικό χαρακτήρα, παρόμοιο με αυτό που παρατηρούμε στην επιστολή προς τους Γαλάτας. Στόχος του αποστόλου ήταν η διατύπωση του σημαντικότερου κεφαλαίου της θεολογίας του πού είναι το ζήτημα της σωτηρίας του ανθρώπου. 4 Grigorie Marcu, Obârșia ierusalimiteană a Bisericii din Roma (Η εξ Ιεροσολύμων καταγωγή της Εκκλησίας της Ρώμης), «Mitropolia Moldovei și Sucevei» («Μητρόπολη Μολδαβίας και Σουτσεάβα»), XXXVIII, αριθ. 7-8(1962), σ. 549-566, του ιδίου, Episcopatul roman al Sf. Ap. Petru în lumina Noului Testament (Το ρωμαϊκό επισκοπάτο του αγίου αποστόλου Πέτρου υπό το φως της Καινής Διαθήκης), «Ortodoxia» I («Ορθοδοξία» Α ), αρ. 4(1949), σ. 116-129 και Μ. Γαλανού, «Ερμηνεία σύντομος εις την προς Ρωμαίους επιστολήν του Αποστόλου Παύλου», Ανάπλασις 18(1905), σ. 15. 5 Για περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τη χριστιανική κοινότητα της Ρώμης βλέπε P.S. Minear, The Obedience of Faith: The Purposes of Paul in the Epistle to the Romans, SBT, Second Series, 19, Λονδίνο, 1971. Βλέπε επίσης E. Trocmé, «L Épître aux Romains et la Méthode Missionaire de l Apôtre Paul», NTS, 7(1960-1961), σ. 148-153 και Π. Κομνηνού, «Ερμηνεία εις την προς Ρωμαίους επιστολήν του Αποστόλου Παύλου», Ορθοδοξία 15(1940), σ. 209-215. 6 George A. Kennedy, New Testament Interpretation Through Rhetorical Criticism, εκδόσεις «The University of North Carolina Press», Chapel Hill και Λονδίνο 1984, σ. 152. 7 Βλέπε, μεταξύ άλλων, C. K. Barrett, The Epistle to the Romans, Νέα Υόρκη 1957, σ. 1. 8 Όπως και τα υπόλοιπα βιβλία της Καινής Διαθήκης, η προς Ρωμαίους επιστολή γράφτηκε στα ελληνικά. Βλέπε Λίτσα Ι. Χατζηφώτη, Απόστολος Παύλος. Η ζωή και το έργο του, εκδόσεις «Μ. Τούμπης», Αθήνα 2004, σ. 12. Για περισσότερες λεπτομέρειες βλέπε Στεργίου Ν. Σάκκου, Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην, β έκδοση, Θεσσαλονίκη 1984, σ. 148-151, Θεοφυλάκτου Αρχιεπισκόπου Βουλγαρίας, Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολής εξήγησις, PG 124,336AB, Παν. Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις τας Επιστολάς της Καινής Διαθήκης, τόμος α, εκδόσεις Αδελφότης θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα 2006, σ. 27-30 και R. Jewett, Romans, Minneapolis 2007, σ. 23-91. 9 Βλέπε, μεταξύ άλλων, W. M. Ramsay, Pauline and Other Studies, Νέα Υόρκη 1906, σ. 352-361. 10 Theodor Zahn, Introduction to the New Testament, τόμος α, E. T., Εδιμβούργο 1909, σ. 434, W. Sanday και A. C. Headlam, The Epistle to the Romans, Νέα Υόρκη 1901, σ. Xxxviff και J. B. Lightfoot, Saint Paul s Epistle to the Galatians, Λονδίνο 1905, σ. 40 και 43. 24
Από την άποψη αυτή, η επιστολή προς Ρωμαίους αποτελεί κάτι περισσότερο από απλή διατύπωση του Ευαγγελίου της σωτηρίας του Παύλου. Άλλωστε, αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η επιστολή χαρακτηρίστηκε «Ευαγγέλιο του αγίου Παύλου» 11. Πρόκειται για διατύπωση του σχεδίου του Θεού για τη σωτηρία ολόκληρου του κόσμου, δια μέσου της πίστης και της χάριτος. Ταυτόχρονα, πρόκειται για θεοδικία, για προσπάθεια υπεράσπισης και κατανόησης της φύσης του Θεού και της πρόθεσής του σε ό,τι αφορά στον άνθρωπο 12. Συνεπώς, το ιδιαίτερο της θεολογίας της επιστολής του Παύλου προς Ρωμαίους είναι κατ εξοχήν ο σωτηριολογικός της χαρακτήρας. Κεντρική ιδέα, η αποκατάσταση δια μέσου της πίστης και των έργων της 13. Στα όσα διατυπώνουμε στη συνέχεια της εργασίας μας, διαπιστώνουμε ότι ο Παύλος ανατρέχει στο παράδειγμα του πατριάρχη Αβραάμ. Το ίδιο είχε επιλέξει να κάνει και στην επιστολή προς τους Γαλάτας. Στόχος του, η τεκμηρίωση της διδασκαλίας του. Να σημειωθεί ότι οπως εύκολα διαπιστώνουμε, οι επιστολές του Παύλου είναι ποτισμένες από την θεματική της κλησης και της ανανέωσης. Όπως και στην περίπτωση του Αβραάμ 14, η κλήση του Θεού επαναλαμβάνεται και προς τον απόστολο Παύλο: «Παύλος, κλητὸς ἀπόστολος Ιησοῦ Χριστοῦ διὰ θελήματος Θεοῦ, καὶ Σωσθένης ὁ ἀδελφός» (Α Κορ 1,1) ή «Παύλος, ἀπόστολος οὐκ ἀπ' ἀνθρώπων, οὐδὲ δι' ἀνθρώπου, ἀλλὰ διὰ Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ πατρὸς τοῦ ἐγείραντος αὐτὸν ἐκ νεκρῶν» (Γαλ 1,1) 15.Η κληση του Θεού δεν έγκειται όμως μόνο στο αποστολικό 11 Ιωάννη Δ. Καραβιδόπουλου, Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 2007, σ. 293. 12 John F. Walvoord, Roy B. Zuck, Comentariu al Noului Testament (Σχόλια στην Καινή Διαθήκη), εκδόσεις «Multimedia», Arad 2005, σ. 428-429. 13 Με την ίδια έννοια, ο πατήρ Stăniloae αναφέρει: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί ότι η σωτηρία δεν επιτυγχάνεται με το θάνατο του Χριστού στο σταυρό, ως νομικό αντιστάθμισμα για την προσβολή του Θεού από την ανθρωπότητα, αλλά με την ένωση του Εσταυρωμένου και Αναστημένου Χριστού με τους ανθρώπους, με όσους πιστεύουν σε Εκείνον, ώστε και εκείνοι να τυγχάνουν του θανάτου της αμαρτίας και της Ανάστασης Η διαφοροποίηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας από τον προτεσταντισμό υφίσταται ακριβώς στην ένωση αυτή, αφού ο λόγος περί του Χριστού επαρκεί προκειμένου ο άνθρωπος να μπορέσει να αποδεχθεί ότι ο Χριστός ανέλαβε, με το θάνατό Του, τη σωτηρία των ανθρώπων, και δια μέσου της αλήθειας αυτής να επωφεληθεί και προσωπικά τη σωτηρία». Βλέπε π. Dumitru Stăniloae, Teologia Dogmatică Ortodoxă (Ορθόδοξη Δογματική Θεολογία), τόμος γ, εκδόσεις «IBMBOR», Βουκουρέστι 1997, σ. 7. 14 Για περισσότερα για το θέμα βλέπε αρχιμ. Ν. Βαφείδη, «Παραδόσεις περί του Πατριάρχου Αβραάμ», Εφημ 4(1955), σ. 410-415 και 494-496. 15 Η προτίμηση την οποία ο απόστολος Παύλος εκδηλώνει για τον πατριάρχη Αβραάμ, με στόχο την υποστήριξη της διδασκαλίας του, στις επιστολές προς Γαλάτας και προς Ρωμαίους εξηγείται από ορισμένους μελετητές της Αγίας Γραφής με το γεγονός ότι τα όσα συνέβησαν με τον Αβραάμ επαναλήφθηκαν και στην περίπτωσή του. Για το λόγο αυτό δεν είναι λίγες οι φορές κατά τις οποίες ο Παύλος ονομάζεται «νέος Αβραάμ». Βλέπε Richard A. Horsley, Paul and Politics, Ekkesia, Israel, Imperium, Interpretation, Trinity Press International, Harrisburg-Pennsylvania 2000, σ. 130-145. 25
