ἐπιτέτραμμαι ἐπετρέφθην or ἐπετράπην

Σχετικά έγγραφα
ἄπειμι or ἀπελεύσομαι ἀπῆλθον ἀπελήλυθα

PRINCIPAL PARTS BY Verb TYPES: all principal parts, all units 1!

-ω, -σω, -σα, -κα, -µαι, -θην

Principal Part Quiz 4 Study Sheet

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΑΠΟ ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΩΡΑ ΓΙΑ ΜΕΛΕΤΗ!!! ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΑΡΧΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΡΗΜΑΤΩΝ

βλάπτω βλάψω ἔβλαψα βέβλαφα βέβλαμμαι ἐβλάβην hurt, harm θάπτω θάψω ἔθαψα τέθαμμαι ἐτάφην bury κλέπτω κλέψω ἔκλεψα κέκλοφα κέκλεμμαι ἐκλάπην steal

STAMMFORMEN (SCHWERGEWICHT: κοινή)

Most Common Ancient Greek Verbs. First Aorists

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ

Το παρόν βοήθημα απευθύνεται σε μαθητές όλων των τάξεων Γυμνασίου και Λυκείου

Επιχείρηση: Παρακείμενος. Οι πρώτες μου γνώσεις για το σχηματισμό του Παρακειμένου

The Ultimate ATHENAZE I Verb Chart STRONG AORIST. 1stPP Future Aorist Perfect

Το ρήμα λύω στην Οριστική Ε.Φ. Επιμέλεια: Ευθυμιάδου Ευφροσύνη

passive 3 rd person Continuous Simple Future Perfect

Α. ΜΕΣΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ ΤΩΝ ΑΦΩΝΟΛΗΚΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ

GCSE (9 1) Classical Greek

1β. διαβεβλημένοις,καταστηναι,επειδάν, διακείμενος, μεταμελήσειν: να αναλυθούν στα συνθετικά τους.

Essential Principal Parts

Appearances Speech αἰνός ή όν dread, grim 74 Adjective αἱρέω αἱρήσω εἷλον ᾕρηκα ᾕρημαι ᾑρέθην

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ

Ενότητα 1. Ενότητα 2

ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ, ΕΛΛΗΝΙΚΑ. Βιβλίο 1, Κεφάλαια 16-19

give, grant 254 Verb δαμάζω δαμάσω ἐδάμασα δεδάμακα δεδάμασμαι/δέδμημα to overpower, tame, conquer, subdue 105 Verb

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. 1 η ΜΕΡΑ

GCSE Classical Greek OCR GCSE in Classical Greek: J291

VOCABULARY AID FOR CHAPTERS 1 13 From Learn to Read New Testament Greek by David Alan Black [TABLE OF CONTENTS]

Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

destroying, destructive, fatal, deadly, murderous

Ch. Delattre 3LHMMG2I Grec perfectionnement Lexique

of or belonging to a δαίμων; miraculous, marvellous

1 ΑΡΧΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

OCR Greek GCSE Word List Produced by Eton College

Απρόσωπη σύνταξη: άναρθρο Απαρέμφατο Δευτερεύουσα Ονομαστική Πρόταση

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ (ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΔΩΡΑΚΙ!!!!)

The Aorist Tense. Talking About the Past. A lesson for the Paideia web-app Ian W. Scott, 2015

System Principal Parts Tenses and Voices

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Α ΓΥΜΝΑΙΟΥ

ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 2,1,28. Η ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς

Ποια μετοχή λέγεται κατηγορηματική;

ΟΝΟΜΑΤΙΚΟΙ ΤΥΠΟΙ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ (απρόσωπες εγκλίσεις)

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

Kάθε γνήσιο αντίτυπο φέρει την υπογραφή της συγγραφέως

21. δεινός: 23. ἀγορά: 24. πολίτης: 26. δοῦλος: 28. σῶμα: 31. Ἑλλας: 32. παῖς: 34. ὑπέρ: 35. νύξ: 39. μῶρος: 40. ἀνήρ:

to do violence 5 Verb βοῦς βοός ὁ/ἡ bull, cow pl. cattle 86 Noun βῆσσα ης ἡ a wooded comb 8 Noun γίγνομαι γενήσομαι ἐγενόμην γέγονα γεγένομαι

Ασκήσεις γραμματικής

Argive, of or from Argos (Greece)

NOMS, ADJECTIFS, ADVERBES GREC-FRANÇAIS

Basics of Biblical Greek Vocabulary Cards

Ακολουθούν τα φύλλα εργασίας

Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ-ΑΡΧΑΙΑ **ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ. 1) Να κάνετε την εγκλιτική αντικατάσταση.

Part of Speech αἰδέομαι αἰδέσομαι ᾐδεσάμην ᾔδεσμαι ᾐδέσθην

Σχηματισμός της οριστικής. Ενρινόληκτων και υγρόληκτων ρημάτων α' συζυγίας

ΘΕΜΑ 393ο: Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 3, 81,1-3

ΘΕΜΑ 181ο: Ξενοφῶντος Ἑλληνικά, 2, 2,

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

Ασκήσεις γραμματικής

Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

PERSON PRIMARY. Aorist. Present Future Perfect (Subjunctive) Aorist. Passive. Future SECONDARY. Passive. Imperfect Aorist Pluperfect (Optative)

Number of Part of Dictionary Entry English Definition Appearances Speech

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Προγραμματισμός κατά ενότητα

ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ Α + Β ΚΛΙΣΗ Α Σ Κ Η Σ Ε Ι Σ

ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Έπου θεώ (Ακολούθα τον θεό) Νόμω πείθου ( Να πειθαρχείς στο Νόμο) Θεούς σέβου (Να σέβεσαι τους θεούς) Γονείς αίδου (Να σέβεσαι τους γονείς σου)

έχω ΣΥΝΤΑΞΗ:1. έχω µε αιτιατική =έχω κάτι 2. έχω µε απαρέµφατο =µπορώ 3. έχω (ενέχει άρνηση µε πλάγια ερώτηση = δεν ξέρω

more, larger (comp. of πολύς) 20 Adjective πρῶτος η ον first, foremost 144 Adjective Πύλιος --α --ον

Λεξιλόγιο - Γραμματικές παρατηρήσεις

ΑΣΚΗΣΕΙΣ. 1) Πώς είναι το πολιτικό σκηνικό στην Αθήνα; Σε ποια παράταξη ανήκει ο Θηραμένης και ποια ήταν η πρόταση του στην εκκλησία του δήμου;

of or belonging to a δαίμων; miraculous, marvellous

31 Ιουλίου 6 Αυγούστου 2017 Πνεύμα

ΑΡΧΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΒΑΣΙΚΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ που απαντούν στο έργο του Ξενοφώντα

Σ Υ Ν Τ Α Ξ Η Τ Ω Ν Ρ Η Μ Α Τ Ω Ν

αληθής<α+λήθη αλήτης<αλάομαι=περιπλανώμαι αλίμονο<αλί εμένα αλκή<αλέξω=αποκρούω άλμα<άλλομαι=αναπηδώ αμαζών<α+μαζός=μαστός άμαξα<άμα+άγω

Chapter 54. The First and Second Aorist Indicative Passive

Δημοσθένους, Περὶ Ἁλοννήσου, 2-3

Λυσία: Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία 1-3 ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Β ΤΑΞΗ

Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

DCC Core Greek organized by Part of Speech 1

ΘΕΜΑ 481ο: Ξενοφῶντος Ἑλληνικά, 2, 4,

-ω conjugation deponent

Σχηματισμός Ευκτικής Παρακειμένου Ενεργητικής Φωνής. Στις σημειώσεις μας θα εστιάσουμε στον περιφραστικό τύπο, καθώς αυτός είναι ο πιο εύχρηστος.

Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 7-8

Συλλαβική αύξηση είναι η προσθήκη στην αρχή του θέματος ενός -ἐ- (Προσοχή! παίρνει ψιλή). Λέγεται συλλαβική επειδή προστίθεται μια νέα συλλαβή.

Τα σύνθετα ρήματα έχουν την τάση να διατηρούν τον τόνο τους στη συλλαβή που τονίζεται και το αντίστοιχο απλό ρήμα: λύειν - ἀπολύειν, ἦχθαι - ἀπῆχθαι,

Η απρόσωπη σύνταξη στα ν.ε. Απρόσωπα ρήματα είναι : α) τα ρήματα που σχηματίζονται μόνο στο γ' ενικό πρόσωπο: πρέπει, πρόκειται, επείγει κ.ά.

Olympian, of Olympus, dwelling on Olympus

Το αντικείμενο [τα βασικά]

«Ρήματα της αρχαίας ελληνικής που συντάσσονται με γενική»

Λυσίου, Κατὰ Ἀλκιβιάδου Α 10-12

Οι τα α α α α α α α Κ. ε ε ε ε ε ε ε ε ε Χε ε ε. ε ε ε ε ε ε ρου ου βι ι ι ι ι ι ι. ιµ µυ στι κω ω ω ω ω ως ει κο ο

Part of Speech αἰδέομαι αἰδέσομαι ᾐδεσάμην ᾔδεσμαι ᾐδέσθην

Έναρθρο και άναρθρο απαρέμφατο

FAX : spudonpe@ypepth.gr) Φ. 12 / 600 / /Γ1

ΒΑΡΥΤΟΝΑ ΡΗΜΑΤΑ Α ΣΥΖΥΓΙΑΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΥ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΤΩΝ ΒΑΡΥΤΟΝΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Α ΣΥΖΥΓΙΑΣ. Ενεργητική φωνή.