κήρυγμα. Όλοι οι πιστοί χριστιανοί είναι κλητοί «κλητοῖς ἁγίοις χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ πατρὸς ἡμῶν καὶ Κυρίου Ιησοῦ Χριστοῦ» (Ρωμ 1,7). Η Εκκλησία στο σύνολό της σημαίνει κοινότητα των κλητών, ενωμένοι σε ένα και μοναδικό Σώμα, Κεφαλή του οποίου είναι ο Χριστός (Α Κορ 12,27). 1.1.2. Ο Αβραάμ, πρότυπο της δικαίωσης διά της πίστεως Στο περιεχόμενο των 25 εδαφίων του δ κεφαλαίου, ο Παύλος κάνει λόγο για τη δικαίωση 16 δια μέσου της πίστης. Η δικαίωση αυτή τεκμηριώνεται με την παραβολή του Αβραάμ και την ομολογία του Δαυίδ. Ο απόστολος ανατρέχει στην Παλιά Διαθήκη, παραπέμποντας στην παραβολή του Αβραάμ 17, πατέρα όλων των ανθρώπων. Ο πατριάρχης εκλαμβάνεται ως πρότυπο της δικαίωσης, όχι μόνο από όσους είχαν αποδεχθεί την περιτομή, αλλά και από τους λοιπούς πιστούς 18. Οι διαμαρτυρόμενοι θα ισχυρισθούν ότι, εφόσον ο Αβραάμ και ο Δαυίδ θεωρήθηκαν δίκαιοι λόγω της πίστης τους 19, σημαίνει ότι η αρχή αυτή αποτελεί πυρήνα του σχεδίου της σωτηρίας, όπως αυτό αποκαλύφθηκε στην Παλαιά Διαθήκη 20. Η πίστη 16 Ο όρος «δικαίωση» χρησιμοποιείται συχνά στη θεολογία του Παύλου και προσδιορίζει τη δίοδο δια μέσου της οποίας ο άνθρωπος μπορεί να θεωρηθεί δίκαιος ενώπιον του Θεού και άξιος της σωτηρίας του. Η δικαίωση αυτή δεν είναι απλά ταλάντευση της πλάστιγγας της δικαιοσύνης, αλλά κατακτάται με τη μεσολάβηση της χάρης ως καρπός της αγάπης του Θεού και των γεγονότων της πίστης του ανθρώπου. Για περισσότερα για το θέμα βλέπε Χαραλάμπου Γ. Ατματζίδη, Κριτικές αναγνώσεις των βιβλικών κειμένων, Ερευνητικές επισκέψεις σε βιβλικά τοπία, τόμος α, εκδόσεις «Π. Πουρναρά», Θεσσαλονίκη 2010, σ. 213-264. Βλέπε επίσης John Murray, The Epistle to the Romans, «Wm. S. Eerdmans Publishing Co. Grand Rapids», Michigan 1982, σ. 127-129. 17 Βλέπε, μεταξύ άλλων, οί μελέτες των Annette Yoshiko Reed, «The Construction and Subversion of Patriarchal Perfection: Abraham and Exemplarity in Philo, Josephus, and the Testament of Abraham», Journal for the Study of Judaism 40/2(2009), σ. 185-212, John AT Robinson, Wrestling with Romans, εκδόσεις «SCM Press Ltd.», Λονδίνο 1979, σ. 54, Stanley Kent Stowers, The Diatribe and Paul s Letter to the Romans, Society of Biblical Literature Dissertation Series, ΗΠΑ 1981, σ. 155-174, Θεοφυλάκτου Αρχιεπισκόπου Βουλγαρίας, ό.π., PG 124,389D-392A και Οικουμένιου, Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολής, PG 118,389BD. 18 Paul Nadim Tarazi, The New Testament: An Introduction - Paul and Mark, εκδόσεις «St. Vladimir s Seminary Press Crestwood», Νέα Υόρκη 1999, σ. 93-94, Jean-Noël Aletti, Comment Dieu est-il juste? Clefs pour interpréter l épître aux Romains, Éditions du Seuil, Παρίσι 1991, σ. 102-105. 19 Jack G. Khalil, Δικαίωση - καταλλαγή - τελική κρίση στην προς Ρωμαίους Επιστολή, εκδόσεις «Π. Πουρναρά», Θεσσαλονίκη 2004, σ. 81, Παν. Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις τας Επιστολάς της Καινής Διαθήκης, σ. 72-73 και Donald Grey Barnhouse, Romans - God s Remedy, τόμος β, εκδόσεις «Wm. B. Eerdmans Publishing Company», Grand Rapids, Michigan 1973, σ. 195-196. 20 Εugene H. Maly, Romans, Veritas Publications, Dublin 1979, σ. 27-36, Η.C.G. Moule, The Epistle to the Romans, Pickering & Inglis Ltd., Λονδίνο σ. 103-114, S. K. A. Stowers, A Rereading of Romans: Justice, Jews and Gentiles, εκδόσεις «Yale University Press» New Haven 1994, L. Gaston, Paul and the Torah, εκδόσεις «University of British Columbia Press», Columbia 1990, M. Zetterholm, Approaches to Paul. A student s quide to the recent scholarship, εκδόσεις «Minneapolis Fortress Press», Minneapolis 2009, σ. 95-225, K. 26