ΘΕΜΑ 421ο: Ξενοφῶντος Ἑλληνικά, 2, 4, 37-39

Συντακτικό Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας. Το κατηγορούμενο

JEAN-CHARLES BLATZ 02XD RE52755

Appearances Speech αἰθαλόεις -εσσα -εν smoky, sooty 2 Adjective αἰσχύνω αἰσχυνῶ ᾔσχυνα ᾐσχύνθην

Transcript:

PRINCIPAL PARTS BY UNITS: all principal parts, all units 1 5 ἄγω ἄξω ἤγαγον ἦχα ἦγμαι ἤχθην 5 ἀποθνῄσκω ἀποθανέομαι ἀπέθανον τέθνηκα 5 ἄρχω ἄρξω ἦρξα ἦρχα ἦργμαι ἤρχθην 5 γράφω γράψω ἔγραψα γέγραφα γέγραμμαι ἐγράφην 5 ἐθέλω ἐθελήσω ἠθέλησα ἠθέληκα 5 ἐλαύνω ἐλάω ἤλασα -ελήλακα ἐλήλαμαι ἠλάθην 5 ἐπιτρέπω ἐπιτρέψω ἐπέτρεψα (ἐπιτέτροφα or ἐπιτέτραφα) ἐπιτέτραμμαι ἐπετρέφθην or ἐπετράπην 5 ἔχω (imperf. εἶχον) ἕξω or σχήσω ἔσχον ἔσχηκα -έσχημαι (ἐσχέθην) 5 λαμβάνω λήψομαι ἔλαβον εἴληφα εἴλημμαι ἐλήφθην 5 λέγω λέξω ἔλεξα λέλεγμαι ἐλέχθην 5 λείπω λείψω ἔλιπον λέλοιπα λέλειμμαι ἐλείφθην 5 λῡ ω λῡ σω ἔλῡσα λέλῠκα λέλῠμαι ἐλῠ θην 5 μένω μενέω ἔμεινα μεμένηκα 5 πείθω πείσω ἔπεισα πέπεικα and πέποιθα πέπεισμαι ἐπείσθην 5 πέμπω πέμψω ἔπεμψα πέπομφα πέπεμμαι ἐπέμφθην 5 φέρω οἴσω ἤνεγκον or ἤνεγκα (ἐνεγκ-) ἐνήνοχα ἐνήνεγμαι ἠνέχθην 5 φεύγω φεύξομαι or φευξέομαι ἔφυγον πέφευγα 9 ἀκούω ἀκούσομαι ἤκουσα ἀκήκοα ἠκούσθην 9 βλάπτω βλάψω ἔβλαψα βέβλαφα βέβλαμμαι ἐβλάβην or ἐβλάφθην 9 δεῖ δεήσει ἐδέησε 9 δοκεῖ δόξει ἔδοξε δέδοκται 9 ἔξεστι ἐξέσται 9 κελεύω κελεύσω ἐκέλευσα κεκέλευκα κεκέλευσμαι ἐκελεύσθην 9 πρέπει 9 τάττω τάξω ἔταξα τέταχα τέταγμαι ἐτάχθην 9 χρή χρἤσται 10 βάλλω βαλέω ἔβαλον βέβληκα βέβλημαι ἐβλήθην 10 εἰμί ἔσομαι 10 εὑρίσκω εὑρήσω ηὗρον ηὕρηκα ηὕρημαι ηὑρέθην 10 πάσχω πείσομαι ἔπαθον πέπονθα 10 πρᾱ ττω πρᾱ ξω ἔπρᾱξα πέπρᾱγα or πέπρᾱχα πέπρᾱγμαι ἐπρᾱ χθην 11 αἰσθάνομαι αἰσθήσομαι ᾐσθόμην ᾔσθημαι 11 ἀποκτείνω ἀποκτενέω ἀπέκτεινα ἀπέκτονα

PRINCIPAL PARTS BY UNITS: all principal parts, all units 2 11 βουλεύω βουλεύσω ἐβούλευσα βεβούλευκα βεβούλευμαι ἐβουλεύθην 11 βούλομαι βουλήσομαι βεβούλημαι ἐβουλήθην 11 γίγνομαι γενήσομαι ἐγενόμην γέγονα γεγένημαι ἐγενήθην 11 γυμνάζω γυμνάσω ἐγύμνασα γεγύμνακα γεγύμνασμαι ἐγυμνάσθην 11 δικάζω δικάσω ἐδίκασα δεδίκακα δεδίκασμαι ἐδικάσθην 11 ἔρχομαι ἐλεύσομαι ἦλθον (ἐλθ-) ἐλήλυθα 11 κόπτω κόψω ἔκοψα -κέκοφα κέκομμαι -εκόπην 11 μάχομαι μαχέομαι ἐμαχεσάμην μεμάχημαι 11 οἴομαι or οἶμαι οἰήσομαι ᾠήθην 11 παρακελεύομαι παρακελεύσομαι παρεκελευσάμην παρακεκέλευσμαι 11 παρασκευάζω παρασκευάσω παρεσκεύασα παρεσκεύασμαι παρεσκευάσθην 11 πολῑτεύω πολῑτεύσω ἐπολῑ τευσα πεπολῑ τευκα πεπολῑ τευμαι ἐπολῑτεύθην 11 πυνθάνομαι πεύσομαι ἐπυθόμην πέπυσμαι 11 σπένδω σπείσω ἔσπεισα ἔσπεισμαι 13 ἀδικέω ἀδικήσω ἠδίκησα ἠδίκηκα ἠδίκημαι ἠδικήθην 13 αἱρέω αἱρήσω εἷλον (ἑλ-) ᾕρηκα ᾕρημαι ᾑρέθην 13 ἀφικνέομαι ἀφίξομαι ἀφῑκόμην ἀφῖγμαι 13 δέω δεήσω ἐδέησα δεδέηκα δεδέημαι ἐδεήθην 13 δέομαι δεήσομαι ἐδεήθην 13 δοκέω δόξω ἔδοξα δέδογμαι -εδόχθην 13 κρατέω κρατήσω ἐκράτησα κεκράτηκα κεκράτημαι ἐκρατήθην 13 νοσέω νοσήσω ἐνόσησα νενόσηκα 13 οἰκέω οἰκήσω ᾤκησα ᾤκηκα ᾤκημαι ᾠκήθην 13 ποιέω ποιήσω ἐποίησα πεποίηκα πεποίημαι ἐποιήθην 13 φιλέω φιλήσω ἐφίλησα πεφίληκα πεφίλημαι ἐφιλήθην 13 φοβέω φοβήσω ἐφόβησα πεφόβημαι ἐφοβήθην 13 ὠφελέω ὠφελήσω ὠφέλησα ὠφέληκα ὠφέλημαι ὠφελήθην 16 αἰτέω αἰτήσω ᾔτησα ᾔτηκα ᾔτημαι ᾐτήθην 16 ἀπάγω ἀπάξω ἀπήγαγον ἀπῆχα ἀπῆγμαι ἀπήχθην 16 ἀπέχω ἀφέξω or ἀποσχήσω ἀπέσχον 16 ἐπαινέω ἐπαινέσομαι or ἐπαινέσω ἐπῄνεσα ἐπῄνεκα ἐπῄνημαι ἐπῃνέθην 16 ἐπιθῡμέω ἐπιθῡμήσω ἐπεθῡ μησα ἐπιτεθῡ μηκα 16 ζητέω ζητήσω ἐζήτησα ἐζήτηκα (ἐζήτημαι) ἐζητήθην 16 ἡγέομαι ἡγήσομαι ἡγησάμην ἥγημαι -ηγήθην 16 κωλῡ ω κωλῡ σω ἐκώλῡσα κεκώλῡκα κεκώλῡμαι ἐκωλῡ θην

PRINCIPAL PARTS BY UNITS: all principal parts, all units 3 16 παράγω παράξω παρήγαγον παρῆχα παρῆγμαι παρήχθην 16 παρέχω παρέξω or παρασχήσω παρέσχον παρέσχηκα 16 τρέπω τρέψω ἔτρεψα or ἔτραπον τέτροφα τέτραμμαι ἐτρέφθην or ἐτράπην 16 φυλάττω φυλάξω ἐφύλαξα πεφύλαχα πεφύλαγμαι ἐφυλάχθην 17 διαφέρω διοίσω διήνεγκον or διήνεγκα διενήνοχα διενήνεγμαι διηνέχθην 17 εὔχομαι εὔξομαι ηὐξάμην ηὖγμαι 17 κατηγορέω κατηγορήσω κατηγόρησα κατηγόρηκα κατηγόρημαι κατηγορήθην 17 κρύπτω κρύψω ἔκρυψα κέκρυμμαι ἐκρύφθην 17 -πλήττω -πλήξω -έπληξα πέπληγα πέπληγμαι ἐπλήγην or -επλάγην 18 καλέω καλέω ἐκάλεσα κέκληκα κέκλημαι ἐκλήθην 18 μανθάνω μαθήσομαι ἔμαθον μεμάθηκα 18 μέλλω μελλήσω ἐμέλλησα 18 νομίζω νομιέω ἐνόμισα νενόμικα νενόμισμαι ἐνομίσθην 18 πῑ πτω πεσέομαι ἔπεσον πέπτωκα 19 ἀγγέλλω ἀγγελέω ἤγγειλα ἤγγελκα ἤγγελμαι ἠγγέλθην 19 γιγνώσκω γνώσομαι ἔγνων ἔγνωκα ἔγνωσμαι ἐγνώσθην 19 ἐλπίζω ἐλπιέω ἤλπισα ἠλπίσθην 19 ἐρέω εἶπον (εἰπ-) εἴρηκα εἴρημαι ἐρρήθην 19 ὁράω ὄψομαι εἶδον (ἰδ-) ἑώρᾱκα or ἑόρᾱκα ἑώρᾱμαι or ὦμμαι ὤφθην 20 φημί φήσω ἔφησα 23 ἀνατίθημι ἀναθήσω ἀνέθηκα ἀνατέθηκα ἀνατέθειμαι ἀνετέθην 23 ἄπειμι (go) or ἀπέρχομαι ἄπειμι or ἀπελεύσομαι ἀπῆλθον ἀπελήλυθα 23 ἀποδείκνῡμι ἀποδείξω ἀπέδειξα ἀποδέδειχα ἀποδέδειγμαι ἀπεδείχθην 23 ἀποδίδωμι ἀποδώσω ἀπέδωκα ἀποδέδωκα ἀποδέδομαι ἀπεδόθην 23 ἀφίημι ἀφήσω ἀφῆκα ἀφεῖκα ἀφεῖμαι ἀφείθην 23 ἀφίστημι ἀποστήσω ἀπέστησα and ἀπέστην ἀφέστηκα ἀφέσταμαι ἀπεστάθην 23 δείκνῡμι δείξω ἔδειξα δέδειχα δέδειγμαι ἐδείχθην 23 δίδωμι δώσω ἔδωκα δέδωκα δέδομαι ἐδόθην 23 εἶμι or ἔρχομαι εἶμι or ἐλεύσομαι ἦλθον ἐλήλυθα 23 ἔξειμι (go) or ἐξέρχομαι ἔξειμι or ἐξελεύσομαι ἐξῆλθον ἐξελήλυθα 23 ἐπιδείκνῡμι ἐπιδείξω ἐπέδειξα ἐπιδέδειχα ἐπιδέδειγμαι ἐπεδείχθην 23 ἐπιτίθημι ἐπιθήσω ἐπέθηκα ἐπιτέθηκα ἐπιτέθειμαι ἐπετέθην 23 ἐφίημι ἐφήσω ἐφῆκα ἐφεῖκα ἐφεῖμαι ἐφείθην

PRINCIPAL PARTS BY UNITS: all principal parts, all units 4 23 ἐφίστημι ἐπιστήσω ἐπέστησα and ἐπέστην ἐφέστηκα ἐφέσταμαι ἐπεστάθην 23 ζεύγνῡμι ζεύξω ἔζευξα ἔζευγμαι ἐζύγην or ἐζεύχθην 23 ἵημι ἥσω -ἧκα -εἷκα -εἷμαι -εἵθην 23 ἵστημι στήσω ἔστησα and ἔστην ἕστηκα ἕσταμαι ἐστάθην 23 καθίστημι καταστήσω κατέστησα and κατέστην καθέστηκα καθέσταμαι κατεστάθην 23 κατατίθημι καταθήσω κατέθηκα κατατέθηκα κατατέθειμαι κατετέθην 23 μεταδίδωμι μεταδώσω μετέδωκα μεταδέδωκα μεταδέδομαι μετεδόθην 23 παραδίδωμι παραδώσω παρέδωκα παραδέδωκα παραδέδομαι παρεδόθην 23 προδίδωμι προδώσω προέδωκα προδέδωκα προδέδομαι προεδόθην 23 προσίημι προσήσω προσῆκα προσεῖκα προσεῖμαι προσείθην 23 ῥήγνῡμι ῥήξω ἔρρηξα -έρρωγα ἐρράγην 23 συντίθημι συνθήσω συνέθηκα συντέθηκα συντέθειμαι συνετέθην 23 τίθημι θήσω ἔθηκα τέθηκα τέθειμαι ἐτέθην 24 ἁλίσκομαι ἁλώσομαι ἑάλων or ἥλων ἑάλωκα or ἥλωκα 24 ἀναβαίνω ἀναβήσομαι ἀνέβην ἀναβέβηκα ἀναβέβαμαι ἀνεβάθην 24 ἀναγιγνώσκω ἀναγνώσομαι ἀνέγνων ἀνέγνωκα ἀνέγνωσμαι ἀνεγνώσθην 24 ἀποδῡ ω ἀποδῡ σω ἀπέδῡσα and ἀπέδῡν ἀποδέδῡκα 24 βαίνω -βήσομαι -ἔβην βέβηκα -βέβαμαι -εβάθην 24 διαβαίνω διαβήσομαι διέβην διαβέβηκα διαβέβαμαι διεβάθην 24 διαγιγνώσκω διαγνώσομαι διέγνων διέγνωκα διέγνωσμαι διεγνώσθην 24 δῡ ω or δῡ νω -δῡ σω -έδῡσα and ἔδῡν -δέδῡκα -δέδῠμαι -εδῠ θην 24 καταβαίνω καταβήσομαι κατέβην καταβέβηκα 24 καταδῡ ω καταδῡ σω κατέδῡσα and κατέδῡν καταδέδῡκα 24 παραβαίνω παραβήσομαι παρέβην παραβέβηκα παραβέβαμαι παρεβάθην 24 συμβαίνω συμβήσομαι συνέβην συμβέβηκα συμβέβαμαι συνεβάθην 25 διαδίδωμι διαδώσω διέδωκα διαδέδωκα διαδέδομαι διεδόθην 25 δύναμαι δυνήσομαι δεδύνημαι ἐδυνήθην 26 ἁρπάζω ἁρπάσομαι ἥρπασα ἥρπακα ἥρπασμαι ἡρπάσθην 26 ἐσθίω ἔδομαι ἔφαγον ἐδήδοκα -εδήδεσμαι ἠδέσθην 26 καίω or κᾱ ω καύσω ἔκαυσα -κέκαυκα κέκαυμαι ἐκαύθην 26 κρῑ νω κρῐνέω ἔκρῑνα κέκρῐκα κέκρῐμαι ἐκρῐ θην 26 πῑ νω πῐ ομαι or πῐέομαι ἔπῐον πέπωκα -πέπομαι -επόθην 26 στρέφω στρέψω ἔστρεψα ἔστραμμαι ἐστρέφθην or ἐστράφην

PRINCIPAL PARTS BY UNITS: all principal parts, all units 5 26 τέμνω τεμέω ἔτεμον (ἔταμον) -τέτμηκα τέτμημαι ἐτμήθην 26 τρέφω θρέψω ἔθρεψα τέτροφα τέθραμμαι ἐτράφην (ἐτρέφθην) 26 ὑπισχνέομαι ὑποσχήσομαι ὑπεσχόμην ὑπέσχημαι 27 ἀναιρέω ἀναιρήσω ἀνεῖλον (ἀνελ-) ἀνῄρηκα ἀνῄρημαι ἀνῃρέθην 27 ἄπειμι (be) ἀπέσομαι 27 διώκω διώξομαι or (rare) διώξω ἐδίωξα δεδίωχα ἐδιώχθην 27 ἐξαιτέω ἐξαιτήσω ἐξῄτησα ἐξῄτηκα ἐξῄτημαι ἐξῃτήθην 27 μετέχω μεθέξω or μετασχήσω μετέσχον μετέσχηκα 27 ὀρχέομαι ὀρχήσομαι ὠρχησάμην 27 πάρειμι (be) παρέσομαι 27 πολεμέω πολεμήσω ἐπολέμησα πεπολέμηκα πεπολέμημαι ἐπολεμήθην 28 ἀγνοέω ἀγνοήσω ἠγνόησα ἠγνόηκα ἠγνόημαι ἠγνοήθην 28 ἁμαρτάνω ἁμαρτήσομαι ἥμαρτον ἡμάρτηκα ἡμάρτημαι ἡμαρτήθην 28 ἀνέχω ἀνέξω or ἀνασχήσω ἀνέσχον ἀνέσχηκα 28 διαμένω διαμενέω διέμεινα διαμεμένηκα 28 διατελέω διατελέω διετέλεσα διατετέλεκα διατετέλεσμαι διετελέσθην 28 ἐλέγχω ἐλέγξω ἤλεγξα ἐλήλεγμαι ἠλέγχθην 28 ἐξελέγχω ἐξελέγξω ἐξήλεγξα ἐξελήλεγμαι ἐξηλέγχθην 28 ἐπιβουλεύω ἐπιβουλεύσω ἐπεβούλευσα ἐπιβεβούλευκα ἐπιβεβούλευμαι ἐπεβουλεύθην 28 ἐπίσταμαι ἐπιστήσομαι ἠπιστήθην 28 ἥδομαι ἡσθήσομαι ἥσθην 28 λανθάνω λήσω ἔλαθον λέληθα -λέλησμαι 28 οἶδα εἴσομαι 28 ὀργίζω ὤργισα 28 ὀργίζομαι ὀργιέομαι ὤργισμαι ὠργίσθην 28 παύω παύσω ἔπαυσα πέπαυκα πέπαυμαι ἐπαύθην 28 περιοράω περιόψομαι περιεῖδον περιεώρᾱκα περιῶμμαι or περιεώρᾱμαι περιώφθην 28 τυγχάνω τεύξομαι ἔτυχον τετύχηκα 28 φθάνω φθήσομαι ἔφθασα or ἔφθην 29 φαίνω φανέω ἔφηνα πέφηνα πέφασμαι ἐφάνην (ἐφάνθην) 30 ἀναμιμνήσκω ἀναμνήσω ἀνέμνησα ἀναμέμνημαι ἀνεμνήσθην 30 ἀπορέω ἀπορήσω ἠπόρησα ἠπόρηκα ἠπόρημαι ἠπορήθην 30 βασιλεύω βασιλεύσω ἐβασίλευσα 30 δηλόω δηλώσω ἐδήλωσα δεδήλωκα δεδήλωμαι ἐδηλώθην 30 διασκεδάννῡμι διασκεδάω διεσκέδασα διεσκέδασμαι διεσκεδάσθην

PRINCIPAL PARTS BY UNITS: all principal parts, all units 6 30 ἐμπίμπλημι ἐμπλήσω ἐνέπλησα ἐμπέπληκα ἐμπέπλησμαι ἐνεπλήσθην 30 ζηλόω ζηλώσω ἐζήλωσα ἐζήλωκα ἐζήλωμαι ἐζηλώθην 30 μιμνῄσκω or μιμνήσκω μνήσω ἔμνησα μέμνημαι ἐμνήσθην 30 νῑκάω νῑκήσω ἐνῑ κησα νενῑ κηκα νενῑ κημαι ἐνῑκήθην 30 τελευτάω τελευτήσω ἐτελεύτησα τετελεύτηκα τετελεύτημαι ἐτελευτήθην 30 τῑμάω τῑμήσω ἐτῑ μησα τετῑ μηκα τετῑ μημαι ἐτῑμήθην 30 ὑπομιμνήσκω ὑπομνήσω ὑπέμνησα ὑπομέμνημαι ὑπεμνήσθην 31 δουλεύω δουλεύσω ἐδούλευσα δεδούλευκα 31 πιστεύω πιστεύσω ἐπίστευσα πεπίστευκα πεπίστευμαι ἐπιστεύθην 31 στρατεύω στρατεύσω ἐστράτευσα ἐστράτευκα ἐστράτευμαι 31 χράω χρήσω ἔχρησα ἐχρήσθην 31 χράομαι χρήσομαι ἐχρησάμην κέχρημαι ἐχρήσθην 32 ἡττάομαι ἡττήσομαι (rare) ἥττημαι ἡττήθην 32 σῑγάω σῑγήσομαι ἐσῑ γησα σεσῑ γηκα σεσῑ γημαι ἐσῑγήθην 33 ἀποκρῑ νω ἀποκρῐνέω ἀπέκρῑνα ἀποκέκρῐκα ἀποκέκρῐμαι ἀπεκρῐ θην 33 ἀπολογέομαι ἀπολογήσομαι ἀπελογησάμην ἀπολελόγημαι 33 διαβάλλω διαβαλέω διέβαλον διαβέβληκα διαβέβλημαι διεβλήθην 33 διαλέγομαι διαλέξομαι διείλεγμαι διελέχθην or διελέγην 33 ἐπιλανθάνομαι ἐπιλήσομαι ἐπελαθόμην ἐπιλέλησμαι 33 καταλείπω καταλείψω κατέλιπον καταλέλοιπα καταλέλειμμαι κατελείφθην 33 ὁμολογέω ὁμολογήσω ὡμολόγησα ὡμολόγηκα ὡμολόγημαι ὡμολογήθην 33 παραινέω παραινέσω παρῄνεσα παρῄνεκα παρῄνημαι παρῃνέθην 33 συγγιγνώσκω συγγνώσομαι συνέγνων συνέγνωκα συνέγνωσμαι συνεγνώσθην 33 συμβουλεύω συμβουλεύσω συνεβούλευσα συμβεβούλευκα συμβεβούλευμαι συνεβουλεύθην 33 συμφέρω συνοίσω συνήνεγκον or συνήνεγκα συνενήνοχα συνενήνεγμαι συνηνέχθην 33 ὑπακούω ὑπακούσομαι ὑπήκουσα ὑπακήκοα ὑπηκούσθην 33 ὑπολαμβάνω ὑπολήψομαι ὑπέλαβον ὑπείληφα ὑπείλημμαι ὑπελήφθην 33 ὑπομένω ὑπομενέω ὑπέμεινα ὑπομεμένηκα 34 αἰτιάομαι αἰτιᾱ σομαι ᾐτιᾱσάμην ᾐτίᾱμαι ᾐτιᾱ θην 34 ἀξιόω ἀξιώσω ἠξίωσα ἠξίωκα ἠξίωμαι ἠξιώθην 34 ἀπαντάω ἀπαντήσομαι ἀπήντησα ἀπήντηκα 34 ἀσθενέω ἀσθενήσω ἠσθένησα ἠσθένηκα 34 ἀτιμάζω ἀτιμάσω ἠτίμασα ἠτίμακα ἠτίμασμαι ἠτιμάσθην 34 βοηθέω βοηθήσω ἐβοήθησα βεβοήθηκα βεβοήθημαι 34 γαμέω γαμέω ἔγημα γεγάμηκα γεγάμημαι

PRINCIPAL PARTS BY UNITS: all principal parts, all units 7 34 γελάω γελάσομαι ἐγέλασα ἐγελάσθην 34 δαπανάω δαπανήσω ἐδαπάνησα δεδαπάνηκα δεδαπάνημαι ἐδαπανήθην 34 ἐάω ἐᾱ σω εἴᾱσα εἴᾱκα εἴᾱμαι εἰᾱ θην 34 (εἴρομαι) ἐρήσομαι ἠρόμην 34 ἐράω ἐρασθήσομαι ἠράσθην 34 ἐρωτάω ἐρωτήσω ἠρώτησα ἠρώτηκα ἠρώτημαι ἠρωτήθην 34 εὐεργετέω εὐεργετήσω ηὐεργέτησα ηὐεργέτηκα ηὐεργέτημαι ηὐεργετήθην 34 ζῶ ζήσω (ἔζησα) 34 μῑσέω μῑσήσω ἐμῑ σησα μεμῑ σηκα μεμῑ σημαι ἐμῑσήθην 34 ὁρμάω ὁρμήσω ὥρμησα ὥρμηκα ὥρμημαι ὡρμήθην 34 ὀφείλω ὀφειλήσω ὠφείλησα and ὤφελον ὠφείληκα ὠφειλήθην 34 πολιορκέω πολιορκήσω ἐπολιόρκησα -πεπολιόρκημαι ἐπολιορκήθην 34 σωφρονέω σωφρονήσω ἐσωφρόνησα σεσωφρόνηκα σεσωφρόνημαι 34 τελέω τελέω (τελέσω) ἐτέλεσα τετέλεκα τετέλεσμαι ἐτελέσθην 35 διδάσκω διδάξω ἐδίδαξα δεδίδαχα δεδίδαγμαι ἐδιδάχθην 35 ἐμβαίνω ἐμβήσομαι ἐνέβην ἐμβέβηκα 35 ἥκω ἥξω 35 θαυμάζω θαυμάσομαι ἐθαύμασα τεθαύμακα τεθαύμασμαι ἐθαυμάσθην 35 κλέπτω κλέψω ἔκλεψα κέκλοφα κέκλεμμαι ἐκλάπην 35 πορεύω πορεύσω ἐπόρευσα πεπόρευμαι ἐπορεύθην 35 τρέχω δραμέομαι (θρέξομαι) ἔδραμον -δεδράμηκα -δεδράμημαι 37 ἀπόλλῡμι ἀπολέω ἀπώλεσα and ἀπωλόμην ἀπολώλεκα and ἀπόλωλα 37 διαφθείρω διαφθερέω διέφθειρα διέφθαρκα and διέφθορα διέφθαρμαι διεφθάρην 37 ὄμνῡμι ὀμέομαι ὤμοσα ὀμώμοκα ὀμώμομαι or ὀμώμοσμαι ὠμόθην or ὠμόσθην 37 ῥῑ πτω ῥῑ ψω ἔρρῑψα ἔρρῑφα ἔρρῑμμαι ἐρρῑ φθην or ἐρρῐ φην 37 σπεύδω σπεύσω ἔσπευσα 37 σπουδάζω σπουδάσομαι ἐσπούδασα ἐσπούδακα ἐσπούδασμαι ἐσπουδάσθην 38 ἁθροίζω ἁθροίσω ἥθροισα ἥθροικα ἥθροισμαι ἡθροίσθην 38 ἐξαπατάω ἐξαπατήσω ἐξηπάτησα ἐξηπάτηκα ἐξηπάτημαι ἐξηπατήθην 38 ἐπιμέλομαι or ἐπιμελέομαι ἐπιμελήσομαι ἐπιμεμέλημαι ἐπεμελήθην 38 εὐλαβέομαι εὐλαβήσομαι ηὐλαβήθην 38 θῡ ω θῡ σω ἔθῡσα τέθῠκα τέθῠμαι ἐτῠ θην

PRINCIPAL PARTS BY UNITS: all principal parts, all units 8 38 κλῑ νω κλῐνέω ἔκλῑνα κέκλῐμαι ἐκλῐ θην or -εκλῐ νην 38 κομίζω κομιέω ἐκόμισα κεκόμικα κεκόμισμαι ἐκομίσθην 38 κτάομαι κτήσομαι ἐκτησάμην κέκτημαι ἐκτήθην 38 μέλω μελήσω ἐμέλησα μεμέληκα 38 μέλει μελήσει ἐμέλησε μεμέληκε 38 σκέπτομαι σκέψομαι ἐσκεψάμην ἔσκεμμαι 38 σκοπέω or σκοπέομαι 39 δέδοικα or δέδια (δείσομαι) ἔδεισα 39 ἐπιχειρέω ἐπιχειρήσω ἐπεχείρησα ἐπικεχείρηκα ἐπικεχείρημαι ἐπεχειρήθην 39 πειράω πειρᾱ σω ἐπείρᾱσα πεπείρᾱκα πεπείρᾱμαι ἐπειρᾱ θην 39 προσήκω προσήξω 39 συλλέγω συλλέξω συνέλεξα συνείλοχα συνείλεγμαι συνελέγην or συνελέχθην 39 σῴζω σώσω (σῴσω) ἔσωσα (ἔσῳσα) σέσωκα σέσωμαι (σέσῳσμαι) ἐσώθην 39 ὑποπτεύω ὑποπτεύσω ὑπώπτευσα ὑπωπτεύθην 39 φράζω φράσω ἔφρασα πέφρακα πέφρασμαι ἐφράσθην 40 ἀποπλέω ἀποπλεύσομαι or ἀποπλευσέομαι ἀπέπλευσα (ἀποπέπλευκα) 40 ἀσεβέω ἀσεβήσω ἠσέβησα ἠσέβηκα ἠσέβημαι ἠσεβήθην 40 διανοέομαι διανοήσομαι διανενόημαι διενοήθην 40 ἐργάζομαι ἐργάσομαι ἠργασάμην εἴργασμαι ἠργάσθην 40 εὐσεβέω (εὐσεβήσω) (εὐσέβησα) (εὐσέβηκα) (εὐσεβήθην) 40 νοέω νοήσω ἐνόησα νενόηκα νενόημαι ἐνοήθην 40 πλέω πλεύσομαι or πλευσέομαι ἔπλευσα πέπλευκα πέπλευσμαι 40 προσέχω προσέξω προσέσχον προσέσχηκα 40 ῥέω ῥυήσομαι ἐρρύηκα ἐρρύην 40 τίκτω τέξομαι ἔτεκον (ἔτεξα) τέτοκα (τέτεγμαι) (ἐτέχθην) 40 φῡ ω or φῠ ω φῡ σω ἔφῡσα and ἔφῡν πέφῡκα 40 χαίρω χαιρήσω κεχάρηκα ἐχάρην 41 ἀλλάττω ἀλλάξω ἤλλαξα ἤλλαχα ἤλλαγμαι ἠλλάχθην or ἠλλάγην 41 ἔοικα εἴξω 41 ἐπιστέλλω ἐπιστελέω ἐπέστειλα ἐπέσταλκα ἐπεσταλμαι ἐπεστάλην 41 στέλλω (στελέω) ἔστειλα -έσταλκα ἔσταλμαι ἐστάλην